Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Πληρη πρακτικα των συζητησεων
Πέμπτη 26 Απριλίου 2007 - Στρασβούργο Έκδοση ΕΕ

4. Σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας (συζήτηση)
Συνοπτικά πρακτικά
MPphoto
 
 

  Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας.

 
  
MPphoto
 
 

  Joaquín Almunia, Επιτροπή. (ES) Κύριε Πρόεδρε, πρόκειται να διαβάσω τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας, και μολονότι εσείς και εγώ μιλάμε την ίδια γλώσσα, θα διαβάσω τη δήλωση στα Αγγλικά.

Κύριε Πρόεδρε, η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της που το θέμα αυτό εντάχθηκε στην ημερήσια διάταξη, επειδή έχουν περάσει περισσότερα από δύο χρόνια από τότε που για τελευταία φορά συζητήσαμε για την Ελβετία. Ήταν το 2004, με την ευκαιρία της σύναψης των 10 νέων διμερών συμφωνιών. Επιτρέψτε μου επομένως να ξεκινήσω με μια γενική παρατήρηση.

Οι διμερείς και πολυμερείς σχέσεις που συνδέουν την ΕΕ και την Ελβετία είναι πολύ καλές. Η Ελβετία είναι ένας υψηλής αξίας εταίρος για την ΕΕ σε πολλούς τομείς. Οι διμερείς σχέσεις μας βασίζονται σε μια στέρεη βάση περίπου 20 σημαντικών και περισσότερων από 100 μικρότερων συμφωνιών που αφορούν συγκεκριμένους τομείς. Οι συμφωνίες αυτές αφορούν από το ελεύθερο εμπόριο αγαθών και την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων έως τη συμμετοχή της Ελβετίας στην έρευνα και στη συνεργασία Σένγκεν. Ενδεχόμενες διαφορές δεν θα πρέπει να έχουν υπερβολικές επιπτώσεις στις σχέσεις μας.

Τον Φεβρουάριο, η Επιτροπή ενέκρινε μια απόφαση για τις κρατικές ενισχύσεις, όσον αφορά τις φορολογικές ελαφρύνσεις των ελβετικών καντονιών για ορισμένα είδη εταιρειών, κυρίως των εταιρειών χαρτοφυλακίου. Η απόφαση αυτή βρέθηκε στο επίκεντρο των μέσων μαζικής ενημέρωσης της Ελβετίας και δραματοποιήθηκε από ορισμένους, οι οποίοι τη μετέτρεψαν σε μεγάλη διαμάχη.

Νομικά, η Επιτροπή δεν διατηρεί καμία αμφιβολία ότι τα φορολογικά συστήματα των καντονιών χαρακτηρίζονται ως επιχορηγήσεις, επειδή αυτά τα φορολογικά καθεστώτα προσφέρουν αθέμιτα φορολογικά πλεονεκτήματα σε εταιρείες που έχουν την έδρα τους στην Ελβετία για κέρδη που πραγματοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα εισοδήματα που παράγονται στην Ελβετία φορολογούνται περισσότερο από τα κέρδη που πραγματοποιούνται στην ΕΕ. Η άνιση αυτή μεταχείριση βρίσκεται στο επίκεντρο του προβλήματος των κρατικών ενισχύσεων. Οι εν λόγω κανόνες υπάρχει κίνδυνος να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και μπορεί να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ της Ελβετίας και της ΕΕ. Όλα τα κριτήρια του άρθρου 23 της συμφωνίας του 1972, η διάταξη που χαρακτηρίζει παρόμοιες κρατικές ενισχύσεις ως ασύμβατες με τη σωστή λειτουργία της συμφωνίας, έχουν επομένως εκπληρωθεί.

Πολιτικά επίσης, φαίνεται δύσκολο να αποδεχτούμε ότι μια γειτονική χώρα που απολαμβάνει προνομιακή πρόσβαση στην εσωτερική μας αγορά και συμμετέχει σε μεγάλο αριθμό προγραμμάτων μας και σε άλλες δραστηριότητες, πρέπει να χορηγεί τέτοιες φορολογικές ελαφρύνσεις. Οι δικαιούχες εταιρείες συστήνονται συχνά μόνο και μόνο για να αποφεύγουν τη φορολογία των κερδών τους στα κράτη μέλη. Θα ήθελα να επισημάνω ότι αυτού του είδους ή παρόμοια φορολογικά συστήματα, δεν επιτρέπονται στο εσωτερικό της ΕΕ, σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις που προβλέπονται από τη Συνθήκη ΕΚ. Στο παρελθόν, η Επιτροπή ενέκρινε αποφάσεις κατά των συστημάτων αυτών. Δεν είμαστε κατά του φορολογικού ανταγωνισμού, ο οποίος υφίσταται επίσης μεταξύ των κρατών μελών, αλλά πρέπει να είναι θεμιτός.

Η Επιτροπή επιθυμεί να αναζητήσει μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση. Επομένως, ζητήσαμε επίσης από το Συμβούλιο τον Φεβρουάριο την εντολή για την έναρξη διαπραγματεύσεων με την Ελβετία όσον αφορά αυτό το θέμα. Τα κράτη μέλη στηρίζουν την Επιτροπή στο ζήτημα αυτό και επί του παρόντος το Συμβούλιο προετοιμάζει μια τέτοια εντολή. Υπολογίζω επίσης πάρα πολύ στη στήριξη του Κοινοβουλίου όσον αφορά αυτό το ζήτημα. Προχωρούμε με την πεποίθηση ότι θα βρεθεί μια λύση για αυτό το πρόβλημα, όπως ακριβώς βρίσκαμε πάντα λύσεις για τα προβλήματα στις σχέσεις μας με την Ελβετία στο παρελθόν.

Όσον αφορά ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, θα ήθελα να εκφράσω την προσδοκία της Επιτροπής ότι η Ελβετία θα είναι σύντομα, ελπίζουμε, έτοιμη να διαπραγματευτεί την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Αν η Ελβετία είχε την πρόθεση να αποκλείσει τους πολίτες δύο κρατών μελών από αυτή την πολύ σημαντική συμφωνία, θα ήταν απαράδεκτο για νομικούς, θεσμικούς και πολιτικούς λόγους.

Η Βουλγαρία και η Ρουμανία πρέπει επίσης να λάβουν χρηματοδοτική συνεισφορά από την Ελβετία για τη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων με τους ίδιους όρους που ισχύουν και για τα άλλα 10 νέα κράτη μέλη.

Ενόψει της θέσης της Ελβετίας όσον αφορά την προσχώρηση στην ΕΕ και τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, δεν υπάρχει επί του παρόντος εναλλακτική λύση για την περαιτέρω ενίσχυση των διμερών σχέσεων. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, η Επιτροπή είναι πρόθυμη να εξετάσει την πρόταση της Ελβετίας για τη διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας γενικού πλαισίου, με την προϋπόθεση ότι δίνει προστιθέμενη αξία στις σχέσεις μας, για παράδειγμα όσον αφορά την ενημέρωση των υφιστάμενων συμφωνιών σύμφωνα με το εξελισσόμενο κοινοτικό κεκτημένο.

 
  
MPphoto
 
 

  Andreas Schwab, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, χαιρετίζω τις δηλώσεις στις οποίες προέβη σήμερα ο Επίτροπος Almunia. Πιστεύω ότι οι εν λόγω δηλώσεις έχουν σε μεγάλο βαθμό και τη συγκατάθεση της Ομάδας μου. Οι σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ελβετίας ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερες. Ο Επίτροπος Almunia έθιξε τις διάφορες συμφωνίες.

Από την άποψη αυτή, η εταιρική μας σχέση με την Ελβετία χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερα στενή συνεργασία, η οποία όμως δεν έχει οδηγήσει ακόμη στο να καταστεί η Ελβετία μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η Ελβετία αποτελεί έναν ιδιαίτερα σημαντικό εμπορικό εταίρο καθώς επίσης και μια χώρα φίλη και γείτονα. Θεωρώ ότι αυτό είναι ιδιαίτερα ευχάριστο, καθώς η εκλογική μου περιφέρεια συνορεύει άμεσα με την Ελβετία. Γι’ αυτόν τον λόγο, θέλω να απευθύνω έκκληση προς όλες τις πλευρές να μην θέσουν σε κίνδυνο αυτές τις καλές σχέσεις γειτονίας με την ισχυρογνωμοσύνη ή τις υπερβολικές απαιτήσεις που θέτει η μία πλευρά στην άλλη.

Η διαφωνία για το φορολογικό ήδη αναφέρθηκε. Το ζήτημα της Ελβετίας θα αποτελούσε οπωσδήποτε αιτία για μια συνολική συζήτηση εδώ στο Κοινοβούλιο. Σήμερα, όμως, όπως το έθεσε και ο Επίτροπος Almunia, μας απασχολεί προφανώς το θέμα των δημοσιονομικών πρακτικών. Αναφορικά με το θέμα αυτό θα ήθελα να πω ότι, σε αντίθεση με τους συναδέλφους μας από τη Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα, καθώς και με τα διαβήματα περί του αντιθέτου στα οποία προέβη η Ελβετία, είμαστε της άποψης ότι το εν λόγω ζήτημα δεν αφορά την επέμβαση στο δικαίωμα μιας χώρας να επιβάλλει φόρους, αλλά πρόκειται μάλλον για το αν οι επιχειρήσεις, οι οποίες ανήκουν στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά και οι οποίες ενδέχεται να απολαύουν των πλεονεκτημάτων που παρέχει αυτή, λαμβάνουν αδικαιολόγητες επιδοτήσεις. Μιλάμε για την αρχή της ίσης μεταχείρισης και την κατάργηση των κρυφών επιδοτήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, η προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπή, ότι οι Ελβετοί πρέπει να εφαρμόσουν στο σημείο αυτό ορισμένες τελευταίες διορθώσεις, είναι σωστή, ακόμη και αν θα ήταν πιο συνετό να αρχίσουμε με διαπραγματεύσεις αντί με μια διαδικασία. Η δήλωση ότι πρόκειται για ζήτημα των καντονιών δεν ισχύει, κατά την άποψή μου, ούτε είναι αποτελεσματική, διότι μιλάμε για κρυφές επιδοτήσεις που πρέπει να καταργηθούν.

Από την πλευρά της, η ΕΕ πρέπει να καταστήσει σαφές το γεγονός ότι, ενώ σέβεται φυσικά την κυριαρχία της Ελβετίας σε φορολογικά ζητήματα, οι βασικές αρχές της ΕΕ, από τις οποίες επωφελούνται και οι ελβετικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις της εσωτερικής αγοράς.

Τέλος, θέλω να τονίσω ότι πρέπει να βρούμε μια λύση στο πρόβλημα αυτό, η οποία θα είναι προς όφελος των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, καθώς και των πολιτών, και στην οποία θα έχουν συμβάλει και οι δύο πλευρές. Για τον λόγο αυτό, απευθύνω έκκληση τόσο στην Επιτροπή όσο και στους ελβετούς γείτονές μας.

 
  
MPphoto
 
 

  Pervenche Berès, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, χαιρετίζω τη δήλωσή σας, διότι λάβατε υπόψη αυτά που διατυπώνουμε εδώ και πολύ καιρό, ήτοι ότι η πρακτική η οποία αναπτύσσεται σε ορισμένα ελβετικά καντόνια χωρίς να αναφέρουμε τα κυριότερα, του Zug, του Vaud και του Schwyz συνιστά παραβίαση της συμφωνίας του 1972 σχετικά με τις μορφές κρατικών ενισχύσεων οι οποίες αντιβαίνουν στους κανόνες του θεμιτού ανταγωνισμού και οι οποίες επηρεάζουν τη φύση του εμπορίου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας. Είναι γεγονός ότι η Ελβετία, ως φίλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απολαμβάνει τους ίδιους όρους πρόσβασης στην εσωτερική αγορά της ΕΕ που απολαμβάνει και κάθε κράτος μέλος της. Όμως δεν μπορείτε να έχετε και την πίτα ακέραιη και τον σκύλο χορτάτο, το οποίο εν προκειμένω σημαίνει ότι δεν μπορείτε να έχετε και τα πλεονεκτήματα της εσωτερικής αγοράς και τις εξαιρέσεις από τους κανόνες της για ορισμένα ελβετικά καντόνια.

Το θέμα εδώ δεν είναι να αναφερθούμε σε εκείνο ή το άλλο προβεβλημένο από τα μέσα ενημέρωσης πρόσωπο μεταξύ των φυσικών προσώπων, αλλά πράγματι να αναφερθούμε σε σημαντικά ποσά που διακυβεύονται λόγω των πρακτικών που αναπτύσσουν ορισμένα νομικά πρόσωπα. Κατά συνέπεια, εφόσον εντοπίζεται ένα πρόβλημα μεταξύ φίλων, πρέπει και να αντιμετωπίζεται. Αυτό προτείνετε να πράξετε. Στο θέμα αυτό θα έχετε την πλήρη υποστήριξη της Oμάδας μου και είμαι ευτυχής διότι και άλλες πολιτικές ομάδες στην Αίθουσα αυτή συμμερίζονται αυτή την προσέγγιση.

Όσον αφορά την Ελβετία, διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι το όλο θέμα συνιστά παρέμβαση στις ελβετικές εσωτερικές υποθέσεις. Ωστόσο, σε ένα διεθνές εμπορικό περιβάλλον, η ελευθερία δεν είναι μονομερής. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι περιστάσεις των άλλων και η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Πιστεύω ότι, όσον αφορά τις εξαιρετικές σχέσεις μας με την Ελβετία και ο Πρόεδρος Barroso το επανέλαβε με την ευκαιρία της πρόσφατης επίσκεψής του όταν στη Βέρνη αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να ενεργούμε.

Κατά καιρούς, η Ελβετία έχει καταφέρει να διχάσει και να κυριαρχεί μεταξύ των Ευρωπαίων, και όλοι θα θυμούνται τις συνθήκες υπό τις οποίες, αφού δημοσιοποιήθηκαν τα συμπεράσματα της Feira και θέλαμε να εγκρίνουμε την οδηγία για τη φορολόγηση των αποταμιεύσεων εντός της Ένωσης, ορισμένοι χρησιμοποίησαν την Ελβετία για να μας διχάσουν. Είμαι ευτυχής που οι συνθήκες για διαπραγμάτευση της εντολής που δόθηκε στην Επιτροπή θα δώσουν με σαφήνεια τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να μιλούν με μία φωνή, ενώ θα επιδεικνύουν σεβασμό όσον αφορά την εθνική κυριαρχία της Ελβετίας. Κατά τη γνώμη μου αυτός είναι ένας πολύ καλός οιωνός.

Για να ολοκληρώσω, θα ήθελα απλά να τονίσω με σαφήνεια το εξής: όταν κανείς εξετάζει τη λογική του ελβετικού συστήματος φορολογίας, η ιδέα ότι ένα σύστημα φορολογίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη το εξωτερικό κόστος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ελβετικής συλλογιστικής για τη φορολογία. Για να το διατυπώσω απλά, ορισμένες ελβετικές πρακτικές επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι, από τη στιγμή που η παραγωγή δεν λαμβάνει χώρα σε ελβετικό έδαφος, το κόστος των υποδομών ή της απασχόλησης ειδικευμένων εργαζομένων δεν πρέπει να ενσωματώνεται στο σύστημα φορολογίας. Πρέπει τουλάχιστον όσον αφορά το εμπόριο με την Ευρωπαϊκή Ένωση να επισημάνουμε την εξής κατάσταση: όπως λειτουργεί αυτή τη στιγμή το σύστημα φορολογίας σε ορισμένα ελβετικά καντόνια σε σχέση με το σύστημα φορολογίας των κρατών μελών της ΕΕ, έχουμε απώλεια εσόδων, δεδομένου ότι αυτές οι παραγωγικές δραστηριότητες αναπτύσσονται στο έδαφός μας και ο φόρος επί του κεφαλαιακού κέρδους που προκύπτει με τον τρόπο αυτό διοχετεύεται στην Ελβετία για να αποφεύγεται η ανάγκη να παρέχεται οιαδήποτε χρηματοδότηση γι’ αυτό το εξωτερικό κόστος. Σας εύχομαι καλή επιτυχία στις διαπραγματεύσεις.

 
  
MPphoto
 
 

  Diana Wallis, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. (EN) Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Επίτροπο για τη δήλωσή του.

Στο Κοινοβούλιο, επιθυμούσαμε εδώ και καιρό να συζητήσουμε συνολικά τη σχέση μας με την Ελβετία και να γιορτάσουμε την επιτυχία της Ελβετίας στα τρία διαδοχικά δημοψηφίσματα όσον αφορά ζητήματα της ΕΕ – δημοψηφίσματα που μετά βίας θα εγκρίνονταν σε πολλά από τα κράτη μέλη μας. Παρόλο που η Ελβετία δεν είναι κράτος μέλος, οι Ελβετοί είναι ενημερωμένοι Ευρωπαίοι.

Επιθυμούσαμε να συζητήσουμε την ενδιαφέρουσα κυβερνητική έκθεση σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική το προηγούμενο φθινόπωρο για να αναγνωρίσουμε ότι, ναι, οι Ελβετοί επιθυμούν επί του παρόντος να επιδιώκουν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα χωρίς την ιδιότητα μέλους, αλλά επιπλέον ίσως να έχουν ορισμένες εσφαλμένες αντιλήψεις για το τι προσφέρεται εδώ. Κατά τη γνώμη μου, ισοδυναμεί, όπως είπε ο Επίτροπος, με την οικοδόμηση όσον αφορά τις διμερείς συμφωνίες και ίσως μια συμφωνία πλαίσιο που μειώνει τον διοικητικό φόρτο και για τις δύο πλευρές. Ωστόσο, αυτό που ορισμένοι από εμάς θα ονόμαζαν «ελαφράς μορφής ιδιότητα μέλους» δεν προσφέρεται και από εκεί ίσως πηγάζουν οι παρούσες δυσκολίες όσον αφορά τον φόρο σε επίπεδο καντονιών.

Είτε είναι κάποιος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε όχι. Η Ελβετία δεν είναι και οι δύο πλευρές ορθώς το υπενθυμίζουν. Η Ελβετία δεν απολαμβάνει τα οφέλη της ιδιότητας μέλους, ούτε υπόκειται η χώρα αυτή σε όλες τις υποχρεώσεις. Αυτή είναι η δυσκολία μιας τέτοιας άτυπης, μεταβλητής γεωμετρίας: θα εγείρει πάντοτε προβλήματα και θα αποτελεί πηγή ενόχλησης. Ωστόσο, τα προβλήματα αυτά πρέπει να επιλύονται με καλή θέληση.

Ας αντιμετωπίσουμε ευθέως αυτό το θέμα της φορολογίας. Αν αυτό που επιθυμεί πραγματικά η Επιτροπή από την Ελβετία –όπως υποψιάζομαι ότι συμβαίνει– είναι να επεκτείνει τον κώδικα συμπεριφοράς για τη φορολογία των επιχειρήσεων, ας μιλήσουμε για αυτό. Ακόμη και μεταξύ των κρατών μελών είναι ένας εθελοντικός κώδικας. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι υπάρχουν υπεράκτιες φορολογικές ρυθμίσεις σε ένα κράτος μέλος που γνωρίζω τόσο καλά και που δεν θα ανεχόταν στενό έλεγχο, εντούτοις δεν έχω δει ανάλογη δραστηριότητα από την Επιτροπή προς αυτήν την κατεύθυνση.

Χρειαζόμαστε μια συζήτηση που θα ωφελεί τη σχέση μεταξύ της ΕΕ και του πλησιέστερου γεωγραφικού μας γείτονα στο κέντρο της Ευρώπης, μια χώρα που αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά και πηγή έμπνευσης σε εμάς και πολλές άλλες όσον αφορά τις δημοκρατικές της δομές και τον διεθνισμό. Αντί για αυτό, λέμε στους Ελβετούς ότι τα φορολογικά συστήματα των καντονιών είναι «ληστρικά». Αυτή είναι μια βαριά και δυσάρεστη λέξη. Αν είναι όντως ληστρικά, θα περίμενα να δω μια σειρά από εμφανείς περιπτώσεις ζημίας στο κοινοτικό εμπόριο σήμερα: πρακτικά παραδείγματα που θα μπορούσαν να αναφερθούν και να αποδείξουν ότι έχουν αυτό το ληστρικό αποτέλεσμα. Δεν έχω δει να αναφέρεται κανένα. Πράγματι, η Επιτροπή στηρίζεται αντιθέτως σε ένα επιχείρημα που δεν χρειάζεται να εκφραστεί αλλά δείχνει απλώς ότι οι δομές θα μπορούσαν να έχουν αυτό το αποτέλεσμα. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ακριβή παραδείγματα και αναρωτιέμαι αν αυτό συμβαίνει επειδή, αν εξετασθούν, δεν πρόκειται να αντιταχθούν στο αναγκαστικό επιχείρημα που προβάλλεται – ένα επιχείρημα εναντίον ενός μη κράτους μέλους, βασισμένο σε μια απηρχαιωμένη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, που σχεδιάστηκε αρχικά για τις εμπορευματικές συναλλαγές.

Ας το εξετάσουμε διαφορετικά. Ίσως οι ψηφοφόροι μου στο Yorkshire αναρωτιούνται γιατί αφιερώνω τόσο πολύ χρόνο μιλώντας για την Ελβετία. Ωστόσο, αν αυτή η βόρεια περιοχή της Αγγλίας απολάμβανε επί χρόνια το επίπεδο φορολογικής αυτονομίας από το Λονδίνο που τα καντόνια της Ελβετίας διαθέτουν στη χώρα τους, ίσως δεν θα υπήρχε τόση διαρροή από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ.

Η Ελβετία συνεισφέρει οικονομικά στη διαδικασία διεύρυνσής μας με λαϊκή συναίνεση. Πρόκειται για μια βαθιά και περίπλοκη σχέση, μια σχέση που τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζω εξοργιστική και απογοητευτική, αλλά ουδέποτε βαρετή! Μας λένε συχνά να είμαστε καλοί με τους Ελβετούς πριν από ένα δημοψήφισμα. Μας ρωτούν συνεχώς τι θα κάνουμε αν ψηφίσουν «όχι». Η απάντηση είναι ότι η επιλογή ανήκει πάντοτε στον λαό της Ελβετίας αλλά, αν επιθυμούν να συνεργαστούν μαζί μας, πρέπει να εργαστούμε μαζί τους με σεβασμό και με σωστό τρόπο. Το καλύτερο θα ήταν να υπάρξουν κάποτε ελβετοί υπουργοί στο Συμβούλιο, ένας ελβετός Επίτροπος και ελβετοί συνάδελφοι εδώ για να συζητούν μαζί μας αυτά τα ζητήματα, όχι να κάνουμε εμείς κάτι τέτοιο ενεργώντας ως μεσολαβητές.

 
  
MPphoto
 
 

  Mario Borghezio, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, η συζήτηση όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ελβετίας μάς δίνει μια ενδιαφέρουσα και πρόσφορη ευκαιρία για έναν σύντομο προβληματισμό σχετικά με τα όσα μπορούμε να διδαχθούμε από την παλιά δημοκρατίας της μικρής, αλλά ιστορικά σημαντικής, Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Ελβετίας.

Εάν οι φορολογούμενοι πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνώριζαν το ομοσπονδιακό φορολογικό σύστημα της Ελβετίας, θα το θεωρούσαν πρότυπο προς μίμηση –όπως και είναι– ειδικά για την προστασία της οικονομικής ελευθερίας.

Υπενθυμίζω στους φορολογούμενους των κρατών μελών ότι η ελβετική νομοθεσία βασίζεται σε σημαντικές αρχές, μεταξύ των οποίων η αρχή της νομικής ισότητας, της οικονομικής ελευθερίας και, προπαντός, της διασφάλισης της ιδιοκτησίας.

Η αρχή της νομικής ισότητας επιβάλλει τη φορολόγηση ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες. Η αρχή της οικονομικής ελευθερίας απαγορεύει βάσει συνταγματικών κανόνων την καταβολή ορισμένων φόρων επιτηδεύματος που θα είχαν απαγορευτικό χαρακτήρα στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής. Τέλος, η σημαντική αρχή της εγγύησης της ιδιοκτησίας δυνάμει του άρθρου 26 του Ομοσπονδιακού Συντάγματος, απαγορεύει τη φορολογική επιβάρυνση όταν αυτή λαμβάνει χαρακτήρα κατάσχεσης, έτσι ώστε η διασφάλιση της ιδιοκτησίας να θέτει όριο στη φορολογική επιβάρυνση.

Αυτό πρέπει να διδαχθούν τα κράτη μέλη τα οποία, όπως το ιταλικό κράτος, επιβαρύνουν υπερβολικά τους φορολογούμενους με μια φορολογική νομοθεσία και μια φορολογική πίεση που στην Ιταλία υπερβαίνει το 40%. Θα πρέπει να διδαχθούμε από αυτή τη μεγάλη ιστορική εμπειρία τις αρχές της οικονομικής ελευθερίας που θεσπίζει το ελβετικό Σύνταγμα. Εμείς οι πολίτες της Παδανίας έχουμε την τύχη να είμαστε γείτονες αυτού του ελεύθερου λαού της Ελβετίας.

Δεν πρέπει να λησμονούμε τέλος την αρχή της ελευθερίας της πίστης, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η επιβολή φορολογικών εισφορών για θρησκευτικές δαπάνες σε όσους δεν ανήκουν στη συγκεκριμένη θρησκεία, καθώς και το θεμελιώδες δικαίωμα άμεσης έκφρασης της βούλησης με δημοψηφίσματα για τους φόρους. Ήλθε η ώρα να λάβει τέλος η φορολογική καταπίεση των πολιτών από τα κράτη! Ο λαός πρέπει να αποφασίζει για την φορολογία!

 
  
MPphoto
 
 

  Andreas Mölzer, εξ ονόματος της Ομάδας ITS. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, όταν οι ελβετοί πολίτες απέρριψαν το 1992 την είσοδο στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί τις εξελίξεις που διαγράφονται σήμερα. Αφενός, τόσο η ΕΕ όσο και η Ελβετία επωφελούνται από τη συνεργασία και τις διμερείς συμφωνίες, για παράδειγμα όσον αφορά την ασφάλεια και το άσυλο. Αφετέρου, έχουμε αμείλικτες διαπραγματεύσεις, απαιτήσεις και ακόμη και εκβιασμούς, για παράδειγμα σε σχέση με την εκτεταμένη ελευθερία κυκλοφορίας των προσώπων και τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, ή επί του παρόντος σε σχέση με τη φορολόγηση των επιχειρήσεων, αναφορικά με την οποία υπάρχει η πρόθεση να χρησιμοποιηθούν ως μέσο άσκησης πίεσης οι παρεκκλίσεις για τις σιδηροδρομικές διελεύσεις, οι οποίες είναι πολύ σημαντικές όσον αφορά την Ελβετία.

Όταν η Ελβετία κατέστησε πριν από πολλά χρόνια αυστηρότερο τον νόμο περί ασύλου, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συγκράτησε τις επικρίσεις της. Ο εν λόγω νόμος σχεδιάστηκε για να δώσει τέλος στο 75% των αιτήσεων ασύλου που υποβάλλονταν λανθασμένα κάθε χρόνο, κάτι που πράγματι συνέβη. Η «στροφή» αυτή της Ελβετίας, η οποία είναι κατά παράδοση πολύ φιλόξενη προς τους επισκέπτες, ανάγκασε όλους εκείνους στην Ένωση που ονειρεύονται την πολυπολιτισμικότητα να αναθεωρήσουν και η Ένωση αναγκάστηκε, στην πραγματικότητα, να παραδειγματιστεί από αυτόν τον ελβετικό νόμο περί ασύλου.

Πλέον, είναι καιρός να αναζητήσουμε από κοινού λύσεις για τα κοινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στον τομέα της φορολογίας, καθώς και όσον αφορά τη μετανάστευση και την ενσωμάτωση. Προπάντων, θα πρέπει να λάβουμε ως παράδειγμα την Ελβετία όσον αφορά την άμεση δημοκρατία, διότι μόνο αν οι ευρωπαίοι πολίτες αισθανθούν και πάλι ότι οι προθέσεις τους λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, ότι μπορούν να έχουν και αυτοί λόγο στα διάφορα ζητήματα, ίσως να μπορέσουμε τότε να εξέλθουμε από την κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ.

Οι διαφωνίες γύρω από το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και τη νέα ευρωπαϊκή διεύρυνση προσφέρουν αρκετές ευκαιρίες για να χρησιμοποιήσουμε την Ελβετία ως παράδειγμα.

 
  
MPphoto
 
 

  James Nicholson (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει πολλές διμερείς συμφωνίες με την Ελβετία. Αυτές είχαν ως αποτέλεσμα την ευημερία τόσο της Ελβετίας όσο και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι διμερείς συμφωνίες πρέπει να αναγνωρίζονται από όλους τους εκπροσώπους μιας κοινής επιθυμίας για ευημερία. Υπάρχουν περαιτέρω δείκτες οι οποίοι αποδεικνύουν τα κοινά σημεία μας και την κατεύθυνση προς την οποία βαδίζουμε: μεταξύ άλλων, η Ελβετία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. 900 000 πολίτες της ΕΕ διαμένουν και εργάζονται στην Ελβετία, ενώ πολλοί περισσότεροι ταξιδεύουν μεταξύ αυτών των συνόρων σε τακτική βάση. Ωστόσο, η παρούσα διαφωνία μεταξύ της Επιτροπής και της κυβέρνησης της Ελβετίας είναι ανησυχητική και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το ταχύτερο.

Συνειδητοποιώ ότι το πρόβλημα της διπλής φορολογίας το οποίο αντιμετωπίζουν η ΕΕ και η Ελβετία δεν είναι αμελητέο, αλλά δεν θα ήθελα να προκύψουν απειλές στους προκαταρκτικούς γύρους των διαπραγματεύσεων ή στους επόμενους γύρους όσον αφορά αυτό το ζήτημα. Το ζήτημα της διπλής φορολογίας δεν προσφέρει έναν εύκολο τρόπο για επενδύσεις, θέσεις εργασίας και εισοδήματα για τα καντόνια της Ελβετίας που επιτρέπουν τα διπλά πρότυπα. Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και το Κοινοβούλιο πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να προστατέψουν τα συμφέροντα των κρατών μελών.

Σας εύχομαι καλή τύχη στις διαπραγματεύσεις και προσμένω μια θετική έκβαση.

 
  
MPphoto
 
 

  Aloyzas Sakalas (PSE). – (LT) Καταρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Επίτροπο Almunia για τις πληροφορίες που έδωσε σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετίας.

Ωστόσο, θα ήθελα να ακούσω όσα έχει να πει ο κ. Almunia σχετικά με τον απώτερο πολιτικό στόχο αυτών των σχέσεων. Με άλλα λόγια, η σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ελβετίας πραγματοποιείται με στόχο τη μελλοντική ένταξη της Ελβετίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Και σε αυτήν την περίπτωση, πότε αναμένεται να γίνει κάτι τέτοιο και τι πρέπει να πράξουν πριν από αυτό η Ελβετία και η Ευρωπαϊκή Ένωση; Εάν η σύσφιξη των σχέσεων δεν έχει ως στόχο την ένταξη της Ελβετίας, αλλά αντ’ αυτού έχει ως στόχο μια προνομιακή εταιρική σχέση της Ελβετίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ποιες θα πρέπει να είναι οι αρχές μιας τέτοιας εταιρικής σχέσης;

Δεν πιστεύω ότι οι διμερείς συμφωνίες επιλύουν οριστικά το πρόβλημα του πολιτικού μέλλοντος της Ελβετίας· ως εκ τούτου, θα ήθελα ο κ. Almunia να κάνει αναφορά σε έναν οδικό χάρτη, για παράδειγμα, από τον οποίο θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει ποια είναι η κατεύθυνση του έργου της Επιτροπής όσον αφορά την ανάπτυξη των σχέσεων της ΕΕ με την Ελβετία. Με βάση το υλικό που παρουσιάστηκε, είναι δύσκολο να πω εάν η Επιτροπή διαθέτει έναν τέτοιο οδικό χάρτη ή εάν αυτός υποκαθίσταται από προσωρινές συμφωνίες.

Η πρότασή μου είναι η εξής: είναι απαραίτητο να συνταχθεί ένας οδικός χάρτης για την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Ελβετίας, απώτερος στόχος της οποίας θα είναι είτε η ένταξη της Ελβετίας στην ΕΕ είτε η προνομιακή εταιρική σχέση της όσον αφορά τη συνταγματική συμφωνία που πρόκειται να εγκριθεί. Προκειμένου να επιλέξουμε μία από αυτές τις επιλογές, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τη γνώμη του ελβετικού λαού σχετικά με τις προοπτικές για τη χώρα του.

Έως ότου επιλύσουμε αυτό το πολιτικό πρόβλημα, θα συνεχίσουμε να συνάπτουμε διάφορες συμφωνίες, ενώ η κάθε πλευρά των διαπραγματεύσεων θα προσπαθεί να απαιτεί ευνοϊκότερες συνθήκες εις βάρος της άλλης πλευράς.

Μελετώντας τις υφιστάμενες και σχεδιαζόμενες συμφωνίες, έχω σοβαρές αμφιβολίες ως προς το εάν απλά έχουμε μεγαλύτερες απαιτήσεις από την Ελβετία, η οποία δεν είναι ακόμη μέλος της ΕΕ, σε σύγκριση με τα ίδια τα κράτη μέλη της ΕΕ. Κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Ελπίζω ότι ο Επίτροπος Almunia θα διασκεδάσει τις δεδηλωμένες αμφιβολίες μου απαντώντας στα θέματα που έθεσα.

 
  
MPphoto
 
 

  Mieczysław Edmund Janowski (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η Ελβετία θεωρείται από πολλούς ένα ιστορικό παράδειγμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αρκεί να αναλογιστούμε τον Jean Jacques Rousseau ή τον Johannes von Müller. Ωστόσο, φαίνεται ότι παραμένει νησί, ένα Sonderfall, πέρα από την ενωμένη Ευρώπη η οποία την περιβάλλει από όλες τις πλευρές.

Ας θυμηθούμε ότι, σε δημοψήφισμα που διεξήχθη το 1992, το 50,3% των ελβετών πολιτών ψήφισε κατά της ένταξης της χώρας τους στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Δεν θα ήθελα να παρέμβω με κανέναν τρόπο στις εσωτερικές υποθέσεις της Συνομοσπονδίας. Υπογραμμίζοντας την καλή συνεργασία μεταξύ της Ελβετίας και της ΕΕ σε όλους σχεδόν τους τομείς, ελπίζω ότι μπορεί να βρεθεί γρήγορα η σωστή λύση όσον αφορά τη φορολογία. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, προκειμένου να επιτευχθεί διαφάνεια στη συνεργασία μας.

Εξ ονόματος των νέων κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της χώρας μου, θα ήθελα να χαιρετίσω ιδιαίτερα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που διεξήχθη στις 26 Νοεμβρίου 2006, το οποίο έκανε δεκτή τη θέσπιση ενός ελβετικού χρηματοδοτικού μέσου ύψους 1 δισ. φράγκων. Από την πλευρά τους, αυτές οι χώρες έχουν ανοίξει διάπλατα τις πόρτες τους σε επενδύσεις ελβετικών κεφαλαίων. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, οι εισαγωγές από την Ελβετία αυξήθηκαν κατά 20% κατά την περίοδο αυτή, ενώ οι εξαγωγές αυξήθηκαν μόνο κατά 5% λιγότερο. Είμαι βέβαιος ότι τα ελβετικά κονδύλια θα χρησιμοποιηθούν με λογικό τρόπο με στόχο την καινοτομία, συμπεριλαμβανομένης της επιστημονικής έρευνας, παρέχοντας στήριξη στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και, επίσης, προστατεύοντας το περιβάλλον και ενισχύοντας την περιφερειακή ανάπτυξη.

Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω ότι η Ελβετία έχει μια ιδιαίτερα θετική εικόνα στην ΕΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία μου, περίπου το 72% των Ευρωπαίων θα δεχόταν με χαρά την Ελβετική Συνομοσπονδία στον κοινό ευρωπαϊκό οίκο μας. Ίσως θα ήταν σώφρον να εκμεταλλευτούμε όσο το δυνατόν περισσότερο αυτήν τη θετική στάση.

 
  
MPphoto
 
 

  Daniel Hannan (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, γιατί οι Ελβετοί τα καταφέρνουν τόσο καλύτερα από εμάς; Γιατί η Ελβετική Συνομοσπονδία είναι πλουσιότερη, περισσότερο ικανοποιημένη, περισσότερο τακτική και καλύτερα διοικούμενη από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Επιτρέψτε μου να αναφέρω έναν λόγο. Η Ελβετία βασίζεται σε αυτό που θα μπορούσε κάποιος να ονομάζει «αρχή του Τζέφερσον»: η έννοια ότι οι αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται όσο το δυνατό εγγύτερα στους πολίτες τους οποίους επηρεάζουν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αντίθετα, βασίζεται στην αντίθετη αρχή. Η πρώτη φράση του πρώτου άρθρου της Συνθήκης της Ρώμης μας δεσμεύει σε μια ολοένα και πιο κλειστή ένωση. Ενώ η εξουσία στην Ελβετία είναι κατανεμημένη, η εξουσία στην ΕΕ είναι συγκεντρωμένη και από αυτή τη δομική αδυναμία προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής δυσαρέσκειάς μας: οι απρόβλεπτες επιπτώσεις των οδηγιών και των κανονισμών μας, η δυσκαμψία των πολιτικών μας, η αίσθηση ότι η διακυβέρνηση έχει απομακρυνθεί από τους διοικούμενους, η αποφασιστικότητα με την οποία τα εθνικά εκλογικά σώματα ψηφίζουν «όχι» στις Βρυξέλλες με κάθε ευκαιρία.

Γιατί λοιπόν συνεχίζουμε να πιέζουμε και να απειλούμε την Ελβετία όσον αφορά την άρνησή της να προσχωρήσει στην Ένωση; Γιατί κατακρίνουμε την επιτυχία τους να διατηρούν τους φόρους των καντονιών σε χαμηλά επίπεδα; Γιατί ενθαρρύνουμε αυτή τη μειονότητα των ελβετών νομοθετών οι οποίοι βλέπουν την ιδιότητα μέλους της ΕΕ ακριβώς ως έναν τρόπο να παραμερίσουν τους ψηφοφόρους τους και να διαφύγουν του συστήματος της άμεσης δημοκρατίας; Είναι μήπως επειδή φθονούμε την επιτυχία των γειτόνων μας ή επειδή φοβόμαστε ότι οι δικοί μας πολίτες θα παρακινηθούν από το παράδειγμά τους για να απαιτήσουν την ανεξαρτησία των δικών τους κρατών;

Επιτρέψτε μου να προτείνω μια εναλλακτική προσέγγιση. Αντί να επιδιώκουμε να σύρουμε την Ελβετία στην Ένωσή μας, γιατί τα κράτη μέλη μας δεν υποβάλλουν αντίθετα αίτηση ενσωμάτωσής τους ως καντόνια της συνομοσπονδίας τους; Σε τελική ανάλυση, οι Ελβετοί κάνουν κάτι σωστό!

 
  
MPphoto
 
 

  Ryszard Czarnecki (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, διεξάγονται πολλά δημοψηφίσματα στην Ελβετία και αυτός είναι ένας από τους λόγους για τον οποίο δεν θα ήθελα να είμαι καντόνι ούτε καν σε μια τόσο ευχάριστη χώρα. Η Ελβετία είναι μια πλούσια χώρα, η οποία δεν χρειάζεται να γίνει μέλος της Ένωσης και, επί του παρόντος, δεν επιθυμεί να προσχωρήσει στην Ένωση. Ταυτόχρονα, αποτελεί έναν καλό, στρατηγικό εταίρο για την ΕΕ. Όταν κάποιος έχει έναν τέτοιο εταίρο, κύριε Επίτροπε, διαπραγματεύεται και συζητά, αντί να εγκαινιάζει διαδικασίες. Συμφωνώ εδώ με τον συνάδελφο από την Ομάδα ΕΛΚ-ΕΔ. Ως πολωνός βουλευτής του ΕΚ, η περίπτωση της Ελβετίας μού υπενθυμίζει τις ατυχείς και, έως σήμερα, ανεπιτυχείς προσπάθειες ορισμένων γερμανών και γάλλων πολιτικών, όπως του κ. Νικολά Σαρκοζί, για ενοποίηση της φορολογίας στην ΕΕ, κάτι που θα οδηγούσε de facto σε αύξηση των φόρων στη χώρα μου. Δεν θα υπάρξει συναίνεση σε μια τέτοια κίνηση. Ως εκ τούτου, δεν εκπλήσσομαι που οι Ελβετοί παραπονούνται τώρα σχετικά με την παρέμβαση των Βρυξελλών στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας τους. Το θέμα αυτό εν γένει αποδεικνύει ότι η Ένωση θα πρέπει να εξετάσει τα του οίκου της. Θα πρέπει να μεταρρυθμίσει τη δική της οικονομία με τέτοιο τρόπο ώστε να την καταστήσει πραγματικά ανταγωνιστική, χωρίς να καταφεύγει σε διαδικασίες, ποινές και απαιτήσεις προς τρίτες χώρες ή προς τα ίδια τα μέλη της.

 
  
MPphoto
 
 

  Joaquín Almunia, Επιτροπή. (ΕΝ) Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να πω απλώς δυο λόγια.

Πρώτον, θα ήθελα να επιμείνω ότι η Επιτροπή θεωρεί ότι οι σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Ελβετίας είναι πολύ καλές. Η Επίτροπος Ferrero-Waldner είχε την ευκαιρία να συναντηθεί με τον Πρόεδρο της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στις 3 Απριλίου. Συζήτησαν για αυτές τις πολύ καλές σχέσεις, οι οποίες δεν αποκλείουν ορισμένα νομικά προβλήματα, τα οποία μοιάζουν με εκείνα που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Κάθε φορά που η Επιτροπή θεωρεί ότι οι Συνθήκες ή οι νομικές διατάξεις της Κοινότητας δεν τηρούνται πλήρως, ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, είναι υποχρεωμένη να αντιδράσει. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του ζητήματος που συζητούμε: οι αποφάσεις σχετικά με τη φορολογία οι οποίες εγκρίθηκαν σε ορισμένα καντόνια της Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Δεν πρόκειται για φορολογικό ανταγωνισμό. Πρόκειται για την εφαρμογή των κανόνων που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας μας με την Ελβετία το 1972. Δεν πρόκειται για φορολογικό ανταγωνισμό, αλλά για κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή κινεί πολύ συχνά αυτού του είδους τη διαδικασία λόγω μη εφαρμογής των κανόνων των κρατικών ενισχύσεων στα κράτη μέλη και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα.

Δεν ξέρω αν γνωρίζετε ότι περισσότερες από 20 000 εταιρείες-γραμματοκιβώτια εγκαταστάθηκαν στην Ελβετία μόνο και μόνο για να αποφύγουν τη φορολογία στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συζητούμε το συγκεκριμένο ζήτημα με τις αρχές της Ελβετίας από το 2005. Δεν βρήκαμε άλλη λύση εκτός από το να κινήσουμε αυτή τη διαδικασία. Ζητούμε από το Συμβούλιο μια εντολή διαπραγμάτευσης με τις αρχές της Ελβετίας προκειμένου να βρεθεί μια λύση σε αυτή τη διαμάχη. Ελπίζω ότι, τις επόμενες εβδομάδες, το Συμβούλιο θα μας παράσχει αυτή την εντολή με τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας των κρατών μελών. Ελπίζω ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αυτά τα ζητήματα, τα οποία αποτελούν σημαντικά προβλήματα για χιλιάδες ευρωπαϊκές εταιρείες, θα επιλυθούν.

 
  
MPphoto
 
 

  Πρόεδρος. Η συζήτηση έληξε.

 
Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου