- Έκθεση Richard Corbett, Inigo Méndez de Vigo (A6-0013/2008)
Frank Vanhecke (NI). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, η ψηφοφορία για την έκθεση Corbett/Méndez de Vigo που μόλις πραγματοποιήθηκε αποτελεί περαιτέρω επιβεβαίωση από αυτό το Κοινοβούλιο της στάσης που τηρούμε εδώ και πολύ καιρό: της πλήρους περιφρόνησης της δημοκρατικά εκπεφρασμένης βούλησης της πλειοψηφίας στη Γαλλία, τις Κάτω Χώρες και αλλού. Αν και το Κοινοβούλιο ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί όλους τους ευρωπαίους πολίτες, στην πραγματικότητα οι πολίτες αυτοί δεν έχουν κανένα δικαίωμα λόγου. Όταν ο Πρόεδρος του Σώματος, ο κ. Pöttering, ανέφερε προ ολίγου ότι, με αυτήν την ψηφοφορία, το Κοινοβούλιο εκφράζει την άποψη της πλειονότητας των ευρωπαίων πολιτών, ψευδόταν οικτρά. Το Κοινοβούλιο δεν προέβαλε την παραμικρή απαίτηση για σεβασμό της βούλησης των πολιτών, ούτε απηύθυνε έκκληση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος σε όλα τα κράτη μέλη. Απεναντίας, το μόνο πράγμα που ζήτησε το Κοινοβούλιο είναι να τεθεί σε ισχύ το ταχύτερο δυνατόν αυτό το αντίγραφο του απορριφθέντος Συντάγματος. Δυστυχώς, το παρόν Κοινοβούλιο δεν εκπροσωπεί τους πολίτες, αλλά μόνο τη συναίνεση στους κόλπους της ελίτ της επίσημης Ευρώπης.
Syed Kamall (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα κατά της έκθεσης διότι, για μία ακόμη φορά, η πολιτική ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιχειρεί να επιβάλει τη Συνταγματική Συνθήκη χωρίς να ζητήσει τη γνώμη των λαών της Ευρώπης. Η βρετανική κυβέρνηση υποσχέθηκε ένα δημοψήφισμα γι’ αυτήν τη Συνθήκη, τώρα όμως προσποιείται ότι το κείμενο έχει αλλάξει. Αρκεί, όμως, να ακούσετε τις τοποθετήσεις όλων των ηγετών, όπως λόγου χάρη του Βαλερύ Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, για να αντιληφθείτε ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Θέλω να απευθυνθώ σε εσάς, την ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ, και να σας πω ότι, αν νομίζετε ότι χτίζετε ένα ευρωπαϊκό οικοδόμημα όταν το χτίζετε χωρίς τη βούληση των πολιτών, τότε στην πραγματικότητα το μόνο πράγμα που χτίζετε είναι ένα κάστρο στην άμμο. Όπως είχε πει ο αείμνηστος, μεγάλος Τζίμι Χέντριξ, τα κάστρα που χτίζονται στην άμμο πέφτουν μοιραία στη θάλασσα. Η επικύρωση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, παρά την απόρριψή του σε δύο δημοψηφίσματα, είναι αντιδημοκρατική, δειλή και παράνομη.
Daniel Hannan (NI). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, στα οκτώ χρόνια που βρίσκομαι σε αυτό το Κοινοβούλιο, έχω ακούσει ορισμένες μάλλον παράλογες αξιώσεις σε τούτη την Αίθουσα, όμως αξίζει να δώσουμε ειδικό βραβείο εξαπάτησης στον ισχυρισμό ότι αυτό που κάναμε σήμερα με το να προωθήσουμε πιεστικά αυτήν τη Συνθήκη με τεράστια πλειοψηφία αποτελούσε ένδειξη της ελεύθερης άσκησης της δημοκρατικής βούλησης των λαών της Ευρώπης.
Όλοι όσοι χειροκροτήσατε τόσο εγκάρδια όταν ακούσατε αυτόν τον ισχυρισμό, γνωρίζετε πολύ καλά ότι είναι αναληθής. Το γνωρίζετε, και μπορώ να αποδείξω ότι το γνωρίζετε, διότι στο παρελθόν υποστηρίζατε τα δημοψηφίσματα, μέχρι που κατέστη εμφανές ότι θα τα χάνατε. Στην πραγματικότητα, το μόνο που κατάφερε η σημερινή ψηφοφορία ήταν να υπογραμμιστεί η απόσταση που χωρίζει τους βουλευτές αυτού του Κοινοβουλίου από τους ψηφοφόρους τους. Η ακύρωση των δημοψηφισμάτων είναι πράξη δειλίας και παραίτηση από τον ηγετικό ρόλο σας, και το γνωρίζετε.
Αν έχω άδικο, αποδείξτε το. Υποβάλετε τη Συνθήκη στα δημοψηφίσματα που υποστηρίζατε όταν νομίζατε ότι μπορούσατε να τα κερδίσετε. Υποβάλετε τη Συνθήκη της Λισαβόνας σε ψηφοφορία. Pactio Olisipiensis censenda est!
Hannu Takkula (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να εξηγήσω συνοπτικά γιατί απείχα από την ψηφοφορία. Θεωρώ ότι δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το Κοινοβούλιό μας δεν έχει καμία αρμοδιότητα σε αυτόν τον τομέα: εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών, και αυτό πρέπει να το σεβαστούμε. Στα κράτη μέλη εναπόκειται να αποφασίσουν αν θέλουν να εγκρίνουν ή όχι αυτήν τη νέα Συνθήκη της Λισαβόνας.
Τώρα νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε μια παύση και να αναλογιστούμε ποιοι είναι οι συσχετισμοί δυνάμεων. Προσωπικά, τάσσομαι υπέρ της άποψης ότι πρέπει να αφεθούν τα εθνικά κράτη να λάβουν μόνα τους αυτήν την απόφαση. Δεν θα ήταν τόσο κακή ιδέα να ερωτηθούν οι πολίτες για τη Συνθήκη, δεδομένου ότι η διαδικασία λήψης της απόφασης θα αποκτήσει μεγαλύτερη νομιμότητα αν επιτραπεί στους πολίτες να την επηρεάσουν.
Υπάρχουν πολλά θετικά στοιχεία σε αυτήν τη Συνθήκη, υπάρχουν όμως επίσης και στοιχεία που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά, και αν προσεγγίσω το θέμα από την οπτική γωνία ενός κράτους μέλους από το οποίο προέρχομαι, της Φινλανδίας, οφείλω να πω ότι περιλαμβάνει πολλές πτυχές τις οποίες δεν θεωρούμε αποδεκτές. Εν πάση περιπτώσει, όμως, η αρμοδιότητα για τη λήψη αυτών των αποφάσεων ανήκει στα εθνικά κοινοβούλια.
(Χειροκροτήματα)
- Ψήφισμα σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας (B6-0073/2008)
Zita Pleštinská (PPE-DE). – (SK) Ψήφισα υπέρ της πρότασης ψηφίσματος για τη στρατηγική της Λισαβόνας, η οποία θα περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Συμφωνώ με την άποψη των συντακτών ότι η στρατηγική της Λισαβόνας θα είναι επιτυχής μόνο εάν εκμεταλλευτεί το ανθρώπινο δυναμικό σε ένα περιβάλλον που θα είναι ευνοϊκό για τη μάθηση, τη γνώση, την επιστήμη, την έρευνα, τον πολιτισμό, την πληροφόρηση και την καινοτομία.
Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της στρατηγικής της Λισαβόνας, χρειαζόμαστε τρεις παράγοντες: τα πανεπιστήμια ως αρχιτέκτονες της γνώσης, επιχειρήσεις που γνωρίζουν πώς να χρησιμοποιήσουν αυτήν τη γνώση στην πράξη, και έναν δημόσιο τομέα και αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης που μπορούν να δημιουργήσουν μακροπρόθεσμα βιώσιμες υποδομές για την επιστήμη, την έρευνα και την ανάπτυξη σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η καινοτομία έχει ανάγκη από οικονομικές επενδύσεις: η χρηματοδότηση θα φέρει τη γνώση. Η γνώση που επενδύεται στην καινοτομία θα δώσει ώθηση σε αυτήν την οικονομική συμβολή. Μόνο οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που είναι εφευρετικές και δημιουργικές μπορούν να επιβιώσουν σε συνθήκες σκληρού ανταγωνισμού. Φρονώ ότι η Ευρώπη θα μπορέσει να βρει τη θέση που της αντιστοιχεί στο πλάι της αμερικανικής και ιαπωνικής υπερταχείας της γνώσης στον 21ο αιώνα.
Ivo Strejček (PPE-DE). – (CS) Ψήφισα κατά της έκθεσης και, με την άδειά σας, θέλω τώρα να δηλώσω τους λόγους αυτής μου της επιλογής.
Καταρχάς, το κείμενο συνολικά παρουσιάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μια παγκόσμια οικονομική και κοινωνική δύναμη. Δεύτερον, αναφέρεται στον λεγόμενο ηγετικό ρόλο της ΕΕ στον κόσμο και εκφράζει την τυφλή πεποίθηση ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα αναπτυχθεί σύμφωνα με τις επιθυμίες της ΕΕ. Τρίτον, δηλώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στη δημιουργία ενός είδους παγκοσμίων προτύπων. Τέταρτον, η στρατηγική της Λισαβόνας εξαρτά την οικονομική συνεργασία με άλλες χώρες από τη δυνατότητα εφαρμογής των θεμελιωδών εργασιακών προτύπων. Πέμπτον, η στρατηγική της Λισαβόνας απορρέει ρητώς από τη λεγόμενη Συνθήκη της Λισαβόνας, παρά το γεγονός ότι δεν έχει επικυρωθεί μέχρι τώρα από τα περισσότερα κράτη μέλη. Η δήλωση απαιτεί δε τη θέσπιση ελάχιστου μισθού στα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν καθεστώς ελάχιστου μισθού.
Othmar Karas (PPE-DE). – (DE) Το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα Europaklub στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε ενθουσιωδώς υπέρ της έκθεσης Corbett/Méndez de Vigo διότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ενδυναμώνει τους πολίτες της Ευρώπης, τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι πολίτες της Ευρώπης και τα κοινοβούλια που τους εκπροσωπούν είναι οι νικητές. Ενόψει της συζήτησης για το Κοσσυφοπέδιο, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντική είναι αυτή η Συνθήκη, καθόσον μέσω αυτής θα έχουμε περισσότερες δυνατότητες να επιτύχουμε μια κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Καθιστώντας νομικά δεσμευτικό τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, αποκτούμε τη δυνατότητα να καταστήσουμε τα θεμελιώδη δικαιώματα προσιτά σε όλους τους πολίτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οποιοσδήποτε τάσσεται κατά αυτής της Συνθήκης συνολικά, τάσσεται κατά των πολιτών. Πρέπει να συνεχίσουμε να στεκόμαστε στο πλευρό των πολιτών και να φέρουμε τη Συνθήκη αυτή πιο κοντά στους πολίτες.
Hubert Pirker (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ της έκθεσης καθώς πιστεύω ολόψυχα σε αυτήν, δεδομένου ότι δημιουργεί ισορροπία μεταξύ των οικονομικών και των κοινωνικών μέτρων που πρέπει να αναζητηθούν επειδή δημιουργείται εν προκειμένω, για πρώτη φορά, μια κοινωνική Ευρώπη και επειδή, για πρώτη φορά, τα κράτη μέλη καλούνται από μια μεγάλη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο να λάβουν μέτρα για τη θέσπιση ελάχιστου μισθού. Είμαι ευτυχής που η πλειοψηφία μπόρεσε να αποτρέψει μέτρα τα οποία προορίζονταν να καταργήσουν κοινωνικά επιτεύγματα όπως, παραδείγματος χάριν, η οδηγία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, καθώς και η διασυνοριακή μεταφορά κοινωνικών παροχών. Συνολικά, λοιπόν, ψήφισα ενθουσιωδώς υπέρ της έγκρισης αυτής της ισορροπημένης δέσμης μέτρων.
Nirj Deva (PPE-DE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να πω ότι ψήφισα κατά της έκθεσης σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η αλήθεια έχει πλέον καταστεί σαφής και έχουμε κάψει τα χλωρά μαζί με τα ξερά. Ενώ προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια κοινή αγορά, στην πραγματικότητα, στα κρυφά, έχουμε δημιουργήσει μια κοινή χώρα.
Αρνηθήκαμε να επιτρέψουμε τη συμμετοχή των πολιτών μας στη διαδικασία. Τους αρνηθήκαμε το φυσικό τους δικαίωμα να εκφράσουν τη γνώμη τους για το πώς θέλουν να κυβερνώνται, ενώ αγνοούμε, όσο περισσότερο μπορούμε, το γεγονός ότι έπρεπε να είχε ζητηθεί η έγκρισή τους μέσω δημοψηφίσματος.
Πώς μπορούμε να πούμε στους πολίτες μας, στους ψηφοφόρους μας, ότι αυτό το Κοινοβούλιο εκπροσωπεί τις απόψεις τους, όταν δεν επιτρέπουμε να ακουστούν οι απόψεις αυτές; Η βρετανική κυβέρνηση –ο κ. Μπράουν, συγκεκριμένα– υποσχέθηκε ένα δημοψήφισμα. Ο κ. Μπράουν, συγκεκριμένα, καθώς και ο κ. Μπλερ, είχαν δηλώσει ότι θα δώσουν τη δυνατότητα στον βρετανικό λαό να αποφασίσει μέσω δημοψηφίσματος. Αισθάνομαι βαθύτατη θλίψη σήμερα και λυπούμαι επίσης βαθύτατα για την αθέτηση των υποσχέσεων της κυβέρνησης των Εργατικών.
Ewa Tomaszewska (UEN). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, στην ψηφοφορία για την πρώτη Συνθήκη της Λισαβόνας ήμουν υποχρεωμένη να απόσχω. Στη γλώσσα μου, και στην Πολωνία, η Συνθήκη δεν είναι προσιτή. Στην εκλογική μου βάση δεν δόθηκε η ευκαιρία να εξοικειωθεί με το εν λόγω κείμενο, και βρίσκομαι εδώ, σε τελευταία ανάλυση, για να εκπροσωπώ τις απόψεις και τα συμφέροντά της, και όχι μόνο τις πεποιθήσεις μου. Τη Δευτέρα, εδώ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ελήφθη η απόφαση να διεξαχθεί σήμερα ψηφοφορία επί ενός εγγράφου το οποίο ορισμένοι εξ ημών δεν είχαμε καν την ευκαιρία να διαβάσουμε σε ενοποιημένη μορφή στη γλώσσα μας. Μόνο ανόητοι ή ανέντιμοι άνθρωποι μπορούν να αποφασίζουν επί ενός εγγράφου στο περιεχόμενο του οποίου δεν έχουν πρόσβαση. Γι’ αυτό απείχα από την ψηφοφορία.
Ivo Strejček (PPE-DE). – (CS) Κύριε Πρόεδρε, καταψήφισα την έκθεση για τους ακόλουθους λόγους.
Στην έκθεση γίνεται λόγος για δικαιότερη κατανομή των κερδών και εισάγεται η έννοια της πλήρους απασχόλησης μέσω δημοσίων επενδύσεων. Γίνεται δε προσπάθεια να αντισταθμιστεί η αποκαλούμενη αποτυχία της αγοράς μέσω της φορολογίας: θεσπίζοντας οικολογικούς φόρους και ενισχύοντας την επιστήμη και την έρευνα με τη βοήθεια φορολογικών απαλλαγών, οι οποίες θα καταστήσουν το φορολογικό σύστημα λιγότερο διαφανές και θα απαιτήσουν νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Philip Claeys (NI). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα κατά της έκθεσης Starkevičiūtė, διότι το απόσπασμα σχετικά με τη μετανάστευση χαρακτηρίζεται από τη συνήθη μυωπία που μας έχει ήδη κοστίσει ακριβά. Υπάρχουν προφανώς ορισμένοι οι οποίοι επιθυμούν μια επανάληψη των λαθών των δεκαετιών του ’60 και του ’70, όταν κάποιοι σκέπτονταν βραχυπρόθεσμα και εισήγαγαν ανθρώπινα όντα σαν να ήταν εμπορεύματα. Τα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής μπορούμε να τα δούμε τώρα στις πόλεις μας: μαζική ανεργία, εγκληματικότητα, ανάπτυξη παράλληλων κοινωνιών. Αντί να διδασκόμαστε από τα λάθη του παρελθόντος, συνεχίζουμε πεισματικά την ίδια πορεία. Η κατάσταση καθίσταται τώρα ακόμα χειρότερη, καθώς προτείνεται η άσκηση μεταναστευτικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως «συμπλήρωμα» στις πολιτικές των κρατών μελών. Είναι σίγουρο ότι έτσι θα επέλθει ακόμα περισσότερη χαλαρότητα από αυτήν που παρατηρούμε ήδη, και είναι μάλλον το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε.
Koenraad Dillen (NI). – (NL) Κύριε Πρόεδρε, όπως και ο συνάδελφός μου κ. Claeys, ψήφισα κατά της έκθεσης αυτής. Ασφαλώς, πολλές πτυχές της έκθεσης ανταποκρίνονται αναμφίβολα στην πραγματικότητα και είναι χρήσιμες. Τέτοια παραδείγματα είναι ο εκσυγχρονισμός των αγορών εργασίας, η επένδυση στην επιχειρηματικότητα και η απλούστευση των φορολογικών συστημάτων που υποστηρίζονται. Εντούτοις, το Κοινοβούλιο βγαίνει εντελώς εκτός πορείας αν θεωρεί ότι μια ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική για την προσέλκυση οικονομικών μεταναστών μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος της στρατηγικής της Λισαβόνας. Επιπλέον, το άνοιγμα της οικονομίας δεν αποτελεί θαυματουργή θεραπεία για την παράνομη μετανάστευση, όπως υποστηρίζεται· η λύση είναι μάλλον η επιβολή ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, η απόρριψη κάθε εθνικής πολιτικής μαζικής νομιμοποίησης και η εφαρμογή αυστηρής πολιτικής απέλασης των παράνομων μεταναστών.
Czesław Adam Siekierski (PPE-DE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, έχουμε λάβει ένα σημαντικό έγγραφο σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Κεντρικής Ασίας. Αυτό είναι ένα παράδειγμα της επιθυμίας μας να μοιραστούμε εμπειρίες και αξίες που έχουν καθολικό χαρακτήρα στην Ευρώπη, και να επιτύχουμε την προσχώρηση των δημοκρατιών που βρίσκονται σε αυτήν την περιοχή του κόσμου στις εν λόγω αξίες. Οι χώρες αυτές έχουν σημειώσει τεράστια πρόοδο στον δρόμο της οικονομικής ανάπτυξης. Πρέπει, ωστόσο, να λάβουν αυστηρά μέτρα για την αποτροπή της παραβίασης των θεμελιωδών και βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Πρέπει να αντιμετωπίσουν μια σειρά προβλημάτων, όπως το αυξανόμενο λαθρεμπόριο ναρκωτικών, το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά και η εμπορία ανθρώπων. Ένα άλλο βασικό ζήτημα πρέπει να είναι η βελτίωση των επαφών μεταξύ των πολιτών μας, προωθώντας τις πολιτιστικές ανταλλαγές και καθιερώνοντας ένα ειδικό πρόγραμμα υποτροφιών για νέους που επιθυμούν να φοιτήσουν σε ευρωπαϊκά σχολεία και να εξοικειωθούν έτσι με τις αξίες και τα πρότυπα της ΕΕ.
Ευχόμαστε στους εταίρους μας από το Καζακστάν, τη Δημοκρατία της Κιργιζίας, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν καλή επιτυχία στον δρόμο προς την ευημερία, την ελευθερία και τη δημοκρατία, κατά τρόπο που θα τους επιτραπεί να στηρίξουν και άλλους στο μέλλον και να μοιραστούν τα επιτεύγματά τους.
Γραπτές αιτιολογήσεις ψήφου
- Έκθεση Richard Corbett, Inigo Méndez de Vigo (A6-0013/2008)
Jan Andersson, Göran Färm, Inger Segelström και Åsa Westlund (PSE), γραπτώς. – (SV) Οι σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες ψηφίσαμε σήμερα υπέρ της έκθεσης σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Στηρίζουμε τη νέα Συνθήκη. Εντούτοις, αντιλαμβανόμαστε ότι το γεγονός πως δύο κράτη μέλη απέρριψαν το προταθέν Σύνταγμα μας υποχρέωσε να επιφέρουμε αλλαγές. Επομένως, δεν συμμεριζόμαστε την άποψη ότι πρέπει να εκφράσουμε τη λύπη μας για την παράλειψη της σημαίας και του ύμνου από τη Συνθήκη. Αντίθετα με την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, πιστεύουμε ότι είναι θετική η εισαγωγή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων μιας ρήτρας «επείγουσας επιτάχυνσης» σε ευαίσθητους για την εθνική κυριαρχία τομείς.
Είμαστε υποστηρικτές της αρχής της επικουρικότητας και, ως εκ τούτου, απορρίπτουμε την έκκληση που απευθύνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη διενέργεια δημοψηφισμάτων στα κράτη μέλη. Οι σχετικές αποφάσεις αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών μελών.
Τέλος, θέλουμε να σχολιάσουμε την ψηφοφορία επί της τροπολογίας 36 σχετικά με την υπόθεση Laval. Επιλέξαμε να καταψηφίσουμε το πρώτο μέρος, διότι θεωρούμε ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ της παλαιάς Συνθήκης και της Συνθήκης της Λισαβόνας, παραδείγματος χάριν ως προς τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος καθορίζει μεταξύ άλλων το δικαίωμα της απεργιακής δράσης σύμφωνα με τις εθνικές πρακτικές. Στηρίζουμε τις διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στηρίζουμε επίσης το δεύτερο μέρος της τροπολογίας που προστατεύει το δικαίωμα των εργατικών διεκδικήσεων. Θέλουμε δε να επισημάνουμε ότι αυτήν την άποψη την συμμερίζεται επίσης η πολιτική μας ομάδα στο Κοινοβούλιο, η οποία επέλεξε να καταψηφίσει την πρόταση επειδή η έκθεση αφορά τη Συνθήκη και όχι την υπόθεση Laval.
Batten, Bloom, Booth, Clark, Farage, Nattrass, Titford και Whittaker (IND/DEM), γραπτώς. – (EN) Παρότι το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου απορρίπτει τη Συνθήκη της Λισαβόνας, απείχαμε από την ψηφοφορία επί της τροπολογίας 31, διότι δεν συμφωνούμε με την αιτιολόγηση που προβάλλεται για την κατάθεσή της.
Pervenche Berès (PSE), γραπτώς. – (FR) Διατηρώ τη σταθερή πεποίθηση ότι, δεδομένου ότι ο Πρόεδρος Σαρκοζί δεν επρόκειτο να διοργανώσει δημοψήφισμα, η θέση που όφειλαν να υποστηρίξουν οι Σοσιαλιστές στο γαλλικό κοινοβούλιο ήταν η αποχή. Εντούτοις, το γεγονός ότι ο γάλλος Πρόεδρος δεν διαπραγματεύτηκε ικανοποιητικά αυτήν τη Συνθήκη και αγνόησε την ψήφο των γάλλων πολιτών, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα ενώπιον του οποίου βρισκόμαστε σήμερα.
Η Συνθήκη είναι κάθε άλλο παρά ιδανική, όμως μας επιτρέπει να ολοκληρώσουμε τη συζήτηση σχετικά με τη διάρθρωση των θεσμικών οργάνων και να εξοπλίσουμε την Ευρώπη με κανόνες οι οποίοι θα της επιτρέπουν να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Σήμερα, οι Σοσιαλιστές πρέπει να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί για τις αλλαγές πολιτικής, το πρωτεύον θέμα στην αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών, για τη γαλλική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και τη δέσμευση του ΕΣΚ να καταρτίσει το μανιφέστο του για τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές.
Ένα «όχι» θα είχε επιτρέψει τη διαγραφή των πολιτικών από το κείμενο αυτού που έπρεπε να αποτελεί Σύνταγμα, δεδομένου ότι ανάγκασε την Ευρώπη να εστιάσει την προσοχή της στην ουσία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Ωστόσο, επειδή επιθυμώ την υιοθέτηση αυτού του κειμένου προκειμένου να μπορώ να μετέχω πλήρως στις προσεχείς διαπραγματεύσεις για τις πολιτικές, και επειδή το «όχι» μου πριν από δύο και πλέον χρόνια ήταν υπέρ της Ευρώπης, αναλαμβάνω τις ευθύνες μου και τάσσομαι υπέρ της έγκρισης της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Adam Bielan, Marcin Libicki και Konrad Szymański (UEN), γραπτώς. – (PL) Απείχα από την τελική ψηφοφορία για την έκθεση σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, επειδή η εν λόγω έκθεση υπερβαίνει κατά πολύ το περιεχόμενο των συμφωνιών που επιτεύχθηκαν στις συνόδους κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες και τη Λισαβόνα.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας ήταν ένας πολύ δύσκολος συμβιβασμός για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η υπέρβαση αυτού του συμβιβασμού –όπως γίνεται εμφανές από τις αναφορές στην απουσία συμβόλων της ΕΕ, συμφωνιών επί του συστήματος ψηφοφοριών του Συμβουλίου σχετικά με τις ρήτρες προαιρετικής συμμετοχής και εξαίρεσης, και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων– ζημιώνει πολιτικά τη διαδικασία επικύρωσης.
Επιπλέον, δεν μπορώ να υποστηρίξω τα στοιχεία εκείνα του κειμένου που προετοιμάζουν το έδαφος για εκστρατείες με στόχο τη συνταγματοποίηση της Ένωσης.
Carlos Coelho (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Η Συνθήκη της Λισαβόνας είναι ο καλύτερος συμβιβασμός για την υπέρβαση της θεσμικής κρίσης και την ενίσχυση της ευελιξίας των μηχανισμών λήψης αποφάσεων, που έχουν τεράστια σημασία προκειμένου να μπορεί να λειτουργεί στον σημερινό διεθνοποιημένο και συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο μια διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση 27 μελών.
Επικροτώ το γεγονός ότι η ΕΕ αποκτά νομική προσωπικότητα, ότι καταργείται η δομή των τριών πυλώνων υπέρ ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου και της καθολικής εφαρμογής της κοινοτικής μεθόδου.
Επικροτώ τα μέτρα βελτίωσης της διαφάνειας και της λογοδοσίας, καθώς και ενίσχυσης της συμμετοχής και των δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών τόσο σε επίπεδο πληροφόρησης όσο και μέσω της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Χαιρετίζω τις αλλαγές στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, στους οποίους οι παρεμβάσεις μας θα έχουν πιο φιλόδοξους στόχους και πιο αποτελεσματικές διαδικασίες, καθώς θα πάψουν να χρησιμοποιούνται διακυβερνητικά όργανα και διαδικασίες.
Επιδοκιμάζω τη μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, ιδίως ως προς τον έλεγχο του σεβασμού της αρχής της επικουρικότητας.
Λυπάμαι που χρειάστηκε να γίνουν ορισμένες παραχωρήσεις, για παράδειγμα η αναβολή της εφαρμογής σημαντικών στοιχείων, όπως το νέο σύστημα ψηφοφοριών στο Συμβούλιο, καθώς και η βρετανική και ιρλανδική προαιρετική συμμετοχή ή εξαίρεση από θέματα τα οποία προηγουμένως καλύπτονταν από τον τρίτο πυλώνα· φοβάμαι ότι ο ορισμός ενός εκλεγμένου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα σημάνει την απώλεια των πλεονεκτημάτων που συνόδευαν τις εκ περιτροπής Προεδρίες, χωρίς να προσφέρει προστιθέμενη αξία για τη λειτουργία της ΕΕ, δημιουργώντας προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων θεσμικών οργάνων.
Paul Marie Coûteaux, Patrick Louis και Philippe de Villiers (IND/DEM), γραπτώς. – (FR) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε σήμερα τη Συνθήκη της Λισαβόνας, αν και κανείς δεν του είχε ζητήσει να το πράξει.
Η αντιπροσωπεία του Κινήματος για τη Γαλλία (MPF) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προφανώς καταψήφισε αυτήν την έκθεση, γνωρίζοντας ότι η πράξη της αυτή είχε αμιγώς συμβολικό χαρακτήρα.
Είναι σημαντικό το γεγονός ότι γάλλοι και ολλανδοί εκλεγμένοι αντιπρόσωποι στο Στρασβούργο ψηφίζουν υπέρ μιας Συνθήκης η οποία αναγνωρίζουν σαφώς ότι είναι κλώνος του απορριφθέντος Ευρωπαϊκού Συντάγματος, παρότι οι πολίτες της χώρας τους απέρριψαν επισήμως το εν λόγω κείμενο. Είναι επίσης σημαντικό το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψηφίζει για μια Συνθήκη παρότι κανένα από τα μέλη του δεν ήταν σε θέση να διαβάσει μια ενοποιημένη έκδοση. Μετά την έγκρισή του από το ουγγρικό κοινοβούλιο στα τυφλά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εγκρίνει τώρα ένα κείμενο που δεν έχει καν διαβάσει.
Η αντιπροσωπεία του Κινήματος για τη Γαλλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εύχεται τώρα καλή επιτυχία σε όλους τους Ιρλανδούς που αγαπούν την ελευθερία: το δημοψήφισμά τους δεν θα είναι δικό τους μόνο, θα ψηφίζουν εξ ονόματος όλων των πολιτών στους οποίους δεν δόθηκε η δυνατότητα να ψηφίσουν, ιδίως των Γάλλων, η ψήφος των οποίων αγνοήθηκε παντελώς.
Manuel António dos Santos (PSE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης και στηρίζω το αντίστοιχο ψήφισμα.
Εντούτοις, την τελευταία στιγμή, δημιουργήθηκε πρόβλημα με το μηχάνημα ψηφοφορίας, οπότε δεν μπόρεσα να εκφράσω στην πράξη την πλήρη συμφωνία μου.
Προκειμένου να καταστεί αυτό γνωστό, καταθέτω την παρούσα αιτιολόγηση ψήφου.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Αυτό το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προξενεί θλίψη και στοχεύει απλώς στο να προκαλέσει σύγχυση στους πολίτες και να ασκήσει πίεση στα κράτη μέλη ώστε να επικυρώσουν τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει την αρμοδιότητα να προβεί σε μια τέτοια έγκριση. Μόνο τα κράτη μέλη μπορούν να επικυρώσουν τη Συνθήκη.
Παρ’ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της συζήτησης και της ψηφοφορίας, υποστηρίξαμε τις δημοκρατικές ενέργειες που αποσκοπούσαν στο να εισαχθεί ένα στοιχείο πολυφωνίας στη συζήτηση και τονίσαμε την ανάγκη για μεγαλύτερη δημοκρατία, ζητώντας τη διενέργεια δημοψηφισμάτων. Γι’ αυτό η Ομάδα μας κατέθεσε ορισμένες προτάσεις ψηφισμάτων οι οποίες, δυστυχώς, απορρίφθηκαν – συγκεκριμένα, προτάσεις ψηφισμάτων με τις οποίες εκφράζαμε την αντίθεσή μας στη Συνθήκη της Λισαβόνας, υπογραμμίζοντας ορισμένες από τις πιο ανησυχητικές πτυχές της, όπως η τάση υπέρ της στρατιωτικοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε στενή σύνδεση με το ΝΑΤΟ, η οποία επιβάλλει την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και προβλέπει την πραγματοποίηση στρατιωτικών επιχειρήσεων με σκοπό την προστασία των αξιών της Ένωσης και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της.
Καταδικάζουμε επίσης το γεγονός ότι οι διατάξεις των τρεχουσών Συνθηκών, στις οποίες στήριξε πρόσφατα τις αποφάσεις του το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (αποφάσεις στις υποθέσεις Laval/Vaxholm και Viking Line) για να δικαιολογήσει το κοινωνικό ντάμπινγκ και την υπαγωγή του δικαιώματος των εργαζομένων να δρουν συλλογικά στον σεβασμό της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών, περιλαμβάνονται στην ολότητά τους στη Συνθήκη της Λισαβόνας, ορίζοντας ότι το δικαίωμα στην ανάληψη συλλογικής δράσης παραμένει θέμα αποκλειστικής αρμοδιότητας των κρατών μελών.
Glyn Ford (PSE), γραπτώς. – (EN) Χαιρετίζω αυτήν την έκθεση του κ. Méndez de Vigo και του κ. Corbett, στην οποία υπογραμμίζεται μεν το γεγονός ότι η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη δεν είναι το Σύνταγμα, ενώ συγχρόνως παρέχεται η δυνατότητα στην Ευρώπη να διαδραματίσει τον νέο παγκόσμιο ρόλο που της αναλογεί τις προσεχείς δεκαετίες.
Ενισχύει τις αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Ενισχύει τη δημοκρατία μέσω της ενδυνάμωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιτρέπει την ανάπτυξη της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ένωσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η οικονομική και βιομηχανική ισχύς της Ευρώπης θα αντικατοπτρίζεται και στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, ενώ ειδικότερα θα επιτρέψει στην ΕΕ να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Robert Goebbels (PSE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα «ναι» στη Συνθήκη της Λισαβόνας επειδή δεν υπάρχει –δυστυχώς– κάποια εναλλακτική λύση. Εντούτοις, πρέπει να είμαστε απολύτως σαφείς. Η ΕΕ δεν πρόκειται να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών της με μια μίνι Συνθήκη 300 σελίδων η οποία είναι τόσο ακατανόητη όσο και αόριστη, δεδομένου ιδίως ότι οι πολυάριθμες ατομικές εξαιρέσεις θα οδηγήσουν σε μια Ευρώπη διαρκών αδιεξόδων, ή ακόμη και σε μια Ευρώπη «μεταβλητής γεωμετρίας».
Αυτή η νέα Συνθήκη δεν είναι παρά μια έσχατη λύση. Πρέπει πολύ γρήγορα να καταρτίσουμε μια Συνθήκη ριζικής μεταρρύθμισης, η οποία θα επικυρωθεί μέσω ενιαίου δημοψηφίσματος από το σύνολο των ευρωπαίων πολιτών. Όλες οι χώρες στις οποίες οι ψηφοφόροι πουν «όχι» θα είναι ελεύθερες να αποχωρήσουν από την ΕΕ, ειδάλλως να υποταχθούν στους κοινούς κανόνες. Αυτό είναι το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί για μια πραγματικά ολοκληρωμένη Ευρωπαϊκή Ένωση με πιο συνεκτικές πολιτικές.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Ελάχιστες φορές έχουμε συναντήσει μια τόσο σταλινική έκθεση σε αυτό το Κοινοβούλιο: πρόκειται για αμιγή, αναληθή προπαγάνδα! Μόνο εδώ και στη «Σαρκοζία» μπορεί να υποστηριχθεί ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας είναι εντελώς διαφορετική από το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, όταν η συντριπτική πλειονότητα των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, αλλά και ο ίδιος ο πατέρας του Συντάγματος, ο Βαλερύ Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, δηλώνουν το ακριβώς αντίθετο.
Οι εισηγητές εισήγαγαν μάλιστα και ένα στοιχείο πολιτισμού στην αρχή της αιτιολογικής έκθεσης, όπου αναφέρονται μερικοί στίχοι από τον Ιούλιο Καίσαρα του Σαίξπηρ. Αυτή η παραπομπή εξηγεί ουσιαστικά ότι πρέπει κανείς να ακολουθεί τις ελλοχεύουσες δυνάμεις που καθορίζουν τις μεγάλες αλλαγές στην κοινωνία, ειδάλλως θα οδηγηθεί στην καταστροφή και την αποτυχία. Το πρόβλημα είναι ότι, για τους ίδιους, οι δυνάμεις αυτές είναι η Συνθήκη της Λισαβόνας και η τεχνητή, αναγκαστική δημιουργία ενός συγκεντρωτικού ευρωπαϊκού υπερκράτους, όταν οι πραγματικές δυνάμεις, εν προκειμένω, είναι η αυξανόμενη απόρριψη αυτού του εγχειρήματος από τους πολίτες. Οι πολίτες ψάχνουν να βρουν και πάλι τις ρίζες τους και την ταυτότητά τους, και αναζητούν προστασία απέναντι σε αλλαγές τις οποίες απορρίπτουν ενώ άλλοι θέλουν να τους τις επιβάλουν: τις πολιτικές δομές που τους στερούν τις ελευθερίες τους και την οικονομική παγκοσμιοποίηση που τους καταστρέφει.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Η πλειοψηφία των μελών αυτού του Κοινοβουλίου επιδεικνύει για μία ακόμη φορά πόσο αποκομμένη είναι από την πραγματικότητα. Τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων φαίνεται ότι δεν έχουν καμία αξία αν έρχονται σε αντίθεση με τη βούληση του πολιτικού κατεστημένου.
Εμείς, στη Λίστα του Ιουνίου, υποστηρίζουμε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισαβόνας στη Σουηδία. Εναπόκειται πρωτίστως σε καθένα από τα κράτη μέλη να αποφασίσουν αν επιθυμούν να διενεργήσουν δημοψήφισμα.
Η όλη διαδικασία για την κατάρτιση μιας νέας Συνθήκης της ΕΕ υπήρξε αισχρή. Μια Συνέλευση, η μέθοδος εργασίας της οποίας δέχθηκε έντονες επικρίσεις, κατέθεσε μια πρόταση για τη θέσπιση Συντάγματος της ΕΕ. Στη συνέχεια αποφεύχθηκε ο διάλογος, ενώ υπήρξαν διάφορες παρεμβάσεις και αλλοιώσεις προκειμένου να επιβληθεί η υιοθέτηση μιας ακόμη πιο ομοσπονδιακής Συνθήκης παρά το «όχι» των λαών της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών.
Επιθυμούμε μια νέα Συνθήκη η οποία θα στηρίζεται στην αρχή ότι η ΕΕ πρέπει να είναι πρωτίστως ένα βήμα διακυβερνητικής συνεργασίας.
Συνεπώς, καταψηφίσαμε την έκθεση του Κοινοβουλίου σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Pedro Guerreiro (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου –που περιλαμβάνει τα μέλη των κομμάτων των Πορτογάλων Σοσιαλιστών (PS), των Σοσιαλδημοκρατών (PSD) και της λαϊκής Δεξιάς (CDS/PP)– μπορεί κάλλιστα να διακηρύσσει ότι «εγκρίνει» την προτεινόμενη Συνθήκη της ΕΕ, είναι όμως γνωστό στους περισσότερους ότι αυτό δεν έχει την παραμικρή αξία ή έννομη συνέπεια.
Ο στόχος τους είναι διαφορετικός: η άσκηση πίεσης, με συγκεκριμένη επιδίωξη να εξασφαλιστεί η επικύρωση της προτεινόμενης Συνθήκης, έτσι ώστε να μπορέσει να τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2009, καθώς και η προπαγάνδα.
Γι’ αυτό η έκθεση χαρακτηρίζεται από συσκοτίσεις και παραλείψεις, σε μια προσπάθεια να κρυφτούν το πραγματικό περιεχόμενο και οι συνέπειες της προτεινόμενης Συνθήκης της ΕΕ. Αναφέρω ορισμένα μόνο παραδείγματα:
Από τη μία πλευρά, περιγράφει ως «μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα» την αυξημένη κυριαρχία των μεγάλων δυνάμεων της ΕΕ στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και ως «αυξημένο ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων» τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων των εθνικών κοινοβουλίων στα υπερεθνικά όργανα της ΕΕ. Από την άλλη πλευρά, όμως, παραλείπει: τη στρατιωτικοποίηση της ΕΕ στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ· τη φιλελευθεροποιημένη ενιαία αγορά, την οποία χαρακτηρίζει η ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών και στην οποία κυριαρχεί ο ανταγωνισμός· την Οικονομική και Νομισματική Ένωση με το ευρώ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Σύμφωνο Σταθερότητάς της· και την ελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου ως πολιτικές και στόχους της ΕΕ.
Γι’ αυτό καταψηφίσαμε το κείμενο.
Marian Harkin (ALDE), γραπτώς. – (EN) Ψηφίζω υπέρ αυτής της τροπολογίας, παρ’ όλο που η Συνθήκη της Λισαβόνας μπορεί να τεθεί σε ισχύ μόνον αφού επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη – επομένως, πρέπει αυτομάτως να γίνει σεβαστή η έκβαση του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία. Εντούτοις, ψηφίζω υπέρ της συγκεκριμένης τροπολογίας, έστω και αν δεν προσθέτει τίποτε στην έκθεση.
Anna Hedh (PSE), γραπτώς. – (SV) Όπως και στο παρελθόν σε θέματα που σχετίζονται με τη νέα Συνθήκη της ΕΕ, επέλεξα να τηρήσω διαφορετική στάση από την Ομάδα μου και καταψήφισα την έκθεση σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η πρόταση περιλαμβάνει ασφαλώς πολυάριθμες βελτιώσεις, όμως αντιτάσσομαι στην τρέχουσα τάση της Ένωσης για ενίσχυση του υπερεθνικού της χαρακτήρα. Επιθυμώ την ευρωπαϊκή συνεργασία σε διακυβερνητικό επίπεδο. Υποστηρίζω σθεναρά την ιδέα της διεθνούς συνεργασίας για την επίλυση κοινών προβλημάτων. Υπάρχουν σημαντικοί στόχοι τους οποίους μπορούμε να επιτύχουμε από κοινού, ιδίως όσον αφορά το περιβάλλον, την εμπορία ανθρώπων και το κοινωνικό ντάμπινγκ. Εντούτοις, φρονώ ότι η πρόταση ενισχύει την πρωτοκαθεδρία του κοινοτικού δικαίου έναντι της εθνικής νομοθεσίας, ότι αφαιρούνται περισσότερες αρμοδιότητες από τα κράτη μέλη, και ότι οι μεγαλύτερες χώρες αποκτούν περισσότερη δύναμη από ό,τι οι μικρές. Αυτό είναι κάτι που με βρίσκει αντίθετη.
Επέλεξα να ψηφίσω κατά της τροπολογίας στην οποία προτείνεται να αποφασίσει η ΕΕ για τη διενέργεια δημοψηφισμάτων σε όλη την Ένωση, επειδή πιστεύω ότι μια τέτοια απόφαση αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα καθενός από τα κράτη μέλη.
Mieczysław Edmund Janowski (UEN), γραπτώς. – (PL) Απείχα από την τελική ψηφοφορία επί της έκθεσης (A6-0013/2008) του κ. Corbett και του κ. Méndez de Vigo σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Ο λόγος ήταν ότι τα συμπεράσματα που απορρέουν από αυτήν την έκθεση υπερβαίνουν σημαντικά το πλαίσιο που υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στις συνόδους κορυφής της Λισαβόνας και των Βρυξελλών (13 και 14 Δεκεμβρίου 2007).
Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στις συγκεκριμένες συνόδους ήταν αποτέλεσμα παραχωρήσεων όλων των ενδιαφερομένων. Συνεπώς, θεωρώ ότι η σαφής κριτική που ασκείται κατά αυτών των συμφωνιών σε ορισμένα σημεία της υπό εξέταση έκθεσης δεν είναι χρήσιμη για τη διαδικασία αναζήτησης λύσεων που θα μπορούν να γίνουν δεκτές από όλες τις πλευρές που συμφώνησαν επί των συμβιβαστικών θέσεων. Τούτο αφορά, λόγου χάρη, τις ρήτρες προαιρετικής συμμετοχής ή εξαίρεσης, τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, το σύστημα ψηφοφορίας στο Συμβούλιο και τα σύμβολα της ΕΕ, ενώ σχετίζεται επίσης με διατυπώσεις οι οποίες είναι προσανατολισμένες στην επιστροφή σε μια ιδέα που, σε τελική ανάλυση, έχει ήδη απορριφθεί, την ιδέα ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος.
Timothy Kirkhope (PPE-DE), γραπτώς. – (EN) Οι βρετανοί Συντηρητικοί καταψήφισαν αυτήν την έκθεση. Εξαρχής, είχαμε καταστήσει σαφές ότι αυτή η Συνθήκη (Σύνταγμα) δεν αποτελεί την κατάλληλη επιλογή για την Ευρώπη. Οι Συντηρητικοί υποστηρίζουν μια Ευρώπη ανεξάρτητων κρατών τα οποία συνεργάζονται για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης, της παγκόσμιας φτώχειας και της υπερθέρμανσης του πλανήτη –ως προτεραιότητές μας– στο πλαίσιο εταιρικής σχέσης, ενώ υπήρξαμε σαφείς και συνεπείς ως προς τη στάση μας, έχοντας πλήρη επίγνωση του πιθανού αντικτύπου της Συνθήκης στους στόχους και τις φιλοδοξίες μας για την Ευρώπη. Αυτά δεν επιτυγχάνονται μέσω του συγκεκριμένου κειμένου ή μέσω των φιλοδοξιών όσων επιθυμούν ένα ενιαίο ευρωπαϊκό κράτος.
Jean Lambert (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης, όχι επειδή θεωρώ ότι οι τροποποιήσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας θα οδηγήσουν σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία θα είναι σταθερά προσανατολισμένη στους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης, της ειρήνης και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και όχι στην αγορά και τον ανταγωνισμό, αλλά επειδή θεωρώ ότι περιλαμβάνει ορισμένες συνιστώσες οι οποίες είναι όντως θετικότερες από τις ρυθμίσεις των τρεχουσών Συνθηκών μας. Ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων αποτελεί σημαντική προσθήκη. Το σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας και η εφαρμογή της στο επίπεδο των κρατών μελών θα πρέπει τώρα να ελέγχεται με βάση τον Χάρτη και θα μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση εάν δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις του.
Η ενίσχυση της συναπόφασης θα οδηγήσει σε αυξημένο έλεγχο και διαφάνεια όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Η «λαϊκή πρωτοβουλία» είναι σημαντικό βήμα προόδου. Με ανησυχεί σοβαρά η ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας, που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, και επιθυμώ τα εθνικά μας κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα. Η ΕΕ επιβάλλεται να στηριχθεί στα ισχυρά της σημεία, ως δύναμη υπέρ της διπλωματίας και της ειρήνευσης.
Φρονώ ότι έχει σημασία να μετέχουν οι πολίτες της ΕΕ στη διαδικασία επικύρωσης μέσω δημοψηφισμάτων και ότι τα αποτελέσματά τους πρέπει να γίνουν σεβαστά. Είναι καθήκον των κυβερνήσεων και του Συμβουλίου, και όχι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να ανταποκριθούν ουσιαστικά σε αυτήν τη γενική αρχή.
Jörg Leichtfried (PSE), γραπτώς. – (DE) Ψηφίζω υπέρ της έκθεσης για την έγκριση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, διότι η Συνθήκη αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρώπης, ενώ είναι απολύτως αναγκαία για την περαιτέρω άνθηση του αυστριακού μοντέλου κοινωνικής πρόνοιας και για την ασφάλεια των πολιτών μας. Συμμερίζομαι την άποψη ότι, γενικώς, η Συνθήκη αποτελεί σημαντική βελτίωση σε σχέση με προηγούμενες Συνθήκες και ότι θα εξασφαλίσει την ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου στην Ένωση. Διαπιστώνω την αύξηση της δημοκρατικής αξίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρώτον, στην επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης, δεύτερον, στον μηχανισμό ψηφοφορίας με διπλή πλειοψηφία, τρίτον, στην εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής με απόφαση της πλειοψηφίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και, τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, στη μεγαλύτερη εκπροσώπηση των εθνικών κοινοβουλίων μέσω της δυνατότητας να αντιτίθενται σε παραβιάσεις όσον αφορά την κατανομή αρμοδιοτήτων και της δυνατότητας των εθνικών κοινοβουλίων να γνωμοδοτούν για όλες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της ΕΕ.
Caroline Lucas (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Καταψήφισα αυτήν την έκθεση προκειμένου να εκφράσω τη διαμαρτυρία μου για την υπεροψία και την περιφρόνηση που επέδειξαν οι πολιτικοί ηγέτες σε όλη την ΕΕ έναντι των επιθυμιών των πολιτών της ΕΕ, και να δηλώσω με απόλυτη σαφήνεια ότι πιστεύω πως πρέπει να δοθεί στους πολίτες της ΕΕ η δυνατότητα να εκφράσουν τη γνώμη τους μέσω δημοψηφίσματος για το θέμα αυτό.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας αποτελεί ουσιαστικά επανέκδοση του παλαιού Συντάγματος, το οποίο απορρίφθηκε από τη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες – δύο χώρες στις οποίες επιτράπηκε η διενέργεια δημοψηφισμάτων. Όπως δηλώνει ο ίδιος ο βασικός αρχιτέκτονας του αρχικού κειμένου, ο Βαλερύ Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, «Οι προτάσεις της αρχικής Συνταγματικής Συνθήκης παραμένουν πρακτικά αμετάβλητες. Έχουν απλώς διασκορπιστεί στο εσωτερικό των παλαιών Συνθηκών με τη μορφή τροποποιήσεων».
Δεν αντιτίθεμαι καταρχήν στη θέσπιση ενός Συντάγματος. Αντιτίθεμαι, όμως, στο συγκεκριμένο κείμενο (και στη Συνθήκη που το αναπαράγει) διότι οι πολίτες της ΕΕ αξίζουν κάτι καλύτερο. Αν και η Συνθήκη περιλαμβάνει ορισμένα θετικά μέτρα, αυτά επικαλύπτονται από τα αρνητικά – την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της ΕΕ, λόγου χάρη, καθώς επίσης και τα μέτρα περαιτέρω προώθησης της ελευθέρωσης και της ιδιωτικοποίησης. Ακόμη χειρότερα, χάνεται μια τέλεια ευκαιρία για να τοποθετηθούν πραγματικά η βιωσιμότητα και η κλιματική ασφάλεια στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της Ένωσης, ενώ δεν επιτυγχάνεται ο στόχος να έρθουν τα όργανα της ΕΕ πιο κοντά στους ευρωπαίους πολίτες.
Astrid Lulling (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Αν πραγματοποιούνταν διαγωνισμός για την καλύτερη διδακτορική διατριβή σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το κείμενο της έκθεσης της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων θα άξιζε το πρώτο βραβείο και τον υψηλότερο έπαινο.
Το εν λόγω ψήφισμα αποτελεί μια άριστη ανάλυση και κριτική του περιεχομένου αυτής της εντελώς ακατανόητης Συνθήκης. Όσοι φοβούνταν την ανάδυση ενός συγκεντρωτικού, πανίσχυρου «υπερκράτους» πρέπει να είναι πλέον απολύτως ήσυχοι. Καμία ουσιαστική πρόοδος δεν σημειώνεται σε σχέση με το περιεχόμενο της Συνταγματικής Συνθήκης, ενώ πολλά στοιχεία έχουν εγκαταλειφθεί ή αποσυρθεί.
Οι συνεισηγητές σημειώνουν την έλλειψη διορατικότητας και φιλοδοξίας που επιδεικνύουν οι εθνικοί πολιτικοί ηγέτες στον ευρωπαϊκό χώρο, που γίνεται ακόμη και πραγματική δυσπιστία έναντι της ΕΕ και των θεσμικών οργάνων της.
Οι ευρωσκεπτικιστές πρέπει να είναι ευτυχείς από τις παραχωρήσεις: καθυστέρηση στην έναρξη ισχύος, διατήρηση της ομοφωνίας σε 72 περιπτώσεις, περιλαμβανομένης της φορολογίας και της έγκρισης του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, παρεκκλίσεις, ρήτρες προαιρετικής συμμετοχής ή εξαίρεσης, ιδίως για το Ηνωμένο Βασίλειο, και δυνατότητα «εθελούσιας αποχώρησης» από την ΕΕ.
Όσοι εκφράζουν τη λύπη τους για το γεγονός ότι ο συμβιβασμός «κατά τη γνώμη του Κοινοβουλίου, περιλαμβάνει οδυνηρές παραχωρήσεις» πρέπει να παρηγορούνται, αφενός μεν, από την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως συννομοθέτη και την ανάθεση των δημοσιονομικών αρμοδιοτήτων κατά τρόπο που το καθιστά ισότιμο με το Συμβούλιο, αφετέρου δε, από το γεγονός ότι η αρχή της διπλής πλειοψηφίας θα διευκολύνει τη λήψη αποφάσεων στο Συμβούλιο.
David Martin (PSE), γραπτώς. – (EN) Σε αυτήν την έκθεση σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας διαπιστώνουμε σαφώς ότι η Συνθήκη θα ενισχύσει τα δημοκρατικά εχέγγυα της ΕΕ. Με τη μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, προσφέρουμε στον ευρωπαϊκό λαό αυτό που πάντα ζητούσε από την ΕΕ: ισχυρότερη φωνή. Η εστίαση της Συνθήκης στην αποδοτική και συνεπή χάραξη πολιτικής, που υπογραμμίζεται στην έκθεση, θα μας επιτρέψει να αντιμετωπίσουμε όλο και πιο δύσκολες παγκόσμιες προκλήσεις. Ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης και επιθυμώ να συγχαρώ τους εισηγητές για μια άριστη έκθεση σχετικά με ένα πολύ ευαίσθητο και καίριο θέμα για το μέλλον της Ένωσης.
Erik Meijer (GUE/NGL), γραπτώς. – (NL) Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του σχεδίου Συντάγματος που καταψηφίστηκε από δύο κράτη μέλη το 2005 ήταν ότι ανταποκρινόταν στις επιθυμίες των μεγάλων επιχειρήσεων, των εθνικών κυβερνήσεων και της πλειοψηφίας στα εθνικά κοινοβούλια, έλαβε όμως ελάχιστη στήριξη από τους ψηφοφόρους. Τα δημοψηφίσματα στις λίγες χώρες στις οποίες διεξήχθησαν αποκάλυψαν ότι ο εντατικός δημόσιος διάλογος και η μεγάλη προσέλευση ψηφοφόρων οδηγούν σε πολλές αρνητικές ψήφους. Οι πολίτες δεν θέλουν η Ευρώπη να τους επιβάλλει αποφάσεις τις οποίες οι ίδιοι δεν θα επιθυμούσαν ποτέ να λάβουν.
Θεωρούν όντως χρήσιμη την Ευρώπη για την επίλυση διασυνοριακών προβλημάτων με ειρηνικό τρόπο και για την αντιμετώπιση προβλημάτων μεγάλης κλίμακας, τα οποία δεν μπορούν να λύσουν μόνα τους τα επιμέρους κράτη μέλη, όμως δεν θεωρούν χρήσιμη μια Ευρώπη η οποία καταλαμβάνει όλο και περισσότερο τη θέση της χώρας στην οποία ζουν. Το Σύνταγμα ήταν μια περίπτωση δεσμευμένης πώλησης καλών και κακών στοιχείων, χωρίς να δίνεται η ευκαιρία της διαγραφής των αρνητικών στοιχείων στους τομείς της οικονομίας και των εξοπλισμών. Η νέα Συνθήκη διατηρεί ακόμα έντονες ομοιότητες με το Σύνταγμα. Η απόρριψη των δημοψηφισμάτων αποκαλύπτει φόβο έναντι του εκλογικού σώματος. Η έγκριση του τροποποιημένου Συντάγματος με καθαρή πλειοψηφία σήμερα στέλνει το εξής μήνυμα: «Πολίτες, μην εισέρχεστε! Αυτή η Ευρώπη προορίζεται για επαγγελματίες πολιτικούς μόνον».
Αθανάσιος Παφίλης (GUE/NGL), γραπτώς. – Οι δημαγωγικές κορώνες για «δημοκρατικότερη» και «πιο κοινωνική ΕΕ» δεν κατορθώνουν να κρύψουν το βαθιά αντιλαϊκό περιεχόμενο της Ευρωσυνθήκης και της ΕΕ. Οι ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις συγκαλύπτονται προσωρινά μπροστά στην επιδίωξη ακόμα μεγαλύτερης επίθεσης στα εργατικά δικαιώματα, ελευθερίες και αύξηση των μονοπωλιακών κερδών.
Η έκθεση για την Συνθήκη Λισαβόνας, το μετονομασμένο «ευρωσύνταγμα», επιστρατεύει το ΕΚ στην αντιμετώπιση της αντίδρασης και του κλίματος απόρριψης από τους εργαζόμενους στα κράτη μέλη. Ο συνασπισμός πολιτικών υποστηριχτών της ΕΕ, ανάμεσά τους και ΝΔ, ΠΑΣΟΚ αρνούνται διεξαγωγή δημοψηφισμάτων γιατί γνωρίζουν την αντίθεση των εργαζομένων που βιώνουν την βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος και την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας, όπως και το ευρωσύνταγμα ενισχύουν την ΕΕ να λειτουργεί αποτελεσματικότερα προς όφελος των ευρωπαϊκών μονοπωλίων:
- Ενισχύει την αντιλαϊκή θωράκιση ΕΕ
- Προωθεί εντονότερα τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις
- Αναπτύσσει νέες πολιτικές εκμετάλλευσης εργαζομένων και καταπάτησης κοινωνικών τους δικαιωμάτων
- Εντείνει την στρατιωτικοποίηση της ΕΕ
- Υιοθετεί το δόγμα προληπτικού πολέμου
- Κατοχυρώνει τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις ακόμη και στα κράτη μέλη
- Περιορίζει τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών
- Καταργεί το δικαίωμα Veto, σε όφελος ισχυρών χωρών
- Δυναμώνει και δημιουργεί νέους κατασταλτικούς μηχανισμούς
- Περιορίζει περισσότερο ατομικά δικαιώματα και λαϊκές ελευθερίες.
Οι εργαζόμενοι της ΕΕ έχουν την δύναμη να καταδικάσουν την Ευρωσυνθήκη και την ίδια την ΕΕ.
Δημήτριος Παπαδημούλης (GUE/NGL), γραπτώς. – Η συνθήκη της Λισαβόνας είναι βήμα προς τα πίσω σε σχέση με το λεγόμενο Ευρωσύνταγμα. Διατηρεί αναλλοίωτο το νεοφιλελεύθερο φορτίο του, όπως αυτό αποτυπώνεται στην απουσία κάθε έννοιας δημοκρατικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στους μονόπλευρους προσανατολισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας ή στη θεοποίηση της ανεξέλεγκτης αγοράς.
Απορρίπτει ορισμένους θετικούς συμβολισμούς, ανοικτούς σε μια ομοσπονδιακή προοπτική (σημαία, ύμνος κλπ), κατ’ απαίτηση του Μπράουν και των αδερφών Καζίνσκι. Η δεσμευτικότητα της χάρτας δικαιωμάτων νοθεύεται μέσω της αυτοεξαίρεσης.
Ζητάμε δημοψήφισμα για να ενισχυθεί ο δημόσιος διάλογος και η συμμετοχή των πολιτών. Η άρνηση του δημοψηφίσματος εκφράζει την απόσταση της ευρωπαϊκής ελίτ από τις ελπίδες και τις απαιτήσεις των ευρωπαίων πολιτών και τροφοδοτεί την ευρωαδιαφορία και την ευρωάρνηση.
Ο ΣΥΝ και η «Ευρωπαϊκή Αριστερά», λέμε όχι σε αυτή τη συνθήκη, γιατί διεκδικούμε, με καθημερινούς αγώνες, μια διαφορετική πορεία για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θέλουμε περισσότερη Ευρώπη, πιο ενωμένη πολιτικά, με πιο ισχυρή κοινωνική και περιβαλλοντική πολιτική, με δραστικά αυξημένο κοινοτικό προϋπολογισμό, χωρίς το ανεξέλεγκτο της ΕΚΤ, ενεργή και αυτόνομη στα προβλήματα της παγκόσμιας ειρήνης και όχι ουραγό του Μπους.
Tobias Pflüger (GUE/NGL), γραπτώς. – (DE) Η Συνθήκη της Λισαβόνας θα επιτρέψει τη δημιουργία μιας στρατοκρατικής Ευρώπης.
Οι προηγούμενες συνθήκες ΕΚ και ΕΕ δεν επιτρέπουν μόνιμο στρατιωτικό προϋπολογισμό της ΕΕ, τώρα όμως το «ταμείο εκκίνησης» (άρθρο 28, παράγραφος 3) καλύπτει τις επιχειρησιακές στρατιωτικές δαπάνες της ΕΕ. Εκτός από τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς των επιμέρους κρατών, επιτρέπει στην ΕΕ να διαθέτει δικό της στρατιωτικό προϋπολογισμό. Το άρθρο 28γ, παράγραφος 3, περιλαμβάνει τη, σφοδρά επικριθείσα, υποχρέωση αμοιβαίας βοήθειας και συνδρομής, η οποία θα εφαρμοστεί μέσω ενός Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (άρθρο 28). Η θεσμική συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ κατοχυρώνεται στη Συνθήκη (άρθρο 28α, παράγραφος 7).
Το δικαίωμα της Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας να αποφασίζει για την ανάπτυξη του γερμανικού ομοσπονδιακού στρατού σε άλλες χώρες υπονομεύεται σημαντικά. Η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη επιτρέπει τον σχηματισμό μιας Ευρώπης με στρατιωτικό πυρήνα μέσω της «μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας». Έτσι δημιουργείται ένα πρωτογενές νομοθετικό πλαίσιο για την αυξημένη ανάπτυξη μάχιμων μονάδων της ΕΕ (άρθρο 28, πρωτόκολλο 4). Το Δικαστήριο της ΕΕ αποκλείεται ρητώς από κάθε σχετική αρμοδιότητα (άρθρο 11, 240α). Δεν αποκτά σχετική αρμοδιότητα ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· τηρείται απλώς ενήμερο (άρθρο 21). Με αυτόν τον τρόπο, εξαιρούνται τυχόν μελλοντικές στρατιωτικές επεμβάσεις από τον δημοκρατικό έλεγχο.
Αυτή η διευκόλυνση μιας στρατοκρατικής Ευρώπης συνοδεύεται από την κατασταλτική κατάτμηση των εξωτερικών συνόρων. Το νέο άρθρο 62 της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης θέτει ως στόχο «να δημιουργηθεί προοδευτικά ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων».
Χάρη στην αντιδημοκρατική επιβολή της Συνθήκης της Λισαβόνας, με την παράκαμψη των δημοψηφισμάτων, την κωδικοποίηση των νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών και τα στρατοκρατικά τμήματα του εγγράφου, η Ευρώπη κινείται προς εντελώς εσφαλμένη κατεύθυνση.
Bogusław Rogalski (UEN), γραπτώς. – (PL) Ψήφισα με βαθιά πεποίθηση κατά της Συνθήκη της Λισαβόνας, διότι παραβιάζει τις αρχές της δημοκρατίας. Είναι μια Συνθήκη γεμάτη ψέματα και περιφρόνηση για τη φωνή των λαών της Ευρώπης. Είναι μια Συνθήκη ευφημισμών. Παρά την απόρριψη του Συντάγματος από τους Γάλλους και τους Ολλανδούς, επανέρχεται με συγκαλυμμένο τρόπο μια διευρυμένη έκδοση, η οποία παίζει με τις λέξεις και αγνοεί τις ψήφους τους.
Η λέξη «Σύνταγμα» έχει αντικατασταθεί από τη λέξη «Συνθήκη». Ο Πρόεδρος της ΕΕ (Prezydent) καλείται «Przewodniczący», ο δε υπουργός Εξωτερικών καλείται Ύπατος Εκπρόσωπος για τις εξωτερικές σχέσεις. Πρόκειται για καθαρή υποκρισία και στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου «υπερκράτους» παρακάμπτοντας τους λαούς. Κατά την ίδρυσή της, η ΕΕ αποσκοπούσε στην εμβάθυνση της οικονομικής συνεργασίας. Ψήφισα επίσης κατά της έκθεσης, διότι αυτό το Κοινοβούλιο απέρριψε τη δυνατότητα προσφυγής στην υπέρτατη μορφή δημοκρατίας: στο δημοψήφισμα.
Μια τόσο σημαντική νομική πράξη, συνταγματικής τάξης, πρέπει να υιοθετηθεί με αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο. Εκείνο που είναι πραγματικά σκανδαλώδες είναι ότι το Κοινοβούλιο απέρριψε την τροπολογία 32, με την οποία θα καθίστατο υποχρεωτικός ο σεβασμός του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία. Επιπλέον, εγκρίναμε με την ψήφο μας ένα έγγραφο με το οποίο δεν είμαστε ακόμα εξοικειωμένοι, δεδομένου ότι δεν υπάρχει ακόμα κανένα έντυπο ενοποιημένο κείμενο της Συνθήκης στις γλώσσες των κρατών μελών.
Αυτό αποτελεί ελεγχόμενη δημοκρατία, η οποία αγνοεί τους πολίτες και αρνείται να τους δώσει το δικαίωμα να ψηφίσουν. Δεν θέλω να έχω την παραμικρή σχέση με μια τέτοια δημοκρατία, και τα μειωτικά σχόλια του Προέδρου Pöttering μετά την ψηφοφορία αποδεικνύουν ότι η δημοκρατία σε τούτο το Κοινοβούλιο, όπως και στην Ευρώπη, πεθαίνει.
Luca Romagnoli (NI), γραπτώς. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, απορρίπτω σθεναρά αυτήν την έκθεση.
Εξαρχής είχα εκφράσει την αντίθεσή μου στον τρόπο κατάρτισης και επικύρωσης της Συνθήκης της Λισαβόνας. Στην πραγματικότητα, φρονώ ότι μια Συνθήκη δεν μπορεί να επικυρωθεί απλώς από τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά απαιτείται δημοψήφισμα.
Εξάλλου, εξετάζοντας τις αρετές του ιδίου του κειμένου, διαφωνώ πλήρως με ορισμένα τμήματα. Ειδικότερα, όσον αφορά το τρίτο στοιχείο της παραγράφου 6, εκφράζω τη βαθύτατη θλίψη μου για την αναφορά στην Ιταλία, έστω και αν είναι έμμεση. Μάλιστα, στο κείμενο εκφράζεται λύπη για την «επιπλέον κοινοβουλευτική έδρα που αποδόθηκε σε κράτος μέλος κατά παρέκκλιση από την αρχή της φθίνουσας αναλογικότητας». Η αλήθεια είναι ότι αυτό είναι απολύτως ψευδές. Με αυτόν τον χαρακτηρισμό, ακόμα και αν έχει τη μορφή μιας επιπλέον έδρας, αναβιώνονται μερικώς οι ενορχηστρωμένες διακρίσεις με σκοπό να ζημιωθεί η Ιταλία.
Olle Schmidt (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η Συνθήκη της Λισαβόνας είναι ένα καίριο βήμα προκειμένου να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και η καλύτερη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, χαιρετίζω το γεγονός ότι υιοθετήσαμε μαζί, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την έκθεση σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η εν λόγω Συνθήκη προσφέρει σαφέστερη δομή λήψης αποφάσεων και περισσότερη ισχύ στη μόνη συνέλευση της ΕΕ που εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενισχυμένη κοινή εξωτερική πολιτική και νέα αξιώματα, όπως ο Ύπατος Εκπρόσωπος για την εξωτερική πολιτική και ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Συνεπάγεται δε σαρωτικές αλλαγές, και γι’ αυτό στηρίζω την πρόταση για ένα πανευρωπαϊκό δημοψήφισμα, μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική λύση αντί ενός σουηδικού δημοψηφίσματος που νομίζω ότι είναι αναγκαίο προκειμένου να δοθεί στους πολίτες η ευκαιρία να εκφράσουν την άποψή τους για θέματα τα οποία έχουν κρίσιμη σημασία για τους ίδιους.
Brian Simpson (PSE), γραπτώς. – (EN) Ζούμε πολύ ιστορικές στιγμές, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρεί επίπονα να εισέλθει στον 21ο αιώνα. Πολλοί εκπρόσωποι της άκρας Δεξιάς στο Κοινοβούλιο φοβούνται μια αποτελεσματική Ευρωπαϊκή Ένωση επειδή θα μειωθούν οι δυνατότητές τους να εκμεταλλεύονται τον φόβο σε εθνικό επίπεδο. Εξ ου και οι σχεδόν υστερικές απαιτήσεις τους, αφενός, και η εν γένει απαράδεκτη συμπεριφορά τους, αφετέρου.
Συγχαίρω τους δίδυμους εισηγητές μας για το έργο τους. Δεν πρέπει κανείς μας να λησμονεί ότι το κείμενο για το οποίο συζητούμε είναι μια μεταρρυθμιστική συνθήκη, μια τροποποιητική συνθήκη που θα εξασφαλίσει ότι η ΕΕ των 27 θα μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά και, το σημαντικότερο, να συνεργάζεται στενά με τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θα στηρίξω αυτήν την έκθεση, με την ελπίδα ότι έτσι θα σταλεί το μήνυμα, όχι μόνο στους πολίτες μας αλλά και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών μας, ότι αυτό το Κοινοβούλιο επιθυμεί σοβαρά μια πιο υπεύθυνη και αποτελεσματική Ευρωπαϊκή Ένωση.
Catherine Stihler (PSE), γραπτώς. – (EN) Θέλω να δηλώσω ότι συμφωνώ και εγώ με την επισήμανση της Επιτρόπου Wallström όσον αφορά την εξασφάλιση της εκπροσώπησης των γυναικών στα τέσσερα ανώτατα αξιώματα της ΕΕ. Για πάρα πολλά χρόνια τα κορυφαία αυτά αξιώματα της ΕΕ θεωρούνταν «ανδρικά, χλωμά και ψυχρά». Πρέπει να εγκαταλείψουμε την αντίληψη ότι πρόκειται για ανδρική λέσχη και να κινηθούμε προς μια πιο αντιπροσωπευτική σύνθεση για τη διεύθυνση της ΕΕ. Οι γυναίκες αξίζουν να εκπροσωπούνται.
Andrzej Jan Szejna (PSE), γραπτώς. – (PL) Ψηφίζω υπέρ της έκθεσης του κ. Corbett και του κ. Méndez de Vigo σχετικά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Στην έκθεση επισημαίνεται ορθώς ότι οι αλλαγές που θεσπίζονται με τη νέα Συνθήκη θα καταστήσουν τις αρχές βάσει των οποίων ενεργεί η ΕΕ δημοκρατικότερες και καταλληλότερες για τη μελλοντική ανάπτυξη της Κοινότητας. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι η ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, καθώς και η εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Πρέπει δε να επισημανθεί ότι θεσπίζονται αποτελεσματικότερες διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.
Lars Wohlin (PPE-DE), γραπτώς. – (SV) Το Σύνταγμα πρέπει να απορριφθεί. Χρειαζόμαστε ένα νέο Σύνταγμα, όχι μόνο ένα νέο όνομα. Απαιτείται ριζική αναθεώρηση η οποία, όπως ένα πραγματικό Σύνταγμα, θα περιορίζει και θα διασαφεί τις αρμοδιότητες του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τον ρόλο της ΕΕ. Είναι σημαντικό να καθοριστεί ποια θέματα έχουν υπερεθνικό χαρακτήρα, ήτοι θέματα όπως το ελεύθερο εμπόριο, η αλλαγή του κλίματος, η καταπολέμηση του διεθνούς εγκλήματος, η τρομοκρατία, καθώς και η ολοκλήρωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλους αυτούς τους τομείς η Βρετανία υπήρξε κινητήρια δύναμη καθ’ όλη την εξέλιξη της ΕΕ.
Η γνώμη μου είναι ότι η Σουηδία πρέπει να απαιτήσει τις ίδιες εξαιρέσεις που εξασφάλισε η Βρετανία, τόσο τις ρήτρες προαιρετικής συμμετοχής όσο και τις ρήτρες προαιρετικής εξαίρεσής της. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αντιμετωπίζεται διαφορετικά η Σουηδία. Οι πολίτες της Σουηδίας ψήφισαν «όχι» στο ευρώ και θα ήταν απολύτως εύλογο στην επόμενη Συνθήκη να καθίσταται σαφές ότι η Σουηδία δεν υποχρεούται να συμμετέχει στη νομισματική συνεργασία.
Κανένα από τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνεται στην τρέχουσα πρόταση, οπότε επέλεξα να καταψηφίσω την έκθεση.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Καταρχάς, θεωρούμε ότι πρέπει να εναπόκειται σε κάθε χώρα, σύμφωνα με τις πρακτικές, τις παραδόσεις και τις συγκεκριμένες ανάγκες της, να αποφασίζει τον τρόπο οργάνωσης, συλλογής και συγκέντρωσης των σχετικών δεδομένων, αν και αναγνωρίζουμε ότι ορισμένες φορές είναι απαραίτητο να υπάρχουν συμφωνίες προκειμένου να συλλέγονται συγκρίσιμα δεδομένα και να διενεργούνται συγκρίσιμες μελέτες για τις επιμέρους χώρες. Κατά τη γνώμη μας, όμως, η πρόταση κανονισμού την οποία κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν φαίνεται να μας προσφέρει την ενδεδειγμένη προστασία της εμπιστευτικότητας ή να σέβεται τις διάφορες παραμέτρους που χαρακτηρίζουν τη σύνθετη διαδικασία συλλογής αυτών των δεδομένων.
Στη συζήτηση στην Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, υποστηρίχθηκε έντονα ότι η πρόταση πρέπει να υιοθετηθεί στην πρώτη ανάγνωση, γεγονός που αντικατοπτρίζει επίσης τη σπουδή να τεθούν σε εφαρμογή όλα τα σχετικά μέτρα ενόψει της πιθανής έναρξης ισχύος της νέας Συνθήκης.
Παρότι στηρίξαμε ορισμένες από τις προτάσεις που κατατέθηκαν στο στάδιο του κοινοβουλευτικού έργου, διατηρούμε αμφιβολίες ως προς τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν βάσει της συμφωνίας μεταξύ των βασικών πολιτικών ομάδων του Κοινοβουλίου. Ως εκ τούτου, απείχαμε από την ψηφοφορία.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Σε αυτήν την έκθεση προτείνεται η εναρμόνιση των απογραφών πληθυσμού και στέγασης των κρατών μελών σε βαθμό που μοιάζει μάλλον παράλογος. Κατά τη γνώμη μας, τα κράτη μέλη πρέπει να αποφασίζουν ανεξάρτητα αν επιθυμούν την καταχώριση όλων των στοιχείων, από τη γενεαλογική σύνθεση των ιδιωτικών νοικοκυριών έως την απόσταση μεταξύ του τόπου μόνιμης διαμονής από χώρους πρασίνου και αναψυχής. Θεωρούμε ότι τόσο ο κανονισμός του Συμβουλίου όσο και η έκθεση του Κοινοβουλίου περιλαμβάνουν υπερβολικά λεπτομερείς και παρεμβατικές προτάσεις. Επομένως, καταψηφίσαμε τόσο την τροποποιημένη πρόταση του Κοινοβουλίου, όσο και την έκθεση στην τελική ψηφοφορία.
Jens Holm και Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (SV) Σήμερα ψηφίσαμε για την έκθεση της κ. Ona Juknevičienė σχετικά με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης. Επιλέξαμε να την καταψηφίσουμε στην τελική ψηφοφορία. Τα κράτη μέλη είναι σε θέση να χειρίζονται τα ίδια τα θέματα που σχετίζονται με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης, και αυτός είναι ένας τομέας στον οποίο δεν χρειάζεται να παρέμβει η ΕΕ.
Ian Hudghton (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η ακρίβεια και η αξιοπιστία των πληροφοριών σχετικά με τον πληθυσμό και τη στέγαση είναι ουσιαστικές για την εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο καθώς και σε επίπεδο ΕΕ. Στο παρελθόν, οι αναντιστοιχίες που εμφανίζονταν μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών δυσχέραιναν τις διεθνείς συγκρίσεις, γι’ αυτό επικροτώ τα μέτρα διασάφησης αυτών των ζητημάτων. Ωστόσο, γνωρίζω επίσης ότι τα θέματα αυτά εγείρουν ζητήματα σχετικά με την προστασία των δεδομένων και αναγνωρίζω τη σκληρή προσπάθεια που καταβλήθηκε στην επιτροπή για την εξέταση αυτών των ανησυχιών. Ως εκ τούτου, μπόρεσα να ταχθώ υπέρ της τροπολογίας 71 και της έκθεσης συνολικά.
David Martin (PSE), γραπτώς. – (EN) Χαιρετίζω αυτήν την πρόταση κανονισμού σχετικά με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης. Καταρτίζοντας μια κοινή δέσμη ευρωπαϊκών κατευθυντηρίων γραμμών που θα επιτρέπουν την πανευρωπαϊκή σύγκριση των στατιστικών στοιχείων, θα βελτιώσουμε τη δυνατότητα της ΕΕ να καταρτίζει νομοθεσία που θα συνάδει με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες των πληθυσμών ανά την Ευρώπη. Ψήφισα υπέρ της έκθεσης.
Mary Lou McDonald (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Κατανοώ την ανάγκη συλλογής επαρκών και αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων για λόγους προγραμματισμού. Αναγνωρίζω επίσης ότι αυτή η έκθεση αποτελεί σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με την πρόταση της Επιτροπής.
Έχω, ωστόσο, ορισμένες αντιρρήσεις όσον αφορά την ιδέα να μπορεί η ΕΕ να συλλέγει στατιστικά στοιχεία με τόσο λεπτομερή τρόπο. Ορισμένα ζητήματα δεν νοείται να απασχολούν την ΕΕ. Τι σημασία μπορεί να έχει για την ΕΕ η οικογενειακή κατάσταση των πολιτών;
Επίσης, ενώ παρέχονται ορισμένες εγγυήσεις σχετικά με την ανωνυμία και την προστασία δεδομένων, με ανησυχεί το γεγονός ότι ενδέχεται να μην είναι αρκετά ισχυρές, ιδίως αν λάβουμε υπόψη πρόσφατες πολύ μεγάλης κλίμακας αποτυχίες όσον αφορά την προστασία των δεδομένων.
Για τους λόγους αυτούς, ψήφισα κατά του νομοθετικού ψηφίσματος.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Όπως εκ πείρας γνωρίζουμε, οι πολιτιστικές διαφορές μπορούν να κλιμακωθούν ανά πάσα στιγμή. Από αυτήν την άποψη, στην Ευρώπη, ιδίως στα μεγαλύτερα αστικά συγκροτήματα, καθόμαστε πάνω σε μια πυριτιδαποθήκη την οποία δεν μπορούμε να υποτιμούμε. Ενόψει των συγκρούσεων με εθνοτικά χαρακτηριστικά που ξεσπούν από καιρό σε καιρό, είναι επομένως θετικό το γεγονός ότι η ΕΕ φαίνεται να επιθυμεί επιτέλους να θέσει ερωτήσεις σχετικά με την εθνοτική καταγωγή και τη θρησκεία, στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής απογραφής το 2011. Τα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την εθνοτική και πολιτισμική σύνθεση του μόνιμου πληθυσμού θα μπορούσαν να συμβάλουν στην πρόληψη της βίας.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Είναι πολύ σημαντικό να διαθέτουμε αξιόπιστα στοιχεία όσον αφορά τον πληθυσμό και τη στέγαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά είναι ύψιστης σημασίας για τον προγραμματισμό, τη διαχείριση και τον έλεγχο διαφόρων πολιτικών, οι οποίες περιλαμβάνουν συχνά μια ευρωπαϊκή συνιστώσα. Η ύπαρξη υψηλής ποιότητας ετήσιων εκτιμήσεων όσον αφορά τη σύνθεση του πληθυσμού είναι αναγκαία, διότι τα στοιχεία αυτά έχουν αντίκτυπο σε δύο θεμελιώδεις άξονες της Ευρωπαϊκής Ένωσης: τη δημοκρατική διαδικασία της Ένωσης, ως προς την οποία οι ετήσιες εκτιμήσεις του πληθυσμού χρησιμοποιούνται για τον ακριβή υπολογισμό της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο, αλλά και με σκοπό τη σύγκλιση των διαρθρωτικών ταμείων, την κύρια προτεραιότητα της πολιτικής συνοχής της ΕΕ, και ειδικότερα για τον καθορισμό των περιοχών οι οποίες είναι επιλέξιμες.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι η πρόταση αυτή έχει ιδιαίτερη πολιτική σπουδαιότητα στο μέτρο που μας βοηθά να ανταποκρινόμαστε με μεγαλύτερη συνέπεια στα κριτήρια που σχετίζονται με τη δημοκρατία, την ανάπτυξη και τη συνοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Elisabeth Schroedter (Verts/ALE), γραπτώς. – (DE) Αποτελεί επιτυχία για την Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία το γεγονός ότι η συγκεκριμένη πρόταση κανονισμού της Επιτροπής δεν αντιμετωπίστηκε απλώς ως θέμα ρουτίνας από το Κοινοβούλιο.
Με την επιμονή μας, εμείς οι Πράσινοι κατορθώσαμε να εξασφαλίσουμε ότι ο εν λόγω κανονισμός θα εγγυάται την προστασία κατά τη συλλογή ευαίσθητων δεδομένων στον τομέα των απογραφών πληθυσμού και στέγασης. Το προαιρετικό παράρτημα, το οποίο επέτρεπε τη συλλογή μικροδεδομένων και την υποβολή ερωτήσεων για εξαιρετικά ευαίσθητα θέματα, όπως η σεξουαλική συμπεριφορά και ο γραμματισμός, έχει διαγραφεί εξ ολοκλήρου.
Επιπλέον, χάρη στην πίεση των Πρασίνων, κλήθηκε σε δύο περιπτώσεις να γνωμοδοτήσει ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων. Κατά την εκτίμησή του, η προστασία των δεδομένων έχει ληφθεί επαρκώς υπόψη στο τροποποιημένο σχέδιο που βρίσκεται τώρα ενώπιον του Κοινοβουλίου. Για παράδειγμα, ο κανονισμός περιλαμβάνει την τροπολογία μας που αναφέρεται στην τήρηση των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων τόσο στα κράτη μέλη όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, υπάρχουν πλέον σαφείς αναφορές σε διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων όσον αφορά τη μετάδοση και επεξεργασία τους.
Με αυτήν την πρόσθετη υποστήριξη, ο κανονισμός προσφέρει τώρα το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα – δηλαδή όχι τη συλλογή νέων δεδομένων, αλλά απλώς την τυποποίηση της συλλογής στατιστικών δεδομένων όσον αφορά τα σημαντικότερα κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των περιφερειών που διεξάγεται ήδη σε εθνικό επίπεδο, προκειμένου να είναι δυνατή η πραγματοποίηση συγκρίσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η τυποποίηση των δεδομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα εξασφαλίσει την αποτελεσματική διάθεση περιφερειακής χρηματοδότησης στις περιφέρειες που την έχουν περισσότερο ανάγκη.
Lars Wohlin (PPE-DE), γραπτώς. – (SV) Αιτιολόγηση ψήφου όσον αφορά την πρόταση σχετικά με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης.
Σήμερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε σε πρώτη ανάγνωση όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής για τη θέσπιση νέου κανονισμού σχετικά με τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης.
Η εν λόγω πρόταση στηρίζεται σε καλές προθέσεις, αποβλέποντας στη διευκόλυνση της σύγκρισης των στατιστικών στοιχείων που αφορούν τις απογραφές πληθυσμού και στέγασης. Εντούτοις, το τελικό αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά εκτεταμένο όσον αφορά το εύρος των πληροφοριών που ζητούνται. Στην πρότασή της, η Επιτροπή δήλωσε ότι κάθε κράτος μέλος πρέπει να συλλέγει πληροφορίες για τους πολίτες του, όπως ο γενετήσιος προσανατολισμός, η ημερομηνία του πρώτου γάμου των γυναικών καθώς και του τρέχοντος γάμου, η εθνικότητα, η θρησκεία και ο αριθμός των τέκνων που γεννήθηκαν ζωντανά.
Προκαλεί έντονη κατάπληξη η υποβολή από την Επιτροπή μας μιας πρότασης η οποία περιλαμβάνει τόσο διεισδυτικές ερωτήσεις και συνιστά στην πράξη καταγραφή των πολιτών.
Σήμερα το Κοινοβούλιο αφαίρεσε από το κείμενο ορισμένες από τις πιο λεπτομερείς ερωτήσεις. Εντούτοις, επέλεξα να καταψηφίσω την πρόταση στο σύνολό της, καθώς εξακολουθεί να είναι υπερβολική.
- Ψήφισμα σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας (B6-0073/2008)
Giles Chichester (PPE-DE), γραπτώς. – (EN) Οι βρετανοί Συντηρητικοί υποστηρίζουμε με συνέπεια τους στόχους και τις βασικές πολιτικές της στρατηγικής της Λισαβόνας. Ειδικότερα, έχουμε υπογραμμίσει τη σημασία μιας πλήρως λειτουργικής κοινής αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών, για τη διαμόρφωση βελτιωμένου επιχειρηματικού περιβάλλοντος (ιδίως για τις ΜΜΕ), την προώθηση της καινοτομίας και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που να εστιάζονται στις ικανότητες, την ευελιξία και την ενθάρρυνση για τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.
Υπερψηφίσαμε, για μία ακόμη φορά, αυτήν την ετήσια πρόταση ψηφίσματος σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας, καταδεικνύοντας την αμέριστη στήριξή μας για τον γενικό στόχο της μεταρρύθμισης. Εντούτοις, αυτό δεν σημαίνει ότι στηρίζουμε όλες τις λεπτομερείς συστάσεις που έχουν συμπεριληφθεί στο κείμενο. Ειδικότερα, διαφωνούμε πλήρως με τα πρόσθετα κοινωνικά μέτρα (εκτός από τη δυνατότητα μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων) που ορίζονται στην αρχική μορφή του άρθρου 41.
Απορρίπτουμε επίσης την ενσωμάτωση των μεταφορών στη Συνθήκη της Λισαβόνας, όπως ορίζεται στο άρθρο 27, και επαναλαμβάνουμε με την ευκαιρία αυτή την ισχυρή μας πεποίθηση ότι, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτή η Συνθήκη πρέπει να επικυρωθεί από το εκλογικό σώμα μέσω δημοψηφίσματος.
Edite Estrela (PSE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το κείμενο του ψηφίσματος σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας και τη συμβολή στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2008, διότι θεωρώ ότι η ανανεωμένη στρατηγική της Λισαβόνας ενισχύει τους φιλόδοξους στόχους που αφορούν το σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας και μοιάζουν αναγκαίοι για την ανταπόκριση στις ευκαιρίες και τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, των δημογραφικών μεταβολών, των κοινωνικών ανισοτήτων, της αλλαγής του κλίματος, της ενεργειακής ασφάλειας, της ασφάλειας των τροφίμων, της οικονομικής ανάπτυξης και της ένταξης των μεταναστών.
Η αυστηρή εφαρμογή της στρατηγικής της Λισαβόνας θα έχει, ως εκ τούτου, αποφασιστικό ρόλο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικής θέσης της Ευρώπης στην παγκόσμια αγορά μέσω της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης, της μείωσης της φτώχειας και της κοινωνικής ένταξης.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Καταρχάς, μας λυπεί το γεγονός ότι η πρόταση ψηφίσματος την οποία παρουσιάσαμε σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας απορρίφθηκε, γεγονός που καθίσταται ακόμη πιο σοβαρό καθώς εισερχόμαστε στον τελευταίο κύκλο της στρατηγικής της Λισαβόνας.
Για μία ακόμη φορά η πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απορρίπτει μια αλλαγή πολιτικής και εκφράζει την πλήρη στήριξη και συμμετοχή της στις πολιτικές που ακολουθούνται μέχρι σήμερα: απορρύθμιση των αγορών και των εργασιακών σχέσεων, ελευθέρωση των αγαθών και των βασικών υπηρεσιών (ταχυδρομικές υπηρεσίες, μεταφορές, τηλεπικοινωνίες, ενέργεια κλπ.) και παράδοσή τους σε ιδιωτικές εταιρείες, πρακτικές οι οποίες αποβαίνουν εις βάρος των φορολογουμένων, των εργαζομένων και του λαού.
Όπως μπορεί να διαπιστωθεί στην Πορτογαλία, αυτή η χαρακτηριστικά νεοφιλελεύθερη πολιτική επεκτείνεται σε ολοένα και περισσότερους τομείς. Παρακολουθούμε την αυξανόμενη εμπορευματοποίηση της υγείας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και την αύξηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τώρα, ασκείται επίσης πίεση για την ενίσχυση της εξωτερικής συνιστώσας της στρατηγικής της Λισαβόνας, που συνίσταται στην επιβολή σε τρίτες χώρες, πολλές εκ των οποίων είναι λιγότερο αναπτυγμένες, οικονομικών και πολιτικών όρων βάσει των οποίων απαιτείται το άνοιγμα των αγορών τους προς όφελος των μεγάλων ευρωπαϊκών πολυεθνικών.
Małgorzata Handzlik (PPE-DE), γραπτώς. – (PL) Το ψήφισμα σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας περιλαμβάνει πολλές σημαντικές διατάξεις για τους επιχειρηματίες και τους καταναλωτές. Μια πρωτοβουλία που αξίζει να σημειωθεί και να υποστηριχθεί είναι η πρωτοβουλία για την Πράξη για τις Μικρές Επιχειρήσεις, η οποία εκφράζει τη φιλοσοφία της αρχής «σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα». Ευελπιστώ ότι η εν λόγω πρωτοβουλία θα εφαρμοστεί γρήγορα και αποτελεσματικά, με την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων. Δεν χρειάζεται να σας υπενθυμίσω εν προκειμένω τη σπουδαιότητα του ρόλου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην οικονομική ζωή, ή το πόσο σημαντικό είναι για το μέλλον της Ευρώπης να δοθεί στις επιχειρήσεις αυτές ειδικό και προνομιακό καθεστώς.
Θέλω επίσης να επιστήσω την προσοχή στην προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων. Όλοι γνωρίζουμε ότι, σε σύγκριση με αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών, το ευρωπαϊκό σύστημα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, με την εξαιρετική έλλειψη συνοχής του, αποτελεί μεγάλο πονοκέφαλο για ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες επιβραδύνοντας σαφώς την καινοτομία και την έρευνα σε ευρύ φάσμα τομέων, και αυτό βλάπτει ολόκληρη την ήπειρό μας. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να σχεδιάσουμε κοινές προτάσεις και λύσεις για την τρέχουσα κατάσταση, έτσι ώστε όλοι οι καταναλωτές στην ΕΕ να μπορούν να επωφεληθούν από νέα και σύγχρονα προϊόντα σε τιμές προσιτές για την αγοραστική δύναμη του μέσου καταναλωτή.
Stanisław Jałowiecki (PPE-DE), γραπτώς. – (PL) Απείχα από την ψηφοφορία επί του ψηφίσματος σχετικά με το πρόγραμμα της Λισαβόνας. Εξεπλάγην μάλιστα όταν διάβασα ειδικότερα την παράγραφο 3. Η εν λόγω παράγραφος μας ενημερώνει ότι, για να εγγυηθούμε την επιτυχία αυτού του προγράμματος, πρέπει επίσης να ενισχύσουμε την οικονομική μεγέθυνση στην Ευρώπη. Η έκπληξή μου αφορά μια φαινομενικά ασήμαντη λέξη: το «επίσης».
Μέχρι σήμερα ζούσα με την πεποίθηση ότι η μεγέθυνση ήταν ο βασικός στόχος, και ότι η επιδίωξη ήταν να καλύψουμε τη διαφορά που μας χωρίζει από ορισμένες χώρες, και όχι να αφήσουμε άλλους να καλύψουν τη διαφορά που τους χωρίζει από εμάς. Αν διαβάσουμε προσεκτικά το σχέδιο ψηφίσματος διαπιστώνουμε ότι, δυστυχώς, αυτό δεν αποτελεί απλή παράλειψη, αλλά επιβεβαίωση ενός κανόνα. Στο κείμενο αυτό βρίσκουμε ισχυρισμούς που μπορούν να ενταχθούν με επιτυχία σε δεκάδες άλλα ψηφίσματα. Συχνά πρόκειται για στοιχεία που αναμφίβολα εμποδίζουν αυτήν τη μεγέθυνση. Αυτό που στην πράξη έχουμε εν προκειμένω είναι ένας κατάλογος επιθυμιών που θα μπορούσαμε να καταρτίσουμε για την Ευρώπη σε πολλές άλλες περιπτώσεις, και όχι μόνο κατά τη συζήτηση του προγράμματος της Λισαβόνας.
Υπάρχει, ωστόσο, μια εξαίρεση: η πρόοδος ως προς την εφαρμογή του προγράμματος της Λισαβόνας. Το συγκεκριμένο απόσπασμα του ψηφίσματος είναι πολύ σημαντικό, δυστυχώς όμως τα συμπεράσματα δεν είναι αισιόδοξα. Δεν γνωρίζουμε πώς να μετρήσουμε αυτήν την πρόοδο, εάν έχει όντως σημειωθεί πρόοδος. Δεν υφίσταται κατάλληλος μηχανισμός ελέγχου. Τούτο σημαίνει ότι από την προσπάθειά μας απουσιάζουν τα σημεία αναφοράς. Αντιμετωπίζουμε προβλήματα όσον αφορά την αξιολόγηση. Δεν γνωρίζουμε αν προχωρούμε προς τα εμπρός ή αν μένουμε στάσιμοι. Φρονώ ότι, ως Κοινοβούλιο, έπρεπε να ασχολούμαστε με αυτήν την πτυχή πάνω από όλα.
Othmar Karas (PPE-DE), γραπτώς. – (DE) Τη Δευτέρα, η Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έδωσε το πράσινο φως για την τελική αποδοχή της νομικής βάσης του ΕΙΤ. Τούτο σημαίνει ότι όλα τα ζητήματα που άπτονται της χρηματοδότησης και της εσωτερικής οργάνωσης του EIT έχουν αντιμετωπιστεί, και μπορεί να ξεκινήσει η υλοποίησή του.
Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας και Τεχνολογίας είναι κεντρική συνιστώσα της προσπάθειας να προαγάγουμε περισσότερο την οικονομία μας, την επιστήμη μας και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης στην Ευρώπη. Συνεπώς, επιβάλλεται να ληφθεί αμέσως η απόφαση σχετικά με την έδρα του ΕΙΤ.
Καλώ τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ να συμφωνήσουν στον καθορισμό συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος γι’ αυτήν την απόφαση στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η απόφαση πρέπει να ληφθεί κατά τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ του Ιουνίου, το αργότερο. Ο αυστριακός ομοσπονδιακός καγκελάριος, κ. Gusenbauer, πρέπει επίσης να μετάσχει στον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος, καθόσον η Αυστρία έχει υποβάλει μια πολύ κατάλληλη αίτηση.
Το χρονοδιάγραμμα για τη λήψη αυτής της απόφασης πρέπει να καθοριστεί κατά την εαρινή σύνοδο κορυφής και να αποτελέσει τμήμα των συμπερασμάτων της συνόδου κορυφής. Ενόψει της εξαιρετικής υποψηφιότητας της Βιέννης για τη φιλοξενία του ΕΙΤ, ο καγκελάριος Gusenbauer φέρει μεγάλη ευθύνη, ώστε να διασφαλιστεί η ταχεία λήψη της απόφασης και ο καθορισμός ακριβούς χρονοδιαγράμματος.
David Martin (PSE), γραπτώς. – (EN) Ενόψει της ανανέωσης της στρατηγικής της Λισαβόνας υπογραμμίζω την ανάγκη ουσιαστικής ενημέρωσης των ολοκληρωμένων κατευθυντηρίων γραμμών πολιτικής, σε συνδυασμό με την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον έλεγχο της παρακολούθησης της στρατηγικής. Η προσοχή μας πρέπει να εστιαστεί στην επίτευξη μιας κοινωνικά ευαίσθητης Ευρώπης η οποία αντιμετωπίζει τα τρέχοντα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε χωρίς να περιθωριοποιεί τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Η ανάγκη ενίσχυσης ενός καθεστώτος ελάχιστου μισθού σε όλα τα κράτη μέλη είναι ένας από τους βασικούς τρόπους με τους οποίους μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι πολίτες της Ευρώπης απολαμβάνουν αξιοπρεπές βασικό επίπεδο διαβίωσης. Θεωρώ το ψήφισμα ικανοποιητικό και το υπερψήφισα.
Αθανάσιος Παφίλης (GUE/NGL), γραπτώς. – Οι κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις ανταγωνίζονται για το ποιος θα υποστηρίξει περισσότερο τα συμφέροντα και τις επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου, υπερβάλουν και την ίδια την Κομισιόν στην προώθηση της αντεργατικής αντιλαϊκής στρατηγικής της Λισαβόνας.
Το επαίσχυντο ψήφισμα δεν χύνει καν τα «κατά συνθήκη» κροκοδείλια δάκρυα για την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Αντίθετα, απαιτεί να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις σε αγορές εργασίας και συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, υπερθεματίζει τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής, ζητά υιοθέτηση των οδηγιών σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας και τις συνθήκες εργασίας για τους προσωρινά απασχολούμενους και καλεί τα κράτη μέλη να θέσουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στο επίκεντρο της χάραξης πολιτικής τους και να καταστήσουν την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς κορυφαία οικονομική και πολιτική τους προτεραιότητα.
Για την προώθηση αυτών και άλλων αντεργατικών μέτρων και πολιτικών πιστεύει ότι το κατάλληλο μέσο είναι η ταξική συνεργασία που επιτυγχάνεται με διεύρυνση κοινωνικού διαλόγου και την διαμόρφωση κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ επιχειρήσεων- εργαζομένων.
Οι εργαζόμενοι έχουν τη πείρα 7 χρόνων εφαρμογής αυτής της στρατηγικής και της επιδείνωσης που προκάλεσε στο βιοτικό τους επίπεδο και στα εργασιακά συνταξιοδοτικά και κοινωνικά τους δικαιώματα. Γι’ αυτό απορρίπτουν την στρατηγική της Λισαβόνας και αγωνίζονται ενάντια στα συμφέροντα του κεφαλαίου, και την ίδια την ΕΕ που τα υπηρετεί.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Παρότι ψήφισα υπέρ του κειμένου της πρότασης ψηφίσματος που υποστήριξε η πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών ομάδων, καθόσον συμφωνώ με την εποικοδομητική προσέγγιση και την ουσία των συστάσεων, ειδικότερα όσον αφορά την ανάγκη ενίσχυσης των επενδύσεων στους τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και της ανάπτυξης, καθώς και των πολιτικών προώθησης της γνώσης, μέσω του ανοίγματος των αγορών και της αύξησης της ευελιξίας, με ασφάλεια, στις αγορές εργασίας, δεν παύω να έχω την εντύπωση ότι ορισμένα από τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο εναλλακτικό ψήφισμα πρέπει να μας προκαλούν ανησυχία. Γι’ αυτό ακριβώς δεν μπόρεσα να υποστηρίξω το ψήφισμα της Κομμουνιστικής Ομάδας.
Δύο χρόνια πριν από την εκπνοή του προγράμματος της Λισαβόνας, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι στόχοι που είχαν τεθεί –οι οποίοι ήταν φιλόδοξοι– απέχουν πολύ από το να έχουν επιτευχθεί (και η σχετική επιτάχυνσή μας έναντι της επιβράδυνσης της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι κάτι που πρέπει να μας προκαλεί ικανοποίηση). Φρονώ ότι θα ήταν, συνεπώς, καλύτερο να αναγνωρίσουμε επιτέλους την ανάγκη να ακολουθήσουμε την πορεία που είχε περιγραφεί αλλά δεν ακολουθήθηκε, αντί να προσπαθούμε να καταβάλουμε μια τελική προσπάθεια για να επιτύχουμε σε δύο χρόνια όσα δεν καταφέραμε να επιτύχουμε σε οκτώ χρόνια. Οι λόγοι και οι συνθήκες που δικαιολογούσαν τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα της Λισαβόνας εξακολουθούν να υπάρχουν –αν δεν έχουν ενισχυθεί ακόμη περισσότερο– οπότε η ορθή πορεία έχει περιγραφεί και μένει μόνο να την ακολουθήσουμε στην πράξη.
Olle Schmidt (ALDE), γραπτώς. – (SV) Ένα ψήφισμα σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας θα είναι αναπόφευκτα εκτεταμένο αν συμπεριληφθούν όλα τα θέματα που μας απασχολούν. Αυτό είναι εμφανές επίσης στο τελικό αποτέλεσμα. Εντούτοις, η έκθεση περιλαμβάνει πολλά σημαντικά και αναγκαία στοιχεία, και γι’ αυτό παρείχα ευχαρίστως τη στήριξή μου. Πάνω από όλα, αυτό ισχύει για τα πιο φιλόδοξα σημεία που καταδεικνύουν ότι το Κοινοβούλιο εξελίσσεται και ακολουθεί τις τάσεις της εποχής, όπως τα περιβαλλοντικά θέματα και η σύνδεση με τη μεγέθυνση. Η συζήτηση σχετικά με την «ευελιξία με ασφάλεια» που καθίσταται πλέον πιο έντονη καταδεικνύει επίσης το σημαντικό –ίσως μάλιστα το σημαντικότερο όλων– θέμα του πώς μπορούν να συνδυαστούν ο ανταγωνισμός και η ασφάλεια. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, δεν χτίζουμε το μέλλον με βάση τον προστατευτισμό και τη γραφειοκρατία αλλά με βάση τον ανοικτό χαρακτήρα, την πρόσβαση και την εξασφάλιση καλών συνθηκών τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις επιχειρήσεις.
Θέλω, πάντως, να καταστήσω σαφές ότι η ψήφος μου υπέρ της τροπολογίας 12 δεν πρέπει να ερμηνευθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο ως υποστήριξη της θέσπισης ελαχίστων μισθών στην ΕΕ. Απεναντίας, αποτελούσε διευκρίνιση της θέσης ότι οι συλλογικές συμφωνίες μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στο ευρωπαϊκό μοντέλο. Αυτό το κατέστησα επίσης σαφές σήμερα, στην τροπολογία 32 στην έκθεση σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τη μεγέθυνση και την απασχόληση, η οποία ήταν ειδικά αφιερωμένη σε αυτό το θέμα.
Catherine Stihler (PSE), γραπτώς. – (EN) Η στρατηγική της Λισαβόνας είναι αναγκαία για τη μελλοντική επιτυχία της ΕΕ. Έχει ζωτική σημασία να τηρήσουν όλα τα κράτη μέλη τη δέσμευσή τους να καταστήσουν την ΕΕ την πιο δυναμική κοινωνία της γνώσης παγκοσμίως.
Silvia-Adriana Ţicău (PSE), γραπτώς. – (RO) Το ψήφισμα σχετικά με τη στρατηγική της Λισαβόνας αποτελεί έκφραση της επιθυμίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους τους ευρωπαίους πολίτες μέσω της δημιουργίας νέων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων απασχόλησης, καθώς και μέσω της ενίσχυσης των επενδύσεων στην έρευνα, την καινοτομία και την κοινωνία της πληροφορίας.
Στο σημείο 37 του ψηφίσματος υπογραμμίζεται η σημασία της πολιτικής μεταφορών για την καταπολέμηση των κλιματικών μεταβολών και ζητείται να υποβάλλονται τα διευρωπαϊκά δίκτυα σε επαρκή αξιολόγηση του περιβαλλοντικού τους αντικτύπου.
Ψήφισα υπέρ της τροπολογίας αριθ. 12, όπως τροποποιήθηκε προφορικώς από την Ομάδα του Κόμματος των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, διότι έτσι τα κράτη μέλη καλούνται «να διασφαλίσουν τις προϋποθέσεις για κοινωνική και οικονομική συμμετοχή όλων και, ιδίως, να θεσπίσουν ρυθμίσεις όπως ο ελάχιστος μισθός, άλλες νομικές και γενικά δεσμευτικές ρυθμίσεις ή συλλογικές συμφωνίες σύμφωνα με τις εθνικές παραδόσεις που δίνουν τη δυνατότητα στους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση να εξασφαλίζουν αξιοπρεπώς το ζην από την εργασία τους».
Ψήφισα υπέρ της πρότασης ψηφίσματος με την πεποίθηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μόνο μια κοινή αγορά, η οποία στηρίζεται στον ανταγωνισμό, αλλά ότι πρέπει επίσης να είναι μια κοινωνική Ευρώπη στην οποία όλοι οι πολίτες είναι ενταγμένοι στην οικονομική και κοινωνική ζωή και εξασφαλίζουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Lars Wohlin (PPE-DE), γραπτώς. – (SV) Η στρατηγική της Λισαβόνας βρίσκεται πλέον σε εφαρμογή από το 2000 και τα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη διαπιστώσει σαφή αποτελέσματα. Η τρέχουσα πρόταση προωθεί ένα νέο σχέδιο το οποίο επεκτείνεται ώς το 2013.
Πιστεύω στον θεσμικό ανταγωνισμό. Η στρατηγική της Λισαβόνας περιλαμβάνει στόχους οι οποίοι είναι θετικοί και αξίζει να αναπτυχθούν, όπως η πρόταση για αύξηση των επενδύσεων για την έρευνα και την ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, τα σημεία που αφορούν την «κοινωνική Ευρώπη» δεν υπάγονται στις αρμοδιότητες σε επίπεδο ΕΕ και οι σχετικές αποφάσεις πρέπει να επαφίενται στα επιμέρους κράτη μέλη.
Ένα περαιτέρω πρόβλημα του ψηφίσματος είναι το γεγονός ότι περιλαμβάνει πολλές αόριστες διατάξεις, οι οποίες επιτρέπουν στην Επιτροπή να ερμηνεύει και να αιτιολογεί μέτρα τα οποία δεν έχουμε ζητήσει.
Η βασική μου άποψη είναι ότι οι ίδιες οι χώρες πρέπει να καταρτίσουν μια αναπτυξιακή στρατηγική σύμφωνα με τις επιλογές τους στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού συστήματος. Ορισμένες χώρες επιλέγουν μια πιο σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση, ενώ άλλες υιοθετούν κατεύθυνση άκρως φιλελεύθερη και προσανατολισμένη στην αγορά. Πρέπει να σεβόμαστε και τις δύο προσεγγίσεις. Το βασικό είναι ότι οι σχετικές αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, επέλεξα να απορρίψω την πρόταση στο σύνολό της.
Jan Andersson, Göran Färm, Anna Hedh, Inger Segelström και Åsa Westlund (PSE), γραπτώς. – (SV) Εμείς, οι σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες, επιλέξαμε να ψηφίσουμε υπέρ της έκθεσης 29/2008 στο σύνολό της.
Ωστόσο, καταψηφίσαμε την τροπολογία 32 της Ομάδας των Πρασίνων σχετικά με το θέμα του ελάχιστου μισθού ως τμήμα του ευρωπαϊκού μοντέλου.
Αντιλαμβανόμαστε ότι το θέμα των ελάχιστων μισθών είναι σημαντικό σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ.
Θεωρούμε, εντούτοις, ότι κάθε κράτος μέλος πρέπει να αποφασίζει ανεξάρτητα για τον τρόπο χειρισμού του.
Στη Σουηδία αντιμετωπίζουμε το θέμα καλύτερα μέσω συλλογικών συμφωνιών τις οποίες διαπραγματεύονται οι κοινωνικοί εταίροι.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Εκφράζοντας τα συμφέροντα, τις φιλοδοξίες και τις απαιτήσεις των μεγάλων εργοδοτικών οργανώσεων, η πλειοψηφία των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εμμένει στην υλοποίηση της στρατηγικής της Λισαβόνας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομία και την εμβάθυνση των συναφών νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Συνεπώς, ακόμα και μπροστά στο φάσμα της οικονομικής κρίσης και της παύσης της οικονομικής μεγέθυνσης, επιμένουν στις συγκρατήσεις των μισθών, τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών και τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης ως κύριους άξονες ανάπτυξης, σε συνδυασμό με την άρση των εμποδίων στον ανταγωνισμό και την πρόσβαση στην αγορά, που ισοδυναμεί με ελευθέρωση των δημοσίων υπηρεσιών. Όλα αυτά συνοδεύονται από ακόμα μεγαλύτερη εργασιακή ανασφάλεια, εμμονή στην έννοια της «ευελιξίας με ασφάλεια» και στον εκσυγχρονισμό των συνταξιοδοτικών συστημάτων, που ισοδυναμούν με απαξίωση και αποδιάρθρωση του συστήματος καθολικής δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης προς όφελος των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών.
Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να επιτύχουν αυτούς τους στόχους, συνιστούν τον αυξημένο έλεγχο και την άσκηση ακόμα μεγαλύτερης πίεσης στα κράτη, σαν να μην είχαν οι ίδιοι μερίδιο ευθύνης για την υιοθέτηση αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών. Ενώ προσποιούνται ότι δεν καταλαβαίνουν τον βαθύτατο αντίκτυπο που θα έχουν οι πολιτικές αυτές στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση των κρατών μελών, συνεχίζουν να προωθούν τις ίδιες συνταγές, τις οποίες απορρίπτουμε κατηγορηματικά.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Καταψηφίσαμε την έκθεση αυτή, η οποία υπαγορεύει στα κράτη μέλη το περιεχόμενο των οικονομικών και κοινωνικών τους πολιτικών τα επόμενα τρία χρόνια.
Η στιγμή αυτή είναι κατάλληλη για να επισημάνουμε και πάλι ότι τα πάντα, χωρίς καμία εξαίρεση, εκτός από το κοινό νόμισμα και τα όσα αυτό επιβάλλει στα κράτη μέλη, αποφασίζονται πλέον στις Βρυξέλλες. Πλέον δεν τίθενται απλώς στόχοι τους οποίους πρέπει να επιτύχουν τα κράτη μέλη (μείωση του χρέους ή των ελλειμμάτων των δημοσίων δαπανών, καταπολέμηση της ανεργίας, αναθέρμανση της ανάπτυξης και ούτω καθεξής), αλλά εξηγείται στα κράτη μέλη λεπτομερώς τι πρέπει να κάνουν, πώς να το κάνουν, και με ποια μέσα.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές παραμένουν ίδιες τα τελευταία 15 χρόνια: ευελιξία στην απασχόληση, μετανάστευση για την ανανέωση του πληθυσμού και την εξασφάλιση φθηνού εργατικού δυναμικού, απορρύθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, συγκράτηση των μισθών, μαλθουσιανές δημοσιονομικές πολιτικές, ελευθέρωση του εξωτερικού εμπορίου, ανταγωνισμός κλπ. Αυτό το σύστημα είναι πολύ γνωστό, όπως και τα αποτελέσματά του: ανεργία, μείωση της αγοραστικής ικανότητας και αύξηση της φτώχειας, αποβιομηχάνιση, κοινωνική αποσάθρωση κλπ. Είναι, λοιπόν, καιρός να θέσουμε το εξής ερώτημα: τα πράγματα εξελίσσονται άσχημα επειδή τα κράτη μέλη δεν είναι αρκετά συνεπή στο να υπακούουν τις εντολές, ή μήπως είναι υπερβολικά συνεπή και οι εντολές δεν είναι οι σωστές; Θεωρούμε, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, ότι η δεύτερη εξήγηση είναι η ορθή.
Hélène Goudin και Nils Lundgren (IND/DEM), γραπτώς. – (SV) Αυτή η έκθεση πρωτοβουλίας αφορά την αντιμετώπιση πολλών προκλήσεων ενώπιον των οποίων θα βρεθεί στο μέλλον η Ευρώπη, όπως η αυξανόμενη παγκοσμιοποίηση, η γήρανση του πληθυσμού και η αλλαγή του κλίματος. Πολλά από τα προτεινόμενα μέτρα μοιάζουν εύλογα και ενδέχεται να αποτελούν χρήσιμες επιλογές για τα κράτη μέλη.
Η Λίστα του Ιουνίου απορρίπτει τα περίπλοκα φορολογικά συστήματα, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Εντούτοις, είναι υπόθεση καθενός από τα κράτη μέλη να αποφασίσει πώς επιθυμεί να σχεδιάσει τις πολιτικές του προκειμένου να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του μέλλοντος. Οι πιο επιτυχημένες λύσεις προκύπτουν μέσω του θεσμικού ανταγωνισμού, παραδειγμάτων τα οποία μπορούν να εμπνεύσουν άλλους να τα ακολουθήσουν και να οδηγήσουν στην εθελούσια λήψη παρόμοιων μέτρων σε άλλα κράτη μέλη.
Επιλέξαμε να καταψηφίσουμε αυτήν την έκθεση, διότι αφορά θέματα για τα οποία την πολιτική ευθύνη φέρουν τα επιμέρους κράτη μέλη.
Ian Hudghton (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η Ομάδα μου κατέθεσε μια σειρά τροπολογιών για σημαντικά θέματα όπως η αλλαγή του κλίματος, η δικαιότερη κατανομή του πλούτου και οι δικαιότερες αμοιβές, τις οποίες υπερψήφισα.
Janusz Lewandowski (PPE-DE), γραπτώς. – (PL) Κατά το έβδομο έτος εφαρμογής της στρατηγικής της Λισαβόνας, η αξιολόγηση της τρέχουσας κατάστασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει υπόψη τις νέες συνθήκες που χαρακτηρίζουν τη διετία 2007-2008. Ενόψει των εμπειριών του προηγουμένου και του τρέχοντος έτους, με άλλα λόγια της αβεβαιότητας και της αυξημένης επισφάλειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, είναι εύλογο να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη μακροοικονομική σταθερότητα της Κοινότητας.
Η πειθαρχία στη ζώνη του ευρώ, και κυρίως η διατήρηση αυτής της πειθαρχίας, έχει μείζονα σημασία. Παρ’ όλα αυτά, στο πλαίσιο ενός απορρυθμισμένου, διεθνοποιημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος, την κύρια ευθύνη φέρουν τα κράτη μέλη, τα οποία οφείλουν να διατηρούν σε ισορροπία τα δημόσια οικονομικά τους. Στον τομέα αυτόν παρουσιάζονται σημαντικές αδυναμίες, ακόμη και σε χώρες οι οποίες παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως «ατμομηχανές» της ολοκλήρωσης, ιδίως όταν μπορούν να υπολογίζουν σε επιεική πρόστιμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ένα αίτημα που δεν έχει εκπληρωθεί για αρκετά χρόνια είναι η γνήσια ελευθέρωση της αγοράς της ΕΕ, ιδίως της αγοράς υπηρεσιών, η οποία μπορεί να δημιουργήσει πιο ουσιαστικές ανταγωνιστικές πιέσεις και να καταρρίψει εν τέλει τους προστατευτικούς φραγμούς, οι οποίοι δεν συνίστανται πλέον σε κανόνες νομικού χαρακτήρα, καθώς έχουν βρεθεί πιο συγκαλυμμένες μέθοδοι που δυσκολεύουν τη ζωή των ξένων ανταγωνιστών.
Η μη ολοκλήρωση της διαδικασίας διαμόρφωσης μιας εσωτερικής αγοράς στην ΕΕ σημαίνει ότι δεν επιτυγχάνεται η πλήρης εκμετάλλευση του δυναμικού ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας και της δημιουργικότητας σε μια Κοινότητα 27 χωρών. Το κόστος αυτής της αδυναμίας εκτιμάται σε 150 δισ. ευρώ. Αυτό συνιστά επαρκή λόγο ώστε το θέμα της ελευθέρωσης της κοινής αγοράς να βρίσκεται στο επίκεντρο εκθέσεων στις οποίες αξιολογούνται η κατάσταση και οι προοπτικές ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
David Martin (PSE), γραπτώς. – (EN) Χαιρετίζω την έκθεση σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση την περίοδο 2008-2010. Στο τρέχον οικονομικό περιβάλλον, πρέπει να προσφέρουμε στην ΕΕ τα αναγκαία μέσα που θα μας επιτρέψουν να αντεπεξέλθουμε στην κρίση. Ως εκ τούτου, η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει μια κοινωνική Ευρώπη η οποία διαθέτει συντονισμένους μηχανισμούς που να της εξασφαλίζουν υψηλής ποιότητας δημόσιες δαπάνες, έρευνα και καινοτομία, καθώς και εκπαίδευση. Η αλλαγή του κλίματος πρέπει επίσης να ληφθεί πολύ έντονα υπόψη κατά τον σχεδιασμό των οικονομικών προτεραιοτήτων της Ευρώπης, αν επιθυμούμε όντως να αντεπεξέλθουμε στους φιλόδοξους στόχους που έχουμε θέσει.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Δεδομένου ότι το θέμα που απασχολεί την προκειμένη έκθεση είναι, συγκεκριμένα, η εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο της στρατηγικής της Λισαβόνας, οφείλω να παρουσιάσω εδώ μια πιο λεπτομερή εκτίμηση των ανησυχιών, ως πορτογάλου βουλευτή του ΕΚ, για την αδυναμία της χώρας μου να εφαρμόσει επιτυχημένα τη στρατηγική της Λισαβόνας – από την άποψη τόσο των μέτρων όσο και των αποτελεσμάτων.
Φρονώ ότι, από πολλές απόψεις, η κριτική που μπορεί να ασκηθεί στην Πορτογαλία είναι ίδια με την κριτική που μπορούμε και πρέπει να ασκήσουμε στην Ευρώπη συνολικά. Απέχουμε, ωστόσο, πάρα πολύ από την επίτευξη –σύμφωνα δε με ορισμένα κριτήρια, όπως η απασχόληση, απομακρυνόμαστε ακόμα περισσότερο από την επίτευξη– των στόχων της Λισαβόνας, ενώ απέχουμε επίσης πολύ από την υιοθέτηση των ενδεδειγμένων πολιτικών για την επίτευξη αυτών των αποτελεσμάτων. Η ισοσκέλιση των δημοσίων οικονομικών αποτελεί προτεραιότητα, όμως αυτή η ισοσκέλιση πρέπει να επιτευχθεί μέσω της μείωσης της σπατάλης και της απόρριψης μη παραγωγικών δαπανών, καθώς και μέσω της δικαιότερης κατανομής του παραγόμενου εισοδήματος.
Αυτό δεν ενδείκνυται να επιδιωχθεί με την υπερβολική επιβάρυνση των προϋπολογισμών των νοικοκυριών και τη μείωση των υποχρεώσεων του κράτους. Όπως και στον ιδιωτικό τομέα, η ανταγωνιστικότητα και η επιτυχία κερδίζονται με την παροχή καλύτερων υπηρεσιών σε χαμηλότερο κόστος, χωρίς όμως να ακυρώνεται κανένα από τα σκέλη της εξίσωσης.
Luca Romagnoli (NI), γραπτώς. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Starkevičiūtė. Η τρέχουσα διατύπωση των κατευθυντηρίων γραμμών προσφέρει ένα αρκετά ευρύ αλλά αξιόπιστο πλαίσιο για τον χειρισμό των πρόσφατων οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων. Ως εκ τούτου, συμφωνούμε με την πρόταση να μην μεταβληθεί το κείμενο των γενικών προσανατολισμών για τις οικονομικές πολιτικές τον προσεχή τριετή κύκλο, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου.
Η σταθερότητα είναι όντως σημαντική για την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής της Λισαβόνας και των ολοκληρωμένων κατευθυντηρίων γραμμών. Ο νέος αυτός κύκλος πρέπει, συνεπώς, να έχει ως κεντρικό άξονα την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και την επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων. Στηρίζουμε επίσης τις προτάσεις τροπολογιών όσον αφορά την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τις ευρείες κατευθυντήριες γραμμές για τις οικονομικές πολιτικές, καθότι εστιάζονται περισσότερο στο περιεχόμενο των κατευθυντηρίων γραμμών, προκειμένου να ανταποκριθεί η Ευρώπη στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει (παγκοσμιοποίηση, ενίσχυση των βάσεων για την οικονομική ανάπτυξη σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, ταχεία δημογραφική και κοινωνική αλλαγή κ.ο.κ.).
Olle Schmidt (ALDE), γραπτώς. – (SV) Σήμερα ψήφισα υπέρ μιας έκθεσης στην οποία καθορίζονται οι ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση την περίοδο 2008-2010. Αφενός, είδα με ικανοποίηση ορισμένες τροπολογίες της Σοσιαλιστικής Ομάδας στις οποίες τονίζεται η ανάγκη να δημιουργηθεί μια Ευρώπη που θα είναι ευνοϊκή για τις επιχειρήσεις, και οπωσδήποτε για τις μικρές επιχειρήσεις.
Αφετέρου, η ίδια πολιτική ομάδα πρότεινε συγχρόνως πολύ αυστηρότερους κανόνες στον χρηματοοικονομικό τομέα, κανόνες οι οποίοι υποτίθεται ότι προστατεύουν τους καταναλωτές, συνεπάγονται όμως επίσης μείωση των κερδών τους. Η στάση αυτή είναι πιο πιθανό να δημιουργήσει εμπόδια παρά να βοηθήσει, και γι’ αυτό καταψήφισα τη συγκεκριμένη πρόταση. Αν θέλουμε να γίνει πραγματικότητα το ευρωπαϊκό όραμα να καταστούμε ηγετική ανταγωνιστική δύναμη παγκοσμίως, απαιτούνται πολύ πιο επιθετικές επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας, την ενθάρρυνση της έρευνας και της εκπαίδευσης, καθώς και την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που προσφέρει μια πιο πράσινη οικονομία. Ψήφισα, λοιπόν, μαζί με τους Πράσινους, υπέρ της θέσπισης περιβαλλοντικών φόρων σε επίπεδο ΕΕ, αν και υποστήριξα όπως πάντα την ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έναντι των επαναλαμβανόμενων επιθέσεών τους.
Αν υπάρχει κάτι που μας έχει διδάξει η πρόσφατη χρηματοπιστωτική αναταραχή, είναι τα οφέλη που προσφέρει μια ισχυρή κεντρική τράπεζα η οποία μπορεί να αντισταθεί σε βραχυπρόθεσμες λύσεις, για να μην αναφέρουμε καν το σταθεροποιητικό αποτέλεσμα της συμμετοχής σε μια μεγάλη νομισματική ζώνη.
Peter Skinner (PSE), γραπτώς. – (EN) Η αντιπροσωπεία των βρετανών Εργατικών υποστηρίζει τους βασικούς προσανατολισμούς αυτής της έκθεσης, καθόσον συμφωνεί με την προώθηση γενικώς αποδεκτών πολιτικών για την οικονομία της ΕΕ. Ωστόσο, η αντιπροσωπεία του Εργατικού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (EPLP) διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με την παράγραφο 26, στην οποία ζητείται η φορολογική εναρμόνιση/συντονισμός, που αποτελεί αποκλειστικά εθνική αρμοδιότητα. Συνεπώς, η αντιπροσωπεία του Εργατικού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να απόσχει από την ψηφοφορία επί της συγκεκριμένης παραγράφου.
Catherine Stihler (PSE), γραπτώς. – (EN) Όσον αφορά την παράγραφο 26, η τροπολογία αναφέρεται σε μια κοινή ενοποιημένη φορολογική βάση για τις εταιρείες. Διαφωνώ με το σημείο αυτό, διότι φρονώ ότι πρόκειται για θέμα που πρέπει να αποφασίζεται από τα επιμέρους κράτη μέλη. Απείχα, λοιπόν, από την ψηφοφορία επί της συγκεκριμένης παραγράφου.
Silvia-Adriana Ţicău (PSE), γραπτώς. – (RO) Στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση εξετάζονται οι γενικοί προσανατολισμοί τους οποίους πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών και της Κοινότητας την περίοδο 2008-2010.
Ψήφισα υπέρ της αιτιολογικής σκέψης 26, σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, διότι υπογραμμίζει την ανάγκη για «συντονισμένο φορολογικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων για τον φόρο εταιρειών, που πρέπει να είναι ευνοϊκό προς τις εταιρείες, ιδίως τις μικρές και μεσαίες, και να είναι προσανατολισμένο στην ανανέωση της ανάπτυξης και τη δημιουργία απασχόλησης».
Ψήφισα επίσης υπέρ της τροπολογίας 23, διότι «ζητά η κατανομή των εισοδημάτων και του πλούτου να γίνεται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει τη δικαιότερη κατανομή των ωφελημάτων της οικονομικής ανάπτυξης». Η τροπολογία υποστηρίζει ότι ο ελάχιστος μισθός σε κάθε χώρα, σύμφωνα με το ΑΕγχΠ ανά κάτοικο, θα μπορούσε να είναι ένας πρόσφορος τρόπος για να εξασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης μπορούν να κερδίζουν τα προς το ζην από την εργασία τους, πράγμα που μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί στοιχείο του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Κατά συνέπεια, ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης με την πεποίθηση ότι η οικονομική ασφάλεια όλων των ευρωπαίων πολιτών, η κοινωνική ένταξη, η ισότητα των φύλων και η δημιουργία μιας οικονομίας της αγοράς θα επιτρέψουν στην Ένωση να καταστεί διεθνές οικονομικό και κοινωνικό πρότυπο.
Adam Bielan (UEN), γραπτώς. – (PL) Υποστήριξα την έκθεση του κ. Özdemir επειδή ένα από τα πιο πιεστικά πολιτικά προβλήματα που απασχολούν την Ευρώπη είναι η εγγύηση της ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ. Η διαφοροποίηση της προμήθειας ενεργειακών πρώτων υλών στην ΕΕ είναι ένας τρόπος για να ανεξαρτητοποιηθούμε από τη Ρωσία, και το βασικό μέτρο προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η εφαρμογή μιας κοινής πολιτικής της ΕΕ έναντι της Κεντρικής Ασίας. Η απουσία κοινής πολιτικής της ΕΕ σε αυτόν τον τομέα γίνεται αντικείμενο επιθετικής εκμετάλλευσης από τη Ρωσία, ενώ τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ παραμένουν αδρανή. Έργα όπως η επέκταση του αγωγού Οδησσού-Μπρόντι έως το Γκντανσκ, ή ο αγωγός Nabucco, δεν είναι πλέον ιδιαιτέρως ρεαλιστικά λόγω των ενεργειών ρωσικών επιχειρήσεων οι οποίες ελέγχονται από τις ειδικές υπηρεσίες.
Bernadette Bourzai (PSE), γραπτώς. – (FR) Θέλω να συγχαρώ τον κ. Özdemir για την έκθεση πρωτοβουλίας του σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία. Κατά τη γνώμη μου, αποσαφήνισε πλήρως τους στόχους και τις προτεραιότητες για τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με καθεμία από τις πέντε χώρες της Κεντρικής Ασίας. Επεσήμανε σωστά την ανάγκη για μια συνεπέστερη περιφερειακή προσέγγιση σε αυτήν τη στρατηγική περιοχή, δίνοντας επίσης έμφαση στις διαφορές μεταξύ των χωρών.
Συμφωνώ με τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης, ιδίως όσον αφορά την ανάγκη εξάλειψης της φτώχειας, βελτίωσης της δημόσιας υγείας και της πρωτοβάθμιας σχολικής εκπαίδευσης, καθώς και την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων εις βάρος των γυναικών και των μειονοτήτων.
Είναι επίσης σημαντικό το γεγονός ότι στην έκθεση υπογραμμίζεται η ανάγκη να επιτευχθεί πρόοδος όσον αφορά τη δημοκρατία, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις θεμελιώδεις ελευθερίες και το κράτος δικαίου στην περιοχή, και αυτή η πτυχή έχει καίρια σημασία, κατά τη δική μου τουλάχιστον γνώμη.
Στην έκθεση υποστηρίζεται ότι η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας έχει πρωταρχική σπουδαιότητα για τη στρατηγική της Ευρώπης. Παρ’ όλα αυτά, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να επαγρυπνούν και να διασφαλίσουν ότι δεν θα θυσιαστούν ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα στην περιοχή, ούτε το περιβάλλον, προκειμένου να επιτευχθεί η κάλυψη ενεργειακών αναγκών και η σύναψη εμπορικών συμφωνιών.
Patrick Gaubert (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Χαιρετίζω την έγκριση με μεγάλη πλειοψηφία σήμερα της έκθεσης σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβάλλεται να επιδείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις πέντε αυτές χώρες: το Ουζμπεκιστάν, το Κιργιστάν, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Καζαχστάν.
Στην έκθεση πολύ σωστά απευθύνεται έκκληση για διαφοροποίηση της πολιτικής της ΕΕ έναντι κάθε χώρας, και δεν μπορώ παρά να επικροτήσω την υπογράμμιση κριτηρίων όπως η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις εν λόγω χώρες και ο σεβασμός των υποχρεώσεών τους στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ.
Στο κείμενο υπογραμμίζεται επίσης με ιδιαίτερο τρόπο η σημασία των χωρών αυτών για την ΕΕ, τώρα και στο μέλλον, κυρίως όσον αφορά το εμπόριο και την ενέργεια. Η γεωπολιτική κατάσταση στην Κεντρική Ασία είναι τέτοια ώστε η συνεργασία με τις χώρες αυτές πρέπει να ενταθεί, και διμερώς και σε επίπεδο ΕΕ. Στην έκθεση απευθύνεται έκκληση για μεταρρυθμίσεις στους κοινωνικούς τομείς, την υγεία και τη διατροφική ασφάλεια, καθώς και όσον αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς, ώστε να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα, ασφάλεια και ευημερία της περιοχής.
Πρόκειται, λοιπόν, για ένα λεπτομερές κείμενο, στο οποίο καθορίζονται οι τομείς δράσης στους οποίους μπορεί να παράσχει τη συνδρομή της η ΕΕ, προκειμένου να αποκτήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα και αξιοπιστία στην περιοχή.
Pedro Guerreiro (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Σύμφωνα με όσα έχει υιοθετήσει η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ, βλέπουμε ακόμα μία έκθεση που αποτελείται ουσιαστικά από μια συλλογή μέτρων παρέμβασης σε τρίτες χώρες, χωρίς να κρύβεται –το ακριβώς αντίθετο μάλιστα– ο σαφής στόχος να διαμορφωθούν, στο εσωτερικό των οικονομιών των εν λόγω χωρών, ευνοϊκοί όροι για τα συμφέροντα των μεγάλων οικονομικών και χρηματοοικονομικών ομίλων.
Δείτε πώς η έκθεση υποστηρίζει τον σεβασμό των διεθνών προτύπων για τις ξένες επενδύσεις και την παροχή καλύτερης προστασίας για τη δημιουργία άμεσων εξωτερικών επενδύσεων σε αυτές τις χώρες. Είναι σαφές ότι τέτοιου είδους δηλώσεις συνεπάγονται, ούτε λίγο ούτε πολύ, να ιδιωτικοποιήσουν κρατικές τράπεζες(!) και να δημιουργήσουν εθνικές χρηματοπιστωτικές αγορές που θα είναι πράγματι ανταγωνιστικές και ανοικτές στις ξένες τράπεζες(!). Με άλλα λόγια, οι χώρες αυτές βγαίνουν απλώς στο σφυρί...
Επιπλέον, σύμφωνα με τον στόχο που προαναφέρθηκε, τα πρωταρχικά συμφέροντα της ΕΕ καθίστανται εμφανή όσον αφορά τους σημαντικούς ενεργειακούς πόρους των χωρών αυτής της περιοχής, ενώ γίνεται αναφορά στην ανάγκη διασφάλισης του ενεργειακού της εφοδιασμού, χωρίς διατάραξη των διαύλων μεταφοράς και με τη μέγιστη δυνατή συνέπεια.
Βασικά, το κείμενο αντικατοπτρίζει την πραγματική σημασία του πολυδιαφημιζόμενου ρόλου της ΕΕ στον κόσμο, ιδίως όπως εκφράζεται στην προτεινόμενη αυτήν την περίοδο Συνθήκη: τη φιλοδοξία της να εξασφαλίσει την πολιτική και οικονομική της επικυριαρχία.
Ian Hudghton (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Θέλω να συγχαρώ τον συνάδελφό μου, κ. Özdemir, για την έκθεσή του σχετικά με την Κεντρική Ασία, στην οποία παρείχα την πλήρη στήριξή μου. Η δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ, και πρέπει να αποτελούν τον πυρήνα της πολιτικής της ΕΕ για τις σχέσεις της με άλλες περιοχές. Τα κράτη της Κεντρικής Ασίας έχουν προσελκύσει την προσοχή των παγκόσμιων δυνάμεων πρωτίστως λόγω των φυσικών τους πόρων. Η ΕΕ πρέπει να αρθεί πάνω από τέτοιους υπολογισμούς και να επιδιώξει να επενδύσει επίσης στους ανθρώπινους πόρους τους, υπερασπιζόμενη τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Jaromír Kohlíček (GUE/NGL), γραπτώς. – (CS) Ποια ήταν η κληρονομιά της Σοβιετικής Ένωσης στις χώρες της Κεντρικής Ασίας; Ισότητα των γυναικών, κατάργηση της παιδικής εργασίας και του αναλφαβητισμού, και γεωργία μονοκαλλιέργειας. Σε καμία από τις χώρες αυτές δεν έχουν καταφέρει να υπερισχύσουν τα θρησκευτικά στοιχεία.
Η πρώτη προτεραιότητα της ΕΕ είναι η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων των χωρών αυτών, ήτοι του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και του ουρανίου. Μια άλλη προτεραιότητα είναι το κλείσιμο ενός από τους κύριους διαύλους λαθραίας εξαγωγής οπίου από το Αφγανιστάν. Αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους με την άμεση ευθύνη της ΕΕ και των ΗΠΑ για την υποστήριξη της εγκαθίδρυσης αυταρχικών καθεστώτων στις χώρες της περιοχής. Οι επιμέρους χώρες προσπαθούν να περιορίσουν τον πολλαπλασιασμό των τρομοκρατικών ομάδων και τη διάδοση των ιδεών του φανατικού ισλαμισμού, όμως αυτή η κατάσταση έχει αρνητικό αντίκτυπο για την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και της συμμετοχικής δημοκρατίας και τείνει να ενισχύει τη διακυβέρνηση διά της ισχύος.
Παρ’ όλες τις επικρίσεις κατά των χωρών της περιοχής που διατυπώνονται στην έκθεση, πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη τις δύσκολες ιστορικές συνθήκες που αντιμετώπισαν οι χώρες αυτές στην πορεία ανάπτυξής τους. Η ΕΕ πρέπει να τις βοηθήσει να ξεπεράσουν τις συνέπειες πολλών ετών αρνητισμού που προκάλεσε η παρουσία των μεγάλων κρατών της ΕΕ και των ΗΠΑ στο γειτονικό Αφγανιστάν.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ευνοηθεί η Τουρκία ως κύριος δυνητικός μεσολαβητής για την άσκηση θετικής επιρροής στην περιοχή. Η παρούσα κατάσταση όσον αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία οπωσδήποτε δεν δικαιολογεί μια τέτοια προσέγγιση. Απεναντίας, πολύ μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στους παραδοσιακούς δεσμούς με τη Ρωσία. Όσον αφορά τον αγώνα μας κατά της διάδοσης της τρομοκρατίας και των ναρκωτικών στο σύνολο των χωρών της περιοχής αυτής, η Ρωσία είναι ο πιο στενός μας σύμμαχος.
Παρά τις προαναφερθείσες επιφυλάξεις, υποστηρίζω την έγκριση της έκθεσης.
Jörg Leichtfried (PSE), γραπτώς. – (DE) Ψηφίζω υπέρ της πρότασης σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία, καθόσον οι πέντε δημοκρατίες της περιοχής λαμβάνουν επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ιδιαίτερη ευθύνη για την υποστήριξη των χωρών αυτών. Θέλω να υπογραμμίσω τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μεσολαβήτριας μεταξύ των χωρών της Κεντρικής Ασίας, για την εξισορρόπηση των σημαντικών διαφορών μεταξύ των πέντε δημοκρατιών όσον αφορά τις επικρατούσες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Ειδικότερα, θέλω να επισημάνω τη δεινή κατάσταση στον τομέα της υγείας, η οποία αποδίδεται στο στοιχειώδες σύστημα ιατρικής φροντίδας.
Η παροχή πρόσβασης σε καθαρό πόσιμο νερό και η σύνδεση όλων των κατοίκων στο εθνικό δίκτυο αποτελεί πρόβλημα τεράστιας κλίμακας για το Τατζικιστάν, το Ουζμπεκιστάν και τη Δημοκρατία της Κιργιζίας. Θεωρώ σημαντικό το γεγονός ότι η ψήφος μου για μια στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία είναι επίσης ψήφος υπέρ της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης των κατοίκων της Κεντρικής Ασίας όσον αφορά κοινωνικές και νομικές πτυχές, καθώς και πτυχές που αφορούν την υγεία.
David Martin (PSE), γραπτώς. – (EN) Στην έκθεση του κ. Özdemir σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία εξετάζεται ένα θέμα κλειδί στην ημερήσια διάταξη της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. Χαιρετίζω την έμφαση που δίδεται στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας· μια έμφαση που πρέπει να χαρακτηρίζει γενικότερα τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ. Υπάρχουν λίγες ενδείξεις δημοκρατικής προόδου στην περιοχή, κυρίως στο Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν, και οποιαδήποτε στρατηγική συνεργασίας της ΕΕ πρέπει να επιδιώκει την προώθηση στα κράτη αυτά της έννοιας της δημοκρατίας. Όπως σαφώς περιγράφεται στην έκθεση, η Κεντρική Ασία χρειάζεται ενεργό συνεργασία με την ΕΕ στον τομέα της ενέργειας σε μια προσπάθεια να βρεθούν αμοιβαία επωφελείς λύσεις για την τρέχουσα κατάσταση στην αγορά ενέργειας. Συμφωνώ με τις συστάσεις του κ. Özdemir και ψήφισα υπέρ της έκθεσης.
Véronique Mathieu (PPE-DE), γραπτώς. – (FR) Με εξαίρεση τη Δημοκρατία της Κιργιζίας, οι εξελίξεις στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας είναι ανησυχητικές για περισσότερους από έναν λόγους.
Καταρχάς, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, η κακοποίηση πολλών γυναικών (αναγκαστικοί γάμοι, σεξουαλική εκμετάλλευση, βιασμός κλπ.) και η παιδική εργασία στην περιοχή είναι απολύτως απαράδεκτες.
Επίσης, όσον αφορά την υγεία, η αυξημένη εμφάνιση μολυσματικών νόσων (κυρίως HIV) παραμένει ανησυχητική.
Τέλος, η Κεντρική Ασία δεν θα ωφεληθεί από την ουσιαστική ένταξη στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα χωρίς προηγουμένως να προσχωρήσουν και οι πέντε χώρες της περιοχής στον ΠΟΕ (η Δημοκρατία της Κιργιζίας είναι μέλος από το 1998).
Η στρατηγική της ΕΕ για την Κεντρική Ασία μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην οικονομική και ανθρώπινη ανάπτυξη αυτής της περιοχής του κόσμου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρέπει να παραμελήσει την Κεντρική Ασία, η οποία αποτελεί στρατηγικό σταυροδρόμι μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας και παραδοσιακό εταίρο όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις και την ενεργειακή συνεργασία.
Υποστηρίζω σθεναρά την επιθυμία που εκφράζεται σε αυτό το κείμενο να αποσαφηνιστούν οι προτεραιότητες της ΕΕ στην Κεντρική Ασία, να ενισχυθούν τα ευρωπαϊκά προγράμματα που προωθούνται στην περιοχή και να επιταχυνθεί η εφαρμογή τους. Γι’ αυτό ψήφισα υπέρ της έκθεσης.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Ο στρατηγικός προγραμματισμός για τις σχέσεις με την Κεντρική Ασία είναι σίγουρα καλή ιδέα, και είναι όντως απαραίτητος, ιδίως όσον αφορά την οικονομική συνεργασία και το άνοιγμα των αγορών. Θα ήταν επίσης εύλογο να επιταχυνθεί προκειμένου να συμβαδίζουμε με τις εξελίξεις.
Ωστόσο, δεν επιτρέπεται να συνεχιστεί η κατάσταση σύμφωνα με την οποία ορισμένα πρότυπα που ισχύουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο υποβαθμίζονται στην Κεντρική Ασία. Από την άλλη πλευρά, η εφαρμογή στην περιοχή των ίδιων κριτήρια που χρησιμοποιούμε για την Ευρώπη θα συνιστούσε έντονη υπεροψία έναντι των ομάδων πληθυσμών που κατονομάζονται στην έκθεση και των δικαιωμάτων τους για αυτοδιάθεση. Όσον αφορά τον ρόλο των γυναικών, είναι αρκετά αναγκαία η ανάληψη δράσης σε άλλες περιοχές του κόσμου, ειδικά στο σύνολο του αραβικού κόσμου, όπου οι ανάγκες είναι εξαιρετικά πιο επείγουσες.
Εντούτοις, η παιδική εργασία, που είναι διαδεδομένη, κυρίως στην Κίνα, καλύπτεται από τα πρότυπα που ήδη ανέφερα, τα οποία οι εμπορικοί εταίροι μας οφείλουν να τηρούν.
Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του εμπορίου ναρκωτικών, που συνδέονται σε ορισμένο βαθμό, πρέπει να βρίσκονται στην κορυφή των προτεραιοτήτων μας. Τα φαινόμενα αυτά πρέπει να καταπολεμηθούν αδυσώπητα.
Cristiana Muscardini (UEN), γραπτώς. – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, υποστηρίζω το έγγραφο που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μια νέα εταιρική σχέση με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, όμως θέλω να υπογραμμίσω τις ακόλουθες πτυχές.
Καταρχάς, την αυξανόμενη σημασία του διεθνούς εμπορίου στην Κεντρική Ασία, η οποία αποτελεί τώρα μια σημαντική εναλλακτική λύση για την προμήθεια ενεργειακών πόρων.
Δεύτερον, το γεγονός ότι η Ευρώπη πρέπει, κατά συνέπεια, να παρακολουθεί προσεκτικά αυτήν την περιοχή του κόσμου, και να ενθαρρύνει την ένταξή της στο διεθνές εμπορικό και οικονομικό σύστημα μέσω της στήριξης της υποψηφιότητας των χωρών της περιοχής που δεν είναι ακόμα μέλη του ΠΟΕ. Η ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων με ολόκληρη την περιοχή πρέπει, επομένως, να προσεγγίζεται ως τμήμα μιας στρατηγικής για την επίτευξη αυξημένης συνεργασίας και ολοκλήρωσης μεταξύ των χωρών αυτών και την ενίσχυση της επιρροής της Ευρώπης, μεταξύ άλλων και πολιτικής, σε μια περιοχή στην οποία έχει σημειωθεί πρόοδος σε δημοκρατική κατεύθυνση.
Τρίτον, στη γενική προσέγγιση της Κεντρικής Ασίας, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μείζονες πολιτικές και οικονομικές διαφορές μεταξύ των χωρών της περιοχής. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στον ρόλο που διαδραματίζει μια χώρα όπως το Καζαχστάν, το οποίο διαθέτει προηγμένη οικονομία, και επομένως στα πιθανά οφέλη που θα αποκομιστούν από την ενίσχυση των σχέσεων με τη συγκεκριμένη χώρα, ιδίως όσον αφορά τη συνολική ανάπτυξη ολόκληρης της περιοχής.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προσπαθήσει να αναπτύξει στενές σχέσεις και διάλογο μέσω της πολιτικής γειτονίας της. Στην περίπτωση της Κεντρικής Ασίας, ο σχεδιασμός της νέας στρατηγικής και της εταιρικής σχέσης με πέντε νέα κράτη συμβάλλει στο να προαχθεί η βελτίωση της σταθερότητας, της κοινωνικοοικονομικής και δημοκρατικής ανάπτυξης και της ασφάλειας στο σύνολο αυτής της περιοχής της Ασίας.
Σημειώνουμε ότι υπάρχει παγκόσμιο ενδιαφέρον για τη σταθερότητα στην Κεντρική Ασία, δεδομένου ότι τυχόν σοβαρές και παρατεταμένες κρίσεις σε αυτήν την περιοχή ενδέχεται να έχουν καταστροφικές συνέπειες και να επηρεάσουν την ΕΕ και τα κράτη μέλη της. Επιπλέον, η γεωπολιτική θέση της Κεντρικής Ασίας έχει προσελκύσει το αυξανόμενο ενδιαφέρον οικονομικών δυνάμεων όπως η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Τουρκία.
Φρονώ ότι, ως προς το μέλλον αυτών των σχέσεων που αποβλέπουν σε μεγαλύτερη σταθερότητα και ασφάλεια και στην ενίσχυση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συνεργασίας, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα ανθρώπινα δικαιώματα σε κάθε χώρα και η ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων και της ενεργειακής συνεργασίας, ενώ δεν πρέπει να παραλείπεται η μέριμνα για τις αναπτυξιακές ανάγκες και τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται όσον αφορά τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών της περιοχής.