Πρόταση ψηφίσματος - B8-0733/2016Πρόταση ψηφίσματος
B8-0733/2016

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με τους ενδοκρινικούς διαταράκτες: πώς διαμορφώνεται η κατάσταση μετά την από 16ης Δεκεμβρίου 2015 απόφαση του Δικαστηρίου

1.6.2016 - (2016/2747(RSP))

εν συνεχεία δήλωσης της Επιτροπής
σύμφωνα με το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού

Matthias Groote εξ ονόματος της Ομάδας S&D
Bas Eickhout εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE

Βλ. επίσης την κοινή πρόταση ψηφίσματος RC-B8-0733/2016

Διαδικασία : 2016/2747(RSP)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
B8-0733/2016
Κείμενα που κατατέθηκαν :
B8-0733/2016
Συζήτηση :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

B8-0733/2016

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τους ενδοκρινικούς διαταράκτες: πώς διαμορφώνεται η κατάσταση μετά την από 16ης Δεκεμβρίου 2015 απόφαση του Δικαστηρίου

(2016/2747(RSP))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων[1],

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου[2],

–  έχοντας υπόψη τον χάρτη πορείας της Επιτροπής για τον καθορισμό κριτηρίων με σκοπό τον προσδιορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και του κανονισμού για τα βιοκτόνα[3],

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα[4],

–  έχοντας υπόψη την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, στη υπόθεση T-521/14 (προσφυγή που άσκησε η Σουηδία κατά της Επιτροπής, με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών)[5],

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 17 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 265 και 266 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

–  έχοντας υπόψη την επιστολή, της 22ας Μαρτίου 2016, του Προέδρου Jean-Claude Juncker προς τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ((2016)1416502),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 αναφέρει ότι η Επιτροπή εκδίδει, έως τις 13 Δεκεμβρίου 2013 το αργότερο, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που προσδιορίζουν επιστημονικά κριτήρια για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη όσον αφορά δραστικές ουσίες και βιοκτόνα·

B.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ίδια υποχρέωση είχε ήδη θεσπιστεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, και η Επιτροπή είχε συνεπώς χρονικό περιθώριο τεσσάρων ετών για να εγκρίνει τα εν λόγω επιστημονικά κριτήρια·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, δραστικές ουσίες για τις οποίες θεωρείται ότι έχουν ιδιότητες ενδοκρινικού διαταράκτη που μπορούν να προκαλέσουν επιβλαβείς συνέπειες στους ανθρώπους, είτε με βάση επιστημονικά κριτήρια που πρόκειται να προσδιοριστούν είτε, έως ότου εγκριθούν τα εν λόγω κριτήρια, με βάση προσωρινά κριτήρια, δεν εγκρίνονται, εκτός εάν είναι εφαρμοστέα μία από τις παρεκκλίσεις που εμφαίνονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι, μεταξύ άλλων, η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας ανθρώπων και ζώων και του περιβάλλοντος·

E.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν έχει μέχρι σήμερα εγκρίνει τα επιστημονικά κριτήρια, πράγμα που σημαίνει ότι έχει καθυστερήσει ήδη περισσότερο από δυόμισι έτη·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 για τα καλλυντικά προϊόντα, η Επιτροπή προβαίνει σε ανασκόπηση του κανονισμού όσον αφορά τις ουσίες με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής, όταν υπάρξουν κοινοτικώς ή διεθνώς συμπεφωνημένα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ουσιών με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής ή το αργότερο στις 11 Ιανουαρίου 2015· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν έχει ακόμη διενεργήσει την εν λόγω ανασκόπηση σε αντίθεση προς την απαλλαγμένη αιρέσεων νομική υποχρέωσή της και συνδέει αδικαιολόγητα το ζήτημα αυτό με την μη έγκριση των επιστημονικών κριτηρίων·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον (UNEP)/της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (WHO) με τίτλο «State of the science of endocrine disrupting chemicals 2012» (Επιστημονική πρόοδος στον τομέα των ουσιών με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής - 2012) χαρακτηρίζει τους ενδοκρινικούς διαταράκτες (ΕΔ) παγκόσμια απειλή, και αναφέρεται μεταξύ άλλων στην υψηλή συχνότητα και τις αυξανόμενες τάσεις πολλών ενδοκρινικών διαταραχών στον άνθρωπο, σημειώνοντας παράλληλα την παρουσία ενδοκρινικών επιπτώσεων σε πληθυσμούς άγριων ειδών πανίδας·

H.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στην πιο πρόσφατη μελέτη με τίτλο «Health costs that may be associated with Endocrine Disrupting Chemicals» (Κόστος για την υγεία που μπορεί να συνδέεται με τις χημικές ουσίες που προκαλούν ενδοκρινικές διαταραχές) διαπιστώθηκε ότι, όταν αξιολογήθηκαν πέντε δυνητικώς συνδεόμενες με τους ΕΔ επιπτώσεις στην υγεία, σύμφωνα με τη διαθέσιμη επιστημονική βιβλιογραφία, η κοινωνικοοικονομική επιβάρυνση της ΕΕ από τις συνδεόμενες με τους ΕΔ επιπτώσεις στην υγεία μπορεί να είναι πολύ σημαντική, κυμαινόμενη από 46 έως 288 διεσεκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος[6]·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δήλωσε στην απόφασή του της 16ης Δεκεμβρίου 2015 στην υπόθεση Τ-521/14 ότι η Επιτροπή παραβίασε το δίκαιο της ΕΕ μη εκδίδοντας πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση για τον προσδιορισμό επιστημονικών κριτηρίων με σκοπό τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη·

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα προσωρινά κριτήρια που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ότι παρέχουν επαρκώς υψηλό επίπεδο προστασίας (σκέψη 77 της απόφασης)·

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η βασική αιτία για την παράλειψη της Επιτροπής να ενεργήσει ήταν η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της, της 2ας Ιουλίου 2013, να διεξαχθεί εκτίμηση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων για πιθανά επιστημονικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης ρυθμιστικών αλλαγών της τομεακής νομοθεσίας (δηλαδή θέσπιση περαιτέρω στοιχείων εκτίμησης του κινδύνου και περαιτέρω κοινωνικοοικονομικών πτυχών για τον περιορισμό ή την πρόληψη των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων – βλέπε τμήμα Γ του χάρτη πορείας της Επιτροπής)· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια πλήρης πρόταση για επιστημονικά κριτήρια ήταν έτοιμη μετά από τριών χρόνων εργασία των υπηρεσιών·

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε δια της αποφάσεώς του ότι η Επιτροπή είχε σαφή, συγκεκριμένη και απαλλαγμένη αιρέσεων υποχρέωση να εκδώσει, έως τις 13 Δεκεμβρίου 2013 το αργότερο, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που προσδιορίζουν τα ως άνω επιστημονικά κριτήρια·

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο στην απόφασή του δηλώνει στη συνέχεια ότι καμία διάταξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 δεν απαιτεί εκτίμηση των επιπτώσεων των επιστημονικών κριτηρίων βάσει κινδύνου, και, ακόμη κι αν η Επιτροπή θεώρησε ότι ήταν απαραίτητη μια τέτοια εκτίμηση των επιπτώσεων, αυτό δεν την απάλλασσε από την υποχρέωση να τηρήσει την προθεσμία που ορίζεται στον κανονισμό (σκέψη 74 της απόφασης)·

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο αποφάνθηκε ακόμη ότι ο προσδιορισμός επιστημονικών κριτηρίων μπορεί να επιτευχθεί μόνον με αντικειμενικό τρόπο βάσει επιστημονικών δεδομένων που έχουν σχέση με το ενδοκρινικό σύστημα, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα, ιδιαίτερα οικονομικό (σκέψη 71 της απόφασης)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο με τον τρόπο αυτό διευκρίνισε ότι δεν χρειάζεται αξιολόγηση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων προκειμένου να ληφθεί απόφαση για επιστημονικό ζήτημα·

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται από τον νομοθέτη, δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ισορροπία των ρυθμιστικών διατάξεων που καθόρισε ο νομοθέτης μεταξύ της βελτίωσης της εσωτερικής αγοράς και της προστασίας τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος (σκέψη 72 της απόφασης)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο διευκρίνισε με τον τρόπο αυτό ότι δεν χρειάζεται η Επιτροπή να αξιολογήσει τις ρυθμιστικές αλλαγές της τομεακής νομοθεσίας ως μέρος της αξιολόγησης αντικτύπου που έχει σχέση με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης·

ΙΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ, το θεσμικό ή λοιπό όργανο ή οργανισμός των οποίων η παράλειψη εκηρύχθη αντίθετη προς τις Συνθήκες, οφείλουν να λαμβάνουν τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Φεβρουάριο 2016 ο Επίτροπος Andriukaitis δήλωσε στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου ότι η Επιτροπή θα συνεχίσει παρόλα αυτά την εκτίμηση επιπτώσεων την οποία θεωρεί «χρήσιμο, έως και αναγκαίο, μέσο για την καθοδήγηση της μελλοντικής απόφασής της σχετικά με τα κριτήρια»·

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Πρόεδρος Juncker επιβεβαίωσε, με την επιστολή του της 22ας Μαρτίου 2016 προς τον Πρόεδρο Schultz, την πρόθεση της Επιτροπής να ζητήσει, εν πρώτοις, τη γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου σχετικά με την εκτίμηση επιπτώσεων προτού λάβει απόφαση για τα επιστημονικά κριτήρια, επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι συνεχίζεται η εκτίμηση επιπτώσεων η οποία ούτε απαιτείται ούτε είναι σκόπιμη και δεν τηρεί τον περιορισμό των εξουσιών που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή, με αποτέλεσμα να καθυστερεί ακόμη περισσότερο η έγκριση των επιστημονικών κριτηρίων·

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει ως εκ τούτου καμία αμφιβολία ότι η Επιτροπή δεν έχει ακόμη λάβει μέτρα για να συμμορφωθεί προς την απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά, αντίθετα, εμμένει στην παραβίαση του δικαίου της ΕΕ όπως δήλωσε το Δικαστήριο, και τώρα πλέον παραβιάζει και το άρθρο 266 ΣΛΕΕ·

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απολύτως απαράδεκτο η Επιτροπή, ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, να μην συμμορφώνεται με τις Συνθήκες·

1.  συμφωνεί με το Γενικό Δικαστήριο ότι δεν είναι σκόπιμο να διενεργήσει η Επιτροπή εκτίμηση κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων για τον προσδιορισμό ενός επιστημονικού ζητήματος, και ότι η Επιτροπή δεν νομιμοποιείται να αλλάξει τη ρυθμιστική ισορροπία που προβλέπεται σε βασική πράξη μέσω της άσκησης των εξουσιών που της ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, ζήτημα το οποίο, ωστόσο, αξιολογεί η Επιτροπή στην εκτίμηση επιπτώσεων που διενεργεί·

2.  καταδικάζει την Επιτροπή όχι μόνο διότι δεν τήρησε την υποχρέωσή της να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012, αλλά επιπλέον και διότι δεν συμμορφώθηκε προς τις θεσμικές υποχρεώσεις της όπως ορίζονται στις Συνθήκες, και συγκεκριμένα στο άρθρο 266 ΣΛΕΕ·

3.  καλεί την Επιτροπή να συμμορφωθεί αμέσως προς τις δυνάμει του άρθρου 266 ΣΛΕΕ υποχρεώσεις της και να εγκρίνει αμέσως επιστημονικά κριτήρια βάσει κινδύνου για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη·

4.  θεωρεί το ψήφισμα αυτό επίσημο προειδοποιητικό έγγραφο προς την Επιτροπή προκειμένου να ενεργήσει κατά την έννοια του άρθρου 265 ΣΛΕΕ·

5.  διατηρεί το δικαίωμα σύμφωνα με το άρθρο 265 ΣΛΕΕ να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς διαπίστωση της παράβασης του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, στην περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή δεν λάβει θέση εντός των επόμενων δύο μηνών·

6.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στον Πρόεδρο του Συμβουλίου και στον Πρόεδρο της Επιτροπής και να τους κοινοποιήσει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στην ολομέλεια.