ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών: πρόοδος, διδάγματα που αντλήθηκαν και εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν

3.6.2021 - (2020/2046(INI))

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Sven Giegold


Διαδικασία : 2020/2046(INI)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
A9-0193/2021
Κείμενα που κατατέθηκαν :
A9-0193/2021
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ – ΣΥΝΟΨΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ

Σύμφωνα με τις αρμοδιότητές του δυνάμει του άρθρου 14 ΣΛΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιχείρησε να αξιολογήσει την επιβολή και την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (2011/16/ΕΕ) και των τριών πρώτων αναθεωρήσεών της (ΟΔΣ2-4). Δυστυχώς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπόρεσε να εκτελέσει τα καθήκοντα πολιτικού ελέγχου που του ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 14 ΣΛΕΕ, τα οποία αντικατοπτρίζονται επίσης στις παραγράφους 20-24 της διοργανικής συμφωνίας του 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (ΔΣ). Παρά το γεγονός ότι στην παράγραφο 41 της ΔΣ διατυπώνεται η ρητή συμφωνία των τριών θεσμικών οργάνων σχετικά με τη σημασία μιας πιο διαρθρωμένης συνεργασίας μεταξύ τους όταν αξιολογούν την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης με σκοπό τη βελτίωσή του μέσω της νομοθεσίας, δεν έχει χορηγηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόσβαση στα έγγραφα και τα δεδομένα που είναι αναγκαία για την κατάλληλη αξιολόγηση της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας.

Στο πλαίσιο της παρούσας έκθεσης εφαρμογής, η πρόεδρος της επιτροπής ECON απηύθυνε επιστολή στην Επιτροπή ζητώντας πρόσβαση σε έγγραφα σχετικά με την εφαρμογή της ΟΔΣ. Το αίτημα αυτό τελικά απορρίφθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2020 με την αιτιολογία ότι η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών είχε αντιταχθεί στη διαβίβαση των εγγράφων αυτών από την Επιτροπή στο Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ παράγραφος 2.1 της διοργανικής συμφωνίας του 2010 σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εμπιστευτικές πληροφορίες που προέρχονται από κράτος μέλος μπορούν να διαβιβαστούν στο Κοινοβούλιο μόνο κατόπιν συναίνεσης του εν λόγω κράτους μέλους. Με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της Σουηδίας και της Φινλανδίας, τα κράτη μέλη δεν έδωσαν τη συναίνεσή τους ώστε να καταστούν προσβάσιμα τα έγγραφα που ήταν απαραίτητα προκειμένου να διενεργηθεί εκτίμηση επιπτώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο πριν από την εκπόνηση του παρόντος σχεδίου έκθεσης εφαρμογής.

Το νομικό σκεπτικό του Συμβουλίου για την άρνηση αυτή ήταν ότι το αίτημα του Κοινοβουλίου συνιστούσε αθέμιτη παρέμβαση σε αρμοδιότητα την οποία οι Συνθήκες αναθέτουν σαφώς στην Επιτροπή. Το σκεπτικό αυτό πρέπει να αμφισβητηθεί. Όταν το Κοινοβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να αποκτήσει πρόσβαση σε πληροφορίες των κρατών μελών στο πλαίσιο μιας έκθεσης εφαρμογής, ασκεί το καθήκον πολιτικού ελέγχου επί της Επιτροπής, για το οποίο ενδέχεται να χρειαστεί να εξετάσει έγγραφα των κρατών μελών. Στο πλαίσιο αυτό, η αρχή της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 ΣΕΕ, θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τα κράτη μέλη να παρέχουν στο Κοινοβούλιο πρόσβαση στα έγγραφά τους που αφορούν τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την επιβολή της νομοθεσίας της ΕΕ και τα οποία έχει στην κατοχή της η Επιτροπή. Η γενική άρνηση παροχής πρόσβασης σε έγγραφα που προέρχονται από κράτη μέλη, με βάση τη διοργανική συμφωνία, δεν μπορεί να θέτει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ασθενέστερη θέση από αυτήν στην οποία βρίσκονται οι απλοί πολίτες βάσει του κανονισμού 1049/2001.

Δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έλαβε τις πληροφορίες που χρειαζόταν προκειμένου να ασκήσει το καθήκον του ως προς τον πολιτικό έλεγχο, η παρούσα έκθεση εφαρμογής έχει πολύ περιορισμένο εύρος. Βασική πηγή δεδομένων σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας ήταν μια μελέτη που εκπονήθηκε από την Economisti Associati στο πλαίσιο της αξιολόγησης της ΟΔΣ το 2019. Ωστόσο, δεδομένου ότι η μελέτη αυτή καλύπτει μόνο την περίοδο 2015-2017, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει τις πιο πρόσφατες εξελίξεις. Για τους λόγους που περιγράφονται ανωτέρω, η εκτίμηση επιπτώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο χρειάστηκε να βασιστεί σε μεγάλο βαθμό σε δημοσίως διαθέσιμες πληροφορίες, όπως τα σχετικά έγγραφα που δημοσίευσε η Επιτροπή, οι συνεντεύξεις με εκπροσώπους φορολογικών αρχών και αξιωματούχους της Επιτροπής, μια έρευνα σε επίπεδο ενδιαφερόμενων μερών και πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της ΟΔΣ που παρείχαν τα εθνικά κοινοβούλια.

Τα δημοσίως διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τον όγκο των (αυτόματων και άλλων) ανταλλαγών πληροφοριών και σχετικά με την αξία που καλύπτουν οι ανταλλαγές αυτές, είναι πολύ περιορισμένα, ιδίως όσον αφορά τις διμερείς ροές πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Με βάση τα περιορισμένα διαθέσιμα στοιχεία, η μελέτη της Economisti Associati διαπίστωσε ότι ο όγκος των ανταλλαγών στο πλαίσιο της ΟΔΣ1-3 έχει αυξηθεί σημαντικά από τη στιγμή που τέθηκαν σε εφαρμογή οι διατάξεις. Ωστόσο, δεν υπάρχουν διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά τις εκθέσεις ανά χώρα στο πλαίσιο της ΟΔΣ4. Μόνο ένα εθνικό κοινοβούλιο (Γερμανία) παρείχε πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη δεδομένων όσον αφορά τις εκθέσεις ανά χώρα για τα έτη 2016-2018, ως απάντηση σε έρευνα που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της εκτίμησης επιπτώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Επιπλέον, συμπληρωματικά προς τα στοιχεία της μελέτης της Economisti Associati, τα εθνικά κοινοβούλια της Αυστρίας, του Βελγίου, της Φινλανδίας, της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου και της Πορτογαλίας παρείχαν περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της ΟΔΣ σε επίπεδο κρατών μελών. Τα δημοσίως διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών σε επίπεδο κρατών μελών στο πλαίσιο της ΟΔΣ εξακολουθούν να είναι περιορισμένα και αποσπασματικά. Συνολικά, οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της ΟΔΣ1-4 είναι πολύ περιορισμένες.

Ο εισηγητής ζητεί συγγνώμη για την αδυναμία του να υποβάλει ολοκληρωμένη έκθεση εφαρμογής. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να είναι έτοιμο να χρησιμοποιήσει όλα τα νομικά μέσα που έχει στη διάθεσή του προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να αξιολογηθεί η εφαρμογή αυτής της τόσο σημαντικής οδηγίας. Όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποκτήσει πρόσβαση στα απαραίτητα έγγραφα και είναι σε θέση να εκπληρώσει τα ελεγκτικά του καθήκοντα, θα πρέπει να αρχίσει να εκπονεί μια ολοκληρωμένη έκθεση εφαρμογής σχετικά με την ΟΔΣ.

Η έλλειψη στοιχείων σχετικά με την αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ1-4, καθώς και η έλλειψη στατιστικών στοιχείων σχετικά με το κόστος συμμόρφωσης και τον διοικητικό φόρτο, τομείς στους οποίους υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης, αποτελούν πηγή σοβαρών ανησυχιών, πέρα από τις ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την καλόπιστη διοργανική συνεργασία. Η αδυναμία ουσιαστικού ελέγχου ως προς το κόστος και την προστιθέμενη αξία της νομοθεσίας της ΕΕ, καθώς και τη συνοχή της με άλλους κανόνες και κανονισμούς, επηρεάζει αρνητικά την ποιότητά της.

Εύρος της παρούσας έκθεσης εφαρμογής

Στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, η παρούσα έκθεση αξιολογεί την εφαρμογή των υποχρεώσεων ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της ΟΔΣ1 και των μεταγενέστερων τροποποιήσεών της, οι οποίες αποσκοπούν στην καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής μέσω της διευκόλυνσης της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τη φορολογία. Δίνεται έμφαση στην αρχική οδηγία (ΟΔΣ1) και στις τρεις πρώτες τροποποιήσεις της (ΟΔΣ2-4), δεδομένου ότι οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις τέθηκαν μόλις πρόσφατα σε εφαρμογή (ΟΔΣ5-6) ή δεν είχαν ακόμη εγκριθεί όταν εκπονήθηκε η παρούσα έκθεση (ΟΔΣ7-8).

Η έγκριση της ΟΔΣ είχε ως στόχο να καθοριστούν οι κανόνες και οι διαδικασίες για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών που, κατά πάσα πιθανότητα, έχουν σημασία για τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών. Όπως υπογράμμισε το Κοινοβούλιο στην έκθεσή του σχετικά με την πρόταση για την ΟΔΣ7, με τη χρήση του όρου «προβλέψιμη συνάφεια» επιδιώκεται η ευρύτερη δυνατή ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα.

Γενικός στόχος της ΟΔΣ είναι η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των κρατών μελών και της ΕΕ, με παράλληλη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ενιαίας αγοράς. Με την αρχική οδηγία (ΟΔΣ1) καθορίζονται οι κανόνες και οι διαδικασίες για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της ανταλλαγής σημαντικών πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών μελών. Η ανάπτυξη και η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της ΟΔΣ μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

 ΟΔΣ1: αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σε πέντε συγκεκριμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου (εισόδημα από απασχόληση, αμοιβές διευθυντή, συντάξεις, προϊόντα ασφάλισης ζωής και ακίνητη περιουσία). Έναρξη ισχύος το 2013. Οι διατάξεις σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών τέθηκαν σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2015.

 ΟΔΣ2: αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς και συναφή έσοδα (συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το υπόλοιπο ή την αξία του λογαριασμού, ποσά μερισμάτων και τόκων, λοιπά χρηματοοικονομικά έσοδα και κεφαλαιακά κέρδη). Έναρξη ισχύος το 2016.

 ΟΔΣ3: αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με εκ των προτέρων φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης, με αναφόρτωση των πληροφοριών σε κεντρική πλατφόρμα που διατηρεί η Επιτροπή. Έναρξη ισχύος τον Ιανουάριο του 2017.

 ΟΔΣ4: αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με εκθέσεις ανά χώρα τις οποίες οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στην ΕΕ υποχρεούνται να υποβάλλουν όταν τα συνολικά ενοποιημένα έσοδά τους είναι ίσα με 750 εκατομμύρια ευρώ ή υψηλότερα από το ποσό αυτό. Έναρξη ισχύος τον Ιούνιο του 2017.

 ΟΔΣ5: πρόσβαση των φορολογικών αρχών σε πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κυριότητα, όπως αυτές συλλέγονται στο πλαίσιο των κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Έναρξη ισχύος τον Ιανουάριο του 2018.

 ΟΔΣ6: αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με διασυνοριακές ρυθμίσεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, και κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης για τους ενδιάμεσους. Έναρξη ισχύος τον Ιούλιο του 2020.

Πορίσματα

Από το 2011 πραγματοποιούνται διαρκώς βελτιώσεις στην ΟΔΣ, οι οποίες αποσκοπούν στη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της ανταλλαγής πληροφοριών, με στόχο τον περιορισμό της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Ωστόσο, ορισμένα είδη εισοδήματος και περιουσιακών στοιχείων εξακολουθούν να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής, γεγονός που συνεπάγεται κίνδυνο να παρακάμπτονται οι φορολογικές υποχρεώσεις σε διασυνοριακές καταστάσεις. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η ΟΔΣ, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πλαίσιό της τα ακόλουθα στοιχεία εισοδήματος ή μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία: κεφαλαιακά κέρδη που σχετίζονται με ακίνητη περιουσία και κεφαλαιακά κέρδη που σχετίζονται με χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, εισόδημα από μερίσματα που δεν προκύπτουν από λογαριασμό θεματοφυλακής, μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία όπως μετρητά, είδη τέχνης, χρυσός ή άλλα τιμαλφή που φυλάσσονται σε ελεύθερους λιμένες, τελωνειακές αποθήκες ή θυρίδες ασφαλείας, και κατοχή θαλαμηγών και ιδιωτικών τζετ. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλες τις κατηγορίες εισοδήματος στο πλαίσιο της ΟΔΣ1, ώστε να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ1. Επιπλέον, οι διατάξεις της ΟΔΣ2 όσον αφορά τα δηλούντα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους τύπους λογαριασμών θα πρέπει να επανεξεταστούν και, εάν χρειαστεί, να επεκταθούν, προκειμένου να καλυφθούν τα κενά. Όσον αφορά την ΟΔΣ3, πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα σχεδιαστούν αυστηρότεροι κανόνες στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling», οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου να αποφεύγονται δυσμενείς συνέπειες όπως η αύξηση των άτυπων ρυθμίσεων που στη συνέχεια δεν αναφέρονται. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι μέχρι στιγμής έχουν αγνοηθεί οι προηγούμενες εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για βελτίωση του πλαισίου της ΟΔΣ προς αυτή την κατεύθυνση.

Πολύ συχνά, οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι χαμηλής ποιότητας και η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος είναι περιορισμένη. Στην αξιολόγηση που πραγματοποίησε το 2019, η Επιτροπή επισήμανε ότι συχνά η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών δεν υπερβαίνει τις ελάχιστες απαιτήσεις της ΟΔΣ. Επί του παρόντος δεν υπάρχει κοινό ενωσιακό πλαίσιο για την παρακολούθηση των επιδόσεων και των επιτευγμάτων του συστήματος και λίγα μόνο κράτη μέλη διενεργούν συστηματικά ελέγχους όσον αφορά την ποιότητα των δεδομένων που ανταλλάσσονται στο πλαίσιο της ΟΔΣ1 και της ΟΔΣ2. Το γεγονός αυτό αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο να είναι ελλιπή ή ανακριβή τα υποβαλλόμενα στοιχεία, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι λίγα μόνο κράτη μέλη διαθέτουν και εφαρμόζουν διαδικασίες για τις πληροφορίες ελέγχου που υποβάλλουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο της ΟΔΣ2. Κατά συνέπεια, η παρούσα έκθεση καλεί την Επιτροπή να εκδώσει περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές που θα βοηθούν τα κράτη μέλη να αναλύουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν και να τις χρησιμοποιούν αποτελεσματικά. Επιπλέον, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ένα κοινό πλαίσιο για τη μέτρηση του αντικτύπου και της σχέσης κόστους-οφέλους της ΟΔΣ, καθώς και να καταστήσουν πλήρως ελέγξιμες τις ανταλλαγές πληροφοριών στο πλαίσιο της ΟΔΣ. Η προσπάθεια αυτή θα πρέπει να συμπληρώνεται με την ετήσια δημοσίευση σύνοψης των πληροφοριών που λαμβάνουν τα κράτη μέλη από την Επιτροπή.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που ισχύουν σε επίπεδο κρατών μελών. Ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι, σε σημαντικό αριθμό κρατών μελών, δεν είναι ικανοποιητική η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και η εφαρμογή της τέταρτης και της πέμπτης οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ενώ ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν και τα κενά του εν λόγω καθεστώτος. Ανησυχητικό είναι επίσης το γεγονός ότι κανένα κράτος μέλος δεν πέτυχε υψηλή βαθμολογία στον τομέα της αποτελεσματικότητας κατά την πλέον πρόσφατη αξιολόγηση που διενήργησε η ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Χωρίς αυστηρές υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας και συνεπή αναφορά πληροφοριών σχετικά με την πραγματική κυριότητα, όπως προβλέπεται από τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ θα εξακολουθεί να είναι πολύ περιορισμένη.

Τέλος, στο διεθνές πλαίσιο, η αξιολόγηση από ομοτίμους που πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Φόρουμ του ΟΟΣΑ για τη διαφάνεια και την ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς εξακολουθεί να καταδεικνύει την ύπαρξη ανησυχητικών ελλείψεων όσον αφορά το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (ΚΠΑ) και την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος (EOIR). Σύμφωνα με την επανεξέταση που διενήργησε το Παγκόσμιο Φόρουμ, 10 κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως με το ΚΠΑ. Όσον αφορά το πρότυπο EOIR, η αξιολόγηση από ομοτίμους εντόπισε σημαντικές ελλείψεις σε 18 κράτη μέλη και έκρινε ότι η Μάλτα συμμορφώνεται μόνο εν μέρει με το πρότυπο.

Προκειμένου να περιοριστούν αποτελεσματικά η φορολογική απάτη, η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή, τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και εντός των ευρωπαϊκών συνόρων, η ΕΕ πρέπει να δώσει το παράδειγμα. Ενώ η νέα νομοθεσία για την ενίσχυση και την περαιτέρω βελτίωση της ΟΔΣ είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη και αναγκαία, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής των υφιστάμενων κανόνων και προτύπων, μεταξύ άλλων και στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

 


 

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών: πρόοδος, διδάγματα που αντλήθηκαν και εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν

(2020/2046(INI))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

 έχοντας υπόψη τα άρθρα 4 και 14 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ),

 έχοντας υπόψη τα άρθρα 113 και 115 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ[1] (εφεξής «ΟΔΣ»),

 έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος δράσης για τη βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την περίοδο 2014-2020 (Fiscalis 2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1482/2007/ΕΚ[2],

 έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα[3],

 έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2015/2376 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας[4],

 έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας[5],

 έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/2258 του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την πρόσβαση των φορολογικών αρχών σε πληροφορίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες[6],

 έχοντας υπόψη την οδηγία (EΕ) 2018/822 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις[7],

 έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής της 15ης Ιουλίου 2020 για οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΟΔΣ7) (COM(2020)0314),

 έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 2020, για τη μελλοντική εξέλιξη της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας στην ΕΕ,

 έχοντας υπόψη τη θέση του της 10ης Μαρτίου 2021 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας[8],

 έχοντας υπόψη την αρχική εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής, της 23ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά μέτρα για την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων και την επέκταση του πλαισίου ανταλλαγής πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας ώστε να συμπεριληφθούν τα κρυπτοστοιχεία και το ηλεκτρονικό χρήμα,

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2017, για την εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της άμεσης φορολογίας (COM(2017)0781),

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2018, σχετικά με την επισκόπηση και την αξιολόγηση των στατιστικών στοιχείων και των πληροφοριών για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της άμεσης φορολογίας (COM(2018)0844),

 έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, της 12ης Σεπτεμβρίου 2019, όσον αφορά την αξιολόγηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, (SWD(2019)0327),

 έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 3/2021 του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου με τίτλο «Ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών στην ΕΕ: άρτιο σύστημα, αλλά η εφαρμογή του παρουσιάζει αδυναμίες»,

 έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Μαρτίου 2019 σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή[9],

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2020, σχετικά με σχέδιο δράσης για ολοκληρωμένη ενωσιακή πολιτική με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (C(2020)2800),

 έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 15ης Ιουλίου 2020, σχετικά με σχέδιο δράσης για δίκαιη και απλή φορολόγηση που στηρίζει τη στρατηγική ανάκαμψης (COM(2020)0312),

 έχοντας υπόψη τη μελέτη σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών, την οποία δημοσίευσε η Γενική Διεύθυνση Υπηρεσιών Κοινοβουλευτικής Έρευνας[10],

 έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών («Action Plan on Base Erosion and Profit Shifting» – BEPS), της 19ης Ιουλίου 2013,

 έχοντας υπόψη την έκθεση του ΟΟΣΑ, της 9ης Δεκεμβρίου 2020, με τίτλο «Peer Review of the Automatic Exchange of Financial Account Information 2020» (Αξιολόγηση από ομοτίμους της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για το 2020),

 έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 18ης Σεπτεμβρίου 2020, με θέμα «Αποτελεσματικά και συντονισμένα μέτρα της ΕΕ για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των φορολογικών παραδείσων»[11],

 έχοντας υπόψη το άρθρο 54 του Κανονισμού του, καθώς και το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το παράρτημα 3 της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη διαδικασία για την εξουσιοδότηση εκπόνησης εκθέσεων πρωτοβουλίας,

 έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A9-0193/2021),

Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με αθέμιτες ή επιθετικές φορολογικές πρακτικές, όπως το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν απώλειες ύψους 160 έως 190 δισεκατομμυρίων EUR ετησίως[12] ως αποτέλεσμα φοροδιαφυγής και μετατόπισης κερδών από ιδιώτες και από πολυεθνικές εταιρείες· λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό μέγεθος των εν λόγω απωλειών, δεδομένης της υγειονομικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης την οποία αντιμετωπίζει και αντιμάχεται επί του παρόντος η Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2016 οι φορολογούμενοι στην ΕΕ διατηρούσαν περιουσιακά στοιχεία ύψους 1,5 τρισεκατομμυρίων EUR εκτός της ΕΕ, γεγονός που συνεπάγεται μέση απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους 46 δισεκατομμυρίων EUR στην ΕΕ ως αποτέλεσμα φοροδιαφυγής από ιδιώτες[13]· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω ποσά αποτελούν ένα μόνο στοιχείο του γενικού προβλήματος της φοροαποφυγής από ιδιώτες και εταιρείες και ότι η αξία αυτή αφαιρείται παράνομα από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και, ως εκ τούτου, συνιστά πρόσθετη επιβάρυνση για τους συμμορφούμενους φορολογουμένους·

Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεργασία μεταξύ φορολογικών αρχών έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, τόσο σε επίπεδο ΕΕ, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, με στόχο να καμφθεί αποτελεσματικότερα η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή και η φορολογική απάτη, ιδίως λόγω του Κοινού Προτύπου Αναφοράς (ΚΠΑ) της G20 και του ΟΟΣΑ, το οποίο εγκρίθηκε το 2014·

Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επανειλημμένες αποκαλύψεις ερευνητών δημοσιογράφων, όπως τα LuxLeaks, τα έγγραφα του Παναμά, τα Paradise Papers και τα σκάνδαλα cum-ex και cum-cum και, πιο πρόσφατα, οι αποκαλύψεις της έρευνας OpenLux, έχουν συμβάλει στην αύξηση της ευαισθητοποίησης και ώθησαν την ΕΕ να αναπτύξει περαιτέρω το σύνολο εργαλείων της κατά της φοροαποφυγής, της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποκαλύψεις της έρευνας OpenLux κατέδειξαν πόσο αναγκαίο είναι να καταστεί περισσότερο ποιοτική η ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών και να αποφέρει αποτελέσματα·

Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΟΔΣ, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2013 και αντικατέστησε την οδηγία του Συμβουλίου 77/799/ΕΟΚ περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων, θέσπισε τους κανόνες και τις διαδικασίες για τη συνεργασία των κρατών μελών στον τομέα της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, ιδίως της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών για εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία·

Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι εν συνεχεία η ΟΔΣ τροποποιήθηκε πέντε φορές προκειμένου να επεκτείνει σταδιακά το πεδίο εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών σε πληροφορίες σχετικά με χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς και συναφή έσοδα (ΟΔΣ2), εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης (ΟΔΣ3), εκθέσεις ανά χώρα που υποβάλλονται από πολυεθνικές επιχειρήσεις (ΟΔΣ4), παροχή πρόσβασης στις φορολογικές αρχές σε πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κυριότητα, όπως αυτές συλλέγονται στο πλαίσιο των κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΟΔΣ5), και, τελικά, προκειμένου να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών ώστε να συμπεριληφθούν οι διασυνοριακές ρυθμίσεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, και να εισαγάγει κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης για τους ενδιάμεσους (ΟΔΣ6)·

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει των ΟΔΣ1 έως ΟΔΣ4 τέθηκαν σε ισχύ μεταξύ Ιανουαρίου 2015 και Ιουνίου 2017 και ο αρχικός αντίκτυπός τους μπορεί να αξιολογηθεί, ενώ είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθεί ο αρχικός αντίκτυπος των διατάξεων της ΟΔΣ5 και της ΟΔΣ6, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ τον Ιανουάριο 2018 και τον Ιούλιο 2020, αντίστοιχα·

Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, τον Ιούλιο 2020, η Επιτροπή πρότεινε περαιτέρω τροποποίηση με σκοπό την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών σε εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέσω ψηφιακών πλατφορμών (ΟΔΣ7) και ανακοίνωσε περαιτέρω τροποποίηση για την παροχή πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με κρυπτοστοιχεία (ΟΔΣ8)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω αναθεώρηση θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για βελτίωση του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών στο σύνολό του·

Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ολοκλήρωσε τις διαπραγματεύσεις του σχετικά με διάφορες αναθεωρήσεις της ΟΔΣ, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης πρότασης ΟΔΣ7, χωρίς να λάβει υπόψη τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γεγονός που αντιβαίνει στις αρχές της καλόπιστης συνεργασίας και στον ρόλο που διαδραματίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε μια διαδικασία διαβούλευσης όπως ορίζει το άρθρο 115 της ΣΛΕΕ·

Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δυσκολίες που αντιμετώπισε το Συμβούλιο για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις βελτιώσεις που προτείνει η Επιτροπή δεν παρέχουν επαρκείς απαντήσεις σε παγκόσμια φορολογικά προβλήματα·

Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι παραμένουν ορισμένες ασυνέπειες μεταξύ των διεθνών και των ευρωπαϊκών προτύπων, ιδίως όσον αφορά την προθεσμία κοινοποίησης φορολογικών πληροφοριών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλειονότητα των κρατών μελών δημοσιοποιούν συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με την υποβολή εκθέσεων ανά χώρα δυνάμει της δράσης 13 του σχεδίου δράσης για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών·

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση έχει υπογράψει συμφωνίες με τρίτες χώρες, μεταξύ άλλων με την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό, τον Άγιο Μαρίνο και την Ελβετία, για να διασφαλίσει την ανταλλαγή, με τα κράτη μέλη, αντίστοιχων πληροφοριών σχετικά με την ΟΔΣ2· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επακόλουθες εκδόσεις της ΟΔΣ δεν αποτέλεσαν αντικείμενο παρόμοιων συμφωνιών·

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σχετικά με την εφαρμογή των ΟΔΣ1 έως ΟΔΣ4, δημόσια διατίθενται μόνο πολύ περιορισμένες πληροφορίες, ενώ δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά τις εκθέσεις ανά χώρα δυνάμει της ΟΔΣ4 και σπανίζουν τα διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία για την εφαρμογή της ΟΔΣ σε επίπεδο κρατών μελών·

ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο σέβεται απολύτως την αρχή της εθνικής φορολογικής κυριαρχίας·

ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, αυξήθηκε σημαντικά η ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει των διατάξεων της ΟΔΣ1 και της ΟΔΣ2 για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την έναρξη εφαρμογής τους, και ότι τα κράτη μέλη αντάλλαξαν περίπου 11 000 μηνύματα σχετικά με περίπου 16 εκατομμύρια φορολογουμένους και με εισοδήματα/περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 120 δισεκατομμυρίων EUR δυνάμει των διατάξεων της ΟΔΣ1, από το 2015 έως τα μέσα του 2017, και περίπου 4 000 μηνύματα που καλύπτουν σχεδόν 8,3 εκατομμύρια λογαριασμούς, συνολικού ύψους 2,9 τρισεκατομμυρίων EUR δυνάμει της ΟΔΣ2 από το 2018·

ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της ΟΔΣ3 έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων και των εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης, σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο όπου ανταλλάσσονταν αυθόρμητα μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις, παρά τη νομικά δεσμευτική απαίτηση ανταλλαγής πολλών εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων και εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης από το 1977, καθώς το 2017 υποβλήθηκαν αναφορές για 17 652 εν λόγω αποφάσεις και συμφωνίες, σε σύγκριση με μόλις 2 529 το 2016, 113 το 2015 και 11 το 2014·

ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει την ευθύνη, μαζί με το Συμβούλιο, να ασκεί πολιτικό έλεγχο επί της Επιτροπής, όπως ορίζουν οι Συνθήκες, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΕΕ, μεταξύ άλλων όσον αφορά την πολιτική της στον τομέα της επιβολής και της εφαρμογής, και ότι προς τούτο απαιτείται επαρκής πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή ευθύνεται έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 8 της ΣΕΕ·

ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή κίνησε συνολικά 73 διαδικασίες επί παραβάσει όσον αφορά κυρίως καθυστερήσεις στη μεταφορά της ΟΔΣ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών και ότι δύο διαδικασίες επί παραβάσει ήταν πάντα σε εξέλιξη τον Ιανουάριο του 2021· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι καθυστερήσεις και οι ελλείψεις όσον αφορά τη μεταφορά της ΟΔΣ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών αποτέλεσαν την αιτία για την κίνηση μιας σειράς διαδικασιών επί παραβάσει και ότι αυτό το σενάριο αιτιολογεί τη στάση του Κοινοβουλίου υπέρ του αυστηρού ελέγχου της Επιτροπής στη μεταφορά της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε φορολογικά ζητήματα στο εθνικό δίκαιο, και ειδικότερα, των διατάξεων της ΟΔΣ·

ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, με το Κοινό του Πρότυπο Αναφοράς (ΚΠΑ), ο ΟΟΣΑ δημιούργησε, το 2014, ένα παγκόσμιο πρότυπο για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και ότι περισσότερες από 100 περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας παγκοσμίως έχουν δεσμευτεί για αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς από το 2021·

ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο αναγνωρίζει ότι δεν έχει καμία νομοθετική εξουσία στον τομέα της άμεσης φορολογίας και περιορισμένες μόνο νομοθετικές εξουσίες στον τομέα της έμμεσης φορολογίας·

Κ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, παράλληλα προς το πλαίσιο της ΟΔΣ, ανάλογη προσοχή θα πρέπει να δίνεται στην ικανότητα και την προθυμία των φορολογικών αρχών να διευκολύνουν τη συμμόρφωση και να υπηρετούν τα συμφέροντα των φορολογουμένων·

ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας πρέπει να αποτελεί μέσο ενίσχυσης του κοινού έργου των εθνικών φορολογικών αρχών, αλλά και να λαμβάνει υπόψη διαστάσεις όπως: i) η ενίσχυση των πόρων των φορολογικών αρχών (σε ανθρώπινο δυναμικό, χρηματοδοτήσεις και υποδομές – και δη ψηφιακές υποδομές)· ii) η προστασία των δικαιωμάτων των φορολογουμένων, όπως προστασία δεδομένων· iii) η διασφάλιση του επαγγελματικού ή βιομηχανικού απορρήτου, με υψηλά πρότυπα κυβερνοασφάλειας κατά τη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών· iv) η μείωση της διοικητικής και γραφειοκρατικής επιβάρυνσης για τους φορολογουμένους και τις εταιρείες· v) η προώθηση υψηλότερων προτύπων επιδόσεων για τις φορολογικές αρχές, με αυστηρότερες προθεσμίες για τη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες· και vi) η διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των εταιρειών μας, με απλούστερους και ταχύτερους τρόπους κατοχύρωσης της συμμόρφωσης προς τις διοικητικές απαιτήσεις·

ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία COVID-19 απαίτησε τεράστιες φορολογικές και δημοσιονομικές προσπάθειες από τις κυβερνήσεις, μεταξύ άλλων και με τη μορφή της ενίσχυσης εταιρειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δικαιούχοι της εν λόγω ενίσχυσης πρέπει να εκπληρώνουν τις κοινωνικές ευθύνες τους, όπως μέσω της επαρκούς συνεργασίας με τις φορολογικές αρχές, προκειμένου να διασφαλίζεται η ολοκληρωμένη ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών·

ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα της ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών δεν εξαρτάται τόσο από την ποσότητα των δεδομένων που ανταλλάσσονται, αλλά από την ποιότητά τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποιότητα και η πληρότητα των δεδομένων έχουν, συνεπώς, ουσιαστική σημασία προκειμένου να αποκομιστούν τα μέγιστα οφέλη από το πλαίσιο της ΟΔΣ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τα ποσοτικά δεδομένα από την ανταλλαγή πληροφοριών που διενεργείται δυνάμει των ΟΔΣ1 έως ΟΔΣ4 προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες στον δημοκρατικό έλεγχο που διενεργούν τα εθνικά κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η προοδευτικά ψηφιοποιημένη και παγκοσμιοποιημένη οικονομία αποκαλύπτει σύνθετες και προβληματικές διαστάσεις, όπως τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία και τα κρυπτοστοιχεία· προέχει, ωστόσο, να αυξηθεί η συνεργασία μεταξύ των εθνικών φορολογικών αρχών στον εν λόγω τομέα· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα ήταν σημαντικό να καθιερωθεί σαφής ορισμός των κρυπτοστοιχείων, σύμφωνα με τις εν εξελίξει εργασίες στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ και της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF), προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και η προώθηση της δίκαιης φορολόγησης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάδοση των κρυπτονομισμάτων αποτελεί επίκαιρο θέμα και θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε κάθε προσπάθεια ενίσχυσης της διοικητικής συνεργασίας, βάσει των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι φορολογικές πολιτικές βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοσιονομικής και φορολογικής εθνικής κυριαρχίας και συνιστούν εθνικές αρμοδιότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οιαδήποτε σημαντική απόφαση λαμβάνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να βασίζεται στον απόλυτο σεβασμό της διακυβερνητικής λογικής η οποία διέπει αυτόν τον τομέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι σημαντικές αποφάσεις σχετικά με την περαιτέρω ολοκλήρωση στο θέμα αυτό πρέπει να λαμβάνονται πάντα με σεβασμό προς τις Συνθήκες, τις εθνικές αρμοδιότητες και τη δημοσιονομική και φορολογική εθνική κυριαρχία· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο συντάσσεται με τη φιλοδοξία για την εξεύρεση καινοτόμων λύσεων σε φορολογικά ζητήματα, δεδομένου του θεσμικού πλαισίου το οποίο επιθυμούμε να διαφυλάξουμε·

ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας πρέπει να αποτελέσει εργαλείο για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής από ιδιώτες και επιχειρήσεις, μέσω της βελτίωσης των διαύλων επικοινωνίας και αποτελεσματικών πρακτικών ανταλλαγής πληροφοριών·

ΚΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδοχικές αναθεωρήσεις της οδηγίας σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας καταδεικνύουν ότι πρόκειται για μια διάσταση ενεστώτος συμφέροντος για τα κράτη μέλη και τους ευρωπαϊκούς φορείς χάραξης πολιτικής, ότι οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί εξελίσσονται σταδιακά και προοδευτικά με βάση μια λογική στενότερης συνεργασίας και ότι οι πολίτες γνωρίζουν την προστιθέμενη αξία των ευρωπαϊκών λύσεων όσον αφορά την αντιμετώπιση ζητημάτων που συνδέονται με τη φορολογία, ιδίως την καταπολέμηση της φοροαποφυγής, της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης·

ΚΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα εισοδήματα και τα κεφαλαιακά κέρδη από ιδιώτες, ιδίως όσα σχετίζονται με ακίνητη περιουσία, υπονομεύεται από εταιρείες προπέτασμα·

ΚΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους μετοχών εταιρειών δεν αποτελούν αντικείμενο αυτόματης ανταλλαγής βάσει του υφιστάμενου πλαισίου·

Λ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα γραφεία διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας συχνά διατηρούν μεγάλα περιουσιακά στοιχεία διασυνοριακά είτε μέσω της κυριότητας εταιρειών είτε μέσω επενδυτικών οντοτήτων συνδεόμενων στενά με την επιχείρηση[14]· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ενδέχεται να αποτελούν αντικείμενο αντικρουόμενων συμφερόντων, στοιχείο που συντείνει στην αναξιόπιστη αναφορά φορολογικών πληροφοριών· λαμβάνοντας υπόψη ότι μη πραγματοποιηθέντα κεφαλαιακά κέρδη από ιδιώτες, τα οποία έχουν στην κατοχή τους στην αλλοδαπή εταιρείες με χαμηλή φορολόγηση, δεν καλύπτονται σχεδόν καθόλου από τα εθνικά φορολογικά συστήματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι και τα δύο δίνουν τη δυνατότητα σε ιδιώτες με μεγάλη περιουσία να συγκεντρώνουν πλούτη βασιζόμενοι σε εισοδήματα με χαμηλή φορολόγηση, ενώ η μεσαία τάξη μπορεί να συγκεντρώνει πλούτη βασιζόμενη μόνο σε πλήρως φορολογούμενα εισοδήματα·

ΛΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα εύρυθμο και αποτελεσματικό πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών μπορεί να ελαφρύνει τη δημοσιονομική πίεση σε όλα τα κράτη μέλη·

Απαιτήσεις κάλυψης και αναφοράς

1. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πραγματοποιούν διαρκώς βελτιώσεις και διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής της ανταλλαγής πληροφοριών, με στόχο τον περιορισμό της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, συμπεριλαμβανομένων της πρόσφατης πρότασης για την ΟΔΣ7, καθώς και των σχεδίων για την ΟΔΣ8· σημειώνει, ωστόσο, ότι, παρόλο που το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου της ΟΔΣ αυξάνεται σταθερά, ελάχιστη προσοχή δόθηκε σε ανάλογη βελτίωση της ποιότητας και της πληρότητας των δεδομένων·

2. τονίζει ότι έχει σημειωθεί σημαντική βελτίωση όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ· υπενθυμίζει ότι η ΟΔΣ2, η ΟΔΣ3, η ΟΔΣ4, η ΟΔΣ6 και η ΟΔΣ7 είναι άμεσα συνδεδεμένες με το έργο που έχει αναληφθεί σε επίπεδο ΟΟΣΑ· θεωρεί ότι τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί στην παγκόσμια σκηνή συνιστούν ελάχιστα πρότυπα για την ΕΕ·

3. σημειώνει ότι είναι απαραίτητη η βελτίωση της υλοποίησης και εφαρμογής των κανόνων από τις φορολογικές αρχές, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος μη δήλωσης εισοδήματος και, ως εκ τούτου, καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει καλύτερη επιβολή των κανόνων· σημειώνει, ωστόσο, ότι ορισμένα είδη εισοδήματος και περιουσιακών στοιχείων εξακολουθούν να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής, γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο παράκαμψης φορολογικών υποχρεώσεων· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την ανάγκη και τον καταλληλότερο τρόπο – και να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις – να συμπεριληφθούν στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τους δικαιούχους και τα ακόλουθα στοιχεία εισοδήματος και μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία: α) οι πραγματικοί δικαιούχοι ακίνητης περιουσίας και εταιρειών· β) κεφαλαιακά κέρδη που σχετίζονται με ακίνητη περιουσία και κεφαλαιακά κέρδη που σχετίζονται με χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της εμπορίας συναλλάγματος, ιδίως με στόχο να βρεθούν τρόποι να διαθέτουν οι φορολογικές αρχές καλύτερη ενημέρωση που θα τους επιτρέπει να εντοπίζουν τα πραγματοποιηθέντα κεφαλαιακά κέρδη· γ) εισόδημα από μερίσματα που δεν προκύπτουν από λογαριασμό θεματοφυλακής· δ) μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία όπως μετρητά, είδη τέχνης, χρυσός ή άλλα τιμαλφή που φυλάσσονται σε ελεύθερους λιμένες, τελωνειακές αποθήκες ή θυρίδες ασφαλείας· ε) κατοχή θαλαμηγών και ιδιωτικών τζετ· και στ) λογαριασμοί που αφορούν δάνεια μεταξύ ιδιωτών, πληθοχρηματοδοτήσεις και παρόμοιες πλατφόρμες·

4. παρατηρεί ότι η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ1 περιορίζεται σημαντικά από το γεγονός ότι μοναδική υποχρέωση των κρατών μελών είναι να αναφέρουν τουλάχιστον δύο κατηγορίες εισοδήματος· λαμβάνει υπό σημείωση την πρόσφατη τροποποίηση που υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες, για τουλάχιστον τέσσερις κατηγορίες εισοδήματος για τις φορολογικές περιόδους από το 2024· καλεί την Επιτροπή να καταστήσει υποχρεωτική, μετά από εκτίμηση επιπτώσεων, την αναφορά όλων των κατηγοριών εισοδήματος και περιουσιακών στοιχείων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής· καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν αποτελεσματικά και προσβάσιμα μητρώα για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών· σημειώνει ότι οι προσπάθειες αυτές θα ωφελήσουν επίσης την εγχώρια είσπραξη φόρων·

5. επισημαίνει τις προκλήσεις που θέτει η συλλογή πληροφοριών σχετικά με το ηλεκτρονικό χρήμα και/ή τα κρυπτοστοιχεία και τη δυσχέρεια που υπάρχει ως προς την ένταξή τους στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών λόγω της ανεξαρτησίας τους από ενδιάμεσους· ζητεί τη δημιουργία ολοκληρωμένου πλαισίου για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με το ηλεκτρονικό χρήμα και τα κρυπτοστοιχεία·

6. παρατηρεί ότι, στην ΟΔΣ2, ο ορισμός των δηλούντων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των τύπων λογαριασμών που πρέπει να αναφέρονται ενέχει κίνδυνο καταστρατήγησης και αυξημένης γραφειοκρατίας· ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει και, κατά περίπτωση, να υποβάλει σχετική πρόταση, την επέκταση των υποχρεώσεων αναφοράς ώστε να περιλαμβάνουν και άλλους σχετικούς τύπους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, με παράλληλη αποφυγή της γραφειοκρατίας, αλλά να επανεξετάσει τον χαρακτηρισμό των συνδεόμενων στενά με την επιχείρηση επενδυτικών οντοτήτων ως χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, να αναθεωρήσει τον ορισμό των εξαιρούμενων λογαριασμών και να καταργήσει τα όρια που ισχύουν για προϋπάρχοντες λογαριασμούς οντοτήτων· υπενθυμίζει ότι, με τη λειτουργία επαρκών συστημάτων ΤΠ, οι πρακτικές μηδενικών απαλλαγών και μηδενικού ορίου μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της γραφειοκρατίας· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την υποχρέωση να υποβάλλουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μηδενικές καταστάσεις με στόχο τη μείωση της γραφειοκρατίας·

7. παρατηρεί ότι η ΟΔΣ3 έχει ορισμένα κενά και ενδέχεται να έχει ανεπιθύμητες δυσμενείς επιπτώσεις, όπως η μη γνωστοποίηση εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων από τις φορολογικές αρχές όταν οι εν λόγω αποφάσεις είναι υπερβολικά ευνοϊκές, ή το ενδεχόμενο να καταφεύγουν οι φορολογικές αρχές σε άτυπες ρυθμίσεις με στόχο την αποφυγή της ανταλλαγής· καταδικάζει την προτιμησιακή μεταχείριση των ιδιωτών με μεγάλη περιουσία· ζητεί, επομένως, να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής της ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της ΟΔΣ3 ώστε να περιλαμβάνει άτυπες ρυθμίσεις, όχι «εκ των προτέρων» (π.χ. συμφωνίες μετά τη συναλλαγή ή μετά την υποβολή δηλώσεων) συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης/ διασυνοριακές αποφάσεις, φυσικά πρόσωπα και αποφάσεις που εξακολουθούν να ισχύουν, αλλά που εκδόθηκαν, τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν πριν από το 2012· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι μέχρι στιγμής έχουν αγνοηθεί οι προηγούμενες εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το θέμα αυτό· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι καταχωρίσεις δεδομένων της ΟΔΣ 3 στερούνται ποιότητας και εξακολουθούν να μη χρησιμοποιούνται ή να μην αξιοποιούνται ευρέως από τις φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών· συνιστά να αποστέλλεται ειδική κοινοποίηση στις φορολογικές αρχές, σε περίπτωση που εταιρεία η οποία επωφελείται από φορολογική απόφαση τύπου «tax ruling» στο πεδίο εφαρμογής της ΟΔΣ3 έχει φορολογική παρουσία·

8. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι διμερείς και πολυμερείς εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης αποκλείονται από την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της ΟΔΣ3 εφόσον δεν προβλέπεται η γνωστοποίησή τους από συναφή διεθνή φορολογική σύμβαση· καλεί τα κράτη μέλη να επαναδιαπραγματευτούν τις υφιστάμενες διεθνείς φορολογικές συμβάσεις και να μη συναινέσουν σε καμία μελλοντική διεθνή φορολογική σύμβαση που δεν επιτρέπει τη γνωστοποίηση εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης·

9. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι συνοπτικές πληροφορίες στο κεντρικό ευρετήριο για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές φορολογικές αποφάσεις και τις συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης είναι συχνά τόσο σύντομες που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν χωρίς να ζητηθούν πρόσθετες πληροφορίες· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το τι θα πρέπει να παρέχουν οι φορολογικές αρχές ως σύνοψη, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις σχετικές επιπτώσεις στους άμεσους και έμμεσους φόρους, όπως είναι οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές·

10. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός χωρών, μεταξύ των οποίων και πολλά κράτη μέλη, δημοσιοποιούν ανωνυμοποιημένες και συγκεντρωτικές πληροφορίες, οι οποίες προέρχονται από τις εκθέσεις ανά χώρα, όπως απαιτείται βάσει της ΟΔΣ4 ή της Δράσης 13 του σχεδίου δράσης για τη διάβρωση της βάσης και τη μεταφορά των κερδών· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι μια μειοψηφία κρατών μελών δεν δημοσιεύουν τις εν λόγω πληροφορίες σε διεθνείς βάσεις δεδομένων· ζητεί εναρμονισμένη προσέγγιση στο θέμα αυτό και καλεί την Επιτροπή να ενσωματώσει την εν λόγω απαίτηση σε μελλοντική αναθεώρηση της ΟΔΣ·

11. συνιστά αναθεώρηση του εύρους των πληροφοριών που παρέχουν οι πολυεθνικές επιχειρήσεις που έχουν στην κυριότητά τους διάφορες οντότητες εντός της ίδιας δικαιοδοσίας, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών και να αποφευχθεί παράλληλα το υπερβολικό κόστος συμμόρφωσης·

12. παρατηρεί ότι η συνοχή της υποχρεωτικής γνωστοποίησης δυνάμει της ΟΔΣ6 πλήττεται από τον ασαφή τρόπο με τον οποίο κάθε μεμονωμένο κράτος μέλος ερμηνεύει τα διακριτικά· ζητεί, κατά συνέπεια, μεγαλύτερη σαφήνεια στη διατύπωση της δοκιμής του κυρίου οφέλους όσον αφορά τα διακριτικά των κατηγοριών Α και Β·

13. υπενθυμίζει ότι οι διατάξεις της ΟΔΣ εφαρμόζονται σε κάθε επιχείρηση που υπέχει υποχρέωση υποβολής αναφοράς· υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις (ΠΕΕ) και οι μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (ΜΜΕ) διαφέρουν σημαντικά ως προς τις πολιτικές συμμόρφωσής τους και ότι το στοιχείο αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη σε μελλοντικές αναθεωρήσεις της ΟΔΣ· αντιλαμβάνεται, επομένως, ότι το κόστος συμμόρφωσης και ο διοικητικός φόρτος των ΜΜΕ πρέπει να μειωθούν·

14. υπενθυμίζει ότι οι ευρωπαϊκοί κανόνες για τη διοικητική συνεργασία δεν αντικαθιστούν τους εθνικούς κανόνες αλλά παρέχουν ελάχιστα πρότυπα για την ανταλλαγή πληροφοριών και τις ενέργειες στο πλαίσιο της συνεργασίας·

15. αναγνωρίζει ότι, προκειμένου να ενισχυθούν οι στόχοι της ΟΔΣ, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην κάλυψη των υφιστάμενων κενών στην εφαρμογή και την παρακολούθηση, και όχι να θεσπιστούν νέοι νομοθετικοί κανόνες·

Υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας και πραγματική κυριότητα

16. σημειώνει ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται έχουν μεγάλο όγκο αλλά είναι χαμηλής ποιότητας· χαιρετίζει τις συστάσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ)· παρατηρεί ότι οι κοινοί λογαριασμοί δυσχεραίνουν σημαντικά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι ανακριβείς ή παρωχημένες πληροφορίες σχετικά με τη φορολογική κατοικία τις οποίες έχουν στη διάθεσή τους τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και η καταστρατήγηση μέσω της πολλαπλής κατοικίας ενδέχεται να οδηγήσουν σε αδυναμία ανταλλαγής πληροφοριών σε περιπτώσεις που θα ήταν απαραίτητη· καταδικάζει τη χρήση χρυσών θεωρήσεων και διαβατηρίων με στόχο την καταστρατήγηση της ανταλλαγής πληροφοριών και επαναλαμβάνει την έκκλησή του για σταδιακή κατάργηση όλων αυτών των ισχυόντων συστημάτων· καλεί την Επιτροπή να επεκτείνει τις διαδικασίες επί παραβάσει ώστε να συμπεριλάβει όλα τα κράτη μέλη που προσφέρουν χρυσές θεωρήσεις· ζητεί να ενισχυθούν οι διαδικασίες επιβολής σε επίπεδο κρατών μελών και να δημιουργηθούν εγχώρια συστήματα κυρώσεων, που θα εφαρμόζονται για εσφαλμένη ή ελλιπή υποβολή δεδομένων και θα έχουν αποτελεσματικό αποτρεπτικό αποτέλεσμα· καλεί την Επιτροπή να εντάξει στους ελέγχους που πραγματοποιεί και τη διενέργεια επιτόπιων επισκέψεων στα κράτη μέλη και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των συστημάτων παρακολούθησής τους· καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν σύστημα ελέγχων ποιότητας και πληρότητας των δεδομένων στο πλαίσιο της ΟΔΣ, παροχή τακτικής ανατροφοδότησης για τις ληφθείσες πληροφορίες και εκθέσεις σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεμβάσεων στην Επιτροπή, με σκοπό τη βελτίωση της μελλοντικής λήψης αποφάσεων, καθώς και διαδικασίες για τον έλεγχο των οντοτήτων που υπέχουν υποχρέωση αναφοράς σχετικά με την ποιότητα και την πληρότητα των διαβιβαζόμενων δεδομένων· αναγνωρίζει ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ των κρατών μελών μέσω της ΟΔΣ και τα υποκείμενα συστήματα έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα·

17. επισημαίνει ότι δεν προβλέπονται κυρώσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είτε δεν αναφέρουν πληροφορίες είτε αναφέρουν εσφαλμένες ή ανακριβείς πληροφορίες, και ότι τα μέτρα διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών· υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25α της ΟΔΣ2, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τις αναφέρουσες οντότητες· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν αξιολογεί ούτε το μέγεθος ούτε το αποτρεπτικό αποτέλεσμα των κυρώσεων σε κάθε κράτος μέλος και δεν έχει παράσχει επίσης κανένα δείκτη αναφοράς για σύγκριση ή σχετική καθοδήγηση· ζητεί να θεσπιστούν πιο εναρμονισμένες και αποτελεσματικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση οι οποίες θα έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα·

18. συνιστά να συμπεριληφθεί ένας δείκτης που θα καταδεικνύει τη συγκυριότητα διαφορετικών κατόχων λογαριασμών, προκειμένου να αποφεύγεται η διπλή υποβολή στοιχείων και να διευκολύνεται ο ακριβής εντοπισμός των υπολοίπων των λογαριασμών· προτείνει ακόμη, οι οντότητες να μπορούν να καταγράφουν το ποσοστό συμμετοχής κάθε κατόχου λογαριασμού και να επισημαίνουν πότε ένας λογαριασμός τηρείται από κατόχους από διαφορετικές δικαιοδοσίες·

19. σημειώνει ότι η ΟΔΣ5 προέβλεπε την πρόσβαση των φορολογικών αρχών σε πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κυριότητα, όπως αυτές συλλέγονται δυνάμει των κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· παρατηρεί ότι η πέμπτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες διεύρυνε το πεδίο αλληλεπίδρασης μεταξύ της εν λόγω οδηγίας και της ΟΔΣ και ότι η πέμπτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες έπρεπε να έχει μεταφερθεί από τα κράτη μέλη στο εθνικό τους δίκαιο το αργότερο έως τις 10 Ιανουαρίου 2020· σημειώνει ακόμη ότι η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ εξαρτάται, επομένως, σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις οδηγίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· παρατηρεί ότι η αποτελεσματικότητα της ΟΔΣ υπονομεύεται από την πλημμελή εφαρμογή των εν λόγω οδηγιών, την έλλειψη αποτελεσματικής επιβολής και τις εναπομένουσες αδυναμίες στο πλαίσιο της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως i) το γεγονός ότι ο πραγματικός δικαιούχος δεν προσδιορίζεται για μεμονωμένους λογαριασμούς που τηρούνται μέσω ενεργών μη χρηματοπιστωτικών οντοτήτων (ΜΧΟ), ii) η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους για ακίνητα και συμβάσεις ασφάλισης ζωής, iii) η έλλειψη διασυνδεδεμένων εθνικών μητρώων, ιδίως ακινήτων με μητρώα πραγματικών δικαιούχων, και iv) η έλλειψη κοινών ορισμών για τους πραγματικούς δικαιούχους, τη δέουσα επιμέλεια και το φορολογικό έγκλημα·

20. εκφράζει τη λύπη του για τη σημερινή κατάσταση όσον αφορά τη μεταφορά της τέταρτης οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών[15], που είχε ως αποτέλεσμα να κινήσει η Επιτροπή διαδικασίες επί παραβάσει κατά οκτώ κρατών μελών, τον Δεκέμβριο του 2020, και κατά τριών κρατών μελών, τον Φεβρουάριο του 2021[16]· σημειώνει ότι η προθεσμία μεταφοράς των εν λόγω διατάξεων στο εθνικό δίκαιο έληξε στις 27 Ιουνίου 2017· εκφράζει επίσης τη λύπη του για το γεγονός ότι, όσον αφορά την πέμπτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες[17], με προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο τις 10 Ιανουαρίου 2020, έχουν κινηθεί διαδικασίες επί παραβάσει κατά 16 κρατών μελών[18]·

21. παρατηρεί με ανησυχία ότι, στην πλέον πρόσφατη αξιολόγηση των μέτρων που έλαβαν οι χώρες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αξιολόγηση η οποία εκπονήθηκε από την ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης, τα 18 κράτη μέλη που συμπεριλήφθηκαν στην αξιολόγηση[19] δεν σημείωσαν καλές επιδόσεις σε βασικούς δείκτες αποτελεσματικότητας, καθώς, για παράδειγμα, κατά την κατάταξή τους βάσει της επαρκούς εφαρμογής των εν λόγω μέτρων, η αξιολόγηση κατέδειξε ότι τα περισσότερα υπό εξέταση κράτη μέλη εμφανίζουν «μέτρια» ή «χαμηλά» επίπεδα αποτελεσματικότητας, με την Ισπανία μόνο να παρουσιάζει «σημαντικά» επίπεδα αποτελεσματικότητας και κανένα κράτος μέλος να μην καταφέρνει να σημειώσει «υψηλό» επίπεδο αποτελεσματικότητας[20]·

22. παρατηρεί ότι χρησιμοποιούνται όλο και πιο πολύπλοκες δομές για την απόκρυψη των τελικών πραγματικών δικαιούχων και, κατ’ επέκταση, για την παρεμπόδιση της αποτελεσματικής εφαρμογής των κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες· παρατηρεί επίσης τις αδυναμίες που ήρθαν στο φως με τις αποκαλύψεις της έρευνας OpenLux· πιστεύει ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει όριο για την αναφορά των πραγματικών δικαιούχων· υπενθυμίζει την άποψή του ότι για την πραγματική κυριότητα καταπιστευμάτων θα πρέπει να ισχύει το ίδιο επίπεδο διαφάνειας με αυτό που ισχύει για τις εταιρείες δυνάμει της πέμπτης οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με παράλληλη εξασφάλιση των κατάλληλων εγγυήσεων·

23. καλεί την Επιτροπή να υποβάλει εγκαίρως αξιολόγηση για την αλληλεπίδραση μεταξύ της οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της ΟΔΣ·

Νομικές και πρακτικές προκλήσεις

24. σημειώνει ότι η Επιτροπή παρακολουθεί τη μεταφορά της ΟΔΣ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών· επισημαίνει, ωστόσο, ότι μέχρι στιγμής δεν έχει λάβει άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση των ελλείψεων όσον αφορά την ποιότητα των δεδομένων που διαβιβάζονται μεταξύ των κρατών μελών, δεν έχει πραγματοποιήσει επισκέψεις στα κράτη μέλη ούτε έχει διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη για παραβιάσεις των διατάξεων της ΟΔΣ σχετικά με την υποχρέωση αναφοράς· παροτρύνει την Επιτροπή να εντείνει τις δραστηριότητές της στο πλαίσιο αυτό και να λάβει άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση των ελλείψεων όσον αφορά την ποιότητα των δεδομένων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, να αναπτύξει περαιτέρω την καθοδήγησή της προς τα κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή της ΟΔΣ, μέσω της διενέργειας ανάλυσης επικινδυνότητας και της χρήσης των φορολογικών πληροφοριών που λαμβάνονται, και να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, τις επανεξετάσεις του Παγκόσμιου Φόρουμ[21] και της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης· ζητεί από την Επιτροπή να δώσει προτεραιότητα στο ζήτημα της βελτίωσης της ποιότητας των δεδομένων στις προσεχείς αναθεωρήσεις του πλαισίου της ΟΔΣ·

25. παρατηρεί με ανησυχία ότι, στην αξιολόγηση που πραγματοποίησε το 2019, η Επιτροπή επισήμανε ότι συχνά η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών δεν υπερβαίνει τις ελάχιστες απαιτήσεις της ΟΔΣ, γεγονός που συντέλεσε στα σκάνδαλα φορολογικής απάτης cum-ex και cum-cum· παρατηρεί ειδικότερα ότι τα κράτη μέλη δεν συνεργάστηκαν επαρκώς μέσω κατάλληλων μηχανισμών, όπως είναι οι αυθόρμητες ανταλλαγές, προκειμένου να προειδοποιήσουν άλλα κράτη μέλη για τα εν λόγω συστήματα· παρατηρεί ακόμη ότι μόνο μια μικρή μειοψηφία κρατών μελών έχουν στη διάθεσή τους πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τις έξι κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου της ΟΔΣ1· τονίζει την ανάγκη να καταστούν οι ανταλλαγές πιο αποτελεσματικές, ολοκληρωμένες και συχνές·

26. σημειώνει με ανησυχία ότι το Παγκόσμιο Φόρουμ αξιολόγησε πρόσφατα τη νομική εφαρμογή του Κοινού Προτύπου Αναφοράς (ΚΠΑ)[22], το οποίο αναφέρεται ως ΟΔΣ2 στην ΕΕ, και σημειώνει ότι 10 κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως, σύμφωνα με την αξιολόγηση από ομοτίμους του Παγκόσμιου Φόρουμ· τονίζει ότι η Ρουμανία δεν έχει θεσπίσει το εγχώριο νομικό πλαίσιο· ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθεί στενά τα κράτη μέλη και να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει έως ότου συμμορφωθούν πλήρως όλα τα κράτη μέλη· προσβλέπει στην αξιολόγηση από ομοτίμους του Παγκόσμιου Φόρουμ σχετικά με την πρακτική εφαρμογή του ΚΠΑ και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προετοιμαστούν επιμελώς για την εν λόγω διαδικασία·

27. εκφράζει τη λύπη του διότι τα κράτη μέλη σπάνια συνδέουν τις πληροφορίες που αποστέλλουν με ΑΦΜ που έχει εκδοθεί από τη χώρα κατοικίας του φορολογούμενου· σημειώνει ότι μόνο η Λιθουανία και η Ιρλανδία φαίνεται να περιλαμβάνουν ΑΦΜ, όπως διαπιστώνεται από τη λαμβάνουσα χώρα[23]· σημειώνει επιπλέον ότι η ανταλλαγή έγκυρων αριθμών φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών· σημειώνει ότι θα πρέπει να αναφέρονται επίσης οι ΑΦΜ των εταιρειών, προκειμένου να διευκολύνεται περαιτέρω η αντιστοίχιση των πληροφοριών σχετικά με τη φορολογία· υπενθυμίζει ότι κάθε μέτρο που αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ταυτοποίησης των φορολογουμένων πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και την προστασία των δεδομένων·

28. εκφράζει την ικανοποίησή του για την απαίτηση της ΟΔΣ7 να συμπεριληφθεί ο ΑΦΜ του κράτους μέλους κατοικίας για την ΟΔΣ1 και την ΟΔΣ2, προκειμένου να βελτιωθεί η αντιστοίχιση δεδομένων και η ταυτοποίηση σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς η σωστή ταυτοποίηση των φορολογουμένων είναι ουσιαστική για την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ φορολογικών αρχών· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι μεγάλοι όγκοι πληροφοριών δεν αντιστοιχίζονται με συναφείς φορολογουμένους και δεν χρησιμοποιούνται επαρκώς, γεγονός που οδηγεί σε φορολογικά ελλείμματα·

29. καλεί την Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, να δημιουργήσει ένα εργαλείο επικύρωσης για τους ΑΦΜ· σημειώνει ότι το εν λόγω εργαλείο επικύρωσης θα ενίσχυε σημαντικά την αποτελεσματικότητα των αναφορών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και, ως εκ τούτου, θα μείωνε το κόστος συμμόρφωσης για τα εν λόγω ιδρύματα· καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει, μετά από κατάλληλη ανάλυση και εκτίμηση επιπτώσεων, τη δημιουργία ευρωπαϊκού ΑΦΜ· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη συστηματικότερη ανάλυση των μη αντιστοιχισμένων δεδομένων στο πλαίσιο της ΟΔΣ1 και της ΟΔΣ2 και να θεσπίσουν διαδικασίες για τη συστηματική ανάλυση επικινδυνότητας όσον αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνονται·

30. λαμβάνει υπό σημείωση το γεγονός ότι οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται κατόπιν αιτήματος (EOIR) κρίνονται συχνά ελλιπείς και χρειάζονται περαιτέρω διευκρινίσεις· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, στο πλαίσιο των πληροφοριών που ανταλλάσσονται κατόπιν αιτήματος, συχνά χρειάζονται έξι και πλέον μήνες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος προκειμένου οι αρχές να παράσχουν τις πληροφορίες· σημειώνει με λύπη ότι δεν έχουν θεσπιστεί προθεσμίες για τις ανταλλαγές σχετικά με επακόλουθες ενέργειες, γεγονός που δημιουργεί περιθώριο για περαιτέρω καθυστερήσεις· ζητεί από την Επιτροπή να αναθεωρήσει την εν λόγω διάταξη θεσπίζοντας προθεσμία τριών μηνών το αργότερο, μεταξύ άλλων και για τα αιτήματα σχετικά με επακόλουθες ενέργειες· προτείνει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εντολή να αξιολογεί συστηματικά τον βαθμό συνεργασίας τρίτων χωρών· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τις ενδείξεις ότι δεν είναι ικανοποιητική η ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος με πολλές τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελβετίας·

31. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος, η Μάλτα, βαθμολογήθηκε συνολικά ως «μερικώς συμμορφούμενη» στο πλαίσιο της αξιολόγησης από ομοτίμους του Παγκόσμιου Φόρουμ για την EOIR, ήτοι ότι το πρότυπο για την EOIR εφαρμόζεται μόνο εν μέρει, πράγμα που έχει σημαντικές πρακτικές συνέπειες[24]· σημειώνει ότι 19 κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τα στοιχεία κυριότητας και ταυτότητας»[25]· σημειώνει ότι έξι κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τα λογιστικά στοιχεία»[26]· σημειώνει ότι πέντε κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τις τραπεζικές πληροφορίες»[27]· σημειώνει ότι επτά κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «την πρόσβαση στις πληροφορίες»[28]· σημειώνει ότι τρία κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τα δικαιώματα και τις διασφαλίσεις»[29]· σημειώνει ότι πέντε κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τους μηχανισμούς ανταλλαγής πληροφοριών»[30]· σημειώνει ότι τρία κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «την εμπιστευτικότητα»[31]· σημειώνει ότι τρία κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «τα δικαιώματα και τις διασφαλίσεις»[32]· σημειώνει ότι εννέα κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται πλήρως όσον αφορά «την ποιότητα και τον έγκαιρο χαρακτήρα των αποκρίσεων»[33]· σημειώνει ότι, εν κατακλείδι, μόνο σε οκτώ κράτη μέλη[34] δεν εντοπίστηκαν σημαντικές ελλείψεις· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι έχουν εντοπιστεί σημαντικές ελλείψεις σε 18 κράτη μέλη[35]· εκφράζει τη βαθιά λύπη του για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη λαμβάνουν χαμηλή βαθμολογία όσον αφορά συγκεκριμένα ζητήματα, όπως τα στοιχεία κυριότητας και ταυτότητας· ζητεί από τα κράτη μέλη να επιτύχουν βαθμολογία ως συμμορφούμενα στην επόμενη αξιολόγηση από ομοτίμους· σημειώνει ότι οι χαμηλές επιδόσεις των κρατών μελών υπονομεύουν σοβαρά την αξιοπιστία της ΕΕ όσον αφορά την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής σε διεθνές επίπεδο· αναμένει από την Επιτροπή να αναπτύξει αμελλητί όλα τα, νομικά και μη, εργαλεία για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας· ζητεί από την Επιτροπή να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει έως ότου συμμορφωθούν πλήρως όλα τα κράτη μέλη· καλεί, επομένως, τα κράτη μέλη να δεσμευτούν πλήρως με τους στόχους της ΟΔΣ και την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών·

32. εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόταση της Επιτροπής στην ΟΔΣ7 να αποσαφηνιστεί το πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας», το οποίο πρέπει να τηρείται στο πλαίσιο της EOIR, και ζητεί από την Επιτροπή να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για τη διασφάλιση τυποποιημένης προσέγγισης και πιο αποτελεσματικής αξιοποίησης των διατάξεων σχετικά με την EOIR·

33. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει θέσει στη διάθεση των κρατών μελών διάφορα εργαλεία για την ανάπτυξη και την ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών καθώς και υποστήριξης ΤΠ, κυρίως μέσω του προγράμματος Fiscalis 2020· τονίζει την ανάγκη να προωθηθεί περαιτέρω η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να καταρτιστούν κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση των πληροφοριών, ιδίως όσον αφορά την ΟΔΣ3 και την ΟΔΣ4·

34. σημειώνει ότι, για να χρησιμοποιηθούν πληροφορίες στο πλαίσιο της ΟΔΣ για μη φορολογικά ζητήματα, χρειάζεται εκ των προτέρων έγκριση από το κράτος μέλος που διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες, η οποία δεν χορηγείται πάντα, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι εν λόγω πληροφορίες θα μπορούσαν να αποδειχτούν χρήσιμες για την αύξηση της αποτελεσματικότητας σε ποινικές και άλλες έρευνες, και η έρευνα συνήθως απαιτείται δικαιολογημένα· επιμένει ότι η χρήση των πληροφοριών που ανταλλάσσονται στο πλαίσιο της ΟΔΣ θα πρέπει πάντα να επιτρέπεται και για άλλους σκοπούς πέραν των φορολογικών ζητημάτων, εφόσον το επιτρέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους που λαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες για την επιβολή του νόμου· παροτρύνει, εν προκειμένω, τα κράτη μέλη να δεσμευτούν πλήρως να εφαρμόζουν υψηλά πρότυπα σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών ως φορολογουμένων·

35. θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι το Συμβούλιο αποδυνάμωσε τις προτεινόμενες από την Επιτροπή αλλαγές στην ΟΔΣ7, ιδίως όσον αφορά τους κοινούς ελέγχους και την ομαδοποίηση των αιτημάτων· ζητεί από το Συμβούλιο να αναθεωρήσει την τρέχουσα θέση του και να εγκρίνει τις αλλαγές που εισηγήθηκε η Επιτροπή όπως αυτές προτάθηκαν· σημειώνει ότι ο αριθμός ομαδοποιημένων αιτημάτων είναι πολύ περιορισμένος, καθώς μόνο πέντε κράτη μέλη υπέβαλαν ένα ή περισσότερα ομαδοποιημένα αιτήματα το 2017· ζητεί από την Επιτροπή να καταρτίσει τυποποιημένο έντυπο για τα ομαδοποιημένα αιτήματα και να το συμπεριλάβει στον συναφή εκτελεστικό κανονισμό[36]· υπενθυμίζει ότι, προκειμένου η εν λόγω δυνατότητα καθώς και οι ταυτόχρονοι έλεγχοι να παράγουν αποτελέσματα, είναι αναγκαίο να εκπαιδευτούν οι υπάλληλοι των φορολογικών αρχών σε θέματα αλλοδαπής φορολογικής νομοθεσίας, γλωσσών, ειδίκευσης και διαπροσωπικών δεξιοτήτων·

36. αναγνωρίζει την προστιθέμενη αξία που προσδίδει η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και η μόνιμη στήριξη εκ μέρους της Επιτροπής όσον αφορά την ενίσχυση των εθνικών φορολογικών αρχών· υπογραμμίζει τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζει εν προκειμένω το πρόγραμμα Fiscalis 2020· υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές χρήζουν σημαντικής ενίσχυσης των οικείων πόρων σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, χρηματοδότησης και υποδομής· ζητεί, επομένως, από τα κράτη μέλη να δεσμευτούν ότι θα εξασφαλίσουν επαρκές επίπεδο επενδύσεων στις εθνικές φορολογικές αρχές· προσβλέπει στα πορίσματα της νέας ομάδας έργου Fiscalis για τη χρήση προηγμένων μεθόδων ανάλυσης για τη μέτρηση της ποιότητας των δεδομένων εντός κοινού πλαισίου·

37. λαμβάνει υπό σημείωση τα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου[37], σύμφωνα με τα οποία χρειάζονται βελτιώσεις σε σχέση με την παρακολούθηση, τη διασφάλιση της ποιότητας των δεδομένων και τη χρήση των λαμβανόμενων πληροφοριών προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη η ανταλλαγή πληροφοριών· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τα πορίσματα του ΕΕΣ σε μελλοντικές εργασίες σχετικά με το πλαίσιο της ΟΔΣ·

Πρόσβαση σε δεδομένα και παρακολούθηση

38. σημειώνει με ιδιαίτερη ανησυχία ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την αξιολόγηση της ποιότητας των αναφορών δυνάμει των διατάξεων της ΟΔΣ1 και της ΟΔΣ2, διότι λίγα μόνο κράτη μέλη διενεργούν συστηματικά ελέγχους ποιότητας στα δεδομένα που ανταλλάσσονται δυνάμει της ΟΔΣ1 και της ΟΔΣ2· σημειώνει με ιδιαίτερη ανησυχία ότι οι πληροφορίες δεν αναφέρονται επαρκώς, ενώ ακόμη και αυτές που αναφέρονται, δεν χρησιμοποιούνται επαρκώς· σημειώνει επίσης ότι η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος είναι περιορισμένη· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα δημοσίως διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο των διατάξεων της ΟΔΣ δεν επαρκούν για την κατάλληλη αξιολόγηση της εξέλιξης των ανταλλαγών πληροφοριών και της αποτελεσματικότητάς τους·

39. σημειώνει ότι δεν υπάρχει κοινό ενωσιακό πλαίσιο για την παρακολούθηση των επιδόσεων και των επιτευγμάτων του συστήματος, γεγονός που επιτείνει τον κίνδυνο να είναι ελλιπή ή ανακριβή τα υποβαλλόμενα στοιχεία· σημειώνει επίσης ότι λίγα μόνο κράτη μέλη έχουν θεσπίσει και εφαρμόζουν διαδικασίες για τον έλεγχο των πληροφοριών που υποβάλλονται από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο της ΟΔΣ2·

40. θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι, σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Επιτροπή δεν παρακολουθεί ενεργά την εφαρμογή της νομοθεσίας, δεν παρέχει επαρκή καθοδήγηση και δεν μετρά τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπο του συστήματος· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι μόνο ένα από τα πέντε κράτη μέλη που ελέγχθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διενεργούσε ελέγχους ποιότητας των δεδομένων, και μάλιστα πραγματοποιήθηκαν μόνο μη αυτόματοι έλεγχοι σε περιορισμένο δείγμα δεδομένων και η εφαρμογή δεν είχε τη μορφή συστηματικής διαδικασίας·

41. επισημαίνει ότι τα ποσοστά αντιστοίχισης δείχνουν ότι μεγάλες ποσότητες πληροφοριών δεν χρησιμοποιούνται, καθώς δεν αντιστοιχίζονται με συναφείς φορολογουμένους και ότι τα κράτη μέλη δεν διενεργούν περαιτέρω ελέγχους για τα μη αντιστοιχισμένα δεδομένα· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κοινό πλαίσιο για τη μέτρηση του αντικτύπου και της σχέσης κόστους-οφέλους της ΟΔΣ και να καταστήσουν τις ανταλλαγές πληροφοριών στο πλαίσιο της ΟΔΣ πλήρως ελέγξιμες και ανιχνεύσιμες, από την προέλευση των δεδομένων μέχρι και τη χρήση τους, μέσω της ενσωμάτωσης κωδικού αναγνώρισης προέλευσης σε κάθε σύνολο δεδομένων· καλεί την Επιτροπή να δημοσιεύει ετησίως σύνοψη των πληροφοριών που λαμβάνουν τα κράτη μέλη, με σεβασμό στα δικαιώματα των φορολογουμένων και με εμπιστευτικότητα· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η έκθεση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει συγκεντρωτικά και λεπτομερή δεδομένα ώστε να είναι δυνατός ο κατάλληλος δημοκρατικός έλεγχος από το Κοινοβούλιο· σημειώνει ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στην Επιτροπή δεν θα πρέπει να θεωρούνται αυστηρά εμπιστευτικές εάν δεν μπορούν να αποδοθούν σε μεμονωμένους φορολογουμένους· επαναλαμβάνει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να συντάσσει και να δημοσιεύει εκθέσεις και έγγραφα χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται με ανώνυμο τρόπο, ούτως ώστε να λαμβάνεται υπόψη το δικαίωμα των φορολογουμένων στην εμπιστευτικότητα και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

42. καλεί την Επιτροπή να δημοσιεύει σε ετήσια βάση ανωνυμοποιημένα και συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις εκθέσεις ανά χώρα για όλα τα κράτη μέλη· καλεί τα κράτη μέλη να κοινοποιούν στις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής τις εκθέσεις που λαμβάνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής ανά χώρα·

43. τονίζει ότι, στην αξιολόγηση που διενήργησε η Επιτροπή το 2019, καταδεικνύεται η ανάγκη συνεπούς παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας του πλαισίου της ΟΔΣ· καλεί τα κράτη μέλη να κοινοποιούν στην Επιτροπή, σε ετήσια βάση, τα στατιστικά στοιχεία, την αύξηση των φορολογικών εσόδων και όλες τις άλλες σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται για την κατάλληλη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας όλων των ανταλλαγών· ζητεί, στην περίπτωση της ανταλλαγής πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, οι παρεχόμενες πληροφορίες να αναλύονται ανά χώρα, με παράλληλη τήρηση των κανόνων προστασίας των δεδομένων· καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί και να αξιολογεί σωστά την αποτελεσματικότητα της ανταλλαγής πληροφοριών και, επομένως, ζητεί νέα ολοκληρωμένη αξιολόγηση έως τον Ιανουάριο 2023·

44. τονίζει ότι θα πρέπει οι φορολογικές αρχές να ενστερνιστούν πλήρως τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τις δυνατότητές του να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη διάθεση των πληροφοριών και σε μείωση του κόστους συμμόρφωσης και της περιττής γραφειοκρατίας· επισημαίνει ότι αυτό πρέπει να συνοδεύεται από ενδεδειγμένη αύξηση των χρηματοδοτικών και ανθρώπινων πόρων και των πόρων ΤΠ για τις φορολογικές αρχές·

Συνοχή με άλλες διατάξεις

45. αναγνωρίζει ότι οι διατάξεις της ΟΔΣ είναι σε μεγάλο βαθμό συνεκτικές με το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ και ότι υπάρχει ισχυρή επικάλυψη με τον νόμο των ΗΠΑ περί φορολογικής συμμόρφωσης αλλοδαπών λογαριασμών (FATCA), ενώ παράλληλα εμπεριέχουν και σημαντικές διαφορές·

46. εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη αμοιβαιότητας δυνάμει του νόμου περί φορολογικής συμμόρφωσης αλλοδαπών λογαριασμών· παρατηρεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες καθίστανται καταλυτική δύναμη για την τήρηση του χρηματοοικονομικού απορρήτου για πρόσωπα που δεν είναι πολίτες των ΗΠΑ· παρατηρεί ότι υπάρχουν δύο βασικά κενά: ανταλλάσσονται μόνο πληροφορίες που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία στις ΗΠΑ και δεν ανταλλάσσονται καθόλου πληροφορίες σχετικά με την πραγματική κυριότητα· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν νέες διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ προκειμένου να επιτευχθεί πλήρης αμοιβαιότητα σε ένα ενισχυμένο πλαίσιο σχετικά με το ΚΠΑ που θα συμφωνηθεί από κοινού· τονίζει ότι αυτό θα οδηγούσε στην επίτευξη σημαντικής προόδου, καθώς και σε χαμηλότερο κόστος συμμόρφωσης για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και σε σημαντική μείωση των γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για μια φορολογική σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών·

47. εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τις δυσμενείς επιπτώσεις που έχει στους λεγόμενους Αμερικανούς λόγω συγκυριών ο νόμος περί φορολογικής συμμόρφωσης αλλοδαπών λογαριασμών· θεωρεί λυπηρό το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, δεν έχει βρεθεί βιώσιμη λύση σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

48. παρατηρεί ότι ενδέχεται να υπάρξουν τριβές μεταξύ του πλαισίου της ΟΔΣ και των κανονισμών (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725· τονίζει ότι η επεξεργασία δεδομένων που προβλέπεται στις διατάξεις της ΟΔΣ αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στην εξυπηρέτηση του γενικού δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της φορολογίας στα κράτη μέλη και, συγκεκριμένα, στον περιορισμό της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής, στη διασφάλιση των φορολογικών εσόδων και στην προώθηση της δίκαιης φορολόγησης·

49. εκφράζει τη στήριξή του στην έκκληση του Συμβουλίου προς την Επιτροπή να αναλύσει κατά πόσον θα ήταν εφικτό να ευθυγραμμιστεί περαιτέρω το πεδίο εφαρμογής των εργαλείων που διατίθενται στις φορολογικές αρχές δυνάμει της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου με συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου·

50. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σύναψη συμφωνιών παρόμοιων με την οδηγία 2014/107/ΕΕ σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών με τρίτες χώρες όπως η Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό, ο Άγιος Μαρίνος και η Ελβετία· ζητεί να αξιολογηθεί η εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας και, επομένως, ζητεί αξιολόγηση με βάση την υφιστάμενη συμφωνία σχετικά με το ΚΠΑ· ζητεί, επιπλέον, παρόμοιες συμφωνίες όσον αφορά τις ΟΔΣ3, 5, 6 και 7·

Συμπεράσματα

51. προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει, το συντομότερο, ολοκληρωμένη αναθεώρηση του πλαισίου της ΟΔΣ, η οποία θα βασίζεται στις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και σε ευρεία δημόσια διαβούλευση· απευθύνει ισχυρή έκκληση στην Επιτροπή και το Συμβούλιο να ανταλλάξουν απόψεις επί του θέματος με το Κοινοβούλιο· εκφράζει τη λύπη του για την επανειλημμένη έγκριση από το Συμβούλιο αποφάσεων που αποδυναμώνουν τις προτάσεις της Επιτροπής για ενίσχυση του πλαισίου της ΟΔΣ·

52. θεωρεί εξαιρετικά λυπηρό το γεγονός ότι όλα τα κράτη μέλη – με εξαίρεση τη Φινλανδία και τη Σουηδία – αρνήθηκαν να χορηγήσουν στο Κοινοβούλιο πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα για την αξιολόγηση της εφαρμογής των διατάξεων της ΟΔΣ· καταδικάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή αρνήθηκε να χορηγήσει στο Κοινοβούλιο πρόσβαση στα αντίστοιχα δεδομένα που έχει στην κατοχή της· θεωρεί ότι, ως εκ τούτου, το Κοινοβούλιο ουσιαστικά εμποδίζεται να ασκήσει το καθήκον πολιτικού ελέγχου επί της Επιτροπής που του αναλογεί δυνάμει των άρθρων 14 και 17 παράγραφος 8 της ΣΕΕ· σημειώνει, επομένως, ότι η παρούσα έκθεση εφαρμογής παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις· καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να πάψουν να αρνούνται να κοινοποιούν τα σχετικά έγγραφα σύμφωνα με τον κανονισμό 1049/2001[38], που έχει άμεση εφαρμογή, και να σεβαστούν την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της ΣΕΕ· καλεί το Κοινοβούλιο να χρησιμοποιήσει όλα τα νομικά μέσα που έχει στη διάθεσή του για να εξασφαλίσει ότι θα λαμβάνει όλα τα έγγραφα που απαιτούνται για την πλήρη αξιολόγηση της εφαρμογής της ΟΔΣ·

53. αντιλαμβάνεται ότι η ΟΔΣ, δεδομένου ότι αφορά φορολογικά ζητήματα, συνιστά διακυβερνητική διάσταση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι οι φορολογικές πολιτικές αποτελούν δομικό στοιχείο για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της ΕΕ, όσον αφορά κυρίως την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής κ.λπ.· καταδικάζει τη θέση του Συμβουλίου όσον αφορά τις διαδοχικές αναθεωρήσεις της ΟΔΣ, με βάση τον επανειλημμένο μετριασμό των προτάσεων της Επιτροπής και την αδιαφορία για τις θέσεις του Κοινοβουλίου· καλεί το Συμβούλιο να αναθεωρήσει τη στάση του έναντι του Κοινοβουλίου όσον αφορά τα φορολογικά ζητήματα και, ειδικά, τις αναθεωρήσεις της ΟΔΣ· παροτρύνει το Συμβούλιο να παραχωρήσει πρόσβαση σε σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την εφαρμογή της ΟΔΣ, με στόχο να διασφαλιστεί ο κατάλληλος δημοκρατικός έλεγχος από το Κοινοβούλιο·

54. αντιλαμβάνεται ότι η ΟΔΣ έχει διττό αποτέλεσμα: την ανίχνευση φαινομένων απάτης μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και την αποτροπή τους, καθιστώντας πιθανότερη την ταυτοποίηση των υπαιτίων απάτης και μην επιτρέποντας να μένουν ατιμώρητοι· αναγνωρίζει ότι ο ποσοτικός προσδιορισμός του εν λόγω αποτρεπτικού αποτελέσματος είναι δυσκολότερος, αλλά καλεί την Επιτροπή να εξετάσει περαιτέρω την εν λόγω πτυχή της ΟΔΣ στις μελλοντικές της αξιολογήσεις·

°

° °

55. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


 

ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 4 του Κανονισμού

Gunnar BECK

Η έκθεση εξετάζει ορισμένες σημαντικές ελλείψεις όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και τη λειτουργία της ΟΔΣ και εισηγείται ορισμένες καλές προτάσεις που ενδέχεται να βελτιώσουν το πλαίσιο της ΟΔΣ. Θεωρούμε, ωστόσο, λυπηρό το γεγονός ότι ο εισηγητής και οι άλλες πολιτικές ομάδες δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς ορισμένες σημαντικές αδυναμίες όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων για μη χρηματοπιστωτικές οντότητες (ΜΧΟ), όπως τα καταπιστεύματα, τα ιδρύματα και οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί. Οι οργανισμοί αυτοί εξαιρούνται από πολλές απαιτήσεις της ΟΔΣ και όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συνήθως ελλείψει πραγματικού δικαιούχου. Σύμφωνα με τη FATF, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και ορισμένες εθνικές εποπτικές αρχές, αυτό καθιστά τις ΜΧΟ χρήσιμα εργαλεία για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τη φοροδιαφυγή. Σημειώνουμε ότι οι άλλες πολιτικές ομάδες δεν επιθυμούν να καλυφθούν τα σημαντικά αυτά κενά όσον αφορά τη φορολογία και τη διαφάνεια για τους εν λόγω οργανισμούς.

 


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ημερομηνία της έγκρισης

27.5.2021

 

 

 

Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας

+:

–:

0:

46

6

6

Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Gunnar Beck, Marek Belka, Isabel Benjumea Benjumea, Stefan Berger, Gilles Boyer, Francesca Donato, Engin Eroglu, Markus Ferber, Jonás Fernández, Frances Fitzgerald, José Manuel García-Margallo y Marfil, Luis Garicano, Sven Giegold, Valentino Grant, Claude Gruffat, Eero Heinäluoma, Michiel Hoogeveen, Danuta Maria Hübner, Stasys Jakeliūnas, Othmar Karas, Billy Kelleher, Ondřej Kovařík, Γεώργιος Κύρτσος, Aurore Lalucq, Philippe Lamberts, Aušra Maldeikienė, Pedro Marques, Fulvio Martusciello, Jörg Meuthen, Csaba Molnár, Siegfried Mureşan, Luděk Niedermayer, Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος, Δημήτριος Παπαδημούλης, Piernicola Pedicini, Lídia Pereira, Kira Marie Peter-Hansen, Sirpa Pietikäinen, Dragoș Pîslaru, Evelyn Regner, Antonio Maria Rinaldi, Alfred Sant, Joachim Schuster, Ralf Seekatz, Pedro Silva Pereira, Paul Tang, Irene Tinagli, Ernest Urtasun, Inese Vaidere, Johan Van Overtveldt, Stéphanie Yon-Courtin, Marco Zanni, Roberts Zīle

Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία

Eugen Jurzyca, Hélène Laporte, Chris MacManus, Margarida Marques, Monica Semedo

 


 

ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

46

+

ID

Hélène Laporte

PPE

Isabel Benjumea Benjumea, Stefan Berger, Markus Ferber, Frances Fitzgerald, José Manuel García-Margallo y Marfil, Danuta Maria Hübner, Othmar Karas, Γεώργιος Κύρτσος, Aušra Maldeikienė, Fulvio Martusciello, Siegfried Mureşan, Luděk Niedermayer, Lídia Pereira, Sirpa Pietikäinen, Ralf Seekatz, Inese Vaidere

Renew

Gilles Boyer, Engin Eroglu, Luis Garicano, Billy Kelleher, Ondřej Kovařík, Dragoș Pîslaru, Monica Semedo, Stéphanie Yon-Courtin

S&D

Marek Belka, Jonás Fernández, Eero Heinäluoma, Aurore Lalucq, Margarida Marques, Pedro Marques, Csaba Molnár, Evelyn Regner, Joachim Schuster, Pedro Silva Pereira, Paul Tang, Irene Tinagli

The Left

Chris MacManus, Δημήτριος Παπαδημούλης

Verts/ALE

Sven Giegold, Claude Gruffat, Stasys Jakeliūnas, Philippe Lamberts, Piernicola Pedicini, Kira Marie Peter-Hansen, Ernest Urtasun

 

6

-

ECR

Michiel Hoogeveen, Eugen Jurzyca, Johan Van Overtveldt, Roberts Zīle

NI

Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος

S&D

Alfred Sant

 

6

0

ID

Gunnar Beck, Francesca Donato, Valentino Grant, Jörg Meuthen, Antonio Maria Rinaldi, Marco Zanni

 

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

+ : υπέρ

- : κατά

0 : αποχή

 

 

Τελευταία ενημέρωση: 16 Ιουνίου 2021
Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου