Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την έκθεση (A6-0485/2008) του κυρίου Guerreiro, εξ ονόματος της Επιτροπής Αλιείας, για την ΚΑΠ και την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα (2008/2178(INI)).
Pedro Guerreiro, εισηγητής. – (PT) Η εν λόγω ανακοίνωση της Επιτροπής εγείρει ένα ευρύ πεδίο ερωτημάτων ως μέρος της συζήτησης για μια πιθανή μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής έως το 2012.
Η έκθεσή μου, η οποία εγκρίθηκε από την Επιτροπή Αλιείας του Κοινοβουλίου, παρουσιάζει ορισμένους παράγοντες τους οποίους θεωρούμε σημαντικούς στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης.
Η αλιεία είναι δραστηριότητα θεμελιώδους σημασίας και εγγυάται την τροφή και την επιβίωση των ανθρώπων, κάτι το οποίο αποτελεί πρωταρχικό στόχο οποιασδήποτε αλιευτικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να υπογραμμίσουμε τη σημασία της αλιείας στα ύδατα της ΑΟΖ κάθε κράτους μέλους για την κυριαρχία και την ανεξαρτησία του, ιδίως όσον αφορά την τροφή.
Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑΠ) θα πρέπει να προάγει τον εκσυγχρονισμό και την αειφόρο ανάπτυξη της αλιευτικής βιομηχανίας, τη διασφάλιση της κοινωνικο-οικονομικής της βιωσιμότητας και τη βιωσιμότητα των αλιευτικών αποθεμάτων, καθώς και τη διασφάλιση της παροχής αλιευμάτων στο κοινό, όπως και την επισιτιστική κυριαρχία και ασφάλεια, τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των αλιέων.
Λαμβάνοντας υπόψη τους ίδιους της τους στόχους, μια ΚΑΠ πρέπει επομένως να μην υπόκειται στις υπόλοιπες κοινοτικές πολιτικές οι οποίες έχουν χαραχθεί έκτοτε.
Με άλλα λόγια, μια αλιευτική πολιτική δεν είναι και δεν μπορεί να είναι πολιτική για τους ωκεανούς και το θαλάσσιο περιβάλλον.
Δεδομένου ότι η αλιεία είναι μια δραστηριότητα η οποία εκμεταλλεύεται έναν αυτοανανεούμενο πόρο, πρώτο και κύριο καθήκον της διαχείρισης της αλιείας είναι ο έλεγχος της συνολικής αλιευτικής προσπάθειας με τρόπο ο οποίος να διασφαλίζει το μέγιστο διατηρήσιμο αλίευμα.
Μια αλιευτική πολιτική πρέπει να ξεκινά από την υπόθεση μιας αλληλεξάρτησης ανάμεσα στην ευημερία των αλιευτικών κοινοτήτων και τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων, των οποίων συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα, κυρίως αναγνωρίζοντας τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τη σημασία της παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας και της αλιείας μικρής κλίμακας.
Η εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα απαιτεί κατ’ ανάγκη διεπιστημονική και διατομεακή δράση ανάμεσα στα διάφορα μέτρα τα οποία έχουν αντίκτυπο στα θαλάσσια οικοσυστήματα και απέχουν κατά πολύ από αυτά που υιοθετήθηκαν στον τομέα της αλιείας.
Η πρόταση για ανάλυση της εκτίμησης των αλιευτικών πόρων με βάση το οικοσύστημα πρέπει να βασίζεται σε κατοχυρωμένα επιστημονικά δεδομένα και όχι σε διαισθήσεις με βάση προϊδεασμούς.
Πρέπει να αναγνωρισθεί επίσης ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις διάφορες θαλάσσιες περιοχές και τους πόρους οι οποίοι υπάρχουν σε καθεμιά από αυτές, ανάμεσα στους διάφορους στόλους και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται και τον αντίστοιχο αντίκτυπο στα οικοσυστήματα, κάτι το οποίο απαιτεί μέτρα διαχείρισης της αλιείας τα οποία να είναι διαφοροποιημένα, συγκεκριμένα και να προσαρμόζονται σε κάθε περίπτωση, με τους αλιείς να αποζημιώνονται για τις κοινωνικο-οικονομικές τους επιπτώσεις, εφόσον χρειάζεται.
Προκειμένου να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των πόρων, της αλιευτικής δραστηριότητας και των αντίστοιχων τοπικών κοινοτήτων, θεωρούμε ζωτικής σημασίας τα κράτη μέλη να ασκούν την κυριαρχία τους στη ζώνη των χωρικών τους υδάτων μήκους 12 μιλίων και η περιοχή η οποία αντιστοιχεί στις ΑΟΖ των εξόχως απόκεντρων περιφερειών να θεωρείται ζώνη αποκλειστικής πρόσβασης.
Στο πλαίσιο αυτό, εκφράζεται ορισμένος προβληματισμός για τις προτάσεις σχετικά με την πρόσβαση σε πόρους που στοχεύουν στην προαγωγή ενός συστήματος μεταβιβάσιμων ατομικών ποσοστώσεων, κάτι το οποίο θα είχε συνέπειες σε ό,τι αφορά τη συγκέντρωση της αλιευτικής δραστηριότητας και την ατομική ιδιοποίηση των δικαιωμάτων αλίευσης.
Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι είναι ακατάλληλη και άσκοπη μια πολιτική η οποία ενθαρρύνει την αδιάκριτη διάλυση σκαφών και δεν λαμβάνει υπόψη της τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των στόλων, των πόρων, των αναγκών αναφορικά με την κατανάλωση σε κάθε κράτος μέλος και τις κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις.
Τέλος, θα ήθελα να δώσω έμφαση στο γεγονός ότι η απότομη μείωση του εισοδήματος του κλάδου απορρέει όχι μόνο από τους περιορισμούς στην αλιευτική δραστηριότητα, αλλά κυρίως από τη στασιμότητα/πτώση των τιμών πρώτης πώλησης, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους παραγωγής (ντίζελ και βενζίνη).
Ανδρούλα Βασιλείου, Μέλος της Επιτροπής. − Κύριε Πρόεδρε, η Επιτροπή χαιρετίζει την έκθεση που παρουσιάσθηκε και τη στήριξη που δίδεται στις προοπτικές μας για την προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα.
Ένα από τα κύρια μηνύματα που στέλνει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της είναι ότι, ενώ η αλιεία εξαρτάται από τα υγιή θαλάσσια οικοσυστήματα, η διαχείριση της αλιείας δεν μπορεί να αναλάβει από μόνη της το ρόλο της συνολικής διαχείρισης των ωκεανών. Τα υγιή θαλάσσια οικοσυστήματα μπορούν να διαφυλάσσονται μόνο με μια πολιτική που επιτυγχάνει τη συμμετοχή όλων των κλάδων οι οποίοι έχουν αντίκτυπο σε αυτά τα οικοσυστήματα.
Γι’ αυτό, η Επιτροπή θεωρεί τη θαλάσσια πολιτική, και κυρίως τον περιβαλλοντικό της πυλώνα, δηλαδή την οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική, καθοριστική για την εφαρμογή μιας προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα. Η προσέγγιση αυτή θα προσφέρει διασφάλιση στην αλιευτική βιομηχανία ότι ο ανθρωπογενής αντίκτυπος στα θαλάσσια οικοσυστήματα, και όχι μόνο στην αλιεία, αντιμετωπίζεται με τρόπο αναλογικό και συνεκτικό. Αυτή είναι και η συνολική ουσία της έκθεσης και εκτιμάμε τη συμφωνία επί του σημείου αυτού.
Θα τονίσω ότι αυτό δεν σημαίνει πως μια πολιτική υπόκειται σε μια άλλη – πως εμείς, υιοθετώντας την προσέγγιση αυτή, θεσπίζουμε μια ιεραρχία, για παράδειγμα, ανάμεσα στην οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική και την κοινή αλιευτική πολιτική.
Η οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική υπηρετεί την κοινή αλιευτική πολιτική καθώς αποτελεί το απαραίτητο μέσο ολοκλήρωσης για τη διασφάλιση της βάσης των αλιευτικών πόρων στο μέλλον, ενώ η κοινή αλιευτική πολιτική θα συνεισφέρει στην οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική, θέτοντας σε εφαρμογή απαραίτητα μέτρα διαχείρισης για τη στήριξη των στόχων για υγιή θαλάσσια οικοσυστήματα.
Όπως ορίζεται στην έκθεση, η κάλυψη των διατροφικών αναγκών, η διαφύλαξη της αλιευτικής βιομηχανίας και των αλιευτικών κοινοτήτων, καθώς και η διατήρηση της βιωσιμότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων δεν είναι ασύμβατα. Αντιθέτως, μακροπρόθεσμα υπάρχει συνέργεια ανάμεσα στους εν λόγω στόχους.
Η έκθεση άπτεται πολλών θεμάτων αναφορικά με τα συγκεκριμένα εργαλεία που θα χρησιμοποιούνται στο μέλλον. Πρόκειται για σημαντικά και συναφή ζητήματα τα οποία θα αναλύσουμε στη συζήτηση αναφορικά με τη μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Επομένως, δεν θα σχολιάσω συγκεκριμένα τα θέματα αυτά εδώ.
Θα επισημάνω ωστόσο ότι υπάρχουν ορισμένα σημεία στα οποία μπορεί να διαφωνούμε. Αναφέρεται ότι οι αλιείς οι οποίοι πλήττονται από τα σχέδια διαχείρισης και τα μέτρα για την προστασία των οικοσυστημάτων θα πρέπει να επιδοτούνται ή να αποζημιώνονται. Νομίζουμε ότι οι άμεσες επιδοτήσεις δεν συνιστούν πρόοδο, αλλά ότι η λύση είναι να βοηθήσουμε τον κλάδο να είναι πιο ανθεκτικός από οικονομική άποψη και να συνδράμουμε τις παράκτιες κοινότητες ώστε να διαφοροποιηθούν σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες.
Αναφέρεται επίσης ότι η ανανέωση των αποθεμάτων μέσω της ιχθυοκαλλιέργειας μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο για την αναπλήρωση του άγριου ιχθυοπληθυσμού. Αν και αυτό μπορεί να είναι μια επιλογή σε ελάχιστες συγκεκριμένες περιπτώσεις, δεν πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο κατάλληλος τρόπος για την επίτευξη προόδου εν γένει. Τα αλιευτικά αποθέματα θα πρέπει να αναπληρώνονται μέσα από τη σωστή διαχείριση του ανθρωπογενούς αντικτύπου στα θαλάσσια οικοσυστήματα, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου της αλιείας και άλλων κλάδων.
Θα επανέλθουμε με πιο λεπτομερή συζήτηση για τα μέσα της διαχείρισης της αλιείας στο πλαίσιο της συζήτησης και της εξέλιξης της μεταρρύθμισης της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η οποία ξεκινά με τη δημοσίευση πράσινης βίβλου τον Απρίλιο. Εν τω μεταξύ, ευχαριστώ το Κοινοβούλιο για τη στήριξή του στην προσέγγισή μας όπως εκφράσθηκε μέσα από την εν λόγω έκθεση.
Πρόεδρος. – Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Τρίτη στις 12 το μεσημέρι.
Γραπτές Δηλώσεις (άρθρο 142 του Κανονισμού)
Daciana Octavia Sârbu (PSE), γραπτώς. – (RO) Τα τρέχοντα αλιευτικά αποθέματα στα ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθούν να συρρικνώνονται, εξαιτίας της υπεραλίευσης και της χρήσης ακατάλληλου εξοπλισμού αλλά και του αντικτύπου που άλλοι κλάδοι, κυρίως ο τουρισμός, έχουν στη θαλάσσια ζωή. Η επιστημονική έρευνα για τον εντοπισμό των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν τα θαλάσσια οικοσυστήματα, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου της αλλαγής του κλίματος, θα προσφέρουν την ευκαιρία να προσδιορισθεί η ανάπτυξη των αλιευτικών πόρων και να διασφαλισθεί ότι λαμβάνονται προληπτικά μέτρα για την αποτροπή της ραγδαίας και συνεχούς εξάντλησης των αλιευτικών αποθεμάτων.
Δεδομένου ότι η αλιεία είναι απαραίτητη δραστηριότητα για τη διασφάλιση της τροφής και της επιβίωσης του ανθρώπου, η διαχείριση της βιωσιμότητας των αλιευτικών πόρων καθίσταται ζωτικής σημασίας σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η θαλάσσια βιοποικιλότητα επιδεινώνεται. Για το λόγο αυτό, οι κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές πτυχές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε όλες τις πρωτοβουλίες για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης των παράκτιων περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.