18. Παρεκκλίσεις από τους κανόνες για την εσωτερική αγορά στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα βάσει του άρθρου 296 της Συνθήκης ΕΚ (συζήτηση)
Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση της προφορικής ερώτησης (O-0022/2007 – B6-0122/2007) της κ. McCarthy προς την Επιτροπή, εξ ονόματος της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σχετικά με τις παρεκκλίσεις από τους κανόνες για την εσωτερική αγορά στον τομέα των δημοσιών συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα βάσει του άρθρου 296 της Συνθήκης ΕΚ.
Arlene McCarthy (PSE), συντάκτρια. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, λυπάμαι που ο κ. Booth έφυγε επειδή θα ήθελα να του πω ότι είμαι λάτρης της μουσικής και ίσως την επόμενη φορά θα μπορούσε να παρουσιάσει ένα ευρωπαϊκό ραπ κομμάτι όταν συζητείται η έκθεσή μου!
Όπως γνωρίζει η Επιτροπή, η αγορά δημόσιων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα αντιστοιχεί σε μεγάλο ποσοστό των δημόσιων συμβάσεων της ΕΕ, το οποίο εκτιμάται περίπου σε 80 δισεκατομμύρια ευρώ από ένα συνδυασμένο προϋπολογισμό άμυνας των κρατών μελών ύψους 170 δισεκατομμυρίων ευρώ, και γι’ αυτόν τον λόγο υποβάλλουμε αυτό το ερώτημα σήμερα: οι δημόσιες συμβάσεις προμηθειών στον τομέα της άμυνας εξακολουθούν να ανατίθενται κυρίως στο πλαίσιο κατακερματισμένων εθνικών αγορών.
Η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, λαμβάνει συνεπώς υπό σημείωση την ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 296 της Συνθήκης στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα, που εγκρίθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2006. Αυτό συνετέλεσε στην αποσαφήνιση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου. Ωστόσο, παρατηρούμε επίσης προσπάθειες της Επιτροπής να προτείνει νέα νομοθεσία, η οποία θα συμβάλει σημαντικά στη δημιουργία πιο ανταγωνιστικού περιβάλλοντος για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και τους προμηθευτές της.
Ως εκ τούτου, θέλουμε να θέσουμε στον Επίτροπο τις ακόλουθες ερωτήσεις. Τι πρόοδος σημειώνεται σχετικά με το σχέδιο οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις αμυντικού εξοπλισμού που δεν υπόκειται σε παρεκκλίσεις του άρθρου 296; Ποια είναι τα επακόλουθα βήματα που σχεδιάζονται από την Επιτροπή σε αυτόν τον τομέα; Πως εκτιμά η Επιτροπή, από την άποψη μιας δίκαιης και αποτελεσματικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, την κατάσταση στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, όπου σε διάφορα κράτη μέλη φαίνεται να διακυβεύεται σημαντικός αριθμός θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης; Τι επιπτώσεις αναμένει να έχει η οδηγία στον τομέα, και ποια είναι η στρατηγική της Επιτροπής προκειμένου να παροτρύνει τα κράτη μέλη να συνεργαστούν στενότερα σε θέματα δημόσιων συμβάσεων στον τομέα της άμυνας, για τη βελτίωση της διαφάνειας και το σταδιακό άνοιγμα των εθνικών αγορών τους όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας προκειμένου να διαμορφωθεί ένα αποδοτικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα; Θα θέλαμε επίσης να μάθουμε ποια συμπεράσματα μπορούν να αντληθούν από τον κώδικα συμπεριφοράς που θεσπίστηκε το 2006, και πως αντιλαμβάνεται η Επιτροπή τη μελλοντική σχέση μεταξύ μιας ενδεχόμενης οδηγίας και του κώδικα συμπεριφοράς.
Πρόεδρος. – Ευχαριστώ την κ. McCarthy. Σας υπενθυμίζω ότι η μουσική ραπ και το ελληνικό ενδεκασύλλαβο μέτρο έχουν τον ίδιο ρυθμό. Εσείς και ο κ. Booth είστε πιο κοντά από όσο νομίζετε.
Charlie McCreevy, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, πριν από τέσσερα χρόνια η Επιτροπή ανήγγειλε την πρόθεσή της να αναπτύξει μια ευρωπαϊκή πολιτική για την ασφάλεια και την άμυνα. Έκτοτε, αγωνιζόμαστε να δημιουργήσουμε μια πιο ανοικτή και δίκαιη ευρωπαϊκή αμυντική αγορά μέσω αρκετών πρωτοβουλιών. Η νέα οδηγία για τις συμβάσεις προμηθειών αμυντικού εξοπλισμού αποτελεί στοιχείο ζωτικής σημασίας της συνολικής στρατηγικής και είναι μία από τις στρατηγικές προτεραιότητες της Επιτροπής για φέτος.
Επί του παρόντος, η μεγάλη πλειονότητα των διαγωνισμών που αφορούν αμυντικό εξοπλισμό διεξάγονται εκτός των κοινοτικών κανόνων. Τα κράτη μέλη βασίζονται στην παρέκκλιση από το άρθρο της Συνθήκης 296. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η εν λόγω παρέκκλιση θα πρέπει να περιορίζεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Παρείχαμε ορισμένη καθοδήγηση σχετικά με το θέμα τον περασμένο Δεκέμβριο. Ωστόσο, η παρέκκλιση εξακολουθεί να είναι ο κανόνας αντί η εξαίρεση. Οι περισσότερες δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας έχουν συνεπώς παραμείνει εκτός των αρχών της εσωτερικής αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι και τα 27 κράτη μέλη παρέχουν αμυντικό εξοπλισμό σύμφωνα με τους δικούς τους εθνικούς κανονισμούς, οι οποίοι έχουν συχνά ως αποτέλεσμα μη διαφανείς και ορισμένες φορές μεροληπτικές πρακτικές.
Αναγνωρίζουμε ότι οι ισχύοντες κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων δεν είναι προσαρμοσμένοι με ικανοποιητικό τρόπο στις ιδιαίτερες ανάγκες των δημοσίων συμβάσεων στον τομέα των αμυντικών εξοπλισμών. Πιστεύουμε όμως ότι μπορούμε να επιτύχουμε σημαντικά οικονομικά οφέλη εάν ανοίξουμε τις εθνικές αμυντικές αγορές, οι οποίες αντιστοιχούν στο 0,8% του ΑΕγχΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ένα τέταρτο των δημοσίων συμβάσεων σε κρατικό επίπεδο.
Τα κράτη μέλη και η βιομηχανία αναγνωρίζουν ευρέως αυτά τα πλεονεκτήματα. Οι δίκαιοι και διαφανείς όροι θα επιτρέψουν στις εταιρείες, ιδίως τις ΜΜΕ, να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς ευκολότερα σε άλλα κράτη μέλη και κατά συνέπεια να διευρύνουν την πρόσβασή τους σε επιχειρηματικές ευκαιρίες σε μια πολύ μεγαλύτερη εσωτερική αγορά. Οι μεγαλύτερες περίοδοι παραγωγής θα επιτρέψουν την εμφάνιση οικονομιών κλίμακας. Αυτό με τη σειρά του θα βοηθήσει στη μείωση του κόστους και θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές. Ο τελικός ευεργετούμενος αυτής της κατάστασης θα είναι ο φορολογούμενος.
Η πρότασή μας θα προσαρμόσει ορισμένους κοινοτικούς κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων στον ειδικό χαρακτήρα του τομέα της άμυνας και θα δώσει στις αναθέτουσες αρχές μεγαλύτερη ευελιξία για ευαίσθητες διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων. Αυτό θα διευκολύνει επίσης τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της παρέκκλισης δυνάμει του άρθρου 296 της Συνθήκης μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Όπως ισχύει δυνάμει των άλλων οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις, τα κράτη μέλη θα συνεχίσουν να ανταλλάσσουν απόψεις για θέματα δημοσίων συμβάσεων στον τομέα της άμυνας μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Δημόσιες Συμβάσεις, μόλις εφαρμοστεί η οδηγία.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η νέα οδηγία θα εφαρμόσει τον κώδικα συμπεριφοράς του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας. Ο κώδικας συμπεριφοράς ισχύει μόνο σε συμβάσεις οι οποίες εξαιρούνται των κοινοτικών κανόνων βάσει του άρθρου 296, ενώ η μελλοντική οδηγία θα ισχύει σε συμβάσεις που δεν εξαιρούνται των κοινοτικών κανόνων. Μαζί ο κώδικας συμπεριφοράς και η νέα οδηγία θα ενισχύσουν τη διαφάνεια και τον δίκαιο ανταγωνισμό των εταίρων στον τομέα της άμυνας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με χαρά δηλώνω ότι οι εργασίες σχετικά με την πρόταση οδηγίας για την άμυνα έχουν προχωρήσει πολύ. Οι υπηρεσίες μου ολοκληρώνουν επί του παρόντος την εκτίμηση επιπτώσεων η οποία θα μας πει περισσότερα για τις αναμενόμενες επιπτώσεις της πρωτοβουλίας στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών θεμάτων. Εκ παραλλήλου συνεργαζόμαστε στενά με τα κράτη μέλη μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Δημόσιες Συμβάσεις και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας. Η βιομηχανία συμμετέχει επίσης στην εκτίμηση επιπτώσεων.
Η Επιτροπή σχεδιάζει να εγκρίνει πρόταση το φθινόπωρο. Σε αυτό το στάδιο σκοπεύουμε να την παρουσιάσουμε ως τμήμα μιας δέσμης, μαζί με μια πρόταση κανονισμού σχετικά με τις ενδοκοινοτικές μεταφορές στρατιωτικού εξοπλισμού και μια ανακοίνωση για τις αμυντικές βιομηχανίες.
Από τότε που ξεκινήσαμε την αναφορά στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα, το Κοινοβούλιο υπήρξε ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές μας. Αυτό αντικατοπτρίζεται σαφώς στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου του 2005. Θέλω να σας ευχαριστήσω γι’ αυτό και ελπίζω ότι η εποικοδομητική συνεργασία μας θα συνεχιστεί στο μέλλον.
Malcolm Harbour, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ξεκινήσω χαιρετίζοντας τη σαφή δέσμευση του Επιτρόπου για την εκπόνηση της νέας οδηγίας το συντομότερο δυνατόν και ευχαριστώντας τον για την περιγραφή αρκετών σημαντικών μέτρων για τα οποία εργάζεται ήδη ο ίδιος και οι υπηρεσίες του. Σαφώς, πρόκειται για έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα λόγω τόσο του στρατηγικού του χαρακτήρα όσο και ορισμένων θεμάτων βιομηχανικής πολιτικής που περιβάλλουν ολόκληρο τον αμυντικό τομέα.
Θα ήθελα να θέσω δύο ιδιαίτερα θέματα, στα οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να απαντήσει ο Επίτροπος στην καταληκτική δήλωσή του.
Πρώτον, είναι σαφές, ότι σε πολλούς τομείς των δημοσίων συμβάσεων στον τομέα των αμυντικών εξοπλισμών υπάρχουν πολύ σύνθετες συμβατικές διευθετήσεις, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνουν επίσης σημαντικό βαθμό εξέλιξης του προϊόντος. Με άλλα λόγια, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εξοπλισμού μπορεί να περιλαμβάνουν νέες τεχνολογικές εξελίξεις. Αυτές οι διευθετήσεις θα διαφέρουν πολύ σε πολλές περιπτώσεις από τις συμβατικές συμβάσεις αγοράς, αν και, όπως επισήμανα στην απάντησή μου στην έκθεση της κ. McCarthy, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για περισσότερο διαφανείς όρους όσον αφορά αυτούς τους τύπους συμβάσεων. Διερωτώμαι εάν ο Επίτροπος θα μπορούσε να επισημάνει ή να επιβεβαιώσει ότι θα λάβει υπόψη αυτές τις συγκεκριμένες στρατηγικές ανάγκες.
Το δεύτερο θέμα, το οποίο είναι δύσκολο, είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις οι συμφωνίες δημοσίων συμβάσεων προμηθειών στον τομέα της άμυνας έχουν επίσης κάποια μορφή εναρκτήριας σύμβασης προσαρτημένες σε αυτές. Επί παραδείγματι, οι χώρες προμηθευτές μπορεί να αναζητήσουν κάποια μορφή τοπικής επένδυσης, η οποία θα περιλαμβάνει τοπικές εταιρείες στη συναρμολόγηση του εξοπλισμού. Ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπάρχει ένα εντελώς διαφορετικό είδος οικονομικού συμψηφισμού από την άποψη μιας συμφωνίας αγοράς προϊόντων από μια εταιρεία σε άλλη αγορά.
Αυτές οι ρυθμίσεις φαίνεται ότι θέτουν δύσκολα θέματα στο πλαίσιο τόσο του δίκαιου του ανταγωνισμού όσο και του δίκαιου για τις δημόσιες συμβάσεις, και θα ήμουν ευγνώμων εάν ο Επίτροπος μπορούσε να επιβεβαιώσει ότι θα τα εξετάσει αυτά κατά την αναθεώρηση της οδηγίας που έχει υποσχεθεί.
Barbara Weiler, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, αυτό δεν είναι μόνο ένα δύσκολο θέμα, αλλά είναι περιέργως και ένας τομέας όπου τα κράτη μέλη παραβιάζουν διαρκώς την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Το 2004 συζητήσαμε για την Πράσινη Βίβλο, το Σώμα υπέβαλε το 2006 πρόταση ψηφίσματος και τώρα έχουμε μία νέα ερμηνεία – στην πραγματικότητα όμως σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Απέτυχε από την άποψη αυτή η ΚΕΠΠΑ; Εγώ δεν βλέπω καμία πραγματική βελτίωση από το 2004. Τα κράτη μέλη και τα μέλη των εθνικών κοινοβουλίων φαίνεται να μην καταλαβαίνουν καθόλου το άρθρο 296 της Συνθήκης ΕΚ – το οποίο στην πραγματικότητα περιγράφει μία ειδική κατάσταση και όχι τον κανόνα. Επιπροσθέτως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διαπίστωσε και πάλι ότι εδώ δεν πρόκειται για μία γενική και αυτόματη παρέκκλιση. Ωστόσο δεν διαφαίνεται καμία βελτίωση μολονότι –και αυτό ίσως αξίζει να το αναφέρουμε ακόμα– η σχετική ομάδα αποτελείται από μόνο έξι κράτη μέλη. Ούτε εδώ βλέπω σήμερα κάποια βελτίωση.
Για να μιλήσω ξεκάθαρα, εγώ δεν θέλω καμία αύξηση του προϋπολογισμού για την άμυνα. Η Ομάδα μου θέλει πρώτα απ’ όλα να γίνει εξοικονόμηση μέσω της συνεργασίας και της χρησιμοποίησης συνεργειών. Το Σώμα έκανε κάποιες συστάσεις γι’ αυτό, για παράδειγμα για το τι πρέπει να περιλαμβάνει ο νέος κώδικας δεοντολογίας. Ίσως ο Επίτροπος μπορεί να προσθέσει κάτι για το θέμα αυτό.
Επίσης, ζητήσαμε καλύτερη συνεργασία από την Επιτροπή – και όχι μόνο από την Επιτροπή, αλλά και από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας, αλλά στην πραγματικότητα δεν βλέπω και πολλά εδώ. Θα ήθελα να επαναλάβω ότι υποβάλαμε προτάσεις για τους μηχανισμούς του ανταγωνισμού αναφορικά με την ανάθεση συμβάσεων προμήθειας που πρέπει να τροποποιήσει ακόμα η Επιτροπή προκειμένου να επιτύχουμε αυτό που θέλουν όλοι εδώ στο Σώμα. Τελικά συμφωνούμε με την Επιτροπή ως προς το ότι μία γνήσια ευρωπαϊκή αγορά άμυνας είναι απαραίτητη για τη μείωση των στρατιωτικών δαπανών και για να γίνει πιο αποδοτική η παραγωγή προς όφελος των φορολογουμένων και των πολιτών.
Alexander Lambsdorff, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, θα ήθελα αρχικά να ευχαριστήσω θερμά τον Επίτροπο για την ομιλία του που διασαφηνίζει τη σημερινή θέση της Επιτροπής για το εν λόγω ζήτημα. Ο Επίτροπος υπογράμμισε ότι το Σώμα είναι ένας καλός σύμμαχος της Επιτροπής, και πραγματικά εμείς υποστηρίζουμε την άποψή του ότι μια πιο διαφανής, αποτελεσματική και ανοιχτή ευρωπαϊκή αγορά άμυνας είναι ένας σημαντικός στόχος τόσο για την ενίσχυση του κλάδου στην Ευρώπη όσο και για περαιτέρω στόχους. Πιστεύω ότι αυτό που μόλις είπα, ισχύει για όλους τους συναδέλφους και θα ήθελα να υπενθυμίσω την ευρεία συναίνεση που επιτύχαμε για το ψήφισμά μας σχετικά με την Πράσινη Βίβλο.
Ακούσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον ότι οι εργασίες για την οδηγία για τις προμήθειες που αφορούν την άμυνα έχουν σημειώσει πρόοδο και ότι η Επιτροπή σκοπεύει να παρουσιάσει πρόταση το φθινόπωρο. Η κ. Weiler επεσήμανε προ ολίγου ότι οι αμυντικές αγορές είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό εθνικές. Το κράτος είναι ο μοναδικός σημαντικός αγοραστής αμυντικού εξοπλισμού και είναι αλήθεια ότι πολλές αποφάσεις ανάθεσης γίνονται ακόμα με νομικές βάσεις που είναι το λιγότερο αμφισβητήσιμες.
Συμφωνώ ωστόσο με την κ. Weiler πως δεν υπάρχει αρκετή υποστήριξη για την αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού. Πιστεύω ότι η πρόταση οδηγίας έχει απόλυτα σωστή κατεύθυνση, δηλαδή την αύξηση του αποθεματικού απόδοσης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας εξοπλισμών, τον τερματισμό του κατακερματισμού της αγοράς και την πραγματική βελτίωση της αποτελεσματικότητας και την επίτευξη οικονομιών κλίμακας. Γι’ αυτό επιδοκιμάζουμε τις παρατηρήσεις του Επιτρόπου για την αναμενόμενη ανάπτυξη και για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού. Πιστεύω ότι αυτό θα έχει θετικά αποτελέσματα και στην αγορά εργασίας των εξειδικευμένων απασχολουμένων.
Χρειαζόμαστε έναν σαφή ορισμό των αγαθών που καλύπτει η παρέκκλιση. Οι σημερινοί κανόνες είναι πραγματικά πολύ ανεπαρκείς για να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες ανάγκες της αγοράς αμυντικών αγαθών. Γι’ αυτό επιδοκιμάζουμε και την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προσαρμόσει τους κανόνες στις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά αμυντικού εξοπλισμού και να επιδιώξει εδώ μεγαλύτερη ευελιξία. Θα ήμουν ευγνώμων εάν ο Επίτροπος μπορούσε να μας πει γιατί αποφάσισε να προσαρμόσει τη γενική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις αντί να παρουσιάσει μία ξεχωριστή οδηγία. Μπορεί αυτό να είναι εύλογο, αλλά θα ήθελα να μας μιλήσει γι’ αυτό.
Γενικά συμφωνούμε με τον Επίτροπο όταν λέει ότι το άνοιγμα αυτής της αγοράς θα αυξήσει τη διαφάνεια και τον ανταγωνισμό κι έτσι τελικά θα μειώσει την επιβάρυνση των φορολογουμένων.
Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι κατά τη γνώμη μου αυτή η πρόταση οδηγίας είναι πολύ σημαντικότερη από κάθε άποψη της βιομηχανικής πολιτικής ή της πολιτικής για την εσωτερική αγορά. Θα συνεισφέρει στην ανάπτυξη μίας ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας φέρνοντας έτσι πρόοδο σε έναν τομέα που υπάγεται παραδοσιακά στη δικαιοδοσία των κρατών μελών. Η πρόοδος που θα φέρει η οδηγία ίσως να μην είναι μια επανάσταση, ελπίζω όμως ότι θα είναι μετρήσιμη και θα οδηγήσει σε μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας και άμυνας αντάξια του ονόματός της. Θα ήθελα να προσθέσω ότι θα χαιρόμουν αν γίνονταν μελλοντικά οι παρόμοιες συζητήσεις στις Βρυξέλλες και όχι στο Στρασβούργο.
Leopold Józef Rutowicz, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Κύριε Πρόεδρε, κάθε χρόνο, περίπου 180 δισεκατομμύρια ευρώ δαπανώνται στον τομέα της άμυνας εντός των συνόρων της κοινής αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σχεδόν το ήμισυ του εν λόγω ποσού δεν υπόκειται στη νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων που ισχύει επί του παρόντος. Πρέπει να εξετάσουμε αυτή την κατάσταση, η οποία προέκυψε από την εφαρμογή του άρθρου 296 της Συνθήκης σε σχέση με τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας. Η ανακοίνωση διευκρίνισε εν μέρει το θέμα.
Λαμβανομένου υπόψη του ειδικού χαρακτήρα της βιομηχανίας όπλων και της ανάγκης ένταξής της στις αμυντικές πολιτικές συγκεκριμένων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του NATO, πρέπει να διασφαλίσουμε την τεχνική συμβατότητα του εξοπλισμού και των συστημάτων επικοινωνίας, καθώς και τη δέουσα συμβατότητα του εξοπλισμού και των συσκευών. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των επιμέρους χωρών, μια βιομηχανία με ομαλή λειτουργία στον τομέα της άμυνας και καλά οργανωμένο εφοδιασμό.
Ο στόχος των δραστηριοτήτων μας θα πρέπει να είναι η εκπόνηση μιας οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας. Μια σταθερή αγορά εξοπλισμών και η σταθερότητα σε σχέση με τις διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων που χρησιμοποιούνται θα έχει θετικό αντίκτυπο στον τομέα, από την άποψη της απασχόλησης και της αποτελεσματικότητας.
Andreas Schwab (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, η βάση της σημερινής συζήτησης είναι η έκθεση του πρώην συναδέλφου μας κ. Würmeling. Σε αυτή τη βάση εξέδωσε η Επιτροπή στο τέλος του περασμένου χρόνου την ανακοίνωσή της, που είχε σκοπό να διασαφηνίσει την εφαρμογή του άρθρου 296, όμως στην πραγματικότητα δεν είχε σοβαρά αποτελέσματα. Αρχικά άλλωστε αφορούσε μόνο μη στρατιωτικά αγαθά και έτσι αναγκαστικά η πλειοψηφία των στρατιωτικών προμηθειών υπαγόταν στην παρέκκλιση αυτή.
Ως εκ τούτου η Επιτροπή πρέπει πραγματικά να εξασφαλίσει ότι, πρώτον, οι κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών στον τομέα της άμυνας υποστηρίζουν όντως το έργο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και δεύτερον, ότι λαμβάνουν υπόψη πως, όπως είπαν πολλοί προηγούμενοι ομιλητές, αυτός ο τομέας παρουσιάζει ιδιαιτερότητες. Γι’ αυτό, θέλω να κάνω τρεις ερωτήσεις στον Επίτροπο McCreevy.
Πρώτον, μία οδηγία στον τομέα αυτόν δεν έχει εκ των προτέρων το ελάττωμα ότι βασίζεται σε μία ανακοίνωση που αρχικά αφορούσε μη στρατιωτικές προμήθειες και ότι έτσι δεν μπορεί να επιτύχει αυτά που περιμένουμε σε σχέση με την κοινή πολιτική ασφαλείας;
Δεύτερον, δεν θα ήταν δυνατό να ενημερωθεί ο κατάλογος του 1958, που ορίζει σχετικά ξεκάθαρα τις παρεκκλίσεις, αλλά σήμερα δεν είναι πια επίκαιρος; Έχει εγκαταλείψει οριστικά η Επιτροπή την ενημέρωσή του;.
Τρίτον, ο Επίτροπος είπε δικαιολογημένα ότι η κανονική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών δεν είναι κατάλληλη για τον τομέα της άμυνας. Αναφερόμενος σε αυτό που ρώτησε ο κ. Lambsdorff θα ήθελα πολύ να μάθω πώς σκοπεύει ο Επίτροπος να λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του τομέα της άμυνας σε μία οδηγία.
Karl von Wogau (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ δαπανούν κάθε χρόνο 170 δις ευρώ για την άμυνα. Αυτά τα 27 κράτη μέλη έχουν 2 εκατομμύρια στρατιώτες, 10 000 τεθωρακισμένα και 3 000 μαχητικά αεροσκάφη. Παρ’ όλα αυτά δεν κατάφεραν να σταματήσουν την αιματοχυσία στην κρίση των Βαλκανίων. Χρειαστήκαμε γι’ αυτό τους αμερικανούς φίλους μας. Γιατί; Επειδή τότε δεν υπήρχαν ακόμα κοινές δομές λήψης αποφάσεων που θα έδιναν στην ΕΕ τη δυνατότητα εκτέλεσης τέτοιων επιχειρήσεων.
Ένας άλλος κύριος λόγος για την ανεπάρκεια της ευρωπαϊκής άμυνας είναι η έλλειψη μίας κοινής αγοράς για την άμυνα. Μια από τις αιτίες γι’ αυτό είναι και το άρθρο 296. Είμαι βέβαιος ότι αυτό το άρθρο θα ισχύει και μελλοντικά. Ο λόγος για τον οποίο δεν δημιουργήθηκε μια κοινή ευρωπαϊκή αγορά άμυνας είναι η καθ’ υπερβολήν εφαρμογή του εν λόγω άρθρου στο παρελθόν. Αρχικά, η Επιτροπή εξέδωσε την ανακοίνωσή της που διασαφήνιζε τι καλύπτεται από το άρθρο 296 και τι όχι. Θεωρώ θετική αυτή την ανακοίνωση. Ύστερα ανέλαβε δράση ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας. Θεωρώ ότι ο κώδικας δεοντολογίας που υιοθέτησε, ήταν ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Τώρα χρειαζόμαστε όμως και ευρωπαϊκή νομοθεσία στον τομέα αυτόν και γι’ αυτό επιδοκιμάζω το γεγονός ότι τώρα προβλέπεται αυτή η οδηγία.
Ως μέλη του Σώματος όμως ακούμε διαρκώς κριτική, ιδίως από τις τοπικές αρχές, για τους κοινοτικούς κανόνες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων. Γι’ αυτό θα δώσουμε πολύ μεγάλη προσοχή ώστε οι κανόνες που θα θεσπιστούν εδώ να είναι απόλυτα προσαρμοσμένοι στον τομέα της άμυνας και να μη χειροτερεύσουν, αλλά να βελτιώσουν την κατάσταση στον τομέα αυτόν. Από αυτό θα εξαρτηθεί η συναίνεσή μας.
Επίσης ακούμε διαρκώς ότι εμείς οι Ευρωπαίοι δεν δαπανούμε αρκετά για την άμυνα. Εάν συνεχίσουμε την εργασία μας στον τομέα αυτόν και δημιουργήσουμε μία κοινή αγορά, θα επιτύχουμε τουλάχιστον περισσότερη ασφάλεια με τα ίδια χρήματα.
Charlie McCreevy, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, σε απάντηση των παρατηρήσεων των κ. Harbour, Lambsdorff και Schwab, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι ο πρωταρχικός στόχος μιας οδηγίας αφιερωμένης στις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας είναι να λαμβάνει υπόψη την ιδιαιτερότητα της αγοράς στον τομέα της άμυνας. Αναγνωρίζουμε ότι το υφιστάμενο πλαίσιο δεν είναι καλά προσαρμοσμένο στην αμυντική αγορά. Σαφώς, οι θεμελιώδεις αρχές των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων θα πρέπει να ισχύουν, αλλά η άμυνα προϋποθέτει ειδικές απαιτήσεις από την άποψη της ασφάλειας εφοδιασμού, της ασφάλειας πληροφοριών ή της ανάγκης ύπαρξης μιας διαδικασίας με διαπραγμάτευση.
Ο κ. Harbour έθεσε επίσης το θέμα των αντισταθμίσεων, το οποίο είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα. Οι αντισταθμίσεις είναι οικονομικές αντισταθμίσεις, τις οποίες απαιτούν τα περισσότερα κράτη μέλη από μη εθνικούς προμηθευτές όταν αγοράζουν στρατιωτικό εξοπλισμό στο εξωτερικό. Είναι νομικά προβληματικές, πολιτικά αμφιλεγόμενες και οικονομικά αμφισβητήσιμες.
Οι άμεσες αντισταθμίσεις συνδέονται άμεσα με το αντικείμενο της δημόσιας σύμβασης προμηθειών, μπορούν ορισμένες φορές να καλύπτονται από το άρθρο 296, εάν η ίδια η σύμβαση προμηθειών εξαιρείται βάσει αυτού του άρθρου. Ωστόσο, η τεράστια πλειονότητα των αντισταθμίσεων είναι έμμεσες και μη στρατιωτικού χαρακτήρα.
Από την άποψη της Επιτροπής, αυτές οι αντισταθμίσεις δεν καλύπτονται από το άρθρο 296. Πρέπει να σέβονται την κοινοτική νομοθεσία, ακόμη και αν σχετίζονται με συμβάσεις προμήθειας αμυντικού εξοπλισμού που εξαιρούνται βάσει του άρθρου 296. Άλλως ειπείν, οι αντισταθμίσεις αποτελούν πρόβλημα αυτές καθαυτές, ακόμη και στον τομέα που καλύπτεται από το άρθρο 296. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος μέσω της οδηγίας για τον αμυντικό τομέα καλύπτει μόνο το κοινοτικό τμήμα της αγοράς αμυντικών εξοπλισμών και αφήνει άθικτες τις έμμεσες αντισταθμίσεις συμβάσεων που εξαιρούνται βάσει του άρθρου 296.
Εν κατακλείδι, όπως είπα νωρίτερα, το άνοιγμα των εθνικών αγορών άμυνας θα οδηγήσει σε σημαντικά οικονομικά οφέλη και θα ωφελήσει τελικά όλους τους φορολογούμενους. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό πρέπει να δημιουργήσουμε ένα νέο νομικό πλαίσιο, το οποίο θα προσαρμόζει ορισμένους κοινοτικούς κανόνες περί δημοσίων συμβάσεων στις ιδιαιτερότητες του τομέα της άμυνας. Η νέα αυτή οδηγία θα δώσει στις εθνικές αρχές μεγαλύτερη ευελιξία κατά τη διεκπεραίωση ευαίσθητων δημόσιων συμβάσεων.