Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση της έκθεσης (A6-0025/2006) του κ. Brok, εξ ονόματος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, σχετικά με το έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής για τη διεύρυνση – 2005 (2005/2206(INI)).
Elmar Brok (PPE-DE), εισηγητής. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρία Προεδρεύουσα του Συμβουλίου, μέχρι σήμερα η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξε η πιο επιτυχημένη πτυχή της εξωτερικής της πολιτικής, γιατί ήταν ένα μέσον επέκτασης της ζώνης σταθερότητας και ειρήνης στην Ευρώπη και περαιτέρω προόδου ως προς την ειρήνη, την ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Αυτό είναι ένα σημαντικό θέμα που δεν πρέπει να το ξεχάσουμε ούτε τώρα, ούτε στο μέλλον.
Πρέπει, ωστόσο, να μας είναι σαφές ότι η σταθερότητα είναι ένας στόχος που μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αναπτύξει την ικανότητα να φέρει σε πέρας αυτά τα καθήκοντα. Γι’ αυτό, για παράδειγμα, η συνταγματική συνθήκη ήταν μία εκ των υστέρων προσπάθεια να καταστεί πραγματικά πραγματοποιήσιμη από θεσμική άποψη και από άποψη στοχοθεσίας η διεύρυνση κατά δέκα νέα κράτη μέλη και ο λόγος που υπάρχουν τώρα τόσες δυσκολίες είναι ότι η διαδικασία επικύρωσης δεν προχωρεί.
Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για υποδοχή νέων μελών είναι μία από τις ουσιαστικές πτυχές των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, μολονότι είχε μέχρι τώρα χαρακτήρα διακήρυξης εξαιτίας σοβαρών λόγων. Ωστόσο, όταν φθάσουμε σε ένα τέτοιο κομβικό σημείο μετά από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, θα πρέπει να το κάνουμε λειτουργικό και να το ορίσουμε εκ νέου. Γι’ αυτό ζητούμε από την Επιτροπή να ορίσει μέχρι το τέλος του χρόνου πώς εννοεί την ικανότητα απορρόφησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε συνάρτηση με αυτό, προκειμένου να μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε. Αυτό που το κάνει τόσο σημαντικό είναι πως δεν πρόκειται απλά για ένα θεσμικό ζήτημα, αλλά άπτεται και θεμάτων που σχετίζονται με τις οικονομικές δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με πολλά άλλα.
Πιστεύω επίσης πως πρέπει να διασαφηνίσουμε σε ποιον βαθμό μπορεί η Ένωση να δεχτεί νέα μέλη και ότι αυτό μπορεί να επηρεάσει τελικά την θετική ή αρνητική απόφαση. Η ευρωπαϊκή προοπτική δεν προσφέρεται μόνο σε χώρες που βρίσκονται ήδη σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις, έχουν το καθεστώς υποψήφιας χώρας ή τους έχει δοθεί η υπόσχεση ένταξης μετά τη Θεσσαλονίκη –υπόσχεση που, επιτρέψτε μου να υπογραμμίσω για να διαλυθούν οι προηγούμενες αμφιβολίες και να ξεκαθαρίσω γι’ άλλη μία φορά τα πράγματα, δεν μπορεί να αναιρεθεί– αλλά είναι και ένα σοβαρό κίνητρο για εξαιρετικά σημαντικές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις και για χώρες σαν την Ουκρανία, όπου υπάρχουν ακόμα δικτατορίες και είναι ανάγκη να υπάρχει μια τέτοια προοπτική για να εξακολουθήσουν να στρέφονται προς τη Δύση.
Δεν αρκεί γι’ αυτό η πολιτική γειτνίασης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ίδιες οι χώρες ή η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούν ότι τώρα πάει πάρα πολύ να το συνδυάσουν αυτό με την προοπτική πλήρους ένταξης, γιατί σε πολλές περιπτώσεις δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο σε μία δεκαπενταετία. Για να είναι αξιόπιστο αυτό το σχέδιο, χρειάζεται κάτι που να βρίσκεται στη μέση, κάτι που θα δίνει σε αυτές τις χώρες την προοπτική της πλήρους ένταξης χωρίς να υποστούμε την καθόλου ρεαλιστική πίεση να την υλοποιήσουμε αμέσως.
Η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε κάθε κράτος που δεν είναι τώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα ήθελα να υπογραμμίσω και πάλι ότι αυτό μπορεί να είναι η τελική ευθεία για χώρες όπως η Νορβηγία –που είναι επίσης μέλος της συνθήκης Σένγκεν– εάν το αποφασίσουν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Αν μου επιτρέπετε να χρησιμοποιήσω τον όρο «Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος συν», με ένα τέτοιο πολυμερές σχέδιο μπορούν να γίνουν πολλά στους τομείς της εσωτερικής αγοράς, της εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας, της περιβαλλοντικής πολιτικής και σε πολλούς άλλους.
Αυτό μπορεί όμως να είναι και ένα ενδιάμεσο στάδιο. Αν χώρες που έχουν σήμερα, μετά από τη Θεσσαλονίκη, μια προοπτική ένταξης –όπως για παράδειγμα οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων που η ανάπτυξή τους αναμένεται να απαιτήσει διαφορετικά χρονικά διαστήματα– αποφασίσουν να το χρησιμοποιήσουν σαν ενδιάμεσο στάδιο πριν από την πλήρη ένταξη, τότε οι υποσχέσεις της Θεσσαλονίκης δεν ακυρώνονται. Σε αυτή τη βάση μπορούμε να επιτύχουμε έναν νέο βαθμό ευελιξίας καθιστώντας την προοπτική αυτήν αξιόπιστη, γιατί μπορεί να συμβεί κάτι άμεσα χωρίς να περάσουν 15 χρόνια με διαπραγματεύσεις, και τότε θα πρέπει να πούμε «ναι» ή «όχι».
Βλέπω, ασφαλώς, ότι σε ορισμένες χώρες η διεύρυνση συνδέεται με δημοψηφίσματα και δεν ξέρουμε αν τελικά θα γίνει η επικύρωση. Αυτό λοιπόν δεν είναι μόνο μια προσπάθεια εφαρμογής μιας στρατηγικής του «όλα ή τίποτα», αλλά και μια προσπάθεια να βρεθούν τρόποι για να δοθούν σε αυτές τις χώρες αξιόπιστες προοπτικές, ταυτόχρονα με τη διάσωση και προαγωγή του πολιτικού σχεδίου που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση.
(Χειροκροτήματα)
Ursula Plassnik, Προεδρεύουσα του Συμβουλίου. (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα να ευχαριστήσω το Σώμα και τον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικής Πολιτικής για τη διεξοδική έκθεση που αφορά το στρατηγικό έγγραφο της Επιτροπής του 2005. Το θέμα αυτό αποτελεί αντικείμενο διαρκών συζητήσεων στο Συμβούλιο, και σε συνάρτηση με τις συγκεκριμένες αποφάσεις που πρέπει να λάβουμε. Όπως αναφέρθηκε, είχαμε στο Gymnich μία πολύ καλή και διεξοδική συζήτηση για το θέμα αυτό και θα τη συνεχίσουμε. Θεωρώ πολύ σημαντικό να το κάνουμε, γιατί η άρνηση συζήτησης προκαλεί τη δυσπιστία της κοινής γνώμης και πρέπει να φροντίσουμε να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη των ευρωπαίων πολιτών στο ευρωπαϊκό σχέδιο γενικότερα και να δημιουργήσουμε περισσότερη εμπιστοσύνη και σαφήνεια. Αυτό είναι ένα από τα κεντρικά μου μελήματα ως Προεδρεύουσας του Συμβουλίου και, ως εκ τούτου, επιδοκιμάζω τη συζήτηση που άρχισε.
Χρειαζόμαστε την υποστήριξη της κοινής γνώμης για τη διαδικασία της διεύρυνσης και γι’ αυτό πρέπει να βελτιώσουμε τη ροή της ενημέρωσης και τις δημόσιες σχέσεις μας, παράλληλα δε να εξηγούμε καλύτερα τα επιμέρους βήματα που γίνονται. Πρέπει πολύ απλά να διασαφηνίσουμε ότι θα ενεργήσουμε με προσοχή και περίσκεψη και ότι δεν θα δείξουμε βέβαια βιασύνη, αλλά δεν θα πατήσουμε και αυθαίρετα φρένο. Αυτό το θεωρώ σημαντικό.
Ο όρος «ικανότητα απορρόφησης» που καθιερώσαμε σε καμία περίπτωση δεν θα αποτελέσει ένα αυθαίρετο επιπλέον εμπόδιο. Αντίθετα, το ζητούμενο είναι να έχουμε επίγνωση, να αποκτήσουμε επίγνωση και να κάνουμε τους άλλους να συνειδητοποιήσουν ορισμένες πολύ ουσιαστικές και αυτονόητες βασικές αλήθειες. Κάθε βήμα της διεύρυνσης, κάθε νέα εισδοχή, απαιτεί δύο συμμετέχοντες: ο ένας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο άλλος η χώρα που θα ενταχθεί.
Θέλουμε να προετοιμαστούμε όσο καλύτερα γίνεται για τις επόμενες εισδοχές. Το Σάλτσμπουργκ ήταν για μένα σημαντικό και από αυτήν τη σκοπιά, γιατί ήταν σημαντικό να κάνουμε επισκόπηση των τριών προηγουμένων ετών και να εξετάσουμε τα επόμενα πρακτικά βήματα, προκειμένου να έχουμε όλοι μια σαφέστερη εικόνα της κατάστασης και του βαθμού ετοιμότητας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Μπορούμε επίσης να έχουμε εμπιστοσύνη στις ειδικές γνώσεις που αποκτήσαμε κατά την τελευταία διεύρυνση και θα πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουμε σε εταιρική βάση τη γνώση που αποκτήσαμε για τον μετασχηματισμό.
Όπως είπαμε και στην προηγούμενη συζήτηση, και η ownership υπογραμμίζει τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές, που θα πρέπει να εφαρμοστούν με δικαιοσύνη, αλλά και αυστηρότητα, όπως διασαφηνίστηκε απόλυτα στην έκθεση της Επιτροπής του Νοεμβρίου 2005.
Όμως σε αυτήν την συζήτηση πρέπει επίσης να είμαστε ειλικρινείς σε σχέση με τις προσδοκίες που έχουν οι άνθρωποι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τις προσδοκίες των ανθρώπων που ζουν σε αυτήν. Οφείλουμε σαφήνεια ο ένας στον άλλον και μόνο εμείς μπορούμε να το προσφέρουμε αυτό. Δεν πρέπει να εκδίδουμε ακάλυπτες επιταγές.
Επιπλέον, συνιστώ μια πιο διαφοροποιημένη προσέγγιση για κάθε επιμέρους χώρας γιατί πρέπει να είμαστε δίκαιοι στις συναλλαγές μας με την καθεμιά από αυτές και πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι θα είναι βέβαιο αυτό. Η Προεδρία θα δώσει, ως εκ τούτου, στη συνέχεια της συζήτησης ιδιαίτερη προσοχή στις αγορεύσεις εδώ στο Σώμα.
Επιτρέψτε μου να σκιαγραφήσω με δυο λόγια τις συγκεκριμένες αποφάσεις που επεξεργαζόμαστε τώρα. Η πρώτη έχει να κάνει με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, για τις οποίες έχουμε ενθαρρυντικές εκθέσεις και ήδη έχουμε ως στόχο την ένταξη την 1η Ιανουαρίου 2007, μολονότι υπάρχει πιθανότητα καθυστέρησης κατά ένα χρόνο. Έχουν αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία και την Κροατία, με επίσημη ημερομηνία έναρξης την 3η Οκτωβρίου του περασμένου χρόνου. Τώρα αναλύουμε το κοινοτικό κεκτημένο. Η Προεδρία απηύθυνε επιστολή στην Κροατία και την Τουρκία καλώντας τις να εκθέσουν τη διαπραγματευτική τους θέση για το πρώτο κεφάλαιο, που είναι η έρευνα και ανάπτυξη.
Συμφωνούμε με την άποψη του Σώματος ότι είναι απαραίτητες διαρκείς πρόοδοι ως προς την εκπλήρωση όλων των πολιτικών και οικονομικών κριτηρίων και την αποτελεσματική υλοποίηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Αναφορικά με την Τουρκία, η Προεδρία επιδοκιμάζει το κλείσιμο της υπόθεσης του Ορχάν Παμούκ και διασαφήνισε στην πρόσφατη συνεδρίαση της Τρόικα στη Βιέννη ότι περιμένουμε την ίδια αντιμετώπιση για τις δίκες που εκκρεμούν βάσει του άρθρου 301 του τουρκικού ποινικού κώδικα ή και την αλλαγή του νόμου.
Παρακολουθούμε κι εμείς στενά την εφαρμογή του πρωτοκόλλου της Άγκυρας και θα φροντίσουμε να γίνει εφέτος η αναθεώρησή του στα αρμόδια όργανα σύμφωνα με τη δήλωση του Συμβουλίου της 21ης Σεπτεμβρίου.
Θεωρούμε εξίσου σημαντική την έναρξη της ενταξιακής εταιρικής σχέσης με την Κροατία και επιδοκιμάσαμε την προσπάθεια του πρωθυπουργού της χώρας να εξασφαλίσει την απεριόριστη συνεργασία με το διεθνές ποινικό δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία και τη συνέχισή της. Συμφωνούμε με το Σώμα ότι η Κροατία συμβάλλει περισσότερο στην περιφερειακή συνεργασία και ότι χρειάζονται περαιτέρω προσπάθειες.
Είπα όσα χρειάζεται για τα Δυτικά Βαλκάνια. Η στρατηγική του Συμβουλίου για να επιτύχει την πλήρη συνεργασία της Σερβίας και του Μαυροβουνίου με το διεθνές δικαστήριο εγκλημάτων πολέμου είναι επίσης σαφής και εμείς στείλαμε ένα πολύ ξεκάθαρο μήνυμα γι’ αυτό στην τελευταία μας συνεδρίαση. Υποστηρίζουμε το έργο του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ στο Κοσσυφοπέδιο Martti Ahtisaari και πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις προσπάθειες του ειδικού απεσταλμένου της Χαβιέ Σολάνα, θα μπορέσει να βοηθήσει με πολύ θετικό και διπλωματικό τρόπο στην επίτευξη συμφωνίας για τις συνθήκες του δημοψηφίσματος της 21ης Μαΐου.
(Χειροκροτήματα)
Olli Rehn, Επιτροπή. (EN) Κύριε Πρόεδρε, εφόσον είναι ακόμη εδώ, επιτρέψτε μου να επαινέσω τον κ. Brok για τη σημαντική έκθεσή του. Όπως σωστά είπε, η διεύρυνση είναι πράγματι ένα από τα πιο ισχυρά μέσα πολιτικής της ΕΕ για την επιδίωξη της ειρήνης και της ευημερίας, της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Η διεύρυνση του 2004 προς ανατολάς σφράγισε την ειρηνική επανένωση της Δυτικής και της Ανατολικής Ευρώπης. Τώρα η ενέργειά μας επικεντρώνεται στην ειρηνική ενοποίηση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η βαθμιαία και προσεκτικά ελεγχόμενη διαδικασία προσχώρησης που ακολουθούμε βασίζεται σε τρεις σημαντικές αρχές.
Πρώτον, παγιώσαμε την ατζέντα διεύρυνσης. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί πριν αναλάβουμε νέες δεσμεύσεις, πρέπει όμως να τηρήσουμε επίσης τις επικρατούσες δεσμεύσεις μας προς τις υποψήφιες ή τις εν δυνάμει υποψήφιες χώρες που βρίσκονται ήδη στη διαδικασία. Η παγιωμένη ατζέντα διεύρυνσης εστιάζει στη Νοτιοανατολική Ευρώπη: στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, στην Τουρκία και την Κροατία και στις υπόλοιπες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
Δεύτερον, εφαρμόζουμε αυστηρές προϋποθέσεις. Σε συνδυασμό με μια αξιόπιστη προοπτική προσχώρησης, η εφαρμογή προϋποθέσεων είναι αποτελεσματική. Βοήθησε στη μετατροπή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης σε σύγχρονες δημοκρατίες. Προσφάτως, ενέπνευσε γενναίες και σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία και ολοένα περισσότερες στα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτό αποδεικνύεται επίσης από ορισμένα πρόσφατα σημαντικά γεγονότα, όπως ότι ο στρατηγός Ante Gotovina βρίσκεται στη φυλακή στη Χάγη, ενώ ο συγγραφέας Ορχάν Παμούκ είναι ελεύθερος να εκφράσει τις απόψεις του.
Οι πολιτικές διεύρυνσης και γειτονίας αλληλοσυμπληρώνονται. Επιπλέον, η Επιτροπή προτίθεται να εμβαθύνει περαιτέρω και να αναβαθμίσει τη συνεργασία με τους εταίρους γειτονίας μας μόλις αντιμετωπιστούν δεόντως οι κύριες προτεραιότητες στα τρέχοντα σχέδια δράσης.
Ταυτόχρονα, πρέπει να αποφύγουμε τις παγίδες μιας υπερβολικά θεωρητικής συζήτησης σχετικά με τα οριστικά σύνορα της Ευρώπης. Δεδομένου ότι έχουμε τώρα μια παγιωμένη ατζέντα διεύρυνσης, μια θεωρητική συζήτηση, επί παραδείγματι σχετικά με το αν η Ουκρανία πρέπει να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν θα ωφελήσει ούτε εμάς ούτε τους Ουκρανούς, τώρα που διακυβεύεται η μελλοντική πορεία και η δημοκρατική ανάπτυξη της Ουκρανίας.
Ασφαλώς, ο ρυθμός της διεύρυνσης πρέπει να λάβει υπόψη του την ικανότητα απορρόφησης της ΕΕ. Η Επιτροπή είχε ανέκαθεν αυτήν την άποψη. Η διεύρυνση είναι η από κοινού εφαρμογή ενός σχεδίου που βασίζεται σε κοινές αρχές, πολιτικές και θεσμούς. Η Ένωση πρέπει να διασφαλίσει ότι μπορεί να διατηρήσει την ικανότητά της να ενεργεί και να αποφασίζει σύμφωνα με μια δίκαιη ισορροπία στο πλαίσιο των θεσμικών οργάνων της, τηρώντας τα δημοσιονομικά όρια και εφαρμόζοντας κοινές πολιτικές που λειτουργούν καλά και επιτυγχάνουν τους στόχους τους.
Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, η ΕΕ απορρόφησε επιτυχώς ένα πολύ διαφορετικό σύνολο χωρών, όπως μπορούμε να δούμε από τη σύνθεση του Κοινοβουλίου, επί παραδείγματι, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου που έχει την ευθύνη αυτής της συζήτησης και του ενεχόμενου Επιτρόπου. Αναπτύσσοντας πολιτικές και οργανισμούς, η Ένωση απάντησε θετικά στις νέες συνθήκες, όπως η πτώση των δικτατοριών, η κατάρρευση του κομμουνισμού και η άνοδος της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Η διεύρυνση έχει αποδειχτεί ένας επιτυχημένος απορροφητής κραδασμών για την Ευρώπη.
Τρίτον, χρειαζόμαστε καλύτερη επικοινωνία. Η έκθεση ορθά απαιτεί μια στρατηγική επικοινωνίας και, πράγματι, η ευρεία δημόσια υποστήριξη είναι απαραίτητη για όλα όσα κάνει η Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της διεύρυνσης. Βασίζομαι στην πολιτική και οικονομική στήριξη του Κοινοβουλίου για την επίτευξη μιας καλά ενημερωμένης συζήτησης για τη διεύρυνση.
Εν κατακλείδι, η εδραίωση ήταν απαραίτητη για να αποφευχθεί η επέκταση των δεσμεύσεών μας σχετικά με τη διεύρυνση. Ας έχουμε όμως επίσης κατά νου το δικό μας στρατηγικό συμφέρον: θα ήταν άκρως ανεύθυνο να διαταραχθεί μια πολύτιμη διαδικασία που βοηθά στη δημιουργία σταθερών και αποτελεσματικών εταίρων στα πιο ασταθή τμήματα της Ευρώπης. Εάν αμφιταλαντευόμαστε σχετικά με την ευρωπαϊκή προοπτική για τα Δυτικά Βαλκάνια, η επωφελής επιρροή μας, η πολιτική ισχύς μας, ο αντίκτυπος μας θα υποβαθμίζονταν σοβαρά, σε μια εποχή όπου η περιοχή εισέρχεται σε δύσκολη περίοδο συνομιλιών σχετικά με το καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου.
Η προοπτική της ΕΕ αποτελεί το κλειδί για τη βιώσιμη επίλυση του ζητήματος του Κοσσυφοπεδίου και της δημοκρατικής ανάπτυξης της Σερβίας και της υπόλοιπης περιοχής. Αποτελεί τα θεμέλια που διατηρούν την περιοχή σε μια ειρηνική και μεταρρυθμιστική πορεία. Συνεπώς, για χάρη της Ευρώπης, ας μην σείσουμε αυτά τα θεμέλια, διασφαλίζοντας ότι το ακόμη εύθραυστο οικοδόμημα των Βαλκανίων δεν θα καταρρεύσει στα πόδια μας, μέσα στην ίδια μας την αυλή!
(Χειροκροτήματα)
Γιώργος Δημητρακόπουλος, εξ ονόματος της ομάδας PPE-DE. – Κύριε Πρόεδρε, κυρία προεδρεύουσα του Συμβουλίου, κύριε Επίτροπε, κατ’ αρχήν θα ήθελα να συγχαρώ τον εισηγητή και πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Brok, για την πολύ σημαντική έκθεσή του και, ταυτόχρονα, να συγχαρώ και εσάς, κυρία προεδρεύουσα του Συμβουλίου, για το ενδιαφέρον και την αποφασιστικότητα που δείχνετε και ως Υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας αλλά και ως προεδρεύουσα τώρα του Συμβουλίου για το θέμα των Βαλκανίων. Συγχαρητήρια επίσης και στον Επίτροπο για τη σφαιρική και άρτια ανακοίνωση της Επιτροπής, την οποία μας παρουσίασε.
Πολύ γρήγορα θα ήθελα να κάνω τις εξής παρατηρήσεις:
Πρώτον, η κεντρική άποψη της έκθεσης Brok, για τη σημασία που έχει η ευρωπαϊκή προοπτική για έναν αριθμό χωρών, όπου το κύριο μέρος είναι στα Βαλκάνια, είναι σωστή. Ταυτόχρονα, οι παράγραφοι 5, 9 και 10 της έκθεσης, εάν αναγνωσθούν μαζί, δίνουν το στίγμα με βάση το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση βλέπει πλέον τη συνέχεια της διεύρυνσης.
Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, θέλω να σας πω ότι εγώ στηρίζω την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, νομίζω όμως ότι πρέπει, όπως πολύ σωστά είπατε, να επικεντρωθούμε, κατ' αρχήν, στο θέμα του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας. Πρέπει να κυρωθεί –υπογραμμίζω– μόνον το Πρωτόκολλο και όχι η μονομερής δήλωση και, βέβαια, το θέμα του εκσυγχρονισμού του νομικού πλαισίου μέσα στο οποίο θα κινείται αυτή η χώρα.
Σε ό,τι αφορά το Κοσσυφοπέδιο, συμφωνώ με την προσοχή στις διαπραγματεύσεις για το τελικό καθεστώς, πρέπει όμως να ετοιμαζόμαστε και για το πώς θα εφαρμοσθεί η απόφαση που θα ληφθεί για το τελικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου.
Σε ό,τι αφορά την Φύρομ, έχει πλέον καθεστώς υποψήφιας χώρας –αυτό είναι σωστό– αλλά, ακριβώς επειδή έχει καθεστώς υποψήφιας χώρας, έχει και δικαιώματα και υποχρεώσεις, μία από τις οποίες είναι να δείχνει εποικοδομητικό πνεύμα στο διάλογο με την Ελλάδα ώστε να λυθεί το τελευταίο ζήτημα που μένει εκκρεμές και αυτό είναι το θέμα του ονόματος.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη Σερβία, εγώ συμφωνώ με την ανάγκη και με το γεγονός ότι η συνεργασία της Σερβίας με το Δικαστήριο της Χάγης είναι υποχρέωσή της, όμως αυτό είναι ένα μέρος ενός συνόλου κριτηρίων που πρέπει να πληροί η Σερβία και θέλω να παρακαλέσω να είμαστε προσεκτικοί για να μην «κροατικοποιήσουμε» και την υπόθεση της Σερβίας. Γι’ αυτό το θέμα, κυρία Υπουργέ, εσείς έχετε και προσωπική άποψη.
Jan Marinus Wiersma, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, η Επιτροπή δεν μασάει τα λόγια της στο έγγραφό της: ενώ δεν πρόκειται να υπάρξει νέος γύρος διεύρυνσης με την ταυτόχρονη ένταξη μεγάλου αριθμού χωρών, υποστηρίζει –ορθώς, κατά τη γνώμη μου– ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, και θα παραμείνει, ένας οργανισμός ο οποίος είναι ανοικτός σε νέα μέλη, αλλά υπό προϋποθέσεις. Παρότι η ένταξη δέκα νέων χωρών το 2004 ήταν επιτυχημένη, δεν συμμερίζονται όλοι οι πολίτες αυτή την άποψη. Απαιτείται λοιπόν να καταβληθεί επιπλέον προσπάθεια επανεκτίμησης αυτής της επιτυχίας.
Εξ ονόματος της Ομάδας μου, μπορώ να δηλώσω ότι στηρίζουμε τον προσανατολισμό της έκθεσης Brok, τον οποίο θέλω να ευχαριστήσω για τον ενδιαφέροντα γύρο προετοιμασιών στον οποίο μετείχαμε τους τελευταίους μήνες. Οι Σοσιαλδημοκράτες τάσσονται ρητώς υπέρ του να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο κριτήριο της ικανότητας απορρόφησης. Το αδιέξοδο ως προς την κύρωση της Συνταγματικής Συνθήκης διαδραματίζει κεντρικό ρόλο επ’ αυτού. Χωρίς εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, θα είναι δύσκολη η αποτελεσματική διαχείριση της ένταξης νέων κρατών μελών.
Όπως αναφέρεται σε προηγούμενα ψηφίσματα, θεωρούμε ότι η Συνθήκη της Νίκαιας δεν είναι κατάλληλη βάση για τη λήψη νέων αποφάσεων σχετικά με τη διεύρυνση. Συνεπώς, είναι εντονότερη η ανάγκη περαιτέρω διευκρίνισης της έννοιας της ικανότητας απορρόφησης, όπως ορίζεται στα κριτήρια της Κοπεγχάγης, και ορθώς η έκθεση εστιάζεται και σε αυτή την πτυχή.
Θέλω, επί τη ευκαιρία, να εκθέσω τις γενικές θέσεις των Σοσιαλδημοκρατών ως προς το ενδεχόμενο ένταξης διαφόρων χωρών. Όσον αφορά τους ανατολικούς μας γείτονες, την Ουκρανία και τη Μολδαβία, θεωρούμε ότι η τρέχουσα περίοδος δεν είναι κατάλληλη για τη συζήτηση του θέματος της ένταξής τους. Πρέπει, απεναντίας, να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας στην πρακτική συνεργασία. Έχουμε συμφωνήσει κοινά σχέδια δράσης με τις εν λόγω χώρες, και οφείλουμε να προσπαθήσουμε να τα ολοκληρώσουμε επιτυχώς.
Όσον αφορά τα Βαλκάνια, στηρίζουμε τη θέση του Συμβουλίου. Καταρχήν, οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων έχουν τη δυνατότητα ένταξης, παρότι η ένταξή τους δεν θα γίνει ταυτόχρονα. Όσον αφορά την περίπτωση της Τουρκίας, κατά τη δική μας άποψη, θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε την πορεία που έχει ήδη επιλεγεί. Βρισκόμαστε στις απαρχές μιας διαδικασίας η οποία θα διαρκέσει πολλά χρόνια, και είναι άκρως σημαντικό να τηρηθούν αυστηρώς οι υποσχέσεις που έχουν δοθεί, αλλά και οι προϋποθέσεις που έχουν τεθεί.
Με την ευκαιρία αυτής της αναφοράς στα Βαλκάνια, θέλω να προσθέσω ότι, ενώ είναι αυτονόητο ότι τα κριτήρια της Κοπεγχάγης εξακολουθούν να είναι ζωτικής σημασίας για εμάς, η Σοσιαλιστική Ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν παύει να υπογραμμίζει ότι θεωρεί σημαντικό κριτήριο τη συνεργασία με το δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία. Φρονώ επίσης –και το θέμα αυτό έχει συζητηθεί εκτεταμένα– ότι η περιφερειακή συνεργασία μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη σύγκλιση των χωρών αυτών με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τέλος –και αυτή είναι ίσως η σημαντικότερη πτυχή της όλης συζήτησης– στην έκθεση γίνεται αναφορά στο ενδεχόμενο δημιουργίας ενός νέου πολυμερούς πλαισίου για τις ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες δεν έχουν ακόμη ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για ορισμένες χώρες, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική επιλογή αντί της ένταξης, ενώ για άλλες θα μπορούσε να αποτελέσει ενδιάμεσο στάδιο στην πορεία προς την ένταξη. Για την Ουκρανία και τη Μολδαβία, λόγου χάρη, ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να αποτελέσει εύλογο περαιτέρω βήμα προσέγγισης, αλλά για τις χώρες οι οποίες έχουν ήδη γίνει δεκτές ως υποψήφια μέλη, θέλω να τονίσω ότι θα αποτελούσε επιλογή και όχι υποχρέωση.
Αυτό άλλωστε αναφέρεται με ιδιαίτερη σαφήνεια στην έκθεση Brok. Είναι μια επιλογή η οποία προσφέρεται σε αυτές τις χώρες, εφόσον αποφασίσουν ότι τις εξυπηρετεί. Δεν αποτελεί εναλλακτική της πλήρους ένταξης. Αυτό ισχύει εξίσου για την Τουρκία όσο και για τις χώρες των Βαλκανίων. Θέλω δε να υπογραμμίσω ότι αυτή την ερμηνεία δίδουμε στην παράγραφο 10 του σχεδίου ψηφίσματος. Μόνον υπό αυτή την προϋπόθεση μπορέσαμε να καταλήξουμε σε συμφωνία με τον εισηγητή στους κόλπους της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων.
Cecilia Malmström, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (SV) Κύριε Πρόεδρε, η διεύρυνση είναι η μεγαλύτερη επιτυχία της ΕΕ στο πεδίο της ευρωπαϊκής συνεργασίας. Η ενοποίηση της ανατολικής και της δυτικής Ευρώπης τον Μάιο του 2004 σήμανε τον τερματισμό της διαίρεσης της Ευρώπης και κατέδειξε την ισχύ του οράματος μιας ενωμένης Ευρώπης βάσει της δημοκρατίας, του ελεύθερου εμπορίου και του σεβασμού του κράτους δικαίου. Η προοπτική ένταξης στην ΕΕ ήταν το κίνητρο που ζωογόνησε τις δυνάμεις της μεταρρύθμισης στις πρώην κομουνιστικές δικτατορίες. Η προοπτική ένταξης στην ΕΕ έχει επίσης τεράστια σημασία για τις διαπραγματεύσεις και τις μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία και στα κράτη των Βαλκανίων. Στις περιοχές αυτές, η ΕΕ έχει τεράστια αποθέματα της λεγόμενης ήπιας ισχύος, η οποία συμβάλλει στην ενίσχυση της σταθερότητας και της δημοκρατίας στην Ευρώπη. Τα μέλη της Ομάδας μου θεωρούμε ότι είναι σημαντικό, σύμφωνα με τη Συνθήκη, να αφήσουμε ανοικτή την προοπτική συνέχισης της διεύρυνσης. Φυσικά, τα κριτήρια πρέπει να τηρούνται, ενώ και η ικανότητα της ΕΕ να δέχεται νέες χώρες πρέπει να λαμβάνεται εξίσου σοβαρά υπόψη. Πρέπει, ωστόσο, να προβούμε σε εσωτερικές αλλαγές και να επιδοθούμε στον διάλογο για τη διεύρυνση χωρίς να την κατηγορούμε για τα όποια προβλήματα.
Γνωρίζω ότι σε πολλές χώρες βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις και εκφράζονται ανησυχίες για τους ταχείς ρυθμούς διεύρυνσης της ΕΕ και για τις πιθανές μελλοντικές εξελίξεις. Αυτή η συζήτηση πρέπει να διεξάγεται με σεβασμό και ευθύτητα, αλλά πρέπει επίσης να τολμούμε να υπερασπιζόμαστε και να τονίζουμε τα πλεονεκτήματα της διεύρυνσης. Στο πλαίσιο αυτό, η συζήτηση περί οικονομικού προστατευτισμού είναι άκρως ανησυχητική. Έχουμε ευθύνη έναντι των γειτονικών μας χωρών. Οι υποσχέσεις τις οποίες δώσαμε στις χώρες των Βαλκανίων και στην Τουρκία πρέπει να τηρηθούν. Οι ίδιες είναι υπεύθυνες για τον ρυθμό προόδου τους, και εμείς πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιταχύνουμε τις εξελίξεις. Πρέπει επίσης να αφήσουμε ανοικτό το ενδεχόμενο ένταξης χωρών όπως η Ουκρανία και ίσως, κάποτε, η Λευκορωσία, αν και η κατάσταση που επικρατεί εκεί επί του παρόντος είναι εξαιρετικά δύσκολη. Η ελπίδα ένταξης στην ΕΕ διατηρεί ζωντανές στη χώρα την αντιπολίτευση και τις δυνάμεις της δημοκρατίας.
Γι’ αυτό τασσόμαστε κατά της περιχαράκωσης των γεωγραφικών ορίων της Ευρώπης. Το παρόν Σώμα έδωσε ώθηση στη διεύρυνση και, πριν από ένα έτος, συγκεντρωθήκαμε στο κτίριο των Βρυξελλών και, φορώντας τα πορτοκαλί φουλάρια μας, χειροκροτήσαμε τον Πρόεδρο Γιουσένκο. Εγκρίναμε ένα ψήφισμα στο οποίο αναφερθήκαμε στις προοπτικές ένταξης της Ουκρανίας. Πρόκειται για έναν στόχο, έστω και αν είναι μακρινός. Όπως ακριβώς ανέφερε ο κ. Brok, ο ουκρανικός λαός βρίσκεται σε μια επικίνδυνη κατάσταση ισορροπίας μεταξύ της δημοκρατίας και της δικτατορίας. Εάν περιχαρακώσουμε τα σύνορα της Ευρώπης, θα θεωρήσουν ότι τους κλείνουμε την πόρτα κατάμουτρα. Αυτό θα ήταν μείζον ιστορικό λάθος.
Αντί να εισάγουμε νέες έννοιες όπως οι πολυμερείς συμφωνίες, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε αυτή την ευκαιρία –όπως εξάλλου ανέφερε ο Επίτροπος κ. Rehn– προκειμένου να προσαρμόσουμε τη στρατηγική γειτονίας στις ανάγκες των υποψηφίων κρατών μελών και να της δώσουμε πρακτικό περιεχόμενο. Το να προτείνουμε τώρα νέες έννοιες, τις οποίες δεν έχουμε συζητήσει επαρκώς και τις επιπτώσεις των οποίων δεν γνωρίζουμε, δεν φαίνεται να είναι ιδιαιτέρως παραγωγικό επί του παρόντος.
(Χειροκροτήματα από ορισμένες πλευρές)
Joost Lagendijk, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, η πολιτική μου ομάδα υπερψήφισε την έκθεση Brok για δύο λόγους. Θεωρούμε ότι η έννοια της ικανότητας απορρόφησης πρέπει να οριστεί καλύτερα. Είναι μια έννοια του συρμού η οποία ταιριάζει σε πολλές και διάφορες καταστάσεις και την οποία μπορεί κανείς να ερμηνεύσει όπως θέλει, γεγονός που σημαίνει ότι το ζήτημα των γεωγραφικών συνόρων πρέπει να επιλυθεί, καθόσον δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να το αποφεύγουμε.
Συμφωνούμε με την άποψη ότι είναι αναγκαίο να εξετάσει η ΕΕ ένα ενδιάμεσο βήμα μεταξύ της πλήρους ένταξης και της σχέσης γειτονίας, προς όφελος των χωρών εκείνων οι οποίες δεν μπορούν ακόμη να προσβλέπουν σε πλήρη ένταξη. Συνεπώς, δεν αναφέρομαι στην Τουρκία ή στα Βαλκάνια, αλλά μάλλον στην Ουκρανία, τη Μολδαβία ή τη Λευκορωσία. Οφείλω να δηλώσω ότι η Ομάδα μου και εγώ απογοητευθήκαμε βαθύτατα, μπορώ μάλιστα να πω ότι ενοχληθήκαμε εξαιρετικά, βλέποντας ότι τις παραμονές της σημερινής συζήτησης, τα μέσα ενημέρωσης διαστρέβλωσαν το νόημα της έκθεσης, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται η ακριβώς αντίθετη εικόνα σε μια σειρά σημαντικών θεμάτων.
Εάν είχαμε διαβάσει όσα ανέφεραν τα μέσα ενημέρωσης πριν από τη σημερινή συζήτηση, το συμπέρασμα στο οποίο θα καταλήγαμε είναι ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα ενδιάμεσο στάδιο για χώρες όπως η Τουρκία και οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός –και καλό είναι να είμαστε ειλικρινείς επ’ αυτού– ότι αυτή συμβαίνει να είναι η άποψη του εισηγητή, την οποία άλλωστε ποτέ δεν απέκρυψε. Ο κ. Brok είχε εξαρχής ταχθεί κατά της έναρξης διαπραγματεύσεων με την Τουρκία ενώ, μετά την απόρριψη του Συντάγματος, εκφράζει αυξανόμενο σκεπτικισμό όσον αφορά τις ενταξιακές προοπτικές των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Ο εισηγητής έχει κάθε δικαίωμα να υποστηρίζει τις απόψεις του, αλλά τις απόψεις αυτές δεν τις υποστηρίζει η πλειονότητα των μελών της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων. Επιπλέον, οι εν λόγω απόψεις δεν υποστηρίζονται καν στην ίδια την έκθεσή του.
Δεν είναι ασυνήθιστο να περιγράφει ο εισηγητής, εκτός του Κοινοβουλίου, το περιεχόμενο της έκθεσής του, εφόσον δεν συγχέει το περιεχόμενό της με τις δικές του απόψεις. Αυτό που υποστηρίζει στην προκειμένη έκθεση το Κοινοβούλιο είναι ότι δεν επιθυμούμε να παρέμβουμε στην ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων και ότι τα ενδιάμεσα στάδια θα αποτελούσαν διαθέσιμη επιλογή μόνο για τις χώρες εκείνες οι οποίες θα αποφασίσουν οι ίδιες ότι αυτό επιθυμούν. Όλοι γνωρίζουμε εξίσου καλά ότι το σύνολο των χωρών αυτών των Δυτικών Βαλκανίων και η Τουρκία δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν αυτή την κατεύθυνση· επιδιώκουν την πλήρη ένταξη. Είναι καιρός να σταματήσουμε να δημιουργούμε αμφιβολίες εντός του Σώματος, αλλά και, κυρίως, εκτός του Κοινοβουλίου.
Erik Meijer, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, μέχρι πρότινος, η ταχεία και εκτεταμένη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρούνταν εξαιρετικό βήμα προόδου, κάτι που έχρηζε γενικής στήριξης. Χαιρετιζόταν ως επανένωση της Ευρώπης και επισφράγιση της νίκης της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο. Μετά την εκτεταμένη διεύρυνση του 2004, το κλίμα αυτό άλλαξε δραστικά. Η κοινή γνώμη στα παλαιά κράτη μέλη δεν θεωρεί ότι η διεύρυνση αυτή συνιστά επιτυχία, ιδίως ενόψει της αυξανόμενης εκμετάλλευσης της ανισότητας μεταξύ των χωρών με υψηλούς και των χωρών με χαμηλούς μισθούς.
Και οι ίδιοι οι πολιτικοί αποστασιοποιούνται από αυτή τη διεύρυνση. Η αλλαγή αυτή είναι εμφανής στην έκθεση σχετικά με τη στρατηγική για τη διεύρυνση που αποτελεί το θέμα της σημερινής μας συζήτησης. Δίνεται έμφαση στην ικανότητα απορρόφησης της ΕΕ, στα εξωτερικά σύνορα, στο κόστος που συνεπάγεται η διεύρυνση και στα διοικητικά προβλήματα που αποδίδονται στην απουσία ενός ευρωπαϊκού συντάγματος. Συνεπώς, είναι πιθανό ότι η Ρουμανία και η Βουλγαρία θα είναι οι τελευταίες χώρες στις οποίες θα επιτραπεί να ενταχθούν στην ΕΕ στο εγγύς μέλλον. Άλλα ευρωπαϊκά κράτη παραπέμπονται στην πολιτική γειτονίας. Ακόμη και στις τρεις χώρες οι οποίες έχουν ήδη επιλεγεί ως υποψήφιες δεν έχει δοθεί ημερομηνία ένταξης.
Στο σύνολο των Δυτικών Βαλκανίων, τόσο σε αναγνωρισμένα κράτη όσο και σε ομόσπονδα κρατίδια ή προτεκτοράτα τα οποία πασχίζουν να ανεξαρτητοποιηθούν, όπου ζουν ομάδες ανθρώπων οι οποίοι μιλούν διαφορετικές γλώσσες και πιστεύουν σε διαφορετικές θρησκείες και οι οποίοι, κατά τη δεκαετία του 1990, βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους, η κοινή γνώμη αναμένει τώρα θαύματα και μια ταχεία διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ΕΕ εκμεταλλεύεται αυτές τις προσδοκίες για να απαιτήσει την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, παρεμβαίνει έντονα στις επιλογές των χωρών αυτών όσον αφορά τον τρόπο διακυβέρνησής τους.
Η ΕΕ δεν επιθυμεί επί του παρόντος τη διεύρυνση, αλλά επιθυμεί να ασκεί επιρροή εκτός των συνόρων της. Γι’ αυτό η Βοσνία-Ερζεγοβίνη διαθέτει τώρα ένα φορολογικό σύστημα το οποίο κανείς δεν είχε ζητήσει, ενώ η περιφερειακή αυτονομία την οποία της εγγυήθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας του Ντέιτον αναβάλλεται για το απώτερο μέλλον. Σύμφωνα με τα προπαγανδιστικά φυλλάδια, χάρη στη στρατιωτική παρουσία της ΕΕ η χώρα αυτή βρίσκεται καθ’ οδόν προς την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο Μαυροβούνιο και το Κοσσυφοπέδιο, περιοχές στις οποίες το ευρώ εισήχθη πριν από τέσσερα χρόνια ως νόμιμο χρήμα, μαζί με τα 12 κράτη μέλη, η κοινή γνώμη θεωρεί δεδομένο ότι σύντομα θα ενταχθούν στην ΕΕ ως ανεξάρτητα κράτη, ενώ η ουγγρόφωνη κοινότητα της Βοϊβοδίνας αναμένει προστασία έναντι της σλαβικής κυριαρχίας.
Μέχρι στιγμής, όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν απογοητευθεί από τη στάση της ΕΕ. Δεν έχουμε τίποτε άλλο να προσφέρουμε σε αυτές τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων πέραν της πρόσκλησης για συμμετοχή σε μια κοινή αγορά στο έδαφος της πρώην Γιουγκοσλαβίας και της προσαρμογής της οικονομίας και του τρόπου διακυβέρνησής τους στις δικές μας επιθυμίες, χωρίς να τους προσφέρουμε προοπτική ένταξης πριν από το 2020; Η πολιτική μου ομάδα αδυνατεί να υποστηρίξει με ιδιαίτερο ενθουσιασμό αυτή την πρόταση.
Αναγνωρίζουμε επίσης, ωστόσο, ότι, χάρη στο κείμενο αυτό, μπορούμε να τονίσουμε ότι το επικείμενο δημοψήφισμα στο Μαυροβούνιο πρέπει να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα και ότι η αντιπαράθεση σχετικά με τη χρήση του ονόματος Μακεδονία πρέπει να επιλυθεί σύντομα και στο πλαίσιο μιας διαδικασίας διαβούλευσης μεταξύ της Ελλάδας και του βορείου γείτονά της. Θετικό είναι επίσης το γεγονός ότι στο Κοσσυφοπέδιο πρέπει να εξευρεθεί σύντομα μια λύση η οποία θα καλύπτει τις ανάγκες τόσο της μεγάλης αλβανικής πλειονότητας όσο και των μειονοτήτων των Σέρβων και των Ρόμα.
Bastiaan Belder, εξ ονόματος της Ομάδας IND/DEM. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, είναι δύσκολο να συμφιλιωθεί ο υπερεθνικισμός, γνωστός και ως σοβινισμός, με την ιδιότητα μέλους της ΕΕ, και αυτό βεβαίως ισχύει εξίσου για τις υποψήφιες χώρες. Με λύπη διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια υποψήφια χώρα η οποία διαπνέεται από σοβινισμό: η χώρα αυτή είναι η Τουρκία, ως προς την οποία επικρατεί ήδη αρκετή διχογνωμία.
Στο τρέχον πλαίσιο, θέλω να θέσω δύο ερωτήσεις στον Επίτροπο κ. Rehn. Είναι καθόλου βάσιμη η πληροφορία, την οποία μου μετέφερε εχθές το βράδυ ένας ειδήμονας, ότι η θέση των χριστιανικών εκκλησιών στην Τουρκία έχει επιδεινωθεί ορατά το τελευταίο διάστημα;
Υπό το πρίσμα αυτής της πληροφορίας, η δολοφονία του ιταλού ιερέα Andrea Santoro στο λιμάνι της Τραπεζούντας στις 5 Φεβρουαρίου δεν είναι απομονωμένο περιστατικό. Απόπειρα δολοφονίας με παρόμοια χαρακτηριστικά σημειώθηκε πολύ πρόσφατα στην πόλη της Μερσίνας, ενώ εκτοξεύονται ευθείες απειλές κατά εκκλησιών μέσω τηλεφώνου, ακόμη και από τις στήλες εφημερίδων. Παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με τον αγγλικανό εφημέριο Ian Sherwood, ο οποίος δραστηριοποιείται στην Κωνσταντινούπολη, η τουρκική ελίτ θεωρεί τη διάδοση χριστιανικών κειμένων στην τουρκική γλώσσα πνευματικά απαράδεκτη, αν όχι δυνητικά παράνομη. Πώς μπορεί, κύριε Επίτροπε, να συνάδει κάτι τέτοιο με τη θρησκευτική ελευθερία στην Τουρκία; Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, δεν σημειώνεται η παραμικρή πρόοδος όσον αφορά το σημαντικό αυτό θέμα στο πλαίσιο των κριτηρίων της Κοπεγχάγης.
Πληροφορήθηκα μάλιστα εχθές το βράδυ ότι η Τραπεζούντα βρίσκεται κοντά στη λεγόμενη κοιλάδα των λύκων. «Κοιλάδα των λύκων» είναι επίσης ο τίτλος μιας τουρκικής κινηματογραφικής παραγωγής η οποία στάζει κυριολεκτικά σοβινισμό και είναι γνωστό ότι είναι ριζικά αντιχριστιανική, αντισημιτική, αντιαμερικανική και αντικουρδική. Σημειώνει ήδη τεράστια εισπρακτική επιτυχία στην Τουρκία, ενώ έχει τύχει ενθουσιώδους επιδοκιμασίας από τον στενό κύκλο του πρωθυπουργού Ερντογάν και τον πρόεδρο του τουρκικού κοινοβουλίου.
Θέλω να ρωτήσω τον κ. Επίτροπο αν έχει θίξει στον πρωθυπουργό κ. Ερντογάν και τον υπουργό κ. Γκιουλ αυτό το θέμα του τουρκικού σοβινισμού, ο οποίος είναι απολύτως ασύμβατος με τις ευρωπαϊκές αξίες.
Konrad Szymański, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Κύριε Πρόεδρε, είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η έκθεση την οποία εκπόνησε ο κ. Elmar Brok μας προσέφερε σήμερα την ευκαιρία να συζητήσουμε το θέμα της διεύρυνσης.
Πρέπει οπωσδήποτε να ενισχύσουμε την πολιτική γειτονίας, ενώ χρειαζόμαστε μια νέα και πιο σοβαρή σχέση μεταξύ της Ένωσης και των χωρών με τις οποίες έχει κοινά σύνορα. Μέχρι στιγμής, το μέσο της πολιτικής γειτονίας δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκές. Αυτό το αποδεικνύει το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του, οι χώρες τις οποίες αφορούσε διήλθαν περιόδους κρίσης και αποσταθεροποίησης σε τεράστια κλίμακα.
Οι νέες μορφές συνεργασίας, όπως αυτές που προτείνονται στην έκθεση, δεν μπορούν ωστόσο να αποκλείουν την προοπτική ένταξης. Οφείλουμε να γνωρίζουμε από τώρα ότι είτε θα προσφέρουμε στις χώρες που βρίσκονται πέρα από τα ανατολικά μας σύνορα την προοπτική της ένταξης είτε οι εκκλήσεις μας υπέρ της δημοκρατίας, της οικονομίας της αγοράς και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα μείνουν λόγια κενά περιεχομένου. Εάν δεν τους προσφέρουμε τουλάχιστον την προοπτική ένταξης στο μακρινό μέλλον, οι χώρες αυτές θα επιστρέψουν στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Εντούτοις, στην ίδια αυτή έκθεση παρατηρούμε την εξέλιξη και ενίσχυση των απόψεων σχετικά με τη διεύρυνση και την ικανότητα απορρόφησης. Ο όρος αυτός δεν είχε ποτέ οριστεί με σαφήνεια και σήμερα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ευφυολόγημα που λειτουργεί ως πρόφαση, μια φθηνή δικαιολογία για την υπαναχώρηση όσον αφορά τη διαδικασία διεύρυνσης. Αν κριτήριο της ικανότητας απορρόφησης μπορεί να θεωρηθεί η αποδοχή της Συνταγματικής Συνθήκης, τότε κινδυνεύει να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι συντάκτες αυτού του κειμένου επιδιώκουν σίγουρα να κλείσουν την πόρτα στους πάντες. Η εν λόγω Συνθήκη δεν μπορεί ποτέ να επανέλθει ως πρόταση στη σημερινή της μορφή.
Η απαίτηση να ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα σύνορα της Ένωσης αποτελεί σφάλμα. Θα πυροδοτήσει απλώς αμήχανες πολιτικές συζητήσεις για θέματα γεωγραφίας και οπωσδήποτε θα αποδυναμώσει την επιρροή που ασκεί η Ένωση στις διαδικασίες εκδημοκρατισμού, σταθεροποίησης και ενίσχυσης των φιλοδυτικών πολιτικών σε γειτονικές χώρες. Το παρόν Κοινοβούλιο βρέθηκε πολύ συχνά στην πρώτη γραμμή της διαδικασίας ολοκλήρωσης. Έχει θέσει μακρόπνοους στόχους. Σήμερα, το ίδιο αυτό Κοινοβούλιο εμφανίζεται ως το πλέον συντηρητικό και αδρανές όργανο. Τούτο δε εγείρει το εξής απλό ερώτημα: γιατί;
Philip Claeys (NI). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να επιστήσω την προσοχή σας σε ορισμένες ατέλειες και αντιφάσεις που περιλαμβάνει η έκθεση σχετικά με την Τουρκία. Είναι τέτοιος ο κατάλογος των θεμελιωδών προβλημάτων που περιλαμβάνονται στην έκθεση ώστε να αναρωτιέται κανείς γιατί δεν κατέστη δυνατή η συναγωγή του μόνου λογικού συμπεράσματος, ότι δηλαδή η έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν εξαρχής εσφαλμένη.
Όπως εξήγησε λεπτομερώς προ ολίγου ο κ. Belder, σημειώνονται παραβιάσεις των δικαιωμάτων εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων. Τα βασανιστήρια εξακολουθούν να είναι διαδεδομένα ενώ, δυνάμει του άρθρου 301 του ποινικού κώδικα, μεταξύ άλλων, η ελεύθερη έκφραση γνώμης και η ελευθεροτυπία δεν είναι εγγυημένες. Επίσης, η Τουρκία αρνείται κατηγορηματικά να τηρήσει τις υποχρεώσεις της όσον αφορά την τελωνειακή ένωση. Τα κυπριακά πλοία και αεροσκάφη εξακολουθούν να μην γίνονται δεκτά στην τουρκική επικράτεια.
Τις τελευταίες εβδομάδες, παρακολουθήσαμε επίσης την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ των τουρκικών αρχών και ορισμένων κουρδικών ομάδων. Ο ίδιος ο υπαρχηγός του γενικού επιτελείου του τουρκικού στρατού κατηγορείται ότι σκηνοθέτησε μια βομβιστική επίθεση με σκοπό να ενοχοποιηθούν οι Κούρδοι. Ορισμένα στελέχη του στρατού θεωρούν ότι αυτή η κατηγορία αποτελεί τέχνασμα ενορχηστρωμένο από την κυβέρνηση, η οποία επιδιώκει να υπονομεύσει τη θέση του εν λόγω στρατηγού λόγω της στάσης του έναντι του μουσουλμανικού φονταμενταλισμού.
Σε ορισμένους κύκλους, συζητείται ακόμη και το ενδεχόμενο νέου στρατιωτικού πραξικοπήματος, εφόσον η κατάσταση κλιμακωθεί περαιτέρω.
Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι οι προοπτικές μοιάζουν δυσοίωνες, και μάλιστα για μια χώρα η οποία φιλοδοξεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε λίγα χρόνια. Ουσιαστικά, οφείλουμε να φανούμε ειλικρινείς και να παραδεχτούμε ότι αυτό είναι τελείως παράλογο. Στην έκθεση ορθώς υπενθυμίζεται ότι τα κριτήρια της Κοπεγχάγης περιλαμβάνουν και τη δική μας ικανότητα απορρόφησης. Και μόνον αυτό αρκεί ως λόγος ανάκλησης της απόφασής μας να ξεκινήσουμε διαπραγματεύσεις με την Τουρκία.
Doris Pack (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρία Προεδρεύουσα του Συμβουλίου, ως πρόεδρος της αντιπροσωπείας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη υποστηρίζω πλήρως όσα αναφέρονται στην έκθεση του κ. Brok για την κάθε χώρα και τις εκάστοτε απαιτήσεις που προβάλλονται. Η κάθε χώρα έχει τα δικά της, ιδιαίτερα προβλήματα και πρέπει να κριθεί βάσει των δικών της επιτευγμάτων και έτσι θα ήταν ιδιαίτερα επιθυμητό να εξεταστεί η δυνατότητα να ενταχθεί σύντομα η Κροατία. Αυτό θα αποτελούσε ένα σημαντικό μήνυμα σταθεροποίησης για ολόκληρη την περιοχή, αφού τα επιτεύγματα της Κροατίας τόσο στον πολιτικό, όσο και στον οικονομικό τομέα δεν είναι καθόλου μικρότερα από εκείνα των δύο άλλων υπό ένταξη χωρών.
Τώρα όμως που πλησιάζουμε στο τέλος της συζήτησης, θα ήθελα να ασχοληθώ με μια ιδέα που υπάρχει συγκαλυμμένη στην έκθεση Brok, αλλά είναι πιο φανερή στα δημόσια μέσα ενημέρωσης. Αναφέρομαι στις νύξεις για αλλαγές στη στρατηγική της διεύρυνσης. Τίθεται το ερώτημα πού βρίσκονται τα σύνορα της ΕΕ, αλλά κανείς δεν δίνει μια απάντηση. Ο ίδιος ο Επίτροπος Rehn είπε προηγουμένως ότι αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί και ακριβώς αυτό είναι που έχει ανησυχήσει την κοινή γνώμη. Εγώ προσωπικά θεωρώ ότι με την ένταξη της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, η ΕΕ θα φθάσει στα όριά της. Για όλες τις άλλες χώρες σχεδιάσαμε το νέο μέσον της πολιτικής γειτνίασης και πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε. Οι εσπευσμένες διαπραγματεύσεις με την Τουρκία έκαναν ό,τι έμενε να γίνει για να αποσταθεροποιήσουν και να αποπροσανατολίσουν τους πολίτες μας.
Για δέκα χρόνια λέγαμε ότι δεν πρέπει να γίνει διεύρυνση χωρίς θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ, το Συμβούλιο όμως δεν ανταποκρίθηκε σε αυτό παρά μόνο μετά την τελευταία διεύρυνση και τιμωρηθήκαμε όλοι γι’ αυτό με τα δημοψηφίσματα στη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες. Ωστόσο, θα ήταν μοιραίο να συμπεράνουμε από αυτό ότι δεν πρέπει να γίνουν άλλες προσχωρήσεις. Πρέπει να δημιουργήσουμε το συντομότερο δυνατόν τα απαραίτητα μέσα, τα οποία προβλέπει, βέβαια, η συνταγματική συνθήκη, και να τα χρησιμοποιήσουμε για να αποκαταστήσουμε την ικανότητά μας να δεχτούμε νέα μέλη. Αν δεν θέλουμε να διακινδυνεύσουμε τον μεγάλο ζήλο που δείξαμε μέχρι τώρα στα Βαλκάνια, πρέπει να παραμείνουμε συνεπείς και επικεντρωμένοι στον στόχο μας να φέρουμε τις χώρες αυτές πιο κοντά στην ΕΕ.
Επιδοκιμάζω θερμά όσα είπαν για το θέμα αυτό ο Επίτροπος Rehn και η κ. Plassnik. Δικαίως υποσχεθήκαμε σε όλες αυτές τις χώρες την ένταξη εφόσον εκπληρώσουν τα κριτήρια. Αυτό ήταν και παραμένει σημαντικό κίνητρο για αλλαγή μετά από τις τρομερές συγκρούσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία και τη δικτατορία του Εμβέρ Χότζα στην Αλβανία. Κάθε λογικός άνθρωπος που έχει ρίξει μια ματιά στον χάρτη της περιοχής καταλαβαίνει πως βρίσκεται στο κέντρο της ΕΕ. Αν η περιοχή αυτή έχει σταθερότητα, τότε έχουμε κι εμείς. Το αντίθετο το διαπιστώσαμε με οδυνηρό τρόπο το 1990. Φοβάμαι ωστόσο –και μπορώ να πω στην Προεδρεύουσα του Συμβουλίου ότι αφορμή γι’ αυτό μου δίνουν οι ασαφείς και ανακριβείς δηλώσεις του Σάλτσμπουργκ– ότι ορισμένοι Ευρωπαίοι θέλουν να αφήσουν για δεύτερη φορά ακάλυπτα τα κράτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε.
Helmut Kuhne (PSE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, επιδοκιμάζω την αλλαγή προοπτικής που παρουσιάζει η έκθεση Brok. Οι συζητήσεις μας δεν μπορεί να συνεχίσουν να αφορούν την προτίμησή μας για τη μία ή την άλλη χώρα. Αντίθετα, πρέπει να απαντήσουμε επιτέλους στο ερώτημα ποιο είδος πολιτικού συστήματος μπορεί να αντέξει η Ευρώπη προκειμένου να βελτιωθεί η ικανότητά της να λαμβάνει αποφάσεις και να ενεργεί ανάλογα. Αυτό είναι το βασικό θέμα από το οποίο εξαρτώνται όλα τα άλλα.
Για τον λόγο αυτόν, το επόμενο βήμα μας πρέπει να είναι να διασαφηνίσουμε τους όρους που δεν έχουν ακόμα διασαφηνιστεί. Τα κριτήρια της Κοπεγχάγης αναφέρουν την έννοια της ικανότητας αφομοίωσης, χωρίς ωστόσο να την ορίζουν. Κατά την άποψή μου, η έννοια αυτή πρέπει να συμπεριλαμβάνει τουλάχιστον τις πολιτικές και θεσμικές ρυθμίσεις της συνταγματικής συνθήκης.
Άκουσα με προσοχή όσα είπε ο Επίτροπος και παρακαλώ να με διορθώσει αν κάνω λάθος, όμως δεν άκουσα να λέει τίποτα γι’ αυτό. Στην απόφαση για το τι αποτελεί κριτήριο της ικανότητας αφομοίωσης ενυπάρχει η ενδεχόμενη πηγή διαφωνίας ανάμεσα σε εμάς και την Επιτροπή. Ανάμεσα στα σημαντικά κριτήρια είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να θεμελιωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να έχει ένα βιώσιμο μέλλον και να γίνει αποδεκτή από τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Μια και μιλάμε για αξιοπιστία, η αξιοπιστία αυτή και τα κριτήρια που είναι σωστό να εφαρμοστούν για την ικανότητα απορρόφησης υπαγορεύουν να μην είναι δυνατόν να προσχωρήσει στο άμεσο μέλλον κάποια άλλη χώρα μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Η αξιοπιστία είναι κάτι παραπάνω από μία υπόσχεση να γίνουν δεκτοί κάποτε κάποιοι άνθρωποι. Αφορά επίσης τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μπορούν να γίνουν δεκτοί, και αυτό σημαίνει πως πρέπει να είμαστε πιο ακριβείς σε σχέση με έννοιες όπως η «προοπτική διεύρυνσης» ή η «προοπτική προσχώρησης».
Πρέπει να καταλάβουμε πολύ καλά ότι η πεποίθηση πως η προσχώρηση μιας χώρας θα λύσει τις εντάσεις και τα προβλήματα εσωτερικής ασφάλειας είναι εσφαλμένη. Οι παρόμοιες εντάσεις και προβλήματα πρέπει να λυθούν πριν από την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ κ. ONESTA Αντιπροέδρου
Annemie Neyts-Uyttebroeck (ALDE). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Προεδρεύουσα του Συμβουλίου, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, στην έκθεση Brok τίθενται μείζονα ερωτήματα και παρέχονται απαντήσεις, ακόμη και αν δεν συμφωνώ με το σύνολό τους. Καθίστανται επίσης εμφανείς οι αμφιβολίες πολλών βουλευτών έναντι της περαιτέρω διεύρυνσης. Γι’ αυτό δίνεται τόσο μεγάλη έμφαση στην ικανότητα απορρόφησης, η οποία, αν η έκθεση εγκριθεί χωρίς τροποποιήσεις, θα προσλάβει ακόμη και γεωγραφική διάσταση.
Συμμερίζομαι την άποψη πολλών συναδέλφων της πολιτικής ομάδας μου ότι η ικανότητα απορρόφησης δεν προϋποθέτει γεωγραφική περιχαράκωση προκειμένου να αποκτήσει περιεχόμενο, καθόσον η περιχαράκωση της Ένωσης θα είναι πρωτίστως πολιτική – όχι ότι έτσι θα είναι λιγότερο δύσκολη. Εκείνο όμως που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι ότι η ΕΕ πρέπει να τηρήσει την υπόσχεσή της όσον αφορά τη διεύρυνση, αν μη τι άλλο στην περίπτωση των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Παρότι οι εν λόγω χώρες απέχουν ακόμη πολλά χρόνια από το ενδεχόμενο ένταξής τους, είναι καιρός να καταλήξουμε σε δεσμευτικές συμφωνίες επί του θέματος, ακόμη και να προτείνουμε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Εννοείται, βεβαίως, ότι πρέπει να πληρούνται όλα τα κριτήρια, ιδίως τα πολιτικά.
Από ό,τι καταλαβαίνω, αυτό ακριβώς υποστήριξε στην απάντησή της η Προεδρεύουσα του Συμβουλίου. Θεωρώ ότι η αοριστία σχετικά με το ενδεχόμενο ένταξης και η περαιτέρω ανάπτυξη των κριτηρίων θα καθυστερήσουν απλώς τη διαδικασία, καθόσον αυτή η αοριστία θα χρησιμοποιούνταν ως δικαιολογία, κάτι που δεν συμφέρει κανέναν.
Cem Özdemir (Verts/ALE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, η έκθεση ζητάει να οριστούν τα γεωγραφικά όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η φύση της. Μερικοί Χριστιανοδημοκράτες, αλλά και μερικοί Σοσιαλδημοκράτες αναζητούν εναλλακτικές λύσεις για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα ήθελα να υπενθυμίσω στο Σώμα ότι πριν από λίγα χρόνια, οι πολιτικοί επιστήμονες και αναλυτές δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα ερχόταν μια ημέρα που δεν θα υπήρχε πια το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Κι όμως, αυτό συνέβη και μας προκαλεί χαρά. Προειδοποιώ το Σώμα να δείξει προσοχή όταν προβλέπει πώς θα είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση σε είκοσι, τριάντα ή σαράντα χρόνια, όταν οι περισσότεροι από εμάς θα έχουν από καιρό σταματήσει να ασχολούνται ενεργά με την πολιτική. Πιστεύω ότι θα μας έκανε καλό ενόψει του λάθους που κάναμε οι περισσότεροι εκτιμώντας τι θα γινόταν το 1989.
Το άλλο που ήθελα να πω είναι πως όλοι μιλούν για την ανάγκη εφαρμογής του πρωτοκόλλου της Άγκυρας, και δικαίως, αλλά πρέπει επίσης να πούμε ότι η Τουρκία και η Βόρεια Κύπρος είναι υπέρ μιας λύσης και έχουμε δώσει και υποσχέσεις. Η παλιά αρχή “pacta sunt servanda” (οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται) ισχύει και αυτό σημαίνει πως πρέπει να σταματήσει η απομόνωση του βόρειου τμήματος της Κύπρου, όπως υποσχέθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα ήθελα να πω στον κ. Brok πως θα ήθελα να μην εμφανίζεται ο Χέλμουτ Κολ μόνο στα βιβλία ιστορίας αλλά να παίζει από καιρό σε καιρό και πάλι ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής της CDU.
Δημήτριος Παπαδημούλης (GUE/NGL). – Κύριε Πρόεδρε, η πολιτική μου ομάδα δεν θα υπερψηφίσει την έκθεση Brok για τους εξής, κυρίως, λόγους:
Η έκθεση, και κυρίως το σημείο 10, με τη σκόπιμη ασάφειά του, αποτυπώνει μια διπλή στρατηγική. Αφήνει εντελώς ανοικτή την πίσω πόρτα η προοπτική της ένταξης να μετατραπεί σε φόρμουλα της ειδικής σχέσης: τον μεγάλο έρωτα της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας. Το σημείο για το Κοσσυφοπέδιο, με τις θολές του διατυπώσεις, αποτυπώνει τη διγλωσσία στο εσωτερικό της Ένωσης και την τάση σταδιακής απαγκίστρωσης από τις σαφείς προϋποθέσεις του ψηφίσματος 1244 του ΟΗΕ.
Η πολιτική μου ομάδα υπογραμμίζει την απαίτηση να υλοποιήσει η Τουρκία τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, με πρώτη την πιστή εφαρμογή, χωρίς παρασπονδίες, του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας.
Τέλος, η πολιτική μου ομάδα υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, την τροπολογία 19 για την αμοιβαία αποδεκτή επίλυση στο πρόβλημα με την ονομασία της Φυρόμ, καθώς και την αναθεωρημένη τροπολογία 4 που αφορά στην Κύπρο.
Γεώργιος Καρατζαφέρης (IND/DEM). – Κύριε Πρόεδρε, το πρώτο θέμα που πρέπει να συζητήσουμε είναι πού φθάνουν τα όρια της Ευρώπης. Δεν ξέρουμε πλέον ποια είναι η Ευρώπη: Φτάσαμε στο Ντιαρμπακίρ και, αν αύριο οι Αμερικανοί μας πουν ότι πρέπει να μπει και το Ιράκ στην Ευρώπη για λόγους ισορροπίας, θα φθάσουμε στον Ινδικό Ωκεανό; Αυτό είναι το ζητούμενο. Ποίος αποφασίζει ποιος θα μπει στην Ευρώπη. Μέχρι χθες λέγαμε όχι στην Κροατία. Έλεγε η εισαγγελέας, κ. Κάρλα ντελ Πόντε, «όχι», πίεσε η Αυστρία, μπαίνει η Κροατία. Αυτή είναι η πολιτική βούληση της Ευρώπης; Και, βεβαίως, να πούμε στους φίλους μας τους Τούρκους ότι δεν πρέπει να προπηλακίζουν τον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου, δεν είναι πάρα πολύ κομψό. Δεν είναι πολύ κομψό να τους πηγαίνουμε 139 εκατομμύρια ευρώ στα κατεχόμενα και να πετάνε αυγά και πέτρες στους ευρωβουλευτές. Πρέπει να αλλάξουν νοοτροπία, όχι μόνο ένα άρθρο στο σύνταγμά τους. Δεν μπορούν να έχουν αυτή την περιποίηση. Δεν μπορούν να απειλούν κράτος της Ευρώπης με πόλεμο, «casus belli», και εμείς να συζητάμε να τους βάλουμε μέσα. Δεν μπορούν να αναγνωρίσουν μια κυβέρνηση που έχουν αναγνωρίσει οι υπόλοιποι 24; Αυτά δεν είναι λογικές επεξεργασίες.
Και έρχομαι στα Σκόπια τα οποία, βεβαίως, διεκδικούν ένα όνομα. Να σας θυμίσω ότι όταν κάνατε την αίτηση να μπείτε στον ΟΗΕ ως Γερμανική Δημοκρατία της Αυστρίας η Γερμανία –η ηττημένη τότε Γερμανία– έβαλε βέτο και μπήκατε ως Αυστρία; Να θυμίσω ότι οι Βρετανοί δεν άφησαν να μπει μέσα η Μεγάλη Βρετανία διότι είχαν τη Βρετάνη και μπήκαν ως Ηνωμένο Βασίλειο; Για ποιο λόγο λοιπόν δεν στηρίζετε και εμάς όταν έχουμε μία ιστορία 3000 χρόνων με τη Μακεδονία;
Γιατί δε λέτε τα πράγματα με το όνομά τους; Γιατί δεν έχουμε, επί τέλους, αυτόνομη πολιτική και πρέπει να παρακολουθούμε το παιχνίδι των Αμερικάνων; Να κοντράρουμε τη Ρωσία, να τους παίρνουμε τους δορυφόρους, να ανοίγουμε μέτωπο με το Ιράν και όλα αυτά. Πότε επί τέλους η Ευρώπη –και αυτό είναι το ζητούμενο– θα αποφασίσει ότι δεν είναι το μικρό παιδί των Αμερικανών; Δεν χρειαζόμαστε παιδονόμους για να αναπτύξουμε τις δικές μας πρωτοβουλίες.
Inese Vaidere (UEN). – (LV) Κυρίες και κύριοι, μέχρι στιγμής η διαδικασία διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξε αναμφίβολα επιτυχημένη, καθόσον προήγαγε τις μεταρρυθμίσεις σε πολλά κράτη διευρύνοντας τον χώρο ειρήνης, σταθερότητας και υπερίσχυσης του κράτους δικαίου στην Ευρώπη.
Η συνέχιση της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αναγκαία, αλλά πρέπει να αναζητήσουμε νέους μηχανισμούς και τρόπους εξόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το αδιέξοδο της σημερινής της ικανότητας να απορροφά νέα κράτη. Βεβαίως, μέσω του ορισμού σαφών κριτηρίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να αναπτύξει αυτή την έννοια της ικανότητας απορρόφησης. Εκτός της δυνατότητας πλήρους ένταξης, πρέπει επίσης να προσφέρουμε διάφορες μορφές πολυμερούς συνεργασίας και εταιρικών σχέσεων με χώρες οι οποίες, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, δεν θα μπορούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θέλω εν προκειμένω να δηλώσω ότι συμφωνώ πλήρως με τη δήλωση του κ. Brok. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούμε να δώσουμε κίνητρα στην Τουρκία, την Ουκρανία και τις χώρες των Βαλκανίων, για παράδειγμα –και αργότερα σε άλλες χώρες– προκειμένου να στραφούν προς την κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων και της εφαρμογής των ευρωπαϊκών αξιών.
Ryszard Czarnecki (NI). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, είναι μύθος η άποψη ότι, χωρίς περαιτέρω διεύρυνση, η Ένωση θα είναι ισχυρή και ανταγωνιστική. Το ίδιο όμως ισχύει και για τη δυνατότητα της Ένωσης να επεκτείνει επ’ αόριστον τα σύνορά της, με την ένταξη, λόγου χάρη, της Ρωσίας.
Είναι προτιμότερο να εστιάσουμε απλώς την προσοχή μας στις προτεραιότητες όσον αφορά τη διεύρυνση. Μετά τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, οι οποίες πρέπει να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2007 και όχι το 2008, πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Μετά την Κροατία και την ΠΓΔΜ, πρέπει να ξεκινήσουμε έναν νέο γύρο διεύρυνσης με τη Σερβία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο, το Κοσσυφοπέδιο και την Αλβανία. Αυτή είναι η λογική σειρά που πρέπει να ακολουθηθεί. Είναι ζήτημα στρατηγικής σκέψης, καθώς και ενίσχυσης της ασφάλειας της Γηραιάς Ηπείρου. Σε γενικές γραμμές, θα είναι επωφελής από οικονομική άποψη, καθώς θα δαπανήσουμε λιγότερα χρήματα αν διευρύνουμε την Ένωση εντάσσοντας τα επόμενα κράτη των Βαλκανίων, αντί να σπαταλούμε πόρους στον πίθο των Δαναΐδων που θα αποτελούν τα ταμεία των εν λόγω χωρών στο προενταξιακό στάδιο. Η επίλυση μακροχρόνιων συγκρούσεων σε αυτή την περιοχή της Ευρώπης κοστίζει περισσότερο από ό,τι θα κόστιζε η ένταξή τους στην Ευρώπη, οπότε θα όφειλαν να τηρούν τους κανόνες του πολιτικού και οικονομικού παιχνιδιού που ισχύουν στην ΕΕ.
Δεν πρέπει να φοβόμαστε την επέκταση της Ένωσης με την ένταξη των επομένων χωρών. Γνωρίζω ότι ο φόβος αυτός είναι πλέον, ούτως ειπείν, «του συρμού». Είναι ιδιαιτέρως χρήσιμος στις προεκλογικές εκστρατείες οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη σε διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ. Εάν επιθυμούμε η Ένωσή μας να καταστεί οικονομικά πιο αποτελεσματική και να μην σημειώσει υστέρηση έναντι της Αμερικής και της Ασίας, οφείλει να καταργήσει σταδιακά τη διαίρεση της Ευρώπης σε δύο τμήματα: Ευρώπη Α, με άλλα λόγια η Ευρωπαϊκή Ένωση, και Ευρώπη Β, δηλαδή όλες οι χώρες οι οποίες δεν αποτελούν τμήμα της Ένωσης. Η Ιστορία μας έχει επίσης διδάξει ότι μια Ένωση η οποία διευρύνεται είναι και πιο ασφαλής. Μια πρόσκληση σε ενταξιακές διαπραγματεύσεις, ακόμη και χωρίς άμεση προοπτική ένταξης στην Ένωση στο εγγύς μέλλον, μοιάζει με την ύψωση της σημαίας που σηματοδοτεί την έναρξη ενός αγώνα ταχύτητας. Οι οδηγοί πρέπει να έχουν κάποιον στόχο· πρέπει να γνωρίζουν πού βρίσκεται η γραμμή του τερματισμού. Έτσι μπορούν να καλύψουν μεγάλες αποστάσεις, περνώντας πολλές στροφές, ακόμη και ξεπερνώντας σοβαρά μηχανικά προβλήματα. Το σημαντικό είναι, όμως, να αρχίσουν να κινούνται οι τροχοί της ένταξης.
Στην πρόταση ψηφίσματος του Κοινοβουλίου ορθώς υπογραμμίζεται το γεγονός ότι αυτό ακριβώς το κίνητρο έχει ενθαρρύνει τις μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία, την Κροατία και τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων. Πράγματι, η διεύρυνση κοστίζει, ιδίως βραχυπρόθεσμα, αλλά μακροπρόθεσμα αποτελεί αξιόλογη επένδυση.
Jacek Emil Saryusz-Wolski (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, χαιρετίζω αυτήν τη γενικά θετική έκθεση του κ. Brok. Χαιρετίζω τη γενναιότητά του να αναγνωρίσει το γεγονός ότι τα Δυτικά Βαλκάνια πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μέλλον. Είμαι πεπεισμένος ότι πρέπει να σεβαστούμε τις δεσμεύσεις μας· δεν μπορούμε να κλείσουμε τις πόρτες στις χώρες στις οποίες προσφέρθηκε μια προοπτική προσχώρησης ή στις χώρες που αξίζουν αυτή την προοπτική στο μέλλον υπό το πρίσμα των διατάξεων της Συνθήκης για την ΕΕ.
Ας μην επαναλάβουμε, ωστόσο, τα παλιά μας λάθη. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για τη διεύρυνση. Πρώτον και κύριο πρέπει να παράσχουμε τη χρηματοδότηση. Πρέπει επίσης να προετοιμάσουμε τους πολίτες μας για την προοπτική της διεύρυνσης εξηγώντας τα σημαντικά οφέλη της. Πρέπει να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε την προηγούμενη και τη μελλοντική διεύρυνση ως εξιλαστήριο θύμα για τα εσωτερικά μας, κυρίως εγχώρια, προβλήματα και την αδράνεια.
Κατά την προετοιμασία για τη διεύρυνση, πρέπει να είμαστε αυστηροί, πρέπει να τηρούμε τις προϋποθέσεις, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς με τους εταίρους μας. Ας μην είμαστε, ωστόσο, υπερβολικά δογματικοί. Είναι απολύτως εφικτό να ανοίξουμε τις πόρτες για την Κροατία χωρίς τη Συνταγματική Συνθήκη. Αρκεί να εισαγάγουμε τις απαραίτητες προσαρμογές στη Συνθήκη Προσχώρησης. Η Κροατία δεν πρέπει να γίνει θύμα ή όμηρος των προβλημάτων μας με τη Συνταγματική Συνθήκη.
Επικροτώ την καινοτομία και το σθένος της έκθεσης. Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε την ιδέα ενδιάμεσων μέτρων για την επίτευξη της προσχώρησης υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα είναι μόνιμα – ενδιάμεσα μέτρα, ναι, όχι όμως ως υποκατάστατο της ιδιότητας μέλους. Οι διάφοροι προβληματισμοί δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για αδράνεια ή για να κλείσουν οι πόρτες στις χώρες που μια μέρα θα αξίζουν την ιδιότητα του μέλους, όπως η Ουκρανία. Τα σύνορα της Ένωσης ορίστηκαν ήδη από τη Συνθήκη της ΕΕ, η οποία προβλέπει ότι «Κάθε ευρωπαϊκό κράτος το οποίο σέβεται τις αρχές...», κλπ.
Τέλος, επιτρέψτε μου να επαναλάβω: η διεύρυνση είναι μία από τις πιο επιτυχείς πολιτικές της Ένωσης και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να κάνουμε σωστή χρήση του δυναμικού της για την οικοδόμηση μιας ισχυρής, ασφαλούς και σημαίνουσας Ένωσης, πιστής στις αξίες της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας και της διαφάνειας.
Józef Pinior (PSE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να υπογραμμίσω την ιδιαίτερη ευθύνη την οποία φέρει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τη δημιουργία στην ευρωπαϊκή ήπειρο μιας κοινότητας χωρών, εθνών και πολιτών η οποία θα στηρίζεται στην ειρήνη, τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την οικονομία της αγοράς και το κράτος δικαίου.
Ωστόσο, σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το ερώτημα κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη δυνατότητα να διευρυνθεί περαιτέρω και να επιδείξει γνήσιο ανοικτό πνεύμα, αντιμετωπίζοντας συγχρόνως το πρόβλημα του καθορισμού του χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανομένων των γεωγραφικών της συνόρων.
Η ικανότητα απορρόφησης περιπλέκεται επί του παρόντος από το αδιέξοδο στη διαδικασία κύρωσης της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης και από τα εμπόδια που ορθώνονται στην πορεία πολιτικής εμβάθυνσης και στρατηγικής ολοκλήρωσης των 25 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγχρόνως, κατά τη διάρκεια των προσεχών ετών, τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλούνται να εφαρμόσουν στρατηγικές διεύρυνσης οι οποίες θα στηρίζονται σε αυστηρούς όρους, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι της Τουρκίας, της Κροατίας και των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει επίσης να καταρτίσει μια μακρόπνοη ευρωπαϊκή προοπτική έναντι των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, κυρίως δε της Ουκρανίας.
Alexander Lambsdorff (ALDE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, όταν συζητάμε για τη διεύρυνση, στην ουσία συζητάμε για το πώς αντιλαμβανόμαστε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Την εννοούμε ως μέσο για κάποιον σκοπό ή ως μία αυτοτελή πολιτική οντότητα; Θέλουμε έναν ΟΑΣΕ με ελεύθερο εμπόριο για τη σταθεροποίηση μιας προβληματικής γειτνίασης ή μία πολιτική ένωση που θα μπορεί να ενεργεί βάσει των δικών της νόμων; Η έκθεση Brok είναι καλή επειδή πραγματικά αλλάζει την προοπτική υπέρ της δεύτερης επιλογής.
Γενικά λένε για εμάς τους πολιτικούς ότι δεν είμαστε ικανοί να επαινέσουμε, όμως ο κ. Kuhne του SPD μόλις μίλησε βάσει ενός εξαίρετου εγγράφου που ενέκριναν οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες και το εξαιρετικό σε αυτό είναι ότι ορίζει τη θέση του SPD για τη διεύρυνση.
Πραγματικά, έχουν ληφθεί οι αποφάσεις σχετικά με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, πρέπει όμως να εξετάσουμε τη δυνατότητα να τις αντιμετωπίσουμε χωριστά αν αυτό απαιτείται βάσει των επιδόσεων τους. Το σημαντικό δεν είναι τα μέσα αλλά ο σκοπός. Είναι αρκετά πιθανό οι διαπραγματεύσεις με την Τουρκία να καταλήξουν σε κάτι διαφορετικό από την πλήρη ένταξη, και εδώ έχουμε μια πρόταση-κλειδί: «Δεν πρόκειται να συμφωνήσουμε άλλο με την προοδευτική αποδυνάμωση των κριτηρίων για την ένταξη» λένε οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες και εμείς οι γερμανοί Ελεύθεροι Δημοκράτες συμφωνούμε απόλυτα μαζί τους.
Ορίζεται και η ικανότητα απορρόφησης. Εδώ το κύριο πρόβλημα είναι πως η ικανότητα απορρόφησης νέων μελών από την ΕΕ εξαρτάται μερικώς από την καταρχήν συμφωνία των πολιτών των κρατών μελών. Αυτό το θεωρώ κεφαλαιώδες αν θέλουμε να έχουμε μαζί μας τους πολίτες. Αν θέλουμε να μείνουν καλοί και πιστοί πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τις επιθυμίες τους.
Tatjana Ždanoka (Verts/ALE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, εκτιμώ ιδιαιτέρως τις αναφορές στην έκθεση του κ. Brok για την ανάγκη σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, κυρίως των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία, στην Κροατία και στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
Κατά τη συζήτηση της τουρκικής αίτησης προσχώρησης στην Ένωση, προέτρεψα την Επιτροπή να μην επαναλάβει τα λάθη που έγιναν στην περίπτωση προσχώρησης της χώρας μου, της Λετονίας, στην οποία δεν χρησιμοποιήθηκε αυτή η διαδικασία για την προώθηση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Η Ομάδα Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία ζήτησε από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να προτρέψουν την τουρκική κυβέρνηση να βελτιώσει την πολιτική της για τις εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες. Δυστυχώς, δεν βλέπουμε καμία πρόοδο εδώ και, συγκεκριμένα, αθώοι πολίτες εξακολουθούν να σκοτώνονται στο Κουρδιστάν. Πριν από δύο εβδομάδες δολοφονήθηκαν οι γονείς του Derwich Ferho, του διαπρεπούς υποστηρικτή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προέδρου του κουρδικού ινστιτούτου με έδρα τις Βρυξέλλες. Οι ενδείξεις υποδεικνύουν ότι εμπλέκονται οι τουρκικές ειδικές δυνάμεις. Είμαι υπέρ της περαιτέρω διεύρυνσης, είμαι όμως υπέρ της διεύρυνσης που βασίζεται αυστηρά στα κριτήρια της Κοπεγχάγης.
Κυριάκος Τριανταφυλλίδης (GUE/NGL). – Κύριε Πρόεδρε, σε ό,τι αφορά την παράγραφο 29 της έκθεσης, η απόφαση του Συμβουλίου για τη δέσμη της χρηματοδοτικής βοήθειας προς τους Τουρκοκυπρίους ήταν μια εξέλιξη προς τη σωστή κατεύθυνση και γι’ αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω την κυρία Υπουργό.
Όσον αφορά το ζήτημα του εμπορίου, ακόμη μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσα στα πλαίσια της πρόσφατης συμφωνίας για συζήτηση ενός πακέτου μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Στο κοινό ανακοινωθέν μετά τη συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ στο Παρίσι με τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι θα ήταν επωφελές για όλους τους ενδιαφερόμενους και θα βελτίωνε τα μέγιστα την ατμόσφαιρα για περαιτέρω συνομιλίες εάν μπορούσε να επιτευχθεί πρόοδος στην περαιτέρω απαγκίστρωση δυνάμεων και στην αποστρατικοποίηση στο Νησί, στην πλήρη αποναρκοθέτηση της Κύπρου και στο θέμα της Αμμοχώστου.
Ειδικότερα, η πρόοδος στο θέμα της Αμμοχώστου θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόοδο και στο ζήτημα του εμπορίου. Είναι γνωστή η σχετική πρόταση της κυβέρνησης της Κύπρου, σύμφωνα με την οποία η επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της και η επαναλειτουργία του λιμανιού της Αμμοχώστου θα μπορούσε να επιλύσει το ζήτημα του εμπορίου από και προς τις κατεχόμενες περιοχές. Δυστυχώς όμως, κύριε Πρόεδρε, μέχρι στιγμής δεν έχει τοποθετηθεί η Τουρκία και η Τουρκοκυπριακή Ηγεσία στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Roger Knapman (IND/DEM). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, πρώτον, ο παραπλανημένος εισηγητής μας επικροτεί το γεγονός ότι το έγγραφο στρατηγικής της Επιτροπής «συνηγορεί υπέρ μιας εξωστρεφούς Ένωσης». Δεν εννοεί πραγματικά μια εξωστρεφή Ένωση· αυτό που εννοεί είναι μια επεκτατική Ένωση και όχι, προφανώς, μια περίοδο περισυλλογής μετά τα δημοψηφίσματα των Κάτω Χωρών και της Γαλλίας – κάθε άλλο! Είπαν «όχι», ειδικά στην Τουρκία. Αυτό που εισπράττουμε εδώ είναι περισσότερος συγκεντρωτισμός ταυτόχρονα με περισσότερη επέκταση που δημιουργούν ένα ανέφικτο σύνολο, και όλα αυτά την ίδια ακριβώς εβδομάδα που έγινε σύσταση στη Γερμανία να τακτοποιήσει τα οικονομικά της! Αντί να στέλνουν τεράστια ποσά χρημάτων στην Ανατολική Ευρώπη, θα ήταν προτιμότερο να διασφαλίσουν ότι δεν διακυβεύεται η ευημερία της Ευρώπης στο σύνολό της.
Είναι της μόδας αυτόν τον καιρό να προσποιούμαστε ότι υπάρχει μεγάλη ουρά χωρών που επιθυμούν να προσχωρήσουν στην ΕΕ. Η πραγματικότητα είναι ότι οι βαλκανικές χώρες μόλις εγκατέλειψαν μια αυταρχική, γραφειοκρατική, διεφθαρμένη οργάνωση που ονομάζεται Γιουγκοσλαβία και δεν επιθυμούν να προσχωρήσουν σε μια οργάνωση με παρόμοια χαρακτηριστικά απλώς προς όφελος της υγείας τους. Η αλήθεια είναι ότι θέλουν χρήματα. Θέλουν ακόμη περισσότερα χρήματα. Αυτό που δεν θα έπρεπε να κάνουν στις βαλκανικές χώρες είναι να ανταλλάξουν την κυριαρχία τους σαν να πρόκειται για εμπόρευμα διότι σε αυτήν την οδό υπάρχει μεγάλη απογοήτευση. Φοβάμαι ότι τους περιμένει μεγάλη απογοήτευση στο μέλλον.
Hans-Peter Martin (NI). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, αξιότιμα μέλη της Σοσιαλιστικής Ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ειδικά εσείς από τη Γερμανία και την Αυστρία, συγχαρητήρια! Αντί να κάνετε όπως συνηθίζετε, δηλαδή να χρησιμοποιήσετε τον λαϊκισμό σαν ρόπαλο –η έκφραση είναι δική σας– και να χτυπάτε τους προηγούμενους αρχηγούς του κόμματός σας ή κορυφαίους υποψηφίους, τώρα το χτυπήσατε στο δικό σας κεφάλι. Ο κόσμος αφυπνίζεται από αυτά που λένε οι ψηφοφόροι, από τα ρεαλιστικά μεγέθη της οικονομίας και, ελπίζω, φθάνει σε κάποιο είδος κατανόησης. Οι συζητήσεις που γίνονταν για χρόνια στην Ομάδα σας κατέληξαν σε ένα έγγραφο με το οποίο κάτι μπορούμε τελικά να κάνουμε.
Μπράβο, κύριε Kuhne! Αλλαγή προοπτικής, προοπτικές ένταξης, ικανότητα αφομοίωσης – ακριβώς για αυτά πρόκειται. Εδώ υπάρχει λόγος να ελπίζουμε, γιατί αυτά που υποστηρίζετε μπορούν να λάβουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας όχι μόνο των δικών σας ψηφοφόρων, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Με μία σωστή προοπτική μπορεί να προχωρήσουν τα πράγματα, ασφαλώς όμως αυτό δεν γίνεται αν συνεχίσουμε να μην θίγουμε το θέμα, όπως κάναμε ως σήμερα.
Camiel Eurlings (PPE-DE). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, οι διευρύνσεις υπήρξαν επωφελείς για την Ευρωπαϊκή Ένωση· όχι μόνο για τους πολίτες των νέων χωρών, αλλά και για τους πολίτες των υπολοίπων χωρών, οι οποίοι έχουν επίσης αντλήσει οφέλη.
Το κυρίαρχο συναίσθημα στη χώρα μου κατά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ήταν ο φόβος ότι θα πλημμυρίσουμε από πολωνούς υδραυλικούς. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική: μετά την πρόσφατη διεύρυνση με την ένταξη των χωρών αυτών, οι Κάτω Χώρες κερδίζουν 2 δισ. ευρώ ετησίως. Οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι υποστήριξαν εξαρχής αυτή τη διεύρυνση οφείλουν επίσης να γνωστοποιήσουν αυτά τα στοιχεία σχετικά με τη διεύρυνση, χωρίς ταυτόχρονα να λησμονούν την ισορροπία μεταξύ της διεύρυνσης και της εμβάθυνσης, η οποία αυτή την περίοδο έχει ανατραπεί. Η Συνθήκη της Νίκαιας δεν είναι σίγουρα επαρκής για 25, και σίγουρα δεν θα είναι επαρκής όταν προσεχώς θα ενταχθούν δύο ακόμη χώρες, η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Φρονώ ότι θα ήταν καλό να φροντίσουμε πρώτα τα του οίκου μας, με την έγκριση μιας νέας συνθήκης, προτού δεχθούμε δύο ακόμη χώρες. Οφείλουμε δε να αναλάβουμε μια τέτοια δέσμευση με δική μας πρωτοβουλία.
Δεύτερον, θεωρώ ότι είναι σημαντικό οι χώρες οι οποίες βρίσκονται στα πρόθυρα της ένταξης να μην περιμένουν την Ευρωπαϊκή Ένωση να φέρει σε πέρας τις υποχρεώσεις της προτού ξεκινήσουν οι ίδιες τη διαδικασία εμβάθυνσης μέσω κάποιου είδους εταιρικής σχέσης. Αν επιθυμούν να γίνουν πραγματικά μέλη, και η Ευρώπη φαίνεται ότι είναι σε θέση να τις ενσωματώσει, η πορεία προς την πλήρη ένταξη μπορεί να αποτελέσει γι’ αυτές το επόμενο βήμα.
Η υπό εξέταση έκθεση επ’ ουδενί δεν μειώνει τα δικαιώματα των υποψηφίων χωρών οι οποίες έχουν ήδη αναγνωριστεί ως τέτοιες, και αυτό θέλω να καταστεί απολύτως σαφές. Εντούτοις, αυτή μας η αξιοπιστία πρέπει να συνοδεύεται επίσης από την αξιοπιστία την οποία εμείς προσδίδουμε στα κριτήρια. Τούτο σημαίνει, όπως ορθώς επεσήμανε η κ. Plassnik, ότι η Τουρκία οφείλει να παρακολουθεί τον σεβασμό του δικαιώματος στην ελευθερία της γνώμης, όχι μόνο προς όφελος ενός συγκεκριμένου συγγραφέα, αλλά για τον καθέναν, πρέπει να διασφαλίζει τη θρησκευτική ελευθερία και, επιπλέον, να σημειώσει πρόοδο στο θέμα της Κύπρου.
Χαιρετίζουμε τη συνολική συμφωνία που επετεύχθη, αλλά θα ήταν θαυμάσιο –και ευελπιστώ ότι ο κ. Επίτροπος θα το λάβει αυτό υπόψη του– αν μπορούσαμε να πείσουμε την Τουρκία να κυρώσει και να εφαρμόσει το πρωτόκολλο. Πώς σκοπεύετε να επιτύχετε αυτή τη διευκρίνιση, κύριε Επίτροπε; Διότι, εφόσον επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα σημειωθεί επίσης σημαντική πρόοδος στο ίδιο το θέμα της Κύπρου. Από αυτή την άποψη, υποστηρίζω πλήρως την τροπολογία 4, στην οποία τα μέλη του παρόντος Σώματος δηλώνουμε για μία ακόμη φορά ότι θέλουμε να πράξουμε το καθήκον μας προς όφελος των κατοίκων τόσο του νοτίου όσο και του βορείου τμήματος του νησιού.
Richard Howitt (PSE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η διεύρυνση είναι η μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας της Ευρώπης, η οποία έχει εξαπλώσει και θα εξαπλώσει σταθερότητα, ασφάλεια, ευημερία και δημοκρατία σε ολόκληρη την ήπειρό μας. Εντούτοις, όταν η γνώμη της πλειοψηφίας σε επτά κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου του δικού μου, αντίκειται στη μελλοντική διεύρυνση, είναι καιρός να υποστηρίξουμε το θέμα δημόσια και να αντιμετωπίσουμε εκείνους που προσπαθούν να παρεμποδίσουν την πρόοδο· να απορρίψουμε εκείνους που ακόμη και σε αυτό το ψήφισμα επιζητούν να χρησιμοποιήσουν γλώσσα όπως «λειτουργικές δυνατότητες» ή «αναχάραξη των συνόρων» για να υπονομεύσουν τις υφιστάμενες δεσμεύσεις της Ευρώπης· να αντιμετωπίσουμε άτομα όπως οι βρετανοί Συντηρητικοί που λένε ότι η Ευρώπη πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στη διεύρυνση και στην εμβάθυνση – εμείς δεν το λέμε· να αντιμετωπίσουμε την άκρα δεξιά που εσκεμμένα τροφοδοτεί τον φόβο ότι η νέα μετανάστευση απειλεί τις θέσεις εργασίας των πολιτών και τα εισοδήματά τους, όταν τα στοιχεία δείχνουν ακριβώς το αντίθετο· να εκθέσουμε εκείνους που, ακόμη και σε αυτό το ψήφισμα πάλι, χαιρετίζουν την πρόοδο της Κροατίας, όχι όμως την ίδια πρόοδο στην Τουρκία· να αναγνωρίσουμε ότι οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στη Μακεδονία, στη Βοσνία και στην Αλβανία έχουν επίσης ένα κοινό ευρωπαϊκό πεπρωμένο· και να υπογραμμίσουμε ότι μια παύση για περισυλλογή σχετικά με τη Συνταγματική Συνθήκη δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για να τεθεί τέλος στη νέα διεύρυνση.
István Szent-Iványi (ALDE). – (HU) Κύριε Πρόεδρε, η περιφερειακή ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων αποτελεί κρίσιμη παράμετρο της στρατηγικής της Επιτροπής για τη διεύρυνση. Αυτό το εγχείρημα είναι ορθό καθόσον ενθαρρύνει τη συνεργασία και την ανάληψη ευθύνης, ενώ προσφέρει επίσης οικονομικά πλεονεκτήματα.
Εντούτοις, δεν είναι σωστό να επιβάλλεται μια οικονομική ή πολιτική ενοποίηση όταν αυτή δεν είναι επιθυμητή από τους ενδιαφερόμενους, ή όταν δεν είναι από μόνη της βιώσιμη. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό να επεκτείνουμε την ήδη υπάρχουσα CEFTA, όπως προτείνει η κροατική κυβέρνηση, καθόσον έχει ήδη αποδειχθεί ότι αποτελεί μια επιτυχημένη και θετική μορφή συνεργασίας, η οποία πρέπει να συμπεριλάβει τις χώρες των Βαλκανίων.
Η πραγματική διασφάλιση της σταθερότητας στα Δυτικά Βαλκάνια θα επιτευχθεί μέσω της ειλικρινούς υπόσχεσης για ένταξη στην ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι, βάσει της πρότασης του Συμβουλίου, στο μέλλον οι ενδιαφερόμενες χώρες δεν θα λαμβάνουν επαρκή οικονομική ενίσχυση, καθώς η οικονομική ενίσχυση το προσεχές έτος, καθώς και τα επόμενα έτη, θα μειωθεί σε σύγκριση με τα τρέχοντα επίπεδα. Αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα όσον αφορά την αξιοπιστία της συνολικής ενταξιακής διαδικασίας. Ως εκ τούτου, ζητούμε τη σημαντική αύξηση των διαθέσιμων πόρων.
Τρίτον, κατά την αξιολόγηση των επιμέρους χωρών, οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη τα επιτεύγματα μιας εκάστης, χωρίς να επιτρέπονται κανενός είδους μαζικές αξιολογήσεις, διότι οι χώρες αυτές πρέπει να αποδείξουν οι ίδιες την ωριμότητά τους.
Η Κροατία έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να καταστεί το ταχύτερο δυνατόν κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε αυτές τις προσπάθειες, διότι η Κροατία αξίζει να ολοκληρώσει με επιτυχία τις διαπραγματεύσεις το ταχύτερο δυνατόν.
Laima Liucija Andrikienė (PPE-DE). – (LT) Καταρχάς, θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Brok για την πολύ εποικοδομητική και λογική έκθεσή του. Είμαι βέβαιη ότι, εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορούσε να τοποθετηθεί κατά τον ίδιο τρόπο για όλα τα θέματα, οι πολίτες της θα μπορούσαν να την κατανοήσουν και να την υποστηρίξουν πολύ πιο εύκολα. Θέλω να αναφερθώ στο τμήμα της έκθεσης που αφορά την Τουρκία. Συμφωνώ απολύτως με την άποψη ότι η στρατηγική διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αναμφίβολα ενθαρρύνει τις δημοκρατικές, πολιτικές και άλλες μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία και στις υπόλοιπες χώρες που κατονομάζονται στο ψήφισμα. Εντούτοις, είναι εξίσου σημαντικό να επισημάνουμε ότι, και παραθέτω, «παρ’ όλο που έχει δρομολογηθεί η διαδικασία πολιτικής μετάβασης της Τουρκίας, ο ρυθμός της αλλαγής επιβραδύνθηκε το 2005 και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων παραμένει άνιση». Αυτή ακριβώς την απάντηση έδωσε εχθές ο Επίτροπος κ. Rehn στην προφορική μου ερώτηση σχετικά με την εφαρμογή του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Το ίδιο αναφέρεται και στο σχέδιο ψηφίσματος που συζητούμε σήμερα, ότι δηλαδή ο ρυθμός υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία το 2005 δεν ήταν απλώς ανεπαρκής, αλλά σημείωσε και επιβράδυνση. Αυτό ενδέχεται να σημαίνει ότι η Τουρκία δεν είναι έτοιμη να προβεί σε μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα την έφερναν πιο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ή ίσως δεν είναι καν πρόθυμη να δεσμευτεί ως προς την τήρηση των στοιχειωδών υποχρεώσεων που απορρέουν από την προοπτική ένταξής της.
Συμμερίζομαι επίσης τη λύπη που εκφράζεται στην έκθεση του κ. Brok και στο ψήφισμα για τη μονομερή δήλωση στην οποία προέβη η Τουρκία κατά την υπογραφή του πρόσθετου πρωτοκόλλου της Συμφωνίας της Άγκυρας. Φρονώ ότι είναι αναγκαίο να υπενθυμιστεί στην Τουρκία ότι η αναγνώριση όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ενταξιακής διαδικασίας.
Είναι αλήθεια ότι αυτό που θα πω δεν περιλαμβάνεται στην έκθεση, αλλά είμαι βέβαιη ότι η γενοκτονία που διαπράχθηκε εις βάρος του αρμενικού λαού πριν από 90 χρόνια πρέπει να αναγνωριστεί από την Τουρκία στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, καθόσον αυτό θα καταδείκνυε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ότι η στάση της Τουρκίας, ακόμη και για τα οδυνηρά αυτά γεγονότα του παρελθόντος, συνάδει με το πνεύμα των κριτηρίων της Κοπεγχάγης.
Csaba Sándor Tabajdi (PSE). – (HU) Κύριε Πρόεδρε, στην έκθεση Brok δεν αναφέρεται τίποτε συγκεκριμένο όσον αφορά τις εθνικές μειονότητες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρησιμοποιεί συχνά δύο ή ακόμη και τρία μέτρα και σταθμά όταν προβάλλει πολύ διαφορετικές απαιτήσεις έναντι δύο υποψηφίων χωρών, ενώ σχεδόν αγνοεί τις ενέργειες των κρατών μελών της σε θέματα που αφορούν εθνικές μειονότητες.
Μετά από μια ένοπλη εξέγερση, οι Αλβανοί που ζουν στην ΠΓΔΜ απέκτησαν ευρύτατη διοικητική, ακόμη και περιφερειακή, αυτονομία, ενώ στην περίπτωση της Ρουμανίας η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ασκεί πιέσεις για τοπική αυτονομία της ουγγρικής κοινότητας που ζει στην περιοχή Székely, ο πληθυσμός της οποίας ανέρχεται σχεδόν σε ένα εκατομμύριο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπόσχεται ανεξαρτησία στο Κοσσυφοπέδιο, ενώ στην περίπτωση της Βοϊβοδίνας δεν συνιστά καν την αποκατάσταση της αυτονομίας την οποία είχε καταργήσει ο Μιλόσεβιτς.
Σας παρακαλώ να στηρίξετε τις ουγγρικές προτάσεις τροπολογιών οι οποίες αποσκοπούν στη διατήρηση του πολυεθνικού χαρακτήρα της Βοϊβοδίνας, στην προστασία των μειονοτήτων και στη διεύρυνση της τοπικής αυτονομίας. Ο Επίτροπος Olli Rehn γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν υπάρχει λύση χωρίς αυτονομία των σουηδόφωνων Φινλανδών στη Φινλανδία, όπως δεν μπορεί να υπάρξει λύση για τα Βαλκάνια ή για τους Κούρδους που ζουν στην Τουρκία.
Παναγιώτης Μπεγλίτης (PSE). – Κύριε Πρόεδρε, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα ειλικρινείς και να παραδεχθούμε ότι η στρατηγική της διεύρυνσης δεν είναι η αιτία της θεσμικής κρίσης στην οποία βρίσκεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί όμως η διεύρυνση, ως στρατηγικός στόχος, να αποτελέσει το εξιλαστήριο θύμα των συλλογικών ευρωπαϊκών αδιεξόδων και αυτό, κατά την άποψή μου, πρέπει να αποφευχθεί. Είναι, πράγματι, στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικό το μήνυμα που έστειλε η Αυστριακή Προεδρία και η συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών στο Σάλτσμπουργκ, σχετικά με τον τελικό στόχο της ένταξης των χωρών των δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Λέμε «ναι» στην ένταξη των χωρών και «όχι» στην προνομιακή σχέση.
Από αυτή την πλευρά, η Επιτροπή πρέπει να επισπεύσει την υποβολή της πρότασής της για τη χορήγηση θεώρησης εισόδου στους πολίτες των χωρών των Βαλκανίων. Το ζήτημα είναι βαθιά πολιτικό και δεν είναι γραφειοκρατικό. Προκαλεί ανησυχία η διγλωσσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το Κοσσυφοπέδιο. Η απουσία κοινής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έχει αρνητικές συνέπειες.
Τέλος, αναφορικά με το Κυπριακό, κυρία Υπουργέ, κύριε Επίτροπε, πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να αναληφθούν πολιτικές πρωτοβουλίες για τη δημιουργία της αναγκαίας πολιτικής και κοινωνικής ώσμωσης στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Ο ρόλος του καταλύτη ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Marianne Mikko (PSE). – (ET) Κυρίες και κύριοι, ο εισηγητής κ. Brok εργάστηκε με ιδιαίτερη επιμέλεια για να δείξει στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων τον δρόμο προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εντούτοις, ως επικεφαλής της αντιπροσωπείας για τη Μολδαβία, έχω καθήκον να υπενθυμίσω σε όλους μας το γεγονός ότι υπάρχουν δύο χώρες οι οποίες βρίσκονται πολύ πιο κοντά στο κέντρο της Ευρώπης και οι οποίες έχουν ανάγκη την υπόσχεση ότι θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση στον ίδιο βαθμό με τις χώρες των Βαλκανίων και την Τουρκία.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δήλωσε με σαφήνεια ότι στηρίζει την ενταξιακή προοπτική της Ουκρανίας και της Μολδαβίας. Επί δύο χρόνια η Μολδαβία καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες.
Η Ουκρανία εξέφρασε επίσης πρόσφατα την επιθυμία της να γίνει ευρωπαϊκή χώρα, κάτι που ένιωσα πολύ έντονα όταν επισκέφθηκα την περασμένη εβδομάδα την Ουκρανία.
Μου προξενεί απογοήτευση, ωστόσο, η υπερβολική έμφαση που δίνεται στην έκθεση στο τέταρτο κριτήριο της Κοπεγχάγης. Συγχρόνως, συμφωνώ με τον Elmar Brok ως προς το ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλει να ορίσει το ταχύτερο δυνατόν την έννοια της ικανότητας απορρόφησης. Δεν πρέπει να γίνεται εκμετάλλευση μιας τέτοιας αόριστης δικαιολογίας για την απόρριψη χωρών οι οποίες επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μετά τη σύνοδο κορυφής της Θεσσαλονίκης του 2003, η ένωσή μας έχει μετασχηματιστεί. Αυτή είναι η επιτυχημένη πορεία των χωρών οι οποίες εκπλήρωσαν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Οι πιθανές υποψήφιες χώρες πρέπει και στο μέλλον να αξιολογούνται βάσει διαφανών κριτηρίων.
Η διεύρυνση πρέπει να συνεχιστεί, διότι η Ευρώπη χρειάζεται τη σταθερότητα όπως ακριβώς χρειάζεται και το οξυγόνο.
Ursula Plassnik, Προεδρεύουσα του Συμβουλίου. (DE) Κύριε Πρόεδρε, ευχαριστώ γι’ αυτήν την ενδιαφέρουσα και ασφαλώς γεμάτη ένταση συζήτηση, που θα είναι σημαντική και για το Συμβούλιο.
Κυρίες και κύριοι, κατάγομαι από μία χώρα που βάσει όλων των διαθέσιμων αριθμών και δεδομένων επωφελήθηκε πολύ από την τελευταία διεύρυνση. Παρ’ όλ’ αυτά, η άποψη των πολιτών τόσο για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και για τη διεύρυνσή της είναι επικριτική και γι’ αυτό, επιτρέψτε μου να κάνω ορισμένες προσωπικές παρατηρήσεις για το θέμα αυτό.
Δεν πρόκειται να υπάρξει Ευρώπη χωρίς σύνορα. L’Europe sans frontières n’existera pas – ωστόσο, η Ευρώπη ήταν ανέκαθεν ένα πολιτικό σχέδιο. Ως εκ τούτου, ούτε οι γεωγράφοι ούτε οι ιστορικοί ή οι χάρακες θα μας βοηθήσουν στις πολιτικές αποφάσεις που πρέπει να λάβουμε. Το καθοριστικό θα είναι η κοινή βούληση όλων όσων μοιράζονται αυτήν την κοινότητα αξιών και δικαίου, δηλαδή η δική μας και –όπως είναι αυτονόητο στις δημοκρατίες– εκείνη των ίδιων των λαών. Πού βρισκόμαστε λοιπόν τώρα; Αν το δούμε αντικειμενικά, στις 3 Οκτωβρίου του περασμένου χρόνου ελήφθησαν πολιτικές αποφάσεις με μεγάλες συνέπειες. Τώρα έχουμε μπροστά μας –και εννοώ το Συμβούλιο και την Επιτροπή μαζί με τους ανά τον κόσμο εταίρους μας– μία φάση ήρεμης εργασίας πάνω σε αυτά τα θέματα.
Επιτρέψτε μου να κάνω τρεις ακόμα παρατηρήσεις για τα γεωγραφικά ζητήματα στα Βαλκάνια: περί τίνος πρόκειται στην ουσία; Για ποιο πράγμα εργαζόμαστε; Εγώ πιστεύω ότι εργαζόμαστε για την Ευρώπη ως ένα σχέδιο ειρήνης, για την επανένωσή της, για την υπέρβαση του διαχωρισμού σε Ανατολή και Δύση, για την απάλειψη της διαίρεσης που προκάλεσε ο κομμουνισμός. Είναι απαράδεκτο να καταλήξουν τα Βαλκάνια σε μια ευρωπαϊκή ουδέτερη ζώνη. Πρέπει να διασαφηνίσουμε ξανά πού βλέπουμε την προστιθέμενη αξία για εμάς, για τους λαούς μας και για τους λαούς των Βαλκανίων – μια προστιθέμενη αξία αποτελούμενη από το κράτος δικαίου, την ασφάλεια και οικονομικές ευκαιρίες.
Σχετικά με το θέμα της Τουρκίας, στο οποίο αναφέρθηκαν πολλοί βουλευτές, η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεν αναφέρονται στο πλαίσιο της τρέχουσας διαδικασίας μόνο στις προόδους που έκανε η Τουρκία στη μεταρρυθμιστική της διαδικασία, αλλά και –συγκεκριμένα και άμεσα– σε αυτά που απομένουν να γίνουν σε τομείς όπως η θρησκευτική ελευθερία και η ελεύθερη έκφραση γνώμης. Αυτό το κάναμε στη συνάντηση της Τρόικα.
Επιτρέψτε μου να πω κάτι για την Ουκρανία. Η Επίτροπος Ferrero-Waldner κι εγώ πήγαμε πρόσφατα στην Ουκρανία σε μία αποστολή της Τρόικα και μπορώ να σας δώσω το ίδιο μήνυμα που μετέδωσα εκεί: ότι η Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ήθελε να δει μια σταθερή, γεμάτη αυτοπεποίθηση και επιτυχημένη Ουκρανία, πρώτα απ’ όλα όμως θα ήθελε να δει μια Ουκρανία που αντιμετωπίζει το καθήκον του μετασχηματισμού και το αναλαμβάνει με αποφασιστικότητα. Η ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας και το σχέδιο δράσης, του οποίου επίκειται η πρώτη επανεξέταση στη διάρκεια της αυστριακής Προεδρίας, μας προσφέρουν μια σειρά καλών και κατάλληλων μέσων. Υπάρχει επίσης σημαντικό δυναμικό, για παράδειγμα για μια βαθύτερη συμφωνία που θα μπορούσε να περιλαμβάνει μία ευρεία συμφωνία ελευθέρου εμπορίου.
Olli Rehn, Επιτροπή. (EN) Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ξεκινήσω μεταφέροντας σας ορισμένα κρίσιμα νέα: οι αποφάσεις που λήφθηκαν στα τέλη του 2005 δημιούργησαν ένα στέρεο πολιτικό πλαίσιο για την πολιτική διεύρυνσής μας για την περίοδο 2006-2010 και σε ορισμένες περιπτώσεις για ακόμη μεγαλύτερη περίοδο. Επί παραδείγματι, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία θα διαρκέσουν πιθανώς 10 έως 15 χρόνια. Δεν πιστεύω ότι αμφισβητεί κανείς σοβαρά τις υφιστάμενες δεσμεύσεις μας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη διότι είναι πραγματικά θέμα της δικής μας ασφάλειας και σταθερότητας να μπορέσουμε να ενισχύσουμε την ειρήνη, τη δημοκρατία και να αυξήσουμε την ευημερία σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα.
Τώρα έχουμε μια παγιωμένη και επαρκώς απαιτητική ατζέντα διεύρυνσης. Το τραίνο της διεύρυνσης δεν είναι τραίνο βολίδα, ούτε TGV, ούτε Eurostar· είναι ένα συνηθισμένο τραίνο ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και τοπικό τραίνο, το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτό το τραίνο είναι εν κινήσει, είναι εν μέσω της διαδικασίας και, ως εκ τούτου, αλλάζει τις χώρες που βρίσκονται σε άμεση γειτονία με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όσον αφορά τα σύνορα της Ευρώπης, η Επιτροπή εργάζεται βάσει του άρθρου 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο ορίζει ότι κάθε ευρωπαϊκό κράτος που σέβεται και εφαρμόζει τις ευρωπαϊκές αξίες της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών ελευθεριών μπορεί να ζητήσει να γίνει μέλος της Ένωσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε ευρωπαϊκή χώρα πρέπει να υποβάλει αίτηση ή ότι η ΕΕ πρέπει να αποδεχτεί όλες τις χώρες, παράλληλα όμως σημαίνει ότι δεν είναι λογικό να κλείνει η πόρτα για πάντα με τη χάραξη μιας γραμμής κατά μήκος του χάρτη για τον καθορισμό της Ευρώπης άπαξ δια παντός, γεγονός που θα ζημίωνε σοβαρά τις δυνατότητές μας να ασκούμε επωφελή επιρροή και στρατηγική ισχύ στην άμεση γύρω περιοχή μας.
Εν τω μεταξύ, αν και δεν έχουν καθοριστεί ακόμη οριστικά σύνορα για την Ένωση, η ΕΕ αναπτύσσει άλλες μορφές εταιρικής σχέσης και συνεργασίας με τις γειτονικές μας χώρες, επί παραδείγματι υπό τη μορφή της ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας, η οποία μπορεί να αναπτυχθεί και να αναβαθμιστεί περαιτέρω.
Έχουν γίνει ορισμένα σχόλια και παρατηρήσεις όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης. Θα ήθελα να κάνω μια πολύ σύντομη ιστορική επισκόπηση. Αυτή η ιδέα αναφέρθηκε ρητά για πρώτη φορά στην Κοπεγχάγη το 1993 όταν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε ότι η ικανότητα της Ένωσης να απορροφήσει νέα μέλη, διατηρώντας παράλληλα την ορμή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, είναι επίσης μια σημαντική παράμετρος προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης και των υποψηφίων χωρών. Αυτή η ιδέα και οι επιπτώσεις της εξετάζονται τακτικά από την Επιτροπή.
Στην ατζέντα της για το 2000 –και είμαι ευτυχής που αναφέρομαι σε αυτό διότι ήμουν μέλος της διευθύνουσας ομάδας για την ατζέντα του 2000, η οποία εγκρίθηκε το 1997– η Επιτροπή εξέτασε τις επιπτώσεις της προσχώρησης των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης από δύο οπτικές γωνίες: τον αντίκτυπό της στις πολιτικές της ΕΕ, όπως η γεωργία ή η περιφερειακή πολιτική, και οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της. Ως αποτέλεσμα, αυτή η εργασία οδήγησε στον καθορισμό καίριων παραμέτρων στις διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, στις αποφάσεις της διάσκεψης του Βερολίνου τον Μάρτιο του 1999 και το 2003, όταν επιτράπηκε στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης να προσχωρήσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό διευκόλυνε την προσχώρηση της ΕΕ των 10 και, με αυτά τα μέσα, συνδυάσαμε επιτυχώς την ιστορική μας αποστολή να επανενώσουμε την ευρωπαϊκή ήπειρο και να μεριμνήσουμε για τις πρακτικές παραμέτρους, οι οποίες ενδιαφέρουν επίσης τους πολίτες μας σήμερα.
Εν συνεχεία, εξετάσαμε αυτή την ιδέα κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, σε ορισμένα κεφάλαια συγκεκριμένα, όπως το κεφάλαιο για την ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων και τα οικονομικά κεφάλαια, και πιο πρόσφατα η Επιτροπή εξέτασε επίσης αυτή την ιδέα στο θεματικό έγγραφο του 2004 σχετικά με τα ζητήματα που ανακύπτουν από την προοπτική προσχώρησης της Τουρκίας.
Θα συνιστούσα αυτό το έγγραφο του Οκτωβρίου 2004 σε όλα τα κράτη μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αξίζει ακόμα να διαβαστεί και περιγράφει πολύ καλά τις ευρείες επιπτώσεις της ενδεχόμενης τουρκικής προσχώρησης στην Ένωση εάν, κάποια μέρα, η Τουρκία ικανοποιήσει όλες τις προϋποθέσεις για την προσχώρηση.
Συνεπώς, η αύξηση της κινητικότητας είναι μια σημαντική ιδέα και έχει επίσης αναφερθεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την Τουρκία και την Κροατία. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι το έχουμε αυτό κατά νου καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και αποτελεί επίσης βασική ιδέα στο έγγραφο στρατηγικής μας του περασμένου Νοεμβρίου. Βασίζουμε το έργο μας σε αυτή την ιδέα και είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος.
Τέλος, αναφορικά με όσα είπε ο κ. Eurlings σχετικά με την εμβάθυνση και τη διεύρυνση, ανήκω στο στρατόπεδο εκείνων που πιστεύουν ότι η εμβάθυνση της πολιτικής ένταξης είναι απαραίτητη προκειμένου να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση πιο αποδοτική και δημοκρατική. Πρέπει να βελτιώσουμε τη λειτουργία της Ένωσης και αυτός ήταν και είναι ο σκοπός της Συνταγματικής Συνθήκης. Ως εκ τούτου, χρειαζόμαστε μια συνταγματική συζήτηση και, εγκαίρως –όσο το δυνατόν συντομότερα– πρέπει να αποφασίσουμε για τον τρόπο με τον οποίο θα μεταρρυθμίσουμε τις δομές μας ούτως ώστε να είναι πιο αποδοτικές και δημοκρατικές και ούτως ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να ασκεί περισσότερη επιρροή στις εξωτερικές σχέσεις, στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και στη διαφύλαξη της ασφάλειας των ίδιων των πολιτών της έναντι του διεθνούς εγκλήματος και της τρομοκρατίας.
Αυτό πρέπει να γίνει στο εγγύς μέλλον, όχι στο απώτερο μέλλον –όχι σε 10 έως 15 χρόνια, επί παραδείγματι, όταν ενδεχομένως η Τουρκία θα είναι σε θέση να προσχωρήσει– για χάρη της Ευρώπης και το χρειαζόμαστε ήδη για την Ευρωπαϊκή Ένωση των 25 ή των 27 κρατών μελών. Συνεπώς, αντί να μιλήσω για την ικανότητα απορρόφησης, θα προτιμούσα να μιλήσω για την ικανότητα λειτουργίας της υφιστάμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι υπηρετούμε τους πολίτες μας καλύτερα τόσο από πλευράς πολιτικών όσο και από πλευράς θεσμικών οργάνων.
Πρόεδρος. – Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί αύριο, Πέμπτη, στις 12.00.
Γραπτή Δήλωση (Άρθρο 142 του Κανονισμού)
Cristiana Muscardini (UEN). – (IT) Η έκθεση του κ. Brok είναι πλήρης και άρτια όσον αφορά τη σημερινή κατάσταση της διεύρυνσης και εξετάζει χώρες, οι οποίες αναμφίβολα καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες για την επίτευξη των πολιτικών και οικονομικών στόχων που απαιτείται για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ειδικότερα, συμφωνούμε με την πρόσκληση προς την Κροατία για την «επίλυση των εκκρεμών διμερών θεμάτων περιουσιακής φύσεως», αλλά επισημαίνουμε με θλίψη ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στα προβλήματα που αφορούν την προσαρμογή της νομοθεσίας της χώρας όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά ακινήτων των πολιτών της Κοινότητας και ειδικότερα των ιταλών και των προσφύγων από τη Venezia Giulia και από τη Δαλματία. Σε κανέναν πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να απαγορεύεται η εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος και η πρόσβαση στην αγορά ακινήτων.
Η αιτιολόγηση της απαγόρευσης με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας δεν αρκεί για να υποστηρίξουμε ότι η Κροατία πληροί σήμερα όλα τα κριτήρια για να γίνει δεκτή ως υποψήφια χώρα για ένταξη στην Ένωση. Αν και ψηφίζουμε υπέρ της έκθεσης, η παραβίαση μιας αρχής ελευθερίας που αναγνωρίζεται πλέον σε όλα τα κράτη μέλη μας αναγκάζει να ζητήσουμε να απαιτηθεί από την Κροατία να καλύψει αυτό το κενό, το οποίο, εάν συνεχιστεί, δεν θα μας επιτρέψει να υποστηρίξουμε την ένταξή της.