ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων ελέγχου για την εδραίωση της συμμόρφωσης των αλιευτικών προϊόντων με τα κριτήρια πρόσβασης στην αγορά της ΕΕ
2.5.2018 - (2017/2129(INI))
Επιτροπή Αλιείας
Συντάκτρια: Linnéa Engström
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ – ΣΥΝΟΨΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ
Η αγορά αλιευμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο, καθώς απορροφά το ένα τέταρτο όλων των εισαγωγών. To 2016 οι εισαγωγές προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας ανήλθαν σε 8,8 εκατομμύρια τόνους, ενώ η παραγωγή της ΕΕ ήταν 6,2 εκατ. τόνοι. Η εξάρτησή μας από τις εισαγωγές για σχεδόν 60% του συνολικού εφοδιασμού έχει σαφή αντίκτυπο στην αλιευτική και εμπορική πολιτική της ΕΕ.
Η αγορά της ΕΕ εφαρμόζει διακρίσεις όσον αφορά τα αλιεύματα και τους όρους που πρέπει να πληρούν για να διατίθενται στην αγορά. Οι διακρίσεις αυτές δεν λειτουργούν προς όφελος του αλιευτικού τομέα της ΕΕ.
Όροι για τα σκάφη της ΕΕ
Ας εξετάσουμε τους κανόνες και τα πρότυπα που πρέπει να τηρούνται από τον αλιευτικό τομέα της ΕΕ. Όλες οι δραστηριότητες του στόλου της ΕΕ διέπονται από την κοινή αλιευτική πολιτική. Όπως είναι γνωστό στην επιτροπή, πρόκειται για ένα εκτεταμένο και λεπτομερές σύνολο νομοθετικών διατάξεων σχετικά με διάφορες πτυχές της αλιείας, σε συνδυασμό με ένα ολοκληρωμένο καθεστώς ελέγχου (κανονισμοί 1005/2008, 1224/2009, 2017/2403) που εξασφαλίζει την εφαρμογή των κανόνων από τα κράτη μέλη.
Επιπλέον, οι στόλοι της ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται με ένα ευρύ φάσμα άλλων πολιτικών που σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με τα εργασιακά πρότυπα, την εκπαίδευση, την ασφάλεια των σκαφών, τη ρύπανση και άλλες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, τη φορολογία, τους δημοσιονομικούς και τους φυτοϋγειονομικούς κανόνες.
Το αποτέλεσμα είναι ένα υψηλό επίπεδο ποιότητας για τα αλιεύματα στην ΕΕ που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης. Αυτό είναι σωστό, διότι ο ευρωπαίος καταναλωτής πρέπει να μπορεί να βασίζεται σε ένα ποιοτικό και φρέσκο προϊόν, που έχει παραχθεί με κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Παρόλα αυτά, ο καταναλωτής δεν ενημερώνεται καν ότι το προϊόν αλιεύθηκε από σκάφος της ΕΕ - αυτή είναι μια «προαιρετική πληροφορία».
Όμως, η τήρηση όλων των κανόνων και προτύπων που προαναφέρθηκαν συνεπάγεται ένα συγκεκριμένο κόστος: φόροι, αλιευτικός εξοπλισμός σύμφωνα με τους κανόνες, αξιοπρεπείς μισθοί, κινητήρες που ρυπαίνουν λιγότερο, αποθήκευση αλιευμάτων σε κατάλληλη θερμοκρασία και άλλες συνθήκες, κ.λπ. Τελικά, τα αλιεύματα που παράγονται από αλιείς της ΕΕ πρέπει να διατίθενται σε ορισμένη τιμή στην αγορά για να αποφέρουν κέρδος, ενώ έχουν να ανταγωνιστούν προϊόντα από αλιείς τρίτων χωρών που δεν έχουν απαραίτητα τους ίδιους περιορισμούς.
Όροι για τα σκάφη τρίτων χωρών
Τα αλιεύματα από τρίτες χώρες που εισάγονται στη ΕΕ πρέπει να πληρούν διαφορετικούς όρους. Η εμπορία ενός μικρού αριθμού θαλάσσιων ειδών περιορίζεται από τη CITES. Τα φυτοϋγειονομικά πρότυπα της ΕΕ εφαρμόζονται βάσει διμερών διακανονισμών με τρίτες χώρες, οι οποίες παρέχουν στην Επιτροπή κατάλογο των αλιευτικών σκαφών και των εγκαταστάσεων μεταποίησης που θεωρείται ότι πληρούν τα ενωσιακά πρότυπα και έχουν άδεια εξαγωγής στην ΕΕ. Ο κανονισμός για την ΠΛΑ αλιεία έχει ως στόχο να εξασφαλίσει ότι τα αλιεύματα που εισάγονται στην ΕΕ δεν προέρχονται από ΠΛΑ (παράνομη, λαθραία και άναρχη) αλιεία.
Υπάρχει μια σειρά κανονισμών που ασχολείται με τους δασμούς (ΣΓΠ, ΣΓΠ+, Όλα εκτός από όπλα, αυτόνομες δασμολογικές ποσοστώσεις, κ.λπ.), οι οποίοι όμως εστιάζονται κυρίως στο ποσό του δασμού που πρέπει να καταβληθεί και όχι στους όρους πρόσβασης στην αγορά. Ο κανονισμός ΣΓΠ+ απαιτεί επικύρωση και εφαρμογή μιας σειράς διεθνών νομικών πράξεων (καμία από τις οποίες δεν αφορά την αλιεία), αλλά εάν η Επιτροπή κρίνει ότι αυτό δεν τηρείται, η χώρα χάνει τον προτιμησιακό δασμό της, χωρίς όμως να απαγορεύεται η εισαγωγή των αλιευτικών της προϊόντων.
Τέλος, υπάρχει ένας γενικότερος νόμος που θα μπορούσε δυνητικά να περιορίσει την πρόσβαση αλιευμάτων στην αγορά της ΕΕ, ο κανονισμός 1026/2012 για τη μη βιώσιμη αλιεία, ο οποίος θα μπορούσε να επιτρέψει στην ΕΕ να απαγορεύσει τις εισαγωγές από χώρες που δεν συνεργάζονται στη διαχείριση των αποθεμάτων κοινού ενδιαφέροντος.
Ισότιμο πεδίο ανταγωνισμού;
Η εξέταση του κεκτημένου της ΕΕ, τόσο σε σχέση με την αλιεία όσο και με τους λοιπούς τομείς, καταδεικνύει σαφώς ότι το βασικό μέσο για την εδραίωση ενός ισότιμου πεδίου ανταγωνισμού -που όλοι ισχυρίζονται ότι επιθυμούν -μεταξύ των αλιευμάτων που παράγονται στην ΕΕ και των εισαγόμενων αλιευμάτων, είναι ο κανονισμός για την ΠΛΑ αλιεία. Πάντα κατά τις συζητήσεις σχετικά με την πρόληψη του αθέμιτου ανταγωνισμού μέσω της απαγόρευσης εισαγωγής ορισμένων αλιευτικών προϊόντων στην αγορά της ΕΕ, η πρόχειρη απάντηση είναι ότι αυτός είναι ο ρόλος του κανονισμού ΠΛΑ. Αυτή η απάντηση είναι αφελής και ανειλικρινής, καθώς ο κανονισμός για την ΠΛΑ αλιεία έχει σχεδιαστεί αποκλειστικά για τον σκοπό της πρόληψης της εισόδου παράνομα αλιευθέντων προϊόντων στην αγορά της ΕΕ.
Κανονισμός για την ΠΛΑ αλιεία
Η θέσπιση του κανονισμού για την ΠΛΑ αλιεία αποτέλεσε ορόσημο στον παγκόσμιο αγώνα κατά της ΠΛΑ αλιείας. Πολλά έχουν γραφτεί σχετικά με αυτό, συμπεριλαμβανομένου ενός πολύ πρόσφατου ενημερωτικού εγγράφου και γραφήματος από την Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EPRS)[1]. Η Επιτροπή έχει διενεργήσει τη δική της αξιολόγηση και η Επιτροπή Αλιείας χρηματοδότησε, πριν μερικά χρόνια, μια μελέτη σχετικά με την εφαρμογή του. Διάφοροι φορείς της κοινωνίας των πολιτών έχουν επίσης δημοσιεύσει εκθέσεις.
Οι περισσότερες αναλύσεις συμφωνούν ότι ο κανονισμός λειτουργεί πολύ καλά. Επιπλέον, ολοένα και περισσότερες χώρες, αφού χαρακτηρίστηκαν εκ των προτέρων ή καταχωρίστηκαν από την ΕΕ ως μη συνεργαζόμενες χώρες στην καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας, έχουν βελτιώσει τη διαχείριση της αλιείας και τα συστήματα ελέγχου τους για να διατηρήσουν την πρόσβασή τους στη μεγαλύτερη αλιευτική αγορά του κόσμου. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι, μέχρι στιγμής, καμία άλλη χώρα δεν είχε το θάρρος να θεσπίσει οποιοδήποτε παρόμοιο μέσο για να κρατήσει μακριά από τις αγορές τα παράνομα αλιευθέντα προϊόντα, ο βαθμός στον οποίον ο εν λόγω κανονισμός επηρεάζει την παγκόσμια διαχείριση είναι πραγματικά εντυπωσιακός.
Η εφαρμογή του κανονισμού, φυσικά, δεν είναι απαλλαγμένη από προβλήματα. Η εφαρμογή των διατάξεών του από τα κράτη μέλη είναι άνιση, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επαλήθευση των πιστοποιητικών αλιείας, τις επιθεωρήσεις στο σημείο εισαγωγής στην ΕΕ και τις επιβαλλόμενες κυρώσεις. Παρά τις μεγάλες προσπάθειες της Επιτροπής, εξακολουθεί να μην υπάρχει κατάλογος των αλιευτικών σκαφών που επιδίδονται σε ΠΛΑ αλιεία, εκτός από αυτά που περιλαμβάνονται στους καταλόγους της περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας (ΠΟΔΑ/RFMO). Παρότι πολλά έχουν επιτευχθεί, χρειάζονται βελτιώσεις.
Υγειονομικές απαιτήσεις
Οι διαδικασίες για την επιθεώρηση και έγκριση της διάθεσης τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των αλιευμάτων, στην αγορά της ΕΕ καθορίζονται στον κανονισμό 854/2004. (Αυτός θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό 2017/625 τον Δεκέμβριο του 2019, αλλά δεν σχεδιάζεται αλλαγή των διατάξεων που περιγράφονται κατωτέρω για τα αλιευτικά προϊόντα.) Ο κανονισμός διέπει τις επιθεωρήσεις τροφίμων, τόσο των παραγόμενων στην ΕΕ όσο και των εισαγόμενων, και περιλαμβάνει διατάξεις για τα εισαγόμενα αλιευτικά προϊόντα (εκτός των απευθείας εκφορτώσεων σε λιμάνι της ΕΕ). Η ΕΕ συντάσσει έναν κατάλογο εγκεκριμένων τρίτων χωρών των οποίων οι αρμόδιες αρχές παρέχουν «επαρκείς εγγυήσεις όσον αφορά τη συμμόρφωση ή την ισοδυναμία με την κοινοτική νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και τους κανόνες για την υγεία των ζώων». Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών ενημερώνουν την ΕΕ για το ποιες μονάδες μεταποίησης και ποια αλιευτικά σκάφη επιτρέπεται να εξάγουν στην ΕΕ. Οι αρμόδιες αρχές αυτών των τρίτων χωρών μπορούν επίσης να αναθέτουν τα καθήκοντα αδειοδότησης και επιθεώρησης σε άλλη τρίτη χώρα, όπως σε ένα παράκτιο κράτος, υπό την προϋπόθεση ότι η δεύτερη αυτή τρίτη χώρα περιλαμβάνεται επίσης στον κατάλογο της ΕΕ με τις εγκεκριμένες χώρες. Η τρίτη χώρα καλείται να διασφαλίσει ότι οι καταχωρισμένες στον κατάλογο εγκαταστάσεις συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της ΕΕ. Πρέπει να διενεργεί επιθεωρήσεις και εξουσιοδοτείται να σταματά τις εξαγωγές προς την ΕΕ από μη συμμορφούμενες μονάδες. Υποχρεούται επίσης να ενημερώνει τον κατάλογο.
Τον Δεκέμβριο του 2017, ο κατάλογος των εγκαταστάσεων τρίτων χωρών που είχαν άδεια απευθείας εξαγωγής αλιευτικών προϊόντων στην ΕΕ περιείχε 7.032 μονάδες μεταποίησης και ψυκτικές αποθήκες, και 3.818 αλιευτικά σκάφη (συμπεριλαμβανομένων των πλοίων-ψυγείων). Η Επιτροπή αποστέλλει περιοδικά ομάδες επιθεώρησης σε αυτές τις τρίτες χώρες για να διαπιστώνει εάν τηρούνται οι ισχύοντες όροι.
Αν και αυτό το σύστημα μπορεί να φαίνεται θεωρητικά σωστό, και μπορεί γενικά να λειτουργεί ικανοποιητικά τις περισσότερες φορές, δεν παύει να έχει αδυναμίες, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα σε κάποιες περιπτώσεις.
Παρατηρήσεις επί πάνω από μια δεκαετία έχουν επισημάνει το γεγονός ότι πολλά σκάφη που επιδίδονται σε ΠΛΑ αλιευτικές δραστηριότητες και των οποίων τα προϊόντα εκφορτώνονται και πωλούνται στην ΕΕ, εμφανίζονται επίσης στους καταλόγους με τα σκάφη που είναι πιστοποιημένα από τις αρχές τρίτων χωρών ως συμμορφούμενα με τις υγειονομικές απαιτήσεις της ΕΕ.
Ορισμένα σκάφη δεν μπαίνουν ποτέ στο λιμάνι, ούτε επιθεωρούνται τακτικά από τις αρμόδιες αρχές. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτά τα σκάφη όχι μόνο δεν τηρούν τις υγειονομικές απαιτήσεις της ΕΕ, αλλά και αλιεύουν παράνομα[2].
Το 2006, επιθεωρήσεις σε αλιευτικό σκάφος με κινεζική σημαία στα ύδατα της Γουινέας εντόπισαν άδεια ιχθυοκιβώτια στο αμπάρι του πλοίου με τα ονόματα πολλών αλιευτικών σκαφών του κινεζικού στόλου που έφεραν αριθμούς της ΓΔ SANTE. Είναι προφανές ότι τόσο οι κινεζικές αρχές όσο και η ΓΔ SANTE θα ήταν δύσκολο να επαληθεύσουν ότι τα αλιεύματα είχαν την κατάλληλη σήμανση. Το σκάφος αλίευε στα ύδατα της Γουινέας επί τρία χρόνια χωρίς άδεια και συνελήφθη από τις αρχές της Γουινέας με τη βοήθεια του πλοίου MY Esperanza της Greenpeace. Υπήρξαν και άλλες περιπτώσεις αλιευτικών σκαφών ΠΛΑ αλιείας, και περιλαμβάνονταν στους καταλόγους της ΓΔ SANTE το 2014 και το 2017.
Ο τελευταίος έλεγχος της ΓΔ SANTE στη Μαυριτανία ανάγεται στο 2011. Η έκθεση αναφέρει:
«Ορισμένοι τύποι πλοίων-ψυγείων (κινέζικου τύπου) παρουσίαζαν δομικές αδυναμίες που δεν τους επέτρεπαν να τηρήσουν τους απαιτούμενους όρους για τη διαχείριση των αλιευτικών προϊόντων που προορίζονταν για εξαγωγή στην ΕΕ: στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε προστασία του χώρου διαλογής και του χώρου παραγωγής από τα στοιχεία της φύσης. Επιπλέον, αυτά τα σκάφη βρίσκονταν σε κατάσταση γήρανσης ποικίλων βαθμών και ορισμένα από αυτά ήταν στο όριο του ανθυγιεινού.» (σελίδα 11)
Κανένας επόμενος έλεγχος στη Μαυριτανία δεν εμφανίζεται στον δικτυακό τόπο της ΓΔ SANTE, ενώ ο κατάλογος εγκεκριμένων εγκαταστάσεων της Μαυριτανίας περιλαμβάνει αυτή τη στιγμή 66 πλοία-ψυγεία και ένα πλοίο-εργοστάσιο.
Μέσα σε πάνω από μια δεκαετία, καταγράφηκαν πολλές περιπτώσεις σκαφών που επιδίδονταν σε ΠΛΑ αλιεία στα ύδατα της Δυτικής Αφρικής ενώ περιλαμβάνονταν στους καταλόγους εγκεκριμένων εγκαταστάσεων της ΓΔ SANCO, ακόμη και μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού για την ΠΛΑ.
Η ΓΔ SANTE επισημαίνει ότι αν ένα σκάφος εμφανίζεται στον ενωσιακό κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας τότε οι τελωνειακοί έλεγχοι αρνούνται αυτομάτως την εισαγωγή αλιευμάτων που προέρχονται από το εν λόγω σκάφος. Ωστόσο, οι τελωνειακοί έλεγχοι δεν είναι απολύτως αξιόπιστοι (βλέπε κατωτέρω). Επιπλέον, οι αρμόδιες περιφερειακές και υπο-περιφερειακές οργανώσεις αλιείας της Δυτικής Αφρικής (CECAF και SRFC) δεν συντάσσουν καταλόγους των σκαφών ΠΛΑ αλιείας, ούτε ο κατάλογος της ΕΕ περιλαμβάνει σκάφη ΠΛΑ αλιείας πέραν όσων έχουν καταγράψει οι ΠΟΔΑ. Συνεπώς, δεν απαγορεύεται η εισαγωγή των ιχθύων που αλιεύονται από τα προαναφερθέντα σκάφη, παρά το ιστορικό τους στην ΠΛΑ αλιεία.
Εμπόριο
Στην εμπορική νομοθεσία ελάχιστη αναφορά γίνεται στην αλιεία, εκτός από τις διατάξεις για τη ρύθμιση των ποσοστώσεων και των δασμών εισαγωγής. Ακόμη και οι πολύ πρόσφατες συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών (ΣΕΣ) που περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις για την αλιεία είναι αρκετά απλοϊκές. Οι ΣΕΣ με την Ιαπωνία και το Βιετνάμ, για παράδειγμα, αναφέρουν ορισμένες διεθνείς συμφωνίες που πρέπει να τηρούνται (μία εκ των οποίων είναι προαιρετική, ο Κώδικας συμπεριφοράς της FAO) και περιλαμβάνουν αόριστες δεσμεύσεις για την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτές οι διατάξεις βρίσκονται σε ένα τμήμα της συμφωνίας που δεν υπόκειται σε νομικά δεσμευτικό μηχανισμό επίλυσης διαφορών, αλλά απλώς σε μη δεσμευτική διαιτησία. Δεν υπάρχει καν δέσμευση για επικύρωση και αποτελεσματική εφαρμογή μιας σειράς διεθνών πράξεων σχετικών με την αλιεία (παρόμοιων με το ΣΓΠ+), ούτε σαφής αναφορά στη νομοθεσία της ΕΕ για την ΠΛΑ αλιεία, ούτε βέβαια κάποια δέσμευση από πλευράς της τρίτης χώρας να εφαρμόζει διαδικασία για την απαγόρευση εισόδου των παράνομα αλιευμένων ιχθύων στην αγορά της.
Η προσέγγιση της ΕΕ στο εμπόριο συχνά θεωρείται ως αντιπαραγωγική για την ορθή διακυβέρνηση της αλιείας στην ΕΕ λόγω του συνεχούς ανοίγματος της αγοράς της ΕΕ στα αλιευτικά προϊόντα από χώρες που δεν εφαρμόζουν απαραίτητα τα ίδια πρότυπα με εμάς. Το 2014, η Επιτροπή πρότεινε να δοθεί καθεστώς ΣΓΠ+ στις Φιλιππίνες, ενώ ταυτόχρονα τις είχε χαρακτηρίσει εκ των προτέρων ως μη συνεργαζόμενη χώρα. Η ασυνέπεια μεταξύ αφενός της προειδοποίησης σε μια χώρα ότι κινδυνεύει με σοβαρή απαγόρευση της εμπορίας των αλιευτικών προϊόντων της, ενώ αφετέρου της παραχωρείται ευνοϊκότερο εμπορικό καθεστώς φαίνεται να μην γίνεται αντιληπτή από την Επιτροπή.
Ένα άλλο παράδειγμα αφορά τη Νότια Κορέα, με την οποία η Επιτροπή διαπραγματευόταν ΣΕΣ ενώ ταυτόχρονα η Κορέα ήταν εκ των προτέρων χαρακτηρισμένη. Ο εκ των προτέρων χαρακτηρισμός ανακλήθηκε τον Απρίλιο του 2015, παρότι η κορεατική νομοθεσία παρέμεινε μη ικανοποιητική.
Τα εισαγόμενα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των αλιευμάτων, πρέπει να εκτελωνίζονται κατά την άφιξή τους στο έδαφος της ΕΕ. Μια πρόσφατη έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διαπίστωσε[3], ωστόσο, σημαντικές αδυναμίες και κενά, γεγονός που σημαίνει ότι οι τελωνειακοί έλεγχοι της ΕΕ δεν εφαρμόζονται αποτελεσματικά. Στα προβλήματα που επισημάνθηκαν συμπεριλαμβάνεται η δήλωση ψευδούς χώρας προέλευσης, η οποία έχει προφανείς επιπτώσεις στο θέμα της παρούσας έκθεσης.
Πρότυπα της αγοράς
Η κοινή οργάνωση της αγοράς (κανονισμός 1379/2013) περιλαμβάνει διατάξεις για την αγορά των περισσότερων προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, καθώς και για τις πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται στη σήμανση. Επιτρέπει τον καθορισμό προτύπων εμπορίας για τα αλιεύματα που παράγονται και εισάγονται στην ΕΕ, σε σχέση με θέματα όπως η ποιότητα, το μέγεθος, το πόσο φρέσκα είναι, κ.λπ.
Όσον αφορά τη σήμανση, οι υποχρεωτικές πληροφορίες για τον καταναλωτή - είδος, περιοχή και μέθοδος παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου του τύπου εξοπλισμού για τα μη εκτρεφόμενα αλιεύματα -εφαρμόζονται μόνο σε ένα μικρό μέρος του συνόλου της αγοράς, καθώς δεν απαιτούνται για τα προπαρασκευασμένα, διατηρημένα ή μεταποιημένα προϊόντα, όπως τα κονσερβοποιημένα ψάρια, κ.λπ. Συνεπώς, το πεδίο ανταγωνισμού είναι άνισο στην ΕΕ όσον αφορά την ιχνηλασιμότητα και την πληροφόρηση του καταναλωτή.
Όσον αφορά τα πρότυπα εμπορίας, η Επιτροπή μόλις ξεκίνησε μια διαδικασία για την αξιολόγηση της χρησιμότητας και της αποτελεσματικότητάς τους, καθώς το πιο πρόσφατο θεσπίστηκε πάνω από 20 χρόνια πριν. Αυτή η εξέλιξη είναι θετική, καθώς θα επιτρέψει την εξέταση προτύπων εμπορίας πέραν της ποιότητας του προϊόντος, ώστε να καταστεί δυνατή η επιβολή υψηλότερων προτύπων στα εισαγόμενα αλιεύματα, για να εξασφαλιστεί ότι πληρούν ορισμένα ελάχιστα κριτήρια διατήρησης, όπως το ελάχιστο μέγεθος των αλιευμάτων. Οι υπολογισμοί της ΓΔ MARE δείχνουν ότι τα ισχύοντα πρότυπα εμπορίας, που αφορούν κυρίως τη φρεσκότητα και τις κατηγορίες μεγέθους, εφαρμόζονται στο 75% των εκφορτώσεων στην ΕΕ, αλλά σε λιγότερο από 10% των εισαγωγών.
Εργασιακά πρότυπα
Μια σειρά διεθνών νομικών πράξεων αφορούν τις συνθήκες εργασίας, τόσο για τους ναυτικούς όσο και, ειδικότερα, για τους αλιείς. Σε αυτές περιλαμβάνονται:
• Οι εργασιακές συνθήκες - καλύπτονται από τη σύμβαση ναυτικής εργασίας, που αφορά τους ναυτικούς (επικυρωμένη από 25 κράτη μέλη· ενσωματωμένη από την οδηγία 2009/13) και τη σύμβαση 188 της ΔΟΕ για την εργασία στον τομέα της αλιείας, που αφορά τους αλιείς (επικυρωμένη από 3 κράτη μέλη· μερικώς ενσωματωμένη από την οδηγία 2017/159). Η εν λόγω οδηγία θεσπίστηκε από τους κοινωνικούς εταίρους μέσω του άρθρου 155 της ΣΛΕΕ, καθώς τα κράτη μέλη καθυστέρησαν πολύ να επικυρώσουν την αρχική σύμβαση. Δυστυχώς, δεν συμπεριλήφθηκαν διατάξεις σχετικά με την επιβολή. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνει τους αυτοαπασχολούμενους αλιείς, εκτός εάν εργάζονται στο ίδιο σκάφος.
• Η κατασκευή και αξιοπλοΐα των σκαφών - καλύπτονται από τη σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, η οποία αφορά τους ναυτικούς (επικυρωμένη από όλα τα κράτη μέλη· ενσωματωμένη από την οδηγία 1998/18) και τη συμφωνία του Κέιπ Τάουν για τους αλιείς (επικυρωμένη από 11 κράτη μέλη· ενσωματωμένη μόνο για τα σκάφη άνω των 24 μέτρων από την οδηγία 1997/70).
• Η εκπαίδευση και πιστοποίηση - καλύπτονται από τη σύμβαση για τα πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών (STCW) (επικυρωμένη από όλα τα κράτη μέλη· ενσωματωμένη από διάφορες οδηγίες) και από την SCTW-F για τους αλιείς (επικυρωμένη από 6 κράτη μέλη· μη ενσωματωμένη στο κεκτημένο). Οι κοινωνικοί εταίροι επιθυμούν να κάνουν χρήση της διαδικασίας του άρθρου 155 της ΣΛΕΕ και για αυτή τη σύμβαση, και αυτό θα πρέπει να επιδιώξει η Επιτροπή κατά προτεραιότητα.
Παρότι τόσο η ΕΕ όσο και τα κράτη μέλη φροντίζουν ενεργά για την τήρηση των διεθνών προτύπων όσον αφορά τους ναυτικούς, δείχνουν ελάχιστο ενδιαφέρον να επεκτείνουν αντίστοιχα αυτή την προστασία και στους αλιείς (τα ίδια τα πρότυπα διαφέρουν μεταξύ ναυτικών και αλιέων). Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί περισσότεροι αλιείς από ό,τι ναυτικοί, αυτό συνιστά σοβαρή αμέλεια εκ μέρους της ΕΕ όσον αφορά την υποχρέωσή της για την ασφάλεια του αλιευτικού κλάδου και της ζωής στη θάλασσα γενικά.
Όσον αφορά την ανά χείρας έκθεση, είναι σαφές ότι η ΕΕ έχει λίγη αξιοπιστία όσον αφορά τους κανόνες εργασίας για τους αλιείς σε άλλες χώρες, καθώς δεν εκπληρώνει εσωτερικά τις δικές της διεθνείς υποχρεώσεις.. Τα κράτη μέλη οφείλουν να επικυρώσουν αυτές τις σημαντικές νομικές πράξεις για την προστασία των αλιέων.
Κανονισμός ελέγχου
Σε σχέση με τον κανονισμό για την ΠΛΑ αλιεία, πολλά έχουν γραφτεί σχετικά με τον κανονισμό ελέγχου. Παρότι εμπεριέχει ασυνέπειες και αμφισημίες, είναι σαφές εδώ και πολλά χρόνια ότι κυρίαρχο πρόβλημα είναι η άνιση εφαρμογή του κανονισμού από τα κράτη μέλη. Τόσο η αξιολόγηση της Επιτροπής όσο και μια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επισημαίνουν, μεταξύ άλλων, προβλήματα στην επαλήθευση των δεδομένων, στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, πλημμελή ή ανύπαρκτη εφαρμογή του συστήματος βαθμολόγησης, και ανεπαρκώς αποτρεπτικές κυρώσεις.
Στις σχετικά σπάνιες περιπτώσεις όπου η Επιτροπή έχει οδηγήσει ένα κράτος μέλος στο ΔΕΕ για πλημμελή εφαρμογή του κανονισμού ελέγχου, το αποτέλεσμα ήταν μια αξιοσημείωτη βελτίωση. Για παράδειγμα, η Ισπανία, αφού καταδικάστηκε από το ΔΕΕ το 2008[4], βελτίωσε ταχύτατα την εφαρμογή του κανονισμού ελέγχου.
Η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της και άλλα μέσα πειθούς, όπως σχέδια δράσης, και είναι λυπηρό ότι δεν τα έχει χρησιμοποιήσει περισσότερο για να βελτιώσει την κατάσταση.
Η Επιτροπή έχει δηλώσει την πρόθεσή της να αναθεωρήσει τον κανονισμό ελέγχου. Όπως επισημάνθηκε στην έκθεση Thomas[5], οποιαδήποτε αναθεώρηση του κανονισμού πρέπει να είναι κατάλληλα στοχευμένη, να διατηρήσει τους αποτελεσματικούς κανόνες για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την τιμωρία των παραβάσεων και να εστιάσει κυρίως στην καλύτερη εφαρμογή των προτύπων από τα κράτη μέλη. Δεν πρέπει, αντίθετα, να επιφέρει υποβάθμιση των υψηλότερων προτύπων προστασίας όσον αφορά την εργασία, το περιβάλλον, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ή την κοινωνία.
Η αναθεώρηση πρέπει να προβλέψει ένα ισχυρότερο, αποτελεσματικότερο και πιο εναρμονισμένο καθεστώς ελέγχου στην ΕΕ, και βελτίωση της ιχνηλασιμότητας όλων των αλιευτικών προϊόντων.
Πέραν όμως της βελτιωμένης ιχνηλασιμότητας, προκειμένου να μην δημιουργούνται διακρίσεις, η ΕΕ θα πρέπει να απαιτεί όλα τα προϊόντα που πωλούνται στο έδαφός της να συμμορφώνονται με ισοδύναμα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης, καθώς και με τις υγειονομικές απαιτήσεις που επιβάλλει η ενωσιακή νομοθεσία.
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων ελέγχου για την εδραίωση της συμμόρφωσης των αλιευτικών προϊόντων με τα κριτήρια πρόσβασης στην αγορά της ΕΕ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου[1],
– έχοντας υπόψη το καθεστώς ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής, που περιλαμβάνει τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1224/2009[2] και 1005/2008[3], και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2017/2403[4] του Συμβουλίου,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου[5],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο[6],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 1026/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη λήψη ορισμένων μέτρων με στόχο τη διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων, κατά των χωρών οι οποίες επιτρέπουν τη διεξαγωγή μη βιώσιμης αλιείας[7],
– έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 19/2017 του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, του Μαρτίου 2017, με τίτλο: «Διαδικασίες εισαγωγής: οι αδυναμίες του νομικού πλαισίου και η αναποτελεσματική εφαρμογή έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ»,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 27ης Απριλίου 2017 σχετικά με την διαχείριση των αλιευτικών στόλων στις εξόχως απόκεντρες περιοχές[8],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του, καθώς και το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το παράρτημα 3 της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων της 12ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη διαδικασία εξουσιοδότησης για την εκπόνηση εκθέσεων πρωτοβουλίας,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A8-0156/2018),
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είναι η μεγαλύτερη αγορά αλιευμάτων στον κόσμο, καθώς το 2016 απορρόφησε το 24% των συνολικών παγκόσμιων εισαγωγών, και εξαρτάται από τις εισαγωγές για πάνω από 60% της κατανάλωσης αυτών των προϊόντων·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του, της 8ης Ιουλίου 2010, σχετικά με το καθεστώς εισαγωγής στην ΕΕ προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας[9], το Κοινοβούλιο τόνισε ότι ένας από τους βασικούς στόχους της πολιτικής της ΕΕ για τις εισαγωγές προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας πρέπει να είναι η εξασφάλιση ότι τα εισαγόμενα προϊόντα πληρούν σε όλους τους τομείς τους ίδιους όρους που ισχύουν για την κοινοτική παραγωγή, και ότι οι προσπάθειες της ΕΕ να καταστήσει βιώσιμη την αλιεία δεν συνάδουν με την εισαγωγή προϊόντων από χώρες που αλιεύουν αδιαφορώντας για τη βιωσιμότητα·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 2015, με τίτλο «Εμπόριο για όλους: προς μια πιο υπεύθυνη πολιτική για το εμπόριο και τις επενδύσεις» (COM(2015)0497) δεσμεύει την ΕΕ για μια πιο υπεύθυνη εμπορική πολιτική ως όργανο για την εφαρμογή των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ευθύνη των κρατών μελών να επαληθεύουν ότι τα αλιεύματα που παράγονται στην ΕΕ πληρούν τα ενωσιακά φυτοϋγειονομικά πρότυπα, ενώ για τα εισαγόμενα αλιεύματα η Επιτροπή εξουσιοδοτεί τις τρίτες χώρες να καθορίζουν ποιες εγκαταστάσεις επιτρέπεται να εξάγουν αλιευτικά προϊόντα στην ΕΕ, εφόσον μπορούν να εγγυηθούν ισοδύναμα πρότυπα·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της ΕΕ, στην Καραϊβική, στον Ινδικό Ωκεανό και τον Ατλαντικό Ωκεανό, γειτονεύουν με τρίτες χώρες των οποίων οι αλιευτικές δραστηριότητες, οι συνθήκες παραγωγής και εμπορίας δεν πληρούν πάντοτε τα ευρωπαϊκά πρότυπα, με αποτέλεσμα τον αθέμιτο ανταγωνισμό έναντι της τοπικής παραγωγής·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν πολλές διεθνείς νομικές πράξεις που αφορούν τους αλιείς οι οποίες θα πρέπει να επικυρωθούν και να εφαρμοστούν, όπως η σύμβαση αριθ. 188 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εργασία στον τομέα της αλιείας (ΔΟΕ C188), η συμφωνία του Κέιπ Τάουν του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) του 2012 και η διεθνής σύμβαση του ΔΝΟ για τα πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλάκων των πληρωμάτων αλιευτικών σκαφών (STCW-F)·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στα συμπεράσματα της επιστημονικής γνωμοδότησης αριθ. 3/2017 της 29ης Νοεμβρίου 2017 με τίτλο «Τρόφιμα από τους Ωκεανούς» προτείνεται η ένταξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης σε όλες τις πολιτικές της Ένωσης και η εφαρμογή της ίδιας προσέγγισης στη διεθνή σκηνή και ην παροχή στήριξης σε άλλες περιοχές του κόσμου, ούτως ώστε να εξευρεθεί ισορροπία μεταξύ των οικονομικών και οικολογικών στόχων που αφορούν την παραγωγή τροφίμων και το θαλάσσιο περιβάλλον·
1. επισημαίνει ότι, για να διαθέσουν τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας στην αγορά, οι φορείς εκμετάλλευσης της ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται με ένα ευρύ φάσμα κανονισμών και να πληρούν αυστηρά κριτήρια, όπως τους κανόνες της ΚΑΠ και πρότυπα φυτοϋγειονομικά, εργασιακά, περιβαλλοντικά και θαλάσσιας ασφάλειας, τα οποία βασίζονται όλα σε καθεστώτα εξασφάλισης συμμόρφωσης· είναι πεπεισμένο ότι όλα αυτά, εάν λειτουργήσουν συνδυαστικά, δημιουργούν υψηλά πρότυπα για την ποιότητα και βιωσιμότητα του προϊόντος που εύλογα προσδοκούν οι καταναλωτές της ΕΕ·
2. θεωρεί ότι η συμμόρφωση των αλιευτικών προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας από τρίτες χώρες με τα πρότυπα της ΕΕ που αφορούν την περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα θα προωθήσει τη βιωσιμότητα στις εν λόγω τρίτες χώρες και θα συμβάλει στη δημιουργία πιο θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των προϊόντων της ΕΕ και των προϊόντων από τρίτες χώρες·
3. ανησυχεί για το γεγονός ότι οι εισαγωγές αυτών των προϊόντων υπόκεινται σε λιγότερους ελέγχους, καθώς οι κύριοι έλεγχοι είναι τα υγειονομικά πρότυπα και ο κανονισμός για την παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία (ΠΛΑ)[10], ο οποίος έχει σχεδιαστεί αποκλειστικά για να εξασφαλίζει ότι τα προϊόντα έχουν αλιευθεί σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες·
4. τονίζει ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισότιμη μεταχείριση των εισαγόμενων και των ευρωπαϊκών προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, που θα πρέπει να αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους της αλιευτικής πολιτικής της ΕΕ, η ΕΕ θα πρέπει να απαιτεί από όλα τα εισαγόμενα προϊόντα να πληρούν τα πρότυπα διατήρησης και διαχείρισης, καθώς και τις απαιτήσεις υγιεινής που επιβάλλονται από τη νομοθεσία της ΕΕ· επισημαίνει ότι αυτό θα συμβάλει στη δημιουργία πιο θεμιτού ανταγωνισμού και θα θέσει υψηλότερα πρότυπα για την εκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων σε τρίτες χώρες·
5. θεωρεί ότι η εντατικοποίηση των προσπαθειών της ΕΕ σε σχέση με τη διατήρηση των αποθεμάτων και τη βιωσιμότητα της αλιείας, στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑΠ), δεν συνάδει με τις εισαγωγές προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας από χώρες που εντατικοποιούν τις αλιευτικές προσπάθειές τους αδιαφορώντας για τη βιωσιμότητα της αλιείας και με αποκλειστικό σκοπό το βραχυπρόθεσμο κέρδος·
6. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι διαφορετικοί κανόνες για τη διάθεση των προϊόντων αλιείας στην αγορά δημιουργούν δυσμενείς διακρίσεις με αρνητικές συνέπειες για τους αλιείς και ιχθυοκαλλιεργητές της ΕΕ, και, ως εκ τούτου, οι έλεγχοι για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας πρέπει να αυξηθούν και να βελτιωθούν ·
7. θεωρεί ότι η εφαρμογή του κανονισμού ελέγχου[11] θα πρέπει να ενισχυθεί σε όλα τα κράτη μέλη, έτσι ώστε να εφαρμόζεται με ομογενή και εναρμονισμένο τρόπο σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών εστίασης, τόσο για τα ευρωπαϊκά όσο και για τα εισαγόμενα προϊόντα· επισημαίνει ότι αυτό ισχύει επίσης για τις διατάξεις σήμανσης·
Υγειονομικά πρότυπα
8. εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι το σύστημα που επιβάλλει η Ένωση και χρησιμοποιείται από τις αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας για την επαλήθευση των κριτηρίων υγιεινής για τα αλιευτικά προϊόντα που εξάγονται στην ΕΕ, δεν παρέχει επαρκείς εγγυήσεις ότι τα κριτήρια αυτά τηρούνται πάντοτε·
9. ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει περισσότερη κατάρτιση, τεχνική βοήθεια και διευκολύνσεις για την οικοδόμηση θεσμικής ικανότητας ούτως ώστε να μπορούν οι αναπτυσσόμενες χώρες να συμμορφώνονται με τους κανόνες της ΕΕ· ενθαρρύνει πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα «Καλύτερη κατάρτιση για ασφαλέστερα τρόφιμα», που υλοποιείται από τη Γενική Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (ΓΔ SANTE), το οποίο προσφέρει μαθήματα κατάρτισης στο προσωπικό που διενεργεί ελέγχους από αναπτυσσόμενες χώρες σχετικά με τα πρότυπα της ΕΕ για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·
10. επιμένει στη σημασία της αυστηρής εφαρμογής στα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εισάγονται, περιλαμβανομένων των ζωοτροφών και των πρώτων υλών για ζωοτροφές, της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα των προτύπων και των υγειονομικών ελέγχων σε όλες τις πτυχές (διατροφική ασφάλεια, ιχνηλασιμότητα, πρόληψη), που είναι ουσιαστικής σημασίας για την προστασία των καταναλωτών· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, από την Επιτροπή να βελτιώσει το πρόγραμμα επιθεωρήσεων σε τρίτες χώρες μέσω της βελτίωσης των αποστολών του Γραφείου Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων (ΓΤΚΘ), αυξάνοντας κυρίως τον αριθμό των εγκαταστάσεων που ελέγχονται σε κάθε αποστολή, με σκοπό την επίτευξη αποτελεσμάτων που αποδίδουν πιστότερα την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην τρίτη χώρα·
11. επισημαίνει ότι ακόμα και οι έλεγχοι που έχουν διενεργηθεί από τη ΓΔ SANTE δείχνουν ότι ορισμένες τρίτες χώρες δεν μπορούν να εγγυηθούν ότι τα προϊόντα πληρούν τα αναγκαία πρότυπα υγείας, τουλάχιστον όσον αφορά τις αλιευτικές πρακτικές, τα πλοία-εργοστάσια και τα πλοία-ψυγεία, με αποτέλεσμα η διενέργεια υγειονομικών ελέγχων στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου στην Ευρωπαϊκή Ένωση να καθίσταται δυσχερής όσον αφορά την επαλήθευση της τήρησης των υγειονομικών προτύπων ·
12. εκφράζει ανησυχία για τις αναφορές σχετικά με μη κοινοτικά αλιευτικά σκάφη που αλιεύουν στη Δυτική Αφρική και αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξασφάλιση της ανιχνευσιμότητας των προϊόντων και της τήρησης των υγειονομικών προτύπων πιστεύει ότι η ακρίβεια των πιστοποιητικών που εκδίδονται από τρίτες χώρες για πλοία και εγκεκριμένες εγκαταστάσεις για εξαγωγή στην ΕΕ δεν είναι πλήρως αξιόπιστη·
13. πιστεύει ότι η δυνατότητα που δίνεται στις τρίτες χώρες να παραχωρούν σε άλλες επιλεγμένες τρίτες χώρες το δικαίωμα χορήγησης τέτοιων πιστοποιητικών, ακόμη και σε παράκτιο κράτος, αντίκειται στην έννοια της ευθύνης του κράτους σημαίας, την οποία υποστηρίζει η ΚΑΠ, καθώς και στον κανονισμό ΠΛΑ, κυρίως όσον αφορά την υπευθυνότητα του κράτους σημαίας που επικυρώνει το πιστοποιητικό αλιευμάτων· θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να μη συνεχίσει την πρακτική της παροχής σε τρίτες χώρες της δυνατότητας να αναθέτουν την αρμοδιότητα αυτή σε άλλες χώρες·
14. επίσης, εκτιμά ότι θα πρέπει να διεξάγεται υγειονομική επιθεώρηση των αλιευτικών σκαφών από τις αρμόδιες αρχές τουλάχιστον μία φορά το χρόνο·
Εργασιακά δικαιώματα
15. αντιπαραβάλλει την αξιέπαινη επίδοση των κρατών μελών στην επικύρωση εργασιακών συμβάσεων που σχετίζονται με τους ναυτικούς με την εξαιρετικά χαμηλή επίδοσή τους στην επικύρωση συμβάσεων που σχετίζονται με τους αλιείς, και τα παροτρύνει να επικυρώσουν άμεσα τις σχετικές πράξεις, καθώς και τη σύμβαση αριθ. 188 της ΔΟΕ, τη συμφωνία του Κέιπ Τάουν και την διεθνή σύμβαση του ΔΝΟ για τα πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλάκων των πληρωμάτων αλιευτικών σκαφών (STCW-F)·
16. συγχαίρει τους κοινωνικούς εταίρους για την επιτυχία τους όσον αφορά τη χρήση του άρθρου 155 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για τη διαπραγμάτευση της οδηγίας (ΕΕ) 2017/159 του Συμβουλίου[12], που εφαρμόζει μερικώς τη σύμβαση C188 της ΔΟΕ, εκφράζοντας παράλληλα τη λύπη του για το ότι αυτή δεν καλύπτει τους αυτοαπασχολούμενους αλιείς· παροτρύνει την Επιτροπή να ολοκληρώσει τη διαδικασία υποβάλλοντας πρόταση για συμπληρωματική οδηγία που θα περιλαμβάνει διατάξεις επιβολής, όπως έκανε για τη ναυτιλία·
17. παροτρύνει, εν προκειμένω, την Επιτροπή να κινήσει διαδικασίες για τη χρήση του άρθρου 155 της ΣΛΕΕ σε σχέση με την STCW-F, προκειμένου να βελτιώσει την ασφάλεια στη θάλασσα για την αλιεία, η οποία αναγνωρίζεται ως ένα από τα πλέον επικίνδυνα επαγγέλματα στον κόσμο·
18. υποστηρίζει τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για τη βελτίωση της αλιευτικής πολιτικής της ΕΕ προκειμένου να καταστεί πιο περιβαλλοντικά βιώσιμη, εξασφαλίζοντας τη μακροπρόθεσμη επιβίωση των παράκτιων κοινοτήτων και μια πηγή θρεπτικών τροφίμων· τις αντιπαραβάλλει με το όλο και μεγαλύτερο άνοιγμα της αγοράς της ΕΕ σε αλιευτικά προϊόντα από τρίτες χώρες των οποίων τα συστήματα διαχείρισης δεν είναι τόσο αυστηρά· θεωρεί ότι αυτό αποτελεί έλλειψη συνοχής μεταξύ της αλιευτικής πολιτικής και της εμπορικής πολιτικής·
Εμπορική πολιτική
19. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή στέλνει μερικές φορές αντιφατικά μηνύματα στις τρίτες χώρες, όπως η διαπραγμάτευση συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών (ΣΕΣ) με την ταυτόχρονη επέκταση της πρόσβασης στην αγορά της ΕΕ προϊόντων από χώρες που έχουν εκ των προτέρων χαρακτηριστεί βάσει του κανονισμού για την ΠΛΑ αλιεία ή του κανονισμού για τη μη βιώσιμη αλιεία[13]·
20. καλεί την Επιτροπή να διασφαλίζει τον στενό συντονισμό μεταξύ της εμπορικής πολιτικής και της πολιτικής αλιείας, όπως κατά τη διαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών που αφορούν θέματα που σχετίζονται με την αλιεία· θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να αναλυθεί ο οικονομικός και κοινωνικός αντίκτυπος των ΣΕΣ στα αλιευτικά προϊόντα της ΕΕ, να θεσπιστούν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας όπου αυτό είναι απαραίτητο, και να αντιμετωπιστούν ορισμένα αλιευτικά προϊόντα ως ευαίσθητα·
21. θεωρεί ότι η ΕΕ, ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας προϊόντων αλιείας στον κόσμο, έχει από κοινού με άλλες μεγάλες ιχθυοεισαγωγούς χώρες την πολιτική ευθύνη να διασφαλίζει ότι οι εμπορικοί κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) συνάδουν με τα υψηλότερα δυνατά παγκόσμια πρότυπα διαχείρισης της αλιείας και διατήρησης των πόρων· για το σκοπό αυτό, καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει την ενίσχυση του δίκαιου, διαφανούς και βιώσιμου εμπορίου αλιευτικών προϊόντων στις διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες της Ένωσης·
22. επιμένει ότι οι ΣΕΣ και οι άλλες πολυμερείς συμφωνίες με εμπορικές διατάξεις τις οποίες διαπραγματεύεται η Επιτροπή, θα πρέπει να περιλαμβάνουν ενισχυμένα κεφάλαια για τη βιώσιμη ανάπτυξη προς αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων του τομέα της αλιείας, και:
να ενισχύουν ρητώς τις απαιτήσεις του κανονισμού για την ΠΛΑ αλιεία και να υποχρεώνουν την τρίτη χώρα να εφαρμόζει διαδικασία για την απαγόρευση της εισαγωγής ιχθύων ΠΛΑ αλιείας στην αγορά της, ώστε να τα εμποδίζει να φθάνουν έμμεσα στην ΕΕ·
να απαιτούν από την τρίτη χώρα να επικυρώσει και να εφαρμόζει αποτελεσματικά τις βασικές διεθνείς πράξεις για την αλιεία, όπως η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, η συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών για τα ιχθυαποθέματα, η συμφωνία της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) για τα μέτρα του κράτους λιμένα και η συμφωνία συμμόρφωσης του FAO, και να συμμορφώνεται με τα πρότυπα των σχετικών περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης αλιείας (ΠΟΔΑ)·
23. ζητεί να εξεταστούν σοβαρά τα συμφέροντα των εξόχως απόκεντρων περιοχών κατά τη σύναψη συμφωνιών σύμπραξης βιώσιμης αλιείας ή εμπορικών συμφωνιών με τρίτες χώρες, προβλέποντας, εφόσον είναι αναγκαίο, την εξαίρεση των ευαίσθητων προϊόντων·
24. καλεί την Επιτροπή, κατά την κατάρτιση συμφωνίας για τη μετά το Brexit εποχή, να συσχετίσει την πρόσβαση του Ηνωμένου Βασιλείου στην αγορά της ΕΕ για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, με την πρόσβαση ευρωπαϊκών σκαφών σε βρετανικά ύδατα και την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής·
25. καλεί την Επιτροπή να προτείνει την τροποποίηση του κανονισμού ΣΓΠ[14] ώστε να συμπεριλάβει ορισμένες σημαντικές για την αλιεία πράξεις, όπως η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θαλάσσης, η συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών για τα αποθέματα ιχθύων, η συμφωνία του FAO για τα μέτρα του κράτους λιμένα και η συμφωνία συμμόρφωσης του FAO, μεταξύ εκείνων που πρέπει να επικυρωθούν και να εφαρμοστούν, καθώς και διατάξεις που να επιτρέπουν την αναστολή του καθεστώτος ΣΓΠ +, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διατάξεις αυτών των πράξεων δεν υλοποιούνται·
26. τονίζει ότι, θα πρέπει, προκειμένου να διορθωθούν οι ελλείψεις στην εφαρμογή των κεφαλαίων για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη στις συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών και να δοθεί υπόσταση στις εν λόγω διατάξεις, να συμπεριληφθεί ένας δεσμευτικός μηχανισμός επίλυσης διαφορών (που θα περιλαμβάνει διαβουλεύσεις μεταξύ κυβερνήσεων, διαδικασία ομάδας εμπειρογνωμόνων, την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και τη διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών), καθώς και η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διεθνείς δεσμεύσεις·
27. εκφράζει την ανησυχία του για τις αδυναμίες και τα κενά των τελωνειακών ελέγχων που περιγράφονται στην ειδική έκθεση αριθ. 19/2017 του Ελεγκτικού Συνεδρίου και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θέσουν σε εφαρμογή τις συστάσεις που περιέχονται σε αυτήν το ταχύτερο δυνατόν·
28. σημειώνει ότι εκτός από τις γενικές υποχρεώσεις για δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών από μεγάλες εταιρείες, έχουν επιβληθεί πρόσθετες απαιτήσεις για αυξημένες υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας στους φορείς όλων των μεγεθών (συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ) σε δύο προβληματικούς τομείς, την ξυλεία και τα ορυκτά που προέρχονται από περιοχές συγκρούσεων, προς εφαρμογή σε όλο το μήκος της αλυσίδας επιτήρησης· θεωρεί ότι τα αλιευτικά προϊόντα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από παρόμοιες υποχρεώσεις και προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει τη σκοπιμότητα της θέσπισης απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας για τα προϊόντα αυτά·
Πρότυπα εμπορίας
29. επισημαίνει ότι, παρότι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας εφαρμόζονται σε όλα τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, αυτές που αφορούν την ενημέρωση μέσω της επισήμανσης για τους καταναλωτές, εφαρμόζονται μόνο σε μια σχετικά μικρή ομάδα προϊόντων, εξαιρώντας τα προπαρασκευασμένα, διατηρημένα ή μεταποιημένα προϊόντα· θεωρεί ότι πρέπει να βελτιωθεί η ενημέρωση των καταναλωτών και για τα προϊόντα αυτά, με τη συμπερίληψη πρόσθετων υποχρεωτικών πληροφοριών στις ετικέτες τους· θεωρεί ότι η επισήμανση των εν λόγω προϊόντων πρέπει να βελτιωθεί, ώστε να ενημερώνονται οι καταναλωτές και να εξασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·
30. καλεί την Επιτροπή να προωθήσει εκστρατείες ενημέρωσης σχετικά με τις προσπάθειες υπέρ της βιωσιμότητας στον τομέα της αλιείας και της ιχθυοκαλλιέργειας στην ΕΕ, όπου θα τονίζονται τα υψηλά ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα που απαιτούνται από τη νομοθεσία της ΕΕ σε σύγκριση με αυτά των τρίτων χωρών·
31. εκφράζει την πεποίθηση ότι οι ευρωπαίοι καταναλωτές θα προέβαιναν συχνά σε διαφορετική επιλογή εάν ήταν καλύτερα ενημερωμένοι για τον πραγματικό χαρακτήρα, τη γεωγραφική προέλευση, την ποιότητα και τις συνθήκες παραγωγής ή αλιείας των προϊόντων που αγοράζουν·
32. θεωρεί ότι οι υποχρεωτικές πληροφορίες στη σήμανση των προϊόντων αλιείας θα πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης το κράτος σημαίας του σκάφους που αλίευσε τα προϊόντα·
33. χαιρετίζει την πρόσφατη έναρξη μιας αξιολόγησης από την Επιτροπή για τα πρότυπα εμπορίας, που θεσπίστηκαν πριν από δεκαετίες, προκειμένου να καθοριστεί ποια πρότυπα θα πρέπει να εφαρμόζονται με βάση τις σημερινές εμπορικές πρακτικές και τις τεχνολογίες που είναι διαθέσιμες για την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων·
Καθεστώς ελέγχου
34. θεωρεί ότι οι τρεις κανονισμοί που αποτελούν το καθεστώς ελέγχου συνιστούν μια ισορροπημένη δέσμη και έχουν οδηγήσει σε σημαντικές βελτιώσεις στη διαχείριση της αλιείας στην ΕΕ·
35. συγχαίρει την Επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έχει επιβάλει τον κανονισμό ΠΛΑ σε τρίτες χώρες, αποδεικνύοντας ότι η ΕΕ μπορεί να ασκήσει τεράστια επιρροή στην παγκόσμια αλιεία ως υπεύθυνο κράτος αγοράς· παροτρύνει την Επιτροπή να συνεχίσει να ασκεί πίεση σε άλλα κράτη αγοράς να εφαρμόσουν μέτρα για την παρεμπόδιση της εισόδου αλιευμάτων ΠΛΑ αλιείας στις αγορές τους·
36. αναφέρεται στην έκθεση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα από κοινωνικούς φορείς, που αναλύει τη ροή των εισαγωγών αλιευτικών προϊόντων σε χώρες της ΕΕ από το 2010 και μετά, έτος κατά το οποίο τέθηκε σε ισχύ ο κανονισμός ΠΛΑ, και η οποία παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο οι ελλείψεις στους ελέγχους των εισαγωγών από τρίτες χώρες στα κράτη μέλη, και οι μη ενιαίοι κανόνες, μπορεί να οδηγήσουν μη συμμορφούμενα προϊόντα στην αγορά της ΕΕ· ζητεί, ως εκ τούτου, από τα κράτη μέλη και τις χώρες διαμετακόμισης και προορισμού να εντείνουν τον συντονισμό προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πιστοποιητικά αλιευμάτων που εκδίδονται για τις εισαγωγές ψαριών εξετάζονται πιο προσεκτικά· θεωρεί ότι έχει ζωτική σημασία να υιοθετηθεί ένα εναρμονισμένο και συντονισμένο ευρωπαϊκό μηχανογραφικό σύστημα που θα διευκολύνει τους ελέγχους των εισαγωγών ιχθύων στα κράτη μέλη·
37. πιστεύει ότι η Επιτροπή και ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν εφαρμόσει και επιβάλει αυστηρά και τους τρεις αυτούς κανονισμούς, γεγονός που αναγνωρίζεται σε πολλά έγγραφα της Επιτροπής, του ΕΕΣ και ανεξάρτητων παρατηρητών·
38. φρονεί ότι, πέραν της εφαρμογής των διατάξεων για την παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία, είναι απαραίτητη η άσκηση αυστηρότερων ελέγχων στα επόμενα στάδια της διαδικασίας διάθεσης στην αγορά αυτών των προϊόντων αλιείας, ιδίως μέσω της διενέργειας αυστηρότερων ελέγχων επί εκείνων των κρατών μελών και των επιχειρήσεων εις βάρος των οποίων υπάρχουν υπόνοιες ότι εφοδιάζονται με προϊόντα παράνομης αλιείας·
39. καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για να διασφαλίσει ότι όλες οι χώρες που εξάγουν προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας της ΕΕ εφαρμόζουν αυστηρές πολιτικές σε σχέση με τη διατήρηση των αποθεμάτων· την ενθαρρύνει να συνεργασθεί με τις χώρες αυτές σε όλα τα δέοντα βήματα και ιδιαίτερα στο πλαίσιο των ΠΟΔΑ·
40. παρατηρεί ότι έχει γίνει πλημμελής εφαρμογή σε πολλές πτυχές, όπως:
στο άνισο επίπεδο κυρώσεων και εφαρμογής του συστήματος βαθμολόγησης στα διάφορα κράτη μέλη·
σε κυρώσεις που δεν είναι πάντα επαρκώς αποτρεπτικές, αποτελεσματικές και αναλογικές για την πρόληψη της επανάληψης των παραβάσεων·
στην ανεπαρκή συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων από τα κράτη μέλη και κυρίως την έλλειψη κοινών και συμβατών βάσεων δεδομένων·
στην ελλιπή ιχνηλασιμότητα των αλιευμάτων, και κατά τη διέλευση των εθνικών συνόρων·
στον ελλιπή έλεγχο των πρακτικών ζύγισης·
στις σημαντικές διαφορές στην επαλήθευση των εισαγωγών και του σημείου εισόδου, καθώς και των πιστοποιητικών των αλιευμάτων·
στην έλλειψη σαφούς και ενιαίου ορισμού των σοβαρών παραβάσεων στα κράτη μέλη·
41. τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι, όταν ένα εισαγόμενο προϊόν απορρίπτεται σε λιμένα ενός κράτους μέλους δεν θα μπορεί να εισέλθει στην αγορά της ΕΕ μέσω άλλου λιμένα άλλου κράτους μέλους·
42. συμφωνεί ότι ορισμένες διατάξεις των κανονισμών είναι ανοιχτές σε διάφορες ερμηνείες και έχουν εμποδίσει την ομοιόμορφη εφαρμογή τους, αλλά θεωρεί ότι με επαρκή ευελιξία και πολιτική βούληση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εντείνουν τις προσπάθειές τους προς μια πιο εναρμονισμένη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, όπως μέσω κατευθυντηρίων γραμμών και ερμηνειών·
43. σημειώνει ότι αυτή ήταν η πρόθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ευρωπαϊκό σύστημα ελέγχου της αλιείας της Ένωσης, που συγκροτήθηκε στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΑΠ, προκειμένου να διεξαχθεί μια ειλικρινής ανταλλαγή απόψεων σε μη επικριτικό περιβάλλον, σχετικά με τις ελλείψεις των διαφόρων εμπλεκομένων φορέων, και εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τελικά η ομάδα δεν λειτούργησε με αυτό τον τρόπο·
44. θεωρεί ότι πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα προκειμένου να ενθαρρυνθεί η πλήρης εφαρμογή του συστήματος ελέγχου, όπως να δοθεί η κατάλληλη συνέχεια σε παραβάσεις που διαπιστώνονται, να βελτιωθεί η υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν, και να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και με την Επιτροπή·
45. προτρέπει την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως τις διατάξεις του καθεστώτος ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της παρακράτησης πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας·
46. επαναλαμβάνει το συμπέρασμα που συνάγεται στο ψήφισμά του, της 25ης Οκτωβρίου 2016, σχετικά με το πως θα καταστούν ομοιόμορφοι οι έλεγχοι της αλιείας στην Ευρώπη,[15] δηλαδή ότι οποιαδήποτε αναθεώρηση του κανονισμού ελέγχου ή του κανονισμού ΠΛΑ πρέπει να επικεντρωθεί μόνο στις πτυχές που εμποδίζουν την αποτελεσματικότητα και συνοχή των ελέγχων σε όλες τις χώρες της ΕΕ·
47. ζητεί να διευρυνθούν οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας (EFCA), ώστε να καλύπτουν και τους ελέγχους που διενεργούνται στα σκάφη που καλύπτονται από συμφωνίες στον τομέα της αλιείας, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές του υπογράφοντος κράτους, και να τεθούν στη διάθεση της EFCA οι πόροι τους οποίους χρειάζεται για να το πράξει·
48. εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά του για την απόφαση της Επιτροπής να προωθήσει μία μείζονα αναθεώρηση ολόκληρου του συστήματος ελέγχου χωρίς κατάλληλες δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά είτε την εφαρμογή του κανονισμού ΠΛΑ και την εντολή της EFCA, είτε την αναθεώρηση ολόκληρης της δέσμης, όπως απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της νομοθεσίας· θεωρεί ότι μια επίσημη δημόσια διαβούλευση επί όλων των ανωτέρω, πριν από την υποβολή πρότασης για την αναθεώρηση, θα επιτρέψει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συμβάλλουν ενεργά στην αναθεώρηση αυτού του κρίσιμης σημασίας πυλώνα της ΚΑΠ·
49. εμμένει σθεναρά στην άποψη ότι η αναθεώρηση δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε οποιαδήποτε αποδυνάμωση των υφιστάμενων μέτρων, αλλά να βελτιώσει και να ενισχύσει το ισότιμο πεδίο ανταγωνισμού στους ελέγχους της αλιείας, ως μοναδικό εφικτό τρόπο διασφάλισης μιας «κοινής» διάστασης της κοινής αλιευτικής πολιτικής·
50. επιμένει ότι το αναθεωρημένο καθεστώς ελέγχου πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων βασικών αρχών:
- τα ευρωπαϊκά πρότυπα και κανόνες όσον αφορά τις επιθεωρήσεις εν πλω, στο λιμάνι και καθ’ όλο το μήκος της αλυσίδας επιτήρησης·
- την πλήρη ανιχνευσιμότητα των ιχθύων καθώς κινούνται κατά μήκος της αλυσίδας επιτήρησης, από το σκάφος μέχρι το τελικό σημείο πώλησης·
- πλήρη στοιχεία για τα αλιεύματα όλων των παραγόντων της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών μήκους κάτω των 10 μέτρων και των ερασιτεχνών αλιέων·
- κοινά επίπεδα κυρώσεων σε όλα τα κράτη μέλη·
- ένα κοινό ορισμό του τι συνιστά παράβαση·
- ένα σύστημα βαθμολόγησης που θα εφαρμόζεται από όλα τα κράτη μέλη με ισοδύναμο τρόπο·
- κυρώσεις αρκούντως αποτρεπτικές, αποτελεσματικές και αναλογικές·
- ένα σύστημα προσβάσιμο στην Επιτροπή και σε όλα τα κράτη μέλη για την ανταλλαγή όλων των πληροφοριών σχετικά με τις παραβάσεις που διαπιστώνονται και τη νομική και δικαστική παρακολούθησή τους·
- πλήρη υιοθέτηση των βελτιώσεων που προσφέρουν οι διαθέσιμες τεχνολογίες, και δυνατότητα έγκρισης μελλοντικών τεχνολογιών, καθώς αυτές θα αναπτύσσονται χωρίς την ανάγκη νομοθετικής τροποποίησης·
- τον σαφή προσδιορισμό των ευθυνών της Επιτροπής και των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, των περιφερειών εντός των κρατών μελών·
- μη περιφερειοποίηση του κανονισμού ελέγχου·
51. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει την πρότασή της για την τροποποίηση του κανονισμού ελέγχου το συντομότερο δυνατόν·
52. επιμένει ότι οι διατάξεις και οι αρχές του κανονισμού ΠΛΑ δεν πρέπει να τροποποιηθούν ούτε να μειωθούν κατά κανένα τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη την τεράστια επιτυχία αυτού του κανονισμού και τον αντίκτυπό του στον τομέα της αλιείας ανά τον κόσμο·
53. επιμένει ότι οι διαδικασίες εκ των προτέρων χαρακτηρισμού τρίτων χωρών βάσει του κανονισμού ΠΛΑ, η ταυτοποίηση και η εγγραφή στον κατάλογο, πρέπει να είναι απαλλαγμένες από οποιεσδήποτε πολιτικές παρεμβάσεις και ότι η διαγραφή από τον κατάλογο πρέπει να βασίζεται αυστηρά στην πλήρη επίτευξη εκ μέρους της ενδιαφερόμενης χώρας των βελτιώσεων που κρίνονται αναγκαίες από την Επιτροπή·
54. θεωρεί ότι ο ρόλος της EFCA θα πρέπει να ενισχυθεί, ώστε να εμπλακεί περισσότερο στην εφαρμογή του κανονισμού ελέγχου και του κανονισμού ΠΛΑ, στην επαλήθευση και διασταύρωση των στοιχείων κατά μήκος της αλυσίδας επιτήρησης, καθώς και στον σχεδιασμό και συντονισμό των επιθεωρήσεων της Επιτροπής και των κρατών μελών, και στην επαλήθευση των πιστοποιητικών αλιευμάτων·
º
º º
55. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
- [1] ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22.
- [2] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006. ΕΕ L 343 της 22.12 2009, σ. 1.
- [3] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999· ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1.
- [4] Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη βιώσιμη διαχείριση των εξωτερικών αλιευτικών στόλων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου· ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 81.
- [5] ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 1.
- [6] ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206.
- [7] ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 34.
- [8] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2017)0195.
- [9] ΕΕ C 351E της 2.12.2011, σ. 119.
- [10] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου.
- [11] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου.
- [12] ΕΕ L 25 της 31.1.2017, σ. 12.
- [13] Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1026/2012.
- [14] Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 978/2012. ΕΕ L 303 της 31.10.2017, σ. 1.
- [15] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2016)0407.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
24.4.2018 |
|
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
17 3 3 |
|||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Marco Affronte, Clara Eugenia Aguilera García, Alain Cadec, David Coburn, Linnéa Engström, Sylvie Goddyn, Mike Hookem, Ian Hudghton, Carlos Iturgaiz, Werner Kuhn, Gabriel Mato, Norica Nicolai, Ulrike Rodust, Annie Schreijer-Pierik, Remo Sernagiotto, Ricardo Serrão Santos, Isabelle Thomas, Ruža Tomašić, Peter van Dalen, Jarosław Wałęsa |
||||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
José Blanco López, John Flack, Francisco José Millán Mon, Nosheena Mobarik, David-Maria Sassoli |
||||
ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
17 |
+ |
|
ALDE |
Izaskun Bilbao Barandica, Norica Nicolai |
|
ENF |
Sylvie Goddyn |
|
PPE |
Alain Cadec, Carlos Iturgaiz, Werner Kuhn, Gabriel Mato, Francisco José Millán Mon, Annie Schreijer-Pierik, Jarosław Wałęsa |
|
S&D |
Clara Eugenia Aguilera García, Ulrike Rodust, David-Maria Sassoli, Ricardo Serrão Santos, Isabelle Thomas |
|
VERTS/ALE |
Marco Affronte, Linnéa Engström |
|
3 |
- |
|
EFDD |
David Coburn, Mike Hookem |
|
VERTS/ALE |
Ian Hudghton |
|
3 |
0 |
|
ECR |
Peter van Dalen, Remo Sernagiotto, Ruža Tomašić |
|
Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:
+ : υπέρ
- : κατά
0 : αποχή