Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπειτη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου για τη Διακυβερνητική Διάσκεψη.
Τον λόγο έχει, εξ ονόματος της Επιτροπής, ο κύριος Barnier.
Barnier, Επιτροπή. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές, η συζήτηση που κάνουμε τώρα έχει για την Επιτροπή, την οποία έχω την τιμή να εκπροσωπώ, ένα μεγάλο ενδιαφέρον και ταυτόχρονα έναν περιορισμό.
Ο περιορισμός που ο καθένας θα καταλάβει και θα σεβαστεί είναι ότι την στιγμή που μιλάμε, ούτε η Επιτροπή ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουν ορίσει με ακριβή και λεπτομερή τρόπο τη θέση τους και τις προτάσεις τους για την επόμενη θεσμική διαπραγμάτευση που θα αρχίσει στις αρχές του νέου έτους. Πρέπει λοιπόν σήμερα –είναι όμως ήδη πολύ– να εξακριβώσουμε ή να υπολογίσουμε τη διάθεση με την οποία, και εσείς και εμείς, θα προσεγγίσουμε αυτήν τη διαπραγμάτευση.
Θα σας μιλήσω συνεπώς, κυρίες και κύριοι βουλευτές –ή μάλλον θα σας επιβεβαιώσω– για τη διάθεση του Προέδρου Prodi και του Σώματος των επιτρόπων και θα ακούσω με απέραντη προσοχή αυτά που θα πείτε εξ ονόματος των πολιτικών σας ομάδων ή προσωπικά.
Κυρίες και κύριοι, η Επιτροπή, με το να ζητήσει από τρεις προσωπικότητες που χαίρουν σεβασμού και διαθέτουν εμπειρία να σκεφτούν ελεύθερα και να εκφράσουν τις δικές τους ιδέες, θέλησε, χωρίς να περιμένει, να προκαλέσει και να διασαφηνίσει τη συζήτηση. Αυτού γενομένου, είμαι σίγουρος ότι διαδραματίζουμε το ρόλο μας, σύμφωνα με το πνεύμα του πρώτου εδαφίου του άρθρου 48 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο πρώτος αυτός στόχος επετεύχθη. Η συζήτηση αρχίζει. Πρέπει να λάβει χώρα εδώ, να διεξαχθεί στα κράτη μέλη, μέσα στα εθνικά κοινοβούλια. Θα συμμετάσχω σε αυτό με όλους όσους ενδιαφέρονται για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα –και είναι πιο πολλοί από ό,τι πιστεύουμε– όσο το δυνατόν πιο κοντά στους πολίτες.
Θα ήθελα, κύριε Πρόεδρε, να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μας στον Πρωθυπουργό Jean–Luc Dehaene, στον Πρόεδρο von Weizsäcker και στον Λόρδο Simon για την ποιότητα της συμβολής τους και να σας ευχαριστήσω επίσης, σε αυτό το σημείο, για την υποδοχή σας και για την προσοχή που δίνετε στην έκθεσή τους, ιδιαίτερα η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων, που διευθύνει και στην οποία προεδρεύει ο κ. Napolitano.
Κυρίες και κύριοι, η έκθεση Dehaene έχει ως πρώτη αξίωση να θέσει τις διακυβεύσεις και να προσδώσει στη μεταρρύθμιση των θεσμικών οργάνων μία αληθινή πολιτική προοπτική. Θα επανέλθω σε αυτό το σημείο σε λίγο. Μπορούμε από τώρα να διδαχθούμε πολλά: καταρχάς, όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα· έπειτα, όσον αφορά το πεδίο των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να επιτύχουμε και τέλος, όσον αφορά τον τρόπο προετοιμασίας για αυτήν τη διαπραγμάτευση.
Καταρχήν, όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, η μεταρρύθμιση αυτή, κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να σας εκφράσω την πεποίθησή μου, είναι η τελευταία ευκαιρία για μία πραγματική μεταρρύθμιση πριν από τη μεγάλη διεύρυνση της Ένωσης, πριν από την συγκέντρωση των ευρωπαϊκών κρατών και λαών σε μία μεγάλη πολιτική και οικονομική κοινότητα. Η προοπτική αυτή της μεγάλης διεύρυνσης δεν είναι πλέον υποθετική, δεν είναι μακρινή. Αποφασίσαμε μάλιστα, στις 13 του περασμένου Οκτωβρίου στο Σώμα, να προετοιμαστούμε για αυτή πάντα με την ίδια σοβαρότητα, αλλά πιο γρήγορα. Να γιατί πρέπει αυτή η Διακυβερνητική Διάσκεψη όντως να τελειώσει πριν από το τέλος του 2000.
Αυτή η πιο κοντινή προθεσμία μας υποχρεώνει να επιτύχουμε. Όμως, κυρίες και κύριοι βουλευτές, η προθεσμία αυτή μας επιβάλλει ή θα μας επέβαλε ωστόσο μία “μίνι” Διακυβερνητική Διάσκεψη; Δεν το νομίζουμε. Η μεταρρύθμιση αυτή, που ο καθένας γνωρίζει κατά βάθος καλά ότι είναι απαραίτητη, δεν είναι μόνο και δεν είναι αρχικά μία υπόθεση χρόνου, είναι καταρχήν μία υπόθεση πολιτικής θέλησης, διαύγειας για τη σημερινή μας λειτουργία και τις ατέλειές της· είναι υπόθεση θάρρους, του συλλογικού θάρρους που θα έχουμε ή δεν θα έχουμε, για να δώσουμε αυτή τη φορά προτεραιότητα στην Ένωση, για να δώσουμε προτεραιότητα σε ένα μακρόχρονο όραμα, που υπερβαίνει άμεσα, το γνωρίζουμε καλά ακόμη κι αν είναι δύσκολο, τη σύνεση και τα ενδιαφέροντα.
Λαμβανομένων υπόψη των προθεσμιών της διαπραγμάτευσης, των προθεσμιών της επικύρωσης από καθένα από τα κράτη μέλη, είναι τώρα η στιγμή που πρέπει να θέλουμε και να εξασφαλίσουμε αυτή την αληθινή μεταρρύθμιση. Κυρίες και κύριοι, δεν μιλώ για μία οριστική μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, αλλά για μία μεταρρύθμιση αρκετά ισχυρή προκειμένου να αποφευχθεί το πάγωμα της λειτουργίας των οργάνων ή η παράλυσή τους· μία μεταρρύθμιση αρκετά ισχυρή, όπως είπε κάποια μέρα ένας από τους συναδέλφους σας, που θα επιτρέπει άλλες εξελίξεις στο μέλλον. Είναι λάθος να πιστεύουμε –το λέω με μεγάλο σθένος– ότι θα μπορούμε να κάνουμε αργότερα, όταν θα είμαστε δεκαοκτώ, είκοσι ή είκοσι επτά, τη μεταρρύθμιση που δεν μπορέσαμε να κάνουμε στο Άμστερνταμ ή που δεν θα θέλαμε να κάνουμε τώρα.
Όσον αφορά το πεδίο αυτής της μεταρρύθμισης, μιλήσαμε για επίπεδο φιλοδοξίας για αυτήν την Διακυβερνητική Διάσκεψη και εδώ έγκειται η διάθεση της Επιτροπής. Κανείς, κυρίες και κύριοι, δεν μπορεί να εκπλαγεί, αφού το μεγάλο σχέδιο της διεύρυνσης, αναφέρθηκα σε αυτό πριν λίγο, θα είναι πιο γρήγορο και πιο ευρύ από ό,τι είχαμε φανταστεί στο Άμστερνταμ. Επαναλαμβάνω συνεπώς: η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζουν τον ρόλο τους με το να θέλουν να ανυψώσουν αυτή τη Διάσκεψη και με το να συστήνουν να κάνουν τώρα όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προκειμένου η Ένωσή μας να μπορέσει να υποδεχθεί ένα μεγάλο αριθμό κρατών.
Δεν πρέπει, κυρίες και κύριοι, να αμφισβητήσουμε τα πορίσματα της Κολωνίας. Η πρώτη υποχρέωση αυτής της Διακυβερνητικής Διάσκεψης θα είναι να πραγματευτούμε –και μάλιστα καλά– τα θέματα που δεν θίχθηκαν στο Άμστερνταμ· να τα πραγματευτούμε, επιμένω, με φιλοδοξία γιατί είναι αλήθεια, επιτρέψτε μου να το πω με την εμπειρία που διαθέτω, ότι μπορούμε να πραγματευτούμε αυτά τα τρία θέματα με περισσότερη ή λιγότερη φιλοδοξία. Τα θέματα αυτά –ο αριθμός των επιτρόπων σε μία διευρυμένη Ευρώπη, η νέα στάθμιση των ψήφων, το πεδίο εφαρμογής της ειδικής πλειοψηφίας– είναι και τα τρία εξαιρετικά δύσκολα, αλλά απαραίτητα. Έχουμε την αίσθηση, επιτρέψτε μου να σας το πω, ότι θα είναι πιο εύκολο να τα πραγματευτούμε αν εγγράφονται σε μία πολιτική προοπτική.
Για αυτό λοιπόν νομίζουμε ότι ο κατάλογος των θεμάτων που αναφέρονται στην έκθεση Dehaene είναι αποδεκτός. Καμία από τις ιδέες που προβάλλονται δεν μπορεί να θεωρηθεί περιττή. Δεν είναι περιττό το να εργαστούμε για μία αναδιοργάνωση της Συνθήκης για να την καταστήσουμε πιο ευανάγνωστη, πιο προσιτή στους πολίτες και για να φανταστούμε μία ημέρα μία πιο εύκολη τροποποίηση των κοινών πολιτικών, σε αντίθεση με τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης.
Δεν είναι περιττό το να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε το σύστημα των ενισχυμένων συνεργασιών, χωρίς ωστόσο, και είμαι κατηγορηματικός, να διατρέξουμε τον παραμικρό κίνδυνο όσον αφορά κάποιο “ξήλωμα” του κοινωνικού κεκτημένου. Δεν είναι περιττό να ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε, στο τέλος του 2000, να βγάλουμε από την νέα Συνθήκη τα θεσμικά συμπεράσματα των αποφάσεων που θα μπορούσαν να ληφθούν από τώρα έως τότε, σύμφωνα με το πνεύμα της Κολωνίας, για την ασφάλεια και την υπεράσπιση της ευρωπαϊκής ηπείρου. Δεν είναι περιττό, κυρίες και κύριοι, να εργαστούμε σε άλλα θεσμικά ζητήματα που θα τεθούν με τη διεύρυνση. Για παράδειγμα, το ζήτημα της νομικής προσωπικότητας της Ένωσης. Για παράδειγμα, το θέμα της λειτουργίας του Δικαστηρίου ή ακόμη μίας καλύτερης ευρωπαϊκής δράσης για την καταπολέμηση της απάτης. Τα λέγω αυτά κατ’ επέκταση των όσων ειπώθηκαν στο Συμβούλιο του Tampere, για το οποίο μόλις μιλήσατε με τον συνάδελφό μου και φίλο μου κ. Vitorino. Σε όλα αυτά τα θέματα, και ίσως σε κάποια άλλα, η Επιτροπή θα ακούσει με ενδιαφέρον τις αντιδράσεις σας και τις προτάσεις σας.
Τέλος, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, μία λέξη για την προετοιμασία της διαπραγμάτευσης. Οι προθέσεις της πορτογαλικής και έπειτα της γαλλικής προεδρίας, οι προθέσεις της φινλανδικής προεδρίας πριν από το Ελσίνκι είναι ουσιαστικές προκειμένου να αρχίσει η Διακυβερνητική Διάσκεψη σε σωστές βάσεις και να αρχίσει, επιτρέψτε μου να το πω, όσο το δυνατόν το συντομότερο στις αρχές του 2000. Από την πλευρά μας, προετοιμαζόμαστε σοβαρά, άλλωστε αυτό είναι το ελάχιστο που μπορεί κανείς να περιμένει από την Επιτροπή. Από τις 10 του επόμενου Νοέμβρη, θα αρχίσουμε να συζητάμε στο Σώμα για τη μορφή και τους προσανατολισμούς της επίσημης έκθεσής μας, η οποία θα δημοσιοποιηθεί στις αρχές αυτής της διαπραγμάτευσης.
Εν πάση περιπτώσει, κυρίες και κύριοι βουλευτές, αυτή η επίσημη έκθεση θα είναι ένα σφαιρικό και ισχυρό πολιτικό έγγραφο, δομημένο για να χρησιμεύσει στη διαπραγμάτευση, για να την διευκολύνει και, ελπίζουμε, για να την επιταχύνει. Ενθυμούμενος την ποιότητα των παρεμβάσεων καθ’ όλη την περίοδο που προηγήθηκε του Άμστερνταμ των δύο εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Elisabeth Guigou και Elmar Brok, θέλω να προσθέσω ότι νομίζω πως είναι χρήσιμο για όλους να μπορέσει το Σώμα σας να υψώσει τη φωνή του και να συμμετάσχει με καλύτερες συνθήκες σε αυτήν τη μελλοντική διαπραγμάτευση.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ολοκληρώνοντας θέλω να σας πω το εξής: μεταξύ της σύνεσης και της τόλμης, του ρεαλισμού και της ουτοπίας, υπάρχει, είμαστε πεπεισμένοι για αυτό, μία θέση και ένας δρόμος για μία αληθινή μεταρρύθμιση των θεσμικών μας οργάνων, για μία πιο αποτελεσματική και δημοκρατική λειτουργία της Ένωσης, όχι για να καθυστερήσουμε τη διεύρυνση, αλλά για να την επιτύχουμε.
(Χειροκροτήματα)
Poettering (PPE). –(DE) Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, αρχικά θα ευχαριστήσουμε εκ μέρους της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και των Ευρωπαίων Δημοκρατών τον Jean–Luc Dehaene, τον Richard von Weizsäcker και τον λόρδο Simon για την παρούσα έκθεση, η οποία είναι φιλόδοξη, τολμηρή αλλά ταυτόχρονα είναι ρεαλιστική. Για τον λόγο αυτόν, η έκθεση αυτή είναι μελλοντοστραφής. Την περασμένη εβδομάδα συζητήσαμε στην Ομάδα μας με τον Jean–Luc Dehaene – ήταν παρών ο Επίτροπος Michel Barnier – και θα ήθελα να σας πω, κύριε Επίτροπε, πως έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στο ότι θα συμβάλετε στο να οδηγηθεί με τις εργασίες της Επιτροπής η Ευρωπαϊκή Ένωση προς ένα θετικό μέλλον και πως θα έχετε την υποστήριξη όλων μας στην πορεία σας.
Στο Ελσίνκι θα ληφθεί απόφαση να ξεκινήσουμε διαπραγματεύσεις με άλλα έξι κράτη ενόψει της ένταξής τους. Έτσι, θα διεξάγουμε διαπραγματεύσεις με 12 κράτη, και είναι πολύ πιθανόν να προσχωρήσουν σε ένα πρώτο στάδιο περισσότερα από 5 κράτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι’ αυτό, δεν είναι ρεαλιστικό να περιοριστεί αυτό το πρωτόκολλο του Άμστερνταμ μόνο σε τρία θέματα, αντίθετα, πρέπει να ξεπεράσουμε τον αριθμό αυτόν. Για τον λόγο αυτόν λέμε ως Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών και των Ευρωπαίων Δημοκρατών ότι θέλουμε περισσότερα από όσα ειπώθηκαν για το μέλλον στο Άμστερνταμ, θέλουμε Άμστερνταμ plus, θέλουμε μία εκ βάθρων μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να είναι ικανή προς διεύρυνση, πράγμα που αποτελεί για μας μεγάλη προτεραιότητα.
(Χειροκροτήματα)
Ασφαλώς, ο πυρήνας είναι η πλειοψηφική λήψη απόφασης στο Συμβούλιο και εμείς είμαστε υπέρ του να γίνει αυτή η βασική διαδικασία λήψης απόφασης. Ακόμη, σε όλα τα ζητήματα της πλειοψηφικής λήψης απόφασης πρέπει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμμετέχει ισότιμα στη νομοθετική εργασία μέσω της διαδικασίας συναπόφασης – και από σήμερα κιόλας στο ζήτημα της γεωργίας, αυτό αποτελεί άλλο ένα θέμα. Έχουμε κατανόηση για το ότι πρέπει ακόμη να συζητηθεί να εκπροσωπούνται όλες οι χώρες και στην Επιτροπή και να γίνει νέα στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο Υπουργών. Η διπλή πλειοψηφία είναι το ένα μέσον, υπάρχουν κι άλλα. Αλλά πρέπει, φυσικά, η δημοκρατία να αντικατοπτρίζεται στον νέο υπολογισμό των ψήφων στο Συμβούλιο Υπουργών. Λέγω όμως επίσης, αγαπητοί συνάδελφοι, ότι υπάρχει μια διάσταση που βρίσκεται πέρα από κάθε νομική διαδικασία. Απορρίπτουμε μια κάποια αλαζονεία, μια κάποια υπεροψία που ορισμένα μεγάλα κράτη μέλη δείχνουν στα μικρότερα και λέμε το εξής: Όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμβάλλουν και πρέπει να συμπεριλαμβάνονται, κι εδώ θα έπρεπε να αναγνωρίσουν και τα μεγάλα κράτη μέλη ότι οι προεδρίες ορισμένων μικρών χωρών ήταν πιο επιτυχείς, πιο αποτελεσματικές και επέδειξαν μεγαλύτερο ζήλο από εκείνες ορισμένων μεγάλων κρατών μελών!
(Χειροκροτήματα)
Βρίσκουμε καλή την πρόταση του Συμβουλίου των Σοφών να γίνει μια συνθήκη για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Χαίρομαι ιδιαίτερα που χάρηκε γι’ αυτό ο φίλος μας Jacques Santer, γιατί αποτελεί υπόδειγμα της αποδοτικότητας ενός μικρού σχετικά κράτους, συγκεκριμένα του Λουξεμβούργου. Υπογραμμίζουμε ότι είναι σωστή – εγώ βρίσκω την ιδέα αυτή ιδιοφυή – η πρόταση της ομάδας εργασίας για τη δημιουργία μιας συνθήκης για τα θεμελιώδη δικαιώματα και μίας διευρυμένης Συνθήκης. Με τη θεμελιώδη Συνθήκη όλα τα κράτη μέλη, όλα τα κοινοβούλια των κρατών μελών θα ήταν πάντα παρόντα στις μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι καλό. Με τη διευρυμένη συνθήκη, το Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα ήταν εκείνα που θα μπορούσαν να λάβουν την συγκεκριμένη απόφαση. Αυτό δημιουργεί ευελιξία και θα υπήρχε η δυνατότητα να ανταποκριθούμε στις εκάστοτε απαιτήσεις.
Ο κ. Barnier αναφέρθηκε στη νομική προσωπικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα είναι από νομική άποψη ένα μηδέν, ένα τίποτα, δεν μπορεί ούτε καν να αγοράσει ένα σπίτι, πόσο μάλλον να εκπροσωπηθεί σε κάποιον διεθνή οργανισμό! Αυτό πρέπει να το αλλάξουμε, αν θέλουμε να έχει βαρύτητα στον κόσμο η Ευρωπαϊκή Ένωση!
Πρέπει επίσης να δράσουμε στον τομέα της ΚΕΠΠΑ. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, το Ίδρυμα Στρατηγικών Μελετών του Λονδίνου επεσήμανε ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν ικανότητα δράσης. Αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα θεσμικών οργάνων, αλλά συνιστά πρόβλημα προθυμίας των κρατών μελών να καταστήσουν εφικτή την απαραίτητη διοικητική μέριμνα, την απαραίτητη διαφώτιση των ενόπλων δυνάμεών μας. Περιμένουμε ότι ο νέος Ανώτατος Εκπρόσωπος, ο κ. Solana, σε συνεννόηση με τον Chris Patten, θα αναλάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες. Χρειάζεται τώρα μια ευρεία συζήτηση και για την γεωγραφική έκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τα περιεχόμενά της, και καλούμε το Συμβούλιο Υπουργών – τις κυρίες και τους κυρίους που εκπροσωπούνται εκεί – να έχουν το θάρρος να οδηγήσουν την Ευρώπη σε ένα καλό μέλλον, γιατί πρόκειται για τη σταθερότητα, την ειρήνη και τη δημοκρατία στην ήπειρό μας κατά τον 21ο αιώνα!
(Χειροκροτήματα)
Corbett (PSE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η Ομάδα μου χαιρετίζει τη δημοσιοποίηση της έκθεσης Dahaene, Λόρδου Simon και von Weizsäcker, επειδή καθιστά σαφές και μάλιστα επαρκώς ότι δεν θα πρέπει να έχουμε μία Διακυβερνητική Διάσκεψη που να περιορισθεί στα επονομαζόμενα “τρία εκκρεμή ζητήματα του Άμστερνταμ”. Θα πρέπει να ασχοληθούμε με ευρύτερα θέματα. Η συγκεκριμένη Διακυβερνητική Διάσκεψη όμως, δεν θα αφορά τόσο τη διεύρυνση του πεδίου ευθύνης ή τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα αφορά κυρίως τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση, τη θεσμική μεταρρύθμιση, τη μεταρρύθμιση που θα καταστήσει την Ένωση πιο ανοικτή, πιο αποτελεσματική, πιο δημοκρατική και πιο διαφανή. Πάνω από όλα, η Διακυβερνητική Διάσκεψη θα την καταστήσει ικανή να λειτουργεί και να φέρνει εις πέρας τις ευθύνες της όταν θα αποτελείται από 20 και πλέον κράτη μέλη.
Τα τρία εκκρεμή ζητήματα του Άμστερνταμ θα αποτελέσουν μέρος των προς συζήτηση θεμάτων, αλλά δεν θα είναι τα μόνα. Κερδίζουμε τη μάχη για να έχουμε μία ευρύτερη ημερήσια διάταξη. Όμως, ακόμη και αυτά τα τρία εκκρεμή ζητήματα, όπως υπογράμμισε ο κ. Barnier, δεν είναι θέματα τα οποία μπορούν να διευθετηθούν εύκολα. Επί παραδείγματι, η επέκταση του πεδίου της ειδικής πλειοψηφίας θα προκαλέσει αμέσως διάφορους ευρωσκεπτικιστές και άλλους να πουν στα κράτη μέλη τους ότι η χώρα τους απεμπολεί το δικαίωμα αρνησικυρίας και την κυριαρχία της. Μάλιστα, η θέση ενός εκ των μεγαλύτερων κομμάτων που απαρτίζουν την Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών και των Ευρωπαίων Δημοκρατών είναι ότι δεν θα πρέπει να υπάρξει επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας. Ωστόσο, αν κάτσουν να σκεφθούν ένα λεπτό, θα αντιληφθούν γρήγορα ότι η χώρα τους, η κάθε χώρα, χάνει πιθανόν περισσότερα από το δικαίωμα αρνησικυρίας που προβάλλουν άλλες χώρες, παρά κερδίζει από τη χρήση του δικού της δικαιώματος, σε πολλούς τομείς αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ωστόσο, αλλαγές δεν θα πρέπει να υπάρξουν μόνο στα τρία εκκρεμή ζητήματα του Άμστερνταμ, στην επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας, το μέγεθος της Επιτροπής και τη στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο. Οι αλλαγές είναι αναγκαίες και για το Δικαστήριο. Πώς θα λειτουργήσει εάν θα αποτελείται από τριάντα σχεδόν μέλη; Οι αλλαγές είναι αναγκαίες και σε ό,τι αφορά το μέγεθος αυτού του Κοινοβουλίου, εάν θα πρέπει να τηρήσουμε το όριο των 700 βουλευτών που προβλέπουν οι Συνθήκες, κατόπιν αιτήματός μας. Χρειάζεται επίσης να γίνει κάτι, προκειμένου να προωθηθούν περαιτέρω τα συμπεράσματα των κρατών μελών μας για την ενσωμάτωση της ΔΕΕ και τη μεταφορά των λειτουργιών της, ή μέρος αυτών, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπάρχει το ζήτημα της κωδικοποίησης και απλούστευσης των Συνθηκών, ένα ζήτημα που πρώτο τόνισε το Κοινοβούλιο κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για τις διαπραγματεύσεις της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Ένα καθήκον που ξεκίνησε από το Άμστερνταμ, αλλά μακράν απέχει από την ολοκλήρωσή του, και το οποίο, επίσης, υπογραμμίζει και τονίζει η έκθεση Dahaene.
Προσθέτοντας νέα θέματα όπως αυτά στη Διακυβερνητική Διάσκεψη, δεν την καθιστούμε απαραίτητα πιο δύσκολη. Όταν υπάρχει μία ευρύτερη δέσμη θεμάτων ίσως είναι ευκολότερο να καταλήξουμε σε συμφωνία και ευκολότερο να επικυρωθεί στα κράτη μέλη μας. Ωστόσο, μπορώ να πω, εκ μέρους της Ομάδας μου, ότι έχουμε τη θέληση το Κοινοβούλιο να συνεργασθεί στενά με την Επιτροπή στο πνεύμα που μόλις υπέδειξε ο κ. Barnier, προκειμένου να μπορέσουμε να θέσουμε από κοινού μία ισορροπημένη δέσμη προτάσεων στο τραπέζι της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, την οποία να μπορούν να υπερασπισθούν τόσο αυτός όσο και οι αντιπρόσωποί μας σε όλες τις συνεδριάσεις της Διακυβερνητικής: μία δέσμη προτάσεων η οποία θα καταστήσει την Ένωση λειτουργική όταν θα έχει περισσότερα από 20 κράτη μέλη.
Duff (ELDR). – (ΕΝ) Κύριε Πρόεδρε, χαιρετίζω την έκθεση επειδή στρέφει την προσοχή μας στο βασικό ζήτημα, το οποίο είναι η μέθοδος αναθεώρησης των Συνθηκών στο μέλλον. Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι θα είναι ουσιαστικά αδύνατο – και σίγουρα καθόλου πρακτικό – να προσπαθούμε να επιτύχουμε συμφωνία μεταξύ 25 ή 30 μελών για βασικά ζητήματα κυριαρχίας. Έτσι, η κύρια μεταρρύθμιση είναι το άρθρο 48 για την αλλαγή της Συνθήκης. Θα πρέπει να διαφυλάξουμε τα επιμέρους άρθρα της Συνθήκης και χρειαζόμαστε ένα ηπιότερο, ελαφρύτερο σύστημα αλλαγής της Συνθήκης αναφορικά με τα κεφάλαια των πολιτικών. Η πρώτη μεταρρύθμιση θα μετριάσει τους φόβους των πολιτών περί υφέρπουσας εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων και η δεύτερη θα ενθαρρύνει τους πολίτες να συμμετέχουν πιο φανερά στις πολιτικές επιλογές που αντιμετωπίζουμε στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο.
Η δεύτερη βασική μεταρρύθμιση είναι η απάλειψη του εθνικού δικαιώματος της αρνησικυρίας από τους όρους της ενισχυμένης συνεργασίας, ενώ η τρίτη θα είναι να παραχωρήσουμε στους πολίτες το δικαίωμα άμεσης πρόσβασης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Frassoni (Verts/ALE). – (IT) Κύριε Επίτροπε Barnier, η έκθεση Dehaene εμπεριέχει φωτεινά και σκοτεινά σημεία, όπως σχεδόν όλα τα πράγματα στη ζωή. Θα ήθελα να προσθέσω ότι τις βασικές ιδέες της τις υποστηρίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εδώ και δεκαετίες και επομένως δεν μου φαίνεται ιδιαίτερα πρωτότυπη. Θα ήθελα τώρα να εκμεταλλευτώ το μικρό χρόνο αγόρευσής μου για να ζητήσω από σας και τον Πρόεδρο Prodi να προβληματιστείτε για τους κινδύνους που ενέχει το να θέλετε να έχετε ως αποκλειστικούς συνομιλητές τις κυβερνήσεις, το να θέλετε να πείσετε μόνο αυτές, και ιδίως τις πιο διστακτικές, και το να επιδιώκετε πάντα να ριμάρετε το ρεαλισμό και την αξιοπιστία με προτάσεις συχνά ασαφείς και φτωχές.
Είναι ανησυχητικό, κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι ακόμη και σοφοί, που δεν έχουν υποχρέωση σε κανέναν, θέτουν ως προτεραιότητα μια προσπάθεια συμβιβασμού και θέλουν να παίξουν ένα ρόλο που δεν τους ανήκει. Ελπίζω ότι η Επιτροπή και εσείς, στην πρόταση που θα κάνετε, θα έχετε το θάρρος να πετάξετε ψηλότερα, ότι θα μπορέσετε να ενθαρρύνετε, με μέσα πιο ενθουσιώδη από την απλή αναδιοργάνωση συγκεχυμένων κειμένων των Συνθηκών, την ανάγκη καθορισμού ενός συνταγματικού τμήματος στα ιδρυτικά κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λυπάμαι που ο πρόεδρος Dehaene δεν είχε το θάρρος να το κάνει αυτό. Ελπίζω ότι και η Επιτροπή θα μπορέσει να απελευθερωθεί από την αναποτελεσματική και αναχρονιστική διάρθρωση των πυλώνων και να απορρίψει κατηγορηματικά την πραγματικά παράξενη ιδέα, που εξέφρασαν οι Σοφοί, ότι το Κοινοβούλιο είναι νομιμοποιημένο να συναποφασίζει μόνο για τον πρώτο πυλώνα. Το θάρρος να αναζητηθούν συμμαχίες και συναινέσεις έξω από τα μέγαρα της εξουσίας, στο λαό, στο Κοινοβούλιο αυτό, είναι μια πρόκληση που η Επιτροπή πρέπει να αντιμετωπίσει. Αν δεν το κάνει, θα βγούμε όλοι χαμένοι.
Kaufmann (GUE/NGL). –(DE) Κύριε Πρόεδρε, ο Πρόεδρος της Επιτροπής κ. Prodi είχε απόλυτο δίκιο όταν είπε εδώ στο Σώμα ότι θα ήταν ιστορικό λάθος να περιοριστεί η Διακυβερνητική Διάσκεψη στα επονομαζόμενα υπόλοιπα του Άμστερνταμ. Όχι! Αυτό που περιμένουν δικαίως οι πολίτες είναι αληθινή δημοκρατία, διαφάνεια, καθώς και αποτελεσματικότητα των αποφάσεων. Κυρίως απαιτείται θάρρος για κριτικό έλεγχο των μέχρι τώρα πολιτικών της Ένωσης. Μία Ευρώπη με κοινωνική δικαιοσύνη εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο ζήτημα. Χρειαζόμαστε μία μεταρρύθμιση της Ένωσης που θα προσανατολίζεται προς το να γίνει επιτέλους επίκεντρο της πολιτικής η καταπολέμηση της μαζικής ανεργίας και της φτώχειας. Εδώ εντάσσεται και το θάρρος για την τροποποίηση του άρθρου 4 της Συνθήκης ΕΚ που ορίζει την Ένωση με κλασικά νεοφιλελεύθερο τρόπο ως ανοιχτή οικονομία της αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό.
Το ίδιο ισχύει για το άρθρο 105 της Συνθήκης ΕΚ, προκειμένου η ΕΚΤ να λάβει πολιτική εντολή, θεμελιωμένη στη σύμβαση, να προωθεί με τη νομισματική πολιτική της την ανάπτυξη και την απασχόληση. Οι πολίτες πρέπει να συμπεριληφθούν στη συζήτηση για τους στόχους και τα περιεχόμενα της μεταρρύθμισης. Πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να κρίνουν οι ίδιοι μέσω δημοψηφισμάτων τα αποτελέσματα της διακυβερνητικής διάσκεψης.
Άκουσα με ενδιαφέρον τις προτάσεις των κ. Dehaene, von Weizsδcker και Simon. Προσωπικά, θεωρώ ότι μερικές από αυτές ασφαλώς αξίζουν να εξετασθούν, όπως για παράδειγμα εκείνες για την απλοποίηση των συνθηκών ή η πρόταση να αποτελούν μελλοντικά τον κανόνα η ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο και η συναπόφαση του Κοινοβουλίου. Ωστόσο, ως βουλευτής προερχόμενη από ένα μεγάλο κράτος μέλος, θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να μην περιορίζονται τα δικαιώματα των μικροτέρων κρατών.
Τελειώνοντας θέλω όμως να πω εδώ ξεκάθαρα το εξής: Η Ομάδα μου απορρίπτει ρητά την ενσωμάτωση της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θέλουμε μια Ευρώπη των πολιτών και της αλληλεγγύης και όχι μία στρατιωτική ένωση που θα παίζει στο μέλλον πάνοπλη τον ρόλο του ευρωχωροφύλακα της διεθνούς πολιτικής!
Berthu (UEN). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, η Ομάδα Ένωση για την Ευρώπη των Εθνών εκτιμά ότι η έκθεση Dehaene σχετικά με τις θεσμικές προεκτάσεις της διεύρυνσης δεν είναι ικανοποιητική ούτε ως προς τη μέθοδό της, ούτε ως προς την ουσία των πορισμάτων της.
Η μέθοδός της: το Συμβούλιο της Κολωνίας, τον περασμένο Ιούνιο, είχε αρνηθεί να διορίσει μία κλειστή ομάδα εργασίας για την προετοιμασία των εργασιών αναθεώρησης της Συνθήκης. Ήθελε πράγματι οι συζητήσεις να είναι πιο ανοιχτές, εξ αρχής. Τι είδαμε όμως εμείς; Η Επιτροπή, η οποία είχε πεισματώσει επειδή δεν μπόρεσε να κλείσει τη συζήτηση, βιάστηκε να διορίσει για λογαριασμό της μία κλειστή ομάδα εργασίας, μία ομάδα που χαρακτηρίστηκε αμέσως ως ομάδα των σοφών, ενώ τα μέλη της δεν είναι πιο σοφά από τον μέσο όρο των ανθρώπων που παρευρίσκονται εδώ. Όλα αυτά για να προσπαθήσει να πιέσει το Συμβούλιο να επιλέξει την ημερήσια διάταξη της Διάσκεψης που επιθυμεί η Επιτροπή. Με αυτές τις συνθήκες, δεν μας εκπλήσσει που βλέπουμε ότι η έκθεση Dehaene προσπαθεί, επί της ουσίας, να ενισχύσει τις εξουσίες της Επιτροπής και να παρακάμψει τα δικαιώματα των κρατών. Καταρχήν, το κείμενο αυτό καταλήγει –τι περίεργη σύμπτωση!– στο ότι η Επιτροπή θα πρέπει, από την αρχή της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, να καταθέσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο συνθήκης στο Συμβούλιο. Πρόκειται λοιπόν για την ίδια μέθοδο βιαίας μετάβασης που συνεχίζει.
Στο ίδιο πνεύμα, η ομάδα προβάλλει στο Συμβούλιο την παλαιά ομόσπονδη πρόταση γενίκευσης των ψήφων με ειδική πλειοψηφία. Η πρόταση αυτή, σε συνδυασμό με τη διατήρηση του μονοπωλίου πρωτοβουλίας της Επιτροπής, θα κατέληγε, το ξέρουμε, σε μία σημαντική ενίσχυση των εξουσιών της τελευταίας και σε μία συνακόλουθη αποδυνάμωση του δικαιώματος των κρατών. Είναι εξάλλου αρκετά ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι, με ένα ωραίο παράδειγμα ευρωπαϊκής καινοτόμου γλώσσας, το σύστημα αποφάσεων με πλειοψηφία παρουσιάζεται στην έκθεση ως, παραθέτω, “ευνοϊκό για τη συναίνεση”, ενώ προφανώς συμβαίνει το αντίθετο. Ο κανόνας της πλειοψηφίας υποχρεώνει τη μειονότητα να υποταχθεί, και κυρίως τα μικρά κράτη, ενώ η ομοφωνία επιβάλλει τη διαπραγμάτευση έως την επίτευξη συναίνεσης.
Στο ίδιο πνεύμα μάλιστα παράκαμψης των κρατών, η έκθεση Dehaene προτείνει να μπορεί να τροποποιείται η Συνθήκη, σε ορισμένες περιπτώσεις, με απλή απόφαση του Συμβουλίου, ακόμη με μία απόφαση που θα λαμβάνεται μόνο με ειδική πλειοψηφία. Είναι απολύτως απαράδεκτο, γιατί είναι απολύτως αντίθετο με την αντίληψη που έχουμε για μία Ευρώπη που σέβεται τα έθνη της. Ωστόσο, η εν λόγω έκθεση, πέρα από τις συνηθισμένες ομόσπονδες κοινοτυπίες, σκιαγραφεί δειλά μία νέα ιδέα, την ιδέα της θεσμικής ευελιξίας που είναι απαραίτητη σε μία διευρυμένη Ευρώπη. Αναγνωρίζει, αυτό που πάντα λέγαμε, ότι οι ενισχυμένες συνεργασίες της Συνθήκης του Άμστερνταμ δεν μπορούν να χρησιμεύσουν σε τίποτα για την επίλυση του διπλού προβλήματος της αυξημένης ετερογένειας και της πλήρης ανικανότητας εγκατάλειψης των εξουσιών κυριαρχίας σε διαδικασίες απόφασης με ειδική πλειοψηφία και, ακόμη περισσότερο, σε μία Ευρώπη με τριάντα ή περισσότερα κράτη. Αυτό είναι, αγαπητοί μου συνάδελφοι, το πραγματικό θέμα που πρέπει να εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη της ΔΚΔ και το δεύτερο θέμα: “Πώς θα θέσουμε εκ νέου την Ευρώπη υπό τον έλεγχο των λαών της;” συμπίπτει με το πρώτο, αφού προϋποθέτει κι αυτό την ελεύθερη άσκηση των εθνικών κυριαρχιών.
Δημητρακόπουλος (PPE). – Κύριε Πρόεδρε, η έκθεση Dehaene, ανεπίσημη προς το παρόν, βρίσκεται πάντως στη σωστή κατεύθυνση. Βεβαίως, όταν την διαβάσει κανείς, βλέπει ότι αυτή δεν αναφέρεται ούτε στα οράματα, ούτε στους στόχους, ούτε στις προκλήσεις που έχει μπροστά της η Ευρωπαϊκή Ένωση ενόψει του 21ου αιώνα, αλλά τουλάχιστον δίνει κάποιες γενικές κατευθυντήριες γραμμές σε ό,τι αφορά μια σειρά από θεσμικά ζητήματα, τα οποία πρέπει να ρυθμιστούν. Μένει, μετά και από τα όσα πολύ ενδιαφέροντα είπε ο αρμόδιος Επίτροπος κ. Barnier, να δούμε πόσες και ποιές από αυτές τις προτάσεις θα υιοθετήσουμε και τι θα χρειαστεί να προσθέσουμε έτσι ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να αρχίσει να ετοιμάζεται σωστά για το μέλλον.
Είναι πράγματι σημαντική η διατύπωση που χρησιμοποίησε ο κ. Barnier, ότι δηλαδή η Επιτροπή θα παρουσιάσει ένα κείμενο "global et fort";. Περιμένουμε να δούμε το περιεχόμενο του κειμένου αυτού. Και πάντως, από την πλευρά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπορούμε να μη διατυπώσουμε την προτροπή το κείμενο αυτό να περιλαμβάνει μια συστηματική προσέγγιση όλων των πτυχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε η νέα διακυβερνητική να ασχοληθεί με ένα προς ένα τα θέματα και τα προβλήματα που μας απασχολούν την στιγμή αυτή και, πάντως, στο πλαίσιο της αριστοτέλειας λογικής του ότι δηλαδή πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού.
Leinen (PSE). –(DE) Κύριε Πρόεδρε, βλέπω την έκθεση των Σοφών ως ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός και συμφωνώ απόλυτα με τον Επίτροπο Barnier ότι πρέπει να γίνουν τώρα εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στην Ένωση κι όχι να αναβληθούν για μετά τη διεύρυνση. Αυτό θα ήταν καταστροφικό και μοιραίο, επειδή εννοείται ότι 20 ή 25 κράτη ασφαλώς δεν μπορούν να ρυθμίσουν όσα δεν μπορούν να ρυθμίσουν μόνο 15! Τώρα είναι η τελευταία ευκαιρία να μεταρρυθμισθεί έτσι η Ένωση, ώστε να είναι λειτουργική, να την κατανοούν οι πολίτες και να είναι ικανή για διεύρυνση.
Χαίρομαι που θα λάβουν νέα μορφή οι συνθήκες. Κανένας πολίτης δεν καταλαβαίνει τη Συνθήκη του Μάαστριχτ ή τη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Είναι υπερβολικό να απαιτούμε από τους πολίτες να διαβάζουν τέτοια κείμενα! Πρέπει τώρα να επιτευχθεί να χωρίσουμε τα κείμενα στα πραγματικά συγκροτησιακά και στα περισσότερο τεχνικού χαρακτήρα στοιχεία τους. Αυτά πρέπει να τα ξεχωρίζουμε, όπως κάνουμε και στους δικούς μας θεμελιώδεις νόμους ή συντάγματα στα κράτη μέλη.
Δυο λόγια τώρα για τη μεταρρύθμιση των θεσμικών οργάνων. Η ομάδα Dehaene επικεντρώθηκε πολύ στη μεταρρύθμιση της Επιτροπής. Νομίζω ότι το Συμβούλιο βρίσκεται στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης. Η Επιτροπή θα λειτουργεί μετά από όσα γίνονται τώρα. Το Κοινοβούλιο έκανε μεταρρυθμίσεις και λειτουργεί. Το θεσμικό όργανο που δεν λειτουργεί είναι το Συμβούλιο! Η τροχοπέδη της Ένωσης είναι το Συμβούλιο! Γι’ αυτό, στο Κοινοβούλιο θα επικεντρωθούμε στην προβολή αξιώσεων για τη μεταρρύθμιση του Συμβουλίου. Αυτή η διπλή δομή του νομοθετικού ή εκτελεστικού οργάνου πρέπει κάπως να ρυθμισθεί, ειδικά μάλιστα όταν η Ένωση θα έχει 20 ή 25 μέλη. Ελπίζω, κύριε Επίτροπε Barnier, ότι η Επιτροπή θα μπορέσει να υποβάλει μία συγκεκριμένη πρόταση για την τροποποίηση της Συνθήκης, την οποία θα συζητήσουμε εν συνεχεία.
Malmstöm (ELDR). – (SV) Κύριε Πρόεδρε, Επίτρoπε Barnier, τo ξεκάθαρo μήvυμα πoυ έστειλαv oι ψηφoφόρoι στις 13 Ioυvίoυ για αλλαγή πρέπει vα τo λάβουμε εμείς oι πoλιτικoί τoυ Ευρωπαϊκoύ Κoιvoβoυλίoυ πoλύ σoβαρά υπόψη μας. Πρέπει vα εvεργήσoυμε σύμφωvα με αυτό και vα εργασθoύμε για αλλαγή. Η Διακυβερvητική Διάσκεψη είvαι μία πoλύ καλή ευκαιρία γι’ αυτό.
Στηv έκθεση τωv Σοφών υπάρχoυv πoλλά από τα oπoία μπoρεί καvείς vα εμπvευσθεί και πρέπει vα χρησιμoπoιήσoυμε τηv Διακυβερvητική Διάσκεψη για μία oυσιαστική αvαθεώρηση τωv Συvθηκώv. Είvαι αvαγκαίo vα απλoπoιήσoυμε, vα καταστήσoυμε διαφαvή, vα απoσαφηvίσoυμε και vα αvαθεωρήσoυμε όλα τα καθήκovτα της Έvωσης και vα διαμoρφώσoυμε έvα πλαίσιo όπoυ η ΕΕ θα επικεvτρώvεται σε λιγότερα θέματα, στα καθαρά υπερεθvικά πρoβλήματα. Οι πoλίτες της ΕΕ χρειάζovται έvα δημoκρατικό σύvταγμα με έvαv κατάλoγo αρμoδιoτήτωv όπoυ είvαι σαφές πoιος έχει τηv ευθύvη και όπoυ η αρχή της επικoυρικότητας θα έχει έvα oυσιαστικό περιεχόμεvo.
Με αυτές τις επιδιώξεις εvόψη της Διακυβερvητικής Διάσκεψης, πιστεύω ότι μπoρoύμε vα αvταπoκριθoύμε και στα δύo καθήκovτα της ΕΕ, δηλαδή vα δημιoυργήσoυμε μία μεγαλύτερη Έvωση πoυ θα λειτoυργεί δημoκρατικά και vα ξαvακερδίσoυμε έvα μέρoς της απωλεσθείσας εμπιστoσύvης και απoδoχής τωv πoλιτώv.
Voggenhuber (Verts/ALE). –(DE) Κύριε Πρόεδρε, για τους πολύ ψύχραιμους και ενημερωμένους το έτος 2000 είναι, φυσικά, ένα έτος σαν όλα τα άλλα. Όμως δεν είναι μόνο οι ρομαντικοί εκείνοι που δεν μπορούν να αντισταθούν σε μια κάποια μαγεία που τους κάνει να στραφούν μακριά από τις καθημερινές ασχολίες τους και να υιοθετήσουν μια στάση σχεδιασμού του μέλλοντός τους. Λυπάμαι πολύ, κύριε Barnier, που στην προετοιμασία της διακυβερνητικής διάσκεψης δεν διαφαίνεται τίποτα από τη μαγεία της αλλαγής του αιώνα και την ικανότητα οραματισμού. Επίσης λυπάμαι που το Συμβούλιο των Σοφών δεν είχε το θάρρος γι’ αυτό, σε πείσμα της εξύμνησης που έγινε εδώ από ορισμένους.
Σχετικά με τα κίνητρα και την αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης των θεσμικών οργάνων, γίνεται παραπομπή στην τεχνοκρατική έννοια της αύξησης της αποδοτικότητας και της ικανότητας για δράση, χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη το τόσο επείγον και αναγκαίο ζήτημα της δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Το Συμβούλιο αυτό των Σοφών δεν απευθύνει ούτε μια λέξη κριτικής στον δεύτερο και τρίτο πυλώνα αυτής της δημοκρατικής ουδέτερης ζώνης συνεργασίας των κυβερνήσεων, ούτε υποβάλλει καμία πρόταση για τη δέσμευση για ευρωπαϊκές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Δεν ασχολείται καθόλου με τη μέθοδο της διακυβερνητικής διάσκεψης, που εν τω μεταξύ όλοι ξέρουμε ότι δεν είναι ικανή να υλοποιήσει περαιτέρω την ευρωπαϊκή ιδέα. Στην πραγματικότητα, η συμμετοχή του Κοινοβουλίου δεν αποτελεί μέλημα του Συμβουλίου των Σοφών.
Η έκθεση του Συμβουλίου των Σοφών δεν αφιερώνει επίσης ούτε μια λέξη στην κοινωνική διάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι μία από τις προϋποθέσεις μιας ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Ως προς το ζήτημα της ΚΕΠΠΑ, η έκθεση αφιερώνει πολύ χρόνο – όπως άλλωστε και οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων – για την ανάπτυξη της πολιτικής ασφαλείας, ξεχνώντας ότι αυτή είναι συνάρτηση της εξωτερικής πολιτικής.
(Χειροκροτήματα)
Sjöstedt (GUE/NGL). – (SV) Κύριε Πρόεδρε, αv συvoψίσoυμε σε έvα λεπτό τηv έκθεση της oμάδας Dehaene, κάτι πoυ θα πρoσπαθήσω vα κάvω τώρα, μπoρoύμε vα πoύμε ότι περιέχει αυτά πoυ oι Σoυηδoί υπoστηρικτές της ΕΕ είχαv υπoσχεθεί ότι δεv θα γιvόταv πoτέ. Αv υλoπoιoύvταv oι πρoτάσεις της Ομάδας, τότε, η ΕΕ θα έκαvε έvα απoφασιστικό βήμα στη διαδικασία της μετατρoπής της σε έvα κρατικό μόρφωμα. Τo εvαπoμείvαv δικαίωμα αρvησικυρίας καταργείται, η επιρρoή τωv μικρώv χωρώv μειώvεται, o Πρόεδρoς της Επιτρoπής μετατρέπεται σε έvα είδoς Πρωθυπoυργoύ μίας oλoέvα και περισσότερo ισχυρής Ευρωπαϊκής Επιτρoπής και η ΕΕ θα μετατρέπovταv σε μία στρατιωτική Έvωση.
Iδιαιτέρως αρvητική είvαι η πρόταση της oμάδας για δραματική μείωση της εξoυσίας τωv κρατώv μελώv σε ό,τι αφoρά τις τρoπoπoιήσεις της Συvθήκης. Η oμάδα θέλει vα υπάρχει η δυvατότητα vα γίvoυv τρoπoπoιήσεις σε πoλλά σκέλη της ισχύoυσας Συvθήκης χωρίς τηv έγκριση τωv κoιvoβoυλίωv τωv κρατώv μελώv και χωρίς τηv πρoϋπόθεση της oμoφωvίας. Είvαι μία πρόταση πoυ στρέφεται ευθέως εvάvτια στις δυvατότητες τωv κρατώv μελώv και τωv λαώv vα μπoρoύv vα επηρρεάζoυv δημoκρατικά τηv αvάπτυξη της ΕΕ.
Méndez de Vigo (PPE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, τί καλείται να πράξει η επερχόμενη Διακυβερνητική Διάσκεψη; Καλείται να προετοιμάσει την Ένωση για να μετατραπεί σε μία Ευρώπη των 27 κρατών μελών. Επομένως, όσο μεγαλύτερη εμβέλεια επιτευχθεί στη θεσμική μεταρρύθμιση, τόσο μεγαλύτερη εμβέλεια θα αποκτήσει και η διεύρυνση.
Τί θα πρέπει να κάνει; Θα πρέπει να διατηρήσει τη θεσμική ισορροπία που επέτρεψε να γίνουν θετικά βήματα προς την ευρωπαϊκή οικοδόμηση στη διάρκεια των τελευταίων σαράντα χρόνων. Τί θα πρέπει να αποφύγει; Θα πρέπει να αποφύγει να δώσει πρόσθετες αρμοδιότητες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό ήδη επιτεύχθηκε με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Όπως επίσης, θα πρέπει να αποφύγει τον εκφυλισμό της Ένωσης.
Σε αυτά τα πλαίσια, θα ήθελα να επισημάνω ότι η έκθεση που συνέταξε ο κ. Dehaene είναι ιδιαίτερα προσήκουσα από πολλές απόψεις, αλλά περιλαμβάνει ένα ζήτημα που προσωπικά με ανησυχεί σε μεγάλο βαθμό. Εάν την εξετάσουμε στο σύνολό της, η έκθεση του κ. Dehaene προσδοκά, αφενός, την επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας, αλλά ταυτόχρονα επιδιώκει την απόδοση συνταγματικού χαρακτήρα στις Συνθήκες, χωρίζοντάς τις σε δύο τμήματα: το ένα θα υπόκειται σε μία εξαιρετικά αυστηρή διαδικασία, όπου για την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων θα απαιτείται ομοφωνία, ενώ στο άλλο θα αρκεί η λήψη αποφάσεων δια πλειοψηφίας. Και σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε τη μεγαλύτερη ευελιξία των διαδικασιών ενισχυμένης συνεργασίας.
Αυτό που με ανησυχεί προσωπικά – και απευθύνομαι στην Επιτροπή, η οποία καλείται να συντάξει μία έκθεση επί του θέματος – είναι ότι εάν συναθροίσουμε τους τρεις παραπάνω παράγοντες – επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας, μεταρρύθμιση των Συνθηκών κατά τμήματα και μεγαλύτερη ευελιξία των διαδικασιών ενισχυμένης συνεργασίας – θα οδηγηθούμε σε μία Ευρώπη à la carte, σε μία Ευρώπη όπου το κάθε κράτος μέλος θα επιλέγει αυτό που επιθυμεί να γίνει. Και θέλω να επισημάνω, κύριε Πρόεδρε, ότι μια τέτοια Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι αυτή για την οποία πολλοί από εμάς έχουμε αγωνιστεί και στην οποία πολλοί εναποθέτουμε τις ελπίδες μας.
Van den Bos (ELDR).– (NL) Σύμφωνα με την ίδια την ομάδα Dehaene, τα σχέδιά της είναι πάρα πολύ φιλόδοξα. Ωστόσο, οι προθέσεις αυτές είναι φιλόδοξες μόνο σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση και τις αντιστάσεις που προβάλλονται σήμερα. Οι προτάσεις αυτές δεν ανταποκρίνονται όμως στις απαιτήσεις που θέτει μια Ευρωπαϊκή Ένωση με περισσότερο από τριάντα κράτη μέλη. Όταν η Ένωση θα έχει δύο φορές περισσότερα κράτη μέλη απ’ό,τι σήμερα, η διαδικασίας λήψης αποφάσεων θα καθηλωθεί, εκτός και αν προταθούν δραστικές αλλαγές, πολύ πιο δραστικές απ’ό,τι προτείνεται σήμερα. Αναπόφευκτα, θα πρέπει να διευρυνθούν οι αρμοδιότητες της Επιτροπής, ως θεματοφύλακα των κοινών ευρωπαϊκών συμφερόντων, σε βάρος των αρμοδιοτήτων των κυβερνήσεων, οι οποίες εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο. Αυτό προϋποθέτει τη σημαντική ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας της Επιτροπής απ’ό,τι συμβαίνει σήμερα και, εν καιρώ, την άμεση εκλογή όλων των Επιτρόπων. Βεβαίως, αυτό σημαίνει επίσης ότι το Κοινοβούλιο θα έχει όλες τις αρμοδιότητες που του αναλογούν. Αυτό που μοιάζει σήμερα επαναστατικό θα είναι στο μέλλον πάρα πολύ ρεαλιστικό.
MacCormick (Verts/ALE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, υπάρχει ένα θέμα για το οποίο δεν έγινε ακόμη λόγος στη συζήτηση, και θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στην ολοκληρωτική αποτυχία της έκθεσης Dahaene να ασχοληθεί επαρκώς – το αναφέρει μόνο ευκαιριακά – με την περιφερειακή διάσταση της διακυβέρνησης στην Ευρώπη. Η επικουρικότητα φαίνεται ότι αποτελεί εδώ μία έννοια την οποία πολλοί εφαρμόζουν στα λόγια αλλά όχι στην πράξη, και σίγουρα χρειάζεται να επαναπροσδιορισθεί στη Συνθήκη.
Οι αυτόνομες περιοχές και κράτη στο εσωτερικό των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως στην Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο ή το Βέλγιο, θα πρέπει να αποκτήσουν ουσιαστικό καθεστώς στο σύστημά μας. Η μεταρρύθμιση στο Συμβούλιο είναι μία προϋπόθεση. Θα μπορούσε να διαφοροποιήσει κατάλληλα τον εκτελεστικό από τον νομοθετικό ρόλο του και σε ό,τι αφορά τον τελευταίο να αρχίσει να προσεγγίζει τον χαρακτήρα ενός Σώματος εδαφικής εκπροσώπησης.
Η Επιτροπή των Περιφερειών, με την παρούσα συγκρότησή της, είναι αδύναμη και συγχρόνως καθόλου αντιπροσωπευτική. Γνωρίζουν οι βουλευτές εδώ ότι το Λουξεμβούργο έχει έξι μέλη στην Επιτροπή των Περιφερειών και η Σκωτία τέσσερα; Δεν γνωρίζω τις διαφορές μεταξύ ανατολικού και δυτικού Λουξεμβούργου, όμως γνωρίζω κάποια πράγματα για τις διαφορές στο εσωτερικό της Σκωτίας, και η αρχή της αντιπροσώπευσης, όπως αυτή ισχύει, είναι παράλογη. Μία επιτροπή, η οποία υποτίθεται ότι επιτρέπει στις περιφέρειες και τα κράτη στο εσωτερικό των κρατών μελών να αντισταθμίζουν την εξουσία των κρατών, κυριαρχείται από το σύστημα των κρατών.
Νέοι βουλευτές θα φθάσουν με τη διεύρυνση σε αυτό το Κοινοβούλιο, πολλοί από τους οποίους θα αντιπροσωπεύουν κράτη, πρώην μέλη σε ενώσεις κρατών. Σκεφθείτε τη Σλοβενία, σκεφθείτε την Εσθονία. Είναι μικρά κράτη, όμως η αντιπροσώπευσή τους θα ξεπεράσει αυτόματα την εκπροσώπηση της Χώρας των Βάσκων, της Φλάνδρας, της Σκωτίας, της Ουαλίας. Οι αρχές αντιπροσώπευσης στην Ευρώπη, όπως εφαρμόζονται στα κράτη και τις περιφέρειές της, χρειάζονται επανεξέταση, και με λυπεί το γεγονός ότι η έκθεση Dahaene δεν αναφέρει ουσιαστικά τίποτα γι’ αυτό.
(Χειροκροτήματα)
Lamassoure (PPE). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, λιγότερο από ένα χρόνο μετά την ιστορική επιτυχία της νομισματικής ένωσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε μία περίεργη θέση. Τρέχει, τρέχει, αλλά δεν ξέρει πλέον ούτε πού πάει, ούτε πώς πάει.
Τα ευρωπαϊκά χαρτονομίσματα δεν κυκλοφορούν ακόμη, ενώ μιλήσαμε τον Ιούνιο στην Κολωνία για έναν ευρωπαϊκό στρατό, τον Σεπτέμβριο στο Tampere για μία ευρωπαϊκή ποινική δικαιοσύνη, ένας Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ετοιμάζεται, τέλος κυρίως, η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να δεχθεί την προοπτική μίας Ευρώπης που θα διευρυνθεί έως τη Μικρά Ασία και τα δυτικά σύνορα του Ιράκ και του Ιράν. Δεν πρόκειται πλέον για μία διεύρυνση, αλλά για μία έκρηξη.
Οι μεν, εκ των οποίων και εμείς του UDF που ανήκουμε στο PPE, διάκεινται ευνοϊκά στις νέες ευρωπαϊκές προόδους. Άλλοι, μεταξύ μας, είναι επιφυλακτικοί, και μάλιστα εχθρικοί. Νομίζω όμως ότι συμφωνούμε όλοι στο ότι κρίνουμε πως έφθασε ο καιρός για τους πολιτικούς υπεύθυνους να πάρουν πάλι τον έλεγχο του μηχανισμού και να τολμήσουν επιτέλους να συζητήσουν για τον στόχο της γεωγραφικής διάστασης και της πορείας της πολιτικής Ευρώπης, όπως το κάναμε για την οικονομική και νομισματική Ευρώπη.
Έως πού θα φθάσει η Ευρώπη; Έως πού, από γεωγραφικής άποψης; Δεν έχουμε ποτέ συζητήσει για αυτό ούτε στο Κοινοβούλιο, ούτε στο Συμβούλιο, ούτε στην Επιτροπή. Έως πού η Ευρώπη, από άποψη αρμοδιοτήτων; Η Ευρώπη των Τριάντα δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει όπως η Ευρώπη των Δώδεκα! Αφενός, θα χρειαστεί ένα πολύ πιο αποτελεσματικό σύστημα αποφάσεων, πολιτικής και όχι πλέον διπλωματικής φύσεως. Αντιθέτως, τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος θα είναι λιγότερα και η απαίτηση αποκέντρωσης πολύ πιο ισχυρή.
Μέχρι πού θέλουμε να φθάσουμε; Με ποιους εταίρους και ακολουθώντας ποια πορεία; Σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντήσουμε πριν δώσουμε στους νομικούς τις οδηγίες μας σχετικά με, για παράδειγμα: “η μελλοντική στάθμιση των ψήφων του όμορφου νησιού της Μάλτας”.
(Χειροκροτήματα)
Väyrynen (ELDR). – (FI) Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε, αρχικά κυκλοφόρησαν φήμες, σύμφωνα με τις οποίες η ομάδα εργασίας υψηλού επιπέδου σκόπευε να προτείνει για την Ευρώπη ένα μοντέλο τύπου κρεμμυδιού, ένα είδος συστήματος ομόκεντρων κύκλων. Είναι ατυχές που η έκθεση δεν περιλαμβάνει το μοντέλο του “κρεμμυδιού”, δεδομένου ότι η θεσμική εξειδίκευση μοιάζει να είναι η μόνη ρεαλιστική λύση για τη σημαντικά διευρυνόμενη Ένωση.
Η Ευρώπη θα απαρτίζεται στο μέλλον από τρεις θεσμικές ζώνες. Η εξωτερική ζώνη θα μπορούσε να είναι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, από το οποίο οι διακυβερνητικοί θεσμοί θα επωφελούντο περισσότερο συγκριτικά με σήμερα, εάν του ανέθεταν νέες αρμοδιότητες. Δεύτερη ζώνη θα χαρακτηρίζαμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία θα μπορούσε μελλοντικά να εξελιχθεί σε ένωση κρατών. Τούτο προϋποθέτει αποκέντρωση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, καθώς και ενίσχυση της διακυβερνητικής συνεργασίας. Ως τέτοιου είδους ένωση κρατών, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε εύκολα και γρήγορα να διευρυνθεί. Εσωτερική ζώνη θα μπορούσε να θεωρηθεί η ευρωπαϊκή ομοσπονδία, την οποία θα αποτελούσαν τα κράτη μέλη της ΕΕ με τις καλύτερες επιδόσεις στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: αυτά, τα οποία είναι μέλη τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ΟΝΕ. Με την εν λόγω τακτική η ΕΕ θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε ένωση κρατών με πυρήνα ομοσπονδίας.
Van Hecke Johan (PPE).– (NL) Κύριε Πρόεδρε, το πλεονέκτημα της έκθεσης Dehaene είναι ότι είναι σαφής και αντανακλά ένα πνεύμα δημιουργικότητας και αποφασιστικότητας, πραγματισμού και φιλοδοξίας. Δεν υπάρχουν 101 συνταγές για μια σύντομη και αποτελεσματική ΔΚΔ. Εάν θέλουμε να αποφύγουμε μια νέα επίδειξη νομικής τεχνολογίας αιχμής, ένα μπερδεμένο κουβάρι, θα πρέπει κατά κάποιο τρόπο να επανέλθουμε στον πυρήνα αυτής της σαφέστατης έκθεσης. Δεν χρειάζεται ένα veni vidi vici για τον κ. Dehaene. Εάν όμως δεν γίνει δεκτή η ουσία του Άμστερνταμ συν, υπάρχει κίνδυνος να καθηλωθεί η Ευρώπη. Το λόγο έχουν τώρα τα κράτη μέλη και η Επιτροπή. Όσον αφορά εμάς, και αυτό θα πρέπει να είναι σαφέστατο, η μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί οπωσδήποτε να αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεσητης διεύρυνσης. Πρώτα εμβάθυνση και μετά διεύρυνση. Δεν θέλουμε μια Ευρωπαϊκή Ένωση με ολοένα και περισσότερα κράτη μέλη, αλλά με ολοένα και λιγότερους υποστηρικτές και στόχους και με ολοένα και λιγότερη αποτελεσματικότητα.
Barnier,Επιτροπή. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές, σε αυτό το στάδιο της συζητήσεως και λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών της ημερήσιας διάταξης του Κοινοβουλίου, θα αρκεστώ απλώς σε λίγα λόγια. Ο κανόνας του παιχνιδιού ήταν σαφής για τη σημερινή συζήτηση. Η συζήτηση αυτή παρουσίαζε για την Επιτροπή μεγάλο ενδιαφέρον είχε όμως και ένα όριο, αφού ούτε το Σώμα, ούτε εσείς οι ίδιοι δεν έχετε προς το παρόν προσδιορίσει ακριβώς τις θέσεις σας και τις προτάσεις σας. Επρόκειτο συνεπώς για μία ανταλλαγή απόψεων που προκάλεσε η έκθεση Dehaene που έγινε ύστερα από επιθυμία του Προέδρου Prodi, ο οποίος ακριβώς ήθελε να προκαλέσει αυτή τη συζήτηση και να την διασαφηνίσει. Άκουσα με μεγάλη προσοχή, κύριε Πρόεδρε, όλους όσους παρενέβησαν, τους οποίους ευχαριστώ για την προσοχή τους και τη συμβολή τους. Θα λάβουμε υπόψη αυτά τα ερωτήματα, τις προτάσεις, ενίοτε ακόμη και τις κριτικές ή τους φόβους, κατά τη διάρκεια των λίγων ημερών που μας χωρίζουν από την 10η Νοεμβρίου. Πράγματι, αυτήν την ημέρα το Σώμα θα ορίσει την πρώτη πολιτική του θέση και ύστερα θα έχουμε μία συζήτηση για αυτό το πρώτο πολιτικό έγγραφο της Επιτροπής. Έπειτα από αυτό θα έχουμε ακόμη πολλή δουλειά, από τις 10 Νοεμβρίου έως και την αρχή της διαπραγμάτευσης, αφού η Επιτροπή θα πρέπει να παρουσιάσει ένα έγγραφο, για το οποίο είπα ο ίδιος ότι θα είναι ένα ισχυρό, σφαιρικό, πολιτικό έγγραφο, δομημένο κατά τρόπο ώστε να χρησιμεύσει στους διαπραγματευτές και να διευκολύνει αυτή τη διαπραγμάτευση. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου θα πρέπει να εργαστούμε σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων και με το Σώμα σας. Θέλω, συνεπώς, κύριε Πρόεδρε, καταλήγοντας, να ευχαριστήσω το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για αυτήν την πρώτη ανταλλαγή απόψεων για την επόμενη Διακυβερνητική Διάσκεψη και για την φιλοδοξία με την οποία πρέπει να προσεγγίσουμε την εν λόγω Διακυβερνητική Διάσκεψη.