Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση (A6-0134/2007) της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού, σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 (14039/1/2006 - C6-0041/2007 - 2005/0191(COD)) (εισηγητής: ο κ. Paolo Costa).
Paolo Costa (ALDE), εισηγητής. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Barrot, κυρίες και κύριοι, μετά λύπης μου διαπιστώνω ότι το ζωντανό νυκτερινό σόου για τις μεταφορές δεν τυγχάνει της αρεσκείας του Συμβουλίου, καθώς προς το Συμβούλιο ήθελα πρωτίστως να απευθυνθώ. Πράγματι, πιστεύω ότι όσα θα επαναλάβω ενώπιον των συναδέλφων και του Αντιπροέδρου της Επιτροπής είναι γνωστά και, θεωρώ, κοινώς αποδεκτά, ενώ ως γνωστόν αντιμετωπίζουμε κάποια προβλήματα με το Συμβούλιο.
Το Κοινοβούλιο δέχθηκε με μεγάλο ενδιαφέρον και πολύ κατανόηση την πρόταση της Επιτροπής για αναθεώρηση των κανόνων με τους οποίους επιχειρείται η αντιμετώπιση του προβλήματος της ασφάλειας από κάθε επίθεση στα αεροδρόμια, στα αεροσκάφη και στο αεροπορικό σύστημα. Η Επιτροπή αντιμετώπισε το ζήτημα με μεγάλη διαφάνεια, λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουμε αναλάβει ένα σημαντικό καθήκον, ήτοι τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος ασφαλείας που θα μειώσει την ταλαιπωρία των επιβατών και θα επιτρέψει την ενίσχυση της ασφάλειας και την καλύτερη οργάνωσή μας για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Πιστεύω πως μπορώ να πω ότι έχουμε επίσης επιφέρει κάποιες βελτιώσεις επιχειρώντας τον προσδιορισμό των ορίων εντός των οποίων μπορεί να επιτρέπεται η παρουσία ενόπλων επί του αεροσκάφους και προσπαθώντας να δώσουμε λύση στα τεχνικά προβλήματα της διαφοράς μεταξύ των κλασικών εμπορικών και ταχυδρομικών μεταφορών, να ορίσουμε τις μεθόδους οργάνωσης των ελέγχων στα αεροδρόμια και να εξετάσουμε πολλές άλλες τεχνικές λεπτομέρειες.
Σκοντάψαμε, ωστόσο, σε ένα πρόβλημα για το οποίο δεν κατόρθωσα να κατανοήσω ακόμη τη λογική της αντίθεσης του Συμβουλίου. Το ζήτημα είναι πολύ απλό: η ασφάλεια είναι παράλληλα ιδιωτικό και δημόσιο θέμα. Ο καθένας μας όταν ταξιδεύει θέλει να ταξιδεύει ασφαλής. Ωστόσο, όταν η ασφάλεια μπορεί να δεχτεί πλήγματα από τρομοκρατικές επιθέσεις, η προστασία από αυτές τις επιθέσεις αποτελεί ασφαλώς κοινό συμφέρον.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το ζήτημα αυτό θεωρείται εξολοκλήρου δημόσιο θέμα και βαρύνει αποκλειστικά τους φορολογούμενους. Για τον σκοπό αυτόν, θα ήθελα να επαναφέρω την ιδέα που έχουμε ήδη προτείνει –και συνεχίσουμε να προτείνουμε πεισματικά– σύμφωνα με την οποία πρέπει να γίνει δεκτή η αρχή βάσει της οποίας το κόστος της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για τα αεροδρόμια και τα αεροσκάφη, πρέπει να αναληφθεί τόσο από τους πολίτες που ταξιδεύουν όσο και από τα κράτη που αμύνονται, δεδομένου μάλιστα ότι ζητούσαμε την απλή αποδοχή της αρχής αυτής, αφήνοντας σε κάθε κράτος μέλος το δικαίωμα να αποφασίσει τον τρόπο κατανομής των δύο πηγών.
Ως δεύτερη αρχή, ζητούσαμε τη διαφάνεια και τον ακριβή προσδιορισμό του κόστους που θα αναλάμβαναν οι πολίτες, ενώ η τρίτη αρχή προέβλεπε εγγυήσεις ότι κάθε προσαύξηση για την ασφάλεια θα κατέληγε πράγματι στην ασφάλεια.
Ζητήσαμε την απλή αποδοχή των τριών αυτών αρχών, παραιτούμενοι από τη διοργανική συμφωνία που υπεγράφη το 2001, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή όφειλε να παρουσιάσει πολύ πιο λεπτομερείς προτάσεις σχετικά με το πρόβλημα χρηματοδότησης της ασφάλειας, οι οποίες θα έπρεπε ασφαλώς να γίνουν εν συνεχεία αποδεκτές από το Συμβούλιο. Για το ζήτημα αυτό δεν λάβαμε καμία απάντηση και δεν μπορέσαμε να καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα.
Εάν σταθεί αδύνατον να επαναληφθεί στο Σώμα η ομοφωνία της ψηφοφορίας στην επιτροπή, εύχομαι τουλάχιστον να επιτευχθεί αύριο μια ευρεία πλειοψηφία για να αποδειχθεί όχι η ισχύς αλλά η καλή θέληση του Κοινοβουλίου για την εξεύρεση μιας πραγματικής λύσης στο πρόβλημα που απασχολεί όλους τους ευρωπαίους πολίτες.
Επιμένω στο γεγονός ότι, δυστυχώς, η ασφάλεια είναι ένα ζήτημα με το οποίο πρέπει να συμβιώσουμε. Εάν κρυβόμαστε ή προσποιούμεθα ότι το πρόβλημα της χρηματοδότησης δεν υπάρχει, δεν θα μπορέσουμε να δώσουμε μια απάντηση αντάξια των καιρών, του προβλήματος και των προσδοκιών μας. Τασσόμεθα, συνεπώς, ανεπιφύλακτα υπέρ μιας πιο προηγμένης οργάνωσης από τεχνικής απόψεως στο μέτωπο της ασφάλειας, αλλά ζητάμε να βρεθεί μια λύση σε αυτό το πρόβλημα, τουλάχιστον επί της αρχής. Πιστεύω πως η ταχύτερη δυνατή επίτευξη αυτού του στόχου θα αποβεί προς το συμφέρον των συμπολιτών μας.
Jacques Barrot, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Costa, είναι αλήθεια ότι η πρόταση αυτή είναι σημαντική. Η καταπολέμηση της τρομοκρατικής απειλής παραμένει ασφαλώς προτεραιότητα για όλα τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ασφάλεια της αεροπορίας απαιτεί συνεχείς προσαρμογές. Πρέπει να συνεχίσουμε να αναζητούμε τρόπους για να παράσχουμε μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία στους ευρωπαίους πολίτες. Πρέπει να αντλήσουμε διδάγματα από την εμπειρία και να συμβιβάσουμε τα αιτήματα για ασφάλεια με τις επιχειρησιακές ανάγκες των ενεχόμενων μερών: της διοίκησης που είναι υπεύθυνη για τους κανόνες εφαρμογής, των διευθυντών των αερολιμένων, των αεροπορικών εταιρειών και, φυσικά, των επιβατών.
Το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο για την ασφάλεια της αεροπορίας θεσπίστηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Αναπτύχθηκε εκτάκτως, γεγονός που πιθανότατα ερμηνεύει τον υπερβολικά λεπτομερή χαρακτήρα του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002. Ο κανονιστικός και λεπτομερής χαρακτήρας αυτού του παραρτήματος είναι ένα μειονέκτημα που μας εμποδίζει να εισαγάγουμε νέες, πιο αποδοτικές τεχνολογίες ή να προβλέψουμε συστήματα ασφαλείας καλύτερα προσαρμοσμένα στους πραγματικούς κινδύνους που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Τέλος, δεν μας επιτρέπει να καλύψουμε τα νομοθετικά κενά όσον αφορά τις αεροπορικές μεταφορές φορτίων και τη μεταχείριση πτήσεων από τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, αυτή η νέα πρόταση, σκοπός της οποίας είναι να αντικαταστήσει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/2002, με έναν νέο κανονισμό που είναι καλύτερος γιατί είναι και απλούστερος και σαφέστερος, είναι προφανώς απόλυτα επιθυμητή.
Η προσαρμογή των κανόνων για την ασφάλεια της αεροπορίας θα βελτιώσει την προστασία των πολιτών· θα επιτρέψει την ικανοποίηση των νόμιμων συμφερόντων των ενδιαφερόμενων, διότι θα υπάρξει καλύτερη εξισορρόπηση των κινδύνων που πρέπει να ληφθούν υπόψη και της έκτασης των ελέγχων που θα διεξαχθούν. Ομολογώ, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, ότι θα προτιμούσα η πρόταση αυτή να είχε εγκριθεί σε πρώτη ανάγνωση. Η καθυστέρηση αυτή είναι ακόμη πιο θλιβερή όταν διαπιστώνει κανείς, όπως εγώ σήμερα, ότι το σχέδιο έκθεσης του κ. Costa επιβεβαιώνει απολύτως την ανάγκη για αυτήν την πρωτοβουλία, και συμφωνούμε, κύριε Costa, με τις περισσότερες από τις συγκεκριμένες λειτουργικές προτάσεις.
Κύριε Πρόεδρε, έρχομαι τώρα στις τροπολογίες που κατατέθηκαν. Οι περισσότερες από τις μισές υιοθετούν τις τροπολογίες που ενέκρινε το Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση. Προφανώς, η θέση της Επιτροπής παραμένει η ίδια σε σχέση με αυτές.
Θα ήθελα να κάνω μερικά σχόλια για κάποιες από τις νέες τροπολογίες που κατατέθηκαν. Καταρχάς, η τροπολογία 46 μου φαίνεται επίκαιρη. Θα επιτρέψει στην Επιτροπή να συνεργαστεί στενότερα με τη ΔΟΠΑ με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών και την αμοιβαία συνδρομή σε θέματα ελέγχων και επιθεωρήσεων. Ως εκ τούτου, κύριε Costa, χαιρετίζουμε την προσέγγιση που παρουσιάζεται σε αυτήν την τροπολογία.
Η τροπολογία 33 περιλαμβάνει μια ρήτρα προθεσμίας για όλα τα μέτρα εφαρμογής που πρέπει να επανεξετάζονται μετά από έξι μήνες. Ωστόσο, σε μια κοινή δήλωση που προσαρτάται στη νέα απόφαση για την επιτροπολογία, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αναγνώρισαν, εντούτοις, ότι η καλή νομοθεσία απαιτεί οι εκτελεστικές αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στην Επιτροπή να μην έχουν χρονικούς περιορισμούς. Κατανοώ, φυσικά, το επιχείρημα που υποστηρίζει ότι ένα κείμενο που τέθηκε σε ισχύ λόγω έκτακτης ανάγκης θα πρέπει στη συνέχεια να επανεξεταστεί, αλλά εντούτοις ανησυχώ. Η συστηματική εφαρμογή της αρχής αυτής θα μπορούσε να προκαλέσει ασάφεια δικαίου και ο τομέας της αεροπορίας μπορεί τότε να οδηγηθεί στο να τροποποιήσει τις διαδικασίες του ή να δημιουργήσει νέες με καταστροφικές συνέπειες για την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών, την πληροφόρηση των επιβατών και τα κόστη. Για τον λόγο αυτόν, θα προτιμούσα να απορριφθεί η τροπολογία 33 όπως έχει διατυπωθεί. Τούτου λεχθέντος, είμαι διατεθειμένος να δεχτώ τη συμπερίληψη μιας δέσμευσης για την αναθεώρηση του κειμένου.
Θα επωφεληθώ αυτής της ευκαιρίας για να υπογραμμίσω ότι η Επιτροπή επανεξετάζει συνεχώς την καλή λειτουργία των εγκριθέντων μέτρων και ότι δεν διστάζει να τα τροποποιήσει αν το κρίνει αναγκαίο. Την περασμένη εβδομάδα, στο πλαίσιο μιας εξαμηνιαίας ανασκόπησης, η Επιτροπή ανέβαλε για ένα έτος την εισαγωγή ενός περιορισμού όσον αφορά το μέγεθος της χειραποσκευής, προκειμένου να μπορέσει να επανεξετάσει την εγκυρότητα αυτού του μέτρου και, ενδεχομένως, να φροντίσει για την καλύτερη προετοιμασία των φορέων για την εφαρμογή του.
Η τροπολογία 37 δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να μην εφαρμόσουν μέτρα τα οποία θεωρούν δυσανάλογα. Η διάταξη αυτή, αν εγκρινόταν, θα μπορούσε να υπονομεύσει το σύστημα των ευρωπαϊκών εναρμονισμένων βασικών προτύπων για την ασφάλεια της αεροπορίας. Θα κινδυνεύαμε να οπισθοδρομήσουμε σε ένα συνονθύλευμα 27 ασυντόνιστων εθνικών ρυθμιστικών συστημάτων και να εκμηδενίσουμε πέντε χρόνια εργασίας για την εναρμόνιση. Η τροπολογία αυτή θα μπορούσε επίσης να υπονομεύσει το σύστημα της «ενιαίας ασφάλειας» για τις ενδοκοινοτικές πτήσεις.
Μια σειρά τροπολογιών –οι τροπολογίες 10, 67, 77, 79 και 81– αποσκοπούν στη διευκόλυνση της σύναψης συμφωνιών ασφαλείας με τρίτες χώρες. Η πρόθεση αυτών των τροπολογιών είναι καλή, αλλά δυστυχώς δεν συνδέονται με εντολή. Έχουν ως αποτέλεσμα να δυσχεραίνουν το εν λόγω καθήκον, αντίθετα προς τον σκοπό τους. Ως εκ τούτου, πρέπει να επανεξετάσουμε τα κεφάλαια 4 και 5 του παραρτήματος του προτεινόμενου κανονισμού βάσει της κοινής θέσης του Συμβουλίου, προκειμένου να προσδιορίσουμε τις πτυχές επί των οποίων η Επιτροπή θα μπορούσε να καταλήξει σε συμφωνία. Οι τροπολογίες αυτές, ωστόσο, δεν μου φαίνονται αναγκαίες για την επίτευξη των αναφερόμενων στόχων. Για τον λόγο αυτόν, η Επιτροπή θα προτιμούσε να απορριφθούν.
Κύριε Costa, εντοπίσατε, κυρίως για το Συμβούλιο, ποιο είναι το βασικό πρόσκομμα: πρόκειται για τη χρηματοδότηση της ασφάλειας στο πεδίο της αεροπορίας. Είναι σαφές ότι αυτή είναι μια σημαντική συζήτηση. Από την πλευρά μου, θα περιοριστώ σε μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση όσον αφορά το ζήτημα αυτό. Η Ευρώπη χρειάζεται ένα μέσο που θα συμβάλει στο να διασφαλισθεί ότι οι προδιαγραφές που έχουν εγκριθεί στον τομέα της ασφάλειας της αεροπορίας εφαρμόζονται σύμφωνα με τους κανόνες που εγγυώνται δίκαιες συνθήκες ανταγωνισμού. Αυτοί οι ίσοι όροι ανταγωνισμού πρέπει να εφαρμόζονται τόσο στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε σχέση με τους διεθνείς ανταγωνιστές.
Τούτου λεχθέντος, αλήθεια, ποιος πληρώνει τον λογαριασμό; Θα ήθελα να πάρω ως παράδειγμα μια προτεινόμενη τροπολογία. Λέει ότι τα κράτη μέλη που εισάγουν διαδικασίες ασφαλείας, οι οποίες είναι πιο πολλές και πιο αυστηρές από αυτές που απαιτεί η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να αποζημιώνουν τους φορείς για τις επιπλέον δαπάνες που συνεπάγονται αυτά τα αυστηρότερα μέτρα. Καταλαβαίνω πολύ καλά τη λογική στην οποία βασίζεται αυτή η άποψη. Είναι επίσης αλήθεια ότι η Επιτροπή έχει ένα εργαλείο σε αυτό το πεδίο, και αυτό είναι οι κανόνες της Συνθήκης για τις κρατικές ενισχύσεις. Συνεπώς, εμείς οι ίδιοι θα διερευνήσουμε το πώς οι κανόνες αυτοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν δεόντως στο πλαίσιο των μέτρων οικονομικής στήριξης για τους παρόχους υπηρεσιών στο πεδίο της ασφάλειας της αεροπορίας.
Κατανοώ πλήρως όσα είπε ο κ. Costa απευθυνόμενος στο Συμβούλιο. Θα ήθελα, ωστόσο, να επιστήσω την προσοχή του Κοινοβουλίου στα μειονεκτήματα μιας καθυστέρησης όσον αφορά την καθιέρωση ενός βελτιωμένου τεχνικού κανονισμού για την ασφάλεια της αεροπορίας. Υπάρχει κάποιος κίνδυνος να κρατήσουμε αυτό το σχέδιο κοινοτικού κανονισμού κατά κάποιο τρόπο ως όμηρο έναντι των χρηματοδοτικών αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν σε επίπεδο κράτους μέλους. Θα επιθυμούσα, συνεπώς, το Κοινοβούλιο να διαχωρίσει τις τεχνικές προδιαγραφές από το ζήτημα της χρηματοδότησης της ασφάλειας, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την ταχεία εφαρμογή ενός καλύτερου κανονισμού. Αυτή είναι η επιθυμία μου, αλλά η απόφαση είναι δική σας.
Philip Bradbourn, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου καταρχάς μια επισήμανση. Θέλω να καταγραφεί στα πρακτικά η αντίρρησή μου με τη συμπερίληψη στην ημερήσια διάταξη του νομοθετικού έργου για ένα τόσο σημαντικό για τους ευρωπαίους πολίτες θέμα, σε τόσο προχωρημένη ώρα. Φαίνεται να είναι συνήθης πρακτική η συζήτηση νομοθετικών προτάσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης όταν παρίσταται ο μικρότερος αριθμός βουλευτών του ΕΚ και μελών του κοινού, και αυτό είναι απαράδεκτο.
Τα κεντρικά θέματα που συζητούνται σε αυτήν τη νεκρή περίοδο είναι οι αναθεωρήσεις των κανόνων ασφάλειας του 2001 στον τομέα της αεροπορίας, οι οποίες είναι σε μεγάλο βαθμό ευπρόσδεκτες. Η ύπαρξη κοινών κανόνων σε αυτόν τον τομέα, καθώς και η κοινή ερμηνεία των κανόνων σε όλα τα αεροδρόμια της ΕΕ, σημαίνει ότι η ασφάλεια, περιλαμβανομένης της ασφάλειας των επιβατών, μπορεί να βελτιωθεί σε μια περίοδο κατά την οποία αυτό είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά αναγκαίο.
Εντούτοις, δεν μπορούμε να αναμένουμε από το επιβατικό κοινό να πληρώσει για μία ακόμη φορά τον λογαριασμό. Αναφέρομαι εν προκειμένω στα βραχυπρόθεσμα ειδικά μέτρα ασφάλειας όπως αυτά που εφαρμόστηκαν πέρυσι στο αεροδρόμιο Heathrow του Λονδίνου. Τα εν λόγω μέτρα είναι άμεση συνέπεια αποφάσεων ενός κράτους μέλους και πρέπει, ως εκ τούτου, να χρηματοδοτούνται μέσω της γενικής φορολογίας, και όχι από τον επιβάτη, ο οποίος καταβάλλει ήδη δυσανάλογα κόστη όταν ταξιδεύει αεροπορικώς. Το θέμα αυτό υπήρξε το πλέον αμφιλεγόμενο στις διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο. Το Κοινοβούλιο, όμως, τηρεί ενιαία στάση. Αυτό πρέπει να στείλει το ισχυρό μήνυμα ότι η θέση μας επί του θέματος είναι αδιαπραγμάτευτη.
Επίσης, αν εξετάσουμε την προηγούμενη νομοθεσία μας στον τομέα της αεροπορικής ασφάλειας, διαπιστώνουμε ότι έχουν παρουσιαστεί προβλήματα, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή. Ως γνωστόν, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, πολλοί τόνοι αφορολόγητων προϊόντων τα οποία μεταφέρονται από καταναλωτές κατάσχονται. Πληροφορούμαι τώρα ότι αυτό το θέμα αντιμετωπίζεται και ότι η Επιτροπή θα καταθέσει προτάσεις για την αντιμετώπισή του. Οφείλω να αποδώσω εύσημα στον Επίτροπο Barrot και στον Πρόεδρο της Επιτροπής, κ. Barroso, για την παρέμβασή τους στο θέμα αυτό, ενώ ευελπιστώ ότι οι αρμόδιοι υπάλληλοι της Επιτροπής θα ακολουθήσουν το πολιτικό τους παράδειγμα και θα προτείνουν γρήγορες και λειτουργικές λύσεις.
Οφείλω επίσης να επιμείνω ως προς το ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να τηρείται ενήμερο για τις εξελίξεις σε αυτόν και σε άλλους τομείς, καθώς αυτοί που καλούνται να απαντήσουν στις διαμαρτυρίες των πολιτών όταν εμφανίζονται προβλήματα στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια είναι οι βουλευτές του ΕΚ. Δεν θέλω να καθυστερήσει η εφαρμογή αυτών των προτάσεων εξαιτίας σχετικά ασήμαντων επιμέρους προβλημάτων.
Εν κατακλείδι, δεν πρέπει να παίζουμε πολιτικά παιχνίδια εις βάρος της ασφάλειας των επιβατών.
Saïd El Khadraoui, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ξεκινήσω, εξ ονόματος της Ομάδας μου, ευχαριστώντας τον εισηγητή για το καλό έργο που επιτέλεσε, και να εκφράσω τη στήριξή μας για τη στρατηγική που πρότεινε, δηλαδή να εμμείνει στις θέσεις του ενόσω το Συμβούλιο αρνείται να μεταβάλει τη θέση του. Το εν λόγω θέμα είναι σημαντικό για τους πολίτες της Ευρώπης, και το Κοινοβούλιο έχει να διαδραματίσει τον δικό του ρόλο.
Κατά την άποψη της Ομάδας μου, υπάρχουν δύο καίριες πτυχές στη διαπραγματευτική διαδικασία. Καταρχάς –και αυτό το έχει ήδη θίξει ο εισηγητής– οτιδήποτε σχετικό με τη χρηματοδότηση. Επιτρέψτε μου να σας το σκιαγραφήσω εν συντομία. Δεν υφίσταται, κατ’ ουσίαν, πρόβλημα όσον αφορά τη χρηματοδότηση των μέτρων που θεσπίζει η περιβόητη επιτροπή εμπειρογνωμόνων, διότι είναι εντελώς λογικό η βιομηχανία, οι επιβάτες και η κυβέρνηση να οφείλουν άπαντες να συνεισφέρουν στα έξοδα. Το σημαντικό είναι να γίνεται κάτι τέτοιο με διαφάνεια· με άλλα λόγια, ο καταναλωτής να ενημερώνεται για το κόστος της ασφάλειας, και ό,τι μπαίνει στην άκρη όσον αφορά τα έξοδα ασφαλείας να δαπανάται όντως για την ασφάλεια και όχι σε άλλους σκοπούς. Υπάρχει, βεβαίως, το πρόβλημα των πρόσθετων δαπανών, οι οποίες, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να καλύπτονται από τα κράτη, υπό την προϋπόθεση ότι μπορούμε να τεκμαίρουμε ότι τα μέτρα ασφαλείας είναι υψηλού επιπέδου και σύμμετρα για την ασφάλεια όλων.
Μια δεύτερη πτυχή, η οποία δεν είναι ασήμαντη, κύριε Επίτροπε, είναι ο δημοκρατικός έλεγχος. Πρέπει να κατανοήσετε ότι δεν είμαστε σε θέση να εξουσιοδοτήσουμε εύκολα αυτήν την επιτροπή εμπειρογνωμόνων εν λευκώ. Επ’ ουδενί δεν αμφισβητούμε την αρμοδιότητά τους· ωστόσο, όταν τα εν λόγω μέτρα έχουν τέτοιον αντίκτυπο στον τρόπο μετακίνησης των συμπολιτών μας, τότε έχουμε καθήκον να πράξουμε το έργο μας, δηλαδή να ελέγξουμε εάν η απόφαση είναι ισορροπημένη, εάν είναι σύμμετρη με την απειλή, εάν είναι αποτελεσματική, εάν το κοινό είναι επαρκώς ενημερωμένο κλπ.
Γι’ αυτόν τον λόγο, επιθυμούμε να εξεύρουμε έναν τρόπο εκτιμήσεως αυτών των πραγμάτων και του αντικτύπου τους. Καταθέσαμε επ’ αυτού μια τροπολογία. Είμαστε προετοιμασμένοι να εξαντλήσουμε το θέμα με διάλογο· ωστόσο, φρονώ ότι είναι σημαντικό στο ύστατο σχέδιο να διαδραματίσει ρόλο το Κοινοβούλιο.
Επιθυμώ να θίξω ένα τελευταίο σημείο, κύριε Επίτροπε· πριν από μερικές εβδομάδες, ανακοινώσατε ότι αναμενόταν η αξιολόγηση του κανονισμού για τα υγρά. Θα ήθελα να σας ρωτήσω τώρα πότε μπορούμε να την αναμένουμε.
Vladimír Remek, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (CS) Κυρίες και κύριοι, καταρχάς θέλω να επαινέσω το έργο των εισηγητών. Το υπό εξέταση έγγραφο είναι πολυσύνθετο, και οπωσδήποτε δεν ήταν εύκολο να αναζητηθούν και να εξευρεθούν συμβιβασμοί, όπως απέδειξε εσχάτως ο διάλογος. Παρά ταύτα, η έκθεση που προέκυψε είναι κατά την άποψή μου συμπαγής, και ως σκιώδης εισηγητής επιθυμώ να ευχαριστήσω τόσο τους μεταφραστές όσο και τους συναδέλφους μου για τη συνεργασία τους.
Έχω την αίσθηση ότι είναι δυνατόν να στηρίξουμε την έκθεση καταρχήν, αν και περιέχει περίπου τέσσερα ζητήματα επί των οποίων, κατόπιν διαβουλεύσεων με ορισμένους πραγματογνώμονες, διατηρώ επιφυλάξεις, και τα οποία επιθυμώ να εκθέσω λεπτομερέστερα.
Πρώτο και κύριο είναι το ζήτημα της χρηματοδότησης για μέτρα ασφαλείας στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας, όπως προαναφέρθηκε. Έχω την αίσθηση ότι θα ήταν δύσκολο να επιλυθεί το πρόβλημα της χρηματοδότησης στο πλαίσιο αυτού του κανονισμού. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών, χρειάστηκε παράλληλη οδηγία ώστε να επιλυθούν παρόμοια ζητήματα. Στην περίπτωση της πολιτικής αεροπορίας, δεν διαθέτουμε επαρκή καταστατική πράξη και προτείνουμε διαφορετική πορεία δράσης.
Ένα άλλο αμφιλεγόμενο τμήμα της έκθεσης είναι, κατά τη γνώμη μου, οι προτάσεις για την ενσωμάτωση της διαφάνειας του κόστους της ασφάλειας στην τιμή των αεροπορικών εισιτηρίων. Αυτό είναι δύσκολα υλοποιήσιμο, διότι οι εταιρείες που εμπορεύονται αεροπορικά εισιτήρια δεν διαθέτουν την απαραίτητη θεώρηση των δαπανών ασφαλείας για τα αεροδρόμια. Εκείνοι που γνωρίζουν ποιες είναι οι δαπάνες, τις ενσωματώνουν στα αεροπορικά τέλη. Παρομοίως προβληματική είναι η χρήση της έκφρασης «που προστατεύουν την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας». Η φράση αυτή αναφέρεται κυρίως στην προστασία της πολιτικής αεροπορίας από την τρομοκρατία, η οποία είναι σημαντική, πλην όμως συνιστά μόνο μέρος της δέσμης μέτρων για την προστασία έναντι έκνομων πράξεων. Πιστεύω ότι υπάρχει κίνδυνος εσφαλμένης ερμηνείας εν προκειμένω και περιορισμού του προβλήματος ώστε να περιλαμβάνει μόνο την τρομοκρατία, ενώ υπάρχουν πολλές άλλες έκνομες πράξεις στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας.
Αναφερόμενος στα αμφιλεγόμενα σημεία της ανά χείρας έκθεσης, δεν θέλω επ’ ουδενί να αμφισβητήσω τη συνολική ποιότητα του έργου και του εγγράφου συνολικά. Θα τελειώσω, ωστόσο, με την προειδοποίηση ότι οι τροπολογίες 4 και 45 θα έχουν ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί πάρα πολύ η θέση της Επιτροπής, κάτι το οποίο, κατά την άποψή μου, δεν είναι αναγκαίο επί του παρόντος.
Κυρίες και κύριοι, γνωρίζω ότι οι παρατηρήσεις αυτές εκτείνονται πέραν των συνήθων λεπτομερειών, κάτι που οφείλεται στο γεγονός ότι η πρόταση έχει, σε κάποιον βαθμό, τον χαρακτήρα ενός τεχνικού κανονισμού, το αντικείμενο του οποίου είναι να καθιερώσει βασικές παραμέτρους για τις προδιαγραφές ασφαλείας στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας. Προσπάθησα, ως εκ τούτου, όχι μόνο να τις ενσωματώσω στις προτεινόμενες τροπολογίες, αλλά και να εκφέρω τις απόψεις μου ως πρώην πιλότος, όπου το θεώρησα αναγκαίο, όσον αφορά το έγγραφο συνολικά.
Georg Jarzembowski (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Αντιπρόεδρε, η Ομάδα μου υποστηρίζει απόλυτα τον εισηγητή.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Το Κοινοβούλιο υπενθύμισε ήδη το 2002 στα κράτη μέλη ότι πρέπει να συμμετάσχουν στις δαπάνες για τα μέτρα για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Σας ζητήσαμε να παρουσιάσετε μια στρατηγική για τη λύση του προβλήματος της χρηματοδότησης των μέτρων ασφαλείας χωρίς στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των αερολιμένων. Εσείς παρουσιάσατε τότε μια έκθεση, στην οποία όμως δεν είπατε «να ένας τρόπος για να λύσουμε το θέμα χωρίς στρέβλωση του ανταγωνισμού» ούτε είπατε ότι δεν έχει νόημα να υποβληθεί πρόταση. Έτσι, εμείς ακόμα την περιμένουμε. Είπαμε πέρυσι στο Συμβούλιο ότι περιμένουμε να αναγνωρίσει ξεκάθαρα την ευθύνη του για τη χρηματοδότηση. Το Συμβούλιο επανέλαβε ότι δεν ήταν διατεθειμένο να το κάνει. Εμείς δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να συνεχίσουμε αυτά τα παιχνίδια που άρχισαν το 2002, δηλαδή εδώ και πέντε χρόνια.
Δεν υπάρχει πραγματική πίεση για τη διεξαγωγή αυτής της μεταρρύθμισης γιατί καταφέρατε να θεσπίσετε τους βασικούς κανονισμούς που έχουμε τώρα –το καλύτερο παράδειγμα είναι το μέτρο για τα υγρά στις χειραποσκευές– βάσει αυτών των κανόνων. Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος για το αν το μέτρο αυτό θα εξακολουθήσει να ισχύει για πολύ καιρό. Δεν υπάρχει λόγος να πούμε ότι πρέπει να καταργηθεί τώρα επειδή εμποδίζει κάποια άλλα μέτρα ασφαλείας. Αν θέλετε να προτείνετε καινούργια μέτρα ασφαλείας, παρουσιάστε τα στο Σώμα. Εμείς είμαστε ανοιχτοί σε νέες προτάσεις.
Πιστεύουμε ότι πέρα από το θέμα των υγρών στις χειραποσκευές, για το οποίο θα διεξαγάγει ακρόαση η Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού, προτεραιότητα έχει η ανάλυση κινδύνου, και ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να την κάνουμε μαζί. Έχω σοβαρές αμφιβολίες για το εάν ο σημερινός κανονισμός βελτιώνει πραγματικά την ασφάλεια ή είναι δυσανάλογα αυστηρός. Ας το συζητήσουμε όμως ανοιχτά. Σας παρακαλώ να μην πείτε «οι άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών έχουν πληροφορίες που δεν μπορούν να μας διαβιβάσουν». Έχουμε ευθύνη απέναντι στους πολίτες να δίνουμε σαφείς απαντήσεις. Οι υπηρεσίες σας, και κυρίως οι υπηρεσίες του Συμβουλίου, πρέπει να παίξουν με ανοιχτά χαρτιά, γιατί εμείς δεν πρόκειται να ανεχθούμε άλλο τη σημερινή τακτική.
Ulrich Stockmann (PSE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, η αναθεωρημένη έκδοση του κανονισμού 2320/2002 είναι καλή και πρέπει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν.
Πρώτα από όλα, θέλω να πω δύο πράγματα για τη ρήτρα προθεσμίας. Εδώ αντιμετωπίζουμε ένα δίλημμα. Κανένας πολιτικός και κανένας υπάλληλος δεν θα αναλάβει την ευθύνη για την κατάργηση ανεπαρκών δομών ασφαλείας. Ως εκ τούτου, το βάρος της απόδειξης πρέπει να έχουν εκείνοι που θέλουν την παράταση ενός κανονισμού εφαρμογής και όχι εκείνοι που θέλουν να λήξει κανονικά. Αυτό είναι το κύριο επιχείρημα.
Δεύτερον, μερικές φορές η αντίδραση πρέπει να είναι πολύ άμεση, όπως κάνατε στην περίπτωση των υγρών· ωστόσο, το θέμα είναι πως πρέπει να γίνει στη συνέχεια η αξιολόγηση κινδύνου και η ανάλυση δαπανών για να είναι σωστή η πορεία της διαδικασίας. Η ρήτρα προθεσμίας είναι κατάλληλη και για αυτόν τον σκοπό.
Περνάω τώρα στο κυρίως θέμα, τη συζήτηση για τη χρηματοδότηση. Πρέπει να εστιάσουμε και πάλι στο πρόβλημα που μας απασχόλησε αρχικά, δηλαδή πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να έχουμε διαφανή και κατά το δυνατόν ενιαία πρότυπα χρηματοδότησης στην Ευρώπη. Εδώ η Επιτροπή πρέπει να παρέμβει διαδραματίζοντας διαμεσολαβητικό ρόλο. Δεν πρέπει να επικεντρωνόμαστε τόσο στο εάν πρέπει να πληρώσουν για αυτό οι φορολογούμενοι ή οι επιβάτες. Θεωρώ ότι η συζήτηση αυτή έχει γίνει αντιπαραγωγική και δεν ασχολείται πια με το καθαυτό πρόβλημα. Χρειαζόμαστε προτάσεις για τρόπους με τους οποίους θα επιτύχουμε διαφανή πρότυπα χρηματοδότησης στην Ευρώπη που θα είναι όσο πιο ενιαία γίνεται.
Jim Higgins (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, παρότι ακούγονται πολλά μεγάλα λόγια για την ασφάλεια των αερομεταφορών και τους περιορισμούς στις διεθνείς επιβατικές πτήσεις ή την ταλαιπωρία των επιβατών, γεγονός είναι ότι υφίσταται πραγματικό θέμα διεθνούς ασφάλειας. Η 11η Σεπτεμβρίου αποτελεί πραγματικότητα και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Η απειλή για τις βρετανικές αερομεταφορές ήταν πραγματική και όχι φανταστική. Οι άνθρωποι που διέπραξαν τα εγκλήματα της 11ης Σεπτεμβρίου, καθώς και οι υπεύθυνοι για την αποτραπείσα επίθεση στη Βρετανία, δεν εξακολουθούν απλώς να δρουν, αλλά έχουν επίσης δηλώσει δημοσίως ότι σκοπεύουν να συνεχίσουν την εκστρατεία διεθνούς τρομοκρατίας στην οποία επιδίδονται.
Ας είμαστε πραγματιστές. Ο στόχος της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και του Συμβουλίου σε αυτό το θέμα είναι κοινός. Ποιος είναι αυτός ο κοινός στόχος; Είναι η προστασία του τομέα των αερομεταφορών και η προστασία των εκατομμυρίων επιβατών που διακινούνται ετησίως. Παρακολουθώντας την αντιπαράθεση μεταξύ του Συμβουλίου και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού, θα νόμιζε κανείς ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας κατάστασης πόλωσης μεταξύ δύο διαμετρικά αντίθετων σημείων του πλανήτη, τα οποία εκπροσωπούν εντελώς διαφορετικά συμφέροντα, αντί για δύο πολιτικούς εταίρους εδώ στην Ευρώπη, οι οποίοι υποτίθεται ότι μεριμνούν για τα κοινά συμφέροντα του επιβατικού κοινού.
Αν επιθυμούμε να ακολουθήσουμε τη διαδικασία της συνδιαλλαγής, ας προχωρήσουμε αμέσως σε αυτό το στάδιο. Αυτό που απαιτείται είναι μια συμφωνία για την ασφάλεια στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας η οποία θα εγγυάται την ασφάλεια των πτήσεων και των επιβατών. Απαιτείται μια συμφωνία η οποία θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να αποφασίζουν αν επιθυμούν την εξαίρεσή τους από την εφαρμογή ορισμένων από τα προτεινόμενα μέτρα, όπως το ιπτάμενο προσωπικό ασφαλείας. Απαιτείται συμφωνία για μια κοινή δέσμη μέτρων τα οποία θα αποσκοπούν στην ασφάλεια των επιβατών και τα οποία –και η πτυχή αυτή είναι καίριας σημασίας– πρώτον, θα αποτελούν αντικείμενο αναθεώρησης κάθε έξι μήνες, δεύτερον, θα αξιολογούνται ως προς τον βαθμό αποτελεσματικότητάς τους, τρίτον, θα εξετάζεται εάν πρέπει να τροποποιηθούν και, τέταρτον, θα εξετάζεται το κόστος τους.
Εκείνο που πρέπει να αποφευχθεί είναι αντιπαραθέσεις όπως αυτή που συζητούμε απόψε στο Σώμα. Ο στόχος όλων μας είναι κοινός: η ασφάλεια των επιβατών· ας προχωρήσουμε, λοιπόν, στην υλοποίησή του. Είναι να απορεί κανείς που οι πολίτες της Ευρώπης δυσπιστούν, για να χρησιμοποιήσω μια ήπια διατύπωση, απέναντι στον τρόπο λειτουργίας αυτού του Κοινοβουλίου όταν εκδηλώνονται τέτοιες αντιπαραθέσεις μεταξύ της Επιτροπής, αφενός, του Συμβουλίου, αφετέρου, καθώς και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όταν όλοι έχουμε τον ίδιο στόχο.
Robert Evans (PSE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω και εγώ να συγχαρώ τον κ. Costa για την έκθεσή του. Όπως ανέφερε στην εισαγωγική του παρέμβαση, όλοι επιθυμούμε να ταξιδεύουμε με σιγουριά και ασφάλεια.
Τόσο ο κ. Higgins, προ ολίγου, όσο και ο κ. Bradbourn, πριν από αυτόν, ανέφεραν τον συναγερμό για τα υγρά στο Ηνωμένο Βασίλειο το περασμένο καλοκαίρι. Σε αντίθεση με τον κ. Jarzembowski, οι περισσότεροι συνάδελφοι θεωρούμε ότι η απειλή αυτή δεν είναι απλώς διαρκώς παρούσα, αλλά και ότι μεταβάλλεται διαρκώς με την πάροδο του χρόνου. Δεν μπορούμε να υπαναχωρήσουμε ούτε να κάνουμε συμβιβασμούς σε θέματα προστασίας και ασφάλειας των αερομεταφορών. Οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να συνεργαστούν για την εφαρμογή των υψηλότερων δυνατών προτύπων, και, ναι, αυτό σημαίνει ότι ορισμένες χώρες ενδέχεται να επιθυμούν να προχωρήσουν περισσότερο και να λάβουν πρόσθετα μέτρα.
Όσον αφορά ορισμένες άλλες πτυχές, όμως, οι επιβάτες βρίσκονται σε σύγχυση. Γιατί ορισμένα αεροδρόμια μοιάζει να είναι πιο ασφαλή σε σύγκριση με άλλα; Γιατί δεν έχει επιτευχθεί ακόμη συμφωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με τις χειραποσκευές – σχετικά με το τι επιτρέπεται και τι όχι; Κύριε Barrot, δηλώσατε ότι πρέπει να εγγυηθούμε την εφαρμογή των κανόνων ασφάλειας, και αυτό έχει κρίσιμη σημασία. Αναφερθήκατε, όμως, και σε δίκαιο ανταγωνισμό, και δυσκολεύομαι να κατανοήσω πώς υπεισέρχεται στη συζήτηση του θέματος ο ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός ενδέχεται να συνεπάγεται συμβιβασμούς· όπως, όμως, επεσήμαναν προηγούμενοι ομιλητές, δεν τίθεται θέμα συμβιβασμού ως προς την ασφάλεια των αερομεταφορών. Σε αυτόν τον τομέα, πρέπει να εργαστούμε όλοι μαζί.
Reinhard Rack (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, όλοι θέλουμε τις υψηλότερες δυνατές προδιαγραφές ασφαλείας. Το μόνο ερώτημα είναι ποιος θα αποφασίσει για το τι θα εξασφαλίσει το μέγιστο δυνατό επίπεδο ασφάλειας. Σε κάποιο μέτρο ο καθένας μας εδώ θα μπορούσε να θεωρήσει ότι είναι ειδικός, αφού ταξιδεύουμε σχεδόν καθημερινά με το αεροπλάνο.
Αυτό που ξέρουμε είναι πως ο καθένας από εμάς μπορεί εύκολα να παρακάμψει σε κάθε έλεγχο τους νέους κανόνες για τα υγρά. Αυτό που προβλέπεται είναι ένα πλασέμπο που έχει ως στόχο να εξασφαλίσει ότι οι πολίτες θα αισθάνονται ασφαλείς, ασφαλώς όμως δεν αυξάνει την ασφάλεια. Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, και σε αυτό στοχεύουν οι δύο τροπολογίες –του κ. Stockmann και η δική μου– με τις οποίες θέλουμε να εξασφαλίσουμε ότι το Σώμα θα συζητήσει για το ποια μέτρα προσφέρουν πραγματικά ασφάλεια και ποια είναι απλά πλασέμπο.
Στο σημείο αυτό μπορούμε πραγματικά να θεωρήσουμε ότι είμαστε ειδικοί, και έτσι λέμε ξεκάθαρα ότι έξι μήνες μετά από τη θέσπιση αυτής της διάταξης δεν χρειαζόμαστε ειδικούς κανόνες. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια πιο ορθολογική εξέταση του θέματος από αυτήν που έγινε παλιότερα. Στην πραγματικότητα, εδώ έχουμε ένα είδος εξωεδαφικής νομοθεσίας των ΗΠΑ που αποφασίστηκε από κοινού με τους Βρετανούς. Αυτή είναι η άποψή μας. Το ευρωπαϊκό σκυλί κουνάει τη βρετανική ή και την αμερικανική ουρά του. Αυτό δεν γίνεται.
Ως εκ τούτου, ζητάμε να γίνει το συντομότερο δυνατόν αναθεώρηση, και αν αυτό δεν καταλήξει σε πραγματική αύξηση της ασφάλειας, τα μέτρα πρέπει να λήξουν κανονικά. Αυτό θα μας αναγκάσει όλους να επανεξετάσουμε σοβαρά ποιες ρεαλιστικές λύσεις υπάρχουν για το πρόβλημα αυτό.
Jacques Barrot, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. (FR) Κύριε Πρόεδρε, θέλω καταρχάς να ευχαριστήσω όλους τους ομιλητές και, ιδιαίτερα, να ευχαριστήσω τον κ. Costa για την έκθεσή του. Είναι σαφές ότι η καλύτερη εξισορρόπηση των απαιτήσεων ασφαλείας και των επιχειρησιακών πτυχών είναι μια αληθινή πρόκληση για όλους μας. Γι’ αυτό, χρειαζόμαστε έναν νέο κανονισμό πλαίσιο που να είναι απλούστερος και πιο ευέλικτος· πρέπει να επιμείνω επ’ αυτού.
Θα απαντήσω κάποια ερωτήματα πριν πάω στη χρηματοδότηση. Κύριε El Khadraoui, η Επιτροπή προσπαθεί πολύ να ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις εξελίξεις, και σε λίγες ημέρες θα πραγματοποιήσετε μια ακρόαση εμπειρογνωμόνων, για την οποία ανέλαβε ευγενικά την πρωτοβουλία ο κ. Costa. Πιστεύω ότι αυτή είναι η σωστή μέθοδος για να προσπαθήσει κανείς να καταλάβει και να πάρει κάποιες πληροφορίες από εκείνους που βρίσκονταν πίσω από αυτές τις διατάξεις.
Κύριε Bradbourn, πρέπει να σας πω ότι εργαζόμαστε εντατικά για τα προβλήματα που αφορούν τα εμπορεύματα με μηδενικούς δασμούς. Ελπίζω ότι σε λίγες εβδομάδες θα είμαι σε θέση να σας δώσω κάποιες απαντήσεις για το θέμα αυτό. Εκείνος δεν είναι εδώ, αλλά απευθύνομαι σε όλους τους βουλευτές.
Έρχομαι τώρα στο πρόβλημα της χρηματοδότησης. Καταρχάς, θέλω να πω ότι κατανοώ πολύ καλά τη θέση της Επιτροπής και του κ. Costa. Πιστεύω, πρώτα από όλα, ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να αποφύγουμε τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Αυτό μου φαίνεται απόλυτα λογικό. Αντιλαμβάνομαι, όπως και ο κ. Jarzembowski, ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε έναν συμβιβασμό. Μολαταύτα, μαζί με το Συμβούλιο, πρέπει να λάβουμε υπόψη τους υπουργούς Οικονομικών. Οι υπουργοί Μεταφορών δεν καταρτίζουν εξολοκλήρου τους νόμους σε αυτό το πεδίο. Εδώ, λοιπόν, συναντούμε ένα πρόβλημα.
Αυτό που θα συγκρατήσω από αυτήν τη συζήτηση μαζί σας είναι η επιθυμία σας για διαφάνεια όσον αφορά το κόστος της ασφάλειας. Στο σημείο αυτό, δεν μπορώ να σας αντικρούσω. Πιστεύω, πράγματι, ότι είναι ουσιώδες το κόστος της ασφάλειας να καταστεί διαφανές· αυτό θα πρέπει να είναι τουλάχιστον το πρώτο στάδιο. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι χρειαζόμαστε αυτόν τον κανονισμό, όπως σας εξήγησα. Δεν θα ήθελα όλα αυτά να καταρρεύσουν εξαιτίας της ολοσχερούς έλλειψης κατανόησης και από τις δύο πλευρές μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου. Συνεπώς, η Επιτροπή θα διαδραματίσει τον ρόλο της ως μεσολαβητής και θα προσπαθήσουμε, στο μέτρο του δυνατού, να βρούμε μια λύση, κύριε Πρόεδρε, διότι, στο πεδίο της ασφάλειας, πρέπει να έχουμε τα σωστά εργαλεία και τα κατάλληλα εργαλεία.
Αυτός είναι ο λόγος που επιμένω κατά κάποιον τρόπο στην έγκριση αυτής της αναθεωρημένης πρότασης, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα την εγκυρότητα της προσέγγισης του Κοινοβουλίου, το οποίο, στο θέμα της χρηματοδότησης, απαιτεί μεγαλύτερη διαφάνεια, πιο δίκαιο ανταγωνισμό και, στο μέτρο του δυνατού, μια προσπάθεια προς την κατεύθυνση της εναρμόνισης από την πλευρά των κρατών μελών.
Πρόεδρος. Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Τετάρτη, στις 11.30.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 142 του Κανονισμού)
Christine De Veyrac (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Η πρόταση της Επιτροπής εισάγει διατάξεις που θα επιτρέψουν να σημειωθεί σίγουρη πρόοδος στον τομέα της ασφάλειας της αεροπορίας. Το ζήτημα της χρηματοδότησης για αυτά τα μέτρα ασφαλείας δεν αναφέρθηκε, ωστόσο.
Οι τροπολογίες που εγκρίναμε στο πλαίσιο της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού επιλύνουν το πρόβλημα αυτό και παρέχουν εύλογες και ισορροπημένες διατάξεις.
Δεν θα ήταν δίκαιο να επιτρέψουμε τη μετακύλιση του συνόλου του κόστους των μέτρων ασφαλείας στους επιβάτες των αεροπορικών μεταφορών. Είναι ευκταίο να αποφύγουμε την υπερβολική οικονομική επιβάρυνση των χρηστών που καταβάλλουν ήδη πολύ υψηλούς φόρους στα αεροπορικά εισιτήρια.
Για τον λόγο αυτόν πρέπει, κατά την άποψή μου, να υποστηρίξουμε την πρόταση για τη μικτή χρηματοδότηση των μέτρων ασφαλείας, δηλαδή και από τα κράτη μέλη και από τους χρήστες, και για τη χρηματοδότηση αυστηρότερων μέτρων αποκλειστικά από τα κράτη μέλη και μόνο από αυτά.
Επίσης, υποστηρίζω την τροπολογία 33, η οποία εξαρτά την επέκταση των μέτρων ασφαλείας από μια διεξοδική αξιολόγηση των κινδύνων, του κόστους και του αντίκτυπου των μέτρων αυτών.
Δεν μπορούμε να εφαρμόζουμε επ’ αόριστον μέτρα ασφαλείας που προκαλούν έντονη ενόχληση στους επιβάτες, όπως οι περιορισμοί στα υγρά και στις χειραποσκευές, χωρίς να εξετάζουμε προσεκτικότερα αν εξακολουθούν να είναι ενδεδειγμένα, καθώς και ποιες είναι οι συνέπειές τους για τους ταξιδιώτες.
James Nicholson (PPE-DE), γραπτώς. – (EN) Τα θέματα ασφάλειας των αερομεταφορών έχουν τεράστια σημασία για την ασφάλειά μας και πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη ταχύτητα, κάτι που δεν ισχύει μέχρι στιγμής. Η θέσπιση κοινών ελαχίστων προτύπων ασφάλειας είναι αναγκαία όχι μόνο λόγω της πραγματικής απειλής του εγκλήματος στις αερομεταφορές, αλλά και ενόψει του αισθήματος απειλής που δημιουργεί στο κοινό η έλλειψη μέτρων ασφάλειας.
Τα κράτη μέλη επιβάλλεται να καταβάλουν το κόστος των νέων μηχανισμών ασφάλειας και των βραχυπρόθεσμων ειδικών μέτρων. Οι επιβάτες δεν πρέπει να υποχρεώνονται να καλύψουν το κόστος της ασφάλειας. Τα μικρότερα περιφερειακά αεροδρόμια ενδέχεται να είναι δύσκολο να καλύψουν τα έξοδα για τη λήψη νέων δαπανηρών μέτρων, ενώ δεν μπορεί να ζητηθεί από τους αερομεταφορείς να αυξήσουν τις τιμές των εισιτηρίων τους. Το θέμα εν προκειμένω δεν είναι να πληρώνουν οι επιβάτες για το προνόμιο της ασφάλειας (δεν πρόκειται για προνόμιο, αλλά για αυτονόητο δικαίωμα), αλλά να διασφαλίσουν τα κράτη ότι δεν θα συντρίβονται αεροπλάνα σε κατοικημένες περιοχές.
Η αποτελεσματική αξιολόγηση των μέτρων που έχουμε λάβει είναι αναγκαία. Ορισμένα μέτρα ίσως να αποδειχθούν επιφανειακά, ενώ άλλα μπορεί να χρειαστεί να καταστούν πιο αποτελεσματικά. Επιπλέον, ενδέχεται να απαιτείται η εφαρμογή νέων μηχανισμών.