ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

19.10.2017 - (COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD)) - ***I

Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας
Εισηγήτρια: Pilar del Castillo Vera
Συντάκτρια γνωμοδότησης (*):
Dita Charanzová, Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών
(*) Διαδικασία συνδεδεμένων επιτροπών – Άρθρο 54 του Κανονισμού
(Αναδιατύπωση – Άρθρο 104 του Κανονισμού)


Διαδικασία : 2016/0288(COD)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A8-0318/2017
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A8-0318/2017
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

(COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία – αναδιατύπωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο (αριθ. 1) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2016)0590),

–  κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες τους,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C8-0379/2016),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 26ης Ιανουαρίου 2017[1],

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών της 8ης Φεβρουαρίου 2017[2],

–  έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων[3],

–  έχοντας υπόψη την από 17ης Οκτωβρίου 2016 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 104 και 59 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A8-0318/2017),

Α.  εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την συμβουλευτική ομάδα των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η πρόταση της Επιτροπής δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην όσων προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων προηγούμενων πράξεων και των τροποποιήσεων αυτών, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·

1.  εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.  ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν την αντικαταστήσει με νέο κείμενο, αν της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις·

3.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.

Τροπολογία    1

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ[4]**

στην πρόταση της Επιτροπής

---------------------------------------------------------

2016/0288 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

(Αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες τους,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[5],

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[6],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)  Η οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[7], η οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[8], η οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[9] και η οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[10] έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς. Με την ευκαιρία περαιτέρω τροποποιήσεων, οι οδηγίες αυτές θα πρέπει να αναδιατυπωθούν για λόγους σαφήνειας.

(2)  Η λειτουργία των πέντε οδηγιών που είναι μέρος του υφιστάμενου πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/19/ΕΚ, οδηγία 2002/20/ΕΚ, οδηγία 2002/21/ΕΚ οδηγία 2002/22/ΕΚ και οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)[11] υπόκειται σε τακτική επανεξέταση από την Επιτροπή, με σκοπό ιδίως να καθοριστεί κατά πόσο υπάρχει ανάγκη τροποποίησης μέσα από το πρίσμα των τεχνολογικών εξελίξεων και των εξελίξεων στην αγορά[12].

(3)  Στη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά, η Επιτροπή επισήμανε ότι η αναθεώρηση του πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες θα δώσει έμφαση σε μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε ευρυζωνικά δίκτυα υψηλής ταχύτητας, προσφέρουν πιο συνεκτική προσέγγιση της ενιαίας αγοράς όσον αφορά την πολιτική και τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για γνήσια ενιαία αγορά με την αντιμετώπιση του κατακερματισμού των κανονιστικών ρυθμίσεων, διασφαλίζουν την ουσιαστική προστασία των καταναλωτών, ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς και συνεκτική εφαρμογή των κανόνων, καθώς και παρέχουν πιο αποτελεσματικό κανονιστικό θεσμικό πλαίσιο. Στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης ανακοινώθηκε επίσης η αναθεώρηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, προκειμένου να παρέχονται υψηλότερο επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής ζωής στους χρήστες υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς.

(4)  Η παρούσα οδηγία αποτελεί μέρος του ελέγχου «καταλληλότητας του κανονιστικού πλαισίου», το πεδίο εφαρμογής του οποίου περιλαμβάνει τέσσερις από τις οδηγίες (οδηγία πλαίσιο, οδηγία για την αδειοδότηση, οδηγία για την πρόσβαση και οδηγία καθολικής υπηρεσίας) και έναν κανονισμό (κανονισμός BEREC[13]). Κάθε μία από τις οδηγίες περιέχει επί του παρόντος μέτρα που εφαρμόζονται για τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με την κανονιστική ιστορία του κλάδου, κατά την οποία οι επιχειρήσεις ήταν καθετοποιημένες, δηλαδή δραστηριοποιούνταν στην παροχή τόσο δικτύων όσο και υπηρεσιών. Η αναθεώρηση προσφέρει την ευκαιρία για αναδιατύπωση των τεσσάρων οδηγιών ώστε να απλουστευτεί η τρέχουσα διάρθρωση, με σκοπό την ενίσχυση της συνοχής και της προσβασιμότητάς της, σύμφωνα με τον στόχο REFIT. Παρέχει επίσης τη δυνατότητα να προσαρμοστεί η διάρθρωση στη νέα πραγματικότητα της αγοράς, όπου η παροχή υπηρεσιών επικοινωνιών δεν αποτελεί πλέον κατ’ ανάγκη δέσμη με την παροχή δικτύου. Όπως προβλέπεται στη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων, η αναδιατύπωση συνίσταται στην έκδοση νέας νομικής πράξης που ενσωματώνει σε ενιαίο κείμενο τόσο τις τροποποιήσεις ουσίας που επιφέρει σε προϋπάρχουσα πράξη όσο και τις διατάξεις της τελευταίας που παραμένουν αμετάβλητες. Η πρόταση αναδιατύπωσης αφορά τις τροποποιήσεις ουσίας που επιφέρει επί της προϋπάρχουσας πράξης και, επικουρικά, περιλαμβάνει την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων της προϋπάρχουσας πράξης με τις εν λόγω τροποποιήσεις ουσίας.

(5)  Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να δημιουργεί νομικό πλαίσιο για την εξασφάλιση της ελευθερίας παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μόνον υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και τους τυχόν περιορισμούς που συνάδουν προς το άρθρο 52 παράγραφος 1 της Συνθήκης, ιδίως τα μέτρα που αφορούν τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και τη δημόσια υγεία, και προς το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ο Χάρτης»).

(6)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τη δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για τους λόγους που καθορίζονται στα άρθρα 87 και 45 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προστασία των ουσιαστικών συμφερόντων του στον τομέα της ασφάλειας και για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, καθώς και για να διευκολύνει τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη εγκλημάτων, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτά τα μέτρα πρέπει να προβλέπονται από τον νόμο, να σέβονται την ουσία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον Χάρτη και να υπόκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη.

(7)  Η σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, των μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας των πληροφοριών σημαίνει ότι όλα τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να διέπονται, κατά το δυνατό, από ενιαίο ευρωπαϊκό κώδικα επικοινωνιών που θα έχει θεσπιστεί με ενιαία οδηγία, με εξαίρεση τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται καλύτερα με άμεσα εφαρμοστέους κανόνες που έχουν θεσπιστεί μέσω κανονισμών. Είναι απαραίτητο να διαχωριστεί η ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τη ρύθμιση του περιεχομένου. Ο κώδικας επικοινωνιών δεν καλύπτει, επομένως, το περιεχόμενο υπηρεσιών που παρέχονται μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το ραδιοτηλεοπτικά εκπεμπόμενο περιεχόμενο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστά εμπόδιο για μέτρα που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό την προώθηση της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και τη διασφάλιση της υπεράσπισης του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων καλύπτεται από την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου21. Η κανονιστική ρύθμιση της πολιτικής στον οπτικοακουστικό τομέα και του περιεχομένου αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, η αμεροληψία, η πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, η κοινωνική ένταξη, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία των ανηλίκων. Τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών καλύπτονται από τον κώδικα επικοινωνιών, εκτός από τις περιπτώσεις που εξαιρούνται ρητά από το πεδίο εφαρμογής του. Επίσης, η διάκριση μεταξύ της ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του περιεχομένου δεν εμποδίζει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας, της προστασίας του καταναλωτή, του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(7α)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πολίτες της Ένωσης διαθέτουν καθολική πρόσβαση σε ευρύ φάσμα πληροφοριών και περιεχομένου υψηλής ποιότητας και δημόσιας αξίας, προς όφελος της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής πολυμορφίας, δεδομένης της ταχείας ανάπτυξης των συστημάτων διανομής και των επιχειρηματικών μοντέλων που επηρεάζουν επί του παρόντος τον τομέα των μέσων ενημέρωσης.

(8)  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2014/53/ΕΕ σε ραδιοεξοπλισμό, καλύπτει όμως τον εξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται για τη ραδιοφωνία και την ψηφιακή τηλεόραση.

(9)  Για να μπορούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν ορισθεί στην παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας θα πρέπει να καλύψει ορισμένες πτυχές του ραδιοεξοπλισμού, όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[14] καθώς επίσης και τον καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χρηστών με ειδικές ανάγκες. Είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων και των κατασκευαστών εξοπλισμού για να διευκολύνεται η πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η μη αποκλειστική χρήση του ραδιοφάσματος για την αυτοχρησιμοποίηση ραδιοφωνικού τερματικού εξοπλισμού, παρόλο που δεν συνδέεται με οικονομική δραστηριότητα, θα πρέπει επίσης να διέπεται από την παρούσα οδηγία ώστε να εξασφαλίζεται συντονισμένη προσέγγιση όσον αφορά το καθεστώς αδειοδότησής της.

(10)  Ορισμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών δυνάμει της παρούσας οδηγίας θα μπορούσαν επίσης να πληρούν τον ορισμό της «υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών» στο άρθρο 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών. Οι διατάξεις που διέπουν τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών εφαρμόζονται στις εν λόγω υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στον βαθμό που δεν υφίστανται ειδικότερες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην παρούσα οδηγία ή σε άλλες ενωσιακές πράξεις. Ωστόσο, υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών όπως οι υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. H ίδια επιχείρηση, παραδείγματος χάριν ένας πάροχος υπηρεσίας Διαδικτύου, μπορεί να προσφέρει ταυτόχρονα μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως η πρόσβαση στο διαδίκτυο, και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, όπως η παροχή περιεχομένου WEB και όχι σχετικού με τις επικοινωνίες.

(11)  Η ίδια επιχείρηση, π.χ. ένας φορέας εκμετάλλευσης καλωδιακής τηλεόρασης μπορεί να προσφέρει τόσο υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως τη διαβίβαση τηλεοπτικών σημάτων, όσο και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, όπως την εμπορία προσφοράς υπηρεσιών ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού περιεχομένου, και, συνεπώς, είναι δυνατόν να επιβληθούν πρόσθετες υποχρεώσεις στην επιχείρηση αυτή σε σχέση με τις δραστηριότητές της ως φορέας παροχής ή διανομέας περιεχομένου, σύμφωνα με διατάξεις πλην εκείνων που περιέχονται στην παρούσα οδηγία, με την επιφύλαξη του καταλόγου όρων που περιέχεται στο παράρτημα I της παρούσας οδηγίας.

(12)  Το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να καλύπτει τη χρήση του ραδιοφάσματος από όλα τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της αναδυόμενης αυτοχρησιμοποίησης του ραδιοφάσματος από νέα είδη δικτύων αποτελούμενα αποκλειστικά από αυτόνομα συστήματα κινητού ραδιοεξοπλισμού που συνδέεται μέσω ασύρματων συνδέσεων χωρίς κεντρική διαχείριση ή κεντρικό φορέα εκμετάλλευσης δικτύου, και όχι κατ’ ανάγκη στο πλαίσιο άσκησης οποιασδήποτε συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας. Στο αναπτυσσόμενο περιβάλλον κινητών επικοινωνιών πέμπτης γενεάς, τα εν λόγω δίκτυα ενδέχεται να αναπτυχθούν ιδίως εκτός κτιρίων και στις οδούς, για τις μεταφορές, την ενέργεια, την έρευνα και ανάπτυξη, την ηλεκτρονική υγεία, την πολιτική προστασία και αρωγή σε περίπτωση καταστροφών, το διαδίκτυο των πραγμάτων, τις επικοινωνίες από μηχανή σε μηχανή και τα συνδεδεμένα αυτοκίνητα. Ως εκ τούτου, η εφαρμογή από τα κράτη μέλη, βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 2014/53/ΕΕ, πρόσθετων εθνικών απαιτήσεων σχετικά με τη θέση σε λειτουργία ή τη χρήση του εν λόγω ραδιοεξοπλισμού, ή και τα δύο, όσον αφορά την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις αρχές της εσωτερικής αγοράς.

(13)  Οι απαιτήσεις σχετικά με τις χωρητικότητες των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αυξάνονται διαρκώς. Ενώ στο παρελθόν η έμφαση δινόταν κυρίως στο αυξανόμενο συνολικό διαθέσιμο εύρος ζώνης και για κάθε μεμονωμένο χρήστη, άλλες παράμετροι, όπως ο χρόνος αναμονής, η διαθεσιμότητα και η αξιοπιστία, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία. Η σημερινή απάντηση σε αυτή τη ζήτηση είναι η τοποθέτηση της οπτικής ίνας όλο και πλησιέστερα προς τον χρήστη και τα μελλοντικά «δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα απαιτούν παραμέτρους επιδόσεων που ισοδυναμούν με τις επιδόσεις που είναι σε θέση να επιτύχει ένα δίκτυο βασισμένο σε στοιχεία οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης. Αυτό αντιστοιχεί, στην περίπτωση σύνδεσης σταθερής τηλεφωνίας, με επιδόσεις δικτύου ισοδύναμες με αυτές που είναι δυνατό να επιτευχθούν με την εγκατάσταση οπτικών ινών έως ένα κτίριο πολλαπλών κατοικιών, το οποίο θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης, και, στην περίπτωση κινητής σύνδεσης, με επιδόσεις δικτύου παρόμοιες με εκείνες που είναι δυνατό να επιτευχθούν με βάση την εγκατάσταση οπτικών ινών έως τον σταθμό βάσης, ο οποίος θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης. Οι διαφορές στην εμπειρία των τελικών χρηστών που οφείλονται στα διαφορετικά χαρακτηριστικά του μέσου διά του οποίου το δίκτυο συνδέεται τελικά με το σημείο τερματισμού του δικτύου δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί αν ένα ασύρματο δίκτυο θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι παρέχει παρόμοιες επιδόσεις δικτύου ή όχι. Σύμφωνα με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, δεν θα πρέπει να αποκλείονται άλλες τεχνολογίες και μέσα μετάδοσης, στην περίπτωση που είναι συγκρίσιμα με αυτό το βασικό σενάριο ως προς τις ικανότητές τους. Η ανάπτυξη των εν λόγω «δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα αυξήσει περαιτέρω τις ικανότητες των δικτύων και θα προλειάνει το έδαφος για την ανάπτυξη των μελλοντικών γενεών κινητών δικτύων που θα βασίζονται σε ενισχυμένες ραδιοδιεπαφές και πιο συμπυκνωμένη αρχιτεκτονική δικτύου.

(14)  Οι ορισμοί χρειάζεται να προσαρμοστούν ώστε να είναι σύμφωνοι με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις προκειμένου να διασφαλιστεί η χωρίς διακρίσεις εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στους διαφόρους παρόχους υπηρεσιών. Οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις στην αγορά έχουν στρέψει τα δίκτυα προς την τεχνολογία πρωτοκόλλου διαδικτύου και έδωσαν στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός συνόλου ανταγωνιζόμενων παρόχων φωνητικής υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, ο όρος «διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία», που χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά στην οδηγία 2002/22/ΕΚ και θεωρείται ευρέως ότι αναφέρεται στις παραδοσιακές αναλογικές τηλεφωνικές υπηρεσίες, θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον πιο σύγχρονο και τεχνολογικά ουδέτερο όρο «φωνητικές επικοινωνίες». Πρέπει να διαχωρίζονται οι όροι παροχής μιας υπηρεσίας από τα στοιχεία που πραγματικά ορίζουν μια υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δηλαδή μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών ή εθνικών και διεθνών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε η υπηρεσία αυτή βασίζεται σε τεχνολογία μεταγωγής δικτύου είτε πακετομεταγωγής. Μια τέτοια υπηρεσία είναι εκ φύσεως αμφίδρομη και παρέχει δυνατότητα επικοινωνίας σε αμφότερα τα μέρη. Η υπηρεσία η οποία δεν πληροί όλους αυτούς τους όρους, όπως, για παράδειγμα, μια εφαρμογή που ενεργοποιείται με το «ποντίκι» σε μια ιστοθέση εξυπηρέτησης πελατών, δεν θεωρείται τέτοια υπηρεσία. Οι υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών περιλαμβάνουν επίσης μέσα επικοινωνίας που προορίζονται ειδικά για τελικούς χρήστες με αναπηρίες που χρησιμοποιούν υπηρεσίες αναμετάδοσης κειμένου ή βίντεο ή πλήρους συνομιλίας, όπως υπηρεσίες φωνής, βίντεο και κειμένου σε πραγματικό χρόνο, μεμονωμένα ή συνδυαστικά, στο πλαίσιο της ίδιας κλήσης.

(15)  Οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επικοινωνιών, και τα τεχνικά μέσα πραγματοποίησής τους, έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι τελικοί χρήστες υποκαθιστούν όλο και περισσότερο τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) και μεταφοράς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με λειτουργικά ισοδύναμες επιγραμμικές υπηρεσίες όπως η φωνή μέσω IP, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσω διαδικτύου. Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες και τα δικαιώματά τους τυγχάνουν αποτελεσματικής και ισότιμης προστασίας όταν χρησιμοποιούν λειτουργικά ισοδύναμες υπηρεσίες, ένας ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με μελλοντική προοπτική δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε τεχνικές παραμέτρους, αλλά μάλλον να στηρίζεται σε λειτουργική προσέγγιση. Το πεδίο εφαρμογής της απαραίτητης ρύθμισης θα πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτύχει τους οικείους στόχους δημόσιου συμφέροντος. Αν και η «μεταφορά σημάτων» εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική παράμετρο για τον ορισμό των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός θα πρέπει να καλύπτει επίσης και άλλες υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία. Από τη σκοπιά των τελικών χρηστών και της προστασίας των δικαιωμάτων τους, δεν έχει σημασία αν ο πάροχος μεταφέρει ο ίδιος σήματα ή αν η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσω υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο. Κατά συνέπεια, ο τροποποιημένος ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να περιέχει τρία είδη υπηρεσιών που ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται εν μέρει, δηλαδή υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2120, υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στη μεταφορά σημάτων. Ο ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξαλείψει τις ασάφειες που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του προηγουμένου ορισμού και να καταστήσει δυνατή την προσαρμοσμένη ανά διάταξη εφαρμογή των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο για τα διάφορα είδη υπηρεσιών. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είτε ως αμοιβή είτε με άλλο τρόπο, πρέπει να συμμορφώνεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) στις 25 Μαΐου 2018.

(16)  Προκειμένου να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται κανονικά έναντι αμοιβής. Στην ψηφιακή οικονομία, οι φορείς της αγοράς θεωρούν όλο και περισσότερο ότι οι πληροφορίες για τους χρήστες έχουν χρηματική αξία. Οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών συχνά παρέχονται στον τελικό χρήστη έναντι μη χρηματικής αντιπαροχής, ιδίως έναντι της παροχής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή άλλων δεδομένων. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει συνεπώς να καλύπτει καταστάσεις όπου ο πάροχος υπηρεσίας ζητά και ο τελικός χρήστης παρέχει εν γνώσει του δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ή άλλα δεδομένα άμεσα ή έμμεσα στον πάροχο. Θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης καταστάσεις κατά τις οποίες ο τελικός χρήστης επιτρέπει την πρόσβαση σε πληροφορίες χωρίς να τις παρέχει ενεργώς, όπως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης IP, ή άλλες πληροφορίες που δημιουργούνται αυτόματα, όπως οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται και διαβιβάζονται από ένα «μπισκότο» (cookie). Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το άρθρο 57 της ΣΛΕΕ[15], αμοιβή υφίσταται κατά την έννοια της Συνθήκης επίσης αν ο πάροχος υπηρεσιών πληρώνεται από τρίτο και όχι από τον αποδέκτη της υπηρεσίας. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει επίσης τις καταστάσεις όπου ο τελικός χρήστης εκτίθεται σε διαφημιστικά μηνύματα ως προϋπόθεση για την απόκτηση πρόσβασης στην υπηρεσία, ή καταστάσεις στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών αξιοποιεί χρηματικώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει συγκεντρώσει.

(17)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών είναι υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διαπροσωπική και διαδραστική ανταλλαγή πληροφοριών, και καλύπτουν υπηρεσίες όπως οι παραδοσιακές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ δύο ατόμων, αλλά επίσης και όλους τους τύπους μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, ή ομάδων συζητήσεων. Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών καλύπτουν μόνο τις επικοινωνίες μεταξύ πεπερασμένου, δηλαδή όχι εν δυνάμει απεριόριστου, αριθμού φυσικών προσώπων ο οποίος προσδιορίζεται από τον αποστολέα της επικοινωνίας. Οι επικοινωνίες που αφορούν νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού, όταν φυσικά πρόσωπα ενεργούν για λογαριασμό αυτών των νομικών προσώπων ή συμμετέχουν σε τουλάχιστον μία πλευρά της επικοινωνίας. Η διαδραστική επικοινωνία συνεπάγεται ότι η υπηρεσία επιτρέπει στον αποδέκτη των πληροφοριών να αποκρίνεται. Οι υπηρεσίες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές, όπως είναι η γραμμική ευρυεκπομπή, το βίντεο κατά παραγγελία, οι ιστότοποι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ιστολόγια (blogs), ή η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μηχανών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, μια υπηρεσία δεν θα πρέπει να θεωρείται ως υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών αν ο μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί καθαρά δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία και, για αντικειμενικούς τεχνικούς λόγους, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς αυτήν την κύρια υπηρεσία, και η ενσωμάτωσή του δεν αποτελεί μέσο για την παράκαμψη της εφαρμογής των κανόνων που διέπουν τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ένα παράδειγμα για μια τέτοια εξαίρεση θα μπορούσε να είναι, καταρχήν, ένας δίαυλος επικοινωνίας σε διαδικτυακά παιχνίδια, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού επικοινωνίας της υπηρεσίας.

(18)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών με χρήση αριθμών από εθνικό και διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης συνδέονται με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής (πακέτων ή κυκλώματος). Οι εν λόγω υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών περιλαμβάνουν τόσο υπηρεσίες στις οποίες χορηγούνται αριθμοί τελικών χρηστών με σκοπό τη διασφάλιση της διατερματικής συνδεσιμότητας όσο και υπηρεσίες που επιτρέπουν στους τελικούς χρήστες την πρόσβαση σε πρόσωπα στα οποία έχουν χορηγηθεί αυτοί οι αριθμοί. Η απλή χρήση αριθμού ως αναγνωριστικού δεν θα πρέπει να θεωρείται ισοδύναμη με τη χρήση αριθμού για τη σύνδεση με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής, και θα πρέπει, ως εκ τούτου, να μη θεωρείται από μόνη της επαρκής για να χαρακτηριστεί μια υπηρεσία ως υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών. Επιπροσθέτως, όταν η παρεχόμενη υπηρεσία δεν βασίζεται σε δική της υποδομή και, ως εκ τούτου, δεν έχει ουσιαστικό έλεγχο του δικτύου που χρησιμοποιείται για να επιτελεστεί η επικοινωνία, η χρήση του αριθμού θα πρέπει να σταθμίζεται με διαφορετικό τρόπο, καθώς οι υποχρεώσεις δεν θα ήταν ανάλογες με την ικανότητα παροχής συγκεκριμένης ποιότητας υπηρεσίας.Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών θα πρέπει να υπόκεινται μόνο σε υποχρεώσεις, εφόσον δημόσια συμφέροντα απαιτούν την εφαρμογή ειδικών ρυθμιστικών υποχρεώσεων σε όλα τα είδη υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιούν αριθμούς για την παροχή των υπηρεσιών τους. Είναι θεμιτή η διαφορετική μεταχείριση των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, διότι συμμετέχουν σε δημοσίως εξασφαλισμένο διαλειτουργικό οικοσύστημα και, ως εκ τούτου, επωφελούνται επίσης από αυτό.

(19)  Το σημείο απόληξης του δικτύου αντιπροσωπεύει το όριο, για ρυθμιστικούς σκοπούς, μεταξύ του ρυθμιστικού πλαισίου για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του τηλεπικοινωνιακού τερματικού εξοπλισμού. Η εθνική ρυθμιστική αρχή είναι αρμόδια για τον ορισμό του τόπου του σημείου απόληξης του δικτύου. Λαμβανομένης υπόψη της πρακτικής των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, και δεδομένης της ποικιλίας σταθερών και ασύρματων τοπολογιών, ο Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες («BEREC») θα πρέπει, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού του σημείου τερματισμού του δικτύου, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σε διάφορες συγκεκριμένες περιστάσεις.

(20)  Οι τεχνικές εξελίξεις καθιστούν δυνατή για τους τελικούς χρήστες την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης όχι μόνο με φωνητικές κλήσεις, αλλά και με άλλες υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών. Η έννοια της έκτακτης ανάγκης θα πρέπει επομένως να καλύπτει όλες εκείνες τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών που επιτρέπουν αυτήν την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Βασίζεται στα στοιχεία του συστήματος έκτακτης ανάγκης που ήδη καθιερώνονται με την ενωσιακή νομοθεσία, δηλαδή το «κέντρο λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης» («PSAP») και το «πλέον κατάλληλο PSAP»[16], καθώς και στις «υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης»[17].

(21)  Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν ένα εναρμονισμένο σύνολο στόχων και αρχών επί των οποίων να στηρίζουν το έργο τους, και θα πρέπει, όπου είναι αναγκαίο, να συντονίζουν τις δράσεις τους με τις αρχές άλλων κρατών μελών και με τον BEREC κατά τη διεξαγωγή των καθηκόντων τους εντός του εν λόγω κανονιστικού πλαισίου.

(22)  Οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στους τομείς του πολιτισμού, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής και της χωροταξίας.

(23)  Το πλαίσιο θα πρέπει, επιπλέον των υφιστάμενων τριών πρωταρχικών στόχων που συνίστανται στην προώθηση του ανταγωνισμού, της εσωτερικής αγοράς και των συμφερόντων των τελικών χρηστών, να επιδιώκει έναν επιπλέον στόχο ▌, ο οποίος, όσον αφορά τα αποτελέσματα, διαρθρώνεται σε: ευρεία πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας δίκτυα, καθώς και τη χρήση αυτών, από όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης. Μαζί με τους υφιστάμενους γενικούς στόχους, με αυτόν τον τρόπο θα υποστηριχθεί η ενίσχυση της οικονομίας της Ένωσης και ειδικότερα της βιομηχανίας της, με βάση λογικές τιμές και επιλογές, τον αποτελεσματικό και θεμιτό ανταγωνισμό, την ανοικτή καινοτομία, την αποτελεσματική χρήση του ραδιοφάσματος, κοινούς κανόνες και προβλέψιμες κανονιστικές προσεγγίσεις στην εσωτερική αγορά, και τους απαραίτητους ειδικούς τομεακούς κανόνες για τη διασφάλιση των συμφερόντων των πολιτών. Για τα κράτη μέλη, τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και λοιπές αρμόδιες αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη, αυτός ο στόχος συνδεσιμότητας αντιστοιχεί, αφενός, στην επιδίωξη δικτύων και υπηρεσιών της υψηλότερης χωρητικότητας που είναι οικονομικά βιώσιμη σε δεδομένη περιοχή, και, αφετέρου, στην επιδίωξη της εδαφικής συνοχής, με την έννοια της σύγκλισης ως προς τη διαθέσιμη χωρητικότητα σε διάφορους τομείς. Η πρόοδος προς την επίτευξη των γενικών στόχων της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να υποστηριχθεί από ένα εύρωστο σύστημα συνεχούς και συγκριτικής αξιολόγησης των κρατών μελών όσον αφορά την ύπαρξη συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας σε όλους τους βασικούς κοινωνικοοικονομικούς κινητήριους μοχλούς όπως τα σχολεία, οι συγκοινωνιακοί κόμβοι, οι βασικοί πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών και η έντονα ψηφιοποιημένη επιχειρηματική δραστηριότητα, την αδιάλειπτη κάλυψη 5G για τις αστικές περιοχές και τις μείζονες επίγειες διαδρομές μεταφορών και τη διαθεσιμότητα δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ικανών να παρέχουν τουλάχιστον 100 Mbps, και τα οποία θα είναι άμεσα αναβαθμίσιμα σε ταχύτητες gigabit, για όλα τα νοικοκυριά σε κάθε κράτος μέλος. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει άμεσα λεπτομερείς κατευθύνσεις πολιτικής, καθιερώνοντας με τον τρόπο αυτό μεθόδους και αντικειμενικά, συγκεκριμένα και μετρήσιμα κριτήρια για τη συγκριτική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων των κρατών μελών που αποσκοπούν στην επίτευξη των εν λόγω στόχων, και να προσδιορίσει βέλτιστες πρακτικές, καθώς και να προβλέψει μια ετήσια ποσοτική και ποιοτική αξιολόγηση της προόδου κάθε κράτους μέλους.

(24)  Η αρχή σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν τη νομοθεσία της ΕΕ με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο, δηλαδή ότι μια εθνική ρυθμιστική ή άλλη αρμόδια αρχή ούτε επιβάλλει ούτε ευνοεί τη χρησιμοποίηση συγκεκριμένου είδους τεχνολογίας, δεν αποκλείει τη λήψη ανάλογης μέριμνας για την προώθηση ορισμένων ειδικών υπηρεσιών, οσάκις αυτό δικαιολογείται προκειμένου να επιτυγχάνονται οι στόχοι του ρυθμιστικού πλαισίου, παραδείγματος χάριν ψηφιακή τηλεόραση, ως μέσο για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του φάσματος. Επιπλέον, δεν αποκλείεται να λαμβάνονται υπόψη τα διαφορετικά φυσικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι σημαντικά για άλλους στόχους του πλαισίου.

(25)  Θα πρέπει να ενθαρρύνονται οι αποτελεσματικές επενδύσεις σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό, ώστε να προωθηθούν η οικονομική μεγέθυνση, η καινοτομία και οι δυνατότητες επιλογής του καταναλωτή.

(26)  O καλύτερος τρόπος για να ενθαρρυνθεί ο ανταγωνισμός προϋποθέτει επαρκείς από οικονομική άποψη επενδύσεις σε νέες αλλά και σε υπάρχουσες υποδομές, πλαισιωμένες εφόσον απαιτείται από ρυθμίσεις, με σκοπό βεβαίως ένα αποτελεσματικό επίπεδο ανταγωνιστικότητας στις υπηρεσίες λιανικής. Αποδοτικός κρίνεται ο βασισμένος στις υποδομές ανταγωνισμός όταν το εύρος της αλληλεπικάλυψης των υποδομών επιτρέπει στους επενδυτές να προσβλέπουν λογικά σε ικανοποιητικές αποδόσεις βάσει ευλόγων προσδοκιών όσον αφορά την εξέλιξη των μεριδίων της αγοράς.

(27)  Είναι αναγκαία η παροχή κατάλληλων κινήτρων για επενδύσεις σε νέα δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας που θα στηρίξουν τις καινοτόμες υπηρεσίες Διαδικτύου με πλούσιο περιεχόμενο και θα ενισχύσουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα δίκτυα αυτά διαθέτουν τεράστιο δυναμικό για την παροχή πλεονεκτημάτων στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει συνεπώς ζωτική σημασία να προωθηθούν οι βιώσιμες επενδύσεις στην ανάπτυξη των νέων αυτών δικτύων και ταυτοχρόνως να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός, εφόσον εξακολουθούν να υφίστανται σημεία συμφόρησης και φυσικά εμπόδια εισόδου σε επίπεδο υποδομής, και να ενισχυθούν οι δυνατότητες επιλογής των καταναλωτών μέσω της κανονιστικής προβλεψιμότητας και συνοχής.

(28)  Στόχος είναι η προοδευτική μείωση των εκ των προτέρων τομεακών κανόνων, καθώς θα αναπτύσσεται ο ανταγωνισμός στην αγορά, ώστε τελικά οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες να διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο του ανταγωνισμού. Δεδομένου ότι οι αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν επιδείξει ισχυρή ανταγωνιστική δυναμική τα τελευταία χρόνια, έχει σημασία να επιβάλλονται εκ των προτέρων κανονιστικές υποχρεώσεις μόνον εφόσον δεν υφίσταται πραγματικός και βιώσιμος ανταγωνισμός στις σχετικές αγορές. Στόχος της εκ των προτέρων ρυθμιστικής παρέμβασης είναι να προκύψουν οφέλη για τους τελικούς χρήστες με το να καταστούν οι αγορές λιανικής πραγματικά ανταγωνιστικές σε βιώσιμη βάση. Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών και των τελικών χρηστών, ανεξαρτήτως της αγοράς στην οποία επιβάλλονται οι κανονιστικές υποχρεώσεις, και να εξετάζουν κατά πόσον μια υποχρέωση που επιβάλλεται σε αγορά χονδρικής έχει επίσης ως αποτέλεσμα την προώθηση των συμφερόντων των καταναλωτών και των τελικών χρηστών σε μια αγορά λιανικής που δεν έχει προσδιοριστεί ως επιδεχόμενη εκ των προτέρων ρύθμιση. Οι υποχρεώσεις σε επίπεδο χονδρικής θα πρέπει να επιβάλλονται όταν σε διαφορετική περίπτωση μία ή περισσότερες αγορές λιανικής θα ήταν απίθανο να καταστούν πραγματικά ανταγωνιστικές χωρίς την επιβολή των εν λόγω υποχρεώσεων. Είναι πιθανό ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές σταδιακά θα είναι σε θέση, μέσω της διαδικασίας της ανάλυσης αγοράς, να διαπιστώνουν ότι ορισμένες αγορές λιανικής είναι ανταγωνιστικές ακόμα και χωρίς ρύθμιση σε επίπεδο χονδρικής, ιδίως αν ληφθούν υπόψη οι αναμενόμενες βελτιώσεις από πλευράς καινοτομίας και ανταγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να συνάγει το συμπέρασμα ότι δεν χρειάζεται πλέον ρύθμιση σε επίπεδο χονδρικής, και να αξιολογεί την αντίστοιχη αγορά χονδρικής ως προς τη σκοπιμότητα της άρσης της εκ των προτέρων κανονιστικής ρύθμισης. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τυχόν αποτελέσματα μόχλευσης μεταξύ της αγοράς χονδρικής και των σχετικών αγορών λιανικής, για τα οποία μπορεί να απαιτείται η άρση των εμποδίων εισόδου σε επίπεδο υποδομής, προκειμένου να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα ο ανταγωνισμός σε επίπεδο λιανικής.

(29)  Οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες καθίστανται ουσιώδεις για αυξανόμενο αριθμό κλάδων. Το διαδίκτυο των πραγμάτων αποτελεί παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η μετάδοση ραδιοφωνικών σημάτων, στην οποία στηρίζονται οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες, εξακολουθεί να εξελίσσεται και να διαμορφώνει την κοινωνική και επιχειρηματική πραγματικότητα. Προκειμένου να αποκομίζεται το μέγιστο όφελος από τις εξελίξεις αυτές, είναι ουσιώδης η καθιέρωση και προσαρμογή νέων ασύρματων τεχνολογιών και εφαρμογών επικοινωνιών στη διαχείριση του ραδιοφάσματος. Όπως άλλες τεχνολογίες και εφαρμογές που βασίζονται σε ραδιοφάσμα υπόκεινται εξίσου στην αυξανόμενη ζήτηση, και μπορούν να ενισχυθούν με την ενσωμάτωση ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή τον συνδυασμό με αυτές, στη διαχείριση του ραδιοφάσματος θα πρέπει να υιοθετείται, κατά περίπτωση, διατομεακή προσέγγιση για τη βελτίωση της αποδοτικότητας της χρήσης του ραδιοφάσματος.

(30)  Ο στρατηγικός σχεδιασμός και, οσάκις απαιτείται, η εναρμόνιση σε ενωσιακό επίπεδο μπορούν να συμβάλουν ώστε να εξασφαλισθεί ότι οι χρήστες του ραδιοφάσματος θα επωφελούνται πλήρως από την εσωτερική αγορά και ότι τα ενωσιακά συμφέροντα θα μπορούν να προστατεύονται πραγματικά παγκοσμίως. Για τους σκοπούς αυτούς, και εφόσον κρίνεται σκόπιμο, είναι δυνατό να εγκρίνονται πολυετή νομοθετικά προγράμματα στον τομέα της πολιτικής ραδιοφάσματος, εκ των οποίων το πρώτο καθορίστηκε με την απόφαση αριθ. 243/2012/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[18], με την οποία καθορίζονται πολιτικοί προσανατολισμοί και στόχοι που θα καταστήσουν δυνατό τον στρατηγικό σχεδιασμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ένωση. Τούτοι οι πολιτικοί προσανατολισμοί και στόχοι αναφέρονται ενδεχομένως στη διάθεση και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος που απαιτείται για τη δημιουργία και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(31)   Η σημασία των εθνικών συνόρων για τον καθορισμό της βέλτιστης χρήσης ραδιοφάσματος μειώνεται όλο και περισσότερο. Ο περιττός κατακερματισμός μεταξύ εθνικών πολιτικών όσον αφορά τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, συμπεριλαμβανομένων των αδικαιολόγητων διαφορετικών όρων για την πρόσβαση στο ραδιοφάσμα, και τη χρήση του, ανάλογα με το είδος του φορέα εκμετάλλευσης, ενδέχεται να επιφέρει αυξανόμενο κόστος και απώλεια ευκαιριών αγοράς για χρήστες του ραδιοφάσματος. Ενδέχεται να επιβραδύνει την καινοτομία, να περιορίσει τις επενδύσεις, να μειώσει τις οικονομίες κλίμακος για κατασκευαστές και φορείς εκμετάλλευσης, καθώς και να δημιουργήσει εντάσεις μεταξύ κατόχων δικαιωμάτων και ανισότητες στο κόστος πρόσβασης στο ραδιοφάσμα. Αυτός ο κατακερματισμός ενδέχεται συνολικά να οδηγήσει σε στρέβλωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και να βλάψει τους καταναλωτές και την οικονομία στο σύνολό της.

(32)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος θα πρέπει να είναι συνεπείς προς το έργο των διεθνών και περιφερειακών οργανισμών που ασχολούνται με τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, π.χ. της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU) και της ευρωπαϊκής διάσκεψης των ταχυδρομικών και τηλεπικοινωνιακών οργανισμών (CEPT), ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική διαχείριση και η εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σε ολόκληρη την Ένωση καθώς και μεταξύ των κρατών μελών και άλλων μελών της ITU.

(33)  Σύμφωνα με την αρχή του διαχωρισμού κανονιστικών και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εγγυώνται την ανεξαρτησία της εθνικής ρυθμιστικής αρχής και λοιπών αρμόδιων αρχών ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η αμεροληψία των αποφάσεών τους. Αυτή η απαίτηση ανεξαρτησίας εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της θεσμικής αυτονομίας και των συνταγματικών υποχρεώσεων των κρατών μελών, ή της αρχής της ουδετερότητας όσον αφορά τους κανόνες των κρατών μελών που διέπουν το καθεστώς ιδιοκτησίας, που ορίζεται στο άρθρο 295 της συνθήκης. Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν όλους τους απαραίτητους πόρους, όσον αφορά το προσωπικό, την εμπειρία και τα οικονομικά μέσα, για να διεκπεραιώνουν τα καθήκοντά τους.

(34)  Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί κατάλογος καθηκόντων τα οποία μπορούν τα κράτη μέλη να αναθέτουν μόνο σε φορείς που αυτά ορίζουν ως εθνικές ρυθμιστικές αρχές και των οποίων η πολιτική ανεξαρτησία και ρυθμιστική ικανότητα διασφαλίζεται, σε αντίθεση με άλλα ρυθμιστικά καθήκοντα τα οποία μπορούν να αναθέτουν είτε στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές είτε σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, όπου η παρούσα οδηγία προβλέπει ότι κράτος μέλος θα πρέπει να αναθέτει καθήκον σε αρμόδια αρχή ή να την εξουσιοδοτεί, το κράτος μέλος δύναται να αναθέτει το καθήκον είτε σε εθνική ρυθμιστική αρχή είτε σε άλλη αρμόδια αρχή.

(35)  Η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ενισχύθηκε κατά την αναθεώρηση του 2009 ώστε να εξασφαλισθεί αποτελεσματικότερη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου και να αυξηθεί το κύρος τους και η προβλεψιμότητα των αποφάσεων τους. Για τον σκοπό αυτό έπρεπε να υπάρξει ρητή πρόβλεψη στην εθνική νομοθεσία που θα εξασφαλίσει ότι, κατά την άσκηση των καθηκόντων της, μια εθνική ρυθμιστική αρχή προστατεύεται έναντι εξωτερικών παρεμβάσεων ή πολιτικών πιέσεων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή της στα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται. Η εξωτερική αυτή επιρροή καθιστά έναν εθνικό νομοθετικό φορέα ακατάλληλο να αναλάβει δράση ως εθνική ρυθμιστική αρχή στο πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Προς τούτο έπρεπε καταρχάς να θεσπισθούν κανόνες όσον αφορά τους λόγους για την απόλυση του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ώστε να αρθεί κάθε εύλογη αμφιβολία ως προς την ουδετερότητα του εν λόγω φορέα και τη θωράκισή του έναντι εξωτερικών παραγόντων. Προκειμένου να αποφεύγονται αυθαίρετες απολύσεις, το απολυθέν μέλος θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ζητά από τα αρμόδια δικαστήρια να ελέγχουν την ύπαρξη βάσιμου λόγου απόλυσης, που να συγκαταλέγεται μεταξύ των προβλεπόμενων στην παρούσα οδηγία. Αυτή η απόλυση θα πρέπει να συνδέεται μόνο με τα προσωπικά ή επαγγελματικά προσόντα του επικεφαλής ή του μέλους. Είναι σημαντικό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να έχουν δικό τους προϋπολογισμό, που να τους παρέχει ιδίως τη δυνατότητα να προσλαμβάνουν επαρκή αριθμό ειδικευμένου προσωπικού. Για την εξασφάλιση διαφάνειας θα πρέπει ο προϋπολογισμός αυτός να δημοσιεύεται ετησίως. Εντός των ορίων του προϋπολογισμού τους, θα πρέπει να διαθέτουν αυτονομία στη διαχείριση των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων τους. Για να εξασφαλίζεται η αμεροληψία, τα κράτη μέλη που διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο επιχειρήσεων που συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό της εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή άλλων αρμόδιων αρχών μέσω διοικητικών επιβαρύνσεων θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι υφίσταται αποτελεσματικός διαρθρωτικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων που συνδέονται με την άσκηση της κυριότητας ή του ελέγχου από την άσκηση ελέγχου επί του προϋπολογισμού.

(36)  Υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί περαιτέρω η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ώστε να εξασφαλίζεται η θωράκιση των επικεφαλής και των μελών τους έναντι εξωτερικών πιέσεων, με την πρόβλεψη ελάχιστων προσόντων διορισμού και ελάχιστης διάρκειας της θητείας τους. Επιπλέον, με τον περιορισμό της δυνατότητας να ανανεώνεται η θητεία τους περισσότερες από μία φορές και την απαίτηση για κατάλληλο σύστημα περιτροπής για το συμβούλιο και την ανώτερη διοίκηση θα αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος κανονιστικής άλωσης, θα διασφαλιστεί η συνέχεια και θα ενισχυθεί η ανεξαρτησία. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι νομικά διακριτές και λειτουργικά ανεξάρτητες από τη βιομηχανία και τις κυβερνήσεις με την έννοια ότι δεν ζητούν ούτε δέχονται εντολές από οιονδήποτε φορέα, λειτουργούν με διαφάνεια και λογοδοσία, όπως προβλέπουν η ενωσιακή και οι εθνικές νομοθεσίες, και διαθέτουν επαρκείς εξουσίες.

(37)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λογοδοτούν και να απαιτείται να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ασκούν τα καθήκοντά τους. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να λαμβάνει τη μορφή υποχρέωσης ετήσιας υποβολής εκθέσεων, και όχι αιτημάτων ad hoc παροχής στοιχείων, τα οποία, αν είναι δυσανάλογα, θα μπορούσαν να περιορίζουν την ανεξαρτησία τους ή να τις παρεμποδίζουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Πράγματι, σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία[19], οι εκτεταμένες και άνευ όρων υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων μπορεί να επηρεάζουν έμμεσα την ανεξαρτησία μιας αρχής.

(38)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή τα στοιχεία των εθνικών ρυθμιστικών και λοιπών αρμόδιων αρχών. Για αρχές αρμόδιες για τη χορήγηση δικαιωμάτων διέλευσης, η υποχρέωση κοινοποίησης μπορεί να τηρείται με παραπομπή στο ενιαίο σημείο πληροφόρησης που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[20].

(39)  Θα πρέπει να χρησιμοποιείται το κατά το δυνατόν λιγότερο επαχθές σύστημα αδειοδότησης που καθιστά δυνατή την παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προκειμένου να τονωθεί η ανάπτυξη νέων υπηρεσιών επικοινωνιών και πανευρωπαϊκών δικτύων υπηρεσιών και επικοινωνιών, και να παρέχεται στους φορείς παροχής υπηρεσιών και στους καταναλωτές η δυνατότητα να επωφελούνται από τις οικονομίες κλίμακας της ενιαίας αγοράς.

(40)  Τα οφέλη της ενιαίας αγοράς για τους παρόχους υπηρεσιών και τους τελικούς χρήστες μπορούν να επιτευχθούν με γενική άδεια για δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌, χωρίς να απαιτείται ρητή απόφαση ή διοικητική πράξη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

(40α)  Οι τυχόν διαδικαστικές απαιτήσεις θα πρέπει να περιορίζονται σε μία ενιαία δηλωτική κοινοποίηση. Όταν τα κράτη μέλη απαιτούν κοινοποίηση από τους φορείς παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όταν αρχίζουν τις δραστηριότητές τους, η εν λόγω κοινοποίηση θα πρέπει να υποβάλλεται στον BEREC, οποίος ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής. Η κοινοποίηση αυτή δεν θα πρέπει να συνεπάγεται διοικητικό κόστος για τους παρόχους και θα πρέπει να διατίθεται μέσω σημείου εισόδου στον ιστότοπο του BEREC. Ο BEREC θα πρέπει να διαβιβάζει εγκαίρως τις κοινοποιήσεις προς την εθνική ρυθμιστική αρχή σε όλα τα κράτη μέλη που απαιτούν κοινοποίηση, στα οποία οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προτίθενται να παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν απόδειξη ότι πραγματοποιήθηκε η κοινοποίηση αυτή, μέσω οποιασδήποτε νομικώς αναγνωρισμένης ταχυδρομικής ή ηλεκτρονικής απόδειξης παραλαβής της κοινοποίησης στον BEREC. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η απόδειξη παραλαβής δεν θα πρέπει να συνιστά ή να απαιτεί διοικητική πράξη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή οποιασδήποτε άλλης αρχής.

(41)  Η κοινοποίηση στον BEREC θα πρέπει να περιλαμβάνει απλή δήλωση της πρόθεσης του παρόχου για έναρξη της παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μπορεί μόνο να απαιτείται από τον πάροχο να συνοδεύει την εν λόγω δήλωση με τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 12 της παρούσας οδηγίας, δεδομένου ότι αυτές αποτελούν τις ελάχιστες πληροφορίες που απαιτούνται προκειμένου να διευκολύνεται η συνεπής εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να παρέχονται στον BEREC και στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές οι πιο ουσιώδεις γνώσεις όσον αφορά την αγορά. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να επιβάλλουν πρόσθετες ή χωριστές απαιτήσεις κοινοποίησης.

(42)  Οι πάροχοι οιωνδήποτε υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να είναι σε θέση να επωφελούνται από το καθεστώς γενικής άδειας.

(43)  Όταν χορηγούν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, αριθμούς ή δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ενημερώνουν τις επιχειρήσεις στις οποίες χορηγούν τα δικαιώματα αυτά για τους σχετικούς όρους.

(44)  Οι γενικές άδειες θα πρέπει να περιλαμβάνουν μόνο ειδικούς για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών όρους. Δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από όρους οι οποίοι ήδη επιβάλλονται βάσει άλλης ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, η οποία δεν διέπει ειδικά τον τομέα των επικοινωνιών, και θα πρέπει να ισχύουν με την επιφύλαξη των διατάξεων των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Για παράδειγμα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ενημερώνουν τους φορείς εκμετάλλευσης σχετικά με εφαρμοστέες απαιτήσεις περιβαλλοντικού, χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.

(45)  Οι όροι που μπορούν να επισυναφθούν σε γενικές άδειες καλύπτουν ειδικούς όρους που διέπουν την προσβασιμότητα για χρήστες με αναπηρίες και την ανάγκη των δημόσιων αρχών και των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης για επικοινωνία μεταξύ τους και με το ευρύ κοινό πριν, κατά τη διάρκεια και έπειτα από καταστροφές μεγάλης κλίμακας.

(46)  Στις εν λόγω άδειες, είναι απαραίτητο να περιλαμβάνονται ρητά τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις επιχειρήσεων που διέπονται από γενικές άδειες, ώστε να διασφαλίζονται ενιαίοι κανόνες σε ολόκληρη την Ένωση και να διευκολύνεται η διασυνοριακή διαπραγμάτευση διασύνδεσης μεταξύ δημοσίων δικτύων επικοινωνιών.

(47)  Η γενική άδεια επιτρέπει στους φορείς που παρέχουν στο κοινό δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να διαπραγματεύονται διασύνδεση υπό τους όρους της παρούσας οδηγίας. Οι φορείς που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε άλλους πλην του κοινού, μπορούν να διαπραγματεύονται διασύνδεση με εμπορικούς όρους.

(47α)  Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη εξακολουθούν να υποχρεούνται να τηρούν διαφορετικούς κανόνες, απαιτήσεις και υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, μολονότι είναι ελεύθεροι να παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών οπουδήποτε στην Ένωση, γεγονός που εμποδίζει την εξέλιξη και την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Συνεπώς, οι πάροχοι αυτοί θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, εφόσον διαθέτουν μία κύρια εγκατάσταση στην Ένωση, να καλύπτονται από μία ενιαία γενική άδεια που θα εκδίδεται από το κράτος μέλος στο οποίο έχουν την κύρια εγκατάστασή τους στην Ένωση. Ο BEREC θα πρέπει να διευκολύνει τον συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ενδέχεται να εξακολουθούν να χρειάζονται ειδικές άδειες για τα δικαιώματα χρήσης αριθμών και ραδιοφάσματος και τα δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων.

(47β)  Για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, είναι απαραίτητο να αποφεύγονται κίνητρα που ωθούν τους παρόχους να επιδιώκουν να εξασφαλίσουν πιο ευνοϊκή νομική θέση εις βάρος των τελικών χρηστών (δόλια ή καταχρηστική αναζήτηση ευνοϊκότερης δικαιοδοσίας). Συνεπώς, ο τόπος της κύριας εγκατάστασης στην Ένωση θα πρέπει να αντικατοπτρίζει την κεντρική τοποθεσία στην οποία ο πάροχος διαθέτει πραγματική εγκατάσταση, λαμβάνει τις στρατηγικές επιχειρηματικές αποφάσεις του και ασκεί ουσιαστικές δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα με την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ένωση.

(48)  Στην περίπτωση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που δεν παρέχονται στο κοινό, είναι σκόπιμο να επιβάλλονται λιγότεροι και ελαφρύτεροι όροι από εκείνους που δικαιολογούνται για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχονται στο κοινό.

(49)  Οι ειδικές υποχρεώσεις οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλονται σε φορείς παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌λόγω της σημαντικής τους ισχύος στην αγορά, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να επιβάλλονται χωριστά από τα γενικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο της γενικής άδειας.

(50)  Οι φορείς παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορούν, ενδεχομένως, να χρειάζονται επιβεβαίωση των δικαιωμάτων τους δυνάμει της γενικής άδειας όσον αφορά τη διασύνδεση και τα δικαιώματα διέλευσης, συγκεκριμένα για τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων σε άλλα, περιφερειακά ή τοπικά, επίπεδα διακυβέρνησης ή με παρόχους υπηρεσιών σε άλλα κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτό, ο BEREC, ο οποίος λαμβάνει την κοινοποίηση για παροχή δημόσιων ή ιδιωτικών δικτύων ή υπηρεσιών επικοινωνιών, θα πρέπει να παρέχει δηλώσεις στις επιχειρήσεις ▌ως αυτόματη απάντηση σε κοινοποίηση δυνάμει της γενικής άδειας. Οι δηλώσεις αυτές δεν θα πρέπει αφ’ εαυτές να γεννούν δικαιώματα ούτε θα πρέπει τα τυχόν δικαιώματα δυνάμει της γενικής άδειας ή τα δικαιώματα χρήσης ή η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, να εξαρτώνται από τη δήλωση.

(51)  Είναι δυνατόν να επιβάλλονται διοικητικές επιβαρύνσεις σε παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή άλλης αρμόδιας αρχής όσον αφορά τη διαχείριση του συστήματος αδειοδότησης και για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης. Αυτές οι επιβαρύνσεις θα πρέπει να περιορίζονται στην κάλυψη των πραγματικών διοικητικών δαπανών για τις εν λόγω δραστηριότητες. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια όσον αφορά τα έσοδα και τις δαπάνες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και λοιπών αρμόδιων αρχών με την υποβολή ετήσιων εκθέσεων σχετικά με το συνολικό ποσό των επιβαρύνσεων που συγκεντρώνονται και των πραγματοποιηθεισών διοικητικών δαπανών. Αυτό θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να επαληθεύουν εάν οι διοικητικές δαπάνες και οι επιβαρύνσεις είναι ισορροπημένες.

(52)  Τα συστήματα διοικητικών επιβαρύνσεων δεν θα πρέπει να στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό ούτε να εμποδίζουν την είσοδο στην αγορά. Με ένα σύστημα γενικών αδειών, δεν θα είναι πλέον δυνατόν να κατανέμονται διοικητικές δαπάνες και, συνεπώς, επιβαρύνσεις σε επιμέρους επιχειρήσεις, παρά μόνον για τη χορήγηση δικαιώματος χρήσης αριθμών, ραδιοφάσματος και δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων. Οι τυχόν εφαρμοστέες διοικητικές επιβαρύνσεις θα πρέπει να είναι σύμφωνες προς τις αρχές του συστήματος γενικών αδειών. Αντί αυτών των κριτηρίων κατανομής των επιβαρύνσεων, μια δίκαιη, απλή και διαφανής εναλλακτική μέθοδος θα μπορούσε να είναι, π.χ., μια κλείδα κατανομής βάσει του κύκλου εργασιών. Όταν οι διοικητικές επιβαρύνσεις είναι πολύ χαμηλές, ένα κατάλληλο σύστημα θα ήταν οι κατ’ αποκοπήν επιβαρύνσεις ή συνδυασμός κατ’ αποκοπή επιβαρύνσεων με ένα στοιχείο βασιζόμενο στον κύκλο εργασιών. Στον βαθμό που το σύστημα γενικής άδειας επεκτείνεται σε επιχειρήσεις με πολύ μικρό μερίδιο αγοράς, όπως παρόχους δικτύων σε επίπεδο κοινότητας, ή σε παρόχους υπηρεσιών των οποίων το επιχειρηματικό μοντέλο αποφέρει πολύ περιορισμένα έσοδα, ακόμη και στην περίπτωση σημαντικής διείσδυσης στην αγορά όσον αφορά τους όγκους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιολογούν το ενδεχόμενο να καθορίζουν κατάλληλο ελάχιστο κατώφλι για την επιβολή διοικητικών επιβαρύνσεων.

(53)  Όταν αυτό αιτιολογείται αντικειμενικά, τα κράτη μέλη μπορεί ενδεχομένως να πρέπει να τροποποιούν δικαιώματα, όρους, διαδικασίες, επιβαρύνσεις και τέλη, σχετικά με γενικές άδειες και δικαιώματα χρήσης. Οι εν λόγω τροποποιήσεις θα πρέπει να κοινοποιούνται εγκαίρως και με τον προσήκοντα τρόπο σε όλους τους ενδιαφερόμενους, δίδοντας τους την κατάλληλη ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με αυτές τις τροποποιήσεις. Λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου και να προάγεται η ρυθμιστική προβλεψιμότητα, οποιοσδήποτε περιορισμός ή ανάκληση υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοφάσμα ή δημιουργίας εγκαταστάσεων θα πρέπει να υπόκειται σε προβλέψιμες και διαφανείς διαδικασίες· ως εκ τούτου, θα μπορούσαν να επιβάλλονται αυστηρότερες απαιτήσεις ή μηχανισμός κοινοποίησης, όταν έχουν ανατεθεί δικαιώματα χρήσης βάσει ανταγωνιστικών ή συγκριτικών διαδικασιών. Επιπλέον, στην περίπτωση των μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος, τα δικαιώματα και οι όροι αυτών των αδειών θα πρέπει να τροποποιούνται μόνο μετά από προηγούμενη διαβούλευση με τον δικαιούχο. Δεδομένου ότι οι περιορισμοί ή η ανάκληση γενικών αδειών ή δικαιωμάτων μπορεί να έχουν σημαντικές συνέπειες για τους κατόχους τους, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα και να αξιολογούν εκ των προτέρων τη δυνητική βλάβη που ενδέχεται να προκαλέσουν αυτά τα μέτρα πριν από την έγκρισή τους. Θα πρέπει να αποφεύγονται περιττές διαδικασίες στην περίπτωση τροποποιήσεων ήσσονος σημασίας σε υφιστάμενα δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων ή χρήσης ραδιοφάσματος, όταν οι τροποποιήσεις αυτές δεν έχουν επιπτώσεις σε συμφέροντα τρίτων. Η αλλαγή στη χρήση του ραδιοφάσματος ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των αρχών της ουδετερότητας της τεχνολογίας και των υπηρεσιών δεν θα πρέπει να θεωρείται επαρκής αιτιολόγηση για ανάκληση δικαιωμάτων, διότι δεν συνιστά χορήγηση νέου δικαιώματος.

(54)  Ως ελάσσονες τροποποιήσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων λογίζονται εκείνες οι τροποποιήσεις που είναι κυρίως διοικητικού χαρακτήρα, δεν μεταβάλλουν τον ουσιαστικό χαρακτήρα των γενικών αδειών και των μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης και άρα δεν μπορούν να προσδώσουν οιοδήποτε συγκριτικό πλεονέκτημα στις άλλες επιχειρήσεις.

(55)  Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές χρειάζεται να συγκεντρώνουν πληροφορίες από συντελεστές της αγοράς προκειμένου να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στα καθήκοντά τους. Ενδέχεται να είναι επίσης απαραίτητο να συγκεντρώνονται τέτοιου είδους πληροφορίες για λογαριασμό της Επιτροπής ή του BEREC, προκειμένου αυτοί να εκπληρώνουν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους βάσει του ενωσιακού δικαίου. Τα αιτήματα πληροφόρησης θα πρέπει να είναι αναλογικά και να μην επιβάλλουν υπέρμετρα βάρη στις επιχειρήσεις. Οι πληροφορίες που συλλέγουν οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι διαθέσιμες στο κοινό, εκτός εάν πρόκειται για εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει των εθνικών κανόνων για την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες και εάν υπόκεινται στο ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο περί επιχειρηματικού απορρήτου.

(56)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ασκούν αποτελεσματικά τα κανονιστικά τους καθήκοντα, θα πρέπει στα δεδομένα που συλλέγουν να περιλαμβάνονται λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αγορές χονδρικής στις περιπτώσεις που φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά και επομένως υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση εκ μέρους της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Στα δεδομένα αυτά θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται δεδομένα που θα παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης με όρους που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης, του πιθανού αντικτύπου από προγραμματισμένη αναβάθμιση ή αλλαγή στην τοπολογία δικτύου για την εξέλιξη του ανταγωνισμού ή σε προϊόντα χονδρικής που διατίθενται σε άλλα μέρη. Οι πληροφορίες σχετικά με τη συμμόρφωση προς υποχρεώσεις κάλυψης που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος είναι ουσιώδους σημασίας για τη διασφάλιση της πληρότητας των γεωγραφικών ερευνών των αναπτύξεων δικτύου, τις οποίες διεξάγουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν την παροχή πληροφοριών με ανάλυση σε τοπικό επίπεδο και σε επαρκές επίπεδο λεπτομέρειας ώστε να διεξάγουν γεωγραφική έρευνα δικτύων.

(57)  Για την ελάφρυνση υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων και πληροφοριών για τους παρόχους δικτύων και υπηρεσιών και την αρμόδια αρχή, οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να είναι αναλογικές, αντικειμενικά αιτιολογημένες και περιορισμένες στα απολύτως απαραίτητα. Ειδικότερα, θα πρέπει να αποφεύγεται η επανάληψη αιτημάτων παροχής πληροφοριών από την αρμόδια αρχή, καθώς και από τον BEREC, και η συστηματική και τακτική απόδειξη της συμμόρφωσης με όλους τους όρους δυνάμει γενικής άδειας ή δικαιώματος χρήσης. Οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και πληροφοριών για τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που δραστηριοποιούνται σε διάφορα κράτη μέλη, θα πρέπει, όταν ο πάροχος διαθέτει μία κύρια εγκατάσταση στην Ένωση και καλύπτεται από τη γενική άδεια του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κύρια εγκατάστασή του, να συντονίζονται μέσω αυτού του κράτους μέλους, με την επιφύλαξη του αιτήματος παροχής πληροφοριών σχετικά με τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών και ραδιοφάσματος και δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων. O BEREC θα πρέπει να διευκολύνει την ελεύθερη ροή πληροφοριών μεταξύ των οικείων κρατών μελών. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να ζητούνται με τη χρήση κοινού και τυποποιημένου μορφότυπου ο οποίος παρέχεται από τον BEREC. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να γνωρίζουν την επιδιωκόμενη χρήση των ζητούμενων πληροφοριών. Η παροχή πληροφοριών δεν θα πρέπει να αποτελεί όρο για την είσοδο στην αγορά. Για στατιστικούς λόγους, ενδέχεται να απαιτείται κοινοποίηση από τους φορείς παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών, όταν παύουν τις δραστηριότητές τους.

(58)  Δεν θα πρέπει να θίγονται οι υποχρεώσεις των κρατών μελών να παρέχουν πληροφορίες για την προάσπιση των ενωσιακών συμφερόντων δυνάμει διεθνών συμφωνιών, καθώς και οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων δυνάμει νομοθεσίας η οποία δεν αφορά ειδικά τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το δίκαιο του ανταγωνισμού.

(59)  Πληροφορίες που κρίνονται εμπιστευτικές από μια αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου και προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι δυνατόν να ανταλλάσσονται με την Επιτροπή και άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τον BEREC, εφόσον αυτή η ανταλλαγή είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Οι ανταλλασσόμενες πληροφορίες θα πρέπει να περιορίζονται σε ό,τι ενδείκνυται και αναλογεί στους σκοπούς μιας τέτοιας ανταλλαγής.

(60)  Τα ευρυζωνικά δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαφοροποιούνται ολοένα και περισσότερο όσον αφορά την τεχνολογία, την τοπολογία, το χρησιμοποιούμενο μέσο και την ιδιοκτησία, και, ως εκ τούτου, η ρυθμιστική παρέμβαση πρέπει να στηρίζεται σε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη δικτύων προκειμένου να είναι αποτελεσματική και να επικεντρώνεται στις περιοχές όπου χρειάζεται. Οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες για την προώθηση των επενδύσεων, την ενίσχυση της συνδεσιμότητας σε ολόκληρη την Ένωση και την παροχή πληροφοριών σε όλες τις οικείες αρχές και τους πολίτες. Θα πρέπει να περιλαμβάνουν έρευνες όσον αφορά τόσο την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, όσο και σημαντικές αναβαθμίσεις ή επεκτάσεις υφιστάμενων δικτύων χαλκού ή άλλων δικτύων που ενδέχεται να μην ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά επιδόσεων των δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας από όλες τις απόψεις, όπως η ανάπτυξη οπτικής ίνας έως το κυτίο σε συνδυασμό με ενεργές τεχνολογίες όπως η διανυσμάτωση. Το επίπεδο λεπτομέρειας και εδαφικής ανάλυσης των πληροφοριών που θα πρέπει να συλλέγουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχει ως γνώμονα τον συγκεκριμένο ρυθμιστικό στόχο και θα πρέπει να είναι επαρκές για τους ρυθμιστικούς σκοπούς που εξυπηρετεί. Ως εκ τούτου, το μέγεθος της εδαφικής ενότητας θα ποικίλλει επίσης μεταξύ κρατών μελών, ανάλογα με τις ρυθμιστικές ανάγκες στις συγκεκριμένες εθνικές περιστάσεις και τη διαθεσιμότητα τοπικών δεδομένων. Το επίπεδο 3 της στατιστικής ονοματολογίας εδαφικών ενοτήτων (NUTS) είναι απίθανο να αποτελεί αρκετά μικρή εδαφική ενότητα στις περισσότερες περιστάσεις. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν γνώμονα τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές για την προσέγγιση αυτού του καθήκοντος, ενώ οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα μπορούν να στηρίζονται στην υπάρχουσα εμπειρία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών για τη διεξαγωγή γεωγραφικών ερευνών για την ανάπτυξη δικτύων. Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει, όταν οι πληροφορίες δεν είναι ήδη διαθέσιμες στην αγορά, να διαθέτουν, σε ανοιχτό μορφότυπο δεδομένων και χωρίς περιορισμούς όσον αφορά την επαναχρησιμοποίηση, τις πληροφορίες που συλλέγονται στις εν λόγω έρευνες, και θα πρέπει να καθιστούν διαθέσιμα εργαλεία στους τελικούς χρήστες όσον αφορά την ποιότητα των υπηρεσιών για να συμβάλλουν στη βελτίωση της ενημέρωσής τους σχετικά με τις διαθέσιμες υπηρεσίες συνδεσιμότητας. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές το κρίνουν σκόπιμο, μπορούν επίσης να συλλέγουν διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες σχετικά με σχέδια ανάπτυξης δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας. Κατά τη συγκέντρωση οποιωνδήποτε πληροφοριών αυτού του είδους, όλες οι εμπλεκόμενες αρχές θα πρέπει να τηρούν την αρχή της εμπιστευτικότητας και να αποφεύγουν να προκαλούν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα σε οποιονδήποτε φορέα εκμετάλλευσης.

(61)  Η γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος στην Ένωση είναι απαραίτητη προκειμένου να αποκτήσουν όλοι οι πολίτες της Ένωσης τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε σύγχρονες διαδικτυακές και ψηφιακές υπηρεσίες. Για τον σκοπό αυτόν, στην περίπτωση συγκεκριμένων και σαφώς καθορισμένων περιοχών ψηφιακού αποκλεισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να οργανώνουν πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, με σκοπό τον προσδιορισμό των επιχειρήσεων που είναι πρόθυμες να επενδύσουν σε δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας. Για την επίτευξη προβλέψιμων επενδυτικών συνθηκών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσουν πληροφορίες με επιχειρήσεις που εκφράζουν ενδιαφέρον για ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής ταχύτητας σχετικά με το κατά πόσον υπάρχουν ▌για την εν λόγω περιοχή άλλοι τύποι αναβαθμίσεων δικτύων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με ταχύτητα καταφόρτωσης κάτω των 100 Mbps.

(62)  Είναι σημαντικό οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές να διαβουλεύονται με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη επί των προτεινόμενων αποφάσεων, να τους παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα, ανάλογο με την περιπλοκότητα του ζητήματος, για να διαβιβάζουν τις παρατηρήσεις τους, και να λαμβάνουν υπόψη τους τις παρατηρήσεις τους πριν να λάβουν τελική απόφαση. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο δεν θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ενιαία αγορά ή σε άλλους στόχους της συνθήκης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να ανακοινώνουν ορισμένα σχέδια αποφάσεων στην Επιτροπή και στις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να τους παρέχεται η ευκαιρία να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους. Είναι σκόπιμο οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαβουλεύονται με τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με όλα τα σχέδια μέτρων που μπορεί να έχουν αντίκτυπο στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζονται οι διαδικασίες των άρθρων 24 και 34, ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(63)  Για τη δέουσα υπεράσπιση των συμφερόντων των πολιτών, τα κράτη μέλη πρέπει να καθιερώσουν κατάλληλο μηχανισμό διαβούλευσης. Ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να λάβει τη μορφή οργάνου το οποίο, ανεξάρτητα από την εθνική ρυθμιστική αρχή, καθώς και από τους παρόχους υπηρεσιών, θα διεξάγει έρευνα επί θεμάτων που αφορούν τους καταναλωτές, όπως η καταναλωτική συμπεριφορά και οι μηχανισμοί αλλαγής φορέα παροχής, και το οποίο θα λειτουργεί με διαφάνεια και θα συνεισφέρει στους υφιστάμενους μηχανισμούς διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους. Πέραν τούτου, θα μπορούσε να καθιερωθεί ένας μηχανισμός με σκοπό να καταστήσει δυνατή την ενδεδειγμένη συνεργασία επί θεμάτων που σχετίζονται με την προαγωγή νόμιμου περιεχομένου. Οιεσδήποτε διαδικασίες συνεργασίας εγκρίνονται σύμφωνα με τον μηχανισμό αυτό δεν πρέπει πάντως να επιτρέπουν τη συστηματική παρακολούθηση χρήσης του Διαδικτύου.

(64)  Στην περίπτωση διαφοράς μεταξύ επιχειρήσεων που εδρεύουν στο ίδιο κράτος μέλος επί αντικειμένου που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία, παραδείγματος χάριν όσον αφορά τις υποχρεώσεις για την πρόσβαση και τη διασύνδεση ή τους τρόπους μεταφοράς καταλόγων τελικών χρηστών, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στο θιγόμενο μέρος το οποίο συμμετείχε καλόπιστα στις διαπραγματεύσεις αλλά δεν μπόρεσε να καταλήξει σε συμφωνία, να απευθύνεται στην εθνική ρυθμιστική αρχή για την επίλυση της διαφοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν τη λύση στα μέρη. Η παρέμβαση μιας εθνικής ρυθμιστικής αρχής στην επίλυση διαφοράς μεταξύ παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, θα πρέπει να επιδιώκει την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

(65)  Εκτός από τα δικαιώματα προσφυγής που παρέχονται βάσει του εθνικού ή του ενωσιακού δικαίου, υφίσταται η ανάγκη να ξεκινά μια απλή διαδικασία, κατόπιν αιτήματος ενός των μερών της διαφοράς, για την επίλυση διασυνοριακών διαφορών μεταξύ επιχειρήσεων που παρέχουν ή διαθέτουν άδεια να παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε διαφορετικά κράτη μέλη.

(66)  Ένα σημαντικό καθήκον που έχει ανατεθεί στον BEREC είναι η κατά περίπτωση έκδοση απόφασης σε σχέση με διασυνοριακές διαφορές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επομένως να εφαρμόζουν πλήρως την απόφαση του BEREC στο πλαίσιο των μέτρων που λαμβάνουν για την επιβολή ενδεχόμενης υποχρέωσης σε επιχείρηση ή για την επίλυση της διαφοράς με άλλον τρόπο σε ανάλογες περιπτώσεις.

(67)  Η έλλειψη συντονισμού μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τις προσεγγίσεις τους στο θέμα της εκχώρησης και των αδειών χρήσης ραδιοφάσματος καθώς και όσον αφορά τα ζητήματα παρεμβολών μεγάλης κλίμακας μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της ψηφιακής ενιαίας αγοράς. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους αξιοποιώντας πλήρως τα οφέλη των καλών υπηρεσιών της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος. Επιπλέον, ο συντονισμός μεταξύ των κρατών μελών για την επίλυση των επιβλαβών παρεμβολών θα πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικός, μέσω της χρήσης της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος ως μέσου για τη διευκόλυνση της επίλυσης διαφορών. Λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες ανησυχίες και τους στόχους της Ένωσης, θα πρέπει να προτιμάται μια τέτοια ενωσιακή διαδικασία για την επίλυση διαφορών επί διασυνοριακών ζητημάτων μεταξύ κρατών μελών, κατά προτεραιότητα έναντι οιασδήποτε διαδικασίας επίλυσης διαφορών βάσει του διεθνούς δικαίου.

(68)  Η ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος (RSPG) αποτελεί συμβουλευτική ομάδα υψηλού επιπέδου της Επιτροπής, η οποία συστάθηκε με την απόφαση 2002/622/ΕΚ της Επιτροπής για να συμβάλει στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και να στηρίξει τη χάραξη πολιτικής για το ραδιοφάσμα σε ενωσιακό επίπεδο, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών, στρατηγικών, κοινωνικών προβληματισμών και προβληματισμών για την υγεία, καθώς και τεχνικών παραμέτρων. Για τους σκοπούς του ρόλου της ως προς την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, η ομάδα RSPG θα πρέπει να κατοχυρώνεται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει να απαρτίζεται από τους επικεφαλής των φορέων που έχουν γενική πολιτική ευθύνη για τη στρατηγική πολιτική ραδιοφάσματος. Θα πρέπει να επικουρεί και να συμβουλεύει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή όσον αφορά την πολιτική ραδιοφάσματος. Αυτό αναμένεται ότι θα αυξήσει περαιτέρω την προβολή της πολιτικής ραδιοφάσματος στους διάφορους τομείς πολιτικής της ΕΕ και θα βοηθήσει να εξασφαλιστεί διατομεακή συνοχή σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Θα πρέπει επίσης να παρέχει συμβουλές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατόπιν αιτήματός τους. Επιπλέον, η ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος θα πρέπει να αποτελέσει επίσης το φόρουμ για τον συντονισμό της υλοποίησης από τα κράτη μέλη των υποχρεώσεών τους που αφορούν το ραδιοφάσμα δυνάμει της παρούσας οδηγίας και θα πρέπει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε ουσιώδη πεδία για την εσωτερική αγορά, όπως είναι ο διασυνοριακός συντονισμός ή η τυποποίηση. Θα μπορούσαν επίσης να συσταθούν τεχνικές ομάδες εργασίας ή εμπειρογνωμόνων για να επικουρούν τις συνεδριάσεις της ολομέλειας, κατά τις οποίες η στρατηγική πολιτική διαμορφώνεται από υψηλού επιπέδου εκπροσώπους των κρατών μελών και της Επιτροπής.

(69)  Σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές κατά την εξέταση θεμάτων συναφών με τα δικαιώματα των τελικών χρηστών. Οι διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών είναι δυνατό να αποτελέσουν ταχύ και οικονομικά αποδοτικό τρόπο για την επιβολή των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών, ιδίως για τους καταναλωτές και τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Για διαφορές μεταξύ καταναλωτών, αποτελεσματικές διαδικασίες, που δεν εισάγουν διακρίσεις και δεν είναι δαπανηρές, για την επίλυση των διαφορών τους με παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διασφαλίζονται ήδη από την οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[21], εφόσον αφορούν σχετικές συμβατικές υποχρεώσεις και ο καταναλωτής είναι κάτοικος και η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη εντός της Ένωσης. Δεδομένου ότι πολλά κράτη μέλη έχουν καθιερώσει διαδικασίες επίλυσης διαφορών και για τελικούς χρήστες εκτός από καταναλωτές, για τους οποίους δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2013/11/ΕΕ, είναι εύλογο να διατηρηθεί η διαδικασία επίλυσης τομεακών διαφορών τόσο για καταναλωτές όσο και, εφόσον τα κράτη μέλη την επεκτείνουν, για άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Οι καταναλωτές θα πρέπει πάντα να έχουν τη δυνατότητα να επιλύουν τις διαφορές τους με παρόχους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω ειδικής τομεακής διαδικασίας επίλυσης διαφορών, εάν το επιθυμούν.Λαμβανομένης υπόψη της ουσιαστικής τομεακής εμπειρογνωμοσύνης των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στην εθνική ρυθμιστική αρχή να ενεργεί ως φορέας επίλυσης διαφορών, μέσω χωριστού οργάνου στο πλαίσιο της εν λόγω αρχής, το οποίο δεν θα λαμβάνει οποιεσδήποτε εντολές. Οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών δυνάμει της παρούσας οδηγίας που αφορούν καταναλωτές θα πρέπει να υπόκεινται σε σαφείς και αποτελεσματικές διαδικασίες και στις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.

(70)   Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν και να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους όρους και προϋποθέσεις της γενικής άδειας και των δικαιωμάτων χρήσης, και ιδίως να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος, καθώς και τη συμμόρφωση με υποχρεώσεις κάλυψης και ποιότητας υπηρεσιών, μέσω οικονομικών ή διοικητικών κυρώσεων συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών μέτρων και ανακλήσεων δικαιωμάτων χρήσης σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω όρων και προϋποθέσεων. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να παρέχουν, κατά το δυνατό, τις πλέον ακριβείς και ολοκληρωμένες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές για να τους παρέχουν τη δυνατότητα να εκπληρώνουν τα οικεία καθήκοντα εποπτείας. Για να αποφεύγεται η δημιουργία φραγμών εισόδου στην αγορά, ιδίως μέσω της αποθεματοποίησης που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό, θα πρέπει να βελτιωθεί η επιβολή της τήρησης των όρων που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος από τα κράτη μέλη και θα πρέπει να συμμετέχουν όλες οι αρμόδιες αρχές πέραν των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Οι όροι επιβολής θα πρέπει να περιλαμβάνουν την εφαρμογή της λύσης της απώλειας σε περίπτωση μη χρήσης για την αντιστάθμιση της μεγάλης διάρκειας των δικαιωμάτων. Για τον σκοπό αυτό, η εμπορία και χρονομίσθωση ραδιοφάσματος θα πρέπει να θεωρούνται ως τρόποι διασφάλισης της αποτελεσματικής χρήσης από τον αρχικό κάτοχο του δικαιώματος. Για λόγους ασφάλειας δικαίου σχετικά με την πιθανή έκθεση σε τυχόν κυρώσεις για τη μη χρήση ραδιοφάσματος, θα πρέπει να ορίζονται εκ των προτέρων τα όρια χρήσης, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον χρόνο, την ποσότητα ή την ταυτότητα του ραδιοφάσματος.

(70α)  Η χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος για 25 ή περισσότερα έτη θα πρέπει να διέπεται από όρους που αποσκοπούν στη διασφάλιση στόχων γενικού συμφέροντος, μεταξύ άλλων όσον αφορά την αποδοτική και αποτελεσματική χρήση και ζητήματα που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια και την άμυνα. Τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης θα πρέπει, συνεπώς, να υπόκεινται σε ενδιάμεση αξιολόγηση ύστερα από περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.

(71)  Οι όροι που μπορούν να συνοδεύουν γενικές άδειες και μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης, θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με απαιτήσεις και υποχρεώσεις στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου και του ενωσιακού δικαίου.

(72)  Κάθε μέρος που υπόκειται σε απόφαση αρμόδιας αρχής, θα πρέπει να έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον οργάνου, το οποίο θα είναι ανεξάρτητο από τα εμπλεκόμενα μέρη και από οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση ή πολιτική πίεση που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή του στα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται. Το εν λόγω όργανο μπορεί να είναι δικαστήριο. Επιπλέον, κάθε επιχείρηση που θεωρεί ότι οι αιτήσεις της για παροχή δικαιώματος δημιουργίας εγκαταστάσεων δεν έχουν διεκπεραιωθεί σύμφωνα με τις αρχές της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να προσφεύγει κατά των αποφάσεων αυτών. Η εν λόγω διαδικασία προσφυγής δεν θα πρέπει να θίγει τον καταμερισμό των αρμοδιοτήτων εντός των εθνικών δικαστικών συστημάτων και τα δικαιώματα νομικών οντοτήτων ή φυσικών προσώπων βάσει του εθνικού δικαίου. Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αποτελεσματικό έλεγχο νομιμότητας έναντι τέτοιων αποφάσεων.

(73)  Προκειμένου να εξασφαλισθεί ασφάλεια δικαίου για τους συντελεστές της αγοράς, τα όργανα προσφυγής θα πρέπει να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους· οι διαδικασίες προσφυγής θα πρέπει ιδίως να μην έχουν υπερβολικά μεγάλη διάρκεια. Προσωρινά μέτρα με τα οποία αναστέλλονται τα αποτελέσματα της απόφασης αρμόδιας αρχής θα πρέπει να λαμβάνονται μόνον όταν συντρέχει επείγουσα ανάγκη για την αποτροπή σοβαρής και ανεπανόρθωτης βλάβης του μέρους που αιτείται τη λήψη των εν λόγω μέτρων και εφόσον τούτο απαιτείται από τη στάθμιση των συμφερόντων.

(74)  Παρατηρήθηκε μεγάλη ποικιλία στον τρόπο με τον οποίο όργανα προσφυγής εφήρμοσαν προσωρινά μέτρα για να αναστείλουν αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Για επίτευξη μεγαλύτερης συνέπειας στην προσέγγιση θα πρέπει να ισχύσει κοινό πρότυπο σύμφωνα με την ενωσιακή νομολογία. Τα όργανα προσφυγής θα πρέπει επίσης να δικαιούνται να ζητούν τις διαθέσιμες πληροφορίες που έχει δημοσιεύσει ο BEREC. Δεδομένης της σημασίας των προσφυγών για τη συνολική λειτουργία του κανονιστικού πλαισίου, θα πρέπει να συγκροτηθεί μηχανισμός για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις προσφυγές και τις αποφάσεις αναστολής που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές σε όλα τα κράτη μέλη καθώς και για την υποβολή σχετικών εκθέσεων στην Επιτροπή και τον BEREC. Ο εν λόγω μηχανισμός θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η Επιτροπή ή ο BEREC μπορούν να ανακτούν από τα κράτη μέλη το κείμενο των αποφάσεων με σκοπό την ανάπτυξη βάσης δεδομένων.

(74α)  Προς το συμφέρον των πολιτών και των ενδιαφερόμενων μερών, και προκειμένου να παρέχεται στους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα να γνωστοποιούν τις απόψεις τους, θα πρέπει να ενισχυθεί η διαφάνεια κατά την εφαρμογή του ενωσιακού μηχανισμού για την εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων με τη θέσπιση της υποχρέωσης των εθνικών ρυθμιστικών αρχών να δημοσιεύουν κάθε σχέδιο μέτρου ταυτόχρονα με την κοινοποίησή του στην Επιτροπή, στον BEREC και στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών. Κάθε τέτοιο σχέδιο μέτρου θα πρέπει να είναι αιτιολογημένο και να περιέχει λεπτομερή ανάλυση.

(75)  Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί, αφού λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC, να ζητεί από μια εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχέδιο μέτρου όταν αφορά τον καθορισμό σημαντικών αγορών ή τον ορισμό ή μη επιχειρήσεων με σημαντική ισχύ στην αγορά, και, όταν τέτοιες αποφάσεις μπορούν να δημιουργήσουν φραγμό στην ενιαία αγορά ή να είναι ασύμβατες με το ενωσιακό δίκαιο, ιδίως με τους στόχους πολιτικής που θα πρέπει να ακολουθούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Η διαδικασία αυτή δεν θίγει τη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στην οδηγία 2015/1535/ΕΕ και την εξουσία της Επιτροπής δυνάμει της συνθήκης όσον αφορά τις παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου.

(76)  Η εθνική διαβούλευση την οποία προβλέπει το άρθρο 24 θα πρέπει να διεξάγεται πριν από την ενωσιακή διαβούλευση που προβλέπεται στα άρθρα 34 και 35 της παρούσας οδηγίας, ώστε να είναι δυνατόν να εκφρασθούν οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών στην ενωσιακή διαβούλευση. Έτσι θα αποφευχθεί η ανάγκη δεύτερης ενωσιακής διαβούλευσης σε περίπτωση αλλαγών σε σχεδιαζόμενο μέτρο συνεπεία της εθνικής διαβουλεύσεως.

(77)  Είναι σημαντική η έγκαιρη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου. Όταν η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση με την οποία απαιτεί από εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχεδιαζόμενο μέτρο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να υποβάλουν αναθεωρημένο μέτρο στην Επιτροπή. Ορίζεται προθεσμία για την κοινοποίηση του αναθεωρημένου μέτρου στην Επιτροπή, βάσει του άρθρου 34, ώστε οι συντελεστές της αγοράς να μπορούν να γνωρίζουν τη διάρκεια της ανασκόπησης της αγοράς και να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου.

(78)  Ο ενωσιακός μηχανισμός που παρέχει στην Επιτροπή το δικαίωμα να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να αποσύρουν σχεδιαζόμενα μέτρα όσον αφορά τον καθορισμό της αγοράς και των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά έχει συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά τον προσδιορισμό των συνθηκών υπό τις οποίες είναι δυνατόν να υπάρξει εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση και εκείνων υπό τις οποίες οι φορείς εκμετάλλευσης υπάγονται σε τέτοια ρύθμιση. Από την εμπειρία των διαδικασιών του άρθρου 7 και του άρθρου 7α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) προκύπτει ότι ανακολουθίες στην εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές υπό παρόμοιες συνθήκες αγοράς υπονομεύουν την εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή και ο BEREC θα πρέπει να συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση υψηλότερου επιπέδου συνοχής κατά την εφαρμογή των επανορθωτικών μέτρων σχετικά με τα σχέδια μέτρων που προτείνουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Επιπλέον, όταν ο BEREC συμμερίζεται τους προβληματισμούς της Επιτροπής, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να απαιτεί από εθνική ρυθμιστική αρχή την απόσυρση σχεδίου μέτρου. Η Επιτροπή, προκειμένου να επωφεληθεί από την πείρα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην ανάλυση της αγοράς, θα πρέπει να διαβουλεύεται με τον BEREC προτού λάβει την απόφασή της και/ή διατυπώσει τη γνώμη της.

(79)  Λόγω των στενών χρονικών ορίων του ενωσιακού μηχανισμού διαβούλευσης, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εξουσίες για έκδοση συστάσεων ή/και κατευθυντήριων γραμμών που να αποβλέπουν σε απλούστευση των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών – π.χ. σε περιπτώσεις σταθερών αγορών ή ελασσόνων αλλαγών σε προηγουμένως κοινοποιημένα μέτρα. Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να επιτρέπει την εξαίρεση από την υποχρέωση κοινοποίησης για την εξομάλυνση των διαδικασιών σε ορισμένες περιπτώσεις.

(80)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να κληθούν να συνεργάζονται μεταξύ τους, με τον BEREC και με την Επιτροπή, κατά διαφανή τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σε όλα τα κράτη μέλη.

(81)  Η διακριτική ευχέρεια των εθνικών ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει να συμβιβασθεί με την ανάπτυξη συνεκτικής κανονιστικής πρακτικής και με τη συνεπή εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου ώστε να υπάρξει αποτελεσματική συμβολή στην ανάπτυξη και ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επομένως να υποστηρίζουν τις δραστηριότητες εσωτερικής αγοράς της Επιτροπής και τις αντίστοιχες του BEREC.

(82)  Μέτρα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών είναι τα μέτρα που ενδέχεται να επηρεάζουν, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, τη μορφή του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών κατά τρόπο που θα μπορούσε να δημιουργήσει φραγμό στην ενιαία αγορά. Αυτά περιλαμβάνουν μέτρα που έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε φορείς παροχής ή χρήστες σε άλλα κράτη μέλη και συμπεριλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: μέτρα που επηρεάζουν τις τιμές για τους χρήστες σε άλλα κράτη μέλη· μέτρα που επηρεάζουν την ικανότητα μιας επιχείρησης που είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος να παρέχει υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως μέτρα που επηρεάζουν την ικανότητα παροχής υπηρεσιών σε διακρατική βάση· και μέτρα που επηρεάζουν τη δομή της αγοράς ή την πρόσβαση στην αγορά, δημιουργώντας επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις άλλων κρατών μελών.

(83)  Κατά τις αξιολογήσεις της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή αναλαμβάνει να διαπιστώσει κατά πόσον, αναλόγως των εξελίξεων της αγοράς και σε συνάρτηση με τον ανταγωνισμό και την προστασία των καταναλωτών, εξακολουθεί να υφίσταται η ανάγκη για τις διατάξεις που αφορούν ειδική κατά τομέα προληπτική ρύθμιση ή αν χρειάζεται τροποποίηση ή κατάργηση των εν λόγω διατάξεων.

(84)  Βάσει της συνολικής τους οικονομικής εμπειρογνωμοσύνης και γνώσης της αγοράς, και του αντικειμενικού και τεχνικού χαρακτήρα των αξιολογήσεών τους, και προκειμένου να διασφαλίζεται η συνοχή με τα λοιπά τους καθήκοντα ρύθμισης της αγοράς, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να προσδιορίζουν τα στοιχεία των διαδικασιών επιλογής και τους όρους οι οποίοι συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος που έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στις συνθήκες της αγοράς και την κατάσταση του ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων των όρων εισόδου και επέκτασης. Αυτό περιλαμβάνει, για παράδειγμα, τις παραμέτρους οικονομικής αποτίμησης του ραδιοφάσματος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, την εξειδίκευση των ρυθμιστικών μέτρων και των μέτρων διαμόρφωσης της αγοράς όπως η χρήση ανώτατων ορίων ραδιοφάσματος ή η δέσμευση ραδιοφάσματος ή η επιβολή υποχρεώσεων χονδρικής πρόσβασης, ή τα μέσα προσδιορισμού των όρων κάλυψης που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης. Στην πιο συγκλίνουσα χρήση και στον ορισμό των στοιχείων αυτών θα μπορούσε να συμβάλει ένας μηχανισμός συντονισμού με τον οποίο ο BEREC, η Επιτροπή και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές των άλλων κρατών μελών θα επανεξέταζαν σχέδια μέτρων πριν από τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης από συγκεκριμένο κράτος μέλος παράλληλα προς την εθνική δημόσια διαβούλευση. Το μέτρο που προσδιορίζεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να αποτελεί μόνο υποσύνολο ευρύτερου εθνικού μέτρου, το οποίο μπορεί γενικότερα να συνίσταται στη χορήγηση, εμπορία και χρονομίσθωση, διάρκεια, ανανέωση ή την τροποποίηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, καθώς και στη διαδικασία επιλογής ή τους όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης. Ως εκ τούτου, κατά την κοινοποίηση σχεδίου μέτρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με άλλα σχέδια εθνικών μέτρων που συνδέονται με τη σχετική διαδικασία επιλογής για τον περιορισμό των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος τα οποία δεν καλύπτονται από τον μηχανισμό αξιολόγησης από ομοτίμους.

(85)  Όταν η εναρμονισμένη παραχώρηση ραδιοσυχνοτήτων σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις έχει συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν αυστηρά τις εν λόγω συμφωνίες, όταν παραχωρούν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων από το εθνικό πρόγραμμα χρήσης συχνοτήτων.

(86)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνονται να εξετάζουν το ενδεχόμενο κοινών αδειοδοτήσεων κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης όταν η αναμενόμενη χρήση καλύπτει διασυνοριακές καταστάσεις.

(87)  Οιαδήποτε απόφαση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 38 παράγραφος 1 οφείλει να περιοριστεί σε κανονιστικές αρχές, προσεγγίσεις και μεθοδολογίες. Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες, καλό είναι να μην περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις που υπό φυσιολογικές συνθήκες αντανακλούν τις συγκεκριμένες συνθήκες του κάθε κράτους και να μην απαγορεύει εναλλακτικές προσεγγίσεις από τις οποίες μπορούν ευλόγως να προσδοκώνται παρόμοια αποτελέσματα. Μια τέτοια απόφαση θα πρέπει να είναι αναλογική και να μην έχει επιπτώσεις στις αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που δεν αποτελούν φραγμό στην εσωτερική αγορά.

(88)  Η Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει δεσμεύσεις όσον αφορά τα πρότυπα και το κανονιστικό πλαίσιο των δικτύων και υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.

(89)  Η τυποποίηση θα πρέπει να παραμείνει πρωτίστως διαδικασία καθοδηγούμενη από την αγορά. Παρόλα αυτά, πιθανώς να υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι σκόπιμο να απαιτείται η συμμόρφωση με συγκεκριμένα πρότυπα σε ενωσιακό επίπεδο, ώστε να βελτιωθούν η διαλειτουργικότητα και η ελευθερία επιλογής των χρηστών και να ενθαρρυνθεί η διασυνδεσιμότητα στην ενιαία αγορά. Σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2015/1535/ΕΕ. Οι διαδικασίες τυποποίησης στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ισχύουν με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2014/53/ΕΕ για τον ραδιοεξοπλισμό, της οδηγίας 2014/35/ΕΕ για τη χαμηλή τάση και της οδηγίας 2014/30/ΕΕ για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα.

(90)  Θα πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή και των δύο, να λαμβάνουν μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, αντίστοιχα, καθώς και για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των συμβάντων ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των συμβάντων που οφείλονται σε υφαρπαγή του ελέγχου μιας συσκευής (hijacking). Λαμβανομένων υπόψη των πλέον προηγμένων τεχνικών δυνατοτήτων, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να διασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών ανάλογο προς τους εκάστοτε κινδύνους. Για τα μέτρα ασφαλείας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατ’ ελάχιστον, όλες οι σημαντικές πτυχές των ακόλουθων στοιχείων: όσον αφορά την ασφάλεια δικτύων και εγκαταστάσεων: υλική και περιβαλλοντική ασφάλεια, ασφάλεια του εφοδιασμού, έλεγχος πρόσβασης σε δίκτυα και ακεραιότητα δικτύων· όσον αφορά τη διαχείριση συμβάντων: διαδικασίες χειρισμού συμβάντων, ικανότητα ανίχνευσης συμβάντων, αναφορά και κοινοποίηση συμβάντων· όσον αφορά τη διαχείριση της συνέχισης των δραστηριοτήτων: στρατηγική για τη συνέχιση των υπηρεσιών και σχέδια έκτακτων καταστάσεων, ικανότητες αποκατάστασης σε περίπτωση καταστροφής· και όσον αφορά την παρακολούθηση, τον λογιστικό έλεγχο και τις δοκιμές: πολιτικές παρακολούθησης και καταγραφής, σχέδια άσκησης για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, δοκιμές δικτύων και υπηρεσιών, εκτιμήσεις ασφάλειας και παρακολούθηση της συμμόρφωσης· και συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα.

(91)  Δεδομένης της αυξανόμενης σημασίας των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι και αυτές επίσης θα υπόκεινται σε κατάλληλες απαιτήσεις ασφάλειας σύμφωνα με τον συγκεκριμένο τους χαρακτήρα και την οικονομική τους σημασία. Με τον τρόπο αυτό, οι πάροχοι των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να κατοχυρώνουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο με τον βαθμό του κινδύνου για την ασφάλεια των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών τις οποίες παρέχουν. Δεδομένου ότι οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών κατά κανόνα δεν ασκούν πραγματικό έλεγχο επί της μετάδοσης σημάτων μέσω δικτύων, ο βαθμός κινδύνου για τις εν λόγω υπηρεσίες μπορεί να θεωρηθεί, από ορισμένες απόψεις, χαμηλότερος από ό,τι για τις παραδοσιακές υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ως εκ τούτου, όποτε αυτό δικαιολογείται από την πραγματική αξιολόγηση των σχετικών κινδύνων ασφαλείας, οι απαιτήσεις ασφάλειας για υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών θα πρέπει να είναι λιγότερο αυστηρές. Στο πλαίσιο αυτό, οι πάροχοι θα πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν σχετικά με τα μέτρα που θεωρούν κατάλληλα για τη διαχείριση των κινδύνων που παρουσιάζονται για την ασφάλεια των υπηρεσιών τους. Η ίδια προσέγγιση θα πρέπει να εφαρμόζεται, κατ’ αναλογία, σε υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν αριθμούς και δεν ασκούν πραγματικό έλεγχο επί της μετάδοσης σημάτων.

(91α)  Οι πάροχοι δημοσίων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να ενημερώνουν τους χρήστες σχετικά με τα μέτρα προστασίας που μπορούν να λαμβάνουν για την ασφάλεια των επικοινωνιών τους, για παράδειγμα χρησιμοποιώντας συγκεκριμένους τύπους λογισμικού ή τεχνολογίες κρυπτογράφησης. Η απαίτηση να ενημερώνονται οι χρήστες σχετικά με ιδιαίτερους κινδύνους ασφάλειας δεν θα πρέπει να απαλλάσσει τους παρόχους από την υποχρέωση να λαμβάνουν, με ίδιες δαπάνες, κατάλληλα και άμεσα μέτρα για την πρόληψη τυχόν νέων, απρόβλεπτων κινδύνων ασφάλειας, για την άρση των συνεπειών τους και για την αποκατάσταση του κανονικού επιπέδου ασφάλειας. Η ενημέρωση προς τους συνδρομητές σχετικά με κινδύνους για την ασφάλεια θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν.

(91β)  Προκειμένου να διαφυλαχθεί η ασφάλεια και η ακεραιότητα των δικτύων και των υπηρεσιών, η χρήση της διατερματικής κρυπτογράφησης θα πρέπει να ενθαρρύνεται και, όταν είναι αναγκαίο, θα πρέπει να επιβάλλεται, σύμφωνα με τις αρχές της ασφάλειας και της ιδιωτικότητας εκ προεπιλογής και εκ σχεδιασμού·

(92)  Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη διατήρηση της ακεραιότητας και της διαθεσιμότητας των δημόσιων επικοινωνιακών δικτύων. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών («ENISA») θα πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη βελτιωμένου επιπέδου ασφάλειας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων παρέχοντας βοήθεια στα κράτη μέλη για την πρόληψη και την επίλυση ενδεχόμενων προβλημάτων στην εσωτερική αγορά λόγω αντικρουόμενων επιμέρους μέτρων ασφάλειας, εκδίδοντας κατευθυντήριες γραμμές, σε στενή συνεργασία με τον BEREC και την Επιτροπή, όσον αφορά τα κριτήρια ασφάλειας, παρέχοντας εμπειρογνωμοσύνη και συμβουλές και προάγοντας την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών να ζητούν τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε να αξιολογούν το επίπεδο ασφάλειας δικτύων ή υπηρεσιών. Θα πρέπει, επίσης, να έχουν την εξουσία να ζητούν ολοκληρωμένα και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με πραγματικά συμβάντα ασφάλειας που είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών. Θα πρέπει, όταν απαιτείται, να επικουρούνται από ομάδες παρέμβασης για συμβάντα που αφορούν την ασφάλεια των υπολογιστών («CSIRT»), οι οποίες συστήνονται δυνάμει του άρθρου 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148[22]. Ειδικότερα, είναι δυνατό να απαιτείται από τις CSIRT να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές πληροφορίες σχετικά με κινδύνους και συμβάντα που επηρεάζουν τα δημόσια δίκτυα επικοινωνιών και τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να προτείνουν τρόπους για την αντιμετώπισή τους.

(93)  Σε περίπτωση που η παροχή ηλεκτρονικών επικοινωνιών στηρίζεται σε δημόσιους πόρους των οποίων η χρήση υπόκειται σε ειδική άδεια, τα κράτη μέλη δύνανται να παρέχουν στην αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση της εν λόγω άδειας το δικαίωμα επιβολής τελών για τη διασφάλιση της βέλτιστης χρήσης των εν λόγω πόρων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλλουν επιβαρύνσεις ή τέλη σχετικά με την παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πέραν εκείνων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ακολουθούν συνεκτική προσέγγιση κατά τη θέσπιση των εν λόγω επιβαρύνσεων ή τελών, προκειμένου να μην προβλέπεται αδικαιολόγητο οικονομικό βάρος που συνδέεται με τη διαδικασία χορήγησης γενικής άδειας ή τα δικαιώματα χρήσης για παρόχους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(94)  Για να εξασφαλίζεται η βέλτιστη χρήση των πόρων, τα τέλη θα πρέπει να αντανακλούν την οικονομική και τεχνολογική κατάσταση της σχετικής αγοράς, καθώς και κάθε άλλο σημαντικό παράγοντα που καθορίζει την αξία τους. Ταυτόχρονα, τα τέλη θα πρέπει να καθορίζονται με τρόπο που να προωθεί την καινοτομία στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και τον ανταγωνισμό στην αγορά. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν, ώστε τα τέλη για δικαιώματα χρήσης να καθορίζονται βάσει μηχανισμού που προβλέπει κατάλληλες διασφαλίσεις έναντι αποτελεσμάτων κατά τα οποία η αξία των τελών διαστρεβλώνεται ως συνέπεια πολιτικών μεγιστοποίησης των εσόδων, αντιανταγωνιστικής υποβολής προσφορών ή αντίστοιχης συμπεριφοράς. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του σκοπού για τον οποίον χρησιμοποιούνται τα τέλη για δικαιώματα χρήσης και τα δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων. Τα τέλη αυτά μπορούν, π.χ., να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και αρμόδιων αρχών, οι οποίες δεν μπορούν να καλύπτονται από διοικητικές επιβαρύνσεις. Στις περιπτώσεις που, μέσω διαδικασιών ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής, τα τέλη για τη χρήση ραδιοφάσματος συνίστανται, εν όλω ή εν μέρει, σε κατ’ αποκοπήν ποσό, οι ρυθμίσεις πληρωμής θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η επιβολή των τελών αυτών δεν οδηγεί, στην πράξη, σε επιλογή βασιζόμενη σε κριτήρια άσχετα με τον στόχο της εξασφάλισης της βέλτιστης χρήσης του ραδιοφάσματος. Η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύει, σε τακτική βάση, συγκριτικές μελέτες και άλλα έγγραφα καθοδήγησης, κατά περίπτωση, σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές της παραχώρησης ραδιοφάσματος, αριθμοδότησης ή χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης.

(95)  Τα τέλη που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις για τα δικαιώματα χρήσης του ραδιοφάσματος μπορούν να επηρεάσουν τις αποφάσεις για το αν θα επιδιωχθούν τέτοια δικαιώματα και για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να γίνει η καλύτερη δυνατή χρήση των πόρων ραδιοφάσματος. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η βέλτιστη και αποδοτική χρήση, κατά τον καθορισμό των τιμών πρώτης προσφοράς ▌, τα κράτη μέλη θα πρέπει, επομένως, να διασφαλίζουν ότι οι τιμές αυτές αντανακλούν την εναλλακτική χρήση του πόρου και το πρόσθετο κόστος που συνδέεται με την εκπλήρωση των όρων αδειοδότησης που επιβάλλονται για περαιτέρω στόχους πολιτικής, οι οποίοι δεν θα αναμενόταν ευλόγως να επιτευχθούν σύμφωνα με τα συνήθη εμπορικά πρότυπα, όπως οι όροι εδαφικής κάλυψης.

(96)  Η βέλτιστη χρήση των πόρων ραδιοφάσματος εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα κατάλληλων δικτύων και συναφών εγκαταστάσεων. Εν προκειμένω, όσον αφορά τα τέλη για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και για δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη να διευκολύνεται η διαρκής ανάπτυξη των υποδομών με σκοπό να επιτυγχάνεται η πλέον αποδοτική χρήση των πόρων. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν λεπτομέρειες πληρωμής των τελών για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος που συνδέονται με την πραγματική διαθεσιμότητα των πόρων, κατά τρόπο που να διευκολύνει τις αναγκαίες επενδύσεις για την προώθηση αυτής της ανάπτυξης. Οι λεπτομέρειες θα πρέπει να καθορίζονται με αντικειμενικό, διαφανή και αναλογικό τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις, πριν από την έναρξη των διαδικασιών για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, ενώ τα τέλη θα πρέπει να καθορίζονται με σαφήνεια.

(97)   Θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι υπάρχουν διαδικασίες για την παροχή δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων, οι οποίες είναι έγκαιρες, αμερόληπτες και διαφανείς ώστε να εγγυώνται όρους θεμιτού και αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις εθνικές διατάξεις που διέπουν την απαλλοτρίωση ή τη χρήση ακινήτων, τη συνήθη άσκηση των δικαιωμάτων κυριότητας, τη συνήθη χρήση της δημόσιας περιουσίας, ή την αρχή της ουδετερότητας όσον αφορά τους ισχύοντες στα κράτη μέλη κανόνες, οι οποίοι διέπουν το καθεστώς κυριότητας.

(98)  Οι εκδιδόμενες άδειες για παρόχους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που τους επιτρέπουν να αποκτήσουν πρόσβαση σε δημόσια ή ιδιωτική ιδιοκτησία αποτελούν βασικούς παράγοντες για την καθιέρωση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για νέα στοιχεία δικτύων. Περιττές περιπλοκές και καθυστερήσεις στις διαδικασίες χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης ενδέχεται επομένως να αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης από εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις θα πρέπει να απλουστευθεί. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να συντονίζουν την απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης, παρέχοντας σχετικές πληροφορίες στους δικτυακούς τόπους τους.

(99)  Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι εξουσίες των κρατών μελών όσον αφορά κατόχους δικαιωμάτων διέλευσης ώστε να εξασφαλισθεί η είσοδος ή εγκατάσταση νέου δικτύου κατά δίκαιο, αποτελεσματικό και περιβαλλοντικά υπεύθυνο τρόπο και ανεξάρτητα από κάθε υποχρέωση φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά να παραχωρεί πρόσβαση στο δικό του δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο βελτιωμένος μερισμός εγκαταστάσεων μπορεί να μειώσει το περιβαλλοντικό κόστος ανάπτυξης και εγκατάστασης υποδομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και να εξυπηρετήσει τη δημόσια υγεία, τη δημόσια ασφάλεια και να εκπληρώσει πολεοδομικούς και χωροταξικούς στόχους. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να απαιτούν από επιχειρήσεις που έχουν επωφεληθεί από δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων επί δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, επάνω ή κάτω από αυτό, τον μερισμό των εν λόγω εγκαταστάσεων ή των ακινήτων (περιλαμβανομένης της φυσικής συνεγκατάστασης) έπειτα από κατάλληλη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους, στους συγκεκριμένους τομείς όπου τέτοιου είδους λόγοι γενικού συμφέροντος επιβάλλουν αυτόν τον μερισμό. Για παράδειγμα, αυτό μπορεί να συμβαίνει σε περίπτωση υψηλής συμφόρησης του υπεδάφους ή όταν υπάρχει ανάγκη υπέρβασης φυσικού εμποδίου. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει ιδίως να είναι σε θέση να επιβάλουν μερισμό στοιχείων δικτύων και συναφών εγκαταστάσεων π.χ. αγωγών, σωληνώσεων, ιστών, φρεατίων, κυτίων σύνδεσης, κεραιών, πύργων και άλλων φερουσών κατασκευών, κτιρίων ή εισόδων κτιρίων και καλύτερο συντονισμό τεχνικών έργων για περιβαλλοντικούς λόγους ή άλλους λόγους δημόσιας πολιτικής. Αντιθέτως, θα πρέπει να εναπόκειται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ο καθορισμός των κανόνων για την κατανομή του κόστους του μερισμού εγκαταστάσεων ή ακινήτου, ώστε να εξασφαλίζεται ότι παρέχεται κατάλληλη ανταμοιβή για τον κίνδυνο μεταξύ των σχετικών επιχειρήσεων. Λαμβανομένων υπόψη των υποχρεώσεων που επιβάλλονται από την οδηγία 2014/61/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές, ιδίως οι τοπικές αρχές, θα πρέπει επίσης να καθιερώσουν κατάλληλες διαδικασίες συντονισμού, σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, όσον αφορά τα δημόσια έργα και επίσης άλλες κατάλληλες δημόσιες εγκαταστάσεις ή ακίνητα, περιλαμβανομένων ενδεχομένως διαδικασιών που εξασφαλίζουν ότι οι ενδιαφερόμενοι λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις κατάλληλες δημόσιες εγκαταστάσεις ή ακίνητα και τα εκτελούμενα και προγραμματισμένα δημόσια έργα, ότι ενημερώνονται εγκαίρως για τα έργα αυτά και ότι ο μερισμός διευκολύνεται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.

(100)  Όταν απαιτείται από φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας να χρησιμοποιούν από κοινού πύργους ή ιστούς για περιβαλλοντικούς λόγους, αυτή η υποχρεωτική από κοινού χρήση μπορεί να συνεπάγεται τη μείωση των ανώτατων επιτρεπόμενων επιπέδων μεταδιδόμενης ισχύος για κάθε φορέα για λόγους δημόσιας υγείας, και να οδηγήσει, εν συνεχεία, τους φορείς στην εγκατάσταση περισσότερων αναμεταδοτών για την εξασφάλιση εθνικής κάλυψης. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να επιδιώκουν να συνεκτιμούν τους εκάστοτε προβληματισμούς για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την προληπτική προσέγγιση που καθορίζεται στη σύσταση αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου.

(101)  Το ραδιοφάσμα αποτελεί σπάνιο δημόσιο πόρο με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Είναι βασικό στοιχείο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ραδιοεπικοινωνιακής βάσης και, στο μέτρο που σχετίζεται με τα εν λόγω δίκτυα και υπηρεσίες, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να το κατανέμουν και να το παραχωρούν με αποδοτικό τρόπο, σύμφωνα με εναρμονισμένους στόχους και αρχές που διέπουν τη δράση τους και βάσει αντικειμενικών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοκρατικά, κοινωνικά, γλωσσικά και πολιτισμικά συμφέροντα που συνδέονται με τη χρήση των συχνοτήτων. Η απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική ραδιοφάσματος στην Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος)[23], δημιουργεί ένα πλαίσιο για την εναρμόνιση του ραδιοφάσματος.

(102)  Οι δραστηριότητες της πολιτικής ραδιοφάσματος στην Ένωση δεν θα πρέπει να θίγουν τα μέτρα που λαμβάνονται σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και επιδιώκουν στόχους γενικού συμφέροντος, ιδίως όσον αφορά τη ρύθμιση περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα και στα μέσα επικοινωνίας, καθώς και το δικαίωμα των κρατών μελών να οργανώνουν και να χρησιμοποιούν το ραδιοφάσμα τους για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και την άμυνα. Δεδομένου ότι η χρήση ραδιοφάσματος για στρατιωτικούς και άλλους σκοπούς εθνικής δημόσιας ασφάλειας έχει αντίκτυπο στη διαθεσιμότητα ραδιοφάσματος για την εσωτερική αγορά, στην πολιτική ραδιοφάσματος θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι τομείς και οι πτυχές των ενωσιακών πολιτικών και να εξισορροπούνται οι αντίστοιχες ανάγκες τους, με σεβασμό, παράλληλα, στα δικαιώματα των κρατών μελών.

(103)  Η εξασφάλιση της μέγιστης κάλυψης των δικτύων της υψηλότερης χωρητικότητας σε κάθε κράτος μέλος είναι ουσιώδης για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, τη συμμετοχή στη δημόσια ζωή και την κοινωνική και εδαφική συνοχή. Καθώς η χρήση ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθίσταται αναπόσπαστο στοιχείο για την ευρωπαϊκή κοινωνία και ευημερία, η κάλυψη σε ολόκληρη την ΕΕ, που θα αφορά σχεδόν το 100 % των πολιτών της Ένωσης, θα πρέπει να επιτευχθεί με βάση την επιβολή κατάλληλων απαιτήσεων κάλυψης από τα κράτη μέλη, οι οποίες θα πρέπει να προσαρμόζονται σε κάθε εξυπηρετούμενη περιοχή και να περιορίζονται σε αναλογικά βάρη προκειμένου να μην παρεμποδίζεται η ανάπτυξη από τους παρόχους υπηρεσιών. Η αδιάλειπτη κάλυψη του εδάφους ▌θα πρέπει να μεγιστοποιηθεί και να είναι αξιόπιστη, με σκοπό την προώθηση των ▌υπηρεσιών και εφαρμογών, όπως είναι τα συνδεδεμένα αυτοκίνητα και η ηλεκτρονική υγεία. Επομένως, ▌η εφαρμογή των υποχρεώσεων κάλυψης από τις αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συντονίζεται σε ενωσιακό επίπεδο. Λαμβανομένων υπόψη των εθνικών ιδιαιτεροτήτων, αυτός ο συντονισμός θα πρέπει να περιορίζεται σε γενικά κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό και τη μέτρηση των υποχρεώσεων κάλυψης, όπως είναι η πυκνότητα του πληθυσμού ή τοπογραφικά και τοπολογικά χαρακτηριστικά.

(104)  Η ανάγκη να εξασφαλίζεται ότι οι πολίτες δεν εκτίθενται σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία σε επίπεδο επιβλαβές για τη δημόσια υγεία θα πρέπει να προσεγγίζεται με συνεκτικό τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της προληπτικής προσέγγισης που υιοθετείται με τη σύσταση αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου[24], προκειμένου να διασφαλίζονται συνεκτικές συνθήκες ανάπτυξης. Όσον αφορά τα δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν κατά περίπτωση τη διαδικασία που προβλέπεται στην οδηγία 2015/1535/ΕΕ, μεταξύ άλλων προκειμένου να εξασφαλίζεται διαφάνεια για τα ενδιαφερόμενα μέρη και να παρέχεται στα λοιπά κράτη μέλη και την Επιτροπή η δυνατότητα να αντιδρούν.

(105)  Η εναρμόνιση και ο συντονισμός του ραδιοφάσματος και η κανονιστική ρύθμιση του εξοπλισμού που υποστηρίζεται από την τυποποίηση είναι συμπληρωματικοί και χρειάζεται να συντονίζονται στενά για να επιτυγχάνουν αποτελεσματικά τους κοινούς τους στόχους, με την υποστήριξη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος. Ο συντονισμός μεταξύ του περιεχομένου και του συγχρονισμού των εντολών προς τη CEPT δυνάμει της απόφασης για το ραδιοφάσμα και των αιτημάτων τυποποίησης προς φορείς τυποποίησης, όπως το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τυποποίησης στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, καθώς και όσον αφορά τις παραμέτρους ραδιοφωνικών δεκτών, θα πρέπει να διευκολύνει την καθιέρωση μελλοντικών συστημάτων, να στηρίζει τις ευκαιρίες μερισμού του ραδιοφάσματος και να εξασφαλίζει την αποδοτική διαχείριση του ραδιοφάσματος. Όλα τα πρότυπα, οι τεχνικές προδιαγραφές ή οι συστάσεις που αφορούν στοιχεία δικτύου και συναφείς εγκαταστάσεις, είτε σταθερά είτε κινητά, θα πρέπει, όπου είναι εφικτό, να λαμβάνουν υπόψη κάθε υποχρέωση πρόσβασης που ενδεχομένως πρέπει να επιβληθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(106)  Η ζήτηση για εναρμονισμένο ραδιοφάσμα δεν είναι ομοιόμορφη σε όλες τις περιοχές της Ένωσης. Σε περιπτώσεις έλλειψης ζήτησης για εναρμονισμένη ζώνη σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν, κατ’ εξαίρεση, να είναι σε θέση να επιτρέπουν την εναλλακτική χρήση της ζώνης για όσο διάστημα εξακολουθεί να υφίσταται αυτή η έλλειψη ζήτησης και υπό την προϋπόθεση ότι η εναλλακτική χρήση δεν θίγει την εναρμονισμένη χρήση της εν λόγω ζώνης από άλλα κράτη μέλη και ότι παύει όταν δημιουργηθεί ζήτηση για την εναρμονισμένη χρήση.

(107)  Η ευελιξία στη διαχείριση του ραδιοφάσματος και η πρόσβαση σε αυτό έχει καθιερωθεί, στο πλαίσιο αδειών ουδέτερων από άποψη τεχνολογίας και υπηρεσίας, ώστε οι χρήστες του ραδιοφάσματος να μπορούν να επιλέγουν την εφαρμογή των βέλτιστων τεχνολογιών και υπηρεσιών σε ζώνες συχνοτήτων που έχουν δηλωθεί διαθέσιμες για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στα σχετικά εθνικά σχέδια παραχώρησης συχνοτήτων σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο (εφεξής «αρχές ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες»). Ο διοικητικός καθορισμός τεχνολογιών και υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνον όταν διακυβεύονται στόχοι γενικού συμφέροντος και θα πρέπει να αιτιολογείται σαφώς και να υπάγεται σε τακτική περιοδική ανασκόπηση.

(108)  Οι περιορισμοί της αρχής της τεχνολογικής ουδετερότητας θα πρέπει να είναι κατάλληλοι και να δικαιολογούνται από την ανάγκη αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών, π.χ. με την επιβολή μάσκας εκπομπών και στάθμης ισχύος, την εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας με τον περιορισμό της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, την εξασφάλιση της καλής λειτουργίας των υπηρεσιών μέσω κατάλληλου επιπέδου τεχνικής ποιότητας της υπηρεσίας, χωρίς ωστόσο να αίρεται η δυνατότητα χρήσης περισσοτέρων της μιας υπηρεσιών στην αυτή ζώνη συχνοτήτων, την εξασφάλιση κατάλληλου μερισμού του ραδιοφάσματος, ιδίως όπου η χρήση του υπάγεται μόνο σε γενικές άδειες, τη διασφάλιση της αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος ή την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία.

(109)  Οι χρήστες του ραδιοφάσματος θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα τις υπηρεσίες που επιθυμούν να προσφέρουν μέσω του ραδιοφάσματος. Εντούτοις, θα πρέπει να επιτρέπεται η λήψη μέτρων όπου απαιτείται η παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας για την κάλυψη σαφώς προσδιορισμένων στόχων γενικού συμφέροντος, όπως η ασφάλεια της ζωής, η ανάγκη προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής και εδαφικής συνοχής ή η αποφυγή μη αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος. Οι στόχοι αυτοί περιλαμβάνουν και την προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και την πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία. Εκτός περιπτώσεων που είναι απαραίτητες για την προστασία της ασφάλειας της ζωής ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου για την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος όπως καθορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, οι εξαιρέσεις δεν θα πρέπει να συνεπάγονται αποκλειστική χρήση ορισμένων υπηρεσιών, αλλά να συνιστούν παραχώρηση προτεραιότητας ώστε να μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια ζώνη και άλλες υπηρεσίες ή τεχνολογίες. Ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής και του χαρακτήρα κάθε εξαίρεσης που αφορά την προαγωγή της γλωσσικής και πολιτιστικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

(110)  Καθώς η κατανομή ραδιοφάσματος σε ειδικές τεχνολογίες ή υπηρεσίες αποτελεί εξαίρεση από τις αρχές της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και περιορίζει την ελευθερία επιλογής της παρεχόμενης υπηρεσίας ή της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, κάθε πρόταση τέτοιας κατανομής θα πρέπει να είναι διαφανής και να υπάγεται σε δημόσια διαβούλευση.

(111)  Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να περιορίσουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξηγούν τους λόγους αυτού του περιορισμού.

(112)  Η διαχείριση του ραδιοφάσματος αποβλέπει στην εξασφάλιση της αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών. Η βασική αυτή έννοια των επιβλαβών παρεμβολών θα πρέπει επομένως να ορισθεί κατάλληλα ώστε να εξασφαλισθεί ότι η κανονιστική παρέμβαση θα περιορίζεται στον βαθμό που είναι απαραίτητος για την αποτροπή αυτών των παρεμβολών, λαμβανομένης επίσης υπόψη της ανάγκης ο εξοπλισμός δικτύου και οι συσκευές των τελικών χρηστών να ενσωματώνουν τεχνολογία ανθεκτικού δέκτη. Οι κανονισμοί ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU) ορίζουν τις επιβλαβείς παρεμβολές, μεταξύ άλλων, ως κάθε είδους παρεμβολές που θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσιών ασφάλειας, οι οποίες με τη σειρά τους ορίζονται ως οποιεσδήποτε υπηρεσίες ραδιοεπικοινωνιών χρησιμοποιούνται μόνιμα ή προσωρινά για την προστασία της ανθρώπινης ζωής ή της περιουσίας· κατά συνέπεια, για την προστασία της ζωής ή της περιουσίας, θα πρέπει να αποφεύγονται επιβλαβείς παρεμβολές, ιδίως σε κρίσιμες καταστάσεις στις οποίες τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργία μιας υπηρεσίας ασφάλειας. Ενώ ο ορισμός της ITU περιλαμβάνει τον ραδιοπροσδιορισμό, ο οποίος είναι καθοριστικής σημασίας για τις μεταφορές και τη ναυσιπλοΐα, θα πρέπει να καλύπτεται κάθε πτυχή που έχει καίρια σημασία για την εκπλήρωση της αποστολής υπηρεσιών ή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών όταν βρίσκεται σε κίνδυνο η ζωή ή η περιουσία, ακόμη και πέραν του τομέα των μεταφορών, όπως στις υπηρεσίες υγείας. Οι μεταφορές έχουν ισχυρή διασυνοριακή διάσταση και η ψηφιοποίησή τους δημιουργεί προκλήσεις. Τα οχήματα (μετρό, λεωφορεία, αυτοκίνητα, φορτηγά, τρένα κ.λπ.) καθίστανται όλο και πιο αυτόνομα και συνδεδεμένα. Στην ενιαία αγορά της ΕΕ, τα οχήματα ταξιδεύουν ευκολότερα πέραν των εθνικών συνόρων. Οι αξιόπιστες επικοινωνίες και η αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών, είναι ζωτικής σημασίας για την ασφαλή και καλή λειτουργία των οχημάτων και των επ’ αυτών συστημάτων επικοινωνιών.

(113)  Με την αυξανόμενη ζήτηση ραδιοφάσματος και τις νέες ποικίλες εφαρμογές και τεχνολογίες που επιβάλλουν πιο ευέλικτη πρόσβαση στο ραδιοφάσμα και χρήση του, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προάγουν την κοινή χρήση του ραδιοφάσματος, καθορίζοντας τα πλέον κατάλληλα καθεστώτα αδειών για κάθε σενάριο και ορίζοντας κατάλληλους και διαφανείς σχετικούς κανόνες και όρους. Η κοινή χρήση του ραδιοφάσματος διασφαλίζει όλο και περισσότερο την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του, επιτρέποντας σε διάφορους ανεξάρτητους χρήστες ή συσκευές την πρόσβαση στην ίδια ζώνη συχνοτήτων βάσει διαφόρων ειδών νομικών καθεστώτων, ώστε να καθίστανται διαθέσιμοι επιπλέον πόροι ραδιοφάσματος, να αυξάνεται η αποδοτικότητα της χρήσης και να διευκολύνεται η πρόσβαση στο ραδιοφάσμα για νέους χρήστες. Η κοινή χρήση μπορεί να βασίζεται σε γενικές άδειες ή σε χρήση εξαιρούμενη από την αδειοδότηση επιτρέποντας, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις μερισμού, σε διάφορους χρήστες την πρόσβαση στο ίδιο ραδιοφάσμα, και τη χρήση του, σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές ή σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Μπορεί επίσης να βασίζεται σε μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης, δυνάμει ρυθμίσεων όπως η άδεια μεριζόμενης πρόσβασης κατά την οποία όλοι οι χρήστες (με τον υφιστάμενο χρήστη και νέους χρήστες) συμφωνούν σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις για την μεριζόμενη πρόσβαση, υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ελάχιστη εγγυημένη ποιότητα ραδιομετάδοσης. Όταν επιτρέπουν την κοινή χρήση υπό διαφορετικά καθεστώτα αδειοδότησης, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να θέτουν ευρέως αποκλίνουσες διάρκειες για αυτήν τη χρήση υπό διαφορετικά καθεστώτα αδειοδότησης.

(113α)  Οι γενικές άδειες χρήσης του ραδιοφάσματος μπορεί να διευκολύνουν την πιο αποτελεσματική χρήση του ραδιοφάσματος και να προωθούν την καινοτομία, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ενδέχεται να είναι το πλέον κατάλληλο καθεστώς αδειοδότησης υπό ορισμένες ειδικές περιστάσεις. Για παράδειγμα, η λύση των μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης θα πρέπει να εξετάζεται όταν η ύπαρξη ευνοϊκών χαρακτηριστικών διάδοσης του ραδιοφάσματος ή το προβλεπόμενο επίπεδο ισχύος της μετάδοσης καθιστούν τη χρήση της αποδοτικότερη. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει επίσης όταν η γεωγραφική πυκνότητα χρήσης είναι υψηλή ή όταν το ραδιοφάσμα είναι μονίμως σε χρήση. Μια άλλη κατάσταση στην οποία θα πρέπει να εξετάζεται η λύση των μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης είναι όταν, εξαιτίας της απαιτούμενης ποιότητας της υπηρεσίας, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των παρεμβολών με τη χρήση γενικών αδειών. Όταν τα τεχνικά μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ανθεκτικότητας του δέκτη μπορούν να επιτρέψουν τη χρήση γενικών αδειών ή την κοινή χρήση ραδιοφάσματος, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται και θα πρέπει να αποφεύγεται η συστηματική προσφυγή σε διατάξεις που αφορούν την αρχή «χωρίς παρεμβολές, χωρίς προστασία».

(114)  Προκειμένου να εξασφαλίζεται η προβλεψιμότητα και να διαφυλάσσεται η ασφάλεια δικαίου και η επενδυτική σταθερότητα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν εκ των προτέρων κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό της συμμόρφωσης με στόχο την αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος από τους δικαιούχους κατά την εφαρμογή των όρων που συνοδεύουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης και γενικές άδειες. Τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να συμμετέχουν στον καθορισμό των εν λόγω όρων και να ενημερώνονται με διαφάνεια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα αξιολογείται η εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους.

(115)  Λόγω της σημασίας της τεχνικής καινοτομίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος για πειραματικούς σκοπούς, τα οποία θα υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς και όρους που δικαιολογούνται αυστηρά λόγω του πειραματικού χαρακτήρα των δικαιωμάτων αυτών.

(116)  Η κοινή χρήση υποδομών δικτύου, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η κοινή χρήση ραδιοφάσματος, μπορεί να καταστήσει δυνατή την αποδοτικότερη και αποτελεσματικότερη χρήση του ραδιοφάσματος και να διασφαλίζει την ταχεία ανάπτυξη δικτύων, ιδίως σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές. Κατά τον καθορισμό των όρων που πρόκειται να συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει επίσης να εξετάζουν το ενδεχόμενο αδειοδότησης μορφών μερισμού ή συντονισμού μεταξύ επιχειρήσεων με σκοπό να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος ή η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις κάλυψης, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.

(117)  Οι συνθήκες της αγοράς, καθώς και η σημασία και ο αριθμός των φορέων, μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών. Ενώ η ανάγκη και η δυνατότητα επιβολής όρων στα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος μπορεί να υπόκεινται στις εθνικές ιδιαιτερότητες που πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη, οι λεπτομέρειες της εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων θα πρέπει να συντονίζονται σε επίπεδο ΕΕ με εκτελεστικά μέτρα της Επιτροπής, ώστε να διασφαλίζεται η συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά την αντιμετώπιση παρόμοιων προκλήσεων σε ολόκληρη την ΕΕ.

(118)  Οι απαιτήσεις ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία και την τεχνολογία κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, μαζί με την πιθανότητα μεταβίβασης δικαιωμάτων μεταξύ επιχειρήσεων, στηρίζουν την ελευθερία και τα μέσα παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, διευκολύνοντας έτσι την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Η παρούσα οδηγία δεν προδικάζει την παραχώρηση ραδιοφάσματος απευθείας σε φορείς παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή σε οντότητες που χρησιμοποιούν αυτά τα δίκτυα ή αυτές τις υπηρεσίες. Οι οντότητες αυτές θα μπορούσαν να είναι φορείς παροχής περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών. Υπεύθυνη για την τήρηση των όρων που συνδέονται με το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνότητας και των συναφών όρων που συνδέονται με τη γενική άδεια, θα πρέπει να είναι πάντοτε η επιχείρηση στην οποία χορηγείται το δικαίωμα χρήσης ραδιοφάσματος. Ορισμένες υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε ραδιοτηλεοπτικούς φορείς για την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας ενδέχεται να απαιτούν τη χρήση ειδικών κριτηρίων και διαδικασιών για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ώστε να επιτυγχάνεται συγκεκριμένος στόχος γενικού συμφέροντος που ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία. Ωστόσο, η διαδικασία χορήγησης αυτού του δικαιώματος θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι αντικειμενική, διαφανής, αναλογική και να μην εισάγει διακρίσεις. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, τυχόν εθνικοί περιορισμοί των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται με το άρθρο 56 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να αιτιολογούνται αντικειμενικά, να είναι αναλογικοί και να μην υπερβαίνουν τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων αυτών. Επιπλέον, ραδιοφάσμα το οποίο χορηγείται χωρίς την τήρηση ανοικτής διαδικασίας δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς εκτός του στόχου γενικού συμφέροντος για τον οποίο χορηγήθηκε. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να παρέχεται στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να υποβάλλουν παρατηρήσεις εντός εύλογης περιόδου. Στο πλαίσιο μιας διαδικασίας αίτησης για τη χορήγηση δικαιωμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ελέγχουν εάν ο αιτών θα είναι σε θέση να τηρήσει τους όρους που πρόκειται να συνδεθούν με τα δικαιώματα αυτά. Οι όροι αυτοί θα πρέπει να αντανακλώνται στα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται με αντικειμενικούς, διαφανείς και αναλογικούς όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις πριν από την έναρξη οποιασδήποτε διαδικασίας επιλογής. Προς τον σκοπό της εφαρμογής των εν λόγω κριτηρίων, είναι δυνατόν να ζητείται από τον αιτούντα να υποβάλει τις πληροφορίες που απαιτούνται για να αποδείξει ότι είναι σε θέση να τηρήσει τους όρους αυτούς. Η αίτηση δικαιώματος χρήσης μιας ραδιοσυχνότητας είναι δυνατόν να απορρίπτεται, όταν δεν υποβάλλονται οι πληροφορίες αυτές.

(119)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν, πριν από τη χορήγηση δικαιώματος, μόνο τον έλεγχο στοιχείων που μπορούν ευλόγως να αποδειχθούν από υποψήφιο ο οποίος επιδεικνύει τη συνήθη επιμέλεια, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της σημαντικής δημόσιας και αγοραίας αξίας του ραδιοφάσματος ως σπάνιου δημόσιου πόρου. Αυτό δεν θίγει τη δυνατότητα για μεταγενέστερο έλεγχο της εκπλήρωσης των κριτηρίων επιλεξιμότητας, για παράδειγμα με τη χρήση σημείων αναφοράς, σε περίπτωση που τα κριτήρια δεν θα ήταν ευλόγως δυνατό να τηρηθούν αρχικά. Για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να χορηγούν δικαιώματα όταν από την επανεξέτασή τους προκύπτουν ενδείξεις αδυναμίας των υποψηφίων να τηρήσουν τους όρους, με την επιφύλαξη της δυνατότητας να διευκολύνεται η χρονικά περιορισμένη πειραματική χρήση. Η επαρκώς μακρά διάρκεια των αδειών για τη χρήση ραδιοφάσματος αναμένεται να αυξήσει την προβλεψιμότητα επενδύσεων ώστε να ενισχυθεί η ταχύτερη ανάπτυξη δικτύων και η βελτίωση των υπηρεσιών, καθώς και να αυξήσει τη σταθερότητα για την υποστήριξη της εμπορίας και χρονομίσθωσης ραδιοφάσματος. Αυτή η διάρκεια θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους επιδιωκόμενους σκοπούς και να επαρκεί για να διευκολύνεται η ανάκτηση των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν, εκτός αν έχει ληφθεί άδεια για χρήση ραδιοφάσματος απεριόριστου χρονικού διαστήματος. Αν και η μεγαλύτερη διάρκεια μπορεί να εξασφαλίσει την προβλεψιμότητα των επενδύσεων, τα μέτρα για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος, όπως η εξουσία της αρμόδιας αρχής να τροποποιεί ή να ανακαλεί το δικαίωμα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης, ή η διευκόλυνση της εμπορευσιμότητας και της χρονομίσθωσης του ραδιοφάσματος, θα χρησιμεύουν για την πρόληψη ανάρμοστης συσσώρευσης ραδιοφάσματος και τη στήριξη της μεγαλύτερης ευελιξίας στην κατανομή πόρων ραδιοφάσματος. Η αυξημένη χρησιμοποίηση ετήσιων τελών αποτελεί επίσης μέσο για να εξασφαλίζεται η διαρκής αξιολόγηση της χρήσης του ραδιοφάσματος από τον κάτοχο του δικαιώματος.

(120)  Όταν αποφασίζουν αν θα ανανεώσουν ήδη χορηγημένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό στον οποίο η ανανέωση θα προωθούσε τους στόχους του κανονιστικού πλαισίου και άλλους στόχους βάσει του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου. Οιαδήποτε τέτοια απόφαση θα πρέπει να υπόκειται σε ανοικτή, διαφανή διαδικασία που δεν εισάγει διακρίσεις και βασίζεται σε επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο έχουν τηρηθεί οι όροι που συνοδεύουν τα εκάστοτε δικαιώματα. Κατά την αξιολόγηση της ανάγκης για ανανέωση των δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να σταθμίζουν τις ανταγωνιστικές επιπτώσεις της επέκτασης ήδη χορηγημένων δικαιωμάτων έναντι της προώθησης αποδοτικότερης εκμετάλλευσης ή καινοτόμων νέων χρήσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν αν η ζώνη ήταν ανοιχτή σε νέους χρήστες. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αποφασίζουν σχετικά, επιτρέποντας μόνο περιορισμένη επέκταση προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή στρέβλωση της καθιερωμένης χρήσης. Αν και οι αποφάσεις σχετικά με την επέκταση δικαιωμάτων που έχουν χορηγηθεί πριν από τη θέση σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνονται τηρουμένων των τυχόν κανόνων που ήδη ισχύουν, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ότι δεν θίγονται οι στόχοι της παρούσας οδηγίας.

(121)  Κατά την ανανέωση υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει, μαζί με την αξιολόγηση της ανάγκης για ανανέωση του δικαιώματος, να επανεξετάζουν τα τέλη που συνοδεύουν τα δικαιώματα, με σκοπό να διασφαλίζεται ότι τα τέλη αυτά εξακολουθούν να προάγουν τη βέλτιστη χρήση, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, του σταδίου ανάπτυξης της αγοράς και της τεχνολογικής εξέλιξης. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι σκόπιμο τυχόν προσαρμογές στις ισχύουσες αμοιβές να βασίζονται στις ίδιες αρχές με εκείνες που εφαρμόζονται για τη χορήγηση νέων δικαιωμάτων χρήσης.

(122)  Η αποτελεσματική διαχείριση του ραδιοφάσματος μπορεί να εξασφαλίζεται με τη διευκόλυνση της συνεχιζόμενης αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος που έχει ήδη εκχωρηθεί. Προκειμένου να κατοχυρώνεται η ασφάλεια δικαίου για τους κατόχους δικαιωμάτων, η δυνατότητα ανανέωσης των δικαιωμάτων χρήσης θα πρέπει να εξετάζεται εντός κατάλληλου χρονικού διαστήματος πριν από τη λήξη των εκάστοτε δικαιωμάτων. Για να εξασφαλίζεται η διαρκής διαχείριση των πόρων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να προβαίνουν σε αυτήν την εξέταση με δική τους πρωτοβουλία, καθώς και κατόπιν αιτήματος από τον εκδοχέα. Η ανανέωση του δικαιώματος χρήσης δεν μπορεί να χορηγείται ενάντια στη βούληση του εκδοχέα.

(123)  Η μεταβίβαση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος μπορεί να είναι αποτελεσματικό μέσο αύξησης της αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος. Για λόγους ευελιξίας και αποτελεσματικότητας, και για να καταστεί δυνατή η αποτίμηση του ραδιοφάσματος από την αγορά, τα κράτη μέλη θα πρέπει, εξ ορισμού, να παρέχουν στους χρήστες του ραδιοφάσματος τη δυνατότητα να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν τα οικεία δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος σε τρίτους κατόπιν απλής διαδικασίας και υπό τους όρους που συνοδεύουν τα εν λόγω δικαιώματα και τους κανόνες ανταγωνισμού, υπό την εποπτεία των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Για να διευκολύνονται αυτές οι μεταβιβάσεις ή χρονομισθώσεις, εφόσον τηρούνται τα μέτρα εναρμόνισης που εγκρίνονται δυνάμει της απόφασης για το ραδιοφάσμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάζουν αιτήματα για διαχωρισμό ή επιμερισμό των δικαιωμάτων ραδιοφάσματος και για αναθεώρηση των όρων χρήσης.

(124)  Μέτρα που λαμβάνονται ειδικά για την προώθηση του ανταγωνισμού κατά τη χορήγηση ή την ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος θα πρέπει να αποφασίζονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες διαθέτουν την απαιτούμενη οικονομική και τεχνική γνώση και γνώση της αγοράς. Οι όροι εκχώρησης ραδιοφάσματος μπορούν να επηρεάζουν την κατάσταση του ανταγωνισμού σε αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τους όρους εισόδου. Η περιορισμένη πρόσβαση στο ραδιοφάσμα, ιδίως όταν το ραδιοφάσμα είναι εν ανεπαρκεία, μπορεί να δημιουργήσει φραγμό εισόδου ή να παρεμποδίσει τις επενδύσεις, την ανάπτυξη δικτύων, την παροχή νέων υπηρεσιών ή εφαρμογών, την καινοτομία και τον ανταγωνισμό. Τα νέα δικαιώματα χρήσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποκτώνται μέσω μεταβίβασης ή χρονομίσθωσης, καθώς και η εισαγωγή νέων ευέλικτων κριτηρίων για τη χρήση ραδιοφάσματος μπορούν επίσης να επηρεάσουν τον υφιστάμενο ανταγωνισμό. Ορισμένοι όροι που χρησιμοποιούνται για την προώθηση του ανταγωνισμού, όταν εφαρμόζονται αδικαιολόγητα, μπορούν να έχουν άλλες συνέπειες· για παράδειγμα, τα ανώτατα όρια και οι δεσμεύσεις ραδιοφάσματος μπορούν να δημιουργήσουν τεχνητή έλλειψη, οι υποχρεώσεις χονδρικής πρόσβασης μπορούν να περιορίσουν αδικαιολόγητα τα επιχειρηματικά μοντέλα σε περίπτωση ανυπαρξίας ισχύος στην αγορά, και τα όρια στις μεταβιβάσεις μπορούν να δυσχεράνουν την ανάπτυξη δευτερογενών αγορών. Ως εκ τούτου, απαιτείται συνεπής και αντικειμενικός έλεγχος περί ανταγωνισμού για την επιβολή αυτών των όρων, ο οποίος και θα πρέπει να εφαρμόζεται με συνέπεια. Η χρήση αυτών των μέτρων θα πρέπει, επομένως, να βασίζεται σε διεξοδική και αντικειμενική αξιολόγηση, από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, των σχετικών συνθηκών της αγοράς και του ανταγωνισμού. Οι εθνικές αρχές θα πρέπει, ωστόσο, πάντοτε να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος και να αποφεύγουν την εμφάνιση ανταγωνιστικών μειονεκτημάτων εξαιτίας αποθεματοποίησης που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό.

(125)  Με βάση τις γνώμες της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, μπορεί να είναι αναγκαία η έγκριση κοινής προθεσμίας για να επιτρέπεται η χρήση ζώνης που έχει εναρμονιστεί δυνάμει της απόφασης για το ραδιοφάσμα, ώστε να αποφεύγονται διασυνοριακές παρεμβολές. Μπορεί να είναι και επωφελής ώστε να εξασφαλίζεται ότι προκύπτουν πλήρη οφέλη των σχετικών τεχνικών μέτρων εναρμόνισης για τις αγορές εξοπλισμού και για την ανάπτυξη πολύ υψηλής χωρητικότητας δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Προκειμένου να είναι σημαντική η συμβολή στους στόχους του παρόντος πλαισίου και να διευκολύνεται ο συντονισμός, ο καθορισμός των εν λόγω κοινών προθεσμιών θα πρέπει να υπόκειται σε εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής. Εκτός από τη ζώνη των 700 MHz, οι εν λόγω κοινές μέγιστες προθεσμίες θα μπορούσαν συγκεκριμένα να καλύπτουν το ραδιοφάσμα στις ζώνες των 3,4-3,8 GHz και των 24,25-27,5 GHz, οι οποίες έχουν προσδιοριστεί από την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος στη γνωμοδότησή της σχετικά με ζητήματα που σχετίζονται με το ραδιοφάσμα για τα ασύρματα συστήματα της επόμενης γενιάς (5G) ως «πρωτοπόρες» ζώνες που προβλέπεται να τεθούν σε χρήση έως το 2020, καθώς και πρόσθετες ζώνες άνω των 24 GHz οι οποίες, σύμφωνα με την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, θα μπορούσαν δυνητικά να χρησιμοποιηθούν για δίκτυα 5G στην Ευρώπη, όπως οι ζώνες των 31,8-33,4 GHz και 40,5-43,5 GHz. Κατά τον καθορισμό των όρων εκχώρησης δικαιωμάτων σε πρόσθετες ζώνες άνω των 24 GHz θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενα σενάρια από κοινού χρήσης του ραδιοφάσματος με κατεστημένους χρήστες.

(126)  Όταν η ζήτηση ζώνης ραδιοφάσματος υπερβαίνει τη διαθεσιμότητα και, ως αποτέλεσμα, ένα κράτος μέλος συμπεραίνει ότι τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος πρέπει να περιοριστούν, θα πρέπει να εφαρμόζονται προσήκουσες και διαφανείς διαδικασίες για τη χορήγηση των εν λόγω δικαιωμάτων ώστε να αποφεύγονται διακρίσεις και να βελτιστοποιείται η χρήση του πόρου εν ανεπαρκεία. Ο περιορισμός αυτός θα πρέπει να είναι δικαιολογημένος, αναλογικός και να βασίζεται σε ενδελεχή αξιολόγηση των συνθηκών της αγοράς, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των συνολικών οφελών για τους χρήστες, καθώς και των εθνικών στόχων και των στόχων της εσωτερικής αγοράς. Οι στόχοι που διέπουν κάθε διαδικασία περιορισμού πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένοι εκ των προτέρων. Όταν εξετάζουν την πλέον ενδεδειγμένη διαδικασία επιλογής, και σύμφωνα με τα μέτρα συντονισμού που λαμβάνονται σε ενωσιακό επίπεδο, τα κράτη μέλη θα πρέπει εγκαίρως και με διαφάνεια να διαβουλεύονται με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με την αιτιολόγηση, τους στόχους και τους όρους της διαδικασίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν, μεταξύ άλλων, διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής για την παραχώρηση ραδιοφάσματος ή αριθμών με μεγάλη οικονομική αξία. Για τη διαχείριση των εν λόγω καθεστώτων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους στόχους της παρούσας οδηγίας. Αν κράτος μέλος διαπιστώνει ότι είναι δυνατή η διάθεση περαιτέρω δικαιωμάτων σε μια ζώνη, θα πρέπει να κινεί τη σχετική διαδικασία.

(127)  Η τεράστια αύξηση της ζήτησης ραδιοφάσματος, και της ζήτησης από τελικούς χρήστες για ασύρματη ευρυζωνική χωρητικότητα, καθιστά αναγκαία την εξεύρεση εναλλακτικών, συμπληρωματικών λύσεων φασματικώς αποδοτικής πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ασύρματης πρόσβασης χαμηλής ισχύος με μικρή εμβέλεια λειτουργίας, όπως τα τοπικά δίκτυα ραδιοεπικοινωνιών (RLAN) και τα δίκτυα σημείων κυψελωτής πρόσβασης χαμηλής ισχύος και μικρού μεγέθους. Αυτά τα συμπληρωματικά συστήματα ασύρματης πρόσβασης, ιδίως τα δημοσίως προσβάσιμα σημεία πρόσβασης RLAN, αυξάνουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες, καθώς και την αποφόρτωση της κυκλοφορίας στην κινητή τηλεφωνία για τους φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας. Τα RLAN χρησιμοποιούν εναρμονισμένο ραδιοφάσμα χωρίς να απαιτείται μεμονωμένη άδεια ή δικαίωμα χρήσης ραδιοφάσματος. Τα περισσότερα σημεία πρόσβασης RLAN χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής από ιδιώτες χρήστες ως τοπική ασύρματη επέκταση της σταθερής ευρυζωνικής σύνδεσής τους. Οι τελικοί χρήστες, εντός των ορίων της δικής τους συνδρομής υπηρεσιών διαδικτύου, δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να μοιράζονται την πρόσβαση στο RLAN τους με άλλους, ώστε να αυξάνεται ο αριθμός των διαθέσιμων σημείων πρόσβασης, ιδίως σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, να μεγιστοποιείται η ασύρματη χωρητικότητα δεδομένων μέσω επαναχρησιμοποίησης του ραδιοφάσματος και να δημιουργούνται οικονομικά αποδοτικές συμπληρωματικές ασύρματες ευρυζωνικές υποδομές προσβάσιμες σε άλλους τελικούς χρήστες. Επομένως, θα πρέπει επίσης να καταργηθούν περιττοί περιορισμοί στην ανάπτυξη και τη διασύνδεση σημείων πρόσβασης RLAN. Οι δημόσιες αρχές ή οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών που χρησιμοποιούν RLAN στους χώρους τους για το προσωπικό, τους επισκέπτες ή τους πελάτες τους, για παράδειγμα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης ή για πληροφορίες σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές ή τη διαχείριση της οδικής κυκλοφορίας, θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν πρόσβαση σε τέτοια σημεία πρόσβασης για γενική χρήση από πολίτες, ως επικουρική υπηρεσία σε υπηρεσίες που προσφέρουν στο κοινό στους εν λόγω χώρους, στον βαθμό που αυτό επιτρέπεται από τους κανόνες περί ανταγωνισμού και δημόσιων συμβάσεων. Επιπλέον, ο πάροχος τέτοιας τοπικής πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός ή πέριξ ιδιωτικού ακινήτου ή περιορισμένου δημόσιου χώρου σε μη εμπορική βάση ή ως επικουρική υπηρεσία σε άλλη δραστηριότητα που δεν εξαρτάται από αυτήν την πρόσβαση (όπως τα κομβικά σημεία RLAN που διατίθενται σε πελάτες άλλων εμπορικών δραστηριοτήτων ή στο ευρύ κοινό στην εν λόγω περιοχή) μπορεί να υπόκειται σε συμμόρφωση με γενικές άδειες για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, αλλά δεν θα πρέπει να υπόκειται σε όρους ή απαιτήσεις που συνοδεύουν γενικές άδειες οι οποίες ισχύουν για παρόχους δημόσιων δικτύων ή υπηρεσιών επικοινωνιών ή σε υποχρεώσεις σχετικά με τους τελικούς χρήστες ή τη διασύνδεση. Ωστόσο, ο πάροχος αυτός εξακολουθεί να υπόκειται στους κανόνες περί ευθύνης του άρθρου 12 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο[25]. Αναδύονται περαιτέρω τεχνολογίες όπως η οπτική ασύρματη επικοινωνία (LiFi), οι οποίες θα συμπληρώνουν τις τρέχουσες ραδιοφασματικές δυνατότητες των RLAN και των σημείων ασύρματης πρόσβασης ώστε να συμπεριλαμβάνονται σημεία πρόσβασης με βάση την οπτική επικοινωνία ορατού φωτός και θα οδηγήσουν σε υβριδικά τοπικά δίκτυα που θα επιτρέπουν την οπτική ασύρματη επικοινωνία.

(128)  Δεδομένου ότι τα σημεία ασύρματης πρόσβασης χαμηλής ισχύος είναι πολύ μικρά και χρησιμοποιούν διακριτικό εξοπλισμό παρόμοιο με εκείνο των οικιακών δρομολογητών RLAN, και λαμβανομένου υπόψη του θετικού τους αντίκτυπου στη χρήση του ραδιοφάσματος και στην ανάπτυξη ασύρματων επικοινωνιών, τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους —όπως η ισχύς εξόδου— θα πρέπει να καθορίζονται σε ενωσιακό επίπεδο με αναλογικό τρόπο για την τοπική ανάπτυξη και η χρήση τους θα πρέπει να υπόκειται μόνο σε γενικές άδειες —με την εξαίρεση των RLAN που δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε καμία απαίτηση χορήγησης άδειας πέραν της αναγκαίας για τη χρήση ραδιοφάσματος— και τυχόν πρόσθετοι περιορισμοί στο πλαίσιο μεμονωμένου σχεδιασμού ή άλλων αδειών θα πρέπει να περιορίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό.

(128α)  Τα δημόσια κτίρια και οι λοιπές δημόσιες υποδομές δέχονται επισκέψεις και χρησιμοποιούνται καθημερινά από σημαντικό αριθμό τελικών χρηστών που χρειάζονται συνδεσιμότητα για να χρησιμοποιήσουν εφαρμογές ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ηλεκτρονικών μεταφορών και άλλες υπηρεσίες. Άλλες δημόσιες υποδομές (όπως οι στύλοι φωτισμού, οι φωτεινοί σηματοδότες κ.λπ.) προσφέρουν ιδιαίτερα πολύτιμες τοποθεσίες για την εγκατάσταση μικρών κυψελών λόγω της πυκνότητάς τους κ.λπ. Οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αυτούς τους δημόσιους χώρους, προκειμένου να εξυπηρετείται επαρκώς η ζήτηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, ως εκ τούτου, να εξασφαλίζουν ότι τα εν λόγω δημόσια κτίρια και άλλες δημόσιες υποδομές διατίθενται υπό εύλογους όρους για την εγκατάσταση μικρών κυψελών με σκοπό τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/61/ΕΕ. Η εν λόγω οδηγία ακολουθεί μια λειτουργική προσέγγιση και επιβάλλει υποχρεώσεις πρόσβασης σε υλική υποδομή μόνο όταν αποτελεί μέρος ενός δικτύου και μόνο εάν ανήκει σε φορέα εκμετάλλευσης δικτύου ή χρησιμοποιείται από τέτοιον φορέα, αφήνοντας έτσι πολλά κτίρια που ανήκουν σε δημόσιες αρχές ή χρησιμοποιούνται από αυτές εκτός του πεδίου εφαρμογής της. Αντιθέτως, δεν είναι αναγκαίο να υπάρχει ειδική υποχρέωση για την υλική υποδομή, όπως σωλήνες ή στύλοι, που χρησιμοποιείται για ευφυή συστήματα μεταφορών (ITS), και η οποία ανήκει σε φορείς εκμετάλλευσης δικτύου (παρόχους υπηρεσιών μεταφορών και/ή παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών) και φιλοξενεί τμήματα δικτύου, με αποτέλεσμα να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/61/ΕΕ.

(129)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση ισχύουν για εκείνα τα δίκτυα που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό. Τα μη δημόσια δίκτυα δεν υπέχουν υποχρεώσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας, πλην των περιπτώσεων κατά τις οποίες, επειδή επωφελούνται από την πρόσβαση στα δημόσια δίκτυα, ενδέχεται να υπόκεινται σε όρους που καθορίζουν τα κράτη μέλη.

(130)  Στον όρο «πρόσβαση» αποδίδονται πολλές ερμηνείες και, συνεπώς, είναι αναγκαίο να οριστεί με ακρίβεια η χρήση του όρου αυτού στην παρούσα οδηγία, χωρίς να θίγεται ο τρόπος χρήσης του σε άλλα ενωσιακά μέτρα. Ένας φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να έχει στην κυριότητά του το βασικό δίκτυο ή τις βασικές ευκολίες ή να μισθώνει μέρος ή το σύνολο αυτών.

(131)  Σε μία ανοιχτή και ανταγωνιστική αγορά, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί που αποτρέπουν τις επιχειρήσεις να διαπραγματεύονται ρυθμίσεις πρόσβασης και διασύνδεσης μεταξύ τους, ιδίως σε διασυνοριακές συμφωνίες, με την επιφύλαξη των κανόνων περί ανταγωνισμού της συνθήκης. Κατά την επίτευξη μιας αποτελεσματικότερης και πραγματικά πανευρωπαϊκής αγοράς, με ουσιαστικό ανταγωνισμό και μεγαλύτερες δυνατότητες επιλογής και ανταγωνιστικών υπηρεσιών στους τελικούς χρήστες, οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν αιτήσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης από άλλες επιχειρήσεις που υπόκεινται σε γενική άδεια για να παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να συνάπτουν τις σχετικές συμφωνίες επί εμπορικής βάσεως και να διαπραγματεύονται καλόπιστα.

(132)  Σε αγορές όπου εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές ως προς τη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ επιχειρήσεων και όπου ορισμένες επιχειρήσεις στηρίζονται σε υποδομή που παρέχεται από τρίτους για την παροχή των υπηρεσιών τους, είναι σκόπιμη η θέσπιση ενός πλαισίου, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία, σε περίπτωση αποτυχίας των εμπορικών διαπραγματεύσεων, να εξασφαλίζουν κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση καθώς και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών προς το συμφέρον των τελικών χρηστών. Συγκεκριμένα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να εξασφαλίζουν τη διατερματική συνδεσιμότητα επιβάλλοντας αναλογικές υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις που υπόκεινται σε γενική άδεια και ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες. Ο έλεγχος των μέσων πρόσβασης ενδέχεται να συνεπάγεται κυριότητα ή έλεγχο του φυσικού (σταθερού ή κινητού) συνδέσμου με τον τελικό χρήστη, και/ή τη δυνατότητα αλλαγής ή αφαίρεσης του εθνικού αριθμού ή αριθμών που χρειάζονται για την πρόσβαση στο τερματικό σημείο ενός τελικού χρήστη. Τούτο θα μπορούσε, παραδείγματος χάριν, να είναι απαραίτητο εάν οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου περιόριζαν αδικαιολόγητα τις επιλογές των τελικών χρηστών όσον αφορά την πρόσβαση σε πύλες και υπηρεσίες του Διαδικτύου.

(133)  Υπό το πρίσμα της αρχής της μη διακριτικής μεταχείρισης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους και το επιχειρηματικό τους μοντέλο, είτε καθετοποιημένο είτε διαχωρισμένο, μπορούν να διασυνδέονται με εύλογους όρους και προϋποθέσεις, με σκοπό την παροχή διατερματικής συνδεσιμότητας και πρόσβασης στο παγκόσμιο διαδίκτυο.

(134)  Τα εθνικά, νομοθετικά ή διοικητικά μέτρα που συνδέουν τους όρους και τις προϋποθέσεις πρόσβασης ή διασύνδεσης με τις δραστηριότητες του μέρους που επιθυμεί τη διασύνδεση, και ειδικότερα με το ύψος της επένδυσής του σε υποδομή δικτύου και όχι με τις παρεχόμενες υπηρεσίες διασύνδεσης ή πρόσβασης, μπορούν να προξενήσουν στρέβλωση της αγοράς και, επομένως, να μην συμβιβάζονται με τους κανόνες περί ανταγωνισμού.

(135)  Οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου που ελέγχουν την πρόσβαση των δικών τους πελατών, ενεργούν βάσει αποκλειστικών αριθμών ή διευθύνσεων μιας δημοσιευμένης σειράς αριθμών ή διευθύνσεων. Άλλοι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου πρέπει να μπορούν να παρέχουν τηλεπικοινωνιακή κίνηση στους πελάτες αυτούς και, επομένως, πρέπει να είναι σε θέση να διασυνδέονται άμεσα ή έμμεσα μεταξύ τους. Είναι, επομένως, σκόπιμο να καθοριστούν δικαιώματα και υποχρεώσεις για τη διαπραγμάτευση της διασύνδεσης.

(136)  Η διαλειτουργικότητα είναι επωφελής για τους τελικούς χρήστες και αποτελεί σημαντικό στόχο του παρόντος κανονιστικού πλαισίου. Η ενθάρρυνση της διαλειτουργικότητας αποτελεί έναν από τους στόχους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, που καθορίζονται στο παρόν πλαίσιο, το οποίο προβλέπει ότι η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο προτύπων και/ή προδιαγραφών που καλύπτουν την προσφορά υπηρεσιών, τις τεχνικές διεπαφές και/ή τις λειτουργίες δικτύου, ως βάση για την ενθάρρυνση της εναρμόνισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να κληθούν να ενθαρρύνουν τη χρήση των δημοσιευμένων προτύπων και/ή προδιαγραφών, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών και για τη διεύρυνση της ελευθερίας επιλογής των χρηστών.

(137)  Επί του παρόντος, τόσο η διατερματική συνδεσιμότητα όσο και η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης εξαρτώνται από το κατά πόσο οι τελικοί χρήστες επιλέγουν υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών. Οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις ή η αυξημένη χρήση υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών θα μπορούσαν να συνεπάγονται την έλλειψη επαρκούς διαλειτουργικότητας μεταξύ υπηρεσιών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαν να ανακύψουν σημαντικοί φραγμοί για την είσοδο στην αγορά και εμπόδια για την περαιτέρω καινοτομία και να απειλήσουν αισθητά ▌την αποτελεσματική διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών ▌.

(138)  Σε περίπτωση που ανακύπτουν τέτοια ζητήματα διαλειτουργικότητας, η Επιτροπή δύναται να ζητά την εκπόνηση έκθεσης από τον BEREC η οποία θα πρέπει να παρέχει τεκμηριωμένη αξιολόγηση της κατάστασης της αγοράς στο επίπεδο της Ένωσης και των κρατών μελών. Με βάση την έκθεση του BEREC και άλλα διαθέσιμα στοιχεία και λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή θα πρέπει να αποφασίζει κατά πόσο υφίσταται ανάγκη ρυθμιστικής παρέμβασης από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι αυτή η ρυθμιστική παρέμβαση θα πρέπει να εξεταστεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, δύναται να εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα, με τα οποία να καθορίζεται η φύση και το πεδίο εφαρμογής πιθανών ρυθμιστικών παρεμβάσεων από τις ΕΡΑ, συμπεριλαμβανομένων ιδίως μέτρων για την επιβολή της υποχρεωτικής χρήσης προτύπων ή προδιαγραφών σε όλους ή συγκεκριμένους παρόχους. Οι όροι «ευρωπαϊκά πρότυπα» και «διεθνή πρότυπα» ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012[26]. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αξιολογούν, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, κατά πόσο οποιαδήποτε παρέμβαση είναι απαραίτητη και δικαιολογημένη για να διασφαλίζεται η διατερματική συνδεσιμότητα ▌και, αν ναι, να επιβάλλουν αναλογικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της Επιτροπής. Για να αποτραπεί η δημιουργία εμποδίων στην εσωτερική αγορά, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να επιβάλλουν υποχρεώσεις πλέον των εν λόγω εκτελεστικών μέτρων.

(139)  Σε περιπτώσεις όπου οι επιχειρήσεις στερούνται την πρόσβαση σε βιώσιμες εναλλακτικές επιλογές των μη αναπαραγώγιμων πάγιων στοιχείων μέχρι το πρώτο σημείο διανομής, και προκειμένου να προωθηθεί η δημιουργία ανταγωνιστικών αποτελεσμάτων προς συμφέρον των τελικών χρηστών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν υποχρεώσεις πρόσβασης σε όλους τους φορείς εκμετάλλευσης, χωρίς να θίγεται η αντίστοιχη ισχύ τους στην αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όλους τους τεχνικούς και οικονομικούς φραγμούς για τη μελλοντική αναπαραγωγή δικτύων. Ωστόσο, δεδομένου ότι τέτοιες υποχρεώσεις μπορεί να είναι παρεμβατικές, να υπονομεύουν τα κίνητρα για επενδύσεις και να οδηγούν, με αντιπαραγωγικό τρόπο, σε ενίσχυση της θέσης κυρίαρχων παραγόντων, θα πρέπει να επιβάλλονται μόνο όταν αυτό είναι δικαιολογημένο και ανάλογο για την επίτευξη βιώσιμου ανταγωνισμού στις αντίστοιχες αγορές.Το γεγονός και μόνο ότι υφίστανται ήδη περισσότερες από μία τέτοιες υποδομές δεν θα πρέπει αναγκαστικά να ερμηνεύεται ως ένδειξη αναπαραγωγιμότητας των πάγιων στοιχείων. Το πρώτο σημείο διανομής θα πρέπει να προσδιορίζεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια.

(139α)  Θα πρέπει να είναι δυνατόν να επιβάλλονται υποχρεώσεις για την παροχή πρόσβασης σε συναφείς συμπληρωματικές υπηρεσίες, δηλαδή υπηρεσίες προσβασιμότητας που επιτρέπουν την κατάλληλη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρία, και δεδομένα που υποστηρίζουν υπηρεσίες συνδεδεμένης τηλεόρασης και ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων, στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε συγκεκριμένες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.

(140)  Θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η επέκταση των υποχρεώσεων πρόσβασης σε σύρματα και καλώδια πέραν του πρώτου σημείου συγκέντρωσης σε περιοχές με χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού, με παράλληλο περιορισμό των υποχρεώσεων αυτών σε σημεία όσο το δυνατόν πλησιέστερα σε τελικούς χρήστες, όταν αποδεικνύεται ότι η αναπαραγωγή θα ήταν επίσης αδύνατη πέραν του πρώτου σημείου συγκέντρωσης.

(141)  Στις περιπτώσεις αυτές, για λόγους συμμόρφωσης με την αρχή της αναλογικότητας, μπορεί να είναι σκόπιμο οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να αποκλείουν ▌υποχρεώσεις που υπερβαίνουν το πρώτο σημείο διανομής, με την αιτιολογία ότι υποχρέωση πρόσβασης που δεν βασίζεται σε σημαντική ισχύ στην αγορά θα έθετε σε κίνδυνο τις επιχειρηματικές προοπτικές ▌για προσφάτως αναπτυγμένα στοιχεία δικτύου, ή λόγω της παρουσίας βιώσιμων εναλλακτικών μέσων πρόσβασης τα οποία είναι κατάλληλα για την παροχή δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας.

(142)  Ο μερισμός παθητικών ▌υποδομών που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ασύρματων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για τη μεγιστοποίηση της συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας σε ολόκληρη την Ένωση, ιδίως σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές όπου είναι πρακτικώς ανέφικτη η αναπαραγωγή και οι τελικοί χρήστες κινδυνεύουν να στερηθούν αυτήν τη συνδεσιμότητα. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει, κατ’ εξαίρεση, να είναι σε θέση να επιβάλλουν αυτόν τον μερισμό ▌ή την τοπική πρόσβαση περιαγωγής, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, εφόσον η δυνατότητα αυτή έχει προσδιοριστεί με σαφήνεια στους αρχικούς όρους για τη χορήγηση του δικαιώματος χρήσης και εφόσον αποδεικνύουν τα οφέλη αυτού του μερισμού ▌όσον αφορά την υπέρβαση ανυπέρβλητων οικονομικών ή φυσικών εμποδίων λόγω των οποίων η πρόσβαση σε δίκτυα ή υπηρεσίες είναι ιδιαιτέρως προβληματική ή απούσα, και λαμβανομένων υπόψη διαφόρων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης ιδίως της ανάγκης για κάλυψη κατά μήκος σημαντικών διαδρομών μεταφορών, για επιλογή και για υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών για τους τελικούς χρήστες, καθώς και της ανάγκης να διατηρηθούν κίνητρα ανάπτυξης των υποδομών. Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει πρόσβαση από τους τελικούς χρήστες, και ο μερισμός παθητικών υποδομών δεν αρκεί από μόνος του για την αντιμετώπιση της κατάστασης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις όσον αφορά τον μερισμό ενεργών υποδομών.

(143)  Ενώ σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών, είναι ωστόσο απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τέτοιες υποχρεώσεις επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτό.

(144)  Στον τομέα της ψηφιακής τηλεόρασης, οι κανόνες του ανταγωνισμού ενδέχεται να μην επαρκούν, αφεαυτοί, για την εξασφάλιση της πολιτιστικής πολυμορφίας και του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση των υποχρεώσεων παροχής πρόσβασης υπό δίκαιους και εύλογους όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είτε από ένα κράτος μέλος για την εθνική αγορά του είτε από την Επιτροπή για την Ένωση, ιδίως τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι αιτιολογημένη η επέκταση των υποχρεώσεων σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG) και διεπαφές προγράμματος εφαρμογών (API), στο μέτρο που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε συγκεκριμένες ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν τις ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών στις οποίες πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με τα νομοθετικά, κανονιστικά ή διοικητικά μέσα που κρίνουν αναγκαία.

(145)  Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιτρέπουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τους να επανεξετάζει τις υποχρεώσεις για την υπό όρους πρόσβαση σε ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών προκειμένου να εκτιμά, μέσω ανάλυσης της αγοράς, εάν θα ανακαλέσει ή θα τροποποιήσει τους όρους για τους φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στη σχετική αγορά. Η ανάκληση ή η τροποποίηση αυτή δεν θα πρέπει να επηρεάζουν αρνητικά την πρόσβαση των τελικών χρηστών στις υπηρεσίες αυτές ούτε τις δυνατότητες πραγματικού ανταγωνισμού.

(146)  Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπάρχει ανάγκη επιβολής υποχρεώσεων εκ των προτέρων προκειμένου να εξασφαλισθεί η ανάπτυξη ανταγωνιστικής αγοράς, οι συνθήκες της οποίας ευνοούν την ανάπτυξη και αξιοποίηση δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας και τη μεγιστοποίηση των οφελών για τους τελικούς χρήστες. Ο ορισμός της σημαντικής ισχύος στην αγορά που χρησιμοποιείται στην παρούσα οδηγία είναι ισοδύναμος με την έννοια της δεσπόζουσας θέσης, όπως ορίζεται στη νομολογία του Δικαστηρίου.

(147)  Δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις μπορούν να απολαύουν κοινής δεσπόζουσας θέσης, όχι μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχουν διαρθρωτικοί ή άλλοι δεσμοί μεταξύ τους, αλλά και στις περιπτώσεις που η δομή της σχετικής αγοράς προσφέρεται για συντονισμένες ενέργειες και τους επιτρέπει να συμπεριφέρονται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές, δηλαδή ενθαρρύνει την παράλληλη ή ευθυγραμμισμένη αντιανταγωνιστική συμπεριφορά στην αγορά. Ενδεχόμενες ενδείξεις για την ύπαρξη μιας τέτοιας δομής θα μπορούσαν να είναι ο υψηλός βαθμός συγκέντρωσης, ο επαρκής βαθμός διαφάνειας της αγοράς που καθιστά μακροπρόθεσμα βιώσιμο τον συντονισμό ή την υιοθέτηση κοινής πολιτικής, και η ύπαρξη υψηλών φραγμών που εμποδίζουν την είσοδο δυνητικών ανταγωνιστών στην αγορά, καθώς και η απουσία εναλλακτικών επιλογών που εμποδίζει την αντίδραση των καταναλωτών. Υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της εκ των προτέρων ρύθμισης των αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπου κατά κανόνα επικρατούν υψηλοί φραγμοί για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά, η άρνηση των ιδιοκτητών δικτύων να παράσχουν πρόσβαση χονδρικής με εύλογους όρους που ευνοούν με βιώσιμο τρόπο τη δυναμική του ανταγωνισμού, η οποία παρατηρείται ή αναμένεται όταν δεν υπάρχει ρύθμιση εκ των προτέρων, σε συνδυασμό με το κοινό συμφέρον να διατηρηθούν σημαντικά μισθώματα σε κατάντη ή συνεχόμενες αγορές, τα οποία είναι δυσανάλογα προς τις επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και τους κινδύνους που έχουν αναληφθεί, ενδέχεται να αποτελεί από μόνη της ένδειξη υιοθέτησης κοινής πολιτικής εκ μέρους των μελών ενός μη ανταγωνιστικού ολιγοπωλίου.

(148)   Είναι απαραίτητο οι εκ των προτέρων κανονιστικές υποχρεώσεις να επιβάλλονται μόνο σε αγορά χονδρικής στην οποία μια ή περισσότερες επιχειρήσεις διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά, με σκοπό να διασφαλίζεται ο βιώσιμος ανταγωνισμός ▌, και όπου τα μέτρα αποκατάστασης, στο πλαίσιο του εθνικού και ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού, δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η Επιτροπή έχει συντάξει κατευθυντήριες γραμμές σε ενωσιακό επίπεδο, σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού, τις οποίες να ακολουθούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές όταν αξιολογούν το κατά πόσο είναι αποτελεσματικός ο ανταγωνισμός σε μια δεδομένη αγορά και όταν εκτιμούν τη σημαντική ισχύ στην αγορά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αναλύουν κατά πόσο μια αγορά προϊόντων ή υπηρεσιών είναι πράγματι ανταγωνιστική σε έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, ο οποίος μπορεί να είναι το σύνολο ή τμήμα της επικρατείας του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή γειτονικές περιοχές κρατών μελών, εκλαμβανόμενες ως ενιαίο σύνολο. Στην ανάλυση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού θα πρέπει να περιλαμβάνεται ανάλυση του κατά πόσον η αγορά έχει ανταγωνιστικές προοπτικές και, κατά συνέπεια, κατά πόσον η τυχόν έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού θα έχει διάρκεια. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να αντιμετωπίσουν επίσης το θέμα των αναδυόμενων αγορών, όπου, εκ των πραγμάτων, η εταιρεία που ηγείται της αγοράς είναι πιθανό να διαθέτει σημαντικό μερίδιο της αγοράς αλλά δεν θα πρέπει να της επιβάλλονται άτοπες υποχρεώσεις. Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάζει τακτικά τις κατευθυντήριες γραμμές, ιδίως στην περίπτωση αναθεώρησης της ισχύουσας νομοθεσίας, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στη νομολογία, την οικονομική σκέψη και την πραγματική εμπειρία της αγοράς, με σκοπό να διασφαλίζει ότι αυτές παραμένουν επίκαιρες σε μία ταχέως εξελισσόμενη αγορά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους, στις περιπτώσεις που η σχετική αγορά έχει λάβει διακρατική διάσταση.

(149)  Προκειμένου να καθορίσουν κατά πόσο μια επιχείρηση έχει σημαντική ισχύ σε μία συγκεκριμένη αγορά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και την αξιολόγηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά.

(150)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να ορίζουν τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που εκδίδεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές και τοπικές περιστάσεις. Κατά συνέπεια, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει τουλάχιστον να αναλύουν τις αγορές που περιλαμβάνονται στη σύσταση, καθώς και τις αγορές που απαριθμούνται μεν, αλλά δεν ρυθμίζονται πλέον στο συγκεκριμένο εθνικό ή τοπικό πλαίσιο. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να αναλύουν τις αγορές που δεν περιλαμβάνονται στη σύσταση αυτή, αλλά ρυθμίζονται στην επικράτεια της δικαιοδοσίας τους, με βάση προηγούμενες αναλύσεις της αγοράς ή άλλων αγορών, αν έχουν επαρκείς λόγους να θεωρούν ότι η δοκιμασία των τριών κριτηρίων που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία μπορεί να είναι επιτυχής.

(151)  Μπορούν να ορίζονται διακρατικές αγορές όταν αυτό δικαιολογείται από τον ορισμό της γεωγραφικής αγοράς, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων από την πλευρά της ζήτησης και από την πλευρά της προσφοράς, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Ο BEREC είναι ο πλέον κατάλληλος φορέας για να διεξάγει αυτήν την ανάλυση, επωφελούμενος από την εκτεταμένη συλλογική εμπειρία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών κατά τον ορισμό των αγορών σε εθνικό επίπεδο. Αν ορίζονται διακρατικές αγορές και επιδέχονται ρυθμιστική παρέμβαση, οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται ώστε να εντοπίζουν την κατάλληλη ρυθμιστική αντίδραση, μεταξύ άλλων κατά τη διαδικασία κοινοποίησης στην Επιτροπή. Μπορούν επίσης να συνεργάζονται με τον ίδιο τρόπο όταν δεν ορίζονται διακρατικές αγορές, αλλά οι συνθήκες της αγοράς στην επικράτειά τους είναι επαρκώς ομοιογενείς ώστε να επωφεληθούν από συντονισμένη ρυθμιστική προσέγγιση, όπως για παράδειγμα όσον αφορά παρόμοιες δαπάνες, δομές των αγορών ή παρόμοιους φορείς εκμετάλλευσης ή, σε περίπτωση διακρατικής ή ανάλογης ζήτησης από τελικούς χρήστες.

(152)  Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι γεωγραφικές αγορές ορίζονται ως εθνικές ή υποεθνικές, για παράδειγμα λόγω του εθνικού ή τοπικού χαρακτήρα ανάπτυξης του δικτύου που καθορίζει τα όρια της δυνητικής ισχύος των επιχειρήσεων στην αγορά όσον αφορά τη χονδρική προμήθεια, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική διασυνοριακή ζήτηση από μία ή περισσότερες κατηγορίες τελικών χρηστών. Αυτό μπορεί να ισχύει ιδίως για τη ζήτηση από επιχειρηματικούς τελικούς χρήστες με δραστηριότητες σε πολλαπλές εγκαταστάσεις σε διαφορετικά κράτη μέλη. Αν αυτή η διακρατική ζήτηση δεν καλύπτεται επαρκώς από τους προμηθευτές, για παράδειγμα αν είναι κατακερματισμένοι κατά μήκος εθνικών συνόρων ή τοπικά, ανακύπτει δυνητικός φραγμός για το εμπόριο στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, ο BEREC θα πρέπει να έχει την εξουσία να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με κοινές ρυθμιστικές προσεγγίσεις, για να εξασφαλίζει ότι η διακρατική ζήτηση είναι δυνατό να καλυφθεί με ικανοποιητικό τρόπο που να παρέχει μια βάση για προϊόντα χονδρικής πρόσβασης σε ολόκληρη την Ένωση και να επιτρέπει τις αποδοτικότητες και τις οικονομίες κλίμακας παρά τον κατακερματισμό από την πλευρά της προσφοράς. Οι κατευθυντήριες γραμμές του BEREC θα πρέπει να διαμορφώνουν τις επιλογές των εθνικών ρυθμιστικών αρχών για την επιδίωξη του στόχου της εσωτερικής αγοράς κατά την επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων σε φορείς εκμετάλλευσης με ΣΙΑ στο εθνικό επίπεδο.

(153)  ▌.

(154)  ▌.

(155)  ▌.

(156)  Κατά τη σταδιακή μετάβαση σε απορρυθμισμένες αγορές, οι εμπορικές συμφωνίες μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών συνεπένδυσης και πρόσβασης, θα καθίστανται σταδιακά περισσότερο κοινές, και εφόσον είναι βιώσιμες και βελτιώνουν τη δυναμική του ανταγωνισμού, μπορούν να συμβάλουν στο συμπέρασμα ότι μια συγκεκριμένη αγορά χονδρικής δεν επιδέχεται εκ των προτέρων ρύθμιση. Παρόμοια λογική θα ισχύει στην αντίθετη περίπτωση, για απρόβλεπτη λύση των εμπορικών συμφωνιών σε απορρυθμισμένη αγορά. Κατά την ανάλυση αυτών των συμφωνιών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η προοπτική της ρύθμισης μπορεί να αποτελεί κίνητρο για τους ιδιοκτήτες δικτύων ώστε να αρχίσουν εμπορικές διαπραγματεύσεις. Με σκοπό να εξασφαλίζεται η επαρκής εξέταση των επιπτώσεων της ρύθμισης που επιβάλλεται στις σχετικές αγορές κατά τον προσδιορισμό του κατά πόσο μια συγκεκριμένη αγορά επιδέχεται εκ των προτέρων ρύθμιση, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι αγορές αναλύονται με συνεκτικό τρόπο και, όπου είναι δυνατό, ταυτόχρονα ή όσο το δυνατό πλησιέστερα χρονικά μεταξύ τους.

(157)  Κατά την αξιολόγηση της ρύθμισης αγορών χονδρικής για την επίλυση προβλημάτων σε επίπεδο λιανικής, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι πολλές αγορές χονδρικής μπορούν να παρέχουν προϊόντα προηγούμενου σταδίου χονδρικής για μια συγκεκριμένη αγορά λιανικής, και αντιστρόφως, μια αγορά χονδρικής μπορεί να παρέχει προϊόντα προηγούμενου σταδίου χονδρικής για ποικίλες αγορές λιανικής. Επιπλέον, η δυναμική του ανταγωνισμού σε μια συγκεκριμένη αγορά μπορεί να επηρεάζεται από αγορές που είναι συνεχόμενες, όχι όμως σε κάθετη σχέση, όπως μπορεί να ισχύει μεταξύ ορισμένων αγορών σταθερών και κινητών επικοινωνιών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διενεργούν αυτήν την αξιολόγηση για κάθε μεμονωμένη αγορά χονδρικής για την οποία εξετάζεται το ενδεχόμενο ρύθμισης, αρχής γενομένης με διορθωτικά μέτρα για την πρόσβαση σε τεχνικά έργα υποδομής, διότι αυτά τα διορθωτικά μέτρα οδηγούν συνήθως σε πιο βιώσιμο ανταγωνισμό, μεταξύ άλλων ανταγωνισμό υποδομών, και στη συνέχεια αναλύοντας οποιεσδήποτε υπό εξέταση αγορές χονδρικής που επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση, ανάλογα με την ενδεχόμενη καταλληλότητά τους για αντιμετώπιση εντοπισθέντων προβλημάτων ανταγωνισμού σε επίπεδο λιανικής. Όταν αποφασίζουν σχετικά με το συγκεκριμένο διορθωτικό μέτρο που πρέπει να επιβληθεί, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αξιολογούν τη δυνατότητα τεχνικής εφαρμογής του και να διενεργούν ανάλυση κόστους-οφέλους, έχοντας υπόψη τον βαθμό καταλληλότητάς του για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων προβλημάτων ανταγωνισμού σε επίπεδο λιανικής, και τη δυνατότητα για ανταγωνισμό βάσει της διαφοροποίησης και της τεχνολογικής ουδετερότητας. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις συνέπειες της επιβολής οποιουδήποτε συγκεκριμένου διορθωτικού μέτρου το οποίο, εάν είναι εφικτό μόνο για ορισμένες τοπολογίες δικτύου, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικίνητρο για την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας προς το συμφέρον των τελικών χρηστών. Επιπροσθέτως, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να παρέχουν μέσω των επιβαλλομένων διορθωτικών μέτρων, και ει δυνατόν πριν από την ανάπτυξη των υποδομών, κίνητρα για την ανάπτυξη μιας ευέλικτης και ανοικτής αρχιτεκτονικής δικτύου, που θα περιορίζουν τελικά τον φόρτο και την πολυπλοκότητα των διορθωτικών μέτρων που θα επιβληθούν σε μεταγενέστερο στάδιο. Σε κάθε στάδιο της αξιολόγησης, πριν η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίσει αν θα πρέπει να επιβληθεί οποιοδήποτε πρόσθετο, επαχθέστερο, διορθωτικό μέτρο στον φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά, θα πρέπει να επιδιώκει να διαπιστώσει αν τα διορθωτικά μέτρα που έχουν ήδη εξετασθεί θα αρκούσαν για να καταστεί η οικεία αγορά πραγματικά ανταγωνιστική, λαμβάνοντας επίσης υπόψη οποιεσδήποτε συναφείς εμπορικές ρυθμίσεις ή άλλες περιστάσεις της αγοράς χονδρικής, καθώς και άλλα είδη κανονιστικών ρυθμίσεων που είναι ήδη σε ισχύ, όπως, για παράδειγμα, υποχρεώσεις γενικής πρόσβασης σε μη αναπαραγώγιμα πάγια στοιχεία ή υποχρεώσεις που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2014/61/ΕΕ και με βάση οποιαδήποτε κανονιστική ρύθμιση έχει ήδη κριθεί ως ενδεδειγμένη από την εθνική ρυθμιστική αρχή για φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά. Η εν λόγω σταδιακή αξιολόγηση, η οποία έχει ως στόχο να εξασφαλιστεί ότι επιβάλλονται μόνο τα πλέον κατάλληλα διορθωτικά μέτρα που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση οποιωνδήποτε προβλημάτων εντοπίζονται κατά την ανάλυση της αγοράς, δεν εμποδίζει μια εθνική ρυθμιστική αρχή να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένα μείγμα διορθωτικών μέτρων αυτού του είδους, ακόμη και διαφορετικής έντασης, αποτελεί τον λιγότερο παρεμβατικό τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος. Ακόμη και αν οι διαφορές αυτές δεν έχουν ως αποτέλεσμα τον ορισμό διακριτών γεωγραφικών αγορών, μπορούν να δικαιολογήσουν τη διαφοροποίηση των ενδεδειγμένων διορθωτικών μέτρων που επιβάλλονται με βάση τη διαφοροποιημένη ένταση των ανταγωνιστικών περιορισμών.

(158)  Η εκ των προτέρων επιβαλλόμενη ρύθμιση σε επίπεδο χονδρικής, που είναι καταρχήν λιγότερο επεμβατική από τη ρύθμιση της λιανικής αγοράς, θεωρείται επαρκής για την αντιμετώπιση δυνητικών προβλημάτων ανταγωνισμού στη σχετική ή στις σχετικές κατάντη αγορά ή αγορές λιανικής. Οι πρόοδοι που σημειώθηκαν όσον αφορά τη λειτουργία του ανταγωνισμού από τότε που εφαρμόζεται το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες καταδεικνύονται από τη σταδιακή απορρύθμιση των αγορών λιανικής σε ολόκληρη την Ένωση. Περαιτέρω, οι κανόνες που αφορούν την επιβολή εκ των προτέρων διορθωτικών μέτρων σε επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά θα πρέπει να απλουστευθούν και να καταστούν περισσότερο προβλέψιμοι, όπου είναι δυνατό. Συνεπώς, θα πρέπει να καταργηθεί η εξουσία επιβολής εκ των προτέρων ρυθμιστικών ελέγχων με βάση τη σημαντική ισχύ στις αγορές λιανικής.

(159)  Σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή ανακαλεί κανονιστική ρύθμιση αγοράς χονδρικής, θα πρέπει να ορίζει κατάλληλη χρονική περίοδο προειδοποίησης ώστε να διασφαλίζεται η βιώσιμη μετάβαση σε απορρυθμισμένη αγορά. Κατά τον ορισμό της εν λόγω χρονικής περιόδου, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις υφιστάμενες συμφωνίες μεταξύ παρόχων πρόσβασης και αιτούντων πρόσβαση που έχουν συναφθεί με βάση τις επιβληθείσες ρυθμιστικές υποχρεώσεις. Ειδικότερα, οι συμφωνίες αυτές μπορούν να παρέχουν συμβατική νομική προστασία στους αιτούντες πρόσβαση για ορισμένο χρονικό διάστημα. Η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να λαμβάνει επίσης υπόψη την πραγματική δυνατότητα των φορέων της αγοράς να αξιοποιούν τυχόν εμπορικές προσφορές πρόσβασης χονδρικής ή συνεπένδυσης που μπορεί να είναι παρούσες στην αγορά, καθώς και την ανάγκη να αποφεύγεται παρατεταμένη περίοδος πιθανού ρυθμιστικού αρμπιτράζ. Για μεταβατικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται από την εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να εξετάζεται η έκταση και το χρονοδιάγραμμα της ρυθμιστικής εποπτείας προϋφιστάμενων συμφωνιών, μόλις αρχίζει η χρονική περίοδος προειδοποίησης.

(160)  Προκειμένου οι συντελεστές της αγοράς να γνωρίζουν με βεβαιότητα τους όρους των κανονιστικών ρυθμίσεων, απαιτείται καθορισμός προθεσμίας για τις περιπτώσεις ανασκόπησης της αγοράς. Είναι σημαντικό να διεξάγεται ανάλυση της αγοράς σε τακτική βάση και εντός εύλογης και ενδεδειγμένης προθεσμίας. Εάν μια εθνική ρυθμιστική αρχή δεν αναλύσει μια αγορά εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η εσωτερική αγορά, ενώ οι κανονικές διαδικασίες επί παραβάσει ενδέχεται να μην έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα εγκαίρως. Εναλλακτικά, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί τη συνδρομή του BEREC για τη συμπλήρωση της ανάλυσης της αγοράς. Αυτή η συνδρομή θα μπορούσε, π.χ., να λαμβάνει τη μορφή ειδικής ομάδας συγκροτούμενης από εκπροσώπους άλλων εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

(161)  Λόγω του υψηλού επιπέδου τεχνολογικής καινοτομίας και των πολύ δυναμικών αγορών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να είναι δυνατή η ταχεία προσαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων κατά συντονισμένο και εναρμονισμένο τρόπο σε ενωσιακή κλίμακα, καθώς, όπως προκύπτει από την εμπειρία, οι αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην υλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου ενδέχεται να δημιουργήσουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς.

(162)  Ωστόσο, για λόγους μεγαλύτερης σταθερότητας και προβλεψιμότητας των ρυθμιστικών μέτρων, η μέγιστη επιτρεπόμενη περίοδος μεταξύ αναλύσεων της αγοράς θα πρέπει να παραταθεί από τρία σε πέντε έτη στην περίπτωση των σταθερών ή προβλέψιμων αγορών, υπό την προϋπόθεση να μην απαιτείται νέα ανάλυση για τις αλλαγές της αγοράς κατά την ενδιάμεση περίοδο. Για να αποφασίζεται κατά πόσο μια εθνική ρυθμιστική αρχή έχει συμμορφωθεί με την υποχρέωσή της να αναλύει τις αγορές και έχει κοινοποιήσει το αντίστοιχο σχέδιο μέτρου τουλάχιστον ανά πέντε έτη, μόνο μια κοινοποίηση που περιλαμβάνει νέα αξιολόγηση του ορισμού της αγοράς και της σημαντικής ισχύος στην αγορά θα θεωρείται έναρξη νέου πενταετή κύκλου αγοράς. Απλή κοινοποίηση νέων ή τροποποιημένων ρυθμιστικών διορθωτικών μέτρων, που επιβάλλονται στο πλαίσιο προηγούμενης και μη αναθεωρημένης ανάλυσης της αγοράς, δεν θα θεωρείται ότι εκπληρώνει την υποχρέωση αυτή. Στην περίπτωση των δυναμικών αγορών, η μέγιστη επιτρεπόμενη περίοδος μεταξύ αναλύσεων της αγοράς θα πρέπει, ωστόσο, να παραμείνει τριετής. Μια αγορά θα πρέπει να θεωρείται δυναμική όταν οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται για να οριστεί εάν πρέπει να επιβληθούν ή να αρθούν υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων της τεχνολογικής εξέλιξης και των μοτίβων ζήτησης των τελικών χρηστών, δεν είναι απίθανο να εξελιχθούν κατά τρόπο ώστε τα συμπεράσματα της ανάλυσης να μπορούν να μεταβληθούν εντός περιόδων μικρότερων του ενός έτους για σημαντικό αριθμό γεωγραφικών περιοχών που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 10 % της αγοράς.

(163)  Η επιβολή ειδικών υποχρεώσεων σε μια επιχείρηση με σημαντική ισχύ στην αγορά δεν απαιτεί πρόσθετη ανάλυση της αγοράς αλλά αιτιολόγηση ότι η συγκεκριμένη υποχρέωση είναι κατάλληλη και αναλογική σε σχέση με τη φύση του συγκεκριμένου προβλήματος στην εν λόγω αγορά ▌.

(164)  Κατά την εξέταση της αναλογικότητας των προς επιβολή υποχρεώσεων και όρων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στους διάφορους τομείς εντός των αντιστοίχων κρατών μελών, και ιδίως τα αποτελέσματα της γεωγραφικής έρευνας που διεξάγεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(165)  Όταν εξετάζουν κατά πόσον θα επιβάλουν επανορθωτικά μέτρα για τον έλεγχο των τιμών, και, αν επιβάλουν, με ποια μορφή, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να επιδιώκουν την επίτευξη δίκαιης ανταπόδοσης για τον επενδυτή όσον αφορά συγκεκριμένο νέο επενδυτικό έργο. Συγκεκριμένα, ενδέχεται να ενέχουν κίνδυνους τα επενδυτικά έργα για νέα δίκτυα πρόσβασης που υποστηρίζουν προϊόντα για τα οποία η ζήτηση παραμένει αβέβαιη κατά την πραγματοποίηση της επένδυσης.

(166)  Οι επανεξετάσεις των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σε φορείς εκμετάλλευσης που έχουν οριστεί ως κατέχοντες σημαντική ισχύ στην αγορά κατά το χρονικό πλαίσιο ανάλυσης της αγοράς θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις νέων εξελίξεων στις συνθήκες ανταγωνισμού, για παράδειγμα εθελοντικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί προσφάτως μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης, όπως είναι οι συμφωνίες πρόσβασης και συνεπένδυσης, και έτσι να παρέχουν την ευελιξία που είναι ιδιαιτέρως αναγκαία στο πλαίσιο μεγαλύτερων ρυθμιστικών κύκλων. Παρόμοια λογική θα πρέπει να ισχύει στην περίπτωση απρόβλεπτης λύσης εμπορικών συμφωνιών. Αν η λύση αυτή συμβαίνει σε απορρυθμισμένη αγορά, ενδέχεται να είναι αναγκαία νέα ανάλυση της αγοράς.

(167)  Η διαφάνεια των όρων και προϋποθέσεων πρόσβασης και διασύνδεσης, συμπεριλαμβανομένων των τιμών, συμβάλλει στην επίσπευση των διαπραγματεύσεων, στην αποφυγή των διενέξεων και στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των συντελεστών της αγοράς ότι οι υπηρεσίες παρέχονται με αμερόληπτο τρόπο. Ο ανοικτός χαρακτήρας και η διαφάνεια των τεχνικών διεπαφών μπορούν να αποδειχθούν ιδιαίτερα σημαντικοί για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας. Όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει υποχρεώσεις δημοσιοποίησης πληροφοριών, μπορεί επίσης να ορίζει τον τρόπο με τον οποίον δημοσιοποιούνται οι πληροφορίες και εάν οι πληροφορίες παρέχονται δωρεάν ή όχι, ανάλογα με τη φύση και τον σκοπό των συγκεκριμένων πληροφοριών.

(168)  Λαμβανομένων υπόψη της ποικιλίας των τοπολογιών δικτύου, των προϊόντων πρόσβασης και των περιστάσεων της αγοράς που έχουν εμφανιστεί από το 2002, οι στόχοι του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2002/19/ΕΚ, σχετικά με την αποδεσμοποίηση του τοπικού βρόχου και την πρόσβαση για παρόχους υπηρεσιών ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα και με πιο ευέλικτο τρόπο, με την παροχή κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τα ελάχιστα κριτήρια για προσφορά αναφοράς, τις οποίες θα πρέπει να επεξεργάζεται και να επικαιροποιεί περιοδικά ο BEREC. Ως εκ τούτου, το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2002/19/ΕΚ θα πρέπει να απαλειφθεί.

(169)  Η αρχή της αμεροληψίας διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις που κατέχουν σημαντική ισχύ στην αγορά δεν προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού, ιδίως σε περιπτώσεις καθετοποιημένων επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες σε επιχειρήσεις τις οποίες ανταγωνίζονται σε αγορές σε επόμενο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας.

(170)  Για την αντιμετώπιση και την αποτροπή της συμπεριφοράς που εισάγει μη τιμολογιακές διακρίσεις, η ισοδυναμία εισροών (Equivalence of Inputs, EoI) είναι, καταρχήν, ο πιο σίγουρος τρόπος να επιτευχθεί αποτελεσματική προστασία έναντι των διακρίσεων. Από την άλλη πλευρά, η παροχή ρυθμιζόμενων εισροών χονδρικής βάσει της EoI είναι πιθανό να προκαλέσει υψηλότερο κόστος συμμόρφωσης σε σύγκριση με άλλες μορφές υποχρεώσεων μη διακριτικής μεταχείρισης. Αυτό το υψηλότερο κόστος συμμόρφωσης θα πρέπει να αποτιμάται έναντι των οφελών του εντονότερου ανταγωνισμού κατάντη και της συνάφειας των διασφαλίσεων κατά των διακρίσεων σε περιστάσεις όπου ο φορέας εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά δεν υπόκειται σε άμεσους ελέγχους τιμών. Ειδικότερα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενδέχεται να κρίνουν ότι η παροχή εισροών χονδρικής μέσω νέων συστημάτων, επί τη βάσει EoI είναι πιθανότερο να δημιουργήσει επαρκή καθαρά οφέλη και, κατά συνέπεια, να κριθεί αναλογική, δεδομένου του συγκριτικά χαμηλότερου οριακού κόστους συμμόρφωσης, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα νεοεγκατεστημένα συστήματα συνάδουν με την έννοια της EoI. Από την άλλη πλευρά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να σταθμίζουν πιθανά αντικίνητρα για την ανάπτυξη νέων συστημάτων, σε σχέση με πιο οριακές αναβαθμίσεις, στην περίπτωση που η πρώτη θα μπορούσε να υπόκειται σε πιο περιοριστικές ρυθμιστικές υποχρεώσεις. Σε κράτη μέλη με μεγάλο αριθμό φορέων εκμετάλλευσης με ΣΙΑ μικρής κλίμακας, η επιβολή της EoI σε καθένα εξ αυτών των φορέων μπορεί να είναι δυσανάλογη.

(171)  Ο λογιστικός διαχωρισμός επιτρέπει τη διαφάνεια των εσωτερικών τιμολογήσεων και παρέχει στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές τη δυνατότητα να ελέγχουν, κατά περίπτωση, τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις αμεροληψίας. Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή έχει δημοσιεύσει τη σύσταση 2005/698/EΚ, της 19ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τα συστήματα λογιστικού διαχωρισμού και κοστολόγησης.

(172)  Τα πάγια στοιχεία που αφορούν τεχνικά έργα υποδομής και μπορούν να φιλοξενήσουν δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν ζωτική σημασία για την επιτυχή ανάπτυξη νέων δικτύων ▌λόγω του υψηλού κόστους επικάλυψής τους και των σημαντικών εξοικονομήσεων που μπορούν να γίνουν όταν είναι δυνατό να επαναχρησιμοποιηθούν. Ως εκ τούτου, επιπλέον των κανόνων για την υλική υποδομή που ορίζονται στην οδηγία 2014/61/ΕΕ, είναι αναγκαίο ειδικό διορθωτικό μέτρο σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου πάγια στοιχεία που αφορούν τεχνικά έργα υποδομής ανήκουν σε φορέα εκμετάλλευσης ο οποίος έχει οριστεί ως κατέχων σημαντική ισχύ στην αγορά. Όταν υφίστανται πάγια στοιχεία που αφορούν τεχνικά έργα υποδομής και είναι επαναχρησιμοποιήσιμα, το θετικό αποτέλεσμα της επίτευξης αποτελεσματικής πρόσβασης σε αυτά για την ανάπτυξη ανταγωνιστικών υποδομών είναι πολύ υψηλό και, ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται ότι η πρόσβαση στα εν λόγω πάγια στοιχεία μπορεί να χρησιμοποιείται ως αυτοτελές διορθωτικό μέτρο για τη βελτίωση της δυναμικής του ανταγωνισμού και της ανάπτυξης σε κάθε κατάντη αγορά, το οποίο θα πρέπει να εξετάζεται πριν από την αξιολόγηση της ανάγκης να επιβληθούν οποιαδήποτε άλλα πιθανά διορθωτικά μέτρα, και όχι απλώς ως επικουρικό διορθωτικό μέτρο για άλλα προϊόντα ή υπηρεσίες χονδρικής ή ως διορθωτικό μέτρο περιορισμένο σε επιχειρήσεις που κάνουν χρήση αυτών των άλλων προϊόντων ή υπηρεσιών χονδρικής. Τα υφιστάμενα πάγια στοιχεία δεν θα πρέπει να θεωρούνται διαθέσιμα για επαναχρησιμοποίηση όταν η ύπαρξη τεχνικών ή φυσικών περιορισμών εμποδίζει τη λειτουργική πρόσβαση σε αυτά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αποτιμούν τα επαναχρησιμοποιήσιμα παραδοσιακά πάγια στοιχεία με βάση τη ρυθμιστική λογιστική αξία, μετά την αφαίρεση της σωρευμένης απόσβεσης κατά τη στιγμή του υπολογισμού, τιμαριθμοποιημένη με κατάλληλο δείκτη τιμών, όπως ο δείκτης τιμών λιανικής, και εξαιρουμένων των πάγιων στοιχείων που έχουν αποσβεσθεί πλήρως, κατά τη διάρκεια περιόδου τουλάχιστον 40 ετών, αλλά εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

(173)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει, όταν επιβάλλουν υποχρεώσεις για την πρόσβαση σε νέες και βελτιωμένες υποδομές, να εξασφαλίζουν ότι οι προϋποθέσεις πρόσβασης αντανακλούν τις περιστάσεις στις οποίες βασίζεται η απόφαση για επενδύσεις, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων το κόστος ανάπτυξης, το αναμενόμενο ποσοστό απορρόφησης των νέων προϊόντων και υπηρεσιών και τα αναμενόμενα επίπεδα τιμών λιανικής. Πέραν τούτου, προκειμένου να παρασχεθεί βεβαιότητα σχεδιασμού στους επενδυτές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι ικανές να ορίσουν, εάν συντρέχει λόγος, όρους και προϋποθέσεις που χαρακτηρίζονται από συνέπεια σε ενδεδειγμένες περιόδους επανεξέτασης. Στην περίπτωση που οι έλεγχοι τιμών κρίνονται σκόπιμοι, αυτού του είδους οι όροι και προϋποθέσεις μπορούν να περιλαμβάνουν τιμολογιακές διευθετήσεις αναλόγως του όγκου ή της διάρκειας της σύμβασης σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και εφόσον δεν δημιουργούν διακρίσεις. Οιεσδήποτε προϋποθέσεις πρόσβασης επιβληθούν οφείλουν να συνάδουν με την ανάγκη διασφάλισης αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις υπηρεσίες που προσφέρονται σε καταναλωτές και επιχειρήσεις.

(174)  Η κατ’ εντολήν πρόσβαση σε υποδομή δικτύου, όπως ανενεργές ίνες, είναι δυνατόν να αιτιολογείται ως μέσο αύξησης του ανταγωνισμού. Όμως, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λαμβάνουν εξίσου υπόψη τα δικαιώματα που έχει ο ιδιοκτήτης υποδομής να αξιοποιεί την υποδομή του προς όφελός του και τα δικαιώματα άλλων φορέων παροχής υπηρεσιών να έχουν πρόσβαση σε εγκαταστάσεις που είναι ουσιώδεις για την παροχή εκ μέρους τους ανταγωνιστικών υπηρεσιών.

(175)  ▌.

(176)  Όταν επιβάλλονται στους φορείς εκμετάλλευσης υποχρεώσεις δυνάμει των οποίων πρέπει να ανταποκρίνονται στις εύλογες αιτήσεις πρόσβασης και χρήσης στοιχείων του δικτύου και συναφών εγκαταστάσεων, οι αιτήσεις αυτές θα πρέπει να απορρίπτονται μόνον βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως η τεχνική σκοπιμότητα ή η ανάγκη διατήρησης της ακεραιότητας του δικτύου. Όταν απορρίπτεται η αίτηση πρόσβασης, το θιγόμενο μέρος μπορεί να υποβάλλει την υπόθεση στις διαδικασίες επίλυσης των διαφορών που προβλέπονται στα άρθρα 27 και 28. Δεν μπορεί να απαιτηθεί από ένα φορέα εκμετάλλευσης με υποχρεώσεις κατ’ εντολήν πρόσβασης να παρέχει τύπους πρόσβασης τους οποίους δεν είναι σε θέση να παράσχει. Η επιβολή από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρόσβασης που αυξάνει τον ανταγωνισμό βραχυπρόθεσμα, δεν θα πρέπει να περιορίζει τα κίνητρα των ανταγωνιστών για επενδύσεις σε εναλλακτικές ευκολίες που θα εξασφαλίσουν πιο βιώσιμο ανταγωνισμό και/ή υψηλότερες επιδόσεις και οφέλη για τους τελικούς χρήστες μακροπρόθεσμα. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν τεχνικούς και λειτουργικούς όρους στον πάροχο και/ή στους δικαιούχους της κατ’ εντολήν πρόσβασης σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Συγκεκριμένα, η επιβολή τεχνικών προτύπων θα πρέπει να είναι σύμφωνη με την οδηγία 1535/2015/ΕΕ.

(177)  Ο έλεγχος των τιμών ενδέχεται να απαιτείται όταν από την ανάλυση συγκεκριμένης αγοράς προκύπτει ανεπαρκής ανταγωνισμός. Ιδιαίτερα, φορείς εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά θα πρέπει να αποφεύγουν τη συμπίεση τιμών, κατά την οποία η διαφορά μεταξύ των λιανικών τιμών τους και των τιμών διασύνδεσης και/ή πρόσβασης που χρεώνουν σε ανταγωνιστές, οι οποίοι παρέχουν παρεμφερείς λιανικές υπηρεσίες, δεν επαρκεί για την εξασφάλιση βιώσιμου ανταγωνισμού. Όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή υπολογίζει το κόστος που συνεπάγεται η εγκατάσταση υπηρεσίας την οποία εντέλλεται η παρούσα οδηγία, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται εύλογη απόδοση του επενδεδυμένου κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των ανάλογων εργατικών και οικοδομικών δαπανών, με την ανάλογη προσαρμογή του κεφαλαίου, εφόσον χρειάζεται, ώστε να αντανακλώνται οι τρέχουσες αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων και η αποδοτικότητα της λειτουργίας. Η μέθοδος ανάκτησης του κόστους θα πρέπει να αρμόζει στην περίπτωση, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να προωθούνται η αποδοτικότητα, ο βιώσιμος ανταγωνισμός και η ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας και έτσι να μεγιστοποιούνται τα οφέλη για τους τελικούς χρήστες, ενώ θα πρέπει και να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη για προβλέψιμες και σταθερές τιμές χονδρικής προς όφελος όλων των φορέων εκμετάλλευσης που επιδιώκουν να αναπτύξουν νέα και ενισχυμένα δίκτυα, σύμφωνα με την καθοδήγηση της Επιτροπής[27].

(178)  Λόγω αβεβαιότητας όσον αφορά τον βαθμό υλοποίησης της ζήτησης για παροχή ευρυζωνικών υπηρεσιών επόμενης γενιάς, είναι σημαντικό για την προώθηση αποτελεσματικών επενδύσεων και καινοτομίας να παρέχεται στους φορείς εκμετάλλευσης που επενδύουν σε νέα ή αναβαθμισμένα δίκτυα ορισμένος βαθμός ευελιξίας στην τιμολόγηση. Προκειμένου να προλαμβάνονται οι υπερβολικές τιμές σε αγορές όπου υπάρχουν φορείς εκμετάλλευσης που ορίζονται ως κατέχοντες σημαντική ισχύ στην αγορά, η ευελιξία στην τιμολόγηση θα πρέπει να συνοδεύεται από πρόσθετες διασφαλίσεις για την προστασία του ανταγωνισμού και των συμφερόντων των τελικών χρηστών, όπως αυστηρές υποχρεώσεις μη διακριτικής μεταχείρισης, μέτρα για την εξασφάλιση της τεχνικής και οικονομικής αναπαραγωγιμότητας των προϊόντων προηγούμενου σταδίου, καθώς και αποδεδειγμένη πίεση στις τιμές λιανικής που προκύπτει από τον ανταγωνισμό υποδομών ή τιμή αναφοράς που απορρέει από άλλα ρυθμιζόμενα προϊόντα πρόσβασης, ή και τα δύο. Αυτές οι διασφαλίσεις του ανταγωνισμού δεν θίγουν τον προσδιορισμό από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές των λοιπών περιστάσεων υπό τις οποίες θα ήταν σκόπιμο να μην επιβάλλονται ρυθμιζόμενες τιμές πρόσβασης για ορισμένες εισροές χονδρικής, όπως όταν η υψηλή ελαστικότητα της ζήτησης από τους τελικούς χρήστες ως προς την τιμή καθιστά ασύμφορη για τον φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά την εφαρμογή τιμών αισθητά πάνω από το επίπεδο ανταγωνισμού.

(179)  Όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει υποχρεώσεις χρησιμοποίησης συστήματος κοστολόγησης για λόγους υποστήριξης του ελέγχου τιμών, μπορεί είτε να διενεργεί η ίδια ετήσιο έλεγχο για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με το εν λόγω σύστημα κοστολόγησης, υπό τον όρο ότι διαθέτει το αναγκαίο εξειδικευμένο προσωπικό, είτε να αναθέτει τη διενέργεια του ελέγχου σε άλλον εξειδικευμένο φορέα, ανεξάρτητο από τον συγκεκριμένο φορέα εκμετάλλευσης.

(180)  Το σύστημα χρέωσης στην Ένωση για τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων χονδρικής βασίζεται στο σύστημα χρέωσης δικτύου καλούντος. Από ανάλυση της δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ προσφοράς και ζήτησης προκύπτει ότι, επί του παρόντος ή στο ορατό μέλλον, δεν υπάρχουν ακόμη υποκατάστατα σε επίπεδο χονδρικής που ενδεχομένως να περιορίζουν τον καθορισμό τελών τερματισμού σε δεδομένο δίκτυο. Λαμβανομένου υπόψη του αμφίδρομου χαρακτήρα πρόσβασης των αγορών τερματισμού, στα περαιτέρω προβλήματα ανταγωνισμού συγκαταλέγονται οι διεπιδοτήσεις μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης. Αυτά τα δυνητικά προβλήματα ανταγωνισμού είναι κοινά στις αγορές τερματισμού, τόσο σταθερών όσο και κινητών φωνητικών κλήσεων. Ως εκ τούτου, υπό το πρίσμα της ικανότητας και των κινήτρων των φορέων εκμετάλλευσης τερματισμού να αυξήσουν τις τιμές σημαντικά πάνω από το κόστος, η κοστοστρέφεια θεωρείται η καταλληλότερη μεσοπρόθεσμη αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού.

(181)  Προκειμένου να μειωθεί η κανονιστική επιβάρυνση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ανταγωνισμού σχετικά με τον τερματισμό φωνητικών κλήσεων χονδρικής με συνεκτικό τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να καθορίσει κοινή προσέγγιση ως βάση για τον καθορισμό των υποχρεώσεων ελέγχου τιμών, η οποία θα πρέπει να συμπληρωθεί με δεσμευτική κοινή μεθοδολογία που θα προσδιοριστεί από την Επιτροπή και με τεχνική καθοδήγηση που θα πρέπει να αναπτυχθεί από τον BEREC.

(182)  Για την απλούστευση του καθορισμού τους και τη διευκόλυνση της επιβολής τους, κατά περίπτωση, τα τέλη τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε αγορές σταθερών και κινητών επικοινωνιών στην Ένωση πρέπει να καθορίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να καθορίσει τα λεπτομερή κριτήρια και τις παραμέτρους βάσει των οποίων καθορίζονται οι τιμές των τελών τερματισμού φωνητικών κλήσεων. Κατά την εφαρμογή αυτής της δέσμης κριτηρίων και παραμέτρων, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, ότι θα πρέπει να καλύπτονται μόνο οι δαπάνες που είναι πρόσθετες στην παροχή των υπηρεσιών τερματισμού κλήσεων χονδρικής· ότι τα τέλη χρήσης ραδιοφάσματος εξαρτώνται από τους συνδρομητές και όχι από την κυκλοφορία και θα πρέπει, ως εκ τούτου, να αποκλείονται, καθώς και ότι το πρόσθετο ραδιοφάσμα διατίθεται κυρίως για δεδομένα και, επομένως, δεν αφορά την πρόσθετη παροχή του τερματισμού κλήσεων· ότι αναγνωρίζεται πως, ενώ σε κινητά δίκτυα η ελάχιστη αποδοτική κλίμακα εκτιμάται σε επίπεδο μεριδίου αγοράς τουλάχιστον 20 %, στα σταθερά δίκτυα μικρότεροι φορείς εκμετάλλευσης μπορούν να επιτύχουν τις ίδιες αποδόσεις και την ίδια παραγωγή στο ίδιο μοναδιαίο κόστος με τον αποδοτικό φορέα εκμετάλλευσης, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους. Κατά τον καθορισμό του ακριβούς μέγιστου τέλους, η Επιτροπή θα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλη στάθμιση ώστε να λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός αριθμός τελικών χρηστών σε κάθε κράτος μέλος, όταν αυτό απαιτείται λόγω των αποκλίσεων κόστους που απομένουν. Κατά τον καθορισμό αυτού του τέλους από την Επιτροπή, θα είναι πολύτιμη και θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πείρα του BEREC και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών για τη δημιουργία κατάλληλων υποδειγμάτων κόστους. Τα τέλη τερματισμού έχουν σημειώσει σταθερή μείωση σε ολόκληρη την Ένωση, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί. Όταν η Επιτροπή καθορίσει τα μέγιστα τέλη τερματισμού στην πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θα θεσπίσει δυνάμει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να μη λάβει υπόψη τυχόν αδικαιολόγητες εξαιρετικές εθνικές αποκλίσεις από την εν λόγω τάση.

(183)  ▌.

.  Λόγω της τρέχουσας αβεβαιότητας όσον αφορά τον βαθμό υλοποίησης της ζήτησης για ευρυζωνικές υπηρεσίες πολύ υψηλής χωρητικότητας, καθώς και τις γενικές οικονομίες κλίμακας και την πυκνότητα, οι συμφωνίες συνεπένδυσης μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οφέλη όσον αφορά τη συγκέντρωση του κόστους και των κινδύνων, παρέχοντας τη δυνατότητα σε μικρότερης κλίμακας φορείς εκμετάλλευσης να επενδύουν υπό οικονομικώς ορθολογικούς όρους και, ως εκ τούτου, προάγοντας τον βιώσιμο, μακροπρόθεσμο ανταγωνισμό, μεταξύ άλλων σε περιοχές όπου ο ανταγωνισμός με βάση τις υποδομές ενδέχεται να μην είναι αποδοτικός. ▌

(185)  Ο σκοπός του λειτουργικού διαχωρισμού, όπου ο καθετοποιημένος φορέας εκμετάλλευσης απαιτείται να καθιερώσει λειτουργικά διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, είναι η διασφάλιση της παροχής προϊόντων με πλήρως ισότιμη πρόσβαση σε όλους τους κατάντη φορείς εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των κατάντη τμημάτων του ίδιου του καθετοποιημένου φορέα εκμετάλλευσης. Ο λειτουργικός διαχωρισμός έχει τη δυνατότητα βελτίωσης του ανταγωνισμού σε διάφορες σχετικές αγορές, δεδομένου ότι μειώνει σημαντικά το κίνητρο για διακριτική μεταχείριση και καθιστά ευκολότερη την επαλήθευση και επιβολή της συμμόρφωσης με υποχρεώσεις αμεροληψίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο λειτουργικός διαχωρισμός ενδέχεται να δικαιολογηθεί ως επανορθωτικό μέτρο όπου έχει σημειωθεί μόνιμη αδυναμία επίτευξης αποτελεσματικής αμεροληψίας σε περισσότερες από μία σχετικές αγορές και όπου υπάρχει περιορισμένη ή καμία προοπτική ανταγωνισμού υποδομών εντός εύλογου χρονικού ορίζοντα, έπειτα από προσφυγή σε ένα ή περισσότερα επανορθωτικά μέτρα που προηγουμένως θεωρούνταν ενδεδειγμένα. Είναι, ωστόσο, πολύ σημαντικό να εξασφαλισθεί ότι η επιβολή του διαχωρισμού αυτού θα διαφυλάσσει τα συμφέροντα της ενδιαφερόμενης επιχείρησης να επενδύσει στο δίκτυό της και ότι δεν θα συνεπάγεται δυνητικά αρνητικά αποτελέσματα για την ευημερία των καταναλωτών. Για την επιβολή του απαιτείται συντονισμένη ανάλυση διάφορων σχετικών αγορών που συνδέονται με το δίκτυο πρόσβασης, σύμφωνα με τη διαδικασία ανάλυσης της αγοράς που ορίζεται στο άρθρο 67. Κατά την ανάλυση αγοράς και τη μελέτη των λεπτομερειών του εν λόγω επανορθωτικού μέτρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης από τις διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, λαμβάνοντας υπόψη τους την έκταση της εγκατάστασης του δικτύου και τον βαθμό τεχνολογικής προόδου, που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα υποκατάστασης σταθερών και ασύρματων υπηρεσιών. Για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά οι προτάσεις λειτουργικού διαχωρισμού θα πρέπει να εγκρίνονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή.

(186)  Η εφαρμογή λειτουργικού διαχωρισμού δεν αποκλείει κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των διάφορων διακριτών επιχειρηματικών οντοτήτων ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία των δικαιωμάτων οικονομικής και διαχειριστικής εποπτείας της μητρικής εταιρείας.

(187)  Εάν καθετοποιημένη επιχείρηση επιλέξει να μεταφέρει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των στοιχείων του δικτύου τοπικής πρόσβασής της σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή ιδρύοντας διακριτή επιχειρηματική οντότητα που ασχολείται με προϊόντα πρόσβασης, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να εκτιμά το αποτέλεσμα της σκοπούμενης συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δεσμεύσεων πρόσβασης που προσφέρονται από την εν λόγω επιχείρηση, στο σύνολο των υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί στον καθετοποιημένο φορέα εκμετάλλευσης, ώστε να εξασφαλισθεί η συμβατότητα ενδεχόμενων νέων συμφωνιών με την παρούσα οδηγία. Η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να αναλαμβάνει νέα ανάλυση των αγορών όπου δραστηριοποιείται η διαιρεμένη οντότητα και, ανάλογα, να επιβάλλει, να διατηρεί, να τροποποιεί ή να αίρει υποχρεώσεις. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί πληροφορίες από την επιχείρηση.

(188)  Οι δεσμευτικές υποχρεώσεις μπορούν να προσδώσουν προβλεψιμότητα και διαφάνεια στη διαδικασία εθελούσιου διαχωρισμού από καθετοποιημένη επιχείρηση που έχει οριστεί ως κατέχουσα σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές, με τον καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του σχεδιαζόμενου διαχωρισμού, για παράδειγμα με την παροχή χάρτη πορείας για την εφαρμογή με σαφή σημεία αναφοράς και προβλέψιμες συνέπειες σε περίπτωση μη επίτευξης ορισμένων από αυτά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξετάζουν τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται με μακρόπνοη προοπτική βιωσιμότητας, ιδίως όταν επιλέγουν την περίοδο για την οποία αυτές καθίστανται δεσμευτικές, και θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αξία που αποδίδουν τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τη δημόσια διαβούλευση στις σταθερές και προβλέψιμες συνθήκες της αγοράς.

(189)  Οι δεσμεύσεις μπορεί να περιλαμβάνουν τον διορισμό επιβλέποντα εντολοδόχου, του οποίου η ταυτότητα και η εντολή θα πρέπει να εγκρίνονται από την εθνική ρυθμιστική αρχή, και την υποχρέωση του φορέα εκμετάλλευσης που τις παρέχει να υποβάλλει περιοδικές εκθέσεις εφαρμογής.

(190)  Οι ιδιοκτήτες δικτύου που δεν έχουν δραστηριότητες λιανικής αγοράς και των οποίων το επιχειρηματικό μοντέλο περιορίζεται, ως εκ τούτου, στην παροχή υπηρεσιών χονδρικής σε άλλους, μπορούν να είναι επωφελείς για τη δημιουργία ακμάζουσας αγοράς χονδρικής, με θετικές επιπτώσεις στον κατάντη ανταγωνισμό λιανικής. Επιπλέον, το επιχειρηματικό τους μοντέλο μπορεί να είναι ελκυστικό για τους υποψήφιους επενδυτές σε λιγότερο ευμετάβλητα πάγια στοιχεία υποδομών και με πιο μακροπρόθεσμες προοπτικές για ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας. Ωστόσο, η παρουσία φορέα εκμετάλλευσης αποκλειστικά χονδρικής δεν οδηγεί αναγκαστικά σε πραγματικά ανταγωνιστικές αγορές λιανικής, και είναι δυνατό οι φορείς εκμετάλλευσης αποκλειστικά χονδρικής να οριστούν ως κατέχοντες σημαντική ισχύ σε συγκεκριμένες αγορές προϊόντων και γεωγραφικές αγορές. Οι κίνδυνοι για τον ανταγωνισμό που απορρέουν από τη συμπεριφορά φορέων εκμετάλλευσης που ακολουθούν επιχειρηματικά μοντέλα αποκλειστικά χονδρικής ενδέχεται να είναι χαμηλότεροι από ό,τι για τους καθετοποιημένους φορείς εκμετάλλευσης, εφόσον το μοντέλο αποκλειστικά χονδρικής είναι γνήσιο και δεν υφίστανται κίνητρα για την εισαγωγή διακρίσεων μεταξύ κατάντη παρόχων. Η ρυθμιστική αντίδραση θα πρέπει, ως εκ τούτου, να είναι αναλογικά λιγότερο επεμβατική. Από την άλλη πλευρά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παρεμβαίνουν αν ανακύπτουν προβλήματα ανταγωνισμού σε βάρος των τελικών χρηστών.

(191)  Για τη διευκόλυνση της μετάβασης από τα παραδοσιακά δίκτυα χαλκού σε δίκτυα επόμενης γενιάς, η οποία είναι προς το συμφέρον των τελικών χρηστών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν τις σχετικές πρωτοβουλίες των ίδιων των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων και, όταν κρίνεται απαραίτητο, να καθορίζουν κατάλληλη διαδικασία μετάβασης, για παράδειγμα μέσω προειδοποίησης, διαφάνειας και αποδεκτών προϊόντων ▌πρόσβασης, εφόσον αποδεικνύονται σαφώς η πρόθεση και η ετοιμότητα του ιδιοκτήτη να απενεργοποιήσει το δίκτυο χαλκού. Προκειμένου να αποφεύγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις της μετάβασης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να ανακαλούν τις υποχρεώσεις πρόσβασης που αφορούν το δίκτυο χαλκού, εφόσον έχει καθοριστεί κατάλληλη διαδικασία μετάβασης. Οι αιτούντες πρόσβαση που μεταβαίνουν από ένα πρόγραμμα πρόσβασης που βασίζεται σε παραδοσιακές υποδομές σε ένα πρόγραμμα πρόσβασης που βασίζεται σε πιο προηγμένη τεχνολογία ή μέσο, θα πρέπει να είναι σε θέση να αναβαθμίσουν την πρόσβασή τους σε οποιοδήποτε προϊόν υψηλότερης χωρητικότητας που υπόκειται σε ρύθμιση, σε περίπτωση που το επιθυμούν, χωρίς όμως αυτό να είναι υποχρεωτικό. Σε περίπτωση αναβάθμισης, οι αιτούντες πρόσβαση θα πρέπει να τηρούν τους όρους των κανονιστικών ρυθμίσεων για την πρόσβαση στο προϊόν πρόσβασης υψηλότερης χωρητικότητας, όπως έχουν καθοριστεί από την εθνική ρυθμιστική αρχή στο πλαίσιο της ανάλυσης αγοράς που έχει πραγματοποιήσει.

(192)   Η ελευθέρωση του τηλεπικοινωνιακού τομέα και η ενίσχυση του ανταγωνισμού και των επιλογών στις υπηρεσίες επικοινωνιών συμβαδίζουν με την παράλληλη δράση για τη θέσπιση εναρμονισμένου κανονιστικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει την παροχή της καθολικής υπηρεσίας. Η έννοια της καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να εξελιχθεί ώστε να αντανακλά την πρόοδο της τεχνολογίας, την εξέλιξη της αγοράς και τις μεταβολές στις απαιτήσεις των χρηστών.

(193)  Η Ένωση συμβάλλει στην προστασία του καταναλωτή, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(194)  Η καθολική υπηρεσία αποτελεί πλέγμα ασφαλείας για να εξασφαλίζεται ότι διατίθεται σε όλους τους καταναλωτές ένα σύνολο ελάχιστων υπηρεσιών σε προσιτή τιμή, σε περιπτώσεις όπου ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού που προκύπτει από την έλλειψη αυτής της πρόσβασης αποτρέπει τους πολίτες από την πλήρη κοινωνική και οικονομική συμμετοχή στην κοινωνία.

(195)  Η βασική ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι σχεδόν καθολικά διαθέσιμη σε ολόκληρη την Ένωση και χρησιμοποιείται ευρύτατα για ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Ωστόσο, ο συνολικός βαθμός αξιοποίησης είναι χαμηλότερος από τη διαθεσιμότητα, διότι εξακολουθούν να υπάρχουν αποσυνδεδεμένα άτομα για λόγους που σχετίζονται με την ευαισθητοποίηση, το κόστος, τις δεξιότητες και από επιλογή. Η οικονομικά προσιτή λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο έχει αποκτήσει ζωτική σημασία για την κοινωνία και την ευρύτερη οικονομία. Παρέχει τη βάση για συμμετοχή στην ψηφιακή οικονομία και κοινωνία μέσω βασικών επιγραμμικών υπηρεσιών διαδικτύου.

(196)  Θεμελιώδης απαίτηση της καθολικής υπηρεσίας είναι να διασφαλίζει ότι όλοι οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση, σε προσιτή τιμή, σε διαθέσιμες υπηρεσίες ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, τουλάχιστον σε σταθερή θέση. ▌ Ωστόσο, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχεται η σύνδεση σε σταθερή θέση, έτσι ώστε να επιτρέπεται εξίσου η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ως προς την κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης που θα φέρουν μέρος ή όλες τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην εξασφάλιση ισοδύναμης πρόσβασης για τελικούς χρήστες με αναπηρία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα για τους πολίτες εν κινήσει, εφόσον το θεωρούν απαραίτητο προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης οικονομική και κοινωνική συμμετοχή στην κοινωνία.

(197)  Η ταχύτητα πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως φαίνεται από την πλευρά του χρήστη, μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων σύνδεσης στο διαδίκτυο καθώς και της εφαρμογής για την οποία χρησιμοποιείται η σύνδεση. Η διαθεσιμότητα οικονομικά προσιτής ευρυζωνικής υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο που παρέχεται στο πλαίσιο της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να διαθέτει επαρκή ικανότητα πρόσβασης ώστε να στηρίζει την πρόσβαση και τη χρήση τουλάχιστον ενός ελάχιστου συνόλου βασικών διαδικτυακών υπηρεσιών και τουλάχιστον ενός ελάχιστου εύρους ζώνης που αντανακλά τη μέση χρήση τέτοιων υπηρεσιών από την πλειονότητα του πληθυσμού, με στόχο να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο κοινωνικής ένταξης και συμμετοχής στην ψηφιακή κοινωνία και οικονομία. Εναπόκειται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, να καθορίσουν τον καταλληλότερο τρόπο για να διασφαλιστεί η επίτευξη του εύρους ζώνης που είναι αναγκαίο για την υποστήριξη τουλάχιστον ενός τέτοιου ελάχιστου καταλόγου υπηρεσιών, με την επιδίωξη, παράλληλα, να αντικατοπτρίζεται η ικανότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο που διαθέτει η πλειονότητα του πληθυσμού της επικράτειας ενός κράτους μέλους ή τμημάτων της. Για παράδειγμα, μπορεί να ορίζουν την ικανότητα πρόσβασης με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων του ελάχιστου εύρους ζώνης και του ελάχιστου όγκου δεδομένων. Οι απαιτήσεις της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με το ανοικτό διαδίκτυο, ιδίως όπως προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[28], θα πρέπει να ισχύουν για κάθε τέτοια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε καταλόγου υπηρεσιών ή ελάχιστου εύρους ζώνης που υιοθετείται βάσει της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας.

(198)  Δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτική για τους καταναλωτές η πρόσβαση σε υπηρεσίες που δεν επιθυμούν και θα πρέπει, επομένως, να είναι δυνατό οι επιλέξιμοι καταναλωτές να περιορίζουν, κατόπιν αιτήματος, την οικονομικά προσιτή καθολική υπηρεσία μόνο στην υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών.

(199)   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των τιμολογίων λιανικής για υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας. Η παρακολούθηση θα πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να μην επιβαρύνει υπερβολικά από διοικητικής απόψεως ούτε τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ούτε τους παρόχους των εν λόγω υπηρεσιών.

(200)  Ως προσιτή τιμή νοείται η τιμή που ορίζουν τα κράτη μέλη σε εθνικό επίπεδο, υπό το πρίσμα των ειδικών εθνικών προϋποθέσεων, και θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές επιλογές κοινωνικού τιμολογίου ή πακέτα για την αντιμετώπιση των αναγκών των χρηστών με χαμηλό εισόδημα ή των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες. Σε αυτούς τους τελικούς χρήστες μπορεί να περιλαμβάνονται οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με αναπηρία και οι καταναλωτές που κατοικούν σε αγροτικές ή γεωγραφικά απομονωμένες περιοχές. Οι προσφορές αυτές θα πρέπει να παρέχονται με βασικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποφεύγονται στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς και να εξασφαλίζεται το δικαίωμα πρόσβασης σε διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η οικονομική προσιτότητα για τους μεμονωμένους καταναλωτές θα πρέπει να στηρίζεται στο δικαίωμά τους να συνάπτουν σύμβαση με πάροχο, τη διαθεσιμότητα αριθμού, τη διαρκή σύνδεση της υπηρεσίας και τη δυνατότητά τους να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους.

(201)  Δεν θα πρέπει να είναι πλέον δυνατή η άρνηση χορήγησης πρόσβασης σε καταναλωτές στην ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών συνδεσιμότητας. Το δικαίωμα σύναψης σύμβασης με πάροχο θα πρέπει να σημαίνει ότι οι καταναλωτές που ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με άρνηση, ιδίως εκείνοι με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση για την παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση με οποιοδήποτε πάροχο τέτοιου είδους υπηρεσιών στη θέση αυτή. Προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι οικονομικοί κίνδυνοι, όπως η μη εξόφληση λογαριασμών, οι πάροχοι θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να παρέχουν τη σύμβαση με όρους προπληρωμής, βάσει οικονομικά προσιτών επιμέρους προπληρωμένων μονάδων.

(202)  Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες είναι προσβάσιμοι με υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα τηλεφωνικού αριθμού για εύλογη χρονική περίοδο και επίσης κατά τη διάρκεια περιόδων μη χρήσης της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Οι πάροχοι θα πρέπει να μπορούν να θέτουν σε εφαρμογή μηχανισμούς για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος του καταναλωτή για διατήρηση της διαθεσιμότητας του αριθμού.

(203)  Η αποζημίωση των παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών, υπό τις συνθήκες αυτές, δεν πρέπει να οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού, εάν οι εν λόγω επιχειρήσεις αποζημιώνονται για το συνεπαγόμενο καθαρό κόστος και εάν το καθαρό κόστος καλύπτεται με ανταγωνιστικώς ουδέτερο τρόπο.

(204)  Προκειμένου να αξιολογείται η ανάγκη για μέτρα οικονομικής προσιτότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και τις λεπτομέρειες των προσφορών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών για καταναλωτές με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

(205)  Όταν πρόσθετα μέτρα πέραν των κοινωνικών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών που παρέχονται από τους παρόχους δεν επαρκούν από μόνα τους για να εξασφαλίσουν την οικονομική προσιτότητα για όλους τους καταναλωτές με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές ανάγκες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χορηγούν άμεση συμπληρωματική στήριξη στους εν λόγω καταναλωτές, όπως για παράδειγμα κουπόνια για εν λόγω καταναλωτές ή άμεσες πληρωμές για παρόχους. Αυτό μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη εναλλακτική λύση σε άλλα μέτρα, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να ελαχιστοποιούνται οι στρεβλώσεις της αγοράς.

(206)  Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας μιας αγοράς οικονομικά προσιτών προϊόντων και υπηρεσιών που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για καταναλωτές με αναπηρία, σύμφωνα με μια προσέγγιση καθολικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένου, όταν είναι αναγκαίο, εξοπλισμού με υποστηρικτικές τεχνολογίες που είναι διαλειτουργικός με τον διαθέσιμο στο κοινό εξοπλισμό και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 301 549 V1.1.2 (2015-04), ή με καθιέρωση προϋποθέσεων σύμφωνα με την οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου▌[29]. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κατάλληλα μέτρα ανάλογα με τις εθνικές περιστάσεις, κάτι το οποίο παρέχει ευελιξία στα κράτη μέλη να λαμβάνουν ειδικά μέτρα, για παράδειγμα, αν η αγορά δεν παράγει οικονομικά προσιτά προϊόντα και υπηρεσίες που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για καταναλωτές με αναπηρίες υπό τις συνήθεις οικονομικές συνθήκες. Το μέσο κόστος των υπηρεσιών αναμετάδοσης για καταναλωτές με αναπηρίες θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με εκείνο των υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας, προκειμένου να μην υφίστανται διάκριση οι καταναλωτές με αναπηρίες. Οι πάροχοι υπηρεσιών αναμετάδοσης θα πρέπει να αποζημιώνονται για το καθαρό κόστος τους, με βάση το άρθρο 84.

(207)  Για επικοινωνίες δεδομένων με ρυθμούς δεδομένων που επαρκούν για να επιτρέπεται η ▌πρόσβαση στο διαδίκτυο, οι συνδέσεις σταθερής τηλεφωνίας είναι σχεδόν καθολικά διαθέσιμες και χρησιμοποιούνται από την πλειονότητα των πολιτών σε ολόκληρη την Ένωση. Η τυπική σταθερή ευρυζωνική κάλυψη και διαθεσιμότητα στην Ένωση ανέρχεται στο 97 % των κατοικιών για το 2015, με μέσο ποσοστό αξιοποίησης 72 %, ενώ οι υπηρεσίες που βασίζονται σε ασύρματες τεχνολογίες έχουν ακόμη μεγαλύτερη εμβέλεια. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα των σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές.

(208)  Η αγορά πρέπει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην εξασφάλιση της διαθεσιμότητας της ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, με συνεχώς αυξανόμενη χωρητικότητα. Σε περιοχές όπου η αγορά δεν θα απέδιδε, άλλα εργαλεία δημόσιας πολιτικής για την υποστήριξη της διαθεσιμότητας συνδέσεων ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο φαίνονται, καταρχήν, οικονομικώς πιο αποδοτικά και λιγότερο στρεβλωτικά για την αγορά από τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας, για παράδειγμα η χρησιμοποίηση χρηματοδοτικών μέσων όπως αυτών που διατίθενται στο πλαίσιο του ΕΤΣΕ και του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», η χρησιμοποίηση δημόσιας χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία, η επιβολή υποχρεώσεων κάλυψης για τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ώστε να υποστηρίζεται η ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές και οι δημόσιες επενδύσεις σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας ως πιθανό μέτρο για να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο, εάν το οικείο κράτος μέλος το κρίνει αναγκαίο.

(209)  Αν, μετά την πραγματοποίηση της δέουσας αξιολόγησης, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της γεωγραφικής έρευνας για την ανάπτυξη δικτύων που διενεργείται από την εθνική ρυθμιστική αρχή, προκύπτει ότι ούτε η αγορά ούτε οι μηχανισμοί δημόσιας παρέμβασης είναι πιθανό να παρέχουν σε καταναλωτές ορισμένων περιοχών σύνδεση ικανή να παρέχει υπηρεσία ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, το κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να ορίζει, κατ’ εξαίρεση, διαφορετικούς παρόχους ή ομάδες παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών στα διάφορα αντίστοιχα μέρη της εθνικής επικράτειας. Οι υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας προς στήριξη της διαθεσιμότητας υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να περιορίζονται από τα κράτη μέλη στην κύρια έδρα ή κατοικία του καταναλωτή. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχονται οι υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, έτσι ώστε να είναι εξίσου δυνατή η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών, ούτε ως προς το ποιοι φορείς εκμετάλλευσης θα είναι επιφορτισμένοι με μέρος ή με το σύνολο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

(210)  Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίζουν με βάση αντικειμενικά κριτήρια ποιες επιχειρήσεις ορίζονται ως πάροχοι καθολικής υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, την ικανότητα και την επιθυμία των επιχειρήσεων να αναλάβουν όλες ή μέρος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας. Αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να μπορούν να ορίζουν, κατά τη διαδικασία καθορισμού, ειδικές προϋποθέσεις που δικαιολογούνται για λόγους αποτελεσματικότητας, μεταξύ άλλων συγκέντρωση γεωγραφικών περιοχών, επιμέρους στοιχεία ή ελάχιστη περίοδο καθορισμού.

(211)  Θα πρέπει να εκτιμάται το κόστος διασφάλισης της διαθεσιμότητας σύνδεσης ικανής να παρέχει υπηρεσία ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και σε προσιτή τιμή στο πλαίσιο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, ιδίως με αξιολόγηση της αναμενόμενης οικονομικής επιβάρυνσης για παρόχους και χρήστες στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(212)  Εξ ορισμού, οι απαιτήσεις για εξασφάλιση της εδαφικής κάλυψης σε εθνικό επίπεδο που επιβάλλονται κατά τη διαδικασία ορισμού είναι πιθανό να αποκλείουν ή να αποθαρρύνουν ορισμένες επιχειρήσεις από το να υποβάλουν αίτηση για να οριστούν ως πάροχοι καθολικής υπηρεσίας. Ο ορισμός παρόχων με υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας για εκτεταμένη ή αόριστη χρονική περίοδο ενδέχεται επίσης να οδηγήσει σε εκ των προτέρων αποκλεισμό ορισμένων επιχειρήσεων.

(213)  Εφόσον ένας πάροχος που έχει οριστεί να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ή φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, όπως ορίζεται στο άρθρο 81 της παρούσας οδηγίας, επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικό τμήμα, υπό το φως της υποχρέωσής του όσον αφορά την καθολική υπηρεσία, ή όλα τα περιουσιακά του στοιχεία που αφορούν την τοπική πρόσβαση σε δίκτυο στην εθνική επικράτεια σε μια χωριστή νομική οντότητα βάσει διαφορετικής τελικής ιδιοκτησίας, η εθνική ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να αξιολογήσει τις συνέπειες της συναλλαγής προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια ή σε μέρος της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή η οποία επέβαλε τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ενημερωθεί από τον πάροχο εκ των προτέρων όσον αφορά αυτή τη διάθεση. Η αξιολόγηση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής δεν θα πρέπει να προδικάσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

(214)  Για να εξασφαλίζεται σταθερότητα και να στηρίζεται η σταδιακή μετάβαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών υπηρεσιών στην επικράτειά τους, εκτός από τις υπηρεσίες ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των οικείων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας βάσει της οδηγίας 2002/22/ΕΚ κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι υπηρεσίες ή οι συγκρίσιμες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν δημόσιους τηλεφωνικούς θαλάμους και σημεία πρόσβασης στις επικοινωνίες στα κύρια σημεία εισόδου στη χώρα, όπως αερολιμένες ή σιδηροδρομικοί σταθμοί και σταθμοί λεωφορείων, καθώς και σε μέρη που χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όπως νοσοκομεία, αστυνομικά τμήματα και περιοχές έκτακτης ανάγκης σε αυτοκινητοδρόμους, για την κάλυψη των εύλογων αναγκών των τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρία. Αν επιτραπεί η συνέχιση της παροχής δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με το καθεστώς καθολικής υπηρεσίας, για όσο διάστημα αποδεικνύεται ακόμη η σχετική ανάγκη, θα παρασχεθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι ποικίλες εθνικές περιστάσεις. Ωστόσο, η χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται μέσω δημόσιων πόρων, όπως για τις λοιπές υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

(215)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν την κατάσταση των καταναλωτών όσον αφορά τη χρήση υπηρεσιών ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, ιδίως όσον αφορά την οικονομική προσιτότητα των εν λόγω υπηρεσιών. Η οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών συνδέεται με την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τις δαπάνες χρήσης και με το σχετικό κόστος της χρήσης σε σχέση με άλλες υπηρεσίες, καθώς και με τη δυνατότητα να ελέγχουν τις δαπάνες τους. Κατά συνέπεια, η οικονομική προσιτότητα συνεπάγεται την ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, μέσω της επιβολής υποχρεώσεων στους παρόχους. Στις υποχρεώσεις αυτές, συμπεριλαμβάνεται ένα συγκεκριμένο επίπεδο ανάλυσης λογαριασμού, η δυνατότητα επιλεκτικής φραγής κλήσεων (όπως οι δαπανηρές κλήσεις σε υπηρεσίες πρόσθετου τέλους), η δυνατότητα των καταναλωτών να ελέγχουν τις δαπάνες τους με τη βοήθεια μέσων προπληρωμής και η δυνατότητα των καταναλωτών για τμηματική αποπληρωμή των αρχικών τελών σύνδεσης. Είναι δυνατόν να απαιτηθεί η αναθεώρηση ή η αλλαγή των μέτρων αυτών, ανάλογα με τις εξελίξεις στην αγορά.

(216)  Με εξαίρεση τις περιπτώσεις επανειλημμένης καθυστέρησης ή μη εξόφλησης των λογαριασμών, οι καταναλωτές που δικαιούνται οικονομικά προσιτά τιμολόγια θα πρέπει να προστατεύονται από την άμεση αποσύνδεση από το δίκτυο, λόγω μη εξόφλησης λογαριασμού και, ιδίως στην περίπτωση διαφορών που αφορούν μεγάλους λογαριασμούς για υπηρεσίες πρόσθετου τέλους, θα πρέπει να εξακολουθούν να έχουν πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών όσο εκκρεμεί η επίλυση της διαφοράς. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η παροχή της εν λόγω πρόσβασης συνεχίζεται μόνο εάν ο συνδρομητής συνεχίζει να καταβάλλει τα τέλη μίσθωσης της γραμμής.

(217)  Όταν η παροχή υπηρεσιών ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών ή η παροχή άλλων καθολικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 82 προκαλούν αθέμιτη επιβάρυνση σε έναν πάροχο, λαμβανομένων δεόντως υπόψη του κόστους και των εσόδων, καθώς και των άυλων οφελών που προκύπτουν από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, αυτή η αθέμιτη επιβάρυνση μπορεί να περιλαμβάνεται σε τυχόν υπολογισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

(218)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημιουργούν, όπου χρειάζεται, μηχανισμούς για τη χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, εφόσον αποδεικνύεται ότι η παροχή των υπηρεσιών αυτών είναι δυνατή μόνο με ζημία ή με καθαρό κόστος που αφίσταται της συνήθους εμπορικής πρακτικής. Είναι σημαντικό να εξασφαλίζεται ο ορθός υπολογισμός του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας και κάθε χρηματοδότηση να προκαλεί την ελάχιστη δυνατή στρέβλωση στην αγορά και στις επιχειρήσεις, και να συνάδει με τα άρθρα 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(219)  Κάθε υπολογισμός του καθαρού κόστους της καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το κόστος και τα έσοδα, καθώς και τα άυλα οφέλη που προκύπτουν από την παροχή καθολικής υπηρεσίας, δεν θα πρέπει όμως να δυσχεραίνει τον γενικό στόχο της εξασφάλισης της αντιστοιχίας μεταξύ της τιμολόγησης και του κόστους. Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, θα πρέπει να υπολογίζεται βάσει διαφανών διαδικασιών.

(220)  Ο συνυπολογισμός των άυλων οφελών σημαίνει ότι, για να καθοριστεί η συνολική επιβάρυνση κόστους, από το άμεσο καθαρό κόστος των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, θα πρέπει να αφαιρείται μια χρηματική αποτίμηση των έμμεσων οφελών που αποκομίζει μια επιχείρηση λόγω της θέσης της, ως φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας.

(221)  Όταν μια υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει υπερβολικά μια επιχείρηση, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να δημιουργούν μηχανισμούς για την ουσιαστική κάλυψη του καθαρού κόστους. Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ανακτάται μέσω δημόσιων πόρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να υιοθετούν ή να διατηρούν μηχανισμούς για τον επιμερισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας μεταξύ των παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των παρόχων υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας. Οι εν λόγω μηχανισμοί θα πρέπει να επανεξετάζονται τουλάχιστον κάθε τρία έτη, προκειμένου να προσδιορίζεται ποια στοιχεία του καθαρού κόστους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να επιμερίζονται και ποια θα πρέπει να αντισταθμίζονται από δημόσια κονδύλια. Η λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο αποφέρει οφέλη όχι μόνο στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και για την ευρύτερη διαδικτυακή οικονομία και την κοινωνία στο σύνολό της. Η παροχή σύνδεσης που υποστηρίζει ευρυζωνικές ταχύτητες σε αυξημένο αριθμό τελικών χρηστών τους παρέχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν διαδικτυακές υπηρεσίες και, ως εκ τούτου, να συμμετέχουν ενεργά στην ψηφιακή κοινωνία. Η εξασφάλιση αυτών των συνδέσεων με βάση τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας εξυπηρετεί τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό το δημόσιο συμφέρον όσο και τα συμφέροντα των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντισταθμίζουν το καθαρό κόστος αυτών των συνδέσεων που υποστηρίζουν ευρυζωνικές ταχύτητες ως μέρος της καθολικής υπηρεσίας από δημόσιους πόρους, οι οποίοι θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνουν χρηματοδότηση από προϋπολογισμούς γενικής κυβέρνησης.

(222)  Οι επιχειρήσεις που επωφελούνται της χρηματοδότησης για την παροχή καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να υποβάλλουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές με επαρκείς λεπτομέρειες τα συγκεκριμένα στοιχεία που χρήζουν χρηματοδότησης προκειμένου να δικαιολογήσουν το αίτημά τους. Τα συστήματα των κρατών μελών για την κοστολόγηση και τη χρηματοδότηση των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, θα πρέπει να ανακοινώνονται στην Επιτροπή προκειμένου να εξακριβώνεται αν συμβιβάζονται με τη συνθήκη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ουσιαστική διαφάνεια και τον έλεγχο των ποσών που διατίθενται για τη χρηματοδότηση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας. Ο υπολογισμός του καθαρού κόστους παροχής καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενική και διαφανή μεθοδολογία ώστε να διασφαλίζεται η οικονομικώς πλέον αποδοτική παροχή καθολικής υπηρεσίας και να προωθούνται ίσοι όροι ανταγωνισμού για τους φορείς της αγοράς. Αν η μεθοδολογία που πρόκειται να χρησιμοποιείται για να υπολογίζεται το καθαρό κόστος επιμέρους στοιχείων καθολικής υπηρεσίας καθίσταται γνωστή εκ των προτέρων, πριν από την εφαρμογή του υπολογισμού, αυτό θα ήταν δυνατό να συμβάλει στην επίτευξη αυξημένης διαφάνειας.

(223)  Για την αποτελεσματική στήριξη της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών, υπηρεσιών και προσώπων εντός της Ένωσης, θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση ορισμένων εθνικών πόρων αριθμοδότησης, ιδίως ορισμένων μη γεωγραφικών αριθμών, με εξωεδαφικό τρόπο, δηλαδή εκτός της επικράτειας του χορηγούντος κράτους μέλους και σε όλη την επικράτεια της Ένωσης. Λόγω του σημαντικού κινδύνου απάτης όσον αφορά τις διαπροσωπικές επικοινωνίες, αυτή η εξωεδαφική χρήση θα πρέπει να επιτρέπεται για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την εξαίρεση των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, επομένως, να διασφαλίζουν ότι οι σχετικές εθνικές νομοθετικές διατάξεις, ιδίως οι κανόνες προστασίας των καταναλωτών και άλλοι κανόνες που αφορούν τη χρήση αριθμών, εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το κράτος μέλος όπου έχουν χορηγηθεί τα δικαιώματα χρήσης αριθμών. Αυτό θα πρέπει να συνεπάγεται ότι οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όπου χρησιμοποιείται ένας αριθμός είναι αρμόδιες να εφαρμόζουν την εθνική νομοθεσία τους στην επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί ο αριθμός. Επιπλέον, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές των εν λόγω κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν τη στήριξη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής που είναι αρμόδια για τη χορήγηση του αριθμού ώστε να τις επικουρεί στην επιβολή της τήρησης των κανόνων που ισχύουν στα κράτη μέλη όπου χρησιμοποιείται ο αριθμός. Αυτά τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να περιλαμβάνουν αποτρεπτικές κυρώσεις, ιδίως, σε περίπτωση σοβαρής παραβίασης, την ανάκληση του δικαιώματος εξωεδαφικής χρήσης των αριθμών που έχουν χορηγηθεί στην εκάστοτε επιχείρηση. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει, συνεπώς, να επιβάλλουν πρόσθετες απαιτήσεις σχετικά με την εξωεδαφική χρήση των εν λόγω αριθμών, καθώς τούτο θα εμπόδιζε τη διασυνοριακή τους χρήση και θα δημιουργούσε φραγμό για την εσωτερική αγορά, χωρίς αυτό να θίγει τις εξουσίες των κρατών μελών να εμποδίζουν, κατά περίπτωση, την πρόσβαση σε αριθμούς ή υπηρεσίες, όταν αυτό δικαιολογείται για λόγους απάτης ή κατάχρησης. Η εξωεδαφική χρήση αριθμών θα πρέπει να τελεί υπό την επιφύλαξη των κανόνων της Ένωσης που αφορούν την παροχή υπηρεσιών περιαγωγής, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν την αποτροπή μη φυσιολογικής ή καταχρηστικής χρήσης των υπηρεσιών περιαγωγής οι οποίες υπόκεινται σε ρύθμιση των τιμών λιανικής και επωφελούνται από ρυθμιζόμενα τέλη περιαγωγής χονδρικής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξακολουθούν να είναι σε θέση να συνάπτουν ειδικές συμφωνίες για την εξωεδαφική χρήση πόρων αριθμοδότησης με τρίτες χώρες.

(224)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν την ασύρματη παροχή πόρων αριθμοδότησης ώστε να διευκολύνεται η αλλαγή παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η ασύρματη παροχή πόρων αριθμοδότησης καθιστά δυνατό τον επαναπρογραμματισμό των αναγνωριστικών κωδικών εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών χωρίς φυσική πρόσβαση στις σχετικές συσκευές. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις υπηρεσίες μηχανής προς μηχανή, δηλαδή υπηρεσίες που συνεπάγονται αυτοματοποιημένη μετάδοση δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ συσκευών ή εφαρμογών λογισμικού με περιορισμένη ή μηδενική ανθρώπινη διάδραση. Οι πάροχοι αυτών των υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή ενδέχεται να μην έχουν δυνατότητα φυσικής πρόσβασης στις συσκευές τους λόγω της χρήσης τους σε απομακρυσμένες συνθήκες ή λόγω του μεγάλου αριθμού συσκευών που χρησιμοποιούνται ή λόγω των πρακτικών χρήσης τους. Λαμβανομένων υπόψη της αναδυόμενης αγοράς υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή και των νέων τεχνολογιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίζεται η τεχνολογική ουδετερότητα κατά την προώθηση της ασύρματης παροχής.

(225)  Η πρόσβαση σε πόρους αριθμοδότησης βάσει διαφανών, αντικειμενικών και αμερόληπτων κριτηρίων, είναι απαραίτητη για τον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να χορηγούν δικαιώματα χρήσης αριθμών σε άλλες επιχειρήσεις εκτός από τους παρόχους δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, λαμβανομένης υπόψη της αυξανόμενης σημασίας των αριθμών για διάφορες υπηρεσίες διαδικτύου των πραγμάτων. Η διαχείριση όλων των εθνικών σχεδίων αριθμοδότησης θα πρέπει να πραγματοποιείται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των κωδίκων σημείων που χρησιμοποιούνται στη διευθυνσιοδότηση δικτύου. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες παρουσιάζεται ανάγκη εναρμόνισης των πόρων αριθμοδότησης στην Ένωση για την υποστήριξη της ανάπτυξης πανευρωπαϊκών υπηρεσιών ή διασυνοριακών υπηρεσιών, ιδίως νέων υπηρεσιών με βάση την επικοινωνία μηχανής προς μηχανή, όπως είναι τα συνδεδεμένα αυτοκίνητα, και εφόσον η ζήτηση δεν ήταν δυνατό να καλυφθεί βάσει των υφιστάμενων πόρων αριθμοδότησης, η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει εκτελεστικά μέτρα με τη συνδρομή του BEREC .

(226)  Η απαίτηση δημοσίευσης των αποφάσεων για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών, είναι δυνατόν να πληρωθεί με τη δημοσιοποίηση των αποφάσεων αυτών μέσω μιας ιστοσελίδας.

(227)   Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες πτυχές που αφορούν τις καταγγελίες για εξαφάνιση παιδιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιμείνουν στη δέσμευσή τους ώστε στις επικράτειές τους να είναι πλέον διαθέσιμη μια εύρυθμα λειτουργούσα υπηρεσία για την καταγγελία εξαφάνισης παιδιών στον αριθμό «116000». Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την επανεξέταση του εθνικού συστήματός τους όσον αφορά τη μεταφορά και την εφαρμογή της οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που είναι αναγκαία για την επίτευξη επαρκούς επιπέδου ποιότητας της υπηρεσίας κατά τη λειτουργία του αριθμού «116000» και διαθέτοντας τους χρηματοδοτικούς πόρους που απαιτούνται για τη λειτουργία της ανοιχτής τηλεφωνικής γραμμής. Ο ορισμός των αγνοούμενων παιδιών που υπάγονται στον αριθμό «116000» θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες παιδιών: παιδιά που έχουν εγκαταλείψει το σπίτι τους, διεθνείς απαγωγές παιδιών, αγνοούμενα παιδιά, απαγωγές από γονέα, αγνοούμενα παιδιά-μετανάστες, απαγωγές από εγκληματίες και παιδιά που έχουν χαθεί, σεξουαλικές κακοποιήσεις και περιπτώσεις που η ζωή του παιδιού βρίσκεται σε κίνδυνο.

(227α)  Παρότι έχουν καταβληθεί προσπάθειες για την αύξηση της ενημέρωσης αφότου τέθηκαν σε λειτουργία οι πρώτες ανοιχτές τηλεφωνικές γραμμές μετά την απόφαση της Επιτροπής του 2007, η ενημέρωση σχετικά με τις ανοιχτές τηλεφωνικές γραμμές εξακολουθεί να ποικίλλει στις επιμέρους χώρες και συχνά βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η ενίσχυση των προσπαθειών των ανοιχτών τηλεφωνικών γραμμών για την αύξηση της ενημέρωσης σχετικά με τον αριθμό και τις παρεχόμενες υπηρεσίες αποτελεί σημαντικό βήμα για την καλύτερη προστασία και υποστήριξη των αγνοούμενων παιδιών και την πρόληψη της εξαφάνισης παιδιών. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις προσπάθειες προώθησης του αριθμού «116000» στο ευρύ κοινό και μεταξύ των οικείων ενδιαφερομένων στο πλαίσιο των εθνικών συστημάτων προστασίας του παιδιού.

(228)  Η ενιαία αγορά συνεπάγεται ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που περιλαμβάνονται στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης άλλων κρατών μελών καθώς και να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, χρησιμοποιώντας μη γεωγραφικούς αριθμούς, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ατελών κλήσεων και των αριθμών πρόσθετου τέλους, εντός της Ένωσης, εκτός από τις περιπτώσεις που ο καλούμενος τελικός χρήστης έχει επιλέξει, για εμπορικούς λόγους, να περιορίσει την πρόσβαση από ορισμένη γεωγραφική περιοχή. Οι τελικοί χρήστες πρέπει επίσης να μπορούν να έχουν πρόσβαση στους καθολικούς διεθνείς αριθμούς ατελών κλήσεων (UIFN). Η διασυνοριακή πρόσβαση στους πόρους αριθμοδότησης και στις συνδεδεμένες υπηρεσίες δεν πρέπει να παρεμποδίζεται εκτός από αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις, για παράδειγμα την καταπολέμηση της απάτης ή κατάχρησης (π.χ. σε σχέση με ορισμένες υπηρεσίες πρόσθετου τέλους) όταν ο αριθμός έχει οριστεί ότι έχει μόνο εθνικό πεδίο εφαρμογής (π.χ. εθνικός βραχύς κωδικός) ή όταν είναι οικονομικά ή τεχνικά ανέφικτο. Τα τέλη που επιβάλλονται στα μέρη που καλούν από περιοχές εκτός του εκάστοτε κράτους μέλους δεν χρειάζεται να είναι τα ίδια με εκείνα που επιβάλλονται στα μέρη που καλούν από περιοχές εντός του κράτους μέλους αυτού. Οι χρήστες θα πρέπει να ενημερώνονται εκ των προτέρων, πλήρως και με σαφήνεια σχετικά με τυχόν χρεώσεις που επιβάλλονται στους αριθμούς ατελών κλήσεων, όπως τα τέλη διεθνών κλήσεων που επιβάλλονται σε αριθμούς που είναι προσβάσιμοι μέσω των τυποποιημένων διεθνών διακριτικών κλήσης.

(229)  Η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτεί την άρση των φραγμών για τους τελικούς χρήστες, ώστε να έχουν διασυνοριακή πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό δεν θα πρέπει να αρνούνται ούτε να περιορίζουν την πρόσβαση, ούτε να προβαίνουν σε διακρίσεις σε βάρος των τελικών χρηστών με βάση την εθνικότητά τους ή το κράτος μέλος κατοικίας ή εγκατάστασής τους. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατή η διαφοροποίηση, βάσει αντικειμενικά δικαιολογημένων διαφορών στο κόστος και τους κινδύνους, η οποία μπορεί να υπερβαίνει τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό 531/2012 σχετικά με την καταχρηστική ή μη φυσιολογική χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής.

(229α)  Εξακολουθούν να υφίστανται πολύ σημαντικές διαφορές στις τιμές τόσο των σταθερών όσο και των κινητών επικοινωνιών, μεταξύ των εγχώριων επικοινωνιών φωνής και σύντομων μηνυμάτων (SMS) και εκείνων που καταλήγουν σε άλλο κράτος μέλος. Όσο υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ χωρών, φορέων και τιμολογιακών πακέτων, καθώς και μεταξύ κινητών και σταθερών υπηρεσιών, εξακολουθούν να επηρεάζονται οι πιο ευάλωτες ομάδες πελατών και να δημιουργούνται εμπόδια στην απρόσκοπτη επικοινωνία εντός της ΕΕ. Ως εκ τούτου, κάθε σημαντική διαφορά ως προς τη λιανική τιμή μεταξύ των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που καταλήγουν στο ίδιο κράτος μέλος και εκείνων που καταλήγουν σε άλλο κράτος μέλος θα πρέπει να δικαιολογείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

(230)  Η αποκλίνουσα εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των τελικών χρηστών έχει δημιουργήσει σημαντικούς φραγμούς στην εσωτερική αγορά που επηρεάζουν τόσο τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσο και τους τελικούς χρήστες. Αυτοί οι φραγμοί θα πρέπει να μειωθούν με την εφαρμογή των ίδιων κανόνων που εξασφαλίζουν υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Η ισορροπημένη πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία αναμένεται να αυξήσει σημαντικά την ασφάλεια δικαίου, τόσο για τους τελικούς χρήστες όσο και για τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και αναμένεται να μειώσει σημαντικά τους φραγμούς εισόδου και τα περιττά βάρη συμμόρφωσης που απορρέουν από τον κατακερματισμό των κανόνων. Η πλήρης εναρμόνιση συμβάλλει στην άρση των εμποδίων για την ενιαία αγορά που προκύπτουν από τις εν λόγω εθνικές διατάξεις για τους τελικούς χρήστες, οι οποίες προστατεύουν, ταυτόχρονα, τους εθνικούς παρόχους έναντι του ανταγωνισμού από άλλα κράτη μέλη. Προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας, διάφορες διατάξεις για τους τελικούς χρήστες θα πρέπει να ενισχυθούν ευλόγως στην παρούσα οδηγία με βάση τις βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη. Η πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων τους αυξάνει την εμπιστοσύνη των τελικών χρηστών στην εσωτερική αγορά, διότι επωφελούνται από εξίσου υψηλό επίπεδο προστασίας όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όχι μόνο στο κράτος μέλος τους, αλλά επίσης και ενώ ζουν, εργάζονται ή ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Ομοίως, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να έχουν τη διαβεβαίωση ότι οι διατάξεις για τους τελικούς χρήστες και οι όροι γενικής άδειας δεν διαφέρουν όσον αφορά την προστασία των τελικών χρηστών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να διαθέτουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες στις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητή παρέκκλιση στην παρούσα οδηγία, και να αναλαμβάνουν δράση σε τομείς που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

(231)  Οι συμβάσεις αποτελούν σημαντικό μέσο στη διάθεση των τελικών χρηστών για την εξασφάλιση διαφάνειας στην πληροφόρηση και ασφάλειας δικαίου. Οι περισσότεροι φορείς παροχής υπηρεσιών που λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, συνάπτουν συμβάσεις με τους πελάτες τους για λόγους προσέλκυσης πελατών. Πέραν των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, οι απαιτήσεις της ισχύουσας ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή που αφορούν στις συμβάσεις, ιδίως η οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών[30] και η οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, εφαρμόζονται στις συναλλαγές με καταναλωτές στον τομέα των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η συμπερίληψη απαιτήσεων πληροφόρησης στην παρούσα οδηγία, οι οποίες ενδέχεται επίσης να προβλέπονται και από την οδηγία 2011/83/ΕΕ, δεν θα πρέπει να οδηγεί σε επανάληψη των ίδιων πληροφοριών στα προσυμβατικά και τα συμβατικά έγγραφα. Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πιο περιοριστικών και πιο λεπτομερών απαιτήσεων πληροφόρησης, θα πρέπει να θεωρείται ότι πληρούν τις απαιτήσεις αυτού του είδους που προβλέπονται από την οδηγία 2011/83/ΕΕ.

(232)  Οι διατάξεις για τις συμβάσεις στην παρούσα οδηγία ▌δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στους καταναλωτές αλλά και σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, και σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, όπως ορίζονται στη νομοθεσία των κρατών μελών, των οποίων η διαπραγματευτική θέση είναι συγκρίσιμη με αυτή των καταναλωτών και, επομένως, θα πρέπει να επωφελούνται από το ίδιο επίπεδο προστασίας. Οι διατάξεις για τις συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που περιέχονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, θα εφαρμόζονται αυτομάτως στις εν λόγω επιχειρήσεις, εκτός αν αυτές προτιμούν να διαπραγματευτούν εξατομικευμένους όρους σύμβασης με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αντίθετα με τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις διαθέτουν συνήθως μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και, επομένως, δεν εξαρτώνται από τις ίδιες συμβατικές απαιτήσεις πληροφόρησης όπως οι καταναλωτές. Άλλες διατάξεις, όπως η φορητότητα αριθμού, οι οποίες είναι σημαντικές και για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν για όλους τους τελικούς χρήστες. Οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί είναι νομικές οντότητες οι οποίες δεν πραγματοποιούν κέρδη για τους ιδιοκτήτες ή τα μέλη τους. Κατά κανόνα, οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί είναι φιλανθρωπικές οργανώσεις ή άλλου είδους οργανώσεις δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, εφόσον η κατάσταση των μη κερδοσκοπικών οργανισμών είναι παρόμοια με των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, είναι θεμιτό να αντιμετωπίζονται αυτοί οι οργανισμοί στην παρούσα οδηγία με τον ίδιο τρόπο όπως και οι πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των τελικών χρηστών.

(233)  Οι ιδιαιτερότητες του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτούν, πέραν των οριζόντιων κανόνων για τις συμβάσεις, περιορισμένο αριθμό πρόσθετων διατάξεων προστασίας των τελικών χρηστών. Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να ενημερώνονται για κάθε προσφερόμενο επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών, για τους όρους για τις προωθητικές ενέργειες και τη λύση των συμβάσεων, για τα εφαρμοστέα τιμολογιακά προγράμματα και τα τιμολόγια για υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης. Αυτές οι πληροφορίες είναι σημαντικές για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών και τις υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή. Ένας πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν θα πρέπει να υπόκειται στις υποχρεώσεις όσον αφορά απαιτήσεις πληροφοριών για συμβάσεις, όταν ο πάροχος και οι συνδεδεμένες εταιρείες ή πρόσωπα δεν λαμβάνουν καμία αμοιβή που να συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μια τέτοια κατάσταση θα μπορούσε, παραδείγματος χάριν, να αφορά ένα πανεπιστήμιο που προσφέρει στους επισκέπτες δωρεάν πρόσβαση στο δίκτυο Wi-Fi στις εγκαταστάσεις του χωρίς να εισπράττει οποιαδήποτε αμοιβή για την παροχή αυτής της υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ούτε μέσω καταβολής από τους χρήστες ούτε μέσω διαφημιστικών εσόδων. Προκειμένου να παρέχεται στον τελικό χρήστη η δυνατότητα να προβαίνει σε καλά τεκμηριωμένες επιλογές, είναι ουσιώδες οι απαιτούμενες σχετικές πληροφορίες να παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης και σε σαφή και κατανοητή γλώσσα. Για τον ίδιο λόγο, οι πάροχοι θα πρέπει να παρέχουν περίληψη των ουσιωδών συμβατικών όρων. Για να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, η Επιτροπή θα πρέπει, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, να θεσπίσει υπόδειγμα για τις εν λόγω περιλήψεις των συμβάσεων. Οι πληροφορίες που παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης καθώς και το υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της τελικής σύμβασης.

(234)  Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν τις πληροφορίες σχετικά με τους όρους που περιορίζουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες και εφαρμογές και/ή τη χρήση τους, καθώς και όσον αφορά τη διαμόρφωση της κυκλοφορίας κατέστησαν άνευ αντικειμένου και θα πρέπει να καταργηθούν.

(235)   Σε ό,τι αφορά τον τερματικό εξοπλισμό, στη σύμβαση πελάτη πρέπει να γίνεται σαφής μνεία, αφενός όλων των περιορισμών τους οποίους επιβάλλει ο πάροχος στη χρήση τέτοιου εξοπλισμού, όπως είναι το «κλείδωμα της κάρτας SIM» στις συσκευές κινητών επικοινωνιών, εάν τέτοιου είδους περιορισμοί δεν απαγορεύονται από την εθνική νομοθεσία, και αφετέρου όλων των τελών που συνεπάγεται ο τερματισμός της σύμβασης, είτε πριν από τη συμφωνημένη προθεσμία είτε στην καθορισμένη ημερομηνία λήξεώς της, περιλαμβανομένου του κόστους για τη διατήρηση του εξοπλισμού από τον πελάτη. Σε περίπτωση που ο τελικός χρήστης επιλέξει να διατηρήσει τον τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ως δέσμη κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης, οιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την κατά χρονική αναλογία αξία του τη στιγμή σύναψης της σύμβασης ή το τμήμα του τέλους υπηρεσίας που απομένει έως τη λήξη της σύμβασης, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μικρότερο. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν άλλες μεθόδους για τον υπολογισμό του συντελεστή αποζημίωσης όταν ο συντελεστής αυτός είναι ίσος ή μικρότερος από την υπολογιζόμενη αποζημίωση. Κάθε περιορισμός στη χρήση τερματικού εξοπλισμού σε άλλα δίκτυα θα πρέπει να αίρεται ατελώς από τον πάροχο το αργότερο έως την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης.

(236)  Με την επιφύλαξη της ουσιώδους υποχρέωσης του παρόχου που αφορά την ασφάλεια δυνάμει της παρούσας οδηγίας, η σύμβαση πρέπει να αναφέρει σαφώς τη μορφή των μέτρων τα οποία ενδέχεται να λάβει ο πάροχος σε περίπτωση περιστατικών που αφορούν την ασφάλεια, ή σε απειλές και τρωτά σημεία.

(237)   Η διαθεσιμότητα διαφανών, επικαιροποιημένων και συγκρίσιμων πληροφοριών όσον αφορά τις προσφορές και τις υπηρεσίες αποτελεί καίριο στοιχείο για τους καταναλωτές ανταγωνιστικών αγορών στις οποίες υπάρχουν αρκετοί πάροχοι που προσφέρουν υπηρεσίες. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές διαφόρων υπηρεσιών που προσφέρονται στην αγορά με βάση πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές και τις υπηρεσίες, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν αρμοδιότητες να απαιτούν από τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις πληροφορίες (μεταξύ άλλων σχετικά με τα τιμολόγια, την ποιότητα των υπηρεσιών, τους περιορισμούς σχετικά με τον παρεχόμενο τερματικό εξοπλισμό, και άλλες σχετικές στατιστικές). Για οποιεσδήποτε απαιτήσεις αυτού του είδους θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα χαρακτηριστικά των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν τις διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες που δημοσίευσαν οι επιχειρήσεις αυτές, με σκοπό την παροχή εργαλείων σύγκρισης.

(238)  Οι τελικοί χρήστες συχνά δεν γνωρίζουν το κόστος της καταναλωτικής τους συμπεριφοράς ή δυσκολεύονται να εκτιμήσουν την οικεία κατανάλωση χρόνου ή δεδομένων κατά τη χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Για να αυξηθεί η διαφάνεια και να καταστεί δυνατή η βελτίωση του ελέγχου των προϋπολογισμών τους για επικοινωνίες, είναι σημαντικό να παρέχονται στους τελικούς χρήστες διευκολύνσεις που να τους επιτρέπουν να παρακολουθούν την κατανάλωσή τους εγκαίρως.

(239)  Τα ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης, όπως οι ιστότοποι, αποτελούν αποτελεσματικό μέσο για τους τελικούς χρήστες ώστε να αξιολογούν τα προτερήματα διαφόρων παρόχων διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών και να συγκεντρώνουν αμερόληπτες πληροφορίες, ιδίως με τη σύγκριση τιμών, τιμολογίων και ποιοτικών παραμέτρων σε ένα μέρος. Τα εργαλεία αυτά θα πρέπει να αποσκοπούν στην παροχή τόσο σαφών και ακριβών όσο και ολοκληρωμένων και συνολικών πληροφοριών. Θα πρέπει επίσης να προσπαθούν να περιλαμβάνουν το ευρύτερο δυνατό φάσμα προσφορών, ώστε να παρέχουν αντιπροσωπευτική επισκόπηση και να καλύπτουν σημαντικό τμήμα της αγοράς. Οι πληροφορίες που παρέχονται για αυτά τα εργαλεία θα πρέπει να είναι αξιόπιστες, αμερόληπτες και διαφανείς. Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να ενημερώνονται για τη διαθεσιμότητα αυτών των εργαλείων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν ελεύθερη πρόσβαση τουλάχιστον σε ένα τέτοιο εργαλείο στην αντίστοιχη επικράτειά τους.

(240)  Τα ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης θα πρέπει να είναι λειτουργικά ανεξάρτητα από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μπορούν να τα διαχειρίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις ή αρμόδιες αρχές ή τρίτοι για λογαριασμό αρμόδιων αρχών, ωστόσο θα πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με καθορισμένα ποιοτικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων η απαίτηση να παρέχουν λεπτομέρειες σχετικά με τους ιδιοκτήτες τους, να παρέχουν ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες, να αναφέρουν τον χρόνο της τελευταίας επικαιροποίησης, να καθορίζουν σαφή, αντικειμενικά κριτήρια στα οποία θα βασίζεται η σύγκριση και να περιλαμβάνουν ευρύ φάσμα προσφορών για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, που καλύπτουν σημαντικό μέρος της αγοράς. Κανένας πάροχος υπηρεσιών δεν θα πρέπει να τυγχάνει ευνοϊκής μεταχείρισης στα αποτελέσματα αναζήτησης, πέραν των εν λόγω σαφών αντικειμενικών κριτηρίων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προσδιορίζουν πόσο συχνά απαιτείται τα εργαλεία σύγκρισης να επανεξετάζουν και να επικαιροποιούν τις πληροφορίες που παρέχουν στους τελικούς χρήστες, λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα με την οποία οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών επικαιροποιούν, εν γένει, τις τιμολογιακές και ποιοτικές πληροφορίες τους. Όταν σε κράτος μέλος υπάρχει ένα μόνο εργαλείο και το εν λόγω εργαλείο παύει να λειτουργεί ή δεν πληροί πλέον τα ποιοτικά κριτήρια, το κράτος μέλος θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι καταναλωτές να αποκτούν πρόσβαση εντός ευλόγου χρόνου σε άλλο εργαλείο σύγκρισης σε εθνικό επίπεδο.

(241)  Προκειμένου να προωθούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά τη χρήση διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να ενθαρρύνουν την προστασία των δικαιωμάτων ή ελευθεριών άλλων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν και να διανέμουν, με τη βοήθεια των παρόχων, πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών. Εδώ μπορούν να περιλαμβάνονται πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τις πλέον κοινές παραβιάσεις και τις έννομες συνέπειές τους, ▌συμβουλές και τρόποι προστασίας κατά κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, που θα μπορούσαν για παράδειγμα να προέλθουν από γνωστοποίηση προσωπικών στοιχείων σε ορισμένες περιπτώσεις, καθώς και κατά κινδύνων για την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα, καθώς επίσης η διαθεσιμότητα εύχρηστου και διαμορφώσιμου λογισμικού ή επιλογών λογισμικού για την προστασία των παιδιών ή των ευπαθών ατόμων. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συντονιστούν μέσω της διαδικασίας συνεργασίας που καθιερώνεται στην παρούσα οδηγία. Αυτές οι πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος πρέπει να ενημερώνονται εφόσον τούτο καθίσταται αναγκαίο και να παρουσιάζονται σε ευνόητη μορφή, όπως ορίζεται σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και στους δικτυακούς τόπους των εθνικών δημόσιων αρχών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να υποχρεώνουν τους παρόχους να μεταδίδουν αυτές τις τυποποιημένες πληροφορίες σε όλους τους πελάτες τους κατά τον τρόπο που οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κρίνουν ως τον πιο κατάλληλο. Ωστόσο, η διάδοση των πληροφοριών αυτών δεν θα πρέπει να επιβαρύνει υπερβολικά τους παρόχους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ζητούν από τους παρόχους τη διάδοση των πληροφοριών αυτών με τα μέσα που χρησιμοποιούν οι τελευταίοι στην επικοινωνία τους με τους τελικούς χρήστες κατά τη συνήθη επαγγελματική δραστηριότητά τους.

(242)  Ελλείψει σχετικών κανόνων του ενωσιακού δικαίου, το περιεχόμενο, οι εφαρμογές και οι υπηρεσίες μπορούν να θεωρηθούν νόμιμες ή επιβλαβείς σύμφωνα με το εθνικό ουσιαστικό και δικονομικό δίκαιο. Είναι καθήκον των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, και όχι των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να αποφασίσουν, σύμφωνα με τη δέουσα διαδικασία, κατά πόσον το περιεχόμενο, οι εφαρμογές ή οι υπηρεσίες είναι νόμιμες ή επιβλαβείς. Η παρούσα οδηγία και η οδηγία 2002/58/ΕΚ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες δεν θίγουν την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο)[31], η οποία μεταξύ άλλων περιλαμβάνει κανόνα για την «απλή μετάδοση» για τους ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών, όπως αυτή ορίζεται στην οδηγία αυτή.

(243)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένες να παρακολουθούν την ποιότητα των υπηρεσιών και να συλλέγουν, με συστηματικό τρόπο, πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των παρεχόμενων στην επικράτειά τους υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να συλλέγονται βάσει κριτηρίων που επιτρέπουν τη σύγκριση μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών και μεταξύ των κρατών μελών. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, μπορούν να παρέχουν επαρκείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες που παρέχουν με σκοπό εμπορικά οφέλη. Όταν ένας πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για λόγους που συνδέονται με την τεχνική πραγμάτωση της υπηρεσίας, δεν έχει έλεγχο της ποιότητας της υπηρεσίας ή δεν προσφέρει ένα ελάχιστο επίπεδο ποιότητας υπηρεσίας, δεν θα πρέπει να υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα της υπηρεσίας. Παρόλα αυτά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών, εφόσον αποδειχθεί ότι οι πληροφορίες αυτές δεν διατίθενται πραγματικά στο κοινό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να καθορίζουν τις μεθόδους μέτρησης που πρέπει να εφαρμόζονται από τους παρόχους υπηρεσιών ώστε να βελτιώνεται η συγκρισιμότητα των παρεχόμενων δεδομένων. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα σε ολόκληρη την Ένωση και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, ο BEREC θα πρέπει να εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές για τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας των υπηρεσιών, τις οποίες θα πρέπει να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

(244)  Προκειμένου να επωφελούνται πλήρως από το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν επιλογές μετά από ενημέρωση και να αλλάζουν πάροχο όταν αυτό εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον τους. Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι είναι σε θέση να το πράττουν χωρίς να αντιμετωπίζουν νομικά, τεχνικά ή πρακτικά κωλύματα, στα οποία συγκαταλέγονται οι συμβατικοί όροι, οι διαδικασίες, τα τέλη κ.λπ. Αυτό δεν αποκλείει τον καθορισμό από τους παρόχους εύλογων ελάχιστων συμβατικών περιόδων έως και 24 μηνών στις συμβάσεις καταναλωτή. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν συντομότερη μέγιστη διάρκεια, ανάλογα με τις εθνικές συνθήκες, όπως είναι τα επίπεδα ανταγωνισμού και η σταθερότητα των επενδύσεων σε δίκτυα, και οι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν τουλάχιστον μία σύμβαση διάρκειας 12 μηνών ή λιγότερο. Ανεξάρτητα από τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι καταναλωτές ενδέχεται να προτιμούν και να επωφελούνται από μεγαλύτερη περίοδο επιστροφής για υλικές συνδέσεις. Αυτές οι δεσμεύσεις των καταναλωτών μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης δικτύων συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας έως τον τελικό χρήστη ή πολύ κοντά στους χώρους του τελικού χρήστη, μεταξύ άλλων μέσω συστημάτων συνάθροισης της ζήτησης που επιτρέπουν στους επενδυτές δικτύων να μειώνουν τους κινδύνους αρχικής αξιοποίησης. Ωστόσο, τα δικαιώματα των καταναλωτών να αλλάζουν παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως καθορίζονται με την παρούσα οδηγία, δεν θα πρέπει να περιορίζονται από τέτοιες περιόδους επιστροφής στις συμβάσεις για υλικές συνδέσεις, και οι συμβάσεις αυτές δεν θα πρέπει να καλύπτουν τερματικό σταθμό ή εξοπλισμό εσωτερικής πρόσβασης, όπως τηλεφωνικές συσκευές, δρομολογητές ή μόντεμ.

(245)  Οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς κανένα κόστος και στις περιπτώσεις αυτόματης παράτασης μετά τη λήξη της ▌περιόδου της σύμβασης.

(246)  Τυχόν αλλαγές των συμβατικών όρων που προτείνονται από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, σε βάρος του τελικού χρήστη, για παράδειγμα όσον αφορά επιβαρύνσεις, τιμολόγια, περιορισμούς του όγκου δεδομένων, ταχύτητες δεδομένων, κάλυψη ή την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχουν το δικαίωμα στον τελικό χρήστη να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κανένα κόστος, ακόμη και αν συνδυάζονται με ορισμένες επωφελείς αλλαγές. Η ενημέρωση των τελικών χρηστών σχετικά με τυχόν αλλαγές των συμβατικών όρων θα πρέπει να πραγματοποιείται σε σταθερό μέσο, όπως χαρτί, φορητή μνήμη USB, CD-ROM, DVD, κάρτα μνήμης, σκληρός δίσκος υπολογιστή ή μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

(247)  Η δυνατότητα αλλαγής παρόχων είναι καίριας σημασίας για τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό σε ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η διαθεσιμότητα διαφανών, ακριβών και έγκαιρων πληροφοριών σχετικά με την αλλαγή παρόχου αναμένεται να αυξήσει την εμπιστοσύνη των τελικών χρηστών στη διαδικασία αλλαγής και να ενισχύσει την προθυμία τους να συμμετέχουν ενεργά στην ανταγωνιστική διαδικασία. Οι πάροχοι υπηρεσιών θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συνέχιση της υπηρεσίας, ώστε οι τελικοί χρήστες να μπορούν να αλλάζουν παρόχους χωρίς να παρεμποδίζονται από τον κίνδυνο απώλειας της υπηρεσίας.

(248)  Ο φορητός αριθμός αποτελεί βασικό μέσο διευκόλυνσης των επιλογών του καταναλωτή και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι τελικοί χρήστες που υποβάλλουν σχετικό αίτημα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα διατήρησης του ίδιου αριθμού (-ών) στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο, ανεξαρτήτως του παρόχου της υπηρεσίας και για περιορισμένο χρονικό διάστημα κατά την αλλαγή παρόχου υπηρεσιών. Η παροχή της ευκολίας αυτής μεταξύ συνδέσεων με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερές και σε μη σταθερές θέσεις δεν καλύπτεται από την παρούσα οδηγία. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν διατάξεις για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και κινητών δικτύων.

(249)  Οι επιπτώσεις της φορητότητας των αριθμών ενισχύονται σημαντικά όταν υπάρχει διαφανής πληροφόρηση για τις τιμές, τόσο για τους τελικούς χρήστες που μεταφέρουν τους αριθμούς τους όσο και για τους τελικούς χρήστες που καλούν όσους έχουν μεταφέρει τους αριθμούς τους. Στο μέτρο του εφικτού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διευκολύνουν την κατάλληλη διαφάνεια τιμών στο πλαίσιο της εφαρμογής της φορητότητας αριθμού.

(250)  Όταν εξασφαλίζουν την κοστοστρέφεια των τιμών για διασύνδεση που σχετίζεται με την παροχή φορητότητας αριθμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις τιμές που ισχύουν σε συγκρίσιμες αγορές.

(251)   Η φορητότητα αριθμού ▌θα πρέπει να υλοποιείται με την ελάχιστη καθυστέρηση, έτσι ώστε ο αριθμός να ενεργοποιείται μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα και ο καταναλωτής να μην υφίσταται απώλεια υπηρεσιών για περισσότερο από μια εργάσιμη ημέρα αρχής γενομένης από τη συμφωνημένη ημερομηνία. Προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η υπηρεσία μίας στάσης ώστε η εμπειρία της αλλαγής παρόχου να είναι ομαλή για τους καταναλωτές, ο πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός θα πρέπει να καθοδηγεί τη διαδικασία αλλαγής. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προδιαγράφουν τη συνολική διαδικασία μεταφοράς αριθμών, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει, εφόσον είναι εφικτό, την απαίτηση να ολοκληρωθεί η μεταφορά μέσω ασύρματης παροχής, εκτός εάν ζητηθεί κάτι διαφορετικό από τον τελικό χρήστη. Η πείρα σε ορισμένα κράτη μέλη έχει δείξει ότι υπάρχει κίνδυνος οι καταναλωτές να μεταφερθούν σε άλλον πάροχο χωρίς τη συναίνεσή τους. Αν και αυτό είναι ζήτημα που θα πρέπει καταρχήν να αντιμετωπίζεται από τις αρχές επιβολής του νόμου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν τα ελάχιστα αναλογικά μέτρα όσον αφορά τη διαδικασία αλλαγής φορέα, περιλαμβανομένων και κυρώσεων, τα οποία είναι αναγκαία για να ελαχιστοποιούνται αυτοί οι κίνδυνοι και να εξασφαλίζεται ότι οι συνδρομητές προστατεύονται καθ’ όλη τη διαδικασία αλλαγής φορέα, χωρίς η διαδικασία να καθίσταται λιγότερο ελκυστική για τους καταναλωτές. Το δικαίωμα φορητότητας αριθμού δεν θα πρέπει να περιορίζεται με συμβατικούς όρους.

(251α)  Για να διασφαλιστεί ότι η αλλαγή παρόχου και η μεταφορά αριθμού πραγματοποιούνται εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν μέτρα που προβλέπουν την καταβολή αποζημίωσης από πάροχο σε περίπτωση που δεν τηρείται μια συμφωνία με έναν τελικό χρήστη. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να είναι ανάλογα προς τη διάρκεια της καθυστέρησης κατά την εκτέλεση της συμφωνίας.

(252)  Οι δέσμες που περιέχουν τουλάχιστον διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και άλλες υπηρεσίες, όπως η γραμμική ευρυεκπομπή, ή τερματικό εξοπλισμό, όπως συσκευές που προσφέρονται από τον ίδιο πάροχο και αποτελούν αντικείμενο κοινής σύμβασης, έχουν καταστεί όλο και περισσότερο διαδεδομένες και αποτελούν σημαντικό στοιχείο του ανταγωνισμού. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, μια δέσμη θεωρείται ότι αποτελείται από μια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο η οποία προσφέρεται μαζί με υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών ή από μια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο και/ή υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών με διαφορετικές αλλά συμπληρωματικές υπηρεσίες με εξαίρεση τις υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή και/ή τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται από τον ίδιο πάροχο είτε i) βάσει της ίδιας σύμβασης ή ii) βάσει της ίδιας σύμβασης και δευτερευουσών συμβάσεων ή iii) βάσει της ίδιας σύμβασης και βάσει συνδεδεμένων συμβάσεων παρεχόμενων σε μία ενιαία συνδυασμένη τιμή. Αν και συχνά οι δέσμες αποφέρουν οφέλη για τους καταναλωτές, μπορούν να δυσχεράνουν ή να καταστήσουν πιο δαπανηρή την αλλαγή παρόχου και να δημιουργήσουν κινδύνους συμβατικού «εγκλωβισμού». Όταν εφαρμόζονται αποκλίνοντες συμβατικοί κανόνες σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης και την αλλαγή παρόχου για τις διάφορες υπηρεσίες, καθώς και για κάθε συμβατική δέσμευση σχετικά με την απόκτηση προϊόντων που αποτελούν μέρος δέσμης, οι καταναλωτές ουσιαστικά συναντούν εμπόδια στα δικαιώματα τους, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, να στραφούν σε ανταγωνιστικές προσφορές για ολόκληρη τη δέσμη ή για μέρη αυτής. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις συμβάσεις, τη διαφάνεια, τη διάρκεια και τη λύση των συμβάσεων και την αλλαγή παρόχου θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα στοιχεία μιας δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες άλλοι κανόνες που διέπουν τα στοιχεία μη ηλεκτρονικών επικοινωνιών της δέσμης είναι ευνοϊκότεροι για τον καταναλωτή. Άλλα συμβατικά ζητήματα, όπως τα διορθωτικά μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους όρους της σύμβασης, θα πρέπει να διέπονται από τους κανόνες που εφαρμόζονται για το αντίστοιχο στοιχείο της δέσμης, για παράδειγμα από τους κανόνες των συμβάσεων για την πώληση αγαθών ή την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου. Για τους ίδιους λόγους, οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να εγκλωβίζονται σε έναν πάροχο μέσω συμβατικής εκ των πραγμάτων επέκτασης της ▌περιόδου σύμβασης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν τη διακριτική ευχέρεια να λαμβάνουν περαιτέρω νομοθετικά μέτρα όσον αφορά στοιχεία που σχετίζονται με μια δέσμη σε περιπτώσεις που η φύση τους προϋποθέτει διαφορετική ρυθμιστική αντιμετώπιση, για παράδειγμα επειδή τα στοιχεία αυτά καλύπτονται από άλλες τομεακές ρυθμίσεις ή προκειμένου να υπάρξει προσαρμογή σε αλλαγές στις πρακτικές της αγοράς.

(253)  Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών έχουν την υποχρέωση να παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, ιδίως λόγω αδυναμίας τεχνικής εφαρμογής, ενδέχεται να μη μπορούν να παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή εντοπισμό του καλούντος, ή και στα δύο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να ενημερώνουν επαρκώς τους πελάτες τους με τη σύμβαση. Οι εν λόγω πάροχοι θα πρέπει να παρέχουν στους πελάτες τους σαφείς και διαφανείς πληροφορίες στην αρχική σύμβαση και να τις επικαιροποιούν σε περίπτωση οιασδήποτε μεταβολής όσον αφορά την παροχή πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης , παραδείγματος χάριν στα τιμολόγια. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν όλους τους περιορισμούς που αφορούν την εδαφική κάλυψη επί τη βάσει των προγραμματισμένων τεχνικών παραμέτρων για τη λειτουργία της υπηρεσίας επικοινωνιών και της διαθέσιμης υποδομής. Όταν η υπηρεσία δεν παρέχεται από σύνδεση που υφίσταται διαχείριση ώστε να παρέχει ειδική ποιότητα υπηρεσιών, οι πληροφορίες πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης το επίπεδο αξιοπιστίας της πρόσβασης και των πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος σε σύγκριση με υπηρεσία παρεχόμενη μέσω αυτής της σύνδεσης, λαμβανομένων υπόψη των τρεχόντων προτύπων τεχνολογίας και ποιότητας καθώς και κάθε παράμετρο ποιότητας υπηρεσίας που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία.

(254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη ▌και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι τελικοί χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη και ισότιμη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές και προσβάσιμες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους στην Ένωση. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ.

(255)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν οιοδήποτε μέσο πληρωμής, από οποιαδήποτε συσκευή που παρέχει δυνατότητα υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, ακόμη και όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες περιαγωγής σε κράτος μέλος ή μέσω ιδιωτικών δικτύων τηλεπικοινωνιών. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης αποτελούν μέσα επικοινωνίας, τα οποία περιλαμβάνουν όχι μόνο φωνητικές επικοινωνίες, αλλά επίσης κείμενο, βίντεο ή άλλου είδους επικοινωνίες σε πραγματικό χρόνο, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης υπηρεσιών αναμετάδοσης τρίτων, οι οποίες είναι ενεργοποιημένες σε κράτος μέλος για την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης μπορούν να προκληθούν εκ μέρους προσώπου με το σύστημα eCall επί του οχήματος, όπως ορίζεται από τον κανονισμό 2015/758/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[32]. Θα πρέπει, ωστόσο, τα κράτη μέλη να είναι αρμόδια να αποφασίζουν ποιες διαπροσωπικές επικοινωνίες βάσει αριθμών είναι κατάλληλες για υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να περιορίζουν τις επιλογές αυτές στις φωνητικές επικοινωνίες και τις ισοδύναμες υπηρεσίες για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες ή να προσθέτουν επιπλέον εναλλακτικές δυνατότητες όπως συμφωνείται με τα εθνικά κέντρα λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις ή η αυξημένη χρήση υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τη σκοπιμότητα της παροχής ακριβούς και αξιόπιστης πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, τους φορείς τυποποίησης και άλλους ενδιαφερόμενους.

(256)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών σε τελικούς χρήστες παρέχουν αξιόπιστη και ακριβή πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και τα εθνικά κριτήρια, καθώς και τις δυνατότητες των εθνικών κέντρων λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Όταν η υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν παρέχεται με σύνδεση που παρέχει συγκεκριμένη ποιότητα υπηρεσιών, ο πάροχος υπηρεσιών ενδέχεται να μη μπορεί να εξασφαλίζει ότι οι κλήσεις έκτακτης ανάγκης που πραγματοποιούνται μέσω της υπηρεσίας του δρομολογούνται στο πλέον κατάλληλο PSAP με την ίδια αξιοπιστία. Για αυτούς τους παρόχους που είναι ανεξάρτητοι από δίκτυα, δηλαδή τους παρόχους που δεν έχουν ενσωματωθεί σε πάροχο δημόσιου δικτύου επικοινωνιών, η παροχή πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος μπορεί να μην είναι πάντα τεχνικά εφικτή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται το συντομότερο δυνατό πρότυπα που εγγυώνται ακριβή και αξιόπιστη δρομολόγηση και σύνδεση με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να παρέχεται σε ανεξάρτητους από δίκτυα παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών η δυνατότητα να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και με την παροχή πληροφοριών εντοπισμού του καλούντος σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο που απαιτείται από άλλους παρόχους παρόμοιων υπηρεσιών επικοινωνιών. Στις περιπτώσεις που δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή τέτοια πρότυπα και τα συναφή συστήματα PSAP, οι ανεξάρτητες από δίκτυα υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης παρά μόνο με τρόπο τεχνικώς εφικτό ή οικονομικά βιώσιμο. Για παράδειγμα, μπορεί να περιλαμβάνεται ο ορισμός από ένα κράτος μέλος ενός μόνο κεντρικού PSAP για τη λήψη επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης. Ωστόσο, οι εν λόγω πάροχοι θα πρέπει να ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες ότι δεν υποστηρίζεται η πρόσβαση στον αριθμό 112 ή σε πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος.

(256β)  Υπάρχει σήμερα έλλειμμα όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων και τη μέτρηση των επιδόσεων από τα κράτη μέλη σε σχέση με τη λήψη και τον χειρισμό κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, εγκρίνει δείκτες επιδόσεων εφαρμόσιμους στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του ευρωπαϊκού αριθμού έκτακτης ανάγκης «112» και σχετικά με τη λειτουργία των δεικτών επιδόσεων.

(257)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ειδικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του «112», έχουν εξίσου πρόσβαση οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες, ιδίως δε οι χρήστες που πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα, οι χρήστες με προβλήματα ομιλίας και οι χρήστες που πάσχουν συγχρόνως από κώφωση και τύφλωση μέσω υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας ή μέσω της χρήσης υπηρεσιών αναμετάδοσης τρίτων που είναι διαλειτουργικές με τα δίκτυα τηλεφωνίας σε όλη την ΕΕ. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν επίσης την παροχή ειδικών τερματικών συσκευών σε άτομα με αναπηρία όταν οι προαναφερθέντες τρόποι επικοινωνίας δεν είναι κατάλληλοι για αυτά.

(258)  Έχει σημασία να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση όσον αφορά τον αριθμό «112» προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των πολιτών που ταξιδεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον σκοπό αυτό οι πολίτες θα πρέπει να είναι πλήρως ενήμεροι, ιδίως μέσω πληροφοριών που παρέχονται σε διεθνείς τερματικούς σταθμούς λεωφορείων, σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, σε λιμένες ή αερολιμένες, καθώς και στους τηλεφωνικούς καταλόγους, σε πληροφοριακό υλικό προς τους τελικούς χρήστες ή σε υλικό τιμολόγησης, ότι ο αριθμός «112» μπορεί να χρησιμοποιείται ως ενιαίος αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Αυτό αποτελεί πρωτίστως ευθύνη των κρατών μελών, αλλά η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να υποστηρίζει και να συμπληρώνει τις πρωτοβουλίες των κρατών μελών για καλύτερη συνειδητοποίηση της χρήσης του αριθμού «112» και να αξιολογεί περιοδικά τις γνώσεις των πολιτών σχετικά με τον αριθμό αυτό.

(259)  Οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος βελτιώνουν το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των τελικών χρηστών και βοηθούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, εφόσον η μετάδοση των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και των συναφών δεδομένων στις εκάστοτε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι εγγυημένη από το εθνικό σύστημα των PSAP. Η λήψη και η χρησιμοποίηση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος, που περιλαμβάνουν τόσο πληροφορίες εντοπισμού βάσει δικτύου όσο και, εφόσον υπάρχουν, βελτιωμένες πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος μέσω συσκευής, θα πρέπει να είναι σύμφωνες προς το σχετικό ενωσιακό δίκαιο για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προς τα μέτρα ασφαλείας. Οι επιχειρήσεις που παρέχουν εντοπισμό βάσει δικτύου θα πρέπει να διαθέτουν πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης αμέσως μόλις η κλήση ληφθεί από την εν λόγω υπηρεσία, ανεξαρτήτως της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας. Ωστόσο, οι τεχνολογίες εντοπισμού βάσει χειροσυσκευής έχουν αποδειχθεί σημαντικά ακριβέστερες και οικονομικά αποδοτικότερες λόγω της διαθεσιμότητας των δεδομένων που παρέχονται από τα δορυφορικά συστήματα Galileo και EGNOS και από άλλα παγκόσμια δορυφορικά συστήματα πλοήγησης και δεδομένων Wi-Fi. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος που αντλούνται βάσει χειροσυσκευής θα πρέπει να συμπληρώνουν τις πληροφορίες για τον εντοπισμό βάσει δικτύου, ακόμη και αν ο εντοπισμός βάσει χειροσυσκευής μπορεί να είναι διαθέσιμος μόνο μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα PSAP είναι σε θέση να ανακτούν και να διαχειρίζονται τις πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, όταν αυτό είναι εφικτό. Η εξακρίβωση και η μετάδοση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος θα πρέπει να είναι ατελείς τόσο για τον τελικό χρήστη όσο και για την αρχή που χειρίζεται την επικοινωνία έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα από τα μέσα διαπίστωσης, για παράδειγμα μέσω της χειροσυσκευής ή του δικτύου, ή από τα μέσα μετάδοσης, για παράδειγμα μέσω φωνητικού διαύλου, SMS ή βάσει πρωτοκόλλου διαδικτύου.

(260)  Προκειμένου να ανταποκριθεί στις τεχνολογικές εξελίξεις σχετικά με τις ακριβείς πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, την ισοδύναμη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρίες και τη δρομολόγηση κλήσεων στο πλέον κατάλληλο PSAP, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση των αναγκαίων μέτρων για την εξασφάλιση της συμβατότητας, της διαλειτουργικότητας, της ποιότητας και της συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται σε λειτουργικές διατάξεις που καθορίζουν τον ρόλο των διαφόρων μερών στο πλαίσιο της επικοινωνιακής αλυσίδας, για παράδειγμα των παρόχων υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των PSAP, καθώς και σε τεχνικές διατάξεις που καθορίζουν τα τεχνικά μέσα για την εκπλήρωση των λειτουργικών διατάξεων. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται με την επιφύλαξη της οργάνωσης των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης στα κράτη μέλη.

(260α)  Επί του παρόντος, ένας πολίτης στη χώρα Α που χρειάζεται να επικοινωνήσει με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης στη χώρα Β δεν μπορεί να το κάνει, επειδή οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης δεν έχουν μηχανισμό για τη μεταξύ τους επικοινωνία. Η λύση είναι να υπάρχει σε επίπεδο ΕΕ μια ασφαλής βάση δεδομένων τηλεφωνικών αριθμών για τις κύριες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε κάθε χώρα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή τηρεί μια ασφαλή βάση δεδομένων με τους αριθμούς των ευρωπαϊκών υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τη σύσταση Ε.164, ώστε να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

(260β)  Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη έχουν αναδείξει την έλλειψη αποτελεσματικών δημόσιων συστημάτων προειδοποίησης στα κράτη μέλη και σε όλη την Ευρώπη. Έχει καίρια σημασία να μπορούν τα κράτη μέλη να ενημερώνουν το σύνολο του πληθυσμού σε μια καθορισμένη περιοχή σχετικά με εν εξελίξει καταστροφές/επιθέσεις ή επικείμενες απειλές, μέσω της χρήσης δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της ανάπτυξης ενός εθνικού αποτελεσματικού συστήματος επικοινωνίας «αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση και τη θέση σε επιφυλακή των πολιτών σε περίπτωση επικείμενων ή εν εξελίξει φυσικών και/ή ανθρωπογενών σοβαρών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και καταστροφών, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων εθνικών και περιφερειακών συστημάτων και χωρίς να υπονομεύονται οι κανόνες ιδιωτικότητας και προστασίας των δεδομένων. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να αξιολογήσει κατά πόσο είναι σκόπιμο να θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ ένα καθολικό, προσβάσιμο, διασυνοριακό «σύστημα επικοινωνίας αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση των πολιτών σε περίπτωση επικείμενης ή εξελισσόμενης καταστροφής ή σοβαρής κατάστασης έκτακτης ανάγκης σε περισσότερα κράτη μέλη.

(261)   Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες απολαύουν ίσης πρόσβασης και δυνατότητας επιλογής στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες (UNCRPD) και με την προσέγγιση καθολικού σχεδιασμού. Ειδικότερα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες επωφελούνται από τον ανταγωνισμό και τη δυνατότητα επιλογής παρόχων υπηρεσιών από τις οποίες επωφελείται και η πλειονότητα των τελικών χρηστών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να προσδιορίζουν, κατά περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, και ύστερα από διαβούλευση με αντιπροσωπευτικές οργανώσεις ατόμων με αναπηρίες, απαιτήσεις προστασίας του καταναλωτή για τελικούς χρήστες με αναπηρίες τις οποίες πρέπει να πληρούν οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφούς τερματικού εξοπλισμού. Αυτές οι απαιτήσεις μπορεί να περιλαμβάνουν, συγκεκριμένα, την απαίτηση από τους παρόχους να προσφέρουν στους τελικούς χρήστες με αναπηρίες τις υπηρεσίες τους υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τιμών, των τιμολογίων και της ποιότητας, και της πρόσβασης σε συναφή τερματικό εξοπλισμό, με αυτούς που προσφέρουν και στους άλλους τελικούς χρήστες του δικτύου τους ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο επιπλέον κόστος που επωμίζονται οι εν λόγω πάροχοι. Άλλες απαιτήσεις μπορούν να σχετίζονται με τις ρυθμίσεις χονδρικής μεταξύ παρόχων. Προκειμένου να αποφεύγεται η δημιουργία υπερβολικής επιβάρυνσης για τους παρόχους υπηρεσιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να ελέγχουν κατά πόσο οι στόχοι της ισότιμης πρόσβασης και επιλογής είναι πράγματι δυνατό να επιτευχθούν χωρίς αυτά τα μέτρα.

(262)  ▌

(262α)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθιστούν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία των προσφερόμενων υπηρεσιών και σχετικά με τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητας, σε προσβάσιμο μορφότυπο. Αυτό σημαίνει ότι το περιεχόμενο των πληροφοριών θα πρέπει να διατίθεται σε μορφότυπους κειμένου που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία εναλλακτικών υποστηρηκτικών μορφοτύπων και εναλλακτικών λύσεων για το μη κειμενικό περιεχόμενο.

(262β)  Όσον αφορά τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιδιώκει να αντανακλά άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης για την εφαρμογή της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τις αρχές και τα πρότυπα που καθορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[33]. Οι τέσσερις αρχές της προσβασιμότητας είναι: η αντιληπτικότητα, που σημαίνει ότι οι πληροφορίες και τα συστατικά στοιχεία διεπαφής με τον χρήστη πρέπει να μπορούν να παρουσιαστούν στους χρήστες με τρόπους που αυτοί να μπορούν να αντιληφθούν· η χρηστικότητα, που σημαίνει ότι τα συστατικά στοιχεία διεπαφής με τον χρήστη και η πλοήγηση θα πρέπει να είναι εύχρηστα· η κατανοησιμότητα, που σημαίνει ότι οι πληροφορίες και οι λειτουργίες της διεπαφής με τον χρήστη θα πρέπει να είναι κατανοητές· και η στιβαρότητα, που σημαίνει ότι το περιεχόμενο θα πρέπει να είναι αρκετά στιβαρό ώστε να μπορεί να ερμηνεύεται αξιόπιστα από ευρύ φάσμα πρακτόρων χρηστών, περιλαμβανομένων και υποστηρικτικών τεχνολογιών. Οι εν λόγω αρχές της προσβασιμότητας μεταφράζονται σε κριτήρια επιτυχίας που μπορούν να ελεγχθούν όπως όσα αποτελούν τη βάση του ευρωπαϊκού προτύπου ΕΝ 301 549 V1.1.2 «Απαιτήσεις προσβασιμότητας κατάλληλες για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ στην Ευρώπη» [ευρωπαϊκό πρότυπο EN 301 549 V1.1.2 (2015-04)] μέσω εναρμονισμένων προτύπων και μιας κοινής μεθοδολογίας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης του περιεχομένου σε ιστότοπους και εφαρμογές για φορητές συσκευές με τις εν λόγω αρχές. Το εν λόγω ευρωπαϊκό πρότυπο εγκρίθηκε βάσει της εντολής Μ/376 που εκδόθηκε από την Επιτροπή προς τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης. Μέχρι τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς σε εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι σχετικές ρήτρες του ευρωπαϊκού προτύπου EN 301 549 V1.1.2 (2015-04) πρέπει να θεωρούνται ως το ελάχιστο μέσο για την πρακτική εφαρμογή των εν λόγω αρχών σε ό,τι αφορά την παρούσα οδηγία και την ισότιμη πρόσβαση και επιλογή για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες.

(263)  Έχει αναπτυχθεί αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην παροχή υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου και καταλόγων δυνάμει, μεταξύ άλλων, του άρθρου 5 της οδηγίας 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής[34]. Προκειμένου να διατηρηθεί αυτός ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός, όλοι οι φορείς παροχής υπηρεσιών που διαθέτουν αριθμούς τηλεφώνου στους τελικούς χρήστες τους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να υποχρεούνται να διαθέτουν τις σχετικές πληροφορίες κατά τρόπο δίκαιο, κοστοστρεφή και αμερόληπτο.

(264)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με το δικαίωμά τους να αποφασίζουν αν επιθυμούν ή όχι να περιληφθούν σε κατάλογο. Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών θα πρέπει να σέβονται την απόφαση των τελικών χρηστών κατά τη διάθεση των δεδομένων σε παρόχους υπηρεσιών καταλόγου. Το άρθρο 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ διασφαλίζει το δικαίωμα των τελικών χρηστών στην ιδιωτική ζωή όσον αφορά τη συμπερίληψη των πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν σε δημόσιο κατάλογο.

(265)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν εγγύησης διαλειτουργικότητας για το σύνολο του εξοπλισμού ψηφιακής ραδιοφωνικής και τηλεοπτικής λήψης που πωλείται στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ελάχιστα εναρμονισμένα πρότυπα σε σχέση με τον εν λόγω εξοπλισμό. Τα πρότυπα αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται κατά καιρούς, ανάλογα με την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στην αγορά.

(266)  Είναι επιθυμητό να παρέχεται στους καταναλωτές η δυνατότητα να επιτυγχάνουν την πληρέστερη δυνατή σύνδεση με ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συσκευές. Η διαλειτουργικότητα είναι εξελισσόμενη έννοια στις δυναμικές αγορές. Οι φορείς τυποποίησης θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίζουν ότι τα κατάλληλα πρότυπα εξελίσσονται παράλληλα με τις σχετικές τεχνολογίες. Είναι επίσης σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι υπάρχουν σύνδεσμοι για τις ψηφιακές τηλεοπτικές συσκευές, οι οποίοι μπορούν να μεταδίδουν όλα τα απαιτούμενα στοιχεία ενός ψηφιακού σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων ήχου και εικόνας, των πληροφοριών για την υπό όρους πρόσβαση, των πληροφοριών για τις υπηρεσίες, των Πληροφοριών Διεπαφής Προγράμματος (ΑΡΙ) και των πληροφοριών σχετικά με την προστασία έναντι αντιγραφής. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι η λειτουργικότητα που σχετίζεται και/ή εφαρμόζεται σε συνδέσμους δεν περιορίζεται από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων, παρόχους υπηρεσιών ή κατασκευαστές εξοπλισμού και εξακολουθεί να εξελίσσεται παράλληλα με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Είναι σκόπιμη η δημιουργία ενός κοινού προτύπου για την παρουσίαση και την εμφάνιση των συνδεδεμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ενός μηχανισμού καθοδηγούμενου από την αγορά, δεδομένου ότι θα ωφελούσε τους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μπορούν να αναλαμβάνουν πολιτικές πρωτοβουλίες, συμβατές προς τη συνθήκη, για να ενθαρρύνουν την εξέλιξη αυτή. Ο ραδιοεξοπλισμός ευρείας κατανάλωσης πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει σήμα τουλάχιστον από αναλογικές και ψηφιακές μεταδόσεις, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η διασυνοριακή διαλειτουργικότητα. Η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για τον χαμηλού κόστους ραδιοεξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης ή για τον ραδιοεξοπλισμό στον οποίο η λήψη ραδιοφωνικών εκπομπών αποτελεί απλώς δευτερεύουσα λειτουργία, όπως παραδείγματος χάρη ένα κινητό τηλέφωνο με δέκτη FM. Επίσης, δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στον ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες, όπως, για παράδειγμα, τα έτοιμα συστήματα (kits) ραδιοεξοπλισμού προς συναρμολόγηση και χρήση από ραδιοερασιτέχνες ή ο εξοπλισμός που κατασκευάζεται από μεμονωμένους ραδιοερασιτέχνες για πειραματικούς και επιστημονικούς σκοπούς που συνδέονται με τον ραδιοερασιτεχνισμό.

(267)  Τα μέτρα σε επίπεδο χονδρικής, που εξασφαλίζουν την καταγραφή των δεδομένων των τελικών χρηστών (τόσο σταθερής όσο και κινητής τηλεφωνίας) σε βάσεις δεδομένων θα πρέπει να συμμορφώνονται προς τις διασφαλίσεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679[35] στις 25 Μαΐου 2018, και συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες). Η παροχή αυτών των δεδομένων σε παρόχους υπηρεσιών, με τη δυνατότητα των κρατών μελών να θεσπίζουν κεντρικό μηχανισμό για την παροχή συνεπών συγκεντρωτικών πληροφοριών σε παρόχους υπηρεσιών καταλόγου και την παροχή πρόσβασης στο δίκτυο με λογικούς και διαφανείς όρους, πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο κόστος ώστε να διασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες επωφελούνται πλήρως από τον ανταγωνισμό, το οποίο έχει επιτρέψει, σε γενικές γραμμές, να γίνει δυνατή η άρση των επιμέρους ρυθμίσεων από τις υπηρεσίες αυτές και η παροχή προσφορών υπηρεσιών καταλόγου με λογικούς και διαφανείς όρους.

(268)  Μετά την κατάργηση της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας για υπηρεσίες καταλόγου και δεδομένης της ύπαρξης λειτουργούσας αγοράς για τις εν λόγω υπηρεσίες, το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου δεν είναι πλέον αναγκαίο. Ωστόσο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να μπορούν ακόμη να επιβάλλουν υποχρεώσεις και όρους στις επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση σε τελικούς χρήστες για τη διατήρηση της πρόσβασης και του ανταγωνισμού στην εν λόγω αγορά.

(269)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αναλογικές υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σε επιχειρήσεις που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, για την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής· οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει όμως να επιβάλλονται μόνον όπου είναι απαραίτητο για την κάλυψη στόχων δημόσιου συμφέροντος, σαφώς καθορισμένων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ενώ θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» είναι δυνατό να εφαρμόζονται σε ειδικευμένους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους ευρυεκπομπής και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσφέρονται από ειδικευμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι εύλογες, δηλαδή θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς, βάσει σαφώς καθορισμένων στόχων δημοσίου συμφέροντος, όπως η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και η πολιτιστική ποικιλομορφία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αντικειμενική αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» που επιβάλλουν με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και σαφώς ορισμένες. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στις υποδομές. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε περιοδική αναθεώρηση τουλάχιστον ανά πέντε έτη, προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά και να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν, ανάλογα με την περίπτωση, να συνεπάγονται την πρόβλεψη ανάλογης αποζημίωσης.

(269a)  Δεδομένου ότι η πλειονότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται σήμερα δέχεται τόσο αναλογικές όσο και ψηφιακές μεταδόσεις, δεν υπάρχει πλέον οικονομικός ή κοινωνικός λόγος να συνεχίσουν τα κράτη μέλη να επιβάλλουν υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σε αναλογικές και ψηφιακές τηλεοπτικές μεταδόσεις. Αυτό, ωστόσο, δεν θα πρέπει να αποκλείει τέτοιες υποχρεώσεις αναλογικής μετάδοσης, εφόσον σημαντικός αριθμός χρηστών εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αναλογικό κανάλι ή όταν η αναλογική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση είναι το μόνο μέσο μετάδοσης.

(270)  Τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, περιλαμβάνουν την καλωδιακή τηλεόραση, την τηλεόραση μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου, τα δορυφορικά και τα επίγεια δίκτυα εκπομπών. Ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνουν άλλα δίκτυα στο μέτρο που ένας σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών χρησιμοποιεί τα δίκτυα αυτά ως το κύριο μέσο λήψης των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» θα πρέπει να περιλαμβάνουν και τη μετάδοση υπηρεσιών ειδικά σχεδιασμένων για να διευκολύνουν την ισοδύναμη πρόσβαση των χρηστών με αναπηρίες. Συνακολούθως, οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σχεδιασμένες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας από τελικούς χρήστες με αναπηρίες, όπως υπηρεσίες τηλεεικονογραφίας, υποτιτλισμού για κωφούς και άτομα με προβλήματα ακοής, ακουστικής περιγραφής, προφορικής εκφοράς υποτίτλων και διερμηνείας στη νοηματική γλώσσα. Λόγω της αυξανόμενης παροχής και λήψης υπηρεσιών συνδεδεμένης τηλεόρασης και της συνεχιζόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος για τις επιλογές των χρηστών, η μετάδοση σχετικών με το πρόγραμμα δεδομένων που είναι απαραίτητα για την υποστήριξη των λειτουργικών δυνατοτήτων της παροχής ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος, τηλεκειμένου και σχετικών με το πρόγραμμα διευθύνσεων IP μπορεί να συμπεριλαμβάνεται σε υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος».

(271)  Οι ευκολίες αναγνώρισης καλούσας γραμμής διατίθενται συνήθως στα σύγχρονα τηλεφωνικά κέντρα και, κατά συνέπεια, είναι δυνατό να αυξάνεται η παροχή τους με μικρό ή και με μηδενικό κόστος. Εφόσον οι εν λόγω ευκολίες είναι ήδη διαθέσιμες, δεν απαιτείται από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν υποχρέωση για την παροχή τους. Η οδηγία 2002/58/ΕΚ διασφαλίζει την ιδιωτική ζωή των χρηστών όσον αφορά την ανάλυση λογαριασμού, παρέχοντας στους χρήστες τα μέσα για την προστασία του δικαιώματός τους της ιδιωτικής ζωής, με την εφαρμογή της αναγνώρισης της καλούσας γραμμής. Η ανάπτυξη των υπηρεσιών αυτών, σε πανευρωπαϊκή βάση, θα ωφελούσε τους καταναλωτές και ενθαρρύνεται από την παρούσα οδηγία.

(272)  Η δημοσίευση πληροφοριών από τα κράτη μέλη εξασφαλίζει ότι, οι συντελεστές της αγοράς και οι ενδεχόμενοι νεοεισερχόμενοι σε αυτήν, κατανοούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και γνωρίζουν πού να αναζητούν τις σχετικές λεπτομερείς πληροφορίες. Η δημοσίευση στην εθνική επίσημη εφημερίδα επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα μέρη σε άλλα κράτη μέλη να εντοπίζουν τις σχετικές πληροφορίες.

(273)  Προκειμένου να εξασφαλισθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία της αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η Επιτροπή θα πρέπει να επιβλέπει και να δημοσιεύει πληροφορίες σχετικά με τα τέλη που συμβάλλουν στον προσδιορισμό της τιμής για τους τελικούς χρήστες.

(274)  Προκειμένου να καθοριστεί η σωστή εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, η Επιτροπή πρέπει να γνωρίζει ποιες επιχειρήσεις έχουν οριστεί ως έχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά και ποιες υποχρεώσεις έχουν επιβληθεί στους συντελεστές της αγοράς από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Συνεπώς, εκτός από τη δημοσίευση των εν λόγω πληροφοριών, σε εθνικό επίπεδο, είναι αναγκαία και η αποστολή των πληροφοριών αυτών από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή. Όταν τα κράτη μέλη υποχρεούνται να αποστέλλουν πληροφορίες στην Επιτροπή, οι πληροφορίες αυτές μπορούν να αποστέλλονται σε ηλεκτρονική μορφή, εφόσον έχουν συμφωνηθεί κατάλληλες διαδικασίες επαλήθευσης.

(275)  Με στόχο τη συνεκτίμηση των εξελίξεων της αγοράς, των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων, τη διαχείριση των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών και την εξασφάλιση αποτελεσματικής πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τον καθορισμό μέτρων για την αντιμετώπιση κινδύνων κατά της ασφάλειας, την προσαρμογή των όρων πρόσβασης σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, τον καθορισμό ενιαίου τέλους τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε αγορές σταθερών και κινητών επικοινωνιών, την έγκριση μέτρων σχετικά με τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης στην Ένωση, και την προσαρμογή των παραρτημάτων II, IV, V, VI, VIII, IX και X της παρούσας οδηγίας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διενεργεί η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να διενεργούνται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλίζεται ίση συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση σε συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(276)  Προκειμένου να εξασφαλίζονται ομοιόμορφες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για να εκδίδει αποφάσεις για την επίλυση διασυνοριακών επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ κρατών μελών, να καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή προτύπων ή να αφαιρεί πρότυπα και/ή προδιαγραφές από το υποχρεωτικό μέρος του καταλόγου προτύπων, να λαμβάνει αποφάσεις που καθορίζουν αν τα δικαιώματα σε εναρμονισμένη ζώνη πρέπει να υπόκεινται σε καθεστώς γενικής άδειας ή σε μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης, να προσδιορίζει τους τρόπους εφαρμογής των κριτηρίων, των κανόνων και των όρων σχετικά με το εναρμονισμένο ραδιοφάσμα, να διευκρινίζει τους τρόπους εφαρμογής των όρων που ενδεχομένως θέτουν τα κράτη μέλη για άδειες χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος, να προσδιορίζει τις ζώνες για τις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν μεταξύ τους δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, να καθορίζει κοινές περιοριστικές τελικές ημερομηνίες έως τις οποίες χορηγείται άδεια για τη χρήση συγκεκριμένων ζωνών εναρμονισμένου ραδιοφάσματος, να εγκρίνει μεταβατικά μέτρα όσον αφορά τη διάρκεια δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, να καθορίζει κριτήρια για να συντονίζει την εφαρμογή ορισμένων υποχρεώσεων, να προσδιορίζει τεχνικά χαρακτηριστικά για τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και τη λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας, να αντιμετωπίζει τη μη καλυπτόμενη διασυνοριακή ή πανευρωπαϊκή ζήτηση για αριθμούς και να προσδιορίζει τη φύση και το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων που διασφαλίζουν την αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή σε διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή.

(277)  Εν τέλει, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδει, αναλόγως των αναγκών και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC, συστάσεις όσον αφορά την ταυτοποίηση των σχετικών αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, τις κοινοποιήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας για την εδραίωση της εσωτερικής αγοράς και την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων του κανονιστικού πλαισίου.

(278)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά, ιδίως προκειμένου να καθοριστεί η ανάγκη τροποποίησης υπό το πρίσμα των μεταβαλλόμενων συνθηκών στην τεχνολογία ή τις αγορές. Λόγω του κινδύνου να εμφανιστούν μη ανταγωνιστικές ολιγοπωλιακές δομές αγοράς που θα αντικαταστήσουν τις μονοπωλιακές δομές αγοράς, στο πλαίσιο της επανεξέτασης θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις διατάξεις που αφορούν τις εξουσίες των εθνικών ρυθμιστικών αγορών να επιβάλλουν υποχρεώσεις πρόσβασης σε φορείς με σημαντική ισχύ στην αγορά, σε μεμονωμένο ή συλλογικό επίπεδο και σε συνδυασμό με άλλες υποχρεώσεις που ενδέχεται να τους επιβάλλονται, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εξουσίες αυτές αρκούν για την ουσιαστική επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας.

(279)  Ορισμένες οδηγίες και αποφάσεις στον τομέα αυτό θα πρέπει να καταργηθούν.

(280)  Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί τη μετάβαση από το υφιστάμενο πλαίσιο στο νέο πλαίσιο.

(281)  Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι η επίτευξη εναρμονισμένου και απλουστευμένου πλαισίου για τη ρύθμιση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών, των όρων για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών, της χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών, της ρύθμισης της πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και της διασύνδεσής τους, και της προστασίας των τελικών χρηστών είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλλίτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εκτίθεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(282)  Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα[36], τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, στις περιπτώσεις όπου αιτιολογείται, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

(283)  Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν ουσιώδη τροποποίηση σε σύγκριση με τις προϋπάρχουσες οδηγίες. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από τις προϋπάρχουσες οδηγίες.

(284)  Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο και την ημερομηνία εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα XI μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Μέρος I. ΠΛΑΙΣΙΟ (γενικοί κανόνες για την οργάνωση του τομέα)

Τίτλος I: Πεδίο εφαρμογής, σκοπός & στόχοι, ορισμοί

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και σκοπός

1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει εναρμονισμένο πλαίσιο για τη ρύθμιση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών, καθώς και ορισμένων πτυχών του τερματικού εξοπλισμού. Καθορίζει τα καθήκοντα των εθνικών ρυθμιστικών και, κατά περίπτωση, άλλων αρμόδιων αρχών και θεσπίζει σύνολο διαδικασιών για την εξασφάλιση της εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου σε ολόκληρη την Ένωση.

2. Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι, αφενός, η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και χρήση ασφαλών δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, βιώσιμο ανταγωνισμό, διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προσβασιμότητα και οφέλη για τους τελικούς χρήστες.

Αφετέρου, σκοπός της είναι να εξασφαλισθεί η παροχή, σε ολόκληρη την Ένωση, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών καλής ποιότητας, σε προσιτή τιμή, μέσω πραγματικού ανταγωνισμού και επιλογών, να αντιμετωπιστούν οι περιπτώσεις όπου οι ανάγκες των τελικών χρηστών —συμπεριλαμβανομένων των χρηστών με αναπηρίες προκειμένου να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες επί ίσοις όροις με τους υπόλοιπους χρήστες— δεν καλύπτονται ικανοποιητικά από την αγορά και να καθοριστούν τα αναγκαία δικαιώματα τελικού χρήστη.

3. Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη:

- των υποχρεώσεων που επιβάλλονται από το εθνικό δίκαιο σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ή από το ενωσιακό δίκαιο σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται μέσω δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών· - των μέτρων που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, για την επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος, ιδίως σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, τη ρύθμιση του περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα·

- των μέτρων που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, για την επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος, ιδίως σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, τη ρύθμιση του περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα.

- του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 και του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120.

3α. Όταν οι πληροφορίες περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή, ο BEREC και οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν τη συμμόρφωση της επεξεργασίας δεδομένων με τους κανόνες της Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων.

4. Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τα δικαιώματα των τελικών χρηστών εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των ενωσιακών κανόνων για την προστασία των καταναλωτών, και ιδίως των οδηγιών 93/13/ΕΟΚ και 2011/83/EΕ, καθώς και των εθνικών κανόνων που είναι σύμφωνοι με το ενωσιακό δίκαιο.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

(1) «δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών», τα συστήματα μετάδοσης, έστω και βασισμένα σε χωρητικότητα μόνιμων υποδομών ή κεντρικής διαχείρισης, και, κατά περίπτωση, ο εξοπλισμός μεταγωγής ή δρομολόγησης και οι λοιποί πόροι, περιλαμβανομένων μη ενεργών στοιχείων δικτύου, που επιτρέπουν τη μεταφορά σημάτων, με τη χρήση καλωδίου, ραδιοσημάτων, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου, περιλαμβανομένων των δορυφορικών δικτύων, των σταθερών (μεταγωγής δεδομένων μέσω κυκλωμάτων και πακετομεταγωγής, περιλαμβανομένου του Διαδικτύου) και κινητών επίγειων δικτύων, των συστημάτων ηλεκτρικών καλωδίων, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση σημάτων, των δικτύων που χρησιμοποιούνται για ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, καθώς και των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης, ανεξάρτητα από το είδος των μεταφερόμενων πληροφοριών· δεν περιλαμβάνονται στοιχεία δικτύου που τα διαχειρίζονται ιδιώτες στο πλαίσιο μη κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων·

(2) «δίκτυο πολύ υψηλής χωρητικότητας», το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είτε αποτελείται εξ ολοκλήρου από στοιχεία οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης είτε συνιστά δίκτυο οποιουδήποτε άλλου είδους που είναι ικανό να σημειώνει, υπό τις συνήθεις συνθήκες ωρών αιχμής, παρόμοιες επιδόσεις δικτύου όσον αφορά το διαθέσιμο ζωνικό εύρος ανερχόμενης και κατερχόμενης ζεύξης, την ανθεκτικότητα, τις σχετικές με τα σφάλματα παραμέτρους, καθώς και τον χρόνο αναμονής και τη διακύμανσή του. Οι επιδόσεις δικτύου αξιολογούνται βάσει τεχνικών παραμέτρων, ανεξαρτήτως του κατά πόσον η εμπειρία του τελικού χρήστη ποικίλλει εξαιτίας των εγγενώς διαφορετικών χαρακτηριστικών του μέσου διά του οποίου το δίκτυο συνδέεται τελικά με το σημείο τερματισμού δικτύου.

(3)«διακρατικές αγορές», οι αγορές που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 63 και καλύπτουν την Ένωση ή σημαντικό μέρος της ευρισκόμενο σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη·

(4) «υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται ▌έναντι αμοιβής μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των οποίων η παροχή περιλαμβάνει «υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120· και/ή «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών»· και/ή υπηρεσίες που συνίστανται, εν όλω ή εν μέρει, στη μεταφορά σημάτων, όπως υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών μεταξύ μηχανών και για την ευρυεκπομπή, αλλά δεν περιλαμβάνει τις υπηρεσίες που παρέχουν περιεχόμενο μεταδιδόμενο με χρήση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή που ασκούν έλεγχο επί του περιεχομένου· καθώς και μη κερδοσκοπικές υπηρεσίες που παρέχονται από ιδιώτες·

(5) «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται ▌έναντι αμοιβής και με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπροσωπικής και διαδραστικής ανταλλαγής πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μεταξύ πεπερασμένου αριθμού προσώπων, κατά την οποία τα πρόσωπα που αρχίζουν την επικοινωνία ή συμμετέχουν σε αυτήν καθορίζουν τον(-ους) αποδέκτη(-ες) της· δεν περιλαμβάνουν υπηρεσίες με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας απλώς ως έλασσον χαρακτηριστικό που συνδέεται άρρηκτα με άλλη υπηρεσία·

(6) «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών», οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών που συνδέονται με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής, είτε μέσω χορηγούμενων πόρων αριθμοδότησης, δηλ. αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε μέσω παροχής της δυνατότητας επικοινωνίας με αριθμό ή αριθμούς που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης, και στις οποίες ο πάροχος της υπηρεσίας έχει ουσιαστικό έλεγχο του δικτύου που χρησιμοποιείται για να επιτελεστεί η επικοινωνία·

(7) «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών», οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών που δεν συνδέονται με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής, είτε μέσω χορηγούμενων πόρων αριθμοδότησης, δηλ. αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε μέσω παροχής της δυνατότητας επικοινωνίας με αριθμό ή αριθμούς που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης·

(8) «δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών», το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, για την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υποστηρίζουν τη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύου·

(9) «σημείο τερματισμού δικτύου» ή «ΣΤΔ», το υλικό σημείο στο οποίο παρέχεται στον τελικό χρήστη πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών· στα δίκτυα μεταγωγής ή δρομολόγησης, το ΣΤΔ καθορίζεται μέσω ειδικής διεύθυνσης δικτύου, η οποία μπορεί να συνδέεται με το όνομα ή τον αριθμό του τελικού χρήστη.

(10) «συναφείς εγκαταστάσεις», οι συναφείς υπηρεσίες, οι υλικές υποδομές και άλλες εγκαταστάσεις ή στοιχεία που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών μέσω του εν λόγω δικτύου ή/και υπηρεσίας ή έχουν τη δυνατότητα αυτή, περιλαμβάνουν δε μεταξύ άλλων κτίρια ή εισόδους κτιρίων, καλωδιώσεις κτιρίων, κεραίες, πύργους και άλλες φέρουσες κατασκευές, αγωγούς, σωληνώσεις, ιστούς, φρεάτια και κυτία σύνδεσης·

(11) «συναφείς υπηρεσίες», οι υπηρεσίες που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών ▌μέσω του εν λόγω δικτύου και/ή υπηρεσίας ή έχουν τη δυνατότητα αυτή, περιλαμβάνουν δε, μεταξύ άλλων, συστήματα μετατροπής αριθμών ή συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες, συστήματα υπό όρους πρόσβασης και οδηγούς ηλεκτρονικών προγραμμάτων, ▌καθώς και άλλες υπηρεσίες όπως ταυτοποίηση, εντοπισμό θέσης και ικανότητα παρουσίας·

(12) «σύστημα υπό όρους πρόσβασης», κάθε τεχνικό μέτρο, σύστημα ταυτοποίησης και/ή ρύθμιση, όπου η πρόσβαση σε προστατευόμενη υπηρεσία ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης σε κατανοητή μορφή, εξαρτάται από τη συνδρομή ή κάποια άλλη μορφή προγενέστερης ειδικής άδειας·

(13) «χρήστης», κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που χρησιμοποιεί ή ζητά διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

(14) «τελικός χρήστης», χρήστης που δεν παρέχει δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό·

(15) «καταναλωτής», κάθε φυσικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί ή ζητά διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών για σκοπούς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής δραστηριότητάς του ή του επαγγέλματός του·

(16) «παροχή δικτύου ηλεκτρονικών υπηρεσιών», η σύσταση, η λειτουργία, ο έλεγχος και η διάθεση τέτοιου δικτύου·

(17) «προηγμένος ψηφιακός τηλεοπτικός εξοπλισμός», οι περιφερειακές συσκευές και οι σύνθετοι ψηφιακοί τηλεοπτικοί δέκτες για τη λήψη υπηρεσιών ψηφιακής αλληλεπιδραστικής τηλεόρασης·

(18) «Διασύνδεση Προγράμματος Εφαρμογής (ΑΡΙ)», η διασύνδεση λογισμικού μεταξύ των εξωτερικών εφαρμογών, που διαθέτουν οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς και οι πάροχοι υπηρεσιών, και του προηγμένου ψηφιακού τηλεοπτικού εξοπλισμού για ψηφιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες·

(19) «κατανομή ραδιοφάσματος», ο καθορισμός δεδομένης ζώνης συχνοτήτων προς χρήση ενός ή περισσότερων τύπων ραδιοεπικοινωνιακών υπηρεσιών, κατά περίπτωση, υπό ειδικές συνθήκες·

(20) «επιβλαβείς παρεμβολές», οι παρεμβολές οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης ή άλλων υπηρεσιών ασφάλειας ή οι οποίες, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, υποβαθμίζουν σοβαρά, εμποδίζουν ή επανειλημμένα διακόπτουν μια ραδιοεπικοινωνιακή υπηρεσία που λειτουργεί σύμφωνα με τους εφαρμοστέους διεθνείς, ενωσιακούς ή εθνικούς κανονισμούς·

(21) «κλήση», σύνδεση που πραγματοποιείται μέσω διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών που επιτρέπει αμφίδρομη επικοινωνία ομιλίας σε πραγματικό χρόνο·

(22) «ασφάλεια» δικτύων και υπηρεσιών, η ικανότητα δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να ανθίστανται, σε δεδομένο βαθμό αξιοπιστίας, σε ενέργειες που πλήττουν τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα ή το απόρρητο των δεδομένων που αποθηκεύονται, μεταδίδονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία ή των συναφών υπηρεσιών που προσφέρονται ή είναι προσβάσιμες μέσω των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών·

(23) «γενική άδεια», νομικό πλαίσιο που θεσπίζεται από τα κράτη μέλη και εξασφαλίζει δικαιώματα για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και θεσπίζει ειδικές υποχρεώσεις ανά τομέα που είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε όλους ή συγκεκριμένους τύπους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εξαιρουμένων των μη κερδοσκοπικών υπηρεσιών που παρέχονται από ιδιώτες·

(24) «σημείο ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας», ο εξοπλισμός ασύρματης πρόσβασης σε δίκτυο χαμηλής ισχύος μικρού μεγέθους που λειτουργεί σε μικρή εμβέλεια, χρησιμοποιώντας ραδιοφάσμα για το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια, ραδιοφάσμα εξαιρούμενο από την αδειοδότηση ή συνδυασμό αυτών, ο οποίος μπορεί ή όχι να είναι μέρος δημόσιου επίγειου δικτύου κινητών επικοινωνιών και να είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες κεραίες περιορισμένης οπτικής ενόχλησης, γεγονός που καθιστά δυνατή την ασύρματη πρόσβαση από τους χρήστες σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ανεξάρτητα από την τοπολογία του υφιστάμενου δικτύου, είτε κινητού είτε σταθερού·

(25) «ασύρματο τοπικό δίκτυο» (RLAN), το σύστημα ασύρματης πρόσβασης χαμηλής ισχύος, που λειτουργεί σε μικρή εμβέλεια, με χαμηλό κίνδυνο παρεμβολών σε άλλα τέτοια συστήματα που έχουν αναπτυχθεί σε μικρή απόσταση από άλλους χρήστες, χρησιμοποιώντας, σε μη αποκλειστική βάση, ραδιοφάσμα για το οποίο οι προϋποθέσεις διαθεσιμότητας και αποτελεσματικής χρήσης για τον σκοπό αυτό είναι εναρμονισμένες σε ενωσιακό επίπεδο·

(26) «κοινή (μεριζόμενη) χρήση ραδιοφάσματος», η πρόσβαση από δύο ή περισσότερους χρήστες για τη χρήση των ίδιων συχνοτήτων σύμφωνα με καθορισμένη συμφωνία κοινής χρήσης (μερισμού), που έχει λάβει άδεια από αρμόδια αρχή βάσει γενικής άδειας, μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ή συνδυασμού αυτών, συμπεριλαμβανομένων ρυθμιστικών προσεγγίσεων όπως η άδεια μεριζόμενης πρόσβασης με στόχο τη διευκόλυνση της κοινής χρήσης μιας ζώνης συχνοτήτων, με την προϋπόθεση δεσμευτικής συμφωνίας όλων των εμπλεκόμενων μερών, σύμφωνα με τους κανόνες μερισμού που περιλαμβάνονται στα οικεία δικαιώματα χρήσης, ώστε να εξασφαλίζονται για όλους τους χρήστες προβλέψιμες και αξιόπιστες συμφωνίες κοινής χρήσης (μερισμού), και με την επιφύλαξη της εφαρμογής της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού·

(27) «εναρμονισμένο ραδιοφάσμα», το ραδιοφάσμα για τη διαθεσιμότητα και αποτελεσματική χρήση του οποίου έχουν καθοριστεί εναρμονισμένες προϋποθέσεις μέσω τεχνικού μέτρου εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα)·

(28) «πρόσβαση», η διάθεση εγκαταστάσεων ή/και υπηρεσιών σε άλλη επιχείρηση, βάσει καθορισμένων όρων, σε αποκλειστική ή μη βάση, για το σκοπό παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων όταν χρησιμοποιούνται για τη διανομή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ή υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Αφορά, μεταξύ άλλων: την πρόσβαση σε στοιχεία του δικτύου και συναφείς εγκαταστάσεις, που μπορούν να αφορούν και τη σύνδεση εξοπλισμού διά σταθερών ή μη σταθερών μέσων (αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένα την πρόσβαση στον τοπικό βρόχο και σε εγκαταστάσεις και υπηρεσίες απαραίτητες για την παροχή υπηρεσιών μέσω τοπικού βρόχου)· την πρόσβαση σε υλική υποδομή, που περιλαμβάνει κτίρια, σωλήνες και ιστούς· την πρόσβαση σε συναφή συστήματα λογισμικού, που περιλαμβάνουν συστήματα λειτουργικής υποστήριξης· την πρόσβαση στα συστήματα πληροφοριών ή στις βάσεις δεδομένων για προπαραγγελία, εφοδιασμό, παραγγελία, αιτήσεις συντήρησης και επισκευής, και για τιμολόγηση· την πρόσβαση σε μετάφραση αριθμών ή σε συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες· την πρόσβαση σε σταθερά και κινητά δίκτυα, ▌ιδίως για περιαγωγή· την πρόσβαση σε συστήματα υπό όρους πρόσβασης για υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης, και την πρόσβαση σε υπηρεσίες εικονικού δικτύου·

(29) «διασύνδεση», η φυσική και λογική ζεύξη δημόσιων δικτύων επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από την ίδια ή διαφορετική επιχείρηση προκειμένου να παρέχεται στους χρήστες μιας επιχείρησης η δυνατότητα να επικοινωνούν με χρήστες της ίδιας ή άλλης επιχείρησης ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες που παρέχονται από άλλη επιχείρηση. Οι υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται από τα εμπλεκόμενα μέρη ή από άλλα μέρη που έχουν πρόσβαση στο δίκτυο. Η διασύνδεση είναι ειδικός τύπος πρόσβασης που εφαρμόζεται μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης δημόσιων δικτύων.

(30) «φορέας εκμετάλλευσης», η επιχείρηση που παρέχει ή της επιτρέπεται να παρέχει ένα δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή μια συναφή εγκατάσταση·

(31) «τοπικός βρόχος», φυσική διαδρομή που χρησιμοποιείται από σήματα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συνδέει το σημείο τερματισμού του δικτύου με κεντρικό κατανεμητή ή με την αντίστοιχη εγκατάσταση στο σταθερό δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

(31α) «κοινόχρηστο τηλέφωνο», τηλέφωνο διαθέσιμο στο ευρύ κοινό, για τη χρήση του οποίου μπορεί να απαιτείται χρήση κέρματος ή/και πιστωτικής/χρεωστικής κάρτας ή/και προπληρωμένης κάρτας, συμπεριλαμβανομένων των καρτών που χρησιμοποιούνται με κώδικα επιλογής·

(32) «φωνητικές επικοινωνίες», υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών κλήσεων ή εθνικών και διεθνών κλήσεων, μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, και η οποία περιλαμβάνει άλλα μέσα επικοινωνίας ως εναλλακτική λύση στη φωνητική επικοινωνία, ειδικά απευθυνόμενα σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες, όπως υπηρεσίες πλήρους συνομιλίας (φωνή, βίντεο και κείμενο σε πραγματικό χρόνο) και βασιζόμενες σε κείμενο και βασιζόμενες σε βίντεο υπηρεσίες αναμετάδοσης·

(33) «γεωγραφικός αριθμός», αριθμός ο οποίος περιλαμβάνεται στο εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, μέρος της ακολουθίας των ψηφίων του οποίου έχει γεωγραφική σημασία και χρησιμοποιείται για τη δρομολόγηση κλήσεων προς τον φυσικό τόπο του σημείου τερματισμού δικτύου (ΣΤΔ)·

(34) «μη γεωγραφικός αριθμός», αριθμός που περιλαμβάνεται στο εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης και δεν είναι γεωγραφικός αριθμός, όπως αριθμοί κινητών τηλεφώνων, αριθμοί ατελούς κλήσης και αριθμοί πρόσθετου τέλους·

(35) «κέντρο λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης» (PSAP), η φυσική τοποθεσία όπου λαμβάνονται αρχικά οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης, υπό την ευθύνη δημόσιας αρχής, ή ιδιωτικού οργανισμού που αναγνωρίζεται από το κράτος μέλος·

(35α) «υπηρεσίες αναμετάδοσης», υπηρεσίες που επιτρέπουν στους κωφούς ή στα άτομα με προβλήματα ακοής ή ομιλίας να επικοινωνούν τηλεφωνικά, μέσω διερμηνέα που χρησιμοποιεί κείμενο ή νοηματική γλώσσα, με άλλο πρόσωπο, κατά τρόπο λειτουργικά ισοδύναμο προς την ικανότητα ενός ατόμου χωρίς αναπηρία·

(36) «πλέον κατάλληλο PSAP», το PSAP το οποίο έχει προηγουμένως καθοριστεί από τις αρχές ως αρμόδιο για την κάλυψη των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης από μια συγκεκριμένη περιοχή ή για επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης συγκεκριμένου τύπου·

(36α) «κείμενο σε πραγματικό χρόνο», επικοινωνία με διαβίβαση του κειμένου όπου οι χαρακτήρες διαβιβάζονται από τερματικό καθώς δακτυλογραφούνται κατά τρόπον ώστε η επικοινωνία να γίνεται αντιληπτή από τον χρήστη ως διεργασία χωρίς καθυστέρηση·

(37) «επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης», οι επικοινωνίες μέσω υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας και συναφών υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών μεταξύ του τελικού χρήστη και του PSAP με στόχο να ζητηθεί και να ληφθεί βοήθεια έκτακτης ανάγκης από υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

(38) «υπηρεσία έκτακτης ανάγκης», η υπηρεσία, που αναγνωρίζεται ως τέτοια από το κράτος μέλος, η οποία παρέχει άμεση και ταχεία βοήθεια σε καταστάσεις όπου υπάρχει, ιδίως, άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα, την ατομική ή δημόσια υγεία ή την ασφάλεια, την ιδιωτική ή δημόσια περιουσία ή για το περιβάλλον, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·

(38α) «πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος», τα υπό επεξεργασία δεδομένα σε δημόσιο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας, τόσο από την υποδομή δικτύου όσο και από συσκευές, που υποδεικνύουν τη γεωγραφική θέση του κινητού τερματικού του τελικού χρήστη, και σε δημόσιο δίκτυο σταθερής τηλεφωνίας, τα δεδομένα σχετικά με τη φυσική διεύθυνση του σημείου τερματισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΣΤΟΧΟΙ

Άρθρο 3

Γενικοί στόχοι

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, κατά την άσκηση των κανονιστικών καθηκόντων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο που είναι αναγκαίο και αναλογικό για την επίτευξη των στόχων των παραγράφων 2. Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και ο BEREC συμβάλλουν επίσης στην επίτευξη αυτών των στόχων.

Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές ▌συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προαγωγή της ελευθερίας της έκφρασης και της ενημέρωσης, της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές, καθώς και ο BEREC, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη επιδιώκουν όλους τους γενικούς στόχους που παρατίθενται παρακάτω, χωρίς η σειρά απαρίθμησής τους να υποδεικνύει κάποια σειρά προτεραιότητας:

α) προάγουν την πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας δίκτυα, καθώς και τη χρήση αυτών, από όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης·

β) προάγουν τον ανταγωνισμό στην παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένου του αποδοτικού ανταγωνισμού όσον αφορά τις υποδομές, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών υπηρεσιών·

γ) συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς αίροντας τα εναπομένοντα εμπόδια και προωθώντας συνθήκες σύγκλισης για τις επενδύσεις και την παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση, διαμορφώνοντας κοινούς κανόνες και προβλέψιμες ρυθμιστικές προσεγγίσεις, ευνοώντας την αποτελεσματική, αποδοτική και συντονισμένη χρήση του ραδιοφάσματος, την ανοικτή καινοτομία, τη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων, την παροχή, τη διαθεσιμότητα και τη διαλειτουργικότητα των πανευρωπαϊκών υπηρεσιών και τη διατερματική συνδεσιμότητα·

δ) προάγουν τα συμφέροντα των πολιτών της Ένωσης ▌, διασφαλίζοντας εκτεταμένη διαθεσιμότητα και χρήση των δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας ▌και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθιστώντας δυνατή την επίτευξη μέγιστων οφελών όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα με βάση τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, διατηρώντας την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, διασφαλίζοντας υψηλό και ενιαίο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες μέσω των απαραίτητων ειδικών τομεακών κανόνων, εξασφαλίζοντας ισοδύναμη πρόσβαση και επιλογές για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες και αντιμετωπίζοντας τις ανάγκες, όπως αυτές για προσιτές τιμές, συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, ιδίως των χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

2α. Η Επιτροπή μπορεί να υποβάλλει λεπτομερείς κατευθύνσεις πολιτικής για την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 2, να ορίζει μεθόδους και αντικειμενικά, συγκεκριμένα και μετρήσιμα κριτήρια για τη συγκριτική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την επίτευξη των εν λόγω στόχων, και να προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές. Οι κατευθύνσεις πολιτικής προβλέπουν επίσης ετήσια ποιοτική και ποσοτική αξιολόγηση της προόδου κάθε κράτους μέλους. Δεν θίγουν την ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και λοιπών αρμόδιων αρχών.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές εφαρμόζουν, προς επίτευξη των στόχων πολιτικής που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και εξειδικεύονται στην παρούσα παράγραφο, τις εξής αρχές, μεταξύ άλλων:

α) προάγουν την κανονιστική προβλεψιμότητα μέσω της διασφάλισης συνεπούς κανονιστικής προσέγγισης κατά τη διάρκεια ενδεδειγμένων περιόδων ανασκόπησης και μέσω συνεργασίας μεταξύ τους, με τον BEREC και με την Επιτροπή·

β) εξασφαλίζουν ότι, σε παρόμοιες περιπτώσεις, δεν γίνεται διάκριση στην αντιμετώπιση των παρόχων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

γ) εφαρμόζουν το δίκαιο της ΕΕ με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο, στον βαθμό που αυτό συνάδει με την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1·

δ) προωθούν αποτελεσματικές επενδύσεις και καινοτομίες όσον αφορά νέες και ενισχυμένες υποδομές, μεταξύ άλλων εξασφαλίζοντας ότι οιαδήποτε υποχρέωση πρόσβασης λαμβάνει δεόντως υπόψη τους κινδύνους που αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν την επένδυση και επιτρέποντας διάφορες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ επενδυτών και φορέων που ζητούν πρόσβαση προκειμένου να επιμεριστεί ο επενδυτικός κίνδυνος με ταυτόχρονη διασφάλιση του ανταγωνισμού στην αγορά και της αρχής της μη εισαγωγής διακρίσεων·

ε) λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ποικίλες συνθήκες όσον αφορά τις υποδομές, τον ανταγωνισμό, τους τελικούς χρήστες και τους καταναλωτές που υφίστανται στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του ίδιου κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών υποδομών που βρίσκονται υπό τη διαχείριση ιδιωτών σε μη κερδοσκοπική βάση·

στ) επιβάλλουν ex ante ρυθμιστικές υποχρεώσεις μόνον στον βαθμό που είναι αναγκαίο ώστε να διασφαλίζεται αποτελεσματικός και βιώσιμος ανταγωνισμός προς συμφέρον του τελικού χρήστη, και χαλαρώνουν ή αίρουν τις υποχρεώσεις αυτές αφ’ ης στιγμής πληρούται αυτή η προϋπόθεση.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές ενεργούν κατά τρόπο αμερόληπτο, αντικειμενικό, διαφανή και αναλογικό, χωρίς να εισάγουν διακρίσεις.

Άρθρο 4

Στρατηγικός σχεδιασμός και συντονισμός της πολιτικής του ραδιοφάσματος

1. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή κατά τον στρατηγικό σχεδιασμό, τον συντονισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ένωση. Προς τον σκοπό αυτό, λαμβάνουν υπόψη τους μεταξύ άλλων την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία, το δημόσιο συμφέρον, τη δημόσια ασφάλεια και άμυνα, την ελευθερία έκφρασης, τις πολιτιστικές, επιστημονικές, κοινωνικές και τεχνικές πτυχές των πολιτικών της ΕΕ καθώς και τα διάφορα συμφέροντα των κοινοτήτων χρηστών του ραδιοφάσματος, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών.

2. Τα κράτη μέλη, συνεργαζόμενα μεταξύ τους και με την Επιτροπή, προάγουν τον συντονισμό των προσεγγίσεων πολιτικής του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, οσάκις ενδείκνυται, εναρμονισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την αποτελεσματική χρήση του ραδιοφάσματος που απαιτούνται για την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

3. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μέσω της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος ▌, μεταξύ τους και με την Επιτροπή, και η ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος επικουρεί και συμβουλεύει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατόπιν αιτήματος, προς στήριξη του στρατηγικού σχεδιασμού και του συντονισμού των προσεγγίσεων πολιτικής του ραδιοφάσματος στην Ένωση. Ο BEREC συμμετέχει στη διαδικασία αυτή όταν εξετάζονται ζητήματα κανονιστικής ρύθμισης και ανταγωνισμού.

4. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της RSPG, δύναται να υποβάλλει νομοθετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την καθιέρωση πολυετών προγραμμάτων στον τομέα της πολιτικής ραδιοφάσματος, καθώς και για τη διάθεση ραδιοφάσματος για μεριζόμενες και μη αδειοδοτημένες χρήσεις. Αυτά τα προγράμματα καθορίζουν τους πολιτικούς προσανατολισμούς και στόχους για τον στρατηγικό προγραμματισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Τίτλος II: Θεσμικό πλαίσιο και διακυβέρνηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές

Άρθρο 5

Εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι καθένα από τα καθήκοντα που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία αναλαμβάνεται από αρμόδια αρχή.

Σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η εθνική ρυθμιστική αρχή είναι υπεύθυνη τουλάχιστον για τα ακόλουθα καθήκοντα:

–  την εφαρμογή εκ των προτέρων κανονιστικής ρύθμισης των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής υποχρεώσεων πρόσβασης και διασύνδεσης·

–  τη διεξαγωγή της γεωγραφικής έρευνας που αναφέρεται στο άρθρο 22·

–  τη μέριμνα για την επίλυση διαφορών μεταξύ επιχειρήσεων ▌·

–  τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα στοιχεία διαμόρφωσης της αγοράς, τα στοιχεία ανταγωνισμού και τα ρυθμιστικά στοιχεία των εθνικών διαδικασιών για τη χορήγηση, την τροποποίηση ή την ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

–  τη χορήγηση γενικής άδειας·

–  τη μέριμνα για την προστασία των καταναλωτών και τα δικαιώματα των τελικών χρηστών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στο πεδίο αρμοδιότητάς τους δυνάμει του τομεακού κανονισμού, και τη συνεργασία με τις οικείες αρμόδιες αρχές, κατά περίπτωση·

–  τη στενή παρακολούθηση της ανάπτυξης του διαδικτύου των πραγμάτων προκειμένου να διασφαλίζονται ο ανταγωνισμός, η προστασία των καταναλωτών και η κυβερνοασφάλεια·

–  τον καθορισμό των μηχανισμών για το καθεστώς χρηματοδότησης, καθώς και την αξιολόγηση της αθέμιτης επιβάρυνσης και τον υπολογισμό του καθαρού κόστους της παροχής της καθολικής υπηρεσίας·

–  την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με κανόνες που σχετίζονται με την ανοικτή πρόσβαση στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120·

–  τη χορήγηση πόρων αριθμοδότησης και τη διαχείριση σχεδίων αριθμοδότησης·

–  τη διασφάλιση της φορητότητας αριθμού·

–  την εκτέλεση οποιουδήποτε άλλου καθήκοντος που αναθέτει η παρούσα οδηγία αποκλειστικά στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν άλλα καθήκοντα που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία σε εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές του ίδιου κράτους μέλους ή διαφορετικών κρατών μελών ▌συνάπτουν ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ τους για την ενίσχυση της κανονιστικής συνεργασίας, όπου κρίνεται απαραίτητο.

3. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα καθήκοντα που ανατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και σε λοιπές αρμόδιες αρχές κατά τρόπον ώστε να είναι εύκολα προσιτά, ιδίως στην περίπτωση που τα καθήκοντα αυτά ανατίθενται σε δύο ή περισσότερους φορείς. Ανάλογα με την περίπτωση, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαβούλευση και τη συνεργασία μεταξύ των αρχών αυτών, καθώς και μεταξύ αυτών και των εθνικών αρχών στις οποίες ανατίθεται η εφαρμογή του δικαίου περί ανταγωνισμού και των εθνικών αρχών στις οποίες ανατίθεται η εφαρμογή του δικαίου του καταναλωτή, σε ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος. Όταν περισσότερες της μιας αρχές έχουν αρμοδιότητα να χειρίζονται τα θέματα αυτά, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα αντίστοιχα καθήκοντα κάθε αρχής δημοσιεύονται σε εύκολα προσιτή μορφή.

4. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις λοιπές αρμόδιες αρχές στις οποίες ανατίθενται καθήκοντα βάσει της παρούσας οδηγίας, τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, καθώς και τυχόν σχετικές μεταβολές.

Άρθρο 6

Ανεξαρτησία εθνικών ρυθμιστικών και λοιπών αρμόδιων αρχών

1. Τα κράτη μέλη εγγυώνται την ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και λοιπών αρμόδιων αρχών εξασφαλίζοντας ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι νομικά διακριτές και λειτουργικά ανεξάρτητες από όλους τους οργανισμούς παροχής δικτύων, εξοπλισμού ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη τα οποία διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο παρόχων δικτύων και/ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εξασφαλίζουν τον αποτελεσματικό διαρθρωτικό διαχωρισμό της κανονιστικής λειτουργίας από τις δραστηριότητες που έχουν σχέση με την κυριότητα ή τον έλεγχο.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αμεροληψία, τη διαφάνεια και την έγκαιρη δράση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και λοιπών αρμόδιων αρχών κατά την άσκηση των εξουσιών τους. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές αυτές να διαθέτουν επαρκείς τεχνικούς, χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.

Άρθρο 7

Διορισμός και παύση των μελών των εθνικών ρυθμιστικών αρχών

1. Ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή, κατά περίπτωση, τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκεί αυτό το καθήκον στο πλαίσιο εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή οι αντικαταστάτες τους, διορίζονται για θητεία τουλάχιστον τεσσάρων ετών και επιλέγονται μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής πείρας, με βάση τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις και την πείρα τους και κατόπιν ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας επιλογής. Τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να υπηρετήσουν περισσότερες από δύο θητείες, συνεχείς ή μη. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συνέχεια της λήψης αποφάσεων με πρόβλεψη κατάλληλου συστήματος περιτροπής για τα μέλη του συλλογικού οργάνου ή τα ανώτατα διοικητικά στελέχη, όπως με τον διορισμό των πρώτων μελών του συλλογικού οργάνου για διαφορετικές χρονικές περιόδους, προκειμένου να μην συμπίπτουν οι θητείες τους, καθώς και εκείνες των διαδόχων τους, την ίδια χρονική στιγμή.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ενδεχομένως τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκούν το καθήκον αυτό ή ο αντικαταστάτης του μπορούν να απολυθούν κατά τη διάρκεια της θητείας τους μόνον εφόσον δεν καλύπτουν πλέον τους απαιτούμενους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

3. Η απόφαση απόλυσης του επικεφαλής της εν λόγω εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ενδεχομένως των μελών του συλλογικού οργάνου που ασκούν τη λειτουργία αυτή, λαμβάνει δημοσιότητα κατά τη χρονική στιγμή της απόλυσης. Ο απολυθείς επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ενδεχομένως τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκούν τη λειτουργία αυτή λαμβάνουν δήλωση των λόγων απόλυσής τους και δικαιούνται να ζητήσουν και να επιτύχουν τη δημοσίευσή της, σε περίπτωση που αυτό δεν θα συνέβαινε διαφορετικά. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω απόφαση υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, τόσο επί πραγματικών όσο και επί νομικών ζητημάτων.

Άρθρο 8

Πολιτική ανεξαρτησία και λογοδοσία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών

1. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά, λειτουργούν με διαφάνεια και λογοδοσία σύμφωνα με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία, διαθέτουν επαρκείς εξουσίες και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την ενωσιακή νομοθεσία. Αυτό δεν εμποδίζει την επιτήρηση σύμφωνα με το εθνικό συνταγματικό δίκαιο. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά τα όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 31.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποβάλλουν ετήσια έκθεση, μεταξύ άλλων, σχετικά με την κατάσταση της αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τις αποφάσεις που εκδίδουν, τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους τους και την κατανομή αυτών, καθώς και σχετικά με μελλοντικά σχέδια. Οι εκθέσεις τους δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 9

Ρυθμιστική ικανότητα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς με αυτονομία κατά την εκτέλεση του διατεθέντος προϋπολογισμού. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.

2. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης να εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί, η οικονομική αυτονομία δεν εμποδίζει την εποπτεία ή τον έλεγχο σύμφωνα με το εθνικό συνταγματικό δίκαιο. Κάθε έλεγχος που ασκείται στον προϋπολογισμό των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πραγματοποιείται με διαφάνεια και δημοσιοποιείται.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε να διαθέτουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που θα τους επιτρέπουν να συμμετέχουν ενεργά και να συνεισφέρουν στον Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC)[37].

Άρθρο 10

Συμμετοχή των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στον BEREC

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποστηρίζουν ενεργά τους στόχους του BEREC όσον αφορά την προώθηση μεγαλύτερου ρυθμιστικού συντονισμού και συνέπειας.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις γνώμες, τις κοινές θέσεις και τις αποφάσεις που εκδίδει ο BEREC κατά τη λήψη των αποφάσεών τους για τις εθνικές τους αγορές.

2α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να εφαρμόζουν τον κανονισμό 2015/2120 και τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 3 του ανωτέρω κανονισμού, και να συντονίζονται στο πλαίσιο του BEREC με άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές κατά την εφαρμογή του κανονισμού.

Άρθρο 11

Συνεργασία με εθνικές αρχές

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι λοιπές αρμόδιες αρχές βάσει της παρούσας οδηγίας και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Σε σχέση με τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες, εφαρμόζονται οι κανόνες της Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων και η αποδέκτρια αρχή εξασφαλίζει το ίδιο επίπεδο εμπιστευτικότητας με τη διαβιβάζουσα αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Γενική άδεια

Ενότητα 1 γενικό τμήμα

Άρθρο 12

Γενική άδεια δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με την επιφύλαξη των όρων που θέτει η παρούσα οδηγία. Προς τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν μια επιχείρηση να παρέχει δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 της συνθήκης. Κάθε τέτοιος περιορισμός στην ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών αιτιολογείται δεόντως, συνάδει με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κοινοποιείται στην Επιτροπή.

2. Η παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή η παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌επιτρέπεται, με την επιφύλαξη των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή των δικαιωμάτων χρήσης που αναφέρονται στα άρθρα 46 και 88, μόνον έπειτα από χορήγηση γενικής άδειας. Η επιχείρηση δεν επιτρέπεται να υπόκειται στην απαίτηση για εκ των προτέρων έγκριση ή σε οποιαδήποτε άλλη διοικητική πράξη.

2α. Όταν μια επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη διαθέτει μια κύρια εγκατάσταση στην Ένωση, υπόκειται στη γενική άδεια του εν λόγω κράτους μέλους και έχει το δικαίωμα να παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε όλα τα κράτη μέλη.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η κύρια εγκατάσταση αντιστοιχεί στον τόπο στον οποίο η επιχείρηση πληροί όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α) ασκεί τις ουσιαστικές δραστηριότητές της, εκτός των αμιγώς διοικητικών όπως είναι τα τμήματα επιχειρηματικής ανάπτυξης, λογιστικής και προσωπικού·

β) λαμβάνει τις στρατηγικές επιχειρηματικές αποφάσεις της σχετικά με την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ένωση· και

  γ) παράγει σημαντικό μέρος του κύκλου εργασιών της.

2β. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασης, ενεργώντας, μεταξύ άλλων, κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών άλλου κράτους μέλους, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την παρακολούθηση και την εποπτεία της συμμόρφωσης με τους όρους της γενικής άδειας, και παρέχει πληροφορίες βάσει του άρθρου 21. Στις περιπτώσεις που απαιτείται, ο BEREC διευκολύνει και συντονίζει την εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών.

Σε περίπτωση αποδεδειγμένης παραβίασης των σχετικών κανόνων σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της κύριας εγκατάστασης, η απόφαση σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 30, λαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασης.

Σε περίπτωση διαφωνίας η οποία αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται από τις αρχές του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασης ή προκύπτει από διαφορά απόψεων όσον αφορά τον κύριο τόπο εγκατάστασης, ο BEREC μπορεί να αναλάβει διαμεσολαβητικό ρόλο και, εάν κριθεί απαραίτητο στην περίπτωση μιας ανεπίλυτης διαφοράς, να εκδώσει απόφαση για την οποία απαιτείται πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του ρυθμιστικού συμβουλίου.

3. Όταν κράτος μέλος θεωρεί ότι δικαιολογείται απαίτηση κοινοποίησης, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να απαιτήσει από τις επιχειρήσεις την υποβολή κοινοποίησης προς τον BEREC, αλλά δεν μπορεί να απαιτήσει από αυτές την έκδοση ρητής απόφασης ή άλλης διοικητικής πράξης από την εθνική ρυθμιστική αρχή ή από οποιαδήποτε άλλη αρχή πριν από την άσκηση των εκ της αδείας δικαιωμάτων. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη αιτιολογημένη κοινοποίηση εντός 12 μηνών από την ... [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο], αν θεωρούν ότι δικαιολογείται η ύπαρξη απαίτησης κοινοποίησης. Η Επιτροπή εξετάζει την κοινοποίηση και, κατά περίπτωση, λαμβάνει απόφαση εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησης, με την οποία καλεί το συγκεκριμένο κράτος μέλος να άρει την απαίτηση κοινοποίησης.

Τα κράτη μέλη που απαιτούν κοινοποίηση επιτρέπουν την υποβολή κοινοποίησης από παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχουν υπηρεσίες σε λιγότερα από [τρία] κράτη μέλη της Ένωσης και έχουν συνολικό κύκλο εργασιών ομίλου στην Ένωση μικρότερο από [100] εκατομμύρια EUR, χωρίς όμως να καθιστούν υποχρεωτική την υποβολή αυτή.

Μετά την κοινοποίηση προς τον BEREC, εφόσον απαιτείται, μια επιχείρηση δύναται να εκκινήσει δραστηριότητα, ενδεχομένως με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σχετικά με τα δικαιώματα χρήσης. Εάν μια κοινοποίηση δεν προσδιορίζει ένα ή περισσότερα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, θεωρείται ότι καλύπτει όλα τα κράτη μέλη. Ο BEREC προωθεί με ηλεκτρονικά μέσα και χωρίς καθυστέρηση κάθε κοινοποίηση προς την εθνική ρυθμιστική αρχή σε όλα τα κράτη μέλη τα οποία αφορά η παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή η παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Το αργότερο κατά την [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο] παρέχονται στον BEREC πληροφορίες, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, σχετικά με τις υφιστάμενες κοινοποιήσεις που έχουν ήδη γίνει προς την εθνική ρυθμιστική αρχή κατά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

4. Η κοινοποίηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 3 περιορίζεται στην απλή υποβολή δήλωσης νομικού ή φυσικού προσώπου προς τον BEREC με την οποία γνωστοποιεί την πρόθεσή του να αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες ή δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και στην υποβολή των ελάχιστων πληροφοριών οι οποίες απαιτούνται ώστε ο BEREC και η εθνική ρυθμιστική αρχή να έχουν τη δυνατότητα τήρησης μητρώου ή καταλόγου φορέων παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να περιορίζονται:

(1)  στο όνομα του παρόχου·

(2)  στο νομικό καθεστώς, τη μορφή και τον αριθμό μητρώου του παρόχου, στην περίπτωση που ο πάροχος είναι εγγεγραμμένος σε εμπορικό μητρώο ή άλλο παρεμφερές δημόσιο μητρώο στην ΕΕ·

(3)  στη γεωγραφική διεύθυνση της κύριας εγκατάστασης του παρόχου ▌και, κατά περίπτωση, του τυχόν δευτερεύοντος υποκαταστήματος σε κράτος μέλος ▌·[38]

(3α)  στον ιστότοπο του παρόχου, εφόσον υπάρχει, ο οποίος σχετίζεται με την παροχή δικτύων και/ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

(4)  στον υπεύθυνο επικοινωνίας και στα στοιχεία επικοινωνίας·

(5)  σε σύντομη περιγραφή των δικτύων ή των υπηρεσιών που πρόκειται να παρέχονται·

(6)  στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και

(7)  στην προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης της δραστηριότητας.

Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να επιβάλλουν τυχόν πρόσθετες ή χωριστές απαιτήσεις κοινοποίησης.

Άρθρο 13

Όροι που συνοδεύουν τη γενική άδεια και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών, και ειδικές υποχρεώσεις

-1. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διαθέτουν κύρια εγκατάσταση σε ένα κράτος μέλος και δραστηριοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, υπόκεινται μόνο στους όρους που συνοδεύουν τη γενική άδεια που ισχύει στο κράτος μέλος στο οποίο έχουν την κύρια εγκατάστασή τους. Η εθνική ρυθμιστική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους είναι υπεύθυνη για την άσκηση των αρμοδιοτήτων επιβολής που σχετίζονται με τους όρους της γενικής άδειας, με την επιφύλαξη άλλων υποχρεώσεων που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και της υποχρέωσης του παρόχου να τηρεί τους νόμους των κρατών μελών στα οποία παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

1. Η γενική αδειοδότηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και δικαιώματα χρήσης αριθμών μπορούν να υπάγονται μόνον στους όρους που απαριθμούνται στο παράρτημα I. Οι εν λόγω όροι είναι αμερόληπτοι, προσαρμοσμένοι στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του δικτύου ή της υπηρεσίας, αναλογικοί και διαφανείς και, στην περίπτωση των δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοφάσμα, είναι σύμφωνοι με τα άρθρα 45 και 51. Στην περίπτωση των δικαιωμάτων χρήσης για αριθμούς, είναι σύμφωνοι με το άρθρο 88.

2. Οι ειδικές υποχρεώσεις οι οποίες ενδεχομένως επιβάλλονται στους φορείς παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δυνάμει του άρθρου 36, του άρθρου 46 παράγραφος 1, του άρθρου 48 παράγραφος 2 και του άρθρου 59 παράγραφος 1, ή στους εντεταλμένους να παρέχουν καθολική υπηρεσία βάσει της παρούσας οδηγίας, είναι νομικά διακριτές από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις βάσει της γενικής άδειας. Για να επιτυγχάνεται διαφάνεια για τις επιχειρήσεις, τα κριτήρια και οι διαδικασίες για την επιβολή των εν λόγω ειδικών υποχρεώσεων σε επιμέρους επιχειρήσεις, αναφέρονται στη γενική άδεια.

3. Η γενική άδεια περιλαμβάνει μόνον ειδικούς για τον εν λόγω τομέα όρους, οι οποίοι ορίζονται στα μέρη A, Β και Γ του παραρτήματος I και δεν επαναλαμβάνει όρους που ισχύουν για τις επιχειρήσεις βάσει άλλης εθνικής νομοθεσίας.

4. Τα κράτη μέλη δεν επαναλαμβάνουν τους όρους της γενικής άδειας, όταν παρέχουν το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών.

Άρθρο 14

Δηλώσεις για τη διευκόλυνση της άσκησης των δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων και των δικαιωμάτων διασύνδεσης

▌Ο BEREC εκδίδει ▌τυποποιημένες δηλώσεις με τις οποίες επιβεβαιώνεται, ανάλογα με την περίπτωση, ότι η επιχείρηση έχει υποβάλει κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3, και στις οποίες διευκρινίζονται οι συνθήκες υπό τις οποίες οποιαδήποτε επιχείρηση που παρέχει δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τη γενική άδεια, δικαιούται να υποβάλλει αίτηση παροχής δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων, να διαπραγματεύεται διασύνδεση, και/ή να αποκτά πρόσβαση ή διασύνδεση, προκειμένου να διευκολύνεται η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων, π.χ. σε άλλα επίπεδα διακυβέρνησης ή σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις. Οι εν λόγω δηλώσεις ▌εκδίδονται επίσης ως αυτόματη απάντηση κατόπιν της κοινοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

Ενότητα 2 δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη γενική άδεια

Άρθρο 15

Στοιχειώδης κατάλογος δικαιωμάτων που προκύπτουν από τη γενική άδεια

1. Οι επιχειρήσεις με άδεια δυνάμει του άρθρου 12, έχουν το δικαίωμα:

α) να παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

β) να εξετάζεται η αίτησή τους για τα απαιτούμενα δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων σύμφωνα με το άρθρο 43 της παρούσας οδηγίας·

γ) να χρησιμοποιούν ραδιοφάσμα για υπηρεσίες και δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 13, 46 και 54·

δ) να εξετάζεται η αίτησή τους για τα απαιτούμενα δικαιώματα χρήσης αριθμών σύμφωνα με το άρθρο 88.

2. Όταν οι επιχειρήσεις αυτές παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, η γενική άδεια τους δίδει επίσης το δικαίωμα:

α) να διαπραγματεύονται διασύνδεση με, και, ενδεχομένως, να αποκτούν, πρόσβαση προς ή διασύνδεση με άλλους φορείς παροχής διαθέσιμων στο κοινό δικτύων και υπηρεσιών επικοινωνιών, που καλύπτονται από γενική άδεια, οπουδήποτε εντός της Ένωσης, υπό τους όρους της παρούσας οδηγίας και σύμφωνα με αυτήν·

β) να έχουν την ευκαιρία να τους ανατίθεται η παροχή διάφορων στοιχείων καθολικής υπηρεσίας και/ή να καλύπτουν διάφορα τμήματα της εθνικής επικράτειας, σύμφωνα με τα άρθρα 81 ή 82.

Άρθρο 16

Διοικητικές επιβαρύνσεις

1. Κάθε διοικητική επιβάρυνση που επιβάλλεται σε παρόχους οι οποίοι παρέχουν υπηρεσία ή δίκτυο βάσει γενικής άδειας ή στους οποίους έχει χορηγηθεί δικαίωμα χρήσης:

  α) συνολικά, καλύπτει μόνον τις διοικητικές δαπάνες που θα προκύψουν από τη διαχείριση, τον έλεγχο και την επιβολή του συστήματος γενικών αδειών και των δικαιωμάτων χρήσης και των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν δαπάνες για διεθνή συνεργασία, εναρμόνιση και τυποποίηση, ανάλυση αγοράς, παρακολούθηση της συμμόρφωσης και άλλους ελέγχους της αγοράς, καθώς και κανονιστικές εργασίες που περιλαμβάνουν την εκπόνηση και την επιβολή παράγωγου δικαίου και διοικητικών αποφάσεων, όπως αποφάσεων για την πρόσβαση και τη διασύνδεση και

  β) επιβάλλεται στις επιμέρους επιχειρήσεις κατά αντικειμενικό, διαφανή και αναλογικό τρόπο, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι πρόσθετες διοικητικές δαπάνες και οι συναφείς δαπάνες. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν να μην εφαρμόζουν διοικητικές επιβαρύνσεις σε επιχειρήσεις των οποίων ο κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει ορισμένο κατώτατο όριο ή των οποίων οι δραστηριότητες δεν ανέρχονται σε ορισμένο ελάχιστο μερίδιο αγοράς ή είναι πολύ περιορισμένης γεωγραφικής εμβέλειας. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να εφαρμόζουν καμία διοικητική επιβάρυνση σε παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με παρουσία σε λιγότερα από [τρία] κράτη μέλη και με συνολικό ενωσιακό κύκλο εργασιών κάτω των [100] εκατομμυρίων EUR, πέραν μίας εφάπαξ επιβάρυνσης που δεν υπερβαίνει το μέγιστο ποσό των [10] EUR.

2. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή οι λοιπές αρμόδιες αρχές επιβάλλουν διοικητικές επιβαρύνσεις, δημοσιεύουν ετήσια ανασκόπηση των διοικητικών δαπανών τους και του συνολικού ποσού των επιβαρύνσεων που συγκεντρώνονται. Ανάλογα με τη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού των επιβαρύνσεων και των διοικητικών δαπανών, γίνονται κατάλληλες αναπροσαρμογές.

Άρθρο 17

Λογιστικός διαχωρισμός και οικονομικές εκθέσεις

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίοι έχουν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα παροχής υπηρεσιών σε άλλους τομείς, στο ίδιο ή σε άλλο κράτος μέλος:

  α) να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς για τις δραστηριότητες που συνδέονται με την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στον βαθμό που θα απαιτείτο εάν οι εν λόγω δραστηριότητες διεξάγοντο από νομικά ανεξάρτητες εταιρείες, ώστε να εντοπίζονται όλα τα στοιχεία κόστους και εσόδων, με τη βάση του υπολογισμού τους και τις λεπτομερείς χρησιμοποιούμενες μεθόδους απονομής, που έχουν σχέση με τις δραστηριότητές τους που συνδέονται με την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της αναλυτικής κατάστασης των παγίων στοιχείων του ενεργητικού και των διαρθρωτικών δαπανών· ή

  β) να υπάρχει διαρθρωτικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν να μην εφαρμόζουν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σε επιχειρήσεις των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών, όσον αφορά τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στα κράτη μέλη, δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια EUR.

2. Όταν οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό, δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις του εταιρικού δικαίου και δεν πληρούν τα κριτήρια μικρομεσαίων επιχειρήσεων των λογιστικών κανόνων του ενωσιακού δικαίου, οι οικονομικές τους εκθέσεις καταρτίζονται, υποβάλλονται σε ανεξάρτητο έλεγχο και δημοσιεύονται. Ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με τους σχετικούς ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες.

Η απαίτηση αυτή εφαρμόζεται και στους χωριστούς λογαριασμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α).

Ενότητα 3 τροποποίηση και ανάκληση

Άρθρο 18

Τροποποίηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα, οι όροι και οι διαδικασίες που αφορούν γενικές άδειες και δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών ή δικαιώματα για δημιουργία εγκαταστάσεων μπορούν να τροποποιηθούν μόνο σε αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις και κατά αναλογικό τρόπο, συνεκτιμώντας, κατά περίπτωση, τις ειδικές συνθήκες που ισχύουν για μεταβιβάσιμα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών.

2. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι ήσσονος σημασίας και έχουν συμφωνηθεί με τον κάτοχο των δικαιωμάτων ή της γενικής άδειας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 35 η πρόθεση διενέργειας των σχετικών τροποποιήσεων γνωστοποιείται καταλλήλως και παρέχεται στους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, επαρκές χρονικό διάστημα, το οποίο, εκτός εκτάκτων περιπτώσεων, είναι τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες, ώστε να μπορέσουν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

Κάθε τροποποίηση δημοσιοποιείται και αναφέρει τους σχετικούς λόγους.

Άρθρο 19

Περιορισμός ή ανάκληση δικαιωμάτων

1. Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν ούτε καταργούν δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων ή δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου για την οποία αυτά έχουν χορηγηθεί, εκτός αιτιολογημένων περιπτώσεων δυνάμει της παραγράφου 2 και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το παράρτημα I και τις σχετικές εθνικές διατάξεις όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος λόγω ανακλήσεως δικαιώματος.

2. Σύμφωνα με την ανάγκη να διασφαλίζεται η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος ή η εφαρμογή των εναρμονισμένων προϋποθέσεων που θεσπίζονται δυνάμει της απόφασης 676/2002/ΕΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τον περιορισμό ή την ανάκληση, εκ μέρους της αρμόδιας εθνικής αρχής, δικαιωμάτων που εκχωρήθηκαν μετά την ... [ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 115], βάσει λεπτομερών και εκ των προτέρων καθορισμένων διαδικασιών, και με όρους χρήσης και όρια που καθορίζονται σαφώς κατά την εκχώρηση ή την ανανέωση, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της μη διακριτικής μεταχείρισης.

3. Η τροποποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του άρθρου 45 παράγραφοι 4 ή 5 δεν μπορεί να δικαιολογήσει από μόνη της την ανάκληση δικαιώματος χρήσης ραδιοφάσματος.

4. Τυχόν πρόθεση για περιορισμό ή ανάκληση αδειών ή μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών χωρίς τη συγκατάθεση του κατόχου των δικαιωμάτων υπόκειται σε δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 23.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Παροχή πληροφοριών, έρευνες και μηχανισμός διαβούλευσης

Άρθρο 20

Αίτημα παροχής πληροφοριών προς τις επιχειρήσεις

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πάροχοι δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών εγκαταστάσεων ή συναφών υπηρεσιών να διαβιβάζουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, τις λοιπές αρμόδιες αρχές και τον BEREC όλες τις πληροφορίες, περιλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών πληροφοριών, που απαιτούνται για να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και προς τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή τους. Ειδικότερα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από τις επιχειρήσεις αυτές να υποβάλλουν πληροφορίες σχετικά με μελλοντικές εξελίξεις στα δίκτυα ή τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στις υπηρεσίες χονδρικής που διαθέτουν σε ανταγωνιστές. Δύνανται επίσης να απαιτούν πληροφορίες σχετικά με δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς εγκαταστάσεις, με ανάλυση σε τοπικό επίπεδο και με επαρκείς λεπτομέρειες ώστε η εθνική ρυθμιστική αρχή να είναι σε θέση να διεξάγει τη γεωγραφική έρευνα και να ορίζει περιοχές ψηφιακού αποκλεισμού σύμφωνα με το άρθρο 22. ▌

Από τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στις αγορές χονδρικής μπορεί επίσης να απαιτείται να υποβάλλουν λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αυτές τις αγορές χονδρικής.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν πληροφορίες από τα ενιαία σημεία πληροφόρησης που δημιουργήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2014/61/ΕΕ σχετικά με μέτρα μείωσης του κόστους των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών υψηλής ταχύτητας.

Οι επιχειρήσεις παρέχουν τις πληροφορίες αυτές αμέσως, κατόπιν αιτήσεως και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και τον βαθμό λεπτομέρειας που απαιτείται. Οι πληροφορίες που ζητούνται θα πρέπει να είναι ανάλογες προς την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Η αρμόδια αρχή αιτιολογεί την αίτησή της για παροχή πληροφοριών και μεταχειρίζεται τις πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 3.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και λοιπές αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος, τις απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της πληροφορίες βάσει της συνθήκης. Οι ζητούμενες από την Επιτροπή πληροφορίες είναι ανάλογες προς την εκπλήρωση των καθηκόντων αυτών. Στις περιπτώσεις που οι παρεχόμενες πληροφορίες αναφέρονται σε πληροφορίες οι οποίες είχαν προηγουμένως παρασχεθεί από επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήματος της αρχής, οι επιχειρήσεις αυτές ενημερώνονται σχετικά. Στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο, και πλην ρητού και αιτιολογημένου αιτήματος της παρέχουσας τις πληροφορίες αρχής περί του αντιθέτου, η Επιτροπή θέτει τις παρασχεθείσες πληροφορίες στη διάθεση μιας άλλης τέτοιας αρχής άλλου κράτους μέλους.

Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της παραγράφου 3, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται σε μία αρχή μπορούν να διατίθενται σε άλλη τέτοια αρχή στο ίδιο ή σε διαφορετικό κράτος μέλος και στον BEREC, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος, εάν αυτό είναι αναγκαίο για να μπορεί η μία ή η άλλη αρχή, ή ο BEREC, να τηρήσει τις υποχρεώσεις της δυνάμει του ενωσιακού δικαίου.

3. Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές από μια εθνική ρυθμιστική ή άλλη αρμόδια αρχή σύμφωνα με τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, εθνικής ασφάλειας, ή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή, ο BEREC και οι ενδιαφερόμενες αρχές εξασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα αυτή. Σύμφωνα με την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές δεν αρνούνται την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών στην Επιτροπή, τον BEREC ή σε άλλη αρχή επικαλούμενες λόγους απορρήτου ή την ανάγκη διαβούλευσης με τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες. Όταν η Επιτροπή, ο BEREC ή μια αρμόδια αρχή αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τηρούν το απόρρητο των πληροφοριών που έχουν χαρακτηριστεί ως απόρρητες από την αρχή που τις κατέχει, η τελευταία διαβιβάζει τις πληροφορίες κατόπιν αιτήματος για τον καθορισμένο σκοπό χωρίς να χρειάζεται να προβεί σε περαιτέρω διαβούλευση με τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες για την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες και με την επιφύλαξη των ενωσιακών και των εθνικών κανόνων περί επιχειρηματικού απορρήτου και περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν τις πληροφορίες που συμβάλλουν στη δημιουργία ανοικτής και ανταγωνιστικής αγοράς.

5. Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν τους όρους πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών για την παροχή της εν λόγω πρόσβασης.

Άρθρο 21

Απαιτούμενες πληροφορίες βάσει της γενικής άδειας, για τα δικαιώματα χρήσης και για τις ειδικές υποχρεώσεις

1. Με την επιφύλαξη τυχόν πληροφοριών που ζητούνται δυνάμει του άρθρου 20 και των υποχρεώσεων υποβολής πληροφοριών και εκθέσεων βάσει εθνικής νομοθεσίας πλην της σχετικής με τη γενική άδεια, οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις επιχειρήσεις να παρέχουν ▌πληροφορίες δυνάμει της γενικής άδειας, για δικαιώματα χρήσης ή για τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, οι οποίες είναι αναλογικές και δικαιολογούνται αντικειμενικά ιδίως για τα εξής:

  α) τον συστηματικό ή κατά περίπτωση έλεγχο της συμμόρφωσης με τον όρο 1 του μέρους Α, με τους όρους 2 και 6 του μέρους Δ και με τους όρους 2 και 7 του μέρους E του παραρτήματος I και της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2·

  β) τον κατά περίπτωση έλεγχο της συμμόρφωσης με όρους όπως καθορίζονται στο παράρτημα I, σε περίπτωση κατάθεσης μιας καταγγελίας ή όταν η αρμόδια αρχή έχει άλλους λόγους να αμφισβητεί τη συμμόρφωση με έναν όρο ή σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διεξάγει αυτοβούλως έρευνα·

  γ) τις διαδικασίες και την αξιολόγηση αιτήσεων για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης·

  δ) τη δημοσίευση συγκριτικών επισκοπήσεων της ποιότητας και της τιμής των υπηρεσιών προς όφελος των καταναλωτών·

  ε) σαφώς καθορισμένους στατιστικούς σκοπούς ή σκοπούς σύνταξης εκθέσεων ή μελετών·

  στ) την ανάλυση της αγοράς για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων σχετικά με τις κατάντη αγορές ή αγορές λιανικής που συνδέονται ή σχετίζονται με τις αγορές που υπόκεινται σε ανάλυση αγοράς·

  ζ) τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης και της αποτελεσματικής διαχείρισης του ραδιοφάσματος και των πόρων αριθμοδότησης·

  η) την αξιολόγηση των μελλοντικών εξελίξεων στα δίκτυα ή τις υπηρεσίες που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στις υπηρεσίες χονδρικής που διατίθενται σε ανταγωνιστές, στην εδαφική κάλυψη, στη διαθέσιμη για τους τελικούς χρήστες συνδεσιμότητα ή στον ορισμό περιοχών ψηφιακού αποκλεισμού·

η α) τη διεξαγωγή γεωγραφικών μελετών·

η β) την ανταπόκριση σε αιτιολογημένα αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται από τον BEREC.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), δ), ε), στ), ζ) και η) του πρώτου εδαφίου, δεν μπορούν να απαιτούνται εκ των προτέρων ή ως όρος για την είσοδο στην αγορά.

Ο BEREC καταρτίζει, έως τις [ημερομηνία], τυποποιημένους μορφότυπους για τα αιτήματα παροχής πληροφοριών.

2. Όσον αφορά τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, οι εν λόγω πληροφορίες αφορούν ιδίως την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος, καθώς και τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις κάλυψης και ποιότητας υπηρεσιών που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και τον έλεγχό τους.

3. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές ή λοιπές αρμόδιες αρχές απαιτούν από τις επιχειρήσεις να παρέχουν πληροφορίες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, τις ενημερώνουν σχετικά με τον ειδικό σκοπό για τον οποίο θα χρησιμοποιηθούν οι εν λόγω πληροφορίες.

4. Οι εθνικές ρυθμιστικές ή οι λοιπές αρμόδιες αρχές δεν δύνανται να επαναλαμβάνουν αιτήματα παροχής πληροφοριών που έχουν ήδη υποβληθεί από τον BEREC δυνάμει του άρθρου 30 του κανονισμού [xxxx/xxxx/ΕΚ (κανονισμός για τον BEREC][39].

4α. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων υποβολής πληροφοριών και εκθέσεων όσον αφορά τα δικαιώματα χρήσης και τις ειδικές υποχρεώσεις, όταν μια επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη και διαθέτει μια κύρια εγκατάσταση στην Ένωση, μόνο η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασης δύναται να ζητεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών δύνανται να ζητούν πληροφορίες από την πρώτη εθνική ρυθμιστική αρχή ή από τον BEREC. Ο BEREC διευκολύνει τον συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερόμενων εθνικών ρυθμιστικών αρχών, μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών που καθορίζεται δυνάμει του άρθρου 30 του κανονισμού [xxxx/xxxx/ΕΚ (κανονισμός για τον BEREC)].

Άρθρο 22

Γεωγραφικές έρευνες αναπτύξεων δικτύου

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν γεωγραφική έρευνα σχετικά με την εμβέλεια των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι ικανά τουλάχιστον να παρέχουν ευρυζωνικές υπηρεσίες («ευρυζωνικά δίκτυα») εντός τριών ετών από τη [λήξη της προθεσμίας για μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο] και την επικαιροποιούν τουλάχιστον ανά τρία έτη.

Αυτή η γεωγραφική έρευνα συνίσταται σε έρευνα σχετικά με την τρέχουσα γεωγραφική εμβέλεια των εν λόγω δικτύων στο έδαφός τους, όπως απαιτείται για τα καθήκοντα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και για έρευνες σε σχέση με την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων.

Οι πληροφορίες που συλλέγονται κατά την έρευνα διαθέτουν το κατάλληλο επίπεδο τοπικής λεπτομέρειας και περιλαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες για την ποιότητα και τις παραμέτρους των υπηρεσιών.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τοπικές, περιφερειακές και εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την κατανομή των δημόσιων κονδυλίων για την ανάπτυξη δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για τον σχεδιασμό εθνικών σχεδίων ευρυζωνικότητας, για τον καθορισμό υποχρεώσεων κάλυψης που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και για τον έλεγχο της διαθεσιμότητας των υπηρεσιών που εμπίπτουν στην υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας στην επικράτειά τους λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, και ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν τα αποτελέσματα αυτά με την προϋπόθεση ότι η αποδέκτρια αρχή εξασφαλίζει το ίδιο επίπεδο εμπιστευτικότητας και προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου με τη διαβιβάζουσα αρχή και ενημερώνουν τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες. Τα αποτελέσματα αυτά διατίθενται επίσης στον BEREC και στην Επιτροπή κατόπιν αιτήματός τους και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

6. Εάν οι σχετικές πληροφορίες δεν είναι διαθέσιμες στην αγορά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθιστούν τα δεδομένα από τις γεωγραφικές έρευνες που δεν υπόκεινται σε όρους εμπιστευτικότητας άμεσα διαθέσιμα στο διαδίκτυο, σε ανοιχτό και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, ώστε να καθίσταται δυνατή η επαναχρησιμοποίησή τους. Επίσης, σε περίπτωση που δεν διατίθενται στην αγορά εργαλεία αυτού του είδους, καθιστούν διαθέσιμα εργαλεία που επιτρέπουν στους τελικούς χρήστες ▌να προσδιορίσουν τη διαθεσιμότητα συνδεσιμότητας σε διάφορες περιοχές, με επίπεδο λεπτομέρειας που είναι χρήσιμο προς υποστήριξη της επιλογής φορέα εκμετάλλευσης ή παρόχου υπηρεσιών, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της εθνικής ρυθμιστικής αρχής όσον αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και του επιχειρηματικού απορρήτου.

7. Έως την [ημερομηνία], και για να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή των γεωγραφικών ερευνών και προβλέψεων, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για να επικουρεί τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στη συνεκτική εφαρμογή των υποχρεώσεών τους δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 22α

Γεωγραφικές προβλέψεις

1. Κατά τη διεξαγωγή γεωγραφικής έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 22, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να συμπεριλαμβάνουν τριετή πρόβλεψη όσον αφορά την εμβέλεια των δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας στην επικράτειά τους.

Η πρόβλεψη αυτή μπορεί επίσης να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με σχεδιαζόμενες αναπτύξεις από οποιαδήποτε επιχείρηση ή δημόσια αρχή, ιδίως με σκοπό να συμπεριληφθούν δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας και σημαντικές αναβαθμίσεις ή επεκτάσεις των παραδοσιακών ευρυζωνικών δικτύων ώστε να φτάνουν τουλάχιστον τις επιδόσεις των δικτύων πρόσβασης επόμενης γενιάς.

Οι πληροφορίες που συλλέγονται διαθέτουν το κατάλληλο επίπεδο τοπικής λεπτομέρειας και περιλαμβάνουν επαρκή στοιχεία σχετικά με την ποιότητα και τις παραμέτρους των υπηρεσιών.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να ορίσουν «περιοχή ψηφιακού αποκλεισμού» που αντιστοιχεί σε περιοχή με σαφή εδαφικά όρια όπου, βάσει των πληροφοριών που συλλέχθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, προσδιορίζεται ότι, κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου πρόβλεψης, καμία επιχείρηση ή δημόσια αρχή δεν έχει αναπτύξει δίκτυο πολύ υψηλής χωρητικότητας ούτε σχεδιάζει την ανάπτυξή του, ούτε έχει αναβαθμίσει ή επεκτείνει σημαντικά το δίκτυό της ώστε να φτάνει σε επιδόσεις ταχύτητας καταφόρτωσης τουλάχιστον 100 Mbps, ούτε σχεδιάζει να το πράξει. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημοσιεύουν τις ορισθείσες περιοχές ψηφιακού αποκλεισμού.

3. Εντός της ορισθείσας περιοχής ψηφιακού αποκλεισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να δημοσιεύσουν πρόσκληση ανοικτή σε οποιαδήποτε επιχείρηση για να δηλώσει την πρόθεσή της να αναπτύξει δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου πρόβλεψης. Η εθνική ρυθμιστική αρχή διευκρινίζει τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις εν λόγω δηλώσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται τουλάχιστον παρόμοιο επίπεδο λεπτομέρειας με εκείνο που λαμβάνεται υπόψη στην πρόβλεψη. Ενημερώνει επίσης κάθε επιχείρηση που εκδηλώνει το ενδιαφέρον της κατά πόσον η ορισθείσα περιοχή ψηφιακού αποκλεισμού καλύπτεται ή ενδέχεται να καλύπτεται από δίκτυο πρόσβασης επόμενης γενιάς (NGA) που προσφέρει ταχύτητες καταφόρτωσης κάτω των 100 Mbps, βάσει των πληροφοριών που συλλέγονται.

4. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν μέτρα δυνάμει της παραγράφου 3, το πράττουν σύμφωνα με διαδικασία αποδοτική, αντικειμενική, διαφανή και χωρίς διακρίσεις, κατά την οποία καμία επιχείρηση δεν αποκλείεται εκ των προτέρων.

Άρθρο 23

Μηχανισμός διαβούλευσης και διαφάνειας

Εκτός περιπτώσεων που εμπίπτουν στο άρθρο 32 παράγραφος 9, στο άρθρο 26 ή στο άρθρο 27, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή λοιπές αρμόδιες αρχές προτίθενται να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή προτίθενται να προβλέψουν περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφοι 4 και 5, και εφόσον τα εν λόγω μέτρα ή περιορισμοί έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη σχετική αγορά, παρέχουν στα ενδιαφερόμενα μέρη δυνατότητα σχολιασμού του σχεδίου μέτρου εντός εύλογης χρονικής περιόδου, λαμβάνοντας υπόψη την περιπλοκότητα του ζητήματος και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον 30 ημερών, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων.

Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν τις εθνικές τους διαδικασίες διαβούλευσης.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενιαίου σημείου ενημέρωσης όπου παρατίθενται όλες οι τρέχουσες διαβουλεύσεις.

Τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης δημοσιοποιούνται, με εξαίρεση τις πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα σύμφωνα με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία σχετικά με το επιχειρηματικό απόρρητο.

Άρθρο 24

Διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, ανάλογα με την περίπτωση, ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τις απόψεις των τελικών χρηστών και των καταναλωτών (συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των καταναλωτών με αναπηρίες), των κατασκευαστών και των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για θέματα που άπτονται των δικαιωμάτων του συνόλου των τελικών χρηστών και των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένης της ισοδύναμης πρόσβασης και της επιλογής για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, όσον αφορά τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ιδίως όταν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θεσπίζουν μηχανισμό διαβούλευσης, προσβάσιμο σε άτομα με αναπηρίες, ώστε στις αποφάσεις τους για θέματα που αφορούν τον τελικό χρήστη και τα δικαιώματα του καταναλωτή όσον αφορά διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

2. Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν, οσάκις ενδείκνυται να αναπτύσσουν, υπό την καθοδήγηση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, μηχανισμούς οι οποίοι προβλέπουν τη συμμετοχή των καταναλωτών, των οργανώσεων χρηστών και των φορέων παροχής υπηρεσιών και αποβλέπουν στη βελτίωση της γενικής ποιότητας της παροχής υπηρεσιών, μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη και την εφαρμογή κωδίκων συμπεριφοράς και προτύπων λειτουργίας.

3. Με την επιφύλαξη εθνικών κανόνων που είναι σύμφωνοι με το ενωσιακό δίκαιο για την προαγωγή των στόχων πολιτικής για τον πολιτισμό και τα μέσα επικοινωνίας, όπως η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και η πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες αρμόδιες αρχές μπορούν να προωθούν τη συνεργασία μεταξύ παρόχων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσιών και των τομέων που ενδιαφέρονται για την προαγωγή νόμιμου περιεχομένου στα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Στη συνεργασία αυτή ενδέχεται να περιληφθεί επίσης και ο συντονισμός των στοιχείων δημοσίου ενδιαφέροντος τα οποία διατίθεται στο κοινό δυνάμει του άρθρου 96 παράγραφος 3 και του άρθρου 95 παράγραφος 1.

Άρθρο 25

Εξώδικη επίλυση διαφορών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρίες, έχουν πρόσβαση σε διαφανείς, αμερόληπτες, απλές, ταχείες, δίκαιες και μη δαπανηρές εξώδικες διαδικασίες για την αντιμετώπιση των ανεπίλυτων διαφορών τους με παρόχους δημοσίως διαθέσιμων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες προκύπτουν από την παρούσα οδηγία και αφορούν τους συμβατικούς όρους και/ή την εκτέλεση συμβάσεων παροχής των εν λόγω δικτύων και/ή υπηρεσιών. Οι πάροχοι δημοσίως διαθέσιμων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν απορρίπτουν το αίτημα του καταναλωτή για επίλυση διαφοράς με τον καταναλωτή μέσω εξώδικης επίλυσης διαφορών βάσει σαφών και αποτελεσματικών διαδικασιών και κατευθυντήριων γραμμών. Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν πρόσβαση σε αυτές τις διαδικασίες σε άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η νομοθεσία τους δεν παρακωλύει τη λειτουργία γραφείων παραπόνων και την παροχή υπηρεσιών ανοικτής γραμμής, κατάλληλα κατανεμημένων γεωγραφικά, που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των καταναλωτών και των άλλων τελικών χρηστών στην επίλυση των διαφορών. Σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή έχει περιληφθεί στον κατάλογο που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/11/ΕΕ, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 524/2013 εφαρμόζονται στις διαφορές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που απορρέουν από διαδικτυακές συμβάσεις.

3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2013/11/ΕΕ, όταν στις διαφορές αυτές εμπλέκονται μέρη από διάφορα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη συντονίζουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να επιτύχουν την επίλυση της διαφοράς.

4. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις εθνικές δικαστικές διαδικασίες.

Άρθρο 26

Επίλυση διαφοράς μεταξύ επιχειρήσεων

1. Σε περίπτωση διαφοράς που προκύπτει σε σχέση με υφιστάμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία μεταξύ παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, ή μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών και άλλων επιχειρήσεων στο κράτος μέλος που επωφελούνται από τις υποχρεώσεις πρόσβασης και/ή διασύνδεσης ή μεταξύ παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε κράτος μέλος και παρόχων συναφών εγκαταστάσεων, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό βάσει σαφών και αποτελεσματικών διαδικασιών και κατευθυντήριων γραμμών, και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το οικείο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.

2. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να αρνούνται την επίλυση διαφοράς με δεσμευτική απόφαση, εάν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3. Τα μέρη ενημερώνονται σχετικά αμελλητί από την εθνική ρυθμιστική αρχή. Εάν η διαφορά δεν έχει επιλυθεί μετά την πάροδο τεσσάρων μηνών και το μέρος το οποίο επιζητεί την επανόρθωση δεν την έχει φέρει ενώπιον δικαστηρίου, η εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός των μερών, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το συντομότερο δυνατό, και, εν πάση περιπτώσει, εντός τεσσάρων μηνών.

3. Κατά την επίλυση μιας διαφοράς, η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει αποφάσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων τους οποίους θέτει το άρθρο 3. Οι υποχρεώσεις που μπορεί να επιβάλει η εθνική ρυθμιστική αρχή σε μια επιχείρηση, στο πλαίσιο της επίλυσης διαφοράς, πρέπει να τηρούν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

4. Η απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής δημοσιοποιείται, τηρουμένων των απαιτήσεων περί επιχειρηματικού απορρήτου. Στα ενδιαφερόμενα μέρη παρέχεται πλήρης έκθεση των λόγων επί των οποίων βασίζεται.

5. Η διαδικασία που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 3 και 4 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων.

Άρθρο 27

Επίλυση διασυνοριακών διαφορών

1. Σε περίπτωση διαφοράς στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας μεταξύ επιχειρήσεων από διαφορετικά κράτη μέλη εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4. Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται σε διαφορές σχετικά με τον συντονισμό ραδιοφάσματος που καλύπτεται από το άρθρο 28.

2. Κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στην οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή ή στις οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή ή οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές για τη συνεκτική επίλυση της διαφοράς κοινοποιούν τη διαφορά στον BEREC, σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 3.

3. Ο BEREC εκδίδει γνώμη με την οποία επισημαίνει στην οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή ή στις οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την επίλυση της διαφοράς ή να μην προβούν σε ενέργειες, στο συντομότερο δυνατό χρονικό πλαίσιο και, σε κάθε περίπτωση, εντός τεσσάρων μηνών, πλην εξαιρετικών περιστάσεων.

4. Η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή ή οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές αναμένουν τη γνώμη του BEREC προτού προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια για την επίλυση της διαφοράς. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, εφόσον υπάρχει επείγουσα ανάγκη ανάληψης δράσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ο ανταγωνισμός ή να προστατευτούν τα συμφέροντα των τελικών χρηστών, οποιαδήποτε από τις αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορεί, είτε κατόπιν αιτήματος των μερών είτε με δική της πρωτοβουλία, να λάβει προσωρινά μέτρα.

4a. Σε περιπτώσεις διασυνοριακών διαφορών στην επίλυση των οποίων εμπλέκονται περισσότερες από μία εθνικές ρυθμιστικές αρχές και κατά τις οποίες οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν κατόρθωσαν να καταλήξουν σε συμφωνία εντός χρονικής περιόδου 3 μηνών αφότου η συγκεκριμένη υπόθεση παραπέμφθηκε στην τελευταία από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές, εξουσιοδοτείται ο BEREC να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής επίλυση της διαφοράς.

5. Οποιαδήποτε υποχρέωση επιβάλλει η εθνική ρυθμιστική αρχή σε επιχείρηση στο πλαίσιο της επίλυσης της διαφοράς είναι σύμφωνη με την παρούσα οδηγία, λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που εκδίδει ο BEREC, και εγκρίνεται εντός ενός μηνός από την έκδοση της εν λόγω γνώμης.

6. Η διαδικασία της παραγράφου 2 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να προσφύγει στα δικαστήρια.

Άρθρο 28

Συντονισμός ραδιοφάσματος μεταξύ κρατών μελών

1. Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές τους διασφαλίζουν ότι η χρήση του ραδιοφάσματος είναι οργανωμένη στην επικράτειά τους κατά τρόπο ώστε να μην εμποδίζεται κανένα άλλο κράτος μέλος ▌να επιτρέπει στην επικράτειά του τη χρήση ▌ραδιοφάσματος, ειδικότερα εναρμονισμένου ραδιοφάσματος, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, ιδίως λόγω επιβλαβών διασυνοριακών παρεμβολών μεταξύ κρατών μελών.

Προς τον σκοπό αυτό λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του διεθνούς δικαίου και των σχετικών διεθνών συμφωνιών, όπως βάσει των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU).

2. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους, μεταξύ άλλων μέσω της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος που συγκροτείται σύμφωνα με την παράγραφο 4α, κατά τον διασυνοριακό συντονισμό της χρήσης ραδιοφάσματος προκειμένου:

α)  να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1·

β)  να επιλύουν τυχόν προβλήματα ή διαφορές σε σχέση με τον διασυνοριακό συντονισμό ή τις επιβλαβείς διασυνοριακές παρεμβολές·

β α)  να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς.

2α. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται επίσης μεταξύ τους, μεταξύ άλλων μέσω της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, για την ευθυγράμμιση των προσεγγίσεών τους όσον αφορά την εκχώρηση και τις άδειες χρήσης ραδιοφάσματος.

3. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, καθώς και η Επιτροπή μπορεί να ζητά από την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος να αξιοποιήσει τις καλές της υπηρεσίες και, κατά περίπτωση, να προτείνει συντονισμένη λύση με γνώμη, ώστε να βοηθήσει τα κράτη μέλη να συμμορφωθούν με τις παραγράφους 1 και 2, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις που εμπλέκονται τρίτες χώρες στο πρόβλημα ή στη διαφορά. Τα κράτη μέλη παραπέμπουν κάθε ανεπίλυτη διαφορά μεταξύ τους στην ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, κατά προτεραιότητα έναντι κάθε άλλης διαθέσιμης διαδικασίας διευθέτησης διαφορών που προβλέπεται δυνάμει του διεθνούς δικαίου.

4. Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, να εγκρίνει μέτρα εφαρμογής για την επίλυση επιβλαβών διασυνοριακών παρεμβολών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών οι οποίες τα αποτρέπουν από τη χρήση εναρμονισμένου ραδιοφάσματος στην επικράτειά τους. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 110 παράγραφος 4.

4a. Με το παρόν συγκροτείται συμβουλευτική ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, η οποία ονομάζεται «ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος» και αποτελείται από έναν υψηλόβαθμο κυβερνητικό εμπειρογνώμονα από κάθε κράτος μέλος, καθώς και από έναν υψηλόβαθμο εκπρόσωπο της Επιτροπής.

Η ομάδα επικουρεί και συμβουλεύει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή σχετικά με τον διασυνοριακό συντονισμό της χρήσης του ραδιοφάσματος, την ευθυγράμμιση των προσεγγίσεών τους όσον αφορά την εκχώρηση και τις άδειες χρήσης ραδιοφάσματος και άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την πολιτική για το ραδιοφάσμα και τον συντονισμό.

Οι υπηρεσίες γραμματείας παρέχονται από [την Υπηρεσία του BEREC / τον BEREC].

Τίτλος III: Εφαρμογή

Άρθρο 29

Κυρώσεις και αποζημιώσεις

1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των προστίμων και περιοδικών κυρώσεων, κατά περίπτωση, με στόχο να αποτρέπονται παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Με την επιφύλαξη του άρθρου 30, οι εν λόγω κανόνες διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία, εάν κρίνεται σκόπιμο κατά την επιβολή μιας υποχρέωσης, να επιβάλλουν προκαθορισμένες οικονομικές κυρώσεις για παράβαση της σχετικής υποχρέωσης, το ποσό των οποίων καταβάλλεται στην αρμόδια αρχή, σε τελικούς χρήστες και/ή σε άλλες επιχειρήσεις. Οι προβλεπόμενες ποινές πρέπει να είναι κατάλληλες, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. ▌

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε χρήστης ο οποίος υπέστη υλική ζημία ή ηθική βλάβη λόγω παράβασης των διατάξεων της παρούσας οδηγίας έχει το δικαίωμα να λάβει αποζημίωση από τον παραβάτη για τη ζημία που υπέστη, εκτός εάν ο παραβάτης αποδείξει ότι ουδόλως ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός. Οι τυχόν προκαθορισμένες οικονομικές κυρώσεις που καταβάλλονται στον χρήστη δυνάμει της παραγράφου 1 αφαιρούνται από την αποζημίωση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο.

3. Ο κάτοχος δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος λαμβάνει αποζημίωση όσον αφορά επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, ύστερα από κάθε τροποποίηση, περιορισμό ή ανάκληση των εν λόγω δικαιωμάτων κατά παράβαση του άρθρου 18 ή του άρθρου 19.

Άρθρο 30

Συμμόρφωση προς τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης και προς τις ειδικές υποχρεώσεις

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές τους να παρακολουθούν και επιβλέπουν τη συμμόρφωση με τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών με τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 και με την υποχρέωση αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 45 και το άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 2.

Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν από τις επιχειρήσεις που καλύπτονται από τη γενική άδεια, ή απολαύουν δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή προς τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 2, σύμφωνα με το άρθρο 21.

2. Εάν η εθνική αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι μια επιχείρηση δεν τηρεί έναν ή περισσότερους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, κοινοποιεί στην επιχείρηση την εν λόγω διαπίστωση και παρέχει στην επιχείρηση τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις της, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

3. Η αρμόδια αρχή έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την παύση της παράβασης στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 2, είτε αμέσως είτε εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, και λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης.

Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν:

  α) κατά περίπτωση αποτρεπτικές οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν περιοδικές ποινές με αναδρομικό αποτέλεσμα· και

  β) διαταγή να διακοπεί ή να καθυστερήσει η παροχή υπηρεσίας ή δέσμης υπηρεσιών η οποία, εάν συνεχιζόταν, θα κατέληγε σε σοβαρή στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενώ εκκρεμεί η συμμόρφωση με υποχρεώσεις πρόσβασης που έχουν επιβληθεί μετά από ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 65.

  Τα μέτρα και οι λόγοι στους οποίους βασίζονται, ανακοινώνονται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση χωρίς καθυστέρηση και προβλέπουν εύλογο χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση της επιχείρησης προς το μέτρο.

4. Παρά τις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις, ανάλογα με την περίπτωση, στις επιχειρήσεις που δεν παρέχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία α) ή β) και το άρθρο 67, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος που ορίζεται από την εθνική αρμόδια αρχή.

5. Σε περιπτώσεις σοβαρής παράβασης ή επανειλημμένων παραβάσεων των όρων της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 47 παράγραφοι 1 ή 2, εάν τα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν φέρουν αποτέλεσμα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές να μπορούν να εμποδίζουν την περαιτέρω παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μια επιχείρηση ή να αναστέλλουν ή να αποσύρουν τα δικαιώματα χρήσης. Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να επιβάλλει αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις και ποινές. Αυτές οι κυρώσεις και ποινές μπορούν να επιβληθούν ώστε να καλύπτουν τη χρονική περίοδο κάθε παράβασης, ακόμη και εάν η παράβαση έχει στη συνέχεια διορθωθεί.

6. Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου, εάν η αρμόδια αρχή έχει αποδείξεις ότι η παράβαση των όρων της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 2 συνιστά άμεση και σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή ότι θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα σε άλλους παρόχους ή σε χρήστες δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλους χρήστες του ραδιοφάσματος, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν από τη λήψη τελικής απόφασης. Στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση παρέχεται εν συνεχεία εύλογη δυνατότητα να εκθέσει την άποψή της και να προτείνει επανορθωτικά μέτρα. Εφόσον απαιτείται, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβεβαιώνει τα προσωρινά μέτρα, τα οποία έχουν μέγιστη ισχύ τριών μηνών, αλλά μπορούν, σε περιπτώσεις μη ολοκλήρωσης των διαδικασιών εκτέλεσης, να παραταθούν για περαιτέρω χρονική περίοδο έως και τριών μηνών.

7. Οι επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα να προσφεύγουν κατά των μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, με τη διαδικασία του άρθρου 31 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 31

Δικαίωμα προσφυγής

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών σε εθνικό επίπεδο, βάσει των οποίων κάθε χρήστης ή επιχείρηση που παρέχει δίκτυα και/ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει, όταν θίγεται από απόφαση αρμόδιας αρχής, δικαίωμα προσφυγής κατά της αποφάσεως ενώπιον οργάνου προσφυγής πλήρως ανεξάρτητου από τους διαδίκους και από οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση ή πολιτική πίεση που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή του στα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται. Το εν λόγω όργανο προσφυγής, το οποίο μπορεί να είναι δικαστήριο, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης και ότι υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός προσφυγής.

Έως την ολοκλήρωση της προσφυγής ισχύει η απόφαση της αρμόδιας αρχής, εκτός εάν ληφθούν προσωρινά μέτρα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

2. Εάν το όργανο προσφυγής που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεν έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα, αιτιολογεί πάντοτε εγγράφως τις αποφάσεις του. Επίσης, στην περίπτωση αυτή, η απόφασή του υπόκειται σε αναθεώρηση από δικαστήριο, κατά την έννοια του άρθρου 267 της συνθήκης.

3. Τα κράτη μέλη συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με το εν γένει θέμα των προσφυγών, τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής και τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων. Τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες αυτές, καθώς και τις αποφάσεις στην Επιτροπή και στον BEREC κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως είτε της πρώτης είτε του δευτέρου.

Τίτλος IV: Διαδικασίες εσωτερικής αγοράς

Άρθρο 32

Εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους όλους τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 3, στον βαθμό που αυτοί σχετίζονται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς εργαζόμενες από κοινού αλλά και με την Επιτροπή καθώς και με τον BEREC, κατά διαφανή τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σε όλα τα κράτη μέλη. Προς τον σκοπό αυτό, εργάζονται από κοινού ιδίως με την Επιτροπή και τον BEREC για τον προσδιορισμό των τύπων των μέσων και των επανορθωτικών μέτρων που ενδείκνυνται για συγκεκριμένες καταστάσεις που επικρατούν στην αγορά.

3. Εάν δεν προβλέπεται άλλως σε συστάσεις ή/και κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 34, μετά την ολοκλήρωση της διαβούλευσης του άρθρου 23, εφόσον εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να λάβει μέτρο το οποίο:

  α) εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 59, 62, 65 ή 66 της παρούσας οδηγίας, και

  β) είναι πιθανόν να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών,

δημοσιεύει το σχέδιο μέτρου και το καθιστά προσβάσιμο στην Επιτροπή, στον BEREC και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, ταυτοχρόνως, μαζί με την αιτιολόγηση και τη λεπτομερή ανάλυση στην οποία στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, τον BEREC και τις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο BEREC και η Επιτροπή μπορούν εντός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

4. Εάν το σχεδιαζόμενο μέτρο που διέπεται από την παράγραφο 3 αποσκοπεί:

  α) στον καθορισμό σχετικής αγοράς που διαφέρει από εκείνες που ορίζονται στη σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1, ή

  β) στην απόφαση καθορισμού ή όχι επιχείρησης ως διαθέτουσας, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλους, σημαντική ισχύ στην αγορά, βάσει του άρθρου 65 παράγραφοι 3 ή 4,

και είναι πιθανόν να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ενώ η Επιτροπή έχει γνωστοποιήσει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ότι θεωρεί πως το σχέδιο μέτρου θα δημιουργούσε φραγμό στην εσωτερική αγορά ή εάν έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητά του με την ενωσιακή νομοθεσία και ιδίως με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 3, αναβάλλεται η θέσπιση του σχεδίου μέτρου επί δύο περαιτέρω μήνες. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί. Η Επιτροπή ενημερώνει τον BEREC και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις επιφυλάξεις της στην περίπτωση αυτή και ταυτοχρόνως τις δημοσιοποιεί.

4a. Εντός έξι εβδομάδων από την έναρξη της αναφερόμενης στην παράγραφο 4 δίμηνης περιόδου, ο BEREC γνωμοδοτεί σχετικά με την αναφερόμενη στην παράγραφο 4 κοινοποίηση της Επιτροπής, αποφαινόμενος σχετικά με το κατά πόσο το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί και, εφόσον απαιτείται, καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτό. Η γνώμη αιτιολογείται και δημοσιοποιείται.

5. Εντός της δίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 4, η Επιτροπή μπορεί:

  α) να αποφασίσει να καλέσει την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, και/ή

  β) να αποφασίσει να άρει τις επιφυλάξεις της σε σχέση με το σχέδιο μέτρου κατά την παράγραφο 4.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC πριν από τη λήψη απόφασης. Η απόφαση συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου.

6. Στις περιπτώσεις που η Επιτροπή εκδίδει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 ζητώντας από την εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχέδιο μέτρου, η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου εντός εξαμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της Επιτροπής. Σε περίπτωση που το σχέδιο μέτρου τροποποιείται, η εθνική ρυθμιστική αρχή διοργανώνει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 και επανακοινοποιεί το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3.

7. Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τα σχόλια των άλλων εθνικών ρυθμιστικών αρχών, του BEREC και της Επιτροπής και, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και στην παράγραφο 5 στοιχείο α), μπορεί να θεσπίζει το προκύπτον σχέδιο μέτρου και, εφόσον το πράξει, το κοινοποιεί στην Επιτροπή.

8. Η εθνική ρυθμιστική αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή και στον BEREC όλα τα εγκεκριμένα τελικά μέτρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 3 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου.

9. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή κρίνει ότι πρέπει να αναληφθεί δράση επειγόντως προκειμένου να διασφαλισθεί ο ανταγωνισμός και να προστατευθούν τα συμφέροντα των χρηστών, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των παραγράφων 3 και 4, μπορεί να λαμβάνει αμέσως αναλογικά και προσωρινά μέτρα. Ανακοινώνει αμελλητί στην Επιτροπή, στις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και στον BEREC τα μέτρα αυτά, πλήρως αιτιολογημένα. Η λήψη αποφάσεως εκ μέρους εθνικής ρυθμιστικής αρχής για τη μονιμοποίηση των μέτρων ή την παράταση της ισχύος τους υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4.

9a.  Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να αποσύρει ένα σχέδιο μέτρου ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 33

Διαδικασία για τη συνεκτική εφαρμογή των επανορθωτικών μέτρων

1. Όταν σχεδιαζόμενο μέτρο που εμπίπτει στο άρθρο 32 παράγραφος 3 αποσκοπεί στην επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 65 σε συνδυασμό με το άρθρο 59 και τα άρθρα 67 έως 74, η Επιτροπή δύναται, εντός της περιόδου του ενός μηνός που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 3, να γνωστοποιήσει στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή και στον BEREC τους λόγους για τους οποίους είτε θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δημιουργεί φραγμούς στην ενιαία αγορά είτε αμφισβητεί σοβαρά τη συμβατότητά του με την ενωσιακή νομοθεσία. Σε αυτή την περίπτωση, το σχέδιο μέτρου δεν εγκρίνεται για τρεις ακόμη μήνες μετά την κοινοποίηση της Επιτροπής.

Εάν δεν υπάρξει κοινοποίηση, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να εγκρίνει το σχέδιο μέτρου, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη οιαδήποτε σχόλια της Επιτροπής, του BEREC ή οιασδήποτε άλλης εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

2. Κατά την τρίμηνη περίοδο στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1, η Επιτροπή, ο BEREC και η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζονται στενά με στόχο την εξεύρεση του καταλληλότερου και αποτελεσματικότερου μέτρου υπό το πρίσμα των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 3, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τις απόψεις των φορέων της αγοράς και την ανάγκη να εξασφαλισθεί η ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής.

3. Εντός έξι εβδομάδων από την έναρξη της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, ο BEREC γνωμοδοτεί, αποφασίζοντας με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του ρυθμιστικού συμβουλίου, σχετικά με την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κοινοποίηση της Επιτροπής, αποφαινόμενος σχετικά με το κατά πόσο το σχέδιο μέτρου πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί και, εφόσον απαιτείται, καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτό. Η γνώμη αυτή αιτιολογείται και δημοσιοποιείται.

4. Εάν στη γνωμοδότησή του ο BEREC συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής, συνεργάζεται στενά με την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή για την εξεύρεση του καταλληλότερου και αποτελεσματικότερου μέτρου. Πριν την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται:

  α) να τροποποιήσει ή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου της έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη της την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κοινοποίηση της Επιτροπής καθώς και τη γνώμη και τις συστάσεις του BEREC·

  β) να διατηρήσει το σχέδιο μέτρου της.

5. Η Επιτροπή δύναται, εντός μηνός από την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 τρίμηνης περιόδου, και έχοντας λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC, εφόσον έχει αυτός γνωμοδοτήσει:

  α) να εκδώσει σύσταση απαιτώντας από την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή να τροποποιήσει ή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση, συγκεκριμένων προτάσεων για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου, και εκθέτοντας τους λόγους με τους οποίους αιτιολογείται η σύστασή της, ιδίως σε περίπτωση που ο BEREC δεν συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής·

  β) να λάβει απόφαση με την οποία αίρει τις αναφερθείσες σύμφωνα με την παράγραφο 1 επιφυλάξεις της.

γ) να λάβει απόφαση με την οποία η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή υποχρεούται να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, σε περίπτωση που ο BEREC συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής. Η απόφαση συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία η διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 6.

6. Εντός ενός μηνός από την έκδοση της σύστασης της Επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο α) ή από την άρση των επιφυλάξεων της Επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή αποσύρει το σχέδιο μέτρου ή εγκρίνει, δημοσιεύει και κοινοποιεί στην Επιτροπή και στον BEREC το εγκριθέν τελικό μέτρο.

Η εν λόγω χρονική περίοδος δύναται να παραταθεί προκειμένου να δοθεί στην εθνική ρυθμιστική αρχή η ευχέρεια να διοργανώσει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 23.

7. Σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει να μην τροποποιήσει ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου βάσει της εκδοθείσας σύμφωνα με την παράγραφο 5, στοιχείο α) σύστασης, παρέχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση.

8. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να αποσύρει το προτεινόμενο σχέδιο μέτρου σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

Άρθρο 34

Διατάξεις εφαρμογής

Η Επιτροπή, μετά τη δημόσια διαβούλευση και τη διαβούλευση με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και αφού λάβει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC, μπορεί να εκδώσει συστάσεις ή/και κατευθυντήριες γραμμές σε σχέση με το άρθρο 32, που θα καθορίζουν τη μορφή, το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομέρειας των ανακοινώσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 32 παράγραφος 3, τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν απαιτούνται κοινοποιήσεις καθώς και τον υπολογισμό των προθεσμιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

συνεκτική εκχώρηση ραδιοφάσματος

Άρθρο 35

Διαδικασία αξιολόγησης από ομοτίμους

1. Όσον αφορά τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, ανατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές οι εξουσίες να θεσπίζουν τουλάχιστον τα ακόλουθα μέτρα:

α)  στην περίπτωση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, τη διαδικασία επιλογής, σε σχέση με το άρθρο 54·

β)  τα κριτήρια που αφορούν την επιλεξιμότητα του προσφέροντος, κατά περίπτωση, σε σχέση με το άρθρο 48 παράγραφος 4·

γ)  τις παραμέτρους των μέτρων οικονομικής αποτίμησης του ραδιοφάσματος, όπως την τιμή πρώτης προσφοράς, σε σχέση με το άρθρο 42·

δ)  τη διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης και τους όρους ανανέωσης σύμφωνα με τα άρθρα 49 και 50·

ε)  τυχόν μέτρα για την προώθηση του ανταγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 52, κατά περίπτωση·

στ)  τους όρους που αφορούν την εκχώρηση, τη μεταβίβαση, συμπεριλαμβανομένης της εμπορίας και της χρονομίσθωσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, σε σχέση με το άρθρο 51, την από κοινού χρήση (μερισμό) ραδιοφάσματος ή ασύρματων υποδομών, σε σχέση με το άρθρο 59 παράγραφος 3, ή τη συσσώρευση δικαιωμάτων χρήσης, σε σχέση με το άρθρο 52 παράγραφος 2 στοιχεία γ) και ε)· και

ζ)  τις παραμέτρους των όρων κάλυψης σύμφωνα με τους συνολικούς στόχους πολιτικής του κράτους μέλους στον τομέα αυτό, σε σχέση με το άρθρο 47.

Κατά τη θέσπιση των μέτρων αυτών, η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει υπόψη την ανάγκη συνεργασίας με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, την Επιτροπή και τον BEREC προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνοχή σε ολόκληρη την Ένωση, τους σχετικούς εθνικούς στόχους πολιτικής που καθορίζονται από το κράτος μέλος, καθώς και άλλα συναφή εθνικά μέτρα όσον αφορά τη διαχείριση του ραδιοφάσματος σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, και βασίζει το μέτρο της σε διεξοδική και αντικειμενική αξιολόγηση της κατάστασης του ανταγωνισμού, της τεχνικής και της οικονομικής κατάστασης της αγοράς.

2. Για τη διευκόλυνση του διασυνοριακού συντονισμού και της αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος, στην περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να λάβει μέτρο το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχεία α) έως ζ), δημοσιοποιεί το σχέδιο μέτρου και το καθιστά προσβάσιμο, μαζί με το σκεπτικό στο οποίο αυτό βασίζεται, και ενημερώνει σχετικά τον BEREC, την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, την Επιτροπή και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε άλλα κράτη μέλη, συγχρόνως.

3. Εντός τριών μηνών από τη δημοσιοποίηση του σχεδίου μέτρου, ο BEREC εκδίδει αιτιολογημένη γνώμη επί του σχεδίου μέτρου, με την οποία αναλύεται κατά πόσον το εν λόγω μέτρο θα ήταν το πλέον κατάλληλο προκειμένου:

α)  να προαχθεί η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών, καθώς και ο ανταγωνισμός, να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τον καταναλωτή και να επιτευχθούν, σε γενικές γραμμές, οι στόχοι ▌που καθορίζονται στο άρθρο 3 και στο άρθρο 45 παράγραφος 2,

β)  να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος· και

γ)  να διασφαλιστούν σταθερές και προβλέψιμες επενδυτικές συνθήκες για τους υφιστάμενους και μελλοντικούς χρήστες του ραδιοφάσματος κατά την ανάπτυξη δικτύων για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που εξαρτώνται από το ραδιοφάσμα.

Στην αιτιολογημένη γνώμη αναφέρεται κατά πόσον το σχέδιο μέτρου θα πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί. Ο BEREC διατυπώνει συγκεκριμένες συστάσεις προς τον σκοπό αυτό, κατά περίπτωση. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή μπορούν επίσης να διατυπώσουν παρατηρήσεις επί του σχεδίου απόφασης στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή.

Ο BEREC εγκρίνει και δημοσιοποιεί τα κριτήρια που θα εφαρμόζει κατά την αξιολόγηση κάθε σχεδίου μέτρου.

4. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ο BEREC και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδίως υπόψη:

α)  τους στόχους και τις αρχές που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία· καθώς και κάθε σχετική εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής που εκδίδεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, καθώς και τις αποφάσεις 676/2002/ΕΚ και 243/2012/ΕΕ·

β)  τυχόν συγκεκριμένους εθνικούς στόχους που καθορίστηκαν από το κράτος μέλος σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο·

γ)  την ανάγκη να αποφεύγεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού κατά τη θέσπιση των εν λόγω μέτρων·

γ α)  τις αρχές της ουδετερότητας ως προς τις υπηρεσίες και την τεχνολογία·

δ)  τα αποτελέσματα της πλέον πρόσφατης γεωγραφικής έρευνας των δικτύων σύμφωνα με το άρθρο 22·

ε)  την ανάγκη διασφάλισης της συνοχής με τις πρόσφατες και εκκρεμείς διαδικασίες εκχώρησης σε άλλα κράτη μέλη και τις πιθανές επιπτώσεις στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών· και

στ)  κάθε σχετική γνώμη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, και ειδικότερα όσον αφορά την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος.

5. Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC και παρατηρήσεις που υποβάλλονται από την Επιτροπή και άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές πριν από την έκδοση της τελικής της απόφασης και κοινοποιεί την εκδοθείσα τελική απόφαση στον BEREC και την Επιτροπή.

Σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει να μην τροποποιήσει ή να μην αποσύρει το σχέδιο μέτρου βάσει της εκδοθείσας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αιτιολογημένης γνώμης, παρέχει τεκμηριωμένη αιτιολόγηση.

Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να αποσύρει το σχέδιο μέτρου της σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

6. Κατά την κατάρτιση του σχεδίου μέτρου τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν στήριξη από τον BEREC και την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος.

7. Ο BEREC, η ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, η Επιτροπή και η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή συνεργάζονται στενά με στόχο την εξεύρεση της πλέον κατάλληλης και αποτελεσματικής λύσης υπό το πρίσμα των ρυθμιστικών στόχων και αρχών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας ταυτόχρονα δεόντως υπόψη τις απόψεις των φορέων της αγοράς και την ανάγκη να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής.

8. Η τελική απόφαση που εκδίδεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιεύεται.

Άρθρο 36

Εναρμονισμένη παραχώρηση ραδιοσυχνοτήτων

Εάν έχει εναρμονισθεί η χρήση ραδιοσυχνοτήτων, έχουν συμφωνηθεί όροι και διαδικασίες πρόσβασης και έχουν επιλεγεί οι επιχειρήσεις στις οποίες παραχωρούνται οι ραδιοσυχνότητες σύμφωνα με διεθνείς συμφωνίες και ενωσιακούς κανόνες, τα κράτη μέλη παρέχουν το δικαίωμα χρήσης των εν λόγω ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με αυτά. Υπό την προϋπόθεση ότι, όλοι οι εθνικοί όροι που συνοδεύουν το δικαίωμα χρήσης των συγκεκριμένων ραδιοσυχνοτήτων έχουν τηρηθεί στην περίπτωση κοινής διαδικασίας επιλογής, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν περαιτέρω όρους, πρόσθετα κριτήρια ή διαδικασίες που θα μπορούσαν να περιορίσουν, να τροποποιήσουν ή να καθυστερήσουν την ορθή εφαρμογή της από κοινού παραχώρησης των ραδιοσυχνοτήτων αυτών.

Άρθρο 37

Κοινή διαδικασία αδειοδότησης για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος

1. Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος σημαντικής διασυνοριακής επιβλαβούς παρεμβολής, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη συνεργάζονται υποχρεωτικά, και σε άλλες περιπτώσεις προαιρετικά, μεταξύ τους, καθώς και με την Επιτροπή, την ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος και τον BEREC, για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με τα άρθρα 13, 46 και 54, καθορίζοντας από κοινού τις κοινές πτυχές μιας διαδικασίας αδειοδότησης και διεξάγοντας επίσης από κοινού τη διαδικασία επιλογής για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος σε συμφωνία, κατά περίπτωση, με τυχόν κοινό χρονοδιάγραμμα που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 53.

Οποιοσδήποτε συμμετέχων στην αγορά δύναται να ζητήσει τη διεξαγωγή κοινής διαδικασίας επιλογής παρέχοντας επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η έλλειψη συντονισμού δημιουργεί σημαντικό φραγμό στην εσωτερική αγορά.

Η κοινή διαδικασία αδειοδότησης πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)  οι επιμέρους εθνικές διαδικασίες αδειοδότησης κινούνται και εφαρμόζονται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με από κοινού συμφωνημένο πρόγραμμα·

β)  προβλέπονται, κατά περίπτωση, κοινές προϋποθέσεις και διαδικασίες για την επιλογή και τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών·

γ)  προβλέπονται, κατά περίπτωση, κοινές ή συγκρίσιμες προϋποθέσεις που θα συνοδεύουν τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, με τις οποίες, μεταξύ άλλων, να παρέχεται στους χρήστες η δυνατότητα εκχώρησης παρόμοιων τμημάτων ραδιοφάσματος·

δ)  είναι ανοικτή ανά πάσα στιγμή μέχρις ότου διεξαχθεί η διαδικασία αδειοδότησης σε άλλα κράτη μέλη.

2. Όταν τα μέτρα που λαμβάνονται για τους σκοπούς της παραγράφου 1 εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 35 παράγραφος 1, η διαδικασία που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο ακολουθείται ταυτοχρόνως από τις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

διαδικασίες εναρμόνισης

Άρθρο 38

Διαδικασίες εναρμόνισης

1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 37 και 45, του άρθρου 46 παράγραφος 3, του άρθρου 47 παράγραφος 3 και του άρθρου 53, εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ύπαρξη αποκλίσεων κατά την υλοποίηση, εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή άλλων αρμόδιων αρχών, των κανονιστικών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα οδηγία ενδέχεται να αποτελέσει φραγμό στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC, μπορεί να εκδώσει σύσταση ή απόφαση για την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και με σκοπό την προαγωγή της επίτευξης των στόχων του άρθρου 3.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τους τις συστάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εφόσον μια εθνική ρυθμιστική αρχή ή άλλη αρμόδια αρχή επιλέγει να μην ακολουθήσει μια σύσταση, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, αιτιολογώντας τη θέση της.

3. Οι αποφάσεις που εγκρίνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορούν αποκλειστικά να περιλαμβάνουν προσδιορισμό εναρμονισμένης ή συντονισμένης μεθόδου για την αντιμετώπιση των ακόλουθων θεμάτων:

α)  μη συνεκτική εφαρμογή των γενικών κανονιστικών μεθόδων εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τις αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατ’ εφαρμογή των άρθρων 62 και 65, όπου δημιουργεί φραγμό στην εσωτερική αγορά. Αυτές οι αποφάσεις δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένες γνωστοποιήσεις εκδιδόμενες από εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 33·

  Σε παρόμοια περίπτωση, η Επιτροπή προτείνει σχέδιο απόφασης μόνον αφού:

–  έχουν παρέλθει δύο τουλάχιστον έτη από την έγκριση σύστασης της Επιτροπής με το ίδιο θέμα, και

–  έχει λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC όσον αφορά την επιχειρηματολογία υπέρ της έγκρισης παρόμοιας απόφασης, την οποία οφείλει να εκδώσει ο BEREC εντός τριών μηνών από το σχετικό αίτημα της Επιτροπής·

β)  θέματα σχετικά με την αριθμοδότηση, συμπεριλαμβανομένων των πεδίων αριθμών, της φορητότητας αριθμών και των αναγνωριστικών και θέματα σχετικά με τα συστήματα μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων και την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112).

4. Η κατά την παράγραφο 1 απόφαση εγκρίνεται σύμφωνα με την αναφερόμενη στο άρθρο 110 παράγραφος 4 διαδικασία εξέτασης.

5. Ο BEREC μπορεί με δική του πρωτοβουλία, μεταξύ άλλων κατόπιν καταγγελίας εκ μέρους επιχείρησης παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να συμβουλεύσει την Επιτροπή σχετικά με την έγκριση μέτρου κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.

5a. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3 και της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε περίπτωση που ο BEREC εκδώσει γνωμοδότηση με την οποία επισημαίνει την ύπαρξη αποκλίσεων κατά την εφαρμογή, εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή άλλων αρμόδιων αρχών, των κανονιστικών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα οδηγία, και οι αποκλίσεις αυτές ενδέχεται να δημιουργήσουν φραγμό στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή είτε εκδίδει σύσταση σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή, εάν έχει εκδώσει σύσταση σχετικά με το ίδιο θέμα δύο και πλέον έτη νωρίτερα, εκδίδει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3, χωρίς να ζητήσει νέα γνωμοδότηση του BEREC.

Εάν η Επιτροπή δεν έχει, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, εκδώσει σύσταση ή απόφαση εντός ενός έτους από την ημερομηνία έκδοσης της γνωμοδότησης από τον BEREC, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν το έπραξε, και δημοσιοποιεί την αιτιολόγηση αυτή.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει εκδώσει σύσταση, αλλά η μη συνεκτική εφαρμογή που δημιουργεί φραγμούς στην εσωτερική αγορά συνεχιστεί τα επόμενα δύο έτη, η Επιτροπή, εντός ενός επιπλέον έτους, είτε εκδίδει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή, εάν η Επιτροπή αποφασίσει να μην εκδώσει απόφαση, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν το έπραξε, και δημοσιοποιεί την αιτιολόγηση αυτή.

Άρθρο 39

Τυποποίηση

1. Η Επιτροπή καταρτίζει και δημοσιεύει, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατάλογο μη υποχρεωτικών προτύπων και/ή προδιαγραφών που χρησιμεύει ως βάση για την ενθάρρυνση της εναρμονισμένης παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών ευκολιών και υπηρεσιών. Οσάκις χρειάζεται, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με την επιτροπή που θεσπίζεται με την οδηγία 2015/1535/ΕΕ, να ζητάει την εκπόνηση προτύπων από τους Ευρωπαϊκούς Οργανισμούς Τυποποίησης (Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN), Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (CENELEC) και Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τυποποίησης των Τηλεπικοινωνιών (ETSI)).

2. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των προτύπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για την παροχή υπηρεσιών, τεχνικών διεπαφών και/ή λειτουργιών δικτύων, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο προκειμένου να εξασφαλιστούν η διαλειτουργικότητα και η διασυνδεσιμότητα των υπηρεσιών, η διατερματική συνδεσιμότητα, και η διευκόλυνση της αλλαγής παρόχου με στόχο τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη.

Εφόσον πρότυπα και/ή προδιαγραφές δεν έχουν δημοσιευθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την εφαρμογή των προτύπων και/ή προδιαγραφών που θεσπίζονται από τους Ευρωπαϊκούς Οργανισμούς Τυποποίησης.

Ελλείψει αυτών των προτύπων και/ή προδιαγραφών, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν την εφαρμογή διεθνών προτύπων ή συστάσεων που εγκρίνουν η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU), η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT), ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (ISO) ή η Διεθνής Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή (IEC).

Εφόσον υφίστανται διεθνή πρότυπα, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τους Ευρωπαϊκούς Οργανισμούς Τυποποίησης να χρησιμοποιούν τα εν λόγω πρότυπα ή τα σχετικά στοιχεία τους, ως βάση για τα πρότυπα που καταρτίζουν, εκτός εάν τα διεθνή πρότυπα ή τα σχετικά τους στοιχεία είναι αναποτελεσματικά.

Τυχόν πρότυπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή στην παρούσα παράγραφο διευκολύνουν την πρόσβαση, όπως ενδέχεται να απαιτείται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, όπου αυτό είναι εφικτό.

3. Εάν η εφαρμογή των πρότυπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δεν είναι ορθή και, συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, η εφαρμογή των προτύπων ή/και προδιαγραφών αυτών μπορεί να καθίσταται υποχρεωτική, σύμφωνα με την παράγραφο 4, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την εξασφάλιση της εν λόγω διαλειτουργικότητας και για τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη.

4. Εάν η Επιτροπή προτίθεται να καταστήσει υποχρεωτική την εφαρμογή ορισμένων προτύπων ή/και προδιαγραφών, δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλεί όλους τους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους. Η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή των σχετικών προτύπων, αναφέροντάς τα ως υποχρεωτικά πρότυπα στον κατάλογο προτύπων και/ή προδιαγραφών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα πρότυπα ή/και οι προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν συμβάλλουν πλέον στην παροχή εναρμονισμένων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ότι δεν ανταποκρίνονται πλέον στις ανάγκες των καταναλωτών ή ότι παρεμποδίζουν την τεχνολογική εξέλιξη, τα αποσύρει από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών κατά την παράγραφο 1.

6. Όταν η Επιτροπή κρίνει ότι τα πρότυπα και/ή προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, δεν συμβάλλουν πλέον στην παροχή εναρμονισμένων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ότι δεν ανταποκρίνονται πλέον στις ανάγκες των καταναλωτών ή ότι παρεμποδίζουν την τεχνολογική εξέλιξη, λαμβάνει τα κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και αποσύρει τα εν λόγω πρότυπα ή/και προδιαγραφές από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών στον οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1.

7. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 4 και 6 εκτελεστικά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 110 παράγραφος 4.

8. Το παρόν άρθρο δεν ισχύει για καμία από τις στοιχειώδεις απαιτήσεις, τις προδιαγραφές διεπαφής ή τα εναρμονισμένα πρότυπα, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 2014/53/ΕΕ.

Τίτλος V: Ασφάλεια και ακεραιότητα

Άρθρο 40

Ασφάλεια δικτύων και υπηρεσιών

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται, στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητο για λόγους εμπιστευτικότητας, η εκ προεπιλογής διατερματική κρυπτογράφηση του περιεχομένου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με στόχο την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών, άλλων δικτύων ή υπηρεσιών.

1a. Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν καμία υποχρέωση σε παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ασφάλειας των δικτύων ή υπηρεσιών τους.

Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη επιβάλλουν πρόσθετες απαιτήσεις ασφάλειας σε παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, γνωστοποιούν τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Ο ENISA συνδράμει τα κράτη μέλη στον συντονισμό των μέτρων που λαμβάνονται, προς αποφυγή των επικαλύψεων ή διαφορετικών απαιτήσεων που ενδέχεται να δημιουργήσουν κινδύνους ασφάλειας και φραγμούς στην εσωτερική αγορά.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ακεραιότητας των δικτύων τους και κατά τον τρόπο αυτό να εξασφαλίζουν τη συνέχεια της παροχής των υπηρεσιών που διανέμονται μέσω των δικτύων αυτών.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή κάθε συμβάν ασφαλείας ή απώλεια ακεραιότητας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Για να προσδιοριστεί η σοβαρότητα του αντίκτυπου ενός συμβάντος που αφορά την ασφάλεια, λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, οι ακόλουθες παράμετροι:

α)  ο αριθμός των χρηστών που επηρεάζονται από το συμβάν·

β)  η διάρκεια του συμβάντος·

γ)  το γεωγραφικό εύρος της περιοχής που επηρεάζεται από το συμβάν·

δ)  ο βαθμός στον οποίο επηρεάζεται η λειτουργία του δικτύου ή της υπηρεσίας·

ε)  ο αντίκτυπος στις οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες.

Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον ▌ENISA. Η οικεία αρμόδια αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τους παρόχους, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη του συμβάντος είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

Η οικεία αρμόδια αρχή υποβάλλει κατ’ έτος στην Επιτροπή και στον ENISA συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει και τη δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περίπτωση ιδιαίτερου κινδύνου στο πλαίσιο ενός συμβάντος ασφαλείας σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι πάροχοι των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών να ενημερώνουν τους χρήστες τους όσον αφορά τον εν λόγω κίνδυνο και σχετικά με τυχόν πιθανά προστατευτικά ή διορθωτικά μέτρα τα οποία μπορούν να ληφθούν από τους χρήστες.

4. Το παρόν άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη του κανονισμού (EΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

5. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109 με στόχο τον προσδιορισμό των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, περιλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, τη μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για τις απαιτήσεις κοινοποίησης. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να εγκρίνουν πρόσθετες απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2. Οι πρώτες τέτοιες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται έως [να εισαχθεί η ημερομηνία].

5a. Προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή των μέτρων για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, ο ENISA, έως τις … [ημερομηνία] και κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και τον BEREC, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια και τις κοινές προσεγγίσεις για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών και για την προώθηση της χρήσης της διατερματικής κρυπτογράφησης.

Άρθρο 41

Εφαρμογή και επιβολή

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 40, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση συμβάντος και τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό:

  α) να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας και/ή της ακεραιότητας των υπηρεσιών και δικτύων τους, περιλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας, και

  β) να υποβάλλονται σε έλεγχο ασφάλειας που διενεργείται από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή αρμόδια αρχή και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα στη διάθεση της αρμόδιας αρχής. Το κόστος του ελέγχου επιβαρύνει την επιχείρηση.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για τη διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, και των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών.

4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, για την εφαρμογή του άρθρου 40, οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν την εξουσία να επικουρούνται από ομάδες παρέμβασης για συμβάντα που αφορούν την ασφάλεια των υπολογιστών («CSIRT»), σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148/ΕΕ αναφορικά με ζητήματα που εμπίπτουν στα καθήκοντα των CSIRT δυνάμει του παραρτήματος I σημείο 2 της εν λόγω οδηγίας.

5. Κατά περίπτωση και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, οι αρμόδιες αρχές διαβουλεύονται και συνεργάζονται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές επιβολής του νόμου, τις αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 και τις εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων.

Μέρος II. ΔΙΚΤΥΑ

Τίτλος I: Είσοδος στην αγορά και ανάπτυξη

Άρθρο 42

Τέλη για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος και δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων

Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή να επιβάλει τέλη για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων υπεράνω ή υποκάτω δημοσίου ή ιδιωτικού ακινήτου, που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφών εγκαταστάσεων, τα οποία διασφαλίζουν τη βέλτιστη χρήση των πόρων αυτών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω τέλη είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και λαμβάνουν υπόψη τους στόχους των άρθρων 3 και 4 και του άρθρου 45 παράγραφος 2, καθώς και ότι:

α)  είναι ουδέτερα από άποψη υπηρεσιών και τεχνολογίας, υπόκεινται μόνο σε περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφοι 4 και 5, ενώ παράλληλα προάγουν την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος και μεγιστοποιούν την κοινωνική και οικονομική χρησιμότητα του ραδιοφάσματος·

β)  λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη προώθησης της ανάπτυξης καινοτόμων υπηρεσιών· και

γ)  λαμβάνουν υπόψη πιθανές εναλλακτικές χρήσεις των πόρων.

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τιμές πρώτης προσφοράς που καθορίζονται ως ελάχιστα τέλη για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος λαμβάνουν υπόψη τους την αξία των δικαιωμάτων στην πιθανή εναλλακτική τους χρήση και αντανακλούν το πρόσθετο κόστος που συνεπάγονται οι όροι που συνοδεύουν τα δικαιώματα αυτά για την επίτευξη των στόχων των άρθρων 3 και 4 και του άρθρου 45 παράγραφος 2, όπως υποχρεώσεις κάλυψης που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα ▌.

3. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τρόπους πληρωμής που συνδέονται με την πραγματική διαθεσιμότητα του εκάστοτε ραδιοφάσματος και οι οποίοι δεν επιβαρύνουν αδικαιολόγητα τυχόν πρόσθετες επενδύσεις σε δίκτυα και συναφείς εγκαταστάσεις απαραίτητες για την αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος και την παροχή συναφών υπηρεσιών.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις που οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν τέλη, λαμβάνουν υπόψη άλλα τέλη ή διοικητικές επιβαρύνσεις που συνδέονται με τη γενική άδεια ή με δικαιώματα χρήσης που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να μη δημιουργείται περιττή οικονομική επιβάρυνση για τους παρόχους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να παρέχονται κίνητρα για τη βέλτιστη χρήση των εκχωρούμενων πόρων.

5. Η επιβολή τελών δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του άρθρου 23 και, κατά περίπτωση, του άρθρου 35, του άρθρου 48 παράγραφος 6 και του άρθρου 54.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΓΗ

Άρθρο 43

Δικαιώματα διέλευσης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν μια αρμόδια αρχή εξετάζει:

–  αίτηση για την παραχώρηση δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, σε επιχείρηση στην οποία επιτρέπεται να παρέχει δημόσια δίκτυα επικοινωνιών, ή

–  αίτηση για την παραχώρηση δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ακινήτου, σε επιχείρηση στην οποία επιτρέπεται να παρέχει δίκτυα επικοινωνιών, εκτός των δημοσίων δικτύων,

η αρμόδια αρχή:

–  ενεργεί βάσει απλών, αποτελεσματικών, διαφανών και προσιτών στο κοινό διαδικασιών που εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις και χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση λαμβάνει την απόφασή της εντός εξαμήνου από την υποβολή της αίτησης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων απαλλοτρίωσης, και

–  ακολουθεί τις αρχές της διαφάνειας και της αμεροληψίας κατά τον καθορισμό των προϋποθέσεων για τα δικαιώματα αυτά.

Οι προαναφερθείσες διαδικασίες είναι δυνατό να διαφέρουν αναλόγως του εάν ο αιτών παρέχει δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή όχι.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν οι δημόσιες ή οι τοπικές αρχές διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται δημόσια δίκτυα ή/και προσιτές στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπάρχει ουσιαστικός διαρθρωτικός διαχωρισμός της αρμοδιότητας σχετικά με την παροχή των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 από τις δραστηριότητες που έχουν σχέση με την κυριότητα ή τον έλεγχο.

2α. Τα κράτη μέλη ορίζουν ή θεσπίζουν αποτελεσματικό μηχανισμό που παρέχει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα προσφυγής κατά αποφάσεων σχετικά με τη χορήγηση δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων ενώπιον οργάνου το οποίο είναι ανεξάρτητο από τα εμπλεκόμενα μέρη. Το εν λόγω όργανο λαμβάνει την απόφασή του εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

Άρθρο 44

Συνεγκατάσταση και μερισμός στοιχείων των δικτύων και συναφών εγκαταστάσεων για παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1. Στην περίπτωση που φορέας εκμετάλλευσης έχει ασκήσει το δικαίωμα, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, να δημιουργεί εγκαταστάσεις επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, ή έκανε χρήση διαδικασίας για την απαλλοτρίωση ή τη χρήση ακινήτου, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιβάλλουν τη συνεγκατάσταση και τον μερισμό των στοιχείων του δικτύου και των συναφών εγκαταστάσεων που δημιουργήθηκαν, με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας, της δημόσιας ασφάλειας ή την επίτευξη πολεοδομικών και χωροταξικών στόχων. Η συνεγκατάσταση ή ο μερισμός στοιχείων του δικτύου και εγκαταστάσεων που έχουν δημιουργηθεί και ο μερισμός ακινήτου είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνο μετά από επαρκές χρονικό διάστημα δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους και μόνο στις συγκεκριμένες περιοχές στις οποίες κρίνεται αναγκαίος αυτός ο μερισμός με σκοπό την επίτευξη των στόχων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Οι αρμόδιες αρχές έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν μερισμό των εν λόγω εγκαταστάσεων ή του ακινήτου, περιλαμβανομένων της γης, κτιρίων, εισόδων σε κτίρια, καλωδιώσεων κτιρίων, ιστών, κεραιών, πύργων και άλλων φερουσών κατασκευών, αγωγών, σωληνώσεων, φρεατίων, κυτίων σύνδεσης, ή μέτρα που διευκολύνουν τον συντονισμό των δημόσιων έργων. Όπου κρίνεται σκόπιμο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές προβλέπουν κανόνες για την κατανομή του κόστους του μερισμού εγκαταστάσεων ή ακινήτου και του συντονισμού τεχνικών έργων.

2. Τα μέτρα που λαμβάνονται από αρμόδια αρχή σύμφωνα με το παρόν άρθρο είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά. Κατά περίπτωση, τα εν λόγω μέτρα εφαρμόζονται σε συντονισμό με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΡΑΔΙΟΦΑΣΜΑ

Ενότητα 1 Άδειες

Άρθρο 45

Διαχείριση ραδιοφάσματος

1. Τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τους το γεγονός ότι το ραδιοφάσμα αποτελεί δημόσιο αγαθό με σημαντική κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική αξία, εξασφαλίζουν την ουσιαστική διαχείριση του ραδιοφάσματος για τις υπηρεσίες και τα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην επικράτειά τους σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4. Εξασφαλίζουν ότι η κατανομή του ραδιοφάσματος που χρησιμοποιείται για υπηρεσίες και δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η χορήγηση γενικών αδειών ή μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος αυτού από τις αρμόδιες αρχές βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή, ευνοϊκά για τον ανταγωνισμό, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια.

Εφαρμόζοντας το παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη τηρούν τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών της ITU και άλλων συμφωνιών που εγκρίνονται στο πλαίσιο της ITU, και μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους στόχους δημόσιας ασφάλειας.

2. Τα κράτη μέλη προάγουν την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σε ολόκληρη την Ένωση, σύμφωνα με την ανάγκη εξασφάλισης της αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του και επιδιώκοντας τον ανταγωνισμό και άλλα οφέλη για τον καταναλωτή, π.χ. οικονομίες κλίμακας και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών και δικτύων. Εν προκειμένω ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 4 και με την απόφαση 676/2002/ΕΚ, μεταξύ άλλων:

α)  μεριμνώντας για την κάλυψη της εθνικής επικράτειας και του πληθυσμού τους σε υψηλή ποιότητα και ταχύτητα, τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους, καθώς και για την κάλυψη βασικών εθνικών και ευρωπαϊκών διαδρομών μεταφορών, συμπεριλαμβανομένου του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών, όπως ορίζεται στον κανονισμό 1315/2013·

β)  μεριμνώντας ώστε περιοχές με παρόμοια χαρακτηριστικά, ιδίως όσον αφορά την ανάπτυξη του δικτύου ή την πυκνότητα του πληθυσμού, να υπόκεινται σε συνεκτικές συνθήκες κάλυψης·

γ)  διευκολύνοντας την ταχεία ανάπτυξη στην Ένωση νέων ασύρματων τεχνολογιών και εφαρμογών επικοινωνιών, καθώς και με διατομεακή προσέγγιση, κατά περίπτωση·

γ α)   διασφαλίζοντας την προβλεψιμότητα και τη συνέπεια όσον αφορά τη χορήγηση, την ανανέωση, την τροποποίηση, τον περιορισμό και την ανάκληση δικαιωμάτων προκειμένου να προωθηθούν μακρόπνοες επενδύσεις·

δ)  μεριμνώντας για την πρόληψη διασυνοριακών ή εθνικών επιβλαβών παρεμβολών σύμφωνα με τα άρθρα 28 και 46, αντίστοιχα, και λαμβάνοντας κατάλληλα προληπτικά και διορθωτικά μέτρα προς τον σκοπό αυτό·

ε)  προάγοντας την από κοινού (μεριζόμενη) χρήση του ραδιοφάσματος μεταξύ παρόμοιων και/ή διαφορετικών χρήσεων του ραδιοφάσματος μέσω κατάλληλων καθιερωμένων κανόνων και όρων μερισμού, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο·

στ)  εφαρμόζοντας το πλέον κατάλληλο και λιγότερο επαχθές δυνατό σύστημα αδειοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 46, κατά τρόπο ώστε να μεγιστοποιούνται η ευελιξία, ο μερισμός και η αποδοτικότητα στη χρήση του ραδιοφάσματος·

ζ)  μεριμνώντας για τον καθορισμό και την εφαρμογή, με σαφήνεια και διαφάνεια, κανόνων για τη χορήγηση, τη μεταβίβαση, την ανανέωση, την τροποποίηση και την ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος, ώστε να διασφαλίζεται η κανονιστική ασφάλεια, συνοχή και προβλεψιμότητα·

η)  μεριμνώντας για τη συνοχή και προβλεψιμότητα σε ολόκληρη την Ένωση όσον αφορά τον τρόπο αδειοδότησης της χρήσης του ραδιοφάσματος όσον αφορά την προστασία της δημόσιας υγείας έναντι επιβλαβών ηλεκτρομαγνητικών πεδίων.

Κατά τη λήψη τεχνικών μέτρων εναρμόνισης δυνάμει της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ, η Επιτροπή ▌, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, ▌εγκρίνει εκτελεστικό μέτρο καθορίζοντας κατά πόσο, σύμφωνα με το άρθρο 46 της παρούσας οδηγίας, τα δικαιώματα στην εναρμονισμένη ζώνη υπόκεινται σε γενική άδεια ή σε μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης. Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4.

Όταν η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να ενεργήσει για την πρόβλεψη μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 39, ▌ζητεί τη γνωμοδότηση της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος όσον αφορά τις επιπτώσεις οποιουδήποτε τέτοιου προτύπου ή προδιαγραφής για τον συντονισμό, την εναρμόνιση και τη διαθεσιμότητα του ραδιοφάσματος. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος κατά τη λήψη τυχόν επακόλουθων μέτρων.

3. Σε περίπτωση εθνικής ή περιφερειακής έλλειψης ζήτησης της αγοράς για τη χρήση εναρμονισμένης ζώνης, όταν αυτή καθίσταται διαθέσιμη για χρήση δυνάμει και με την επιφύλαξη μέτρου εναρμόνισης που εγκρίνεται δυνάμει της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν την εναλλακτική χρήση του συνόλου ή μέρους της εν λόγω ζώνης, συμπεριλαμβανομένης της υφιστάμενης χρήσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)  η διαπίστωση της έλλειψης ζήτησης της αγοράς για τη χρήση της εναρμονισμένης ζώνης βασίζεται σε δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 23, η οποία περιλαμβάνει μακρόπνοη αξιολόγηση της ζήτησης της αγοράς·

β)  η εν λόγω εναλλακτική χρήση δεν αποτρέπει ούτε εμποδίζει τη διαθεσιμότητα ή τη χρήση της εναρμονισμένης ζώνης σε άλλα κράτη μέλη· και

γ)  το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει δεόντως υπόψη τη μακροπρόθεσμη διαθεσιμότητα ή χρήση της εναρμονισμένης ζώνης στην Ένωση και τις οικονομίες κλίμακας για τον εξοπλισμό που προκύπτουν από τη χρήση του εναρμονισμένου ραδιοφάσματος στην Ένωση.

Η εναλλακτική χρήση επιτρέπεται μόνο κατ’ εξαίρεση στην περίπτωση που δεν υπάρχει ζήτηση στην αγορά για τη ζώνη όταν αυτή καθίσταται για πρώτη φορά διαθέσιμη για χρήση. Κάθε απόφαση με την οποία επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η εναλλακτική χρήση υπόκειται σε επανεξέταση ανά τριετία, ή αμέσως μετά την υποβολή αιτήματος προς την αρμόδια αρχή για χρήση της ζώνης σύμφωνα με το μέτρο εναρμόνισης από υποψήφιο χρήστη. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με την απόφαση που λαμβάνεται, καθώς και με τα αποτελέσματα της τυχόν επανεξέτασης, μαζί με την αιτιολόγησή της.

4. Εάν δεν προβλέπεται άλλως στο δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι τύποι τεχνολογίας που χρησιμοποιούνται για υπηρεσίες ή δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών να μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο ραδιοφάσμα που δηλώνεται διαθέσιμο για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο εθνικό τους πρόγραμμα μερισμού ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του ενωσιακού δικαίου.

Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς όσον αφορά τη χρησιμοποιούμενη για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ραδιοδικτυακή ή ασύρματη τεχνολογία πρόσβασης, μόνο εφόσον αυτό απαιτείται:

α) προς αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών·

  β) για την προστασία της δημόσιας υγείας από ηλεκτρομαγνητικά πεδία, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου αριθ. 1999/519/EΚ[40]·

  γ) για την εξασφάλιση της τεχνικής ποιότητας της υπηρεσίας·

  δ) για την εξασφάλιση της μεγιστοποίησης της κοινής χρήσης ▌ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο·

  ε) για να διαφυλάσσεται η αποτελεσματική χρήση του ραδιοφάσματος· ή

  στ) για την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την παράγραφο 5.

5. Εάν δεν προβλέπεται άλλως στο δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι τύποι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να μπορούν να παρασχεθούν στο ραδιοφάσμα που δηλώνεται διαθέσιμο για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο εθνικό τους πρόγραμμα μερισμού ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του ενωσιακού δικαίου. Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς για τους παρεχόμενους τύπους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, περιλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της εκπλήρωσης απαίτησης δυνάμει των περί ραδιοεπικοινωνιών κανονισμών της ITU.

Τα μέτρα που απαιτούν να παρέχεται υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ειδική ζώνη διαθέσιμη για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να αιτιολογούνται με βάση την εκπλήρωση στόχου γενικού συμφέροντος όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, όπως ενδεικτικά:

α) της ασφάλειας της ζωής·

  β) της προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής ή εδαφικής συνοχής·

  γ) της αποφυγής αναποτελεσματικής χρήσης ραδιοφάσματος· ▌

  δ) της προαγωγής της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας, π.χ. με την παροχή υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών.

δ α) της προαγωγής της συνδεσιμότητας πολύ υψηλής ποιότητας κατά μήκος σημαντικών διαδρομών μεταφορών.

Μέτρο που απαγορεύει την παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε συγκεκριμένη ζώνη μπορεί να προβλέπεται μόνον όπου αυτό δικαιολογείται από την ανάγκη προστασίας υπηρεσιών για την ασφάλεια της ζωής. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης κατ’ εξαίρεση να επεκτείνουν το μέτρο αυτό ώστε να διέπει υπηρεσίες για την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίζονται από την Ένωση ή τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

6. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά την ανάγκη ύπαρξης των περιορισμών που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5 και δημοσιοποιούν τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής.

7. Περιορισμοί που επιβλήθηκαν πριν από την 25η Μαΐου 2011 είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 κατά την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 46

Άδεια για τη χρήση ραδιοφάσματος

1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καταλληλότερο καθεστώς αδειών για τη χρήση του ραδιοφάσματος, προκειμένου να διευκολύνουν τη χρήση ραδιοφάσματος, συμπεριλαμβανομένης της κοινής χρήσης, βάσει γενικών αδειών και περιορίζουν τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται για:

α)  ▌

β)  την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών ή την προστασία έναντι αυτών·

γ)  ▌

δ)  την εξασφάλιση της τεχνικής ποιότητας των επικοινωνιών ή υπηρεσιών·

ε)  την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία.

ε α)  τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης του φάσματος.

Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο να επιτρέπουν τη χρήση του ραδιοφάσματος βάσει ενός συνδυασμού γενικών αδειών και μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες που ενδέχεται να έχουν οι διάφοροι συνδυασμοί και οι σταδιακές μεταφορές από τη μία κατηγορία στην άλλη, όσον αφορά τον ανταγωνισμό, την καινοτομία και την είσοδο στην αγορά.

–  ▌

–  ▌

–  ▌

–  ▌

Τα κράτη μέλη ελαχιστοποιούν τους περιορισμούς όσον αφορά τη χρήση του ραδιοφάσματος λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τεχνολογικές λύσεις για τη διαχείριση επιβλαβών παρεμβολών, ώστε να επιβάλλουν το λιγότερο επαχθές καθεστώς αδειοδότησης.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι κανόνες και οι όροι για την κοινή χρήση του ραδιοφάσματος, όπου αυτή εφαρμόζεται, καθορίζονται σαφώς και διευκρινίζονται στις πράξεις χορήγησης άδειας. Οι εν λόγω κανόνες και όροι διευκολύνουν την αποδοτική χρήση, τον ανταγωνισμό και την καινοτομία και περιλαμβάνουν δίκαιες συνθήκες πρόσβασης χονδρικής που δεν εισάγουν διακρίσεις.

3. Η Επιτροπή ▌, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, ▌εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα σχετικά με τους τρόπους εφαρμογής των κριτηρίων, κανόνων και όρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 όσον αφορά το εναρμονισμένο ραδιοφάσμα. Η Επιτροπή εγκρίνει τα μέτρα αυτά σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέχρι τις [να εισαχθεί η ημερομηνία].

Άρθρο 47

Όροι που συνοδεύουν τις γενικές άδειες και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος

1. Οι αρμόδιες αρχές θέτουν όρους για τα μεμονωμένα δικαιώματα και τις γενικές άδειες χρήσης ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η βέλτιστη και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος από τους δικαιούχους της γενικής άδειας ή τους κατόχους μεμονωμένων δικαιωμάτων ή οποιονδήποτε τρίτο στον οποίο έχει μεταβιβαστεί με εμπορική συναλλαγή ή χρονομίσθωση μεμονωμένο δικαίωμα ή μέρος αυτού. Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν με σαφήνεια τους όρους αυτούς, μεταξύ άλλων το απαιτούμενο επίπεδο χρήσης και τη δυνατότητα εμπορίας και χρονομίσθωσης σε σχέση με την υποχρέωση αυτή, προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των όρων αυτών σύμφωνα με το άρθρο 30. Στην περίπτωση των μεμονωμένων δικαιωμάτων οποιοιδήποτε τέτοιοι όροι πρέπει να καθορίζονται σαφώς πριν από τη χορήγηση, την εκχώρηση ή την ανανέωση. Οι όροι μπορούν να τροποποιούνται από την αρμόδια αρχή κατά την ενδιάμεση επανεξέταση, εφόσον αυτό απαιτείται για την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 3. Με τους όρους που συνοδεύουν ανανεώσεις δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος δεν επιτρέπεται να παρέχονται αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα στους υπάρχοντες κατόχους των εν λόγω δικαιωμάτων.

Στο πλαίσιο των εν λόγω όρων προσδιορίζονται τυχόν ισχύουσες παράμετροι, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εντός της οποίας πρέπει να τεθεί ένα δικαίωμα σε χρήση, η μη τήρηση των οποίων θα επέτρεπε στην αρμόδια αρχή να ανακαλέσει το δικαίωμα χρήσης ή να επιβάλει άλλα μέτρα, όπως την κοινή χρήση.

Προκειμένου να μεγιστοποιείται η αποδοτικότητα του ραδιοφάσματος, κατά τον καθορισμό της ποσότητας και του είδους του ραδιοφάσματος που πρόκειται να εκχωρηθεί, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη ιδίως τα εξής:

α. τη δυνατότητα συνδυασμού συμπληρωματικών ζωνών σε ενιαία διαδικασία εκχώρησης· και

β. τη συνάφεια του μεγέθους των τμημάτων ραδιοφάσματος ή της δυνατότητας συνδυασμού αυτών των τμημάτων σε σχέση με τις πιθανές χρήσεις τους, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών νέων αναδυόμενων συστημάτων επικοινωνίας.

Οι αρμόδιες αρχές διαβουλεύονται εγκαίρως με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τα ενημερώνουν σχετικά με τους όρους που συνοδεύουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης και γενικές άδειες, πριν από την επιβολή τους. Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν εκ των προτέρων τα κριτήρια για την αξιολόγηση της εκπλήρωσης των όρων αυτών και ενημερώνουν σχετικά τα ενδιαφερόμενα μέρη με διαφάνεια.

2. Όταν οι αρμόδιες αρχές θέτουν όρους για μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, δύνανται να χορηγούν άδεια για μερισμό παθητικών ή ενεργητικών υποδομών ή του ραδιοφάσματος, καθώς και εμπορικών συμφωνιών πρόσβασης σε περιαγωγή, ή για την από κοινού ανάπτυξη υποδομών για την παροχή υπηρεσιών ή δικτύων που στηρίζονται στη χρήση ραδιοφάσματος, ιδίως με σκοπό να διασφαλίζεται η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος ή να προωθείται η κάλυψη. Με τους όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης δεν εμποδίζεται ο μερισμός ραδιοφάσματος. Η εφαρμογή των συνοδευτικών όρων δυνάμει της παρούσας παραγράφου από τις επιχειρήσεις εξακολουθεί να υπόκειται στο δίκαιο περί ανταγωνισμού.

3. Η Επιτροπή ▌εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα για να διευκρινίζει τους τρόπους εφαρμογής των όρων τους οποίους τα κράτη μέλη ενδέχεται να θέτουν για άδειες χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, με την εξαίρεση των τελών σύμφωνα με το άρθρο 42.

Όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης βάσει του παραρτήματος I μέρος Δ, οποιοδήποτε εκτελεστικό μέτρο περιορίζεται στη διευκρίνιση των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούνται από την αρμόδια αρχή για τον καθορισμό και τη μέτρηση των υποχρεώσεων κάλυψης, λαμβανομένων υπόψη ομοιοτήτων των περιφερειακών γεωγραφικών χαρακτηριστικών, της πυκνότητας του πληθυσμού, της οικονομικής ανάπτυξης ή της ανάπτυξης του δικτύου για συγκεκριμένους τύπους ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της εξέλιξης της ζήτησης. Τα εκτελεστικά μέτρα δεν επεκτείνονται στον καθορισμό συγκεκριμένων υποχρεώσεων κάλυψης.

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της γνώμης της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέχρι τις [να εισαχθεί η ημερομηνία].

Ενότητα 2 δικαιώματα χρήσης

Άρθρο 48

Χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος

1. Όταν είναι απαραίτητη η χορήγηση ατομικών δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, τα κράτη μέλη χορηγούν τα δικαιώματα αυτά, κατόπιν αιτήματος, σε κάθε επιχείρηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών βάσει της γενικής άδειας κατά το άρθρο 12, με την επιφύλαξη των άρθρων 13 και 54 και του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και των άλλων κανόνων που διασφαλίζουν την αποδοτική χρήση των εν λόγω πόρων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Με την επιφύλαξη ειδικών κριτηρίων που ορίζονται εκ των προτέρων από τα κράτη μέλη για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος σε παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών προς επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος χορηγούνται μέσω ανοικτών, αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων και αναλογικών διαδικασιών και, στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45.

3. Μια εξαίρεση από την απαίτηση για ανοικτές διαδικασίες θα μπορούσε να ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος σε φορείς παροχής υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών είναι απαραίτητη για την επίτευξη στόχου γενικού συμφέροντος όπως ορίζεται από την Ένωση ή τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία.

4. Οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν τις αιτήσεις για χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος στο πλαίσιο διαδικασιών επιλογής σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή, αναλογικά κριτήρια επιλεξιμότητας, που δεν εισάγουν διακρίσεις και καθορίζονται εκ των προτέρων και ανταποκρίνονται στους όρους που συνοδεύουν τα εν λόγω δικαιώματα. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες από τους αιτούντες ώστε να αξιολογήσουν, με βάση τα εν λόγω κριτήρια, την ικανότητα των αιτούντων να συμμορφωθούν με τους όρους. Σε περίπτωση που, βάσει της αξιολόγησης, η αρχή συμπεραίνει ότι ο αιτών δεν διαθέτει την απαιτούμενη ικανότητα, εκδίδει δεόντως αιτιολογημένη σχετική απόφαση.

5. Κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν κατά πόσον τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να μεταβιβαστούν ή να χρονομισθωθούν από τον κάτοχο των δικαιωμάτων καθώς και υπό ποιους όρους. Στην περίπτωση του ραδιοφάσματος, η εν λόγω διάταξη είναι σύμφωνη με τα άρθρα 45 και 51 της παρούσας οδηγίας.

6. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης λαμβάνονται, ανακοινώνονται και δημοσιοποιούνται το συντομότερο δυνατόν μετά την παραλαβή της πλήρους αίτησης από την εθνική ρυθμιστική αρχή, εντός έξι εβδομάδων στην περίπτωση ραδιοφάσματος που έχει δηλωθεί διαθέσιμο για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στο οικείο εθνικό πρόγραμμα συχνοτήτων. Η εν λόγω προθεσμία ισχύει με την επιφύλαξη ισχυουσών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση του ραδιοφάσματος ή των τροχιακών θέσεων.

Άρθρο 49

Διάρκεια ισχύος δικαιωμάτων

1. Σε περίπτωση που κράτη μέλη χορηγούν άδεια για τη χρήση ραδιοφάσματος μέσω μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης για περιορισμένη χρονική περίοδο, διασφαλίζουν ότι η άδεια χορηγείται για περίοδο κατάλληλη λόγω του επιδιωκόμενου στόχου, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης να διασφαλίζεται ο ανταγωνισμός καθώς και η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση και να προάγονται οι αποδοτικές επενδύσεις, μεταξύ άλλων με την πρόβλεψη κατάλληλης περιόδου για την απόσβεση της επένδυσης, καθώς και η καινοτομία.

2. Σε περίπτωση που κράτη μέλη χορηγούν δικαιώματα χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος για περιορισμένο χρονικό διάστημα, τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος ισχύουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 47, για διάστημα τουλάχιστον 25 ετών, με την επιφύλαξη ενδιάμεσης επανεξέτασης το αργότερο 10 έτη μετά τη χορήγηση των δικαιωμάτων χρήσης, εκτός από την περίπτωση προσωρινών δικαιωμάτων, προσωρινής παράτασης των δικαιωμάτων σύμφωνα με την παράγραφο 3 και δικαιωμάτων δευτερεύουσας χρήσης σε εναρμονισμένες ζώνες.

Τα δικαιώματα χρήσης μπορούν να ανακληθούν ή να αναπροσαρμοστούν από τα κράτη μέλη μετά την ενδιάμεση αξιολόγηση, εάν αποτρέπουν:

α)  την εξασφάλιση της αποδοτικής και αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος, ιδίως υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην τεχνολογία ή την αγορά,

β)  την επιδίωξη στόχου γενικού συμφέροντος, όπως είναι η επίτευξη των στόχων συνδεσιμότητας της Ένωσης, ή

γ)  την οργάνωση και τη χρήση ραδιοφάσματος για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή άμυνας.

Τα δικαιώματα χρήσης ανακαλούνται μόνο μετά από μεταβατική περίοδο.

3. Τα κράτη μέλη δύνανται να παρατείνουν τη διάρκεια ισχύος των δικαιωμάτων χρήσης για σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να διασφαλίζεται η ταυτόχρονη λήξη ισχύος των δικαιωμάτων σε μία ή περισσότερες ζώνες.

Άρθρο 50

Ανανέωση δικαιωμάτων

1. Με την επιφύλαξη των ρητρών ανανέωσης που ισχύουν για τα υφιστάμενα δικαιώματα, οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν την ανανέωση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος, με δική τους πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του κατόχου των δικαιωμάτων.

2. ▌

3. Όταν οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν πιθανή ανανέωση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης εναρμονισμένου ραδιοφάσματος:

α) παρέχουν σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους μέσω δημόσιας διαβούλευσης σύμφωνα με το άρθρο 23· και

β) λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα:

i.  την εκπλήρωση των στόχων του άρθρου 3, του άρθρου 45 παράγραφος 2 και του άρθρου 48 παράγραφος 2, καθώς και των στόχων δημόσιας πολιτικής δυνάμει της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας·

ii.  την εφαρμογή μέτρου που εγκρίθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ·

iii.  την επανεξέταση της κατάλληλης εφαρμογής των όρων που συνοδεύουν το σχετικό δικαίωμα·

iv.  την ανάγκη προώθησης του ανταγωνισμού, ή αποφυγής τυχόν στρέβλωσής του, σύμφωνα με το άρθρο 52·

v.  τη βελτίωση της αποδοτικότητας της χρήσης του ραδιοφάσματος υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην τεχνολογία ή την αγορά·

vi.  την ανάγκη να αποφεύγονται σοβαρές διαταραχές της υπηρεσίας·

vii.  την ύπαρξη ζήτησης στην αγορά από επιχειρήσεις εκτός από εκείνες που κατέχουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος στη σχετική ζώνη·

viii.  την ανάγκη περιορισμού του αριθμού δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 46.

Τουλάχιστον 3 έτη πριν από τη λήξη της ισχύος των σχετικών δικαιωμάτων, η αρμόδια αρχή αποφασίζει εάν θα ανανεώσει τα υφιστάμενα δικαιώματα βάσει του αποτελέσματος της δημόσιας διαβούλευσης και της επανεξέτασης των συνεκτιμώμενων στοιχείων του εδαφίου 3β, και αιτιολογεί αντίστοιχα την απόφασή της.

Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή αποφασίσει ότι δεν θα ανανεωθούν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, και ότι ο αριθμός των δικαιωμάτων πρέπει να περιοριστεί, τότε χορηγεί τα δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 54.

Άρθρο 51

Μεταβίβαση ή χρονομίσθωση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να έχουν οι επιχειρήσεις τη δυνατότητα να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις ▌μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ▌.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η πρόθεση μιας επιχείρησης να μεταβιβάσει δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, καθώς και η ίδια η μεταβίβαση κοινοποιούνται σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες στην εθνική ρυθμιστική αρχή και στην αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, αν είναι διαφορετική, και δημοσιοποιούνται μέσω καταχώρισης στο μητρώο που τηρείται σύμφωνα με την παράγραφο 3. Σε περίπτωση που η χρήση ραδιοφάσματος έχει εναρμονισθεί με εφαρμογή της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα) ή άλλων ενωσιακών μέτρων, κάθε τέτοια μεταβίβαση συμμορφώνεται με την εν λόγω εναρμονισμένη χρήση.

3. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη μεταβίβαση ή χρονομίσθωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, εφόσον διατηρούνται οι αρχικοί όροι που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης. Με την επιφύλαξη της ανάγκης να εξασφαλίζεται η απουσία στρέβλωσης του ανταγωνισμού, ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 52 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη:

α)  υποβάλλουν τις μεταβιβάσεις και τις χρονομισθώσεις στην κατά το δυνατό λιγότερο επαχθή διαδικασία·

β)  ▌δεν αρνούνται τη χρονομίσθωση των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος όταν ο εκμισθωτής ▌αναλαμβάνει την υποχρέωση να παραμείνει υπεύθυνος για την τήρηση των αρχικών όρων που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης·

γ)  δεν αρνούνται τη μεταβίβαση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, εκτός εάν υπάρχει σαφής κίνδυνος ο νέος κάτοχος να μην είναι σε θέση να τηρήσει τους όρους για το δικαίωμα χρήσης·

γ α)  δεν αρνούνται τη μεταβίβαση ή χρονομίσθωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος σε υφιστάμενο κάτοχο δικαιωμάτων.

Οποιοδήποτε διοικητικό τέλος επιβάλλεται σε επιχειρήσεις στο πλαίσιο της επεξεργασίας αίτησης για μεταβίβαση ή χρονομίσθωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος καλύπτει, στο σύνολό του, μόνο τις διοικητικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επικουρικών μέτρων, που σημειώθηκαν στο πλαίσιο της επεξεργασίας της αίτησης, και συνάδει με το άρθρο 16.

Τα στοιχεία α) έως γ α) δεν θίγουν την αρμοδιότητα των κρατών μελών να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους όρους που συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης ανά πάσα στιγμή, έναντι τόσο του εκμισθωτή όσο και του μισθωτή, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

Οι αρμόδιες αρχές διευκολύνουν τη μεταβίβαση ή χρονομίσθωση των δικαιωμάτων χρήσης του ραδιοφάσματος, εξετάζοντας εγκαίρως κάθε αίτημα προσαρμογής των όρων που συνοδεύουν το δικαίωμα και μεριμνώντας ώστε τα δικαιώματα ή το ραδιοφάσμα που συνοδεύονται από αυτούς τους όρους να μπορούν, κατά το δυνατό, να διαχωρίζονται ή να επιμερίζονται.

Ενόψει οποιασδήποτε μεταβίβασης ή χρονομίσθωσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν σε τυποποιημένη ηλεκτρονική μορφή όλες τις λεπτομέρειες που αφορούν εμπορεύσιμα μεμονωμένα δικαιώματα κατά τη δημιουργία των δικαιωμάτων και τηρούν τις λεπτομέρειες αυτές επίκαιρες όσο υφίστανται τα δικαιώματα.

4. Η Επιτροπή ▌θεσπίζει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα για τον προσδιορισμό των ζωνών στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν μεταξύ τους δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Τα μέτρα αυτά δεν καλύπτουν ραδιοσυχνότητες που χρησιμοποιούνται για τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές.

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 110 παράγραφος 4. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέχρι τις [να εισαχθεί η ημερομηνία].

Άρθρο 52

Ανταγωνισμός

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές προωθούν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και αποφεύγουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη χορήγηση, τροποποίηση ή ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Όταν τα κράτη μέλη χορηγούν, τροποποιούν ή ανανεώνουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά, τις οποίες δημοσιεύει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 2, διεξάγουν αντικειμενική και μακρόπνοη αξιολόγηση των συνθηκών του ανταγωνισμού στην αγορά, και λαμβάνουν ένα από τα μέτρα που καθορίζονται στα στοιχεία α) έως ε) μόνον όταν το εν λόγω μέτρο είναι απαραίτητο για τη διατήρηση ή την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού:

α)  ▌περιορίζουν την ποσότητα του ραδιοφάσματος για το οποίο χορηγούνται δικαιώματα χρήσης σε οποιαδήποτε επιχείρηση, ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, θέτουν όρους για τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης, όπως είναι η παροχή χονδρικής πρόσβασης, περιαγωγής σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, σε ορισμένες ζώνες ή σε ορισμένα σύνολα ζωνών με παρόμοια χαρακτηριστικά·

β)  ▌δεσμεύουν, εάν είναι σκόπιμο λαμβανομένης υπόψη εξαιρετικής κατάστασης στην εθνική αγορά, ορισμένο μέρος ζώνης συχνοτήτων ή συνόλου ζωνών για παραχώρηση σε νεοεισερχομένους·

γ)  ▌αρνούνται να χορηγήσουν νέα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή να εγκρίνουν νέες χρήσεις ραδιοφάσματος σε ορισμένες ζώνες, ή ▌θέτουν όρους για τη χορήγηση νέων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ή για την αδειοδότηση νέων χρήσεων ραδιοφάσματος, προκειμένου να αποφεύγεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω οποιασδήποτε εκχώρησης, μεταβίβασης ή συσσώρευσης δικαιωμάτων χρήσης·

δ)  ▌απαγορεύουν ή ▌επιβάλλουν όρους στις μεταβιβάσεις δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, που δεν υπόκεινται σε εθνικό ή ενωσιακό έλεγχο των συγκεντρώσεων, εφόσον αυτές οι μεταβιβάσεις ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού·

ε)  ▌τροποποιούν τα ισχύοντα δικαιώματα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για να διορθωθεί εκ των υστέρων η στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω οποιασδήποτε μεταβίβασης ή συσσώρευσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος.

3. Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 2, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενεργούν σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 18, 19, 23 και 35 της παρούσας οδηγίας.

Τμήμα 3 διαδικασίες

Άρθρο 53

Συγχρονισμός των εκχωρήσεων

Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποδοτική και συντονισμένη χρήση του εναρμονισμένου ραδιοφάσματος στην Ένωση και λαμβανομένων δεόντως υπόψη των διαφορετικών καταστάσεων των εθνικών αγορών, η Επιτροπή ▌, με εκτελεστικό μέτρο:

α)  ▌καθορίζει μία ή, κατά περίπτωση, περισσότερες κοινές τελικές ημερομηνίες έως τις οποίες χορηγείται άδεια για τη χρήση συγκεκριμένων εναρμονισμένων ζωνών ραδιοφάσματος·

β)  εφόσον απαιτείται για να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα του συντονισμού, ▌θεσπίζει τυχόν μεταβατικά μέτρα όσον αφορά τη διάρκεια ισχύος των δικαιωμάτων δυνάμει του άρθρου 49, όπως παράταση ή μείωση της διάρκειας ισχύος τους, προκειμένου να προσαρμόζονται τα ισχύοντα δικαιώματα ή οι ισχύουσες άδειες στην εν λόγω εναρμονισμένη ημερομηνία.

Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της γνώμης της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέχρι τις [να εισαχθεί η ημερομηνία].

Άρθρο 54

Διαδικασία για τον περιορισμό του αριθμού των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος

1. Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε εκτελεστικής πράξης εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 53, στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος συμπεραίνει ότι δεν είναι δυνατή η χορήγηση δικαιώματος χρήσης ραδιοφάσματος δυνάμει του άρθρου 46 και εφόσον εξετάζει εάν πρέπει να περιορίσει τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, μεταξύ άλλων:

  α) αναφέρει σαφώς τους λόγους για τον περιορισμό των δικαιωμάτων χρήσης, ιδίως αποδίδοντας τη δέουσα σημασία στην ανάγκη μεγιστοποίησης των οφελών για τους χρήστες και στη διευκόλυνση της ανάπτυξης ανταγωνισμού, και επανεξετάζει τον περιορισμό όπως κρίνει κατάλληλο ή κατόπιν εύλογου αιτήματος από επηρεαζόμενες επιχειρήσεις·

  β) παρέχει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, την ευκαιρία να διατυπώνουν τις απόψεις τους σχετικά με οποιονδήποτε περιορισμό μέσω δημόσιας διαβούλευσης σύμφωνα με το άρθρο 23. Στην περίπτωση του εναρμονισμένου ραδιοφάσματος, αυτή η δημόσια διαβούλευση αρχίζει εντός έξι μηνών από την έγκριση του εκτελεστικού μέτρου δυνάμει της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ, εκτός εάν για τεχνικούς λόγους απαιτείται μεγαλύτερη προθεσμία·

2. Όταν ένα κράτος μέλος συμπεραίνει ότι πρέπει να περιοριστεί ο αριθμός των δικαιωμάτων χρήσης, καθορίζει και αιτιολογεί σαφώς τους στόχους που επιδιώκονται με τη διαδικασία επιλογής και, όπου είναι δυνατό, τους καθορίζει ποσοτικά, δίνοντας τη δέουσα βαρύτητα στην ανάγκη εκπλήρωσης των εθνικών στόχων και των στόχων της εσωτερικής αγοράς. Οι στόχοι που μπορεί να καθορίσει το κράτος μέλος με σκοπό να σχεδιάσει τη συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής περιορίζονται σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους:

α) την προώθηση της κάλυψης·

β) την απαιτούμενη ποιότητα υπηρεσιών·

γ) την προώθηση του ανταγωνισμού·

δ) την προώθηση της καινοτομίας και της ανάπτυξης των επιχειρήσεων· και

ε) τη διασφάλιση ότι τα τέλη προωθούν τη βέλτιστη χρήση του ραδιοφάσματος σύμφωνα με το άρθρο 42·

Η εθνική ρυθμιστική αρχή καθορίζει και αιτιολογεί σαφώς την πρόκριση της διαδικασίας επιλογής, καθώς και τυχόν προκαταρκτικού σταδίου για την πρόσβαση στη διαδικασία επιλογής. Αναφέρει επίσης με σαφήνεια το αποτέλεσμα οποιασδήποτε σχετικής αξιολόγησης της κατάστασης του ανταγωνισμού, της τεχνικής και της οικονομικής κατάστασης της αγοράς και εκθέτει τους λόγους για την πιθανή χρήση και επιλογή των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 35.

3. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν οποιαδήποτε απόφασή τους όσον αφορά την προκριθείσα διαδικασία επιλογής και τα σχετικά στοιχεία, δηλώνοντας σαφώς τους σχετικούς λόγους και τον τρόπο με τον οποίο ελήφθη υπόψη το μέτρο που εγκρίθηκε από την εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με το άρθρο 35. Επίσης, δημοσιεύουν τους όρους που θα συνοδεύουν τα δικαιώματα χρήσης.

4. Αφού καθορίσει τη διαδικασία, το κράτος μέλος απευθύνει πρόσκληση υποβολής αιτήσεων για δικαιώματα χρήσης.

5. Εάν ένα κράτος μέλος συμπεράνει ότι μπορούν να χορηγηθούν περαιτέρω δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή συνδυασμός διαφορετικών τύπων δικαιωμάτων, λαμβανομένων υπόψη των προηγμένων μεθόδων για την προστασία έναντι επιβλαβών παρεμβολών, προβαίνει σε δημοσίευση του σχετικού συμπεράσματος και κινεί τη διαδικασία χορήγησης των εν λόγω δικαιωμάτων.

6. Εάν απαιτείται περιορισμός της παροχής δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, τα κράτη μέλη παρέχουν τα εν λόγω δικαιώματα βάσει κριτηρίων επιλογής και διαδικασίας που καθορίζονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές τους σύμφωνα με το άρθρο 35, τα οποία πρέπει να είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά. Όλα τα εν λόγω κριτήρια επιλογής πρέπει να σταθμίζουν δεόντως την επίτευξη των στόχων και απαιτήσεων των άρθρων 3, 4, 28 και 45.

7. Η Επιτροπή ▌εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό κριτηρίων προκειμένου να συντονίζει την εφαρμογή των υποχρεώσεων δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 από τα κράτη μέλη. Τα εκτελεστικά μέτρα εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4 και λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της γνώμης της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος. Τα εν λόγω μέτρα εγκρίνονται μέχρι τις [να εισαχθεί η ημερομηνία].

8. Εάν χρησιμοποιούνται διαδικασίες συγκριτικής ή ανταγωνιστικής επιλογής, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τη μέγιστη περίοδο των έξι εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 6, για το χρονικό διάστημα που κρίνεται απαραίτητο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω διαδικασίες είναι δίκαιες, εύλογες, ανοικτές και διαφανείς για όλους τους ενδιαφερόμενους, αλλά όχι περισσότερο από οκτώ μήνες, με την επιφύλαξη τυχόν συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 53 .

Οι εν λόγω προθεσμίες ισχύουν με την επιφύλαξη των ισχυουσών διεθνών συμφωνιών, που αφορούν τη χρήση ραδιοφάσματος και τον συντονισμό των δορυφόρων.

9. Το παρόν άρθρο ισχύει υπό την επιφύλαξη της μεταβίβασης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το άρθρο 51 της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΑΣΥΡΜΑΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ

Άρθρο 55

Πρόσβαση σε ασύρματα τοπικά δίκτυα

1. Οι αρμόδιες αρχές επιτρέπουν την παροχή πρόσβασης μέσω ασύρματων τοπικών δικτύων σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών, καθώς και τη χρήση του εναρμονισμένου ραδιοφάσματος για την εν λόγω παροχή, μόνο με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων όρων για τη γενική άδεια.

Όταν η εν λόγω παροχή δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα ή είναι βοηθητική για άλλη εμπορική δραστηριότητα ή δημόσια υπηρεσία η οποία δεν εξαρτάται από τη μεταφορά σημάτων στα δίκτυα αυτά, κάθε επιχείρηση, δημόσια αρχή ή τελικός χρήστης που παρέχει την εν λόγω πρόσβαση δεν υπόκειται σε καμία γενική άδεια για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με το άρθρο 12, σε υποχρεώσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των τελικών χρηστών σύμφωνα με το μέρος III τίτλος III της παρούσας οδηγίας ούτε σε υποχρεώσεις διασύνδεσης των δικτύων τους σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1.

1a. Σε κάθε περίπτωση, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 12 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ.

2. Οι αρμόδιες αρχές δεν εμποδίζουν τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να επιτρέπουν την πρόσβαση στα δίκτυά τους για το κοινό, μέσω ασύρματων τοπικών δικτύων, τα οποία είναι δυνατό να είναι εγκατεστημένα σε χώρους τελικού χρήστη, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τους εφαρμοστέους όρους γενικής άδειας και της συναίνεσης του τελικού χρήστη κατόπιν ενημέρωσης.

3. Σύμφωνα ιδίως με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[41], οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν περιορίζουν μονομερώς:

α) το δικαίωμα των τελικών χρηστών για πρόσβαση σε τοπικά ασύρματα δίκτυα της επιλογής τους, τα οποία παρέχονται από τρίτους·

β) το δικαίωμα των τελικών χρηστών να επιτρέπουν αμοιβαία ή γενικότερα την πρόσβαση στα δίκτυα των εν λόγω παρόχων από άλλους τελικούς χρήστες μέσω ασύρματων τοπικών δικτύων, καθώς και βάσει πρωτοβουλιών τρίτων που συγκεντρώνουν και καθιστούν διαθέσιμα στο κοινό ασύρματα τοπικά δίκτυα διαφορετικών τελικών χρηστών.

Για τον σκοπό αυτό, οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέτουν και προσφέρουν ενεργά, με σαφήνεια και διαφάνεια, προϊόντα ή συγκεκριμένες προσφορές που επιτρέπουν στους τελικούς χρήστες τους να παρέχουν πρόσβαση σε τρίτους μέσω ασύρματου τοπικού δικτύου.

4. Οι αρμόδιες αρχές δεν περιορίζουν το δικαίωμα των τελικών χρηστών να επιτρέπουν αμοιβαία ή γενικότερα την πρόσβαση στα τοπικά ασύρματα δίκτυά τους από άλλους τελικούς χρήστες, καθώς και βάσει πρωτοβουλιών τρίτων που συνενώνονται και καθιστούν τα ασύρματα τοπικά δίκτυα διαφόρων τελικών χρηστών διαθέσιμα στο κοινό.

5. Οι αρμόδιες αρχές δεν περιορίζουν την παροχή πρόσβασης σε ασύρματα τοπικά δίκτυα στο κοινό:

α) από δημόσιες αρχές ή σε χώρους άμεσης γειτνίασης με τους χώρους στους οποίους στεγάζονται, εφόσον η παροχή αυτή είναι βοηθητική για τις δημόσιες υπηρεσίες που παρέχονται στους εν λόγω χώρους·

β) από πρωτοβουλίες μη κυβερνητικών οργανώσεων ή δημόσιων αρχών που συνενώνονται και καθιστούν αμοιβαία ή γενικότερα διαθέσιμη την πρόσβαση στα ασύρματα τοπικά δίκτυα διαφόρων τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των ασυρμάτων τοπικών δικτύων στα οποία παρέχεται δημόσια πρόσβαση σύμφωνα με το στοιχείο α).

Άρθρο 56

Ανάπτυξη και λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας

1. Οι αρμόδιες αρχές επιτρέπουν την ανάπτυξη, σύνδεση και λειτουργία διακριτικών σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας βάσει του καθεστώτος γενικής αδειοδότησης και δεν περιορίζουν αδικαιολόγητα την εν λόγω ανάπτυξη, σύνδεση ή λειτουργία μέσω μεμονωμένων πολεοδομικών αδειών ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, όποτε η εν λόγω χρήση συνάδει με τα εκτελεστικά μέτρα που εγκρίνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2. Τα σημεία ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας δεν υπόκεινται σε άλλα τέλη ή επιβαρύνσεις πέραν της διοικητικής επιβάρυνσης που μπορεί να συνδέεται με τη γενική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 16.

Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει το καθεστώς αδειοδότησης για το ραδιοφάσμα που χρησιμοποιείται για τη λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας.

2. Για να διασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή του καθεστώτος γενικής άδειας για την ανάπτυξη, σύνδεση και λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας, η Επιτροπή δύναται, με εκτελεστική πράξη, να καθορίζει τα τεχνικά χαρακτηριστικά για τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και τη λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας, που συμμορφώνονται κατ’ ελάχιστον με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2013/35/ΕΕ[42] και λαμβανομένων υπόψη των οριακών τιμών που καθορίζονται στη σύσταση αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου[43]. Η Επιτροπή καθορίζει τα εν λόγω τεχνικά χαρακτηριστικά ως προς το μέγιστο μέγεθος, την ισχύ και τις ηλεκτρομαγνητικές ιδιότητες, καθώς και ως προς τις οπτικές επιπτώσεις, των ανεπτυγμένων σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας. Η συμμόρφωση με τα καθορισμένα χαρακτηριστικά εξασφαλίζει τη διακριτικότητα των σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας κατά τη χρήση τους στα διαφορετικά τοπικά πλαίσια.

Τα τεχνικά χαρακτηριστικά που καθορίζονται προκειμένου η ανάπτυξη, σύνδεση και λειτουργία σημείων ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας να επωφελούνται από τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 δεν θίγουν τις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας 2014/53/ΕΕ[44].

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 110 παράγραφος 4.

2α. Τα κράτη μέλη, εφαρμόζοντας κατά περίπτωση τις διαδικασίες που εγκρίνονται σύμφωνα με την οδηγία 2014/61, διασφαλίζουν ότι οι φορείς εκμετάλλευσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε υλική υποδομή ελέγχεται από δημόσιες εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές και πληροί τις τεχνικές προδιαγραφές για να φιλοξενήσει σημεία ασύρματης πρόσβασης μικρής εμβέλειας ή είναι απαραίτητη για τη σύνδεση τέτοιων σημείων πρόσβασης με ένα κεντρικό δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού οδών, όπως είναι οι στύλοι φωτισμού, οι πινακίδες των δρόμων, οι φωτεινοί σηματοδότες, οι διαφημιστικές πινακίδες, οι στάσεις λεωφορείων και τραμ και οι σταθμοί του μετρό. Οι δημόσιες αρχές ανταποκρίνονται σε όλα τα εύλογα αιτήματα χορήγησης πρόσβασης, υπό δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους και προϋποθέσεις, των οποίων η διαφάνεια εξασφαλίζεται μέσω κεντρικού σημείου πρόσβασης. Οποιαδήποτε οικονομική επιβάρυνση αντικατοπτρίζει μόνο το κόστος που προκύπτει για τη δημόσια αρχή από τη χορήγηση της εν λόγω πρόσβασης.

Άρθρο 56a

Τεχνικοί κανόνες σχετικά με τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία

Οι διαδικασίες που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 εφαρμόζονται για κάθε σχέδιο μέτρου κράτους μέλους με το οποίο θα επιβάλλονταν πιο αυστηρές προδιαγραφές όσον αφορά τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, σε σύγκριση με εκείνες που προβλέπονται στη σύσταση αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου.

Τίτλος II: Πρόσβαση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΑΡΧΕΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ

Άρθρο 57

Γενικό πλαίσιο για την πρόσβαση και τη διασύνδεση

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν υπάρχουν περιορισμοί που να εμποδίζουν τις επιχειρήσεις στο ίδιο κράτος μέλος ή σε διαφορετικά κράτη μέλη να διαπραγματεύονται μεταξύ τους συμφωνίες για τεχνικές και εμπορικές ρυθμίσεις πρόσβασης και/ή διασύνδεσης, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Η επιχείρηση που ζητά πρόσβαση ή διασύνδεση δεν απαιτείται να έχει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος όπου ζητείται η πρόσβαση ή η διασύνδεση, όταν δεν παρέχει υπηρεσίες και δεν εκμεταλλεύεται δίκτυο στο εν λόγω κράτος μέλος.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 106, τα κράτη μέλη παύουν να εφαρμόζουν νομοθετικά ή διοικητικά μέτρα, σύμφωνα με τα οποία οι φορείς εκμετάλλευσης υποχρεούνται, όταν χορηγούν πρόσβαση ή διασύνδεση, να παρέχουν, σε διαφορετικές επιχειρήσεις, διαφορετικούς όρους και προϋποθέσεις για ισοδύναμες υπηρεσίες ή/και να επιβάλλουν υποχρεώσεις που δεν έχουν σχέση με τις όντως παρεχόμενες υπηρεσίες πρόσβασης και διασύνδεσης, υπό την επιφύλαξη των όρων που ορίζονται στο παράρτημα I της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 58

Δικαιώματα και υποχρεώσεις επιχειρήσεων

1. Οι φορείς εκμετάλλευσης δημοσίων δικτύων επικοινωνιών έχουν το δικαίωμα και, όταν ζητείται από άλλες επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 15 της παρούσας οδηγίας, την υποχρέωση να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ένωση. Οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν πρόσβαση και διασύνδεση σε άλλες επιχειρήσεις υπό όρους και προϋποθέσεις συμβατές με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 66.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις που συλλέγουν πληροφορίες από άλλη επιχείρηση πριν, κατά ή μετά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης ρυθμίσεων πρόσβασης ή διασύνδεσης, να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες αυτές μόνο για τον σκοπό για τον οποίο παρασχέθηκαν και να τηρούν πάντοτε την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που μεταδόθηκαν ή αποθηκεύτηκαν. Οι λαμβανόμενες πληροφορίες δεν γνωστοποιούνται σε κανένα άλλο μέρος, ιδίως σε άλλες υπηρεσίες, θυγατρικές ή εταίρους, στους οποίους θα μπορούσαν να παράσχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

2α. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται μέσω ουδέτερων διαμεσολαβητών όταν κάτι τέτοιο καθίσταται απαραίτητο λόγω των συνθηκών ανταγωνισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗ

Άρθρο 59

Εξουσίες και καθήκοντα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3, συμπεριλαμβανομένων της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής ποικιλομορφίας, ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν καθοδήγηση και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση πρόσβασης και διασύνδεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι φορείς εκμετάλλευσης με περιορισμένη γεωγραφική εμβέλεια μπορούν να επωφελούνται από τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις.

Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να ληφθούν για τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 66, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν, χωρίς να υπονομεύονται τα πρότυπα ασφαλείας:

  α) στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλισθεί η δυνατότητα τελικής διασύνδεσης, υποχρεώσεις σε εκείνες τις επιχειρήσεις που υπόκεινται σε γενική άδεια, εκτός από τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες, συμπεριλαμβανομένης, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, της υποχρέωσης να διασυνδέουν τα δίκτυά τους όταν αυτό δεν συμβαίνει ήδη·

  β) σε δικαιολογημένες περιπτώσεις και στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που υπόκεινται σε γενική άδεια, εκτός από τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες, να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές·

γ) σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, στις οποίες η εμβέλεια, η κάλυψη, η ποιότητα υπηρεσίας και η αξιοποίηση από τους χρήστες αντιστοιχούν σε αυτές των υπηρεσιών που βασίζονται σε αριθμούς, και στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο προκειμένου να διασφαλιστεί η διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών, υποχρεώσεις σε σχετικές κατηγορίες παρόχων υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές·

δ) στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες ψηφιακών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και συναφείς συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσδιορίζει το κράτος μέλος, υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν πρόσβαση στις λοιπές ευκολίες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα ΙI, μέρος ΙΙ, υπό δίκαιες, εύλογες και αμερόληπτες προϋποθέσεις.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνο:

(i) στον βαθμό που απαιτείται για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών και είναι δυνατό να περιλαμβάνουν αναλογικές υποχρεώσεις, εκ μέρους του παρόχου της υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών, όσον αφορά τη δημοσίευση και την έγκριση της χρήσης, της τροποποίησης και της αναδιανομής τυχόν σχετικών πληροφοριών, ή την υποχρέωση χρήσης ή εφαρμογής προτύπων ή προδιαγραφών που απαριθμούνται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 ή οποιωνδήποτε άλλων συναφών ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων· και

(ii) όταν η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του, έχει διαπιστώσει σημαντική απειλή ▌για τη διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών ▌σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα που καθορίζουν τη φύση και το περιεχόμενο τυχόν υποχρέωσης που είναι δυνατό να επιβληθεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4. Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν υποχρεώσεις όσον αφορά τη φύση και το περιεχόμενο των τυχόν υποχρεώσεων, πέραν των εν λόγω εκτελεστικών μέτρων.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 59 παράγραφος 1, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές επιβάλλουν υποχρεώσεις όσον αφορά την εκπλήρωση εύλογων αιτημάτων για πρόσβαση σε σύρματα και καλώδια στο εσωτερικό κτιρίων ή μέχρι το πρώτο σημείο συγκέντρωσης ή διανομής, όταν αυτό το σημείο βρίσκεται εκτός του κτιρίου, στους ιδιοκτήτες των εν λόγω συρμάτων και καλωδίων ή σε επιχειρήσεις που έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα εν λόγω σύρματα και καλώδια, όταν αυτό δικαιολογείται επειδή η αναπαραγωγή των εν λόγω στοιχείων δικτύου θα ήταν οικονομικώς μη αποδοτική ή πρακτικώς ανέφικτη και η πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία είναι απαραίτητη για την προώθηση του βιώσιμου ανταγωνισμού. Οι επιβαλλόμενοι όροι πρόσβασης είναι αντικειμενικοί, διαφανείς, αμερόληπτοι, αναλογικοί και σύμφωνοι με την οδηγία 2014/61/ΕΕ, και είναι δυνατό να περιλαμβάνουν ειδικούς κανόνες για την πρόσβαση, τη διαφάνεια και τη μη διακριτική μεταχείριση και για την κατανομή του κόστους πρόσβασης, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες επικινδυνότητας.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επεκτείνουν την επιβολή αυτών των υποχρεώσεων πρόσβασης στους εν λόγω ιδιοκτήτες ή επιχειρήσεις, υπό δίκαιους και εύλογους όρους και προϋποθέσεις, πέρα από το πρώτο σημείο συγκέντρωσης ή διανομής έως ένα σημείο συγκέντρωσης όσο το δυνατόν πλησιέστερο στους τελικούς χρήστες, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως αναγκαίο για την αντιμετώπιση ανυπέρβλητων οικονομικών ή φυσικών φραγμών για την αναπαραγωγή σε περιοχές με χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν υποχρεώσεις σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, όταν είτε:

α) ένα εναλλακτικό μέσο πρόσβασης για τους τελικούς χρήστες, κατάλληλο για την παροχή δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, παρέχεται από τον φορέα εκμετάλλευσης δικτύου, εφόσον η εν λόγω πρόσβαση προσφέρεται υπό δίκαιους και εύλογους όρους και προϋποθέσεις· ή

β) στην περίπτωση προσφάτως ανεπτυγμένων στοιχείων δικτύου, ιδίως από μικρότερα τοπικά σχέδια, η χορήγηση της εν λόγω πρόσβασης θα έθετε σε κίνδυνο την οικονομική ή χρηματοοικονομική βιωσιμότητα της ανάπτυξής τους.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις που παρέχουν ή διαθέτουν άδεια να παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών υποχρεώσεις σχετικά με τον μερισμό παθητικών ▌υποδομών ή υποχρεώσεις για σύναψη συμφωνιών τοπικής πρόσβασης σε περιαγωγή για την παροχή δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, και στις δύο περιπτώσεις εφόσον αυτό είναι άμεσα αναγκαίο για την τοπική παροχή υπηρεσιών που στηρίζονται στη χρήση του ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και εφόσον δεν διατίθενται για καμία επιχείρηση βιώσιμα και παρόμοια εναλλακτικά μέσα πρόσβασης σε τελικούς χρήστες βάσει δίκαιων και εύλογων όρων και προϋποθέσεων.Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επιβάλλουν τις εν λόγω υποχρεώσεις υπό τον όρο ότι η δυνατότητα είχε προβλεφθεί με σαφήνεια κατά τη χορήγηση των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος, και μόνο εφόσον αυτό δικαιολογείται από την ύπαρξη, στην περιοχή που υπόκειται στις εν λόγω υποχρεώσεις, ανυπέρβλητων οικονομικών ή φυσικών εμποδίων για την καθοδηγούμενη από την αγορά ανάπτυξη υποδομών παροχής υπηρεσιών ή δικτύων που βασίζονται στη χρήση ραδιοφάσματος, με αποτέλεσμα η πρόσβαση των τελικών χρηστών σε δίκτυα ή υπηρεσίες να είναι ιδιαιτέρως προβληματική ή απούσα. Στις περιπτώσεις που η πρόσβαση και ο μερισμός παθητικών υποδομών δεν αρκούν από μόνα του για την αντιμετώπιση της κατάστασης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επιβάλλουν υποχρεώσεις όσον αφορά τον μερισμό ενεργών υποδομών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη:

α) την ανάγκη να μεγιστοποιηθεί η συνδεσιμότητα σε όλη την Ένωση, κατά μήκος σημαντικών διαδρομών μεταφοράς και σε συγκεκριμένες εδαφικές περιοχές, και τη δυνατότητα να αυξηθούν σημαντικά οι επιλογές και να βελτιωθεί η ποιότητα υπηρεσιών για τους τελικούς χρήστες·

β) την αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος·

γ) τη δυνατότητα τεχνικής εφαρμογής του μερισμού και τους συναφείς όρους·

δ) την κατάσταση του ανταγωνισμού με βάση τις υποδομές, καθώς και του ανταγωνισμού με βάση τις υπηρεσίες·

στ) την τεχνολογική καινοτομία·

ζ) την επιτακτική ανάγκη για στήριξη των κινήτρων του φορέα υποδοχής για ανάπτυξη των υποδομών εξαρχής.

Τέτοιου είδους υποχρεώσεις μερισμού, πρόσβασης ή συντονισμού διέπονται από συμφωνίες που συνάπτονται βάσει δίκαιων και εύλογων όρων και προϋποθέσεων. Στην περίπτωση επίλυσης διαφορών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται, μεταξύ άλλων, να επιβάλλουν στον δικαιούχο της υποχρέωσης μερισμού ή πρόσβασης την υποχρέωση να μοιράζεται το ραδιοφάσμα του με τον φορέα υποδομών υποδοχής στην αντίστοιχη περιοχή.

4. Οι υποχρεώσεις και οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αντικειμενικές, διαφανείς, αναλογικές και αμερόληπτες, και εφαρμόζονται με τις διαδικασίες των άρθρων 23, 32 και 33. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αξιολογούν τα αποτελέσματα των εν λόγω υποχρεώσεων και όρων εντός πέντε ετών από την έγκριση του προηγούμενου μέτρου που εγκρίθηκε σε σχέση με τους ίδιους φορείς εκμετάλλευσης, καθώς και το κατά πόσον θα ήταν σκόπιμο να ανακαλέσουν ή να τροποποιήσουν τις αποφάσεις αυτές υπό το πρίσμα των εξελισσόμενων συνθηκών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν τα αποτελέσματα της αξιολόγησής τους σύμφωνα με τις ίδιες διαδικασίες.

5. Όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να εξουσιοδοτηθούν να παρεμβαίνουν αυτοβούλως εφόσον δικαιολογείται προκειμένου να διασφαλίσουν τους στόχους πολιτικής του άρθρου 3, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και τις διαδικασίες οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 23, 32, 26 και 27.

6. Έως την [έναρξη ισχύος συν 18 μήνες], και για να συμβάλει στον συνεκτικό καθορισμό της τοποθεσίας του σημείου τερματισμού δικτύου από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με κοινές προσεγγίσεις για τον προσδιορισμό του σημείου τερματισμού δικτύου σε διαφορετικές τοπολογίες δικτύου. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές κατά τον καθορισμό της τοποθεσίας των σημείων τερματισμού δικτύου.

Άρθρο 60

Συστήματα υπό όρους πρόσβασης και λοιπές ευκολίες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι όροι που καθορίζονται στο παράρτημα II μέρος I εφαρμόζονται όσον αφορά την υπό όρους πρόσβαση σε ψηφιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες που μεταδίδονται σε θεατές και ακροατές στην Ένωση, ανεξάρτητα από τον τρόπο μετάδοσης.

2. Υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά και την τεχνολογία, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109 για την τροποποίηση του παραρτήματος II.

3. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στην εθνική τους ρυθμιστική αρχή, το ταχύτερο δυνατόν μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, και εν συνεχεία, σε τακτά χρονικά διαστήματα, να επανεξετάζει τους όρους που ισχύουν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διεξάγοντας ανάλυση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 65, για να αποφασίσουν εάν θα διατηρηθούν, θα τροποποιηθούν ή θα ανακληθούν οι ισχύοντες όροι.

Όταν, ως επακόλουθο αυτής της ανάλυσης της αγοράς, εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι, ένας ή περισσότεροι φορείς εκμετάλλευσης δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά, δύνανται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει τους όρους σε ό,τι αφορά τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης, με τη διαδικασία των άρθρων 23 και 32, μόνον εφόσον:

  α) η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών στις συγκεκριμένες ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και τους διαύλους και υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης, σύμφωνα με το άρθρο 106, δεν επηρεάζεται δυσμενώς από την εν λόγω τροποποίηση ή ανάκληση και

  β) οι προοπτικές πραγματικού ανταγωνισμού στην αγορά για:

  i) τη λιανική πώληση ψηφιακών ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών και

  ii) τα συστήματα υπό όρους πρόσβασης και άλλες συναφείς ευκολίες,

δεν επηρεάζονται δυσμενώς από την εν λόγω τροποποίηση ή ανάκληση.

Στα μέρη που επηρεάζονται από την εν λόγω τροποποίηση ή ανάκληση όρων, παρέχεται ενδεδειγμένη χρονική περίοδος προειδοποίησης.

4. Οι προϋποθέσεις που ισχύουν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε σχέση με τον τρόπο παρουσίασης οδηγών ηλεκτρονικών προγραμμάτων και παρόμοιων ευκολιών απαρίθμησης και πλοήγησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ

Άρθρο 61

Επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά

1. Εφόσον η παρούσα οδηγία απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαπιστώνουν κατά πόσον οι φορείς εκμετάλλευσης κατέχουν σημαντική ισχύ στην αγορά σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 65, εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου.

2. Μια επιχείρηση θεωρείται ότι κατέχει σημαντική ισχύ στην αγορά εφόσον, είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις, ευρίσκεται σε θέση ισοδύναμη προς δεσπόζουσα θέση, ήτοι σε θέση οικονομικής ισχύος που της επιτρέπει να συμπεριφέρεται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές.

Ειδικότερα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, όταν εκτιμούν κατά πόσον δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις κατέχουν κοινή δεσπόζουσα θέση σε μια αγορά, ενεργούν σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά, τις οποίες δημοσιεύει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 62.

Δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις μπορούν να βρίσκονται σε κοινή δεσπόζουσα θέση, ακόμη και αν δεν υπάρχουν διαρθρωτικοί ή άλλοι δεσμοί μεταξύ τους, όταν η δομή της αγοράς τούς επιτρέπει να συμπεριφέρονται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές. Αυτό είναι πιθανόν να συμβαίνει όταν η αγορά παρουσιάζει ορισμένα χαρακτηριστικά όπως τα εξής:

α)  υψηλό βαθμό συγκέντρωσης,

β)  υψηλό βαθμό διαφάνειας της αγοράς, που παρέχει κίνητρα για παράλληλη ή ευθυγραμμισμένη αντιανταγωνιστική συμπεριφορά,

γ)  ύπαρξη υψηλών φραγμών για την είσοδο στην αγορά,

δ)  η προβλέψιμη αντίδραση των ανταγωνιστών και των καταναλωτών δεν θα έθετε σε κίνδυνο την παράλληλη ή ευθυγραμμισμένη αντιανταγωνιστική συμπεριφορά.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αξιολογούν τα εν λόγω χαρακτηριστικά της αγοράς υπό το πρίσμα των σχετικών αρχών του δικαίου περί ανταγωνισμού, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη το ιδιαίτερο πλαίσιο της εκ των προτέρων ρύθμισης και τους στόχους που ορίζονται στο άρθρο 3.

3. Εάν μια επιχείρηση έχει σημαντική ισχύ σε μια συγκεκριμένη αγορά (την πρώτη αγορά), είναι δυνατόν να οριστεί επίσης ως έχουσα σημαντική ισχύ και σε μια στενά συνδεδεμένη με αυτήν αγορά (τη δεύτερη αγορά), εάν οι δεσμοί μεταξύ των δύο αγορών είναι τέτοιοι ώστε να μπορεί η επιχείρηση να αξιοποιήσει στο πλαίσιο της δεύτερης αγοράς την ισχύ που διαθέτει στην πρώτη αγορά, αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό την ισχύ της στην αγορά. Κατά συνέπεια, δυνάμει της παρούσας οδηγίας μπορούν να εφαρμοστούν στη δεύτερη αγορά διορθωτικά μέτρα που έχουν ως στόχο να αποτρέψουν αυτήν την αξιοποίηση της ισχύος.

Άρθρο 62

Διαδικασία ταυτοποίησης και ορισμού αγορών

1. Μετά τη δημόσια διαβούλευση, συμπεριλαμβανομένης της διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και αφού λάβει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC, η Επιτροπή εκδίδει σύσταση σχετικά με συναφείς αγορές προϊόντων και υπηρεσιών («σύσταση»). Η σύσταση καθορίζει ποιες είναι οι εν λόγω αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων δύναται να αιτιολογούν την επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, με την επιφύλαξη αγορών που σε συγκεκριμένες περιπτώσεις είναι δυνατόν να ορίζονται βάσει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τις αγορές σύμφωνα με τις αρχές του δίκαιου περί ανταγωνισμού.

Η Επιτροπή περιλαμβάνει τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στη σύσταση, όταν, κατόπιν παρακολούθησης των συνολικών τάσεων στην Ένωση, διαπιστώνει ότι πληρούται καθένα από τα κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 65 παράγραφος 1.

Η σύσταση επανεξετάζεται το αργότερο μέχρι τις [ημερομηνία μεταφοράς]. Στη συνέχεια, η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά τη σύσταση.

2. Κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, και το αργότερο κατά τη ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δημοσιεύει κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά (στο εξής αποκαλούμενες «κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ»), οι οποίες είναι σύμφωνες με τις σχετικές αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, μεταξύ άλλων λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό του ανταγωνισμού υποδομών στις εν λόγω περιοχές, σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού. ▌Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 23 και 32 πριν ορίσουν αγορές διαφορετικές από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.

Άρθρο 63

Διαδικασία ταυτοποίησης διακρατικών αγορών

1. Μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, ο BEREC, αποφασίζοντας με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του ρυθμιστικού συμβουλίου, δύναται να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 62. Ο BEREC διεξάγει ανάλυση της δυνητικής διακρατικής αγοράς, εάν η Επιτροπή ή τουλάχιστον δύο ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποβάλουν αιτιολογημένο αίτημα παρέχοντας υποστηρικτικά στοιχεία.

2. Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση, σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές πραγματοποιούν από κοινού την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ και αποφασίζουν έπειτα από συνεννόηση για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 65 παράγραφος 4. Οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές γνωστοποιούν από κοινού στην Επιτροπή τα σχέδια μέτρων τους σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και τυχόν ρυθμιστικές υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 32 και 33.

Δύο ή περισσότερες εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν επίσης να γνωστοποιούν από κοινού τα σχέδια μέτρων τους σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και τυχόν ρυθμιστικές υποχρεώσεις σε περίπτωση απουσίας διακρατικών αγορών, όταν θεωρούν ότι οι συνθήκες της αγοράς στις αντίστοιχες δικαιοδοσίες τους είναι επαρκώς ομοιογενείς.

Άρθρο 64

Διαδικασία ταυτοποίησης διακρατικής ζήτησης

1. Ο BEREC διενεργεί ανάλυση διακρατικής ζήτησης ▌για προϊόντα και υπηρεσίες ▌, εάν λάβει αιτιολογημένο αίτημα συνοδευόμενο από υποστηρικτικά στοιχεία από την Επιτροπή ή από τουλάχιστον δύο από τις ▌εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ή κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος από συμμετέχοντες της αγοράς, το οποίο καταδεικνύει ότι τα υφιστάμενα προϊόντα και οι υφιστάμενες υπηρεσίες χονδρικής ή λιανικής δεν καθιστούν δυνατή την κάλυψη της διακρατικής ζήτησης, και κρίνει ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα ζήτησης που πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Με βάση αυτήν την ανάλυση, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν σε μεταγενέστερες αναλύσεις αγορών, που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφος 2 ή το άρθρο 65, εάν πρέπει να τροποποιήσουν τα ρυθμιζόμενα προϊόντα χονδρικής πρόσβασης ώστε να καταστεί δυνατή η κάλυψη της διακρατικής ζήτησης.

2. Ο BEREC δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όσον αφορά κοινές προσεγγίσεις για την κάλυψη της προσδιορισθείσας διακρατικής ζήτησης, οι οποίες θα παρέχουν τη βάση για τη σύγκλιση των προϊόντων χονδρικής πρόσβασης σε ολόκληρη την Ένωση.Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές κατά την εκτέλεση των ρυθμιστικών τους καθηκόντων στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους, με την επιφύλαξη της απόφασης που λαμβάνουν σχετικά με την καταλληλότητα των προϊόντων χονδρικής πρόσβασης που θα πρέπει να επιβάλλονται σε ειδικές τοπικές συνθήκες.

Άρθρο 65

Διαδικασία ανάλυσης της αγοράς

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαπιστώνουν κατά πόσο η επιβολή των ρυθμιστικών υποχρεώσεων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία είναι δυνατό να δικαιολογείται από σχετική αγορά, ορισμένη σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να διεξάγεται ανάλυση, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω ανάλυσης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ και τηρούν τις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 23 και 32.

Η επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία είναι δυνατό να δικαιολογείται από αγορά, εφόσον πληρούνται σωρευτικά τα ακόλουθα τρία κριτήρια:

α) υφίστανται υψηλοί και μη παροδικοί διαρθρωτικοί, νομικοί ή ρυθμιστικοί φραγμοί εισόδου στην αγορά·

β) υφίσταται διάρθρωση της αγοράς που δεν τείνει προς τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό εντός του σχετικού χρονικού ορίζοντα, αν ληφθεί υπόψη η κατάσταση του ανταγωνισμού στη βάση υποδομών και των λοιπών πηγών ανταγωνισμού, που αποτελούν το αίτιο των φραγμών εισόδου·

γ) το δίκαιο ανταγωνισμού και μόνο δεν επαρκεί για την κατάλληλη αντιμετώπιση της/των ανεπάρκειας/-ών που έχουν εντοπιστεί στην αγορά.

Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή διενεργεί ανάλυση αγοράς που περιλαμβάνεται στη σύσταση, θεωρεί ότι πληρούνται τα στοιχεία α), β) και γ) του δεύτερου εδαφίου, εκτός αν η εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώνει ότι ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια αυτά δεν πληρούνται υπό τις συγκεκριμένες εθνικές περιστάσεις.

2. Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή διενεργεί την ανάλυση που απαιτείται βάσει της παραγράφου 1, εξετάζει τις εξελίξεις με μακρόπνοη προοπτική, ελλείψει ρύθμισης που επιβάλλεται με βάση το παρόν άρθρο στην εν λόγω σχετική αγορά, και λαμβάνοντας υπόψη τα εξής:

α) την ύπαρξη εξελίξεων στην αγορά που είναι δυνατό να αυξάνουν την πιθανότητα της σχετικής αγοράς να τείνει προς τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό ▌·

β) όλους τους σχετικούς ανταγωνιστικούς περιορισμούς, ▌σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, ανεξαρτήτως του αν οι πηγές αυτών των περιορισμών θεωρείται ότι είναι δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλα είδη υπηρεσιών ή εφαρμογών που είναι συγκρίσιμα από τη σκοπιά του τελικού χρήστη, και ανεξαρτήτως του αν αυτοί οι περιορισμοί αποτελούν μέρος της σχετικής αγοράς·

γ) άλλα είδη ρυθμίσεων ή μέτρων που επιβάλλονται και επηρεάζουν τη σχετική αγορά ή τη σχετική λιανική αγορά ή αγορές καθόλη τη σχετική περίοδο, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, υποχρεώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 44, 58 και 59· και

δ) τις ρυθμίσεις που επιβάλλονται σε άλλες σχετικές αγορές βάσει του παρόντος άρθρου.

3. Όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή συμπεραίνει ότι η επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν είναι δυνατό να δικαιολογείται από σχετική αγορά, ή όταν δεν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, δεν επιβάλλει ούτε διατηρεί καμία ειδική κανονιστική υποχρέωση σύμφωνα με το άρθρο 66. Σε περιπτώσεις όπου ήδη υφίστανται τομεακές κανονιστικές υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 66, η αρχή αίρει τις υποχρεώσεις αυτές που έχουν επιβληθεί σε επιχειρήσεις στη σχετική αγορά.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στα μέρη που επηρεάζονται από αυτήν την άρση υποχρεώσεων κατάλληλη χρονική περίοδος προειδοποίησης, καθορισμένη με βάση την εξισορρόπηση της ανάγκης διασφάλισης βιώσιμης μετάβασης για τους δικαιούχους των εν λόγω υποχρεώσεων και τους τελικούς χρήστες, τις επιλογές των τελικών χρηστών, καθώς και ότι η ρύθμιση δεν συνεχίζεται πέραν του αναγκαίου. Κατά τον καθορισμό αυτής της χρονικής περιόδου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να καθορίζουν ειδικούς όρους και χρονικές περιόδους προειδοποίησης όσον αφορά υφιστάμενες συμφωνίες πρόσβασης.

4. Εφόσον εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι, σε συγκεκριμένη αγορά δικαιολογείται η επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εντοπίζει τυχόν επιχειρήσεις οι οποίες μεμονωμένα ή από κοινού με άλλες έχουν σημαντική ισχύ στην εν λόγω σχετική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 61. Η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει στις εν λόγω επιχειρήσεις τις ενδεδειγμένες ειδικές κανονιστικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 66 ή διατηρεί ή τροποποιεί τις εν λόγω υποχρεώσεις, εφόσον αυτές υφίστανται ήδη αν θεωρεί ότι μία ή περισσότερες ▌αγορές δεν θα ήταν όντως ανταγωνιστικές ελλείψει των υποχρεώσεων αυτών.

5. Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 υπόκεινται στις διαδικασίες των άρθρων 23 και 32. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διενεργούν ανάλυση της σχετικής αγοράς και κοινοποιούν το αντίστοιχο σχέδιο μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 32:

  α) εντός πέντε ετών από τη θέσπιση προηγούμενου μέτρου, στην περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή έχει ορίσει τη σχετική αγορά και έχει καθορίσει τις επιχειρήσεις που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή αιτιολογημένη προτεινόμενη επέκταση, το αργότερο τέσσερις μήνες πριν από την εκπνοή της πενταετούς περιόδου, και η τελευταία δεν διατυπώνει αντιρρήσεις εντός μηνός από την κοινοποιούμενη επέκταση, η πενταετής περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα επιπλέον έτος. Στην περίπτωση αγορών που χαρακτηρίζονται από ταχεία μεταβολή στην τεχνολογία και στα μοτίβα ζήτησης, η ανάλυση αγοράς διεξάγεται κάθε τρία έτη, ενώ ισχύει η ίδια δυνατότητα παράτασης ενός έτους·

  β) εντός δύο ετών από την έγκριση αναθεωρημένης σύστασης για σχετικές αγορές, όσον αφορά τις αγορές που δεν έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, ή

  γ) εντός τριών ετών από την προσχώρησή τους, όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν προσχωρήσει πρόσφατα στην Ένωση.

6. Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή θεωρεί ότι δεν δύναται να ολοκληρώσει ή δεν έχει ολοκληρώσει την ανάλυσή της για σχετική αγορά που προσδιορίζεται στη σύσταση εντός της προθεσμίας που ορίζει η παράγραφος 6, ο BEREC παρέχει συνδρομή στην οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, συμπληρώνοντας την ανάλυση της συγκεκριμένης αγοράς και των ειδικών υποχρεώσεων που θα επιβληθούν. Με τη συνδρομή αυτή η οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή κοινοποιεί εντός έξι μηνών από την προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 32.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

Άρθρο 66

Επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρεώσεων

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να έχουν εξουσία επιβολής των υποχρεώσεων που προσδιορίζονται στα άρθρα 67 έως 78.

2. Εφόσον, έπειτα από ανάλυση της αγοράς η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 65 της παρούσας οδηγίας, ο φορέας εκμετάλλευσης ορίζεται ως έχων σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ▌επιβάλλουν, κατά περίπτωση, οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 75 και στο άρθρο 77 της παρούσας οδηγίας. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, μια εθνική ρυθμιστική αρχή δεν επιβάλλει υποχρεώσεις που απαιτούν υψηλότερο βαθμό παρέμβασης εάν λιγότερο επαχθείς υποχρεώσεις επαρκούν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που διαπιστώθηκαν κατά την ανάλυση της αγοράς.

3. Με την επιφύλαξη:

–  των διατάξεων του άρθρου 59 και του άρθρου 60,

–  των διατάξεων των άρθρων 44 και 17 της παρούσας οδηγίας, του όρου 7 του μέρους Δ του παραρτήματος I, όπως εφαρμόζεται βάσει του άρθρου 13 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, καθώς και των άρθρων 91 και 99 της παρούσας οδηγίας και των συναφών διατάξεων της οδηγίας 2002/58/ΕΚ[45] οι οποίες περιέχουν υποχρεώσεις για επιχειρήσεις εκτός από εκείνες οι οποίες έχουν οριστεί ως έχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά· ή

–  της ανάγκης συμμόρφωσης με διεθνείς υποχρεώσεις,

οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν τις υποχρεώσεις των άρθρων 67 έως 75 και του άρθρου 77 σε φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι δεν έχουν οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει στους φορείς με σημαντική ισχύ στην αγορά υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση και τη διασύνδεση άλλες από τις θεσπιζόμενες στα άρθρα 67 έως 75 και στο άρθρο 77, υποβάλλει το αίτημά της στην Επιτροπή. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τη γνώμη του BEREC. Η Επιτροπή αποφασίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 3, να επιτρέψει ή να εμποδίσει την εθνική ρυθμιστική αρχή να λάβει τέτοιου είδους μέτρα.

4. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, έχουν ως βάση τη φύση του προβλήματος που εντοπίστηκε στις σχετικές αγορές, με στόχο τη διατήρηση του μακροπρόθεσμου βιώσιμου ανταγωνισμού και, κατά περίπτωση, λαμβανομένης υπόψη της ταυτοποίησης διακρατικής ζήτησης δυνάμει του άρθρου 64. Είναι αναλογικές, λαμβάνουν υπόψη το κόστος και τα οφέλη, και είναι δικαιολογημένες, υπό το πρίσμα των στόχων που ορίζει το άρθρο 3 της παρούσας οδηγίας. Οι υποχρεώσεις αυτές επιβάλλονται μόνο κατόπιν διαβουλεύσεως, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32.

5. Αναφορικά με την παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο τρίτη περίπτωση, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή αποφάσεις για την επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρεώσεων σε συντελεστές της αγοράς, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 32.

6. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν τον αντίκτυπο των νέων εξελίξεων στην αγορά οι οποίες είναι ευλόγως πιθανό να επηρεάσουν τη δυναμική του ανταγωνισμού.

Εάν οι εξελίξεις δεν είναι επαρκώς σημαντικές ώστε να απαιτείται νέα ανάλυση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 65, η εθνική ρυθμιστική αρχή αξιολογεί χωρίς καθυστέρηση κατά πόσον είναι αναγκαία η επανεξέταση των υποχρεώσεων και η τροποποίηση οποιασδήποτε προηγούμενης απόφασης, μεταξύ άλλων με την κατάργηση υποχρεώσεων ή την επιβολή νέων υποχρεώσεων σε φορείς εκμετάλλευσης που έχουν οριστεί ως διαθέτοντες σημαντική ισχύ στην αγορά, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις εξακολουθούν να πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, και, κατόπιν διαβούλευσης σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32, επιλέγει να μην επιβάλει υποχρεώσεις ή να επιβάλει λιγότερες ή λιγότερο επαχθείς υποχρεώσεις.

Άρθρο 67

Υποχρέωση διαφάνειας

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 66, να επιβάλλουν υποχρεώσεις διαφάνειας όσον αφορά τη διασύνδεση ή/και την πρόσβαση, βάσει των οποίων απαιτείται από τους φορείς εκμετάλλευσης να δημοσιοποιούν συγκεκριμένες πληροφορίες, όπως πληροφορίες λογιστικής φύσεως, τεχνικές προδιαγραφές, χαρακτηριστικά δικτύου, όρους και προϋποθέσεις παροχής και χρήσης, συμπεριλαμβανομένων οιωνδήποτε όρων περιορισμού στη πρόσβαση και/ή στη χρήση εφόσον επιτρέπονται οι εν λόγω όροι από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, καθώς και τιμών.

2. Ιδίως, στην περίπτωση που ένας φορέας εκμετάλλευσης έχει υποχρεώσεις αμεροληψίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τον φορέα αυτόν εκμετάλλευσης να δημοσιεύει προσφορά αναφοράς, που θα είναι επαρκώς αναλυτική προκειμένου να εξασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις δεν υποχρεούνται να πληρώνουν για ευκολίες οι οποίες δεν είναι αναγκαίες για τη ζητούμενη υπηρεσία, που θα παρέχει περιγραφή των σχετικών προσφορών, διαχωρισμένων ανά στοιχείο ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς, και τους συναφείς όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τιμών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται, μεταξύ άλλων, να επιβάλλουν αλλαγές στις προσφορές αναφοράς για την εκπλήρωση τυχόν υποχρεώσεων οι οποίες επιβάλλονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν αναλυτικά τις πληροφορίες που πρέπει να διατίθενται, τις απαιτούμενες λεπτομέρειες και τον τρόπο δημοσίευσής τους.

3α. Όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης έχει υποχρεώσεις που αφορούν την πρόσβαση σε τεχνικά έργα και/ή υποχρεώσεις πρόσβασης σε ειδικές ευκολίες δικτύου και χρήσης αυτών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν βασικούς δείκτες επιδόσεων, καθώς και αντίστοιχες συμφωνίες σε επίπεδο υπηρεσιών και σχετικές οικονομικές κυρώσεις, που διατίθενται, όσον αφορά την παρεχόμενη πρόσβαση, στις κατάντη δραστηριότητες του ίδιου του φορέα εκμετάλλευσης και σε δικαιούχους των υποχρεώσεων πρόσβασης.

4. Το αργότερο [1 έτος από την έκδοση της παρούσας οδηγίας] και προκειμένου να συμβάλλει στη συνεκτική εφαρμογή των υποχρεώσεων διαφάνειας, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια για προσφορά αναφοράς και τις επανεξετάζει όποτε είναι αναγκαίο ώστε να τις προσαρμόζει στις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς. Κατά την πρόβλεψη αυτών των ελάχιστων κριτηρίων, ο BEREC επιδιώκει τους στόχους του άρθρου 3 και λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των δικαιούχων των υποχρεώσεων πρόσβασης και των τελικών χρηστών που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη καθώς και τυχόν κατευθυντήριες γραμμές του BEREC για την ταυτοποίηση διακρατικής ζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 64 και κάθε σχετική απόφαση της Επιτροπής.

Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3, όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης έχει, δυνάμει των άρθρων 70 ή 71, υποχρεώσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε δίκτυο υποδομής χονδρικής, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη δημοσίευση προσφοράς αναφοράς λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια για προσφορά αναφοράς.

Άρθρο 68

Υποχρέωση αμεροληψίας

1. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει υποχρεώσεις αμεροληψίας όσον αφορά τη διασύνδεση και/ή την πρόσβαση.

2. Οι υποχρεώσεις αμεροληψίας διασφαλίζουν, ιδίως, ότι ο φορέας εκμετάλλευσης εφαρμόζει ισοδύναμους όρους, σε ισοδύναμες περιστάσεις, σε άλλους παρόχους ισοδύναμων υπηρεσιών, και παρέχει υπηρεσίες και πληροφορίες σε τρίτους υπό τους ίδιους όρους και της ίδιας ποιότητας με τις παρεχόμενες για τις δικές τους υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες των θυγατρικών τους ή των εταίρων τους. ▌Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επιβάλλουν στον εν λόγω φορέα εκμετάλλευσης υποχρεώσεις για προμήθεια προϊόντων και υπηρεσιών πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, καθώς και στον ίδιο, με τα ίδια χρονοδιαγράμματα, τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα επίπεδα τιμών και υπηρεσιών, και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών, προκειμένου να διασφαλίζεται η ισοδυναμία πρόσβασης.

Άρθρο 69

Υποχρέωση λογιστικού διαχωρισμού

1. Η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να επιβάλλει, σύμφωνα με το άρθρο 66, υποχρεώσεις λογιστικού διαχωρισμού όσον αφορά καθορισμένες δραστηριότητες που αφορούν τη διασύνδεση και/ή την πρόσβαση.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί ιδίως να απαιτεί από μια καθετοποιημένη επιχείρηση να καθιστά διαφανείς τις τιμές χονδρικής πώλησης και τις εσωτερικές τιμολογήσεις προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διασφαλίζεται η συμμόρφωση, όπου υπάρχει απαίτηση αμεροληψίας, σύμφωνα με το άρθρο 68 ή, όπου είναι απαραίτητο, να αποτρέπεται ενδεχόμενη άδικη διεπιδότηση. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να καθορίζουν τη μορφή και τη λογιστική μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιούνται.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 και προκειμένου να διευκολύνεται ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις διαφάνειας και αμεροληψίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν αρμοδιότητα να ζητούν την υποβολή λογιστικών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων για έσοδα από τρίτους, κατόπιν αιτήματος. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να δημοσιεύουν τις πληροφορίες που συμβάλλουν σε μια ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά, τηρουμένων των εθνικών και ενωσιακών κανόνων όσον αφορά το εμπορικό απόρρητο.

Άρθρο 70

Πρόσβαση σε τεχνικά έργα

1. Μια εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης για την κάλυψη εύλογων αιτημάτων για πρόσβαση σε τεχνικά έργα και για χρήση τους, μεταξύ άλλων, ενδεικτικά, σε κτίρια ή εισόδους σε κτίρια, καλωδιώσεις κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων συρμάτων, κεραίες, πύργους και άλλες φέρουσες κατασκευές, στύλους, ιστούς, αγωγούς, σωληνώσεις, θαλάμους επιθεώρησης, φρεάτια και κυτία σύνδεσης, σε καταστάσεις όπου από την ανάλυση της αγοράς προκύπτει ότι η άρνηση πρόσβασης ή η πρόσβαση που παρέχεται με παράλογους όρους και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραινε τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς ▌και δεν θα ήταν προς το συμφέρον του τελικού χρήστη.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε φορέα εκμετάλλευσης για παροχή πρόσβασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ανεξάρτητα από το αν τα πάγια στοιχεία που επηρεάζονται από την υποχρέωση αποτελούν μέρος της σχετικής αγοράς σύμφωνα με την ανάλυση της αγοράς, με την προϋπόθεση ότι η υποχρέωση είναι αναγκαία και αναλογική για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3.

Άρθρο 71

Υποχρεώσεις πρόσβασης και χρήσης ειδικών ευκολιών δικτύου

1. ▌Η εθνική ρυθμιστική αρχή ▌δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει, σε φορείς εκμετάλλευσης, υποχρεώσεις να ικανοποιούν εύλογες αιτήσεις για πρόσβαση ή χρήση ειδικών στοιχείων του δικτύου και συναφών ευκολιών, σε περιπτώσεις όπου, η εθνική ρυθμιστική αρχή κρίνει ότι, η άρνηση πρόσβασης ή οι παράλογοι όροι και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραιναν τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς ▌ή ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον των τελικών χρηστών. Πριν από την επιβολή των εν λόγω υποχρεώσεων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αξιολογούν κατά πόσον η επιβολή υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 70 θα αρκούσε από μόνη της για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που διαπιστώθηκαν κατά την ανάλυση της αγοράς.

Από τους φορείς εκμετάλλευσης δύναται, μεταξύ άλλων, να απαιτούνται:

α)  η παροχή σε τρίτους κατάλληλης, μεταξύ άλλων φυσικής (πέραν των διατάξεων του άρθρου 70), πρόσβασης και χρήσης συγκεκριμένων συνολικών υλικών στοιχείων δικτύου και/ή συναφών εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της αδεσμοποίητης πρόσβασης στον μεταλλικό τοπικό βρόχο και υποβρόχο, καθώς και της αδεσμοποίητης πρόσβασης σε βρόχους ινών και τερματικά τμήματα ινών·

β)  η κοινή χρήση, με τρίτα μέρη, συγκεκριμένων στοιχείων του δικτύου, συμπεριλαμβανομένης της κοινής πρόσβασης στον μεταλλικό τοπικό βρόχο και υποβρόχο, καθώς και της κοινής πρόσβασης σε βρόχους ινών και τερματικά τμήματα ινών, συμπεριλαμβανομένης της πολυπλεξίας διαίρεσης μήκους κύματος και παρόμοιων υποχρεώσεων κοινής χρήσης·

γ)  η παροχή σε τρίτους πρόσβασης σε καθορισμένα στοιχεία και υπηρεσίες ενεργού ή εικονικού δικτύου·

δ)  η καλόπιστη διαπραγμάτευση με επιχειρήσεις που ζητούν πρόσβαση·

ε)  η μη ανάκληση ήδη χορηγηθείσας πρόσβασης σε ευκολίες·

στ)  η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών χονδρικώς για μεταπώληση από τρίτους·

ζ)  η χορήγηση ελεύθερης πρόσβασης σε τεχνικές διεπαφές, πρωτόκολλα ή άλλες βασικές τεχνολογίες που είναι απαραίτητες για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών ή των υπηρεσιών εικονικού δικτύου·

η)  η παροχή συντοπισμού ή άλλων μορφών από κοινού χρήσης συναφών ευκολιών·

θ)  η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας διατερματικών υπηρεσιών που παρέχονται σε χρήστες ▌ή περιαγωγής σε κινητά δίκτυα·

ι)  η παροχή πρόσβασης σε συστήματα επιχειρησιακής υποστήριξης ή παρόμοια συστήματα λογισμικού, απαραίτητα για την εξασφάλιση ισότιμου ανταγωνισμού στην παροχή των υπηρεσιών·

ια)  η διασύνδεση δικτύων ή ευκολιών δικτύου·

ιβ)  η παροχή πρόσβασης σε συναφείς υπηρεσίες, όπως υπηρεσία ταυτοποίησης, εντοπισμού θέσης και παρουσίας.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να συνοδεύουν τις υποχρεώσεις αυτές, με όρους ισότιμου, εύλογου και έγκαιρου χαρακτήρα.

2. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν την καταλληλότητα της επιβολής οποιωνδήποτε από τις ενδεχόμενες ειδικές υποχρεώσεις βάσει της παραγράφου 1, και ιδίως όταν αξιολογούν, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, το κατά πόσον και τον τρόπο με τον οποίο τέτοιου είδους υποχρεώσεις θα πρέπει να επιβάλλονται ▌, αναλύουν κατά πόσον άλλες μορφές πρόσβασης σε εισροές χονδρικής, είτε στην ίδια είτε σε συναφή αγορά χονδρικής, θα ήταν ήδη επαρκείς για την αντιμετώπιση του διαπιστωμένου προβλήματος ▌. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει ▌προσφορές εμπορικής πρόσβασης, που ρυθμίζονται δυνάμει του άρθρου 59, ή υφιστάμενη ή εξεταζόμενη ρυθμιζόμενη πρόσβαση σε άλλες εισροές χονδρικής δυνάμει του παρόντος άρθρου. Λαμβάνουν υπόψη ιδίως τα ακόλουθα:

  α) την τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα της χρήσης ή της εγκατάστασης ανταγωνιστικών υποδομών, ανάλογα με τον ρυθμό ανάπτυξης της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον τύπο της σχετικής διασύνδεσης και/ή πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένης της βιωσιμότητας άλλων προϊόντων ανάντη πρόσβασης όπως η πρόσβαση σε αγωγούς·

β) την αναμενόμενη τεχνολογική εξέλιξη που επηρεάζει τον σχεδιασμό και τη διαχείριση του δικτύου·

β α) την ανάγκη να διασφαλίζεται η τεχνολογική ουδετερότητα, που επιτρέπει στα μέρη να σχεδιάζουν και να διαχειρίζονται τα δικά τους δίκτυα·

  γ) τη σκοπιμότητα παροχής της προτεινόμενης πρόσβασης σε συνάρτηση με τις διαθέσιμες δυνατότητες·

  δ) την αρχική επένδυση του κατόχου της ευκολίας, λαμβάνοντας υπόψη οιεσδήποτε πραγματοποιηθείσες δημόσιες επενδύσεις και τους συναφείς με την υλοποίηση της επένδυσης κινδύνους και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επενδύσεις σε δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας και τα συναφή επίπεδα επικινδυνότητας·

  ε) την ανάγκη μακροπρόθεσμης διασφάλισης του ανταγωνισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στον ανταγωνισμό που στηρίζεται σε οικονομικά αποδοτικές υποδομές και στα καινοτόμα εμπορικά επιχειρηματικά μοντέλα που στηρίζουν τον βιώσιμο ανταγωνισμό, όπως αυτά που βασίζονται στη συνεπένδυση σε δίκτυα·

  στ) κατά περίπτωση, τα συναφή δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

  ζ) την παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών.

3. Στο πλαίσιο της επιβολής υποχρεώσεων σε φορέα εκμετάλλευσης για παροχή πρόσβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τεχνικές ή λειτουργικές προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν ο πάροχος ή/και οι δικαιούχοι αυτής της πρόσβασης εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του δικτύου. Οι υποχρεώσεις για την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων ή προδιαγραφών είναι σύμφωνες προς τα πρότυπα και τις προδιαγραφές που ορίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 39.

Άρθρο 72

Υποχρεώσεις ελέγχου τιμών και κοστολόγησης

1. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει υποχρεώσεις σχετικά με την ανάκτηση κόστους και ελέγχους τιμών, που περιλαμβάνουν υποχρέωση καθορισμού των τιμών με γνώμονα το κόστος και υποχρέωση όσον αφορά τα συστήματα κοστολόγησης, για την παροχή ειδικών τύπων διασύνδεσης ή/και πρόσβασης, σε περιπτώσεις όπου η ανάλυση της αγοράς καταδεικνύει ότι η έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού σημαίνει ότι ο ενδιαφερόμενος φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να διατηρεί τις τιμές σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα ή να συμπιέζει τις τιμές, εις βάρος των τελικών χρηστών.

Κατά τον καθορισμό του κατά πόσον οι υποχρεώσεις ελέγχου τιμών θα ήταν κατάλληλες, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των τελικών χρηστών σχετικά με την ανάπτυξη και χρήση δικτύων επόμενης γενιάς, και ιδίως δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας. Ειδικότερα, για να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις από τον φορέα εκμετάλλευσης μεταξύ άλλων στα δίκτυα επόμενης γενιάς, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη την επένδυση του φορέα εκμετάλλευσης. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θεωρούν ότι ενδείκνυνται οι έλεγχοι τιμών, επιτρέπουν στον φορέα εκμετάλλευσης έναν εύλογο συντελεστή απόδοσης επί του επαρκούς επενδυμένου κεφαλαίου, συνυπολογίζοντας οιουσδήποτε κινδύνους ενέχει ενδεχομένως ένα συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο δικτύου.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν ούτε διατηρούν υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου, εφόσον διαπιστώνουν ότι υφίσταται αποδεδειγμένη πίεση στις τιμές λιανικής και ότι τυχόν υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 67 έως 71, συμπεριλαμβανομένης ιδίως τυχόν δοκιμής οικονομικής αναπαραγωγιμότητας που επιβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 68, εξασφαλίζουν την αποτελεσματική πρόσβαση χωρίς διακριτική μεταχείριση.

Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κρίνουν σκόπιμη την επιβολή ελέγχων τιμών για την πρόσβαση σε υφιστάμενα στοιχεία δικτύου, λαμβάνουν επίσης υπόψη τα οφέλη των προβλέψιμων και σταθερών τιμών χονδρικής για τη διασφάλιση αποτελεσματικής εισόδου και επαρκών κινήτρων για όλους τους φορείς εκμετάλλευσης ώστε να αναπτύσσουν νέα και ενισχυμένα δίκτυα.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι κάθε επιβαλλόμενος μηχανισμός ανάκτησης κόστους ή μέθοδος τιμολόγησης, προάγει την ανάπτυξη νέων και ενισχυμένων δικτύων, την οικονομική απόδοση και τον βιώσιμο ανταγωνισμό, και μεγιστοποιεί το διατηρήσιμο όφελος για τους καταναλωτές. Εν προκειμένω, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις διαθέσιμες τιμές σε συγκρίσιμες ανταγωνιστικές αγορές.

3. Όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης έχει υποχρέωση καθορισμού των τιμών με γνώμονα το κόστος, ο ενδιαφερόμενος φορέας εκμετάλλευσης φέρει το βάρος της απόδειξης ότι τα τέλη υπολογίζονται βάσει του κόστους, λαμβανομένου υπόψη ενός εύλογου συντελεστή απόδοσης της επένδυσης. Για τον υπολογισμό του κόστους αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν λογιστικές μεθόδους ανεξάρτητες από εκείνες που χρησιμοποιεί η επιχείρηση. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν από τον φορέα εκμετάλλευσης να αιτιολογεί πλήρως τις τιμές που επιβάλλει και, κατά περίπτωση, δύνανται να απαιτούν προσαρμογή των τιμών.

4. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι, όταν η εφαρμογή συστήματος κοστολόγησης επιβάλλεται για λόγους υποστήριξης του ελέγχου των τιμών, πρέπει να τίθεται στη διάθεση του κοινού περιγραφή του συστήματος κοστολόγησης, στην οποία να εμφαίνονται τουλάχιστον οι βασικές κατηγορίες κόστους και οι κανόνες για την κατανομή του. Η συμμόρφωση με το σύστημα κοστολόγησης ελέγχεται από αρμόδιο ανεξάρτητο φορέα. Δημοσιεύεται ετησίως δήλωση σχετικά με τη συμμόρφωση.

Άρθρο 73

Τέλη τερματισμού

1. Έως τις [ημερομηνία μεταφοράς], η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109, σχετικά με το ενιαίο μέγιστο τέλος τερματισμού που πρέπει να επιβάλλεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ στην αγορά, σε αγορές τερματισμού φωνητικών κλήσεων σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, αντιστοίχως, στην Ένωση.

2. Τα τέλη τερματισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως μέγιστα συμμετρικά τέλη τερματισμού βάσει του κόστους που βαρύνει έναν αποδοτικό φορέα εκμετάλλευσης και συνάδουν με τα κριτήρια και τις παραμέτρους που ορίζονται στο παράρτημα III. Η αποτίμηση του αποδοτικού κόστους βασίζεται σε τρέχουσες τιμές κόστους. Η μεθοδολογία κοστολόγησης για τον υπολογισμό του αποδοτικού κόστους βασίζεται σε μια προσέγγιση ανάπτυξης υποδειγμάτων από τη βάση προς την κορυφή με χρήση μακροπρόθεσμου, οριακού και σχετικού με την κίνηση κόστους παροχής της υπηρεσίας τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε τρίτους. Κατά την έκδοση τέτοιων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις εθνικές περιστάσεις που οδηγούν σε σημαντικές διαφορές μεταξύ κρατών μελών. Τα μέγιστα τέλη τερματισμού στις πρώτες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δεν είναι υψηλότερα από τα μέγιστα τέλη που ισχύουν σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, μετά από κάθε απαραίτητη προσαρμογή για εξαιρετικές εθνικές περιστάσεις, [έξι] μήνες πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

7. Η Επιτροπή επανεξετάζει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου ανά πενταετία.

Άρθρο 74

Ρυθμιστική αντιμετώπιση νέων στοιχείων δικτύου πολύ υψηλής χωρητικότητας

1. Με την επιφύλαξη της αξιολόγησης, εκ μέρους εθνικών ρυθμιστικών αρχών, της συνεπένδυσης σε άλλους τύπους δικτύων, μια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην επιβάλει υποχρεώσεις όσον αφορά νέα δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας τα οποία, αν είναι σταθερά, επεκτείνονται έως τους χώρους ή, αν είναι κινητά, έως τον σταθμό βάσης, και τα οποία αποτελούν μέρος της σχετικής αγοράς στην οποία προτίθεται να επιβάλει ή να διατηρήσει υποχρεώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 70, 71 και 72 και τα οποία έχει αναπτύξει ή σχεδιάζει να αναπτύξει ο οικείος φορέας εκμετάλλευσης, εφόσον η εν λόγω αρχή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πληρούνται οι κάτωθι σωρευτικές προϋποθέσεις:

α) η ανάπτυξη των νέων στοιχείων δικτύου είναι ανοικτή σε συνεπένδυση εκ μέρους οποιουδήποτε φορέα εκμετάλλευσης, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια ζωής των εν λόγω στοιχείων, σύμφωνα με διαφανή διαδικασία και με όρους που εξασφαλίζουν τον βιώσιμο ανταγωνισμό μακροπρόθεσμα, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, δίκαιων και εύλογων όρων που δεν εισάγουν διακρίσεις, οι οποίοι προσφέρονται σε δυνητικούς συνεπενδυτές· ευελιξίας όσον αφορά την αξία και το χρονοδιάγραμμα της δέσμευσης που αναλαμβάνεται από κάθε συνεπενδυτή· δυνατότητας αύξησης της εν λόγω δέσμευσης στο μέλλον· αμοιβαίων δικαιωμάτων που χορηγούν οι συνεπενδυτές μετά την ανάπτυξη της υποδομής που αποτελεί αντικείμενο της επένδυσης·

α α) έχει συναφθεί τουλάχιστον μία συμφωνία συνεπένδυσης με βάση προσφορά που υποβλήθηκε σύμφωνα με το στοιχείο α), και οι συνεπενδυτές είναι ή προτίθενται να καταστούν πάροχοι υπηρεσιών, ή να φιλοξενήσουν τέτοιους παρόχους, στην οικεία αγορά λιανικής, και έχουν εύλογη προοπτική να συμμετάσχουν αποτελεσματικά στον ανταγωνισμό·

γ) οι αιτούντες πρόσβαση που δεν συμμετέχουν στη συνεπένδυση μπορούν να ωφελούνται από δίκαιους και εύλογους όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των κινδύνων που αναλαμβάνουν οι συνεπενδυτές, είτε μέσω εμπορικών συμφωνιών με βάση δίκαιους και εύλογους όρους είτε μέσω ρυθμιζόμενης πρόσβασης που διατηρείται ή προσαρμόζεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή·

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαπιστώνουν κατά πόσο πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, μεταξύ άλλων έπειτα από διαβούλευση με οικείους φορείς της αγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 παράγραφοι 1 και 2.

Κατά την αξιολόγηση των προσφορών, διαδικασιών και συμφωνιών συνεπένδυσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω προσφορές, διαδικασίες και συμφωνίες συμμορφώνονται με τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα IV.

2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει την εξουσία εθνικής ρυθμιστικής αρχής να λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1, σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ επιχειρήσεων σε σχέση με μια συμφωνία συνεπένδυσης η οποία, σύμφωνα με την αρχή, κρίνεται ότι πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην εν λόγω παράγραφο και τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 75

Λειτουργικός διαχωρισμός

1. Όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προσήκουσες υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 67 έως 72 απέτυχαν να εξασφαλίσουν αποτελεσματικό ανταγωνισμό και ότι σημαντικά προβλήματα ανταγωνισμού ή αδυναμίες της αγοράς παραμένουν όσον αφορά τη χονδρική παροχή ορισμένων αγορών προϊόντων πρόσβασης, μπορεί ως εξαιρετικό μέτρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, να επιβάλει υποχρέωση σε καθετοποιημένες επιχειρήσεις να μεταθέσουν δραστηριότητες που σχετίζονται με τη χονδρική παροχή συναφών προϊόντων πρόσβασης σε επιχειρησιακή μονάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα.

Η εν λόγω επιχειρησιακή μονάδα προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων άλλων επιχειρησιακών μονάδων της μητρικής εταιρείας, με τα ίδια χρονικά περιθώρια, όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν επίπεδα τιμών και στάθμη υπηρεσιών, καθώς και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών.

2. Εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει υποχρέωση λειτουργικού διαχωρισμού, υποβάλει αίτηση στην Επιτροπή, η οποία περιλαμβάνει:

  α) τεκμηρίωση η οποία να αιτιολογεί το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η εθνική ρυθμιστική αρχή βάσει της παραγράφου 1·

  β) αιτιολογημένη τεκμηρίωση από την οποία να προκύπτει ότι οι προοπτικές αποτελεσματικού και βιώσιμου ανταγωνισμού με βάση την υποδομή μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι ελάχιστες ή μηδαμινές·

  γ) ανάλυση του αναμενόμενου αντίκτυπου στη ρυθμιστική αρχή, στην επιχείρηση, ιδίως στο εργατικό δυναμικό της διαχωρισμένης επιχείρησης και στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών εν γένει, καθώς και στα επενδυτικά κίνητρα στον τομέα συνολικά, ιδίως όσον αφορά την ανάγκη να εξασφαλισθεί η κοινωνική και εδαφική συνοχή, και σε άλλους ενδιαφερομένους, ιδίως δε του αναμενόμενου αντίκτυπου στον ανταγωνισμό και ενδεχόμενων σημαντικών επιπτώσεων για τους καταναλωτές·

  δ) ανάλυση των λόγων για τους οποίους η υποχρέωση αυτή θα αποτελούσε το αποτελεσματικότερο μέσο επιβολής επανορθωτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των προσδιοριζόμενων προβλημάτων του ανταγωνισμού ή περιπτώσεων δυσλειτουργίας της αγοράς.

3. Το σχέδιο μέτρου περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

  α) τον ακριβή χαρακτήρα και το επίπεδο του διαχωρισμού, προσδιορίζοντας ιδίως το νομικό καθεστώς της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας·

  β) προσδιορισμό των στοιχείων ενεργητικού της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας καθώς και των προϊόντων ή υπηρεσιών που θα προμηθεύει η εν λόγω οντότητα·

  γ) τις οργανωτικές ρυθμίσεις για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του προσωπικού που απασχολείται από τη χωριστή επιχειρηματική οντότητα και την αντίστοιχη διάρθρωση κινήτρων·

  δ) κανόνες για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις·

  ε) κανόνες για την εξασφάλιση της διαφάνειας επιχειρησιακών διαδικασιών, ιδίως έναντι άλλων ενδιαφερομένων·

  στ) πρόγραμμα παρακολούθησης για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, που περιλαμβάνει τη δημοσίευση ετήσιας έκθεσης.

4. Έπειτα από την απόφαση της Επιτροπής για το σχέδιο μέτρου που λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 3, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 65. Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32 της παρούσας οδηγίας.

5. Επιχείρηση στην οποία έχει επιβληθεί λειτουργικός διαχωρισμός μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 67 έως 72 σε οποιαδήποτε επιμέρους αγορά όπου έχει καθορισθεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 65 ή σε κάθε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 παράγραφος 3.

Άρθρο 76

Εθελούσιος διαχωρισμός από καθετοποιημένη επιχείρηση

1. Επιχειρήσεις που έχουν ορισθεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 65 της παρούσας οδηγίας ενημερώνουν την εθνική ρυθμιστική αρχή εκ των προτέρων και εγκαίρως προκειμένου να της επιτρέψουν να αξιολογήσει τον αντίκτυπο της σκοπούμενης μεταβίβασης, εφόσον προτίθενται να μεταβιβάσουν στοιχεία του τοπικού δικτύου πρόσβασής τους ή σημαντικό μέρος τους σε χωριστή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή να καθιερώσουν χωριστή επιχειρηματική οντότητα για την παροχή πλήρως ισότιμων προϊόντων πρόσβασης σε όλους τους παρόχους λιανικής, συμπεριλαμβανομένων και των δικών της τμημάτων λιανικής.

Οι επιχειρήσεις ενημερώνουν επίσης την εθνική ρυθμιστική αρχή για τυχόν αλλαγή του επιδιωκόμενου σκοπού, καθώς και για την τελική έκβαση της διαδικασίας διαχωρισμού.

Οι επιχειρήσεις μπορούν επίσης να προσφέρουν δεσμεύσεις όσον αφορά τους όρους πρόσβασης που θα εφαρμόζονται στο δίκτυό τους κατά τη διάρκεια της περιόδου υλοποίησης και μετά την υλοποίηση της προτεινόμενης μορφής διαχωρισμού, με σκοπό να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική πρόσβαση χωρίς διακριτική μεταχείριση από τρίτους. Η προσφορά δεσμεύσεων περιλαμβάνει επαρκείς λεπτομέρειες, μεταξύ άλλων όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης και τη διάρκεια, ούτως ώστε να είναι σε θέση η εθνική ρυθμιστική αρχή να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι υποχρεώσεις αυτές μπορεί να εκτείνονται πέραν της μέγιστης περιόδου για ανασκόπηση της αγοράς που καθορίζεται στο άρθρο 65 παράγραφος 5.

2. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αξιολογεί τον αντίκτυπο της σκοπούμενης μεταβίβασης, κατά περίπτωση μαζί με τις προτεινόμενες δεσμεύσεις, σε υφιστάμενες κανονιστικές υποχρεώσεις βάσει της παρούσας οδηγίας.

Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 65.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει υπόψη τυχόν δεσμεύσεις που προσφέρει η επιχείρηση, ιδίως όσον αφορά τους στόχους του άρθρου 3. Προς τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή διαβουλεύεται με τρίτους σύμφωνα με το άρθρο 23, και απευθύνεται ιδίως, ενδεικτικά, στους τρίτους που επηρεάζονται άμεσα από τη σκοπούμενη συναλλαγή.

Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32, εφαρμόζοντας, κατά περίπτωση τις διατάξεις του άρθρου 77. Με την απόφασή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να καθιστά τις δεσμεύσεις υποχρεωτικές, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 65 παράγραφος 5, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να καθιστά ορισμένες ή όλες τις δεσμεύσεις υποχρεωτικές για το σύνολο της περιόδου για την οποία προσφέρονται.

3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 77, η νομικά και/ή λειτουργικά χωριστή επιχειρησιακή οντότητα μπορεί να υπάγεται κατά περίπτωση, σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις των άρθρων 67 έως 72 σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη αγορά όπου έχει ορισθεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 65 ή οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 παράγραφος 3 και εφόσον τυχόν προσφερόμενες δεσμεύσεις δεν επαρκούν για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3.

4. Η εθνική ρυθμιστική αρχή παρακολουθεί την υλοποίηση των δεσμεύσεων που προσφέρθηκαν από τις επιχειρήσεις και τις οποίες κατέστησε υποχρεωτικές σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και εξετάζει την παράτασή τους όταν λήξει η χρονική περίοδος για την οποία είχαν αρχικά προσφερθεί.

Άρθρο 77

Επιχειρήσεις μόνο χονδρικής

1. Μια εθνική ρυθμιστική αρχή που ορίζει μια επιχείρηση η οποία απουσιάζει από οποιεσδήποτε αγορές λιανικής για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ στην αγορά σε μία ή περισσότερες αγορές χονδρικής σύμφωνα με το άρθρο 65, εξετάζει κατά πόσον η εν λόγω επιχείρηση διαθέτει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) όλες οι εταιρείες και επιχειρηματικές μονάδες εντός της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των εταιρειών που ελέγχονται από τον/-ους ίδιο/-ους τελικό/-ούς δικαιούχο/-ους, αλλά δεν ανήκουν κατ’ ανάγκη εξ ολοκλήρου σε αυτόν/-ούς, ασκούν δραστηριότητες, τρέχουσες και προγραμματισμένες για το μέλλον, μόνο σε αγορές χονδρικής για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και, ως εκ τούτου, δεν ασκούν δραστηριότητες σε καμία αγορά λιανικής για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχονται σε τελικούς χρήστες στην Ένωση·

β) η επιχείρηση δεν διαθέτει αποκλειστική συμφωνία, ή συμφωνία που εκ των πραγμάτων ισοδυναμεί με αποκλειστική συμφωνία, με ενιαία και διακριτή επιχείρηση που λειτουργεί κατάντη και δραστηριοποιείται σε οποιαδήποτε αγορά λιανικής για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχονται σε ιδιώτες ή εμπορικούς τελικούς χρήστες.

2. Αν η εθνική ρυθμιστική αρχή συμπεραίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, μπορεί να επιβάλλει στην εν λόγω επιχείρηση μόνο υποχρεώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 70 ή 71.

3. Η εθνική ρυθμιστική αρχή επανεξετάζει τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στην επιχείρηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο ανά πάσα στιγμή, αν συμπεραίνει ότι δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, και εφαρμόζει τα άρθρα 65 έως 72, κατά περίπτωση.

4. Η εθνική ρυθμιστική αρχή επανεξετάζει επίσης τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στην επιχείρηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο αν, με βάση αποδεικτικά στοιχεία των όρων και των προϋποθέσεων που προσφέρονται από την επιχείρηση στους κατάντη πελάτες της, η αρχή συμπεραίνει ότι έχουν ανακύψει προβλήματα ανταγωνισμού σε βάρος των τελικών χρηστών για τα οποία απαιτείται η επιβολή μίας ή περισσότερων από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 67, 68, 69 ή 72, ή η τροποποίηση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

5. Η επιβολή υποχρεώσεων και η επανεξέτασή τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο εφαρμόζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 23, 32 και 33.

    Άρθρο 78

Μετάβαση από τις παραδοσιακές υποδομές

1. Επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ στην αγορά σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 65 ενημερώνουν την εθνική ρυθμιστική αρχή εκ των προτέρων και εγκαίρως για τη χρονική στιγμή κατά την οποία σχεδιάζουν να παροπλίσουν τμήματα του δικτύου, συμπεριλαμβανομένων αναγκαίων για τη λειτουργία δικτύου χαλκού παραδοσιακών υποδομών, που υπόκεινται σε υποχρεώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 66 έως 77.

2. Η εθνική ρυθμιστική αρχή εξασφαλίζει ότι η διαδικασία παροπλισμού περιλαμβάνει διαφανές χρονοδιάγραμμα και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, και κατάλληλης χρονικής περιόδου προειδοποίησης και περιόδου για τη μετάβαση, και καθορίζει τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών ▌προϊόντων τουλάχιστον συγκρίσιμης ποιότητας που παρέχουν πρόσβαση σε αναβαθμισμένες υποδομές δικτύου που υποκαθιστούν τα παροπλισμένα στοιχεία, εφόσον είναι αναγκαίο, για να διασφαλίσει τον ανταγωνισμό και τα δικαιώματα των τελικών χρηστών.

Όσον αφορά τα πάγια στοιχεία που προτείνονται για παροπλισμό, η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να αποσύρει τις υποχρεώσεις αφού βεβαιωθεί ότι:

α) ο πάροχος πρόσβασης έχει αποδεδειγμένα καθορίσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για τη μετάβαση, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης ▌εναλλακτικού προϊόντος πρόσβασης τουλάχιστον συγκρίσιμης ποιότητας που καθιστά δυνατή την πρόσβαση στους ίδιους τελικούς χρήστες που ήταν διαθέσιμοι με τη χρήση των παραδοσιακών υποδομών· και

β) ο πάροχος πρόσβασης έχει συμμορφωθεί με τους όρους και τη διαδικασία που παρέχονται στην εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η απόσυρση αυτή εφαρμόζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 23, 32 και 33. Οι εν λόγω διατάξεις δεν θίγουν τη διαθεσιμότητα ρυθμιζόμενων προϊόντων που επιβάλλεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε σχέση με τις αναβαθμισμένες υποδομές δικτύου σύμφωνα με τις διαδικασίες των άρθρων 65 και 66.

    Άρθρο 78α

Συγκέντρωση της ζήτησης

Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν πιο επαχθείς διατάξεις, όσον αφορά τη διάρκεια, τα επιτόκια ή οτιδήποτε άλλο, σε φορέα εκμετάλλευσης που χρηματοδοτεί την ανάπτυξη μιας φυσικής σύνδεσης πολύ υψηλής χωρητικότητας έως τους χώρους του τελικού χρήστη, από ό,τι σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μεταξύ άλλων σε περιπτώσεις που η χρηματοδότηση από τον φορέα εκμετάλλευσης γίνεται με σύμβαση που προβλέπει την πληρωμή σε δόσεις.

    Άρθρο 78β

Κατευθυντήριες γραμμές του BEREC για τα δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας

Έως τις [ημερομηνία μεταφοράς], ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κριτήρια που πρέπει να πληροί ένα δίκτυο ώστε να θεωρείται δίκτυο πολύ υψηλής χωρητικότητας. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές. Ο BEREC επικαιροποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025 και, στη συνέχεια, κάθε [τρία έτη].

Μέρος III. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Τίτλος I: Υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας

Άρθρο 79

Οικονομικά προσιτή καθολική υπηρεσία

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι καταναλωτές στην επικράτειά τους έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, λαμβανομένων υπόψη ειδικών εθνικών συνθηκών, σε διαθέσιμες υπηρεσίες ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών στην ποιότητα που καθορίζεται στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, τουλάχιστον σε σταθερή θέση.

Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών που δεν παρέχονται σε σταθερή θέση, εφόσον κρίνουν ότι αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η πλήρης κοινωνική και οικονομική συμμετοχή ενός καταναλωτή στην κοινωνία.2.Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν την ελάχιστη δυναμικότητα της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με σκοπό να αντανακλώνται οι υπηρεσίες που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των καταναλωτών σε σταθερή θέση στην αντίστοιχη επικράτεια ή σε τμήματα αυτής, και οι οποίες είναι απολύτως απαραίτητες για να εξασφαλιστεί η κοινωνική και οικονομική συμμετοχή στην κοινωνία. Προς τον σκοπό αυτό, η υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει το εύρος ζώνης που είναι απαραίτητο για να υποστηριχθεί τουλάχιστον το ελάχιστο σύνολο υπηρεσιών που ορίζεται στο παράρτημα V.

Έως τις … [18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], ο BEREC, προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα δεδομένα της Επιτροπής (Eurostat), εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες επιτρέπουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου εύρους ζώνης, κατά τρόπο ώστε να υποστηρίζεται τουλάχιστον το ελάχιστο σύνολο υπηρεσιών που ορίζεται στο παράρτημα V και να αντανακλάται η μέση διαθεσιμότητα εύρους ζώνης για την πλειονότητα του πληθυσμού σε κάθε κράτος μέλος. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές επικαιροποιούνται ανά διετία ώστε να αντικατοπτρίζονται οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι αλλαγές στα μοτίβα χρήσης των καταναλωτών.

3. Όταν καταναλωτής υποβάλλει σχετικό αίτημα, η σύνδεση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 1α είναι δυνατό να περιορίζεται στην υποστήριξη μόνο φωνητικών επικοινωνιών.

3α. Τα κράτη μέλη δύνανται να επεκτείνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ώστε να ισχύουν για πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες.

Άρθρο 80

Παροχή οικονομικά προσιτής καθολικής υπηρεσίας

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των λιανικών τιμολογίων των διαθέσιμων στην αγορά υπηρεσιών που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1, ιδίως σε σχέση με τις εθνικές τιμές και το εθνικό εισόδημα καταναλωτή.

2. Όταν τα κράτη μέλη διαπιστώνουν ότι, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών συνθηκών, οι τιμές λιανικής για τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1 δεν είναι οικονομικά προσιτές, επειδή οι καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες αποκλείονται από την πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες, ▌απαιτούν από τους παρόχους των εν λόγω υπηρεσιών να προσφέρουν σε αυτούς τους καταναλωτές τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες διαφορετικές από τις προσφερόμενες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη ▌απαιτούν από τις εν λόγω επιχειρήσεις να εφαρμόζουν κοινά τιμολόγια, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής στάθμισης των τιμών, σε όλη την επικράτεια. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές που δικαιούνται αυτές τις τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες έχουν δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση που παρέχει τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι η εν λόγω επιχείρηση παρέχει στους εν λόγω καταναλωτές επαρκές χρονικό διάστημα διαθεσιμότητας αριθμού και αποφεύγει την αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες σε καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, τηρούν ενήμερες τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις λεπτομέρειες των εν λόγω προσφορών. Με την επιφύλαξη της ελευθερίας των καταναλωτών να επιλέγουν οποιονδήποτε πάροχο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι όροι υπό τους οποίους οι επιχειρήσεις παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, είναι πλήρως διαφανείς και ότι δημοσιεύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 92 και την αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν την τροποποίηση ή την ανάκληση συγκεκριμένων καθεστώτων.

4. Τα κράτη μέλη δύνανται, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται περαιτέρω στήριξη σε καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής προσιτότητας των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση.Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη, όσον αφορά τις κινητές υπηρεσίες, σε καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, εφόσον κρίνουν ότι αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η πλήρης κοινωνική και οικονομική συμμετοχή ενός καταναλωτή στην κοινωνία.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, ότι παρέχεται κατάλληλη στήριξη σε καταναλωτές με αναπηρίες, και ότι λαμβάνονται άλλα ειδικά μέτρα, με σκοπό να διασφαλίζεται ότι ο σχετικός τερματικός εξοπλισμός είναι προσβάσιμος σε άτομα με αναπηρίες, και ότι ο ειδικός εξοπλισμός και οι ειδικές υπηρεσίες που βελτιώνουν την ισοδύναμη πρόσβαση είναι διαθέσιμοι και οικονομικά προσιτοί. Το μέσο κόστος των υπηρεσιών αναμετάδοσης για καταναλωτές με αναπηρίες είναι ισοδύναμο με εκείνο των υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 79.

6. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη επιδιώκουν να ελαχιστοποιούν τις στρεβλώσεις της αγοράς.

6α. Τα κράτη μέλη δύνανται να επεκτείνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ώστε να ισχύουν για πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες.

Άρθρο 81

Διαθεσιμότητα της καθολικής υπηρεσίας

1. Όταν κράτος μέλος έχει διαπιστώσει, λαμβάνοντας υπόψη, σε περίπτωση που υπάρχουν, τα αποτελέσματα της γεωγραφικής έρευνας η οποία διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1, ή τυχόν εναλλακτικά αποδεικτικά στοιχεία εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή τα θεωρεί επαρκή, ότι η διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών δεν είναι δυνατό να εξασφαλιστεί υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες ή μέσω άλλων δυνητικών εργαλείων δημόσιας πολιτικής στην επικράτειά του ή σε διάφορα τμήματά της, δύναται να επιβάλλει κατάλληλες υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας ώστε να ικανοποιείται κάθε εύλογο αίτημα για πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες στα σχετικά τμήματα της επικράτειάς του.

2. Τα κράτη μέλη καθορίζουν την πλέον αποδοτική και ενδεδειγμένη προσέγγιση για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, με σεβασμό στις αρχές της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της αναλογικότητας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει διάθεση της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο και της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών μέσω ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Τα κράτη μέλη επιδιώκουν να ελαχιστοποιούν τις στρεβλώσεις της αγοράς, ιδίως όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών με τιμές ή άλλους όρους και προϋποθέσεις που αποκλίνουν από τους συνήθεις εμπορικούς όρους, ενώ παράλληλα διαφυλάσσουν το δημόσιο συμφέρον.

3. Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να επιβάλλουν υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, δύνανται να ορίζουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει να εγγυώνται τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών προκειμένου να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή των ▌υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και/ή για να καλύπτουν διαφορετικά μέρη της εθνικής επικράτειας.

4. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν παρόχους, σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, στους οποίους αναθέτουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό αποτελεσματικό, αντικειμενικό και διαφανή μηχανισμό ορισμού χωρίς διακρίσεις, μέσω του οποίου κανένας πάροχος δεν αποκλείεται εκ των προτέρων από τον ορισμό. Οι εν λόγω μέθοδοι ορισμού εξασφαλίζουν ότι οι ▌υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση παρέχονται με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζεται το καθαρό κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 84.

5. Σε περίπτωση που πάροχος που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 προτίθεται να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των οικείων στοιχείων δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ώστε αυτή να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει, να τροποποιεί ή να αποσύρει ειδικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

Άρθρο 82

Καθεστώς των υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών

1. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα ή την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών εκτός της υπηρεσίας ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, οι οποίες ίσχυαν πριν από την [ημερομηνία], αν η ανάγκη για αυτές τις υπηρεσίες αποδεικνύεται ▌λαμβανομένων υπόψη των εθνικών περιστάσεων. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν παρόχους σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, εφαρμόζεται το άρθρο 81. Η χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων συνάδει με το άρθρο 85.

2. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο έως τις ... [τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] και στη συνέχεια τουλάχιστον μία φορά κάθε τρία έτη.

Άρθρο 83

Έλεγχος δαπανών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κατά την παροχή ευκολιών και υπηρεσιών πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 79, οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τα άρθρα 79, 81 και 82 καθορίζουν όρους και προϋποθέσεις έτσι ώστε ο τελικός χρήστης να μην είναι υποχρεωμένος να πληρώνει για ευκολίες ή υπηρεσίες που δεν είναι απαραίτητες ούτε υποχρεωτικές για την αιτούμενη υπηρεσία.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι των υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 79 και εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 80, παρέχουν τις ειδικές ευκολίες και υπηρεσίες που περιγράφονται στο παράρτημα VΙ μέρος Α, προκειμένου οι καταναλωτές να μπορούν να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους, και θέτουν σε εφαρμογή σύστημα ώστε να αποφεύγεται τυχόν αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών για τους καταναλωτές που έχουν το σχετικό δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένου κατάλληλου μηχανισμού για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος για τη χρήση της υπηρεσίας.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να μην εφαρμόζει τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, σε ολόκληρη την εθνική τους επικράτεια ή σε τμήμα της, εάν κρίνει ότι η ευκολία είναι ευρέως διαθέσιμη.

Άρθρο 84

Kόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας

1. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κρίνουν ότι η παροχή υπηρεσίας ▌πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81, ή η συνέχιση υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, ενδέχεται να συνιστά αθέμιτη επιβάρυνση για τους παρόχους που παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες και ζητούν αντισταθμιστικό αντάλλαγμα, υπολογίζουν το καθαρό κόστος παροχής της.

Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές:

  α) υπολογίζουν το καθαρό κόστος της υποχρέωσης καθολικής υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη το τυχόν αγοραίο όφελος που αποκομίζει ένας πάροχος υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81, ή της συνέχισης υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, σύμφωνα με το παράρτημα VII, ή

  β) χρησιμοποιούν το καθαρό κόστος παροχής καθολικής υπηρεσίας, το οποίο υπολογίζεται με μηχανισμό καθορισμού, σύμφωνα με το άρθρο 81 παράγραφοι 3, 4 και 5.

2. Οι λογαριασμοί και/ή άλλες πληροφορίες στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α), ελέγχονται ή εξετάζονται από την εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέα ανεξάρτητο από τα ενδιαφερόμενα μέρη και εγκεκριμένο από την εθνική ρυθμιστική αρχή. Τα αποτελέσματα του υπολογισμού κόστους και τα πορίσματα του ελέγχου δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 85

Χρηματοδότηση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας

Εφόσον, βάσει του υπολογισμού του καθαρού κόστους που αναφέρεται στο άρθρο 84, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αποφαίνονται ότι μια επιχείρηση υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση, τα κράτη μέλη αποφασίζουν, μετά από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης ▌να εισαγάγουν μηχανισμό αποζημίωσης της εν λόγω επιχείρησης για το καθορισμένο καθαρό κόστος, υπό διαφανείς συνθήκες από δημόσια κονδύλια ▌.

1a.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν έναν μηχανισμό για τον επιμερισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, που απορρέουν από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 81, μεταξύ των παρόχων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως ορίζεται στην οδηγία 2000/31/ΕΚ.

1β.   Τα κράτη μέλη που θεσπίζουν ή διατηρούν τέτοιο μηχανισμό επανεξετάζουν τη λειτουργία του τουλάχιστον κάθε τρία έτη, προκειμένου να προσδιορίζεται ποια στοιχεία του καθαρού κόστους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να επιμερίζονται βάσει του μηχανισμού και ποια θα πρέπει να μεταφερθούν σε καθεστώς αντιστάθμισης από δημόσια κονδύλια.

1γ.   Μόνο το καθαρό κόστος, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 84, των υποχρεώσεων που καθορίζονται στα άρθρα 79, 81 και 82 είναι δυνατό να χρηματοδοτείται.

1δ.   Όταν το καθαρό κόστος επιμερίζεται βάσει της παραγράφου 1α, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι υπάρχει μηχανισμός επιμερισμού, τον οποίο διαχειρίζεται η εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας ανεξάρτητος από τους δικαιούχους, υπό την εποπτεία της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

1ε.   Ο μηχανισμός επιμερισμού συνάδει με τις αρχές της διαφάνειας, της ελάχιστης δυνατής στρέβλωσης της αγοράς, της αμεροληψίας και της αναλογικότητας, σύμφωνα με τις αρχές του παραρτήματος ΙV, μέρος Β. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν να μην απαιτούν συνεισφορές από ορισμένους τύπους επιχειρήσεων ή από επιχειρήσεις των οποίων ο εθνικός κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει ένα καθορισμένο όριο.

1στ.   Κάθε επιβάρυνση που σχετίζεται με τον επιμερισμό του κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, διαχωρίζεται και προσδιορίζεται χωριστά για κάθε επιχείρηση. Οι εν λόγω επιβαρύνσεις δεν επιβάλλονται σε επιχειρήσεις που δεν παρέχουν υπηρεσίες στην επικράτεια του κράτους μέλους που έχει θεσπίσει τον μηχανισμό επιμερισμού, ούτε εισπράττονται από αυτές.

Άρθρο 86

Διαφάνεια

1. Όταν το κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, πρόκειται να υπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 84, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι αρχές που διέπουν τον υπολογισμό του καθαρού κόστους, καθώς και οι λεπτομέρειες της μεθοδολογίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, δημοσιοποιούνται.

2. Με την επιφύλαξη των ενωσιακών και εθνικών κανόνων για το επιχειρηματικό απόρρητο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι δημοσιεύεται ετήσια έκθεση με την οποία παρέχονται οι λεπτομέρειες του υπολογιζόμενου κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, καθώς και το τυχόν αγοραίο όφελος, που αποκομίζουν ενδεχομένως η επιχείρηση ή οι επιχειρήσεις δυνάμει υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας που καθορίζονται στα άρθρα 79, 81 και 82.

Τίτλος II: Αριθμοί

Άρθρο 87

Πόροι αριθμοδότησης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ελέγχουν τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης όλων των εθνικών πόρων αριθμοδότησης και τη διαχείριση του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης και ότι παρέχουν επαρκές πλήθος αριθμών και σειρών αριθμών, σε όλες τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν αντικειμενικές, διαφανείς και αμερόληπτες διαδικασίες για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης των εθνικών πόρων αριθμοδότησης.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να χορηγούν δικαιώματα χρήσης αριθμών από τα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης για την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών σε επιχειρήσεις εκτός από παρόχους δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι επιχειρήσεις αυτές αποδεικνύουν την ικανότητά τους να διαχειρίζονται τους εν λόγω αριθμούς και ότι διατίθενται επαρκείς και κατάλληλοι πόροι αριθμοδότησης για να ικανοποιείται η τρέχουσα και η προβλέψιμη μελλοντική ζήτηση. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να αναστέλλουν τη χορήγηση πόρων αριθμοδότησης σε αυτές τις επιχειρήσεις αν αποδεικνύεται ότι υπάρχει κίνδυνος εξάντλησης των πόρων αριθμοδότησης. Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 18 μήνες] και προκειμένου να συμβάλει στη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ο BEREC εκδίδει, μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κοινά κριτήρια για την αξιολόγηση της ικανότητας διαχείρισης των πόρων αριθμοδότησης και του κινδύνου εξάντλησης των πόρων αριθμοδότησης.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν ώστε τα εθνικά σχέδια και διαδικασίες αριθμοδότησης να εφαρμόζονται κατά τρόπο ο οποίος να εξασφαλίζει ίση μεταχείριση σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό και σε άλλες επιχειρήσεις, αν είναι επιλέξιμες σύμφωνα με την παράγραφο 2. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μια επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί το δικαίωμα χρήσης σειράς αριθμών δεν προβαίνει σε διακρίσεις σε βάρος άλλων παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσον αφορά την αλληλουχία αριθμών που χρησιμοποιούνται για πρόσβαση στις υπηρεσίες τους.

4. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει τη σειρά των μη γεωγραφικών πόρων αριθμών που διαθέτει και που είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από τις διαπροσωπικές επικοινωνίες, σε όλο το έδαφος της Ένωσης, με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 και των βασιζόμενων σε αυτόν εκτελεστικών πράξεων, καθώς και του άρθρου 91 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση που έχουν χορηγηθεί δικαιώματα χρήσης αριθμών σύμφωνα με την παράγραφο 2 σε επιχειρήσεις εκτός από παρόχους δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται στις συγκεκριμένες υπηρεσίες που παρέχονται από τις επιχειρήσεις αυτές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι όροι για το δικαίωμα χρήσης αριθμών για την παροχή υπηρεσιών εκτός του κράτους μέλους του κωδικού χώρας, καθώς και η επιβολή τους, δεν είναι λιγότερο αυστηροί από τους όρους και την επιβολή που εφαρμόζονται σε υπηρεσίες που παρέχονται εντός του κράτους μέλους του κωδικού χώρας. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν επίσης ότι οι πάροχοι που χρησιμοποιούν αριθμούς του κωδικού χώρας τους σε άλλα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών και τους λοιπούς εθνικούς κανόνες σχετικά με τη χρήση αριθμών που εφαρμόζονται στα εν λόγω κράτη μέλη όπου χρησιμοποιούνται οι αριθμοί. Η υποχρέωση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη των εκτελεστικών εξουσιών των αρμόδιων αρχών των εν λόγω κρατών μελών.

Ο BEREC επικουρεί τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές για τον συντονισμό των δραστηριοτήτων τους ώστε να διασφαλίζεται η αποδοτική διαχείριση των πόρων αριθμοδότησης και εξωεδαφικής χρήσης, σύμφωνα με το ρυθμιστικό πλαίσιο.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο κωδικός «00» είναι ο τυποποιημένος διεθνής κωδικός πρόσβασης. Μπορούν να θεσπίζονται ή να εξακολουθούν να ισχύουν ειδικοί διακανονισμοί για τις κλήσεις μεταξύ παρακείμενων θέσεων εκατέρωθεν των συνόρων μεταξύ κρατών μελών. Οι τελικοί χρήστες στις θέσεις αυτές ενημερώνονται πλήρως για τους εν λόγω διακανονισμούς.

Τα κράτη μέλη δύνανται να συμφωνούν να διαθέτουν κοινό σχέδιο αριθμοδότησης για όλες ή για ειδικές κατηγορίες αριθμών.

6. Τα κράτη μέλη προάγουν τον ασύρματο εφοδιασμό πόρων αριθμοδότησης —εφόσον είναι τεχνικά εφικτός— για να διευκολύνεται η αλλαγή παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τελικούς χρήστες ▌, ιδίως παρόχους και χρήστες υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή.

7. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης, καθώς και κάθε μεταγενέστερη προσθήκη ή τροποποίησή τους, δημοσιεύονται, με την επιφύλαξη μόνο τυχόν περιορισμών που επιβάλλονται για λόγους εθνικής ασφάλειας.

8. Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν την εναρμόνιση των συγκεκριμένων αριθμών ή πεδίων αριθμοδότησης στην Ένωση όπου αυτή προάγει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ταυτοχρόνως την ανάπτυξη πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. Η Επιτροπή εξακολουθεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις στην αγορά και να συμμετέχει σε διεθνείς οργανισμούς και φόρα όπου λαμβάνονται αποφάσεις αριθμοδότησης. Σε περίπτωση που η Επιτροπή θεωρεί ότι δικαιολογείται και ενδείκνυται λαμβάνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα προς το συμφέρον της ενιαίας αγοράς, για την κάλυψη διασυνοριακής ή πανευρωπαϊκής ζήτησης για αριθμούς, η οποία σε αντίθετη περίπτωση θα συνιστούσε φραγμό στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 110 παράγραφος 4.

Άρθρο 88

Χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών

1. Όταν είναι απαραίτητη η χορήγηση ατομικών δικαιωμάτων χρήσης αριθμών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές χορηγούν τα δικαιώματα αυτά, κατόπιν αιτήματος, σε κάθε επιχείρηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που καλύπτονται από γενική άδεια κατά το άρθρο 12, με την επιφύλαξη του άρθρου 13 και του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και των άλλων κανόνων που διασφαλίζουν την αποδοτική χρήση των εν λόγω πόρων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται επίσης να χορηγούν δικαιώματα χρήσης αριθμών σε επιχειρήσεις εκτός από παρόχους δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 2. Τα δικαιώματα χρήσης αριθμών χορηγούνται μέσω ανοικτών, αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων και αναλογικών διαδικασιών.

Κατά τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές προσδιορίζουν κατά πόσον τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να μεταβιβαστούν από τον κάτοχο των δικαιωμάτων καθώς και υπό ποιους όρους.

Σε περίπτωση που εθνικές ρυθμιστικές αρχές χορηγούν δικαιώματα χρήσης για περιορισμένη χρονική περίοδο, η διάρκεια είναι κατάλληλη για τη σχετική υπηρεσία λόγω του επιδιωκόμενου στόχου, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της αναγκαίας περιόδου για την απόσβεση της επένδυσης.

3. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών λαμβάνονται, ανακοινώνονται και δημοσιοποιούνται το συντομότερο δυνατόν μετά την παραλαβή της πλήρους αίτησης από την εθνική ρυθμιστική αρχή, εντός τριών εβδομάδων στην περίπτωση αριθμών που έχουν χορηγηθεί για συγκεκριμένους σκοπούς στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης.

4. Όταν αποφασίζεται, έπειτα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με το άρθρο 23, ότι τα δικαιώματα χρήσης αριθμών εξαιρετικής οικονομικής αξίας πρέπει να χορηγούνται με διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής, οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές μπορούν να παρατείνουν τη μέγιστη χρονική περίοδο των τριών εβδομάδων κατά τρεις εβδομάδες ακόμη το πολύ.

5. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν περιορίζουν τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης των πόρων αριθμοδότησης.

6. Εάν το δικαίωμα χρήσης αριθμών περιλαμβάνει την εξωεδαφική χρήση τους εντός της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 4, η εθνική ρυθμιστική αρχή θέτει ειδικούς όρους στο δικαίωμα χρήσης προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με όλους τους συναφείς εθνικούς κανόνες προστασίας των καταναλωτών και τις εθνικές νομοθεσίες σχετικά με τη χρήση αριθμών που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη όπου χρησιμοποιούνται οι αριθμοί. Κατόπιν αυτού, τα κράτη μέλη δεν δύνανται να επιβάλλουν συμπληρωματικές υποχρεώσεις στα εν λόγω δικαιώματα χρήσης.

Κατόπιν αιτήματος από εθνική ρυθμιστική αρχή άλλου κράτους μέλους με την οποία αποδεικνύεται παράβαση των συναφών κανόνων προστασίας των καταναλωτών ή της σχετικής με αριθμούς εθνικής νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους, η εθνική ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχουν χορηγηθεί τα δικαιώματα χρήσης των αριθμών, επιβάλλει τους όρους που τίθενται δυνάμει του πρώτου εδαφίου σύμφωνα με το άρθρο 30, μεταξύ άλλων, σε σοβαρές περιπτώσεις, με την ανάκληση του δικαιώματος εξωεδαφικής χρήσης για τους αριθμούς που χορηγήθηκαν στην εκάστοτε επιχείρηση.

Ο BEREC διευκολύνει και συντονίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών των διαφόρων εμπλεκομένων κρατών μελών και διασφαλίζει τον κατάλληλο συντονισμό των εργασιών μεταξύ τους.

Άρθρο 89

Τέλη για δικαιώματα χρήσης αριθμών

Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει τέλη για δικαιώματα χρήσης αριθμών τα οποία αντανακλούν την ανάγκη διασφάλισης της βέλτιστης χρήσης των πόρων αυτών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω τέλη είναι αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και λαμβάνουν υπόψη τους στόχους του άρθρου 3.

Άρθρο 90

Ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά και γραμμή υποστήριξης για παιδιά

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πολίτες να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσία που διαχειρίζεται ανοικτή δωρεάν τηλεφωνική γραμμή για την καταγγελία περιπτώσεων που αφορούν αγνοούμενα παιδιά. Η ανοικτή τηλεφωνική γραμμή διατίθεται στον αριθμό «116000». Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα παιδιά να έχουν πρόσβαση σε μία φιλική προς τα παιδιά υπηρεσία η οποία διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης. Η γραμμή υποστήριξης διατίθεται στον αριθμό «116111».

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει των αριθμών «116000» και «116111» επί ίσοις όροις με άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως μέσω της χρήσης υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας. Τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με αναπηρίες σε αυτές τις υπηρεσίες όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη βασίζονται στη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για την επίτευξη επαρκούς επιπέδου ποιότητας υπηρεσιών κατά τη λειτουργία του αριθμού «116000» και τη διάθεση των οικονομικών πόρων που απαιτούνται για τη λειτουργία της ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής.

4. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση των υπηρεσιών που παρέχονται με τους αριθμούς «116000» και «116111».

Άρθρο 91

Πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όπου είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, και εκτός της περιπτώσεως κατά την οποία καλούμενος τελικός χρήστης έχει επιλέξει για εμπορικούς λόγους να περιορίσει την πρόσβαση από καλούντες που βρίσκονται σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν, ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν:

  α) να έχουν πρόσβαση και να χρησιμοποιούν υπηρεσίες χρησιμοποιώντας μη γεωγραφικούς αριθμούς εντός της Ένωσης και

  β) να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που παρέχονται στην Ένωση, ανεξαρτήτως της τεχνολογίας και των συσκευών που χρησιμοποιεί ο πάροχος της υπηρεσίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι αριθμοί που υπάρχουν στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης των κρατών μελών και οι Παγκόσμιοι Διεθνείς Αριθμοί Ατελών Κλήσεων.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών και/ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να παρεμποδίζουν κατά περίπτωση την πρόσβαση σε αριθμούς ή υπηρεσίες, όταν αυτό δικαιολογείται για λόγους απάτης ή κατάχρησης και να απαιτούν ότι σε τέτοιες περιπτώσεις πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών παρακρατούν σημαντικά έσοδα διασύνδεσης ή άλλων υπηρεσιών.

Τίτλος III: Δικαιώματα τελικών χρηστών

(Άρθρο 91α)

Ρήτρα εξαίρεσης

Ο Τίτλος ΙΙΙ, με την εξαίρεση των άρθρων 92 και 93, δεν εφαρμόζεται στις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών οι οποίες είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής.

Άρθρο 92

Μη διακριτική μεταχείριση

Οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν εφαρμόζουν καμία διακριτική απαίτηση ή όρο παροχής πρόσβασης ή χρήσης σε τελικούς χρήστες στην Ένωση βάσει της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας ή εγκατάστασης του τελικού χρήστη, εκτός αν οι εν λόγω διαφορές είναι αντικειμενικά αιτιολογημένες.

Άρθρο 92α

1. Οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν εφαρμόζουν τιμολόγια στις ενδοενωσιακές υπηρεσίες σταθερών και κινητών επικοινωνιών που καταλήγουν σε άλλο κράτος μέλος τα οποία είναι υψηλότερα από τα τιμολόγια για υπηρεσίες που καταλήγουν στο ίδιο κράτος μέλος, εκτός εάν αυτό δικαιολογείται από τη διαφορά στα τέλη τερματισμού.

2. Έως τις ... (το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας), ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την ανάκτηση αυτών των αντικειμενικά αιτιολογημένων διαφορετικών εξόδων δυνάμει της παραγράφου 1. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές εξασφαλίζουν ότι οι τυχόν διαφορές βασίζονται αυστηρά σε υφιστάμενα άμεσα έξοδα που πραγματοποιεί ο πάροχος με την παροχή των διασυνοριακών υπηρεσιών.

3. Έως τις … (ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και στη συνέχεια σε ετήσια βάση), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των υποχρεώσεων της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένης αξιολόγησης όσον αφορά την εξέλιξη των τιμολογίων για τις ενδοενωσιακές επικοινωνίες.

Άρθρο 93

Διασφάλιση θεμελιωδών δικαιωμάτων

1. Τα εθνικά μέτρα για την πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, όπως διασφαλίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου.

2. Τα μέτρα αυτά, όσον αφορά την πρόσβαση των τελικών χρηστών ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών τα οποία ενδέχεται να περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα ή ελευθερίες, είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνον εφόσον προβλέπονται από τον νόμο και με σεβασμό στην ουσία των εν λόγω δικαιωμάτων ή ελευθεριών, είναι κατάλληλα, αναλογικά και απαραίτητα, και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος αναγνωρισμένους από την Ένωση ή στην ανάγκη να προστατευτούν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες άλλων σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, περιλαμβανομένης της αποτελεσματικής νομικής προστασίας και των διαδικαστικών εγγυήσεων. Συνακολούθως, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να ληφθούν μόνον εφόσον τηρείται η αρχή του «τεκμηρίου αθωότητας» και υπάρχει σεβασμός του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Εξασφαλίζεται δίκαιη και αμερόληπτη προκαταρκτική διαδικασία, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος ακροάσεως του ενδιαφερομένου ή των ενδιαφερομένων, εφόσον συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και διαδικασίες σε αποδεδειγμένως επείγουσες περιπτώσεις σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξασφαλίζεται το δικαίωμα αποτελεσματικού και έγκαιρου ελέγχου της νομιμότητας.

2α. Σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 11 και το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση όλων των δεδομένων κίνησης και θέσης όλων των συνδρομητών και εγγεγραμμένων χρηστών που σχετίζονται με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες τους.

Άρθρο 94

Επίπεδο εναρμόνισης

Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις προστασίας των τελικών χρηστών ή γενικούς όρους αδειοδότησης σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, οι οποίες αποκλίνουν από τις διατάξεις που ορίζονται στον παρόντα τίτλο, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 95

Απαιτήσεις πληροφοριών για συμβάσεις

-1.  Οι απαιτήσεις πληροφόρησης που ορίζονται στο παρόν άρθρο, συμπεριλαμβανομένης της συνοπτικής σύμβασης, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης, επιπλέον των απαιτήσεων πληροφόρησης που ορίζονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο παρέχονται με σαφή, ολοκληρωμένο και εύκολα προσβάσιμο τρόπο. Κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή ή άλλων τελικών χρηστών, αντίγραφο των πληροφοριών παρέχεται επίσης σε σταθερό μέσο και σε μορφές προσιτές σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες.

1. Προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί με σύμβαση ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά η οποία υπόκειται σε οποιοδήποτε είδος αμοιβής, οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, παρέχουν, όπου αρμόζει, τις ακόλουθες πληροφορίες στον καταναλωτή, στον βαθμό που οι εν λόγω πληροφορίες αφορούν υπηρεσία την οποία παρέχουν:

  α) ως μέρος των κύριων χαρακτηριστικών κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας:

i) τα τυχόν ελάχιστα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, στον βαθμό που αυτά προσφέρονται, και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC που πρόκειται να εκδοθούν δυνάμει του άρθρου 97 παράγραφος 2, μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, όσον αφορά:

–   για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο: τουλάχιστον τον χρόνο αναμονής, τις διακυμάνσεις χρόνου επιστροφής πακέτων, την απώλεια πακέτων,

–   για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών: τουλάχιστον τον χρόνο για την αρχική σύνδεση, την πιθανότητα αποτυχίας, τις καθυστερήσεις στη σηματοδότηση της κλήσης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΧ της παρούσας οδηγίας και

–   για τις υπηρεσίες εκτός από υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του κανονισμού 2015/2120/ΕΕ: τις εξασφαλισμένες ειδικές παραμέτρους ποιότητας.

Όταν δεν προσφέρονται ελάχιστα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, γίνεται σχετική μνεία.

ii) με την επιφύλαξη του δικαιώματος των τελικών χρηστών να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120, τυχόν τέλη και περιορισμούς που επιβάλλονται από τον πάροχο στη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού και, όπου αρμόζει, σύντομες τεχνικές πληροφορίες για τη σωστή λειτουργία του εξοπλισμού που έχει επιλέξει ο καταναλωτής·

  β) κάθε ρύθμιση για αποζημίωση και επιστροφή, συμπεριλαμβανομένης, όπου αρμόζει, ρητής αναφοράς στα νόμιμα δικαιώματα των καταναλωτών που έχουν εφαρμογή σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών ή σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας, που έχει γνωστοποιηθεί στον πάροχο, το οποίο οφείλεται σε γνωστά τρωτά σημεία του λογισμικού ή του υλισμικού για τα οποία έχουν εκδοθεί διορθώσεις από τον κατασκευαστή ή τον προγραμματιστή και όταν ο πάροχος δεν έχει εφαρμόσει αυτές τις διορθώσεις ή δεν έχει λάβει άλλα κατάλληλα αντίμετρα·

  γ) ως μέρος των πληροφοριών σχετικά με τις τιμές και τα μέσα αμοιβής:

i) τις λεπτομέρειες του συγκεκριμένου τιμολογιακού προγράμματος ή προγραμμάτων βάσει της σύμβασης και, για κάθε εν λόγω τιμολογιακό πρόγραμμα, τους τύπους υπηρεσιών που παρέχονται, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των όγκων επικοινωνιών (MB, λεπτά, SMS) που περιλαμβάνονται ανά περίοδο τιμολόγησης, και την τιμή για συμπληρωματικές μονάδες επικοινωνίας,

i α) στην περίπτωση τιμολογιακού προγράμματος ή προγραμμάτων με προκαθορισμένο όγκο επικοινωνιών, τη δυνατότητα των καταναλωτών να μεταφέρουν τυχόν μη χρησιμοποιημένο όγκο από την προηγούμενη περίοδο τιμολόγησης στην επόμενη, όταν η δυνατότητα αυτή περιλαμβάνεται στη σύμβαση,

i β) τις διευκολύνσεις για τη διασφάλιση της διαφάνειας των λογαριασμών και την παρακολούθηση του επιπέδου κατανάλωσης,

i γ) με την επιφύλαξη του άρθρου 13 του κανονισμού 2016/679, πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που απαιτούνται πριν από την εκτέλεση της υπηρεσίας ή συλλέγονται στο πλαίσιο της παροχής της υπηρεσίας,

ii) τις τιμολογιακές πληροφορίες σχετικά με οποιουσδήποτε αριθμούς ή υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης· όσον αφορά τις επιμέρους κατηγορίες υπηρεσιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν την παροχή αυτών των πληροφοριών αμέσως πριν από τη σύνδεση της κλήσης,

iii) για δέσμες υπηρεσιών και δέσμες που περιλαμβάνουν τόσο υπηρεσίες όσο και εξοπλισμό, την τιμή των επιμέρους στοιχείων της δέσμης στον βαθμό που διατίθενται επίσης στην αγορά χωριστά,

iv) τις λεπτομέρειες όσον αφορά την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και τις υπηρεσίες συντήρησης και υποστήριξης των πελατών, και τα τέλη συντήρησης, καθώς και

v) τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατό να λαμβάνονται επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με όλα τα εφαρμοζόμενα τιμολόγια και τέλη συντήρησης·

  δ) ως μέρος των πληροφοριών για τη διάρκεια της σύμβασης και τους όρους για ανανέωση και λήξη της σύμβασης:

i) την τυχόν ελάχιστη απαιτούμενη χρήση ή διάρκεια για να επωφεληθεί κανείς από όρους προσφορών,

ii) τις τυχόν διαδικασίες και επιβαρύνσεις σχετικά με την αλλαγή παρόχου και τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, και ρυθμίσεις για αποζημίωση και επιστροφή λόγω καθυστέρησης ή κατάχρησης της αλλαγής παρόχου,

iii) τις τυχόν επιβαρύνσεις λόγω πρόωρης λήξης της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για το ξεκλείδωμα του τερματικού εξοπλισμού και τυχόν ανάκτησης κόστους όσον αφορά τερματικό εξοπλισμό ▌,

iv) για δέσμες υπηρεσιών, τους όρους λήξης της δέσμης ή των στοιχείων της, όπου αρμόζει,

  ε) τις λεπτομέρειες για προϊόντα και υπηρεσίες σχεδιασμένες για τελικούς χρήστες με αναπηρία, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατό να λαμβάνονται επικαιροποιήσεις των εν λόγω πληροφοριών·

  στ) τα μέσα κίνησης των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών και διασυνοριακών διαφορών, σύμφωνα με το άρθρο 25·

  ζ) το είδος των ενεργειών στις οποίες ενδέχεται να προβεί η επιχείρηση ως αντίδραση σε περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, ή σε απειλές και τρωτά σημεία.

2. Επιπλέον των απαιτήσεων της παραγράφου 1, οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες με σαφή και κατανοητό τρόπο:

–  τους τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και/ή τις πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος λόγω έλλειψης δυνατότητας τεχνικής εφαρμογής, εφόσον η υπηρεσία επιτρέπει σε τελικούς χρήστες να πραγματοποιούν εθνικές κλήσεις προς έναν αριθμό σε ένα εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης·

–  το δικαίωμα των τελικών χρηστών να αποφασίζουν εάν επιθυμούν ή όχι να περιληφθούν τα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν σε δημόσιο κατάλογο συνδρομητών, καθώς και τα είδη των στοιχείων αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.

3. Οι παράγραφοι 1, 2 και 6 εφαρμόζονται επίσης στις πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις και στους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή από μέρη των διατάξεων αυτών.

4. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120.

5. Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 12 μήνες], η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, εγκρίνει υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης, με το οποίο προσδιορίζονται τα κύρια στοιχεία των απαιτήσεων πληροφοριών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2. Αυτά τα κύρια στοιχεία περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, συνοπτικές πληροφορίες για:

α)  το όνομα, τη διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας του παρόχου και, εφόσον είναι διαφορετικά, τα στοιχεία επικοινωνίας για την υποβολή καταγγελιών,

β)  τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας,

γ)  τις αντίστοιχες τιμές,

δ)  τη διάρκεια της σύμβασης και τους όρους για την ανανέωση και τη λήξη,

ε)  τον βαθμό στον οποίο τα προϊόντα και οι υπηρεσίες είναι σχεδιασμένα για τελικούς χρήστες με αναπηρία,

στ)  όσον αφορά τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120.

Το υπόδειγμα αυτό δεν είναι μεγαλύτερο από μία πλευρά σελίδας A4. Είναι ευανάγνωστο. Σε περίπτωση που σε μία και μόνο σύμβαση περιλαμβάνονται διαφορετικές υπηρεσίες, μπορεί να χρειαστεί η προσθήκη και άλλων σελίδων, αλλά το έγγραφο περιορίζεται συνολικά σε τρεις σελίδες.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη που καθορίζει το υπόδειγμα που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4.

Οι πάροχοι που υπόκεινται στις υποχρεώσεις βάσει των παραγράφων 1 έως 4 συμπληρώνουν δεόντως το εν λόγω υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης με τις ισχύουσες πληροφορίες και το παρέχουν στους καταναλωτές, ▌στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κατά περίπτωση, πριν από τη σύναψη της σύμβασης ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, σε μεταγενέστερο χρόνο χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

6. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών προσφέρουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να ελέγχουν τη χρήση καθεμίας από τις εν λόγω υπηρεσίες που χρεώνεται βάσει κατανάλωσης είτε χρόνου ή όγκου. Η διευκόλυνση αυτή περιλαμβάνει την πρόσβαση σε έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με το επίπεδο κατανάλωσης των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε τιμολογιακό πρόγραμμα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών παρέχουν στους καταναλωτές συμβουλές σχετικά με το βέλτιστο τιμολόγιο όσον αφορά τις υπηρεσίες τους, κατόπιν αιτήματος και, το αργότερο, τρεις μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος της σύμβασης.

6α. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο συμπληρωματικές απαιτήσεις που ισχύουν για υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, ώστε να εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών σε σχέση με τις απαιτήσεις πληροφόρησης που ορίζονται στις παραγράφους 1) και 2) του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις οι οποίες εμποδίζουν προσωρινά την περαιτέρω χρήση της εκάστοτε υπηρεσίας όταν υπάρχει υπέρβαση ενός χρηματικού ορίου ή ορίου όγκου που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 96

Διαφάνεια, σύγκριση προσφορών και δημοσίευση πληροφοριών

1. Όταν η παροχή των σχετικών υπηρεσιών υπόκειται σε όρους και προϋποθέσεις, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, δημοσιεύουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VIII σε μορφή που είναι σαφής, κατανοητή, μηχαναγνώσιμη και εύκολα προσβάσιμη, μεταξύ άλλων ιδίως για τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Οι εν λόγω πληροφορίες επικαιροποιούνται τακτικά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο συμπληρωματικές απαιτήσεις σε σχέση με τις απαιτήσεις διαφάνειας που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση ατελώς σε τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο εργαλείο σύγκρισης που τους επιτρέπει να συγκρίνουν και να αξιολογούν τις τιμές και τα τιμολόγια, και, όπου αρμόζει, σε ενδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών όσον αφορά τις διάφορες υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών.

Το εργαλείο σύγκρισης:

α)  λειτουργεί ανεξάρτητα, διασφαλίζοντας ότι οι πάροχοι υπηρεσιών έχουν ίση μεταχείριση στα αποτελέσματα της αναζήτησης·

β)  δημοσιοποιεί με σαφήνεια τους ▌ιδιοκτήτες και φορείς εκμετάλλευσης του εργαλείου σύγκρισης·

γ)  ορίζει σαφή, αντικειμενικά κριτήρια στα οποία θα βασίζεται η σύγκριση·

δ)  χρησιμοποιεί απλή και σαφή γλώσσα·

ε)  παρέχει ακριβή και επικαιροποιημένη πληροφόρηση και αναφέρει τον χρόνο της τελευταίας επικαιροποίησης·

στ)  περιλαμβάνει ευρύ φάσμα προσφορών που καλύπτουν σημαντικό μέρος της αγοράς και, αν οι προβαλλόμενες πληροφορίες δεν αποτελούν πλήρη επισκόπηση της αγοράς, σαφή σχετική δήλωση, πριν από την απεικόνιση των αποτελεσμάτων·

ζ)  παρέχει αποτελεσματική διαδικασία για την αναφορά εσφαλμένης πληροφόρησης.

ζ α)  περιλαμβάνει τιμές και τιμολόγια, καθώς και στοιχεία όσον αφορά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών τόσο για τους τελικούς χρήστες που είναι επιχειρήσεις όσο και για τους τελικούς χρήστες που είναι καταναλωτές.

Τα εργαλεία σύγκρισης που πληρούν τις απαιτήσεις των στοιχείων α) έως ζ) πιστοποιούνται, κατόπιν αίτησης του παρόχου του εργαλείου, από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι τρίτοι έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν ατελώς και σε ανοικτούς μορφότυπους δεδομένων, τις πληροφορίες που δημοσιεύονται από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, με σκοπό τη διάθεση τέτοιου είδους ανεξάρτητων εργαλείων σύγκρισης.

3. Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν τόσο από εθνικές αρχές όσο και από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, ή παρόχους και των δύο κατηγοριών υπηρεσιών, να διανέμουν ατελώς πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σε υφιστάμενους και νέους τελικούς χρήστες, κατά περίπτωση, με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούν συνήθως για τις επικοινωνίες τους με τους τελικούς χρήστες. Σε αυτή την περίπτωση, οι εν λόγω πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος παρέχονται από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές σε τυποποιημένη μορφή και καλύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα θέματα:

α)  τις πλέον κοινές χρήσεις των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών με σκοπό την ενασχόληση με παράνομες ενέργειες ή τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, ιδίως όταν είναι δυνατό να θίξουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων, περιλαμβανομένων των παραβιάσεων των δικαιωμάτων προστασίας δεδομένων, των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, και τις νομικές τους επιπτώσεις· και τα μέσα προστασίας έναντι κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα κατά τη χρήση υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών.

Άρθρο 97

Ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ▌, να δημοσιεύουν κατανοητές, συγκρίσιμες, αξιόπιστες, φιλικές προς τον χρήστη και επικαιροποιημένες πληροφορίες για τους τελικούς χρήστες, σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, στον βαθμό που προσφέρουν ελάχιστα επίπεδα ποιότητας της υπηρεσίας, και σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να εξασφαλίζεται ισοδύναμη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρία. Οι πληροφορίες διαβιβάζονται επίσης, κατόπιν αιτήματος, στην εθνική ρυθμιστική αρχή, πριν δημοσιευθούν. Τα εν λόγω μέτρα για την εξασφάλιση της ποιότητας της υπηρεσίας συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120. Οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ενημερώνουν τον καταναλωτή, εάν η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν εξαρτάται από οποιουσδήποτε εξωτερικούς παράγοντες, όπως ο έλεγχος της μετάδοσης του σήματος ή η συνδεσιμότητα του δικτύου.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, τις προς μέτρηση παραμέτρους ποιότητας της υπηρεσίας και τις εφαρμοστέες μεθόδους μέτρησης, και το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο δημοσίευσης των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας. Ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιούνται οι παράμετροι, οι ορισμοί και οι μέθοδοι μέτρησης που περιέχονται στο παράρτημα IX.

Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 18 μήνες], και για να συμβάλει στη συνεκτική εφαρμογή της παρούσας παραγράφου και του παραρτήματος ΙΧ, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των παραμέτρων που αφορούν τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, των εφαρμοζόμενων μεθόδων μέτρησης, του περιεχομένου και της μορφής δημοσίευσης των πληροφοριών, και των μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας.

Άρθρο 98

Διάρκεια και καταγγελία της σύμβασης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι όροι και οι διαδικασίες καταγγελίας της σύμβασης δεν αποτελούν αντικίνητρο για την αλλαγή παρόχου υπηρεσιών και ότι οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και παρόχων διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, δεν επιβάλλουν περίοδο δέσμευσης άνω των 24 μηνών. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν συντομότερες μέγιστες διάρκειες για τη συμβατική περίοδο δέσμευσης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν οι πάροχοι να προσφέρουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση συνδρομής με μέγιστη διάρκεια 12 μήνες ή λιγότερο.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τη διάρκεια σύμβασης που προβλέπει την πληρωμή σε δόσεις, αν ο καταναλωτής έχει συμφωνήσει σε ξεχωριστή σύμβαση να καταβάλλει πληρωμές σε δόσεις για την εγκατάσταση φυσικής σύνδεσης με δίκτυα συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας. Οι συμβάσεις που προβλέπουν την πληρωμή σε δόσεις και αφορούν την εγκατάσταση φυσικής σύνδεσης, δεν περιλαμβάνουν τερματικό εξοπλισμό ή εξοπλισμό υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως δρομολογητή ή μόντεμ, και δεν εμποδίζουν τους καταναλωτές να ασκήσουν τα δικαιώματά τους βάσει του παρόντος άρθρου.

2. Όταν προβλέπεται αυτόματη παράταση σύμβασης ορισμένης διάρκειας από τη σύμβαση ή την εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, μετά από μια τέτοια αυτόματη παράταση, οι καταναλωτές έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή με μέγιστη προθεσμία προειδοποίησης ενός μήνα και χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση εκτός των τελών για τη λήψη των υπηρεσιών κατά την περίοδο προειδοποίησης. Πριν από την αυτόματη παράταση της σύμβασης, οι πάροχοι ενημερώνουν τον καταναλωτή με εμφανή τρόπο σχετικά με τη λήξη της αρχικής περιόδου της σύμβασης και σχετικά με τα μέσα για τον τερματισμό της, εφόσον τούτο ζητηθεί. Οι πάροχοι χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα με εκείνα που συνήθως χρησιμοποιούνται στην επικοινωνία τους με τους καταναλωτές.

2α. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στους τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις ή μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, εκτός εάν αυτοί έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από τις εν λόγω διατάξεις.

3. Οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση κατόπιν κοινοποίησης αλλαγών στους συμβατικούς όρους που προτείνονται από τον πάροχο υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, εκτός αν οι προτεινόμενες αλλαγές είναι αποκλειστικά προς όφελος του τελικού χρήστη ή είναι αυστηρώς τεχνικού χαρακτήρα και έχουν ουδέτερο αποτέλεσμα στον τελικό χρήστη ή είναι αυστηρώς αναγκαίες για την εφαρμογή νομοθετικών ή ρυθμιστικών αλλαγών. Οι πάροχοι κοινοποιούν κάθε αλλαγή των συμβατικών όρων στους τελικούς χρήστες, τουλάχιστον ένα μήνα πριν, και ταυτόχρονα τους ενημερώνουν για το δικαίωμά τους να καταγγείλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση αν δεν αποδέχονται τους νέους όρους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κοινοποίηση γίνεται με σαφή και κατανοητό τρόπο, σε σταθερό μέσο, με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιεί κανονικά ο πάροχος στην επικοινωνία του με τους καταναλωτές.

3α. Οποιαδήποτε σημαντική απόκλιση, συνεχιζόμενη ή τακτικά επαναλαμβανόμενη, μεταξύ της πραγματικής εκτέλεσης μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της εκτέλεσης που αναφέρεται στη σύμβαση, θεωρείται μη συμμόρφωση της εκτέλεσης για τους σκοπούς της ενεργοποίησης των μέσων αποκατάστασης που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης αδαπάνως.

4. Σε περίπτωση που τελικός χρήστης έχει δικαίωμα καταγγελίας σύμβασης για διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσία μετάδοσης που χρησιμοποιείται για ευρυεκπομπή, πριν από τη λήξη της συμφωνημένης διάρκειας της σύμβασης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή άλλες διατάξεις του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, ο τελικός χρήστης δεν υπόκειται σε κυρώσεις ούτε οφείλει κάποια αποζημίωση εκτός αυτής που αφορά τη διατήρηση επιδοτούμενου τερματικού εξοπλισμού. Σε περίπτωση που ο τελικός χρήστης επιλέξει να διατηρήσει τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ως δέσμη κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης, οιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση δεν υπερβαίνει την κατά χρονική αναλογία αξία του τη στιγμή σύναψης της σύμβασης ή το τμήμα του τέλους υπηρεσίας που απομένει έως τη λήξη της σύμβασης, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μικρότερο. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν άλλες μεθόδους για τον υπολογισμό του ποσοστού αποζημίωσης, εφόσον το ποσοστό αυτό είναι ίσο ή μικρότερο από το ποσοστό αποζημίωσης σύμφωνα με τον παραπάνω υπολογισμό. Κάθε περιορισμός στη χρήση τερματικού εξοπλισμού σε άλλα δίκτυα αίρεται ατελώς από τον πάροχο το αργότερο έως την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν συμπληρωματικές απαιτήσεις σχετικά με την παρούσα παράγραφο ώστε να εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

Άρθρο 99

Αλλαγή παρόχου και φορητότητα αριθμού

1. Στην περίπτωση της αλλαγής μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, οι εκάστοτε πάροχοι παρέχουν στον τελικό χρήστη επαρκείς πληροφορίες πριν και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής και διασφαλίζουν τη συνέχιση της υπηρεσίας. Ο πάροχος στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός συντονίζει τη διαδικασία αλλαγής προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η ενεργοποίηση της υπηρεσίας επέρχεται κατά την ημερομηνία και εντός του χρονικού πλαισίου που συμφωνούνται ρητά με τον τελικό χρήστη. Ο μεταφέρων πάροχος εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους μέχρι την ενεργοποίηση των υπηρεσιών του υποδεχόμενου παρόχου. Η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία αλλαγής δεν υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα όταν αμφότεροι οι πάροχοι χρησιμοποιούν τα ίδια τεχνολογικά μέσα. Όταν οι πάροχοι υπηρεσιών χρησιμοποιούν διαφορετικά τεχνολογικά μέσα, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία αλλαγής να περιορίζεται σε μία εργάσιμη ημέρα, εκτός αν είναι δεόντως αιτιολογημένη μεγαλύτερη περίοδος που δεν υπερβαίνει τις δύο εργάσιμες ημέρες.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν την αποδοτικότητα και την απλότητα της διαδικασίας αλλαγής παρόχου για τον τελικό χρήστη.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες κάτοχοι αριθμών που υπάρχουν στο εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης έχουν το δικαίωμα, μετά από σχετική αίτηση, να διατηρούν τον (τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VI μέρος Γ.

2α. Σε περίπτωση που τελικός χρήστης καταγγέλλει σύμβαση με έναν πάροχο, ο τελικός χρήστης διατηρεί το δικαίωμα να μεταφέρει τον αριθμό του σε άλλον πάροχο για έξι μήνες μετά την ημερομηνία της καταγγελίας, εκτός εάν ο τελικός χρήστης παραιτηθεί του δικαιώματος αυτού.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι η τιμολόγηση μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης και/ή παρόχων υπηρεσιών όσον αφορά την παροχή φορητότητας του αριθμού, αντανακλά το κόστος και ότι δεν εφαρμόζονται άμεσες χρεώσεις σε τελικούς χρήστες.

4. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν τιμολόγια λιανικής για τη μεταφορά αριθμού κατά τρόπο που να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, όπως θεσπίζοντας ειδικά ή κοινά τιμολόγια λιανικής.

5. Η μεταφορά αριθμών και η επακόλουθη ενεργοποίησή τους πραγματοποιείται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας. Εν πάση περιπτώσει, η ενεργοποίηση του αριθμού των καταναλωτών που έχουν συνάψει συμφωνία για τη μεταφορά ενός αριθμού σε νέα επιχείρηση γίνεται μέσα σε μία εργάσιμη ημέρα από τη συμφωνημένη ημερομηνία. Ο μεταφέρων πάροχος εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους μέχρι την ενεργοποίηση των υπηρεσιών του υποδεχόμενου παρόχου.

Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται επίσης σε πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή από μέρη των διατάξεων αυτών.

5a. Ο υποδεχόμενος πάροχος συντονίζει τη διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς, και τόσο ο υποδεχόμενος πάροχος όσο και ο μεταφέρων πάροχος συνεργάζονται με καλή πίστη. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τη συνολική διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς αριθμών έχοντας κατά νου τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τεχνικής σκοπιμότητας, καθώς και την ανάγκη για διατήρηση της συνέχειας της υπηρεσίας προς τον τελικό χρήστη. Αυτό περιλαμβάνει, εφόσον είναι εφικτό, την απαίτηση η μεταφορά να ολοκληρωθεί μέσω ασύρματης παροχής, εκτός εάν ζητηθεί κάτι διαφορετικό από τον τελικό χρήστη.

Σε κάθε περίπτωση, η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα.

Οι συμβάσεις των τελικών χρηστών με τον μεταφέροντα πάροχο λύονται αυτομάτως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αλλαγής. Οι μεταφέροντες πάροχοι επιστρέφουν κάθε πιστωτικό υπόλοιπο στους καταναλωτές με τη χρήση προπληρωμένων υπηρεσιών. Η επιστροφή μπορεί να υπόκειται σε τέλος μόνον εάν αυτό αναφέρεται στη σύμβαση. Οποιοδήποτε παρόμοιο τέλος είναι ανάλογο και αντίστοιχο με το πραγματικό κόστος που επωμίζεται ο μεταφέρων πάροχος για την προσφορά της επιστροφής. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας μεταφοράς, ο μεταφέρων πάροχος επανενεργοποιεί τον αριθμό ή την υπηρεσία του τελικού χρήστη, υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν για τον τελικό χρήστη πριν από την έναρξη της διαδικασίας αλλαγής, μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταφοράς ή αλλαγής. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν επίσης κατάλληλα μέτρα με τα οποία να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες ενημερώνονται επαρκώς και προστατεύονται καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών αλλαγής φορέα και μεταφοράς, και δεν μεταφέρονται σε άλλο φορέα παρά τη θέλησή τους.

6. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να προβλέπονται κατάλληλες κυρώσεις για τις επιχειρήσεις ▌στην περίπτωση της καθυστέρησης της μεταφοράς ή της κατάχρησης της διαδικασίας μεταφοράς από τις ίδιες ή για λογαριασμό τους.

6α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να λάβουν αποζημίωση από τους παρόχους στην περίπτωση της καθυστέρησης της μεταφοράς ή αλλαγής ή της κατάχρησης της διαδικασίας μεταφοράς ή αλλαγής. Η ελάχιστη αποζημίωση για καθυστέρηση είναι:

α)   σε περίπτωση που η μεταφορά καθυστερεί για περισσότερο από μία ή δύο εργάσιμες ημέρες όπως ορίζεται στο άρθρο 99 παράγραφος 1 και στο άρθρο 99 παράγραφος 5, αντίστοιχα, ένα ποσό ανά επιπλέον ημέρα·

β)   σε περίπτωση που η απώλεια υπηρεσίας υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα, ένα ποσό ανά επιπλέον ημέρα·

γ)   σε περίπτωση που υπάρχει καθυστέρηση στην ενεργοποίηση μιας υπηρεσίας, ένα ποσό ημερησίως για κάθε ημέρα μετά τη συμφωνηθείσα ημέρα ενεργοποίησης· και

δ)   σε περίπτωση που δεν τηρηθεί ή ακυρωθεί ραντεβού με προειδοποίηση μικρότερη από 24 ώρες, ένα ποσό ανά ραντεβού.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ορίζουν τα ποσά που οφείλονται βάσει της παρούσας παραγράφου.

6β. Η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 6α καταβάλλεται μέσω αφαίρεσης του ποσού από το επόμενο τιμολόγιο, σε μετρητά, με ηλεκτρονικό έμβασμα ή, σε συμφωνία με τον τελικό χρήστη, σε κουπόνια παροχής υπηρεσιών.

6γ. Η παράγραφος 6α δεν θίγει κανένα δικαίωμα περαιτέρω αποζημίωσης βάσει της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν επιπλέον κανόνες που διασφαλίζουν ότι κάθε τελικός χρήστης ο οποίος υπέστη υλική ζημία ή ηθική βλάβη στο πλαίσιο των διατάξεων του παρόντος άρθρου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και να λάβει αποζημίωση από επιχείρηση για τις ζημίες που υπέστη. Η ελάχιστη αποζημίωση που καταβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 6α μπορεί να αφαιρείται από οποιαδήποτε αποζημίωση αυτού του είδους. Η καταβολή αποζημίωσης δυνάμει της παραγράφου 6α δεν εμποδίζει τον υποδεχόμενο πάροχο να αξιώνει αποζημίωση από έναν μεταφέροντα πάροχο, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο.

Άρθρο 100

Δεσμοποιημένες προσφορές

1. Αν δέσμη υπηρεσιών ή δέσμη υπηρεσιών και τερματικού εξοπλισμού που προσφέρεται σε καταναλωτή περιλαμβάνει τουλάχιστον μία υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, εφαρμόζονται το άρθρο 95, το άρθρο 96 παράγραφος 1, το άρθρο 98 και το άρθρο 99 ▌, τηρουμένων των αναλογιών, σε όλα τα στοιχεία της δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις όπου οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε ένα άλλο στοιχείο της δέσμης είναι ευνοϊκότερες για τον καταναλωτή.

2. Οποιαδήποτε συνδρομή σε πρόσθετες υπηρεσίες ή τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ή διανέμεται από τον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, δεν οδηγεί σε παράταση της διάρκειας της σύμβασης, εκτός αν ο καταναλωτής συμφωνήσει ρητά για το αντίθετο κατά τη σύναψη της συνδρομής σε πρόσθετες υπηρεσίες ή τερματικό εξοπλισμό.

2α. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πλην των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να ακυρώσουν ή να αλλάξουν επιμέρους τμήματα της σύμβασης συνδυασμένων υπηρεσιών, όταν αυτή η δυνατότητα περιλαμβάνεται στη σύμβαση.

2β. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στους τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις ή μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, εκτός εάν αυτοί έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή μέρη των εν λόγω διατάξεων.

2γ. Τα κράτη μέλη μπορούν να διευρύνουν την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε δέσμες υπηρεσιών ή δέσμες υπηρεσιών και τερματικού εξοπλισμού που προσφέρονται σε καταναλωτή και οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον μία διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν την παράγραφο 1 όσον αφορά άλλες διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 101

Διαθεσιμότητα των υπηρεσιών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο που παρέχονται μέσω των δημόσιων δικτύων επικοινωνιών σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν αδιάλειπτη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 102

Επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης και ενιαίος ευρωπαϊκός αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των κοινόχρηστων τηλεφώνων και των ιδιωτικών δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς χρήση οιουδήποτε μέσου πληρωμής, χρησιμοποιώντας τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» καθώς και κάθε εθνικό αριθμό έκτακτης ανάγκης που ορίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη, σε διαβούλευση με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών σε τελικούς χρήστες, στις περιπτώσεις που η εν λόγω υπηρεσία επιτρέπει στους τελικούς χρήστες να πραγματοποιούν εθνικές κλήσεις προς έναν αριθμό σε ένα εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης με το πλέον κατάλληλο PSAP, με τη χρήση πληροφοριών τοποθεσίας που είναι διαθέσιμες στους παρόχους υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και κατά τρόπο που συνάδει με τις υποδομές κλήσεων έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών.

Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που δεν προσφέρουν πρόσβαση στον αριθμό 112, ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες ότι δεν υποστηρίζεται η πρόσβαση στον αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης 112.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» απαντώνται δεόντως και διεκπεραιώνονται με τον τρόπο που αρμόζει καλύτερα στην εθνική οργάνωση των συστημάτων έκτακτης ανάγκης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διεκπεραιώνονται οι κλήσεις κατά τρόπο πολύγλωσσο. Οι εν λόγω επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης απαντώνται και διεκπεραιώνονται τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς εθνικό αριθμό ή εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης, εφόσον αυτοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

3α. Η Επιτροπή εκδίδει, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, δείκτες επιδόσεων για τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών. Η Επιτροπή υποβάλλει ανά διετία έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσεων έκτακτης ανάγκης «112» και τη λειτουργία των δεικτών επιδόσεων.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η πρόσβαση τελικών χρηστών με αναπηρίες σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι διαθέσιμη μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και ισότιμη με την πρόσβαση των άλλων τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης μέσω υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας ή υπηρεσιών αναμετάδοσης από τρίτους. Η Επιτροπή και οι εθνικές ρυθμιστικές και άλλες αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε ισότιμη βάση με τους υπόλοιπους χρήστες, όταν ταξιδεύουν σε άλλο κράτος μέλος, όπου είναι εφικτό, χωρίς οποιαδήποτε προεγγραφή. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στην εξασφάλιση διαλειτουργικότητας μεταξύ των κρατών μελών και βασίζονται κατά τον μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39, και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να θεσπίζουν πρόσθετες απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος καθίστανται διαθέσιμες στο πλέον κατάλληλο PSAP χωρίς καθυστέρηση μετά την ενεργοποίηση της επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο πληροφορίες εντοπισμού βάσει δικτύου όσο και, όπου είναι διαθέσιμες, πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος που αντλούνται βάσει χειροσυσκευής. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο προσδιορισμός και η μετάδοση των πληροφοριών για τον εντοπισμό του τελικού χρήστη είναι ατελείς για τον τελικό χρήστη και το PSAP, όσον αφορά όλες τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112». Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν την εν λόγω υποχρέωση ώστε να καλύπτονται επίσης οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης σε εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης. Αυτό δεν εμποδίζει τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, να καθορίζουν κριτήρια για την ακρίβεια και την αξιοπιστία των παρεχόμενων πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος.

6. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού έκτακτης ανάγκης «112», καθώς και για τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητάς του, μεταξύ άλλων μέσω πρωτοβουλιών που εστιάζονται ειδικότερα σε πρόσωπα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών και άτομα με αναπηρίες. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται σε προσβάσιμους μορφότυπους που αντιστοιχούν σε διάφορους τύπους αναπηρίας. Η Επιτροπή υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών.

7. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης προς τις υπηρεσίες «112» στα κράτη μέλη, η Επιτροπή ▌θεσπίζει, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109, σχετικά με τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμβατότητας, διαλειτουργικότητας, ποιότητας, αξιοπιστίας και συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση όσον αφορά λύσεις για τον εντοπισμό του καλούντος, την πρόσβαση για τελικούς χρήστες, την προσβασιμότητα για άτομα με αναπηρίες και τη δρομολόγηση προς το πλέον κατάλληλο PSAP. Οι πρώτες τέτοιες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται έως [να εισαχθεί η ημερομηνία].

Η Επιτροπή διατηρεί βάση δεδομένων με τους αριθμούς των ευρωπαϊκών υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τη σύσταση Ε.164, ώστε να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

Τα εν λόγω μέτρα λαμβάνονται με την επιφύλαξη της οργάνωσης των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης και χωρίς επιπτώσεις σε αυτή, η οποία παραμένει αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών.

Άρθρο 102α

Σύστημα «αντίστροφου 112»

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, μέσω της χρήσης των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, την καθιέρωση εθνικών αποτελεσματικών συστημάτων επικοινωνιών «αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση και τη θέση σε επιφυλακή των πολιτών σε περίπτωση επικείμενων ή εν εξελίξει φυσικών και/ή ανθρωπογενών σοβαρών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και καταστροφών, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων εθνικών και περιφερειακών συστημάτων και χωρίς να υπονομεύονται οι κανόνες ιδιωτικότητας και προστασίας των δεδομένων.

Άρθρο 103

Ισότιμη πρόσβαση και επιλογές για τελικούς χρήστες με αναπηρίες

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν ▌τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες:

  α) έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών πληροφοριών που παρέχονται δυνάμει του άρθρο 95, ισοδύναμες με τις παρεχόμενες στην πλειονότητα των τελικών χρηστών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να καταστήσουν πιο προσβάσιμους τους ιστοτόπους τους και τις εφαρμογές τους για κινητές συσκευές, προσδίδοντάς τους μεγαλύτερη αντιληπτικότητα, χρηστικότητα, κατανοησιμότητα και στιβαρότητα.

  β) έχουν τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ των επιχειρήσεων και των υπηρεσιών που διαθέτει η πλειονότητα των τελικών χρηστών.

Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, στον βαθμό που αυτό δεν συνεπάγεται δυσανάλογη επιβάρυνση για τους παρόχους τερματικού εξοπλισμού και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τη διαθεσιμότητα ειδικού εξοπλισμού που προσφέρει τις αναγκαίες υπηρεσίες και λειτουργίες που προορίζονται ειδικά για τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Η εκτίμηση του τι θεωρείται δυσανάλογη επιβάρυνση ακολουθεί τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12 της οδηγίας xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ.

2. Κατά τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση προς ▌σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

Στον βαθμό που οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έρχονται σε σύγκρουση με τις διατάξεις της οδηγίας xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[46], υπερισχύουν οι διατάξεις της οδηγίας xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ.

Άρθρο 104

Υπηρεσίες πληροφοριών τηλεφωνικού καταλόγου

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας ικανοποιούν κάθε εύλογο αίτημα για τη διάθεση, στο πλαίσιο της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου και καταλόγων, των σχετικών πληροφοριών σε συμφωνημένη μορφή και κατά τρόπο δίκαιο, αντικειμενικό, κοστοστρεφή και αμερόληπτο.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις και όρους στις επιχειρήσεις που ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες για την παροχή υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 59. Αυτοί οι όροι και οι υποχρεώσεις είναι αντικειμενικοί, ισότιμοι, αμερόληπτοι και διαφανείς.

3. Τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν κανονιστικούς περιορισμούς που εμποδίζουν την άμεση πρόσβαση των τελικών χρηστών ενός κράτους μέλους, στην υπηρεσία πληροφοριών καταλόγου άλλου κράτους μέλους μέσω τηλεφωνικής κλήσης ή με αποστολή SMS, και λαμβάνουν μέτρα για την εξασφάλιση της πρόσβασης αυτής σύμφωνα με το άρθρο 91.

4. Οι παράγραφοι 1 έως 3 εφαρμόζονται, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του ενωσιακού δικαίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, και ιδίως του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.

Άρθρο 105

Διαλειτουργικότητα του ραδιοτηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ραδιοτηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Οι πάροχοι υπηρεσιών ψηφιακής τηλεόρασης εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του τερματικού εξοπλισμού έτσι ώστε, στις περιπτώσεις που είναι τεχνικά εφικτό, ο τερματικός εξοπλισμός να μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί με άλλους παρόχους και, εάν δεν μπορεί, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους καταναλωτές να επιστρέψουν τον τερματικό εξοπλισμό μέσω μιας δωρεάν και εύκολης διαδικασίας.

Άρθρο 106

Υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος»

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και συναφών συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας για την εξασφάλιση της δέουσας πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρίες σε περιεχόμενο και ηλεκτρονικό οδηγό προγραμμάτων, και υποστηρικτικά δεδομένα για συνδεδεμένες τηλεοπτικές υπηρεσίες και ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων, σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους οι οποίες παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση εκπομπών ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών καναλιών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων και υπηρεσιών αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών καναλιών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» στην αναλογική τηλεοπτική μετάδοση μόνο όταν η έλλειψη μιας τέτοιας υποχρέωσης θα προκαλούσε σημαντική όχληση σε σημαντικό αριθμό τελικών χρηστών ή όταν δεν υπάρχουν άλλα μέσα μετάδοσης για συγκεκριμένα τηλεοπτικά κανάλια.

Οι ▌υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς.

1a. Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο επανεξετάζονται από τα κράτη μέλη το αργότερο εντός ενός έτους από [ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], εκτός εάν τα κράτη μέλη έχουν διεξαγάγει την εν λόγω επανεξέταση εντός των τεσσάρων προηγουμένων ετών.

Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τις υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» τουλάχιστον ανά πενταετία.

1β. Τα κράτη μέλη δύνανται επιπλέον να επιβάλλουν εύλογα δικαιώματα «υποχρεωτικής προσφοράς» όσον αφορά συγκεκριμένα κανάλια ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων γενικού ενδιαφέροντος, σε επιχειρήσεις που υπόκεινται σε υποχρεώσεις μεταφοράς σήματος υπό τη δικαιοδοσία τους.

2. Ούτε η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ούτε το άρθρο 57 παράγραφος 2 προδικάζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών, να καθορίζουν στη νομοθεσία τους τυχόν κατάλληλη αποζημίωση για τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν γίνεται διάκριση κατά την αντιμετώπιση παρόχων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Εάν πρέπει να προβλέπεται αμοιβή, η απαίτηση για αμοιβή και το ύψος της μπορούν να καθορίζονται με νόμο, και η εν λόγω αμοιβή εφαρμόζεται με αναλογικό και διαφανή τρόπο.

Άρθρο 107

Παροχή πρόσθετων ευκολιών

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 83 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από όλους τους παρόχους που παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και/ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών να διαθέτουν δωρεάν, κατά περίπτωση, πλήρως ή εν μέρει στους τελικούς χρήστες τις πρόσθετες ευκολίες που αναφέρονται στο Μέρος Β του παραρτήματος VΙ, με την επιφύλαξη της τεχνικής σκοπιμότητας ▌, καθώς και πλήρως ή εν μέρει τις ευκολίες που παρατίθενται στο μέρος Α του παραρτήματος VI.

2. Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόζει την παράγραφο 1, στο σύνολο ή σε μέρος της επικράτειάς του, εάν κρίνει, αφού λάβει υπόψη του τις απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, ότι υπάρχει επαρκής πρόσβαση στις ευκολίες αυτές.

Άρθρο 108

Προσαρμογή των παραρτημάτων

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 109, σχετικά με τις προσαρμογές των παραρτημάτων V, VI, VIII, IX, και X, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις ή μεταβολές της ζήτησης της αγοράς.

Μέρος IV. ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 109

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2. Η εξουσία που αναφέρεται στα άρθρα 40, 60, 73, 102 και 108 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από ... [ημερομηνία έναρξης ισχύος της βασικής νομοθετικής πράξης ή οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία ορίσουν οι συννομοθέτες].

3. Η εξουσία που αναφέρεται στα άρθρα 40, 60, 73, 102 και 108 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας της 13ης Απριλίου 2016.

5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

6. Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του/των άρθρου/-ων 40, 60, 73, 102 και 108 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός [δύο μηνών] από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει η προθεσμία αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά [δύο μήνες] με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 110

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή («επιτροπή επικοινωνιών») που συγκροτείται βάσει της οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2. Για τα εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, η επιτροπή είναι η επιτροπή ραδιοφάσματος που συγκροτείται βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ.

3. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Σε περίπτωση που η γνώμη της επιτροπής πρέπει να ληφθεί με γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας έκδοσης της γνώμης, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσει μέλος της επιτροπής. Στην περίπτωση αυτή, ο πρόεδρος συγκαλεί συνεδρίαση της επιτροπής εντός εύλογου χρόνου.

4. Εφόσον γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 του ίδιου κανονισμού.

5. Σε περίπτωση που η γνώμη της επιτροπής πρέπει να ληφθεί με γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας έκδοσης της γνώμης, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσει μέλος της επιτροπής. Στην περίπτωση αυτή, ο πρόεδρος συγκαλεί συνεδρίαση της επιτροπής εντός εύλογου χρόνου.

Άρθρο 111

Ανταλλαγή πληροφοριών

1. Η Επιτροπή παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες στην επιτροπή επικοινωνιών σχετικά με το αποτέλεσμα των τακτικών διαβουλεύσεων με τους αντιπροσώπους των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων, των φορέων παροχής υπηρεσιών, των χρηστών, των καταναλωτών, των κατασκευαστών, και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, καθώς και των τρίτων χωρών και των διεθνών οργανισμών.

2. Η επιτροπή επικοινωνιών, λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική της Ένωσης στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ενθαρρύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση και την εξέλιξη των κανονιστικών ενεργειών στον τομέα των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 112

Δημοσίευση πληροφοριών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επικαιροποιημένες πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δημοσιοποιούνται με τρόπο που εγγυάται την εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων μερών στις εν λόγω πληροφορίες. Δημοσιεύουν ανακοίνωση στην εθνική επίσημη εφημερίδα τους, όπου αναφέρεται ο τρόπος και ο τόπος δημοσίευσης των πληροφοριών αυτών. Η πρώτη σχετική ανακοίνωση δημοσιεύεται πριν από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 118 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο και, στη συνέχεια, δημοσιεύεται ανακοίνωση, κάθε φορά που μεταβάλλονται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αυτήν.

2. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή αντίγραφο όλων αυτών των ανακοινώσεων κατά τη δημοσίευσή τους. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις πληροφορίες, στην επιτροπή επικοινωνιών, ανάλογα με την περίπτωση.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι συναφείς πληροφορίες για δικαιώματα, όρους, διαδικασίες, επιβαρύνσεις, τέλη και αποφάσεις που αφορούν γενικές άδειες, δικαιώματα χρήσης και δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων δημοσιεύονται και ενημερώνονται με κατάλληλο τρόπο, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

4. Όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 τηρούνται από διάφορες βαθμίδες της διοίκησης, ιδίως οι πληροφορίες που αφορούν τις διαδικασίες και τους όρους για δικαιώματα δημιουργίας εγκαταστάσεων, η εθνική ρυθμιστική αρχή καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια, λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό κόστος, για την εκπόνηση εύχρηστης σύνοψης όλων αυτών των πληροφοριών, καθώς και πληροφοριών σχετικά με τις εκάστοτε αρμόδιες βαθμίδες της διοίκησης και τις υπεύθυνες αρχές, προκειμένου να διευκολύνεται η υποβολή αιτήσεων δικαιωμάτων δημιουργίας εγκαταστάσεων.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ειδικές υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις δυνάμει της παρούσας οδηγίας, δημοσιεύονται και ότι προσδιορίζονται οι ειδικές αγορές προϊόντων/υπηρεσιών και οι γεωγραφικές αγορές. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διατίθενται στο κοινό ενημερωμένες πληροφορίες, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες δεν είναι εμπιστευτικές και ότι ιδίως δεν αφορούν μυστικά της επιχειρήσεως, κατά τρόπον που εγγυάται την εύκολη πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων στις πληροφορίες αυτές.

6. Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή αντίγραφο όλων των δημοσιευόμενων πληροφοριών. Η Επιτροπή διαθέτει τις πληροφορίες αυτές σε εύκολα προσβάσιμη μορφή και τις διανέμει, κατά περίπτωση, στην επιτροπή επικοινωνιών.

Άρθρο 113

Κοινοποίηση και παρακολούθηση

1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο κατά την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 115 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και αμέσως μετά την ημερομηνία αυτή, εφόσον επέλθει οποιαδήποτε αλλαγή, τις επωνυμίες των καθορισμένων επιχειρήσεων για την εκπλήρωση υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας δυνάμει του άρθρου 81.

Η Επιτροπή διαθέτει αυτές τις πληροφορίες σε ευανάγνωστη μορφή και τις διανέμει στην επιτροπή επικοινωνιών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 111.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα των φορέων εκμετάλλευσης οι οποίοι θεωρείται ότι έχουν σημαντική ισχύ στην αγορά για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, καθώς και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε αυτούς δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οποιαδήποτε αλλαγή που επηρεάζει τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις ή στις επιχειρήσεις που θίγονται δυνάμει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, κοινοποιείται αμελλητί στην Επιτροπή.

Άρθρο 114

Διαδικασίες επανεξέτασης

1. Η Επιτροπή προβαίνει σε περιοδική επανεξέταση της λειτουργίας της παρούσας οδηγίας και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, την πρώτη φορά το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 115 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και στη συνέχεια ανά πενταετία.

Στο πλαίσιο της εν λόγω επανεξέτασης αξιολογείται ειδικότερα κατά πόσο οι εξουσίες εκ των προτέρων παρέμβασης δυνάμει της παρούσας οδηγίας επαρκούν, σε συνδυασμό με την αναλογική εφαρμογή άλλων υποχρεώσεων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, προκειμένου οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να είναι σε θέση να εξασφαλίζουν ότι, παρουσία μη ανταγωνιστικών ολιγοπωλιακών δομών αγοράς, ο ανταγωνισμός στις αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών συνεχίζει να αναπτύσσεται προς όφελος των τελικών χρηστών όσον αφορά την ποιότητα, τις επιλογές και τις τιμές, και ότι οι αγορές χονδρικής που παρέχουν πρόσβαση σε υποδομές ηλεκτρονικών επικοινωνιών αναπτύσσονται και ευημερούν, όπως είναι απαραίτητο προκειμένου να εξασφαλίζονται ανταγωνιστικά αποτελέσματα για τους τελικούς χρήστες και συνδεσιμότητα πολύ υψηλής χωρητικότητας.

Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ζητά πληροφορίες από τα κράτη μέλη, οι οποίες παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Άρθρο 115

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως την [ημέρα/μήνας/έτος], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα [...] και τα παραρτήματα [...]. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Θέτουν σε εφαρμογή τα μέτρα αυτά από την [ημέρα/μήνας/έτος].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση σύμφωνα με την οποία οι παραπομπές σε ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, που περιλαμβάνονται στις οδηγίες που καταργούνται με την παρούσα οδηγία, νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος παραπομπής και η διατύπωσή του αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 116

Καταργούμενες διατάξεις

Οι οδηγίες 2002/19/ΕΚ, 2002/20/ΕΚ, 2002/21/ΕΚ και 2002/22/ΕΚ, που απαριθμούνται στο παράρτημα XI μέρος A, καταργούνται με ισχύ από την [...], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα XI μέρος Β.

Το άρθρο 5 της απόφασης 243/2012/ΕΕ καταργείται από τις [...].

Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XII.

Άρθρο 117

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 118

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο  Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος  Ο Πρόεδρος

  • [1]  ΕΕ C xx της 2.3.2017, σ. xx.
  • [2]  ΕΕ C xx της 2.3.2017, σ. xx.
  • [3]  ΕΕ C 77 της 28.3.2002, σ. 1.
  • [4] * Τροπολογίες: το νέο ή το τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· οι διαγραφές σημειώνονται με το σύμβολο ▌.
  • [5]   ΕΕ C της , σ. .
  • [6]   ΕΕ C της , σ. .
  • [7]   Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7).
  • [8]   Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21).
  • [9]   Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).
  • [10]   Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).
  • [11]   Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).
  • [12]   Το κανονιστικό πλαίσιο της Ένωσης για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες περιλαμβάνει επίσης τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (ΕΕ L 172 της 30.6.2012, σ. 10), τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1) και την οδηγία 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 155 της 23.5.2014, σ. 1), καθώς και ορισμένες αποφάσεις των συννομοθετών και της Επιτροπής.
  • [13]   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1211/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας (ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 1).
  • [14]   Οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ (ΕΕ L 153 της 22.5.2014, σ. 62).
  • [15]  Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 26ης Απριλίου 1988, Bond van Adverteerders κ.λπ. κατά του ολλανδικού δημοσίου, C-352/85, ECLI: EU:C:1988:196.
  • [16]   Και τα δύο ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/758 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2015, όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για την ανάπτυξη του συστήματος eCall που βασίζεται στην υπηρεσία 112 σε οχήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ [ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 77], και στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013 της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2012, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2010/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμονισμένη παροχή διαλειτουργικού πανενωσιακού συστήματος eCall [ΕΕ L 91 της 3.4.2013, σ. 1].
  • [17]   Όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/758.
  • [18]   ΕΕ L 81 της 21.3.2012, σ. 7.
  • [19]   Υπόθεση C-614/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας, EU:C:2012:631.
  • [20]   Οδηγία 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ΕΕ L 155 της 23.5.2014, σ. 1.
  • [21]   Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).
  • [22]   Οδηγία (EE) 2016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2016, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο ασφάλειας συστημάτων δικτύου και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (ΕΕ L 194 της 19.7.2016, σ. 1).
  • [23]   Απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002).
  • [24]   Σύσταση 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, περί του περιορισμού της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0 Hz - 300 GHz), ΕΕ L 199 της 30.7.1999, σ. 59–70.
  • [25]   Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο»), (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).
  • [26]   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [ΕΕ L 364 της 14.11.2012, σ. 12]
  • [27]   Σύσταση της Επιτροπής 2013/466/ΕΕ, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με συνεκτικές υποχρεώσεις αμεροληψίας και μεθόδους υπολογισμού του κόστους για την προαγωγή του ανταγωνισμού και τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος όσον αφορά την ευρυζωνικότητα, ΕΕ L 251 της 21.9.2013, σ. 13.
  • [28]  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2015 για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1).
  • [29]  Οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες (ΕΕ L,, σ. ...).
  • [30]   Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).
  • [31]   ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.
  • [32]   Κανονισμός (ΕΕ) 2015/758 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για το σύστημα eCall που βασίζεται στην υπηρεσία 112 σε οχήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ (ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 77).
  • [33]   Οδηγία (ΕΕ) αριθ. 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2016, για την προσβασιμότητα των ιστοτόπων και των εφαρμογών για φορητές συσκευές των οργανισμών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 327 της 2.12.2016, σ. 1).
  • [34]   Οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2002, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 249 της 17.9.2002, σ. 21).
  • [35]   Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)· ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1
  • [36]   ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.
  • [37]   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1211/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, για τη δημιουργία Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και της Υπηρεσίας.
  • [38]  BEREC (όπως τροποποιήθηκε)
  • [39]   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. xxxx/xxxx του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της [], για τη δημιουργία του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών στις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) (ΕΕ L της []).
  • [40]   Σύσταση 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, περί του περιορισμού της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0 Hz - 300 GHz) (ΕΕ L 199 της 30.7.1999, σ. 59).
  • [41]   Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με το ανοιχτό διαδίκτυο και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης, ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1.
  • [42]   Οδηγία 2013/35/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, περί των ελαχίστων απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας όσον αφορά την έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (ηλεκτρομαγνητικά πεδία) (20ή ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) και περί καταργήσεως της οδηγίας 2004/40/ΕΚ (ΕΕ L 179 της 29.6.2013, σ. 1).
  • [43]   Σύσταση 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, περί του περιορισμού της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0 Hz - 300 GHz) (ΕΕ L 199 της 30.7.1999, σ. 59).
  • [44]   Οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ (ΕΕ L 153 της 22.5.2014, σ. 62).
  • [45]   ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.
  • [46]  Οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες (ΕΕ L,, σ. ...).

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Πρόκειται για μια αποφασιστική στιγμή για τη μεγιστοποίηση των ευκαιριών που παρέχουν οι πιο προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες. Από την αναθεώρηση του 2009 και μετά, η αγορά έχει μεταβληθεί δραματικά. Νέοι παράγοντες έχουν αναδειχθεί ως καταναλωτές και οι επιχειρήσεις στηρίζονται όλο και περισσότερο σε υπηρεσίες δεδομένων.

Τα σημερινά έξυπνα αυτοκίνητα, οι πόλεις, η ενέργεια, η βιομηχανία, η υγεία, ο τραπεζικός τομέας, η εκπαίδευση, η έρευνα, οι δημόσιες υπηρεσίες κ.λπ. χρειάζονται μεγαλύτερη συνδεσιμότητα και μήκη κύματος, δηλαδή πολύ υψηλής χωρητικότητας δίκτυα σταθερής και κινητής τηλεφωνίας (VHCN). Το πλαίσιο είναι ζωτικής σημασίας για να καταστεί η ΕΕ μια κοινωνία των gigabit βασισμένη σε έναν άξονα συνδεσιμότητας. Ωστόσο, εκτιμάται ότι απαιτούνται επενδύσεις της τάξης των 500-600 δισεκατομμυρίων EUR, οι οποίες πρέπει να εξασφαλιστούν και από τον ιδιωτικό τομέα σε ποσοστό έως και 90%. Αυτό απαιτεί κυρίως ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την προβλεψιμότητα και θα ανταμείβει την ανάληψη κινδύνων και τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Συνεπώς, η πρόταση της Επιτροπής να προστεθούν οι υποδομές στον πυρήνα του πλαισίου είναι η ορθή προσέγγιση.

Οι επενδύσεις, ο ανταγωνισμός και η κανονιστική ρύθμιση πρέπει να αποτελέσουν έναν ενάρετο κύκλο για την ανάπτυξη πανταχού παρόντων δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας (VHCN) και ευρυζωνικής υποδομής 5G (πέμπτης γενιάς). Τούτο απαιτεί την πλήρη ανάπτυξη της ψηφιακής ενιαίας αγοράς, ώστε να αξιοποιηθεί η ισχύς μιας οικονομίας μεγέθους 16,5 τρισεκατομμυρίων EUR, που αντιπροσωπεύει το 23% του παγκόσμιου ΑΕγχΠ, 500 εκατομμύρια καταναλωτές και έναν ισχυρό βιομηχανικό τομέα, ανταγωνιστικό σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρόκειται για πόρους και οικονομίες κλίμακας απαραίτητες για την πλήρη ανάπτυξη της νεφοϋπολογιστικής, των μαζικών δεδομένων, της βασιζόμενης στα δεδομένα επιστήμης, της ρομποτικής, της τεχνητής νοημοσύνης και του διαδικτύου των πραγμάτων.

Με την ανάπτυξη δικτύων VHCN, η ΕΕ θα είναι άρτια εξοπλισμένη προκειμένου να αναλάβει ηγετικό ρόλο στον τομέα της οικονομίας δεδομένων, ο οποίος αποτελεί το βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αυτού του αιώνα.

Ο στόχος αυτός δεν αποτελεί ευσεβή πόθο, αλλά μια πραγματική ευκαιρία.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ & ΣΤΟΧΟΙ

α) Δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας

Ο ρόλος των ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως κινητήριας δύναμης της οικονομίας έχει ενισχυθεί σημαντικά. Παραδοσιακές υπηρεσίες αντικαθίστανται από υπηρεσίες δεδομένων ως βασικά προϊόντα για όλους τους χρήστες. Αυτό σημαίνει ότι ο τομέας πρέπει να ανταποκρίνεται στην αυξημένη ζήτηση και στις ανάγκες της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης.

Η εισηγήτρια υποστηρίζει τη δρομολόγηση της εγκατάστασης και της αξιοποίησης δικτύων VHCN, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης δικτύων κινητής τηλεφωνίας που χρησιμοποιούν ενισχυμένες ραδιοδιεπαφές και αυξημένη πυκνότητα, ως έναν από τους γενικούς στόχους του πλαισίου, σε ισότιμη θέση με τους υφιστάμενους στόχους όσον αφορά τον ανταγωνισμό, την εσωτερική αγορά και τα οφέλη για τους τελικούς χρήστες. Τάσσεται υπέρ της επίτευξης αυτού του στόχου.

Η εισηγήτρια προτείνει να προστεθεί ένας νέος τίτλος στον κώδικα, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια και να ενισχυθεί η προβολή των εργαλείων που αφορούν ειδικά τα δίκτυα VHCN.

Ο ορισμός των δικτύων VHCN θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ενισχυθεί η τεχνολογική ουδετερότητα και να καταστεί πιο ανθεκτικός στις μελλοντικές εξελίξεις, μέσω της εστίασης στη δυναμική ικανότητα των δικτύων να καλύπτουν τη ζήτηση για απεριόριστη χρήση καθώς αυτή εξελίσσεται. Η πτυχή αυτή συνδέεται με τον καθορισμό παραμέτρων επιδόσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε κάλυψη των στόχων συνδεσιμότητας έως το 2025, καθώς και με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC όσον αφορά τις απαιτήσεις σε μεταγενέστερο στάδιο.

β) Υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ECS)

Σήμερα, οι επιφυείς υπηρεσίες (OTT), όπως οι φωνητικές υπηρεσίες μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου (VoIP), οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων κ.λπ. αντικαθιστούν τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) κ.λπ.

Αυτή η ιδιαίτερη εξέλιξη έχει πολύ θετική επίδραση στον ανταγωνισμό, την καινοτομία και την ανάπτυξη. Δημιουργεί επίσης προβλήματα: είτε οι νέες υπηρεσίες εκ των πραγμάτων δεν υπόκεινται στους ισχύοντες κανόνες είτε οι κανόνες δεν εφαρμόζονται με συνέπεια σε ολόκληρη την ΕΕ. Επομένως, οι ορισμοί θα πρέπει να αποσαφηνιστούν ώστε να στηρίζονται σε μια λειτουργική προσέγγιση από την οπτική γωνία του χρήστη. Ο προτεινόμενος ορισμός της Επιτροπής για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (άρθρο 2 παράγραφος 4) παρέχει μια πρώτη ισορροπημένη προσέγγιση για συζήτηση.

γ) Γενική άδεια

Η γενική άδεια διασφαλίζει την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την ΕΕ. Καμία υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν θα πρέπει να στερείται αυτό το όφελος και να διατρέχει τον κίνδυνο να υπόκειται σε 28 διαφορετικά καθεστώτα.

Ως εκ τούτου, η εισηγήτρια προτείνει να συμπεριληφθούν στο εν λόγω πλαίσιο όλες οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την ποικιλομορφία και τον καινοτόμο χαρακτήρα πολλών εξ αυτών. Αυτό απαιτεί ένα κατώτατο όριο που θα απαλλάσσει τις μικρές υπηρεσίες από περιττά βάρη. Η έννοια της «κοινοτικής διάστασης», η οποία προέρχεται από τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εξαίρεση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με περιορισμένη παρουσία και κύκλο εργασιών στην ΕΕ από τις υποχρεώσεις κοινοποίησης, ενώ παράλληλα θα τους επέτρεπε να ωφεληθούν, εάν το επιθυμούν, από τη γενική άδεια σε κράτη μέλη που απαιτούν κοινοποίηση, έναντι συμβολικού τέλους.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ

α) Γενική προσέγγιση

Το πλαίσιο στηρίζεται σε τρεις βασικούς στόχους: ανταγωνισμός, εσωτερική αγορά και συμφέρον τελικού χρήστη. Αυτές εξακολουθούν να είναι οι κατευθυντήριες αρχές για τον κώδικα. Η προσέγγιση του ανταγωνισμού, βασισμένη στη σημαντική ισχύ στην αγορά (ΣΙΑ), έχει σημειώσει επιτυχία στη διαδικασία ελευθέρωσης από τη δεκαετία του 1990 και πρέπει να παραμείνει στον πυρήνα του κώδικα. Το σύνολο της εργαλειοθήκης διορθωτικών μέτρων, από τις υποχρεώσεις διαφάνειας μέχρι τον λειτουργικό διαχωρισμό, πρέπει να συνεχίσει να είναι διαθέσιμο στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές (ΕΡΑ).

Ωστόσο, η εισηγήτρια υιοθετεί την πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία οι τρέχοντες στόχοι περιλαμβάνονται στον νέο στόχο συνδεσιμότητας των VHCN. Συνεπώς, ο νέος στόχος καθιστά καίρια τη σημασία του κώδικα για την επίτευξη ενός πιο προβλέψιμου επενδυτικού περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων μέσω περαιτέρω μέτρων για την αντιμετώπιση προκλήσεων σχετικά με την εγκατάσταση.

Η εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση δεν αποτελεί αυτοσκοπό· σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η επιβολή υποχρεώσεων πρόσβασης είναι απαραίτητη μόνον εάν, σε διαφορετική περίπτωση, οι αγορές λιανικής δεν θα ήταν πραγματικά ανταγωνιστικές, όπως συμβαίνει με το τρέχον πλαίσιο.

Η εισηγήτρια υποστηρίζει λύσεις στο πλαίσιο της αγοράς μέσω εμπορικών συμφωνιών, όπως συμφωνίες συνεπένδυσης ή πρόσβασης, όπου αυτό έχει θετική επίδραση στον ανταγωνισμό.

β) Κλίμακα διορθωτικών μέτρων

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, καθώς και τις διατάξεις του Χάρτη όσον αφορά το δικαίωμα ιδιοκτησίας και την επιχειρηματική ελευθερία, οι υποχρεώσεις πρέπει να περιορίζονται στις ελάχιστες απαραίτητες για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Σε κάθε στάδιο της αξιολόγησης, πριν μια εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει οποιοδήποτε πρόσθετο, πιο επαχθές διορθωτικό μέτρο, θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου να καταστεί πραγματικά ανταγωνιστική η αγορά λιανικής, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών πτυχών.

γ) Ανασκόπηση της αγοράς

Η πρόταση τροποποιεί την υφιστάμενη διαδικασία ανάλυσης της αγοράς, μεταξύ άλλων παρατείνοντας, από τα τρία στα πέντε έτη, το διάστημα εντός του οποίου πραγματοποιείται. Ωστόσο, η παράταση αυτή ενδέχεται να μην οδηγήσει σε ιδιαίτερη κανονιστική σταθερότητα για επενδύσεις με πολύ μακρόχρονη περίοδο απόδοσης, ενώ είναι πιθανόν να οδηγήσει σε κανονιστικές ρυθμίσεις που θα εξακολουθούν να ισχύουν πέραν του αναγκαίου, με αρνητικές επιπτώσεις για τις επενδύσεις.

Η εισηγήτρια κρίνει, επομένως, ότι ο πενταετής κύκλος ανασκόπησης είναι πολύ μεγάλος για ιδιαίτερα δυναμικές αγορές, και προτείνει να θεσπιστεί υποχρέωση σύμφωνα με την οποία οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα διεξάγουν πλήρη ανασκόπηση σε πιο σύντομα χρονικά διαστήματα για τις εν λόγω αγορές.

Επιπλέον, το στοιχείο ευελιξίας που εισάγεται αυτοδικαίως από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές κατόπιν εξέτασης των εξελίξεων της αγοράς, θα πρέπει να συνδυαστεί με μια υποχρέωση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών να προβαίνουν σε επανεξέταση κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος από φορέα εκμετάλλευσης.

Για να αποφεύγεται η αβεβαιότητα και οι εκκρεμούσες υποχρεώσεις λόγω καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της επανεξέτασης της αγοράς, οποιεσδήποτε προηγούμενες υποχρεώσεις θα πρέπει να καταργούνται στην περίπτωση που η επανεξέταση της αγοράς δεν έχει ολοκληρωθεί εγκαίρως. Για να τεθεί σε ισχύ ο κώδικας πιο σύντομα και με ομοιόμορφο τρόπο σε ολόκληρη την ΕΕ, όλες οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να επανεξετάσουν τις υφιστάμενες υποχρεώσεις βάσει του νέου νομικού πλαισίου αμέσως μετά την ημερομηνία μεταφοράς.

δ) Γεωγραφικές έρευνες

Οι γεωγραφικές έρευνες δικτύων αποτελούν πολύτιμα μέσα τα οποία βρίσκονται ήδη στη διάθεση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Η επιβολή, στους φορείς εκμετάλλευσης, υποχρέωσης υποβολής επενδυτικών προβλέψεων, σε συνδυασμό με ενδεχόμενες κυρώσεις, είναι δυσανάλογη και δεν λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο λήψης επενδυτικών αποφάσεων σύμφωνα με τις εξελίξεις στην αγορά. Η εισηγήτρια προτείνει τη διαγραφή των εν λόγω διατάξεων.

ε) Συμμετρικές υποχρεώσεις

Η επέκταση των συμμετρικών υποχρεώσεων σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί η εναλλακτική ανάπτυξη δικτύων σε αραιοκατοικημένες περιοχές όπου δεν είναι πιθανό να υπάρχει ανταγωνισμός υποδομών, είναι χρήσιμη και η εισηγήτρια την υποστηρίζει. Ωστόσο, οι συμμετρικές υποχρεώσεις δεν θα πρέπει να ισχύουν στην περίπτωση που υπονομεύονται τα οικονομικά δεδομένα της αρχικής ανάπτυξης δικτύου.

στ) Τέλη τερματισμού

Προκειμένου να αποφεύγονται οι αδικαιολόγητες χρεώσεις και η αποσπασματική αντιμετώπιση, που έχουν ως αποτέλεσμα διαφορές στο κόστος διεθνών κλήσεων απλώς και μόνο ανάλογα με το πού τερματίζονται οι κλήσεις, η Επιτροπή θα πρέπει να καθορίσει μέγιστα τέλη τερματισμού σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, στο πλαίσιο ενός απλουστευμένου μηχανισμού, λαμβανομένων υπόψη των υψηλότερων τελών που ισχύουν σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.

ζ) «Ασφαλιστική δικλείδα»

Η εισαγωγή μιας «ασφαλιστικής δικλείδας» για τα διορθωτικά μέτρα έχει σημαντικά πλεονεκτήματα. Η Επιτροπή, επί του παρόντος, έχει δικαίωμα αρνησικυρίας επί του ορισμού της αγοράς και της αξιολόγησης της ΣΙΑ εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, που βασίζεται, όπως και το πλαίσιο συνολικά, στην εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και των οικονομικών αρχών. Ο τελικός στόχος είναι η κατάργηση της εκ των προτέρων κανονιστικής ρύθμισης άπαξ και εξασφαλιστεί ο ανταγωνισμός, ούτως ώστε η αγορά να ρυθμίζεται μόνο από τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού. Η Επιτροπή θα έχει τότε πλήρη εξουσία και επί των διορθωτικών μέτρων.

ΡΑΔΙΟΦΑΣΜΑ

α) Γενική προσέγγιση

Το ραδιοφάσμα είναι μια ζωτικής σημασίας πηγή για την παροχή ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην οποία βασίζονται ολοένα και περισσότεροι φορείς. Η μελλοντική ζήτηση θα αυξηθεί εκθετικά. Η συνδεσιμότητα για την κινητή τηλεφωνία πέμπτης γενιάς θα χρειαστεί έως και 56 GHz επιπλέον ραδιοφάσμα. Το γεγονός αυτό καθιστά απαραίτητη την έγκαιρη απελευθέρωση ραδιοφάσματος και την πραγματοποίηση στοχευμένων βελτιώσεων όσον αφορά τη διαχείρισή του.

Η εισηγήτρια στηρίζει, επομένως, τις προτάσεις για διασφάλιση προηγμένης συνδεσιμότητας με έγκαιρη απελευθέρωση ραδιοφάσματος, απλουστευμένη ρυθμιστική παρέμβαση, μεγαλύτερη συνέπεια και προβλεψιμότητα στην εκχώρηση, και μεγαλύτερη ανταπόκριση στις προκλήσεις που θέτει η διαχείριση του ραδιοφάσματος.

β) Ασφάλεια επενδύσεων

Η ελάχιστη διάρκεια 30 ετών που προτείνει η εισηγήτρια διασφαλίζει την απόδοση των επενδύσεων και παρέχει προβλεψιμότητα για να ενθαρρυνθεί η ταχύτερη ανάπτυξη προηγμένων δικτύων. Προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος κερδοσκοπίας, η αυξημένη διάρκεια συνδυάζεται με αυστηρότερες απαιτήσεις και μέσα για τη διασφάλιση της αποδοτικής και αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος, μέσω μηχανισμών απώλειας σε περίπτωση μη χρήσης.

Για να εξασφαλιστεί περαιτέρω η βέλτιστη χρήση και η ασφάλεια επενδύσεων, η εισηγήτρια προτείνει τροπολογίες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι όροι για τα μεμονωμένα δικαιώματα δεν μεταβάλλονται χωρίς συμφωνία, ότι καταργούνται οι αδικαιολόγητες υποχρεώσεις μερισμού, ενισχύεται η εμπορία ραδιοφάσματος, και διασφαλίζεται ότι τα τέλη και οι τιμές πρώτης προσφοράς βασίζονται σε κατάλληλη αξιολόγηση των συνθηκών της αγοράς. Προκειμένου να διασφαλίζεται ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον ραδιοφάσματος και να αποφεύγονται οι ασυνεπείς προσεγγίσεις, οι κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη στο πλαίσιο αυτό.

γ) Πρόσβαση σε δημόσια κτίρια

Για να διασφαλίζεται ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για δίκτυα VHCN τα δημόσια κτίρια, τα οποία είναι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες διευκόλυνσης που πληρώνονται μέσω φόρων, η εισηγήτρια προτείνει την προσθήκη υποχρέωσης πρόσβασης για την εγκατάσταση μικρών κυψελών με σκοπό τη συμπλήρωση της οδηγίας για τη μείωση του κόστους.

δ) Ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος (RSPG)

Η εισηγήτρια ενισχύει τον ρόλο της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος (RSPG), ούτως ώστε να ενισχυθεί γενικότερα η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, και όχι μόνο όσον αφορά την επίλυση των επιβλαβών παρεμβολών. Αυτός ο ενισχυμένος ρόλος της ομάδας RSPG καθιστά αναγκαίο να προβλέπεται από τον ίδιο τον κώδικα η δημιουργία της ομάδας, ενώ θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί το ζήτημα της γραμματείας (που παρέχεται επί του παρόντος από την Επιτροπή).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της

πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΟΡΩΝ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ ΡΑΔΙΟΦΑΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ ΑΡΙΘΜΩΝ

Οι όροι που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα παρέχουν τον μέγιστο κατάλογο όρων που δύνανται να συνοδεύουν γενικές άδειες για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌(μέρος Α), δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών (μέρος Β), υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ▌(μέρος Γ), δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων (μέρος Δ) και δικαιώματα χρήσης αριθμών (μέρος Ε).

Α. Γενικοί όροι που δύνανται να συνοδεύουν γενική άδεια

1. Διοικητικές επιβαρύνσεις σύμφωνα με το άρθρο 16 της παρούσας οδηγίας.

2. Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής ειδικά για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)[1].

3. Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στο πλαίσιο διαδικασίας κοινοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 12 της παρούσας οδηγίας και για άλλους σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 21 της παρούσας οδηγίας.

4. Δυνατότητα νόμιμης παρακολούθησης από αρμόδιες εθνικές αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ και την οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[2].

5. Όροι χρήσης για επικοινωνία των δημόσιων αρχών με το κοινό για προειδοποίηση του κοινού σχετικά με επικείμενες απειλές και για περιορισμό των συνεπειών από μείζονες καταστροφές.

6. Προδιαγραφή χρήσης σε περίπτωση μείζονος καταστροφής ή εθνικής έκτακτης ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται η επικοινωνία των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης με τις αρχές.

7. Υποχρεώσεις πρόσβασης πλην των προβλεπομένων στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας για τους παρόχους δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

8. Μέτρα προοριζόμενα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα πρότυπα και/ή τις προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 39.

9. Υποχρεώσεις διαφάνειας επί των παρόχων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό ώστε να εξασφαλίζεται η διατερματική συνδεσιμότητα, σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 3 και, εφόσον είναι αναγκαίο και αναλογικό, πρόσβαση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στις σχετικές πληροφορίες προς επαλήθευση της ακρίβειας της εν λόγω ανακοίνωσης.

Β. Ειδικοί όροι που είναι δυνατό να συνοδεύουν γενική άδεια για την παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1. Διασύνδεση δικτύων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3. Μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας έναντι ηλεκτρομαγνητικών πεδίων που προκαλούνται από δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της σύστασης αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου.

4. Διατήρηση της ακεραιότητας των δημόσιων δικτύων επικοινωνιών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, μεταξύ άλλων, με όρους για την πρόληψη ηλεκτρονικών παρεμβολών μεταξύ δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με την οδηγία 89/336/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Μαΐου 1989, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα[3].

5. Ασφάλεια δημόσιων δικτύων έναντι μη επιτρεπόμενης πρόσβασης σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες).

6. Όροι για τη χρήση ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/53/ΕΕ, όταν η εν λόγω χρήση δεν εξαρτάται από τη χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 1 και το άρθρο 48 της παρούσας οδηγίας.

Γ. Ειδικοί όροι που είναι δυνατό να συνοδεύουν γενική άδεια για την παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

1. Διαλειτουργικότητα υπηρεσιών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Προσβασιμότητα για τους τελικούς χρήστες όσον αφορά τους αριθμούς του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης, τους αριθμούς από τους καθολικούς διεθνείς αριθμούς ατελών κλήσεων και, εφόσον είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, τους αριθμούς των σχεδίων αριθμοδότησης άλλων κρατών μελών, και σχετικοί όροι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3. Κανόνες προστασίας των καταναλωτών ειδικά για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

4. Περιορισμοί σχετικά με τη μετάδοση παράνομου περιεχομένου, σύμφωνα με την οδηγία 2000/31/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, και ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά[4] και περιορισμοί όσον αφορά τη μετάδοση επιβλαβούς περιεχομένου σύμφωνα με την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[5].

Δ. Όροι που δύνανται να συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος

1. Υποχρέωση παροχής υπηρεσίας ή χρήσης τύπου τεχνολογίας εντός των ορίων του άρθρου 49 της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, απαιτήσεων κάλυψης και ποιότητας υπηρεσιών.

2. Πραγματική και αποδοτική χρήση του φάσματος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3. Τεχνικοί και λειτουργικοί όροι που είναι αναγκαίοι για την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών και για την προστασία της δημόσιας υγείας έναντι ηλεκτρομαγνητικών πεδίων, λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της σύστασης αριθ. 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου[6], όταν οι όροι αυτοί διαφέρουν από τους όρους που περιέχονται στη γενική άδεια.

4. Διάρκεια και όροι σύμφωνα με το άρθρο 49 της παρούσας οδηγίας ▌.

5. Μεταβίβαση ή χρονομίσθωση δικαιωμάτων με πρωτοβουλία του κατόχου τους και όροι για την εν λόγω μεταβίβαση, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

6. Τέλη χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 42 της παρούσας οδηγίας.

7. Ενδεχόμενες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης, στο πλαίσιο διαδικασίας αδειοδότησης ή ανανέωσης άδειας πριν από τη χορήγηση της άδειας ή, κατά περίπτωση, την πρόσκληση για αίτηση χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης.

8. Υποχρεώσεις για τη συγκέντρωση ή τον μερισμό ραδιοφάσματος ή για να επιτρέπεται η πρόσβαση στο ραδιοφάσμα για άλλους χρήστες σε συγκεκριμένες περιφέρειες ή σε εθνικό επίπεδο.

9. Υποχρεώσεις δυνάμει σχετικών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση συχνοτήτων.

10. Υποχρεώσεις που διέπουν την πειραματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων.

Ε. Όροι που δύνανται να συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης αριθμών

1. Καθορισμός της υπηρεσίας για την οποία χρησιμοποιείται ο αριθμός, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε απαιτήσεων που συνδέονται με την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας και, για λόγους σαφήνειας, αρχές τιμολόγησης και ανώτατες τιμές που μπορούν να ισχύσουν στη συγκεκριμένη περιοχή αριθμών προς εξασφάλιση της προστασίας των καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο δ) της παρούσας οδηγίας.

2. Πραγματική και αποδοτική χρήση των αριθμών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3. Απαιτήσεις φορητότητας του αριθμού σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

4. Υποχρέωση παροχής πληροφοριών καταλόγου τελικών χρηστών για τους σκοπούς του άρθρου 104 της οδηγίας.

5. Μέγιστη διάρκεια σύμφωνα με το άρθρο 46 της παρούσας οδηγίας, με την επιφύλαξη των τυχόν τροποποιήσεων του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης.

6. Μεταβίβαση δικαιωμάτων με πρωτοβουλία του δικαιούχου και όροι για την εν λόγω μεταβίβαση, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

7. Τέλη χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 42 της παρούσας οδηγίας.

8. Ενδεχόμενες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής.

9. Υποχρεώσεις δυνάμει σχετικών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση αριθμών.

10. Υποχρεώσεις που αφορούν την εξωεδαφική χρήση αριθμών εντός της Ένωσης ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με κανόνες προστασίας των καταναλωτών και άλλους σχετικούς με αριθμούς κανόνες σε άλλα κράτη μέλη εκτός από το κράτος μέλος του κωδικού χώρας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΡΟΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΕ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΥ ΠΟΥ ΜΕΤΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΕ ΘΕΑΤΕΣ ΚΑΙ ΑΚΡΟΑΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ

Μέρος I: Προϋποθέσεις για συστήματα υπό όρους πρόσβασης, που ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 1

Για την υπό όρους πρόσβαση των θεατών και ακροατών της Ένωσης, σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, ανεξάρτητα από τον τρόπο μετάδοσης, τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 60, ότι ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:

  α) όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης υπηρεσιών υπό όρους πρόσβασης, ανεξάρτητα από τον τρόπο μετάδοσης, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου και από τις υπηρεσίες πρόσβασης των οποίων εξαρτώνται οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς μετάδοσης, προκειμένου να είναι προσιτοί σε οποιαδήποτε ομάδα των δυνητικών θεατών ή ακροατών τους:

–  προσφέρουν σε όλους τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, σε δίκαιη, εύλογη και αμερόληπτη βάση η οποία συνάδει με το ενωσιακό δίκαιο περί ανταγωνισμού, τεχνικές υπηρεσίες που επιτρέπουν τη λήψη των ψηφιακών υπηρεσιών των ραδιοτηλεοπτικών φορέων από θεατές ή ακροατές μέσω αποκωδικοποιητών τους οποίους διαθέτουν οι φορείς παροχής υπηρεσιών και τηρούν το ενωσιακό δίκαιο περί ανταγωνισμού,

–  τηρούν χωριστά λογιστικά βιβλία για τις δραστηριότητές τους ως φορείς παροχής υπηρεσιών υπό όρους πρόσβασης·

  β) όταν οι κάτοχοι των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας σχετικά με συστήματα και προϊόντα υπό όρους πρόσβασης, χορηγούν άδειες στους κατασκευαστές εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης, οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι αυτό γίνεται υπό δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους. Λαμβάνοντας υπόψη τους τεχνικούς και εμπορικούς παράγοντες, οι κάτοχοι δικαιωμάτων δεν εξαρτούν τη χορήγηση αδειών από όρους με τους οποίους απαγορεύεται, αποτρέπεται ή αποθαρρύνεται η συμπερίληψη, στο ίδιο προϊόν:

–  κοινής διεπαφής που επιτρέπει τη σύνδεση με διάφορα άλλα συστήματα πρόσβασης, ή

–  συγκεκριμένων μέσων άλλου συστήματος πρόσβασης, εφόσον ο αποδέκτης της άδειας πληροί τις σχετικές εύλογες προϋποθέσεις που εγγυώνται, σε ό,τι τον αφορά, την ασφάλεια των συναλλαγών των φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων υπό όρους πρόσβασης.

Μέρος II. Λοιπές ευκολίες στις οποίες δύνανται να εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις του άρθρου 59 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

  α) Πρόσβαση σε διεπαφές προγράμματος εφαρμογής (API)·

  β) Πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG)·  

γ) Πρόσβαση σε συναφείς συμπληρωματικές υπηρεσίες, δηλαδή υπηρεσίες προσβασιμότητας που επιτρέπουν την κατάλληλη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρία, και δεδομένα που υποστηρίζουν υπηρεσίες συνδεδεμένης τηλεόρασης και ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κριτήρια για τον καθορισμό των τελών τερματισμού κλήσεων χονδρικής

Κριτήρια και παράμετροι για τον καθορισμό των τελών τερματισμού κλήσεων χονδρικής σε αγορές σταθερών και κινητών επικοινωνιών, που αναφέρονται στο άρθρο 73 παράγραφος 4:

γ)  το σχετικό οριακό κόστος της υπηρεσίας τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής καθορίζεται από τη διαφορά μεταξύ του συνολικού μακροπρόθεσμου κόστους ενός φορέα εκμετάλλευσης που παρέχει το πλήρες φάσμα των υπηρεσιών του και του συνολικού μακροπρόθεσμου κόστους του εν λόγω φορέα χωρίς παροχή υπηρεσιών τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε τρίτους·

δ)  μόνο εκείνο το σχετικό με την κυκλοφορία κόστος που θα αποφευγόταν σε περίπτωση μη παροχής υπηρεσίας τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής λογίζεται στη σχετική πρόσθετη παροχή τερματισμού·

ε)  το κόστος που σχετίζεται με την πρόσθετη χωρητικότητα δικτύου περιλαμβάνεται μόνο στον βαθμό που οφείλεται στην ανάγκη αύξησης της χωρητικότητας για σκοπούς εξυπηρέτησης πρόσθετης κυκλοφορίας τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής·

στ)  τα τέλη για το ραδιοφάσμα εξαιρούνται από την πρόσθετη παροχή τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας·

ζ)  περιλαμβάνεται μόνο εκείνο το εμπορικό κόστος χονδρικής που σχετίζεται άμεσα με την παροχή της υπηρεσίας τερματισμού φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε τρίτους·

η)  όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης σταθερών δικτύων θεωρείται ότι παρέχουν υπηρεσίες τερματισμού φωνητικών κλήσεων στο ίδιο μοναδιαίο κόστος με τον αποδοτικό φορέα εκμετάλλευσης, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους·

θ)  για τους φορείς εκμετάλλευσης κινητών δικτύων, η ελάχιστη αποδοτική κλίμακα ορίζεται σε μερίδιο αγοράς όχι κάτω του 20%·

ι)  η κατάλληλη προσέγγιση για την απομείωση της αξίας πάγιων στοιχείων είναι η οικονομική απομείωση· και

ια)  η τεχνολογική επιλογή των μοντελοποιημένων δικτύων έχει μακρόπνοο χαρακτήρα, με βάση κεντρικό δίκτυο IP, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων τεχνολογιών που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του μέγιστου τέλους. Στην περίπτωση σταθερών δικτύων, οι κλήσεις θεωρούνται αποκλειστικά κλήσεις πακετομεταγωγής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ ΣΥΝΕΠΕΝΔΥΣΗΣ

Κατά την αξιολόγηση ▌συνεπένδυσης σύμφωνα με το άρθρο 74 παράγραφος 1 ▌, η εθνική ρυθμιστική αρχή ελέγχει αν πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

α)  Η συνεπένδυση είναι ανοιχτή για κάθε επιχείρηση κατά τη διάρκεια ζωής του δικτύου που κατασκευάζεται στο πλαίσιο προσφοράς συνεπένδυσης χωρίς διακρίσεις. Ο φορέας εκμετάλλευσης με ΣΙΑ μπορεί να ορίζει εύλογους όρους όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες κάθε επιχείρησης, ώστε, για παράδειγμα, οι δυνητικοί συνεπενδυτές να πρέπει να αποδεικνύουν την ικανότητά τους να πραγματοποιούν τμηματικές πληρωμές βάσει των οποίων προγραμματίζεται η ανάπτυξη, την αποδοχή στρατηγικού σχεδίου βάσει του οποίου καταρτίζονται τα μεσοπρόθεσμα σχέδια ανάπτυξης κ.λπ.

β)  Η συνεπένδυση είναι διαφανής:

–  οι όροι και προϋποθέσεις πρέπει να είναι διαθέσιμοι και εύκολα αναγνωρίσιμοι στον δικτυακό τόπο του φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ·

–  πρέπει να διατίθενται πλήρεις και λεπτομερείς όροι χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε κάθε δυνητικό προσφέροντα που έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον, μεταξύ άλλων η νομική μορφή της συμφωνίας συνεπένδυσης και —κατά περίπτωση— οι βασικοί όροι των κανόνων διακυβέρνησης του οχήματος συνεπένδυσης· και

–  η διαδικασία, όπως και ο χάρτης πορείας για τον καθορισμό και την ανάπτυξη του έργου συνεπένδυσης, πρέπει να καθορίζεται εκ των προτέρων, να επεξηγείται με σαφήνεια γραπτώς σε κάθε δυνητικό συνεπενδυτή και όλα τα σημαντικά σημεία αναφοράς να κοινοποιούνται με σαφήνεια σε όλες τις επιχειρήσεις χωρίς καμία διάκριση.

γ)  Η συνεπένδυση περιλαμβάνει όρους για δυνητικούς συνεπενδυτές που ευνοούν τον βιώσιμο ανταγωνισμό μακροπρόθεσμα, ιδίως:

–  Πρέπει να προσφέρονται σε όλες τις επιχειρήσεις δίκαιοι και εύλογοι όροι και προϋποθέσεις που δεν εισάγουν διακρίσεις για τη συμμετοχή στη συμφωνία συνεπένδυσης σε σχέση με τη χρονική στιγμή προσχώρησής τους, μεταξύ άλλων και όσον αφορά το οικονομικό αντάλλαγμα που απαιτείται για την απόκτηση συγκεκριμένων δικαιωμάτων, την προστασία που παρέχεται στους συνεπενδυτές από τα δικαιώματα αυτά τόσο κατά τη διάρκεια του σταδίου κατασκευής όσο και κατά το στάδιο εκμετάλλευσης, για παράδειγμα με τη χορήγηση αναφαίρετων δικαιωμάτων χρήσης (ΑΔΧ) για την αναμενόμενη διάρκεια ζωής του δικτύου που αφορά η συνεπένδυση, καθώς και τους όρους προσχώρησης στη συμφωνία συνεπένδυσης και, ενδεχομένως, λύσης της. Στο πλαίσιο αυτό, οι όροι που δεν εισάγουν διακρίσεις δεν συνεπάγονται ότι πρέπει να προσφέρονται σε όλους τους δυνητικούς συνεπενδυτές ακριβώς οι ίδιοι όροι, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών όρων, αλλά ότι όλες οι διαφοροποιήσεις των προσφερόμενων όρων πρέπει να είναι αιτιολογημένες με βάση τα ίδια αντικειμενικά, διαφανή και προβλέψιμα κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις, όπως ο αριθμός γραμμών για τελικούς χρήστες για τις οποίες υπάρχει δέσμευση.

–  Πρέπει να επιτρέπει ευελιξία όσον αφορά την αξία και το χρονοδιάγραμμα της δέσμευσης που αναλαμβάνει κάθε συνεπενδυτής, για παράδειγμα μέσω συμφωνημένου και δυνητικώς αυξανόμενου ποσοστού του συνόλου των γραμμών για τελικούς χρήστες σε δεδομένη περιοχή, για το οποίο οι συνεπενδυτές έχουν τη δυνατότητα να δεσμεύονται σταδιακά και το οποίο καθορίζεται σε επίπεδο μονάδας ώστε να επιτρέπεται στους μικρότερους συνεπενδυτές να αυξάνουν σταδιακά τη συμμετοχή τους, διατηρώντας παράλληλα επαρκή επίπεδα αρχικής δέσμευσης. Ο προσδιορισμός του οικονομικού ανταλλάγματος που πρέπει να παρέχεται από κάθε συνεπενδυτή πρέπει να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι πρώιμοι επενδυτές αποδέχονται μεγαλύτερους κινδύνους και δεσμεύουν κεφάλαιο νωρίτερα.

–  Πρέπει να θεωρείται δικαιολογημένη η καταβολή αντιτίμου αυξανόμενου με την πάροδο του χρόνου για υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται σε μεταγενέστερα στάδια και για νέους συνεπενδυτές που προσχωρούν στη συνεπένδυση μετά την έναρξη του έργου, ώστε να αντικατοπτρίζεται η μείωση των κινδύνων και να αντισταθμίζονται τυχόν κίνητρα παρακράτησης κεφαλαίων κατά τα προηγούμενα στάδια.

–  Η συμφωνία συνεπένδυσης πρέπει να επιτρέπει την εκχώρηση κεκτημένων δικαιωμάτων από συνεπενδυτές σε άλλους συνεπενδυτές, ή σε τρίτους που επιθυμούν να προσχωρήσουν στη συμφωνία συνεπένδυσης, με την προϋπόθεση η εκδοχέας επιχείρηση να υποχρεώνεται να εκπληρώσει όλες τις αρχικές υποχρεώσεις του εκχωρούντος στο πλαίσιο της συμφωνίας συνεπένδυσης.

–  Οι συνεπενδυτές πρέπει να χορηγούν ο ένας στον άλλο αμοιβαία δικαιώματα υπό δίκαιους και εύλογους όρους και προϋποθέσεις πρόσβασης στις υποδομές που αφορά η συνεπένδυση για σκοπούς παροχής κατάντη υπηρεσιών, μεταξύ άλλων και στους τελικούς χρήστες, σύμφωνα με διαφανείς συνθήκες που πρέπει να αναφέρονται με διαφάνεια στην προσφορά και την επακόλουθη συμφωνία συνεπένδυσης, ιδίως όταν οι συνεπενδυτές είναι μεμονωμένα και ξεχωριστά υπεύθυνοι για την ανάπτυξη συγκεκριμένων τμημάτων του δικτύου. Αν δημιουργηθεί όχημα συνεπένδυσης, αυτό πρέπει να παρέχει πρόσβαση στο δίκτυο για όλους τους συνεπενδυτές, άμεσα ή έμμεσα, βάση ισοδυναμίας εισροών και σύμφωνα με δίκαιους και εύλογους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών όρων που αντικατοπτρίζουν τα διαφορετικά επίπεδα κινδύνου που αποδέχονται οι επιμέρους συνεπενδυτές.

δ)  Η συνεπένδυση εξασφαλίζει βιώσιμη επένδυση που ενδέχεται να ανταποκριθεί σε μελλοντικές ανάγκες, αναπτύσσοντας νέα στοιχεία δικτύου που συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ▌ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 79 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΗ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙ

(1)  E-mail

(2)  μηχανές αναζήτησης που καθιστούν δυνατή την αναζήτηση και ανεύρεση πληροφοριών κάθε είδους

(3)  διαδικτυακά εργαλεία βασικής εκπαίδευσης και κατάρτισης

(4)  διαδικτυακές εφημερίδες/ειδήσεις

(5)  αγορά/παραγγελία αγαθών ή υπηρεσιών μέσω διαδικτύου

(6)  αναζήτηση εργασίας και εργαλεία αναζήτησης εργασίας

(7)  επαγγελματική δικτύωση

(8)  τραπεζικές συναλλαγές μέσω διαδικτύου

(9)  χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης

(10)  μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άμεση ανταλλαγή μηνυμάτων

(11)  κλήσεις και εικονοκλήσεις (συνηθισμένης ποιότητας)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΥΚΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 83 (ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΑΠΑΝΩΝ), ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 107 (ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ) ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 99 (ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΟΧΟΥ ΚΑΙ ΦΟΡΗΤΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΥ )

Μέρος A: Ευκολίες και υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 83

α) Αναλυτικοί λογαριασμοί

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της σχετικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, μπορούν να καθορίζουν το βασικό επίπεδο ανάλυσης λογαριασμών που παρέχεται ατελώς από τις επιχειρήσεις στους τελικούς χρήστες, ώστε οι τελευταίοι να μπορούν:

  i) να επαληθεύουν και να ελέγχουν τη χρέωσή τους για τη χρήση του δημόσιου δικτύου επικοινωνιών σε σταθερές θέσεις και/ή των υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, στην περίπτωση του άρθρου 107, και

  ii) να παρακολουθούν κατάλληλα τη χρήση και τις δαπάνες τους, ελέγχοντας έτσι σε εύλογο βαθμό τους λογαριασμούς τους.

Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, είναι δυνατόν να προσφέρεται στους τελικούς χρήστες λεπτομερέστερη ανάλυση του λογαριασμού με εύλογη επιβάρυνση ή δωρεάν.

Τέτοιοι αναλυτικοί λογαριασμοί περιλαμβάνουν σαφή αναφορά της ταυτότητας του παρόχου, της τυπολογίας και της διάρκειας των υπηρεσιών που χρεώνονται στον τελικό χρήστη από τυχόν αριθμούς πρόσθετου τέλους.

Κλήσεις οι οποίες είναι δωρεάν για τον καλούντα τελικό χρήστη, περιλαμβανομένων των κλήσεων σε γραμμές βοήθειας, δεν εμφανίζονται στον αναλυτικό λογαριασμό του καλούντος τελικού χρήστη, αλλά μπορούν να διατίθενται με άλλα μέσα, όπως οι διαδικτυακές διεπαφές.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από τους φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν δωρεάν την αναγνώριση καλούσας γραμμής (CLI).

β) Δωρεάν επιλεκτική φραγή για εξερχόμενες κλήσεις ή γραπτά μηνύματα (SMS) ή μηνύματα με πολυμέσα (MMS) πρόσθετου τέλους, ή όπου είναι τεχνικά εφικτό, για άλλα είδη παρεμφερών εφαρμογών

Πρόκειται για τη διευκόλυνση βάσει της οποίας ο τελικός χρήστης, κατόπιν αιτήματος στην επιχείρηση παροχής υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, στην περίπτωση του άρθρου 107, μπορεί να φράσσει δωρεάν εξερχόμενες κλήσεις ή γραπτά μηνύματα (SMS) ή μηνύματα με πολυμέσα (MMS) πρόσθετου τέλους ή άλλα είδη παρεμφερών εφαρμογών, από ή προς συγκεκριμένες κατηγορίες αριθμών.

γ) Συστήματα προπληρωμής

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τις επιχειρήσεις να παρέχουν τα μέσα ώστε οι καταναλωτές να έχουν τη δυνατότητα να προπληρώνουν την πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών και τη χρήση υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, στην περίπτωση του άρθρου 107.

δ) Σταδιακή αποπληρωμή τελών σύνδεσης

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν από τις επιχειρήσεις, να παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα καταβολής των τελών σύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών στη βάση χρονικά κατανεμημένων πληρωμών.

ε) Μη εξόφληση λογαριασμών

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη λήψη συγκεκριμένων αναλογικών, αμερόληπτων και δημόσιου χαρακτήρα μέτρων για να καλυφθεί η μη εξόφληση τηλεφωνικών λογαριασμών που εκδίδονται από επιχειρήσεις. Τα μέτρα αυτά εξασφαλίζουν ότι ο τελικός χρήστης προειδοποιείται δεόντως για κάθε επικείμενη διακοπή υπηρεσίας ή αποσύνδεση. Εκτός από τις περιπτώσεις απάτης, επανειλημμένης καθυστέρησης εξόφλησης ή μη εξόφλησης των λογαριασμών, τα μέτρα αυτά διασφαλίζουν, στον βαθμό που αυτό είναι τεχνικά εφικτό, ότι η διακοπή υπηρεσίας περιορίζεται μόνον στη συγκεκριμένη υπηρεσία. Η αποσύνδεση λόγω μη εξόφλησης λογαριασμών θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνο εφόσον ο τελικός χρήστης έχει ειδοποιηθεί δεόντως. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν μια περίοδο περιορισμένης εξυπηρέτησης η οποία προηγείται της πλήρους αποσύνδεσης, και κατά τη διάρκεια της οποίας επιτρέπονται μόνον οι κλήσεις που δεν γίνονται με χρέωση του εν λόγω τελικού χρήστη (π.χ. οι κλήσεις προς το «112»).

στ) Συμβουλές σχετικά με τα τιμολόγια

Το μέσο που επιτρέπει στους τελικούς χρήστες να ζητούν από την επιχείρηση ενημέρωση σχετικά με χαμηλότερα τιμολόγια, αν υπάρχουν.

ζ) Έλεγχος του κόστους

Το μέσο που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να προσφέρουν άλλους τρόπους, αν το κρίνουν σκόπιμο οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, για τον έλεγχο του κόστους των υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, στην περίπτωση του άρθρου 107, συμπεριλαμβανομένης της δωρεάν αποστολής ειδοποιήσεων προς τους καταναλωτές σε περίπτωση διαπίστωσης συστηματικά αφύσικης και υπερβολικής κατανάλωσης.

Μέρος B: Ευκολίες που αναφέρονται στο άρθρο 107

Αναγνώριση καλούσας γραμμής

Ο αριθμός που καλεί εμφανίζεται στον δέκτη της κλήσης πριν την αποκατάσταση της κλήσης.

Η συγκεκριμένη ευκολία θα πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, ιδίως την οδηγία 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες).

Στο μέτρο του τεχνικώς εφικτού, οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να παρέχουν δεδομένα και σήματα για τη διευκόλυνση της αναγνώρισης καλούντος και της τονικής επιλογής για υπεραστικές συνδιαλέξεις μεταξύ κρατών μελών.

Μέρος Γ: Εφαρμογή των διατάξεων για τη φορητότητα αριθμού που αναφέρονται στο άρθρο 99

Η απαίτηση όλοι οι τελικοί χρήστες με αριθμούς τηλεφώνου από το εθνικό σχέδιο αριθμοδότησης να μπορούν, εφόσον το ζητήσουν, να διατηρήσουν τον (τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης παροχής της υπηρεσίας, εφαρμόζεται:

  α) εφόσον πρόκειται για γεωγραφικούς αριθμούς, σε συγκεκριμένο τόπο και

  β) εφόσον πρόκειται για μη γεωγραφικούς αριθμούς, σε οιονδήποτε τόπο.

Το παρόν μέρος δεν ισχύει για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και δικτύων κινητής τηλεφωνίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΥΧΟΝ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΛΥΨΗΣ Ή ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 84 ΚΑΙ 85

ΜEΡΟΣ Α: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ

Ως υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας νοούνται οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε μια επιχείρηση από ένα κράτος μέλος και αφορούν την παροχή καθολικής υπηρεσίας, όπως ορίζεται στα άρθρα 79, 81 και 82.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν όλα τα μέσα προκειμένου να εξασφαλίζουν τα κατάλληλα κίνητρα στις επιχειρήσεις (καθορισμένες ή όχι) ώστε να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας με τρόπο οικονομικά αποδοτικό. Κατά τη διεξαγωγή ενός υπολογισμού, το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους της λειτουργίας οποιασδήποτε επιχείρησης με υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας και της λειτουργίας της, χωρίς υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας. Αποδίδεται η δέουσα προσοχή στην ορθή εκτίμηση του κόστους που κάθε επιχείρηση θα προσπαθούσε να αποφύγει εάν δεν έφερε καμιά υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας. Ο υπολογισμός του καθαρού κόστους θα πρέπει να συνεκτιμά τα οφέλη, συμπεριλαμβανομένων των άυλων οφελών, που αποκομίζει ο φορέας εκμετάλλευσης καθολικής υπηρεσίας.

Ο υπολογισμός βασίζεται στο κόστος που προκύπτει από τα ακόλουθα:

  i) στοιχεία των καθορισμένων υπηρεσιών οι οποίες μπορούν να παρέχονται μόνο με ζημία ή με συνθήκες κόστους που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα.

  Η κατηγορία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει στοιχεία υπηρεσιών όπως: πρόσβαση σε τηλεφωνικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, παροχή ορισμένων κοινόχρηστων τηλεφώνων, παροχή ορισμένων υπηρεσιών ή εξοπλισμού για άτομα με ειδικές ανάγκες, κ.λπ.

  ii) ειδικούς τελικούς χρήστες ή ομάδες τελικών χρηστών οι οποίοι, λόγω του κόστους παροχής του συγκεκριμένου δικτύου και της συγκεκριμένης υπηρεσίας, των παραγόμενων εσόδων και της τυχόν γεωγραφικής στάθμισης των τιμών που επιβάλλονται από το κράτος μέλος, μπορούν να εξυπηρετούνται μόνο με ζημία ή με συνθήκες κόστους που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα.

  Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τους τελικούς χρήστες ή τις ομάδες τελικών χρηστών που δεν θα εξυπηρετούνταν από έναν εμπορικό φορέα εκμετάλλευσης, ο οποίος δεν θα είχε υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας.

Ο υπολογισμός του καθαρού κόστους των ειδικών πτυχών των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας διενεργείται χωριστά, προκειμένου να μην υπολογίζονται διπλά τα τυχόν άμεσα ή έμμεσα οφέλη ή δαπάνες. Το συνολικό καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας για κάθε επιχείρηση, υπολογίζεται ως το σύνολο του καθαρού κόστους που προκύπτει από τα επιμέρους στοιχεία των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν άυλων οφελών. Η ευθύνη για την επαλήθευση του καθαρού κόστους ανήκει στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

ΜEΡΟΣ Β: ΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Η κάλυψη ή χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας συνεπάγεται την αποζημίωση των καθορισμένων επιχειρήσεων που επιβαρύνονται με υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας για τις υπηρεσίες που παρέχουν υπό μη εμπορικές συνθήκες. Καθώς η αποζημίωση αυτή συνεπάγεται μεταφορές κεφαλαίων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτές διεξάγονται με αντικειμενικό, διαφανή, αμερόληπτο και αναλογικό τρόπο. Τούτο σημαίνει ότι οι μεταφορές κεφαλαίων προκαλούν τις ελάχιστες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και στη ζήτηση των χρηστών.

Σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3, ένας μηχανισμός επιμερισμού μέσω Ταμείου θα πρέπει να χρησιμοποιεί διαφανή και ουδέτερα μέσα για την είσπραξη των εισφορών ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος διπλής καταβολής εισφορών τόσο για τις εκροές όσο και για τις εισροές των επιχειρήσεων.

Ο ανεξάρτητος φορέας διαχείρισης του Ταμείου είναι αρμόδιος για την είσπραξη των εισφορών από τις επιχειρήσεις που υποχρεούνται στην καταβολή εισφοράς για τη χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας στα κράτη μέλη και εποπτεύει τη μεταφορά των οφειλόμενων ποσών και/ή διοικητικών πληρωμών προς τις επιχειρήσεις που δικαιούνται πληρωμών από το Ταμείο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 96

(ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ)

Η εθνική κανονιστική αρχή είναι αρμόδια για τη δημοσίευση των πληροφοριών που ορίζονται στο παρόν παράρτημα, σύμφωνα με το άρθρο 96. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει ποιες πληροφορίες είναι σκόπιμο να δημοσιεύονται από τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, και ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από την ίδια, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα όλων των τελικών χρηστών να κάνουν τις επιλογές τους με πλήρη ενημέρωση. Εάν κρίνεται κατάλληλο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προωθούν μέτρα αυτορρύθμισης ή συρρύθμισης πριν από την επιβολή οιασδήποτε υποχρέωσης.

1. Στοιχεία επικοινωνίας της επιχείρησης

2. Περιγραφή των προσφερόμενων υπηρεσιών

2.1.  Πεδίο εφαρμογής των προσφερόμενων υπηρεσιών και τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρεχόμενων ελάχιστων επιπέδων ποιότητας υπηρεσιών και τυχόν περιορισμών που επιβάλλονται από τον πάροχο για τη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού, και προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία της υπηρεσίας και τα χαρακτηριστικά και τις διευκολύνσεις όσον αφορά την προσβασιμότητα.

2.2.  Τιμολόγια των παρεχόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με όγκους επικοινωνιών (όπως οι περιορισμοί της χρήσης δεδομένων, ο αριθμός των λεπτών φωνητικής επικοινωνίας, ο αριθμός των σύντομων γραπτών μηνυμάτων) συγκεκριμένων σχεδίων τιμολογίων και τα εφαρμοστέα τιμολόγια για πρόσθετες μονάδες επικοινωνίας, αριθμούς ή υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης, τέλη πρόσβασης και συντήρησης, όλα τα είδη των τελών χρήσης, ειδικά και στοχοθετημένα τιμολογιακά καθεστώτα, καθώς και τυχόν πρόσθετα τέλη και οι δαπάνες που αφορούν τον τερματικό εξοπλισμό.

2.3. Παρεχόμενες υπηρεσίες μετά την πώληση και υπηρεσίες συντήρησης, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας τους.

2.4. Τυποποιημένοι συμβατικοί όροι, στους οποίους περιλαμβάνονται η συμβατική περίοδος, τα οφειλόμενα τέλη σε περίπτωση πρόωρης λύσης της σύμβασης, δικαιώματα που σχετίζονται με τη λύση προσφορών σε δέσμες ή των στοιχείων των δεσμών, και οι διαδικασίες και τα άμεσα τέλη που σχετίζονται με τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

2.5.  Παροχή σε τελικούς χρήστες πληροφοριών σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τον εντοπισμό του καλούντος. Αν η επιχείρηση είναι πάροχος υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, πληροφορίες για την πρόσβαση ή για οποιουσδήποτε περιορισμούς στην παροχή υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης και πληροφοριών εντοπισμού του καλούντος.

2.6.  Λεπτομέρειες προϊόντων και υπηρεσιών σχεδιασμένων για χρήστες με αναπηρίες, όπου συμπεριλαμβάνονται λειτουργίες, πρακτικές, πολιτικές και διαδικασίες, καθώς και αλλαγές στη λειτουργία της υπηρεσίας, που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των αναγκών των ατόμων με λειτουργικούς περιορισμούς.

(2.6α.)  Προσβάσιμες πληροφορίες για τη διευκόλυνση της συμπληρωματικότητας με βοηθητικές υπηρεσίες.

3. Μηχανισμοί επίλυσης διαφορών, περιλαμβανομένων διαδικασιών που έχουν αναπτυχθεί από την επιχείρηση.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Παράμετροι, ορισμοί και μέθοδοι μέτρησης της ποιότητας της υπηρεσίας που αναφέρονται στο άρθρο 97

Για παρόχους πρόσβασης σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ

(Σημείωση 1)

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος παροχής της αρχικής σύνδεσης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Ποσοστό βλαβών ανά γραμμή πρόσβασης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Χρόνος επισκευής βλαβών

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Για υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ

(Σημείωση 2)

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος αποκατάστασης κλήσης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Καταγγελίες για λάθη σε λογαριασμούς

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Ποιότητα φωνητικής σύνδεσης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Ποσοστό κλήσεων που διακόπηκαν

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057 

Αναλογία ανεπιτυχών κλήσεων

(Σημείωση 2)

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Πιθανότητα αποτυχίας

 

 

Καθυστερήσεις στη σηματοδότηση της κλήσης

 

 

  Ο αριθμός έκδοσης του ETSI EG 202 057-1 v. είναι 1.3.1 (Ιούλιος 2008)

Για υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος αναμονής (καθυστέρηση)

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Διακύμανση χρόνου επιστροφής πακέτων

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Απώλεια πακέτων

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Σημείωση 1

Οι παράμετροι πρέπει να επιτρέπουν την ανάλυση των επιδόσεων σε περιφερειακό επίπεδο (δηλαδή τουλάχιστον στο επίπεδο 2 της ονοματολογίας των στατιστικών εδαφικών μονάδων (NUTS) της Eurostat).

Σημείωση 2

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην απαιτούν την τήρηση επικαιροποιημένων πληροφοριών για τις επιδόσεις που αφορούν τις δύο αυτές παραμέτρους, εφόσον από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι επιδόσεις στους δύο αυτούς τομείς είναι ικανοποιητικές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΕΥΡΕΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 105

1. Κοινός αλγόριθμος κρυπτογράφησης και ελεύθερη λήψη

Ο εξοπλισμός ευρείας κατανάλωσης για τη λήψη συμβατικών ψηφιακών τηλεοπτικών σημάτων (ήτοι η επίγεια, καλωδιακή ή δορυφορική μετάδοση που χρησιμεύει πρωτίστως στη σταθερή λήψη, όπως DVB-T, DVB-C ή DVB-S), ο οποίος προορίζεται για πώληση ή μίσθωση ή άλλου είδους διάθεση στην Ένωση και δύναται να αποκρυπτογραφεί ψηφιακά τηλεοπτικά σήματα, πρέπει να μπορεί:

–  να επιτρέπει την αποκρυπτογράφηση των σημάτων αυτών σύμφωνα με κοινό ευρωπαϊκό αλγόριθμο κρυπτογράφησης, όπως τον διαχειρίζεται ένας αναγνωρισμένος ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης, επί του παρόντος το ETSI,

–  να παρουσιάζει σήματα που έχουν μεταδοθεί χωρίς κρυπτογράφηση, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση μισθωμένου εξοπλισμού, ο μισθωτής έχει συμμορφωθεί με τη σχετική συμφωνία μίσθωσης.

2. Διαλειτουργικότητα ψηφιακών τηλεοπτικών συσκευών

Οι ψηφιακές συσκευές τηλεόρασης με οθόνη ολικής απεικόνισης ορατής διαγωνίου μεγαλύτερης των 30 cm, οι οποίες διατίθενται στην αγορά προς πώληση ή μίσθωση στην Ένωση, πρέπει να είναι εφοδιασμένες με τουλάχιστον μία πρίζα ανοικτής διεπαφής (είτε τυποποιημένη, είτε σύμφωνη προς πρότυπα που θεσπίζει αναγνωρισμένος ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης, είτε σύμφωνη με γενικά ισχύουσες προδιαγραφές του τομέα) η οποία επιτρέπει την απλή σύνδεση περιφερειακών και η οποία μπορεί να μεταφέρει όλα τα συναφή στοιχεία του σήματος ψηφιακής τηλεόρασης, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν τις διαλογικές και τις υπό όρους παρεχόμενες υπηρεσίες. Ο τερματικός εξοπλισμός ψηφιακών συσκευών τηλεόρασης πρέπει να είναι διαλειτουργικός, εφόσον είναι τεχνικά εφικτό, ώστε να μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί εύκολα με άλλους παρόχους.

2α.  ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ

Κάθε ραδιοφωνική συσκευή η οποία διατίθεται στην αγορά της Ένωσης από [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο] έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει ψηφιακές και αναλογικές επίγειες ραδιοεκπομπές. Η παράγραφος αυτή δεν έχει εφαρμογή στον χαμηλής αξίας, μικρού μεγέθους ραδιοεξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης ή σε προϊόντα στα οποία ο δέκτης αποτελεί καθαρά δευτερεύον στοιχείο. Δεν έχει επίσης εφαρμογή σε ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες κατά την έννοια του άρθρου 1 ορισμός 56 του κανονισμού περί ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

Μέρος A

Καταργούμενες οδηγίεςμε [κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών τους/της τροποποίησής τους]

(κατά το άρθρο 116)

Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33)

 

 

Οδηγία 2009/140/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 37)

 

Άρθρο 1

 

Κανονισμός (ΕΚ) 544/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 167 της 29.6.2009, σ. 12)

 

Άρθρο 2

 

Κανονισμός (ΕΚ) 717/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 171 της 29.6.2007, σ. 32)

 

Άρθρο 10

Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21)

 

 

Οδηγία 2009/140/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 37)

 

Άρθρο 3 & Παράρτημα

Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7)

 

 

Οδηγία 2009/140/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 37)

 

Άρθρο 2

Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51)

 

 

Οδηγία 2009/136/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 11)

 

Άρθρο 1 & παράρτημα I

 

Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1.)

 

Άρθρο 8

Μέρος B

Προθεσμίες για τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία [και ημερομηνία/-ες εφαρμογής]

(κατά το άρθρο 116)

Οδηγία

Προθεσμία για μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

 

2002/19/ΕΚ

24 Ιουλίου 2003

25 Ιουλίου 2003

2002/20/ΕΚ

2002/21/ΕΚ

24 Ιουλίου 2003

24 Ιουλίου 2003

25 Ιουλίου 2003

25 Ιουλίου 2003

2002/22/ΕΚ

24 Ιουλίου 2003

25 Ιουλίου 2003

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 2002/21/ΕΚ

Οδηγία 2002/20/ΕΚ

Οδηγία 2002/19/ΕΚ

Οδηγία 2002/22/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφοι 1, 2 και 3

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α)

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 2 στοιχείο α)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 1

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 στοιχείο β)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 4

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 5

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 2 στοιχείο δ α)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 9

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 10

Άρθρο 2 στοιχείο ε α)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 11

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 12

Άρθρο 2 στοιχείο ζ)

 

 

 

-

Άρθρο 2 στοιχείο η)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 13

Άρθρο 2 στοιχείο θ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 14

Άρθρο 2 στοιχείο ι)

 

 

 

-

Άρθρο 2 στοιχείο ια)

 

 

 

-

Άρθρο 2 στοιχείο ιβ)

 

 

 

-

Άρθρο 2 στοιχείο ιγ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 15

Άρθρο 2 στοιχείο ιδ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 16

Άρθρο 2 στοιχείο ιε)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 17

Άρθρο 2 στοιχείο ιστ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 18

Άρθρο 2 στοιχείο ιζ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 19

Άρθρο 2 στοιχείο ιη)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 20

Άρθρο 2 στοιχείο ιθ)

 

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 21

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 22

Άρθρο 3 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1

-

-

-

-

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

 

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3α πρώτο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 1

-

-

-

-

Άρθρο 8 παράγραφος 2

-

-

-

-

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3α δεύτερο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3α τρίτο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 3

-

-

-

-

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3β

 

 

 

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3γ

 

 

 

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 11

Άρθρο 3 παράγραφος 6

 

 

 

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 4

 

 

 

Άρθρο 31

Άρθρο 5

 

 

 

Άρθρο 20

-

-

-

-

Άρθρο 22

Άρθρο 6

 

 

 

Άρθρο 23

Άρθρο 7

 

 

 

Άρθρο 32

Άρθρο 7α

 

 

 

Άρθρο 33

-

-

-

-

Άρθρο 33 παράγραφος 5 στοιχείο γ)

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 8 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 8α παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

-

-

-

-

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 8α παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 4

-

-

-

-

Άρθρο 29

Άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 2

-

-

-

-

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφοι 4 και 5

 

 

 

Άρθρο 45 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 9 παράγραφοι 6 και 7

 

 

 

-

Άρθρο 9α

 

 

 

-

Άρθρο 9β παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 51 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 9β παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 51 παράγραφος 4

-

-

-

-

Άρθρο 51 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 89 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

 

 

 

Άρθρο 89 παράγραφος 3

-

-

-

-

Άρθρο 89 παράγραφος 2

-

-

-

-

Άρθρο 89 παράγραφος 4

-

-

-

-

Άρθρο 89 παράγραφος 5

-

-

-

-

Άρθρο 89 παράγραφος 6

Άρθρο 10 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 89 παράγραφος 7

Άρθρο 10 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 89 παράγραφος 8

Άρθρο 10 παράγραφος 5

 

 

 

-

Άρθρο 11

 

 

 

Άρθρο 43

Άρθρο 12 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2

 

 

 

-

Άρθρο 12 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 59 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 4

 

 

 

-

Άρθρο 12 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 13

 

 

 

Άρθρο 17

Άρθρο 13α παράγραφοι 1, 2 και 3

 

 

 

Άρθρο 40 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 13α παράγραφος 4

-

 

 

 

 

-

Άρθρο 40 παράγραφος 5

-

-

-

-

Άρθρο 40 παράγραφος 4

Άρθρο 13β παράγραφοι 1, 2 και 3

 

 

 

Άρθρο 41 παράγραφοι 1, 2 και 3

-

-

-

-

Άρθρο 41 παράγραφος 4

Άρθρο 13β παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 41 παράγραφος 7

-

-

-

-

Άρθρο 41 παράγραφος 5

-

-

-

-

Άρθρο 41 παράγραφος 6

Άρθρο 14

 

 

 

Άρθρο 61

Άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2 και 3

 

Άρθρο 15 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 62 παράγραφοι 1, 2 και 3

-

-

-

-

-

 

-

-

-

-

Άρθρο 64

Άρθρο 16

 

 

 

Άρθρο 65

Άρθρο 17

 

 

 

Άρθρο 39

Άρθρο 18

 

 

 

-

Άρθρο 19

 

 

 

Άρθρο 38

Άρθρο 20

 

 

 

Άρθρο 26

Άρθρο 21 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 21 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 21 παράγραφος 2 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 4

 

-

 

 

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 5

Άρθρο 21 παράγραφος 3

 

 

 

-

Άρθρο 21 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφος 6

Άρθρο 21α

 

 

 

Άρθρο 29

Άρθρο 22 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 110 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 2

 

 

 

Άρθρο 110 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 110 παράγραφος 4

-

-

-

-

Άρθρο 11 παράγραφος 2

-

-

-

-

Άρθρο 110 παράγραφος 5

-

-

-

-

Άρθρο 109

Άρθρο 23

 

 

 

Άρθρο 111

Άρθρο 24

 

 

 

Άρθρο 112 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 25

 

 

 

Άρθρο 114 παράγραφος 1

Άρθρο 26

 

 

 

Άρθρο 116

Άρθρο 28

 

 

 

Άρθρο 115

Άρθρο 29

 

 

 

Άρθρο 117

Άρθρο 30

 

 

 

Άρθρο 118

Παράρτημα ΙΙ

 

 

 

-

 

Άρθρο 1

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 1

 

Άρθρο 2 παράγραφος 1

 

 

-

 

Άρθρο 2 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 2 παράγραφος 22

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 23

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 24

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 25

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 26

 

Άρθρο 3 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 1

 

Άρθρο 3 παράγραφος 2 πρώτη περίοδος

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 2

 

Άρθρο 3 παράγραφος 2 δεύτερη, τρίτη και τέταρτη περίοδος

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 3

 

Άρθρο 3 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 12 παράγραφος 4

-

-

-

-

 

 

Άρθρο 4

 

 

Άρθρο 15

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 46 παράγραφος 1

-

-

-

-

Άρθρο 46 παράγραφοι 2 και 3

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

 

 

Άρθρο 48 παράγραφος 1

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο πρώτη περίοδος

 

 

Άρθρο 48 παράγραφος 2

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

 

 

Άρθρο 48 παράγραφος 5

 

Άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος

 

 

Άρθρο 48 παράγραφος 3

-

-

-

-

Άρθρο 48 παράγραφος 4

 

Άρθρο 5 παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 48 παράγραφος 6

 

Άρθρο 5 παράγραφοι 4 και 5

 

 

Άρθρο 87 παράγραφοι 4 και 5

 

Άρθρο 5 παράγραφος 6

 

 

Άρθρο 52

-

-

-

-

Άρθρο 87

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4

 

 

Άρθρο 13

-

-

-

-

Άρθρο 47

 

Άρθρο 7

-

 

 

-

Άρθρο 54

 

Άρθρο 8

 

 

Άρθρο 36

 

Άρθρο 9

 

 

Άρθρο 14

 

Άρθρο 10

 

 

Άρθρο 30

-

-

-

-

 

 

Άρθρο 11

 

 

Άρθρο 21

 

Άρθρο 12

 

 

Άρθρο 16

 

Άρθρο 13

 

 

Άρθρο 42

-

-

-

-

Άρθρο 88

 

Άρθρο 14 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 18

 

Άρθρο 14 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 19

 

Άρθρο 15

 

 

Άρθρο 112 παράγραφοι 3 και 4

 

Άρθρο 16

 

 

-

 

Άρθρο 17

 

 

-

 

Άρθρο 18

 

 

-

 

Άρθρο 19

 

 

-

 

Άρθρο 20

 

 

-

 

Παράρτημα

 

 

Παράρτημα I

 

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 3

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο α)

 

Άρθρο 2 παράγραφος 28

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο β)

 

Άρθρο 2 παράγραφος 29

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

 

Άρθρο 2 παράγραφος 30

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

 

-

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο ε)

 

Άρθρο 2 παράγραφος 31

 

 

Άρθρο 3

 

Άρθρο 57

 

 

Άρθρο 4

 

Άρθρο 58

 

 

Άρθρο 5

 

Άρθρο 59

 

 

Άρθρο 6

 

Άρθρο 60

 

 

 

 

-

 

 

Άρθρο 8

 

Άρθρο 66

 

 

Άρθρο 9

 

Άρθρο 67

 

 

Άρθρο 10

 

Άρθρο 68

 

 

Άρθρο 11

 

Άρθρο 69

-

-

-

-

Άρθρο 70

 

 

Άρθρο 12

 

Άρθρο 71

 

 

Άρθρο 13

 

Άρθρο 72

-

-

-

-

Άρθρο 73

-

-

-

-

Άρθρο 74

 

 

Άρθρο 13α

 

Άρθρο 75

 

 

Άρθρο 13β

 

Άρθρο 76

-

-

-

-

Άρθρο 77

-

-

-

-

Άρθρο 78

 

 

Άρθρο 14

 

-

 

 

Άρθρο 15

 

Άρθρο 112 παράγραφος 5

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 1

 

-

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 2

 

Άρθρο 113 παράγραφος 4

 

 

Άρθρο 17

 

-

 

 

Άρθρο 18

 

-

 

 

Άρθρο 19

 

-

 

 

Άρθρο 20

 

-

 

 

Παράρτημα I

 

Παράρτημα ΙΙ

 

 

Παράρτημα ΙΙ

 

-

-

-

-

-

Παράρτημα III

 

 

 

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5

 

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο α)

-

 

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 32

 

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 33

 

 

 

Άρθρο 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 2 παράγραφος 34

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 35

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 36

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 37

-

-

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 38

-

-

-

-

Άρθρο 79

-

-

-

-

Άρθρο 80

 

 

 

Άρθρο 3

Άρθρο 81 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 4

-

 

 

 

Άρθρο 5

-

 

 

 

Άρθρο 6

-

 

 

 

Άρθρο 7

-

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 81 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 81 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 81 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 9

-

-

-

-

-

Άρθρο 82

 

 

 

Άρθρο 10

Άρθρο 83

 

 

 

Άρθρο 11

-

 

 

 

Άρθρο 12

Άρθρο 84

 

 

 

Άρθρο 13

Άρθρο 85

 

 

 

Άρθρο 14

Άρθρο 86

 

 

 

Άρθρο 15

Άρθρο 114 παράγραφοι 2 και 3

 

 

 

Άρθρο 17

-

-

-

-

-

Άρθρο 92

-

-

-

-

Άρθρο 94

 

 

 

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 95

 

 

 

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 98 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 21

Άρθρο 96

 

 

 

Άρθρο 22

Άρθρο 97

 

 

 

Άρθρο 23

Άρθρο 101

 

 

 

Άρθρο 23α

Άρθρο 103

 

 

 

Άρθρο 24

Άρθρο 105

 

 

 

Άρθρο 25

Άρθρο 104

 

 

 

Άρθρο 26

Άρθρο 102

 

 

 

Άρθρο 27

-

 

 

 

Άρθρο 27α

Άρθρο 90

 

 

 

Άρθρο 28

Άρθρο 91

 

 

 

Άρθρο 29

Άρθρο 107

 

 

 

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 99 παράγραφος 2

 

 

 

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 99 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 99 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 99 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 98 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 31

Άρθρο 106

 

 

 

Άρθρο 32

-

 

 

 

Άρθρο 33

Άρθρο 24

 

 

 

Άρθρο 34

Άρθρο 25

 

 

 

Άρθρο 35

Άρθρο 108

 

 

 

Άρθρο 36

Άρθρο 113

 

 

 

Άρθρο 37

-

 

 

 

Άρθρο 38

-

 

 

 

Άρθρο 39

-

 

 

 

Άρθρο 40

-

 

 

 

Παράρτημα I

Παράρτημα V

 

 

 

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα VII

 

 

 

Παράρτημα III

Παράρτημα VIII

 

 

 

Παράρτημα IV

Παράρτημα VI

 

 

 

Παράρτημα V

-

 

 

 

Παράρτημα VI

Παράρτημα IX

 

 

 

 

Παράρτημα IV

_____________

  • [1]   ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.
  • [2]   ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.
  • [3]   ΕΕ L 139 της 23.5.1989, σ. 19. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).
  • [4]    ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.
  • [5]    ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1.
  • [6]   Σύσταση 1999/519/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, περί του περιορισμού της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0 Hz - 300 GHz) (ΕΕ L 199 της 30.7.1999, σ. 59).

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (8.9.2017)

προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών
(COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD))

Συντάκτρια γνωμοδότησης (*): Dita Charanzová

(*)  Διαδικασία συνδεδεμένων επιτροπών – Άρθρο 54 του Κανονισμού

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

I. Εισαγωγή

Σε ανταπόκριση στις σημαντικές διαρθρωτικές μεταβολές που χαρακτηρίζονται από αργή μετάβαση από τον χαλκό στην οπτική ίνα, από περισσότερο σύνθετο ανταγωνισμό με την σύγκλιση σταθερών και κινητών δικτύων, από την άνοδο των δεσμίδων λιανικής, την εμφάνιση νέων διαδικτυακών παραγόντων κατά μήκος των αλυσίδων αξίας, και, καθόλου ασήμαντο, τις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις και προσδοκίες του τελικού χρήστη, συμπεριλαμβανομένης και της έκρηξης της ζήτησης για ασύρματη μετάδοση δεδομένων, η Επιτροπή πρότεινε την αναθεώρηση των κανόνων της ΕΕ για τις τηλεπικοινωνίες, τον Σεπτέμβριο του 2016.

Ο προτεινόμενος Ευρωπαϊκός Κώδικας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών προτείνει νέες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων αναγκών συνδεσιμότητας της Ευρώπης και για την ενθάρρυνση των επενδύσεων σε δίκτυα υψηλής χωρητικότητας, διατηρώντας παράλληλα τον στόχο του ρυθμιστικού πλαισίου να διασφαλίζει την ανταγωνιστικότερη λειτουργία των αγορών, προσφέροντας χαμηλότερες τιμές και καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Ο Κώδικας περιέχει επίσης αναθεώρηση των ειδικών τομεακών κανόνων για την προστασία των καταναλωτών, μεταξύ άλλων, όσον αφορά τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης, και το καθεστώς των καθολικών υπηρεσιών. Οι εν λόγω διατάξεις του Κώδικα συζητιούνται υπό την αποκλειστική αιγίδα της IMCO, η οποία ενεργεί ως συνδεδεμένη επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 54 του Κανονισμού.

II. Θέση της συντάκτριας γνωμοδότησης

Η συντάκτρια συμφωνεί με τους γενικούς στόχους της πρότασης της Επιτροπής και την έμφαση που δίνει στην αυξημένη συνδεσιμότητα και την ανάγκη για τόνωση των επενδύσεων. Ειδικότερα, η συντάκτρια συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι υπάρχει συνεχής ανάγκη για τομεακές διατάξεις προστασίας των καταναλωτών, εκτός από το οριζόντιο κεκτημένο της ΕΕ για τους καταναλωτές. Η πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ευπρόσδεκτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ταυτόχρονα, ωστόσο, η συντάκτρια έχει εντοπίσει ορισμένα στοιχεία που χρήζουν περαιτέρω συζήτησης. Καταρχάς, η συντάκτρια διερωτάται κατά πόσον χρειάζεται να επεκταθούν οι διατάξεις του πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες στις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών. Κατά δεύτερο λόγο, η συντάκτρια προτείνει μια σειρά βελτιώσεων όσον αφορά την υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας. Τέλος, η συντάκτρια προτείνει συμπληρωματικές διατάξεις για την προστασία των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών στην αγορά.

1. Πεδίο εφαρμογής του κανονισμού – «νέοι επιγραμμικοί παράγοντες»

Ενώ η συντάκτρια συμφωνεί με τη γενική πρόθεση της Επιτροπής να θεσπίσει ένα βιώσιμο πλαίσιο, δεν πιστεύει ότι η πρόταση επιτυγχάνει αυτό τον στόχο. Η διάκριση μεταξύ της υπηρεσίας διαπροσωπικής επικοινωνίας ανεξαρτήτως αριθμών και αυτής με βάση αριθμούς και η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του τι θα μπορούσε να θεωρηθεί υπηρεσία επικοινωνίας και τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ψηφιακό περιεχόμενο, μπορεί να οδηγήσει σε νομική αβεβαιότητα και σύγχυση των τελικών χρηστών. Επιπλέον, η συντάκτρια δεν βλέπει κανένα ουσιαστικό λόγο για τη ρύθμιση των υπηρεσιών ανεξαρτήτως αριθμών στο πλαίσιο των τηλεπικοινωνιών και τονίζει τις σημαντικές διαφορές από την άποψη του καταναλωτή όσον αφορά την συνδεσιμότητα, τις συσκευές, τη λειτουργικότητα, τη διαλειτουργικότητα και τις τιμές και τις πληρωμές. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι είναι πιο σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι οι υπηρεσίες διαπροσωπικής επικοινωνίας ανεξαρτήτως αριθμών καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ψηφιακό περιεχόμενο, που βρίσκεται επί του παρόντος υπό διαπραγμάτευση, και από άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ, όπως η οδηγία για τα δικαιώματα των καταναλωτών.

Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, η συντάκτρια προτείνει μια σειρά τροπολογίες που περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων για τον τελικό χρήστη και, μεταξύ άλλων, καθορίζουν τη σχέση ανάμεσα στο τομεακό πλαίσιο για τις τηλεπικοινωνίες και το οριζόντιο καταναλωτικό κεκτημένο.

2. Υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας

Στις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας, η συντάκτρια υποστηρίζει τη συνολική προσέγγιση της Επιτροπής, καθώς και την έμφαση που προσδίδει στην οικονομική προσιτότητα της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο για όλους, καθώς και με την πρόταση ότι τα κράτη μέλη φέρουν το κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας. Προτείνει ορισμένες βελτιώσεις του τρέχοντος σχεδίου, και ιδίως:

•  Περιορισμός του πεδίου εφαρμογής στους καταναλωτές (και όχι τους τελικούς χρήστες)

•  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποχρεώνονται να προσδιορίσουν περαιτέρω την ελάχιστη λειτουργικότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC ώστε να εξασφαλισθεί μια συνεκτική προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ, ενώ παράλληλα θα προσφερθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία

•  Καθορισμός προθεσμίας 9 ετών για τη σταδιακή κατάργηση των κληροδοτημένων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, δηλαδή των δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου

•  Ενίσχυση των υποχρεώσεων σχετικά με τη διαθεσιμότητα των τιμολογίων βάσει κοινωνικών κριτηρίων, εάν οι τιμές λιανικής κριθούν οικονομικά ασύμφορες.

3. Δικαιώματα τελικών χρηστών

Η συντάκτρια συμφωνεί με την Επιτροπή ότι υπάρχει συνεχής ανάγκη για ειδική τομεακή ρύθμιση και υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για μέγιστη εναρμόνιση, με περιορισμένο αριθμό εξαιρέσεων όπως αυτές σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια των συμβάσεων. Η συντάκτρια προτείνει δύο πρόσθετες διατάξεις, και συγκεκριμένα:

•  Το δικαίωμα σε αποζημίωση για τους τελικούς χρήστες σε περίπτωση καθυστερήσεων ή υλικής ζημίας /ηθικής βλάβης που συνδέεται με την αλλαγή παρόχου

•  Μια διάταξη για την αντιμετώπιση των διακρίσεων και των καταχρηστικών πρακτικών στις ενδοενωσιακές κλήσεις και υπηρεσίες μηνυμάτων

Επιπλέον, η συντάκτρια προτείνει ορισμένες απλουστεύσεις/διευκρινίσεις, καθώς και ορισμένες διατάξεις με βάση πρόταση της Επιτροπής, μεταξύ άλλων:

•  εντοπισμό καλούντος βάσει χειροσυσκευής για το 112

•  καλύτερη κάλυψη για τα άτομα με αναπηρίες.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών καλεί την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να λάβει υπόψη της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Τροπολογία    1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(7)  Η σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, των μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας των πληροφοριών σημαίνει ότι όλα τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να διέπονται, κατά το δυνατό, από ενιαίο ευρωπαϊκό κώδικα επικοινωνιών που θα έχει θεσπιστεί με ενιαία οδηγία, με εξαίρεση τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται καλύτερα με άμεσα εφαρμοστέους κανόνες που έχουν θεσπιστεί μέσω κανονισμών Είναι απαραίτητο να διαχωριστεί η ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τη ρύθμιση του περιεχομένου. Ο κώδικας επικοινωνιών δεν καλύπτει, επομένως, το περιεχόμενο υπηρεσιών που παρέχονται μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το ραδιοτηλεοπτικά εκπεμπόμενο περιεχόμενο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστά εμπόδιο για μέτρα που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό την προώθηση της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και τη διασφάλιση της υπεράσπισης του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων καλύπτεται από την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου21. Η κανονιστική ρύθμιση της πολιτικής στον οπτικοακουστικό τομέα και του περιεχομένου αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, η αμεροληψία, η πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, η κοινωνική ένταξη, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία των ανηλίκων. Η διάκριση μεταξύ της ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του περιεχομένου δεν εμποδίζει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας και της προστασίας του καταναλωτή.

(7)  Η σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, των μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας των πληροφοριών σημαίνει ότι όλα τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να διέπονται, κατά το δυνατό, από ενιαίο ευρωπαϊκό κώδικα επικοινωνιών που θα έχει θεσπιστεί με ενιαία οδηγία, με εξαίρεση τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται καλύτερα με άμεσα εφαρμοστέους κανόνες που έχουν θεσπιστεί μέσω κανονισμών. Είναι απαραίτητο να διαχωριστεί η ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τη ρύθμιση του περιεχομένου. Ο κώδικας επικοινωνιών δεν καλύπτει, επομένως, το περιεχόμενο υπηρεσιών που παρέχονται μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το ραδιοτηλεοπτικά εκπεμπόμενο περιεχόμενο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστά εμπόδιο για μέτρα που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό την προώθηση της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και τη διασφάλιση της υπεράσπισης του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων καλύπτεται από την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου21. Η κανονιστική ρύθμιση της πολιτικής στον οπτικοακουστικό τομέα και του περιεχομένου αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, η αμεροληψία, η πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, η κοινωνική ένταξη, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία των ανηλίκων. Εκτός εάν εξαιρούνται ρητά από το πεδίο εφαρμογής του κώδικα επικοινωνιών, τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών καλύπτονται από τον εν λόγω κώδικα. Επίσης, η διάκριση μεταξύ της ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του περιεχομένου δεν εμποδίζει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας και της προστασίας του καταναλωτή.

__________________

__________________

21 Οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

21 Οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

Τροπολογία    2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(8)  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2014/53/ΕΕ σε ραδιοεξοπλισμό, καλύπτει όμως τον εξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται για τη ψηφιακή τηλεόραση.

(8)  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2014/53/ΕΕ σε ραδιοεξοπλισμό, καλύπτει όμως τον εξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται για την ψηφιακή ραδιοφωνία και τηλεόραση.

Τροπολογία    3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 10

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(10)  Ορισμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών δυνάμει της παρούσας οδηγίας θα μπορούσαν επίσης να πληρούν τον ορισμό της «υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών» στο άρθρο 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών. Οι διατάξεις που διέπουν τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών εφαρμόζονται στις εν λόγω υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στον βαθμό που δεν υφίστανται ειδικότερες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην παρούσα οδηγία ή σε άλλες ενωσιακές πράξεις. Ωστόσο, υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών όπως οι υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. H ίδια επιχείρηση, παραδείγματος χάριν ένας πάροχος υπηρεσίας Διαδικτύου, μπορεί να προσφέρει ταυτόχρονα μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως η πρόσβαση στο διαδίκτυο, και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, όπως η παροχή περιεχομένου WEB και όχι σχετικού με τις επικοινωνίες.

(10)  Ορισμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών δυνάμει της παρούσας οδηγίας θα μπορούσαν επίσης να πληρούν τον ορισμό της «υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών» στο άρθρο 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών. Οι διατάξεις που διέπουν τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών εφαρμόζονται στις εν λόγω υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στον βαθμό που δεν υφίστανται ειδικότερες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην παρούσα οδηγία ή σε άλλες ενωσιακές πράξεις. Ωστόσο, υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών όπως οι υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. H ίδια επιχείρηση, παραδείγματος χάριν ένας πάροχος υπηρεσίας Διαδικτύου, μπορεί να προσφέρει ταυτόχρονα μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως η πρόσβαση στο διαδίκτυο, και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, όπως η παροχή περιεχομένου WEB και όχι σχετικού με τις επικοινωνίες, καθώς και άλλες καθετοποιημένες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των επικοινωνιών μηχανής προς μηχανή.

Τροπολογία    4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 14

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(14)  Οι ορισμοί χρειάζεται να προσαρμοστούν ώστε να είναι σύμφωνοι με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις στην αγορά έχουν στρέψει τα δίκτυα προς την τεχνολογία πρωτοκόλλου διαδικτύου και έδωσαν στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός συνόλου ανταγωνιζόμενων παρόχων φωνητικής υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, ο όρος «διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία», που χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά στην οδηγία 2002/22/ΕΚ και θεωρείται ευρέως ότι αναφέρεται στις παραδοσιακές αναλογικές τηλεφωνικές υπηρεσίες, θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον πιο σύγχρονο και τεχνολογικά ουδέτερο όρο «φωνητικές επικοινωνίες». Πρέπει να διαχωρίζονται οι όροι παροχής μιας υπηρεσίας από τα στοιχεία που πραγματικά ορίζουν μια υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δηλαδή μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών ή εθνικών και διεθνών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε η υπηρεσία αυτή βασίζεται σε τεχνολογία μεταγωγής δικτύου είτε πακετομεταγωγής. Μια τέτοια υπηρεσία είναι εκ φύσεως αμφίδρομη και παρέχει δυνατότητα επικοινωνίας σε αμφότερα τα μέρη. Η υπηρεσία η οποία δεν πληροί όλους αυτούς τους όρους, όπως, για παράδειγμα, μια εφαρμογή που ενεργοποιείται με το «ποντίκι» σε μια ιστοθέση εξυπηρέτησης πελατών, δεν θεωρείται τέτοια υπηρεσία. Οι υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών περιλαμβάνουν επίσης μέσα επικοινωνίας που προορίζονται ειδικά για τους τελικούς χρήστες με αναπηρία που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες μεταφοράς κειμένου ή πλήρους συνομιλίας.

(14)  Οι ορισμοί χρειάζεται να προσαρμοστούν ώστε να είναι σύμφωνοι με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις προκειμένου να διασφαλιστεί η χωρίς διακρίσεις εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στους διαφόρους παρόχους υπηρεσιών. Οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις στην αγορά έχουν στρέψει τα δίκτυα προς την τεχνολογία πρωτοκόλλου διαδικτύου και έδωσαν στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός συνόλου ανταγωνιζόμενων παρόχων φωνητικής υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, ο όρος «διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία», που χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά στην οδηγία 2002/22/ΕΚ και θεωρείται ευρέως ότι αναφέρεται στις παραδοσιακές αναλογικές τηλεφωνικές υπηρεσίες, θα πρέπει να αντικατασταθεί από τον πιο σύγχρονο και τεχνολογικά ουδέτερο όρο «φωνητικές επικοινωνίες». Πρέπει να διαχωρίζονται οι όροι παροχής μιας υπηρεσίας από τα στοιχεία που πραγματικά ορίζουν μια υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δηλαδή μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών ή εθνικών και διεθνών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε η υπηρεσία αυτή βασίζεται σε τεχνολογία μεταγωγής δικτύου είτε πακετομεταγωγής. Μια τέτοια υπηρεσία είναι εκ φύσεως αμφίδρομη και παρέχει δυνατότητα επικοινωνίας σε αμφότερα τα μέρη. Η υπηρεσία η οποία δεν πληροί όλους αυτούς τους όρους, όπως, για παράδειγμα, μια εφαρμογή που ενεργοποιείται με το «ποντίκι» σε μια ιστοθέση εξυπηρέτησης πελατών, δεν θεωρείται τέτοια υπηρεσία. Οι υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών περιλαμβάνουν επίσης μέσα επικοινωνίας που προορίζονται ειδικά για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες μεταφοράς κειμένου ή βίντεο πλήρους συνομιλίας, όπως υπηρεσίες φωνής, βίντεο, κειμένου σε πραγματικό χρόνο, μόνο του ή σε συνδυασμό, στο πλαίσιο της ίδιας κλήσης.

Τροπολογία    5

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 15

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(15)  Οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επικοινωνιών, και τα τεχνικά μέσα πραγματοποίησής τους, έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι τελικοί χρήστες υποκαθιστούν όλο και περισσότερο τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) μεταφοράς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με λειτουργικά ισοδύναμες επιγραμμικές υπηρεσίες όπως η φωνή μέσω IP, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσω διαδικτύου. Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες τυγχάνουν αποτελεσματικής και ισότιμης προστασίας όταν χρησιμοποιούν λειτουργικά ισοδύναμες υπηρεσίες, ένας ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με μελλοντική προοπτική δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε τεχνικές παραμέτρους, αλλά μάλλον να στηρίζεται σε λειτουργική προσέγγιση. Το πεδίο εφαρμογής της απαραίτητης ρύθμισης θα πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτύχει τους οικείους στόχους δημόσιου συμφέροντος. Αν και η «μεταφορά σημάτων» εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική παράμετρο για τον ορισμό των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός θα πρέπει να καλύπτει επίσης και άλλες υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία. Από τη σκοπιά του τελικού χρήστη, δεν έχει σημασία αν ο πάροχος μεταφέρει ο ίδιος σήματα ή αν η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσω υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο. Κατά συνέπεια, ο τροποποιημένος ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να περιέχει τρία είδη υπηρεσιών που ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται εν μέρει, δηλαδή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2120, υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και υπηρεσιών οι οποίες συνίστανται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στη μεταφορά σημάτων. Ο ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξαλείψει τις ασάφειες που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του προηγουμένου ορισμού και να καταστήσει δυνατή την προσαρμοσμένη ανά διάταξη εφαρμογή των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο για τα διάφορα είδη υπηρεσιών. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είτε ως αμοιβή είτε με άλλο τρόπο, πρέπει να συμμορφώνεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) στις 25 Μαΐου 201823.

(15)  Οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επικοινωνιών, και τα τεχνικά μέσα πραγματοποίησής τους, έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι τελικοί χρήστες υποκαθιστούν όλο και περισσότερο τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) και μεταφοράς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με λειτουργικά ισοδύναμες επιγραμμικές υπηρεσίες όπως είναι η φωνή μέσω IP, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσω διαδικτύου, μολονότι δεν τις θεωρούν ακόμα υποκατάστατα των παραδοσιακών φωνητικών υπηρεσιών λόγω της αντίληψης ότι διαφέρουν ως προς τα επίπεδα ποιότητας, ασφάλειας και διαλειτουργικότητας. Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες τυγχάνουν αποτελεσματικής και ισότιμης προστασίας όταν χρησιμοποιούν λειτουργικά ισοδύναμες υπηρεσίες, ένας ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με μελλοντική προοπτική δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε τεχνικές παραμέτρους, αλλά μάλλον να στηρίζεται, στο μέτρο του δυνατού, σε λειτουργική προσέγγιση. Ωστόσο, θα πρέπει να αναγνωριστούν οι υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των υπηρεσιών, καθώς οι επιγραμμικές υπηρεσίες όπως οι φωνητικές υπηρεσίες μέσω IP παρέχονται στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος του χρησιμοποιούμενου για την επικοινωνία δικτύου, ενώ από την άλλη πλευρά επιτρέπουν στον τελικό χρήστη να μεταβαίνει πιο εύκολα από υπηρεσία σε υπηρεσία σε σχέση με τις παραδοσιακές υπηρεσίες επικοινωνίας. Το πεδίο εφαρμογής της απαραίτητης ρύθμισης θα πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτύχει τους οικείους στόχους δημόσιου συμφέροντος. Αν και η «μεταφορά σημάτων» εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική παράμετρο για τον ορισμό των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός θα πρέπει να καλύπτει επίσης και άλλες υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία με αναλογικό τρόπο προκειμένου να επιτευχθεί το καλύτερο αποτέλεσμα για τους τελικούς χρήστες. Από τη σκοπιά του τελικού χρήστη, δεν έχει σημασία αν ο πάροχος μεταφέρει ο ίδιος σήματα ή αν η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσω υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο και συνεπώς οι υπηρεσίες αυτές δεν θα πρέπει να ορίζονται βάσει της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, αλλά βάσει των εύλογων προσδοκιών των τελικών χρηστών όσον αφορά την υπηρεσία, για παράδειγμα ανάλογα με την τιμή που καταβάλλεται ή την ευκολία καταγγελίας της σύμβασης. Κατά συνέπεια, ο τροποποιημένος ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να περιέχει τρία είδη υπηρεσιών που ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται εν μέρει, δηλαδή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2120, υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και υπηρεσιών οι οποίες συνίστανται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στη μεταφορά σημάτων. Αυτή η τελευταία κατηγορία δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει υπηρεσίες στις οποίες η συνδεσιμότητα παρέχεται ως προϊόν εισαγόμενο σε συνδεδεμένες συσκευές ή «έξυπνα αγαθά», ή στις οποίες η παροχή συνδεσιμότητας μαζί με τα εν λόγω αγαθά προϋποθέτει σύμβαση με τον τελικό χρήστη, καθώς θα θεωρούνταν ενσωματωμένα ψηφιακά περιεχόμενα ή υπηρεσίες σύμφωνα με την οδηγία σχετικά με τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου. Δεδομένου ότι οι εν λόγω υπηρεσίες ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται μερικώς, είναι πιθανό οι υπηρεσίες που πληρούν μόνο τα κριτήρια της κατηγορίας μεταφοράς σημάτων να περιορίζονται στις υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή και ευρυεκπομπής. Όπως και στην περίπτωση της ευρυεκπομπής, όπου το μεταδιδόμενο περιεχόμενο δεν εμπίπτει στον ορισμό μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της υπηρεσίας μηχανής προς μηχανή και της υποκείμενης μετάδοσής της. Μόνο η μετάδοση θα πρέπει να θεωρείται μεταφορά σημάτων και όχι η εφαρμογή της υπηρεσίας μηχανής προς μηχανή (όπως για παράδειγμα η καταγραφή και η ανάλυση της κατανάλωσης στο πλαίσιο της έξυπνης μέτρησης). Ο ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξαλείψει τις ασάφειες που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του προηγουμένου ορισμού και να καταστήσει δυνατή την προσαρμοσμένη ανά διάταξη εφαρμογή των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο για τα διάφορα είδη υπηρεσιών. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είτε ως αμοιβή είτε με άλλο τρόπο, πρέπει να συμμορφώνεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) στις 25 Μαΐου 201823.

__________________

__________________

23 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)· ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1

23 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)· ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1

Τροπολογία    6

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 16

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(16)  Προκειμένου να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται κανονικά έναντι αμοιβής. Στην ψηφιακή οικονομία, οι φορείς της αγοράς θεωρούν όλο και περισσότερο ότι οι πληροφορίες για τους χρήστες έχουν χρηματική αξία. Οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών συχνά παρέχονται έναντι μη χρηματικής αντιπαροχής, για παράδειγμα με την παροχή πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή άλλα δεδομένα. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει συνεπώς να καλύπτει καταστάσεις όπου ο πάροχος υπηρεσίας ζητά και ο τελικός χρήστης παρέχει ενεργώς δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως το όνομα ή την ηλεκτρονική του διεύθυνση, ή άλλα δεδομένα άμεσα ή έμμεσα στον πάροχο. Θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης καταστάσεις κατά τις οποίες ο πάροχος συγκεντρώνει πληροφορίες χωρίς ο τελικός χρήστης να τις παρέχει ενεργώς, όπως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης IP, ή άλλες πληροφορίες που δημιουργούνται αυτόματα, όπως οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται και διαβιβάζονται από ένα «μπισκότο» (cookie). Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το άρθρο 57 της ΣΛΕΕ24, αμοιβή υφίσταται κατά την έννοια της Συνθήκης επίσης αν ο πάροχος υπηρεσιών πληρώνεται από τρίτο και όχι από τον αποδέκτη της υπηρεσίας. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει επίσης τις καταστάσεις όπου ο τελικός χρήστης εκτίθεται σε διαφημιστικά μηνύματα ως προϋπόθεση για την απόκτηση πρόσβασης στην υπηρεσία, ή καταστάσεις στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών αξιοποιεί χρηματικώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει συγκεντρώσει.

(16)  Προκειμένου να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται κανονικά έναντι αμοιβής. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το άρθρο 57 της ΣΛΕΕ24, αμοιβή υφίσταται κατά την έννοια της Συνθήκης επίσης αν ο πάροχος υπηρεσιών πληρώνεται από τρίτο και όχι από τον αποδέκτη της υπηρεσίας. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει επίσης τις καταστάσεις όπου ο πάροχος υπηρεσιών προτίθεται να αξιοποιεί χρηματικώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει συγκεντρώσει ή έχει λάβει.

__________________

__________________

24 Υπόθεση C-352/85, Bond van Adverteerders κ.λπ. κατά του ολλανδικού δημοσίου, EU:C:1988:196.

24 Υπόθεση C-352/85, Bond van Adverteerders κ.λπ. κατά του ολλανδικού δημοσίου, EU:C:1988:196.

Τροπολογία    7

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 17

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(17)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών είναι υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διαπροσωπική και διαδραστική ανταλλαγή πληροφοριών, και καλύπτουν υπηρεσίες όπως οι παραδοσιακές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ δύο ατόμων, αλλά επίσης και όλους τους τύπους μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, ή ομάδων συζητήσεων. Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών καλύπτουν μόνο τις επικοινωνίες μεταξύ πεπερασμένου, δηλαδή όχι εν δυνάμει απεριόριστου, αριθμού φυσικών προσώπων ο οποίος προσδιορίζεται από τον αποστολέα της επικοινωνίας. Οι επικοινωνίες που αφορούν νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού, όταν φυσικά πρόσωπα ενεργούν για λογαριασμό αυτών των νομικών προσώπων ή συμμετέχουν σε τουλάχιστον μία πλευρά της επικοινωνίας. Η διαδραστική επικοινωνία συνεπάγεται ότι η υπηρεσία επιτρέπει στον αποδέκτη των πληροφοριών να αποκρίνεται. Οι υπηρεσίες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές, όπως είναι η γραμμική ευρυεκπομπή, το βίντεο κατά παραγγελία, οι ιστότοποι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ιστολόγια (blogs), ή η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μηχανών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, μια υπηρεσία δεν θα πρέπει να θεωρείται ως υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών αν ο μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί καθαρά δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία και, για αντικειμενικούς τεχνικούς λόγους, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς αυτήν την κύρια υπηρεσία, και η ενσωμάτωσή του δεν αποτελεί μέσο για την παράκαμψη της εφαρμογής των κανόνων που διέπουν τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ένα παράδειγμα για μια τέτοια εξαίρεση θα μπορούσε να είναι, καταρχήν, ένας δίαυλος επικοινωνίας σε διαδικτυακά παιχνίδια, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού επικοινωνίας της υπηρεσίας.

(17)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών είναι υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διαπροσωπική και διαδραστική ανταλλαγή πληροφοριών, και καλύπτουν υπηρεσίες όπως οι παραδοσιακές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ δύο ατόμων, αλλά επίσης και όλους τους τύπους μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, ή ομάδων συζητήσεων. Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών καλύπτουν μόνο τις επικοινωνίες μεταξύ πεπερασμένου, δηλαδή όχι εν δυνάμει απεριόριστου, αριθμού φυσικών προσώπων ο οποίος προσδιορίζεται από τον αποστολέα της επικοινωνίας. Οι επικοινωνίες που αφορούν νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού, όταν φυσικά πρόσωπα ενεργούν για λογαριασμό αυτών των νομικών προσώπων ή συμμετέχουν σε τουλάχιστον μία πλευρά της επικοινωνίας. Η διαδραστική επικοινωνία συνεπάγεται ότι η υπηρεσία επιτρέπει στον αποδέκτη των πληροφοριών να αποκρίνεται. Οι υπηρεσίες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές, όπως είναι η γραμμική ευρυεκπομπή, το βίντεο κατά παραγγελία, οι ιστότοποι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ιστολόγια (blogs), ή η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μηχανών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών. Όλες οι υπηρεσίες επικοινωνιών, είτε είναι επικουρικές σε άλλη κύρια υπηρεσία είτε όχι, δεσμεύονται από τους κανόνες σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ασφάλεια των επικοινωνιών. Αν ο μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί καθαρά ήσσονος σημασίας, δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία και, για αντικειμενικούς τεχνικούς λόγους, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς αυτήν την κύρια υπηρεσία, και η ενσωμάτωσή του δεν αποτελεί μέσο για την παράκαμψη της εφαρμογής των κανόνων που διέπουν τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όλες οι άλλες διατάξεις πέρα από τους κανόνες για την ασφάλεια των επικοινωνιών της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται σε αυτές τις επικουρικές υπηρεσίες.

Τροπολογία    8

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 22

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(22)  Οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στους τομείς του πολιτισμού, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής και της χωροταξίας.

(22)  Οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στους τομείς του πολιτισμού και της πολιτισμικής ποικιλομορφίας, της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής και της χωροταξίας.

Τροπολογία    9

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 40

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(40)  Τα οφέλη της ενιαίας αγοράς για τους παρόχους υπηρεσιών και τους τελικούς χρήστες μπορούν να επιτευχθούν με γενική άδεια για δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, χωρίς να απαιτείται ρητή απόφαση ή διοικητική πράξη της εθνικής κανονιστικής αρχής και με περιορισμό των διαδικαστικών απαιτήσεων μόνο σε δηλωτική κοινοποίηση. Όταν τα κράτη μέλη απαιτούν κοινοποίηση από τους φορείς παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όταν αρχίζουν τις δραστηριότητές τους, η εν λόγω κοινοποίηση θα πρέπει να υποβάλλεται στον BEREC, οποίος ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής. Η κοινοποίηση αυτή δεν θα πρέπει να συνεπάγεται διοικητικό κόστος για τους παρόχους και θα μπορούσε να διατίθεται μέσω σημείου εισόδου στον ιστότοπο των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Ο BEREC θα πρέπει να διαβιβάζει εγκαίρως τις κοινοποιήσεις προς την εθνική ρυθμιστική αρχή σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προτίθενται να παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν απόδειξη ότι πραγματοποιήθηκε η κοινοποίηση αυτή, μέσω οποιασδήποτε νομικώς αναγνωρισμένης ταχυδρομικής ή ηλεκτρονικής απόδειξης παραλαβής της κοινοποίησης στον BEREC. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η απόδειξη παραλαβής δεν θα πρέπει να συνιστά ή να απαιτεί διοικητική πράξη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή οποιασδήποτε άλλης αρχής.

(40)  Τα οφέλη της ενιαίας αγοράς για τους παρόχους υπηρεσιών και τους τελικούς χρήστες μπορούν να επιτευχθούν με γενική άδεια για δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, χωρίς να απαιτείται ρητή απόφαση ή διοικητική πράξη της εθνικής κανονιστικής αρχής και με περιορισμό των διαδικαστικών απαιτήσεων μόνο σε δηλωτική κοινοποίηση. Όταν τα κράτη μέλη απαιτούν κοινοποίηση από τους φορείς παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όταν αρχίζουν τις δραστηριότητές τους, η εν λόγω κοινοποίηση θα πρέπει να υποβάλλεται στον BEREC, οποίος ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής. Η κοινοποίηση αυτή δεν θα πρέπει να συνεπάγεται διοικητικό κόστος για τους παρόχους και θα μπορούσε να διατίθεται μέσω σημείου εισόδου στον ιστότοπο των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Ο BEREC θα πρέπει να διαβιβάζει εγκαίρως τις κοινοποιήσεις προς την εθνική ρυθμιστική αρχή σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προτίθενται να παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν απόδειξη ότι πραγματοποιήθηκε η κοινοποίηση αυτή, μέσω οποιασδήποτε νομικώς αναγνωρισμένης ταχυδρομικής ή ηλεκτρονικής απόδειξης παραλαβής της κοινοποίησης στον BEREC. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η απόδειξη παραλαβής δεν θα πρέπει να συνιστά ή να απαιτεί διοικητική πράξη της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή οποιασδήποτε άλλης αρχής.

Τροπολογία    10

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 49

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(49)  Οι ειδικές υποχρεώσεις οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλονται σε φορείς παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών λόγω της σημαντικής τους ισχύος στην αγορά, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να επιβάλλονται χωριστά από τα γενικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο της γενικής άδειας.

(49)  Οι ειδικές υποχρεώσεις οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλονται σε φορείς παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών λόγω της σημαντικής τους ισχύος στην αγορά, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να επιβάλλονται χωριστά από τα γενικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο της γενικής άδειας.

Τροπολογία    11

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 69

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(69)  Σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις εθνικές κανονιστικές αρχές κατά την εξέταση θεμάτων συναφών με τα δικαιώματα των τελικών χρηστών. Οι διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών είναι δυνατό να αποτελέσουν ταχύ και οικονομικά αποδοτικό τρόπο για την επιβολή των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών, ιδίως για τους καταναλωτές και τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Για διαφορές μεταξύ καταναλωτών, αποτελεσματικές διαδικασίες, που δεν εισάγουν διακρίσεις και δεν είναι δαπανηρές, για την επίλυση των διαφορών τους με παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διασφαλίζονται ήδη από την οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου31, εφόσον αφορούν σχετικές συμβατικές υποχρεώσεις και ο καταναλωτής είναι κάτοικος και η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη εντός της Ένωσης. Δεδομένου ότι πολλά κράτη μέλη έχουν καθιερώσει διαδικασίες επίλυσης διαφορών και για τελικούς χρήστες εκτός από καταναλωτές, για τους οποίους δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2013/11/ΕΕ, είναι εύλογο να διατηρηθεί η διαδικασία επίλυσης τομεακών διαφορών τόσο για καταναλωτές όσο και, εφόσον τα κράτη μέλη την επεκτείνουν, για άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Λαμβανομένης υπόψη της ουσιαστικής τομεακής εμπειρογνωμοσύνης των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στην εθνική ρυθμιστική αρχή να ενεργεί ως φορέας επίλυσης διαφορών, μέσω χωριστού οργάνου στο πλαίσιο της εν λόγω αρχής, το οποίο δεν θα λαμβάνει οποιεσδήποτε εντολές. Οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών δυνάμει της παρούσας οδηγίας που αφορούν καταναλωτές θα πρέπει να υπόκεινται στις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ

(69)  Σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις εθνικές κανονιστικές αρχές κατά την εξέταση θεμάτων συναφών με τα δικαιώματα των τελικών χρηστών. Οι διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών είναι δυνατό να αποτελέσουν ταχύ και οικονομικά αποδοτικό τρόπο για την επιβολή των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών, ιδίως για τους καταναλωτές και τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Για διαφορές μεταξύ καταναλωτών, αποτελεσματικές διαδικασίες, που δεν εισάγουν διακρίσεις και δεν είναι δαπανηρές, για την επίλυση των διαφορών τους με παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διασφαλίζονται ήδη από την οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου31, εφόσον αφορούν σχετικές συμβατικές υποχρεώσεις και ο καταναλωτής είναι κάτοικος και η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη εντός της Ένωσης. Δεδομένου ότι πολλά κράτη μέλη έχουν καθιερώσει διαδικασίες επίλυσης διαφορών και για τελικούς χρήστες εκτός από καταναλωτές, για τους οποίους δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2013/11/ΕΕ, είναι εύλογο να διατηρηθεί η διαδικασία επίλυσης τομεακών διαφορών τόσο για καταναλωτές όσο και, εφόσον τα κράτη μέλη την επεκτείνουν, για άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Οι καταναλωτές θα πρέπει πάντα να έχουν τη δυνατότητα να επιλύουν τις διαφορές τους με επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω ειδικής τομεακής διαδικασίας επίλυσης διαφορών, εάν το επιθυμούν. Λαμβανομένης υπόψη της ουσιαστικής τομεακής εμπειρογνωμοσύνης των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στην εθνική ρυθμιστική αρχή να ενεργεί ως φορέας επίλυσης διαφορών, μέσω χωριστού οργάνου στο πλαίσιο της εν λόγω αρχής, το οποίο δεν θα λαμβάνει οποιεσδήποτε εντολές. Οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών δυνάμει της παρούσας οδηγίας που αφορούν καταναλωτές θα πρέπει να υπόκεινται σε σαφείς και αποτελεσματικές διαδικασίες και στις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.

__________________

__________________

31 Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

31 Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

Τροπολογία    12

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 89

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(89)  Η τυποποίηση θα πρέπει να παραμείνει πρωτίστως διαδικασία καθοδηγούμενη από την αγορά. Παρόλα αυτά, πιθανώς να υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι σκόπιμο να απαιτείται η συμμόρφωση με συγκεκριμένα πρότυπα σε ενωσιακό επίπεδο, ώστε να εξασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα στην ενιαία αγορά. Σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2015/1535/ΕΕ. Οι διαδικασίες τυποποίησης στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ισχύουν με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2014/53/ΕΕ για τον ραδιοεξοπλισμό, της οδηγίας 2014/35/ΕΕ για τη χαμηλή τάση και της οδηγίας 2014/30/ΕΕ για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα.

(89)  Η τυποποίηση θα πρέπει να παραμείνει πρωτίστως διαδικασία καθοδηγούμενη από την αγορά. Παρόλα αυτά, πιθανώς να υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι σκόπιμο να απαιτείται η συμμόρφωση με συγκεκριμένα πρότυπα σε ενωσιακό επίπεδο, ώστε να βελτιωθούν η διαλειτουργικότητα και η ελευθερία επιλογής των χρηστών και να ενθαρρυνθεί η διασυνδεσιμότητα στην ενιαία αγορά. Σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2015/1535/ΕΕ. Οι διαδικασίες τυποποίησης στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ισχύουν με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2014/53/ΕΕ για τον ραδιοεξοπλισμό, της οδηγίας 2014/35/ΕΕ για τη χαμηλή τάση και της οδηγίας 2014/30/ΕΕ για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα.

Τροπολογία    13

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 90

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(90)  Θα πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή και των δύο, να λαμβάνουν μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, αντίστοιχα. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον προηγμένων τεχνικών δυνατοτήτων, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να διασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών ανάλογο προς τους εκάστοτε κινδύνους. Για τα μέτρα ασφαλείας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατ’ ελάχιστον, όλες οι σημαντικές πτυχές των ακόλουθων στοιχείων: όσον αφορά την ασφάλεια δικτύων και εγκαταστάσεων: υλική και περιβαλλοντική ασφάλεια, ασφάλεια του εφοδιασμού, έλεγχος πρόσβασης σε δίκτυα και ακεραιότητα δικτύων· όσον αφορά τη διαχείριση συμβάντων: διαδικασίες χειρισμού συμβάντων, ικανότητα ανίχνευσης συμβάντων, αναφορά και κοινοποίηση συμβάντων· όσον αφορά τη διαχείριση της συνέχισης των δραστηριοτήτων: στρατηγική για τη συνέχιση των υπηρεσιών και σχέδια έκτακτων καταστάσεων, ικανότητες αποκατάστασης σε περίπτωση καταστροφής· και όσον αφορά την παρακολούθηση, τον λογιστικό έλεγχο και τις δοκιμές: πολιτικές παρακολούθησης και καταγραφής, σχέδια άσκησης για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, δοκιμές δικτύων και υπηρεσιών, εκτιμήσεις ασφάλειας και παρακολούθηση της συμμόρφωσης· και συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα.

(90)  Θα πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή και των δύο, να λαμβάνουν μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, αντίστοιχα. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον προηγμένων τεχνικών δυνατοτήτων, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να διασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών ανάλογο προς τους εκάστοτε κινδύνους. Για τα μέτρα ασφαλείας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατ’ ελάχιστον, όλες οι σημαντικές πτυχές των ακόλουθων στοιχείων: όσον αφορά την ασφάλεια δικτύων και εγκαταστάσεων: υλική και περιβαλλοντική ασφάλεια, ασφάλεια του εφοδιασμού, έλεγχος πρόσβασης σε δίκτυα και ακεραιότητα δικτύων· όσον αφορά τη διαχείριση συμβάντων: διαδικασίες χειρισμού συμβάντων, ικανότητα ανίχνευσης συμβάντων, αναφορά και κοινοποίηση συμβάντων· όσον αφορά τη διαχείριση της συνέχισης των δραστηριοτήτων: στρατηγική για τη συνέχιση των υπηρεσιών και σχέδια έκτακτων καταστάσεων, ικανότητες αποκατάστασης σε περίπτωση καταστροφής· και όσον αφορά την παρακολούθηση, τον λογιστικό έλεγχο και τις δοκιμές: πολιτικές παρακολούθησης και καταγραφής, σχέδια άσκησης για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, δοκιμές δικτύων και υπηρεσιών, εκτιμήσεις ασφάλειας και παρακολούθηση της συμμόρφωσης· και συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα. Σε περίπτωση παραβίασης της ασφάλειας, οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικώς για κάθε ενδεχόμενο κίνδυνο και για πιθανά προστατευτικά ή διορθωτικά μέτρα που μπορούν να λάβουν.

Τροπολογία    14

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 91 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(91α  Προκειμένου να διασφαλιστούν η ασφάλεια και η ακεραιότητα των δικτύων και των υπηρεσιών, η χρήση της κρυπτογράφησης από την πηγή μέχρι τον προορισμό (end-to-end) θα πρέπει να ενθαρρύνεται και, όταν είναι αναγκαίο, να επιβάλλεται, σύμφωνα με τις αρχές της ασφάλειας και της ιδιωτικότητας εκ σχεδιασμού· συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να επιβάλλουν καμία υποχρέωση στους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογράφησης, στους παρόχους υπηρεσιών επικοινωνιών και σε όλους τους υπόλοιπους οργανισμούς (σε όλα τα επίπεδα της εφοδιαστικής αλυσίδας) που θα είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, όπως π.χ. το να επιτρέπουν ή να διευκολύνουν μη εξουσιοδοτημένες κρυφές προσβάσεις·

Τροπολογία    15

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 127

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(127)  Η τεράστια αύξηση της ζήτησης ραδιοφάσματος, και της ζήτησης από τελικούς χρήστες για ασύρματη ευρυζωνική χωρητικότητα, καθιστά αναγκαία την εξεύρεση εναλλακτικών, συμπληρωματικών λύσεων φασματικώς αποδοτικής πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ασύρματης πρόσβασης χαμηλής ισχύος με μικρή εμβέλεια λειτουργίας, όπως τα τοπικά δίκτυα ραδιοεπικοινωνιών (RLAN) και τα δίκτυα σημείων κυψελωτής πρόσβασης χαμηλής ισχύος και μικρού μεγέθους. Αυτά τα συμπληρωματικά συστήματα ασύρματης πρόσβασης, ιδίως τα δημοσίως προσβάσιμα σημεία πρόσβασης RLAN, αυξάνουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες, καθώς και την αποφόρτωση της κυκλοφορίας στην κινητή τηλεφωνία για τους φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας. Τα RLAN χρησιμοποιούν εναρμονισμένο ραδιοφάσμα χωρίς να απαιτείται μεμονωμένη άδεια ή δικαίωμα χρήσης ραδιοφάσματος. Τα περισσότερα σημεία πρόσβασης RLAN χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής από ιδιώτες χρήστες ως τοπική ασύρματη επέκταση της σταθερής ευρυζωνικής σύνδεσής τους. Οι τελικοί χρήστες, εντός των ορίων της δικής τους συνδρομής υπηρεσιών διαδικτύου, δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να μοιράζονται την πρόσβαση στο RLAN τους με άλλους, ώστε να αυξάνεται ο αριθμός των διαθέσιμων σημείων πρόσβασης, ιδίως σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, να μεγιστοποιείται η ασύρματη χωρητικότητα δεδομένων μέσω επαναχρησιμοποίησης του ραδιοφάσματος και να δημιουργούνται οικονομικά αποδοτικές συμπληρωματικές ασύρματες ευρυζωνικές υποδομές προσβάσιμες σε άλλους τελικούς χρήστες. Επομένως, θα πρέπει επίσης να καταργηθούν περιττοί περιορισμοί στην ανάπτυξη και τη διασύνδεση σημείων πρόσβασης RLAN. Οι δημόσιες αρχές ή οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών που χρησιμοποιούν RLAN στους χώρους τους για το προσωπικό, τους επισκέπτες ή τους πελάτες τους, για παράδειγμα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης ή για πληροφορίες σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές ή τη διαχείριση της οδικής κυκλοφορίας, θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν πρόσβαση σε τέτοια σημεία πρόσβασης για γενική χρήση από πολίτες, ως επικουρική υπηρεσία σε υπηρεσίες που προσφέρουν στο κοινό στους εν λόγω χώρους, στον βαθμό που αυτό επιτρέπεται από τους κανόνες περί ανταγωνισμού και δημόσιων συμβάσεων. Επιπλέον, ο πάροχος τέτοιας τοπικής πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός ή πέριξ ιδιωτικού ακινήτου ή περιορισμένου δημόσιου χώρου σε μη εμπορική βάση ή ως επικουρική υπηρεσία σε άλλη δραστηριότητα που δεν εξαρτάται από αυτήν την πρόσβαση (όπως τα κομβικά σημεία RLAN που διατίθενται σε πελάτες άλλων εμπορικών δραστηριοτήτων ή στο ευρύ κοινό στην εν λόγω περιοχή) μπορεί να υπόκειται σε συμμόρφωση με γενικές άδειες για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, αλλά δεν θα πρέπει να υπόκειται σε όρους ή απαιτήσεις που συνοδεύουν γενικές άδειες οι οποίες ισχύουν για παρόχους δημόσιων δικτύων ή υπηρεσιών επικοινωνιών ή σε υποχρεώσεις σχετικά με τους τελικούς χρήστες ή τη διασύνδεση. Ωστόσο, ο πάροχος αυτός εξακολουθεί να υπόκειται στους κανόνες περί ευθύνης του άρθρου 12 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο35. Αναδύονται περαιτέρω τεχνολογίες όπως η οπτική ασύρματη επικοινωνία (LiFi), οι οποίες θα συμπληρώνουν τις τρέχουσες ραδιοφασματικές δυνατότητες των RLAN και των σημείων ασύρματης πρόσβασης ώστε να συμπεριλαμβάνονται σημεία πρόσβασης με βάση την οπτική επικοινωνία ορατού φωτός και θα οδηγήσουν σε υβριδικά τοπικά δίκτυα που θα επιτρέπουν την οπτική ασύρματη επικοινωνία.

(127)  Η τεράστια αύξηση της ζήτησης ραδιοφάσματος, και της ζήτησης από τελικούς χρήστες για ασύρματη ευρυζωνική χωρητικότητα, καθιστά αναγκαία την εξεύρεση εναλλακτικών, συμπληρωματικών λύσεων φασματικώς αποδοτικής πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ασύρματης πρόσβασης χαμηλής ισχύος με μικρή εμβέλεια λειτουργίας, όπως τα τοπικά δίκτυα ραδιοεπικοινωνιών (RLAN) και τα δίκτυα σημείων κυψελωτής πρόσβασης χαμηλής ισχύος και μικρού μεγέθους. Αυτά τα συμπληρωματικά συστήματα ασύρματης πρόσβασης, ιδίως τα δημοσίως προσβάσιμα σημεία πρόσβασης RLAN, αυξάνουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες, καθώς και την αποφόρτωση της κυκλοφορίας στην κινητή τηλεφωνία για τους φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας. Τα RLAN χρησιμοποιούν εναρμονισμένο ραδιοφάσμα χωρίς να απαιτείται μεμονωμένη άδεια ή δικαίωμα χρήσης ραδιοφάσματος. Τα περισσότερα σημεία πρόσβασης RLAN χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής από ιδιώτες χρήστες ως τοπική ασύρματη επέκταση της σταθερής ευρυζωνικής σύνδεσής τους. Οι τελικοί χρήστες, εντός των ορίων της δικής τους συνδρομής υπηρεσιών διαδικτύου, δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να μοιράζονται την πρόσβαση στο RLAN τους με άλλους, ώστε να αυξάνεται ο αριθμός των διαθέσιμων σημείων πρόσβασης, ιδίως σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, να μεγιστοποιείται η ασύρματη χωρητικότητα δεδομένων μέσω επαναχρησιμοποίησης του ραδιοφάσματος και να δημιουργούνται οικονομικά αποδοτικές συμπληρωματικές ασύρματες ευρυζωνικές υποδομές προσβάσιμες σε άλλους τελικούς χρήστες. Οι πάροχοι διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση αυτή παρέχεται με τη ρητή συγκατάθεση των τελικών χρηστών, δεν θίγει τους όρους πρόσβασης του τελικού χρήστη και ότι δεν φέρει ευθύνη ο τελικός χρήστης που παρέχει την πρόσβαση στο δίκτυό τους, το οποίο βρίσκεται στον χώρο του τελικού χρήστη. Επιπλέον, οι δημόσιες αρχές ή οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών που χρησιμοποιούν RLAN στους χώρους τους για το προσωπικό, τους επισκέπτες ή τους πελάτες τους, για παράδειγμα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης ή για πληροφορίες σχετικά με τις δημόσιες μεταφορές ή τη διαχείριση της οδικής κυκλοφορίας, θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν πρόσβαση σε τέτοια σημεία πρόσβασης για γενική χρήση από πολίτες, ως επικουρική υπηρεσία σε υπηρεσίες που προσφέρουν στο κοινό στους εν λόγω χώρους, στον βαθμό που αυτό επιτρέπεται από τους κανόνες περί ανταγωνισμού και δημόσιων συμβάσεων. Επιπλέον, ο πάροχος τέτοιας τοπικής πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός ή πέριξ ιδιωτικού ακινήτου ή περιορισμένου δημόσιου χώρου σε μη εμπορική βάση ή ως επικουρική υπηρεσία σε άλλη δραστηριότητα που δεν εξαρτάται από αυτήν την πρόσβαση (όπως τα κομβικά σημεία RLAN που διατίθενται σε πελάτες άλλων εμπορικών δραστηριοτήτων ή στο ευρύ κοινό στην εν λόγω περιοχή) μπορεί να υπόκειται σε συμμόρφωση με γενικές άδειες για δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος, αλλά δεν θα πρέπει να υπόκειται σε όρους ή απαιτήσεις που συνοδεύουν γενικές άδειες οι οποίες ισχύουν για παρόχους δημόσιων δικτύων ή υπηρεσιών επικοινωνιών ή σε υποχρεώσεις σχετικά με τους τελικούς χρήστες ή τη διασύνδεση. Ωστόσο, ο πάροχος αυτός εξακολουθεί να υπόκειται στους κανόνες περί ευθύνης του άρθρου 12 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο35. Αναδύονται περαιτέρω τεχνολογίες όπως η οπτική ασύρματη επικοινωνία (LiFi), οι οποίες θα συμπληρώνουν τις τρέχουσες ραδιοφασματικές δυνατότητες των RLAN και των σημείων ασύρματης πρόσβασης ώστε να συμπεριλαμβάνονται σημεία πρόσβασης με βάση την οπτική επικοινωνία ορατού φωτός και θα οδηγήσουν σε υβριδικά τοπικά δίκτυα που θα επιτρέπουν την οπτική ασύρματη επικοινωνία.

__________________

__________________

35 Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο»), (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

35 Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο»), (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

Τροπολογία    16

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 137

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(137)  Επί του παρόντος, τόσο η διατερματική συνδεσιμότητα όσο και η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης εξαρτώνται από το κατά πόσο οι τελικοί χρήστες επιλέγουν υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών. Οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις ή η αυξημένη χρήση υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών θα μπορούσαν να συνεπάγονται την έλλειψη επαρκούς διαλειτουργικότητας μεταξύ υπηρεσιών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαν να ανακύψουν σημαντικοί φραγμοί για την είσοδο στην αγορά και εμπόδια για την περαιτέρω καινοτομία και να απειλήσουν αισθητά τόσο την αποτελεσματική διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών όσο και την αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

(137)  Επί του παρόντος, τόσο η διατερματική συνδεσιμότητα όσο και η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης εξαρτώνται από το κατά πόσο οι τελικοί χρήστες επιλέγουν υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών. Οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις ή η αυξημένη χρήση υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών θα μπορούσαν να συνεπάγονται την έλλειψη επαρκούς διαλειτουργικότητας μεταξύ υπηρεσιών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, θα μπορούσαν να ανακύψουν σημαντικοί φραγμοί για την είσοδο στην αγορά και εμπόδια για την περαιτέρω καινοτομία και να απειλήσουν αισθητά τόσο την αποτελεσματική διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών.

Τροπολογία    17

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 138

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(138)  Σε περίπτωση που ανακύπτουν τέτοια ζητήματα διαλειτουργικότητας, η Επιτροπή δύναται να ζητά την εκπόνηση έκθεσης από τον BEREC η οποία θα πρέπει να παρέχει τεκμηριωμένη αξιολόγηση της κατάστασης της αγοράς στο επίπεδο της Ένωσης και των κρατών μελών. Με βάση την έκθεση του BEREC και άλλα διαθέσιμα στοιχεία και λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή θα πρέπει να αποφασίζει κατά πόσο υφίσταται ανάγκη ρυθμιστικής παρέμβασης από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι αυτή η ρυθμιστική παρέμβαση θα πρέπει να εξεταστεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, δύναται να εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα, με τα οποία να καθορίζεται η φύση και το πεδίο εφαρμογής πιθανών ρυθμιστικών παρεμβάσεων από τις ΕΡΑ, συμπεριλαμβανομένων ιδίως μέτρων για την επιβολή της υποχρεωτικής χρήσης προτύπων ή προδιαγραφών σε όλους ή συγκεκριμένους παρόχους. Οι όροι «ευρωπαϊκά πρότυπα» και «διεθνή πρότυπα» ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/201236. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αξιολογούν, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, κατά πόσο οποιαδήποτε παρέμβαση είναι απαραίτητη και δικαιολογημένη για να διασφαλίζεται η διατερματική συνδεσιμότητα ή η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και, αν ναι, να επιβάλλουν αναλογικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της Επιτροπής.

(138)  Σε περίπτωση που ανακύπτουν τέτοια ζητήματα διαλειτουργικότητας, η Επιτροπή δύναται να ζητά την εκπόνηση έκθεσης από τον BEREC η οποία θα πρέπει να παρέχει τεκμηριωμένη αξιολόγηση της κατάστασης της αγοράς στο επίπεδο της Ένωσης και των κρατών μελών. Με βάση την έκθεση του BEREC και άλλα διαθέσιμα στοιχεία και λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή θα πρέπει να αποφασίζει κατά πόσο υφίσταται ανάγκη ρυθμιστικής παρέμβασης από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι αυτή η ρυθμιστική παρέμβαση θα πρέπει να εξεταστεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, δύναται να εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα, με τα οποία να καθορίζεται η φύση και το πεδίο εφαρμογής πιθανών ρυθμιστικών παρεμβάσεων από τις ΕΡΑ, συμπεριλαμβανομένων ιδίως μέτρων για την επιβολή της υποχρεωτικής χρήσης προτύπων ή προδιαγραφών σε όλους ή συγκεκριμένους παρόχους. Οι όροι «ευρωπαϊκά πρότυπα» και «διεθνή πρότυπα» ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/201236. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αξιολογούν, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, κατά πόσο οποιαδήποτε παρέμβαση είναι απαραίτητη και δικαιολογημένη για να διασφαλίζεται η διατερματική συνδεσιμότητα ή η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και, αν ναι, να επιβάλλουν αναλογικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της Επιτροπής και χωρίς επιπρόσθετες απαιτήσεις.

__________________

__________________

36 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [ΕΕ L 364 της 14.11.2012, σ. 12]

36 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [ΕΕ L 364 της 14.11.2012, σ. 12]

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστούν η εσωτερική λογική και η συνοχή του κειμένου.

Τροπολογία    18

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 143

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(143)  Ενώ σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών, είναι ωστόσο απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τέτοιες υποχρεώσεις επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτό.

(143)  Σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών. Οι υποχρεώσεις αυτές πρέπει να επιβάλλονται μόνον όταν δικαιολογείται για την επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας και εφόσον οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι αντικειμενικά δικαιολογημένες, διαφανείς, αναλογικές και δεν εισάγουν διακρίσεις, με σκοπό την προώθηση της αποδοτικότητας, του βιώσιμου ανταγωνισμού, των αποδοτικών επενδύσεων και καινοτομιών και την παροχή των μέγιστων δυνατών πλεονεκτημάτων στους τελικούς χρήστες, και να επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το κανονιστικό πλαίσιο και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτό.

Τροπολογία    19

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 194

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(194)  Η καθολική υπηρεσία αποτελεί πλέγμα ασφαλείας για να εξασφαλίζεται ότι διατίθεται σε όλους τους τελικούς χρήστες ένα σύνολο ελάχιστων υπηρεσιών σε προσιτή τιμή, σε περιπτώσεις όπου ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού που προκύπτει από την έλλειψη αυτής της πρόσβασης αποτρέπει τους πολίτες από την πλήρη κοινωνική και οικονομική συμμετοχή στην κοινωνία.

(194)  Η καθολική υπηρεσία αποτελεί πλέγμα ασφαλείας για να εξασφαλίζεται ότι διατίθεται σε όλους τους καταναλωτές ένα σύνολο ελάχιστων υπηρεσιών σε προσιτή τιμή, σε περιπτώσεις όπου ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού που προκύπτει από την έλλειψη αυτής της πρόσβασης αποτρέπει τους πολίτες από την πλήρη κοινωνική και οικονομική συμμετοχή στην κοινωνία.

Τροπολογία    20

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 196

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(196)  Θεμελιώδης απαίτηση της καθολικής υπηρεσίας είναι να διασφαλίζει ότι όλοι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση, σε προσιτή τιμή, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, τουλάχιστον σε σταθερή θέση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών που δεν παρέχονται σε σταθερή θέση, αλλά σε πολίτες εν κινήσει, όταν το κρίνουν αναγκαίο για να εξασφαλίζεται η πλήρης κοινωνική και οικονομική τους συμμετοχή στην κοινωνία. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχεται η σύνδεση, έτσι ώστε να επιτρέπεται εξίσου η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ως προς την κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης που θα φέρουν μέρος ή όλες τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

(196)  Θεμελιώδης απαίτηση της καθολικής υπηρεσίας είναι να διασφαλίζει ότι όλοι οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση, σε προσιτή τιμή, σε διαθέσιμες υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και σε φωνητικές επικοινωνίες, τουλάχιστον σε σταθερή θέση. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχεται η σύνδεση σε σταθερή θέση, έτσι ώστε να επιτρέπεται εξίσου η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ως προς την κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης που θα φέρουν μέρος ή όλες τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το πλαίσιο για να εξασφαλιστεί ότι τελικοί χρήστες με αναπηρίες έχουν ισοδύναμη πρόσβαση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα για τους πολίτες εν κινήσει, εφόσον το θεωρούν απαραίτητο για να διασφαλιστεί η πλήρης οικονομική και κοινωνική συμμετοχή στην κοινωνία.

Τροπολογία    21

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 197

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(197)  Η ταχύτητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο, όπως φαίνεται από την πλευρά του χρήστη, μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης του ή των φορέων παροχής με το Διαδίκτυο καθώς και της εφαρμογής για την οποία χρησιμοποιείται η σύνδεση. Η οικονομικά προσιτή υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να επαρκεί για την υποστήριξη της πρόσβασης σε ελάχιστη δέσμη βασικών υπηρεσιών που αντανακλούν τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από την πλειονότητα των χρηστών, καθώς και της χρήσης αυτής της δέσμης. Ο εν λόγω ελάχιστος κατάλογος υπηρεσιών θα πρέπει να καθορίζεται περαιτέρω από τα κράτη μέλη, προκειμένου να επιτρέπεται επαρκές επίπεδο κοινωνικής ένταξης και συμμετοχής στην ψηφιακή κοινωνία και οικονομία στην επικράτειά τους.

(197)  Η ταχύτητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο, όπως φαίνεται από την πλευρά του χρήστη, μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης του ή των φορέων παροχής με το Διαδίκτυο καθώς και της εφαρμογής για την οποία χρησιμοποιείται η σύνδεση. Η διαθεσιμότητα οικονομικά προσιτής ευρυζωνικής υπηρεσίας πρόσβασης στο Διαδίκτυο που παρέχεται στο πλαίσιο της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να έχει επαρκή δυναμικότητα ώστε να στηρίζει την πρόσβαση και τη χρήση τουλάχιστον ενός ελάχιστου συνόλου βασικών διαδικτυακών υπηρεσιών και τουλάχιστον ενός ελάχιστου εύρους ζώνης που αντανακλούν τη μέση χρήση τέτοιων υπηρεσιών από την πλειονότητα του πληθυσμού, με στόχο να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο κοινωνικής ένταξης και συμμετοχής στην ψηφιακή κοινωνία και οικονομία. Εναπόκειται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, να καθορίσουν τον καταλληλότερο τρόπο για να διασφαλιστεί η επίτευξη του εύρους ζώνης που είναι αναγκαία για την υποστήριξη τουλάχιστον ενός τέτοιου ελάχιστου καταλόγου υπηρεσιών, με επιδίωξη να αντικατοπτρίζεται η ικανότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο που διαθέτει η πλειονότητα του πληθυσμού των εδαφών ενός κράτους μέλους περιοχών ή τμημάτων τους. Για παράδειγμα, μπορεί να ορίζουν τη δυναμικότητα με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου εύρους ζώνης και όγκου δεδομένων. Οι απαιτήσεις της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με το ανοικτό διαδίκτυο, ιδίως όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θα πρέπει να ισχύουν για κάθε τέτοια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε καταλόγου υπηρεσιών ή ελάχιστου εύρους ζώνης που υιοθετείται βάσει της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας.

 

__________________

 

Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με το ανοιχτό διαδίκτυο και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης, ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1.

Τροπολογία    22

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 198

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(198)  Δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτική για τους τελικούς χρήστες η πρόσβαση σε υπηρεσίες που δεν επιθυμούν και θα πρέπει, επομένως, να είναι δυνατό οι επιλέξιμοι τελικοί χρήστες να περιορίζουν, κατόπιν αιτήματος, την οικονομικά προσιτή καθολική υπηρεσία μόνο στην υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών.

(198)  Δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωτική για τους καταναλωτές η πρόσβαση σε υπηρεσίες που δεν επιθυμούν και θα πρέπει, επομένως, να είναι δυνατό οι επιλέξιμοι καταναλωτές να περιορίζουν, κατόπιν αιτήματος, την οικονομικά προσιτή καθολική υπηρεσία μόνο στην υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών.

Τροπολογία    23

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 200

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(200)  Ως προσιτή τιμή νοείται η τιμή που ορίζουν τα κράτη μέλη σε εθνικό επίπεδο, υπό το πρίσμα των ειδικών εθνικών προϋποθέσεων, και μπορεί να περιλαμβάνει ειδικές επιλογές τιμολογίου ή πακέτα για την αντιμετώπιση των αναγκών των χρηστών με χαμηλό εισόδημα ή των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, των χρηστών με αναπηρίες και των τελικών χρηστών που κατοικούν σε αγροτικές ή γεωγραφικά απομονωμένες περιοχές. Οι προσφορές αυτές θα πρέπει να παρέχονται με βασικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποφεύγονται στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς. Η οικονομική προσιτότητα για τους μεμονωμένους τελικούς χρήστες θα πρέπει να στηρίζεται στο δικαίωμά τους να συνάπτουν σύμβαση με επιχείρηση, τη διαθεσιμότητα αριθμού, τη διαρκή σύνδεση της υπηρεσίας και τη δυνατότητά τους να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους.

(200)  Ως προσιτή τιμή νοείται η τιμή που ορίζουν τα κράτη μέλη σε εθνικό επίπεδο, υπό το πρίσμα των ειδικών εθνικών προϋποθέσεων, και πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές κοινωνικές επιλογές τιμολογίου ή πακέτα για την αντιμετώπιση των αναγκών των χρηστών με χαμηλό εισόδημα ή των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες. Σε αυτούς τους τελικούς χρήστες μπορεί να περιλαμβάνονται οι ηλικιωμένοι, οι χρήστες με αναπηρίες και οι καταναλωτές που κατοικούν σε αγροτικές ή γεωγραφικά απομονωμένες περιοχές. Οι προσφορές αυτές θα πρέπει να παρέχονται με βασικά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποφεύγονται στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς και να εξασφαλίζεται το δικαίωμα πρόσβασής τους σε διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η οικονομική προσιτότητα για τους μεμονωμένους καταναλωτές θα πρέπει να στηρίζεται στο δικαίωμά τους να συνάπτουν σύμβαση με πάροχο, τη διαθεσιμότητα αριθμού, τη διαρκή σύνδεση της υπηρεσίας και τη δυνατότητά τους να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους.

Τροπολογία    24

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 201

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(201)  Δεν θα πρέπει να είναι πλέον δυνατή η άρνηση χορήγησης πρόσβασης σε τελικούς χρήστες στην ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών συνδεσιμότητας. Το δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση θα πρέπει να σημαίνει ότι οι τελικοί χρήστες που ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με άρνηση, ιδίως εκείνοι με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση για την παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση με οποιαδήποτε επιχείρηση παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσίες στη θέση αυτή. Προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι οικονομικοί κίνδυνοι, όπως η μη εξόφληση λογαριασμών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι ελεύθερες να παρέχουν τη σύμβαση με όρους προπληρωμής, βάσει οικονομικά προσιτών επιμέρους προπληρωμένων μονάδων.

(201)  Δεν θα πρέπει να είναι πλέον δυνατή η άρνηση χορήγησης πρόσβασης σε καταναλωτές στην ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών συνδεσιμότητας. Το δικαίωμα σύναψης σύμβασης με πάροχο θα πρέπει να σημαίνει ότι οι τελικοί χρήστες που ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με άρνηση, ιδίως εκείνοι με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση για την παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση με οποιονδήποτε πάροχο τέτοιου είδους υπηρεσιών στη θέση αυτή. Προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι οικονομικοί κίνδυνοι, όπως η μη εξόφληση λογαριασμών, οι πάροχοι θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να παρέχουν τη σύμβαση με όρους προπληρωμής, βάσει οικονομικά προσιτών επιμέρους προπληρωμένων μονάδων.

Τροπολογία    25

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 202

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(202)  Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες είναι προσβάσιμοι με υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα τηλεφωνικού αριθμού για εύλογη χρονική περίοδο και επίσης κατά τη διάρκεια περιόδων μη χρήσης της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μπορούν να θέτουν σε εφαρμογή μηχανισμούς για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος του τελικού χρήστη για διατήρηση της διαθεσιμότητας του αριθμού.

(202)  Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες είναι προσβάσιμοι με υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα τηλεφωνικού αριθμού για εύλογη χρονική περίοδο και επίσης κατά τη διάρκεια περιόδων μη χρήσης της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Οι πάροχοι θα πρέπει να μπορούν να θέτουν σε εφαρμογή μηχανισμούς για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος του καταναλωτή για διατήρηση της διαθεσιμότητας του αριθμού.

Τροπολογία    26

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 204

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(204)  Προκειμένου να αξιολογείται η ανάγκη για μέτρα οικονομικής προσιτότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και τις λεπτομέρειες των προσφορών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών για τελικούς χρήστες με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

(204)  Προκειμένου να αξιολογείται η ανάγκη για μέτρα οικονομικής προσιτότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και τις λεπτομέρειες των προσφορών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών για καταναλωτές με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

Τροπολογία    27

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 205

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(205)  Όταν πρόσθετα μέτρα πέραν των βασικών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών που παρέχονται από τις επιχειρήσεις δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν την οικονομική προσιτότητα για τελικούς χρήστες με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές ανάγκες, η άμεση στήριξη, όπως για παράδειγμα κουπόνια για τους εν λόγω τελικούς χρήστες, μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη εναλλακτική λύση, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να ελαχιστοποιούνται οι στρεβλώσεις της αγοράς.

(205)  Όταν πρόσθετα μέτρα πέραν των κοινωνικών τιμολογιακών επιλογών ή δεσμών που παρέχονται από τους παρόχους δεν επαρκούν από μόνα τους για να εξασφαλίσουν την οικονομική προσιτότητα για όλους τους καταναλωτές με χαμηλά εισοδήματα ή ειδικές ανάγκες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χορηγούν άμεση συμπληρωματική στήριξη στους εν λόγω καταναλωτές, όπως για παράδειγμα κουπόνια ή άμεσες πληρωμές στους παρόχους. Αυτό μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη εναλλακτική λύση σε άλλα μέτρα, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να ελαχιστοποιούνται οι στρεβλώσεις της αγοράς.

Τροπολογία    28

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 206

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(206)  Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας αγοράς οικονομικά προσιτών προϊόντων και υπηρεσιών με διευκολύνσεις για τους τελικούς χρήστες με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού με υποστηρικτικές τεχνολογίες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα, ή με καθιέρωση προϋποθέσεων σύμφωνα με την οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες38. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κατάλληλα μέτρα ανάλογα με τις εθνικές περιστάσεις, το οποίο παρέχει ευελιξία στα κράτη μέλη να λαμβάνουν ειδικά μέτρα, για παράδειγμα, αν η αγορά δεν παράγει οικονομικά προσιτά και προσβάσιμα προϊόντα και υπηρεσίες που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για τελικούς χρήστες με αναπηρίες υπό τις συνήθεις οικονομικές συνθήκες.

(206)  Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας μιας αγοράς οικονομικά προσιτών προϊόντων και υπηρεσιών που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για καταναλωτές με αναπηρία, , σύμφωνα με μια προσέγγιση καθολικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένου, όταν είναι αναγκαίο, εξοπλισμού με υποστηρικτικές τεχνολογίες που είναι διαλειτουργικός με τον διαθέσιμο στο κοινό εξοπλισμό και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 301 549 V1.1.2 (2015-04), ή με καθιέρωση προϋποθέσεων σύμφωνα με την οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου38. Τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίσουν κατάλληλα μέτρα σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες, που παρέχει ευελιξία στα κράτη μέλη για τη λήψη ειδικών μέτρων, για παράδειγμα, αν η αγορά δεν παράγει προσιτά προϊόντα και υπηρεσίες που θα περιλαμβάνουν και διευκολύνσεις για τους καταναλωτές με αναπηρίες υπό κανονικές οικονομικές συνθήκες. Το μέσο κόστος του υπηρεσιών αναμετάδοσης για καταναλωτές με αναπηρίες πρέπει να είναι ισοδύναμη με εκείνη των υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας, προκειμένου να μην τεθούν σε κίνδυνο οι καταναλωτές με αναπηρίες. Το καθαρό κόστος των παρόχων υπηρεσιών αναμετάδοσης πρέπει να αποζημιωθεί με βάση το άρθρο 84.

__________________

__________________

38 ΕΕ C […], […], σ. […].

38 Οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της... για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες (ΕΕ L …, , σ....).

Τροπολογία    29

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 207

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(207)  Για επικοινωνίες δεδομένων με ρυθμούς δεδομένων που επαρκούν για να επιτρέπεται η λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο, οι συνδέσεις σταθερής τηλεφωνίας είναι σχεδόν καθολικά διαθέσιμες και χρησιμοποιούνται από την πλειονότητα των πολιτών σε ολόκληρη την Ένωση. Η τυπική σταθερή ευρυζωνική κάλυψη και διαθεσιμότητα στην Ένωση ανέρχεται στο 97 % των κατοικιών για το 2015, με μέσο ποσοστό αξιοποίησης 72 %, ενώ οι υπηρεσίες που βασίζονται σε ασύρματες τεχνολογίες έχουν ακόμη μεγαλύτερη εμβέλεια. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα των σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές.

(207)  Για επικοινωνίες δεδομένων με ρυθμούς δεδομένων που επαρκούν για να επιτρέπεται η πρόσβαση στο διαδίκτυο, οι συνδέσεις σταθερής τηλεφωνίας είναι σχεδόν καθολικά διαθέσιμες και χρησιμοποιούνται από την πλειονότητα των πολιτών σε ολόκληρη την Ένωση. Η τυπική σταθερή ευρυζωνική κάλυψη και διαθεσιμότητα στην Ένωση ανέρχεται στο 97 % των κατοικιών για το 2015, με μέσο ποσοστό αξιοποίησης 72 %, ενώ οι υπηρεσίες που βασίζονται σε ασύρματες τεχνολογίες έχουν ακόμη μεγαλύτερη εμβέλεια. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα των σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων στις αστικές και τις αγροτικές περιοχές.

Τροπολογία    30

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 208

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(208)  Η αγορά πρέπει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην εξασφάλιση της διαθεσιμότητας της ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, με συνεχώς αυξανόμενη χωρητικότητα. Σε περιοχές όπου η αγορά δεν θα απέδιδε, άλλα εργαλεία δημόσιας πολιτικής για την υποστήριξη της διαθεσιμότητας συνδέσεων πρόσβασης στο διαδίκτυο φαίνονται, καταρχήν, οικονομικώς πιο αποδοτικά και λιγότερο στρεβλωτικά για την αγορά από τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας, για παράδειγμα η χρησιμοποίηση χρηματοδοτικών μέσων όπως αυτών που διατίθενται στο πλαίσιο του ΕΤΣΕ και του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», η χρησιμοποίηση δημόσιας χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία, η επιβολή υποχρεώσεων κάλυψης για τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ώστε να υποστηρίζεται η ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές και οι δημόσιες επενδύσεις σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

(208)  Η αγορά πρέπει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην εξασφάλιση της διαθεσιμότητας της ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, με συνεχώς αυξανόμενη χωρητικότητα. Σε περιοχές όπου η αγορά δεν θα απέδιδε, άλλα εργαλεία δημόσιας πολιτικής για την υποστήριξη της διαθεσιμότητας συνδέσεων πρόσβασης στο διαδίκτυο φαίνονται, καταρχήν, οικονομικώς πιο αποδοτικά και λιγότερο στρεβλωτικά για την αγορά από τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας, για παράδειγμα η χρησιμοποίηση χρηματοδοτικών μέσων όπως αυτών που διατίθενται στο πλαίσιο του ΕΤΣΕ και του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», η χρησιμοποίηση δημόσιας χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία, η επιβολή υποχρεώσεων κάλυψης για τα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ώστε να υποστηρίζεται η ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές και οι δημόσιες επενδύσεις σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας ως πιθανό μέτρο για να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο, εάν το οικείο κράτος μέλος το κρίνει αναγκαίο.

Τροπολογία    31

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 209

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(209)  Αν, μετά την πραγματοποίηση της δέουσας αξιολόγησης, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της γεωγραφικής έρευνας για την ανάπτυξη δικτύων που διενεργείται από την εθνική ρυθμιστική αρχή, προκύπτει ότι ούτε η αγορά ούτε οι μηχανισμοί δημόσιας παρέμβασης είναι πιθανό να παρέχουν σε τελικούς χρήστες ορισμένων περιοχών σύνδεση ικανή να παρέχει υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, το κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να ορίζει, κατ’ εξαίρεση, διαφορετικές επιχειρήσεις ή σύνολα επιχειρήσεων για να παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες στα διάφορα αντίστοιχα μέρη της εθνικής επικράτειας. Οι υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας προς στήριξη της διαθεσιμότητας υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να περιορίζονται από τα κράτη μέλη στην κύρια έδρα ή κατοικία του τελικού χρήστη. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχονται οι υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, έτσι ώστε να είναι εξίσου δυνατή η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών, ούτε ως προς το ποιοι φορείς εκμετάλλευσης θα είναι επιφορτισμένοι με μέρος ή με το σύνολο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

(209)  Αν, μετά την πραγματοποίηση της δέουσας αξιολόγησης, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της γεωγραφικής έρευνας για την ανάπτυξη δικτύων που διενεργείται από την εθνική ρυθμιστική αρχή, προκύπτει ότι ούτε η αγορά ούτε οι μηχανισμοί δημόσιας παρέμβασης είναι πιθανό να παρέχουν σε καταναλωτές ορισμένων περιοχών σύνδεση ικανή να παρέχει υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, το κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να ορίζει, κατ’ εξαίρεση, διαφορετικούς παρόχους ή σύνολα παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών στα διάφορα αντίστοιχα μέρη της εθνικής επικράτειας. Οι υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας προς στήριξη της διαθεσιμότητας υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να περιορίζονται από τα κράτη μέλη στην κύρια έδρα ή κατοικία του καταναλωτή. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχονται οι υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, έτσι ώστε να είναι εξίσου δυνατή η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών, ούτε ως προς το ποιοι φορείς εκμετάλλευσης θα είναι επιφορτισμένοι με μέρος ή με το σύνολο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

Αιτιολόγηση

Βλέπε προηγούμενες τροπολογίες της συντάκτριας.

Τροπολογία    32

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 211

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(211)  Θα πρέπει να εκτιμάται το κόστος διασφάλισης της διαθεσιμότητας σύνδεσης ικανής να παρέχει υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και σε προσιτή τιμή στο πλαίσιο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, ιδίως με αξιολόγηση της αναμενόμενης οικονομικής επιβάρυνσης για επιχειρήσεις και χρήστες στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(211)  Θα πρέπει να εκτιμάται το κόστος διασφάλισης της διαθεσιμότητας σύνδεσης ικανής να παρέχει υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και σε προσιτή τιμή στο πλαίσιο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, ιδίως με αξιολόγηση της αναμενόμενης οικονομικής επιβάρυνσης για παρόχους και χρήστες στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τροπολογία    33

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 213

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(213)  Εφόσον μια επιχείρηση που έχει οριστεί να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ή φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, όπως ορίζεται στο άρθρο 81 της παρούσας οδηγίας, επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικό τμήμα, υπό το φως της υποχρέωσής της όσον αφορά την καθολική υπηρεσία, ή όλα τα περιουσιακά της στοιχεία που αφορούν την τοπική πρόσβαση σε δίκτυο στην εθνική επικράτεια σε μια χωριστή νομική οντότητα βάσει διαφορετικής τελικής ιδιοκτησίας, η εθνική κανονιστική αρχή θα πρέπει να αξιολογήσει τις συνέπειες της συναλλαγής προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια ή σε μέρος της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική κανονιστική αρχή η οποία επέβαλε τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ενημερωθεί από την επιχείρηση εκ των προτέρων όσον αφορά αυτή τη διάθεση. Η αξιολόγηση της εθνικής κανονιστικής αρχής δεν θα πρέπει να προδικάσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

(213)  Εφόσον ένας πάροχος που έχει οριστεί να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ή φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, όπως ορίζεται στο άρθρο 81 της παρούσας οδηγίας, επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικό τμήμα, υπό το φως της υποχρέωσής του όσον αφορά την καθολική υπηρεσία, ή όλα τα περιουσιακά του στοιχεία που αφορούν την τοπική πρόσβαση σε δίκτυο στην εθνική επικράτεια σε μια χωριστή νομική οντότητα βάσει διαφορετικής τελικής ιδιοκτησίας, η εθνική κανονιστική αρχή θα πρέπει να αξιολογήσει τις συνέπειες της συναλλαγής προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια ή σε μέρος της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική κανονιστική αρχή η οποία επέβαλε τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ενημερωθεί από τον πάροχο εκ των προτέρων όσον αφορά αυτή τη διάθεση. Η αξιολόγηση της εθνικής κανονιστικής αρχής δεν θα πρέπει να προδικάσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

Τροπολογία    34

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 214

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(214)  Για να εξασφαλίζεται σταθερότητα και να στηρίζεται η σταδιακή μετάβαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών υπηρεσιών στην επικράτειά τους, εκτός από τις υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των οικείων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας βάσει της οδηγίας 2002/22/ΕΚ κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι υπηρεσίες ή οι συγκρίσιμες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Αν επιτραπεί η συνέχιση της παροχής δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με το καθεστώς καθολικής υπηρεσίας, για όσο διάστημα αποδεικνύεται ακόμη η σχετική ανάγκη, θα παρασχεθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι ποικίλες εθνικές περιστάσεις. Ωστόσο, η χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται μέσω δημόσιων πόρων, όπως για τις λοιπές υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

(214)  Για να εξασφαλίζεται σταθερότητα και να στηρίζεται η σταδιακή μετάβαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών υπηρεσιών στην επικράτειά τους, εκτός από τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των οικείων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας βάσει της οδηγίας 2002/22/ΕΚ κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι υπηρεσίες ή οι συγκρίσιμες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν δημόσιους τηλεφωνικούς θαλάμους και σημεία πρόσβασης στις επικοινωνίες σε σημεία καίριας σημασίας, όπως αερολιμένες ή σιδηροδρομικοί σταθμοί και σταθμοί λεωφορείων, καθώς και σε μέρη που χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όπως νοσοκομεία, αστυνομικά τμήματα και περιοχές έκτακτης ανάγκης σε αυτοκινητοδρόμους, για την κάλυψη των εύλογων αναγκών των τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρία. Αν επιτραπεί η συνέχιση της παροχής δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με το καθεστώς καθολικής υπηρεσίας, για όσο διάστημα αποδεικνύεται ακόμη η σχετική ανάγκη, θα παρασχεθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι ποικίλες εθνικές περιστάσεις. Ωστόσο, η χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται μέσω δημόσιων πόρων, όπως για τις λοιπές υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

Τροπολογία    35

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 215

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(215)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν την κατάσταση των τελικών χρηστών όσον αφορά τη χρήση υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, ιδίως όσον αφορά την οικονομική προσιτότητα των εν λόγω υπηρεσιών. Η οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών συνδέεται με την ενημέρωση των χρηστών σχετικά με τις δαπάνες χρήσης και με το σχετικό κόστος της χρήσης σε σχέση με άλλες υπηρεσίες, καθώς και με τη δυνατότητα να ελέγχουν τις δαπάνες τους. Κατά συνέπεια, η οικονομική προσιτότητα συνεπάγεται την ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, μέσω της επιβολής υποχρεώσεων στις επιχειρήσεις. Στις υποχρεώσεις αυτές, συμπεριλαμβάνεται ένα συγκεκριμένο επίπεδο ανάλυσης λογαριασμού, η δυνατότητα επιλεκτικής φραγής κλήσεων (όπως οι δαπανηρές κλήσεις σε υπηρεσίες πρόσθετου τέλους), η δυνατότητα των καταναλωτών να ελέγχουν τις δαπάνες τους με τη βοήθεια μέσων προπληρωμής και η δυνατότητα των καταναλωτών για τμηματική αποπληρωμή των αρχικών τελών σύνδεσης. Είναι δυνατόν να απαιτηθεί η αναθεώρηση ή η αλλαγή των μέτρων αυτών, ανάλογα με τις εξελίξεις στην αγορά.

(215)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν την κατάσταση των καταναλωτών όσον αφορά τη χρήση υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, ιδίως όσον αφορά την οικονομική προσιτότητα των εν λόγω υπηρεσιών. Η οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών συνδέεται με την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τις δαπάνες χρήσης και με το σχετικό κόστος της χρήσης σε σχέση με άλλες υπηρεσίες, καθώς και με τη δυνατότητα να ελέγχουν τις δαπάνες τους. Κατά συνέπεια, η οικονομική προσιτότητα συνεπάγεται την ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, μέσω της επιβολής υποχρεώσεων στους παρόχους. Στις υποχρεώσεις αυτές, συμπεριλαμβάνεται ένα συγκεκριμένο επίπεδο ανάλυσης λογαριασμού, η δυνατότητα επιλεκτικής φραγής κλήσεων (όπως οι δαπανηρές κλήσεις σε υπηρεσίες πρόσθετου τέλους), η δυνατότητα των καταναλωτών να ελέγχουν τις δαπάνες τους με τη βοήθεια μέσων προπληρωμής και η δυνατότητα των καταναλωτών για τμηματική αποπληρωμή των αρχικών τελών σύνδεσης. Είναι δυνατόν να απαιτηθεί η αναθεώρηση ή η αλλαγή των μέτρων αυτών, ανάλογα με τις εξελίξεις στην αγορά.

Τροπολογία    36

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 217

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(217)  Όταν η παροχή υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών ή η παροχή άλλων καθολικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 85 προκαλούν αθέμιτη επιβάρυνση σε μια επιχείρηση, λαμβανομένων δεόντως υπόψη του κόστους και των εσόδων, καθώς και των άυλων οφελών που προκύπτουν από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, αυτή η αθέμιτη επιβάρυνση μπορεί να περιλαμβάνεται σε τυχόν υπολογισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

(217)  Όταν η παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών ή η παροχή άλλων καθολικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 82 προκαλούν αθέμιτη επιβάρυνση σε έναν πάροχο, λαμβανομένων δεόντως υπόψη του κόστους και των εσόδων, καθώς και των άυλων οφελών που προκύπτουν από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, αυτή η αθέμιτη επιβάρυνση μπορεί να περιλαμβάνεται σε τυχόν υπολογισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας.

Τροπολογία    37

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 221

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(221)  Όταν μια υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει υπερβολικά μια επιχείρηση, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να δημιουργούν μηχανισμούς για την ουσιαστική κάλυψη του καθαρού κόστους. Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ανακτάται μέσω δημόσιων πόρων. Η λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο αποφέρει οφέλη όχι μόνο στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και για την ευρύτερη διαδικτυακή οικονομία και την κοινωνία στο σύνολό της. Η παροχή σύνδεσης που υποστηρίζει ευρυζωνικές ταχύτητες σε αυξημένο αριθμό τελικών χρηστών τους παρέχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν διαδικτυακές υπηρεσίες και, ως εκ τούτου, να συμμετέχουν ενεργά στην ψηφιακή κοινωνία. Η εξασφάλιση αυτών των συνδέσεων με βάση τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας εξυπηρετεί τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό το δημόσιο συμφέρον όσο και τα συμφέροντα των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντισταθμίζουν το καθαρό κόστος αυτών των συνδέσεων που υποστηρίζουν ευρυζωνικές ταχύτητες ως μέρος της καθολικής υπηρεσίας από δημόσιους πόρους, οι οποίοι θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνουν χρηματοδότηση από προϋπολογισμούς γενικής κυβέρνησης.

(221)  Όταν μια υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει υπερβολικά μια επιχείρηση, είναι σκόπιμο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να δημιουργούν μηχανισμούς για την ουσιαστική κάλυψη του καθαρού κόστους. Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ανακτάται μέσω δημόσιων πόρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να υιοθετούν ή να διατηρούν μηχανισμούς για τον επιμερισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας μεταξύ των παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών και επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών. Οι εν λόγω μηχανισμοί θα πρέπει να επανεξετάζονται τουλάχιστον κάθε τρία έτη, προκειμένου να προσδιορίζεται ποια στοιχεία του καθαρού κόστους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να επιμερίζονται και ποια θα πρέπει να αντισταθμίζονται από δημόσια κονδύλια. Η λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο αποφέρει οφέλη όχι μόνο στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και για την ευρύτερη διαδικτυακή οικονομία και την κοινωνία στο σύνολό της. Η παροχή σύνδεσης που υποστηρίζει ευρυζωνικές ταχύτητες σε αυξημένο αριθμό τελικών χρηστών τους παρέχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν διαδικτυακές υπηρεσίες και, ως εκ τούτου, να συμμετέχουν ενεργά στην ψηφιακή κοινωνία. Η εξασφάλιση αυτών των συνδέσεων με βάση τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας εξυπηρετεί τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό το δημόσιο συμφέρον όσο και τα συμφέροντα των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντισταθμίζουν το καθαρό κόστος αυτών των συνδέσεων που υποστηρίζουν ευρυζωνικές ταχύτητες ως μέρος της καθολικής υπηρεσίας από δημόσιους πόρους, οι οποίοι θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνουν χρηματοδότηση από προϋπολογισμούς γενικής κυβέρνησης.

Τροπολογία    38

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 227

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(227)  Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες πτυχές που αφορούν τις καταγγελίες για εξαφάνιση παιδιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιμείνουν στη δέσμευσή τους ώστε στις επικράτειές τους να είναι πλέον διαθέσιμη μια εύρυθμα λειτουργούσα υπηρεσία για την καταγγελία εξαφάνισης παιδιών στον αριθμό «116000».

(227)  Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες πτυχές που αφορούν τις καταγγελίες για εξαφάνιση παιδιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιμείνουν στη δέσμευσή τους ώστε στις επικράτειές τους να είναι πλέον διαθέσιμη μια εύρυθμα λειτουργούσα υπηρεσία για την καταγγελία εξαφάνισης παιδιών στον αριθμό «116000». Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την επανεξέταση του εθνικού συστήματός τους όσον αφορά τη μεταφορά και την εφαρμογή της οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που είναι αναγκαία για την επίτευξη επαρκούς επιπέδου ποιότητας της υπηρεσίας κατά τη λειτουργία του αριθμού «116000» και διαθέτοντας τους χρηματοδοτικούς πόρους που απαιτούνται για τη λειτουργία της ανοιχτής τηλεφωνικής γραμμής. Ο ορισμός των αγνοούμενων παιδιών που υπάγονται στον αριθμό «116000» θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες παιδιών: παιδιά που έχουν φύγει από το σπίτι τους, διεθνείς απαγωγές παιδιών, αγνοούμενα παιδιά, απαγωγές από γονέα, αγνοούμενα παιδιά μεταναστών, απαγωγές από εγκληματίες και παιδιά που έχουν χαθεί, σεξουαλικές κακοποιήσεις και περιπτώσεις που η ζωή του παιδιού βρίσκεται σε κίνδυνο.

Τροπολογία    39

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 227 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(227α)  Αν και έχουν καταβληθεί προσπάθειες για την αύξηση της ενημέρωσης από την έναρξη λειτουργίας της ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2007, οι ανοικτές τηλεφωνικές γραμμές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ποικίλα και συχνά πολύ χαμηλά επίπεδα ενημέρωσης στις χώρες τους. Η ενίσχυση των προσπαθειών των ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών για την αύξηση της ενημέρωσης σχετικά με τον αριθμό και τις παρεχόμενες υπηρεσίες αποτελεί σημαντικό βήμα για την καλύτερη προστασία και υποστήριξη των αγνοούμενων παιδιών και την πρόληψη της εξαφάνισης παιδιών. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις προσπάθειες προώθησης του αριθμού «116000» στο ευρύ κοινό και μεταξύ των οικείων ενδιαφερομένων στο πλαίσιο των εθνικών συστημάτων προστασίας του παιδιού.

Τροπολογία    40

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 229

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(229)  Η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτεί την άρση των φραγμών για τους τελικούς χρήστες, ώστε να έχουν διασυνοριακή πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό δεν θα πρέπει να αρνούνται ούτε να περιορίζουν την πρόσβαση, ούτε να προβαίνουν σε διακρίσεις σε βάρος των τελικών χρηστών με βάση την εθνικότητά τους ή το κράτος μέλος κατοικίας τους. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατή η διαφοροποίηση, βάσει αντικειμενικά δικαιολογημένων διαφορών στο κόστος και τους κινδύνους, η οποία μπορεί να υπερβαίνει τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό 531/2012 σχετικά με την καταχρηστική ή μη φυσιολογική χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής.

(229)  Η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτεί την άρση των φραγμών για τους τελικούς χρήστες, ώστε να έχουν διασυνοριακή πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό δεν θα πρέπει να αρνούνται ούτε να περιορίζουν την πρόσβαση, ούτε να προβαίνουν σε διακρίσεις σε βάρος των τελικών χρηστών με βάση την εθνικότητά τους, το κράτος μέλος κατοικίας ή εγκατάστασής τους. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατή η διαφοροποίηση, βάσει αντικειμενικά δικαιολογημένων διαφορών στο κόστος και τους κινδύνους, η οποία μπορεί να υπερβαίνει τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό 531/2012 σχετικά με την καταχρηστική ή μη φυσιολογική χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής.

Τροπολογία    41

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 229 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(229α)  Εξακολουθούν να υφίστανται πολύ σημαντικές διαφορές στις τιμές τόσο των σταθερών όσο και των κινητών επικοινωνιών, μεταξύ των εγχώριων επικοινωνιών φωνής και σύντομων μηνυμάτων (SMS) και εκείνων που καταλήγουν σε άλλο κράτος μέλος. Όσο υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ χωρών, φορέων και πακέτων προσφορών, καθώς και μεταξύ κινητών και σταθερών υπηρεσιών, εξακολουθούν να επηρεάζονται οι πιο ευάλωτες ομάδες πελατών και να δημιουργούνται εμπόδια στην απρόσκοπτη επικοινωνία εντός της ΕΕ. Ως εκ τούτου, κάθε σημαντική διαφορά ως προς τη λιανική τιμή μεταξύ των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που καταλήγουν στο ίδιο κράτος μέλος και εκείνων που καταλήγουν σε άλλο κράτος μέλος θα πρέπει να δικαιολογείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

Τροπολογία    42

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 230

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(230)  Η αποκλίνουσα εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των τελικών χρηστών έχει δημιουργήσει σημαντικούς φραγμούς στην εσωτερική αγορά που επηρεάζουν τόσο τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσο και τους τελικούς χρήστες. Αυτοί οι φραγμοί θα πρέπει να μειωθούν με την εφαρμογή των ίδιων κανόνων που εξασφαλίζουν υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Η ισορροπημένη πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία αναμένεται να αυξήσει σημαντικά την ασφάλεια δικαίου, τόσο για τους τελικούς χρήστες όσο και για τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και αναμένεται να μειώσει σημαντικά τους φραγμούς εισόδου και τα περιττά βάρη συμμόρφωσης που απορρέουν από τον κατακερματισμό των κανόνων. Η πλήρης εναρμόνιση συμβάλλει στην άρση των εμποδίων για την ενιαία αγορά που προκύπτουν από τις εν λόγω εθνικές διατάξεις για τους τελικούς χρήστες, οι οποίες προστατεύουν, ταυτόχρονα, τους εθνικούς παρόχους έναντι του ανταγωνισμού από άλλα κράτη μέλη. Προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας, διάφορες διατάξεις για τους τελικούς χρήστες θα πρέπει να ενισχυθούν ευλόγως στην παρούσα οδηγία με βάση τις βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη. Η πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων τους αυξάνει την εμπιστοσύνη των τελικών χρηστών στην εσωτερική αγορά, διότι επωφελούνται από εξίσου υψηλό επίπεδο προστασίας όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όχι μόνο στο κράτος μέλος τους, αλλά επίσης και ενώ ζουν, εργάζονται ή ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να διαθέτουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες στις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητή παρέκκλιση στην παρούσα οδηγία, και να αναλαμβάνουν δράση σε τομείς που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

(230)  Η αποκλίνουσα εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των τελικών χρηστών έχει δημιουργήσει σημαντικούς φραγμούς στην εσωτερική αγορά που επηρεάζουν τόσο τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσο και τους τελικούς χρήστες. Αυτοί οι φραγμοί θα πρέπει να μειωθούν με την εφαρμογή των ίδιων κανόνων που εξασφαλίζουν υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Η ισορροπημένη πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία αναμένεται να αυξήσει σημαντικά την ασφάλεια δικαίου, τόσο για τους τελικούς χρήστες όσο και για τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και αναμένεται να μειώσει σημαντικά τους φραγμούς εισόδου και τα περιττά βάρη συμμόρφωσης που απορρέουν από τον κατακερματισμό των κανόνων. Η πλήρης εναρμόνιση συμβάλλει στην άρση των εμποδίων για την ενιαία αγορά που προκύπτουν από τις εν λόγω εθνικές διατάξεις για τους τελικούς χρήστες, οι οποίες προστατεύουν, ταυτόχρονα, τους εθνικούς παρόχους έναντι του ανταγωνισμού από άλλα κράτη μέλη. Προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό κοινό επίπεδο προστασίας, διάφορες διατάξεις για τους τελικούς χρήστες θα πρέπει να ενισχυθούν ευλόγως στην παρούσα οδηγία με βάση τις βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη. Η πλήρης εναρμόνιση των δικαιωμάτων τους αυξάνει την εμπιστοσύνη των τελικών χρηστών στην εσωτερική αγορά, διότι επωφελούνται από εξίσου υψηλό επίπεδο προστασίας όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όχι μόνο στο κράτος μέλος τους, αλλά επίσης και ενώ ζουν, εργάζονται ή ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Ομοίως, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι διατάξεις περί τελικού χρήστη και οι γενικοί όροι αδειοδότησης είναι ίδια όσον αφορά τις διατάξεις για τον τελικό χρήστη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να διαθέτουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες στις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητή παρέκκλιση στην παρούσα οδηγία, και να αναλαμβάνουν δράση σε τομείς που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

Τροπολογία    43

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 231

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(231)  Οι συμβάσεις αποτελούν σημαντικό μέσο στη διάθεση των τελικών χρηστών για την εξασφάλιση διαφάνειας στην πληροφόρηση και ασφάλειας δικαίου. Οι περισσότεροι φορείς παροχής υπηρεσιών που λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, συνάπτουν συμβάσεις με τους πελάτες τους για λόγους προσέλκυσης πελατών. Πέραν των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, οι απαιτήσεις της ισχύουσας ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή που αφορούν στις συμβάσεις, ιδίως η οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών39 και η οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, εφαρμόζονται στις συναλλαγές με καταναλωτές στον τομέα των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(231)  Οι συμβάσεις αποτελούν σημαντικό μέσο στη διάθεση των τελικών χρηστών για την εξασφάλιση διαφάνειας στην πληροφόρηση και ασφάλειας δικαίου. Οι περισσότεροι φορείς παροχής υπηρεσιών που λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, συνάπτουν συμβάσεις με τους πελάτες τους για λόγους προσέλκυσης πελατών. Πέραν των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, οι απαιτήσεις της ισχύουσας ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή που αφορούν στις συμβάσεις, ιδίως η οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών και η οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, εφαρμόζονται στις συναλλαγές με καταναλωτές στον τομέα των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η συμπερίληψη των πληροφοριών που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία, και οι οποίες θα μπορούσαν να απαιτούνται σύμφωνα με την οδηγία 2011/83/ΕΕ, δεν θα πρέπει να οδηγούν σε επικαλύψεις των ίδιων στοιχείων στο πλαίσιο των προσυμβατικών ή συμβατικών εγγράφων. Πληροφορίες που παρέχονται κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν πιο περιοριστικών και πιο λεπτομερών απαιτήσεων πληροφόρησης, θα πρέπει να θεωρούνται ότι πληρούν τις απαιτήσεις αυτές σύμφωνα με την οδηγία 2011/83/ΕΕ.

__________________

__________________

39 Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

39 Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

Τροπολογία    44

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 232

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(232)  Οι διατάξεις για τις συμβάσεις στην παρούσα οδηγία θα πρέπει αν εφαρμόζονται ανεξαρτήτως του ποσού τυχόν πληρωμής που πρέπει να πραγματοποιηθεί από τον πελάτη. Δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στους πελάτες αλλά και σε πολύ μικρές και μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, των οποίων η διαπραγματευτική θέση είναι συγκρίσιμη με αυτή των καταναλωτών και, επομένως, θα πρέπει να επωφελούνται από το ίδιο επίπεδο προστασίας. Οι διατάξεις για τις συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που περιέχονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, θα εφαρμόζονται αυτομάτως στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, εκτός αν αυτές προτιμούν να διαπραγματευτούν εξατομικευμένους όρους σύμβασης με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αντίθετα με τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις διαθέτουν συνήθως μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και, επομένως, δεν εξαρτώνται από τις ίδιες συμβατικές απαιτήσεις πληροφόρησης όπως οι καταναλωτές. Άλλες διατάξεις, όπως η φορητότητα αριθμού, οι οποίες είναι σημαντικές και για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν για όλους τους τελικούς χρήστες.

(232)  Οι διατάξεις για τις συμβάσεις στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζονται όχι μόνο στους καταναλωτές αλλά και σε πολύ μικρές και μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής και σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς όπως ορίζει η νομοθεσία του κράτους μέλους, των οποίων η διαπραγματευτική θέση είναι συγκρίσιμη με αυτή των καταναλωτών και, επομένως, θα πρέπει να επωφελούνται από το ίδιο επίπεδο προστασίας. Οι διατάξεις για τις συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που περιέχονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, θα εφαρμόζονται αυτομάτως στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, εκτός αν αυτές προτιμούν να διαπραγματευτούν εξατομικευμένους όρους σύμβασης με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αντίθετα με τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις διαθέτουν συνήθως μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και, επομένως, δεν εξαρτώνται από τις ίδιες συμβατικές απαιτήσεις πληροφόρησης όπως οι καταναλωτές. Άλλες διατάξεις, όπως η φορητότητα αριθμού, οι οποίες είναι σημαντικές και για μεγαλύτερες επιχειρήσεις, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν για όλους τους τελικούς χρήστες. Οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί είναι νομικές οντότητες οι οποίες δεν πραγματοποιούν κέρδη για τους ιδιοκτήτες ή τους εταίρους τους. Κατά κανόνα, οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί είναι φιλανθρωπικές οργανώσεις ή άλλοι τύποι οργανώσεων δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, εφόσον η κατάσταση των μη κερδοσκοπικών οργανισμών είναι παρόμοια με των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, είναι θεμιτό να αντιμετωπίζονται αυτοί οι οργανισμοί στην παρούσα οδηγία με τον ίδιο τρόπο όπως και οι πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των τελικών χρηστών.

Τροπολογία    45

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 233

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(233)  Οι ιδιαιτερότητες του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτούν, πέραν των οριζόντιων κανόνων για τις συμβάσεις, περιορισμένο αριθμό πρόσθετων διατάξεων προστασίας των τελικών χρηστών. Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να ενημερώνονται για κάθε προσφερόμενο επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών, για τους όρους για τις προωθητικές ενέργειες και τη λύση των συμβάσεων, για τα εφαρμοστέα τιμολογιακά προγράμματα και τα τιμολόγια για υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης. Αυτές οι πληροφορίες είναι σημαντικές για τις περισσότερες διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά όχι για τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών. Προκειμένου να παρέχεται στον τελικό χρήστη η δυνατότητα να προβαίνει σε καλά τεκμηριωμένες επιλογές, είναι ουσιώδες οι απαιτούμενες σχετικές πληροφορίες να παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης και σε σαφή και κατανοητή γλώσσα. Για τον ίδιο λόγο, οι πάροχοι θα πρέπει να παρέχουν περίληψη των ουσιωδών συμβατικών όρων. Για να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, ο BEREC θα πρέπει να εκδώσει υπόδειγμα για τις εν λόγω περιλήψεις των συμβάσεων.

(233)  Οι ιδιαιτερότητες του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών απαιτούν, πέραν των οριζόντιων κανόνων για τις συμβάσεις, περιορισμένο αριθμό πρόσθετων διατάξεων προστασίας των τελικών χρηστών. Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να ενημερώνονται για κάθε προσφερόμενο επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών, για τους όρους για τις προωθητικές ενέργειες και τη λύση των συμβάσεων, για τα εφαρμοστέα τιμολογιακά προγράμματα και τα τιμολόγια για υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης. Αυτές οι πληροφορίες είναι σημαντικές για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών και τις υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή. Ένας πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν θα πρέπει να υπόκειται στις υποχρεώσεις σχετικά με τις απαιτήσεις ενημέρωσης για συμβάσεις, όταν ο πάροχος, και οι συνδεδεμένες εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μια τέτοια κατάσταση θα μπορούσε, παραδείγματος χάριν, να αφοράν ένα πανεπιστήμιο που προσφέρει στους επισκέπτες δωρεάν πρόσβαση στο δίκτυο Wi-Fi στις εγκαταστάσεις του χωρίς να εισπράττει οποιαδήποτε αμοιβή για την παροχή αυτής της υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ούτε μέσω καταβολής από τους χρήστες ούτε μέσω διαφημιστικών εσόδων. Προκειμένου να παρέχεται στον τελικό χρήστη η δυνατότητα να προβαίνει σε καλά τεκμηριωμένες επιλογές, είναι ουσιώδες οι απαιτούμενες σχετικές πληροφορίες να παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης και σε σαφή και κατανοητή γλώσσα. Για τον ίδιο λόγο, οι πάροχοι θα πρέπει να παρέχουν περίληψη των ουσιωδών συμβατικών όρων. Για να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC πρέπει να θεσπίσει υπόδειγμα για τις εν λόγω περιλήψεις των συμβάσεων. Οι πληροφορίες που παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης καθώς και το υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της τελικής σύμβασης.

Τροπολογία    46

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 235

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(235)  Σε ό,τι αφορά τον τερματικό εξοπλισμό, στη σύμβαση πελάτη πρέπει να γίνεται σαφής μνεία, αφενός όλων των περιορισμών τους οποίους επιβάλλει ο πάροχος στη χρήση τέτοιου εξοπλισμού, όπως είναι το «κλείδωμα της κάρτας SIM» στις συσκευές κινητών επικοινωνιών, εάν τέτοιου είδους περιορισμοί δεν απαγορεύονται από την εθνική νομοθεσία, και αφετέρου όλων των τελών που συνεπάγεται ο τερματισμός της σύμβασης, είτε πριν από τη συμφωνημένη προθεσμία είτε στην καθορισμένη ημερομηνία λήξεώς της, περιλαμβανομένου του κόστους για τη διατήρηση του εξοπλισμού από τον πελάτη. Τυχόν τέλη που συνεπάγεται η πρόωρη καταγγελία για τερματικό εξοπλισμό και άλλα πλεονεκτήματα που απορρέουν από προωθητικές ενέργειες θα πρέπει να υπολογίζονται βάσει των καθιερωμένων μεθόδων απομείωσης της αξίας και κατά χρονική αναλογία, αντίστοιχα.

(235)  Σε ό,τι αφορά τον τερματικό εξοπλισμό, στη σύμβαση πελάτη πρέπει να γίνεται σαφής μνεία, αφενός όλων των περιορισμών τους οποίους επιβάλλει ο πάροχος στη χρήση τέτοιου εξοπλισμού, όπως είναι το «κλείδωμα της κάρτας SIM» στις συσκευές κινητών επικοινωνιών, εάν τέτοιου είδους περιορισμοί δεν απαγορεύονται από την εθνική νομοθεσία, και αφετέρου όλων των τελών που συνεπάγεται ο τερματισμός της σύμβασης, είτε πριν από τη συμφωνημένη προθεσμία είτε στην καθορισμένη ημερομηνία λήξεώς της, περιλαμβανομένου του κόστους για τη διατήρηση του εξοπλισμού από τον πελάτη. Σε περίπτωση που ο τελικός χρήστης επιλέξει να διατηρήσει τον τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ως δέσμη κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης, οιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει την κατά χρονική αναλογία αξία του τη στιγμή σύναψης της σύμβασης ή το τμήμα του τέλους υπηρεσίας που απομένει έως τη λήξη της σύμβασης, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μικρότερο. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν άλλες μεθόδους για τον υπολογισμό του συντελεστή αποζημίωσης όταν ο συντελεστής αυτός είναι ίσος ή μικρότερος από την υπολογιζόμενη αποζημίωση. Κάθε περιορισμός στη χρήση τερματικού εξοπλισμού σε άλλα δίκτυα πρέπει να αίρεται ατελώς από τον πάροχο το αργότερο έως την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης.

Τροπολογία    47

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 237

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(237)  Η διαθεσιμότητα διαφανών, επικαιροποιημένων και συγκρίσιμων πληροφοριών όσον αφορά τις προσφορές και τις υπηρεσίες αποτελεί καίριο στοιχείο για τους καταναλωτές ανταγωνιστικών αγορών στις οποίες υπάρχουν αρκετοί πάροχοι που προσφέρουν υπηρεσίες. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές διαφόρων υπηρεσιών που προσφέρονται στην αγορά με βάση πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές και τις υπηρεσίες, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν αρμοδιότητες να απαιτούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις πληροφορίες (μεταξύ άλλων σχετικά με τα τιμολόγια, την ποιότητα των υπηρεσιών, τους περιορισμούς σχετικά με τον παρεχόμενο τερματικό εξοπλισμό, και άλλες σχετικές στατιστικές). Για οποιεσδήποτε απαιτήσεις αυτού του είδους θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα χαρακτηριστικά των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν τις διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες που δημοσίευσαν οι επιχειρήσεις αυτές, με σκοπό την παροχή εργαλείων σύγκρισης.

(237)  Η διαθεσιμότητα διαφανών, επικαιροποιημένων και συγκρίσιμων πληροφοριών όσον αφορά τις προσφορές και τις υπηρεσίες αποτελεί καίριο στοιχείο για τους καταναλωτές ανταγωνιστικών αγορών στις οποίες υπάρχουν αρκετοί πάροχοι που προσφέρουν υπηρεσίες. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές διαφόρων υπηρεσιών που προσφέρονται στην αγορά με βάση πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές και τις υπηρεσίες, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν αρμοδιότητες να απαιτούν από τους παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις πληροφορίες (μεταξύ άλλων σχετικά με τα τιμολόγια, την ποιότητα των υπηρεσιών, τους περιορισμούς σχετικά με τον παρεχόμενο τερματικό εξοπλισμό, και άλλες σχετικές στατιστικές). Για οποιεσδήποτε απαιτήσεις αυτού του είδους θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα χαρακτηριστικά των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν τις διαθέσιμες στο κοινό πληροφορίες που δημοσίευσαν οι επιχειρήσεις αυτές, με σκοπό την παροχή εργαλείων σύγκρισης.

Τροπολογία    48

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 240

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(240)  Τα ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης θα πρέπει να είναι λειτουργικά ανεξάρτητα από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μπορούν να τα διαχειρίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις ή αρμόδιες αρχές ή τρίτοι για λογαριασμό αρμόδιων αρχών, ωστόσο θα πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με καθορισμένα ποιοτικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων η απαίτηση να παρέχουν λεπτομέρειες σχετικά με τους ιδιοκτήτες τους, να παρέχουν ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες, να αναφέρουν τον χρόνο της τελευταίας επικαιροποίησης, να καθορίζουν σαφή, αντικειμενικά κριτήρια στα οποία θα βασίζεται η σύγκριση και να περιλαμβάνουν ευρύ φάσμα προσφορών για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, που καλύπτουν σημαντικό μέρος της αγοράς. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προσδιορίζουν πόσο συχνά απαιτείται τα εργαλεία σύγκρισης να επανεξετάζουν και να επικαιροποιούν τις πληροφορίες που παρέχουν στους τελικούς χρήστες, λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα με την οποία οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών επικαιροποιούν, εν γένει, τις τιμολογιακές και ποιοτικές πληροφορίες τους. Όταν σε κράτος μέλος υπάρχει ένα μόνο εργαλείο και το εν λόγω εργαλείο παύει να λειτουργεί ή δεν πληροί πλέον τα ποιοτικά κριτήρια, το κράτος μέλος θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι καταναλωτές να αποκτούν πρόσβαση εντός ευλόγου χρόνου σε άλλο εργαλείο σύγκρισης σε εθνικό επίπεδο.

(240)  Τα ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης θα πρέπει να είναι λειτουργικά ανεξάρτητα από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μπορούν να τα διαχειρίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις ή αρμόδιες αρχές ή τρίτοι για λογαριασμό αρμόδιων αρχών, ωστόσο θα πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με καθορισμένα ποιοτικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων η απαίτηση να παρέχουν λεπτομέρειες σχετικά με τους ιδιοκτήτες τους, να παρέχουν ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες, να αναφέρουν τον χρόνο της τελευταίας επικαιροποίησης, να καθορίζουν σαφή, αντικειμενικά κριτήρια στα οποία θα βασίζεται η σύγκριση και να περιλαμβάνουν ευρύ φάσμα προσφορών για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, που καλύπτουν σημαντικό μέρος της αγοράς. Κανένας πάροχος υπηρεσιών δεν θα πρέπει να ευνοείται στα αποτελέσματα της αναζήτησης, πέρα από αυτά που βασίζονται σε σαφή αντικειμενικά κριτήρια. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προσδιορίζουν πόσο συχνά απαιτείται τα εργαλεία σύγκρισης να επανεξετάζουν και να επικαιροποιούν τις πληροφορίες που παρέχουν στους τελικούς χρήστες, λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα με την οποία οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών επικαιροποιούν, εν γένει, τις τιμολογιακές και ποιοτικές πληροφορίες τους. Όταν σε κράτος μέλος υπάρχει ένα μόνο εργαλείο και το εν λόγω εργαλείο παύει να λειτουργεί ή δεν πληροί πλέον τα ποιοτικά κριτήρια, το κράτος μέλος θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι καταναλωτές να αποκτούν πρόσβαση εντός ευλόγου χρόνου σε άλλο εργαλείο σύγκρισης σε εθνικό επίπεδο.

Τροπολογία    49

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 241

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(241)  Προκειμένου να προωθούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά τη χρήση διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να ενθαρρύνουν την προστασία των δικαιωμάτων ή ελευθεριών άλλων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν και να διανέμουν, με τη βοήθεια των παρόχων, πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών. Εδώ μπορούν να περιλαμβάνονται πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τις πλέον κοινές παραβιάσεις και τις έννομες συνέπειές τους, για παράδειγμα σχετικά με την παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, άλλες παράνομες χρήσεις και τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, καθώς και συμβουλές και τρόποι προστασίας κατά κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, που θα μπορούσαν για παράδειγμα να προέλθουν από γνωστοποίηση προσωπικών στοιχείων σε ορισμένες περιπτώσεις, καθώς και κινδύνους για την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα, καθώς επίσης η διαθεσιμότητα εύχρηστου και διαμορφώσιμου λογισμικού ή επιλογών λογισμικού για την προστασία των παιδιών ή των ευπαθών ατόμων. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συντονιστούν μέσω της διαδικασίας συνεργασίας που καθιερώνεται στην παρούσα οδηγία. Αυτές οι πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος πρέπει να ενημερώνονται εφόσον τούτο καθίσταται αναγκαίο και να παρουσιάζονται σε ευνόητη μορφή, όπως ορίζεται σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και στους δικτυακούς τόπους των εθνικών δημόσιων αρχών. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να υποχρεώνουν τους παρόχους να μεταδίδουν αυτές τις τυποποιημένες πληροφορίες σε όλους τους πελάτες τους κατά τον τρόπο που οι εθνικές κανονιστικές αρχές κρίνουν ως τον πιο κατάλληλο. Ωστόσο, η διάδοση των πληροφοριών αυτών δεν θα πρέπει να επιβαρύνει υπερβολικά τις επιχειρήσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ζητούν από τις επιχειρήσεις τη διάδοση των πληροφοριών αυτών με τα μέσα που χρησιμοποιούν οι τελευταίες στην επικοινωνία τους με τους τελικούς χρήστες κατά τη συνήθη επαγγελματική δραστηριότητά τους.

(241)  Προκειμένου να προωθούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά τη χρήση διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να ενθαρρύνουν την προστασία των δικαιωμάτων ή ελευθεριών άλλων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν και να διανέμουν, με τη βοήθεια των παρόχων, πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών. Εδώ μπορούν να περιλαμβάνονται πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τις πλέον κοινές παραβιάσεις και τις έννομες συνέπειές τους, συμβουλές και τρόποι προστασίας κατά κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, που θα μπορούσαν για παράδειγμα να προέλθουν από γνωστοποίηση προσωπικών στοιχείων σε ορισμένες περιπτώσεις, καθώς και κινδύνους για την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα, καθώς επίσης η διαθεσιμότητα εύχρηστου και διαμορφώσιμου λογισμικού ή επιλογών λογισμικού για την προστασία των παιδιών ή των ευπαθών ατόμων. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συντονιστούν μέσω της διαδικασίας συνεργασίας που καθιερώνεται στην παρούσα οδηγία. Αυτές οι πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος πρέπει να ενημερώνονται εφόσον τούτο καθίσταται αναγκαίο και να παρουσιάζονται σε ευνόητη μορφή, όπως ορίζεται σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και στους δικτυακούς τόπους των εθνικών δημόσιων αρχών. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να υποχρεώνουν τους παρόχους να μεταδίδουν αυτές τις τυποποιημένες πληροφορίες σε όλους τους πελάτες τους κατά τον τρόπο που οι εθνικές κανονιστικές αρχές κρίνουν ως τον πιο κατάλληλο. Ωστόσο, η διάδοση των πληροφοριών αυτών δεν θα πρέπει να επιβαρύνει υπερβολικά τους παρόχους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ζητούν από παρόχους τη διάδοση των πληροφοριών αυτών με τα μέσα που χρησιμοποιούν οι τελευταίοι στην επικοινωνία τους με τους τελικούς χρήστες κατά τη συνήθη επαγγελματική δραστηριότητά τους.

Τροπολογία    50

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 243

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(243)  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένες να παρακολουθούν την ποιότητα των υπηρεσιών και να συλλέγουν, με συστηματικό τρόπο, πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των παρεχόμενων στην επικράτειά τους υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να συλλέγονται βάσει κριτηρίων που επιτρέπουν τη σύγκριση μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών και μεταξύ των κρατών μελών. Οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, μπορούν να παρέχουν επαρκείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες που παρέχουν με σκοπό εμπορικά οφέλη. Παρόλα αυτά, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών, εφόσον αποδειχθεί ότι οι πληροφορίες αυτές δεν διατίθενται πραγματικά στο κοινό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να καθορίζουν τις μεθόδους μέτρησης που πρέπει να εφαρμόζονται από τους παρόχους υπηρεσιών ώστε να βελτιώνεται η συγκρισιμότητα των παρεχόμενων δεδομένων. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα σε ολόκληρη την Ένωση και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, ο BEREC θα πρέπει να εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές για τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας των υπηρεσιών, τις οποίες θα πρέπει να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

(243)  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένες να παρακολουθούν την ποιότητα των υπηρεσιών και να συλλέγουν, με συστηματικό τρόπο, πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των παρεχόμενων στην επικράτειά τους υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να συλλέγονται βάσει κριτηρίων που επιτρέπουν τη σύγκριση μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών και μεταξύ των κρατών μελών. Οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, μπορούν να παρέχουν επαρκείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες που παρέχουν με σκοπό εμπορικά οφέλη. Όταν ένας πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για λόγους που συνδέονται με την τεχνική πραγμάτωση της υπηρεσίας, δεν έχει έλεγχο της ποιότητας της υπηρεσίας ή δεν προσφέρει ένα ελάχιστο ποιότητας υπηρεσίας, δεν πρέπει να απαιτείται να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα της υπηρεσίας. Παρόλα αυτά, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών, εφόσον αποδειχθεί ότι οι πληροφορίες αυτές δεν διατίθενται πραγματικά στο κοινό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να καθορίζουν τις μεθόδους μέτρησης που πρέπει να εφαρμόζονται από τους παρόχους υπηρεσιών ώστε να βελτιώνεται η συγκρισιμότητα των παρεχόμενων δεδομένων. Προκειμένου να διευκολυνθεί η συγκρισιμότητα σε ολόκληρη την Ένωση και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, ο BEREC θα πρέπει να εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές για τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας των υπηρεσιών, τις οποίες θα πρέπει να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

Τροπολογία    51

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 244

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(244)  Προκειμένου να επωφελούνται πλήρως από το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν επιλογές μετά από ενημέρωση και να αλλάζουν πάροχο όταν αυτό εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον τους. Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι είναι σε θέση να το πράττουν χωρίς να αντιμετωπίζουν νομικά, τεχνικά ή πρακτικά κωλύματα, στα οποία συγκαταλέγονται οι συμβατικοί όροι, οι διαδικασίες, τα τέλη κ.λπ. Αυτό δεν αποκλείει τον καθορισμό από τις επιχειρήσεις εύλογων ελάχιστων συμβατικών περιόδων έως και 24 μηνών στις συμβάσεις καταναλωτή. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν συντομότερη μέγιστη διάρκεια, ανάλογα με τις εθνικές συνθήκες, όπως είναι τα επίπεδα ανταγωνισμού και η σταθερότητα των επενδύσεων σε δίκτυα. Ανεξάρτητα από τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι καταναλωτές ενδέχεται να προτιμούν και να επωφελούνται από μεγαλύτερη περίοδο επιστροφής για υλικές συνδέσεις. Αυτές οι δεσμεύσεις των καταναλωτών μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης δικτύων συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας έως τον τελικό χρήστη ή πολύ κοντά στους χώρους του τελικού χρήστη, μεταξύ άλλων μέσω συστημάτων συνάθροισης της ζήτησης που επιτρέπουν στους επενδυτές δικτύων να μειώνουν τους κινδύνους αρχικής αξιοποίησης. Ωστόσο, τα δικαιώματα των καταναλωτών να αλλάζουν παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως καθορίζονται με την παρούσα οδηγία, δεν θα πρέπει να περιορίζονται από τέτοιες περιόδους επιστροφής στις συμβάσεις για υλικές συνδέσεις.

(244)  Προκειμένου να επωφελούνται πλήρως από το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν επιλογές μετά από ενημέρωση και να αλλάζουν πάροχο όταν αυτό εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον τους. Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι είναι σε θέση να το πράττουν χωρίς να αντιμετωπίζουν νομικά, τεχνικά ή πρακτικά κωλύματα, στα οποία συγκαταλέγονται οι συμβατικοί όροι, οι διαδικασίες, τα τέλη κ.λπ. Αυτό δεν αποκλείει τον καθορισμό από τους παρόχους εύλογων ελάχιστων συμβατικών περιόδων έως και 24 μηνών στις συμβάσεις καταναλωτή. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν συντομότερη μέγιστη διάρκεια, ανάλογα με τις εθνικές συνθήκες, όπως είναι τα επίπεδα ανταγωνισμού και η σταθερότητα των επενδύσεων σε δίκτυα και οι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν τουλάχιστον μία σύμβαση διάρκειας 12 μηνών ή λιγότερο. Ανεξάρτητα από τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι καταναλωτές ενδέχεται να προτιμούν και να επωφελούνται από μεγαλύτερη περίοδο επιστροφής για υλικές συνδέσεις. Αυτές οι δεσμεύσεις των καταναλωτών μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης δικτύων συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας έως τον τελικό χρήστη ή πολύ κοντά στους χώρους του τελικού χρήστη, μεταξύ άλλων μέσω συστημάτων συνάθροισης της ζήτησης που επιτρέπουν στους επενδυτές δικτύων να μειώνουν τους κινδύνους αρχικής αξιοποίησης. Ωστόσο, τα δικαιώματα των καταναλωτών να αλλάζουν παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως καθορίζονται με την παρούσα οδηγία, δεν θα πρέπει να περιορίζονται από τέτοιες περιόδους επιστροφής στις συμβάσεις για υλικές συνδέσεις και οι συμβάσεις αυτές δεν πρέπει να καλύπτουν τερματικό σταθμό ή εξοπλισμό εσωτερικής πρόσβασης, όπως τηλεφωνικές συσκευές, δρομολογητές ή μόντεμ.

Τροπολογία    52

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 245

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(245)  Οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς κανένα κόστος και στις περιπτώσεις αυτόματης παράτασης μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου της σύμβασης.

(245)  Οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς κανένα κόστος και στις περιπτώσεις αυτόματης παράτασης μετά τη λήξη της περιόδου της σύμβασης.

Τροπολογία    53

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 246

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(246)  Τυχόν αλλαγές των συμβατικών όρων που επιβάλλονται από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, σε βάρος του τελικού χρήστη, για παράδειγμα όσον αφορά επιβαρύνσεις, τιμολόγια, περιορισμούς του όγκου δεδομένων, ταχύτητες δεδομένων, κάλυψη ή την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχουν το δικαίωμα στον τελικό χρήστη να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κανένα κόστος, ακόμη και αν συνδυάζονται με ορισμένες επωφελείς αλλαγές.

(246)  Τυχόν αλλαγές των συμβατικών όρων που προτείνονται από τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πρόσβασης στο Διαδίκτυο ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, σε βάρος του τελικού χρήστη, για παράδειγμα όσον αφορά επιβαρύνσεις, τιμολόγια, περιορισμούς του όγκου δεδομένων, ταχύτητες δεδομένων, κάλυψη ή την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχουν το δικαίωμα στον τελικό χρήστη να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κανένα κόστος, ακόμη και αν συνδυάζονται με ορισμένες επωφελείς αλλαγές. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να ενημερώνονται για τυχόν αλλαγές των συμβατικών όρων, σε σταθερό μέσο, όπως χαρτί, σε φορητή μνήμη USB, CD-ROM, DVD, κάρτες μνήμης, σκληρό δίσκο του υπολογιστή ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

Τροπολογία    54

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 248

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(248)  Ο φορητός αριθμός αποτελεί βασικό μέσο διευκόλυνσης των επιλογών του καταναλωτή και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι τελικοί χρήστες που υποβάλλουν σχετικό αίτημα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα διατήρησης του ίδιου αριθμού (-ών) στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο, ανεξαρτήτως της επιχείρησης παροχής της υπηρεσίας. Η παροχή της ευκολίας αυτής μεταξύ συνδέσεων με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερές και σε μη σταθερές θέσεις δεν καλύπτεται από την παρούσα οδηγία. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν διατάξεις για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και κινητών δικτύων.

(248)  Ο φορητός αριθμός αποτελεί βασικό μέσο διευκόλυνσης των επιλογών του καταναλωτή και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι τελικοί χρήστες που υποβάλλουν σχετικό αίτημα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα διατήρησης του ίδιου αριθμού (-ών) στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο, ανεξαρτήτως του παρόχου της υπηρεσίας και για περιορισμένο χρονικό διάστημα ανάμεσα στην αλλαγή παρόχου υπηρεσιών. Η παροχή της ευκολίας αυτής μεταξύ συνδέσεων με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο σε σταθερές και σε μη σταθερές θέσεις δεν καλύπτεται από την παρούσα οδηγία. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν διατάξεις για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και κινητών δικτύων.

Τροπολογία    55

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 251

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(251)  Η φορητότητα αριθμού αποτελεί κύριο παράγοντα διευκόλυνσης της επιλογής των καταναλωτών και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών και θα πρέπει να υλοποιείται με την ελάχιστη καθυστέρηση, έτσι ώστε ο αριθμός να ενεργοποιείται μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα και ο χρήστης να μην υφίσταται απώλεια υπηρεσιών για περισσότερο από μια εργάσιμη ημέρα. Προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η υπηρεσία μίας στάσης ώστε η εμπειρία της αλλαγής παρόχου να είναι ομαλή για τους τελικούς χρήστες, ο πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός θα πρέπει να καθοδηγεί τη διαδικασία αλλαγής. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προδιαγράφουν τη συνολική διαδικασία μεταφοράς αριθμών, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Η πείρα σε ορισμένα κράτη μέλη έχει δείξει ότι υπάρχει κίνδυνος οι καταναλωτές να μεταφερθούν σε άλλον πάροχο χωρίς τη συναίνεσή τους. Αν και αυτό είναι ζήτημα που θα πρέπει καταρχήν να αντιμετωπίζεται από τις αρχές επιβολής του νόμου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν τα ελάχιστα αναλογικά μέτρα όσον αφορά τη διαδικασία αλλαγής φορέα, περιλαμβανομένων και κυρώσεων, τα οποία είναι αναγκαία για να ελαχιστοποιούνται αυτοί οι κίνδυνοι και να εξασφαλίζεται ότι οι συνδρομητές προστατεύονται καθ’ όλη τη διαδικασία αλλαγής φορέα, χωρίς η διαδικασία να καθίσταται λιγότερο ελκυστική για τους καταναλωτές.

(251)  Η φορητότητα αριθμού θα πρέπει να υλοποιείται με την ελάχιστη καθυστέρηση, έτσι ώστε ο αριθμός να ενεργοποιείται μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα και ο καταναλωτής να μην υφίσταται απώλεια υπηρεσιών για περισσότερο από μια εργάσιμη ημέρα αρχής γενομένης από τη συμφωνημένη ημερομηνία. Προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η υπηρεσία μίας στάσης ώστε η εμπειρία της αλλαγής παρόχου να είναι ομαλή για τους καταναλωτές, ο πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός θα πρέπει να καθοδηγεί τη διαδικασία αλλαγής. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προδιαγράφουν τη συνολική διαδικασία μεταφοράς αριθμών, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει, εφόσον είναι εφικτό, προϋπόθεση ότι η μεταφορά θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέσω ασύρματης τροφοδοσίας, εκτός εάν ζητηθεί κάτι διαφορετικό από τον τελικό χρήστη. Η πείρα σε ορισμένα κράτη μέλη έχει δείξει ότι υπάρχει κίνδυνος οι καταναλωτές να μεταφερθούν σε άλλον πάροχο χωρίς τη συναίνεσή τους. Αν και αυτό είναι ζήτημα που θα πρέπει καταρχήν να αντιμετωπίζεται από τις αρχές επιβολής του νόμου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν τα ελάχιστα αναλογικά μέτρα όσον αφορά τη διαδικασία αλλαγής φορέα, περιλαμβανομένων και κυρώσεων, τα οποία είναι αναγκαία για να ελαχιστοποιούνται αυτοί οι κίνδυνοι και να εξασφαλίζεται ότι οι συνδρομητές προστατεύονται καθ’ όλη τη διαδικασία αλλαγής φορέα, χωρίς η διαδικασία να καθίσταται λιγότερο ελκυστική για τους καταναλωτές. Το δικαίωμα για μεταφορά αριθμών δεν θα πρέπει να περιορίζεται με συμβατικούς όρους.

Τροπολογία    56

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 251 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(251α)  Για να διασφαλιστεί ότι η αλλαγή παρόχου και η μεταφορά αριθμού πραγματοποιούνται εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν αντισταθμιστικά μέτρα από παρόχους σε περίπτωση που δεν τηρείται μια συμφωνία με έναν τελικό χρήστη. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να είναι ανάλογα προς τη διάρκεια της καθυστερήσεως κατά την εκτέλεση της συμφωνίας.

Τροπολογία    57

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 252

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(252)  Οι δέσμες που περιέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και άλλες υπηρεσίες, όπως η γραμμική ευρυεκπομπή, ή προϊόντα όπως οι συσκευές, έχουν καταστεί όλο και περισσότερο διαδεδομένες και αποτελούν σημαντικό στοιχείο του ανταγωνισμού. Αν και συχνά αποφέρουν οφέλη για τους τελικούς χρήστες, μπορούν να δυσχεράνουν ή να καταστήσουν πιο δαπανηρή την αλλαγή παρόχου και να δημιουργήσουν κινδύνους συμβατικού «εγκλωβισμού». Όταν εφαρμόζονται αποκλίνοντες συμβατικοί κανόνες σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης και την αλλαγή παρόχου για τις διάφορες υπηρεσίες, καθώς και για κάθε συμβατική δέσμευση σχετικά με την απόκτηση προϊόντων που αποτελούν μέρος δέσμης, οι καταναλωτές ουσιαστικά συναντούν εμπόδια στα δικαιώματα τους, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, να στραφούν σε ανταγωνιστικές προσφορές για ολόκληρη τη δέσμη ή για μέρη αυτής. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις συμβάσεις, τη διαφάνεια, τη διάρκεια και τη λύση των συμβάσεων και την αλλαγή παρόχου θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα στοιχεία μιας δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες άλλοι κανόνες που διέπουν τα στοιχεία μη ηλεκτρονικών επικοινωνιών της δέσμης είναι ευνοϊκότεροι για τον καταναλωτή. Άλλα συμβατικά ζητήματα, όπως τα διορθωτικά μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους όρους της σύμβασης, θα πρέπει να διέπονται από τους κανόνες που εφαρμόζονται για το αντίστοιχο στοιχείο της δέσμης, για παράδειγμα από τους κανόνες των συμβάσεων για την πώληση αγαθών ή την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου. Για τους ίδιους λόγους, οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να εγκλωβίζονται σε έναν πάροχο μέσω συμβατικής εκ των πραγμάτων επέκτασης της αρχικής περιόδου σύμβασης.

(252)  Οι δέσμες που περιέχουν τουλάχιστον διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και άλλες υπηρεσίες, όπως η γραμμική ευρυεκπομπή, ή τερματικό εξοπλισμό, όπως οι συσκευές που προσφέρονται από τον ίδιο πάροχο και αποτελούν αντικείμενο κοινής σύμβασης, έχουν καταστεί όλο και περισσότερο διαδεδομένες και αποτελούν σημαντικό στοιχείο του ανταγωνισμού. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, μια δέσμη θεωρείται ότι αποτελείται από μια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο η οποία προσφέρεται μαζί με υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών ή από μια υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο και/ή υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών με διαφορετικές αλλά συμπληρωματικές υπηρεσίες με εξαίρεση τις υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή και/ή τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται από τον ίδιο πάροχο είτε i) βάσει της ίδιας σύμβασης ή ii) βάσει της ίδιας σύμβασης και δευτερευουσών συμβάσεων ή iii) βάσει της ίδιας σύμβασης και βάσει συνδεδεμένων συμβάσεων παρεχόμενων σε μία ενιαία συνδυασμένη τιμή. Αν και συχνά οι δέσμες αποφέρουν οφέλη για τους καταναλωτές, μπορούν να δυσχεράνουν ή να καταστήσουν πιο δαπανηρή την αλλαγή παρόχου και να δημιουργήσουν κινδύνους συμβατικού «εγκλωβισμού». Όταν εφαρμόζονται αποκλίνοντες συμβατικοί κανόνες σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης και την αλλαγή παρόχου για τις διάφορες υπηρεσίες, καθώς και για κάθε συμβατική δέσμευση σχετικά με την απόκτηση προϊόντων που αποτελούν μέρος δέσμης, οι καταναλωτές ουσιαστικά συναντούν εμπόδια στα δικαιώματα τους, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, να στραφούν σε ανταγωνιστικές προσφορές για ολόκληρη τη δέσμη ή για μέρη αυτής. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις συμβάσεις, τη διαφάνεια, τη διάρκεια και τη λύση των συμβάσεων και την αλλαγή παρόχου θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα στοιχεία μιας δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες άλλοι κανόνες που διέπουν τα στοιχεία μη ηλεκτρονικών επικοινωνιών της δέσμης είναι ευνοϊκότεροι για τον καταναλωτή. Άλλα συμβατικά ζητήματα, όπως τα διορθωτικά μέτρα που εφαρμόζονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους όρους της σύμβασης, θα πρέπει να διέπονται από τους κανόνες που εφαρμόζονται για το αντίστοιχο στοιχείο της δέσμης, για παράδειγμα από τους κανόνες των συμβάσεων για την πώληση αγαθών ή την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου. Για τους ίδιους λόγους, οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να εγκλωβίζονται σε έναν πάροχο μέσω συμβατικής εκ των πραγμάτων επέκτασης της περιόδου σύμβασης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν τη διακριτική ευχέρεια για περαιτέρω νομοθετικά στοιχεία της δέσμης σε περιπτώσεις που η φύση τους προϋποθέτει διαφορετική ρυθμιστική αντιμετώπιση, για παράδειγμα επειδή τα στοιχεία αυτά καλύπτονται από άλλες τομεακές ρυθμίσεις ή προκειμένου να υπάρξει προσαρμογή στις πρακτικές της αγορά.

Τροπολογία    58

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 254

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ.

(254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι τελικοί χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη και ισότιμη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές και προσβάσιμες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους στην Ένωση. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ.

Τροπολογία    59

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 255

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(255)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν οιοδήποτε μέσο πληρωμής, από οποιαδήποτε συσκευή που παρέχει δυνατότητα υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, ακόμη και όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες περιαγωγής σε κράτος μέλος. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης αποτελούν μέσα επικοινωνίας, τα οποία περιλαμβάνουν όχι μόνο φωνητικές επικοινωνίες, αλλά επίσης μηνύματα SMS, βίντεο ή άλλου είδους επικοινωνίες, οι οποίες είναι ενεργοποιημένες σε κράτος μέλος για την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης μπορούν να προκληθούν εκ μέρους προσώπου με το σύστημα eCall επί του οχήματος, όπως ορίζεται από τον κανονισμό 2015/758/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου41.

(255)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν οιοδήποτε μέσο πληρωμής, από οποιαδήποτε συσκευή που παρέχει δυνατότητα υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, ακόμη και όταν χρησιμοποιούν υπηρεσίες περιαγωγής σε κράτος μέλος ή μέσω ιδιωτικών δικτύων τηλεπικοινωνιών. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης αποτελούν μέσα επικοινωνίας, τα οποία περιλαμβάνουν όχι μόνο φωνητικές επικοινωνίες, αλλά επίσης κείμενο, βίντεο ή άλλου είδους επικοινωνίες σε πραγματικό χρόνο, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης υπηρεσιών μεταφοράς τρίτων, οι οποίες είναι ενεργοποιημένες σε κράτος μέλος για την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης μπορούν να προκληθούν εκ μέρους προσώπου με το σύστημα eCall επί του οχήματος, όπως ορίζεται από τον κανονισμό 2015/758/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου41. Θα πρέπει, ωστόσο, τα κράτη μέλη να είναι αρμόδια να αποφασίσουν ποιες διαπροσωπικές επικοινωνίες βάσει αριθμών είναι κατάλληλες για υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να περιορίζουν τις επιλογές αυτές στις φωνητικές επικοινωνίες και τις ισοδύναμες υπηρεσίες για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες ή για να προστεθούν επιπλέον εναλλακτικές δυνατότητες, όπως συμφωνήθηκε με τα εθνικά κέντρα λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις ή η αυξημένη χρήση υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει τη σκοπιμότητα της παροχής ακριβούς και αξιόπιστης πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές κανονιστικές αρχές, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, τους φορείς τυποποίησης και άλλους ενδιαφερόμενους.

__________________

__________________

41 Κανονισμός (ΕΕ) 2015/758 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για το σύστημα eCall που βασίζεται στην υπηρεσία 112 σε οχήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ (ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 77).

41 Κανονισμός (ΕΕ) 2015/758 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για το σύστημα eCall που βασίζεται στην υπηρεσία 112 σε οχήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ (ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 77).

Τροπολογία    60

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 256

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(256)  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών σε τελικούς χρήστες παρέχουν αξιόπιστη και ακριβή πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και τα εθνικά κριτήρια. Όταν η υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν παρέχεται με σύνδεση που παρέχει συγκεκριμένη ποιότητα υπηρεσιών, ο πάροχος υπηρεσιών ενδέχεται να μη μπορεί να εξασφαλίζει ότι οι κλήσεις έκτακτης ανάγκης που πραγματοποιούνται μέσω της υπηρεσίας τους δρομολογούνται στο πλέον κατάλληλο PSAP με την ίδια αξιοπιστία. Για αυτές τις επιχειρήσεις που είναι ανεξάρτητες από δίκτυα, δηλαδή τις επιχειρήσεις που δεν έχουν ενσωματωθεί σε πάροχο δημόσιου δικτύου επικοινωνιών, η παροχή πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος μπορεί να μην είναι πάντα τεχνικά εφικτή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται το συντομότερο δυνατό πρότυπα που εγγυώνται ακριβή και αξιόπιστη δρομολόγηση και σύνδεση με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να παρέχεται σε ανεξάρτητους από δίκτυα παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών η δυνατότητα να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και με την παροχή πληροφοριών εντοπισμού του καλούντος σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο που απαιτείται από άλλους παρόχους παρόμοιων υπηρεσιών επικοινωνιών.

(256)  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι που παρέχουν υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών σε τελικούς χρήστες παρέχουν αξιόπιστη και ακριβή πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και τα εθνικά κριτήρια, καθώς και τις δυνατότητες των εθνικών PSAP. Όταν η υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν παρέχεται με σύνδεση που παρέχει συγκεκριμένη ποιότητα υπηρεσιών, ο πάροχος υπηρεσιών ενδέχεται να μη μπορεί να εξασφαλίζει ότι οι κλήσεις έκτακτης ανάγκης που πραγματοποιούνται μέσω της υπηρεσίας τους δρομολογούνται στο πλέον κατάλληλο PSAP με την ίδια αξιοπιστία. Για αυτούς τους παρόχους που είναι ανεξάρτητοι από δίκτυα, δηλαδή τους παρόχους που δεν έχουν ενσωματωθεί σε πάροχο δημόσιου δικτύου επικοινωνιών, η παροχή πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος μπορεί να μην είναι πάντα τεχνικά εφικτή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται το συντομότερο δυνατό πρότυπα που εγγυώνται ακριβή και αξιόπιστη δρομολόγηση και σύνδεση με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να παρέχεται σε ανεξάρτητους από δίκτυα παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών η δυνατότητα να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και με την παροχή πληροφοριών εντοπισμού του καλούντος σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο που απαιτείται από άλλους παρόχους παρόμοιων υπηρεσιών επικοινωνιών. Στις περιπτώσεις που δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή τέτοια πρότυπα και τα συναφή συστήματα PSAP, οι ανεξάρτητες από δίκτυα υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης παρά μόνο με τρόπο τεχνικώς εφικτό ή οικονομικά βιώσιμο. Για παράδειγμα, μπορεί να περιλαμβάνεται ο ορισμός από ένα κράτος μέλος ενός μόνο κεντρικού PSAP για τη λήψη επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης. Ωστόσο, οι εν λόγω πάροχοι θα πρέπει να ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες ότι δεν υποστηρίζεται η πρόσβαση στον αριθμό 112 ή σε πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος.

Τροπολογία    61

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 256 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(256α)  Υπάρχει σήμερα έλλειμμα όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων και τη μέτρηση των επιδόσεων από τα κράτη μέλη σε σχέση με τη λήψη και τον χειρισμό κλήσεων έκτακτης ανάγκης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, εγκρίνει δείκτες επιδόσεων εφαρμόσιμους στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του ευρωπαϊκού αριθμού έκτακτης ανάγκης «112» και σχετικά με τη λειτουργία των δεικτών επιδόσεων.

Τροπολογία    62

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 257

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(257)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ειδικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του «112», έχουν εξίσου πρόσβαση οι τελικοί χρήστες με αναπηρία, ιδίως δε οι χρήστες που πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα, οι χρήστες με προβλήματα ομιλίας και οι χρήστες που πάσχουν συγχρόνως από κώφωση και τύφλωση. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν την παροχή ειδικών τερματικών συσκευών στους χρήστες με βαρηκοΐα, καθώς και υπηρεσιών αναμετάδοσης κειμένου ή άλλου ειδικού εξοπλισμού.

(257)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ειδικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του «112», έχουν εξίσου πρόσβαση οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες, ιδίως δε οι χρήστες που πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα, οι χρήστες με προβλήματα ομιλίας και οι χρήστες που πάσχουν συγχρόνως από κώφωση και τύφλωση μέσω υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας ή μέσω της χρήσης υπηρεσιών μεταφοράς τρίτων διαλειτουργικών με τα δίκτυα τηλεφωνίας σε όλη την ΕΕ. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν επίσης την παροχή ειδικών τερματικών συσκευών σε άτομα με αναπηρίες όταν οι προαναφερθέντες τρόποι επικοινωνίας δεν είναι κατάλληλοι για αυτά.

Τροπολογία    63

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 259

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(259)  Οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος βελτιώνουν το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των τελικών χρηστών και βοηθούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, εφόσον η μετάδοση των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και των συναφών δεδομένων στις εκάστοτε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι εγγυημένη από το εθνικό σύστημα των PSAP. Η λήψη και η χρησιμοποίηση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος θα πρέπει να είναι σύμφωνες προς το σχετικό ενωσιακό δίκαιο για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι επιχειρήσεις που παρέχουν εντοπισμό βάσει δικτύου θα πρέπει να διαθέτουν πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης αμέσως μόλις η κλήση ληφθεί από την εν λόγω υπηρεσία, ανεξαρτήτως της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας. Ωστόσο, οι τεχνολογίες εντοπισμού βάσει χειροσυσκευής έχουν αποδειχθεί σημαντικά ακριβέστερες και οικονομικά αποδοτικότερες λόγω της διαθεσιμότητας των δεδομένων που παρέχονται από τα δορυφορικά συστήματα Galileo και EGNOS και από άλλα παγκόσμια δορυφορικά συστήματα πλοήγησης και δεδομένων Wi-Fi. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος που αντλούνται βάσει χειροσυσκευής θα πρέπει να συμπληρώνουν τις πληροφορίες για τον εντοπισμό βάσει δικτύου, ακόμη και αν ο εντοπισμός βάσει χειροσυσκευής μπορεί να είναι διαθέσιμος μόνο μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα PSAP είναι σε θέση να ανακτούν και να διαχειρίζονται τις διαθέσιμες πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος. Η εξακρίβωση και η μετάδοση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος θα πρέπει να είναι ατελείς τόσο για τον τελικό χρήστη όσο και για την αρχή που χειρίζεται την επικοινωνία έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα από τα μέσα διαπίστωσης, για παράδειγμα μέσω της χειροσυσκευής ή του δικτύου, ή από τα μέσα μετάδοσης, για παράδειγμα μέσω φωνητικού διαύλου, SMS ή βάσει πρωτοκόλλου διαδικτύου.

(259)  Οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος βελτιώνουν το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των τελικών χρηστών και βοηθούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, εφόσον η μετάδοση των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και των συναφών δεδομένων στις εκάστοτε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι εγγυημένη από το εθνικό σύστημα των PSAP. Η λήψη και η χρησιμοποίηση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος που περιλαμβάνουν τόσο πληροφορίες εντοπισμού βάσει δικτύου όσο και, εφόσον υπάρχουν, πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος μέσω ενισχυμένης συσκευής θα πρέπει να είναι σύμφωνες προς το σχετικό ενωσιακό δίκαιο για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προς τα μέτρα ασφαλείας. Οι επιχειρήσεις που παρέχουν εντοπισμό βάσει δικτύου θα πρέπει να διαθέτουν πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης αμέσως μόλις η κλήση ληφθεί από την εν λόγω υπηρεσία, ανεξαρτήτως της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας. Ωστόσο, οι τεχνολογίες εντοπισμού βάσει χειροσυσκευής έχουν αποδειχθεί σημαντικά ακριβέστερες και οικονομικά αποδοτικότερες λόγω της διαθεσιμότητας των δεδομένων που παρέχονται από τα δορυφορικά συστήματα Galileo και EGNOS και από άλλα παγκόσμια δορυφορικά συστήματα πλοήγησης και δεδομένων Wi-Fi. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος που αντλούνται βάσει χειροσυσκευής θα πρέπει να συμπληρώνουν τις πληροφορίες για τον εντοπισμό βάσει δικτύου, ακόμη και αν ο εντοπισμός βάσει χειροσυσκευής μπορεί να είναι διαθέσιμος μόνο μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα PSAP είναι σε θέση να ανακτούν και να διαχειρίζονται τις πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, όταν αυτό είναι εφικτό. Η εξακρίβωση και η μετάδοση πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος θα πρέπει να είναι ατελείς τόσο για τον τελικό χρήστη όσο και για την αρχή που χειρίζεται την επικοινωνία έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα από τα μέσα διαπίστωσης, για παράδειγμα μέσω της χειροσυσκευής ή του δικτύου, ή από τα μέσα μετάδοσης, για παράδειγμα μέσω φωνητικού διαύλου, SMS ή βάσει πρωτοκόλλου διαδικτύου.

Τροπολογία    64

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 260

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(260)  Προκειμένου να ανταποκριθεί στις τεχνολογικές εξελίξεις σχετικά με τις ακριβείς πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, την ισοδύναμη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρία και τη δρομολόγηση κλήσεων στο πλέον κατάλληλο PSAP, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση των αναγκαίων μέτρων για την εξασφάλιση της συμβατότητας, της διαλειτουργικότητας, της ποιότητας και της συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται σε λειτουργικές διατάξεις που καθορίζουν τον ρόλο των διαφόρων μερών στο πλαίσιο της επικοινωνιακής αλυσίδας, για παράδειγμα των παρόχων υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των PSAP, καθώς και σε τεχνικές διατάξεις που καθορίζουν τα τεχνικά μέσα για την εκπλήρωση των λειτουργικών διατάξεων. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται με την επιφύλαξη της οργάνωσης των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης στα κράτη μέλη.

(260)  Προκειμένου να ανταποκριθεί στις τεχνολογικές εξελίξεις σχετικά με τις ακριβείς πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, την ισοδύναμη πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρίες και τη δρομολόγηση κλήσεων στο πλέον κατάλληλο PSAP, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση των αναγκαίων μέτρων για την εξασφάλιση της συμβατότητας, της διαλειτουργικότητας, της ποιότητας και της συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατό να συνίστανται σε λειτουργικές διατάξεις που καθορίζουν τον ρόλο των διαφόρων μερών στο πλαίσιο της επικοινωνιακής αλυσίδας, για παράδειγμα των παρόχων υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των PSAP, καθώς και σε τεχνικές διατάξεις που καθορίζουν τα τεχνικά μέσα για την εκπλήρωση των λειτουργικών διατάξεων. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται με την επιφύλαξη της οργάνωσης των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης στα κράτη μέλη.

Τροπολογία    65

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 260 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(260α)  Επί του παρόντος, ένας πολίτης στη χώρα Α που χρειάζεται να επικοινωνήσει με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης στη χώρα Β δεν μπορεί να το κάνει, επειδή οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης δεν έχουν μηχανισμό για τη μεταξύ τους επικοινωνία. Η λύση είναι να υπάρχει σε επίπεδο ΕΕ μια ασφαλής βάση δεδομένων τηλεφωνικών αριθμών για μια κύρια υπηρεσία έκτακτης ανάγκης σε κάθε χώρα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή τηρεί μια ασφαλή βάση δεδομένων με τους αριθμούς των ευρωπαϊκών υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τη σύσταση Ε.164, ώστε να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

Τροπολογία    66

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 260 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(260β)  Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη έχουν αναδείξει την έλλειψη αποτελεσματικών δημόσιων συστημάτων προειδοποίησης στα κράτη μέλη και σε όλη την Ευρώπη. Έχει καίρια σημασία να μπορούν να ενημερώνουν τα κράτη μέλη το σύνολο του πληθυσμού σε μια καθορισμένη περιοχή σχετικά με εν εξελίξει καταστροφές/επιθέσεις ή επικείμενες απειλές, μέσω της χρήσης των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της ανάπτυξης ενός εθνικού αποτελεσματικού συστήματος επικοινωνίας «αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση και τη θέση σε επιφυλακή των πολιτών σε περίπτωση επικείμενων ή εν εξελίξει φυσικών και/ή ανθρωπογενών σοβαρών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και καταστροφών, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων εθνικών και περιφερειακών συστημάτων και χωρίς να υπονομεύονται οι κανόνες ιδιωτικότητας και προστασίας των δεδομένων. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να αξιολογήσει κατά πόσο είναι σκόπιμο να θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ ένα καθολικό, προσβάσιμο, διασυνοριακό «σύστημα επικοινωνίας αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση των πολιτών σε περίπτωση επικείμενης ή εξελισσόμενης καταστροφής ή σοβαρής κατάστασης έκτακτης ανάγκης στα διάφορα κράτη μέλη.

Τροπολογία    67

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 261

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(261)  Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία επωφελούνται από τον ανταγωνισμό και τη δυνατότητα επιλογής παρόχων υπηρεσιών από τις οποίες επωφελείται και η πλειονότητα των τελικών χρηστών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να προσδιορίζουν, κατά περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, απαιτήσεις προστασίας του καταναλωτή για τους τελικούς χρήστες με αναπηρία τις οποίες πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Αυτές οι απαιτήσεις μπορεί να περιλαμβάνουν, συγκεκριμένα, την απαίτηση από τις επιχειρήσεις να προσφέρουν στους τελικούς χρήστες με αναπηρία τις υπηρεσίες τους υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τιμών, των τιμολογίων και της ποιότητας, με αυτούς που προσφέρουν και στους άλλους τελικούς χρήστες του δικτύου τους και να χρεώνουν ίδιες τιμές για τις υπηρεσίες τους ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο επιπλέον κόστος που χρεώνουν οι εν λόγω επιχειρήσεις. Άλλες απαιτήσεις μπορούν να σχετίζονται με τις ρυθμίσεις χονδρικής μεταξύ επιχειρήσεων. Προκειμένου να αποφεύγεται η δημιουργία υπερβολικής επιβάρυνσης για τους παρόχους υπηρεσιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να ελέγχουν κατά πόσο οι στόχοι της ισότιμης πρόσβασης και επιλογής είναι πράγματι δυνατό να επιτευχθούν χωρίς αυτά τα μέτρα.

(261)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες απολαύουν ίσης πρόσβασης και δυνατότητας επιλογής στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (UNCRPD) και με την προσέγγιση καθολικού σχεδιασμού. Ειδικότερα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες επωφελούνται από τον ανταγωνισμό και τη δυνατότητα επιλογής παρόχων υπηρεσιών από τις οποίες επωφελείται και η πλειονότητα των τελικών χρηστών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να προσδιορίζουν, κατά περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες εθνικές συνθήκες, και ύστερα από διαβούλευση με αντιπροσωπευτικές οργανώσεις ατόμων με αναπηρίες, απαιτήσεις προστασίας του καταναλωτή για τελικούς χρήστες με αναπηρίες τις οποίες πρέπει να πληρούν οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφούς τερματικού εξοπλισμού. Αυτές οι απαιτήσεις μπορεί να περιλαμβάνουν, συγκεκριμένα, την απαίτηση από τους παρόχους να προσφέρουν στους τελικούς χρήστες με αναπηρίες τις υπηρεσίες τους υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των τιμών, των τιμολογίων και της ποιότητας, και της πρόσβασης σε συναφή τερματικό εξοπλισμό με αυτούς που προσφέρουν και στους άλλους τελικούς χρήστες του δικτύου τους ανεξάρτητα από το ενδεχόμενο επιπλέον κόστος που επωμίζονται οι εν λόγω πάροχοι. Άλλες απαιτήσεις μπορούν να σχετίζονται με τις ρυθμίσεις χονδρικής μεταξύ παρόχων. Προκειμένου να αποφεύγεται η δημιουργία υπερβολικής επιβάρυνσης για τους παρόχους υπηρεσιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να ελέγχουν κατά πόσο οι στόχοι της ισότιμης πρόσβασης και επιλογής είναι πράγματι δυνατό να επιτευχθούν χωρίς αυτά τα μέτρα.

Τροπολογία    68

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 262

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(262)  Εκτός από τα μέτρα οικονομικής προσιτότητας για τους χρήστες με αναπηρία που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, η οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ορίζει διάφορες υποχρεωτικές απαιτήσεις για την εναρμόνιση ορισμένων χαρακτηριστικών προσβασιμότητας για τους χρήστες υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με αναπηρία και τον σχετικό τερματικό εξοπλισμό των καταναλωτών. Ως εκ τούτου, η αντίστοιχη υποχρέωση στην παρούσα οδηγία με την οποία απαιτούνταν από τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τη διαθεσιμότητα τερματικού εξοπλισμού για χρήστες με αναπηρίες έχει καταστεί άνευ αντικειμένου και θα πρέπει να καταργηθεί.

διαγράφεται

Τροπολογία    69

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 262 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(262α)  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθιστούν διαθέσιμες τις πληροφορίες που λαμβάνουν σχετικά με τη λειτουργία των υπηρεσιών που προσφέρονται και σχετικά με τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητας, σε προσιτή μορφή. Αυτό σημαίνει ότι το περιεχόμενο των πληροφοριών πρέπει να διατίθεται σε μορφότυπους κειμένου που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία εναλλακτικών βοηθητικών μορφοτύπων και εναλλακτικών λύσεων για το μη κειμενικό περιεχόμενο.

Τροπολογία    70

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 262 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(262β)  Όσον αφορά τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιδιώκει να αντανακλά άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης για την εφαρμογή της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τις αρχές και τα πρότυπα που καθορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Οι 4 αρχές της προσβασιμότητας είναι: η αντιληπτικότητα, που σημαίνει ότι οι πληροφορίες και τα συστατικά στοιχεία διεπαφής με τον χρήστη πρέπει να μπορούν να παρουσιαστούν στους η χρήστες με τρόπους που αυτοί να μπορούν να αντιληφθούν· η χρηστικότητα, που σημαίνει ότι τα συστατικά στοιχεία διεπαφής με τον χρήστη και η πλοήγηση θα πρέπει να είναι εύχρηστα· η κατανοησιμότητα, που σημαίνει ότι οι πληροφορίες και οι λειτουργίες της διεπαφής με τον χρήστη θα πρέπει να είναι κατανοητές· και η διεξοδικότητα, που σημαίνει ότι το περιεχόμενο θα πρέπει να είναι αρκετά διεξοδικό ώστε να μπορεί να ερμηνευθεί αξιόπιστα από ευρύ φάσμα πρακτόρων χρηστών, περιλαμβανομένων και βοηθητικών τεχνολογιών. Οι εν λόγω αρχές της προσβασιμότητας μεταφράζονται σε κριτήρια επιτυχίας που μπορούν να ελεγχθούν όπως όσα αποτελούν τη βάση του ευρωπαϊκού προτύπου ΕΝ 301 549 V1.1.2 «Απαιτήσεις προσβασιμότητας κατάλληλες για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ στην Ευρώπη» (Ευρωπαϊκό πρότυπο EN 301 549 V1.1.2 (2015-04)) μέσω εναρμονισμένων προτύπων και μιας κοινής μεθοδολογίας για τον έλεγχο της συμμόρφωσης του περιεχομένου σε ιστοτόπους και εφαρμογές για φορητές συσκευές με τις εν λόγω αρχές. Το εν λόγω ευρωπαϊκό πρότυπο εγκρίθηκε βάσει της εντολής Μ/376 που εκδόθηκε από την Επιτροπή προς τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης. Μέχρι τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς σε εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι σχετικές ρήτρες του ευρωπαϊκού προτύπου EN 301 549 V1.1.2 (2015-04) πρέπει να θεωρούνται ως το ελάχιστο μέσον για την πρακτική εφαρμογή των εν λόγω αρχών σε ό,τι αφορά την παρούσα οδηγία και την ισότιμη πρόσβαση και επιλογή για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες.

 

__________________

 

Οδηγία (ΕΕ) αριθ. 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2016, για την προσβασιμότητα των ιστοτόπων και των εφαρμογών για φορητές συσκευές των οργανισμών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 327 της 2.12.2016, σ. 1).

Τροπολογία    71

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 265

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(265)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν εγγύησης διαλειτουργικότητας για το σύνολο του εξοπλισμού ψηφιακής τηλεοπτικής λήψης που πωλείται στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ελάχιστα εναρμονισμένα πρότυπα σε σχέση με τον εν λόγω εξοπλισμό. Τα πρότυπα αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται κατά καιρούς, ανάλογα με την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στην αγορά.

(265)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν εγγύησης διαλειτουργικότητας για το σύνολο του εξοπλισμού ψηφιακής ραδιοφωνικής και τηλεοπτικής λήψης που πωλείται στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ελάχιστα εναρμονισμένα πρότυπα σε σχέση με τον εν λόγω εξοπλισμό. Τα πρότυπα αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται κατά καιρούς, ανάλογα με την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στην αγορά.

Τροπολογία    72

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 266

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(266)  Είναι επιθυμητό να παρέχεται στους καταναλωτές η δυνατότητα να επιτυγχάνουν την πληρέστερη δυνατή σύνδεση με ψηφιακές τηλεοπτικές συσκευές. Η διαλειτουργικότητα είναι εξελισσόμενη έννοια στις δυναμικές αγορές. Οι φορείς τυποποίησης θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίζουν ότι τα κατάλληλα πρότυπα εξελίσσονται παράλληλα με τις σχετικές τεχνολογίες. Είναι επίσης σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι υπάρχουν σύνδεσμοι για τις ψηφιακές τηλεοπτικές συσκευές, οι οποίοι μπορούν να μεταδίδουν όλα τα απαιτούμενα στοιχεία ενός ψηφιακού σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων ήχου και εικόνας, των πληροφοριών για την υπό όρους πρόσβαση, των πληροφοριών για τις υπηρεσίες, των Πληροφοριών Διεπαφής Προγράμματος (ΑΡΙ) και των πληροφοριών σχετικά με την προστασία έναντι αντιγραφής. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι η λειτουργικότητα που σχετίζεται και/ή εφαρμόζεται σε συνδέσμους δεν περιορίζεται από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων, παρόχους υπηρεσιών ή κατασκευαστές εξοπλισμού και εξακολουθεί να εξελίσσεται παράλληλα με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Είναι σκόπιμη η δημιουργία ενός κοινού προτύπου για την παρουσίαση και την εμφάνιση των συνδεδεμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ενός μηχανισμού καθοδηγούμενου από την αγορά, δεδομένου ότι θα ωφελούσε τους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μπορούν να αναλαμβάνουν πολιτικές πρωτοβουλίες, συμβατές προς τη συνθήκη, για να ενθαρρύνουν την εξέλιξη αυτή.

(266)  Είναι επιθυμητό να παρέχεται στους καταναλωτές η δυνατότητα να επιτυγχάνουν την πληρέστερη δυνατή σύνδεση με ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συσκευές. Η διαλειτουργικότητα είναι εξελισσόμενη έννοια στις δυναμικές αγορές. Οι φορείς τυποποίησης θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίζουν ότι τα κατάλληλα πρότυπα εξελίσσονται παράλληλα με τις σχετικές τεχνολογίες. Είναι επίσης σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι υπάρχουν σύνδεσμοι για τις ψηφιακές τηλεοπτικές συσκευές, οι οποίοι μπορούν να μεταδίδουν όλα τα απαιτούμενα στοιχεία ενός ψηφιακού σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων ήχου και εικόνας, των πληροφοριών για την υπό όρους πρόσβαση, των πληροφοριών για τις υπηρεσίες, των Πληροφοριών Διεπαφής Προγράμματος (ΑΡΙ) και των πληροφοριών σχετικά με την προστασία έναντι αντιγραφής. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι η λειτουργικότητα που σχετίζεται και/ή εφαρμόζεται σε συνδέσμους δεν περιορίζεται από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων, παρόχους υπηρεσιών ή κατασκευαστές εξοπλισμού και εξακολουθεί να εξελίσσεται παράλληλα με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Είναι σκόπιμη η δημιουργία ενός κοινού προτύπου για την παρουσίαση και την εμφάνιση των συνδεδεμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών μέσω ενός μηχανισμού καθοδηγούμενου από την αγορά, δεδομένου ότι θα ωφελούσε τους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μπορούν να αναλαμβάνουν πολιτικές πρωτοβουλίες, συμβατές προς τη συνθήκη, για να ενθαρρύνουν την εξέλιξη αυτή. Ο ραδιοφωνικός εξοπλισμός ευρείας κατανάλωσης πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει σήμα τουλάχιστον από αναλογικές και ψηφιακές μεταδόσεις, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η διασυνοριακή διαλειτουργικότητα. Η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για τον καταναλωτικό ραδιοεξοπλισμό χαμηλού κόστους ή για τον ραδιοεξοπλισμό στον οποίο η λήψη ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών αποτελεί απλώς δευτερεύουσα λειτουργία, όπως παραδείγματος χάρη ένα κινητό τηλέφωνο με δέκτη FM. Επίσης, δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στον ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες, όπως, για παράδειγμα, τα έτοιμα συστήματα (kits) ραδιοεξοπλισμού προς συναρμολόγηση και χρήση από ραδιοερασιτέχνες ή ο εξοπλισμός που κατασκευάζεται από μεμονωμένους ραδιοερασιτέχνες για πειραματικούς και επιστημονικούς σκοπούς που συνδέονται με τον ραδιοερασιτεχνισμό.

Τροπολογία    73

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 269

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(269)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αναλογικές υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, για την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής· οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει όμως να επιβάλλονται μόνον όπου είναι απαραίτητο για την κάλυψη στόχων δημόσιου συμφέροντος, σαφώς καθορισμένων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ενώ θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» είναι δυνατό να εφαρμόζονται σε ειδικευμένους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους ευρυεκπομπής και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσφέρονται από ειδικευμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι εύλογες, δηλαδή θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς, βάσει σαφώς καθορισμένων στόχων δημοσίου συμφέροντος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αντικειμενική αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» που επιβάλλουν με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και σαφώς ορισμένες. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στις υποδομές. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε περιοδική αναθεώρηση τουλάχιστον ανά πέντε έτη, προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά και να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν, ανάλογα με την περίπτωση, να συνεπάγονται την πρόβλεψη ανάλογης αποζημίωσης.

(269)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αναλογικές υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σε επιχειρήσεις που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, για την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής· οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει όμως να επιβάλλονται μόνον όπου είναι απαραίτητο για την κάλυψη στόχων δημόσιου συμφέροντος, σαφώς καθορισμένων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ενώ θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» είναι δυνατό να εφαρμόζονται σε ειδικευμένους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους ευρυεκπομπής και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσφέρονται από ειδικευμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι εύλογες, δηλαδή θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς, βάσει σαφώς καθορισμένων στόχων δημοσίου συμφέροντος, όπως η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και η πολιτιστική πολυμορφία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αντικειμενική αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» που επιβάλλουν με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και σαφώς ορισμένες. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στις υποδομές. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε περιοδική αναθεώρηση τουλάχιστον ανά πέντε έτη, προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά και να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν, ανάλογα με την περίπτωση, να συνεπάγονται την πρόβλεψη ανάλογης αποζημίωσης.

Τροπολογία    74

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 269 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(269α)  Δεδομένου ότι η πλειονότητα του καταναλωτικού εξοπλισμού ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου που χρησιμοποιούνται σήμερα δέχεται τόσο αναλογικές όσο και ψηφιακές μεταδόσεις, δεν υπάρχει πλέον οικονομικός ή κοινωνικός λόγος να συνεχίσουν τα κράτη μέλη να επιβάλλουν υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σε αναλογικές και ψηφιακές τηλεοπτικές μεταδόσεις. Αυτό, ωστόσο, δεν θα πρέπει να αποκλείει τέτοιες υποχρεώσεις αναλογικής μετάδοσης, εφόσον σημαντικός αριθμός χρηστών εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αναλογικό κανάλι ή όταν η αναλογική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση είναι το μόνο μέσο μετάδοσης.

Τροπολογία    75

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 270

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(270)  Τα δίκτυα που χρησιμοποιούνται για τη διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, περιλαμβάνουν την καλωδιακή τηλεόραση, την τηλεόραση μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου, τα δορυφορικά και τα επίγεια δίκτυα εκπομπών. Ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνουν άλλα δίκτυα στο μέτρο που ένας σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών χρησιμοποιεί τα δίκτυα αυτά ως το κύριο μέσο λήψης των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» μπορούν να περιλαμβάνουν και τη μετάδοση υπηρεσιών ειδικά σχεδιασμένων για να διευκολύνουν την πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία. Συνακολούθως, οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σχεδιασμένες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας από τελικούς χρήστες με αναπηρία, όπως υπηρεσίες τηλεεικονογραφίας, υποτιτλισμού, ακουστικής περιγραφής και νοηματικής γλώσσας. Λόγω της αυξανόμενης παροχής και λήψης υπηρεσιών συνδεδεμένης τηλεόρασης και της συνεχιζόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος για τις επιλογές των χρηστών, η μετάδοση σχετικών με το πρόγραμμα δεδομένων που υποστηρίζουν τις εν λόγω λειτουργίες μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σε υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος».

(270)  Τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, περιλαμβάνουν την καλωδιακή τηλεόραση, την τηλεόραση μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου, τα δορυφορικά και τα επίγεια δίκτυα εκπομπών. Ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνουν άλλα δίκτυα στο μέτρο που ένας σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών χρησιμοποιεί τα δίκτυα αυτά ως το κύριο μέσο λήψης των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» θα πρέπει να περιλαμβάνουν και τη μετάδοση υπηρεσιών ειδικά σχεδιασμένων για να διευκολύνουν την ισοδύναμη πρόσβαση των χρηστών με αναπηρίες. Συνακολούθως, οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σχεδιασμένες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας από τελικούς χρήστες με αναπηρίες, όπως υπηρεσίες τηλεεικονογραφίας, υποτιτλισμού για κωφούς και άτομα με προβλήματα ακοής, ακουστικής περιγραφής, προφορικής εκφοράς υποτίτλων και διερμηνείας στη νοηματική γλώσσα. Λόγω της αυξανόμενης παροχής και λήψης υπηρεσιών συνδεδεμένης τηλεόρασης και της συνεχιζόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος για τις επιλογές των χρηστών, η μετάδοση σχετικών με το πρόγραμμα δεδομένων που είναι απαραίτητα για την υποστήριξη των λειτουργικών δυνατοτήτων της παροχής ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος, τηλεκειμένου και σχετικών με το πρόγραμμα διευθύνσεων IP μπορεί να συμπεριλαμβάνεται σε υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος».

Τροπολογία    76

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Αφετέρου, σκοπός της είναι να εξασφαλισθεί η παροχή, σε ολόκληρη την Ένωση, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών καλής ποιότητας, σε προσιτή τιμή, μέσω πραγματικού ανταγωνισμού και επιλογών, να αντιμετωπιστούν οι περιπτώσεις όπου οι ανάγκες των τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων χρηστών, δεν καλύπτονται ικανοποιητικά από την αγορά και να καθοριστούν τα αναγκαία δικαιώματα τελικού χρήστη.

Αφετέρου, σκοπός της είναι να εξασφαλισθεί η παροχή, σε ολόκληρη την Ένωση, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών καλής ποιότητας, σε προσιτή τιμή, μέσω πραγματικού ανταγωνισμού και επιλογών, να αντιμετωπιστούν οι περιπτώσεις όπου οι ανάγκες των τελικών χρηστών συμπεριλαμβανομένων των χρηστών με αναπηρία προκειμένου να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες επί ίσοις όροις με τους άλλους – δεν καλύπτονται ικανοποιητικά από την αγορά και να καθοριστούν τα αναγκαία δικαιώματα τελικού χρήστη.

Τροπολογία    77

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(5)  «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται συνήθως έναντι αμοιβής και με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπροσωπικής και διαδραστικής ανταλλαγής πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μεταξύ πεπερασμένου αριθμού προσώπων, κατά την οποία τα πρόσωπα που αρχίζουν την επικοινωνία ή συμμετέχουν σε αυτήν καθορίζουν τον(-ους) αποδέκτη(-ες) της· δεν περιλαμβάνουν υπηρεσίες με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας απλώς ως έλασσον χαρακτηριστικό που συνδέεται άρρηκτα με άλλη υπηρεσία·

(5)  «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται συνήθως έναντι αμοιβής και με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπροσωπικής και διαδραστικής ανταλλαγής πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μεταξύ πεπερασμένου αριθμού προσώπων, κατά την οποία τα πρόσωπα που αρχίζουν την επικοινωνία ή συμμετέχουν σε αυτήν καθορίζουν τον(-ους) αποδέκτη(-ες) της· μια τέτοια υπηρεσία είναι εκ φύσεως αμφίδρομη·

Τροπολογία    78

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 31 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(31α)  «Κοινόχρηστο τηλέφωνο»: τηλέφωνο διαθέσιμο στο κοινό εν γένει, για τη χρήση του οποίου μπορεί να απαιτείται χρήση κέρματος ή/και πιστωτικής/χρεωστικής κάρτας ή/και προπληρωμένης κάρτας, συμπεριλαμβανομένων των καρτών που χρησιμοποιούνται με κώδικα επιλογής.

Τροπολογία    79

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 32

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(32)  «φωνητικές επικοινωνίες» : υπηρεσία διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών κλήσεων ή εθνικών και διεθνών κλήσεων, μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης·

(32)  «φωνητικές επικοινωνίες» : υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, εθνικών κλήσεων ή εθνικών και διεθνών κλήσεων, μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, και η οποία περιλαμβάνει άλλα μέσα επικοινωνίας ως εναλλακτική λύση στη φωνητική επικοινωνία, ειδικά απευθυνόμενα σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες, όπως υπηρεσίες πλήρους συνομιλίας (φωνή, βίντεο και κείμενο σε πραγματικό χρόνο) και βασιζόμενες σε κείμενο και βασιζόμενες σε βίντεο υπηρεσίες αναμετάδοσης·

Τροπολογία    80

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 35 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(35α)  «υπηρεσίες αναμετάδοσης»: υπηρεσίες που επιτρέπουν στους κωφούς ή στα άτομα με προβλήματα ακοής ή ομιλίας να επικοινωνούν τηλεφωνικά, μέσω διερμηνέα που χρησιμοποιεί κείμενο ή νοηματική γλώσσα, με άλλο πρόσωπο, κατά τρόπο λειτουργικά ισοδύναμο προς την ικανότητα ενός ατόμου χωρίς αναπηρία·

Τροπολογία    81

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 36 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(36α)  «κείμενο σε πραγματικό χρόνο»: επικοινωνία με διαβίβαση του κειμένου όπου οι χαρακτήρες διαβιβάζονται από τερματικό καθώς δακτυλογραφούνται κατά τρόπον ώστε η επικοινωνία να γίνεται αντιληπτή από τον χρήστη χωρίς καθυστέρηση·

Τροπολογία    82

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 37

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(37)  «επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης», οι επικοινωνίες μέσω υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών μεταξύ του τελικού χρήστη και του PSAP με στόχο να ζητηθεί και να ληφθεί βοήθεια έκτακτης ανάγκης από υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

(37)  «επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης», οι επικοινωνίες μέσω υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας και συναφών υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών μεταξύ του τελικού χρήστη και του PSAP με στόχο να ζητηθεί και να ληφθεί βοήθεια έκτακτης ανάγκης από υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

(Βλέπε τροπολογία 61 του εισηγητή)

Τροπολογία    83

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 38 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(38α)  «πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος», τα υπό επεξεργασία δεδομένα σε δημόσιο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας, τόσο από την υποδομή δικτύου όσο και από συσκευές, που υποδεικνύουν τη γεωγραφική θέση του τερματικού του κινητού του τελικού χρήστη, και σε δημόσιο δίκτυο σταθερής τηλεφωνίας, τα δεδομένα για τη φυσική διεύθυνση του σημείου τερματισμού της.

Τροπολογία    84

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  προάγουν την πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας συνδεσιμότητα δεδομένων, τόσο σταθερής όσο και κινητής, καθώς και τη χρήση αυτής, από όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης·

α)  προάγουν τη διαθεσιμότητα και την οικονομική προσιτότητα, καθώς και την πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας συνδεσιμότητα δεδομένων, τόσο σταθερής όσο και κινητής, από όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης·

Τροπολογία    85

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

δ)  προάγουν τα συμφέροντα των πολιτών της Ένωσης, μεταξύ άλλων μακροπρόθεσμα, διασφαλίζοντας εκτεταμένη διαθεσιμότητα και χρήση της συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας, τόσο της σταθερής όσο και της κινητής, και των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, καθιστώντας δυνατή την επίτευξη μέγιστων οφελών όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα με βάση τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, διατηρώντας την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, διασφαλίζοντας υψηλό και ενιαίο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες μέσω των απαραίτητων ειδικών τομεακών κανόνων και ανταποκρινόμενες στις ανάγκες, όπως αυτές για προσιτές τιμές, συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, ιδίως των χρηστών με αναπηρία, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

δ)  προάγουν τα συμφέροντα των πολιτών της Ένωσης, μεταξύ άλλων μακροπρόθεσμα, διασφαλίζοντας εκτεταμένη διαθεσιμότητα και χρήση της συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας, τόσο της σταθερής όσο και της κινητής, και των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, καθιστώντας δυνατή την επίτευξη μέγιστων οφελών όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα με βάση τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, διατηρώντας την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, διασφαλίζοντας υψηλό και ενιαίο επίπεδο προστασίας για τους τελικούς χρήστες μέσω των απαραίτητων ειδικών τομεακών κανόνων, εξασφαλίζοντας ισοδύναμη πρόσβαση και επιλογή για τελικούς χρήστες με αναπηρίες και ανταποκρινόμενες στις ανάγκες, όπως αυτές για προσιτές τιμές, συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, ιδίως των χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

Τροπολογία    86

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – περίπτωση 5 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

  τη στενή παρακολούθηση της ανάπτυξης του διαδικτύου των πραγμάτων προκειμένου να διασφαλίζονται ο ανταγωνισμός, η προστασία του καταναλωτή και η κυβερνοασφάλεια·

Τροπολογία    87

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Η παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή η παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών επιτρέπεται, με την επιφύλαξη των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή των δικαιωμάτων χρήσης που αναφέρονται στα άρθρα 46 και 88, μόνον έπειτα από χορήγηση γενικής άδειας.

2.  Η παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή η παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέπεται, με την επιφύλαξη των ειδικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 ή των δικαιωμάτων χρήσης που αναφέρονται στα άρθρα 46 και 88, μόνον έπειτα από χορήγηση γενικής άδειας.

Τροπολογία    88

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 20 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές από μια εθνική κανονιστική ή λοιπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου ή περί της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή, ο BEREC και οι ενδιαφερόμενες αρχές εξασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα αυτή. Σύμφωνα με την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές δεν αρνούνται την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών στην Επιτροπή, τον BEREC ή σε άλλη αρχή επικαλούμενες λόγους απορρήτου ή την ανάγκη διαβούλευσης με τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες. Όταν η Επιτροπή, ο BEREC ή μια αρμόδια αρχή αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τηρούν το απόρρητο των πληροφοριών που έχουν χαρακτηριστεί ως απόρρητες από την αρχή που τις κατέχει, η τελευταία διαβιβάζει τις πληροφορίες κατόπιν αιτήματος για τον καθορισμένο σκοπό χωρίς να χρειάζεται να προβεί σε περαιτέρω διαβούλευση με τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες.

3.  Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές από μια εθνική κανονιστική ή λοιπή αρμόδια αρχή σύμφωνα με τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου ή περί της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή, ο BEREC και οι ενδιαφερόμενες αρχές εξασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα αυτή. Σύμφωνα με την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές δεν αρνούνται την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών στην Επιτροπή, τον BEREC ή σε άλλη αρχή επικαλούμενες λόγους απορρήτου ή την ανάγκη διαβούλευσης με τα μέρη που παρείχαν τις πληροφορίες. Σε περίπτωση κοινοποίησης εμπιστευτικών πληροφοριών στην Επιτροπή, τον BEREC ή μια αρμόδια αρχή μέσω της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, η τελευταία ενημερώνει αμέσως τις επιχειρήσεις των οποίων οι πληροφορίες κοινοποιούνται. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν, τους αποδέκτες και τον χρόνο κοινοποίησης.

Τροπολογία    89

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 21 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων υποβολής πληροφοριών και εκθέσεων βάσει εθνικής νομοθεσίας πλην της σχετικής με τη γενική άδεια, οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις επιχειρήσεις να παρέχουν μόνον πληροφορίες δυνάμει της γενικής άδειας, για δικαιώματα χρήσης ή για τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, οι οποίες δικαιολογούνται αναλογικά και αντικειμενικά για τα εξής:

Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων υποβολής πληροφοριών και εκθέσεων βάσει εθνικής νομοθεσίας πλην της σχετικής με τη γενική άδεια, οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να απαιτούν από τις επιχειρήσεις να παρέχουν μόνον πληροφορίες δυνάμει της γενικής άδειας σε κοινή και τυποποιημένη μορφή, για δικαιώματα χρήσης ή για τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2, οι οποίες δικαιολογούνται αναλογικά και αντικειμενικά για τα εξής:

Τροπολογία    90

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 22 – παράγραφος 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να καθιστούν διαθέσιμα εργαλεία πληροφόρησης σε τελικούς χρήστες, με σκοπό να τους βοηθήσουν να καθορίσουν τη διαθεσιμότητα συνδεσιμότητας σε διάφορες περιοχές, με επίπεδο λεπτομέρειας που είναι χρήσιμο προς υποστήριξη της επιλογής τους όσον αφορά τις υπηρεσίες συνδεσιμότητας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της εθνικής ρυθμιστικής αρχής όσον αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και του επιχειρηματικού απορρήτου.

6.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθιστούν διαθέσιμα εργαλεία πληροφόρησης σε τελικούς χρήστες, με σκοπό να τους βοηθήσουν να καθορίσουν τη διαθεσιμότητα συνδεσιμότητας σε διάφορες περιοχές, με επίπεδο λεπτομέρειας που είναι χρήσιμο προς υποστήριξη της επιλογής τους όσον αφορά τις υπηρεσίες συνδεσιμότητας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της εθνικής ρυθμιστικής αρχής όσον αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και του επιχειρηματικού απορρήτου.

Τροπολογία    91

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 24 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, ανάλογα με την περίπτωση, ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τις απόψεις των τελικών χρηστών και των καταναλωτών (συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των τελικών χρηστών με αναπηρία), των κατασκευαστών και των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών για θέματα που άπτονται των δικαιωμάτων του συνόλου των τελικών χρηστών και των καταναλωτών των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ιδίως όταν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, ανάλογα με την περίπτωση, ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τις απόψεις των τελικών χρηστών και των καταναλωτών (συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των καταναλωτών με αναπηρίες), των κατασκευαστών και των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για θέματα που άπτονται των δικαιωμάτων του συνόλου των τελικών χρηστών και των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένης της ισοδύναμης πρόσβασης και της επιλογής για τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ιδίως όταν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά.

Τροπολογία    92

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 24 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές θεσπίζουν μηχανισμό διαβούλευσης ώστε στις αποφάσεις τους για θέματα που αφορούν τον τελικό χρήστη και τα δικαιώματα του καταναλωτή όσον αφορά διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές θεσπίζουν μηχανισμό διαβούλευσης, προσβάσιμο σε άτομα με αναπηρίες, ώστε στις αποφάσεις τους για θέματα που αφορούν τον τελικό χρήστη και τα δικαιώματα του καταναλωτή όσον αφορά διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τροπολογία    93

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 25 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση σε διαφανείς, αμερόληπτες, απλές, ταχείες, δίκαιες και μη δαπανηρές εξώδικες διαδικασίες για την αντιμετώπιση των ανεπίλυτων διαφορών τους με επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών δημοσίως διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, οι οποίες αφορούν τους συμβατικούς όρους και/ή την εκτέλεση συμβάσεων παροχής των εν λόγω δικτύων και/ή υπηρεσιών και προκύπτουν από την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα να ενεργεί ως φορέας επίλυσης διαφορών. Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν πρόσβαση σε αυτές τις διαδικασίες σε άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρίες, έχουν πρόσβαση σε διαφανείς, αμερόληπτες, απλές, ταχείες, δίκαιες και μη δαπανηρές εξώδικες διαδικασίες για την αντιμετώπιση των ανεπίλυτων διαφορών τους με επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών δημοσίως διαθέσιμων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες αφορούν τους συμβατικούς όρους και/ή την εκτέλεση συμβάσεων παροχής των εν λόγω δικτύων και/ή υπηρεσιών και προκύπτουν από την παρούσα οδηγία. Οι πάροχοι δημοσίως διαθέσιμων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν απορρίπτουν το αίτημα του καταναλωτή για επίλυση διαφοράς με τον καταναλωτή μέσω εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών βάσει σαφών και αποτελεσματικών διαδικασιών και κατευθυντήριων γραμμών. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα να ενεργεί ως φορέας επίλυσης διαφορών. Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας που καθορίζονται στο κεφάλαιο II της οδηγίας 2013/11/ΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν πρόσβαση σε αυτές τις διαδικασίες σε άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.

Τροπολογία    94

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 25 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η νομοθεσία τους δεν παρακωλύει τη λειτουργία γραφείων παραπόνων και την παροχή υπηρεσιών ανοικτής γραμμής, κατάλληλα κατανεμημένων γεωγραφικά, που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των καταναλωτών και των άλλων τελικών χρηστών στην επίλυση των διαφορών. Για διαφορές στις οποίες εμπλέκονται καταναλωτές και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 524/2013, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού, με την προϋπόθεση ότι ο φορέας επίλυσης διαφορών έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.

2.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η νομοθεσία τους δεν παρακωλύει τη λειτουργία γραφείων παραπόνων και την παροχή υπηρεσιών ανοικτής γραμμής, κατάλληλα κατανεμημένων γεωγραφικά, που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των καταναλωτών και των άλλων τελικών χρηστών στην επίλυση των διαφορών. Σε περίπτωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή έχει περιληφθεί στον κατάλογο σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/11/ΕΕ, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 524/2013 εφαρμόζονται στις διαφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, που απορρέουν από συμβάσεις που συνάπτονται επιγραμμικά.

Τροπολογία    95

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 38 – παράγραφος 3 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  θέματα σχετικά με την αριθμοδότηση, συμπεριλαμβανομένων των πεδίων αριθμών, της φορητότητας αριθμών και των αναγνωριστικών και θέματα σχετικά με τα συστήματα μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων και την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112).

β)  θέματα σχετικά με την αριθμοδότηση, συμπεριλαμβανομένων των πεδίων αριθμών, της φορητότητας αριθμών και των αναγνωριστικών και θέματα σχετικά με τα συστήματα μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων, τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας και την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112), μεταξύ άλλων για τα άτομα με αναπηρίες.

Τροπολογία    96

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 39 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των προτύπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για την παροχή υπηρεσιών, τεχνικών διεπαφών και/ή λειτουργιών δικτύων, στο βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών και για τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη.

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των προτύπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για την παροχή υπηρεσιών, τεχνικών διεπαφών και/ή λειτουργιών δικτύων, στο βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας και διασυνδεσιμότητας των υπηρεσιών με σκοπό τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη και τη διευκόλυνση της αλλαγής παρόχων.

Τροπολογία    97

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών και άλλων δικτύων και υπηρεσιών.

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών τους. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα για να διασφαλίζεται ότι το περιεχόμενο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι πλήρως κρυπτογραφημένο από προεπιλογή, με στόχο την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών και άλλων δικτύων και υπηρεσιών.

Τροπολογία    98

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην αρμόδια εθνική αρχή κάθε παραβίαση της ασφάλειας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην αρμόδια εθνική αρχή κάθε συμβάν ασφαλείας ή απώλεια ακεραιότητας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών και, κατά συνέπεια, μεγάλο αντίκτυπο στις οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες. Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών υπηρεσιών ανεξαρτήτως αριθμών και οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υπόκεινται σε γενική άδεια, οι οποίοι έχουν προβεί σε κοινοποίηση ως διασυνοριακοί φορείς εκμετάλλευσης, πρέπει να προβαίνουν σε κοινοποίηση μόνο στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασής τους.

Τροπολογία    99

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  ο αριθμός των χρηστών που επηρεάζονται από την παραβίαση·

α)  ο αριθμός των χρηστών που επηρεάζονται από το συμβάν·

Τροπολογία    100

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  η διάρκεια της παραβίασης·

β)  η διάρκεια του συμβάντος·

Τροπολογία    101

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  το γεωγραφικό εύρος της περιοχής που επηρεάζεται από την παραβίαση·

γ)  το γεωγραφικό εύρος της περιοχής που επηρεάζεται από το συμβάν·

Τροπολογία    102

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο δ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

δ)  ο βαθμός στον οποίο διαταράσσεται η λειτουργία της υπηρεσίας·

δ)  ο βαθμός στον οποίο επηρεάζεται η λειτουργία του δικτύου ή της υπηρεσίας·

Τροπολογία    103

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Η οικεία αρμόδια αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τις επιχειρήσεις, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη της παραβίασης είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

Κατά περίπτωση, η αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Η οικεία αρμόδια αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τους παρόχους, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη του συμβάντος είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Πριν από την ενημέρωση του κοινού, η αρμόδια αρχή πρέπει να πραγματοποιεί διαβούλευση με τις επιχειρήσεις.

Τροπολογία    104

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 4 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περίπτωση συγκεκριμένου συμβάντος ασφάλειας στα δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή στις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι πάροχοι των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών να ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες τους για το εν λόγω συμβάν ασφάλειας, τους πιθανούς κινδύνους και για τυχόν πιθανά προστατευτικά μέτρα ή ένδικα μέσα τα οποία μπορούν να ληφθούν από τους τελικούς χρήστες.

Τροπολογία    105

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109 με στόχο τον προσδιορισμό των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, περιλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, τη μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για τις απαιτήσεις κοινοποίησης. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να εγκρίνουν πρόσθετες απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2.

5.  Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109 με στόχο τον προσδιορισμό των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, περιλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, τη μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για τις απαιτήσεις κοινοποίησης. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα και τα κράτη μέλη εγκρίνουν μόνο πρόσθετες απαιτήσεις στον βαθμό που είναι απαραίτητο για τη διαφύλαξη των ουσιωδών κρατικών λειτουργιών, ιδίως της εθνικής ασφάλειας, και για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης. Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών υπηρεσιών ανεξαρτήτως αριθμών και οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υπόκεινται σε γενική άδεια, οι οποίοι έχουν προβεί σε κοινοποίηση ως διασυνοριακοί φορείς εκμετάλλευσης, πρέπει μόνο να συμμορφώνονται προς οποιεσδήποτε πρόσθετες εθνικές απαιτήσεις όπως επιβάλλονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασής τους.

Τροπολογία    106

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 5 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

5α.  Από... [ημερομηνία], και για να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή των μέτρων για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, ο ENISA, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και τον BEREC, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια και τις κοινές προσεγγίσεις για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών και για τη χρήση και εφαρμογή της πλήρους κρυπτογράφησης.

Τροπολογία    107

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 40, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την αντιμετώπιση παραβίασης και τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 40, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την πρόληψη ή αντιμετώπιση συμβάντος και τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό Για τους παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών υπηρεσιών ανεξαρτήτως αριθμών και τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υπόκεινται σε γενική άδεια, οι οποίοι έχουν προβεί σε κοινοποίηση ως διασυνοριακοί φορείς εκμετάλλευσης, αρμόδια αρχή είναι εκείνη του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασής τους.

Τροπολογία    108

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  να υποβάλλονται σε έλεγχο ασφάλειας που διενεργείται από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή αρμόδια αρχή και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα στη διάθεση της αρμόδιας αρχής. Το κόστος του ελέγχου επιβαρύνει την επιχείρηση.

β)  να υποβάλλονται σε έλεγχο ασφάλειας που διενεργείται από εσωτερικό ή ειδικευμένο εξωτερικό φορέα και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα στη διάθεση της αρμόδιας αρχής. Το κόστος του ελέγχου επιβαρύνει την επιχείρηση.

Τροπολογία    109

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 2 – στοιχείο β α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

β α)  για επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να αποκαταστήσουν τη μη τήρηση των απαιτήσεων που διατυπώνονται στο άρθρο 40.

Τροπολογία    110

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Μετά την αξιολόγηση των πληροφοριών ή των αποτελεσμάτων των ελέγχων ασφάλειας που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκδώσει δεσμευτικές οδηγίες προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ώστε να αποκαταστήσουν τις ελλείψεις που έχουν εντοπιστεί, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την αντιμετώπιση συμβάντος και τις προθεσμίες εφαρμογής.

Τροπολογία    111

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 2 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2b.  Μετά την αξιολόγηση της εφαρμογής της παραγράφου 2, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναλάβουν δράση, αν κρίνεται απαραίτητο, μέσω εκ των υστέρων εποπτικών μέτρων, όταν διαθέτουν αποδεικτικά στοιχεία ότι μια επιχείρηση που παρέχει διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνίας δεν πληροί τις απαιτήσεις που διατυπώνονται στο άρθρο 40. Τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία μπορούν να υποβάλλονται από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία.

Τροπολογία    112

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 2 γ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2c.  Εάν μια επιχείρηση που παρέχει διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες επικοινωνίας έχει την κύρια εγκατάστασή του ή αντιπρόσωπο σε ένα κράτος μέλος, αλλά τα συστήματα δικτύου και πληροφοριών του βρίσκονται σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της κύριας εγκατάστασης ή του αντιπροσώπου και οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών συνεργάζονται και παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, εφόσον απαιτείται. Αυτή η συνδρομή και συνεργασία μπορεί να καλύπτουν ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των σχετικών αρμοδίων αρχών και αιτήματα για τη λήψη εποπτικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2β.

Τροπολογία    113

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Κατά την αντιμετώπιση συμβάντων που οδηγούν σε παραβιάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η αρμόδια αρχή συνεργάζεται στενά με τις αρχές προστασίας δεδομένων.

Τροπολογία    114

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 55 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Όταν η εν λόγω παροχή δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα ή είναι βοηθητική για άλλη εμπορική δραστηριότητα ή δημόσια υπηρεσία η οποία δεν εξαρτάται από τη μεταφορά σημάτων στα δίκτυα αυτά, κάθε επιχείρηση, δημόσια αρχή ή τελικός καταναλωτής που παρέχει την εν λόγω πρόσβαση δεν υπόκειται σε καμία γενική άδεια για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με το άρθρο 12, σε υποχρεώσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των τελικών χρηστών σύμφωνα με το μέρος III τίτλος III της παρούσας οδηγίας ούτε σε υποχρεώσεις διασύνδεσης των δικτύων τους σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1.

Όταν η εν λόγω παροχή δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα ή είναι βοηθητική για άλλη εμπορική δραστηριότητα ή δημόσια υπηρεσία η οποία δεν εξαρτάται από τη μεταφορά σημάτων στα δίκτυα αυτά, κάθε επιχείρηση, δημόσια αρχή ή χρήστης που παρέχει την εν λόγω πρόσβαση δεν υπόκειται σε καμία γενική άδεια για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με το άρθρο 12, σε υποχρεώσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των χρηστών σύμφωνα με το μέρος III τίτλος III της παρούσας οδηγίας, σε υποχρεώσεις διασύνδεσης των δικτύων τους σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1 ούτε σε υποχρέωση ταυτοποίησης τρίτων μερών που χρησιμοποιούν την εν λόγω πρόσβαση. Τα άτομα που παρέχουν τη συγκεκριμένη πρόσβαση με μη κερδοσκοπικά κριτήρια δεν καθίστανται υπόλογα για τις πληροφορίες που διαβιβάζονται από τρίτους στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πρόσβασης.

Τροπολογία    115

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 55 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Οι αρμόδιες αρχές δεν εμποδίζουν τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να επιτρέπουν την πρόσβαση στα δίκτυά τους για το κοινό, μέσω ασύρματων τοπικών δικτύων, τα οποία είναι δυνατό να είναι εγκατεστημένα σε χώρους τελικού χρήστη, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τους εφαρμοστέους όρους γενικής άδειας και της συναίνεσης του τελικού χρήστη κατόπιν ενημέρωσης.

2.  Οι αρμόδιες αρχές δεν πρέπει να εμποδίζουν τους παρόχους δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να επιτρέπουν την πρόσβαση στα δίκτυά τους για το κοινό, μέσω ασύρματων τοπικών δικτύων, τα οποία είναι δυνατό να είναι εγκατεστημένα σε χώρους τελικού χρήστη, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με την ισχύουσα γενική άδεια, της ρητής συναίνεσης του τελικού χρήστη κατόπιν ενημέρωσης και της προϋπόθεσης ότι το εύρος ζώνης που συμφωνείται από τον τελικό χρήστη δεν επηρεάζεται/μειώνεται. Οι τελικοί χρήστες που συμφωνούν να καθιστούν διαθέσιμα τα ασύρματα τοπικά δίκτυα που διατίθενται στο κοινό μέσω του τερματικού εξοπλισμού τους και/ή οι οποίοι χρησιμοποιούν την ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην οποία έχουν εγγραφεί, δεν θεωρούνται ποτέ υπεύθυνοι για οποιαδήποτε δραστηριότητα που αναλαμβάνει άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνδέεται μέσω του ασύρματου τοπικού δικτύου.

Τροπολογία    116

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 55 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Οι πάροχοι πρέπει να διασφαλίζουν ότι η εν λόγω πρόσβαση σε τρίτους δεν είναι επιζήμια για τους όρους της πρόσβασης του τελικού χρήστη και διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες εξακολουθούν να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 95.

Τροπολογία    117

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 55 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Για τον σκοπό αυτό, οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέτουν και προσφέρουν ενεργά, με σαφήνεια και διαφάνεια, προϊόντα ή συγκεκριμένες προσφορές που επιτρέπουν στους τελικούς χρήστες τους να παρέχουν πρόσβαση σε τρίτους μέσω ασύρματου τοπικού δικτύου.

Για τον σκοπό αυτό, οι πάροχοι δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορούν να διαθέτουν και προσφέρουν ενεργά, με σαφήνεια και διαφάνεια, προϊόντα ή συγκεκριμένες προσφορές που επιτρέπουν στους τελικούς χρήστες τους, εφόσον ζητηθεί, να παρέχουν πρόσβαση σε τρίτους μέσω ασύρματου τοπικού δικτύου. Η ευθύνη για πράξεις τρίτων μέσω της πρόσβασης σε εξοπλισμό RLAN ενός τελικού χρήστη, βαρύνει τον πάροχο και τους τρίτους που επιζητούν πρόσβαση.

Τροπολογία    118

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 55 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Σύμφωνα, ιδίως, με την αιτιολογική σκέψη 19 της οδηγίας 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι κατασκευαστές ραδιοεξοπλισμού απαλλάσσονται από την υποχρέωση απόδειξης της συμμόρφωσης του συνδυασμού ραδιοεξοπλισμού και λογισμικού, σε περίπτωση που το εν λόγω λογισμικό μπορεί να χρησιμοποιείται, να μελετάται, να τροποποιείται και να διανέμεται ελεύθερα από οποιονδήποτε, ακόμη και αφού τροποποιηθεί. Οι κατασκευαστές αυτοί δεν περιορίζουν τα δικαιώματα των χρηστών να εγκαθιστούν το εν λόγω λογισμικό στον ραδιοεξοπλισμό τους.

Τροπολογία    119

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3, ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν καθοδήγηση και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση πρόσβασης και διασύνδεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι φορείς εκμετάλλευσης με περιορισμένη γεωγραφική εμβέλεια μπορούν να επωφελούνται από τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3, ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας, και των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν καθοδήγηση και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση πρόσβασης και διασύνδεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι φορείς εκμετάλλευσης με περιορισμένη γεωγραφική εμβέλεια μπορούν να επωφελούνται από τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις. Εξασφαλίζουν ότι οι υποχρεώσεις διαλειτουργικότητας παραμένουν αναλογικές και δεν παρεμποδίζουν τις δυνατότητες καινοτομίας των παροχών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επενδύουν στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών.

Τροπολογία    120

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  σε δικαιολογημένες περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που υπόκεινται σε γενική άδεια και ελέγχουν την πρόσβαση στους τελικούς χρήστες να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές·

β)  σε δικαιολογημένες περιπτώσεις και στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, υποχρεώσεις ώστε οι υπηρεσίες που συνδέονται με το δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής μέσω χορηγούμενου πόρου αριθμοδότησης ή που επιτρέπουν επικοινωνία με αριθμό ή αριθμούς σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης, να καθίστανται διαλειτουργικές, συμπεριλαμβανομένου του κειμένου σε πραγματικό χρόνο και των βιντεοκλήσεων·

Τροπολογία    121

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, υποχρεώσεις σε παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές, ιδίως όταν η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή η διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών κινδυνεύει λόγω έλλειψης διαλειτουργικότητας μεταξύ υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών.

γ)  σε δικαιολογημένες περιπτώσεις και όποτε είναι τεχνικά εφικτό, υποχρεώσεις σε παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών να καθιστούν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές, ιδίως όταν ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός, η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή η διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών κινδυνεύει λόγω έλλειψης διαλειτουργικότητας μεταξύ υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών.

Τροπολογία    122

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – στοιχείο δ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

δ)  στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες ψηφιακών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που προσδιορίζει το κράτος μέλος, υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν πρόσβαση στις λοιπές ευκολίες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα ΙI, μέρος ΙΙ, υπό δίκαιες, εύλογες και αμερόληπτες προϋποθέσεις.

δ)  στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, σε υπηρεσίες ψηφιακών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που προσδιορίζει το κράτος μέλος, υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν πρόσβαση στις λοιπές ευκολίες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα ΙI, μέρος ΙΙ, υπό δίκαιες, εύλογες και αμερόληπτες προϋποθέσεις.

Τροπολογία    123

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 3 – στοιχείο ii

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ii)  όταν η Επιτροπή, βάσει έκθεσης που είχε ζητήσει από τον BEREC, έχει διαπιστώσει σημαντική απειλή για την αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή για τη διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα που καθορίζουν τη φύση και το περιεχόμενο τυχόν υποχρέωσης που είναι δυνατό να επιβληθεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4.

ii)  όταν η Επιτροπή, βάσει έκθεσης που είχε ζητήσει από τον BEREC, έχει διαπιστώσει σημαντική απειλή για την αποτελεσματική πρόσβαση ή για τη διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών, η οποία σχετίζεται με έλλειψη διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών με ιδιαίτερα ευρεία πελατειακή βάση, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει εγκρίνει εκτελεστικά μέτρα που καθορίζουν τη φύση και το περιεχόμενο τυχόν υποχρέωσης που είναι δυνατό να επιβληθεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4.

 

Η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή η διατερματική συνδεσιμότητα μεταξύ τελικών χρηστών δεν θα θεωρείται ότι κινδυνεύουν αν ο πάροχος δεν έχει ιδιαίτερα σημαντική απήχηση ή πελατειακή βάση.

Τροπολογία    124

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 63 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, ο BEREC δύναται να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 62. Ο BEREC διεξάγει ανάλυση της δυνητικής διακρατικής αγοράς, εάν η Επιτροπή ή τουλάχιστον δύο ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποβάλουν αιτιολογημένο αίτημα παρέχοντας υποστηρικτικά στοιχεία.

1.  Μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, η Επιτροπή δύναται, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη του BEREC και ενεργώντας σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου περί ανταγωνισμού και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 62, να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση μιας διακρατικής αγοράς.

Τροπολογία    125

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 63 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση, σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές πραγματοποιούν από κοινού την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ και αποφασίζουν έπειτα από συνεννόηση για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 65 παράγραφος 4. Οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές γνωστοποιούν από κοινού στην Επιτροπή τα σχέδια μέτρων τους σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και τυχόν ρυθμιστικές υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 32 και 33.

Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές πραγματοποιούν από κοινού την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ και αποφασίζουν έπειτα από συνεννόηση για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 65 παράγραφος 4. Οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές γνωστοποιούν από κοινού στην Επιτροπή τα σχέδια μέτρων τους σχετικά με την ανάλυση της αγοράς και τυχόν ρυθμιστικές υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 32 και 33.

Τροπολογία    126

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 74 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Κατά την αξιολόγηση των προσφορών και διαδικασιών συνεπένδυσης που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι προσφορές και διαδικασίες αυτές συμμορφώνονται με τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα IV.

Κατά την αξιολόγηση των συμφωνιών συνεπένδυσης που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι προσφορές και διαδικασίες αυτές συμμορφώνονται με τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα IV.

Τροπολογία    127

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες στην επικράτειά τους έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, λαμβανομένων υπόψη ειδικών εθνικών συνθηκών, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών στην ποιότητα που καθορίζεται στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, τουλάχιστον σε σταθερή θέση.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι καταναλωτές στην επικράτειά τους έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, λαμβανομένων υπόψη ειδικών εθνικών συνθηκών, σε διαθέσιμη ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο και σε υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών στην ποιότητα που καθορίζεται στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, σε σταθερή θέση.

Τροπολογία    128

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών που δεν παρέχονται σε σταθερή θέση, εφόσον κρίνουν ότι αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η πλήρης κοινωνική και οικονομική συμμετοχή ενός καταναλωτή στην κοινωνία.

Τροπολογία    129

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις λειτουργικές υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με σκοπό να αντανακλώνται επαρκώς οι υπηρεσίες που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των τελικών χρηστών στην επικράτειά τους. Προς τον σκοπό αυτό, η λειτουργική υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο πρέπει να είναι σε θέση να υποστηρίζει το ελάχιστο σύνολο υπηρεσιών που ορίζεται στο παράρτημα V.

2.  Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθορίζουν την ελάχιστη δυναμικότητα της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με σκοπό να αντανακλώνται οι υπηρεσίες που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των καταναλωτών σε σταθερή θέση στην επικράτειά τους ή σε τμήματα αυτής, που είναι απολύτως απαραίτητες για να εξασφαλιστεί η κοινωνική και οικονομική συμμετοχή στην κοινωνία. Προς τον σκοπό αυτό, η υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο πρέπει να είναι σε θέση να παραδίδει το εύρος ζώνης που είναι απαραίτητο για να υποστηριχθεί το ελάχιστο σύνολο υπηρεσιών που ορίζεται στο παράρτημα V.

 

Έως … [18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], ο BEREC, προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μετά από διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα δεδομένα της Επιτροπής (Eurostat), εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες επιτρέπουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου εύρους ζώνης, που να υποστηρίζουν τουλάχιστον το ελάχιστο σύνολο υπηρεσιών που αναφέρονται στο παράρτημα V και να αντανακλούν τη μέση διαθεσιμότητα εύρους ζώνης για την πλειονότητα του πληθυσμού σε κάθε κράτος μέλος. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές επικαιροποιούνται κάθε δύο χρόνια ώστε να αποτυπωθούν οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι αλλαγές στα καταναλωτικά πρότυπα χρήσης.

Τροπολογία    130

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Όταν τελικός χρήστης υποβάλει σχετικό αίτημα, η σύνδεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι δυνατό να περιορίζεται στην υποστήριξη μόνο φωνητικών επικοινωνιών.

3.  Όταν καταναλωτής υποβάλει σχετικό αίτημα, η σύνδεση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 1α, είναι δυνατό να περιορίζεται στην υποστήριξη μόνο φωνητικών επικοινωνιών.

(Συνδέεται με την τροπολογία στην παράγραφο 1α).

Τροπολογία    131

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Τα κράτη μέλη δύνανται να επεκτείνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες.

Τροπολογία    132

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των λιανικών τιμολογίων των διαθέσιμων στην αγορά υπηρεσιών που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1, ιδίως σε σχέση με τις εθνικές τιμές και το εθνικό εισόδημα τελικού χρήστη.

1.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των λιανικών τιμολογίων των διαθέσιμων στην αγορά υπηρεσιών που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1, ιδίως σε σχέση με τις εθνικές τιμές και το εθνικό εισόδημα καταναλωτή.

Τροπολογία    133

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Όταν τα κράτη μέλη διαπιστώνουν ότι, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών συνθηκών, οι τιμές λιανικής για τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1 δεν είναι οικονομικά προσιτές, επειδή οι τελικοί χρήστες με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες αποκλείονται από την πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες, δύνανται να απαιτούν από επιχειρήσεις που παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες να προσφέρουν σε αυτούς τους τελικούς χρήστες τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες διαφορετικές από τις προσφερόμενες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν από τις εν λόγω επιχειρήσεις να εφαρμόζουν κοινά τιμολόγια, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής στάθμισης των τιμών, σε όλη την επικράτεια. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες που δικαιούνται αυτές τις τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες έχουν δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση που παρέχει τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1 και ότι η εν λόγω επιχείρηση τούς παρέχει επαρκές χρονικό διάστημα διαθεσιμότητας αριθμού και αποφεύγεται η αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας.

2.  Όταν τα κράτη μέλη διαπιστώνουν ότι, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών συνθηκών, οι τιμές λιανικής για τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1 δεν είναι οικονομικά προσιτές, επειδή οι καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες αποκλείονται από την πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες, απαιτούν από τους παρόχους των εν λόγω υπηρεσιών να προσφέρουν σε αυτούς τους καταναλωτές τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες διαφορετικές από τις προσφερόμενες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εν λόγω επιχειρήσεις να εφαρμόζουν κοινά τιμολόγια, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής στάθμισης των τιμών, σε όλη την επικράτεια. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές που δικαιούνται αυτές τις τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες έχουν δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση που παρέχει τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 79 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης ότι η εν λόγω επιχείρηση παρέχει ικανοποιητική χρονική περίοδο διαθεσιμότητας ενός αριθμού και αποφεύγει την αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας.

Τροπολογία    134

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες σε τελικούς χρήστες με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, τηρούν ενήμερες τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις λεπτομέρειες των εν λόγω προσφορών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι όροι υπό τους οποίους οι επιχειρήσεις παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, είναι πλήρως διαφανείς και ότι δημοσιεύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με την αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν την τροποποίηση ή την ανάκληση συγκεκριμένων καθεστώτων.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες σε καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, τηρούν ενήμερες τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις λεπτομέρειες των εν λόγω προσφορών. Με την επιφύλαξη της ελευθερίας του καταναλωτή να επιλέξει οποιονδήποτε πάροχο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι όροι υπό τους οποίους οι επιχειρήσεις παρέχουν τιμολογιακές επιλογές ή δέσμες, σύμφωνα με την παράγραφο 2, είναι πλήρως διαφανείς και ότι δημοσιεύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 92 και την αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν την τροποποίηση ή την ανάκληση συγκεκριμένων καθεστώτων.

Τροπολογία    135

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Τα κράτη μέλη δύνανται, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη σε τελικούς χρήστες με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής προσιτότητας των υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση.

4.  Τα κράτη μέλη δύνανται, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται περαιτέρω στήριξη σε καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής προσιτότητας των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση. Επιπροσθέτως, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να διασφαλίσουν την παροχή στήριξης στους καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή με ειδικές κοινωνικές ανάγκες για υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, όταν κρίνουν ότι είναι απαραίτητο για να διασφαλισθεί η πλήρης κοινωνική και οικονομική συμμετοχή καταναλωτή στην κοινωνία.

Τροπολογία    136

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, ότι παρέχεται κατάλληλη στήριξη σε τελικούς χρήστες με αναπηρίες, ή ότι λαμβάνονται άλλα ειδικά μέτρα, με σκοπό να διασφαλίζεται ότι ο σχετικός τερματικός εξοπλισμός, ο ειδικός εξοπλισμός και οι ειδικές υπηρεσίες που βελτιώνουν την ισοδύναμη πρόσβαση είναι οικονομικά προσιτοί.

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, ότι παρέχεται κατάλληλη στήριξη σε καταναλωτές με αναπηρίες, και ότι λαμβάνονται άλλα ειδικά μέτρα, με σκοπό να διασφαλίζεται ότι ο σχετικός τερματικός εξοπλισμός είναι προσβάσιμος σε άτομα με αναπηρίες, ο ειδικός εξοπλισμός και οι ειδικές υπηρεσίες που βελτιώνουν την ισοδύναμη πρόσβαση είναι προσβάσιμοι και οικονομικά προσιτοί. Το μέσο κόστος του υπηρεσιών αναμετάδοσης για καταναλωτές με αναπηρίες πρέπει να είναι ισοδύναμο με εκείνο των υπηρεσιών φωνητικής επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 79.

Τροπολογία    137

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 6 α (νέα)

 

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

6α.  Τα κράτη μέλη δύνανται να επεκτείνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες.

Τροπολογία    138

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Όταν κράτος μέλος έχει αποδείξει δεόντως, λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της γεωγραφικής έρευνας η οποία διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1, ότι η διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών δεν είναι δυνατό να εξασφαλιστεί υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες ή μέσω άλλων δυνητικών εργαλείων δημόσιας πολιτικής, δύναται να επιβάλλει κατάλληλες υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας ώστε να ικανοποιείται κάθε εύλογο αίτημα για πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες στην επικράτειά του.

1.  Όταν κράτος μέλος έχει διαπιστώσει, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της γεωγραφικής έρευνας, εφόσον είναι διαθέσιμα, η οποία διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1, ή εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή θεωρήσει επαρκή τα εναλλακτικά αποδεικτικά στοιχεία, ότι η διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών δεν είναι δυνατό να εξασφαλιστεί υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες ή μέσω άλλων δυνητικών εργαλείων δημόσιας πολιτικής στην επικράτειά του ή σε διάφορα τμήματά της, δύναται να επιβάλλει κατάλληλες υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας ώστε να ικανοποιείται κάθε εύλογο αίτημα για πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες στα σχετικά τμήματα της επικράτειάς του.

Τροπολογία    139

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν την πλέον αποδοτική και ενδεδειγμένη προσέγγιση για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, με σεβασμό στις αρχές της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της αναλογικότητας. Τα κράτη μέλη επιδιώκουν να ελαχιστοποιούν τις στρεβλώσεις της αγοράς, ιδίως όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών με τιμές ή άλλους όρους και προϋποθέσεις που αποκλίνουν από τους συνήθεις εμπορικούς όρους, ενώ παράλληλα διαφυλάσσουν το δημόσιο συμφέρον.

2.  Τα κράτη μέλη καθορίζουν την πλέον αποδοτική και ενδεδειγμένη προσέγγιση για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, με σεβασμό στις αρχές της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της αναλογικότητας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει διάθεση της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο και της υπηρεσίας φωνητικής επικοινωνίας μέσω ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Τα κράτη μέλη επιδιώκουν να ελαχιστοποιούν τις στρεβλώσεις της αγοράς, ιδίως όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών με τιμές ή άλλους όρους και προϋποθέσεις που αποκλίνουν από τους συνήθεις εμπορικούς όρους, ενώ παράλληλα διαφυλάσσουν το δημόσιο συμφέρον.

Τροπολογία    140

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να επιβάλλουν υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δύνανται να ορίζουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει να εγγυώνται τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών προκειμένου να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή των λειτουργικών υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και/ή για να καλύπτουν διαφορετικά μέρη της εθνικής επικράτειας.

3.  Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να επιβάλλουν υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δύνανται να ορίζουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει να εγγυώνται τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών προκειμένου να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και/ή για να καλύπτουν διαφορετικά μέρη της εθνικής επικράτειας.

Τροπολογία    141

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις, σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, στις οποίες αναθέτουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό αποτελεσματικό, αντικειμενικό και διαφανή μηχανισμό ορισμού χωρίς διακρίσεις, μέσω του οποίου καμία επιχείρηση δεν αποκλείεται εκ των προτέρων από τον ορισμό. Οι εν λόγω μέθοδοι ορισμού εξασφαλίζουν ότι οι λειτουργικές υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση παρέχονται με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζεται το καθαρό κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 84.

4.  Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν παρόχους, σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας ως παρόχους στους οποίους αναθέτουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό αποτελεσματικό, αντικειμενικό και διαφανή μηχανισμό ορισμού χωρίς διακρίσεις, μέσω του οποίου κανένας πάροχος δεν αποκλείεται εκ των προτέρων από τον ορισμό. Οι εν λόγω μέθοδοι ορισμού εξασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση παρέχονται με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζεται το καθαρό κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 84.

Τροπολογία    142

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Σε περίπτωση που επιχείρηση που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 προτίθεται να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των οικείων στοιχείων δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ώστε αυτή να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει, να τροποποιεί ή να αποσύρει ειδικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

5.  Σε περίπτωση που πάροχος που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 προτίθεται να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των οικείων στοιχείων δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ώστε αυτή να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει, να τροποποιεί ή να αποσύρει ειδικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

Τροπολογία    143

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 82 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα ή την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών εκτός από τις υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, οι οποίες ίσχυαν πριν από την [ημερομηνία], αν η ανάγκη για αυτές τις υπηρεσίες αποδεικνύεται δεόντως λαμβανομένων υπόψη των εθνικών περιστάσεων. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, εφαρμόζεται το άρθρο 81. Η χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων συνάδει με το άρθρο 85.

1.  Τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα ή την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών εκτός από τις υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, οι οποίες ίσχυαν πριν από την [ημερομηνία], αν η ανάγκη για αυτές τις υπηρεσίες διαπιστώνεται λαμβανομένων υπόψη των εθνικών περιστάσεων. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν παρόχους σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, εφαρμόζεται το άρθρο 81. Η χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων συνάδει με το άρθρο 85.

Τροπολογία    144

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 82 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το αργότερο 3 έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και στη συνέχεια μία φορά ετησίως.

2.  Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο μέχρι ... [3 έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] και στη συνέχεια τουλάχιστον μία φορά κάθε 3 έτη.

Τροπολογία    145

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 83 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κατά την παροχή ευκολιών και υπηρεσιών πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 79, εκείνες οι επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες σύμφωνα με τα άρθρα 79, 81 και 82 καθορίζουν όρους και προϋποθέσεις έτσι ώστε ο τελικός χρήστης να μην είναι υποχρεωμένος να πληρώνει για ευκολίες ή υπηρεσίες, που δεν είναι απαραίτητες ούτε υποχρεωτικές για την αιτούμενη υπηρεσία.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κατά την παροχή ευκολιών και υπηρεσιών πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 79, οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο,σύμφωνα με τα άρθρα 79, 81 και 82 καθορίζουν όρους και προϋποθέσεις έτσι ώστε ο τελικός χρήστης να μην είναι υποχρεωμένος να πληρώνει για ευκολίες ή υπηρεσίες, που δεν είναι απαραίτητες ούτε υποχρεωτικές για την αιτούμενη υπηρεσία.

Τροπολογία    146

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 83 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εκείνες οι επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 79 και εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 80 παρέχουν τις ειδικές ευκολίες και υπηρεσίες που περιγράφονται στο παράρτημα VΙ μέρος Α, προκειμένου οι τελικοί χρήστες να μπορούν να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους και θέτουν σε εφαρμογή σύστημα ώστε να αποφεύγεται τυχόν αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών για τους τελικούς χρήστες που έχουν το σχετικό δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένου κατάλληλου μηχανισμού για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος για τη χρήση της υπηρεσίας.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εκείνες οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 79 και εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 80 παρέχουν τις ειδικές ευκολίες και υπηρεσίες που περιγράφονται στο παράρτημα VΙ μέρος Α, προκειμένου οι καταναλωτές να μπορούν να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους και θέτουν σε εφαρμογή σύστημα ώστε να αποφεύγεται τυχόν αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών για τους καταναλωτές που έχουν το σχετικό δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένου κατάλληλου μηχανισμού για τον έλεγχο του διαρκούς ενδιαφέροντος για τη χρήση της υπηρεσίας.

Τροπολογία    147

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 84 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Όταν οι εθνικές κανονιστικές αρχές κρίνουν ότι η παροχή υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών υπηρεσιών, , όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81, ή η συνέχιση υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, ενδέχεται να συνιστά αθέμιτη επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες ζητούν αντισταθμιστικό αντάλλαγμα, υπολογίζουν το καθαρό κόστος παροχής της.

Όταν οι εθνικές κανονιστικές αρχές κρίνουν ότι η παροχή υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81, ή η συνέχιση υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, ενδέχεται να συνιστά αθέμιτη επιβάρυνση για τους παρόχους αυτών των υπηρεσιών ζητούν αντισταθμιστικό αντάλλαγμα, υπολογίζουν το καθαρό κόστος παροχής της.

Τροπολογία    148

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 84 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  υπολογίζουν το καθαρό κόστος της υποχρέωσης καθολικής υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη το τυχόν αγοραίο όφελος που αποκομίζει μια επιχείρηση που παρέχει υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81 ή συνεχίζει την παροχή υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, σύμφωνα με το παράρτημα VII, ή

α)  υπολογίζουν το καθαρό κόστος της υποχρέωσης καθολικής υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη το τυχόν αγοραίο όφελος που αποκομίζει ένας πάροχος υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81 ή συνεχίζει την παροχή υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82, σύμφωνα με το παράρτημα VII, ή

Τροπολογία    149

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Εφόσον, βάσει του υπολογισμού του καθαρού κόστους που αναφέρεται στο άρθρο 84, οι εθνικές κανονιστικές αρχές αποφαίνονται ότι μια επιχείρηση υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση, τα κράτη μέλη αποφασίζουν, μετά από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης να εισάγουν μηχανισμό αποζημίωσης της εν λόγω επιχείρησης για το καθορισμένο καθαρό κόστος, υπό διαφανείς συνθήκες από δημόσια κονδύλια. Μόνο το καθαρό κόστος, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 84, των υποχρεώσεων που καθορίζονται στα άρθρα 79, 81 και 82 είναι δυνατό να χρηματοδοτείται.

Εφόσον, βάσει του υπολογισμού του καθαρού κόστους που αναφέρεται στο άρθρο 84, οι εθνικές κανονιστικές αρχές αποφαίνονται ότι μια επιχείρηση υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση, τα κράτη μέλη αποφασίζουν, μετά από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης να εισάγουν μηχανισμό αποζημίωσης της εν λόγω επιχείρησης για το καθορισμένο καθαρό κόστος, υπό διαφανείς συνθήκες από δημόσια κονδύλια.

Τροπολογία    150

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν έναν μηχανισμό για τον επιμερισμό του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, που απορρέουν από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 81, μεταξύ των παρόχων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως ορίζεται στην οδηγία 2000/31/ΕΚ.

Τροπολογία    151

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

  Τα κράτη μέλη που θεσπίζουν ή διατηρούν τέτοιο μηχανισμό επανεξετάζουν τη λειτουργία του τουλάχιστον κάθε τρία έτη, προκειμένου να προσδιορίζεται ποια στοιχεία του καθαρού κόστους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να επιμερίζονται βάσει του μηχανισμού και ποια θα πρέπει να αντισταθμίζονται από δημόσια κονδύλια.

Τροπολογία    152

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 γ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1γ.  Μόνο το καθαρό κόστος, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 84, των υποχρεώσεων που καθορίζονται στα άρθρα 79, 81 και 82 είναι δυνατό να χρηματοδοτείται.

Τροπολογία    153

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 δ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1δ.  Όταν το καθαρό κόστος επιμερίζεται βάσει της παραγράφου 1α, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι υπάρχει μηχανισμός επιμερισμού, τον οποίο διαχειρίζεται η εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας ανεξάρτητος από τους δικαιούχους, υπό την εποπτεία της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

Τροπολογία    154

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 ε (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1ε.  Ο μηχανισμός επιμερισμού πρέπει να τηρεί τις αρχές της διαφάνειας, της ελάχιστης δυνατής στρέβλωσης της αγοράς, της αμεροληψίας και της αναλογικότητας, σύμφωνα με τις αρχές του παραρτήματος ΙV, μέρος Β. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν να μην απαιτούν τη συνεισφορά επιχειρήσεων ο εθνικός κύκλος εργασιών των οποίων δεν υπερβαίνει ένα καθορισμένο όριο.

Τροπολογία    155

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 85 – παράγραφος 1 στ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1στ.  Κάθε επιβάρυνση που σχετίζεται με τον επιμερισμό του κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, διαχωρίζεται και προσδιορίζεται χωριστά για κάθε επιχείρηση. Οι εν λόγω επιβαρύνσεις δεν επιβάλλονται ούτε εισπράττονται από επιχειρήσεις που δεν παρέχουν υπηρεσίες στην επικράτεια του κράτους μέλους που έχει θεσπίσει τον μηχανισμό επιμερισμού.

Τροπολογία    156

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 86 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Όταν το κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, πρόκειται να υπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 85, οι εθνικές κανονιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι αρχές που διέπουν τον υπολογισμό του καθαρού κόστους, καθώς και οι λεπτομέρειες της μεθοδολογίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, δημοσιοποιούνται.

1.  Όταν το κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, πρόκειται να υπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 84, οι εθνικές κανονιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι αρχές που διέπουν τον υπολογισμό του καθαρού κόστους, καθώς και οι λεπτομέρειες της μεθοδολογίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, δημοσιοποιούνται.

Τροπολογία    157

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 87 – παράγραφος 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6.  Τα κράτη μέλη προάγουν τον ασύρματο εφοδιασμό πόρων αριθμοδότησης – εφόσον είναι τεχνικά εφικτός – για να διευκολύνεται η αλλαγή παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τελικούς χρήστες εκτός των καταναλωτών, ιδίως παρόχους και χρήστες υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή.

6.  Τα κράτη μέλη προάγουν τον ασύρματο εφοδιασμό πόρων αριθμοδότησης – εφόσον είναι τεχνικά εφικτός – για να διευκολύνεται η αλλαγή παρόχων δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τελικούς χρήστες, ιδίως παρόχους και χρήστες υπηρεσιών μηχανής προς μηχανή.

Τροπολογία    158

Πρόταση οδηγίας

Τίτλος III – άρθρο 91 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 91α

 

Ρήτρα εξαίρεσης

 

Ο Τίτλος ΙΙΙ, με την εξαίρεση των άρθρων 92 και 93, δεν εφαρμόζεται στις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, οι οποίες είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής.

Τροπολογία    159

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 92 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν εφαρμόζουν καμία διακριτική απαίτηση ή όρο παροχής πρόσβασης ή χρήσης σε τελικούς χρήστες βάσει της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας του τελικού χρήστη, εκτός αν οι εν λόγω διαφορές είναι αντικειμενικά αιτιολογημένες.

Οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν εφαρμόζουν καμία διακριτική απαίτηση ή όρο παροχής πρόσβασης ή χρήσης σε τελικούς χρήστες στην Ένωση βάσει της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας ή εγκατάστασης του τελικού χρήστη, εκτός αν οι εν λόγω διαφορές είναι αντικειμενικά αιτιολογημένες.

Τροπολογία    160

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 92 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 92α

 

Ενδοενωσιακές κλήσεις

 

1.   Οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών δεν εφαρμόζουν τιμολόγια στις ενδοενωσιακές υπηρεσίες σταθερών και κινητών επικοινωνιών που τερματίζουν σε άλλο κράτος μέλος τα οποία είναι υψηλότερα από τα τιμολόγια για υπηρεσίες που τερματίζουν στο ίδιο κράτος μέλος, εκτός εάν δικαιολογείται από τη διαφορά στα τέλη τερματισμού.

 

2.   Έως τις ... (το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας), ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την ανάκτηση αυτών των αντικειμενικά αιτιολογημένων διαφορετικών εξόδων δυνάμει της παραγράφου 1. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές εξασφαλίζουν ότι τυχόν διαφορές βασίζονται αυστηρά σε υφιστάμενα άμεσα έξοδα που πραγματοποιεί ο πάροχος με την παροχή των διασυνοριακών υπηρεσιών.

 

3.  Έως τις ... το αργότερο (ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και στη συνέχεια σε ετήσια βάση), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσκομίζει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των υποχρεώσεων της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένης μιας αξιολόγησης της εξέλιξης των τιμολογίων της ενδοενωσιακής επικοινωνίας.

Τροπολογία    161

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 93 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα εθνικά μέτρα για την πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, όπως διασφαλίζονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου.

1.  Τα εθνικά μέτρα για την πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, όπως διασφαλίζονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης («ο Χάρτης») και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου.

Τροπολογία    162

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 93 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα μέτρα αυτά, όσον αφορά την πρόσβαση των τελικών χρηστών ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών τα οποία ενδέχεται να περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα ή ελευθερίες, είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνον εφόσον προβλέπονται από τον νόμο και με σεβασμό στην ουσία των εν λόγω δικαιωμάτων ή ελευθεριών, είναι κατάλληλα, αναλογικά και απαραίτητα, και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος αναγνωρισμένους από την Ένωση ή στην ανάγκη να προστατευτούν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες άλλων σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, περιλαμβανομένης της αποτελεσματικής νομικής προστασίας και των διαδικαστικών εγγυήσεων. Συνακολούθως, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να ληφθούν μόνον εφόσον τηρείται η αρχή του «τεκμηρίου αθωότητας» και υπάρχει σεβασμός του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Εξασφαλίζεται δίκαιη και αμερόληπτη προκαταρκτική διαδικασία, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος ακροάσεως του ενδιαφερομένου ή των ενδιαφερομένων, εφόσον συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και διαδικασίες σε αποδεδειγμένως επείγουσες περιπτώσεις σύμφωνα με τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξασφαλίζεται το δικαίωμα αποτελεσματικού και έγκαιρου ελέγχου της νομιμότητας.

2.  Τα μέτρα όσον αφορά την πρόσβαση των τελικών χρηστών ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών τα οποία ενδέχεται να περιορίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων ή των ελευθεριών που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη, είναι δυνατό να επιβάλλονται μόνον εφόσον προβλέπονται από τον νόμο και με σεβασμό στην ουσία των εν λόγω δικαιωμάτων ή ελευθεριών, είναι κατάλληλα, αναλογικά και απαραίτητα, και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος αναγνωρισμένους από την Ένωση ή στην ανάγκη να προστατευτούν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες άλλων σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, περιλαμβανομένου του δικαιώματος αποτελεσματικής νομικής προστασίας και των διαδικαστικών εγγυήσεων. Συνακολούθως, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να ληφθούν μόνον εφόσον τηρείται η αρχή του «τεκμηρίου αθωότητας» και υπάρχει σεβασμός του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Εξασφαλίζεται δίκαιη και αμερόληπτη προκαταρκτική διαδικασία, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος ακροάσεως του ενδιαφερομένου ή των ενδιαφερομένων, εφόσον συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και διαδικασίες σε αποδεδειγμένως επείγουσες περιπτώσεις σύμφωνα με τον Χάρτη. Εξασφαλίζεται το δικαίωμα αποτελεσματικού και έγκαιρου ελέγχου της νομιμότητας.

Τροπολογία    163

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 93 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 11 και το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση όλων των δεδομένων κίνησης και θέσης όλων των συνδρομητών και εγγεγραμμένων χρηστών που σχετίζονται με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες τους.

Τροπολογία    164

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 94 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις προστασίας των τελικών χρηστών σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, οι οποίες αποκλίνουν από τις διατάξεις που ορίζονται στον παρόντα τίτλο, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο.

Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις προστασίας των τελικών χρηστών ή γενικούς όρους αδειοδότησης σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, οι οποίες αποκλίνουν από τις διατάξεις που ορίζονται στον παρόντα τίτλο, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο.

Τροπολογία    165

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος -1 (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

-1.  Οι απαιτήσεις πληροφόρησης που ορίζονται στο παρόν άρθρο, συμπεριλαμβανομένης της συνοπτικής σύμβασης, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της τελικής σύμβασης, επιπλέον των απαιτήσεων πληροφόρησης που ορίζονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο παρέχονται με σαφή, ολοκληρωμένο και εύκολα προσβάσιμο τρόπο. Κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή ή άλλων τελικών χρηστών, αντίγραφο των πληροφοριών παρέχεται επίσης σε σταθερό μέσο και σε μορφές προσιτές σε τελικούς χρήστες με αναπηρία.

Τροπολογία    166

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί με σύμβαση ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά, οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιακών ανεξαρτήτως αριθμών, παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2011/83/ΕΕ, ανεξάρτητα από το ποσό τυχόν πληρωμής που πρέπει να πραγματοποιηθεί, καθώς και τις ακόλουθες πληροφορίες με σαφή και κατανοητό τρόπο:

1.  Προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί με σύμβαση ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά, η οποία υπόκειται σε οποιοδήποτε είδος αμοιβής, οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, παρέχουν, όπου αρμόζει, τις ακόλουθες πληροφορίες στον καταναλωτή, στο βαθμό που οι εν λόγω πληροφορίες αφορούν υπηρεσία την οποία παρέχουν.

Τροπολογία    167

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο α – στοιχείο i

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

i)  τα τυχόν ελάχιστα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, στον βαθμό που αυτά προσφέρονται, και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC που πρόκειται να εκδοθούν μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, όσον αφορά:

i)  τα τυχόν ελάχιστα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, στον βαθμό που αυτά προσφέρονται, και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC που πρόκειται να εκδοθούν σύμφωνα με το άρθρο 97 παράγραφος 2, μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, όσον αφορά:

–  για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο: τουλάχιστον τον χρόνο αναμονής, τις διακυμάνσεις χρόνου επιστροφής πακέτων, την απώλεια πακέτων,

–  για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο: τουλάχιστον τον χρόνο αναμονής, τις διακυμάνσεις χρόνου επιστροφής πακέτων, την απώλεια πακέτων,

–  για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών: τουλάχιστον τον χρόνο για την αρχική σύνδεση, την πιθανότητα αποτυχίας, τις καθυστερήσεις στη σηματοδότηση της κλήσης και

–  για τις διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, τουλάχιστον τον χρόνο για την αρχική σύνδεση, την πιθανότητα αποτυχίας, τις καθυστερήσεις στη σηματοδότηση της κλήσης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΧ της παρούσας οδηγίας και

 

–  για τις υπηρεσίες εκτός από υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του κανονισμού 2015/2120: τις εξασφαλισμένες ειδικές παραμέτρους ποιότητας,

–  για τις υπηρεσίες εκτός από υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του κανονισμού 2015/2120: τις εξασφαλισμένες ειδικές παραμέτρους ποιότητας,

 

Όταν δεν παρέχονται τα ελάχιστα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, πρέπει να γίνεται σχετική μνεία.

Τροπολογία    168

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο α – στοιχείο ii

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ii)  με την επιφύλαξη του δικαιώματος των τελικών χρηστών να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού 2015/2120, τυχόν περιορισμούς που επιβάλλονται από τον πάροχο στη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού·

ii)  με την επιφύλαξη του δικαιώματος των τελικών χρηστών να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού 2015/2120, τυχόν τέλη και περιορισμούς που επιβάλλονται από τον πάροχο στη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού και, όπου αρμόζει, σύντομες τεχνικές πληροφορίες για τη σωστή λειτουργία του εξοπλισμού που έχει επιλέξει ο καταναλωτής·

Τροπολογία    169

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  κάθε ρύθμιση για αποζημίωση και επιστροφή σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών·

β)  κάθε ρύθμιση για αποζημίωση και επιστροφή, συμπεριλαμβανομένης, όπου αρμόζει, ρητής αναφοράς στα νόμιμα δικαιώματα των καταναλωτών που έχουν εφαρμογή σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών ή σε περίπτωση συμβάντος ασφάλειας, που έχει γνωστοποιηθεί στον πάροχο, το οποίο οφείλεται σε γνωστά τρωτά σημεία του λογισμικού ή του υλισμικού για τα οποία έχουν εκδοθεί διορθώσεις από τον κατασκευαστή ή τον προγραμματιστή και όταν ο πάροχος δεν έχει εφαρμόσει αυτές τις διορθώσεις ή δεν έχει λάβει άλλα κατάλληλα αντίμετρα·

Τροπολογία    170

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  ως μέρος των πληροφοριών σχετικά με τις τιμές:

γ)  ως μέρος των πληροφοριών σχετικά με τις τιμές και τα μέσα αμοιβής:

Τροπολογία    171

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ – σημείο i

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

i)  τις λεπτομέρειες των τιμολογιακών προγραμμάτων βάσει της σύμβασης και, κατά περίπτωση, τους όγκους επικοινωνιών (MB, λεπτά, SMS) που περιλαμβάνονται ανά περίοδο τιμολόγησης, και την τιμή για συμπληρωματικές μονάδες επικοινωνίας,

i)  τις λεπτομέρειες του συγκεκριμένου τιμολογιακού προγράμματος ή προγραμμάτων βάσει της σύμβασης και, για κάθε εν λόγω τιμολογιακό πρόγραμμα, τους τύπους υπηρεσιών που παρέχονται, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των όγκων επικοινωνιών (MB, λεπτά, SMS) που περιλαμβάνονται ανά περίοδο τιμολόγησης, και την τιμή για συμπληρωματικές μονάδες επικοινωνίας,

Τροπολογία    172

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ – σημείο -i α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

i α)  στην περίπτωση τιμολογιακού προγράμματος ή προγραμμάτων με προκαθορισμένο όγκο επικοινωνιών, τη δυνατότητα των καταναλωτών να μεταφέρουν τυχόν μη χρησιμοποιημένο όγκο από την προηγούμενη περίοδο τιμολόγησης στην επόμενη, όταν η δυνατότητα αυτή περιλαμβάνεται στη σύμβαση,

Τροπολογία    173

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ – σημείο -i β (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

θ β)  οι διευκολύνσεις για τη διασφάλιση της διαφάνειας των λογαριασμών και την παρακολούθηση του επιπέδου κατανάλωσης,

Τροπολογία    174

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ – σημείο -i γ (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

θ γ)  με την επιφύλαξη του άρθρου 13 του κανονισμού 2016/679, πληροφορίες σχετικά με το δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητα για την εκτέλεση της υπηρεσίας ή συλλέγονται στο πλαίσιο της παροχής της υπηρεσίας,

Τροπολογία    175

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ – σημείο iv

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

iv)  τις λεπτομέρειες για τις υπηρεσίες μετά την πώληση και τα τέλη συντήρησης, και

iv)  τις λεπτομέρειες για τις υπηρεσίες μετά την πώληση, συντήρησης και υποστήριξης των πελατών και για τα τέλη συντήρησης, και

Τροπολογία    176

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο δ – σημείο ii

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ii)  τις τυχόν επιβαρύνσεις σχετικά με την αλλαγή παρόχου και τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, και ρυθμίσεις για αποζημίωση και επιστροφή λόγω καθυστέρησης ή κατάχρησης της αλλαγής παρόχου,

ii)  τις τυχόν διαδικασίες και επιβαρύνσεις σχετικά με την αλλαγή παρόχου και τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, και ρυθμίσεις για αποζημίωση και επιστροφή λόγω καθυστέρησης ή κατάχρησης της αλλαγής παρόχου,

Τροπολογία    177

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο δ – στοιχείο iii

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

iii)  τις τυχόν επιβαρύνσεις λόγω πρόωρης λήξης της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης τυχόν ανάκτησης κόστους όσον αφορά τερματικό εξοπλισμό και άλλα πλεονεκτήματα προώθησης,

iii)  τις τυχόν επιβαρύνσεις λόγω πρόωρης λήξης της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για το ξεκλείδωμα τερματικού εξοπλισμού και τυχόν ανάκτησης κόστους όσον αφορά τερματικό εξοπλισμό,

Τροπολογία    178

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο δ – στοιχείο iv

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

iv)  για δέσμες υπηρεσιών, τους όρους λήξης της δέσμης ή των στοιχείων της,

iv)  για δέσμες υπηρεσιών, τους όρους λήξης της δέσμης ή των στοιχείων της, όπου αρμόζει,

Τροπολογία    179

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

στ)  στ) τα μέσα κίνησης των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 25·

στ)  στ) τα μέσα κίνησης των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών και διασυνοριακών διαφορών, σύμφωνα με το άρθρο 25·

Τροπολογία    180

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 2 – περίπτωση 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

-  τους τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και/ή τις πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος λόγω έλλειψης δυνατότητας τεχνικής εφαρμογής·

-  τους τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και/ή τις πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος λόγω έλλειψης δυνατότητας τεχνικής εφαρμογής, εφόσον η υπηρεσία επιτρέπει σε τελικούς χρήστες να δημιουργούν εθνικές κλήσεις προς έναν αριθμό σε ένα εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης·

Τροπολογία    181

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στις πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις ως τελικούς χρήστες, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή από μέρη των διατάξεων αυτών.

3.  Οι παράγραφοι 1, 2 και 6 εφαρμόζονται επίσης στις πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις και στους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή από μέρη των διατάξεων αυτών.

Τροπολογία    182

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 12 μήνες], ο BEREC εκδίδει απόφαση σχετικά με υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης, με την οποία προσδιορίζονται τα κύρια στοιχεία των απαιτήσεων πληροφοριών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2. Αυτά τα κύρια στοιχεία περιλαμβάνουν τουλάχιστον ολοκληρωμένες πληροφορίες για:

5.  Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 12 μήνες], η Επιτροπή, αφού διαβουλευθεί με τον BEREC, εγκρίνει υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης, με την οποία προσδιορίζονται τα κύρια στοιχεία των απαιτήσεων πληροφοριών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2. Αυτά τα κύρια στοιχεία περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, συνοπτικές πληροφορίες για:

α)  το όνομα και τη διεύθυνση του παρόχου,

α)  το όνομα, τη διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας του παρόχου και, εφόσον είναι διαφορετικά, τα στοιχεία επικοινωνίας για την υποβολή καταγγελιών,

β)  τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας,

β)  τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας,

γ)  τις αντίστοιχες τιμές,

γ)  τις αντίστοιχες τιμές,

δ)  τη διάρκεια της σύμβασης και τους όρους για την ανανέωση και τη λήξη,

δ)  τη διάρκεια της σύμβασης και τους όρους για την ανανέωση και τη λήξη,

ε)  τον βαθμό στον οποίο τα προϊόντα και οι υπηρεσίες είναι σχεδιασμένα για τελικούς χρήστες με αναπηρία,

ε)  τον βαθμό στον οποίο τα προϊόντα και οι υπηρεσίες είναι σχεδιασμένα για τελικούς χρήστες με αναπηρία,

στ)  όσον αφορά τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120.

στ)  όσον αφορά τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120.

 

Το υπόδειγμα αυτό δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο από μία πλευρά σελίδας A4. Είναι ευανάγνωστο. Σε περίπτωση που σε μία και μόνο σύμβαση περιλαμβάνονται διαφορετικές υπηρεσίες, μπορεί να χρειαστεί η προσθήκη και άλλων σελίδων, αλλά το έγγραφο περιορίζεται συνολικά σε τρεις σελίδες.

 

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη που καθορίζει το υπόδειγμα που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 110 παράγραφος 4.

Οι πάροχοι που υπόκεινται στις υποχρεώσεις βάσει των παραγράφων 1 έως 4 συμπληρώνουν δεόντως το εν λόγω υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης με τις απαιτούμενες πληροφορίες και το παρέχουν στους καταναλωτές, καθώς και στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, πριν από τη σύναψη της σύμβασης. Η συνοπτική σύμβαση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης.

Οι πάροχοι που υπόκεινται στις υποχρεώσεις βάσει των παραγράφων 1 έως 4 συμπληρώνουν δεόντως το εν λόγω υπόδειγμα συνοπτικής σύμβασης με τις ισχύουσες πληροφορίες και το παρέχουν στους καταναλωτές, στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, πριν από τη σύναψη της σύμβασης ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο εξής.

Τροπολογία    183

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6.  Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών προσφέρουν στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να ελέγχουν τη χρήση καθεμίας από τις εν λόγω υπηρεσίες που χρεώνεται βάσει κατανάλωσης είτε χρόνου ή όγκου. Η διευκόλυνση αυτή περιλαμβάνει την πρόσβαση σε έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με το επίπεδο κατανάλωσης των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε τιμολογιακό πρόγραμμα.

6.  Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών προσφέρουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να ελέγχουν τη χρήση καθεμίας από τις εν λόγω υπηρεσίες που χρεώνεται βάσει κατανάλωσης είτε χρόνου ή όγκου. Η διευκόλυνση αυτή περιλαμβάνει την πρόσβαση σε έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με το επίπεδο κατανάλωσης των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε τιμολογιακό πρόγραμμα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών με βάση τον αριθμό παρέχουν στους καταναλωτές συμβουλές σχετικά με το βέλτιστο τιμολόγιο που αφορούν τις υπηρεσίες τους κατόπιν αιτήσεως και, το αργότερο, τρεις μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος της σύμβασης.

Τροπολογία    184

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 95 – παράγραφος 6 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

6α.  Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο συμπληρωματικές απαιτήσεις που ισχύουν για υπηρεσίες πρόσβασης στο Διαδίκτυο και υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή ώστε να εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών σε σχέση με τις απαιτήσεις πληροφόρησης που εκτίθενται στις παραγράφων (1) και (2) του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις που να εμποδίζουν προσωρινά την περαιτέρω χρήση της εκάστοτε υπηρεσίας όταν υπάρχει υπέρβαση ενός χρηματικού ορίου ή ορίου όγκου, που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή΄.

Τροπολογία    185

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VIII δημοσιεύονται σε μορφή που είναι σαφής, κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη από τις επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, ή από την ίδια την εθνική ρυθμιστική αρχή. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να προσδιορίζουν πρόσθετες απαιτήσεις σε σχέση με τη μορφή υπό την οποία πρέπει να δημοσιεύονται αυτές οι πληροφορίες.

1.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν, όταν η παροχή των σχετικών υπηρεσιών υπόκειται σε όρους και προϋποθέσεις, ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VIII δημοσιεύονται σε μορφή που είναι σαφής, κατανοητή, μηχαναγνώσιμη και εύκολα προσβάσιμη, συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των τελικών χρηστών με αναπηρίες, από τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, και τους παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή. Οι εν λόγω πληροφορίες επικαιροποιούνται τακτικά. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο συμπληρωματικές απαιτήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις διαφάνειας που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο.

Τροπολογία    186

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση ατελώς σε τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο εργαλείο σύγκρισης που τους επιτρέπει να συγκρίνουν και να αξιολογούν τις τιμές και τα τιμολόγια, καθώς και την ποιότητα των επιδόσεων των διαφόρων διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση ατελώς σε τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο εργαλείο σύγκρισης που τους επιτρέπει να συγκρίνουν και να αξιολογούν τις τιμές και τα τιμολόγια, και, όπου αρμόζει, σε ενδεικτικά στοιχεία που αφορούν την ποιότητα των επιδόσεων των διαφόρων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών.

Τροπολογία    187

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  δημοσιοποιεί με σαφήνεια τους οικείους ιδιοκτήτες και φορείς εκμετάλλευσης·

β)  δημοσιοποιεί με σαφήνεια τους ιδιοκτήτες και φορείς εκμετάλλευσης του εργαλείου σύγκρισης·

Τροπολογία    188

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2 – στοιχείο ζ α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

ζ α)  περιλαμβάνουν τις τιμές και τα τιμολόγια, καθώς και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών τόσο για τους τελικούς χρήστες που είναι επιχειρήσεις όσο και τους τελικούς χρήστες που είναι καταναλωτές.

Τροπολογία    189

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 2 – εδάφιο 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα εργαλεία σύγκρισης που πληρούν τις απαιτήσεις των στοιχείων α) έως ζ) πιστοποιούνται, κατόπιν αίτησης, από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι τρίτοι έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν ατελώς τις πληροφορίες που δημοσιεύονται από επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, με σκοπό τη διάθεση τέτοιου είδους ανεξάρτητων εργαλείων σύγκρισης.

Τα εργαλεία σύγκρισης που πληρούν τις απαιτήσεις των στοιχείων α) έως ζ) πιστοποιούνται, κατόπιν αίτησης του παρόχου του εργαλείου, από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι τρίτοι έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν ατελώς και σε ανοικτούς μορφότυπους δεδομένων, τις πληροφορίες που δημοσιεύονται από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, με σκοπό τη διάθεση τέτοιου είδους ανεξάρτητων εργαλείων σύγκρισης.

Τροπολογία    190

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 3 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών να διανέμουν ατελώς πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σε υφιστάμενους και νέους τελικούς χρήστες, κατά περίπτωση, με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούν συνήθως για τις επικοινωνίες τους με τους τελικούς χρήστες. Σε αυτή την περίπτωση, οι εν λόγω πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος παρέχονται από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές σε τυποποιημένη μορφή και καλύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα θέματα:

3.  Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν τόσο από εθνικές αρχές όσο και από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, ή και των δύο, να διανέμουν ατελώς πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σε υφιστάμενους και νέους τελικούς χρήστες, κατά περίπτωση, με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούν συνήθως για τις επικοινωνίες τους με τους τελικούς χρήστες. Σε αυτή την περίπτωση, οι εν λόγω πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος παρέχονται από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές σε τυποποιημένη μορφή και καλύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα θέματα:

Τροπολογία    191

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 96 – παράγραφος 3 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  τις πλέον κοινές χρήσεις των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών με σκοπό την ενασχόληση με παράνομες ενέργειες ή τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, ιδίως όταν είναι δυνατό να θίξουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων, περιλαμβανομένων των παραβιάσεων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, και τις νομικές τους επιπτώσεις· και

α)  τις πλέον κοινές χρήσεις των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών με σκοπό την ενασχόληση με παράνομες ενέργειες ή τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, ιδίως όταν είναι δυνατό να θίξουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων, περιλαμβανομένων των παραβιάσεων των δικαιωμάτων προστασίας δεδομένων, των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, και τις νομικές τους επιπτώσεις· και

Τροπολογία    192

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 97 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Oι εθνικές κανονιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, να δημοσιεύουν κατανοητές, συγκρίσιμες, αξιόπιστες, φιλικές προς τον χρήστη και επικαιροποιημένες πληροφορίες για τους τελικούς χρήστες, σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, και σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να εξασφαλίζεται ισοδύναμη σε τελικούς χρήστες με αναπηρία. Οι πληροφορίες διαβιβάζονται επίσης, κατόπιν αιτήματος, στην εθνική κανονιστική αρχή, πριν δημοσιευθούν.

1.  Oι εθνικές κανονιστικές αρχές δύνανται να απαιτούν από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, να δημοσιεύουν κατανοητές, συγκρίσιμες, αξιόπιστες, φιλικές προς τον χρήστη και επικαιροποιημένες πληροφορίες για τους τελικούς χρήστες, σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, στο βαθμό που προσφέρουν ελάχιστα επίπεδα ποιότητας της υπηρεσίας, και σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να εξασφαλίζεται ισοδύναμη σε τελικούς χρήστες με αναπηρία. Οι πληροφορίες διαβιβάζονται επίσης, κατόπιν αιτήματος, στην εθνική κανονιστική αρχή, πριν δημοσιευθούν. Τα εν λόγω μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται η ποιότητα της υπηρεσίας συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120.

 

Οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ενημερώνουν τον καταναλωτή, εάν η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν εξαρτάται από οποιουσδήποτε εξωτερικούς παράγοντες, όπως ο έλεγχος της μετάδοσης του σήματος η συνδεσιμότητα του δικτύου.

Τροπολογία    193

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 97 – παράγραφος 2 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 18 μήνες], και για να συμβάλει στη συνεκτική εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των παραμέτρων που αφορούν τους τελικούς χρήστες με αναπηρία, των εφαρμοζόμενων μεθόδων μέτρησης, του περιεχομένου και της μορφής δημοσίευσης των πληροφοριών, και των μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας.

Έως την [ημερομηνία έναρξης ισχύος συν 18 μήνες], και για να συμβάλει στη συνεκτική εφαρμογή της παρούσας παραγράφου και του Παραρτήματος ΙΧ, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις σχετικές παραμέτρους ποιότητας υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των παραμέτρων που αφορούν τους τελικούς χρήστες με αναπηρίες, των εφαρμοζόμενων μεθόδων μέτρησης, του περιεχομένου και της μορφής δημοσίευσης των πληροφοριών, και των μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας.

Αιτιολόγηση

Τεχνικές διορθώσεις

Τροπολογία    194

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι όροι και οι διαδικασίες καταγγελίας της σύμβασης δεν αποτελούν αντικίνητρο για την αλλαγή παρόχου υπηρεσιών και ότι οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, δεν επιβάλλουν αρχική περίοδο δέσμευσης άνω των 24 μηνών. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν συντομότερες μέγιστες διάρκειες για την αρχική περίοδο δέσμευσης.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι όροι και οι διαδικασίες καταγγελίας της σύμβασης δεν αποτελούν αντικίνητρο για την αλλαγή παρόχου υπηρεσιών και ότι οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και παρόχων διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, δεν επιβάλλουν περίοδο δέσμευσης άνω των 24 μηνών. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν συντομότερες μέγιστες διάρκειες για τη συμβατική περίοδο δέσμευσης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να απαιτούν οι πάροχοι να προσφέρουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση συνδρομής με μέγιστη διάρκεια 12 μήνες ή λιγότερο.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τη διάρκεια σύμβασης που προβλέπει την πληρωμή σε δόσεις, αν ο καταναλωτής έχει συμφωνήσει σε ξεχωριστή σύμβαση να καταβάλλει πληρωμές σε δόσεις για την εγκατάσταση φυσικής σύνδεσης.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τη διάρκεια σύμβασης που προβλέπει την πληρωμή σε δόσεις, αν ο καταναλωτής έχει συμφωνήσει σε ξεχωριστή σύμβαση να καταβάλλει πληρωμές σε δόσεις για την εγκατάσταση φυσικής σύνδεσης, με δίκτυα συνδεσιμότητας πολύ υψηλής χωρητικότητας. Μία σύμβαση που προβλέπει την πληρωμή σε δόσεις για φυσική σύνδεση δεν περιλαμβάνει τερματικό εξοπλισμό ή εξοπλισμό υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως δρομολογητή ή μόντεμ, και δεν αποκλείει τους καταναλωτές από την άσκηση των δικαιωμάτων τους βάσει του παρόντος άρθρου.

Τροπολογία    195

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Όταν προβλέπεται αυτόματη παράταση σύμβασης ορισμένης διάρκειας από τη σύμβαση ή την εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου και εκτός αν ο καταναλωτής έχει συμφωνήσει ρητά για την παράταση της σύμβασης, οι καταναλωτές έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή με προθεσμία προειδοποίησης ενός μήνα και χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση εκτός αυτής για την παροχή των υπηρεσιών κατά την περίοδο προειδοποίησης.

2.  Όταν προβλέπεται αυτόματη παράταση σύμβασης ορισμένης διάρκειας από τη σύμβαση ή την εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, μετά από μια τέτοια αυτόματη παράταση, οι καταναλωτές έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή με μέγιστη προθεσμία προειδοποίησης ενός μήνα και χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση εκτός των τελών για την λήψη των υπηρεσιών κατά την περίοδο προειδοποίησης. Πριν από την αυτόματη παράταση της σύμβασης, οι πάροχοι ενημερώνουν τον καταναλωτή με εμφανή τρόπο σχετικά με τη λήξη της αρχικής διάρκειας της σύμβασης και με τα μέσα για τον τερματισμό της, εφόσον τούτο ζητηθεί. Οι πάροχοι χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα με εκείνα που συνήθως χρησιμοποιούνται στην επικοινωνία τους με τους καταναλωτές.

Τροπολογία    196

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στους τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις ή μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, εκτός εάν αυτοί έχουν συμφωνήσει ρητώς να επιτρέπουν παρέκκλιση από τη διάταξη αυτή.

Τροπολογία    197

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία ε οικονομική επιβάρυνση κατόπιν κοινοποίησης αλλαγών στους συμβατικούς όρους που προτείνονται από τον πάροχο διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, πλην υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, εκτός αν οι προτεινόμενες αλλαγές είναι αποκλειστικά προς όφελος του τελικού χρήστη ή είναι αυστηρώς αναγκαίες για την εφαρμογή νομοθετικών ή ρυθμιστικών αλλαγών. Οι πάροχοι κοινοποιούν κάθε τέτοια αλλαγή στους τελικούς χρήστες, τουλάχιστον ένα μήνα πριν, και ταυτόχρονα τους ενημερώνουν για το δικαίωμά τους να καταγγείλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση αν δεν αποδέχονται τους νέους όρους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κοινοποίηση γίνεται με σαφή και κατανοητό τρόπο, σε σταθερό μέσο και σε μορφή που επιλέγεται από τον τελικό χρήστη κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.

3.  Οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία ε οικονομική επιβάρυνση κατόπιν κοινοποίησης αλλαγών στους συμβατικούς όρους που προτείνονται από τον πάροχο υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσιών μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για ευρυεκπομπή, εκτός αν οι προτεινόμενες αλλαγές είναι αποκλειστικά προς όφελος του τελικού χρήστη ή είναι αυστηρώς τεχνικού χαρακτήρα και έχουν ουδέτερο αποτέλεσμα στον τελικό χρήστη ή είναι αυστηρώς αναγκαίες για την εφαρμογή νομοθετικών ή ρυθμιστικών αλλαγών. Οι πάροχοι κοινοποιούν κάθε αλλαγή των συμβατικών όρων στους τελικούς χρήστες, τουλάχιστον ένα μήνα πριν, και ταυτόχρονα τους ενημερώνουν για το δικαίωμά τους να καταγγείλουν τη σύμβασή τους χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση αν δεν αποδέχονται τους νέους όρους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κοινοποίηση γίνεται με σαφή και κατανοητό τρόπο, σε σταθερό μέσο, με τα ίδια μέσα που χρησιμοποιεί κανονικά ο πάροχος στην επικοινωνία του με τους καταναλωτές.

Τροπολογία    198

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Οποιαδήποτε σημαντική ασυμφωνία, συνεχιζόμενη ή τακτικά επαναλαμβανόμενη, μεταξύ της αρχικής εκτέλεσης μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της εκτέλεσης που αναφέρεται στη σύμβαση θεωρείται μη συμμόρφωση της εκτέλεσης για σκοπούς ενεργοποίησης των μέσων αποκατάστασης που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης αδαπάνως.

Τροπολογία    199

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 98 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Σε περίπτωση που είναι δυνατή η πρόωρη καταγγελία σύμβασης για διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τον τελικό χρήστη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και με άλλες διατάξεις του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, δεν οφείλεται καμία αποζημίωση από τον τελικό χρήστη, εκτός από την αποζημίωση για την κατά χρονική αναλογία αξία του επιδοτούμενου εξοπλισμού που παρέχεται ως δέσμη με τη σύμβαση κατά τη στιγμή σύναψής της, και αποζημίωση κατά χρονική αναλογία για κάθε άλλο πλεονέκτημα που απορρέει από προωθητικές ενέργειες, το οποίο επισημαίνεται ως τέτοιο κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης. Κάθε περιορισμός στη χρήση τερματικού εξοπλισμού σε άλλα δίκτυα αίρεται ατελώς από τον πάροχο το αργότερο έως την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης.

4.  Σε περίπτωση που ένας τελικός χρήστης έχει δικαίωμα καταγγελίας σύμβασης για διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και υπηρεσία μετάδοσης που χρησιμοποιείται για ευρυεκπομπή, πριν από τη λήξη της συμφωνημένης διάρκειας της σύμβασης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και με άλλες διατάξεις του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, δεν οφείλονται κυρώσεις ούτε καμία αποζημίωση από τον τελικό χρήστη εκτός εάν αφορούν διατηρούμενο επιδοτούμενο τερματικό εξοπλισμό . Σε περίπτωση που ο τελικός χρήστης επιλέξει να διατηρήσει τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ως δέσμη κατά τη στιγμή σύναψης της σύμβασης, οιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση δεν υπερβαίνει την κατά χρονική αναλογία αξία του τη στιγμή σύναψης της σύμβασης ή το τμήμα του τέλους υπηρεσίας που απομένει έως τη λήξη της σύμβασης, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μικρότερο. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν άλλες μεθόδους για τον υπολογισμό του συντελεστή αποζημίωσης όταν ο συντελεστής αυτός είναι ίσος ή μικρότερος από την αποζημίωση που υπολογίστηκε παραπάνω. Κάθε περιορισμός στη χρήση τερματικού εξοπλισμού σε άλλα δίκτυα αίρεται ατελώς από τον πάροχο το αργότερο έως την καταβολή της εν λόγω αποζημίωσης. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν συμπληρωματικές απαιτήσεις σχετικά με την παρούσα παράγραφο ώστε να εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

Τροπολογία    200

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Σε περίπτωση αλλαγής μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, οι εκάστοτε πάροχοι παρέχουν στον τελικό χρήστη επαρκείς πληροφορίες πριν και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής και διασφαλίζουν τη συνέχιση της υπηρεσίας. Ο πάροχος στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός εξασφαλίζει ότι η ενεργοποίηση της υπηρεσίας επέρχεται κατά την ημερομηνία που συμφωνείται με τον τελικό χρήστη. Ο μεταφέρων πάροχος εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους μέχρι την ενεργοποίηση των υπηρεσιών του υποδεχόμενου παρόχου. Η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία αλλαγής δεν υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα.

1.  Σε περίπτωση αλλαγής μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, οι εκάστοτε πάροχοι παρέχουν στον τελικό χρήστη επαρκείς πληροφορίες πριν και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής και διασφαλίζουν τη συνέχιση της υπηρεσίας. Ο πάροχος στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός συντονίζει τη διαδικασία αλλαγής προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η ενεργοποίηση της υπηρεσίας επέρχεται κατά την ημερομηνία και εντός του χρονικού πλαισίου που συμφωνείται ρητά με τον τελικό χρήστη. Ο μεταφέρων πάροχος εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους μέχρι την ενεργοποίηση των υπηρεσιών του υποδεχόμενου παρόχου. Η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία αλλαγής δεν υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα όταν αμφότεροι οι πάροχοι χρησιμοποιούν τα ίδια τεχνολογικά μέσα. Όταν οι πάροχοι υπηρεσιών χρησιμοποιούν διαφορετικά τεχνολογικά μέσα, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να περιοριστεί η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής λογαριασμού σε μία εργάσιμη ημέρα, εκτός αν είναι δεόντως αιτιολογημένη μεγαλύτερη περίοδος που δεν υπερβαίνει τις δύο εργάσιμες ημέρες.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν την αποδοτικότητα της διαδικασίας αλλαγής παρόχου για τον τελικό χρήστη.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν την αποδοτικότητα και την απλότητα της διαδικασίας αλλαγής παρόχου για τον τελικό χρήστη.

Τροπολογία    201

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες κάτοχοι αριθμών που υπάρχουν στο εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης μπορούν, μετά από σχετική αίτηση, να διατηρούν τον (τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VI μέρος Γ.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες κάτοχοι αριθμών που υπάρχουν στο εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης έχουν το δικαίωμα, μετά από σχετική αίτηση, να διατηρούν τον (τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VI μέρος Γ.

Τροπολογία    202

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Σε περίπτωση που ένας τελικός χρήστης καταγγέλλει σύμβαση με έναν πάροχο, ο τελικός χρήστης διατηρεί το δικαίωμα φορητότητας του αριθμού του σε άλλον πάροχο για έξι μήνες μετά την ημερομηνία της καταγγελίας, εκτός εάν ο τελικός χρήστης παραιτηθεί του δικαιώματος αυτού.

Τροπολογία    203

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 5 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Η μεταφορά αριθμών και η επακόλουθη ενεργοποίησή τους πραγματοποιείται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας. Εν πάση περιπτώσει, η ενεργοποίηση του αριθμού των τελικών χρηστών που έχουν συνάψει συμφωνία για τη μεταφορά ενός αριθμού σε νέα επιχείρηση γίνεται μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα από τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας.

5.  Η μεταφορά αριθμών και η επακόλουθη ενεργοποίησή τους πραγματοποιείται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας. Εν πάση περιπτώσει, η ενεργοποίηση του αριθμού των καταναλωτών που έχουν συνάψει συμφωνία για τη μεταφορά ενός αριθμού σε νέα επιχείρηση γίνεται μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα από τη συμφωνημένη ημερομηνία. Ο μεταφέρων πάροχος εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους μέχρι την ενεργοποίηση των υπηρεσιών του υποδεχόμενου παρόχου.

 

Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται επίσης σε πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ως τελικούς χρήστες, εκτός εάν έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή από μέρη των διατάξεων αυτών.

Τροπολογία    204

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 5 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Ο υποδεχόμενος πάροχος διεξάγει τη διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τη συνολική διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς αριθμών έχοντας κατά νου τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τεχνικής σκοπιμότητας, καθώς και την ανάγκη για διατήρηση της συνέχειας της υπηρεσίας προς τον τελικό χρήστη. Σε κάθε περίπτωση, η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας μεταφοράς, ο μεταφέρων πάροχος επανενεργοποιεί τον αριθμό του τελικού χρήστη μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση της μεταφοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν επίσης κατάλληλα μέτρα με τα οποία να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες ενημερώνονται επαρκώς και προστατεύονται καθ’ όλη τη διαδικασία αλλαγής φορέα και δεν μεταφέρονται σε άλλο φορέα παρά τη θέλησή τους.

5α.  Ο υποδεχόμενος πάροχος διεξάγει τη διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς και τόσο ο πάροχος λήψης όσο και ο πάροχος αποστολής συνεργάζονται με καλή πίστη. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τη συνολική διαδικασία αλλαγής και μεταφοράς αριθμών έχοντας κατά νου τις εθνικές διατάξεις περί συμβάσεων και τεχνικής σκοπιμότητας, καθώς και την ανάγκη για διατήρηση της συνέχειας της υπηρεσίας προς τον τελικό χρήστη. Αυτό περιλαμβάνει, εφόσον είναι εφικτό, προϋπόθεση ότι η μεταφορά θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέσω ασύρματης τροφοδοσίας, εκτός εάν ζητηθεί κάτι διαφορετικό από τον τελικό χρήστη.

 

Σε κάθε περίπτωση, η απώλεια υπηρεσίας κατά τη διαδικασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μία εργάσιμη ημέρα.

 

Οι συμβάσεις των τελικών χρηστών με τον μεταφέροντα πάροχο λύονται αυτομάτως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αλλαγής. Οι μεταφέροντες πάροχοι επιστρέφουν κάθε πιστωτικό υπόλοιπο στους καταναλωτές με τη χρήση προπληρωμένων υπηρεσιών. Η επιστροφή μπορεί να υπόκειται σε τέλος μόνον εάν αυτό αναφέρεται στη σύμβαση. Οποιοδήποτε παρόμοιο τέλος είναι ανάλογο και αντίστοιχο με το πραγματικό κόστος που επωμίζεται ο μεταφέρων πάροχος για την προσφορά της επιστροφής. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας μεταφοράς, ο μεταφέρων πάροχος επανενεργοποιεί τον αριθμό ή την υπηρεσία του τελικού χρήστη, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν για τον τελικό χρήστη πριν δρομολογηθεί η διαδικασία αλλαγής, μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταφοράς ή αλλαγής. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν επίσης κατάλληλα μέτρα με τα οποία να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες ενημερώνονται επαρκώς και προστατεύονται καθ’ όλη τη διαδικασία αλλαγής φορέα και μεταφοράς και δεν μεταφέρονται σε άλλο φορέα παρά τη θέλησή τους.

Τροπολογία    205

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την πρόβλεψη κατάλληλων κυρώσεων στις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να αποζημιώνουν τους τελικούς χρήστες σε περίπτωση καθυστέρησης μεταφοράς ή καταχρηστικής μεταφοράς από τους ίδιους ή για λογαριασμό τους.

6.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την πρόβλεψη κατάλληλων κυρώσεων στις επιχειρήσεις σε περίπτωση καθυστέρησης μεταφοράς ή καταχρηστικής μεταφοράς από τους ίδιους ή για λογαριασμό τους.

Τροπολογία    206

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 6 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

6α.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να λάβουν αποζημίωση από τους παρόχους στην περίπτωση καθυστέρησης της μεταφοράς ή αλλαγής ή κατάχρησης της διαδικασίας μεταφοράς ή αλλαγής. Η ελάχιστη αποζημίωση για καθυστέρηση είναι:

 

α)   όταν η μεταφορά καθυστερήσει για περισσότερο από μια ή δύο εργάσιμες ημέρες όπως ορίζεται στο άρθρο 99 παράγραφος 1, και στο άρθρο 99 παράγραφος 5, αντίστοιχα, ένα ποσόν ανά επί πλέον ημέρα·

 

β)   όταν η απώλεια υπηρεσίας υπερβεί τη μία εργάσιμη ημέρα, ένα ποσόν ανά επί πλέον ημέρα·

 

γ)   σε περίπτωση που υπάρχει καθυστέρηση στην ενεργοποίηση μιας υπηρεσίας, ένα ποσόν ημερησίως για κάθε ημέρα μετά τη συμφωνηθείσα ημέρα ενεργοποίησης· και

 

δ)   σε περίπτωση που δεν τηρηθεί ή ακυρωθεί ραντεβού με προειδοποίηση μικρότερη από 24 ώρες, ένα ποσόν ανά ραντεβού.

 

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ορίζουν τα ποσά που οφείλονται βάσει της παρούσας παραγράφου.

Τροπολογία    207

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 6 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

  Η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 καταβάλλεται μέσω αφαίρεσης από το ακόλουθο τιμολόγιο, σε μετρητά, με ηλεκτρονικό έμβασμα ή, σε συμφωνία με τον τελικό χρήστη, σε κουπόνια παροχής υπηρεσιών.

Τροπολογία    208

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 99 – παράγραφος 6 γ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

6γ.  Η παράγραφος 6α δεν θίγει κανένα δικαίωμα περαιτέρω αποζημίωσης βάσει της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν επιπλέον κανόνες που διασφαλίζουν ότι κάθε τελικός χρήστης ο οποίος υπέστη υλική ή ηθική βλάβη βάσει του παρόντος άρθρου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και να λάβει αποζημίωση από επιχείρηση για τις ζημίες που υπέστη. Η ελάχιστη αποζημίωση που έχει καταβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 6α μπορεί να αφαιρείται από οποιαδήποτε αποζημίωση αυτού του είδους. Καταβολή αποζημίωσης σύμφωνα με την παράγραφο 6α δεν εμποδίζει τον πάροχο υπηρεσιών προς τον οποίο γίνεται η μεταφορά να αξιώνει αποζημίωση από έναν πάροχο από τον οποίο γίνεται η μεταφορά, όταν κρίνεται απαραίτητο.

Τροπολογία    209

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 100 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Αν δέσμη υπηρεσιών ή δέσμη αγαθών και υπηρεσιών που προσφέρεται σε τελικό χρήστη περιλαμβάνει τουλάχιστον μία διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκτός από υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτων αριθμών, εφαρμόζεται το άρθρο 95, το άρθρο 96 παράγραφος 1, το άρθρο 98 και το άρθρο 99 παράγραφος 1, τηρουμένων των αναλογιών, σε όλα τα στοιχεία της δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις όπου οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε ένα άλλο στοιχείο της δέσμης είναι ευνοϊκότερες για τον τελικό χρήστη.

1.  Αν δέσμη υπηρεσιών ή δέσμη υπηρεσιών και τερματικού εξοπλισμού που προσφέρεται σε καταναλωτή περιλαμβάνει τουλάχιστον μία υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο ή διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, εφαρμόζεται το άρθρο 95, το άρθρο 96 παράγραφος 1, το άρθρο 98 και το άρθρο 99 παράγραφος 1, τηρουμένων των αναλογιών, σε όλα τα στοιχεία της δέσμης, εκτός από τις περιπτώσεις όπου οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε ένα άλλο στοιχείο της δέσμης είναι ευνοϊκότερες για τον καταναλωτή.

Τροπολογία    210

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 100 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Κάθε συνδρομή σε πρόσθετες υπηρεσίες ή αγαθά που παρέχονται ή διανέμονται από τον ίδιο πάροχο διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, πλην υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, δεν επανεκκινεί τη διάρκεια ισχύος της αρχικής σύμβασης, εκτός αν οι πρόσθετες υπηρεσίες ή τα αγαθά προσφέρονται σε ειδική τιμή προσφοράς που διατίθεται μόνον υπό τον όρο επανεκκίνησης της υφιστάμενης διάρκειας ισχύος της σύμβασης.

2.  Κάθε συνδρομή σε πρόσθετες υπηρεσίες ή τερματικό εξοπλισμό που παρέχεται ή διανέμεται από τον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο ή υπηρεσιών επικοινωνιών διαπροσωπικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό βάσει αριθμών, δεν παρατείνει τη διάρκεια της σύμβασης, εκτός αν οι καταναλωτές συμφωνήσουν ρητά για το αντίθετο κατά την αποδοχή πρόσθετων υπηρεσιών ή τερματικού εξοπλισμού.

Τροπολογία    211

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 100 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πλην των υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να ακυρώσουν ή να αλλάξουν επιμέρους τμήματα της σύμβασης συνδυασμένων υπηρεσιών, όταν αυτή η δυνατότητα περιλαμβάνεται στη σύμβαση.

Τροπολογία    212

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 100 – παράγραφος 2 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2β.  Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν επίσης και για τους τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις ή μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, εκτός εάν αυτοί έχουν συμφωνήσει ρητώς να παραιτηθούν από το σύνολο ή μέρη των εν λόγω διατάξεων.

Τροπολογία    213

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 100 – παράγραφος 2 γ (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2γ.  Τα κράτη μέλη μπορούν να διευρύνουν την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε δέσμες υπηρεσιών ή δέσμη υπηρεσιών και τερματικού εξοπλισμού που προσφέρονται σε καταναλωτή, οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον μία διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόσουν την παράγραφο 1 όσον αφορά άλλες διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Τροπολογία    214

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 101 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται μέσω των δημόσιων δικτύων επικοινωνιών σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν αδιάλειπτη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο που παρέχονται μέσω των δημόσιων δικτύων επικοινωνιών σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και πρόσβασης στο διαδίκτυο λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν αδιάλειπτη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

Αιτιολόγηση

Ο όρος «διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία» αντικαθίσταται στην οδηγία από τη διατύπωση «υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών» και, ως εκ τούτου, φαίνεται να έχει παραμείνει εδώ από λάθος. Η υπηρεσία πρόσβασης στο Διαδίκτυο δεν θεωρήθηκε απαραίτητη υπηρεσία όταν συντάχθηκε αρχικά το άρθρο αυτό και, ως εκ τούτου, αυτό πρέπει να είναι ανοικτό σε τροποποιήσεις κατά τη διάρκεια της παρούσας αναδιατύπωσης.

Τροπολογία    215

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των κοινόχρηστων τηλεφώνων, έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς χρήση οιουδήποτε μέσου πληρωμής, χρησιμοποιώντας τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» καθώς και κάθε εθνικό αριθμό έκτακτης ανάγκης που ορίζεται από τα κράτη μέλη.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των κοινόχρηστων τηλεφώνων και των ιδιωτικών δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς χρήση οιουδήποτε μέσου πληρωμής, χρησιμοποιώντας τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» καθώς και κάθε εθνικό αριθμό έκτακτης ανάγκης που ορίζεται από τα κράτη μέλη.

Τροπολογία    216

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη, σε διαβούλευση με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης με το πλέον κατάλληλο PSAP. Σε περίπτωση σημαντικής απειλής για την αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, είναι δυνατή η επέκταση της υποχρέωσης για τις επιχειρήσεις σε όλες τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών, σύμφωνα με του όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

2.  Τα κράτη μέλη, σε διαβούλευση με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσίας διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών σε τελικούς χρήστες, στις περιπτώσεις που η εν λόγω υπηρεσία επιτρέπει στους τελικούς χρήστες να δημιουργήσουν εθνικές κλήσεις προς έναν αριθμό σε ένα εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης με το πλέον κατάλληλο PSAP, με τη χρήση πληροφοριών τοποθεσίας που είναι διαθέσιμες στους παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών και κατά τρόπο που συνάδει με τις υποδομές κλήσεων έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών.

 

Οι πάροχοι υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών που δεν προσφέρουν πρόσβαση στον αριθμό 112, ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες ότι η πρόσβαση στον αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης 112 δεν υποστηρίζεται.

Τροπολογία    217

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» απαντώνται δεόντως και διεκπεραιώνονται με τον τρόπο που αρμόζει καλύτερα στην εθνική οργάνωση των συστημάτων έκτακτης ανάγκης. Οι εν λόγω επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης απαντώνται και διεκπεραιώνονται τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς εθνικό αριθμό ή εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης, εφόσον αυτοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112» απαντώνται δεόντως και διεκπεραιώνονται με τον τρόπο που αρμόζει καλύτερα στην εθνική οργάνωση των συστημάτων έκτακτης ανάγκης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να απαντώνται οι κλήσεις κατά τρόπο πολύγλωσσο. Οι εν λόγω επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης απαντώνται και διεκπεραιώνονται τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης προς εθνικό αριθμό ή εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης, εφόσον αυτοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

Τροπολογία    218

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Η Επιτροπή εκδίδει, κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, δείκτες επιδόσεων για τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης των κρατών μελών. Η Επιτροπή υποβάλλει ανά διετία έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσεων έκτακτης ανάγκης «112» και τη λειτουργία των δεικτών επιδόσεων.

Τροπολογία    219

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η πρόσβαση τελικών χρηστών με αναπηρία σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι διαθέσιμη μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και ισότιμη με την πρόσβαση των άλλων τελικών χρηστών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, τα μέτρα που λαμβάνονται για το σκοπό αυτό βασίζονται κατά το μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν πρόσθετες απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

4.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η πρόσβαση τελικών χρηστών με αναπηρίες σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης είναι διαθέσιμη μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης και ισότιμη με την πρόσβαση των άλλων τελικών χρηστών, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης μέσω υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας ή υπηρεσιών αναμετάδοσης από τρίτους. Η Επιτροπή και οι εθνικές ρυθμιστικές και άλλες αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε ισότιμη βάση με άλλους, όταν ταξιδεύουν σε άλλο κράτος μέλος, όπου είναι εφικτό χωρίς οποιαδήποτε προκαταβολική καταχώρηση. Τα μέτρα αυτά επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των κρατών μελών και βασίζονται κατά το μέγιστο δυνατό βαθμό στα ευρωπαϊκά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν πρόσθετες απαιτήσεις προς επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Τροπολογία    220

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος είναι διαθέσιμες στο PSAP χωρίς καθυστέρηση μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αποκατάσταση και η μετάδοση των πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος είναι ατελείς για τον τελικό χρήστη και την αρχή που χειρίζεται την επικοινωνία έκτακτης ανάγκης όσον αφορά όλες τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112». Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν την εν λόγω υποχρέωση ώστε να καλύπτονται επίσης οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης σε εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης. Οι αρμόδιες κανονιστικές αρχές καθορίζουν κριτήρια για την ακρίβεια και την αξιοπιστία των παρεχόμενων πληροφοριών θέσης.

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος γίνονται διαθέσιμες με τον πλέον κατάλληλο τρόπο στο PSAP χωρίς καθυστέρηση μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο πληροφορίες εντοπισμού βάσει δικτύου όσο και, όπου είναι διαθέσιμες, πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος που αντλούνται βάσει χειροσυσκευής. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αποκατάσταση και η μετάδοση των πληροφοριών για τον εντοπισμό του τελικού χρήστη είναι ατελείς για τον τελικό χρήστη και το PSAP, όσον αφορά όλες τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης στον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης «112». Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν την εν λόγω υποχρέωση ώστε να καλύπτονται επίσης οι επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης σε εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης. Αυτό δεν αποτρέπει τις αρμόδιες κανονιστικές αρχές, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, να καθορίζουν κριτήρια για την ακρίβεια και την αξιοπιστία των παρεχόμενων πληροφοριών θέσης.

Τροπολογία    221

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού έκτακτης ανάγκης «112», ιδίως μέσω πρωτοβουλιών που εστιάζονται ειδικότερα σε πρόσωπα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών.

6.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού έκτακτης ανάγκης «112», καθώς και για τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητάς του, μεταξύ άλλων, μέσω πρωτοβουλιών που εστιάζονται ειδικότερα σε πρόσωπα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών και άτομα με αναπηρίες. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται σε προσιτούς μορφότυπους που αντιστοιχούν σε διάφορους τύπους αναπηρίας. Η Επιτροπή υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών.

Τροπολογία    222

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 – παράγραφος 7 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης προς τις υπηρεσίες «112» στα κράτη μέλη, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109, σχετικά με τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμβατότητας, διαλειτουργικότητας, ποιότητας, αξιοπιστίας και συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση όσον αφορά λύσεις για τον εντοπισμό του καλούντος, την πρόσβαση για τελικούς χρήστες με αναπηρία και τη δρομολόγηση προς το πλέον κατάλληλο PSAP.

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης προς τις υπηρεσίες «112» στα κράτη μέλη, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 109, σχετικά με τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμβατότητας, διαλειτουργικότητας, ποιότητας, αξιοπιστίας και συνέχισης των επικοινωνιών έκτακτης ανάγκης στην Ένωση όσον αφορά λύσεις για τον εντοπισμό του καλούντος, την πρόσβαση για τελικούς χρήστες, την προσβασιμότητα σε άτομα με αναπηρίες και τη δρομολόγηση προς το πλέον κατάλληλο PSAP.

 

Η Επιτροπή Επιτροπή τηρεί μια ασφαλή βάση δεδομένων με τους αριθμούς των ευρωπαϊκών υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τη σύσταση Ε.164, ώστε να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

Τροπολογία    223

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 102α

 

Σύστημα «αντίστροφου 112»

 

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, μέσω της χρήσης των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, την καθιέρωση εθνικών αποδοτικών συστημάτων επικοινωνιών «αντίστροφου 112» για την προειδοποίηση των πολιτών σε περίπτωση επικείμενων ή εν εξελίξει φυσικών ή/και ανθρωπογενών σοβαρών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και καταστροφών, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων εθνικών και περιφερειακών συστημάτων και χωρίς να υπονομεύονται οι κανόνες ιδιωτικότητας και προστασίας δεδομένων.

Τροπολογία    224

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 102 β (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Άρθρο 102ββ

 

Ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά και γραμμή υποστήριξης για παιδιά

 

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πολίτες να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσία που διαχειρίζεται ανοικτή δωρεάν τηλεφωνική γραμμή για την καταγγελία περιπτώσεων που αφορούν αγνοούμενα παιδιά. Η ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή διατίθεται στον αριθμό «116000». Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα παιδιά να έχουν πρόσβαση σε μία φιλική προς τα παιδιά υπηρεσία η οποία διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης. Η γραμμή υποστήριξης διατίθεται στον αριθμό «116111».

 

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει των αριθμών «116000» και «116111» επί ίσοις όροις με άλλους τελικούς χρήστες, ιδίως μέσω της χρήσης υπηρεσιών πλήρους συνομιλίας. Τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με αναπηρίες σε αυτές τις υπηρεσίες όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη βασίζονται στη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

 

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για την επίτευξη επαρκούς επιπέδου ποιότητας υπηρεσιών κατά τη λειτουργία του αριθμού «116000» και τη διάθεση των οικονομικών πόρων που απαιτούνται για τη λειτουργία της ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής.

 

4.  Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση των υπηρεσιών που παρέχονται με τους αριθμούς «116000» και «116111».

Τροπολογία    225

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Ισότιμη πρόσβαση και επιλογές για τελικούς χρήστες με αναπηρία

Ισότιμη πρόσβαση και επιλογές για τελικούς χρήστες με αναπηρίες

Τροπολογία    226

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – παράγραφος 1 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν, κατά περίπτωση, τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία:

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρίες:

Τροπολογία    227

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – παράγραφος 1 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ισοδύναμες με τις παρεχόμενες στην πλειονότητα των τελικών χρηστών και

α)  μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών πληροφοριών που παρέχονται δυνάμει του άρθρο 95, ισοδύναμες με τις παρεχόμενες στην πλειονότητα των τελικών χρηστών και

 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι φορείς παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να προσδώσουν στους ιστοτόπους τους και στις εφαρμογές για φορητές συσκευές μεγαλύτερη προσβασιμότητα, προσδίδοντάς τους μεγαλύτερη αντιληπτικότητα, χρηστικότητα, κατανοησιμότητα και στιβαρότητα.

Τροπολογία    228

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στον βαθμό που αυτό δεν συνεπάγεται δυσανάλογη επιβάρυνση για τους παρόχους τερματικού εξοπλισμού και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για ειδικό εξοπλισμό που προσφέρει τις αναγκαίες υπηρεσίες και λειτουργίες που προορίζονται ειδικά για τελικούς χρήστες με αναπηρίες. Η αξιολόγηση του τι θεωρείται δυσανάλογη επιβάρυνση ακολουθεί τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12 της οδηγίας xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ.

Τροπολογία    229

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Κατά τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

2.  Κατά τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

 

Στο βαθμό που οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έρχονται σε σύγκρουση με τις διατάξεις της οδηγίας xxx/YYYY/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, υπερισχύουν οι διατάξεις της οδηγίας xxx/YYYY/ΕΕ.

 

__________________

 

Οδηγία xxx/YYYY/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ... για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες (ΕΕ L …, …, σ. ...).

Τροπολογία    230

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 104 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όλες οι επιχειρήσεις που χορηγούν αριθμούς τηλεφώνου σε τελικούς χρήστες ικανοποιούν κάθε εύλογο αίτημα για τη διάθεση, στο πλαίσιο της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου και καταλόγων, των σχετικών πληροφοριών σε συμφωνημένη μορφή και κατά τρόπο δίκαιο, αντικειμενικό, κοστοστρεφή και αμερόληπτο.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όλες οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες φωνητικής επικοινωνίας ικανοποιούν κάθε εύλογο αίτημα για τη διάθεση, στο πλαίσιο της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου και καταλόγων, των σχετικών πληροφοριών σε συμφωνημένη μορφή και κατά τρόπο δίκαιο, αντικειμενικό, κοστοστρεφή και αμερόληπτο.

Τροπολογία    231

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 105 – τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης

Διαλειτουργικότητα του ραδιοτηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης

Τροπολογία    232

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 105 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης, που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ραδιοτηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης, που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Τροπολογία    233

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 105 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Οι πάροχοι υπηρεσιών ψηφιακής τηλεόρασης εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του τερματικού εξοπλισμού έτσι ώστε, στις περιπτώσεις που είναι τεχνικά εφικτό, ο τερματικός εξοπλισμός να μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί με άλλους παρόχους και, εάν δεν μπορεί, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους καταναλωτές να επιστρέψουν τον τερματικό εξοπλισμό μέσω μιας δωρεάν και εύκολης διαδικασίας.

Τροπολογία    234

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και συναφών συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας για την εξασφάλιση της δέουσας πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρία και υποστηρικτικά δεδομένα για συνδεδεμένες τηλεοπτικές υπηρεσίες και οδηγούς ηλεκτρονικού προγράμματος, σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση εκπομπών ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών καναλιών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών καναλιών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

1.  Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και συναφών συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας για την εξασφάλιση της δέουσας πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρίες σε περιεχόμενο και οδηγό ηλεκτρονικού προγραμματισμού, και υποστηρικτικά δεδομένα για συνδεδεμένες τηλεοπτικές υπηρεσίες και οδηγούς ηλεκτρονικού προγράμματος, σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση εκπομπών ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών καναλιών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων και υπηρεσιών αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών καναλιών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

 

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σχετικά με την αναλογική τηλεοπτική μετάδοση μόνο όταν η έλλειψη μιας τέτοιας υποχρέωσης θα προκαλούσε σημαντικές αναταράξεις σε σημαντικό αριθμό τελικών χρηστών ή όταν δεν υπάρχουν άλλα μέσα διαβίβασης για συγκεκριμένα τηλεοπτικά κανάλια.

 

Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς.

Τροπολογία    235

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επανεξετάζονται από τα κράτη μέλη το αργότερο εντός ενός έτους από [ ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν τα κράτη μέλη έχουν διεξάγει την εν λόγω επανεξέταση εντός των τεσσάρων προηγουμένων ετών.

1α.  Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο επανεξετάζονται από τα κράτη μέλη το αργότερο εντός ενός έτους από [ ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν τα κράτη μέλη έχουν διεξάγει την εν λόγω επανεξέταση εντός των τεσσάρων προηγουμένων ετών.

Τροπολογία    236

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 1 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

  Τα κράτη μέλη δύναται επιπλέον να επιβάλλουν εύλογα δικαιώματα «υποχρεωτικής προσφοράς» όσον αφορά συγκεκριμένα κανάλια ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων γενικού ενδιαφέροντος προς επιχειρήσεις που υπόκεινται σε υποχρεώσεις μεταφοράς σήματος υπό τη δικαιοδοσία τους.

Τροπολογία    237

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(2)  Ούτε η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ούτε το άρθρο 57 παράγραφος 2 προδικάζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών, να καθορίζουν τυχόν κατάλληλη αποζημίωση για τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν γίνεται διάκριση κατά την αντιμετώπιση επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Εφόσον προβλέπεται αμοιβή, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτή εφαρμόζεται με ανάλογο και διαφανή τρόπο.

(2)  Ούτε η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ούτε το άρθρο 57 παράγραφος 2 προδικάζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών, να καθορίζουν στη νομοθεσία τους τυχόν κατάλληλη αποζημίωση για τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν γίνεται διάκριση κατά την αντιμετώπιση επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Εάν πρέπει να προβλέπεται αμοιβή, η απαίτηση για αμοιβή και το ύψος της μπορεί να ορίζονται νομοθετικά, η εν λόγω δε αμοιβή εφαρμόζεται με ανάλογο και διαφανή τρόπο.

Τροπολογία    238

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 107 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 83 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από όλες τις επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και/ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών να διαθέτουν πλήρως ή εν μέρει στους τελικούς χρήστες τις πρόσθετες ευκολίες που αναφέρονται στο Μέρος Β του παραρτήματος VΙ, με την επιφύλαξη της τεχνικής σκοπιμότητας και της οικονομικής βιωσιμότητας, καθώς και πλήρως ή εν μέρει τις ευκολίες που παρατίθενται στο μέρος Α του παραρτήματος VI.

1.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 83 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από όλους τους παρόχους που παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και/ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών να διαθέτουν δωρεάν, κατά περίπτωση,πλήρως ή εν μέρει στους τελικούς χρήστες τις πρόσθετες ευκολίες που αναφέρονται στο Μέρος Β του παραρτήματος VΙ, με την επιφύλαξη της τεχνικής σκοπιμότητας, καθώς και πλήρως ή εν μέρει τις ευκολίες που παρατίθενται στο μέρος Α του παραρτήματος VI.

Τροπολογία    239

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 107 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Ένα κράτος μέλος δεν εφαρμόζει την παράγραφο 1, στο σύνολο ή σε μέρος της επικράτειάς του, εάν κρίνει, αφού λάβει υπόψη του τις απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, ότι υπάρχει επαρκής πρόσβαση στις ευκολίες αυτές.

2.  Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόζει την παράγραφο 1, στο σύνολο ή σε μέρος της επικράτειάς του, εάν κρίνει, αφού λάβει υπόψη του τις απόψεις των ενδιαφερομένων μερών, ότι υπάρχει επαρκής πρόσβαση στις ευκολίες αυτές.

Τροπολογία    240

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα I – μέρος Α – σημείο 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Δυνατότητα νόμιμης παρακολούθησης από αρμόδιες εθνικές αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ και την οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών54.

διαγράφεται

__________________

 

54 ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σελ. 31.

 

Τροπολογία    241

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα V – επιμέρους τίτλος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΗ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 79 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 79 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΗ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙ

Αιτιολόγηση

Ο τίτλος εναρμονίζει την αφαίρεση της λέξης «λειτουργική» από το κείμενο.

Τροπολογία    242

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VI – μέρος Α – στοιχείο α – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Τέτοιοι αναλυτικοί λογαριασμοί περιλαμβάνουν τη σαφή αναφορά της ταυτότητας του παρόχου, της τυπολογίας και της διάρκειας των υπηρεσιών που χρεώνονται στον τελικό χρήστη από τυχόν αριθμούς πρόσθετου τέλους.

Τροπολογία    243

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VI – μέρος Α – στοιχείο α – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Κλήσεις οι οποίες είναι δωρεάν για τον καλούντα τελικό χρήστη , περιλαμβανομένων των κλήσεων σε γραμμές βοήθειας, δεν εμφανίζονται στον αναλυτικό λογαριασμό του καλούντος τελικού χρήστη.

Κλήσεις οι οποίες είναι δωρεάν για τον καλούντα τελικό χρήστη, περιλαμβανομένων των κλήσεων σε γραμμές βοήθειας, δεν εμφανίζονται στον αναλυτικό λογαριασμό του καλούντος τελικού χρήστη, αλλά μπορούν να διατίθενται με άλλα μέσα, όπως οι επιγραμμικές διεπαφές.

Αιτιολόγηση

Ενώ δεν θα πρέπει να υπάρχει στον αναλυτικό λογαριασμό, μπορεί να διατίθεται στους τελικούς χρήστες μέσω ενός ιστοτόπου, για παράδειγμα.

Τροπολογία    244

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VI – μέρος Α – στοιχείο α – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητήσουν από τους φορείς εκμετάλλευσης να παρέχουν αναγνώριση καλούσας γραμμής (CLI) δωρεάν.

Αιτιολόγηση

Η υπηρεσία αυτή πρέπει να είναι δωρεάν.

Τροπολογία    245

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VII – τίτλος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΥΧΟΝ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 84 ΚΑΙ 85

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΥΧΟΝ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΛΥΨΗΣ Ή ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 84 ΚΑΙ 85

Τροπολογία    246

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VII – επιμέρους τίτλος 1 α (νέος)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

ΜEΡΟΣ Α: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ

Τροπολογία    247

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VII – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

ΜEΡΟΣ Β: ΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

Η κάλυψη ή χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας συνεπάγεται την αποζημίωση των καθορισμένων επιχειρήσεων που επιβαρύνονται με υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας για τις υπηρεσίες που παρέχουν υπό μη εμπορικές συνθήκες. Καθώς η αποζημίωση αυτή συνεπάγεται μεταφορές κεφαλαίων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτές διεξάγονται με αντικειμενικό, διαφανή, αμερόληπτο και αναλογικό τρόπο. Τούτο σημαίνει ότι οι μεταφορές προκαλούν τις ελάχιστες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και τη ζήτηση των χρηστών.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3, ένας μηχανισμός επιμερισμού μέσω Ταμείου θα πρέπει να χρησιμοποιεί διαφανή και ουδέτερα μέσα για την είσπραξη των εισφορών ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος διπλής καταβολής εισφορών τόσο για τις εκροές όσο και για τις εισροές των επιχειρήσεων.

 

Ο ανεξάρτητος φορέας διαχείρισης του Ταμείου είναι αρμόδιος για την είσπραξη των εισφορών από τις επιχειρήσεις που υποχρεούνται στην καταβολή εισφοράς για τη χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας στα κράτη μέλη και εποπτεύει τη μεταφορά των οφειλόμενων ποσών και/ή διοικητικών πληρωμών προς τις επιχειρήσεις που δικαιούνται πληρωμών από το Ταμείο.

Τροπολογία    248

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Η εθνική κανονιστική αρχή είναι αρμόδια για τη δημοσίευση των πληροφοριών που ορίζονται στο παρόν παράρτημα, σύμφωνα με το άρθρο 96. Η εθνική κανονιστική αρχή αποφασίζει ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από τις επιχειρήσεις παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών, και ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από την ίδια, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα των καταναλωτών να κάνουν τις επιλογές τους με πλήρη ενημέρωση. Εάν κρίνεται κατάλληλο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προωθούν μέτρα αυτορρύθμισης ή συρρύθμισης πριν από την επιβολή οιασδήποτε υποχρέωσης.

Η εθνική κανονιστική αρχή είναι αρμόδια για τη δημοσίευση των πληροφοριών που ορίζονται στο παρόν παράρτημα, σύμφωνα με το άρθρο 96. Η εθνική κανονιστική αρχή αποφασίζει ποιες πληροφορίες είναι βάσιμες προκειμένου να δημοσιεύονται από παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, και ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από την ίδια, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα όλων των τελικών χρηστών να κάνουν τις επιλογές τους με πλήρη ενημέρωση. Εάν κρίνεται κατάλληλο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προωθούν μέτρα αυτορρύθμισης ή συρρύθμισης πριν από την επιβολή οιασδήποτε υποχρέωσης.

Τροπολογία    249

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – σημείο 2 – επιμέρους σημείο 2.1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.1.  Πεδίο εφαρμογής των προσφερόμενων υπηρεσιών και τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρεχόμενων ελάχιστων επιπέδων ποιότητας υπηρεσιών και τυχόν περιορισμών που επιβάλλονται από τον πάροχο για τη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού .

2.1.  Πεδίο εφαρμογής των προσφερόμενων υπηρεσιών και τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρεχόμενων ελάχιστων επιπέδων ποιότητας υπηρεσιών και τυχόν περιορισμών που επιβάλλονται από τον πάροχο για τη χρήση του παρεχόμενου τερματικού εξοπλισμού και προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία της υπηρεσίας και τα χαρακτηριστικά προσβασιμότητας και τις εγκαταστάσεις.

Αιτιολόγηση

Περιλαμβάνει την κάλυψη για τα άτομα με αναπηρίες.

Τροπολογία    250

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – σημείο 2 – επιμέρους σημείο 2.2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.2.  Τιμολόγια των παρεχόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με όγκους επικοινωνιών συγκεκριμένων σχεδίων τιμολογίων και τα εφαρμοστέα τιμολόγια για πρόσθετες μονάδες επικοινωνίας, αριθμούς ή υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης, τέλη πρόσβασης και συντήρησης, όλα τα είδη των τελών χρήσης, ειδικά και στοχοθετημένα τιμολογιακά καθεστώτα, καθώς και τυχόν πρόσθετα τέλη και οι δαπάνες που αφορούν τον τερματικό εξοπλισμό.

2.2.  Τιμολόγια των παρεχόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με όγκους επικοινωνιών (όπως οι περιορισμοί της χρήσης δεδομένων, ο αριθμός των λεπτών φωνητικής επικοινωνίας, ο αριθμός των σύντομων γραπτών μηνυμάτων) συγκεκριμένων σχεδίων τιμολογίων και τα εφαρμοστέα τιμολόγια για πρόσθετες μονάδες επικοινωνίας, αριθμούς ή υπηρεσίες που υπόκεινται σε ιδιαίτερους όρους τιμολόγησης, τέλη πρόσβασης και συντήρησης, όλα τα είδη των τελών χρήσης, ειδικά και στοχοθετημένα τιμολογιακά καθεστώτα, καθώς και τυχόν πρόσθετα τέλη και οι δαπάνες που αφορούν τον τερματικό εξοπλισμό.

Αιτιολόγηση

Δεδομένου ότι οι «όγκοι» δεν ορίζονται, απαιτούνται γενικά παραδείγματα προκειμένου να αντικατοπτρίζεται το κείμενο του άρθρου 95.

Τροπολογία    251

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – σημείο 2 – επιμέρους σημείο 2.5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.5.  Αν η επιχείρηση είναι πάροχος υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, πληροφορίες για την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και πληροφορίες εντοπισμού του καλούντος.

2.5.  Παροχή σε τελικούς χρήστες πληροφοριών σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τον εντοπισμό του καλούντος. Αν η επιχείρηση είναι πάροχος υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, πληροφορίες για την πρόσβαση ή για οποιουσδήποτε περιορισμούς στην παροχή υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης και πληροφοριών εντοπισμού του καλούντος.

Τροπολογία    252

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – σημείο 2 – επιμέρους σημείο 2.6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.6.  Λεπτομέρειες προϊόντων και υπηρεσιών σχεδιασμένων για χρήστες με αναπηρία.

2.6.  Λεπτομέρειες προϊόντων και υπηρεσιών σχεδιασμένων για χρήστες με αναπηρίες, όπου συμπεριλαμβάνονται λειτουργίες, πρακτικές, πολιτικές και διαδικασίες, καθώς και αλλαγές στη λειτουργία της υπηρεσίας για την αντιμετώπιση των αναγκών των ατόμων με λειτουργικούς περιορισμούς.

Αιτιολόγηση

Με βάση τη διατύπωση της οδηγίας ΕΑΑ για τις τηλεπικοινωνίες, παράρτημα I.

Τροπολογία    253

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα VIII – μέρος 2 – σημείο 2.6. α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2.6α.  Προσβάσιμες πληροφορίες για τη διευκόλυνση της συμπληρωματικότητας με βοηθητικές υπηρεσίες

Αιτιολόγηση

Με βάση τη διατύπωση της οδηγίας ΕΑΑ για τις τηλεπικοινωνίες.

Τροπολογία    254

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα IX – πίνακας 3

 

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος αναμονής

 

 

Διακύμανση χρόνου επιστροφής πακέτων

 

 

Απώλεια πακέτων

 

 

Τροπολογία

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος αναμονής (καθυστέρηση)

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Διακύμανση χρόνου επιστροφής πακέτων

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Απώλεια πακέτων

ITU-T Y.2617

ITU-T Y.2617

Τροπολογία    255

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα X – τίτλος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΕΥΡΕΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 105

ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΕΥΡΕΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 105

Τροπολογία    256

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα X – σημείο 2 –παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι ψηφιακές συσκευές τηλεοράσεως με οθόνη ολικής απεικόνισης ορατής διαγωνίου μεγαλύτερης των 30 cm, οι οποίες διατίθενται στην αγορά προς πώληση ή μίσθωση στην Ένωση, πρέπει να είναι εφοδιασμένες με τουλάχιστον μία πρίζα ανοικτής διεπαφής (είτε τυποποιημένη, είτε σύμφωνη προς πρότυπα που θεσπίζει αναγνωρισμένος ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης, είτε σύμφωνη με γενικά ισχύουσες προδιαγραφές του τομέα) η οποία επιτρέπει την απλή σύνδεση περιφερειακών και η οποία μπορεί να μεταφέρει όλα τα συναφή στοιχεία του σήματος ψηφιακής τηλεόρασης, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν τις διαλογικές και τις υπό όρους παρεχόμενες υπηρεσίες.

Οι ψηφιακές συσκευές τηλεοράσεως με οθόνη ολικής απεικόνισης ορατής διαγωνίου μεγαλύτερης των 30 cm, οι οποίες διατίθενται στην αγορά προς πώληση ή μίσθωση στην Ένωση, πρέπει να είναι εφοδιασμένες με τουλάχιστον μία πρίζα ανοικτής διεπαφής (είτε τυποποιημένη, είτε σύμφωνη προς πρότυπα που θεσπίζει αναγνωρισμένος ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης, είτε σύμφωνη με γενικά ισχύουσες προδιαγραφές του τομέα) η οποία επιτρέπει την απλή σύνδεση περιφερειακών και η οποία μπορεί να μεταφέρει όλα τα συναφή στοιχεία του σήματος ψηφιακής τηλεόρασης, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν τις διαλογικές και τις υπό όρους παρεχόμενες υπηρεσίες. Ο τερματικός εξοπλισμός ψηφιακών συσκευών τηλεόρασης πρέπει να είναι διαλειτουργικός, εφόσον είναι τεχνικά εφικτό, ώστε να μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί εύκολα με άλλους παρόχους.

Τροπολογία    257

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα X – σημείο 2 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  ΣΎΝΟΛΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΓΙΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ

 

Κάθε ραδιοφωνική συσκευή η οποία διατίθεται στην αγορά της Ένωσης από [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο] έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει ψηφιακές και αναλογικές επίγειες ραδιοεκπομπές. Η παράγραφος αυτή δεν έχει εφαρμογή στον μικρό καταναλωτικό ραδιοεξοπλισμό χαμηλού κόστους ή για τα προϊόντα όπου ο δέκτης έχει απλώς παρεπόμενο χαρακτήρα. Δεν έχει επίσης εφαρμογή σε ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες κατά την έννοια του άρθρου 1 ορισμός 56 του κανονισμού περί ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU),

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Τίτλος

Ευρωπαϊκός κώδικας ηλεκτρονικών επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

Έγγραφα αναφοράς

COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ITRE

24.10.2016

 

 

 

Γνωμοδότηση της

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO

24.10.2016

Συνδεδεμένες επιτροπές - Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

16.3.2017

Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης

Ημερομηνία ορισμού

Dita Charanzová

11.10.2016

Εξέταση στην επιτροπή

6.2.2017

21.3.2017

3.5.2017

8.6.2017

Ημερομηνία έγκρισης

4.9.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

31

1

2

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Dita Charanzová, Carlos Coelho, Anna Maria Corazza Bildt, Daniel Dalton, Nicola Danti, Dennis de Jong, Pascal Durand, John Flack, Evelyne Gebhardt, Liisa Jaakonsaari, Philippe Juvin, Morten Løkkegaard, Marlene Mizzi, Jiří Pospíšil, Virginie Rozière, Christel Schaldemose, Andreas Schwab, Olga Sehnalová, Jasenko Selimovic, Ivan Štefanec, Richard Sulík, Róża Gräfin von Thun und Hohenstein, Mylène Troszczynski, Marco Zullo

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Birgit Collin-Langen, Julia Reda, Marc Tarabella, Lambert van Nistelrooij

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jonathan Arnott, Paul Brannen, Isabella De Monte, Karoline Graswander-Hainz, Dennis Radtke, Esther de Lange

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

31

+

ALDE

ECR

EFDD

PPE

 

 

S&D

 

 

Verts/ALE

Dita Charanzová, Morten Løkkegaard, Jasenko Selimovic

Daniel Dalton, John Flack, Richard Sulík

Marco Zullo

Carlos Coelho, Birgit Collin-Langen, Anna Maria Corazza Bildt, Philippe Juvin, Jiří Pospíšil, Dennis Radtke, Andreas Schwab, Ivan Štefanec, Róża Gräfin von Thun und Hohenstein, Esther de Lange, Lambert van Nistelrooij

Paul Brannen, Nicola Danti, Isabella De Monte, Evelyne Gebhardt, Karoline Graswander-Hainz, Liisa Jaakonsaari, Marlene Mizzi, Virginie Rozière, Christel Schaldemose, Olga Sehnalová, Marc Tarabella

Pascal Durand, Julia Reda

1

-

EFDD

Jonathan Arnott

2

0

ENF

GUE/NGL

Mylène Troszczynski

Dennis de Jong

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (10.5.2017)

προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)
(COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Curzio Maltese

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

I. Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Στις 14 Σεπτεμβρίου 2016, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την ψηφιακή ενιαία αγορά, ενέκρινε πρόταση αναδιατύπωσης για έναν νέο ευρωπαϊκό κώδικα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Με την πρόταση αναθεωρείται το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για τις τηλεπικοινωνίες μέσω της τροποποίησης τεσσάρων οδηγιών: της οδηγίας πλαίσιο, της οδηγίας για την αδειοδότηση, της οδηγίας για την πρόσβαση και της οδηγίας καθολικής υπηρεσίας.

Ο κώδικας έχει σχεδιαστεί ώστε να λαμβάνει υπόψη τις σημαντικές αλλαγές που σημειώνονται στις αγορές, τις καταναλωτικές τάσεις και τις τεχνολογίες από το 2009, οπότε και έγινε η τελευταία τροποποίηση του πλαισίου.

Εν προκειμένω, η πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει μέτρα για την προώθηση των επενδύσεων και της απασχόλησης στην Ένωση σε δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας, νέους κανόνες για τη διανομή του φάσματος για κινητές επικοινωνίες και συνδεσιμότητα 5G, καθώς και αλλαγές στη διακυβέρνηση, τη διαχείριση φάσματος, στο καθεστώς των καθολικών υπηρεσιών, στις υπηρεσίες και στους κανόνες προστασίας για τους τελικούς χρήστες, στην αριθμοδότηση και τις επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης.

Η πρόταση αναδιατύπωσης αφορά μεγάλο αριθμό ζητημάτων, τα οποία στόχο έχουν να παράσχουν στους ευρωπαίους καταναλωτές τη δυνατότητα να επωφεληθούν από μεγαλύτερη επιλογή προϊόντων σε χαμηλότερες τιμές και από την παροχή καινοτόμων υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.

II. Θέση του συντάκτη γνωμοδότησης

Ο συντάκτης της γνωμοδότησης επικροτεί τον στόχο της πρότασης για απλοποίηση και αποσαφήνιση του ισχύοντος νομικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Ωστόσο, ο συντάκτης γνωμοδότησης θα ήθελε να αναφερθεί σε συγκεκριμένα ζητήματα, όπως η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και η πολιτιστική πολυμορφία, πτυχές που συνδέονται με την προσβασιμότητα σε χρήστες με αναπηρία, τον πλουραλισμό των πληροφοριών, την προστασία των τελικών χρηστών, την πρόσβαση στο ραδιοφάσμα, τη βελτίωση της πρόσβασης σε απομακρυσμένες περιοχές, και υποβάλλει διάφορες προτάσεις εν προκειμένω.

Τα δύο βασικά της γνωμοδότησης είναι:

(i) Γενικοί στόχοι (άρθρο 3)

Ο συντάκτης γνωμοδότησης θεωρεί ουσιώδους σημασίας τη συμβολή των εθνικών κανονιστικών και λοιπών αρμόδιων αρχών, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Εν προκειμένω, ο συντάκτης γνωμοδότησης προτείνει να διαγραφεί η φράση «μπορεί να» ώστε να μετατραπεί ο στόχος αυτός σε νομικά επιβεβλημένο κανόνα.

(ii) Εξουσίες και καθήκοντα των εθνικών κανονιστικών αρχών όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση (άρθρο 59)

Ο συντάκτης προτείνει την ένταξη της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης στον κατάλογο των στόχων πολιτικής των οποίων την επίτευξη θα πρέπει να επιδιώκουν οι εθνικοί ρυθμιστικοί φορείς κατά την επιβολή υποχρεώσεων που συνδέονται με την πρόσβαση. Αυτό συνάδει από νομική άποψη με τον στόχο που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας καλεί την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να λάβει υπόψη της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Τροπολογία    1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 7 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(7α)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πολίτες της Ένωσης διαθέτουν καθολική πρόσβαση σε ευρύ φάσμα πληροφοριών και περιεχομένου υψηλής ποιότητας και δημόσιας αξίας, προς όφελος της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής πολυμορφίας, δεδομένης της ταχείας ανάπτυξης των συστημάτων διανομής και των επιχειρηματικών μοντέλων που επηρεάζουν επί του παρόντος τον τομέα των μέσων ενημέρωσης.

Αιτιολόγηση

Η νέα αυτή αιτιολογική σκέψη είναι αναγκαία προκειμένου να ενισχυθεί ένας από τους βασικούς σκοπούς της παρούσας αναδιατύπωσης, δηλαδή να διασφαλιστεί ότι η παρούσα οδηγία μπορεί να εγγυηθεί επαρκώς την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και την πολιτιστική πολυμορφία απέναντι στις αλλαγές που έχουν σημειωθεί στον τομέα των μέσων ενημέρωσης. Η προσθήκη είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(8)  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2014/53/ΕΕ σε ραδιοεξοπλισμό , καλύπτει όμως τον εξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται για τη ψηφιακή τηλεόραση.

(8)  Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2014/53/ΕΕ σε ραδιοεξοπλισμό, καλύπτει όμως τον εξοπλισμό ευρείας κατανάλωσης που χρησιμοποιείται για την ψηφιακή ραδιοφωνία και τηλεόραση.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική και η συνοχή του κειμένου. Είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων και των κατασκευαστών τερματικού εξοπλισμού ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των ραδιοφωνικών υπηρεσιών.

Τροπολογία    3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 9

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(9)  Για να μπορούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν ορισθεί στην παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας θα πρέπει να καλύψει ορισμένες πτυχές του ραδιοεξοπλισμού , όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου22 καθώς επίσης και τον καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χρηστών με ειδικές ανάγκες. Είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων και των κατασκευαστών εξοπλισμού για να διευκολύνεται η πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η μη αποκλειστική χρήση του ραδιοφάσματος για την αυτοχρησιμοποίηση ραδιοφωνικού τερματικού εξοπλισμού, παρόλο που δεν συνδέεται με οικονομική δραστηριότητα, θα πρέπει επίσης να διέπεται από την παρούσα οδηγία ώστε να εξασφαλίζεται συντονισμένη προσέγγιση όσον αφορά το καθεστώς αδειοδότησής της.

(9)  Για να μπορούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν ορισθεί στην παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας θα πρέπει να καλύψει ορισμένες πτυχές του ραδιοεξοπλισμού , όπως ορίζονται στην οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου22 καθώς επίσης και τον καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χρηστών με ειδικές ανάγκες. Είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων και των κατασκευαστών εξοπλισμού για να καθίσταται δυνατή η πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η μη αποκλειστική χρήση του ραδιοφάσματος για την αυτοχρησιμοποίηση ραδιοφωνικού τερματικού εξοπλισμού, παρόλο που δεν συνδέεται με οικονομική δραστηριότητα, θα πρέπει επίσης να διέπεται από την παρούσα οδηγία ώστε να εξασφαλίζεται συντονισμένη προσέγγιση όσον αφορά το καθεστώς αδειοδότησής της.

__________________

__________________

22 Οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ (ΕΕ L 153 της 22.5.2014, σ. 62).

22 Οδηγία 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ (ΕΕ L 153 της 22.5.2014, σ. 62).

Τροπολογία     4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 13

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(13)  Οι απαιτήσεις σχετικά με τις χωρητικότητες των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αυξάνονται διαρκώς. Ενώ στο παρελθόν η έμφαση δινόταν κυρίως στο αυξανόμενο συνολικό διαθέσιμο εύρος ζώνης και για κάθε μεμονωμένο χρήστη, άλλες παράμετροι, όπως ο χρόνος αναμονής, η διαθεσιμότητα και η αξιοπιστία, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία. Η σημερινή απάντηση σε αυτή τη ζήτηση είναι η τοποθέτηση της οπτικής ίνας όλο και πλησιέστερα προς τον χρήστη και τα μελλοντικά «δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα απαιτούν παραμέτρους επιδόσεων που ισοδυναμούν με τις επιδόσεις που είναι σε θέση να επιτύχει ένα δίκτυο βασισμένο σε στοιχεία οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης. Αυτό αντιστοιχεί, στην περίπτωση σύνδεσης σταθερής τηλεφωνίας, με επιδόσεις δικτύου ισοδύναμες με αυτές που είναι δυνατό να επιτευχθούν με την εγκατάσταση οπτικών ινών έως ένα κτήριο πολλαπλών κατοικιών, το οποίο θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης, και, στην περίπτωση κινητής σύνδεσης, με επιδόσεις δικτύου παρόμοιες με εκείνες που είναι δυνατό να επιτευχθούν με βάση την εγκατάσταση οπτικών ινών έως τον σταθμό βάσης, ο οποίος θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης. Οι διαφορές στην εμπειρία των τελικών χρηστών που οφείλονται στα διαφορετικά χαρακτηριστικά του μέσου διά του οποίου το δίκτυο συνδέεται τελικά με το σημείο τερματισμού του δικτύου δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί αν ένα ασύρματο δίκτυο θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι παρέχει παρόμοιες επιδόσεις δικτύου ή όχι. Σύμφωνα με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, δεν θα πρέπει να αποκλείονται άλλες τεχνολογίες και μέσα μετάδοσης, στην περίπτωση που είναι συγκρίσιμα με αυτό το βασικό σενάριο ως προς τις ικανότητές τους. Η ανάπτυξη των εν λόγω «δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα αυξήσει περαιτέρω τις ικανότητες των δικτύων και θα προλειάνει το έδαφος για την ανάπτυξη των μελλοντικών γενεών κινητών δικτύων που θα βασίζονται σε ενισχυμένες ραδιοδιεπαφές και πιο συμπυκνωμένη αρχιτεκτονική δικτύου.

(13)  Οι απαιτήσεις σχετικά με τις χωρητικότητες των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αυξάνονται διαρκώς. Ενώ στο παρελθόν η έμφαση δινόταν κυρίως στο αυξανόμενο συνολικό διαθέσιμο εύρος ζώνης και για κάθε μεμονωμένο χρήστη, άλλες παράμετροι, όπως ο χρόνος αναμονής, η διαθεσιμότητα και η αξιοπιστία, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία. Η σημερινή απάντηση σε αυτή τη ζήτηση είναι η τοποθέτηση της οπτικής ίνας όλο και πλησιέστερα προς τον χρήστη και τα μελλοντικά «δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα απαιτούν παραμέτρους επιδόσεων που ισοδυναμούν με τις επιδόσεις των δικτύων οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης, όπως τα δίκτυα οπτικών ινών μέχρι την κατοικία. Αυτό αντιστοιχεί, στην περίπτωση σύνδεσης σταθερής τηλεφωνίας, με επιδόσεις δικτύου ισοδύναμες με αυτές που είναι δυνατό να επιτευχθούν με την εγκατάσταση οπτικών ινών έως ένα κτήριο πολλαπλών κατοικιών, το οποίο θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης, και, στην περίπτωση κινητής σύνδεσης, με επιδόσεις δικτύου παρόμοιες με εκείνες που είναι δυνατό να επιτευχθούν με βάση την εγκατάσταση οπτικών ινών έως τον σταθμό βάσης, ο οποίος θεωρείται ως τοποθεσία εξυπηρέτησης. Οι διαφορές στην εμπειρία των τελικών χρηστών που οφείλονται στα διαφορετικά χαρακτηριστικά του μέσου διά του οποίου το δίκτυο συνδέεται τελικά με το σημείο τερματισμού του δικτύου δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί αν ένα ασύρματο δίκτυο θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι παρέχει παρόμοιες επιδόσεις δικτύου ή όχι. Σύμφωνα με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, δεν θα πρέπει να αποκλείονται άλλες τεχνολογίες και μέσα μετάδοσης, στην περίπτωση που είναι συγκρίσιμα με αυτό το βασικό σενάριο ως προς τις ικανότητές τους. Η ανάπτυξη των εν λόγω «δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας» θα αυξήσει περαιτέρω τις ικανότητες των δικτύων και θα προλειάνει το έδαφος για την ανάπτυξη των μελλοντικών γενεών κινητών δικτύων που θα βασίζονται σε ενισχυμένες ραδιοδιεπαφές και πιο συμπυκνωμένη αρχιτεκτονική δικτύου.

Τροπολογία    5

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 21

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(21)  Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν ένα εναρμονισμένο σύνολο στόχων και αρχών επί των οποίων να στηρίζουν το έργο τους , και θα πρέπει, όπου είναι αναγκαίο, να συντονίζουν τις δράσεις τους με τις αρχές άλλων κρατών μελών και με τον BEREC κατά τη διεξαγωγή των καθηκόντων τους εντός του εν λόγω κανονιστικού πλαισίου.

(21)  Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν ένα εναρμονισμένο σύνολο στόχων και αρχών επί των οποίων να στηρίζουν το έργο τους , και θα πρέπει, όπου είναι αναγκαίο, να συντονίζουν τις δράσεις τους με τις κανονιστικές αρχές άλλων κρατών μελών και με τον BEREC κατά τη διεξαγωγή των καθηκόντων τους εντός του εν λόγω κανονιστικού πλαισίου.

Αιτιολόγηση

Σκοπός της αναδιατύπωσης είναι η απλοποίηση και επικαιροποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Δεδομένου ότι η προαγωγή της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής πολυμορφίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εν λόγω νομικού πλαισίου, η παρούσα προσθήκη είναι αναγκαία ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι ο συντονισμός μεταξύ των εθνικών αρχών πρέπει να πραγματοποιηθεί σε κανονιστικό επίπεδο. Συνεπώς, η παρούσα προσθήκη είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     6

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 22

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(22)  Οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στους τομείς του πολιτισμού, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής και της χωροταξίας.

(22)  Οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας συμβάλλουν στην εκπλήρωση ευρύτερων πολιτικών στους τομείς του πολιτισμού και της πολιτιστικής πολυμορφίας, της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, της απασχόλησης, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής και της χωροταξίας.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή είναι αναγκαία για την ευθυγράμμιση του κειμένου με τους στόχους του άρθρου 3. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    7

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 23

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(23)  Προκειμένου να μετουσιωθούν οι πολιτικοί στόχοι της στρατηγικής της ενιαίας ψηφιακής αγοράς σε ρυθμιστικούς όρους, το πλαίσιο θα πρέπει, επιπλέον των υφιστάμενων τριών πρωταρχικών στόχων που συνίστανται στην προώθηση του ανταγωνισμού, της εσωτερικής αγοράς και των συμφερόντων των τελικών χρηστών, να επιδιώκει έναν επιπλέον στόχο συνδεσιμότητας, ο οποίος, όσον αφορά τα αποτελέσματα, διαρθρώνεται σε: ευρεία πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας σταθερή και κινητή συνδεσιμότητα, καθώς και την αξιοποίηση αυτής, για όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης, με βάση λογικές τιμές και επιλογές, οι οποίες καθίστανται δυνατές μέσω αποτελεσματικού και θεμιτού ανταγωνισμού, αποδοτικών επενδύσεων και ανοικτής καινοτομίας, αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος, κοινών κανόνων και προβλέψιμων κανονιστικών προσεγγίσεων στην εσωτερική αγορά και απαραίτητων ειδικών τομεακών κανόνων για τη διασφάλιση των συμφερόντων των πολιτών. Για τα κράτη μέλη, τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και λοιπές αρμόδιες αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη, αυτός ο στόχος συνδεσιμότητας αντιστοιχεί, αφενός, στην επιδίωξη δικτύων και υπηρεσιών της υψηλότερης χωρητικότητας που είναι οικονομικά βιώσιμη σε δεδομένη περιοχή, και, αφετέρου, στην επιδίωξη της εδαφικής συνοχής, με την έννοια της σύγκλισης ως προς τη διαθέσιμη χωρητικότητα σε διάφορους τομείς.

(23)  Προκειμένου να μετουσιωθούν οι πολιτικοί στόχοι της στρατηγικής της ενιαίας ψηφιακής αγοράς σε ρυθμιστικούς όρους, το πλαίσιο θα πρέπει, επιπλέον των υφιστάμενων τριών πρωταρχικών στόχων που συνίστανται στην προώθηση του βιώσιμου ανταγωνισμού, της εσωτερικής αγοράς και των συμφερόντων των τελικών χρηστών, να επιδιώκει έναν επιπλέον στόχο συνδεσιμότητας, ο οποίος, όσον αφορά τα αποτελέσματα, διαρθρώνεται σε: ευρεία πρόσβαση σε πολύ υψηλής χωρητικότητας σταθερή και κινητή συνδεσιμότητα, καθώς και την αξιοποίηση αυτής, για όλους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της Ένωσης, με βάση λογικές τιμές και επιλογές, οι οποίες καθίστανται δυνατές μέσω αποτελεσματικού και θεμιτού ανταγωνισμού, αποδοτικών επενδύσεων και ανοικτής καινοτομίας, αποτελεσματικής χρήσης του ραδιοφάσματος, κοινών κανόνων και προβλέψιμων κανονιστικών προσεγγίσεων στην εσωτερική αγορά και απαραίτητων ειδικών τομεακών κανόνων για τη διασφάλιση των συμφερόντων των πολιτών, ιδίως της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής πολυμορφίας. Για τα κράτη μέλη, τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και λοιπές αρμόδιες αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη, αυτός ο στόχος συνδεσιμότητας αντιστοιχεί, αφενός, στην επιδίωξη δικτύων και υπηρεσιών της υψηλότερης χωρητικότητας που είναι οικονομικά βιώσιμη σε δεδομένη περιοχή, και, αφετέρου, στην επιδίωξη της εδαφικής συνοχής, με την έννοια της σύγκλισης ως προς τη διαθέσιμη χωρητικότητα σε διάφορους τομείς.

Τροπολογία    8

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 25

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(25)  Θα πρέπει να ενθαρρύνονται οι αποτελεσματικές επενδύσεις σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό, ώστε να προωθηθούν η οικονομική μεγέθυνση, η καινοτομία και οι δυνατότητες επιλογής του καταναλωτή.

(25)  Θα πρέπει να ενθαρρύνονται οι αποτελεσματικές επενδύσεις σε συνδυασμό με τον βιώσιμο ανταγωνισμό, ώστε να προωθηθούν η οικονομική μεγέθυνση, η καινοτομία και οι δυνατότητες επιλογής του καταναλωτή, προκειμένου να διασφαλιστεί η δυνατότητα πρόσβασης των καταναλωτών σε υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και σε προσιτές τιμές.

Αιτιολόγηση

Η προσθήκη του όρου «βιώσιμος» είναι αναγκαία, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί συνέπεια με την τροπολογία στην αιτιολογική σκέψη 23. Επιπλέον, η άλλη προσθήκη είναι αιτιολογημένη διότι ένας από τους βασικούς σκοπούς της πρότασης είναι η βελτίωση της πρόσβασης των καταναλωτών σε καθολικές υπηρεσίες και, συνεπώς, η αλλαγή αυτή είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της εσωτερικής λογικής του κειμένου.

Τροπολογία     9

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 101

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(101)  Το ραδιοφάσμα αποτελεί σπάνιο δημόσιο πόρο με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Είναι βασικό στοιχείο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ραδιοεπικοινωνιακής βάσης και, στο μέτρο που σχετίζεται με τα εν λόγω δίκτυα και υπηρεσίες, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να το κατανέμουν και να το παραχωρούν με αποδοτικό τρόπο, σύμφωνα με εναρμονισμένους στόχους και αρχές που διέπουν τη δράση τους και βάσει αντικειμενικών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοκρατικά, κοινωνικά, γλωσσικά και πολιτισμικά συμφέροντα που συνδέονται με τη χρήση των συχνοτήτων. Η απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική ραδιοφάσματος στην Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος)33, δημιουργεί ένα πλαίσιο για την εναρμόνιση του ραδιο φάσματος.

(101)  Το ραδιοφάσμα αποτελεί σπάνιο δημόσιο πόρο με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Το ραδιοφάσμα υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνιακών, πολιτιστικών, κοινωνικών και οικονομικών στόχων, για τους σκοπούς της πρόσβασης του κοινού στην πληροφόρηση, του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης. Είναι βασικό στοιχείο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ραδιοεπικοινωνιακής βάσης και, στο μέτρο που σχετίζεται με τα εν λόγω δίκτυα και υπηρεσίες, οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να το κατανέμουν και να το παραχωρούν με αποδοτικό τρόπο, σύμφωνα με εναρμονισμένους στόχους και αρχές που διέπουν τη δράση τους και βάσει αντικειμενικών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοκρατικά, κοινωνικά, γλωσσικά και πολιτισμικά συμφέροντα που συνδέονται με τα εθνικά και περιφερειακά χαρακτηριστικά της χρήσης των συχνοτήτων. Η απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική ραδιοφάσματος στην Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος)33, δημιουργεί ένα πλαίσιο για την εναρμόνιση του ραδιοφάσματος.

_________________

_________________

33 Απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002).

33 Απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002).

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή είναι αναγκαία για την ευθυγράμμιση του κειμένου με τα υπόλοιπα άρθρα. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     10

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 102

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(102)  Οι δραστηριότητες της πολιτικής ραδιοφάσματος στην Ένωση δεν θα πρέπει να θίγουν τα μέτρα που λαμβάνονται σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και επιδιώκουν στόχους γενικού συμφέροντος, ιδίως όσον αφορά τη ρύθμιση περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα και στα μέσα επικοινωνίας, καθώς και το δικαίωμα των κρατών μελών να οργανώνουν και να χρησιμοποιούν το ραδιοφάσμα τους για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και την άμυνα. Δεδομένου ότι η χρήση ραδιοφάσματος για στρατιωτικούς και άλλους σκοπούς εθνικής δημόσιας ασφάλειας έχει αντίκτυπο στη διαθεσιμότητα ραδιοφάσματος για την εσωτερική αγορά, στην πολιτική ραδιοφάσματος θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι τομείς και οι πτυχές των ενωσιακών πολιτικών και να εξισορροπούνται οι αντίστοιχες ανάγκες τους, με σεβασμό, παράλληλα, στα δικαιώματα των κρατών μελών.

(102)  Οι δραστηριότητες της πολιτικής ραδιοφάσματος στην Ένωση δεν θα πρέπει να θίγουν τα μέτρα που λαμβάνονται σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και επιδιώκουν στόχους γενικού συμφέροντος, ιδίως όσον αφορά τη ρύθμιση περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα και στα μέσα επικοινωνίας, καθώς και το δικαίωμα των κρατών μελών να οργανώνουν και να χρησιμοποιούν το ραδιοφάσμα τους για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και την άμυνα. Δεδομένου ότι η χρήση ραδιοφάσματος για στρατιωτικούς και άλλους σκοπούς εθνικής δημόσιας ασφάλειας έχει αντίκτυπο στη διαθεσιμότητα ραδιοφάσματος για την εσωτερική αγορά, στην πολιτική ραδιοφάσματος θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι τομείς και οι πτυχές των ενωσιακών πολιτικών και να εξισορροπούνται οι αντίστοιχες ανάγκες τους, με σεβασμό, παράλληλα, στα δικαιώματα των κρατών μελών και στις αρμοδιότητες στον τομέα αυτό, καθώς και στις πολιτικές των κρατών μελών στους τομείς του πολιτισμού, των οπτικοακουστικών υπηρεσιών και των μέσων ενημέρωσης.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή είναι αναγκαία για την ευθυγράμμιση του κειμένου με τα υπόλοιπα άρθρα.

Τροπολογία     11

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 144

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(144)  Στον τομέα της ψηφιακής τηλεόρασης, οι κανόνες του ανταγωνισμού ενδέχεται να μην επαρκούν, αφεαυτοί, για την εξασφάλιση της πολιτιστικής πολυμορφίας και του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση των υποχρεώσεων παροχής πρόσβασης υπό δίκαιους και εύλογους όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είτε από ένα κράτος μέλος για την εθνική αγορά του είτε από την Επιτροπή για την Ένωση , ιδίως τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι αιτιολογημένη η επέκταση των υποχρεώσεων σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG) και διεπαφές προγράμματος εφαρμογών (API), στο μέτρο που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε συγκεκριμένες ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν τις ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών στις οποίες πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με τα νομοθετικά, κανονιστικά ή διοικητικά μέσα που κρίνουν αναγκαία.

(144)  Στον τομέα της ψηφιακής τηλεόρασης, οι κανόνες του ανταγωνισμού ενδέχεται να μην επαρκούν, αφεαυτοί, για την εξασφάλιση της πολιτιστικής πολυμορφίας και του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση των υποχρεώσεων παροχής πρόσβασης υπό δίκαιους και εύλογους όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είτε από ένα κράτος μέλος για την εθνική αγορά του είτε από την Επιτροπή για την Ένωση , ιδίως τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι αιτιολογημένη η επέκταση των υποχρεώσεων σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG) και διεπαφές προγράμματος εφαρμογών (API), στο μέτρο που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα πρόσβασης των τελικών χρηστών σε συγκεκριμένες ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν τις ψηφιακές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών στις οποίες πρέπει να εξασφαλίζεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με τα νομοθετικά, κανονιστικά ή διοικητικά μέσα που κρίνουν αναγκαία. Η έννοια του ηλεκτρονικού οδηγού προγραμμάτων πρέπει να οριστεί με τρόπο δυναμικό που θα την κατοχυρώνει για το μέλλον, τόσο σε σχέση με τις εμφανιζόμενες ευκολίες πλοήγησης και απαρίθμησης σε πλατφόρμες όσο και από την άποψη των εξελίξεων στις υπηρεσίες που παρέχονται στο πλαίσιο της συνδεδεμένης τηλεόρασης.

Αιτιολόγηση

Η έννοια του ηλεκτρονικού οδηγού προγραμμάτων πρέπει να διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να κατοχυρωθεί για το μέλλον. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     12

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 196

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(196)  Θεμελιώδης απαίτηση της καθολικής υπηρεσίας είναι να διασφαλίζει ότι όλοι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση, σε προσιτή τιμή, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, τουλάχιστον σε σταθερή θέση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών που δεν παρέχονται σε σταθερή θέση, αλλά σε πολίτες εν κινήσει, όταν το κρίνουν αναγκαίο για να εξασφαλίζεται η πλήρης κοινωνική και οικονομική τους συμμετοχή στην κοινωνία. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχεται η σύνδεση, έτσι ώστε να επιτρέπεται εξίσου η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ως προς την κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης που θα φέρουν μέρος ή όλες τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

(196)  Θεμελιώδης απαίτηση της καθολικής υπηρεσίας είναι να διασφαλίζει ότι όλοι οι τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση, σε προσιτή τιμή, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών που δεν παρέχονται σε σταθερή θέση, αλλά σε πολίτες εν κινήσει, δεδομένου ότι αυτό είναι αναγκαίο για να εξασφαλίζεται η πλήρης κοινωνική και οικονομική τους συμμετοχή στην κοινωνία. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στα τεχνικά μέσα με τα οποία παρέχεται η σύνδεση, έτσι ώστε να επιτρέπεται εξίσου η χρήση ενσύρματων ή ασύρματων τεχνολογιών. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ως προς την κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης που θα φέρουν μέρος ή όλες τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

Τροπολογία     13

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 201

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(201)  Δεν θα πρέπει να είναι πλέον δυνατή η άρνηση χορήγησης πρόσβασης σε τελικούς χρήστες στην ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών συνδεσιμότητας. Το δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση θα πρέπει να σημαίνει ότι οι τελικοί χρήστες που ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με άρνηση, ιδίως εκείνοι με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση για την παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση με οποιαδήποτε επιχείρηση παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσίες στη θέση αυτή. Προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι οικονομικοί κίνδυνοι, όπως η μη εξόφληση λογαριασμών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι ελεύθερες να παρέχουν τη σύμβαση με όρους προπληρωμής, βάσει οικονομικά προσιτών επιμέρους προπληρωμένων μονάδων.

(201)  Δεν θα πρέπει να είναι πλέον δυνατή η άρνηση χορήγησης πρόσβασης σε τελικούς χρήστες στην ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών συνδεσιμότητας. Το δικαίωμα σύναψης σύμβασης με επιχείρηση θα πρέπει να σημαίνει ότι οι τελικοί χρήστες που ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με άρνηση, ιδίως εκείνοι με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση για την παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης με οποιαδήποτε επιχείρηση παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσίες στη θέση αυτή. Προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι οικονομικοί κίνδυνοι, όπως η μη εξόφληση λογαριασμών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι ελεύθερες να παρέχουν τη σύμβαση με όρους προπληρωμής, βάσει οικονομικά προσιτών επιμέρους προπληρωμένων μονάδων.

Τροπολογία     14

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 206

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(206)  Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας αγοράς οικονομικά προσιτών προϊόντων και υπηρεσιών με διευκολύνσεις για τους τελικούς χρήστες με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού με υποστηρικτικές τεχνολογίες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα, ή με καθιέρωση προϋποθέσεων σύμφωνα με την οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες38. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κατάλληλα μέτρα ανάλογα με τις εθνικές περιστάσεις, το οποίο παρέχει ευελιξία στα κράτη μέλη να λαμβάνουν ειδικά μέτρα, για παράδειγμα, αν η αγορά δεν παράγει οικονομικά προσιτά προϊόντα και υπηρεσίες που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για τελικούς χρήστες με αναπηρίες υπό τις συνήθεις οικονομικές συνθήκες.

(206)  Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας αγοράς οικονομικά προσιτών και προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών με διευκολύνσεις για τους τελικούς χρήστες με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένων, όταν είναι αναγκαίο, υποστηρικτικών τεχνολογιών που είναι διαλειτουργικές με τον εξοπλισμό και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα, ή με καθιέρωση προϋποθέσεων σύμφωνα με την οδηγία xxx/ΕΕΕΕ/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες38. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κατάλληλα μέτρα ανάλογα με τις εθνικές περιστάσεις, το οποίο παρέχει ευελιξία στα κράτη μέλη να λαμβάνουν ειδικά μέτρα, για παράδειγμα, αν η αγορά δεν παράγει οικονομικά προσιτά και προσβάσιμα προϊόντα και υπηρεσίες που να ενσωματώνουν διευκολύνσεις για τελικούς χρήστες με αναπηρία υπό τις συνήθεις οικονομικές συνθήκες.

_________________

_________________

38 ΕΕ C […], […], σ. […].

38 ΕΕ C […], […], σ. […].

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία αυτή είναι απαραίτητη για να ευθυγραμμιστεί περαιτέρω το κείμενο με τις υπόλοιπες τροπολογίες και συγκεκριμένα για να διευκρινιστεί η διαφορά μεταξύ προσβάσιμων βασικών προϊόντων και υποστηρικτικών τεχνολογιών (π.χ. ειδικές συσκευές για τυφλούς και κωφούς).

Τροπολογία     15

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 211

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(211)  Θα πρέπει να εκτιμάται το κόστος διασφάλισης της διαθεσιμότητας σύνδεσης ικανής να παρέχει υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και σε προσιτή τιμή στο πλαίσιο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, ιδίως με αξιολόγηση της αναμενόμενης οικονομικής επιβάρυνσης για επιχειρήσεις και χρήστες στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(211)  Θα πρέπει να εκτιμάται το κόστος διασφάλισης της διαθεσιμότητας σύνδεσης ικανής να παρέχει υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης και σε προσιτή τιμή στο πλαίσιο των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας, ιδίως με αξιολόγηση της αναμενόμενης οικονομικής επιβάρυνσης για επιχειρήσεις και χρήστες στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τροπολογία     16

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 213

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(213)  Εφόσον μια επιχείρηση που έχει οριστεί να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ή φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση , όπως ορίζεται στο άρθρο 81 της παρούσας οδηγίας , επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικό τμήμα, υπό το φως της υποχρέωσής της όσον αφορά την καθολική υπηρεσία, ή όλα τα περιουσιακά της στοιχεία που αφορούν την τοπική πρόσβαση σε δίκτυο στην εθνική επικράτεια σε μια χωριστή νομική οντότητα βάσει διαφορετικής τελικής ιδιοκτησίας, η εθνική κανονιστική αρχή θα πρέπει να αξιολογήσει τις συνέπειες της συναλλαγής προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια ή σε μέρος της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική κανονιστική αρχή η οποία επέβαλε τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ενημερωθεί από την επιχείρηση εκ των προτέρων όσον αφορά αυτή τη διάθεση. Η αξιολόγηση της εθνικής κανονιστικής αρχής δεν θα πρέπει να προδικάσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

(213)  Εφόσον μια επιχείρηση που έχει οριστεί να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο ή φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 81 της παρούσας οδηγίας, επιλέγει να διαθέσει ένα σημαντικό τμήμα, υπό το φως της υποχρέωσής της όσον αφορά την καθολική υπηρεσία, ή όλα τα περιουσιακά της στοιχεία που αφορούν την τοπική πρόσβαση σε δίκτυο στην εθνική επικράτεια σε μια χωριστή νομική οντότητα βάσει διαφορετικής τελικής ιδιοκτησίας, η εθνική κανονιστική αρχή θα πρέπει να αξιολογήσει τις συνέπειες της συναλλαγής προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια ή σε μέρος της. Για τον σκοπό αυτό, η εθνική κανονιστική αρχή η οποία επέβαλε τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας θα πρέπει να ενημερωθεί από την επιχείρηση εκ των προτέρων όσον αφορά αυτή τη διάθεση. Η αξιολόγηση της εθνικής κανονιστικής αρχής δεν θα πρέπει να προδικάσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

Τροπολογία     17

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 214

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(214)  Για να εξασφαλίζεται σταθερότητα και να στηρίζεται η σταδιακή μετάβαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών υπηρεσιών στην επικράτειά τους, εκτός από τις υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των οικείων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας βάσει της οδηγίας 2002/22/ΕΚ κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι υπηρεσίες ή οι συγκρίσιμες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Αν επιτραπεί η συνέχιση της παροχής δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με το καθεστώς καθολικής υπηρεσίας, για όσο διάστημα αποδεικνύεται ακόμη η σχετική ανάγκη, θα παρασχεθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι ποικίλες εθνικές περιστάσεις. Ωστόσο, η χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται μέσω δημόσιων πόρων, όπως για τις λοιπές υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

(214)  Για να εξασφαλίζεται σταθερότητα και να στηρίζεται η σταδιακή μετάβαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών υπηρεσιών στην επικράτειά τους, εκτός από τις υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των οικείων υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας βάσει της οδηγίας 2002/22/ΕΚ κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι υπηρεσίες ή οι συγκρίσιμες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες υπό τις συνήθεις εμπορικές συνθήκες. Αν επιτραπεί η συνέχιση της παροχής δημόσιων τηλεφωνικών θαλάμων, καταλόγων και υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου σύμφωνα με το καθεστώς καθολικής υπηρεσίας, για όσο διάστημα αποδεικνύεται ακόμη η σχετική ανάγκη, θα παρασχεθεί στα κράτη μέλη η απαραίτητη ευελιξία προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι ποικίλες εθνικές περιστάσεις. Ωστόσο, η χρηματοδότηση των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται μέσω δημόσιων πόρων, όπως για τις λοιπές υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

Τροπολογία     18

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 254

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ .

(254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη και επί ίσοις όροις πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές και προσβάσιμες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ .

Αιτιολόγηση

Οι τροπολογίες αυτές είναι αναγκαίες για την περαιτέρω ευθυγράμμιση του κειμένου με τις υπόλοιπες τροπολογίες. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    19

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 265

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(265)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν εγγύησης διαλειτουργικότητας για το σύνολο του εξοπλισμού ψηφιακής τηλεοπτικής λήψης που πωλείται στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ελάχιστα εναρμονισμένα πρότυπα σε σχέση με τον εν λόγω εξοπλισμό. Τα πρότυπα αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται κατά καιρούς, ανάλογα με την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στην αγορά.

(265)  Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να μπορούν να απολαύουν εγγύησης διαλειτουργικότητας για το σύνολο του εξοπλισμού ψηφιακής ραδιοφωνικής και τηλεοπτικής λήψης που πωλείται στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ελάχιστα εναρμονισμένα πρότυπα σε σχέση με τον εν λόγω εξοπλισμό. Τα πρότυπα αυτά μπορούν να αναπροσαρμόζονται κατά καιρούς, ανάλογα με την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στην αγορά.

Αιτιολόγηση

Η προσθήκη του όρου «ραδιοτηλεοπτικός» είναι αιτιολογημένη, διότι ένας από τους βασικούς σκοπούς της πρότασης είναι η βελτίωση της πρόσβασης των καταναλωτών σε καθολικές υπηρεσίες, καθώς και η διαλειτουργικότητα του σχετικού εξοπλισμού – και ως προς τα δύο αυτά στοιχεία το ραδιόφωνο θα πρέπει να θεωρείται εξίσου σημαντικό με την ψηφιακή τηλεόραση. Συνεπώς, η αλλαγή αυτή είναι αναγκαία ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     20

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 269

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(269)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αναλογικές υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, για την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής· οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει όμως να επιβάλλονται μόνον όπου είναι απαραίτητο για την κάλυψη στόχων δημόσιου συμφέροντος, σαφώς καθορισμένων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ενώ θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» είναι δυνατό να εφαρμόζονται σε ειδικευμένους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους ευρυεκπομπής και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσφέρονται από ειδικευμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι εύλογες, δηλαδή θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς, βάσει σαφώς καθορισμένων στόχων δημοσίου συμφέροντος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αντικειμενική αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» που επιβάλλουν με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και σαφώς ορισμένες. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στις υποδομές. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε περιοδική αναθεώρηση τουλάχιστον ανά πέντε έτη, προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά και να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν, ανάλογα με την περίπτωση, να συνεπάγονται την πρόβλεψη ανάλογης αποζημίωσης.

(269)  Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αναλογικές υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, για την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής· οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει όμως να επιβάλλονται μόνον όπου είναι απαραίτητο για την κάλυψη στόχων δημόσιου συμφέροντος, σαφώς καθορισμένων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ενώ θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» είναι δυνατό να εφαρμόζονται σε ειδικευμένους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς διαύλους ευρυεκπομπής και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προσφέρονται από ειδικευμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να είναι εύλογες, δηλαδή θα πρέπει να είναι αναλογικές και διαφανείς, βάσει σαφώς καθορισμένων στόχων δημοσίου συμφέροντος, όπως π.χ. η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και η πολιτιστική πολυμορφία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αντικειμενική αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» που επιβάλλουν με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και σαφώς ορισμένες. Οι υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε περιοδική αναθεώρηση τουλάχιστον ανά πέντε έτη, προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά και να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν, ανάλογα με την περίπτωση, να συνεπάγονται την πρόβλεψη ανάλογης αποζημίωσης.

Αιτιολόγηση

Η νομιμότητα των κανόνων μεταφοράς σήματος δεν πρέπει να περιορίζεται με κριτήριο το κατά πόσον μπορούν να συμβάλουν στην υλοποίηση επενδύσεων σε υποδομές. Οι στόχοι δεν είναι αποκλειστικά οικονομικής φύσεως, αλλά και κοινωνικού, πολιτισμικού και πολιτικού χαρακτήρα. Συμβάλλουν στη διασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων, της πολιτιστικής πολυμορφίας και της δημοκρατικής συμμετοχής. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     21

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 270

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(270)  Τα δίκτυα που χρησιμοποιούνται για τη διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, περιλαμβάνουν την καλωδιακή τηλεόραση, την τηλεόραση μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου, τα δορυφορικά και τα επίγεια δίκτυα εκπομπών. Ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνουν άλλα δίκτυα στο μέτρο που ένας σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών χρησιμοποιεί τα δίκτυα αυτά ως το κύριο μέσο λήψης των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» μπορούν να περιλαμβάνουν και τη μετάδοση υπηρεσιών ειδικά σχεδιασμένων για να διευκολύνουν την πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία. Συνακολούθως, οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σχεδιασμένες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας από τελικούς χρήστες με αναπηρία, όπως υπηρεσίες τηλεεικονογραφίας, υποτιτλισμού, ακουστικής περιγραφής και νοηματικής γλώσσας. Λόγω της αυξανόμενης παροχής και λήψης υπηρεσιών συνδεδεμένης τηλεόρασης και της συνεχιζόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος για τις επιλογές των χρηστών, η μετάδοση σχετικών με το πρόγραμμα δεδομένων που υποστηρίζουν τις εν λόγω λειτουργίες μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σε υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος».

(270)  Τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διανομή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, περιλαμβάνουν την καλωδιακή τηλεόραση, την τηλεόραση μέσω πρωτοκόλλου διαδικτύου, τα δορυφορικά και τα επίγεια δίκτυα εκπομπών. Ενδέχεται επίσης να περιλαμβάνουν άλλα δίκτυα και υπηρεσίες στο μέτρο που ένας σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών χρησιμοποιεί τα δίκτυα αυτά για τη λήψη ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών εκπομπών. Οι υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» μπορούν να περιλαμβάνουν και τη μετάδοση υπηρεσιών ειδικά σχεδιασμένων για να διευκολύνουν την πρόσβαση των χρηστών με αναπηρία. Συνακολούθως, οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σχεδιασμένες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας από τελικούς χρήστες με αναπηρία, όπως υπηρεσίες τηλεεικονογραφίας, υποτιτλισμού, ακουστικής περιγραφής και νοηματικής γλώσσας. Λόγω της αυξανόμενης παροχής και λήψης υπηρεσιών συνδεδεμένης τηλεόρασης και της συνεχιζόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος και άλλων ευκολιών πλοήγησης για τις επιλογές των χρηστών, η μετάδοση σχετικών με το πρόγραμμα δεδομένων που υποστηρίζουν τις εν λόγω λειτουργίες μπορούν να συμπεριλαμβάνονται σε υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος».

Αιτιολόγηση

Με τις τροποποιήσεις, θα πρέπει να κατοχυρωθεί η διατύπωση για το μέλλον. Η πρόσβαση των χρηστών δεν γίνεται πλέον μόνο μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και μέσω υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Επίσης, τα δίκτυα επικοινωνιών δεν χρησιμοποιούνται πλέον ως κύριο μέσο λήψης. Η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     22

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(2)  «δίκτυο πολύ υψηλής χωρητικότητας», το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είτε αποτελείται εξ ολοκλήρου από στοιχεία οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης είτε είναι ικανό να σημειώνει, υπό τις συνήθεις συνθήκες ωρών αιχμής, παρόμοιες επιδόσεις δικτύου όσον αφορά το διαθέσιμο ζωνικό εύρος ανερχόμενης και κατερχόμενης ζεύξης, την ανθεκτικότητα, τις σχετικές με τα σφάλματα παραμέτρους, καθώς και τον χρόνο αναμονής και τη διακύμανσή του. Οι επιδόσεις δικτύου είναι δυνατό να θεωρούνται παρόμοιες ανεξαρτήτως του κατά πόσον η εμπειρία του τελικού χρήστη ποικίλλει εξαιτίας των εγγενώς διαφορετικών χαρακτηριστικών του μέσου διά του οποίου το δίκτυο συνδέεται τελικά με το σημείο τερματισμού δικτύου.

(2)  «δίκτυο πολύ υψηλής χωρητικότητας», το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αποτελείται εξ ολοκλήρου από στοιχεία οπτικών ινών τουλάχιστον μέχρι το σημείο διανομής στην τοποθεσία εξυπηρέτησης μέσω οπτικών ινών μέχρι την κατοικία ή δικτύου άλλου τύπου που είναι ικανό να σημειώνει, υπό τις συνήθεις συνθήκες ωρών αιχμής, παρόμοιες επιδόσεις δικτύου όσον αφορά το διαθέσιμο ζωνικό εύρος ανερχόμενης και κατερχόμενης ζεύξης, την ανθεκτικότητα, τις σχετικές με τα σφάλματα παραμέτρους, καθώς και τον χρόνο αναμονής και τη διακύμανσή του. Οι επιδόσεις δικτύου θα αξιολογούνται αποκλειστικά επί τη βάσει τεχνικών παραμέτρων.

Αιτιολόγηση

Η Επιτροπή πρότεινε να χρησιμοποιηθούν ρυθμιστικά κίνητρα για την ενθάρρυνση των επενδύσεων σε δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας που θα δημιουργηθούν έτσι ώστε η Ευρώπη να έχει τις καλύτερες δυνατές υποδομές επικοινωνιών. Ο πολιτιστικός και οπτικοακουστικός τομέα έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο ως προς τη διαδικασία ψηφιοποίησης. Θα επωφεληθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις εν λόγω υψηλής ταχύτητας οπτικές ίνες μέχρι την κατοικία και τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας 5G ή από οιοδήποτε άλλο δίκτυο μπορεί να προσφέρει τα ίδια ή καλύτερα αποτελέσματα.

Τροπολογία     23

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, κατά την άσκηση των κανονιστικών καθηκόντων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία , οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο που είναι αναγκαίο και αναλογικό για την επίτευξη των στόχων των παραγράφων 2. Τα κράτη μέλη και ο BEREC συμβάλλουν επίσης στην επίτευξη αυτών των στόχων.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, κατά την άσκηση των κανονιστικών καθηκόντων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία , οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο που είναι αναγκαίο και αναλογικό για την επίτευξη των στόχων των παραγράφων 2. Τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και ο BEREC συμβάλλουν επίσης στην επίτευξη αυτών των στόχων.

Αιτιολόγηση

Το άρθρο αυτό είναι σημαντικό γιατί καθορίζει τους βασικούς στόχους στους οποίους θα πρέπει να αποσκοπεί κάθε δημόσια δράση σε αυτόν τον τομέα. Στο πλαίσιο αυτό, όλοι οι δημόσιοι θεσμοί διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Τροπολογία    24

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης.

Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης.

Αιτιολόγηση

Η δέουσα διασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων και της πολιτιστικής ποικιλομορφίας θα πρέπει να αποτελεί έναν από τους βασικούς σκοπούς της παρούσας αναδιατύπωσης. Επομένως, η φράση «μπορούν να» θα πρέπει να διαγραφεί ώστε να εξασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     25

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές, καθώς και ο BEREC:

2.  Οι εθνικές ρυθμιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές, καθώς και ο BEREC και η Επιτροπή, κατά την εκτέλεση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας, επιδιώκουν κάθε έναν από τους γενικούς στόχους που αναφέρονται παρακάτω. Η αρίθμηση του καταλόγου με τη σειρά από το α) έως το δ) δεν συνιστά ιεράρχηση των γενικών στόχων:

Αιτιολόγηση

Οι ρυθμιστικοί στόχοι είναι εξίσου σημαντικοί και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να τίθενται σε σειρά προτεραιότητας. Η Επιτροπή θα πρέπει να συμβάλλει ενεργά και να λογοδοτεί για την επίτευξη των στόχων του πλαισίου.

Τροπολογία     26

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 2 – στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς αίροντας τα εναπομένοντα εμπόδια και προωθώντας συνθήκες σύγκλισης για τις επενδύσεις και την παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση, διαμορφώνοντας κοινούς κανόνες και προβλέψιμες ρυθμιστικές προσεγγίσεις, ευνοώντας την αποτελεσματική, αποδοτική και συντονισμένη χρήση του ραδιοφάσματος, την ανοικτή καινοτομία, τη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων, τη διαθεσιμότητα και διαλειτουργικότητα των πανευρωπαϊκών υπηρεσιών και τη διατερματική συνδεσιμότητα·

γ)  συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, ιδίως με την εξασφάλιση αποτελεσματικού και δίκαιου ανταγωνισμού, καθώς και της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, αίροντας τα εναπομένοντα εμπόδια και προωθώντας συνθήκες σύγκλισης για τις επενδύσεις και την παροχή δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών εγκαταστάσεων και υπηρεσιών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση, διαμορφώνοντας κοινούς κανόνες και προβλέψιμες ρυθμιστικές προσεγγίσεις, ευνοώντας την αποτελεσματική, αποδοτική και συντονισμένη χρήση του ραδιοφάσματος, την ανοικτή καινοτομία, τη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων, τη διαθεσιμότητα και διαλειτουργικότητα των πανευρωπαϊκών υπηρεσιών και τη διατερματική συνδεσιμότητα και την ισότιμη πρόσβαση για όλους τους τελικούς χρήστες·

Τροπολογία     27

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 3 – στοιχείο ε

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ε)  του δέοντος συνυπολογισμού των ποικίλων συνθηκών όσον αφορά τις υποδομές, τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές που υφίστανται στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του ίδιου κράτους μέλους·

ε)  του δέοντος συνυπολογισμού των ποικίλων συνθηκών όσον αφορά τις υποδομές, καθώς και τον ανταγωνισμό στον τομέα των υπηρεσιών και των συνθηκών για τους τελικούς χρήστες που υφίστανται στις διάφορες γεωγραφικές ζώνες του ίδιου κράτους μέλους·

Τροπολογία     28

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 4 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

4α.  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν το ισχύον δίκαιο της ΕΕ και τα μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο για την κατανομή του ραδιοφάσματος ως πολύτιμου δημόσιου αγαθού το οποίο αποσκοπεί στην επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος για την οργάνωση και τη χρήση του ραδιοφάσματος για τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια και την άμυνα και την προώθηση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας και της πολυμορφίας των μέσων ενημέρωσης.

Τροπολογία     29

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – περίπτωση 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

–  την αντιμετώπιση ζητημάτων που σχετίζονται με την ανοικτή πρόσβαση στο διαδίκτυο·

–  την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τους κανόνες που σχετίζονται με την ανοικτή πρόσβαση στο διαδίκτυο·

Τροπολογία    30

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 26 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Σε περίπτωση διαφοράς που προκύπτει σε σχέση με υφιστάμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, ή μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών και άλλων επιχειρήσεων στο κράτος μέλος που επωφελούνται από τις υποχρεώσεις πρόσβασης και/ή διασύνδεσης ή μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε κράτος μέλος και παρόχων συναφών εγκαταστάσεων , η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό, και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το οικείο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.

1.  Σε περίπτωση διαφοράς που προκύπτει σε σχέση με υφιστάμενες υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, ή μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών και άλλων επιχειρήσεων στο κράτος μέλος που επωφελούνται από τις υποχρεώσεις πρόσβασης και/ή διασύνδεσης ή μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε κράτος μέλος και παρόχων συναφών εγκαταστάσεων, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό βάσει σαφών και αποτελεσματικών διαδικασιών και κατευθυντήριων γραμμών, και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το οικείο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.

Αιτιολόγηση

Σκοπός της αναδιατύπωσης είναι η απλοποίηση και επικαιροποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Η προτεινόμενη προσθήκη θα βοηθήσει στη αποσαφήνιση της διαδικασίας επίλυσης διαφορών και θα διασφαλίσει, συνεπώς, την εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    31

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 28 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές τους διασφαλίζουν ότι η χρήση του ραδιοφάσματος είναι οργανωμένη στην επικράτειά τους κατά τρόπο ώστε να μην εμποδίζεται κανένα άλλο κράτος μέλος, ιδίως λόγω επιβλαβών διασυνοριακών παρεμβολών μεταξύ κρατών μελών, να επιτρέπει στην επικράτειά του τη χρήση εναρμονισμένου ραδιοφάσματος σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία.

Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές τους διασφαλίζουν ότι η χρήση του ραδιοφάσματος είναι οργανωμένη στην επικράτειά τους κατά τρόπο ώστε να μην εμποδίζεται κανένα άλλο κράτος μέλος, ιδίως λόγω επιβλαβών διασυνοριακών παρεμβολών μεταξύ κρατών μελών, να επιτρέπει στην επικράτειά του τη χρήση ραδιοφάσματος σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία.

Αιτιολόγηση

Το ραδιοφάσμα χρησιμοποιείται για διάφορα είδη ασύρματων μεταδόσεων (ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινητές τηλεπικοινωνίες, Wi-Fi, ασύρματα μικρόφωνα), οι χρήσεις των οποίων δεν έχουν εναρμονιστεί στο σύνολό τους κατά την έννοια της προτεινόμενης οδηγίας. Για να διασφαλιστεί ότι όλες οι χρήσεις μπορούν να επωφεληθούν από την απαγόρευση της παρεμπόδισης των επιβλαβών διασυνοριακών παρεμβολών, αφαιρείται ο όρος «εναρμονισμένου».

Τροπολογία    32

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 28 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Προς τον σκοπό αυτό λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του διεθνούς δικαίου και των σχετικών διεθνών συμφωνιών, όπως βάσει των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU).

Προς τον σκοπό αυτό λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών αναγκών και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του διεθνούς δικαίου και των σχετικών διεθνών συμφωνιών, όπως βάσει των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU).

Αιτιολόγηση

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν σχετικά με την εναρμόνιση/τον συντονισμό του φάσματος, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές τους ανάγκες, όπως π.χ. οι απαιτήσεις φάσματος των υπηρεσιών μετάδοσης.

Τροπολογία    33

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 28 – παράγραφος 2 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους, μέσω της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, κατά τον διασυνοριακό συντονισμό της χρήσης ραδιοφάσματος προκειμένου:

2.  Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους, ιδίως μέσω της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος, κατά τον διασυνοριακό συντονισμό της χρήσης ραδιοφάσματος προκειμένου:

Τροπολογία    34

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 30 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  διαταγή να διακοπεί ή να καθυστερήσει η παροχή υπηρεσίας ή δέσμης υπηρεσιών η οποία, εάν συνεχιζόταν, θα κατέληγε σε σοβαρή στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενώ εκκρεμεί η συμμόρφωση με υποχρεώσεις πρόσβασης που έχουν επιβληθεί μετά από ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 65.

β)  διαταγή να διακοπεί ή να καθυστερήσει η παροχή υπηρεσίας ή δέσμης υπηρεσιών η οποία, εάν συνεχιζόταν, θα κατέληγε σε σοβαρή στρέβλωση του θεμιτού ανταγωνισμού, ενώ εκκρεμεί η συμμόρφωση με υποχρεώσεις πρόσβασης που έχουν επιβληθεί μετά από ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 65.

Αιτιολόγηση

Ο θεμιτός ανταγωνισμός αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για τη διασφάλιση της δέουσας προστασίας της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της πολιτιστικής πολυμορφίας. Συνεπώς, η παρούσα προσθήκη είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     35

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 32 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

καθιστά το σχέδιο μέτρου προσβάσιμο στην Επιτροπή, στον BEREC και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, ταυτοχρόνως, μαζί με την αιτιολόγηση στην οποία στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, τον BEREC και τις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο BEREC και η Επιτροπή μπορούν εντός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

καθιστά το σχέδιο μέτρου προσβάσιμο στην Επιτροπή, στον BEREC και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών μελών, ταυτοχρόνως, μαζί με την αιτιολόγηση στην οποία στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, τον BEREC και τις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ο BEREC και η Επιτροπή μπορούν εντός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

Τροπολογία     36

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 33 – παράγραφος 5 – στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  να λάβει απόφαση με την οποία η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή υποχρεούται να αποσύρει το σχέδιο μέτρου, σε περίπτωση που ο BEREC συμμερίζεται τις σοβαρές αμφιβολίες της Επιτροπής. Η απόφαση συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία η διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 6.

διαγράφεται

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία είναι αναγκαία για τη διασφάλιση του εσωτερικού ειρμού και της συνοχής του κειμένου. Θεωρούμε, πράγματι, καίριας σημασίας να εξακολουθήσουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ρυθμίζουν τις εθνικές αγορές και να μπορούν, ως εκ τούτου, να θεσπίζουν διορθωτικά μέτρα σχετικά με τη συμπεριφορά των εταιρειών που κατέχουν δεσπόζουσα θέση, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές εθνικές συνθήκες (τις οποίες η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει ως θεμελιώδους σημασίας, ιδίως όσον αφορά τους κανονισμούς για την πρόσβαση χονδρικής).

Τροπολογία     37

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 35 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος· και

β)  να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος, λαμβανομένων, ωστόσο, παράλληλα υπόψη του δημόσιου συμφέροντος και της κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής αξίας του φάσματος στο σύνολό του· και

Τροπολογία     38

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 35 – παράγραφος 4 – στοιχείο στ α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

στ α)  τις αρχές των υπηρεσιών και της τεχνολογικής ουδετερότητας και της αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος·

Αιτιολόγηση

Είναι σημαντικό να επισημανθεί η αρχή της ουδετερότητας και της αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος.

Τροπολογία     39

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 45 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1 – στοιχείο η α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

η α)  διασφαλίζοντας ότι κάθε αλλαγή πολιτικής που αφορά την αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπό του στο δημόσιο συμφέρον ως προς τις παρεμβολές και το κόστος·

Τροπολογία     40

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 45 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Σε περίπτωση εθνικής ή περιφερειακής έλλειψης ζήτησης της αγοράς για τη χρήση εναρμονισμένης ζώνης, και με την επιφύλαξη του μέτρου εναρμόνισης που εγκρίνεται δυνάμει της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν την εναλλακτική χρήση του συνόλου ή μέρους της εν λόγω ζώνης, συμπεριλαμβανομένης της υφιστάμενης χρήσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5, υπό την προϋπόθεση ότι:

Σε περίπτωση εθνικής ή περιφερειακής έλλειψης ζήτησης της αγοράς για τη χρήση εναρμονισμένης ζώνης, και με την επιφύλαξη του μέτρου εναρμόνισης που εγκρίνεται δυνάμει της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ και με την επιφύλαξη της απόφασης αριθ. 243/2012/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. .../2017/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν την εναλλακτική χρήση του συνόλου ή μέρους της εν λόγω ζώνης, συμπεριλαμβανομένης της υφιστάμενης χρήσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5, υπό την προϋπόθεση ότι:

 

_______________

 

Απόφαση αριθ. 243/2012/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με την καθιέρωση πολυετούς προγράμματος πολιτικής για το ραδιοφάσμα (ΕΕ L 81 της 21.3.2012, σ. 7).

 

Απόφαση αριθ. .../2017/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017, σχετικά με τη χρήση της ζώνης συχνοτήτων 470-790 MHz στην Ένωση (2017/0027(COD), δεν έχει δημοσιευτεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

Τροπολογία     41

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 46 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε ραδιοφάσματος·

α)  τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε ραδιοφάσματος και την υφιστάμενη και προγραμματισμένη χρήση των διαφόρων διαθέσιμων ζωνών ραδιοφάσματος·

Τροπολογία    42

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3, ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν καθοδήγηση και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση πρόσβασης και διασύνδεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι φορείς εκμετάλλευσης με περιορισμένη γεωγραφική εμβέλεια μπορούν να επωφελούνται από τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ενεργώντας με γνώμονα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3, ενθαρρύνουν και, κατά περίπτωση, εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, την κατάλληλη πρόσβαση και διασύνδεση, καθώς και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει οικονομική απόδοση, βιώσιμο ανταγωνισμό, πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, την ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, αποδοτική επένδυση και καινοτομία, και παρέχει το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρέχουν καθοδήγηση και δημοσιοποιούν τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την απόκτηση πρόσβασης και διασύνδεσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι φορείς εκμετάλλευσης με περιορισμένη γεωγραφική εμβέλεια μπορούν να επωφελούνται από τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις.

Αιτιολόγηση

Η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης πρέπει να συμπεριληφθεί ρητά στον κατάλογο των στόχων πολιτικής των οποίων την επίτευξη θα πρέπει να επιδιώκουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κατά την επιβολή υποχρεώσεων που συνδέονται με την πρόσβαση. Μια τέτοιου είδους αναφορά στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης είναι σύμφωνη με τη διάταξη του άρθρου 3 παράγραφος 1 και διασφαλίζει τη νομική συνοχή κατά την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κώδικα ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τα κράτη μέλη. Ένας από τους βασικούς σκοπούς της παρούσας αναδιατύπωσης είναι να διασφαλισθεί ότι η παρούσα οδηγία μπορεί να εγγυηθεί με δέοντα τρόπο την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Η προσθήκη είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    43

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2 – εισαγωγικό μέρος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να ληφθούν για τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 66, οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν:

Ειδικότερα, και με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορούν να ληφθούν για τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 66, οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να επιβάλλουν, μεταξύ άλλων:

Αιτιολόγηση

Σκοπός της αναδιατύπωσης είναι η επικαιροποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Με την παρούσα αλλαγή παρέχεται μεγαλύτερη ευελιξία στις εθνικές κανονιστικές αρχές ώστε να επιβάλλουν υποχρεώσεις κατά την έννοια του άρθρου 59 παράγραφος 1. Η προσθήκη είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    44

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 59 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις που παρέχουν ή διαθέτουν άδεια να παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών υποχρεώσεις σχετικά με τον μερισμό παθητικών ή ενεργητικών υποδομών, υποχρεώσεις για σύναψη συμφωνιών τοπικής πρόσβασης σε περιαγωγή, ή με την από κοινού ανάπτυξη υποδομών άμεσα αναγκαίων για την τοπική παροχή υπηρεσιών που στηρίζονται στη χρήση του ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, εφόσον αυτό δικαιολογείται λόγω του ότι,

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις που παρέχουν ή διαθέτουν άδεια να παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών υποχρεώσεις σχετικά με τον μερισμό παθητικών ή ενεργητικών υποδομών, υποχρεώσεις για σύναψη συμφωνιών τοπικής πρόσβασης σε περιαγωγή σε απομακρυσμένες περιοχές που δεν διαθέτουν δίκτυο, ή με την από κοινού ανάπτυξη υποδομών άμεσα αναγκαίων για την τοπική παροχή υπηρεσιών που στηρίζονται στη χρήση του ραδιοφάσματος, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, εφόσον αυτό δικαιολογείται λόγω του ότι,

Αιτιολόγηση

Στις επονομαζόμενες «λευκές περιοχές», όπου κανένας φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει πραγματοποιήσει επενδύσεις για τη δημιουργία δικτύου, η υποχρεωτική ανάπτυξη και ο μερισμός δικτύου είναι αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί βέλτιστη κάλυψη στους τελικούς χρήστες. Σε άλλες περιοχές όπου ένας ή περισσότεροι φορείς εκμετάλλευσης πραγματοποίησαν επενδύσεις για τη δημιουργία δικτύου, ο υποχρεωτικός μερισμός του δικτύου θα αποτελούσε σοβαρό εμπόδιο στην επιδίωξη της ανάπτυξης. Φορείς εκμετάλλευσης που αναπτύσσουν δίκτυα σε περιοχές όπου οι επενδύσεις είναι ελάχιστα προσοδοφόρες δεν θα πραγματοποιούσαν επιπλέον επενδύσεις εάν, κατόπιν των προσπαθειών τους, υποχρεώνονταν σε μερισμό του δικτύου τους.

Τροπολογία     45

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 60 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(4)  Οι προϋποθέσεις που ισχύουν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε σχέση με τον τρόπο παρουσίασης οδηγών ηλεκτρονικών προγραμμάτων και παρόμοιων ευκολιών απαρίθμησης και πλοήγησης.

(4)  Οι προϋποθέσεις που ισχύουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε σχέση με τον τρόπο παρουσίασης οδηγών ηλεκτρονικών προγραμμάτων και άλλων ευκολιών απαρίθμησης και πλοήγησης.

Αιτιολόγηση

Η διατύπωση σχετικά με τις ευκολίες απαρίθμησης και πλοήγησης πρέπει να κατοχυρωθεί για το μέλλον και να εξασφαλίζει τεχνολογική ουδετερότητα· επομένως, δεν πρέπει να συνδέεται αποκλειστικά με το παρόν άρθρο. Η έννοια του ηλεκτρονικού οδηγού προγραμμάτων πρέπει να διατυπωθεί με τρόπο ώστε να κατοχυρωθεί για το μέλλον. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία    46

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 62 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα της γεωγραφικής έρευνας που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 23 και 32 πριν ορίσουν αγορές διαφορετικές από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.

3.  Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους, μεταξύ άλλων, τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές περί ΣΙΑ, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα της γεωγραφικής έρευνας που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 23 και 32 πριν ορίσουν αγορές διαφορετικές από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.

Αιτιολόγηση

Σκοπός της αναδιατύπωσης είναι η επικαιροποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Με την αλλαγή αυτή παρέχεται μεγαλύτερη ευχέρεια στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες προκειμένου να καθορίσουν τις αγορές που πρέπει να υπάγονται σε κανόνες εκ των προτέρων ρύθμισης της πρόσβασης, διότι η απόφαση σχετικά με το αν μια οντότητα κατέχει σημαντική ισχύ στην αγορά εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο ορίζεται η αντίστοιχη αγορά. Συνεπώς, η παρούσα προσθήκη είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     47

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 70 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Μια εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης για την κάλυψη εύλογων αιτημάτων για πρόσβαση σε τεχνικά έργα και για χρήση τους, μεταξύ άλλων, ενδεικτικά, σε κτήρια ή εισόδους σε κτήρια, καλωδιώσεις κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων συρμάτων, κεραίες, πύργους και άλλες φέρουσες κατασκευές, στύλους, ιστούς, αγωγούς, σωληνώσεις, θαλάμους επιθεώρησης, φρεάτια και κυτία σύνδεσης, σε καταστάσεις όπου από την ανάλυση της αγοράς προκύπτει ότι η άρνηση πρόσβασης ή η πρόσβαση που παρέχεται με παράλογους όρους και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραινε τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και δεν θα ήταν προς το συμφέρον του τελικού χρήστη.

1.  Μια εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης για την κάλυψη εύλογων αιτημάτων για πρόσβαση σε τεχνικά έργα και για χρήση τους, μεταξύ άλλων, ενδεικτικά, σε κτήρια ή εισόδους σε κτήρια, κεραίες, πύργους και άλλες φέρουσες κατασκευές, στύλους, ιστούς, αγωγούς, σωληνώσεις, θαλάμους επιθεώρησης, φρεάτια και κυτία σύνδεσης, σε καταστάσεις όπου από την ανάλυση της αγοράς προκύπτει ότι η άρνηση πρόσβασης ή η πρόσβαση που παρέχεται με παράλογους όρους και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραινε τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και δεν θα ήταν προς το συμφέρον του τελικού χρήστη.

Τροπολογία     48

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 71 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Μόνον όταν η εθνική κανονιστική αρχή συμπεραίνει ότι οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 70 δεν θα είχαν ως αποτέλεσμα από μόνες τους την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 3 δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει, σε φορείς εκμετάλλευσης, υποχρεώσεις να ικανοποιούν εύλογες αιτήσεις για πρόσβαση ή χρήση ειδικών στοιχείων του δικτύου και συναφών ευκολιών, σε περιπτώσεις όπου, η εθνική κανονιστική αρχή κρίνει ότι, η άρνηση πρόσβασης ή οι παράλογοι όροι και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραιναν τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς, σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον των τελικών χρηστών.

Η εθνική κανονιστική αρχή δύναται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66, να επιβάλλει, σε φορείς εκμετάλλευσης, υποχρεώσεις να ικανοποιούν εύλογες αιτήσεις για πρόσβαση ή χρήση ειδικών στοιχείων του δικτύου και συναφών ευκολιών, σε περιπτώσεις όπου, η εθνική κανονιστική αρχή κρίνει ότι, η άρνηση πρόσβασης ή οι παράλογοι όροι και προϋποθέσεις με ανάλογο αποτέλεσμα θα δυσχέραιναν τη δημιουργία βιώσιμης ανταγωνιστικής αγοράς, σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον των τελικών χρηστών.

Τροπολογία     49

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 79 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες στην επικράτειά τους έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, λαμβανομένων υπόψη ειδικών εθνικών συνθηκών, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών στην ποιότητα που καθορίζεται στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, τουλάχιστον σε σταθερή θέση.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες στην επικράτειά τους έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, λαμβανομένων υπόψη ειδικών εθνικών συνθηκών, σε διαθέσιμες υπηρεσίες λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών στην ποιότητα που καθορίζεται στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, τόσο σε σταθερή θέση όσο και μέσω κινητής σύνδεσης.

Τροπολογία     50

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 80 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Τα κράτη μέλη δύνανται, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη σε τελικούς χρήστες με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής προσιτότητας των υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών τουλάχιστον σε σταθερή θέση.

4.  Τα κράτη μέλη δύνανται, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη σε τελικούς χρήστες με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής προσιτότητας των υπηρεσιών λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης.

Τροπολογία     51

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.  Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να επιβάλλουν υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δύνανται να ορίζουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει να εγγυώνται τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών προκειμένου να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή των λειτουργικών υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και/ή για να καλύπτουν διαφορετικά μέρη της εθνικής επικράτειας.

3.  Ειδικότερα, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να επιβάλλουν υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της διαθεσιμότητας, σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσία φωνητικών επικοινωνιών, δύνανται να ορίζουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες θα πρέπει να εγγυώνται τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών προκειμένου να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή των λειτουργικών υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης και/ή για να καλύπτουν διαφορετικά μέρη της εθνικής επικράτειας.

Τροπολογία     52

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.  Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις, σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, στις οποίες αναθέτουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό αποτελεσματικό, αντικειμενικό και διαφανή μηχανισμό ορισμού χωρίς διακρίσεις, μέσω του οποίου καμία επιχείρηση δεν αποκλείεται εκ των προτέρων από τον ορισμό. Οι εν λόγω μέθοδοι ορισμού εξασφαλίζουν ότι οι λειτουργικές υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση παρέχονται με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζεται το καθαρό κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 84.

4.  Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις, σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας, στις οποίες αναθέτουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα, σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών, χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό αποτελεσματικό, αντικειμενικό και διαφανή μηχανισμό ορισμού χωρίς διακρίσεις, μέσω του οποίου καμία επιχείρηση δεν αποκλείεται εκ των προτέρων από τον ορισμό. Οι εν λόγω μέθοδοι ορισμού εξασφαλίζουν ότι οι λειτουργικές υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση παρέχονται με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζεται το καθαρό κόστος της υποχρέωσης παροχής καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 84.

Τροπολογία     53

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 81 – παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.  Σε περίπτωση που επιχείρηση που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 προτίθεται να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των οικείων στοιχείων δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ώστε αυτή να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης, σε σταθερή θέση, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει, να τροποποιεί ή να αποσύρει ειδικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

5.  Σε περίπτωση που επιχείρηση που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 προτίθεται να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των οικείων στοιχείων δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ώστε αυτή να έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης, σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει, να τροποποιεί ή να αποσύρει ειδικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

Τροπολογία     54

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 82 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα ή την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών εκτός από τις υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, οι οποίες ίσχυαν πριν από την [ημερομηνία], αν η ανάγκη για αυτές τις υπηρεσίες αποδεικνύεται δεόντως λαμβανομένων υπόψη των εθνικών περιστάσεων. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, εφαρμόζεται το άρθρο 81. Η χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων συνάδει με το άρθρο 85.

Τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα ή την οικονομική προσιτότητα υπηρεσιών εκτός από τις υπηρεσίας λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, και υπηρεσίας φωνητικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση και μέσω κινητής σύνδεσης, οι οποίες ίσχυαν πριν από την [ημερομηνία], αν η ανάγκη για αυτές τις υπηρεσίες αποδεικνύεται δεόντως λαμβανομένων υπόψη των εθνικών περιστάσεων. Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν επιχειρήσεις σε μέρος ή στο σύνολο της εθνικής επικράτειας για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, εφαρμόζεται το άρθρο 81. Η χρηματοδότηση αυτών των υποχρεώσεων συνάδει με το άρθρο 85.

Τροπολογία    55

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 97 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές καθορίζουν, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC , τις προς μέτρηση παραμέτρους ποιότητας της υπηρεσίας και τις εφαρμοστέες μεθόδους μέτρησης, και το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο δημοσίευσης των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας. Ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιούνται οι παράμετροι, οι ορισμοί και οι μέθοδοι μέτρησης που περιέχονται στο παράρτημα IX.

2.  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές καθορίζουν, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του BEREC, τις προς μέτρηση παραμέτρους ποιότητας της υπηρεσίας και τις εφαρμοστέες μεθόδους μέτρησης, και το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο δημοσίευσης των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, έχουν πρόσβαση σε πλήρεις, συγκρίσιμες, αξιόπιστες και εύχρηστες πληροφορίες. Ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιούνται οι παράμετροι, οι ορισμοί και οι μέθοδοι μέτρησης που περιέχονται στο παράρτημα IX.

Τροπολογία    56

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 103 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Κατά τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή τις προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

διαγράφεται

Τροπολογία     57

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 105 – τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης

Διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης

Τροπολογία     58

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 105 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης, που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ψηφιακού τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης, που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική και η συνοχή του κειμένου. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος X, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα του ραδιοφωνικού εξοπλισμού ευρείας κατανάλωσης που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

Τροπολογία     59

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 1 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και συναφών συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας για την εξασφάλιση της δέουσας πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρία και υποστηρικτικά δεδομένα για συνδεδεμένες τηλεοπτικές υπηρεσίες και οδηγούς ηλεκτρονικού προγράμματος , σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση εκπομπών ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών καναλιών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών καναλιών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και συναφών συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας για την εξασφάλιση της δέουσας πρόσβασης τελικών χρηστών με αναπηρία και υποστηρικτικά δεδομένα για συνδεδεμένες τηλεοπτικές υπηρεσίες και οδηγούς ηλεκτρονικού προγράμματος, σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση εκπομπών ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών καναλιών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων αυτών τα χρησιμοποιεί για τη λήψη ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών καναλιών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνον όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς από κάθε κράτος μέλος, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

Αιτιολόγηση

Η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου. Η πρόσβαση των χρηστών δεν γίνεται πλέον μόνο μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αλλά και μέσω υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι χρήστες έχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο μέσα από πλήθος τερματικών συσκευών και υποδομών επικοινωνίας. Εν προκειμένω πρέπει να επιλεγεί μια επίκαιρη και κατοχυρωμένη για το μέλλον διατύπωση. Τα δίκτυα επικοινωνιών δεν χρησιμοποιούνται πλέον ως κύριο μέσο λήψης και η σχετική αναφορά πρέπει να απαλειφθεί.

Τροπολογία     60

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 106 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Ούτε η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ούτε το άρθρο 57 παράγραφος 2 προδικάζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών, να καθορίζουν τυχόν κατάλληλη αποζημίωση για τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν γίνεται διάκριση κατά την αντιμετώπιση επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Εφόσον προβλέπεται αμοιβή, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτή εφαρμόζεται με ανάλογο και διαφανή τρόπο.

2.  Ούτε η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ούτε το άρθρο 57 παράγραφος 2 προδικάζουν τη δυνατότητα των κρατών μελών, να καθορίζουν τυχόν κατάλληλη αποζημίωση, με νομικές διατάξεις, για τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι, σε παρόμοιες περιστάσεις, δεν γίνεται διάκριση κατά την αντιμετώπιση επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Εφόσον προβλέπεται αμοιβή, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτή εφαρμόζεται με ανάλογο και διαφανή τρόπο.

Αιτιολόγηση

Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου στους κανόνες για τη μεταφορά σήματος σε σχέση με τις αβεβαιότητες που αφορούν την αποζημίωση, αν αποφασίσουν ότι θα πρέπει να παρέχεται αποζημίωση. Συνεπώς, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη ούτως ώστε να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική του κειμένου.

Τροπολογία     61

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα II – μέρος 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  Πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG).

β)  Πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς οδηγούς προγραμμάτων (EPG), συμπεριλαμβανομένων δεδομένων για τις υπηρεσίες συνδεδεμένης τηλεόρασης και δεδομένων για την πρόσβαση σε αυτές.

Αιτιολόγηση

Η έννοια του ηλεκτρονικού οδηγού προγραμμάτων πρέπει να διατυπωθεί με τρόπο ώστε να κατοχυρωθεί για το μέλλον.

Τροπολογία     62

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα V – σημείο 11

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(11)  κλήσεις και εικονοκλήσεις (συνηθισμένης ποιότητας)

(11)  κλήσεις και εικονοκλήσεις (συνηθισμένης ποιότητας, κατάλληλης για χρήση της νοηματικής γλώσσας)

Τροπολογία     63

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα V – σημείο 11 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(11α)  ραδιοφωνικές υπηρεσίες

Αιτιολόγηση

Η τροπολογία είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η εσωτερική λογική και η συνοχή του κειμένου. Σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2, οι ραδιοφωνικές υπηρεσίες πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των υπηρεσιών τις οποίες θα πρέπει να είναι σε θέση να υποστηρίζει η υπηρεσία λειτουργικής πρόσβασης στο διαδίκτυο.

Τροπολογία    64

Πρόταση οδηγίας

Παράρτημα X – σημείο 2 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΛΗΨΗΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ

 

Κάθε εξοπλισμός ευρείας κατανάλωσης που επιτρέπει τη λήψη ραδιοφωνικών και/ή ηχητικών σημάτων ο οποίος διατίθεται στην Ένωση πρέπει να έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει ραδιοφωνικά σήματα με τεχνολογικά ουδέτερο τρόπο, με αναλογική και ψηφιακή μετάδοση και μέσω δικτύων πρωτοκόλλου διαδικτύου (IP).

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Τίτλος

Ευρωπαϊκός κώδικας ηλεκτρονικών επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

Έγγραφα αναφοράς

COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ITRE

24.10.2016

 

 

 

Γνωμοδότηση της

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

CULT

24.10.2016

Συντάκτης(τρια) γνωμοδότησης

Ημερομηνία ορισμού

Curzio Maltese

1.12.2016

Εξέταση στην επιτροπή

22.3.2017

 

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

4.5.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

24

0

4

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Isabella Adinolfi, Andrea Bocskor, Silvia Costa, Angel Dzhambazki, María Teresa Giménez Barbat, Petra Kammerevert, Svetoslav Hristov Malinov, Curzio Maltese, Luigi Morgano, John Procter, Michaela Šojdrová, Yana Toom, Helga Trüpel, Sabine Verheyen, Julie Ward, Bogdan Brunon Wenta, Bogdan Andrzej Zdrojewski, Milan Zver, Γιώργος Γραμματικάκης

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Norbert Erdős, Eider Gardiazabal Rubial, Sylvie Guillaume, Emma McClarkin, Marlene Mizzi, Liadh Ní Riada, Algirdas Saudargas, Remo Sernagiotto

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Florent Marcellesi

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

24

+

ALDE

María Teresa Giménez Barbat, Yana Toom

EFDD

Isabella Adinolfi

GUE/NGL

Curzio Maltese, Liadh Ní Riada

PPE

Andrea Bocskor, Norbert Erdős, Svetoslav Hristov Malinov, Algirdas Saudargas, Sabine Verheyen, Bogdan Brunon Wenta, Bogdan Andrzej Zdrojewski, Milan Zver, Michaela Šojdrová

S&D

Silvia Costa, Eider Gardiazabal Rubial, Γιώργος Γραμματικάκης, Sylvie Guillaume, Petra Kammerevert, Marlene Mizzi, Luigi Morgano, Julie Ward

Verts/ALE

Florent Marcellesi, Helga Trüpel

0

-

 

 

4

0

ECR

Angel Dzhambazki, Emma McClarkin, John Procter, Remo Sernagiotto

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (12.6.2017)

προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)
(COM(2016)0590 – C8‑0379/2016 – 2016/0288(COD))

Συντάκτης γνωμοδότησης: Morten Helveg Petersen

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η επιτυχής εφαρμογή ενός επικαιροποιημένου κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες στην ΕΕ πρέπει να περιλαμβάνει επίσης την εγγύηση της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας, της προστασίας των καταναλωτών, της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο εισηγητής συνιστά, ως εκ τούτου, την περαιτέρω τροποποίηση της πρότασης της Επιτροπής προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις σχέσεις και την αλληλεπίδραση με τις νέες προτάσεις κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Ο εισηγητής πιστεύει συγκεκριμένα ότι, παράλληλα με την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών, στόχος της οδηγίας θα πρέπει επίσης να είναι η εγγύηση κοινών ελάχιστων προτύπων για την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και την ιδιωτική ζωή των τελικών χρηστών. Συνεπώς, είναι ουσιώδες να συμπεριληφθούν όλα τα είδη υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, ακόμη και όταν ένας μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία, και να ληφθούν παράλληλα υπόψη οι μελλοντικές εξελίξεις και συνέργειες μεταξύ των υπηρεσιών.

Όσον αφορά τη θέση του Κοινοβουλίου που εγκρίθηκε με το ψήφισμά του της 14ης Μαρτίου 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις των μαζικών δεδομένων στα θεμελιώδη δικαιώματα: ιδιωτική ζωή, προστασία δεδομένων, μη διακριτική μεταχείριση, ασφάλεια και επιβολή του νόμου, ο εισηγητής επιμένει επίσης ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δικτύων και των υπηρεσιών, θα πρέπει να προωθηθεί η χρήση της πλήρους κρυπτογράφησης και, όταν είναι αναγκαίο, να καθίσταται υποχρεωτική, σύμφωνα με την αρχή της προστασίας των δεδομένων εκ σχεδιασμού. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να επιβάλλουν καμία υποχρέωση στους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογράφησης, στους παρόχους υπηρεσιών επικοινωνιών και σε όλους τους υπόλοιπους οργανισμούς (σε όλα τα επίπεδα της εφοδιαστικής αλυσίδας) που θα είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, όπως π.χ. το να επιτρέπουν ή να διευκολύνουν τυχόν μη εξουσιοδοτημένη κρυφή πρόσβαση. Αν και αυτή η νέα διάταξη αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών, έχει ουσιαστική σημασία να εξασφαλιστεί το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ο ιδιωτικός χαρακτήρας των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Ένα άλλο βασικό στοιχείο προκειμένου να ενισχυθούν η ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών και οι διασφαλίσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι τα νέα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στον BEREC για την εκπόνηση κατευθυντηρίων γραμμών σε αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα προκειμένου να εξασφαλιστεί συνεπής και συμβατή εφαρμογή. Επιπλέον, η ανεξαρτησία του BEREC βασίζεται επίσης στην εγγύηση ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα είναι νομικά διακριτές και λειτουργικά ανεξάρτητες από τη βιομηχανία και τα κρατικά όργανα στον βαθμό που ούτε θα ζητούν ούτε θα δέχονται εντολές από κανέναν, θα λειτουργούν με διαφάνεια και λογοδοσία, όπως προβλέπει η νομοθεσία, και θα διαθέτουν επαρκείς εξουσίες.

Ο εισηγητής εισάγει ειδική διατύπωση όσον αφορά πιθανούς περιορισμούς που επιβάλλουν τα κράτη μέλη για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας ώστε να διασφαλιστεί ότι, σύμφωνα με τον Χάρτη και τη συναφή νομολογία του ΔΕΕ, κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται σε αυτόν τον Χάρτη πρέπει να προβλέπεται από το νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων καλεί την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να λάβει υπόψη της τις ακόλουθες τροπολογίες:

Τροπολογία    1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3)  Στη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά, η Επιτροπή επισήμανε ότι η αναθεώρηση του πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες θα δώσει έμφαση σε μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε ευρυζωνικά δίκτυα υψηλής ταχύτητας, προσφέρουν πιο συνεκτική προσέγγιση της ενιαίας αγοράς όσον αφορά την πολιτική και τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για γνήσια ενιαία αγορά με την αντιμετώπιση του κατακερματισμού των κανονιστικών ρυθμίσεων, διασφαλίζουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς και συνεκτική εφαρμογή των κανόνων, καθώς και παρέχουν πιο αποτελεσματικό κανονιστικό θεσμικό πλαίσιο.

3)  Στη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά, η Επιτροπή επισήμανε ότι η αναθεώρηση του πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες θα δώσει έμφαση σε μέτρα που αποσκοπούν στην παροχή κινήτρων για επενδύσεις σε ευρυζωνικά δίκτυα υψηλής ταχύτητας, προσφέρουν πιο συνεκτική προσέγγιση της ενιαίας αγοράς όσον αφορά την πολιτική και τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για γνήσια ενιαία αγορά με την αντιμετώπιση του κατακερματισμού των κανονιστικών ρυθμίσεων, διασφαλίζουν την ουσιαστική προστασία των καταναλωτών, ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς και συνεκτική εφαρμογή των κανόνων, καθώς και παρέχουν πιο αποτελεσματικό κανονιστικό θεσμικό πλαίσιο. Στη στρατηγική της για την ψηφιακή ενιαία αγορά, η Επιτροπή ανακοίνωσε επίσης ότι θα προέβαινε σε αναθεώρηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ για να εξασφαλισθεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής ζωής για τους χρήστες υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους παράγοντες της αγοράς.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με την πρόταση κανονισμού (COM(2017)10) για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5)  Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να δημιουργεί νομικό πλαίσιο για την εξασφάλιση της ελευθερίας παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μόνον υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και τους τυχόν περιορισμούς που συνάδουν προς το άρθρο 52 παράγραφος 1 της Συνθήκης, ιδίως τα μέτρα που αφορούν τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και τη δημόσια υγεία.

5)  Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να δημιουργεί νομικό πλαίσιο για την εξασφάλιση της ελευθερίας παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μόνον υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και τους τυχόν περιορισμούς που συνάδουν προς το άρθρο 52 παράγραφος 1 της Συνθήκης, ιδίως τα μέτρα που αφορούν τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και τη δημόσια υγεία, και το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής, «ο Χάρτης»).

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με άλλες παραδεκτές τροπολογίες, και συγκεκριμένα με την τροπολογία 20 που αφορά το άρθρο 12.

Τροπολογία    3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

6)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τη δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για τους λόγους που καθορίζονται στα άρθρα 87 και 45 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προστασία των ουσιαστικών συμφερόντων του στον τομέα της ασφάλειας και για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης, ηθικής και ασφάλειας, καθώς και για να διευκολύνει τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη εγκλημάτων.

6)  Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τη δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για τους λόγους που καθορίζονται στα άρθρα 87 και 45 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προστασία των ουσιαστικών συμφερόντων του στον τομέα της ασφάλειας και για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, καθώς και για να διευκολύνει τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη εγκλημάτων, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να προβλέπονται από τον νόμο, να σέβονται το βασικό περιεχόμενο των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον Χάρτη και να υπόκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1, του Χάρτη.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με άλλες παραδεκτές τροπολογίες, και συγκεκριμένα με την τροπολογία 20 που αφορά το άρθρο 12.

Τροπολογία    4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

7)  Η σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, των μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας των πληροφοριών σημαίνει ότι όλα τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να διέπονται , κατά το δυνατό, από ενιαίο ευρωπαϊκό κώδικα επικοινωνιών που θα έχει θεσπιστεί με ενιαία οδηγία, με εξαίρεση τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται καλύτερα με άμεσα εφαρμοστέους κανόνες που έχουν θεσπιστεί μέσω κανονισμών. Είναι απαραίτητο να διαχωριστεί η ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τη ρύθμιση του περιεχομένου. Ο κώδικας επικοινωνιών δεν καλύπτει, επομένως, το περιεχόμενο υπηρεσιών που παρέχονται μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το ραδιοτηλεοπτικά εκπεμπόμενο περιεχόμενο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστά εμπόδιο για μέτρα που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό την προώθηση της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και τη διασφάλιση της υπεράσπισης του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων καλύπτεται από την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου21. Η κανονιστική ρύθμιση της πολιτικής στον οπτικοακουστικό τομέα και του περιεχομένου αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, η αμεροληψία, η πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, η κοινωνική ένταξη, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία των ανηλίκων. Η διάκριση μεταξύ της ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του περιεχομένου δεν εμποδίζει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας και της προστασίας του καταναλωτή.

7)  Η σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, των μέσων επικοινωνίας και της τεχνολογίας των πληροφοριών σημαίνει ότι όλα τα δίκτυα και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να διέπονται , κατά το δυνατό, από ενιαίο ευρωπαϊκό κώδικα επικοινωνιών που θα έχει θεσπιστεί με ενιαία οδηγία, με εξαίρεση τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται καλύτερα με άμεσα εφαρμοστέους κανόνες που έχουν θεσπιστεί μέσω κανονισμών. Είναι απαραίτητο να διαχωριστεί η ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τη ρύθμιση του περιεχομένου. Ο κώδικας επικοινωνιών δεν καλύπτει, επομένως, το περιεχόμενο υπηρεσιών που παρέχονται μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως το ραδιοτηλεοπτικά εκπεμπόμενο περιεχόμενο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστά εμπόδιο για μέτρα που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό την προώθηση της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας και τη διασφάλιση της υπεράσπισης του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Το περιεχόμενο των τηλεοπτικών προγραμμάτων καλύπτεται από την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου21. Η κανονιστική ρύθμιση της πολιτικής στον οπτικοακουστικό τομέα και του περιεχομένου αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, η αμεροληψία, η πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, η κοινωνική ένταξη, η προστασία των καταναλωτών και η προστασία των ανηλίκων. Η διάκριση μεταξύ της ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ρύθμισης του περιεχομένου δεν εμποδίζει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμοί που υπάρχουν μεταξύ τους, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και της πληροφόρησης, του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της πολιτισμικής πολυμορφίας, της προστασίας του καταναλωτή, του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

__________________

__________________

21 Οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

21 Οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    5

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 15

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

15)  Οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επικοινωνιών, και τα τεχνικά μέσα πραγματοποίησής τους, έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι τελικοί χρήστες υποκαθιστούν όλο και περισσότερο τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) μεταφοράς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με λειτουργικά ισοδύναμες επιγραμμικές υπηρεσίες όπως η φωνή μέσω IP, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσω διαδικτύου. Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες τυγχάνουν αποτελεσματικής και ισότιμης προστασίας όταν χρησιμοποιούν λειτουργικά ισοδύναμες υπηρεσίες, ένας ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με μελλοντική προοπτική δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε τεχνικές παραμέτρους, αλλά μάλλον να στηρίζεται σε λειτουργική προσέγγιση. Το πεδίο εφαρμογής της απαραίτητης ρύθμισης θα πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτύχει τους οικείους στόχους δημόσιου συμφέροντος. Αν και η «μεταφορά σημάτων» εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική παράμετρο για τον ορισμό των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός θα πρέπει να καλύπτει επίσης και άλλες υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία. Από τη σκοπιά του τελικού χρήστη, δεν έχει σημασία αν ο πάροχος μεταφέρει ο ίδιος σήματα ή αν η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσω υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο. Κατά συνέπεια, ο τροποποιημένος ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να περιέχει τρία είδη υπηρεσιών που ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται εν μέρει, δηλαδή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2120, υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και υπηρεσιών οι οποίες συνίστανται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στη μεταφορά σημάτων. Ο ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξαλείψει τις ασάφειες που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του προηγουμένου ορισμού και να καταστήσει δυνατή την προσαρμοσμένη ανά διάταξη εφαρμογή των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο για τα διάφορα είδη υπηρεσιών. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είτε ως αμοιβή είτε με άλλο τρόπο, πρέπει να συμμορφώνεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) στις 25 Μαΐου 201823.

15)  Οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επικοινωνιών, και τα τεχνικά μέσα πραγματοποίησής τους, έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι τελικοί χρήστες υποκαθιστούν όλο και περισσότερο τις παραδοσιακές υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας, γραπτών μηνυμάτων (SMS) μεταφοράς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με λειτουργικά ισοδύναμες επιγραμμικές υπηρεσίες όπως η φωνή μέσω IP, οι υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσω διαδικτύου. Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες και τα δικαιώματά τους τυγχάνουν αποτελεσματικής και ισότιμης προστασίας όταν χρησιμοποιούν λειτουργικά ισοδύναμες υπηρεσίες, ένας ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με μελλοντική προοπτική δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε τεχνικές παραμέτρους, αλλά μάλλον να στηρίζεται σε λειτουργική προσέγγιση. Το πεδίο εφαρμογής της απαραίτητης ρύθμισης θα πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτύχει τους οικείους στόχους δημόσιου συμφέροντος. Αν και η «μεταφορά σημάτων» εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική παράμετρο για τον ορισμό των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός θα πρέπει να καλύπτει επίσης και άλλες υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία. Από τη σκοπιά του τελικού χρήστη και της προστασίας των δικαιωμάτων του, δεν έχει σημασία αν ο πάροχος μεταφέρει ο ίδιος σήματα ή αν η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσω υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο. Κατά συνέπεια, ο τροποποιημένος ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να περιέχει τρία είδη υπηρεσιών που ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται εν μέρει, δηλαδή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2120, υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και υπηρεσιών οι οποίες συνίστανται εξ ολοκλήρου ή κυρίως στη μεταφορά σημάτων. Ο ορισμός των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να εξαλείψει τις ασάφειες που διαπιστώθηκαν κατά την εφαρμογή του προηγουμένου ορισμού και να καταστήσει δυνατή την προσαρμοσμένη ανά διάταξη εφαρμογή των συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο για τα διάφορα είδη υπηρεσιών. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είτε ως αμοιβή είτε με άλλο τρόπο, πρέπει να συμμορφώνεται με την οδηγία 95/46/ΕΚ, η οποία θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) στις 25 Μαΐου 201823.

__________________

__________________

23 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)· ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1

23 Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)· ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με άλλες παραδεκτές τροπολογίες, και συγκεκριμένα με την τροπολογία 13 που αφορά το άρθρο 2.

Τροπολογία     6

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 16

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

16)  Προκειμένου να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται κανονικά έναντι αμοιβής. Στην ψηφιακή οικονομία, οι φορείς της αγοράς θεωρούν όλο και περισσότερο ότι οι πληροφορίες για τους χρήστες έχουν χρηματική αξία. Οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών συχνά παρέχονται έναντι μη χρηματικής αντιπαροχής, για παράδειγμα με την παροχή πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή άλλα δεδομένα. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει συνεπώς να καλύπτει καταστάσεις όπου ο πάροχος υπηρεσίας ζητά και ο τελικός χρήστης παρέχει ενεργώς δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως το όνομα ή την ηλεκτρονική του διεύθυνση, ή άλλα δεδομένα άμεσα ή έμμεσα στον πάροχο. Θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης καταστάσεις κατά τις οποίες ο πάροχος συγκεντρώνει πληροφορίες χωρίς ο τελικός χρήστης να τις παρέχει ενεργώς, όπως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης IP, ή άλλες πληροφορίες που δημιουργούνται αυτόματα, όπως οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται και διαβιβάζονται από ένα «μπισκότο» (cookie). Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το άρθρο 57 της ΣΛΕΕ24, αμοιβή υφίσταται κατά την έννοια της Συνθήκης επίσης αν ο πάροχος υπηρεσιών πληρώνεται από τρίτο και όχι από τον αποδέκτη της υπηρεσίας. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει επίσης τις καταστάσεις όπου ο τελικός χρήστης εκτίθεται σε διαφημιστικά μηνύματα ως προϋπόθεση για την απόκτηση πρόσβασης στην υπηρεσία, ή καταστάσεις στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών αξιοποιεί χρηματικώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει συγκεντρώσει.

16)  Προκειμένου να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται κανονικά έναντι αμοιβής. Στην ψηφιακή οικονομία, οι φορείς της αγοράς θεωρούν όλο και περισσότερο ότι οι πληροφορίες για τους χρήστες έχουν χρηματική αξία. Οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών συχνά παρέχονται στον τελικό χρήστη έναντι μη χρηματικής αντιπαροχής, ιδίως με την παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή άλλων δεδομένων. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει συνεπώς να καλύπτει καταστάσεις όπου ο πάροχος υπηρεσίας ζητά και ο τελικός χρήστης παρέχει εν γνώσει του δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ή άλλα δεδομένα άμεσα ή έμμεσα στον πάροχο. Θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης καταστάσεις κατά τις οποίες ο τελικός χρήστης επιτρέπει την πρόσβαση σε πληροφορίες χωρίς να τις παρέχει ενεργώς, όπως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης IP, ή άλλες πληροφορίες που δημιουργούνται αυτόματα, όπως οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται και διαβιβάζονται από ένα «μπισκότο» (cookie). Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το άρθρο 57 της ΣΛΕΕ24, αμοιβή υφίσταται κατά την έννοια της Συνθήκης επίσης αν ο πάροχος υπηρεσιών πληρώνεται από τρίτο και όχι από τον αποδέκτη της υπηρεσίας. Η έννοια της αμοιβής θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει επίσης τις καταστάσεις όπου ο τελικός χρήστης εκτίθεται σε διαφημιστικά μηνύματα ως προϋπόθεση για την απόκτηση πρόσβασης στην υπηρεσία, ή καταστάσεις στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών αξιοποιεί χρηματικώς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχει συγκεντρώσει.

_________________

_________________

24Υπόθεση C-352/85, Bond van Adverteerders κ.λπ. κατά του ολλανδικού δημοσίου, EU:C:1988:196.

24 Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 26ης Απριλίου 1988, Bond van Adverteerders κ.λπ. κατά του ολλανδικού δημοσίου, C-352/85, ECLI: EU:C:1988:196.

Τροπολογία    7

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 17

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

17)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών είναι υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διαπροσωπική και διαδραστική ανταλλαγή πληροφοριών, και καλύπτουν υπηρεσίες όπως οι παραδοσιακές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ δύο ατόμων, αλλά επίσης και όλους τους τύπους μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, ή ομάδων συζητήσεων. Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών καλύπτουν μόνο τις επικοινωνίες μεταξύ πεπερασμένου, δηλαδή όχι εν δυνάμει απεριόριστου, αριθμού φυσικών προσώπων ο οποίος προσδιορίζεται από τον αποστολέα της επικοινωνίας. Οι επικοινωνίες που αφορούν νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού, όταν φυσικά πρόσωπα ενεργούν για λογαριασμό αυτών των νομικών προσώπων ή συμμετέχουν σε τουλάχιστον μία πλευρά της επικοινωνίας. Η διαδραστική επικοινωνία συνεπάγεται ότι η υπηρεσία επιτρέπει στον αποδέκτη των πληροφοριών να αποκρίνεται. Οι υπηρεσίες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές, όπως είναι η γραμμική ευρυεκπομπή, το βίντεο κατά παραγγελία, οι ιστότοποι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ιστολόγια (blogs), ή η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μηχανών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, μια υπηρεσία δεν θα πρέπει να θεωρείται ως υπηρεσία διαπροσωπικών επικοινωνιών αν ο μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί καθαρά δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία και, για αντικειμενικούς τεχνικούς λόγους, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς αυτήν την κύρια υπηρεσία, και η ενσωμάτωσή του δεν αποτελεί μέσο για την παράκαμψη της εφαρμογής των κανόνων που διέπουν τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ένα παράδειγμα για μια τέτοια εξαίρεση θα μπορούσε να είναι, καταρχήν, ένας δίαυλος επικοινωνίας σε διαδικτυακά παιχνίδια, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού επικοινωνίας της υπηρεσίας.

17)  Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών είναι υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διαπροσωπική και διαδραστική ανταλλαγή πληροφοριών, και καλύπτουν υπηρεσίες όπως οι παραδοσιακές τηλεφωνικές κλήσεις μεταξύ δύο ατόμων, αλλά επίσης και όλους τους τύπους μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων, ή ομάδων συζητήσεων. Οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών καλύπτουν μόνο τις επικοινωνίες μεταξύ πεπερασμένου, δηλαδή όχι εν δυνάμει απεριόριστου, αριθμού φυσικών προσώπων ο οποίος προσδιορίζεται από τον αποστολέα της επικοινωνίας. Οι επικοινωνίες που αφορούν νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού, όταν φυσικά πρόσωπα ενεργούν για λογαριασμό αυτών των νομικών προσώπων ή συμμετέχουν σε τουλάχιστον μία πλευρά της επικοινωνίας. Η διαδραστική επικοινωνία συνεπάγεται ότι η υπηρεσία επιτρέπει στον αποδέκτη των πληροφοριών να αποκρίνεται. Οι υπηρεσίες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές, όπως είναι η γραμμική ευρυεκπομπή, το βίντεο κατά παραγγελία, οι ιστότοποι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ιστολόγια (blogs), ή η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μηχανών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών.

Αιτιολόγηση

Παράλληλα με την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών, στόχος της οδηγίας θα πρέπει επίσης να είναι η διασφάλιση κοινών ελάχιστων προτύπων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και την ιδιωτική ζωή των τελικών χρηστών. Συνεπώς, είναι ουσιώδες να συμπεριληφθούν όλα τα είδη υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, ακόμη και όταν ένας μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία, και να ληφθούν παράλληλα υπόψη οι μελλοντικές εξελίξεις και συνέργειες μεταξύ των υπηρεσιών.

Τροπολογία    8

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 36

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

36)  Υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί περαιτέρω η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ώστε να εξασφαλίζεται η θωράκιση των επικεφαλής και των μελών τους έναντι εξωτερικών πιέσεων, με την πρόβλεψη ελάχιστων προσόντων διορισμού και ελάχιστης διάρκειας της θητείας τους. Επιπλέον, με τον περιορισμό της δυνατότητας να ανανεώνεται η θητεία τους περισσότερες από μία φορές και την απαίτηση για κατάλληλο σύστημα περιτροπής για το συμβούλιο και την ανώτερη διοίκηση θα αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος κανονιστικής άλωσης, θα διασφαλιστεί η συνέχεια και θα ενισχυθεί η ανεξαρτησία.

36)  Υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί περαιτέρω η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ώστε να εξασφαλίζεται η θωράκιση των επικεφαλής και των μελών τους έναντι εξωτερικών πιέσεων, με την πρόβλεψη ελάχιστων προσόντων διορισμού και ελάχιστης διάρκειας της θητείας τους. Επιπλέον, με τον περιορισμό της δυνατότητας να ανανεώνεται η θητεία τους περισσότερες από μία φορές και την απαίτηση για κατάλληλο σύστημα περιτροπής για το συμβούλιο και την ανώτερη διοίκηση θα αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος κανονιστικής άλωσης, θα διασφαλιστεί η συνέχεια και θα ενισχυθεί η ανεξαρτησία. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι νομικά διακριτές και λειτουργικά ανεξάρτητες από τη βιομηχανία και τις κυβερνήσεις, δεν ζητούν ούτε δέχονται εντολές από οιονδήποτε φορέα, λειτουργούν με διαφάνεια και λογοδοσία, όπως προβλέπουν η ενωσιακή και οι εθνικές νομοθεσίες, και διαθέτουν επαρκείς εξουσίες.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με την πρόταση κανονισμού για τον BEREC (COM(2016)0591).

Τροπολογία     9

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 91 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

91α)  Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη της ασφάλειας και της ακεραιότητας των δικτύων και των υπηρεσιών, θα πρέπει να προωθηθεί η χρήση της πλήρους κρυπτογράφησης και, όταν είναι τεχνικά εφικτό, να καθίσταται υποχρεωτική, σύμφωνα με την αρχή της προστασίας των δεδομένων εκ σχεδιασμού. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να επιβάλλουν καμία υποχρέωση στους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογράφησης, στους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και σε όλους τους υπόλοιπους οργανισμούς σε όλα τα επίπεδα της εφοδιαστικής αλυσίδας που θα μπορούσαν να επιφέρουν αποδυνάμωση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών τους, όπως επιτρέποντας ή διευκολύνοντας μη εξουσιοδοτημένες κρυφές προσβάσεις.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για επιτακτικούς λόγους συνοχής του κειμένου με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και ειδικότερα με το ψήφισμα της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και σχετικά με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, και με το ψήφισμα της 14ης Μαρτίου 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις των μαζικών δεδομένων στα θεμελιώδη δικαιώματα: ιδιωτική ζωή, προστασία δεδομένων, μη διακριτική μεταχείριση, ασφάλεια και επιβολή του νόμου.

Τροπολογία     10

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 111

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

111)  Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να περιορίσουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξηγούν τους λόγους αυτού του περιορισμού.

111)  Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν να περιορίσουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, τέτοιοι περιορισμοί θα πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως, να προβλέπονται από τον νόμο, να σέβονται το βασικό περιεχόμενο των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον Χάρτη και να υπόκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1, του Χάρτη. Επιπλέον, κάθε εθνική νομοθεσία που επιτρέπει στις δημόσιες αρχές να αποκτήσουν πρόσβαση σε δίκτυα ή στο περιεχόμενο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε γενικευμένη βάση θα πρέπει να θεωρηθεί ότι θέτει σε κίνδυνο την ουσία του θεμελιώδους δικαιώματος του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, όπως αυτό κατοχυρώνεται από το άρθρο 7 του Χάρτη και προκύπτει και από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-362/141a και στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-293/12 και C-594/121b, καθώς και από τη διάταξη του Δικαστηρίου αυτού στην υπόθεση C-557/071c.

 

_________________

 

1a Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 6ης Οκτωβρίου 2015, Maximillian, Schrems κατά Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων, C-362/14, ECLI:EU:C:2015:650

 

1b Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 8ης Απριλίου 2014, Digital Rights Ireland Ltd κατά του Minister for Communications, Marine and Natural Resources κ.λπ. και Kärntner Landesregierung κ.λπ., συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-293/12 και C-594/12, ECLI:EU:C:2014:238.

 

1c Διάταξη του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Φεβρουαρίου 2009, LSG-Gesellschaft zur Wahrnehmung von Leistungsschutzrechten GmbH κατά Tele2 Telecommunication GmbH, C-557/07, ECLI:EU:C:2009:107.

Αιτιολόγηση

Πέρα από την διευκρίνιση ότι κάθε εγκρινόμενος νόμος πρέπει να σέβεται τις ελευθερίες και βασικές αρχές που κατοχυρώνονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, πρέπει επίσης να γίνει παραπομπή στις υποθέσεις Maximillian Schrems / Data Protection Commissioner, Tele2 και Digital Rights Ireland που όλες τους παρέχουν τη νομική βάση που στηρίζει την πεποίθηση ότι ένας νόμος που επιτρέπει στις δημόσιες αρχές να έχουν πρόσβαση κατά τρόπο γενικευμένο στο περιεχόμενο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να θεωρείται ως υποσκάπτων το ουσιαστικό περιεχόμενο του θεμελιώδους δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.

Τροπολογία     11

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 227

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

227)  Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες πτυχές που αφορούν τις καταγγελίες για εξαφάνιση παιδιών , τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιμείνουν στη δέσμευσή τους ώστε στις επικράτειές τους να είναι σήμερα διαθέσιμη μια εύρυθμα λειτουργούσα υπηρεσία για την καταγγελία εξαφάνισης παιδιών στον αριθμό «116000».

227)  Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες πτυχές που αφορούν τις καταγγελίες για εξαφάνιση παιδιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιμείνουν στη δέσμευσή τους ώστε στις επικράτειές τους να είναι σήμερα διαθέσιμη μια εύρυθμα λειτουργούσα και φιλική προς τα παιδιά υπηρεσία για την καταγγελία εξαφάνισης παιδιών στον αριθμό «116000», καθώς και μια γραμμή υποστήριξης στον αριθμό «116111» για τα παιδιά που χρειάζονται φροντίδα και προστασία.

Αιτιολόγηση

Εστιαζόμενοι αποκλειστικά στον επείγοντα αριθμό για τις εξαφανίσεις παιδιών, χάνουμε τις παραπομπές στις γραμμές υποστήριξης 116111 που είναι σημαντικές για όλα τα παιδιά που είναι σε δύσκολη θέση ή διατρέχουν κίνδυνο, π.χ. όλα τα παιδιά που υφίστανται βία, μια ομάδα-στόχο δηλαδή πολύ ευρύτερη εκείνης των εξαφανισμένων παιδιών.

Τροπολογία     12

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 227 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

227 α)  Όταν πολίτες ταξιδεύουν μεταξύ κρατών μελών συχνά χρειάζεται να καλέσουν ή να χρησιμοποιήσουν μια τηλεφωνική γραμμή επείγουσας ανάγκης ή μία ανοικτή τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης που λειτουργεί στο κράτος μέλος καταγωγής τους, πράγμα που σήμερα είναι αδύνατον. Θα πρέπει οι πολίτες να έχουν πρόσβαση στις δικές τους εθνικές γραμμές επείγουσας ανάγκης ή υποστήριξης, προσθέτοντας τον κωδικό της χώρας τους, για να αντιμετωπίσουν επείγοντα προβλήματα ή επειδή χρειάζεται να μεσολαβήσουν για την εξασφάλιση βοήθειας σε πρόσωπο ευρισκόμενο στη χώρα καταγωγής τους, όταν οι υπηρεσίες που λειτουργούν στο κράτος μέλος υποδοχής δεν μπορούν να παράσχουν αποτελεσματική βοήθεια για γεωγραφικούς ή γλωσσικούς λόγους.

Αιτιολόγηση

Προσθήκη νέας αιτιολογικής σκέψης για λόγους συνοχής με την τροπολογία στο άρθρο 90, παράγραφος 2α (νέα). Όταν οι πολίτες μετακινούνται από το ένα κράτος μέλος στο άλλο είναι πάντα πιθανό να χρειαστεί να επικοινωνήσουν με διάφορες γραμμές επείγουσας ανάγκης ή υποστήριξης στη χώρα καταγωγής τους για να τακτοποιήσουν ή να ζητήσουν από άλλους να τακτοποιήσουν επείγοντα προβλήματά τους. Η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές τις γραμμές με την πληκτρολόγηση του κωδικού της χώρας τους θα βοηθούσε τους ενδιαφερόμενους να λάβουν βοήθεια ή συμβουλές

Τροπολογία    13

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 254

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ .

254)  Σύμφωνα με τους στόχους του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, θα έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους στην Ένωση. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ .

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    14

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι , αφενός, η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και χρήση δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, βιώσιμο ανταγωνισμό, διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και οφέλη για τους τελικούς χρήστες.

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι , αφενός, η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και χρήση ασφαλών δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας, βιώσιμο ανταγωνισμό, διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προσβασιμότητα και οφέλη για τους τελικούς χρήστες.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    15

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 3 – περίπτωση 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

-  των μέτρων που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, για την επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος, ιδίως σχετικά με τη ρύθμιση του περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα

-  των μέτρων που λαμβάνονται, σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, για την επιδίωξη στόχων γενικού συμφέροντος, ιδίως σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, τη ρύθμιση του περιεχομένου και την πολιτική στον οπτικοακουστικό τομέα

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    16

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5)  «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται συνήθως έναντι αμοιβής και με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπροσωπικής και διαδραστικής ανταλλαγής πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μεταξύ πεπερασμένου αριθμού προσώπων, κατά την οποία τα πρόσωπα που αρχίζουν την επικοινωνία ή συμμετέχουν σε αυτήν καθορίζουν τον(-ους) αποδέκτη(-ες) της· δεν περιλαμβάνουν υπηρεσίες με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας απλώς ως έλασσον χαρακτηριστικό που συνδέεται άρρηκτα με άλλη υπηρεσία·

5)  «υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών», οι υπηρεσίες που παρέχονται συνήθως έναντι αμοιβής και με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα απευθείας διαπροσωπικής και διαδραστικής ανταλλαγής πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μεταξύ πεπερασμένου αριθμού προσώπων, κατά την οποία τα πρόσωπα που αρχίζουν την επικοινωνία ή συμμετέχουν σε αυτήν καθορίζουν τον(-ους) αποδέκτη(-ες) της·

Αιτιολόγηση

Παράλληλα με την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών, στόχος της οδηγίας θα πρέπει επίσης να είναι η διασφάλιση κοινών ελάχιστων προτύπων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και την ιδιωτική ζωή των τελικών χρηστών. Συνεπώς, είναι ουσιώδες να συμπεριληφθούν όλα τα είδη υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών, ακόμη και όταν ένας μηχανισμός διαπροσωπικής και διαδραστικής επικοινωνίας αποτελεί δευτερεύον στοιχείο για άλλη υπηρεσία, και να ληφθούν παράλληλα υπόψη οι μελλοντικές εξελίξεις και συνέργειες μεταξύ των υπηρεσιών.

Τροπολογία    17

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – σημείο 22

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

22)  «ασφάλεια» δικτύων και υπηρεσιών, η ικανότητα δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να ανθίστανται, σε δεδομένο βαθμό αξιοπιστίας, σε ενέργειες που πλήττουν τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα ή το απόρρητο των δεδομένων που αποθηκεύονται, μεταδίδονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία ή των συναφών υπηρεσιών που προσφέρονται ή είναι προσβάσιμες μέσω των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών.

22)  «ασφάλεια» δικτύων και υπηρεσιών, η τεχνική και διαρθρωτική ικανότητα δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να ανθίστανται, σε δεδομένο βαθμό αξιοπιστίας, σε ενέργειες που πλήττουν τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα ή το απόρρητο των δεδομένων που αποθηκεύονται, μεταδίδονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία ή των συναφών υπηρεσιών που προσφέρονται ή είναι προσβάσιμες μέσω των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με άλλες παραδεκτές τροπολογίες, και συγκεκριμένα με την τροπολογία 22 που αφορά το άρθρο 40.

Τροπολογία    18

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 1 – εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης.

Οι εθνικές κανονιστικές και λοιπές αρμόδιες αρχές μπορούν να συμβάλλουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στην εξασφάλιση της εφαρμογής πολιτικών που αποσκοπούν στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, στην προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    19

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή κατά το στρατηγικό σχεδιασμό, τον συντονισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ένωση . Προς τον σκοπό αυτό, λαμβάνουν υπόψη τους μεταξύ άλλων την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία, το δημόσιο συμφέρον, τη δημόσια ασφάλεια και άμυνα , την ελευθερία έκφρασης, τις πολιτιστικές, επιστημονικές, κοινωνικές και τεχνικές πτυχές των πολιτικών της ΕΕ καθώς και τα διάφορα συμφέροντα των κοινοτήτων χρηστών του ραδιοφάσματος, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών.

1.  Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή κατά το στρατηγικό σχεδιασμό, τον συντονισμό και την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος στην Ένωση . Προς τον σκοπό αυτό, λαμβάνουν υπόψη τους μεταξύ άλλων την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία, το δημόσιο συμφέρον, τη δημόσια ασφάλεια και άμυνα , την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής, την ελευθερία έκφρασης, τις πολιτιστικές, επιστημονικές, κοινωνικές και τεχνικές πτυχές των πολιτικών της ΕΕ καθώς και τα διάφορα συμφέροντα των κοινοτήτων χρηστών του ραδιοφάσματος, με στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης του ραδιοφάσματος και την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    20

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή, κατά περίπτωση, τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκεί αυτό το καθήκον στο πλαίσιο εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή οι αντικαταστάτες τους, διορίζονται για θητεία τουλάχιστον τεσσάρων ετών και επιλέγονται μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής πείρας, με βάση τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις και την πείρα τους και κατόπιν ανοικτής διαδικασίας επιλογής. Τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να υπηρετήσουν περισσότερες από δύο θητείες, συνεχείς ή μη. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συνέχεια της λήψης αποφάσεων με πρόβλεψη κατάλληλου συστήματος περιτροπής για τα μέλη του συλλογικού οργάνου ή τα ανώτατα διοικητικά στελέχη, όπως με τον διορισμό των πρώτων μελών του συλλογικού οργάνου για διαφορετικές χρονικές περιόδους, προκειμένου να μην συμπίπτουν οι θητείες τους, καθώς και εκείνες των διαδόχων τους, την ίδια χρονική στιγμή.

1.  Ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ή, κατά περίπτωση, τα μέλη του συλλογικού οργάνου που ασκεί αυτό το καθήκον στο πλαίσιο εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή οι αντικαταστάτες τους, διορίζονται για θητεία τουλάχιστον τεσσάρων ετών και επιλέγονται μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής πείρας, με βάση τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις και την πείρα τους και κατόπιν ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας επιλογής. Τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να υπηρετήσουν περισσότερες από δύο θητείες, συνεχείς ή μη. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συνέχεια της λήψης αποφάσεων με πρόβλεψη κατάλληλου συστήματος περιτροπής για τα μέλη του συλλογικού οργάνου ή τα ανώτατα διοικητικά στελέχη, όπως με τον διορισμό των πρώτων μελών του συλλογικού οργάνου για διαφορετικές χρονικές περιόδους, προκειμένου να μην συμπίπτουν οι θητείες τους, καθώς και εκείνες των διαδόχων τους, την ίδια χρονική στιγμή.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με την πρόταση κανονισμού για τον BEREC.

Τροπολογία    21

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10 , οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά , και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την ενωσιακή νομοθεσία. Αυτό δεν εμποδίζει την επιτήρηση σύμφωνα με το εθνικό συνταγματικό δίκαιο. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών κανονιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά τα όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 31.

1.  Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10 , οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά, είναι νομικά διακριτές και λειτουργικά ανεξάρτητες από την κυβέρνηση, λειτουργούν με διαφάνεια και υπευθυνότητα σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, διαθέτουν επαρκείς εξουσίες και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την ενωσιακή νομοθεσία. Αυτό δεν εμποδίζει την επιτήρηση σύμφωνα με το εθνικό συνταγματικό δίκαιο. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών κανονιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά τα όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 31.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων, την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και την πρόταση για τον BEREC. Επίσης, συνδέεται με την τροπολογία 19, δεδομένου ότι με αυτήν επιδιώκεται να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία των οργάνων εποπτείας.

Τροπολογία    22

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 11 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές , οι λοιπές αρμόδιες αρχές βάσει της παρούσας οδηγίας και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Σε σχέση με τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες, η αποδέκτρια αρχή εξασφαλίζει το ίδιο επίπεδο εμπιστευτικότητας με τη διαβιβάζουσα αρχή.

1.  Οι εθνικές κανονιστικές αρχές , οι λοιπές αρμόδιες αρχές βάσει της παρούσας οδηγίας και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Σε σχέση με τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες, εφαρμόζονται οι κανόνες της Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων και η αποδέκτρια αρχή εξασφαλίζει το ίδιο επίπεδο εμπιστευτικότητας με τη διαβιβάζουσα αρχή.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Τροπολογία    23

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με την επιφύλαξη των όρων που θέτει η παρούσα οδηγία. Προς το σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν μια επιχείρηση να παρέχει δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 της συνθήκης. Κάθε τέτοιος περιορισμός στην ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών αιτιολογείται δεόντως και πρέπει να κοινοποιείται στην Επιτροπή.

1.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με την επιφύλαξη των όρων που θέτει η παρούσα οδηγία. Προς το σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν μια επιχείρηση να παρέχει δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 της συνθήκης. Κάθε τέτοιος περιορισμός στην ελευθερία παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να αιτιολογείται δεόντως, να προβλέπεται από τον νόμο, να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον Χάρτη και να υπόκειται στην αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη και κοινοποιείται στην Επιτροπή.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με τον Χάρτη και τη σχετική νομολογία του ΔΕΚ, κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον παρόντα Χάρτη πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων.

Τροπολογία    24

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 20 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Όταν οι πληροφορίες περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή, ο BEREC και οι ενδιαφερόμενες αρχές διασφαλίζουν τη συμμόρφωση της επεξεργασίας δεδομένων με τους κανόνες της Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων και την πρόταση κανονισμού για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Η πρόταση αναδιατύπωσης προβλέπει την επεξεργασία δεδομένων σε πολλές περιπτώσεις και δεν υπάρχει διάταξη που να προβλέπει τη συμμόρφωση με την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων.

Τροπολογία     25

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 39 – παράγραφος 2 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των προτύπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για την παροχή υπηρεσιών, τεχνικών διεπαφών και/ή λειτουργιών δικτύων, στο βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών και για τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη.

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των προτύπων και/ή προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για την παροχή υπηρεσιών, τεχνικών διεπαφών και/ή λειτουργιών δικτύων, στο βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας και διασυνδεσιμότητας των υπηρεσιών με σκοπό τη βελτίωση της ελευθερίας επιλογής του χρήστη και την ευκολότερη αλλαγή παρόχου.

Αιτιολόγηση

Ο σκιώδης εισηγητής θεωρεί αναγκαία την τροπολογία αυτή, διότι θα ενισχύσει την ελευθερία επιλογής του χρήστη και θα συμβάλει στην στρατηγική για μια ψηφιακή ενιαία αγορά στην Ένωση.

Τροπολογία     26

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών και άλλων δικτύων και υπηρεσιών.

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να λαμβάνουν πρόσφορα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατάλληλη διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και υπηρεσιών. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Λαμβάνονται ιδίως μέτρα για να διασφαλίζεται ότι, εφόσον κρίνεται τεχνικά εφικτό, το περιεχόμενο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι πλήρως κρυπτογραφημένο από προεπιλογή, με στόχο την αποτροπή και ελαχιστοποίηση του αντικτύπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια χρηστών και άλλων δικτύων και υπηρεσιών.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για επιτακτικούς λόγους συνοχής του κειμένου με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και ειδικότερα με το ψήφισμα της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και σχετικά με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, και με το ψήφισμα της 14ης Μαρτίου 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις των μαζικών δεδομένων στα θεμελιώδη δικαιώματα: ιδιωτική ζωή, προστασία δεδομένων, μη διακριτική μεταχείριση, ασφάλεια και επιβολή του νόμου.

Τροπολογία     27

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν καμία υποχρέωση στους παρόχους των δημοσίων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ασφάλειας των δικτύων ή υπηρεσιών τους.

 

Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη επιβάλουν πρόσθετες απαιτήσεις ασφαλείας στους παρόχους δημοσίων δικτύων επικοινωνιών ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, κοινοποιούν τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή και στον ENISA. Ο ENISA συνδράμει τα κράτη μέλη στον συντονισμό των μέτρων που λαμβάνονται προς αποφυγή των επικαλύψεων ή διαφορετικών απαιτήσεων που ενδέχεται να δημιουργήσουν κινδύνους ασφαλείας και φραγμούς στην εσωτερική αγορά.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για επιτακτικούς λόγους συνοχής του κειμένου με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και ειδικότερα με το ψήφισμα της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και σχετικά με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, και με το ψήφισμα της 14ης Μαρτίου 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις των μαζικών δεδομένων στα θεμελιώδη δικαιώματα: ιδιωτική ζωή, προστασία δεδομένων, μη διακριτική μεταχείριση, ασφάλεια και επιβολή του νόμου.

Τροπολογία     28

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην αρμόδια εθνική αρχή κάθε παραβίαση της ασφάλειας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην αρμόδια εθνική αρχή κάθε συμβάν ασφαλείας ή απώλειας της ακεραιότητας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του Κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με άλλες παραδεκτές τροπολογίες στο άρθρο 40. Το πρώτο τμήμα είναι απαραίτητο διότι ευθυγραμμίζεται με την τροπολογία που αφορά το εδάφιο 3.

Τροπολογία     29

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο α

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

α)  ο αριθμός των χρηστών που επηρεάζονται από την παραβίαση·

α)  ο αριθμός των χρηστών που επηρεάζονται από το συμβάν·

Τροπολογία     30

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)  η διάρκεια της παραβίασης·

β)  η διάρκεια του συμβάντος·

Τροπολογία     31

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)  το γεωγραφικό εύρος της περιοχής που επηρεάζεται από την παραβίαση·

γ)  το γεωγραφικό εύρος της περιοχής που επηρεάζεται από το συμβάν·

Τροπολογία     32

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 2 – στοιχείο δ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

δ)  ο βαθμός στον οποίο διαταράσσεται η λειτουργία της υπηρεσίας·

δ)  ο βαθμός στον οποίο επηρεάζεται η λειτουργία του δικτύου ή της υπηρεσίας·

Τροπολογία     33

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 3 – εδάφιο 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Η οικεία αρμόδια αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τις επιχειρήσεις, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη της παραβίασης είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές στα άλλα κράτη μέλη, καθώς και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Η οικεία αρμόδια αρχή μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει την ενημέρωση αυτή από τους παρόχους, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη του συμβάντος είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

Αιτιολόγηση

Το πρώτο τμήμα της τροπολογίας είναι απαραίτητο για επιτακτικούς λόγους συνοχής με την θέση του ΕΚ, και ειδικότερα με τα ψηφίσματα της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και σχετικά με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, και της 14ης Μαρτίου 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις των μαζικών δεδομένων στα θεμελιώδη δικαιώματα: ιδιωτική ζωή, προστασία δεδομένων, μη διακριτική μεταχείριση, ασφάλεια και επιβολή του νόμου. Το δεύτερο τμήμα της τροπολογίας είναι απαραίτητο διότι συνδέεται άρρηκτα με άλλες παραδεκτές τροπολογίες στο άρθρο 40.

Τροπολογία    34

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 40 – παράγραφος 5 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

5α.  Από τις ... [ημερομηνία], προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή μέτρων για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερομένους και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και άλλους οργανισμούς της Ένωσης, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια και κοινές προσεγγίσεις για την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών και την προώθηση της χρήσης κρυπτογράφησης από τερματικό σε τερματικό.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για επιτακτικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με την πρόταση κανονισμού για τον BEREC. Η τροπολογία ενισχύει την ασφάλεια των δικτύων και των υπηρεσιών πληροφοριών.

Τροπολογία     35

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 41 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 40, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την αντιμετώπιση παραβίασης και τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό

1.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 40, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα μέτρα που απαιτούνται για την πρόληψη ή αντιμετώπιση συμβάντος και τις προθεσμίες εφαρμογής, προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό

Τροπολογία     36

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

H ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά

H ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά και η γραμμή υποστήριξης για παιδιά

Τροπολογία     37

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πολίτες να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσία που διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για την καταγγελία περιπτώσεων που αφορούν αγνοούμενα παιδιά. Η ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή διατίθεται στον αριθμό «116000».

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πολίτες να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσία που διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για τις εξαφανίσεις παιδιών. Η ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή είναι φιλική προς τα παιδιά και διατίθεται στον αριθμό «116000».

Τροπολογία     38

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα παιδιά να έχουν πρόσβαση σε μία φιλική προς τα παιδιά υπηρεσία η οποία διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης. Η γραμμή υποστήριξης διατίθεται στον αριθμό «116111».

Αιτιολόγηση

Οι γραμμές υποστήριξης (ή γραμμές βοήθειας) αποτελούν βασικές υπηρεσίες, που έχουν επίσης ρόλο συμβούλου. Τα παιδιά μπορούν να αισθανθούν μεγαλύτερη ασφάλεια επικοινωνώντας με την γραμμή υποστήριξης 116111 παρά απευθυνόμενα σε πρόσωπα σε υπηρεσίες που δεν γνωρίζουν ή που δεν εμπιστεύονται. Εάν ένα παιδί (ή άλλο πρόσωπο) καλέσει την γραμμή υποστήριξης για παιδιά ενημερώνοντας ότι ένα παιδί κινδυνεύει, η πληροφορία αυτή μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να κοινοποιηθεί στις αρχές προστασίας του παιδιού/στην αστυνομία. Οι γραμμές υποστήριξης παρέχουν βοήθεια σε εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ή έχουν ανάγκη.

Τροπολογία     39

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – παράγραφος 1 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1β.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται σχετικά με την ύπαρξη και τη δυνατότητα χρήσης και μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει των πεδίων αριθμοδότησης «116000» και 116111' στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

Αιτιολόγηση

Οι επείγουσες γραμμές κλήσης για τις εξαφανίσεις παιδιών καθιερώθηκαν με την απόφαση 2007/116/ΕΚ της Επιτροπής και η πρόσβαση σε αυτές γίνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη μέσω του ίδιου αριθμού, του 116000. Σύμφωνα με μια μελέτη του Ευρωβαρόμετρου, μόνο το 13% του πληθυσμού της Ένωσης γνωρίζει σήμερα την υπηρεσία 116000. Η Ένωση έχει το ίδιο πρόβλημα και με τον αριθμό 116111, που δημιουργήθηκε με την οδηγία 2009/136/ΕΚ της Επιτροπής (οδηγία καθολικής υπηρεσίας). Η ενημέρωση των πολιτών για την ύπαρξη και προσβασιμότητα αυτών των υπηρεσιών βοηθά στην εφαρμογή του νόμου.

Τροπολογία     40

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει του πεδίου αριθμοδότησης «116000» στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών με αναπηρία σε αυτές τις υπηρεσίες όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη βασίζονται στη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα παιδιά και οι τελικοί χρήστες με αναπηρία ενημερώνονται σχετικά με την ύπαρξη και τη δυνατότητα χρήσης και μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει των πεδίων αριθμοδότησης «116000» και 116111' στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση των ευρύτερων χρηστών σε αυτές τις υπηρεσίες επίσης και όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη βασίζονται στη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 39.

Τροπολογία     41

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 90 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, με την προσθήκη του κωδικού χώρας, οι πολίτες να έχουν πρόσβαση στους αριθμούς έκτακτης ανάγκης και τις γραμμές υποστήριξης που λειτουργούν στο δικό τους κράτος μέλος, όταν ταξιδεύουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

Αιτιολόγηση

Όταν οι πολίτες μετακινούνται από το ένα κράτος μέλος στο άλλο είναι πάντα πιθανό να χρειαστεί να επικοινωνήσουν με διάφορες γραμμές επείγουσας ανάγκης ή υποστήριξης στη χώρα καταγωγής τους για να τακτοποιήσουν ή να ζητήσουν από άλλους να τακτοποιήσουν επείγοντα προβλήματά τους. Η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές τις γραμμές με την πληκτρολόγηση του κωδικού της χώρας τους θα βοηθούσε τους ενδιαφερόμενους να λάβουν βοήθεια ή συμβουλές

Τροπολογία    42

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 92 – παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν εφαρμόζουν καμία διακριτική απαίτηση ή όρο παροχής πρόσβασης ή χρήσης σε τελικούς χρήστες βάσει της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας του τελικού χρήστη, εκτός αν οι εν λόγω διαφορές είναι αντικειμενικά αιτιολογημένες.

Οι πάροχοι δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν εφαρμόζουν καμία διακριτική απαίτηση ή όρο παροχής πρόσβασης ή χρήσης σε τελικούς χρήστες βάσει της εθνικότητας ή του τόπου κατοικίας του τελικού χρήστη, εκτός αν οι εν λόγω διαφορές είναι αντικειμενικά αιτιολογημένες και συνάδουν με την εμβέλεια και την ερμηνεία των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως προβλέπονται στο άρθρο 52 του Χάρτη.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με τον Χάρτη και τη σχετική νομολογία του ΔΕΚ, κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον παρόντα Χάρτη πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων.

Τροπολογία    43

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 93 – παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.  Από τις... [ημερομηνία], προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τους ενδιαφερομένους και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με κοινές προσεγγίσεις για να εξασφαλισθεί ότι τα εθνικά μέτρα για την πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές, ή τη χρήση αυτών, μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες, όπως κατοχυρώνονται από τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης.

Αιτιολόγηση

Σύμφωνα με το άρθρο 104 του κανονισμού, η παρούσα τροπολογία είναι απαραίτητη για πιεστικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λογική του κειμένου καθώς και τη συνοχή με άλλες σχετικές νομοθετικές προτάσεις, και συγκεκριμένα με την πρόταση κανονισμού για τον BEREC.

Τροπολογία    44

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 114 – παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.  Από τις ... [5 έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στη δεύτερη υποπαράγραφο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 115] και στη συνέχεια κάθε πέντε έτη, η Επιτροπή πραγματοποιεί επισκόπηση της εφαρμογής για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 93.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Τίτλος

Ευρωπαϊκός Κώδικας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

Έγγραφα αναφοράς

COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD)

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ITRE

24.10.2016

 

 

 

Γνωμοδότηση της

       Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

LIBE

15.12.2016

Συντάκτης γνωμοδότησης

       Ημερομηνία ορισμού

Morten Helveg Petersen

14.12.2016

Εξέταση στην επιτροπή

25.4.2017

8.6.2017

 

 

Ημερομηνία έγκρισης

8.6.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

26

14

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Jan Philipp Albrecht, Malin Björk, Michał Boni, Caterina Chinnici, Rachida Dati, Monika Flašíková Beňová, Kinga Gál, Ana Gomes, Nathalie Griesbeck, Sylvie Guillaume, Monika Hohlmeier, Brice Hortefeux, Filiz Hyusmenova, Sophia in ‘t Veld, Dietmar Köster, Barbara Kudrycka, Cécile Kashetu Kyenge, Marju Lauristin, Juan Fernando López Aguilar, Roberta Metsola, Claude Moraes, József Nagy, Birgit Sippel, Branislav Škripek, Csaba Sógor, Sergei Stanishev, Helga Stevens, Traian Ungureanu, Bodil Valero, Josef Weidenholzer, Kristina Winberg, Tomáš Zdechovský, Auke Zijlstra

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Pál Csáky, Gérard Deprez, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Ska Keller, Andrejs Mamikins, Maite Pagazaurtundúa Ruiz, Christine Revault D’Allonnes Bonnefoy, Barbara Spinelli

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

26

+

Ομάδα ALDE

Gérard Deprez, Nathalie Griesbeck, Filiz Hyusmenova, Maite Pagazaurtundúa Ruiz, Sophia in 't Veld

Ομάδα ECR

Helga Stevens, Branislav Škripek

Ομάδα GUE/NGL

Malin Björk, Barbara Spinelli

Ομάδα S&D

Caterina Chinnici, Monika Flašíková Beňová, Ana Gomes, Sylvie Guillaume, Cécile Kashetu Kyenge, Dietmar Köster, Marju Lauristin, Juan Fernando López Aguilar, Andrejs Mamikins, Claude Moraes, Christine Revault D'Allonnes Bonnefoy, Birgit Sippel, Sergei Stanishev, Josef Weidenholzer

Ομάδα Verts/ALE

Jan Philipp Albrecht, Jan Keller, Bodil Valero

14

-

Ομάδα EFDD

Kristina Winberg

Ομάδα ENF

Auke Zijlstra

Ομάδα PPE

Pál Csáky, Rachida Dati, Kinga Gál, Monika Hohlmeier, Brice Hortefeux, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Barbara Kudrycka, Roberta Metsola, József Nagy, Csaba Sógor, Traian Ungureanu, Tomáš Zdechovský

1

0

Ομάδα PPE

Michał Boni

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

D(2017)23299

Jerzy Buzek

Πρόεδρο της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

PHS 08B046

Βρυξέλλες

Θέμα:  Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

  (COM(2016)0590 – C8 0379/2016 – 2016/0288(COD))

Κύριε πρόεδρε,

Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων εξέτασε την πρόταση που αναφέρεται ανωτέρω, σύμφωνα με το σχετικό με την αναδιατύπωση άρθρο 104 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η παράγραφος 3 του εν λόγω άρθρου ορίζει τα εξής:

«Εάν η αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή κρίνει ότι η πρόταση ουδεμία τροποποίηση επιφέρει επί της ουσίας της κοινοτικής νομοθεσίας, πέραν όσων έχουν χαρακτηριστεί έτσι με την ίδια την πρόταση, ενημερώνει σχετικώς την αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή.

Στην περίπτωση αυτή, και υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 169 και 170, γίνονται δεκτές από την αρμόδια επί της ουσίας επιτροπή μόνο οι τροπολογίες επί της πρότασης που αφορούν τα τμήματά της που περιλαμβάνουν τροποποιήσεις.

Ωστόσο, ο πρόεδρος της αρμόδιας επί της ουσίας επιτροπής δύναται να δεχθεί, κατ’ εξαίρεση και ανά περίπτωση, τροπολογίες επί τμημάτων της πρότασης που παραμένουν αμετάβλητα, εφόσον κρίνει ότι τούτο επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους εσωτερικής συνοχής του κειμένου ή επειδή οι εν λόγω τροπολογίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με άλλες παραδεκτές τροπολογίες. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να εκτίθενται σε γραπτή αιτιολόγηση των τροπολογιών.»

Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η οποία εξέτασε την πρόταση αναδιατύπωσης και, σύμφωνα με τις συστάσεις του εισηγητή, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων θεωρεί ότι η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πέραν όσων έχουν χαρακτηριστεί ως τέτοιες στην πρόταση και από τη συμβουλευτική ομάδα εργασίας και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων με αυτές τις αλλαγές, η πρόταση περιέχει μια απλή κωδικοποίηση των υφιστάμενων κειμένων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους.

Επομένως, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων, κατά τη συνεδρίασή της στις 30 Μαΐου 2017, με 20 ψήφους υπέρ, 0 κατά και 2 αποχές[1], συνιστά στην Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, ως αρμόδια επί της ουσίας, να προχωρήσει στην εξέταση της ως άνω πρότασης σύμφωνα με το άρθρο 104 του Κανονισμού.

Με εξαιρετική εκτίμηση,

Pavel Svoboda

Συνημμ.: Έκθεση υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας.

  • [1]  Ήταν παρόντες οι ακόλουθοι βουλευτές: Max Andersson, Joëlle Bergeron, Marie-Christine Boutonnet, Jean-Marie Cavada, Κώστας Χρυσόγονος, Mady Delvaux, Pascal Durand, Angel Dzhambazki, Rosa Estaràs Ferragut, Evelyne Gebhardt, Lidia Joanna Geringer de Oedenberg, Danuta Jazłowiecka, Sylvia-Yvonne Kaufmann, Gilles Lebreton, António Marinho e Pinto, Virginie Rozière, Pavel Svoboda, József Szájer, Axel Voss, Jarosław Wałęsa, Josef Weidenholzer, Tadeusz Zwiefka, Kosma Złotowski

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ, ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

 

 

 

 

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ

ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Βρυξέλλες, 3 Μαΐου 2017

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

  ΠΡΟΣ  ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

    ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

COM(2016)0590 της 12.10.2016 – 2016/0288(COD)

Έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με μία πιο διαρθρωμένη προσφυγή στην τεχνική της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων και συγκεκριμένα το άρθρο 9 της εν λόγω συμφωνίας, η συμβουλευτική ομάδα, η οποία αποτελείται από τις αντίστοιχες νομικές υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, συνεδρίασε στις 27 Οκτωβρίου και στις 1, 7 και 14 Δεκεμβρίου 2016 και στις 6 Φεβρουαρίου και 3 Μαρτίου 2017 με σκοπό να εξετάσει, μεταξύ άλλων, την προαναφερθείσα πρόταση που υποβλήθηκε από την Επιτροπή.

Κατά τις συνεδριάσεις αυτές[1], μετά από εξέταση της πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναδιατύπωση της οδηγίας 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους («οδηγία για την πρόσβαση»), της οδηγίας 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση), της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) και της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) η συμβουλευτική ομάδα κατέληξε, με κοινή συμφωνία, στα εξής.

1. Τα ακόλουθα σημεία θα έπρεπε να έχουν επισημανθεί με την γκρίζα σκίαση, η οποία χρησιμοποιείται γενικά για να επισημαίνονται οι ουσιαστικές αλλαγές:

- στην αιτιολογική σκέψη 30, η αντικατάσταση της λέξης «θα πρέπει» με τη λέξη «είναι δυνατό»·

- στην αιτιολογική σκέψη 118, η αντικατάσταση της λέξης «μπορούν» με τη λέξη «θα πρέπει»·

- στην αιτιολογική σκέψη 126, η αντικατάσταση των λέξεων «ραδιοσυχνοτήτων σε συγκεκριμένη ζώνη» με τις λέξεις «ζώνης ραδιοφάσματος»·

- στην αιτιολογική σκέψη 176, η προσθήκη των λέξεων «και/ή υψηλότερες επιδόσεις και οφέλη για τους τελικούς χρήστες»·

- στην αιτιολογική σκέψη 206, η αντικατάσταση των λέξεων «ευρέως διαδεδομένων» με τις λέξεις «οικονομικά προσιτών» και η προσθήκη των λέξεων «συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού με υποστηρικτικές τεχνολογίες»·

- στην αιτιολογική σκέψη 251, η προσθήκη της πρότασης «Προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η υπηρεσία μίας στάσης ώστε η εμπειρία της αλλαγής παρόχου να είναι ομαλή για τους τελικούς χρήστες, ο πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό στον οποίο μεταφέρεται ο αριθμός θα πρέπει να καθοδηγεί τη διαδικασία αλλαγής»·

- η διαγραφή ολόκληρου του κειμένου της αιτιολογικής σκέψης 27 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ·

- η διαγραφή ολόκληρου του κειμένου της αιτιολογικής σκέψης 52 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ·

- στο άρθρο 8 παράγραφος 1, η αντικατάσταση της διατύπωσης της υφιστάμενης παραπομπής «των παραγράφων 4 και 5» με τη διατύπωση «του άρθρου 10»·

- στο άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο β), η αντικατάσταση της υφιστάμενης παραπομπής στην «οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)» με παραπομπή στα «άρθρα 81 ή 82»·

- στο άρθρο 30 παράγραφοι 1, 5 και 6, η προσθήκη των λέξεων «ή στο άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 2»·

- η διαγραφή του άρθρου 7β παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ·

- στο άρθρο 38 παράγραφος 1, η αντικατάσταση της διατύπωσης της υφιστάμενης παραπομπής «του άρθρου 9 της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 6 και 8 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση) με τη διατύπωση «των άρθρων 37 και 45, του άρθρου 46 παράγραφος 3, του άρθρου 47 παράγραφος 3 και του άρθρου 53»·

- η διαγραφή του άρθρου 19 παράγραφος 2 εδάφιο 1, και του άρθρου 13α παράγραφος 4 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ·

- στο άρθρο 51 παράγραφος 1 εδάφιο 3, η προσθήκη των αρχικών λέξεων «Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3»·

- στο άρθρο 54 παράγραφος 1, η προσθήκη των αρχικών λέξεων «Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε εκτελεστικής πράξης εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 53»·

- στο άρθρο 66 παράγραφος 1, η αντικατάσταση της υφιστάμενης παραπομπής στα « άρθρα 9 έως 13α» με τη παραπομπή στα «άρθρα 67 έως 78»·

- στο άρθρο 66 παράγραφοι 2 και 3, οι λέξεις «έως 75 και στο άρθρο 77»·

- στο άρθρο 67 παράγραφος 4 εδάφιο 2, το άρθρο αριθ. «70»·

- στο άρθρο 75 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 76 παράγραφος 3, οι λέξεις «έως 72»·

- στο άρθρο 83 παράγραφος 1, η αντικατάσταση της υφιστάμενης παραπομπής «στα άρθρα 4, 5, 6 και 7 και στο άρθρο 9 παράγραφος 2» με την παραπομπή «στο άρθρο 79» και η προσθήκη των λέξεων «σύμφωνα με τα άρθρα 79, 81 και 82»·

- στο άρθρο 83 παράγραφος 2, η αντικατάσταση των λέξεων «που υπέχουν υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 4, 5, 6 και 7 και του άρθρου 9 παράγραφος 2» με τις λέξεις «που παρέχουν τις υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 79 και εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 80»·

- στο άρθρο 84 παράγραφος 1 εδάφιο 1, η αντικατάσταση των λέξεων «όπως προβλέπεται στα άρθρα 3 έως 10» με τις λέξεις «όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 80 και 81, ή η συνέχιση υφιστάμενων καθολικών υπηρεσιών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82»·

- στο άρθρο 84 παράγραφος 1 εδάφιο 2, η διαγραφή των ενδείξεων «81 παράγραφος 3» και «και 81 παράγραφος 5»·

- στο άρθρο 86 παράγραφος 2, η αντικατάσταση των λέξεων «που έχουν καθοριστεί να παρέχουν καθολική υπηρεσία, εφόσον πράγματι υπάρχει και λειτουργεί Ταμείο» με τις λέξεις «δυνάμει υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας που καθορίζονται στα άρθρα 79, 81 και 82»·

- η διαγραφή ολόκληρου του κειμένου του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ·

- ολόκληρη η διατύπωση του άρθρου 106 παράγραφος 1 εδάφιο 2·

- στο άρθρο 106 παράγραφος 1 εδάφιο 3, η αντικατάσταση των λέξεων «σε τακτική βάση» με τις λέξεις «τουλάχιστον ανά πενταετία»·

- στο άρθρο 107 παράγραφος 2, η αντικατάσταση των λέξεων «μπορεί να αποφασίσει να μην» με τη λέξη «δεν»·

- στο άρθρο 113 παράγραφος 1 εδάφιο 1, η αντικατάσταση διατύπωσης της υφιστάμενης παραπομπής «του άρθρου 8 παράγραφος 1» με τη διατύπωση «του άρθρου 84 παράγραφος 1 ή του άρθρου 85»·

- στο Παράρτημα Ι, εισαγωγικό μέρος, η διαγραφή των τελικών λέξεων «εντός των επιτρεπόμενων ορίων των άρθρων 5, 6, 7, 8 και 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο)»·

- στο σημείο Δ παράγραφος 1 του Παραρτήματος Ι, εισαγωγικό μέρος, η αντικατάσταση των λέξεων «για τα οποία χορηγήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης της συχνότητας» με τις λέξεις «εντός των ορίων του άρθρου 45 της παρούσας οδηγίας».

2. Το κείμενο της αιτιολογικής σκέψης 48 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ θα έπρεπε να είχε περιληφθεί στο προοίμιο της προτεινόμενης νέας πράξης, και θα έπρεπε να είχε επισημανθεί με ένδειξη «ουσιαστικής διαγραφής».

3. Τα κείμενα των αιτιολογικών σκέψεων 34 και 49 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ θα έπρεπε να είχαν περιληφθεί στο προοίμιο της προτεινόμενης νέας πράξης, και θα έπρεπε να είχαν επισημανθεί με «διπλή γραμμή διαγραφής».

4. Στην αιτιολογική σκέψη 62, η παραπομπή στα «άρθρα 24 και 34» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στα άρθρα 23 και 32.

5. Στην αιτιολογική σκέψη 76, η παραπομπή στο «άρθρο 24» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 23, και η παραπομπή στα «άρθρα 34 και 35» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στα άρθρα 32 και 33.

6. Στην αιτιολογική σκέψη 77, η παραπομπή στο «άρθρο 34» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 32.

7. Στην αιτιολογική σκέψη 87, η παραπομπή στο «άρθρο 40 παράγραφος 1» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 38 παράγραφος 1.

8. Στην αιτιολογική σκέψη 176, η παραπομπή στα «άρθρα 27 και 28» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στα άρθρα 26 και 27.

9. Στην αιτιολογική σκέψη 185, η παραπομπή στο «άρθρο 67» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 65.

10. Στο άρθρο 54 υπάρχει ένα τυπογραφικό λάθος, όπου ο υφιστάμενος αριθμός στοιχείου «δ)» θα έπρεπε προφανώς να είχε αντικατασταθεί με τον αριθμό παραγράφου «4».

11. Στο άρθρο 54 παράγραφος 6, η ένδειξη «459» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 45.

12. Στο άρθρο 113 παράγραφος 1 εδάφιο 1, η παραπομπή στο «άρθρο 118» θα πρέπει να τροποποιηθεί σε παραπομπή στο άρθρο 115.

Συνεπώς, η εξέταση της πρότασης οδήγησε τη συμβουλευτική ομάδα στο ομόφωνο συμπέρασμα ότι η πρόταση δεν περιλαμβάνει ουσιαστικές τροποποιήσεις πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τέτοιες. Η συμβουλευτική ομάδα συνήγαγε επίσης ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων της προηγούμενης πράξης σε συνδυασμό με τις ως άνω επί της ουσίας τροποποιήσεις, η πρόταση περιλαμβάνει απλώς και μόνο κωδικοποίηση του ισχύοντος νομοθετικού κειμένου, χωρίς τροποποίηση της ουσίας του.

           L. ROMERO REQUENA

Jurisconsultus      Jurisconsultus    Γενικός Διευθυντής

  • [1]  Η συμβουλευτική ομάδα εργάστηκε με βάση την αγγλική έκδοση της πρότασης, η οποία αποτελεί την κύρια γλωσσική έκδοση του υπό συζήτηση κειμένου.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Τίτλος

Ευρωπαϊκός κώδικας ηλεκτρονικών επικοινωνιών (αναδιατύπωση)

Έγγραφα αναφοράς

COM(2016)0590 – C8-0379/2016 – 2016/0288(COD)

Ημερομηνία υποβολής στο ΕΚ

14.9.2016

 

 

 

Επιτροπή αρμόδια επί της ουσίας

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

ITRE

24.10.2016

 

 

 

Γνωμοδοτικές επιτροπές

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO

24.10.2016

CULT

24.10.2016

LIBE

15.12.2016

 

Συνδεδεμένες επιτροπές

Ημερομ. αναγγελίας στην ολομέλεια

IMCO

16.3.2017

 

 

 

Εισηγητές

Ημερομηνία ορισμού

Pilar del Castillo Vera

26.10.2016

 

 

 

Εξέταση στην επιτροπή

6.2.2017

22.3.2017

22.6.2017

 

Ημερομηνία έγκρισης

2.10.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

52

2

8

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Nikolay Barekov, Bendt Bendtsen, Xabier Benito Ziluaga, José Blanco López, David Borrelli, Jonathan Bullock, Cristian-Silviu Buşoi, Reinhard Bütikofer, Jerzy Buzek, Edward Czesak, Jakop Dalunde, Pilar del Castillo Vera, Fredrick Federley, Adam Gierek, Theresa Griffin, Rebecca Harms, Hans-Olaf Henkel, Kaja Kallas, Barbara Kappel, Seán Kelly, Jaromír Kohlíček, Peter Kouroumbashev, Zdzisław Krasnodębski, Miapetra Kumpula-Natri, Christelle Lechevalier, Janusz Lewandowski, Paloma López Bermejo, Edouard Martin, Angelika Mlinar, Csaba Molnár, Nadine Morano, Dan Nica, Aldo Patriciello, Miroslav Poche, Michel Reimon, Massimiliano Salini, Algirdas Saudargas, Sven Schulze, Dario Tamburrano, Patrizia Toia, Evžen Tošenovský, Claude Turmes, Vladimir Urutchev, Kathleen Van Brempt, Henna Virkkunen, Martina Werner, Lieve Wierinck, Anna Záborská, Carlos Zorrinho, Νεοκλής Συλικιώτης

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Pilar Ayuso, Pervenche Berès, Michał Boni, Rosa D’Amato, Jens Geier, Françoise Grossetête, Werner Langen, Olle Ludvigsson, Dennis Radtke, Dominique Riquet

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Claudia Schmidt, Jasenko Selimovic

Ημερομηνία κατάθεσης

23.10.2017

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

52

+

ALDE

Angelika Mlinar, Dominique Riquet, Fredrick Federley, Jasenko Selimovic, Kaja Kallas, Lieve Wierinck

ECR

Edward Czesak, Evžen Tošenovský, Hans-Olaf Henkel, Nikolay Barekov, Zdzisław Krasnodębski

EFDD

Dario Tamburrano, David Borrelli, Rosa D’Amato

ENF

Barbara Kappel, Christelle Lechevalier

PPE

Aldo Patriciello, Algirdas Saudargas, Anna Záborská, Bendt Bendtsen, Claudia Schmidt, Cristian-Silviu Buşoi, Dennis Radtke, Françoise Grossetête, Henna Virkkunen, Janusz Lewandowski, Jerzy Buzek, Michał Boni, Massimiliano Salini, Nadine Morano, Pilar Ayuso, Pilar del Castillo Vera, Seán Kelly, Sven Schulze, Vladimir Urutchev, Werner Langen

S&D

Adam Gierek, Carlos Zorrinho, Csaba Molnár, Dan Nica, Edouard Martin, Jens Geier, José Blanco López, Kathleen Van Brempt, Martina Werner, Miapetra Kumpula-Natri, Miroslav Poche, Olle Ludvigsson, Patrizia Toia, Pervenche Berès, Peter Kouroumbashev, Theresa Griffin

2

-

EFDD

Jonathan Bullock

GUE/NGL

Νεοκλής Συλικιώτης

8

0

GUE/NGL

Jaromír Kohlíček, Paloma López Bermejo, Xabier Benito Ziluaga

Verts/ALE

Claude Turmes, Jakop Dalunde, Michel Reimon, Rebecca Harms, Reinhard Bütikofer

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή