Πρόεδρος. - Η ημερήσια διάταξη προβλέπει τη συζήτηση της έκθεσης του κ. Szájer, εξ ονόματος της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων, σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης (COM(2009)0673 – 2010/2021(INI)) (A7-0110/2010).
József Szájer, εισηγητής. – (HU) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Šefčovič, πολλοί ομιλητές ξεκινούν την παρέμβασή τους στο Κοινοβούλιο, δηλώνοντας ότι το θέμα τους είναι σημαντικό, πολύ σημαντικό ή ακόμα και από τα πλέον σημαντικά. Θα ήθελα και εγώ να δηλώσω το ίδιο, αλλά για πολύ σημαντικότερο λόγο σε σχέση με πολλούς άλλους, δεδομένου ότι το θέμα που συζητούμε σήμερα, η εξουσία ανάθεσης νομοθετικού έργου του Κοινοβουλίου προς την Επιτροπή, είναι ίσως η πιο σημαντική και όμως συχνά παραμελημένη καινοτομία της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Όσο επέκριναν τη Συνθήκη της Λισαβόνας, μίλησαν για δημοκρατικό έλλειμμα. Κυρίες και κύριοι, θα ήθελα να επισημάνω ότι αυτή η τροπολογία, δηλαδή η διασφάλιση της αρμοδιότητας νομοθετικής εξουσιοδότησης του Κοινοβουλίου, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές διευρύνσεις της δικαιοδοσίας του Κοινοβουλίου. Αυτό σημαίνει ότι οι αντιπρόσωποι που εκλέγονται άμεσα από τους πολίτες θα είναι στο εξής σε θέση, στο Κοινοβούλιο, και βάσει των νομοθετικών τους αρμοδιοτήτων, να εποπτεύουν και να προβάλλουν βέτο στην εφαρμογή ψηφισμάτων και αποφάσεων που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Με άλλα λόγια, αυτό το στοιχείο της Συνθήκης της Λισαβόνας, που αναφέρεται συχνά σε σχέση με τη διεύρυνση των εξουσιών του Κοινοβουλίου –ότι δηλαδή έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των διαδικασιών συναπόφασης και ότι έχουν διευρυνθεί οι τομείς στους οποίους μπορεί να συμμετάσχει το Κοινοβούλιο–, αποτελεί, μαζί με το ζήτημα της εξουσίας ανάθεσης νομοθετικού έργου του Κοινοβουλίου, όχι μόνο μια ποσοτική, αλλά και σημαντική ποιοτική διεύρυνση. Εν ολίγοις, από εδώ και στο εξής, και μετά από μακρά πάλη και μάχη, η οποία διεξαγόταν επί σειρά ετών, και εξακολουθεί να διεξάγεται από τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μας παρέχονται διασφαλίσεις ότι το Κοινοβούλιο θα ελέγχει τις αποφάσεις που λαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χωρίς να εμπίπτουν στη δική της αρμοδιότητα, αλλά εγκρίνονται μέσω κατ’ εξουσιοδότηση νομοθετικών αρμοδιοτήτων. Πολλοί μπορεί να πουν, βέβαια, ότι από τυπική άποψη, αυτή η εποπτεία υπήρχε ήδη. Κατά μία έννοια, αυτό αληθεύει, αλλά με τέτοιες προθεσμίες και υπό τέτοιες συνθήκες, και στο πλαίσιο τέτοιας νομοθετικής και διοργανικής συνεργασίας, που δεν επέτρεπαν την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας. Θα ήθελα επίσης να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι αυτή η νέα δυνατότητα, δηλαδή το άρθρο 290 της Συνθήκης της Λισαβόνας, θα μεταμορφώσει, επίσης, το έργο του Κοινοβουλίου κατά τα προσεχή έτη, ιδίως εάν εμείς, οι βουλευτές του Κοινοβουλίου, λάβουμε σοβαρά υπόψη αυτές τις εξουσίες και εάν είμαστε πραγματικά σε θέση να λάβουμε αποφάσεις για τα συγκεκριμένα θέματα.
Εάν επιθυμούμε να κατανοήσουν ο υπόλοιπος κόσμος και οι μη ειδικοί στο εν λόγω πεδίο περί τίνος ακριβώς πρόκειται, δεδομένου ότι αποτελεί ένα εξαιρετικά σύνθετο τεχνικώς θέμα, το οποίο αφορά, ωστόσο, ένα δημοκρατικό θεσμικό όργανο και χρησιμεύει για την εξάλειψη του λεγόμενου δημοκρατικού ελλείμματος στην Ευρώπη, πρέπει να επισημανθεί το εξής: το ζητούμενο είναι ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ήτοι οι δύο νομοθετικές εξουσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορούν να αντιμετωπίζουν μόνα τους κάθε λεπτομέρεια. Το Κοινοβούλιο συνεδριάζει κάθε μήνα, και, ενίοτε, υπάρχουν περιπτώσεις, όπως τώρα, που συνεδριάζουμε αλλά δεν μπορούμε να ψηφίσουμε, αν και το Κοινοβούλιο οφείλει, εντέλει, να εποπτεύει τα ζητήματα που εξετάζει το Συμβούλιο ή η Επιτροπή, με κατ’ εξουσιοδότηση νομοθετικές αρμοδιότητες. Εφεξής, θα είναι είναι σε θέση να το πράττει.
Στην έκθεσή μου, προσπάθησα να καταστήσω σαφές ότι το Κοινοβούλιο εμμένει σε αυτά τα δικαιώματα. Δεν θα αποδεχτούμε καμία επιπρόσθετη υποχρέωση πέραν αυτών που προβλέπονται στη Συνθήκη. Δεν θα το κάνουμε, διότι θέλουμε να ασκούμε τα δικαιώματά μας πλήρως, και πιστεύω ότι τούτο θα συντελέσει στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Εάν θέλουμε να το πράξουμε αυτό, είναι, βεβαίως, αναγκαία η στενή συνεργασία μας με την Επιτροπή και το Συμβούλιο, δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι πλέον η αρμοδιότητα εναπόκειται στους νομοθέτες, και, επομένως, στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε όλους, σε όλους τους συναδέλφους βουλευτές για τη συνεργασία τους σε αυτό το πολύπλοκο θέμα, και επίσης να ευχηθώ ότι το Κοινοβούλιο θα αξιοποιήσει πλήρως στο μέλλον τις νέες του αρμοδιότητες.
Maroš Šefčovič, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να ξεκινήσω απευθύνοντας τις ευχαριστίες μου στον κ. Szájer για την εξαιρετικά υψηλής ποιότητας έκθεσή του, διότι στην Επιτροπή εκτιμούμε ιδιαιτέρως την υποστήριξη που έχει εκδηλώσει το Κοινοβούλιο για την οριζόντια προσέγγιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
Ο νομοθέτης, φυσικά, είναι απολύτως ελεύθερος να ρυθμίζει όλα τα ζητήματα που συνδέονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σε κάθε βασική πράξη, απαιτούνται, όμως, ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές προς αποφυγήν ενδεχόμενης αποσπασματικής προσέγγισης.
Αυτός ήταν ο σκοπός της ανακοίνωσης που είχε ήδη εκδώσει η Επιτροπή τον Δεκέμβριο, προκειμένου να υποδείξει στον νομοθέτη τον προτιμώμενο τρόπο δράσης για την υιοθέτηση ορθής και πρακτικής προσέγγισης της μελλοντικής νομοθεσίας.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η Επιτροπή στηρίζει σθεναρά την ιδέα της κοινής συνεννόησης, ή ακόμη και της διοργανικής συναίνεσης μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, διότι αυτό θα εξασφαλίσει την απαραίτητη τάξη κατά την προετοιμασία της νομοθεσίας.
Επί της ουσίας, μπορώ απλώς να επαναλάβω ότι η Επιτροπή επικροτεί θερμά την έκθεση. Μπορεί να διαφωνούμε σε ορισμένα συγκεκριμένα ζητήματα, αλλά οι στόχοι μας είναι κοινοί. Θέλουμε να διασφαλίσουμε ακρίβεια, αποτελεσματικότητα, διαφάνεια, καθώς και σαφή και δίκαιη εξισορρόπηση της εξουσίας.
Αν μου επιτρέπετε να γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος, θα κάνω μόνο μερικές λακωνικές παρατηρήσεις για ορισμένα επιμέρους σημεία της έκθεσης.
Όσον αφορά τον περιοριστικό χαρακτήρα του άρθρου 290, ιδίως της δεύτερης παραγράφου, διαπιστώνεται εν προκειμένω ελαφρά διάσταση απόψεων σχετικά με τα μέσα ελέγχου του νομοθέτη επί των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, αλλά δεν θα θέλαμε να τεθεί σε νομική αντιπαράθεση, διότι θεωρούμε ότι είναι πολύ σημαντικό να αναζητήσουμε πρακτικές λύσεις στο πεδίο της ειδικής νομοθεσίας.
Όσον αφορά τη διάρκεια της εξουσιοδότησης αρμοδιότητας, επικροτούμε θερμά και υποστηρίζουμε την ιδέα της σιωπηρής παράτασης, όπως εκφράζεται στην έκθεση, διότι την θεωρούμε λίαν εποικοδομητική και μπορούμε να πούμε ότι κάποιες λύσεις αυτού του είδους έχουν ήδη παρατηρηθεί σε αρκετούς νομοθετικούς φακέλους.
Έχω άλλη μία επιμέρους παρατήρηση επί της διάρκειας του δικαιώματος έκφρασης αντιρρήσεων. Θα έλεγα, λοιπόν, και πάλι ότι διαπιστώνεται ομοφωνία, διότι συμμεριζόμαστε και πάλι ευρέως την άποψη του εισηγητή επί της πάγιας μεθόδου της δίμηνης προθεσμίας, με δυνατότητα παράτασης δύο επιπλέον μηνών, η οποία θα μπορούσε να καθοριστεί βάσει κοινής συνεννόησης μεταξύ των τριών θεσμικών μας οργάνων, συνεννόηση που αισιοδοξώ ότι θα επιτύχουμε στο μέλλον. Νομίζω ότι έχουμε ήδη διαπιστώσει περί τα δέκα θετικά παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο εφαρμόστηκε στο πλαίσιο του τρέχοντος νομοθετικού έργου.
Όσον αφορά τη διαδικασία κατεπείγοντος, είχαμε ήδη κάποια σαφή παραδείγματα κατά το παρελθόν στα οποία διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν ζητήματα όπως η ασφάλεια των τροφίμων ή η ασφάλεια των παιχνιδιών, για παράδειγμα, τα οποία απαιτούν ενίοτε άκρως κατεπείγουσα διαδικασία και, ως εκ τούτου, πιστεύουμε ότι πρέπει να βρούμε κάτι ακόμα πιο επείγον από την πρόταση έγκαιρης έγκρισης που διατύπωσε ο εισηγητής.
Αν μου επιτρέπετε, θα ολοκληρώσω με το ζήτημα της προσαρμογής, διότι είναι πολύ σημαντική για το Κοινοβούλιο, και, εν προκειμένω, θα θέλαμε να ταχυούμε υπέρ της ρεαλιστικής προσέγγισης, δεδομένου ότι το παρόν Κοινοβούλιο, μαζί με την Επιτροπή, έχει ήδη καταβάλει σημαντικές προσπάθειες όσον αφορά την προσαρμογή των 250 και πλέον βασικών νομοθετικών πράξεων, η προσαρμογή των οποίων έχει πραγματοποιηθεί με τη ρεαλιστική προσέγγιση.
Εφεξής, φρονούμε ότι προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους τομείς στους οποίους δεν είχαμε προσαρμοστεί ακόμα στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας. Εκτιμώ ότι πρέπει να εστιάσουμε σε αυτούς τους τομείς. Τούτο συνεπάγεται εξίσου τεράστιο όγκο εργασιών, εντούτοις, εξετάζουμε ήδη ενδεχόμενους τρόπους για την υιοθέτηση της πλέον ρεαλιστικής και ευέλικτης προσέγγισης.
Jo Leinen, εισηγητής της γνωμοδότησης της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανέμενε από καιρό αυτήν τη στιγμή, τη στιγμή δηλαδή που το Κοινοβούλιο θα διαθέτει ισότιμο κύρος με το Συμβούλιο επί του ελέγχου της ανάθεσης νομοθετικού έργου. Θα παραθέσω ένα παράδειγμα: το 2008, υπήρξαν 6.000 κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, με άλλα λόγια ένας τεράστιος όγκος προτύπων, τα οποία μετασχηματίστηκαν σε ένα είδος παράγωγου δικαίου από την Επιτροπή και την παλαιά διαδικασία της επιτροπολογίας. Το Κοινοβούλιο είχε ελάχιστα δικαιώματα σε αυτήν τη διαδικασία. Τηρούμασταν μεν ενήμεροι, αλλά δεν ήμασταν συννομοθέτες. Η Συνθήκη της Λισαβόνας έχει πλέον αλλάξει αυτήν την κατάσταση.
Όσον αφορά τον έλεγχο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, βρισκόμαστε σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο, και θέλουμε επίσης να αξιοποιούμε πλήρως το ισότιμο κύρος μας. Αυτό σημαίνει, κύριε Επίτροπε, ότι όταν ισχυρίζεστε ότι είναι δυνατή η διαδικασία κατεπείγοντος, τότε θα πρέπει επίσης να λαμβάνουμε πληροφορίες το συντομότερο δυνατόν. Θέλουμε να λαμβάνουμε πληροφορίες στο ίδιο πρώιμο στάδιο που τις λαμβάνει και το Συμβούλιο.
Carlos Coelho, εξ ονόματος της Ομάδας PPE. – (PT) Φρονώ ότι είναι δίκαιο να ξεκινήσω συγχαίροντας τον κ. Szájer για την εξαιρετική έκθεση που μας παρουσίασε. Όπως ορθά ειπώθηκε, η Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εισάγει κανόνες για την ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου. Πιστεύω, συνεπώς, ότι αξίζουν διπλά συγχαρητήρια στο Κοινοβούλιο: όχι μόνο για την εξαιρετική έκθεση του κ. Szájer, την οποία μόλις ανέφερα, αλλά και επειδή οι νέοι κανόνες καταργούν το παλαιό σύστημα της επιτροπολογίας, το οποίο επικρίναμε πολύ συχνά σε αυτό το Σώμα.
Τώρα πλέον έχουμε το άρθρο 290 της Συνθήκης της Λισαβόνας, και επισημαίνω ότι η έκθεση του κ. Szájer προτείνει πολυάριθμους τρόπους εργασίας, οι οποίοι διασφαλίζουν τα προνόμια του Κοινοβουλίου. Με τη νέα αυτή διάταξη, το Κοινοβούλιο μπορεί να επικεντρωθεί στις ουσιαστικές νομοθετικές πράξεις και να παράσχει στην Επιτροπή περιθώριο ευελιξίας για την ολοκλήρωση μη ουσιαστικών νομοθετικών πράξεων εντός των ορίων που καθορίζονται από τον νομοθέτη. Όπως ορθώς επεσήμανε ο κ. Leinen, διαθέτουμε ισότιμο κύρος με το Συμβούλιο και, ως εκ τούτου, το Κοινοβούλιο δεν βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
Κυρία Πρόεδρε, θα ήθελα να επισημάνω ορισμένες πτυχές της έκθεσης του κ. Szájer που πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Η πρώτη αφορά την ιδέα ότι απορρίπτουμε τυχόν διατάξεις που επιβάλλουν στον νομοθέτη επιπλέον υποχρεώσεις πέραν αυτών που περιλαμβάνονται ήδη στο άρθρο 290. Δεύτερον, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει την έγκαιρη και συνεχή διαβίβαση πληροφοριών και σχετικών εγγράφων. Τρίτον, οι περίοδοι πρέπει να ξεκινούν μόνον εφόσον έχουν παραληφθεί όλες οι γλωσσικές εκδόσεις –επαναλαμβάνω, όλες οι γλωσσικές εκδόσεις. Το τελευταίο σημείο είναι ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι αναστολής των εργασιών του Κοινοβουλίου.
Eva Lichtenberger, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE. – (DE) Κυρία Πρόεδρε, τα συχνά υποτιμημένα διαρθρωτικά θέματα σχετικά με τις σχέσεις εντός του θεσμικού τριγώνου, συνοψίστηκαν πράγματι πολύ καλά στην έκθεση του κ. Szájer. Η συνεργασία ήταν εξαιρετικά εποικοδομητική και θα ήθελα επίσης να εκφράσω τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου για αυτό.
Μέσω της Συνθήκη της Λισαβόνας, δημιουργήσαμε νέες σχέσεις, και αυτές οι νέες σχέσεις δεν πρέπει να υπονομευθούν και πάλι με πλάγιο τρόπο. Αυτό είναι στην πραγματικότητα το στρατηγικό σημείο εν προκειμένω. Ο απώτερος σκοπός ήταν να αποκτήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ισότιμο κύρος με το Συμβούλιο, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, και να διασφαλιστεί, καταρχάς, ότι αυτό είναι εφικτό και, κατόπιν, ότι μπορεί να επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
Ως εκ τούτου, τα απολύτως βασικά ζητήματα για εμάς είναι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, αποκτώντας, για παράδειγμα, ελεύθερη πρόσβαση στα έγγραφα σε εύθετο χρόνο, προκειμένου να λαμβάνουμε τις αναγκαίες αποφάσεις, και, δεύτερον, να μην προβλέπονται διαδικασίες που να λειτουργούν με βάση την «κοινή συνεννόηση» αλλά, αντίθετα, να έχουμε καθορισμένες συμφωνίες, οι οποίες δεν μπορούν να υπόκεινται σε πολιτικές αυθαιρεσίες ή στην πολιτική ατζέντα της ημέρας.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, χρειαζόμαστε σταθερούς, άρτιους κανόνες, μέσω των οποίων θα μπορούμε να προστατεύσουμε τα δικαιώματα του Κοινοβουλίου στην πράξη, και όχι λαμβάνοντάς τα απλώς υπόψη μόνο στη θεωρία. Σας ευχαριστώ, κύριε Szájer. Είχαμε μία εξαιρετική συνεργασία και ελπίζω ότι θα μπορέσουμε επίσης να την αξιοποιήσουμε για την επίτευξη των στόχων που πρέπει να επιτύχουμε για τους συναδέλφους βουλευτές.
William (The Earl of) Dartmouth, εξ ονόματος της Ομάδας EFD. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, δικαίως ο εισηγητής αναφέρεται στο δημοκρατικό έλλειμμα. Το ελιτίστικο οικοδόμημα που ονομάζεται ΕΕ παρουσιάζει όντως δημοκρατικό έλλειμμα, το οποίο έχει αυξηθεί, εξακολουθεί να αυξάνεται και θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Οφείλω να ομολογήσω ότι με σάστισε η άποψη του εισηγητή ο οποίος, παρά την ευγλωττία του, θεωρεί το άρθρο 290 ως λύση.
Η δική μας ερμηνεία του άρθρου 290 είναι ότι παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να συμπληρώνει ή να τροποποιεί τη νομοθεσία. Μία τέτοια δυνατότητα είναι μεγαλεπήβολη, ευρύτατη και ανοικτή σε σχεδόν απεριόριστες επιλογές ερμηνείας. Θα μπορούσαμε δε να ισχυριστούμε ότι οι διασφαλίσεις έναντι της μη ενδεδειγμένης χρήσης των εξουσιών που ανατίθενται μέσω αυτής της δυνατότητας στην Επιτροπή είναι σαφώς ανεπαρκείς. Ο εισηγητής θα σχολιάσει ενδεχομένως στην απάντησή του για ποιον λόγο είναι επαρκείς. Τούτο ισοδυναμεί, συνεπώς, με την περαιτέρω μεταβίβαση εξουσίας από το αιρετό Κοινοβούλιο στη μη αιρετή Επιτροπή, ανεξαρτήτως των φιλόδοξων δηλώσεων της Συνθήκη της Λισαβόνας.
Ανέκαθεν υποστηρίζαμε, και συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε, ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας στερείται δημοκρατικής νομιμότητας, κυρίως επειδή και τα τρία πολιτικά κόμματα του κατεστημένου είχαν υποσχεθεί δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, και, έπειτα, και τα τρία πολιτικά κόμματα του κατεστημένου υπαναχώρησαν θεαματικά σε αυτήν την υπόσχεση. Κατά συνέπεια, το άρθρο 290 αποτελεί προϊόν της παράτυπης Συνθήκης της Λισαβόνας. Αυξάνει το δημοκρατικό έλλειμμα –θα με ενδιέφερε να ακούσω από τον εισηγητή γιατί αυτό δεν ισχύει– και, συνεπώς, πρέπει να αντιταχθούμε.
Hans-Peter Martin (NI). – (DE) Κυρία Πρόεδρε, ως ένθερμος υπέρμαχος της Ευρώπης, ήμουν εναντίον της Συνθήκης της Λισαβόνας, ακριβώς διότι καθιστά δυνατή την προβολή των επιχειρημάτων που μόλις ακούσαμε, και ακριβώς επειδή δεν έχει δημιουργήσει τη σαφήνεια και την ενάργεια που θα ήθελα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο για τις μελλοντικές γενιές. Είμαι ρεαλιστής, όμως, και θα έλεγα ότι τώρα πρέπει να συμβιβαστούμε με αυτήν. Είναι πολύ σημαντικό να δηλώσουμε κατηγορηματικά για άλλη μία φορά ότι το άρθρο αυτό, το άρθρο 290, μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όχι μόνο το Συμβούλιο, αλλά και το Κοινοβούλιο μπορεί να ανακαλέσει τη σχετική εξουσιοδότηση μόνο του και με σχετικά απλό τρόπο. Αυτό θα πρέπει να ανακαλούμε συνεχώς στη μνήμη μας.
Φυσικά, αληθεύει εξίσου και αυτό που είπε ο κ. Leinen, ότι δηλαδή έχουμε πλέον ήδη χιλιάδες νομοθετικές πράξεις που καταλαμβάνουν μία γκρίζα ζώνη όσον αφορά την κατανόηση, και η οποία, με τη σειρά της, παρέχει συνεχώς υλικό στους αντιευρωπαίους, ήτοι τους πολέμιους του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, μίας ΕΕ που θα έπρεπε να λειτουργεί στους τομείς όπου τη χρειαζόμαστε κατεπειγόντως. Και εν προκειμένω, το ζητούμενο είναι εν πολλοίς η διαφάνεια. Επομένως, μου φαίνεται πως είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι στην παράγραφο 10 προτείνεται ότι οι ρυθμίσεις, μεταξύ άλλων, για τη διαβίβαση εγγράφων χρήζουν εμπεριστατωμένης αποσαφήνισης.
Λίγοι από εμάς γνωρίζουν τον νόμο περί της ελευθερίας της πληροφόρησης, όπως και λίγοι από εμάς έχουν εμπειρία από τον τρόπο με τον οποίο εκτυλίσσονται τα πράγματα στις ΗΠΑ. Γιατί δεν προβαίνουμε σε μία απλή «αντιγραφή και επικόλληση», επιτρέποντας έτσι στους πολίτες, αλλά και σε εμάς τους ίδιους στο Κοινοβούλιο, την παραλαβή των σχετικών εγγράφων ανεξάρτητα, και όχι μέσω «απονομής χάριτος» και πολλαπλών παρεμβάσεων των πολιτικών ομάδων; Γιατί δεν καθιερώνουμε ως δικαίωμα αυτήν τη διαδικασία, εφόσον διακινδυνεύουμε ήδη σε μεγάλο βαθμό να έχουμε χιλιάδες κατ’ εξουσιοδότηση νομοθετικές πράξεις; Τούτου λεχθέντος, θα ήθελα να σας πω να συνεχίσετε το άρτιο έργο σας. Θα είμαστε εποικοδομητικοί συνεργάτες σας στην πορεία προς την αφύπνιση της δημοκρατίας.
Silvia-Adriana Ţicău (S&D). – (RO) Κυρία Πρόεδρε, κύριε Επίτροπε, όσον αφορά τη διαδικασία εξουσιοδότησης εκτελεστικής αρμοδιότητας στην Επιτροπή, η Συνθήκη της Λισαβόνας εισάγει ορισμένα νέα στοιχεία εν προκειμένω. Στην πραγματικότητα, το άρθρο 290 αναφέρεται ακριβώς σε αυτό το θέμα. Πράγματι, οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις είναι γενικές πράξεις που ενδέχεται να τροποποιούν περιττές πτυχές της βασικής νομοθετικής πράξης, παρέχοντας εντολή για την εξουσιοδότηση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή.
Στην πράξη, αυτό επιτρέπει τον καθορισμό της εντολής, μαζί με τη διάρκεια της εξουσιοδότησης, το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να υποβάλλουν τις αντιρρήσεις τους, καθώς και τις προϋποθέσεις για την ανάκληση της εντολής. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ασκούν έλεγχο, αλλά μόνο μετά την έγκριση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις μπορούν επίσης να δημοσιεύονται κατά τη διάρκεια του χρονικού πλαισίου εντός του οποίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να εγείρουν αντιρρήσεις. Ωστόσο, σας ζητώ, κύριε Επίτροπε, να διασφαλίσετε εξίσου μεγαλύτερη διαφάνεια και κατά τη διαδικασία κατάρτισης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
Maroš Šefčovič, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής. – (EN) Κυρία Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να απαντήσω στις παρατηρήσεις των αξιότιμων βουλευτών. Συμφωνώ απόλυτα με τον κ. Leinen ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας έχει επιφέρει τεράστιες αλλαγές. Αυτό υπογράμμισε και ο εισηγητής, ο κ. Szájer. Θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι έχουμε πλήρη επίγνωση αυτού του γεγονότος και ότι θα κάνουμε χρήση της διαδικασίας με τον μέγιστο δυνατό σεβασμό προς τον νομοθέτη, επειδή αυτό είναι πολύ σημαντικό για την αμοιβαία σχέση μας και για την καλή μας συνεργασία.
Όσον αφορά τα θέματα και τις διαδικασίες κατεπείγοντος, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω όλους ότι θα προσφύγουμε σε αυτές μόνο σε εξαιρετικές, έκτακτες περιπτώσεις. Γνωρίζουμε ότι, εάν κάνουμε κατάχρηση του μέσου αυτού, η σχέση μας θα είναι ιδιαίτερα δυσχερής, και κάτι τέτοιο σίγουρα δεν ανήκει στις προθέσεις μας.
Όσον αφορά τις παρατηρήσεις του κ. Coelho και της κ. Lichtenberger, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω επίσης ότι θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να διασφαλίσουμε και να σας παρέχουμε έγκαιρα τη μεταγραφή όλων των εγγράφων, με όλες τις απαραίτητες μεταφράσεις, ταυτόχρονα με το Συμβούλιο. Γνωρίζουμε ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας εισήγαγε αυτήν την πολύ σημαντική αλλαγή, ότι, δηλαδή, όσον αφορά νομοθετικά ή οικονομικά ζητήματα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βρίσκεται σε απολύτως ισότιμη βάση με το Συμβούλιο.
Επιπλέον, σχεδιάζουμε την ανάπτυξη ενός νέου τύπου συνεργασίας που θα επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμμετέχει στις προπαρασκευαστικές εργασίες των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, και θα θέλαμε να το πράξουμε αυτό σε πολύ στέρεες βάσεις. Ως εκ τούτου, θα βρείτε επίσης την έκφραση αυτής της νέας σχέσης στη συμφωνία πλαίσιο, η οποία βρίσκεται επί του παρόντος στο στάδιο των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Προχωρώντας στις παρατηρήσεις του κόμη του Dartmouth και του κ. Martin σχετικά με τις απεριόριστες εξουσίες που το εν λόγω άρθρο 290 παρέχει στην Επιτροπή, εκτιμώ ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα, διότι εσείς, ο νομοθέτης, θα αποφασίζετε εάν θα αναθέσετε (ή όχι) την εξουσία στην Επιτροπή. Εσείς, ο νομοθέτης, θα έχετε την ευκαιρία να ανακαλείτε αυτήν την εξουσία ή να αντιτάσσεστε στις προτάσεις που θα υποβάλλει η Επιτροπή. Συνεπώς, δεν μπορώ να δεχθώ ότι εισερχόμαστε σε μία γκρίζα ζώνη, διότι θεωρώ ότι οι εξουσίες του νομοθέτη καθορίζονται σαφέστατα στη Συνθήκη, και η Επιτροπή, φυσικά, θα το σεβαστεί αυτό.
József Szájer, εισηγητής. – (HU) Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους συναδέλφους βουλευτές για την προύσα συζήτηση, δεδομένου ότι η εκπόνηση αυτής της έκθεσης κατέστη δυνατή χάρη στην πολύ στενή συνεργασία μεταξύ των επιτροπών –και θα έκανα ιδιαίτερη μνεία στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, η οποία θα αναλάβει πολλά καθήκοντα αυτού του είδους κατά την προσεχή περίοδο– και των πολιτικών κομμάτων. Θα ήθελα επίσης να προσθέσω, συνάδελφοι βουλευτές, ότι δίνουμε πραγματική μάχη. Μάχη με την Επιτροπή, και μάχη με το Συμβούλιο, διότι πρόκειται για μάχη σχετικάμε τα δικαιώματά μας. Το ζητούμενο της εν λόγω έκθεσης είναι να επιβεβαιώσουμε με σαφήνεια ότι αυτά είναι τα δικαιώματά μας και ότι εμμένουμε σε αυτά. Είναι πολύ πιο εύκολο να το πράξουμε όταν έχω τη στήριξη των επιτροπών, καθώς και των συναδέλφων βουλευτών από τα άλλα κόμματα· κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούμε να καταστήσουμε σαφές στα θεσμικά όργανα και εταίρους μας ότι το Κοινοβούλιο εμμένει με αποφασιστικότητα στα ζητήματα αυτά. Ταυτόχρονα, προκειμένου να είμαστε σε θέση να ασκήσουμε αυτό το δικαίωμα αποτελεσματικά, εκλαμβάνω ως ενθαρρυντικά τα λεγόμενα του κ. Šefčovič, σύμφωνα με τα οποία μπορεί να επιταχυνθεί η γενική προσαρμογή κατά τους προσεχείς μήνες και να είμαστε πράγματι σε θέση να διευρύνουμε τα εν λόγω δικαιώματα όσο το δυνατόν περισσότερο. Τούτο το θεωρούμε σημαντικό πρωτίστως για τους τομείς στους οποίους δεν υπήρχε διαδικασία συναπόφασης κατά το παρελθόν.
Μία άλλη πολύ σημαντική πτυχή, στην οποία οι συνάδελφοι βουλευτές επίσης αναφέρθηκαν σήμερα, αφορά τη σημασία της πρόσβασης σε πληροφορίες. Η πρόσβαση αυτή πρέπει να καθοριστεί στο πλαίσιο διοργανικής συμφωνίας, και συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη με την Επιτροπή και το Συμβούλιο για το θέμα αυτό. Ωστόσο, θα θέλαμε να γνωρίζουμε τι κάνει το Συμβούλιο· τι είδους διαβουλεύσεις πραγματοποιείε επί των εν λόγω θεμάτων. Όσον αφορά δε το ερώτημα σχετικά με το εάν τα δικαιώματά μας έχουν επεκταθεί ή περιοριστεί, θα σας παρακαλούσα, κυρίες και κύριοι, να διαβάσετε την έκθεση και να εξετάσετε τη νομοθεσία. Αδυνατώ να δώσω οιαδήποτε άλλη ερμηνεία στη νομοθεσία, πλην αυτής σύμφωνα με την οποία τα δικαιώματά μας έχουν διευρυνθεί. Μέχρι πρότινος, δεν είχαμε λόγο επί των αρμοδιοτήτων που είχαμε προηγουμένως εξουσιοδοτήσει. Στην πράξη, κανένας ρόλος δεν είχε ανατεθεί στο Κοινοβούλιο στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας. Μας άκουγαν από ευγένεια, αλλά οι προθεσμίες ήταν τόσο μικρές ώστε το Κοινοβούλιο ούτε καν συνεδρίαζε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Απεναντίας, εφεξής μπορούμε να προβάλλουμε βέτο ή να ανακαλούμε τις αποφάσεις αυτές και δεν είμαστε καν υποχρεωμένοι να αιτιολογούμε τη θέση μας – με άλλα λόγια, πρόκειται αδιαμφισβήτητηα για επέκταση των δικαιωμάτων μας. Εμείς κατέχουμε τη νομοθετική εξουσία και μεταβιβάζουμε την εξουσία αυτή στην Επιτροπή. Ως εκ τούτου, μόνο ως επέκταση των δικαιωμάτων μας μπορώ να το εκλάβω αυτό. Συνάδελφοι βουλευτές, είναι πλέον στο δικό μας χέρι και μόνο να αποφασίσουμε εάν θα ασκήσουμε τα δικαιώματα αυτά στο μέλλον.
Πρόεδρος. – Η συζήτηση έληξε.
Η ψηφοφορία θα διεξαχθεί κατά την προσεχή σύνοδο της Ολομέλειας στις Βρυξέλλες.
Γραπτές δηλώσεις (άρθρο 149 του Κανονισμού)
Raffaele Baldassarre (PPE), γραπτώς. – (EN) Καταρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Szájer για το εξαίρετο έργο που περάτωσε σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις θα είναι κεφαλαιώδους σημασίας για το δίκαιο της Ένωσης και τη διοργανική ισορροπία στην ΕΕ. Ως εκ τούτου, είναι θεμελιώδες να καταρτίζονται και να αποφασίζονται με πλήρη διαφάνεια, επιτρέποντας ουσιαστικά στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να ελέγχουν δημοκρατικά την άσκηση της εξουσίας που ανατίθεται στην Επιτροπή. Στο πλαίσιο αυτό, όπως υποστηρίζεται στην έκθεση Szájer, ορισμένα θέματα θα είναι υψίστης σημασίας και απαιτούν την ισχυρότατη δέσμευσή μας. Τα θέματα αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να ανακαλεί την εξουσιοδότησή του ανά πάσα στιγμή και να διασφαλίζεται ότι παρέχονται στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τα ίδια δικαιώματα όσον αφορά τη συμμετοχή τους στη διαδικασία εξουσιοδότησης. Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την Επιτροπή η υποβολή όλων των απαραίτητων νομοθετικών προτάσεων για την προσαρμογή του κεκτημένου στις διατάξεις των άρθρων 290 και 291, συμπεριλαμβανομένου του κεκτημένου σε τομείς πολιτικής οι οποίοι, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, υπόκεινται πλέον στη διαδικασία συναπόφασης.
Zita Gurmai (S&D), γραπτώς. – (EN) Επικροτώ θερμά το αποτέλεσμα της έκθεσης του κ. Szájer. Ο καθορισμός του νέου νομοθετικού συστήματος είναι δύσκολο και περίπλοκο ζήτημα. Είμαι πεπεισμένη ότι η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και, ιδίως, τα άρθρα 290 και 291 αυτής, ενισχύει τον δημοκρατικό χαρακτήρα της Ένωσης και εξορθολογίζει την έννομη τάξη της. Η εισαγωγή της καινοτόμου έννοιας των νομοθετικών πράξεων έχει ευρύτατες συνέπειες. Η έκθεση υπογραμμίζει τις μικρές αποκλίσεις μεταξύ των βασικών συννομοθετών, τις αρμοδιότητες και το λεπτομερές διάγραμμα του τρόπου συνεργασίας τους. Το ουσιώδες ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναλάβει περισσότερες νομοθετικές εξουσίες και ευρύτερες νομοθετικές αρμοδιότητες, γεγονός που σημαίνει άμεση αύξηση των κοινοτικών συμφερόντων, τι μέθοδοι ελέγχου πρέπει να θεσπιστούν εξ ονόματος του Συμβουλίου και του ΕΚ; Το νέο νομοθετικό πλαίσιο της ΣΛΕΕ καθόρισε μεν τα μέσα, όμως δεν υπάρχει καμία πρακτική εμπειρία της προσαρμογής τους σε κοινοτικό επίπεδο. Τέλος, καλώ μετ’ επιτάσεως τους συννομοθέτες να προβούν το συντομότερο δυνατό σε διοργανική συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 290, διότι καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια.
Rafał Trzaskowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Μολονότι παραμένει στο προσκήνιο, η διαδικασία εξουσιοδότησης αποτελεί πολύ σημαντικό μεταβατικό στάδιο στο πεδίο της ποιότητας που καθιερώνεται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εκπλήρωση της Συνθήκης, ελλείψει της οποίας, η θέση του Κοινοβουλίου δεν θα είναι πλήρως ενοποιημένη έναντι των άλλων θεσμικών οργάνων της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Διότι μόνο με αυτήν τη διαδικασία θα αποκτήσουμε πλήρη νομοθετική εξουσία και ρόλο στη διαδικασία εφαρμογής οιουδήποτε νομοθετήματος. Γνωρίζουμε καλά την απογοήτευση που συνδέεται με την επίπονη διαδικασία διαπραγματεύσεων με το Συμβούλιο στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης και στην περίπτωση αποφάσεων όπου η εφαρμογή παραβιάζει τη διοργανική συμφωνία. Μέχρι πρότινος, η «επιτροπολογία» αποτύπωνε την έλλειψη εμπιστοσύνης των κρατών μελών προς την Επιτροπή, ενώ τώρα, ο ρόλος του Κοινοβουλίου κατά την εφαρμογή των νομικών πράξεων προσδίδει στη διαδικασία μεγαλύτερη νομιμότητα. Το Κοινοβούλιο και, εμμέσως, οι πολίτες της ΕΕ, θα βρεθούν πιο κοντά στη διαδικασία θέσπισης της νομοθεσίας της ΕΕ, και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη διαδικασία εξουσιοδότησης. Ωστόσο, για να έχει νόημα η εν λόγω διαδικασία, το Κοινοβούλιο πρέπει να αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στην πληροφόρηση και, ως προς αυτό, συμφωνώ πλήρως με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες στην παρούσα συζήτηση.
Zbigniew Ziobro (ECR), γραπτώς. – (PL) Η καθιέρωση της δυνατότητας εξουσιοδότησης νομοθετικής αρμοδιότητας έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι η νομοθεσία, και, ειδικότερα, η νομοθεσία τεχνικού χαρακτήρα, θα ολοκληρώνεται και θα ενημερώνεται πιο αποτελεσματικά, χωρίς να απαιτείται κάθε φορά η διεξαγωγή πλήρους νομοθετικής διαδικασίας. Επομένως, η εξουσιοδότηση πρέπει να θεωρείται ως μέσο για τη βελτίωση της νομοθετικής διαδικασίας σε κοινοτικό επίπεδο.
Ταυτόχρονα, είναι ουσιώδες να διασφαλιστεί ο κατάλληλος έλεγχος επί της χρήσης των ρυθμιστικών εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει, μεταξύ άλλων, να έχουν επαρκή διαθέσιμο χρόνο ώστε να ασκούν το δικαίωμα έκφρασης αντιρρήσεων σε προγραμματισμένους κανονισμούς. Πάνω από όλα, όμως, πρέπει να διαθέτουν επαρκή πρόσβαση σε έγγραφα, αναλύσεις και παρατηρήσεις που καταρτίζονται στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών επί των σχεδίων των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Μόνο με τον τρόπο αυτόν οι αρμοδιότητες της Επιτροπής σχετικά με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων θα αποβούν πραγματικά χρήσιμες για τη βελτίωση της νομοθετικής διαδικασίας της Ένωσης, με τη διατήρηση, ταυτόχρονα, ουσιαστικού ελέγχου και διαφάνειας επί των δραστηριοτήτων της Επιτροπής. Είναι εξίσου ουσιώδης η ανάπτυξη κατάλληλων μηχανισμών μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ούτως ώστε το Κοινοβούλιο να τηρείται ενήμερο για τις υπό εξέλιξη προπαρασκευαστικές εργασίες και να είναι σε θέση να λαμβάνει επαρκή γνώση της φύσης των ζητημάτων που βρίσκονται στο στάδιο της εξέτασης.
Το ψήφισμα σχετικά με την αρμοδιότητα νομοθετικής εξουσιοδότησης, το οποίο είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού που επιτεύχθηκε μεταξύ όλων των πολιτικών ομάδων, παρουσιάζει τα ανωτέρω θέματα με τον δέοντα τρόπο και αξίζει την υποστήριξη του Κοινοβουλίου.