Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση της έκθεσης (A6-0270/2007) της κ. Hennis-Plasschaert, εξ ονόματος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό της Ευρωπαϊκής Υποδομής Ζωτικής Σημασίας, και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης για βελτίωση της προστασίας της (COM(2006)0787 – C6-0053/2007 – 2006/0276(CNS)).
Franco Frattini, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, ευχαριστώ την εισηγήτρια για τη σημαντική αυτή έκθεση, η οποία έπεται της παρουσίασης μιας πρωτοβουλίας εκ μέρους της Επιτροπής.
Είναι προφανές ότι η προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας αντιπροσωπεύει μια προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως και για τα κράτη μέλη, καθώς η ανάγκη προστασίας των κρίσιμων υποδομών από το ενδεχόμενο τρομοκρατικής επίθεσης, για παράδειγμα, απορρέει και από τη φύση των υποδομών αυτών, καθώς και από τη διασύνδεση και την αλληλεξάρτησή τους. Πράγματι, εάν πληγεί μια υλική ή τεχνολογική υποδομή ενός κράτους μέλους, οι συνέπειες θα μεταφερθούν αναπόφευκτα και σε άλλα κράτη μέλη. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται ένα κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο πρόληψης και προστασίας.
Εμείς υποθέσαμε ότι ο καλύτερος δρόμος που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε είναι καταρχάς η προσέλκυση του ιδιωτικού τομέα, πράγμα που σημαίνει χρήση των διαθέσιμων τεχνολογιών και παροχή κινήτρων για την ενίσχυση της τεχνολογικής έρευνας, ζητώντας τη συνεργασία των επιχειρήσεων και των ερευνητικών εργαστηρίων, προκειμένου να τεθούν στη διάθεση του κοινού ευρωπαϊκού πλαισίου τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών. Η ιδέα αφορά τη θέσπιση πραγματικών προγραμμάτων ασφαλείας ειδικά για κάθε τομέα υποδομών και τη δημιουργία ενός πραγματικού δικτύου συνδέσμων ασφαλείας που θα μπορεί να διασφαλίζει αυτό το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Πρότασή μας είναι να ληφθούν υπόψη μόνον οι υποδομές που έχουν πραγματικά υπερεθνικό χαρακτήρα και όχι εκείνες που περιορίζονται μόνον στο έδαφος ενός κράτους μέλους, εκτός και εάν η επιρροή της κρίσιμης αυτής υποδομής υπερβαίνει τα σύνορα της συγκεκριμένης χώρας.
Όπως γνωρίζετε ήδη, τον προηγούμενο Δεκέμβριο, εκδώσαμε μια ανακοίνωση για τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού προγράμματος προστασίας των υποδομών ζωτικής σημασίας παράλληλα με μία πρόταση οδηγίας, με σκοπό τον προσδιορισμό των υποδομών αυτών που απαιτούν προστασία. Είμαι, συνεπώς, ευγνώμων στο Κοινοβούλιο που εξέτασε το σύνολο των προτάσεων σχετικά με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Είναι προφανές ότι η ανακοίνωση προσδιορίζει τις αρχές και τις διαδικασίες προς υλοποίηση, καθώς και τα μέσα για την υλοποίηση των διαδικασιών αυτών, ενώ η οδηγία θεσπίζει κανόνες για τον προσδιορισμό των υποδομών που απαιτούν προστασία σύμφωνα με την κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση. Σκοπός μας είναι να αναπτύξουμε αυτό το σχέδιο δράσης σε ένα ευρύ πλέγμα συνεργασίας ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
Πιστεύουμε ότι τα κράτη μέλη χρειάζονται βοήθεια για να αναπτύξουν τις διάφορες πρωτοβουλίες που περιλαμβάνει το σχέδιο δράσης και είμαστε πεπεισμένοι ότι η διεθνής διάσταση πρέπει να ληφθεί υπόψη και να θεσπισθούν χρηματοοικονομικά μέσα. Διαθέτουμε ασφαλώς ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα που αφορά την πρόληψη, την προετοιμασία και τη διαχείριση των συνεπειών από τους κινδύνους της τρομοκρατίας, από το οποίο θα μπορέσουν να διατεθούν κατάλληλες χρηματοδοτήσεις για μέτρα προστασίας των υποδομών ζωτικής σημασίας.
Μπορώ να σας προαναγγείλω τη συγκατάθεσή μου σε ορισμένες σημαντικές τροπολογίες που πρόκειται να εξετάσει το Κοινοβούλιο. Η πρώτη αφορά την ανάγκη να επισημανθεί στο κείμενο της οδηγίας ότι είναι καθήκον κάθε κράτους μέλους να προσδιορίσει τις καταλληλότερες μορφές και μεθόδους για την εφαρμογή της: πρόκειται συνεπώς για την αρχή της ευελιξίας στην εφαρμογή της οδηγίας, βάσει της οποίας τα υποχρεωτικά ή προαιρετικά μέτρα πρέπει να εφαρμόζονται χωρίς υπερβολική αυστηρότητα.
Το δεύτερο σημείο, που θεωρώ ως κοινώς αποδεκτό, αφορά την ανάγκη διασαφήνισης των μεθόδων απαλλαγής ορισμένων τομέων από κάποιες υποχρεώσεις που θεσπίζει η οδηγία. Η Επιτροπή προέβλεψε τη δυνατότητα απαλλαγής ορισμένων τομέων και οι προτάσεις τροπολογίας του Κοινοβουλίου ζητούν ουσιαστικά να διευκρινιστεί καλύτερα πότε εφαρμόζεται η εν λόγω απαλλαγή σε έναν συγκεκριμένο τομέα. Πιστεύω πως μπορούμε να συμφωνήσουμε στην ανάγκη προσθήκης κάποιων διευκρινίσεων που θα καταστήσουν σαφέστερο το πλαίσιο.
Συμφωνώ επίσης με την πρόταση να τροποποιηθεί ο κατάλογος των προστατευόμενων τομέων των υποδομών ζωτικής σημασίας που ορίζεται στο παράρτημα I της πρότασης οδηγίας. Πιστεύω ότι η πρόταση του Κοινοβουλίου για τροποποίηση του παραρτήματος αυτού μπορεί να γίνει αποδεκτή, καθώς και η εισαγωγή ορισμένων τροποποιήσεων στους τομείς για τους οποίους προβλέπεται η προσφυγή στη διαδικασία της επιτροπολογίας. Για το ζήτημα αυτό υπάρχει μια συγκεκριμένη πρόταση, αν και θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, περιορίζοντας τη χρήση της επιτροπολογίας, θα αυξήσουμε τον χρόνο που απαιτείται για την εφαρμογή της οδηγίας. Η επιτροπολογία μπορεί να είναι ίσως ένα περίπλοκο μέσο, μας επιτρέπει όμως να εξοικονομήσουμε χρόνο στην εφαρμογή. Παρόλα αυτά, δεν είμαι αντίθετος στην ιδέα αυτών των τροπολογιών.
Εν κατακλείδι, κύριε Πρόεδρε, εκφράζω την ικανοποίησή μου και την εκτίμησή μου για την έκθεση και εύχομαι να εγκριθεί από το Κοινοβούλιο με ευρύτατη πλειοψηφία. Πρέπει να αποδείξουμε τη συνοχή μας σε ένα στρατηγικό μέτρο όπως είναι η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για την προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας για την ενέργεια, τις μεταφορές και την τεχνολογία, οι οποίες απαιτούν ισχυρή πρόληψη και προστασία, καθώς η τρομοκρατική απειλή έχει δυστυχώς ως πρώτο στόχο αυτές τις υποδομές. Είμαι, συνεπώς, ευγνώμων στο Κοινοβούλιο για τη συμβολή που προσέφερε και θα προσφέρει στο έργο μας.
Jeanine Hennis-Plasschaert (ALDE), εισηγήτρια. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, τον Ιούνιο του 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να εκπονήσει μια συνολική στρατηγική για την προστασία της υποδομής ζωτικής σημασίας. Τα τρία τελευταία χρόνια, το θέμα αυτό περιλαμβανόταν, και ορθώς, διαρκώς στην ημερήσια διάταξη της Επιτροπής. Σύμφωνα με τις επιθυμίες του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή κατέθεσε τελικά μια πρόταση για ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την προστασία της υποδομής ζωτικής σημασίας, το οποίο εξελίχθηκε στην οδηγία που συζητάμε σήμερα.
Ως εισηγήτρια, υποστηρίζω την ιδέα ενός κοινού πλαισίου για το θέμα αυτό. Η αποτελεσματική προστασία των τρωτών υποδομών ζωτικής σημασίας και των υπηρεσιών απαιτούν ενημέρωση, συντονισμό και συνεργασία –σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ– όπου θα εμπλέκονται όλοι οι συναφείς φορείς. Οι πολύπλοκες διαδικασίες και οι διαδράσεις των υποδομών ζωτικής σημασίας με την υπερεθνική διάσταση είναι, κατά την άποψή μου, επίσης θεμιτοί τομείς ανησυχίας.
Όπως έχει ήδη εξηγήσει επανειλημμένα ο Επίτροπος Frattini, η ζημία ή η απώλεια μιας υποδομής σε ένα κράτος μέλος μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο σε πολλά άλλα και στην ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά. Χάρη στις νέες τεχνολογίες, για παράδειγμα το Διαδίκτυο, και στην εκτεταμένη ελευθέρωση της αγορά, για παράδειγμα όσον αφορά τον εφοδιασμό ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, πολλές υποδομές αποτελούν ήδη τμήματα ενός ευρύτερου δικτύου.
Πράγματι, σε μια τέτοια κατάσταση η αποτελεσματικότητα όλων αυτών των μέτρων προστασίας καθορίζεται από την αντοχή του ασθενέστερου κρίκου τους. Είμαι της άποψης, ωστόσο, ότι όπως παρατήρησε ήδη ο κ. Frattini, η Επιτροπή ήταν ελαφρώς υπερβολικά προορατική ή υπερενθουσιώδης σε ορισμένα τμήματα της οδηγίας. Πρέπει να είναι σαφές ότι η πρωταρχική και ύπατη ευθύνη εναπόκειται στα κράτη μέλη και στους ιδιοκτήτες των υποδομών ζωτικής σημασίας.
Από αυτήν την άποψη, θεωρώ ότι μία εκ των κάτω προς τα άνω προσέγγιση έχει καίρια σημασία. Η κοινή δράση μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να μπορεί να αιτιολογηθεί μόνο αν επηρεάζονται δυσμενώς τουλάχιστον τρία κράτη μέλη ή τουλάχιστον δύο κράτη μέλη πέρα από αυτό στο οποίο ευρίσκεται η υποδομή ζωτικής σημασίας. Σε τελική ανάλυση, πολλά έχουν συμφωνηθεί ήδη σε διμερές επίπεδο, το οποίο, για να είμαστε ειλικρινείς, αποτελεί την πιο ευέλικτη λύση.
Επίσης, επιθυμώ να επισημάνω ότι η επικάλυψη ή η αντίφαση μεταξύ διαφόρων νομοθετικών πράξεων ή διατάξεων πρέπει να αποτραπεί πάση θυσία. Τα υφιστάμενα κριτήρια και οι μηχανισμοί πρέπει, συνεπώς, να λαμβάνονται υπόψη. Είναι εξίσου σημαντικό για εμένα ο ιδιωτικός τομέας να μην αντιμετωπίσει περιττή διοικητική επιβάρυνση. Τους προτρέπω να χρησιμοποιήσουν την εμπειρογνωμοσύνη που διαθέτουν και, πάνω από όλα, να δίνουν συμβουλές για να αποτρέψουν την επανεφεύρεση του τροχού. Συνεπώς, υποστηρίζω αυτήν την πραγματιστική, αν και δομική, προσέγγιση.
Μετά από τις συζητήσεις στις κοινοβουλευτικές επιτροπές, ορισμένες ομάδες του Κοινοβουλίου συμφώνησαν επίσης να επικεντρωθούν στους λεγόμενους τομείς προτεραιότητας. Αποφασίστηκε επίσης να απορριφθεί η προτεινόμενη διαδικασία της επιτροπολογίας. Στο παρελθόν, η χρήση της διαδικασίας της επιτροπολογίας οδήγησε πολύ συχνά σε ασταθείς καταστάσεις. Είμαι, ως εκ τούτου, ευγνώμων στον Επίτροπο για τις παρατηρήσεις του επί του θέματος αυτού και για τις άλλες τροπολογίες, όπως και για το γεγονός ότι εξέφρασε την ικανοποίησή του. Θα ήθελα, ωστόσο, να δω και κάποια αντίδραση για τη μεταβολή από δύο σε τρία κράτη μέλη, διότι αυτή είναι, κατά την άποψή μου, η σημαντικότερη τροπολογία.
Θέλω να τελειώσω με μια παρατήρηση για το Συμβούλιο, που λάμπει και πάλι διά της απουσίας του. Η συμφωνία για μια κοινή θέση φαίνεται πως είναι για εκείνους μια υπερβολικά μακρινή γέφυρα. Αυτό είναι αρκετά αξιοπερίεργο, δεδομένου ότι το Συμβούλιο ήταν εκείνο που ζήτησε αυτό το κοινό πλαίσιο, και είναι επίσης αντίθετο με τη συνήθη πρακτική του, γιατί αν συμβεί κάτι, τότε το Συμβούλιο επιθυμεί διακαώς να είναι το πρώτο που θα εξαγγείλει αμέσως κάθε λογής κανόνα, χωρίς να λαμβάνει πραγματικά υπόψη την ποιότητα των προτάσεων, τις επιπτώσεις τους για την εσωτερική αγορά, για παράδειγμα, ή για τους ευρωπαίους πολίτες εν προκειμένω.
Τελικά, το όραμα και η επιρροή είναι δύο χαρακτηριστικά που μπορούμε να αναμένουμε από το Συμβούλιο σε αυτό το θέμα. Στην έναρξη της συνεδρίασης της Ολομέλειας σήμερα, ο Πρόεδρος Poettering μίλησε πολύ συνετά. Κανείς δεν περιμένει ειδικούς κανόνες και κανονισμούς που θα υπαγορεύονται από τον πανικό. Μια οργανωμένη σειρά επιχειρημάτων, από την άλλη, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις αρχές του κράτους δικαίου –και το τελευταίο είναι ζωικής σημασίας– είναι πολύ ευπρόσδεκτη. Σας ευχαριστώ και ευχαριστώ και τον Επίτροπο.
Harald Ettl (PSE), συντάκτης γνωμοδότησης της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, οι διασυνοριακές κρίσεις, είτε προκαλούνται από τρομοκρατία είτε από φυσικές καταστροφές, απαιτούν την προστασία των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας. Οι υποδομές ζωτικής σημασίας δεν μπορούν να κρατηθούν μυστικές με το να μην τις αναφέρουμε. Θα ήταν εντελώς αφελές να πιστεύαμε κάτι τέτοιο.
Από ψυχολογικής πλευράς, η καταστροφή υποδομών ζωτικής σημασίας μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, η προστασία σε περιπτώσεις κρίσεων δεν είναι μόνον εθνικό θέμα, αλλά απαιτεί ένα ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης κρίσεων, όπως προτείνει η Επιτροπή.
Επιπλέον, η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων επεσήμανε με σαφήνεια ότι η μεταφορά στοιχείων ευρωπαϊκών υποδομών εκτός ΕΕ αυξάνει τον κίνδυνο τρομοκρατικών επιθέσεων και κυρίως η πρόσβαση σε δεδομένα καθιστά ολόκληρη την υποδομή περισσότερο ευάλωτη. Αυτό ισχύει επίσης για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες. Ακόμη και εάν η ασφάλεια και οι έλεγχοι βελτιώνονταν διαρκώς σε αυτούς τους τομείς, θα εξακολουθούσε να υπάρχει ανάγκη για πρόσθετη συντονισμένη ευρωπαϊκή δράση. Ουδείς επιθυμεί διπλή ρύθμιση. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μεγαλύτερη ασφάλεια. Η Γενική Διεύθυνση για την Αγορά πρέπει να καθοδηγείται από αυτό, και όχι από τις κοντόφθαλμες επιθυμίες της βιομηχανίας.
Renate Sommer (PPE-DE), συντάκτρια γνωμοδότησης της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, η Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού είναι της άποψης, για τον τομέα ευθύνης της, ότι με αυτήν την πρόταση οδηγίας η Επιτροπή υπερβαίνει τις αρμοδιότητές της, διότι παρερμηνεύει τις οδηγίες της. Κάνει λόγο για σταθεροποίηση της εσωτερικής αγοράς, αλλά η οδηγία υποτίθεται ότι αφορά κυρίως την προστασία από τρομοκρατικές ενέργειες.
Επιπλέον, η πρόταση της Επιτροπής παραβιάζει την αρχή της επικουρικότητας, διότι δεν επιδιώκει μόνον να συμπληρώσει τα υπάρχοντα μέτρα των κρατών μελών αλλά να αντικαταστήσει ορισμένα από αυτά. Τέλος, η πρόταση δεν επιλύει κατ’ ουσίαν το πρόβλημα, αλλά το αναθέτει σε μία επιτροπή επιτροπολογίας.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού απορρίπτει την πρόταση της Επιτροπής, μολονότι γνωρίζουμε ότι η ευρωπαϊκή συνεργασία είναι ασφαλώς απαραίτητη. Το ερώτημα αφορά απλά τον τρόπο. Κύριο μέλημά μου είναι να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να δηλώσουν τις δικές τους ευρωπαϊκές υποδομές ζωτικής σημασίας στην Επιτροπή ούτως, ώστε αυτή να μπορέσει να δημιουργήσει έναν πλήρη κατάλογο των ευαίσθητων υποδομών της ΕΕ, να επισυνάψει σε αυτόν σχέδια ασφαλείας και μετά να τα αποθηκεύσει όλα αυτά σε κάποιο γραφείο των Βρυξελλών. Αυτό θα ήταν ενάντια στα εθνικά συμφέροντα ασφαλείας. Ένας τέτοιος κατάλογος θα ήταν μια ενδιαφέρουσα πηγή πληροφοριών για τρομοκράτες.
Αυτό που πρέπει να πράξει η Επιτροπή είναι να καθορίσει και να καταρτίσει κατάλογο, σε γενικές γραμμές, με τους σημαντικότερους τομείς που διατρέχουν κίνδυνο. Πρέπει να εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν αυτούς τους τομείς, διότι αυτά είναι που είναι πρωτίστως υπεύθυνα για την προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας και φέρουν την ύπατη ευθύνη για τα μέτρα προστασίας των υποδομών ζωτικής σημασίας μέσα στα ίδια τους τα εθνικά σύνορα. Είναι προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας να παραμείνει η κατάσταση αυτή ως έχει. Μόνο μια αποκεντρωμένη διαχείριση των ευαίσθητων υποδομών μπορεί να μειώσει το επίπεδο κινδύνου.
Πιστεύω ότι είναι σωστός ο πιο στενός ορισμός των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να θίγονται τουλάχιστον τρία ή δύο άλλα κράτη μέλη αντί για το εκάστοτε κράτος, στο οποίο βρίσκεται η σημαντική υποδομή. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η οδηγία θα καλύπτει μόνον ευρωπαϊκές υποδομές και όχι εθνικές. Εξάλλου θεωρώ ότι η διμερής συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών είναι περισσότερο χρήσιμη σε αυτόν τον τομέα για λόγους ασφαλείας.
Τέλος, θα ήθελα ειλικρινά να ευχαριστήσω την εισηγήτρια, Jeanine Hennis-Plasschaert, και να την διαβεβαιώσω για την υποστήριξή μου.
Herbert Reul, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, αναμφισβήτητα, με τις ευρωπαϊκές υποδομές ζωτικής σημασίας θίξαμε ένα εξαιρετικά δύσκολο ζήτημα. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να ασχοληθούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο με αυτό το θέμα και να εξεύρουμε και να επεξεργαστούμε λύσεις από κοινού με τα κράτη μέλη, διότι οι δυνητικές απειλές που μόλις περιέγραψε ο Επίτροπος είναι υπαρκτές και πρέπει, επομένως, να ληφθούν σοβαρά υπόψη.
Είναι, ωστόσο, εξαιρετικά δύσκολο να λεχθεί πού έγκειται η ευρωπαϊκή αρμοδιότητα σε αυτό το θέμα, τι πρέπει να ρυθμιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και πού πρέπει να αντιμετωπιστούν συγκεκριμένα αποκεντρωμένα καθήκοντα. Αυτό το θέμα μάς έχει απασχολήσει στην επιτροπή για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Προσπαθήσαμε –και θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την εισηγήτρια για την εξαιρετικά άψογη και ανοιχτή συνεργασία της– να βρούμε έναν τρόπο που θα διασφαλίζει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών με συντονισμό σε όλη την ΕΕ και ταυτόχρονα να διατηρήσουμε στο επίκεντρο την αρχή της επικουρικότητας. Ούτε εμείς θέλουμε, όπως επεσήμανε η κ. Sommer, να δηλωθούν συγκεκριμένες υποδομές ζωτικής σημασίας και να τις συγκεντρώσουμε κάπου, αλλά θέλουμε περισσότερο να διασφαλίσουμε την ύπαρξη εχεμύθειας.
Αυτός είναι και ο λόγος που συμφωνήσαμε ότι τα κράτη μέλη πρέπει να δηλώσουν στην Επιτροπή τούς εκάστοτε σημαντικούς τομείς τους, αλλά όχι συγκεκριμένες υποδομές. Ήταν σημαντικό για εμάς το γεγονός ότι δεν προχωρήσαμε σε μια διαδικασία επιτροπολογίας και είμαι ευγνώμων στον Επίτροπο που συμβιβάστηκε με το Κοινοβούλιο στο εν λόγω θέμα. Όπως κατέδειξε ήδη η εισηγήτρια, η ανεπάρκεια της διαδικασίας κατά το παρελθόν δεν μας ενθαρρύνει να ακολουθήσουμε τη συγκεκριμένη πορεία. Προτείνουμε μια διαφορετική πορεία.
Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι για εμάς ήταν σημαντικό να αποφευχθεί η περιττή γραφειοκρατία, να καθοριστεί υπεύθυνος επαφών στα κράτη μέλη που θα υποδεικνύει και θα καθορίζει, να μην δημιουργηθούν νέοι τύποι γραφειοκρατίας, να συγκρατηθούν οι διοικητικές δαπάνες και να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία.
Inés Ayala Sender, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (ES) Κύριε Πρόεδρε, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Poettering, αναφέρθηκε σήμερα σε αυτήν ακριβώς την έκθεση της κ. Hennis-Plasschaert, όταν καταδίκασε τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις, και οι δύο σε ευρωπαϊκό έδαφος –όπου οι στόχοι ήταν αεροδρόμια– και σε τρίτες χώρες, όπως η Υεμένη – στην περίπτωση των δολοφονημένων ισπανών τουριστών. Στην τελευταία περίπτωση, ο στόχος δεν ήταν μια συγκεκριμένη υποδομή, αλλά οι τουρίστες που ταξίδευαν με ένα οδικό μεταφορικό μέσο.
Αυτή η αναφορά αποδεικνύει για άλλη μία φορά ή ενισχύει τη σημασία αυτής της εργασίας που μας προτείνει η Επιτροπή και για την οποία θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον Επίτροπο. Αυτό δεν είναι ένα απλό μέτρο αλλά, αντίθετα, μέρος μιας μακράς διαδικασίας –που άρχισε το 2004– η οποία παίρνει αυτήν τη στιγμή τη μορφή ολοένα και πιο ενδιαφερόντων και αποτελεσματικών μέτρων.
Επιπλέον, λόγω της περιπλοκότητας της ευρωπαϊκής κοινωνίας μας, που βασίζεται σε αυτά τα περίπλοκα και ανοιχτά δίκτυα επικοινωνίας, εφοδιασμού και υπηρεσιών στα οποία, επιπλέον, βασίζεται η οικονομία, πρέπει να τα υπερασπιστούμε και να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας απέναντι στην ενδεχόμενη τρωτότητά τους σε τρομοκρατικές επιθέσεις.
Θέλω να επισημάνω ότι η ομάδα μου ήταν περισσότερο σύμφωνη με την αρχική πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τον προσδιορισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας, με την έννοια των υποδομών που μοιράζονται δύο ή περισσότερες χώρες, ή περιπτώσεις στις οποίες ένα κράτος επηρεάζεται από την υποδομή ενός άλλου κράτους μέλους.
Για παράδειγμα, για εμας, το ευρωτούνελ θα μπορούσε να είναι ένα καλό παράδειγμα για την εφαρμογή αυτής της βέλτιστης προστασίας από πιθανές επιθέσεις, για να μην αναφέρω αεροδρόμια, κλπ., όπου έχουμε δεχτεί ήδη ανάλογες επιθέσεις.
Αύριο, επομένως, θα διατηρήσουμε αυτήν τη θέση υπέρ της αρχικής πρότασης της Επιτροπή, διότι θέλουμε να συνεχίσουμε να ελπίζουμε ότι μπορεί να βρούμε μεγαλύτερη υποστήριξη στο Συμβούλιο. Εν πάση περιπτώσει, προτιμάμε να συνεχίσουμε να κινούμαστε προς πιο ολοκληρωμένες και ευρωπαϊκές προσεγγίσεις, και προτιμάμε να αποφύγουμε οικονομίες που φαίνονται να μειώνουν το κόστος αλλά για τις οποίες θα μπορούσαμε να καταλήξουμε να μετανιώσουμε στο μέλλον.
Υποστηρίζουμε όλα όσα προτείνει η κ. Hennis-Plasschaert από την άποψη της προστασίας σε σχέση με τις τρίτες χώρες· υποστηρίζουμε οτιδήποτε σχετίζεται με την προστασία των ατομικών δεδομένων που εμπλέκονται· φυσικά, υποστηρίζουμε οτιδήποτε σχετικά με την απαραίτητη εμπιστευτικότητα –έχουμε μακρά εμπειρία στον χειρισμό αυτής της εμπιστευτικότητας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Επιτροπής, και δεν πιστεύουμε ότι πρόκειται να παραβιαστεί σε αυτήν την περίπτωση– και συμφωνούμε επίσης ότι πρέπει να αποφύγουμε τυχόν επανάληψη αυτού που έχει γίνει ήδη στο πλαίσιο των κρατών μελών και αυτού που προτείνει τώρα η Επιτροπή.
Με αυτόν τον τρόπο, ελπίζουμε να ξεπεράσουμε την οπισθοδρομική θέση που έπρεπε να δεχτούμε στην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού και με την οποία η ομάδα μου εξακολουθεί να μην συμφωνεί. Ελπίζουμε ότι, με την πρόταση που θα τεθεί σε ψηφοφορία αύριο, θα είμαστε σε θέση να συνεχίσουμε να σημειώνουμε πρόοδο και ότι τόσο με αυτό που προτείνει το Κοινοβούλιο –και είμαι ευγνώμων για το εξαιρετικό έργο της κ. Hennis-Plasschaert και όλων των αξιότιμων βουλευτών– όσο και με αυτό που προτείνει το Συμβούλιο, θα μπορέσουμε να επιτύχουμε την καλύτερη προστασία των ευρωπαϊκών υποδομών μας ζωτικής σημασίας.
Margarita Starkevičiūtė, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (LT) Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Επίτροπο και την αξιότιμη εισηγήτρια για τις υποδείξεις τους· ωστόσο, θέλω να τονίσω ότι αυτές οι υποδείξεις πρέπει να εκληφθούν μόνο ως η αρχή της συζήτησης. Δεν γνωρίζω αν το Διαδίκτυο μπορεί να περιγραφεί ως υποδομή ζωτικής σημασίας σύμφωνα με τον ορισμό που χρησιμοποιεί η Επιτροπή. Προσπαθώ να καταλάβω, αν ένας ιστότοπος έκλεινε σε μια χώρα, αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα αποτελούσε πλέον υποδομή ζωτικής σημασίας; Δεν χρειάζεται παρά να κλείσει κανείς τον ιστότοπο μιας μεγάλης τράπεζας που έχει την έδρα της, ας πούμε, στη Γερμανία, τη Γαλλία, ή τη Μεγάλη Βρετανία και αυτό θα γίνει αισθητό σε όλους τους κατοίκους της Ευρώπης. Μιλάμε για την ενοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, την ενοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας, ακόμη και την ενοποίηση αλυσίδων ξενοδοχείων. Με άλλα λόγια, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι υποδομές ζωτικής σημασίας έχουν διαχυθεί στον κυβερνοχώρο και πιστεύω ότι η Εσθονία ήταν η πρώτη χώρα που βίωσε στοιχεία του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο. Λυπάμαι που δόθηκε λίγη προσοχή στην υπόθεση αυτή, και τώρα το θέμα αυτό τίθεται στο πεδίο των ανησυχιών της Επιτρόπου που είναι αρμόδια για τις επικοινωνίες. Ωστόσο, θα ήθελα να πω ότι το θέμα αυτό πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της ασφάλειας, γιατί θα ήταν δύσκολο να φανταστούμε πώς θα ήταν οι ζωές των ευρωπαίων πολιτών χωρίς το Διαδίκτυο. Δεν μπορεί να πει κανείς αν το Διαδίκτυο είναι ευρωπαϊκό ή αν ανήκει σε μια χώρα – είναι ένας παγκόσμιος ιστός, και το να προσδιορίσουμε φυσικά πώς θα προστατεύσουμε τον ιστό από επίθεση που θα μπορούσε να γίνει από λεπτό σε λεπτό είναι αρκετά περίπλοκο και το επίπεδο της συζήτησης πρέπει να είναι διαφορετικό. Επί του παρόντος μιλάμε κυρίως για τις υλικές υποδομές και, αναμφίβολα, οι τραγικές σκηνές μάς αναστατώνουν, αλλά η ζωή γίνεται ολοένα και πιο εικονική, και αυτό χρήζει προσοχής.
Eva Lichtenberger, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, ουδείς σε αυτό το Σώμα αμφισβητεί ότι η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών είναι πολύ σημαντική και απαραίτητη για την αντιμετώπιση των τρομοκρατικών κινδύνων. Η κριτική μας είναι με ποιον τρόπο θα επιτευχθεί αυτό. Περισσότερη γραφειοκρατία δεν πρόκειται να μας βοηθήσει κατά της τρομοκρατίας! Θα ήθελα να ευχαριστήσω την εισηγήτρια, διότι τουλάχιστον επανέφερε την πρόταση πίσω στην πραγματικότητα και βελτίωσε σε μεγάλο βαθμό τη διατύπωση της Επιτροπής. Υπέβαλε μάλιστα μία σειρά από πολύ πρακτικές προτάσεις.
Συμφωνούμε όλοι ότι η βελτιωμένη συνεργασία και ενημέρωση είναι θετικά στοιχεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί διμερώς ή πολυμερώς. Ωστόσο, η εκπόνηση ενός καταλόγου με όλες τις υποδομές που κινδυνεύουν δεν πρόκειται να αποβεί επωφελής όσον αφορά την ασφάλεια και μπορεί ενδεχομένως να είναι αντιπαραγωγική. Σε τελική ανάλυση, όμως, η αρμοδιότητα έγκειται σε κάθε περίπτωση στα κράτη μέλη και δεν υπάρχει κανένα σημείο που θα μπορούσε να μεταβιβαστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ελπίζω ότι, όταν έλθει η στιγμή της ψηφοφορίας αύριο, θα προχωρήσουμε όλοι μας με τον ίδιο ρεαλισμό που επέδειξε η εισηγήτρια και θα συνεχίσουμε για να διασφαλίσουμε αυτό που έχουμε τώρα: έναν ευαίσθητο τρόπο να προχωρούμε προς τα εμπρός που λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα και δεν τρέφει αυταπάτες.
Erik Meijer, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, εκείνοι που ήδη επιθυμούσαν περισσότερη κυβερνητική πίεση στους τομείς του στρατού, της αστυνομίας, των υπηρεσιών ασφαλείας, του κάθε είδους συστήματος ελέγχου και του σωφρονιστικού συστήματος στο παρελθόν, κατάφεραν να ενισχύουν τη θέση τους μετά την αλλαγή του αιώνα. Τώρα μπορούν να αναφέρονται στην εμφάνιση ενός νέου είδους τρομοκρατίας το οποίο, επειδή ήταν ένας αιφνιδιασμός για όλους, δημιουργεί έδαφος για λύσεις που δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς.
Σε όλα τα διοικητικά επίπεδα κατατίθενται προτάσεις για την υπαγωγή στις προτεινόμενες εγγυήσεις ασφάλειας της δημοκρατίας, της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, της ελευθερίας διαδήλωσης, του δικαιώματος στην απεργία, της ελευθερίας μετακίνησης και του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα. Το πρόβλημα με αυτήν τη γραμμή δράσης είναι ότι δεν κάνει τίποτα για να εξαλείψει το φυτώριο που θρέφει την τρομοκρατία, μέρος του οποίου είναι και η ακραία ανισότητα στον πλούτο και την ευημερία που χωρίζει τον κόσμο.
Αντιθέτως, συλλέγουμε περισσότερες πληροφορίες, παρακολουθούμε περισσότερο αντικείμενα, οργανώνουμε περισσότερη γραφειοκρατία και καλλιεργούμε περισσότερη δυσαρέσκεια. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στον τομέα των υποδομών ζωτικής σημασίας, υπάρχουν ήδη 32 οδηγίες, κανονισμοί, συνθήκες και αποφάσεις που καθιστούν δυνατή μια ευρωπαϊκή προσέγγιση. Αυτός είναι ο λόγος που η προσθήκη μια νέας οδηγίας με ακόμη περισσότερες εξουσίες και υποχρεώσεις αποδοκιμάστηκε από μερικούς.
Τον Ιανουάριο, η επιτροπή για τον έλεγχο της επικουρικότητας του ολλανδικού κοινοβουλίου επέστησε την προσοχή μου σε αυτό ακριβώς το θέμα. Η επιτροπή αυτή θέτει υπό αμφισβήτηση το άρθρο 308 της Συνθήκης ΕΚ, το οποίο επικεντρώνεται στην ενδιάμεση ενίσχυση των εξουσιών, ως νομική βάση, και θεωρεί ότι η προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας είναι πρωτίστως εθνική υπόθεση.
Ως σκιώδης εισηγητής για το θέμα αυτό στην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού, διαπίστωσα με χαρά ότι η επιτροπή αυτή αποφάσισε να καλέσει την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων να απορρίψει κατηγορηματικά την πρόταση. Ο κύριος λόγος για την έκκληση αυτή είναι πως οτιδήποτε περιέχεται στο σχέδιο οδηγίας μπορεί να ρυθμιστεί αποτελεσματικότερα σε μικρότερη κλίμακα, με άλλα λόγια από τα κράτη μέλη ή τις περιφέρειές τους. Σε αυτήν την περίπτωση, περισσότερη παρέμβαση από την Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει, πρωτίστως, περισσότερη αντιπαραγωγική γραφειοκρατία.
Δυστυχώς, οι ομάδες που ψήφισαν ομόφωνα «όχι» στην Επιτροπή Μεταφορών διχάστηκαν στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων. Η ομάδα μου το ίδιο. Οι μικρότερες εθνικές αντιπροσωπείες θεωρούν την πρόταση αυτή ανεπαρκή, εν μέρει διότι η περιττή παρέμβαση επισκιάζει τον καταμερισμό των καθηκόντων μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης και εν μέρει διότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ακατάλληλο τρόπο για τον περιορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία διαδήλωσης, επικαλούμενη την προστασία των υποδομών, και στην περίπτωση αυτή δεν βάλλει κατά της διεθνούς τρομοκρατίας, αλλά μάλλον της εσωτερικής δημοκρατίας.
Αντιθέτως, τα μέλη των μεγαλύτερων αντιπροσωπειών μας από τη Γερμανία και την Ιταλία βλέπουν επίσης θετικά σημεία στην πρόταση. Αναμένουν μείωση των εξουσιών που ήδη ασκεί η Επιτροπή ούτως ή άλλως και καλύτερο κοινοβουλευτικό έλεγχο της εφαρμογής των εναπομεινασών εξουσιών. Τόσο οι υποστηρικτές όσο και οι πολέμιοι της πρότασης στην ομάδα μου επικροτούν το γεγονός ότι οι τροπολογίες αποδυναμώνουν βασικά το αποτέλεσμα του σχεδίου και περιορίζουν την εφαρμογή σε θέματα που επηρεάζουν τουλάχιστον τρία κράτη μέλη.
Christian Ehler (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, αντίθετα προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας ή την Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, η αρμόδια επιτροπή, η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων απέτυχε να αναγνωρίσει τη σπουδαιότητα του ευρωπαϊκού επιπέδου για την προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας. Στο επίκεντρο δεν βρίσκεται πλέον η προστασία των μεμονωμένων υποδομών αλλά η εξέταση των τομέων.
Θεωρώ ότι η προτεινόμενη διαδικασία στην έκθεση πάσχει από έλλειψη αποφασιστικότητας. Η προστιθέμενη αξία που προκύπτει από τη συμπερίληψη του ευρωπαϊκού επιπέδου έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί πλήρως. Είναι σαφές ότι η ευθύνη για τις σημαντικές υποδομές πρέπει να έγκειται στα κράτη μέλη. Ωστόσο, εάν αφήσουμε τον χαρακτηρισμό εξ ολοκλήρου στα εθνικά κράτη, δεν θα προσδιορίσουμε την αδυναμία και τις δομικές εξαρτήσεις, και αυτό ακριβώς είναι που χρειάζεται για τον χαρακτηρισμό των σημαντικών ευρωπαϊκών υποδομών.
Η ιδέα ότι ένας κατάλογος θα είναι ένα εγχειρίδιο για τις τρομοκρατικές επιθέσεις είναι απολύτως αφελής. Τα κράτη μέλη διαθέτουν τέτοιους καταλόγους εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ένα από τα σημαντικότερα διαρθρωτικά σφάλματα ήταν, για παράδειγμα, ότι δεν είχαν ελεγχθεί αυτοί οι κατάλογοι με το ΝΑΤΟ. Στον στρατιωτικό τομέα, το ΝΑΤΟ διέθετε τέτοιους καταλόγους σημαντικών υποδομών για 40 χρόνια και σχετικά σενάρια προβλέπονταν ενόψει στρατιωτικών κρίσεων.
Inger Segelström (PSE). – (SV) Θέλω να ξεκινήσω ευχαριστώντας την εισηγήτρια για την εποικοδομητική της έκθεση και ένα αποτελεσματικό δείγμα εργασίας. Εμείς στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων μοιάζουμε να προσπαθούμε συστηματικά να χειριστούμε μετά κόπων και βασάνων όλους εκείνους τους τομείς της κοινωνίας που έχουν σχέση με τις τρομοκρατικές απειλές που βιώνουν οι πολίτες μας. Σε αυτό αναφέρθηκε και ο Πρόεδρος σήμερα.
Είναι πολύ σημαντικό να μην εξετάζουμε κάθε επιμέρους μέτρο μεμονωμένα αλλά να κάνουμε μια συνολική επισκόπηση σε όλους τους τομείς έτσι, ώστε να καταλήξουμε σε κοινούς κανονισμούς ασφαλείας που θα καλύπτουν τα πάντα, από τους κανονισμούς για τη θεώρηση διαβατηρίου και τους ελέγχους ασφαλείας στην αεροπορία μέχρι καλύτερους τρόπους για να προστατευθούμε από τις απειλές στους αερολιμένες, στα δημόσια μέσα μεταφοράς και στους λιμένες αλλά και στο σύνολο των υποδομών που, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού επιβατών που διακινούνται, θα μπορούσαν να γίνουν στόχος τρομοκρατικής επίθεσης που θα προκαλούσε τεράστια καταστροφή.
Το ζήτημα που θέλω να σχολιάσω εγώ από την πρόταση της εισηγήτριας είναι εκείνο που αφορά το αν θα πρέπει να επηρεάζονται τρία ή περισσότερα κράτη μέλη από βλάβη ή καταστροφή, ή αν είναι αρκετό να επηρεάζονται δύο κράτη μέλη. Η πρόταση της εισηγήτριας περιλαμβάνει μια αύξηση στα τρία κράτη μέλη από τα δύο που αναφέρονται στην οδηγία της αρχικής πρότασης. Θεωρώ την αύξηση αυτή αδικαιολόγητη, διότι μια απειλή, μια καταστροφή ή ένα περιστατικό που σπέρνει τον όλεθρο μπορεί να επηρεάσει πολλούς ανθρώπους, ακόμη και αν εμπλέκονται λίγες χώρες. Επίσης, το συμβάν μπορεί να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στο μέρος που επλήγη από ό,τι θα είχε σε μια πιο κεντρική περιοχή στην ΕΕ. Η πρόταση αυτή δυσχεραίνει το να ληφθούν υπόψη τα μικρότερα κράτη μέλη της ΕΕ, παρά το γεγονός ότι κινδυνεύουν να πληγούν εξίσου από σοβαρές κρίσεις εξίσου μεγάλης κλίμακας.
Πιστεύω επίσης ότι, καθώς κλείνουμε τις τρύπες και κάνουμε πιο δύσκολη την επίθεση στην αεροπορία, οι τρομοκράτες θα επικεντρωθούν σε άλλους στόχους και σε κεντρικές τοποθεσίες εντός των υποδομών, στις οποίες μπορεί να προκληθεί τεράστια καταστροφή. Δεν πρέπει να είμαστε αφελείς. Αντίθετα, πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι όσο πιο καλά γίνεται. Αυτή είναι η ευθύνη μας.
Marianne Mikko (PSE). – (ET) Οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατά της Εσθονίας που έγιναν τον Απρίλιο και τον Μάιο του τρέχοντος έτους ήταν τα πρώτα παρόμοια συμβάντα που τράβηξαν το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Ωστόσο, αυτές δεν ήταν οι πρώτες επιθέσεις κατά βασικών υποδομών της Ευρώπης. Μέχρι σήμερα, οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο στρέφονταν κατά μεμονωμένων εταιρειών, κυρίως στον χρηματοοικονομικό τομέα, όπου το Διαδίκτυο έχει γίνει ένα απαραίτητο περιβάλλον για τις συναλλαγές.
Για ευνόητους λόγους, οι τράπεζες προτιμούν να μην δίνεται μεγάλη δημοσιότητα στις επιθέσεις. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία των τραπεζικών συστημάτων θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Τα πεδία δραστηριότητας στα οποία το Διαδίκτυο έχει γίνει ουσιώδες μέρος της υποδομής είναι η δημόσια διοίκηση και τα μέσα ενημέρωσης. Η ανικανότητα απόκρουσης μιας επίθεσης στον κυβερνοχώρο θα μπορούσε, βάσει του χειρότερου σεναρίου, να ξαναγυρίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση στον προηγούμενο αιώνα.
Φανταστείτε σήμερα, τον 21ο αιώνα, μια κατάσταση όπου η επικοινωνία μεταξύ υπουργείων διακόπτεται, και τόσο η κυβέρνηση όσο και τα μέσα ενημέρωσης δεν μπορούν να ενημερώσουν το κοινό. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Εσθονία, όπως σωστά ανέφερε η κ. Starkevičiūtė.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την εισηγήτρια και να υπογραμμίσω την εξαίρετη χρονική στιγμή που επέλεξε. Η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο είναι το καλύτερο παράδειγμα της ανάγκης συνεργασίας για την υπεράσπιση των υποδομών ζωτικής σημασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια της μοναδικής μέχρι στιγμής επίθεσης στον κυβερνοχώρο εναντίον ενός ανεξάρτητου κράτους, εμπειρογνώμονες τόσο από την ΕΕ όσο και από αλλού πρόσφεραν τη συνδρομή τους στους εσθονούς ειδικούς του τομέα της πληροφορικής.
Ας γίνει αυτή η συνεργασία παράδειγμα και μάθημα για την εσωτερική ασφάλεια στους υπεύθυνους φορείς σε όλα τα κράτη μέλη. Κανένας πλούτος και καμία στρατιωτική δύναμη δεν μπορεί να βοηθήσει στην απόκρουση μιας επίθεσης στον κυβερνοχώρο. Η μόνη άμυνα είναι η συνεργασία. Για μία ακόμη φορά, ευχαριστούμε πολύ την εισηγήτρια.
Franco Frattini, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, παρά την ευγνωμοσύνη μου προς όλους τους ομιλητές, συμπεριλαμβανομένης της εισηγήτριας, φοβούμαι πως δεν μπορώ να αποδεχθώ ανεπιφύλακτα την περιοριστική προσέγγιση που επέλεξε η Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού.
Όπως ορθώς επεσήμαναν ορισμένοι από εσάς –και τελευταία η κ. Segelström, αλλά και άλλοι– ο περιορισμός του ελάχιστου ορίου για τον ορισμό μιας ευρωπαϊκής υποδομής σε τρία ή περισσότερα κράτη θα είχε, κατά την άποψή μου, δύο αρνητικές συνέπειες. Καταρχάς, δεν θα επέτρεπε στα μικρότερα ευρωπαϊκά κράτη τη συμμετοχή στο πρόγραμμα προστασίας των υποδομών ζωτικής σημασίας. Είναι προφανές ότι θέλουμε να αποφύγουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Επιθυμία μας είναι να παράσχουμε σε όλα τα κράτη μέλη που είναι πιθανοί στόχοι τρομοκρατικών επιθέσεων μια μορφή συμμετοχής σε αυτήν την ευρωπαϊκή στρατηγική.
Επιτρέψτε μου να εγείρω ορισμένες αντιρρήσεις σχετικά με την περιοριστική προσέγγιση, η οποία αντιτίθεται στην ιδέα να αναλάβει η Ευρώπη το κοινό πλαίσιο προστασίας των υποδομών. Δεν πρόκειται για ζήτημα επικουρικότητας, την οποία σεβόμαστε απόλυτα. Το πρόβλημα είναι ότι σήμερα οι υποδομές είναι στενά συνδεδεμένες και αδιάψευστη απόδειξη αποτελεί η τελευταία παρέμβαση της εκπροσώπου από την Εσθονία, η οποία υπενθύμισε την επίθεση με ηλεκτρονικά μέσα στη χώρα της. Ήταν μια επίθεση που έπληξε όλο το κρατικό σύστημα. Παρόλα αυτά, μολονότι επλήγη το σύστημα μίας μόνο χώρας, δεν μπορούμε να αμφιβάλουμε για το γεγονός ότι η επίθεση αυτή έπληξε εμμέσως όλο το δίκτυο των σχέσεων της Εσθονίας με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εάν παραλύσει το τραπεζικό σύστημα έστω και μίας μόνον χώρας για κάποιες ημέρες, αναπόφευκτα θα πληγεί η φέρουσα δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξακολουθώ, συνεπώς, να πιστεύω ότι η αρχική πρόταση της Επιτροπής είναι καλύτερη, καθώς παρέχει ένα ευρύτερο πλαίσιο δυνατοτήτων.
Όσον αφορά τις κυβερνοεπιθέσεις, δεν αποκλείω την πιθανότητα οι τρομοκράτες να σχεδιάζουν μια επίθεση σε ένα κρατικό ή σε ένα τραπεζικό σύστημα και σε ένα υπουργείο ή σε ένα διοικητικό σύστημα. Μελετάμε αυτό που συνέβη στην Εσθονία και η υπηρεσία μας για την πληροφορική ασφάλεια θα υποβάλει έκθεση μετά το καλοκαίρι. Σκοπεύω βεβαίως να δημοσιεύσω την έκθεση αυτή, αλλά, πέρα από την ανάλυση αυτού του συμβάντος, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα μιας προσπάθειας των τρομοκρατικών οργανώσεων να πλήξουν ένα ολόκληρο κρατικό σύστημα με κυβερνοεπιθέσεις. Για τον λόγο αυτό, πιστεύω πως είναι απολύτως αναγκαία μια λιγότερο περιοριστική ερμηνεία.
Εν κατακλείδι, ευχαριστώ και πάλι την εισηγήτρια και όλα τα μέλη του Σώματος. Πιστεύω ότι η έγκριση μιας αυστηρής έκθεσης σχετικά με τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Επιτροπή θα αποδείκνυε με σαφήνεια το ενδιαφέρον μας για την πρόληψη. Όπως ορθώς αναφέρθηκε, από το 2004 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν αναλάβει δράση με σκοπό την ενίσχυση των πολιτικών πρόληψης. Μόνον με αυτόν τον τρόπο θα δώσουμε μια πραγματικά σοβαρή και συντονισμένη απάντηση στην τρομοκρατική απειλή.