ΕΚΘΕΣΗ  σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας

23.11.2017 - (2015/2129(INI))

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων
Εισηγήτρια: Anna Maria Corazza Bildt


Διαδικασία : 2015/2129(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A8-0368/2017
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A8-0368/2017
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ – ΣΥΝΟΨΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ

Διαδικασία

Σύμφωνα με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2015 σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο, η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ζήτησε έγκριση για την εκπόνηση έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και η έγκριση παρασχέθηκε τον Μάιο του 2015.

Σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, έως τις 18 Δεκεμβρίου 2015, έκθεση αξιολόγησης του βαθμού στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία και έκθεση αξιολόγησης της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 25.

Λόγω των καθυστερήσεων στη μεταφορά της οδηγίας από ορισμένα κράτη μέλη, η Επιτροπή καθυστέρησε τη δημοσίευση των εν λόγω εκθέσεων κατά ένα έτος και τις υπέβαλε στο Κοινοβούλιο μόλις στις 16 Δεκεμβρίου 2016.

Οδηγία 2011/93/ΕΕ - πλαίσιο, πεδίο εφαρμογής και μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών εντός και εκτός διαδικτύου αποτελεί μια αυξανόμενη τραγωδία που έχει ως θύματα παιδιά από την ηλικία των δύο ετών. Συνιστά διασυνοριακό έγκλημα που απαιτεί διασυνοριακή συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπιστεί. Τα εγκληματικά δίκτυα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο έχουν εξελιχθεί και οι αρχές επιβολής του νόμου αντιμετωπίζουν την πρόκληση να συνεργαστούν με νομοθεσίες που δεν προβλέπουν πάντα τις μελλοντικές εξελίξεις. Η οδηγία 2011/93/ΕΕ (η οδηγία) είναι ένα ολοκληρωμένο νομικό μέσο το οποίο περιέχει διατάξεις σχετικά με το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο και την ποινική δικονομία, τα διοικητικά μέτρα και τα μέτρα πολιτικής. Παρέχει στα κράτη μέλη σαφή ελάχιστα πρότυπα για κυρώσεις και μέτρα για την πρόληψη της κακοποίησης, την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την προστασία των θυμάτων.

Από τις σημαντικότερες βελτιώσεις που εισήγαγε η οδηγία είναι ο λεπτομερέστερος ορισμός της παιδικής πορνογραφίας, οι αυξημένες ποινικές κυρώσεις, η ποινικοποίηση της κατοχής και απόκτησης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, η θέσπιση της «σεξουαλικής προσέγγισης» ως νέου αδικήματος και διατάξεις για την κατάργηση ιστοτόπων που περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών ή/και τη φραγή της πρόσβασης σε αυτούς. Τα κράτη μέλη είχαν προθεσμία δύο ετών για τη μεταφορά της οδηγίας, η οποία έληξε στις 18 Δεκεμβρίου 2013.

Οι εκθέσεις εφαρμογής της Επιτροπής αξιολόγησαν σε ποιον βαθμό τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση, στο στάδιο αυτό, να αξιολογήσουν την εφαρμογή των διατάξεών της στην πράξη. Το γενικό συμπέρασμα της Επιτροπής είναι ότι, παρά τις σημαντικές προσπάθειες των κρατών μελών για τη μεταφορά αυτού του σύνθετου νομικού μέσου και τη βελτίωση αυτής της διαδικασίας όσον αφορά την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό της οδηγίας.

Η εισηγήτρια προσδιορίζει τους τομείς στους οποίους τα κράτη μέλη θα πρέπει να κάνουν περισσότερα και διευκρινίζει ορισμένες διατάξεις της οδηγίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η ορθή και πλήρης εφαρμογή από τα κράτη μέλη: έρευνα και ποινική δίωξη· πρόληψη· συνδρομή και προστασία των θυμάτων· κατάργηση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο και φραγή της πρόσβασης σε αυτό.

Η εισηγήτρια συνιστά επίσης στα κράτη μέλη να υπερβούν την απλή υποχρέωση μεταφοράς της οδηγίας και τα ενθαρρύνει να δημιουργήσουν ικανότητες και να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές. Η εισηγήτρια εξετάζει την κατάσταση των παιδιών μεταναστών, ιδίως των ασυνόδευτων, που είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην κακοποίηση, εμπορία και σεξουαλική εκμετάλλευση και καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των αγνοούμενων παιδιών. Στο σχέδιο έκθεσης, περιλαμβάνει επίσης νέες μορφές εγκλημάτων, όπως η πορνογραφία εκδίκησης και ο σεξουαλικός εκβιασμός, τα οποία εξαπλώνονται στο διαδίκτυο και επηρεάζουν πολλούς νέους, ιδίως κορίτσια, προκαλούν σοβαρές βλάβες, οδηγώντας μερικές φορές μάλιστα τα θύματα ακόμη και στην αυτοκτονία.

Έρευνα και ποινική δίωξη

Η οδηγία 2011/93/ΕΕ προβλέπει την υποχρέωση των κρατών μελών να παρέχουν στις αρχές επιβολής του νόμου και τις διωκτικές αρχές αποτελεσματικά εργαλεία για τη διερεύνηση εγκλημάτων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και την έγκαιρη αναγνώριση των παιδιών θυμάτων. Η οδηγία προβλέπει επίσης εκτεταμένη δικαιοδοσία για αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και για την κατάργηση της αρχής του διττού αξιόποινου.

Η διερεύνηση και η δίωξη των εγκλημάτων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για τις αρχές επιβολής του νόμου και τη δικαιοσύνη. Οι εμπειρογνώμονες που προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον της επιτροπής LIBE προσδιόρισαν αρκετούς παράγοντες που μειώνουν την αποτελεσματικότητα των τεχνικών έρευνας στο διαδίκτυο: την κρυπτογράφηση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τις αποκλίσεις στους ισχύοντες κανόνες διατήρησης δεδομένων στα κράτη μέλη, την αυξανόμενη χρήση εργαλείων ανωνυμοποίησης και την αποθήκευση στο υπολογιστικό νέφος. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι συχνά ασαφές ποια χώρα έχει δικαιοδοσία και ποια νομοθεσία θα εφαρμοστεί στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων. Από αυτήν την άποψη, είναι απαραίτητη η ενισχυμένη διεθνής και ευρωπαϊκή συνεργασία.

Η εισηγήτρια καλεί συνεπώς τα κράτη μέλη να αυξήσουν την αστυνομική και δικαστική συνεργασία τους, καθώς και να αξιοποιήσουν πλήρως τα υφιστάμενα εργαλεία συνεργασίας της ΕΕ που παρέχονται από την Ευρωπόλ και την Eurojust, ώστε να διασφαλιστεί η επιτυχής διερεύνηση και δίωξη των δραστών. Για τον σκοπό αυτό, υπογραμμίζει ότι η Ευρωπόλ και η Eurojust θα πρέπει να διαθέτουν τους κατάλληλους πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους σε αυτόν τον τομέα.

Ενθαρρύνει επίσης τα κράτη μέλη να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές σε μέσα έρευνας και μεθόδους δίωξης.

Πρόληψη

Η οδηγία προβλέπει ειδικές διατάξεις για προληπτικά μέτρα από εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, εκπαίδευση και κατάρτιση έως απαγορεύσεις λόγω καταδικαστικών αποφάσεων και προγράμματα προληπτικής παρέμβασης για τους παραβάτες με σκοπό την αντιμετώπιση της υποτροπής.

Τόσο η έκθεση μεταφοράς της Επιτροπής όσο και η μελέτη της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Κοινοβουλευτικής Έρευνας (EPRS) κατέδειξαν ότι οι διατάξεις σχετικά με τα προληπτικά μέτρα είναι οι πιο απαιτητικές για τα κράτη μέλη.

Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις καταδίκες των δραστών αδικημάτων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών μεταξύ των κρατών μελών αποδείχθηκε δύσκολο να υλοποιηθεί, διότι η οδηγία δεν προβλέπει την υποχρέωση των κρατών μελών να αποστέλλουν πληροφορίες στο άλλο κράτος μέλος που τις ζήτησε και σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν προβλεφθεί από την εθνική νομοθεσία πρόσθετες προϋποθέσεις για την αποστολή των πληροφοριών. Η εισηγήτρια πιστεύει ότι χρειάζεται περαιτέρω ανάπτυξη σε αυτόν τον τομέα και καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να επικαιροποιήσουν τον κατάλογο των δραστών τους και να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις ποινικές καταδίκες και τις απαγορεύσεις με άλλα κράτη μέλη, προκειμένου να αποφευχθεί η μετακίνηση των δραστών, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, από το ένα κράτος μέλος στο άλλο για εργασία ή για εθελοντική εργασία με παιδιά ή σε ιδρύματα για παιδιά.

Εντοπισμός των θυμάτων

Η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών συνιστά αδίκημα το οποίο είναι δύσκολο να γνωστοποιηθεί και να αναφερθεί. Η κατ’ έγκληση αναφορά είναι περιορισμένη, επειδή τα παιδιά είναι πολύ μικρά, πολύ τραυματισμένα ή εξαρτώμενα από τον δράστη, παράγοντες οι οποίοι τα καθιστούν απρόθυμα να γνωστοποιήσουν το συμβάν. Σε αυτό το πλαίσιο, οι τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας για παιδιά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο παρέχοντας βοήθεια προσαρμοσμένη στις ανάγκες των παιδιών και βοηθώντας τα παιδιά να αναφέρουν το έγκλημα. Είναι επίσης σημαντικό τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν αποτελεσματικές ανοικτές τηλεφωνικές γραμμές για την εξεύρεση εξαφανισθέντων παιδιών και να αυξήσουν τη συνεργασία σε διασυνοριακές υποθέσεις. Ο εντοπισμός των παιδιών που πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης στο διαδίκτυο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις δυνατότητες διερεύνησης των αρχών επιβολής του νόμου όσον αφορά τη χρήση νέων τεχνολογιών και το εκπαιδευμένο προσωπικό. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερο στην ανάπτυξη και τη χρήση νέων εγκληματολογικών εργαλείων, προκειμένου να είναι αποτελεσματικότερα και να σώζουν τα παιδιά-θύματα.

Συνδρομή και προστασία των θυμάτων

Η οδηγία 2011/93/ΕΕ απαιτεί επίσης από τα κράτη μέλη να εισάγουν στη διαδικασία ποινικής δικονομίας τους μέτρα που εγγυώνται την προστασία των παιδιών θυμάτων στο σύνολο της ποινικής διαδικασίας και να διασφαλίζουν ότι λαμβάνουν συνδρομή και στήριξη. Η εισηγήτρια θεωρεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν πλήρως την οδηγία 2012/29/ΕΕ σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων εγκλημάτων και να εντείνουν συγκεκριμένα μέτρα για την αποτελεσματικότερη προστασία των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, βελτιώνοντας επίσης τον ρόλο των εθνικών γραμμών βοήθειας και ανταλλάσσοντας βέλτιστες πρακτικές.

Κατάργηση ή/και φραγή της πρόσβασης

Το άρθρο 25 της οδηγίας αποσκοπεί στη διασφάλιση της πρόληψης της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών και στη μείωση της δευτερογενούς θυματοποίησης, αποκόπτοντας την πρόσβαση σε περιεχόμενο κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Απαιτεί από τα κράτη μέλη να καταργούν αμέσως υλικό σε ιστότοπους που φιλοξενούνται στο έδαφός τους και να προσπαθούν να εξασφαλίσουν την κατάργησή τους, εάν φιλοξενούνται αλλού. Τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει τη διάταξη αυτή με μέτρα που βασίζονται στην οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο (διαδικασία προειδοποίησης και κατάργησης) ή με μέτρα ποινικού δικαίου για υλικό που φιλοξενείται στο έδαφός τους. Τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την οδηγία όσον αφορά το υλικό που φιλοξενείται εκτός του εδάφους τους, είτε με μέτρα που συνεπάγονται τη δημιουργία ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής που έχει εξουσιοδοτηθεί να αξιολογεί το υλικό και να έρχεται σε επαφή με τη χώρα όπου φιλοξενείται μέσω του δικτύου ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών INHOPE είτε μέσω της Ευρωπόλ ή της Interpol.

Το άρθρο 25 παράγραφος 2 παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να περιορίζουν την πρόσβαση στο υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών με μέτρα φραγής της πρόσβασης. Τα μισά μόνο κράτη μέλη επέλεξαν να μεταφέρουν τη διάταξη αυτή στο εθνικό τους δίκαιο. Χρησιμοποιούνται συχνά μαύροι κατάλογοι με ιστότοπους που περιέχουν υλικό κακοποίησης παιδιών στο πλαίσιο της εφαρμογής των μέτρων φραγής της πρόσβασης. Έχουν προβλεφθεί διάφορες διασφαλίσεις για την ελευθερία του λόγου.

Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά την προετοιμασία αυτής της έκθεσης κατέδειξαν ότι η φραγή της πρόσβασης στην πράξη είναι αποτελεσματικότερη, επειδή είναι πολύ πιο γρήγορη από την κατάργηση. Εάν υπάρχουν επαρκείς διασφαλίσεις για την προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ευρύτερα από τα κράτη μέλη.

Η συνεργασία με τους παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας είναι ύψιστης σημασίας για τη διακοπή της διαθεσιμότητας υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Χωρίς την ενεργό συμμετοχή τους, συχνά σε εθελοντική βάση, η διαδικασία κατάργησης και φραγής της πρόσβασης δεν θα είναι δυνατή. Η εισηγήτρια πιστεύει ότι οι φορείς του κλάδου και του διαδικτύου θα πρέπει να αναλάβουν από κοινού την ευθύνη και να αναπτύξουν καινοτόμες λύσεις προκειμένου να καταπολεμήσουν τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο.

Πηγές:

Εκτός από τις εκθέσεις εφαρμογής της Επιτροπής, η εισηγήτρια συγκέντρωσε πληροφορίες από τις ακόλουθες πηγές, μεταξύ άλλων:

-  ακρόαση που διεξήχθη στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων στις 25 Απριλίου 2017·

-  εκ των υστέρων αξιολόγηση των επιπτώσεων από την Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EPRS), που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2017·

-  ακρόαση που διοργάνωσε η πολιτική ομάδα του ΕΛΚ για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, στις 29 Ιουνίου 2016·

-  μελέτη του τμήματος πολιτικής Γ για τα δικαιώματα των πολιτών και τις συνταγματικές υποθέσεις που εκπονήθηκε για την επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο και δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2015·

-  συνάντηση με τον κ. Benyam Dawit Mezmur, πρόεδρο της Επιτροπής του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας

(2015/2129(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 3 και 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 82 παράγραφος 2 και το άρθρο 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 7, 8, 24, 47, 48 και 52 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, της 20ής Νοεμβρίου 1989, και τα πρωτόκολλα αυτής,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τη σεξουαλική κακοποίηση της 25ης Οκτωβρίου 2007,

–  έχοντας υπόψη τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης της 23ης Νοεμβρίου 2001 για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο,

–  έχοντας υπόψη την έγκριση, από το Συμβούλιο της Ευρώπης, της στρατηγικής του για τα δικαιώματα του παιδιού (2016-2021),

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου[1],

–  έχοντας υπόψη την οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου[2],

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 27ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με την 25η επέτειο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού[3],

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 11ης Μαρτίου 2015, σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών στο διαδίκτυο[4],

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Μαΐου 2012 σχετικά με μια ευρωπαϊκή στρατηγική για ένα διαδίκτυο καλύτερα προσαρμοσμένο στα παιδιά (COM(2012) 0196) και την έκθεση της Επιτροπής της 6ης Ιουνίου 2016 με τίτλο: «Τελική αξιολόγηση του πολυετούς προγράμματος της ΕΕ για την προστασία των παιδιών που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο και άλλες τεχνολογίες της επικοινωνίας (Ασφαλέστερο Διαδίκτυο)» (COM(2016) 0364),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωσή τους με την οδηγία 2011/93/ΕΕ (COM(2016)0871), και την έκθεση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2016, για την αξιολόγηση της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 25 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ (COM (2016)0872),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπόλ του 2016 σχετικά με την αξιολόγηση της απειλής που αντιπροσωπεύει το οργανωμένο έγκλημα στο διαδίκτυο (iOACTA),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 27 Φεβρουαρίου 2017 με τίτλο «Φιλική προς τα παιδιά δικαιοσύνη: Απόψεις και εμπειρίες παιδιών που εμπλέκονται σε δικαστικές διαδικασίες ως θύματα, μάρτυρες ή αντίδικοι σε εννέα κράτη μέλη της ΕΕ,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2017, με τίτλο «Η προστασία των παιδιών-μεταναστών» (COM(2017)0211),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του, καθώς και το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το παράρτημα 3 της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων της 12ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη διαδικασία εξουσιοδότησης για την εκπόνηση εκθέσεων πρωτοβουλίας,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A8-0368/2017),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική κακοποίηση και η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, ειδικότερα του δικαιώματος των παιδιών στην προστασία και τη φροντίδα που απαιτούνται για την καλή διαβίωσή τους, όπως προβλέπεται στη Σύμβαση του 1989 των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα μέτρα για την πάταξη των αδικημάτων αυτών πρέπει να τίθενται σε εφαρμογή με γνώμονα το υπέρτατο συμφέρον των παιδιών, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2011/93/ΕΕ είναι ένα ολοκληρωμένο νομικό μέσο που περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με το ουσιαστικό ποινικό δίκαιο και τις ποινικές διαδικασίες, τα μέτρα βοήθειας και προστασίας των θυμάτων και την πρόληψη, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών μέτρων, και ότι η εφαρμογή της απαιτεί τη στενή συμμετοχή φορέων από διαφορετικούς τομείς, όπως οι αρχές επιβολής του νόμου, η δικαστική εξουσία, οι σύλλογοι γονέων και οικογενειών που διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στον τομέα προστασίας ανηλίκων, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου και άλλοι·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση εφαρμογής της Επιτροπής δεν παρέχει στατιστικά στοιχεία σε σχέση με την απόσυρση ιστότοπων και τη φραγή της πρόσβασης σε ιστότοπους που περιέχουν ή διαδίδουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ιδίως στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ταχύτητα κατάργησης περιεχομένου, τη συχνότητα με την οποία οι εκθέσεις παρακολουθούνται από τις αρχές επιβολής του νόμου, τις καθυστερήσεις που σημειώνονται κατά την απόσυρση λόγω της ανάγκης αποφυγής παρεμπόδισης εν εξελίξει ερευνών, ή τη συχνότητα με την οποία οποιαδήποτε τέτοια αποθηκευμένα δεδομένα χρησιμοποιούνται πράγματι από δικαστικές αρχές ή αρχές επιβολής του νόμου·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μια από τις κύριες προκλήσεις για τη διεξαγωγή ερευνών όσον αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και τη δίωξη των δραστών είναι η μη καταγγελία από τα θύματα· ότι τα αγόρια είναι λιγότερο πιθανό να καταγγέλλουν κακοποίηση·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παιδιά, που είναι θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης, πάσχουν από πολλαπλά και μακροχρόνια σωματικά και/ή ψυχολογικά τραύματα που μπορούν να τα ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή τους·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική κακοποίηση και η εκμετάλλευση παιδιών στο διαδίκτυο είναι ένα εξελισσόμενο φαινόμενο και ότι νέες μορφές εγκληματικότητας, όπως η «πορνογραφία εκδίκησης» και ο σεξουαλικός εκβιασμός, έχουν δημιουργηθεί στο διαδίκτυο και πρέπει να αντιμετωπισθούν με συγκεκριμένα μέτρα από τα κράτη μέλη·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές επιβολής του νόμου αντιμετωπίζουν προκλήσεις που δημιουργούν τα διομότιμα και τα ιδιωτικά δίκτυα στα οποία ανταλλάσσεται υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει ανάγκη να ευαισθητοποιούνται σε πρώιμο στάδιο τα κορίτσια και τα αγόρια σχετικά με τους κινδύνους και τη σημασία του σεβασμού της αξιοπρέπειας και της ιδιωτικής ζωής των άλλων στην ψηφιακή εποχή·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα παιδιά-μετανάστες –ιδίως τα κορίτσια αλλά και σημαντικό ποσοστό αγοριών[5] – είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα στη σεξουαλική κακοποίηση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση στα χέρια διακινητών, λαθρεμπόρων, εμπόρων ναρκωτικών, δικτύων πορνείας, καθώς και άλλων ατόμων ή δικτύων που εκμεταλλεύονται την ευάλωτη κατάστασή τους, κατά τη διαδρομή και μόλις φτάσουν στην Ευρώπη·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι από τη βιομηχανία του σεξουαλικού τουρισμού πλήττεται μεγάλος αριθμός παιδιών, ιδίως κορίτσια αλλά και σημαντικό ποσοστό αγοριών·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει της αιτιολογικής σκέψης 47 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ για την κατάργηση ιστοτόπων και τη φραγή της πρόσβασης σε αυτούς, πρέπει να τηρούν τις διασφαλίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 της παρούσας οδηγίας·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η συστηματική επανεξέταση και μετα-ανάλυση έδειξε ότι, σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους χωρίς αναπηρίες, τα παιδιά με αναπηρίες ήταν τρεις φορές πιο πιθανόν να υποστούν σωματική ή σεξουαλική βία·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση του όρου «παιδική πορνογραφία» δεν ενδείκνυται για να προσδιοριστούν τα εγκλήματα που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/93/ΕΕ και μπορεί να αποβεί εις βάρος παιδιών θυμάτων·

Βασικά συμπεράσματα και συστάσεις

1.  καταδικάζει απερίφραστα όλες τις μορφές σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης παιδιών, καθώς και τη βίαιη και προσβλητική θυματοποίηση των παιδιών σε όλα τα επίπεδα· επικροτεί την έγκριση, από το Συμβούλιο της Ευρώπης, της στρατηγικής του για τα δικαιώματα του παιδιού (2016-2021)· καλεί όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη όλων των μορφών σωματικής και ψυχολογικής βίας, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης, και για την προστασία των παιδιών από αυτές τις μορφές βίας· καλεί όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να αναλάβουν κοινή αποτελεσματική δράση για την εξάλειψη της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης και γενικότερα όλων των σεξουαλικών εγκλημάτων κατά των παιδιών· καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και να κράτη μέλη να δώσουν ρητή προτεραιότητα στην προστασία των παιδιών κατά τον προγραμματισμό και την εφαρμογή πολιτικών, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο σ’ αυτά·

2.  θεωρεί ότι η οδηγία 2011/93/ΕΕ συνιστά ισχυρό και πλήρες νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών· εκφράζει τη λύπη του για τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετώπισαν τα κράτη μέλη όσον αφορά τη μεταφορά και την εφαρμογή της οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις διατάξεις σχετικά με την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη, καθώς και την προστασία και την παροχή βοήθειας στα θύματα και για το γεγονός ότι δεν έχουν ακόμα αξιοποιηθεί πλήρως οι δυνατότητες της οδηγίας· παροτρύνει τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την πλήρη και ορθή μεταφορά της· καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για την αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθετικής μεταφοράς, ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία των παιδιών θυμάτων και η παροχή βοήθειας σ’ αυτά και μηδενική ανοχή για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών·

3.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν μπόρεσε να παρουσιάσει τις εκθέσεις υλοποίησής της εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 28 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ και ότι οι δύο εκθέσεις που παρουσίασε η Επιτροπή απλώς τεκμηρίωσαν την μεταφορά και μόνο στο εθνικό δίκαιο από τα κράτη μέλη και δεν αξιολόγησαν πλήρως τη συμμόρφωση προς τη οδηγία· ζητεί από τα κράτη μέλη να συνεργαστούν και να διαβιβάσουν στην Επιτροπή όλες τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων·

4.  τονίζει ότι ο όρος «υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών» είναι καταλληλότερος από τον όρο «παιδική πορνογραφία» για τέτοια εγκλήματα κατά παιδιών· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καθιερώσουν τη χρήση του όρου «υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών» αντί του όρου «παιδική πορνογραφία»· τονίζει, ωστόσο, ότι η νέα ορολογία δεν περιορίζει με κανέναν τρόπο τα αδικήματα που περιγράφονται ως «παιδική πορνογραφία» στο άρθρο 5 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ σε συνάρτηση με το άρθρο 2 στοιχείο γ)·

5.  θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι η έκθεση εφαρμογής της Επιτροπής δεν αναφέρει κατά πόσον αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα του συστήματος INHOPE κατά τη διαβίβαση εκθέσεων σε ομολόγους σε τρίτες χώρες·

6.  θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν συγκέντρωσε δεδομένα σχετικά με τους τύπους φραγής της πρόσβασης που χρησιμοποιήθηκαν· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι δεν έχουν δημοσιευθεί δεδομένα σχετικά με τον αριθμό των ιστότοπων που περιλαμβάνονται στους καταλόγους φραγής πρόσβασης σε κάθε χώρα· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι δεν έχει γίνει αξιολόγηση της χρήσης μεθόδων ασφαλείας, όπως η κρυπτογράφηση, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι κατάλογοι φραγής πρόσβασης δεν πρόκειται να διαρρεύσουν με αποτέλεσμα να καταστούν σε σοβαρό βαθμό αντιπαραγωγικοί· επικροτεί το γεγονός ότι, αφού προώθησε την υποχρεωτική φραγή πρόσβασης το 2011, η Επιτροπή εγκατέλειψε ρητώς αυτήν τη θέση·

Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο (άρθρα 3, 4 και 5 της οδηγίας)

7.  λαμβάνει υπό σημείωση το γεγονός ότι τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει τις διατάξεις του ουσιαστικού ποινικού δικαίου της οδηγίας 2011/93/ΕΕ στο εθνικό τους δίκαιο· ανησυχεί, ωστόσο, ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν μεταφέρει πλήρως τις διατάξεις σχετικά με τα αδικήματα που σχετίζονται με τη σεξουαλική εκμετάλλευση (άρθρο 4), τα αδικήματα που σχετίζονται με τη σεξουαλική κακοποίηση όταν γίνεται κατάχρηση αναγνωρισμένης θέσης εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής [άρθρο 3 παράγραφος 5 στοιχείο θ)] ή γίνεται κατάχρηση μιας ιδιαιτέρως ευάλωτης κατάστασης του παιδιού [άρθρο 3 παράγραφος 5 σημείο ii)] και που σχετίζονται με την ευθύνη των νομικών προσώπων (άρθρο 12)·

8.  θεωρεί, ειδικότερα, ότι τα κράτη μέλη πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας των δραστών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, καθώς και των ατόμων ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται στη διευκόλυνση, την ενίσχυση ή την υποκίνηση οποιωνδήποτε αδικημάτων σεξουαλικής εκμετάλλευσης και σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών· θεωρεί ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την ευθύνη τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων, όταν η έλλειψη παρακολούθησης ή εποπτείας ενός προσώπου που είναι μέλος αυτής της νομικής οντότητας έχει επιτρέψει ή διευκολύνει τη διάπραξη εγκλημάτων·

9.  ανησυχεί ιδιαιτέρως για τις απειλές και τους κινδύνους που θέτει η διάσταση του διαδικτύου στα παιδιά, ιδίως όσον αφορά τη στρατολόγηση παιδιών μέσω του διαδικτύου, καθώς και τη σεξουαλική προσέγγιση και άλλες μορφές παρακίνησης· θεωρεί ότι πρέπει να βρεθούν λύσεις για τον εντοπισμό, την υποβολή εκθέσεων και τη διερεύνηση τέτοιων επικίνδυνων πρακτικών· τονίζει την ανάγκη αύξησης του επιπέδου προστασίας των παιδιών στο διαδίκτυο, αλλά και της δρομολόγησης προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης σε σχέση με τους κινδύνους που υπάρχουν στο διαδίκτυο·

10.  εκφράζει την ανησυχία του για την εξάπλωση του φαινομένου των μεταδόσεων σε απευθείας σύνδεση στο διαδίκτυο, στις οποίες παιδιά είναι θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, καθώς οι δράστες αποδεικνύονται πολύ έξυπνοι και καινοτόμοι στη χρήση προηγμένης τεχνολογίας· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι όλα τα κράτη μέλη πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να αναπτύξουν καινοτόμες τεχνικές εφαρμογές για την ανίχνευση και την παρεμπόδιση της πρόσβασης σε τέτοιες μεταδόσεις, αλλά και για να επιβάλουν περιορισμούς στην πληρωμή για τις υπηρεσίες αυτές.

11.  υπογραμμίζει την ανάγκη αντιμετώπισης των νέων μορφών εγκληματικότητας στο διαδίκτυο, όπως η πορνογραφία εκδίκησης και ο σεξουαλικός εκβιασμός, που επηρεάζουν πολλούς νέους, ιδίως τα έφηβα κορίτσια· ζητεί από τις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και τις δικαστικές αρχές να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για την καταστολή της νέας αυτής μορφής εγκλήματος και από τον κλάδο του διαδικτύου, τις ανοιχτές τηλεφωνικές γραμμές, τις ΜΚΟ και όλους τους συναφείς φορείς να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί, αναζητώντας λύσεις για την αντιμετώπιση αυτών των εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης χρήσης των διαθέσιμων τεχνολογιών και αναπτύσσοντας νέες τεχνολογίες προκειμένου να διευκολυνθεί η ταυτοποίηση προσώπων που διαπράττουν εγκλήματα στο διαδίκτυο·

12.  επαναλαμβάνει το δικαίωμα κάθε ατόμου να αποφασίζει για την τύχη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, ιδίως το αποκλειστικό δικαίωμα ελέγχου της χρήσης και της γνωστοποίησης των προσωπικών πληροφοριών και το δικαίωμα στη λήθη, το οποίο ορίζεται ως η δυνατότητα άμεσης κατάργησης περιεχομένου που ενδέχεται να βλάψει την αξιοπρέπεια του ατόμου·

13.  επαναλαμβάνει ότι τα κράτη μέλη που δεν το έχουν ακόμη πράξει πρέπει να ποινικοποιήσουν, εκτός από την σεξουαλική προσέγγιση παιδιών μέσω διαδικτύου («online grooming»), και την επίμονη παρακολούθηση μέσω διαδικτύου ή την παραπλάνηση παιδιών στο διαδίκτυο. υπενθυμίζει ότι ο όρος ‘επίμονη παρακολούθηση μέσω διαδικτύου’ παραπέμπει σε κατάσταση όπου ένας ενήλικας επικοινωνεί μέσω διαδικτύου με ανήλικο ή άτομο που πιστεύει ότι είναι ανήλικο, με σκοπό να διαπράξει στη συνέχεια εγκληματική πράξη σε βάρος του·

14.  θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι δεν έχουν παρασχεθεί στατιστικά στοιχεία σε σχέση με την εφαρμογή ποινικών διαδικασιών για την κατάσχεση εξοπλισμού σε σχετικές υποθέσεις·

Έρευνα και ποινική δίωξη

15.  επισημαίνει ότι αρκετά κράτη μέλη δεν έχουν εφαρμόσει την απαίτηση για τη δίωξη των αδικημάτων εντός επαρκούς χρονικού διαστήματος μετά την ενηλικίωση του θύματος· ενθαρρύνει, συνεπώς, τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι τα νόμιμα όρια εντός των οποίων μπορούν να αναφέρονται και να διώκονται αυτά τα εγκλήματα είναι επαρκούς διάρκειας και ότι, τουλάχιστον, αρχίζουν από την ηλικία ενηλικίωσης του παιδιού-θύματος, προκειμένου να διασφαλιστεί η δυνατότητα δίωξης του εγκλήματος·

16.  υπογραμμίζει τη σημασία της εφαρμογής του άρθρου 17, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη έχουν δικαιοδοσία επί αδικημάτων που διαπράττονται μέσω τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) στην οποία παρέχεται πρόσβαση από το έδαφός τους, ασχέτως εάν η συγκεκριμένη τεχνολογία είναι εγκατεστημένη ή όχι στο έδαφός τους· υπογραμμίζει την ανάγκη ανάπτυξης συγκεκριμένης βάσης για κοινή προσέγγιση της ΕΕ στον τομέα της δικαιοδοσίας στον κυβερνοχώρο, όπως αυτή διατυπώθηκε στο πλαίσιο της άτυπης συνόδου των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 26ης Ιανουαρίου 2016·

17.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνονται στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών όλα τα αδικήματα που αναγράφονται στην οδηγία 2011/92/ΕΕ, όταν πρόκειται για εξωεδαφική αρμοδιότητα· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη εγγυώνται ότι αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης που διαπράττονται στο εξωτερικό θα διώκονται χωρίς να γίνει καταγγελία από το θύμα· καλεί τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτές τις ελλείψεις·

18.  καλεί όλα τα κράτη μέλη να διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς πόρους και ανθρώπινο δυναμικό στις αρχές επιβολής του νόμου και στις δικαστικές αρχές για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών, συμπεριλαμβανομένης ειδικής κατάρτισης για την αστυνομία και τους υπεύθυνους έρευνας· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τους πόρους που διατίθενται για την ταυτοποίηση των θυμάτων και παροτρύνει τα κράτη μέλη που δεν έχουν μεταφέρει ακόμη στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 15 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ σχετικά με την ταυτοποίηση των θυμάτων να το πράξουν χωρίς καθυστέρηση και να εφαρμόσουν τη διάταξη αυτή με τη συγκρότηση ειδικευμένων ομάδων έρευνας εφοδιασμένων με κατάλληλα εργαλεία και πόρους·

19.  θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι ακριβή στατιστικά στοιχεία και δεδομένα σχετικά με τον αριθμό εγκλημάτων που διαπράττονται ιδίως στον τομέα της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών, εξακολουθούν να λείπουν εξαιτίας του υψηλού ποσοστού περιπτώσεων που δεν καταγγέλλονται, του πρωτοφανούς χαρακτήρα των εγκλημάτων και των διαφορών ως προς τους ορισμούς και τις μεθοδολογίες που εφαρμόζονται στα διάφορα κράτη μέλη·

20.  τονίζει ότι ορισμένες από τις σημαντικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν οι αρχές επιβολής του νόμου και οι δικαστικές αρχές κατά τη διερεύνηση και δίωξη αδικημάτων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, οφείλονται, ειδικότερα, στη συχνά διασυνοριακή διάσταση των ερευνών ή στην εξάρτηση από ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία· επισημαίνει, ιδίως, την ανάγκη αναβάθμισης των ψηφιακών τεχνικών έρευνας προκειμένου να συμβαδίσουν με τον ταχύ ρυθμό της τεχνολογικής ανάπτυξης·

21.  καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των υπεύθυνων για την επιβολή του νόμου αρχών τους, μεταξύ άλλων μέσω της αυξημένης χρήσης των κοινών ομάδων έρευνας· παροτρύνει τις αρχές να αναγνωρίσουν ότι η υπέρμετρη στήριξη σε ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας και στον κλάδο μπορεί να είναι αντιπαραγωγική και ότι έτσι απλώς ανατίθεται σε τρίτους η καταπολέμηση του υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

22.  καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις διατάξεις της οδηγίας 2011/93/ΕΕ με μακροπρόθεσμη προοπτική· καλεί τις επιχειρήσεις και τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου να εφαρμόσουν σύγχρονες τεχνολογίες και να επενδύσουν σε καινοτόμες λύσεις για την αύξηση των δυνατοτήτων εντοπισμού και δίωξης των δραστών, την εξάρθρωση εγκληματικών δικτύων στο διαδίκτυο, καθώς και για την προστασία των θυμάτων·

23.  εκφράζει την ανησυχία του για τη χρήση τεχνολογιών μετατροπής διευθύνσεων μέσω μεταφορέα βαθμίδας (NAT CGN) από τους παρόχους πρόσβασης στο διαδίκτυο που επιτρέπουν την ταυτόχρονη κοινή χρήση μίας διεύθυνσης IP από περισσότερους χρήστες, υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτό την ασφάλεια στο διαδίκτυο και τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης· καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να περιορίσουν τον αριθμό χρηστών ανά διεύθυνση IP, να καταργήσουν σταδιακά τη χρήση των τεχνολογιών CGN και να προβούν στις αναγκαίες επενδύσεις για την άμεση υιοθέτηση της επόμενης γενιάς διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου (έκδοση 6 – IPv6)·

24.  καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν την αστυνομική και δικαστική συνεργασία τους, καθώς και να αξιοποιήσουν πλήρως τα υφιστάμενα εργαλεία συνεργασίας της ΕΕ που παρέχονται από την Ευρωπόλ, ιδίως στο πλαίσιο του Analysis Project (AP) Twins και του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο, και την Eurojust, ώστε να διασφαλιστεί η επιτυχής διερεύνηση και δίωξη των δραστών και πιθανών συνεργών· υπογραμμίζει ότι η Ευρωπόλ και η Eurojust θα πρέπει να διαθέτουν τους κατάλληλους πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές·

25.  καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την αστυνομική και δικαστική συνεργασία τους για την καταπολέμηση της εμπορίας και της λαθρεμπορίας παιδιών μεταναστών, τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην κακομεταχείριση, την εμπορία και τη σεξουαλική εκμετάλλευση, κυρίως τα κορίτσια, αλλά και τα αγόρια· ζητεί να ενισχυθεί η συνεργασία και η ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών για τον εντοπισμό των αγνοούμενων παιδιών και για τη διαλειτουργικότητα των βάσεων δεδομένων· καλεί τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια ολιστική προσέγγιση που περιλαμβάνει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, και να αυξήσουν τη συνεργασία με τις αρχές επιβολής του νόμου, τις κοινωνικές υπηρεσίες και την κοινωνία των πολιτών· αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στην ταυτοποίηση ευάλωτων παιδιών, δεδομένης της έλλειψης εμπιστοσύνης που έχουν δείξει τα παιδιά μετανάστες στις αρχές επιβολής του νόμου·

26.  ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την καταπολέμηση του σεξουαλικού τουρισμού με θύματα παιδιά και τη δίωξη των δραστών και των συνεργών, λαμβάνοντας υπόψη την ευθύνη όλων των εμπλεκόμενων φορέων·

27.  θεωρεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να δημιουργήσουν ένα διεθνές δίκτυο που ειδικεύεται στην καταπολέμηση του σεξουαλικού τουρισμού και, όσον αφορά τις πολιτικές που ακολουθεί η πολιτεία, θα πρέπει να υπάρχουν προγράμματα χρηματοδότησης επικεντρωμένα στην παροχή βοήθειας προς οικογένειες και παιδιά που βρίσκονται στη ζώνη κινδύνου.

Πρόληψη (άρθρα 22, 23 και 24 της οδηγίας)

28.  καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν αποτελεσματικά προγράμματα πρόληψης και παρέμβασης, συμπεριλαμβανομένων προγραμμάτων τακτικής κατάρτισης, για όλους τους υπαλλήλους, εκπαιδευτές και εμπλεκόμενα μέρη που έρχονται σε επαφή με παιδιά, προκειμένου να εκτιμήσουν καλύτερα τον κίνδυνο διάπραξης εγκλημάτων·

29.  παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν κατάλληλα μέτρα, όπως η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, οι εκστρατείες πρόληψης, τα προγράμματα κατάρτισης και τα ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα για τις αρχές, τους γονείς, τους δασκάλους, τα παιδιά και τους ανηλίκους –σε συνεργασία, επίσης, με συλλόγους γονέων που διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην προστασία παιδιών και ανηλίκων, καθώς και με σχετικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών– προκειμένου να προωθηθεί η σημασία των οικογενειακών αξιών (π.χ. η αμοιβαία ευθύνη, ο σεβασμός και η φροντίδα), της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της αυτοεκτίμησης, της μη χρήσης βίας και, γενικότερα, των δικαιωμάτων των παιδιών να προστατεύονται από όλες τις μορφές σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης·

30.  καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα σύστημα πολλαπλών βαθμίδων για την προστασία των παιδιών, με βάση τα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού και τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων του, με σκοπό να στείλουν ένα σαφές μήνυμα ότι όλες οι μορφές σωματικής, σεξουαλικής και συναισθηματικής κακοποίησης παιδιών είναι απαράδεκτες και τιμωρούνται από τον νόμο· 

31.  ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά το εκπαιδευτικό υλικό και τα προγράμματα κατάρτισης για όλους τους εμπλεκόμενους, όπως οι δάσκαλοι, οι γονείς, οι εκπαιδευτές και οι αρχές επιβολής του νόμου, προκειμένου να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σεξουαλική προσέγγιση και άλλους κινδύνους για την ασφάλεια των παιδιών στο διαδίκτυο· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν φιλόδοξα εκπαιδευτικά προγράμματα που απευθύνονται τόσο στους γονείς όσο και στα παιδιά με σκοπό να τους δώσουν εργαλεία ευαισθητοποίησης για τους κινδύνους του διαδικτύου και να τους ενθαρρύνουν να αναφέρουν περιστατικά των οποίων ήταν μάρτυρες ή θύματα, ιδίως μέσω των ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών που έχουν δημιουργηθεί ειδικά για τα παιδιά· θεωρεί πολύ σημαντική την παροχή κατευθυντηρίων γραμμών στους γονείς, προκειμένου να αξιολογούν τους κινδύνους που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα παιδιά τους και να εντοπίσουν τα πρώτα σημάδια μιας πιθανής διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης· καλεί τους παρόχους υπηρεσιών να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τους επιγραμμικούς κινδύνους, ιδίως για τα παιδιά, μέσω της ανάπτυξης εργαλείων αλληλεπίδρασης και ενημερωτικού υλικού·

32.  ζητεί επιτακτικά από τα κράτη μέλη να εισαγάγουν στη νομοθεσία τους υποχρεωτικούς ελέγχους ποινικού ιστορικού για τα πρόσωπα που ζητούν εργασία ή υποβάλλουν αίτηση για εθελοντισμό για δραστηριότητες ή απασχόληση όπου έρχονται σε επαφή με παιδιά ή έχουν εξουσία επί αυτών, και να ανταλλάσσουν συστηματικά πληροφορίες σχετικά με άτομα που συνιστούν κίνδυνο για τα παιδιά·

33.  καλεί τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους δράστες σεξουαλικών αδικημάτων εις βάρος παιδιών ώστε να παρεμποδίζεται η απαρατήρητη μετακίνησή τους από το ένα κράτος μέλος στο άλλο για απασχόληση ή για εθελοντισμό με παιδιά ή σε ιδρύματα για παιδιά· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να αυξάνουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με καταδικαστικές αποφάσεις και απαγορεύσεις, καθώς και να διασφαλίσουν τη συστηματική και συνεκτική συλλογή δεδομένων στα εθνικά μητρώα δραστών· καλεί τα κράτη μέλη να τηρούν τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρο 22 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ και να προβλέψουν αποτελεσματικά προγράμματα και μέτρα παρέμβασης, τα οποία έχουν εξεταστεί σε ακαδημαϊκό επίπεδο, για πρόσωπα που φοβούνται ότι μπορεί να διαπράξουν αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και άλλα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 7 της οδηγίας.

34.  σημειώνει ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν αναπτύξει ειδικά λειτουργικά συστήματα και εγκληματολογικές ικανότητες με στόχο τη διεξαγωγή ερευνών για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών· σημειώνει, ωστόσο, ότι τα περισσότερα κράτη μέλη δεν διαθέτουν εξειδικευμένες ερευνητικές υπηρεσίες ούτε τα οικονομικά μέσα για την απόκτηση εγκληματολογικών υλικών, όπως ειδικό λογισμικό που επιτρέπει τη διεξαγωγή διαδικτυακής έρευνας· συνιστά, ως εκ τούτου, να στηρίξει η ΕΕ τις υπηρεσίες αυτές παρέχοντας τα κατάλληλα κεφάλαια, όπου χρειάζεται·

35.  επισημαίνει ότι οι περισσότερες περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών δεν καταγγέλλονται στις αρχές επιβολής του νόμου· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν στα αναγκαία διαβήματα για να βελτιώσουν και να ενισχύσουν τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά θα καταγγέλλουν κακοποίηση, καθώς και να εξετάσουν το ενδεχόμενο κατάρτισης μηχανισμών συστηματικής καταγγελίας·

36.  καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν ή να ενισχύσουν τηλεφωνικές γραμμές που παρέχουν βοήθεια και στήριξη για παιδιά θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης και μεριμνούν για το σεβασμό του θεμελιώδους δικαιώματος των παιδιών να ακούγονται· καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα αυτών των τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας 24 ώρες το 24ωρο, την προσβασιμότητά τους μέσω διαφορετικών μέσων επικοινωνίας, την εμπιστευτικότητά τους, τον δωρεάν χαρακτήρα τους τόσο για τα παιδιά όσο και για τις τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας, τη σαφή θέση τους εντός των εθνικών συστημάτων προστασίας παιδιών, καθώς και εγγυήσεις για τη διαρθρωτική και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των εν λόγω τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας·

Συνδρομή και προστασία των θυμάτων (άρθρα 18, 19 και 20 της οδηγίας)

37.  καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως την οδηγία 2012/29/ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων της εγκληματικότητας, να υιοθετήσουν ειδικά μέτρα για την προστασία των παιδιών-θυμάτων και να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα παιδιά λαμβάνουν την κατάλληλη συνδρομή και στήριξη καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας και μετέπειτα·

38.  χαιρετίζει τις βέλτιστες πρακτικές που υιοθετήθηκαν σε ορισμένα κράτη μέλη για την προστασία των παιδιών, όπως το Barnhuset στη Σουηδία, μεταξύ άλλων· καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρωθούν στη διασφάλιση της παροχής νομικής βοήθειας, ψυχολογικής υποστήριξης και συνδρομής και στην αποφυγή της δευτερογενούς θυματοποίησης των παιδιών· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να δρομολογήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης τόσο σε περιφερειακό όσο και σε εθνικό επίπεδο για να προωθήσουν την υποστήριξη των παιδιών θυμάτων και να ενισχύσουν την αλλαγή νοοτροπίας στην κοινή γνώμη προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν στάση ή συμπεριφορά απόδοσης ευθυνών στα θύματα, η οποία μπορεί να προκαλέσει πρόσθετα τραύματα στα παιδιά που έχουν πέσει θύματα κακοποίησης· 

Κατάργηση και φραγή πρόσβασης (άρθρο 25)

39.  επικροτεί το γεγονός ότι τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει νομοθετικά και διοικητικά μέτρα για την κατάργηση ιστοσελίδων που περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και φιλοξενούνται στο έδαφός τους· καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως το άρθρο 25 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ και να δώσουν προτεραιότητα στην ταχεία κατάργηση στην πηγή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, θεσπίζοντας για το σκοπό αυτό τις σχετικές διασφαλίσεις· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μόνο τα μισά κράτη μέλη έχουν ενσωματώσει διατάξεις στη νομοθεσία τους, καθιστώντας δυνατή την παρεμπόδιση της πρόσβασης σε αυτές τις ιστοσελίδες για χρήστες εντός του εδάφους τους· υπενθυμίζει ότι, κατά την καταπολέμηση της διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, τα μέτρα κατάργησης είναι πιο αποτελεσματικά από τη φραγή της πρόσβασης, καθώς η φραγή πρόσβασης δεν διαγράφει το περιεχόμενο·

40.  εκφράζει τη λύπη και την ανησυχία του ότι, παρότι η Επιτροπή έχει αναφέρει ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν διαθέτουν λειτουργικές διαδικασίες κοινοποίησης και απόσυρσης, δεκαέξι χρόνια μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο), δεν έχει αναφέρει ότι θα αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια για να κληθούν τα εν λόγω κράτη μέλη να συμμορφωθούν προς το δίκαιο της ΕΕ·

41.  καλεί την Επιτροπή να καταβάλει περαιτέρω προσπάθειες για να συγκεντρώσει τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες προκειμένου να εξακριβώσει ποιες διαδικασίες εφαρμόζονται στα κράτη μέλη που ούτε διαθέτουν λειτουργικές διαδικασίες κοινοποίησης και απόσυρσης ούτε εφαρμόζουν ποινικές κυρώσεις, και να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά κρατών μελών σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 2001/31/ΕΚ σχετικά με το ζήτημα αυτό·

42.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή ούτε αξιολόγησε την ασφάλεια των καταλόγων φραγής πρόσβασης, τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τη φραγή πρόσβασης στις χώρες που έχουν εφαρμόσει τα μέτρα, την εκτέλεση μέτρων ασφάλειας, όπως η κρυπτογράφηση, για την αποθήκευση και την κοινοποίηση καταλόγων φραγής πρόσβασης, ούτε προέβη σε ουσιαστική ανάλυση της αποτελεσματικότητας του εν λόγω μέτρου·

43.  σημειώνει ότι η οδηγία 2011/92/ΕΕ δεν απαιτεί υποχρεωτική φραγή πρόσβασης· αναγνωρίζει ότι η φραγή πρόσβασης δεν αποτελεί ούτε μοναδική ούτε αξιόπιστη τεχνολογία· συνιστά την κατάργηση περιεχομένου κακοποίησης παιδιών, εκμετάλλευσης παιδιών και σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην πηγή, στο πλαίσιο αποτελεσματικών ενεργειών από μέρους των δικαστικών αρχών και των αρχών επιβολής του νόμου·

44.  καλεί επιτακτικά τα κράτη μέλη να επιταχύνουν, σε συνεργασία με τον κλάδο του διαδικτύου, τις διαδικασίες κοινοποίησης και απόσυρσης, που εξακολουθούν να είναι πολύ μακρόχρονες, και να δημιουργήσουν συμπράξεις με τον κλάδο του διαδικτύου, την Ευρωπόλ και την Eurojust για να αποτρέψουν την παραβίαση και την κατάχρηση των δικτύων και συστημάτων με σκοπό τη διανομή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

45.  καλεί τα κράτη μέλη, στις περιπτώσεις στις οποίες το περιεχόμενο φιλοξενείται σε τρίτες χώρες, να εντείνουν τη συνεργασία με τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες και με την Interpol, με σκοπό να εξασφαλιστεί η ταχεία αφαίρεση του εν λόγω περιεχομένου·

46.  συνιστά οι μαύροι κατάλογοι ιστοτόπων που περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών να επικαιροποιούνται τακτικά από τις αρμόδιες αρχές και να κοινοποιούνται στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου, προκειμένου να αποφεύγεται, για παράδειγμα, η υπερβολική φραγή της πρόσβασης και να διασφαλίζεται η αναλογικότητα· συνιστά την ανταλλαγή των εν λόγω μαύρων καταλόγων ιστοτόπων μεταξύ των κρατών μελών με την Ευρωπόλ και το Ευρωπαϊκό Κέντρο της για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο, καθώς και με την Interpol· θεωρεί, εν προκειμένω, ότι μπορεί να εφαρμοσθεί η προσφάτως αναπτυχθείσα τεχνολογία κατακερματισμού, που περιλαμβάνει την αυτόματη ανίχνευση και αναγνώριση εικόνας· τονίζει ότι οποιαδήποτε τεχνολογία εφαρμόζεται θα πρέπει να υποβάλλεται σε αυστηρές δοκιμές ώστε να εξαλείφεται ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιείται το ενδεχόμενο παραβίασης, κατάχρησης ή αντιπαραγωγικών επιπτώσεων·

47.  ενθαρρύνει το δίκτυο INHOPE να συνεργαστεί με τα μέλη του για τη δημιουργία ενός ασφαλούς μηχανισμού ανώνυμων καταγγελιών σχετικά με τα δίκτυα στον βαθύ ιστό, όπως τα δίκτυα του σκοτεινού διαδικτύου που συναντώνται στο δίκτυο TOR, το οποίο παρέχει την ίδια υψηλού επιπέδου ανωνυμία με αυτήν που εξασφαλίζεται από ειδησεογραφικές οργανώσεις σε καταγγέλτες, προκειμένου να δημιουργείται η ευκαιρία για όσους χρησιμοποιούν τα δίκτυα αυτά να υποβάλλουν πληροφορίες ή καταγγελίες σχετικά με υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

48.  καλεί τα κράτη μέλη να επιβάλουν στους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών (ISP) την υποχρέωση να υποβάλλουν με προορατικό τρόπο αναφορές, όταν ανακαλύπτουν στις υποδομές τους υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, στις αρχές επιβολής του νόμου, καθώς και στις εθνικές ανοικτές γραμμές επικοινωνίας· καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να παρέχει χρηματοδότηση στο πλαίσιο του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (CEF), προκειμένου να παρέχονται στις ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας επαρκείς πόροι για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο·

49.  αναγνωρίζει τον ενεργό και υποστηρικτικό ρόλο στην καταπολέμηση του υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο που διαδραματίζουν οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, όπως το δίκτυο ανοικτών γραμμών επικοινωνίας INHOPE, συμπεριλαμβανομένου του ιδρύματος Internet Watch Foundation στο Ηνωμένο Βασίλειο· παροτρύνει την Επιτροπή, σε συνεργασία με το INHOPE, να προσδιορίσει και να εφαρμόσει βέλτιστες πρακτικές, ιδίως σε σχέση με την παροχή στατιστικών στοιχείων και την αποτελεσματική αλληλεπίδραση με τις αρχές επιβολής του νόμου· παροτρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να δημιουργήσουν τέτοιες ανοικτές γραμμές επικοινωνίας και πιστεύει ότι θα πρέπει να τους επιτραπεί να αναζητούν προληπτικά υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο·

50.  παροτρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμη να θέσουν αμελλητί σε εφαρμογή, ασφαλείς μηχανισμούς καταγγελίας και παροχής συμβουλών με γνώμονα το παιδί, όπως ανοικτές γραμμές επικοινωνίας μέσω τηλεφώνου ή μέσω διαδικτύου με διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ή εφαρμογές για ταμπλέτες ή smartphone, όπου χρήστες του διαδικτύου μπορούν να καταγγέλλουν –ακόμη και ανώνυμα– υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που βρίσκουν στο διαδίκτυο, και όπου είναι δυνατή η ταχεία αξιολόγηση του περιεχομένου που αποτελεί αντικείμενο καταγγελίας ούτως ώστε να εφαρμοστούν αμέσως οι διαδικασίες κοινοποίησης και απόσυρσης και να καταργηθεί το περιεχόμενο που φιλοξενείται εκτός της επικράτειάς τους· ζητεί να αναγνωριστούν σαφώς και να ενισχυθούν οι ανοικτές γραμμές επικοινωνίας και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να τους εξασφαλίσουν επαρκείς πόρους, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων προϋπολογισμών και καταρτισμένων επαγγελματιών με εμπειρογνωμοσύνη· θεωρεί ότι θα πρέπει να επιτρέπεται στις εν λόγω ανοικτές γραμμές επικοινωνίας να αναζητούν προληπτικά υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, καθώς και να λαμβάνουν καταγγελίες από το κοινό·

51.  τονίζει την ανάγκη προώθησης και υποστήριξης προγραμμάτων ενημέρωσης του κοινού σε επίπεδο ΕΕ, μέσω των οποίων οι πολίτες να έχουν τη δυνατότητα να απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές σχετικά με το περιεχόμενο ιστοσελίδων που είναι παράνομο ή επιβλαβές για τα παιδιά.

52.  καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να ενημερώνει τακτικά το Κοινοβούλιο σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την τήρηση της οδηγίας από τα κράτη μέλη, παρέχοντας αναλυτικά και συγκρίσιμα δεδομένα σχετικά με την απόδοση των κρατών μελών αναφορικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών στο διαδίκτυο και εκτός αυτού· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει μια πιο ολοκληρωμένη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει πρόσθετες πληροφορίες και στατιστικές σχετικά με την απόσυρση και τη φραγή ιστοσελίδων που περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, στατιστικές για την ταχύτητα αφαίρεσης παράνομου περιεχομένου πέραν των 72 ωρών και με τη συνέχεια που δίδεται από τις αρχές επιβολής του νόμου στα αναφερθέντα αδικήματα, τις καθυστερήσεις που σημειώνονται κατά την απόσυρση λόγω της ανάγκης αποφυγής παρεμπόδισης εν εξελίξει ερευνών, πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των αποθηκευμένων δεδομένων από τις δικαστικές αρχές και τις αρχές επιβολής του νόμου, καθώς και σχετικά με τις δράσεις που ανέλαβαν οι ανοικτές γραμμές επικοινωνίας αφού ενημερώσουν τις αρχές επιβολής του νόμου να έλθουν σε επαφή με τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας· αναθέτει στην αρμόδια επιτροπή του να διεξαγάγει ακρόαση σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά την εφαρμογή και, ενδεχομένως, να εξετάσει την έγκριση πρόσθετης έκθεσης σχετικά με τη συνέχεια που θα έχει δοθεί στην εφαρμογή της οδηγίας·

°

°  °

53.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

  • [1]  ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1.
  • [2]  ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 57.
  • [3]  ΕΕ C 289 της 9.8.2016, σ. 57.
  • [4]  ΕΕ C 316 της 30.8.2016, σ. 109.
  • [5]  μελέτες δείχνουν ότι τα αγόρια δυσκολεύονται ιδιαίτερα όταν πρέπει να γνωστοποιούν σεξουαλική κακοποίηση, μεταξύ άλλων, για λόγους που σχετίζονται με εικασίες της κοινωνίας απέναντι στους άνδρες. Βλ., για παράδειγμα, τη μελέτη που εκπονήθηκε από τη Μονάδα εκ των Υστέρων Εκτίμησης Αντικτύπου της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Κοινοβουλευτικής Έρευνας, PE 598.614, σ. 16 και Schaefer, G. A., Mundt, I.A, Ahlers, C. J., και Bahls, C, «Child sexual abuse and psychological impairment in victims: results of an online study initiated by victims» (Σεξουαλική κακοποίηση και ψυχολογική βλάβη σε θύματα: αποτελέσματα επιγραμμικής μελέτης που ανέλαβαν θύματα», στο περιοδικό Journal of Child Sex Abuse, τόμος 21, αριθ. 3, 2012, σ. 343-360.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ (4.7.2017)

προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας
(2015/2129(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Sabine Verheyen

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

1.  υπενθυμίζει ότι η καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών πρέπει να θεωρηθεί προτεραιότητα για τα κράτη μέλη και ότι, ως εκ τούτου, χρειάζεται ολοκληρωμένη, πολυτομεακή προσέγγιση μηδενικής ανοχής· επιμένει, για τον λόγο αυτό, ότι μέτρα όπως η ευαισθητοποίηση του κοινού, οι εκστρατείες πρόληψης, η κατάρτιση και η εκπαίδευση για τις αρχές, τους γονείς, τα παιδιά και τους ανηλίκους, ειδικότερα δε σε συνεργασία με ενώσεις γονέων που αναπτύσσουν δραστηριότητα στον τομέα της προστασίας παιδιών και ανηλίκων, καθώς και με ενδιαφερόμενες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, διαδραματίζουν εξίσου καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων όσο και η συνδρομή προς τα θύματα και τις οικογένειές τους, η διερεύνηση των εγκλημάτων, η απομάκρυνση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και η δίωξη των δραστών·

2.  λαμβάνει υπό σημείωση τις εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας[1], και συμφωνεί ότι, παρά τις πρόσφατες εξελίξεις, υπάρχουν ακόμη περιθώρια για βελτίωση έως ότου η εφαρμογή της οδηγίας αξιοποιηθεί πλήρως σε όλα τα κράτη μέλη· επαναλαμβάνει ότι το μείζον συμφέρον του παιδιού πρέπει να αποτελεί η πρωταρχική μέριμνα για την εφαρμογή της οδηγίας· καλεί επιτακτικά την Επιτροπή να συνδράμει τα κράτη μέλη για να επιτύχουν την ορθή και πλήρη μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας ανά την ΕΕ, ούτως ώστε τα παιδιά να επωφελούνται στο έπακρο από την προστιθέμενη αξία της·

3.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δώσουν προτεραιότητα στην πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών και να ενισχύσουν τη συνεργασία τους με οργανισμούς εκπαίδευσης και κατάρτισης, υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης, διεθνείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και ιδιωτικές επιχειρήσεις, προκειμένου να καθιερωθούν αποτελεσματικές και καινοτόμες πολιτικές πρόληψης, μεταξύ άλλων και με την ανάπτυξη σχετικού διδακτικού και εποπτικού υλικού·

4.  σημειώνει με ανησυχία ότι οι κύριες προκλήσεις για τα κράτη μέλη ως προς την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93 σχετίζονται με τις διατάξεις που διέπουν τα μέτρα πρόληψης και παρέμβασης και την παροχή βοήθειας, υποστήριξης και προστασίας στα παιδιά θύματα· ενθαρρύνει την Επιτροπή, στην έκθεσή της για την εφαρμογή της οδηγίας, να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές που αφορούν σε ουσιαστικά μέτρα που έχουν εγκριθεί στα διάφορα κράτη μέλη και στον αντίκτυπό τους στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και των εικόνων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

5.  εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η σεξουαλική κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών εντός και εκτός του διαδικτύου, συμπεριλαμβανομένου του υλικού κακοποίησης παιδιών, εξακολουθεί να προκαλεί μείζονες ανησυχίες και να αποτελεί σοβαρό έγκλημα καθώς και παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των θυμάτων· τονίζει ότι τα εγκλήματα αυτά προκαλούν άμεση και μακροχρόνια σωματική, ψυχική και κοινωνική βλάβη στα παιδιά και ότι ο κίνδυνος εκ νέου θυματοποίησης και στιγματισμού των θυμάτων διαιωνίζεται μέσω του διαδικτυακού περιβάλλοντος·

6.  τονίζει ότι χρειάζεται επειγόντως μια γενική αντιμετώπιση σε επίπεδο πολιτικής για τις νέες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, όπως η άγρα στον κυβερνοχώρο, η σεξουαλική εκβίαση, η εμπορική απευθείας μετάδοση μέσω διαδικτύου, η πορνογραφία εκδίκησης, η ηδονοβλεψία και η σεξουαλική προσέγγιση μέσω διαδικτύου, μεταξύ άλλων και με την ενίσχυση των προσπαθειών και των πόρων που αφιερώνονται στον εντοπισμό των θυμάτων και στις υπηρεσίες που επικεντρώνονται στα θύματα· συνιστά εν προκειμένω στην Επιτροπή να αξιολογήσει περαιτέρω αφενός κατά πόσο οι στόχοι της οδηγίας 2011/93 έχουν επιτευχθεί πραγματικά και αφετέρου εάν η οδηγία προσφέρει κατάλληλες απαντήσεις στις νέες ψηφιακές και τεχνολογικές προκλήσεις και απειλές·

7.  προτρέπει τα κράτη μέλη, που δεν έχουν ακόμη εφαρμόσει πλήρως τα άρθρα 22, 23, 24 και τα άρθρα 18, 19 και 20 της οδηγίας, να το πράξουν χωρίς αναβολή και, ειδικότερα, να λάβουν προληπτικά μέτρα για την συστηματική κατάρτιση των υπαλλήλων οι οποίοι θα έρχονται, κατά πάσα πιθανότητα, σε επαφή με παιδιά·

8.  προτρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν διατάξεις για τα μέτρα συνδρομής, στήριξης και προστασίας προς τα παιδιά και τους ανηλίκους που είναι θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων (άρθρα 18, 19 και 20), και να εντείνουν τις προσπάθειές τους για ταχεία αναγνώριση των θυμάτων στα οποία να προσφέρουν ψυχολογική στήριξη· καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη το μείζον συμφέρον του παιδιού, να διασφαλίσουν ότι τα παιδιά θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων θεωρούνται ιδιαίτερα ευάλωτα θύματα σύμφωνα με την οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων[2], εγκρίνοντας ειδικά μέτρα αρωγής και προστασίας, όπως η δυνατότητα να καταθέτουν χωρίς να απαιτείται να αναφέρουν αποδεικτικά στοιχεία σε δημόσια ακρόαση και η δυνατότητα να λαμβάνουν υποστήριξη μόνο από άτομα που έχουν εκπαιδευθεί ειδικά για το σκοπό αυτό·

9.  καλεί τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 23 να παράσχουν κατάλληλη κατάρτιση και να δημιουργήσουν δεξιότητες λαμβάνοντας υπόψη τις νέες απειλές στο διαδικτυακό περιβάλλον και την ευρεία χρήση και την πρόσβαση σε κινητές τεχνολογίες και στο διαδίκτυο, κυρίως μεταξύ των δικαστικών και αστυνομικών μονάδων και να τους παράσχουν υποστήριξη για να διερευνήσουν δεόντως τις υποθέσεις, να διώξουν τους δράστες και να προσφέρουν βοήθεια στα θύματα·

10.  επαναλαμβάνει ότι επαρκείς οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι και διερευνητικές εξουσίες και εργαλεία, όπως η ανάπτυξη ικανοτήτων υψηλής τεχνολογίας, χρειάζονται για την πρόληψη του αθέμιτου περιεχομένου στο διαδίκτυο, την παροχή του καλύτερου και ταχύτερου εντοπισμού θυμάτων και δραστών και για την κατάλληλη απάντηση σε νέα φαινόμενα και τάσεις που επεκτείνονται στο διαδίκτυο, όπως τα νέα συστήματα διανομής και εμπορίας υλικού κακοποίησης παιδιών

11.  καλεί την Επιτροπή να προωθήσει και να υποστηρίξει την ανταλλαγή καλών πρακτικών και εμπειριών στα κράτη μέλη· τονίζει ότι εθελοντικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από ενδιαφερόμενους φορείς μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην καταπολέμηση των εγκλημάτων αυτών, αλλά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις νομοθετικές διατάξεις αυτές καθαυτές·

12.  συμμερίζεται την άποψη ότι υλικό, δίαυλοι και εκστρατείες ευαισθητοποίησης παιδιών και ενηλίκων, ιδίως γονέων και ατόμων που είναι σε επαφή με παιδιά, πρέπει να προωθούνται σε επίπεδο βάσης με στόχο την κατανόηση και την πρόληψη των διαδικτυακών κινδύνων, την παροχή ασφαλούς επιγραμμικού περιβάλλοντος και την προώθηση θετικών διαδικτυακών εμπειριών για τα παιδιά·

13.  υπογραμμίζει ότι τα μέτρα πρόληψης θα πρέπει να καλύπτουν ιδίως τις πτυχές που συνδέονται με την τεχνολογία, με σκοπό να εξασφαλιστεί ένα ασφαλέστερο διαδίκτυο καθώς και ο ψηφιακός αλφαβητισμός· ενθαρρύνει, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο της ενσωμάτωσης πρωτοβουλιών εκπαίδευσης και κατάρτισης στα εκπαιδευτικά τους προγράμματα με τρόπο ανάλογο προς την ηλικία των διδασκομένων, ώστε να προαγάγουν την γνώση των μέσων επικοινωνίας και την ασφάλεια στο διαδίκτυο, καθώς και να διδάσκουν στα παιδιά και τους ανηλίκους την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης, ήδη σε πολύ μικρή ηλικία, μεταξύ άλλων με ποιον τρόπο να αναγνωρίζουν και να προφυλάσσουν τον εαυτό τους από τον κίνδυνο που μπορεί να αντιπροσωπεύει το διαδικτυακό υλικό, να εντοπίζουν τις ενδείξεις ανάρμοστης συμπεριφοράς και να την αναφέρουν· καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να εγκρίνουν διατάξεις για τη λήψη αυστηρών τεχνικών μέτρων, όπως κατάλληλη προς την ηλικία προστασία της ιδιωτικής ζωής, κρυπτογράφηση και γονικό έλεγχο ως υποχρεωτική προεπιλογή, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή προστασία παιδιών και ανηλίκων·

14.  τονίζει ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ταχέως μεταβαλλόμενη φύση του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο και το ρυθμό με τον οποίο η τεχνολογία εξελίσσεται, υπάρχει ανάγκη για μια συνεχώς αναπροσαρμοζόμενη προσέγγιση της έρευνας και της ανάπτυξης μηχανισμών και προηγμένων τεχνικών, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης λογισμικού, που επιτρέπουν τον έγκαιρο εντοπισμό, τη διακοπή και την αφαίρεση αθέμιτου περιεχομένου όπως το επιγραμμικό περιεχόμενο σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών· καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις δράσεις τους και να αναπροσαρμόζουν συνεχώς τα προγράμματά τους για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και ζητεί από την Επιτροπή να υποστηρίξει τις προσπάθειές τους·

15.  καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά τα μέτρα μεταφοράς που εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη και να κινήσει έγκαιρα διαδικασία επί παραβάσει εάν τα μέτρα αυτά δεν συνάδουν με την οδηγία·

16.  τονίζει το ρόλο που διαδραματίζουν οι γονείς στην πρόληψη της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και ανηλίκων, καθορίζοντας κατευθυντήριες γραμμές, παρακολουθώντας την χρήση του διαδικτύου και των κοινωνικών μέσων από τα παιδιά και τους ανηλίκους και ενημερώνοντας τα παιδιά τους και τους ανήλικους σχετικά με τους κινδύνους της παιδικής πορνογραφίας·

17.  ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την πρόσβαση των ΜΚΟ σε δημόσιους πόρους για την εκτέλεση δραστηριοτήτων πρόληψης και εκπαίδευσης σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και ανηλίκων και την παιδική πορνογραφία στο διαδίκτυο, και να προσελκύσουν περισσότερο την προσοχή του κοινού.

18.  υπενθυμίζει ότι η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και ανηλίκων στο διαδίκτυο συνιστά ένα τρομακτικό φαινόμενο που εξελίσσεται διαρκώς, με μακροχρόνιες επιπτώσεις για τα θύματα, παράλληλα με τις εξελίξεις στην τεχνολογία και ότι, σύμφωνα με το διεθνή σύνδεσμο ανοιχτών γραμμών επικοινωνίας στο διαδίκτυο (INHOPE), η μέση ηλικία των θυμάτων υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών μειώνεται σταθερά· υπογραμμίζει ότι η διομότιμη επικοινωνία, ο Βαθύς Ιστός και το Σκοτεινό Διαδίκτυο παρέχουν υψηλό βαθμό ανωνυμίας στους δράστες και χρησιμοποιούνται για το λόγο αυτό για την ανταλλαγή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών·

19.  ενθαρρύνει τα μέσα ενημέρωσης και τους κλάδους της διαφήμισης να διασφαλίσουν την αξιοπρέπεια και την αθωότητα των παιδιών και των ανηλίκων στις παραγωγές τους, μέσω μηχανισμών συν-ρύθμισης, εσωτερικών κωδίκων συμπεριφοράς και άλλων εθελοντικών δράσεων·

20.  συνιστά, οι μαύρες λίστες των δικτυακών τόπων που περιέχουν υλικό παιδικής πορνογραφίας και οι οποίες ετοιμάζονται από τις εθνικές αρχές και γνωστοποιούνται, μέσω ασφαλών διαύλων, στους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών με σκοπό να αφαιρείται το παράνομο περιεχόμενο, να βασίζονται σε σαφή και διαφανή κριτήρια που παρέχουν κατάλληλο επίπεδο νομικής ασφάλειας και συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ)· τονίζει ότι, εφόσον πρόκειται για παγκόσμιο ζήτημα που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα, είναι απαραίτητο να ανταλλάσσονται αυτές οι μαύρες λίστες δικτυακών τόπων μεταξύ των κρατών μελών, μέσω της ενισχυμένης συνεργασίας με την Interpol, την Ευρωπόλ και το Ευρωπαϊκό Κέντρο του για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο, καθώς και με τρίτες χώρες· συνιστά, αυτές οι λίστες να είναι στοχευμένες και να επικαιροποιούνται τακτικά·

21.  ενθαρρύνει τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 24, παρ. 4, να εξασφαλίζουν ώστε άτομα που έχουν καταδικαστεί για σχετικό αδίκημα, να υπόκεινται σε αξιολόγηση σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο υποτροπής που αντιπροσωπεύουν· υποστηρίζει την τακτική ανταλλαγή πληροφοριών που περιέχονται στα πορίσματα των αξιολογήσεων και στα ποινικά μητρώα δραστών σεξουαλικών αδικημάτων εις βάρος παιδιών, μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου, ώστε να αποφεύγεται η απαρατήρητη μετακίνηση των δραστών αυτών από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, ειδικότερα εάν απασχολούνται επαγγελματικά ή εθελοντικά με παιδιά ή σε ιδρύματα για παιδιά· καλεί τα κράτη μέλη να επιταχύνουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με καταδικαστικές αποφάσεις και απαγορεύσεις και να βελτιώσουν τη συλλογή δεδομένων στα εθνικά μητρώα δραστών·

22.  τονίζει ότι η τακτική συλλογή δεδομένων και η διάδοση αντικειμενικών πληροφοριών σχετικά με τρέχοντα επίπεδα και μεθόδους σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, όπως και η παροχή των απαραίτητων γνώσεων και εργαλείων στα παιδιά, στους γονείς και στα άτομα που εργάζονται με παιδιά, είναι ουσιαστικής σημασίας για τη μείωση και την πρόληψη της απειλής αυτής·

23.  καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει υπόψη της τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στη σύσταση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης (PACE) 2092 (2016) για την καταπολέμηση της υπερβολικής σεξουαλικοποίησης παιδιών·

24.  καλεί τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τις εθνικές γραμμές επείγουσας ανάγκης, να επιβάλουν στους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών (ISP) την υποχρέωση να αναφέρουν και να απομακρύνουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και υλικό παιδικής πορνογραφίας που ανακαλύπτουν στις υποδομές τους, στις αρχές επιβολής του νόμου και στις εθνικές γραμμές επείγουσας ανάγκης· καλεί τους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών να διατηρούν τα αποδεικτικά στοιχεία βάσει της δέουσας νομικής διαδικασίας και σύμφωνα με τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ και με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού· τονίζει το σημαντικό ρόλο των τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας (TΠΕ) και των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου στην εξασφάλιση ταχείας και αποτελεσματικής απάλειψης παράνομου επιγραμμικού περιεχομένου κατόπιν αιτήματος των αρμοδίων αρχών επιβολής του νόμου·

25.  καλεί τα κράτη μέλη που ακόμη δεν το έχουν πράξει, να δημιουργήσουν αμελλητί μηχανισμούς παροχής συμβουλών που να είναι ασφαλείς και προσαρμοσμένοι στα παιδιά, όπως γραμμές άμεσης βοήθειας και ανοικτές γραμμές επικοινωνίας, τηλεφωνικές ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μέσω διαδικτύου, ή εφαρμογές για ταμπλέτες ή έξυπνα κινητά, στις οποίες οι χρήστες του διαδικτύου να μπορούν να αναφέρουν, έστω και ανώνυμα, υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που συναντούν κατά την πλοήγησή τους στο διαδίκτυο, και οι οποίες μπορούν να αξιολογήσουν γρήγορα αυτό το υλικό ούτως ώστε να κινούνται έγκαιρα οι διαδικασίες κοινοποίησης και απόσυρσης και να απομακρύνεται εκτός της επικράτειάς τους το εν λόγω περιεχόμενο· θεωρεί ότι στο πλαίσιο της λειτουργίας αυτών των ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να αναζητηθεί προορατικά το υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, όπως γίνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο από το ίδρυμα Internet Watch Foundation (IWF)· καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για την καλύτερη συνεργασία μεταξύ τηλεφωνικών γραμμών άμεσης βοήθειας και ανοικτών γραμμών επείγουσας ανάγκης για να διασφαλίσουν την προστασία των παιδιών και των ανηλίκων θυμάτων σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης·

26.  ζητεί από τα κράτη μέλη να εισαγάγουν στη νομοθεσία τους υποχρεωτικούς ελέγχους για τα πρόσωπα που ζητούν εργασία ή υποβάλλουν αίτηση για εθελοντισμό για δραστηριότητες και θέσεις απασχόλησης που σχετίζονται με παιδιά ή θέσεις που έχουν άμεση σχέση με την αντιμετώπιση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών να ανταλλάσσουν συστηματικά πληροφορίες σχετικά με άτομα που συνιστούν κίνδυνο για τα παιδιά·

27.  χαιρετίζει το γεγονός ότι σχεδόν τα μισά κράτη μέλη έχουν επιλέξει να εφαρμόσουν, πέρα από τα μέτρα που αποσκοπούν στην άμεση αφαίρεση των ιστοσελίδων που περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1, μέτρα τα οποία είναι προαιρετικά βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της οδηγίας για τον αποκλεισμό της πρόσβασης σε δικτυακούς τόπους που περιέχουν ή διαδίδουν παιδοπορνογραφικό υλικό· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμα να εισαγάγουν τα μέτρα αυτά· καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο μιας δυνητικής μελλοντικής αναθεώρησης, να εξετάσει το ενδεχόμενο λήψης αυστηρότερων μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 25, παρ. 2, και ενθαρρύνει την αξιοποίηση των πόρων της ΕΕ, μεταξύ άλλων και για την έρευνα, με σκοπό την αναζήτηση νέων τεχνολογικών λύσεων με μεγάλες δυνατότητες σε αυτό τον τομέα· λαμβάνει υπό σημείωση ότι η απόσυρση παράνομου και βλαβερού περιεχομένου συνιστά έγκυρο μέσο καταπολέμησης της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και ανηλίκων και της παιδικής πορνογραφίας·

28.  επισημαίνει με ανησυχία τα πορίσματα της ετήσιας έκθεσης του Ιδρύματος Παρακολούθησης του Διαδικτύου (Internet Watch Foundation - IWF), που δημοσιεύθηκε στις αρχές Απριλίου 2017, σύμφωνα με την οποία διαδικτυακοί τομείς με έδρα στην Ευρώπη φιλοξενούν πλέον το 60 % των ιστοσελίδων που περιέχουν εικόνες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ποσοστό που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 19 % σε σύγκριση με το 2015, και σημειώνει ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, παρατηρείται σημαντική αύξηση των διευθύνσεων URL που περιέχουν εικόνες σεξουαλικής κακοποίησης· καλεί τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη συνεργασία τους, να ανταλλάξουν πληροφορίες και καλές πρακτικές, προκειμένου να μειώσουν τη διαθεσιμότητα εικόνων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο·

29.  τονίζει ότι, όταν κράτη μέλη επιβάλλουν μέτρα που περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα στο διαδίκτυο σε σχέση με το άρθρο 25, πρέπει να διασφαλίζουν την τήρηση των αρχών της διαφάνειας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας, σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ και των κρατών μελών και οφείλουν να γνωστοποιούν τους λόγους για τους οποίους επέβαλαν τον περιορισμό καθώς και τη δυνατότητα προσφυγής·

30.  τονίζει την ανάγκη ευαισθητοποίησης σχετικά με τις απειλές και τους κινδύνους της έκθεσης των παιδιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης·

31.  τονίζει ότι τα προσωπικά δεδομένα των παιδιών πρέπει να προστατεύονται δεόντως και ότι τα παιδιά και οι γονείς πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τους κινδύνους και τις συνέπειες της χρησιμοποίησης των προσωπικών δεδομένων των παιδιών στο διαδίκτυο·

32.  συμμερίζεται την άποψη ότι η συμμετοχή πολλών ενδιαφερομένων και η συνεργασία μεταξύ του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα, συμπεριλαμβανομένων της κοινωνίας των πολιτών, των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, των φορέων που εργάζονται με τα παιδιά, των κοινωνικών υπηρεσιών και των ενδιαφερομένων ιδιωτών, όπως η τεχνολογική βιομηχανία, είναι κρίσιμης σημασίας για τον αποτελεσματικό εντοπισμό και την καταπολέμηση του παράνομου υλικού και της διάδοσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο·

33.  υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη διεθνούς συνεργασίας και διακρατικής έρευνας με τη συμμετοχή των στρατηγικών εταίρων της ΕΕ και των αρχών επιβολής του νόμου για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών στο διαδίκτυο·

34.  επαναλαμβάνει ότι ακριβείς στατιστικές και δεδομένα σχετικά με τον αριθμό εγκλημάτων που διαπράττονται, ειδικότερα στον τομέα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, εξακολουθούν να λείπουν εξαιτίας του υψηλού ποσοστού περιπτώσεων που δεν καταγγέλλονται, του πρωτοφανούς χαρακτήρα των εγκλημάτων και των διαφορών ως προς τους ορισμούς και τις μεθόδους που εφαρμόζονται στα διάφορα κράτη μέλη·

35.  καλεί τα κράτη μέλη να επιταχύνουν, σε συνεργασία με τους παρόχους περιεχομένου και υπηρεσιών -βάσει της δέουσας νομικής διαδικασίας και σύμφωνα με τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ και με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού- τις διαδικασίες γνωστοποίησης και αφαίρεσης περιεχομένου που συνεπάγεται σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής πορνογραφίας, με σκοπό να προβλέψουν επαρκείς διασφαλίσεις, ιδίως δε να εξασφαλίσουν ότι η ανάμειξη περιορίζεται στο αναγκαίο και ανάλογο και να συμπεριλάβουν τη δυνατότητα δικαστικής αντιμετώπισης· καλεί την Επιτροπή να διευκολύνει και να προωθήσει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα αυτό και καλεί περαιτέρω τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη συνεργασία τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα ζητήματα αυτά·

36.  τονίζει την αυξανόμενη απειλή εις βάρος των παιδιών που πλήττονται από την προσφυγική κρίση, η οποία τα εκθέτει σε αυξανόμενο κίνδυνο σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, ειδικότερα δε τα ασυνόδευτα ανήλικα παιδιά, δεδομένου ότι πολλά από αυτά εξαφανίζονται μετά από την άφιξή τους· καλεί επιτακτικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ασχοληθούν με το φαινόμενο αυτό και να υιοθετήσουν αποτελεσματικά μέτρα για να βελτιωθεί η κατάσταση και να ενισχυθεί η προστασία των παιδιών·

37.  καλεί επιτακτικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν πρωτοβουλίες ευαισθητοποίησης των πολιτών για την σημασία της καταπολέμησης της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και ανηλίκων, και της παιδικής πορνογραφίας, προωθώντας και συμμετέχοντας ενεργά σε πρωτοβουλίες και ενημερωτικές εκστρατείες όπως η ευρωπαϊκή ημέρα προστασίας των παιδιών από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τη σεξουαλική κακοποίηση, που έχει καθιερωθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης·

38.  ενθαρρύνει τα κράτη μέλη που δεν το έχουν πράξει ακόμα να δημιουργήσουν υπηρεσίες παροχής βοήθειας, συμπεριλαμβανομένων επιγραμμικών υπηρεσιών, για την παροχή ενίσχυσης, πληροφοριών και κατάρτισης όσον αφορά τον εντοπισμό των ενδείξεων της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης και τον τρόπο αντιμετώπισης των περιπτώσεων όπου παρατηρείται προβληματική συμπεριφορά που δεν έχει εξελιχθεί ακόμα σε κακοποίηση·

39.  καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν ώστε η αφαίρεση παράνομου περιεχομένου να είναι όχι μόνο ταχεία αλλά και μόνιμη·

40.  υποστηρίζει μια προσέγγιση της προστασίας των παιδιών που να βασίζεται σε δικαιώματα, τηρουμένης της διεθνούς έννομης τάξεως· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το θεματολόγιο της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού του 2011 θεωρεί «τις Συνθήκες, το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού (UNCRC) ως κοινή βάση για όλες τις δράσεις της ΕΕ που άπτονται των παιδιών».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

29.6.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

22

1

0

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Isabella Adinolfi, Silvia Costa, Angel Dzhambazki, María Teresa Giménez Barbat, Petra Kammerevert, Svetoslav Hristov Malinov, Luigi Morgano, Momchil Nekov, Michaela Šojdrová, Helga Trüpel, Sabine Verheyen, Bogdan Brunon Wenta, Bogdan Andrzej Zdrojewski, Milan Zver, Krystyna Łybacka, Γιώργος Γραμματικάκης

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Santiago Fisas Ayxelà, Morten Løkkegaard, Michel Reimon, Remo Sernagiotto

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Λευτέρης Χριστοφόρου, Andrejs Mamikins, Jana Žitňanská

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

22

+

ALDE

María Teresa Giménez Barbat, Morten Løkkegaard

ECR

Angel Dzhambazki, Remo Sernagiotto, Jana Žitňanská

EFDD

Isabella Adinolfi

PPE

Λευτέρης Χριστοφόρου, Santiago Fisas Ayxelà, Svetoslav Hristov Malinov, Michaela Šojdrová, Sabine Verheyen, Bogdan Brunon Wenta, Bogdan Andrzej Zdrojewski, Milan Zver

S&D

Silvia Costa, Γιώργος Γραμματικάτκης, Krystyna Łybacka, Andrejs Mamikins, Luigi Morgano, Momchil Nekov

Verts/ALE

Michel Reimon, Helga Trüpel

1

-

S&D

Petra Kammerevert

0

0

 

 

Υπόμνημα για τα χρησιμοποιούμενα σύμβολα:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή

  • [1]  ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1.
  • [2]  Οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 57).

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ (4.7.2017)

προς την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας
(2015/2129(INI))

Συντάκτρια γνωμοδότησης: Clare Moody

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων καλεί την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια επί της ουσίας, να συμπεριλάβει στην πρόταση ψηφίσματός της τις ακόλουθες προτάσεις:

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με έρευνες, από τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών πλήττονται περισσότερο τα κορίτσια (σε ποσοστό 13,4 % για τα κορίτσια έναντι 5,7 % για τα αγόρια) και ότι η σεξουαλική κακοποίηση διαπράττεται κυρίως από άνδρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάσταση του φύλου πρέπει να ενσωματωθεί στην πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και την προστασία από αυτήν·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση στην πορνογραφία μπορεί να καταστήσει τα παιδιά και τα άτομα νεαρής ηλικίας πιο ευάλωτα στη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στατιστικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το 12% των ιστοτόπων είναι πορνογραφικοί και ενίοτε μπορεί να κρύβουν και βίντεο παιδικής πορνογραφίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι καθένας, ανεξαρτήτως ηλικίας, μπορεί να έχει ελεύθερη πρόσβαση στους συγκεκριμένους ιστοτόπους και να μεταφορτώσει βίντεο κατά βούληση·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης διατρέχουν σοβαρούς κινδύνους, τόσο σωματικούς όσο και ψυχολογικούς, που μπορούν να επηρεάσουν τον ιδιωτικό και κοινωνικό τους βίο·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κορίτσια που προσπαθούν να διαφύγουν από συγκρούσεις και διώξεις διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να πέσουν θύματα βιασμού, σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, καθώς και αναγκαστικού γάμου, σύμφωνα δε με έρευνες, ορισμένα παιδιά πρόσφυγες που έχουν πέσει θύματα δεν αναφέρουν τα περιστατικά στις αρχές λόγω γλωσσικών εμποδίων, πολιτισμικών ταμπού, από φόβο μήπως δεν φτάσουν στον τελικό προορισμό τους ή για άλλους λόγους·

1.  εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι από τη μη συναινετική διάθεση ερωτικού ή πορνογραφικού υλικού, μεταξύ άλλων στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το φαινόμενο της επονομαζόμενης «εκδικητικής πορνογραφίας», η οποία αποτελεί μια όλο και συχνότερη μορφή κακοποίησης και καταδίωξης, πλήττονται σε πολύ μεγάλο βαθμό γυναίκες και κορίτσια, ορισμένα εκ των οποίων δεν έχουν συμπληρώσει τη νόμιμη ηλικία έγκυρης συναίνεσης· καλεί τα κράτη μέλη να παρακολουθούν το διαδίκτυο, προκειμένου να αποτρέπεται η «εκδικητική πορνογραφία» άμεσα και αποτελεσματικά και να θεσπιστεί ένα φάσμα νομοθετικών πολιτικών για την πρόληψη της νέας αυτής μορφής εγκλήματος και την επιβολή σχετικών κυρώσεων· καλεί τον κλάδο του διαδικτύου να αναλάβει κοινή ευθύνη για το εν λόγω φαινόμενο· τονίζει την ανάγκη εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης για όλους, ιδιαίτερα τα κορίτσια και τα αγόρια, όσον αφορά τις συνέπειες που μπορεί να έχει κανείς αν καταγράφει προσωπικού χαρακτήρα εικόνες, όπως προσωπικές του φωτογραφίες και βίντεο, και τις διαθέτει σε άλλους· επισημαίνει ότι είναι αναγκαία η ευαισθητοποίηση και η κατάρτιση σχετικά με το ζήτημα για την εκπαίδευση, τους εργαζομένους σε θέματα νεολαίας, τους εργαζομένους στην κοινότητα και τους εθελοντές, καθώς και για την ενίσχυση του δυναμικού των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, ώστε να αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη το φύλο·

2.   ενθαρρύνει τις αρμόδιες αρχές στα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν στα ολοκληρωμένα προγράμματά τους για την εκπαίδευση σε θέματα σεξουαλικότητας και σχέσεων (ΕΣΣ) την εκπαίδευση των κοριτσιών και αγοριών όσον αφορά τις σχέσεις που βασίζονται στη συναίνεση, τον σεβασμό και την αμοιβαιότητα, δεδομένου ότι η έρευνα έχει δείξει ότι η ολοκληρωμένη ΕΣΣ που βασίζεται στα δικαιώματα αποτελεί κατάλληλο και αποτελεσματικό τρόπο για την προστασία των παιδιών και των νέων από τους κινδύνους κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης·

3.  καλεί τα κράτη μέλη που δεν έχουν υποχρεωτική ΕΣΣ (Βουλγαρία, Κροατία, Ουγγαρία, Ιταλία, Λιθουανία, Ρουμανία, Σλοβακία και Ισπανία) να την εισαγάγουν· καλεί τα κράτη μέλη να απαιτήσουν να δίνεται από την ΕΣΣ έμφαση στα ζητήματα της σεξουαλικής συναίνεσης και του σεβασμού·

4.  υπογραμμίζει τη σημασία του ψηφιακού γραμματισμού και των προγραμμάτων τηλεματικής προστασίας στα σχολεία, στοιχεία απαραίτητα για τα παιδιά αλλά και για τους γονείς και όσους έρχονται σε επαφή με παιδιά· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν εκστρατείες ενημέρωσης σχετικά με την κυβερνασφάλεια και τις αρχές της δεοντολογικής συμπεριφοράς στο διαδίκτυο σε σχέση με την προστασία της δικής τους ιδιωτικής ζωής και της ιδιωτικής ζωής των άλλων· επισημαίνει ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα και το εκπαιδευτικό περιεχόμενο για την αντιμετώπιση των εν λόγω ζητημάτων πρέπει επίσης να εστιάζουν σε άνδρες και αγόρια, με στόχο την εξάλειψη των στερεότυπων περί φύλων, την καταπολέμηση του σεξισμού και των συμπεριφορών που οδηγούν σε διαδικτυακή παρενόχληση·

5.  καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν, σε συνεργασία με τις δικαστικές και αστυνομικές αρχές, τα συστήματα γονικού ελέγχου μέσω της χρήσης νέων τεχνολογιών (ιδιαίτερα μέσω εφαρμογών για έξυπνα τηλέφωνα), με σκοπό την αποτελεσματικότερη προστασία των ανηλίκων·

6.  δίνει έμφαση στην ανάγκη να ευαισθητοποιούνται σε πρώιμο στάδιο όλα τα κορίτσια και τα αγόρια, ώστε να παραμένουν ασφαλή στο διαδίκτυο, καθώς και να συνειδητοποιούν τη σημασία του σεβασμού της αξιοπρέπειας και της ιδιωτικής ζωής των άλλων στην ψηφιακή εποχή· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά το εκπαιδευτικό υλικό και τα προγράμματα κατάρτισης σχετικά με την άγρα παιδιών μέσω διαδικτύου (grooming) και άλλες μορφές απειλών για την προστασία των παιδιών στο διαδίκτυο, ιδίως κοριτσιών, μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών, των εκπαιδευτών και των αρχών επιβολής του νόμου· υπενθυμίζει ότι η ενίσχυση της επίγνωσης γονιών και λοιπών συγγενών είναι εξίσου σημαντική με την αύξηση της επίγνωσης των ίδιων των παιδιών·

7.  θεωρεί ότι η αφαίρεση περιεχομένου πρέπει να παραμείνει προτεραιότητα, αλλά αναγνωρίζει ότι αυτό μπορεί να είναι μια μακρά διαδικασία· πιστεύει, ως εκ τούτου, ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή γρήγοροι μηχανισμοί αποσύνδεσης και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες διαγραφής·

8.  ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη την ισχυρή διάσταση του φύλου στα ποσοστά κοινοποίησης –τα αγόρια και οι άνδρες αναφέρουν περιστατικά κακοποίησης λιγότερο συχνά σε σχέση με τα κορίτσια και τις γυναίκες, οι οποίες επίσης καθυστερούν να αναφέρουν οι ίδιες τέτοια περιστατικά·

9.  όσον αφορά τη μεταφορά του άρθρου 15 ή την τροποποίηση των νομοθετικών διατάξεων σχετικά με τις προθεσμίες παραγραφής για την κατ’ έγκληση αναφορά εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας που διαπράττονται εις βάρος ανηλίκων, συνιστά να ξεκινά η ισχύς των προθεσμιών παραγραφής από την ημερομηνία ενηλικίωσης και όχι από την ημερομηνία κατά την οποία διαπράχθηκε η παράβαση·

10.  καλεί μετ’ επιτάσεως τα κράτη μέλη που δεν έχουν μεταφέρει ακόμη στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 15 παράγραφος 4 σχετικά με την ταυτοποίηση των θυμάτων να το πράξουν δίχως καθυστέρηση και να το εφαρμόσουν, μεταξύ άλλων με τη σύσταση ειδικευμένων ομάδων έρευνας, την επένδυση σε εργαλεία εγκληματολογικής ανάλυσης και τη συμμετοχή σε διασυνοριακές έρευνες·

11.  καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν τη συνεργασία τους και να ανταλλάσσουν δεδομένα με σκοπό την ταυτοποίηση παιδιών που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, περιλαμβανομένων των αγνοούμενων παιδιών, ιδίως των κοριτσιών που είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην εμπορία ανθρώπων και τη σεξουαλική εκμετάλλευση·

12.  καλεί την Επιτροπή να επενδύσει σε συνεχή διακρατικά προγράμματα ταυτοποίησης παιδιών-θυμάτων προσφέροντας στήριξη στα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά τις εγκληματολογικές υποδομές τους και συνεργαζόμενη με αυτά στον εν λόγω τομέα, μεταξύ άλλων αναπτύσσοντας ειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό·

13.  καλεί τα κράτη μέλη, κατά τον προσδιορισμό πιθανών θυμάτων, να αφιερώσουν μεγαλύτερη προσοχή στις ευάλωτες ομάδες παιδιών, όπως τα παιδιά Ρομά, τα παιδιά με νοητική αναπηρία και τα παιδιά πρόσφυγες, ιδίως τους ασυνόδευτους ανηλίκους και τα παιδιά που ζητούν άσυλο υπό κράτηση, τα οποία κινδυνεύουν να γίνουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, σε ιδρύματα, σε καταυλισμούς προσφύγων ή σε κέντρα ασύλου· τονίζει επομένως τη σημασία μέτρων όπως η διενέργεια ελέγχων ιστορικού του προσωπικού, των κοινωνικών λειτουργών και των εθελοντών που βρίσκονται σε επαφή με τα παιδιά, τη θέσπιση συστημάτων υποβολής εκθέσεων και την παροχή βοήθειας στα θύματα· επαναλαμβάνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι τα μέτρα στήριξης για τα θύματα είναι σημαντικά, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης, αλλά και σε μεταγενέστερο στάδιο, για να τα βοηθήσουν να υπερβούν το μετατραυματικό στρες και να λάβουν τις κατάλληλες ιατρικές και ψυχολογικές συμβουλές και νομική βοήθεια· καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την ικανότητα επικοινωνίας των δικαστών, των εισαγγελέων και των αστυνομικών κατά τη διερεύνηση της σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης παιδιών, με έμφαση στην επικοινωνία με τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, και για την προώθηση άλλων μέτρων με στόχο την πρόληψη της δευτερογενούς θυματοποίησης·

14.  καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν ενισχυμένα μέτρα για την προστασία των παιδιών που πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και να βελτιώσουν τον ρόλο των εθνικών γραμμών άμεσης βοήθειας, με μια προσέγγιση που θα συνεκτιμά τη διάσταση του φύλου·

15.  επιμένει στη σημασία της ορθής μεταφοράς του άρθρου 20 παράγραφος 3 στοιχείο α) και καλεί μετ’ επιτάσεως τα κράτη μέλη να ερμηνεύουν συντηρητικά την «αδικαιολόγητη καθυστέρηση» όταν διεξάγουν συνεντεύξεις με παιδιά-θύματα· αναγνωρίζει την καλή πρακτική που εφαρμόζεται στη Σουηδία κατά την οποία η ακρόαση του παιδιού πραγματοποιείται εντός δύο εβδομάδων από την καταγγελία του εγκλήματος· καλεί πέραν τούτου τα κράτη μέλη να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να μεταφερθεί ορθά στο δίκαιό τους η διάταξη που προβλέπει τις απαραίτητες διαδικαστικές προϋποθέσεις, ώστε να προστατεύονται τα παιδιά από τη δευτερογενή θυματοποίηση·

16.  σημειώνει με ανησυχία ότι από την εμπορία ανθρώπων και τη βιομηχανία του σεξουαλικού τουρισμού πλήττεται μεγάλος αριθμός ανηλίκων κοριτσιών· παροτρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για καταπολέμηση του σεξουαλικού τουρισμού και της εμπορίας ανθρώπων με θύματα παιδιά και να εστιάσουν την προσοχή τους σε υπηρεσίες οργάνωσης ταξιδίων και αρχές, με στόχο την ευαισθητοποίηση των ταξιδιωτών για τη σοβαρότητα των εν λόγω εγκλημάτων·

17.  καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να θεσπίσουν νομοθεσία η οποία θα επιτρέπει την καταδίκη όσων κρίνονται ένοχοι ότι ταξίδεψαν σε τρίτη χώρα για σεξουαλικούς σκοπούς που αφορούν ανηλίκους και στη συνέχεια επέστρεψαν στην ΕΕ·

18.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θεσπίσουν νομοθεσία η οποία θα επιτρέπει την καταδίκη επιχειρήσεων οργανώσεως ταξιδίων που κρίνονται ένοχοι για την προώθηση του σεξουαλικού τουρισμού με εμπλοκή ανηλίκων·

19.  καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν τους πόρους που διαθέτουν για να εκπαιδεύσουν τα παιδιά σχετικά με το πώς να ζητούν βοήθεια και να αναγνωρίζουν τους θύτες, εκπαιδεύοντας παράλληλα τους ενηλίκους σχετικά με το πώς να εντοπίζουν την κακομεταχείριση και να στηρίζουν τα παιδιά με υπηρεσίες ειδικές κατά περίπτωση· καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν επίσης τους πόρους για ειδικούς στη διερεύνηση τέτοιων περιστατικών, που θα πρέπει να έχουν επίγνωση του πώς οι διαφορές λόγω φύλου επηρεάζουν τον τρόπο αντίδρασης των κοριτσιών και των αγοριών στη σεξουαλική κακοποίηση· τονίζει επιπλέον ότι είναι αναγκαία η καταπολέμηση των σταθερών στερεοτύπων περί φύλων και της αυξημένης σεξουαλικοποίησης των παιδιών στα μέσα επικοινωνίας·

20.  τονίζει το γεγονός ότι η προληπτική δράση είναι ανεπαρκής σε όλη την ΕΕ και καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν το άρθρο 22 της οδηγίας παρέχοντας προγράμματα παρέμβασης για όσους φοβούνται ότι μπορεί να διαπράξουν αδικήματα· καλεί μετ’ επιτάσεως την Επιτροπή να καθιερώσει τακτικές διασυνοριακές ανταλλαγές καλών πρακτικών σχετικά με τα προγράμματα πρόληψης· καλεί τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1, να καθιερώσουν υποχρεωτικά προγράμματα παρέμβασης για όλους τους καταδικασμένους δράστες σχετικών αδικημάτων, προκειμένου να προλαμβάνεται η υποτροπή·

21.  ενθαρρύνει την ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα σε υπευθύνους προστασίας παιδιών, παιδιάτρους, εκπαιδευτικά ιδρύματα και οργανώσεις για νέους και για παιδιά σε σχέση με τη διερεύνηση υποθέσεων κακοποίησης παιδιών, ώστε να μπορέσουν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην ευαισθητοποίηση για το εν λόγω θέμα·

22.  αναγνωρίζει τα επιτεύγματα του INHOPE, ενός συνεργατικού δικτύου 46 ανοιχτών γραμμών, το οποίο έχει στόχο την εξάλειψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών από το διαδίκτυο· καλεί την Επιτροπή να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την ύπαρξη αντίστοιχης ανοιχτής γραμμής σε κάθε κράτος μέλος και να εναρμονίσουν τα σχετικά πρωτόκολλα·

23.  ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν έρευνες και στατιστικά στοιχεία για τη σεξουαλική κακοποίηση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών με ενσωματωμένη τη διάσταση του φύλου, με στόχο την προώθηση της ανταλλαγής καλών πρακτικών στη χάραξη πολιτικής και την υλοποίηση προγραμμάτων·

24.  σημειώνει την έλλειψη έρευνας σχετικά με την κακοποίηση που υφίστανται νεαρά άτομα ΛΟΑΔΜ· τονίζει ότι υπάρχει ανάγκη περαιτέρω έρευνας στον εν λόγω τομέα, η οποία να λαμβάνει υπόψη τη σεξουαλική βία και παρενόχληση που έχουν βιώσει άτομα ΛΟΑΔΜ και την ευάλωτη κατάσταση των άστεγων νέων, πολλοί εκ των οποίων είναι άτομα ΛΟΑΔΜ που έχουν εγκαταλείψει το σπίτι τους.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

26.6.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

18

0

5

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Maria Arena, Vilija Blinkevičiūtė, Mary Honeyball, Agnieszka Kozłowska-Rajewicz, Florent Marcellesi, Maria Noichl, Marijana Petir, João Pimenta Lopes, Ernest Urtasun, Jana Žitňanská

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Catherine Bearder, Stefan Eck, Eleonora Forenza, Edouard Martin, Clare Moody, Mylène Troszczynski, Julie Ward, Marco Zullo

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

James Carver, Claudia Schmidt, Molly Scott Cato, Axel Voss, Branislav Škripek

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

18

+

EPP

Agnieszka Kozłowska-Rajewicz, Claudia Schmidt, Axel Voss

S&D

Maria Arena, Vilija Blinkevičiūtė, Mary Honeyball, Edouard Martin, Clare Moody, Maria Noichl, Julie Ward

VERTS/ALE

Florent Marcellesi, Molly Scott Cato, Ernest Urtasun

ALDE

Catherine Bearder

GUE/NGL

Stefan Eck, Eleonora Forenza, João Pimenta Lopes

EFDD

Marco Zullo

0

-

5

0

EPP

Marijana Petir

ECR

Branislav Škripek, Jana Žitňanská

EFDD

James Carver

ENF

Mylène Troszczynski

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία έγκρισης

13.11.2017

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

46

1

1

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Asim Ademov, Jan Philipp Albrecht, Monika Beňová, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Frank Engel, Cornelia Ernst, Laura Ferrara, Lorenzo Fontana, Kinga Gál, Ana Gomes, Nathalie Griesbeck, Jussi Halla-aho, Monika Hohlmeier, Brice Hortefeux, Filiz Hyusmenova, Sophia in ‘t Veld, Dietmar Köster, Barbara Kudrycka, Cécile Kashetu Kyenge, Juan Fernando López Aguilar, Roberta Metsola, Claude Moraes, Soraya Post, Judith Sargentini, Birgit Sippel, Sergei Stanishev, Helga Stevens, Traian Ungureanu, Bodil Valero, Harald Vilimsky, Josef Weidenholzer, Kristina Winberg, Tomáš Zdechovský, Auke Zijlstra

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Carlos Coelho, Anna Maria Corazza Bildt, Miriam Dalli, Gérard Deprez, Maria Grapini, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Marek Jurek, Jeroen Lenaers, Andrejs Mamikins, Emilian Pavel, Róża Gräfin von Thun und Hohenstein, Μιλτιάδης Κύρκος

Αναπληρωτές (άρθρο 200, παρ. 2) παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Othmar Karas, Iuliu Winkler

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

46

+

ALDE

Gérard Deprez, Nathalie Griesbeck, Filiz Hyusmenova, Sophia in 't Veld

ECR

Jussi Halla-aho, Marek Jurek, Helga Stevens

EFDD

Laura Ferrara, Kristina Winberg

ENF

Lorenzo Fontana, Harald Vilimsky

PPE

Asim Ahmedov Ademov, Carlos Coelho, Anna Maria Corazza Bildt, Agustín Díaz de Mera García Consuegra, Frank Engel, Kinga Gál, Monika Hohlmeier, Brice Hortefeux, Teresa Jiménez-Becerril Barrio, Othmar Karas, Barbara Kudrycka, Jeroen Lenaers, Roberta Metsola, Róża Gräfin von Thun und Hohenstein, Traian Ungureanu, Iuliu Winkler, Tomáš Zdechovský

S&D

Monika Beňová, Miriam Dalli, Ana Gomes, Maria Grapini, Dietmar Köster, Cécile Kashetu Kyenge, Miltiadis Kyrkos, Juan Fernando López Aguilar, Andrejs Mamikins, Claude Moraes, Emilian Pavel, Soraya Post, Birgit Sippel, Sergei Stanishev, Josef Weidenholzer

VERTS/ALE

Jan Philipp Albrecht, Judith Sargentini, Bodil Valero

1

-

ENF

Auke Zijlstra

1

0

GUE/NGL

Cornelia Ernst

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:

+  :  υπέρ

-  :  κατά

0  :  αποχή