ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για την παρακράτηση φόρου
1.2.2022 - (2021/2097(INI))
Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Pedro Marques
ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ
σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για την παρακράτηση φόρου
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 12, 45, 49, 58, 63, 64, 65, 113, 115 και 116 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2011, για οδηγία του Συμβουλίου για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (COM(2011)0714),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/96/ΕΕ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2011, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών (οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες)[1],
– έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς[2] και την οδηγία (ΕΕ) 2017/952 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2017, για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1164 όσον αφορά τις ασυμφωνίες στη μεταχείριση υβριδικών μέσων με τρίτες χώρες[3],
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (οδηγία για τους τόκους και τα δικαιώματα)[4],
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον φορολογικό τομέα[5],
– έχοντας υπόψη την οδηγία (EΕ) 2018/822 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις[6],
– έχοντας υπόψη τις προτάσεις της Επιτροπής της 25ης Οκτωβρίου 2016 για κοινή βάση φορολογίας εταιρειών (COM/2016/0685) και της 25ης Οκτωβρίου 2016 για κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (COM/2016/0683), τη δέσμη μέτρων για τη φορολόγηση της ψηφιακής οικονομίας[7] και τη σχετική θέση του Κοινοβουλίου,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2021, με τίτλο «Φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα» (COM(2021)0251),
– έχοντας υπόψη τη θέση του που εγκρίθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με την πρόταση για οδηγία του Συμβουλίου για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών[8],
– έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 13ης Δεκεμβρίου 2017 προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή εν συνεχεία της έρευνας για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή[9],
– έχοντας υπόψη τη συνέχεια που δόθηκε από την Επιτροπή σε καθένα από τα προαναφερθέντα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου[10],
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με τις συναλλαγές cum-ex, cum-cum και τα συστήματα επιστροφής παρακρατούμενου φόρου,
– έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για τις διαδικασίες ελάφρυνσης της παρακράτησης φόρου στην πηγή[11],
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2011, με τίτλο «Η διπλή φορολόγηση στην ενιαία αγορά» (COM(2011)0712),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 15ης Ιουλίου 2020, με τίτλο «Σχέδιο δράσης για δίκαιη και απλή φορολόγηση που στηρίζει τη στρατηγική ανάκαμψης» (COM(2020)0312),
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 24ης Σεπτεμβρίου 2020, με τίτλο «Ένωση Κεφαλαιαγορών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις - Νέο σχέδιο δράσης» (COM(2020)0590),
– έχοντας υπόψη τον κώδικα δεοντολογίας για την παρακράτηση φόρου, που εξέδωσε η Επιτροπή το 2017,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της 11ης Μαΐου 2020, σχετικά με τις συναλλαγές cum-ex, cum-cum και τα συστήματα επιστροφής παρακρατούμενου φόρου,
– έχοντας υπόψη την οριστική έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με την επανεξέταση του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2017, με τίτλο «Επιτάχυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών: αντιμετώπιση των εθνικών εμποδίων στις ροές κεφαλαίων» (COM(2017)0147),
– έχοντας υπόψη τη μελέτη του φορολογικού παρατηρητηρίου της ΕΕ, του Οκτωβρίου του 2021, με τίτλο «Revenue effects of the global minimum tax: country-by-country estimates» (Επιπτώσεις του παγκόσμιου ελάχιστου φόρου στα έσοδα: εκτιμήσεις ανά χώρα),
– έχοντας υπόψη τη μελέτη του φορολογικού παρατηρητηρίου της ΕΕ, της 22ας Νοεμβρίου 2021, με τίτλο «New forms of tax competition in the European Union: An empirical investigation» (Νέες μορφές φορολογικού ανταγωνισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση: μια εμπειρική έρευνα),
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2021, για τη θέσπιση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας[12],
– έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, με ημερομηνία 22 Ιανουαρίου 2021 και τίτλο «Guidance to Member States – Recovery and Resilience Plans» (Καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη – σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας) (SWD(2021)0012),
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της 1ης Ιουλίου 2021 σχετικά με μια λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας, που δημοσιεύτηκε από το Πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS),
– έχοντας υπόψη το έργο TRACE (Ελαφρύνσεις βάσει Συνθηκών και Βελτίωση της Συμμόρφωσης) του ΟΟΣΑ,
– έχοντας υπόψη την αρχική εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2021, σχετικά με την πρωτοβουλία με τίτλο «New EU system for the avoidance of double taxation and prevention of tax abuse in the field of withholding taxes» (Νέο σύστημα της ΕΕ για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης και την πρόληψη των καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών στον τομέα της παρακράτησης φόρου),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2015 σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος[13],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2016 σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος[14],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Νοεμβρίου 2018 σχετικά με το σκάνδαλο cum-ex: οικονομικό έγκλημα και κενά στο ισχύον νομικό πλαίσιο[15],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Μαρτίου 2019 σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή[16],
έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Ιανουαρίου 2021 σχετικά με τη μεταρρύθμιση του ενωσιακού καταλόγου φορολογικών παραδείσων[17],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 16ης Σεπτεμβρίου 2021, με τίτλο «Εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών: πρόοδος, διδάγματα που αντλήθηκαν και εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν»[18],
– έχοντας υπόψη το άρθρο 54 του Κανονισμού του,
– έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A9-0011/2022),
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να χάνουν φορολογικά έσοδα λόγω επιζήμιων φορολογικών πρακτικών και ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα διαφυγόντα έσοδα λόγω εταιρικής φοροαποφυγής κυμαίνονται από 36-37 δισ. EUR[19] έως 160-190 δισ. EUR ετησίως[20]·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι ανεξάρτητες έρευνες[21] δείχνουν ότι, όσον αφορά τη φορολόγηση των εταιρειών, τα έσοδα που χάνουν συλλογικά τα κράτη μέλη της ΕΕ κατευθύνονται περισσότερο προς άλλα κράτη μέλη της ΕΕ παρά προς τρίτες χώρες·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υψηλές ροές πληρωμών δικαιωμάτων, τόκων ή μερισμάτων μέσω συγκεκριμένης περιοχής δικαιοδοσίας αποτελούν ένδειξη ανακατεύθυνσης κερδών με μοναδικό σκοπό τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δομές επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κύριους διαύλους: i) τις πληρωμές δικαιωμάτων, ii) τις πληρωμές τόκων και iii) την ενδοομιλική τιμολόγηση[22], γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία των ροών παθητικού εισοδήματος στη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συμμετέχοντες στο Πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για την BEPS κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τις βασικές συνιστώσες μιας μεταρρύθμισης δύο πυλώνων του διεθνούς φορολογικού συστήματος, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου ενός ελάχιστου πραγματικού συντελεστή φορολογίας εταιρειών ύψους 15 %·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το φορολογικό παρατηρητήριο της ΕΕ έχει εκτιμήσει ότι η εφαρμογή του πυλώνα ΙΙ της συμφωνίας των G20/ΟΟΣΑ θα οδηγήσει στην άμεση αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 63,9 δισ. EUR για τα 27 κράτη μέλη·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρακράτηση φόρου στην πηγή μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε διπλή φορολόγηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παρακρατούμενοι φόροι αποτελούν για τα κράτη μέλη πηγή εσόδων με τα οποία χρηματοδοτούνται δημόσιες δαπάνες, καθώς και αποτελεσματικό εργαλείο για τη διασφάλιση μιας εγχώριας φορολογικής βάσης και για την καταπολέμηση της μετατόπισης των κερδών σε περιοχές δικαιοδοσίας με χαμηλή φορολογία·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αλλαγές σε ενωσιακό επίπεδο και σε επίπεδο κρατών μελών όσον αφορά το σύστημα παρακράτησης φόρου στην πηγή θα πρέπει να συνδεθούν με τις υφιστάμενες και τις μελλοντικές διατάξεις κατά της φοροαποφυγής, όπως η εφαρμογή της προαναφερθείσας συμφωνίας από το Πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για την BEPS·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συστήματα cum-ex και cum-cum αφορούν και τα δύο επιστροφές παρακρατούμενου φόρου μερισμάτων τις οποίες δεν δικαιούνταν οι δικαιούχοι, και οι οποίες εκτιμάται ότι είχαν για τους φορολογούμενους συνολικό κόστος ύψους 140 δισ. EUR κατά την περίοδο 2000-2020· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες από αυτές τις επιστροφές θεωρούνται παράνομες και ότι οι αποκαλύψεις αυτές συνιστούν το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα σκάνδαλο φορολογικής απάτης στην Ευρωπαϊκή Ένωση·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολύπλοκες, χρονοβόρες, δαπανηρές και μη τυποποιημένες διαδικασίες επιστροφής αυξάνουν τον κίνδυνο φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, όπως καταδεικνύεται από τις αποκαλύψεις για το σύστημα cum-ex, καθώς και τον διοικητικό φόρτο για τις διασυνοριακές επενδύσεις, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και τους ιδιώτες επενδυτές, και ενδέχεται να αποθαρρύνουν τις διασυνοριακές επενδύσεις και να δυσχεράνουν την ολοκλήρωση της αγοράς και την εξέλιξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την Ένωση Κεφαλαιαγορών διατυπώνεται στο ψήφισμά του, της 8ης Οκτωβρίου 2020, με τίτλο «Περαιτέρω προώθηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU): βελτίωση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση μέσω κεφαλαιαγορών, ιδίως για τις ΜΜΕ, και περαιτέρω διευκόλυνση της συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών»[23]· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ παραμένει προσηλωμένη στην ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και στην προώθηση μιας πραγματικά ευρωπαϊκής αγοράς που ενθαρρύνει τις διασυνοριακές συναλλαγές· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή ανακοίνωσε τον στόχο της ελάφρυνσης της φορολογικής επιβάρυνσης στις διασυνοριακές επενδύσεις ως ένα από τα βασικά σημεία δράσης στην ανακοίνωσή της για το 2020 με τίτλο «Ένωση Κεφαλαιαγορών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις – Νέο σχέδιο δράσης»·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει θεσπίσει στο παρελθόν μη δεσμευτικά μέτρα για τη διευκόλυνση των διαδικασιών υποβολής αίτησης για επιστροφή φόρου, μεταξύ των οποίων ένας κώδικας δεοντολογίας για την παρακράτηση φόρου στην πηγή και μια σύσταση σχετικά με την απλούστευση των διαδικασιών υποβολής αίτησης για ελάφρυνση της διασυνοριακής παρακράτησης φόρου στην πηγή, με περιορισμένα ωστόσο αποτελέσματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε η δέσμη μέτρων TRACE[24] του ΟΟΣΑ δεν εφαρμόζεται ευρέως·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή εκτίμησε το συνολικό κόστος των διαδικασιών επιστροφής του παρακρατούμενου φόρου σε περίπου 8,4 δισ. EUR το 2016, το οποίο οφειλόταν κυρίως στην παραίτηση από φορολογικές ελαφρύνσεις, στο κόστος των διαδικασιών επιστροφής φόρου και στο κόστος ευκαιρίας[25], με αποτέλεσμα να καθίσταται λιγότερο ελκυστική η προοπτική διασυνοριακών επενδύσεων·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τόσο η οδηγία για τους τόκους και τα δικαιώματα (ΟΤΔ) όσο και η οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες (ΟΜΘ) απαλλάσσουν από την παρακράτηση φόρου στην πηγή ορισμένες διασυνοριακές πληρωμές που πραγματοποιούνται εντός της ΕΕ και σχετίζονται με τόκους, δικαιώματα και μερίσματα, με στόχο την εξάλειψη της διπλής φορολόγησης·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 26 Φεβρουαρίου 2019, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε αποφάσεις σε διάφορες υποθέσεις που αφορούν το δανικό καθεστώς παρακράτησης φόρου στην πηγή, σε σχέση με τα μερίσματα και τους τόκους που καταβάλλονται από δανικές εταιρείες σε εταιρείες σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, με σημαντικές συνέπειες για την εφαρμογή της ΟΤΔ και της ΟΜΘ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υποθέσεις αυτές επιβεβαιώνουν ότι είναι σημαντικό να παρέχει ο αποδέκτης παθητικού εισοδήματος αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο και την οικονομική ουσία·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην αιτιολογική σκέψη 3 της ΟΤΔ αναφέρεται ότι «είναι ανάγκη να εξασφαλισθεί ότι οι πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων θα φορολογούνται μόνο μία φορά, σε ένα κράτος μέλος»·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της ΟΤΔ έχουν παραμείνει στάσιμες στο Συμβούλιο από το 2012 λόγω της διαφοράς απόψεων μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη δυνατότητα να συμπεριληφθεί ένας πραγματικός ελάχιστος φορολογικός συντελεστής για τα δικαιώματα και τους τόκους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή θεωρεί ότι η μεταφορά στην εθνική νομοθεσία του πυλώνα 2 του Πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για την BEPS αναμένεται να προετοιμάσει το έδαφος για την έγκριση της εκκρεμούσας πρότασης για την αναδιατύπωση της ΟΤΔ[26]·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεσμεύτηκε να προτείνει νομοθετική πρωτοβουλία για τη θέσπιση ενός κοινού, τυποποιημένου συστήματος σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την ελάφρυνση της παρακράτησης φόρου στην πηγή, συνοδευόμενου από μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών[27]·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα υψηλά πρότυπα συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη φορολογία, εντός των ορίων των Συνθηκών και του ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου, παραμένουν ζωτικής σημασίας για την προστασία και τη διασφάλιση της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς·
Τερματισμός των πρακτικών μετατόπισης των κερδών
1. σημειώνει ότι, παρά τις συνεχείς προσπάθειες, το σύστημα παρακράτησης φόρου στην πηγή μεταξύ των κρατών μελών έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένο όσον αφορά τους συντελεστές και τις διαδικασίες ελάφρυνσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νομικά κενά και ανασφάλεια δικαίου· σημειώνει περαιτέρω ότι το ισχύον σύστημα χρησιμοποιείται καταχρηστικά για τη μετατόπιση των κερδών, επιτρέπει τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό και δημιουργεί το ανεπιθύμητο αποτέλεσμα της διπλής φορολόγησης, επιπλέον των φραγμών στις διασυνοριακές επενδύσεις στην ενιαία αγορά·
2. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στην καταπολέμηση των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε διεθνές επίπεδο, τονίζοντας παράλληλα ότι απαιτείται καλύτερη εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας και, υπό το πρίσμα των αυξανόμενων αποδεικτικών στοιχείων για τη μετατόπιση των κερδών, τον επιζήμιο φορολογικό ανταγωνισμό και την απάτη, ιδίως μετά τις αποκαλύψεις για το σύστημα cum-ex, μπορεί να είναι αναγκαία η λήψη νομοθετικών μέτρων, παράλληλα με τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των φορολογικών εμποδίων στις διασυνοριακές επενδύσεις·
3. χαιρετίζει τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο επίπεδο του Πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για μια μεταρρύθμιση δύο πυλώνων, συμπεριλαμβανομένου ενός παγκόσμιου ελάχιστου πραγματικού συντελεστή φορολογίας εταιρειών· θεωρεί ότι αυτό αποτελεί σημαντικό βήμα προκειμένου να τερματιστεί η πρακτική της μετατόπισης των κερδών σε περιοχές δικαιοδοσίας με χαμηλή φορολογία, να περιοριστεί ο επιζήμιος φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων περιοχών, και να εξασφαλιστεί ότι οι εταιρείες θα καταβάλλουν το μερίδιο φόρου που τους αναλογεί σε κάθε περιοχή δικαιοδοσίας· σημειώνει, ωστόσο, ότι η συμφωνία περιλαμβάνει ρήτρες εξαίρεσης, καθώς και μια εξαίρεση de minimis, και ότι το πεδίο εφαρμογής επικεντρώνεται στις πολυεθνικές επιχειρήσεις με συνολικό ενοποιημένο κύκλο εργασιών τουλάχιστον 750 εκατ. EUR·
4. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι 137 χώρες και περιοχές δικαιοδοσίας έχουν υποστηρίξει τη συμφωνία σε επίπεδο Πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ για μια μεταρρύθμιση δύο πυλώνων· σημειώνει με ικανοποίηση το γεγονός ότι όλα τα μέλη της G20 και του ΟΟΣΑ, καθώς όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ συμμετέχουν στη συμφωνία· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή υπέβαλε νομοθετική πρόταση για την εφαρμογή του πυλώνα ΙΙ με βάση τη συμφωνία, λίγο αφότου ο ΟΟΣΑ ανέπτυξε τους πρότυπους κανόνες του· καλεί το Συμβούλιο να εγκρίνει ταχέως τις εν λόγω προτάσεις, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τη θέση του Κοινοβουλίου, ώστε να τεθούν σε ισχύ το 2023· πιστεύει ότι η επιβολή ενός κατώτατου ορίου στον φορολογικό ανταγωνισμό αποτελεί μέρος της εφαρμογής της διεθνούς συμφωνίας·
5. υπενθυμίζει ότι η παρακράτηση φόρου στην πηγή μπορεί να είναι ένα αμυντικό μέτρο που λαμβάνουν τα κράτη μέλη κατά των χωρών που περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας· ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει νομοθετική πρόταση που να ενισχύει τα συντονισμένα αμυντικά μέτρα κατά των χωρών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, δεδομένου ότι η διακριτική εφαρμογή από μεμονωμένα κράτη μέλη δεν ήταν τόσο αποτελεσματική όσο αναμενόταν· τονίζει, εν προκειμένω, ότι πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η εφαρμογή της συμφωνίας των G20/ΟΟΣΑ, και ιδίως του πυλώνα ΙΙ·
6. επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση για παρακράτηση φόρου στην πηγή στο σύνολο της ΕΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληρωμές που πραγματοποιούνται εντός της Ένωσης φορολογούνται τουλάχιστον μία φορά πριν από την έξοδο των αντίστοιχων κεφαλαίων από την Ένωση[28]· προτρέπει την Επιτροπή να συμπεριλάβει στην εν λόγω πρόταση ισχυρά μέτρα κατά των καταχρήσεων·
7. σημειώνει ότι ένα απλό, συνεκτικό και δίκαιο φορολογικό σύστημα αποτελεί βασικό παράγοντα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η διάβρωση της φορολογικής βάσης και η μετατόπιση των κερδών εξακολουθούν να συμβαίνουν και διευκολύνονται από την έλλειψη κοινής παρακράτησης φόρου στην πηγή για τις εξερχόμενες πληρωμές προς τρίτες χώρες και από την απουσία κοινών κανόνων και διαδικασιών που θα διασφαλίζουν με πιο αποτελεσματικό τρόπο τη φορολόγηση των ενδοενωσιακών ροών μερισμάτων, δικαιωμάτων και τόκων, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως και ενός ελάχιστου πραγματικού φορολογικού συντελεστή· υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση της μετατόπισης των κερδών θα πρέπει να αποτελεί ένα από τα κύρια καθήκοντα της ΕΕ για τα επόμενα έτη·
8. υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και της αξιολόγησης των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, διαπίστωσε ότι απαιτούνται περισσότερες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού σε έξι κράτη μέλη, όπου η απουσία ή η περιορισμένη εφαρμογή παρακράτησης φόρου επί των εξερχόμενων πληρωμών είναι πιθανόν να χρησιμοποιείται καταχρηστικά για επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό και αναζήτηση της πλέον ευνοϊκής νομοθεσίας·
9. καλεί την Επιτροπή να επιμείνει στην εφαρμογή των συστάσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και στην αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας όσον αφορά τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό, και ιδίως τις πληρωμές τόκων, δικαιωμάτων και μερισμάτων·
10. τονίζει ότι το καθεστώς που εφαρμόζεται στο πλαίσιο της ΟΤΔ και της ΟΜΘ, σε συνδυασμό με την απουσία κοινών κανόνων και διαδικασιών που να διασφαλίζουν τη φορολόγηση των ενδοενωσιακών ροών μερισμάτων, τόκων και δικαιωμάτων, μπορεί να παρέχει τη δυνατότητα στις εν λόγω ροές να εξέρχονται από την ΕΕ χωρίς να φορολογούνται, και να κατευθύνονται σε τρίτες περιοχές δικαιοδοσίας με χαμηλή φορολογία, με αποτέλεσμα να προκύπτουν σημαντικές απώλειες εσόδων· τονίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό τουλάχιστον μέσω κανόνων κατά της διάβρωσης της φορολογικής βάσης·
11. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα κοινό και τυποποιημένο πλαίσιο παρακράτησης φόρου στην πηγή, το οποίο θα μειώνει την πολυπλοκότητα για τους επενδυτές, θα αναχαιτίζει την πρακτική της αναζήτησης της πλέον ευνοϊκής νομοθεσίας και θα διασφαλίζει ότι όλα τα μερίσματα, οι τόκοι, τα κεφαλαιακά κέρδη, οι πληρωμές δικαιωμάτων, οι πληρωμές επαγγελματικών υπηρεσιών και οι σχετικές πληρωμές εκ συμβάσεων τα οποία παράγονται στην ΕΕ, φορολογούνται με πραγματικό συντελεστή·
12. υπενθυμίζει τη θέση του που εγκρίθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με την αναθεώρηση της ΟΤΔ· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η αναθεώρηση της ΟΤΔ έχει παγώσει στο Συμβούλιο από το 2012 λόγω της διαφοράς απόψεων μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη δυνατότητα να συμπεριληφθεί ένας πραγματικός ελάχιστος φορολογικός συντελεστής για τα δικαιώματα και τους τόκους· παροτρύνει το Συμβούλιο να ξαναρχίσει γρήγορα και να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για την ΟΤΔ υπό το πρίσμα της εφαρμογής του πυλώνα ΙΙ από την ΕΕ·
13. σημειώνει ότι η έλλειψη πραγματικού ελάχιστου φορολογικού συντελεστή για την καταβολή μερισμάτων στους μετόχους έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον που ενδέχεται να ευνοεί τη φοροαποφυγή· καλεί την Επιτροπή να αναλύσει το ζήτημα αυτό και να αξιολογήσει τις βέλτιστες νομοθετικές επιλογές για την αντιμετώπισή του, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αναθεώρησης της ΟΜΘ·
14. υπενθυμίζει ότι πρόσφατες έρευνες[29] δείχνουν μεγάλες διαφορές στην εφαρμογή της παρακράτησης φόρου στην πηγή στα κράτη μέλη —με τους συντελεστές να κυμαίνονται μεταξύ 0 % και 35 %— και επισημαίνει το γεγονός ότι οι συντελεστές παρακράτησης φόρου στην πηγή στις φορολογικές συμβάσεις είναι συχνά χαμηλότεροι από τους κανονικούς συντελεστές·
15. ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν την κύρωση της πολυμερούς σύμβασης για την εφαρμογή σχετικών με τις φορολογικές συμβάσεις μέτρων για την πρόληψη της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης των κερδών (ΠΣΕ)· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει αυτά τα πρότυπα της ΠΣΕ στη μεταρρύθμιση του ενωσιακού καταλόγου μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας και των κριτηρίων του·
16. ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν όλες τις ισχύουσες φορολογικές συμβάσεις που έχουν υπογραφεί με τρίτες χώρες, για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τα νέα παγκόσμια πρότυπα· ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει στα κράτη μέλη αναλογικά μέτρα σχετικά με τις υφιστάμενες διμερείς φορολογικές συμβάσεις τους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αυτές θα περιλαμβάνουν γενικούς κανόνες απαγόρευσης των καταχρήσεων·
17. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τη διαπραγμάτευση φορολογικών συμβάσεων μεταξύ κρατών μελών και αναπτυσσόμενων χωρών, υπό το πρίσμα του «κανόνα για την υπαγωγή σε φορολογία» που περιλαμβάνεται στον πυλώνα ΙΙ·
Ενίσχυση της καταπολέμησης του αρμπιτράζ μερισμάτων
18. υπενθυμίζει ότι, τον Οκτώβριο του 2018, μια έρευνα αποκάλυψε ότι 11 κράτη μέλη είχαν χάσει φορολογικά έσοδα ύψους έως και 55,2 δισ. EUR ως αποτέλεσμα των συστημάτων cum-ex και cum-cum, αλλά σύμφωνα με νέες εκτιμήσεις έρευνας που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2021, το ποσό της απώλειας δημόσιων εσόδων ανέρχεται σε περίπου 140 δισ. EUR για την περίοδο 2000-2020· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι τα συστήματα αυτά συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σε βάρος των δημόσιων οικονομικών της ΕΕ· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι ενδέχεται να υπάρχουν και άλλα συστήματα με παρόμοιο επιζήμιο αντίκτυπο, όπως το cum-fake· σημειώνει ότι το γερμανικό Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο της Καρλσρούης έκρινε τον Ιούλιο του 2021 ότι τα συστήματα cum-ex είναι παράνομα και, ως εκ τούτου, συνιστούν φορολογική απάτη·
19. σημειώνει το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) πραγματοποίησαν έρευνα και δημοσίευσαν τελική έκθεση σχετικά με τα συστήματα cum-ex, cum-cum και επιστροφής παρακρατούμενου φόρου, όπως είχε ζητήσει το Κοινοβούλιο· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει πιθανές λύσεις για την αντιμετώπιση των συστημάτων αυτών, και συγκεκριμένα τη δυνατότητα σύνδεσης των επιστροφών φόρου με την υποκείμενη διανομή μερισμάτων, ιδίως μέσω ενός μοναδικού αναγνωριστικού και/ή αναθέτοντας σε μια ενιαία οντότητα σε κάθε κράτος μέλος την ευθύνη για την είσπραξη του παρακρατούμενου φόρου και την έκδοση του σχετικού φορολογικού πιστοποιητικού, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα μπορούν να πραγματοποιηθούν πολλαπλές επιστροφές φόρου για μία και μόνη διανομή και ότι οι καταχρήσεις των διαδικασιών επιστροφής θα εντοπίζονται εύκολα από τις φορολογικές αρχές·
20. τονίζει ότι οι αποκαλύψεις για το σύστημα cum-ex είχαν αντίκτυπο στην ακεραιότητα της αγοράς και στην εμπιστοσύνη των επενδυτών· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τα συμπεράσματα της τελικής έκθεσης της ESMA σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς, προκειμένου να αναλύσει κατά πόσον έχει παραβιαστεί ο κανονισμός, και να εξετάσει κατά πόσον απαιτούνται, στο πλαίσιο αυτό, τροποποιήσεις στον κανονισμό για την κατάχρηση της αγοράς· τονίζει ότι οι ευρωπαϊκές αρχές, συμπεριλαμβανομένων της ΕΑΤ και της ESMA, πρέπει να κληθούν να αναλάβουν τις εποπτικές τους αρμοδιότητες·
21. καλεί την Επιτροπή να προτείνει μέτρα για την ενίσχυση της συνεργασίας και της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των φορολογικών αρχών, των αρχών εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών και, κατά περίπτωση, των αρχών επιβολής του νόμου όσον αφορά τον εντοπισμό συστημάτων επιστροφής παρακρατούμενου φόρου και την άσκηση σχετικών διώξεων· επισημαίνει τη σύσταση της ESMA[30] προς την Επιτροπή να άρει τους ισχύοντες νομικούς περιορισμούς όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών και των φορολογικών αρχών· καλεί την Επιτροπή να προβλέψει, στο πλαίσιο των προσεχών νομοθετικών προτάσεων, νομική βάση για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ των εν λόγω αρχών, ιδίως για την επισήμανση ύποπτων δραστηριοτήτων·
22. συμμερίζεται την ανησυχία της ESMA ότι τα συστήματα επιστροφής παρακρατούμενου φόρου σπανίως περιορίζονται εντός των συνόρων της ΕΕ[31] και, ως εκ τούτου, τονίζει τη σημασία της συνεχούς διεθνούς συνεργασίας σε αυτό το θέμα·
23. επισημαίνει τις προσπάθειες της Επιτροπής και τις πρωτοβουλίες του Κοινοβουλίου που έχουν ως στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας μεταξύ των κρατών μελών, παραδείγματος χάρη μέσω του προγράμματος Fiscalis·
24. τονίζει ότι, παρά το γεγονός ότι η οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου έχει διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών, υπάρχουν και άλλα εμπόδια για τον εντοπισμό των συστημάτων cum-ex και cum-cum, μεταξύ άλλων σε σχέση με τις καθυστερήσεις διακανονισμού στις συναλλαγές τίτλων, το πεδίο εφαρμογής της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τα κεφαλαιακά κέρδη, και την ανεπαρκή ανταλλαγή πληροφοριών σε αυθόρμητη βάση· υπενθυμίζει τις συστάσεις που διατύπωσε με το ψήφισμά του, της 16ης Σεπτεμβρίου 2021, με τίτλο «Εφαρμογή των απαιτήσεων της ΕΕ για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών: πρόοδος, διδάγματα που αντλήθηκαν και εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν»·
25. τονίζει ότι θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ρόλος των ενδιάμεσων, και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναπτύξουν κατάλληλα μέτρα που θα προλαμβάνουν τις εκ μέρους τους ενέργειες για τη διευκόλυνση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής· υπενθυμίζει ότι η οδηγία (ΕΕ) 2018/822 (ΟΔΣ 6) εισήγαγε κανόνες υποχρεωτικής γνωστοποίησης για τις διασυνοριακές ρυθμίσεις, υποχρεώνοντας τους ενδιάμεσους να αναφέρουν δυνητικά επιζήμιες φορολογικές ρυθμίσεις· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσον οι κανόνες αυτοί έχουν συμβάλει στην αποκάλυψη επιζήμιων φορολογικών ρυθμίσεων, όπως τα συστήματα cum-cum και cum-ex, και κατά πόσον είχαν αποτρεπτική επίδραση·
26. καλεί την Επιτροπή να επεκτείνει την υποχρεωτική ανταλλαγή πληροφοριών ώστε να περιλαμβάνει και τα συστήματα αρμπιτράζ μερισμάτων και όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα κεφαλαιακά κέρδη, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης επιστροφών φόρου σε σχέση με μερίσματα και κεφαλαιακά κέρδη· καλεί επίσης την Επιτροπή να εξετάσει την επέκταση των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων στις διασυνοριακές ρυθμίσεις, προκειμένου να αξιολογήσει τον αντίκτυπό της στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων πελατών που είναι φυσικά πρόσωπα, λαμβάνοντας υπόψη τον διοικητικό φόρτο που θα δημιουργηθεί· επισημαίνει, στο πλαίσιο αυτό, ότι είναι σημαντικό να παρέχονται ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο·
Άρση των εμποδίων για διασυνοριακές επενδύσεις στην ενιαία αγορά
27. εκφράζει την έντονη ικανοποίησή του για την πρόθεση της Επιτροπής να υποβάλει πρόταση έως το τέλος του 2022 για τη θέσπιση κοινού και τυποποιημένου συστήματος παρακράτησης φόρου στην πηγή, το οποίο θα συνοδεύεται από μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών μελών· προτρέπει την Επιτροπή, με πλήρη σεβασμό προς τις αρμοδιότητες της ΕΕ, να επιδιώξει επίσης την αντιμετώπιση των αποκλίσεων όσον αφορά την παρακράτηση φόρου στην πηγή στην ΕΕ·
28. ζητεί να αντιμετωπιστεί με την εν λόγω πρόταση η ανάγκη εναρμονισμένης εφαρμογής που θα αντικαταστήσει τις φορολογικές συμβάσεις μεταξύ των κρατών μελών· καλεί την Επιτροπή να παράσχει καθοδήγηση σχετικά με τις φορολογικές διατάξεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη στις διμερείς συμφωνίες τους με τρίτες χώρες·
29. υπενθυμίζει την προσήλωση της Επιτροπής στην ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών· ζητεί εν προκειμένω από την Επιτροπή να αξιολογήσει, έως το 2022, τον αντίκτυπο της εφαρμογής των μέτρων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο δράσης που δρομολογήθηκε το 2019·
30. σημειώνει ότι η σύσταση της Επιτροπής να εφαρμόζονται λειτουργικές διαδικασίες ελάφρυνσης στην πηγή ή, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, να θεσπιστούν ταχείες και τυποποιημένες διαδικασίες επιστροφής, η οποία είχε ήδη διατυπωθεί ως μέρος της σύστασης της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για τις διαδικασίες ελάφρυνσης της παρακράτησης φόρου στην πηγή, δεν έχει μέχρι στιγμής εφαρμοστεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη·
31. προτρέπει την Επιτροπή να παρουσιάσει μια κοινή και τυποποιημένη ενωσιακή διαδικασία για τις επιστροφές παρακρατούμενου φόρου για όλα τα κράτη μέλη· επισημαίνει ότι μια τέτοια εναρμόνιση θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη για τους ιδιώτες επενδυτές —οι οποίοι συχνά δεν καταφέρνουν να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες επιστροφής λόγω του υπερβολικού φόρτου που προκαλείται από τις εν λόγω αποκλίσεις— και κατ’ επέκταση θα συνέβαλε στην επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού·
32. καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει, μεταξύ άλλων και ως μέρος της εν λόγω εναρμόνισης, κανόνες σχετικά με τις απαλλαγές και τις εκπτώσεις και τυποποιημένο μορφότυπο και διαδικασία για τα αιτήματα επιστροφής, και να αντιμετωπίσει την υφιστάμενη έλλειψη ενιαίου ορισμού για τον «πραγματικό δικαιούχο», την έλλειψη ευθυγράμμισης των χρονικών περιόδων υποβολής αιτήσεων και επιστροφής, και τους γλωσσικούς φραγμούς· τονίζει ότι είναι σημαντικό να προληφθούν τυχόν πιθανότητες απάτης στο νέο πλαίσιο·
33. θεωρεί ότι οι επιστροφές παρακρατούμενων φόρων παραμένουν ως επί το πλείστον μια γραφειοκρατική διαδικασία, η οποία όχι μόνο είναι πιο αργή και επαχθέστερη για τους φορολογούμενους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται περαιτέρω περιπλοκές για τους μη εγχώριους επενδυτές, αλλά και πιο επιρρεπής στην απάτη· τονίζει ότι η ύπαρξη λειτουργικών, εύχρηστων, γρήγορων, τυποποιημένων και ψηφιακών διαδικασιών επιστροφής παρακρατούμενου φόρου και η βελτιωμένη συνεργασία μεταξύ εθνικών φορολογικών αρχών μπορούν να μειώσουν τον διοικητικό φόρτο, την αβεβαιότητα στις διασυνοριακές επενδύσεις και τη φοροδιαφυγή, επιταχύνοντας παράλληλα τις διαδικασίες τόσο για τους επενδυτές όσο και για τις φορολογικές αρχές, με αποτέλεσμα να επιτευχθεί βελτίωση σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση·
34. λαμβάνει δεόντως υπόψη τις δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία κατανεμημένου καθολικού (DLT) προκειμένου να καταστεί το σύστημα παρακράτησης φόρου στην πηγή πιο αποτελεσματικό σε κάθε χώρα, αλλά και να καταστούν πιο απρόσκοπτες οι διαδικασίες μεταξύ των διαφόρων εθνικών συστημάτων και να αποτραπεί η απάτη· καλεί, εν προκειμένω, την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις υπάρχουσες ψηφιακές λύσεις στα κράτη μέλη, να αναλύσει τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να αξιοποιηθούν οι τεχνολογίες κατανεμημένου καθολικού για την πρόληψη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, με πλήρη σεβασμό προς τους ενωσιακούς κανόνες προστασίας δεδομένων, και να εξετάσει το ενδεχόμενο κατάρτισης ενός δοκιμαστικού σχεδίου· τονίζει, ωστόσο, ότι η τεχνολογία δεν μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει πλήρως τα προβλήματα που προκύπτουν από την έλλειψη κοινού πλαισίου·
35. επισημαίνει ότι η ΟΜΘ και η ΟΤΔ έχουν οδηγήσει σε σταδιακή κατάργηση των παρακρατούμενων φόρων επί των πληρωμών μερισμάτων, τόκων και δικαιωμάτων μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών στην ΕΕ μέχρι συγκεκριμένων ορίων, με σκοπό να περιοριστεί ο κίνδυνος διπλής φορολόγησης· σημειώνει ότι οι επενδυτές εξακολουθούν να υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου κάτω από αυτά τα όρια, στην οποία περίπτωση οι διαδικασίες για φορολογική απαλλαγή ή ελάφρυνση διέπονται από συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης·
36. επικροτεί την επιλογή που παρουσίασε η Επιτροπή για τη δημιουργία ενός πλήρως ανεπτυγμένου κοινού συστήματος ελάφρυνσης στην πηγή, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστη λύση μακροπρόθεσμα· τονίζει ότι η μετάβαση προς αυτό το είδος συστήματος δεν μπορεί να είναι επιζήμια για την καταπολέμηση των φορολογικών καταχρήσεων ή να διευκολύνει, άμεσα ή έμμεσα, τη μετατόπιση κερδών σε δικαιοδοσίες με χαμηλή φορολογία ή τη διπλή μη φορολόγηση· τονίζει ότι, σε κάθε περίπτωση, η συμμόρφωση του κράτους μέλους προορισμού με την ενωσιακή νομοθεσία για την εφαρμογή της συμφωνίας που επιτεύχθηκε στο επίπεδο του Πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των G20/ΟΟΣΑ πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την ελάφρυνση στην πηγή·
37. υπενθυμίζει την αρχή του ΟΟΣΑ για τη φορολόγηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας εκεί όπου ασκείται· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλύσουν και άλλες επιλογές, όπως ένα εναλλακτικό σύστημα «ελάφρυνσης στον τόπο κατοικίας», στο πλαίσιο του οποίου όλοι οι παρακρατούμενοι φόροι που καταβάλλονται στο κράτος μέλος προέλευσης θα αντισταθμίζονται με πίστωση φόρου από το κράτος μέλος κατοικίας στο οποίο δηλώνεται το εισόδημα, ούτως ώστε να αποφεύγεται η διπλή φορολόγηση και να περιορίζεται ο κίνδυνος κατάχρησης·
38. σημειώνει την πρωτοβουλία TRACE του ΟΟΣΑ, η οποία παρέχει σε εντεταλμένους ενδιάμεσους τη δυνατότητα να ζητούν επιστροφή παρακρατούμενου φόρου για επενδύσεις χαρτοφυλακίου· υπενθυμίζει ότι μόνο ένα κράτος μέλος έχει εφαρμόσει την πρωτοβουλία TRACE· ενθαρρύνει τα άλλα κράτη μέλη να αξιολογήσουν τα αποτελέσματα όσον αφορά τη μείωση του διοικητικού φόρτου, τον αντίκτυπο στα φορολογικά έσοδα και τους κινδύνους απάτης·
°
° °
39. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ημερομηνία έγκρισης |
25.1.2022 |
|
|
|
Αποτέλεσμα της τελικής ψηφοφορίας |
+: –: 0: |
52 5 1 |
||
Βουλευτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Rasmus Andresen, Gunnar Beck, Marek Belka, Isabel Benjumea Benjumea, Stefan Berger, Gilles Boyer, Carlo Calenda, Engin Eroglu, Markus Ferber, Jonás Fernández, Raffaele Fitto, Frances Fitzgerald, José Manuel García-Margallo y Marfil, Luis Garicano, Valentino Grant, Claude Gruffat, José Gusmão, Enikő Győri, Eero Heinäluoma, Michiel Hoogeveen, Danuta Maria Hübner, Stasys Jakeliūnas, France Jamet, Othmar Karas, Billy Kelleher, Ondřej Kovařík, Γεώργιος Κύρτσος, Aurore Lalucq, Philippe Lamberts, Aušra Maldeikienė, Pedro Marques, Csaba Molnár, Siegfried Mureşan, Caroline Nagtegaal, Luděk Niedermayer, Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος, Δημήτριος Παπαδημούλης, Piernicola Pedicini, Lídia Pereira, Sirpa Pietikäinen, Dragoş Pîslaru, Evelyn Regner, Antonio Maria Rinaldi, Dorien Rookmaker, Joachim Schuster, Ralf Seekatz, Pedro Silva Pereira, Paul Tang, Irene Tinagli, Ernest Urtasun, Inese Vaidere, Johan Van Overtveldt, Stéphanie Yon-Courtin, Marco Zanni, Roberts Zīle |
|||
Αναπληρωτές παρόντες κατά την τελική ψηφοφορία |
Karima Delli, Elisabetta Gualmini, Margarida Marques |
ΤΕΛΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΜΕ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
52 |
+ |
ECR |
Raffaele Fitto, Roberts Zīle |
ID |
Valentino Grant, France Jamet, Antonio Maria Rinaldi, Marco Zanni |
PPE |
Isabel Benjumea Benjumea, Stefan Berger, Markus Ferber, Frances Fitzgerald, José Manuel García-Margallo y Marfil, Danuta Maria Hübner, Othmar Karas, Γεώργιος Κύρτσος, Aušra Maldeikienė, Siegfried Mureşan, Luděk Niedermayer, Lídia Pereira, Sirpa Pietikäinen, Ralf Seekatz, Inese Vaidere |
Renew |
Gilles Boyer, Carlo Calenda, Engin Eroglu, Luis Garicano, Billy Kelleher, Ondřej Kovařík, Caroline Nagtegaal, Dragoş Pîslaru, Stéphanie Yon-Courtin |
S&D |
Marek Belka, Jonás Fernández, Elisabetta Gualmini, Eero Heinäluoma, Aurore Lalucq, Margarida Marques, Pedro Marques, Csaba Molnár, Evelyn Regner, Joachim Schuster, Pedro Silva Pereira, Paul Tang, Irene Tinagli |
The Left |
José Gusmão, Δημήτριος Παπαδημούλης |
Verts/ALE |
Rasmus Andresen, Karima Delli, Claude Gruffat, Stasys Jakeliūnas, Philippe Lamberts, Piernicola Pedicini, Ernest Urtasun |
5 |
- |
ECR |
Michiel Hoogeveen, Dorien Rookmaker |
ID |
Gunnar Beck |
NI |
Enikő Győri, Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος |
1 |
0 |
ECR |
Johan Van Overtveldt |
Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων:
+ : υπέρ
- : κατά
0 : αποχή
- [1] ΕΕ L 345 της 29.12.2011, σ. 8.
- [2] ΕΕ L 193 της 19.7.2016, σ. 1.
- [3] ΕΕ L 144 της 7.6.2017, σ. 1.
- [4] ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 49.
- [5] ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 1.
- [6] ΕΕ L 139 της 5.6.2018, σ. 1.
- [7] Η δέσμη μέτρων αποτελείται από την ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Μαρτίου 2018 με τίτλο «Καιρός για ένα σύγχρονο, δίκαιο και αποδοτικό φορολογικό πρότυπο για την ψηφιακή οικονομία» (COM(2018)0146), την πρόταση της Επιτροπής της 21ης Μαρτίου 2018 για οδηγία του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη φορολόγηση των εταιρειών με σημαντική ψηφιακή παρουσία (COM(2018)0147), την πρόταση της Επιτροπής της 21ης Μαρτίου 2018 για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου ψηφιακών υπηρεσιών επί εσόδων που προκύπτουν από την παροχή ορισμένων ψηφιακών υπηρεσιών (COM(2018)0148), και τη σύσταση της Επιτροπής της 21ης Μαρτίου 2018 σχετικά με τη φορολόγηση των εταιρειών με σημαντική ψηφιακή παρουσία (C(2018)1650).
- [8] ΕΕ C 353 E της 3.12.2013, σ. 196.
- [9] ΕΕ C 369 της 11.10.2018, σ. 132.
- [10] Κοινή έκθεση παρακολούθησης της 16ης Μαρτίου 2016 σχετικά με την επίτευξη διαφάνειας, συντονισμού και σύγκλισης στις πολιτικές όσον αφορά τη φορολογία των εταιρειών στην Ένωση και για τα ψηφίσματα της επιτροπής TAXE 1, έκθεση παρακολούθησης της 16ης Νοεμβρίου 2016 για το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος, έκθεση παρακολούθησης του Απριλίου του 2018 για τη σύσταση της επιτροπής PANA, έκθεση παρακολούθησης της 26ης Μαρτίου 2019 για το ψήφισμα σχετικά με το σκάνδαλο cum-ex, και έκθεση παρακολούθησης της 27ης Αυγούστου 2019 για το ψήφισμα της επιτροπής TAX3.
- [11] ΕΕ L 279 της 24.10.2011, σ. 8.
- [12] ΕΕ L 57 της 18.2.2021, σ. 17.
- [13] ΕΕ C 366 της 27.10.2017, σ. 51.
- [14] ΕΕ C 101 της 16.3.2018, σ. 79.
- [15] ΕΕ C 363 της 28.10.2020, σ. 102.
- [16] ΕΕ C 108 της 26.3.2021, σ. 8.
- [17] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0022.
- [18] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0392.
- [19] Έκθεση της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2021, με τίτλο «Ετήσια έκθεση για τη φορολογία 2021».
- [20] Dover, R. et al., «Bringing transparency, coordination and convergence to corporate tax policies in the European Union, Part I: Assessment of the magnitude of aggressive corporate tax planning» (Επίτευξη διαφάνειας, συντονισμού και σύγκλισης στις πολιτικές όσον αφορά τη φορολογία των εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, Μέρος Ι: Εκτίμηση του μεγέθους του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού των εταιρειών), Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Γενική Διεύθυνση Υπηρεσιών Κοινοβουλευτικής Έρευνας, Μονάδα Ευρωπαϊκής Προστιθέμενης Αξίας, Σεπτέμβριος 2015.
- [21] Tørsløv, T., Wier, L. και Zucman, G., «The Missing Profits of Nations» (Τα χαμένα έσοδα των εθνών), έγγραφο εργασίας 24701, Ιούνιος 2018, διατίθεται στη διεύθυνση: https://www.nber.org/papers/w24701
- [22] https://ec.europa.eu/taxation_customs/system/files/2018-03/taxation_papers_71_atp_.pdf
- [23] ΕΕ C 395 της 29.9.2021, σ. 89.
- [24] Εναρκτήρια δήλωση του κ. Paul Gisby (Accountancy Europe) κατά τη διάρκεια δημόσιας ακρόασης στο πλαίσιο της υποεπιτροπής FISC στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις 27 Οκτωβρίου 2021.
- [25] Έκθεση της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2017, με τίτλο «Επιτάχυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών: αντιμετώπιση των εθνικών εμποδίων στις ροές κεφαλαίων» (COM(2017)0147)
- [26] Ανακοίνωση της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2021, σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα (COM(2021)251).
- [27] Σχέδιο δράσης της Επιτροπής για δίκαιη και απλή φορολόγηση που στηρίζει τη στρατηγική ανάκαμψης.
- [28] Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Ιουλίου 2016 σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» και άλλα μέτρα παρόμοιου χαρακτήρα ή αποτελέσματος, παράγραφος 26.
- [29] Van ’t Riet, M. και Lejour, A., «A Common Withholding Tax On Dividend, Interest And Royalties In The European Union» (Κοινή παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των μερισμάτων, τόκων και δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση), 2020.
- [30] Οριστική έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, της 23ης Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με την επανεξέταση του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς, παράγραφος 624.
- [31] ό.π., παράγραφος 617.