Πρόεδρος. − Παναγιώτατε Πατριάρχη Βαρθολομαίε, είναι μεγάλη μας τιμή να σας υποδεχόμαστε σε αυτή την πανηγυρική συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου 2008. Ο πρώτος προσκεκλημένος, ο οποίος απηύθυνε ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου, ήταν ο Μεγάλος Μουφτής της Δαμασκού τον Ιανουάριο. Κατάγεται από τη Συρία και μας μίλησε ως αγγελιαφόρος του ειρηνικού Ισλάμ.
Παναγιώτατε, εσείς εκπροσωπείτε τη χριστιανική πίστη, ενώ ο Μεγάλος Ραβίνος Jonathan Sacks, ο οποίος θα εκφωνήσει λόγο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το Νοέμβριο στο Στρασβούργο, θα έλθει ως εκπρόσωπος της εβραϊκής πίστης.
Πιστοί αυτών των τριών θρησκειών – του χριστιανισμού, του ιουδαϊσμού και του Ισλάμ – συμβιώνουν επί αιώνες. Δυστυχώς η συνύπαρξη αυτή δεν υπήρξε πάντα ειρηνική. Ακόμη και σήμερα στη Μέση Ανατολή και αλλού, υπάρχουν περιοχές οι οποίες μαστίζονται από τις εντάσεις μεταξύ αυτών των κοινοτήτων.
Εμείς, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στηρίζουμε κάθε προσπάθεια για την προώθηση της ειρηνικής συνύπαρξης θρησκειών και πολιτισμών στη Μέση Ανατολή και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Γιατί στη Μέση Ανατολή υπάρχουν και παραδείγματα θρησκευτικής ανοχής και αρμονικών σχέσεων ανάμεσα σε πιστούς διαφορετικών θρησκειών. Όταν επισκέφθηκα τη Συρία πριν από λίγο καιρό, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τους πνευματικούς ηγέτες των διάφορων θρησκευτικών κοινοτήτων, οι οποίοι με διαβεβαίωσαν ότι στη χώρα τους υπάρχουν αγαστές σχέσεις οι οποίες στηρίζουν το διάλογο ανάμεσα στις θρησκείες και τους πολιτισμούς.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια κοινότητα που βασίζεται σε αξίες, από τις οποίες μια εκ των πλέον θεμελιωδών είναι η αξιοπρέπεια που είναι έμφυτη σε κάθε άνθρωπο. Από την άποψη αυτή, η θρησκευτική ελευθερία είναι καθοριστικής σημασίας για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ξεπερνά κατά πολύ τις εξουσίες των κρατικών αρχών. Ο χωρισμός εκκλησίας και κράτους, τον οποίο εμείς εκτιμάμε βαθύτατα, αποτελεί εγγύηση της ελευθερίας των θρησκευτικών κοινοτήτων να διαχειρίζονται τις δικές τους εσωτερικές υποθέσεις και εξωτερικές σχέσεις. Οι αρχές αυτές βεβαιώνονται εκ νέου στη Συνθήκη της Λισαβόνας, την ισχύ της οποίας προσπαθούμε να διασφαλίσουμε.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο έχει την έδρα του στο Φανάρι, ιδρύθηκε τον 4ο αιώνα και αποτελεί σημαντικό πνευματικό κέντρο για τα 300 εκατομμύρια των ορθόδοξων χριστιανών σε όλο τον κόσμο. Φανάρι σημαίνει «φάρος» κι εσείς, Παναγιώτατε, υπήρξατε πάντα φάρος συμφιλίωσης και ειρήνης για τους πιστούς στον ορθόδοξο κόσμο και όχι μόνον.
Η τελευταία διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έφερε στην ΕΕ χώρες με πλειοψηφία ορθόδοξων χριστιανών, όπως είναι η Κύπρος, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, ενώ η Ελλάδα είναι ήδη μέλος από το 1981. Ο μακαριστός Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’, ο οποίος απηύθυνε ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 1988, χρησιμοποίησε την εξής μεταφορά για την περιγραφή αυτή: είπε ότι αφού η Ευρώπη ξεπέρασε τη διαίρεσή της, αναπνέει πάλι και με τους δύο πνεύμονές της. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε την ίδια μεταφορά ξανά σήμερα για να περιγράψουμε τον πλούτο της διευρυμένης ΕΕ, τον οποίο προσφέρουν οι διαφορετικές κοσμοθεωρίες του χριστιανισμού της Δύσης και της Ανατολής.
Παναγιώτατε, σας ευχαριστούμε για την επίσκεψή σας. Είστε από τις ελάχιστες επιφανείς προσωπικότητες που εκφωνούν ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για δεύτερη φορά. Μας επισκεφθήκατε το 1994 και μας τιμάτε ξανά με ακόμη μια ομιλία επ’ ευκαιρία του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου. Με χαρά θα σας ακούσουμε.
Σας καλώ τώρα να εκφωνήσετε λόγο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σας ευχαριστώ.
(Χειροκρότημα)
Η Αυτού Αγιότης Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος Α. − Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξοχότατοι, αξιότιμα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αξιότιμοι προσκεκλημένοι, αγαπητοί φίλοι, καταρχάς σας διαβιβάζουμε τους χαιρετισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, το οποίο επί πολλούς αιώνες έχει την έδρα του στη σημερινή Ισταμπούλ – χαιρετισμούς πλήρεις εκτίμησης και σεβασμού. Συγκεκριμένα, εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας σε έναν παλιό μας φίλο, τον εξοχότατο Hans-Gert Pöttering, Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ομοίως, εκφράζουμε τη βαθύτατη εκτίμησή μας για την εξαιρετική τιμή που μας κάνετε να απευθύνουμε ομιλία στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για δεύτερη φορά (όπως ανέφερε ήδη ο Πρόεδρος), ειδικά επ’ ευκαιρία του Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου.
Ως αμιγώς πνευματικός θεσμός, το Οικουμενικό Πατριαρχείο μας συμπεριλαμβάνει μια πραγματικά παγκόσμια αποστολική διακονία η οποία αγωνίζεται να ενισχύσει και να διευρύνει τη συνειδητοποίηση της οικογένειας του ανθρώπου – ώστε να κατανοήσουμε ότι όλοι ζούμε στο ίδιο σπίτι. Υπό την πλέον βασική έννοια, αυτό είναι το νόημα της λέξης «οικουμενικός» – γιατί η «οικουμένη» είναι ο κατοικημένος κόσμος – η γη νοείται ως σπίτι, στο οποίο διαμένουν όλοι οι λαοί, οι όμοιοί τους, οι φυλές και οι γλώσσες.
Όπως είναι γνωστό, η προέλευση του θρησκευτικού θεσμού μας εδράζεται στην καρδιά της Εποχής του Άξονα, στα βάθη της ιστορίας της χριστιανικής πίστης – με τους πρώτους μαθητές τους Ιησού Χριστού. Επειδή η Θάλασσά μας – το θεσμικό μας κέντρο – μοιράστηκε το κέντρο και την πρωτεύουσα της χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έγινε γνωστή ως «οικουμενική», αποκτώντας ορισμένα προνόμια και αρμοδιότητες που διατηρεί μέχρι σήμερα. Μια από τις κύριες αρμοδιότητες του Πατριαρχείου ήταν η διάδοση του μηνύματος της λύτρωσης του Ευαγγελίου στον κόσμο εκτός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Τον καιρό πριν από την εποχή των ανακαλύψεων, οι περισσότεροι πολιτισμοί είχαν μια διμερή αντίληψη του κόσμου, διαρθρωμένη γύρω από τον άξονα «εντός» και «εκτός». Ο κόσμος ήταν διαιρεμένος σε δύο τομείς: ένα ημισφαίριο πολιτισμού και ένα ημισφαίριο βαρβαρότητας. Στην ιστορία αυτή, παρατηρούμε τις οδυνηρές επιπτώσεις της αποξένωσης του ενός ανθρώπου από τον άλλο.
Σήμερα, παρότι διαθέτουμε τα τεχνολογικά μέσα για να υπερβούμε τον ορίζοντα της δικής μας πολιτισμικής αυτοσυνειδησίας, εξακολουθούμε να γινόμαστε μάρτυρες των φρικτών επιπτώσεων του κατακερματισμού του ανθρώπου. Η οργάνωση σε φυλές, ο φονταμενταλισμός και ο φυλετισμός – ο οποίος είναι ακραίος εθνικισμός δίχως σεβασμό των δικαιωμάτων του άλλου – συντελούν στη συνεχή επέκταση του καταλόγου των φρικαλεοτήτων, οι οποίες δεν μας επιτρέπουν να υποστηρίζουμε ότι είμαστε καταρχήν πολιτισμένοι.
Ωστόσο, παρά τις εμπορικές συναλλαγές, τις μετακινήσεις και την εξάπλωση των λαών, τις θρησκευτικές εξεγέρσεις και αναζωπυρώσεις, καθώς και τα μεγάλα γεωπολιτικά κινήματα, η αποδόμηση των άκαμπτων και μονολιθικών αντιλήψεων των προηγούμενων αιώνων για τον εαυτό μας δεν έχει βρει ακόμη μόνιμο λιμάνι. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο διέσχισε τα κύματα των αιώνων αυτών, πλέοντας μέσα από τις καταιγίδες και τις νηνεμίες της ιστορίας. Επί είκοσι αιώνες – μέσα από την Pax Romana, την Pax Christiana, την Pax Islamica, την Pax Ottomanica (όλες εποχές οι οποίες σημαδεύτηκαν από διαπολιτισμικές μάχες, συγκρούσεις και πολέμους) – το Οικουμενικό Πατριαρχείο συνέχισε την πορεία του ως φάρος για την οικογένεια του ανθρώπου και τη χριστιανική Εκκλησία. Από τα βάθη της εμπειρίας μας σε αυτά τα σκοτεινά νερά της ιστορίας κομίζουμε στο σύγχρονο κόσμο ένα διαχρονικό μήνυμα αιώνιας ανθρώπινης αξίας.
Σήμερα, το οικουμενικό πεδίο του Πατριαρχείου μας εκτείνεται πολύ μακρύτερα από τα όρια της φυσικής του παρουσίας στα σύνορα Ευρώπης και Ασίας, στην ίδια πόλη στην οποία κατοικούμε εδώ και δέκα επτά αιώνες, από την ίδρυσή της. Παρότι μικρή σε ποσότητα, η υψηλή ποιότητα της εμπειρίας μας μάς φέρνει σήμερα ενώπιον αυτής της αυγουστιάτικης συνέλευσης για να μοιραστούμε την εμπειρία αυτή σχετικά με την αναγκαιότητα του διαπολιτισμικού διαλόγου, ένα ευγενές και επίκαιρο ιδανικό για το σύγχρονο κόσμο.
Όπως είπατε κι εσείς – επαναλαμβάνοντας τα ίδια λόγια του αξιότιμου Σώματος: «Στην καρδιά του ευρωπαϊκού εγχειρήματος είναι σημαντικό να παρέχονται τα μέσα για διαπολιτισμικό διάλογο και διάλογο μεταξύ των πολιτών, προκειμένου να ενισχυθεί ο σεβασμός της πολιτισμικής ποικιλομορφίας και να αντιμετωπισθεί η πολύπλοκη πραγματικότητα των κοινωνιών μας, καθώς και η συνύπαρξη διαφορετικών πολιτιστικών ταυτοτήτων και πεποιθήσεων» (Απόφαση αριθ. 1983/2006/ΕΚ) και με ταπεινότητα παραθέτουμε την εξής ευγενή δήλωση, όπως κάναμε και πέρσι στην ομιλία μας στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο: «Ο διάλογος είναι απαραίτητος πρώτα απ’ όλα γιατί είναι έμφυτος στη φύση του ανθρώπου».
Τούτο είναι το κύριο μήνυμα το οποίο προτείνουμε να σκεφθείτε σήμερα: ότι ο διαπολιτισμικός διάλογος βρίσκεται ακριβώς στη ρίζα του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, γιατί όλοι οι άνθρωποι δεν ανήκουν μόνο σε έναν πολιτισμό της ανθρώπινης οικογένειας. Δίχως έναν τέτοιο διάλογο, οι διαφορές στην οικογένεια του ανθρώπου καταντούν εξαντικειμενικοποιήσεις του «άλλου» και οδηγούν στην κακομεταχείριση, τη σύγκρουση, τις διώξεις – μια μεγάλης κλίμακας πράξη αυτοκτονίας του ανθρώπου, γιατί τελικά είμαστε όλοι κομμάτι της ίδιας ανθρωπότητας. Όμως, όταν οι μεταξύ μας διαφορές μας οδηγούν να συναντούμε ο ένας τον άλλο και όταν αυτή η συνάντηση βασίζεται στο διάλογο, υπάρχει αμοιβαία κατανόηση και εκτίμηση – ακόμη και αγάπη.
Τα τελευταία 50 χρόνια, η ανθρώπινη οικογένειά μας βίωσε τα άλματα της τεχνολογικής εξέλιξης τα οποία ούτε καν φαντάζονταν οι πρόγονοί μας. Πολλοί πίστεψαν ότι αυτού του είδους η εξέλιξη θα γεφυρώσει τα χάσματα τα οποία κατακερματίζουν τους ανθρώπους. Ως αν τα επιτεύγματά μας να μας έδωσαν τη δύναμη να υπερβούμε τη θεμελιώδη πραγματικότητα της ηθικής μας και – ας πούμε – της πνευματικής μας κατάστασης. Ωστόσο, παρά τα κάθε λογής οφέλη που μπορούμε να σκεφθούμε και τις τεχνολογικές δεξιότητες – δεξιότητες οι οποίες φαίνεται να ξεπερνούν κάθε ανθρώπινη ευφυΐα – εξακολουθούμε να γινόμαστε μάρτυρες της πανανθρώπινης μάστιγας της πείνας, της δίψας, του πολέμου, των διώξεων, της αδικίας, της δυστυχίας, της μισαλλοδοξίας, του φανατισμού και των προκαταλήψεων.
Εν τω μέσω αυτού του κατά τα φαινόμενα άθραυστου κύκλου, η σημασία του «ευρωπαϊκού εγχειρήματος» δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία κατάφερε να προωθήσει την αμοιβαία, ειρηνική και εποικοδομητική συνύπαρξη μεταξύ των κρατών-εθνών, τα οποία λιγότερο από 70 χρόνια πριν σύρθηκαν σε μια αιματηρή σύγκρουση η οποία θα μπορούσε να έχει καταστρέψει την ευρωπαϊκή παρακαταθήκη για αιώνες.
Εδώ, σε αυτήν την υπέροχη αίθουσα συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αγωνίζεστε ώστε να καταστήσετε εφικτές τις σχέσεις μεταξύ των κρατών και των πολιτικών πραγματικοτήτων, χάρη στις οποίες γίνεται δυνατή η συμφιλίωση μεταξύ των ανθρώπων. Συνεπώς, αναγνωρίζετε τη σημασία του διαπολιτισμικού διαλόγου, ειδικά σε μια χρονική στιγμή της ευρωπαϊκής ιστορίας, κατά την οποία παρατηρούνται μεταλλάξεις σε όλες τις χώρες και τα κοινωνιακά όρια. Οι μεγάλες παλιρροϊκές δυνάμεις των συγκρούσεων, η οικονομική ασφάλεια και οι ευκαιρίες προκάλεσαν μετακινήσεις πληθυσμών σε ολόκληρη τη Γη. Εξ ανάγκης λοιπόν άνθρωποι με διαφορετικό πολιτισμικό, εθνοτικό, θρησκευτικό και εθνικό υπόβαθρο έρχονται πολύ κοντά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ίδιοι πληθυσμοί αποφεύγουν το ευρύτερο σύνολο και παραμένουν έξω από την κυρίαρχη κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση όμως, η έναρξη διαλόγου δεν πρέπει να είναι μια απλή άσκηση επί χάρτου στην αμοιβαία εκτίμηση.
Προκειμένου ο διάλογος να είναι αποτελεσματικός, να έχει μεταπλαστική δύναμη και να προκαλεί δομικές αλλαγές στους ανθρώπους, δεν πρέπει να διεξάγεται επί τη βάσει των εννοιών του «υποκειμένου» και του «αντικειμένου». Η αξία του «άλλου» πρέπει να είναι απόλυτη – χωρίς ανάγκη εξαντικειμενικοποίησης· έτσι ώστε κάθε μέρος να γίνεται αντιληπτό στην ολότητα της ύπαρξής του.
Για τους ορθόδοξους χριστιανούς, η εικόνα δεν αντιπροσωπεύει μόνο την κορύφωση του ανθρώπινου αισθητικού επιτεύγματος, αλλά λειτουργεί και ως απτή υπενθύμιση της αιώνιας αλήθειας. Όπως σε κάθε πίνακα – θρησκευτικό ή μη, και ανεξαρτήτως του ταλέντου του καλλιτέχνη – το αντικείμενο απεικονίζεται δυσδιάστατο. Ωστόσο, για τους ορθόδοξους χριστιανούς, μια εικόνα δεν είναι μόνο ένας απλός πίνακας θρησκευτικού περιεχομένου – και δεν είναι, εξ ορισμού, ένα θρησκευτικό αντικείμενο. Στην πραγματικότητα, είναι ένα υποκείμενο με το οποίο ο παρατηρητής, ο πιστός, εισέρχεται σε άρρητο διάλογο μέσω της αίσθησης της όρασης. Για έναν ορθόδοξο χριστιανό, η συνάντηση με την εικόνα είναι πράξη ταύτισης με το πρόσωπο που απεικονίζεται στην εικόνα. Πόσο περισσότερο θα έπρεπε οι συναντήσεις μας με τις ζώσες εικόνες – τους ανθρώπους που πλάστηκαν κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Κυρίου – να είναι πράξεις ταύτισης!
Προκειμένου ο διάλογός μας να καταστεί κάτι παραπάνω από απλή πολιτισμική ανταλλαγή, πρέπει να υπάρχει πιο βαθιά κατανόηση της απόλυτης αλληλεξάρτησης – όχι μόνο των κρατών και των πολιτικών και οικονομικών παραγόντων – αλλά της εξάρτησης του κάθε ανθρώπου από τον κάθε άνθρωπο. Μια τέτοια αποτίμηση πρέπει να γίνεται ανεξαρτήτως της οποιασδήποτε ομοιότητας σε επίπεδο φυλής, θρησκείας, γλώσσας, εθνοτικής προέλευσης, εθνικής καταγωγής ή οποιουδήποτε κριτηρίου, μέσω του οποίου αναζητούμε τον αυτοπροσδιορισμό και την ταυτότητά μας. Σε έναν κόσμο δισεκατομμυρίων ανθρώπων όμως, πώς είναι δυνατή μια τέτοια αλληλοσύνδεση;
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει τρόπος διασύνδεσης με κάθε άνθρωπο – αυτή είναι ιδιότητα που θα αποδίδαμε στο Θεό. Ωστόσο, υπάρχει τρόπος να κατανοήσουμε το σύμπαν στο οποίο ζούμε ως κάτι το οποίο μοιραζόμαστε όλοι – ένα επίπεδο ύπαρξης στο οποίο εκτείνεται η πραγματικότητα του κάθε ανθρώπου – μια οικόσφαιρα η οποία μας περιέχει όλους.
Για το λόγο αυτό λοιπόν, το Οικουμενικό Πατριαρχείο – κάτι που προσιδιάζει στο δικό μας αίσθημα ευθύνης για το σπίτι, τον οίκο του κόσμου και όλων των πλασμάτων που ζουν σε αυτόν – αγωνίζεται επί δεκαετίες για το περιβάλλον, εφιστώντας την προσοχή στις οικολογικές κρίσεις σε ολόκληρη τη Γη. Αναλαμβάνουμε την αποστολή αυτή δίχως ιδιοτέλεια. Όπως πολύ καλά γνωρίζετε, το Πατριαρχείο μας δεν είναι «εθνική» εκκλησία αλλά η θεμελιώδης εκκλησιαστική έκφραση των οικουμενικών διαστάσεων του μηνύματος του Ευαγγελίου και των ευθυνών που απορρέουν εντός της ζωής της Εκκλησίας. Αυτή είναι η βαθύτερη αιτία, για την οποία οι Εκκλησιαστικοί Πατέρες και οι Σύνοδοι του έδωσαν το όνομα «Οικουμενικό». Η στοργή της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης υπερβαίνει κάθε γλωσσικό, πολιτισμικό, εθνοτικό, ακόμη και θρησκευτικό ορισμό, γιατί επιδιώκει να υπηρετεί όλους τους ανθρώπους. Αν και βαθιά ριζωμένο σε μια συγκεκριμένη ιστορία – όπως και κάθε άλλος θεσμός – το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπερβαίνει τις ιστορικές κατηγοριοποιήσεις στην αιώνια αποστολή του να υπηρετεί επί 1 700 χρόνια.
Στο πλαίσιο της υπηρεσίας μας προς το περιβάλλον, έχουμε χρηματοδοτήσει μέχρι σήμερα επτά επιστημονικά συμπόσια, στα οποία συμμετέχουν διαφορετικοί επιστημονικοί κλάδοι. Η γένεση της πρωτοβουλία μας προέκυψε στο νησί το οποίο χάρισε στην ανθρωπότητα το Βιβλίο της Αποκάλυψης: το ιερό νησί της Πάτμου στο Αιγαίο. Κι εκεί, στο Αιγαίο, ξεκινήσαμε το 1995 ένα φιλόδοξο πρόγραμμα συγχώνευσης των σύγχρονων επιστημονικών γνώσεων για τους ωκεανούς με την πνευματική προσέγγιση των θρησκειών του κόσμου σε ό,τι αφορά το νερό, ειδικά τους ωκεανούς. Από την Πάτμο, από το 1995, διασχίσαμε το Δούναβη, την Αδριατική, τη Βαλτική, τον Αμαζόνιο, τον Αρκτικό Ωκεανό (τον περασμένο Σεπτέμβριο) και τώρα ετοιμαζόμαστε να διαπλεύσουμε το Νείλο στην Αίγυπτο και τον ποταμό Μισισιπή στις Ηνωμένες Πολιτείες, και τα δύο του χρόνου.
Δεν επιζητούμε μόνο ένα διαρκή διάλογο ο οποίος να εξυπηρετεί πρακτικές ανάγκες, αλλά και ένα διάλογο ο οποίος να ενισχύει τη συνειδητοποίηση του ανθρώπου. Ενώ αγωνιζόμαστε για να βρούμε απαντήσεις στις οικολογικές ανησυχίες και κρίσεις, βοηθάμε τους συμμετέχοντες να κατανοήσουν πιο ολοκληρωμένα τον εαυτό τους, χάρη στην αίσθηση ότι ανήκουν και συνδέονται με ένα ευρύτερο σύνολο. Επιζητούμε να αντιληφθούμε την οικόσφαιρα της ανθρώπινης ύπαρξης όχι ως αντικείμενο το οποίο μπορεί να ελεγχθεί, αλλά ως συναγωνιστή στο μονοπάτι της επαύξησης και της βελτίωσης. Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, για τον οποίο και η Ορθόδοξη και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία γιορτάζουν φέτος την ηλικίας 2 000 παρακαταθήκη του, σε μια από τις πιο γνωστές του επιστολές, στην προς Ρωμαίους Επιστολή, «Tο ξέρουμε, άλλωστε, πως ολόκληρη η δημιουργία συστενάζει και συμπάσχει μέχρι και τώρα».
Κάθε οικοσύστημα στον πλανήτη αυτό είναι όπως μια χώρα – εξ ορισμού περιορισμένο σε μια περιοχή. Η εκβολή δεν είναι η τούνδρα, ούτε η σαβάνα είναι η έρημος. Όμως, όπως κάθε πολιτισμός, έτσι και κάθε οικοσύστημα προκαλεί συνέπειες οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ τα φυσικά – ή στην περίπτωση των πολιτισμών, τα εθνικά – όριά του. Όταν καταλάβουμε ότι κάθε οικοσύστημα αποτελεί τμήμα μιας μοναδικής οικόσφαιρας που κατοικείται από κάθε ζώσα ανάσα η οποία γεμίζει τον κόσμο, τότε θα κατανοήσουμε την αλληλοσύνδεση, την ισχυρή ταύτιση κάθε μορφής ζωής, αλλά και την αληθινή εξάρτηση του ενός από τον άλλο. Αν δεν το κατανοήσουμε αυτό, οδηγούμαστε στην οικοκτονία, την αυτοκαταστροφή της μοναδικής οικόσφαιρας η οποία συντηρεί ολόκληρη την ανθρώπινη ύπαρξη.
Γι’ αυτό βρισκόμαστε ενώπιόν σας σήμερα, για να αναδείξουμε το Έτος Διαπολιτισμικού Διαλόγου και να διατυπώσουμε παραβολές από το φυσικό κόσμο οι οποίες θα επιβεβαιώσουν τις υπερβατικές ανθρώπινες αξίες σας. Ως θεσμός, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ζει επί αιώνες ως ένα σχετικά μικρό οικοσύστημα εντός ενός πολύ μεγαλύτερου πολιτισμού. Αντλώντας από αυτή τη μακρά εμπειρία, επιτρέψτε μας να σας υποδείξουμε το πιο σημαντικό πρακτικό χαρακτηριστικό το οποίο δίδει τη δυνατότητα στο έργο του διαπολιτισμικού διαλόγου να στεφθεί με επιτυχία.
Κυρίως και πάνω απ’ όλα, χρειάζεται ο σεβασμός της κάθε πλειοψηφίας προς τις μειοψηφίες. Όταν και όπου γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα της μειοψηφίας, η κοινωνία στο μεγαλύτερο ποσοστό εμφορείται από δικαιοσύνη και ανεκτικότητα. Σε κάθε πολιτισμό, πάντα θα κυριαρχεί ένα τμήμα – είτε αυτή η κυριαρχία βασίζεται στη φυλή, τη θρησκεία είτε σε οποιαδήποτε άλλη κατηγοριοποίηση. Η κατάτμηση είναι αναπόφευκτη στον ποικιλόμορφο κόσμο μας. Αυτό που θέλουμε να σταματήσουμε είναι ο κατακερματισμός! Οι κοινωνίες οι οποίες είναι χτισμένες πάνω στον αποκλεισμό και την καταπίεση δεν έχουν διάρκεια. Ή, όπως είπε ο Πρίγκιπας της Ειρήνης Ιησούς Χριστός: π脘σα βασιλεία μερισθεῖσα καθ’ ἑαυτῆς ἐρημοῦται, καὶ πᾶσα πόλις ἢ οἰκία μερισθεῖσα καθ’ ἑαυτῆς οὐ σταθήσεται.
Η συμβουλή μας προς όλους είναι να αναγνωρίσουν ότι μόνο όταν ασπαζόμαστε την ολότητα της κοινής παρουσίας μέσα στην οικόσφαιρα της ανθρώπινης ύπαρξης, είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τη «διαφορετικότητα» εκείνων που μας περιβάλλουν – πλειοψηφία ή μειοψηφία – με πραγματικό αίσθημα της εξ αίματος συγγένειας της οικογένειας του ανθρώπου. Τότε μόνο αντιμετωπίζουμε τον άγνωστο ανάμεσά μας όχι ως ξένο, αλλά ως αδελφό ή αδελφή μέσα στην οικογένεια του ανθρώπου, την οικογένεια του Θεού. Ο Άγιος Παύλος πραγματεύεται πολύ γλαφυρά και περιεκτικά το θέμα των πανανθρώπινων σχέσεων και της αδελφοσύνης, όταν απευθύνεται στους Αθηναίους τον πρώτο αιώνα.
Γι’ αυτό, η Ευρώπη πρέπει να εντάξει την Τουρκία στο εγχείρημά της και γι’ αυτό η Τουρκία πρέπει να προαγάγει το διαπολιτισμικό διάλογο και την ανεκτικότητα, προκειμένου να γίνει δεκτή στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Η Ευρώπη δεν πρέπει να αντιμετωπίζει καμία θρησκεία η οποία είναι ανεκτική προς τους άλλους και σέβεται τους άλλους ως ξένη προς αυτή. Οι μεγάλες θρησκείες, όπως και το ευρωπαϊκό εγχείρημα, μπορούν να γίνουν δυνάμεις οι οποίες υπερβαίνουν τον εθνικισμό, ακόμη και το μηδενισμό και το φονταμενταλισμό, παραινώντας τους πιστούς τους να εστιάζουν σε αυτά που τους ενώνουν ως ανθρώπους και προάγοντας το διάλογο σχετικά με αυτά που μας διχάζουν.
Στη χώρα μας, την Τουρκία, αισθανόμαστε αφενός ότι γινόμαστε δεκτοί ως νέος οικονομικός και εμπορικός εταίρος, αλλά αντιλαμβανόμαστε και το δισταγμό ο οποίος απορρέει από την ένταξη ως ισότιμης μιας χώρας η οποία είναι κυρίαρχα μουσουλμανική. Ωστόσο, η Ευρώπη είναι γεμάτη από εκατομμύρια μουσουλμάνους οι οποίοι έχουν συρρεύσει από κάθε χώρα και για κάθε λόγο· ακριβώς όπως στην Ευρώπη θα ζούσαν ακόμη εβραίοι, αν δεν είχαν προηγηθεί οι φρικαλεότητες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πράγματι, η Ευρώπη δεν πρέπει να ενσωματώσει μόνο τους μη χριστιανούς, αλλά και χριστιανούς οι οποίοι δεν ανήκουν στις τάξεις των καθολικών ή των προτεσταντών. Η αναβίωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ανατολική Ευρώπη μετά από την κατάρρευση του Σιδηρού Παραπετάσματος υπήρξε ένα αληθινό φαινόμενο άξιο θαυμασμού για όλο τον κόσμο. Η κατάτμηση της Ανατολικής Ευρώπης οδήγησε στον κατακερματισμό πολλών περιοχών. Όχι μόνο δεν διατηρήθηκε το κέντρο αλλά έγινε μάλιστα δυσδιάκριτο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, καθώς τα κράτη-έθνη αγωνίζονται να αυτοπροσδιοριστούν και πάλι, η ορθόδοξη χριστιανική πίστη αναβαθμίστηκε, ακόμη και πάνω από οικονομικούς δείκτες, σε νέα θέση, γεγονός το οποίο δεν θα μπορούσαμε να είχαμε προβλέψει ούτε πριν από 20 χρόνια.
Ένας από τους ζωτικής σημασίας ρόλους του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου είναι να συνδράμει στη διαδικασία ανάπτυξης και εξάπλωσης η οποία λαμβάνει χώρα στις κατά παράδοση ορθόδοξες χώρες, κρατώντας ενωμένους ως θεμελιώδης κανόνας για την Ορθόδοξη Εκκλησία σε όλο τον κόσμο πάνω από 250 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη τη Γη. Στο σημείο αυτό, θέλουμε να σας ενημερώσουμε, αγαπητοί φίλοι, ότι τον Οκτώβριο – τον επόμενο μήνα – κατόπιν πρόσκλησής μας, όλοι οι επικεφαλής των Ορθόδοξων Πατριαρχείων και των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών θα συναντηθούν στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να συζητήσουμε τα κοινά μας προβλήματα και να ενισχύσουμε την πανορθόδοξη ενότητα και συνεργασία. Την ίδια στιγμή, θα συνεορτάσουμε τα δύο χιλιάδες χρόνια από τη γέννηση του Αποστόλου των Εθνών, του Αγίου Παύλου.
Αυτή τη στιγμή, στην Πόλη (Κωνσταντινούπολη) νιώθουμε μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό, καθώς προετοιμαζόμαστε όλοι για την ανακήρυξή της ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 2010. Η Πόλη, η οποία έχει μακρά ιστορία, υπήρξε σταυροδρόμι συνεύρεσης ανθρώπων αλλά και τόπος συμβίωσης διαφορετικών θρησκειών και πολιτισμών. Την περασμένη εβδομάδα, παρακαθίσαμε σε γεύμα που παρέθεσε ο πρωθυπουργός της Τουρκίας προς τιμήν του πρωθυπουργού της Ισπανίας. Όπως είναι ευρέως γνωστό, και οι δύο είναι συγχορηγοί της Συμμαχίας των Πολιτισμών υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Ακούσαμε τις εξαιρετικές ομιλίες τους, οι οποίες ήταν απολύτως εναρμονισμένες με το διαχρονικό πνεύμα ανεκτικότητας της Πόλης μας.
Και τώρα, αγαπητοί φίλοι, επιτρέψτε μας να ολοκληρώσουμε την ομιλία μας στα γαλλικά για να τιμήσουμε τη γαλλική Προεδρία, αλλά και γιατί αυτήν την εβδομάδα εορτάζετε την Ευρωπαϊκή Ημέρα Γλωσσών, αν δεν κάνω λάθος την ερχόμενη Παρασκευή.
Εξοχότατε, κυρίες και κύριοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιβεβαιώνει εκ νέου την επιθυμία του να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμβάλει στην ειρήνη και την ευημερία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είμαστε έτοιμοι να συμμετάσχουμε μαζί σας σε άλλους εποικοδομητικούς διαλόγους, όπως είναι ο σημερινός, και θα τείνουμε ευήκοον ους στα σύγχρονα προβλήματα.
Στο πνεύμα αυτό, το Πατριαρχείο μας καλλιεργεί και συντηρεί τον ουσιαστικό διάλογο με το Ισλάμ και τον ιουδαϊσμό εδώ και 25 χρόνια. Έχουμε πραγματοποιήσει πολλές διμερείς και πολυμερείς συσκέψεις. Στο πλαίσιο αυτό, θα συναντηθούμε στην Αθήνα στις αρχές Νοεμβρίου για να αρχίσουμε και πάλι, για 12η φορά, τον ακαδημαϊκό μας διάλογο με το Ισλάμ.
Στο πλαίσιο αυτών των συζητήσεων, συνεχίζουμε τις θεολογικές μας συνομιλίες με τη Ρωμαιοκαθολική, την Αγγλικανική, τη Λουθηρανική και τη Μεταρρυθμισμένη Εκκλησία, καθώς και με τις Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες: την Αρμενική, την Κοπτική, κλπ. Στα τέλη Οκτωβρίου, κατόπιν πρόσκλησης του Πάπα, θα έχουμε την ευκαιρία ή μάλλον το προνόμιο να μιλήσουμε στη 12η Τακτική Συνέλευση της Παγκόσμιας Επισκοπικής Συνόδου στο Βατικανό.
Τούτο καταδεικνύει ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι εξαιρετικά δραστήριο στον τομέα του οικουμενικού διαλόγου και επιδιώκει να συνεισφέρει στην καλύτερη κατανόηση μεταξύ των λαών, στη συμφιλίωση, την ειρήνη, την αλληλεγγύη και τις προσπάθειες καταπολέμησης του φανατισμού, του μίσους και του κακού σε κάθε του μορφή.
Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για αυτή τη μοναδική ευκαιρία που μας δώσατε να απευθύνουμε ομιλία στη Συνέλευσή σας για δεύτερη φορά και ευχόμαστε να έχετε την άπειρη ευλογία του Κυρίου σε όλες τις δίκαιες δράσεις σας.
Επιτρέψτε μου, από αυτό το εξέχον βήμα, να στείλω τις εγκάρδιες ευχές μου στους μουσουλμάνους σε ολόκληρο τον κόσμο ενόψει της μεγάλης γιορτής του Ραμαζανίου, καθώς και σε όλους τους εβραίους για την παραμονή της Ρος Χασανά. Είμαστε όλοι αδελφοί και αδελφές, τέκνα του ίδιου επουράνιου Πατέρα και σε αυτόν τον υπέροχο πλανήτη, για τον οποίο είμαστε όλοι υπεύθυνοι, υπάρχει χώρος για όλους, αλλά όχι για πολέμους ή για όσους αλληλοσκοτώνονται.
Για άλλη μια φορά, σας ευχαριστούμε θερμά για τη μεγάλη τιμή και το προνόμιο να σας απευθύνουμε σήμερα ομιλία.
(Θερμό χειροκρότημα)
Πρόεδρος. − Παναγιώτατε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σας επεφύλαξε θερμό χειροκρότημα για να δείξει τη βαθιά εκτίμησή του στην ομιλία σας. Κάνατε λόγο για pax, για ειρήνη για την οικογένεια του ανθρώπου και τη δημιουργία. Η ειρήνη είναι το αποκορύφωμα του σεβασμού προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε με κάθε υπάρχουσα πεποίθηση, ούτε χρειάζεται να αποδεχόμαστε κάθε άποψη. Αυτό που οφείλουμε όμως να κάνουμε είναι να σεβόμαστε τους συνανθρώπους μας. Αυτό το είδος σεβασμού είναι ο πυρήνας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ανεκτικότητας.
Στο πνεύμα αυτό, θα θέλαμε να σας εκφράσουμε και πάλι τις πιο εγκάρδιες ευχαριστίες μας για τη συνεισφορά σας στο Ευρωπαϊκό Έτος Διαπολιτισμικού Διαλόγου. Πρόκειται για πολύτιμη συνεισφορά η οποία προάγει την κατανόηση μεταξύ των λαών της ηπείρου μας και του κόσμου και προωθεί τη συμφιλίωση, την ειρήνη και την ελευθερία.