Πρόεδρος. – Αγαπητοί και αγαπητές συνάδελφοι, κυρίες και κύριοι, εξ ονόματος του Προέδρου, έχω την ιδιαίτερη τιμή και ευχαρίστηση, με την ευκαιρία του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου, να καλωσορίσω στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Ειδική Εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών για την ελευθερία θρησκεύματος ή πεποιθήσεων, τη Δρα Ασμά Τζαχανγκίρ.
Το Κοινοβούλιό μας αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε αυτό το έτος διαλόγου μεταξύ πολιτισμών και προσφέρει, μέσω σειράς διοργανώσεων και πρωτοβουλιών, ένα φόρουμ για την ανταλλαγή ιδεών μεταξύ των πολιτών από διαφορετικούς πολιτισμούς και κοινότητες και μεταξύ των πολιτών με διαφορετικές θρησκείες και πεποιθήσεις.
Κατά τη διάρκεια του έτους αυτού προσκαλέσαμε ήδη πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες από όλο τον κόσμο, όχι μόνο για να μας απευθύνουν ομιλία, αλλά για να προσφέρουμε το Κοινοβούλιο ως χώρο επικοινωνίας και διάδοσης κοινού μηνύματος, ως χώρο προώθησης πραγματικού ελεύθερου διαλόγου και αλληλογνωριμίας.
Με ιδιαίτερη ευχαρίστηση θα ήθελα να σας καλωσορίσω, Δρα Τζαχανγκίρ, να προσφωνήσετε την Ολομέλεια για αυτά τα θέματα που είναι ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια ειρήνη και ανάπτυξη.
Στο πλαίσιο της κοινής μας αποστολής για την προώθηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρακολουθήσαμε στενά τα γεγονότα στη χώρα σας, το Πακιστάν, ενώ κατά τη διάρκεια της κράτησής σας πέρυσι, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο ζήτησε την άμεση απελευθέρωσή σας. Και για αυτόν ειδικά τον λόγο είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς που σας έχουμε σήμερα κοντά μας.
Η επίσκεψή σας έχει ιδιαίτερη σημασία την περίοδο αυτή και για έναν άλλο λόγο. Φέτος εορτάζουμε επίσης την εξηκοστή επέτειο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 10 Δεκεμβρίου 1948. Η Διακήρυξη αυτή απετέλεσε μια νέα εποχή σε έναν κόσμο που μόλις ξεπερνούσε την οδύνη του χειρότερου πολέμου στην ιστορία, ενός πολέμου που ξεκίνησε στην Ευρώπη. Η Διακήρυξη όριζε την πρώτη παγκόσμια και επίσημη δέσμευση για την αξιοπρέπεια και την ισότητα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως χρώματος, πεποιθήσεων ή καταγωγής. Το άρθρο 18 της Διακήρυξης αναφέρει ότι: «Kάθε άτομο έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Στο δικαίωμα αυτό περιλαμβάνεται η ελευθερία για την αλλαγή της θρησκείας ή πεποιθήσεων, όπως και η ελευθερία να εκδηλώνει κανείς τη θρησκεία του ή τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, μόνος ή μαζί με άλλους, δημόσια ή ιδιωτικά, με τη διδασκαλία, την άσκηση, τη λατρεία και την τέλεση θρησκευτικών τελετών».
Καθήκον σας, ως Ειδικής Εισηγήτριας των Ηνωμένων Εθνών, είναι να προσδιορίσετε τα υφιστάμενα ή πιθανά μελλοντικά εμπόδια στην άσκηση αυτού του δικαιώματος και να προτείνετε τρόπους και μέτρα για την αντιμετώπιση και την υπέρβασή τους.
Στις εκθέσεις σας τονίζετε τη σημασία του συνεχούς και ενισχυμένου διαλόγου με κοινότητες που ακολουθούν διαφορετικές θρησκείες ή πεποιθήσεις. Ενός διαλόγου που πρέπει να πραγματοποιείται σε όλα τα επίπεδα και από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Τονίζετε ιδιαίτερα την ανάγκη ευρείας συμμετοχής των γυναικών για την προώθηση μεγαλύτερης ανοχής, σεβασμού και αμοιβαίας κατανόησης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επισημάνει σε πολλά ψηφίσματά του ότι οι γυναίκες διαδραματίζουν ουσιαστικότατο ρόλο στην προώθηση του διαλόγου και της ειρήνης, όπως τονίστηκε άλλωστε και στη διάσκεψη που διοργανώσαμε με την ευκαιρία της Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας. Εσείς δε η ίδια έχετε συμμετάσχει σε πολλές διασκέψεις για την προώθηση του διαλόγου, όπως για παράδειγμα στο πλαίσιο της Συμμαχίας των Πολιτισμών, και έχετε πάρει πολλές πρωτοβουλίες για να δώσετε μεγαλύτερο ρόλο στις γυναίκες.
Υπογραμμίσατε επίσης το ρόλο της παιδείας, ως σημαντικότατου παράγοντα για την αποφυγή των διαμαχών, διδάσκοντας το σεβασμό και την αποδοχή του πλουραλισμού και της ποικιλομορφίας στον τομέα της θρησκείας ή των πεποιθήσεων, συμβάλλοντας, με τον τρόπο αυτό, στη διάδοση και την εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλες τις κοινωνίες.
Αυτά που υποστηρίζετε συμβαδίζουν με το σύνθημα του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου που είναι «Η διαφορετικότητα μας ενώνει» και με τον πρωτεύοντα ρόλο που αποδίδεται σε δραστηριότητες οι οποίες προωθούν τη γνώση, το σεβασμό και την ανοχή των διαφορετικών πεποιθήσεων.
Η συνεδρίαση αυτή σήμερα είναι πανηγυρική. Για όσους όμως επιθυμούν να συνεχίσουν τη συζήτηση μαζί σας, θα υπάρξει ειδική συνεδρίαση αύριο το πρωί, που διοργανώνεται από την Υποεπιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Δρα Τζαχανγκίρ, με ιδιαίτερη χαρά σας προσκαλώ τώρα να απευθύνετε το λόγο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
(χειροκροτήματα)
Asma Jahangir, Ειδική Εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών για την ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, αξιότιμα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι, αποτελεί μεγάλη τιμή και βαθύτατη ευχαρίστηση να βρίσκομαι εδώ μαζί σας σήμερα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμότατα τον Πρόεδρο, κ. Hans-Gert Pöttering, για την πρόσκλησή του να μιλήσω στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πρέπει επίσης να σας ευχαριστήσω για την υποστήριξη που μου έχετε παράσχει τόσο ως ειδική εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών όσο και, προσωπικά, όταν ήμουν φυλακισμένη πέρσι.
Η απόφασή σας να ανακηρύξετε το 2008 ευρωπαϊκό έτος διαπολιτισμικού διαλόγου και να αναπτύξετε ποικίλες συναφείς πρωτοβουλίες είναι πράγματι επίκαιρη και πολύ σημαντική. Η ιστορία της Ευρώπης έχει διαμορφωθεί από πολλές θετικές περιστάσεις διαπολιτισμικού διαλόγου. Εντούτοις, η έλλειψη τέτοιου εποικοδομητικού διαλόγου είναι εμφανής, για παράδειγμα όταν ανακαλούμε στη μνήμη μας τους θρησκευτικούς πολέμους ή την γκετοποίηση κάποιων πιστών το Μεσαίωνα.
Στην ομιλία μου θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις, κυρίως πάνω στον διαθρησκευτικό διάλογο, βασισμένες στην εμπειρία που αποκόμισα τα τελευταία τέσσερα χρόνια ως ειδική εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών για την ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων. Θα ήθελα να εγείρω τέσσερα ερωτήματα, βασικά όσον αφορά το τι, το γιατί, το ποιος και το πώς του διαπολιτισμικού διαλόγου.
Ας ξεκινήσουμε με το πρώτο ερώτημα: τι εννοούμε με τον όρο διαπολιτισμικός διάλογος; Ήδη η ορολογία φαίνεται να είναι περίπλοκη: «διαπολιτισμικός» σημαίνει επίσης «διαθρησκευτικός» διάλογος; Θα απαντούσα αυτή την ερώτηση, φυσικά, καταφατικά, επειδή οι θρησκείες είναι μέρος του πολιτισμού. Παράλληλα, οι «ενδοθρησκευτικές» εντάσεις πρέπει επίσης να συζητηθούν επαρκώς. Κατά συνέπεια, ο διαπολιτισμικός διάλογος πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τους πιστούς των διαφόρων δογμάτων των θρησκειών, όπως επίσης και να λαμβάνει υπόψη του τις ιδέες τους.
Τι συμβαίνει με τον διάλογο μεταξύ θεϊστών, αγνωστικιστών και αθεϊστών; Όλοι τους προστατεύονται από το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως επίσης προστατεύεται το δικαίωμα να μην ακολουθεί κανείς καμιά θρησκεία ή πίστη. Έτσι, κατά τη γνώμη μου, αυτές οι διαστάσεις πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν στις πρωτοβουλίες του διαπολιτισμικού διαλόγου.
Στο επίπεδο των Ηνωμένων Εθνών υπάρχουν κι άλλοι όροι, όπως Συμμαχία των Πολιτισμών ή «παγκόσμιο έτος για την προσέγγιση των πολιτισμών 2010». Αυτοί οι τίτλοι αποφεύγουν τη συχνά επίμαχη λέξη «θρησκεία», αλλά έχουν επινοηθεί για να ενισχύουν το διαθρησκευτικό και διαπολιτισμικό διάλογο, την κατανόηση και τη συνεργασία για την ειρήνη.
Έτσι ο «διαπολιτισμικός διάλογος» μπορεί να ιδωθεί ως ένας περιεκτικός όρος, που περιλαμβάνει διάφορες από τις προαναφερθείσες διαστάσεις σχετικά με το διαθρησκευτικό διάλογο και τις ενδοθρησκευτικές προσεγγίσεις, ακόμα κι όταν αφορούν αθεϊστές και άθεους. Μου αρέσει πάρα πολύ ο τρόπος που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν περιγράψει τους στόχους του διαπολιτισμικού διαλόγου στην απόφασή τους αριθ. 1983/2006/EΚ, που θέσπισε το ευρωπαϊκό έτος «προκειμένου να ενισχυθεί ο σεβασμός της πολιτισμικής ποικιλομορφίας και να αντιμετωπιστεί η πολύπλοκη πραγματικότητα των κοινωνιών μας, καθώς και η συνύπαρξη διαφορετικών πολιτιστικών ταυτοτήτων και πεποιθήσεων. Επιπλέον είναι σημαντικό να προβληθεί η συνεισφορά των διαφόρων πολιτισμών στην κληρονομιά και στον τρόπο ζωής των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αναγνωριστεί ότι ο πολιτισμός και ο διαπολιτισμικός διάλογος είναι τα κατ’ εξοχήν μέσα για μια αρμονική συμβίωση».
Ακόμα περισσότερο, το κράτος πρέπει να εμμείνει σε πολιτικές και να αναπτύξει τις κυβερνητικές του δεξιότητες ώστε να συμπεριλάβει ποικίλα συμφέροντα. Αμφότερες η κυβέρνηση και η κοινωνία των πολιτών διαδραματίζουν ρόλο στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου άτομα διαφόρων θρησκειών και πεποιθήσεων μπορούν άνετα να συνεργαστούν. Ως τέτοια, η έννοια του διαπολιτισμικού διαλόγου πρέπει να διευρυνθεί.
Έτσι φτάνω στο δεύτερο ερώτημα: γιατί ο διαπολιτισμικός διάλογος είναι σημαντικός; Είμαι πεπεισμένη ότι η διατήρηση του διαπολιτισμικού διαλόγου είναι υψίστης σημασίας, προκειμένου να ξεπεραστούν μισαλλόδοξες και αδιάλλακτες στάσεις και να ενισχυθεί η θρησκευτική ανοχή σε ολόκληρο τον κόσμο. Πέρα από την παιδεία, ο διαθρησκευτικός διάλογος αποτελεί ένα από τα πρωτεύοντα μέσα για την αποτροπή παρεξηγήσεων, συγκρούσεων και παραβιάσεων στον τομέα της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων. Αν διεξαχθεί με επιτυχία, ο διαπολιτισμικός διάλογος μπορεί πράγματι να προάγει την ανεκτικότητα, τον σεβασμό και την κατανόηση.
Αν και οι κουλτούρες και οι θρησκείες μπορεί να είναι αρκετά διαφορετικές, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για τη θέση ότι, επειδή είναι διαφορετικές, δεν είναι ισότιμες. Ενώ πολύ μεγάλος αριθμός ατόμων, ανεξάρτητα από τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις τους, ενστερνίζεται τις οικουμενικές αξίες, πάντα υπήρχαν άτομα που προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι ο πολιτισμός τους, η θρησκεία τους, η γλώσσα τους ή η ιστορία τους είναι ανώτερη από των γειτόνων τους. Ο προκάτοχός μου στη θέση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών, καθηγητής Abdelfattah Amor από την Τυνησία, έχει αναρωτηθεί αν υπάρχει κάτι σε ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας που να μην έχουν κάνει οι άνθρωποι «στο όνομα της θρησκείας». Μολαταύτα, οι θρησκείες μοιράζονται πολλές ηθικές αξίες, που θα μπορούσαν και πρέπει να τις βοηθήσουν να επιτύχουν αλληλοσεβασμό.
Κατά τις επισκέψεις μου σε διάφορες χώρες, έχω δει πόσο επωφελείς μπορούν να είναι οι προσπάθειες διεξαγωγής διαθρησκευτικού διαλόγου. Παράλληλα, η απουσία ενός τέτοιου διαλόγου μπορεί να είναι ένα πρώιμο προειδοποιητικό σήμα για επερχόμενες διαθρησκευτικές εντάσεις και συγκρούσεις. Είναι αυτονόητο ότι ο διάλογος από μόνος του δεν επιλύει τα υφιστάμενα προβλήματα· μάλλον είναι ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ο διαθρησκευτικός διάλογος δεν θα πρέπει να είναι μόνο μια διανοητική και θεολογική άσκηση· μπορεί επίσης να ενεργοποιήσει τη σιωπηλή πλειοψηφία, προκειμένου να αναζητήσει μια κοινή στρατηγική για την ανεύρεση αρμονίας και ειρήνης. Υπάρχουν αληθινές επιτυχείς ιστορίες διαθρησκευτικού διαλόγου· ωστόσο, προσπάθειες σε επίπεδο βάσης σπάνια γίνονται κύριες ειδήσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης – σε αντίθεση με τη διαθρησκευτική βία.
Θα μοιραστώ μαζί σας δύο εμπειρίες από τις πρόσφατες διερευνητικές μου αποστολές, που καταδεικνύουν ότι οι συνομιλητές δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν πολύ για να διεξαγάγουν έναν εποικοδομητικό διάλογο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στο Ισραήλ και στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, ενημερώθηκα για διάφορες διαθρησκευτικές συναντήσεις, όπου ισραηλινοί και παλαιστίνιοι κάτοικοι συγκεντρώνονται και δεν επιτρέπουν πρόσφατα πολιτικά γεγονότα να παρακωλύσουν το διάλογό τους. Μία ΜΚΟ ανέφερε: «αμφότεροι οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι μίλησαν για απογοήτευση και απόγνωση λόγω των ακραίων στάσεων σε κάθε κοινωνία και λόγω της απροθυμίας της πλειοψηφίας για συνεργασία μακριά από τη βία, προκειμένου να βρεθούν λύσεις. Αμφότεροι μίλησαν για την ανάγκη να ακούσουν την άλλη πλευρά να αναγνωρίζει ότι ασκεί βία και να εκφράζει τη λύπη της.»
Επιπλέον, στη Βόρεια Ιρλανδία υπήρξα αυτόπτης μάρτυρας της σημασίας του διαθρησκευτικού διαλόγου στις γειτονιές: στο Μπέλφαστ υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες σε επίπεδο βάσης που φέρνουν σε επαφή ανθρώπους με διαφορετική πολιτική και θρησκευτική προέλευση, ορισμένοι από τους οποίους ζουν ο ένας δίπλα στον άλλο αλλά χωρίζονται από τα λεγόμενα «σύνορα ειρήνης».
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο ερώτημα: ποιος πρέπει να συμμετέχει σε διαπολιτισμικό διάλογο; Στη σύνοδο κορυφής της χιλιετίας για την παγκόσμια ειρήνη, που διεξήχθη στη Νέα Υόρκη τον Αύγουστο του 2000, συγκεντρώθηκαν πάνω από χίλιοι θρησκευτικοί και πνευματικοί ηγέτες. Στην τελική τους Δέσμευση για την Παγκόσμια Ειρήνη τόνισαν ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί αληθινή ειρήνη, αν δεν αναγνωρίσουν όλες οι κοινότητες την πολιτισμική και θρησκευτική ποικιλομορφία του ανθρώπινου γένους υπό το πνεύμα αμοιβαίου σεβασμού και κατανόησης.
Τέτοιες συναντήσεις θρησκευτικών ηγετών είναι σημαντικές, αλλά, παράλληλα, ο διαθρησκευτικός διάλογος σε επίπεδο βάσης πρέπει επίσης να ενθαρρυνθεί και να αναπτυχθεί. Κατά τη γνώμη μου, ανταλλαγές απόψεων πρέπει, αν είναι δυνατό, να συμπεριλάβουν επίσης όλους όσοι δεν πιστεύουν ενθουσιωδώς στη θρησκεία τους, τους αθεϊστές, τους αγνωστικιστές και μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων. Κάθε διάλογος θα μπορούσε επίσης να ωφεληθεί πολύ από τις προοπτικές των γυναικών, που τείνουν να περιθωριοποιούνται σε μείζονα γεγονότα διαθρησκευτικού διαλόγου. Οι γυναίκες είναι από τα μεγαλύτερα θύματα της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας· ωστόσο, παρατήρησα ότι ομάδες γυναικών στον τομέα της θρησκείας υπήρξαν πολύ αποτελεσματικοί υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε καταστάσεις κοινοτικών εντάσεων.
Μερικές φορές πιθανόν να είναι χρήσιμο να είναι παρόντα άτομα του ίδιου θρησκεύματος με αντιτιθέμενες απόψεις. Ένα καλό παράδειγμα από μια πρόσφατη επίσκεψή μου στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στο Λονδίνο, η οποία επίσης αφορούσε τη νομοθεσία κατά των διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού και νόμιμες εξαιρέσεις για οργανώσεις που σχετίζονται με τη θρησκεία ή τη θρησκευτική πίστη. Αυτή η συζήτηση θα ήταν εντελώς διαφορετική χωρίς τη συμμετοχή μελών του Χριστιανικού Κινήματος Ομοφυλόφιλων.
Οι καλλιτέχνες είναι επίσης πιθανό να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη δημόσια αγωγή σχετικά με τη θρησκευτική ανεκτικότητα και τη γεφύρωση του κενού μεταξύ διαφορετικών κοινοτήτων. Ένα καλό παράδειγμα είναι η West-Eastern Divan Orchestra, που αποτελείται από νέους ισραηλινούς, παλαιστίνιους, λιβανέζους, σύριους, ιορδανούς και αιγύπτιους μουσικούς. Ο ιδρυτής και διευθυντής της, Daniel Barenboim, περιέγραψε την ανθρωπιστική ιδέα αυτής της ορχήστρας ως εξής: «Δεν βλέπουμε τους εαυτούς μας ως ένα πολιτικό εγχείρημα, αλλά μάλλον ως ένα βήμα διαλόγου, όπου νέοι άνθρωποι από το Ισραήλ και όλες τις αραβικές χώρες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και ανοιχτά ακούγοντας την ίδια στιγμή την αφήγηση του άλλου. Δεν τίθεται απαραίτητα ζήτημα αποδοχής της αφήγησης του άλλου, πολύ δε περισσότερο συμφωνίας με αυτήν, αλλά μάλλον ουσιώδους ανάγκης αποδοχής της νομιμότητάς της».
Οι πιο πρόσφατες επισκέψεις μου στην Ινδία, όμως, έχουν επίσης δείξει πόσο ευάλωτοι αισθάνονται ακόμα και οι καλλιτέχνες απέναντι στην πίεση του όχλου στους δρόμους. Η εκεί βιομηχανία εικαστικών τεχνών έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημόσια αγωγή σχετικά με τη θρησκευτική ανεκτικότητα. Εντούτοις, κάποιες ταινίες του Bollywood έχουν διά του εκφοβισμού αποτελεσματικά απαγορευτεί από μη κρατικούς φορείς. Δυστυχώς, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας φαίνεται να αναζητούν συστηματικά την έγκριση αυτόκλητων προστατών των θρησκευτικών αισθημάτων πριν προχωρήσουν στην παραγωγή μιας ταινίας που άπτεται κοινωνικών θεμάτων. Αυτό αποκαλύπτει πόσο σημαντική είναι η συμβολή του καλλιτέχνη στον διαπολιτισμικό διάλογο – ή τουλάχιστον θα μπορούσε να είναι. Δημοσιογράφοι και δικηγόροι μπορούν επίσης να κάνουν τη διαφορά, ειδικά όταν οι δηλώσεις τους και οι ενέργειές τους υπερβαίνουν τα θρησκευτικά όρια. Υπάρχουν αναρίθμητα παραδείγματα, όπου άτομα έχουν προστρέξει σε βοήθεια, υπερβαίνοντας τα θρησκευτικά στεγανά.
Επιπλέον – και πολύ περισσότερο – οι πολιτικοί θα έπρεπε να αναλάβουν έναν συντονισμένο προβληματισμό για τον τρόπο αντιμετώπισης των νέων προκλήσεων σε έναν κόσμο που όλο και περισσότερο παγκοσμιοποιείται. Ένας τέτοιος προβληματισμός θα μπορούσε, σε τελευταία ανάλυση, να οδηγήσει σε συγκεκριμένες δράσεις όσον αφορά την ενσωμάτωση της διάστασης της πολυμορφίας, για παράδειγμα σε προγράμματα στέγασης, αναλυτικά σχολικά προγράμματα και διορισμούς σε όργανα.
Τέλος, θα ήθελα να θέσω το τέταρτο ερώτημα: πώς μπορεί ο διαπολιτισμικός διάλογος να διεξαχθεί αποτελεσματικά; Υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα διαπολιτισμικού διαλόγου: διεθνείς και περιφερειακοί οργανισμοί, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, η ΕΕ και ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης (OIC), μπορούν να παίξουν κάποιον ρόλο στη διευκόλυνση της λειτουργίας πλατφορμών για διαπολιτισμικό διάλογο. Επιπλέον, ΜΚΟ προτείνουν να προωθήσουν την κουλτούρα της ειρήνης διαμέσου του διαλόγου και της συνεργασίας μεταξύ ατόμων και κοινοτήτων διαφόρων θρησκειών και πεποιθήσεων μέσα από μια Δεκαετία για τον διαθρησκευτικό διάλογο και τη συνεργασία για ειρήνη των Ηνωμένων Εθνών, που πιθανόν θα διαρκέσει από το 2011 έως το 2020. Από αυτή την άποψη φαίνεται κρίσιμο να υπάρχει μια πληθώρα καλών πρωτοβουλιών σε παγκόσμιο, περιφερειακό, εθνικό ή τοπικό επίπεδο. Επιτρέψτε μου να τονίσω ότι είναι επίσης πιθανό να χρησιμοποιηθούν παλιά, νέα και δημιουργικά μέσα επικοινωνίας για να καθιερωθεί ο διαπολιτισμικός διάλογος με χαμηλό κόστος, για παράδειγμα μέσα από προγράμματα φιλίας δι’ αλληλογραφίας σε σχολεία ή μέσω συνομιλιών στο διαδίκτυο, θεάτρου δρόμου και παραστάσεων κουκλοθέατρου.
Τα προγράμματα διά βίου μάθησης της ΕΕ μπορούν – και ήδη το κάνουν – να λειτουργήσουν ως τέλειες πλατφόρμες για τον διαπολιτισμικό και διαθρησκευτικό διάλογο. Τα διάφορα προγράμματα αποτελούν πράγματι παραδείγματα καλής πρακτικής: το Comenius επιζητεί να αναπτύξει την αλληλοκατανόηση ανάμεσα σε διάφορους ευρωπαϊκούς πολιτισμούς μέσα από τις ανταλλαγές και τη συνεργασία μεταξύ σχολείων από διαφορετικές χώρες. Περισσότεροι από 1 500 000 φοιτητές έχουν ήδη συμμετάσχει στο πρόγραμμα ανταλλαγών ανώτατης εκπαίδευσης Erasmus. Το πρόγραμμα Leonardo da Vinci χρηματοδοτεί τη διακρατική κινητικότητα στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Το πρόγραμμα Grundtvig παρέχει νέες μαθησιακές ευκαιρίες, ειδικά για ενήλικες που κινδυνεύουν με κοινωνικό αποκλεισμό και για μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους. Και, τέλος, το δίκτυο Jean Monnet τονώνει τη διδασκαλία, την έρευνα και το στοχασμό πάνω στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε ολόκληρο τον κόσμο. Επιτρέψτε μου να τονίσω πόσο σημαντικό είναι για την Ευρωπαϊκή Ένωση να προσεγγίσει ολόκληρο τον κόσμο, ειδικά στο πλαίσιο του διαπολιτισμικού διαλόγου.
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι κεφαλαιώδης. Μπορούν είτε να εμφυσήσουν πνεύμα ανεκτικότητας είτε να προάγουν τις εντάσεις, ακόμα και σε πρώιμη ηλικία. Επομένως, έμφαση πρέπει να δοθεί στην πεφωτισμένη εκπαίδευση που διδάσκει στα παιδιά να αναγνωρίζουν την πολυμορφία που υπάρχει. Υπάρχει η σημαντική προοπτική εθελοντικών σχολικών ανταλλαγών με άλλες χώρες τόσο στην Ευρώπη όσο και αλλού. Από αυτή την άποψη, θα ήθελα να αναφέρω τη διεθνή συμβουλευτική διάσκεψη για τη σχολική εκπαίδευση σε σχέση με την ελευθερία της θρησκείας και των πεποιθήσεων, της ανεκτικότητας και την απαγόρευση των διακρίσεων του 2001. Ενέκρινε ομόφωνα το τελικό έγγραφο της Μαδρίτης, που εισηγείτο να παρέχονται σε καθηγητές και μαθητές ευκαιρίες για εθελοντικές συναντήσεις και ανταλλαγές με τους ομολόγους τους από διαφορετικές θρησκείες ή πεποιθήσεις.
Η οικογένεια αποτελεί ακόμα ένα σημείο εισόδου, όπου η ευρύτητα πνεύματος μπορεί είτε να εμποδιστεί ή να καλλιεργηθεί, κατά πολύ ανάλογα με την ανατροφή του κάθε ατόμου. Επιπλέον, οι μικτοί γάμοι – όπως είναι φυσικό – δίνουν νέες προοπτικές και μπορεί να διευκολύνουν τον διαπολιτισμικό ή τον διαθρησκευτικό διάλογο. Κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντική η εξοικείωση με τις προσεγγίσεις των γειτόνων ή άλλων θρησκειών σε πρώιμη ηλικία. Αυτό δεν προϋποθέτει απαραίτητα μακρινά ταξίδια, αλλά, για παράδειγμα, θα μπορούσε να οργανωθεί με μια επίσκεψη στην τοπική εκκλησία, το τζαμί, τη συναγωγή, το τέμενος ή άλλους χώρους λατρείας. Το μέγεθος των ομάδων – ειδικά για διαθρησκευτικές συναντήσεις σε επίπεδο βάσης – δεν θα πρέπει να είναι μεγάλο, προκειμένου να δοθεί η ευκαιρία στους συνομιλητές να μιλήσουν και να γνωριστούν μεταξύ τους σε προσωπικό επίπεδο.
Υπάρχουν, όμως, αρκετοί ενδεχόμενοι κίνδυνοι στον διαπολιτισμικό διάλογο: αν δεν διεξαχθεί σωστά, μπορεί να αποδειχθεί μια επιπόλαιη, ασαφής και αναποτελεσματική άσκηση. Επιπλέον, ο διαπολιτισμικός διάλογος μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για να τονιστούν οι κακές πλευρές του «άλλου». Οι συμμετέχοντες μπορεί να αισθανθούν τον πειρασμό να πείσουν τους συνομιλητές τους για την ανωτερότητα της θρησκείας ή του πολιτισμού τους.
Όσον αφορά την πιθανή ουσία του διαλόγου, υπάρχει επίσης ένα θεμελιώδες ερώτημα να απαντηθεί: Να ρωτήσουν οι συμμετέχοντες, συν τοις άλλοις, για τις αντίστοιχες θρησκείες και θεολογικές προσεγγίσεις τους, ή κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο; Μια θετική πλευρά θα ήταν οι συνομιλητές να μπορούν να γνωρίζουν παρόμοιες προσεγγίσεις αλλά επίσης και διαφορές. Αυτές οι διαφορές, όμως, μπορεί να ερμηνευτούν ως ευαίσθητες ή ακόμα προσβλητικές. Απλώς σκεφτείτε μια συζήτηση που εστιάζει σε επίμαχα θέματα, όπως: Ποιος ήταν ο τελευταίος προφήτης; Είχε ο Θεός γιο; Είναι οι θρησκευτικοί ηγέτες αλάνθαστοι; Τι κάνει να φας και τι όχι; Υπάρχει μετενσάρκωση;
Μια δελεαστική εναλλακτική λύση θα ήταν να αναζητηθούν μόνο μη επίμαχα θέματα που δεν άπτονται επ’ ουδενί της θεολογίας· για παράδειγμα, μια συζήτηση γύρω από κοινές περιβαλλοντικές ανησυχίες. Αλλά μπορεί να είναι δύσκολο να βρεθούν τέτοια θέματα και θα μπορούσαν να είναι βαρετά και, σε τελευταία ανάλυση, μια τέτοια προσέγγιση θα ανέτρεπε τον στόχο ενός ειλικρινούς διαπολιτισμικού και διαθρησκευτικού διαλόγου. Δεν νομίζω ότι θα βοηθούσε να προσθέσουμε ένα στρώμα «θεολογικής ορθότητας» στην υπάρχουσα προσέγγιση της πολιτικής ορθότητας.
Μερικές φορές ακούτε από διπλωμάτες ότι δεν πρέπει να καταγινόμαστε με την κριτική θρησκειών άλλων από τη δική μας. Θα ήθελα, όμως, να ρωτήσω: Αποκλείει ο διάλογος τη δυνατότητα κριτικής των δογμάτων άλλων θρησκειών; Κατά τη γνώμη μου, σε έναν αληθινό διάλογο, οι συνομιλητές θα πρέπει να έχουν τελικά τη δυνατότητα επιλογής να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν, προφανώς σεβόμενος ο ένας τις απόψεις και τις προσεγγίσεις του άλλου.
(Χειροκροτήματα)
Αν κάποιος επιθυμεί να ασκήσει κριτική στη θρησκεία του άλλου, είναι, φυσικά, σωστό να το κάνει με ενημερωμένο τρόπο και να μετρήσει τα λόγια του προσεκτικά. Επιπλέον, μπορεί επίσης να βοηθήσει η εμπέδωση αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των διαφόρων ομάδων. Πιστεύω ακράδαντα, όμως, ότι θα ήταν λάθος να ακολουθηθεί η μέθοδος της προστασίας των θρησκειών καθαυτών και όχι των ατόμων ή των ομάδων πιστών, όπως έχει επικυρωθεί από τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
(Χειροκροτήματα)
Σε πολλές περιπτώσεις έχω εκφράσει ανησυχίες ότι η ποινικοποίηση της λεγόμενης δυσφήμησης θρησκειών μπορεί να αποβεί αντιπαραγωγική, επειδή είναι πιθανόν να δημιουργήσει ατμόσφαιρα μισαλλοδοξίας και φόβου, ενώ μπορεί ακόμα και να αυξήσει τις πιθανότητες για αναταραχές. Κατηγορίες για δυσφήμηση της θρησκείας ενδεχομένως να κατέπνιγαν νόμιμη κριτική ή ακόμα και έρευνα πρακτικών και νόμων που φαίνεται να παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα που επιτρέπονται από τη θρησκεία – ή τουλάχιστον έτσι γίνεται αντιληπτό.
Τέλος, πιστεύω ότι το κράτος δικαίου και η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι προϋποθέσεις για την εμπέδωση ενός ευνοϊκού κλίματος, που θα συντελούσε στον ειλικρινή διάλογο και την κατανόηση. Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στο σύστημα, και έτσι η πολυμορφία εντός των οργάνων μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός τέτοιου περιβάλλοντος. Ο διαπολιτισμικός διάλογος δεν πρέπει να επιβάλλεται ή να σχεδιάζεται με συγκαταβατικό τρόπο. Οι πολιτικές των κρατών, από αυτή την άποψη, πρέπει να δίνουν χώρο δράσης στις διάφορες θρησκείες και πεποιθήσεις, δημιουργώντας έτσι φυσικές ευκαιρίες για αλληλεπίδραση και κατανόηση.
Αυτές είναι οι ιδέες μου πάνω στο τι, το γιατί, το ποιος και το πώς του διαπολιτισμικού διαλόγου. Φοβάμαι ότι αντί να δώσω περιεκτικές απαντήσεις, έχω θέσει έναν αριθμό νέων ζητημάτων.
Στις παρατηρήσεις μου έχω ήδη αναφερθεί στις δυνατότητες που προσφέρει – όπως επίσης και στους κινδύνους που εγκυμονεί – ο διαπολιτισμικός διάλογος. Φαίνεται ζήτημα υψίστης σημασίας να θεσπιστεί ο διαθρησκευτικός διάλογος σε διάφορα επίπεδα στη σωστή μορφή και με ευρεία επιλογή συμμετεχόντων, παρέχοντας παράλληλα τη δυνατότητα για ειλικρινή ανταλλαγή απόψεων. Νομίζω ότι κοινές διακηρύξεις και δηλώσεις από θρησκευτικούς ηγέτες είναι σημαντικές· θα ήθελα, όμως, να αδράξω την ευκαιρία για να τονίσω τον κρίσιμο ρόλο των πρωτοβουλιών σε επίπεδο βάσης, συγκεκριμένων συναντήσεων και κοινών ενεργειών. Επίσης πιστεύω ότι είναι καλύτερα να έχουμε πόλεμο λέξεων παρά εντάσεις διαρκείας. Όταν μέσοι θεϊστές, άθεοι και αγνωστικιστές βρεθούν στον ίδιο χώρο, μερικοί από αυτούς ίσως για πρώτη φορά, ευελπιστώ ότι θα μάθουν πολλά ο ένας από τον άλλο, ακόμα και αν τελικά διαφωνήσουν σε ουσιαστικά ζητήματα.
Οι οικουμενικές αξίες πρέπει να γεφυρώσουν διαφορετικές θρησκείες και πεποιθήσεις. Δεν δέχομαι το γεγονός ότι οι οικουμενικές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί και πρέπει να είναι υποδεέστερες των κοινωνικών ή των θρησκευτικών κανόνων.
(χειροκροτήματα)
Αυτό, εν τέλει, πιθανόν να οδηγούσε επίσης στην ενίσχυση των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο ως προς την προώθηση όσο και ως προς την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Εν κατακλείδι θα ήθελα να παραπέμψω στον Boutros Boutros-Ghali, τον τέως Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, που είπε: «Τα ανθρώπινα δικαιώματα, όταν ιδωθούν από μια οικουμενική προοπτική, μας υποχρεώνουν να αντιμετωπίσουμε την πιο απαιτητική διαλεκτική από όλες: τη διαλεκτική της ταυτότητας και της ετερότητας, του «εγώ» και του «άλλου». Μας διδάσκουν, με τον πιο ευθύ τρόπο, ότι είμαστε, την ίδια ακριβώς στιγμή, όμοιοι αλλά και διαφορετικοί».
(Οι βουλευτές όρθιοι, χειροκροτούν)
Πρόεδρος. - Δρα Τζαχανγκίρ, σας ευχαριστώ πολύ για την ομιλία που εκφωνήσατε. Παρακολουθήσαμε με μεγάλη προσοχή όσα μας είπατε, διότι πηγάζουν από το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, από την πλούσια εμπειρία σας και από το περιεχόμενο του σημαντικού έργου σας.
Ελπίζω ότι η επίσκεψή σας αυτή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μας δώσει την ευκαιρία μιας ευρύτερης συνεργασίας στο πλαίσιο της κοινής μας αποστολής για τη δημοκρατία, την ειρήνη και την ανάπτυξη.