ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
4.7.2006
τουWilly Meyer Pleite
εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL
σχετικά με τις διαπραγματευτικές οδηγίες για τη σύναψη Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κεντρικής Αμερικής
B6‑0417/2006
Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο σχετικά με τις διαπραγματευτικές οδηγίες για τη σύναψη Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κεντρικής Αμερικής
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την παράγραφο 31 της Δήλωσης της Βιέννης που επαναλαμβάνει την απόφαση που ελήφθη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την Κεντρική Αμερική κατά την Δ΄ Διάσκεψη Κορυφής ΕΕ-Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής (ΛΑΚ) περί έναρξης διαπραγματεύσεων για τη σύναψη Συμφωνίας Σύνδεσης, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας μιας ζώνης ελευθέρων συναλλαγών,
- έχοντας υπόψη τον Τίτλο V της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 114, παράγραφος 1, του Κανονισμού του, σε συνδυασμό με το άρθρο 83 του ιδίου,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και η πλήρης άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από όλους τους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων σε αυτά των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ιθαγενών λαών, όπως και η προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η κατάργηση της ατιμωρησίας, οφείλουν να αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της Σύνδεσης μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, όπως αποφασίσθηκε στη Βιέννη,
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματευτικές οδηγίες για τη σύναψη της μελλοντικής Συμφωνίας πρέπει να προσαρμοστούν στην επιθυμία των συμβαλλομένων μερών, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 31 της Δήλωσης της Βιέννης, να συνάψουν μια συνολική Συμφωνία Σύνδεσης που θα επανεπιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι η Κεντρική Αμερική είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ζώνη ελευθέρων συναλλαγών και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προτείνει απλώς τη διαπραγμάτευση μιας καθαρά εμπορικής συμφωνίας σαν τη NAFTA, αλλά επιδιώκει να φθάσει σε μια πολιτική και οικονομική Σύνδεση με την περιοχή και τις χώρες που την συναποτελούν, κατά τρόπο που να συνυπολογίζει τις υπάρχουσες ασυμμετρίες και ανισότητες μεταξύ των δυο περιοχών αυτών του κόσμου αλλά και μεταξύ των κεντροαμερικανικών χωρών, και θα περιλαμβάνει για τον ίδιο λόγο βασικές διατάξεις περί αναπτυξιακής συνεργασίας,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματευτικές εντολές για τη μελλοντική Συμφωνία δεν πρέπει να παραβλέψουν το σοβαρό οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό έλλειμμα που υπάρχει στις περισσότερες κεντροαμερικανικές χώρες, ούτε να αγνοήσουν τις αναπτυξιακές διαφορές μεταξύ των δυο περιοχών αυτών του κόσμου, ούτε και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των οικονομικών σχέσεων εντός της Κεντρικής Αμερικής (συγκέντρωση του εμπορίου της περιοχής σε λίγες χώρες, υψηλή εξάρτηση από τις εξαγωγές παραδοσιακών προϊόντων και μικρά επίπεδα άμεσων εξωτερικών επενδύσεων της ΕΕ στην περιοχή, κλπ.),
1. απευθύνει στο Συμβούλιο τις ακόλουθες συστάσεις:
- α)να ορίζει η διαπραγματευτική εντολή ρητώς τη νομική βάση δυνάμει της οποίας θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις για τη νέα Συμφωνία Σύνδεσης, που πρέπει να είναι το άρθρο 310 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε συνδυασμό με το άρθρο 300, παράγραφος 2, εδάφιο 1, πρώτη περίοδος και το άρθρο 300, παράγραφος 3, εδάφιο 2·
- β)να προβλέπουν οι διαπραγματευτικές οδηγίες τους αναγκαίους μηχανισμούς προκειμένου οι διατάξεις της μελλοντικής Συμφωνίας να συμφωνούν απόλυτα με την εντολή της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει της οποίας η προαγωγή της διεθνούς συνεργασίας και η ανάπτυξη και η εδραίωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν βασικούς σκοπούς της ΚΕΠΠΑ·
- γ)να περιλαμβάνουν οι διαπραγματευτικές οδηγίες γενικές κατευθύνσεις ως προς τον καλύτερο τρόπο για μια στενή και αμοιβαία συνεργασία που θα αποβλέπει στην προαγωγή πραγματικών πολυμερών σχέσεων και στην ενίσχυση των δυνατοτήτων του ΟΗΕ στο θέμα της διατήρησης και εδραίωσης της ειρήνης, καθώς και στην από κοινού αντιμετώπιση των απειλών κατά της ειρήνης και της ασφάλειας, στις οποίες απειλές περιλαμβάνονται η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής και η τρομοκρατία, εντός του πολυμερούς πλαισίου που αποφασίσθηκε στη Βιέννη·
- δ)να προβλέπουν οι διαπραγματευτικές οδηγίες τη σταδιακή είσοδο των κεντροαμερικανικών προϊόντων στις ευρωπαϊκές αγορές υπό συνθήκες ανταγωνισμού, αλλά χωρίς η μελλοντική Συμφωνία να επιδεινώσει τις υπάρχουσες ασυμμετρίες· οι δε διαπραγματευτικές οδηγίες να προβλέπουν για το λόγο αυτό μια ειδική, διαφοροποιημένη και ευέλικτη μεταχείριση εντός των προθεσμιών που θα συμφωνηθούν, σε συνάρτηση με τις συμφωνίες και τις βελτιώσεις που θα έχουν επιτύχει οι κεντροαμερικανικές χώρες στον τομέα της ανταγωνιστικότητας χάρη στα μέτρα στήριξης που θα προσφέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως π.χ. μεταφορά τεχνολογίας, θέσπιση απαιτήσεων εθνικού περιεχομένου στους κανόνες περί καταγωγής, και δημιουργία προγραμμάτων συνεργασίας και τεχνικής υποστήριξης·
- ε)για να μην αποτελέσει η προσθήκη μιας δημοκρατικής ρήτρας ή άλλων ρητρών κοινωνικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα στη Συμφωνία Σύνδεσης απλή έκφραση καλών προθέσεων, να κάνουν οι νέες διαπραγματευτικές οδηγίες ρητή μνεία στους συγκεκριμένους μηχανισμούς που θα διασφαλίσουν τη λειτουργία της και να προβλέψουν ειδικότερα την υποβολή ετήσιας έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εκ μέρους της Επιτροπής διαδικασία παρακολούθησης της εφαρμογής των ανωτέρω·
στ) να συμπεριληφθούν ειδικές μνείες περί διαρθρωμένης συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στο νέο πολιτικό διάλογο, να προταθεί δε η οργάνωση τακτικών διασκέψεων με τους εκπροσώπους της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών τόσο στην ΕΕ όσο και στην Κεντρική Αμερική, η αναγνώριση στους εν λόγω εκπροσώπους της ιδιότητας του παρατηρητή στις διϋπουργικές συνεδριάσεις, και η διευκόλυνση της ενεργού συμμετοχής τους στα φόρα, στις αντίστοιχες τομεακές επιτροπές και υποεπιτροπές, σε όλες τις φάσεις συζήτησης, διαπραγμάτευσης και παρακολούθησης της όλης διεργασίας·
- ζ)να ενημερώσει η Επιτροπή λεπτομερώς το Κοινοβούλιο, εάν χρειαστεί υπό εμπιστευτική μορφή, για τις συστάσεις της σε ό,τι αφορά τη διαπραγματευτική εντολή·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα σύσταση στο Συμβούλιο και, για ενημέρωση, στην Επιτροπή, καθώς και στις Κυβερνήσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.