Jan Andersson, Ewa Hedkvist Petersen, Inger Segelström και Åsa Westlund (PSE), γραπτώς. – (SV) Υπερψηφίσαμε τις τροπολογίες σχετικά με τους ευρωπαίους συντονιστές, καθότι πιστεύουμε ότι ένας εθελοντικός και προσωρινός θεσμός μπορεί να φανεί χρήσιμος, ιδίως στην περίπτωση διασυνοριακών έργων.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Η Λίστα του Ιουνίου θεωρεί ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να συνεργάζονται σε διασυνοριακά θέματα όταν αυτή η συνεργασία προσφέρει προστιθέμενη αξία. Ένα τέτοιο θέμα είναι τα διευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας και, γι’ αυτό, υπερψηφίσαμε την έκθεση στο σύνολό της όταν συζητήθηκε νωρίτερα στο Σώμα. Αρκετές, όμως, από τις τροπολογίες που ψηφίστηκαν σήμερα ήταν άσκοπα γραφειοκρατικές, ενώ το πρόσθετο κόστος και η διοικητική επιβάρυνση που θα επέφεραν είναι δυσανάλογα σε σύγκριση με τα πιθανά οφέλη. Συνεπώς, καταψηφίσαμε τις εν λόγω τροπολογίες.
Sérgio Marques (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Θέλω να συγχαρώ την κ. Laperrouze για τη σθεναρή και έγκαιρη σύστασή της για δεύτερη ανάγνωση σχετικά με την κοινή θέση η οποία καθορίσθηκε από το Συμβούλιο για την έκδοση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας.
Συμφωνώ με την άποψη της εισηγήτριας ότι είναι αναγκαίο να επανενταχθούν στην υπό εξέταση πρόταση οι διατάξεις σχετικά με τη διακήρυξη ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και τον διορισμό ευρωπαίου συντονιστή για παρόμοια θέματα.
Τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την ορθή ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, η οποία θα εγγυηθεί την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
Στο ίδιο πλαίσιο, θέλω να υπογραμμίσω τις θέσεις που εκφράστηκαν για παρόμοια θέματα σε πρόσφατα Ευρωπαϊκά Συμβούλια.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Η παρούσα είναι μια μοναδική ευκαιρία να δείξουμε στους πολίτες ότι είμαστε έτοιμοι να αναπτύξουμε μια πραγματικά ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική. Πρέπει, συνεπώς, να διασφαλίσουμε ότι έχουμε στη διάθεσή μας όλα τα αναγκαία μέσα και πόρους για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Τα διευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας θα προωθήσουν τις διασυνδέσεις, τη διαλειτουργικότητα και την ανάπτυξη δικτύων ενέργειας στη διευρυμένη Ευρώπη, προάγοντας έτσι την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
Η οικοδόμηση της μελλοντικής εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού είναι ίσως ο πιο σημαντικός στόχος της υπό εξέταση πρότασης απόφασης.
Επιπλέον, ο στόχος είναι η προσαρμογή των προσανατολισμών στη νέα μορφή της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 25 κρατών μελών, η δυνατότητα δέσμευσης πόρων για έργα κοινού ενδιαφέροντος, η προώθηση της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού και, πάνω από όλα, η εδραίωση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού μέσω διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και με γειτονικές χώρες (Nοτιοανατολική Ευρώπη, μεσογειακές χώρες, Ουκρανία, Λευκορωσία). Αυτή η προσέγγιση ως προς τα διευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας είναι αντίστοιχη της προσέγγισης που έχει υιοθετηθεί για τα διευρωπαϊκά δίκτυα χερσαίων μεταφορών.
Andreas Mölzer (NI). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκστρατεία κατά της μαύρης εργασίας είναι σίγουρα σημαντική ως μέσο για την αντιμετώπιση των αρνητικών τάσεων στην αγορά εργασίας, αλλά, αντιθέτως προς ό,τι ελπίζαμε, η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων δεν θα μας δώσει τη δυνατότητα να λύσουμε αυτό το πρόβλημα. Οι εργοδότες που θέλουν να αποφύγουν την πληρωμή ασφαλιστικών εισφορών θα συνεχίσουν να το κάνουν και στο μέλλον. Eπίσης, αμφιβολία υπάρχει και για τον τρόπο με τον οποίο ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις εξαναγκάζουν το προσωπικό τους σε συνθήκες ψευδοαυτοαπασχόλησης, επιδιώκοντας με αυτόν τον τρόπο να αποφύγουν τα πρότυπα αμοιβών και τα ελάχιστα πρότυπα κοινωνικής ασφάλισης, και πρέπει να αποτρέψουμε αυτήν την εξέλιξη.
Κάθε τόσο, καθιστούμε σαφές ότι έχει σημασία να βελτιωθεί η κατάσταση στην απασχόληση, αλλά, την ίδια στιγμή, η ΕΕ ενθαρρύνει την κινητικότητα και τη μεγαλύτερη ευελιξία των εργαζομένων, παρότι οι έρευνες έχουν δείξει ότι στην πραγματικότητα οι νέες μορφές εργασίας –όπως η μερική απασχόληση– δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να διανέμουν σε περισσότερα άτομα έναν όγκο εργασίας που παραμένει σχεδόν αμετάβλητος. Δεν ενεργούμε αρκετά δραστικά για την αντιμετώπιση αυτών των εξελίξεων, και για αυτόν τον λόγο καταψήφισα την εν λόγω έκθεση.
Alexander Lambsdorff (ALDE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, οι βουλευτές του Κοινοβουλίου που ανήκουν στο Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα συμμετείχαν στην ψηφοφορία για την έκθεση (A6-0086/2006) που αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών. Αυτό το κάναμε γιατί θέλουμε να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας προς τους συναδέλφους για την προώθηση των συμφερόντων της Ομάδας μας, αλλά, παρόλα αυτά, επιμένουμε ότι η πολιτική απασχόλησης δεν είναι αρμοδιότητα της ΕΕ και ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί από τα κράτη μέλη και όχι από εμάς εδώ στο Στρασβούργο ή στις Βρυξέλλες. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να είναι επιτυχημένη, πρέπει να επικεντρωθεί στα βασικά της καθήκοντα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία στο μέλλον πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη και να τηρείται.
Lena Ek (ALDE), γραπτώς. – (SV) Διαφωνώ καταρχήν με τις εκθέσεις αυτού του είδους στις οποίες, για άκρως κοινότοπα θέματα τα οποία άπτονται επιμέρους τομέων πολιτικής, το Κοινοβούλιο επαναλαμβάνει ήδη γνωστές θέσεις και επιβεβαιώνει την εν γένει καλή του θέληση. Αυτό δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς το Κοινοβούλιο, ενώ νομιμοποιεί τις θέσεις όσων υποστηρίζουν τη μεγαλύτερη παρέμβαση της ΕΕ ακόμη και σε τομείς όπως η πολιτική απασχόλησης, οι οποίοι έπρεπε να αποτελούν αρμοδιότητα των κρατών μελών και να υπόκεινται σε ανταγωνισμό.
Επέλεξα, ωστόσο, να υπερψηφίσω το κείμενο, για έναν σημαντικό λόγο: για την ελευθερία της κυκλοφορίας του εργατικού δυναμικού. Οι αποφάσεις οι οποίες επέτρεψαν την εφαρμογή μεταβατικών κανόνων οι οποίοι επιβάλλουν διακρίσεις εις βάρος των εργαζομένων στα νέα κράτη μέλη ισοδυναμούν με σαφή απομάκρυνση από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας του εργατικού δυναμικού και αποτελούν εντελώς απαράδεκτη συμπεριφορά έναντι των νέων κρατών μελών, τα οποία εντάχθηκαν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό στην ΕΕ.
Η εμπειρία των χωρών οι οποίες εφάρμοσαν περιορισμένα μεταβατικά μέτρα, ή δεν εφάρμοσαν κανένα τέτοιο μέτρο, κατέδειξε σαφώς ότι η λήψη τέτοιων μέτρων δεν είναι αναγκαία, ενώ η «εισβολή» η οποία ορισμένοι πολιτικοί ηγέτες απειλούσαν ότι θα συμβεί δεν συνέβη ποτέ. Απεναντίας, υπάρχει ανάγκη προσέλκυσης περισσοτέρων ατόμων τα οποία επιθυμούν να εργαστούν, αντί να ορθώνονται φραγμοί στις προσπάθειες όσων έχουν αυτήν την επιθυμία.
Η ανάγκη ρητής διατύπωσης αυτής της θέσης και σαφούς έκφρασης της απόρριψης από το Κοινοβούλιο κάθε μορφής παράτασης αυτών των εμποδίων αποτελεί, κατ’ εμέ, επαρκέστατο λόγο υπερψήφισης της έκθεσης.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Παρότι στην έκθεση Kovacs σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών, επί της οποίας ψηφίζουμε σήμερα, θίγονται ζητήματα που άπτονται της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και της καταπολέμησης των διακρίσεων, δεν αναφέρεται αυτό που θεωρούμε ότι είναι το κρίσιμο ζήτημα, ήτοι η προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων τα οποία κατέθεσαν τα κράτη μέλη και τα μέτρα που προτείνονται για τη συμμόρφωση προς αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, καταθέσαμε τροπολογίες στο κείμενο της έκθεσης με σκοπό να τις καταστήσουμε πιο λειτουργικές και να διευκολύνουμε την κατάρτιση συναφών χρονοδιαγραμμάτων, διασφαλίζοντας έτσι τον ουσιαστικό σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών, την πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας δημόσια εκπαίδευση και κατάρτιση, τη δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας με δικαιώματα και την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων στους τομείς της υγείας και της στέγασης.
Δυστυχώς, η πλειοψηφία των βουλευτών του Κοινοβουλίου απέρριψε τις προτάσεις μας. Ως εκ τούτου, αδυνατούσαμε να υπερψηφίσουμε το κείμενο, παρότι υποστηρίζουμε ορισμένες από τις τροπολογίες τις οποίες κατέθεσε η Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων. Συνεπώς, απείχαμε από την ψηφοφορία επί της έκθεσης και καταψηφίσαμε το νομοθετικό ψήφισμα σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές στον τομέα της απασχόλησης, το οποίο μοιάζει να προετοιμάζει το έδαφος για την εφαρμογή ανοικτά φιλελεύθερων οικονομικών κατευθυντηρίων γραμμών.
Carl Lang (NI), γραπτώς. – (FR) Οι εκθέσεις που παρουσίασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την απασχόληση και τις κοινωνικές πολιτικές επαναλαμβάνουν κουραστικά ένα ευρωπαϊκό κήρυγμα το οποίο, πέρα από την παραγωγή ενός τεράστιου όγκου εγγράφων, δεν είχε κανένα απολύτως αποτέλεσμα.
Εκτός από την αποτυχία της διαδικασίας της Λισαβόνας, την οποία διαπιστώνουμε κάθε μέρα, αυτό το κακότεχνο ρετουσάρισμα των κατευθυντήριων γραμμών μιας το δίχως άλλο «αναποφάσιστης» απόφασης του Συμβουλίου δεν πρόκειται να διασώσει την απασχόληση και την οικονομία στην Γαλλία.
Το μενού που προτείνεται προσπαθεί να ευχαριστήσει τον καθένα. Διατηρεί τον φιλελευθερισμό της Επιτροπής, αλλά ταυτόχρονα δηλώνει ότι τα ευρωπαϊκά όργανα θα πρέπει να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο επί των αυτοκυβερνώμενων εθνών.
Για να γίνει αυτό ελκυστικότερο, το σύνολο διακοσμείται με καλές προθέσεις όσον αφορά την προστασία των ασθενέστερων μέσα σε αυτό το τερατώδες μοντέλο, το οποίο χωρίς δισταγμό αναμιγνύουν με μετανάστευση, και έχουν μια παράδοση να μην ανέχονται κανένα επιχείρημα σχετικά με το θέμα αυτό.
Ωστόσο, σε αυτά ακριβώς τα σημεία μπορούμε να βρούμε την απάντηση στα προβλήματά μας. Αν η οικονομία μας και η απασχόληση πρόκειται να αναδυθούν όπως ένας φοίνικας από τις στάχτες, πρέπει να θέσουμε τέλος στην μετανάστευση με σκοπό την αύξηση του πληθυσμού, να ακολουθήσουμε πολιτικές για την αύξηση του ποσοστού των γεννήσεων, και να εφαρμόσουμε την κοινοτική προτίμηση και προστασία στην Ευρώπη και την εθνική προστασία στην Γαλλία.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική απασχόλησης των κρατών μελών προκαλούν την ΕΕ –ορθώς κατά τη γνώμη μου– να δώσει λύσεις σε ορισμένα μείζονα ζητήματα στον τομέα της απασχόλησης. Οι ανησυχίες που εκφράζονται εστιάζονται στο θέμα των αποκλεισμένων από τις αγορές εργασίας, όπως τα νέα και τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα και άλλοι εξίσου περιθωριοποιημένοι πολίτες, είτε στις χώρες τους είτε σε άλλα κράτη μέλη.
Νομίζω, ωστόσο, ότι πρέπει να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της θέσης των κοινοτικών και εθνικών οργάνων ενώπιον τέτοιων προκλήσεων και της υποστήριξης ενδεδειγμένων, αποτελεσματικών λύσεων. Η συζήτηση για τις πολιτικές απασχόλησης έχει μια ευρωπαϊκή διάσταση την οποία δεν πρέπει να παραβλέψουμε. Αυτή μάλιστα ήταν μία από τις διαρκείς ανησυχίες μου ως βουλευτή του ΕΚ, καθόσον θεωρώ ότι πρέπει να δημιουργηθούν συνέργειες για τη μεταρρύθμιση στον ευρωπαϊκό χώρο και ότι το Κοινοβούλιο είναι ένα από τα καταλληλότερα όργανα για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η πρωτοκαθεδρία του ανταγωνισμού είναι ένας από τους πυλώνες της εσωτερικής αγοράς και αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης ζωτικών τομέων όπως η ενέργεια, οι μεταφορές και οι επικοινωνίες. Η διαδικασία αυτή επιταχύνθηκε μετά το 2000 και την έγκριση της στρατηγικής της Λισαβόνας.
Είναι σαφές ότι τα μέτρα που έχουν εφαρμοστεί μέχρι στιγμής δεν απέτυχαν απλώς να επιφέρουν τις υποσχεθείσες μειώσεις των τιμών, τη βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών και της πρόσβασης σε αυτές και τον τερματισμό των μονοπωλίων. Απεναντίας, συνέβαλαν στην όξυνση της ανεργίας λόγω των αναδιαρθρώσεων και των συγχωνεύσεων αυτών των τομέων, καθώς και της απώλειας της κρατικής κυριαρχίας σε καίριας σημασίας τομείς.
Παρότι στην έκθεση υποστηρίζεται ότι επιδιώκεται η καταπολέμηση των δεσποζουσών θέσεων και των μονοπωλίων, γίνονται αποδεκτές οι κατευθυντήριες γραμμές που περιλαμβάνονται στην έκθεση της Επιτροπής για το 2004, οι οποίες επικεντρώνονται στην ενέργεια και τις τηλεπικοινωνίες, και υποστηρίζεται για μία ακόμη φορά η πλήρης ελευθέρωση των τομέων του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού, η οποία αποτέλεσε προτεραιότητα στο εαρινό Συμβούλιο του Μαρτίου του 2006.
Επιπλέον, στον τομέα των επικοινωνιών, ο οποίος έχει ήδη ελευθερωθεί σε μεγάλο βαθμό, δίνεται έμφαση στον ανταγωνισμό στον τομέα των ευρυζωνικών συνδέσεων και στη διεθνοποίηση της παραγωγής. Αυτό θα διευκολύνει περαιτέρω τη μετεγκατάσταση του συνόλου ή τμημάτων της αλυσίδας παραγωγής.
Συνεπώς, καταψηφίσαμε το κείμενο.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Η αιτιολογική έκθεση στην έκθεση του κ. Lipietz είναι πολύ πιο ενημερωτική από την ίδια την έκθεση, η οποία περιορίζεται να απονέμει επαίνους για τη «θαυμάσια» εργασία της Επιτροπής στο κυνήγι και του παραμικρού εμποδίου στον ελεύθερο ανταγωνισμό.
Η αιτιολογική έκθεση όντως εκφράζει λύπη για την έλλειψη μελετών σχετικά με τις πραγματικές συνέπειες των αποφάσεων της Επιτροπής ή σχετικά με τη δογματική εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Αναφέρει ότι η αγορά, κατά τα άλλα απολύτως ενάρετη, δεν μπορεί από μόνη της να πετύχει ορισμένους πολιτικούς ή ακόμη και οικονομικούς στόχους. Διατυπώνει την άποψη ότι η ελευθέρωση ορισμένων αγορών έχει οδηγήσει στην αντικατάσταση των παλαιών γνωστών μονοπωλίων από ιδιωτικά μονοπώλια στερώντας έτσι τα οφέλη χωρίς να δημιουργείται οποιαδήποτε προστιθέμενη αξία για τους καταναλωτές. Τέλος, τονίζει την παντελή έλλειψη αυτοκριτικής της Επιτροπής όταν οι λανθασμένες αποφάσεις της οδηγούν σε καταστροφές, όπως για παράδειγμα στην υπόθεση Rhodia.
Ωστόσο, η γενική εντύπωση που προκύπτει είναι ότι η πολιτική ανταγωνισμού των Βρυξελλών είναι η έκφραση του υπερφιλελεύθερου δόγματος της Επιτροπής έναντι του «οικονομικού πατριωτισμού», παραδόξως εφαρμοζόμενου από μια σχολαστική γραφειοκρατία που διαρκώς παρεμβαίνει στις επιχειρηματικές στρατηγικές και τις εθνικές πολιτικές. Στο πλαίσιο του φαύλου παγκόσμιου ανταγωνισμού, αυτό δεν θα δημιουργήσει τίποτε άλλο εκτός από ανεργία.
Διαμάντω Μανωλάκου (GUE/NGL), γραπτώς. – Η ευρωπαϊκή πολιτική ανταγωνισμού έχει κανόνες και στόχους τέτοιους που να καταστρέφονται τα μικρομεσαία στρώματα και να γιγαντώνονται τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, μέσω της χρηματοδότησής τους και των ιδιωτικοποιήσεων, και όχι τα συμφέροντα του καταναλωτή, όπως υποκριτικά υποστηρίζετε.
Εξάλλου, η λέξη «ανταγωνιστικότητα» είναι ταυτόσημη με την μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εργαζομένων, με την κατακρεούργηση των κατακτήσεών τους και με τη μείωση της αμοιβής της εργατικής δύναμης, όταν οι σύγχρονες ανάγκες αυξάνονται.
Η νομοθεσία περί ανταγωνισμού είναι στην υπηρεσία της αντιλαϊκής στρατηγικής της Λισαβόνας και έχει στόχο να ελέγξει, να εμποδίσει και να συρρικνώσει την όποια επιχορήγηση ή κρατική ενίσχυση για την ικανοποίηση λαϊκών αναγκών, που μπορεί να έχουν αποσπάσει οι εργαζόμενοι με τους αγώνες τους.
Είναι ψέμα ότι ο ανταγωνισμός συμβάλλει στην πτώση των τιμών για τους καταναλωτές. Η εμπειρία μέχρι σήμερα έδειξε το αντίθετο: μοίρασμα των αγορών και αύξηση των κερδών για τις επιχειρήσεις και ακρίβεια για τους εργαζόμενους.
Μήπως και στο όνομα της ανταγωνιστικότητας δεν οδηγούνται οι νέοι σε εργασιακές συνθήκες γαλέρας που θα επεκταθούν σε όλους τους εργαζόμενους; Δίκαια ξεσηκώνονται οι νέοι στη Γαλλία και εμείς στεκόμαστε αλληλέγγυοι. Αποτελούν την ελπίδα για ριζικές αλλαγές ενάντια στις εκμεταλλευτικές πολιτικές της ΕΕ και των κυβερνήσεων, γι’ αυτό και είμαστε μαζί τους.
Alexander Stubb (PPE-DE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να πω λίγα λόγια για την έκθεση Hammerstein Mintz και να αιτιολογήσω την ψήφο μου. Υποστηρίζω τη δημοσιότητα, αλλά υποστηρίζω επίσης την επίδειξη ρεαλισμού. Είναι προφανές ότι οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου πρέπει να είναι δημόσιες, αλλά στα στοιχεία 14 και 15 το Σώμα ψήφισε υπέρ του να είναι δημόσιες οι συνεδριάσεις της COREPER, της Επιτροπής των Μονίμων Αντιπροσώπων –δηλαδή των πρεσβευτών της ΕΕ– καθώς και οι συνεδριάσεις της επιτροπής συνδιαλλαγής. Μπορούμε αναμφίβολα να εμμείνουμε σε αυτήν τη θέση, αλλά τότε θα μπορούσε ενδεχομένως και το Συμβούλιο να θεωρήσει ότι έχει δικαίωμα να επιμείνει ως προς το ότι πρέπει να είναι δημόσιες όλες οι συνεδριάσεις των πολιτικών μας ομάδων, οι προπαρασκευαστικές συνεδριάσεις μας και όλες οι συνεδριάσεις της Διάσκεψης των Προέδρων. Συνεπώς, υποστηρίζω μεν τη δημοσιότητα, αλλά δεν νομίζω ότι είναι ρεαλιστικό να εμμένουμε στη δημοσιότητα των συνεδριάσεων της COREPER.
Jean-Pierre Audy (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης του κ. Hammerstein Mintz σχετικά με τον ανοικτό χαρακτήρα των συνεδριάσεων του Συμβουλίου όταν αυτό ασκεί τα νομοθετικά του καθήκοντα. Σε μια εποχή όπως αυτή, όπου καθίσταται απαραίτητο να προχωρήσουμε προς μια πολιτική Ευρώπη, δυσκολευόμαστε πολύ περισσότερο να κατανοήσουμε γιατί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξακολουθεί να συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών όταν ασκεί τα νομοθετικά του καθήκοντα. Πέρα από το γεγονός ότι αυτή η θέση αντίκειται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΕ (Συνθήκη του Μάαστριχτ της 7ης Φεβρουαρίου 1992), που ορίζει την αρχή των ανοικτών διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν εξασφαλίζει επίσης τον ανοικτό χαρακτήρα τον οποίο οι συμπολίτες μας αναμένουν από τη λειτουργία των ευρωπαϊκών οργάνων. Ουδέποτε θα μπορέσουμε να μειώσουμε το χάσμα μεταξύ των ευρωπαϊκών δομών και του λαού ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο. Με εκκρεμούσα την επικύρωση της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οφείλει, ως θέμα επείγουσας φύσης, να μεταρρυθμίσει τον δικό του εσωτερικό κανονισμό ώστε να προβλέπει αυτήν την εξέλιξη προς έναν περισσότερο ανοικτό χαρακτήρα των συνεδριάσεών του όταν συνεδριάζει ως νομοθέτης, ενώ η μυστικότητα θα διατηρείται για τις ανταλλαγές απόψεων μεταξύ αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.
Robert Goebbels (PSE), γραπτώς. – (FR)Απείχα από την ψηφοφορία σχετικά με τον ανοικτό χαρακτήρα των συνεδριάσεων του Συμβουλίου, επειδή έχω την αίσθηση ότι ασχολείται με λάθος πρόβλημα. Αναγκάζοντας το Συμβούλιο να εργάζεται υπό τον έλεγχο των τηλεοπτικών συνεργείων, θα καταλήξουμε να έχουμε δημοσίως μόνο επίσημες ανταλλαγές απόψεων ενώ οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις θα διεξάγονται στα παρασκήνια. Όλες οι διαπραγματεύσεις απαιτούν κάποιο βαθμό εμπιστευτικότητας.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Θεωρούμε ότι οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου και της COREPER πρέπει να είναι δημόσιες όταν τα εν λόγω όργανα συνεδριάζουν με νομοθετική ιδιότητα. Αυτή είναι μια σημαντική δημοκρατική αρχή προκειμένου να μπορούν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι να λογοδοτούν στους ψηφοφόρους τους.
Δυστυχώς, στο σχέδιο έκθεσης περιλαμβάνεται μια σειρά δηλώσεων υπέρ της έγκρισης του σχεδίου Συνταγματικής Συνθήκης το οποίο απορρίφθηκε στα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών. Προσπαθήσαμε να επιτύχουμε τη διαγραφή των εν λόγω στοιχείων από την έκθεση ζητώντας τη διεξαγωγή ξεχωριστών ψηφοφοριών.
Ανεξαρτήτως, όμως, του αποτελέσματος αυτών των ψηφοφοριών, επιθυμούμε να υπερψηφίσουμε την έκθεση στο σύνολό της, καθόσον οι μεταρρυθμίσεις που άπτονται της δημοσιότητας του έργου του Συμβουλίου και της COREPER αποτελεί θέμα προτεραιότητας, ενώ επιθυμούμε να ασκήσουμε πίεση στο Συμβούλιο να τροποποιήσει τον εσωτερικό του κανονισμό. Εντούτοις, διαφωνούμε ριζικά με τον τρόπο κατά τον οποίο, στο πλαίσιο αυτού του σημαντικού ζητήματος της δημοσιότητας, η πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλησε να παρέμβει στη συζήτηση για το μέλλον της Συνταγματικής Συνθήκης.
David Martin (PSE), γραπτώς. (EN) Η έκθεση αυτή είναι το αποτέλεσμα της έρευνας του Διαμεσολαβητή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον ανοικτό χαρακτήρα του Συμβουλίου. Ο Διαμεσολαβητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου, κατά την άσκηση των νομοθετικών του καθηκόντων, δεν είναι ανοικτές στο κοινό και ότι η άρνηση του Συμβουλίου να αποφασίσει να ανοίξει τις εν λόγω συνεδριάσεις αποτελεί περίπτωση κακοδιοίκησης.
Αυτή η επίκαιρη έκθεση αποτελεί συνέχεια της πρόσκλησης της βρετανικής Προεδρίας για μεγαλύτερη διαφάνεια. Επιπλέον, δημοσκοπήσεις και δηλώσεις των ΜΚΟ, της κοινωνίας των πολιτών και της ακαδημαϊκής κοινότητας υπογραμμίζουν την επιθυμία των πολιτών για μεγαλύτερη λογοδοσία των κυβερνήσεών τους όσον αφορά τα ευρωπαϊκά θέματα.
Συμφωνώ ότι είναι απαράδεκτο να συνεδριάζει ακόμη κεκλεισμένων των θυρών ένα σημαντικό νομοπαρασκευαστικό σώμα της ΕΕ όταν ενεργεί ως νομοθέτης, ιδιαίτερα σε μια περίοδο στην οποία η ΕΕ θεωρεί εαυτήν φορέα εκδημοκρατισμού και δημοκρατικής λογοδοσίας. Τάσσομαι, συνεπώς, υπέρ της ραδιοτηλεοπτικής και διαδικτυακής αναμετάδοσης των δημόσιων συνεδριάσεων του Συμβουλίου, καθώς και της δημοσίευσης των επίσημων πρακτικών των νομοθετικών συνεδριάσεων.
Οι απαιτούμενες τροπολογίες προς το Συμβούλιο θα πρέπει να θεωρηθούν ως μια ήδη καθυστερημένη προσαρμογή του Συμβουλίου στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα και τη θεσμική ισότητα στη διεξαγωγή του νομοθετικού έργου.
Alyn Smith (Verts/ALE), γραπτώς. (EN) Συγχαίρω ολόψυχα τον συνάδελφο της Ομάδας μου, κ. Hammerstein Mintz, για αυτήν τη σημαντική έκθεση, η οποία αγγίζει τον πυρήνα τόσο πολλών από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ. Στη Σκωτία από την οποία προέρχομαι, όπως και σε τόσες πολλές χώρες, η μεγαλύτερη σύγχυση σχετικά με την ΕΕ αφορά την απουσία διαφάνειας και το αίσθημα ότι η ΕΕ κατά κάποιο τρόπο δεν λογοδοτεί· κατά την άποψή μου, όλα αυτά απορρέουν από το γεγονός ότι το Συμβούλιο Υπουργών συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών, συχνά μέσα στη νύχτα.
Για έναν οργανισμό ο οποίος μιλά τόσο πολύ για άνοιγμα, λίγα πράγματα βλέπουμε στην πράξη εκτός του Κοινοβουλίου, και το άνοιγμα των θυρών του Συμβουλίου θα αποτελέσει μεγάλο βήμα προς την ενημέρωση των λαών της Ευρώπης για το τι γίνεται εξ ονόματός τους. Η έκθεση αποτελεί την αρχή μόνο αυτής της διαδικασίας και πρέπει να εξακολουθήσουμε να θέτουμε το σημαντικό αυτό θέμα.
Sérgio Marques (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Θέλω να συγχαρώ τον κ. Cashman για τη σημαντική του έκθεση η οποία περιλαμβάνει συστάσεις προς την Επιτροπή όσον αφορά την πρόσβαση στα κείμενα του εν λόγω οργάνου, και στην οποία προσφέρω τη στήριξή μου. Χαιρετίζω ιδιαιτέρως την αναφορά στην ανάγκη να καταθέσει η Επιτροπή νομοθετική πρόταση σχετικά με «το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και τις γενικές αρχές και τους περιορισμούς για λόγους δημοσίου ή ιδιωτικού συμφέροντος που διέπουν αυτό το δικαίωμα πρόσβασης». Η πρόταση αυτή πρέπει να καταρτιστεί στο πλαίσιο διοργανικού διαλόγου και να ακολουθήσουν λεπτομερείς συστάσεις.
Συμμεριζόμαστε επίσης την άποψη ότι οι νέοι κανόνες όσον αφορά την πρόσβαση στα έγγραφα πρέπει να εφαρμοστούν μόνο για το διάστημα μετά τη θέση σε ισχύ του τροποποιημένου κανονισμού, χωρίς αναδρομική ισχύ.
David Martin (PSE), γραπτώς. (EN) Αφότου κυρώθηκε η Συνθήκη του Άμστερνταμ και τέθηκε σε ισχύ το άρθρο 255 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΣΕΚ), η διαφάνεια αποτελεί θεμελιώδη αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρωτεύων στόχος της οποίας είναι η ενίσχυση της δημοκρατικής φύσης των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.
Η έκθεση καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει νομοθετική πρόταση σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Μέσω της πρότασης αυτής, η έκθεση επιδιώκει τον σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας, των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ιδίως σχετικά με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, και τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Υποστηρίζω πλήρως την έκθεση, καθώς φρονώ ότι η ΕΕ όχι μόνο έχει υποχρέωση να είναι όσο το δυνατόν πιο ανοιχτή και διαφανής, αλλά και ότι πρέπει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο και να δώσει το παράδειγμα προς τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών καθώς και των υπό ένταξη και των υποψήφιων χωρών.
Alyn Smith (Verts/ALE), γραπτώς. (EN) Συγχαίρω τον κ. Cashman για αυτήν την έκθεση και με χαρά την υποστήριξα σήμερα. Τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν πολλοί βουλευτές σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα έχουν απασχολήσει όλο το Σώμα και ήταν καιρός να ασχοληθούμε με το θέμα στο Σώμα. Ελπίζω μόνο ότι θα δούμε να γίνονται πράξη οι στόχοι της έκθεσης.
Andreas Mölzer (NI). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, στον ΠΟΕ, η ΕΕ δέχεται πίεση σε πολλούς τομείς. Αφενός, πρέπει να αποδεχθούμε ορισμένες αλλαγές για την καταπολέμηση της φτώχειας στις πιο φτωχές χώρες, ενώ, την ίδια στιγμή, δεν πρέπει να είμαστε υπερβολικά γενναιόδωροι στις μονομερείς παραχωρήσεις που κάνουμε. Οι χώρες ΑΚΕ κινδυνεύουν να ζημιώσουν τον εαυτό τους ζητώντας μειώσεις στους δασμούς. Επειδή ασφαλώς αυτό δεν μπορεί να είναι ο στόχος των εν λόγω διαπραγματεύσεων, καταψήφισα την εν λόγω έκθεση.
Ταυτόχρονα πρέπει να αποτρέψουμε το ενδεχόμενο να τεθεί σε εφαρμογή η απειλητική άρση της απαγόρευσης εισαγωγής γενετικά τροποποιημένων υλικών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τη δυνατότητα να το πετύχει δρώντας ως ισχυρή κοινότητα σε διεθνές επίπεδο. Τέλος, πρέπει να λύσουμε χωρίς καθυστέρηση το πρόβλημα με την κινεζική επιβολή δασμών για τα εξαρτήματα και τα ανταλλακτικά των αυτοκινήτων, διαφορετικά και οι τελευταίες αυτοκινητοβιομηχανίες θα φύγουν οριστικά από την Ευρώπη με προορισμό την Κίνα.
Jean-Pierre Audy (PPE-DE), γραπτώς . – (FR) Ψήφισα υπέρ της εξαιρετικής έκθεσης του συναδέλφου και φίλου μου κ. Παπαστάμκου σχετικά με την αξιολόγηση του Γύρου της Ντόχα μετά την υπουργική διάσκεψη του ΠΟΕ στο Χονγκ Κονγκ τον Δεκέμβριο του 2005. Έχω την αίσθηση ότι οι οικονομίες, και ιδιαίτερα οι δυτικές οικονομίες, θα πρέπει να στηρίζουν το αναπτυξιακό πρόγραμμα της Ντόχα, το οποίο προβλέπει ένα είδος ανοικτού και θεμιτού εμπορίου με στόχο τη μείωση της φτώχειας στον κόσμο βοηθώντας να προχωρήσουν τόσο οι αναπτυσσόμενες όσο και οι ανεπτυγμένες χώρες. Αν δεν το κάνουμε αυτό, θα πληρώσουμε υψηλό πολιτικό τίμημα, ιδίως με τη μορφή της ενίσχυσης του εξτρεμισμού. Καλωσορίζω το γεγονός ότι αυτές οι διαπραγματεύσεις έχουν αναγνωρίσει τη δυνατότητα του πολυμερισμού και του διεθνούς εμπορίου να δημιουργήσουν πλούτο και, επομένως, κοινωνική πρόοδο. Θα μπορέσουμε όλοι να δούμε πώς μια ενωμένη, ισχυρή πολιτική Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή σε αυτήν την καταπολέμηση μιας κατάστασης στην οποία υπερισχύει το ίδιο συμφέρον έναντι αποδυναμωμένων διεθνών οργάνων.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Ο ΠΟΕ προσπαθεί τώρα να βρει λύσεις σε προβλήματα που ουδέποτε θα είχαν υπάρξει χωρίς αυτόν και τις προσπάθειές του να μας επιβάλει ένα παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο, ανεξάρτητα από το κόστος που αυτό θα έχει για τον κόσμο: ντάμπινγκ παντός είδους, προβλήματα με την παραγωγή απομιμήσεων, απαγορευμένη πρόσβαση στην αγορά στις περισσότερες χώρες εκτός από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαφανείς επιδοτήσεις (στην Ευρώπη) ή κεκαλυμμένες (αλλού, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες) που διαταράσσουν τον ανταγωνισμό, και ούτω καθεξής. Η παγκόσμια αγορά είναι μια ζούγκλα στην οποία ο ασθενέστερος, ο φτωχότερος, είναι το άμεσο θύμα, με παράπλευρο θύμα τη μόνη περιοχή που σέβεται πραγματικά τους κανόνες του παιχνιδιού, την Ευρώπη. Προκειμένου να στηριχθεί η ανάπτυξη των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, δεν πρέπει να τις εντάξουμε στον ΠΟΕ, αλλά να τις προστατεύσουμε από αυτόν.
Όπως και ορισμένοι νομπελίστες οικονομολόγοι, έχουμε και εμείς την άποψη ότι το ελεύθερο εμπόριο μπορεί να ωφελήσει όλες τις πλευρές μόνον όταν αυτό διεξάγεται μεταξύ χωρών του ιδίου επιπέδου ανάπτυξης, και ότι το εμπόριο μεταξύ άλλων χωρών πρέπει να ρυθμίζεται αυτό, βεβαίως, δεν αποκλείει ευνοϊκές εμπορικές διατάξεις για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Ούτε σημαίνει ότι κάθε «ζώνη» που σχηματίζεται με αυτόν τον τρόπο χρειάζεται μια κοινή εμπορική πολιτική συγκεντρωμένη στα χέρια μιας υπερεθνικής γραφειοκρατίας. Εν ολίγοις, το ελεύθερο εμπόριο δεν είναι αυτοσκοπός.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Αυτή η έκθεση ιδίας πρωτοβουλίας ρίχνει φως στα δύο μέτρα και σταθμά που χρησιμοποιεί η ΕΕ στο πεδίο της πολιτικής διεθνούς εμπορίου. Γίνεται πολύς λόγος για την ανάγκη ανοίγματος των αγορών των αναπτυσσόμενων οικονομιών στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Συγχρόνως, όμως, ο εισηγητής δηλώνει ότι η κοινοτική γεωργία έχει «πολυλειτουργικό χαρακτήρα» και επαναλαμβάνει την «ανάγκη τήρησής του».
Θεωρούμε ότι, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές οδηγούν σε έναν καλύτερο κόσμο. Πρέπει, ωστόσο, να λαμβάνονται υπόψη τα διαφορετικά επίπεδα εξέλιξης των επιμέρους κρατών. Εάν μέσω του εμπορίου επιδιώκεται η μείωση της φτώχειας, και μάλιστα κατά την έναρξη της αναπτυξιακής διαδικασίας, η ΕΕ οφείλει να τροποποιήσει την εμπορική της πολιτική καταργώντας τις γεωργικές ενισχύσεις και προσφέροντας τη δυνατότητα στις φτωχές χώρες να ανταγωνίζονται υπό ικανοποιητικούς όρους.
Δεδομένου ότι στο μεγαλύτερο μέρος της η έκθεση περιέχει αρνητικές διατυπώσεις, την καταψηφίσαμε στη σημερινή ψηφοφορία.
Pedro Guerreiro (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Με το ψήφισμα αυτό, η πλειοψηφία των βουλευτών του Κοινοβουλίου προσπαθεί να προετοιμάσει το έδαφος για την ελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου –στους τομείς της γεωργίας, των μη γεωργικών προϊόντων και των υπηρεσιών– κατά τη διάρκεια του τρέχοντος γύρου διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ, ο οποίος αναμένεται ότι θα έχει ολοκληρωθεί έως τα τέλη του 2006.
Η εμβάθυνση της ελευθέρωσης του εμπορίου –παρακάμπτοντας τις υφιστάμενες αντιπαραθέσεις ή αποδυναμώνοντας τις θέσεις που ορισμένες από τις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες έχουν μέχρι στιγμής υποστηρίξει– θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις για τους εργαζόμενους και για τους ανθρώπους γενικότερα.
Δείτε το παράδειγμα των υπηρεσιών. Έως τις 28 Φεβρουαρίου, είτε η ΕΕ είτε οι ΗΠΑ είχαν καταθέσει αιτήσεις για ελευθέρωση των εξής τομέων: μεταφορές (θαλάσσιες και εναέριες), οπτικοακουστικός τομέας και πολιτισμός, τεχνολογία της πληροφορίας, κατασκευές, εκπαίδευση, ενέργεια, περιβάλλον, τηλεπικοινωνίες, τομέας διανομής, αρχιτεκτονική και σχεδιασμός, ταχυδρομικές, χρηματοπιστωτικές και νομικές υπηρεσίες.
Αυτό σημαίνει ότι στους εν λόγω τομείς καταβάλλονται προσπάθειες κατάργησης όλων των περιορισμών ως προς τις ξένες επενδύσεις, τη διασυνοριακή εγκατάσταση και παροχή υπηρεσιών, τις απαιτήσεις ως προς την εθνικότητα και τους περιορισμούς του ανταγωνισμού.
Με άλλα λόγια, καταβάλλονται προσπάθειες κατάργησης μηχανισμών οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου λιγότερο (ή περισσότερο) ανεπτυγμένα οικονομικώς κράτη να διασφαλίζουν την ανάπτυξή τους και να καλύπτουν τις ανάγκες του πληθυσμού τους. Αυτό θα ικανοποιήσει την ακόρεστη και απάνθρωπη απληστία των μεγάλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών ομίλων της ΕΕ και των ΗΠΑ.
David Martin (PSE), γραπτώς. (EN) Η έκθεση αυτή σχετικά με το αποτέλεσμα της συνάντησης του ΠΟΕ στο Χονγκ Κονγκ έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή, κατά την οποία οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε πολύ λεπτό σημείο. Ψηφίσαμε σήμερα προκειμένου να στείλουμε ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα σε όσους συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕ, ότι πρέπει να τιμούν τις δεσμεύσεις για επιτυχή ολοκλήρωση αυτού του γύρου που είναι προσανατολισμένος προς τις φτωχότερες χώρες, όπως συμφωνήθηκε στη Ντόχα.
Ως εκπρόσωπος των Εργατικών για το διεθνές εμπόριο, υπέβαλα μια σειρά τροπολογιών επί της έκθεσης στο στάδιο προετοιμασίας της από την επιτροπή. Τότε, όπως και τώρα, ζήτησα την εξαίρεση βασικών δημόσιων υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένης της ύδρευσης) από τους μηχανισμούς απελευθέρωσης. Στην παράγραφο που αφορά την πρόσβαση μη γεωργικών προϊόντων στην αγορά, ζήτησα ευελιξία στον αριθμό και το εύρος των συντελεστών που χρησιμοποιούνται στη διαμόρφωση της μείωσης των δασμών, ούτως ώστε να δοθεί επαρκές πολιτικό περιθώριο στις αναπτυσσόμενες χώρες να επιλέξουν το ποσοστό απελευθέρωσης το οποίο θα εφαρμόσουν. Υπερψήφισα μια παρόμοια τροπολογία σήμερα.
Σχετικά με τη γεωργία, αν και συμφωνώ με την εκτίμηση της Επιτροπής ότι οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να συνεχιστούν παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις άλλων τομέων, δεν μπόρεσα να υπερψηφίσω τα αιτήματα ορισμένων συναδέλφων να προβλεφθούν προϋποθέσεις ή ακόμα και δυνατότητα ανάκλησης της παρούσας προσφοράς της ΕΕ. Φρονώ ότι η παρούσα προσφορά θα πρέπει τουλάχιστον να διατηρηθεί.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Η έκθεση Παπαστάμκου σχετικά με την υπουργική διάσκεψη του ΠΟΕ στο Χονγκ Κονγκ με ωθεί να προβώ σε δύο επισημάνσεις. Πρώτον, δεν πρέπει να είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι το διεθνές εμπόριο προσφέρει τεράστιες δυνατότητες προαγωγής της ανάπτυξης και της ευημερίας. Αφενός, όσο περισσότερες είναι οι εμπορικές συναλλαγές, τόσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εξάρτησης και συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Αφετέρου, όσο πιο έντονο είναι το διεθνές εμπόριο, τόσο μεγαλύτερη είναι η οικονομική ευημερία των διαφόρων χωρών, η οποία συμβάλλει στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των κατοίκων τους και στην ενίσχυση της παγκόσμιας ασφάλειας.
Δεύτερον, το συμπέρασμα στο οποίο οφείλουμε να καταλήξουμε είναι ότι, όποιος επιθυμεί έναν κόσμο με περισσότερο εμπόριο και πιο δίκαιο εμπόριο, έναν κόσμο στον οποίο οι κανόνες γίνονται σεβαστοί, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα φύγει από τη διάσκεψη απογοητευμένος. Όσο προχωρεί το 2006, απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από τον στόχο της επιτυχούς ολοκλήρωσης αυτού του γύρου, ο οποίος ξεκίνησε το 2001, έως τα τέλη του έτους. Αν επιθυμούμε, ωστόσο, να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο, πρέπει να καταλήξουμε σε συμφωνία σχετικά με τα πλεονεκτήματα του ελευθέρου εμπορίου και τους κανόνες στους οποίους πρέπει αυτό να υπόκειται.
Alyn Smith (Verts/ALE), γραπτώς. (EN) Η παρούσα έκθεση έχει υποστεί τόσες τροποποιήσεις που δεν μπόρεσα να την υποστηρίξω, παρότι συμφωνώ με ορισμένα σημεία. Κανένας από τους στόχους της εκστρατείας «Κάντε τη φτώχεια παρελθόν» και της πορείας στο Εδιμβούργο το περασμένο καλοκαίρι δεν επιτεύχθηκε και αυτό αποτελεί, δυστυχώς, μια χαμένη ευκαιρία. Μπορούσαμε να έχουμε στείλει ένα ηχηρότερο, σαφέστερο μήνυμα σήμερα προς τις κυβερνήσεις μας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αντιθέτως, ουσιαστικά επικυρώσαμε ένα status quo, τη συνέχιση του οποίου δεν θέλω να δω.
Marc Tarabella (PSE), γραπτώς. – (FR) Θα ήθελα να εξηγήσω γιατί τελικά καταψήφισα την έκθεση στην τελική ψηφοφορία.
Η καταψήφιση οφείλεται στο γεγονός ότι απορρίφθηκε η τροπολογία 22, η οποία καταδίκαζε την επιμονή της Επιτροπής στην ελευθέρωση των υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά της ΕΕ και αλλού χωρίς να συνοδεύει αυτήν την ελευθέρωση με μια κατάλληλη κοινωνική και περιβαλλοντική νομοθεσία.
Είμαι απολύτως σύμφωνος με το γεγονός ότι καμία χώρα δεν θα πρέπει να αναγκάζεται να ελευθερώσει οποιονδήποτε τομέα υπηρεσιών και ότι τομείς όπως η υγεία, η ύδρευση, παιδεία και οι οπτικοακουστικές υπηρεσίες ιδιαίτερα πρέπει να εξαιρούνται από την ελευθέρωση.
Αυτό το τμήμα της τροπολογίας απορρίφθηκε με μικρή πλειοψηφία: 291 υπέρ, 299 κατά και 20 αποχές. Για τον λόγο αυτόν, δεν θέλησα να ψηφίσω υπέρ κατά τη διάρκεια της τελικής ψηφοφορίας.
Γεώργιος Τούσσας (GUE/NGL), γραπτώς. – Το ΚΚΕ καταψηφίζει την έκθεση για την αξιολόγηση του Γύρου της Ντόχα, γιατί κινείται και επαναλαμβάνει το αντιδραστικό-αντιλαϊκό πλαίσιο της Υπουργικής Διάσκεψης του ΠΟΕ στο Χονγκ-Κονγκ, τις εξωφρενικές αξιώσεις του ευρωενωσιακού κεφαλαίου, όπως καθορίστηκαν και προωθούνται σε αγαστή συνεργασία με τις ΗΠΑ. Στόχος της ΕΕ και των ΗΠΑ και κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, που βρίσκονται σε εξέλιξη είναι η ακόμη μεγαλύτερη εκμετάλλευση των λαών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών και πολύ περισσότερο των αναπτυσσόμενων και λιγότερο αναπτυγμένων χωρών.
Η ΕΕ και οι ΗΠΑ, μαζί με τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις προβαίνουν σε επιλεκτικό άνοιγμα των αγορών, κατάργηση των επιδοτήσεων για τα αγροτικά προϊόντα –σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτών– προκειμένου να διεισδύσει το μονοπωλιακό κεφάλαιο στις αγορές των αναπτυσσόμενων και λιγότερο αναπτυγμένων χωρών, για τον πλήρη έλεγχο των βιομηχανικών προϊόντων, την παροχή υπηρεσιών και τη ληστρική εκμετάλλευση του νερού, της ενέργειας κ.α., για την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας του.
Jean-Pierre Audy (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα υπέρ της εξαιρετικής έκθεσης του συναδέλφου μου κ. Garcia-Margallo y Marfil σχετικά με την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας: προπαρασκευαστική έκθεση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής για το 2006, η οποία υπογραμμίζει τις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για μια αειφόρο οικονομική ανάπτυξη.
Η έκθεση αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την ορθή κατανόηση των λόγων για τους οποίους η Ευρώπη είναι μία από τις περιοχές του κόσμου, ιδίως του ανεπτυγμένου κόσμου, όπου η οικονομική μεγέθυνση είναι η ασθενέστερη. Η υπερβολική γραφειοκρατία που καθιστά την οικονομία μας λιγότερο ευέλικτη, το γεγονός ότι δεν διαθέτουμε αρκετούς ηγέτες παγκόσμιου κύρους και το γεγονός ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μας εξελίσσονται λιγότερο γρήγορα από τις επιχειρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα χαμηλά επίπεδα απασχόλησης και ο χαμηλός μέσος χρόνος εργασίας, και, τέλος, οι ισχνές επενδύσεις στην επαγγελματική κατάρτιση, την έρευνα και την ανάπτυξη: όλα αυτά σε μεγάλο βαθμό εξηγούν την τρέχουσα κατάσταση.
Στον παγκόσμιο οικονομικό και κοινωνικό ανταγωνισμό που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, αποτελεί θέμα επείγοντος χαρακτήρα για τα κράτη μέλη, μέσω των εθνικών τους μεταρρυθμιστικών σχεδίων, να συνεργαστούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη δημιουργία των προϋποθέσεων επίτευξης των στόχων της Λισαβόνας που αποβλέπουν στο να καταστήσουν την Ευρώπη την ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Έχουμε ενώπιόν μας μία ακόμη έκθεση σχετικά με την οικονομική κατάσταση, μία ακόμη επανάληψη μυθευμάτων, και την προσφορά λύσεων οι οποίες δεν αλλάζουν τίποτε. Η οικονομική και κοινωνική κατάσταση παραμένει επισφαλής, με ενίσχυση των ανισοτήτων, με απαράδεκτα επίπεδα φτώχειας και ανεργίας, ενώ οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης παραμένουν βραδείς και ασταθείς.
Εκείνο που διαπιστώνουμε είναι ότι η χρηματοοικονομική πτυχή υπερισχύει έναντι της πραγματικής οικονομίας, καθώς δίνεται έμφαση στην ανάγκη εδραίωσης της εμπιστοσύνης μέσω της άκαμπτης εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, καθώς και στην ανάγκη μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων. Οι θέσεις αυτές ισοδυναμούν με απόλυτο φιλελευθερισμό και τις απορρίπτουμε εξ ολοκλήρου και κατηγορηματικά.
Τι έχει συμβεί στο όνομα της παγκοσμιοποίησης; Έχουν υπονομευτεί τα δικαιώματα των εργαζομένων και η κοινωνική ασφάλεια, έχει επιβληθεί μεγαλύτερη ευελιξία στις αγορές εργασίας (η μαγική έννοια της «flexicurity», της ευελιξίας σε συνδυασμό με ασφάλεια, μέγιστο παράδειγμα της οποίας είναι η CPE (σύμβαση πρώτης απασχόλησης) στη Γαλλία), έχει δικαιολογηθεί η αύξηση του πραγματικού και του τυπικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, έχει προαχθεί η ελευθέρωση του τομέα της ενέργειας και ζητείται η ελευθέρωση των υπηρεσιών, συμβάλλοντας έτσι στην απορρύθμιση της εργασίας και στο κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ.
Τα νέα για τους οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς ομίλους είναι θαυμάσια. Ως συνήθως, το κύριο βάρος των προβλημάτων μεταφέρεται στους εργαζόμενους και στα λιγότερο προνομιούχα στρώματα της κοινωνίας.
Συνεπώς, καταψηφίσαμε το κείμενο.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Όπως ακριβώς κάθε χρόνο, η έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής είναι, στις παρατηρήσεις της, ένας κατάλογος κοινοτοπιών και, στις προτάσεις της, μια λίστα συστάσεων τις οποίες οι βουλευτές αυτού του Κοινοβουλίου τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς θα εγκρίνουν με ενθουσιασμό, αλλά τις οποίες τα κόμματα στα οποία αυτοί ανήκουν θα φροντίσουν να μην εφαρμόσουν στη δική τους χώρα όταν αυτά είναι στην εξουσία.
Πέρα από την υποκρισία, θα ήθελα να υπογραμμίσω τρία σημεία τα οποία θεωρώ ότι δημιουργούν έκπληξη: η παντελής απουσία αναφοράς στις αδικαιολόγητες αυξήσεις επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι οποίες συμβάλλουν στη στασιμότητα της ευρωζώνης· η έκθεση βλέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως έναν τέλειο ομοιογενή χώρο, που αποτελείται από χώρες που αντιμετωπίζουν απόλυτα ταυτόσημα προβλήματα, ενώ στην πραγματικότητα η κατάσταση έχει γίνει εξαιρετικά ανομοιογενής από την ημερομηνία της τελευταίας διεύρυνσης και το αίτημα για ευρωπαϊκή νομοθεσία η οποία να είναι «διεθνώς συμβατή, ώστε να μην έχει δυσμενή επίδραση στην ανταγωνιστική θέση της ΕΕ» θα αποτελούσε απαράδεκτο αίτημα για τον ελάχιστο κοινωνικό και περιβαλλοντικό παρονομαστή.
Αν δεν θεωρούσαμε ήδη ότι αυτές που σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται για τις οικονομικές μας δυσχέρειες είναι οι πολιτικές των Βρυξελλών στο σύνολο τους, αυτά τα τρία σημεία θα ήσαν αρκετά για να αιτιολογήσουν το δικό μας «όχι» στην ψηφοφορία.
Marie-Noëlle Lienemann (PSE), γραπτώς. – (FR) Δεν ενέκρινα τις ευρείες κατευθυντήριες γραμμές της οικονομικής πολιτικής, οι οποίες, επί σειρά ετών, το μόνο που έχουν κάνει είναι να υιοθετούν τις φιλελεύθερες τάσεις της ΕΕ και είναι η βασική αιτία της ασθενούς ανάπτυξης, της ανεργίας, της αβεβαιότητας των εργαζομένων και της υποχώρησης της κοινωνικής μας προστασίας.
Η έκθεση δεν στηρίζει καμία από τις κατευθυντήριες γραμμές που θα επέτρεπαν μια εναλλακτική πολιτική: διατήρηση της αγοραστικής δύναμης, αναπροσαρμογή μισθών για την αναζωογόνηση της κατανάλωσης και της ανάπτυξης, στήριξη φιλόδοξων δημόσιων επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό και την απασχόληση, εναρμόνιση της φορολογίας και των κοινωνικών προτύπων προς τα άνω για την καταπολέμηση του ντάμπινγκ, και τη δημιουργία μιας αληθινής οικονομικής κυβέρνησης που θα διαθέτει κύρος έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Διαμάντω Μανωλάκου (GUE/NGL) , γραπτώς. – Οι γενικοί προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής ΕΕ για το 2006 περιέχουν όλα τα αντιλαϊκά μέτρα που θα φέρουν περισσότερη ακρίβεια, ανεργία, ανισότητα, φτώχεια, αβεβαιότητα, δυστυχία για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα και περισσότερα πλούτη για το ευρωενωσιακό κεφάλαιο.
Εξασφαλίστηκαν από τα Εθνικά Προγράμματα Μεταρρύθμισης (ΕΠΜ), ώστε με ταχύτητα και ακρίβεια να σφίγγει στο λαιμό των λαών η θηλιά της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που ευαγγελίζεται η στρατηγική της Λισαβόνας.
Τα άλλοθι πολλά: γήρανση του πληθυσμού για την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, ενεργειακή ασφάλεια για την ιδιωτικοποίηση του ενεργειακού τομέα και μετατροπή του από κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα, μείωση των ελλειμμάτων όπως απαιτεί το Σύμφωνο Σταθερότητας μέσα από τη «συγκράτηση» των δημόσιων δαπανών για τις λαϊκές ανάγκες, σύνδεση μισθών-παραγωγικότητας για εξασφάλιση της μείωσης μισθών και συντάξεων.
Ταυτόχρονα φοροαπαλλαγές και απλούστευση διαδικασιών για δημιουργία επιχειρήσεων, ευέλικτες μορφές εργασίας, δια βίου κατάρτιση για τις ανάγκες της αγοράς, κρατικές ενισχύσεις και έρευνα στην υπηρεσία των επιχειρηματιών και όχι των αναγκών της κοινωνίας.
Είναι η νέα επίθεση της ΕΕ σε εργατική τάξη και νεολαία που μόνο ένα δυνατό μαζικό κίνημα μπορεί να αποκρούσει και να ανοίξει δρόμους κάνοντας πράξη τον τεράστιο πλούτο που παράγεται και πρέπει να καρπώνονται οι δημιουργοί του, οι εργαζόμενοι, και όχι οι εκμεταλλευτές τους.
Claude Moraes (PSE), γραπτώς. (EN) Υποστήριξα αυτήν την έκθεση ως προς την πρόθεσή της να μειώσει το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων για πολλές από τις φτωχότερες χώρες. Αν και υποστηρίζω την πρόθεση της τροπολογίας 3 για τη μείωση αυτού του κόστους, η τροπολογία είναι ακατάλληλη καθώς προβλέπει ένα καθολικό όριο για κάθε είδους προστασία των ασθενών για προϊόντα που σχετίζονται με αυτόν τον τομέα που μπορεί να στρεβλώσει τις αγορές σε παγκόσμιο επίπεδο και δυνητικά να πλήξει την περαιτέρω ανάπτυξη.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Χαιρετίζω την κατεύθυνση προς την οποία κινούνται οι προβληματισμοί και οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής για το 2006. Αυτήν τη φορά, η συζήτηση πρέπει να εστιαστεί στην αναζήτηση εφαρμόσιμων αποφάσεων οι οποίες θα έχουν ως στόχο να καταστήσουν το οικονομικό περιβάλλον πιο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, την απασχόληση, τον ανταγωνισμό, την καινοτομία και τη δημιουργία πλούτου. Δεν πρέπει να σπαταλούμε ενέργεια σε περιφερειακά θέματα ή –και αυτό είναι εξίσου σοβαρό– σε πράγματα τα οποία έπρεπε να είναι αυτονόητα.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ, και οι πολιτικοί ηγέτες τους, έχουν καθήκον να προαγάγουν ένα πολιτικό περιβάλλον το οποίο θα ευνοεί τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό που απαιτείται επειγόντως είναι διάλογος ο οποίος θα χαρακτηρίζεται από αλήθεια, τόλμη και αποτελέσματα. Πρέπει να είμαστε τολμηροί και να ωθήσουμε τις κοινωνίες μας να επενδύσουν στο μέλλον και στην ίδια τη δυναμική τους. Πρέπει να είμαστε σε θέση να διαμορφώσουμε τις αναγκαίες συνθήκες για την πραγματοποίηση αυτών των επενδύσεων. Δεν χρειάζεται να φοβόμαστε το μέλλον. Εντούτοις, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εμφανίζονται φοβισμένες. Επειδή ακριβώς στην προκειμένη έκθεση απορρίπτεται αυτός ο τρόπος σκέψης και προβάλλεται ως πρόκληση η ανάληψη δράσης με εφικτούς στόχους και εφαρμόσιμες προτάσεις, με την πλειονότητα των οποίων συμφωνώ, υπερψήφισα το κείμενο.
Kathy Sinnott (IND/DEM), γραπτώς. (EN) Καταψήφισα την έκθεση García-Margallo y Marfil λόγω της υποστήριξης που παρέχει στην πρόταση της Επιτροπής για κοινή ενοποιημένη βάση του φόρου εταιρειών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 16. Αυτή η πρόταση για κοινή ενοποιημένη φορολογική βάση για τις εταιρείες ανοίγει σαφώς το δρόμο για τη φορολογική εναρμόνιση, αυτήν τη μεγάλη αλλά κυρίως ανομολόγητη απειλή κατά της ευημερίας της Ιρλανδίας. Κατά τον ίδιο τρόπο, αντιτίθεμαι στη φορολόγηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο κράτος εγκατάστασης.
Αυτή η φορολογική εναρμόνιση είναι απολύτως αντίθετη με τις επιθυμίες του ιρλανδικού λαού. Αν έχουμε κοινό ευρωπαϊκό φορολογικό καθεστώς για τις εταιρείες, θα απολέσουμε έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες διατήρησης της οικονομικής ανεξαρτησίας μας και της παρούσας κατάστασης ευημερίας μας. Θεωρώ ότι αυτό αποτελεί την απαρχή της επιβολής μιας κοινής ευρωπαϊκής φορολογικής πολιτικής στην Ιρλανδία. Οφείλω να συστήσω στην ιρλανδική κυβέρνηση να προσέξει ιδιαίτερα αυτόν τον χώρο, όπου απειλείται η ελευθερία μας, και να τον υπερασπιστεί δυναμικά. Η επωδός κύκλων της ιρλανδικής κυβέρνησης είναι ότι: Όχι, δεν υπάρχει σχέδιο εναρμόνισης των φόρων και αν υπήρχε, η ιρλανδική κυβέρνηση θα το απέρριπτε.
Να λοιπόν που αρχίζει να φαίνεται στον ορίζοντα· είναι καιρός να αποδείξετε το σθένος σας.
Peter Skinner (PSE), γραπτώς. Αν και υποστηρίζουμε την πρόθεση της τροπολογίας 3 για τη μείωση του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων για πολλές από τις φτωχότερες χώρες, η τροπολογία αυτή είναι ακατάλληλη καθώς προβλέπει ένα καθολικό όριο για κάθε είδους προστασία των ασθενών για προϊόντα που σχετίζονται με αυτόν τον τομέα που μπορεί να στρεβλώσει τις αγορές σε παγκόσμιο επίπεδο και, δυνητικά, να πλήξει την περαιτέρω ανάπτυξη. Ο χειρισμός των θεμάτων αυτών είναι καλύτερα να γίνεται σε επίπεδο ΟΗΕ και ΠΟΕ.
Το Εργατικό Κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εμμένει στη θέση του επί του θέματος της φορολογίας των εταιρειών, δηλαδή την μη υποστήριξη νέου υπολογισμού της φορολογικής βάσης εταιρειών. Αν και επιδιώκουμε μεγαλύτερο συντονισμό των φορολογικών αρχών στην προσπάθεια παροχής βοήθειας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες επιδίδονται σε διασυνοριακό εμπόριο, αναγνωρίζουμε ότι το θέμα αυτό παραμένει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών της ΕΕ.