Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση της έκθεσης (A6-0326/2007) του κ. Tomáš Zatloukal, εξ ονόματος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, σχετικά με την αποδοτικότητα και την ισότητα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης (2007/2113(INI)).
Tomáš Zatloukal, εισηγητής. – (CS) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σειρά αλληλένδετων κοινωνικοοικονομικών προκλήσεων: την εμφάνιση εξαιρετικά ανταγωνιστικών χωρών, τη γήρανση του πληθυσμού, τη μετανάστευση, την ταχύτατα μεταβαλλόμενη διάρθρωση της αγοράς εργασίας, καθώς και τις ραγδαία αναπτυσσόμενες τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας. Καθένας από αυτούς τους παράγοντες επηρεάζει το θέμα της πρόσβασης σε ποιοτική εκπαίδευση. Τα άτομα με μειωμένα προσόντα κινδυνεύουν ολοένα και περισσότερο από την ανεργία και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Τα δίκαια συστήματα εγγυώνται ότι η εκπαίδευση και η κατάρτιση είναι ανεξάρτητες από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο και άλλους παράγοντες που θέτουν τα άτομα σε μειονεκτική θέση.
Η μείζων πρόκληση είναι να στηρίξουμε τη συμμετοχή των μαθητών, φοιτητών και ενηλίκων όλων των κοινωνικών ομάδων: από την άποψη αυτή, η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι καθόλου ικανοποιητική.
Στην έκθεση την οποία καταθέτω εδώ σε αυτό το Κοινοβούλιο απευθύνεται έκκληση στα κράτη μέλη να λάβουν θετικά μέτρα από το στάδιο της προσχολικής αγωγής για τη διασφάλιση της κοινωνικής ποικιλομορφίας των τάξεων και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και την εφαρμογή ποιοτικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Οι δεξιότητες που είναι κληρονομικές ή αποκτώνται σε πρώιμο στάδιο προσφέρουν τη βάση για τη μάθηση σε μεταγενέστερα στάδια. Η αποδοτικότητα των επενδύσεων είναι υψηλότερη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου διότι οι καρποί τέτοιων επενδύσεων διαρκούν για μια ολόκληρη ζωή. Θέλω να επισημάνω ότι στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης η πρόωρη κατηγοριοποίηση των μαθητών έχει αρνητικές συνέπειες. Θεωρώ, απεναντίας, ότι είναι σημαντικό να προσαρμοστεί το εκπαιδευτικό πρόγραμμα έτσι ώστε να είναι κατάλληλο για ποικιλόμορφες ομάδες παιδιών και να αντιστοιχεί στις ικανότητές τους εντός του ιδίου σχολείου.
Από την άλλη πλευρά, η διαφοροποίηση και η δημιουργία ενός ευέλικτου φάσματος επιλογών μελέτης είναι πολύ αποδοτική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Όσον αφορά την επαγγελματική κατάρτιση, συνιστώ να βελτιωθεί η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και να αναπτυχθούν ευκαιρίες διά βίου μάθησης.
Η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ζωτική για την επιτυχία μιας οικονομίας της γνώσης. Θα ωφεληθεί δε από την παροχή περισσότερης χρηματοδότησης από αυτή που λαμβάνει επί του παρόντος. Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η δωρεάν πανεπιστημιακή φοίτηση δεν εγγυάται υποχρεωτικά την ισοτιμία και ζητείται η διενέργεια ανάλυσης για τα διάφορα διαθέσιμα οικονομικά κίνητρα και επιλογές ενίσχυσης που μπορεί να μειώσουν σημαντικά την ανισότητα ως προς την πρόσβαση στην εκπαίδευση πανεπιστημιακού επιπέδου.
Η εκπαίδευση έχει αντίκτυπο στην οικονομία: αυξάνει το ανθρώπινο κεφάλαιο και την ικανότητα για καινοτομία και επιτρέπει τη διάδοση της τεχνολογίας. Κάθε επιπλέον χρόνος κατά μέσο όρο συμμετοχής στη σχολική εκπαίδευση αυξάνει την παραγωγικότητα σε μια μέση χώρα της ΕΕ βραχυπρόθεσμα κατά 6,2% και μακροπρόθεσμα κατά επιπλέον 3,1% χάρη στη συμβολή της στην ταχύτερη τεχνολογική ανάπτυξη. Αν ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, η απόδοση στις επενδύσεις ιδιωτών και της κοινωνίας θα φθάσει περίπου έως και το 8% ετησίως. Άλλο όφελος είναι η μείωση της ανεργίας: στην ΕΕ σήμερα το ποσοστό της είναι κατά μέσο όρο 12,6% μεταξύ των κατοίκων με εκπαίδευση κατώτερη της μέσης, έναντι 5% μεταξύ των κατοίκων με τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επιπλέον, σύμφωνα με πρόσφατη στατιστική έρευνα της Επιτροπής, 75 εκατομμύρια κάτοικοι της ΕΕ, δηλαδή το 32% του εργατικού δυναμικού, δεν έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους. Το 2010 μόνο το 15% των νέων θέσεων απασχόλησης θα διατίθεται γι’ αυτή την πληθυσμιακή ομάδα, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της προέρχεται από κοινωνικά μειονεκτούσες ομάδες.
Οι πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις, καθώς και όσον αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, ενώ αντιθέτως η ανεπαρκής αποτελεσματικότητα και ισότητα επιφέρει τεράστιες δαπάνες: φορολογικές απώλειες, αυξημένη ανάγκη υγειονομικής περίθαλψης και δημόσιας χρηματοδότησης καθώς και δαπάνες που θα οφείλονται στο αυξημένο ποσοστό κοινωνικά παθολογικής συμπεριφοράς.
Η εκπαίδευση και η κατάρτιση είναι θεμελιώδεις παράγοντες για τη μακρόπνοη ευρωπαϊκή οικονομική μεγέθυνση, την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική συνοχή.
Εν κατακλείδι, θέλω να ευχαριστήσω όλες και όλους τους συναδέλφους μου που συνεργάστηκαν μαζί μου για την κατάρτιση αυτής της έκθεσης.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ της κ. DIANA WALLIS Αντιπροέδρου
Ján Figeľ, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, χαιρετίζω ειλικρινά αυτή την πρωτοβουλία του Κοινοβουλίου να προωθήσει περαιτέρω το μήνυμα της ανακοίνωσής μας, την οποία εγκρίναμε σχετικά με το θέμα αυτό το παρελθόν έτος.
Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον την έκθεσή σας και άκουσα επίσης σήμερα τον κ. Zatloukal, τον οποίο θέλω να συγχαρώ εγκάρδια διότι νομίζω ότι είμαστε συνοδοιπόροι σε αυτό το θέμα, σε αυτή τη συζήτηση και στις προσπάθειες για τη βελτίωση της κατάστασης.
Θα μπορούσαμε τώρα να ακούσουμε μια περιγραφή των κοινωνικοοικονομικών προκλήσεων τις οποίες αντιμετωπίζουμε ατομικά, συλλογικά, μαζί, αλλά και της σπουδαιότητας των επενδύσεων –καλύτερων και περισσότερων επενδύσεων– στις πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης. Φρονώ ότι η πολιτική εκπαίδευσης και κατάρτισης βρίσκεται στο επίκεντρο των προσπαθειών μας για τη δημιουργία μιας πιο ευημερούσας και πιο συνεκτικής ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Όλα τα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα χαρακτηρίζονται από εκπαιδευτικές ανισότητες οι οποίες αντικατοπτρίζουν κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Ο παράδοξος ρόλος της εκπαίδευσης και της κατάρτισης σε σχέση με αυτές τις ανισότητες είναι ότι πολύ συχνά συμβάλλουν στη διαιώνισή τους. Συχνά όμως είναι το μόνο μέσο αντιστάθμισης των ανισοτήτων.
Σε όλη την Ευρώπη, η διαδικασία εκσυγχρονισμού των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης έχει σε μεγάλο βαθμό ως κινητήρια δύναμη την επιδίωξη της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας από την άποψη της σχέσης κόστους-ωφελείας. Φρονώ ότι αυτό είναι πραγματικά επιθυμητό, αναμφίβολα, όμως θεωρείται συχνά, και εσφαλμένα, ότι η αποδοτικότητα και η ισότητα είναι έννοιες αντιφατικές.
Στο πλαίσιο της δέσμευσής μας να βοηθήσουμε τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τα συστήματά τους στους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, η ανακοίνωση της Επιτροπής κατέδειξε ότι η αποδοτικότητα και η ισότητα δεν είναι αναγκαίο να επιτευχθούν η μία εις βάρος της άλλης, και εις βάρος της ποιότητας. Η αποδοτικότητα και η ισότητα χρειάζονται στην πραγματικότητα η μία την άλλη. Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι το σημαντικότερο μήνυμα που μπορεί να αντληθεί από το σύνολο της ανακοίνωσης.
Στην έκθεσή σας υπογραμμίζεται έντονα η ανάγκη τα ευρωπαϊκά συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης να εξασφαλίζουν συγχρόνως την αποδοτικότητα και την ισότητα, αν θέλουμε να συμβάλουν στην επίτευξη όχι μόνο της οικονομικής ανάπτυξης αλλά και της κοινωνικής συνοχής στην ΕΕ.
Ιδιαίτερη ικανοποίηση μου προκαλεί η έμφαση που δίνετε στην ανάγκη ανάπτυξης αποτελεσματικών και ισότιμων πολιτικών για όλο το συνεχές της διά βίου μάθησης και στην ανάγκη επένδυσης στην εκπαίδευση από πολύ πρώιμο στάδιο, καθώς η επένδυση στην ποιότητα στην πρώιμη παιδική ηλικία και στην προσχολική αγωγή και φροντίδα φαίνεται να αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο τερματισμού του φαύλου κύκλου της μειονεξίας.
Με ικανοποίηση επίσης διαπιστώνω ότι επιβεβαιώνετε το μήνυμά μας σύμφωνα με το οποίο η πρώιμη επιλογή εκπαιδευτικών κατευθύνσεων για τους μαθητές έχει αρνητικές συνέπειες για την αποδοτικότητα και την ισότητα. Επιπλέον, δίνετε μεγάλη έμφαση στην ανάγκη καλλιέργειας πνεύματος αξιολόγησης, προκειμένου να χαραχθούν αποτελεσματικές μακροπρόθεσμες πολιτικές και να σχεδιαστούν πολιτικές βάσει συγκεκριμένων στοιχείων.
Η πρωτοβουλία σας θα μας φέρει πιο κοντά στην ανάπτυξη στρατηγικών διά βίου μάθησης οι οποίες θα προωθούν την ισότητα, την ένταξη, την ολοκλήρωση και την κοινωνική συνοχή. Θα την λάβουμε πλήρως υπόψη στις επικείμενες πρωτοβουλίες μας στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, κυρίως δε στην πρόταση σχετικά με την κοινή έκθεση του 2008 για την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας μας και τις σκέψεις μας για το μέλλον, καθώς και στην πράσινη βίβλο για τις σχέσεις μεταξύ εκπαίδευσης και μετανάστευσης, στην οποία οι ανισότητες θα είναι κεντρικό θέμα. Ευελπιστούμε ότι θα είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε αυτή την ανακοίνωση την προσεχή άνοιξη.
Christa Prets, συντάκτρια της γνωμοδότησης της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, τίθεται το ερώτημα γιατί μιλούμε για ισότητα ή ανισότητα όταν υπάρχουν περισσότερες γυναίκες απόφοιτοι πανεπιστημίων από ό,τι άνδρες. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε τις ίδιες ευκαιρίες και τις εκμεταλλευόμαστε, όμως η ισότητα παύει να είναι εξασφαλισμένη μετά. Στην κατάρτιση, στην εκμετάλλευση των αποκτηθεισών γνώσεων, οι γυναίκες εξακολουθούν να μειονεκτούν και αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει ακόμα ισότητα στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Ως εκ τούτου είναι ανάγκη να λάβουμε υπόψη τις γυναίκες που για παράδειγμα είναι ήδη μητέρες κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, να ζητήσουμε εδώ ιδιαίτερη ευελιξία στην οργάνωση των σπουδών, να υποστηρίξουμε και να προωθήσουμε την πρόσβαση των νέων γυναικών, ιδιαίτερα από απομακρυσμένες περιφέρειες και των γυναικών από ευάλωτες ομάδες, όπως οι μετανάστριες ή όσες ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, γιατί εδώ υπάρχουν μεγάλες ανωμαλίες και ανισότητες. Αυτό πρέπει να αρχίσει ήδη από την προσχολική και σχολική ηλικία και να συνεχίζεται μέχρι την επαγγελματική εκπαίδευση.
Θα μου επιτρέψετε να συνεχίσω αργότερα, μετά από μία μικρή διακοπή.
Pál Schmitt, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (HU) Σας ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε. Θα μιλήσω στα ουγγρικά. Κύριε Επίτροπε, την περασμένη εβδομάδα, ως εκπρόσωπος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, μετείχα σε ένα συνέδριο στη Λισαβόνα με τίτλο «Νέες φωνές – Αντιμετώπιση της ποικιλομορφίας στην εκπαίδευση», το οποίο διοργάνωσε η πορτογαλική Προεδρία.
Ήταν εξαιρετικά συγκινητική εμπειρία οι αφηγήσεις νέων ανθρώπων οι οποίοι ζουν με ποικίλες σωματικές και μαθησιακές δυσκολίες σχετικά με τις σχολικές τους εμπειρίες. Οι αφηγήσεις τους είχαν ένα κοινό στοιχείο: όλοι τους είπαν ότι θεωρούσαν ότι, εάν μπορούσαν να συμμετάσχουν στις σχολικές δραστηριότητες μαζί με τους αρτιμελείς συμμαθητές τους, δεν θα κρίνονταν με βάση τις αναπηρίες τους αλλά με βάση τις ικανότητες και την προσωπικότητά τους.
Η ένταξη των παιδιών που αντιμετωπίζουν αναπηρίες στο κανονικό εκπαιδευτικό σύστημα πλάι στους αρτιμελείς συμμαθητές τους έχει επίσης ζωτική σημασία προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοχή τους από την κοινωνία και η ευκολότερη αποδοχή τους ως ενηλίκων. Εάν τα παιδιά συνηθίζουν από μικρή ηλικία να βρίσκονται κοντά σε παιδιά τα οποία αντιμετωπίζουν κάποιο είδος αναπηρίας, και έχουν συνηθίσει να τα σέβονται εξίσου και ίσως να τα βοηθούν, τότε υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να επιδείξουν μεγαλύτερη κατανόηση και ευαισθησία απέναντι στα μειονεκτούντα άτομα στην ενήλικη ζωή τους.
Η υπό εξέταση έκθεση αναφέρεται εκτεταμένα στα θέματα ένταξης που σχετίζονται με κοινωνικές διαφορές. Έχω την πεποίθηση ότι, αναλογικά προς το παράδειγμα που προανέφερα, είναι επίσης σημαντικό να μπορούν τα παιδιά που αντιμετωπίζουν κοινωνική μειονεξία να μετέχουν με ισότιμο τρόπο στις δραστηριότητες των άλλων παιδιών στα διάφορα στάδια της εκπαίδευσης.
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται δύο στοιχεία. Το ένα είναι η τεχνολογική πρόοδος και η άρση των εμποδίων. Από αυτή την άποψη, τα κράτη μέλη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης υστερούν σημαντικά: τα σχολεία, το σχολικό περιβάλλον, οι μεταφορές, ακόμη και τα νοσοκομεία, άλλα ιδρύματα, δημόσιοι φορείς, για παράδειγμα, είναι απρόσιτα στους χρήστες αναπηρικών αμαξιδίων. Το άλλο στοιχείο, η υλοποίηση του οποίου θα διαρκέσει περισσότερο, είναι η αλλαγή νοοτροπίας που απαιτείται από μέρους των πολιτικών ιθυνόντων προκειμένου να αναγνωρίσουν ότι η εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς είναι το πρώτο κρίσιμο στάδιο στην προοδευτική διαδικασία που οδηγεί στην κοινωνική αποδοχή και ενσωμάτωση.
Εν κατακλείδι, επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι τα αθλήματα είναι επίσης σημαντικό μέσο εκπαιδευτικής και κοινωνικής συμμετοχής, καθόσον στον αθλητισμό εξαφανίζονται οι κοινωνικές διαφορές και ανισότητες· τα μόνα πράγματα που έχουν σημασία είναι το ταλέντο, η αποφασιστικότητα και η συστηματική ενασχόληση. Η φυσική αγωγή στα σχολεία και ο αθλητισμός συνεισφέρουν σημαντικά στην ενίσχυση σημαντικών κοινωνικών αξιών όπως η αλληλεγγύη και ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του άλλου.
Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι σημαντικό, όταν το παρόν Σώμα συζητά θέματα όπως η ποιότητα, η αποτελεσματικότητα και η ισότητα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, πρέπει να γίνεται επίσης αναφορά στη σπουδαιότητα της φυσικής αγωγής και της ποιότητας, αποτελεσματικότητας και ισότητας στο πλαίσιό της. Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι η εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς διαδραματίζει επίσης μείζονα ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση. Συγχαίρω τον εισηγητή και σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Christa Prets, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, το απεριόριστο δικαίωμα στην παιδεία, δηλαδή το δικαίωμα πρόσβασης στην εκπαίδευση, κατοχυρώνεται στον χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και παρόλα αυτά δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα πλήρως στην πράξη.
Οι σημαντικές διαφορές ως προς την απόδοση ανάμεσα στα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγούν και σε διαφορετική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Τα εκπαιδευτικά συστήματα πρέπει να είναι αποτελεσματικά, δίκαια και κυρίως προσιτά σε όλους. Η αποτελεσματικότητα πρέπει να προαχθεί και να υπογραμμιστεί ήδη στο νηπιαγωγείο, στο σχολείο, αλλά και στο σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Πολύ σημαντικό είναι να συνηθίσουν και τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε μια κάποια ευελιξία προκειμένου να μπορούν να αντιδρούν γρήγορα σε οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, γιατί μόνο έτσι μπορεί να προκύψει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Χρειάζεται ποικιλία, ποιότητα και συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και προαγωγή της έρευνας και της ανάπτυξης. Όμως δεν είναι δυνατό η παιδεία να έχει ως μόνο στόχο να προσφέρει καλά καταρτισμένα άτομα στην οικονομία. Η παιδεία προσφέρει προσωπικό πλούτο και είναι προϋπόθεση για να μπορούμε να ζούμε με κοινωνική συνοχή. Ενισχύει την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την αυτοεκτίμηση. Αυτό είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντικό με την ειδική, επαγγελματική και οικονομική εκπαίδευση.
Πρέπει να εργαστούμε με στόχο να έχουν οι εκπαιδευτικοί, όπως και όλοι οι εκπαιδευόμενοι, εκπαίδευση υψηλής ποιότητας και πρωτίστως να έχουν δυνατότητες ανόδου και αλλαγών, γιατί και εδώ κινούμαστε εδώ και χρόνια μονόπλευρα. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί!
Θα ήταν απλούστευση να πούμε πως η εκπαιδευτική πολιτική πρέπει να αφορά μόνο τα κράτη μέλη. Αυτό είναι μόνο εν μέρει σωστό. Ένας ευρωπαϊκός χώρος εκπαίδευσης που έχει έναν κοινό στόχο, δηλαδή την υλοποίηση των στόχων της Λισαβόνας, χρειάζεται και κοινό τρόπο δράσης για να επιτύχουμε αποτελεσματικότητα και ισότητα.
Jolanta Dičkutė, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (LT) Κυρίες και κύριοι, η μάθηση είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ευρωπαϊκής κοινωνικής διάστασης, διότι αποκαλύπτει τη σπουδαιότητα της αλληλεγγύης, των ίσων ευκαιριών και της κοινωνικής ένταξης. Όλοι οι πολίτες πρέπει να αποκτούν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που έχουν ανάγκη και να τις ενημερώνουν διαρκώς. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ρυθμίζει άμεσα την εξέλιξη των εθνικών εκπαιδευτικών συστημάτων, έχει όμως σημαντικό αντίκτυπο στην εξέλιξή τους: πρώτον, μέσω των κοινωνών στόχων της ΕΕ· δεύτερον, μέσω της παρακολούθησης καθορισμένων ευρωπαϊκών κατευθυντηρίων γραμμών και εκθέσεων για την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών συστημάτων τις οποίες παρουσιάζουν τα κράτη μέλη· και, τρίτον, μέσω των προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης που χρηματοδοτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Χαιρετίζω τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταστούν οι επενδύσεις στους ανθρώπινους πόρους προτεραιότητα των διαρθρωτικών ταμείων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εξασφαλίσει τις βασικές συνθήκες που θα επιτρέψουν σε όλα τα κράτη μέλη τα οποία επιδιώκουν τη δημιουργία και ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού ευρωπαϊκού συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης να επιλύσουν τα συναφή τους προβλήματα. Για παράδειγμα, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη Λιθουανία σήμερα είναι η βία στα σχολεία. Για την καταπολέμησή της, έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο διάφορα προγράμματα πρόληψης. Ένα άλλο θέμα είναι το γεγονός ότι αναζητούμε μεθόδους οι οποίες θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε την ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσουμε ότι το εκπαιδευτικό επίπεδο που παρέχουν τα πανεπιστήμια στη χώρα μας θα είναι ίσο με αυτό που παρέχεται από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Δυτικής Ευρώπης.
Το λιθουανικό εκπαιδευτικό σύστημα αντιμετωπίζει και άλλα προβλήματα. Ένα από αυτά είναι οι χαμηλές αμοιβές των εκπαιδευτικών σε όλες τις επιστήμες, οι οποίες οδηγούν αναπόφευκτα σε έλλειψη εκπαιδευτικών. Δεν διαθέτουμε επαρκείς χρηματικούς πόρους για να επιδιορθώσουμε τους χώρους άθλησης, φρονώ δε ότι η βελτίωση των αθλητικών υποδομών είναι σημαντική όχι μόνο για να ενθαρρύνονται οι μαθητές να απολαμβάνουν τον αθλητισμό, αλλά και για να απομακρύνονται από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, καθώς και από το κάπνισμα. Ένα ακόμη πολύ ουσιαστικό πρόβλημα είναι η γενιά των νέων μεταναστών που επαναπατρίζονται. Χρειάζονται πρόσθετη χρηματοδότηση και επιπλέον εκπαιδευτικούς για συμπληρωματική μελέτη και ειδικά προγράμματα.
Ανέφερα ελάχιστα μόνο από τα προβλήματα που αναμφίβολα έχουν σημαντικές διαστάσεις και σε άλλα νέα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συμφωνώ πλήρως με την παρέμβαση στην οποία αναφέρθηκε ότι η τρέχουσα κατάσταση δεν είναι καθόλου ικανοποιητική. Η ρεαλιστική αξιολόγηση και ενεργός στήριξη των διαφόρων εκπαιδευτικών συστημάτων βάσει των κοινών ευρωπαϊκών στόχων και προτύπων πρέπει να είναι ο σημερινός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Zdzisław Zbigniew Podkański, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Κυρία Πρόεδρε, υπάρχει ένα δημοφιλές ρητό στην Πολωνία σύμφωνα με το οποίο, αν δεν καταφέρεις να μάθεις ορισμένα πράγματα στην παιδική σου ηλικία, θα υποστείς τις συνέπειες σε όλη την υπόλοιπη ζωή σου. Μας υπενθυμίζει σοφά ότι η εκπαίδευση των παιδιών είναι η καλύτερη από όλες τις επενδύσεις. Συνεπώς, ορθώς ο εισηγητής προτείνει την αύξηση των πόρων που διατίθενται στην προσχολική αγωγή, διότι τότε ξεκινά η κοινωνική ένταξη. Αυτή συμβάλλει στην ανάπτυξη του ατόμου και στην προετοιμασία του για την αποστολή του στη ζωή. Η ένταξη πρέπει να ενισχύεται και σε μεταγενέστερο στάδιο. Έτσι, ο εισηγητής πολύ σωστά εντοπίζει το πρόβλημα της κατηγοριοποίησης των ατόμων και συνιστά να αρχίζει η διαφοροποίηση μόνο τα πρώτα χρόνια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να επεκταθεί η περίοδος που αφιερώνεται στη σχολική εκπαίδευση.
Αξίζει επίσης να επικροτηθεί το γεγονός ότι στο ψήφισμα επισημαίνεται σαφώς η ανάγκη σύνδεσης των πολιτικών επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις πολιτικές για την απασχόληση, την οικονομία, την κοινωνική ένταξη, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ανώτατης εκπαίδευσης και την παροχή σε όλους της δυνατότητας πρόσβασης σε αυτή υπό ίσους όρους.
Ο πιο πιεστικός λόγος που πρέπει να μας κάνει να υιοθετήσουμε αυτές τις προτάσεις για την εκπαίδευση είναι το γεγονός ότι 75 εκατ. πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με άλλα λόγια το 32% του εργατικού δυναμικού, δεν έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες για την αποτελεσματικότητα της εργασίας τους, τις επιδόσεις των οικονομιών μας και την κοινωνική κατάσταση. Η αλλαγή είναι αναγκαία.
Věra Flasarová, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (CS) Κυρίες και κύριοι, ένα ισότιμο και αποτελεσματικό σύστημα πρέπει να εγγυάται την πρόσβαση όλων στην εκπαίδευση.
Ο εισηγητής δηλώνει ότι απαιτείται βελτίωση της προσχολικής αγωγής, η οποία συμπίπτει με την περίοδο στην οποία τα άτομα διαμορφώνουν τις συνήθειες και τις δεξιότητες που απαιτούνται για τη μάθηση σε μεταγενέστερα στάδια. Καλεί δε τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη χρηματοδότηση της προσχολικής αγωγής. Ποια είναι όμως η πραγματικότητα;
Τα τελευταία χρόνια σε όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ κλείνουν διαρκώς εγκαταστάσεις προσχολικής αγωγής. Η αρνητική τάση του πληθυσμού δεν είναι ο μόνος λόγος που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο. Η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων έχει συμφωνήσει επ’ αυτού, και η κατάσταση στην Τσεχική Δημοκρατία δεν είναι καθόλου διαφορετική. Οι εγκαταστάσεις προσχολικής αγωγής κλείνουν επειδή η λειτουργία τους είναι δαπανηρή. Έτσι τα χωριά και οι κωμοπόλεις προσπαθούν να εξοικονομήσουν μεγάλο μέρος των πόρων του προϋπολογισμού τους. Οι εταιρικές εγκαταστάσεις προσχολικής αγωγής έχουν πλέον πρακτικά εκλείψει. Οι χρόνοι αναμονής για την εισαγωγή των παιδιών σε τέτοιες εγκαταστάσεις αρχίζουν να αυξάνονται. Αρχίζουν να εμφανίζονται ιδιωτικά νηπιαγωγεία τα οποία λειτουργούν με υψηλές προδιαγραφές: προσφέρουν μαθήματα ξένων γλωσσών και άλλες παροχές για τις οποίες μόνο πλούσιες οικογένειες μπορούν να πληρώσουν. Η προσχολική αγωγή στην Τσεχική Δημοκρατία ήταν στο παρελθόν, και συνεχίζει να είναι, υψηλού επιπέδου, ακόμη και εκεί όμως εμφανίζονται ήδη φαινόμενα ανισότητας.
Επιπλέον, δεν μπορώ να συμφωνήσω με την παράγραφο 21 της έκθεσης, στην οποία δηλώνεται ότι η δωρεάν πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν εγγυάται αναγκαστικά και από μόνη της ισότητα. Το φαινόμενο νέα παιδιά να λαμβάνουν φοιτητικά δάνεια και να τα αποπληρώνουν αργότερα θα έχει πολύ πιο σοβαρές συνέπειες για τους φτωχότερους φοιτητές παρά για τους πλουσιότερους· αυτό μπορεί να επηρεάσει την ψυχολογία νέων οι οποίοι ξεκινούν τη ζωή τους φορτωμένοι με χρέη.
Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα κύμα μετανάστευσης. Μεταξύ των όσων εισέρχονται στην ΕΕ περιλαμβάνονται και πολλά παιδιά και φοιτητές. Τα άτομα αυτά διαθέτουν πολλές δυνατότητες οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν την Ένωση στη μελλοντική της ανάπτυξη. Στέκονται επίσης σε μια νοητή γραμμή εκκίνησης και πρέπει να τους επιτρέψουμε να συμμετέχουν με επιτυχία στο εκπαιδευτικό σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή η ισχύουσα νομοθεσία η οποία διέπει τη λειτουργία των σχολείων στην Τσεχική Δημοκρατία από τον Ιανουάριο του 2005, και η οποία ρυθμίζει τον βαθμό στον οποίο επιτρέπεται η παροχή εκπαίδευσης σε αλλοδαπούς με άδειες μονίμου διαμονής, ή με θεωρήσεις μακροπρόθεσμης ή βραχυπρόθεσμης παραμονής, πρόσφυγες ή αιτούντες άσυλο, καθώς και σε άτομα υπό προσωρινή προστασία. Μια γραφειοκρατική απόφαση χαράσσει μια γραμμή μεταξύ των παιδιών που μπορούν να πάνε στο σχολείο και όσων δεν πρέπει να πάνε στο σχολείο. Όλα εξαρτώνται από το πόσο γρήγορα χορηγείται στο ενδιαφερόμενο άτομο το αντίστοιχο νομικό καθεστώς. Η άφιξή τους είναι ήδη αρκετά δραματική. Πρέπει λοιπόν να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίσουμε τη διευκόλυνση της εισόδου τους στην Ένωσή μας. Δεν θέλουμε οι νέοι άνθρωποι να σύρονται σε διάφορες ανεπιθύμητες κοινωνικές δραστηριότητες.
Ovidiu Victor Ganţ (PPE-DE). – (RO) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συγχαίρω τον κ. Zatloukal για την έκθεσή του, την οποία θεωρώ πολύ καλή, διότι αναφέρεται σε ένα από τα πιο σημαντικά και πιο ευαίσθητα κεφάλαια της ζωής μας, στην εκπαίδευση.
Επιπλέον, θέλω να αναφερθώ στις τρεις πτυχές της έκθεσης: ζήτησα την αυξημένη ενίσχυση των προγραμμάτων πανεπιστημιακής αριστείας, στο επίπεδο τόσο των κρατών μελών όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον βαθμό που της επιτρέπουν οι αρμοδιότητές της. Αυτό είναι αναγκαίο εάν επιθυμούμε να είναι επιτυχές το πρόγραμμα της Λισαβόνας και να μειωθούν τα χάσματα με άλλους διεθνείς παράγοντες. Η έλλειψη ιδιαίτερα ειδικευμένου προσωπικού στην Ευρώπη γίνεται αισθητή παντού και με ακόμη πιο έντονο τρόπο στα νέα κράτη μέλη λόγω του φαινομένου της διαρροής εγκεφάλων.
Συγχρόνως, έχω την πεποίθηση ότι η αύξηση της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι στενά συνδεδεμένη με την πολυγλωσσία. Στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προσαρμογή στην αγορά απαιτεί τη γνώση ξένων γλωσσών. Άλλωστε, οι ανταλλαγές μαθητών και φοιτητών θα διευκολυνθούν μέσω της πολύγλωσσης εκπαίδευσης.
Όσον αφορά την ισότητα στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, φρονώ ότι τα κράτη μέλη πρέπει να βρουν τα αναγκαία μέσα ώστε να βελτιώσουν τον βαθμό πρόσβασης των παιδιών, των νέων και των ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση. Οι επιδοτούμενες θέσεις πρέπει να αποβλέπουν στην υποστήριξη ατόμων από μειονεκτούσες κοινωνικές κατηγορίες, στη μείωση του αναλφαβητισμού, στην κοινωνική αναπροσαρμογή, στην καλύτερη προσαρμογή στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και στη μείωση της ανεργίας. Κατά τον τρόπο αυτόν, θα μειωθεί το απαιτούμενο εργατικό δυναμικό από τρίτες χώρες. Υπάρχουν αρκετοί ανθρώπινοι πόροι, ωστόσο δεν επιδιώκεται η αποτελεσματική εκπαίδευση και διαχείρισή τους.
Maria Badia i Cutchet (PSE). – (ES) Κυρία Πρόεδρε, η αναθεώρηση των στόχων της Λισαβόνας που διενεργήσαμε το 2005 κατέδειξε για άλλη μια φορά πόσο σημαντικό είναι να τοποθετήσουμε την εκπαίδευση και την κατάρτιση στο επίκεντρο της μελλοντικής στρατηγικής της ΕΕ.
Είναι προφανές, και αυτό αποδεικνύεται από στοιχεία της Eurostat, ότι είμαστε πολύ πίσω από τους φιλόδοξους στόχους που έχουμε θέσει για την τριτοβάθμια εκπαίδευση για το 2015: επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, εκσυγχρονισμό των πανεπιστημίων, μείωσης των ποσοστών αποτυχίας και του αριθμού όσων εγκαταλείπουν το σχολείο πρόωρα, μεγαλύτερη συμμετοχή ενηλίκων στη διά βίου μάθηση, και αύξηση του αριθμού εκείνων που έχουν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Αυτή η χρονική καθυστέρηση μας αφήνει πίσω από τους διεθνείς εταίρους μας, τις ΗΠΑ, την Ινδία και την Ιαπωνία, και σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε την τεράστια ανομοιότητα των καταστάσεων στις ευρωπαϊκές χώρες.
Η επίτευξη αποτελεσματικής και αποδοτικής προόδου στα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών μελών μας δεν είναι σημαντική μόνο από την άποψη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής ανάπτυξης· είναι επίσης ένα απαραίτητο συστατικό για την επίτευξη προόδου από την άποψη της κοινωνικής συνοχής στις κοινωνίες μας.
Η επένδυση στην προσχολική, την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι μια βασική προϋπόθεση για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος του κοινωνικού αποκλεισμού και να διασφαλιστούν υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης και καλύτερες αμοιβές.
Τόσο οι δημόσιοι όσο και οι ιδιωτικοί πόροι που διατίθενται στην εκπαίδευση πρέπει να αυξηθούν, και τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν σοβαρά την ανάγκη προόδου βάσει των διαδικασιών της Μπολόνια και της Κοπεγχάγης.
Παρομοίως, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση πρέπει να προσαρμοστεί στις ολοένα και πιο ετερογενείς κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες των κοινωνιών μας, χωρίς να αγνοούμε το γεγονός ότι η εκπαίδευση είναι επίσης η βάση για την κατάρτιση ελεύθερων πολιτών ικανών να παίζουν έναν ενεργό ρόλο στην κοινωνία.
Τέλος, πρέπει να εκσυγχρονίσουμε και να βελτιώσουμε τη διδασκαλία της επαγγελματικής κατάρτισης το συντομότερο δυνατό, και να την προσαρμόσουμε στις νέες προκλήσεις που θέτει η παράταση του εργασιακού βίου των Ευρωπαίων, η οποία αυξάνει τις κοινωνικοοικονομικές και εκπαιδευτικές προσδοκίες στους ενήλικες, χωρίς να παραμελούμε την επιμόρφωση ή τη μη διάκριση μεταξύ των φύλων σε κάθε επίπεδο εκπαίδευσης.
Ewa Tomaszewska (UEN). – (PL) Ενόψει της σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου το 2006, στην οποία υπογραμμίζεται η ανάγκη ανάπτυξης της διά βίου μάθησης, με ιδιαίτερη έμφαση στους ανέργους, καθώς και η ανάγκη προσαρμογής στις οικονομικές αλλαγές που έχει αντίκτυπο στη λειτουργία της αγοράς εργασίας, θέλω να επιστήσω την προσοχή στη σπουδαιότητα της εκπαίδευσης για την επίτευξη μεγαλύτερης κινητικότητας στο εσωτερικό της αγοράς εργασίας, η οποία προσφέρει τη δυνατότητα μείωσης της διαρθρωτικής ανεργίας.
Θέλω να υπογραμμίσω τη σπουδαιότητα του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για την αύξηση της κινητικότητας των εργαζομένων. Η ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, η οποία είναι τόσο σημαντικός παράγοντας για την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών στα παιδιά και τους νέους στη ζωή, συνδέεται με τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης στα κράτη μέλη της Ένωσης. Οι διαφορές μεταξύ των χρηματοδοτικών πόρων που διατίθενται στην εκπαίδευση, την παροχή επαγγελματικών προσόντων και τις αμοιβές των εκπαιδευτικών έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις ευκαιρίες επίτευξης αυτού του ιδιαίτερου στόχου της στρατηγικής της Λισαβόνας.
Στην έκθεση με θέμα την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας για την εκπαίδευση και την κατάρτιση την οποία ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2005 αναφέρεται σαφώς ότι η πρόοδος σε αυτόν τον τομέα είναι ανεπαρκής για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος έως το 2010. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να εστιάσουμε την προσοχή μας στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης, προλαμβάνοντας έτσι τον κοινωνικό αποκλεισμό και αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας. Συγχαίρω τον κ. Zatloukal για την εξαίρετη έκθεσή του.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL). – (PT) Ένας από τους τομείς της εκπαίδευσης στον οποίο εξακολουθεί να σημειώνεται μεγάλη υστέρηση σε ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικότερα δε στην Πορτογαλία, είναι η προσχολική αγωγή. Θεωρώ λοιπόν αναγκαίο να υπογραμμίσω την έκκληση προς τα κράτη μέλη να επενδύσουν πολύ περισσότερους πόρους σε ένα δημόσιο δίκτυο νηπιαγωγείων το οποίο θα διαθέτει εκπαιδευτικούς υψηλού επιπέδου κατάρτισης, ικανούς να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες όλων των παιδιών, καθόσον αυτός είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους ανάπτυξης των νοητικών τους ικανοτήτων, δημιουργίας των βάσεων για τη μελλοντική τους εκπαίδευση, βελτίωσης του επιπέδου των γενικών τους ικανοτήτων, σημαντικής αύξησης της ισοτιμίας του εκπαιδευτικού συστήματος και καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων.
Ομοίως, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η ποιοτική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η οποία πρέπει να είναι καθολική, υποχρεωτική και δωρεάν, έτσι ώστε να παρέχονται βασική εκπαίδευση και κρίσιμες δεξιότητες οι οποίες θα συμβάλουν στην επίτευξη θεμελιωδών κοινωνικών και πολιτικών αξιών καθώς και εκπαίδευση υπέρ της ειρήνης και της ισότητας, ενισχύοντας έτσι την κοινωνική συνοχή και ένταξη. Όσον αφορά την ανώτατη εκπαίδευση, πρέπει να αναγνωριστεί ότι πρόκειται για θεμελιώδους σημασίας τομέα των ανεπτυγμένων κοινωνιών, και γι’ αυτό η σχολική αποτυχία και η πρώιμη εγκατάλειψη του σχολείου πρέπει να προλαμβάνονται, όπως στην Πορτογαλία, όπου δυστυχώς το 40% περίπου των μαθητών δεν ολοκληρώνουν καν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή τους.
Οι δημοσιονομικές περικοπές στην εκπαίδευση, η αύξηση του κόστους της ανώτατης εκπαίδευσης και η δύσκολη κοινωνική κατάσταση μεγάλου ποσοστού οικογενειών και νέων δεν επιτρέπουν στην Πορτογαλία να βελτιώσει με ικανοποιητική ταχύτητα την ανώτατη εκπαίδευση του πληθυσμού της, με αποτέλεσμα να εμφανίζει τους χειρότερους δείκτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεδομένου ότι σχετικές μελέτες καταδεικνύουν ότι, για κάθε επιπλέον έτος κατά μέσο όρο συμμετοχής στη σχολική εκπαίδευση αυξάνεται η παραγωγικότητα σε μια μέση χώρα της ΕΕ βραχυπρόθεσμα κατά 6,2%, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι χώρες οι οποίες δεν προσφέρουν στους πολίτες τους πρόσβαση σε εκπαίδευση υψηλής ποιότητας.
Rolf Berend (PPE-DE). – (DE) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η παιδεία έπαιζε και παίζει κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και στην προσωπική ανάπτυξη των νέων. Συμφωνώ απόλυτα με αυτή και με πολλές άλλες διαπιστώσεις της έκθεσης και εκφράζω τις ευχαριστίες μου και την εκτίμησή μου στον εισηγητή.
Εξίσου σωστό είναι ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα είναι αποτελεσματικά όταν τα μέσα που χρησιμοποιούνται, οδηγούν στα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Αυτούς τους στόχους επιδιώκουν βασικά όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, όμως συγκριτικές μελέτες δείχνουν επανειλημμένα αξιοπρόσεκτα στοιχεία ως προς το αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου οι επισημάνσεις και εκκλήσεις προς τα κράτη μέλη που περιλαμβάνει η έκθεση είναι από ευρωπαϊκή σκοπιά παραπάνω από δικαιολογημένες, αν και γνωρίζουμε ότι δεν έχουμε άμεσες αρμοδιότητες όσον αφορά το περιεχόμενο και τη δομή της παιδείας. Τα αίτια αυτών των διαφορετικών αποτελεσμάτων βρίσκονται στις διαφορές ως προς την ποιότητα και την ένταση της διδασκαλίας, που έχουν ως αποτέλεσμα διαφορετικά επίπεδα απόδοσης και συνακόλουθα και άνισες ευκαιρίες των νέων στη ζωή.
Κατά την άποψή μου είναι επειγόντως απαραίτητο να καθίσταται διαρκώς σαφές ότι η σημερινή γενιά μαθητών θα αντιμετωπίσει διεθνή ανταγωνισμό για θέσεις κατάρτισης μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής της. Οι ίσες ευκαιρίες για όλους συνιστούν επομένως πρόκληση για τα κράτη μέλη προκειμένου να προσφερθεί στους νέους η καλύτερη δυνατή εκπαίδευση όσον αφορά την απόκτηση των διανοητικών ικανοτήτων που τους χρειάζονται.
Ωστόσο οι ίσες ευκαιρίες έχουν πάντα να κάνουν και με την ποιότητα και την απόδοση. Αυτό με τη σειρά του καθιστά αναγκαίο να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στις έννοιες της ποιότητας και της απόδοσης στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος. Σε αυτό το πλαίσιο δεν πρέπει απλώς να έχουμε την ίδια παιδεία για όλους, αλλά τις ίδιες ευκαιρίες εκκίνησης για όλους και μετά την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση λαμβανομένων υπόψη των ατομικών χαρισμάτων και διαφορών ως προς τις σωματικές και διανοητικές ικανότητες.
Silvia-Adriana Ţicău (PSE). – (RO) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, έως το 2010, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως στόχο να μην υπερβαίνει το 10% το ποσοστό εγκατάλειψης του εκπαιδευτικού συστήματος μεταξύ των νέων ηλικίας από 18 έως 24 ετών, και πάνω από το 85% των νέων άνω των 18 ετών να παρακολουθεί μεταδευτεροβάθμιες σπουδές.
Το 9,7% των παιδιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ηλικίας μεταξύ 0 και 17 ετών ανήκουν σε οικογένεια χωρίς εισόδημα. Πολλά από τα παιδιά που προέρχονται από φτωχές οικογένειες ή αγροτικό περιβάλλον δεν παρακολουθούν καμία μορφή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για οικονομικούς λόγους. Θεωρώ ότι, σε μια κοινωνική Ευρώπη, οι υποτροφίες για μαθητές και σπουδαστές πρέπει να είναι προσιτές σε όλους όσοι επιθυμούν να μάθουν. Τα παιδιά με αναπηρίες πρέπει επίσης να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να θέσουν ως προτεραιότητά τους την εγγραφή του 90% τουλάχιστον των παιδιών ηλικίας κάτω των 7 ετών σε νηπιαγωγεία ή βρεφονηπιακούς σταθμούς. Κατά τον τρόπο αυτόν, οι νέες μητέρες θα μπορούν να συνδυάσουν την οικογενειακή τους ζωή με την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Ζητώ επίσης, προκειμένου να καταστεί η εκπαίδευση πιο αποτελεσματική, να διασφαλιστεί η παροχή κατάρτισης και κινήτρων στους εκπαιδευτικούς.
Czesław Adam Siekierski (PPE-DE). – (PL) Κυρία Πρόεδρε, θέλω να υπογραμμίσω μια σειρά θεμάτων.
Πρώτον, συμφωνώ με τη θέση του εισηγητή ότι οι επενδύσεις την προσχολική αγωγή προσφέρει τα μεγαλύτερα οφέλη, διότι σε αυτό το στάδιο επιτυγχάνονται τα καλύτερα αποτελέσματα. Είναι επίσης σημαντικό να υποστηριχθεί ο εκσυγχρόνισες των πανεπιστημίων, να δοθεί έμφαση στην ανάγκη ισότιμης πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση και να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά της.
Δεύτερον, η ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση προσφέρει πολλά θετικά αποτελέσματα. Έχει αντίκτυπο στην κοινωνική ανάπτυξη, την οικονομική μεγέθυνση, την αύξηση της καινοτομίας, την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού και των νέων τεχνολογιών, καθώς και τη μείωση της ανεργίας.
Τρίτον, παρότι η απόδοση των επενδύσεων στην εκπαίδευση γίνεται αισθητή πολύ αργότερα και απαιτεί μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι επενδύσεις αυτές είναι ζωτικής σημασίας.
Τέταρτον, συμφωνώ με την άποψη ότι είναι αναγκαίο να συνδεθούν οι πολιτικές για την επαγγελματική κατάρτιση και την εκπαίδευση με την πολιτική για την απασχόληση, την οικονομική πολιτική και την κοινωνική ένταξη.
Πέμπτον, πρέπει να επενδύσουμε στη νεολαία μας, διότι η νεότερη γενιά αντιπροσωπεύει το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι δε πολύ σημαντικό να αποτραπεί η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου από τα παιδιά.
Έκτον, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο συνίσταται στη γήρανση του πληθυσμού της Ευρώπης. Γι’ αυτό άλλωστε πρέπει να προωθήσουμε τη διά βίου μάθηση των ενηλίκων.
Και, τέλος: εκπαίδευση, εκπαίδευση, εκπαίδευση.
Proinsias De Rossa (PSE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, εν γένει με ανησυχεί η άκριτη αποδοχή από την Επιτροπή του γεγονότος ότι τα κράτη μέλη περικόπτουν πόρους από την εκπαίδευση. Στην Ιρλανδία η τάση αυτή είναι ιδιαιτέρως εμφανής, ενόψει της αύξησης του πληθυσμού μας και της συνακόλουθης αύξησης του αριθμού των μαθητών ανά σχολική τάξη. Έχω επί μακρόν υπάρξει υποστηρικτής της προσχολικής και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ως αναγκαίου στοιχείου για την προσωπική ανάπτυξη κάθε παιδιού. Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι όσο καλύτερη είναι η ποιότητα της εκπαίδευσης τόσο καλύτερες είναι οι ευκαιρίες που προσφέρονται στο άτομο στην υπόλοιπη ζωή του. Έχει σχετιστεί ακόμη και με την παράταση της ζωής και τη βελτίωση της υγείας.
Φρονώ ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν εξίσου μεγάλη έμφαση στην ποιότητα, όσο και στην αποδοτικότητα και την ισότητα. Η ποιότητα του σχολικού περιβάλλοντος και της διδασκαλίας είναι προϋποθέσεις της αποδοτικότητας. Τα παιδιά χρειάζονται καλούς δασκάλους και ένα σχολικό πρόγραμμα που θα παρέχει σφαιρική εκπαίδευση, η οποία θα είναι προσανατολισμένη στο να διδάξει τους μαθητές πώς να λαμβάνουν ορθολογικές αποφάσεις, πώς να αντεπεξέρχονται στις δυσκολίες και τις αλλαγές και πώς να επικοινωνούν με τους άλλους, παρέχοντας μάλιστα μια ευρεία ηθική βάση για τις αξίες βάσει των οποίων θα επιλέξουν να ζήσουν τη ζωή τους. Τις δεξιότητες αυτές τις έχουν ανάγκη προκειμένου να επιτύχουν το καλύτερο για τους εαυτούς τους και για την κοινωνία στην οποία ζουν.
Υπάρχει όμως ένα ακόμη πιο επείγον και θεμελιώδες ζήτημα – το ζήτημα των πεινασμένων παιδιών στα σχολεία μας. Χιλιάδες παιδιά στην Ιρλανδία πηγαίνουν στο σχολείο πεινασμένα, και είμαι βέβαιος ότι η χώρα μας δεν είναι η μόνη στην οποία παρουσιάζεται αυτό το φαινόμενο. Ανεξαρτήτως του πόσο αποδοτική ή ισότιμη είναι η πρόσβαση, τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να σημειώσουν καλές επιδόσεις, και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτής της κατάστασης υπερβαίνουν κατά πολύ τις οικονομίες που εξασφαλίζει ένα κράτος με το να μην παρέχει ένα υγιεινό πρωινό στα παιδιά αυτά.
Ján Figeľ, μέλος της Επιτροπής. – (SK) Θέλω να σας ευχαριστήσω γι’ αυτή τη συνεκτική συζήτηση, καθόσον επιβεβαιώνει όχι μόνο την έκθεση και την ανακοίνωση της Επιτροπής για το θέμα αυτό, αλλά και τη θέση των κρατών μελών, τα οποία εξέφρασαν τις απόψεις τους στην υπουργική διάσκεψη του Νοεμβρίου και στη συνέχεια στο εξάμηνο του 2007 κατά το οποίο το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα τα οποία επίσης επιβεβαίωναν τις βασικές θέσεις της ανακοίνωσης της Επιτροπής.
Επιτρέψτε μου ορισμένα σχόλια. Φρονώ ότι η προαγωγή της ισότητας και της αποτελεσματικότητας στην εκπαίδευση είναι ταυτόχρονα ηθική υποχρέωση και θεμελιώδης οικονομική/χρηματοδοτική ανάγκη. Η λογική υπαγορεύει ότι πρέπει να πραγματοποιήσουμε καλύτερες και περισσότερες επενδύσεις στην εκπαίδευση: πρώτον, καλύτερες επειδή πρέπει να εκμεταλλευόμαστε αποτελεσματικότερα καθένα ευρώ που δαπανάται, κάθε κορώνα και κάθε λίρα.
Αρκετοί ομιλητές επεσήμαναν ότι οι δεξιότητες και η ποιότητα της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης έχουν αποφασιστικό αντίκτυπο στη μελλοντική θέση τόσο των ατόμων όσο και των κοινωνικών ομάδων και πρέπει να βελτιώνονται διαρκώς. Εκείνοι που μπορούν πρωτίστως να τις βελτιώσουν είναι, για παράδειγμα, οι εκπαιδευτικοί. Η επένδυση στην ποιότητα της κατάρτισης των εκπαιδευτικών είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους επίτευξης συνολικής βελτίωσης επειδή οι εκπαιδευτικοί πολλαπλασιάζουν αυτά τα αποτελέσματα. Όσον αφορά τη βελτίωση, υπάρχει συστηματική ανάγκη, λόγου χάρη, για ποιοτική αξιολόγηση ως αναγκαίο μέσο και όχι ως εξαίρεση, όχι ως κάτι το εξαιρετικό αλλά ως βασικό κανόνα, στο πλαίσιο της οποίας θα αξιολογούνται τα μέσα και τα αποτελέσματα και καθετί ενδιάμεσο, ενώ θα αξιολογείται και θα ανταμείβεται η ποιότητα.
Θέλω να επισημάνω ότι η Επιτροπή, όπως αναμένουν οι συντάκτες της έκθεσης, θα συνεχίσει να εστιάζει την προσοχή της σε αυτό το θέμα. Θέλουμε να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στο θέμα της δίκαιης και αποτελεσματικής εκπαίδευσης, για παράδειγμα, στο πλαίσιο της εξέτασης του θέματος της εκπαίδευσης και της μετανάστευσης το προσεχές έτος. Επί του παρόντος βρίσκεται σε εξέλιξη διαβούλευση για τα σχολεία τον 21ο αιώνα, για το τι δηλαδή αναμένεται από τα σχολεία σε αυτή τη νέα εποχή, και φυσικά θέλουμε αυτή η πρόοδος να καταλήξει σε μια ενημερωμένη επισκόπηση της θέσης των σχολείων στην ευρωπαϊκή κοινωνία σήμερα. Ένα άλλο θέμα που θίξαμε πρόσφατα ήταν η ανακοίνωση που υιοθετήθηκε τον Αύγουστο για την ποιότητα της κατάρτισης των εκπαιδευτικών και τα πολύ σημαντικά συμπεράσματα που παρουσιάζει.
Εν κατακλείδι, πιστεύω ότι οι διαδικασίες που έχουν αναφερθεί, όπως οι διαδικασίες της Μπολόνιας και της Κοπεγχάγης, καθώς και τα θέματα που σχετίζονται με την εκπαίδευση των ενηλίκων, την προσχολική αγωγή και τη διά βίου μάθηση, πρέπει να συνδυαστούν στο πλαίσιο μίας θεματικής ενότητας, της προσβασιμότητας και της ποιότητας ως κρίσιμων παραγόντων στο πραγματικά δίκαιο εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο χρειαζόμαστε σήμερα και στο μέλλον.
Πρόεδρος. – Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Πέμπτη, 27 Σεπτεμβρίου 2007.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 142)
Marianne Mikko (PSE), γραπτώς. – (ET) Ο χρόνος δεν περιμένει κανέναν. Είναι σαφές ότι το 2010 η Ευρώπη δεν θα είναι η πιο ανταγωνιστική οικονομία παγκοσμίως. Ένα κατάλληλο και ορθά διαρθρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να καταστήσει αυτόν τον στόχο πιο εφικτό.
Είναι αδύνατον να αγνοήσουμε το ακαδημαϊκό και οικονομικό επίπεδο των διαφόρων κορυφαίων πανεπιστημίων. Σύμφωνα με διάφορα στοιχεία, 20-30 από τα 50 κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλα πέντε ή έξι βρίσκονται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η υπόλοιπη Ευρώπη βρίσκεται στην τρίτη θέση με τέσσερα ή πέντε, ενώ ο Καναδάς και η Αυστραλία ακολουθούν κατά πόδας.
Οι επιτυχίες έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται. Δυστυχώς, η συγκεκριμένη επιτυχία οφείλει την ύπαρξή της πρωτίστως στο γεγονός ότι η αγγλόφωνη εκπαιδευτική αγορά μπορεί να απευθυνθεί σε δισεκατομμύρια ισχυρούς πελάτες. Το φαινόμενο της κλίμακας κάνει τα υπόλοιπα. Ως εκ τούτου, το Χάρβαρντ είναι δέκα φορές πλουσιότερο και διασημότερο σε σύγκριση με τον κοντινότερο ανταγωνιστή του.
Η μίμηση του ελιτίστικου συστήματος της Ivy League και του Oxbridge στην ηπειρωτική Ευρώπη είναι εγχείρημα επισφαλές. Θα έλεγα μάλιστα ότι αποτελεί σχεδόν σίγουρο αδιέξοδο. Τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο το επίπεδο αλφαβητισμού και αριθμητισμού πολλών απλών πολιτών κρίνεται ανεπαρκές.
Στο πλαίσιο της επιθυμίας για επιτυχία, και μάλιστα γρήγορη επιτυχία, θα ήταν πολύ πιο λογικό να στηριχθούμε αποκλειστικά στις δραστηριότητες που μας είναι πιο οικείες. Η πιο επιτυχημένη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της εκπαίδευσης είναι αναμφίβολα η Φινλανδία, η εθνική στρατηγική της οποίας περιλαμβάνει τη δημόσια πρόσβαση στην εκπαίδευση σε εξίσου υψηλό επίπεδο παντού.
Η εκπαίδευση είναι εκ φύσεως στρατηγικός τομέας. Τα αποτελέσματα αποφάσεων και παρεμβάσεων στον εν λόγω τομέα εμφανίζονται μετά την πάροδο δεκαετιών. Ως εκ τούτου, θα ήταν άσκοπο όσον αφορά την ισότητα να θυσιαστεί ένα ακόμη τέταρτο του αιώνα στο όνομα ακόμη υψηλότερων κορυφών. Ακόμη και αν εφαρμόζαμε τις ορθότερες μεθόδους.
Η επιδίωξη ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου εξακολουθεί να είναι ο καλύτερος άσος που έχει στη διάθεσή της η Ευρώπη στον διεθνή ανταγωνισμό.