ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με την ανάπτυξη μιας φιλόδοξης βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ ως στρατηγικής προτεραιότητας για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την καινοτομία στην Ευρώπη
22.6.2017 - (2017/2732(RSP))
σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 5 του Κανονισμού
Angelo Ciocca, Nicolas Bay, Jean-Luc Schaffhauser, Lorenzo Fontana εξ ονόματος της Ομάδας ENF
B8‑0439/2017
Ψήφισμα του Κοινοβουλίου σχετικά με τη δημιουργία μιας φιλόδοξης βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ ως στρατηγικής προτεραιότητας για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την καινοτομία στην Ευρώπη
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τα άρθρα 145 έως 150 και το άρθρο 173 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),
– έχοντας υπόψη την ερώτηση προς την Επιτροπή σχετικά με τη δημιουργία μιας φιλόδοξης βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ ως στρατηγικής προτεραιότητας για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την καινοτομία στην Ευρώπη (O-000047/2017 – B8-0319/2017),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 128 παράγραφος 5 και το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού,
Α. λαμβάνοντας υπόψη ότι σε όλες τις προηγμένες οικονομίες παρατηρείται, λίγο έως πολύ απότομη, πτώση της απασχόλησης στον τομέα μεταποίησης από τη δεκαετία του 1970· ότι η αποβιομηχάνιση αποτελεί φαινόμενο που προηγήθηκε του κύματος της οικονομικής παγκοσμιοποίησης το οποίο ξεκίνησε κατά τη δεκαετία του 1990, με τη δεύτερη, ωστόσο, να μετατρέπεται σε παράγοντα επιτάχυνσης της πρώτης·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε διάφορες προηγμένες οικονομίες σήμερα, ο βιομηχανικός κλάδος απασχολεί ποσοστό το οποίο ενίοτε υπολείπεται του 10 % του εργατικού δυναμικού, επίπεδο δηλαδή το οποίο υπερβαίνει ελάχιστα το αντίστοιχο ποσοστό κατά τα αρχικά στάδια της εκβιομηχάνισης στις αρχές του 20ού αιώνα· ότι αυτό σημαίνει εκ των πραγμάτων πως οι προηγμένες οικονομίες έχουν μετατραπεί σε απλούς εισαγωγείς μεταποιημένων προϊόντων με χαμηλό κόστος των οποίων η παραγωγή έχει μεταφερθεί σε αναπτυσσόμενες χώρες·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, χάρη στην ψηφιοποίηση, οι οικονομικές πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένων όσων γνωρίζουν την επιτυχία, χαρακτηρίζονται από χαμηλή ένταση εργασίας και υψηλή εξειδίκευση· ότι σύντομα η ψηφιοποίηση των διαδικασιών παραγωγής θα έχει ευρείες επιπτώσεις στις υπάρχουσες θέσεις εργασίας στον βιομηχανικό κλάδο και όχι μόνο· ότι αυτό το γεγονός συνεπάγεται μεταβολή στη διάρθρωση της αγοράς, κύριες εκφάνσεις της οποίας θα είναι ο αυξανόμενος κατακερματισμός και η ανισότητα στα είδη εργασίας και, ως εκ τούτου, στις αποδοχές, στην κοινωνική πρόνοια και στις προοπτικές σταδιοδρομίας, μεταξύ άλλων·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εσωτερικές μακροοικονομικές ανισορροπίες της Ένωσης, επιδεινωμένες από τις επιπτώσεις της συμμετοχής στην ευρωζώνη και τις αντίστοιχες πολιτικές λιτότητας, έχουν δώσει έναυσμα στο φαινόμενο της διαρροής εγκεφάλων («human capital flight» ή «brain drain») εις βάρος των ασθενέστερων χωρών, με αποτέλεσμα η οικονομία τους να καθίσταται διαρθρωτικά εξαρτημένη από την οικονομία των ισχυρότερων κρατών·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στον τομέα της βιομηχανίας, η ΕΕ διαθέτει απλώς υποστηρικτική αρμοδιότητα· ότι η σχετική δράση της ΕΕ έχει μοναδικό σκοπό την ανταγωνιστικότητα[1], εξυπηρετεί δηλαδή την εμποροκρατία που βασίζεται στη συμπίεση του κόστους παραγωγής (μισθών) και στην εξάλειψη της εγχώριας ζήτησης· ότι, προφανώς, το εν λόγω εμποροκρατικό μοντέλο δεν ανταποκρίνεται στις οικονομίες όλων των κρατών μελών αδιακρίτως ούτε, σε ορισμένες περιπτώσεις, σέβεται τις συνταγματικές αρχές τους·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χρηματοδοτήσεις της Ένωσης, εφόσον συνδέονται μόνο με παραμέτρους μεγέθους και όχι με θεμελιώδεις μακροοικονομικές παραμέτρους, και δεδομένου ότι είναι διαρθρωτικού και όχι συγκυριακού χαρακτήρα, δεν είναι σε θέση να παρέχουν αποτελεσματική προστασία από κλυδωνισμούς·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, υπό το πρίσμα των τρεχουσών μακροπρόθεσμων οικονομικών τάσεων και των πολιτικών που ενισχύουν τις κυκλικές τάσεις τις οποίες έχει υιοθετήσει η ΕΕ, ο στόχος που έχει θέσει η ίδια η ΕΕ ώστε η βιομηχανία να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 20 % του ΑΕγχΠ της έως το 2020 είναι σαφώς ανέφικτος, όπως επίσης οι στόχοι της πλήρους απασχόλησης και της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί περιορισμοί έχουν επιφέρει τη συρρίκνωση του ιστού των υποδομών σε αρκετά κράτη μέλη, στον οποίο περιλαμβάνονται βασικές δημόσιες υποδομές όπως τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα αστυνομικά τμήματα και το δίκτυο μεταφορών·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την κατάργηση του σαφούς διαχωρισμού των παραδοσιακών τραπεζικών δραστηριοτήτων από τις επενδυτικές τραπεζικές δραστηριότητες, οι τράπεζες δίνουν ολοένα περισσότερο προβάδισμα στις χρηματοπιστωτικές και κερδοσκοπικές δραστηριότητες, στερώντας από την οικονομία τις αναγκαίες πιστώσεις για μια επαρκή κινητοποίηση των ιδιωτικών επενδύσεων στον βιομηχανικό κλάδο· ότι οι πολιτικές όσον αφορά την τραπεζική ένωση, σε συνδυασμό με τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, έχουν συμβάλει μάλιστα στην επιδείνωση του φαινομένου·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να είναι αποτελεσματική μια βιομηχανική στρατηγική, απαιτείται συντονισμένη πολιτική δράση σε αρκετά πεδία: υποδομές, εμπόριο, ενέργεια, απασχόληση, έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και δημόσια και ιδιωτικά χρηματοδοτικά μέσα·
1. θεωρεί ότι κάθε προοπτική για ανάπτυξη της οικονομίας και της απασχόλησης, καθώς και για καινοτομία πρέπει να συμβαδίζει με εκτεταμένη επανεκβιομηχάνιση, δηλαδή με την επιτόπια επαναφορά της παραγωγής·
2. υπογραμμίζει το γεγονός ότι η επιτόπια παραγωγή αποτελεί παράγοντα πρωταρχικής σημασίας, ακόμα και προκειμένου η εν εξελίξει «ψηφιακή επανάσταση» να καταστεί βιώσιμη και τα πλεονεκτήματά της να ωφελήσουν τους πάντες, εφόσον συμβάλλει στην παροχή μιας δεύτερης ευκαιρίας από την αγορά εργασίας στα επαγγέλματα που προοδευτικά καταργούνται· υπογραμμίζει επίσης ότι, από την άλλη πλευρά, είναι απαραίτητο κάθε κράτος μέλος να μπορεί και πάλι να παρέχει επαρκή κοινωνική προστασία σε όσους δεν καταφέρνουν να επανενταχθούν στη αγορά εργασίας·
3. καλεί την Επιτροπή να λάβει μέτρα εμπορικής πολιτικής με στόχο την αποτροπή της εισαγωγής μη επιτόπιων μεταποιημένων προϊόντων και υπηρεσιών· θεωρεί ότι τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικότερα, εάν συνοδεύονταν από κίνητρα, από μέρους των κρατών μελών, για την επάνοδο της παραγωγής και την επιτόπια διατήρηση της υπάρχουσας παραγωγής·
4. θεωρεί ότι ανάμεσα στα πρώτα μέτρα που πρέπει να ληφθούν θα πρέπει να περιλαμβάνονται ισχυρές πολιτικές σε εθνικό επίπεδο για μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές, αναδιάρθρωση του υπάρχοντος δημόσιου και ιδιωτικού κτιριακού δυναμικού (επίσης με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης), αποκατάσταση και διατήρηση των πολιτιστικών και αρχιτεκτονικών αγαθών, υποδομές προστασίας του εδάφους (για παράδειγμα, από τους κινδύνους φυσικών καταστροφών ή από την υδρογεωλογική αστάθεια), αποκατάσταση και αναβάθμιση βασικών υποδομών (σχολείων, νοσοκομείων, αστυνομικών τμημάτων, οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, αεροδρομίων, λιμένων κ.λπ.)· θεωρεί ομοίως προτεραιότητα ανάλογες πολιτικές επενδύσεων στη βιομηχανία ειδών πολυτελείας·
5. σημειώνει ότι, μολονότι τα ταμεία της Ένωσης σχεδιάστηκαν ως μέσο αντιστάθμισης των ανισορροπιών μεταξύ των κρατών μελών, στην πράξη αποτελούν μηχανισμό ενίσχυσης των εν λόγω ανισορροπιών, ο οποίος λειτουργεί αξιοποιώντας δύο αρχές, την αρχή της συγχρηματοδότησης και την αρχή της αιρεσιμότητας· επισημαίνει ότι, ως εκ τούτου, τα ταμεία αποτελούν έναν ιδιαιτέρως ύπουλο μηχανισμό με τον οποίο η ΕΕ ασκεί έλεγχο στις πολιτικές δαπανών των κρατών μελών· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί μια αποτελεσματική στρατηγική επανεκβιομηχάνισης, τα ταμεία της Ένωσης δεν είναι τα καταλληλότερα μέσα, σε αντίθεση με τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις· ζητεί την απελευθέρωση των επενδύσεων των κρατών μελών από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς περιορισμούς·
6. κρίνει σκόπιμη την αναδημιουργία των καλύτερων δυνατών συνθηκών, προκειμένου οι δημόσιες επενδύσεις να πλαισιωθούν από μια επαρκή κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων· για τον σκοπό αυτό, υπογραμμίζει την ανάγκη σαφούς διαχωρισμού ανάμεσα στις παραδοσιακές και τις επενδυτικές τραπεζικές δραστηριότητες·
7. υπενθυμίζει στην Επιτροπή και το Συμβούλιο ότι στην Ένωση δεν επιτρέπεται η λήψη αποφάσεων σχετικά με θέματα «εναρμόνισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών»[2] στον τομέα της βιομηχανίας·
8. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.