Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση
- της προφορικής ερώτησης (O-0065/2007 – B6-0321/2007) προς την Επιτροπή σχετικά με την αύξηση των τιμών των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών, την οποία κατέθεσαν οι βουλευτές Joseph Daul, Lutz Goepel και Neil Parish, εξ ονόματος της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) και των Ευρωπαίων Δημοκρατών,
- της προφορικής ερώτησης (O-0067/2007 – B6-0377/2007) προς την Επιτροπή σχετικά με την αύξηση των τιμών των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών, την οποία κατέθεσε ο βουλευτής Luis Manuel Capoulas Santos, εξ ονόματος της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, και
- της προφορικής ερώτησης (O-0069/2007 – B6-0378/2007) προς την Επιτροπή σχετικά με την αύξηση των τιμών των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών, την οποία κατέθεσαν οι βουλευτές Sergio Berlato, Janusz Wojciechowski, Gintaras Didžiokas και Liam Aylward, εξ ονόματος της Ομάδας Ένωση για την Ευρώπη των Εθνών.
Neil Parish (PPE-DE), συντάκτης. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, με μεγάλη μου χαρά λαμβάνω τον λόγο απόψε διότι βρισκόμαστε τώρα σε μια κατάσταση όπου η ασφάλεια των τροφίμων έχει γίνει καίριο ζήτημα. Τα τελευταία 25 χρόνια υπήρχε αφθονία τροφίμων στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, λάβαμε πολλές αποφάσεις στη γεωργία, στην κοινή γεωργική πολιτική, για τον περιορισμό της παραγωγής προκειμένου να διατηρηθούν οι τιμές και να μειωθεί η χρήση των εξαγωγικών επιδοτήσεων καθώς και για να ενισχυθούν οι εξαγωγές στις παγκόσμιες αγορές.
Τώρα αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση που είναι εντελώς διαφορετική: οι τιμές των δημητριακών τριπλασιάστηκαν το τρέχον έτος· ο τομέας της κτηνοτροφίας αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα, καθώς το κόστος των ζωοτροφών αυξήθηκε κατά 50% ή 60%, και αυτό μας προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία. Ο κ. Daul, ο κ. Goepel και ο υποφαινόμενος καταθέσαμε αυτή την προφορική ερώτηση –και είμαστε ευτυχείς που η Επίτροπος Fischer Boel βρίσκεται εδώ απόψε– διότι φρονούμε ότι πρέπει να διερευνήσουμε κάθε δυνατότητα να φέρουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση επιπλέον ζωοτροφές.
Θα πρέπει να παραδεχτούμε την πραγματικότητα ότι υπάρχουν κάποιες ζωοτροφές που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένο αραβόσιτο και γενετικά τροποποιημένη σόγια που δεν μπορούν να εισαχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί δεν τους έχει χορηγηθεί άδεια. Νομίζω ότι πρέπει να φροντίσουμε να εξετάσουμε το θέμα αυτό και να αποκτήσουμε ένα σύστημα με το οποίο να μπορούμε να χορηγήσουμε άδεια σε τέτοια προϊόντα. Εφόσον είναι ασφαλή, θα πρέπει να γίνουν διαθέσιμα και να ταΐσουν τα πουλερικά μας, και ιδιαίτερα τους χοίρους μας, καθώς και τα βοοειδή μας, τόσο τα κρεατοπαραγωγικά όσο και τα γαλακτοπαραγωγικά, διότι πρέπει να διατηρήσουμε μια πολύ ανταγωνιστική βιομηχανία.
Πρέπει επίσης να εξετάσουμε την κατάσταση όσον αφορά τα σούπερ-μάρκετ, γιατί –ας μην το λησμονούμε– δεν μας ενδιαφέρει μόνο η τιμή που λαμβάνει ο αγρότης για τα προϊόντα του, αλλά μας ενδιαφέρει επίσης το τι έχει να πληρώσει ο καταναλωτής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βλέπουμε, για παράδειγμα, μόνο το 10% μιας φρατζόλας ψωμί να έχει φτιαχτεί πραγματικά από την πρώτη ύλη του σιταριού και παρ’ όλα αυτά υπάρχουν τεράστιες αυξήσεις στην τιμή της φρατζόλας διότι τα σούπερ-μάρκετ λένε ότι πρέπει να πληρώσουν περισσότερα για το σιτάρι. Άρα πρέπει να ασκήσουμε πίεση στα σούπερ-μάρκετ για να εξασφαλίσουμε ότι οι καταναλωτές θα πληρώνουν τη σωστή τιμή.
Είναι πολύ καλό που αυτό θέτει την ευρωπαϊκή γεωργία σε πολύ ισχυρή θέση ώστε να αντιμετωπίσει τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο, διότι θα χρειαστούμε παραγωγή τροφίμων, θα χρειαστούμε αγρότες και θα χρειαστούμε την ύπαιθρο, και όλα αυτά τα πράγματα λειτουργούν πολύ καλά.
Όπως όμως λέω συνήθως, πρέπει να επιτύχουμε τώρα τη σωστή ισορροπία μεταξύ των τομέων των δημητριακών και της κτηνοτροφίας, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο καταθέσαμε αυτή την ερώτηση. Περιμένουμε με μεγάλη χαρά να ακούσουμε τι έχει να πει επ’ αυτού η Επίτροπος Fischer Boel.
Luis Manuel Capoulas Santos (PSE), συντάκτης. – (PT) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, χαίρομαι που είστε και πάλι μαζί μας στο Κοινοβούλιο. Όπως γνωρίζετε, εκπλαγήκαμε πριν από μερικούς μήνες λόγω αλλαγών στην κατάσταση της αγοράς ως προς ορισμένα αγροτικά προϊόντα, τις οποίες μέχρι προσφάτως θεωρούσαμε αδιανόητες: την τεράστια πίεση που ασκείται στην προμήθεια, με τις συνέπειες που έχουμε δει.
Αυτό με τη σειρά του προξένησε μεγάλη ανωμαλία στον τομέα της κτηνοτροφικής παραγωγής, αναμενόμενες επιπτώσεις όπως την αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή, και βεβαίως την προειδοποίηση του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) αναφορικά με τις επιπτώσεις στα τρόφιμα σε πολλές περιοχές του πλανήτη, λόγω της συγκεκριμένης κατάστασης. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ενώ εμείς στην Ευρώπη ξοδεύουμε το 10 με 20% του οικιακού προϋπολογισμού σε τρόφιμα, υπάρχουν κοινωνίες που για τον ίδιο σκοπό αφιερώνουν το 90% του εισοδήματος ή και περισσότερο, οπότε εύκολα συνάγονται οι επιπτώσεις που θα έχει η ενδεχόμενη αύξηση των τιμών για τους μεγάλους αυτούς πληθυσμούς που βρίσκονται ήδη σε κατάσταση ανέχειας.
Επομένως, πρέπει να αναλάβουμε δράση, και μάλιστα αμέσως· χαίρομαι δε ιδιαιτέρως που η Επιτροπή έδρασε με ταχύτητα –και αποτελεσματικότητα– λαμβάνοντας μερικά μετριαστικά μέτρα, μειώνοντας την παύση καλλιέργειας στο μηδέν για το έτος 2008. Κρίμα, όμως, που δεν προχωρήσαμε περισσότερο. Υπάρχουν άλλα μέτρα τα οποία θα μπορούσαν να ληφθούν χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση του κοινοτικού προϋπολογισμού, όπως η προκαταβολική έγκριση πληρωμών προς ορισμένους κτηνοτρόφους από την αρωγή που δικαιούνται, οι οποίοι ασφαλώς πλήττονται διπλά, όχι μόνον από τις αυξανόμενες τιμές, αλλά και από τις εκάστοτε ζωονόσους, όπως ο αφθώδης πυρετός, οπότε φρονώ ότι πρέπει να προχωρήσουμε λίγο περισσότερο πλέον.
Εντούτοις, προπαντός πρέπει να προχωρήσουμε στην εκτίμηση και μελέτη της κατάστασης, ώστε να μπορούμε να εντοπίσουμε γρήγορα τα μέτρα τα οποία μπορούν να ληφθούν, βραχυπρόθεσμα, στο άμεσο μέλλον. Και φυσικά εναποθέτουμε την ελπίδα μας στην ευαισθησία της Επιτρόπου και της Επιτροπής για τα περαιτέρω σχετικά με τον προβληματισμό μας.
Sergio Berlato (UEN) , συντάκτης. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, παρατηρούμε σε ολόκληρη την Ευρώπη ανατιμήσεις σε όλα τα τρόφιμα. Έρευνες αγοράς που έχουν γίνει, καταδεικνύουν πώς αλλάζουν ριζικά τις διατροφικές τους συνήθειες οι ευρωπαίοι καταναλωτές, οι οποίοι αναγκάζονται να μεταβάλλουν την ποιότητα και τον τύπο των προϊόντων που αγοράζουν λόγω των υπερβολικών τιμών.
Για τις αυξήσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν υπαίτιοι αφενός τα υπέρμετρα ενδιάμεσα στάδια τα οποία αναγκάζονται να διανύουν τα προϊόντα μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή, και αφετέρου οι δυσανάλογες αυξήσεις που εφαρμόζουν μεγάλες αλυσίδες υπεραγορών. Ωστόσο, ένα είναι βέβαιο: υπαίτιοι για τις ανατιμήσεις αυτές δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι οι αγρότες μας, οι οποίοι αποτελούν και τα κύρια θύματα της ανησυχητικής αυτής κατάστασης.
Κύριε Πρόεδρε και κυρία Επίτροπε, φρονούμε ότι σήμερα περισσότερο από ποτέ, το ευρωπαϊκό αγροτικό μοντέλο πρέπει να προστατευθεί, ώστε να προασπίζει τις εθνικές αγροτικές αγορές από τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών και να υπερασπίζεται ουσιαστικά τα πρότυπα παραγωγής και τη χρήση του εδάφους, τα οποία προσιδιάζουν τόσο στην ευρωπαϊκή γεωργία. Χαιρετίζουμε την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου να επικυρωθεί η πρόταση για μηδενική παύση καλλιέργειας το έτος 2008.
Ωστόσο, αυτά δεν επαρκούν ώστε να εφησυχάζουμε ενώπιον της ανησυχητικής κατάστασης που έχει προκύψει ως προς τα αποθέματα δημητριακών και την ανατίμηση των δημητριακών στην παγκόσμια αγορά. Χρειάζεται επίσης να συνεργαστούμε με τις διάφορες ΚΟΑ και να αξιοποιήσουμε δεόντως τους εν λόγω μηχανισμούς επαναφοράς της αγοράς σε ισορροπία, οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν στη μείωση του ρυθμού αύξησης των τιμών των τροφίμων, τουλάχιστον εντός της εσωτερικής αγοράς. Ζητήσαμε από την Επιτροπή, σε πρόσφατη ερώτηση, να προτείνει την άμεση αύξηση των ποσοστώσεων του γάλακτος κατά τουλάχιστον 2-3%, ώστε να συμβάλει στη σταθεροποίηση αυτού του βασικού προϊόντος διατροφής.
Σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες όπως οι παρούσες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν ευθύνη να βοηθήσουν τους καταναλωτές να διατηρήσουν την αγοραστική τους δύναμη για τρόφιμα, προστατεύοντας ταυτοχρόνως το δικαίωμα των αγροτών μας να έχουν επαρκές εισόδημα.
Mariann Fischer Boel, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θυμάμαι τι λέει μια παλιά ιαπωνική, νομίζω, κατάρα: «μακάρι να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς», και νομίζω ότι αυτό ακριβώς μας συμβαίνει τώρα. Είδαμε, τους τελευταίους έξι με οκτώ μήνες, τις τιμές των πρώτων υλών στον τομέα της γεωργίας να εκτοξεύονται στα ύψη, όπως ανέφεραν ήδη οι ομιλητές, αλλά πρέπει να πω ότι αυτό έχει ως αφετηρία ένα ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Νομίζω ότι πρόκειται για μια σημαντική υπενθύμιση προς όλους μας. Οι αυξήσεις των τιμών θα αντικατοπτριστούν στις τιμές των καταναλωτών αλλά σε μικρότερη έκταση. Αν μπορώ να χρησιμοποιήσω το παράδειγμα του ψωμιού, ενός βασικού προϊόντος –και θα χρησιμοποιήσω ένα γερμανικό παράδειγμα– αν πάρετε την τιμή του ψωμιού σε ένα σούπερ-μάρκετ ή σε ένα κατάστημα στη Γερμανία, μόνο το 4% της τιμής σχετίζεται με το κόστος του σιταριού.
Όσον αφορά τον τομέα των γαλακτοκομικών, όπως έχει ήδη αναφερθεί, μια σειρά από διαφορετικά μέτρα έχουν ήδη προβλεφθεί. Οι ποσοστώσεις γάλακτος αυξήθηκαν την 1η Απριλίου 2006 και την 1η Απριλίου 2007 κατά 0,5% σε έντεκα κράτη μέλη. Την 1η Απριλίου 2006, οκτώ νέα κράτη μέλη έλαβαν αυτό το αποθεματικό αναδιάρθρωσης που κυμαίνεται μεταξύ του 2% και του 5% του επιπέδου των εθνικών ποσοστώσεων τους. Την 1η Απριλίου 2008 –το επόμενο έτος– ένα 0,5% ακόμη θα προστεθεί στην αύξηση της ποσόστωσης που διατέθηκε στα 11 κράτη μέλη.
Επιπλέον, όλες οι ενισχύσεις στήριξης της αγοράς έχουν μειωθεί μαζικά και, επί του παρόντος, δεν υπάρχουν επιστροφές κατά την εξαγωγή και απολύτως καμία ενίσχυση διάθεσης – και οι δύο είναι μηδενικές. Η έκθεση για την κατάσταση της αγοράς στον τομέα των γαλακτοκομικών προϊόντων θα υιοθετηθεί από την Επιτροπή στα τέλη του έτους και θα μας παράσχει τη βάση για μια περαιτέρω συζήτηση σχετικά με το κατά πόσον πρέπει να αυξήσουμε ξανά την ποσόστωση. Επίσης, είχα ήδη την ευκαιρία εδώ να σηματοδοτήσω σαφώς τη λήξη του συστήματος γαλακτοκομικών ποσοστώσεων στις 31 Μαρτίου 2015 και να δηλώσω επίσης ότι χρειαζόμασταν, για την περίοδο από τώρα μέχρι το 2015, μια ομαλή προσγείωση για την κατάργηση του συστήματος ποσοστώσεων. Μεταξύ των αναφερόμενων δυνατοτήτων είναι η αύξηση του συστήματος ποσοστώσεων στη διάρκεια της περιόδου, και αυτό θα έχουμε τη δυνατότητα να το συζητήσουμε κατά τη διάρκεια του ελέγχου της υγιούς λειτουργίας τον επόμενο χρόνο.
Στον τομέα των δημητριακών υπάρχουν διάφοροι λόγοι για την αύξηση των τιμών. Θα αναφέρω απλώς, για να είμαι σίγουρη ότι δεν θα υπάρξουν παρανοήσεις, ότι δεν ευθύνονται τα βιοκαύσιμα για την απότομη αύξηση των τιμών. Χρησιμοποιούμε σήμερα λιγότερο από το 2% της παραγωγής δημητριακών για αιθανόλη στην Ευρώπη, αλλά οι λόγοι είναι διαφορετικοί: δυσμενείς καιρικές συνθήκες στην Αυστραλία, ξηρασία στη νότια Ευρώπη, πλημμύρες στο βόρειο τμήμα της Ευρώπης, αύξηση της ζήτησης από την Ινδία και την Κίνα, και περιορισμένες εξαγωγές από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Έπειτα, φυσικά, υπάρχει το αποτέλεσμα «χιονοστιβάδας» από αυτή την πολύ ισχυρή επικέντρωση στην αιθανόλη στις Ηνωμένες Πολιτείες και, ως εκ τούτου, μια ορισμένη επιρροή στην αύξηση των τιμών του αραβόσιτου.
Η Επιτροπή αντέδρασε, όπως αναφέρθηκε ήδη: η παύση καλλιέργειας ανεστάλη για το ερχόμενο έτος παραγωγής, και η σπορά θα λάβει χώρα αυτό το φθινόπωρο και την επόμενη άνοιξη. Η συνέχιση ή όχι της μηδενικής παύσης καλλιέργειας θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης που θα διεξαχθεί κατά τη διάρκεια του υγειονομικού ελέγχου. Αναμένουμε ότι η μηδενική παύση καλλιέργειας θα μπορούσε να συμβάλει σε περίπου 10 με 12-15 εκατομμύρια τόνους, ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες. Επιπλέον, θα υποβάλω στο σώμα των Επιτρόπων μια πρόταση προς το Συμβούλιο για την αναστολή των εισαγωγικών δασμών στα δημητριακά μόνο για την τρέχουσα περίοδο εμπορίας. Νομίζω ότι οι πρωτοβουλίες αυτές θα μας βοηθήσουν να χαλαρώσουμε την πίεση στην κτηνοτροφία και στις τιμές των καταναλωτών.
Υπάρχουν διάφορα προβλήματα για τον τομέα του χοίρειου κρέατος. Τα δίκτυα διακίνησης είναι γεμάτα με κρέας, άρα υφίσταται ανισορροπία στις εισροές και τις εκροές στον τομέα και, ως εκ τούτου, η επιτροπή διαχείρισης αποφάσισε την περασμένη Πέμπτη να εισαγάγει την ιδιωτική αποθεματοποίηση, η οποία ελπίζω ότι θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων στον τομέα του χοίρειου κρέατος. Υπάρχουν άλλες δυνατότητες, αλλά νομίζω ότι θα πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε τη σωστή ισορροπία διότι, αν πρόκειται μόνο να παρατείνουμε τον πόνο, τότε δεν κερδίζουμε απολύτως τίποτα.
Επομένως, νομίζω ότι έχουμε αντιδράσει και είχα την ευκαιρία να ευχαριστήσω το Κοινοβούλιο για την ταχεία αντίδρασή του, έτσι ώστε να μπορέσουμε να στείλουμε σαφή μηνύματα όσο το δυνατόν συντομότερα στον γεωργικό τομέα σχετικά με τη μηδενική αγρανάπαυση. Θα ήθελα να επανέλθω στο ζήτημα των ΓΤΟ στις τελικές παρατηρήσεις μου, καθώς βλέπω ότι ο χρόνος μου εξαντλήθηκε.
Mairead McGuinness, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θα ήμουν ευτυχής να μοιραστώ τον χρόνο μου με την Επίτροπο, διότι με ενδιαφέρει να ακούσω τις απόψεις της για τους ΓΤΟ, αλλά θα είμαι εδώ σε ολόκληρη τη συζήτηση.
Νομίζω ότι είναι αλήθεια, γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που το λέμε σε αυτή την αίθουσα, ότι η δυσάρεστη πραγματικότητα είναι ότι η εποχή των σχετικά φθηνών τροφίμων έχει παρέλθει και ότι αυτό που συνέβη δεν είχε προβλεφθεί ούτε στην Επιτροπή ούτε, ουσιαστικά, παγκοσμίως.
Η Επιτροπή ανέφερε μερικούς από τους λόγους για τους οποίους έχουμε σήμερα αυτή την ανισορροπία στην προσφορά και τη ζήτηση, και συμφωνώ μαζί της: καιρός, κλιματική αλλαγή, ζήτηση από τις αναπτυσσόμενες χώρες και, ναι, τα βιοκαύσιμα έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο – η Επίτροπος το αναγνώρισε. Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε –και υπήρχαν άλλοι σε αυτό το Σώμα πριν από εμένα– τι είπε ο προκάτοχός σας κ. Fischler όταν μεταρρύθμισε την ΚΓΠ το 2003. Υποσχέθηκε στους αγρότες καλύτερες τιμές αγοράς. Ίσως τώρα να βλέπουμε τον αντίκτυπο αυτών των μεταρρυθμίσεων και να αρχίζουμε να αμφισβητούμε αυτόν τον αντίκτυπο εξαιτίας των επιπτώσεων στις τιμές καταναλωτή.
Είχαμε θετικές εξελίξεις όσον αφορά το γάλα και τα δημητριακά, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τον τομέα της κτηνοτροφίας αναφορικά με τους παραγωγούς βοείου και αρνίσιου κρέατος, το κοτόπουλο και το χοίρειο κρέας που σχολίασε η Επίτροπος.
Τώρα ρωτάμε για τη μεταβλητότητα και για το αν είμαστε ευχαριστημένοι με αυτή τη μεταβλητότητα στην προσφορά και τη ζήτηση. Μια μεγάλη εταιρεία τροφίμων μου είπε πρόσφατα ότι οι αγοραστές στο σούπερ-μάρκετ δεν έχουν καμία γνώση ή ενδιαφέρον για τα οικονομικά της παραγωγής τροφίμων, αλλά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται, και αυτό είναι θετικό. Ωστόσο, πρέπει να ελέγχουμε τη δύναμη των σούπερ-μάρκετ και να εξετάζουμε αν μετακυλίουν τις αυξήσεις των τιμών που χρεώνουν στους παραγωγούς των τροφίμων. Αυτό είναι κάτι που θέλω να προτρέψω την Επιτροπή –ίσως την Επίτροπο Ανταγωνισμού– να εξετάσει σχολαστικά. Αρνήθηκαν να το κάνουν στο παρελθόν.
Όσον αφορά τους ΓΤΟ, πρόκειται για ένα μεγάλο ζήτημα. Υπάρχει ένα πρόβλημα σε σχέση με τις διαφορές των μεθόδων έγκρισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ και πρέπει να το εξετάσουμε. Συνεπώς, περιμένω τα σχόλια της Επιτρόπου για τους ΓΤΟ πριν να προβώ σε πιο ειδικές παρατηρήσεις.
Τέλος, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τον αντίκτυπο που έχει στον αναπτυσσόμενο κόσμο η ανασφάλεια, ιδίως στην αγορά δημητριακών, όπου οι χώρες οι οποίες δεν δύνανται να πληρώσουν περισσότερο για τα τρόφιμα βλέπουν μεγάλη αύξηση στον λογαριασμό τροφίμων τους. Πρέπει να το αναγνωρίσουμε σε αυτό το Σώμα και να το λάβουμε υπόψη στις μελλοντικές πολιτικές μας.
Bernadette Bourzai, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, κατά την Παγκόσμια Ημέρα Τροφίμων, την Τρίτη 16 Οκτωβρίου, ο Οργανισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών επεδίωξε να ευαισθητοποιήσει το κοινό για τον υποσιτισμό, ο οποίος πλήττει σήμερα 854 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Με την ευκαιρία, τονίστηκε το φαινόμενο της αύξησης στις τιμές των αγροτικών πρώτων υλών, ιδιαίτερα ο αντίκτυπός της στους καταναλωτές των αναπτυσσομένων χωρών –αναλύθηκε επαρκώς αυτό από τους συναδέλφους μου– αλλά και στον πληθυσμό των φτωχών χωρών, οι οποίες εισάγουν δημητριακά. Ενώ στις ανεπτυγμένες χώρες ξοδεύουμε 10 έως 20% του οικιακού προϋπολογισμού μας σε τρόφιμα, στις ελάχιστα ανεπτυγμένες χώρες, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 60 έως 80% του προϋπολογισμού, και η αύξηση της τάξεως του 20% στην τιμή των δημητριακών είναι δραστική. Η εν λόγω κατάσταση επιδεινώνεται περαιτέρω από το γεγονός ότι μερικές χώρες εξαρτώνται ευρύτατα από εισαγωγές, και επηρεάζονται από τις νομισματικές διακυμάνσεις, τις μεταβολές του κλίματος και την αύξηση του κόστους των μεταφορών.
Κυρία Επίτροπε, έχετε ανταποκριθεί εν μέρει, ωστόσο ελπίζω ότι θα υπάρξουν και άλλα μέτρα. Ποια μέτρα προτίθεστε να λάβετε βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, για τον «έλεγχο υγείας» της ΚΓΠ, ώστε να διορθωθεί η δυσμενής αυτή κατάσταση για τους καταναλωτές του Βορρά, και η ακόμη δυσμενέστερη για τους καταναλωτές του Νότου, για την εξισορρόπηση της παγκόσμιας επισιτιστικής κατάστασης;
Niels Busk, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (DA) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, είναι σημαντικό που εστιάζουμε πλέον στην ιδιάζουσα κατάσταση που αντιμετωπίζουμε σήμερα αναφορικά με τις σαφείς ανατιμήσεις ορισμένων αγροτικών πρώτων υλών. Συγχρόνως, γνωρίζουμε ότι στους τομείς όπου δεν έχουν ακόμη επεκταθεί, για παράδειγμα τον τομέα της χοιροτροφίας, αυτές οι ανατιμήσεις θα καταστήσουν τον χειμώνα πανάκριβο ως προς τις τιμές των τροφίμων. Γνωρίζουμε τις κύριες αιτίες: χαμηλές φθινοπωρινές εσοδείες, άδειες αραβοσιταποθήκες, κλπ. – δεν θα επεκταθώ περισσότερο επ’ αυτού.
Έχω την αίσθηση ότι η κατάσταση την οποία διανύουμε σήμερα θα έπρεπε να παράσχει ευκαιρίες για περισσότερο διάλογο. Πρώτον και κύριον, δεν πρέπει να ανησυχούμε για τις σημερινές ανατιμήσεις. Για πάρα πολύ καιρό, ένα λίτρο γάλα κόστιζε λιγότερο από ένα λίτρο κόκα-κόλα και λιγότερο από ένα λίτρο νερό. Είναι εντελώς παράλογο να μην παραδεχόμαστε ότι τα τρόφιμα πρέπει να κοστίζουν όσο πραγματικά πρέπει, διότι τα προϊόντα αυτά συνεπάγονται μακρά διάρκεια παραγωγής και πολλές εργατοώρες, ιδίως στον γαλακτοκομικό τομέα. Είναι επίσης σαφές ότι παρουσιάζεται πλέον η ευκαιρία να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων στην Ευρώπη. Το απαιτεί πλέον από εμάς η ίδια η αγορά. Η Επιτροπή επέδειξε πνεύμα καλής πρωτοβουλίας καταργώντας την παύση καλλιέργειας και φυσικά έχουμε ακόμη την ευκαιρία να αυξήσουμε την παραγωγή πολύ γρήγορα, ιδίως στον γαλακτοκομικό τομέα.
Πρέπει να συνεχίσουμε τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής του 2003 μειώνοντας τις ενισχύσεις, ενώ πρέπει να αναλογιστούμε σοβαρά την περαιτέρω μετατόπιση των γεωργικών ενισχύσεων προς την πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου. Έχουμε πλέον την ευκαιρία να εκκινήσουμε επιτέλους μια δυναμική αγροτική παραγωγή στην ΕΕ, και αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να παράσχουμε περισσότερη ελευθερία στους αγρότες από όση έχουν σήμερα, ώστε να εκμεταλλευθούν την παρούσα ενισχυμένη ζήτηση. Ασφαλώς, και κατά παράδοσιν, θα λάβουμε μέριμνα και για τους αγρότες των ορεινών και των λιγότερο εύφορων περιοχών – αυτό χρειάζεται μόνο! Πάντως, δεν πρέπει να φοβόμαστε τις ανατιμήσεις, αλλά αντιθέτως να κατανοήσουμε και να αξιοποιήσουμε επιθετικά την κατάσταση που αντιμετωπίζουμε.
Janusz Wojciechowski, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Κύριε Πρόεδρε, παρατηρήσαμε εσχάτως στην Ευρωπαϊκή Ένωση μεγάλες ανατιμήσεις σε βασικά τρόφιμα, ιδιαιτέρως στα νέα κράτη μέλη. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, η τιμή του ψωμιού αυξήθηκε κατά 15% τα τελευταία δύο χρόνια, η τιμή των μήλων κατά 83% και η τιμή της πατάτας κατά 33%, ενώ η τιμή του γάλακτος έχει σχεδόν διπλασιασθεί. Παρόμοια τάση υπάρχει και σε μερικά από τα παλαιά κράτη μέλη: στην Ιταλία και την Ιρλανδία. Από τα νέα δε μέλη, και στη Λιθουανία έχουν σχεδόν διπλασιασθεί οι τιμές των δημητριακών, του γάλακτος, των φρούτων και των λαχανικών.
Από την άλλη πλευρά, η πολιτική της ΕΕ ερείδεται στον περιορισμό του όγκου της αγροτικής παραγωγής, και η συγκεκριμένη πολιτική αρχίζει να φαίνεται ότι έρχεται ολοένα και περισσότερο σε αντίθεση με τις ανάγκες των καταναλωτών. Όλες οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής βασίζονται στον περιορισμό της παραγωγής εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η μεταρρύθμιση της αγοράς ζάχαρης συνεπάγεται τον μαζικό περιορισμό της παραγωγής ζάχαρης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, από 18 εκατομμύρια τόνους σε 12 εκατομμύρια τόνους. Η μεταρρύθμιση της αγοράς του οίνου περιλαμβάνει και αυτή περιορισμό της παραγωγής.
Και άλλες μεταρρυθμίσεις αποσκοπούν στη μείωση της παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την άλλη πλευρά, λαμβάνουμε ένα σημαντικότατο σήμα. Οι καταναλωτές αξιώνουν περισσότερα τρόφιμα στην Ευρώπη, και το σήμα αυτό είναι τόσο έντονο, ώστε χρειάζεται να εξετασθεί ο συνολικός σκοπός της κοινής γεωργικής πολιτικής. Πρέπει να αναρωτηθούμε εάν η μέθοδος του περιορισμού της παραγωγής και της καθιέρωσης ποσοστώσεων στην παραγωγή είναι όντως σκόπιμες, προπαντός από την προοπτική του συμφέροντος των καταναλωτών, καθώς περί αυτών πρόκειται κυρίως.
Το θέμα είναι να παρέχει η Ευρώπη τόσα τρόφιμα όσα χρειάζεται ο κόσμος στην Ευρώπη. Συνηγορούν πολλά σημεία στην ανάγκη αναθεώρησης της γεωργικής πολιτικής που εφαρμόζουμε σήμερα. Ευχαριστώ πολύ.
Friedrich-Wilhelm Graefe zu Baringdorf, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, στον συγκεκριμένο διάλογο έχουμε παραφρονήσει. Επί χρόνια συζητούσαμε για τις τιμές που πέφτουν, τις χαμηλότερες δυνατόν τιμές και τις χαμηλότερες τιμές όλων των εποχών. Όλοι πλέον οι ομιλητές παραπονούνται για το γεγονός ότι οι τιμές αυξάνονται –έχοντας επί τέλους πάρει την ανιούσα– και απαιτούν τη λήψη μέτρων για τη συγκράτηση των ανατιμήσεων.
Θα έπρεπε να χαιρόμαστε που λειτουργεί η αγορά, με τη βοήθειά σας. Με τη βοήθεια των προκατόχων σας, αλλά και των αξιώσεων από πλευράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δισεκατομμύρια ευρώ που κατευθύνονταν στην παρεμβατικότητα και τη σταθεροποίηση των τιμών –στην πίεση των τιμών η οποία ρήμαξε τις τιμές αγοράς στην παγκόσμια αγορά και προκάλεσε δυσχέρειες στις χώρες του Τρίτου Κόσμου– έχουν καταργηθεί. Επιτέλους έχει εξαλειφθεί αυτή η κατάσταση και προσεγγίζουμε περισσότερο την αγορά, αντιμετωπίζοντας μια συγκυρία η οποία έχει παροξυνθεί λόγω της χρήσεως αραβοσίτου για την παραγωγή καυσίμων.
Υπάρχουν πολλοί άλλοι λόγοι για τους οποίους υπάρχει τόσο μεγάλη ζήτηση στην αγορά επί του παρόντος. Η αγορά αντιδρά, οι τιμές αυξάνονται και τώρα εμείς, εδώ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως εκπρόσωποι των αγροτών, ζητούμε να μειωθούν οι τιμές. Ποτέ μου, στα 20-25 χρόνια που θητεύω στο Κοινοβούλιο, δεν έχω αντιμετωπίσει πιο γελοία κατάσταση! Γι’ αυτό και χειροκρότησα τον κ. Busk. Θα έπρεπε να χαιρόμαστε με την κατάσταση αυτή. Φυσικά, πρέπει να προσέχουμε για χάρη όσων δεν είναι σε θέση να αγοράζουν τρόφιμα σε κανονικές τιμές.
Πρέπει να θεωρούμε υπόλογες τις μισθολογικές ανισότητες και τις πλανεμένες κοινωνικές πολιτικές σε οποιαδήποτε χώρα, αλλά δεν μπορούμε να λαμβάνουμε μέτρα για να ταΐζουμε στο στόμα τους φτωχούς, εις βάρος αγροτών οι οποίοι, τα τελευταία χρόνια, εγκατέλειψαν τις καλλιέργειες κατά εκατοντάδες χιλιάδες. Δεν διεξάγουμε συζήτηση με αυτόν τον τρόπο!
Χαίρομαι που συζητούμε έστω την κατάσταση εδώ σήμερα, και που έχουμε μια αγορά στην οποία συνεχώς αυξάνονται οι τιμές.
Vincenzo Aita, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, φρονώ ότι είναι σημαντικό που ξεκινούμε τη συγκεκριμένη συζήτηση, μολονότι εν μέρει, διότι, εξ όσων μάς είπε η Επίτροπος, δεν βλέπουμε ακόμη το πρόβλημα στις πλήρεις του διαστάσεις.
Θέλω να υπενθυμίσω στην Επίτροπο ότι πριν από μερικούς μήνες, ζητήσαμε να ανασταλεί ο διάλογος για τις τροποποιήσεις της ΚΟΑ για τα φρούτα και λαχανικά, ώστε να μπορέσουμε να αναλογιστούμε τι συνέβαινε –και τι συμβαίνει τώρα με το κρασί– με βάση ορισμένα σημεία, τα οποία θέλω να θίξω τώρα.
Πρώτον: αναφερόμαστε σε εσοδείες οι οποίες δεν τελεσφόρησαν λόγω κλιματικών περιστάσεων, ωστόσο κανείς δεν αναφέρει το γεγονός ότι θα μας απασχολεί για χρόνια το πρόβλημα αυτό, διότι η αλλαγή του κλίματος επισυμβαίνει στην Ευρώπη και στον κόσμο. Ένα το κρατούμενο!
Δεύτερον: σε σύγκριση με το 1950, οπότε και αριθμούσαμε 2,5 δισεκατομμύρια και στον καθένα μας αναλογούσαν 0,5 εκτάρια, το 2020 ο παγκόσμιος πληθυσμός θα έχει αυξηθεί σε 7,5 δισεκατομμύρια (σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ) και σε κάθε κάτοικο θα αντιστοιχούν 0,2 εκτάρια καλλιεργήσιμα.
Κατανοώ ποιους εκπροσωπεί ο κ. Baringdorf όταν λέγει ότι το πρόβλημα αυτό είναι θεμελιώδες, ωστόσο δεν νομίζω ότι οι αυξήσεις που παρατηρούμε αυτόν τον καιρό είναι προς όφελος των παραγωγών. Εάν συγκρίνουμε το κόστος του προϊόντος με ό,τι χρεώνεται ο καταναλωτής, θα παρατηρήσουμε ότι και οι καταναλωτές και οι παραγωγοί πληρώνουν μια μακρύτατη αλυσίδα προμήθειας. Ωστόσο, αυτό οφείλεται εν μέρει σε πολιτικές που έχει εισηγηθεί εδώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επομένως νομίζω ότι η Επίτροπος πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τις δράσεις που πρόκειται να αναλάβουμε.
Βεβαίως και ήταν σημαντικό να επαναφέρουμε χέρσα γη στην παραγωγή, ωστόσο σήμερα αυτό που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι ο εμπεριστατωμένος διάλογος. Όταν συστήθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ελήφθησαν δράσεις για την αντιμετώπιση των επισιτιστικών αναγκών των Ευρωπαίων. Σήμερα, πρέπει να υιοθετήσουμε την ίδια πολιτική. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να παραμερίζεται καλλιεργήσιμο έδαφος μέσω μιας πολιτικής αποσύνδεσης, διότι ως εκ τούτου θα υπάρξει απώλεια της παραγωγής και οι ερωτήσεις μας θα καταστούν άγονες. Επομένως, πρέπει να προετοιμαστούμε για έναν εμπεριστατωμένο διάλογο με αντικείμενο εάν οι πολιτικές των τελευταίων ολίγων ετών ανταποκρίθηκαν στους καταναλωτές και τους παραγωγούς, ή εάν αντιθέτως προξένησαν προβλήματα και στους δύο.
Jim Allister (NI). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να επικεντρωθώ στην κατάσταση στον τομέα της εντατικής παραγωγής. Δεν θα χρονοτριβήσω για να περιγράψω τις τρομερές δυσκολίες που βιώνουν πολλοί παραγωγοί σε αυτόν τον τομέα· αντίθετα θέλω να επικεντρωθώ σε αυτό που πιστεύω ότι πρέπει να κάνει η Επίτροπος για να βοηθήσει. Έχω τέσσερις ή πέντε παρατηρήσεις.
Καταρχάς, νομίζω ότι η Επίτροπος πρέπει να αναγνωρίσει ότι ήπια μέτρα, όπως η προώθηση στην αγορά, δεν πρόκειται να είναι επαρκή. Δεύτερον, θα πρέπει να παραδεχθεί, περισσότερο απ’ ό,τι έχει συμβεί μέχρι σήμερα, τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο που έχει στη διαθεσιμότητα και τις τιμές των δημητριακών η αχαλίνωτη μετατόπιση στην παραγωγή βιοκαυσίμων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι στόχοι τους, που είναι πολύ επιθετικοί, αφανίζουν τις εισαγωγές που χρειαζόμαστε από αυτή την άποψη.
Τρίτον, με τα αποθέματα παρέμβασης των δημητριακών σε ανησυχητικά χαμηλό επίπεδο και τον λόγο τους προς τη χρήση να έχει διαταραχθεί, επιβάλλεται επειγόντως δράση για να αποκατασταθεί αυτή η ισορροπία. Τέταρτον, συνιστώ στην Επίτροπο ότι θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί πιο ενεργά στον αγώνα της για την ταχύτερη έγκριση των γενετικώς τροποποιημένων υποκατάστατων. Με όλο τον σεβασμό, κυρία Επίτροπε, πρέπει, για λογαριασμό της γεωργίας, να συναγωνιστείτε τον δυναμισμό των Επιτρόπων Κυπριανού και Δήμα, οι οποίοι αντιτίθενται στις εγκρίσεις των γενετικώς τροποποιημένων ειδών.
Πέμπτον και τελευταίο, πρέπει να εμποδίσετε την υποχώρηση του τομέα εντατικής παραγωγής μας και οι επιστροφές κατά την εξαγωγή να επεκταθούν άμεσα στο κρέας και τα χοιρομέρια. Ως προς αυτό, δεν είμαι σίγουρος ότι η υποβοήθηση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης θα προσφέρει ουσιαστικές λύσεις σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Struan Stevenson (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου πρώτα απ’ όλα να διαβεβαιώσω τον κ. Graefe zu Baringdorf ότι είμαι ευτυχής που βλέπω τις τιμές να αυξάνονται για τους αγρότες μας επιτέλους, εφόσον βέβαια ωφελούνται οι αγρότες απ’ αυτό και όχι οι αλυσίδες σούπερ-μάρκετ. Μέχρι στιγμής ο μικρός αριθμός των αλυσίδων σούπερ-μάρκετ που κυριαρχούν στον τομέα λιανικής στην Ευρώπη κερδοσκοπούν εις βάρος των αγροτών και των παραγωγών μας.
Στην εκλογική μου περιφέρεια, τη Σκωτία, οι παραγωγοί γαλακτοκομικών προϊόντων λαμβάνουν εδώ και πάρα πολύ καιρό 0,17 της λίρας Αγγλίας ανά λίτρο γάλακτος, τιμή που είναι κάτω από το κόστος παραγωγής, ενώ το γάλα πουλιέται στα ράφια των σούπερ-μάρκετ έναντι 0,5 λίρας Αγγλίας ανά λίτρο. Η κατάσταση αυτή οδήγησε πολλούς παραγωγούς γαλακτοκομικών στην οριστική παύση των δραστηριοτήτων τους.
Είδαμε τώρα η τιμή που λαμβάνουν οι αγρότες για το σιτάρι να αυξάνεται κατά 10% μόνο, ενώ η τιμή στο ράφι του σούπερ-μάρκετ των προϊόντων με βάση το σιτάρι έχει αυξηθεί κατά 40%. Για μία ακόμη φορά, τα σούπερ-μάρκετ χρησιμοποιούν τις διακυμάνσεις των τιμών για να αποκομίζουν οι ιδιοκτήτες τους μεγαλύτερα κέρδη.
Αυτό αποτελεί ντροπή, και συμφωνώ απολύτως με τον κ. Parish ότι πρέπει να ζητήσουμε από την Επιτροπή να ξεκινήσει μια έρευνα για την πολιτική τιμολόγησης των αλυσίδων σούπερ-μάρκετ προκειμένου να εξασφαλίσουμε ότι οι καταναλωτές και οι παραγωγοί θα αντιμετωπίζονται δίκαια.
María Isabel Salinas García (PSE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, είναι σαφές ότι η αύξηση των τιμών την οποία βιώνει απευθείας στο καλάθι του ο καταναλωτής οφείλεται σε πολλαπλούς παράγοντες, αλλά στην αγόρευσή μου θα περιοριστώ να σχολιάσω τα λεχθέντα του κ. Stevenson.
Νομίζω ότι ο ρόλος των μεσαζόντων και των μεγάλων αλυσίδων λιανικής πώλησης τροφίμων προκαλεί ανησυχία. Σε πολλές περιπτώσεις, αποσκοπούν σε κερδοσκοπικές κινήσεις, συνεπώς οι αυξήσεις στις τιμές των τελικών προϊόντων είναι μεγαλύτερες, όπως ειπώθηκε, σε ποσοστιαίες μονάδες, από τις αυξήσεις στις τιμές των πρώτων υλών.
Η κατάσταση προκαλεί ανησυχία επίσης για τους παραγωγούς, οι οποίοι, αντιμέτωποι με την τεράστια αγοραστική δύναμη του διογκωμένου τομέα λιανικής πώλησης, υποχρεούνται να μειώνουν τις τιμές πώλησής τους, χωρίς να είναι σε θέση να μετακυλήσουν τις αυξήσεις στις πρώτες ύλες ή τις τιμές των καυσίμων.
Φρονώ συνεπώς, στηρίζοντας τον προηγούμενο αγορητή, ότι είναι σημαντικό να δράσει η Επιτροπή –και δράττομαι της ευκαιρίας για να ευχαριστήσω την Επίτροπο που βρίσκεται μαζί μας– και να λάβει μέτρα: να διεξαχθούν έρευνες και να εφαρμοστούν τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να τερματιστούν τέτοιες πρακτικές, οι οποίες είναι άδικες, και σε πολλές περιπτώσεις καταχρηστικές.
Νομίζω ότι το ψήφισμα είναι άκρως επίκαιρο, και ότι δεν έχουμε αργήσει να λάβουμε μέτρα.
Andrzej Tomasz Zapałowski (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, πολλοί από όσους αγόρευσαν πριν από μένα εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την αύξηση των τιμών των τροφίμων, ωστόσο πρέπει να αναρωτηθούμε εάν το τίμημα αυτό φθάνει μέχρι τον αγρότη. Επ’ αυτού διατυπώνω τις σοβαρές μου ανησυχίες. Πολλά μικρά αγροκτήματα κλείνουν σήμερα κατ’ επιταγήν της πολιτικής της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει, όμως, να αναρωτηθούμε και τι είδους τρόφιμα καταναλώνουν οι αγρότες. Καταναλώνουν βόειο κρέας από τη Βραζιλία, ζάχαρη από τη Νότιο Αμερική, επικίνδυνα κοτόπουλα από την Ασία, και έτσι κατακλύζεται από φθηνές τροφές η αγορά μας, η οποία «χαμηλώνει» μεν τις τιμές για εμάς, αλλά στην πραγματικότητα περιορίζει την παραγωγή στην Ευρώπη. Εγείρεται το ζήτημα: θα χρειαστεί για πολύ ακόμη να προσκυνούμε το βιομηχανικό λόμπυ; Γιατί, σε τελική ανάλυση, να μην μπορούμε να αρχίσουμε να στηρίζουμε και πάλι τους Ευρωπαίους αγρότες, τη στιγμή που έχουν εμφανιστεί περιθώρια αύξησης της παραγωγής μας και των ποσοστώσεων για το γάλα και τα αμυλούχα προϊόντα, για παράδειγμα, για τα οποία η ζήτηση στην Πολωνία και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι διαρκής;
Διαμάντω Μανωλάκου (GUE/NGL). – Κύριε Πρόεδρε, το πρόβλημα των μεγάλων αυξήσεων στο ψωμί, γάλα, πατάτες και άλλα τρόφιμα –που σε ορισμένα κράτη μέλη είναι δεκαπλάσιες του τρέχοντος πληθωρισμού– καθιστά το πρόβλημα πολύ οξυμένο, ειδικά στα χαμηλά εισοδήματα που το μεγαλύτερο ποσοστό του προϋπολογισμού τους πάει στα τρόφιμα.
Δεν προέκυψε ξαφνικά το πρόβλημα. Ξέρουμε ότι ο τομέας των τροφίμων συγκεντρώνεται και ελέγχεται από λίγες επιχειρήσεις με σημαντικά κέρδη σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών, αφού οι τιμές καταναλωτή είναι πολλαπλάσιες των τιμών παραγωγού λόγω του μεγάλου αριθμού μεσαζόντων ή της μονοπώλησης της αγοράς. Έτσι, έχουμε σήμερα την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση τροφίμων και ζωοτροφών, μαζί με τη χρησιμοποίηση των δημητριακών και ελαιούχων σπόρων στην παραγωγή βιοκαυσίμων, που δεν γίνεται για περιβαλλοντικούς λόγους αλλά εντάσσεται στα κερδοσκοπικά σχέδια των πολυεθνικών πετρελαίου.
Έχουμε τον εκφυλισμό των τιμών και της παρέμβασης των δημητριακών καθώς και την υποχρεωτική αγρανάπαυση λόγω της ΚΑΠ. Όλα αυτά μείωσαν δραστικά τα αποθέματα και την παραγωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί βέβαια με άσχημες καιρικές συνθήκες. Αξιοποιήθηκαν όμως, για να κερδοσκοπήσουν οι εμποροβιομήχανοι σε βάρος των αγροτών και των καταναλωτών.
Αυτές ήταν οι αιτίες της αύξησης των τιμών τροφίμων και ζωοτροφών. Οι αυξήσεις αυτές επιδείνωσαν τη θέση των εργαζομένων, αυξάνοντας τον αριθμό των υποσιτιζόμενων ανθρώπων και οδηγούν στη χρεοκοπία τους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους. Στην Ελλάδα οι κτηνοτρόφοι βρίσκονται σε απόγνωση –αλλά και σε κινητοποιήσεις– διεκδικώντας ουσιαστική ενίσχυση για την επιβίωσή τους.
Η απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών στις 26 του Σεπτέμβρη για άρση της υποχρεωτικής αγρανάπαυσης και αναστολής των τελών εισαγωγής δημητριακών καθώς και τα άλλα μέτρα που αναφέρατε, κυρία Επίτροπε, θα αμβλύνουν κάπως το πρόβλημα, αλλά δεν το αντιμετωπίζουν, διότι αυτά είναι ημίμετρα, δηλαδή ανεπαρκή. Χρειάζονται ουσιαστικά μέτρα ενίσχυσης ζωοτροφών και ελέγχου των τιμών, κτύπημα των καρτέλ και των κερδοσκοπικών παιχνιδιών.
Agnes Schierhuber (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, είμαι ευγνώμων που μπορούμε και διεξάγουμε τον συγκεκριμένο διάλογο με την Επίτροπο. Καθώς αυξάνονται οι τιμές των βασικών αγαθών, ο κόσμος ξαναστρέφει την προσοχή του στη γεωργία. Η κατάσταση οφείλεται αφενός –όπως ανέφεραν ήδη η Επίτροπος και ορισμένοι προηγούμενοι αγορητές– στη ζήτηση από τρίτες χώρες και αφετέρου σε ελλειμματικές συγκομιδές σε παραδοσιακά αγροτικές εξαγωγικές χώρες όπως η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία. Επομένως, επιβάλλεται να κινητοποιήσουμε όλους τους πόρους που διαθέτουμε στην Ευρώπη. Έχω πλέον κατανοήσει, και με την ευκαιρία της επίσκεψής μου στη Ρουμανία, ότι τουλάχιστον ένα τρίτο του συνολικού καλλιεργήσιμου εδάφους παραμένει σε αγρανάπαυση, όπως και παλαιότερα. Διαθέτουμε αξιόλογους πόρους στην επικράτεια των κρατών μελών μας. Ένα πρώτο βήμα θα ήταν οπωσδήποτε να πάψουμε να αφήνουμε τη γη χέρσα.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ως αγρότισσα, πιστεύω ακράδαντα ότι η άμεση προτεραιότητα πρέπει να είναι η παραγωγή υγιών τροφίμων, η επόμενη προτεραιότητα η παραγωγή χορτονομής και η επόμενη προτεραιότητα η παραγωγή ενεργειακών υλών. Εν τέλει, όμως, πιστεύω ότι η ελαφρά ανατίμηση υπέρ των αγροτών μας σε καμία περίπτωση δεν εξισορροπεί τις τιμές κατά τρόπον ώστε να αντισταθμιστούν οι απώλειες των τελευταίων δεκαετιών. Όσοι έλαβαν τον λόγο μέχρι στιγμής τόνισαν ότι παρατηρείται αύξηση η οποία ίσως κατά 10% οφείλεται στις τιμές των πρώτων υλών, αλλά οι λιανέμποροι την εκτινάσσουν σε ορισμένες περιπτώσεις κατά 40-50%. Αναφέρομαι στο βούτυρο, για παράδειγμα, και δεν μου φαίνεται δίκαιο αυτό.
Ένας τρόπος αντίδρασης για εμάς τους αγρότες θα ήταν να οργανωθούμε καλύτερα σε συνεταιρισμούς παραγωγών με συμβάσεις παραγωγής, ώστε να αντιμετωπίζουμε κατά πρόσωπον τα μονοπώλια του λιανεμπορίου των τροφίμων.
Csaba Sándor Tabajdi (PSE). – (HU) Η παρούσα συζήτηση καταδεικνύει σαφώς για μία ακόμη φορά πόσο διίστανται οι απόψεις στο Σώμα. Συμφωνώ με τον κ. Stevenson, δηλαδή ότι από την εν λόγω ανατίμηση εισπράττουν πολύ λίγα οι αγρότες, εν συγκρίσει με τον εμπορικό τομέα, τις αλυσίδες υπεραγορών και τους κερδοσκόπους των αγορών, οι οποίοι καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος.
Ένα ακόμη πρόβλημα είναι ότι οι παραγωγοί δημητριακών θα επωφεληθούν τα μέγιστα εν προκειμένω, ενώ οι παραγωγοί κτηνοτροφικών προϊόντων θα έχουν μεγάλες απώλειες. Πρόκειται για μια ασυγκράτητη κατάσταση: ορισμένοι τομείς είτε ευνοούνται είτε παραμελούνται υπό την κοινή γεωργική πολιτική, και αυτή η αύξηση στις τιμές πρόκειται να επιδεινώσει τους παραμελημένους τομείς ακόμη περισσότερο, ενώ οι ήδη ακμάζοντες θα πλουτήνουν ακόμη περισσότερο.
Συμφωνώ με τον κ. Graefe zu Baringdorf ότι οι ανατιμήσεις αποτελούν θετικό στοιχείο, ωστόσο ποιος πρόκειται να επηρεαστεί από αυτές τις ανατιμήσεις; Οι αντιφάσεις αυτές αυξάνονται συνεχώς, και δυστυχώς οι στρεβλώσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής βαθαίνουν και παροξύνουν αυτές τις στρεβλώσεις. Χρειάζεται να αναθεωρήσουμε εκ βάθρων την κοινή γεωργική πολιτική, διότι οι περιορισμένης εκτάσεως επεμβάσεις είναι απλώς διακοσμητικής υφής Δεν μπορεί να υφίσταται κοινή γεωργική πολιτική όσο η κτηνοτροφική παραγωγή, ο οίνος, τα φρούτα και τα λαχανικά, το χοίρειο κρέας και τα πουλερικά αποτελούν παραμελημένους τομείς. Σας ευχαριστώ.
Esther Herranz García (PPE-DE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, όπως ανέφερα τον προηγούμενο μήνα κατά τη συζήτηση που διεξαγόταν στο Σώμα για την αναστολή της υποχρεωτικής παύσης καλλιέργειας, σε νυχτερινή συνεδρίαση επίσης, η αύξηση στις τιμές των αγροτικών προϊόντων πρέπει να γίνει αφορμή για εμπεριστατωμένο διάλογο για την κατεύθυνση προς την οποία κινείται η κοινή γεωργική πολιτική.
Σύντομα θα έχουμε ενώπιόν μας την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον «έλεγχο υγείας» της ΚΓΠ, φοβάμαι ωστόσο ότι, στην ανακοίνωση αυτή, το εκτελεστικό σώμα της Κοινότητας δεν θα έχει την τόλμη να αναγνωρίσει ότι η ελευθέρωση των αγορών έχει και το τίμημά της, και ότι οι ευρωπαίοι αγρότες τώρα αρχίζουν να το πληρώνουν.
Πολλά μέλη του Σώματος τάσσονταν πάντοτε υπέρ της αποδόμησης των μέτρων διαχείρισης της αγοράς και συνετέλεσαν στην προβολή της αρνητικής εικόνας που έχουν διαμορφώσει οι ευρωπαίοι καταναλωτές σχετικά με την ΚΓΠ.
Όπως ανέφερα στην τελευταία σύνοδο της Ολομέλειας, απορώ πώς θα εξηγήσουμε πλέον στους πολίτες ότι μετά βίας διαθέτουμε τα όργανα για τον έλεγχο αυτών των αυξήσεων στις τιμές αγροτικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα ήταν επίσης ενδιαφέρον να ζητηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκτιμήσει ποιο θα είναι το κόστος για τους ευρωπαίους πολίτες από αυτή την ανατίμηση των τροφίμων και να συγκρίνει το κόστος αυτό με το κόστος για κάθε πολίτη της κοινής γεωργικής πολιτικής.
Πολύ θα ήθελα επίσης να μάθω εάν τελικώς θα καρπωθούν οφέλη ή όχι οι πολίτες τα επόμενα χρόνια από την ελευθέρωση των αγορών και τις δραστικές περικοπές στις άμεσες ενισχύσεις που πλήττουν τους Ευρωπαίους.
Θα σας δώσω ορισμένα στατιστικά στοιχεία τα οποία νομίζω ότι είναι πολύ χαρακτηριστικά: Πριν από τη σύσταση της ΚΓΠ, το 1961, οι τιμές των πρώτων υλών για την παραγωγή ζωοτροφής ήταν διπλάσιες από τις τιμές που πλήρωσαν οι αγρότες 20 χρόνια αργότερα. Η κοινή γεωργική πολιτική εγγυήθηκε την παροχή πρώτων υλών σε προσιτή τιμή και συγχρόνως οι ευρωπαίοι καταναλωτές απολάμβαναν μια δίκαιη τιμή για ένα βασικό καταναλωτικό αγαθό.
Σε μια χώρα όπως η δική μου, η Ισπανία, παρατηρούμε ανατιμήσεις σε τρόφιμα τόσο βασικά όσο είναι το γάλα. Νομίζω ότι οι υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων πρέπει τώρα επίσης να ανησυχούν περισσότερο για τις επιπτώσεις που θα έχουν αυτές οι ανατιμήσεις στον πληθωρισμό των χωρών τους.
Rosa Miguélez Ramos (PSE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, όλοι εδώ απόψε γνωρίζουμε τους λόγους της ανατίμησης των δημητριακών και των πρώτων υλών. Αν και μας δώσατε ορισμένους καλούς συλλογισμούς για το είδος των λόγων αυτών, υπάρχουν, ωστόσο, άλλα ζητήματα τα οποία αναφέρατε ακροθιγώς.
Καθώς πρόκειται να μας παρουσιάσετε τις προτάσεις σας για τον «έλεγχο υγείας» της ΚΓΠ τον Νοέμβριο, θα προτιμούσα να σας πω τώρα τη γνώμη μου· λέγω λοιπόν ότι ελπίζω ότι σε αυτόν τον «έλεγχο υγείας» θα αναλύσετε κατά πόσον η ΚΓΠ εναρμονίζεται με τις νέες απαιτήσεις της παγκόσμια αγοράς, διότι ένας από τους κύριους λόγους για τον περιορισμό της ευρωπαϊκής παραγωγής ήταν –είμαι πεπεισμένη γι’ αυτό– η έλλειψη προνοητικότητας από τους ειδήμονες της Κοινότητας.
Χρειάζεται να αναθεωρήσουμε τη σημερινή πολιτική των υπερβολικά μειωμένων αποθεμάτων. Οι αποθήκες παρέμβασης της Κοινότητας θα έπρεπε να συνιστούν, όπως ειπώθηκε εδώ, το δίκτυο ασφαλείας για την εγγύηση της προμήθειας προϊόντων σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, ωστόσο δεν υπάρχουν προμήθειες και οι κοινοτικές αποθήκες είναι άδειες.
Ανησυχώ ιδιαίτερα, κυρία Επίτροπε, για τις επιπτώσεις που έχει η ανατίμηση των ζωοτροφών στην ευρωπαϊκή αγροκτηνοτροφία, καθώς παρουσιάζει αρνητικό αντίκτυπο, ιδιαίτερα στα μικρά και τα μεσαία αγροκτήματα.
James Nicholson (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η συζήτηση αυτή είναι πολύ επίκαιρη. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι τιμές των δημητριακών έχουν αυξηθεί δραστικά, και γνωρίζουμε τους λόγους για τους οποίους έχει συμβεί αυτό. Κυρία Επίτροπε, είναι γεγονός ότι εξαρτώμαστε, και χρειαζόμαστε ακόμη τις εισαγωγές δημητριακών και τα υποκατάστατά τους από περιοχές εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Από αυτή την άποψη, με ανησυχεί το γεγονός ότι χρειάζεται τόσος χρόνος για την απόφαση σχετικά με τις νέες ποικιλίες δημητριακών που βρίσκονται στο στάδιο της έγκρισης. Γνωρίζω καλά ότι γι’ αυτό δεν ευθύνεται αναγκαία η Επιτροπή. Ευθύνονται οι εθνικές κυβερνήσεις, διότι δεν μπορούν να συμφωνήσουν. Θα πρέπει να λάβετε την απόφαση, και ελπίζω ότι θα την λάβετε το συντομότερο δυνατόν.
Θα απευθύνω έκκληση για την ταχύτερη έγκριση των νέων ποικιλιών δημητριακών που βρίσκονται στο στάδιο της έγκρισης. Καθώς η τιμή εισροών αυξάνεται, το κόστος μετακυλίεται αναπόφευκτα στον καταναλωτή. Αυτό είναι κάτι στο οποίο κανείς μας δεν προσβλέπει, αλλά σε σχέση με αυτό πρέπει να εναντιωθούμε στη δύναμη των σούπερ-μάρκετ.
Γνωρίζω τον κ. Graefe zu Baringdorf εδώ και 19 σχεδόν χρόνια – από τότε που εισήλθα σε αυτό το Κοινοβούλιο. Πρέπει να πω ότι άλλοτε έχει δίκιο και άλλοτε έχει άδικο· στην προκειμένη περίπτωση έχει άδικο. Δεν είμαι κατά της αύξησης των τιμών, από τη στιγμή που η τιμή φτάνει στον παραγωγό καθώς και στον μεταποιητή και στον καταναλωτή.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο αυτό το ζήτημα, αλλά και τη χρήση των γενετικώς τροποποιημένων δημητριακών. Εισάγουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση τρόφιμα που θα αγοράσουν οι καταναλωτές μας στα καταστήματά μας χωρίς να έχουμε ιδέα για τον τρόπο παραγωγής τους. Δεν υπάρχει καμία ανιχνευσιμότητα αυτών των εισαγωγών. Θα μπορούσαν να έχουν παραχθεί με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Μια μεγάλη ποσότητα του κρέατος που προέρχεται από τη Βραζιλία, για να αναφέρω μόνο μία χώρα από αυτές που έχουμε συζητήσει, είναι σχεδόν βέβαιο ότι παράγεται με χρήση γενετικώς τροποποιημένων σπόρων. Πώς μπορούμε να το διακρίνουμε από τα υπόλοιπα;
Catherine Neris (PSE). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, επιθυμώ να συγχαρώ τους συντάκτες του εν λόγω ψηφίσματος και να τους εκφράσω τη στήριξή μου.
Η εκτινασσόμενη τιμή των δημητριακών και κατ’ επέκτασιν των τροφίμων αντικατοπτρίζει εν γένει τη σημερινή εξάρτηση της Ευρώπης από την αστάθεια των παγκόσμιων αγροτικών αγορών. Η παραδοχή της κατάστασης αυτής θα σήμαινε την παραδοχή ότι οι καταναλωτές καθίστανται προσαρμόσιμη μεταβλητή κατά τις διορθωτικές φάσεις αυτών των αγορών. Η παραδοχή της κατάστασης αυτής σημαίνει επίσης την απάρνηση της επιρροής των μεγάλων υπεραγορών, οι οποίες συνετέλεσαν επί 40 χρόνια στη διαμόρφωση καθοδικών τιμών για τους αγρότες, ενώ οι τιμές των τροφίμων για τους καταναλωτές παρέμειναν οι ίδιες ή αυξήθηκαν.
Το υπερβολικό αυτό περιθώριο κέρδους θα μπορούσε, και έπρεπε, να χρησιμοποιηθεί από τις μεγάλες υπεραγορές για την απορρόφηση του αυξανόμενου κόστους των αγροτικών πρώτων υλών κατά την κρίση που βιώνουμε σήμερα. Τούτο οπωσδήποτε δεν συμβαίνει. Οι μεγάλες υπεραγορές συνεχίζουν να καταχρώνται την κυρίαρχη θέση τους και η Επιτροπή οφείλει πλέον να συζητήσει το ζήτημα ως επείγον, ώστε να αποτρέψει το ενδεχόμενο να καταστούν οι Ευρωπαίοι όμηροι ενός άδικου και επικίνδυνου συστήματος.
Mariann Fischer Boel, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θα προσπαθήσω να απαντήσω σε κάποιες από τις ερωτήσεις που τέθηκαν.
Καταρχάς, συμφωνώ με όσους υποστηρίζουν ότι είναι καλό και πολύ ικανοποιητικό να βλέπουμε ότι η αγορά λειτουργεί τώρα, ότι οι μεταρρυθμίσεις που κάναμε αποδίδουν. Αυτή ήταν η κεντρική ιδέα του συνολικού έργου που επιτελέστηκε με σκοπό τη μεταρρύθμιση του γεωργικού μας τομέα, επομένως τώρα οι αγρότες μπορούν πραγματικά να ανταποκριθούν στην αγορά και αυτό –από τη σκοπιά του αγρότη– επιδιώκουμε.
Είναι επίσης σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η αύξηση των τιμών δεν αποτελεί ευρωπαϊκό φαινόμενο, αλλά παγκόσμιο – και αυτός είναι ο λόγος που είναι πολύ δύσκολο για εμάς να λάβουμε ορισμένα μέτρα.
Θα ήθελα απλώς να σχολιάσω την ιδέα της καθιέρωσης επιστροφών κατά την εξαγωγή. Νομίζω ότι θα έστελνε λανθασμένο μήνυμα στον τομέα να συνεχίσει την παραγωγή και να παρατείνει κατ’ αυτόν τον τρόπο το πρόβλημα μέχρι το σημείο να δούμε αύξηση των τιμών – εδώ μιλώ συγκεκριμένα για τον τομέα του χοίρειου κρέατος. Αλλά θα υπάρξει πίεση στις τιμές αφ’ ης στιγμής η υπερπαραγωγή συγκρίνεται με τη ζήτηση. Βλέπουμε ότι οι τιμές μειώνονται στα σφάγια· γνωρίζουμε ότι αυτό είναι μέρος του κύκλου και γνωρίζουμε επίσης ότι το φθινόπωρο υπάρχει πάντα πίεση στις τιμές του χοίρειου κρέατος.
Επιτρέψτε μου να αναφερθώ στα βιοκαύσιμα τα οποία, στο πλαίσιο των υποχρεωτικών στόχων που παρουσίασε η Επιτροπή στις 10 Ιανουαρίου 2007, θα αντιπροσωπεύουν το 10% του τομέα μεταφοράς καυσίμων μας μέχρι το 2020. Δεν σχεδιάζαμε ποτέ αυτό να αποτελούσε αποκλειστικά ευρωπαϊκή παραγωγή: θα χρειαστούμε εισαγωγές. Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσουμε με την πρώτη γενιά και να ενθαρρύνουμε, ως εκ τούτου, τα ερευνητικά μας ιδρύματα να προσπαθήσουν να βρουν τη χρυσή λύση για τη δεύτερη γενιά που δεν θα παράγεται αποκλειστικά ή κυρίως από δημητριακά αλλά από άχυρο, ρινίσματα ξύλου και κατάλοιπα από σφαγεία. Έχουμε, συνεπώς, δυνατότητες και εκτιμούμε ότι, μέχρι το 2020, ποσοστό μεταξύ 20% και 30% θα προέρχεται από τη δεύτερη γενιά, και μπορεί να επιτύχουμε ακόμη καλύτερο ποσοστό αν προωθήσουμε τις επενδύσεις στον τομέα της έρευνας.
Όσον αφορά τους ΓΤΟ, μπορώ να σας διαβεβαιώσω απολύτως ότι η Επιτροπή γνωρίζει το πρόβλημα που δημιουργεί η ασύγχρονη έγκριση. Μπορείτε να δείτε τις συνέπειες στην προσφάτως δημοσιευθείσα έκθεση της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας –την οποία μπορείτε να βρείτε στο Διαδίκτυο– η οποία παρουσιάζει τρία διαφορετικά σενάρια. Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση χωρίς κανέναν συμβιβασμό στο υψηλό επίπεδο της εκτίμησης κινδύνου, σε σχέση τόσο με το περιβάλλον όσο και με την ανθρώπινη υγεία.
Σημαντικές βελτιώσεις έχουν ήδη γίνει ως προς τη μείωση της διαδικασίας ή του χρονοδιαγράμματος –του αναγκαίου χρόνου– για την έγκριση των ΓΤΟ. Θα ήθελα να αναφέρω, ως παράδειγμα, την πρόσφατη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων ότι θα διενεργήσει τον έλεγχο πληρότητας εντός έξι εβδομάδων, αντί για την προηγούμενη πολύ μεγαλύτερη περίοδο. Αναμένω επίσης ότι η ισχυρότερη στήριξη από τα κράτη μέλη θα βοηθήσει την Επιτροπή να συντομεύσει και άλλο το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας έγκρισης. Έχουν γίνει βήματα προς αυτή την κατεύθυνση προκειμένου να αυξηθεί η υποστήριξη των κρατών μελών στη διαδικασία έγκρισης.
Είμαι σθεναρά δεσμευμένη στην πραγματοποιήσιμη εφαρμογή των κανόνων μας για να διασφαλίσουμε ότι το εμπόριο ζωοτροφών δεν θα διακοπεί, γεγονός που θα έχει σαφώς αρνητικές συνέπειες για τους αγρότες μας. Αλλά είμαι επίσης δεσμευμένη στη διασφάλιση του υψηλότερου επιπέδου ασφαλείας όσον αφορά τη διάθεση νέων γενετικώς τροποποιημένων προϊόντων στην αγορά, και φυσικά οι εμπορικοί εταίροι μας γνωρίζουν τους ειδικούς κανόνες που έχουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μόλις πριν από δύο ημέρες επέστρεψα από την Αργεντινή και τη Βραζιλία. Μου είπαν καθαρά ότι θα μπορέσουν να παραδώσουν μη γενετικώς τροποποιημένα προϊόντα, κυρίως σόγια και αραβόσιτο, και τα είδη των γενετικώς τροποποιημένων προϊόντων που έχουν εγκριθεί στην Ευρώπη. Είπαν όμως ότι πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτό είναι πιο δαπανηρό. Αν είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε την τιμή τότε εκείνοι μπορούν να αντεπεξέλθουν αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι έχουν και άλλους πελάτες, και στο σημείο αυτό ανέφεραν την Κίνα ως μεγάλο πελάτη.
Οπότε είμαι σχεδόν βέβαιη ότι θα επανέλθουμε σε αυτό το θέμα. Και μάλιστα αρκετά σύντομα.
Πρόεδρος. – Έχω λάβει έξι σχέδια ψηφισμάτων(1)τα οποία υποβλήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 108, παράγραφος 5, του Κανονισμού.
Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Πέμπτη, 25 Οκτωβρίου 2007.