ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ
17.9.2008
σύμφωνα με το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού
των βουλευτών: Francis Wurtz, Gabriele Zimmer, Δημήτριος Παπαδημούλης, Eva-Britt Svensson, Roberto Musacchio, Umberto Guidoni, Ilda Figueiredo και Mary Lou McDonald
εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL
σχετικά με τη δέσμη κοινωνικών μέτρων
B6‑0434
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη δέσμη κοινωνικών μέτρων
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής «Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα: Ευκαιρίες, πρόσβαση και αλληλεγγύη στην Ευρώπη του 21ου αιώνα» (COM (2008) 412 τελικό) και τα πολυάριθμα μη νομοθετικά συνοδευτικά έγγραφα της ανακοίνωσης αυτής,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη (COM (2008) 414 τελικό),
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (αναδιατύπωση) COM(2008) 419 τελικό),
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης,
– έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσώπων ανεξαρτήτως θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού (COM(2008) 426 τελικό),
– έχοντας υπόψη την πολιτική συμφωνία του Συμβουλίου Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων της 9ης Ιουνίου 2008 σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τον χρόνο εργασίας και της οδηγίας για τους προσωρινούς εργαζομένους,
– έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις υποθέσεις Viking Line, Laval, Rüffert και Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου και την πολιτική διαμάχη σχετικά με αυτές τις αποφάσεις,
– έχοντας υπόψη τις ακόλουθες συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ): ILO-94, Εργασιακές Ρήτρες (Δημόσιες Συμβάσεις)· ILO-87, Ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και προστασία του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι· ILO-98, Δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι και συλλογικές διαπραγματεύσεις· ILO-117, Βασικοί στόχοι και κανόνες της κοινωνικής πολιτικής, ιδίως το Μέρος IV· ILO-154, Συλλογικές διαπραγματεύσεις· ILO-MLC, Σύμβαση ναυτικής εργασίας· καθώς και την Ατζέντα αξιοπρεπούς εργασίας της ΔΟΕ,
– έχοντας υπόψη τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση 2008-2010 και τη «Στρατηγική της ΕΕ για την κοινωνική ένταξη και την κοινωνική προστασία»,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 103, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή και το Συμβούλιο έδειξαν πολύ μεγάλη απροθυμία μέχρι τώρα να προτείνουν και να εγκρίνουν οποιοδήποτε νομοθετικό κείμενο κοινωνικής πολιτικής που να αποβλέπει στην επίτευξη κοινωνικής προόδου εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απασχόληση και οι κοινωνικές πολιτικές που αποβλέπουν στην κοινωνική πρόοδο δεν περιλαμβάνονται στις τέσσερις επίσημες προτεραιότητες της τρέχουσας Γαλλικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ότι επομένως οι διακηρύξεις της εν λόγω Προεδρίας ότι επιζητεί να γίνει το 2008 «το έτος επανεκκίνησης της Κοινωνικής Ευρώπης» δεν ακούγονται τόσο αξιόπιστες,
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συμφωνία του Συμβουλίου Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων της 9ης Ιουνίου 2008 για την αναθεώρηση της οδηγίας για τον χρόνο εργασίας αποσκοπεί σε μια περαιτέρω απορρύθμιση των ήδη χαμηλών ελάχιστων προδιαγραφών προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων απέναντι στα ακανόνιστα και μακρά ωράρια εργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τρέχουσες ενέργειες της γαλλικής κυβέρνησης για ακύρωση της εθνικής νομοθεσίας περί 35ωρης εβδομαδιαίας εργασίας, όπως και οι ανάλογες καμπάνιες σε άλλα κράτη μέλη για μεγαλύτερους χρόνους εργασίας, επιδεικνύουν την ίδια τάση προς την κοινωνική οπισθοδρόμηση,
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφατες αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις υποθέσεις Viking Line, Laval, Rüffert και Λουξεμβούργου περιορίζουν το δικαίωμα απεργίας και συλλογικής διαπραγμάτευσης δίνοντας την πρωτοκαθεδρία στις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς έναντι των εν λόγω θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων· ότι οι αποφάσεις αυτές ερμηνεύουν ως ανώτατες προδιαγραφές τις προδιαγραφές ελάχιστης κοινωνικής προστασίας που προβλέπει η οδηγία για την απόσπαση εργαζομένων, ευνοώντας έτσι τον ανταγωνισμό συμπίεσης των μισθών στον ίδιο τόπο εργασίας και αρνούμενες στα κράτη μέλη το δικαίωμα να απαιτούν με την εθνική τους νομοθεσία ευνοϊκότερες συνθήκες εργασίας και αμοιβής για τους αποσπασμένους εργαζομένους,
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές οι εξελίξεις συνέβαλαν σημαντικά ώστε να επικρατήσει ευρέως η αντίληψη ότι η ΕΕ κλίνει υπέρμετρα προς την κατεύθυνση της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού και εγκαταλείπει την αλληλεγγύη και την κοινωνική πρόοδο· ότι αυτή η εντεινόμενη κρίση νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης οδήγησε σε ένα αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στο ευρωπαϊκό σχέδιο λειτουργίας βάσει των κανόνων της αγοράς που υποστηρίζουν οι ελίτ της ΕΕ και στον σκεπτικισμό εκτεταμένων στρωμάτων του ευρωπαϊκού πληθυσμού ως προς την «προστιθέμενη αξία» των ευρωπαϊκών πολιτικών στην καθημερινότητά τους και στην κοινωνική ευημερία τους, όπως αυτό ξαναεκφράστηκε πρόσφατα με το ιρλανδικό «όχι» στη Συνθήκη της Λισσαβώνας,
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, με αυτό το προηγούμενο, η «Ανανεωμένη κοινωνική ατζέντα» που υπέβαλε η Επιτροπή ερμηνεύεται αναπόφευκτα ως μια προσπάθεια κατευνασμού της οργής και της δυσαρέσκειας ευρέων στρωμάτων πληθυσμού απέναντι στην τρέχουσα νεοφιλελεύθερη τάση του σχεδίου ευρωπαϊκής ενοποίησης· ότι ωστόσο η λεγόμενη «δέσμη κοινωνικών μέτρων» αποτελείται κυρίως από μη νομοθετικού χαρακτήρα ανακοινώσεις, εκθέσεις και συστάσεις, με αμφίβολα αποτελέσματα ως προς την προώθηση μιας μετρήσιμης κοινωνικής προόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, εξαιτίας των νομισματικών και μακροοικονομικών πολιτικών, και ειδικότερα του Συμφώνου Σταθερότητας, της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής της Λισσαβώνας και των αποφάσεων της ΕΚΤ, έχουν σημειωθεί από το 2000 βραδεία ανάπτυξη της οικονομίας και της απασχόλησης, μείωση της αξίας που προσδίδεται στην εργασία και επιμόνως υψηλά επίπεδα ανεργίας, φτώχειας, επισφαλούς εργασίας και ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος, συνοδευόμενα στην αντίπερα όχθη από αυξανόμενα κέρδη των μεγάλων χρηματοπιστωτικών και οικονομικών ομίλων που επωφελούνται από τη φιλελευθεροποίηση και ιδιωτικοποίηση στρατηγικών παραγωγικών κλάδων και βασικών κοινωφελών υπηρεσιών,
1. θεωρεί ότι η «δέσμη κοινωνικών μέτρων» είναι μια κακοσχεδιασμένη προσπάθεια απόσπασης της προσοχής του κοινού από τα κοινωνικώς οπισθοδρομικά μέτρα της Επιτροπής και του Συμβουλίου, σαν τη σχεδιαζόμενη απορρύθμιση του χρόνου εργασίας όπως διέπεται από την οδηγία για τον χρόνο εργασίας, και από τις καταστροφικές επιπτώσεις που θα έχουν οι πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στα θεμελιώδη δικαιώματα και στις συλλογικές διαπραγματεύσεις·
2. επισημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην πρώτη του ανάγνωση της πρότασης αναθεώρησης της οδηγίας για τον χρόνο εργασίας, ζήτησε τη σταδιακή κατάργηση των δυνατοτήτων εξαίρεσης· επικρίνει με δριμύτητα το γεγονός ότι η πολιτική συμφωνία του Συμβουλίου απέρριψε αυτό το αίτημα· εκφράζει συνεπώς την αντίθεσή του προς τη συμφωνία του Συμβουλίου·
3. τονίζει ότι οποιαδήποτε κοινωνικώς βαρύνουσα αναθεώρηση της οδηγίας για τον χρόνο εργασίας πρέπει να εστιάζεται στη συμφιλίωση επαγγελματικής και μη επαγγελματικής ζωής, μέσω μικρότερων ημερήσιων και εβδομαδιαίων μέγιστων ωραρίων εργασίας· τονίζει ότι η δυνατότητα εξαίρεσης πρέπει να καταργηθεί πλήρως, ότι η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις ώρες επιφυλακής και τις περιόδους αντισταθμιστικής ανάπαυσης πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως και να ενσωματωθεί στην οδηγία, και ότι πρέπει να εμποδιστεί οποιαδήποτε μείωση του προβλεπόμενου από την ισχύουσα οδηγία επιπέδου προστασίας·
4. καλεί το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να συζητήσουν εκτενώς τα ζητήματα που προκύπτουν από τις πρόσφατες αποφάσεις του Δικαστηρίου· καλεί επειγόντως το Συμβούλιο να λάβει μέτρα για τη διασφάλιση της υπερίσχυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων έναντι των ελευθεριών της εσωτερικής αγοράς· ζητεί κατά συνέπεια μια εκτεταμένη αναθεώρηση των Συνθηκών, ώστε να ανοίξει ο δρόμος προς μια Κοινωνική Ευρώπη· θεωρεί ότι, εάν οι ευρωπαϊκοί θεσμικοί μηχανισμοί δεν το επιτύχουν αυτό, τότε θα επιδεινωθεί δραματικά η σοβαρή κρίση νομιμοποίησης του σημερινού ευρωπαϊκού οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου·
5. λαμβάνει γνώση της πρώτης διετούς έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος στην ΕΕ· τονίζει ότι το ζήτημα των υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος είναι άλλο ένα σημαντική θέμα όπου απαιτείται αναθεώρηση των Συνθηκών· τονίζει εν προκειμένω την ανάγκη σαφών διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ, που να ορίζουν ότι τα δημόσια αγαθά, οι κοινωφελείς υπηρεσίες, οι υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος και ο μη κερδοσκοπικός τομέας δεν υπόκεινται στους κανόνες περί ανταγωνισμού, κρατικών ενισχύσεων, δημόσιων συμβάσεων και εσωτερικής αγοράς, αλλά αποτελούν έναν τομέα που θα διέπεται αποκλειστικά από το δημόσιο συμφέρον και θα είναι οργανωμένος βάσει της αρχής της επικουρικότητας, υπό την αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών και των αντίστοιχων περιφερειακών και τοπικών αρχών σε ό,τι αφορά τη σωστή λειτουργία του·
6. υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη της Λισσαβώνας έχει ήδη απορριφθεί από τον ιρλανδικό λαό στο μοναδικό δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση· καλεί το Συμβούλιο να διακόψει τη διαδικασία επικύρωσης και, σαν ένα πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της κατάστασης, να εισαγάγει στις υπάρχουσες Συνθήκες ως δεσμευτικό Πρωτόκολλο μια «ρήτρα κοινωνικής προόδου», με σκοπό να διευκρινιστούν τα ακόλουθα σημεία:
- -η Συνθήκη δεν μπορεί να ερμηνεύεται ως επηρεάζουσα καθ’ οιονδήποτε τρόπο την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αυτά είναι αναγνωρισμένα στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος απεργίας και συλλογικής δράσης σε εθνικό επίπεδο καθώς και του δικαιώματος διασυνοριακών απεργιών και συλλογικής δράσης,
- -τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνουν επίσης το δικαίωμα ή την ελευθερία ανάληψης άλλων δράσεων που καλύπτονται από συγκεκριμένα συστήματα εργασιακών σχέσεων στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων που αποσκοπούν στη σύναψη συλλογικών συμβάσεων οι οποίες να υπερβαίνουν τους ελάχιστους μισθούς και τις ελάχιστες προδιαγραφές,
- -η Συνθήκη δεν μπορεί να ερμηνεύεται ως επηρεάζουσα καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα συστήματα εργασιακών σχέσεων και συλλογικών διαπραγματεύσεων όπως αυτά είναι αναγνωρισμένα στα κράτη μέλη,
- -η Συνθήκη δεν μπορεί να ερμηνεύεται ως επηρεάζουσα καθ’ οιονδήποτε τρόπο την αρμοδιότητα των κρατών μελών να εγκρίνουν νόμους κοινωνικής πολιτικής που ορίζουν υψηλότερες προδιαγραφές και απαιτήσεις από εκείνες που προβλέπουν οι οδηγίες της ΕΕ για τη θέσπιση ελάχιστων προδιαγραφών,
- -οποτεδήποτε τα ανωτέρω δικαιώματα και οι αρμοδιότητες των κρατών μελών σε θέματα κοινωνικής πολιτικής ή τα συστήματα εργασιακών σχέσεων των κρατών μελών έλθουν ενδεχομένως σε σύγκρουση με τις ρυθμίσεις της εσωτερικής αγοράς ή με τις «θεμελιώδεις ελευθερίες» της εσωτερικής αγοράς, εκείνα (τα θεμελιώδη δικαιώματα κλπ.) θα υπερισχύουν αυτών των τελευταίων·
7. επισημαίνει ότι τα νομοθετικά σχέδια που περιέχει η «δέσμη κοινωνικών μέτρων» είτε αποσκοπούν στην επέκταση της απελευθέρωσης της εσωτερικής αγοράς, όπως στην περίπτωση της πρότασης οδηγίας περί «εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη», που σχεδιάστηκε βάσει των παλαιών προτάσεων Bolkestein για την υγειονομική περίθαλψη στο πλαίσιο της οδηγίας για τις υπηρεσίες, είτε χαρακτηρίζονται από έλλειψη φιλοδοξίας σε ό,τι αφορά την προαγωγή της κοινωνικής προόδου, όπως στην περίπτωση της πρότασης αναθεώρησης της οδηγίας για την «ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης», και ότι δεν υπάρχουν επομένως οι κατάλληλοι μηχανισμοί για την «επανεκκίνηση της Κοινωνικής Ευρώπης» που διακηρύσσει η Γαλλική Προεδρία·
8. επισημαίνει ότι οι υπηρεσίες υγείας έχουν αποκλεισθεί από την οδηγία περί υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά για σοβαρούς λόγους, δεδομένου ότι η υγειονομική περίθαλψη αποτελεί τμήμα των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και όχι έναν τομέα όπου πρέπει να επικρατήσουν οι δυνάμεις της αγοράς· τονίζει ότι ούτε υπάρχει ανάγκη να ρυθμίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση την υγειονομική περίθαλψη βάσει των κανόνων της εσωτερικής αγοράς, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει οποιαδήποτε τέτοιου είδους αρμοδιότητα· επιμένει ότι τα ζητήματα που καλύπτει η πρόταση οδηγίας της Επιτροπής πρέπει να διευθετηθούν και να ρυθμιστούν στο πλαίσιο του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης (Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004)·
9. επικρίνει έντονα την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής περί «εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη»· επισημαίνει ότι η πρόταση αυτή βασίζεται σε αντίληψη τύπου εσωτερικής αγοράς και επιδιώκει κυρίως να προσφέρει τη δυνατότητα στους πιο εύπορους και πιο μορφωμένους πολίτες να πηγαίνουν να «ψωνίζουν» φθηνότερη υγειονομική περίθαλψη αλλού· θεωρεί ότι η πρόταση αυτή υποσκάπτει την ισότητα στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, δεδομένου ότι τα έξοδα που επιστρέφονται στους ασθενείς από φτωχότερα κράτη μέλη δεν τους επιτρέπουν να καλύψουν τις δαπάνες θεραπείας για υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη σε πλουσιότερα κράτη μέλη·
10. επικρίνει έντονα το γεγονός ότι η πρόταση της Επιτροπής για αναθεώρηση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης στερείται φιλοδοξίας· υπενθυμίζει στην Επιτροπή τα αιτήματα του Κοινοβουλίου για την αναθεώρηση της εν λόγω οδηγίας, τα οποία διατυπώθηκαν πριν από επτά ολόκληρα χρόνια με το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2001 αλλά δεν ελήφθησαν υπόψη·
11. τονίζει τις θεμελιώδεις ανάγκες που απαιτούν την αναθεώρηση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης: καλύτερος ορισμός της «ενημέρωσης» και της «διαβούλευσης» (λεπτομερής γραπτή ενημέρωση σε εύθετο χρόνο) και των διακρατικών ζητημάτων, μείωση των κατώτατων ορίων για τη συγκρότηση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, αναγνώριση του ρόλου των συνδικάτων και των δικαιωμάτων τους, βελτιωμένες συνθήκες εργασίας για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τις εταιρείες που παραβιάζουν τις διατάξεις της οδηγίας, και θέσπιση του δικαιώματος των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης να ασκούν βέτο στα τυχόν σχέδια της διοίκησης για αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις και εξαγορές ή απολύσεις, ώστε να μη λαμβάνεται καμία τελική απόφαση μέχρις ότου μπορέσει η ενδιαφερόμενη ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης να προτείνει εναλλακτικές λύσεις και οι λύσεις αυτές συζητηθούν λεπτομερώς μεταξύ ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης και διοίκησης·
12. επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή προτείνει μια οριζόντια οδηγία για την απαγόρευση των διακρίσεων που εφαρμόζονται έξω από το πεδίο της απασχόλησης· επικρίνει έντονα το γεγονός ότι τα ασφαλιστικά και λοιπά χρηματοπιστωτικά προϊόντα δεν προβλέπεται να καλύπτονται από την εν λόγω οδηγία, με αποτέλεσμα να μπορούν ο χρηματοπιστωτικός και ο ασφαλιστικός κλάδος να συνεχίζουν τις διακρίσεις, ζητώντας υψηλότερες εισφορές λόγω κινδύνων σχετιζόμενων με την υγεία, την ηλικία, το φύλο και την αναπηρία·
13. επισημαίνει ότι πρέπει να χορηγηθεί στους υπηκόους τρίτων χωρών πρόσβαση στην απασχόληση εντός της ΕΕ καθώς και ίσα δικαιώματα, ιδίως όσον αφορά τους μισθούς, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και την κοινωνική προστασία· προτρέπει να συμπεριληφθούν στις ευρωπαϊκές αποφάσεις και αποφάσεις-πλαίσια όλες οι διατάξεις της διεθνούς σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους, η οποία εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 18 Δεκεμβρίου 1990· υποστηρίζει την ιδέα μιας άδειας παραμονής για την αναζήτηση εργασίας·
14. λαμβάνει γνώση της επιδίωξης της Επιτροπής να βελτιώσει την προβολή και τις μεθόδους λειτουργίας της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την κοινωνική ένταξη και την κοινωνική προστασία και να ενισχύσει την αλληλεπίδρασή της με άλλες πολιτικές· επισημαίνει όμως ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο απέρριψαν το αίτημα του Κοινοβουλίου για την ενσωμάτωση μιας νέας κατευθυντήριας γραμμής για την κοινωνική ένταξη στις κατευθυντήριες γραμμές 2008-2010 για την απασχόληση, και έτσι αρνήθηκαν να βελτιώσουν την εν λόγω προβολή και την αλληλεπίδραση με άλλες πολιτικές·
15. επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να τεθούν στόχοι για τη μείωση της φτώχειας (της φτώχειας εν γένει, καθώς και της παιδικής φτώχειας, της «φτώχειας στην εργασία» και της διαιωνιζόμενης μακροχρόνιας φτώχειας) και τις προτάσεις της για ένα ελάχιστο επίπεδο συνταξιοδοτικού εισοδήματος και για την πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη (ώστε να μειωθεί η βρεφική θνησιμότητα, να βελτιωθεί το επίπεδο της υγείας και το προσδόκιμο επιβίωσης, κλπ.) στην επόμενη φάση της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την κοινωνική ένταξη και την κοινωνική προστασία· τονίζει ότι τέτοιοι στόχοι πρέπει να τεθούν επίσης σε ό,τι αφορά τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος (60% του εθνικού διάμεσου ισοσταθμισμένου εισοδήματος) και ελάχιστου μισθού (60% του μέσου εθνικού ή κλαδικού μισθού), ώστε να καταπολεμηθεί η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός·
16. επικροτεί τον στόχο που έθεσε η Επιτροπή, να προαγάγει την έννοια της αξιοπρεπούς εργασίας στις εσωτερικές και εξωτερικές πολιτικές της ΕΕ· επισημαίνει ότι ένας σημαντικός πυλώνας της έννοιας της αξιοπρεπούς εργασίας είναι η «ελεύθερα επιλεγμένη εργασία», που πρέπει να κατοχυρωθεί· τονίζει επομένως ότι πρέπει τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν τις πολιτικές εκείνες επί θεμάτων αγοράς εργασίας που αναγκάζουν τους ανέργους να δέχονται κακοπληρωμένες και επισφαλείς θέσεις εργασίας τις οποίες δεν έχουν επιλέξει οι ίδιοι ελεύθερα, ή να εργάζονται για τις κοινωνικές παροχές τους (προγράμματα ανταποδοτικότητας της κοινωνικής πρόνοιας)·
17. επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να ενσωματωθούν οι διεθνείς προδιαγραφές ναυτικής εργασίας (ILO MLC του 2006) στην ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία που είναι θεμελιωμένη στην ευρωπαϊκή συμφωνία μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων του κλάδου· επικροτεί επίσης τις ενέργειες της Επιτροπής για την κατά προτεραιότητα εφαρμογή των Συμβάσεων της ΔΟΕ· τονίζει όμως ότι η απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση Rüffert αντιφάσκει προς τη Σύμβαση 94 της ΔΟΕ, η οποία ρητώς επιτρέπει να απαιτούν οι κανονισμοί περί δημοσίων συμβάσεων τη συμμόρφωση με τις συλλογικές συμβάσεις· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εγγράψουν τη Σύμβαση ILO 94 στον κατάλογο των κειμένων με προτεραιότητα εφαρμογής·
18. συμφωνεί με την Επιτροπή ότι απαιτούνται περισσότερα μέτρα για να μειωθεί και να εξαλειφθεί η μισθολογική ανισότητα μεταξύ φύλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση· καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να ενισχύσουν περαιτέρω το νομικό πλαίσιο, να θέσουν ένα στόχο για τη μείωση της μισθολογικής ανισότητας μεταξύ φύλων επίσης σε ό,τι αφορά την πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση και την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και ικανοτήτων των γυναικών, για τη μείωση της μισθολογικής ανισότητας μεταξύ φύλων στη μερική απασχόληση και για τη μείωση της συνταξιοδοτικής ανισότητας μεταξύ φύλων, καθώς και να προωθήσουν τις ρήτρες ισότητας στις δημόσιες συμβάσεις·
19. λαμβάνει γνώση της έκθεσης της Επιτροπής για τους κοινοτικούς μηχανισμούς και τις κοινοτικές πολιτικές υπέρ της ένταξης των Ρομά· τονίζει την ανάγκη μιας αποφασιστικής δράσης υπέρ της ένταξης των Ρομά (Σχέδιο Δράσης υπέρ των Ρομά), όπως έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο με ψηφίσματά του σχετικά με αυτό το θέμα·
20. επισημαίνει ότι οποιαδήποτε ουσιαστική «δέσμη κοινωνικών μέτρων» που να προάγει την κοινωνική πρόοδο θα πρέπει απαραιτήτως να συμπληρώνεται με τα κατάλληλα υποστηρικτικά μέτρα οικονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής· θεωρεί ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης πρέπει να καταργηθεί και η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ να γίνει λιγότερο περιοριστική, ώστε να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις της τρέχουσας οικονομικής επιβράδυνσης στην Ευρώπη· καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να καταρτίσουν ένα «Ευρωπαϊκό επενδυτικό πρόγραμμα για την αειφόρο ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη», στο οποίο να διατεθεί τουλάχιστον 1% του ΑΕγχΠ της ΕΕ και το οποίο πρέπει να συμπληρωθεί με ανάλογα επενδυτικά προγράμματα των κρατών μελών, ώστε να σταθεροποιηθεί η οικονομία, να αντιμετωπισθεί η κλιματική αλλαγή και να προωθηθεί η πλήρης απασχόληση με υψηλής ποιότητας θέσεις εργασίας και με κοινωνικά δικαιώματα· προτείνει να εγκρίνουν επίσης τα κράτη μέλη μέτρα για τη σταθεροποίηση και ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των ατόμων χαμηλού εισοδήματος (που αντιμετωπίζουν τις αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων, της ενέργειας, των μεταφορών κλπ.), π.χ. μέσω της θέσπισης κοινωνικών τιμολογίων για το φυσικό αέριο, το ηλεκτρικό, τις τηλεπικοινωνίες, τις δημόσιες μεταφορές κλπ.·
21. επισημαίνει ότι η τρέχουσα στρατηγική της Λισαβόνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα εκπνεύσει το 2010· θεωρεί ότι πρέπει από τώρα να ξεκινήσει ένας εκτενής προβληματισμός σχετικά με τη μελλοντική στρατηγική για την περίοδο μετά το έτος 2010· τονίζει ότι η σημερινή εστίαση στην απελευθέρωση της αγοράς και στην ανταγωνιστικότητα πρέπει να εγκαταλειφθεί και να αντικατασταθεί από μια νέα ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή στρατηγική αλληλεγγύης και αειφόρου ανάπτυξης που θα στηρίζεται σε τέσσερις ισοβαρείς πυλώνες (οικονομία, περιβάλλον, απασχόληση, κοινωνική προστασία και ένταξη)·
22. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.