8. Σύγκλιση του εφαρμοστέου δικαίου στις συμβατικές ενοχές
Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την συζήτηση της έκθεσης (A5-0041/2004) του κ. Gargani, εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς, σχετικά με τις προοπτικές προσέγγισης του αστικού δικονομικού δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2002) 746 - COM(2002) 654 - C5-0201/2003 - 2003/2087(INI)).
Bartolozzi (PPE-DE), αναπληρωτής εισηγητής.–(IT) Κύριε Πρόεδρε, Επίτροπε κυρία de Palacio, κυρίες και κύριοι, ο υψηλός και διαρκώς αυξανόμενος όγκος των εμπορικών συναλλαγών, αλλά και της κυκλοφορίας των προσώπων στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευνοεί ολοένα και περισσότερο το ενδεχόμενο εμπλοκής μεμονωμένων πολιτών ή επιχειρήσεων σε ένδικες διαφορές διασυνοριακού χαρακτήρα. Πρόκειται για υποθέσεις στις οποίες οι διάδικοι είναι μόνιμοι κάτοικοι διαφορετικών κρατών μελών και οι οποίες, για τον λόγο αυτό, έχουν αυξημένο βαθμό δυσκολίας. Στις περιπτώσεις αυτές, υπάρχει ο κίνδυνος παραίτησης των ενδιαφερομένων από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους, εξαιτίας των εμποδίων που παρουσιάζονται στην προσπάθεια τους να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες σε μια ξένη χώρα, τη νομοθεσία και τις διαδικασίες της οποίας δεν γνωρίζουν, όπως επίσης εξαιτίας της δικαστικής δαπάνης που πρέπει να επωμιστούν. Εξάλλου, σε πολλές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στις διαφορές στις οποίες δεν διακυβεύονται υπέρογκα χρηματικά ποσά, η δικαστική δαπάνη ενδέχεται να υπερβαίνει το επίδικο χρηματικό ποσό. Εν ολίγοις, πρόκειται για μια πραγματική εσωτερική αγορά την οποία δημιουργεί η ύπαρξη ενός κοινού χώρου δικαιοσύνης στον οποίο μπορούν να έχουν πρόσβαση οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις, χωρίς κυρώσεις, άσχετα από τα δικαστικά συστήματα των διαφορετικών κρατών μελών.
Στο πλαίσιο αυτό τοποθετούνται οι δύο Πράσινες Βίβλοι που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας πρωτοβουλίας της Επιτροπής. Η πρώτη ασχολείται με τη μετατροπή της Σύμβασης της Ρώμης του 1980 σε κοινοτική πράξη, καθώς και με τον εκσυγχρονισμό της. Η μετατροπή της Σύμβασης της Ρώμης σε κοινοτική πράξη, η οποία μελετάται σήμερα, προστίθεται σε ό,τι έχει ήδη υλοποιηθεί με τη Σύμβαση των Βρυξελλών και είναι ασφαλώς χρήσιμη στο μέτρο που διασφαλίζει την άμεση και ενιαία ερμηνεία εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η δέσμη των κανόνων πρέπει στο μέλλον να συμπληρωθεί από την κοινοτική πράξη που φέρει την ονομασία Ρώμη ΙΙ, και η οποία περιλαμβάνεται στην πρόσφατη πρόταση κανονισμού για το εφαρμοστέο δίκαιο σε εξωσυμβατικές ενοχές – εισηγήτρια της οποίας είναι η κ. Wallis.
Η αναγκαιότητα ενσωμάτωσης των τριών πράξεων σε ένα ενιαίο σύνολο είναι πασιφανής και προϋποθέτει όχι μόνο την ταχεία μετατροπή της Σύμβασης της Ρώμης σε κοινοτική πράξη –με την έγκριση του κατάλληλου κανονισμού, κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η ομοιογένεια του κανονιστικού corpus του διεθνούς ιδιωτικού δικαίου υπό τη μορφή μιας πηγής δικαίου– αλλά και τη δημιουργία, σε μια μεταγενέστερη φάση, μιας ουσιαστικής κωδικοποίησης που θα συγκεντρώνει κατά τρόπο συστηματικό τις κοινοτικοποιημένες διατάξεις των Βρυξέλες I, Ρώμη I και Ρώμη II, ενόψει μάλιστα της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σχετικά με τις καινοτομίες που θα ενταχθούν στη Σύμβαση της Ρώμης, θα μπορούσε καταρχάς να θεσπισθεί μια αρχή, βάσει της οποίας, ακόμη και στην περίπτωση που επιλεγεί η νομοθεσία ενός τρίτου κράτους, θα είναι διασφαλισμένη η υπερίσχυση των διατάξεων αναγκαστικού δικαίου της κοινοτικής νομοθεσίας όσον αφορά –φερ’ ειπείν– την προστασία του ασθενέστερου μέρους, όπως είναι οι εργαζόμενοι ή οι καταναλωτές.
Εν συνεχεία, απαιτείται η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των κανόνων της Σύμβασης στα ασφαλιστήρια συμβόλαια, καθώς και η εισαγωγή ορισμένων διευκρινίσεων, ούτως ώστε να επιτευχθεί ο συντονισμός των διατάξεων που διέπουν τις καταναλωτικές και εργασιακές συμβάσεις, και τις συναλλαγές στο ηλεκτρονικό εμπόριο, με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει επίσης η δεύτερη Πράσινη Βίβλος που παρουσίασε η Επιτροπή σχετικά με τη θέσπιση μιας διαδικασίας έκδοσης ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής όπως και μιας διαδικασίας απλούστευσης και επιτάχυνσης της εκδίκασης των μικροδιαφορών. Για πολλούς ευρωπαίους πολίτες και επιχειρήσεις, κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η σίγουρη όπως και ταχεία ικανοποίηση των αξιώσεων έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία, κυρίως όταν η αντιδικία αποκτά διασυνοριακό χαρακτήρα λόγω του ότι ο οφειλέτης είναι κάτοικος εξωτερικού, οπότε η εκτέλεση της απόφασης πρέπει να γίνει στο εξωτερικό.
Η προστιθέμενη αξία των διαδικασιών αυτών, οι οποίες πρέπει να θεσπιστούν με κοινοτικό κανονισμό για λόγους οι οποίοι ήδη παρατέθηκαν αναφορικά με τη Σύμβαση της Ρώμης, έγκειται στη δυνατότητα εκτέλεσης χωρίς προσφυγή στη διαδικασία κήρυξης εκτελεστότητας σε ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης, γεγονός που επιτρέπει την είσπραξη τεράστιου αριθμού μη αμφισβητούμενων αξιώσεων ή την ικανοποίηση αξιώσεων τις οποίες, σε αντίθετη περίπτωση, οι δανειστές δίσταζαν εκ προοιμίου να εγείρουν.
Ο κανονισμός πρέπει επίσης να ορίζει τη συνολική διαδικασία έκδοσης διαταγών, υποδεικνύοντας τις προϋποθέσεις για την υποβολή αίτησης εκ μέρους του δανειστή, κατά τρόπον ώστε να θεσπίζεται μια σαφώς οριζόμενη κοινή διαδικασία η οποία συνεπάγεται, ενδεχομένως, σαφώς οριζόμενες δαπάνες. Ως εκ τούτου, υπάρχουν κάποιες παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής. Κατά πρώτο λόγο, πρέπει να αξιολογηθεί το εάν η κίνηση της εν λόγω διαδικασίας πρέπει να περιοριστεί στις περιπτώσεις διασυνοριακών υποθέσεων ή αν μπορεί να εφαρμοστεί στις διαφορές μεταξύ διαδίκων που διαμένουν στο ίδιο κράτος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ειδική διαδικασία αυτού του τύπου δεν προβλέπεται στο δικονομικό σύστημα όλων των κρατών και ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου η εν λόγω διαδικασία υπάρχει, η εφαρμογή της παρουσιάζει σημαντικές διαφορές, προς αποφυγή τυχόν διακριτικής μεταχείρισης των διαφόρων κατηγοριών δανειστών, κρίνεται επιθυμητό να αφεθεί η εφαρμογή αυτής της πράξης στη διακριτική ευχέρεια των διαδίκων, ακόμα και όταν πρόκειται για περιπτώσεις εσωτερικών διαφορών.
De Palacio, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής.(ES) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, καταρχάς θα ήθελα να επισημάνω ότι η Επιτροπή είναι πολύ ικανοποιημένη με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε σχέση με τη δημιουργία μιας διαδικασίας έκδοσης ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής. Οι υποδείξεις του Κοινοβουλίου σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας –για τις οποίες είμαστε πραγματικά πολύ ευγνώμονες– θα ληφθούν υπόψη στην προπαρασκευαστική εργασία πριν από την έγκριση ενός κανονισμού με τον οποίο θα δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος στο εντελώς άμεσο μέλλον.
Χαίρομαι που διαπιστώνω ότι συμφωνούμε επίσης στην ιδέα ότι η διαδικασία έκδοσης εντολής πληρωμής δεν πρέπει να αντικαταστήσει ούτε να εναρμονίζει το εθνικό δικονομικό δίκαιο, αλλά ότι πρέπει να αποτελεί ένα εναλλακτικό και προαιρετικό μέσο και ότι, επιπλέον, πρέπει να εφαρμόζεται αποκλειστικά στις χρηματικές απαιτήσεις ανεξάρτητα από το αν αυτές αναφέρονται σε συμβατικές ή εξωσυμβατικές ενοχές, και ανεξάρτητα από το όριό τους.
Θα ήθελα να επισημάνω επίσης ότι συμμεριζόμαστε την άποψη ότι δεν δικαιολογείται η θέσπιση ξεχωριστών κανόνων σχετικά με την αρμόδια δικαιοδοτική αρχή διαφορετικών από τους κανόνες που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 (Βρυξέλλες I) και ότι συμφωνούμε με την έμφαση που δίδεται στην κατάλληλη προστασία των δικαιωμάτων υπεράσπισης.
Η Επιτροπή συμφωνεί επίσης ότι η άμεση εκτελεστότητα των δικαστικών αποφάσεων σε αυτή τη διαδικασία πρέπει να επιτυγχάνεται μέσω του μελλοντικού κανονισμού με τον οποίο θα δημιουργείται ένας ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος για μη αμφισβητούμενα χρέη.
Αυτές οι κοινές πεποιθήσεις θα ικανοποιηθούν πλήρως στην επόμενη πρόταση κανονισμού, μολονότι υπάρχουν άλλα ζητήματα σχετικά με τα οποία το Κοινοβούλιο δεν φαίνεται να έχει παρουσιάσει οριστική πρόταση, αλλά διατηρεί μια πιο ανοιχτή προσέγγιση: όπως στην περίπτωση της επιλογής ενός μοντέλου με ένα μόνο στάδιο βασισμένο σε αποδείξεις ή ενός μοντέλου με δύο στάδια χωρίς αποδείξεις.
Εν πάση περιπτώσει, προκειμένου να δημιουργήσει μια πραγματικά ομοιόμορφη διαδικασία ευρωπαϊκής έκδοσης εντολής πληρωμής, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει μια απόφαση και περιμένω ότι θα επιλέξει μια διαδικασία που δεν απαιτεί την παρουσίαση έγγραφων αποδείξεων.
Η Επιτροπή θα το θεωρούσε ατυχές αν, σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις –όπως για παράδειγμα την οδηγία σχετικά με τη δωρεάν δικαστική αρωγή– το Κοινοβούλιο δεν υποστήριζε ένα ευρύ πεδίο εφαρμογής, το οποίο περιλαμβάνει επίσης εθνικές καταστάσεις, και υποστήριζε απλά μια πιο περιοριστική προσέγγιση.
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς και τον εισηγητή της για τις αναφορές του στο Πράσινο Βιβλίο σχετικά με το μελλοντικό κοινοτικό μέσο για την εκδίκαση των μικροδιαφορών.
Επίσης πρέπει να πούμε ότι σκοπεύουμε να παρουσιάσουμε την κατάλληλη στιγμή –περίπου τον Οκτώβριο αυτού του έτους– μια πρόταση για ένα κοινοτικό μέσο με ευρύ πεδίο εφαρμογής, μια πρόταση της οποίας θα προηγηθεί ευρεία διαβούλευση, τόσο με τα κράτη μέλη όσο και με όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές. Ο στόχος της θα είναι η απλούστευση και επιτάχυνση της εκδίκασης των μικροδιαφορών, και από αυτή την άποψη προβλέπουμε ότι θα αποτελείται από δύο στοιχεία: το πρώτο από αυτά θα δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών η οποία θα είναι ένα προαιρετικό εργαλείο που θα συμπληρώνει τις υπάρχουσες δυνατότητες στα διάφορα κράτη μέλη· και το δεύτερο θα αντικαταστήσει τα ενδιάμεσα μέτρα –exequatur– προκειμένου να επιτραπεί η αναγνώριση και η εκτέλεση σε ένα άλλο κράτος των αποφάσεων σε μια ευρωπαϊκή διαδικασία εκδίκασης μικροδιαφορών.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και τον εισηγητή της για την υποστήριξή του στην πρωτοβουλία της Επιτροπής σχετικά με τη μετατροπή της Σύμβασης της Ρώμης του 1980 για το δίκαιο που διέπει τις συμβατικές ενοχές σε κοινοτικό μέσο, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτική ερμηνεία του και να επιταχυνθεί η εφαρμογή του στα νέα κράτη.
Όταν σχεδιάσουμε την πρόταση σχετικά με το εν λόγω μέσο, θα εξετάσουμε ασφαλώς προσεκτικά τις εξαιρετικά πολύτιμες αναφορές που υπάρχουν στην έκθεση σχετικά με διάφορα ζητήματα πιο τεχνικής φύσεως και, όπως είπα, ακολουθώντας μια ευρεία διαδικασία διαβούλευσης που ξεκινήσαμε μέσω του Πράσινου Βιβλίου, θα πρέπει να είναι εφικτό να εγκρίνουμε μια πρόταση κανονισμού μέσα στο 2005.
Medina Ortega (PSE).–(ES) Κύριε Πρόεδρε, αυτή δεν είναι μια νομοθετική διαδικασία, αλλά μια διαδικασία διαβούλευσης, μια προκαταρκτική φάση, και θα επεσήμανα ότι το Κοινοβούλιο δεν ενεργεί ως νομοθετικό όργανο, αλλά ως εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών και πιθανότατα, δεν υπάρχει κανένα άλλο θεσμικό όργανο που να εκπροσωπεί την ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών τόσο πιστά όσο το δικό μας, καθώς εκλεγόμαστε από τους πολίτες.
Οι προτάσεις της Επιτροπής είναι καλές ιδέες. Είμαστε στη φάση του Πράσινου Βιβλίου, ελπίζουμε ότι η Επιτροπή θα παρουσιάσει σύντομα τις προτάσεις της και, πάνω απ’ όλα, θα ήθελα να χαιρετίσω το γεγονός ότι η Επιτροπή υιοθετεί ήδη μια από τις κύριες προτάσεις που περιέχονταν στις συστάσεις του Κοινοβουλίου: την προσφυγή στον κανονισμό, που είναι η καταλληλότερη διαδικασία για την έγκριση αυτών των κανόνων. Δεν μπορούμε να τους εντάξουμε σε οδηγία, διότι αυτό θα έδινε μεγάλο περιθώριο ελιγμών στις εθνικές αρχές και θα μπορούσε να οδηγήσει σε σύγχυση όσον αφορά την εφαρμογή τους.
Δεύτερον, πιστεύω ότι υπάρχει μια πολύ σημαντική ιδέα στην έκθεση Gargani: η ιδέα της σημασίας της κωδικοποίησης. Αυτή η ιδέα αντανακλάται στην πρόσφατη διοργανική συμφωνία, που έχει συναφθεί μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής: στο μέτρο του δυνατού, όσο προχωράμε εγκρίνοντας νομικούς κανόνες, πρέπει να τους κωδικοποιούμε, ώστε να μην βρεθούμε στη συνέχεια με μια σειρά κανονισμών, οδηγιών, αποφάσεων, κλπ. που δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Αρχίζουμε ήδη να αποκτάμε ένα σημαντικό σύνολο κανόνων συνεργασίας σε θέματα ιδιωτικού δικαίου και το ιδανικό θα ήταν να μπορούσαμε να τους συγκεντρώσουμε σε ένα κωδικοποιημένο κείμενο, ενώ θα μπορούσαμε επίσης να εξετάσουμε ένα είδος μόνιμης κωδικοποίησης, δηλαδή, κάθε νέος κανόνας πρέπει να ενσωματώνεται στους άλλους, προκειμένου να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συνοχή στο νομοθετικό κείμενο.
Αυτή δεν είναι ασφαλώς η κατάλληλη στιγμή να κάνουμε συστάσεις στην Επιτροπή σχετικά με αυτό το θέμα, αλλά μας δίδεται η ευκαιρία να το κάνουμε και, επομένως, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να το επιτύχουμε και να προσπαθήσουμε να υιοθετηθεί.
Τέλος, πιστεύω ότι το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή συνεργάζονται καλά στην αρχική φάση· πιστεύω ότι οι προτάσεις που θα κάνει η Επιτροπή σε αυτό το Κοινοβούλιο από τον Οκτώβριο θα γίνουν ευνοϊκά δεκτές και θα μπορέσουμε να εργαστούμε προς όφελος των πολιτών, προκειμένου το κοινοτικό δίκαιο να είναι όσο το δυνατόν πιο εναρμονισμένο και συνεκτικό, προς όφελος, όπως έλεγε προηγουμένως ο κ. Bartolozzi, των μικρών επιχειρήσεων και των απλών πολιτών, οι οποίοι περιμένουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερα από έναν απλό μηχανισμό διεθνούς διπλωματικής συνεργασίας.
MacCormick (Verts/ALE).–(EN) Kύριε Πρόεδρε, είναι χαρά μου να λαμβάνω τον λόγο απόψε σχετικά με αυτό το σημαντικό θέμα. Σήμερα το απόγευμα, είχα την τύχη να προεδρεύσω μιας συνεδρίασης στην οποία συζητήσαμε την προτεινόμενη οδηγία για την ενίσχυση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Το ουσιαστικό συμπέρασμα αυτής της συζήτησης ήταν ότι η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των νομικών συστημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορά στην πραγματικότητα τη διαδικασία και όχι την ουσία του νόμου. Οι προτάσεις για την προσέγγιση του δικονομικού δικαίου είναι μεταξύ αυτών που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη δυσκολία επίτευξης. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας.
Όπως καλά θα γνωρίζετε, εκπροσωπώ μια περιοχή της Σκωτίας σε αυτό το Κοινοβούλιο. Εμείς, στη Σκωτία, έχουμε τη μοναδικά καλή τύχη να διαθέτουμε ένα νομικό σύστημα, το οποίο είναι σχεδόν μισό-μισό, για παράδειγμα ένα αμάλγαμα των συστημάτων αστικού δικαίου της κεντρικής Ευρώπης και του συστήματος του κοινοδικαίου της Αγγλίας, της Ιρλανδίας και της Βορείου Ιρλανδίας. Ενδεχομένως, η Επίτροπος θα πρέπει να αφιερώσει χρόνο στη μελέτη του δικονομικού δικαίου των Σκωτσέζων ως πιθανή γέφυρα μεταξύ των δύο εντελώς διαφορετικών συστημάτων αυτής της ηπείρου. Όπως και να έχει η κατάσταση, στην Ομάδα μου υποστηρίζουμε ότι πρέπει να μετακινηθούμε από τις συμβάσεις στη νομοθεσία. Ο κ. Medina Ortega έχει απόλυτο δίκιο να υποστηρίζει ότι η νομοθεσία είναι το σωστό όργανο αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων εναρμόνισης.
Τέλος, αναφορικά με τις μικροδιαφορές, οτιδήποτε περιέχει η έκθεση Gargani είναι αξιοθαύμαστο. Ωστόσο, θα ήθελα ειδικά να υπογραμμίσω, αναφορικά με την επίδοση των εγγράφων, την παράγραφο 6 θ) που αναφέρει: “η επίδοση πρέπει να πραγματοποιείται από ειδικευμένο προσωπικό που διαθέτει νομική παιδεία και είναι σε θέση να παράσχει στον οφειλέτη οιαδήποτε εξήγηση όσον αφορά την εν εξελίξει διαδικασία”. Πολλές ενέργειες από αυτές που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στην πορεία για εναρμόνιση ανατρέπονται αυτή τη στιγμή από κακή μετάφραση, έλλειψη ερμηνείας και έλλειψη σαφήνειας. Παρακαλώ για την υποστήριξη αυτού του θέματος.