13. Έλεγχος της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2003 2004) - Βελτίωση της νομοθεσίας 2004: εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας – Εφαρμογή, συνέπειες και αντίκτυπος της ισχύουσας νομοθεσίας περί εσωτερικής αγοράς - Στρατηγική απλούστευσης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος (συζήτηση)
Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την κοινή συζήτηση «Βελτίωση της νομοθεσίας» των ακόλουθων εκθέσεων:
- A6-0089/2006 της κ. Frassoni, εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, σχετικά με την 21η και 22η έκθεση της Επιτροπής για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2003 και 2004) (2005/2150(INI)),
- A6-0082/2006 του κ. Doorn, εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας 2004: εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας (12η ετήσια έκθεση) (2005/2055(INI)),
- A6-0083/2006 της κ. McCarthy, εξ ονόματος της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σχετικά με την εφαρμογή, τις συνέπειες και τον αντίκτυπο της ισχύουσας νομοθεσίας περί εσωτερικής αγοράς 2004/2224(INI) και
- A6-0080/2006)του κ. Gargani, εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, σχετικά με μια στρατηγική απλούστευσης του ρυθμιστικού περιβάλλοντος (2006/2006(INI)).
Monica Frassoni (Verts/ALE), εισηγήτρια. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, είμαι ιδιαίτερα ευτυχής γιατί μου δίδεται σήμερα η ευκαιρία να λάβω τον λόγο όχι με τη συνήθη ιδιότητα της εκπροσώπου της Ομάδας μου, αλλά ως εισηγήτρια τη Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, εκπροσωπώντας μια ευρύτερη πλειοψηφία. Ως εισηγήτρια, θα ήθελα να επισημάνω ορισμένα ζητήματα όσον αφορά την έκθεση, βασικός στόχος της οποίας είναι να υπογραμμίσει ότι το ζήτημα της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου αποτελεί σημαντικό τμήμα του φακέλου «βελτίωση της νομοθεσίας», όπως εξίσου σημαντικά είναι και τα άλλα ζητήματα που θα μας απασχολήσουν σήμερα.
Η εφαρμογή είναι ένα σημαντικό στοιχείο του δικαίου καταρχάς διότι, όπως ορθώς επεσήμανε η έκθεση της Επιτροπής, η κατάσταση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι ικανοποιητική. Υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα, κυρίως από άποψη περιβαλλοντικής νομοθεσίας όπως και σε θέματα που αφορούν την εσωτερική αγορά, και είναι σαφές ότι η ευθύνη βαρύνει κυρίως τα κράτη μέλη.
Η ευθύνη για την ελλιπή εφαρμογή οφείλεται, ωστόσο, και σε μια διαδικασία, η οποία δεν είναι εύκολο να βελτιωθεί, καθώς προβλέπεται από τις Συνθήκες. Πρόκειται για μια χρονοβόρο διαδικασία, η οποία προβλέπει σχετικά ήπιες κυρώσεις: συχνά αποδεικνύεται ανεπαρκής και ιδιαίτερα χρονοβόρος για την εξεύρεση μιας θετικής λύσης όσον αφορά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου από τα κράτη μέλη.
Θα ήθελα να μάθω εάν θεωρείτε πως το ζήτημα της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου αποτελεί ή όχι προτεραιότητα για την Επιτροπή. Από την ανακοίνωση συμπεραίνουμε πως δεν είναι, καθώς, όπως γνωρίζουμε, δίδεται προτεραιότητα στην απόσυρση και την τροποποίηση των οδηγιών και όχι στη σωστή εφαρμογή τους.
Πιστεύω πως στην Επιτροπή επικρατούν δύο σχολές σκέψης: η μία θεωρεί πως «είναι καλύτερα να μην έλθουμε σε σύγκρουση με τα κράτη μέλη, ας προσπαθήσουμε λοιπόν να λύσουμε τα προβλήματα σε συνεργασία μαζί τους», ενώ η άλλη πιστεύει ότι «πρέπει να εφαρμόζουμε τους κανόνες ως έχουν, με ευέλικτο και θετικό τρόπο, εξετάζοντας τη δυνατότητα εφαρμογής διαδικασιών που θα ολοκληρώνονται όσο το δυνατόν ταχύτερα και θα σέβονται το δίκαιο».
Για τον σκοπό αυτόν, θα ήθελα να αναφέρω ορισμένα παραδείγματα: θεωρούμε ότι η λήψη μιας σειράς αποφάσεων της Επιτροπής σχετικά με την έναρξη ορισμένων διαδικασιών, όπως οι αποφάσεις για τους ΓΤΟ στην Αυστρία, ήταν ιδιαίτερα άμεση και επιτυχής, ενώ αντιθέτως, όσον αφορά τη Γαλλία και την αδυναμία της να εφαρμόσει την οδηγία «Natura 2000», τρία χρόνια μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου περιμένουμε από την Επιτροπή να παρέμβει σύμφωνα με το άρθρο 228 που αφορά τα πρόστιμα.
Εξίσου ενδιαφέρουσες καταστάσεις υπάρχουν όσον αφορά το δικαίωμα αποζημίωσης των πολιτών για τις ιατρικές τους δαπάνες. Γνωρίζουμε πως αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα για τους πολίτες παραμένει άλυτο, γιατί η λύση του παρουσιάζει πολιτικές δυσκολίες. Παράλληλα, το άρθρο 228 έχει εφαρμοσθεί σε δύο μόνο περιπτώσεις: για τους χώρους υγειονομικής ταφής στην Ελλάδα, όπου η εφαρμογή του ανεστάλη μετά από πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, και στην περίπτωση των υδάτων κολύμβησης της Ισπανίας, όπου απεσύρθη την τελευταία στιγμή με μια αρκετά αμφιλεγόμενη από νομικής απόψεως αιτιολογία, όπως αναγνωρίζει και η ίδια η Επιτροπή.
Ποια είναι η απάντηση που δίνουμε ή ποιες είναι οι προτάσεις που καταθέτουμε για να δοθεί λύση σε μια κατάσταση, για την οποία πιστεύουμε πως η Επιτροπή οφείλει να ενεργεί με περισσότερη διαφάνεια; Καταρχάς, θεωρούμε πώς πρέπει να υπάρξει καλύτερη αξιολόγηση και περισσότερη διαφάνεια όσον αφορά τις μεθόδους εφαρμογής του δικαίου. Φρονώ πως είναι σημαντικό να μας διαβιβάζει η Επιτροπή τις μελέτες συμμόρφωσης που διεξάγει όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου, πράγμα που δυστυχώς δεν κατορθώσαμε να πετύχουμε.
Κατά δεύτερο λόγο, πιστεύω πως είναι πάρα πολύ σημαντικό να υπάρξει μεταφορά πόρων από όλους εκείνους τους οργανισμούς που δεν παράγουν πλέον νομοθεσία σε όσους την εφαρμόζουν. Δεν συμφωνούμε, για παράδειγμα, με την ιδέα η μεταφορά αυτή να γίνει προς όσους ασχολούνται με την εκτίμηση των επιπτώσεων, όπως συζητείται αυτήν τη στιγμή στην Επιτροπή, και, κατά τρίτο λόγο –και αυτό αφορά εμάς– θεωρούμε πως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να παρέμβει πολύ πιο αποτελεσματικά στο ζήτημα της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, όχι για να περιορίσει τις αρμοδιότητες της Επιτροπής –γνωρίζω πως το ζήτημα αυτό ανησυχεί ιδιαίτερα τα μέλη αυτού του οργάνου – αλλά, αντιθέτως, για να σχηματίσει μια σαφέστερη ιδέα όσων συμβαίνουν, όπως πράττει η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και άλλες επιτροπές.
Πιστεύω πως η πολιτική της «μαύρης λίστας» όσον αφορά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου είναι πολύ χρήσιμη και ίσως η Επιτροπή θα έπρεπε να μας βοηθήσει στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή της.
Bert Doorn (PPE-DE), εισηγητής. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να παραθέσω ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε σε μια έγκυρη ολλανδική εφημερίδα τον Μάιο του περασμένου έτους, λίγο πριν από το δημοψήφισμα στις Κάτω Χώρες. Το άρθρο ξεκινά ως εξής: «Ούτε ο Barroso, ούτε ο Blair, ούτε ο κ. van Alphen από τις Κάτω Χώρες, μαζί με χιλιάδες άλλους εθνικούς δημοσίους υπαλλήλους, δεν λαμβάνουν τις καθημερινές αποφάσεις στην Ευρώπη». Το άρθρο αυτό δεν κάνει τίποτα για να δημιουργήσει μια θετική βασική αντίληψη για το δημοψήφισμα στις Κάτω Χώρες. Γνωρίζετε ότι τα πράγματα εξελίχθηκαν φρικτά άσχημα. Οι Κάτω Χώρες είπαν όχι, γεγονός που είναι ανησυχητικό. Αυτοί ακριβώς οι κανόνες και οι κανονισμοί αποτελούν πηγή ανησυχίας και πρέπει να τους συζητήσουμε πιο λεπτομερώς σήμερα.
Πρέπει να εργαστούμε σκληρά για να διαλύσουμε την αρνητική εικόνα που έχει ο πολίτης για τους κανόνες και τους κανονισμούς. Πώς μπορούμε να το επιτύχουμε αυτό; Μπορούμε να το κάνουμε καθιστώντας τους πιο διαφανείς. Πρέπει επίσης να εξετάσουμε τη διοικητική επιβάρυνση την οποία συνεπάγονται. Πολλές εταιρείες αντιμετωπίζουν τον βραχνά μιας υψηλής διοικητικής επιβάρυνσης, και αν υπάρχει κάτι που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα των εταιρειών είναι αυτό ακριβώς.
Πώς θα επιτύχουμε περισσότερη διαφάνεια και θα περιορίσουμε τη διοικητική επιβάρυνση; Μπορούμε να το κάνουμε, αρχικά, διεξάγοντας μια αληθινή αξιολόγηση του αντίκτυπου, και αυτό είναι κάτι που ακόμη λείπει επί του παρόντος. Έχουμε δει πολλά παραδείγματα αξιολογήσεων του αντίκτυπου, και όλες τους διαφέρουν από την άποψη της ποιότητας. Κάποιες είναι καλές ενώ κάποιες άλλες δεν είναι. Αν εμείς, σε αυτό το Σώμα θέλουμε να επωφεληθούμε από τις αξιολογήσεις των επιπτώσεων, τότε αυτές πρέπει να προσφέρουν αμερόληπτες και έγκυρες πληροφορίες που θα γίνονται εύκολα κατανοητές. Αυτό είναι που λείπει.
Εμείς, σε αυτό το Σώμα, έχουμε εμπειρία από πρώτο χέρι από κάποιες αξιολογήσεις επιπτώσεων που αφορούν τις τροπολογίες· έχουμε και εμείς διαπιστώσει ότι η ποιότητα διαφέρει, και αυτός είναι ο λόγος που προτείνω μια ανεξάρτητη αναθεώρησή τους. Αυτό δεν χρειάζεται να γίνει από κάποια σπουδαία αρχή. Θα μπορούσε να υπάρχει μια ομάδα τεσσάρων εμπειρογνωμόνων στο πεδίο της αξιολόγησης του αντίκτυπου, οι οποίοι απλά θα κοιτούν τις αξιολογήσεις επιπτώσεων που διεξάγει η Επιτροπή και εκείνες που διεξάγει αυτό το Σώμα, και στη συνέχεια θα εκδίδουν συστάσεις σε αυτήν τη βάση. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει ανάγκη για μια υπηρεσία ή μια βαρυσήμαντη αρχή· αυτό που απλά χρειαζόμαστε είναι ένας ανεξάρτητος έλεγχος ποιότητας, που θα είναι αποτελεσματικός και εξωτερικός.
Στρεφόμενος στην επιτροπολογία, το άρθρο που ανέφερα πριν από λίγο έλεγε κάτι σχετικό και με αυτό. Περιελάμβανε επίσης μια άλλη παράγραφο σχετικά με τις επιτροπές, την οποία θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας. «Δεν τις βλέπετε, δεν τις ακούτε, περίπου 450 συμβουλευτικές λέσχες στις Βρυξέλλες λαμβάνουν διαρκώς αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή των πολιτών». Χρειάζεται μεγαλύτερη διαφάνεια και σε αυτόν τον τομέα. Όταν η επιτροπολογία οδηγεί σε παράγωγη νομοθεσία, η νομοθεσία αυτή πρέπει επίσης να ελέγχεται. Πρέπει να καταδείξουμε τις επιπτώσεις της νομοθεσίας αυτού του είδους μέσω μιας αξιολόγησης του αντίκτυπου. Το κοινό θα δει τότε ότι μιλάμε σοβαρά και ότι θέλουμε πραγματικά τη διαφάνεια αυτή.
Τέλος, όπως επεσήμανε ήδη η κ. Frassoni, η εφαρμογή είναι εξαιρετικά σημαντική και το Κοινοβούλιο πρέπει να αφιερώσει πολύ μεγαλύτερη προσοχή σε αυτήν. Με τη συζήτηση μιας έκθεσης στην Ολομέλεια το έργο του εισηγητή ολοκληρώνεται. Θα σας σύστηνα να ζητήσετε από τον εν λόγω εισηγητή, τρία χρόνια μετά την έγκριση σε αυτό το Σώμα, να γνωστοποιήσει στην επιτροπή του την κατάσταση σε σχέση με την εφαρμογή. Αυτό θα συντελέσει σημαντικά στην κατάλληλη μεταφορά στο δίκαιο των κρατών μελών και επίσης σε αποτελεσματικές επαφές με τα εθνικά κοινοβούλια.
Αυτές είναι οι προτάσεις: περισσότερη διαφάνεια, αντικειμενική εποπτεία της αξιολόγησης του αντίκτυπου, όρια στην επιτροπολογία, περισσότερη επίγνωση της επιτροπολογίας και πιθανότητα ένα δικαίωμα ανάκλησης για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εάν κριθεί αναγκαίο. Αυτά είναι τα συστατικά στοιχεία μιας διοργανικής συμφωνίας που νομίζω ότι χρειάζονται, προκειμένου να ξεκινήσουμε πραγματικά με αυτούς τους κανόνες και κανονισμούς.
Arlene McCarthy (PSE), εισηγήτρια. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, ως πρόεδρος της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών χαιρετίζω θερμά αυτήν την κοινή συζήτηση για τη βελτίωση της νομοθεσίας και την ευκαιρία να συζητήσουμε με το Συμβούλιο και την Επιτροπή πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τη συμμετοχή στις διαδικασίες ρύθμισης των καταναλωτών, των πολιτών και των επιχειρήσεων που προσπαθούν να κατανοήσουν την εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου. Η εμπιστοσύνη των πολιτών, των καταναλωτών και των επιχειρήσεων στην ίδια την ΕΕ συνδέεται με την εμπειρία και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τους νόμους της ΕΕ και τον αντίκτυπο που αυτοί έχουν στην καθημερινή ζωή τους.
Θέλω να επικεντρωθώ στη βελτίωση της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά και τη διασφάλιση ότι θα επιτύχουμε τα νομοθετήματα που θεσπίζουμε να έχουν νόημα για τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά. Στην εσωτερική αγορά αναλογεί περίπου το ένα τρίτο του κοινοτικού κεκτημένου. Η καλής ποιότητας, αποτελεσματική και απλή νομοθεσία για την εσωτερική αγορά θα δημιουργήσει ευκαιρίες διασυνοριακού εμπορίου και θα προσφέρει στους καταναλωτές μεγαλύτερες επιλογές, ενώ παράλληλα θα προστατεύσει τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των καταναλωτών. Συγχρόνως, η σωστή νομοθεσία για την εσωτερική αγορά είναι κρίσιμης σημασίας για την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας όσον αφορά τις θέσεις εργασίας, την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Φρονώ ότι η εσωτερική αγορά θα ωφεληθεί τα μέγιστα από μια κοινή και συντονισμένη προσέγγιση και των τριών θεσμικών οργάνων για τη βελτίωση ολόκληρου του νομοθετικού κύκλου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει επίσης να αναλογιστούμε τις συνέπειες των μεταμεσονύκτιων συμφωνιών και συμβιβασμών που κάνουμε και να εξετάσουμε αν πρόκειται να δημιουργήσουν σύγχυση ή να αποσαφηνίσουν τους νόμους για τους τελικούς χρήστες. Αυτό ξεκινά, κατά τη γνώμη μου, με καλή, σαφή σύνταξη των νόμων, υψηλής ποιότητας εκτιμήσεις επιπτώσεων και αποτελεσματική, συνεκτική και διαφανή διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Και τα κράτη μέλη πρέπει να αναλάβουν σοβαρά τις ευθύνες τους και να διασφαλίσουν καλή και σωστή εφαρμογή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά. Πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να προσθέτουν εθνικές απαιτήσεις. Παρότι οι δείκτες μεταφοράς βελτιώνονται, όπως φαίνεται στους πίνακες αποτελεσμάτων της εσωτερικής αγοράς, υπάρχει ακόμα περιθώριο μεγάλης βελτίωσης. Για αυτόν τον λόγο, ζητάμε να κινείται γρήγορα η διαδικασία επί παραβάσει για δοκιμαστικές εφαρμογές στην εσωτερική αγορά. Πρέπει να διδαχθούμε από τις αποτυχίες και τα λάθη της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Γι’ αυτό θα θέλαμε να δούμε εκτιμήσεις επιπτώσεων ή αξιολογήσεις για το τι κάναμε λάθος τόσο εκ των προτέρων όσο και, ιδιαίτερα, εκ των υστέρων. Πέτυχε αυτή η νομοθεσία τον στόχο της ή, αντιθέτως, οδήγησε σε στρέβλωση και κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς;
Ορισμένοι φρονούν ότι οι εκτιμήσεις επιπτώσεων θα πρέπει να γίνονται από εξωτερικό φορέα. Δεν συμμερίζομαι αυτήν την προσέγγιση, καθώς πιστεύω ότι η νομοθεσία της εσωτερικής αγοράς θα πρέπει να εμπίπτει στην ευθύνη των αξιωματούχων της Επιτροπής ως μέρος του αντικειμένου της αποτελεσματικής χάραξης πολιτικής. Ωστόσο, η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς επιμένει ότι κάθε νομοθετική πρόταση πρέπει να συνοδεύεται από αξιολόγηση του αντικτύπου ποιότητας.
Φυσικά, οι εναλλακτικές μέθοδοι ρύθμισης δημιουργούν μεγάλες επιφυλάξεις. Παρότι η διοργανική συμφωνία προβλέπει αυτήν τη μη νομοθετική επιλογή, επιμένουμε ότι, όσον αφορά τη νομοθεσία περί εσωτερικής αγοράς, το Κοινοβούλιο θα πρέπει να ενημερώνεται και να ζητείται η γνώμη του για τέτοιες εναλλακτικές προσεγγίσεις. Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων τις δικαιολογούν. Ομοίως, πρέπει να έχουμε ένδικα μέσα για τους καταναλωτές και κυρώσεις αν αυτές οι εναλλακτικές μέθοδοι ρύθμισης αποτύχουν να αποδώσουν οφέλη για τον καταναλωτή στην εσωτερική αγορά.
Θέλω να τονίσω την εργασία της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς ως ενεργός εταίρος στη διαδικασία της βελτίωσης της νομοθεσίας. Γνωρίζω ότι οι Επίτροποι λένε συχνά πως το Κοινοβούλιο δεν παίρνει στα σοβαρά τον ρόλο του. Υπήρξαμε η πρώτη επιτροπή που παρήγγειλε τη δική της εκτίμηση επιπτώσεων, υπό την προεδρία του κ. Whitehead, για τροπολογίες επί της έκθεσης Toubon σχετικά με τις ονομαστικές ποσότητες των προϊόντων σε προσυσκευασία. Εκπονούμε εκτίμηση επιπτώσεων όσον αφορά τις τροπολογίες που προτείνει ο εισηγητής μας στην πρόταση για την πυροτεχνία. Θα εξετάσουμε την ανάλυση κόστους/οφέλους των τροπολογιών του επί της πρότασης αυτής. Διεξάγουμε ακρόαση σχετικά με τις επιπτώσεις της νομοθεσίας περί σύναψης δημοσίων συμβάσεων στην εσωτερική αγορά. Στις δημόσιες συμβάσεις της ΕΕ αναλογεί το 16% του ΑΕγχΠ της ΕΕ, ωστόσο η νομοθετική δέσμη του 1992, όπως αποδείχθηκε σε μια σειρά υποθέσεων του ΔΕΚ, δεν πέτυχε το επιθυμητό άνοιγμα της αγοράς.
Ας είμαστε σαφείς. Το τίμημα όταν οι νόμοι δεν είναι αποτελεσματικοί το πληρώνει ο καταναλωτής, ο πολίτης και οι επιχειρήσεις. Η κακή σύνταξη οδηγεί σε νομική αβεβαιότητα, κακή ή συγκεχυμένη μεταφορά και στην άλλη άκρη υπάρχει ένας μπερδεμένος επιχειρηματίας ή καταναλωτής ο οποίος χάνει την εμπιστοσύνη του στην εσωτερική αγορά. Το ΔΕΚ, μετά από χρόνια διαβούλευσης, ασκεί διαιτησία για καλύτερη νομοθεσία. Αυτός δεν είναι ο σωστός δρόμος.
Τέλος, θέλω να αναφέρω τις περιπτώσεις του SOLVIT, που πιστεύω ότι αποτελεί εξαιρετική πρωτοβουλία της Επιτροπής. Ένας γιατρός προσπαθούσε επί χρόνια να εγγραφεί ως γιατρός στην Ισπανία. Δαπάνησε μεγάλο χρηματικό ποσό σε αμοιβές νομικών, είχε χάσει την εμπιστοσύνη του στην εσωτερική αγορά, αλλά παρενέβη το σύστημα SOLVIT και τον βοήθησε να εγγραφεί στην Ισπανία ως γιατρός μέσα σε δέκα εβδομάδες. Όπως είπε ο ίδιος ο γιατρός: «Το SOLVIT με έκανε να ανακτήσω την εμπιστοσύνη μου στην εσωτερική αγορά».
Επομένως, η πραγματικότητα είναι ότι καλοί νόμοι οι οποίοι εκπονούνται σωστά, είναι εύκολοι στην εφαρμογή, εύκολοι στην επιβολή και τον έλεγχο, αποτελούν το κλειδί για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην εσωτερική αγορά. Ελπίζω ότι η σημερινή συζήτηση αποτελεί την απαρχή μιας διαδικασίας στενής συνεργασίας και ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των θεσμικών οργάνων σε μια στενή εταιρική σχέση μεταξύ ίσων, ώστε να οικοδομηθεί και να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη την οποία ζητούσε από εμάς ο γιατρός που ανέφερα ως καταναλωτής στην εσωτερική αγορά.
(Χειροκροτήματα)
Klaus-Heiner Lehne (PPE-DE), αναπληρωτής εισηγητής. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα να αναφερθώ σε τρεις παραμέτρους, ξεκινώντας με το θέμα της απλούστευσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το παρόν Κοινοβούλιο στηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής για την απλούστευση της νομοθετικής διαδικασίας, αλλά θέλω να καταστήσω σαφές ότι εδώ, όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις, η δυσκολία βρίσκεται στις λεπτομέρειες και ότι πρέπει να προσέξουμε ώστε να μην αντιμετωπίζονται όλα με τον ίδιο τρόπο.
Επιτρέψτε μου να σας φέρω ένα παράδειγμα. Βλέποντας π.χ. το εν λόγω έγγραφο της Επιτροπής διαπιστώνω ότι θέλει να απλουστεύσει το σύνολο του εμπορικού και εταιρικού δικαίου· τώρα γνωρίζω ως ένας εκ των μονίμων εισηγητών της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων για αυτά τα ζητήματα, ότι πολλές από τις οδηγίες και τους κανονισμούς που θεσπίσαμε είναι αποτέλεσμα εξαιρετικά πολύπλοκων διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών και ότι κάθε πρόταση απλούστευσης εμπεριέχει τον κίνδυνο να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας και στο τέλος να αμφισβητηθούν και πάλι οι συμβιβασμοί που επετεύχθησαν μετά από μεγάλη προσπάθεια. Αυτό σημαίνει ότι η απλούστευση είναι ένα μέσο που πρέπει να χειριζόμαστε πολύ προσεκτικά.
Για αυτόν τον λόγο, πιστεύω ότι είναι απόλυτα ορθό να σκεφτούμε, όταν απλοποιούμε όπως και όταν κωδικοποιούμε, το ενδεχόμενο υιοθέτησης διοργανικής συμφωνίας από τα τρία θεσμικά όργανα η οποία θα αναφέρει με σαφήνεια ποια είναι η διαδικασία για την απλούστευση νόμων.
Ένα δεύτερο θέμα, το οποίο θα ήθελα να εξετάσει η Επιτροπή, είναι το ζήτημα των προτεραιοτήτων που πρέπει να θέσουν οι προτάσεις απλούστευσης. Οι οδηγίες συνήθως απευθύνονται στα νομοθετικά σώματα, και όχι στους πολίτες, και οι νόμοι με τους οποίους πρέπει να ασχοληθούν οι νομικοί πρέπει είναι αυτοί που θεσπίζονται σε εθνικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, η απλούστευση των οδηγιών είναι ξεκάθαρα δευτερεύων στόχος. Η Επιτροπή πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε κανονισμούς, διότι πολύ απλά οι κανονισμοί εφαρμόζονται άμεσα ως δίκαιο και έχουν άμεσο αντίκτυπο στους πολίτες που προσφεύγουν στη δικαιοσύνη.
Το δεύτερο θέμα σχετίζεται με την αξιολόγηση των επιπτώσεων. Θέλω να καταστήσω σαφές για άλλη μία φορά ότι οι περισσότεροι από εμάς στο Κοινοβούλιο θεωρούν εξαιρετικά αναγκαίο ένα ανεξάρτητο στοιχείο στην αξιολόγηση των επιπτώσεων του νόμου. Σε έκθεση που συνέταξε τον Δεκέμβριο το παρόν Κοινοβούλιο ζήτησε μια ανεξάρτητη υπηρεσία σύμφωνα με το αμερικανικό μοντέλο. Όσον αφορά εμένα, θέλω να αποσαφηνίσω ότι αυτό δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση· είναι ένα θέμα που μπορούμε να συζητήσουμε. Αυτό, όμως, που θεωρώ απαραίτητο είναι η συμπερίληψη ενός ανεξάρτητου εξωτερικού στοιχείου στην αξιολόγηση επιπτώσεων του νόμου. Δεν είναι δυνατόν οι υπάλληλοι που κάνουν τις προτάσεις να είναι ταυτόχρονα αυτοί που φέρουν την ευθύνη για την αξιολόγηση των επιπτώσεων των προτάσεων, γιατί τότε βγαίνει το συμπέρασμα ότι η εν λόγω αξιολόγηση αντίκτυπου δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τμήμα της δικαιολόγησής τους, και δεν θέλουμε κάτι τέτοιο. Για αυτόν τον λόγο πρέπει, κατά την άποψή μου, να καταλήξουμε με την Επιτροπή σε κάτι λογικό σχετικά με αυτό το ζήτημα.
Ισχύει μια διοργανική συμφωνία από τον Δεκέμβριο του 2003, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή είναι καταρχήν αρμόδια για την αξιολόγηση των επιπτώσεων. Αυτό, όμως, σημαίνει επίσης ότι ασκεί αρμοδιότητα με το νομοθετικό σώμα και εξ ονόματός του, δηλαδή για το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, και ως εκ τούτου πιστεύουμε ότι εμείς στο παρόν Κοινοβούλιο οφείλουμε να έχουμε –και έχουμε– δικαίωμα συναπόφασης όσον αφορά τον τρόπο εφαρμογής της αξιολόγησης αντίκτυπου.
Συμπληρώνω ότι αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο εμείς στη Διάσκεψη των Προέδρων είχαμε αρχικά αναβάλει τη λήψη απόφασης για τις διοικητικές συμφωνίες ελέγχου, γιατί για αυτές ασφαλώς έπρεπε να γίνει επαναδιαπραγμάτευση, ακόμα και υπό το πρίσμα των αποφάσεων, τις οποίες πρέπει να λάβουμε τον φετινό Μάιο για τις εν λόγω τέσσερις εκθέσεις.
Θα ήθελα επίσης να αναφερθώ σε ένα πολύ επίκαιρο θέμα. Στις 16 Μαρτίου, η Γενική Εισαγγελέας Sharpston δημοσίευσε τις προτάσεις της για την υπόθεση της Ισπανίας κατά του Συμβουλίου, στα συμπεράσματα της οποίας αναφέρεται ρητά στην αξιολόγηση των επιπτώσεων, δηλώνοντας ότι η απουσία επαρκούς αξιολόγησης των επιπτώσεων αποτελεί ένδειξη ότι η νομική πράξη έχει θεσπιστεί αυθαίρετα, και αυτό αποδεικνύει και επιβεβαιώνει το αυξανόμενο ενδιαφέρον του ΔΕΚ για αυτό το ζήτημα.
Εν συνεχεία όσων είπε ο κ. Doorn για το ζήτημα, πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία οι αποφάσεις μέσω της επιτροπολογίας να υποβάλλονται επίσης σε αξιολόγηση επιπτώσεων. Ως παραδείγματα υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, όπου η πραγματική γραφειοκρατική παράνοια βρίσκεται στις αποφάσεις που λαμβάνονται με τη διαδικασία της επιτροπολογίας και όχι στην ίδια τη νομοθεσία, επομένως και εδώ χρειάζεται ένας κατάλληλος έλεγχος για τις επιπτώσεις των νόμων.
Επιτρέψτε μου, τέλος, να αναφερθώ στο τελευταίο θέμα, που αφορά τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων παραγόντων, δηλαδή τη διαδικασία κατά την οποία ακούγεται η άποψη των ενδιαφερομένων. Προετοιμάζοντας τη νομοθεσία, η Επιτροπή κατέληξε να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ευρωπαϊκές οργανώσεις και τις ενώσεις. Δεν έχω κάτι εναντίον των ευρωπαϊκών ενώσεων, αλλά οι διαδικασίες με τις οποίες λαμβάνουν αποφάσεις είναι ορισμένες φορές πιο πολύπλοκες από ότι αυτές στο Συμβούλιο των Υπουργών και αυτό που προκύπτει από αυτές είναι συχνά ομοφωνία συμπιεσμένη σε ανοησία. Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε και άλλες μορφές μηχανισμών διαβούλευσης, προκειμένου οι πληροφορίες να λαμβάνονται κατευθείαν από τους ενδιαφερομένους, οι οποίοι εργάζονται στις δουλειές τους και, ως εκ τούτου, πρέπει να ασχοληθούν με αυτά τα θέματα. Έτσι, ένα καλό παράδειγμα για το πώς μπορούν να βελτιωθούν οι εν λόγω μηχανισμοί είναι ο μηχανισμός διαβούλευσης, τον οποίο σκεφτήκαμε μέσω του δικτύου το οποίο συμμετέχει στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού δικαίου των συμβάσεων και με το οποίο ορίσαμε μια περιορισμένη κατηγορία ατόμων διαβούλευσης.
Hans Winkler, Προεδρεύων του Συμβουλίου. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, χαίρομαι που έχω την ευκαιρία να συζητήσω μαζί σας σήμερα ένα θέμα το οποίο είναι πολύ σημαντικό για την Ευρώπη. Από τις δικές μου πολύ στενές επαφές με τους πολίτες τους τελευταίους μήνες γνωρίζω ότι το θέμα της «βελτίωσης της νομοθεσίας» και όλα όσα σχετίζονται με αυτό –ίσως όχι ως σύνθημα, γιατί πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν τι σημαίνει, αλλά ως αρχή– είναι ένα από τα θέματα που τους ενδιαφέρουν περισσότερο.
Ως γνωστόν, το πρόγραμμα της Επιτροπής για αυτό το έτος φέρει τον τίτλο «Απελευθερώνοντας ολόκληρο το δυναμικό της Ευρώπης», και δικαίως. Το Συμβούλιο είναι πεπεισμένο ότι η βελτίωση της νομοθεσίας είναι καθοριστική για να επιτευχθεί αυτό. Σκοπός μας είναι η νομοθεσία να υποστηρίζει τους πολίτες και όχι να τους περιορίζει, και το ίδιο ισχύει –όπως ανέφερε ήδη η κ. McCarthy– για τους καταναλωτές, φυσικά, αλλά ιδιαίτερα και για τη ζωή των επιχειρήσεων, όπου έγιναν ελάχιστα για να ενισχυθεί η δυναμική και η δημιουργικότητα κυρίως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Μόλις πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέφρασε την επιθυμία να ενισχύσει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και κατέβαλε κάποιες προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα διοικητικά βάρη για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες ισοδυναμούν με το 2% έως 5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, και ως εκ τούτου, στόχος μας είναι να πετύχουμε μια σαφή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω της αξιολόγησης των επιπτώσεων, της απλούστευσης και της μείωσης των διοικητικών βαρών.
Ο όρος «βελτίωση της νομοθεσίας» χρησιμοποιείται πολύ συχνά την τελευταία περίοδο, και ασφαλώς συμφωνώ με τον κ. Lehne ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα πάντα με τον ίδιο τρόπο και ότι ο εν λόγω όρος πολύ συχνά χρησιμοποιείται μάλλον καταχρηστικά, με αποτέλεσμα να χάνει την αξία του, επειδή δεν είναι πάντοτε σαφές τι σημαίνει. Μπορώ να πω εξ ονόματος του Συμβουλίου ότι το γεγονός πως το Κοινοβούλιό σας ασχολείται σήμερα με αυτό το θέμα σε τέσσερις εκθέσεις είναι εξαιρετικά αξιέπαινο.
Η Προεδρία του Συμβουλίου εξακολουθεί να θεωρεί τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας, για την οποία έχει ήδη γίνει αναφορά σήμερα, το πλαίσιο για τη συνεργασία μας. Έχουμε την πρόθεση να συνεργαστούμε με τη μελλοντική φινλανδική Προεδρία, την Επιτροπή και ασφαλώς με το Κοινοβούλιό σας για την περαιτέρω πρόοδο της ημερήσιας διάταξης για τη μεταρρύθμιση του ρυθμιστικού πλαισίου.
Επιτρέψτε μου να ασχοληθώ κάπως πιο διεξοδικά με τους τομείς που είναι σημαντικοί σε αυτό το πλαίσιο.
Θα ξεκινήσω με την απλούστευση. Η απλούστευση των διατάξεων της ΕΕ είναι κάτι που έχει αισθητό αντίκτυπο στις επιχειρήσεις και τους πολίτες και, ως εκ τούτου, θα είναι μεγάλο όφελος αν καταφέρουμε να αποκτήσουμε και μεγαλύτερη αξιοπιστία. Με την πρωτοβουλία περί αναλυτικής εξέτασης του Επιτρόπου Verheugen και τα τωρινά σχέδια για την τομεακή απλούστευση, καθώς και τις υπόλοιπες προσπάθειες οριζόντιας απλούστευσης, είμαστε στον σωστό δρόμο. Επίσης έχω εντυπωσιαστεί πολύ από την παρουσία του Προέδρου και του Αντιπροέδρου στο παρόν Κοινοβούλιο σήμερα και από τη συμμετοχή τους στη συζήτηση, γιατί πρέπει να ενθαρρύνουμε την περαιτέρω πρόοδο προς αυτήν την κατεύθυνση, και ακριβώς αυτό πράττουν το Συμβούλιο και η Επιτροπή στην προσπάθειά τους να φέρουν την Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες. Όπως γνωρίζετε, η αυστριακή Προεδρία σε κάποιο βαθμό χρησιμοποίησε ως σύνθημά της τη φράση «φέρνοντας και πάλι την Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες», και αυτές οι πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών από την πλευρά της Επιτροπής, έχουν συμβάλει ιδιαίτερα σε αυτό. Επίσης βοηθούν την Ευρώπη να πετύχει τους στόχους της Λισαβόνας. Η Προεδρία του Συμβουλίου με χαρά διαπιστώνει ότι η Επιτροπή όχι μόνο επιδιώκει «την απλούστευση της ισχύουσας νομοθεσίας» μέσω του ξεκαθαρίσματος του κεκτημένου, αλλά σχεδιάζει επίσης να συμπεριλάβει σε αυτήν και τα αποτελέσματα των προσπαθειών του Συμβουλίου.
Μαζί με τη μελλοντική φινλανδική Προεδρία και την Επιτροπή, εργαζόμαστε για πιο αποτελεσματικές μεθόδους απλούστευσης και για τη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας της συνεργασίας ανάμεσα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Κοινοβούλιο, και ως εκ τούτου είναι επίσης χρήσιμο η Επιτροπή να παρέχει σε ετήσια βάση στο Συμβούλιο πληροφορίες για το πρόγραμμα απλούστευσης. Προτείνουμε επίσης οι φάκελοι απλούστευσης να εγγραφούν στις πρώτες θέσεις της ημερήσιας διάταξής μας, και το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να καταβάλουν προσπάθειες, όταν είναι εφικτό, για έγκριση των φακέλων απλούστευσης σε πρώτη ανάγνωση.
Τα διοικητικά βάρη –στα οποία έχει γίνει ήδη αναφορά– για όσους επιβαρύνονται είναι, φυσικά, άμεσα μετρήσιμα και τους επιβαρύνουν άμεσα. Για να το κάνουμε χρειαζόμαστε μέσα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Υπάρχουν τέτοια μέσα· το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να τα χρησιμοποιήσουμε. Η Προεδρία του Συμβουλίου επί του παρόντος εκπονεί ένα έγγραφο για τον ορισμό ποσοτικών στόχων στον εν λόγω τομέα.
Τρίτον, θα ήθελα να αναφερθώ στο θέμα της επιλογής των νομικών πράξεων, γιατί, όποιες και αν είναι οι προσπάθειές μας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, υπάρχουν ορισμένες σημαντικές παράμετροι τις οποίες δεν πρέπει να παραβλέψουμε, μεταξύ των οποίων είναι η αρχή της επικουρικότητας και η αρχή της αναλογικότητας, ενώ την ίδια στιγμή πρέπει να μεριμνήσουμε, ώστε το κοινοτικό κεκτημένο να παραμείνει ανέπαφο. Δεν θέλουμε να δούμε μικρότερη Ευρώπη αλλά καλύτερη Ευρώπη.
Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας είναι θεμελιώδεις κατευθυντήριες γραμμές δράσης των θεσμικών οργάνων κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ και, ως εκ τούτου, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της βελτίωσης της νομοθεσίας.
Η επικουρικότητα και η αναλογικότητα διαδραματίζουν επίσης κεντρικό ρόλο στην επιλογή των νομικών πράξεων. Στην εφαρμογή των αξιολογήσεων των επιπτώσεων πρέπει να ληφθούν υπόψη αρκετές εναλλακτικές μέθοδοι δράσης, εκ των οποίων η μία πρέπει να είναι η ανάληψη δράσης σε επίπεδο κατώτερο από την ίδια την ΕΕ.
Αντιστρόφως, όμως, οι στόχοι της νομικής σαφήνειας και η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μπορούν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από κανονισμούς παρά από οδηγίες, και αυτό επίσης έχει αναφερθεί σήμερα. Γενικά, έχει μεγάλη σημασία σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά να επιλέγεται το μέσο που δίνει τη δυνατότητα στην Ευρώπη να επιτύχει τους στόχους του κανονισμού, και ως εκ τούτου, στην πράξη, υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα στις αξιολογήσεις επιπτώσεων, οι οποίες ποιοτικά έχουν υπολογίσιμη αξία, και στην αποτελεσματική εφαρμογή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
Τόσο το Συμβούλιο όσο και το Κοινοβούλιο είναι υποχρεωμένα βάσει της διοργανικής συμφωνίας κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων να καταφεύγουν στις αξιολογήσεις επιπτώσεων της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, οι αξιολογήσεις επιπτώσεων από την Επιτροπή μπορούν επίσης να εξυπηρετήσουν ως βάση για την ενεργή συζήτηση για τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Ίσως εκμεταλλευθώ αυτήν την ευκαιρία για να επαναλάβω ότι έχουμε την πρόθεση, προκειμένου να εμβαθύνουμε στη συζήτηση, να οργανώσουμε μια διάσκεψη για την επικουρικότητα στην Αυστρία στις 18 και 19 Απριλίου, στην οποία αναμένουμε την πολύτιμη συνεισφορά του Κοινοβουλίου σας.
Όπως επισημάνθηκε γενικά σήμερα, οι αξιολογήσεις των επιπτώσεων πρέπει να διεξάγονται με τις υψηλότερες δυνατές ποιοτικές προδιαγραφές και, στη συνέχεια, πρέπει πραγματικά να χρησιμοποιηθούν στη διαδικασία διαβούλευσης· η αυστριακή Προεδρία θα εκπονήσει κάτι που μπορεί να οριστεί ως εγχειρίδιο για τους προέδρους των ομάδων εργασίας του Συμβουλίου με τίτλο «Πώς να χειριστείτε τις αξιολογήσεις επιπτώσεων στο Συμβούλιο».
Θέλουμε επίσης να ενθαρρύνουμε περισσότερη συνεργασία ανάμεσα στα θεσμικά όργανα, ιδίως όσον αφορά την αξιολόγηση επιπτώσεων σημαντικών τροποποιήσεων που προτάθηκαν από το Συμβούλιο και τη συνεπή εφαρμογή των συμφωνηθέντων ενεργειών και στα τρία θεσμικά όργανα, και έχοντας αυτό υπόψη αναμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον την αναθεώρηση της αξιολόγησης των επιπτώσεων της Επιτροπής, που ανακοινώθηκε ότι θα δημοσιευθεί αυτήν την άνοιξη.
Γενικά, η Προεδρία συμμερίζεται την άποψη του Κοινοβουλίου ότι οι υψηλής ποιότητας αξιολογήσεις των επιπτώσεων είναι σημαντικά στοιχεία ενός βελτιωμένου ρυθμιστικού πλαισίου.
Κάτι άλλο που αναφέρθηκε είναι η ανάμειξη αυτών που ονομάζουμε «ενδιαφερόμενους» στη διαδικασία διαβούλευσης, η οποία έχει τεράστια σημασία για να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια. Τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να είναι πλήρως ενημερωμένα για τις επιλογές διαβούλευσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις τους όταν χαράσσονται πολιτικές, και πρέπει επίσης να πληροφορούνται με τον κατάλληλο τρόπο και για τα αποτελέσματα.
Επιτρέψτε μου να κλείσω προσθέτοντας κάτι για τη διαφάνεια. Αν οι πολίτες δέχονται τις αποφάσεις που λαμβάνουμε, έχει σημασία όχι μόνο οι νόμοι που θεσπίζουμε να είναι κατανοητοί και απλοί, αλλά και να εξηγήσουμε καλύτερα πώς καταλήξαμε σε αυτές τις αποφάσεις. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο διαφανής για τους πολίτες. Ο Ομοσπανδιακός μας Καγκελάριος το ανέφερε όταν παρουσίασε το πρόγραμμα της αυστριακής Προεδρίας, και είναι ένα σημείο στο οποίο έδωσα έμφαση πολλές φορές. Η αυστριακή Προεδρία του Συμβουλίου αποδίδει σημασία στη συνεχή πρόοδο όσον αφορά τη διαφάνεια. Οι πρώτες ενέργειες έγιναν με τα ψηφίσματα που εγκρίθηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο στη βάση των οποίων εμείς προσπαθούμε να εφαρμόσουμε στην πράξη και, όπου υπάρχει η δυνατότητα, να επισημάνουμε άλλους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί μεγαλύτερη διαφάνεια.
Όπως είπα στην αρχή, «η βελτίωση της νομοθεσίας» είναι ένα έργο που είναι σημαντικό για τους πολίτες και μας αφορά όλους άμεσα. Αν υλοποιηθεί με επιτυχία, μαζί θα είμαστε σε θέση να δώσουμε πρόσθετη αξία και να καταστήσουμε και πάλι σαφή στους πολίτες τα οφέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΗΣ κ. KAUFMANN Αντιπροέδρου
José Manuel Barroso, Πρόεδρος της Επιτροπής. (FR) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, η ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι κεντρικό στοιχείο σε οτιδήποτε κάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση ξεχωριστή. Είμαστε, όντως, μια Κοινότητα που βασίζεται στο κράτος δικαίου. Χωρίς δίκαιο, θα έπρεπε να βασιζόμαστε σε συνεχή διαπραγμάτευση, στην ισορροπία ισχύος μεταξύ των κρατών μελών ή ακόμη στην καλή θέληση, στην θεωρία μόνον, στη συνεργασία και στη βούληση. Δεν θέλουμε μια Κοινότητα βασισμένη στην αυθαιρεσία και την διακριτική ευχέρεια. Θέλουμε μια Κοινότητα βασισμένη στο κράτος δικαίου. Το δίκαιο είναι αυτό που εγγυάται εκείνες τις ελευθερίες που οι Ευρωπαίοι σήμερα απολαμβάνουν.
Πιστεύω ότι αυτό είναι ένα σημαντικό σημείο αρχής και εδώ θα ήθελα να κάνω μια προσωπική παρατήρηση. Προ τριημέρου, στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, έδωσα μια διάλεξη, τη διάλεξη Jean Monnet, η οποία επικεντρωνόταν ακριβώς στην ιδέα που έχω για το δίκαιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιστεύω ότι είναι περισσότερο απαραίτητο από ποτέ να επαναβεβαιώσουμε αυτές τις αρχές μιας Κοινότητας βασισμένης στο κράτος δικαίου που είναι η δική μας Κοινότητα. Αυτό είναι που την καθιστά διαφορετική από άλλα παρόμοια πειράματα σε διεθνές επίπεδο.
Νομοθετούμε για πολλούς λόγους: για παράδειγμα, για την προστασία της υγείας διασφαλίζοντας την ασφάλεια των τροφίμων, για την προστασία του περιβάλλοντος ορίζοντας πρότυπα για την ποιότητα του αέρα και των υδάτων και για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη λειτουργία των επιχειρήσεων εντός της εσωτερικής αγοράς, έτσι ώστε να τους δώσουμε τη δυνατότητα να αγωνίζονται ισότιμα, αποφεύγοντας κάθε διάκριση.
Νομοθετούμε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης επειδή τα κράτη μέλη έχουν συμφωνήσει ότι ορισμένα μέτρα θα πρέπει να καθορίζονται σε κοινοτικό επίπεδο. Πρακτικά, πρόκειται όντως για υποκατάσταση 25 εθνικών κανόνων με έναν ενιαίο κανόνα, εφαρμοστέο σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για όλα αυτά, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία και κανονισμοί παρέχουν προστιθέμενη αξία: πρέπει να είναι στοχευμένοι, πρέπει να συνάδουν με τις αρχές της επικουρικότητας και πρέπει να εφαρμόζονται σωστά, ενώ ταυτόχρονα θα είναι ανάλογοι με τις ανάγκες που προορίζονται να ικανοποιήσουν. Τα μέτρα που εγκρίνονται δεν πρέπει να είναι υπερβολικά ούτε να υπερβαίνουν αυτό που είναι απολύτως αναγκαίο. Πρέπει να αποφεύγουμε κανόνες που είναι υπερβολικά ρυθμιστικοί, γιατί αυτό οδηγεί σε αδικαιολόγητες δαπάνες, ή ενδέχεται να αποδειχθεί αντιπαραγωγικό.
Πρέπει επίσης να εξαλείψουμε τις σωρευτικές συνέπειες κανόνων οι οποίοι, με τον χρόνο, καταλήγουν να αλληλεπικαλύπτονται, συνέπεια επιζήμια για τις επιχειρήσεις, τον εθελοντικό τομέα, τις δημόσιες αρχές και τους πολίτες.
Επιτρέψτε μου, κατά συνέπεια, να συγχαρώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εξαιρετική πρωτοβουλία του να διεξαγάγει αυτήν τη συζήτηση για το θέμα της «βελτίωσης της νομοθεσίας». Η συζήτηση αυτή μας δίνει την ευκαιρία να εξετάσουμε αυτό το θέμα συνεκτικά. Επιθυμώ να ευχαριστήσω την κ. Frassoni, τον κ. Doorn, την κ. McCarthy και τον κ. Gargani, τον οποίο αντικαθιστά σήμερα ο κ. Lehne, για την εξαιρετική εργασία τους και για τις εκθέσεις τους.
Για να αξιολογήσουμε καλύτερα την ποιότητα των νομοθετικών πρωτοβουλιών μας, χρειαζόμαστε ένα σύνολο μέτρων και μια ισχυρή καθοδηγητική αρχή. Αυτό προκύπτει με σαφήνεια από τις διάφορες εκθέσεις, οι οποίες πιστεύω ότι παρέχουν μια υγιή βάση για την ανταλλαγή των απόψεών μας σήμερα. Αυτές οι εκθέσεις και ο τρόπος με τον οποίο απαντούμε σε αυτές αποδεικνύουν ότι τα δύο θεσμικά όργανά μας έχουν διανύσει μεγάλη απόσταση τα τελευταία χρόνια. Η ανάγκη για βελτίωση της νομοθεσίας και για θέσπιση καλύτερων κανόνων είναι το αντικείμενο μιας αληθινής συναίνεσης. Η νομοθετική μας δραστηριότητα είναι μια συνεχής διαδικασία. Οφείλουμε να συνεργαζόμαστε για να διασφαλίζουμε ότι οι πολιτικές επιλογές μας, όποιες και αν είναι αυτές, μετουσιώνονται σε νομοθεσία της υψηλότερης ποιότητας. Εδώ, θα ήθελα να ευχαριστήσω επίσης την αυστριακή Προεδρία για όλα τα μέτρα που έλαβε σε σχέση με το θέμα αυτό.
Πώς άραγε αντιλαμβανόμαστε αυτήν την πρόκληση; Την αναγνωρίζουμε: χρειάζεται ακόμη να κάνουμε βελτιώσεις σε όλα τα στάδια του κύκλου, δηλαδή από νόμους που έχουν ήδη εγκριθεί έως νέες πρωτοβουλίες, μέσω προτάσεων που βρίσκονται τώρα υπό διαπραγμάτευση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή έχει αναπτύξει ένα ευρύ σύστημα βελτίωσης της νομοθεσίας που συνδυάζει αρκετά μέτρα: ένα σύστημα που έχει εκπονηθεί για να αξιολογεί την επίπτωση των σημαντικών προτάσεων της Επιτροπής ένα πρόγραμμα που έχει εκπονηθεί για να απλοποιεί την ισχύουσα νομοθεσία και να αποσύρει αριθμό προτάσεων της Επιτροπής που αναμένουν εξέταση από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και συχνότερη προσφυγή σε άλλους τρόπους επίλυσης προβλημάτων πέρα από τη συμβατική νομοθεσία, για παράδειγμα, η αυτορύθμιση των ενδιαφερομένων μερών ή η συν-ρύθμιση από το νομοθέτη. Όλα αυτά τα μέτρα παράγουν τώρα απτά αποτελέσματα.
(EN) Ας εξετάσουμε την εκτίμηση επιπτώσεων. Από το 2003, η Επιτροπή θέσπισε ένα σύστημα για να εξετάζει τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις όλων των μειζόνων προτάσεών της. Από την έγκριση μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης, δημοσιεύτηκαν 120 εκτιμήσεις επιπτώσεων. Αναθεωρήσαμε, επίσης, τις κατευθυντήριες γραμμές μας ώστε να βοηθήσουμε το προσωπικό να εξετάζει καλύτερα τις επιλογές και τις επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν την ανταγωνιστικότητα, και να εστιάσουμε την προσοχή σε θέματα όπως το κόστος των υπερβολικά πολλών εγγράφων. Αυτό αντανακλά μια σαφή και βαθιά αλλαγή προσέγγισης και στάσης. Πιστεύω ότι αποτελεί πραγματική πρόοδο. Γνωρίζουμε ότι οι έως τώρα εκτιμήσεις δεν πληρούν όλες τα ίδια κριτήρια. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Αναγνωρίζουμε, όπως επισημαίνεται στην έκθεση του κ. Doorn εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, ότι μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα και ότι πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ποιοτικού ελέγχου.
Προσυπογράφω πλήρως την ανάγκη ξεχωριστού ελέγχου των εκτιμήσεων επιπτώσεων· ένα είδος διπλού ελέγχου. Εργαζόμαστε πάνω σε μια συνεκτική προσέγγιση. Πρώτα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι εκτιμήσεις επιπτώσεων που εκπονούμε είναι σωστά οργανωμένες. Όπως υποσχεθήκαμε τον Μάρτιο του 2005, δημιουργούμε ένα δίκτυο τεχνικών και επιστημονικών εμπειρογνωμόνων που θα μας βοηθήσουν να αναπτύξουμε μεθόδους που θα διασφαλίζουν ότι οι εκτιμήσεις επιπτώσεων είναι ολοκληρωμένες και υψηλής ποιότητας. Διενεργείται, επίσης, εξωτερική αξιολόγηση του συστήματος, για να προσδιορίσουμε πού πάμε καλά και πού πρέπει να βελτιωθούμε. Επίσης, οι συντάκτες των εκτιμήσεων επιπτώσεων χρειάζονται ανατροφοδότηση για να γνωρίζουν αν έκαναν καλή δουλειά. Γι’ αυτό, η διαβούλευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της διαδικασίας εκτίμησης επιπτώσεων. Είναι, επίσης, ένας λόγος γιατί όλες οι εκτιμήσεις επιπτώσεων της Επιτροπής βρίσκονται στον δικτυακό τόπο Europa.
Όσον αφορά τον ποιοτικό έλεγχο των μεμονωμένων εκτιμήσεων, συμφωνώ ότι θα πρέπει να διενεργείται ανεξάρτητος έλεγχος ανεξαρτήτως των υπηρεσιών που προτείνουν τη νομοθεσία. Προτείνω ότι η καλύτερη εγγύηση αμεροληψίας είναι να τεθεί ο εν λόγω έλεγχος υπό την εποπτεία του Προέδρου της Επιτροπής. Ζήτησα από τον Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής να εξετάσει πώς μπορούμε να ενισχύσουμε καλύτερα την ποιοτική υποστήριξη και τον έλεγχό μας.
Επιτρέψτε μου, όμως, να τονίσω ότι πρέπει να συνεργαστούμε πολύ στενότερα μαζί σας στις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Επικροτώ την πρόσφατη συμφωνία για την κοινή προσέγγιση όσον αφορά τις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Αυτή η δέσμη κανόνων για την αντιμετώπιση των εκτιμήσεων επιπτώσεων και στα τρία θεσμικά όργανα αποτελεί σημαντικό βήμα προόδου· θα διευκολύνει το έργο μας και θα μας επιτρέψει να αποφύγουμε την επικάλυψη εργασιών.
Προχωρώντας στην απλοποίηση, κάναμε καλή αρχή. Το πρόγραμμα δράσης, που εγκρίναμε πέρυσι, προβλέπει την κατάργηση, την κωδικοποίηση, την αναδιατύπωση ή την τροποποίηση περίπου 220 νομικών πράξεων που καλύπτουν ευρύ φάσμα πολιτικών. Το πρόγραμμα, που εκπονείται ήδη στον κλάδο των αυτοκινήτων, των αποβλήτων και των κατασκευών, θα ανανεώνεται και θα ενημερώνεται σε διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Θα ακολουθήσουν άλλοι τομείς, όπως τα τρόφιμα, τα καλλυντικά, τα φαρμακευτικά προϊόντα και οι υπηρεσίες. Χρειαζόμαστε τη συμβολή σας για να καθορίσουμε τους σωστούς στόχους και να εξασφαλίσουμε τα καλύτερα αποτελέσματα.
Χρειαζόμαστε το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να επιταχύνουν την έγκριση των προτάσεων απλοποίησης. Κατανοώ από τις εκθέσεις σας ότι βασικά συμφωνούμε στο τι προσπαθούμε να επιτύχουμε. Τώρα πρέπει να πιάσουμε δουλειά, να δούμε την ουσία και να πετύχουμε αποτελέσματα.
Αντιμετωπίζουμε επίσης τον διοικητικό φόρτο, που για τις μικρές επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα επαχθής. Αυτό σημαίνει απλοποίηση των εντύπων και εκσυγχρονισμό του τελωνειακού κώδικα για να βοηθήσουμε την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών. Θεσπίζουμε τη μέτρηση του διοικητικού κόστους στις εκτιμήσεις επιπτώσεών μας. Είναι σημαντικό το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο, όταν προτείνουν τροπολογίες, να προσέχουν τον όγκο των εγγράφων.
Πρέπει, επίσης, να δοκιμάσουμε νέους τρόπους προσέγγισης της ρύθμισης, εξετάζοντας τη συρρύθμιση και την αυτορύθμιση ως πιθανές εναλλακτικές επιλογές. Μπορούμε να συνεργαστούμε στενότερα με τη βιομηχανία, για παράδειγμα, ώστε να επιτύχουμε αποτελέσματα σε εθελοντική βάση.
Κατανοώ πολύ καλά τους προβληματισμούς σας όσον αφορά τη μη στενή εμπλοκή σας κατά την προετοιμασία μη νομοθετικών προσεγγίσεων. Στις περιπτώσεις που τέτοιες προσεγγίσεις φαίνεται να είναι ο καλύτερος δρόμος, δέχομαι απολύτως ότι υπάρχει ανάγκη εξεύρεσης τρόπων ώστε το Κοινοβούλιο να συμμετέχει στην προετοιμασία και την υλοποίησή τους.
Τέλος, θέλω να πω δυο λόγια για την εφαρμογή της νομοθεσίας. Αυτή αποτελεί υψηλή προτεραιότητα για την Επιτροπή. Σας ζητώ να κοιτάξετε τα συμπεράσματα της σημερινής συνάντησης του Σώματός μας. Εξετάσαμε 2 055 περιπτώσεις παραβάσεων. Αυτή ήταν η απόφαση της Επιτροπής σήμερα. Μερικές φορές οι αποφάσεις είναι πολύ δύσκολες και αναμένουμε την αντίδραση ορισμένων κρατών μελών. Ελπίζω ότι θα υποστηρίξετε την ισχυρή δέσμευση αυτής της Επιτροπής στην εφαρμογή και την επιβολή του κοινοτικού δικαίου.
Οι νόμοι μας πρέπει να επιβάλλονται και να εφαρμόζονται σωστά, αλλιώς οι προσπάθειές μας ως διαμορφωτές πολιτικής και δικαίου είναι μάταιες. Καθώς ωριμάζουν όλο και περισσότερες περιοχές πολιτικής, θα πρέπει να σημειωθεί μια μετατόπιση της πολιτικής προσοχής και των πόρων προς την εφαρμογή. Πράγματι, αυτό αποτελεί υψηλή προτεραιότητα αυτής της Επιτροπής. Όλο αυτό το πρόγραμμα για την καλύτερη νομοθεσία –συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής– έχει γίνει η ναυαρχίδα αυτής της Επιτροπής. Προσωπικά, είμαι προσηλωμένος σε αυτό, όπως και ο Αντιπρόεδρος Verheugen και όλο το Σώμα. Ως Επιτροπή, πρέπει να διαχειριζόμαστε τις διαδικασίες επί παραβάσει με αποτελεσματικότητα. Συνειδητοποιώ την ανάγκη μείωσης του χρονικού διαστήματος κάθε διαδικασίας επί παραβάσει. Χρειαζόμαστε ταχύτερους τρόπους ανταπόκρισης στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες στις επιχειρήσεις. Θα πρέπει να εξετάσουμε αυτά τα γενικά θέματα εφαρμογής μαζί και να αναζητήσουμε εποικοδομητικούς τρόπους αντιμετώπισής τους. Αργότερα φέτος αναμένω να σας υποβάλει η Επιτροπή συγκεκριμένες προτάσεις.
Φρονώ ότι οι εκθέσεις που συζητήθηκαν σήμερα δείχνουν μια από κοινού εξέταση του τι πρέπει να γίνει. Τοποθετήσαμε τα δομικά στοιχεία και τώρα πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα σε αυτά για τα οποία δεσμευτήκαμε. Είμαι πεπεισμένος ότι, αν εργαστούμε σε στενή συνεργασία, μπορούμε να δείξουμε ότι η Ευρώπη δεν είναι γραφειοκρατία και περιττά βάρη, αλλά προσφορά στους πολίτες αυτού που χρειάζονται με τον σωστό τρόπο. Φρονώ ότι, αν εργαστούμε σε στενή συνεργασία, θα ενδυναμώσουμε μια Κοινότητα η οποία βασίζεται στις αρχές του δικαίου.
(Χειροκροτήματα)
Ieke van den Burg (PSE), συντάκτρια γνωμοδότησης της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής. – (NL) Υποστηρίζω πλήρως τα όσα είπε ο κ. Barroso στο τελευταίο μέρος της ομιλίας του. Εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, εκπόνησα μια γνωμοδότηση σχετικά με την έκθεση του κ. Doorn. Θα ήθελα να τον συγχαρώ και επίσης να τον ευχαριστήσω που συμπεριέλαβε σχεδόν το σύνολο των διαφόρων παραγράφων που εμείς, στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής είχαμε ενσωματώσει στη γνωμοδότησή μας, βάσει της εμπειρίας μας.
Θα ήθελα επίσης να υποστηρίξω όσα είπε ο κ. Winkler και να απαντήσω προσθέτοντας μια ελαφρώς διαφορετική διάσταση, ήτοι ότι η καλύτερη ρύθμιση δεν σημαίνει πάντα λιγότερους κανόνες και κανονισμούς ή απορρύθμιση, αλλά μάλλον αποτελεσματικότερη νομοθεσία που στρέφεται κυρίως προς την έκβαση και το τελικό αποτέλεσμα. Αυτός ο κύκλος της προπαρασκευής, διαβούλευσης, διατύπωσης των κανόνων, αξιολόγησης των επιπτώσεων και, ακολούθως, της εφαρμογής και επιβολής έχει αναφερθεί από διάφορα άτομα. Κατά την άποψή μας, υποστήριξα ότι πρέπει, στην πραγματικότητα, να ξεκινήσουμε από το τέλος και να κοιτάξουμε τη διαδικασία από αυτήν την οπτική γωνία. Πώς μπορούμε να κάνουμε τη διαδικασία αποτελεσματική και, βάσει αυτού, ποιοι είναι οι κανόνες που πρέπει να καταρτίσουμε;
Ένα κακό παράδειγμα που δείχνει πώς δεν έγινε αυτό, πώς δεν είχε δοθεί καμία προσοχή σε αυτό το σημείο και πώς η διάσταση του πεδίου δεν είχε ληφθεί υπόψη στο προπαρασκευαστικό στάδιο ήταν η οδηγία για τις υπηρεσίες, την οποία συζητήσαμε μόλις τώρα στην αρχική μορφή της. Ευτυχώς, η οδηγία αυτή έχει τώρα μεταβληθεί από το Κοινοβούλιο.
Θα ήθελα επίσης να αναφέρω καλά παραδείγματα από την πανομοιότυπη Γενική Διεύθυνση για την Εσωτερική Αγορά. Ιδίως στον τομέα της παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, σε αυτήν τη διεύθυνση αναπτύχθηκε μια πρακτική και προτάθηκε από την επιτροπή εμπειρογνωμόνων Lamfalussy, την οποία αποκαλούμε διαδικασία Lamfalussy. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι πράγματι εκείνοι που χρησιμοποιούν τους κανόνες και τους κανονισμούς στην πράξη, δηλαδή οι εποπτικές αρχές, οι οικονομικοί φορείς, οι καταναλωτές και οι χρήστες που συμμετέχουν στη διαδικασία, που θα έπρεπε να έχουν πολύ μεγαλύτερο λόγο όσον αφορά το περιεχόμενο αυτών των κανόνων. Χρησιμοποιήσαμε επίσης αυτό το παράδειγμα για να δείξουμε στους άλλους την κατάσταση, και αυτό είναι κάτι που θα θέλαμε να καταστήσουμε ιδιαίτερα σαφές ακόμη μία φορά σε αυτήν τη συζήτηση. Ενώ έχουμε προβλήματα με την ανάκληση και την ευθύνη του Κοινοβουλίου ως συννομοθέτη να μπορεί να παρακολουθεί αυτό που τελικά παράγεται, η διαδικασία καθαυτή είναι κάτι που υποστηρίζουμε ολόψυχα.
Pervenche Berès (PSE), συντάκτης γνωμοδότησης της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής. – (FR) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Winkler, κύριοι Επίτροποι, αυτή η συζήτηση είναι ουσιώδης. Ασχολείται, εξάλλου, με το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Επιτροπής σε νομοθετικά θέματα. Είτε πρόκειται για θέμα καλύτερης ρύθμισης είτε νομοθεσίας, αυτό που είναι σημαντικό είναι ο τρόπος με τον οποίο λαμβάνεται η πρωτοβουλία για τον νόμο. Αν, στις οι Συνθήκες, παρέχεται στην Επιτροπή δικαίωμα πρωτοβουλίας, αυτό γίνεται διότι αυτή πρέπει να εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον. Πρέπει να δείξει τη δυνατότητά της να μην είναι απλά η ηχώ για τα αιτήματα των διαφόρων ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων, αλλά να εκπροσωπεί όλους εκείνους που δεν μπορούν απαραίτητα να οργανωθούν. Από την άποψη αυτή, πιστεύω ότι είμαστε όλοι πεπεισμένοι για το γεγονός ότι η καλύτερη ρύθμιση είναι αναμφίβολα σημαντική για τον επιχειρηματικό κόσμο, αλλά αυτή θα πρέπει ενίοτε επίσης να έχει ως αποτέλεσμα περισσότερη νομοθεσία. Αυτό σας είπε με μεγάλη σαφήνεια , κύριε Barroso, το Κοινοβούλιο, όταν η Επιτροπή σας πρότεινε να αποσύρει 68 προτάσεις κειμένων και όταν, σαφέστατα, σε σχέση με τις κερδοσκοπικές εταιρείες, μιλήσαμε για την ανάγκη νομοθεσίας.
Εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, συνέταξα γνωμοδότηση σχετικά με την έκθεση του κ. Gargani, η οποία επικεντρώνεται στην απλοποίηση της νομοθεσίας και, σε σχέση με αυτό, θα ήθελα να προβώ σε τρεις παρατηρήσεις.
Πρώτον, πρέπει να έχουμε υπόψη το γεγονός ότι, στον τομέα αυτόν, πίσω από κάθε τεχνικό ζήτημα, υπάρχει σαφώς πολιτικό θέμα σχετικά με το περιεχόμενο: τι είναι αυτό που απλοποιούμε; Πάνω σε ποιο κοινοτικό κεκτημένο εργαζόμαστε πίσω από την απλοποίηση;
Δεύτερον, υπάρχουν αυτοί οι οποίοι ορισμένες φορές πιστεύουν ότι η καλύτερη ρύθμιση είναι συνώνυμη με την αυτορύθμιση. Στους κόλπους της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής έχουμε, με τα λογιστικά πρότυπα, ένα τέλειο παράδειγμα κατάστασης στην οποία, αν απουσιάζει μια πολύ ειδική δημοκρατική ρύθμιση, ενδέχεται ορισμένες φορές να προκύψουν επικίνδυνες καταχρήσεις.
Τέλος, η αναζήτηση της απλοποίησης πρέπει επίσης να οδηγεί στην εφαρμογή νομοθεσίας η οποία είναι καλύτερα συντεταγμένη, με την οποία το Κοινοβούλιο καθορίζει τις αρχές και τα υπόλοιπα αφήνονται στην επιτροπολογία. Όπως γνωρίζετε, στηρίζουμε πλήρως μια τέτοια προσέγγιση, δεδομένου ότι βασίζεται σε συμφωνία επιτροπολογίας η οποία αναγνωρίζει πλήρως τα δικαιώματα του συννομοθέτη στο θέμα, ήτοι, εν προκειμένω, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Eoin Ryan (UEN), συντάκτης γνωμοδότησης της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, τα κράτη μέλη που διαλαλούν τον προστατευτισμό ως θετική επιλογή πολιτικής είτε μεταμφιέζουν τον προστατευτισμό ως πατριωτισμό είτε φοβούνται όχι αυτό που μπορεί να γίνει η Ευρώπη αλλά αυτό που είναι ήδη: μια οικονομία βασισμένη στις ελεύθερες συναλλαγές και τον ανταγωνισμό. Ως μέλος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και ως συντάκτης γνωμοδότησης για τη βελτίωση της νομοθεσίας, πιστεύω ακράδαντα ότι η τόνωση του ανταγωνισμού μέσω ρυθμιστικών μεταρρυθμίσεων αποτελεί την αρχική ώθηση που χρειάζεται η Ευρώπη για να βελτιώσει την παραγωγικότητα.
Θεωρώ απολύτως απαραίτητο όλες οι μελλοντικές εκτιμήσεις νομοθετικών επιπτώσεων να λαμβάνουν υπόψη το αυξημένο επίπεδο του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Επιπλέον, για να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερο υπεύθυνη και ευέλικτη στο παγκόσμιο ρεύμα των αλλαγών της αγοράς, προτείνω στην Επιτροπή τη θέσπιση ρήτρας αναθεώρησης σε κάθε νέα νομοθεσία. Επίσης, είναι θεμελιώδους σημασίας, υπό το πρόσχημα της βελτίωσης της νομοθεσίας, να εξετάζονται εναλλακτικές της νομοθεσίας. Πρέπει να εξεταστούν μέτρα όπως ενισχυμένα επίπεδα διαβούλευσης και μηχανισμοί επιτάχυνσης της επίλυσης διαφορών.
Ο πρωτεύων στόχος κάθε νομοθεσίας θα πρέπει να είναι να επιτρέπει στην εσωτερική αγορά να λειτουργεί χωρίς διασυνοριακούς φραγμούς στην ανάπτυξη κλάδων. Πρέπει να αδράξουμε, συνεπώς, τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι σημαντικές οικονομίες κλίμακας μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αδημονώ να λάβει η Επιτροπή συγκεκριμένα μέτρα για τη μείωση του κόστους που συνεπάγεται για τις επιχειρήσεις η συμμόρφωση με 25 διαφορετικά εθνικά καθεστώτα. Επικροτώ τη λειτουργία του Προγράμματος Δράσης για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να επαναπαύονται στην εφαρμογή αυτών των 42 οδηγιών. Αν λείπει η δέσμευση, τότε πρέπει να θεσπιστούν μέτρα επιβολής.
Πρέπει να βελτιωθεί η συνέπεια και ο βαθμός εφαρμογής, προκειμένου να επιτευχθούν ρεαλιστικά οι στόχοι της Λισαβόνας και να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Ο κόσμος πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η παγκοσμιοποίηση είναι εδώ και ήρθε για να μείνει. Είναι απαράδεκτο πολιτικά και οικονομικά ορισμένα κράτη μέλη να προσπαθούν να επιστρέψουν σε προστατευτικές πολιτικές. Οι ιρλανδικές εταιρείες και άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες προσπαθούν να κάνουν πραγματικότητα την ενιαία αγορά και να αντιμετωπίσουν ευθέως τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, και δεν θα πρέπει να τις εμποδίζουν οι κυβερνήσεις που διαλαλούν τον προστατευτισμό.
Mihael Brejc (PPE-DE), συντάκτης γνωμοδότησης της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων. – (SL) Υποστηρίζω τις προσπάθειες της Επιτροπής και όλων των άλλων σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας και τη βελτίωση της εκπόνησης της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, παρόλα αυτά, θλίβομαι την ίδια στιγμή για το γεγονός ότι η Συνταγματική Συνθήκη δεν εγκρίθηκε. Θλίβομαι για αυτό, συγκεκριμένα, επειδή στη Συνταγματική Συνθήκη προετοιμάσαμε ένα πολύ καλό διαφανές ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο μας προσφέρει ακόμη μία ευκαιρία να επιταχύνουμε τη διαδικασία επικύρωσης της Συνταγματικής Συνθήκης.
Σήμερα, ο κ. Barroso ανέφερε τομείς που απαιτούν περαιτέρω εξέταση. Πρέπει να προσθέσει την τρομοκρατία σε αυτόν τον κατάλογο. Στο πεδίο της τρομοκρατίας, έχουμε ήδη υιοθετήσει 58 κανονισμούς, οδηγίες και ούτω καθεξής – 27 εξ αυτών είναι στο στάδιο της εκπόνησης και πρόκειται να παραχθούν άλλες 15 περίπου. Με λίγα λόγια, το ρυθμιστικό μας σύστημα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας είναι εξαιρετικά αδιαφανές: δεν είμαι σε θέση να το κατανοήσω και να το χειριστώ και ελπίζω ότι οι τρομοκράτες δεν μπορούν επίσης να προσδιορίσουν τη θέση τους μέσα σε όλη αυτήν τη σύγχυση.
Η Ευρώπη υποφέρει από τουλάχιστον δύο μορφές ιδεαλισμού. Η πρώτη είναι ο κανονιστικός ιδεαλισμός: αν ένας δεδομένος τομέας δεν ρυθμίζεται, νομίζουμε ότι η περισσότερη ρύθμιση θα λύσει το πρόβλημα. Η συνέπεια αυτού είναι ότι επιτρέπουμε στη ρύθμιση να αναπτυχθεί εντελώς δυσανάλογα. Η δεύτερη είναι ο οργανωτικός ιδεαλισμός: αν νομίζουμε ότι ένα πεδίο χρειάζεται να ρυθμιστεί καλύτερα, ιδρύουμε έναν οργανισμό. Ο τελευταίος που δημιουργήσαμε ήταν ένας οργανισμός για τις ίσες ευκαιρίες, και αμέσως πριν από αυτόν ήταν ένας οργανισμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Λες και αυτοί αποτελούν εγγύηση για περισσότερη και καλύτερη ρύθμιση.
Αυτές είναι ψευδαισθήσεις που δεν θα γίνουν ποτέ πραγματικότητα, έτσι η Επιτροπή θα έκανε καλά να εξετάσει το πώς ρυθμίζονται αυτοί οι τομείς και, φυσικά, το πώς επιδρούν στους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αναρωτιούνται αν είναι πραγματικά αναγκαίο να έχουμε τόσο πολλή νομοθεσία, τόσους πολλούς οργανισμούς κλπ. Επιπλέον, δεν πιστεύω ότι η Επιτροπή χρειάζεται νέους οργανισμούς για να επιβλέψει τις νομοθετικές πράξεις και την αναθεώρηση των σχεδίων τους, διότι έχουμε ένα Κοινοβούλιο που μπορεί να εκπληρώσει άψογα αυτόν τον ρόλο.
Τέλος, η εκτίμηση των πολιτών για τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα δεν πρόκειται να ενισχυθεί μέσα από πλήθος κανονισμών, οδηγιών και ούτω καθεξής· αυτό, αντιθέτως, μπορεί να συμβεί αν ενεργήσουμε με διαφάνεια για να ωφελήσουμε τους πολίτες και να ενισχύσουμε την ιδέα της Ευρώπης.
Marie-Line Reynaud (PSE), συντάκτρια γνωμοδότησης της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων. – (FR) Κυρία Πρόεδρε, επιθυμώ να ευχαριστήσω τον κ. Gargani για τη σαφήνεια και τη δέσμευση της έκθεσής του. Χαίρομαι διότι συμπεριέλαβε μεγάλο τμήμα της γνωμοδότησής μου, καθώς και διότι η έκθεσή του περιέλαβε τους δύο δικούς μου στόχους, που είναι, πρώτα από όλα, η έμφαση η οποία δίδεται στο γεγονός ότι η απλοποίηση είναι απαραίτητη αλλά δεν πρέπει να επιτυγχάνεται με οποιοδήποτε παλαιό τρόπο και, δεύτερον, η επιβεβαίωση της επιθυμίας του Κοινοβουλίου να συμμετάσχει πλήρως στην στρατηγική απλοποίησης. Δεν μπορούμε παρά να καλωσορίσουμε οποιαδήποτε πρωτοβουλία που στοχεύει να καταστήσει το ρυθμιστικό περιβάλλον σαφέστερο και συνεκτικότερο.
Είναι, όντως, αδύνατον να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε σωστά με ένα κεκτημένο άνω των 80 000 σελίδων. Πώς, υπό τις συνθήκες αυτές, μπορούμε να μιλάμε στους πολίτες για προσβασιμότητα και διαφάνεια με οποιαδήποτε αξιοπιστία; Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η στρατηγική απλοποίησης πρέπει καταρχήν να υποστηρίζεται. Θα πρέπει μακροπρόθεσμα να μας δίδει τη δυνατότητα να έχουμε κοινοτικά και εθνικά πρότυπα που είναι ευκολότερο και λιγότερο δαπανηρό να εφαρμοστούν. Αυτή η απλοποίηση, ωστόσο, συνεπάγεται επίσης έναν αριθμό περιορισμών, ακόμη και κινδύνων, και κατά συνέπεια χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί. Ιδιαίτερα, αυτή η έκθεση αναφέρει ότι η απλοποίηση δεν πρέπει να λάβει τη μορφή χαλάρωσης των προτύπων, ότι υπάρχουν προβλήματα που συνδέονται με την εφαρμογή της διοργανικής συμφωνίας που διέπει τη διαδικασία αναμόρφωσης και ότι, κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν οι ισχύοντες κανόνες με σκοπό την αποφυγή συγκρούσεων αρμοδιοτήτων και διαδικαστικά εμπόδια. Η έκθεση αυτή επιβεβαιώνει με σαφήνεια την επιθυμία του Κοινοβουλίου να συμμετέχει πλήρως στη στρατηγική απλοποίησης και θέτει με την ίδια έμφαση την ανάγκη προστασίας των προνομίων σχετικά με το ζήτημα της προσαρμογής του κανονισμού του. Η απλοποίηση δεν μπορεί, στην πραγματικότητα, να πραγματοποιηθεί εκτός κάθε δημοκρατικού ελέγχου και, ιδιαίτερα, εκτός του ελέγχου του Κοινοβουλίου.
Το Κοινοβούλιο πρέπει επίσης να σκεφτεί, μέσα στο πλαίσιο της απλοποίησης, τη βελτίωση των διαδικασιών του και των εσωτερικών νομοθετικών του τεχνικών. Το θέμα αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο ειδικής έκθεσης της οποίας μου έχει ανατεθεί η εκπόνηση. Τέλος, σχετικά με το θέμα των εναλλακτικών μέσων ρύθμισης, είμαι ευτυχής που αυτή η έκθεση ζητά ένα αυστηρό πλαίσιο εργασίας για προσφυγή στην συρρύθμιση και στην αυτορύθμιση, επειδή είναι ουσιώδες να παρέχονται εγγυήσεις στον τομέα αυτόν.
Diana Wallis (ALDE), συντάκτρια γνωμοδότησης της Επιτροπής Αναφορών. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, οι οδηγίες και οι κανονισμοί αποτελούν συνολικά το δίκαιο, ίσως το κυριότερο πράγμα που βλέπουν και αισθάνονται οι πολίτες μας ως αποτέλεσμα της δράσης μας. Το δίκαιο είναι, ούτως ειπείν, το κύριο προϊόν μας. Η θέσπιση νόμων, όμως, ιδιαίτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι μια διαδικασία –μια μακρά διαδικασία– και όχι ο σκοπός. Αυτή η αδιάκοπη διαδικασία εκφράζεται καλά στις διάφορες εκθέσεις που συζητούμε σήμερα. Έχουμε τις εκθέσεις Doorn και Frassoni, εκ των οποίων η μία εστιάζει στη νομοθεσία και την επικουρικότητα και η άλλη στον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου. Οι πολίτες μας, όμως, θα πρέπει να βρίσκονται στην αρχή, στο μέσον και στον πυρήνα αυτής της διαδικασίας, βοηθώντας μας να διαμορφώσουμε την ημερήσια διάταξη, ασκώντας πίεση και ενημερώνοντάς μας καθώς λαμβάνουμε αποφάσεις και επιβλέποντας την εφαρμογή των αποτελεσμάτων.
Η έκθεση Doorn εστιάζει ειδικά στη χρήση των εκτιμήσεων επιπτώσεων. Αυτό είναι πραγματικά ευπρόσδεκτο. Αλλά πρέπει να προσέξουμε. Η εκτίμηση επιπτώσεων δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πολιτική λήψη αποφάσεων. Φυσικά, χρειαζόμαστε πλήρη και ανεξάρτητη ενημέρωση από όλες τις πλευρές για όλες τις πτυχές, όχι μόνο για τις επιπτώσεις στις επιχειρήσεις. Στη συνέχεια εμείς, ως συννομοθέτες, μπορούμε να αποφασίσουμε, αλλά πρέπει να είναι δική μας απόφαση, όχι απόφαση εμπειρογνωμόνων, ούτε τεχνοκρατών, ενδιαφερομένων μερών ή μελών ομάδων πίεσης. Δώστε μας όλες τις πληροφορίες κατά τρόπο ισορροπημένο, και τότε, με πλήρη διαφάνεια, μπορούμε να λάβουμε πολιτική απόφαση για την οποία να είμαστε υπόλογοι. Κανένας αριθμός αξιολογήσεων αντικτύπου ή επαναξιολογήσεων αντικτύπου δεν θα πρέπει να αντικαθιστά τη δημοκρατία.
Επιτρέψτε μου να επιστρέψω σε μία από τις κύριες ανησυχίες της Επιτροπής Αναφορών. Είναι ίσως η επιτροπή του Σώματος που βρίσκεται σε μεγαλύτερη επαφή με τους πολίτες. Έρχονται σε εμάς όταν το δίκαιο δεν λειτουργεί. Έργο της Επιτροπής Αναφορών είναι να βοηθά τους πολίτες να αναδεικνύουν τα προβλήματα εφαρμογής και ελέγχου του ευρωπαϊκού δικαίου. Το έργο αυτό θα πρέπει να αναδειχθεί και να αναγνωριστεί πολύ περισσότερο, ιδιαίτερα στην ετήσια έκθεση της Επιτροπής. Για πολλοστή φορά, η Επιτροπή Αναφορών τόνισε την ανάγκη να είναι περισσότερο σθεναρή η διαδικασία επί παραβάσει της Επιτροπής και χαιρετίζουμε, επομένως, τις προτάσεις της κ. Frassoni εν προκειμένω. Με χαρά, επίσης, άκουσα τις παρατηρήσεις του Προέδρου Barroso σχετικά με την εφαρμογή.
Υπογραμμίσαμε, ακόμα, τη θέση των πολιτών μας στη νομοθετική διαδικασία. Πολλοί από εμάς θα ήθελαν να συμβάλλουν οι πολίτες στη δημιουργία του δικαίου, όπως προβλέπεται στην πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών στο σχέδιο της Συνταγματικής Συνθήκης· δυστυχώς, όμως, αυτό μάλλον αποτελεί θέμα μιας άλλης συζήτησης. Μπορούμε, ωστόσο, τουλάχιστον να διασφαλίσουμε ότι οι πολίτες μας κατανοούν τι κάνουμε εξ ονόματός τους. Φαίνεται ότι υπάρχει ευρεία υποστήριξη για την πρόταση ότι κάθε οδηγία και κανονισμός πρέπει να προλογίζεται από μια μη δεσμευτική νομικά σύνοψη πολιτών. Εν ολίγοις, ας έχουμε νομοθεσία η οποία να είναι προσπελάσιμη ως προς τη μορφή της, τον τρόπο με τον οποίο την εκπονούμε και τον τρόπο με τον οποίο την επιβάλλουμε.
Malcolm Harbour, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θέλω να χαιρετίσω όλες τις εκθέσεις. Ως συντονιστής της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, θέλω να συγχαρώ ιδίως την κ. McCarthy για την εξαιρετική εργασία της, καθώς και την επιτροπή μας, η οποία πραγματοποίησε ακρόαση για το θέμα.
Ένα από τα διδάγματα που πρέπει να αποκομίσουμε από αυτήν την άσκηση –και το λέω αυτό προς την επίλεκτη ομάδα συναδέλφων που παρίσταται εδώ– είναι ότι η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί κοινό καθήκον κάθε βουλευτή του Κοινοβουλίου ανεξαιρέτως, σε όποια επιτροπή και αν ανήκει. Είναι καλό που διευρύνουμε τη συζήτηση, αλλά συμμετέχουν πολύ λίγοι.
Η κύρια παρατήρηση που θέλω να κάνω απόψε, σε σχέση με τις τροπολογίες που υπέβαλα στην έκθεση της κ. McCarthy, τις οποίες αποδέχτηκε η επιτροπή, είναι ότι η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί μια διαδικασία. Συμφωνώ με πολλά από όσα είπε η κ. Wallis. Το πρόβλημα είναι ότι η διαδικασία είναι δύσκολη, περίπλοκη και πολύ λίγοι την κατανοούν. Πρέπει να προσπαθήσουμε να την εξηγήσουμε και να την απλοποιήσουμε, αλλά πρέπει να την εξηγήσουμε τόσο στις ίδιες μας τις εκλογικές περιφέρειες όσο και στον κόσμο εκτός αυτών. Πόσοι στο Κοινοβούλιο μπορούν πράγματι να πουν ότι κατανοούν τις διαδικασίες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή για να βελτιώσει την ποιότητα της νομοθεσίας; Πόσοι από εσάς γνωρίζετε ποιες είναι οι αρμοδιότητές σας σύμφωνα με την περίφημη διοργανική συμφωνία, η οποία υπογράφηκε σε αυτήν ακριβώς την Αίθουσα πριν από δύο χρόνια από τον τότε Πρόεδρό μας, τον Pat Cox; Υποψιάζομαι ότι, αν είχαμε ένα σχετικό ερωτηματολόγιο με αυτό, οι περισσότεροι από εσάς δεν θα είχαν την παραμικρή ιδέα ποιες είναι αυτές οι υποχρεώσεις.
Σίγουρα το κυριότερο, αγαπητοί συνάδελφοι, είναι ότι θα πρέπει να βάλουμε τάξη στο Σώμα μας· ότι καθένας μας θα πρέπει να έχει αυτήν την απλοποιημένη λίστα ελέγχου. Θα πρέπει να πούμε, όταν η Επιτροπή μας διαβιβάζει μια πρόταση –και πάλι αυτή είναι μια σύσταση– ότι με κάθε πρόταση θα πρέπει να υπάρχει απλώς μια μικρή λίστα ελέγχου για τις διαδικασίες στις οποίες έχει ήδη προβεί η Επιτροπή και στις οποίες θα προβεί στο μέλλον. Αν υπάρχουν έγγραφα και εκτιμήσεις επιπτώσεων, θα πρέπει σαφώς να επισυνάπτονται.
Αυτού του είδους τον πρακτικό καθορισμό και την διευκρίνιση της διαδικασίας χρειαζόμαστε. Αν δεν το κάνουμε, οι πολίτες θα χάσουν την πίστη τους στη διαδικασία. Η διαδικασία για τη βελτίωση της νομοθεσίας είναι ουσιώδης για το μέλλον συνολικά του τρόπου με τον οποίο διεξάγουμε τις εργασίες μας εδώ.
Maria Berger, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Πρόεδρε της Επιτροπής, κύριε Προεδρεύων του Συμβουλίου, θέλω να ευχαριστήσω θερμά όλους τους εισηγητές και τους συντάκτες των γνωμοδοτήσεων, κυρίως διότι συμφώνησαν να διεξαγάγουμε εδώ σήμερα αυτήν την κοινή συζήτηση.
Αυτή η κοινή συζήτηση μας δίνει τη δυνατότητα να εξετάσουμε όλες τις παραμέτρους που πρέπει να συζητήσουμε σήμερα για το θέμα «βελτίωση της νομοθεσίας». Παραδέχομαι ότι δυσκολεύομαι ολοένα και περισσότερο να καταλάβω αυτήν τη συζήτηση. Συχνά, τίποτε δεν είναι ορατό πίσω από καλοπροαίρετες διατυπώσεις που ακούμε και με τις οποίες έχουμε ήδη εξοικειωθεί. Επίσης, ορισμένες φορές έχω την υποψία ότι αυτή η συζήτηση για τη βελτίωση της νομοθεσίας έχει σκοπό να μας αποσπάσει την προσοχή από τα πραγματικά καθήκοντα που έχουμε ως νομοθέτες και να αποτελέσει πρόσχημα για την αδράνεια όσων νομοθετούν για την Κοινότητα ή έχεις σκοπό η καλύτερη ρύθμιση να γίνει απορρύθμιση.
Η κατάσταση έχει εν τω μεταξύ γίνει τόσο ασαφής, ώστε προσπαθούμε να επικαλεστούμε τη «βελτίωση της βελτίωσης της νομοθετικής διαδικασίας» ή την αξιολόγηση των επιπτώσεων της αξιολόγησης επιπτώσεων. Ευχαριστώ τους εισηγητές που επεξεργάστηκαν, παρόλη αυτήν την ασάφεια, συγκεκριμένα μέτρα, και ιδίως την κ. Frassoni για την έκθεσή της με τις συγκεκριμένες προτάσεις για τη βελτιωμένη επιτήρηση της διαδικασίας μεταφοράς του κοινοτικού δικαίου στο εθνικό δίκαιο, τις ταχύτερες διαδικασίες επί παραβάσει και τη μεγαλύτερη διαφάνεια για τους πολίτες που υποβάλλουν καταγγελίες.
Σε τελική ανάλυση, δεν είναι δυνατόν οι πολίτες να υποβάλλουν καταγγελίες, η Επιτροπή να κινεί διαδικασία επί παραβάσει, και στη συνέχεια η διαδικασία να σταματά ξαφνικά χωρίς να ενημερωθούν πραγματικά οι πολίτες για την αιτία. Αυτό συχνά τους φέρνει σε πιο δύσκολη θέση σε εκκρεμούσες υποθέσεις σε εθνικό επίπεδο, και επομένως εδώ χρειάζεται μεγαλύτερη διαφάνεια.
Κυρίως επικροτώ τις προτάσεις που εκπόνησε ο κ. Doorn, ιδίως αυτές που αφορούν την αξιολόγηση επιπτώσεων. Συμφωνούμε μαζί του ότι και οι επιπτώσεις των πράξεων της επιτροπολογίας πρέπει να αξιολογούνται, και ότι η αξιολόγηση των επιπτώσεων πρέπει να υποβάλλεται σε ανεξάρτητο έλεγχο – δηλαδή ανεξάρτητα από την αρμόδια Γενική Διεύθυνση, αλλά όχι απαραιτήτως ανεξάρτητα από την Επιτροπή. Η Επιτροπή έχει τη δική της πολιτική ευθύνη, και δεν καλείται να απαλλαχθεί από αυτήν, και στην προκείμενη περίπτωση πραγματικά δεν έχει τέτοια πρόθεση.
Ωστόσο, με τον κ. Doorn δεν συμφωνούμε στο ζήτημα των υποχρεωτικών αξιολογήσεων επιπτώσεων για τροπολογίες που προτάθηκαν στο παρόν Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Δεν θεωρώ ότι εμείς, ως νομοθέτες, θα έπρεπε σε αυτήν την περίπτωση να περιοριστούμε και να παραμείνουμε σιωπηλοί. Μια καλή αξιολόγηση επιπτώσεων από την Επιτροπή θα καταστήσει εφικτό να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις των τροπολογιών, και επίσης υπάρχει το μέσο για την εθελοντική εφαρμογή της αξιολόγησης επιπτώσεων το οποίο –όπως ήδη ακούσαμε– χρησιμοποίησε η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, και αυτό πρέπει να συζητηθεί και από άλλες επιτροπές.
Για τη βελτίωση της νομοθεσίας ισχύει ό,τι και για όλες τις άλλες καλές προθέσεις και όλα τα καλά πράγματα στη ζωή: για να γίνει κάτι καλό, πρέπει να υλοποιείται στην πράξη, και όχι απλώς να συζητείται.
Elizabeth Lynne, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζω ενεργά τη βελτίωση της νομοθεσίας, ιδιαίτερα στην επιτροπή μου, την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων. Χρειαζόμαστε καλύτερες και πιο ολοκληρωμένες εκτιμήσεις επιπτώσεων και πρέπει να εξετάσουμε αν η νομοθεσία είναι πράγματι απαραίτητη σε ευρωπαϊκό επίπεδο ή αν είναι καλύτερα σε πολλές περιπτώσεις να αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών. Αν είναι απαραίτητη, χρειαζόμαστε σωστή ανάλυση κόστους-οφέλους των επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των μικρών επιχειρήσεων, καθώς και του εργατικού δυναμικού. Θα ήθελα να δω πραγματικά ανεξάρτητες εκτιμήσεις επιπτώσεων, καλύτερες από αυτές που έχουμε πολύ συχνά επί του παρόντος, που να αποτελούν αιτιολόγηση της ανάγκης για νομοθεσία.
Μετά την έγκριση της νομοθεσίας, αυτή πρέπει να εφαρμόζεται εξίσου, όπως έχουμε όλοι πει, σε όλα τα κράτη μέλη. Αν δεν εφαρμόζεται, μήπως αυτό συμβαίνει επειδή είναι ανέφικτη; Αν είναι ανέφικτη, τότε, όπως είπε η Επιτροπή, ας την αποσύρουμε.
Τέλος, πρέπει να διασφαλίσουμε τη συμμόρφωση με τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Σε απάντησή της, τις προάλλες, η Επιτροπή παραδέχτηκε τη μικρή πρόοδο που έχει σημειωθεί.
Monica Frassoni, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, καταρχάς θα ήθελα να πω στον Πρόεδρο Barroso ότι οι αποφάσεις που ελήφθησαν σχετικά με την ενέργεια αποδεικνύουν πως όταν θέλετε μπορείτε και, συνεπώς, «θα θέλαμε» να «μπορείτε» σε περισσότερες περιπτώσεις, ιδίως σε θέματα που αφορούν την πολιτική περιβάλλοντος, τους καταναλωτές και την υγεία. Νομίζω, ωστόσο, πως αυτό είναι αυτονόητο.
Κύριε Winkler, με λύπη μου διαπίστωσα ότι δεν είπατε ούτε λέξη σχετικά με το ζήτημα της εφαρμογής του δικαίου, μολονότι αφορά κυρίως τα κράτη μέλη. Πιστεύω επίσης ότι θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε την άποψη του Συμβουλίου σχετικά με τη δυνατότητα επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για τη συμφωνία βελτίωσης των ρυθμίσεων όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου, οι οποίες σημείωσαν οικτρή αποτυχία στο παρελθόν.
Επίσης, όσον αφορά το ζήτημα της εκτίμησης των επιπτώσεων, δεν μπορώ να μην εκφράσω τις ανησυχίες μου, καθώς το ζήτημα αυτό αποκτά μυθικές διαστάσεις και έχει μετατραπεί σε ένα είδος μαγικής λέξης, η οποία θα έπρεπε από μόνη της να βελτιώσει τη νομοθεσία, χρησιμοποιώντας ως βάσεις επιστημονικές και αμερόληπτες πηγές. Προσωπικά, διατηρώ αμφιβολίες ως προς αυτό το σημείο και ανησυχώ μάλιστα για την εμβέλεια που αποκτά αυτό το ζήτημα. Κατά πρώτο λόγο, γιατί ορισμένες από τις προτάσεις που περιέχουν οι εκθέσεις και προπαντός η έκθεση της κ. McCarthy, αλλά όχι μόνο, εισάγουν γραφειοκρατικά στοιχεία, η διαχείριση των οποίων παρουσιάζει πραγματικές δυσκολίες, κυρίως για την Επιτροπή. Αυτό είναι ένα αμφιλεγόμενο στοιχείο, για το οποίο η Ομάδα μου πιστεύει πως είμαστε τυχεροί που αναβλήθηκε η ψηφοφορία, καθώς θα έχουμε έτσι τη δυνατότητα να επανεξετάσουμε την κατάσταση για την εξεύρεση μιας συμφωνίας.
Πολιτική επιλογή αποτελούν επίσης τα θεωρούμενα καίρια στοιχεία που απασχολούν τους πάντες και αφορούν την εκτίμηση των επιπτώσεων, μεταξύ των οποίων το διοικητικό κόστος, η υπερβολική γραφειοκρατία και τα πραγματικά ή υποτιθέμενα υπερβολικά έξοδα για τις επιχειρήσεις. Αναφέρω ένα παράδειγμα, Πρόεδρε Barroso και Επίτροπε Verheugen: ήταν αρκετή μια επιστολή της UNICE για να αναθεωρηθεί δραστικά η στρατηγική για τις αεροπορικές μεταφορές, παρά την εκτίμηση των συνεπειών που κόστισε δύο εκατομμύρια ευρώ, η οποία κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το κόστος δεν αφορούσε μόνον τις επιχειρήσεις αλλά και την υγεία. Συνεπώς, τελικά, μια εκτίμηση των επιπτώσεων αποτελεί και αυτή επιλογή πολιτικού χαρακτήρα και, κατά συνέπεια, θα σας καλούσα να μην της αποδίδετε τέτοια προτεραιότητα και πρωτοκαθεδρία σε σχέση με τα άλλα νομοθετικά στοιχεία.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στο ζήτημα της από κοινού ρύθμισης και της αυτορύθμισης. Θα ήθελα από την Επιτροπή να διεξαγάγει μια έρευνα για να διαπιστωθεί πώς λειτούργησαν αυτές οι διαδικασίες, καθώς, σύμφωνα με τα δικά μας στοιχεία, δεν λειτούργησαν σωστά, δεδομένου ότι οι ίδιες οι επιχειρήσεις έκριναν μάλλον ανεπαρκή την ικανότητά τους να συμμορφωθούν με αυτές τις συμφωνίες αυτορύθμισης.
Erik Meijer, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (NL) Κυρία Πρόεδρε, είναι εξαιρετικά θλιβερό το γεγονός ότι στη συζήτηση για την επικουρικότητα και τη βελτίωση της νομοθεσίας φαίνεται να υπάρχει μόνο μία επωδός, ήτοι η αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης και ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός μέσω λιγότερων κανόνων και κανονισμών. Αυτό δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ότι, ιδίως στο ρυθμιστικό περιβάλλον, πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην επικουρικότητα σε τομείς όπως η κοινωνική προστασία, το περιβάλλον και η προστασία των καταναλωτών. Όλα αυτά ταιριάζουν με τον νεοφιλελεύθερο τρόπο σκέψης ότι οι λιγότεροι κανόνες και κανονισμοί είναι, εξ ορισμού, κάτι καλό.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, μας δείχνει ότι αυτοί οι ίδιοι ευρωπαϊκοί κανόνες σχετικά με την καθαγιασμένη εσωτερική αγορά είναι εκείνοι που καθιστούν πιο δύσκολη τη ζωή των ευρωπαίων πολιτών. Για παράδειγμα, οι κανόνες αυτοί είναι που απαιτούν από έναν μικρό δήμο στη Βόρεια Ολλανδία να ζητήσει άδεια από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να εγκαταστήσει ένα δίκτυο καλωδίων από ίνες γυαλιού για τους πολίτες του, ή αυτοί που θεωρούν ότι η κυβερνητική στήριξη του Δήμου του Άμστερνταμ στον τοπικό ζωολογικό κήπο συνιστά στρέβλωση του ανταγωνισμού. Δεν είναι να απορεί κανείς που ο λαός των Κάτω Χωρών, έχοντας χάσει όλη του την πίστη σε μια περαιτέρω επέκταση των αρμοδιοτήτων των Βρυξελλών και στο προτεινόμενο Σύνταγμα που επιδοκίμασε και υποστήριξε αυτήν τη διαδικασία, φρόντισε να στείλει με μια συντριπτική πλειοψηφία το έγγραφο αυτό στον κάλαθο των αχρήστων.
Η αλήθεια είναι ότι η επικουρικότητα ήταν μια έννοια κενή περιεχομένου εδώ και πάρα πολύ καιρό. Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, με επικεφαλής το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σπανίως αναρωτιούνται κατά πόσον η ευρωπαϊκή ανάμιξη σε έναν συγκεκριμένο τομέα έχει πράγματι θετική συνεισφορά στην ευημερία του λαού και στην προστασία του περιβάλλοντος. Αντιθέτως, μια συνεχή ροή ευρωπαϊκών κανόνων και κανονισμών εξακολουθεί να υπονομεύει την εξουσία των εθνικών και περιφερειακών κυβερνήσεων. Ένα παράδειγμα που μπορώ να δώσω για αυτό είναι η οδηγία για τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες, η οποία, ακόμη και στην τροποποιημένη μορφή της, θα διαβρώσει σοβαρά την αυτονομία των δημοτικών αρχών στον τομέα των αδειών ή της τοπικής παροχής υπηρεσιών.
Με λίγα λόγια, ενώ μια συζήτηση για την ποιότητα και την επικουρικότητα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας είναι γενικά ευπρόσδεκτη, είναι εντελώς αφελές να υποθέτουμε ότι εγκαταλείποντας κάποιους κανόνες ή διεξάγοντας αξιολογήσεις αντίκτυπου είναι δυνατόν να επιλυθούν τα θεμελιώδη προβλήματα της ανάμιξης των Βρυξελλών. Για να συμβεί αυτό, οι κανόνες της εσωτερικής αγοράς θα χρειαστεί, κατά πρώτο λόγο, να αναμορφωθούν ολοκληρωτικά.
Brian Crowley, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Επιτροπής και τον Προεδρεύοντα του Συμβουλίου, καθώς και τους εισηγητές μας, για το κλίμα που διαμόρφωσαν σε σχέση με τη σημερινή συζήτηση.
Φυσικά, υπάρχουν προβλήματα στη νομοθετική διαδικασία μας· υπάρχουν δυσκολίες τις οποίες μπορούμε όλοι να διαπιστώσουμε και να δούμε στην καθημερινότητα της εργασίας μας. Κάτι που χρειάζεται σαφέστατα και κυρίως είναι η κωδικοποίηση και απλοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας –του κοινοτικού κεκτημένου– όχι μόνο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να λειτουργούν με μεγαλύτερη ελευθερία και πιο σωστά σε όλη την εσωτερική αγορά, αλλά και για να υπάρχει εγγύηση ότι οι πολίτες αναγνωρίζουν πού προστατεύονται τα δικαιώματά τους· ότι υπάρχουν σαφείς και καθορισμένοι κανόνες που διασφαλίζουν ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις δεν μπορούν να καταστρατηγούν τα δικαιώματα των εργαζομένων τους· ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να ποδοπατούνται λόγω αποφάσεων που έλαβαν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή οποιοσδήποτε άλλος. Για αυτόν τον λόγο, εδώ και πολλά χρόνια, εμείς στο Κοινοβούλιο επιχειρούμε να θέσουμε σε ισχύ αυτήν την ιδέα της εκτίμησης επιπτώσεων σε σχέση με όλη τη νομοθεσία, για να την δοκιμάζουμε προτού αποτελέσει δίκαιο, να βλέπουμε αν είναι αναγκαία και να κατανοούμε πλήρως ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της όταν τελικά θα μεταφερθεί στο δίκαιο.
Ωστόσο, όταν εξετάζει κανείς συνολικά το θέμα της νομοθεσίας, οι μεγαλύτερες δυσκολίες και οι μεγαλύτεροι ένοχοι βρίσκονται σε επίπεδο κρατών μελών κατά τη μεταφορά του συμφωνημένου ευρωπαϊκού δικαίου. Εδώ είναι που οι κυβερνήσεις έχουν ήδη εκπροσωπηθεί στη διαδικασία της λήψης αποφάσεων, που το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή έχουν συμμετάσχει, αλλά όσον αφορά τη μεταφορά υπάρχει δυσκολία λόγω των τοπικών εγχώριων πολιτικών διαφωνιών ή λόγω φόβου των επιπτώσεων στον εκάστοτε πολιτικό τομέα.
Πιστεύω ότι θα είναι λάθος να παρουσιάζεται η Επιτροπή μόνο ως το τρομερό όργανο επιβολής έναντι των κρατών μελών, διότι μερικές φορές υπάρχουν λάθη εντός της νομοθεσίας τα οποία πρέπει να διορθωθούν και απαιτείται ευελιξία προκειμένου αυτό να επιτευχθεί.
Η τελευταία παρατήρησή μου είναι ότι, κατά τη δημιουργία ομάδων εργασίας ή ομάδων εμπειρογνωμόνων όσον αφορά τη βελτίωση της νομοθεσίας, είναι απαραίτητη η συμμετοχή των πολιτικών – όχι μόνο των τεχνοκρατών ή των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών του Κοινοβουλίου, αλλά των ίδιων των πολιτικών, οι οποίοι μπορούν να κατανοήσουν πώς πρέπει αυτή να υποστηριχθεί στο κοινό και να επιβληθεί σε τοπικό επίπεδο.
Jens-Peter Bonde, εξ ονόματος της Ομάδας IND/DEM. – (DA) Κυρία Πρόεδρε, επί του παρόντος είναι μόνο οι επιλεγμένοι ειδικοί αυτοί που μπορούν να διαβάσουν τους νόμους της ΕΕ και να κατανοήσουν το περιεχόμενο της νομοθεσίας σε έναν συγκεκριμένο τομέα. Κάθε βοσκός πρέπει να παρακολουθεί όλα του τα πρόβατα, αλλά κανένα θεσμικό όργανο της ΕΕ δεν γνωρίζει ακριβώς πόσους νόμους έχουμε. Έχουμε θεσπίσει περίπου 20 000 κανόνες που καλύπτουν περισσότερες από 100 000 σελίδες. Η νομοθεσία που διέπει, για παράδειγμα, τον τομέα της αλιείας πρέπει να αναζητηθεί σε περισσότερους από 70 διαφορετικούς κανονισμούς. Γιατί να μην συνδυαστούν όλοι οι κανόνες που διέπουν το ίδιο θέμα σε μία απλή πράξη; Με αυτόν τον τρόπο, οι πολίτες θα μπορούν μόνοι τους να δουν και να διαβάσουν την πράξη που θα προκύψει, και αυτό αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση για να έχουν επιρροή.
Έντονα τυπογραφικά στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιούνται για να εφιστούν την προσοχή στις προτεινόμενες τροπολογίες, και οι λέξεις που πρόκειται να διαγραφούν μπορούν να γράφονται με πλάγιους χαρακτήρες. Με αυτόν τον τρόπο, όλοι θα μπορούν να δουν ποιος είναι ο στόχος της πρότασης. Θα υιοθετήσουμε επίσης μια δημοκρατική αρχή από τα δικά μας συντάγματα, ήτοι ότι, στο μέλλον, δεν θα είναι δυνατόν να υιοθετηθεί κανένας νόμος της ΕΕ χωρίς να έχει αποφασιστεί εδώ, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με αυτές τις ρυθμίσεις, οι νόμοι της ΕΕ θα μπορούσαν να επιτρέπουν την έκδοση κοινοποιήσεων, αλλά οιοδήποτε τέτοιο μέσο θα μπορέσει να επανεξεταστεί βάσει μιας άμεσης πλειοψηφίας στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο.
Πρέπει επίσης να καταργηθούν όλες οι διαδικασίες επιτροπής στις οποίες μια μειοψηφία ενώνεται με την Επιτροπή για να νομοθετήσει ενάντια στην πλειοψηφία στα εθνικά κοινοβούλια και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι παράλογο ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε εγκρίνει γενετικά τροποποιημένα κορν-φλέικς όταν 14 από τις 15 χώρες, μόλις οι πολίτες τους ανακάλυψαν τι είχε πραγματικά αποφασιστεί κεκλεισμένων των θυρών, αντιτέθηκαν σε μια τέτοια έγκριση και η δέκατη πέμπτη χώρα εναντιώθηκε τελικά και αυτή. Αν το σύνολο της νομοθεσίας είναι προσβάσιμο στους πολίτες, τότε πρέπει επίσης να αποκτήσουμε καλύτερους νόμους.
Marek Aleksander Czarnecki (NI). – (PL) Κυρία Πρόεδρε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε ετήσια βάση. Επί του παρόντος, συζητούμε την 21η και 22η ετήσια έκθεση. Προκειμένου να εκτιμήσουμε την κλίμακα του προβλήματος, πρέπει να επισημάνουμε ότι εμπλέκονται περίπου τέσσερις χιλιάδες διαδικασίες επί παραβάσει. Μια αιτιολογημένη γνώμη, όπως ονομάζεται, έχει εκδοθεί για περίπου χίλιες από αυτές, και πάνω από 400 έχουν παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Είναι κρίμα που η Επιτροπή καθυστέρησε να υποβάλει την 22η ετήσια έκθεση. Αυτή παραλήφθηκε μόλις τον Ιανουάριο του 2006 και, κατά συνέπεια, το Κοινοβούλιο μπόρεσε να αναφερθεί μόνο σε ένα μέρος των πληροφοριών της Επιτροπής για το 2004 στο ψήφισμά του. Παραδόξως, μπορεί να λεχθεί ότι όσο περισσότερες καταγγελίες τόσο το καλύτερο. Αυτό γιατί οι καταγγελίες δείχνουν ότι οι πολίτες των κρατών μελών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία παρακολούθησης και, συνεπώς, στην εκπόνηση της νομοθεσίας της Ένωσης. Οι καταγγελίες των πολιτών δεν έχουν συμβολικό χαρακτήρα. Είναι μέρος της διαδικασίας οικοδόμησης μιας Ευρώπης των πολιτών και, γενικά, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος παρακολούθησης της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.
Οι επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πρέπει να παρακολουθούν στενά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, ιδίως σε καταστάσεις όπου απαιτείται από τον αρμόδιο εισηγητή να συμμετέχει ενεργά στην παρακολούθηση της εφαρμογής μιας ειδικής νομικής διάταξης σε μεμονωμένα κράτη μέλη και, επίσης, φυσικά, όταν παραστεί ανάγκη για την ανάληψη άμεσης δράσης σε περίπτωση που διαπιστωθεί κάποια παραβίαση.
Η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας πρέπει να βελτιωθεί μέσω της συντόμευσης της εσωτερικής διαδικασίας, όπως πολύ σωστά αναφέρεται στο σχέδιο ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Θα ήταν επίσης ενδεδειγμένο να επιτραπεί σε μεμονωμένους Επιτρόπους να ασκούν άμεσο έλεγχο στη μεταφορά των κοινοτικών διατάξεων στο εθνικό δίκαιο εντός των καθορισμένων χρονικών περιόδων. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί εξουσιοδοτώντας τους Επιτρόπους να απευθύνουν τα αιτήματα αντιμετώπισης των παραβιάσεων στο πλαίσιο της ειδικής σφαίρας αρμοδιοτήτων τους απευθείας στα κράτη μέλη.
Hans Winkler, Προεδρεύων του Συμβουλίου. (DE) Κυρία Πρόεδρε, το γεγονός ότι με βοηθάτε να συμβάλω πρακτικά στη βελτίωση της νομοθεσίας έχοντας το προνόμιο να συναντιέμαι με τη Διάσκεψη των Προέδρων και να έχω διεξοδικές συζητήσεις με αυτήν σχετικά με τις νομικές πράξεις σχετίζεται απόλυτα με την εν λόγω συζήτηση. Εν πάση περιπτώσει, σας ευχαριστώ για την κατανόησή σας.
Θα ήθελα να αναφερθώ, πολύ σύντομα, σε ένα ή δύο θέματα που εθίγησαν στην εν λόγω συζήτηση. Ένας μεγάλος αριθμός ομιλητών είχε να πει κάτι για το θέμα της επιτροπολογίας. Στην Αυστρία ένα ρητό λέει ότι δεν πρέπει να μιλάμε οριστικά για υποθέσεις που είναι ακόμη ρευστές, αλλά, υπό την αυστριακή Προεδρία επιστρέψαμε στο θέμα της επιτροπολογίας με μεγάλη αφοσίωση. Είχαμε ήδη δύο γύρους πολύ εντατικών διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους του Κοινοβουλίου σας, εκ των οποίων ο τελευταίος πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ώρες. Μετά από αρκετά χρόνια, πιστεύω ότι τώρα είμαστε στον σωστό δρόμο για την εξεύρεση λύσης η οποία θα ικανοποιεί τόσο το Συμβούλιο όσο και το Κοινοβούλιο.
Εν πάση περιπτώσει, θα υπάρξει βελτίωση της παρούσας κατάστασης, αφού είναι αυτονόητο ότι το Κοινοβούλιο θα συμμετάσχει σε αυτές τις νομοθετικές πράξεις οι οποίες εγκρίνονται μέσω της διαδικασίας συναπόφασης με τη σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Δεν απέχουμε πολύ από την εξεύρεση λύσης και ελπίζω ότι τελικά θα καταλήξουμε σε μια λύση μέσα στο τρέχον εξάμηνο. Αυτό θα συμβάλει στη βελτίωση των νομοθετικών διαδικασιών.
Φυσικά, η κ. Frassoni είχε δίκιο σε όσα ανέφερε για την εφαρμογή της νομοθεσίας και τη σημασία της. Είναι ένα ζήτημα που αφορά μάλλον τα κράτη μέλη παρά το Συμβούλιο υπό την τρέχουσα ιδιότητά του –εξ ονόματος του οποίου φυσικά ομιλώ– αλλά τα ανεξάρτητα κράτη μέλη ασφαλώς καταβάλλουν προσπάθειες στις συζητήσεις τους με την Επιτροπή ώστε να βρουν καλύτερους τρόπους για να διασφαλίσουν ότι το δίκαιο εφαρμόζεται. Και εμάς –και εννοώ εμάς τους Αυστριακούς– μας αφορά αυτό όσο και κάθε άλλο κράτος μέλος· οι διαδικασίες επί παραβάσει μας επηρεάζουν όσο και τους άλλους. Ως δικηγόρος μπορώ να πω ότι, φυσικά, κάθε νόμος χρειάζεται μηχανισμό για να τεθεί σε ισχύ· αυτό είναι σημαντικό, και επιδιώκουμε επίσης να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στην Επιτροπή και να βρούμε καλύτερους τρόπους για να θέσουμε σε ισχύ και να εφαρμόσουμε τη νομοθεσία.
Το γεγονός ότι όσα είπα σχετικά με αυτό δεν τα είπα εξ ονόματος του Συμβουλίου δεν σημαίνει, φυσικά, ότι η εφαρμογή και η θέση σε ισχύ του νόμου είναι λιγότερο σημαντικά από την ίδια τη νομοθετική διαδικασία.
Το ζήτημα της νομοθεσίας και του ελέγχου των νομοθετικών πράξεων που έχουν ήδη εγκριθεί είναι φυσικά από τα πρωταρχικά μελήματα του Συμβουλίου.
Alexander Stubb (PPE-DE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, δεν το θέλω, αλλά όταν βλέπω εδώ το όνομα Winkler, αμέσως σκέφτομαι τον Henry Winkler: θυμάστε τον Fonzie στη σειρά Happy Days; Είναι ωραίο να έχουμε έναν αυστριακό υπουργό σαν τον Fonzie, να εγκρίνει τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου !
Σε αυτήν την σύνοδο της Ολομέλειας έχουμε τρία αλληλένδετα θέματα. Το πρώτο, με το οποίο ασχοληθήκαμε χθες, αφορούσε τη διαφάνεια και τον ανοικτό χαρακτήρα του Συμβουλίου· το δεύτερο είναι η συζήτηση για τη βελτίωση της ρύθμισης και της νομοθεσίας, και το τελευταίο που έχουμε απόψε αφορά την ιθαγένεια. Υποστηρίζω όλες αυτές τις πρωτοβουλίες· πιστεύω ότι είναι πολύ καλές· πιστεύω ότι το έργο του Γενικού Γραμματέα στην Επιτροπή υπό τον κ. Ponzano είναι εξαιρετικό και θα ήθελα να συστήσω και τις τέσσερις εκθέσεις που συζητούμε σήμερα.
Τούτου λεχθέντος, και δεδομένου ότι συζητούμε για βελτίωση της νομοθεσίας, όταν άρχισα να διαβάζω τις εκθέσεις, αισθάνθηκα κάπως άβολα. Θα σας διαβάσω μόνο τη γλώσσα. Πιστεύω ότι εδώ υπάρχει πρόβλημα επικοινωνίας. Η κ. Frassoni συνέταξε μια πολύ καλή έκθεση, αλλά η παράγραφος 18, «επισημαίνει ότι το δίκτυο SOLVIT έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά του στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς ως συμπληρωματικός μη δικαστικός μηχανισμός, ο οποίος έχει ενισχύσει την εθελοντική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών...». Είναι αλήθεια, αλλά, αν είστε εκεί πάνω και προσπαθείτε να ακούσετε, δεν θα καταλάβετε απαραίτητα τι σημαίνει. Ο κ. Doorn, σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας, στην παράγραφο 5, «θεωρεί τη διαδικασία Lamfalussy χρήσιμο μηχανισμό και τη σύγκλιση εποπτικών πρακτικών ιδιαίτερα σημαντική· επικροτεί το έργο των επιτροπών επιπέδου 3 στο πλαίσιο αυτό και στηρίζει την έκκληση για μια επαρκή δέσμη εργαλείων» – τέλεια. Στη συνέχεια, η έκθεση McCarthy –η οποία πιστεύω ότι είναι η σαφέστερη όλων– αναφέρει στην παράγραφο 6, «ζητεί από την Επιτροπή να διενεργεί τόσο εκ των προτέρων όσο και εκ των υστέρων αξιολογήσεις του αντικτύπου της νομοθεσίας, να συμμετέχει στην εκτίμηση του βαθμού επίτευξης βασικών στόχων πολιτικής...», και η έκθεση Gargani αναφέρει ακριβώς το ίδιο. Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι χρειαζόμαστε καλύτερη ρύθμιση, καλύτερη νομοθεσία, αλλά έχει να κάνει με την απλοποίηση, με το να κατανοήσουμε τι αποφασίζουμε και με το να κατανοήσει ο κόσμος τι προσπαθούμε να αποφασίσουμε. Αυτό αφορά η βελτίωση της νομοθεσίας· επομένως, πρέπει να χρησιμοποιούμε καλύτερα τη γλώσσα. Δεν μπορώ να φανταστώ πώς ακούστηκαν αυτά στη φινλανδική διερμηνεία!
(Γέλια και χειροκροτήματα)
Béatrice Patrie (PSE). – (FR) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, με το πρόσχημα μιας τεχνικής συζήτησης, κρύβεται εδώ μια συζήτηση μεγάλης πολιτικής σημασίας. Χρειαζόμαστε βελτίωση της νομοθεσίας, φυσικά, αλλά χωρίς απορρύθμιση και χωρίς να τίθεται στο περιθώριο ο ίδιος ο νομοθέτης. Σχετικά, θα ήθελα να εκφράσω τις πολύ ισχυρές επιφυλάξεις μου σχετικά με ορισμένους μηχανισμούς, περιλαμβανομένων των εναλλακτικών ρυθμιστικών μηχανισμών όπως η ρύθμιση και η αυτορύθμιση. Ασφαλώς έχουν τη θέση τους, αλλά, προς το συμφέρον των πολιτών και των καταναλωτών, πιστεύω ότι δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να λάβουν τη θέση του νόμου, ο οποίος απονέμει δικαιώματα αλλά επίσης και καθήκοντα και, κατά συνέπεια, αποτελεί το πλέον νόμιμο δημοκρατικό εργαλείο.
Όσον αφορά τη διαβούλευση πριν από τη νομοθετική διαδικασία, ζητώ από τα τρία όργανα να οργανώσουν, μαζί με τους οικονομικούς φορείς, την πραγματική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών με όλη την ποικιλομορφία της. Είναι, άλλωστε, ευθύνη των δημοσίων αρχών να στηρίζουν την οργάνωση αυτών των παραγόντων ενώσεις καταναλωτών, χρήστες δημοσίων υπηρεσιών, ενώσεις καταπολέμησης του κοινωνικού αποκλεισμού ή ενώσεις λαϊκής επιμόρφωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Τέλος, θα ήθελα να κάνω ένα σχόλιο σχετικά με το κυλιόμενο πρόγραμμα απλοποίησης που υποτίθεται ότι θα διευκολύνει τη στρατηγική της Λισαβόνας. Μένω έκπληκτη για το γεγονός ότι ως κύρια αρχή του περιλαμβάνει την αναμόρφωση του κανονισμού σχετικά με τη βιοκαλλιέργεια, όταν ακόμη και οι παραγωγοί αυτού του τομέα δεν ζητούν κάτι τέτοιο, και για το γεγονός ότι προτάσεις τόσο σημαντικές όπως αυτές που αφορούν το καθεστώς των αλληλοβοηθητικών ενώσεων και του ευρωπαϊκού σωματείου αποσύρονται συγχρόνως από το νομοθετικό πρόγραμμα.
Frédérique Ries (ALDE). – (FR) Κυρία Πρόεδρε, συμφωνώ απολύτως εδώ με όσους πιστεύουν ότι μια δίαιτα αδυνατίσματος θα ήταν καλή για την Ευρώπη της ρύθμισης, μια Ευρώπη που είναι σχολαστική για θέματα αρχών και, δυστυχώς, πιο χαλαρή όσον αφορά την παρακολούθηση της μεταφοράς της κοινοτικής νομοθεσίας στο εσωτερικό δίκαιο και τη σωστή εφαρμογή της νομοθεσίας μας.
Τα πράγματα μιλούν από μόνα τους: δέκα χρόνια μετά την έναρξη του προγράμματος SLIM, και παρά την υπογραφή, προ διετίας, της διοργανικής συμφωνίας «Βελτίωση της νομοθεσίας», μένει ακόμη πολύς δρόμος να διανυθεί. Ακόμη δεν έχουμε περιορίσει την όρεξη της Ένωσης για νομοθεσία. Κατά συνέπεια, χαίρομαι που η Επιτροπή μάς προτείνει τώρα αυτήν την ισορροπημένη δίαιτα: τρεις προϋποθέσεις για να διασφαλιστεί ότι αυτή η ατζέντα λειτουργεί, ενισχύει την Ένωση και την φέρνει πιο κοντά στους Ευρωπαίους. Έχει ειπωθεί ότι η Ευρώπη θα έπρεπε να νομοθετεί μόνον όταν αυτό μπορεί να έχει καλύτερα αποτελέσματα από άλλα επίπεδα εξουσίας. Όπως μόλις ακούσαμε τον κ. Stubb να λέγει, από τις Καναρίους Νήσους έως τη Σκανδιναβία, μέσω Βρυξελλών, πρέπει να αποφύγουμε άπαξ διά παντός να χρησιμοποιούμε μια επαγγελματική γλώσσα, και να μιλάμε και να συντάσσουμε νόμους στη γλώσσα που καταλαβαίνουν καλύτερα όλοι αυτοί για τους οποίους οι νόμοι αυτοί προορίζονται. Υπάρχουν πολλά ακόμη παραδείγματα.
Τρίτον, αυτή η δίαιτα αδυνατίσματος που θέλουμε και την οποία οι ΜΜΕ, ιδιαίτερα, θέλουν επίσης, δεν είναι μια πρόχειρη, μη παρεμβατική δίαιτα. Πρέπει να υπογραμμιστεί και εδώ θα ολοκληρώσω, κυρία Πρόεδρε ότι αυτή η καλύτερη ρύθμιση δεν σημαίνει έλλειψη φιλοδοξίας. Συμφωνώ με την κ. Frassoni: είναι το REACH, για παράδειγμα, που μου έρχεται στο νου για να τονίσω αυτό το τελευταίο σημείο.
Alyn Smith (Verts/ALE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, συγχαίρω όλους τους εισηγητές μας που ανέλαβαν αυτήν την κολοσσιαία προσπάθεια σήμερα και θα επικεντρωθώ σύντομα σε δύο σημεία: τη διαφάνεια του Συμβουλίου και την έκθεση του κ. Doorn σχετικά με την επικουρικότητα.
Όπως ακούσαμε χθες, η έλλειψη διαφάνειας στο Συμβούλιο εξακολουθεί να είναι το μείζον θέμα· παραμένει η πηγή πολύ μεγάλης δυσαρέσκειας σχετικά με το νομοπαρασκευαστικό έργο της ΕΕ γενικά. Σίγουρα, το Συμβούλιο μπορεί να κάνει περισσότερα ώστε να συνεδριάζει ουσιαστικά δημόσια. Επί του παρόντος, μόνον η Αβάνα και η Πιονγιάνγκ λειτουργούν κατά τρόπο τόσο αδιαφανή. Θα πρέπει να κάνουμε κάτι καλύτερο από αυτό τον 21ο αιώνα.
Ουσιαστικότερα, όσον αφορά την επικουρικότητα και ειδικότερα τις παραγράφους 25-29 της έκθεσης του κ. Doorn, αναφέρω τη χώρα μου, τη Σκωτία, ως παράδειγμα της χαμένης ευκαιρίας που αποτελεί σήμερα η επικουρικότητα. Η Σκωτία είναι επί του παρόντος τμήμα ενός κράτους μέλους, το οποίο είναι γνωστό για την καθόλου ενθουσιώδη συμμετοχή του, και όμως το κοινοβούλιό μας στο Εδιμβούργο θα αποτελούσε ενθουσιώδη εταίρο στη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ. Το κοινοβούλιό μας έχει πλήρη αρμοδιότητα για την υγεία, το περιβάλλον, τη δικαιοσύνη, την παιδεία, την αλιεία, τη γεωργία και πολλούς άλλους τομείς, και όμως η άποψη της ΕΕ για την επικουρικότητα πολύ συχνά σταματά στο κράτος μέλος όταν, στην πραγματικότητα, ο πλέον σχετικός εταίρος μπορεί να βρίσκεται σε πολύ πιο τοπικό επίπεδο.
Συμφωνώ με όλες τις συστάσεις του κ. Doorn για τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, παρότι επαναλαμβάνω τις παρατηρήσεις της κ. Wallis για την πολιτική συμμετοχή και τονίζω ότι η συμμετοχή αυτή πρέπει να είναι σε όσο το δυνατόν πιο τοπικό επίπεδο. Τότε ίσως δούμε την επικουρικότητα να αρχίζει να λειτουργεί για τη βελτίωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στο μέλλον.
Jonas Sjöstedt (GUE/NGL). – (SV) Κυρία Πρόεδρε, δεν πιστεύω ότι η συζήτηση αυτή μπορεί να περιοριστεί σε μια συζήτηση για την ποιότητα της νομοθεσίας. Η πραγματική ποσότητα της νομοθεσίας της ΕΕ πρέπει επίσης να συζητηθεί. Γεγονός είναι ότι ο αριθμός των νόμων της ΕΕ έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, και η ΕΕ νομοθετεί τώρα σε ένα πλήθος νέων τομέων. Ταυτόχρονα, είναι εξαιρετικά ασύνηθες για την ΕΕ να επιστρέφει στα κράτη μέλη το δικαίωμα της για λήψη αποφάσεων ή να ανακαλεί νομοθεσία. Ο συνδυασμός μιας πολύ μεγάλης ποσότητας νομοθεσίας και της ανεπαρκούς ποιότητας αυτής της νομοθεσίας ευθύνεται για την έλλειψη σαφήνειας και καθιστά δύσκολη την εφαρμογή της νομοθεσίας στην πράξη.
Όσον αφορά την ποιότητα, υπάρχουν πολλά που μπορούν να γίνουν ήδη τώρα, και οι εκθέσεις περιέχουν προτάσεις για να γίνουν αυτά τα πράγματα. Η απαρχαιωμένη νομοθεσία μπορεί να ανακληθεί. Άλλη νομοθεσία μπορεί να απλουστευθεί, και κάποια άλλα μέρη μπορούν να συγχωνευθούν και να ενοποιηθούν. Όλα αυτά είναι καλά, αλλά απαιτείται και ένας άλλος τρόπος για την προσέγγιση του νομοθετικού έργου. Στον προσδιορισμό της κατεύθυνσης που θα λάβει η νομοθεσία, χρειάζεται να εστιάσουμε περισσότερο στους στόχους και λιγότερο στις λεπτομέρειες, και χρειάζεται να δώσουμε στα κράτη μέλη μεγαλύτερη ελευθερία να επιλέξουν πώς θα επιδιώξουν τους στόχους που έχουν τεθεί.
Οι αναλύσεις επιπτώσεων είναι καλές, αλλά δεν είναι πάντα εύκολο να μετράμε αυτό που θέλουμε να μετρήσουμε. Τις περισσότερες φορές, είναι απλούστερο να μετράμε τους άμεσους οικονομικούς παράγοντες παρά, για παράδειγμα, τους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Το συζητήσαμε αυτό στο πλαίσιο της συζήτησης για την πολιτική για τα χημικά και το πρόγραμμα REACH. Ήταν εύκολο να μετρήσουμε το κόστος μιας εταιρείας, αλλά δύσκολο να μετρήσουμε τα τεράστια οφέλη σε σχέση με τη δημόσια υγεία και τη μείωση της ανθρώπινης δυστυχίας που συνεπάγεται η μείωση των ασθενειών. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει η ανάγκη να είμαστε μάλλον προσεκτικοί σε αυτόν τον τομέα.
Αν υπάρχει πραγματική επιθυμία να απλοποιηθούν τα πράγματα, ο αριθμός των νόμων της ΕΕ πρέπει να μειωθεί, και ο πλέον ρυθμισμένος τομέας είναι αναμφίβολα η γεωργική πολιτική, όπου τα περισσότερα θέματα θα μπορούσαν να επιστρέψουν σε επίπεδο κράτους μέλους και χιλιάδες νόμοι θα μπορούσαν να καταργηθούν. Ορισμένοι ομιλητές αναφέρθηκαν στο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Γεγονός είναι ότι τα προβλήματα αυτά θα επιδεινώνονταν, αν αυξανόταν η εξουσία της ΕΕ και αν διευκολυνόταν η ΕΕ να σφετεριστεί νέες νομοθετικές εξουσίες και να μπορεί να νομοθετεί σε τομείς όπου πραγματικά δεν πρέπει να παρεμβαίνει. Πρέπει, ως εκ τούτου, να ευχαριστήσουμε επίσης τους γάλλους και τους ολλανδούς ψηφοφόρους τώρα.
Konrad Szymański (UEN). – (PL) Κυρία Πρόεδρε, η ικανότητα ενός νομοθέτη αποδεικνύεται όχι μόνο από την ικανότητά του να φτιάχνει καλούς νόμους, αλλά επίσης από την ικανότητα να αποφεύγει τη ρύθμιση εκεί που δεν χρειάζεται. Κατά συνέπεια, οι δηλώσεις στην έκθεση σχετικά με τη διεύρυνση και τη θέσπιση αυστηρότερων αρχών για την εκτίμηση του κόστους και του αντίκτυπου της νομοθεσίας αξίζουν ισχυρής στήριξης.
Υπάρχει μια αναφορά στην έκθεση για τον αρνητικό αντίκτυπο των πολιτικών συμβιβασμών στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού δικαίου. Η οδηγία για τις υπηρεσίες είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Καθένα από τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα που διαμορφώθηκαν κατά τη συζήτηση υποστηρίζει ότι κέρδισε τη μάχη. Για τους Σοσιαλιστές, η κ. Gebhardt ισχυρίζεται ότι έφερε τα πάνω κάτω στην οδηγία, ενώ για τους Συντηρητικούς, ο κ. Harbour χαίρεται για το γεγονός ότι επιτεύχθηκε ένας εξαίρετος συμβιβασμός.
Ποιος από τους δύο κάνει λάθος; Μήπως κανένας; Μπορεί να καταλήξαμε σε ένα έγγραφο που αποτελείται από δεκάδες αντιφατικές διατάξεις, με την ελπίδα ότι θα περιέχει κάτι για όλους. Ισοδυναμεί με θεραπεία ευτυχίας για τα κράτη μέλη, την Ένωση στο σύνολό της καθώς και για αυτό το Σώμα. Ωστόσο, αυτό που κάνουμε είναι να καθησυχάζουμε τις συνειδήσεις μας εις βάρος των πολιτών, των επιχειρηματιών και της ποιότητας των νόμων μας.
Johannes Blokland (IND/DEM). – (NL) Κυρία Πρόεδρε, σε συνέχεια των εκθέσεων για τη βελτίωση της νομοθεσίας που αποτελούν το θέμα της σημερινής συζήτησης, θα ήθελα να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με τον ρόλο των αξιολογήσεων επιπτώσεων. Συνάγω από τα λεγόμενα του κ. Doorn ότι είναι υπέρ της διεξαγωγής τυχαίων ελέγχων από μια ομάδα έγκυρων εμπειρογνωμόνων. Υποστηρίζω ολόψυχα την ιδέα αυτή. Όπως και εκείνος, απευθύνω έκκληση για μια αληθινά ανεξάρτητη επιτροπή, μια επιτροπή που δεν θα αποτελείται από εκπροσώπους και των τριών θεσμικών οργάνων.
Έχουμε παραδείγματα αυτού στις Κάτω Χώρες, υπό τη μορφή μιας επιτροπής που παρακολουθεί τις εκθέσεις για τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Αν είχατε κάποιες δυσάρεστες συμπλοκές με μια τέτοια ομάδα, τότε είστε υποχρεωμένοι να αρχίσετε να συμπεριφέρεστε πιο λογικά και υπεύθυνα την επόμενη φορά. Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι η νομοθεσία είναι πάντα μια διαδικασία εκμάθησης, αλλά η εκτενής περιγραφή της στην αιτιολογική σκέψη Ι της έκθεσης Doorn είναι, κατά την άποψή μου, υπερβολικά αρνητική. Κάνουμε ό,τι μπορούμε για να υιοθετούμε καλή νομοθεσία. Είναι αναπόφευκτο ότι κάποιες φορές θα αποτύχουμε, αλλά το να το θεωρούμε αυτό ως στόχο εξαρχής μου φαίνεται ότι είναι άκρως υπερβολικό.
Bruno Gollnisch (NI). – (FR) Κυρία Πρόεδρε, είστε διαπρεπής ειδικός για την αρχαία Ιαπωνία της εποχής Tokugawa, κατά τη διάρκεια της οποίας οι άνθρωποι αφήνονταν σκόπιμα στην άγνοια των νόμων που θεωρούνταν κρατικά μυστικά, η γνώση των οποίων περιοριζόταν σε μικρό αριθμό μεγάλων φεουδαρχών, επειδή πίστευαν ότι με τον τρόπο αυτόν ο λαός θα διατηρούσε μεγαλύτερο σεβασμό για πρότυπα για τα οποία δεν γνώριζαν τίποτε. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, ορισμένες φορές μήπως και εμείς αντλούμε, όντως, την έμπνευσή μας από αυτήν την αρχαία ιαπωνική νομοθεσία.
Στην πραγματικότητα, κυρίες και κύριοι, πιστεύω ότι η πολυπλοκότητα του ευρωπαϊκού δικαίου είναι το διεστραμμένο αποτέλεσμα μιας δυναμικής της ομάδας στην οποία όλοι συμμετέχουμε. Τι συμβαίνει; Πρώτον, η πρωτοβουλία ανήκει στην Επιτροπή, αλλά πίσω από κάθε Επίτροπο υπάρχει, φυσικά, η γενική διεύθυνση και οι αξιωματούχοι που αποτελούν τμήμα της. Στη συνέχεια, περνάει στο Συμβούλιο. Στη θεωρία, το Συμβούλιο απαρτίζεται από υπουργούς. Αυτοί καταλήγουν σε συμφωνία επί ενός κειμένου, υπό τον όρο ότι εκάστη από τις αντίστοιχες γραφειοκρατίες τους αναγνωρίζει σε αυτό όλα τα πρότυπα που πρέπει να περιέχονται στο κοινό κείμενο, έπειτα το κείμενο έρχεται στο Κοινοβούλιο και το Κοινοβούλιο ορίζει εισηγητή. Φυσικά, ο εισηγητής, όπως είναι απόλυτα νόμιμο, θέλει το όνομά του να μείνει στην ιστορία. Το όνομά του είναι πολύ πιθανότερο να μην λησμονηθεί αν προσθέσει πρότυπα παρά αν αφαιρέσει, και αυτό χωρίς να αναφέρω τους βουλευτές που καταθέτουν τροπολογίες, τον σημαντικό ρόλο των ομάδων πίεσης και ούτω καθεξής. Με τον τρόπο αυτόν, κυρίες και κύριοι, καταλήγουμε σε ένα πραγματικό ρυθμιστικό τέρας.
Βρίσκομαι σε αυτό το Κοινοβούλιο επί 17 χρόνια και, από την πρώτη κιόλας ημέρα που κάθισα στα έδρανα της Αίθουσας αυτής, γινόταν ήδη συζήτηση σχετικά με την απλοποίηση του ευρωπαϊκού δικαίου. Έχω την εντύπωση ότι δεν έχουμε προχωρήσει περισσότερο από όσο είχαμε προχωρήσει 17 χρόνια πριν, με τη μόνη διαφορά ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί.
Tι πρέπει, λοιπόν, να γίνει; Πρέπει να συμφωνήσουμε σχετικά με την έννοια των όρων που χρησιμοποιούνται. Χρειαζόμαστε ένα πραγματικό λεξικό κοινοτικού δικαίου, έναν κώδικα όπως ο Αστικός Κώδικας, ή ο Εμπορικός Κώδικας ή ο Ποινικός Κώδικας, που θα είναι οργανωμένος ορθολογικά και θα χωρίζεται σε μέρη, μικρότερα μέρη, κεφάλαια, παραγράφους και άρθρα, έτσι ώστε, όταν εργαζόμαστε πάνω σε ένα κείμενο, να γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι θα τροποποιήσουμε το τάδε και το δείνα άρθρο. Εν ολίγοις, προς την κατεύθυνση της απλοποίησης χρειάζεται να καταβάλουμε μεγάλη προσπάθεια. Φοβάμαι ότι, παρά τις καλές προθέσεις που εξέφρασαν οι εισηγητές, δεν έχουμε φθάσει ακόμη στο ποθούμενο αποτέλεσμα. Σας ευχαριστώ.
Andreas Schwab (PPE-DE). – (DE) Κυρία Πρόεδρε, Επίτροπε Verheugen, θέλω να ξεκινήσω εκφράζοντας τις ευχαριστίες μου στους τέσσερις εισηγητές για την εποικοδομητική τους εργασία για αυτό το ζήτημα, που δεν αφορά μόνο τους τακτικούς θαμώνες αλλά και ολοένα και περισσότερους πολιτικούς.
Στην εν λόγω συζήτηση με ευχαρίστησε ιδιαίτερα η ομιλία του κ. Gollnisch, στην οποία έκανε μια πραγματικά εντυπωσιακή έκκληση για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, κάτι στο οποίο προφανώς συμφωνούμε – προηγουμένως δεν το γνώριζα. Πράγματι, πιστεύω επίσης ότι με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη θέση στον τομέα της κανονιστικής νομοθεσίας από ό,τι σήμερα. Χαίρομαι που αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό.
Πιστεύω ότι, όσον αφορά τη βελτίωση της νομοθεσίας, πάντοτε πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη ότι ο στόχος όλων αυτών των εκθέσεων για αυτό το ζήτημα δεν είναι φυσικά να εξοικειωθεί περισσότερο ο πολίτης με τα νομικά κείμενα, αλλά να δοθεί στα κράτη μέλη ένα απλό κείμενο για να βοηθήσει στη μεταφορά. Ως εκ τούτου, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τον στόχο, όταν αντιμετωπίζουμε αυτές τις προκλήσεις.
Φυσικά, σε αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο –και δεν μιλάω καθόλου ειρωνικά όταν λέω ότι πρέπει σαφώς να συμφωνήσω με τον προηγούμενο ομιλητή κατ’ εξαίρεση για αυτό το ζήτημα– εκφράζουμε παράπονα ότι η νομοθετική μας διαδικασία δεν είναι καθόλου διαφανής στον τομέα της επιτροπολογίας. Αυτή η νομοθετική διαδικασία κατά καιρούς έχει δεχθεί κριτική στο Σώμα.
Για αυτόν τον λόγο, είμαι πεπεισμένος ότι χρειαζόμαστε εξωτερικό αυστηρό έλεγχο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, και αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί από την ίδια την Επιτροπή. Το ερώτημα είναι αν αυτό μπορεί να το αναλάβει μια υπηρεσία –και γνωρίζετε όλοι τις επιφυλάξεις που έχουμε για τη δημιουργία και άλλων υπηρεσιών: «όχι αύξηση της γραφειοκρατίας με σκοπό τη μείωση της γραφειοκρατίας»– ή άλλες εξωτερικές υπηρεσίες. Σε κάθε περίπτωση, το Κοινοβούλιο θα πρέπει να συμμετάσχει στην επιλογή αυτών των εξωτερικών υπηρεσιών.
Ως εκ τούτου, οι τέσσερις εκθέσεις που συζητάμε σήμερα παρέχουν μια εξαιρετική βάση για να υπάρξει μια κοινή θέση σε αυτό το ζήτημα ανάμεσα στο Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή, και πιθανότατα ακόμη και στο Συμβούλιο.
Andrzej Jan Szejna (PSE). – (PL) Κυρία Πρόεδρε, η βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί καλές διατάξεις που θα διατυπώνονται με περισσότερη διαφάνεια, και επίσης ταχύτερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή και επιβολή αυτών των διατάξεων. Εξακολουθούν να υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα εσφαλμένης εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην κακή ποιότητα των διατάξεων και εν μέρει στη σκόπιμη δράση των κρατών μελών, που επιδιώκουν αποφασιστικά να υπονομεύουν την κοινοτική νομοθεσία για πολιτικούς, οικονομικούς ή διοικητικούς λόγους.
Επιπλέον, τα εθνικά δικαστήρια σε πολλά κράτη μέλη είναι ακόμη απρόθυμα να εφαρμόσουν την αρχή της υπεροχής της κοινοτικής νομοθεσίας. Αν η νομοθεσία της Ένωσης δεν θεωρείται δεσμευτική για όλους και εάν η μεταφορά και εφαρμογή της εξαρτώνται ολοκληρωτικά από την καλή θέληση μιας κυβέρνησης, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι η αντικειμενική επανεθνικοποίηση της κοινοτικής πολιτικής, όπως υπογραμμίζει πολύ σωστά η κ. Frassoni στην έκθεσή της. Σαφώς, αυτό θα είχε πολύ δυσμενείς επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά και στο κοινοτικό κεκτημένο συνολικά.
Η έλλειψη ομοιομορφίας στη μεταφορά της εθνικής νομοθεσίας μπορεί επίσης να οδηγήσει σε λανθασμένη εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης, εάν διαφορετικές διατάξεις εφαρμοστούν σε διαφορετικές χώρες, υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την αξιοπιστία της Ένωσης. Αν δεν είμαστε σε θέση να ασκήσουμε πίεση στις κυβερνήσεις των κρατών μελών να μεταφέρουν σωστά την κοινοτική νομοθεσία στο εθνικό τους δίκαιο, δεν μπορούμε να περιμένουμε από τους πολίτες να πιστέψουν ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, όπως η Επιτροπή, το Συμβούλιο ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα υπερασπίσουν αποτελεσματικά τα δικαιώματα των πολιτών που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης.
Karin Riis-Jørgensen (ALDE). – (DA) Κυρία Πρόεδρε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να είναι ο επίσημος κομιστής καλύτερης νομοθεσίας. Το έργο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πρέπει να είναι διαφανές και σαφώς διατυπωμένο, και πρέπει, ειδικότερα, να άρουμε τα διοικητικά εμπόδια στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Καλώ, ως εκ τούτου, την ηγεσία του Κοινοβουλίου να διασφαλίσει ότι το νομοθετικό μας έργο θα είναι καλύτερα συντονισμένο, έτσι ώστε να μην καταλήξουμε ακόμη μία φορά σε μια κατάσταση στην οποία οι επιτροπές προτείνουν τροπολογίες που αντιβαίνουν η μία στην άλλη. Ταυτόχρονα, πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στη νομική ασφάλεια και στην προβλεψιμότητα για τους πολίτες μας και να μην αφήσουμε υπερβολικά μεγάλη διακριτική ευχέρεια στις αρχές ή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου –ο αυστριακός Καγκελάριος– επιτέθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το γεγονός ότι οικειοποιείται πάρα πολλές εξουσίες. Ωστόσο, το Δικαστήριο κάνει απλά τη δουλειά του, διότι εμείς οι νομοθέτες δεν κάνουμε τη δική μας αρκετά καλά.
Φοβούμαι, δυστυχώς, ότι με την οδηγία για τις υπηρεσίες ακολουθούμε τη διαδικασία επανάληψης προηγούμενων σφαλμάτων και αφήνουμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υπερβολικά μεγάλο περιθώριο ερμηνείας. Πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο πρέπει όλοι μας να τα πάμε καλύτερα στη δεύτερη ανάγνωση.
Zita Pleštinská (PPE-DE). – (SK) Στις συναντήσεις μου με τους ενδιαφερόμενους της εσωτερικής αγοράς, έγινα συχνά αποδέκτρια κριτικής για την κείμενη ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η ανεπαρκώς διατυπωμένη νομοθεσία καθιστά συχνά δύσκολη τη μεταφορά των σχεδίων στα νομικά συστήματα των εν λόγω κρατών. Οι συμμετέχοντες στη δημόσια διαβούλευση για αυτό το θέμα, συμπεριλαμβανομένου του Επιτρόπου Verheugen, επιβεβαίωσαν ότι η αμφισημία του κειμένου προκαλεί συχνά νομική ανασφάλεια ή, εναλλακτικά, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό και κατακερματίζει την εσωτερική αγορά, περιορίζοντας την ικανότητα των καταναλωτών και των επιχειρήσεων να κάνουν πλήρη χρήση των πλεονεκτημάτων της.
Χαιρετίζω, ως εκ τούτου, τις συστάσεις της εισηγήτριας, κ. McCarthy, να συνεχίσει η Επιτροπή να ενοποιεί, να απλουστεύει και να κωδικοποιεί την κοινοτική νομοθεσία προκειμένου αυτή να καταστεί πιο κατανοητή. Είναι αυτονόητο πως πρέπει να ισχύσει ο κανόνας ότι οι βελτιώσεις στη νομοθεσία δεν πρέπει να αποδυναμώσουν τα πρότυπα της περιβαλλοντικής προστασίας, της κοινωνικής προστασίας και της προστασίας των καταναλωτών. Βάσει της εμπειρίας μου από την εκπόνηση της έκθεσης για τη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής τυποποίησης, συμφωνώ πλήρως με την εισηγήτρια ότι μόνο οι καλοί, σαφείς και, πάνω από όλα, απλοί νόμοι για την εσωτερική αγορά θα ωφελήσουν τους πολίτες, τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, βοηθώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενισχύσει τη θέση της σε σχέση με τους ανταγωνιστές στην παγκόσμια οικονομία.
Κυρίες και κύριοι, είμαι πεπεισμένη ότι η βελτίωση της νομοθεσίας θα παράσχει τη βάση για τις προσπάθειες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και οικονομική μεγέθυνση στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της αναθεωρημένης στρατηγικής της Λισαβόνας. Εν κατακλείδι, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους τέσσερις εισηγητές για την εδραίωση μιας νέας αρχιτεκτονικής καλύτερης νομοθεσίας για μια Ευρώπη που θα είναι πιο κοντά στους πολίτες της.
Manuel Medina Ortega (PSE). – (ES) Κυρία Πρόεδρε, υπήρχε μια εποχή που τους νόμους τους έφτιαχναν οι θεοί· οι θεοί έφτιαχναν τέλειους νόμους. Μετά οι θεοί κουράστηκαν και άρχισαν να φτιάχνουν τους νόμους οι άνθρωποι, και τώρα οι νόμοι είναι ατελείς. Επί του παρόντος, λοιπόν, το αν ένας νόμος είναι καλός ή κακός αποφασίζεται μόνο από εμάς, και το μοναδικό κριτήριο για να κρίνουμε αν ένας νόμος είναι καλός ή κακός είναι η δημοκρατία, το κριτήριο της πλειοψηφίας, διότι, όπως είπε ο Ρουσσώ: «είναι λογικό να αποφασίζει η πλειοψηφία, αντί για τη μειοψηφία».
Καθώς έχει καθιερωθεί αυτή η αρχή στις σύγχρονες δημοκρατίες, η δημοκρατία είναι αντιπροσωπευτική και τα κοινοβούλια είναι εκείνα που νομοθετούν· μπορεί να κάνουν λάθη, αλλά το μοναδικό κριτήριο νομιμότητας είναι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε αυτήν τη βάση, εκτιμώ ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημοκρατία αυτήν τη στιγμή είναι η τεχνοκρατία που συνδέεται με τα οικονομικά συμφέροντα –η γνωστή αυτορύθμιση ή συρρύθμιση– η οποία είναι ένας τρόπος να περάσουν τα γενικά συμφέροντα στα χέρια των ιδιωτικών συμφερόντων των λίγων, και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να θυμόμαστε.
Εγώ προσωπικά, έχοντας εκλεγεί σε πολλές κοινοβουλευτικές θητείες, δεν θα ήμουν διατεθειμένος να απαρνηθώ τις νομοθετικές αρμοδιότητές μου υπέρ μιας υπεργολαβίας και υπέρ τεχνοκρατικών συμφερόντων.
Zuzana Roithová (PPE-DE). – (CS) Κυρίες και κύριοι, συνειδητοποιώ ότι η νέα προσέγγιση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία απαιτεί αλλαγές στον τρόπο σκέψης, και πιθανώς ακόμη και αλλαγές στις συμφωνίες. Αν επιθυμούμε, ωστόσο, να διατηρήσουμε την πίστη του κοινού στην ενιαία αγορά, πρέπει να ανακόψουμε την εκροή των επενδύσεων και την απώλεια των θέσεων εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει όχι μόνο να μειώσουμε και να απλοποιήσουμε τη νομοθεσία, αλλά πρέπει επίσης, κατά την άποψή μου, να επανεξετάσουμε τους αρχικούς στόχους τόσο της ευρωπαϊκής όσο και της εθνικής ρύθμισης. Αυτή είναι μια σοβαρή πολιτική πρόκληση. Εναπόκειται επίσης σε εμάς, κυρίες και κύριοι, να ζητήσουμε όλα τα μέτρα ανεξαιρέτως, είτε στοχεύουν, για παράδειγμα, στην προστασία της υγείας είτε στην προστασία του περιβάλλοντος, να υπόκεινται σε μια αξιολόγηση των επιπτώσεων. Η κ. McCarthy το ζητεί αυτό στην έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών. Θα ήθελα να προσθέσω ότι πρέπει να γίνει σαφές ποιο είναι το κόστος που θα επιβαρύνει τους ευρωπαίους παραγωγούς, πόσο θα αυξηθούν ή θα μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες και ποιος θα είναι ο αντίκτυπος της ανεργίας στις περιφέρειές μας. Συγκεκριμένα, πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων πώς οι κανονισμοί που αποσκοπούν στη βελτίωση των προτύπων θα επηρεάσουν την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων έναντι των προϊόντων τρίτων χωρών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το βασικό αποτέλεσμα δεν θα είναι η περαιτέρω μετανάστευση εργοστασίων και κεφαλαίου εκτός Ευρώπης.
Η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σημαίνει επίσης ότι, στο πλαίσιο του κόστους, θα διερευνήσουμε σοβαρά κατά πόσον τα νέα μέτρα ενδέχεται πράγματι να βελτιώσουν την υγεία ή τις κοινωνικές συνθήκες των πολιτών μας, ή κατά πόσον αυτή είναι απλά μια αβάσιμη υπόθεση. Τόσο ως γιατρός όσο και ως πολιτικός, δεν μου αρέσει το γεγονός ότι τόσο πολλοί ευρωπαϊκοί και εθνικοί κανονισμοί είναι απλά λαϊκιστικές κινήσεις. Όσον αφορά αυτό, δεν έχω καμία ξεκάθαρη ιδέα για το πώς θα προστατευτούν οι καταναλωτές από τα βλαβερά ή παραποιημένα προϊόντα από τρίτες χώρες που παραγκωνίζουν την ποιότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων. Ένα παράδειγμα αυτού μπορεί να είναι τα παιδικά υποδήματα από την Ασία που έχουν ελαττώματα από ορθοπεδικής άποψης. Η μόνη λύση για αυτό θα ήταν ένα υποχρεωτικό νέο πιστοποιητικό υγείας για τα παιδικά υποδήματα, που θα συνιστούσε επίσης καλύτερη νομοθεσία για το κοινό.
Λυπάμαι που η Επιτροπή είναι τόσο αργή όσον αφορά την κωδικοποίηση της προστασίας των καταναλωτών και της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας. Ποτέ πριν το πρότυπο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας δεν ήταν τόσο σημαντικό όσο σήμερα που η Ένωση αντιμετωπίζει σοβαρό ανταγωνισμό από τρίτες χώρες. Ο πολιτικός στόχος της σημερινής ρύθμισης είναι να διασφαλίσει τόσο τον θεμιτό ανταγωνισμό όσο και τον ευρωπαίο καταναλωτή –όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός Ευρώπης– και επίσης να παρακινήσει τη δημιουργικότητα των πολιτών μας απαλλάσσοντάς τους ταυτόχρονα από αναποτελεσματική ρύθμιση.
Μαρία Ματσούκα (PSE). – Κυρία Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, η βελτίωση της κοινοτικής νομοθεσίας σημαίνει αξιολόγηση, αλλά και οριοθέτηση του εγχειρήματος ως προς την τεχνική του πλευρά.
Η πολυπλοκότητα των εθνικών διοικήσεων, η περιορισμένη δυνατότητα ενσωμάτωσης και, αρκετές φορές, η έλλειψη βούλησης δυσχεραίνει περισσότερο τα πράγματα. Οι κυρώσεις από την ίδια την Ένωση φαίνεται εδώ να είναι το πιο αποτελεσματικό μέτρο. Το στοίχημα, ωστόσο, για την ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας είναι η διαμόρφωση πολιτικής, αλλά πρωτίστως κοινωνικής βούλησης. Η σωστή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας είναι μια διαδικασία που θα επέτρεπε στην Ευρώπη μεσοπρόθεσμα να μειώσει τις αγκυλώσεις της και να καταστεί ανταγωνιστικότερη στο διεθνές παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, προς όφελος πολιτών, καταναλωτών και επιχειρήσεων.
Χρειαζόμαστε κανόνες σαφείς, πλήρεις και κατανοητούς. Τέτοια κείμενα, βεβαίως, προϋποθέτουν καθαρότερες συμφωνίες μεταξύ των συντακτών τους. Είναι πολύ σημαντική η απλοποίηση και ο εξορθολογισμός του νομοθετικού CORPUS. Θα ήταν επί πλέον προτιμότερο οι νόμοι, σεβόμενοι τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας και της συνέπειας, να ρυθμίζουν τα βασικά σημεία ενός τομέα και να προβλέπονται μέτρα εφαρμογής, τα οποία θα αφορούν και τις τεχνικές λεπτομέρειες.
Ως προς την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων, είναι σημαντικές οι αξιολογήσεις του οφέλους και του κόστους της εφαρμογής. Είναι απαραίτητος, λοιπόν, ο κοινωνικός διάλογος με τους εμπλεκόμενους φορείς οι οποίοι έτσι θα είναι σε θέση να συνδιαμορφώνουν τη νομοθεσία.
Ειδικά σε ό,τι αφορά σε μείζονες πολιτικές προτάσεις, είναι ο μόνος τρόπος να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών. Καλός νόμος δεν είναι ο πολυδαίδαλος και ο αυστηρός σε διαδικασίες, είναι ο νόμος που διευκολύνει τον πολίτη ενώ, ταυτόχρονα, τον καθιστά συνυπεύθυνο για την εφαρμογή του.
Klaus-Heiner Lehne (PPE-DE). – (DE) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, έχω την εντύπωση ότι η εν λόγω συζήτηση έχει καταστήσει σαφές ότι το βασικό πρόβλημα της συζήτησής μας είναι οι εκτιμήσεις των κανονιστικών επιπτώσεων. Κατά την άποψή μου, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τη δημοκρατία που αντικαθίσταται από την τεχνοκρατία. Δεν πρόκειται για αυτό. Αναμφίβολα τα δημοκρατικά θεσμικά όργανα εξακολουθούν να είναι υπό έλεγχο. Η Επιτροπή λαμβάνει αποφάσεις για προτάσεις με δική της ευθύνη, και φυσικά με τον ίδιο τρόπο λειτουργούν και το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Αυτό αφορά ένα σημαντικό θέμα, δηλαδή ότι αλλάζουμε τις διαδικασίες που αφορούν τη στήριξή μας. Επί του παρόντος, η ΕΕ νομοθετεί στη βάση εμπειρικής μάθησης. Αποφασίζουμε κάτι, και στο τέλος προκύπτει κάτι που έχει κάποια επίπτωση. Αν στη συνέχεια ανακαλύψουμε ότι η επίπτωση δεν είναι η επιθυμητή, έχουμε το πρόβλημα ότι, εξαιτίας των περίπλοκων διαδικασιών της ΕΕ, δεν μπορούμε να τροποποιήσουμε γρήγορα την εν λόγω νομοθεσία, όπως τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά χρειαζόμαστε μια περίπλοκη διαδικασία που διαρκεί πολλά χρόνια για να αναθεωρήσουμε αυτές τις οδηγίες και να τροποποιήσουμε τους κανονισμούς. Για αυτόν τον λόγο, χρειάζονται διαφορετικοί μηχανισμοί από αυτούς που υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο.
Πρέπει να γνωρίζουμε τι κάνουμε. Οι εκτιμήσεις των κανονιστικών επιπτώσεων μας παρέχουν υποστήριξη· ενημερωνόμαστε για τις επιπτώσεις που έχουν οι ενέργειές μας και μάλιστα από ανεξάρτητους ανθρώπους. Παρότι σε τελική ανάλυση η πολιτική απόφαση είναι δική μας, εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε αυτήν τη στήριξη. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία όταν η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο καλούνται να λάβουν αποφάσεις εξ ονόματος 470 εκατομμυρίων ανθρώπων σε έναν τόσο μεγάλο οικονομικό χώρο. Και, για αυτόν τον λόγο, έχει σημασία να έχουμε ένα ανεξάρτητο στοιχείο.
Απευθύνομαι σαφώς και πάλι στην Επιτροπή και της ζητώ να εργαστεί για να διασφαλίσει και την εισαγωγή αυτού του ανεξάρτητου οργάνου μέσα στις δομές της. Αν δεν το πράξει, το Κοινοβούλιο –αν πάρει τον εαυτό του στα σοβαρά– θα αναγκαστεί να προχωρήσει στις δικές τους ανεξάρτητες αξιολογήσεις επιπτώσεων ανά περίπτωση. Αυτό αντιβαίνει στο πνεύμα της Διοργανικής Συμφωνίας του 2003. Θα θέλαμε αυτό να γίνει με πρωτοβουλία της Επιτροπής, έτσι ώστε να έχουμε ακλόνητες βάσεις για τη λήψη αποφάσεων.
Günter Verheugen, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. (DE) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να προσπαθήσω και πάλι να εξηγήσω περί τίνος πρόκειται και περί τίνος δεν πρόκειται. Δεν πρόκειται για λιγότερη νομοθεσία, ούτε για χειρότερη νομοθεσία. Δεν πρόκειται για απορρύθμιση, ούτε για νεοφιλελεύθερο ριζοσπαστισμό ελεύθερης αγοράς. Πρόκειται πολύ απλά για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού νομικού συστήματος που θα είναι κατανοητό στους πολίτες και θα μπορεί να αξιοποιηθεί από την ευρωπαϊκή οικονομία για την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι πραγματικά το απλούστερο πράγμα στον κόσμο, και πολλές φορές εκπλήσσομαι από το είδος των κινήτρων που αποδίδονται σε μια τόσο σαφή και ξεκάθαρη ιδέα.
Δεν έχει καμία σημασία αν πιστεύουμε ή όχι ότι έχουμε υπερβολικά πολλούς ευρωπαϊκούς νόμους ή ότι αυτοί δεν είναι πάντοτε αρκετά καλοί. Το θέμα δεν είναι η πεποίθηση, αλλά το ανησυχητικά μεγάλο ποσοστό των ευρωπαίων πολιτών που έχει πειστεί ότι αυτό ισχύει. Το θέμα είναι ότι ευρωπαίοι επιχειρηματίες και συνδικαλιστικές οργανώσεις πιστεύουν ομόφωνα ότι αυτό συμβαίνει. Υπερβολική γραφειοκρατία, υπερβολικά πολλοί νόμοι, υπερβολικά πολύπλοκοι νόμοι, πάρα πολλοί περιττοί περιορισμοί. Δεν έχει σημασία αν αυτό πράγματι ισχύει· αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτοί για τους οποίους φτιάχνουμε νόμους είναι πεπεισμένοι ότι ισχύει. Γι’ αυτό, πρέπει να κάνουμε κάτι.
Το σχέδιο «βελτίωση της νομοθεσίας» που πρότεινε η Επιτροπή εργάζεται με όλα τα μέσα, που έχουν αναφερθεί εδώ – διάφορες μορφές, στις οποίες μπορεί να απλουστευτεί και να εκσυγχρονιστεί το δίκαιο, χωρίς να αλλάξει το περιεχόμενό του. Επαναλαμβάνω ότι το σημαντικό δεν είναι να αλλάξει η ουσία των ρυθμίσεων, αλλά να γίνουν πιο φιλικές προς τον πολίτη και πιο διαφανείς.
Ζητώ και πάλι την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στην πραγματικότητα, εδώ έχουμε να κάνουμε με δύο μεγάλα προγράμματα, δύο διαφορετικά προγράμματα, εκ των οποίων το ένα είναι ο αναδρομικός έλεγχος του συνόλου της νομοθεσίας.
Ας μην κοροϊδευόμαστε, όμως. Όταν η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ήταν ακόμη στην πρώιμη φάση, η στάση έναντι της θέσπισης νόμων ήταν αρκετά διαφορετική από αυτήν που επικρατεί σήμερα, και, αν πάμε περισσότερο πίσω, θα βρούμε εκπληκτικά πράγματα στα χρονικά των νομοθετημάτων. Κανείς δεν αρνείται ότι χρειάζεται εκσυγχρονισμός. Ο έλεγχος όλου του κώδικα της νομοθεσίας δεν είναι απλό ζήτημα, και θα τασσόμουν ευχαρίστως υπέρ της συμφωνίας μας σε κοινές διαδικασίες και για αυτό το ζήτημα και όχι μόνο όσον αφορά την κωδικοποίηση, όπου αυτό έχει ήδη γίνει.
Ένα ξεχωριστό ζήτημα αφορά το πώς θα θεσπιστούν νόμοι στο μέλλον. Εδώ το ζήτημα της αξιολόγησης επιπτώσεων διαδραματίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Συμφωνώ με όσους εδώ είπατε ότι είναι πολύ σημαντικό σε μια δημοκρατία το νομοθετικό σώμα να γνωρίζει τις συνέπειες της πράξης του για τους ενδιαφερόμενους. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι το νομοθετικό σώμα θα αποφύγει να κάνει κάτι, όταν το γνωρίζει. Θα είναι πάντοτε ζήτημα κρίσης.
Αν η Επιτροπή έλεγε ότι ένα νομοθέτημα προκαλεί έξοδα για την οικονομία που ανέρχονται σε κάποιο ποσό δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά από την άλλη πλευρά η εν λόγω νομοθεσία πρέπει να θεσπιστεί προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών για ιατρική περίθαλψη, η απόφαση δεν θα ήταν δύσκολη. Τότε η Επιτροπή θα έλεγε ότι προέχει η προστασία της δημόσιας υγείας, ακόμα και αν κοστίζει.
Εδώ θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι οι αξιολογήσεις των επιπτώσεων δεν σημαίνουν αυτόματα ότι όταν αποδειχθεί ότι μία από τις ενέργειές μας προκαλεί έξοδα θα πούμε απλώς ότι δεν θα προβούμε σε αυτήν την ενέργεια. Το θέμα είναι να γνωρίζουμε ακριβώς τι κάνουμε.
Εδώ εκφράστηκαν ορισμένες σημαντικές απόψεις για το ζήτημα της καλύτερης δυνατής οργάνωσης τέτοιων αξιολογήσεων των επιπτώσεων, και σας λέω ειλικρινά ότι είναι σε εξέλιξη μια συζήτηση για το εν λόγω θέμα στην Επιτροπή, και τόσο ο Πρόεδρος Barroso όσο και εγώ πραγματικά πιστεύουμε ότι το σημερινό σύστημα πρέπει να αλλάξει.
Συμφωνώ απόλυτα με όσους από εσάς είχατε πει εδώ ότι η τελική απόφαση για την εγκυρότητα μιας αξιολόγησης επιπτώσεων δεν θα ληφθεί από αυτούς που την διεξήγαγαν, και η εκπόνηση της αξιολόγησης επιπτώσεων δεν μπορεί να γίνει αποκλειστικά από αυτούς που θέσπισαν τον σχετικό νόμο. Ακριβώς αυτήν την άποψη έχουμε ο Πρόεδρος Barroso και εγώ. Συζητάμε την καλύτερη δυνατή λύση. Πράγματι, στην εισαγωγική του δήλωση ο Πρόεδρος είπε ότι σκέφτεται να δημιουργήσει μια ανεξάρτητη αρχή υπό τη δική του ευθύνη για τον έλεγχο των αξιολογήσεων των επιπτώσεων. Ως εκ τούτου, είμαστε έτοιμοι και πρόθυμοι να συνεχίσουμε τον διάλογό μας με το Κοινοβούλιο. Το ίδιο ισχύει για τη διαδικασία επιτροπολογίας, στην οποία πράγματι υποστηρίζουμε κατά κύριο λόγο τα αιτήματα του Κοινοβουλίου, καθώς και όλες τις άλλες ιδέες που ακούστηκαν εδώ.
Θα ήθελα να επισημάνω και πάλι ότι αυτό το σχέδιο δεν πρέπει να έχει τεχνική, γραφειοκρατική ή φορμαλιστική αντιμετώπιση. Πραγματικά αποτελεί ένα άκρως πολιτικό σχέδιο. Πρόθεσή του είναι να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το συνολικό σύστημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και να παράσχει στην οικονομία μας ένα σταθερό, αξιόπιστο πλαίσιο, έτσι ώστε να επιλυθεί το μεγάλο κοινωνικό ζήτημα της εποχής μας, δηλαδή το ζήτημα που αφορά το μέλλον των θέσεων εργασίας μας.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ κ. DOS SANTOS Αντιπροέδρου
Πρόεδρος. Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Τρίτη, 16 Μαΐου.
Γραπτές Δηλώσεις (Άρθρο 142)
Edit Herczog (PSE). – (HU) Η εισηγήτρια έκανε εξαιρετική δουλειά όσον αφορά τον προσδιορισμό των εμποδίων στην κοινοτική νομοθεσία και τη νομοθεσία των κρατών μελών, τα οποία δημιουργούν δυσκολίες στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η λύση είναι η αναθεώρηση των υφιστάμενων νόμων και μια καλύτερη, πιο επιφυλακτική προετοιμασία των νέων νόμων. Αυτή είναι η ευθύνη της νομοθετικής διαδικασίας καθαυτής. Ούτε η Επιτροπή, που προετοιμάζει και εκτελεί τους νόμους, ούτε οι νομοθέτες, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο, μεταβιβάζουν αυτήν την ευθύνη σε άλλους, και σίγουρα όχι σε εξωτερικούς φορείς.
Το Κοινοβούλιο έχει κάποιον ρόλο και κάποια ευθύνη στην αναθεώρηση των υφιστάμενων νόμων υπό την ιδιότητά του ως νομοθέτης. Ζητώ με όλο τον σεβασμό από την Επιτροπή να συνεργαστεί στενά με το Κοινοβούλιο, στο πνεύμα της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
Κατά την προετοιμασία των μελλοντικών κανονισμών, δεν είναι σκόπιμο να περιπλέξουμε περαιτέρω τις χρονοβόρες, γραφειοκρατικές διαδικασίες. Αν επρόκειτο να δημιουργήσουμε ένα όργανο ανεξάρτητου εξωτερικού ελέγχου σήμερα για να εξετάσει την ποιότητα των μελετών αξιολόγησης επιπτώσεων, γιατί να μην δημιουργήσουμε ένα όργανο ανεξάρτητου εξωτερικού ελέγχου αύριο, για να εξετάσει την ανεξαρτησία του ελεγκτικού οργανισμού; Αντί να πολλαπλασιάζουμε τους οργανισμούς που επιθεωρούν διαδικασίες που έχουν αποδειχθεί ελαττωματικές, πρέπει να αναπτύξουμε νέες, πιο αποδοτικές μεθόδους εργασίας προκειμένου να βελτιωθεί η ρύθμιση της εσωτερικής αγοράς. Μαζί με την αναθεώρηση των νόμων, η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο πρέπει επίσης να επανεξετάσουν τις δικές τους διαδικασίες, και αν χρειαστεί, πρέπει να τις τροποποιήσουν υπεύθυνα.
Τέλος, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή και των τριών θεσμικών οργάνων στο γεγονός ότι η κοινωνία θα εμπιστευτεί και θα σεβαστεί το ευρωπαϊκό δίκαιο μόνον αν διασφαλίσουμε πλήρη δημοσιότητα και κοινωνικό έλεγχο.
Véronique Mathieu (PPE-DE). – (FR) Η ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και ορισμένες φορές περιττή: ένας ευφυής εκσυγχρονισμός πρέπει να μας δώσει τη δυνατότητα να καταπολεμήσουμε αυτήν τη νοσηρή και βλαπτική έλλειψη σαφήνειας.
Αφενός, θα πρέπει να επιφέρουμε βελτιώσεις μειώνοντας και απλοποιώντας την υφιστάμενη νομοθεσία. Σε αυτό το έργο της απλοποίησης, καθώς και για οποιοδήποτε νέο μέτρο εγκρίνεται, πρέπει να τηρούνται οι αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας: Ευρωπαϊκή Ένωση όπου είναι αναγκαίο, όταν είναι πιο αποτελεσματικό από όσο θα ήταν αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν ανεξάρτητα, στον βαθμό που χρειάζεται, αλλά όχι περισσότερο από όσο χρειάζεται.
Η εφαρμογή αυτών των φαινομενικά τεχνικών αρχών συνεπάγεται τη διαμόρφωση γνώμης όσον αφορά την κοινωνική, πολιτιστική ή άλλη καταλληλότητά τους, παρότι δεν υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός με τον οποίο να παρακολουθείται η εφαρμογή τους. Αυτό το κενό συμπληρώθηκε με το σχέδιο Συντάγματος. Μέχρι την επικύρωσή του, πρέπει να θέτουμε ερωτήματα όσον αφορά την ορθή εφαρμογή αυτών των αρχών.
Αφετέρου, πρέπει να βελτιώσουμε την παρακολούθηση της μεταφοράς του κοινοτικού δικαίου στο εσωτερικό δίκαιο, διότι η έλλειψη ασφάλειας δικαίου υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών μας. Η θέσπιση εθνικών ανταποκριτών είναι ένα θετικό μέτρο, αν οι έλεγχοι ενσωματώνουν μια ποσοτική και ποιοτική ανάλυση και περιλαμβάνουν ανάλυση των επιπτώσεων όσον αφορά το κοινωνικό, οικονομικό και οικολογικό περιβάλλον. Αυτές οι αναλύσεις επιπτώσεων πρέπει να είναι συγκρίσιμες: άρα πρέπει να τυποποιηθούν. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ενισχύσει την εξουσία του στον τομέα αυτόν.