ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ
9.3.2006
σύμφωνα με το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού
των βουλευτών: Francis Wurtz, Ilda Figueiredo και Helmuth Markov
εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL
σχετικά με τη συμβολή στο Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2006 όσον αφορά τη Στρατηγική της Λισαβόνας
B6‑0161/2006
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη συμβολή στο Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2006 όσον αφορά τη Στρατηγική της Λισαβόνας
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– | έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την προετοιμασία της ενδιάμεσης αναθεώρησης της στρατηγικής της Λισαβόνας της 3ης Μαρτίου 2005[1],– | έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Απριλίου 2005 σχετικά με τις Ολοκληρωμένες Κατευθυντήριες Γραμμές 2005-2008 για την ανάπτυξη και την απασχόληση (COM(2005)0141), |
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ης Ιουλίου 2005 σχετικά με τις «Κοινές δράσεις για την ανάπτυξη και την απασχόληση: το κοινοτικό πρόγραμμα της Λισαβόνας» (COM (2005)330),
– έχοντας υπόψη τα 25 Εθνικά Προγράμματα Μεταρρυθμίσεων της Λισαβόνας όπως παρουσιάστηκαν από τα κράτη μέλη,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής ‘Ετήσια έκθεση προόδου’ της 25ης Ιανουαρίου 2006,
– έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2000, Μαρτίου 2001, Μαρτίου 2005 και Οκτωβρίου 2005,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,
Γενικές υποθέσεις - παρατηρήσεις οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρα
1. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το λεγόμενο νέο ξεκίνημα της στρατηγικής της Λισαβόνας, που συμφωνήθηκε στο περσινό εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, επικεντρώνεται μονόπλευρα στην «ανταγωνιστικότητα», τις «διαρθρωτικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις» και την «επιχειρηματικότητα», εμφανίζοντας σαφή νεοφιλελεύθερη πόλωση, θέτοντας σε κίνδυνο την κοινωνική διάσταση και παραγνωρίζοντας τα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν διάφορα κράτη μέλη στην ΕΕ· υπογραμμίζει ότι οι προτεραιότητες αυτές μεταφράστηκαν σε όλα τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένα εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης που θα προσφέρουν κίνητρα για τις επιτελούμενες μεταρρυθμίσεις στις δημόσιες προμήθειες, τις δημόσιες υπηρεσίες, τις αγορές εργασίας και τα εθνικά συστήματα κοινωνικής προστασίας σε κάθε κράτος μέλος·
2. υπογραμμίζει ότι η στρατηγική της Λισαβόνας, που καθορίστηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Μάρτιο του 2000 -και είχε τη σαφή υποστήριξη των μεγάλων ευρωπαϊκών εργοδοτικών οργανώσεων -UNICE και ERT- απετέλεσε το κύριο μέσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη προώθηση της ελευθέρωσης και της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών, την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα των αγορών εργασίας και το άνοιγμα του κύριου όγκου των κοινωνικών παροχών, συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων και της ασφάλισης υγείας, στον ιδιωτικό τομέα·
3. επισημαίνει, με βαθειά ανησυχία, ότι από το 2000 η Ευρωπαϊκή Ένωση μαστίζεται από βραδύτητα στην οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης, διοχέτευση των κερδών από την αύξηση της παραγωγικότητας από τους εργαζόμενους στους εργοδότες, σταθερά υψηλά ποσοστά ανεργίας, φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό, επισφαλείς θέσεις εργασίας και εισοδηματική ανισότητα· αντίθετα, το μερίδιο των κερδών ως ποσοστό του ΑΕΠ στην περιοχή του ευρώ πλησιάζει στο ανώτατο επίπεδο των τελευταίων 25 χρόνων τουλάχιστον, ενώ το μερίδιο των αποδοχών φθίνει από δεκαετία σε δεκαετία·
4. υπογραμμίζει ότι η στρατηγική της Λισαβόνας δεν πέτυχε ως επί το πλείστον τους διακηρυγμένους στόχους της για μέση οικονομική ανάπτυξη 3%, πλήρη απασχόληση με τη δημιουργία 20 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας και δαπάνη του 3% του κοινοτικού ΑΕΠ για Ε&Α· επισημαίνει ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής, η μέση οικονομική ανάπτυξη ανήλθε περίπου στο μισό του στόχου, οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν αναλογούν περίπου στο ένα τέταρτο του στόχου (χωρίς να λαμβάνονται υπόψη, η ποιότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και οι σχεδόν 20 εκατομμύρια άνεργοι) οι δε δαπάνες για Ε&Α παρέμειναν κάτω του 2% του ΑΕΠ·
5. υπογραμμίζει ότι η συνεχιζόμενη διαδικασία ελευθέρωσης των αγορών και ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών δεν έχει αποφέρει ορατά οφέλη όσον αφορά τις τιμές, την ποιότητα των υπηρεσιών ή τη μείωση των δημόσιων δαπανών· αντίθετα, οι σύνδεσμοι καταναλωτών και χρηστών έχουν αναφέρει αυξήσεις τιμών, πτώση του ποιοτικού επιπέδου των υπηρεσιών και αύξηση των τιμών παροχής· επιπλέον, η ελευθέρωση συνέβαλε στην εξάλειψη θέσεων εργασίας στους αντίστοιχους τομείς και στη δημιουργία ιδιωτικών μονοπωλίων που θέτουν σε κίνδυνο τα δικαιώματα των εργαζομένων και των καταναλωτών·
6. θεωρεί ότι η νομισματική και η φορολογική πολιτική στην ΕΕ είχαν αρνητική επίπτωση στην οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης, εφιστά δε την προσοχή στην ανάγκη για μια νομισματική και φορολογική πολιτική που να συμβάλλει στην οικονομική ανάκαμψη και την καταπολέμηση της ανεργίας·
7. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Δεκέμβριο του 2005 σχετικά με το δημοσιονομικό πλαίσιο για το διάστημα 2007-2013, ιδιαίτερα όσον αφορά τις περικοπές στα διαρθρωτικά ταμεία (από 0,41% του ΑΕΕ της ΕΕ στο 0,37%) και στα κοινωνικά, περιβαλλοντικά, ερευνητικά, πολιτιστικά και εκπαιδευτικά προγράμματα·
8. θεωρεί το 1,045% του ΑΕΕ της ΕΕ εντελώς ανεπαρκές και υπογραμμίζει ότι το δημοσιονομικό πλαίσιο για το διάστημα 2007-2013 πρέπει να οδηγήσει σε πραγματική αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η διευρυμένη ΕΕ και τις ανάγκες για τη συνοχή της·
9. υπογραμμίζει ότι η ΕΕ απαιτεί μακροοικονομικό πλαίσιο που να υποστηρίζει την αειφόρο ανάπτυξη, να ενισχύει την φιλοπεριβαλλοντική εσωτερική ζήτηση, την πλήρη απασχόληση με δικαιώματα και την κοινωνική και οικονομική συνοχή· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό από τα κράτη μέλη και την Ένωση να συμφωνήσουν σε μια συνεπή ευρωπαϊκή επενδυτική στρατηγική δημιουργώντας ένα ενωσιακό επενδυτικό πρόγραμμα για την αειφόρο ανάπτυξη και την απασχόληση χρηματοδοτούμενο τουλάχιστον με το 1% του ΑΕΠ της ΕΕ, και με εισφορές των κρατών μελών·
10. ζητεί μια συνδυασμένη και συντονισμένη αναπτυξιακή φορολογική πολιτική της ΕΕ και των κρατών μελών της, που να αποσκοπεί στην εσωτερική ζήτηση, τις δημόσιες επενδύσεις, την έρευνα και την εκπαίδευση, καθώς επίσης στην ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων, με βάση:
- i)τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ με δημοκρατική λογοδοσία και την υιοθέτηση οικονομικών και κοινωνικών προβληματισμών παράλληλα με μια αλλαγή του υπερισχύοντος στόχου για σταθερότητα των τιμών·
- ii)την ανάκληση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης·
11. υπενθυμίζει τη σημασία μιας προοδευτικής πολιτικής αποδοχών για την ώθηση της εσωτερικής ζήτησης, την προαγωγή της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση των εισοδηματικών ανισοτήτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η ρύθμιση των ημερομισθίων εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους στόχους των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών·
12. ζητεί την αντικατάσταση της στρατηγικής της Λισαβόνας από μια «Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Αλληλεγγύη και την Αειφόρο Ανάπτυξη», η οποία να επικεντρώνεται στα ιδιαίτερα ισχυρά σημεία των οικονομικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών πολιτικών της ΕΕ και να ενθαρρύνει τις επενδύσεις:
- i)για έρευνα και καινοτομία, ποιότητα της εργασίας σε όλες τις πτυχές της και βελτίωση των προσόντων, προκειμένου να συγκροτηθεί εργατικό δυναμικό με υψηλή κατάρτιση και μόρφωση·
- ii)στη βασική και τη βιομηχανική υποδομή·
- iii)στις κοινωφελείς υπηρεσίες, για τη βελτίωση της ποιότητάς τους·
- iv)για την προστασία του περιβάλλοντος και τις οικολογικές τεχνολογίες·
- v)για τη βελτίωση των εργασιακών, των κοινωνικών, και των περιβαλλοντικών προτύπων, και των προτύπων ασφαλείας, προκειμένου να επιτευχθεί το ανώτατο δυνατό επίπεδο εναρμόνισης·
- vi).στην κοινωνική οικονομία·
13. θεωρεί ότι η περιβαλλοντική πολιτική μπορεί να προσφέρει μεγάλες οικονομικές δυνατότητες για τη δημιουργία άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας σε μεγάλη κλίμακα, εφόσον η καινοτομία και οι βιομηχανικές πολιτικές επικεντρωθούν στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης·
Αξιολόγηση των ΕΠΜ και της Ετήσιας Έκθεσης Προόδου ενόψει του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2006
14. υπογραμμίζει ότι το κοινοτικό πρόγραμμα για τη Λισαβόνα και τα ΕΠΜ στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας αποτελούν το μέσο για την αιτιολόγηση σε εθνικό επίπεδο και την προώθηση των ίδιων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε όλα τα κράτη μέλη, ιδιαίτερα όσον αφορά την αγορά εργασίας και την κοινωνική ασφάλιση, με μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις οι οποίες θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης·
15. λαμβάνει υπό σημείωση την ετήσια έκθεση προόδου της Επιτροπής και εκφράζει τη λύπη του για την έμφαση που δίνει η Επιτροπή στις θεμελιώδεις προτεραιότητές της στο όνομα της ελευθέρωσης του δυναμικού των επιχειρήσεων και των ιδιωτικών επενδύσεων, κυρίως με:
- i).την αιτιολόγηση της περαιτέρω ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης, της περικοπής κοινωνικών παροχών και της αύξησης της τυπικής και της ουσιαστικής ηλικίας συνταξιοδότησης·
- ii).την εμμονή την περαιτέρω ευελιξία της αγοράς εργασίας με τη νέα έννοια της «ευελιξίας σε συνδυασμό με ασφάλεια» παράλληλα με την «απασχολησιμότητα»·
iii). συνάρτηση των επενδύσεων για έρευνα και ανάπτυξη και εκπαίδευση με τις ιδιομορφίες της ελεύθερης αγοράς, που δικαιολογεί τη μετατροπή της γνώσης και της έρευνας σε οικονομικό αγαθό·
- iv).την εμμονή στην ελευθέρωση των αγορών ενέργειας και την απόδοση απόλυτης προτεραιότητας στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών·
16. εκφράζει τη λύπη του για τη νέα έννοια της «ευελιξίας σε συνδυασμό με ασφάλεια» που καθιέρωσε η Επιτροπή, η οποία ορίζεται ως συνδυασμός επαρκώς ευέλικτων συμβάσεων απασχόλησης με εργατικές πολιτικές που να επιτρέπουν την αλλαγή θέσης εργασίας· θεωρεί ότι η συγκεκριμένη έννοια συμβαδίζει με την έννοια της «απασχολησιμότητας», με την οποία οι εργαζόμενοι επωμίζονται την ευθύνη της εύρεσης εργασίας· υπογραμμίζει ότι αμφότερες οι έννοιες αυτές προωθούν την απορρύθμιση της εργασίας και την ελευθέρωση των απολύσεων, θέτοντας σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή και την ποιότητα της εργασίας·
17. εκφράζει βαθειά ανησυχία για τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές της δεύτερης γενιάς εθνικών προγραμμάτων στρατηγικής αειφορικών συντάξεων, που κινούνται προς την κατεύθυνση της ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής πρόνοιας, της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης και της μείωσης των παροχών· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή επιμένει να προετοιμάζει το έδαφος για τον λεγόμενο «εκσυγχρονισμό» των συστημάτων κοινωνικής προστασίας·
18. θεωρεί αδικαιολόγητες τις πιέσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου μέσω της στρατηγικής της Λισαβόνας για την περαιτέρω διάλυση/ιδιωτικοποίηση του πυλώνα των συντάξεων και την αύξηση της πραγματικής και της τυπικής ηλικίας συνταξιοδότησης· απορρίπτει οποιαδήποτε προσπάθεια για αύξηση της τυπικής ηλικίας συνταξιοδότησης·
19. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι στα οκτώ βασικά μέτρα που πρότεινε η Επιτροπή πέρσι η προτεραιότητα δίνεται στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών και την έγκριση της λεγόμενης «οδηγίας Bolkenstein»· επαναλαμβάνει την απόφασή του να λάβει υπόψη την οικονομική σημασία του τομέα των υπηρεσιών για την ευρωπαϊκή οικονομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, θεωρεί ωστόσο ότι η ελευθέρωση των υπηρεσιών προωθεί την απορρύθμιση της εργασίας, το κοινωνικό και το περιβαλλοντικό ντάμπιγκ, και υπονομεύει τις δημόσιες υπηρεσίες, τις θέσεις εργασίας, τα κοινωνικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των καταναλωτών· απορρίπτει τη λεγόμενη «οδηγία Bolkenstein» και ζητεί από την Επιτροπή να αποσύρει την πρόταση οδηγίας της για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά·
20. υπογραμμίζει την αντίφαση μεταξύ της προώθησης μιας ευέλικτης αγοράς εργασίας με επισφαλείς θέσεις εργασίας, και της ανάγκης για προαγωγή της εργασίας σε όλες τις πτυχές της· επισημαίνει ότι οι μεταρρυθμίσεις των αγορών εργασίας ακολουθήθηκαν από φθίνουσα αύξηση της παραγωγικότητας· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει ανακοίνωση σχετικά με τη σχέση ποιότητας εργασίας και παραγωγικότητας·
21. εφιστά την προσοχή στους βαθιά ριζωμένους αγώνες των εργαζομένων, των καταναλωτών και των χρηστών των κοινωφελών υπηρεσιών κατά της συνεχιζόμενης διαδικασίας ελευθέρωσης της εργασίας και των μεταρρυθμίσεων του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και ζητεί από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να τους λάβει υπόψη του και να υιοθετήσει τις προτάσεις των εργατικών συνδικάτων, των οργανώσεων καταναλωτών και των συνδέσμων χρηστών δημόσιων υπηρεσιών·
22. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αγνόησε εντελώς την κοινωνική ατζέντα στην ανακοίνωσή της, όπως έκανε και πέρσι στην εαρινή της έκθεση, και συγκεκριμένα τη Στρατηγική Κοινωνικής Ένταξης για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού·
23. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα περισσότερα ΕΠΜ δεν περιλαμβάνουν αναφορά στη στρατηγική κοινωνικής ένταξης, παρόλο που αποτελεί πυλώνα της κοινωνικής ατζέντας και της στρατηγικής της Λισαβόνας που καθορίστηκε το Μάρτιο του 2000· επισημαίνει ότι 72 εκατ. άνθρωποι στη διευρυμένη ΕΕ αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας· ζητεί από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να θέσει έναν φιλόδοξο στόχο για τη μείωση στο μισό του ποσοστού φτώχειας στην ΕΕ έως το 2010 και τη μείωση στο μισό του επιπέδου εισοδηματικής ανισότητας όπως εκφράζεται με το δείκτη S80/S20·
24. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα ΕΠΜ επικεντρώνονται μόνο σε «περισσότερες» θέσεις εργασίας, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την άλλη πλευρά του νομίσματος, δηλ. «καλύτερες» θέσεις εργασίας· υπογραμμίζει ότι η προώθηση της ποιότητας της εργασίας σε όλες τις πτυχές της δεν εξετάζεται επαρκώς στην ετήσια έκθεση προόδου και τα ΕΠΜ, και θεωρεί ότι τούτο θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ, διότι συνδέεται στενά με την ποιότητα ζωής, την κοινωνική ένταξη και την παραγωγικότητα· ζητεί από το εαρινό Συμβούλιο να ορίσει ως στόχο τη μονιμοποίηση, ως το 2010, των μισών εργαζομένων με σύμβαση ορισμένου χρόνου·
25. αναγνωρίζει τη σημασία των δημόσιων υπηρεσιών και της παροχής τους για την προώθηση της κοινωνικής, οικονομικής και περιφερειακής συνοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση· επικρίνει δριμύτατα τη μεροληψία κατά του κράτους ως φορές παροχής κοινωφελών υπηρεσιών και ζητεί τη διαχείριση των δημόσιων αγαθών από το δημόσιο τομέα·
26. υπογραμμίζει ότι η ΕΕ πρέπει να είναι σταθερά προσηλωμένη στην ελάττωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας· ζητεί από την Επιτροπή να αποσύρει την πρότασή της για αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με το χρόνο εργασίας·
27. θεωρεί ότι οι τρέχουσες εκτιμήσεις οικονομικής απόδοσης ή οι εκτιμήσεις «ανταγωνιστικότητας» που προτείνονται με την πρωτοβουλία για «καλύτερη νομοθεσία» μεροληπτούν υπέρ των επιχειρηματικών συμφερόντων και έχουν ως κύριο στόχο την απόσυρση οποιουδήποτε νομοθετικού μέτρου που θα έθιγε τον ανταγωνισμό ή την κερδοφορία των επιχειρήσεων· θεωρεί ότι οι αξιολογήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει να θέτουν υπό αμφισβήτηση τους αρχικούς στόχους της προτεινόμενης ή της ισχύουσας νομοθεσίας, ιδιαίτερα όσον αφορά την προστασία των εργατικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των καταναλωτών·
Προς μια ατζέντα αλληλεγγύης και κοινωνική ατζέντα
28. εμμένει στην άποψη ότι, προκειμένου να σχηματιστεί ευρύς συνασπισμός για την αλλαγή, η στρατηγική της Λισαβόνας πρέπει να επιδιώκει τη βελτίωση και όχι την αποδυνάμωση των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας (χωρίς να υπονομεύονται, το θεμελιώδες δικαίωμα στη σύνταξη, την υγειονομική πρόνοια και την προστασία από ανεργία, ή τα κεκτημένα δικαιώματα και παροχές) και την προώθηση αγορών εργασίας που αποδίδουν προτεραιότητα στην ποιότητα της εργασίας και τη δίκαιη κατανομή των κερδών από την παραγωγικότητα, και να μην υποβαθμίζει τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα·
29. υπογραμμίζει ότι ο καλύτερος τρόπος για την αειφορία της κοινωνικής ασφάλισης συνίσταται στην επίτευξη πλήρους απασχόλησης με δικαιώματα, προοδευτική πολιτική αποδοχών, και πλήρη ενσωμάτωση/νομιμοποίηση των μεταναστών εργαζομένων, ισομερέστερη εισοδηματική κατανομή, επαρκή αύξηση της παραγωγικότητας και συντονισμένη καταπολέμηση της άτυπης εργασίας· θεωρεί σημαντικό, να διασφαλιστούν και να αυξηθούν οι εισφορές των εργοδοτών στην κοινωνική ασφάλιση· υπογραμμίζει την ανάγκη εξεύρεσης νέων μέσων για τη χρηματοδότηση των δημόσιων καθεστώτων κοινωνικής ασφάλισης, για παράδειγμα με ειδικούς φόρους επί των συναλλαγών στις κεφαλαιαγορές ή έναν πόρο με βάση την προστιθέμενη αξία της επιχείρησης·
30. υπογραμμίζει τη σημασία μιας νέας ατζέντας κοινωνικής πολιτικής με τους ακόλουθους στόχους:
- i).ανάπτυξη ανοιχτής και συνεκτικής κοινωνίας, που προϋποθέτει μέτρα υπέρ της σταθερής απασχόλησης και του σεβασμού των δικαιωμάτων των εργαζομένων·
- ii).προώθηση μιας κοινωνίας με βάση την ισότητα των φύλων και την καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων·
- iii)κατανομή του πλούτου προς όφελος της ευημερίας του συνόλου, που προϋποθέτει δημόσια και καθολικά συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και εγγυημένη καθολική πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, συμπεριλαμβανομένων της υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης και της στέγασης·
- iv)κοινωνική πολιτική για όλες τις κοινωνικές ομάδες·
- v)συμμετοχική δημοκρατία ως συστατικό των διαφόρων κοινωνικών πολιτικών και πολιτικών για την απασχόληση·
31. επισημαίνει την ανάγκη για ενίσχυση της εκπαιδευτικής και κοινωνικής υποδομής για τους νέους και τους ηλικιωμένους, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη διά βίου μάθηση, προσιτή παιδική μέριμνα, υγειονομική περίθαλψη και μέριμνα για τους ηλικιωμένους· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη τη δέσμευση που ανέλαβαν κατά τη διάσκεψη κορυφής της Βαρκελώνης το 2002, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει έως το 2010 να προσφέρουν 33% περισσότερες θέσεις για παιδιά κάτω των τριών ετών σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, και 90% περισσότερες θέσεις για παιδιά προσχολικής ηλικίας άνω των τριών ετών·
32. υπογραμμίζει ότι απαιτούνται πολιτικές για την επίτευξη της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών (π.χ. ίση πληρωμή, γονική άδεια, πρόσβαση σε ποιοτική απασχόληση) και τη δημιουργία καλύτερων συνθηκών για το συμβιβασμό της απασχόλησης με την ιδιωτική ζωή και κατά τις διάφορες φάσεις του επαγγελματικού βίου, καθώς και για την αύξηση της ποσότητας και τη βελτίωση της ποιότητας της υποδομής για την εκπαίδευση και τη μέριμνα των εξαρτώμενων προσώπων·
33. επιμένει ότι χρειάζονται μέτρα για την προώθηση της ισότητας και την καταπολέμηση των διακρίσεων, ιδιαίτερα με νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες που να αποσκοπούν στην εφαρμογή του άρθρου 13 της Συνθήκης όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών, των μεταναστών και των ατόμων με αναπηρία· επισημαίνει επίσης την ανάγκη ενίσχυσης των δεσμών μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και των εθνικών σχεδίων δράσης για την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη, προκειμένου να εξευρεθεί η αναγκαία χρηματοδότησή τους και να διασφαλιστεί η δυνατότητα ουσιαστικής συμμετοχής των εθνικών κοινοβουλίων, των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στους ανωτέρω τομείς και των παραγόντων της αγοράς εργασίας·
34. υπενθυμίζει τη στρατηγική της Λισαβόνας για νέες πηγές απασχόλησης, ιδιαίτερα με την προώθηση τοπικών υπηρεσιών κοινοτικής βάσης, δημόσιων υπηρεσιών, κοινωνικών υπηρεσιών, ατομικών υπηρεσιών, πολιτιστικών υπηρεσιών και περιβαλλοντικών επαγγελμάτων· θεωρεί ότι η συγκεκριμένη στρατηγική θα πρέπει να δίνει έμφαση και στην ποιότητα των δημιουργούμενων θέσεων εργασίας, προκειμένου τούτο να μην καταλήξει στη δημιουργία "μικροαπασχόλησης"·
35. θεωρεί ότι οι πολιτικές για τη μετανάστευση θα πρέπει να προωθούν επιτυχώς την οικονομική και κοινωνική ένταξη των μεταναστών, που θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στην αειφορία της κοινωνικής ασφάλισης· πιστεύει ότι η επιτυχία της πολιτικής για τη μετανάστευση εξαρτάται επίσης από την υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης και ενεργού στρατηγικής για την πλήρη ένταξη, η οποία να καλύπτει φάσμα μέτρων κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα·
Μεγαλύτερη επένδυση στην έρευνα, την εκπαίδευση και την καινοτομία
36. πιστεύει ότι η οικολογική καινοτομία και η Ε&Α είναι σημαντικές για την επίτευξη της γενικής πολιτικής αειφόρου ανάπτυξης και συμβάλλει στη δημιουργία πλούτου και θέσεων εργασίας· υπογραμμίζει τη σημασία που έχουν για τούτο η βασική και η εφαρμοσμένη έρευνα με δημόσια χρηματοδότηση·
37. υπογραμμίζει ότι μια αναπτυξιακή μακροοικονομική πολιτική πρέπει να είναι προσανατολισμένη στην προώθηση της οικολογικής καινοτομίας, διότι η αειφόρος ανάπτυξη θα καταστεί δυνατή μόνο αν η αύξηση της ζήτησης και η οικονομική ανάπτυξη μπορέσουν να αποφέρουν σημαντική μείωση της χρήσης ενέργειας και πρώτων υλών·
38. θεωρεί ότι οι επενδύσεις σε Ε&Α θα πρέπει να προσανατολίζονται στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, και ότι το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο 2007-2013 θα πρέπει να επικεντρώνεται στις κοινωνικές επιστήμες, την κοινωνία της πληροφορίας (συμπεριλαμβανομένου του δωρεάν και ανοικτής πηγής λογισμικού), την προληπτική ιατρική και τη δημόσια υγεία, την ασφάλεια των τροφίμων, τον έλεγχο των χημικών ουσιών, τις οικολογικές τεχνολογίες και σε δραστηριότητες σε σχέση με την αειφόρο ανάπτυξη, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η φιλοπεριβαλλοντική γεωργία, π.χ. οι οργανικές καλλιέργειες·
39. πιστεύει ότι η ΕΕ θα πρέπει να υλοποιήσει στην πράξη τις στρατηγικές αυτές προτεραιότητες με την ενίσχυση των ικανοτήτων της στους τομείς της καινοτομίας και της έρευνας και, στο πλαίσιο αυτό, εκφράζει τη λύπη του για τις περικοπές που επέφερε στο συγκεκριμένο τομέα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου με την πρότασή του για το δημοσιονομικό πλαίσιο για το διάστημα 2007-2013·
40. καλεί τα κράτη μέλη να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους στον τομέα της πολιτικής για την ενθάρρυνση της καινοτομίας στις επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους, αλλά και στις 20 εκατομμύρια μικρές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που ηγούνται στην οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ευρώπη· θεωρεί ότι η πρόσβαση των ΜΜΕ στο 7ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο για την έρευνα έχει αποφασιστική σημασία για την ενίσχυση της ικανότητας δημιουργίας θέσεων εργασίας από τις ΜΜΕ·
41. εκφράζει την ανησυχία του για την υπέρμετρη έμφαση στην εμπορευματοποίηση της γνώσης και της έρευνας, και προειδοποιεί σχετικά με τον κίνδυνο να διεξάγεται μόνο εφαρμοσμένη έρευνα που μεγιστοποιεί το κέρδος·
42. υπογραμμίζει τη σημασία της αύξησης του συνολικού επιπέδου της εκπαίδευσης και των προσόντων των ατόμων για την προώθηση της καινοτομίας και την προαγωγή της Ε&Α, θεωρεί δε την επένδυση στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και τη διά βίου μάθηση θεμελιώδη στο συγκεκριμένο πλαίσιο· πιστεύει ότι η ποιότητα των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να αυξηθεί στα διάφορα στάδια της ζωής, και να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην ανώτερη εκπαίδευση· υπογραμμίζει την ανάγκη για περισσότερες επενδύσεις των επιχειρήσεων στην κατάρτιση του εργατικού δυναμικού τους·
43. καλεί τα κράτη μέλη να επικεντρωθούν πρώτα και κύρια στο πρόβλημα της εγκατάλειψης του σχολείου στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση· θεωρεί ότι το ποσοστό εγκατάλειψης του σχολείου στην ΕΕ, που ανέρχεται περίπου σε έναν μαθητή στους πέντε, είναι απαράδεκτα υψηλό· ζητεί από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να θέσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση του ποσοστού αυτού στο μισό έως το 2010· ανησυχεί για το αν οι προτάσεις της Επιτροπής για το προσεχές εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο περιλαμβάνουν συγκεκριμένους στόχους όσον αφορά την εξεύρεση εργασίας για τους αποφοιτούντες από το σχολείο, προκειμένου να μειωθεί το ποσοστό των μαθητών που εγκαταλείπουν το σχολείο·
Προς μια συνεπή ενεργειακή πολιτική
44. θεωρεί ότι η ενέργεια και η παροχή ενέργειας έχουν ζωτική σημασία για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία του πληθυσμού· υπογραμμίζει ότι η ενέργεια αποτελεί δημόσιο αγαθό και η παροχή της δημόσια υπηρεσία· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα περισσότερα ΕΠΜ και η ετήσια έκθεση προόδου δίνουν προτεραιότητα στην επιδίωξη της ελευθέρωσης των ενεργειακών αγορών έως το 2007, όπως συμφώνησαν τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο· υπενθυμίζει ότι η ελευθέρωση αυτή θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα αυξήσεις και να θέσει σε κίνδυνο την παροχή της υπηρεσίας·
45. θεωρεί ότι τα κράτη μέλη και η ΕΕ πρέπει να καταβάλουν σοβαρή προσπάθεια για να θέσουν τέρμα στην εξάρτησή τους από ενέργεια από ορυκτές πρώτες ύλες και να αναστρέψουν την τρέχουσα μη βιώσιμη τάση· υπογραμμίζει ότι η οικολογική και η κοινωνική αειφορία πρέπει να αποτελούν τον πυρήνα των προγραμμάτων δημόσιων επενδύσεων της ΕΕ και των κρατών μελών· επισημαίνει ότι οι επενδύσεις θα πρέπει να προωθούν την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, να αποσυνδέουν την οικονομική ανάπτυξη από την ένταση ενέργειας και την κατανάλωση πόρων, να βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση και να προωθούν την εξοικονόμηση ενέργειας με τη μείωση του συνολικού επιπέδου ενεργειακής κατανάλωσης· θεωρεί ότι πρέπει να περιληφθεί στον πυρήνα της στρατηγικής της Λισαβόνας η ταχεία μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ότι τούτο θα πρέπει να περιλαμβάνεται στις κύριες προτεραιότητες του 7ου Προγράμματος Πλαισίου για την έρευνα·
46. πιστεύει ότι μια συνεπής ενεργειακή πολιτική έχει ουσιαστική σημασία για την αειφόρο ανάπτυξη, συνεπάγεται δε μείωση της κατανάλωσης και βελτίωση της απόδοσης και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· αναγνωρίζει ότι μια αλλαγή προσέγγισης όσον αφορά τη χρήση της ενέργειας θα πρέπει να οδηγεί στη μείωση κατά περίπου 20% της τρέχουσας ενεργειακής κατανάλωσης στην Ευρώπη· στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι η συζήτηση για ενεργειακά θέματα κατά το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα πρέπει να αποφέρει συγκεκριμένες ενέργειες στον τομέα της ενεργειακής εξοικονόμησης, της αποδοτικότητας των πόρων και της περαιτέρω προώθησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·
47. υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η ΕΕ θα πρέπει να επενδύσει σημαντικούς πόρους στην επίτευξη των μέγιστων δυνατοτήτων ενεργειακής εξοικονόμησης, με παράλληλη δημιουργία θέσεων εργασίας στους τομείς που θα αποφέρουν τα μέγιστα οφέλη στον ελάχιστο χρόνο, ιδιαίτερα δε στον κατασκευαστικό κλάδο στον οποίο αναλογεί πάνω από το 40% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ των 25·
48. έχει συνείδηση του γεγονότος ότι η μακροπρόθεσμη ενεργειακή ασφάλεια δεν είναι δυνατή χωρίς τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και ζητεί την ένταση των προσπαθειών προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης επίτευξη των καθορισμένων στόχων όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ηλεκτροδότηση από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα βιοκαύσιμα και την ενεργειακή απόδοση· ζητεί από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσφέρουν κίνητρα και να επενδύσουν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προκειμένου να επιτύχουν και να ξεπεράσουν τους στόχους τους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας·
49. θεωρεί ότι η καταπολέμηση της κλιματικής μεταβολής προσφέρει οικονομικές και κοινωνικές δυνατότητες που μπορούν να συμβάλουν στην παγίωση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη· επισημαίνει την ανάγκη για νομικά δεσμευτικούς στόχους μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου· καλεί την Επιτροπή να υπογραμμίσει κατά το διάλογο με τους διεθνείς εταίρους της και ιδιαίτερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες την ανάγκη προστασίας του κλίματος, και να τονίσει ότι οι σχέσεις μεταξύ ΕΕ και τρίτων χωρών δεν μπορεί να μην επηρεαστούν από την απουσία εποικοδομητικής στάσης στο συγκεκριμένο θέμα·
50. υπογραμμίζει τις δυνατότητες που υπάρχουν όσον αφορά εναλλακτικές λύσεις και διασύνδεση ενέργειας, περιβάλλοντος και γεωργίας, για τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τους πολίτες και την ποιότητα διαβίωσής τους, καθώς και για τους αντίστοιχους οικονομικούς κλάδους, στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης· θεωρεί, πάντως, ότι θα πρέπει να επιτευχθεί κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των καλλιεργειών για διατροφή και για παραγωγή ενέργειας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η επάρκεια τροφίμων και να μην τεθεί σε κίνδυνο η επισιτιστική ασφάλεια·
51. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.
- [1] ΕΕ C 320Ε, 15.12.2005, σελ. 164.