Πρόεδρος. – Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τη διεθνή πολιτική για το κλίμα μετά την Κοπεγχάγη: νέα ώθηση στις διεθνείς διαπραγματεύσεις μέσω άμεσης δράσης.
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, είναι η πρώτη φορά που λαμβάνω τον λόγο ενώπιον του παρόντος Σώματος. Εϊμαι ευτυχής, διότι σε λιγότερες από τέσσερις εβδομάδες αφότου ανέλαβα καθήκοντα, μπορώ να σας παρουσιάσω σήμερα μία ανακοίνωση σχετικά με τη διεθνή πολιτική για το κλίμα μετά την Κοπεγχάγη – ανακοίνωση που η Επιτροπή ενέκρινε στη σημερινή συνεδρίασή της.
Η ανακοίνωση έχει τίτλο «Άμεσα μέτρα για τη αναζωογόνηση της παγκόσμιας δράσης για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος», και αυτό ακριβώς σκοπεύουμε να πράξουμε. Φυσικά, κατά τη σύνταξη της ανακοίνωσης, λάβαμε πλήρως υπόψη το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 10ης Φεβρουαρίου σχετικά με την έκβαση της διάσκεψης της Κοπεγχάγης για την αλλαγή του κλίματος (COP 15).
Η Κοπεγχάγη αποτέλεσε πολύ μικρότερο βήμα προόδου από αυτό που επιθυμούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά, παρ’ όλα αυτά, ήταν ένα βήμα προόδου. Εκατόν εννέα χώρες –βιομηχανικά και αναπτυσσόμενα κράτη μαζί, που είναι συλλογικά υπεύθυνα για πάνω από το 80% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου– συμπεριέλαβαν πλέον επισήμως τους στόχους και τις δράσεις τους για μείωση των εκπομπών στη συμφωνία της Κοπεγχάγης. Με άλλα λόγια, μας δίνεται η ευκαιρία να αξιοποιήσουμε αυτήν την αποφασιστικότητα και να ευνοήσουμε τη διοχέτευσή της σε διεθνή μέτρα. Πρέπει να αδράξουμε αυτήν την ευκαιρία ώστε να βοηθήσουμε να διατηρηθεί η δυναμική για τη σύναψη της ισχυρής και νομικά δεσμευτικής παγκόσμιας συμφωνίας για το κλίμα για την περίοδο μετά το 2012, η οποία, φυσικά, εξακολουθεί να αποτελεί στόχο μας.
Το σημείο εκκίνησης της Επιτροπής είναι ότι η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να επιδεικνύει ηγετική στάση. Πιστεύουμε ότι ο πειστικότερος τρόπος με τον οποίο μπορεί η Ευρώπη να το πράξει είναι αναλαμβάνοντας απτή και αποφασιστική δράση στο εσωτερικό της, προκειμένου να καταστεί η φιλικότερη προς το κλίμα περιφέρεια του κόσμου. Πρέπει να το πράξουμε αυτό στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για το 2020, η οποία υποβλήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Και επιτρέψτε μου να δηλώσω ξεκάθαρα το εξής: εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ίδιας της Ευρώπης. Γιατί; Διότι, –εάν δράσουμε έξυπνα, θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητά μας, θα ενισχύσει την ενεργειακή μας ασφάλειά και θα ενθαρρύνει μια πιο πράσινη οικονομική ανάπτυξη και καινοτομία, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο νέες θέσεις απασχόλησης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα αναλάβει πλέον να χαράξει μία πορεία για τη μετάβαση της ΕΕ σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών μέχρι το 2050.
Η πορεία αυτή θα περιλαμβάνει μείωση των εκπομπών μας από 80% έως 95% το 2050, όπως έχει ήδη συμφωνηθεί, και –όπως γνωρίζει καλά το Κοινοβούλιο– η ΕΕ έχει δεσμευτεί να μειώσει τις εκπομπές της τουλάχιστον κατά 20% κάτω από τα επίπεδα του 1990 έως το 2020 και να κλιμακώσει τη μείωση αυτή έως και το 30% εάν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. Συμμερίζομαι πλήρως την επιθυμία που εξέφρασε το Κοινοβούλιο ότι η ΕΕ πρέπει να υπερβεί τον στόχο του 20%. Πρέπει να ευθυγραμμίσουμε περισσότερο το ποσοστό μείωσής μας με το απαραίτητο ποσοστό που υπαγορεύει η επιστήμη, προκειμένου να επιτύχουμε τον στόχο της συμφωνίας της Κοπεγχάγης για διατήρηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από δύο βαθμούς Κελσίου. Όπως αναφέρατε στο ψήφισμά σας, η κρίση κατέστησε ευκολότερη την επίτευξη των στόχων. Εάν σήμερα επιθυμούμε να είμαστε το ίδιο φιλόδοξοι όσο είχαμε προετοιμαστεί να είμαστε όταν εγκρίναμε τη δέσμη μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια το 2007 και το 2008, τότε πρέπει να υπερβούμε το 20%. Κατά συνέπεια, είμαι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω ότι η Επιτροπή θα εκπονήσει, πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, ανάλυση των πρακτικών πολιτικών που θα απαιτηθούν για την υλοποίηση της μείωσης των εκπομπών κατά 30% έως το 2020. Η Επιτροπή θα ασχοληθεί επίσης με την εκπόνηση ανάλυσης των σταθμών στην πορεία μας προς το 2050, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαίων σεναρίων των επιπέδων των φιλοδοξιών για το 2030. Τούτο θα απαιτήσει τον καθορισμό κατάλληλων στρατηγικών για βασικούς τομείς εκπομπής ρύπων, που θα είναι σύμφωνες με τη στρατηγική της ΕΕ για το 2020. Βάσει της καθοριζόμενης στην οδηγία προθεσμίας για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών (ETS), η Επιτροπή θα προβεί σε ανάλυση της κατάστασης των ενεργειοβόρων βιομηχανιών σε περίπτωση διαφυγής διοξειδίου του άνθρακα.
Παράλληλα με αυτό το έργο, η ΕΕ πρέπει να ξεκινήσει την εφαρμογή της συμφωνίας της Κοπεγχάγης. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία ενός στιβαρού και διαφανούς διεθνούς πλαισίου υπολογισμού για τις εκπομπές και την αξιολόγηση των επιδόσεων των χωρών. Σημαίνει επίσης την ταχεία κινητοποίηση 7,2 δισεκατομμυρίων ευρώ στο πλαίσιο χρηματοδότησης ταχείας εκκίνησης για αναπτυσσόμενες χώρες, τα οποία έχει δεσμεύσει η Ευρώπη για το διάστημα 2010 έως 2012. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την αξιοπιστία μας· το ίδιο και η συμβολή μας στη μακροπρόθεσμη εξασφάλιση της χρηματοδότησης. Η Επιτροπή είναι πρόθυμη να συνδράμει στη διασφάλιση ικανοποιητικού συντονισμού για τη βοήθεια εκ μέρους της ΕΕ.
Τέλος, η ίδια ανακοίνωση προτείνει να συμφωνηθεί ένας οδικός χάρτης σχετικά με τα επόμενα βήματα στη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που θα ξεκινήσουν εκ νέου στη Βόννη φέτος την άνοιξη. Οι τεχνικές συνεδριάσεις στη Βόννη πρέπει θέσουν σε κίνηση τη διαδικασία ενσωμάτωσης των πολιτικών κατευθύνσεων της συμφωνίας της Κοπεγχάγης στα διαπραγματευτικά κείμενα των Ηνωμένων Εθνών και να καλύψουν τα σημαντικά κενά που υφίστανται. Το πιο σημαντικό, όμως, θεωρώ ότι είναι να προσδιορίσουμε ποια μπορούν να είναι τα συγκεκριμένα αποτελέσματα για το Κανκούν. Η υπαγωγή των στόχων των ανεπτυγμένων χωρών και της δράσης των αναπτυσσόμενων που έχουν υποβληθεί βάσει της συμφωνίας, καθώς και των πολιτικών κατευθύνσεων σχετικά με την παρακολούθηση, την υποβολή αναφορών και τους ελέγχους (MRV) στην επίσημη διαπραγματευτική διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών θα είναι επίσης ζωτικής σημασίας· εξίσου σημαντική θα είναι η λήψη αποφάσεων σχετικά με ζητήματα που υποτιμήθηκαν στη συμφωνία, όπως η εξέλιξη της διεθνούς αγοράς ανθρακούχων εκπομπών, ο περιορισμός των εκπομπών από τη διεθνή αεροπορία και τη ναυτιλία μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ-ICAO) και του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΤ-IMO), η γεωργία, κ.ά. Στο πλαίσιο των επίσημων διαπραγματεύσεων, σημειώθηκε πράγματι σημαντική πρόοδος στην Κοπεγχάγη όσον αφορά το πλαίσιο προσαρμογής, το τεχνολογικό πλαίσιο και τη δασοκομία, που θα μπορούσαν επίσης να συγκαταλέγονται στα συγκεκριμένα αποτελέσματα για το Μεξικό.
Θα ήμουν απολύτως ευτυχής εάν το Κανκούν κατέληγε σε μία νομικά δεσμευτική παγκόσμια συμφωνία και εάν επιλυόταν εκεί το νομικό ζήτημα – και μην απατάσθε, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη. Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι υφιστάμενες αποκλίσεις μεταξύ των μερών ενδέχεται να καθυστερήσουν τη σύναψη σχετικής συμφωνίας έως το επόμενο έτος. Συνεπώς, πρέπει να διαχειριστούμε προσεκτικά τις προσδοκίες. Πιστεύω πως όλοι γνωρίζετε ότι οι υψηλές προσδοκίες για το Μεξικό χωρίς συγκεκριμένα αποτελέσματα συνεπάγονται πολύ υψηλό κίνδυνο να καταδικάσουμε τελικά αυτήν τη διαδικασία σε αποτυχία. Επομένως, πιστεύω ότι, για όλους εμάς που θεωρούμε σημαντική την επίτευξη διεθνούς συμφωνίας, είναι επίσης ουσιώδες να ακολουθήσουμε αυτήν τη σταδιακή προσέγγιση και να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι ο πλανήτης θα διαθέτει νομικά δεσμευτική συμφωνία έως το 2012.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ εν συντομία στην περιβαλλοντική ακεραιότητα. Η «περιβαλλοντική ακεραιότητα» πρέπει να αποτελέσει τη φράση-κλειδί στις διαπραγματεύσεις, και γνωρίζω ότι πρόκειται για κοινή ανησυχία μας με το Κοινοβούλιο. Συνεπώς, πρέπει να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις του πρωτοκόλλου του Κιότο. Αναφέρομαι στο περιορισμένο αριθμό των χωρών που καλύπτει –που αντιστοιχούν μόλις στο 30% των σημερινών εκπομπών– και τις σοβαρές αδυναμίες που περιέχει, όπως οι κανόνες για τον υπολογισμό των δασοκομικών εκπομπών και για τον χειρισμό των πλεονασμάτων των εθνικών δικαιωμάτων εκπομπών την περίοδο από το 2008 έως το 2012, αδυναμίες που επίσης επισημάνθηκαν στο ψήφισμά σας τον Φεβρουάριο.
Τέλος, η Ευρώπη πρέπει να επιδείξει εξωστρέφεια προκειμένου να προωθήσει τη στήριξη προς τη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών και να οικοδομήσει εκ νέου την πίστη ότι είναι δυνατή η σύναψη διεθνούς συμφωνίας. Πρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα τη θέση των εταίρων μας επί βασικών ζητημάτων αφενός και να διευκρινίσουμε τις απαιτήσεις της ΕΕ από μία παγκόσμια συμφωνία αφετέρου. Η Επιτροπή θα αναλάβει τα διαβήματα αυτά σε στενή επαφή με το Συμβούλιο και την Προεδρία του Συμβουλίου. Θα πραγματοποιήσω συνομιλίες στην Ουάσιγκτον και το Μεξικό αυτόν τον μήνα, και σχεδιάζω να επισκεφθώ, μεταξύ άλλων, την Ινδία, τις Μαλδίβες, την Κίνα και την Ιαπωνία τον επόμενο μήνα.
Θα θέλαμε επίσης να ενθαρρύνουμε εσάς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να συμβάλετε στην προσπάθεια, παρακινώντας τους συναδέλφους σας βουλευτές των κοινοβουλίων ανά την υφήλιο να συμμετάσχουν. Έχω ήδη συναντηθεί με ορισμένους εκπροσώπους των κοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών σας σε μείζονες τρίτες χώρες, και πρόκειται να συναντήσω και άλλους σύντομα, προκειμένου να συζητήσουμε το ζήτημα του συντονισμού των προσπαθειών μας και της από κοινού επίτευξης των στόχων μας, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί η Επιτροπή να σας συνδράμει σε αυτό το σημαντικό έργο σας.
Η ανακοίνωση της Επιτροπής χαράσσει μία στρατηγική διατήρησης της δυναμικής των παγκόσμιων προσπαθειών για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, που εκφράστηκε από την αυξανόμενη στήριξη προς τη συμφωνία της Κοπεγχάγης. Ο ηγετικός ρόλος της ΕΕ στη διαδικασία αυτή θα είναι απολύτως σημαντικός για την επιτυχή έκβασή της. Ελπίζω ότι μπορούμε να βασιζόμαστε στη στήριξη του Κοινοβουλίου.
Richard Seeber (PPE). – (DE) Θα ήθελα να συγχαρώ τη νέα Επίτροπο για την πρώτη ομιλία της. Η ανακοίνωση που μας παρουσιάσατε είναι επίσης πολύ ενδιαφέρουσα. Ωστόσο, θα ήθελα να επισημάνω ορισμένες ελλείψεις.
Θα ήταν χρήσιμο να αναλύσετε η ίδια λίγο περισσότερο τη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών σε αυτήν την αρχική ανακοίνωση και να ασκήσετε επίσης κριτική να ασκήσετε κριτική στους τομείς όπου παρουσιάζει πραγματικές αδυναμίες. Όπως γνωρίζουμε, το δεύτερο πάνελ, συγκεκριμένα, δεν επέδειξε ακριβώς επιστημονική σχολαστικότητα.
Δεύτερον, ο στόχος των δύο βαθμών Κελσίου που έχουμε θέσει πρέπει να στηριχθεί σε περισσότερα επιστημονικά στοιχεία και πρέπει πλέον να εντείνετε τις προσπάθειές σας ώστε να μπορέσουμε να εντατικοποιήσουμε τις έρευνές μας σχετικά με το εάν αυτός ο στόχος εξακολουθεί να είναι εφικτός ή εάν –όπως ήδη υποστηρίζουν διάφοροι– πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από αυτόν.
Τρίτον –και ενδεχομένως σημαντικότερο–, χρειάζεται πλέον να αντιμετωπίσουμε ιδιαίτερα την κρίση εμπιστοσύνης που διαπιστώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο, και, ιδίως, εδώ στην Ευρώπη. Όπως γνωρίζετε, σύμφωνα με έρευνες, μόνο το 30% των ευρωπαίων πολιτών θεωρούν ότι το CO2 επηρεάζει το κλίμα. Οιοδήποτε εγχείρημα δεν λαμβάνει το στοιχείο αυτό υπόψη είναι καταδικασμένο να αποτύχει.
Marita Ulvskog (S&D). – (SV) Κυρία Πρόεδρε, η Επίτροπος Hedegaard προέβη σε διάφορες θετικές δηλώσεις, αλλά ανέφερε επίσης δύο πολύ ανησυχητικά σημεία: προτιμά να αναφέρεται στο 2050 και όχι στο 2010, κάτι που θεωρώ ανησυχητικό, και αναφέρεται περισσότερο στην ανάγκη να μετριάσουμε τις προσδοκίες μας και όχι στο καθήκον μας να συνεχίσουμε να προωθούμε τις εξελίξεις ώστε το επίπεδο των στόχων και των προσδοκιών μας να είναι όσο το δυνατόν υψηλότερο κατά τις ήδη προγραμματισμένες συνεδριάσεις.
Θα ήθελα να ρωτήσω εάν η Επιτροπή θα εργαστεί για την υπογραφή μίας φιλόδοξης και νομικά δεσμευτικής συμφωνίας σχετικά με την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν τον Δεκέμβριο, ή εάν θα συνεχίσει να στηρίζει μία διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας το Κανκούν εκλαμβάνεται απλώς ως ένα βήμα στη μακρά πορεία προς την υπογραφή συμφωνίας στη Νότια Αφρική ή ίσως σε κάποια άλλη χώρα στο πολύ απώτερο μέλλον: το 2011, το 2012, το 2020 ή, στη χειρότερη περίπτωση, ακόμα πιο αργά;
Chris Davies (ALDE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, δεδομένου ότι, μετά την Κοπεγχάγη, ορισμένοι από εμάς αισθανόμαστε σαν στρατιώτες ενός κατατροπωμένου στρατού, διασκορπισμένοι και απογοητευμένοι, χαίρομαι που θέσατε υψηλά πρότυπα και ξεκινήσατε την αντεπίθεση.
Ωστόσο, παρότι ακούγεστε αισιόδοξη και θετική, στην πράξη, η διάθεση αυτή απορρέει εν πολλοίς από ευχές και προσευχές. Εξαρτόμαστε σε μεγάλο βαθμό από τους άλλους για να μπορέσουμε να καταγράψουμε πρόοδο.
Παρατηρώ ότι ομιλείτε για επανεξέταση της ιδέας να αυξήσουμε τον στόχο μας για τη μείωση των εκπομπών στο 30%. Έχω δίκιο να υποστηρίζω ότι προτείνατε νέα και πιο υποκειμενική μέθοδο για να υλοποιηθεί αυτό; Το έγγραφο αναφέρει ««εάν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις». Πρόκειται για κάτι νέο, πιστεύω.
Γιατί πουθενά στο έγγραφο δεν αναλύονται οι αιτίες της αποτυχίας στην Κοπεγχάγη και δεν προτείνεται η άντληση διδαγμάτων; Γιατί δεν επισημαίνεται πουθενά το πρόβλημα της άρνησης της ύπαρξης του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, το οποίο υπονομεύει την πολιτική βούληση; Και, τέλος, γιατί δεν γίνεται πουθενά λόγος για την ανάγκη συμμετοχής μεγαλύτερου αριθμού επιχειρήσεων;
Πολλές επιχειρήσεις στην Ευρώπη επιθυμούν να συνεργαστούν μαζί μας επ’ αυτού και, ειλικρινά, σας εύχομαι καλή τύχη· μαζί δε με τις ευχές για καλή τύχη, θα χρειαστείτε οπωσδήποτε και πολλούς φίλους.
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, καταρχάς θα ήθελα να απευθυνθώ στον κ. Seeber, σχετικά με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) και γιατί δεν ασκήσαμε κριτική επ’ αυτού ή επί οιουδήποτε άλλου θέματος που θα έπρεπε ενδεχομένως να επικρίνουμε στο εν λόγω έγγραφο: οφείλω να ομολογήσω ότι, παρόλο που θεωρώ ότι είναι σημαντικό η IPCC να λάβει σοβαρά υπόψη τις επικρίσεις και να προσπαθήσει να διορθώσει τα σημεία που χρήζουν διόρθωσης, δεν έχει υποπέσει μέχρι στιγμής στην αντίληψή μου κάτι που να αλλάζει τη βαθιά γνώση και πεποίθησή μου ότι, ναι, πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αλλαγή του κλίματος. Υπάρχουν στοιχεία, λεπτομέρειες, διαρροές ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και όλα τα συναφή. Δεν έχω διαπιστώσει κάτι σημαντικότερο που θα μπορούσε να αλλάξει τη σθεναρή στάση μου, και πιστεύω ότι αυτό ισχύει για πάρα πολλούς, επομένως πρόκειται για μία άκρως συνειδητή επιλογή. Φρονώ ότι η ίδια η IPCC πρέπει να προσπαθήσει να είναι εφεξής προσεκτική, προκειμένου να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη σε οιοδήποτε αποτέλεσμά της.
Συμφωνώ ιδιαιτέρως με το σημείο το οποίο σχεδόν δεν είχατε τον χρόνο να θίξετε –το ζήτημα της εμπιστοσύνης–, και αυτός είναι επίσης ο λόγος που επιδεικνύουμε σημαντική εξωστρέφεια, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κυρία Ulvskog, αναφέρατε ότι μίλησα περισσότερο για το 2050 παρά για το 2010. Πρόκειται για μία στρατηγική προς 2012. Έχουμε ήδη χαράξει την πολιτική μας για το παρόν, το 2010, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επομένως μιλούμε για μία στρατηγική που προσανατολίζεται στο μέλλον. Ένα από τα νέα σημεία που πιστεύω ότι χρήζει της προσοχής μας είναι ότι πρέπει να αρχίσουμε να μιλούμε για το καθήκον μας να καθορίσουμε την πορεία μεταξύ του 2020 και του 2050, και για τον λόγο αυτόν, θα προβώ σε δηλώσεις σχετικά με τους στόχους που πρέπει να επιτύχουμε έως το 2030.
Από το 2020 μας χωρίζει μόλις μία δεκαετία. Κατά την εντολή της παρούσας Επιτροπής, πρέπει επίσης να χαράξουμε πορεία για το σημείο στο οποίο θα βρισκόμαστε το 2030, επομένως αυτή η επιλογή ήταν πολύ συνειδητή και πρόκειται για ένα καινούριο στοιχείο του εγγράφου.
Σίγουρα δεν επιθυμώ να μετριάσω τις προσδοκίες, αλλά θα είμαι ιδιαίτερα επιφυλακτική ώστε να μην θέσουμε υπερβολικά υψηλές προσδοκίες· διότι όσοι αντιτίθενται στην επιτυχή έκβαση των διεθνών διαπραγματεύσεων, θα κατορθώσουν να καταβαραθρώσουν τη διαδικασία μετά το Μεξικό, εάν δεν αποφέρουμε επιθυμητά αποτελέσματα. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να είμαστε πρακτικοί. Εξακολουθώ να υπερασπίζομαι σθεναρά την άποψη ότι, μέχρι και τη διάσκεψη της Κοπεγχάγης, ήταν ορθή η επιλογή να θέσουμε υψηλές προσδοκίες, προκειμένου να διατηρηθεί η άσκηση πιέσεων για την ιεράρχηση αυτού του στόχου μεταξύ των προτεραιοτήτων των προγραμμάτων δράσης των αρχηγών κρατών. Αυτή η στάση τούς κατέστησε υπεύθυνους· αυτή η στάση υποχρέωσε τις αναδυόμενες οικονομίες και τις Ηνωμένες Πολιτείες να θέσουν εγχώριους στόχους· ήταν, επομένως, ουσιώδης. Αλλά μόνο μία φορά μπορούμε να θέσουμε τέτοιους στόχους και να μην τους υλοποιήσουμε πλήρως. Φοβούμαι ότι δεν μπορούμε να το επαναλάβουμε.
Γιατί, λοιπόν, να μην καταρτίσουμε συγκεκριμένο οδικό χάρτη στη Βόννη, διασφαλίζοντας ότι θα διατηρηθεί η δυναμική μας εν προκειμένω; Αυτό είναι το σκεπτικό.
Τέλος, προς τον Chris Davies, ναι, έχετε δίκιο. Εξαρτόμαστε από τους άλλους για να μπορέσουμε να καταγράψουμε πρόοδο, και αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο πρέπει να ενεργούμε με βάση τον μέσο όρο και να αναλύουμε τις πληροφορίες που λαμβάνουμε. Τι συμβαίνει στο Πεκίνο; Τι συμβαίνει στο Δελχί; Τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον; Τι συμβαίνει στο αμερικανικό Κογκρέσο; Και να προσπαθούμε, κατόπιν, να διαπιστώσουμε εάν, λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, μπορούμε, ταυτόχρονα, να διασφαλίσουμε ότι έχουμε εκπληρώσει τον στόχο μας, δηλαδή μία νομικά δεσμευτική, πραγματικά διεθνή συμφωνία.
Αναφερθήκατε στον στόχο του 30%, εάν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις – ναι, έχετε δίκιο, πρόκειται για έναν νέο τρόπο που θέτουμε το ζήτημα. Στη στρατηγική για το 2020, υπάρχουν επίσης ανάλογες υποσημειώσεις σχετικά με τις έως σήμερα πολιτικές, την προϋπόθεση ότι άλλα κράτη …, κ.ο.κ., αλλά θεωρώ ότι, εάν όντως συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, και εάν ενεργήσουμε ενδεχομένως έξυπνα, είναι πιθανόν να επωφεληθεί και η Ευρώπη. Πρέπει να συμπεριλάβουμε το στοιχείο αυτό και στις διάφορες στρατηγικές και τα διάφορα έγγραφά μας.
Γνωρίζω ότι πρόκειται για έναν τομέα όπου δεν υπάρχει συναίνεση στην Ευρώπη στο παρόν στάδιο. Φρονώ ότι είναι σημαντικό να το εξετάσουμε αυτό. Εάν, για παράδειγμα, η Κίνα δεν αποδεχτεί μία διεθνή συμφωνία, θα μείνουμε εσαεί στάσιμοι στον στόχο του 20%; Πώς θα ωφεληθεί τότε η οικονομία, η καινοτομία ή η ανάπτυξή μας; Δεν κινδυνεύουν οι αγορές μας να ηττηθούν από την Κίνα και άλλες περιφέρειες που προωθούν επίσης αυτό το πρόγραμμα δράσης, ανεξαρτήτως εάν και πότε θα συνάψουμε διεθνή συμφωνία;
Το εν λόγω ζήτημα αποτελεί απλώς έναυσμα για τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων, διότι έχουμε μεν τα διαπραγματευτικά «ατού» στο πλαίσιο των διεθνών διαπραγματεύσεων, αλλά δεν πρέπει να λησμονήσουμε ότι υπάρχει και η εγχώρια πτυχή του θέματος. Από πού θα προέρχεται η ανάπτυξή μας στο μέλλον; Εν προκειμένω, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί ως προς τις υπέρμετρες φιλοδοξίες μας.
Satu Hassi (Verts/ALE). – (FI) Κυρίες και κύριοι, κυρία Επίτροπε, είναι εξαιρετικά ευχάριστο το γεγονός ότι έχετε διαβάσει το ψήφισμα του Κοινοβουλίου και παραπέμπετε σε αυτό. Τούτο αποτελεί θετική ένδειξη κατά την ανάληψη των νέων καθηκόντων σας.
Προκειμένου η ΕΕ να διατηρήσει πραγματικά τον ηγετικό της ρόλο στον τομέα της προστασίας του κλίματος, πρέπει να αυξήσουμε τον στόχο μας όσον αφορά τις μειώσεις τουλάχιστον στο 30%, στοιχείο το οποίο έχετε ήδη αναφέρει Θα ήθελα να προσθέσω ότι, λόγω των αλλαγών που έχει επιφέρει πραγματικά η οικονομική ύφεση στην εν λόγω κατάσταση, ο στόχος του -20% δεν απέχει ουσιαστικά πολύ από το σενάριο της διατήρησης της υφιστάμενης κατάστασης. Εάν θέλουμε να είμαστε φιλόδοξοι, πρέπει να καταστήσουμε τους στόχους μας πιο αυστηρούς και να τους αυξήσουμε τουλάχιστον στο -30%, κατά προτίμηση δε στο -40%.
Δεύτερον, λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την τελευταία του συζήτηση, το Κοινοβούλιο ομόφωνα …
(Ο Πρόεδρος διακόπτει την ομιλήτρια)
Martin Callanan (ECR). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Επίτροπο για τη δήλωσή της και να την καλωσορίσω στο Κοινοβούλιο.
Η Επίτροπος ανέφερε στη δήλωσή της την αύξηση του στόχου μας σε -30%, εάν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις.
Ποιες ενδείξεις έχει ότι αυτό θα συνδράμει ώστε να πειστούν η Αμερική, η Ινδία, η Κίνα ή άλλες χώρες να υπογράψουν μία παγκοσμίως δεσμευτική συμφωνία;
Ελλείψει παγκοσμίως δεσμευτικής συμφωνίας, δεν συμμερίζεται η Επίτροπος την άποψη ότι κινδυνεύουμε σε μεγάλο βαθμό να καταστήσουμε τη βιομηχανία μας ακόμα λιγότερο ανταγωνιστική, και να επιβαρύνουμε τους καταναλωτές μας με ακόμα ακριβότερους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς κανένα απολύτως καθαρό όφελος για το περιβάλλον, εφόσον αυτές οι μειώσεις εκπομπών ακυρώνονται, φυσικά, από αντίστοιχες αυξήσεις στην Ινδία, την Κίνα, τις ΗΠΑ, κ.λπ.;
Bairbre de Brún (GUE/NGL). – (GA) Κυρία Πρόεδρε, σύμφωνα με τις τελευταίες επιστημονικές πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας, η ΕΕ πρέπει να αναλάβει τη δέσμευση να μειώσει τις εκπομπές της κατά 40% έως το 2020. Δεν είναι δυνατόν να προβούμε σε μία τέτοια δέσμευση εφόσον εξαρτόμαστε από τη δράση των άλλων.
Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει η Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσει ότι η δέσμευση για μείωση των εκπομπών της ΕΕ θα αυξηθεί σε ποσοστό 40%; Όσον αφορά την απαραίτητη χρηματοδότηση που θα διατεθεί προς τις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να μπορέσουν να καταπολεμήσουν την αλλαγή του κλίματος και τις συνέπειές της, ποιος ακριβώς θα παράσχει αυτήν τη χρηματοδότηση στις αναπτυσσόμενες χώρες; Τι ποσά θα διαθέσει έκαστη ανεπτυγμένη χώρα; Πώς και πότε θα διατεθούν;
Η Επίτροπος μίλησε επίσης για μία φιλόδοξη, νομικά δεσμευτική συμφωνία. Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει η Επιτροπή, προκειμένου να επιτευχθεί μία συμφωνία η οποία θα αναγνωρίζει τις κοινές, αλλά διαφορετικές ευθύνες που επωμίζονται οι βιομηχανικές και οι αναπτυσσόμενες χώρες, βάσει του ιστορικού τους στον τομέα εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, και βάσει των διαθέσιμων πόρων για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που συνεπάγεται η μείωση των εκπομπών και των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής;
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, εάν κατάλαβα σωστά, το τελευταίο σημείο αφορά τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να επιβάλουμε ό,τι συμφωνούμε. Πρόκειται, φυσικά, για καίριο ζήτημα.
Το άλλο ζήτημα αφορά, εξ όσων αντιλαμβάνομαι, το ύψος των πόρων που πρέπει να χορηγηθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Δεν έχουν καθοριστεί ακόμα τα κριτήρια, αλλά πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να μην θέσουμε πολλούς όρους εν προκειμένω. Αυτή η υπόσχεση δόθηκε στην Κοπεγχάγη: ότι θα δοθεί χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης, άμεση χρηματοδότηση στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στις πλέον ευπρόσβλητες, με στόχο τόσο την προσαρμογή όσο και μέρει τον περιορισμό των επιπτώσεων.
Θεωρώ επίσης ότι είναι απόλυτα λογικό να ταχθούμε σθεναρά υπέρ της υλοποίησης του στόχου αυτού μέσω των υφιστάμενων διαύλων. Δεν έχουμε τα χρονικά περιθώρια να εφεύρουμε νέα συστήματα διακυβέρνησης, διαύλους ή οιαδήποτε άλλα μέσα για τη διάθεση των εν λόγω πόρων, διότι αυτοί πρέπει να διοχετευθούν το συντομότερο δυνατόν στις ενδιαφερόμενες χώρες ώστε να αξιοποιηθούν αναλόγως.
Θα έλεγα ότι η ΕΕ είναι ήδη έτοιμη να παράσχει στη Βόννη τη χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης και ότι, το αργότερα στο Μεξικό, ο πλανήτης θα πρέπει να είναι έτοιμος να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του σχετικά με τη χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης από την Κοπεγχάγη και να καθορίσει τα διάφορα κριτήρια και τον ακριβή τρόπο δράσης μας.
Η παρέμβαση της κ. Hassi αφορούσε την ανάγκη να εμμείνουμε στον στόχο του -30% και τούτο σχετίζεται, εν πολλοίς, και με τα λεγόμενα του κ. Callanan.
Δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο να αποφασίσουμε πότε ακριβώς θα πρέπει να προχωρήσουμε στο 30% και τι ακριβώς απαιτείται για να περάσουμε στο 30%. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναφέρουμε στην ανακοίνωσή μας ότι, έως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, θα έχουμε προβεί σε ανάλυση σχετικά με το πώς ακριβώς θα μπορούσαμε μεταβούμε έξυπνα στον στόχο του 30%. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις;
Ασφαλώς, κανείς δεν πρέπει να είναι αφελής. Αφαλώς, πρέπει να μεριμνήσουμε για τη βιομηχανία μας· αυτό είναι προφανές. Πρέπει να έχουμε επίγνωση των πράξεών μας, και δεν πρέπει να είμαστε αφελείς. Αυτό που θέλω να πω απλώς είναι ότι πιστεύω πως, εάν ενεργήσουμε με έξυπνο και συνεκτικό τρόπο, θα είμαστε ενδεχομένως σε θέση να επιλέξουμε μέσα τα οποία θα μπορούσαν να ωφελήσουν ταυτόχρονα την κλιματική αλλαγή και τις μειώσεις των εκπομπών, την ενεργειακή απόδοση και την ενεργειακή ασφάλεια, την καινοτομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτό ακριβώς επιδιώκουμε. Δεν λέω ότι η πορεία μας θα είναι εύκολη. Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η αύξηση του στόχου μας στο 30% θα είναι «περίπατος», ωστόσο πρέπει να γνωρίζουμε ποιες θα είναι οι αντίστοιχες δυνατότητες και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις· και αυτή θα είναι η ανάλυση που σχεδιάζω να παρουσιάσω πριν από τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον προσεχή Ιούνιο. Στη συνέχεια, προς τα τέλη του έτους, αναμένεται να έχουμε στη διάθεσή μας την ανάλυση σχετικά με την πορεία προς το 2050, συμπεριλαμβανομένης της εν λόγω προοπτικής για το 2030, την οποία πρέπει, κατά την άποψή μου, να αρχίσουμε να εξετάζουμε, δεδομένου, φυσικά, του γεγονότος ότι έχουμε υποσχεθεί να μειώσουμε τις εκπομπές κατά 80% με 95% έως το 2050. Εάν δεν ξεκινήσουμε τώρα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτύχουμε αυτόν τον στόχο τα τελευταία δέκα ή είκοσι χρόνια πριν από το 2050.
Paul Nuttall (EFD). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, σε αντίθεση με την πεποίθηση της Επιτροπής, η συζήτηση σχετικά με την ανθρωπογενή αλλαγή του κλίματος απέχει πολύ από την περάτωσή της.
Μόνο τον προηγούμενο μήνα, είχαμε το σκάνδαλο του Πανεπιστημίου East Anglia· στη συνέχεια, είχαμε το φιάσκο για τους παγετώνες των Ιμαλαΐων και τώρα έχουμε τα ερωτήματα σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην άγρια χλωρίδα και πανίδα του Αμαζονίου.
Έρευνα κατέδειξε ότι τουλάχιστον 20 αποσπάσματα στην έκθεση της IPCC παραθέτουν ως πηγές αδιαμφισβήτητης εγκυρότητας εκθέσεις του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση (WWF) ή της Greenpeace που δεν έχουν αξιολογηθεί από ομοτίμους. Αυτό δεν είναι επιστήμη. Χρειαζόμαστε βάσιμα, επιστημονικά στοιχεία που αξιολογούνται από ομοτίμους, όχι τις εργασίες ομάδων άσκησης πίεσης που χρησιμοποιούν την αλλαγή του κλίματος για να προωθήσουν τα δικά τους προγράμματα δράσης ή πολιτικούς που χρησιμοποιούν την αλλαγή του κλίματος για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θα ήθελα να ρωτήσω μήπως είναι πλέον καιρός να κάνουμε μία παύση, να προβούμε σε έναν απολογισμό και να εξετάσουμε τις επιπτώσεις της επιλογής πολιτικών που ενδέχεται να βλάψουν τις οικονομίες, να οδηγήσουν σε απώλειες θέσεων εργασίας ή να προκαλέσουν δυνητικά ενεργειακό χάος.
Andrew Henry William Brons (NI). – (EN) Θα γνωρίζετε βεβαίως ότι τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που διέρρευσαν από το Πανεπιστήμιο East Anglia αποκαλύπτουν ότι οι ιστορικές αλλαγές της θερμοκρασίας έχουν υποστεί σκόπιμη επεξεργασία από υποστηρικτές της υπόθεσης της ανθρωπογενούς αλλαγής του κλίματος, μέσω της υποκειμενικής επιλογής ετών αναφοράς. Αυτό το τέχνασμα χρησιμοποιήθηκε για να συγκαλυφθούν οι πρόσφατες πτώσεις της θερμοκρασίας και να περιοριστεί το πρόβλημα της Μεσαιωνικής Θερμής Περιόδου. Τα εν λόγω μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αποκαλύπτουν επίσης ότι επιστήμονες που εκφράζουν επιφυλάξεις ως προς την υπόθεση αυτή αποκλείστηκαν από τις διαδικασίες αξιολόγησης από ομοτίμους, προκειμένου να αποφευχθεί η αποκάλυψη των αδυναμιών των ερευνών, κατόπιν υποβολής αυτών σε δημόσιο έλεγχο.
Εϊναι δυνατόν μία υπόθεση που ερείδεται σε παραποιημένα δεδομένα να αποτελεί κατάλληλη βάση για την αιτιολόγηση τεράστιων δαπανών και το κλείσιμο εργοστασίων όπως η μονάδα Corus στο Middlesbrough; Η Ευρωπαϊκή Ένωση χορηγεί τεράστιες επιδοτήσεις σε περιβαλλοντικές ομάδες πίεσης που συμφωνούν να υποδείξουν στην ΕΕ να ακολουθήσει μία πολιτική για την οποία έχει αναλάβει ήδη δεσμεύσεις. Είναι ορθό να χρησιμοποιεί η Ευρωπαϊκή Ένωση δημόσιους πόρους για την επιδότηση ομάδων άσκησης πίεσης; Κάτι τέτοιο συνιστά κατασπατάληση δημόσιου χρήματος, παρέχει ψευδή στήριξη στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διακυβεύει την ανεξαρτησία των οργανισμών που διοργανώνουν εκστρατείες.
Karl-Heinz Florenz (PPE). – (DE) Σας καλωσορίζω θερμότατα στο παρόν Κοινοβούλιο. Η απώλεια εμπιστοσύνης στην Κοπεγχάγη ήταν, κατά τη γνώμη μου, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα. Αυτό θα μπορούσε θεωρητικά να συνεχιστεί σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ερώτησή μου προς εσάς είναι η εξής. Τι συμβαίνει με τα μέσα που εγκρίναμε πέρυσι; Με απασχολεί ιδιαιτέρως το σύστημα εμπορίας εκπομπών (ETS), διότι δεν είμαι απολύτως βέβαιος για τα διαβήματα της Επιτροπής επί του παρόντος, υπό το πρίσμα της απόφασης στην Κοπεγχάγη σχετικά με τα συγκρίσιμα όρια, για παράδειγμα, αλλά και με τη διαρροή άνθρακα.
Το δεύτερο ερώτημά μου είναι το εξής. Η γαλλική κυβέρνηση υπέβαλε πρόταση για την ενσωμάτωση των εισαγωγέων από αναπτυσσόμενες χώρες στο σύστημα ETS, προκειμένου να διευρυνθεί η αγορά και να επιτραπεί στις εν λόγω χώρες να συμμετάσχουν στο συγκεκριμένο σύστημα. Ποια είναι η άποψή σας επ’ αυτού του θέματος;
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, καταρχάς θα ήθελα να απευθυνθώ στους δύο κυρίους που έθεσαν το ζήτημα της IPCC.
Πρώτον, δεν βρίσκομαι εδώ ως εκπρόσωπος της IPCC. Είμαι βέβαιη ότι η IPCC είναι απολύτως ικανή να εκφράζει η ίδια τις απόψεις της.
Ακούγοντας την ερώτηση «μήπως είναι καιρός να κάνουμε μια παύση;», οφείλω να απαντήσω ότι οι διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα έχουν ανασταλεί με πολλούς τρόπους και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πρέπει όμως να σημειώσουμε, θεωρώ, περαιτέρω πρόοδο σε αυτόν τον τομέα. Αδυνατώ απλώς να κατανοήσω τον λόγο για τον οποίο, εξαιτίας ελάχιστων διαρροών, επιθυμεί κάποιος να εκφράσει επιφυλάξεις για το εγχείρημα στο σύνολό του. Δεν είναι η δική μου προσέγγιση αυτή. Εγώ είμαι πολιτικός. Δεν μπορώ να κρίνω το έργο των επιστημόνων, μπορώ όμως να χρησιμοποιήσω την κοινή λογική μου και μπορώ να διαβάσω τα βασικά συμπεράσματά τους και να εξετάσω τα υπό συζήτηση στοιχεία. Τότε μπορώ να σταθμίσω η ίδια την κατάσταση και να αποφασίσω εάν επιθυμώ να αναλάβω το ρίσκο ναπαραμείνω αδρανής, με τις ευρύτατες επιπτώσεις που θα έχει αυτή η επιλογή – ή, αντιθέτως, εάν θα προσπαθήσω να ανταποκριθώ στην πρόκληση.
Εκείνο που αδυνατώ να κατανοήσω είναι γιατί όσοι εκφράζουν επιφυλάξεις για το κλιματικό ζήτημα δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι, εν πάση περιπτώσει, είναι θετικό για έναν πλανήτη με πληθυσμό σχεδόν εννέα δισεκατομμυρίων ανθρώπων –ή και μεγαλύτερο ακόμα από τα μέσα αυτού του αιώνα και εξής– να καταστεί πολύ πιο αποδοτικός από πλευράς ενέργειας και πόρων.
Επομένως, σε αυτό ακριβώς το σημείο πρέπει να διαθέτουμε κοινή βάση όσον αφορά τα μέσα, διότι η κοινή αυτή βάση θα ωφελήσει ούτως ή άλλως το περιβάλλον μας, τους πολίτες μας και τις οικονομίες μας. Θα ωφελήσει επίσης τις επιχειρήσεις όσον αφορά τη μεγαλύτερη ενεργειακή τους απόδοση στο μέλλον, όταν το κόστος της ενέργειας θα παρουσιάζει διαρκώς ανοδική πορεία. Αυτή η προσέγγιση θα αποδώσει εντέλει καρπούς, σε έναν κόσμο όπου θα δίνονται μάχες για τους πόρους. Ως εκ τούτου, αδυνατώ να κατανοήσω γιατί δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε το ίδιο πρόγραμμα δράσης υπό αυτήν την οπτική γωνία.
Όσον αφορά το ερώτημα του κ. Florenz σχετικά τις εξελίξεις των μέσων του ETS: όπως ανέφερα, θα παρουσιαστεί ανάλυση σχετικά με τη διαρροή άνθρακα πριν από το καλοκαίρι και, αναφορικά με το συγκρίσιμο όριο, θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε συναφώς. Υπάρχουν ακόμα πολλά στοιχεία που χρήζουν επεξεργασίας όσον αφορά το ETS. Πιστεύω επίσης ότι πρέπει να συνεργαστούμε και με τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη της υφηλίου που σκοπεύουν να εφαρμόσουν κάποιο είδος συστήματος εμπορίας.
Εξακολουθώ να θεωρώ ότι συνιστούν τον πλέον αποδοτικό τρόπο στην προσπάθειά μας να ρυθμίσουμε αυτό το ζήτημα· σε αυτήν την περίπτωση, είναι ασφαλώς πολύ σημαντικό να διαθέτουμε οικεία συστήματα πλήρως λειτουργικά, κατά τον μέγιστο δυνατό βαθμό αποδοτικά και φιλικά προς τις επιχειρήσεις, ώστε να διαπιστώνεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι είναι πράγματι λειτουργικά και ότι, εντέλει, παρέχουν δυνατότητες καινοτομίας.
Jo Leinen (S&D). – (DE) Κυρία Επίτροπε, σας καλωσορίζω ολόθερμα στο Κοινοβούλιο. Απέστειλα επιστολή στον Πρόεδρο του Κοινοβουλίου για να τον ενημερώσω ότι όλες οι αντιπροσωπείες του παρόντος Σώματος περιλαμβάνουμε την προστασία του κλίματος στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεών μας με τους εταίρους σε ολόκληρο τον κόσμο. Πρέπει να βρούμε έναν άλλον μηχανισμό που θα επιτρέπει τη σύνδεση των σχετικών πληροφοριών και αποτελεσμάτων με τα ταξίδια σας ανά την υφήλιο, ώστε και εμείς –εδώ, στις Βρυξέλλες, και το Στρασβούργο– να γνωρίζουμε ακριβώς πού βρισκόμαστε.
Ανησυχώ ιδιαιτέρως μήπως οι διαπραγματεύσεις για το κλίμα έχουν την ίδια τύχη με τις διαπραγματεύσεις της Ντόχα, οι οποίες αναβάλλονται διαρκώς επί σειρά ετών. Το ερώτημά μου, λοιπόν, είναι το εξής: ποιο είναι το εναλλακτικό σας σχέδιο, προκειμένου να επιτύχουμε, ενδεχομένως, αποτελέσματα σε επιμέρους τμήματα ορισμένων τομέων; Θα ήθελα να θέσω ακόμα ένα ερώτημα σχετικά με το πρωτόκολλο του Κιότο. Ένα στρατηγικό σφάλμα που διαπράξαμε στην Μπανγκόκ ήταν ότι δώσαμε την εντύπωση ότι πρόκειται να το εγκαταλείψουμε. Τι θα συμβεί εάν δεν εγκρίνουμε κάτι έως το 2011 ή το 2012; Ποιο είναι το μέλλον του πρωτοκόλλου του Κιότο;
Frédérique Ries (ALDE). – (FR) Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να καλωσορίσω την κ. Hedegaard στο Κοινοβούλιό μας. Κυρία Επίτροπε, με μεγάλη μου χαρά σας καλωσορίζω στην πρώτη σας επίσκεψη, σας επαναλαμβάνω ό,τι σας είπα κατά την ακρόασή σας και σας συγχαίρω για τον ενθουσιασμό που εμπνέετε στις συζητήσεις μας, εσάς που ενσαρκώνετε την κλιματική διπλωματία έχοντας, φυσικά, τη σταθερή στήριξη του Κοινοβουλίου μας.
Είμαι πεπεισμένη ότι η Ευρώπη πρέπει να υιοθετήσει πιο επιθετική στάση, ότι πρέπει να δείξει τα όπλα της και όχι τις προθέσεις της. Το ερώτημά μου, το οποίο θα είναι εύκολο για εσάς να το απαντήσετε, είναι παρεμφερές με το ερώτημα που έθεσε ο πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, δεδομένου είμαι και εγώ πεπεισμένη ότι η Ευρώπη πρέπει στο εξής να διασφαλίζει πάντα τη συμπερίληψη της κλιματικής συνιστώσας σε όλες τις εμπορικές συμφωνίες που συνάπτει με τρίτες χώρες, μέσω ενός ευρωπαϊκού φόρου επί των εκπομπών άνθρακα, εάν αυτή είναι η μοναδική γλώσσα που καταλαβαίνουν όσοι αρνούνται να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της πρόκλησης.
Έχω άλλο ένα ερώτημα που μπορεί να είναι ελαφρώς πιο «εικονοκλαστικό» εκ μέρους μου, μία πρόταση που, εν πάση περιπτώσει, απαιτεί απάντηση από εσάς: δεν μπορούν άραγε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και τα θεσμικά όργανα να δώσουν το παράδειγμα, δηλώνοντας ότι τα ίδια παρουσιάζουν ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα, αντισταθμίζοντας, με άλλα λόγια, τις δικές τους εκπομπές CO2, προκειμένου να καλύψουν τουλάχιστον –παρόλο που αυτό αποτελεί μία μόνο πτυχή– το περιβαλλοντικό κόστος των μετακινήσεών μας στο Στρασβούργο;
Claude Turmes (Verts/ALE). – (EN) Κυρία Πρόεδρε, καταρχάς νομίζω ότι όλοι αναμένουμε με ανυπομονησία αυτήν την εκτίμηση επιπτώσεων. Πράγματι, είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι ο στόχος του -30% θα ωφελήσει την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς και τον αγώνα για οικολογικές τεχνολογίες.
Έχω δύο ερωτήσεις, κυρία Επίτροπε. Η πρώτη αφορά τη χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης. Πώς θα συνδέσετε το δικό σας έργο με το έργο του κ. Piebalgs, προκειμένου να διασφαλίσετε πραγματικά ότι τα εν λόγω χρήματα θα διατεθούν για την αποδοτικότητα, τις ανανεώσιμες πηγές και, με αποκεντρωμένο τρόπο, την αποκεντρωμένη παραγωγή ενέργειας, συνδυάζοντάς τα όλα αυτά και με το ζήτημα της ενεργειακής πενίας; Η δεύτερη ερώτησή μου: πώς σκοπεύετε να πείσετε τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και τις προηγμένες περιφέρειες να λάβουν μέρος στο παιχνίδι, και σε διεθνές επίπεδο; Με απογοήτευσε πραγματικά το γεγονός ότι οι πόλεις και οι περιφέρειες απουσιάζουν ουσιαστικά από το έγγραφο της προηγούμενης εβδομάδας σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για το 2020. Πώς τολμάμε να πιστεύουμε ότι θα βοηθήσουμε την Ευρώπη να σημειώσει πρόοδο, ενώ αγνοούμε τις περιφέρειες των πολιτών στην Ευρώπη και την επιρροή που θα μπορούσαν να ασκήσουν σε διεθνές επίπεδο;
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, καταρχάς θα απευθυνθώ στον κ. Leinen: θεωρώ ότι είναι πολύ καλή ιδέα κάθε φορά που οι αντιπροσωπείες μεταβαίνουν σε τρίτες χώρες να έχουν το χρόνο και να θέτουν ως προτεραιότητα το ζήτημα του κλίματος στην ημερήσια διάταξή τους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, και θα ήταν επίσης πολύ χρήσιμο να συγκρίνουμε τις σημειώσεις μας, ώστε όταν εσείς λαμβάνετε πληροφορίες για μία χώρα και εγώ λαμβάνω πληροφόρηση έναν μήνα αργότερα, να συναντιόμαστε και να συγκρίνουμε τις παρατηρήσεις μας, προκειμένου να αξιοποιούμε εποικοδομητικά τις επιμέρους πληροφορίες που λαμβάνουμε.
Ο κίνδυνος να καταλήξουμε σε ένα είδος διαδικασίας παρόμοιας με αυτήν της Ντόχα μας οδήγησε ακριβώς να ασκήσουμε τόσες πιέσεις για την Κοπεγχάγη, ούτως ώστε να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγουμε αυτήν την κατάσταση. Έχετε επίσης δίκιο να δηλώνετε ότι είναι πλέον επικίνδυνο: εφόσον δεν τα καταφέραμε στην Κοπεγχάγη, μήπως πρόκειται απλώς να διαιωνίζουμε την κατάσταση; Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα ήθελα να καταρτιστεί συγκεκριμένος οδικός χάρτης με ακριβή αποτελέσματα για κάθε γεγονός και ακριβή ημερομηνία περάτωσής τους. Φρονώ ότι επισημάνθηκε ένα πολύ θετικό ζήτημα.
Το τελευταίο ερώτημα αφορούσε το πρωτόκολλο του Κιότο και τη συνέχισή του. Όλοι γνωρίζουμε ότι το πρωτόκολλο του Κιότο παρουσιάζει προβλήματα. Όλοι γνωρίζουμε ότι πολλές χώρες δεν θέλουν να συμμετάσχουν σε αυτό, όπως και σε όλες αυτές τις προκλήσεις. Εντέλει, πρόκειται για μία πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας στο πρωτόκολλο του Κιότο. Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό να βελτιώσουμε τη στάση μας ως Ευρώπη και να μην αναλαμβάνουμε την ευθύνη της αποτυχίας, όταν δεν είμαστε εμείς οι υπαίτιοι.
Δεν είμαστε εμείς το πρόβλημα σε σχέση με το πρωτόκολλο του Κιότο. Εμείς επιτύχαμε αποτελέσματα πριν από οποιονδήποτε άλλον. Επιτύχαμε αποτελέσματα και τηρήσαμε τις επίσημες δεσμεύσεις μας κατά την πρώτη περίοδο, από το 2008 έως το 2012. Θα εκπληρώσουμε όλες τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει, και είμαστε επίσης πρόθυμοι να συνεχίσουμε το πρωτόκολλο του Κιότο. Δεν είναι η ΕΕ το πρόβλημα στο πλαίσιο αυτό. Το πρόβλημα εν προκειμένω είναι τα λοιπά συμβαλλόμενα μέρη, τα οποία θα πρέπει να αποφασίσουν εάν επιθυμούν να βρουν εναλλακτική λύση, εφόσον υπάρχει βεβαίως, ή πώς θα αντεπεξέλθουν στη συνέχιση του πρωτοκόλλου κατά τη δεύτερη περίοδο δεσμεύσεων.
Για τον λόγο αυτόν, το πρωτόκολλο του Κιότο αποτελεί ανοικτό ζήτημα, το οποίο πρέπει να συζητήσουμε, αλλά, όπως προανέφερε ο Chris Davies, εξαρτόμαστε από τις ενέργειες των άλλων μερών. Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Γιατί πρέπει να είμαστε εμείς εκείνοι που θα δώσουμε άδοξο τέλος στο πρωτόκολλο του Κιότο; Έχουμε τηρήσει τις υποσχέσεις μας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο· ως εκ τούτου, οφείλουμε ορισμένες φορές να υιοθετούμε ορθότερη στάση και να μην αναλαμβάνουμε ως Ευρώπη την ευθύνη πράξεων για τις οποίες υπαίτιοι είναι ουσιαστικά άλλοι.
Σχετικά με την πρόταση για τα θεσμικά όργανα εν προκειμένω, μπορώ να δηλώσω ότι ήδη έχω θέσει το ζήτημα αυτό στο θεσμικό όργανο για το οποίο εργάζομαι. Νομίζω ότι είναι αυτονόητο. Θα ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ με το Κοινοβούλιο. Εάν μπορείτε εσείς να συνεργαστείτε με το Κοινοβούλιο, τότε θα συνεργαστώ και εγώ με την Επιτροπή. Πιστεύω ότι είναι επίσης εύλογο και έναντι των πολιτών.
Σε απάντηση προς τον Claude Turmes, σχετικά με τη χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης και τη δυνατότητα σύνδεσης του έργου μου με το έργο του Επιτρόπου Piebalgs, θα παρατηρήσατε ενδεχομένως ότι η συγκεκριμένη ανακοίνωση εκπονήθηκε από κοινού με τον κ. Piebalgs. Την συνυπογράφει, διότι γνωρίζουμε ότι είναι πολύ σημαντικό να προσπαθήσουμε να συνεργαστούμε και επί του δικού του χαρτοφυλακίου και επί του τρόπου που μπορεί αυτό να αξιοποιηθεί με ιδιαίτερα θετικό τρόπο. Πραγματοποιούμε ήδη συζητήσεις αυτού του είδους μεταξύ μας.
Κατανοώ το σημείο που θίξατε σχετικά με τις μεγάλες πόλεις. Πιστεύω ότι η C40 και πολλές άλλες πρωτοβουλίες είναι πολύ θετικά βήματα, και ορθώς επισημαίνετε ότι μεγάλο μέρος των εκπομπών θα έχει σχέση με τις πόλεις και τον τρόπο ζωής στις πόλεις. Η πρόκληση εν προκειμένω συνίσταται στο γεγονός ότι μείζον τμήμα του χωροταξικού σχεδιασμού και διαφόρων άλλων μέσων που μπορούν πραγματικά να αντιμετωπίσουν αυτά τα ζητήματα εμπίπτουν συχνά στο πεδίο αρμοδιοτήτων των κρατών μελών, αλλά συμφωνώ μαζί σας· άλλωστε συνεργάστηκα και εγώ με ορισμένες μεγάλες πόλεις πριν από την Κοπεγχάγη. Αυτή είναι μία πτυχή που πρέπει να έχουμε κατά νου και να προσπαθήσουμε να δούμε πώς μπορούμε να την αναπτύξουμε περαιτέρω. Επίσης, για παράδειγμα, όσον αφορά τις μεταφορές και την απαλλαγή των μεταφορών από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, εξυπακούεται ότι οι μεγάλες πόλεις θα αποτελέσουν το κλειδί στην εξεύρεση λύσεων.
Maria Da Graça Carvalho (PPE). – (PT) Κυρία Επίτροπε, η διάσκεψη της Κοπεγχάγης κατέδειξε ότι είναι απαραίτητο να προετοιμαστούμε για την επόμενη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών (COP) όχι μόνο σε εσωτερικό, παγκόσμιο και τεχνικό επίπεδο, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο. Σε εσωτερικό επίπεδο, η Ευρώπη έχει το καθήκον να εφαρμόσει τη δέσμη μέτρων για την ενέργεια και το κλίμα και να επενδύσει στις καθαρές τεχνολογίες, την επιστημονική έρευνα και την ενεργειακή απόδοση.
Το να δίνουμε το παράδειγμα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά, όπως αποδείχθηκε στην Κοπεγχάγη, δεν αρκεί μόνο αυτό. Συνεπώς, είναι ουσιώδες να αναπτύξουμε και να προωθήσουμε τη διπλωματική πτυχή και να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που μας παρέχει η Συνθήκη της Λισαβόνας, προκειμένου να προλειάνουμε το έδαφος για την επόμενη COP με φιλόδοξο πνεύμα, με ομοφωνία και με τη δημιουργία στρατηγικών συμμαχιών με τους δυνητικούς συμμάχους μας επί του ζητήματος αυτού, όπως, για παράδειγμα, τις χώρες της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού.
Εξίσου σημαντικό είναι να συμπεριληφθεί το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής σε όλες τις συνόδους κορυφής και όλες τις συνεδριάσεις υψηλού επιπέδου. Θα ήθελα να ρωτήσω την Επιτροπή και την Επίτροπο σε ποιο στάδιο προόδου βρίσκονται οι εν λόγω πολιτικές διαπραγματεύσεις.
Dan Jørgensen (S&D). – (DA) Κυρία Πρόεδρε, κυρία Hedegaard, καλωσορίσατε. Αναφέρατε πολλά θετικά σημεία, και υπάρχουν πολλά θετικά στοιχεία στην ανακοίνωση. Θα επικεντρωθώ στα στοιχεία με τα οποία διαφωνώ.
Διαφωνώ κάθετα με μία στρατηγική που βασίζεται στην εκ των προτέρων παραδοχή, στο παρόν πρώιμο στάδιο, ότι δεν θα καταλήξουμε σε συμφωνία στο Μεξικό. Συνεπώς, το ερώτημά μου προς εσάς είναι εάν πρόκειται για κάτι που έχετε απλώς αποφασίσει ή για εντολή που έχετε λάβει – και εάν ναι, ποιος σας έδωσε αυτήν την εντολή; Οι αρχηγοί κρατών; Ή μήπως η διαδικασία συναπόφασης; Ελπίζω ότι αυτή η στρατηγική μπορεί να αναθεωρηθεί. Τι θετικό μπορεί να έχει το σκεπτικό «και εάν αναπτυχθεί τεράστια δυναμική και τεθούν υψηλές προσδοκίες, και μετά όλα αυτά δεν καταλήξουν πουθενά – πώς θα μπορέσουμε τότε να εξηγήσουμε δύο παταγώδεις αποτυχίες»; Ε, λοιπόν, δεν χρειάζεται να ανησυχείτε για κάτι τέτοιο. Κατά πάσα πιθανότητα, οι ΗΠΑ, η Κίνα και άλλα μέρη θα διασφαλίσουν χαμηλές προσδοκίες για το Μεξικό. Ο ρόλος της ΕΕ δεν πρέπει να είναι να καταπνίγει τις προσδοκίες – ο ρόλος της ΕΕ πρέπει να είναι να καλλιεργεί τις προσδοκίες. Εάν πριν ακόμη ξεκινήσει η σύνοδος κορυφής δηλώνουμε: «Ακούστε, είμαστε πρόθυμοι να δεχτούμε ότι δεν θα υπάρξει ιδιαίτερα σημαντική συμφωνία», κ.λπ., τότε θα εξαλείψουμε κάθε πιθανότητα επιτυχίας πριν καν ξεκινήσουμε. Αυτό το σκεπτικό θέτει εντελώς νέο σημείο εκκίνησης και προδικάζει την επίτευξη χείριστης συμφωνίας.
Holger Krahmer (ALDE). – (DE) Κυρία Επίτροπε, θα ήθελα να σας θέσω δύο συγκεκριμένα ερωτήματα.
Πρώτον, στο έγγραφό σας δεν διαβάζω καμία ανάλυση της ευρωπαϊκής διαπραγματευτικής θέσης σε διεθνές επίπεδο. Έχουμε λάβει πράγματι υπόψη το γεγονός ότι η επιρροή της Ευρώπης στην πολιτική για το κλίμα έχει μειωθεί; Έχουμε λάβει υπόψη το γεγονός ότι το πολιτικό και οικονομικό κέντρο βάρους σε αυτόν τον πλανήτη έχει μετατοπιστεί απότομα προς την Ασία; Είναι δυνατόν να έχουμε υπερεκτιμήσει τελείως την επιρροή μας εν προκειμένω;
Δεύτερον, το έγγραφό σας είναι αξιόλογο. Στις δώδεκα σελίδες που συμπληρώσατε, δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στην ομάδα IPCC. Πρόκειται άραγε για μία επιδέξια προσπάθεια αποστασιοποίησής σας από αυτόν τον φορέα; Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι αυτή η ομάδα αποτέλεσε τη βάση για όλες τις πολιτικές αποφάσεις που σχετίζονται με τις οδηγίες που συντάξαμε τα τελευταία έτη. Δεν είναι πλέον καιρός να ζητήσουμε μία ευρεία επιστημονική προσέγγιση, η οποία θα μας παρέχει πραγματικές επιστημονικές και όχι πολιτικές δηλώσεις;
Connie Hedegaard, μέλος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, η απάντησή μου είναι ένα σαφές «όχι» στο τελευταίο σημείο σχετικά με την IPCC. Εάν έπρεπε να αποστασιοποιηθώ από οτιδήποτε δεν περιλαμβάνεται σε αυτό το έγγραφο, τότε θα έπρεπε να αποστασιοποιηθώ από πολλά πράγματα. Πρόκειται για έναν τρόπο να προσπαθήσουμε να θεωρήσουμε δεδομένο το γεγονός ότι αντιμετωπίζουμε μία πρόκληση, ότι πρέπει να την επιλύσουμε και ότι η ΕΕ πρέπει να πρωτοστατήσει στην ανεύρεση λύσεων. Αυτό είναι το σκεπτικό πίσω από το συγκεκριμένο έγγραφο.
Δεν συμφωνώ ότι η ΕΕ δεν επηρεάζει τις διεθνείς διαπραγματεύσεις. Έχετε απόλυτο δίκαιο να δηλώνετε ότι δεν ασκούμε την επιρροή που θα επιθυμούσαμε να ασκούμε, να θεωρούμε ότι θα μπορούσαμε απλώς να υπαγορεύουμε τα τεκταινόμενα. Εξαρτόμαστε, όμως, από τους άλλους.
Ωστόσο, στην Κοπεγχάγη διαπιστώσαμε ένα νέο στοιχείο: ενώ κατά το παρελθόν, η ΕΕ είχε συχνά λίγους μόνο εταίρους όταν συμμετείχε σε διεθνείς διαπραγματεύσεις και προσπαθούσε να επιτύχει τους στόχους, αυτήν τη φορά, οι ηγέτες χωρών που ευθύνονται για το 80% και πλέον των παγκόσμιων εκπομπών υποσχέθηκαν στην Κοπεγχάγη ότι εφεξής θα συμβαδίσουν μαζί μας. Αυτό επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές σε ολόκληρη τη δυναμική. Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι, επί σειρά ετών, προτεραιότητα της Ευρώπης ήταν να συμμετάσχουν και οι αναδυόμενες οικονομίες στην προσπάθεια και να καταστούν συνυπεύθυνε· ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε ουσιαστικά στην Κοπεγχάγη.
Προς την κ. Carvalho: ναι, συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό ότι πρέπει να προετοιμαστούμε και από τεχνικής και από πολιτικής άποψης, και ότι πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα ούτως ώστε, όταν προσερχόμαστε, τουλάχιστον, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να μην δηλώνουμε απλώς τι επιθυμούμε να γίνει και όταν στη συνέχεια ο υπόλοιπος κόσμος διαφωνεί μαζί μας να μην ξέρουμε πραγματικά τι να κάνουμε, γιατί αναλώσαμε όλη την ενέργειά μας προσπαθώντας να καταλήξουμε σε πολύ σθεναρή και λεπτομερώς διατυπωμένη θέση. Πρέπει να είμαστε πιο ευέλικτοι στον τρόπο με τον οποίο διαπραγματευόμαστε αυτό το ζήτημα.
(DA) … και, τέλος, προς τον κ. Dan Jørgensen: φυσικά και δεν πιστεύω ότι δεν πρέπει να καταλήξουμε σε συμφωνία στο Μεξικό. Το θέμα της συζήτησης είναι εάν πιστεύουμε ότι μπορούμε να καθορίσουμε όλες τις λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένης της μορφής της συμφωνίας, στο Μεξικό. Αυτή είναι η ανησυχία μου. Υπό το πρίσμα αυτό, φρονώ ότι θα αυξήσουμε τις πιέσεις προς τις ΗΠΑ, την Κίνα και άλλες χώρες, δηλώνοντας ακριβώς ότι πρέπει να επιτευχθούν πολύ συγκεκριμένα αποτελέσματα στο Κανκούν. Δεν μπορούμε απλώς να το αναβάλλουμε.
Προσπαθώ να πιέσω τις χώρες αυτές ώστε να περιορίσω τις πιθανότητες να μην αποφέρουν αποτελέσματα στο Μεξικό. Πιστεύω ότι προς τον σκοπό αυτόν, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα επικεντρωθούμε υπερβολικά στη νομική μορφή, διότι αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να παρεμποδίσει την επίτευξη συμφωνίας επί του πραγματικού περιεχομένου. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που πρέπει να λάβουμε υπόψη – για παράδειγμα: «Τι πιστεύουμε; Τι ακούμε; Με ποιον τρόπο θεωρούμε θα μπορέσουμε να πείσουμε τις ΗΠΑ να συμφωνήσουν τρεις μόλις εβδομάδες μετά τις ενδιάμεσες εκλογές τους;». Πολλοί παράγοντες εμπλέκονται εν προκειμένω, αλλά πιστεύω ότι ο κ. Jørgensen με γνωρίζει αρκετά καλά για να καταλάβει ότι η στάση μου δεν οφείλεται στο ότι πιστεύω ότι δεν πρέπει να είμαστε φιλόδοξοι στο Μεξικό. Πρέπει απλώς να προσπαθήσουμε να καθορίσουμε ποιο είναι το μέγιστο αποτέλεσμα που μπορούμε να επιτύχουμε στο Μεξικό. Αυτό είναι ένα καίριο σημείο της στρατηγικής που προσπάθησα να παρουσιάσω εδώ σήμερα.
Πρόεδρος. – Κυρίες και κύριοι, οι βουλευτές που δεν μπόρεσαν να λάβουν τον λόγο είναι περισσότεροι από εκείνους που είχαν την ευκαιρία να παρέμβουν. Δεν είχαμε αρκετό χρόνο. Εύχομαι να το κατανοείτε αυτό. Σας ευχαριστώ όλους για την παρούσα πειθαρχημένη συζήτηση. Σας ευχαριστώ, κυρία Επίτροπε. Ελπίζω να σας βλέπουμε συχνότερα στη σύνοδο Ολομέλειας του ΕΚ. Και είμαι σίγουρη ότι θα σας βλέπουμε.
Η συζήτηση έληξε.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 149 του Κανονισμού)
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Η ΕΕ έχει κάθε ευκαιρία να πρωτοστατήσει στην ανάληψη δράσης για τη μείωση των εκπομπών CO2. Η διάσκεψη της Κοπεγχάγης άφησε ενδεχομένως σε πολλούς ένα αίσθημα απογοήτευσης λόγω του γεγονότος ότι ορισμένοι από τους συμμετέχοντες απέφυγαν να αναλάβουν δεσμεύσεις για οποιονδήποτε συγκεκριμένο στόχο πρόληψης της κλιματικής αλλαγής. Προσφάτως, η Ινδία και η Κίνα απέστειλαν μηνύματα στα Ηνωμένα Έθνη, εκφράζοντας την αποφασιστικότητά τους να εκπληρώσουν τους στόχους που τέθηκαν στη συμφωνία της Κοπεγχάγης, παρά τις αοριστίες της. Πρόκειται για σημαντική ένδειξη, και η ΕΕ μπορεί να αξιοποιήσει την πρωτοβουλία σε παγκόσμιο επίπεδο και να καλέσει όλα τα κράτη να επιστρέψουν στο ίδιο τραπέζι διαπραγματεύσεων, ιδίως τα ασιατικά κράτη, των οποίων η βιομηχανική ικανότητα αυξάνεται μήνα με τον μήνα. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί βεβαιότητα, όπως εξίσου βέβαιο είναι και το γεγονός ότι η ρύπανση την επιταχύνει. Τούτο δικαιολογεί τη φιλοδοξία της ΕΕ να δώσει το παράδειγμα με τις δράσεις της για τη μείωση της ρύπανσης. Πράγματι, ο στόχος μας να καταστούμε η περιφέρεια με το μικρότερο ποσοστό ρύπανσης παγκοσμίως μόνο προς όφελός μας μπορεί να λειτουργήσει. Τα σχετικά οφέλη είναι σαφώς περισσότερα από το άμεσο όφελος ενός καθαρότερου περιβάλλοντος. Ο επαναπροσανατολισμός της Ευρώπης προς την πράσινη οικονομία και βιομηχανία θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας, θα ανοίξει νέους ερευνητικούς ορίζοντες και, τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό, θα μειώσει τις δαπάνες εκάστου κράτους μέλους.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Παρότι η προστασία της ατμόσφαιρας της γης πρέπει να αποτελεί κοινή ευθύνη για τις διάφορες χώρες, είναι εξίσου σαφές ότι η επίδραση καθεμιάς από αυτές τις χώρες στην ατμόσφαιρα κατά το παρελθόν και η επίδραση που ασκούν επί του παρόντος συνιστούν δύο πολύ διαφορετικά πράγματα, πράγμα που σημαίνει ότι απαιτείται η διαφοροποίηση των ευθυνών τους για λόγους στοιχειώδους δικαιοσύνης. Επιπλέον, ο καθορισμός της ευθύνης του κάθε κράτους σε μία παγκόσμια προσπάθεια για τη μείωση των εκπομπών πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον αντίστοιχο πληθυσμό κάθε χώρας, για τους ίδιους λόγους απονομής δικαιοσύνης. Οι κατά κεφαλήν εκπομπές της Κίνας είναι επί του παρόντος τέσσερις φορές χαμηλότερες από αυτές των ΗΠΑ και κυμαίνονται περίπου στο ήμισυ του μέσου όρου των εκπομπών της ΕΕ. Οι εκπομπές της Ινδίας αντιστοιχούν στο ένα δέκατο των μέσων εκπομπών της ΕΕ και είναι είκοσι φορές χαμηλότερες από τις εκπομπές των ΗΠΑ. Επί του παρόντος, περίπου 500 εκατομμύρια Ινδοί (πάνω κάτω ο πληθυσμός της ΕΕ) δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι προσπάθειες να επιρριφθούν ευθύνες σε αυτές τις χώρες για την αποτυχία της Κοπεγχάγης είναι παράλογες και άδικες, για να μην αναφέρω τις γελοίες κατηγορίες ενός ψηφίσματος του Κοινοβουλίου κατά των χωρών της Μπολιβαριανής Συμμαχίας για τους Λαούς της Αμερικής. Αυτή η θέση δικαιολογείται μόνο από καθαρό πολιτικό φατριασμό, ο οποίος υποτιμά και υπονομεύει αυτό που πραγματικά συνέβη στην Κοπεγχάγη.
Adam Gierek (S&D), γραπτώς. – (PL) Η επίμονη άσκηση πιέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Προέδρου της για την κατάρτιση μίας «φιλόδοξης» πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια, η οποία συνεχίζεται εδώ και χρόνια, αποτελεί απλώς και μόνο μία απόπειρα να καταστραφεί η βιομηχανία της ΕΕ. Η πολιτική αυτή είναι αποτέλεσμα είτε άγνοιας που επιδεινώθηκε από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, είτε καθαρής ανοησίας, ή απόρροια υπερβολικού κυνισμού που οδηγεί σε οικονομική δολιοφθορά. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι οι βουλευτές της Αριστεράς δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται απλώς για μία παγίδα που έχει στηθεί για τους ίδιους, δεδομένου ότι οι περισσότεροι υποστηρικτές της εμπορίας εκπομπών στρατολογούνται από αυτούς που έχουν ήδη προκαλέσει μία κρίση. Αυτήν τη φορά, ωστόσο, η «οικονομική φούσκα» θα είναι πολύ μεγαλύτερη. Οι ζημίες που έχουν ήδη προκληθεί από αυτήν την αυτοκτονική πολιτική είναι τεράστιες, ιδίως στη χώρα μου, την Πολωνία. Δεν χρειαζόμαστε πόλεμο. Είναι πιο εύκολη η καταστροφή μίας χώρας παρά η ανοικοδόμησή της. Απευθύνω έκκληση προς την Επιτροπή – συνειστείτε, γιατί αυτό που κάνετε δεν στρέφεται μόνο κατά της Ευρώπης, στρέφεται κατά του ανθρώπου. Εκείνο που χρειάζεται είναι η άμεση αναθεώρηση της δέσμης μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια. Εργαστείτε επ’ αυτού του ζητήματος, και σταματήστε να πείθετε τους άλλους να διαπράξουν οικονομική αυτοκτονία. Πράσινη οικονομία – ναι, αλλά αυτό σημαίνει, φυσικά, ανακύκλωση υλικών και ενέργειας, συμπαραγωγή, θερμοεκσυγχρονισμό, βιώσιμη ενέργεια όπου δεν υπάρχουν άλλες πηγές, επαναχρησιμοποίηση λυμάτων, πυρηνική ενέργεια, μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας, υψηλότερη ενεργειακή απόδοση και άλλα πράγματα. Συνεπώς, μπορούν οι εκπομπές CO2 να έχουν οποιαδήποτε σχέση με μία οικονομία που είναι «πράσινη» με αυτόν τον τρόπο; Ναι, μπορούν, αλλά, παραδόξως, όταν αυξάνονται οι εκπομπές …, επομένως αυτό είναι θετικό.
Eija-Riitta Korhola (PPE), γραπτώς. – (FI) Κυρία Πρόεδρε, είμαι ευγνώμων προς την Επίτροπο Hedegaard που ανέφερε ότι κατανοεί το βασικό δίλημμα της πολιτικής για το κλίμα: η ΕΕ δεν μπορεί να προβεί σε μειώσεις μόνη της, διότι, στην περίπτωση αυτή, όχι μόνο τα αποτελέσματά μας θα είναι άκαρπα, αλλά ενδέχεται να θέσουμε σε κίνδυνο και το περιβάλλον. Εάν η παραγωγή δεν μπορεί να συνεχιστεί στην Ευρώπη λόγω της ραγδαίας αύξησης του κόστους της εμπορίας εκπομπών, και εάν, κατά συνέπεια, ο χάλυβας ή το χαρτί, για παράδειγμα, παράγονται σε τόπους όπου οι επακόλουθες εκπομπές είναι μεγαλύτερες από ό,τι στην Ευρώπη, οι εκπομπές θα παρουσιάσουν συνολική αύξηση. Η μονομερής φιλοδοξία δεν είναι φιλοδοξία: μόνο εάν δράσουμε από κοινού βάσει των ίδιων κανόνων θα είναι πιο εύκολο να «σφίξουμε» αισθητά «το ζωνάρι μας». Η δράση αυτή πρέπει να βασιστεί σε διαφορετικό είδος στρατηγικής για το κλίμα: στη συνεπή μείωση συγκεκριμένων εκπομπών. Η εν λόγω μείωση συνιστά ένα σύστημα απαλλαγής από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που είναι ανεξάρτητο από τον κύκλο εργασιών και επιβραβεύει πάντα το μέρος που προβαίνει σε μειώσεις, σε αντίθεση με το δικό μας ισχύον σύστημα εμπορίας εκπομπών. Μεταξύ άλλων, η Κίνα, η Ιαπωνία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ενδιαφέρονται για το εν λόγω σύστημα, και, επομένως, θα πρέπει και η ΕΕ, με τη σειρά της, να ενημερώσει τη στρατηγική της ώστε να αντικατοπτρίζει την παρούσα κατάσταση. Θα ήθελα επίσης να ρωτήσω εάν έχει νόημα να τηρήσουμε το σύστημα εμπορίας εκπομπών μετά το 2012, διότι φαίνεται πλέον ότι δεν πρόκειται να προκύψουν παρόμοια συστήματα σε παγκόσμιο επίπεδο τα οποία θα μπορούσαν να συνδεθούν με το δικό μας. Μόνο εάν ο καθορισμός και η κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής είναι αναλογικά, θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Όταν, ακριβώς πριν από 10 έτη, ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε την οδηγία περί εμπορίας εκπομπών, το όλο σύστημα μας παρουσιάστηκε ως μέσο προετοιμασίας για εμπορία εκπομπών σε παγκόσμια κλίμακα. Αποκτήσαμε εμπειρογνωμοσύνη και πείρα. Αναμφίβολα, αυτή η πείραμας κόστισε ακριβά, και το όφελος για το περιβάλλον δεν είναι σε καμία περίπτωση εμφανές. Οι μειώσεις των εκπομπών θα μπορούσαν να γίνουν με τρόπο που να τις εκθέτει λιγότερο σε τυχόν αποτυχία της αγοράς και κερδοσκοπία. Θεωρεί η Επιτροπή ότι συντρέχουν σοβαροί λόγοι να συνεχίσουμε μόνοι μας;
Elżbieta Katarzyna Łukacijewska (PPE), γραπτώς. – (PL) Κυρία Πρόεδρε, κυρία Hedegaard, η διάσκεψη της Κοπεγχάγης, στην οποία συμμετείχαμε ως ηγετικοί παράγοντες για την κλιματική αλλαγή, ήταν μία ήττα, και κατέδειξε ότι μόνο η Ευρώπη ενδιαφέρεται για τον περιορισμό των εκπομπών CO2. Η κυρία Hedegaard ανακοίνωσε ότι, παρά την παταγώδη αυτήν αποτυχία, η καταπολέμηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής. Τώρα χαράσσουμε μία νέα στρατηγική πριν από τη διάσκεψη του Μεξικού, επομένως πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα «τι κάναμε λάθος;» και να εξετάσουμε τις απόψεις και τις προσδοκίες μας, διότι ο κόσμος δεν είναι έτοιμος, σήμερα, να δεχτεί τόσο μεγάλους περιορισμούς. Ως εκ τούτου, επιθυμώ να θέσω τρεις ερωτήσεις στην κ. Hedegaard. Πρώτον, με ποιον τρόπο θα διαπραγματευτούμε, και ποιους στόχους θα θέσουμε εμείς οι ίδιοι, ώστε η διάσκεψη του Μεξικού να μην έχει την ίδια κατάληξη με αυτήν της Κοπεγχάγης; Δεύτερον, έχει ελέγξει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις πληροφορίες σχετικά με την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και το λιώσιμο των παγόβουνων έναντι των παραπλανητικών και ψευδών πληροφοριών που παρέχουν ορισμένοι επιστήμονες; Τρίτον, συμφωνείτε με το συμπέρασμά μου ότι χωρίς συναίνεση για σημαντικές μειώσεις των εκπομπών από τις ΗΠΑ, την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία, οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το κόστος με το οποίο επιβαρυνόμαστε θα αποβούν μάταια;
Bogdan Kazimierz Marcinkiewicz (PPE), γραπτώς. – (PL) Η θεμελιώδης πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη διάσκεψη της Κοπεγχάγης συνίσταται στην κατάρτιση, το συντομότερο δυνατό, ενός εξαιρετικά σημαντικού εγγράφου, ήτοι έναν συλλογικό οδικό χάρτη για τη 16η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών (COP 16) της σύμβασης πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος στο Μεξικό. Η Κοπεγχάγη μας βοήθησε να συνειδητοποιήσουμε ότι οι καλές προθέσεις δεν αρκούν. Συνεπεία της Κοπεγχάγης, μπορούμε να συναγάγουμε τα εξής τέσσερα συμπεράσματα. Πρώτον, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρόκειται να γίνει πλήρως αποτελεσματική, εάν θέτει απλώς πλαίσια που πρέπει να ακολουθούνται. Η Ευρώπη πρέπει να παρέχει στις αναπτυσσόμενες χώρες πραγματική στήριξη, η οποία ευνοεί τους φιλόδοξους στόχους της Κοινότητας για τις εκπομπές. Δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ξεκινήσει εκ νέου συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, στο πλαίσιο μίας διατλαντικής ηγεσίας, καθώς και με άλλες υπερδυνάμεις. Τρίτον, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει πιο λογική προσέγγιση για τη στρατηγική μείωσης των εκπομπών CO2, με σκοπό τη μείωση των εκπομπών, αλλά και την ταυτόχρονη αποφυγή των υψηλών δαπανών προσαρμογής. Τέταρτον, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την ανάπτυξη μίας αποδοτικής οικονομίας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Κυρία Hedegaard, το ζήτημα είναι απλό – συντρέχουν οι κατάλληλες συνθήκες για μία τέτοια αλλαγή στην Ευρώπη;
Rareş-Lucian Niculescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Επικροτώ την ιδιαίτερη βαρύτητα που έχει δοθεί στην κλιματική αλλαγή στην ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ευρώπη 2020 - Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη».
Δύο πτυχές αυτής της ανακοίνωσης αξίζει να επισημανθούν. Πρώτον, η επένδυση σε πιο πράσινες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα συνιστά σημαντικό μέσο. Αυτές οι επενδύσεις θα προστατεύσουν το περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργήσουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και νέες θέσεις εργασίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο σε αυτόν τον τομέα της παγκόσμιας αγοράς. Η δεύτερη πτυχή είναι η σημασία της εμβληματικής πρωτοβουλίας «Μια Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους». Το αίτημα που υπέβαλε η Επιτροπή περί της προσφυγής των κρατών μελών στα διαρθρωτικά ταμεία για την κατασκευή ενεργειακά αποδοτικών δημόσιων κτιρίων αποτελεί σίγουρα μέρος της λύσης. Ωστόσο, πιστεύω ότι πρέπει να δώσουμε τουλάχιστον την ίδια προσοχή στον τομέα των κατοικιών, και, ειδικότερα, στα κτίρια συλλογικών κατοικιών που κατασκευάστηκαν στο παρελθόν και κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες ενέργειας σε ορισμένα κράτη μέλη, ιδίως σε αυτά της Ανατολικής Ευρώπης.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Πιστεύω ότι διδαχτήκαμε από την αποτυχία της Κοπεγχάγης. Ως απόδειξη αυτού, πρέπει να αναθεωρήσουμε τη στρατηγική μας ώστε να μπορέσουμε να επιτύχουμε νομικά δεσμευτική συμφωνία στο Μεξικό.
Απαιτείται άμεση δράση ώστε να μετατραπεί η πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε σε πράξη, καθώς και να ξεκινήσει η αξιοποίηση των 7,2 δισεκατομμυρίων ευρώ που δεσμεύτηκαν για «χρηματοδότηση ταχείας εκκίνησης» προς τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η ΕΕ γνωστοποίησε την επιθυμία της να συνδεθεί με τη συμφωνία και ανέλαβε, εν είδει πληροφόρησης, μονομερή δέσμευση για μείωση των συνολικών εκπομπών της ΕΕ κατά 20% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, και προέβη σε προσφορά υπό όρους για την αύξηση του εν λόγω ποσοστού στο 30%, εφόσον άλλοι μείζονες παραγωγοί εκπομπών συμφωνήσουν επίσης να συνεισφέρουν με ισοδύναμο ποσοστό στην παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των εκπομπών.
Έως τις 18 Φεβρουαρίου, 40 κράτη είχαν κοινοποιήσει τα σχέδια μειώσεών τους και 100 είχαν υπογράψει τη συμφωνία· αυτό όμως δεν αρκεί.
Απευθύνω έκκληση τόσο προς την Ύπατη Εκπρόσωπο και την αρμόδια Επίτροπο σε θέματα δράσης για το κλίμα να μας παρουσιάσουν κατεπειγόντως μία στρατηγική διπλωματίας για το κλίμα, όσο και προς την ΕΕ και τα κράτη μέλη να συμπεριλαμβάνουν πολιτικές για την κλιματική αλλαγή σε όλες τις διμερείς και πολυμερείς στρατηγικές εταιρικές σχέσεις, προκειμένου να επιτύχουν αυτόν τον σημαντικό στόχο.
Οι στρατηγικές εταιρικές σχέσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής πρέπει να συμπεριλαμβάνουν ΜΚΟ και την κοινωνία των πολιτών.
Daciana Octavia Sârbu (S&D), γραπτώς. – (EN) Παρά την απογοήτευση της Κοπεγχάγης, σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος, συμπεριλαμβανομένης της βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης που διασφαλίσαμε για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η χρηματοδότηση αυτή δεν θα παράσχει μόνο συγκεκριμένη βοήθεια επιτόπου, αλλά συμβάλει ταυτόχρονα στην ανάπτυξη εμπιστοσύνης μεταξύ εταίρων που διχάστηκαν στην Κοπεγχάγη.
Τους προσεχείς μήνες και τα επόμενα έτη, πρέπει να αποδείξουμε στον αναπτυσσόμενο κόσμο ότι θα τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας σχετικά με τη χρηματοδότηση για την προσαρμογή και τον περιορισμό των επιπτώσεων, και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι πόροι θα αξιοποιηθούν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι τους.
Σημαντική πρόοδος σημειώθηκε επίσης στην Κοπεγχάγη σχετικά με την παρακολούθηση, την υποβολή αναφορών και τους ελέγχους. Τα εν λόγω στοιχεία συνδέονται άμεσα με την ανάπτυξη εμπιστοσύνης, διότι το σύστημα αυτό θα μας επιτρέψει να διαπιστώσουμε ότι όλοι διαδραματίζουν τον ρόλο τους, αλλά και να προσδιορίσουμε την αποτελεσματικότητα των πολιτικών μας και πώς μπορούμε να τις προσαρμόσουμε στο μέλλον. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζει το σύστημα εμπορίας εκπομπών της και άλλες πρωτοβουλίες, όπως μειώσεις κατανάλωσης ενέργειας στα κτίρια. Πρέπει να επιτύχουμε τους στόχους εκπομπών που έχουμε θέσει και να δείξουμε πώς μπορούμε όλοι να ωφεληθούμε από την εξοικονόμηση ενέργειας. Εάν εμείς αποτελούμε επιτυχημένο παράδειγμα πολιτικής μείωσης των εκπομπών, το οποίο μεταφράζεται σε οφέλη για τον μέσο πολίτη, τότε μπορούμε κάλλιστα να πείσουμε τους άλλους να ακολουθήσουν τη δική μας πορεία.