ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ
10 Φεβρουαρίου 2000
σύμφωνα με το άρθρο 42, παράγραφος 5, του Κανονισμού
του κ. Χατζηδάκη
εξ ονόματος της Επιτροπής Περιφερειακής Πολιτικής, Μεταφορών και Τουρισμού
σχετικά με τις ευρωπαϊκές ταχυδρομικές υπηρεσίες
B5-0116/2000
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές ταχυδρομικές υπηρεσίες
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
- έχοντας υπόψη την οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών[1],
- έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 1999[2],
A. επαναλαμβάνοντας για μια ακόμη φορά τη θέση του όσον αφορά την ανάγκη για μια υψηλής ποιότητας καθολική υπηρεσία ως βασικό στόχο της οδηγίας 97/67/ΕΚ και ως απαραίτητο στοιχείο οιασδήποτε πολιτικής της ΕΚ σ' αυτό τον τομέα,
Β. υπενθυμίζοντας ότι βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 97/67/ΕΚ ζητείτο από την Επιτροπή να υποβάλει νέες προτάσεις πριν τα τέλη του 1998 σχετικά με την επιδίωξη σταδιακής και ελεγχόμενης ελευθέρωσης της εσωτερικής αγοράς ταχυδρομείων και ότι αυτή η πρόταση δεν έχει υποβληθεί μέχρι σήμερα,
Γ. έχοντας επίγνωση της οικονομικής και κοινωνικής σπουδαιότητας των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεπώς της σπουδαιότητας των μελετών για τις σχετικές επιπτώσεις που έχει αναλάβει η Επιτροπή σ' αυτό τον τομέα,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι σήμερα η Επιτροπή δεν έχει απαντήσει στα αιτήματα που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 1999,
1. επαναλαμβάνει το αίτημά του για την εκ μέρους της Επιτροπής διαβίβαση, όπως είχε προβλεφθεί, των διαφόρων μελετών σκοπιμότητας σχετικά με τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο των δυνατοτήτων ελευθέρωσης·
2. καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τον ενεργό ρόλο του Κοινοβουλίου στην εκπόνηση της νέας πρότασης, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 (3) της οδηγίας 97/67/ΕΚ, προκειμένου να διευκολυνθεί η νομοθετική διαδικασία και να αντισταθμισθούν οι συσσωρευθείσες καθυστερήσεις εξαιτίας της απραξίας της Επιτροπής·
3. καλεί την Επιτροπή να λάβει θέση επί των δηλώσεων που εκτίθενται στο προαναφερθέν ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 1999 προτού υποβάλει οιεσδήποτε συγκεκριμένες προτάσεις·
2. αναθέτει στην Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στην Επιτροπή των Περιφερειών και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.