Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : O-0013/2006

Κείμενα που κατατέθηκαν :

O-0013/2006 (B6-0012/2006)

Συζήτηση :

PV 13/03/2006 - 22
CRE 13/03/2006 - 22

Ψηφοφορία :

Κείμενα που εγκρίθηκαν :


Πληρη πρακτικα των συζητησεων
Δευτέρα 13 Μαρτίου 2006 - Στρασβούργο Έκδοση ΕΕ

22. Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και μεταβατικές περίοδοι (συζήτηση)
Συνοπτικά πρακτικά
MPphoto
 
 

  Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη –το τελευταίο θέμα σήμερα– προβλέπει την προφορική ερώτηση (O-0013/2006) προς την Επιτροπή των βουλευτών István Szent-Iványi, Graham Watson και Ignasi Guardans Cambó, εξ ονόματος της Ομάδας Συμμαχία των Δημοκρατών και των Φιλελευθέρων για την Ευρώπη, σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και τις μεταβατικές περιόδους (B6-0012/2006).

 
  
MPphoto
 
 

  István Szent-Iványi (ALDE), συντάκτης. (HU) Κύριε Πρόεδρε, το τρέχον έτος ορίστηκε ως Ευρωπαϊκό Έτος της Κινητικότητας των Εργαζομένων. Μέχρι τις 30 Απριλίου, κάθε κράτος μέλος πρέπει να αποφασίσει αν θα ανοίξει την αγορά εργασίας του ή όχι. Η απόφαση αυτή θα καθορίσει το αν το τρέχον έτος θα είναι πραγματικά ένα έτος για την κινητικότητα των εργαζομένων ή μια παρωδία του. Δεν μπορούμε να ανεχτούμε μια κατάσταση στην οποία οι εργαζόμενοι από τα νέα κράτη μέλη θα συνεχίσουν να είναι δεύτερης κατηγορίας, και από κάποιες απόψεις ακόμη και τρίτης κατηγορίας παίκτες στην αγορά εργασίας.

Η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων είναι μία από τις τέσσερεις θεμελιώδεις ελευθερίες, μια θεμελιώδης ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη διάρκεια της συνόδου κορυφής του Μαρτίου, οι ευρωπαίοι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων θα συζητήσουν τη διαδικασία της Λισαβόνας. Η διαδικασία της Λισαβόνας είναι καταδικασμένη να αποτύχει αν δεν δημιουργήσουμε μια ενοποιημένη και ευέλικτη αγορά εργασίας. Και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη φιλελευθεροποίηση και την ελευθερία της αγοράς εργασίας.

Η Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα μια αξιολόγηση που έδειξε με μεγάλη σαφήνεια ότι οι φόβοι και οι ανησυχίες που εξακολουθούν να υπάρχουν στα παλαιά κράτη μέλη είναι αβάσιμες. Υπήρχαν, εδώ και πολύ καιρό, φόβοι μιας μαζικής εισροής εργατικού δυναμικού στη Μεγάλη Βρετανία, στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και στη Σουηδία, τις τρεις χώρες που άνοιξαν τις αγορές εργασίας τους. Αυτό δεν συνέβη. Το ποσοστό της ανεργίας δεν αυξήθηκε στις χώρες αυτές, ενάντια σε όλες τις προβλέψεις.

Από την άλλη πλευρά, η παράνομη εργασία μειώθηκε, τα δημόσια έσοδα αυξήθηκαν και η ανταγωνιστικότητα των εταιρειών βελτιώθηκε. Η παράνομη απασχόληση είναι ακόμη αξιοσημείωτη σε χώρες που εξακολουθούν να κρατούν κλειστή την αγορά εργασίας τους. Αυτό οδήγησε την Επιτροπή στο κατηγορηματικό συμπέρασμα ότι οι κερδισμένοι από αυτήν τη διαδικασία είναι οι χώρες που ελευθέρωσαν τη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού από τα νέα κράτη μέλη.

Μέχρι στιγμής μιλώ για το γεγονός ότι οι πολίτες των νέων κρατών μελών αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, από τις 23 Ιανουαρίου, έχουν γίνει στην πραγματικότητα πολίτες τρίτης κατηγορίας από κάποια άποψη, διότι την ημέρα εκείνη ετέθη σε ισχύ η οδηγία που δηλώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χορηγεί το δικαίωμα στην απασχόληση και στη διαμονή στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν μόνιμα στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με αυτό. Αλλά αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αυτοί οι υπήκοοι είναι σε μια πιο πλεονεκτική θέση απ’ ό,τι οι εργαζόμενοι από τα νέα κράτη μέλη.

Για τον λόγο αυτόν, ερωτώ τον Επίτροπο: τι σκέφτεται να κάνει για την αποκατάσταση αυτού του προβλήματος, πώς μπορεί να εξασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι από τα νέα κράτη μέλη δεν θα νιώθουν σαν πολίτες τρίτης κατηγορίας στην αγορά εργασίας; Και σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να χαιρετίσω την απόφαση της Φινλανδίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Υπάρχουν πολύ θετικές αποφάσεις για την ελευθέρωση του εργατικού δυναμικού, αλλά περιμένουμε από τη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες και το Βέλγιο να ακολουθήσουν και να ελευθερώσουν τις αγορές εργασίας τους, καθώς αυτό είναι προς το συμφέρον όλων.

 
  
MPphoto
 
 

  Franco Frattini , Αντιπρόεδρος της Επιτροπής.(EN) Κύριε Πρόεδρε, καταρχάς η Συνθήκη Προσχώρησης προβλέπει μια διαφοροποιημένη προσέγγιση και σαφείς λύσεις οι οποίες θα επιτρέψουν την εφαρμογή τόσο της οδηγίας για τους επί μακρόν διαμένοντες όσο και των μεταβατικών διατάξεων για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων με πλήρη νομική συμβατότητα. Επιτρέψτε μου να σας το εξηγήσω λεπτομερώς.

Καταρχάς, τίθεται το ζήτημα της πρόσβασης στην αγορά εργασίας για πρώτη φορά. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Συνθήκη Προσχώρησης –για οποιαδήποτε περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ένα παλαιό κράτος μέλος έχει ζητήσει την εφαρμογή μεταβατικών μέτρων– προβλέπει ότι πρέπει να ισχύει καθεστώς προτίμησης των υπηκόων νέων κρατών μελών έναντι των υπηκόων τρίτων κρατών όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

Η δεύτερη περίπτωση αφορά υπηκόους από τα νέα κράτη μέλη οι οποίοι διαμένουν ήδη σε ένα παλαιό κράτος μέλος. Στην περίπτωση αυτή η Συνθήκη Προσχώρησης προβλέπει και πάλι ότι οι υπήκοοι νέων κρατών μελών οι οποίοι ήδη διαμένουν και εργάζονται σε ένα κράτος μέλος το οποίο υποβάλλει αίτηση για εφαρμογή μεταβατικών μέτρων δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με πιο περιοριστικό τρόπο απ’ ό,τι οι υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι επίσης διαμένουν και εργάζονται στο εν λόγω κράτος μέλος. Αυτό σημαίνει ότι εάν, δυνάμει της οδηγίας, έχει χορηγηθεί καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε έναν υπήκοο τρίτης χώρας, η Συνθήκη Προσχώρησης διασφαλίζει ότι τα παλαιά κράτη μέλη θα μεταχειρίζονται τους πολίτες από νέα κράτη μέλη οι οποίοι ήδη διαμένουν και εργάζονται νομίμως στην επικράτειά τους σύμφωνα, τουλάχιστον, με τα πρότυπα που κατοχυρώνονται στην οδηγία – περιλαμβανομένου, συνεπώς, του δικαιώματος ελεύθερης πρόσβασης στην αγορά εργασίας.

Η ίδια λογική ισχύει επίσης στην τρίτη περίπτωση που καλύπτεται από την οδηγία: κινητικότητα των επί μακρόν διαμενόντων μεταξύ κρατών μελών. Εδώ ο κανόνας είναι ο εξής: οι εργαζόμενοι από τρίτη χώρα οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες σε ένα νέο κράτος μέλος δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται λιγότερο ευνοϊκά απ’ ό,τι οι υπήκοοι του εν λόγω κράτους. Με άλλα λόγια, όσον αφορά την κατάσταση της κινητικότητας σε ένα δεύτερο κράτος μέλος, ένα παλαιό κράτος μέλος δεν μπορεί να παράσχει ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας του σε έναν επί μακρόν διαμένοντα ο οποίος είναι υπήκοος τρίτης χώρας εάν και εφόσον η ίδια ελεύθερη πρόσβαση δεν παρέχεται στους υπηκόους νέων κρατών μελών. Το ίδιο ισχύει για αντίστοιχες καταστάσεις μεταξύ δύο παλαιών κρατών μελών. Και στις δύο περιπτώσεις κινητικότητας μεταξύ κρατών μελών, εάν τόσο ο υπήκοος νέου κράτους μέλους όσο και ο επί μακρόν διαμένων υπόκεινται σε εθνικά μέτρα όπως η άδεια εργασίας, η κοινοτική προτίμηση θα λειτουργούσε υπέρ του υπηκόου του νέου κράτους μέλους, ο οποίος είναι ευρωπαίος πολίτης.

Ενόψει των ανωτέρω, προκύπτει ότι τα δικαιώματα που προβλέπονται στην οδηγία είναι συμβατά με τις διατάξεις της Συνθήκης Προσχώρησης. Δεν είναι απαραίτητη η υποβολή προτάσεων για την αλλαγή των κανόνων, καθώς είναι αδύνατον να επιφυλάσσουμε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση στους πολίτες των νέων κρατών μελών της Ευρώπης.

Ωστόσο, η Επιτροπή συμφωνεί ότι είναι απαραίτητο να αποσταλούν στα κράτη μέλη καλύτερες πληροφορίες για τη διευκρίνιση του θέματος, και προτίθεμαι να το πράξω αποστέλλοντας σε όλα τα κράτη μέλη μια επιστολή στην οποία θα παρατίθενται ρητώς οι ισχύοντες κανόνες.

 
  
MPphoto
 
 

  Csaba Őry, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. (HU) Κύριε Πρόεδρε, μια προφορική ερώτηση υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Η ερώτηση αυτή αφορά το ζήτημα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων από τα νέα κράτη μέλη και αναζητεί μια απάντηση στο εάν, στο πλαίσιο των ισχυόντων κανονισμών, ορισμένες ομάδες υπηκόων χωρών εκτός της ΕΕ απολαμβάνουν σημαντικά περισσότερα πλεονεκτήματα από τους πολίτες των νέων κρατών μελών όσον αφορά τη μετακίνηση μεταξύ των κρατών μελών για λόγους απασχόλησης. Αν αυτό ήταν αλήθεια, τότε η κατάσταση θα ήταν προφανώς λανθασμένη, και θα έπρεπε να την διορθώσουμε, προκειμένου να αποφύγουμε οιαδήποτε ζημία στην αρχή της προτίμησης που ορίζεται στη ρήτρα για το status quo στη Συνθήκη Προσχώρησης.

Ωστόσο, το άρθρο 21 της οδηγίας 2003/109/ΕΚ ορίζει ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν λάβει άδειες παραμονής επί μακρόν διαμένοντος σε ένα δεύτερο κράτος μέλος έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Η έκφραση «έχουν» πρέπει να ερμηνευτεί με την έννοια ότι δεν μπορούμε να αρνηθούμε τη χορήγηση άδειας εργασίας αν τα εν λόγω άτομα έχουν ήδη αποκτήσει το δικαίωμα της επί μακρόν διαμονής.

Κατά συνέπεια, μια άδεια παραμονής επί μακρόν διαμένοντος που εκδόθηκε στο δεύτερο κράτος μέλος περιλαμβάνει ουσιαστικά την άδεια εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι αν οι εταιρείες στο κράτος στόχο επιθυμούν να τους δεχτούν, η πρόσβαση στην αγορά εργασίας των υπηκόων χωρών εκτός της ΕΕ που φθάνουν από άλλο κράτος μέλος είναι αυτόματη και δεν μπορεί να περιοριστεί, ενώ η πρόσβαση των πολιτών από τα νέα κράτη μέλη είναι αναμφίβολα περιορισμένη και μπορεί να υποβληθεί σε περιορισμούς.

Πρέπει προφανώς να επιδοκιμάσουμε τον στόχο που επιδιώκει την επίτευξη μεγαλύτερης κινητικότητας και μια πιο ευέλικτη και ενοποιημένη αγορά εργασίας. Αυτός είναι ο προφανής στόχος της οδηγίας 2003/109/ΕΚ επίσης, αλλά πρέπει να δοθεί προσοχή στη σωστή σειρά των ενεργειών. Εγώ προσωπικά επικροτώ την επιχειρηματολογία που άκουσα επίσης από τον Επίτροπο και θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από μια απλή επιστολή – χρειαζόμαστε κάποιου είδους διαδικαστική ρύθμιση που θα εξηγεί τι ακριβώς χρειάζεται να γίνει όταν ένας υπήκοος από τρίτη χώρα και ένας πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται σε ανταγωνιστική κατάσταση. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι χρειαζόμαστε πιο ακριβή και λεπτομερή καθοδήγηση, και αυτό περιμένω από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

 
  
MPphoto
 
 

  Alejandro Cercas, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. (ES) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, πιστεύω ότι, παρά τις απαντήσεις σε αυτό που συμβαίνει και τις διάφορες ερμηνείες της οδηγίας, αυτή είναι επίσης μια καλή ευκαιρία να υψώσουμε τη φωνή μας, και θα ήθελα να προσθέσω και τη δική μου σε εκείνες που πιστεύουν ότι αυτό το πρόβλημα δεν πρόκειται να επιλυθεί αν δεν θέσουμε ένα οριστικό τέλος σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο. Ας ελπίσουμε ότι θα τελειώσει το συντομότερο δυνατόν, ώστε όλοι οι Ευρωπαίοι να είναι ίσοι και ώστε να μπορέσουμε να καταστήσουμε την κινητικότητα των εργαζομένων ένα σημαντικό εργαλείο για την ανταγωνιστικότητά μας, την απασχόλησή μας και την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συνεπώς, θα ήθελα να συμφωνήσω με εκείνους που ζητούν μια πολιτική με ανοιχτές πόρτες, και όσο το δυνατόν συντομότερα τόσο το καλύτερο, και σε αυτό το πλαίσιο πιστεύω –και, ως Ισπανός, χαίρομαι γι’ αυτό– πως η ανακοίνωση της κυβέρνησης της χώρας μου ότι πρόκειται να αρθούν οι περιορισμοί κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου είναι πολύ σημαντική.

Το κάναμε αυτό, κύριε Επίτροπε, διότι είμαστε μια χώρα με αρκετή εμπειρία, καθώς είμαστε μια χώρα που δέχεται και παράγει μετανάστευση. Επιπλέον, είδαμε καθαρά για άλλη μία φορά τα τελευταία δύο χρόνια ότι αυτοί οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης από την Ευρώπη των 15 πρέπει να αρθούν για λόγους δικαιοσύνης και αλληλεγγύης αλλά επίσης για λόγους ορθολογισμού και κοινής λογικής, σήμερα περισσότερο από ποτέ, αυτό το έτος της κινητικότητας.

Πρέπει να εξετάσουμε αυτό το θέμα καταρχάς από την άποψη της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης. Εμείς οι Ισπανοί διανύσαμε επίσης μια μεταβατική περίοδο επτά ετών και αισθανθήκαμε ταπεινωμένοι και αδικημένοι λόγω μιας κατάστασης που δεν ήταν δικαιολογημένη, διότι κατέστη σαφές ότι πολλά από εκείνα τα ξενοφοβικά και ρατσιστικά επιχειρήματα ήταν λανθασμένα. Δεν υπήρχε καμία χιονοστιβάδα εργαζομένων. Οι ισπανοί εργαζόμενοι δεν δημιούργησαν ποτέ προβλήματα στις χώρες υποδοχής· αντιθέτως.

Είδαμε να συμβαίνει το ίδιο τα τελευταία δύο χρόνια με τους εργαζομένους των νέων κρατών μελών: όχι μόνο δεν έχουν δημιουργήσει προβλήματα, αλλά στην πραγματικότητα καλύπτουν εργασιακές ελλείψεις, βελτιώνουν τις ικανότητές τους και ενισχύουν την καθολική ιδέα της Ευρώπης.

Αυτό που θα ήθελα να ζητήσω, επομένως, είναι η μελέτη που διενέργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χρησιμεύσει για να πείσει περισσότερες χώρες να άρουν τους περιορισμούς και να έρθει η ημέρα που η Ευρώπη θα είναι πραγματικά μια Ευρώπη στην οποία όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες και όλοι οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι θα έχουν τα ίδια δικαιώματα, διότι αυτό θα ήταν το σωστό, διότι αυτό θα ήταν πολύ καλό για την κινητικότητα και διότι η Ευρώπη χρειάζεται την κινητικότητα αν θέλει να κερδίσει τη μάχη της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πρέπει να δημιουργήσουμε αυτήν τη μεγάλη αγορά ελεύθερων πολιτών στην οποία δεν θα υπάρχουν προβλήματα και η οποία, επιπλέον, θα μας επιτρέψει να βελτιώσουμε την ανταγωνιστικότητά μας, να βελτιώσουμε το δυναμικό μας και να βελτιώσουμε τη ζωή των πολιτών μας ούτως ώστε, εκτός από την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων, να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα όραμα για το μέλλον όσο αφορά την άρση αυτών των εμποδίων.

 
  
MPphoto
 
 

  Sophia in 't Veld, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. (NL) Κύριε Πρόεδρε, μπορώ να ταυτιστώ απόλυτα με όσα είπαν οι προηγούμενοι ομιλητές και θα ήθελα επίσης να καλησπερίσω τον Επίτροπο Frattini για τρίτη φορά σήμερα. Δεν υπάρχει ανάγκη να εξηγήσουμε γιατί οι πολίτες από τις νέες χώρες πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας – το αντίθετο μάλιστα. Οι χώρες που εξακολουθούν να προστατεύουν τις αγορές τους είναι εκείνες που πρέπει να εξηγήσουν γιατί συνεχίζουν να αρνούνται στους πλήρως ενταγμένους και συνειδητοποιημένους συμπολίτες τους στην ΕΕ τα βασικά τους δικαιώματα. Επίσης έχει νόημα από οικονομικής άποψης να αρθούν οι περιορισμοί.

Η ευρωπαϊκή οικονομία και η αγορά εργασίας χρειάζονται άτομα. Αν εμείς, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην εσωτερική αγορά της, θέλουμε να ανταγωνιστούμε τις μεγάλες αγορές εκτός της Ευρώπης, θα χρειαστούμε δυναμικούς, νέους και καλά εκπαιδευμένους ανθρώπους που να είναι επίσης ευκίνητοι. Αυτό είναι κάτι που φιλοδοξούσαμε πάντα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικονομίας, και επομένως δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να κρατούμε κλειστές τις αγορές εργασίας. Επιπλέον, είναι ψευδαίσθηση το ότι οι περιορισμοί αυτοί εμποδίζουν τους εργαζόμενους από την Ανατολική Ευρώπη να έρθουν εδώ, διότι κυκλοφορούν στις χώρες μας εδώ και πολύ καιρό, παρά το γεγονός ότι πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από δόλιους εργοδότες και ζουν σε εξευτελιστικές συνθήκες στις χώρες μας – κάτι το οποίο θεωρώ ντροπή.

Τα θέματα που αφορούν τα πολιτικά δικαιώματα, την οικονομία και την αλληλεγγύη, ως εκ τούτου, απαιτούν την άρση των περιορισμών. Είμαι ικανοποιημένη, συνεπώς, που η χώρα μου, η Ολλανδία, θα το πράξει κατά πάσα πιθανότητα –εν πάση περιπτώσει, φαίνεται ότι μια μεγάλη πλειοψηφία είναι υπέρ αυτού– και θα ήθελα να προτρέψω όλα τα κράτη μέλη, στο έτος της κινητικότητας, να κάνουν το ίδιο.

 
  
MPphoto
 
 

  Elisabeth Schroedter, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. (DE) Κύριε Πρόεδρε, αυτό που συμβαίνει στις χώρες οι οποίες θέλουν να διατηρήσουν τους μεταβατικούς κανόνες δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια φαινομενική συζήτηση, και, φυσικά, η Γερμανία είναι μία από αυτές. Η αλήθεια είναι ότι ένας τρόπος να επιτευχθεί δημοτικότητα είναι να λες στους ανθρώπους πράγματα που δεν είναι ισχύουν, ιδιαίτερα αν τους λες ότι οι μεταβατικοί κανόνες μπορούν να προστατέψουν την αγορά εργασίας. Ωστόσο, ισχύει το αντίθετο· οι μεταβατικοί κανόνες δεν κρατούν μακριά τους μετανάστες εργάτες. Αντιθέτως, καθώς εκείνοι δεν μπορούν να διασφαλίσουν νόμιμη απασχόληση, η μαύρη οικονομία είναι η μόνη επιλογή που τους μένει.

Στις παραμεθόριες περιοχές της Ανατολικής Γερμανίας, απ’ όπου προέρχομαι, η μαύρη αγορά ανθίζει και υπάρχει μια μαζική αύξηση στην ψεύτικη ανεξάρτητη απασχόληση, πολύ απλά επειδή οι μεταβατικοί κανόνες ενθαρρύνουν αυτά τα φαινόμενα. Ως αποτέλεσμα, οι υψηλότεροι μισθοί δέχονται ακόμη μεγαλύτερη πίεση. Σε αντίθεση με την περίπτωση της νόμιμης απασχόλησης, στην παράνομη απασχόληση δεν είναι εφικτός ο έλεγχος. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι υποβάλλονται σε εκμετάλλευση και διακρίσεις.

Αυτό που χρειαζόμαστε στην Ευρώπη είναι μια ρυθμισμένη αγορά εργασίας με ελάχιστα πρότυπα, η οποία θα βασίζεται στην αρχή του ίδιου μισθού για την ίδια εργασία στον ίδιο τόπο. Η επίπτωση των μεταβατικών κανόνων είναι, πολύ απλά, η περαιτέρω αναβολή αυτών των επειγουσών μεταρρυθμίσεων και προσπαθειών· εκτός αυτού, δίνουν στους λαϊκιστές της Δεξιάς υλικό για τις ομιλίες τους, και πάνω απ’ όλα υπονομεύουν την ευρωπαϊκή ιδέα. Επιτρέψτε λοιπόν, ως Γερμανίδα, να κάνω έκκληση να μην διατηρηθούν οι μεταβατικοί κανόνες, αλλά, αντίθετα, να ανοίξει η αγορά και στη Γερμανία επίσης και να επικρατήσουν οι σωστές συνθήκες εκεί.

 
  
MPphoto
 
 

  John Whittaker, εξ ονόματος της Ομάδας IND/DEM. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η βασική αδυναμία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι ότι σε περιπτώσεις που θεωρείται ότι θίγονται εθνικά συμφέροντα τα κράτη μέλη θα μεριμνήσουν για τα δικά τους συμφέροντα. Αυτός είναι ο τρόπος λειτουργίας της πολιτικής, ασχέτως των υποσχέσεων περί αλληλεγγύης και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Συνθήκη.

Η συγκεκριμένη καταγγελία αφορά το γεγονός ότι δεν επιφυλάσσουμε την ίδια μεταχείριση στους εργαζομένους από τρίτες χώρες στην επικράτεια της Ένωσης, ενώ εξάλλου δεν διαθέτουμε ελεύθερη αγορά υπηρεσιών και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εφαρμόζεται ούτε κατά προσέγγιση με ενιαίο τρόπο. Το πιο εμφανές ίσως παράδειγμα μη συμμόρφωσης με τους κανόνες είναι το Σύμφωνο Σταθερότητας και, χωρίς δημοσιονομική πειθαρχία, το νόμισμα του ευρώ δεν θα διαρκέσει για πολύ ακόμη.

Όποτε ορισμένα κράτη παρεκτρέπονται, ζητούμε από την Επιτροπή να λάβει μέτρα, αλλά η Επιτροπή δεν μπορεί να κάνει και πολλά και δεν είμαι βέβαιος ότι το ενημερωτικό εγχείρημα του κ. Frattini θα βοηθήσει. Εάν η Επιτροπή απαιτεί ίση μεταχείριση των εργαζομένων, ορισμένα έθνη θα συνεχίσουν να λένε απλώς «όχι» ή, αν πειστούν να πουν «ναι», εύκολα θα βρουν τρόπους να υπαναχωρήσουν.

 
  
MPphoto
 
 

  Adam Jerzy Bielan, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. (PL) Κύριε Πρόεδρε, η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε από την 1η Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους μέχρι σήμερα είναι παράδοξη. Από τη μία πλευρά, οι χώρες των λεγόμενων παλαιών δεκαπέντε κρατών μελών είναι υποχρεωμένες να εξασφαλίσουν ότι οι επί μακρόν διαμένοντες θα έχουν την ίδια μεταχείριση με τους δικούς τους υπηκόους όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Από την άλλη πλευρά, πολλές από αυτές τις χώρες επωφελούνται των διατάξεων της Συνθήκης Προσχώρησης και διατηρούν την απαγόρευση στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων όσον αφορά τα δέκα νέα κράτη μέλη. Αυτή η κατάσταση είναι αντίθετη με τις διατάξεις της προαναφερόμενης Συνθήκης Προσχώρησης, σύμφωνα με τις οποίες οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν προτεραιότητα έναντι των υπηκόων τρίτων χωρών όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Το πρόβλημα θα μπορούσε να είχε λυθεί αν καταργούντο οι μεταβατικές περίοδοι για την απασχόληση των πολιτών των νέων κρατών μελών στις αγορές εργασίας της παλαιάς Ένωσης. Δυστυχώς, μόνο τρία κράτη μέλη, ήτοι η Ιρλανδία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν ανοίξει τις αγορές τους από την 1η Μαΐου 2004 μέχρι σήμερα. Δύο άλλα κράτη μέλη, η Ισπανία και η Πορτογαλία, έχουν δηλώσει ότι θα το κάνουν την 1η Μαΐου του τρέχοντος έτους. Δυστυχώς, στα περισσότερα από τα υπόλοιπα κράτη μέλη, ο φόβος της προβλεφθείσας εισροής φθηνού ξένου εργατικού δυναμικού και η συνεπακόλουθη απώλεια θέσεων εργασίας κέρδισαν τη μάχη. Η κ. Schroedter το ανέφερε στην περίπτωση της Γερμανίας. Ένας τέτοιος φόβος είναι εντελώς αβάσιμος. Οι στατιστικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν ότι στις περισσότερες χώρες ο αριθμός των πολιτών των νέων κρατών μελών που εργάζονται παρέμεινε σχετικά σταθερός πριν και μετά τη διεύρυνση. Με την εξαίρεση της Αυστρίας, ο αριθμός των εργαζόμενων από τα 10 νέα κράτη μέλη δεν έχει υπερβεί το 1% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Σε κανένα κράτος μέλος της Ένωσης δεν έχει συμβεί η εισροή εργαζομένων από τα νέα κράτη μέλη να έχει διώξει τους ντόπιους εργαζόμενους από τις δουλειές τους. Οι νεοαφιχθέντες καταλαμβάνουν εντελώς νέες θέσεις εργασίας ή θέσεις που δεν μπορούσαν να καλυφθούν πριν.

Κύριε Πρόεδρε, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα συνεχίσει να υπερέχει της δικής μας από άποψη ανταγωνιστικότητας αν δεν αυξήσουμε την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη. Η ανεργία στην ΕΕ βρίσκεται επί του παρόντος πάνω από το 8% αλλά ακόμη και έτσι, υπάρχει έλλειψη εργαζομένων σε ορισμένους τομείς. Εν τω μεταξύ, δεν μπορούν όλοι οι Ευρωπαίοι να κινηθούν ελεύθερα σε αναζήτηση εργασίας. Δυστυχώς, είναι πολύ πιθανόν το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς εργασίας της Ένωσης να παραμείνει κλειστό στους πολίτες των νέων κρατών μελών για πέντε έτη ακόμη. Για τον λόγο αυτό, είναι σημαντικό να αναλάβει δράση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να εξαλείψει τις αντιφάσεις στη νομοθεσία της Ένωσης και να επεκτείνει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

 
  
MPphoto
 
 

  Jacek Protasiewicz (PPE-DE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, θυμάμαι πώς πριν από δύο σχεδόν χρόνια, λίγες ημέρες μετά την ιστορική διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έλαβα τον λόγο σε αυτό το Σώμα και κάλεσα τις κυβερνήσεις της λεγόμενης παλαιάς Ένωσης να φανούν γενναίες και να εγκαταλείψουν τις μεταβατικές περιόδους. Τις κάλεσα να ανοίξουν τις αγορές εργασίας τους στους πολίτες των νέων κρατών μελών. Δυστυχώς, μόνο τρία κράτη μέλη ήταν αρκετά θαρραλέα ώστε να ανοίξουν την αγορά εργασίας τους τότε. Αναφέρομαι στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ιρλανδία και στη Σουηδία. Τα υπόλοιπα 12 κράτη μέλη ενέδωσαν στους φόβους τους ή ίσως και στις πιέσεις της κοινής τους γνώμης και των πολιτών τους και έστησαν οδοφράγματα για να εμποδίσουν την εισροή των εργαζομένων από τα νέα κράτη μέλη, ιδίως από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Τι συμπεράσματα μπορούν να συναχθούν μετά από αυτά τα δύο χρόνια; Είναι σαφές ότι εκείνοι που επωφελήθηκαν περισσότερο είναι ακριβώς οι τρεις αυτές χώρες που τόλμησαν να ανοίξουν τις αγορές εργασίας τους.

Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκδόθηκε πριν από έναν μήνα περίπου, τον Φεβρουάριο αν δεν κάνω λάθος, καθιστά πολύ σαφές ότι η ανεργία δεν έχει αυξηθεί σε χώρες που αποφάσισαν να ανοίξουν τις αγορές εργασίας τους. Ούτε έχουν επιδεινωθεί τα κοινωνικά προβλήματα. Ακριβώς το αντίθετο. Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας τονώθηκε και τα έσοδα από τη φορολογία αυξήθηκαν. Αυτά είναι τα οφέλη της πρακτικής εφαρμογής μίας εκ των θεμελιωδών αρχών της Συνθήκης. Θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί και η πλέον θεμελιώδης. Είναι μέρος των θεμελίων στα οποία στηρίζεται η Ένωση και πρέπει να προσπαθήσουμε να την εφαρμόσουμε και στα 25 σημερινά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Την παραμονή της εκπνοής της πρώτης μεταβατικής περιόδου, είμαι πολύ χαρούμενος που δύο ακόμη κυβερνήσεις επανεξετάζουν το άνοιγμα των αγορών εργασίας τους. Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι, όπως έχουν τώρα τα πράγματα, εξακολουθούν να αποτελούν τη μειοψηφία των παλαιών δεκαπέντε. Αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα, και θα ήθελα να απευθύνω την ακόλουθη έκκληση. Όταν καθένας από εμάς θα λάβει τον λόγο στο προσεχές μέλλον κατά τη συζήτηση του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου, πρέπει να στείλει ένα σαφές μήνυμα στις κυβερνήσεις των κρατών μελών ότι δεν πρέπει απλά να εξετάζουν το ενδεχόμενο να ανοίξουν τις αγορές εργασίας τους. Πρέπει να τους απευθύνουμε έκκληση να προχωρήσουν και να τις ανοίξουν πλήρως για να επιτρέψουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

 
  
MPphoto
 
 

  Csaba Sándor Tabajdi (PSE). – (HU) Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον συνάδελφό μου, κ. István Szent-Iványi, για τη συμπερίληψη αυτού του θέματος στην ημερήσια διάταξη για μία ακόμη φορά· αυτό δεν είναι σημαντικό μόνο για τα κράτη μέλη αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Επίτροπο Vladimir Spidla, που εκπόνησε μια εξαιρετική ανακεφαλαιωτική έκθεση, η οποία παρουσιάζει μια ακριβή και αυθεντική εικόνα των διαδικασιών της αγοράς εργασίας την περασμένη περίοδο.

Ο στόχος της Ουγγαρίας και των άλλων νέων κρατών μελών είναι να δουν την άρση όλων των νομικών και διοικητικών εμποδίων που παρακωλύουν επί του παρόντος την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα θέλαμε να είμαστε ίσοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το άνοιγμα της αγοράς εργασίας και η εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων δεν είναι δώρο ούτε χάρη αλλά η λογική απόφαση των εννέα παλαιών κρατών μελών, η οποία θα είχε ευεργετικές συνέπειες για όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτό που διακυβεύεται είναι η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ελπίζω ότι τα εννέα παλαιά κράτη μέλη θα το συνειδητοποιήσουν και ότι τον Απρίλιο του 2006, στο τέλος της διετούς μεταβατικής περιόδου, τα εναπομείναντα εννέα κράτη μέλη θα λάβουν επίσης μια ευνοϊκή απόφαση και θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Φινλανδίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, που ανοίγουν τις αγορές τους τώρα.

Πρέπει να ευχαριστήσουμε το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και τη Σουηδία, που ήταν οι πρώτοι που άνοιξαν τις αγορές τους. Αυτό το βήμα προσέδωσε ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε αυτές τις χώρες. Στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε τα δύο τελευταία χρόνια λόγω της θετικής επίδρασης που είχαν οι εργαζόμενοι από τα νέα κράτη μέλη. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η εισροή των εργαζομένων συνέβαλε στην οικονομική μεγέθυνση και σε μια βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Κατά συνέπεια, οι κατηγορίες και οι φόβοι όσον αφορά τη μαζική μετανάστευση και το κοινωνικό ντάμπινγκ είναι απλά αβάσιμοι.

Πολλές ευχαριστίες στη Φινλανδία , την Ισπανία και την Πορτογαλία που εξήγγειλαν ότι και αυτές πρόκειται να ανοίξουν τις αγορές εργασίας τους.

Είναι ιδιαίτερα υποκριτικό το γεγονός ότι τα εννέα παλαιά κράτη μέλη που δεν αίρουν τους περιορισμούς τους επιτρέπουν την είσοδο εργατικού δυναμικού από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά αρνούνται να επιτρέψουν την είσοδο εργαζομένων από τα νέα κράτη μέλη. Αυτήν την προχωρημένη ώρα θα πρέπει να διαφωνήσω με τον Επίτροπο Frattini. Αυτά που είπε ισχύουν μόνο για τις χώρες που άνοιξαν την αγορά εργασίας τους. Σε εκείνες τις χώρες είναι πράγματι δυνατόν να δοθεί προτεραιότητα στους εργαζόμενους από τα νέα κράτη μέλη έναντι των εργαζόμενων από τις τρίτες χώρες. Σε χώρες που δεν έχουν ανοίξει την αγορά εργασίας τους, το ζήτημα αυτό δεν προκύπτει καν. Ως εκ τούτου, το άνοιγμα των αγορών εργασίας είναι ένα ζήτημα αρχής, ανταγωνιστικότητας και εξάλειψης των διακρίσεων, καθώς και ζήτημα ισότητας μεταξύ των δεκαπέντε παλαιών και των δέκα νέων κρατών μελών.

 
  
MPphoto
 
 

  Šarūnas Birutis (ALDE). – (LT) Τι άλλο θα μπορούσα να προσθέσω στα σχόλια που έκαναν όλοι αυτοί οι συνάδελφοι που μίλησαν πριν από μένα; Η ελευθερία κυκλοφορία των προσώπων είναι μία από τις θεμελιώδεις αρχές που διασφαλίζεται, αλλά μέχρι στιγμής μόνο διακηρύσσεται στο ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο. Τα νέα κράτη μέλη αναμένουν από τους βετεράνους της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανοίξουν την αγορά εργασίας τους στους νεοεισερχόμενους το συντομότερο δυνατόν, πιστεύοντας ότι οι παλαιοί δεν μπορούν παρά να επωφεληθούν από αυτό, αν και είναι κυρίαρχο δικαίωμα καθενός από τα παλαιά κράτη μέλη να το κάνουν πριν καταστεί όντως υποχρεωτικό. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εισροή εργαζομένων από τις νέες χώρες δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο προμηνυόταν. Η Αγγλία, η Ιρλανδία και η Σουηδία, έχοντας επιτρέψει την είσοδο σε εργαζόμενους από τα νέα κράτη μέλη, ωφελήθηκαν και μόνο. Πρέπει να συγχαρούμε αρκετά κράτη για την απόφασή τους να ανοίξουν την αγορά εργασίας τους στα νέα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Μάιο. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, η ελευθέρωση της αγοράς υπηρεσιών και άλλα μέτρα θα συμβάλουν στην ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, επιπλέον, θα αυξήσουν την πίστη των πολιτών στην ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η σαφήνεια ή η αμφισημία μιας περίπλοκης κατάστασης μειώνει την πίστη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά την άποψή μου, τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να λάβουν μέτρα για να καταργήσουν άμεσα τους διακριτικούς περιορισμούς στη νόμιμη απασχόληση που αντιμετωπίζουν οι πολίτες της Λιθουανίας και των άλλων νέων κρατών μελών. Αυτό θα επέτρεπε στα άτομα να ωφεληθούν πραγματικά από τα δικαιώματά τους και θα τους έδινε την ευκαιρία να καταβάλλουν φόρους νόμιμα. Είναι πλέον καιρός να γκρεμίσουμε τα στερεότυπα της παλιάς νοοτροπίας και να κατανοήσουμε ότι η ελευθερία και ο υγιής ανταγωνισμός είναι η μηχανή για την πρόοδο στην Ευρώπη.

 
  
MPphoto
 
 

  Konrad Szymański (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η απλή και δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι τα παλαιά κράτη μέλη ήταν κάτι περισσότερο από ευτυχή να ανοίξουν τις αγορές τους εκεί όπου είχαν το συγκριτικό πλεονέκτημα, δηλαδή όσον αφορά την ελεύθερη ροή κεφαλαίων. Θέλω να παρατηρήσω ότι στις περιπτώσεις όπου τα νέα κράτη μέλη είχαν το συγκριτικό πλεονέκτημα, οι αγορές παρέμειναν κλειστές. Ένα παράδειγμα είναι η αγορά υπηρεσιών, και η αγορά εργασίας θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως ένα δεύτερο.

Από τις 23 Ιανουαρίου, μετά την τελική εφαρμογή της οδηγίας που αφορά τους μόνιμους κατοίκους, η κατάσταση σε σχέση με την πρόσβαση στην αγορά εργασίας για τους πολίτες τρίτων χωρών μπορεί στην πραγματικότητα να είναι καλύτερη από την κατάσταση των πολιτών των χωρών που εντάχθηκαν πρόσφατα στην Ένωση. Βρήκα τις εξηγήσεις σας ενδιαφέρουσες, κύριε Επίτροπε, αλλά δεν μπόρεσαν να με πείσουν. Νομίζω ότι το Σώμα πρέπει να ακούσει περισσότερα σχετικά με το θέμα. Όλα αυτά έρχονται σε σαφή αντίθεση με τις διατάξεις της Συνθήκης Προσχώρησης. Αξίζει να τονίσουμε ξανά στο Σώμα ότι σε καμία από τις χώρες που άνοιξαν τις αγορές εργασίας τους δεν σημειώθηκε αύξηση της ανεργίας ή άλλων κοινωνικών προβλημάτων όπως οι κερδοσκοπικές απάτες. Αντιθέτως, το φθηνότερο εργατικό δυναμικό από τα νέα κράτη μέλη αναζωογόνησε την οικονομία. Δύο χρόνια μετά και μπορούμε να δηλώσουμε κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει καμία οικονομική αιτιολογία για αυτούς τους περιορισμούς.

Σύμφωνα με τα σχέδια της Επιτροπής, το τρέχον έτος είναι Ευρωπαϊκό Έτος για την Κινητικότητα των Εργαζομένων. Πρέπει να τονίσουμε ότι η χαμηλή κινητικότητα των εργαζομένων συνδέεται επίσης με τις κλειστές αγορές εργασίας στα περισσότερα κράτη μέλη. Αν τα κράτη μέλη επιμείνουν να διατηρήσουν το αδικαιολόγητο κλείσιμο των αγορών εργασίας τους, το 2006 μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί σε έτος ευρωπαϊκής υποκρισίας αντί για Ευρωπαϊκό Έτος Κινητικότητας των Εργαζομένων.

 
  
MPphoto
 
 

  Othmar Karas (PPE-DE).(DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, χαίρομαι που διεξάγουμε αυτήν τη συζήτηση, διότι δεν ανήκω σε αυτούς που θέλουν να τακτοποιηθεί αυτό το ζήτημα με κερδισμένους και χαμένους, στρέφοντας τους παλιούς εναντίον των νέων. Ζούμε σε μια Κοινότητα.

Είναι ζωτικής σημασίας να καταστήσουμε απολύτως σαφές ότι οι τέσσερεις ελευθερίες ανήκουν στα θεμελιώδη δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία από τις αρχές των οποίων είναι η απαγόρευση των διακρίσεων. Οι τέσσερεις ελευθερίες είναι η καρδιά της εσωτερικής αγοράς· η εφαρμογή τους την καθιστά εγχώρια αγορά. Αυτές οι αρχές της ΕΕ –οι πολιτικοί στόχοι– είναι σαφείς και μας ενώνουν. Πρέπει να τις εφαρμόσουμε το συντομότερο δυνατόν· ο λόγος που δεν το έχουμε κάνει ακόμη είναι ότι οι πολιτικές μας υπόκεινται σε διαφορετικές συνθήκες πλαίσιο, σε διαφορετική κοινωνική νομοθεσία, σε διαφορετικούς μισθούς, σε διαφορετική φορολογική νομοθεσία, σε διαφορετικό εργατικό δίκαιο. Με 19 εκατομμύρια ανέργους, έχουμε διαφορετικούς δείκτες ανάπτυξης, οι οποίοι –ευτυχώς– είναι υψηλότεροι στα νέα κράτη μέλη απ’ ό,τι στα παλιά κράτη μέλη. Το αποτέλεσμα είναι φόβος και ανησυχία στην κοινή γνώμη. Ακόμα και στη χώρα μου, η οποία έχει τα μεγαλύτερα εξωτερικά σύνορα με τα νέα κράτη μέλη, αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των πολιτών από αυτά τα νέα κράτη μέλη στο εργατικό δυναμικό.

Αυτό που πρέπει να κάνουμε, ωστόσο, είναι να αναζητήσουμε στις Συνθήκες και στο κοινοτικό δίκαιο τρόπους με τους οποίους μπορούμε να λάβουμε υπόψη τις ανησυχίες και τους φόβους των πολιτών. Αντί να στεκόμαστε εμπόδιο, αναζητούμε αποδεκτές μεταβάσεις, αλλά οι μεταβάσεις δεν είναι ο στόχος μας· στόχος μας είναι να κάνουμε τις τέσσερεις ελευθερίες πραγματικότητα, να εξαλείψουμε τους φόβους και να αναζητήσουμε μαζί κοινές λύσεις. Αντί να αποδίδουμε ευθύνες, πρέπει να συναντηθούμε στα μισά του δρόμου.

 
  
MPphoto
 
 

  Harald Ettl (PSE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, ακόμη και αν η αμοιβαία κατανόηση γίνεται μερικές φορές μάλλον δύσκολη λόγω των γλωσσικών διαφορών μας, δεν είναι λογικό να είναι οι αρμόδιες επιτροπές αυτού του Κοινοβουλίου εκείνες που επεξεργάζονται τις εκθέσεις της Επιτροπής, που τις αξιολογούν και τις συζητούν. Αυτό το θέμα πρόκειται να εξεταστεί στην Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, αλλά αυτή η συζήτηση, και η σχετική ερώτηση, προκαταλαμβάνουν τις διαβουλεύσεις της, και πραγματικά πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι περιττό· μπορεί να υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό, αλλά είναι, κατά την άποψή μου, περιττό.

Επιτρέψτε μου να αρχίσω λέγοντας ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής, η οποία προτίθεται να συμβάλει στον ταχύ τερματισμό της μεταβατικής περιόδου για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, είναι, κατά την άποψή μου, ελλιπής ως προς το περιεχόμενό της και –με τη μορφή με την οποία μας παρουσιάζεται– όχι αδιάσειστη ακόμη από οικονομική άποψη. Επιπλέον, οι συντάκτες της σημερινής ερώτησης δεν εξετάζουν τα γεγονότα από τη σωστή οπτική γωνία όταν κάνουν λόγο για άδικη μεταχείριση των πολιτών των δέκα νέων κρατών μελών έναντι των υπηκόων των τρίτων χωρών. Η αλήθεια είναι ότι στη Γερμανία τα άτομα από τα δέκα νέα κράτη μέλη έχουν 3% περισσότερες πιθανότητες απασχόλησης σε σχέση με τους υπηκόους τρίτων χωρών. Στην Αυστρία, αυτή η διαφορά ανέρχεται στο 6%. Το πλεονέκτημα που απολαμβάνουν τα δέκα νέα κράτη μέλη είναι ακόμη πιο έντονο στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ιρλανδία. Επιπλέον, στοιχεία μόλις ενός έτους από την ένταξη δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως αξιόπιστη βάση για μία πρόγνωση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων αλλαγών στην αγορά εργασίας, όπως αυτές που προωθεί η Επιτροπή.

Όταν εξετάζει κανείς την περίοδο στην οποία αναφέρεται η αξιολόγηση, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η ανακοίνωση, δηλαδή ότι το άνοιγμα της αγοράς εργασίας έχει θετική επίδραση στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση, είναι πολύ απλά λανθασμένο. Το 2005, υπάρχει σαφώς μειωμένη οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη των 25 σε σχέση με το 2004. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η πτώση ανέρχεται στο 1,4% και όπου η μετανάστευση ήταν δέκα φορές μεγαλύτερη από ό,τι είχε προβλέψει η βρετανική κυβέρνηση. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, δεν σημειώθηκε σχεδόν καμία μείωση της ανεργίας, και επομένως καλώ την Επιτροπή να αναθέσει, το συντομότερο δυνατόν, μία έρευνα η οποία θα αναλύει, αμερόληπτα, τις μεταναστευτικές ροές των εργαζομένων και όλες τις συνεπακόλουθες επιπτώσεις τους.

Αυτό θα ωφελούσε όχι μόνο την Επιτροπή αλλά επίσης τη συνέχιση ενός λογικού διαλόγου. Θα ήθελα να προσθέσω ότι, ενώ και εγώ επίσης θα ήθελα να δω την ταχεία μείωση των μεταβατικών περιόδων, αυτό θα απαιτήσει καλά συνοδευτικά μέτρα σε ένα κατάλληλο πλαίσιο και την αναθεώρηση της οδηγίας για την απόσπαση εργαζομένων. Αυτό θα ήταν προς όφελος όλων των ενδιαφερομένων, από την άποψη ότι θα καθησύχαζε τους φόβους και τις ανησυχίες της μίας πλευράς και θα διευκόλυνε και τις δύο πλευρές να ξεκινήσουν διάλογο, αλλά θεωρώ ότι το είδος της συζήτησης που διεξάγουμε σήμερα είναι, πολύ απλά, λάθος.

 
  
MPphoto
 
 

  Danutė Budreikaitė (ALDE). – (LT) Έχουν περάσει δύο έτη από την έναρξη του τελευταίου γύρου διεύρυνσης, και το πρώτο μέρος της επταετούς μεταβατικής περιόδου πλησιάζει στο τέλος του. Τα παλαιά κράτη μέλη πρέπει να λάβουν μια απόφαση σχετικά με την παράταση ή την κατάργηση της μεταβατικής περιόδου. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία και η Σουηδία άνοιξαν αμέσως τις αγορές τους και ωφελήθηκαν, ενώ την ίδια στιγμή ενθάρρυναν τα νέα κράτη μέλη να δουν τη δική τους αγορά εργασίας μέσα από ένα κάπως διαφορετικό πρίσμα και να την αξιολογήσουν καλύτερα. Η αγορά εργασίας της ΕΕ των 15 δεν κατακλύστηκε από εργατικό δυναμικό από τα νέα κράτη μέλη. Η επέκταση ενθάρρυνε τη νομιμοποίηση των θέσεων εργασίας που ήταν παράνομες στο παρελθόν. Καμία μεταβατική περίοδος δεν πρόκειται να σταματήσει ένα άτομο που θέλει να φύγει. Η ελευθερία κυκλοφορίας ενός ατόμου είναι η πλέον θεμελιώδης αξία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Στις 26 Ιανουαρίου, τέθηκε σε ισχύ μια οδηγία του Συμβουλίου που επιτρέπει στους πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν διαμείνει στην ΕΕ για διάστημα πέντε ετών, να μετακινούνται ελεύθερα, να έρχονται για να σπουδάσουν, να εργαστούν ή απλά να ζήσουν σε οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ. Γιατί το Συμβούλιο υιοθέτησε μια οδηγία που εισάγει διακρίσεις εις βάρος των νέων χωρών; Γιατί υπάρχει τέτοια τεράστια αντίδραση για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης; Η πρόθεση της Φινλανδίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας να εγκαταλείψουν τη μεταβατική περίοδο είναι μια καλή είδηση. Η Αυστρία και η Γερμανία ήταν αυτές που εγκαινίασαν την καθιέρωση των μεταβατικών περιόδων. Τα αποτελέσματα των δύο πρώτων ετών έδειξαν ότι τα νέα κράτη δεν αποτελούν απειλή. Προτρέπω την Αυστρία και τα άλλα εναπομείναντα κράτη να εγκαταλείψουν τη μεταβατική περίοδο που εισάγει διακρίσεις εις βάρος των νέων κρατών μελών και οδηγεί στη διακριτική αντιμετώπισή τους.

 
  
MPphoto
 
 

  Toomas Hendrik Ilves (PSE). – (ET) Θα θέσω μια γενικότερη ερώτηση – γιατί τα νέα κράτη μέλη πιστεύουν ότι υπάρχει μια αυξανόμενη διάσταση μεταξύ των ιδίων και των παλαιών κρατών μελών;

Θα ξεκινήσω αναφέροντας την οδηγία για τις υπηρεσίες. Υπήρχαν φόβοι ότι τα νέα κράτη μέλη θα άρχιζαν να προσφέρουν υπηρεσίες καλύτερης ποιότητας από τις υπηρεσίες των παλαιών κρατών μελών, και αυτό κατέληξε στην παρεμπόδιση της εφαρμογής ενός από τα θεμελιώδη δικαιώματα της Ευρώπης, το οποίο εδώ και πενήντα χρόνια υπάρχει μόνο στα χαρτιά. Ακούγονταν προσβλητικές απόψεις ότι η κυκλοφορία των υπηρεσιών θα συνιστούσε «κοινωνικό ντάμπινγκ» και επικαλέστηκαν τον μυθικό plombier polonais για να τρομοκρατήσουν τους πολίτες των παλαιών κρατών μελών. Αυτή η ρητορική ταπείνωνε τα νέα κράτη μέλη και έδινε στους πολίτες τους την εντύπωση ότι δεν ήταν ανθρώπινα όντα. Η σύγκρουση δεν ήταν, ωστόσο, μεταξύ των αριστερών και των δεξιών δυνάμεων, και τα παλαιά κράτη μέλη βρήκαν γρήγορα έναν συμβιβασμό μεταξύ τους: κάποια υπερασπίστηκαν τις μεγάλες εταιρείες τους, και κάποια άλλα προστάτευσαν τις συνδικαλιστικές ενώσεις τους. Αλλά η Ανατολική Ευρώπη άνοιξε την αγορά της πολύ πριν ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα οι μεγάλες εταιρείες από τα παλαιά κράτη μέλη να εξαγοράζουν απλά εταιρείες στην Ανατολική Ευρώπη χωρίς τους περιορισμούς μιας οδηγίας για τις υπηρεσίες. Ήρθαν στην αγορά μας και την αγόρασαν, αλλά όταν ήρθε η σειρά μας, μας έκλεισαν την πόρτα. Εκείνοι που υποφέρουν εξαιτίας αυτής της κατάστασης είναι οι μικρές εταιρείες και οι πολίτες των νέων κρατών μελών, καθώς και οι καταναλωτές στα παλαιά κράτη μέλη.

Δεύτερον, ο περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων μετατρέπει τους νέους Ευρωπαίους σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Κάποιοι πολίτες της ΕΕ έχουν δικαίωμα να μετακινούνται ελεύθερα, ενώ άλλοι όχι – και αυτό βάσει της ιθαγένειάς τους. Ο νεοπροστατευτισμός στην ΕΕ περιορίζει τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών των νέων κρατών μελών, χρησιμοποιώντας συχνά ξενοφοβική ρητορική, όπως παρατηρήσαμε κατά τη συζήτηση της οδηγίας για τις υπηρεσίες. Αν και η αγορά εργασίας είναι κλειστή, τα παλαιά κράτη μέλη αρπάζουν ευχαρίστως τους εργαζόμενους που τους λείπουν – για παράδειγμα, γιατρούς, νοσοκόμες και ειδικούς στην τεχνολογία των πληροφοριών. Δεν θα σκέφτονταν ποτέ να προσβάλουν αυτούς τους εργαζόμενους στιγματίζοντας τους με την ταμπέλα του ντάμπινγκ, διότι η πρόσληψή τους χρηματοδοτείται συχνά με κρατικές επιδοτήσεις.

Τρίτον, βλέπουμε τώρα την εφαρμογή μιας οδηγίας που ορίζει ότι οι πολίτες χωρών εκτός της ΕΕ που έχουν διαμείνει σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ για περίοδο πέντε ετών, έχουν δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλά οι πολίτες των νέων κρατών μελών της ΕΕ δεν έχουν αυτό το δικαίωμα. Τι μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτό; Οι πολίτες των νέων κρατών μελών δεν είναι απλά δευτέρας κατηγορίας, αλλά ακόμη και τρίτης κατηγορίας πολίτες.

Το ερώτημά μου είναι το εξής: τι δράση σκοπεύει να αναλάβει η Ευρώπη προκειμένου να διασφαλίσει ότι αυτός ο απαράδεκτος προστατευτισμός και οι ολοφάνερες διακρίσεις δεν θα χωρίσουν στα δύο την προσφάτως επανενωθείσα Ευρώπη;

 
  
MPphoto
 
 

  Vladimír Maňka (PSE). – (SK) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, διάβασα με ενδιαφέρον την έκθεση της Επιτροπής της 8ης Φεβρουαρίου η οποία δηλώνει σαφώς ότι η κινητικότητα των εργαζομένων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε θετικές επιπτώσεις. Οι μετανάστες εργαζόμενοι βοήθησαν στην κάλυψη των ελλείψεων της αγοράς εργασίας, αυξάνοντας το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό στην ΕΕ, μειώνοντας το δυναμικό της παράνομης απασχόλησης και συμβάλλοντας γενικά στη μεγαλύτερη αποδοτικότητα της Ευρώπης.

Πριν από έναν μήνα συζητήσαμε και εγκρίναμε στην πρώτη ανάγνωση μια έκθεση σχετικά με το άνοιγμα της αγοράς υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναφέρομαι στην οδηγία για τις υπηρεσίες, διότι μπορεί να έρθει ένα σημείο όπου θα προσεγγίσει πάρα πολύ με την ελευθερία κυκλοφορίας των εργαζομένων. Μπορεί να φτάσουμε σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή αν, από τη μια πλευρά, τεθεί σε εφαρμογή η οδηγία για τις υπηρεσίες και, από την άλλη, υπάρξει κάποια χώρα που εξακολουθεί να αποθαρρύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Αυτό θα επέβαλε περιορισμούς στην επιθυμία των εργαζομένων να αλλάξουν εργοδότη, και αυτό παρά το γεγονός ότι μια τέτοιου είδους αλλαγή θα ωφελούσε όχι μόνο τους ίδιους αλλά και τη χώρα προορισμού. Μια χώρα μπορεί να περιορίσει αυτόν τον κίνδυνο καταργώντας τη μεταβατική περίοδο.

Κυρίες και κύριοι, η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων καθαυτή δεν αποτελεί, φυσικά, λύση για τη διατήρηση του κοινωνικού μοντέλου ενός δεδομένου κράτους. Τα αναποτελεσματικά μοντέλα δεν μπορούν να διατηρηθούν ενόψει των επιδεινούμενων δημοσιονομικών ελλειμμάτων που προκύπτουν από την παγκοσμιοποίηση, την τεχνολογική αλλαγή και τη γήρανση των πληθυσμών. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, ωστόσο, δεν είναι σίγουρα, και δεν μπορεί να είναι, πηγή τέτοιου είδους προβλημάτων. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν μπορεί να υπαγορεύσει στα κράτη μέλη αν πρέπει ή όχι να καταργήσουν τις μεταβατικές περιόδους. Τα κράτη αυτά, ωστόσο, πρέπει να λάβουν κάθε μέτρο για να αντιμετωπίσουν τα αληθινά αίτια των οικονομικών προβλημάτων. Τότε θα δουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων ως πλεονέκτημα και όχι ως απειλή.

 
  
MPphoto
 
 

  Πρόεδρος. Η συζήτηση σχετικά με αυτό το θέμα της ημερησίας διάταξης έληξε.

Γραπτή δήλωση (άρθρο 142)

 
  
MPphoto
 
 

  Jules Maaten (ALDE). – (NL) Η Ομάδα VVD του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι υπέρ της άρσης από τα «παλαιά» κράτη μέλη των περιορισμών που αφορούν τους εργαζόμενους από τα νέα κράτη μέλη. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες αποκομίζουν οικονομικά οφέλη από το άνοιγμα των συνόρων τους. Στις Κάτω Χώρες, για παράδειγμα, έχουμε έλλειψη εργατικού δυναμικού στους τομείς της μεταλλουργίας, της ανθοκομίας, της γεωργίας και της υγειονομικής περίθαλψης. Η πολιτική των ανοικτών συνόρων στη Μεγάλη Βρετανία, την Ιρλανδία και τη Σουηδία αποδείχτηκε επιτυχημένη. Αν ξεκλειδώσουμε την μπροστινή πόρτα, θα έχουμε τουλάχιστον λόγο στο ποιον θα αφήσουμε να μπει, αντί να προσπαθούμε μανιωδώς να κρατήσουμε μακριά αυτούς που επιχειρούν να εισέλθουν από την πίσω πόρτα. Αυτό έχει αποδειχθεί αδύνατον, καθώς κάθε χρόνο παρατηρούμε ότι οι εποχιακές εργασίες, ειδικότερα, εκτελούνται από παράνομα εργαζόμενους.

 
Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου