ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των ΗΠΑ, τα όργανα και προγράμματα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών της ΕΕ
1.7.2013 - (2013/2682(RSP))
σύμφωνα με το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού
Rebecca Harms, Daniel Cohn-Bendit, Jan Philipp Albrecht, Judith Sargentini, Reinhard Bütikofer, Carl Schlyter, Yannick Jadot, Raül Romeva i Rueda, Ana Miranda, Bart Staes, Catherine Grèze, Malika Benarab-Attou εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE
Βλ. επίσης την κοινή πρόταση ψηφίσματος RC-B7-0336/2013
B7‑0336/2013
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των ΗΠΑ, τα όργανα και προγράμματα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών της ΕΕ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα άρθρα 2, 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), το άρθρο 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη νομολογία των συνταγματικών δικαστηρίων των κρατών μελών, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
– έχοντας υπόψη την Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή[1],
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο (CETS αριθ. 185),
– έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, και συγκεκριμένα το άρθρο 17 σχετικά με τις παρενοχλήσεις της ιδιωτικής ζωής, της οικογένειας, της κατοικίας ή της αλληλογραφίας του ατόμου,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων, και συγκεκριμένα τα άρθρα της 24 και 27 σχετικά με το απαραβίαστο των διπλωματικών εγγράφων και επικοινωνιών,
– έχοντας υπόψη τη συμφωνία του ασφαλούς λιμένα μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, και συγκεκριμένα το άρθρο 3 της συμφωνίας αυτής, καθώς και τον κατάλογο των συμμετεχόντων στη συμφωνία,
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με την ύπαρξη ενός παγκοσμίου συστήματος παρακολούθησης της ιδιωτικής και οικονομικής επικοινωνίας (σύστημα παρακολούθησης ECHELON)[2] και την αντίστοιχη έκθεση της προσωρινής επιτροπής του για το σύστημα παρακολούθησης ECHELON (A5-0264/2001),
– έχοντας υπόψη την συζήτηση με την Επίτροπο Reding στις 15 Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με την νομοθεσία τρίτων χωρών και τους νόμους της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων (PV 15/02/2012 – 19),
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/58/ΕΚ σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες,
– έχοντας υπόψη τη δέσμη για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνίσταται από τις προτάσεις COM(2012)0011 και COM(2012)0010,
– έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων που ανταλλάσσονται με στόχο την επιβολή του δικαίου,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του υπολογιστικού νέφους στην Ευρώπη (COM(2012)0529),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2, του Κανονισμού του,
Α. εκτιμώντας ότι δημοσιεύματα στον διεθνή τύπο αποκάλυψαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι αρχές των ΗΠΑ, μέσω προγραμμάτων όπως το PRISM, έχουν πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό προσωπικών δεδομένων, και τα οποία επεξεργάζονται, πολιτών και κατοίκων της ΕΕ που χρησιμοποιούν αμερικανικούς παρόχους επιγραμμικών υπηρεσιών·
Β. εκτιμώντας ότι η Επίτροπος Reding απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Eric Holder, εγείροντας τις ευρωπαϊκές ανησυχίες και ζητώντας διευκρινίσεις και εξηγήσεις σχετικά με το πρόγραμμα PRISM και άλλα παρόμοια προγράμματα που αφορούν στην συγκέντρωση και επεξεργασία δεδομένων και τους νόμους βάσει των οποίων μπορεί να εγκριθεί η χρήση τέτοιων προγραμμάτων·
Γ. εκτιμώντας ότι δεν έχει ακόμη παραληφθεί από τις αρχές των ΗΠΑ εμπεριστατωμένη απάντηση, παρά τις συζητήσεις που έλαβαν χώρα κατά την συνάντηση των Υπουργών Δικαιοσύνης ΕΕ-ΗΠΑ στο Δουβλίνο στις 14 Ιουνίου 2013·
Δ. εκτιμώντας ότι η διατλαντική εταιρική σχέση μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ βασίζεται στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, στο κράτος δικαίου, και στην καλόπιστη και ισότιμη συνεργασία·
Ε. εκτιμώντας ότι, βάσει της συμφωνίας του ασφαλούς λιμένα, έχει ανατεθεί στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή το καθήκον της εγγύησης της ασφάλειας και της ακεραιότητας των προσωπικών δεδομένων· εκτιμώντας ότι, δυνάμει του άρθρου 3, η Επιτροπή έχει καθήκον, σε περίπτωση μη τήρησης των διατάξεων της συμφωνίας, να ακυρώσει ή να αναστείλει την ισχύ της συμφωνίας·
ΣΤ. εκτιμώντας ότι, όπως αναφέρεται στο διεθνή τύπο, οι εταιρίες που συμμετέχουν στο PRISM είναι όλες συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας του ασφαλούς λιμένα·
Ζ. εκτιμώντας ότι οι ΗΠΑ έχουν υπογράψει και κυρώσει τη Σύμβαση για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο με ισχύ από το 2007, καθιστώντας τις αρχές του τμήμα του εσωτερικού δικαίου των ΗΠΑ·
Η. εκτιμώντας ότι η Σύμβαση για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο προβλέπει ότι όλα τα μέτρα για την «συλλογή στοιχείων σε ηλεκτρονική μορφή» ενδεχόμενων ποινικών αδικημάτων (άρθρο 14) πρέπει να παρέχουν επαρκή προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συγκεκριμένα εκείνων που ορίζονται στην ΕΣΑΔ (άρθρο 8, Ιδιωτική ζωή), πρέπει να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς την «αρχή της αναλογικότητας» και να υπόκεινται σε διασφαλίσεις που θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, δικαστική ή άλλη ανεξάρτητη εποπτεία, τους λόγους που επιτρέπουν την εφαρμογή, και τον περιορισμό της εμβέλειας και της διάρκειας τέτοιων διαδικασιών (άρθρο 15)·
Θ. εκτιμώντας ότι η συμφωνία μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή, όπως αυτή επικυρώθηκε από την Ένωση και το Κογκρέσο, ορίζει τους όρους συγκέντρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών, αλλά και απαίτησης και παροχής συνδρομής για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε μια συγκεκριμένη χώρα προς διευκόλυνση ποινικών ερευνών ή διώξεων σε κάποια άλλη·
Ι. εκτιμώντας ότι η Επιτροπή έχει ανακοινώσει ότι θα συγκληθεί τώρα ομάδα εμπειρογνωμόνων ΕΕ-ΗΠΑ προκειμένου να συζητήσει το θέμα PRISM από την οπτική τόσο της προστασίας δεδομένων όσο και της ασφάλειας·
ΙΑ. εκτιμώντας ότι ο διεθνής τύπος έχει επίσης αναφερθεί στην υποτιθέμενη συνεργασία και εμπλοκή κρατών μελών της ΕΕ στο πρόγραμμα PRISM και σε άλλα παρεμφερή προγράμματα και ότι αυτά απέκτησαν δυνατότητα πρόσβασης στις βάσεις δεδομένων που δημιουργήθηκαν·
ΙΒ. εκτιμώντας ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν παρεμφερή προγράμματα παρακολούθησης ή συζητούν την εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων·
ΙΓ. εκτιμώντας ότι σύμφωνα με την νομολογία του ΕΔΑΔ, ένα τέτοιο πρόγραμμα θα πρέπει να είναι καταφανώς αναλογικό και απαραίτητο σε μια δημοκρατική κοινωνία· εκτιμώντας ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σωστά προειδοποίησε ότι ένα σύστημα μυστικής παρακολούθησης για την προστασία της εθνικής ασφάλειας «μπορεί να υπονομεύσει ή ακόμη και να καταστρέψει την δημοκρατία υπό το πρόσχημα της προάσπισής της», και ότι « η ίδια η ύπαρξη νομοθεσίας η οποία επιτρέπει σύστημα για την μυστική παρακολούθηση επικοινωνιών συνιστά απειλή παρακολούθησης για όλους εκείνους στους οποίους μπορεί να εφαρμοστεί η νομοθεσία»·
ΙΔ. εκτιμώντας ότι η μεταρρύθμιση της προστασίας των δεδομένων είναι σε εξέλιξη σε επίπεδο ΕΕ, μέσω της αναθεώρησης της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της αντικατάστασής της από τον προτεινόμενο Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Δεδομένων και την οδηγία για την προστασία των δεδομένων σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη, τη διερεύνηση, τη διαπίστωση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων ή για την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, και την ελεύθερη διακίνηση τέτοιων δεδομένων· εκτιμώντας ότι το σχέδιο κανονισμού για την προστασία των δεδομένων που απεστάλη το Νοέμβριο 2011 από την Επίτροπο Δικαιοσύνης Viviane Reding στους συναδέλφους της περιείχε διάταξη βάσει της οποίας η αποκάλυψη δεδομένων χρήστη στις αρχές τρίτων χωρών προϋποθέτει νομική βάση όπως συμφωνία αμοιβαίας νομικής συνδρομής και έγκριση της αρμόδιας αρχής για την προστασία των δεδομένων· εκτιμώντας ότι το άρθρο αυτό εξαφανίσθηκε μετά από ισχυρές πιέσεις εκ μέρους της κυβέρνησης των ΗΠΑ, και ότι παρέμεινε μία ήσσονος σημασίας αιτιολογική σκέψη μόνον·
ΙΕ. εκτιμώντας ότι τα κράτη μέλη δεσμεύονται να σέβονται τις θεμελιώδεις αξίες που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ και στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·
ΙΣΤ. εκτιμώντας ότι δημοσιεύματα στον διεθνή τύπο αποκάλυψαν ότι οι αρχές των ΗΠΑ έχουν παγιδεύσει συστηματικά τις αντιπροσωπείες της ΕΕ στις ΗΠΑ και στον ΟΗΕ, και έχουν διεισδύσει στα δίκτυα των υπολογιστών τους·
ΙΖ. εκτιμώντας ότι αναφορές στον Τύπο έχουν αποκαλύψει ότι το κεντρικό γραφείο επικοινωνιών της κυβέρνησης του ΗΒ έχει παγιδεύσει περισσότερα από 200 καλώδια οπτικών ινών προκειμένου να έχει πρόσβαση σε τηλεφωνικές συνομιλίες και την κίνηση στο διαδίκτυο και αποθηκεύει όλη την κίνηση στο διαδίκτυο επί τρεις ημέρες και τα μεταδεδομένα επί τριάντα ημέρες, βάσει προγράμματος με την κωδική ονομασία TEMPORA, βασιζόμενη στην παράγραφο 4, του τμήματος 8 του Νόμου για τη ρύθμιση των ανακριτικών εξουσιών (RIPA), ο οποίος επιτρέπει στον Υπουργό Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου να εκδίδει πιστοποιητικό για ευρείας κλίμακας παρακολούθηση·
ΙΗ. εκτιμώντας ότι άλλα κράτη μέλη έχουν όπως αναφέρεται πρόσβαση σε διεθνικές ηλεκτρονικές επικοινωνίες χωρίς νόμιμη εντολή αλλά βάσει ειδικών δικαστηρίων, ενώ κοινοποιούν τα δεδομένα σε άλλες χώρες (Σουηδία), και ότι άλλες ίσως αυξήσουν τις παρακολουθητικές ικανότητές τους (Ολλανδία, Γερμανία)· ότι έχουν εκφρασθεί ανησυχίες σε άλλες χώρες σε σχέση με τις εξουσίες παρακολούθησης των μυστικών υπηρεσιών (Πολωνία)·
ΙΘ. εκτιμώντας ότι το άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (2002/58/ΕΚ) υποχρεώνει τα κράτη μέλη να κατοχυρώνουν το απόρρητο των επικοινωνιών και των συναφών δεδομένων κίνησης, και συγκεκριμένα να απαγορεύουν την ακρόαση, υποκλοπή, αποθήκευση ή άλλο είδος παρακολούθησης ή επιτήρησης των επικοινωνιών και των συναφών δεδομένων κίνησης· ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1 της οδηγίας επιτρέπει εξαιρέσεις στην απαγόρευση αυτή μόνον εφόσον αποτελούν αναγκαίο, κατάλληλο και ανάλογο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία·
Κ. εκτιμώντας ότι τα μέτρα μυστικής παρακολούθησης είναι συχνά άγνωστα στο ευρύ κοινό και ότι εκείνοι που τα αποκαλύπτουν μπορεί να αντιμετωπίσουν σοβαρές συνέπειες από την άποψη ότι υπόκεινται σε ποινικές διώξεις·
1. εκφράζει σοβαρές ανησυχίες για τα προγράμματα PRISM και TEMPORA και άλλα παρόμοια προγράμματα που περιλαμβάνουν συλλογή δεδομένων, εφόσον, σε περίπτωση που οι πληροφορίες που διατίθενται μέχρι τώρα επιβεβαιωθούν, αυτό θα συνιστούσε σοβαρή παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και την προστασία των δεδομένων των πολιτών και των κατοίκων της ΕΕ, καθώς και του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, του απόρρητου των επικοινωνιών, του τεκμηρίου της αθωότητας, της ελευθερίας έκφρασης, της ελευθερίας πληροφόρησης, και της ελευθερίας του επιχειρείν·
2. καλεί τις αρχές των ΗΠΑ να παράσχουν στην ΕΕ, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, πλήρη ενημέρωση σχετικά με το πρόγραμμα PRISM και τα άλλα συναφή προγράμματα που ασχολούνται με τη συγκέντρωση δεδομένων, όπως ακριβώς ζήτησε η Επίτροπος Reding στης επιστολή της στις 10 Ιουνίου 2013 προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης Eric Holder·
3. τονίζει ότι ενδεχόμενοι περιορισμοί των θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να συνάδουν με το κράτος δικαίου και να είναι αυστηρώς ανάλογοι, κατάλληλοι και αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·
4. ζητεί να προβλεφθεί για τη διατλαντική ομάδα εμπειρογνωμόνων, την οποία ανήγγειλε η Επίτροπος Malmström και στην οποία θα συμμετάσχει το Κοινοβούλιο, κατάλληλο επίπεδο διαβάθμισης ασφαλείας και δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα σχετικά έγγραφα, ώστε να μπορέσει αυτή να εργασθεί σωστά και εντός καθορισμένης προθεσμίας·
5. καλεί την Επιτροπή και την κυβέρνηση των ΗΠΑ να επαναλάβουν χωρίς καθυστέρηση τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία πλαίσιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν αυτά μεταφέρονται και υφίστανται επεξεργασία για λόγους αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας· καλεί την Επιτροπή και την κυβέρνηση των ΗΠΑ να συμπεριλάβουν ειδικές διατάξεις για την πρόσβαση των δημόσιων αρχών σε προσωπικά δεδομένα και πληροφορίες που διατηρούν ιδιωτικές οντότητες για εμπορικούς σκοπούς, και να μεριμνήσουν ώστε οι πολίτες της ΕΕ να απολαμβάνουν τα ίδια προστατευόμενα δικαιώματα και προστασίες με τους πολίτες και κατοίκους των ΗΠΑ·
6. καλεί την Επιτροπή να προβεί σε πλήρη επανεξέταση της συμφωνίας του ασφαλούς λιμένα υπό το πρίσμα των πρόσφατων πληροφοριών, σύμφωνα με το άρθρο 3 της συμφωνίας·
7. εκφράζει σοβαρή ανησυχία για τις αποκαλύψεις σχετικά με τα υποτιθέμενα προγράμματα παρακολούθησης που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη, είτε με την συνδρομή της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των ΗΠΑ είτε μονομερώς·
8. καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν ώστε οι αντίστοιχες νομοθεσίες τους και πρακτικές να είναι απολύτως σύμφωνες με τις αρχές της αναγκαιότητας και αναλογικότητας, την ΕΣΑΔ και τη σχετική νομολογία και, σε περίπτωση που δεν είναι, να τις αναθεωρήσουν ανάλογα·
9. καλεί κατεπειγόντως το Συμβούλιο να επιταχύνει τις εργασίες του σχετικά με το σύνολο της δέσμης για την προστασία των δεδομένων, και ιδιαίτερα την πρόταση οδηγίας για την προστασία των δεδομένων·
10. τονίζει πως όλες οι εταιρίες που προσφέρουν υπηρεσίες σε πολίτες της ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται προς το δίκαιο της ΕΕ χωρίς εξαίρεση, και είναι υπεύθυνες για οποιεσδήποτε παραβιάσεις·
11. τονίζει ότι οι εταιρίες που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία τρίτης χώρας πρέπει να παρέχουν στους χρήστες που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ σαφή και ευδιάκριτη προειδοποίηση ως προς το ενδεχόμενο τα δεδομένα τους προσωπικού χαρακτήρα να υποστούν επεξεργασία από τις αρχές επιβολής του νόμου και τις υπηρεσίες πληροφοριών κατόπιν μυστικής ή δικαστικής εντολής·
12. τονίζει ότι ενδεχόμενοι νόμοι που θεσπίζουν μέτρα παρακολούθησης πρέπει να είναι διατυπωμένοι με σαφήνεια ώστε να αναφέρουν τις κατηγορίες πολιτών που στοχεύουν, τους σαφείς και συγκεκριμένους σκοπούς του μέτρου, τους όρους παρέμβασης, τα δικαιώματα των ατόμων, τα ακριβή χρονικά όρια για την αποθήκευση των δεδομένων και καταστροφής ή διαγραφής των δεδομένων μετά την παρέλευση των χρονικών ορίων, καθώς επίσης τους όρους κοινοποίησης των δεδομένων σε τρίτες χώρες·
13. καταδικάζει απερίφραστα την κατασκοπεία σε βάρος αντιπροσωπειών της ΕΕ, εφόσον, σε περίπτωση που οι πληροφορίες που διατίθενται μέχρι τώρα επιβεβαιωθούν, αυτό θα συνιστούσε σοβαρή παραβίαση της Σύμβασης της Βιέννης περί διπλωματικών σχέσεων, παράλληλα με τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στις διατλαντικές σχέσεις·
14. τονίζει την ανάγκη για διαδικασίες που θα επιτρέπουν στους καταγγέλλοντες δυσλειτουργίες να αποκαλύπτουν παράνομα συστήματα μυστικής παρακολούθησης χωρίς να φοβούνται για τις συνέπειες σε προσωπικό επίπεδο· καλεί τα κράτη μέλη να προσφέρουν άσυλο στον καταγγέλλοντα Edward Snowden, με βάση το πνεύμα των κατευθυντηρίων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
15. καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε να μην υπονομευθούν τα πρότυπα της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, και οι διαπραγματεύσεις για την τρέχουσα δέσμη της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, ως αποτέλεσμα της διατλαντικής εταιρικής σχέσης συναλλαγών και επενδύσεων (TTIP) με τις ΗΠΑ, και να αναβάλει τις διαπραγματεύσεις για την TTIP έως ότου οι ΗΠΑ σταματήσουν τις κατασκοπευτικές τους δραστηριότητες σε βάρος των οργάνων της ΕΕ· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να ακυρώσει τον πρώτο γύρο διαπραγματεύσεων που έχει προγραμματισθεί να λάβει χώρα στην Ουάσινγκτον·
16. καλεί την Επιτροπή να κινήσει πάραυτα διαδικασία επί παραβάσει σύμφωνα με το άρθρο 259 της ΣΛΕΕ κατά των κρατών μελών των οποίων τα μέτρα παρακολούθησης δεν είναι σύμφωνα με την νομοθεσία της ΕΕ·
17. θεωρεί ότι υφίστανται βάσιμοι λόγοι να πιστέψει κανείς ότι οι επικοινωνίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των μελών του και του προσωπικού έχουν υποκλαπεί από το πρόγραμμα TEMPORA κατά τρόπον ώστε να παραβιάζονται οι υποχρεώσεις του ΗΒ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· αναθέτει, ως εκ τούτου, στην Νομική Υπηρεσία να διερευνήσει τις δυνατότητες δικαστικής αγωγής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά της κυβέρνησης του ΗΒ, και μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων·
18. τονίζει ότι οι αποκαλύψεις αυτές θέτουν υπό σοβαρή αμφισβήτηση την εμπιστοσύνη στο υπολογιστικό νέφος και άλλες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που οι πάροχοι υπάγονται στην δικαιοδοσία τρίτης χώρας·
19. επισημαίνει ότι οι πάροχοι της ΕΕ έχουν αναφέρει μεγάλη αύξηση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών από πελάτες ως αποτέλεσμα των δημοσιευμάτων σχετικά με το πρόγραμμα PRISM·
20. τονίζει ότι η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους και άλλες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας με έδρα την ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι ισχύουν αυστηροί κανόνες προστασίας των δεδομένων που προστατεύουν επίσης έναντι της πρόσβασης σε δεδομένα των αρχών τρίτων χωρών και της υφαρπαγής δεδομένων από τις μυστικές υπηρεσίες κρατών μελών·
21. καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει την στρατηγική της για το υπολογιστικό νέφος υπό το πρίσμα των αποκαλύψεων και να λάβει μια σαφή και συνεκτική πρωτοβουλία για το υπολογιστικό νέφος που θα εξετάζει όλα τα ζητήματα αυτά και θα προωθεί τις πρωτοβουλίες υπολογιστικού νέφους της ΕΕ που ενσωματώνουν πλήρως την προστασία όλων των πολιτικών ελευθεριών·
22. καλεί το Κοινοβούλιο να διεξάγει εμπεριστατωμένη έρευνα για το θέμα, και να υποβάλει έκθεση στην ολομέλεια έως το τέλος του έτους, επί τη βάσει ουσιαστικών αρμοδιοτήτων διερεύνησης, ιδίως, των μέτρων που έλαβαν τα όργανα της ΕΕ και των κρατών μελών·
23. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Πρόεδρο των ΗΠΑ, στο Κογκρέσο και την Γερουσία των ΗΠΑ, και στους Υπουργούς Εσωτερικής Ασφάλειας και Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.