Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση:
- της προφορικής ερώτησης της κ. Pervenche Berès, εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, προς το Συμβούλιο, σχετικά με την περαιτέρω σύγκλιση σε εποπτικές πρακτικές σε επίπεδο ΕΕ (O-0125/2006 - B6-0010/2007), και
- της προφορικής ερώτησης της κ. Pervenche Berès, εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, προς την Επιτροπή, σχετικά με την περαιτέρω σύγκλιση στις εποπτικές πρακτικές σε επίπεδο ΕΕ (O-0126/2006 - B6-0449/2006).
Pervenche Berès (PSE), συντάκτρια. – (FR) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων θεώρησε αναγκαίο να διεξαχθεί μια συζήτηση για την εποπτεία μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, και θέλαμε να μπορέσουμε να την πραγματοποιήσουμε παρουσία του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Εμείς, τα μέλη της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, είμαστε πολύ ικανοποιημένοι με την επανέναρξη των συζητήσεων και των εργασιών, στο εσωτερικό του Συμβουλίου αλλά και της Επιτροπής, σχετικά με τη διαχείριση της κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και η βελτίωση της εποπτείας και της συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών αρχών συνιστούν αναγκαιότητα, αλλά παρόλα αυτά, αν θέλουμε το τελικό αποτέλεσμα να είναι η επιτυχία, πιστεύουμε ότι, σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης και του βαθύ μετασχηματισμού των χρηματοπιστωτικών αγορών, η έναρξη μιας διοργανικής συζήτησης για το θέμα αυτό είναι, αναμφίβολα, ο καλύτερος τρόπος να σημειώσουμε πρόοδο.
Η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων έχει κάνει σημαντική δουλειά όσον αφορά την ανάλυση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος και τις συνέπειες της εξυγίανσης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ιδίως στην έκθεση του κ. Muscat, στην οποία εκφράζουμε τη στήριξή μας για τη σύσταση μιας επιτροπής σοφών που θα έχει ως εντολή όχι μόνο την εξέταση των συνεπειών της σταθεροποίησης των αγορών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και των συνεπειών της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, της δημοσιονομικής σταθερότητας και της διαχείρισης κρίσεων, αλλά και την παρουσίαση συγκεκριμένων ιδεών σχετικά με τις υφιστάμενες δομές και την ενσωμάτωσή τους σε μια έκθεση που θα υποβληθεί στο Κοινοβούλιο.
Ο σκοπός της σημερινής διοργανικής συζήτησης είναι να σηματοδοτήσει με σαφήνεια την ανάγκη έναρξης –ή επανέναρξης– της μεγάλης συζήτησης για το μέλλον των εποπτικών συστημάτων της Ευρώπης, η οποία είναι ουσιώδης τόσο για την ανταγωνιστικότητα της ίδιας της χρηματοπιστωτικής αγοράς, όσο και για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιτρέψτε μου, σε αυτό το σημείο, να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις. Καταρχάς, θέλω να πω ότι έχουν σημειωθεί βαθιές αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Καθημερινά, γινόμαστε μάρτυρες συνεχών αλλαγών στις αγορές και στις καινοτομίες που παράγονται σε αυτές τις αγορές – εξελίξεις που συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, της αύξηση της δύναμης των «αμοιβαίων κεφαλαίων κινδύνου» και των «ιδιωτικών επενδύσεων». Η συνεχιζόμενη σταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών επέτρεψε στους σημαντικούς παράγοντες να εδραιωθούν και να ενεργούν σε απολύτως διεθνική βάση. Οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές που παρακινούνται από την αναζήτηση ανταγωνιστικότητας και αποδοτικότητας έχουν αυξηθεί, είτε σε εθνικό, είτε σε ευρωπαϊκό ή παγκόσμιο επίπεδο. Κατάφεραν να δημιουργήσουν τη δική τους ώθηση, και ως εκ τούτου η δομή των αγορών, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο δραστηριοποιούνται οι οικονομικοί παράγοντες σε αυτές, υπέστησαν ριζικές αλλαγές, έναν μετασχηματισμό που επέφερε νέες προκλήσεις και νέα διακυβεύματα.
Δεύτερον, θέλω να παρατηρήσω ότι η εξυγίανση των δομών της χρηματοπιστωτικής εποπτείας πρέπει να συνοδεύεται με την εξυγίανση των ίδιων των αγορών, διότι ενίοτε σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι ακολουθούν διαφορετικούς ρυθμούς. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί να βρεθεί κανείς να αναρωτιέται αν το παρόν σύστημα εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση –στο οποίο τα εποπτικά όργανα έχουν συγκεκριμένες και πολύ διαφορετικές δομές για τις οποίες είναι υπεύθυνα, έχουν εξαιρετικά ποικίλες αρμοδιότητες, εξουσίες και ευθύνες και ενεργούν βάσει μιας εθνικής εντολής– είναι ικανό να εξασφαλίσει την κατάλληλη εποπτεία των μεγάλων πολυεθνικών χρηματοπιστωτικών ομίλων. Αναρωτιέται κανείς αν το σύστημα είναι βιώσιμο και αν θα μπορούσε ίσως να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα του ίδιου του ευρωπαϊκού συστήματος.
Τρίτον, θέλω να υπογραμμίσω τις ιδιομορφίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο χαρακτηρίζεται από πολυμορφία και από τον πλούτο των οικονομικών παραγόντων, είτε είναι τοπικοί –τοπικές τράπεζες, για παράδειγμα– είτε είναι φορείς που δραστηριοποιούνται πέρα από τα σύνορα, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και στην παγκόσμια σκηνή. Αυτό απαιτεί ένα στέρεο, αποδοτικό και καλά προσαρμοσμένο εποπτικό πλαίσιο, ικανό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της περιφερειακής ολοκλήρωσης, της παγκοσμιοποίησης, της καινοτομίας και της συγκεντρωτικής διαχείρισης, το οποίο θα παρέχει ταυτόχρονα υψηλό επίπεδο εποπτείας και θα διασφαλίζει ότι το σύστημα είναι υγιές και σταθερό.
Τέταρτον, θέλω να επισημάνω ότι η βελτίωση των εποπτικών συστημάτων είναι προς όφελος όλων των παραγόντων – αρχικά, προς όφελος του ίδιου του συστήματος, φυσικά, αλλά σε δεύτερη φάση, προς όφελος επίσης των συμμετεχόντων στην αγορά, οι οποίοι μας ζητούν να βελτιώσουμε το σύστημα εποπτείας προκειμένου να διευκολύνουμε τις δραστηριότητές τους σε όλες τις αγορές. Είμαι πεπεισμένη ότι ο τελικός χρήστης θα ωφεληθεί επίσης από τη βελτίωση του συστήματος.
Πέμπτον και τελευταίο, το ζήτημα της ευρωπαϊκής αριστείας σε θέματα ρύθμισης έχει πράγματι μια διατλαντική διάσταση, και από αυτήν την άποψη μου φαίνεται ότι έχει έρθει η ώρα να σημειώσουμε πρόοδο.
Θα συνοψίσω λέγοντας ότι, ενόψει αυτών των παρατηρήσεων, εμείς, ως νομοθέτες της Ευρώπης, αντιμετωπίζουμε μια σοβαρή πρόκληση: να εφοδιάσουμε την Ευρώπη με στέρεες και αποδοτικές δομές προληπτικής εποπτείας, ικανές να διασφαλίζουν την ορθή εποπτεία όλων των οικονομικών παραγόντων, είτε πρόκειται για μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους είτε για τοπικές τράπεζες, και ικανές επίσης να κάνουν την εποπτεία στοιχείο της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού μοντέλου στην παγκόσμια σκηνή.
Το ζήτημα που προκύπτει, ως εκ τούτου, είναι το πώς θα το πετύχουμε: θα συστήσουμε μια επιτροπή σοφών ή θα θεωρήσουμε ότι σε διοργανική βάση θα είμαστε πιθανότατα ικανότεροι να θέσουμε σε λειτουργία τη συλλογική ευρωπαϊκή ευφυΐα; Αυτό, εν πάση περιπτώσει, είναι το μήνυμα που θέλει να μεταδώσει αυτό το Σώμα στη σημερινή συζήτηση, και είμαι ευγνώμων στο Συμβούλιο και την Επιτροπή που δέχθηκαν να διεξαχθεί η συζήτηση στο Κοινοβούλιο.
Günter Gloser, Προεδρεύων του Συμβουλίου. (DE) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η κ. Berès έθιξε στην αγόρευσή της έναν αριθμό σημαντικών θεμάτων, που αφορούν και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Σας διαβεβαιώνω ότι το Συμβούλιο θεωρεί αυτήν την πτυχή εξαιρετικά σημαντική.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω και πάλι ότι το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό σύστημα θεωρείται ότι συνεισφέρει σημαντικά και στη στρατηγική της Λισαβόνας και διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση του πλαισίου της δημοσιονομικής σταθερότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, εξίσου σημαντική είναι η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής εποπτείας χωρίς να φορτωθεί περισσότερο ο δημοσιονομικός τομέας με υπερβολική επιβάρυνση ως προς την εποπτεία ή να περιοριστεί ο ανταγωνισμός. Επιτρέψτε μου να σας επιστήσω την προσοχή σε τρία καίρια σημεία των συμπερασμάτων του Συμβουλίου που αναφέρθηκαν.
Πρώτον, το Συμβούλιο υπογράμμισε τη σημασία δίκαιων και χωρίς διακρίσεις εθνικών πρακτικών εποπτείας για τη δημιουργία των ίδιων αρχικών προϋποθέσεων στην ΕΕ. Επίσης, έδωσε βαρύτητα στην επίτευξη της ανάλογης ισορροπίας μεταξύ των υποχρεώσεων της χώρας προέλευσης και της χώρας υποδοχής και υπογράμμισε άλλη μία φορά τη σημασία μιας ανάλογης και ανεξάρτητης δημοσιονομικής εποπτείας για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Δεύτερον, το Συμβούλιο ζήτησε από τις τρεις επιτροπές επιπέδου 3 να λαμβάνουν υπόψη στις προσπάθειές τους για επίτευξη σύγκλισης διατάξεων και πρακτικών τα εμπόδια που διαπιστώνουν στο πλαίσιο της εργασίας τους και στις εκθέσεις τους, καθώς και την έκθεση της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών για τη σύγκλιση στον τομέα της εποπτείας. Από την άποψη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επεξεργαστούν κοινό μορφότυπο για τις αναφορές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων προς τις εποπτικές αρχές προκειμένου να αποφευχθεί ο πολλαπλασιασμός των δαπανών.
Τρίτον, το Συμβούλιο δήλωσε ότι υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να χρησιμοποιήσει τις αρμοδιότητές της και για την εξασφάλιση συμμόρφωσης με τους κανόνες για τον ανταγωνισμό και την κρατική ενίσχυση. Το Συμβούλιο θεωρεί ότι έχει προτεραιότητα η υποστήριξη του έργου των τριών επιτροπών επιπέδου 3, για το οποίο χρειάζονται τα κατάλληλα εποπτικά μέσα. Επίσης, τα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Μαΐου 2006 περιλαμβάνουν ένα εκτενές βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο σχέδιο δράσης για τον τομέα αυτόν, βασισμένο σε μια έκθεση της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών. Οι συστηματικά αναθεωρημένοι κανόνες εποπτείας των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών και των χρηματιστηριακών οίκων συνιστούν ορόσημα, καθώς προσφέρουν μια νέα βάση συνεργασίας μεταξύ των εποπτών προς όφελος της δημοσιονομικής σταθερότητας και της ανταγωνιστικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η έκθεση της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών επισημαίνει τρεις προκλήσεις που καθιστούν φανερή την ανάγκη περαιτέρω δράσης. Θεωρώ ότι οι προκλήσεις αυτές θα έχουν ιδιαίτερη σημασία στο άμεσο μέλλον. Πρώτον, η σύγκλιση και η συνεργασία στον τομέα της εποπτείας πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω. Δεύτερον, πρέπει να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των εποπτικών συστημάτων και, τρίτον, ενόψει της αύξησης των διασυνοριακών οικονομικών ομίλων πρέπει να βελτιωθεί η διεθνής εποπτεία.
Υπό το πρίσμα αυτών των προκλήσεων, το σχέδιο δράσης που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Μάιο του περασμένου έτους περιλαμβάνει έναν συνδυασμό διαφόρων μέσων. Στόχος τους είναι να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή εποπτική κουλτούρα και μια διαδικασία διαμεσολάβησης και εκπροσώπησης, καθώς και ρυθμίσεις για την ανταλλαγή ηλεκτρονικών δεδομένων και κοινών μορφοτύπων για τις αναφορές. Σημειώνω ότι αυτή η τελευταία πτυχή υπογραμμίστηκε και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην έκθεση Muskat. Επιδοκιμάζω τη σύγκλιση απόψεων και για αυτό το θέμα.
Ζητήθηκε από την Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών να παρακολουθεί τις προόδους που επιτεύχθηκαν από τις τρεις επιτροπές επιπέδου 3 ιδίως ως προς τη χρησιμοποίηση των διαφόρων μέσων.
Επίσης, στην Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών ανατέθηκε να παρακολουθεί τη σύγκλιση των εποπτικών αρμοδιοτήτων σε ένα κατάλληλο επίπεδο. Γνωρίζω ότι η Επιτροπή δίνει επίσης μεγάλη προσοχή στις πτυχές αυτές και αισιοδοξώ ότι και το Κοινοβούλιο θα υποστηρίξει αυτήν τη διαδικασία στο πλαίσιο του διαλόγου του με τις επιτροπές επιπέδου 3. Αναμένονται περαιτέρω συμπεράσματα από την εργασία της Διοργανικής Εποπτικής Ομάδας.
Θα ήθελα τώρα να περάσω στις μακροπρόθεσμες προοπτικές και στο ζήτημα της αντιμετώπισης κανονιστικών θεμάτων. Πέρα από τις υπάρχουσες προκλήσεις που αναφέρθηκαν ήδη, όταν ορίζει μακροπρόθεσμες στρατηγικές προτεραιότητες, η Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών πρέπει να λαμβάνει υπόψη θέματα που προκύπτουν από εξελίξεις στην αγορά. Ως προς αυτό, η Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών συνέστησε πρόσφατα μια νέα υποομάδα που θα παρουσιάσει μέχρι το φθινόπωρο του 2007 έκθεση για μακροπρόθεσμα θέματα εποπτείας. Αυτή η νέα εργασία θα βασίζεται στην παρακάτω προσέγγιση από το ειδικό στο γενικό: περαιτέρω θεμελιώδεις αλλαγές των εποπτικών καθηκόντων θα γίνονται μόνο όταν υπάρχουν αποδεδειγμένα προβλήματα.
Θα ήθελα επίσης να υπογραμμίσω ότι πρέπει να δούμε το γενικό ζήτημα της εποπτικής σύγκλισης στο πλαίσιο της ενοποίησης των αγορών και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Για τον λόγο αυτόν, χαίρομαι ιδιαίτερα διότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατάφεραν να συμφωνήσουν σε πρώτη φάση ήδη τον Μάρτιο για το κείμενο της οδηγίας για την εποπτική αξιολόγηση των εξαγορών στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αυτό δείχνει καθαρά ότι είμαστε όλοι αποφασισμένοι να βελτιώσουμε το κοινοτικό πλαίσιο όσον αφορά την καθημερινή εργασία των εποπτικών αρχών μας.
Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη όλες τις προκλήσεις αυτού του είδους που αντιμετωπίζουν τα κοινοτικά όργανα στους παραπάνω τομείς. Σε αυτές συγκαταλέγονται η ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας μέσω εποπτικών ρυθμίσεων και διαδικασιών και η προαγωγή της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, οι οποίες ωφελούνται αμφότερες από τη διευκόλυνση της ενοποίησης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η σχετική διαδικασία πρέπει επίσης να συνεισφέρει στην προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών. Το Συμβούλιο συνεργάζεται με την Επιτροπή σε όλες τις πτυχές που αναφέρθηκαν και επιδοκιμάζουμε επίσης το μεγάλο ενδιαφέρον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που καθίσταται φανερό και στην παρούσα συζήτηση. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το Κοινοβούλιο για την υπόσχεσή του να προωθήσει περαιτέρω βήματα προόδου.
Charlie McCreevy, Μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, αξιότιμοι βουλευτές, ο ευρωπαϊκός χρηματοπιστωτικός τομέας έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία χρόνια. Οι αγορές κεφαλαίου έχουν επεκταθεί και ολοκληρώνονται όλο και περισσότερο. Έχουν αναπτυχθεί νέες επενδυτικές τεχνικές. Η ενοποίηση του τραπεζικού τομέα έχει επιταχυνθεί. Πανευρωπαϊκοί όμιλοι διαδραματίζουν πλέον σημαντικό ρόλο σε όλες τις εθνικές αγορές.
Οι αλλαγές αυτές είναι θετικές για την αποτελεσματικότητα της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας μας και πρέπει να χαιρετιστούν. Αντιπροσωπεύουν, όμως, και νέες προκλήσεις για τους υπευθύνους για τη διαμόρφωση πολιτικών. Πρέπει να διασφαλίσουμε την προσαρμογή των διατάξεών μας για τη χρηματοοικονομική εποπτεία στις ανάγκες ενός πιο ολοκληρωμένου χρηματοπιστωτικού τομέα στην ΕΕ. Αυτό έχει ζωτική σημασία για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μας.
Η ενίσχυση της συνεργασίας και της σύγκλισης μεταξύ των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών είναι ύψιστης σημασίας σε αυτό το πλαίσιο. Υπήρξε άλλωστε μία από τις προτεραιότητές μου αφότου έγινα μέλος της Επιτροπής και θα συνεχίσει να είναι μέχρι τη λήξη της θητείας μου.
Επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω εν συντομία τα μέτρα που έχει ήδη λάβει η Επιτροπή για την προώθηση ενός πιο αποτελεσματικού και αποδοτικού εποπτικού συστήματος στην Ευρώπη.
Στο πλαίσιο της διαδικασίας Lamfalussy, δημιούργησε ευρωπαϊκές επιτροπές εποπτών στους τομείς των χρηματοοικονομικών τίτλων, των τραπεζών και των ασφαλειών. Οι εν λόγω επιτροπές έχουν ήδη ενισχύει τη συνεργασία στον εποπτικό τομέα και τη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών. Προσδοκώ ότι οι προσπάθειες αυτές θα συνεχιστούν και θα επιταχυνθούν. Είναι κρίσιμης σημασίας για την επίτευξη του συντονισμού σε καταστάσεις κρίσης.
Η Επιτροπή έχει προωθήσει την πιο ορθολογική εποπτεία των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, ιδίως μέσω της θέσπισης, στις οδηγίες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, της έννοιας του εποπτικού φορέα που είναι αρμόδιος για την εποπτεία σε ενοποιημένη βάση. Ο εν λόγω φορέας είναι υπεύθυνος για την ορθή ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εποπτικών αρχών, των κεντρικών τραπεζών και των υπουργών Οικονομικών σε περιπτώσεις κρίσης. Ο ρόλος του είναι καίριος, και γι’ αυτό σκοπεύω να προτείνω ακόμη περισσότερα και πιο φιλόδοξα μέτρα ενοποίησης της εποπτείας στον ασφαλιστικό τομέα στο πλαίσιο του σχεδίου «Φερεγγυότητα II».
Στον τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών, εφαρμόζουμε την αρχή της ενίσχυσης του κεντρικού ελέγχου, με ορισμένες περιορισμένες εξαιρέσεις για τα παραρτήματα.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε ειδικότερα τα θέματα χρηματοοικονομικής σταθερότητας, οι υπηρεσίες μου έχουν ξεκινήσει εργασίες σε πέντε αλληλοσυνδεόμενους τομείς στους οποίους απαιτείται σαφήνεια, εάν επιθυμούμε να βελτιώσουμε την ικανότητά να αντιδρούμε σε οικονομικές κρίσεις. Οι τομείς αυτοί αφορούν τις ρυθμίσεις για τη ρευστότητα, τη διαχείριση κρίσεων, τα ζητήματα που σχετίζονται με τον δανειστή εσχάτης ανάγκης, τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων και την εκκαθάριση χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Στις 26 Ιουνίου θα διεξαχθεί διάσκεψη της Επιτροπής για τα θέματα αυτά, στην οποία θα μετέχει και η κ. Berès, ως πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων.
Οι προσπάθειες της Επιτροπής πρέπει να ερμηνεύονται σε συνδυασμό με το έργο που έχει αναλάβει το Συμβούλιο ECOFIN. Το 2006 πραγματοποιήθηκε άσκηση εξομοίωσης κρίσεων. Ως συνέχεια αυτής της άσκησης, το Συμβούλιο θα εξετάσει κατά το 2007 τους βέλτιστους τρόπους αντιμετώπισης διασυνοριακών κρίσεων και αποσαφήνισης των συμφωνιών κατανομής των επιβαρύνσεων. Επιπλέον, η Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών έχει ξεκινήσει την επεξεργασία θεμάτων τα οποία σχετίζονται με τη βελτίωση της επάρκειας των εποπτικών συστημάτων.
Η Διοργανική Επιτροπή Παρακολούθησης της διαδικασίας Lamfalussy θα ολοκληρώσει επίσης την τελική της έκθεση το 2007. Ευελπιστώ ότι θα περιλαμβάνει χρήσιμες συστάσεις σχετικά με το πώς μπορούν οι εποπτικές επιτροπές να βελτιώσουν τη λειτουργία τους και να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους. Έτσι, θα έχουν περισσότερες δυνατότητες αντιμετώπισης ενδεχομένων προβλημάτων χρηματοοικονομικής σταθερότητας στο μέλλον.
Κατά τα τέλη του έτους, η Επιτροπή θα εκπονήσει επίσης τη δική της αξιολόγηση για τον τρόπο λειτουργίας της διαδικασίας Lamfalussy. Είναι σαφές ότι η λειτουργία των εποπτικών επιτροπών θα αποτελέσει κρίσιμη πτυχή αυτής της συνολικής αξιολόγησης. Αναμένω δε με ενδιαφέρον τις απόψεις του Κοινοβουλίου επί του θέματος.
Είμαι πεπεισμένος ότι, μέσω της στενής συνεργασίας μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, μπορούμε να προωθήσουμε αυτήν τη συζήτηση. Πρέπει να αντλήσουμε συμπεράσματα από τις διάφορες δραστηριότητες που βρίσκονται σε εξέλιξη. Θα δεχτώ ευχαρίστως προτάσεις σχετικά με το πώς πρέπει να κινηθούμε σε αυτόν τον τομέα. Φρονώ, ωστόσο, ότι είναι πολύ πρόωρο να συστήσουμε επιτροπή σοφών στο τρέχον στάδιο. Προτιμώ να περιμένουμε την ολοκλήρωση των διαφόρων πρωτοβουλιών στα τέλη του έτους προτού σχεδιάσουμε την επόμενη κίνησή μας.
Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω την παρέμβασή μου. Οι χρηματοοικονομικές αγορές της ΕΕ είναι ισχυρές. Δεν διαθέτουμε ένα προβληματικό εποπτικό σύστημα το οποίο πρέπει να διορθώσουμε. Έχει σημειωθεί τεράστια πρόοδος τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό των εποπτικών πρακτικών της ΕΕ, όμως απαιτούνται επίσης περαιτέρω βελτιώσεις. Αυτό αποτελεί συνέπεια της ολοκλήρωσης. Επ’ αυτού είμαστε όλοι σύμφωνοι. Πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας ώστε να καταστήσουμε το σύστημα Lamfalussy το ρυθμιστικό όχημα για τη δημιουργία του αποτελεσματικού, αποδοτικού και συγκλίνοντος συστήματος εποπτείας που έχει ανάγκη μια κοινή αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Έχουν ξεκινήσει προσπάθειες καθορισμού των τρόπων με τους οποίους μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω το σύστημα Lamfalussy και οι συμφωνίες μας στον τομέα της χρηματοοικονομικής σταθερότητας προκειμένου να ανταποκριθούμε στις ανάγκες που προκύπτουν λόγω της στενότερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Αναμένω τις συζητήσεις με το Κοινοβούλιο σχετικά με τις συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που ενδέχεται να απαιτηθούν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν εντοπιστεί, έτσι ώστε να προσφέρουμε στον ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό τομέα το βέλτιστο δυνατό εποπτικό σύστημα. Αυτό έχει αποφασιστική σημασία, καθόσον η ύπαρξη υψίστης ποιότητας ρυθμιστικών συστημάτων είναι κρίσιμη για τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα των κεφαλαιακών αγορών της ΕΕ στην παγκόσμια οικονομία.
Karsten Friedrich Hoppenstedt, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, είναι καλό που συζητείται και θα απαντηθεί σήμερα εδώ η ερώτηση της κ. Berès για την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων. Αυτό αποτελεί άμεση συνέχεια της έκθεσης Muscat, αλλά και της χθεσινής συζήτησης στην επιτροπή – στην οποία συμμετείχε και ο Επίτροπος. Η εικονική διαχείριση κρίσης για τον έλεγχο της δημοσιονομικής σταθερότητας στην ΕΕ, που παρουσιάστηκε στη συνάντηση του ECOFIN τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Ελσίνκι, αποκάλυψε πραγματικά ελλείμματα. Αυτό το σενάριο –δηλαδή η διαρκής ανάπτυξη δημοσιονομικών μέσων όπως τα κεφάλαια κινδύνου και τα παράγωγα– καθιστά φανερό ότι απαιτείται περαιτέρω συζήτηση που θα λάβει επαρκώς υπόψη την ασφάλεια των καταναλωτών. Έτσι, χρειαζόμαστε ένα σύστημα λειτουργικών και διασυνδεδεμένων κανόνων και πρακτικών εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η προστασία του καταναλωτή, ένας αποτελεσματικός χρηματοπιστωτικός τομέας και η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών αποτελούν τον υπέρτατο σκοπό της δημοσιονομικής εποπτείας, η οποία πρέπει επίσης να βοηθά την οικονομία να εξαντλήσει το δυναμικό της και τη δημιουργικότητά της. Ως εκ τούτου, η σωστή εποπτεία πρέπει να έχει ως γνώμονα τους υφισταμένους κινδύνους και να υιοθετεί μια προσέγγιση με βάση αρχές αντί να ασχολείται με διεξοδική ανάλυση επιμέρους στοιχείων. Δεν πρέπει να επιβάλλει πρόσθετες επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις, οι κανόνες πρέπει να αναπτύσσονται σε στενή συνεργασία με τον χρηματοπιστωτικό τομέα και οι διασυνοριακές χρηματοπιστωτικές αγορές πρέπει να αντιμετωπιστούν τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η εποπτεία πρέπει να περιορίζεται σε αυτά που είναι πραγματικά απαραίτητα και χρήσιμα. Τα υφιστάμενα μέτρα πρέπει να χρησιμοποιούνται πιο προσεκτικά και φιλικά προς την αγορά, αποφεύγοντας την επιβολή περιττών επιβαρύνσεων. Αυτήν τη στιγμή αντιτίθεμαι σθεναρά σε μια κεντρική ευρωπαϊκή εποπτεία που θα λειτουργεί συμπληρωματικά και παράλληλα με τις εθνικές εποπτικές αρχές, γιατί αυτό θα καταργούσε την κοινοτική αρχή της επικουρικότητας και δεν έχει καμία δημοκρατική νομιμοποίηση. Ένα τέτοιο όργανο δεν θα αντιμετωπιζόταν απλά από πολλούς με έλλειψη κατανόησης, ιδίως επειδή θα δημιουργούσε επιπρόσθετη και αδιαφανή γραφειοκρατία, αλλά θα επέφερε και απώλεια κυριαρχίας για τα κράτη μέλη, αφού θα αγνοούσε τους εθνικούς προϋπολογισμούς σε περίπτωση κρίσης.
Καλύτερα να περιμένουμε να δούμε πώς θα συνεργαστούν και θα επιτελέσουν το έργο τους τα εποπτικά όργανα των νέων 27. Δεν χρειαζόμαστε μια ενιαία, κεντρική εποπτική δομή, αλλά μια κοινή εποπτική κουλτούρα που θα χαρακτηρίζεται από τις ίδιες αξίες και τους ίδιους στόχους.
Joseph Muscat, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (MT) Γίνεται διαρκής αναφορά σε μια έκθεση την οποία έχω εκπονήσει, η οποία πραγματεύεται λεπτομερώς αυτόν τον τομέα και την οποία έχει εγκρίνει το Κοινοβούλιο.
Η εν λόγω έκθεση, η οποία έχει πλέον εγκριθεί ως επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, περιλαμβάνει την ανάλυση μιας κατάστασης η οποία καθίσταται ολοένα και πιο σοβαρή. Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα είναι το γεγονός ότι σε εθνικό επίπεδο ισχύουν διαφορετικές πρακτικές και επίπεδα παρακολούθησης. Από τη σκοπιά της Ευρώπης, αυτό συνεπάγεται μείωση της αποτελεσματικότητας της αγοράς, καθώς και πρόσθετα λειτουργικά κόστη για όργανα τα οποία λειτουργούν σε διαφορετικές χώρες. Στην έκθεση αμφισβητείται το κατά πόσον το ισχύον σύστημα διασφαλίζει την αποτελεσματική εποπτεία μεγάλων ομίλων οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε διάφορες χώρες και τομείς. Ζητήσαμε ακόμη και τη λεπτομερέστερη εξέταση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου στο επίπεδο των συστημάτων διαχείρισης κρίσεων και της σταθερότητας των καθεστώτων προληπτικής εποπτείας. Συμφωνήσαμε δε ως προς την ανάγκη δημιουργίας ενός αποτελεσματικού συστήματος διαχείρισης κρίσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι τρέχουσες τάσεις ως προς την ανάπτυξη της αγοράς σημαίνουν ότι μια κρίση, ακόμη και αν ενσκήψει αρχικά σε μία χώρα, μπορεί πολύ γρήγορα να εξαπλωθεί και σε άλλες χώρες.
Η αντίδραση σε μια τέτοια κρίση καθίσταται όλο και πιο περίπλοκη υπόθεση λόγω του μεγάλου αριθμού των εμπλεκομένων οργάνων και της έλλειψης σαφήνειας όσον αφορά τον ρόλο τους. Αυτοί που εν τέλει θα πληγούν αν δεν αναληφθεί δράση σε αυτόν τον τομέα είναι οι ευρωπαίοι καταναλωτές και επενδυτές. Στο πλαίσιο αυτό, το Κοινοβούλιο συμφώνησε ως προς την ανάγκη σύστασης επιτροπής εμπειρογνωμόνων η οποία θα μελετήσει αυτές τις επιπτώσεις και θα συντάξει έκθεση με τις συστάσεις της.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι υπάρχουν διαφορές απόψεων σχετικά με αυτήν την πρωτοβουλία και τη μορφή που πρέπει να λάβει. Ωστόσο, φρονώ ότι είναι πλέον καιρός να συζητηθεί συνολικά το θέμα, με συμμετοχή όλων των θεσμικών οργάνων. Πρέπει δε να αποφευχθεί η τάση να προσπαθεί η κάθε πλευρά να αποκλείει τους υπολοίπους από τη συζήτηση όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη μορφή που θα λάβει το σύστημα εποπτείας των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών. Φρονώ ότι πρέπει να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας περισσότερο στην επείγουσα ανάγκη διευκρίνησης αυτού του ζητήματος, ενώ τονίζω ότι δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο.
Margarita Starkevičiūtė, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (LT) Θέλω να επισημάνω ότι οι περισσότερες ίσως χώρες έχουν κάποιο ρητό σχετικά με τις προετοιμασίες που γίνονται τους θερινούς μήνες ενόψει του χειμώνα. Καθώς συζητάμε αυτό το θέμα, θέλουμε να υπενθυμίσουμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Συμβούλιο αυτήν την παλαιόθεν αυταπόδεικτη αρχή. Επειδή μέχρι στιγμής ακούγαμε διαρκώς ότι θα συστηθούν ομάδες εργασίας και ότι αυτό το θέμα θα συζητηθεί. Αναμφίβολα, η ενοποίηση έχει τις θετικές της πτυχές· εντούτοις, συνοδεύεται από έναν αυξημένο συστημικό κίνδυνο στην αγορά. Σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης λειτουργούν χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, και πολύ συχνά η εξάρτηση από τις δραστηριότητές τους, καθώς και η επιρροή που ασκούν οι εν λόγω δραστηριότητες, είναι εξαιρετικά αυξημένες. Όταν συζητούμε το θέμα της μεταρρύθμισης των εποπτικών διαδικασιών, πρέπει πρώτα να θέτουμε στους εαυτούς μας ένα ερώτημα το οποίο συνήθως θέτω στους επικεφαλής ευρωπαϊκών εποπτικών οργάνων: αν μια θυγατρική εταιρεία λειτουργεί σε ορισμένη χώρα και εξαιτίας της μη ικανοποιητικής λειτουργίας της αρχίσει να πλήττεται η οικονομία της εν λόγω χώρας, ποιος θα κληθεί να καταβάλει το κόστος; Ποιος θα ευθύνεται; Ποια εθνική νομοθεσία θα ισχύει; Ένα άλλο ερώτημα: αν δημιουργηθεί κατάσταση κρίσης στη θυγατρική εταιρεία, πώς θα επιδιωχθεί η διαχείρισή της; Σε εθνικό επίπεδο ή σε επίπεδο χρηματοπιστωτικού ομίλου; Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει απαντήσεις σε αυτές τις απλές ερωτήσεις. Είμαι πολύ ικανοποιημένη από τις πληροφορίες που μας παρείχαν οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται· ωστόσο, θέλω να υπογραμμίσω για μια ακόμη φορά ότι, καθώς εισάγονται στην αγορά νέα προϊόντα υψηλού κινδύνου, πρέπει να επιταχύνουμε όλες τις διαδικασίες και να συνεργαστούμε προκειμένου να επιλύσουμε τα θεμελιώδη ζητήματα, και όχι να χανόμαστε σε λεπτομέρειες, διότι οι συζητήσεις σχετικά με διάφορες μορφές συντονισμού και τα συναφή είναι θαυμάσιες, μέχρις ότου εκδηλωθεί κάποια κρίση. Το σημείο αναφοράς για τις αποφάσεις μας σχετικά με τη μεταρρύθμιση των εποπτικών συστημάτων πρέπει να είναι το πώς θα αντιδρούσαμε σε μια κατάσταση κρίσης.
Piia-Noora Kauppi (PPE-DE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θέλω να ευχαριστήσω την πρόεδρο της επιτροπής μας, την κ. Berès, για την επίκαιρη συμβολή της. Αρχίσαμε τη συζήτηση της έκθεσης van den Burg στην επιτροπή αυτήν την εβδομάδα, και ένα από τα κεντρικά θέματα που περιλαμβάνονται επίσης στο πρόγραμμα που θα ακολουθήσει την εφαρμογή του σχεδίου δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι ο τρόπος ανάπτυξης ενός ικανοποιητικού εποπτικού συστήματος στην Ευρώπη. Είναι πολύ σημαντικό, σε αυτό το πλαίσιο, να πληροφορηθούμε τις απόψεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με το μέλλον αυτού του κοινού εγχειρήματος.
Το σχέδιο δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες έχει πλέον σχεδόν ολοκληρωθεί, οπότε πρέπει τώρα να εστιαστούμε περισσότερο στην υλοποίηση και την εποπτική σύγκλιση. Θεωρούμε ότι, παρότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν ήδη αναπτύξει πολύ καλές πρακτικές, η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί, χωρίς να περιορίζεται στις επιτροπές Lamfalussy. Είναι, λόγου χάρη, πολύ θετικό το γεγονός ότι επιτροπές εποπτικών φορέων χειρίζονται πλέον μεγάλες, πανευρωπαϊκές υποθέσεις οι οποίες υπάγονται σε πολλαπλές δικαιοδοσίες, όμως ορισμένες φορές αυτές οι επιτροπές δεν διαθέτουν το αναγκαίο κύρος· δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους· δεν λαμβάνουν αρκετές αποφάσεις κατά πλειοψηφία, για παράδειγμα· θα ήταν, λοιπόν, πολύ χρήσιμο αν μπορούσαμε να εξετάσουμε το ενδεχόμενο επέκτασης των ψηφοφοριών με ειδική πλειοψηφία στις επιτροπές του επιπέδου 3, καθώς και στις επιτροπές εποπτικών φορέων.
Θέλω επίσης να επισημάνω ότι στο σχέδιο έκθεσης της κ. van den Burg έχουμε προωθήσει μια νέα ιδέα σύμφωνα με την οποία, για κορυφαίους πανευρωπαϊκούς παράγοντες, πρέπει να διαθέτουμε μια κατάλληλα εξοπλισμένη ευρωπαϊκή εποπτική αρχή εντός του συστήματος. Επιθυμούμε τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής, όμως αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει το υφιστάμενο πεδίο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής. Πρέπει να λειτουργεί εντός του συστήματος. Θεωρώ ότι η ιδέα αυτή μπορεί να μελετηθεί και από την ίδια την Επιτροπή.
Τέλος, είναι εξίσου σημαντικό να αναπτύξουμε τη συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο. Γνωρίζουμε ότι οι χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι και οι προκλήσεις στον εποπτικό τομέα δεν είναι ευρωπαϊκά μόνο θέματα, αλλά αφορούν σε μεγάλο βαθμό τους σημαντικούς παράγοντες της αγοράς στην Αμερική και αλλού· συνεπώς, είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι η Επιτροπή αντιμετωπίζει με μεγάλη σοβαρότητα αυτόν τον διάλογο με τους διατλαντικούς εταίρους μας για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όμως απαιτούνται διαρκείς περαιτέρω προσπάθειες.
Charlie McCreevy, Μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ευχαριστήσω όλες και όλους τους βουλευτές για τις πολύ χρήσιμες παρεμβάσεις τους.
Όπως ανέφερα προηγουμένως, η ανάπτυξη της χρηματοοικονομικής εποπτείας είναι κρίσιμης σημασίας. Η ύπαρξη σταθερού χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος αποτελεί προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη την οποία έχει ανάγκη η ΕΕ, καθώς και για την προστασία των καταναλωτών. Συνεπώς, η πρόληψη των χρηματοοικονομικών κρίσεων είναι σημαντική. Η εποπτεία πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο επαρκής και αποτελεσματική. Πρέπει να επιδιώξουμε τη σύγκλιση των πρακτικών των εθνικών εποπτικών αρχών, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουμε τις επιβαρύνσεις για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο. Χρειαζόμαστε μια κοινή εποπτική νοοτροπία: περισσότερους επόπτες οι οποίοι να επιτυγχάνουν περισσότερα με τον ίδιο τρόπο.
Τα θέματα αυτά είναι σημαντικά, και προσβλέπω στην περαιτέρω συνεργασία μαζί σας για τον χειρισμό τους.