Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1994, για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης.
Vladimír Špidla, Μέλος της Επιτροπής. – (CS) Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μας δίνετε να συζητήσουμε δύο στενά συνδεδεμένα θέματα, την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης και την υπεύθυνη αναδιάρθρωση, η οποία κατά τη γνώμη της Επιτροπής έχει ύψιστη σημασία και ως προς την οποία σημειώσαμε ουσιαστική πρόοδο το περασμένο έτος.
Όσον αφορά την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, η Επιτροπή φρονεί ότι, προκειμένου να βελτιωθεί το νομικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης απαιτείται δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Δεν πραγματοποιείται αυτομάτως διαβούλευση με τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης. Επιπλέον, επικρατεί νομική αβεβαιότητα όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας, και γι’ αυτό είναι αναγκαίο να εξασφαλίσουμε τη βελτίωση της σύνδεσης μεταξύ της ενημέρωσης και της διαβούλευσης με τους εργαζόμενους σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο και μεταξύ των συναφών οδηγιών.
Όπως γνωρίζετε, στις 20 Φεβρουαρίου η Επιτροπή ξεκίνησε μια δεύτερη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή πρότεινε αρκετές προσεγγίσεις που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν στην οδηγία με σκοπό την επίλυση των προαναφερθέντων ζητημάτων. Αυτές σχετίζονται πρωτίστως με την αλλαγή των ορισμών, την ενίσχυση των κανόνων που πρέπει να εφαρμόζονται όπου δεν υπάρχει σχετική συμφωνία, την κατάρτιση των υπαλλήλων, τις τροποποιήσεις των συμφωνιών σε περιπτώσεις σημαντικών μεταβολών όπως οι συγχωνεύσεις, και την εφαρμογή ενός συμφωνηθέντος συστήματος αμοιβαίου διαλόγου σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.
Αυτή η διαβούλευση προηγήθηκε της υποβολής της νομοθετικής πρότασης της Επιτροπής. Έδωσε στους κοινωνικούς εταίρους μια ευκαιρία να συζητήσουν το θέμα. Αναμφίβολα οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν καλύτερα να διασφαλίσουν τον θετικό αντίκτυπο της αναθεώρησης της οδηγίας, και αυτό έχει θεμελιώδη σημασία. Η Επιτροπή τους προσκάλεσε λοιπόν στις διαπραγματεύσεις για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης. Η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων δήλωσε εν τέλει ότι αδυνατεί να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις σχετικά με τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης με τις οργανώσεις των εργοδοτών. Εξ ονόματος της Επιτροπής, κάλεσα και πάλι τους κοινωνικούς εταίρους να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να βελτιωθεί το πλαίσιο αυτών των δραστηριοτήτων. Η Επιτροπή εξετάζει τώρα τις διαθέσιμες επιλογές για κοινοτική δράση, λαμβάνοντας υπόψη τις απαντήσεις και συμβολές των κοινωνικών εταίρων.
Αν τα συμπεράσματα αυτής της αξιολόγησης επιβεβαιώσουν ότι ο καλύτερος τρόπος επίλυσης των υφιστάμενων προβλημάτων είναι η αναθεώρηση της οδηγίας, και αν οι κοινωνικοί εταίροι δεν ανταποκριθούν στην τελευταία πρόσκληση που τους έγινε, το καλοκαίρι θα προτείνω στα μέλη της Επιτροπής να υιοθετήσουμε μια ισορροπημένη νομοθετική πρόταση η οποία θα λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα όλων των πλευρών και τις απόψεις που έχουν εκφραστεί.
Οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης χρειάζονται νέα ώθηση, πρέπει να προωθήσουν τον γνήσιο υπερεθνικό διάλογο και να είναι σε θέση να μετέχουν πλήρως στην προετοιμασία και την εφαρμογή των αλλαγών. Πρέπει να είναι ισχυρότερες και αποτελεσματικότερες. Αυτή είναι μια από τις προτεραιότητες της Επιτροπής για το 2008 και γι’ αυτό θα επιδιώξει ενεργά τη στενή συνεργασία με το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Το δεύτερο θέμα είναι οι αναδιαρθρώσεις. Οι αναδιαρθρώσεις αποτελούν αναπόφευκτη αντίδραση στις εκτεταμένες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που επιφέρουν στην Ευρώπη η τεχνολογική πρόοδος, η παγκοσμιοποίηση και η γήρανση του πληθυσμού, καθώς και στα αναγκαία μέτρα που μας επιτρέπουν να αντιμετωπίσουμε την υπερθέρμανση του πλανήτη και τις απειλές κατά του φυσικού περιβάλλοντος. Οι ίδιες οι επιχειρήσεις έχουν πρωτίστως την ευθύνη της προσαρμογής διότι γνωρίζουν τις συνθήκες της αγοράς και τις τεχνολογίες και αναλαμβάνουν τους κινδύνους που συνοδεύουν κάθε απόφαση αναδιάρθρωσης.
Ο κοινωνικός, οικονομικός και περιφερειακός αντίκτυπος των αναδιαρθρώσεων, ιδίως όταν είναι μεγάλης κλίμακας, είναι τέτοιος ώστε οι υπεργολάβοι, οι επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους πρέπει να μπορούν να παρέμβουν στα διάφορα στάδια προσαρμογής. Για τους ίδιους λόγους οι προσαρμογές στις οικονομικές μεταβολές απαιτούν επίσης δημόσια μέτρα τα οποία αποβλέπουν όχι μόνο στη δημιουργία ενός συνολικού πλαισίου προαγωγής της οικονομικής ανταγωνιστικότητας, αλλά και σε εστιασμένη στήριξη ενόψει της προετοιμασίας της αναδιάρθρωσης και στην κοινωνικά υπεύθυνη διαχείριση της αναδιάρθρωσης.
Μαζί με τις ενδιαφερόμενες περιφέρειες, οι επιχειρήσεις βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των αναδιαρθρώσεων. Πρέπει να μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα και να διατηρούν την ανταγωνιστικότητά τους, ενώ συγχρόνως πρέπει να τηρούν τις κοινωνικές και περιφερειακές υποχρεώσεις τους προβλέποντας τις αλλαγές, διασφαλίζοντας την κατάλληλη ενημέρωση των ενδιαφερομένων όσο το δυνατόν ταχύτερα και, ειδικότερα, δημιουργώντας μηχανισμούς προετοιμασίας των εργαζομένων και των περιφερειών για την προβλεπόμενη αναδιάρθρωση.
Το 2003 οι κοινωνικοί εταίροι συμφώνησαν επί ενός γενικού πλαισίου, το οποίο ανταποκρίνεται σε αυτές τις απαιτήσεις. Βάσει του εν λόγω πλαισίου, καταρτίστηκαν οδηγίες οι οποίες όμως, προς το παρόν, σπανίως εφαρμόζονται. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα υποβάλει προσεχώς έκθεση με σκοπό να βοηθήσει τους κοινωνικούς εταίρους να πραγματοποιήσουν περαιτέρω βήματα σε αυτόν τον τομέα, λόγου χάρη μέσω της πιο αποτελεσματικής εφαρμογής των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών και της διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής των αρχών, καθώς και καθορίζοντας τρόπους αντιμετώπισης των σοβαρών προβλημάτων που υπάρχουν.
Θέλω να υπογραμμίσω ότι η Επιτροπή είναι έτοιμη να συνεργαστεί με το Κοινοβούλιο όσο το δυνατόν πιο στενά και για τα δύο θέματα προτεραιότητας, συγκεκριμένα για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης και για την αναδιάρθρωση, καθώς και για την κοινωνική ατζέντα, η οποία πάντως υπερβαίνει το πλαίσιο της σημερινής συζήτησης.
Philip Bushill-Matthews, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, λαμβάνω τον λόγο με διάφορες ιδιότητες, όχι μόνο ως συντονιστής εξ ονόματος της μεγαλύτερης πολιτικής ομάδας στο Κοινοβούλιο, αλλά και ως άτομο που διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στη συζήτηση αυτού του θέματος κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κοινοβουλευτικής περιόδου και, πάνω από όλα, ως άτομο που, σε μια προηγούμενη επιχειρηματική σταδιοδρομία, δημιούργησε στην πράξη επιτροπές επιχείρησης σε αρκετές διαφορετικές επιχειρήσεις: ως άνθρωπος που πιστεύει πραγματικά στην προαγωγή της ενημέρωσης και της διαβούλευσης και που γνωρίζει μερικά πράγματα για το τι λειτουργεί και τι δεν λειτουργεί – οπωσδήποτε όμως ως γνήσιος υπέρμαχος αυτής της φιλοσοφίας.
Κύριε Επίτροπε, είναι σίγουρα μεγάλη ειρωνεία το γεγονός ότι ένα τέτοιο θέμα –το οποίο αφορά πάνω από όλα τον κοινωνικό διάλογο και τη συνεργασία των δύο συνιστωσών της βιομηχανίας– προσέκρουσε στο πρώτο κιόλας εμπόδιο επειδή η ΕΣΣ αρνείται να το συζητήσει. Σας συγχαίρω μεν που προσπαθήσατε, και που συνεχίζετε να προσπαθείτε, να ξεκινήσετε αυτόν τον διάλογο. Αν όμως πείτε ότι, αν δεν διεξαχθεί διάλογος, θα καταρτίσετε ούτως η άλλως τη συναφή νομοθεσία, ποιο είναι το κίνητρο για να προσέλθουν σε αυτόν οι δύο πλευρές; Ποια είναι η ποινή εις βάρος της πλευράς η οποία δεν είναι διατεθειμένη να συζητήσει; Σας προτείνω –και το λέω με βαριά καρδιά– ως την πιο πρόσφορη λύση, κύριε Επίτροπε, όταν θα «εξετάζετε τις επιλογές σας», οι όποιες προτάσεις σας να αντικατοπτρίζουν το γεγονός ότι η μία πλευρά ήταν διατεθειμένη να συζητήσει και η άλλη όχι.
Τέλος, σε έναν κόσμο ενίσχυσης της παγκοσμιοποίησης και της ανάγκης, ασφαλώς, για αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων προκειμένου να παρακολουθούν τις εξελίξεις, τα θέματα αναδιάρθρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους έχουν κρίσιμη σημασία. Τι διαπιστώνουμε όμως; Την άρνηση του κοινωνικού διαλόγου, την άρνηση μιας κοινωνικής εταιρικής σχέσης, και την αρνητική στάση των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι έπρεπε να ηγούνται της προσπάθειας. Με την άρνησή τους να διαπραγματευτούν, τα ευρωπαϊκά συνδικάτα δεν αρνούνται απλώς να εκπληρώσουν τον ρόλο τους· απογοητεύουν τους εργαζόμενους τους οποίους ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν. Όταν το θέμα παρουσιαστεί εν τέλει στο Κοινοβούλιο, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι εμείς οι βουλευτές τουλάχιστον δεν θα απογοητεύσουμε όσους εκπροσωπούμε.
Harlem Désir, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η οδηγία για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης ήταν πρωτοπόρα την περίοδο της έγκρισής της, το 1994. Παρότι έθετε απλώς ελάχιστες απαιτήσεις, προετοίμασε το έδαφος ώστε οι εργαζόμενοι σε ομίλους που δραστηριοποιούνται σε κοινοτικό επίπεδο να έχουν δικαίωμα ενημέρωσης και διαβούλευσης, ενώ ήταν ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία του ευρωπαϊκού εργατικού δικαίου. Σήμερα, όμως, υπολείπεται των εξελίξεων στην επιχειρηματική πραγματικότητα, καθώς και έναντι των οικονομικών προτεραιοτήτων στο πλαίσιο της διακυβέρνησης των επιχειρήσεων, ενώ εμφανίζεται επίσης παρωχημένη σε σχέση με άλλες οδηγίες για την ενημέρωση και τη διαβούλευση με τους εργαζόμενους που υιοθετήθηκαν έκτοτε. Είναι συνεπώς απολύτως αναγκαίο να αναθεωρηθεί, και να διασφαλιστεί ότι, σε ομίλους που δραστηριοποιούνται σε κοινοτική κλίμακα, η έγκαιρη ενημέρωση και η διασφάλιση υψηλού επιπέδου διαβούλευσης σημαίνουν ότι μπορούν να εξευρεθούν εναλλακτικές λύσεις όπου οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με αποφάσεις περί αναδιάρθρωσης, κλεισίματος παραγωγικών μονάδων και μαζικών περικοπών του εργατικού δυναμικού.
Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε πολύ συχνά ότι λαμβάνονται ξαφνικές αποφάσεις για συλλογικές απολύσεις χωρίς να παρέχεται στους εργαζόμενους η δυνατότητα πραγματικής διαβούλευσης ή χωρίς οι εκπρόσωποί τους να μπορούν να διατυπώσουν τα επιχειρήματα της δικής τους πλευράς. Ορισμένες φορές οι εργαζόμενοι πληροφορούνται από το ραδιόφωνο ότι θα απολυθούν. Οι εκπρόσωποί τους ενημερώνονται μόνο λίγα λεπτά πριν από τη δημοσιοποίηση της απόφασης, σε γενικές γραμμές όταν ανοίγουν τα χρηματιστήρια.
Όλα αυτά υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη αναθεώρησης. Επιπλέον, η αναθεώρηση αυτή προβλεπόταν στο κείμενο της αρχικής οδηγίας, και το 2000 οι μηχανισμοί της οδηγίας έπρεπε να είχαν εκσυγχρονιστεί. Έκτοτε, η BusinessEurope –ή UNICE όπως λεγόταν τότε– έκανε ό,τι μπορούσε για να εμποδίσει αυτή την αναθεώρηση, και να διασφαλίσει ότι η διαβούλευση δεν θα οδηγούσε πουθενά.
Γι’ αυτό, κυρίες και κύριοι, κύριε Bushill-Matthews, ως εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μαζί με άλλους το 2001, και έχοντας βοηθήσει ώστε να εγκριθεί το αίτημα για μια φιλόδοξη αναθεώρηση αυτής της οδηγίας από τη μεγάλη πλειοψηφία του Κοινοβουλίου, όπως συνέβη και πάλι το 2007, δεν μπορώ να δεχτώ αυτές τις επικρίσεις εις βάρος της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων. Είναι ειλικρινής και έτοιμη να διαπραγματευτεί. Εάν αυτή η διαβούλευση, αυτή η διαπραγμάτευση, οδηγηθεί σε αδιέξοδο, εναπόκειται στην Επιτροπή να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της. Η Επιτροπή έχει το μονοπώλιο στο δικαίωμα πρωτοβουλίας. Αυτό το σεβόμαστε. Ωστόσο, φέρει επίσης την ευθύνη να προασπίζεται το γενικό συμφέρον της Ευρώπης, να μην επιτρέπει να το υποβάλλουν σε ομηρία μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, να διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι στην ήπειρό μας μπορούν να στηριχθούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την προάσπιση του δικαιώματός τους σε διαβούλευση και ενημέρωση, και μάλιστα εγκαίρως, έτσι ώστε να μπορεί να υπάρξει γνήσιος ευρωπαϊκός κοινωνικός διάλογος στους μεγάλους ομίλους που δραστηριοποιούνται σε κοινοτικό επίπεδο.
Siiri Oviir, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (ET) Κυρίες και κύριοι, είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι η Επιτροπή προωθεί την ευαισθητοποίηση για τα προβλήματα που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, όσον αφορά την ανάγκη διαβούλευσης και ενημέρωσης των εργαζομένων σε μια περίοδο κατά την οποία οι παγκόσμιες συνθήκες καθιστούν αναπόφευκτο έναν βαθμό πραγματικής οικονομικής αναδιάρθρωσης.
Συμφωνώ πλήρως με τον προηγούμενο ομιλητή από τα αριστερά μου ως προς την άποψη ότι η διαβούλευση είναι πολύ σημαντική. Όμως η διαβούλευση δεν είναι το μόνο σημαντικό στοιχείο: εξίσου σημαντική είναι η εποικοδομητική και θετική ανταλλαγή πληροφοριών. Μεγάλη έμφαση έχει δοθεί εδώ στην ανάγκη για κοινωνικό διάλογο.
Η σημερινή όμως Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποτελείται πια μόνο από τις 15 παλαιές δημοκρατικές χώρες· οι χώρες είναι τώρα 27. Και στη χώρα μου, για παράδειγμα, η συμμετοχή σε συνδικάτα, τα οποία αποτελούν τη μία φυσική συνιστώσα του κοινωνικού διαλόγου, καλύπτει το 5% περίπου του εργατικού δυναμικού. Οι εργαζόμενοι δεν μετέχουν σε συνδικάτα βάσει ελεύθερης απόφασής τους. Έχουν τους λόγους τους γι’ αυτό, ένας εκ των οποίων είναι αναμφίβολα ότι δεν θεωρούν ότι τα συνδικάτα έχουν την ισχύ να προστατέψουν τα συμφέροντά τους.
Η Επιτροπή καταρτίζει τώρα ένα νομικό πλαίσιο και συναφή νομοθεσία, και πρέπει να γνωρίζει ότι υπάρχουν πολλές χώρες στις οποίες επικρατεί η ίδια κατάσταση. Απευθύνω έκκληση να ληφθεί μέριμνα γι’ αυτή την πτυχή, ειδάλλως θα καταλήξουμε να θεσπίσουμε νομοθεσία η οποία δεν θα λειτουργεί σε πολλά κράτη μέλη και δεν θα μπορεί να εφαρμοστεί.
Ewa Tomaszewska, εξ ονόματος της Ομάδας UEN. – (PL) Ως μέλος του Ανεξάρτητου Αυτοδιοίκητου Συνδικάτου «Αλληλεγγύη», μιλώ τώρα και εξ ονόματος των συνδικαλιστών συναδέλφων μου. Οι εργοδότες δημιουργούν διαρκή προσκόμματα στην έναρξη του διαλόγου. Ο διάλογος είναι προς το συμφέρον των συνδικαλιστών και των χώρων εργασίας.
Η οδηγία 94/45 είναι προ πολλού παρωχημένη και δεν είναι εναρμονισμένη με άλλες κοινοτικές οδηγίες, ιδίως με την οδηγία 2002/14 περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Δεν υπάρχει επίσης κατάλληλος ορισμός του ρόλου των συνδικάτων στη σύσταση και λειτουργία ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης. Η διαδικασία σύστασής τους είναι περίπλοκη, και γι’ αυτό υπάρχει μόνο το ένα τρίτο των επιτροπών που θα μπορούσαν δυνητικά να υπάρχουν.
Η απουσία συγκεκριμένου ορισμού της ενημέρωσης και της διαβούλευσης προκαλεί σοβαρές δυσχέρειες στους εργαζομένους όσον αφορά την απόκτηση πρόσβασης σε πληροφορίες, πρωτίστως κατά την ιδιωτικοποίηση ή εξαγορά μιας επιχείρησης. Αναμένουμε την ταχεία τροποποίηση αυτής της νομικής πράξης.
Elisabeth Schroedter, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, δεν μπορώ παρά να εκφράσω τη μεγάλη μου ικανοποίηση, κύριε Επίτροπε, για το γεγονός ότι βγάζετε επιτέλους την ευρωπαϊκή κοινωνική πολιτική από το πλαίσιο της στασιμότητας. Ήταν καιρός να συμβεί. Εξάλλου, ήταν σαφές ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των συνδικάτων και της Συνομοσπονδίας Ευρωπαίων Εργοδοτών ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία όταν η μία πλευρά αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιαδήποτε αναθεώρηση. Η καθυστέρηση αυτού του καίριου ρυθμιστικού εγχειρήματος από την Επιτροπή δημιουργεί την εντύπωση ότι η Επιτροπή προωθεί ένα αποκλειστικά φιλελεύθερο μοντέλο της εσωτερικής αγοράς και δεν κάνει τίποτε για την προώθηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.
Δεν αρκεί να μιλούμε απλώς για μια κοινωνική Ευρώπη· οι πολίτες απαιτούν πρακτικά μέτρα. Έχει καταστεί σαφές εδώ και πολύν καιρό ότι ο ελάχιστος αριθμός των 1 000 εργαζομένων είναι υπερβολικά υψηλός για να επιτραπεί η επαρκής εκπροσώπηση των εργαζομένων στη διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση όσον αφορά τη διοίκηση των επιχειρήσεων ανά την Ευρώπη.
Είναι επίσης σαφές ότι οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης δεν μπορούν να διαδραματίσουν σωστά τον αντιπροσωπευτικό τους ρόλο εάν ενημερώνονται με υπερβολική καθυστέρηση για συγχωνεύσεις ή για την πώληση ή μερική πώληση επιχειρήσεων. Εάν, πάντως, η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι το δανικό μοντέλο της «ευελισφάλειας» είναι τόσο κατάλληλο για την ευρωπαϊκή στρατηγική απασχόλησης, τότε, φυσικά, πρέπει επίσης να διασφαλίσει τη δημιουργία των προϋποθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την υποστήριξη του δανικού μοντέλου στην αγορά απασχόλησης, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στην αποτελεσματική εκπροσώπηση των εργαζομένων.
Σε μια τέτοια περίπτωση η Επιτροπή πρέπει επίσης να ενισχύσει τα δικαιώματα των συνδικάτων στο πλαίσιο της αναθεωρημένης οδηγίας για την επιτροπή επιχείρησης. Επιπλέον, η Επιτροπή οφείλει, βάσει της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για τη διαφάνεια και του κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης, να διασφαλίσει ότι όλες οι εταιρείες που καλύπτονται από την οδηγία για την επιτροπή επιχείρησης θα σχηματίζουν επίσης ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης. Μπορώ να μιλήσω μόνο για τη δική μου χώρα: από τις εταιρείες με έδρα τη Γερμανία που υποτίθεται ότι έπρεπε να είχαν συστήσει επιτροπές επιχείρησης, μόνο το 30% το έχουν πράξει. Η παράκαμψη του ευρωπαϊκού δικαίου για την απασχόληση στην πράξη πρέπει να επιφέρει συνέπειες! Αυτή είναι η ουσιαστική πρόκληση στην οποία οφείλει να ανταποκριθεί η Επιτροπή.
Francis Wurtz, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, πριν από οκτώ χρόνια η Επιτροπή δημοσίευσε μια έκθεση, η οποία προβλεπόταν στην οδηγία του 1994 για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης, και στην οποία αναγνώριζε ότι η εφαρμογή αυτού του κειμένου σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται –παραθέτω– «ότι εγγυώνται διακρατική πληροφόρηση και διαβούλευση σε πολύ μικρό βαθμό». Το κείμενο της έκθεσης κατέληγε, και παραθέτω και πάλι, ότι «θα αποφασίσει σε εύθετο χρόνο σχετικά με την ενδεχόμενη τροποποίηση της οδηγίας». Αυτό συνέβη πριν από οκτώ χρόνια. Στη συνέχεια πέρασαν τέσσερα χρόνια χωρίς να συμβεί τίποτε. Το 2004 η Επιτροπή άρχισε επιτέλους την πρώτη φάση των διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους. Έπειτα χάθηκαν τέσσερα ακόμη χρόνια, παρότι ήταν γνωστές οι θέσεις όλων των πλευρών και δεν είχαν μεταβληθεί.
Σύμφωνα με τις οργανώσεις των εργοδοτών, οποιαδήποτε αναθεώρηση της οδηγίας είναι άσκοπη, ενώ τα συνδικάτα των εργαζομένων πιστεύουν ότι είναι ζωτικής σημασίας. Οφείλω να προσθέσω ότι η ίδια η Επιτροπή αναγνώρισε ότι το 2006 μόνο το ένα τρίτο των επιχειρήσεων είχαν συστήσει τέτοιες επιτροπές, ότι στο 20% των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης που όντως υπήρχαν η διαβούλευση πραγματοποιούνταν μετά τη δημόσια ανακοίνωση των αποφάσεων της διοίκησης και ότι στην περίπτωση του 30% των επιτροπών δεν πραγματοποιούνταν καν διαβούλευση. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, σημειώθηκε εκρηκτική αύξηση στον αριθμό των συγχωνεύσεων, των αναδιαρθρώσεων και των μετεγκαταστάσεων.
Επιτέλους σήμερα βγαίνουμε από αυτή την αδικαιολόγητη χειμερία νάρκη. Έχουν κατατεθεί ορισμένες προτάσεις. Στην πραγματικότητα είναι τόσο άτολμες ώστε η BusinessEurope, που τασσόταν κατά της αναθεώρησης, να εκφράζει τον ενθουσιασμό της επειδή, σύμφωνα με τη διατύπωσή της, δεν είναι τόσο προγραφικές όσο αποτελούν πηγή έμπνευσης, όμως τουλάχιστον η συζήτηση μπορεί να αρχίσει. Η επόμενη κίνηση ανήκει τώρα στο Κοινοβούλιο, και το Κοινοβούλιο δεν χρειάζεται να ξεκινήσει εκ του μηδενός. Οφείλω να υπενθυμίσω ότι, το 2001, ο συνάδελφός μας κ. Menrad, που ανήκε τότε στην Ομάδα ΕΛΚ, προώθησε την έγκριση μιας έκθεσης επί του θέματος. Σε αυτή προβλέπονταν, μεταξύ άλλων απαιτήσεων για την εφαρμογή της οδηγίας –παραθέτω– «αντίστοιχες κυρώσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο σε περίπτωση μη τήρησης της οδηγίας» –συγκεκριμένες και αυστηρές κυρώσεις– δικαίωμα αναστολής της απόφασης της διοίκησης κατόπιν αιτήματος των εκπροσώπων των εργαζομένων, και πιο κεντρικός ρόλος των συνδικάτων.
Η Ομάδα μας θα στηρίξει τη συμπερίληψη των προτάσεων της παλαιότερης έκθεσης του ΕΛΚ, η οποία κέρδισε την υποστήριξη της πλειοψηφίας το 2001, και προτείνει την περαιτέρω συγκεκριμενοποίησή τους, ειδικότερα ως προς δύο πτυχές. Πρώτον, οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης πρέπει να έχουν πρόσβαση σε στρατηγικές πληροφορίες σχετικά με τον επιχειρηματικό όμιλο έτσι ώστε η διαβούλευση να μην είναι απλώς τυπική υπόθεση, και πάνω από όλα πρέπει να έχουν το δικαίωμα αναστολής οποιουδήποτε σχεδίου αναδιάρθρωσης: όχι μόνο να παρατείνουν τις προθεσμίες, αλλά και να μπορούν να πραγματοποιούν δικές τους αξιολογήσεις, να παρουσιάζουν αντιπροτάσεις και να συμμετέχουν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Έχουμε λίγο χρόνο στη διάθεσή μας. Η λήξη της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου δεν απέχει πολύ. Νομίζω ότι έφτασε η ώρα της αλήθειας.
Ria Oomen-Ruijten (PPE-DE). – (NL) Προτιμώ μια κάπως διαφορετική προσέγγιση από αυτή που εξέθεσε προ ολίγου ο συνάδελφός μου κ. Bushill-Matthews. Συμφωνώ βεβαίως μαζί του σε μια σειρά ζητημάτων, για παράδειγμα ως προς το ότι, λόγω των συγχωνεύσεων, των μετεγκαταστάσεων, των αναδιαρθρώσεων –και όλα αυτά σε διασυνοριακό επίπεδο– σε έναν κόσμο εντεινόμενης παγκοσμιοποίησης, είναι ολοένα και πιο αναγκαία η βελτίωση της ενημέρωσης και της διαβούλευσης.
Υπάρχουν σήμερα 800-820 ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης οι οποίες εκπροσωπούν περίπου 145 εκατ. εργαζόμενους. Κατά τη γνώμη μου, σε μια κοινωνικά προσανατολισμένη οικονομία της αγοράς, τα συμφέροντα των εργαζομένων που μπορούν επίσης να εξασφαλίσουν την ηρεμία και τη σταθερότητα αυτής της αγοράς εργασίας πρέπει να μπορούν να λειτουργούν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο.
Κύριε Πρόεδρε, γι’ αυτό οι ευρωπαϊκές επιτροπές επιχείρησης έχουν τόσο μεγάλη σημασία για εμένα. Οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε συμφωνία, και γι’ αυτό καλώ τους εργαζόμενους να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας. Εάν, όμως, επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, πρέπει να υπάρχει επίσης μια προσφορά από τους εργοδότες στην οποία να μπορούν να στηριχθούν οι διαπραγματεύσεις.
Συμφωνώ πλήρως με το κείμενο που ψηφίσαμε το 2001 στο πλαίσιο της έκθεσης του συναδέλφου μου κ. Menrad. Τι είχαμε πει τότε; Είχαμε πει ότι έπρεπε να θεσπιστεί νέα νομοθεσία που να διασφαλίζει την ταχεία και έγκαιρη ενημέρωση και τη βελτίωση της διαβούλευσης, τη μείωση του ορίου ως προς τον αριθμό των εργαζομένων για τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, τη θέσπιση περισσότερων, διαφορετικών και αποδοτικότερων κυρώσεων για το ενδεχόμενο μη αποτελεσματικής λειτουργίας της νομοθεσίας, και τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης.
Κύριε Πρόεδρε, καλώ όλες και όλους τους ενδιαφερόμενους να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Εάν δεν επιτευχθεί αυτό, εναπόκειται σε εσάς, Επίτροπε Špidla, να μεριμνήσετε για την υποβολή αυτού του νέου κειμένου φέτος. Σας ευχαριστώ πολύ.
Πρόεδρος. – Έχουμε πρόβλημα χρόνου, καθώς το Συμβούλιο προβλέπεται να παρέμβει στην επόμενη συζήτηση και οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου πρέπει να αποχωρήσουν σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, γι’ αυτό λυπούμαι, κυρίες και κύριοι, αλλά οφείλω να ζητήσω την αυστηρή τήρηση των χρόνων ομιλίας.
Jan Andersson (PSE). – (SV) Κύριε Πρόεδρε, όλοι φαίνεται να συμφωνούν για τη σπουδαιότητα αυτής της οδηγίας. Είναι σημαντικό, ιδίως σε περιόδους αύξησης των αναδιαρθρώσεων, να λειτουργούν κατάλληλα οι μηχανισμοί ενημέρωσης και διαβούλευσης. Συμμερίζομαι επίσης την άποψη της Επιτροπής και του Επιτρόπου κ. Špidla ότι η οδηγία με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα δεν είναι ικανοποιητική. Απαιτούνται βελτιώσεις. Γνωρίζουμε ότι έχουν πραγματοποιηθεί μείζονος σημασίας αναδιαρθρώσεις χωρίς καθόλου ενημέρωση και διαβούλευση.
Συμμερίζομαι επίσης την άποψη ότι ήταν πολύ σωστό να αφεθεί το θέμα αυτό στους κοινωνικούς εταίρους. Εντούτοις, όπως έχει διαμορφωθεί τώρα η κατάσταση, δεν είναι πιθανό να επιτευχθεί η έγκριση μιας οδηγίας κατά τη διάρκεια αυτής της κοινοβουλευτικής περιόδου. Εάν όντως η μία πλευρά στις διαπραγματεύσεις τις χρησιμοποιήσει αποκλειστικά και μόνο για να παρατείνει τη διαδικασία και εφόσον δεν επιτευχθεί συμφωνία μετά από εννέα μήνες, δεν πρόκειται να καταλήξουμε στην υιοθέτηση οδηγίας, οπότε δεν θα υπάρξει και αλλαγή. Υπάρχει σαφώς κίνδυνος να υλοποιηθεί εν προκειμένω αυτό ακριβώς το σενάριο. Γι’ αυτό και έχει αποσυρθεί η μία πλευρά. Όπως αντιλαμβάνεστε, είναι σαφής ο κίνδυνος η διαδικασία αυτή να αποτελεί απλώς απόπειρα αναβολής.
Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έχει καθήκον να αναλάβει δράση. Βρισκόμαστε σε αυτή την κατάσταση επειδή οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή οφείλει να παρουσιάσει μια πρόταση η οποία να στηρίζεται στις αρχές που ανέφερε ο κ. Špidla και στην ανάλυση που μας εξέθεσε. Συνεπώς, εδώ στο Κοινοβούλιο υποσχόμαστε, όπως ήδη συζητήσαμε στη συνεδρίαση των συντονιστών για την Επιτροπή Αγοράς Εργασίας, ότι θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να εγκριθεί μια οδηγία η οποία θα είναι έτοιμη κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου. Αυτό είναι το μείζον θέμα επί του παρόντος. Η Επιτροπή πρέπει να αναλάβει δράση.
José Albino Silva Peneda (PPE-DE). – (PT) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, καταρχάς θέλω να συγχαρώ την Επιτροπή για το έργο που έχει επιτελέσει σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους για την αναθεώρηση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης. Φρονώ, ωστόσο, ότι το χάσμα μεταξύ της ευρωπαϊκής ρητορικής και της πραγματικότητας της καθημερινής ζωής των ανθρώπων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην υπονόμευση της εμπιστοσύνης μεταξύ της διοίκησης και των εργαζομένων.
Είναι πλέον κρίσιμο να βελτιωθεί το επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών της βιομηχανίας προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα και η αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα επίπεδα εμπιστοσύνης θα αυξηθούν καθώς θα εντείνεται ο κοινωνικός διάλογος και όσο περισσότερο εντείνεται ο κοινωνικός διάλογος, τόσο μεγαλύτερη διαφάνεια θα επιτυγχάνεται στις αποφάσεις σχετικά με τις διαδικασίες προσαρμογής ή αναδιάρθρωσης.
Μέσω της βελτίωσης της ροής των πληροφοριών μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, θα συμβάλουμε στη βελτίωση της κατανόησης του αντικτύπου των διεθνών φαινομένων, βοηθώντας συγχρόνως τις δύο πλευρές να συμφωνήσουν στην αναζήτηση λύσεων όσον αφορά τις διαδικασίες αναδιάρθρωσης. Γι’ αυτό πρέπει να αναθεωρήσουμε και να εκσυγχρονίσουμε τους νομικούς μηχανισμούς που σχετίζονται με την ενημέρωση και τη συμμετοχή των εργαζομένων, έτσι ώστε να αποκτήσουμε ένα νομικό πλαίσιο το οποίο θα προάγει τη διάρθρωση του κοινωνικού διαλόγου.
Καλώ συνεπώς την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων να επανεξετάσει τη θέση της και να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων προκειμένου να εξετάσει αυτό το σχέδιο οδηγίας, μαζί με τους εκπροσώπους των εργοδοτών. Αν αυτό καταστεί αδύνατο, θα λυπηθώ πολύ, όμως οφείλω να πω ότι η Επιτροπή υποχρεούται να αναλάβει τις ευθύνες της, και θα ήταν καλό η διαδικασία αναθεώρησης αυτής της οδηγίας να ολοκληρωθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του σημερινού Κοινοβουλίου και της σημερινής Επιτροπής.
Harald Ettl (PSE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, όταν η Επιτροπή λέει στους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους ότι πρέπει να «ξαναπροσπαθήσουν» να συνεννοηθούν μεταξύ τους, αποκαλύπτει μια κάποια άγνοια της πολιτικής πραγματικότητας. Η βιομηχανία δεν είναι πρόθυμη να συμμετάσχει και η Επιτροπή δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ο μηχανισμός διαβούλευσης των κοινωνικών εταίρων λειτουργεί τόσο άσχημα.
Σε ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο βιομηχανικό τοπίο, στο οποίο απαιτείται ταχεία προσαρμογή, τα συστήματα λήψης αποφάσεων που εξαρτώνται από την επίτευξη ομοφωνίας, όπως στην περίπτωση της BUSINESSEUROPE, δεν είναι πρακτικά. Εξάλλου, η ΕΣΣ λαμβάνει αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία, πράγμα που καθιστά δυνατή την ευελιξία και την αλλαγή. Χάρη σε αυτόν τον μηχανισμό λήψης αποφάσεων των κοινωνικών εταίρων κατάφεραν το 1994 πολιτικοί όπως ο Helmut Kohl και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διαπραγματευθούν και να προωθήσουν την έγκριση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, ακόμη και τότε όμως υπήρξε πρόβλεψη για αναθεώρηση και περαιτέρω προσαρμογή μετά από πέντε χρόνια. Τώρα βρισκόμαστε στο 2008 και η Επιτροπή επιχειρεί να ξεκινήσει και πάλι μια διαδικασία διαπραγμάτευσης η οποία αναπόφευκτα θα υπερβεί τα χρονικά όρια της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, παρά το γεγονός ότι η βιομηχανία είναι απρόθυμη, ή αδυνατεί, να διαπραγματευθεί λόγω του εσωτερικού της μηχανισμού λήψης αποφάσεων.
Συνοψίζοντας, σας πληροφορώ ότι η κατάσταση είναι ίδια με το 1994. Θέλουμε όντως να βελτιώσουμε ένα μέσο ζωτικής σημασίας όπως η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, όπως εξήγησε στην Ολομέλεια ο κ. Barroso, ή μήπως θέλουμε απλώς να προσποιηθούμε ότι επιθυμούσαμε ούτως ή άλλως την αναθεώρηση αλλά ότι εν τέλει αυτή απέτυχε λόγω των συνθηκών, κάτι που τόσο συχνά συμβαίνει σε άλλα κοινωνικά ζητήματα;
Εάν ισχύει το δεύτερο, τότε δεν επιδεικνύουμε αρκετό δυναμισμό προκειμένου να επιτευχθεί μια καλύτερη λύση και η εικόνα ως προς τα αποτελέσματα όλων των προσπαθειών μας για τα ζητήματα που άπτονται κοινωνικών θεμάτων και της απασχόλησης κατά τη διάρκεια αυτής της κοινοβουλευτικής περιόδου θα είναι πολύ χειρότερη. Αυτό δεν πρέπει να το επιτρέψουμε!
Alejandro Cercas (PSE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ, κύριε Επίτροπε. Αν κατάλαβα καλά τις δηλώσεις σας –και ελπίζω ότι σας κατάλαβα σωστά και δεν συγχέω τις επιθυμίες μου με την πραγματικότητα– νομίζω ότι θέλετε να δώσετε αυτή τη μάχη, ότι δεν πρόκειται να απεμπολήσετε τη δυνατότητά σας για την ανάληψη πρωτοβουλίας, ότι θα προσπαθήσετε να διασφαλίσετε ότι, προτού ολοκληρώσει το Κοινοβούλιο τις εργασίες του και προτού λήξει η θητεία αυτής της Επιτροπής, θα αποκτήσουμε επιτέλους μια αναθεωρημένη οδηγία για την επιτροπή επιχείρησης, κατόπιν αναμονής οκτώ ετών. Είναι σαφές ότι στο παρελθόν η οδηγία ήταν πολύ θετική, όμως τώρα έχει σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί από τα γεγονότα.
Εάν αποδειχθεί ότι ισχύει κάτι τέτοιο, κύριε Επίτροπε, τότε έχετε την πλήρη στήριξή μας, και την προσωπική μου στήριξη, καθώς πιστεύω ότι έχετε δικαίωμα και καθήκον να διατηρήσετε αυτή την πρωτοβουλία της Επιτροπής όταν η μία από τις ενδιαφερόμενες πλευρές δεν επιθυμεί την αναθεώρηση της οδηγίας, παρά το γεγονός ότι η εν λόγω αναθεώρηση είναι προφανώς αναγκαία. Είναι αναγκαία επειδή εν προκειμένω διακυβεύεται το γενικό συμφέρον. Οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι είναι πολύ οργισμένοι, και είναι εύλογα οργισμένοι.
Κύριε Επίτροπε: σήμερα το πρωί δέχτηκα αντιπροσωπεία εργαζομένων από ένα εργοστάσιο στη Valladolid –το Smurfit Kappa– το οποίο αναμένεται να κλείσει τον επόμενο μήνα· το πληροφορήθηκαν από τις εφημερίδες και δεν γνωρίζουν γιατί κλείνει το εργοστάσιο, δεδομένου ότι η επιχείρηση είναι κερδοφόρα. Δεν γνωρίζουν καν ποια είναι τα αφεντικά τους, επειδή η επιχείρηση είναι μέρος ομίλου εταιρειών και κανείς δεν γνωρίζει πλέον ποιοι είναι οι μέτοχοι.
Κύριε Επίτροπε, οι εργαζόμενοι ζητούν ασφάλεια και η Ευρώπη πρέπει να τους την προσφέρει· πρέπει να τους προσφέρει σαφήνεια, να τους εξασφαλίσει το δικαίωμα της ενημέρωσης και της διαβούλευσης. Δεν επιτρέπεται να γίνονται αναδιαρθρώσεις χωρίς κοινωνικό διάλογο. Ο κοινωνικός διάλογος είναι οπωσδήποτε σημαντικός, και οι δυσκολίες πρέπει οπωσδήποτε να ξεπεραστούν.
Γνωρίζω ότι δεν σας είναι εύκολο. Δεν θα είναι εύκολο ούτε στο σώμα των Επιτρόπων ούτε στο Συμβούλιο. Ωστόσο, κύριε Επίτροπε, αν κινηθείτε προς αυτή την κατεύθυνση θα έχετε την αμέριστη στήριξή μας· ενίοτε δεν κερδίζουμε όλες τις μάχες, όμως στις σημαντικότερες μάχες πρέπει να αγωνιστούμε, και αυτό ισχύει για τη συγκεκριμένη μάχη.
Karin Jöns (PSE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, φαίνεται ότι, για μια ακόμη φορά, η Επιτροπή υποστηρίζει στα λόγια μόνο την κοινωνική Ευρώπη. Ευθύνεστε για το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμη στη διάθεσή μας μια πρόταση για τη μεταρρύθμιση των επιτροπών επιχείρησης, διότι η Επιτροπή, και κανένας άλλος, αδιαφορεί για τη δήλωση της ΕΣΣ ότι δεν επιθυμεί να μετάσχει σε διαπραγματεύσεις με την BUSINESSEUROPE, εκτός εάν αυτές είναι ουσιαστικές. Επινοείτε εντελώς διαφορετικούς κανόνες παιχνιδιού, καθώς το άρθρο 138 της Συνθήκης δεν προβλέπει τρίτη φάση στη διαδικασία διαβούλευσης. Δεν υπήρξε ποτέ τέτοια φάση. Η τακτική της Επιτροπής είναι προφανής: χρονοτριβεί σκοπίμως.
Συντάσσεται μήπως και πάλι η Επιτροπή με τους εργοδότες; Βασικά, κανείς δεν επιθυμεί την ουσιαστική μεταρρύθμιση των επιτροπών επιχείρησης, σίγουρα πάντως όχι πριν από τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι ο Jacques Delors μας έχει ήδη υποβάλει μια πρόταση, μόλις δύο εβδομάδες μετά την άρνηση των εργοδοτών να διαπραγματευθούν. Θα μπορούσατε να είχατε πράξει το ίδιο. Στα τέλη Ιουνίου θα είναι ήδη πολύ αργά, για να μην αναφέρουμε καν το γεγονός ότι η φράση «ισορροπημένη πρόταση» σημαίνει κάτι τελείως διαφορετικό.
Proinsias De Rossa (PSE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Špidla για τη δήλωσή του και για το γεγονός ότι προτίθεται να αναθεωρήσει την οδηγία για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης. Χρειαζόμαστε όμως συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, ενώ απαιτείται επειγόντως δράση αν θέλουμε να πείσουμε τον λαό της Ευρώπης, τον εργαζόμενο λαό της Ευρώπης, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μόνο μια κοινή αγορά.
Οφείλω να πω ότι δεν είναι λογικοί οι ισχυρισμοί των μελών της Ομάδας ΕΛΚ που κατηγορούν την ΕΣΣ επειδή εγκατέλειψε τις διαπραγματεύσεις. Η ΕΣΣ, τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι είναι η πλευρά που θα ωφεληθεί από μια σοβαρή αναθεώρηση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης. Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι ανόητοι. Αν οι εργαζόμενοι πίστευαν ότι υπήρχε περίπτωση επίτευξης προόδου στις διαπραγματεύσεις, θα βρίσκονταν ήδη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δεν είναι όμως διατεθειμένοι να συμμετάσχουν σε μια εννιάμηνη παρωδία διαπραγματεύσεων απλώς και μόνο για να αποχωρήσουν στο τέλος οι εργοδότες.
Φρονώ λοιπόν ότι είναι απολύτως αναγκαίο να μας υποβάλει η Επιτροπή σχετική πρόταση χωρίς άλλη καθυστέρηση.
Pier Antonio Panzeri (PSE). – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, νομίζω ότι ακόμη και εσείς αντιλαμβάνεστε, κύριε Επίτροπε, ότι υπάρχει μια αντικειμενική αντίφαση μεταξύ της δήλωσης ότι η αναθεώρηση της οδηγίας είναι μια από τις προτεραιότητες της Επιτροπής, και της δεδομένης άρνησης να προχωρήσετε σε μια τέτοια κίνηση: χρειάζεστε περισσότερη τόλμη και αποφασιστικότητα, χωρίς να επηρεάζεστε από διαπραγματεύσεις οι οποίες δεν προσφέρουν αποτελέσματα, κάτι που δεν οφείλεται στην ΕΣΣ, αλλά σε εκείνους που, ενώ προσποιούνται ότι επιθυμούν τον διάλογο, μετέχουν σε αυτόν μόνο και μόνο για να χρονοτριβήσουν!
Υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους πρέπει να αναλάβετε μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης: ο πρώτος είναι η μέθοδος. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε εδώ και η Επιτροπή πρέπει να υπερασπιστεί τις αρμοδιότητές της ως προς τη λήψη αποφάσεων. Ο δεύτερος είναι πολιτικός: γνωρίζετε ότι η τρέχουσα νομοθεσία δεν επιτρέπει στις επιτροπές επιχείρησης να είναι αποτελεσματικές. Η αναθεώρηση της οδηγίας είναι αναγκαία όχι μόνο για την επίτευξη των αρχικών στόχων, αλλά και προκειμένου να διασφαλίσουμε περαιτέρω την ικανότητά μας να ανταποκρινόμαστε στις σημερινές προκλήσεις.
Για τον λόγο αυτόν σας απευθύνω έκκληση, κύριε Επίτροπε, να στείλετε ένα σαφές μήνυμα και να αποδείξετε ότι έχετε το θάρρος να λαμβάνετε αποφάσεις!
Genowefa Grabowska (PSE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η οδηγία για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης χρονολογείται από το 1994. Έκτοτε έχουν εμφανιστεί νέες προκλήσεις στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, ενώ εντάχθηκαν νέα κράτη μέλη στην ΕΕ, όπως η χώρα μου, η Πολωνία. Γι’ αυτό η υπό εξέταση οδηγία χρειάζεται επειγόντως αναθεώρηση. Η μεταβολή επιβάλλεται εξάλλου από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, στην οποία ο κοινωνικός διάλογος κατέχει κορυφαία θέση. Η εν λόγω οδηγία πρέπει να αναθεωρηθεί επειδή αυτό απαιτείται επίσης από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στο άρθρο 27 του οποίου αναφέρεται σαφώς ότι «Εξασφαλίζεται στους εργαζομένους ή τους εκπροσώπους τους (...) ενημέρωση και διαβούλευση (...).»
Η νέα οδηγία πρέπει, ως εκ τούτου, να βελτιώσει τους υφιστάμενους μηχανισμούς και να θεσπίσει νέους ουσιαστικούς μηχανισμούς – οι οποίοι θα διευκολύνουν τη διάχυση των πιέσεων που συνδέονται με τις οργανωτικές μεταβολές, όπως η διαίρεση ή η συγχώνευση επιχειρήσεων, οι ομαδικές απολύσεις, και πάνω από όλα η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων και των παραγωγικών μονάδων εντός της ΕΕ.
Είμαι βέβαιη ότι η ταχύτερη ενημέρωση σχετικά με τόσο αντιδημοτικά μέτρα θα καταστήσει δυνατή τη διάχυση των πιέσεων στην αγορά εργασίας και θα ενοποιήσει το ευρωπαϊκό συνδικαλιστικό κίνημα.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL). – (PT) Κύριε Πρόεδρε, αυτές οι διαδικασίες αναδιαρθρώσεων, συγχωνεύσεων και μερικών ή ολικών μετεγκαταστάσεων πολυεθνικών πραγματοποιούνται σε διάφορες χώρες της ΕΕ, όπως στη χώρα μου, την Πορτογαλία, χωρίς σεβασμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων και χωρίς καμία συζήτηση με τα συνδικάτα –όπως αναφέρθηκε ήδη πολλές φορές– ακόμη και χωρίς άμεση ενημέρωση.
Η αναθεώρηση αυτής της οδηγίας έχει καθυστερήσει υπερβολικά και είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η αναθεώρηση πρέπει να ενσωματώνει όχι μόνον εγγυήσεις ως προς την ενημέρωση, αλλά και εγγυήσεις σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων, των εκπροσώπων τους και των συνδικάτων στο σύνολο της διαδικασίας καθώς και εγγυήσεις που θα εξασφαλίζουν το δικαίωμα των εργαζομένων να διαμαρτύρονται και να αντιδρούν, όταν είναι αναγκαίο, περιλαμβανομένου του δικαιώματος αρνησικυρίας κατά αναδιαρθρώσεων ή μετεγκαταστάσεων οι οποίες δεν σέβονται τα δικαιώματα των εργαζομένων, των περιφερειών και των χωρών. Αυτό έπρεπε να είχε γίνει πολύ νωρίτερα και ως εκ τούτου, κύριε Επίτροπε, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να μην υπάρξουν τώρα άλλες καθυστερήσεις.
Vladimír Špidla , Μέλος της Επιτροπής. – (CS) Κυρίες και κύριοι, δυστυχώς, δεν υπάρχει επαρκής χρόνος ώστε να απαντήσω λεπτομερώς. Θα επιχειρήσω, όμως, να θίξω ορισμένα από τα σημαντικότερα ζητήματα. Το πρώτο είναι η θέση των κοινωνικών εταίρων. Έχω τη σταθερή πεποίθηση ότι οι κοινωνικοί εταίροι είναι στη βέλτιστη δυνατή θέση ώστε να μετάσχουν σε μια τέτοια αλλαγή. Από την άλλη πλευρά, η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της το κατοχυρωμένο δικαίωμα της πρωτοβουλίας, και φυσικά η πρόταση οδηγίας δεν υποβλήθηκε ελαφρά τη καρδία· απεναντίας, στηρίχθηκε σε μια αξιολόγηση της τρέχουσας κατάστασης και των έως τώρα εμπειριών. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν θα καθυστερήσει λόγω της συμπεριφοράς των κοινωνικών εταίρων. Παρ’ όλα αυτά, είμαι της άποψης ότι είναι, και ήταν, σωστό να προσκληθούν για μια τελευταία φορά οι κοινωνικοί εταίροι να μετάσχουν στη διαδικασία.
Αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της συζήτησης ότι η πρόταση φαίνεται να επιτιμά ορισμένους από τους κοινωνικούς εταίρους. Θέλω να επισημάνω ότι ζούμε σε κράτος δικαίου και, ως εκ τούτου, όσοι διεκδικούν τα δικαιώματά τους δεν επιτρέπεται να τιμωρούνται γι’ αυτό. Τούτο σημαίνει ότι, εάν ένας από τους κοινωνικούς εταίρους χρησιμοποιήσει το δικαίωμά του να απόσχει από τις διαπραγματεύσεις, αυτό δεν πρέπει να επηρεάσει την πρόοδο των διαπραγματεύσεων. Επισημαίνω δε ότι στο παρελθόν η πλευρά που εμπόδιζε τις διαπραγματεύσεις ή αρνείτο να διαπραγματευτεί ήταν η πλευρά των εργοδοτών. Από αυτή την άποψη, οι κοινωνικοί εταίροι έχουν τα δικαιώματά τους και μπορούν να τα διεκδικούν, ενώ είναι προφανές ότι αυτό έχει συνέπειες τις οποίες πρέπει να συνυπολογίσουμε. Είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη οι συνέπειες, όμως δεν επιτρέπεται να διατυπωθούν αξιολογικές κρίσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων σχετικά με το συγκεκριμένο κείμενο.
Στόχος της Επιτροπής είναι να βελτιώσει την οδηγία για την επιτροπή επιχείρησης και να το πράξει κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, οπότε όλες οι σχετικές προθεσμίες εξαρτώνται φυσικά από αυτό. Επιδίωξή μας είναι να κάνουμε την οδηγία πιο αποτελεσματική. Παρά τις επικρίσεις για τον όρο «ισορροπία», έχω την πεποίθηση ότι η ισορροπημένη προσέγγιση είναι βασική προϋπόθεση για ένα τόσο περίπλοκο κείμενο.
Παρατήρησα τον ενθουσιασμό όλων των πολιτικών ομάδων εδώ στο Κοινοβούλιο, υπογραμμίζοντας έτσι, έστω και με αυτόν τον περιορισμένο τρόπο, τον περίπλοκο χαρακτήρα της οδηγίας και τις συνέπειές της. Προσβλέπω λοιπόν στην περαιτέρω συνεργασία με το Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και τους κοινωνικούς εταίρους στις προετοιμασίες με σκοπό τη βελτίωση αυτής της οδηγίας.
Πρόεδρος. – Η συζήτηση έληξε.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 142 του Κανονισμού)
Mary Lou McDonald (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Κατά την αναθεώρηση της οδηγίας για την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, η Επιτροπή πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες που άπτονται των διαδικασιών αναδιάρθρωσης καθώς και την ευκαιρία να παρεμβαίνουν αποφασιστικά καθ’ όλη τη διάρκεια μιας τέτοιας διαδικασίας. Πολύ συχνά το εργατικό δυναμικό πληροφορείται τα σχέδια αναδιάρθρωσης που προβλέπουν σημαντικές περικοπές θέσεων απασχόλησης ή επιδείνωση των αμοιβών και των συνθηκών εργασίας μετά τη λήψη των αποφάσεων. Οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μετέχουν σε όλα τα στάδια των διαδικασιών αναδιάρθρωσης και να έχουν τη δυνατότητα να τις επηρεάζουν με σκοπό την προστασία των θέσεων απασχόλησης και των συνθηκών εργασίας.
Luís Queiró (PPE-DE), γραπτώς. – (PT) Η συζήτηση σχετικά με την ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης έχει φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων διάφορες προτάσεις οι οποίες υιοθετούν τη βέλτιστη γραμμή: ενίσχυση της ιδέας της συμμετοχής, της συνεργασίας και της εταιρικής σχέσης μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερομένων. Εντούτοις, σε αυτή τη συζήτηση υπάρχει επίσης η διαρκής εμμονή σε ένα αντιοικονομικό όραμα το οποίο, αν και στηρίζεται σε γενναιόδωρες προθέσεις, συχνά οδηγεί σε μια σειρά προτάσεων οι οποίες δεν προάγουν την οικονομική επιτυχία και δεν διασφαλίζουν τις θέσεις απασχόλησης. Αυτό ισχύει για τα μέτρα που αποσκοπούν στη διατήρηση θέσεων απασχόλησης ακόμη και όταν δεν είναι βιώσιμη η επιχείρηση ή ο βιομηχανικός τομέας που επηρεάζεται. Κανείς δεν θα σκεφτόταν, βεβαίως, να καταργήσει τη χρήση των ψηφιακών καμερών ή να θεσπίσει κοινωνικό τέλος επί της τιμής αυτών των καμερών. Όμως, η διαδεδομένη χρήση των ψηφιακών καμερών ευθύνεται άμεσα για την απώλεια χιλιάδων θέσεων απασχόλησης στη βιομηχανία παραγωγής φιλμ για τις «παλαιομοδίτικες» κάμερες.
Η ευρεία συμμετοχή των εργαζομένων πρέπει να στηρίζεται στην ιδέα της απασχολησιμότητας, στην προστασία του ατόμου και στην υπέρβαση των οικονομικών κρίσεων, όχι σε ένα όραμα για το οποίο η οικονομική πραγματικότητα είναι μια απλή λεπτομέρεια. Οι τεχνολογικές εξελίξεις και το άνοιγμα της αγοράς πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ευκαιρία και ο διάλογος στις επιχειρήσεις πρέπει να είναι προσανατολισμένος σε αυτή την κατεύθυνση.