ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ για την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στην ΕΕ
24.10.2017 - (2017/2897(RSP))
σύμφωνα με το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού
Agnieszka Kozłowska-Rajewicz, Elisabeth Morin-Chartier, Manfred Weber, Esteban González Pons εξ ονόματος της Ομάδας PPE
Βλ. επίσης την κοινή πρόταση ψηφίσματος RC-B8-0576/2017
B8‑0582/2017
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στην ΕΕ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας[1],
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) της οδηγίας αυτής[2],
– έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004 για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών[3],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης[4],
– έχοντας υπόψη τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ένωσης, όπως καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου και τροποποιήθηκαν τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1023/2013, της 22ας Οκτωβρίου 2013, και ιδίως το άρθρο 12α του κανονισμού αυτού,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 25 παράγραφοι 2 και 3 του Κανονισμού του και το άρθρο 12 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 123 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,
A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική παρενόχληση είναι μια μορφή βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών, και αποτελεί την πιο ακραία αλλά και μόνιμη μορφή διάκρισης λόγω φύλου· λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου το 90% των θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης είναι γυναίκες και περί το 10% είναι άνδρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ, εκτιμάται ότι 83 έως 102 εκατομμύρια γυναίκες (το 45% έως 55% των γυναικών) έχουν υποστεί μία τουλάχιστον μορφή σεξουαλικής παρενόχλησης μετά την ηλικία των 15 ετών·
B. λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρενόχληση, που χαρακτηρίζεται διάκριση λόγω φύλου στο δίκαιο της Ένωσης, συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των ανδρών και των γυναικών και, συνεπώς, απαγορεύεται στην απασχόληση, συμπεριλαμβανομένων της πρόσβασης σε απασχόληση, της επαγγελματικής κατάρτισης και της ανέλιξης στη σταδιοδρομία·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρόβλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης εξακολουθεί να υφίσταται σε όλα τα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση, μέσω της απαγόρευσης των διακρίσεων, της παρενόχλησης που σχετίζεται με το φύλο και της σεξουαλικής παρενόχλησης έχει προστιθέμενη αξία σε επίπεδο ΕΕ·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι διάφορες μορφές σεξουαλικής παρενόχλησης εξακολουθούν να αποτελούν διαδεδομένο και κοινό φαινόμενο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμφανιζόμενο σε διάφορους τομείς· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα περισσότερα θύματά του είναι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των νέων γυναικών υπαλλήλων, οι οποίες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες και πλήττονται ευρέως·
E. λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική παρενόχληση συχνά δεν καταγγέλλεται, λόγω της χαμηλής κοινωνικής ευαισθητοποίησης για το θέμα, της ανεπάρκειας διαύλων υποστήριξης των θυμάτων και του γεγονότος ότι θεωρείται λεπτό κοινωνικό ζήτημα, αν και υπάρχουν επίσημες διαδικασίες για την αντιμετώπισή της στο χώρο εργασίας και στους άλλους τομείς·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει συγκροτήσει ειδική δομή και έχει θεσπίσει εσωτερικούς κανόνες για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης στο Όργανο, τόσο σε επίπεδο προσωπικού όσο και μεταξύ των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών και των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προκειμένου να αξιολογούνται οι πιθανές περιπτώσεις και να προλαμβάνονται η απρεπής και η παράνομη σεξουαλική συμπεριφορά και τα κρούσματα παρενόχλησης·
1. καταδικάζει απερίφραστα όλες τις μορφές σεξουαλικής παρενόχλησης, και εμμένει στην ουσιαστική εφαρμογή του υφιστάμενου νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου· ενθαρρύνει τόσο τα κράτη μέλη της ΕΕ όσο και τις δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις να λάβουν περαιτέρω μέτρα για τον αποτελεσματικό τερματισμό και την πρόληψη της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας·
2. εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με απόφαση του Προεδρείου του από 14ης Απριλίου 2014, ενέκρινε νέους κανόνες που συμπεριλάμβαναν τη δημιουργία ειδικών οργάνων όπως η συμβουλευτική επιτροπή που είναι επιφορτισμένη με την εξέταση καταγγελιών για παρενόχληση μεταξύ διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών και βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και για την πρόληψή της στον χώρο εργασίας, και, νωρίτερα, μια συμβουλευτική επιτροπή επιφορτισμένη με την εξέταση καταγγελιών για παρενόχληση και με την πρόληψή της στον χώρο εργασίας για το προσωπικό του ΕΚ· χαιρετίζει επίσης την καθιέρωση της εμπιστευτικής αναφοράς κρουσμάτων και τη διοργάνωση εκστρατείας ευαισθητοποίησης με στόχο την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης εντός του Οργάνου· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι παρόμοια όργανα έχουν δημιουργηθεί και σε άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ·
3. επικροτεί πρωτοβουλίες όπως το κίνημα #MeToo, που στοχεύουν στη δημοσιοποίηση περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας κατά γυναικών· επισημαίνει την ανάγκη να ακολουθούνται ειδικές νομικές διαδικασίες για την αντιμετώπιση των περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας·
4. καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εφαρμόσουν μέτρα για τη σύσταση και την αποτελεσματική λειτουργία ειδικών επιτροπών επιφορτισμένων με τη διερεύνηση καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης, και να παρέχουν στα θύματα υποστήριξη από ειδικευμένα στην παροχή συμβουλών μέλη και προσωπικό, που να περιλαμβάνουν, κατά το δυνατόν, νομικούς συμβούλους, ιατρικούς εμπειρογνώμονες και εμπιστευτικούς συμβούλους·
5. καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να ενισχύσουν το ανθρώπινο δυναμικό των οργάνων ισότητας που είναι επιφορτισμένα με τον εντοπισμό πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις, παρέχοντάς τους επαρκείς πόρους ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική λειτουργία τους·
6. καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν αποτελεσματικά συστήματα παρακολούθησης που να επιτρέπουν τη λήψη μέτρων εποπτείας και ελέγχου, για τη βελτίωση της συλλογής εμπιστευτικών δεδομένων σχετικά με περιστατικά παρενόχλησης και διακρίσεων λόγω φύλου, με παράλληλη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας της ακρόασης και της προστασίας των θυμάτων·
7. καλεί την Επιτροπή να προτείνει σαφή μέτρα για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, και να παρακολουθεί προσεκτικά την αποτελεσματικότητα των εθνικών φορέων που χειρίζονται καταγγελίες και των διαδικασιών στο πλαίσιο της εφαρμογής των οδηγιών για την ισότητα των φύλων·
8. καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει, να ανταλλάξει και να συγκρίνει τις υφιστάμενες βέλτιστες πρακτικές και να δημοσιοποιήσει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αυτής όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των λαμβανόμενων μέτρων κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας·
9. τονίζει τη σημασία της παροχής ειδικής κατάρτισης και της διοργάνωσης εκστρατειών ευαισθητοποίησης σχετικά με τις υφιστάμενες επίσημες διαδικασίες καταγγελίας περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας και τα δικαιώματα των θυμάτων, οι οποίες διασφαλίζουν την εφαρμογή της αρχής της αξιοπρέπειας στην εργασία και την προώθηση μιας προσέγγισης μηδενικής ανοχής ως του κανόνα·
10. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.