Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει την προφορική ερώτηση προς την Επιτροπή της Sharon Bowles, εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, σχετικά με τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (O-0025/2010 - B7-0019/2010)
Edward Scicluna, συντάκτης. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής έχει υποβάλει αυτήν την ερώτηση και το ψήφισμα διότι πρέπει να γίνει μια προσεκτική εξέταση. Το περασμένο έτος, η επιτροπή συζήτησε σχετικά με τους φόρους επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών με τον Επίτροπο Kovács ο οποίος, όπως πολλοί, είπε ότι βρήκε την ιδέα ελκυστική, και καταστήσαμε τότε σαφές ότι θα ήταν καλή ιδέα να εξετάσουμε πώς θα λειτουργήσει, συμπεριλαμβανομένης και της υποδομής για την πραγματοποίησή της.
Έκτοτε, η Επιτροπή διερευνά το θέμα, και εμείς εδώ επισημαίνουμε το ευρύ φάσμα των ερωτημάτων που πρέπει να απαντηθούν. Έχουν διατυπωθεί εκκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της έκκλησης προς την G20 τον περασμένο Σεπτέμβριο, να εξαναγκασθεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας να πληρώσει για τη σύσταση ταμείων σταθερότητας και να αποζημιώσει για τις ζημίες που προκάλεσε στην πραγματική οικονομία. Ο Πρόεδρος Barroso πρότεινε τη χρησιμοποίηση μιας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής εισφοράς για τη χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων. Η αρχική ιδέα του φόρου Tobin, να χρησιμοποιηθεί ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών για την αναπτυξιακή βοήθεια, έχει επίσης επανέλθει έντονα στο προσκήνιο.
Πρόθεση του ψηφίσματος αυτού δεν είναι να ασκήσει πίεση προς οιαδήποτε κατεύθυνση, παρά μόνο για απαντήσεις και εκτιμήσεις επιπτώσεων, αλλά, φυσικά, έχουμε πολλούς οι οποίοι είναι ένθερμοι υποστηρικτές των φόρων επί των συναλλαγών και πολλούς που έχουν εξίσου σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με αυτούς. Σήμερα, φαίνεται όντως πολύ πιθανόν ότι η είσπραξη ενός φόρου επί των συναλλαγών είναι πιο εύκολη, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο, δεδομένης της ηλεκτρονικής φύσης πολλών συναλλαγών, είναι όμως επίσης αδύνατον να αγνοήσουμε το γεγονός ότι υπάρχουν περισσότεροι εναλλακτικοί ανταγωνιστικοί προορισμοί για την είσπραξη οποιουδήποτε φόρου.
Μία ιδέα σχετικά με τον φόρο είναι ότι κανείς δεν θα τον πρόσεχε επειδή είναι πολύ μικρός σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση. Άλλοι πάλι προτείνουν να χρησιμοποιείται για να αποτρέπονται οι υπερβολικές συναλλαγές. Η επιτροπή μου θεωρεί ότι, εάν το τελικό ποσό που εισπράττεται είναι μεγάλο –και τα ποσά αυτό δείχνουν– τότε κάποιος κάπου όντως θα πληρώνει. Πολλές χρηματοπιστωτικές συναλλαγές είναι ενδιάμεσες, όχι όπως οι τελικές πωλήσεις, οπότε οι ενδιάμεσοι φορείς –τράπεζες και τα παρόμοια– θα φέρουν το βάρος του φόρου. Σίγουρα όμως το επιπλέον κόστος –γιατί περί αυτού πρόκειται– απλώς θα μετακυλίεται στον τελικό χρήστη. Κάποιοι μπορεί να πουν ότι δεν έχει σημασία. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι τρόποι να επιβληθεί φορολογία στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Τίθεται έπειτα το ερώτημα ποιος θα εισπράττει τους φόρους και ποιος θα αποφασίζει πώς να χρησιμοποιηθούν. Εδώ, τίθεται ακόμη και το ζήτημα της αρχής «όχι φορολόγηση χωρίς εκπροσώπηση». Αν ο φόρος εισπράττεται στο Λονδίνο για μια συναλλαγή σε παράγωγα που δεν έχει κοστολογηθεί, για κάπου αλλού στον κόσμο, ποιος μπορεί να πει πού πρέπει να τον ξοδέψουμε; Αυτό το ερώτημα μπορεί να είναι ευκολότερο να απαντηθεί εάν δαπανάται για τον σκοπό της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, στον οποίο όσοι πληρώνουν προφανώς συμμετέχουν, παρά εάν πρόκειται να διατεθεί εκτός του χρηματοπιστωτικού πεδίου, όπως για περιβαλλοντικά έργα ή αναπτυξιακή βοήθεια. Όλα αυτά τα πράγματα έχουν διεθνή χαρακτήρα, τόσο από την πλευρά της καταβολής όσο και από την πλευρά των δαπανών. Προφανώς εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε όλα αυτά τα πράγματα και να έχουμε όλα αυτά τα οφέλη, έτσι τουλάχιστον πρέπει να γίνουν επιλογές σχετικά με το τι προσπαθούμε να καθορίσουμε, με τη μέθοδο με την οποία πρόκειται να γίνει, και με τον πρωταρχικό σκοπό του φόρου.
Τέλος, πράγματι, έχουμε δικαίωμα να αναμειγνύουμε τον κανονισμό με τη φορολόγηση; Είναι πραγματικά συμπληρωματικά μεταξύ τους;
Algirdas Šemeta, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, χαίρομαι που συμβάλλω σε αυτήν τη σημαντική συζήτηση σχετικά με τα καινοτόμα χρηματοδοτικά μέσα και που απαντώ σε αυτήν την προφορική ερώτηση.
Όσον αφορά τις επιλογές για την εισαγωγή ενός γενικού φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, η Επιτροπή προτίθεται, όπως ανακοινώθηκε στη στρατηγική της ΕΕ 2020, να συμβάλει στη συζήτηση για την καινοτόμο χρηματοδότηση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αυτήν τη στιγμή εργάζεται για τον καθορισμό και την αξιολόγηση διαφορετικών προσεγγίσεων, μία εκ των οποίων είναι ένας γενικός φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (FTT). Το «τέλος υπαιτιότητας για τη χρηματοπιστωτική κρίση» που προτάθηκε στις ΗΠΑ και το «τέλος σταθερότητας» επί ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών, το οποίο εισήχθη στη Σουηδία, είναι κάποιες άλλες προσεγγίσεις.
Όσον αφορά τον FTT, είναι σαφές ότι οι επιλογές σήμερα διαφέρουν από τις αρχικές συζητήσεις για τον φόρο Tobin, δεδομένου ότι θα καλύπτει μια ευρύτερη βάση χρηματοπιστωτικών προϊόντων.
Σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εισαγωγής του γενικού FTT, η Επιτροπή θεωρεί ότι κατά την εκτίμηση των διαφόρων μέσων είναι σημαντικό να αποφευχθεί η συγκέντρωση πρωτοβουλιών που θα μπορούσαν να είναι επιζήμιες για τον χρηματοπιστωτικό τομέα και να διασφαλιστεί ότι οι νέες πρωτοβουλίες δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μετεγκατάσταση των συναλλαγών σε άλλες περιοχές, γεγονός που θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.
Όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής ενός γενικού FTT στην ΕΕ, εάν οι μεγαλύτεροι εταίροι μας δεν θεσπίσουν έναν τέτοιο φόρο, θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι το ΔΝΤ εξετάζει επίσης, παράλληλα με τις εργασίες της Επιτροπής, επιλογές, συμπεριλαμβανομένης μιας παγκόσμιας εισφοράς επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
Αυτό καταδεικνύει ότι το θέμα έχει παγκόσμιο χαρακτήρα και η Επιτροπή πιστεύει ότι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό είναι η εξεύρεση συντονισμένων λύσεων παγκόσμιας εμβέλειας. Αυτή είναι η πρώτη και η καλύτερη επιλογή μας.
Όσον αφορά τη χρήση του φόρου ως συμπληρωματικού κανονιστικού μέσου στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών μεταρρυθμίσεων της αγοράς, μπορώ να επιβεβαιώσω ότι η Επιτροπή εξετάζει τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των φορολογικών και των κανονιστικών οργάνων, και ότι θα δώσει προσοχή στις σωρευτικές επιπτώσεις των δύο αυτών τύπων μέσων επί της ικανότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη.
Ως προς το ενδεχόμενο του μακροπρόθεσμου προσανατολισμού του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την εισαγωγή ενός γενικού FTT, η Επιτροπή δεν διαθέτει σαφή στοιχεία ή μελέτες για τη σχέση μεταξύ ενός τέτοιου φόρου και της διάρθρωσης της ληκτότητας της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης.
Σχετικά με την κατανομή των εσόδων που θα προέρχονται από έναν FTT, δεδομένου ότι η ανάλυση για την καινοτόμο χρηματοδότηση είναι ακόμη σε εξέλιξη, νομίζω ότι η εξαγωγή τυχόν συμπερασμάτων σχετικά με τον καταμερισμό των εσόδων και την κατανομή τους θα ήταν πρόωρη. Επιτρέψτε μου, ωστόσο, να τονίσω ότι τα δυνητικά έσοδα ενός γενικού FTT θα ήταν πολύ ασύμμετρα, πιθανότατα θα συγκεντρώνονταν σε λίγες μόνο χώρες, που έχουν τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα. Αυτή η ασυμμετρία επισημαίνει την ανάγκη για λύσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, και για τον καταμερισμό και την κατανομή των εσόδων.
Τέλος, το χρονοδιάγραμμα των διαφόρων πρωτοβουλιών. Ως πρώτο βήμα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξετάζουν επί του παρόντος το θέμα των καινοτόμων μέσων χρηματοδότησης συνολικά. Η Επιτροπή θα λάβει επίσης υπόψη τα συμπεράσματα των κυριότερων διεθνών μας εταίρων, ώστε να προσδιορίσει τις επιλογές με τις μεγαλύτερες δυνατότητες. Σε αυτήν τη βάση, σε δεύτερο στάδιο, μπορούν να τεθούν συγκεκριμένες προτάσεις με λεπτομερή εκτίμηση των επιπτώσεων, σύμφωνα με την πάγια προσέγγιση της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
Jean-Paul Gauzès, εξ ονόματος της Ομάδας PPE. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, η χρηματοπιστωτική κρίση που βιώνουμε έχει αναγκάσει τις δημόσιες αρχές να παρέμβουν χρηματοδοτικά χρησιμοποιώντας δημόσιο χρήμα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι δελεαστικό να εξεταστεί η εφαρμογή ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Τα έσοδα από τον φόρο αυτό θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, για παράδειγμα, για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης και για την ανάπτυξη μιας βιώσιμης οικονομίας, ενώ θα μπορούσαν αρχικά να χρησιμεύσουν για την αντιστάθμιση του κόστους της κρίσης που επιβαρύνει την πραγματική οικονομία και τον φορολογούμενο. Αυτός ο φόρος θα μπορούσε να προστεθεί στους κανονισμούς που διέπουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την κατάργηση των φορολογικών παραδείσων ή ακόμη και στους κανονισμούς που καταρτίζονται επί του παρόντος για τα παράγωγα προϊόντα.
Σε αυτό το στάδιο, θα ήταν σκόπιμο να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αυτός είναι ο κύριος στόχος της παρούσας προφορικής ερώτησης: να ενθαρρύνει την Επιτροπή ώστε να εξετάσει στην πράξη τα διάφορα σημεία που περιλαμβάνονται στο σχέδιο ψηφίσματος, προκειμένου να διατυπώσει γνώμη σχετικά με τη σκοπιμότητα και την επικαιρότητα ενός τέτοιου φόρου.
Κύριε Επίτροπε, αυτό που μόλις είπατε είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Θα πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί –όπως κάνατε και εσείς– ότι το μέτρο αυτό θα πρέπει να προσεγγιστεί με τρόπο ρεαλιστικό και πραγματιστικό. Ένας τέτοιος φόρος δεν πρέπει να είναι επιβλαβής για την ευρωπαϊκή οικονομία ή για την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού κλάδου.
Γενικότερα, είναι σημαντικό να υπογραμμισθούν οι συνέπειες της εφαρμογής αυτού του φόρου μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν, εάν δεν καταστεί δυνατή η συμφωνία σε διεθνές επίπεδο. Πιστεύουμε ότι αυτού του είδους η καθαρά ευρωπαϊκή λύση δεν μπορεί να επιτραπεί.
Udo Bullmann, εξ ονόματος της Ομάδας S&D. – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, θα ήθελα να παρέμβω με μερικές ερωτήσεις σχετικά με όσα ανέφερε ο κ. Scicluna εξ ονόματος της επιτροπής. Κύριε Επίτροπε, εάν υπάρχουν 70, 80, 90 ή 100 φορές περισσότερες χρηματοπιστωτικές συναλλαγές στον κόσμο από το ακαθάριστο εθνικό προϊόν, και αν αυτή η ανάπτυξη αποκτά όλο και πιο δυναμικό χαρακτήρα, θα υποστηρίζατε τότε ότι με αυτήν την έκρηξη των χρηματοπιστωτικών προϊόντων συνδέονται κυρίως κερδοσκοπικά στοιχεία ; Εάν ναι, πώς σκοπεύετε να τα περιορίσετε, ή τι θα μπορούσε να συμβάλει στον περιορισμό τους; Εάν οι βραχυπρόθεσμες χρηματοπιστωτικές συναλλαγές αυξάνονται όλο και περισσότερο σε σχέση με το ακαθάριστο εθνικό προϊόν παγκοσμίως, συμμερίζεστε την άποψή μας ότι πρέπει να ενισχυθεί η μακροπρόθεσμη προσέγγιση στην πραγματική οικονομία, όπου οι άνθρωποι εργάζονται, κερδίζουν χρήματα και κατασκευάζουν προϊόντα που μπορούμε να καταναλώσουμε και να χρησιμοποιήσουμε; Εάν συμμερίζεστε αυτήν την άποψη, με ποιους τρόπους και ποια μέσα πιστεύετε ότι θα μπορέσουμε να το επιτύχουμε;
Κύριε Επίτροπε, εάν ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών μπορεί να συμβάλει σε αυτό –αυτό θέλουμε να εξετάσουμε– ποιο θα είναι το χρονοδιάγραμμα για τη διαπραγμάτευσή του με τους διεθνείς εταίρους; Έχουμε την εντύπωση ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα που δημιουργήθηκαν στον κόσμο χρησιμοποιούνται στην παρούσα φάση για κερδοσκοπία εις βάρος της ζώνης του ευρώ και εις βάρος του ευρώ, και για δράση εις βάρος των ασθενέστερων κρατών μελών. Δεν είναι πλέον καιρός να ασχοληθούμε με αυτό και να καθορίσουμε μια ευρωπαϊκή προσέγγιση;
Κύριε Επίτροπε, υπάρχει κάτι που δεν μπορώ να καταλάβω, δηλαδή γιατί παροτρύνουμε τα κράτη μέλη να αυξήσουν τον φόρο προστιθέμενης αξίας κατά τρεις ή τέσσερις ή περισσότερες ποσοστιαίες μονάδες, όταν ένας φόρος επί των συναλλαγών της τάξης των 0,01 ή 0,05 ποσοστιαίων μονάδων θα καταστρέψει δήθεν τον ανταγωνισμό και θα αποδυναμώσει τη θέση της Ευρώπης. Δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό. Αναλάβετε δράση. Αυτό επιθυμεί το Κοινοβούλιο.
Carl Haglund, εξ ονόματος της Ομάδας ALDE. – (SV) Κύριε Πρόεδρε, όπως ακούσαμε εδώ στην αίθουσα, ο επονομαζόμενος φόρος Tobin βγήκε από τη ναφθαλίνη και επανήλθε και πάλι στο προσκήνιο πρόσφατα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και των όλο και πιο ταραγμένων συζητήσεων σχετικά με την αλλαγή του κλίματος.
Ακούσαμε επίσης ότι υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες από τον φόρο αυτό ο οποίος αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία ασφάλειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην παραγωγή εσόδων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση διαφόρων αξιόλογων θεμάτων, όπως η αναπτυξιακή βοήθεια και η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος.
Κατά τη γνώμη μου, αυτές οι ελπίδες είναι σχετικά αφελείς και είμαι πολύ επιφυλακτικός για τη δυνατότητα καθιέρωσης ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που να λειτουργεί πραγματικά. Αφενός, είμαι ένας από εκείνους που αμφιβάλλουν αν θα είναι δυνατή η εφαρμογή του φόρου στην πράξη. Αφετέρου, δεν πιστεύω ότι θα έχει το αποτέλεσμα που ορισμένοι ελπίζουν. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος, μεταξύ άλλων, ότι κανένας φόρος στον κόσμο δεν θα μπορούσε να έχει αποτρέψει τη χρηματοπιστωτική κρίση που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια.
Προσωπικά, δεν εγκρίνω ούτε την ιδέα της φορολόγησης κάποιου τομέα και στη συνέχεια της χρησιμοποίησης των φόρων που συγκεντρώθηκαν για σκοπό που δεν έχει καμία σχέση με τη δραστηριότητα που φορολογείται. Πιστεύω ότι αυτό είναι παράλογο, και δεν αποτελεί ιδιαίτερα υγιή φορολογική πολιτική.
Σας παρακαλώ, μην με παρεξηγήσετε. Θέλω να διατεθούν περισσότερα κονδύλια για την αναπτυξιακή βοήθεια. Επικρίνω την πατρίδα μου, η οποία δεν κατάφερε να φθάσει στο επίπεδο του 0,7 τοις εκατό του ΑΕΠ, που συχνά θεωρείται ως το ελάχιστο.
Η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής συνέταξε ένα ισορροπημένο έγγραφο επί του θέματος αυτού. Είναι θετικό το γεγονός ότι διεξάγεται μια σωστή έρευνα σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ένας φόρος σαν αυτόν. Μετά από αυτό, ελπίζω ότι θα υπάρξουν περισσότερα δεδομένα και λιγότερες πολιτικές απόψεις σε αυτήν τη συζήτηση. Διαφορετικά, διατρέχουμε τον κίνδυνο να αναλωθούμε σε μια συζήτηση σχετικά με έναν φόρο που είναι αδύνατο να εφαρμοστεί στην πράξη, ενώ, ταυτόχρονα, δεν μπορούμε να βρούμε ευκαιρίες και λύσεις για την επαρκή χρηματοδότηση του έργου της ανάπτυξης και των προσπαθειών μας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν η ΕΕ να προσπαθήσει να καθιερώσει αυτό το είδος φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών δια της βίας και για ιδεολογικούς λόγους, χωρίς να κάνει το ίδιο πράγμα ο υπόλοιπος κόσμος. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει απλώς σε οικονομικό φιάσκο για την Ευρώπη, που είναι το μόνο που δεν χρειάζεται σε τέτοιες εποχές. Πρέπει να το λάβουμε αυτό υπόψη. Ελπίζω ότι η έρευνα θα είναι και σοβαρή και αποτελεσματική.
(Ο ομιλητής συμφωνεί να δεχθεί ερώτηση στο πλαίσιο της διαδικασίας της γαλάζιας κάρτας, σύμφωνα με το άρθρο 149, παράγραφος 8 του Κανονισμού)
Catherine Stihler (S&D). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, δοκιμάζω τον νέο κανόνα που έχουμε, ώστε να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη γαλάζια κάρτα μας.
Μου κίνησε το ενδιαφέρον ο προηγούμενος ομιλητής όταν ανέφερε την πατρίδα του, τις επιφυλάξεις που είχαν, και συζητούσαν για το 0,7% του ΑΕΠ και τον φόρο Tobin.
Προφανώς, ο φόρος Tobin είναι αρκετά διαφορετικός από τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, και εκεί οδηγεί συχνά η σύγχυση. Νομίζω ότι έχετε απόλυτο δίκιο ότι πρέπει να υπάρχει σαφήνεια, αλλά θα ήθελα ίσως να εμβαθύνετε λίγο περισσότερο σχετικά με τον πιθανό λόγο για τον οποίο δεν εκπληρώνουμε τον στόχο του 0,7%, και επίσης για το πώς μπορούμε να αποκτήσουμε σαφήνεια για το τι προσπαθούμε να επιτύχουμε εδώ, από την άποψη ενός φόρου επί των συναλλαγών που να λειτουργεί πραγματικά.
Carl Haglund (ALDE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, αυτός ο νέος τρόπος συζήτησης είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρων. Μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε διάλογο.
Η Φινλανδία, δυστυχώς, είναι μια χώρα που δεν διαθέτει το 0,7% του ΑΕΠ της σε αναπτυξιακή βοήθεια, γεγονός το οποίο είναι κακό. Είναι κάτι που πρέπει να χειριστούμε πολιτικά στη χώρα μας. Είναι κρίμα, ωστόσο, που η κυβέρνησή μας δεν ήταν σε θέση να το πράξει.
Όσον αφορά τον φόρο Tobin και τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, έχετε δίκιο: πρόκειται πιθανώς για κάτι που δεν είναι ακριβώς αυτό που συνέλαβε αρχικά ο κ. Tobin. Είμαι ακόμα πολύ επιφυλακτικός για το κατά πόσον θα μπορούσαμε να έχουμε πραγματικά έναν φόρο που να λειτουργεί σε παγκόσμιο επίπεδο, με όλες τις χώρες παγκοσμίως να συμμετέχουν, διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος που θα λειτουργούσε πραγματικά, χωρίς μετακίνηση κεφαλαίων σε άλλα μέρη του κόσμου.
Θα δούμε, όμως, και αυτός είναι ο λόγος που η Επιτροπή το εξετάζει. Θα έχει ενδιαφέρον.
Pascal Canfin, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, τα δημόσια οικονομικά μας βρίσκονται σε κατάσταση κρίσης και γνωρίζουμε ότι μέρος της λύσης μπορεί να έγκειται στη μείωση ορισμένων δαπανών, μεγάλο μέρος όμως της λύσης εναπόκειται στην ικανότητα των κρατών μελών να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια.
Το ζήτημα που διακυβεύεται, επομένως, είναι να γνωρίζουμε ποιο είδος φόρου μπορεί να αυξηθεί, ποιος τύπος φόρου πρέπει να αυξηθεί, και ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτών των φορολογικών αυξήσεων. Η Ομάδα των Πρασίνων/Ελεύθερη Ευρωπαϊκή Συμμαχία εκτιμά ότι θα ήταν δύσκολο να αυξηθούν σημαντικά οι φόροι που καταβάλλουν οι μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες δημιουργούν το μεγαλύτερο μέρος των θέσεων εργασίας. Είναι δύσκολο να αυξηθούν οι φόροι που καταβάλλουν οι οικογένειες –με εξαίρεση ίσως τους φόρους που καταβάλλονται από τις πλουσιότερες– διότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αυτοί είναι ήδη αρκετά υψηλοί, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Το ερώτημα, συνεπώς, είναι: ποιοι φόροι πρέπει να αυξηθούν; Εάν δεν αυξηθούν οι φόροι επί των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ούτε ο ΦΠΑ, πρέπει αναπόφευκτα να αναζητηθούν άλλες δυνατότητες. Εκτιμούμε ότι ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών είναι, τελικά, ο πιο ανώδυνος φόρος για την ευρωπαϊκή οικονομία. Είναι ο φόρος με τις λιγότερο αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Επιπλέον, το κόστος των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών έχει μειωθεί πάρα πολύ κατά τα τελευταία δέκα χρόνια περίπου, τόσο λόγω ορισμένων τεχνικών βελτιώσεων –εάν μπορούν να χαρακτηριστούν έτσι– όσο και λόγω της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Στην πραγματικότητα, οι μειώσεις αυτές του κόστους απορροφήθηκαν πλήρως από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο και τις τράπεζες. Δεν θα ήταν εντελώς αδικαιολόγητο αν, επέστρεφε μέσω ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, μέρος του κέρδους που εξοικονομείται από τις τράπεζες από την εν λόγω μείωση των δαπανών, στις δημόσιες αρχές που τις έσωσαν.
Όπως συμβαίνει πάντα, το Σώμα το μετατρέπει αυτό σε μια συζήτηση έντονα ιδεολογικού περιεχομένου, στην πραγματικότητα όμως το θέμα έχει αρκετά τεχνικό χαρακτήρα. Οι δαπάνες των συναλλαγών υπήρχαν και πριν· έχουν μειωθεί. Σήμερα, προτείνουμε να αυξηθούν εκ νέου, ώστε να επωφεληθούν και οι δημόσιες αρχές από αυτές τις τεχνικές βελτιώσεις, και όχι μόνο οι ιδιωτικοί φορείς.
Φυσικά, εγείρεται το ζήτημα κατά πόσον μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να κάνει αυτό το βήμα προς τα εμπρός μόνη της. Είναι σαφές σε όλους ότι θα ήταν καλύτερα εάν αυτό γινόταν μέσα στο διεθνές πλαίσιο. Εάν οι άλλοι –ειδικά οι Ηνωμένες Πολιτείες– δεν ακολουθήσουν το παράδειγμά μας, εγείρεται το ακόλουθο ερώτημα: αποκλείεται, σε αυτήν την περίπτωση, η πιθανότητα να το επιτύχει αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Κάποιες δηλώσεις –για παράδειγμα, του κ. Gauzès– δείχνουν ότι η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος πιστεύει ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνη της. Η κατάσταση αυτή δεν θα μπορούσε, φυσικά, να είναι τέλεια, και θα υπήρχαν σίγουρα εμπόδια να υπερβούμε. Μήπως, όμως, αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να τοποθετηθεί κατ’ ανάγκη στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή, ότι θα πρέπει να έχει την ελάχιστη δυνατή νομοθεσία, και να εναρμονισθεί με τον λιγότερο φιλόδοξο παράγοντα; Αυτό δεν μας φαίνεται ότι μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της ηγετικής θέσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον κόσμο.
Επιπλέον, είναι δυνατό να φανταστεί κανείς την Ευρωπαϊκή Ένωση να προβαίνει σε αυτήν την πράξη μόνη της. Πολύ απλά, διότι οι ροές κεφαλαίων που μας αφορούν ξεκινούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έπειτα μπορεί να μετακινηθούν αλλού, για να επιστρέψουν τελικά πάλι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όταν αυτές οι ροές φεύγουν και επιστρέφουν, έχουμε τη δυνατότητα να απαιτήσουμε να μπορούν να ανιχνεύονται και να γνωρίζουμε εάν έχουν ή δεν έχουν υπαχθεί σε αυτόν τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Εάν έχουν, δεν υπάρχει πρόβλημα. Εάν δεν έχουν, τότε μπορούμε να αφαιρούμε έναν φόρο εισόδου ή εξόδου. Το κάναμε αυτό για χρόνια στην πραγματική οικονομία με το Κοινό Εξωτερικό Δασμολόγιο. Η χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση μάς υποχρεώνει τώρα να το πράξουμε στον χρηματοοικονομικό τομέα της οικονομίας, και είναι απολύτως εφικτό από τεχνικής απόψεως. Αυτό που χρειάζεται είναι η πολιτική βούληση.
Kay Swinburne, εξ ονόματος της Ομάδας ECR. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, μετά από την πρόσφατη αναταραχή στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο, ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και οικονομολόγοι κάτοχοι βραβείου Νόμπελ, ορθώς αναζητούν έναν τρόπο για την ανάκτηση των χρημάτων που έχουν δαπανηθεί προς διάσωση των χρηματοπιστωτικών μας ιδρυμάτων. Οι φόροι επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, στις πολλές διαφορετικές μορφές τους, αποτελούν μία μόνο από τις πολλές ιδέες που βρίσκονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, και δεν πρέπει να περιορίσουμε τα εργαλεία που διαθέτει η ΕΕ και τα κράτη μέλη της προκειμένου να διερευνήσουμε μία ιδέα. Πρέπει να είμαστε δημιουργικοί και να κοιτάζουμε όσο το δυνατόν ευρύτερα, ώστε να δούμε πού μπορούμε να ανταποκριθούμε καλύτερα στη χρηματοπιστωτική κρίση και να ενισχύσουμε τα εθνικά χρηματοπιστωτικά μας συστήματα. Η ιδέα του Προέδρου Obama για επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων θα μπορούσε να έχει κάποια αξία.
Η πρόταση αυτή, ωστόσο, είναι πολύ συγκεκριμένη και δεν προσβλέπει στην εξέταση όλων των άλλων μορφών χρηματοπιστωτικών φόρων ή εισφορών. Όπως είπε ο Επίτροπος, το ΔΝΤ, σύμφωνα με τις οδηγίες της Ομάδας των 20, διεξάγει επί του παρόντος μια μελέτη σχετικά με ενδεχόμενους χρηματοπιστωτικούς φόρους, όμως το παρόν ψήφισμα φαίνεται να αναζητά απαντήσεις πριν από τη συγκεκριμένη μελέτη.
Δεν καταλαβαίνω τη λογική τού να προσπαθούμε να εφαρμόσουμε μια λύση της ΕΕ σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Είναι παράλογο και αφελές να πιστεύουμε ότι, εάν η ΕΕ επρόκειτο να εφαρμόσει έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών χωρίς την υποστήριξη όλων των μεγάλων παγκόσμιων παραγόντων, δεν θα χάναμε έναντι των άλλων χωρών.
Οι ανησυχίες μου έχουν δύο όψεις όσον αφορά το παρόν ψήφισμα για τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών στη σημερινή του μορφή.
Πρώτον, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ένα μέτρο το οποίο επιδιώκει να δώσει αρμοδιότητες είσπραξης φόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει ουσιώδη σημασία για την κυριαρχία των κρατών μελών μας της ΕΕ να διατηρήσουν το δικαίωμα να ελέγχουν το δικό τους φορολογικό σύστημα. Θα ήταν χρήσιμο, επομένως, να διευκρινιστεί, εάν η παρούσα πρόταση αφορά τη συντονισμένη είσπραξη φόρων από τα μεμονωμένα κράτη μέλη –που πρέπει να διατηρηθούν και να χρησιμοποιηθούν σε αυτό το επίπεδο– ή εάν όντως πρόκειται για έναν ευρωπαϊκό φόρο.
Δεύτερον, οι φόροι που επιβάλλονται για τη σταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών συστημάτων δεν πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να γίνουν προέκταση μιας γραμμής του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες και προγράμματα δαπανών που έχουν εκπονηθεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη με σκοπό την αντιμετώπιση του κλίματος του πλανήτη με έξυπνους τρόπους. Έχουμε φιλόδοξους στόχους όσον αφορά χρήματα που πρόκειται να δαπανηθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Δεν θα ήμουν σε θέση να υποστηρίξω κάτι που ουσιαστικά επιβάλλει φόρους για άλλους σκοπούς.
Miguel Portas, εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL. – (PT) Κύριε Πρόεδρε, πιστεύω ότι η τεχνική συζήτηση στην οποία θα πρέπει να εμπλακούμε είναι αναμφίβολα πολύ σημαντική, δεν πρέπει όμως να επισκιάσει το γεγονός ότι η επιλογή που έχουμε μπροστά μας είναι πολιτικής φύσεως. Ως εκ τούτου, η διεξαγωγή και η οικοδόμηση του συνόλου της επιχειρηματολογίας σε τεχνική βάση, ώστε να αποφευχθεί η υποχρέωση να προβούμε σε πολιτική επιλογή, στερείται κάπως νομιμότητας.
Ο κ. Haglund, για παράδειγμα, εξήγησε ότι αν είχαμε εφαρμόσει τον φόρο Tobin, δεν θα είχαμε αποφύγει τη χρηματοπιστωτική κρίση. Μπορώ να συμφωνήσω μαζί του, αλλά θα είχαμε σίγουρα πολύ περισσότερους πόρους για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης στις οικονομίες μας και στις μειονεκτούσες ομάδες του πληθυσμού της Ευρώπης.
Αυτό, επομένως, είναι το θέμα που διακυβεύεται εδώ. Και η δεύτερη πτυχή αφορά ... και γι’ αυτό η απάντηση του Επιτρόπου Šemeta δεν με έπεισε καθόλου, είτε όσον αφορά τα χρονοδιαγράμματα, είτε όσον αφορά το βασικό ζήτημα. Σε τελική ανάλυση, αυτό που μας λέει ο κ. Šemeta, όπως και ο κ. Gauzès, είναι ότι ο φόρος αποτελεί μια ελκυστική και πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα, αλλά ότι δεν μπορούμε να την εφαρμόσουμε σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Πρέπει να εφαρμοστεί σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ας είμαστε σαφείς. Με το να λέμε αυτό, ουσιαστικά λέμε στους πολίτες ότι ο φόρος Tobin δεν θα υπάρξει ποτέ σε παγκόσμια κλίμακα. Ως εκ τούτου, δεν έχει νόημα να εξαπατάμε τους ανθρώπους εδώ. Αυτό που λέγεται είναι ότι είτε θα είναι παγκόσμιος ή δεν πρόκειται να υπάρξει. Αυτό που λέγεται, ως εκ τούτου, είναι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει. Έχω εντελώς διαφορετική άποψη. Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια αρκετά ισχυρή χρηματοπιστωτική αγορά, ώστε να δημιουργηθεί ένας γενικός εναπομένων φόρος επί όλων των συναλλαγών, χωρίς διαφυγή κεφαλαίων.
Ωστόσο, πάνω απ’ όλα, θα μπορούσαμε να πούμε στους πολίτες μας κάτι ιδιαίτερα αποφασιστικής σημασίας: ότι, σε αυτήν την κρίση, τουλάχιστον σε επίπεδο καταλοίπου φόρου, το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο που μας οδήγησε στην κρίση, τουλάχιστον σε επίπεδο καταλοίπου φόρου, πρέπει να πληρώσει. Και ότι αυτό το κατάλοιπο φόρου ουσιαστικά και συγκεκριμένα προορίζεται για την καταπολέμηση της πείνας και της φτώχειας σε παγκόσμιο επίπεδο, και για την έναρξη της χρηματοδότησης για τη δημιουργία ενός κοινωνικού πυλώνα στο ευρωπαϊκό σχέδιο, του πυλώνα που μας λείπει και που δεν έχουμε.
Οι πολίτες θα το καταλάβαιναν αυτό πολύ καλά.
Hans-Peter Martin (NI). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, έντεκα χρόνια πριν, ήμουν ένας από τους πολύ λίγους βουλευτές που σχημάτισαν από κοινού τη διακομματική ομάδα εργασίας για τον φόρο Tobin, και οι συναντήσεις μας συχνά αντιμετωπίζονταν με περιφρονητικό χαμόγελο. Από τη σκοπιά της αλλαγής της χιλιετίας, αναφερθήκαμε ξανά και ξανά στον υποτιθέμενο ορθολογικό χαρακτήρα της αγοράς, στους κινδύνους για τον ανταγωνισμό και σε πιθανές ρωγμές στην παγκοσμιοποίηση.
Δεν είναι καλό να συνεχίζετε και σήμερα να προβάλλετε τα επιχειρήματα αυτά. Μόλις αποφεύχθηκε ένα μεγάλο κραχ, και αυτό δεν κόστισε μόνο πάρα πολλά χρήματα, αλλά και πολλή εμπιστοσύνη. Εάν τώρα πιστεύετε ότι μπορούμε να επιβραδύνουμε λίγο με την επιβολή ενός τέτοιου είδους φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, οι κερδοσκόποι –όπως θα τους αποκαλώ– με τους οποίους εγώ προσωπικά τα έχω πάει καλά, με άλλα λόγια οι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων όπως κατ’ ευφημισμό αποκαλούνται, έχουν εντελώς διαφορετική άποψη, αφού διεξάγουν τις δραστηριότητές τους κατά μήκος αυτής της διαχωριστικής γραμμής ολοένα και ταχύτερα και πιο εντατικά.
Γι’ αυτό δεν είμαι πεπεισμένος ότι ένας φόρος επί του όγκου των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα μπορούσε να επιτύχει κάτι περισσότερο από το να αναχαιτίσει αυτά τα τεράστια κερδοσκοπικά κύματα. Θα ήθελα πραγματικά εσείς από την Επιτροπή και τις εθνικές κυβερνήσεις να λάβετε σοβαρά υπόψη, πάνω απ’ όλα, τα λόγια των συναδέλφων μας Πρασίνων, αλλά και του κ. Bullmann και της Αριστεράς. Πρόκειται για πολιτικό ζήτημα· οι τεχνικές πτυχές μπορούν να επιλυθούν γρήγορα, δεδομένου ότι υπάρχουν ειδικοί γι’ αυτό.
Gunnar Hökmark (PPE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί εάν, από διοικητικής απόψεως, είναι δυνατόν να καθιερωθεί ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ή εάν είναι πολιτικά εφικτό, νομίζω όμως ότι το βασικό ερώτημα πρέπει να είναι: είναι καλό; Είναι χρήσιμο για την οικονομική ανάπτυξη να έχουμε έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών; Διότι αυτό σημαίνει ότι θα έχετε έναν φόρο επί των επενδύσεων· διασυνοριακά, ότι θα έχετε έναν φόρο επί των επενδύσεων σε χώρες όπου έχετε λιγότερα κεφάλαια από ό,τι σε άλλες.
Αυτό θα βοηθήσει το διεθνές εμπόριο ή θα μειώσει το διεθνές εμπόριο, εάν έχει αντίκτυπο;
Το λέω αυτό, διότι υπάρχουν δύο παραδείγματα που θα μπορούσαμε να εξετάσουμε συζητώντας το θέμα αυτό. Πρώτον, έχουμε 30 χρόνια τεράστιας οικονομικής ανάπτυξης, χάρη στην εύρυθμη λειτουργία των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών. Έπειτα, είδαμε τις συνέπειες της κρίσης που μας προκάλεσε τη μείωση της προσφοράς πιστώσεων. Νομίζω ότι θα έπρεπε να έχουμε περισσότερο εύπορες και εύρυθμες παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, αντί να προσπαθούμε να καταλήξουμε σε κάτι που προσεγγίζει τη μείωση της προσφοράς πιστώσεων.
Διότι ο φόρος επί των συναλλαγών, όπως και κάθε φόρος, στοχεύει στη μείωση του όγκου εκείνου το οποίο φορολογείται, και δεν βλέπω κάποιο όφελος όσον αφορά τη μείωση του όγκου του διεθνούς εμπορίου, επειδή έχουμε δει τις συνέπειες όταν αυτό συνέβη. Δεν μπορώ να κατανοήσω ότι το να καταστήσουμε τις επενδύσεις στις φτωχές χώρες πιο ακριβές, είναι χρήσιμο.
Η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών δεν θα παρεμποδίσει τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Δεν θα παρεμποδίσει ούτε καν αυτές που μερικές φορές καλούνται κερδοσκοπικές επενδύσεις. Θα παρεμποδίσει τη μεγάλη ροή των κανονικών επενδύσεων και του εμπορίου που έχουμε ανάγκη.
Και νομίζω, κύριε Επίτροπε, ότι υπάρχει κάθε λόγος να είμαστε προσεκτικοί και διστακτικοί όταν συζητάμε το θέμα αυτό.
Pervenche Berès (S&D). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, φαίνεται ότι εσείς, κύριε Επίτροπε, είσαστε αρμόδιος για θέματα φορολογίας, και ότι η συμβολή σας στη στρατηγική 2020 στον εν λόγω τομέα θα είναι να προτείνετε ένα καινοτόμο είδος φορολογίας. Η παρουσίαση καινοτόμων μορφών φορολογίας απαιτεί τόλμη, και δεν πρέπει να απορρίψετε όλο το ευφυές και εποικοδομητικό έργο των προκατόχων σας. Σημειώνω ότι η στρατηγική 2020 δεν αναφέρει καν την εναρμόνιση του φόρου επί των εταιριών· ίσως τον αφήσατε κάπου σε κάποιο συρτάρι. Προτείνω να ρίξετε μια λίγο προσεκτικότερη ματιά σε αυτό.
Εάν, ωστόσο, επιδείξετε το ίδιο θάρρος όσον αφορά τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, δεν θα πάμε πολύ μακριά. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής, στην οποία πλέον ανήκετε, τα συμπεράσματα της G20 φαίνεται να τα έχετε ευαγγέλιο. Ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών εμφανίζεται στα συμπεράσματα της G20, συνεπώς σας ζητούμε να τα εφαρμόσετε. Σας παρακαλούμε να μην μας προβάλετε το επιχείρημα ότι πρέπει να κάνουμε ό,τι όλοι οι υπόλοιποι, γιατί όταν ο Πρόεδρος Obama, υπό την επίδραση του Paul Volcker, προτείνει τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού συστήματος των Ηνωμένων Πολιτειών, γυρίζει την πλάτη του στα συμπεράσματα της ομάδας G20!
Γιατί να αποκλείσουμε μια μέθοδο η οποία θα μπορούσε να είναι καλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες; Και μάλιστα, κύριε Επίτροπε, γιατί διαπιστώνω ότι ο συνάδελφός σας κύριος Barnier δήλωσε ότι η μεταρρύθμιση αυτή θα μπορούσε να ταιριάζει καλά ειδικά στην αμερικανική κατάσταση, και ότι δεν έχει καμία σχέση με την Ευρώπη· ότι η Ευρώπη έχει τον δικό της δρόμο να ακολουθήσει στον τομέα του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αυτό είναι αλήθεια. Αναμένουμε τις θαρραλέες και καινοτόμες προτάσεις σας, κύριε Επίτροπε.
Louis Michel (ALDE). – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής –και όλοι γνωρίζουν ότι υποστηρίζω πλήρως την Επιτροπή– οι προτάσεις σας φαίνονται εξαιρετικά δειλές. Καμία από αυτές δεν δείχνει επιθυμία να είστε πολιτικά φιλόδοξος για ένα θέμα που, παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό.
Σας θυμίζω ότι η συναίνεση του Monterrey του 2002 και η διάσκεψη παρακολούθησης της Ντόχα του 2008 συνέστησαν καινοτόμο και εναλλακτική χρηματοδότηση στον τομέα της ανάπτυξης. Δεν πιστεύω ούτε ότι αυτός ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα μπορούσε να ρυθμίσει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα· δεν πρόκειται γι’ αυτό. Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση –παράλληλα με την G20, ασφαλώς– πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία για την καθιέρωση ενός φόρου επί των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα μπορούσε να καθοριστεί, όπως ειπώθηκε, σε μια κλίμακα που κυμαίνεται μεταξύ 0,01% –τι πολλά χρήματα!– και 0,1% της αξίας της συναλλαγής. Τα αναμενόμενα έσοδα ποικίλλουν, προφανώς, επί τη βάσει αυτών των δύο συντελεστών. Μπορείτε να επιλέξετε μεταξύ 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων και 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Μπορεί να είναι παγκόσμιου και γενικού χαρακτήρα. Ωστόσο, υπάρχει ένα σημείο στο οποίο δεν συμφωνώ καθόλου μαζί σας: δεν πιστεύω ότι η εφαρμογή του θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ όλων των χωρών του κόσμου, αλλά μεταξύ των βασικών οικονομικών παραγόντων. Δεν πρέπει να περιμένουμε ολόκληρος ο κόσμος να αποδεχθεί αυτόν τον φόρο, αφού γνωρίζουμε πολύ καλά ότι αυτό, ουσιαστικά, θα έθετε τέρμα στο ίδιο το σκεπτικό του.
Θα πρέπει να επιβάλλεται σε κρατικό επίπεδο και καταρχάς εθελοντικά , γεγονός το οποίο, βεβαίως, θα έδινε στην ιδέα κάποια ώθηση. Πρέπει να συντονίζεται από τους βασικούς οικονομικούς παράγοντες, ιδίως την ομάδα G20. Εφόσον αναρωτιέστε σε τι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, μία εναλλακτική λύση θα ήταν να καταβληθεί σε ένα παγκόσμιο ή ακόμη και ευρωπαϊκό ταμείο· θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης, ως μέσο για την παροχή δημόσιας αναπτυξιακής βοήθειας. Εναλλακτικά, τα κράτη θα μπορούσαν να κάνουν χρήση αυτού στην αναπτυξιακή τους πολιτική.
Υπάρχει και κάτι άλλο για το οποίο έχω σοβαρές αμφιβολίες και, επιπλέον, έτσι φαίνεται να πηγαίνουν τα πράγματα. Μια σαφής ένδειξη θα μπορούσε να είναι, για παράδειγμα, το να ακούω τον διευθύνοντα σύμβουλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου να απορρίπτει κατά το μάλλον ή ήττον τη φιλοσοφία του φόρου Tobin, ή του φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ως ένα είδος καλύμματος, που προλαμβάνει ή καλύπτει τους κινδύνους του χρηματοπιστωτικού κόσμου – αυτό που αποκαλώ χρηματοπιστωτικούς ταχυδακτυλουργούς. Δεν πρόκειται καθόλου γι’ αυτό! Δεν θέλω σκοπός του φόρου αυτού να είναι η κάλυψη των κινδύνων που αναλαμβάνει ο χρηματοπιστωτικός κόσμος. Αυτό πρέπει να πληρωθεί με άλλο τρόπο. Πρόκειται για σφετερισμό που δεν μπορώ να δεχθώ.
Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι η συνολική πρόοδος που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες –ακόμα και σε εκείνες με τις καλύτερες επιδόσεις– πιθανότατα θα υποχωρήσει, εμποδίζοντας την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας. Είμαι, συνεπώς, ένθερμος υποστηρικτής ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
Vicky Ford (ECR). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, υπάρχουν προφανώς πολλοί σημαντικοί λόγοι για να ζητήσουμε από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να συμβάλουν περισσότερο στα φορολογικά έσοδα μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, και είναι κρίμα που αυτό το ψήφισμα αφορά μόνο τους φόρους επί των συναλλαγών, και δεν εξετάζει παραδείγματα όπως η εισφορά τύπου Obama .
Σχετικά με τους φόρους επί των συναλλαγών, τρεις τομείς μού προκαλούν ανησυχίες.
Πρώτον, οι επιπτώσεις στους τελικούς χρήστες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το τέλος χαρτοσήμου που υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια έχει δυσανάλογες επιπτώσεις για τους μικρότερους επενδυτές και τις εταιρείες που αναζητούν κεφάλαια.
Δεύτερον, οι επιπτώσεις τού να βαδίζει η ΕΕ μόνη της. Γνωρίζουμε ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν παγκόσμιο χαρακτήρα και είναι πολύ ρευστές. Υπάρχει προφανώς κίνδυνος να εξωθήσουμε απλά τις συναλλαγές εκτός της ΕΕ, πράγμα το οποίο δεν θα είναι επωφελές.
Η τρίτη μου ανησυχία αφορά τον ηθικό κίνδυνο, εάν τα χρήματα αυτά πρόκειται να διατεθούν σε ένα ταμείο διάσωσης. Δεν πιστεύω ότι κάθε αφερέγγυο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα πρέπει να σώζεται αυτομάτως από τους φορολογούμενους. Πρέπει να είναι δυνατόν να μπορεί μια τράπεζα να χρεοκοπεί, ενώ συγχρόνως προστατεύονται οι καταναλωτές. Οι εμπειρογνώμονες έχουν προειδοποιήσει τόσο την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής όσο και την Ειδική Επιτροπή για τη Χρηματοπιστωτική, Οικονομική και Κοινωνική Κρίση, ότι ένα τέτοιο ταμείο θα μπορούσε να ενθαρρύνει την ανεύθυνη ανάληψη κινδύνων. Δεν θέλουμε να διατρέξουμε μεγαλύτερο κίνδυνο, και αυτό πρέπει να διερευνηθεί.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL). - Κύριε Πρόεδρε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση απέδειξε ότι η απελευθέρωση των χρηματαγορών και η εμμονή στην ελευθερία των αγορών επέτρεψε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα να μεγαλώσει επικίνδυνα σε σχέση και σε συνάρτηση με την πραγματική οικονομία, καθώς επίσης να λειτουργεί για χρόνια μέσα σ’ ένα καθεστώς τεράστιας κερδοφορίας, ασυδοσίας, χωρίς καμία ρύθμιση, που οδήγησε τελικά και στην κρίση.
Η πρόταση λοιπόν για ένα φόρο στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές θα μπορούσε να περιορίσει το μέγεθος του χρηματοπιστωτικού συστήματος και να κάνει ασύμφορες ορισμένες κερδοσκοπικές οικονομικές επιλογές. Ωστόσο θα αποτελέσει κενό γράμμα, αν αυτό το μέτρο δεν συνδυαστεί με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ούτως ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι καταχρηστικές πολιτικές των τραπεζών, τα κερδοσκοπικά παιχνίδια των hedge funds και των οίκων αξιολόγησης που σήμερα, σε πολλές χώρες, επιδεινώνουν και εκμεταλλεύονται τα δημοσιονομικά προβλήματα.
Παρ’ όλα αυτά μια τέτοια πρόταση, κατά την άποψή μου, δεν πρέπει να θεωρηθεί ως ένα προσωρινό μόνο μέτρο. Οι τράπεζες θα πρέπει να ξεχρεώσουν τα τεράστια πακέτα στήριξης που πήραν από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, πακέτα που είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθούν σημαντικά τα δημοσιονομικά ελλείμματα των αντίστοιχων χωρών. Αυτές οι χώρες αναγκάζονται τώρα να δανειστούν από τις ίδιες τράπεζες πληρώνοντάς τες και δεύτερη φορά.
Πρέπει να είμαστε σαφείς. Οι τράπεζες πρέπει να ξεχρεώσουν τα χρέη τους προς τα κράτη. Γι’ αυτό, εκτός των άλλων, οφείλουμε να επιβάλουμε ένα φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, πρώτον, για να περιοριστεί το μέγεθος αυτού του χρηματοοικονομικού τομέα και, δεύτερον, για να εξοικονομηθούν πόροι για σχεδίαση κοινωνικών και αναπτυξιακών πολιτικών.
Markus Ferber (PPE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, περί τίνος πρόκειται λοιπόν; Το ερώτημα πολύ απλά είναι: πώς μπορούν να συμβάλουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές στη μείωση των δαπανών τις οποίες προξένησαν στα κράτη, τις κοινωνίες και την οικονομία; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε.
Πιστεύω ότι δημιουργήσαμε μαζί ένα πολύ ισορροπημένο κείμενο. Είμαι επίσης πολύ ευγνώμων προς τον Επίτροπο για τον τρόπο που το διατύπωσε. Αφενός, δεν μπορούμε να πούμε ότι η Ευρώπη είναι η Νήσος των Μακάρων, όπου μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε χωρίς να αντιδράσουν οι παγκόσμιες χρηματαγορές σε αυτό. Τα πράγματα πρέπει να συντονίζονται σε διεθνές επίπεδο. Αφετέρου, πρέπει επίσης να διασφαλιστεί ότι ο κλάδος συμβάλλει όσο του αναλογεί στην υπέρβαση της κρίσης.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα ήθελα να προειδοποιήσω ότι πρέπει να σταματήσουμε να παρουσιάζουμε ένα νέο θέμα κάθε εβδομάδα, το οποίο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να επιλύσουμε όλα τα προβλήματα του κόσμου. Λίγους μήνες πριν, αυτή που επρόκειτο να επιλύσει όλα τα προβλήματά μας ήταν η συμπληρωματική εισφορά επί των αεροπορικών εισιτηρίων, τώρα είναι ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, και τον επόμενο μήνα κάποιος θα σκεφτεί κάτι άλλο. Αυτό είναι υπερβολικό. Το ζήτημα είναι να συμμετάσχουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές με έναν διεθνώς συντονισμένο τρόπο. Εάν η Επιτροπή μπορεί να παρουσιάσει μια λογική λύση σε αυτό και να την φέρει σε διεθνείς διαπραγματεύσεις, τότε θα είμαστε στον σωστό δρόμο.
Θα πρέπει επίσης να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας. Αυτοί που υποστηρίζουν ότι μπορούμε να σταματήσουμε την κερδοσκοπία με τα μέσα αυτά σαφώς αυταπατώνται. Αυτό που θέλουμε είναι οι κερδοσκόποι να έχουν τη συμβολή τους στον κίνδυνο και στην εξάλειψη του κινδύνου. Αυτή είναι η σωστή προσέγγιση. Αν ενεργήσετε με τον τρόπο αυτό, θα έχετε την πλήρη υποστήριξή μας, κύριε Επίτροπε.
Catherine Stihler (S&D). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει ξεκινήσει αυτήν τη στιγμή μια εκστρατεία που ονομάζεται εκστρατεία του Ρομπέν των Δασών, με τη συμμετοχή ΜΚΟ, εκκλησιών και της κοινωνίας των πολιτών, και με επικεφαλής τον ηθοποιό Bill Nighy. Κύριε Επίτροπε, αν δεν έχετε δει τον δικτυακό τους τόπο, θα σας το συνιστούσα ανεπιφύλακτα ως μέρος αυτής της συζήτησης. Βάση της εκστρατείας είναι ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών της τάξης του 0,05%, ο οποίος πιστεύουν ότι θα αποφέρει περίπου 37 δισ. λίρες στερλίνες.
Συνεπώς, ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών δεν αφορά ανθρώπους που πηγαίνουν σε ένα σημείο ανάληψης μετρητών και σηκώνουν χρήματα: αφορά μη δημόσιες συναλλαγές και έχει σκοπό να επιστρέψουν κάτι όσοι συνέβαλαν στην οικονομική κρίση. Για να βάλω τα πράγματα στη σειρά, άκουσα τον John Kay, τον οικονομολόγο, πριν από τρεις εβδομάδες περίπου. Ήρθε στη Σκωτία για να μιλήσει, και αν η Σκωτία αποτελούσε ανεξάρτητο κράτος και οι τράπεζές μας είχαν καταρρεύσει, κάθε άνδρας, γυναίκα και παιδί στη Σκωτία θα ήταν υπεύθυνος για 750.000 λίρες στερλίνες. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να συμβεί αυτό στο μέλλον. Δεν έχει συμβεί αυτήν τη στιγμή, ευτυχώς, διότι εμείς στη Σκωτία αποτελούμε τμήμα του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά στο μέλλον πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και το πώς θα εφαρμοστεί.
Η εκστρατεία του Ρομπέν των Δασών είναι ενδιαφέρουσα και νομίζω ότι θα πρέπει να προβλεφθεί μια κατανομή σε ποσοστό 80:20 μέσα στα πλαίσιά της· το 80% για τις δημόσιες υπηρεσίες και το 20% για να καταστεί βέβαιο ότι διαθέτουμε ένα ταμείο που θα διασφαλίζει ότι η τραπεζική κρίση δεν θα ξανασυμβεί.
Σας ευχαριστώ, κύριε Επίτροπε, και αναμένω την πρότασή σας. Ίσως θα μπορούσατε να μας δώσετε ένα χρονοδιάγραμμα σχετικά με το πότε θα πληροφορηθούμε ποια είναι η γνώμη σας. Γνωρίζω ότι η ΕΕ 2020 θα παρουσιαστεί τον Απρίλιο, αλλά θα ήταν καλό να ακούσουμε το χρονοδιάγραμμά σας.
Patrick Le Hyaric (GUE/NGL) . – (FR) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κατά την παρούσα κρίση μόνο δύο επιλογές ανοίγονται μπροστά μας. Η πρώτη είναι να αναγκάσουμε τους πολίτες να πληρώσουν για την κρίση, όπως κάνουμε τώρα: μέσω σχεδίων λιτότητας, δράσης κατά της ανεργίας και αυξήσεων των φόρων, όπως η πρόσφατη αύξηση του ΦΠΑ στην Ελλάδα. Η άλλη είναι η φορολόγηση των κερδοσκοπικών κινήσεων των κεφαλαίων και των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αυτό θα απέφερε σημαντικά έσοδα για την ευρωπαϊκή οικονομία και πιστεύω ότι θα ήταν ένα όπλο κατά της χρηματοπιστωτικής κρίσης που βιώνουμε σήμερα. Θα ήταν επίσης αναγκαίο να έχουμε το θάρρος να κλείσουμε τους φορολογικούς παραδείσους.
Η πρόταση αυτή δεν είναι κατά κανένα τρόπο επαναστατική, καθώς συμπεριλαμβάνεται ήδη σε συμφωνίες της G20. Ορισμένες από τις αρχές αυτές έχουν μάλιστα συζητηθεί και ψηφιστεί εδώ, αλλά είναι επιτακτική ανάγκη να προχωρήσουμε περισσότερο από το να κάνουμε άσκοπες διακηρύξεις. Πρέπει να τεθεί αμέσως τέρμα σε αυτήν τη θανάσιμη κερδοσκοπία. Στην πραγματικότητα, πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι, εάν εφαρμοζόταν ένας χαμηλός φορολογικός συντελεστής της τάξης του 0,5% επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, θα υπήρχαν 500 δισ. ευρώ ακόμα στη διάθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για χρήματα που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για την ανάκαμψη με βάση την εργασία, την εκπαίδευση, την έρευνα, τους μισθούς, και νέες, φιλικές προς το περιβάλλον βιομηχανικές και γεωργικές πολιτικές.
Πρέπει, συνεπώς, να ξεκινήσει η ανάληψη δράσης. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να ψηφίσουμε επί της αρχής έναν τέτοιο φόρο και στη συνέχεια να τον εφαρμόσουμε.
Othmar Karas (PPE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, κυρίες και κύριοι, στο Αυστριακό Κοινοβούλιο και στην Αυστριακή Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, καθώς και στο κόμμα μου, το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα, υπάρχει ευρεία πολιτική βούληση για τη διεξαγωγή εκστρατείας υπέρ ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έχει παγκόσμιες επιπτώσεις, καθώς και αιτίες, οι οποίες δεν μπορούν να περιοριστούν σε μία ήπειρο.
Δεν χρειαζόμαστε απλώς παγκόσμιους μηχανισμούς διακυβέρνησης· χρειαζόμαστε παγκόσμιους μηχανισμούς εποπτείας, παγκόσμιους ρυθμιστικούς μηχανισμούς καθοδήγησης, αλλά και πηγές χρηματοδότησης. Ωστόσο, το ζήτημα των πηγών χρηματοδότησης δεν επαρκεί. Οι επιπτώσεις της καθοδήγησης είναι εξίσου σημαντικές.
Πρώτα απ’ όλα, χρειαζόμαστε μια κοινή ευρωπαϊκή βούληση, ένα ευρωπαϊκό σχέδιο, έτσι ώστε να μπορούμε να επιτύχουμε και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ερώτηση προς την Επιτροπή και το ψήφισμα, το οποίο ελπίζω ότι το Κοινοβούλιο θα εγκρίνει την Τετάρτη με μεγάλη πλειοψηφία, αποτελούν έκφραση της κοινής πολιτικής βούλησης για την ανάπτυξη και την εφαρμογή –κατά προτίμηση σε παγκόσμια κλίμακα– ενός μοντέλου για έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Προσμένω να λάβω μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση από την Επιτροπή, η οποία θα συμβάλει σε αυτήν την αλληλεγγύη στην Ευρώπη, και περιμένω από την Επιτροπή να υποβάλει την πρόταση αυτή το συντομότερο δυνατόν, καθώς και να δώσει μια απάντηση στα ερωτήματά μας.
Τι αντίκτυπο θα έχει ένας τέτοιος φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών στην πραγματική οικονομία και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομικής και της χρηματοπιστωτικής θέσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Σε ποιες συναλλαγές πρέπει να επιβάλλεται, πόσο υψηλό πρέπει να είναι το ποσοστό, ποιος θα τον επιβάλλει και ποιος θα λαμβάνει τα χρήματα; Θα πρέπει να υπάρχει προσδιορισμός της χρήσης των πόρων; Θα έλεγα ναι, αλλά ποιος θα είναι αυτός; Πρέπει να επιλύσουμε όλα αυτά τα θέματα. Με τη σημερινή συζήτηση και την ψηφοφορία την Τετάρτη, χαράζουμε την πορεία. Παρακαλούμε να μας δώσετε μια απάντηση σύντομα.
Magdalena Alvarez (S&D). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, η κρίση έχει καταδείξει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης και για την παροχή του κατάλληλου πλαισίου για την οικονομική ανάκαμψη.
Είναι συνεπώς αναγκαίο να διατυπωθεί μια κοινή απάντηση. Αυτή πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο τον συντονισμό των στρατηγικών των κρατών μελών, αλλά και τον εφοδιασμό μας, ως Ένωσης, με τα κατάλληλα μέσα, τα οποία εξουσιοδοτούν την Ένωση να αναλάβει σημαντική δράση για την παροχή μιας άμεσης και σφαιρικής απάντησης.
Πρώτος στόχος πρέπει να είναι να αποκτήσει η Ένωση πιο εκτεταμένη και πιο αποτελεσματική οικονομική διακυβέρνηση, η οποία απαιτεί μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική αυτονομία. Στο πλαίσιο αυτό, ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα αποσκοπούσε στην εκπλήρωση ενός τριπλού σκοπού θα μπορούσε να είναι πολύ χρήσιμος. Πρέπει να ενισχυθεί, τελικά, η ικανότητα της Ένωσης να αναπτύξει τις δικές της πολιτικές, πρέπει να βελτιωθεί η οικονομική σταθερότητα με τον περιορισμό των κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων, και πρέπει να παρέχονται οι απαραίτητες πληροφορίες για την παρακολούθηση της κατάστασης και της εξέλιξης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Επιπλέον, κατά τον σχεδιασμό αυτού του φορολογικού μηχανισμού, είναι σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας θα συμβάλει στην αποκατάσταση των ζημιών στην πραγματική οικονομία και στην κάλυψη των δαπανών και του κόστους της σταθεροποίησης του τραπεζικού συστήματος.
Κύριε Επίτροπε, μπορείτε να μας δώσετε ένα χρονοδιάγραμμα γι’ αυτό;
Diogo Feio (PPE). – (PT) Κύριε Πρόεδρε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει δίκιο να υποβάλλει μια σειρά ερωτήσεων για το θέμα αυτό και να μην λαμβάνει μια τελική θέση για τον νέο φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
Υπάρχουν, άλλωστε, αρκετοί λόγοι γι’ αυτό. Αρκεί να ακούσετε τι μας λένε οι αλάθητοι υποστηρικτές αυτού του φόρου. Υποστηρίζουν ότι πρόκειται για πολιτικό πρόβλημα και ότι οι τεχνικές λύσεις έχουν μικρή σημασία.
Πρώτον, είναι λανθασμένη η άποψη πως πρέπει να προχωρήσουμε με τον φόρο, και βλέπουμε κατόπιν πώς πρόκειται να εφαρμοστεί. Δεν είναι δυνατόν να επιλυθεί το πρόβλημα της χρηματοπιστωτικής κρίσης με την ιδεολογία.
Δεύτερον, λένε ότι θα είναι ένας φόρος που θα μπορούσε να βοηθήσει τους πλέον μειονεκτούντες, ένα είδος φόρου Ρομπέν των Δασών, εφόσον οι πιο ευνοημένοι ξεπερνούν την κατάστασή τους με την ανάπτυξη της οικονομίας.
Το θέμα της ευρωπαϊκής ή της παγκόσμιας κλίμακας μικρή σημασία έχει. Ούτε αυτό επιτυγχάνει την επίλυση του ζητήματος. Τι θα συνέβαινε εάν μόνο η Ευρώπη είχε αυτό το είδος του φόρου;
Υπάρχουν αρκετά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Σε περίοδο κρίσης, δεν μπορεί κανείς να επιλύσει κανένα πρόβλημα με τη βοήθεια ενός νέου φόρου. Δεν θα επιλυθεί το πρόβλημα των δημοσίων οικονομικών μέσω ενός νέου φόρου. Όχι μέσω ενός νέου φόρου που λειτουργεί ως ένα είδος πρόσθετου φόρου, ενός «κυρωτικού» φόρου, ενός φόρου που προορίζεται να τιμωρήσει τους υπεύθυνους για την κρίση.
Οι τελικοί καταναλωτές είναι εκείνοι που θα υποφέρουν με τον νέο φόρο. Όσοι έχουν ανάγκη από πιστώσεις είναι εκείνοι που θα υποφέρουν με τον νέο φόρο.
Δεύτερον, υπάρχει μια σειρά από τεχνικά προβλήματα που πρέπει να συζητηθούν. Εκείνα που δεν έχουν σημασία. Υπάρχει ευρωπαϊκό διοικητικό σύστημα που θα μπορούσε να εφαρμόσει έναν φόρο όπως αυτός; Μπορεί κανείς να μας πει το κόστος αυτής της εφαρμογής; Μπορεί κανείς να μας πει ποια θα είναι η επίπτωσή του στη ρευστότητα και στις πιστώσεις; Πώς μπορεί να εφαρμοστεί ένας παγκόσμιος φόρος με τις διαφορές της ώρας και τις συναλλαγές που γίνονται ανά δευτερόλεπτο; Πώς μπορούν όλα αυτά να ελεγχθούν;
Όλες αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν ακόμη απαντηθεί. Άποψή μου είναι ότι πρέπει να διδαχθούμε από την κρίση και να υιοθετήσουμε θέσεις. Αμφιβάλλω αν ο νέος φόρος είναι η σωστή τοποθέτηση.
ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ κ. ΛΑΜΠΡΙΝΙΔΗ Αντιπροέδρου
Άννυ Ποδηματά (S&D). - Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, η συζήτηση για την επιβολή φόρου στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές συναλλαγές μπορεί να μην είναι καινούργια, έχει όμως καταστεί σήμερα ιδιαίτερα επίκαιρη γιατί το βασικό μάθημα από την κρίση της παγκόσμιας οικονομίας, και ιδιαίτερα για την ευρωζώνη, η οποία δέχθηκε το τελευταίο διάστημα συστηματικές επιθέσεις κερδοσκοπικών κεφαλαίων, είναι ότι η μέχρι σήμερα ασυδοσία στις χρηματοπιστωτικές αγορές και η έλλειψη ουσιαστικής χρηματοπιστωτικής ρύθμισης και διακυβέρνησης έχει άμεσες και ορατές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία, στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και στην κοινωνική σταθερότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επιβολή φόρου επί των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί αποτελεί ένα από τα σημεία κλειδιά της πολυαναμενόμενης αναδιάρθρωσης των χρηματοπιστωτικών ελεγκτικών μηχανισμών. Και η λύση, βεβαίως, δεν είναι να θεσπίσουμε έναν ακόμη ευρωπαϊκό φόρο με αμφίβολες για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας συνέπειες αλλά η εκπόνηση μιας φιλόδοξης ευρωπαϊκής πρότασης που θα υποβληθεί στην ομάδα του G20.
Sirpa Pietikäinen (PPE). – Κύριε Πρόεδρε, και οι χρηματοπιστωτικές αγορές και οι χρηματοπιστωτικές εταιρίες έχουν παγκόσμιο χαρακτήρα· ουσιαστικά, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος τομέας αυτήν τη στιγμή. Καθώς και οι ανάγκες μας έχουν παγκόσμιο χαρακτήρα –όπως είναι η αναπτυξιακή ατζέντα, οι αναπτυξιακοί στόχοι της χιλιετίας ή η αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος– για μένα είναι κάτι περισσότερο από φυσικό ότι η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα πρέπει να είναι η πρώτη προσπάθεια για φορολόγηση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η πολιτική δεν έχει παγκόσμιο χαρακτήρα· ούτε, όπως γνωρίζουμε, ασκείται αποκλειστικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κάποιος πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην αντιμετώπιση του προβλήματος, και είναι απολύτως φυσικό το καθήκον της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβει ηγετικό ρόλο. Συνήθως εκείνος που αναλαμβάνει τον ηγετικό ρόλο –την ανάπτυξη των μηχανισμών, των μοντέλων, εκείνος που έχει την πνευματική ιδιοκτησία– έχει και την επιρροή, αλλά και το πλεονέκτημα να είναι ο πρώτος.
Ενώ υπάρχουν μικρά οφέλη όσον αφορά την ελαφρά συγκράτηση των πλέον κερδοσκοπικών συναλλαγών, τα μεγαλύτερα οφέλη, κατά τη γνώμη μου, αφορούν την είσοδο στον νέο τομέα της φορολόγησης, ενός παγκόσμιου μηχανισμού και της συλλογής πόρων – όχι τόσο στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά κυρίως για τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες αναπτυξιακές και περιβαλλοντικές μας ανάγκες.
Πράγματι, για να είναι ενεργός σε αυτό το θέμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να έχει καθαρή σκέψη, πρέπει να έχουμε μια ενιαία θέση, και γι’ αυτό θα ήθελα η Επιτροπή να υποβάλει πολύ σύντομα μια πρόταση για το πώς μπορούμε να εφαρμόσουμε αυτόν τον FTT.
Edward Scicluna (S&D). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, περισσότερο από 40 χρόνια πριν, ως φοιτητές, συζητούσαμε για μια νέα διεθνή οικονομική τάξη, μέρος της οποίας περιλάμβανε μια πρόταση για τη χρήση δανείων ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων (ΕΤΔ) από το ΔΝΤ, και την επιβολή ενός είδους φόρου επί των εθνικών κυβερνήσεων, που θα χρησιμοποιούνταν για την παροχή βοήθειας στις φτωχές χώρες. Αυτό, όπως γνωρίζουμε, δεν υλοποιήθηκε.
Πολλά χρόνια αργότερα, η πραγματικότητα έχει αλλάξει: η παγκοσμιοποίηση, σε συνδυασμό με την πρόοδο της τεχνολογίας και την ισχυρότερη πολιτική βούληση, έχει καταστήσει ορισμένα σχέδια περισσότερο εφικτά. Ο αριθμός των συνολικών στόχων της πολιτικής, ωστόσο, αυξήθηκε. Εκτός από τη φτώχεια, η οποία δυστυχώς συνεχίζει να υφίσταται, μας απασχολούν επίσης τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα όπως η αλλαγή του κλίματος, και τώρα ουσιαστικά συζητάμε για ένα είδος παγκόσμιου ασφάλιστρου για την αποζημίωση των θυμάτων, για τον κοινωνικό και οικονομικό πόνο που προκλήθηκε από τη χρηματοπιστωτική καταστροφή.
Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν αντιμετωπίζουμε πολλαπλούς στόχους. Προτείνω να τηρήσουμε τον σοφό κανόνα, να διασφαλίσουμε ότι για κάθε στόχο, χρειαζόμαστε ένα ξεχωριστό μέσο. Η Επιτροπή μπορεί να είναι τολμηρή, εμείς όμως πρέπει να διασφαλίσουμε ότι ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα είναι πολύ συγκεκριμένος και εφικτός. Ας μην προσπαθήσουμε να τον εφαρμόσουμε στα πάντα και στους πάντες.
Elena Băsescu (PPE). – (RO) Πιστεύω ότι η καθιέρωση ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών δεν θα βοηθήσει καθόλου. Δεν θα βοηθήσει στο να εξέλθουμε από τη χρηματοπιστωτική κρίση, ούτε θα βοηθήσει στην πρόληψη μιας νέας κρίσης, ούτε θα συμβάλει στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Το μέτρο αυτό θα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος του κεφαλαίου και των πιστώσεων και να μπει φρένο στις επενδύσεις.
Πριν από την καθιέρωση ενός νέου φόρου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να εξετάσει πολύ προσεκτικά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που θα επιφέρει ο φόρος αυτός. Εάν ληφθεί η απόφαση για την επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, αυτό μπορεί να επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η διπλή φορολόγηση πρέπει επίσης να αποφευχθεί, όπως και η δημιουργία εμποδίων τα οποία παρακωλύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων.
Τα έξοδα που θα προκύψουν από έναν τέτοιο φόρο δεν πρέπει να αναληφθούν από τους απλούς πολίτες. Θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί το ενδεχόμενο καθιέρωσης αυτού του είδους φόρου σε χώρες όπου υπάρχουν συσσωρεύσεις κερδοσκοπικών κεφαλαίων με αποτέλεσμα τη δημιουργία βραχυπρόθεσμων εξωτερικών χρεών. Το μέτρο αυτό θα μπορούσε να προλαμβάνει τη συσσώρευση των κερδοσκοπικών κεφαλαίων.
Το 2009, η Σουηδία εισήγαγε ένα ετήσιο τέλος σταθερότητας που θα εφαρμοζόταν στις τράπεζες και τα πιστωτικά ιδρύματα και ανερχόταν στο 0,036% του συνόλου ορισμένων υποχρεώσεων. Ωστόσο, η εφαρμογή ενός τέτοιου φόρου δεν δικαιολογείται στη Ρουμανία. Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που διεξήχθησαν μεταξύ της ρουμανικής κυβέρνησης, του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συμφωνήθηκαν νομοθετικές τροποποιήσεις σχετικά με την ειδική διοικητική διαδικασία, ώστε να επιτρέπεται στην Εθνική Τράπεζα της Ρουμανίας να παρεμβαίνει γρήγορα και αποτελεσματικά όταν κάποιο πιστωτικό ίδρυμα αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελα να ρωτήσω την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ποιοι μηχανισμοί ή ποιες φόρμουλες εξετάζονται για την προστασία των χωρών από τη συσσώρευση κερδοσκοπικών κεφαλαίων, και αν εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης και άλλων μέτρων για τη ρύθμιση και την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σας ευχαριστώ.
Seán Kelly (PPE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, δύο λέξεις έρχονται στο νου μου όταν συζητάμε το θέμα αυτό: πρόκειται για τις λατινικές λέξεις festina lente, ή αλλιώς «σπεύδε βραδέως», διότι το ζήτημα αυτό είναι προφανώς πολύ αμφιλεγόμενο, όπως όλοι οι φόροι. Υποθέτω ότι είναι ιδιαίτερα ελκυστικό να συζητάμε για την επιβολή φόρου στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ώστε να ενεργούν με μεγαλύτερη επίγνωση των κινδύνων και ίσως να πληρώσουν και για τις αμαρτίες τους, όμως οι χρηματοπιστωτικές συναλλαγές έχουν παγκόσμια και όχι μόνο ευρωπαϊκή διάσταση και συνεπώς, όπως τόνισε η κ. Swinburne, πρέπει να εξετάσουμε όλες τις επιλογές.
Εξετάστε προς τα πού βαδίζουν το ΔΝΤ και η G20, και στη συνέχεια ίσως να βαδίσουμε και εμείς, αλλά σίγουρα πρέπει να το εξετάσουμε αυτό πολύ προσεκτικά. Γι’ αυτό λέω, festina lente, σπεύδε βραδέως, μετά από βαθιά σκέψη και ευρείες διαβουλεύσεις, και έπειτα μπορεί να χρειαστεί να δράσουμε, με ή χωρίς τη βοήθεια του Ρομπέν των Δασών.
Κρίτων Αρσένης (S&D). - Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, αν και οι αναπτυγμένες χώρες ευθύνονται για το 80% των εκπομπών θερμοκηπίου, οι αναπτυσσόμενες χώρες πληρώνουν σήμερα τις χειρότερες επιπτώσεις. Οι δραματικότερες δε επιπτώσεις εντοπίζονται στις πιο φτωχές χώρες, στις χώρες που δεν έχουν συμβάλει καθόλου στην πρόκληση του φαινομένου.
Είκοσι εκατομμύρια είναι σήμερα οι περιβαλλοντικοί, οι κλιματικοί πρόσφυγες. Και αν δεν κάνουμε κάτι άμεσα, θα είναι πεντακόσια εκατομμύρια μέχρι το 2050. Το κλιματικό μας χρέος λοιπόν προς αυτές τις χώρες είναι μεγάλο και υπολογίζεται στα εκατό δισ. ευρώ ετησίως. Από αυτά, το δίκαιο μερίδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 35 δισ. ευρώ.
Είναι πολύ σημαντικό να προχωρήσουμε άμεσα στη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, προκειμένου να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε το κλιματικό μας χρέος. Την ίδια στιγμή η φορολόγηση αυτή μας δίνει τη δυνατότητα να αποκαταστήσουμε τη διαγενεακή δικαιοσύνη ξεπληρώνοντας το κλιματικό μας χρέος προς τις νεότερες γενεές, βοηθώντας τη χρηματοδότηση της ενεργειακής μας απεξάρτησης από τον άνθρακα.
Enrique Guerrero Salom (S&D). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, μια πρόταση που δεν ευδοκίμησε πριν από δύο δεκαετίες, αποτελεί και πάλι αντικείμενο συζήτησης και διαλόγου, λόγω της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. Η πρόταση δεν υποστηρίζεται πλέον μόνο από πανεπιστημιακούς και ομάδες της μειοψηφίας ή της αντιπολίτευσης. Τώρα, η G20, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ορισμένοι ηγέτες των πλέον αναπτυγμένων χωρών του κόσμου προτείνουν την επιβολή αυτού του φόρου. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε αυτήν την ευκαιρία, επειδή είναι η κατάλληλη στιγμή.
Ως μέλος της Επιτροπής Ανάπτυξης, υποστηρίζω την άποψη ότι, εάν καθιερωθεί ένας τέτοιος φόρος, μέρος των εσόδων θα πρέπει να διατεθεί για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης. Σε περίπτωση που τα έσοδα αυτά χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση της ασφάλισης των τραπεζικών καταθέσεων ή για καθαρά οικονομικούς σκοπούς, ο χρηματοπιστωτικός τομέας δεν θα συνεισέφερε δίκαια στην παγκόσμια δικαιοσύνη. Κατά συνέπεια, ένα μέρος των εσόδων αυτών πρέπει να διατεθεί για την αναπτυξιακή βοήθεια.
Algirdas Šemeta, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, χαίρομαι που αφιερώσατε τον χρόνο σας σε αυτήν τη σημαντική συζήτηση. Η ιδέα ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών έχει ελκύσει σε μεγάλο βαθμό την προσοχή μέχρι τώρα. Όπως εξήγησα, η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος την καινοτόμο χρηματοδότηση σε παγκόσμιο επίπεδο και δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα θέματα.
Πρώτον, στην ανάλυση της διάστασης της ανταγωνιστικότητας. Καθώς οι χρηματοπιστωτικές συναλλαγές είναι τόσο ευμετάβλητες και οι χρηματοπιστωτικές αγορές τόσο ανταγωνιστικές, ο κίνδυνος της ανακατανομής των δραστηριοτήτων σε άλλες αγορές φαίνεται να είναι πολύ υψηλός. Αυτό σημαίνει ότι μια κοινή προσέγγιση και, τουλάχιστον, η καλή συνεργασία, είναι απαραίτητες σε διεθνές επίπεδο.
Ένα δεύτερο θέμα είναι η σωρευτική επίπτωση των διαφόρων πρωτοβουλιών, που δεν πρέπει να υπονομεύει την ικανότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα να υποστηρίξει την οικονομική ανάκαμψη.
Τρίτον, πρέπει να εκπονήσουμε τη σωστή ανάλυση. Η Επιτροπή θα δημοσιεύσει σύντομα την ανάλυσή της για τις διάφορες επιλογές. Πρέπει να πω ότι δεν είναι τόσο απλό. Πραγματοποιούμε ανάλυση και αναλύουμε διάφορα μέσα. Αυτά τα μέσα σχετίζονται όχι μόνο με τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, αλλά και με πιθανές εισφορές επί των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, επί της χρήσης δανειακών κεφαλαίων των τραπεζών και ούτω καθεξής. Πρέπει να κάνουμε αυτήν την ανάλυση πολύ επισταμένα, ώστε να εξαχθούν ορθά συμπεράσματα ως προς το ποιες επιλογές είναι οι καλύτερες.
Η Επιτροπή θα συγκρίνει τα πορίσματά της με τα πορίσματα ενός από τους διεθνείς της εταίρους. Στη βάση αυτή, θα προσδιορισθούν τα πιο πολλά υποσχόμενα μέσα, τα οποία θα αξιολογήσει η Επιτροπή με περισσότερες λεπτομέρειες.
Θα ήθελα επίσης να πω ότι, στη στρατηγική ΕΕ 2020, οι λέξεις «φορολογία» ή «φόροι» αναφέρονται πολλές φορές, γεγονός το οποίο βρίσκεται σε έντονη αντίθεση με προηγούμενα έγγραφα στρατηγικής. Νομίζω ότι η Επιτροπή αποδίδει μεγάλη προσοχή στα θέματα που σχετίζονται με τις εξελίξεις στον τομέα της φορολογίας.
Για να ολοκληρώσω, θα ήθελα να τονίσω ότι η Επιτροπή προωθεί και υποστηρίζει μια σοβαρή παγκόσμια ανάλυση σχετικά με τα δυνητικά οφέλη και τα μειονεκτήματα διαφόρων καινοτόμων μέσων χρηματοδότησης, περιλαμβανομένου ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Κοινοβούλιο για το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή του σε αυτό το θέμα.
Πρόεδρος. - Έλαβα μία πρόταση ψηφίσματος(1) για την περάτωση της συζήτησης, που έχει κατατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 115, παράγραφος 5, του Κανονισμού, εξ ονόματος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής.
Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί την Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010, στις 12 το μεσημέρι.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 149 του Κανονισμού)
Proinsias De Rossa (S&D), γραπτώς. – Είμαι εδώ και καιρό υποστηρικτής ενός φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (FTT) ή, όπως τον αποκαλούν οι υποστηρικτές του στις ΗΠΑ – ενός φόρου επί της χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας (FST). Ο James Tobin ήταν ένας από τους πρώτους που προώθησαν την ιδέα αυτή ως μέσο για τη σταθεροποίηση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών και, στην πορεία, για την είσπραξη σημαντικών χρηματικών ποσών για την αναπτυξιακή βοήθεια. Οι ισχυροί χρηματοπιστωτικοί κερδοσκόποι την απέρριψαν, όπως και οι ισχυρές κυβερνήσεις, ως ανέφικτη. Τώρα το ΔΝΤ, συνεπεία της κρίσης, μελετά κατά πόσο είναι εφικτή, πρέπει δε να επισημάνουμε ότι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης δεν είναι βιώσιμη και έχει καταστεί άχρηστη από τις παρασκηνιακές δραστηριότητες των ομάδων συμφερόντων. Έχουμε τώρα τα εργαλεία, όπως για παράδειγμα το σύστημα αμοιβαίων διακανονισμών SWIFT στην Ευρώπη, τα οποία θα μας επέτρεπαν να επιβάλουμε έναν φόρο. Αλλά και πάλι, σε αντίθεση με τα πορίσματα της έρευνας, εμφανίζονται ξανά τα παλιά ψευδή επιχειρήματα: «θα μπορούσε να παρακαμφθεί, θα ήταν βάρος για τους καταναλωτές». Η χρηματοπιστωτική κρίση, την οποία προκαλούν ασυνείδητοι κερδοσκόποι που συνεχίζουν να συγκεντρώνουν τεράστιες περιουσίες, και των οποίων οι δραστηριότητες έχουν γονατίσει την παγκόσμια οικονομία, πρέπει να περιοριστεί. Η αυξανόμενη υποστήριξη για έναν FTT πρέπει να προωθηθεί ενεργά από την κοινή γνώμη ώστε να δράσουν οι κυβερνήσεις, και να μην υποκύψει μπροστά στους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι δεν αρκούνται στην απληστία.