Jan Březina (PPE). – (CS) Κυρία Πρόεδρε, η Τσεχική Δημοκρατία ήταν μια από τις χώρες που μετείχαν στην πρωτοβουλία για την υποβολή του σχεδίου απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις, γεγονός που καταδεικνύει ότι η Τσεχική Δημοκρατία αποδίδει μεγάλη σημασία στη δικαστική συνεργασία. Λόγω της ευαισθησίας του θέματος, ωστόσο, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η εφαρμογή αυτής της συνεργασίας εντός των ορίων δικαιοδοσίας που αναθέτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση η ιδρυτική Συνθήκη. Αυτό ακριβώς ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Από την άλλη πλευρά, το αδύνατο σημείο της πρωτοβουλίας είναι η σχετικά έντονη γενικότητά της, λόγου χάρη όσον αφορά την έλλειψη προθεσμιών για την αποστολή των απαντήσεων από τις αρμόδιες αρχές και την απουσία κριτηρίων καθορισμού της καταλληλότερης δικαστικής αρχής για τον χειρισμό της ποινικής διαδικασίας. Μια επιπλέον αδυναμία είναι η ανεπαρκής ενοποίηση με τη Eurojust, θέμα για το οποίο έπρεπε να είχε ληφθεί μεγαλύτερη μέριμνα. Καθώς αποτελεί το αρμόδιο όργανο για την ευρωπαϊκή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, υφίστανται, δυνητικώς, πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες άσκησης ρόλου από τη Eurojust, εκτός του ρόλου που της αναθέτει το σχέδιο οδηγίας πλαισίου, το οποίο δεν περιλαμβάνει καν την υποχρέωση ενημέρωσης της Eurojust κατά τη διευθέτηση ζητημάτων ποινικής δίωξης διασυνοριακών εγκλημάτων σε ένα κράτος μέλος.
Philip Claeys (NI). – (NL) Κυρία Πρόεδρε, καταψήφισα αυτή την έκθεση, όχι επειδή τάσσομαι κατά της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών σε ποινικές δίκες. Είναι καλή ιδέα να διερευνάται κατά πόσον βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη διώξεις για τα ίδια περιστατικά σε άλλα κράτη μέλη.
Εκείνο που με βρίσκει απολύτως αντίθετο, ωστόσο, είναι ο φεντεραλιστικός χαρακτήρας ορισμένων τροπολογιών. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η τροπολογία αριθ. 3, η οποία στερεί ρητώς από τα κράτη μέλη τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζουν ποιες αρχές είναι αρμόδιες να παρεμβαίνουν σε κάθε περίπτωση. Σε καμία περίπτωση δεν τάσσομαι κατά της Eurojust, όμως αυτή δεν πρέπει να μετατραπεί σε «υπερόργανο».
- Κοινή πρόταση ψηφίσματος: Διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ (24-25 Σεπτεμβρίου) (RC-B7-0082/2009)
Zigmantas Balčytis (S&D). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, υπερψήφισα το κείμενο του ψηφίσματος. Με ικανοποίηση διαπιστώνω ότι τόσο η Ευρώπη όσο και οι ισχυρότερες χώρες δεν υποτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε όλοι, ενώ δεν επιδιώκουν την εφαρμογή προκρούστειων προσεγγίσεων. Η κρίση έχει προκληθεί από μια σειρά σύνθετων και αλληλένδετων παραγόντων, και δεν υπάρχει εύκολη διέξοδος.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση μας προσέφερε άλλωστε μια καλή ευκαιρία επανεξέτασης των προτεραιοτήτων και των ενεργειών μας, ιδίως ως προς τη μακροπρόθεσμη διαχείριση της βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης. Έχουν αναληφθεί δεσμεύσεις έναντι των πολιτών μας, οι οποίοι και προσδοκούν ότι θα καταστεί δυνατή η επανεκκίνηση των οικονομιών μας με ταχύ βηματισμό, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία των αγορών κεφαλαίου και δανεισμού, να καταπολεμηθεί η ανεργία και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, και να προστατευθούν οι λαοί μας, ιδίως τα φτωχότερα και πιο ευάλωτα στρώματα. Αυτό δεν θα είναι εύκολο, όμως πιστεύω ότι κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση.
Daniel Hannan (ECR). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, προτείνουμε ουσιαστικά την όξυνση της κρίσης. Αιτία της χρηματοπιστωτικής κρίσης ήταν η υπερβολική κρατική παρέμβαση: αρχικώς λόγω του ότι τα επιτόκια διατηρούνταν σκοπίμως σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι που αποτελούσε περισσότερο πολιτική απόφαση παρά αποτέλεσμα της λειτουργίας της αγοράς –στην οποία μάλιστα ήταν συνένοχες όλες οι κεντρικές τράπεζες– και στη συνέχεια λόγω του ότι, έως και πέρυσι, οι νομοθετικές αρχές ενθάρρυναν τους δανειστές να διαθέτουν στην αγορά φθηνότερα δάνεια.
Συναντιούνται λοιπόν οι ηγέτες της G-20 και αναρωτιούνται «Ποια είναι η λύση; Περισσότερη κρατική παρέμβαση». Υποθέτω ότι, όπως είχε παρατηρήσει κάποτε ο Mark Twain, αν κανείς έχει στα χέρια του μόνον ένα σφυρί, τότε όλα του μοιάζουν με καρφιά. Η αλήθεια είναι όμως ότι όλες οι ενέργειές τους αποδείχθηκαν, στην καλύτερη περίπτωση, άχρηστες και, στη χειρότερη, επιδείνωσαν στην πράξη την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε: οι διασώσεις, οι εθνικοποιήσεις, το δήθεν κυνήγι των φορολογικών παραδείσων (ονομασία την οποία χρησιμοποιούν για χώρες που εφαρμόζουν ανταγωνιστικότερους από τους δικούς τους φορολογικούς συντελεστές), καθώς και η μαζική επέκταση της κρατικής δικαιοδοσίας υπό το πρόσχημα των «έκτακτων περιστάσεων». Και τώρα θέλουμε να μεταρρυθμίσουμε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Θα κλείσω την παρέμβασή μου με τα λόγια του αείμνηστου συμπατριώτη μου Justice Asprey: «Μεταρρύθμιση; Δεν είναι ήδη αρκετά άσχημα τα πράγματα;»
Lena Ek (ALDE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θέλω να κάνω δύο σχόλια για την πρόσφατη ψηφοφορία επί της διάσκεψης κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Λυπούμαι –και νομίζω ότι είναι ατυχές– για το γεγονός ότι αναφέρονται τόσα λίγα πράγματα για τη διευθέτηση της κρίσης του κλίματος σε αυτό το ψήφισμα καθώς και στα αποτελέσματα της διάσκεψης κορυφής της G-20. Γίνεται επίσης αναφορά στον φόρο Τόμπιν, ο οποίος εκτιμώ ότι μπορεί να αποτελέσει ταυτόχρονα έναν νέο τρόπο χρηματοδότησης της αναπτυξιακής βοήθειας αλλά και ένα μέσο παροχής βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με το κλίμα.
Ο λόγος για τον οποίον δεν ψήφισα «ναι» στις τροπολογίες είναι επειδή αυτές έχουν διατυπωθεί με έναν πολύ παρωχημένο τρόπο, σαν να κάναμε τη συζήτηση για τον φόρο Τόμπιν 20 χρόνια πριν. Ο σύγχρονος τρόπος συζήτησης του εάν αυτή η μέθοδος μπορεί να αποτελέσει νέα πηγή χρηματοδότησης των Ηνωμένων Εθνών έχει τελείως διαφορετική στόχευση, και ελπίζω ότι θα μπορέσω να επανέλθω στο θέμα αργότερα ενώπιον του Σώματος.
- Πρόταση ψηφίσματος: Οι επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στις αναπτυσσόμενες χώρες και την αναπτυξιακή συνεργασία (B7-0078/2009)
Zigmantas Balčytis (S&D). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, υποστήριξα αυτό το ψήφισμα διότι πιστεύω ότι είναι καιρός να αναλάβουν όλοι οι διεθνείς παράγοντες τις ευθύνες τους και να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους έναντι των αναπτυσσόμενων χωρών. Είναι αλήθεια ότι η παγκόσμια, οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση έπληξε σοβαρά ακόμη και τις πλέον αναπτυγμένες οικονομίες, όμως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι έπληξε ακόμη σοβαρότερα τις φτωχότερες χώρες. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν προκάλεσαν την κρίση, αλλά καταβάλλουν σήμερα βαρύ τίμημα.
Η υλοποίηση των στόχων της Χιλιετίας κινδυνεύει πολύ σοβαρά. Χαιρετίζω θερμά την αναγνώριση από την G-20 της ανάγκης ανάληψης συλλογικής ευθύνης, και αναμένω την πρακτική υλοποίηση αυτών των υποσχέσεων.
Krisztina Morvai (NI). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, υποστήριξα αυτή την έκθεση διότι πιστεύω ότι απαιτείται ένα νέο παγκόσμιο πρότυπο – ένα νέο πρότυπο βάσει του οποίου θα στραφούμε, από διαδικασίες λήψης αποφάσεων με αποκλειστικό κριτήριο το χρήμα και το κέρδος, σε πολιτικές διαδικασίες με επίκεντρο τις ανάγκες του ανθρώπου και της κοινότητας, ενώ επίσης θα αντικαταστήσουμε τη λογική του ανταγωνισμού με τη λογική της δικαιοσύνης.
Θεωρώ ότι η έκθεση αυτή κυοφορεί τουλάχιστον μια τέτοια μεταστροφή. Δεν υποστηρίζω ότι προωθεί πλήρως το νέο πρότυπο, όμως περιλαμβάνει τουλάχιστον τα σπέρματα ενός νέου προτύπου, ειδικότερα στην παράγραφο 2, στην οποία αναφέρεται το εξής: «πιστεύει ότι υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη για ριζική μεταρρύθμιση πολιτικής ώστε να αντιμετωπισθούν οι συστημικές αιτίες της επισιτιστικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης με τη θέση σε εφαρμογή νέων δημοκρατικών και διαφανών ρυθμίσεων για το διεθνές εμπόριο καθώς και για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Πιστεύω, και ελπίζω, ότι θα λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη αυτήν τη δήλωση. Η κρίση αυτή έχει θεμελιώδεις αιτίες, και οφείλουμε όντως να τις εξετάσουμε συστηματικά και ριζικά. Χρειαζόμαστε ένα ριζικά νέο πρότυπο.
Siiri Oviir (ALDE). – (ET) Κυρία Πρόεδρε, υπερψήφισα το κείμενο αυτού του ψηφίσματος. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έπληξε όντως όλες τις χώρες, όμως είχε ιδιαίτερα καταστροφικές συνέπειες στις φτωχότερες χώρες του κόσμου. Η κρίση επηρέασε αρνητικά όλες τις πηγές χρηματοδότησής τους, και τώρα αυτές δεν είναι σε θέση να διατηρήσουν την πρόοδο που είχαν σημειώσει έως τώρα χωρίς βοήθεια από το εξωτερικό.
Η κρίση θέτει σε κίνδυνο τους στόχους της Χιλιετίας που είχαν τεθεί για το έτος 2015. Συνεπώς, υποστηρίζω το σχέδιο παροχής, νωρίτερα από ό,τι είχε προγραμματιστεί, της αναπτυξιακής βοήθειας ύψους 8,8 δισ. ευρώ υπό μορφή στήριξης του προϋπολογισμού και μέτρων ταχείας εφαρμογής για τη χρηματοδότηση της γεωργίας, καθώς και την πρόταση διάθεσης 500 εκατ. ευρώ για δαπάνες κοινωνικής πρόνοιας. Δεν υποστήριξα τα άρθρα αυτού του ψηφίσματος που αναφέρονται στον φόρο Τόμπιν.
Izaskun Bilbao Barandica (ALDE). – (ES) Κυρία Πρόεδρε, υπερψήφισα το κείμενο του ψηφίσματος καθώς και τις τροπολογίες για τη θέσπιση του φόρου Τόμπιν.
Το έπραξα για λόγους προσωπικής συνέπειας, καθότι το 2002, όταν ήμουν μέλος του Βασκικού Κοινοβουλίου, είχαμε εγκρίνει ένα ψήφισμα στο οποίο δηλώναμε ότι θεωρούμε αναγκαία τη διαχείριση του φαινομένου των διεθνών ροών κεφαλαίου, με βάση τον κοινωνικό και οικονομικό τους αντίκτυπο ανά τον κόσμο, ότι πρέπει να θεσπίσουμε κριτήρια και μηχανισμούς παρακολούθησης και υποστήριξης της ανθρώπινης ανάπτυξης, υπέρβασης των ανισοτήτων μεταξύ των λαών και των κοινωνικών τομέων, και επίτευξης περιβαλλοντικής ισορροπίας, καθώς και ότι έχουμε υποχρέωση να θεσπίσουμε μηχανισμούς που να περιορίζουν τις κερδοσκοπικές κινήσεις.
Ομοίως, κρίναμε ότι έχουμε καθήκον να συμβάλουμε στην κατάρτιση προτάσεων για την αντιμετώπιση των ζητημάτων του δημοκρατικού ελέγχου και του κοινωνικού αντικτύπου των διεθνών ροών κεφαλαίου. Επισημάναμε επίσης και υιοθετήσαμε την ανάγκη επείγουσας θέσπισης του λεγόμενου «φόρου Τόμπιν», που αποτελεί μέθοδο φορολόγησης των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών για τη χρηματοδότηση της αναπτυξιακής βοήθειας, καθώς και την ανάγκη δημιουργίας δημοκρατικών μηχανισμών ρύθμισης του διεθνούς συστήματος.
Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που το Βασκικό Κοινοβούλιο ενέκρινε αυτήν την απόφαση, και με χαροποιεί το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθετεί τώρα ένα ψήφισμα το οποίο ακολουθεί την ίδια γραμμή.
Daniel Hannan (ECR). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να σας συγχαρώ για τον ευέλικτο, επιδέξιο και συνετό τρόπο με τον οποίο ασκήσατε τα προεδρικά σας καθήκοντα.
Επί μία πεντηκονταετία, οι ευρωπαϊκές εμπορικές και γεωργικές πολιτικές προκαλούν στον Τρίτο Κόσμο ένα είδος φτώχειας που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί. Συγχρόνως, εμποδίζαμε την εισαγωγή προϊόντων από χώρες στις οποίες οι γεωργικές εξαγωγές είναι η κύρια πηγή εισοδήματος και, σαν να μην έφτανε αυτό, εξαγάγαμε τα δικά μας πλεονάσματα –με αναποτελεσματικές πρακτικές ντάμπινγκ– στις αγορές τους. Έπειτα προσπαθήσαμε να καθησυχάσουμε τις συνειδήσεις μας μέσω μαζικών προγραμμάτων βοήθειας τα οποία δεν συνέβαλαν στη βελτίωση των συνθηκών στις χώρες αυτές, αλλά, απεναντίας, ανατρέποντας τη διάκριση μεταξύ εκπροσώπησης και φορολόγησης, συνέβαλαν στην καθυστέρηση της δημοκρατικής ανάπτυξης μεγάλου μέρους των χωρών του κόσμου.
Θα αναφέρω ένα μέτρο που μπορούμε να λάβουμε από αύριο κιόλας και το οποίο θα είχε άμεσες, θετικές και ριζικές συνέπειες στις χώρες για τις οποίες συζητούμε: μπορούμε να καταργήσουμε την κοινή γεωργική πολιτική. Το ωραιότερο είναι μάλιστα ότι δεν θα μας κόστιζε τίποτε. Απεναντίας, οι αγρότες μας θα βρίσκονταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση, η ύπαιθρός μας θα φροντιζόταν πολύ περισσότερο, οι φόροι μας θα μειώνονταν, όπως και οι τιμές των τροφίμων, με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθωρισμού και τη βελτίωση της κατάστασης της παγκόσμιας οικονομίας εν γένει.
Σε περίπτωση δε που νομίζετε ότι το έχω λησμονήσει, δεν έχω αλλάξει γνώμη και εξακολουθώ να πιστεύω ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας πρέπει να τεθεί σε δημοψήφισμα: Pactio Olisipiensis censenda est.
Philip Claeys (NI). – (NL) Κυρία Πρόεδρε, η υποκρισία και η ασυνέπεια αυτού του Σώματος συνεχίζει να με εκπλήσσει. Από τη μία πλευρά, στο ψήφισμα αυτό επισημαίνεται ορθώς ότι είναι κρίμα που οι καλύτεροι και πιο ταλαντούχοι πολίτες εγκαταλείπουν τις αναπτυσσόμενες χώρες, και ότι αυτή η διαρροή του έμψυχου δυναμικού βλάπτει τις οικονομίες τους. Από την άλλη πλευρά, όμως, ολόκληρο το πολιτικό φάσμα σε αυτό το Σώμα υποστηρίζει τη γαλάζια κάρτα της ΕΕ και τα ευρωπαϊκά κέντρα υποδοχής μεταναστών για τη νόμιμη μετανάστευση στην Αφρική: με άλλα λόγια, το φαινόμενο ακριβώς που προκαλεί και διαιωνίζει αυτή τη διαρροή του έμψυχου δυναμικού. Αν μη τι άλλο, έχουμε διαπιστώσει εκ πείρας ότι οι «κυκλικοί μετανάστες» παραμένουν στην Ευρώπη. Υπάρχουν ωστόσο αναρίθμητοι άλλοι λόγοι για τους οποίους καταψήφισα το κείμενο αυτού του ψηφίσματος, όπως το γεγονός ότι απευθύνει έκκληση για ολοένα και περισσότερη κοινοτική αναπτυξιακή βοήθεια. Αν είναι αναγκαίο να διαδραματίσει οποιονδήποτε ρόλο η Ευρώπη στον τομέα της αναπτυξιακής συνεργασίας, ο ρόλος της πρέπει να περιορίζεται στον συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών και να μην μετατρέπεται η ίδια σε δωρητή.
Edward Scicluna (S&D). – (MT) Μεγάλο μέρος του έργου που επιτελούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και άλλες κυβερνήσεις σε αυτόν τον τομέα είναι «πυροσβεστικού» χαρακτήρα. Ενόψει της αλλαγής του κλίματος καταλαμβάνονται ορισμένες προσπάθειες πρόληψης. Ωστόσο, πρέπει να καταβάλουμε επίσης προσπάθειες για την αντιμετώπιση της υπανάπτυξης σε επίπεδο πρόληψης. Πολλά από τα μεταναστευτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε δεν οφείλονται σε πολιτικά αλλά σε οικονομικά αίτια, ιδίως στη Μεσόγειο, και ως εκ τούτου πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια με σκοπό να προληφθεί η διόγκωση του προβλήματος.
Elena Oana Antonescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ του αιτήματος της Ιταλίας για χορήγηση βοήθειας σε σχέση με την πρόσβαση στο Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανοικοδόμηση της περιοχής του Abruzzo, η οποία υπέστη εκτεταμένες καταστροφές από τον σεισμό του Απριλίου του 2009, για ανθρωπιστικούς λόγους αλληλεγγύης προς μια χώρα που αντιμετωπίζει πρόβλημα. Έχοντας υπόψη τον λόγο ύπαρξης αυτού του μέσου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι η αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και η επίδειξη αλληλεγγύης προς τις περιφέρειες που έχουν πληγεί από καταστροφές, θέλω να επιστήσω την προσοχή στην ανάγκη εφαρμογής ταχύτερων διαδικασιών για τη διάθεση των αναγκαίων πόρων στα πληγέντα κράτη.
Louis Bontes, Barry Madlener και Laurence J.A.J. Stassen (NI), γραπτώς. – (NL) Το ολλανδικό Κόμμα Ελευθερίας (PVV) τάσσεται υπέρ της παροχής επείγουσας βοήθειας, όμως η παροχή τέτοιου είδους βοήθειας είναι αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών μελών, και όχι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Τον Απρίλιο του 2009, στην Ιταλία εκδηλώθηκε σεισμός ο οποίος προκάλεσε σημαντικές καταστροφές. Για τον λόγο αυτόν η Επιτροπή πρότεινε την ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλληλεγγύης υπέρ της Ιταλίας. Τα γεγονότα στην Ιταλία ήταν πράγματι τραγικά. Ως εκ τούτου, συμφωνώ ότι είναι δικαιολογημένη η ενεργοποίηση του ΕΤΑ, την οποία και υπερψήφισα.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την έκθεση Böge για την ενεργοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ της Ιταλίας καθότι φρονώ ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να ανταποκριθεί, το ταχύτερο δυνατόν, στο αίτημα της εν λόγω χώρας για χορήγηση βοήθειας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι τραγικές συνέπειες του σεισμού που έπληξε την ιταλική περιφέρεια του Abruzzo τον Απρίλιο του 2009, προκαλώντας τον θάνατο 300 ατόμων καθώς και εξαιρετικά εκτεταμένες και σοβαρές υλικές ζημιές.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Όπως είχα την ευκαιρία να δηλώσω και νωρίτερα, θεωρώ ότι η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και, ειδικότερα, η παροχή ευρωπαϊκής στήριξης σε χώρες που έχουν πληγεί από καταστροφές, συνιστά σαφή αναγνώριση του γεγονότος ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πλέον μια απλή ζώνη ελευθέρων συναλλαγών. Μέσω της υιοθέτησης μηχανισμών έκτακτης βοήθειας, όπως το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ΕΕ αποδεικνύει ότι είναι σε θέση να διατηρεί την ενότητά της ενώπιον δυσχερών καταστάσεων, υπό συνθήκες ιδιαίτερα απαιτητικές από άποψη ανθρώπινου και υλικού δυναμικού. Χαιρετίζω, λοιπόν, και εκφράζω για μια ακόμη φορά την υποστήριξή μου για την ενεργοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτή την περίπτωση, με σκοπό την παροχή συνδρομής στα θύματα του σεισμού που έπληξε την ιταλική περιφέρεια του Abruzzo τον Απρίλιο του 2009.
Επαναλαμβάνω την ευχή μου να μην χρησιμοποιείται πάρα πολύ συχνά το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης –πράγμα που σημαίνει ότι η Ευρώπη δεν θα υφίσταται πολλές σοβαρές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης– αλλά και την επιθυμία μου να βελτιώνονται σταδιακά και να αξιολογούνται συχνά η δομή και η διαθεσιμότητά του, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται σε όλες τις δυνητικές πραγματικές ανάγκες πολύ ταχύτερα και λιγότερο γραφειοκρατικά.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Με την έκθεση αυτή εγκρίνεται η χρήση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ της Ιταλίας, μετά τον σεισμό του Απριλίου, ο οποίος προκάλεσε τον θάνατο 300 ατόμων καθώς και πολύ εκτεταμένες και σοβαρές υλικές ζημιές. Εκτιμάται ότι οι συνολικές άμεσες ζημιές που προκάλεσε ο σεισμός υπερβαίνουν τα 10 εκατ. ευρώ, ενώ το γεγονός χαρακτηρίστηκε, σύμφωνα με τα κριτήρια παρέμβασης του Ταμείου, «σοβαρή φυσική καταστροφή» και, ως εκ τούτου, εμπίπτει στο κυρίως πεδίο εφαρμογής της οικείας νομικής βάσης.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προτείνει την κινητοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως το ποσό των 493 771 159 ευρώ. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η προτεινόμενη αναθεώρηση των διατάξεων λειτουργίας αυτού του Ταμείου, την οποία πρότεινε η Επιτροπή και απέρριψε το Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2006, εκκρεμεί έως σήμερα στο Συμβούλιο.
Κατά την εκτίμησή μας, είναι σημαντικό, μεταξύ άλλων, να παραμείνουν επιλέξιμες οι καταστροφές σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και να διασφαλιστεί η δυνατότητα αναγνώρισης ειδικών τύπων φυσικών καταστροφών που πλήττουν τη Μεσόγειο και προσαρμογής του Ταμείου –ως προς τον χρόνο ανταπόκρισης και τις επιλέξιμες παρεμβάσεις– στις ειδικές ανάγκες που προκύπτουν από φυσικές καταστροφές όπως ξηρασίες και πυρκαγιές.
Marian-Jean Marinescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Σήμερα υπερψήφισα την έκθεση Böge για την ενεργοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης υπέρ της Ιταλίας. Χαιρετίζω τη συμπερίληψη της έκθεσης αυτής στην ημερήσια διάταξη, παρά τις όποιες δυσκολίες. Οι διοικητικές υπηρεσίες του Κοινοβουλίου πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπουν στο μέλλον καταστάσεις όπως τη σημερινή. Δεν επιτρέπεται να γίνεται επίκληση τεχνικών λόγων για την αναβολή της ψήφισης εκθέσεων οι οποίες έχουν σοβαρό αντίκτυπο στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αναθεωρήσει τις διαδικασίες ενεργοποίησης του Ταμείου Αλληλεγγύης, με σκοπό την επιτάχυνση της καταβολής των ενισχύσεων. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα προκαταβολών, βάσει μιας προκαταρκτικής αξιολόγησης των άμεσων ζημιών. Οι τελικές πληρωμές πρέπει ακολούθως να καταβάλλονται με βάση τους τελικούς υπολογισμούς των άμεσων ζημιών, καθώς και τα στοιχεία που αφορούν τα μέτρα πρόληψης που ελήφθησαν μετά την καταστροφή.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της τροπολογίας αριθ. 7. Χαίρομαι διότι οι υπηρεσίες του Σώματος κατάφεραν να προετοιμάσουν εγκαίρως την ψηφοφορία, και ευελπιστώ ότι οι αναγκαίοι πόροι θα διατεθούν στην Ιταλία το ταχύτερο δυνατόν, έτσι ώστε να προσφερθεί ταχεία και αποτελεσματική βοήθεια.
Barbara Matera (PPE), γραπτώς. – (IT) Συγχαίρω το Κοινοβούλιο διότι εμπόδισε, μετά το χθεσινό μου αίτημα, την ψηφοφορία για την ενεργοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης για τον σεισμό στο Abruzzo, ο οποίος συνέβη τον Απρίλιο, προκαλώντας πολύ σοβαρές ανθρώπινες και υλικές απώλειες. Δεν υπήρχε πραγματικός λόγος αναβολής, ακόμη και για δύο μόνον εβδομάδες, μιας ψηφοφορίας η οποία έχει τόσο σημαντικό αντίκτυπο στις ζωές ευρωπαίων πολιτών οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διενήργησε αστραπιαία την αναγκαία προκαταρκτική έρευνα, χορηγώντας στην Ιταλία το ακριβές ποσό που είχε ζητήσει, ήτοι 493 771 159 ευρώ. Αυτό πρέπει να είναι το υψηλότερο ποσό που έχει διατεθεί μέχρι στιγμής μέσω αυτού του ταμείου. Με τη σημερινή ψηφοφορία, το Κοινοβούλιο επιδεικνύει συνεπώς την πλήρη αλληλεγγύη και συμπάθειά του για τους πληγέντες πληθυσμούς. Συνήθως, απαιτούνται κατά μέσο όρο περί τους 18 μήνες για την ενεργοποίηση αυτού του ταμείου. Αυτή τη φορά, φτάσαμε πολύ γρήγορα στο στάδιο της διαβούλευσης στο Κοινοβούλιο, αν ληφθεί υπόψη ότι ο σεισμός είχε συμβεί μόλις πριν από πέντε μήνες. Εύχομαι λοιπόν ειλικρινώς ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα μειώσουν στο ελάχιστο δυνατό το χρονικό διάστημα που απαιτείται για το υπόλοιπο της διαδικασίας και ότι θα διασφαλίσουν την πρόσβαση της Ιταλίας στους αντίστοιχους πόρους έως τα τέλη του έτους.
Daciana Octavia Sârbu (S&D), γραπτώς. – (EN) Οι συνέπειες του σεισμού στο Abruzzo ήταν ολέθριες και τραγικές, και η χρηματοδότηση την οποία εγκρίναμε σήμερα δεν μπορεί, ασφαλώς, να αντισταθμίσει τις φοβερές απώλειες ζωών ή τις υλικές καταστροφές που προκάλεσε αυτή η φυσική καταστροφή στις πληγείσες κοινότητες. Ωστόσο, η χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Αλληλεγγύης της ΕΕ θα προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση στην περιοχή και θα συμβάλει στη μακροπρόθεσμη ανοικοδόμησή της, ενώ η ύπαρξη και η αποτελεσματική λειτουργία αυτού του ταμείου είναι απτή απόδειξη της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα προγράμματα και οι μηχανισμοί λήψης πρακτικών μέτρων μάς ενισχύουν ως ένωση, και μας επιτρέπουν να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικότερα τις κρίσεις, είτε πρόκειται για οικονομικές υφέσεις είτε για φυσικές καταστροφές. Πρέπει να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε αυτά τα πρακτικά μέτρα παροχής βοήθειας προς τα κράτη μέλη όταν υφίσταται πραγματική ανάγκη. Η πολιτική μας επιτρέπει να επηρεάζουμε και να ελέγχουμε τα γεγονότα, όμως για γεγονότα –όπως οι φυσικές καταστροφές– τα οποία υπερβαίνουν τα όρια της πολιτικής, μπορούμε να αναπτύξουμε τέτοιου είδους σημαντικούς μηχανισμούς, οι οποίοι μας βοηθούν να αντεπεξερχόμαστε στις κρίσεις.
Rafał Kazimierz Trzaskowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Ενόψει μιας τραγωδίας στην οποία άνθρωποι έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα και, σε πολλές περιπτώσεις, όλα τα υπάρχοντά τους, ενώ καταστράφηκε μια πανέμορφη πόλη με μακρά ιστορία, η υπερψήφιση μιας τέτοιας πρότασης συνιστά χειρονομία στοιχειώδους εντιμότητας. Το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ είναι ένα παράδειγμα αποτελεσματικής, κοινής παρέμβασης της ΕΕ όταν ένα από τα μέλη της πλήττεται από μια τέτοια τραγωδία. Το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ επιτρέπει την ταχεία παροχή έκτακτης βοήθειας και αποτελεί, αναμφίβολα, μια θετική ένδειξη για τους πολίτες της Ένωσης.
Derek Vaughan (S&D), γραπτώς. – (EN) Χαιρετίζω τη θετική έκβαση της ψηφοφορίας για τη διάθεση χρηματοδότησης στα θύματα του σεισμού στο Abruzzo. Η αντίδρασή μας σε φυσικές καταστροφές, όπως αυτή που έπληξε την Ιταλία, πρέπει να υπερβαίνει τα στενά όρια της πολιτικής. Η παροχή βοήθειας στα θύματα αυτής της καταστροφής προκειμένου να ξαναχτίσουν τις ζωές τους, τα σπίτια τους και το μέλλον τους είναι σίγουρα κάτι με το οποίο δεν μπορεί παρά να συμφωνεί οποιοσδήποτε βουλευτής αυτού του Σώματος που διαθέτει κάποιο ίχνος ανθρωπιάς.
Το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ μας επιτρέπει να παρεμβαίνουμε ως κοινότητα για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου και της δυστυχίας. Από την ίδρυσή του, το ταμείο αυτό έχει χρησιμοποιηθεί για την παροχή βοήθειας σε ανθρώπους σε περισσότερα από τα μισά κράτη μέλη της ΕΕ και για πάνω από 20 καταστροφές, από πλημμύρες έως δασικές πυρκαγιές, ξηρασίες και ηφαιστειακές εκρήξεις. Επισημαίνω δε ότι ο πληθυσμός της Ουαλίας συγκαταλέγεται μεταξύ των αποδεκτών τέτοιας χρηματοδότησης μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του 2007.
Ωστόσο, πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα της χρηματοδότησης του ταμείου, καθώς υπάρχουν σοβαροί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της εξασφάλισης ιδίων πόρων, έτσι ώστε να μην επηρεάζονται αρνητικά από την ενεργοποίησή του άλλα προγράμματα.
Ευελπιστώ ότι, κατά κάποιον τρόπο, αυτά τα χρήματα θα μπορέσουν να συμβάλουν στην αποκατάσταση όχι μόνον των κτηρίων αλλά και των κοινοτήτων που καταστράφηκαν.
Elena Oana Antonescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Η βελτίωση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ αρχών οι οποίες διαθέτουν παράλληλες αρμοδιότητες είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό μέτρο. Εάν οι ενέργειες που συνιστούν τη διάπραξη αδικήματος εμπίπτουν στη δικαιοδοσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, η ποινική δίκη πρέπει να διεξάγεται υπό την πλέον ενδεδειγμένη δικαιοδοσία, ενώ είναι επιβεβλημένη η δημιουργία ενός κοινού, ενιαίου πλαισίου επιλογής αυτής της δικαιοδοσίας κατά τρόπο αντικειμενικό και διαφανή. Η ανεπιτυχής εφαρμογή της αρχής «ου δις δικάζειν», η οποία περιλαμβάνεται στη Σύμβαση εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν, παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα και δεν συνάδει με τον στόχο της ΕΕ για τη δημιουργία ενός κοινού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Η έκθεση, την οποία υπερψήφισα, στηρίζει τη διασφάλιση αυτής της αρχής στο σύνολο του ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου, και όχι μόνον στο πλαίσιο του εθνικού δικαστικού συστήματος. Γι’ αυτό και χαιρετίζω την έγκριση αυτής της έκθεσης κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα το κείμενο αυτής της έκθεσης, καθότι οι συγκρούσεις δικαιοδοσίας πρέπει να διευθετούνται όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα μέσω συναινετικών λύσεων. Πρέπει να μας ικανοποιεί το γεγονός ότι η αρχή «ου δις δικάζειν» διασφαλίζεται από τα δικαστήρια των κρατών μελών. Είναι ωστόσο λυπηρό το γεγονός ότι στην έκθεση δεν ορίζονται μέθοδοι διευθέτησης των συγκρούσεων δικαιοδοσίας, για τον καθορισμό του κράτους το οποίο πρέπει να ασκεί την εκάστοτε δικαιοδοσία. Δεν διευκρινίζεται άλλωστε επαρκώς ο ρόλος της Eurojust. Ωστόσο, η έκθεση αυτή χρησιμεύει ως κινητήρια δύναμη για τη λήψη περαιτέρω σημαντικών αποφάσεων στους τομείς της ελευθερίας των πολιτών, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Σε έναν ολοένα και πιο παγκοσμιοποιημένο κόσμο και ενόψει της ύπαρξης 27 κρατών μελών στην ΕΕ, το ενδεχόμενο εμφάνισης συγκρούσεων δικαιοδοσίας είναι μεγάλο και είναι πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα. Ως εκ τούτου, υπερψήφισα το κείμενο.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Εκτιμώ ότι επιβάλλεται να καταστεί αποτελεσματικότερη η εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, ενώ πρέπει να διασφαλίζεται η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Αυτή η απόφαση πλαίσιο θα συμβάλει στην πρόληψη και επίλυση των συγκρούσεων δικαιοδοσίας, θα διασφαλίσει την έναρξη των ποινικών δικών από τις πλέον ενδεδειγμένες δικαστικές αρχές, και θα καταστήσει την επιλογή δικαστικής δικαιοδοσίας διαφανέστερη και αντικειμενικότερη σε περιπτώσεις που τα περιστατικά της υπό εξέταση υπόθεσης καλύπτονται από τη δικαιοδοσία περισσοτέρων του ενός κρατών μελών.
Ευελπιστώ ότι, κατά τον τρόπο αυτόν, θα αποτραπούν οι παράλληλες και άσκοπες ποινικές διαδικασίες, χωρίς ωστόσο να αυξάνεται η γραφειοκρατία κατά τον χειρισμό υποθέσεων στις οποίες είναι άμεσα διαθέσιμες καταλληλότερες επιλογές. Για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις όπου υφίστανται ήδη πιο ευέλικτοι μηχανισμοί ή συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών, οι οποίες και πρέπει να επικρατούν. Εξάλλου, η ύπαρξη συνθηκών βάσει των οποίων τα ίδια άτομα μπορεί να υπόκεινται σε παράλληλες ποινικές διαδικασίες, που αφορούν τα ίδια περιστατικά και εξελίσσονται σε διαφορετικά κράτη μέλη, ενδέχεται να οδηγήσει σε παραβιάσεις της αρχής «ου δις δικάζειν», η οποία πρέπει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά στο σύνολο του ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου. Υποστηρίζω επίσης την ενισχυμένη συμμετοχή της Eurojust ήδη από το στάδιο έναρξης της διαδικασίας.
Göran Färm, Anna Hedh, Olle Ludvigsson και Marita Ulvskog (S&D), γραπτώς. – (SV) Εμείς, οι σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες, επιλέξαμε να απόσχουμε από την ψηφοφορία, καθότι θεωρούμε ότι τα ίδια τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν ποιες αρχές πρέπει να θεωρούνται αρμόδιες στις διαδικασίες διαβούλευσης. Θεωρούμε επίσης ότι ο ρόλος της Eurojust πρέπει να είναι συμπληρωματικός και δευτερεύων σε σχέση με τον ρόλο των κρατών μελών, και ότι η εντολή της εν λόγω υπηρεσίας δεν πρέπει επ’ ουδενί να επεκταθεί μέσω αυτής της απόφασης.
Πολλές πτυχές της έκθεσης του Κοινοβουλίου βελτιώνουν, ωστόσο, την πρόταση απόφασης πλαισίου. Είναι σημαντικό, όχι μόνο για τις εθνικές αρχές, αλλά, κυρίως, για όσους είναι ύποπτοι ή κατηγορούνται για εγκλήματα, να υπάρχουν σαφείς προθεσμίες, δικονομικές εγγυήσεις και άλλοι μηχανισμοί προστασίας.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η συντονισμένη δράση των κρατών μελών για την πρόληψη και επίλυση συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις είναι αναγκαία προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος κατά τη διεξαγωγή αυτού του τύπου δικών. Κατά συνέπεια, είναι επιθυμητή η συγκέντρωση ποινικών υποθέσεων που αφορούν περισσότερες της μίας δικαιοδοσίες σε ένα μόνον κράτος μέλος, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και προς όφελος της αναγκαίας διαφάνειας, όχι μόνο για να αποφευχθεί η σπατάλη χρόνου και πόρων, αλλά και λόγω του κόστους που αυτό συνεπάγεται και επειδή είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η συνέπεια και η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών.
Η απευθείας επικοινωνία –που πρέπει επίσης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη– μεταξύ των αρμοδίων εθνικών αρχών καθίσταται ως εκ τούτου επιβεβλημένη προκειμένου να καθοριστεί η αρμόδια δικαιοδοσία και να επιτευχθεί η αντίστοιχη μεταφορά των διαδικασιών. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να μην παραβλέπουμε τα δικαιώματα των κατηγορουμένων σε ποινικές υποθέσεις, καθόσον ένας από τους κύριους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να προσφέρει στους πολίτες της έναν χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Καταψηφίσαμε αυτήν την έκθεση λόγω του ότι επιδιώκει την ενίσχυση του ρόλου της Eurojust. Από νομική άποψη, το σχέδιο απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου διασφαλίζει με καλύτερο τρόπο ότι οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται θα είναι δίκαιες, πρωτίστως επειδή εγγυάται σαφώς την εφαρμογή της αρχής «ου δις δικάζειν», η οποία συνίσταται στο ότι ένα άτομο δεν μπορεί να καταδικαστεί δύο φορές για το ίδιο ποινικό αδίκημα. Παρότι η εισηγήτρια αναγνωρίζει αυτό το γεγονός, οι κατατεθείσες τροπολογίες ενισχύουν τον ρόλο της Eurojust σε τομείς που υπάγονται σε πεδία αποκλειστικής αρμοδιότητας των κρατών μελών. Κατά τον τρόπο αυτόν, και μέσω της αναμενόμενης παρέμβασής της σε ποινικές υποθέσεις, η Eurojust αποκτά εξουσία ανώτερη των κρατών μελών, καθότι αφαιρείται από τα τελευταία η δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας σχετικά με το ποιος είναι αρμόδιος για τη διαδικασία.
Δεν θεωρούμε δε ότι συνιστά αποδεκτή αιτιολόγηση ο ισχυρισμός ότι όλα αυτά αποτελούν «σπατάλη χρόνου και πόρων». Η μεταφορά της δικαιοδοσίας των κρατών μελών στον τομέα της δικαιοσύνης, καθώς και σε άλλους τομείς, στην ΕΕ αποδυναμώνει την κυριαρχία τους και δεν είναι εμφανές ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτών ως προς την υπεράσπιση των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των μηχανισμών προστασίας τους. Κατά τη γνώμη μας, αυτό το κείμενο συνιστά ένα ακόμη παράδειγμα αυτής της πρακτικής.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Η αρχή «ου δις δικάζειν» –σύμφωνα με την οποία το ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να δικαστεί δύο φορές για το ίδιο αδίκημα– είναι θεμελιώδης αρχή του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατία. Εγώ ο ίδιος είμαι θύμα παραβίασης αυτής της αρχής στη Γαλλία, καθώς διώκομαι ακόμη κατ’ εντολή της κυβέρνησης για μια υπόθεση κατά την οποία έχω ήδη κριθεί απολύτως αθώος από το Ακυρωτικό Δικαστήριο.
Αυτό το οφείλω στην κατάχρηση εξουσίας από την πλευρά της κ. Wallis, της εισηγήτριας για το θέμα της ασυλίας μου, η οποία επέτρεψε να χρησιμοποιηθεί κάθε δυνατό τέχνασμα ώστε να στερηθώ την προστασία την οποία δικαιούμαι, αν τηρούνταν οι αρχές του δικαίου, της ηθικής και της νομολογίας σε τούτο το Κοινοβούλιο.
Ωστόσο, η έκθεση της κ. Weber δεν έχει στόχο να αποτρέψει τέτοιες περιπτώσεις παράβασης της αρχής «ου δις δικάζειν». Για τον σκοπό αυτόν, υπάρχει μια ευρωπαϊκή σύμβαση η οποία χρονολογείται από το 2000 και, όπως φαίνεται, κατά την κρίση των νομικών, λειτουργεί ικανοποιητικά και σύμφωνα με τις αρχές του κράτους δικαίου.
Όχι, η έκθεση Weber αποβλέπει κυρίως να προσφέρει στη Eurojust, η οποία πολλοί επιθυμούν να μετατραπεί σε ευρωπαϊκή εισαγγελική αρχή, αρμοδιότητες ελέγχου και λήψης αποφάσεων επί των εθνικών δικαιοδοσιών. Γι’ αυτό άλλωστε καταψηφίσαμε το κείμενο.
Ian Hudghton (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα την έκθεση Weber για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις. Οι σοβαρές εγκληματικές δραστηριότητες αποκτούν ολοένα και εντονότερο διασυνοριακό χαρακτήρα και η ΕΕ καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την καταπολέμησή τους. Οι σαφέστερες διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών στις ποινικές υποθέσεις θα ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και θα βελτιώσουν τις δυνατότητες των επιμέρους κρατών ως προς την καταπολέμηση του εγκλήματος. Πρέπει πάντα να λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, κατά τη γνώμη μου, η έκθεση Weber βελτιώνει την προτεινόμενη απόφαση πλαίσιο.
Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Αποφάσισα να απόσχω από την τελική ψηφοφορία. Αν και, στην ψηφοφορία επί του συνόλου των τροπολογιών, υπήρχαν ορισμένες καλές τροπολογίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα (π.χ. τροπολογίες 6 και 15), υπήρχαν επίσης τροπολογίες με τις οποίες οι αρμοδιότητες των κρατών μελών μεταφέρονται στη Eurojust (π.χ. τροπολογίες 3, 9, 16, 17 και 18). Φρονώ ότι οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να παραμείνουν υπό τον έλεγχο των κρατών μελών.
Πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων: Διορισμός μελών στην ειδική επιτροπή για τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η σύσταση της ειδικής επιτροπής για τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση ενδέχεται να αποδειχθεί κρίσιμη για την προετοιμασία του μέλλοντος της ΕΕ. Η πείρα των μελών της είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων και την υλοποίηση των προτάσεων που θα παρουσιάσει η εν λόγω ειδική επιτροπή. Πιστεύω ότι ο κατάλογος των μελών της περιλαμβάνει βουλευτές αυτού του Σώματος οι οποίοι θεωρούνται αξιόπιστοι και πολύ έμπειροι στους διάφορους τομείς τους οποίους θίγει η τρέχουσα κρίση. Κατά συνέπεια, θα μπορέσουν επίσης να συνεισφέρουν στη συζήτηση και την παρουσίαση αντίστοιχων μέτρων για τη διόρθωση των αδυναμιών του χρηματοπιστωτικού συστήματος που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση, συμβάλλοντας σημαντικά στην προετοιμασία για την πιθανή θέσπιση κατάλληλα αιτιολογημένης και καλύτερης νομοθεσίας στο μέλλον.
Πιστεύω επίσης ότι αυτή η επιτροπή πρέπει να συνεχίσει τη λειτουργία της και μετά τους προβλεπόμενους 12 μήνες, και ότι η σύνθεσή της μπορεί να αναθεωρηθεί, προκειμένου να καταστεί δυνατή η παρακολούθηση και αξιολόγηση των μέτρων που θα ληφθούν στο πλαίσιο της τρέχουσας κρίσης.
- Κοινή πρόταση ψηφίσματος: Διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ (24-25 Σεπτεμβρίου) (RCB7-0082/2009)
Regina Bastos (PPE), γραπτώς. – (PT) Θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου για τις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν στη διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Είμαι βέβαιη ότι αποτελούν βήμα προς την ορθή κατεύθυνση. Οι άμεσες προτεραιότητες πρέπει να είναι η διασφάλιση της υγιούς και βιώσιμης ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας, η εγγύηση της εύρυθμης λειτουργίας των πιστωτικών και κεφαλαιακών αγορών, η στήριξη και προώθηση της απασχόλησης και η προστασία των πολιτών από τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης, μεριμνώντας ιδιαίτερα για τις φτωχότερες και πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Η κατακόρυφη άνοδος του δημοσίου χρέους και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι ανησυχητικές. Οι προσπάθειες εξασφάλισης βιώσιμων δημοσίων οικονομικών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα πρέπει να ενισχυθούν, έτσι ώστε να αποφευχθεί η υπερχρέωση των μελλοντικών γενεών. Παρ’ όλα αυτά, απογοήτευση προξενεί η απουσία αξιολόγησης των κύριων αδυναμιών των ρυθμιστικών και εποπτικών συστημάτων που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση. Προέχει να κατανοήσουμε τι συνέβη και σε ποιο επίπεδο, προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη των σφαλμάτων του παρελθόντος.
Dominique Baudis (PPE), γραπτώς. – (FR) Ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αντίφαση που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Από τη μια πλευρά, η οικονομική κρίση και οι κοινωνικές της συνέπειες απαιτούν επείγοντα μέτρα με σκοπό την αποκατάσταση μιας οικονομικής μεγέθυνσης που θα δημιουργεί θέσεις εργασίας. Αυτό ήταν το θέμα της διάσκεψης κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Από την άλλη πλευρά –και αυτή θα είναι η πρόκληση στην οποία θα κληθεί να ανταποκριθεί η διάσκεψη της Κοπεγχάγης– είναι εξίσου επείγον να καταπολεμηθεί η αλλαγή του κλίματος μέσω της μείωσης της ενεργειακής κατανάλωσης. Με άλλα λόγια, πρέπει να θέσουμε εκ νέου σε κίνηση τη μηχανή, και συγχρόνως να διασφαλίσουμε ότι η μηχανή αυτή θα ρυπαίνει λιγότερο. Επιπλέον, τα δύο αυτά ζητήματα δεν μπορούν να διευθετηθούν διαδοχικά· είναι και τα δύο εξίσου επείγοντα. Η αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας επείγει, όπως άλλωστε και ο περιορισμός των συνεπειών της οικονομικής δραστηριότητας. Στη χθεσινή σύνοδο της G-20, και στην αυριανή σύνοδο για την αλλαγή του κλίματος, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να χαράξει τη δύσκολη μέση οδό μεταξύ δύο εξίσου ολέθριων κινδύνων. Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να οργανώσουν το ταχύτερο δυνατόν τη λειτουργία τους βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία έχει πλέον εγκριθεί από τις 27 χώρες της Ένωσης. Με την επιλογή του να προσπαθεί «να κερδίσει χρόνο», καθυστερώντας αυτή την εξέλιξη, ο Πρόεδρος της Τσεχίας, κ. Klaus, φέρει τεράστια ευθύνη έναντι των 500 εκατομμυρίων πολιτών της Ένωσης.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται αυστηρότερη εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών, για την οποία ένα θεσμικό όργανο πρέπει να είναι υπόλογο έναντι των πολιτών (G-20). Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική σταθερότητα έτσι ώστε οι μελλοντικές γενιές να μην κληθούν να επωμισθούν υπερβολικά βάρη αλλά και να δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας και να προστατευθούν οι πολίτες από τις συνέπειες της κρίσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δοθεί προτεραιότητα στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στη διασφάλιση της μεγέθυνσης ενός εκτεταμένου και σταθερού τομέα πραγματικής οικονομίας, στην κατάλληλη προστασία των αγορών κεφαλαίων και των πιστωτικών δραστηριοτήτων, στη διατήρηση και τόνωση της απασχόλησης, καθώς και στην προστασία του πληθυσμού από τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης, με ιδιαίτερη μέριμνα για τις φτωχότερες και εντονότερα πληγείσες κοινωνικές ομάδες. Σήμερα, πρέπει να ενισχύσουμε τον κοινωνικό διάλογο σε όλα τα επίπεδα, προσπαθώντας να αποφύγουμε μειώσεις μισθών και διασφαλίζοντας την αύξησή τους κατ’ αναλογία προς την αύξηση της παραγωγικότητας. Τέλος, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πρέπει να αποτελέσει τον σημαντικότερο από όλους τους στόχους.
Pascal Canfin (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η Ομάδα των Πρασίνων/ΕΕΑ υπερψήφισε το κείμενο του ψηφίσματος για τη διάσκεψη της G-20 για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων και οι ακόλουθοι: – αναφερόμενο στην ανάγκη ανάπτυξης νέων δεικτών πέραν του ΑΕγχΠ, το ΕΚ στέλνει το σαφές μήνυμα ότι η «οικονομική ανάκαμψη» δεν πρέπει να στηρίζεται σε μια προσέγγιση διατήρησης των υφιστάμενων ισορροπιών, κάτι που συμφωνεί με το αίτημά μας για την προώθηση μιας «Πράσινης Νέας Συμφωνίας»· – το ψήφισμα εμμένει στην ανάγκη αντιμετώπισης των παγκόσμιων ανισορροπιών, ιδίως των ανισορροπιών ως προς τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την αστάθεια των τιμών των αγαθών εντός ενός πολυμερούς πλαισίου· – το ψήφισμα στέλνει ένα θετικό μήνυμα υπέρ της θέσπισης φορολογίας επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, κάτι που δεν είχε συμβεί ποτέ έως σήμερα· – όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική κρίση, το ΕΚ προβαίνει σε μια έντονη δήλωση σχετικά με τον διεθνή συντονισμό, ο οποίος πρέπει να αποφεύγει το ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Υπογραμμίζει επίσης ότι η αναβάθμιση των κανόνων προληπτικής εποπτείας στο πλαίσιο της G-20 συνίσταται σε μια προσέγγιση «ελάχιστης εναρμόνισης» η οποία δεν πρέπει να εμποδίζει την ΕΕ από το να εφαρμόζει αυστηρότερα πρότυπα· – όσον αφορά την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα, το ΕΚ έχει κινηθεί αποφασιστικά προς μια ενισχυμένη και πιο συγκεντρωτική προσέγγιση ως προς την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών, με απώτερο στόχο τη δημιουργία μιας ενιαίας εποπτικής αρχής.
Maria da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Η G-20 δεσμεύτηκε να καταλήξει σε συμφωνία στη σύνοδο κορυφής της Κοπεγχάγης, η δε Ευρωπαϊκή Ένωση επιβάλλεται να συνεχίσει να διαδραματίζει ηγετικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μιας ευρείας και δίκαιης συμφωνίας. Η επίτευξη συμφωνίας στην Κοπεγχάγη μπορεί να αναθερμάνει την οικονομική ανάπτυξη, να προωθήσει τις καθαρές τεχνολογίες, και να διασφαλίσει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στις βιομηχανικές και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η ύπαρξη μιας συμφωνίας για τη χρηματοδότηση και την τεχνική υποστήριξη των καθαρών, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι απαραίτητη αν επιθυμούμε να επιτευχθεί μια ισχυρή συμφωνία στην Κοπεγχάγη. Για να μεγιστοποιηθούν οι πιθανότητες επίτευξης συμφωνίας στην Κοπεγχάγη, είναι σημαντικό να καθοριστεί ένα συγκεκριμένο πρότυπο. Η διεθνής συμφωνία πρέπει να προβλέπει συλλογικές μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου βάσει των συστάσεων της τέταρτης έκθεσης αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (25-40% έως το 2020, σε σχέση με τα επίπεδα 1990), και πρέπει να καθορίζει έναν στόχο μακροπρόθεσμης μείωσης, για την ΕΕ και τις άλλες βιομηχανικές χώρες, τουλάχιστον 80% έως το 2050, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Η διάσκεψη κορυφής της G-20 που πραγματοποιήθηκε στο Πίτσμπουργκ στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου υπήρξε επιτυχής σε διάφορους τομείς, όπως η συζήτηση της ανάγκης αντιμετώπισης των βασικών αιτίων των χρηματοπιστωτικών κρίσεων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα επαναληφθούν παρόμοια φαινόμενα στο μέλλον. Συμφωνώ επ’ αυτού, και ως εκ τούτου υπερψήφισα το κείμενο του ψηφίσματος.
Anna Maria Corazza Bildt, Christofer Fjellner, Gunnar Hökmark, Anna Ibrisagic και Alf Svensson (PPE), γραπτώς. – (SV) Σήμερα υπερψηφίσαμε το κείμενο του ψηφίσματος για τη διάσκεψη κορυφής της G-20. Εντούτοις, επιλέξαμε να ψηφίσουμε κατά της θέσπισης ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, καθόσον ένα τέτοιο μέτρο θα στρεφόταν κατά του σχηματισμού κεφαλαίου σε φτωχές χώρες και θα εμπόδιζε τη μεγέθυνση και ανάπτυξη που έσωσαν από τη φτώχεια πολλές χώρες και ανθρώπους τα τελευταία 30 χρόνια. Τασσόμαστε επίσης κατά της δημιουργίας ενός αντικυκλικού ταμείου απασχόλησης σε διεθνές επίπεδο, διότι υπάρχει κίνδυνος να διατηρεί παλαιές και παρωχημένες δομές, εμποδίζοντας έτσι τη μεγέθυνση και την ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει τη δημιουργία ενός διεθνούς συστήματος φορολογίας και διανομής πόρων χωρίς δημοκρατικό έλεγχο και με εμφανή τον κίνδυνο εμφάνισης ποικίλων φαινομένων διαφθοράς. Είναι σημαντικό να μπορούν να λαμβάνουν στήριξη και βοήθεια τα άτομα που πλήττονται από την κρίση, όμως αυτό μπορεί να επιτευχθεί με καλύτερο τρόπο σε εθνικό επίπεδο, και όχι μέσω ενός γραφειοκρατικού διεθνούς συστήματος.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η αντιπροσωπεία των εκλεγμένων εκπροσώπων του Mouvement Démocrate (Ομάδα της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών για την Ευρώπη – Γαλλία) χαιρετίζει την έγκριση του ψηφίσματος για τα συμπεράσματα της συνόδου της G-20. Μέσω αυτής της ψηφοφορίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιβεβαιώνει ότι: η ΕΕ πρέπει να αποκτήσει ένα σύστημα εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα και μια ενιαία χρηματοπιστωτική αρχή· πρέπει να κινηθούμε προς την κατεύθυνση της μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής σταθερότητας έτσι ώστε να μην επιβαρυνθούν οι μελλοντικές γενιές· οι άμεσες προτεραιότητές μας πρέπει να είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας και η προστασία των πολιτών από τις συνέπειες της κρίσης. Υπερψηφίσαμε τις τροπολογίες αριθ. 5, 8, 11, 12 και 13, και εκφράζουμε τη λύπη μας για το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν επέδειξε μεγαλύτερη τόλμη στους τομείς της διαφάνειας των λογαριασμών, της καταπολέμησης των φορολογικών παραδείσων και της ανάληψης δεσμεύσεων για το περιβάλλον («Νέα Πράσινη Συμφωνία»). Επαναλαμβάνουμε επίσης ότι υποστηρίζουμε σταθερά τη θέσπιση ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών κατά το πρότυπο του φόρου Τόμπιν. Σε αυτό το πλαίσιο, καλούμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ξεκινήσει διάλογο για τον καθορισμό ενός τέτοιου φόρου.
Frank Engel (PPE), γραπτώς. – (FR) Παρότι συμφωνούμε με τους βασικούς προσανατολισμούς του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη σύνοδο κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ –και γι’ αυτό άλλωστε το υπερψηφίσαμε– η αντιπροσωπεία του Λουξεμβούργου της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) επιθυμεί να διατυπώσει ορισμένες επιφυλάξεις για στοιχεία αυτού του ψηφίσματος τα οποία θεωρούμε μη ικανοποιητικά.
Καταρχάς, στα συμπεράσματα του Πίτσμπουργκ αναφέρεται ότι οι δικαιούχοι των μέτρων διάσωσης πρέπει να συνεισφέρουν στο κόστος αυτών των μέτρων. Αυτό δεν είναι το ίδιο με τη θέσπιση φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, όπως υποστηρίζεται στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου. Δεύτερον, προτείνουμε ένα σύστημα εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα το οποίο θα συναπαρτίζεται, στο μέλλον, από τις εθνικές εποπτικές αρχές και τα τρία ευρωπαϊκά όργανα, η διαμόρφωση του οποίου βρίσκεται σε εξέλιξη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθετικής διαδικασίας.
Τέλος, είναι σημαντικό να αποφευχθεί η διαδεδομένη χρήση του όρου «φορολογικοί παράδεισοι», που μεταφέρεται από τα συμπεράσματα της συνόδου της G-20. Επικράτειες που δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση φορολογικούς παραδείσους έχουν συμπεριληφθεί αυθαιρέτως σε μια «γκρίζα» λίστα, ενώ οι πραγματικοί φορολογικοί παράδεισοι παραμένουν ανενόχλητοι από κάθε μορφή πίεσης της G-20 και του ΟΟΣΑ. Με το να αποκαλούμε φορολογικούς παραδείσους χώρες που εφαρμόζουν μέτρια επίπεδα φορολόγησης δεν συμβάλλουμε στον τερματισμό μιας κρίσης τα αίτια της οποίας βρίσκονται αλλού.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη διάσκεψη κορυφής της G-20, που πραγματοποιήθηκε στο Πίτσμπουργκ στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου, διότι πιστεύω ότι τα τρέχοντα οικονομικά προβλήματα πρέπει να χρησιμεύσουν ως ευκαιρία προώθησης των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας και επαναβεβαίωσης της δέσμευσης υπέρ της καταπολέμησης της ανεργίας και της αλλαγής του κλίματος, καθώς και υπέρ του σχεδιασμού μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής που να οδηγεί σε μακροπρόθεσμη, βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη . Προκαλεί, ωστόσο, απογοήτευση η απόρριψη της πρότασης θέσπισης ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, κατά το πρότυπο του φόρου Τόμπιν, ο οποίος θα επέτρεπε τον περιορισμό της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας, ενώ θα προωθούσε μακροπρόθεσμα την οικονομική σταθερότητα και τις επενδύσεις.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης με σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις, οι αποφάσεις στις οποίες κατέληξαν οι ηγέτες της G-20 αποκτούν πολύ μεγάλη σημασία. Μόνο μέσω των συντονισμένων προσπαθειών των μελών της G-20 θα μπορέσουμε να διαμορφώσουμε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο θα συμβάλλει σε πιο δίκαιη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον, αποφεύγοντας έτσι κρίσεις όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορούμε να ενεργούμε αυτόνομα, διότι, σε περίπτωση που θεσπίσουμε διατάξεις τις οποίες δεν συμμερίζονται άλλες χώρες, η ευρωπαϊκή οικονομία θα μπορούσε να βρεθεί σε μειονεκτική θέση εντός του παγκοσμιοποιημένου κόσμου στον οποίο ζούμε.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου για τις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν στη διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Λόγω της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου, οι όποιες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση και την πρόληψη νέων κρίσεων απαιτούν τον μέγιστο δυνατό βαθμό διεθνούς συνεργασίας. Είμαι πολύ ικανοποιημένος από τις συμφωνίες, οι οποίες αποβλέπουν στην οικονομική μεγέθυνση, την προώθηση της απασχόλησης και τη ρύθμιση των αγορών, και ευελπιστώ ότι οι στόχοι αυτοί θα υλοποιηθούν «σε ευρεία έκταση». Όσον αφορά τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών με σκοπό τον περιορισμό της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας και την ενθάρρυνση μακροπρόθεσμων επενδύσεων, έχει νόημα μόνον εάν εφαρμοστεί σε παγκόσμια κλίμακα.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Το ψήφισμα που εγκρίθηκε σήμερα εναρμονίζεται με τις θέσεις που έχουν υιοθετήσει ήδη διάφορα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε μια προσπάθεια να συγκαλυφθούν τα πραγματικά αίτια της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και, μέσω της χειραγώγησής της, να επιταχυνθεί και να ενθαρρυνθεί η συνέχιση και επέκταση των πολιτικών που την προκάλεσαν. Μεταξύ άλλων, και όσον αφορά τους φορολογικούς παραδείσους, θεωρεί απλώς ότι «έχουν υπονομεύσει τη ρυθμιστική πλαισίωση του χρηματοπιστωτικού τομέα», και αναφέρει μόνον ότι είναι αναγκαίο να «βελτιωθεί η φορολογική διαφάνεια και η ανταλλαγή πληροφοριών».
Αυτό που είναι πραγματικά αναγκαίο, και που δεν αναφέρεται καθόλου στο ψήφισμα, είναι να αποδεσμευτούμε από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ελευθέρωσης και της ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών, της επίθεσης κατά των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της καταστροφής των υποδομών στον τομέα της μεταποίησης. Οι πολιτικές αυτές είναι υπεύθυνες για την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης, για το χρέος, την αυξημένη ανεργία, την ανασφάλεια της εργασίας και τη φτώχεια. Είναι αναγκαίο να προωθηθεί η αξία της εργασίας και των εργαζομένων, να προστατευθούν οι παραγωγικοί τομείς και οι δημόσιες υπηρεσίες, να τεθεί ουσιαστικά η οικονομική εξουσία υπό τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας, να καταπολεμηθούν και να τιμωρηθούν η διαφθορά και το οικονομικό έγκλημα, και να τεθεί τέρμα στο καθεστώς των φορολογικών παραδείσων.
Robert Goebbels (S&D), γραπτώς. – (FR) Καταψήφισα όλες τις τροπολογίες που κατέθεσε η Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία επί του ψηφίσματος για τη σύνοδο κορυφής της G-20 σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την τακτική της εν λόγω Ομάδας να ανοίγει εκ νέου τις συζητήσεις καταθέτοντας εν γένει δημαγωγικές τροπολογίες. Οι Πράσινοι είχαν διαπραγματευθεί την κοινή πρόταση ψηφίσματος και εξασφάλισαν συναίνεση για πολλές τροπολογίες. Παρά ταύτα, δεν υπέγραψαν το κοινό ψήφισμα, έτσι ώστε να μπορούν να διαμαρτυρηθούν στην Ολομέλεια.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Καταψηφίσαμε το κείμενο του ψηφίσματος για τη σύνοδο της G-20 για έναν σημαντικό λόγο: σε κανένα σημείο του δεν θέτει υπό αμφισβήτηση το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα που αποτελεί τη βασική αιτία της κρίσης. Φτάνει ακόμη και στο σημείο να υποστηρίζει ότι απαιτείται ακόμη περισσότερη παγκοσμιοποίηση, ακόμη περισσότερη ελευθέρωση, με τη δήθεν εγγύηση των πολυμερών θεσμικών οργάνων και φορέων που σκοπό έχουν να μετασχηματιστούν σε παγκόσμια κυβέρνηση.
Ωστόσο, η άρνηση αλλαγής του συστήματος εγγυάται την αποτυχία των ελάχιστων χρήσιμων και αναγκαίων μέτρων που προτείνονται. Η προσπάθεια διάσωσης, πάση θυσία, του συστήματος στην τρέχουσα μορφή του, με αγορές οι οποίες έχουν ολοένα και λιγότερη σχέση με την πραγματική οικονομία, προετοιμάζει ουσιαστικά το έδαφος για νέες κρίσεις και διασφαλίζει ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί ο διακηρυχθείς στόχος της δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Η οικονομία δεν αποτελεί αυτοσκοπό: είναι απλώς ένα μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων, της προόδου των κοινωνιών και της ανθρώπινης ανάπτυξης. Όσο υποκύπτετε στις υποτιθέμενες απαιτήσεις της και παραδίδετε τα όπλα ενώπιον των δήθεν απαράγραπτων νόμων της αγοράς, δεν πρόκειται να λύσετε κανένα πρόβλημα.
Sylvie Goulard (ALDE), γραπτώς. – (FR) Εξ ονόματος της Ομάδας της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών για την Ευρώπη, θα ήθελα να εξηγήσω την αποχή μας από την ψηφοφορία επί της τροπολογίας που κατέθεσε η Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία για έναν φόρο που βασίζεται στο πρότυπο του φόρου Τόμπιν. Η πολιτική μας ομάδα αποφάσισε να συστήσει μια ομάδα εργασίας επί του θέματος προκειμένου να διευκρινίσει τους στόχους και τις πρακτικές λεπτομέρειες ενός τέτοιου φόρου. Ακολούθως, οι πολιτικές ομάδες, με πλήρη επίγνωση των δεδομένων, θα είναι σε θέση να συμφωνήσουν για μια κοινή προσέγγιση του θέματος, η οποία θα σημαίνει τα ίδια πράγματα για όλους και την οποία θα μπορούμε να υπερασπιστούμε στους κόλπους των αντίστοιχων διεθνών οργάνων.
Ian Hudghton (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα το κείμενο του ψηφίσματος για τη διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι πραγματικά παγκόσμια ως προς τις αιτίες αλλά και ως προς τα αποτελέσματά της, γι’ αυτό απαιτείται συντονισμένη διεθνής δράση για την εξεύρεση λύσεων. Οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε αυτές τις λύσεις, και η κοινή δράση σε επίπεδο ΕΕ θα επιτρέψει στην Ευρώπη να βρεθεί στην πρώτη γραμμή του αγώνα για τη διεθνή ανάκαμψη. Η κυβέρνηση της Σκωτίας προωθεί ένα πρόγραμμα το οποίο αποσκοπεί στη στήριξη των θέσεων εργασίας και των κοινοτήτων, την ενίσχυση της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων, και την επένδυση στην καινοτομία και τις βιομηχανίες του μέλλοντος. Σε συνεργασία με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της τρέχουσας συγκυρίας.
Arlene McCarthy (S&D), γραπτώς. – (EN) Εγώ και οι συνάδελφοί μου στο Εργατικό Κόμμα υποστηρίζουμε με θέρμη τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η σύνοδος της G-20 για την επεξεργασία ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Μετά την οικονομική επιβάρυνση που υπέστησαν οι φορολογούμενοι κατά τη διάρκεια της κρίσης, επιβάλλεται να εξασφαλιστεί η πλήρης και δίκαιη συνεισφορά του χρηματοπιστωτικού τομέα στη βελτίωση των δημοσίων οικονομικών. Ο φόρος Τόμπιν είναι ένα μοντέλο φορολογίας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που έχει προταθεί. Δεν υποστηρίξαμε την τροπολογία αριθ. 8 διότι πρέπει να εξετάσουμε όλες τις διαθέσιμες επιλογές, αντί να εστιάσουμε όλες τις προσπάθειές μας σε έναν φόρο με βάση το πρότυπο του φόρου Τόμπιν. Άλλωστε, στην εν λόγω τροπολογία προτείνεται η εξέταση μιας μονομερούς ευρωπαϊκής εκδοχής αυτού του φόρου. Η βιομηχανία των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών είναι όμως παγκόσμια, γι’ αυτό οι προσπάθειές μας πρέπει να επικεντρωθούν στη θέσπιση ενός φόρου επί των συναλλαγών που να είναι αποτελεσματικός και εφαρμόσιμος σε παγκόσμιο επίπεδο.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Απείχα από την ψηφοφορία επί της τροπολογίας αριθ. 8 για έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Τάσσομαι υπέρ ενός τέτοιου φόρου, όμως πιστεύω ότι, για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να θεσπιστεί σε διεθνές, και όχι σε ευρωπαϊκό, επίπεδο.
Franz Obermayr (NI), γραπτώς. – (DE) Η κοινή πρόταση ψηφίσματος για τη διάσκεψη κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ περιλαμβάνει πάρα πολλά θετικά στοιχεία. Επισημαίνει ξεκάθαρα, λόγου χάρη, τις δυσκολίες που συναντούν τα μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης που έχει εφαρμόσει η πλειονότητα των κρατών. Τα επόμενα χρόνια πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην εξυγίανση των εθνικών προϋπολογισμών. Χαιρετίζω επίσης το γεγονός ότι καταβάλλεται προσπάθεια για να εντοπιστούν τα αίτια της κρίσης, καθώς γίνεται αναφορά στην ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία και το ρυθμιστικό έλλειμμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η προσπάθεια αυτή είναι, ωστόσο, πολύ επιφανειακή. Επιπλέον, δεν οδηγεί σε ουσιαστικές, αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Δεδομένων των τεραστίων διαστάσεων της κρίσης την οποία εξακολουθούμε να διανύουμε και η οποία, δυστυχώς, θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας, η προσπάθεια αυτή είναι εξαιρετικά ανεπαρκής. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον απείχα από την ψηφοφορία.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Στην πρόταση ψηφίσματος για τη σύνοδο κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ δηλώνεται ξεκάθαρα ότι η κρίση οφείλεται σε απερίσκεπτη και ανεύθυνη ανάληψη κινδύνων εκ μέρους ορισμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε συνδυασμό με απουσία ρυθμίσεων της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το σύστημα βρέθηκε απολύτως ευάλωτο στην ολοκληρωτική κερδοσκοπία. Ως εκ τούτου, καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό να θεσπιστούν το ταχύτερο δυνατόν κατάλληλοι κανόνες για τη λειτουργία των αγορών. Οι ιδέες που προτείνονται προς αυτήν την κατεύθυνση στην πρόταση ψηφίσματος είναι, σε γενικές γραμμές, ευπρόσδεκτες. Δυστυχώς, όμως, στην πρόταση ψηφίσματος υποστηρίζονται επίσης οι διατάξεις της Βασιλείας II οι οποίες γνωρίζουμε εκ πείρας ότι οδήγησαν πρακτικά σε διακοπή της ροής κεφαλαίων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η συστηματική κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου δεν με βρίσκει σύμφωνο, καθώς λαμβάνω υπόψη τις ανάγκες των πολλών μικροκαταθετών, γι’ αυτό αποφάσισα να απόσχω από την τελική ψηφοφορία.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Καταρχάς, χαιρετίζω το γεγονός ότι στη διάσκεψη της G-20 συζητήθηκαν πολλά σημαντικά θέματα, όπως η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, η απασχόληση και τα δυνητικά φαινόμενα κλιματικής αλλαγής, τα οποία ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τη δυνατότητα επιβίωσης του ανθρώπου στον πλανήτη. Πρόκειται για τρέχοντα παγκόσμια ζητήματα, τα οποία θεωρούνται από όλους ζωτικά για τη διαδικασία της οικονομικής μεγέθυνσης της Ευρώπης.
Σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζω επίσης την απόφαση να διατηρηθούν τα κίνητρα για την ανάκαμψη της οικονομίας και την προσήλωση σε μια στρατηγική που μπορεί να καταστήσει βιώσιμες τις αρχές της στρατηγικής της Λισαβόνας, ιδίως δε το γενικότερο ενδιαφέρον για την εφαρμογή του παγκόσμιου συμφώνου απασχόλησης. Ως προς το θέμα αυτό, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί η επείγουσα ανάγκη δημιουργίας ενός αντικυκλικού ταμείου απασχόλησης σε διεθνές επίπεδο και μιας δέσμης φορολογικών κινήτρων τα οποία θα υποστηρίζουν τη δημιουργία και τη διατήρηση θέσεων εργασίας, σε συνδυασμό με ισχυρές κοινωνικές πολιτικές στήριξης των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Marit Paulsen, Olle Schmidt και Cecilia Wikström (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η χρηματοπιστωτική κρίση οφείλεται εν μέρει στην κατάχρηση, εκ μέρους των τραπεζών, της εμπιστοσύνης των πελατών τους και στην ανάληψη υπέρμετρων κινδύνων με τα χρήματα των πελατών τους. Θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη η λεπτομερέστερη συζήτηση του τρόπου διαχείρισης των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Δεν θεωρούμε τον φόρο Τόμπιν αποτελεσματικό μέσο πρόληψης της κερδοσκοπίας, όμως θεωρούμε ευπρόσδεκτη μια συζήτηση του τρόπου με τον οποίο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως οι τράπεζες, οι εταιρείες επενδύσεων και οι ασφαλιστικές εταιρείες μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας υγιούς και σταθερής χρηματοπιστωτικής αγοράς. Η χρηματοπιστωτική κρίση αναδεικνύει την ανάγκη εξεύρεσης διεθνών λύσεων για την αντιμετώπιση των διεθνών προβλημάτων. Αυτή η συζήτηση πρέπει, συνεπώς, να διεξαχθεί σε διεθνές επίπεδο και όχι μόνον στους κόλπους της ΕΕ.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Χαιρετίζω τις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν κατά τη σύνοδο κορυφής της G-20, τις οποίες θεωρώ πολύ ικανοποιητικές και οι οποίες αναγνωρίζεται από όλους ότι αποτελούν βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Δεδομένου ότι συζητήθηκαν σημαντικά ζητήματα όπως η ρύθμιση και η εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών και η βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών, θα ήθελα να δώσω ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης.
Χαίρομαι διότι οι προτεραιότητες τις οποίες υιοθέτησε η G-20 έχουν ως βάση τη βιώσιμη ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, η οποία δεν θα αποτελέσει απλώς την ατμομηχανή που θα εξασφαλίσει τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά θα χρησιμεύσει επίσης ως εγγύηση της προστασίας του κοινού, ιδίως των φτωχότερων και πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, από τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης. Χαίρομαι επίσης για τη δέσμευση των ηγετών της G-20 να χειριστούν την κρίση στον τομέα της απασχόλησης σε διεθνές επίπεδο, καθιστώντας την προώθηση της απασχόλησης κεντρικό στοιχείο των σχεδίων ανάκαμψης.
Λυπούμαι μόνον για την αδυναμία επίτευξης συμφωνίας στη σύνοδο της G-20 με σκοπό τη διεθνή καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος.
Frédérique Ries (ALDE), γραπτώς. – (FR) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όφειλε να στείλει ένα σαφές μήνυμα στους ηγέτες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη μετά τη σύνοδο κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ. Αυτό ακριβώς έπραξε με το ψήφισμα που εγκρίθηκε σήμερα από το Σώμα, στο οποίο επισημαίνεται ότι, αν και έχουμε ξεπεράσει το χειρότερο στάδιο της κρίσης, οι συνέπειες στους τομείς των δημοσιονομικών και της απασχόλησης θα είναι αισθητές για πολύν καιρό ακόμη, αν δεν αναλάβουν από κοινού δράση η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα. Οι χώρες αυτές έχουν ήδη λάβει αποφάσεις για τη μεταρρύθμιση του ΔΝΤ, την παρακολούθηση των έκτακτων αποδοχών των εταιρικών στελεχών, τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, καθώς και τη διαφάνεια των σύνθετων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, επομένως αυτή η διάσκεψη της G-20 δεν υπήρξε μάταιη.
Παρ’ όλα αυτά, υπολείπονται τουλάχιστον τρία τεράστια βήματα προκειμένου να επιτευχθεί πρόοδος ως προς τον έλεγχο της παγκοσμιοποίησης. Το πρώτο είναι η ουσιαστική καταπολέμηση των φορολογικών παραδείσων, όπου διοχετεύονται τεράστιες ποσότητες χρημάτων τα οποία στερούνται τα κρατικά ταμεία. Το δεύτερο είναι η αποτροπή μιας νομισματικής θύελλας λόγω της μη εξισορρόπησης των συναλλαγματικών ισοτιμιών και της πραγματοποίησης ανταγωνιστικών υποτιμήσεων. Το τρίτο συνίσταται στην καταπολέμηση της αστάθειας των τιμών βασικών αγαθών, ιδίως ειδών διατροφής, καθόσον η συγκεκριμένη πτυχή συμβάλλει στην αύξηση των ανισοτήτων και της φτώχειας στον κόσμο.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, η πρόσφατη σύνοδος κορυφής της G-20 στο Πίτσμπουργκ επιβεβαίωσε τη σταδιακή σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι αναγκαίο να λάβουμε υπόψη τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν επιμέρους οικονομίες. Η σύνοδος προσέφερε στα κράτη την ευκαιρία να επιβεβαιώσουν την αποφασιστικότητά τους για να μεταρρυθμίσουν το ρυθμιστικό σύστημα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, τον οποίο πρέπει οπωσδήποτε να αποφύγουμε, είναι η περαιτέρω αύξηση της ανεργίας, η μείωση της ζήτησης και η πτώση της παραγωγής. Οι αρχές που προτάθηκαν στο Πίτσμπουργκ πρέπει να αποτελέσουν τη βάση της κοινής παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης. Στη σύνοδο επιβεβαιώθηκε η ανάγκη καταβολής περαιτέρω προσπαθειών για τη δημιουργία θεσμών και μέσων ελέγχου και παρακολούθησης ποικίλων πτυχών της παγκόσμιας αγοράς.
Peter Skinner (S&D), γραπτώς. – (EN) Το Εργατικό Κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε αυτό το ψήφισμα καθώς και τη διαδικασία που οδήγησε στην επίτευξη προόδου τον περασμένο μήνα στο Πίτσμπουργκ. Χωρίς δεσμεύσεις για τη βελτίωση της πολυμερούς εποπτείας στους κόλπους του ΔΝΤ, και χωρίς τη συμμετοχή περισσότερων οικονομιών, εκτός των σημερινών μελών, προβλέπεται ελάχιστη ουσιαστική πρόοδος. Το ψήφισμα αυτό έχει πολλές θετικές πτυχές και, με προσεκτική μελέτη, μπορούμε να αναμένουμε ακόμη μεγαλύτερη πρόοδο έναντι των προβλημάτων που δημιουργεί η χρηματοπιστωτική κρίση.
Nuno Teixeira (PPE), γραπτώς. – (PT) Καταρχάς, χαιρετίζω το γεγονός ότι στη διάσκεψη της G-20 συζητήθηκαν πολλά σημαντικά θέματα, όπως η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, η απασχόληση και τα δυνητικά φαινόμενα κλιματικής αλλαγής, τα οποία ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τη δυνατότητα επιβίωσης του ανθρώπου στον πλανήτη. Πρόκειται για τρέχοντα παγκόσμια ζητήματα, τα οποία θεωρούνται από όλους ζωτικά για τη διαδικασία της οικονομικής μεγέθυνσης της Ευρώπης.
Σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζω επίσης την απόφαση να διατηρηθούν τα μέτρα για την αναθέρμανση της οικονομίας και την προσήλωση σε μια στρατηγική που μπορεί να καταστήσει βιώσιμες τις αρχές της στρατηγικής της Λισαβόνας, ιδίως δε το γενικότερο ενδιαφέρον για την εφαρμογή του παγκόσμιου συμφώνου απασχόλησης. Ως προς το θέμα αυτό, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί η επείγουσα ανάγκη δημιουργίας ενός αντικυκλικού ταμείου απασχόλησης σε διεθνές επίπεδο και μιας δέσμης φορολογικών κινήτρων που να προωθούν τη δημιουργία και διατήρηση θέσεων εργασίας, σε συνδυασμό με ισχυρές κοινωνικές πολιτικές στήριξης των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Γεώργιος Τούσσας (GUE/NGL), γραπτώς. – Το ΚΚΕ καταψηφίζει το κοινό ψήφισμα Συντηρητικών, Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελευθέρων, γιατί συμπυκνώνει τη στρατηγική επιδίωξη των μονοπωλίων να μετακυλήσουν στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα τις οδυνηρές συνέπειες της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού. Οι πολιτικοί εκφραστές του κεφαλαίου, με το ψήφισμά τους ζητάνε από τις αστικές κυβερνήσεις τη συνέχιση της ενίσχυσης των μονοπωλιακών μεγαθηρίων με ζεστό δημόσιο χρήμα και ταυτόχρονα την «εδραίωση υγιών δημόσιων οικονομικών», δηλαδή ακόμη μεγαλύτερες περικοπές των κοινωνικών δαπανών, στην Υγεία, την Πρόνοια, την Παιδεία κ.ά. Χαιρετίζουν τη δημιουργία «αξιοπρεπών θέσεων απασχόλησης», που θα αντικαταστήσουν τη μόνιμη και πλήρη εργασία με κακοπληρωμένη, ευέλικτη και ανασφαλή δουλειά, με το ελάχιστο δυνατό επίπεδο δικαιωμάτων. Αυτή την «αξιοπρέπεια» προτείνουν στην εργατική τάξη οι πολιτικοί εκπρόσωποι της πλουτοκρατίας! Το ψήφισμα απαιτεί την ενίσχυση των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΠΟΕ), προετοιμάζει το έδαφος για τη νέα «πράσινη» κερδοφορία του κεφαλαίου, με πρόσχημα την κλιματική αλλαγή και την πλήρη απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, που σηματοδοτεί την ακόμη μεγαλύτερη εισβολή των μονοπωλίων στις αγορές των αναπτυσσόμενων και φτωχών χωρών για την καταλήστευση πλουτοπαραγωγικών πηγών και ανθρώπινων πόρων.
- Πρόταση ψηφίσματος: Οι επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στις αναπτυσσόμενες χώρες και την αναπτυξιακή συνεργασία (B7-0078/2009)
Maria da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν πληγεί σοβαρά από τις διαδοχικές κρίσεις, όπως οι κρίσεις στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, καθώς και από την αλλαγή του κλίματος. Έχουν υποστεί επίσης σοβαρά πλήγματα λόγω των συνεπειών της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της οικονομικής ύφεσης. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη επιβάλλεται να αναλάβουν τις ευθύνες τους ως διεθνείς παράγοντες, να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους ως προς τη χορήγηση δημόσιας αναπτυξιακής βοήθειας, και να συνεχίσουν να συμβάλλουν στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας.
Η ΕΕ έχει προκαταβάλει 8,8 δισ. ευρώ υπό μορφή αναπτυξιακής βοήθειας, δημοσιονομικής στήριξης και χρηματοδότησης της γεωργίας για τη λήψη άμεσων μέτρων, ενώ προσφέρεται να διαθέσει 500 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών σε αναπτυσσόμενες χώρες μέσω του μηχανισμού FLEX για τις χώρες ΑΚΕ. Είναι σημαντικό η δημοσιονομική στήριξη να εστιάζεται στους τομείς της υγείας, της αξιοπρεπούς εργασίας, της εκπαίδευσης, των κοινωνικών υπηρεσιών και της πράσινης ανάπτυξης. Η Επιτροπή καλείται να αναζητήσει νέες πηγές χρηματοδότησης για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης (ΕΤΑ), ενώ είναι επίσης σημαντικό να ενταχθεί πλήρως το ΕΤΑ στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Είναι επίσης αναγκαία η ενίσχυση της συνεκτικότητας των πολιτικών της ΕΕ στους τομείς του διεθνούς εμπορίου, των δημοσιονομικών θεμάτων, της αλλαγής του κλίματος και της ανάπτυξης.
Η αναπτυξιακή βοήθεια πρέπει να ευνοεί...
(Η αιτιολόγηση ψήφου συντομεύθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 170, παράγραφος 1, του Κανονισμού)
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Παρά το γεγονός ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν ευθύνονται καθόλου για την εμφάνιση των κρίσεων, είναι οπωσδήποτε αλήθεια ότι επλήγησαν από αυτές κατά τον πλέον έντονο και δυσανάλογο τρόπο. Γι’ αυτό υπερψήφισα το κείμενο αυτού του ψηφίσματος.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Μολονότι η τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι συνέπειές της έγιναν αισθητές παγκοσμίως. Έπληξε μεν την Ευρώπη, όμως έπληξε πολύ πιο σοβαρά τις αναπτυσσόμενες χώρες, είτε υπό μορφή ανθρώπινου κόστους και εξώθησης εκατομμυρίων ανθρώπων σε έσχατη φτώχεια, είτε μέσω της αποδυνάμωσης των ήδη ευάλωτων οικονομιών τους.
Όλοι οι παράγοντες που διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην παροχή δημόσιας αναπτυξιακής βοήθειας –ιδίως τα ιδρύματα του Bretton Woods– επείγει να ανταποκριθούν στην κατάσταση με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Είναι επίσης σημαντικό να αναλάβουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της τις ευθύνες τους ως πρωταγωνιστικοί παράγοντες στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας και να ανταποκριθούν στις διεθνείς υποχρεώσεις τους έναντι αυτών των χωρών, αυξάνοντας επειγόντως την παροχή βοήθειας για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας καθώς και τον όγκο της δημόσιας αναπτυξιακής βοήθειας, η οποία δεν επαρκεί για την αντιστάθμιση των παράπλευρων απωλειών που προκαλεί αυτή η κρίση στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Είναι άλλωστε πιεστική η ανάγκη, ιδίως ενόψει της διάσκεψης της Κοπεγχάγης, να χαράξουν η ΕΕ και οι λοιποί παράγοντες της διεθνούς κοινότητας τις πολιτικές τους για το διεθνές εμπόριο, την αλλαγή του κλίματος, την ανθρωπιστική βοήθεια και την ανάπτυξη. Για τους λόγους αυτούς, στηρίζω το ψήφισμα.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης όσον αφορά την αναπτυξιακή και ανθρωπιστική βοήθεια λόγω της οικονομικής κρίσης, το ανθρώπινο κόστος της οποίας συνεχίζει να διογκώνεται, για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η σημερινή ύφεση έρχεται ύστερα από τις κρίσεις στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων. Δυστυχώς, μια από τις άμεσες συνέπειες της οικονομικής κρίσης είναι η μείωση των διεθνών δωρητών, η οποία εκδηλώνεται σε ένα περιβάλλον επιταχυνόμενης αύξησης του επιπέδου φτώχειας. Μόνο το 2009, 90 εκατομμύρια άτομα οδηγήθηκαν σε καθεστώς ακραίας φτώχειας, ενώ ο αριθμός των ανέργων έχει αυξηθεί κατά 23 εκατομμύρια. Μια αχτίδα ελπίδας προσφέρουν οι προτάσεις που υιοθετήθηκαν σήμερα για την παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες βρίσκονται στην πλέον ευάλωτη θέση. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά δεν είναι αρκετά τολμηρά, καθότι τα 6 δισ. δολάρια ΗΠΑ που εξασφαλίστηκαν από την πώληση αποθεμάτων χρυσού του ΔΝΤ και προορίζονται για την παροχή βοήθειας σε φτωχές χώρες μπορούν να καλύψουν μόλις το 2% των πραγματικών αναγκών τους. Κατά συνέπεια, φρονώ ότι πρέπει να αυξηθεί η πίεση προς τα κράτη της G-20 προκειμένου να αναλάβουν τις ευθύνες τους, δεδομένου ότι είναι κατεξοχήν υπεύθυνα για την πρόκληση της κρίσης, κινητοποιώντας πόρους υπό μορφή εκτάκτων ενισχύσεων προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Έχοντας υπόψη αυτήν την ανάγκη εξορθολογισμού του συστήματος, χαιρετίζω την κριτική που ασκείται στο πλαίσιο του ψηφίσματος για την αδυναμία της συνόδου του Πίτσμπουργκ να διευθετήσει το θέμα της μεταρρύθμισης των διεθνών χρηματοπιστωτικών φορέων, ενόψει της καθυστερημένης ανταπόκρισης των ιδρυμάτων του Bretton Woods στην κρίση.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι αναπτυσσόμενες χώρες επλήγησαν πολύ σοβαρά από την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση και εκφράζονται φόβοι ότι οι δείκτες ανάπτυξης και προόδου τους θα σημειώσουν απότομη επιβράδυνση, ή ακόμη και σοβαρή πτώση. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη, στον βαθμό που αποτελούν σημαντικούς διεθνείς δωρητές, πρέπει να λάβουν υπόψη αυτό το γεγονός και να εξετάσουν το ενδεχόμενο αύξησης της βοήθειάς τους προς αυτές τις χώρες. Διαφορετικά, ορισμένες από αυτές θα οδηγηθούν αναπόφευκτα σε επίπεδα φτώχειας τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, και να συμβάλουν στην εκδήλωση ελλείψεων σε περιοχές οι οποίες αγωνίζονται, με δυσκολία, να επιτύχουν την ειρήνευση και ανάπτυξή τους.
Αυτή η αύξηση, η οποία πρέπει να στηρίζεται σε αρχές ευελιξίας, ευρηματικότητας, αλληλεγγύης και κοινής λογικής, πρέπει να συνοδεύεται από αυστηρή εποπτεία, από την πλευρά των δωρητών σχετικά με τον τρόπο χρησιμοποίησης της βοήθειας καθώς και από αποτελεσματική παρακολούθηση των ποσών που διατίθενται στις αποδέκτριες χώρες, από την εκταμίευση έως τον τελικό τους προορισμό. Οι κοινωνίες των πολιτών και τα κοινοβούλια αυτών των χωρών πρέπει να μετέχουν σε αυτή την προσπάθεια για διαφάνεια, ενώ η ΕΕ πρέπει να προωθεί τον διάλογο σε εθνικό επίπεδο σχετικά με το πού πρέπει να διατεθούν οι παρεχόμενοι πόροι.
Ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας περιόδου οικονομικής ύφεσης, η Ευρώπη δεν μπορεί και δεν πρέπει να απομονωθεί αδιαφορώντας για τα φλέγοντα προβλήματα που την περιβάλλουν.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Οι αναπτυσσόμενες χώρες επλήγησαν πολύ σοβαρά από την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, την οποία προκάλεσαν τράπεζες και άλλοι κερδοσκόποι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό έχει σοβαρότατες συνέπειες για τις ήδη ευάλωτες οικονομίες τους και θα οδηγήσει στην ανεργία εκατομμύρια επιπλέον άτομα. Οι άνεργοι, εφόσον μπορούν, θα αναζητήσουν σανίδα σωτηρίας στην Ευρώπη, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο τις μεταναστευτικές πιέσεις που ασκούνται στην Ευρώπη. Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει, συνεπώς, να βοηθήσουμε αυτές τις χώρες να ανορθώσουν τις οικονομίες τους. Το τρέχον σύστημα της αναπτυξιακής βοήθειας δεν μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε αυτόν τον στόχο, διότι μεγάλο μέρος των χρηματοδοτήσεων εξαφανίζεται σε σκοτεινές διαδρομές ή διοχετεύεται σε ευρωπαϊκούς τραπεζικούς λογαριασμούς που ανήκουν σε διεφθαρμένους τυράννους. Κατά συνέπεια, παρά τις πολυάριθμες θετικές ιδέες που περιέχει το κείμενο, απείχα από την τελική ψηφοφορία επί της πρότασης ψηφίσματος της Επιτροπής Ανάπτυξης.
Marit Paulsen, Olle Schmidt και Cecilia Wikström (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η χρηματοπιστωτική κρίση οφείλεται εν μέρει στην κατάχρηση, εκ μέρους των τραπεζών, της εμπιστοσύνης των πελατών τους και στην ανάληψη υπέρμετρων κινδύνων με τα χρήματα των πελατών τους. Θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη η λεπτομερέστερη συζήτηση του τρόπου διαχείρισης των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Δεν θεωρούμε τον φόρο Τόμπιν αποτελεσματικό μέσο πρόληψης της κερδοσκοπίας, όμως θεωρούμε ευπρόσδεκτη μια συζήτηση του τρόπου με τον οποίο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως οι τράπεζες, οι εταιρείες επενδύσεων και οι ασφαλιστικές εταιρείες μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας υγιούς και σταθερής χρηματοπιστωτικής αγοράς. Η χρηματοπιστωτική κρίση αναδεικνύει την ανάγκη εξεύρεσης διεθνών λύσεων για την αντιμετώπιση των διεθνών προβλημάτων. Αυτή η συζήτηση πρέπει, συνεπώς, να διεξαχθεί σε διεθνές επίπεδο και όχι μόνον εντός της ΕΕ.
Sirpa Pietikäinen (PPE), γραπτώς. – (FI) Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, όπως αναφέρεται στην πρόταση ψηφίσματος της Επιτροπής Ανάπτυξης, η τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έπληξε χειρότερα τις φτωχότερες χώρες. Οι αναπτυξιακοί στόχοι που είχαν επιτευχθεί σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες κινδυνεύουν, ενώ η επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας μοιάζει σήμερα δυσκολότερη από κάθε άλλη φορά. Παρά τις πολλές υποσχέσεις των αναπτυγμένων χωρών, οι οποίες διατυπώθηκαν δημοσίως στις συνόδους κορυφής της G-20 και της G-8, λόγου χάρη, τα ποσά βοήθειας που αποστέλλονται στις αναπτυσσόμενες χώρες απέχουν πάρα πολύ από τα υπεσχημένα. Στην πραγματικότητα, ακόμα και πριν από την εκδήλωση της κρίσης, το ποσό αναπτυξιακής βοήθειας που παρείχαν πολλά κράτη μέλη της ΕΕ υπολειπόταν κατά πολύ του ποσού που τα ίδια είχαν υποσχεθεί.
Η κρίση θα μπορούσε να χρησιμεύσει επίσης ως μια νέα ευκαιρία. Η σημαντική αύξηση των πόρων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και οι αλλαγές στο σύστημα λήψης αποφάσεων του συγκεκριμένου οργάνου είναι δύο από τους λόγους για τους οποίους μπορεί ευλόγως κανείς να προσδοκά θετικές εξελίξεις. Η μεταρρύθμιση του ΔΝΤ και οι πρόσθετοι πόροι ανταποκρίνονται σε πραγματικά επείγουσες ανάγκες, όμως αυτά από μόνα τους δεν επαρκούν για την άμβλυνση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Οι αναπτυγμένες χώρες πρέπει να τηρήσουν τον λόγο τους όσον αφορά τις δεσμεύσεις τους σχετικά με τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας και το 0,7% του ΑΕγχΠ που απαιτείται για την αύξηση της αναπτυξιακής βοήθειας. Η χρηματοδότηση που απαιτείται για την καταπολέμηση και την προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος είναι πρόσθετη ευθύνη την οποία ο αναπτυσσόμενος κόσμος δεν έχει την πολυτέλεια να απεμπολήσει. Ο ακρογωνιαίος λίθος των νέων διεθνών κανόνων πρέπει να είναι η αντίληψη ότι απαιτούνται δικαιότερες ευκαιρίες τόσο για την αναθεώρηση των κανόνων όσο και για την τήρησή τους.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Κυρία Πρόεδρε, υπερψήφισα το κείμενο, διότι πιστεύω ότι περιλαμβάνει πολλές αξιόλογες παρατηρήσεις για τις αιτίες και τα αποτελέσματα της δύσκολης κατάστασης στην οποία βρίσκονται σήμερα οι αναπτυσσόμενες χώρες. Θέλω δε να τονίσω ιδιαίτερα ότι η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι αποτέλεσμα όχι μόνον της κατάρρευσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά και των κρίσεων στις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, οι οποίες είχαν προηγηθεί. Θεωρώ επιβεβλημένη την ανάληψη δράσης με σκοπό την ταχεία και αποτελεσματικότερη εκμετάλλευση των μέσων τα οποία διέθεσαν στις χώρες αυτές οι αναπτυγμένες χώρες. Αυτό έχει τεράστια σημασία αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι οι πλούσιες χώρες αντιμετωπίζουν σήμερα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, όπως δημοσιονομικά ελλείμματα ή χρονικούς περιορισμούς. Το υπογραμμίζω για μια ακόμη φορά: το σημαντικότερο είναι να απλουστεύσουμε τις διαδικασίες, έτσι ώστε οι πόροι που μετακινούνται από πλούσιες προς φτωχές χώρες να μην χάνονται στον κυκεώνα της γραφειοκρατίας.
Catherine Soullie (PPE), γραπτώς. – (FR) Η παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι ένα καθήκον το οποίο δεν πρέπει να απεμπολήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έχει προσδώσει νέα διάσταση στην παγκοσμιοποίηση. Η ιδέα ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών υπήρξε ευεργετική: Ο Πρόεδρος Sarkozy την έχει αναγάγει σε μια από τις προτεραιότητές του. Όπως φαίνεται, η Ευρώπη καθόρισε τον βηματισμό και ο υπόλοιπος κόσμος ακολούθησε. Ο νέος, υγιής τρόπος λειτουργίας των διεθνών οικονομικών πρέπει να στηρίζεται στη δικαιοσύνη.
Ως εκ τούτου, με λυπεί η απόρριψη της τροπολογίας Striffler-Ponga, καθόσον πρότεινε έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα μπορούσε να προστεθεί στην επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια, έτσι ώστε να μπορέσουν να επωφεληθούν από αυτόν οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Είναι αλήθεια ότι οι οικονομίες μας και τα χρηματοπιστωτικά μας συστήματα θα επωμίζονταν πολύ μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση, όμως με τον τρόπο αυτόν η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είχε εγκαινιάσει ένα σπουδαίο διεθνές κίνημα αλληλεγγύης.
Μπορούμε ακόμη να ελπίζουμε ότι το ψήφισμα που εγκρίθηκε σήμερα στο Σώμα θα ενθαρρύνει την Ένωση να τηρήσει τις δεσμεύσεις της και θα βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης.
Bart Staes (Verts/ALE), γραπτώς. – (NL) Υποστήριξα με θέρμη το ψήφισμα που κατέθεσε η Επιτροπή Ανάπτυξης για τις συνέπειες της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στις αναπτυσσόμενες χώρες. Το ΕΚ ορθώς καλεί την ΕΕ να εξαλείψει τις καταχρήσεις των φορολογικών παραδείσων, τη φοροδιαφυγή και την παράνομη διαρροή κεφαλαίων από αναπτυσσόμενες χώρες. Το ΔΝΤ ορθώς αύξησε τα κονδύλια που διαθέτει για την καταπολέμηση της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, είναι σαφώς ανησυχητικό το γεγονός ότι, έως σήμερα, το 82% αυτών των κονδυλίων έχει καταλήξει στην Ευρώπη, ενώ μόλις το 1,6% έφτασε στην Αφρική. Ύψιστη προτεραιότητά μας πρέπει πλέον να αποτελέσει η μείωση της φτώχειας. Είναι επίσης απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν οι συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ) ως μέσο παροχής εμπορικών πλεονεκτημάτων στις χώρες που το έχουν ανάγκη, και να δοθεί επίσης η δυνατότητα στις χώρες αυτές να εξαιρούνται από τις διαπραγματεύσεις για ορισμένα ευαίσθητα προϊόντα και τομείς, όπως οι επενδύσεις και οι υπηρεσίες. Εκφράζω, τέλος, τη λύπη μου για την απόρριψη της τροπολογίας με την οποία καλούνταν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προτείνουν καινοτόμους μηχανισμούς χρηματοδότησης, όπως η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ως συμπλήρωμα της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας.
Iva Zanicchi (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα το κείμενο της πρότασης ψηφίσματος, θεωρώ όμως απαραίτητο να προβώ σε ορισμένες διευκρινίσεις. Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση προκάλεσε μια παγκόσμια οικονομική ύφεση η οποία, λόγω των ποικίλων επιπτώσεών της, έπληξε ιδιαίτερα σοβαρά τις αναπτυσσόμενες χώρες, οξύνοντας την κρίση στον τομέα των τροφίμων: σύμφωνα με στοιχεία του FAO, ο αριθμός των ατόμων που λιμοκτονούν έχει υπερβεί το ένα δισεκατομμύριο για πρώτη φορά στην Ιστορία, ενώ αυξήθηκαν επίσης κατά 100 εκατομμύρια τα υποσιτιζόμενα άτομα σε σύγκριση με το 2008.
Ο αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής κρίσης σε χώρες της περιοχής ΑΚΕ υπήρξε ολέθριος, περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τις περιβαλλοντικές προκλήσεις και την αστάθεια στις τιμές των τροφίμων. Οι χώρες αυτές δεν ευθύνονται για την κρίση, όμως υφίστανται σε μεγαλύτερο βαθμό τις συνέπειές της, ενώ έχουν λάβει το μικρότερο ποσοστό βοήθειας. Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να γίνεται πλέον ανεκτή. Για τους λόγους αυτούς, ενόψει μιας κατάστασης που κάθε άλλο παρά τετριμμένο θα ήταν αν την αποκαλούσαμε τραγική, φρονώ ότι είναι αναγκαίο να βελτιωθεί η ποιότητα της βοήθειας που παρέχεται σε αυτές τις χώρες, αντί να μας απασχολεί μόνον η ποσότητα. Φρονώ ότι είναι αναγκαίο οι παρεμβάσεις μας να χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα κατά τη χρήση των παρεχόμενων πόρων, ενώ θεωρώ επίσης επιβεβλημένη τον έλεγχο των αποτελεσμάτων βάσει ενός αμερόληπτου συστήματος.