16. Αναθεώρηση της ανακοίνωσης για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις - κρατικές ενισχύσεις για τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων (συζήτηση)
Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την προφορική ερώτηση προς την Επιτροπή του κυρίου Visser, του κυρίου Belet και της κυρίας Hieronymi, εξ ονόματος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, σχετικά με την αναθεώρηση της ανακοίνωσης για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις – κρατικές ενισχύσεις για τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων (O-0102/2008 – B6-0495/2008).
Cornelis Visser, συντάκτης. − (NL) Κυρία Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, δυστυχώς η κυρία Kroes δεν κατάφερε να βρίσκεται εδώ απόψε εξαιτίας ενός ατυχήματος. Θα ήθελα να αξιοποιήσω την ευκαιρία για να της εκφράσω τις ειλικρινείς μου ευχές για ταχεία ανάρρωση. Από πολιτική άποψη όμως αντιτίθεμαι σθεναρά στην ανάμειξή της με τις εθνικές δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων.
Την προηγούμενη Πέμπτη, από κοινού με την κυρία Hieronymi και τον κύριο Belet, οργανώσαμε ακρόαση για την Ομάδα τoυ Ευρωπαϊκoύ Λαϊκoύ Κόμματoς (Χριστιαvoδημoκράτες) και τωv Ευρωπαίωv Δημoκρατώv σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις. Μπορώ να σας πω ότι το ενδιαφέρον του τομέα και των κρατών μελών ήταν σημαντικό. Είχαμε αθρόα προσέλευση ακόμη και από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού. Το εν λόγω θέμα είναι προφανώς ψηλά στην ημερήσια διάταξή τους. Ο Γενικός Διευθυντής Ανταγωνισμού ήταν παρών όλο το πρωί ως μέλος της επιτροπής συζήτησης.
Κυρία Πρόεδρε, η πρόταση της Επιτροπής για την αναθεώρηση των κανόνων σχετικά με τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είναι απαράδεκτη υπό την παρούσα μορφή της. Οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων παίζουν καθοριστικό ρόλο στην προστασία της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας, καθώς και της πολυμορφίας των μέσων ενημέρωσης. Τάσσομαι αναφανδόν κατά των σχεδίων της Επιτροπής. Καταρχάς πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων αποτελούν εθνικό τομέα αποκλειστικής δραστηριότητας και, κατά συνέπεια, οι εθνικές αρχές, και όχι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πρέπει να καθορίζουν την πολιτική τους. Τούτο κατοχυρώνεται σαφώς στο πρωτόκολλο για τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων στη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Τα κράτη μέλη οργανώνουν και χρηματοδοτούν τους δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων κατά την κρίση τους. Τα σχέδια της Επιτρόπου Kroes υπονομεύουν σημαντικά την αρχή της επικουρικότητας και την ελευθερία κινήσεων των κρατών μελών και τις αντικαθιστούν με ευρωπαϊκή παρέμβαση. Προς μεγάλη μου έκπληξη διαπιστώνω ότι ως φιλελεύθερη Επίτροπος επιλέγει αυτήν την οδό.
Δεύτερον, μου προκαλεί ανησυχία η πρόταση να καθιερωθεί μια προκαταρκτική δοκιμασία αγοράς η οποία θα διεξάγεται από ανεξάρτητη εποπτική αρχή. Τούτο θα δώσει στα εμπορικά κανάλια σημαντικές πληροφορίες. Αυτό θέλουμε; Μια δοκιμασία αγοράς θα αυξήσει αναπόφευκτα το βαθμό της γραφειοκρατίας. Τίθεται σε μεγάλο βαθμό το ερώτημα αν οι μικρότεροι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα είναι σε θέση να απασχολούν επιπλέον ανθρώπινο δυναμικό και ποιος θα απορροφήσει τις επιπρόσθετες δαπάνες που θα προκύψουν. Θα πρέπει οι φορείς των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων να αναλάβουν τα έξοδα; Ή μήπως ο φορολογούμενος; Η πρωτοβουλία αυτή δεν έχει πρακτική αξία στα μικρά κράτη μέλη. Επιπλέον αυτή η δοκιμασία είναι εξαιρετικά λεπτομερής· από την πρόταση λείπει η ευελιξία. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη δεν θα είναι πλέον σε θέση να υιοθετούν πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες εναρμονίζονται με τα εθνικά τους συστήματα. Ακόμη τίθεται σε μεγάλο βαθμό το ερώτημα αν μια προκαταρκτική εκτίμηση του αντικτύπου στην αγορά και μια δημόσια αξιολόγηση των νέων υπηρεσιών δεν θα προσφέρουν στους εμπορικούς ανταγωνιστές τεράστιο προβάδισμα.
Τρίτον, η πρόταση μού προκαλεί ανησυχία γιατί τα δημόσια συστήματα ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων δεν είναι οργανωμένα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε κάθε κράτος μέλος. Υπάρχει τεχνολογική πολυμορφία, καθώς και διαφορές στα συστήματα ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, την οργάνωση και το πεδίο εφαρμογής τους. Διαφορές υπάρχουν επίσης και σε ό,τι αφορά τη γλώσσα και τον πολιτισμό. Ο κανόνας της μονοδιάστατης προσέγγισης που προτείνεται στην έκθεση σίγουρα δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση αυτή. Η πρόταση δεν το λαμβάνει υπόψη αυτό.
Αφού κατάφερα να εξωτερικεύσω τις ανησυχίες μου, θα ήθελα τώρα να δώσω μια σύντομη περιγραφή του τι συνέβη στην ακρόαση της ομάδας PPE-DE την προηγούμενη Πέμπτη, όπου η στάση της Επιτροπής ήταν πολύ θετική. Η Επιτροπή παραδέχθηκε ότι οι προτάσεις ήταν ίσως υπερβολικά λεπτομερείς και ότι η διατύπωση χρειαζόταν διόρθωση. Ο Γενικός Διευθυντής με ενημέρωσε ότι είναι πιθανό να καθυστερήσει η οριστική ανακοίνωση μέχρι και μετά τις 5 Μαρτίου, ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή Πολιτισμού, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού θα οργανώσει τη δεύτερη ακρόαση επί του θέματος. Μετά την ακρόαση, ο Γενικός Διευθυντής δήλωσε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε ίσως να συντάξει νέα εκδοχή επί τη βάσει των νέων πληροφοριών, προτού υποβάλει την οριστική της ανακοίνωση. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό.
Καταλαβαίνετε, κυρία Πρόεδρε, ότι εκπλήσσομαι ευχάριστα με αυτές τις δεσμεύσεις. Τούτο σημαίνει άλλωστε ότι η Επιτροπή ανοίγει τα μάτια της και είναι πρόθυμη να ακούσει τη φωνή του κλάδου, των κρατών μελών και του Κοινοβουλίου. Εξαιρετικά.
Θα ήθελα να θέσω στην Επιτροπή μερικές ερωτήσεις ακόμη. Καταρχάς, θα στηρίξει η Επιτροπή αυτή τη λεπτομερή προκαταρκτική δοκιμασία αγοράς η οποία θα διεξάγεται από ανεξάρτητη εποπτική αρχή – ερώτημα το οποίο θα μπορέσετε ίσως να διαβιβάσετε στην Επίτροπο Kroes – είναι πρόθυμη η Επιτροπή να εγκαταλείψει αυτήν την ιδέα της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής και της προκαταρκτικής δοκιμασίας αγοράς ή επιμένει να διατηρηθεί;
Δεύτερον, πώς μπορεί να διασφαλισθεί η τεχνολογική αμεροληψία; Δεν υπαινίσσεται η πρόταση ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις ισχύουσες υπηρεσίες των φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και τις νέες υπηρεσίες των μέσων ενημέρωσης;
Τρίτον, σε συνέχεια του σχολίου του Γενικού Διευθυντή Ανταγωνισμού, είναι πρόθυμη η Επιτροπή, επί τη βάσει των νέων πληροφοριών, να καταρτίσει νέα πρόταση;
Τέταρτον, τι σκοπεύει να κάνει η Επιτροπή σχετικά με την απόφαση του Πρωτοδικείου για την υπόθεση του δανέζικου τηλεοπτικού σταθμού TV2; Θα την συμπεριλάβει στη νέα πρόταση; Αν όχι, πώς θα εφαρμοσθεί;
Η τελευταία μου ερώτηση είναι αν είναι πρόθυμη η Επιτροπή να καλέσει το Κοινοβούλιο να συμμετάσχει στη διαδικασία παρακολούθησης και αν προσβλέπει σε περαιτέρω συζητήσεις με το Κοινοβούλιο.
Ελπίζω ότι η συνεργασία θα είναι εξαιρετική ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη προκειμένου να συζητηθεί διεξοδικά η τελική εκδοχή της ανακοίνωσης.
Ανδρούλα Βασιλείου, Μέλος της Επιτροπής. − Κυρία Πρόεδρε, όπως αναφέρθηκε ήδη, η συνάδελφός μου κυρία Kroes είχε ένα μικρό ατύχημα και γι’ αυτό δεν μπορεί να είναι μαζί μας.
Στις 4 Νοεμβρίου 2008 η Επιτροπή δημοσίευσε για διαβούλευση μέχρι τις 15 Ιανουαρίου το σχέδιο της νέας ανακοίνωσης για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις. Αντιμετωπίζουμε με σοβαρότητα τη διαδικασία της ευρείας διαβούλευσης. Η κοινοβουλευτική επιτροπή Πολιτισμού και Παιδείας προγραμμάτισε ακρόαση για τις 5 Μαρτίου και, όπως αναφέρθηκε ήδη, η ομάδα PPE-DE διεξήγαγε ήδη παρόμοια ακρόαση την περασμένη Πέμπτη, παρουσία του Γενικού Διευθυντή Ανταγωνισμού, Philip Lowe.
Ο διάλογος ανάμεσα στην Επιτροπή και το Κοινοβούλιο είναι σημαντικός. Είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε και να απαντήσουμε στις ερωτήσεις σας. Γνωρίζουμε επίσης ότι το Κοινοβούλιο συμφώνησε το Σεπτέμβριο του 2008 να χορηγούνται κρατικές ενισχύσεις στους δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων προκειμένου αυτοί να εκπληρώνουν την αποστολή τους σε ένα δυναμικό περιβάλλον, αποφεύγοντας τη χρήση δημόσιων κονδυλίων για λόγους πολιτικής ή οικονομικής σκοπιμότητας. Τούτο συμβαδίζει με τις απόψεις μας· τόσο οι δημόσιες όσο και οι ιδιωτικές υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είναι σημαντικές. Το δυαδικό σύστημα των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων αποτελεί απάντηση στο πεδίο των ευρωπαϊκών μέσων ενημέρωσης το οποίο πρέπει να περιφρουρηθεί σε όλες τις πλατφόρμες.
Επομένως, το σχέδιο της ανακοίνωσης για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις επιδιώκει να καθιερώσει την περίπτωση των κρατικών ενισχύσεων της Επιτροπής που εφαρμόζεται από την ισχύουσα ανακοίνωση του 2001. Το σχέδιο διασφαλίζει ότι οι κανόνες μας αντικατοπτρίζουν το νέο ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης. Ο στόχος του εκσυγχρονισμού της ανακοίνωσης είναι η αύξηση της διαφάνειας και της νομικής σαφήνειας. Το σχέδιο της ανακοίνωσης διευκρινίζει ότι οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων παρέχουν οπτικοακουστικές υπηρεσίες σε όλες τις πλατφόρμες των μέσων ενημέρωσης, ενώ δίδουν στους ιδιωτικούς φορείς επαρκή κίνητρα για να παραμείνουν στην αγορά. Τούτο διασφαλίζεται από την αποκαλούμενη δοκιμασία του Άμστερνταμ η οποία σταθμίζει την αξία με τις αρνητικές επιπτώσεις σε εθνικό επίπεδο των υπηρεσιών των μέσων ενημέρωσης που λαμβάνουν δημόσια χρηματοδότηση.
Γιατί γίνονται αυτές οι δοκιμασίες; Επειδή το να διεξάγονται οι εν λόγω δοκιμασίες σε εθνικό επίπεδο συμβάλλει στην αποτροπή της παρέμβασης της Επιτροπής. Η Επιτροπή δέχεται όλο και περισσότερα παράπονα σχετικά με περιπτώσεις σε παραμεθόριες περιοχές όπου η δραστηριότητα ενός δημόσιου μέσου ενημέρωσης δεν έχει ενδεχομένως ξεκάθαραη αξία για τους πολίτες αλλά ο αντίκτυπος στην αγορά φαίνεται ότι είναι σημαντικός. Ωστόσο, η Επιτροπή φρονεί ότι οι επανειλημμένες παρεμβάσεις στον τομέα αυτό δεν θα ήταν στο πνεύμα της επικουρικότητας. Για το λόγο αυτό, θέλουμε τα κράτη μέλη να συμμερίζονται την αρμοδιότητα της Επιτροπής για τον έλεγχο του αντικτύπου στην αγορά των υπηρεσιών των μέσων ενημέρωσης που λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
Η δοκιμασία του Άμστερνταμ θα διασφαλίσει ότι οι νέες υπηρεσίες των μέσων ενημέρωσης των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων ανταποκρίνονται στις κοινωνικές, δημοκρατικές και πολιτισμικές ανάγκες των τηλεθεατών και των ακροατών, ενώ περιορίζουν στο ελάχιστο τις παράπλευρες απώλειες από τις κρατικές ενισχύσεις για τους ιδιωτικούς φορείς. Δεν συμφωνούμε ότι η δοκιμασία του Άμστερνταμ συνεπάγεται άσκοπες διοικητικές επιβαρύνσεις. Φυσικά, οποιαδήποτε δοκιμασία προϋποθέτει εργασία αλλά η ελάχιστη προσπάθεια που απαιτούμε είναι λογική και απαραίτητη. Πρώτον, η δοκιμασία προβλέπεται μόνο για σημαντικές και πραγματικά νέες υπηρεσίες· και στο σημείο αυτό το σχέδιό μας παρέχει σημαντικό περιθώριο αξιολόγησης στα κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίζει πότε μια νέα οπτικοακουστική υπηρεσία αξίζει πράγματι να υποβληθεί σε δοκιμασία. Δεύτερον, το σχέδιο εξαιρεί από τη δοκιμασία τα πιλοτικά προγράμματα. Οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων μπορούν επομένως να εξακολουθήσουν να πειραματίζονται με νέα μέσα ενημέρωσης χωρίς καμία προκαταρκτική δοκιμασία. Τρίτον, το σχέδιο αφήνει στα κράτη μέλη πλήρη ελευθερία επιλογής των κατάλληλων διαδικασιών και των θεσμικών οργάνων που θα εφαρμόσουν τη δοκιμασία. Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι τα πιο μικρά κράτη μέλη, όπως το Βέλγιο και η Ιρλανδία, εφαρμόζουν ήδη τις εν λόγω δοκιμασίες. Οι λύσεις που βρήκαν οι χώρες αυτές είναι ανάλογες προς τους διαθέσιμους πόρους. Δεδομένου ότι η δοκιμασία είναι αρκετά ευρεία, δεν υπάρχει περίπτωση παραβίασης της συντακτικής ελευθερίας. Η δοκιμασία απαιτεί μόνο από μια δημόσια υπηρεσία μέσων ενημέρωσης να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές, δημοκρατικές και πολιτισμικές ανάγκες της κοινωνίας με ανάλογο αντίκτυπο στην αγορά. Προκειμένου να διαφυλαχθεί η συντακτική ανεξαρτησία, εντάσσουμε στο σχέδιο και τη δυνατότητα, υπό ορισμένες συνθήκες, η δοκιμασία να διεξάγεται από τον ίδιο το δημόσιο φορέα ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων.
Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι η δοκιμασία του Άμστερνταμ θα πρέπει να θεωρηθεί περισσότερο ευκαιρία παρά απειλή. Θα συμβάλει στη διατήρηση της πολυμορφίας των μέσων ενημέρωσης στο νέο περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης, διαφυλάττοντας την αμεροληψία και τη σαφήνεια τόσο για τα εμπορικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τις ηλεκτρονικές εφημερίδες, όσο και για τα θαυμάσια δημόσια μέσα ενημέρωσης.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ κ. DOS SANTOS Αντιπροέδρου
Ivo Belet, εξ ονόματος της Ομάδας PPE-DE. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, καλησπέρα. Θα ήθελα καταρχάς να σας ζητήσω να διαβιβάσετε στην κυρία Kroes τις ευχές μας. Ελπίζουμε να αναρρώσει γρήγορα, αφού, όπως μαθαίνουμε, γλίστρησε σε ολισθηρή επιφάνεια. Ελπίζουμε φυσικά ότι η κυρία Kroes θα είναι και πάλι μαζί μας το συντομότερο δυνατό.
Κυρία Επίτροπε, συμφωνούμε προφανώς ότι εσείς, ως Επιτροπή, εγγυάστε τώρα και στο μέλλον συνθήκες ανταγωνισμού επί ίσοις όροις για όλους τους παίκτες στον οπτικοακουστικό τομέα, δηλαδή τόσο για τους δημόσιους όσο και για τους ιδιωτικούς φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Τούτο είναι καθοριστικής σημασίας για μια ισορροπημένη παροχή, ενώ ενισχύει επίσης την ποιότητα.
Εντούτοις, αυτό που μόλις παρουσίασε η Επιτροπή είναι διαμετρικά αντίθετο προς τούτο για διάφορους λόγους, όπως ήδη κατέστησε σαφές ο κύριος Visser. Θα ήθελα να αρχίσω με ένα σύντομο σχόλιο, κυρία Επίτροπε, σχετικά με τα όσα είπατε προ ολίγου. Η εν λόγω δοκιμασία της αγοράς που προτείνετε εφαρμόζεται ήδη στο Βέλγιο, μεταξύ άλλων χωρών. Κοιτάξτε, αυτό ισχύει σε κάποιο βαθμό αλλά όχι απολύτως. Αυτή η δοκιμασία της αγοράς ή ανάλυση αντικτύπου εφαρμόζεται πράγματι σε κάποιο βαθμό από τους ίδιους τους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, μεταξύ άλλων, αλλά όχι ανάλογα με τις διαδικασίες οι οποίες ορίζονται στην πρόταση της Επιτροπής και οι οποίες διαφέρουν κάπως.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας τις επιφυλάξεις μας σχετικά με την πρόταση. Η βασική μου ένσταση είναι ότι αντιβαίνει στη Στρατηγική της Λισαβόνας. Πράγματι, αυτό ισχύει σήμερα σε πολλά κράτη μέλη, αφού οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είναι εκείνοι οι οποίοι δημιουργούν και ενθαρρύνουν την καινοτομία στα μέσα ενημέρωσης. Είναι αυτονόητο ότι αυτό θα πρέπει να παραμείνει ως έχει. Κατά τη γνώμη μου, κινούμαστε προς τη λάθος κατεύθυνση υιοθετώντας μια κατ’ επίφαση συγκαταβατική διοικητική στάση που παρεμποδίζει την καινοτομία. Είναι πολύ δαπανηρή η ανάπτυξη νέων πλατφορμών, συγκεκριμένα στο πλαίσιο της ψηφιακής τεχνολογίας, των ευρυζωνικών συνδέσεων, του Διαδικτύου και τα όμοια. Οι επενδύσεις αυτού του είδους στην ιδανική περίπτωση εξαπλώνονται κατά το δυνατόν ευρύτερα και αναπτύσσονται συνδυαστικά. Οι ιδιωτικοί και οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων μπορούν τότε να παράσχουν το περιεχόμενό τους πάνω σε μια κοινή πλατφόρμα, ενώ ο ανταγωνισμός θα πρέπει να ασκείται με όρους περιεχομένου, ούτως ώστε ο πελάτης να αποκομίζει το μέγιστο δυνατό όφελος.
Μην μας παρεξηγείτε όμως. Στηρίζουμε 100% τις ισορροπημένες ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα στους δημόσιους και τους ιδιωτικούς φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Και τα δύο μέρη πρέπει να έχουν περιθώριο ώστε να παρέχουν ποιοτικό περιεχόμενο. Είναι προφανές από την άποψη αυτή ότι οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα πρέπει να λογοδοτούν για τα κρατικά κονδύλια που δαπανούν και με τα οποία λειτουργούν, παρότι είμαστε πεπεισμένοι ότι υπάρχουν καλύτεροι τρόποι να γίνει αυτό. Από αυτήν την άποψη, θα αναφέρουμε το παράδειγμα του βρετανικού BBC για το οποίο έχουν προταθεί συμμαχίες ανάμεσα στους διάφορους εταίρους σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διανομή. Πρόκειται για ένα καλό παράδειγμα, κατά τη γνώμη μου, και καλώ την Επιτροπή να αρχίσει να σκέφτεται μαζί μας προς αυτήν την κατεύθυνση.
Κατερίνα Μπατζελή, εξ ονόματος της Ομάδας PSE. – (EL) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, η αναθεώρηση των βασικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στα δημόσια οπτικοακουστικά μέσα, η οποία προωθήθηκε από τη Γαλλική Προεδρία, αποτελεί μία εξαιρετικά επίκαιρη συζήτηση τόσο για το εσωτερικό πολλών κρατών μελών όσο και για τη θέση των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε ένα ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Ταυτόχρονα, όμως, με την αναθεώρηση του πακέτου για τις τηλεπικοινωνίες, όπου ουσιαστικά αναδιαρθρώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο ο τρόπος και τα κριτήρια διανομής του ραδιοφάσματος, καταδεικνύεται ότι οι κανόνες που διέπουν τη χρηματοδότηση των οπτικοακουστικών παρόχων έχουν πλέον ουσιαστική σημασία για τη μελλοντική ρύθμιση ή απορρύθμιση των υπηρεσιών που σχετίζονται με την κοινωνία της πληροφορίας, την καινοτομία, αλλά και τις υπηρεσίες δημόσιου και οικονομικού συμφέροντος. Αυτό είναι το πολιτικό ζήτημα το οποίο ουσιαστικά καλούμαστε να επιλύσουμε.
Είναι σαφές ότι η συζήτηση περί κρατικής χρηματοδότησης επικεντρώνεται κατ’ αρχήν στους λεγόμενους δημόσιους παρόχους ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, όπως αυτοί ορίζονται από το κάθε κράτος μέλος, δεδομένων των ουσιαστικά μικρότερων πόρων που έχουν στη διάθεσή τους, αλλά και πρωτίστως του σημαντικού ρόλου κοινής ωφελείας που τους έχει ανατεθεί. Ο σημαντικός ρόλος των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών αναφέρεται στη Σύμβαση της UNESCO, στο Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ αλλά και στην ανακοίνωση της Επιτροπής του 2001. Ήδη υπάρχει δηλαδή μία πλατφόρμα όπου ορίζεται σαφώς ο ρόλος των δημόσιων μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Έχει ανοίξει όμως ο φάκελος της συζήτησης των κρατικών ενισχύσεων. Και θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ορισμένα νέα δεδομένα, όπως ορίσατε, αλλά και ορισμένες ενέργειες που δημιουργούνται ηθελημένα ή αθέλητα, λόγω της σύγχυσης η οποία υπάρχει πολλές φορές μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων.
Θα ήθελα να αναφέρω ορισμένα ζητήματα: πρώτον, το θέμα του ορισμού της εντολής δημόσιας υπηρεσίας δεν θα πρέπει να συγχέεται με το θέμα του χρηματοδοτικού μηχανισμού που επιλέγεται για την παροχή αυτών των υπηρεσιών. Ενώ η δημόσια τηλεόραση μπορεί να ασκεί εμπορικές δραστηριότητες, όπως την πώληση διαφημιστικού χρόνου, προκειμένου να επιτύχει ορισμένα έσοδα, αυτό έχει καταδικαστεί από ορισμένες κυβερνήσεις, όπως από τη Γαλλική Κυβέρνηση, και ανατρέπεται με βάση την εθνική νομοθεσία.
Από την άλλη πλευρά, οι εμπορικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς που υπόκεινται στην υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας διαδραματίζουν και αυτοί σημαντικό ρόλο. Η συνύπαρξη ιδιωτικών και δημόσιων παρόχων υπηρεσιών αποτελεί βασικό συστατικό σημείο της ευρωπαϊκής αγοράς.
Θα ήθελα να κλείσω με ένα ακόμη θέμα: οι προτεινόμενες από την Επιτροπή εκ των προτέρων διαδικασίες εξέτασης των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει να μας προβληματίσουν, όχι διότι αναβάλλεται ή επικαλύπτεται η επικουρικότητα, αλλά διότι πρέπει να εξετασθεί εάν είναι συμβατές με τους όρους των κρατικών ενισχύσεων.
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι το θέμα των εθνικών ενισχύσεων στους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει να εξετασθεί στα πλαίσια των διεθνών σχέσεων, διότι οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί έχουν να ανταγωνισθούν διεθνείς κολοσσούς και μία αυστηρή νομοθεσία θα βλάψει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και το κοινοτικό κεκτημένο.
Ignasi Guardans Cambó, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (ES) Κύριε Πρόεδρε, θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος, πρέπει όμως να ξεκινήσω φυσικά εκφράζοντας τις θερμότερες ευχές μου στην Επίτροπο Kroes με την ελπίδα να συνέλθει από την πτώση της. Εδώ τουλάχιστον η είσοδος του κτιρίου είναι καλυμμένη με μπόλικο αλάτι, αυτό όμως δεν ισχύει σε άλλα μέρη.
Η συζήτηση που διεξάγουμε είναι κεφαλαιώδους σημασίας, ενώ βασικός στόχος της σε τελική ανάλυση είναι να απαιτήσουμε, να ζητήσουμε η Επιτροπή να επιτύχει τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου. Αυτός είναι ο λόγος της συζήτησής μας: να μην τελειώσει εδώ αλλά να διασφαλίσουμε ότι πριν από την οριστικοποίηση της ανακοίνωσης της Επιτροπής θα συζητήσουμε εδώ και θα συμμετάσχουμε όλοι.
Γιατί; Επειδή εδώ δεν διακυβεύεται μόνο το τηλεοπτικό μοντέλο μας· διακυβεύονται πολλά περισσότερα γιατί οι φορείς των τηλεοπτικών μεταδόσεων δεν είναι – όπως όλοι γνωρίζουμε και όπως συνειδητοποιήσαμε στη συζήτησή μας για την οδηγία σχετικά με τις οπτικοακουστικές υπηρεσίες των μέσων ενημέρωσης – όπως ήταν στο παρελθόν· αυτό που κάνουν επί της ουσίας είναι να επεξεργάζονται το περιεχόμενο το οποίο παρέχουν μέσω γραμμικής ή μη γραμμικής πλατφόρμας, με αποτέλεσμα να υπάρχει τέλεια διάδραση των πάντων και στις δύο πλευρές. Επομένως, δεν είναι πλέον δέον να μιλάμε για δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων σαν η συζήτηση αυτή να διεξαγόταν στη δεκαετία του ʼ70 ή του ʼ80.
Από την άλλη πλευρά, είναι σαφές ότι η συζήτηση αυτή πρέπει να διεξαχθεί, εφόσον σήμερα δεν είναι όλα όσα φέρουν την επωνυμία της δημόσιας υπηρεσίας στην πραγματικότητα δημόσιες υπηρεσίες, ενώ δεν έχει πάντα νόημα να χρησιμοποιούνται κρατικά κονδύλια για τις δραστηριότητες εκείνες στις οποίες επιδίδονται ορισμένοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων με κρατικά κονδύλια. Την ίδια στιγμή ωστόσο – και αυτή είναι η ουσία του προβληματισμού μας, πιστεύω, και απ’ ό,τι καταλαβαίνω και ορισμένων συναδέλφων – οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων διαδραματίζουν ρόλο ζωτικής σημασίας για την προστασία της πολιτισμικής και γλωσσικής μας πολυμορφίας και, σε τελική ανάλυση, για τη συνοχή των κοινωνιών μας αφού θεωρητικά επιδιώκουν κάτι περισσότερο από το άμεσο κέρδος.
Επομένως, αυτή η οικονομική ισορροπία πρέπει να προστατευθεί. Οφείλουμε να αναζητήσουμε νέα πρότυπα χρηματοδότησης· πρέπει να είμαστε δημιουργικοί και να ξεκινήσουμε αυτή τη συζήτηση αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό με τρόπο που να θέτει σε κίνδυνο κάτι τόσο καθοριστικά σημαντικό για τις κοινωνίες μας – δηλαδή τους υπάρχοντες δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων.
Helga Trüpel, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η Επιτροπή Barroso είχε ανακοινώσει την κατάργηση της υπερβολικής ρύθμισης στην Ευρώπη ως έναν από τους βασικούς πολιτικούς της στόχους. Δημιουργείται η εντύπωση με τις προτάσεις που καταθέτετε τώρα ότι ουσιαστικά ενθαρρύνετε την υπερβολική ρύθμιση. Η ακρόαση της Ομάδας τoυ Ευρωπαϊκoύ Λαϊκoύ Κόμματoς (Χριστιαvoδημoκράτες) και τωv Ευρωπαίωv Δημoκρατώv την προηγούμενη εβδομάδα κατέστησε σαφές ότι υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το βαθμό της παρέμβασής σας στις αρμοδιότητες των κρατών μελών. Αυτό που έχουμε τώρα στο τραπέζι είναι η αποφορά της υπερβολικής ρύθμισης, κάτι το οποίο εμείς αδυνατούμε να εγκρίνουμε.
Είναι ορθό να προσπαθήσουμε να επιτύχουμε ισορροπία ανάμεσα στις δυνατότητες ανάπτυξης των δημόσιων και των ιδιωτικών φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Τούτο όμως σημαίνει επίσης – κυρίως στην ψηφιακή εποχή – ότι οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων που εκπροσωπούν την ποιότητα, την πολιτισμική πολυμορφία και την πολιτισμική και κοινωνική συνοχή πρέπει να έχουν ευκαιρίες ανάπτυξης στην ψηφιακή εποχή. Απαιτούμε αυτό να ενταχθεί ως τμήμα της Στρατηγικής της Λισαβόνας. Αν οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων στερηθούν την ευκαιρία αυτή θα μετατραπούν σε δεινόσαυρο. Τότε δεν θα είναι σε θέση να αναπτυχθούν σωστά.
Αναλογιζόμενοι την οικονομική και χρηματοπιστωτική μας κρίση, καταλήγουμε όλοι στο συμπέρασμα ότι οι αγορές πρέπει να ρυθμίζονται. Η κοινωνική και οικολογική ρύθμιση δεν αποτελεί θέση κατά των αγορών αλλά υπέρ των δίκαιων αγορών – και αυτό σημαίνει ρυθμισμένες αγορές. Το ίδιο ισχύει και για τις σχέσεις στο πλαίσιο των οποίων θα μπορέσουν να αναπτυχθούν στο μέλλον ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας, αν θέλουμε να είμαστε επιτυχημένοι στον ψηφιακό κόσμο που ζούμε.
Erik Meijer, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, επί 80 χρόνια, οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είχαν επιφορτισθεί με το καθήκον να ενημερώνουν το κοινό με την ευρύτερη δυνατή έννοια. Η υπηρεσία αυτή μπορεί να επιβιώσει μέσω κρατικής χρηματοδότησης η οποία μπορεί να συγκεντρώνεται μέσω ενός ξεχωριστού φόρου ραδιοφωνίας και τηλεόρασης που θα μπορούσε να ενισχυθεί με τις συνεισφορές των μελών οργανώσεων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, όπως ισχύει στις Κάτω Χώρες εδώ και καιρό.
Εκτός αυτού, τις τελευταίες δεκαετίες οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων ενθαρρύνονταν να έχουν τα δικά τους έσοδα. Τούτο επιτυγχάνεται όχι μόνο μέσω του διαφημιστικού χρόνου αλλά και διαθέτοντας μεγάλο μέρος του ενημερωτικού υλικού το οποίο συγκεντρώνεται από το φορέα ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων υπό μορφή ακουστικού ή μαγνητοσκοπημένου υλικού. Ως αποτέλεσμα, αναμένεται ότι οι τηλεθεατές και οι ακροατές θα νιώθουν ότι βρίσκονται σε πιο κοντινή επαφή, θα επιτευχθεί η επικοινωνία με νέες ομάδες στόχους και το κρατικό κόστος θα περιορισθεί. Το καθήκον αυτό, το οποίο αυξήθηκε με τα χρόνια, δεν δημιουργεί προβλήματα, αρκεί τα εμπορικά κανάλια να μην αισθάνονται ότι επηρεάζονται δυσμενώς.
Από την οπτική των εμπορικών καναλιών, οι πολύ παλαιότεροι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων μπορούν να θεωρηθούν ανταγωνιστές οι οποίες αποκτούν σημαντικό πλεονέκτημα συγκεντρώνοντας κονδύλια από τα χρήματα των φορολογουμένων. Το ερώτημα είναι τώρα αν το δικαίωμα ύπαρξης των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων δεν θα πρέπει να απορρέει πλέον εξαρχής από τη χρησιμότητά τους στην κοινωνία στο σύνολό της αλλά από την πιθανή στρέβλωση του ανταγωνισμού σε σχέση με τα εμπορικά κανάλια. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλέον σύγκρουση δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρίσκεται αντιμέτωπη με αντικρουόμενα αιτήματα.
Το μέλλον των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα είναι αβέβαιο αν περιορισθεί το περιθώριο ελιγμών τους προς όφελος του πεδίου κέρδους των εμπορικών μέσων. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο αν αυτό γίνει χωρίς τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου, αφού έχουν απορριφθεί οι ρητές αντιρρήσεις των 19 από τις 27 κυβερνήσεις των κρατών μελών.
Τα τελευταία χρόνια έχω ζητήσει αρκετές φορές από την Επιτροπή να εγκαταλείψει αυτό το μοιραίο σχέδιο. Αυτή μου φαίνεται η μόνη δυνατή λύση, με δεδομένο τον τωρινό διάχυτο προβληματισμό. Επιπλέον, πρόκειται για ζήτημα το οποίο εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και όχι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αποδέχομαι τις ερωτήσεις και τη θέση που υιοθέτησαν ο κύριος Visser και οι λοιποί ομιλητές.
Μανώλης Μαυρομμάτης (PPE-DE). - (EL) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, όπως υπογραμμίζουν οι συνάδελφοι που υπογράφουν την προφορική ερώτηση και όπως ανέφεραν αναλυτικότερα διακεκριμένοι ομιλητές στη δημόσια ακρόαση την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες, είναι ανάγκη να δούμε όλοι μας τη δημόσια τηλεόραση ως ένα μέσο προσφοράς στους πολίτες που, σε ένα μεγάλο βαθμό, θα ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις λειτουργίας της.
Ο δημόσιος διάλογος, η ανεξάρτητη εποπτική αρχή , καθώς και η ποικιλομορφία των προγραμμάτων, σύμφωνα με την ιστορία και τον πολιτισμό κάθε κράτους μέλους, είναι ανάγκη να προστατευθούν μετά την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και του πλήθους των οργανισμών που αναφύονται καθημερινά.
Στο πλαίσιο του υγιούς ανταγωνισμού, η Επιτροπή είναι ανάγκη να αναδείξει καινούργιους τρόπους προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και της δημόσιας τηλεόρασης.
Κατά κύριο λόγο, πρέπει να γίνει σαφής ο καθορισμός της δημόσιας αποστολής των ραδιοτηλεοπτικών φορέων· να γίνει καλύτερη εκτίμηση των κρατικών ενισχύσεων· αλλά και, όσον αφορά τον κανόνα της διαφάνειας, είναι ανάγκη να μην επιβάλλονται άσκοπες διοικητικές και οικονομικές επιβαρύνσεις στα κράτη μέλη και τους δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών στην εκ των προτέρων αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή.
Πρέπει επίσης να καθιερωθούν αποτελεσματικότεροι μηχανισμοί ελέγχου στο νέο περιβάλλον των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πολιτισμική και γλωσσική πολυμορφία, είναι υποχρεωμένα όλα αυτά τα μέσα, αλλά και οι δημόσιοι οργανισμοί και η τηλεόραση, να παρέχουν προγράμματα ποιότητας και, ταυτόχρονα, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με άλλους συναφείς φορείς, πρέπει να δύνανται να ανταποκρίνονται θετικά στις προκλήσεις των καιρών μεταδίδοντας γεγονότα παγκόσμιου ενδιαφέροντος, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, κλπ., κάτι το οποίο σήμερα, δυστυχώς, τείνει να ανατραπεί από το γεγονός και μόνον ότι η δημόσια τηλεόραση, καθώς οι ιδιωτικοί φορείς διαθέτουν περισσότερα χρήματα, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο κόστος. Κατά συνέπεια οι πολίτες δεν θα μπορούν να παρακολουθούν αυτά τα γεγονότα μαζί με τα υπόλοιπα προγράμματα.
Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ακόμη ότι οι σημερινές προσφορές της αγοράς και τα συμφέροντα των εμπορικών μέσων ενημέρωσης στον καθορισμό του πεδίου αρμοδιότητας και της δραστηριότητας των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεόρασης δεν είναι, κατά την ίδια εκτίμηση, προσκείμενα στο γενικότερο συμφέρον, με ελάχιστες φυσικά εξαιρέσεις. Και αυτό η Επιτροπή θα πρέπει να το λάβει σοβαρά υπόψη.
Maria Badia i Cutchet (PSE). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κυρία Επίτροπε, θα ήθελα κι εγώ να ευχηθώ στην κυρία Kroes ταχεία ανάρρωση.
Θα ήθελα να κάνω μερικά γενικά σχόλια για την αναθεώρηση της ανακοίνωσης σχετικά με τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις. Πρώτον, θα ήθελα να πω ότι θεωρώ θετική την εν λόγω αναθεώρηση την οποία ξεκίνησε η Επιτροπή στο βαθμό που θα δώσει τη δυνατότητα στο περιεχόμενο της ανακοίνωσης του 2001 να προσαρμοσθεί στις αλλαγές που έχουν προκύψει τόσο στον τομέα της τεχνολογίας όσο και στο κοινοτικό δίκαιο.
Επιπλέον, διατηρεί την κύρια δυναμική της ανακοίνωσης του 2001 η οποία αναγνώρισε τον ουσιαστικό ρόλο των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων για την εγγύηση της ποιότητας της δημοκρατίας και της πολυμορφίας. Αναφέρομαι κατά βάση στις αρχές με βάση τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να ορίζουν και να οριοθετούν την παροχή και το περιεχόμενο των αδειών παροχής δημόσιων υπηρεσιών τις οποίες αναλαμβάνουν τα αντίστοιχα δημόσια όργανα, ενώ πρέπει να έχουν και την ελευθερία να επιλέγουν το μοντέλο χρηματοδότησης, αποτρέποντας με αυτόν τον τρόπο οποιεσδήποτε στρεβλώσεις στον ελεύθερο ανταγωνισμό.
Επιπρόσθετα, η άδεια θα πρέπει επίσης να χορηγείται σε συγκεκριμένο φορέα ή όμιλο μέσω απόφασης, ενώ θα πρέπει να υπάρχει εξωτερική και ανεξάρτητη εποπτεία της άδειας· επ’ αυτού, θα ήθελα να τονίσω το ζωτικό ρόλο των ρυθμιστικών αρχών του οπτικοακουστικού τομέα.
Σε ό,τι αφορά τις πιο σημαντικές προσθήκες στην πρόταση, χαιρετίζω τους εκ των προτέρων ελέγχους της παροχής νέων υπηρεσιών από τους δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, όμως μόνον εφόσον διατηρείται επαρκής ευελιξία ώστε οι εν λόγω έλεγχοι να προσαρμόζονται στο θεσμικό μοντέλο κάθε κράτους μέλους και να υιοθετούνται σταδιακά.
Τέλος, φρονώ ότι πρέπει να γίνει πολύ προσεκτική εκτίμηση της δυνατότητας να παρέχονται ορισμένες υπηρεσίες που υπάγονται στην παροχή οπτικοακουστικών υπηρεσιών από δημόσιους φορείς έναντι αμοιβής ή αντιτίμου εκ μέρους των πολιτών που τις χρησιμοποιούν, λαμβάνοντας υπόψη την ελεύθερη και καθολική φύση των παραδοσιακών δημόσιων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μεταδόσεων και τους κινδύνους αποκλεισμού που ενδέχεται να προκύψουν σε περίπτωση αποδοχής της εν λόγω μεθόδου χρηματοδότησης. Ελπίζω ότι η Επιτροπή θα λάβει υπόψη της αυτά τα σχόλια.
Ieke van den Burg (PSE). - Κύριε Πρόεδρε, είναι σαφές ότι αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι η ένταση ανάμεσα στο δημόσιο συμφέρον και το ρόλο του στην κοινωνία και τον αντίκτυπό του στο δίκαιο ανταγωνισμό και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Τα όρια ανάμεσα στις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και τις αντίστοιχες ιδιωτικές, αλλά και σε άλλα μέσα ενημέρωσης, γίνονται ολοένα και πιο ασαφή, κάτι το οποίο ισχύει συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά νέα μέσα ενημέρωσης, όπως το Διαδίκτυο, τα iPods, τα γραπτά μηνύματα (SMS) κλπ.
Όπως ανέφεραν ορισμένοι, οι δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων αναλαμβάνουν συχνά ηγετική θέση όσον αφορά την καινοτομία στις υπηρεσίες, είναι όμως σαφές ότι πρόκειται για διασυνοριακό αντίκτυπο ο οποίος αφορά όλο το φάσμα των μέσων ενημέρωσης. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να υπάρχει συνοχή ανάμεσα στην ανακοίνωση για τις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και το γενικό πλαίσιο των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος. Πρόκειται για σημαντικό θέμα με το οποίο ασχοληθήκαμε στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου. Συγκεκριμένα, τα μέλη της ομάδας PSE στην εν λόγω επιτροπή τόνισαν ότι είναι σημαντικό να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, γι’ αυτό θα θέλαμε να ληφθεί σε πολιτικό επίπεδο απόφαση για μια οδηγία πλαίσιο και τομεακή νομοθεσία επ’ αυτού.
Η διαβούλευση επί του σχεδίου της ανακοίνωσης, το οποίο έχουμε ενώπιόν μας και μας παρουσίασε η Επιτροπή, μπορεί να σχολιασθεί έως τις 15 Ιανουαρίου και είναι σημαντικό να δώσουμε και πάλι ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι αυτό το πιο οριζόντιο γενικό πλαίσιο θα είναι σπουδαίο εργαλείο προκειμένου να τεθούν σε ευρύτερο πλαίσιο συζητήσεις, όπως αυτή επί των δημόσιων υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων.
Είναι σημαντικό να δούμε ποιος αποφασίζει τους κανόνες και ποια είναι η υφιστάμενη ισορροπία των κανόνων ανάμεσα στα συμφέροντα της αγοράς και το δημόσιο συμφέρον. Έχω ενδόμυχα την αίσθηση ότι η δοκιμασία της αγοράς που αναφέρεται στην ανακοίνωση θα δώσει προτεραιότητα στους προβληματισμούς της αγοράς και των εμπορικών μέσων αντί σε αυτούς των δημόσιων υπηρεσιών. Αυτή ήταν η πρόθεσή μας με τους νέους οριζόντιους κανόνες για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος.
Εκπλήσσομαι κάπως με το γεγονός ότι η ομάδα PPE-DE επικεντρώνεται τώρα τόσο πολύ σε αυτά τα συγκεκριμένα θέματα, ενώ έδειχνε πολύ επιφυλακτική να στηρίξει την έκκλησή μας για ένα πιο γενικό πλαίσιο. Ιδού ένα ξεκάθαρο παράδειγμα – και σε αυτήν την περίπτωση των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων – ότι αν δεν υπάρχει ένα ευρύτερο και σαφές πλαίσιο το οποίο να δίδει έμφαση και προτεραιότητα στην έννοια του δημόσιου συμφέροντος, θα κυριαρχεί πάντα το συμφέρον της αγοράς σε τέτοιου είδους συζητήσεις.
Θα ήθελα να αξιοποιήσω την ευκαιρία για να επαναλάβω την έκκλησή μας για το εν λόγω πλαίσιο υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος το οποίο, όσον αφορά την οριζόντια διάσταση, θα πρέπει να αποκαθιστά την ισορροπία ανάμεσα στα συμφέροντα αυτά προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος.
Emine Bozkurt (PSE). - (NL) Κύριε Πρόεδρε, οι δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων αντιπροσωπεύουν τον πλουραλισμό, την πολυμορφία, την πολιτισμική πολυμορφία στην Ευρώπη, την καρδιά της δημοκρατίας – δεν το εφηύρα εγώ αυτό, η Επιτροπή μπορεί να το βεβαιώσει – και οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων έχουν εθνική σημασία. Υπάρχουν σχέδια σε εξέλιξη για την καθιέρωση μιας δοκιμασίας της αγοράς που θα διεξάγεται εκ των προτέρων, ιδίως για νέες δραστηριότητες των μέσων. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι καλή ιδέα γιατί δεν θα έπρεπε οι Βρυξέλλες να υπαγορεύουν εκ των προτέρων πώς θα πρέπει να οργανώνουν τα κράτη μέλη τις δημόσιες υπηρεσίες τους. Κατά την άποψή μου, ο τρόπος εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος θα έπρεπε να αξιολογείται σε εθνικό επίπεδο και να μην είναι απαραίτητη για το σκοπό αυτό μια υποχρεωτική δοκιμασία αγοράς.
Θα ήθελα επίσης να πω δύο λόγια για τη γραφειοκρατία. Αν και είμαι υπέρ των εξονυχιστικών ελέγχων, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα καταλήξουμε να επιβαρύνουμε τα διάφορα κράτη μέλη με περισσότερους κανόνες και μεγαλύτερο κόστος.
Επιπλέον, σε ό,τι αφορά την παροχή, θεωρώ ότι στην πράξη δεν θα πρέπει να προβαίνουμε σε διαχωρισμό ανάμεσα στις παλαιές και τις νέες υπηρεσίες, δεδομένου ότι τα όρια μεταξύ τους είναι δυσδιάκριτα. Δεν είναι η περίπτωση της επιλογής του ενός έναντι του άλλου· τα τηλεοπτικά προγράμματα συμβαδίζουν συχνά με τις νέες υπηρεσίες και το αντίστροφο. Επομένως, ακριβώς όπως και στην Ευρώπη, τα δύο είναι αλληλένδετα. Το θέμα δεν αφορά μόνο την αγορά αλλά και τη δημόσια σημασία των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων η οποία τυγχάνει καθολικής αναγνώρισης, κυρίως από την Επιτροπή. Θα ήθελα να ακούσω από την Επιτροπή αν αυτό θα συμπεριληφθεί στην προσαρμοσμένη έκδοση της ανακοίνωσης και αν οι αρμοδιότητες θα κατανεμηθούν αναλόγως, δηλαδή στα κράτη μέλη, παρότι αυτές θα συνοδεύονται από κανόνες για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας οι οποίοι θα πρέπει να καταρτισθούν κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Thomas Mann (PPE-DE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, οι δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είναι κάτι παραπάνω από οικονομικός παράγοντας. Παρέστην στην ακρόαση της Ομάδας τoυ Ευρωπαϊκoύ Λαϊκoύ Κόμματoς (Χριστιαvoδημoκράτες) και τωv Ευρωπαίωv Δημoκρατώv την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες. Αναδείχθηκε η σημασία της ενημέρωσης και της πολυμορφίας του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της παιδείας. Αν 22 κράτη μέλη τάσσονται εναντίον της αναθεώρησης ή της εντατικοποίησης επειδή έχουμε διαφορετικές συνθήκες πλαισίωσης και αγορές, τότε είναι εντελώς λάθος να επιθυμούμε μια εκτεταμένη διοίκηση, μια χρονοβόρα διαδικασία δοκιμής, όπως είναι αυτή η υποχρεωτική εκ των προτέρων διαδικασία, ή την παρέμβαση της Ευρώπης με μια βραδυκίνητη γραφειοκρατική αντίληψη.
Υπάρχουν ήδη ελεγκτικά όργανα για τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων: τα ραδιοτηλεοπτικά συμβούλια. Παρακολουθούμε την προσαρμογή στις τεχνολογικές αλλαγές. Παρακολουθούμε τα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουμε δίκαιο ανταγωνισμό. Είμαι μέλος ενός τέτοιου οργάνου, ως εκπρόσωπος της Ένωσης των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών στην Υπηρεσία Ραδιοτηλεοπτικών Μεταδόσεων της Έσσης [Hessischer Rundfunk]. Η ανεξαρτησία μας είναι νομικά κατοχυρωμένη. Με τη σειρά μας ελεγχόμαστε απολύτως και δικαίως από το κοινό. Έτσι λειτουργεί μια αποτελεσματική πολιτική για τα μέσα ενημέρωσης.
Zuzana Roithová (PPE-DE). – (CS) Κύριε Πρόεδρε, η χώρα μου συμφωνεί με τους συναδέλφους ευρωβουλευτές ότι η κρατική στήριξη για τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων απαιτεί νομοθετική διευκρίνιση. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το ζητάμε αυτό εδώ και καιρό. Ωστόσο, θα ήθελα και πάλι να επιστήσω την προσοχή σας σε άλλα επείγοντα θέματα που η Επιτροπή οφείλει να επιλύσει το ταχύτερο δυνατό. Από τα πολυάριθμα προβλήματα θα αναφέρω τρία. Πρώτον, υπάρχει ανάγκη να συμπεριληφθούν οι ψηφιακές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις στη γενική καθιέρωση της κοινής χρήσης των κεραιών τηλεόρασης, συγκεκριμένα σε πολυκατοικίες που ανήκουν σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, σύμφωνα με τις εξαιρέσεις του άρθρου 5 των ενημερωτικών κατευθυντηρίων γραμμών, γιατί πρόκειται για πρόβλημα που αφορά εκατομμύρια πολιτών στα νέα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων και στην Τσεχική Δημοκρατία. Το δεύτερο σημείο είναι η στήριξη για περισσότερη συνεργασία ανάμεσα στα εθνικά ραδιοτηλεοπτικά συμβούλια και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων για τις δημόσιες υπηρεσίες. Το τρίτο σημείο είναι η βελτίωση του συντονισμού ανάμεσα στις εθνικές εποπτικές αρχές για τις τηλεοπτικές μεταδόσεις σε σχέση με τα πρόστιμα που επιβάλλονται για ακατάλληλες προβολές που απειλούν την ηθική ανάπτυξη των παιδιών και των νέων.
Ανδρούλα Βασιλείου, Μέλος της Επιτροπής. − Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ όλους για την εξαιρετικά εποικοδομητική σας συζήτηση την οποία θα διαβιβάσω δίχως άλλο στη συνάδελφο κυρία Kroes.
Επιτρέψτε μου να σχολιάσω ορισμένες από τις παρατηρήσεις σας. Το Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ αναδεικνύει την ανάγκη στάθμισης της χρηματοδότησης με κρατικές ενισχύσεις και τις επιπτώσεις στον ανταγωνισμό. Θέλουμε τα κράτη μέλη να έχουν το προβάδισμα επ’ αυτού, γιατί ειδάλλως θα πρέπει αυτό να γίνει στις Βρυξέλλες βάσει των προσφυγών.
Στόχος μας είναι να δώσουμε στα κράτη μέλη περισσότερες δυνατότητες για την ανάπτυξη των δημόσιων υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, αρκεί να τηρούνται οι διατάξεις της συνθήκης για τον ανταγωνισμό. Οι δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα πρέπει να εξακολουθήσουν να καινοτομούν, να εκπαιδεύουν και φυσικά να ψυχαγωγούν. Η Επιτροπή συμφωνεί με αυτούς τους στόχους.
Εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν πώς θα χρηματοδοτούνται οι δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Τούτο ορίζεται σαφώς στο Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ. Οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα είναι σε θέση να πειραματίζονται ελεύθερα με νέα προγράμματα. Το σχέδιο της ανακοίνωσης αποσαφηνίζει ότι τα πιλοτικά προγράμματα απαλλάσσονται από τις δοκιμασίες. Ανέκαθεν αναγνωρίζαμε τη δυνατότητα χρηματοδότησης της αποστολής μιας δημόσιας υπηρεσίας η οποία περιλαμβάνει ευρύ φάσμα διάφορων και ισορροπημένων προγραμμάτων από δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Το ίδιο θα εξακολουθήσει να ισχύει και στο μέλλον.
Επίσης η Επιτροπή θέλει να διασφαλίσει ένα συνδυασμό δημόσιων και ιδιωτικών φορέων και στοχεύει στην προώθηση των δημόσιων φορέων ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων ώστε να επωφεληθούν από τις νέες τεχνολογίες προκειμένου να υπηρετούν τις κοινωνικές, δημοκρατικές και πολιτισμικές ανάγκες της κοινωνίας.
Η δοκιμασία του Άμστερνταμ επιτρέπει στα κράτη μέλη να χρηματοδοτούν τις υπηρεσίες των νέων μέσων ενημέρωσης από τους δημόσιους φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Διαφυλάσσει έτσι τη δυνατότητα παρακολούθησης των εξελίξεων στο ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης. Την ίδια στιγμή, είναι και προς το δημόσιο συμφέρον η διατήρηση των κινήτρων για τους ιδιωτικούς φορείς. Η καινοτομία τόσο από τους δημόσιους όσο και από τους ιδιωτικούς φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων είναι σημαντική για την υλοποίηση των στόχων της Λισαβόνας, ενώ είναι αυτονόητο ότι οι δημόσιοι φορείς ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων θα διατηρήσουν την ελευθερία τους ώστε να εγκαινιάζουν νέες υπηρεσίες παντός είδους επί εμπορικής βάσης στο μέλλον χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι αντιμετωπίζουμε πολύ σοβαρά τις διαβουλεύσεις. Θα αναθεωρήσουμε το κείμενο για να λάβουμε υπόψη τους θεμιτούς προβληματισμούς. Θα ζητήσω από τις υπηρεσίες μας να λάβουν υπόψη τους τις προτάσεις του Κοινοβουλίου και των κρατών μελών κατά την αναθεώρηση του σχεδίου.