15. Ενιαία διαδικασία έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τα αρτύματα τροφίμων - Πρόσθετα τροφίμων - Ένζυμα τροφίμων - Αρτύματα και συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες (συζήτηση)
Πρόεδρος. Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την κοινή συζήτηση των ακόλουθων εκθέσεων:
- (A6-0153/2007) της κ. Westlund, εξ ονόματος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τα αρτύματα τροφίμων (COM(2006)0423 C6-0258/2006 2006/0143(COD))
- (A6-0154/2007) της κ. Westlund, εξ ονόματος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα πρόσθετα τροφίμων (COM(2006)0428 C6-0260/2006 2006/0145(COD))
- (A6-0177/2007), της κ. Doyle, εξ ονόματος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα ένζυμα τροφίμων και την τροποποίηση της οδηγίας 83/417/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ και της οδηγίας 2001/112/ΕΚ του Συμβουλίου (COM(2006)0425 C6-0257/2006 2006/0144(COD)) και
- (A6-0185/2007), της κ. Drčar Murko, εξ ονόματος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα αρτύματα και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρτυματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ (COM(2006)0427 C6-0259/2006 2006/0147(COD))
Μάρκος Κυπριανού, μέλος της Επιτροπής. (EN) Κύριε Πρόεδρε, πρέπει να πω ότι είμαι ευτυχής που πραγματοποιούμε αυτήν τη συζήτηση σήμερα, αλλά ξέρω ότι για εκείνους που δεν γνωρίζουν τις λεπτομέρειες αυτών των προτάσεων, η συζήτηση αυτή μπορεί να μην φαίνεται τόσο συναρπαστική. Ως θέμα μπορεί να φαίνεται πολύ τεχνικό, αλλά δεν είναι για εμένα, διότι οι προτάσεις αυτές συνδυάζουν τις περισσότερες από τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες. Περιλαμβάνουν την ασφάλεια των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών, που είναι μία από τις κύριες προτεραιότητες. Αφορούν επίσης την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας τροφίμων, η οποία αποτελεί μία από τις κύριες βιομηχανίες της Ευρώπης. Επιδιώκουν επίσης την απλούστευση και τη βελτίωση της νομοθεσίας. Μολονότι εξακολουθούμε να μην συμφωνούμε απόλυτα όσον αφορά τα ζητήματα τα οποία εξετάζουν οι εν λόγω προτάσεις, είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι συμφωνούμε ως προς τις αρχές, τον σκοπό και τους στόχους αυτών των προτάσεων και ότι θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε σύντομα σε μια λύση.
Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους εισηγητές, την κ. Westlund για το έργο που επιτέλεσε, την κ. Doyle και την κ. Drčar Murko για τις αξιόλογες προσπάθειές τους για την εκπόνηση αυτών των εκθέσεων και, φυσικά, για τη γενική στήριξη στην πρόταση. Πέρα από την απλούστευση, αυτή η δέσμη προτάσεων προβλέπει επίσης εναρμόνιση και προωθεί τη συνεκτικότητα μεταξύ των τριών τομέων. Η ενιαία διαδικασία έγκρισης θα θεσπίσει ένα σύστημα για την αξιολόγηση και την έγκριση των προσθέτων, των ενζύμων και των αρτυμάτων τροφίμων με συνεπή τρόπο και θα απλοποιήσει τις διοικητικές διαδικασίες για τις εθνικές αρχές και τις επιχειρήσεις.
Η επιτροπολογία είναι ένα ευαίσθητο ζήτημα. Η πρόταση εισάγει την επιτροπολογία, προκειμένου να επικαιροποιήσει τους κοινοτικούς καταλόγους προσθέτων, ενζύμων και αρτυμάτων, ώστε να μπορέσουν να προσαρμοστούν εγκαίρως. Θέλω να σας υπενθυμίσω ότι αυτά είναι καθαρά τεχνικά και επιστημονικά ζητήματα, αλλά πρέπει να είμαστε σε θέση να τα επιλύσουμε εγκαίρως. Αυτό είναι άκρως σημαντικό για την ασφάλεια των καταναλωτών και την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας τροφίμων. Έχω επίγνωση των ανησυχιών που εξέφρασαν μέλη του Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση χρησιμοποίησης της επιτροπολογίας, αλλά η εναλλακτική λύση θα ήταν ανέφικτη και επαχθής για όλους, ιδίως για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και θα ήταν ανεφάρμοστη στην πράξη. Γνωρίζω ότι έχουν ήδη κατατεθεί αρκετές τροπολογίες που εισάγουν τη συναπόφαση για την επικαιροποίηση του κοινοτικού καταλόγου πρόσθετων, ενζύμων και αρτυμάτων. Η εμπειρία όσον αφορά τα διάφορα πρόσθετα τροφίμων έχει δείξει ότι η έγκριση ουσιών στο πλαίσιο της συναπόφασης είναι μακρόχρονη και περίπλοκη. Αυτό έχει αρνητικό αντίκτυπο στην καινοτομία και αυτές οι καθυστερήσεις αυξάνουν τους κινδύνους και για τους καταναλωτές. Από την άλλη πλευρά, η επιτροπολογία προβλέπει την ταχεία έγκριση και την εισαγωγή περιορισμών ή την απομάκρυνση των ουσιών, αν κριθεί απαραίτητο, προκειμένου να προστατευθούν οι καταναλωτές.
Πιστεύουμε ότι η προτεινόμενη χρήση της επιτροπολογίας είναι ένα βήμα προς την κατεύθυνση της απλούστευσης του νομικού πλαισίου και είναι ουσιώδης για τις τρεις προτάσεις. Για τον λόγο αυτό, είμαστε αντίθετοι στις τροπολογίες που θα εισήγαγαν τη συναπόφαση για την έγκριση αυτών των ουσιών. Ωστόσο, υποστηρίζω πλήρως τις αναγκαίες προσαρμογές που περιέχει η πρόταση με σκοπό τη θέσπιση μιας κανονιστικής διαδικασίας με κοινοβουλευτικό έλεγχο. Θα ήθελα να το διευκρινίσω, διότι, όταν εγκρίθηκε η πρόταση της Επιτροπής, δεν είχαμε ολοκληρώσει ακόμη την υιοθέτηση του νέου συστήματος, οπότε αναφέρεται στη συνήθη κανονιστική διαδικασία. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να προσαρμοστεί, και αυτό θα το κάνουμε στην τροποποιημένη πρόταση, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η νέα κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, η οποία θα ενισχύσει τα δικαιώματα του Κοινοβουλίου να ασκεί έλεγχο και να έχει πλήρη συμμετοχή στην έγκριση των πρόσθετων, των ενζύμων και των αρτυμάτων. Και πιστεύω ότι μέσω αυτής της νέας διαδικασίας θα εκπληρώσουμε την επιδίωξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ ταυτόχρονα θα διατηρήσουμε τα πλεονεκτήματα μιας απλούστερης διαδικασίας.
Και τώρα θα εξετάσουμε εν συντομία τα πρόσθετα τροφίμων και τις άλλες προτάσεις. Τα πρόσθετα τροφίμων χρησιμοποιούνται από αρχαιοτάτων χρόνων για τη βελτίωση της εμφάνισης και τη διατήρηση της διατροφικής ποιότητας. Η ρύθμιση αυτών των ουσιών είναι σημαντική για να διασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων, καθώς και η μη παραπλάνηση των καταναλωτών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι ενδεδειγμένη η επικαιροποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, ενθαρρύνοντας την καινοτομία και την ανάπτυξη, εφόσον είναι ασφαλείς. Αυτές αξιολογούνται από την ΕΑΑΤ και συμμορφώνονται με άλλα κριτήρια τα οποία ορίζονται στη νομοθεσία. Η τρέχουσα οδηγία για τα αρτύματα χρήζει επίσης ουσιαστικής τροποποίησης, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις στους τομείς των αρτυμάτων και οι εξελίξεις της νομοθεσίας για τα τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Για λόγους σαφήνειας, αποτελεσματικότητας και απλούστευσης, θέλω να προσθέσω ότι η καλύτερη προσέγγιση είναι η αντικατάσταση της οδηγίας με έναν νέο κανονισμό για τα αρτύματα σε συνδυασμό με έναν ξεχωριστό κανονισμό για τις ενιαίες διαδικασίες έγκρισης. Η πρόταση για τα αρτύματα προσφέρει υψηλό επίπεδο προστασίας για τους καταναλωτές, ενώ επιτρέπει στη βιομηχανία να συνεχίσει να αναπτύσσει νέα αρτύματα και νέες εφαρμογές, προκειμένου να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση των καταναλωτών για πιο βολικά προϊόντα.
Και τέλος, έχουμε την πρόταση για τα ένζυμα των τροφίμων. Αυτά χρησιμοποιούνται παραδοσιακά στην παραγωγή τροφίμων όπως το ψωμί, το τυρί, η μπύρα και ο οίνος. Μπορούν να βελτιώσουν την υφή, την εμφάνιση και τη διατροφική αξία των τροφίμων και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εναλλακτικά τεχνολογιών που βασίζονται σε χημικά. Σε αυτό το στάδιο, η χρήση ενζύμων τροφίμων δεν είναι πλήρως εναρμονισμένη στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα εθνικά ρυθμιστικά πλαίσια διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Αυτή η έλλειψη εναρμόνισης έχει δημιουργήσει εμπόδια και παρακωλύει την ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο. Πέραν τούτου, δεν υπάρχει επί του παρόντος σε ευρωπαϊκό επίπεδο αξιολόγηση για την ασφάλεια των ενζύμων τροφίμων με την εξαίρεση εκείνων των λίγων που θεωρούνται πρόσθετα τροφίμων. Εν τω μεταξύ, η τεχνολογία έχει προχωρήσει και οι μέθοδοι παραγωγής των ενζύμων έχουν γίνει προοδευτικά πιο σύνθετες και η χρήση τους πιο περίπλοκη και εκτεταμένη. Η αξιολόγηση ασφαλείας όλων των τροφίμων ενζύμων είναι, ως εκ τούτου, ουσιώδης.
Ο σκοπός της πρότασης της Επιτροπής είναι να γεφυρώσει το σημερινό κανονιστικό χάσμα, δημιουργώντας εναρμονισμένους κανόνες για την έγκριση και τη χρήση των ενζύμων τροφίμων στην Κοινότητα. Η κατάρτιση του κοινοτικού καταλόγου εγκεκριμένων ενζύμων και οι αποτελεσματικές επικαιροποιήσεις του καταλόγου μέσω της επιτροπολογίας θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα αυτού του τομέα ευρωπαϊκής κατεύθυνσης και θα διασφαλίσουν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.
Επειδή ο χρόνος μου εξαντλείται, δεν θα σας κουράσω με ειδικά σχόλια για κάθε τροπολογία, αλλά ένας πλήρης κατάλογος με τη θέση της Επιτροπής για καθεμία από τις τροπολογίες θα τεθεί στη διάθεση του Κοινοβουλίου. Ευελπιστώ ότι αυτός θα συμπεριληφθεί στα πλήρη πρακτικά της συνεδρίασης αυτής. Η απάντησή μας θα εξηγεί τη θέση μας για κάθε τροπολογία.
Εν κατακλείδι, θέλω να ευχαριστήσω το Κοινοβούλιο για την αξιολόγηση προσπάθεια που αφιέρωσε στο σύνολο της νομοθετικής δέσμης. Θα πρέπει να παραμείνει κοινός μας στόχος –και είμαι πεπεισμένος ότι θα συμβεί– να κρατήσουμε αυτές τις προτάσεις μαζί και να εφαρμόσουμε μια συνεπή προσέγγιση.
Θέση της Επιτροπής επί των τροπολογιών του Κοινοβουλίου
Συνολικά, η Επιτροπή μπορεί να δεχτεί 28 τροπολογίες, είτε εξ ολοκλήρου, υπό τον όρο της αναδιατύπωσης, είτε εν μέρει ή επί της αρχής. Απορρίπτει 11 από το σύνολο των 39 τροπολογιών.
Συνολικά, η Επιτροπή μπορεί να δεχτεί 46 τροπολογίες, είτε εξ ολοκλήρου, υπό τον όρο της αναδιατύπωσης, είτε εν μέρει ή επί της αρχής. Απορρίπτει 35 από το σύνολο των 81 τροπολογιών.
Μία τροπολογία γίνεται δεκτή εν μέρει: 33 (μέρος).
6 τροπολογίες γίνονται δεκτές επί της αρχής: 9, 26, 28, 35, 43, 44.
18 τροπολογίες γίνονται δεκτές επί της αρχής και υπό τον όρο της αναδιατύπωσης: 7, 15, 23, 37, 55, 58, 1, 4, 63, 65 (64αναθ.), 66 (65αναθ.), 68 (67αναθ.), 69 (68αναθ.), 70αναθ., 71, 77, 79, 80.
Συνολικά, η Επιτροπή μπορεί να δεχτεί 32 τροπολογίες, είτε εξ ολοκλήρου, υπό τον όρο της αναδιατύπωσης, είτε εν μέρει ή επί της αρχής. Απορρίπτει 8 από το σύνολο των 40 τροπολογιών.
Συνολικά, η Επιτροπή μπορεί να δεχτεί 29 τροπολογίες, είτε εξ ολοκλήρου, υπό τον όρο της αναδιατύπωσης, είτε εν μέρει ή επί της αρχής. Απορρίπτει 24 από το σύνολο των 53 τροπολογιών.
Åsa Westlund (PSE), εισηγήτρια. – (SV) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ευχαριστήσω την Επιτροπή και τον Επίτροπο Κυπριανού για την εποικοδομητική τους συνεργασία. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω τις Προεδρίες της Γερμανίας και της Πορτογαλίας και το Συμβούλιο Υπουργών για την προθυμία τους να καταλήξουν σε συμφωνίες όσον αφορά αυτά τα θέματα που είναι τόσο σημαντικά για πολλούς παράγοντες και καταναλωτές. Επίσης, θα ήθελα να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στις εισηγήτριες, κκ. Doyle και Drčar Murko, για τις άλλες εκθέσεις της δέσμης αυτής, καθώς και στους σκιώδεις εισηγητές για τις δύο εκθέσεις μου. Πραγματοποιήσαμε πολλές πολύτιμες συναντήσεις και υπήρξε ένα πολύ εποικοδομητικό κλίμα συνεργασίας. Τρέφω, συνεπώς, μεγάλες ελπίδες ότι οι συνεχείς συζητήσεις για τα θέματα αυτά θα λάβουν χώρα στο ίδιο αδιατάρακτο και εποικοδομητικό πνεύμα.
Θέλω να ξεκινήσω μιλώντας για την πρόταση κανονισμού για τα πρόσθετα τροφίμων. Σε πολλές περιπτώσεις, τα πρόσθετα είναι πράγματι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν προκειμένου, για παράδειγμα, να βελτιωθεί η διάρκεια ζωής ή η υφή των τροφίμων. Κάθε άλλο παρά σαφές είναι, ωστόσο, πώς όλα αυτά τα πρόσθετα επηρεάζουν την υγεία και το περιβάλλον μας, και τα πρόσθετα χρησιμοποιούνται ορισμένες φορές για να παραπλανήσουν εμάς, τους καταναλωτές. Επιθυμώ, συνεπώς, να δω τη νομοθεσία της ΕΕ για τα πρόσθετα τροφίμων να καθίσταται αυστηρότερη, κυρίως ενισχύοντας την απαίτηση να μην παραπλανούνται οι καταναλωτές και απαιτώντας, όταν εγκρίνεται ένα πρόσθετο, να λαμβάνεται υπόψη πώς αυτό θα επηρεάσει το περιβάλλον και τα άτομα με αλλεργίες.
Η ισχύουσα νομοθεσία περιλαμβάνει ήδη απαιτήσεις σχετικά με το ότι οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να παραπλανούνται όσον αφορά τη χρήση πρόσθετων. Πάρα πολύ συχνά, ωστόσο, οι καταναλωτές βρίσκονται σε αυτήν τη θέση. Ένα παράδειγμα είναι η χρωστική που χρησιμοποιείται για να εξαπατά τους καταναλωτές ώστε να πιστέψουν ότι ένα φθηνό γιαούρτι περιέχει περισσότερα φρούτα ή μαλακούς καρπούς απ’ ό,τι στην πραγματικότητα. Η απαίτηση να μην χρησιμοποιούνται τα πρόσθετα κατά τρόπο που παραπλανεί τους καταναλωτές πρέπει, συνεπώς, να καταστεί πιο αυστηρή. Η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων είχε επίσης την ίδια άποψη, και ελπίζω ότι το Κοινοβούλιο θα υποστηρίξει επίσης αυτήν τη θέση αύριο.
Ό,τι τρώμε δεν μένει στο σώμα μας, αλλά διασκορπίζεται στο περιβάλλον. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει μία αρχή, ώστε να συνεκτιμούνται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των προσθέτων στην απόφαση για το αν θα πρέπει ή όχι να χρησιμοποιούνται. Ένα καθαρό περιβάλλον πρέπει επίσης να είναι ένας από τους στόχους του κανονισμού. Για να αποσαφηνιστεί αυτό περαιτέρω, πρέπει να μεταβληθεί η νομική βάση της νομοθεσίας για τα τρόφιμα έτσι, ώστε να είναι σαφές ότι αυτή σχεδιάζεται με σκοπό τη βελτίωση της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος και όχι μόνον την προώθηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών στην εσωτερική αγορά της ΕΕ.
Η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων έχει υποστηρίξει μία σειρά προτάσεων σχετικά με το ότι θα πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στο περιβάλλον, και ελπίζω ότι το Κοινοβούλιο θα μπορέσει να κάνει το ίδιο αύριο.
Επιτρέψτε μου τώρα να στραφώ στη θέση των ατόμων που υποφέρουν από αλλεργίες. Επί του παρόντος, όλα τα τρόφιμα που εμπεριέχουν αλλεργιογόνους ουσίες πρέπει να φέρουν σχετική σήμανση. Αυτό είναι καλό, αλλά δεν αρκεί. Τα άτομα που υποφέρουν από αλλεργίες και εκείνοι που έχουν δυσανεξία σε ορισμένες ουσίες πρέπει να μπορούν να καταναλώνουν το φαγητό που πωλείται στα συνήθη καταστήματα χωρίς να τους παραπέμπει κανείς σε ειδική διατροφή διαίτης. Το φάσμα των ειδών διατροφής που τίθενται στη διάθεση εκείνων που υποφέρουν από αλλεργία δεν θα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιορίζεται λόγω της έγκρισης, χωρίς πολύ καλούς λόγους, πρόσθετων που τους προκαλούν προβλήματα. Η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων υποστήριξε εν μέρει τα αιτήματά μου σε σχέση με αυτό, και ελπίζω ότι το Κοινοβούλιο θα εκμεταλλευτεί αύριο την ευκαιρία για να κάνει περισσότερα, προκειμένου να διευκολύνει τη ζωή εκείνων που υποφέρουν από αλλεργία, υποστηρίζοντας τις δικές μου και άλλες τροπολογίες οι οποίες ζητούν να λαμβάνεται περισσότερο υπόψη η κατάσταση των ατόμων που υποφέρουν από αλλεργίες.
Θέλω τώρα να πω λίγα λόγια για μία ομάδα χρωστικών που είναι γνωστές ως αζωχρώματα, τα οποία έχουν ήδη απαγορευθεί στη Σουηδία, επειδή μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στους ανθρώπους με αλλεργία. Πριν από λίγο καιρό, η βρετανική εφημερίδα The Guardian επέστησε επίσης την προσοχή σε μια αδημοσίευτη ακόμη βρετανική μελέτη, η οποία αναβιώνει και πάλι την αρκετά τρομακτική συζήτηση για πιθανή σύνδεση μεταξύ των αζωχρωμάτων και της αυξημένης ενεργητικότητας των παιδιών. Υποστηρίζω, συνεπώς, την απαίτηση, τα τρόφιμα που περιέχουν αζωχρώματα, να φέρουν ειδική σήμανση.
Εν κατακλείδι, πρέπει να αναρωτηθούμε το εξής: ποιος θα λαμβάνει τις αποφάσεις για το περιεχόμενο των τροφίμων μας στο μέλλον και ποια διαδικασία λήψης αποφάσεων πρόκειται να υιοθετηθεί; Θέλω να καλέσω όλους τους βουλευτές να καταψηφίσουν τις τροπολογίες που αποσκοπούν στον περιορισμό του ελέγχου των καταναλωτών επί της διαδικασίας έγκρισης και, σε αντίθεση, να υπερψηφίσουν τις τροπολογίες σχετικά με την αύξηση του ελέγχου και της διαφάνειας. Η μυστικοπάθεια όσον αφορά τα τρόφιμά μας κινδυνεύει να καταστρέψει ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη των πολιτών τόσο έναντι της ΕΕ όσο και έναντι της βιομηχανίας τροφίμων. Όταν λαμβάνονται αποφάσεις από το Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από κοινού, η διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι επίσης πιο δημοκρατική και πιο διαφανής. Με τη διαδικασία της επιτροπολογίας, διακυβεύεται η δημοκρατική ικανότητα να καταστήσει κανείς υπόλογους τους παράγοντες λήψης της απόφασης, και τίθενται σοβαροί περιορισμοί στον έλεγχο και στην ικανότητα επιρροής των αποφάσεων. Επιπλέον, έχουν δυστυχώς συμβεί περιπτώσεις όπου, κατά τη διάρκεια της λήψης αποφάσεων εντός του πλαισίου της διαδικασίας επιτροπολογίας, σημειώθηκε υπέρβαση των εξουσιών και το πλαίσιο στο οποίο κατέληξαν από κοινού το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν τηρήθηκε, ως εκ τούτου. Ένα παράδειγμα όσον αφορά τη χρήση των πόρων υπό τη μορφή βοήθειας τέθηκε, στην πραγματικότητα, υπόψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αυτήν την εβδομάδα. Η συμβουλή μου, συνεπώς, είναι ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα της συναπόφασης επί αυτών των ζητημάτων, ακόμη και εάν η νέα ρυθμιστική διαδικασία με έλεγχο έχει τα πλεονεκτήματά της.
Avril Doyle (PPE-DE), εισηγήτρια. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, ως εισηγήτρια, χαιρετίζω την πρόταση της Επιτροπής για τα ένζυμα τροφίμων, μαζί με τις άλλες προτάσεις της δέσμης αυτής, όπως άλλωστε πράττουν και η βιομηχανία και οι ομάδες καταναλωτών γενικά. Η πρόταση αυτή είναι στην πραγματικότητα το πρώτο ειδικό νομοθέτημα που ασχολείται με τα ένζυμα τροφίμων.
Τα ένζυμα προστίθενται στα τρόφιμα για τεχνολογικούς σκοπούς κατά την παρασκευή, μεταποίηση, προετοιμασία, επεξεργασία, συσκευασία, μεταφορά ή αποθήκευση των τροφίμων. Η πιο κοινή τους χρήση είναι στην αρτοποιία, στη ζυθοποιία, στην τυροκομία και στην παραγωγή αλκοολούχων και άλλων ποτών.
Ενώ τα ένζυμα χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τροφίμων επί εκατοντάδες έτη, στο τελευταίο μισό του 20ού αιώνα η χρήση ενζύμων αυξήθηκε σημαντικά και, από τη δεκαετία του 1980, οι εταιρείες που παράγουν ένζυμα χρησιμοποιούν τεχνικές της γενετικής μηχανικής για να βελτιώσουν την απόδοση και την ποιότητα της παραγωγής και να αναπτύξουν νέα προϊόντα.
Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν εναρμονισμένοι κανόνες σε κοινοτικό επίπεδο που να ελέγχουν τη χρήση των ενζύμων, γεγονός που δημιουργεί όχι μόνο εμπόδια στο εμπόριο και έλλειψη ασφάλειας δικαίου αλλά επίσης διαφορετικές προδιαγραφές ασφαλείας και προστασίας των καταναλωτών στα 27 κράτη μέλη, καθώς μόνον τρία κράτη μέλη έχουν τις δικές τους διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου επί του παρόντος, ήτοι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Δανία.
Ένας κανονισμός για τα ένζυμα τροφίμων θα βελτιώσει, ως εκ τούτου, τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς σε αυτόν τον τομέα και θα προαγάγει, συνεπώς, την ευρωπαϊκή καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα, ενώ θα διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και του περιβάλλοντος.
Η προτεινόμενη ενιαία διαδικασία έγκρισης, για την οποία είναι εισηγήτρια η κ. Westlund, θα βελτιώσει επίσης την αποδοτικότητα της ενιαίας αγοράς με την ανάληψη από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων όλων των αξιολογήσεων κινδύνου και όλων των εγκρίσεων για τις βελτιωτικές ουσίες τροφίμων.
Υπάρχουν ορισμένα σημεία τα οποία θα ήθελα να υπογραμμίσω. Κύριε Επίτροπε, είμαι και εγώ υπέρ της «επιτροπολογίας» με το δικαίωμα στη διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου για αυτήν τη νομοθεσία. Θέλω να δω και τις τέσσερεις εκθέσεις της δέσμης εναρμονισμένες ως προς αυτό το σημείο καθώς, επειδή πρόκειται για τεχνικές εκθέσεις, είναι ευκολότερο να τις χειρίζονται οι εμπειρογνώμονες της ΕΑΑΤ και της Επιτροπής. Επίσης, εφόσον βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια αυτού του νέου συστήματος ελέγχου, πρέπει να του δώσουμε χρόνο πριν το θέσουμε υπό αμφισβήτηση.
Ανησυχώ σχετικά με το πιθανό σύστημα διπλής έγκρισης που θα δημιουργήσει αυτός ο νέος κανονισμός για τα ένζυμα τροφίμων που προέρχονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές. Βάσει της παρούσας πρότασης της Επιτροπής, η διατύπωση υποδηλώνει ότι τα εν λόγω ένζυμα τροφίμων θα πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με εκείνον τον κανονισμό, προτού να αξιολογηθούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού με σκοπό να συμπεριληφθούν στον κοινοτικό κατάλογο.
Ενώ διαθέτουμε εγγυήσεις ότι θα εφαρμοστούν οι βέλτιστες διοικητικές πρακτικές στην ΕΑΑΤ σε αυτές τις περιπτώσεις, πρότεινα στην Ολομέλεια τροπολογίες στην έκθεσή μου, προκειμένου να καταστήσω σαφές ότι η ΕΑΑΤ θα μπορούσε να διεξαγάγει παράλληλες ή ταυτόχρονες αξιολογήσεις σύμφωνα με τα δύο σχετικά νομοθετήματα. Υποστηρίζω παρεμφερείς τροπολογίες στις εκθέσεις για τα πρόσθετα τροφίμων και τα αρτύματα. Χρειαζόμαστε εναρμονισμένη διατύπωση σε όλο το εύρος της νομοθετικής δέσμης και υπάρχει συμφωνία επ’ αυτού σε μεγάλο βαθμό μεταξύ του Συμβουλίου, της Επιτροπής και της βιομηχανίας σχετικά με το πώς πρέπει να προχωρήσουμε.
Τα ένζυμα τροφίμων δεν είναι και δεν μπορούν να είναι ΓΤΟ. Ωστόσο, ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός τους προέρχεται από γενετικά τροποποιημένους μικροοργανισμούς, και είναι σημαντικό να τονίσουμε αυτήν τη διάκριση προκειμένου να αποφευχθούν παρανοήσεις.
Στην έκθεσή μου για τα ένζυμα, συνιστώ θερμά μια ενιαία νομική βάση για τον κανονισμό αυτό, καθώς αυτό ευνοεί την ασφάλεια δικαίου, σύμφωνα με το πνεύμα των περισσότερων αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα θέματα αυτά. Οι διπλές νομικές βάσεις γενικά σημαίνουν κακότεχνη εκπόνηση και αφήνουν το μέτρο εκτεθειμένο στην αμφισβήτηση, με όλο τον σεβασμό. Ο κανονισμός αυτός είναι καθαρά ένα μέτρο εναρμόνισης της αγοράς, επομένως θα προτιμούσα να υπάρχει μόνον μία νομική βάση, το άρθρο 95, η νομική βάση για την εσωτερική αγορά.
Ένα βασικό ζήτημα ανησυχίας στην έκθεση για τα πρόσθετα τροφίμων είναι η προτεινόμενη αλλαγή στον ορισμό των βοηθητικών μέσων επεξεργασίας που περιέχεται σε αρκετές τροπολογίες και θα καθιστούσε υποχρεωτική την έγκριση και την επισήμανσή τους ως πρόσθετα εάν παραμένουν στο τελικό προϊόν, ακόμη και αν δεν είναι ενεργά. Η αλλαγή αυτή δεν περιλαμβανόταν στην αρχική πρόταση της Επιτροπής και θα σηματοδοτούσε μια σημαντική παρέκκλιση από τη σημερινή προσέγγιση στη νομοθεσία της ΕΕ για τα τρόφιμα, η οποία θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για την ευρωπαϊκή βιομηχανία τροφίμων.
Μια τέτοια αλλαγή δεν θα ήταν σύμφωνη με τον ορισμό του κώδικα τροφίμων για τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, επομένως θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα και το διεθνές εμπόριο. Διατηρώ επίσης αμφιβολίες σχετικά με το αν η υπέρμετρη αναγραφή στοιχείων στις ετικέτες θα συμβάλει πραγματικά στη βελτίωση της ενημέρωσης των καταναλωτών.
Εν κατακλείδι, θέλω να ευχαριστήσω τους συναδέλφους μου για τη στήριξη και τη συνεργασία τους, ιδίως την κ. Westlund και την κ. Drčar Murko. Πρέπει να συντονίσουμε και να εναρμονίσουμε τα τέσσερα νομοθετήματα αυτής της δέσμης στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, προκειμένου να επιτύχουμε συνεκτικούς και πρακτικούς κανονισμούς που θα μπορούν εύκολα να ερμηνευθούν και να εφαρμοστούν σε όλα τα κράτη μέλη, και προσβλέπω στον περαιτέρω συντονισμό αυτών των εκθέσεων σε δεύτερη ανάγνωση.
Mojca Drčar Murko (ALDE), εισηγήτρια. – (SL) Υποστηρίζω τη θέση του κανονισμού για τα αρτύματα: η απηρχαιωμένη ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να εκσυγχρονιστεί και να απλοποιηθεί, προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να προωθηθούν οι τεχνολογικοί πρόοδοι, όχι όμως με αντάλλαγμα τη μείωση της προστασίας των καταναλωτών. Αντιθέτως, η προστασία πρέπει να ενισχυθεί.
Ο στόχος των τυποποιημένων κανόνων για την έγκριση νέων πρόσθετων τροφίμων είναι να αυξήσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Οι κανόνες πρέπει να είναι τέτοιοι, ώστε να εμποδίζουν τη δυνατότητα παραπλάνησης των καταναλωτών και, πέρα από οτιδήποτε άλλο, αυτό απαιτεί ακριβή και σαφή σήμανση των προϊόντων.
Παράλληλα με την τοξικολογική πτυχή της ασφάλειας των τροφίμων, πιστεύω επίσης ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη τη σκοπιμότητα της προσθήκης αρτυμάτων στα τρόφιμα. Πράγματι, είναι δυνατόν για τους παρασκευαστές να χρησιμοποιούν δυνατά αρτύματα για να καλύψουν τη χαμηλή ποιότητα των συστατικών των έτοιμων εδεσμάτων. Το ζήτημα της τεχνολογικής σκοπιμότητας των αρτυμάτων συνδέεται, επομένως, με τις αρχές προστασίας της υγείας των ανθρώπων.
Το επίμαχο μέρος του κανονισμού, κατά την άποψή μου, είναι το μέρος που αφορά τα συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες, ιδίως τα αρωματικά φυτά και μπαχαρικά. Αυτά συμπεριλήφθηκαν στο κείμενο του κανονισμού μετά τη δημοσίευση εκθέσεων για τη γονιδιοτοξικότητα και την καρκινογόνο δράση ορισμένων καθαρών βιολογικά δραστικών ουσιών που περιέχονται στα αρωματικά φυτά. Οι μέγιστες επιτρεπόμενες ποσότητες, που αφορούν περίπου 60 αρωματικά φυτά και μπαχαρικά, αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού.
Δεν υποτιμούμε τα επιστημονικά δεδομένα ότι οι βιολογικά δραστικές ουσίες μπορούν καθαυτές να είναι επιβλαβείς. Συμφωνώ ότι πρέπει να αποκλείσουμε τη δυνατότητα να εισέλθουν από απροσεξία τοξικές ουσίες στα έτοιμα εδέσματα. Επί του παρόντος, δεν υπάρχει κανένα επιστημονικό δεδομένο ότι οι ουσίες αυτές είναι επιβλαβείς, ακόμη και όταν εμφανίζονται, σε πολύ μικρές ποσότητες, σε μείγματα αρωματικών φυτών και μπαχαρικών και τις καταναλώνουμε με τα έτοιμα εδέσματα.
Μία πιθανή συνέπεια του καθορισμού των μέγιστων επιτρεπόμενων επιπέδων βάσει των βιολογικά δραστικών ουσιών μπορεί να είναι ότι ορισμένα παραδοσιακά προϊόντα, που κυκλοφορούν εδώ και δεκαετίες στην ευρωπαϊκή αγορά, θα εξαφανίζονταν από αυτήν, με τους παραγωγούς τροφίμων να παραλείπουν τα αρωματικά φυτά και να χρησιμοποιούν αρτύματα στη θέση τους.
Μιλώ εξ ονόματος σχεδόν όλων των μελών της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, όταν λέω ότι το ζήτημα των βιολογικά δραστικών ουσιών πρέπει να αντιμετωπιστεί με σύνθετο και ολοκληρωμένο τρόπο. Προτείνω οι βουλευτές να υποστηρίξουν στη σύνοδο της Ολομέλειες τη λύση που υιοθετήθηκε από μεγάλη πλειοψηφία στην επιτροπή. Στην περίπτωση αυτή, το μέρος Β του παραρτήματος ΙΙΙ θα παρέμενε στον κανονισμό, αλλά θα ήταν κενό έως ότου να βασιστεί σε επιστημονικά τεκμηριωμένους λόγους και η Επιτροπή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, να παραγγείλει μια σχετική μελέτη, η οποία θα χρησιμοποιούσε τη μέση ημερήσια κατανάλωση τέτοιων τροφίμων για να υπολογίσει τον πραγματικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.
Στον κανονισμό για τα πρόσθετα υποστηρίζουμε την άποψη ότι προϋπόθεση για την εγγραφή στον κατάλογο των εγκεκριμένων ουσιών είναι μια θετική γνώμη από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ), αλλά αυτό δεν πρέπει να είναι το μοναδικό κριτήριο. Η τοξικολογική αποδοχή δεν φανερώνει τα πάντα σχετικά με το πόσο συνετή είναι η εγγραφή προσθέτων υπό το πρίσμα των προσπαθειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εκπαιδεύσει τους ανθρώπους σε υγιεινές διατροφικές συνήθειες. Η εύλογη τεχνολογική ανάγκη είναι μια έννοια την οποία, υπό αυτό το πρίσμα, υποστηρίζουμε ως εργαλείο για την πολιτική ερμηνεία των οριακών προβλημάτων. Έχει νόημα, λόγου χάρη, να προλαμβάνουμε την παραπλάνηση των καταναλωτών σε σχέση με την αξία των πρόσθετων τροφίμων, αν στην πραγματικότητα δεν έχουν καμία αξία.
Η ομάδα μας υποστηρίζει επίσης μια ενιαία, κεντρική διαδικασία για την έγκριση νέων πρόσθετων, αρτυμάτων και ενζύμων, με την προϋπόθεση ότι θα γίνει αποδοτικότερη, γρηγορότερη και πιο διαφανής. Είχαμε ορισμένες επιφυλάξεις, τις οποίες εκφράσαμε στη συζήτηση στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, αλλά έχοντας σταθμίσει τις καλές και τις λιγότερο καλές πλευρές της νέας πρότασης, είμαστε της γνώμης ότι η επιτροπολογία με το δικαίωμα ελέγχου θα δώσει στο Κοινοβούλιο την επιλογή ανάπτυξης των τεχνικών πτυχών της έγκρισης πρόσθετων τροφίμων με ορισμένα πολιτικά κριτήρια που φαίνονται σημαντικά από την άποψη της μακροπρόθεσμης προστασίας των καταναλωτών.
Τέλος, θέλω να εκφράσω τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου στις δύο εισηγήτριες των άλλων κανονισμών που συνθέτουν τη νέα νομοθετική δέσμη για την εξαίρετη συνεργασία τους και την πολύ παραγωγική ανταλλαγή απόψεων.
Manuel Medina Ortega (PSE), συντάκτης γνωμοδότησης της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων. – (ES) Κύριε Πρόεδρε, ο πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων ζήτησε από την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων να εκδώσει γνώμη σχετικά με την κατάλληλη νομική βάση για την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που θεσπίζει ενιαία διαδικασία έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τα αρτύματα τροφίμων.
Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων μελέτησε το θέμα και, καταρχάς, διαπιστώσαμε ότι είναι απολύτως εφικτό να υπάρχουν δύο διαφορετικές νομικές βάσεις. Για παράδειγμα, έχουμε την απόφαση του Δικαστηρίου του 1988 στην υπόθεση της Επιτροπής κατά του Συμβουλίου, η οποία θεσπίζει τη δυνατότητα μιας διπλής νομικής βάσης στην περίπτωση που οι στόχοι της προστασίας των ατόμων και της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς συμπίπτουν.
Πιστεύουμε ότι συμπίπτουν στην περίπτωση αυτής της οδηγίας. Δεν είναι απλά μια οδηγία που αποσκοπεί στη διατήρηση της εσωτερικής αγοράς αλλά επίσης μια οδηγία που αποσκοπεί να παρέχει τον μέγιστο βαθμό νομικής προστασίας.
Δεν υπάρχει καμία δυσκολία από διαδικαστική άποψη, διότι η διαδικασία είναι η ίδια: η διαδικασία της συναπόφασης. Ωστόσο, πιστεύουμε ότι η νομική βάση του άρθρου 95 –που βασίζεται αποκλειστικά στην εσωτερική αγορά– δεν είναι επαρκής και, επομένως, πρέπει να ενισχυθεί από την παράγραφο 1 του άρθρου 175, το οποίο αναφέρεται στην προστασία της υγείας του ανθρώπου.
Horst Schnellhardt, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι!
Στην εισαγωγή σας, κύριε Επίτροπε, περιγράψατε τα πλεονεκτήματα αυτών των νέων ρυθμίσεων: μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου, καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών και –πολύ σημαντικό– λιγότερη γραφειοκρατία. Μόνο να σας υποστηρίξω μπορώ σε αυτά! Παρακαλώ, συνεχίστε έτσι. Μετατρέψτε αυτό το συνονθύλευμα οδηγιών σε κανονισμούς. Έτσι θα αποκτήσουμε μια σημαντική και σωστή βάση για την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Βέβαια, επειδή οι κανονισμοί ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη ως έχουν, οι συνθήκες της εσωτερικής αγοράς απαιτούν κάποιον βαθμό ευελιξίας και μηνύματα που να είναι σχετικά. Για τον λόγο αυτό, ο έλεγχος ενός προϊόντος κατά τη διαδικασία της συναπόφασης, όπως προτάθηκε στην επιτροπή, δεν είναι απαραίτητος. Είμαι θερμός υποστηρικτής της διαδικασίας συναπόφασης, εντούτοις στην προκειμένη περίπτωση τάσσομαι υπέρ του να εφαρμοστεί η διευρυμένη διαδικασία επιτροπολογίας. Είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνήσετε σε αυτό.
Η επίδραση των προϊόντων και των προσθέτων τροφίμων στην υγεία ή –όπως ισχυρίζεται η κ. Westlund– στο φυσικό περιβάλλον δεν πρέπει να συμπεριληφθεί ούτε σε αυτούς τους κανονισμούς. Πρέπει να επικεντρωθούμε σε αυτό που θέλουμε να επιτύχουμε. Διαφορετικά, θα καταλήξουμε σε ένα συνονθύλευμα κανονισμών και δεν θα έχουμε επιτύχει τον στόχο μας. Υπάρχουν πολλοί άλλοι κανονισμοί γι’ αυτό.
Επίσης, θεωρώ υπερβολική στο σύνολό της την πρόταση ότι τα πρόσθετα τροφίμων θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εάν η επίδραση δεν μπορεί να επιτευχθεί με καρυκεύματα. Δεν υπάρχει επιστημονική βάση σε αυτό. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι τέτοιο.
Αισθάνομαι στην πραγματικότητα εξαιρετικά ευτυχής με τις διαδικασίες έγκρισης. Ωστόσο, κυρίες και κύριοι της Επιτροπής, δείξτε λίγο εμπιστοσύνη στους συναδέλφους σας! Γιατί έξι μήνες για την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) και εννέα μήνες για την Επιτροπή; Αυτό πρέπει να το αλλάξετε, κύριε Επίτροπε. Ακολουθήστε την πρόταση και προβλέψτε έξι μήνες και για τα δύο θεσμικά όργανα. Σε αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσαμε να επιτύχουμε κάτι θετικό.
Karin Scheele, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω τις τρεις εισηγήτριες, ειδικά την κ. Doyle που εκπόνησε την έκθεση, για την οποία είμαι σκιώδης εισηγήτρια της Σοσιαλιστικής Ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θα ήθελα να προσπαθήσω και να εντοπίσω τα κοινά σημεία αλλά και τις διαφορές των θέσεών μας. Όπως οι προηγούμενοι ομιλητές της ομάδας μου, υποστηρίζω την προσέγγιση να υπάρχουν δύο νομικές βάσεις για τους κανονισμούς, διότι, κατά την άποψή μου, η αυξημένη ασφάλεια των καταναλωτών που περιέχεται σε αυτήν την πρόταση της Επιτροπής είναι όντως το σημαντικότερο επιχείρημα.
Όπως ανέφερε ήδη η εισηγήτρια κ. Doyle, μόνο τρία κράτη μέλη έχουν μέχρι σήμερα ενσωματώσει στο εθνικό τους δίκαιο μια αξιολόγηση ασφαλείας για τα ένζυμα. Για τον λόγο αυτό, χρειαζόμαστε μια αξιολόγηση ασφαλείας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο – κυρίως για λόγους ασφάλειας του καταναλωτή.
Ελπίζω ότι η αυριανή Ολομέλεια θα ακολουθήσει το παράδειγμα της επιτροπής και θα αποδεχθεί ένα ακόμα κριτήριο, εκτός από αυτά που προβλέπονται στο κείμενο της Επιτροπής, για το πότε μπορεί ένα καλό ένζυμο τροφίμων να εγγραφεί στον κοινοτικό κατάλογο: δηλαδή όταν η χρήση του ωφελεί τον καταναλωτή.
Ένζυμα που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς είναι, κατά την άποψή μου, ένα σημαντικό θέμα, όπως επίσης για πολλά άλλα μέλη αυτού του Σώματος. Θυμάμαι καλά πώς, όταν συζητούσαμε τον κανονισμό για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές σε αυτό το Σώμα πριν από μερικά χρόνια, πολλοί εξ ημών προσπάθησαν να υπάρξει αποδοχή της επιθυμίας των ευρωπαίων πολιτών να υπάρχει σήμανση στα ένζυμα που προέρχονται από ΓΤΟ. Τότε η προσοχή μας εστιάστηκε στη γενική αναθεώρηση της νομοθεσίας για τα ένζυμα. Σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς στο ίδιο σημείο και, για αυτόν τον λόγο, πιστεύω ότι τώρα ήλθε η στιγμή να υλοποιήσουμε τις επιθυμίες μιας μεγάλης πλειοψηφίας του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Επιτρέψτε μου τώρα να στραφώ από τους τομείς της αρμοδιότητάς μου απευθείας στην έκθεση Westlund. Υποστηρίζω ασφαλώς την αρχή της συναπόφασης, διότι σε ένα θέμα όπως τα ένζυμα πρέπει να διασφαλίσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια. Είναι, ωστόσο, ενδιαφέρον ότι η Επιτροπή υποστηρίζει στην προκειμένη περίπτωση τη διευρυμένη διαδικασία επιτροπολογίας, ενώ εμείς οδηγούμαστε σε αδιέξοδο σε κάποια άλλη υπόθεση όσον αφορά τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι σε αυτήν την περίπτωση η διαδικασία κανονιστικής επιτροπής με έλεγχο λέγεται ότι είναι δυνατή για επιμέρους εγκρίσεις ενζύμων, μολονότι δεν συμβαίνει προφανώς το ίδιο σε άλλα θέματα, όπως οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί.
Μάριος Ματσάκης, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να συγχαρώ την κ. Doyle για την εξαίρετη έκθεσή της σχετικά με τα ένζυμα τροφίμων και να την ευχαριστήσω για την πολύ καλή συνεργασία που είχε με τους σκιώδεις εισηγητές.
Η χρήση ενζύμων στη μεταποίηση των τροφίμων είναι πολύ γνωστή εδώ και αιώνες. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η χρήση αυτή πολλαπλασιάστηκε σε αριθμό, ποσότητα και πολυπλοκότητα. Είναι, ως εκ τούτου, επιτακτικό να θεσπιστεί νέα νομοθεσία της ΕΕ για αυτήν την πτυχή της παραγωγής τροφίμων.
Ορισμένοι από τους τομείς στους οποίους επικέντρωσε την προσοχή της η εισηγήτρια είναι η παροχή σαφών ορισμών για τα ένζυμα τροφίμων και τα παρασκευάσματα ενζύμων τροφίμων, η κατάλληλη σήμανση των προϊόντων και, ίσως ο πλέον αμφιλεγόμενος τομέας, των ενζύμων τροφίμων που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένους μικροοργανισμούς.
Γενικά, υποστηρίζω πλήρως τη γραμμή που ακολούθησε η εισηγήτρια σε αυτήν την έκθεση. Ωστόσο, όσον αφορά τα ένζυμα που προέρχονται από ΓΤΟ, αποφάσισα να ακολουθήσω μια πιο αυστηρά «πράσινη» προσέγγιση από αυτήν της κ. Doyle, μολονότι πρέπει να ομολογήσω ότι η εισηγήτρια προέβη σε σημαντικές συμβιβαστικές αλλαγές που βελτιώνουν σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση στο θέμα των ΓΤΟ.
Εντούτοις, θέλω να προσεγγίσω το ζήτημα με υπερβολική ενδεχομένως προσοχή, καθώς στο θέμα αυτό παραμένουν μια σειρά από αναπάντητα ακόμη επιστημονικά ερωτήματα και άγνωστες ποσότητες. Επιπροσθέτως, φρονώ ότι, όσον αφορά την υγεία των πολιτών μας, είναι προτιμότερο να είναι κανείς ασφαλής παρά να λυπάται εκ των υστέρων. Άλλωστε, η νοοτροπία και η αντίληψη των ευρωπαίων πολιτών για οτιδήποτε αφορά τους ΓΤΟ χαρακτηρίζονται επί του παρόντος από δυσπιστία, για να μην πω τίποτα περισσότερο. Είναι σωστό και θεμιτό να παρέχονται στους πολίτες πλήρεις, σαφείς, ακριβείς, και ειλικρινείς πληροφορίες σχετικά με τα τρόφιμα που περιέχουν ουσίες οι οποίες προέρχονται από ΓΤΟ. Μόνον κατ’ αυτόν τον τρόπο οι πολίτες μας θα νιώθουν απολύτως ασφαλείς που μπορούν να απολαμβάνουν τρόφιμα τα οποία παρασκευάζονται με τη χρήση ενζύμων, γνωρίζοντας ακριβώς πώς παρήχθησαν τα ένζυμα. Η μεγάλη πλειονότητα των καταναλωτών μπορεί να μην εκμεταλλευθεί αυτήν την πρακτική, αλλά θα είναι διαθέσιμη για τους λίγους που επιθυμούν να είναι πλήρως ενημερωμένοι, καθώς αυτό είναι δικαίωμά τους.
Andrzej Tomasz Zapałowski, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Κύριε Πρόεδρε, οι χημικές ουσίες προστίθενται σήμερα σε μία διαρκώς μεγαλύτερη ποσότητα τροφίμων στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο. Η βιομηχανία τροφίμων προσφέρει αυξανόμενες ποσότητες υποκατάστατων τροφίμων στην κοινωνία και δη στα παιδιά. Φαίνεται συχνά ότι καταναλώνουμε χημικά πρόσθετα και τρόφιμα σε ίσες ποσότητες.
Οι νέοι εκτίθενται ιδιαίτερα στους κινδύνους ανθυγιεινών τροφίμων. Είναι η ομάδα που δελεάζεται ευκολότερα από τη διαφήμιση και καταναλώνουν τις περισσότερες χρωστικές σε ποτά και γλυκά, ιδίως στα προσυσκευασμένα. Η έκθεση είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά η απουσία απαγόρευσης για τη χρήση ΓΤΟ στα τρόφιμα και η έμφαση που δίνεται στην πιθανή χρήση τους είναι πηγές ανησυχίας.
Σας προτείνω να σκεφτείτε το εξής, κυρίες και κύριοι. Αν καταργήσουμε τα πρόσθετα τροφίμων και τα αντικαταστήσουμε με ΓΤΟ σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να εκθέσουμε την κοινωνία σε νέους κινδύνους στο μέλλον, δημιουργώντας τις συνθήκες για ασθένειες που είναι άγνωστες επί του παρόντος και για τις επιβλαβείς συνέπειές τους στον ανθρώπινο οργανισμό.
Carl Schlyter, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (SV) Θέλω να ευχαριστήσω τις εισηγήτριες για την εποικοδομητική τους συνεργασία. Μία από τις συνέπειες αυτού είναι ότι ενσωματώθηκαν στην έκθεση οι τροπολογίες μου που περιορίζουν τη χρήση των ενισχυτικών γεύσεων, προειδοποιούν για τη χρήση των αζωχρωμάτων και ζητούν την επισήμανση και την αξιολόγηση του κινδύνου για τα γενετικά τροποποιημένα πρόσθετα και τα παρασιτοκτόνα που χρησιμοποιούνται ως συντηρητικά. Ελπίζω ότι αυτές οι τροπολογίες θα εγκριθούν από την Ολομέλεια.
Όσον αφορά την πρόταση για διπλή νομική βάση, υποστηρίζω την εισηγήτρια. Κατά τη διαδικασία έγκρισης των πρόσθετων, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο περιβαλλοντικός τους αντίκτυπος. Αυτό μπορεί να είναι αναγκαίο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ο σωστός καθαρισμός στις μονάδες επεξεργασίας λυμάτων.
Η κύρια ιδέα που περιέχεται στην πρόταση της Επιτροπής είναι να καθιερωθεί η διαδικασία της επιτροπολογίας για τα πρόσθετα. Οι κίνδυνοι που θα διατρέχαμε τότε θα ήταν η έγκριση υπερβολικά μεγάλου αριθμού πρόσθετων και η απαγόρευση μόνον των αποδείξιμα επικίνδυνων ουσιών. Η εμπειρία της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων δείχνει ότι η αρχή της προφύλαξης έχει μικρή αξία. Επίσης, μία από τις βασικές απαιτήσεις του κανονισμού είναι ότι οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να παραπλανούνται. Το πώς θα ερμηνευθούν τα θέματα αυτά είναι ένα πολιτικό ζήτημα και, ως εκ τούτου, ζήτημα που εναπόκειται στο Κοινοβούλιο.
Έχουμε δικαίωμα σε καλά, φυσικά και ασφαλή τρόφιμα. Συχνά, χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα πρόσθετα που δεν είναι φρέσκα ή φυσικά. Οι καταναλωτές μπορούν να επωφεληθούν τα μέγιστα αν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των φυσικών και φρέσκων τροφίμων δεν μειωθούν μέσω προχειροφτιαγμένης νομοθεσίας για τα πρόσθετα που ευνοεί την παραγωγή τροφίμων σε κεντρική και μεγάλης κλίμακας βάση και εμπεριέχει κάτι που δεν είναι ούτε και αυτό καλό για το περιβάλλον, δηλαδή τη μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις.
Είναι, επομένως, παράλογο να δηλώνει η Επιτροπή ότι η ανάγκη να προστεθεί χρώμα σε τρόφιμα που κανονικά είναι άχρωμα είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός λόγος για τη χρησιμοποίηση χρωστικών ουσιών. Αυτή η διαδικασία είναι πιθανόν να παραπλανήσει τον καταναλωτή. Η πρόταση ότι μπορούν να χρησιμοποιούνται γλυκαντικές ουσίες για τον ειδικό σκοπό της παράτασης της διάρκειας ζωής ενός προϊόντος είναι παραπλανητική και θα πρέπει να διαγραφεί.
Ελπίζω ότι, με απώτερο στόχο την προστασία των παιδιών, θα εξασφαλίσω την υποστήριξη για τον περιορισμό των χρωστικών στα τρόφιμα που προορίζονται για παιδιά. Ούτε τα νανοσωματίδια πρέπει να εγκριθούν στο πλαίσιο αυτού του κανονισμού, διότι αυτός δεν έχει σχεδιαστεί για να εξετάζει τις ιδιότητες των νανοσωματιδίων. Πρέπει επίσης να δώσουμε ειδική προσοχή στα άτομα που υποφέρουν από αλλεργίες με το να μην επιτρέψουμε στα πρόσθετα να περιορίσουν την επιλογή των τροφίμων τους.
Οι παρασκευαστές που δεν παρέχουν επαρκείς πληροφορίες για τα πρόσθετά τους δεν πρέπει, φυσικά, να λαμβάνουν έγκριση γι’ αυτά. Οι παρασκευαστές δεν πρέπει να θεωρούν ότι αξίζει να παρακρατούν πληροφορίες. Εμείς, στην Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία έχουμε καταθέσει τροπολογίες που αντικατοπτρίζουν όλα αυτά τα μελήματα. Αν εγκριθούν, θα έχουμε εξασφαλίσει νομοθεσία που προστατεύει τους καταναλωτές.
Η Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία έχει εφαρμόσει την ίδια λογική σε άλλους κανονισμούς. Τα φυσικά καρυκευμένα τρόφιμα δεν πρέπει να τίθενται σε μειονεκτική θέση, όπως θα συνέβαινε με την πρόταση της Επιτροπής. Σας καλώ όλους να υποστηρίξετε τα φυσικά καρυκεύματα και να μην επιτρέψετε να εξαπατηθείτε από τη βιομηχανία συνθετικών πρόσθετων.
Pilar Ayuso (PPE-DE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, η παρέμβασή μου θα είναι σχετική με τον κανονισμό για τα αρτύματα. Θέλω να ευχαριστήσω την εισηγήτρια σε αυτό το θέμα, την κ. Murko, για τη συνεργασία που είχαμε και τις καλές συμφωνίες στις οποίες καταλήξαμε.
Καταρχάς, χαιρετίζω την πρόταση της Επιτροπής, διότι εκσυγχρονίζει τη νομοθεσία, ενώ ταυτόχρονα απλοποιεί τις διαδικασίες έγκρισης, συγκεντρώνοντας την αξιολόγηση των κινδύνων της εμπορίας αρτυμάτων και της σύνταξης ενός θετικού καταλόγου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ).
Επίσης σημαντική είναι η συμβολή του Κοινοβουλίου σε αυτήν την έκθεση, η οποία έχει συντονιστεί τόσο καλά από την κ. Murko, όπως είπα.
Πιστεύουμε ότι η διαδικασία της επιτροπολογίας είναι κατάλληλη και συμφωνούμε με αυτήν, υπό την προϋπόθεση ότι δεν στερεί από το Κοινοβούλιο τη δυνατότητα να την εξετάζει όταν το κρίνει ενδεδειγμένο. Η εφαρμογή του κανονισμού πρέπει να επεκταθεί στα κατεψυγμένα αρωματικά φυτά και μπαχαρικά, καθώς αυτό απαιτεί η τεχνολογία.
Τα φυσικά αρτύματα πρέπει να επισημαίνονται, διότι ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να γνωρίζει αυτήν την πληροφορία. Τα τρόφιμα και τα συστατικά των τροφίμων που παράγονται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (ΓΤΟ) που πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003, σχετικά με γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές, και εκείνες του παρόντος κανονισμού, πρέπει να υπόκεινται σε ενιαία αξιολόγηση της ΕΑΑΤ που είναι έγκυρη και για τις δύο διαδικασίες έγκρισης. Δεν πρέπει να υπόκεινται σε δύο διαφορετικές διαδικασίες για τον ίδιο σκοπό.
Τα φυσικά αρωματικά φυτά και μπαχαρικά έχουν πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πιστεύω ότι η λύση που επιτεύχθηκε είναι καλή, και συνίσταται στην αφαίρεσή τους από το παράρτημα.
Η μεταβατική περίοδος, η οποία δεν προβλέπεται στον κανονισμό, είναι επίσης απαραίτητη όσο είναι σε ισχύ η παρούσα νομοθεσία. Αυτός είναι ο στόχος των τροπολογιών της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) και των Ευρωπαίων Δημοκρατών.
Edite Estrela (PSE). – (PT) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, πόσοι ερασιτέχνες ή επαγγελματίες μάγειροι στην Ευρώπη ή πέρα από αυτήν θα είχαν σκεφτεί ότι η υπερβολική χρήση αρτυμάτων μπορεί να είναι επιζήμια για την υγεία; Πολύ λίγοι, είμαι σίγουρη. Πόσοι από εμάς που μας αρέσει η γεύση της ρίγανης ή του γαρίφαλου θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι τα αρτύματα στις τροφές θα μπορούσαν να είναι επικίνδυνα σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις; Πιθανότατα κανείς. Ωστόσο, οι ειδικοί μας λένε ότι τροφικές δηλητηριάσεις και αλλεργίες μπορούν πραγματικά να προκληθούν αν τα αρτύματα δεν χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις προδιαγραφές για τους καταναλωτές.
Οι καταναλωτές γνωρίζουν, και αν γνωρίζουν τότε οφείλουν να το κάνουν, ότι η κατανάλωση χημικών συστατικών δεν είναι το ίδιο με την πρόσληψη φυσικών προϊόντων, και γνωρίζουμε επίσης από εμπειρία ότι τα συνθετικά, χημικά και βιομηχανικά προϊόντα είναι, κατά κανόνα, πιο προσιτά από οικονομικής απόψεως από τα φυσικά. Οι καταναλωτές πρέπει, συνεπώς, να ενημερώνονται για τα χαρακτηριστικά των αρτυμάτων και ο τομέας πρέπει να ρυθμιστεί.
Οι κανονισμοί που προτείνει η Επιτροπή και οι εκθέσεις αυτές είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Στην πραγματικότητα, θέλω να επωφεληθώ αυτής της ευκαιρίας για να συγχαρώ την Επιτροπή και τους εισηγητές –την κ. Westland, την κ. Doyle και την κ. Drčar Murko– για το έργο που έκαναν και για τη συνεργασία τους με τους σκιώδεις εισηγητές, ιδιαίτερα δε την κ. Drčar Murko, με την οποία εργάστηκα ως σκιώδης εισηγήτρια για τη Σοσιαλιστική Ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η προστασία της δημόσιας υγείας και η ενημέρωση και προστασία των καταναλωτών είναι στόχοι που θα πρέπει να κατευθύνουν όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Επομένως, το σχέδιο κανονισμού είναι ευπρόσδεκτο, εφόσον αποσκοπεί στην επικαιροποίηση των κανόνων για τη χρήση αρτυμάτων ώστε να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις σε αυτό το πεδίο. Η νέα νομοθεσία θεσπίζει πολύ πιο σαφείς κανόνες σύμφωνα με τα ανώτατα επίπεδα των τοξικών ουσιών, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες επιστημονικές γνώμες που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων. Καθορίζει πιο ακριβείς ορισμούς για τα αρτύματα και εισάγει πιο περιοριστικές προϋποθέσεις για τη χρήση του όρου «φυσικός» στις περιγραφές των αρτυμάτων.
Πιστεύουμε ότι η συμβολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αντιμετωπίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη αποσαφήνιση και εναρμόνιση της νομοθεσίας για τα αρτύματα. Συμβάλλουν άραγε οι νέοι κανόνες στην καλύτερη ενημέρωση και προστασία των καταναλωτών χωρίς να ζημιώνουν τη βιομηχανία; Είναι, επομένως, απολύτως επωφελείς. Η δημιουργία ενός σαφούς πλαισίου ενθαρρύνει την καινοτομία και διευκολύνει τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις, και η βιομηχανία της Ευρώπης θα μπορέσει να διατηρήσει την ηγετική της θέση στο πεδίο των αρτυμάτων. Συνεπώς, περιμένουμε ότι θα υπάρξουν θετικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία.
Alexandru-Ioan Morţun (ALDE). – Mâine, Parlamentul European urmează să adopte patru regulamente urmare cărora Comisia şi Comitetul permanent pentru lanţul alimentar şi sănătatea animală vor trebui să revizuiască toate autorizaţiile existente din punct de vedere al criteriilor, altele decât siguranţa, ca de exemplu: dozele, necesităţile tehnologice şi chiar eventuala inducere în eroare a consumatorului.
După intrarea în vigoare a regulamentelor menţionate, Comisia Europeană va trebui să monitorizeze aplicarea lor şi să ia măsuri cu precădere împotriva producătorilor de produse alimentare pentru sugari şi copii, care nu menţionează încă pe etichete cantitatea şi denumirea tuturor aditivilor, mai ales a celor care sunt utilizaţi în cantităţi foarte mici şi care nu pot fi depistaţi cu uşurinţă prin metodele clasice de analiză.
În prezent, în multe ţări ale Uniunii Europene, medicii au semnalat multe cazuri de alergii din cauza unor produse alimentare ce conţin diverşi aditivi. În absenţa menţionării tuturor acestora pe etichetele produselor alimentare, medicii - şi vă vorbesc ca medic - nu reuşesc să găsească remediile necesare la aceste alergii, mai ales dacă este cazul unui tratament de urgenţă.
Din aceste motive cred că Parlamentul European ar trebui să susţină aceste idei mâine, să susţină amendamentele care se referă la acestea.
Wiesław Stefan Kuc (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των παραγωγών τροφίμων και η μάχη τους για την προσέλκυση καταναλωτών σημαίνει ότι οι πρώτοι προσπαθούν να κάνουν τα προϊόντα τους να φαίνονται όσο το δυνατόν πιο ελκυστικά. Καταφεύγουν σε τεχνητά μέσα για να δώσουν στα προϊόντα μια πιο ευχάριστη εμφάνιση, καλύτερη γεύση ή μακρύτερη διάρκεια ζωής. Οι ενέργειες αυτές δεν είναι πάντα επωφελείς, ωστόσο, για την υγεία των καταναλωτών.
Οι εκθέσεις της κ. Westlund, της κ. Doyle και της κ. Drčar Murko αποτελούν μια προσπάθεια για την προστασία τόσο της υγεία μας όσο και του περιβάλλοντός μας. Αναφέρομαι στην τροπολογία αριθ. 17 στο άρθρο 3. Δεν μπορώ, συνεπώς, να καταλάβω γιατί υπάρχουν εξαιρέσεις τόσο μεγάλης κλίμακας από τον ορισμό των προσθέτων τροφίμων. Γιατί εξαιρούνται τα ζάχαρα; Χρησιμοποιώ τον όρο ζάχαρα για να συμπεριλάβω τους πολυσακχαρίτες όπως το άμυλο, το χλωριούχο αμμώνιο, τις πηκτίνες και τα αμινοξέα. Θα μπορούσε αυτό να οφείλεται στην πίεση που ασκείται από μεγάλους παραγωγούς; Αν ναι, η έκθεση δεν θα επιτύχει τον στόχο της.
Kathalijne Maria Buitenweg (Verts/ALE). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, τα αρτύματα με βλαβερές συνέπειες για την υγεία του ανθρώπου δεν έχουν πολύ απλά θέση στα τρόφιμά μας. Όπως ειπώθηκε πριν, οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα σε ασφαλή τρόφιμα, και οι περιβαλλοντικές συνέπειες πρέπει επίσης να περιγράφονται.
Όπως είπε η εισηγήτρια, είναι καλό να γίνονται έλεγχοι για να διαπιστωθεί αν ορισμένα τρόφιμα έχουν καρκινογόνο δράση. Τα αρτύματα, ωστόσο, που δεν προκαλούν άμεση βλάβη μπορούν να έχουν έμμεση αρνητική επίπτωση. Πράγματι, το σώμα μας παραπλανάται από τα τεχνητά αρτύματα. Τα αρτύματα μπορεί να ευθύνονται έως και κατά 90% για τη γεύση ενός τροφίμου, και αποφασίζουμε αν θέλουμε να φάμε ένα προϊόν ή όχι από τη γεύση, τη μυρωδιά και την όψη του. Το πόσο φρέσκο ή πόσο υγιεινό είναι αποτελεί ένα εντελώς διαφορετικό θέμα και, χωρίς τα αρτύματα, δεν θα σκεφτόσασταν ποτέ να φάτε τα εδέσματα των ταχυφαγείων.
Υπάρχουν επίσης τεχνητά αρτύματα με εθιστικές ιδιότητες, όπως το όξινο γλουταμινικό νάτριο, το οποίο σε κάνει να επιθυμείς να φας περισσότερο και περιέχεται στα τσιπς, για παράδειγμα. Είμαι ικανοποιημένη που το Κοινοβούλιο καταθέτει προτάσεις για ετικέτες με σωστές, αντικειμενικές πληροφορίες. Αυτό από μόνο του δεν αρκεί, ωστόσο, διότι οι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι πρέπει να διαβάσουν τα ψιλά γράμματα. Γι’ αυτό έχει τόσο ζωτική σημασία η διεξαγωγή μιας εκστρατείας, για παράδειγμα στο πλαίσιο της εκστρατείας κατά της παχυσαρκίας την οποία έχει ξεκινήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να εξηγήσει τι είναι το υγιεινό φαγητό και ότι τα ψιλά γράμματα είναι αυτά που μπορούν να κάνουν τη διαφορά από την άποψη της πρόσληψης ή της απώλειας βάρους.
Françoise Grossetête (PPE-DE). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, έχουμε σήμερα ενώπιόν μας μια δέσμη κανονιστικών μέτρων που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον καταναλωτή. Είναι σημαντικά, όπως πολύ ορθώς είπε και ο Επίτροπος Κυπριανού, διότι το ζητούμενο είναι η ασφάλεια των τροφίμων, διότι το ζητούμενο είναι να ανταποκριθούμε στις γαστρονομικές προσδοκίες των καταναλωτών, τέλος δε, διότι το ζητούμενο είναι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών μας επεξεργασίας τροφίμων.
Στο θέμα της έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, πιστεύω ότι ήταν όντως σημαντικό να υπάρξει συμμόρφωση προς τον κανονισμό που διέπει τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Τούτου λεχθέντος, θέλω κυρίως να μιλήσω για το θέμα των αρτυμάτων και πιο συγκεκριμένα των φυσικών αρτυμάτων. Θεωρώ πράγματι σημαντικό να εξετάσουμε προσεκτικότερα το ζήτημα της σήμανσης «φυσικό άρτυμα» αφού, με την υφιστάμενη εφαρμογή του κανονισμού, ένας παρασκευαστής μπορεί να επιθέσει τη σήμανση «φυσικό άρτυμα» στα προϊόντα του από τη στιγμή που το άρτυμα είναι 100% φυσικό, ασχέτως της σύνθεσής του.
Αύριο, αν ο προτεινόμενος κανονισμός γίνει αποδεκτός ως έχει, ο βιομήχανος δεν θα μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί αυτήν την ονομασία «φυσικό άρτυμα», αλλά θα πρέπει να ανατρέξει στην έκφραση, την οποία θεωρώ πολύ πιο δύσχρηστη, «φυσικό άρτυμα από», λόγου χάρη, «μήλα», αν πρόκειται για προϊόν με βάση τα μήλα. Επ’ αυτού θα ήθελα να διατηρήσουμε το ποσοστό που γνωρίζουμε μέχρι τώρα, δηλαδή, επί του συνόλου των αρτυματικών ουσιών, τουλάχιστον το 90% πρέπει να προέρχονται από την ονομαζόμενη πηγή, δεδομένου ότι το 10% των ουσιών που δεν προέρχεται από την ονομαζόμενη πηγή αφορά εξίσου φυσικές ουσίες, αφού έχουν άλλη φυσική προέλευση. Ωστόσο, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι για την ανάπτυξη ορισμένων συνθέσεων, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούμε άλλα φυσικά αρτύματα, να προσθέτουμε 10%, για παράδειγμα, από ένα άλλο φυσικό άρτυμα, το οποίο επιτρέπει την ενίσχυση της γεύσης.
Επομένως, αν κινηθούμε προς μια αναλογία 95% προς 5%, ακόμη και 100%, αυτό συνεπάγεται τυποποίηση των αρτυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πράγμα που κατά τη γνώμη μου αντιβαίνει στη δημιουργικότητα της βιομηχανίας, της καινοτομίας της βιομηχανίας ειδών διατροφής, – και αυτό δε το βρίσκω εξόχως λυπηρό.
Zbigniew Krzysztof Kuźmiuk (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να επιστήσω την προσοχή σε τέσσερα ζητήματα σε αυτήν τη συζήτηση. Πρώτον, τα πρόσθετα τροφίμων δεν πρέπει να αποτελούν κίνδυνο για τη ζωή και την υγεία των καταναλωτών. Δεύτερον, η προσφυγή στα τρόφιμα μπορεί να επιτρέπεται μόνον αν η χρήση τους είναι απαραίτητη για τεχνολογικούς λόγους και με την προϋπόθεση ότι οι καταναλωτές θα ωφεληθούν από αυτήν. Τα πρόσθετα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται όταν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση φυσικών προϊόντων.
Τρίτον, οι ετικέτες στα προϊόντα διατροφής πρέπει να παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τα πρόσθετα τροφίμων που περιέχονται σε αυτά τα προϊόντα. Τέταρτον, κατά κανόνα, τα πρόσθετα που δημιουργούνται βάσει ΓΤΟ ή παράγονται από ΓΤΟ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα.
Σε περίπτωση που τέτοια πρόσθετα χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα, ωστόσο, οι ετικέτες θα πρέπει να περιέχουν όχι μόνον αξιόπιστες πληροφορίες αλλά και μια προειδοποίηση προς τον καταναλωτή ότι έχουν χρησιμοποιηθεί ΓΤΟ στα πρόσθετα.
Μάρκος Κυπριανού, μέλος της Επιτροπής. (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ευχαριστήσω τους βουλευτές για την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση. Όπως προείπα, σε ορισμένα ζητήματα δεν συμφωνούμε απολύτως, αλλά είμαι σίγουρος ότι με συζήτηση και με καλή θέληση και από τις δύο πλευρές θα μπορέσουμε να βρούμε λύσεις.
Για να ξεκινήσω, η προτεραιότητα όλων μας, το κύριο μέλημα, είναι η προστασία των καταναλωτών, δεν υπάρχει αμφιβολία περί τούτου, και είμαι βέβαιος ότι δεν αμφισβητείτε την προθυμία μου να προωθήσω το συμφέρον των καταναλωτών στο θέμα αυτό· ωστόσο, την ίδια στιγμή πρέπει να παραμείνουμε αναλογικοί, πρέπει να είμαστε πρακτικοί και πρέπει να μπορέσουμε να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο με τη μικρότερη δυνατή διοικητική επιβάρυνση.
Θέλω να αναφερθώ σε ορισμένα από τα ζητήματα, μολονότι δεν επιθυμώ να καταναλώσω πολύ από τον χρόνο σας. Καταρχάς, όσον αφορά το ζήτημα της συναπόφασης και της επιτροπολογίας, ίσως θα πρέπει να σας υπενθυμίσω ότι ο λόγος για τον οποίο εμείς, τα δύο θεσμικά όργανα, συμφωνήσαμε επί της νέας αρχής της επιτροπολογίας με έλεγχο ήταν ακριβώς για να βρεθεί μια διαδικασία μέσω της οποίας θα μπορούσαμε να λαμβάνουμε αποφάσεις με πρακτικό, απλό και γρήγορο τρόπο για τεχνικά και επιστημονικά ζητήματα δίνοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ισχυρότερο δικαίωμα λόγου και αποκτώντας περισσότερη διαφάνεια για να μπορεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκφράζει τις απόψεις του. Παρεμπιπτόντως, η διαδικασία αυτή δεν έχει χρησιμοποιηθεί ακόμη, βρίσκεται μόλις στο ξεκίνημά της. Η νομοθεσία μου για τους ισχυρισμούς υγείας ήταν η πρώτη που την υιοθέτησε, άρα το να αναφερόμαστε στην παλιά διαδικασία επιτροπολογίας δεν είναι σχετικό με αυτό που συζητάμε τώρα, διότι τώρα συζητάμε τη νέα διαδικασία, η οποία εκπληρώνει τους στόχους της διαφάνειας και της συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά την ίδια στιγμή προβλέπει έναν ταχύ και πρακτικό τρόπο για τη λήψη αποφάσεων όσον αφορά τεχνικά και επιστημονικά ζητήματα. Φανταστείτε να χρειαζόταν να περάσουμε από ολόκληρη τη διαδικασία της νομοθετικής πρότασης κάθε φορά που θα έπρεπε να λάβουμε απόφαση για ένα ένζυμο, ένα πρόσθετο, μια θερμίδα, ενώ τελικά, η απόφαση θα βασιστεί στις απόψεις της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων που δημιουργήσαμε από κοινού, με νομοθεσία του Κοινοβουλίου, ακριβώς για αυτόν τον σκοπό.
Θέλω να ζητήσω από το Κοινοβούλιο, ή από τις πλευρές εκείνες που επιθυμούν εντόνως τη θέσπιση της συναπόφασης στο θέμα αυτό, να το ξανασκεφτούν, διότι στο τέλος δεν θα επιτύχουμε κανέναν από τους επιδιωκόμενους στόχους που θέσαμε και τελικά, εξαιτίας των μακροχρόνιων διαδικασιών, αυτό θα αποβεί εις βάρος των συμφερόντων των καταναλωτών.
Όσον αφορά το ζήτημα της νομικής βάσης, συμφωνώ με την κ. Doyle. Γνωρίζετε τη θέση μας και πιστεύω ότι θα πρέπει να έχουμε μόνον μία νομική βάση. Πιστεύω ότι αυτή μπορεί να καλύψει όλα τα άλλα ζητήματα, διότι αυτά αντικατοπτρίζονται στην ίδια τη νομοθεσία.
Σχετικά με το ζήτημα της αλλεργιογένεσης, συμφωνώ ότι πρέπει να αποτελέσει έναν από τους εύλογους παράγοντες που πρέπει να εξετάζονται κατά την έγκριση των πρόσθετων τροφίμων, επομένως θα είναι ένας παράγοντας που θα λαμβάνεται υπόψη. Η επισήμανση, επίσης, είναι μια πολύ σημαντική πτυχή και θα συμβάλει στην ενημέρωση των καταναλωτών, αλλά δεν μπορούμε να δεχτούμε την ολοκληρωτική απαγόρευση των πρόσθετων που ενδέχεται να είναι αλλεργιογόνα, καθώς οι καταναλωτές που επηρεάζονται από αυτά μπορούν να προστατευθούν μέσω της νομοθεσίας για την επισήμανση.
Όσον αφορά τις διαδικασίες διπλής έγκρισης με τους ΓΤΟ, συμφωνώ ότι πρέπει να έχουμε μια λειτουργική και καλή διοικητική πρακτική. Ως εκ τούτου, μπορούμε να δεχθούμε την προτεινόμενη αποσαφήνιση αλλά με κάποια αναδιατύπωση που θα κάνει το κείμενο συμβατό με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003.
Αναφορικά με το ζήτημα των αρωματικών φυτών και μπαχαρικών, συμφωνώ ότι αυτά είναι φυσικά, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν περιέχουν ορισμένες ουσίες οι οποίες μπορούν, παρόλα αυτά, να δημιουργήσουν προβλήματα υγείας. Για τον λόγο αυτό, είναι χρήσιμο και σημαντικό να συμπεριληφθούν και αυτά στον κατάλογο και να ορίσουμε ανώτατα επίπεδα. Πρόσφατα δημιουργήθηκε μια κατάσταση σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος που μας ανάγκασε να επανεξετάσουμε την πιθανότητα να καθιερωθούν εκ νέου ανώτατα επίπεδα. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι κάτι είναι φυσικό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη, και εξ ορισμού, ότι δεν περιέχει επίσης ορισμένες ουσίες που, όταν καταναλωθούν σε υπερβολικές ποσότητες, μπορούν να προκαλέσουν βλάβες.
Όσον αφορά το ζήτημα των εννέα μηνών για την Επιτροπή και των έξι μηνών για την ΕΑΑΤ, εννέα μήνες είναι η μέγιστη προτεινόμενη περίοδος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα χρειαστούν οπωσδήποτε εννέα μήνες. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, βάσει της γνώμης της ΕΑΑΤ, υπάρχει μια διαδικασία για τη διαβούλευση της Επιτροπής με τους ενδιαφερόμενους και τα κράτη μέλη, προκειμένου να διαπιστώσουν πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν τις τεχνολογικές ανάγκες, τα οφέλη για τους καταναλωτές και να διασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές δεν θα παραπλανούνται. Υπάρχουν πολλοί άλλοι συναφείς παράγοντες. Όπως γνωρίζετε, οι διαδικασίες διαβούλευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζονται κάποιον χρόνο. Πρέπει να είμαστε σε θέση να εξαντλούμε αυτές τις διαδικασίες. Για αυτόν τον λόγο, θέλουμε να έχουμε αρκετό χρόνο, αλλά αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι θα τον εξαντλήσουμε.
Όσον αφορά το ζήτημα των οφελών για τον καταναλωτή, μπορούμε να δεχτούμε να συμπεριληφθούν σε μια αιτιολογική σκέψη –αυτό θα ενίσχυε μια σημαντική αρχή– αλλά όχι με περιοριστικό τρόπο στη νομοθεσία. Δεν θα υπεισέλθω σε λεπτομέρειες. Όταν υιοθετήσουμε τη θέση μας, θα μπορέσουμε να δούμε τον λόγο για τον οποίο μπορούμε να το δεχτούμε εν μέρει.
Αναφορικά με το ζήτημα του πώς η νομοθεσία για τα παρασιτοκτόνα συμπληρώνει αυτήν τη νομοθεσία και το αντίστροφο, πιστεύουμε ότι αλληλοσυμπληρώνονται. Ως εκ τούτου, όταν ένα προϊόν δεν καλύπτεται από τη νομοθεσία για την προστασία των φυτών, θα καλύπτεται από τη συγκεκριμένη. Είναι σημαντικό για λόγους σαφήνειας να διατηρηθεί μια ξεκάθαρη γραμμή μεταξύ αυτών των δύο τομέων νομοθεσίας. Με ενδιέφερε ιδιαίτερα να δω αν υπήρχε η δυνατότητα δημιουργίας κενού, και αυτό δεν είναι δυνατόν. Είναι σαφές ότι είτε το ένα είτε το άλλο νομοθέτημα θα αξιολογεί την ασφάλεια του προϊόντος, ανάλογα με το στάδιο όπου χρησιμοποιείται, και λαμβάνοντας υπόψη ορισμένες τεχνικές πτυχές του.
Όσον αφορά τον όρο «φυσικό» και το ζήτημα του 90% ή 95%, είναι σημαντικό, όταν αναφερόμαστε στην πηγή, να έχουμε το υψηλότερο δυνατό ποσοστό αυτής της πηγής. Ταυτόχρονα, το υπόλοιπο πρέπει να προέρχεται από φυσική πηγή. Από την άλλη πλευρά, προκειμένου κάτι να χαρακτηριστεί «φυσικό» και όχι σε σχέση με μια συγκεκριμένη πηγή, τότε πρέπει να είναι 100% φυσικό.
Ο κύριος στόχος όλων αυτών είναι να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές δεν παραπλανούνται. Σε τελική ανάλυση, η σημαντικότερη πτυχή των προτάσεων είναι η αξιολόγηση της ασφάλειας, η διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για την υγεία των καταναλωτών και η παροχή πληροφοριών, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να κάνουν ενημερωμένη επιλογή. Θα εναπόκειται σε αυτούς να αποφασίσουν αν θέλουν ή όχι να αγοράσουν ένα επεξεργασμένο προϊόν ή κάτι φυσικό και φρέσκο. Βασική πολιτική μας είναι να προαγάγουμε την κατανάλωση φρέσκων τροφίμων, αλλά δεν μπορούμε να αποκλείουμε τα άλλα προϊόντα από την αγορά. Ως εκ τούτου, πρέπει να δώσουμε στους καταναλωτές την επιλογή και τότε εκείνοι θα μπορέσουν να την χρησιμοποιήσουν ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Πρόεδρος. Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Τρίτη, 10 Ιουλίου 2007.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 142)
Miroslav Mikolášik (PPE-DE), γραπτώς. – (EN) Τα ένζυμα τροφίμων χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια στη διαδικασία παραγωγής τροφίμων, προκειμένου να παράσχουν προϊόντα υψηλότατης και άριστης ποιότητας. Καθώς οι τεχνολογίες μας βελτιώνονται και γενετικά τροποποιημένοι μικροοργανισμοί χρησιμοποιούνται επίσης σε αυτήν τη διαδικασία, υπάρχει μεγάλη ανάγκη ρύθμισης, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία και η ασφάλεια των καταναλωτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σήμερα, τα ένζυμα τροφίμων που χρησιμοποιούνται ως βοηθητικά μέσα επεξεργασίας δεν καλύπτονται από την κοινοτική νομοθεσία. Η νομοθεσία των κρατών μελών για τα ένζυμα τροφίμων διαφέρει σημαντικά, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα για την εσωτερική αγορά και μια ασαφή κατάσταση για τον ευρωπαίο καταναλωτή. Γι’ αυτό υποστηρίζω τις προσπάθειες της εισηγήτριας και της Επιτροπής για την αποδοχή της δέσμης, η οποία έχει σχεδιαστεί με σκοπό να δημιουργήσει μια απλοποιημένη κοινή διαδικασία έγκρισης για τα ένζυμα τροφίμων.
Gyula Hegyi (PSE), γραπτώς. – (HU) Πολλοί άνθρωποι έχουν επιφυλάξεις σχετικά με τα πρόσθετα τροφίμων. Αυτό προκαλείται εν μέρει από έλλειψη πληροφόρησης και εν μέρει από τα πολλά σκάνδαλα και τις καταχρήσεις. Δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε, ως εκ τούτου, την πρόθεση της Επιτροπής να καταστήσει αυστηρότερους και να απλοποιήσει τους σχετικούς κανονισμούς. Μια καλή πρωτοβουλία είναι, κατά την άποψή μου, η κατάρτιση ενός νέου καταλόγου με τις ωφέλιμες και ασφαλείς πρόσθετες ουσίες. Φυσικά, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι απόψεις των καταναλωτών, και αυτές μπορεί να ποικίλλουν από χώρα σε χώρα, όπως και μεταξύ μικρότερων περιοχών αλλά και ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα. Πρέπει επίσης να προσπαθήσουμε να ενθαρρύνουμε τους νέους να καταναλώνουν μεγαλύτερη ποσότητα από φυσικά και υγιεινά είδη διατροφής.
Είναι πολύ σημαντικό, κατά την άποψή μου, να προστατευθούν ορισμένες ομάδες ανθρώπων, όπως εκείνοι που υποφέρουν από τροφικές αλλεργίες. Με την ιδιότητά μου ως εισηγητή της έκθεσης για τους ΓΤΟ, υποστηρίζω επίσης την πρόταση για την ξεκάθαρη αναγραφή ότι το προϊόν περιέχει πρόσθετα με ΓΤΟ. Η εμπιστοσύνη σε ένα προϊόν μπορεί να βελτιωθεί μόνον με αξιόπιστες, ακριβείς πληροφορίες. Η διαδικασία έγκρισης πρέπει να καταστεί διαφανής και η χρήση ασφαλέστερων ουσιών να ενθαρρυνθεί.