ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με τους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς της Επιτροπής της 19ης Δεκεμβρίου 2012 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά κανονιστικά τεχνικά πρότυπα για ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, την υποχρέωση εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο (C(2012)9593), καθώς και σχετικά με τις απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους (C(2012)9623)
4.2.2013 - (2013/2522(RSP))
Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής
Εισηγητής: Werner Langen
B7‑0078/2013
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς της Επιτροπής της 19ης Δεκεμβρίου 2012 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά κανονιστικά τεχνικά πρότυπα για ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, την υποχρέωση εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο (C(2012)9593), καθώς και σχετικά με τις απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους (C(2012)9623)
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς της Επιτροπής C(2012)9593 και C(2012)9623,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)[1],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών[2],
– έχοντας υπόψη τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε στις 27 Σεπτεμβρίου 2012 η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 4, το άρθρο 5, παράγραφος 1, το άρθρο 6, παράγραφος 4, το άρθρο 8, παράγραφος 5, το άρθρο 10, παράγραφος 4, το άρθρο 11, παράγραφος 14, το άρθρο 25, παράγραφος 8, το άρθρο 26, παράγραφος 9, το άρθρο 29, παράγραφος 4, το άρθρο 34, παράγραφος 3, το άρθρο 41, παράγραφος 5, το άρθρο 42, παράγραφος 5, το άρθρο 44, παράγραφος 2, το άρθρο 45, παράγραφος 5, το άρθρο 46, παράγραφος 3, το άρθρο 47, παράγραφος 8 και το άρθρο 49, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012,
– έχοντας υπόψη την πρόταση ψηφίσματος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 87α, παράγραφος 3, του Κανονισμού,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR) θεσπίζει απαιτήσεις σχετικά με την εκκαθάριση και τη διμερή διαχείριση του κινδύνου όσον αφορά τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, υποχρεώσεις αναφοράς για τις συμβάσεις παραγώγων και ενιαίες απαιτήσεις για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των αρχείων καταγραφής συναλλαγών·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ως άνω κανονισμός παρέχει στην Επιτροπή, σε συνέχεια της υποβολής, μεταξύ άλλων, και από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) των σχεδίων κανονιστικών τεχνικών προτύπων, την αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σε ορισμένους συγκεκριμένους τομείς σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζουν τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (κανονισμός ΕΑΚΑΑ)·
Γ. εκτιμώντας ότι στις 27 Σεπτεμβρίου 2012 η ΕΑΚΑΑ υπέβαλε στην Επιτροπή 6 σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, σώματα κεντρικών αντισυμβαλλομένων, απαιτήσεις κεντρικών αντισυμβαλλομένων και αρχεία καταγραφής συναλλαγών[3]·
Δ. εκτιμώντας ότι στις 19 Δεκεμβρίου 2012 η Επιτροπή ενέκρινε πέντε εκ των ανωτέρω σχεδίων κανονιστικών τεχνικών προτύπων υπό μορφή κατ' εξουσιοδότηση κανονισμών, χωρίς τροποποιήσεις στα σχέδια που υπέβαλε η ΕΑΚΑΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν ενέκρινε το σχέδιο κανονιστικού τεχνικού προτύπου σχετικά με τα σώματα για κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 14, παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ δηλώνεται ότι, σε περίπτωση που δεν δεχθεί κάποιο σχέδιο κανονιστικού τεχνικού προτύπου, η Επιτροπή ενημερώνει, μεταξύ άλλων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναφέροντας τους σχετικούς με την άρνησή της λόγους· λαμβάνοντας υπόψη ότι Επιτροπή διαβίβασε τις σχετικές πληροφορίες με επιστολή μόλις την 31η Ιανουαρίου 2013, ήτοι έξι εβδομάδες μετά την απόφασή της να μην εγκρίνει το ως άνω σχέδιο κανονιστικού τεχνικού προτύπου·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι δύο από τους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς που ενέκρινε η Επιτροπή, οι υπ' αριθμόν C(2012)9593 και C(2012)9623, αφορούν αντιστοίχως κανονιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, με την υποχρέωση εκκαθάρισης, με το δημόσιο μητρώο, με την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, με τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, με τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο καθώς και σχετικά με απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις για κανονιστικό τεχνικό πρότυπο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης του κανονιστικού τεχνικού προτύπου που ενέκρινε η Επιτροπή·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η περίοδος ελέγχου μειώνεται σε έναν μήνα από την ημερομηνία κοινοποίησης οσάκις η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδόθηκε από την Επιτροπή είναι η ίδια με το σχέδιο κανονιστικού τεχνικού προτύπου που υπέβαλε η ΕΑΚΑΑ, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ και με το άρθρο 87α, παράγραφος 3, του Κανονισμού, ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, ενεργώντας εξ ονόματος του Κοινοβουλίου, ενημέρωσε την Επιτροπή και το Συμβούλιο δια των επιστολών της 21ης Δεκεμβρίου 2012 και 9ης Ιανουαρίου 2013 αντιστοίχως ότι η προθεσμία παρατείνεται για ένα μήνα·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο διατυπώσουν αντιρρήσεις όσον αφορά κανονιστικό τεχνικό πρότυπο εντός της περιόδου ελέγχου, το πρότυπο αυτό δεν τίθεται σε ισχύ·
Ι. εκτιμώντας ότι στην παράγραφο 2 της 'Κοινής Αντίληψης για τις Κατ' εξουσιοδότηση Πράξεις' μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου και Επιτροπής αναφέρεται ότι τα τρία θεσμικά όργανα πρέπει να συνεργάζονται καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας που οδηγεί στην έγκριση κατ' εξουσιοδότηση πράξεων με στόχο την ομαλή άσκηση της ανατιθέμενης εξουσίας και τον αποτελεσματικό έλεγχο αυτής της εξουσίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·
ΙΑ. εκτιμώντας ότι η Επιτροπή πρέπει, πριν προβεί σε έγκριση κανονιστικών τεχνικών προτύπων, να λαμβάνει υπόψη το χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται ώστε να είναι σε θέση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ασκεί τα δικαιώματα ελέγχου του και οφείλει να αποφεύγει να εγκρίνει τέτοιας μορφής πρότυπα όταν η περίοδος ελέγχου είναι μικρότερη των δύο μηνών περιλαμβανομένης και της παράτασης της περιόδου ελέγχου όπως ορίζεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαβίβασαν στις υπηρεσίες της Επιτροπής παρατηρήσεις τις οποίες συνέταξαν μέλη της αρμόδιας επιτροπής του ΕΚ και αφορούσαν τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα λίγο μετά την υποβολή των προτύπων αυτών από την ΕΑΚΑΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπηρεσίες της Επιτροπής απάντησαν στις εν λόγω παρατηρήσεις μόνο μετά από την έγκριση των κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι αναμένεται από την Επιτροπή και, κατά περίπτωση, από την ΕΑΚΑΑ, να παρέχουν εγκαίρως απαντήσεις στις παρατηρήσεις βουλευτών όσον αφορά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων, ιδίως όταν οι απόψεις που εκφράζουν βουλευτές δεν αvτικατoπτρίζovται στα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που ενέκρινε η Επιτροπή·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΑΚΑΑ δεν υπέβαλε όλα τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στον κανονισμό EMIR εντός της προθεσμίας της 30ής Σεπτεμβρίου 2012 η οποία ορίζεται στον κανονισμό αυτό· εκτιμώντας συγκεκριμένα ότι εξακολουθούν να βρίσκονται σε εκκρεμότητα τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται δυνάμει των άρθρων 4, παράγραφος 4 και 11, παράγραφος 15 του κανονισμού EMIR· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε περίπτωση καθυστέρησης στην εκπόνηση και έγκριση κανονιστικών τεχνικών προτύπων, το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται δεόντως όσον αφορά το αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα και τους λόγους της καθυστέρησης·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην αιτιολογική σκέψη 25 του κανονισμού C(2012)9593 αναφέρεται ότι η υπέρβαση σε μία από τις τιμές που ορίζονται σε κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να επιφέρει υπέρβαση του κατωφλίου εκκαθάρισης για όλες τις κατηγορίες· εκτιμώντας ότι η εφαρμογή αυτής της προσέγγισης θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποχρέωση εκκαθάρισης και σε απαίτηση συμπληρωματικής καταβολής προς άλλες οντότητες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο, αποτέλεσμα στο οποίο δεν αποσκοπούσε ο κανονισμός EMIR· εκτιμώντας ότι στο άρθρο 10, παράγραφος 4, στοιχείο β) του κανονισμού EMIR αναφέρεται ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός πρέπει να καθορίζει τις τιμές των κατωφλίων εκκαθάρισης λαμβάνοντας υπόψη τις θέσεις και την έκθεση ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν προβλέπεται στον κανονισμό EMIR σε περίπτωση που ένας μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος υπερβεί το όριο εκκαθάρισης σε μία κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, να υποχρεούται αυτομάτως ο όμιλος στον οποίο ανήκει να εκκαθαρίσει όλες τις άλλες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 26, παράγραφος 1 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9623 γίνεται διάκριση μεταξύ παραγώγων των οποίων η διαπραγμάτευση γίνεται σε ρυθμιζόμενη αγορά και εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης και σε υποχρέωση διαπραγμάτευσης και έχουν παρόμοιο προφίλ κινδύνου με το να καθορίζονται διαφορετικές περίοδοι ρευστοποίησης με στόχο τον υπολογισμό του περιθωρίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι μία τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να έχει επίπτωση στη διαχείριση του κινδύνου εταιρειών στην ΕΕ και, ως εκ τούτου, να επιφέρει συνολικές αρνητικές μακροοικονομικές συνέπειες·
ΙΕ. εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 4, στοιχείο β) και της αιτιολογικής σκέψης 31 του κανονισμού EMIR, στον καθορισμό της αξίας των κατωφλίων εκκαθάρισης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συστημική σημασία του αθροίσματος των καθαρών θέσεων και της έκθεσης ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό δεν αντικατοπτρίζεται επαρκώς στο άρθρο 11 και στην αιτιολογική σκέψη 22 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9593, που αναφέρονται στην ακαθάριστη ονομαστική αξία των θέσεων των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για τον καθορισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους· εκτιμώντας ότι ένα κατώφλι εκκαθάρισης, βασιζόμενο σε ακαθάριστες θέσεις, ενδέχεται να προκαλέσει υποχρεωτική εκκαθάριση που να υπολείπεται αισθητά της συστημικής σημασίας· εκτιμώντας ότι ένα κατώφλι που αφορά το καθαρό άνοιγμα θα αντιπροσώπευε καλύτερα τον κίνδυνο και θα μπορούσε να εφαρμοστεί ευκολότερα από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·
ΙΖ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2 του κανονισμού EMIR, η υποχρέωση για αποτίμηση ισχύει για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης· εκτιμώντας ότι το άρθρο 13 και η αιτιολογική σκέψη 28 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9593 δεν αντικατοπτρίζουν επαρκώς αυτή τη διάταξη του κανονισμού EMIR· θεωρώντας ότι αυτή η ασάφεια στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό δεν συνάδει με τους στόχους του κανονισμού EMIR· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός θα πρέπει να διευκρινίζει σαφώς ότι δεν απαιτείται αποτίμηση από τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που δεν υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης·
ΙΗ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 11 του κανονισμού EMIR απαιτεί από τους αντισυμβαλλόμενους, οι οποίοι συνάπτουν σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να εξασφαλίζουν ότι διατίθενται οι ενδεδειγμένες διαδικασίες και ρυθμίσεις για τη μέτρηση, την παρακολούθηση και τον μετριασμό του λειτουργικού κινδύνου και του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου· εκτιμώντας ότι στο άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9593 ορίζεται κατώφλι 100 συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ανά αντισυμβαλλόμενο, πέραν του οποίου απαιτείται έλεγχος της συμφωνίας σε τριμηνιαία βάση για μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο που δεν υπόκειται σε υποχρέωση εκκαθάρισης· εκτιμώντας ότι ο έλεγχος της συμφωνίας σε τριμηνιαία βάση είναι πολύ δαπανηρός για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα κατώφλι 300 συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ενδείκνυται περισσότερο για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που δεν υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης·
ΙΘ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 11, παράγραφος 1 του κανονισμού EMIR αναφέρεται ότι οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, οι οποίοι συνάπτουν σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εξασφαλίζουν ότι διατίθενται οι ενδεδειγμένες διαδικασίες και ρυθμίσεις για τη μέτρηση, την παρακολούθηση και τον μετριασμό του λειτουργικού κινδύνου και του κινδύνου αντισυμβαλλομένου, στις οποίες, συν τοις άλλοις, περιλαμβάνεται τουλάχιστον η έγκαιρη επιβεβαίωση των όρων της σχετικής σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ενδεχομένως με ηλεκτρονικά μέσα·
Κ. εκτιμώντας ότι το άρθρο 12 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9593 καθορίζει επακριβώς τις ως άνω διαδικασίες και ρυθμίσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ανωτέρω άρθρο, ενώ προβλέπει τη σταδιακή εφαρμογή των διαδικασιών ηλεκτρονικής επιβεβαίωσης, δεν ανταποκρίνεται δεόντως στους στόχους του κανονισμού EMIR που προβλέπει την εξέταση επί μονίμου βάσεως εναλλακτικών διαδικασιών για συγκεκριμένους αντισυμβαλλόμενους ή συναλλαγές που δεν θεωρούνται κατάλληλες για ηλεκτρονική επιβεβαίωση· εκτιμώντας ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός θα πρέπει, για παράδειγμα, να λαμβάνει υπόψη καταστάσεις στις οποίες δεν κρίνεται ότι ενδείκνυται η απαίτηση της έγκαιρης ηλεκτρονικής επιβεβαίωσης συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται από μικρότερους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι δεν συναλλάσσονται τακτικά, και θα πρέπει να καθορίζει επακριβώς τους όρους που θα πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές μη αυτόματες διαδικασίες·
ΚΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 46, παράγραφος 1 του κανονισμού EMIR αναφέρεται ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος αποδέχεται μόνο ασφάλειες υψηλής ρευστότητας με ελάχιστο πιστωτικό και αγοραίο κίνδυνο για την κάλυψη των αρχικών και τρεχουσών θέσεων κινδύνου έναντι των εκκαθαριστικών μελών του· εκτιμώντας ότι, στην περίπτωση των μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων, ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να δεχτεί τραπεζικές εγγυήσεις, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη, σε σχέση με μία τράπεζα που είναι εκκαθαριστικό μέλος, ως τμήμα της θέσης κινδύνου της· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 46, παράγραφος 3, στοιχείο γ) αναφέρεται ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να γίνουν δεκτές εγγυήσεις εμπορικών τραπεζών καθορίζονται επακριβώς σε κανονιστικά τεχνικά πρότυπα·
ΚΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στο τμήμα 2, παράγραφος 1, στοιχείο η) του Παραρτήματος I που προσαρτάται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό C(2012)9623 καθορίζεται ότι μία εγγύηση εμπορικής τράπεζας καλύπτεται πλήρως από ασφάλεια που δεν υπόκειται σε κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης επί τη βάσει συσχετισμού με την πιστωτική διαβάθμιση του εγγυητή ή του μη χρηματοοικονομικού εκκαθαριστικού μέλους, εκτός εάν μετριαστεί επαρκώς ο κίνδυνος δυσμενούς συσχέτισης, ασφάλεια στην οποία ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει άμεση πρόσβαση και η οποία δεν κινδυνεύει από πτώχευση σε περίπτωση ταυτόχρονης αθέτησης υποχρέωσης από το εκκαθαριστικό μέλος και από τον εγγυητή·
ΚΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η διάταξη περιορίζει αυστηρά την χρήση τραπεζικών εγγυήσεων καθιστώντας συνεπώς την χρήση τους σχεδόν αδύνατη για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, κάτι που δεν συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου 46, παράγραφος 1 του κανονισμού EMIR·
ΚΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στην αιτιολογική σκέψη 90 του κανονισμού EMIR αναφέρεται: 'Είναι σημαντικό να επιτευχθεί διεθνής σύγκλιση των απαιτήσεων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Ο παρών κανονισμός ακολουθεί τις υφιστάμενες συστάσεις που διατυπώθηκαν από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (CPSS) και την Τεχνική Επιτροπή του Διεθνούς Οργανισμού των Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO), λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές CPSS-IOSCO για την υποδομή της χρηματοπιστωτικής αγοράς, περιλαμβανομένων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, θεσπίστηκαν στις 16 Απριλίου 2012'·
ΚΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 26 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού C(2012)9623 προσδιορίζει μία περίοδο ρευστοποίησης για χρηματοπιστωτικά μέσα πλην των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η οποία έχει ως αποτέλεσμα μία απόκλιση από τις αντίστοιχες διατάξεις των ΗΠΑ και υπερβαίνει τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στις αρχές της Επιτροπής Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (CPSS) και της Τεχνικής Επιτροπής του Διεθνούς Οργανισμού των Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO) για την υποδομή της χρηματοπιστωτικής αγοράς που θεσπίστηκαν στις 16 Απριλίου 2012· λαμβάνοντας υπόψη ότι μία τέτοια προσέγγιση θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στους χρήστες αυτών των μέσων οι οποίοι έχουν έδρα στην ΕΕ σε σχέση με εκείνους που υπάγονται στις έννομες τάξεις άλλων χωρών, περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ και, ως εκ τούτου, θα επέφερε συνολικές αρνητικές μακροοικονομικές συνέπειες· εκτιμώντας ωστόσο ότι η ΕΑΚΑΑ και οι εθνικές αρμόδιες αρχές χρειάζεται να αξιολογούν εάν μπορεί να διασφαλισθεί μία ρευστοποίηση όλων των θέσεων σε περίπτωση οιασδήποτε αθέτησης υποχρεώσεων εντός του χρονικού ορίζοντα·
ΚΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να διασφαλισθεί η ταχεία εφαρμογή του κανονισμού EMIR, το Κοινοβούλιο αναμένει τη στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την Επιτροπή στο πλαίσιο μίας ταχείας διαδικασίας για την επανέκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμών C(2012)9593 και C(2012)9623 σε τροποποιημένη μορφή·
1. αντιτάσσεται στους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς της Επιτροπής C(2012)9593 και C(2012)9623·
2. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή και να της κοινοποιήσει ότι οι κατ' εξουσιοδότηση κανονισμοί δεν μπορούν να τεθούν σε ισχύ·
3. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.