Σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης – οικονομικό έτος 2011
Nicole Sinclaire (NI). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, έχω τις εξής παρατηρήσεις για τους συναδέλφους μου βουλευτές του ΕΚ.
Σήμερα ήταν η πρώτη φορά μετά τη Λισαβόνα που ψηφίσαμε επί του προϋπολογισμού. Όλοι χειροκροτήσατε τον εαυτό σας και νομίζετε ότι κάνατε καλή δουλειά, όμως, στην πραγματικότητα, ενώ οι χώρες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να περικόψουν τις δημόσιες υπηρεσίες, να περικόψουν και τους δημόσιους προϋπολογισμούς τους, εσείς θέλατε να αυξήσετε τον δικό σας.
Αυξήσατε τον προϋπολογισμό σας για την ψυχαγωγία κατά 2 εκατομμύρια ευρώ, αύξηση 85%. Αυτό είναι το πραγματικό μήνυμα που θέλετε να αποστείλετε στους λαούς της Ευρώπης; Ψηφίσατε, επίσης, διατάξεις σχετικά με το επίδομα μητρότητας που πρόκειται να έχουν σοβαρό αντίκτυπο στα μέλη της εκλογικής μου περιφέρειας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτό πρόκειται να κοστίσει θέσεις εργασίας· πρόκειται να επηρεάσει τις δημόσιες υπηρεσίες. Ελπίζω να είστε υπερήφανοι για τον εαυτό σας σήμερα. Δεν είναι αυτός τρόπος διοίκησης της Ευρώπης.
Licia Ronzulli (PPE). - (IT) Κύριε Πρόεδρε, στο σημείο αυτό, για λόγους δικαιοσύνης, θα δώσω την αιτιολόγηση ψήφου υπέρ του αποτελέσματος που επετεύχθη σχετικά με την έκθεση Estrela.
Πρόεδρος. – Ας μην χρονοτριβήσουμε πλέον περισσότερο επ’ αυτού, όμως. Έχουμε δώσει τον λόγο σε δύο βουλευτές του ΕΚ. Για τις υπόλοιπες αιτιολογήσεις –υπάρχουν 61, υπολείπονται ακόμα 59– να αποφασιστεί είτε να δοθούν γραπτώς είτε να δοθούν αύριο στο τέλος της ψηφοφορίας.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της αναθεώρησης της συμφωνίας πλαισίου που θα διέπει τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής υπό το πρίσμα της συνθήκης της Λισαβόνας, καθώς πιστεύω ότι η αναθεώρηση αυτή δημιουργεί σχέση μεγαλύτερης διαφάνειας και δυναμισμού στη διεπαφή μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Πριν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και σύμφωνα με τη νομική βάση του άρθρου 295 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι συνθήκες δεν ενεθάρρυναν ρητά τα όργανα της ΕΕ να συνάπτουν διοργανικές συνθήκες. Επομένως, πιστεύω ότι αυτή η αναθεώρηση της συμφωνίας πλαισίου αντανακλά τη θεσμική ισορροπία που έχει δημιουργηθεί από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και εδραιώνει τα επιτεύγματα που σημειώθηκαν με τη νέα αυτή συνθήκη. Το παρόν κείμενο αποτελεί, συνεπώς, συμβιβασμό μεταξύ των δύο μερών και διασφαλίζει πιο συνεκτική και λογική εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Mara Bizzotto (EFD), γραπτώς. – (IT) Σε όλα τα δημοκρατικά συστήματα, ο κοινοβουλευτικός έλεγχος των ενεργειών της εκτελεστικής εξουσίας αποτελεί θεμελιώδες ζήτημα, όπως ακριβώς είναι μεγάλης σημασίας και η συνεχής αμοιβαία επικοινωνία μεταξύ της κυβέρνησης και των εκπροσώπων των πολιτών. Αυτή η διοργανική συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ικανοποιεί –όσο αυτό είναι δυνατόν μέσα σε ένα πολύπλοκο και συνεχώς εξελισσόμενο σύστημα όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση– ορισμένα αιτήματα τα οποία προβάλλονται νόμιμα από το Κοινοβούλιο σχετικά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συνεπώς, είναι θετικό το γεγονός ότι ο έλεγχος του Κοινοβουλίου επί της Επιτροπής διευκολύνεται, δεδομένου ότι η Επιτροπή αποτελεί τεχνικό όργανο το οποίο δεν μπορεί να είναι ο πολιτικός εγκέφαλος μιας ολόκληρης ηπείρου και πρέπει να λογοδοτεί για την ουσία, τους λόγους και τις μεθόδους των δράσεών του. Είναι, επίσης, αναμφίβολα θετικό το γεγονός ότι επιδιώκεται η ευκαιρία ακόμη μεγαλύτερης συμμετοχής της Επιτροπής στο έργο του Κοινοβουλίου, ιδιαίτερα στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στα αιτήματα των εκπροσώπων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να απαντά για τη θέση της Επιτροπής σχετικά με τα τρέχοντα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και διεθνή ζητήματα εγκαίρως. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι εάν η ΕΕ επιθυμεί να κινηθεί προς την κατεύθυνση μιας δημοκρατικής δομής διαφορετικής από τη σημερινή, οι σχέσεις μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου θα πρέπει να βελτιωθούν και να ενισχυθούν. Ψήφισα υπέρ της έκθεσης του κ. Rangel.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Η παρούσα πρόταση πέτυχε την πρώτη εποικοδομητική συμφωνία πλαίσιο. Οι αυξημένες εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας είναι πολύ σημαντικές για την περαιτέρω συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και για τις μελλοντικές σχέσεις όσον αφορά την εφαρμογή περαιτέρω συμφωνιών. Επομένως, το έγγραφο αυτό καθορίζει τις περαιτέρω κατευθυντήριες γραμμές για τη συνεργασία μεταξύ των δύο αυτών θεσμικών οργάνων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή θα είναι σε θέση να αναπτύξουν στενό διάλογο για το Πρόγραμμα Εργασίας της Επιτροπής και τις διεθνείς συμφωνίες. Το Κοινοβούλιο θα έχει το δικαίωμα να λαμβάνει εμπιστευτικά έγγραφα. Το Κοινοβούλιο θα ενημερώνεται σχετικά με την πορεία των διεθνών διαπραγματεύσεων και, επιπλέον, θα είναι επίσης σε θέση να καταστεί εμπειρογνώμονας ώστε να υποβάλει προτάσεις προς την Επιτροπή για τα ζητήματα αυτά. Η συμφωνία πλαίσιο προβλέπει επίσης πλήρη έλεγχο του Κοινοβουλίου και ενίσχυση των διατάξεων για την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής και της Επιτροπής ως σώματος, καθώς και για τη σύνθεση, την πιθανή τροποποίηση και τον ανασχηματισμό της. Το Κοινοβούλιο αγωνίζεται για καλύτερη και πιο διαφανή συνεργασία με τα άλλα θεσμικά όργανα. Χαιρετίζω το γεγονός ότι η στενότερη συνεργασία μεταξύ των δύο αυτών θεσμικών οργάνων θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να μεταφέρουν τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο εθνικό δίκαιο με τον ταχύτερο και αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η συνταγματική αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Ένωσης λαμβάνει όλο και περισσότερο τη μορφή εθνικού κράτους. Πέρα από τα ζητήματα που προκύπτουν σχετικά με το μέλλον της Ένωσης, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την αποδοχή αυτής της ομοιότητας. Πράγματι, η διαμόρφωση των σχέσεων μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου οφείλεται –δικαίως, κατά την άποψή μου– σε αυτό, κατά τον τρόπο με τον οποίο έχει ήδη δοκιμαστεί και σφυρηλατηθεί εδώ και δεκαετίες (αν όχι αιώνες) σε καθένα από τα κράτη μέλη. Ειδικότερα πρέπει να εκτιμηθεί ο εποπτικός και ερευνητικός ρόλος του Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι βοηθά στη μείωση του λεγόμενου δημοκρατικού ελλείμματος και καθιστά τη σχέση μεταξύ των πολιτών και της Επιτροπής πιο διαφανή.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Χαιρετίζω την επιτυχία των διαπραγματεύσεων και τους συμβιβασμούς που επετεύχθησαν στην παρούσα νέα συμφωνία πλαίσιο, την πέμπτη διοργανική συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Η νέα αυτή συμφωνία σηματοδοτεί αναμφισβήτητα ένα σημαντικό βήμα προόδου όσον αφορά τις σχέσεις με την Επιτροπή. Παρά το γεγονός ότι ο συμβιβασμός που συμφωνήθηκε υπολείπεται όλων όσων στόχευε το Κοινοβούλιο, πρόκειται για συμφωνία που διασφαλίζει τη συνεκτική και λογική εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας. Θα ήθελα να υπογραμμίσω τη σημασία των διαπραγματεύσεων για τη διοργανική διάσταση των διεθνών σχέσεων της ΕΕ, όπου παρέχεται η δυνατότητα στο Κοινοβούλιο να ενημερώνεται πλήρως και εγκαίρως ώστε να μπορεί να έχει λόγο στις διεθνείς συμφωνίες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης. Τέλος, όσον αφορά την υποχρέωση παροχής πληροφοριών, θα ήθελα να τονίσω ότι η έγκαιρη συνεργασία με το Κοινοβούλιο σε σχέση με αιτήματα για νομοθετικές πρωτοβουλίες που βασίζονται σε αιτήματα των πολιτών θα είναι κρίσιμη για την εξασφάλιση του δεσμού μεταξύ του Κοινοβουλίου και των πολιτών. Ψηφίζω, ως εκ τούτου, υπέρ του μεγαλύτερου μέρους των προτάσεων της έκθεσης αυτής.
Robert Dušek (S&D), γραπτώς. – (CS) Το σχέδιο έκθεσης σχετικά με την αναθεώρηση της συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει ως στόχο να επιτευχθεί η θεσμική ισορροπία μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής που συνιστά η Συνθήκη της Λισαβόνας. Παρά το γεγονός ότι οι διοργανικές συμφωνίες δεν μεταβάλλουν την εφαρμογή του πρωτογενούς δικαίου, εν προκειμένω καθιστούν τις σχέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ σαφέστερες. Η τελική έκδοση της πρότασης είναι, σύμφωνα με τον εισηγητή, ένας ισορροπημένος συμβιβασμός μεταξύ των απόψεων και των θέσεων των δύο θεσμικών μερών, ενώ το πιο λεπτό σημείο των διαπραγματεύσεων αποτέλεσαν οι διεθνείς σχέσεις της ΕΕ. Το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται πλήρως ώστε να διευκολύνεται η χορήγηση συναίνεσης και για να μην παρατηρηθεί για μια ακόμη φορά έλλειψη διεθνών συμφωνιών. Οι διαπραγματεύσεις για αυτά έχουν ήδη ολοκληρωθεί.
Το Κοινοβούλιο απέκτησε νέες εξουσίες από τη Συνθήκη της Λισαβόνας για την καλύτερη και στενότερη παρακολούθηση της μεταφοράς της κοινοτικής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και της εφαρμογής της, γεγονός το οποίο είναι πολύ ευπρόσδεκτο. Η κοινή ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν σημαίνει και πολλά αν ορισμένα κράτη μέλη αδυνατούν να την εφαρμόσουν σε εθνικό επίπεδο. Συμφωνώ με τη διατύπωση της έκθεσης, και θα ψηφίσω υπέρ της έγκρισής της.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι διοργανικές συμφωνίες στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματική παρακολούθηση, τον έλεγχο και την ισορροπία των εξουσιών. Έτσι, μετά τις αναγκαίες προσαρμογές που καθιερώνει η Συνθήκη της Λισαβόνας, χαίρομαι που διαπιστώνω τις αυξημένες εξουσίες του Κοινοβουλίου στις σχέσεις του με την Επιτροπή. Όπως αντανακλάται στην έκθεση, αυτό σημαίνει μεγαλύτερο και αποτελεσματικότερο έλεγχο των προτάσεων της Επιτροπής, καθώς και μεγαλύτερη διαφάνεια στη νομοθετική διαδικασία.
Ήταν, επομένως, ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση του αποτελεσματικότερου χειρισμού της δημοκρατικής εξουσίας και θα συμβάλει στην προσέγγιση της Ευρώπης με τους πολίτες της. Επιπλέον, δεν θα πρέπει να παραλείψω να επισημάνω τις μεγάλες διαπραγματευτικές ικανότητες που απαιτούσε η πρόταση αυτή, ιδίως εκ μέρους του εισηγητή κ. Rangel. Θα ήθελα να τον συγχαρώ σε αυτό το σημείο.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Χαιρετίζω την έγκριση της έκθεσης αυτής και το εξαιρετικό έργο που επιτέλεσε ο εισηγητής κ. Rangel. Η παρούσα έκθεση αντανακλά και σχηματοποιεί τη θεσμική ισορροπία που καθιερώνει η Συνθήκη της Λισαβόνας, με αποτέλεσμα τη σαφή και σημαντική βελτίωση στις σχέσεις με την Επιτροπή. Το αναθεωρημένο σχέδιο συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής είναι η πέμπτη συμφωνία του είδους που θα υπογραφεί μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων. Από την άποψη της νομοθετικής διαδικασίας και του προγραμματισμού, είναι σημαντικό να επισημάνουμε τις αλλαγές που σχετίζονται με την προσέγγιση της «βελτίωσης της νομοθεσίας» και την ανακοίνωση της αναθεώρησης της διοργανικής συμφωνίας για το ζήτημα αυτό, μαζί με τους νέους κανονισμούς σχετικά με την εκτίμηση επιπτώσεων που διεξάγεται από την Επιτροπή. Όσον αφορά τη διοργανική διάσταση των διεθνών σχέσεων της ΕΕ, στόχος του Κοινοβουλίου είναι να έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται έτσι ώστε να μπορεί να δίδει την έγκρισή του με πλήρη γνώση των γεγονότων και να αποφευχθεί η μη σύναψη διεθνών συμφωνιών όταν οι διαπραγματεύσεις έχουν ήδη ολοκληρωθεί. Θα ήθελα επίσης να επισημάνω τη χορήγηση καθεστώτος παρατηρητή σε βουλευτές του ΕΚ σε διεθνείς διασκέψεις, οι οποίοι μπορούν πλέον να παρευρεθούν, επίσης, σε όλες τις σχετικές συνεδριάσεις. Ο ρόλος αυτός είναι κρίσιμης σημασίας για την ενίσχυση των δημοκρατικών εξουσιών του Κοινοβουλίου, ειδικά κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης μεγάλων διεθνών διασκέψεων όπως οι διασκέψεις των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Την περασμένη Τετάρτη ψηφίσαμε για την αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναθεώρηση η οποία ρυθμίζει, στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας, τις νέες εξουσίες του Κοινοβουλίου που απορρέουν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Οι νέες αυτές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι ουσιαστικής σημασίας και αντιπροσωπεύουν μια ριζική αλλαγή στην ευρωπαϊκή θεσμική διαδικασία. Η ενίσχυση του κοινοβουλευτικού ελέγχου επί της Επιτροπής, η εξουσία έγκρισης διεθνών συμφωνιών από το Κοινοβούλιο, η συμμετοχή του Κοινοβουλίου στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής και η συμμετοχή του Κοινοβουλίου στην εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι μερικές από τις πολλές κρίσιμες εξελίξεις στην οικοδόμηση ενός δημοκρατικότερου ευρωπαϊκού χώρου.
Αυτό που θεωρώ, επίσης, θεμελιώδους σημασίας είναι οι πρόσθετες εγγυήσεις που λαμβάνουμε από την άποψη των υποχρεώσεων ενημέρωσης του Κοινοβουλίου: θα έχουμε καλύτερη πρόσβαση σε εμπιστευτικά έγγραφα που αφορούν διεθνείς συμφωνίες και διαπραγματεύσεις. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει και οφείλει να συμμετέχει σε αυτές τις «διεθνείς διαδικασίες», πριν και μετά. Η εν λόγω συμφωνία προβλέπει, επομένως, νέα ισορροπία για έναν δημοκρατικότερο ευρωπαϊκό χώρο, είναι δε καλό ότι όλα αυτά περιέχονται σε επίσημη συμφωνία.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Έχοντας εγκριθεί με μεγάλη πλειοψηφία, η αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο σηματοδοτεί αναμφισβήτητη πρόοδο στις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής.
Είναι πράγματι ώρα η θεσμική ισορροπία που θεσπίζεται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας να αποτυπωθεί κατά τρόπο συγκεκριμένο. Ανάμεσα στα βασικά στοιχεία της αναθεώρησης αυτής, θα πρέπει ειδικά να χαιρετίσουμε την ίση μεταχείριση μεταξύ Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, ιδίως κατά την ανταλλαγή πληροφοριών και την πρόσβαση σε συνεδριάσεις. Από την άποψη αυτή, δεν μπορώ παρά να χαρώ όσον αφορά τις διατάξεις που θεσπίστηκαν σχετικά με τη διαπραγμάτευση διεθνών συμφωνιών. Πώς θα μπορούσε το Κοινοβούλιο να δώσει την έγκρισή του με πλήρη γνώση των πραγματικών περιστατικών, εάν δεν ενημερώνεται καθ’ όλη τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων;
Οι βουλευτές του ΕΚ είναι σαφώς και πραγματικά αποφασισμένοι να εφαρμόσουν πλήρως τις αυξημένες εξουσίες που διαθέτουν μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας: απόδειξη αυτού αποτέλεσε η απόρριψη, τον Φεβρουάριο, της συμφωνίας Swift. Ένα μόνο είναι σίγουρο: θα πρέπει να συνεχίσουμε να επαγρυπνούμε προκειμένου να διατηρηθεί η νέα αυτή θεσμική διαδικασία.
Peter Jahr (PPE), γραπτώς. – (DE) Η Συνθήκη της Λισαβόνας παραχωρεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημαντικό αριθμό νέων εξουσιών συναπόφασης. Ως αποτέλεσμα, θα πρέπει να υπάρξει, τουλάχιστον, εμβάθυνση της δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και βελτίωση της συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών.
Με την κωδικοποίηση και την υλοποίηση των δικαιωμάτων αυτών, η νέα συμφωνία πλαίσιο λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω δικαιώματα και τη νέα ισορροπία μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου. Αυτό είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο, εφόσον το Κοινοβούλιο θα είναι πλέον σε καλύτερη θέση να ανταποκρίνεται στον ρόλο του ως εκπρόσωπος των πολιτών της ΕΕ. Εναπόκειται πλέον σε εμάς να χρησιμοποιήσουμε τα νέα αυτά δικαιώματα υπεύθυνα.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Η παρούσα συμφωνία αποτελεί μεγάλο επίτευγμα για το Κοινοβούλιο και θετικό πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Χαιρετίζω ιδιαίτερα την αναγνώριση της «ισότιμης θέσης» Συμβουλίου και Κοινοβουλίου και τις επιπτώσεις που έχει για την πρόσβαση του Κοινοβουλίου σε εμπιστευτικά έγγραφα, το δικαίωμά του να ενημερώνεται για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής με τους εθνικούς εμπειρογνώμονες και τη συμμετοχή του σε διεθνείς διασκέψεις. Χαίρομαι επίσης που το Κοινοβούλιο θα διαθέτει ισχυρό ρόλο στον νομοθετικό προγραμματισμό και θα έχει συχνά ευκαιρίες να συζητά και να θέτει ερωτήματα ως προς τα ζητήματα αυτά στην Επιτροπή σε συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των επιτροπών του.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής μεταβλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό μετά την έγκριση της Συνθήκης της Λισαβόνας, με την ανάθεση μεγαλύτερων εξουσιών στο Κοινοβούλιο σε διάφορα θέματα, ιδιαίτερα σε εκείνα που σχετίζονται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και με ζητήματα προϋπολογισμού, καθώς και την ενίσχυση του ρόλου του όσον αφορά την εξωτερική πολιτική της ΕΕ. Αυτές οι αλλαγές σημαίνουν ότι το ευρωπαϊκό κοινό διαθέτει πλέον νέο ρόλο σε σχέση με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ. Συνεπώς, είναι αναγκαίο και σκόπιμο να αναθεωρηθεί η συμφωνία πλαίσιο που διέπει τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής.
Alexander Mirsky (S&D), γραπτώς. – (LV) Συμφωνώ απολύτως με την έκθεση του κ. Rangel. Μέχρι τώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε πολλές περιπτώσεις, δεν ελάμβανε υπόψη τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αυτό, κατά την άποψή μου, είναι απαράδεκτο. Για παράδειγμα, το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2004, στο οποίο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνιστά η Δημοκρατία της Λετονίας να χορηγήσει σε μη πολίτες το δικαίωμα του εκλέγειν στις τοπικές εκλογές και να απλοποιήσει τη διαδικασία πολιτογράφησης για τους ηλικιωμένους, δεν έχει μέχρι σήμερα υλοποιηθεί. Θα ήθελα να μάθω γιατί οι αρμόδιοι Ευρωπαίοι Επίτροποι δεν έχουν ακόμη απευθύνει ερωτήματα προς την κυβέρνηση της Λετονίας. Γιατί αγνοείται το συγκεκριμένο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Ίσως, ως αποτέλεσμα της υπογραφής της νέας συμφωνίας για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, αυτό το είδος αδράνειας από την πλευρά της Επιτροπής θα κρίνεται αναλόγως από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και όσοι δεν επιτελούν το έργο τους σωστά θα αποκλείονται, την επόμενη φορά, από το δικαίωμα συμμετοχής στην Επιτροπή.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Χαιρετίζω θερμά την εκπόνηση της έκθεσης σχετικά με την αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Χαιρετίζω επίσης την έγκρισή της στην Ολομέλεια, στην οποία συνέβαλα, ως ένα βασικό πλαίσιο για τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω μιας κατανομής των εξουσιών μεταξύ της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου που θα σέβεται καλύτερα τις αντίστοιχες δυνατότητές τους.
Η εν λόγω συμφωνία πλαίσιο είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς είναι η πρώτη μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία έδωσε αυξημένες εξουσίες στο Κοινοβούλιο, ιδιαίτερα σε νομοθετικό επίπεδο.
Πιστεύω ότι δυνάμει της νέας αυτής συμφωνίας πλαίσιο, το Κοινοβούλιο καθίσταται περισσότερο ενεργός εταίρος στην οικοδόμηση του ευρωπαϊκού σχεδίου, καθώς μπορεί να εκπληρώσει τις αρμοδιότητές του πληρέστερα, αποτελεσματικότερα και πιο υπεύθυνα.
Marc Tarabella (S&D), γραπτώς. – (FR) Παρά τα σημαντικά μέτρα που προτείνει το ψήφισμα της κ. Figueiredo σχετικά με τον ρόλο του ελάχιστου εισοδήματος για την αντιμετώπιση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη, λυπούμαι που η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν ήταν πιο φιλόδοξη. Ως σοσιαλιστής, πιστεύω ότι είναι απαραίτητη μια οδηγία πλαίσιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της φτώχειας, η οποία πλήττει το 17% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Η παρούσα οδηγία πλαίσιο, η οποία εκπονήθηκε από τον συνάδελφό μου Frédéric Daerden, θεσπίζει την αρχή του κατάλληλου ελάχιστου εισοδήματος στην Ευρώπη που θεμελιώνεται με βάση κριτήρια που είναι κοινά σε όλα τα κράτη μέλη και σύμφωνα με τις εθνικές πρακτικές για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και με το εθνικό δίκαιο. Είναι καθήκον μας να είμαστε φιλόδοξοι για μια πιο κοινωνική Ευρώπη.
Aldo Patriciello (PPE), γραπτώς. – (IT) Οι συνθήκες, πριν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και τη νέα νομική βάση του άρθρου 295 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν ενεθάρρυναν ιδιαίτερα τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνάπτουν διοργανικές συμφωνίες. Οι συμφωνίες αυτές δεν μπορούν να μεταβάλουν τις διατάξεις του πρωτογενούς δικαίου, όμως συχνά τις καθιστούν σαφέστερες.
Είμαι πεπεισμένος ότι το σχέδιο αυτό αντανακλά αποκλειστικά τη θεσμική ισορροπία που καθιερώθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Δίνω τη συγκατάθεσή μου, διότι η συμφωνία αυτή αποτελεί σαφή και σημαντική βελτίωση στις σχέσεις με την Επιτροπή. Όπως όλες οι συμφωνίες, το τελικό κείμενο τείνει να αποτελεί συμβιβασμό μεταξύ των δύο μερών· αυτός ο τελικός συμβιβασμός προσφέρει, ωστόσο, ισορροπημένη απόφαση και λογική και συνεπή εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η έκθεση Rangel επισημαίνει τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχονται στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο όσον αφορά τα ακόλουθα:
Για τη «Νομοθετική διαδικασία και προγραμματισμό: αμοιβαία συνεργασία» περιλαμβάνει τη βελτίωση της συμμετοχής του Κοινοβουλίου, την επανεξέταση όλων των εκκρεμουσών προτάσεων κατά την έναρξη της θητείας της νέας Επιτροπής, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις απόψεις του Κοινοβουλίου και τη δέσμευση της Επιτροπής να υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με τη συγκεκριμένη συνέχεια που δίνεται σε οιαδήποτε αιτήματα νομοθετικής πρωτοβουλίας σύμφωνα με το άρθρο 225 της ΣΛΕΕ.
Για τον «Κοινοβουλευτικό έλεγχο», περιλαμβάνει νέους κανόνες για τη συμμετοχή των Επιτρόπων σε προεκλογικές εκστρατείες, την υποχρέωση της Επιτροπής να επιζητεί τη γνώμη του Κοινοβουλίου όταν προτίθεται να αναθεωρήσει τον Κώδικα Συμπεριφοράς, ενώ και οι υποψήφιοι για τις θέσεις των γενικών διευθυντών κανονιστικών οργανισμών πρέπει να παρουσιάζονται ενώπιον των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών για ακρόαση.
Καθορίζει επίσης τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών και την απαίτηση η Επιτροπή να είναι παρούσα στο Κοινοβούλιο.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας έδωσε τόσο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο νέα δικαιώματα. Το σχέδιο του τροποποιημένου κειμένου της συμφωνίας πλαίσιο αποτελεί έκφραση της αποτελεσματικότερης εφαρμογής των αλλαγών που απορρέουν από τη συνθήκη με βάση τις σχέσεις μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων. Εισάγει ευεργετικές αλλαγές στη νομοθετική διαδικασία, τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και την υποχρέωση παροχής πληροφοριών. Αποτελεί σπουδαία πρόοδο στις σχέσεις με την Επιτροπή και σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση στενότερης συνεργασίας. Οι ανταλλαγές πληροφοριών και ο εποικοδομητικός διάλογος θα μας επιτρέψουν να επιτύχουμε αποδοτικότερα και πιο διαφανή αποτελέσματα, γεγονός το οποίο αποτελεί βασικό ζήτημα από τη σκοπιά των πολιτών της ΕΕ, τα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπούμε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θεωρώ πολύ σημαντικό το ότι δίνεται προτεραιότητα στη συμφωνία στη συμμετοχή των μελών της Επιτροπής στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας και σε άλλες συνεδριάσεις που συνδέονται με τις δραστηριότητες του Κοινοβουλίου. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η Επιτροπή δεσμεύεται να συνεργαστεί στενά σε πρώιμο στάδιο με το Κοινοβούλιο επί των προτάσεων νομοθετικών πρωτοβουλιών που προτείνονται από πολίτες.
Χάρη σε αυτό, εμείς στο Κοινοβούλιο μπορούμε να έλθουμε εγγύτερα στους πολίτες μας, γεγονός το οποίο θα ενισχύσει τη δημοκρατία μας. Παρ’ όλα αυτά, προκειμένου να λειτουργεί αποτελεσματικά προς το συμφέρον των πολιτών της ΕΕ, η Επιτροπή πρέπει να χορηγήσει στους βουλευτές του ΕΚ καθεστώς παρατηρητή σε όλες τις διεθνείς διασκέψεις και, ει δυνατόν, να διευκολύνει την παρουσία μας σε άλλες σημαντικές συνεδριάσεις σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, καθώς και να ενημερώνει το Κοινοβούλιο για τις διαπραγματευτικές θέσεις που υιοθετήθηκαν από την Επιτροπή σε τέτοιες συνεδριάσεις και διασκέψεις.
Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Rangel A7-279/2010. Ωστόσο, διαφωνώ έντονα με την παραδοχή του εισηγητή ότι «η Συνθήκη της Λισαβόνας εμβαθύνει σημαντικά σε θέματα δημοκρατίας στην ΕΕ, παρέχοντας στους πολίτες της Ένωσης, κυρίως μέσω του Κοινοβουλίου, ενισχυμένες εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής».
Viktor Uspaskich (ALDE), γραπτώς. – (LT) Αυτή η νέα συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις θα μπορούσε δυνητικά να εδραιώσει τα επιτεύγματα της Συνθήκης της Λισαβόνας, αυτό δε θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική επανάσταση. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι τροπολογίες για τη βελτίωση των νομικών διαδικασιών και την ενίσχυση του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Συμφωνώ με όλες τις τροπολογίες οι οποίες συμβάλλουν στη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και την προώθηση της αποτελεσματικότητας των σχέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η θεσμική αυτή εταιρική σχέση χαρακτηρίζεται από όσο το δυνατόν λιγότερη γραφειοκρατία. Η νέα συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις ρυθμίζει την «ειδική εταιρική σχέση» μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η πιο σημαντική εταιρική σχέση από όλες είναι η εταιρική σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των πολιτών της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να προσπαθήσει περισσότερο προκειμένου να βρεθεί κοινό έδαφος με τους πολίτες της και να αποδειχθεί η σημασία της στην καθημερινή τους ζωή.
Ο εισηγητής ορθώς επεσήμανε ότι η συμφωνία αυτή αποτελεί μια «νέα διοργανική ισορροπία», δηλαδή έναν υγιή συμβιβασμό. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα ζητήματα για τα οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να διαπραγματευθεί – τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και οι ελευθερίες. Μεγαλύτερες εξουσίες σημαίνει και μεγαλύτερη ευθύνη. Είναι άλλο να μιλούμε για κοινές αξίες και άλλο η εφαρμογή και η υπεράσπιση των αξιών αυτών. Αν δεν επιτευχθεί αυτό, τα διάφορα σκέλη του θεσμικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θα είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πλήρως το δυναμικό τους. Για να είναι συνεκτική δύναμη, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να είναι αξιόπιστη.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Τώρα που εγκρίθηκε η αναθεώρηση της συμφωνίας πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, η επακόλουθη προσαρμογή του Κανονισμού του Κοινοβουλίου στην προαναφερθείσα συμφωνία πλαίσιο αποτελεί φυσικό βήμα. Ψηφίζω, επομένως, υπέρ της έκθεσης αυτής.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Συμφωνώ με τις τροποποιήσεις του Κανονισμού του Κοινοβουλίου με σκοπό την προσαρμογή τους στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Λαμβάνοντας υπόψη τη διαφάνεια της Επιτροπής στην παροχή περισσότερων πληροφοριών προς τους βουλευτές του ΕΚ, υπάρχει συμφωνία ότι οι βουλευτές του ΕΚ είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τους κανόνες του Κοινοβουλίου σχετικά με την επεξεργασία εμπιστευτικών πληροφοριών. Η διαφάνεια της Επιτροπής στην παροχή περισσότερων πληροφοριών προς τους βουλευτές του ΕΚ απαιτεί οι πρόεδροι και οι εισηγητές της αρμόδιας επιτροπής και, κατά περίπτωση, των γνωμοδοτικών επιτροπών, να λαμβάνουν από κοινού τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι παρέχεται στο Κοινοβούλιο άμεση, τακτική και πλήρης ενημέρωση, εφόσον απαιτείται εμπιστευτικά, σε όλα τα στάδια των διαπραγματεύσεων και της σύναψης διεθνών συμφωνιών, περιλαμβανομένων του σχεδίου και του τελικώς εγκριθέντος κειμένου των διαπραγματευτικών οδηγιών.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής μεταβλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό μετά την έγκριση της Συνθήκης της Λισαβόνας, με την ανάθεση μεγαλύτερων εξουσιών στο Κοινοβούλιο σε διάφορα θέματα, ιδιαίτερα σε εκείνα που σχετίζονται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και με ζητήματα προϋπολογισμού, καθώς και την ενίσχυση του ρόλου του όσον αφορά την εξωτερική πολιτική της ΕΕ. Αυτές οι αλλαγές σημαίνουν ότι οι ευρωπαίοι πολίτες διαθέτουν πλέον νέο ρόλο σε σχέση με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ. Συνεπώς, είναι αναγκαίο και σκόπιμο να προσαρμοστεί ο Κανονισμός στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Η προσαρμογή του Κανονισμού του Κοινοβουλίου στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτελεί φυσική συνέχεια της αναθεώρησης της συμφωνίας πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δίνοντας την ευκαιρία στη συμφωνία πλαίσιο να ψηφιστεί αμέσως, ώστε να μπορεί να τεθεί σε ισχύ όπως απαιτείται και κατά τρόπο ώστε να διασφαλιστεί. Το ιστορικό και η συμφωνία που μοιράζονται οι δύο εκθέσεις δικαιολογούν επίσης την έγκρισή μου για τη δεύτερη έκθεση.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η έκθεση Rangel επισημαίνει τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχονται στην αναθεωρημένη συμφωνία πλαίσιο όσον αφορά τα ακόλουθα:
Για τη «Νομοθετική διαδικασία και προγραμματισμό: αμοιβαία συνεργασία», περιλαμβάνει τη βελτίωση της συμμετοχής του Κοινοβουλίου, την επανεξέταση όλων των εκκρεμουσών προτάσεων κατά την έναρξη της θητείας της νέας Επιτροπής, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις απόψεις του Κοινοβουλίου και τη δέσμευση της Επιτροπής να υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με τη συγκεκριμένη συνέχεια που δίνεται σε οιαδήποτε αιτήματα νομοθετικής πρωτοβουλίας σύμφωνα με το άρθρο 225 της ΣΛΕΕ.
Για τον «Κοινοβουλευτικό έλεγχο», περιλαμβάνει νέους κανόνες για τη συμμετοχή των Επιτρόπων σε προεκλογικές εκστρατείες, την υποχρέωση της Επιτροπής να επιζητεί τη γνώμη του Κοινοβουλίου όταν προτίθεται να αναθεωρήσει τον Κώδικα Συμπεριφοράς, ενώ και οι υποψήφιοι για τις θέσεις των γενικών διευθυντών κανονιστικών οργανισμών πρέπει να παρουσιάζονται ενώπιον των αρμόδιων κοινοβουλευτικών επιτροπών για ακρόαση.
Καθορίζει επίσης τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών και την απαίτηση η Επιτροπή να είναι παρούσα στο Κοινοβούλιο.
Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Rangel A7-0278/2010. Ωστόσο, διαφωνώ έντονα με την παραδοχή του εισηγητή ότι «η Συνθήκη της Λισαβόνας εμβαθύνει σημαντικά σε θέματα δημοκρατίας στην ΕΕ, παρέχοντας στους πολίτες της Ένωσης, κυρίως μέσω του Κοινοβουλίου, ενισχυμένες εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής».
Bairbre de Brún και Søren Bo Søndergaard (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ των εκθέσεων Rangel A7-0278/2010 και A7-0279/2010. Ωστόσο, διαφωνώ έντονα με την παραδοχή του εισηγητή ότι «η Συνθήκη της Λισαβόνας εμβαθύνει σημαντικά σε θέματα δημοκρατίας στην ΕΕ, παρέχοντας στους πολίτες της Ένωσης, κυρίως μέσω του Κοινοβουλίου, ενισχυμένες εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής».
Joe Higgins (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Απείχα από την ψηφοφορία επί των εκθέσεων Rangel A7-0278/2010 και A7-0279/2010. Παρά το γεγονός ότι στηρίζω πολλά μέτρα που αναφέρονται στις εκθέσεις, όπως η αύξηση του ρόλου του Κοινοβουλίου κατά την κατάρτιση του Κώδικα Συμπεριφοράς των Επιτρόπων και η ενίσχυση του ρόλου του Κοινοβουλίου στις διεθνείς διαπραγματεύσεις, διαφωνώ έντονα με την παραδοχή του εισηγητή ότι «η Συνθήκη της Λισαβόνας εμβαθύνει σημαντικά σε θέματα δημοκρατίας στην ΕΕ, παρέχοντας στους πολίτες της Ένωσης, κυρίως μέσω του Κοινοβουλίου, ενισχυμένες εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής».
Marisa Matias (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ των εκθέσεων Rangel A7-0278/2010 και A7-0279/2010. Ωστόσο, διαφωνώ έντονα με την παραδοχή του εισηγητή ότι «η Συνθήκη της Λισαβόνας εμβαθύνει σημαντικά σε θέματα δημοκρατίας στην ΕΕ, παρέχοντας στους πολίτες της Ένωσης, κυρίως μέσω του Κοινοβουλίου, ενισχυμένες εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής».
Alexander Mirsky (S&D), γραπτώς. – (LV) Ο κ. Rangel προτείνει πολύ σημαντικές τροποποιήσεις στον Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Είναι πιθανό, ως άμεσο αποτέλεσμα των προσαρμογών αυτών του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα προβλήματα τα οποία συζητούμε να επιλυθούν ταχύτερα. Θα επιθυμούσα ιδιαίτερα να διαπιστώνω ότι οι αποφάσεις και οι συστάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υλοποιούνται στα κράτη μέλη της ΕΕ. Μόνο αφού τακτοποιήσουμε τα του οίκου μας, οι συστάσεις της ΕΕ προς τρίτες χώρες θα φέρουν σημαντικά περισσότερο βάρος. Για παράδειγμα, οι συστάσεις στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2004 σχετικά με την κατάσταση των μη πολιτών στη Λετονία δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί. Ελπίζω ότι ο αναθεωρημένος Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα βοηθήσει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να σχηματίσουν σαφή εικόνα για τις παραβιάσεις των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα στη Λετονία.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Με τη συμφωνία αυτή το Κοινοβούλιο «βελτιώνει» και ενισχύει τη θέση του, ενισχύεται δε και ο εκδημοκρατισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η έγκριση της έκθεσης αυτής αποτελεί ηχηρό μήνυμα της επιθυμίας να παγιωθεί η αρχή του διαχωρισμού των εξουσιών. Η συμφωνία πλαίσιο έχει μεγάλη σημασία, δεδομένου ότι καθορίζει τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής σε μια εποχή όπου το Κοινοβούλιο έχει αποκτήσει μεγαλύτερες εξουσίες, ιδίως κατά τη νομοθετική διαδικασία, στο ίδιο πλέον επίπεδο με το Συμβούλιο. Πράγματι, παρά τις συμπληρωματικές συνθήκες και τις συνθήκες και τα πρωτόκολλα εφαρμογής, ήταν απαραίτητη περαιτέρω νομοθεσία με στόχο την αποσαφήνιση και τον καλύτερο καθορισμό ορισμένων ζητημάτων. Ειδικότερα, επικροτώ το γεγονός ότι η συμφωνία πλαίσιο διευκρινίζει τα σημεία που αφορούν την πολιτική ευθύνη των δύο θεσμικών οργάνων, τη διακίνηση των πληροφοριών, τις εξωτερικές σχέσεις, τη διεύρυνση και τις διεθνείς συμφωνίες, την εκτέλεση του προϋπολογισμού, το πολιτικό και νομοθετικό πρόγραμμα της Επιτροπής και το πολυετές πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη νομοθετική αρμοδιότητα της Επιτροπής και την άσκηση των ειδικών αρμοδιοτήτων της, την παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ και τη συμμετοχή της Επιτροπής στις εργασίες του Κοινοβουλίου.
George Becali (NI), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ του κανονισμού αυτού. Περιλαμβάνει τεχνικά, οικονομικά και διοικητικά στοιχεία και εξηγεί τις διοργανικές σχέσεις που πρέπει να έχει η ευρωπαϊκή αυτή υπηρεσία και οι δομές της. Ήταν, και εξακολουθεί να είναι, επιθυμία μας η ΕΕ να αποτελεί ισχυρό και αναγνωρισμένο παράγοντα στην εξωτερική πολιτική. Για να επιτευχθεί αυτό, χρειαζόμαστε επίσης κανόνες και ευρωπαϊκούς κανονισμούς προσαρμοσμένους στο συγκεκριμένο έργο.
Alain Cadec (PPE), γραπτώς. – (FR) Όταν συστάθηκε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, ήταν αναγκαία η τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού προκειμένου να βελτιωθεί ο έλεγχος και η παρακολούθηση της υλοποίησης της ΕΥΕΔ.
Η έκθεση Gräßle-Rivellini αυξάνει τη δημοσιονομική και οικονομική ευθύνη, βελτιώνει τη διαφάνεια και προάγει την αποτελεσματικότητα της ΕΥΕΔ. Οι προτεινόμενες βελτιώσεις θα συμβάλουν στη δημιουργία πνεύματος δημοσιονομικής ακεραιότητας που κρίνεται απολύτως απαραίτητο για την εδραίωση της εμπιστοσύνης στην εύρυθμη λειτουργία της ΕΥΕΔ.
Χαιρετίζω επίσης τα τμήματα της έκθεσης που απαιτούν το Κοινοβούλιο να αποκτήσει σημαντική εξουσία ελέγχου. Κατά συνέπεια, συμφωνώ με τους εισηγητές και ζητώ το Κοινοβούλιο να είναι σε θέση να ασκεί πλήρως τα δικαιώματα απαλλαγής που διαθέτει και οι επικεφαλής των αντιπροσωπειών να υποβάλλουν τις εκθέσεις τους για την εκτέλεση του προϋπολογισμού στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψηφίζω υπέρ του μεγαλύτερου μέρους των μέτρων που προτείνονται στην παρούσα έκθεση, τα οποία αποσκοπούν στο να παράσχουν στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) πνεύμα δημοσιονομικής ακεραιότητας που κρίνεται απολύτως απαραίτητο για την εδραίωση της εμπιστοσύνης στην ομαλή και υπεράνω πάσης αμφισβήτησης μελλοντική λειτουργία της ΕΥΕΔ. Η πολυσυλλεκτικότητα όσον αφορά την προϋπηρεσία των μελών της θα μετατρέψει την ΕΥΕΔ σε χωνευτήρι νοοτροπιών και τάσεων και θα την οδηγήσει σταδιακά στη δημιουργία του δικού της ιδιαίτερου χαρακτήρα. Στο πλαίσιο του καθορισμού της δομής της νέας αυτής υπηρεσίας, είναι σημαντικό να εκπονηθούν οι δημοσιονομικοί κανόνες που θα την διέπουν και να ληφθεί η μέγιστη δυνατή μέριμνα διασφάλισης από την αρχή ούτως ώστε η οικονομική ακεραιότητα να αποτελέσει πάγιο και αναπόσπαστο χαρακτηριστικό του πνεύματος και της νοοτροπίας της ΕΥΕΔ. Θα ήθελα επίσης να τονίσω ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται δημοκρατικός ενδελεχής έλεγχος και να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη των ευρωπαίων πολιτών προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά τους όργανα, θα πρέπει να υποβάλλεται ετησίως στο Κοινοβούλιο δήλωση αξιοπιστίας σχετικά με τα συστήματα εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί στις αντιπροσωπείες της Ένωσης.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) είναι πλέον έτοιμη να καταστεί επιχειρησιακό διπλωματικό σώμα. Το Κοινοβούλιο διασφάλισε ότι το 60% του προσωπικού προέρχεται από άλλα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, γεγονός το οποίο θα εξασφαλίσει έναν ορισμένο βαθμό ανεξαρτησίας από τα κράτη μέλη. Καθιερώθηκε η αρχή της γεωγραφικής ισορροπίας, έτσι ώστε να κατοχυρωθεί η κατάλληλη και σημαντική παρουσία υπηκόων από όλα τα κράτη μέλη.
Η παρούσα ψηφοφορία ενίσχυσε τον ρόλο του Κοινοβουλίου: οι επικεφαλής των αντιπροσωπειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν διοριστεί σε περιοχές «στρατηγικής σημασίας» πράγματι θα γίνονται δεκτοί σε ακρόαση από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εξάλλου, το Κοινοβούλιο θα έχει δικαίωμα ελέγχου ως προς τον τρόπο χρήσης του προϋπολογισμού της ΕΥΕΔ και το προσωπικό της θα πρέπει να παρακολουθήσει προγράμματα ειδικής κατάρτισης σχετικά με τη δημοσιονομική διαχείριση.
Philippe de Villiers (EFD), γραπτώς. – (FR) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σχετικά με την πρόταση κανονισμού που κατέθεσαν οι Ingeborg Gräßle και Crescenzio Rivellini όσον αφορά τη δημιουργία γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ).
Είναι αδύνατο να υποστηρίξουμε τη δημιουργία μιας μελλοντικής ευρωπαϊκής διπλωματικής υπηρεσίας που θα βρίσκεται υπό τον διοικητικό, δημοσιονομικό και πολιτικό έλεγχο της Επιτροπής. Η Γαλλία, η οποία μπορεί να υπερηφανεύεται για το γεγονός ότι διαθέτει την παλαιότερη διπλωματική υπηρεσία στον κόσμο, θα πρέπει και πάλι να παραχωρήσει διπλωματικά προνόμια σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση οι πολίτες της οποίας είναι εντελώς αδιάφοροι ως προς τις θέσεις που υιοθετεί.
Η διπλωματική αυτή υπηρεσία, την οποία ζήτησε η Επιτροπή με τόσο ενθουσιασμό, θα αποτελέσει πλήρη απόκλιση από τις εθνικές κληρονομιές. Οι υπάλληλοι της ΕΥΕΔ δεν θα είναι σε θέση να λαμβάνουν οδηγίες από τα κράτη μέλη και θα πρέπει να εργάζονται για το «ευρύτερο» καλό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέμα το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ευρωκράτες και μόνο.
Diane Dodds (NI), γραπτώς. – (EN) Κύριε Πρόεδρε, ήμουν πάντα αντίθετη προς τη δημιουργία της ΕΥΕΔ – τίποτα δεν θα μπορούσε να αλλάξει τη γνώμη μου ως προς αυτό. Γνωρίζω όμως τις διαβεβαιώσεις που δόθηκαν κατά τη διεξαγωγή της εκστρατείας πειθούς της ΕΕ με σκοπό την εξασφάλιση υποστήριξης για την ΕΥΕΔ.
Αναφέρθηκε ότι η ΕΥΕΔ θα ήταν ουδέτερη από δημοσιονομική άποψη. Πού βρισκόμαστε, εντούτοις, τώρα; Η δημοσιονομική ουδετερότητα δεν είναι τώρα παρά μία ακόμη απατηλή υπόσχεση της ΕΕ. Έχουμε πλέον ξεπεράσει κατά 34 εκατομμύρια τον προβλεπόμενο προϋπολογισμό λόγω απαιτήσεων για ακόμα περισσότερο προσωπικό και άλλες δαπάνες εκκίνησης, και η ΕΥΕΔ δεν είναι ακόμη λειτουργική!
Η ΕΥΕΔ αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα χαμένων χρημάτων των φορολογουμένων, για μια υπηρεσία που τα μέλη της εκλογικής μου περιφέρειας δεν επιθυμούν αλλά τους επιβλήθηκε από τους γραφειοκράτες, οι οποίοι επιδιώκουν να μεταφέρουν βίαια όλο και περισσότερες εξουσίες από τις εθνικές κυβερνήσεις προς την ΕΕ. Η γραφειοκρατία αυτή είναι απαράδεκτη και θα πρέπει να περικόπτεται σε αυτήν την περίοδο οικονομικής κρίσης, όχι να ενισχύεται.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η πρόταση κανονισμού αποσκοπεί στην τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Κοινοτήτων λόγω της θεσμοθέτησης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) που απορρέει από την υιοθέτηση της Συνθήκης της Λισαβόνας από τα κράτη μέλη. Η νέα αυτή οντότητα δεν διαθέτει δημοσιονομικό πλαίσιο, εξ ου και η ανάγκη για την τροποποίηση αυτή. Η ανάδειξη της ΕΥΕΔ σε θεσμικό όργανο της επιτρέπει να διαθέτει δημοσιονομική αυτονομία και της δίνει την εξουσία να ασχολείται με τις διοικητικές της δαπάνες στο πλαίσιο της απαλλαγής που πρέπει να χορηγηθεί από το Κοινοβούλιο.
Ελπίζω ότι η ΕΥΕΔ θα ασκεί τις δραστηριότητές της με ικανό, αποτελεσματικό, συμπληρωματικό και, κυρίως, μη ανταγωνιστικό τρόπο με τις διπλωματικές αντιπροσωπείες των κρατών μελών. Για το θέμα αυτό, η Επιτροπή έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να διασφαλίσει ότι η ΕΥΕΔ μπορεί να εκπληρώσει το καθήκον της ενιαίας εξωτερικής δράσης χωρίς αυτό να οδηγήσει στην αποδυνάμωση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, της λογοδοσίας και της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Ελπίζω ότι αυτό θα συμβεί.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) θα αποτελέσει τον μελλοντικό βασικό εκφραστή της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτήν την υπηρεσία, οι διαφορετικές μας θέσεις θα βρίσκουν μία φωνή –που θα μεταδίδει ένα ισχυρό μήνυμα– και είναι σημαντικό να της δοθεί η υποστήριξή μας. Προκειμένου η ΕΥΕΔ να μπορέσει να λειτουργήσει αποδοτικά, είναι απαραίτητος αποτελεσματικός δημοσιονομικός έλεγχος. Μόνο αν η ΕΥΕΔ αποτελέσει μέρος της Επιτροπής μπορεί να διασφαλιστεί ο καλύτερος δυνατός έλεγχος. Η σαφής κατανομή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων θα της επιτρέψει να λειτουργήσει ομαλά. Υποστηρίζω την επιτυχημένη έκθεση της κ. Gräßle και του κ. Rivellini και, φυσικά, ψήφισα υπέρ αυτής της εποικοδομητικής συνεισφοράς από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Gräßle και του κ. Rivellini για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), διότι πιστεύω ότι η προώθηση της δημοσιονομικής ακεραιότητας είναι σημαντική προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα διοικούνται σωστά και με διαφάνεια. Η δημιουργία της νέας αυτής διπλωματικής υπηρεσίας, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, αποτελεί μεγάλο βήμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία μπορεί επιτέλους να επωφεληθεί από ένα ενιαίο διπλωματικό σώμα το οποίο έχει την αποστολή να διευκολύνει δράσεις που αποσκοπούν στο να καταστήσουν τις εξωτερικές σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης πιο συνεκτικές, ασφαλείς και αποτελεσματικές. Τέλος, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης θα διαχειρίζεται τον διοικητικό προϋπολογισμό της, θα είναι δε επίσης υπεύθυνη για τα τμήματα του επιχειρησιακού προϋπολογισμού που εμπίπτουν στο πλαίσιο της εντολής της.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η νέα Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, που δημιουργήθηκε μετά την έγκριση της Συνθήκης της Λισαβόνας, απαιτεί προϋπολογισμό, προκειμένου να διεξαγάγει τις δραστηριότητές της και να επιτύχει τους στόχους που περιγράφονται στη συνθήκη. Με βάση τα ανωτέρω, είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν ορισμένες διατάξεις του κατάλληλου δημοσιονομικού κανονισμού, με στόχο να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές που εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Καταψήφισα αυτό το νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επειδή η δημιουργία της υπηρεσίας που θέλουν να χρηματοδοτήσουν αποτελεί ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση της στρατιωτικοποίησης της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός από την αντίθεσή μου προς αυτήν τη μιλιταριστική φιλοσοφία στην εξωτερική πολιτική, ο λόγος για την αρνητική μου ψήφο είναι ότι οι πλέον βασικές αρχές της διαφάνειας και της δημοκρατίας απουσιάζουν καθ’ όλη τη διαδικασία της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Η οργάνωση και η χρηματοδότηση αυτής της υπηρεσίας δεν περιλαμβάνουν τον αναγκαίο αυστηρό έλεγχο της στελέχωσης και της χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γεγονός που σημαίνει ότι η ΕΥΕΔ στερείται ανησυχητικά δημοκρατίας και διαφάνειας. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη ότι η προτεινόμενη για την ΕΥΕΔ δομή υποβιβάζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε δευτερεύουσα, άνευ ουσίας θέση στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ, γεγονός το οποίο η Ομάδα μου και εγώ απορρίπτουμε κατηγορηματικά. Συνεπώς το καταψήφισα. Δεν μπορώ να είμαι υπέρ των προτεινόμενων προϋπολογισμών για αυτό το είδος υπηρεσίας με τις μιλιταριστικές της τάσεις.
Franz Obermayr (NI), γραπτώς. – (DE) Εκτός από τις διπλές δομές που θα δημιουργηθούν από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), οι δαπάνες προσωπικού επίσης θα εκτοξευτούν κατά τον σπάταλο και γραφειοκρατικό τρόπο που αποτελεί χαρακτηριστικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από τις 1.643 θέσεις με τις οποίες θα ξεκινήσει η ΕΥΕΔ την 1η Δεκεμβρίου, οι 50 είναι, είτε το πιστεύετε είτε όχι, θέσεις γενικού διευθυντή, ενώ κατά τις αρχικές φάσεις θα υπάρχουν μόλις λίγο περισσότερα από 30 μέλη προσωπικού υπό έναν γενικό διευθυντή. Όταν ολοκληρωθεί η τελική δομή δεν θα υπάρχουν ούτε καν 80. Οι παραπάνω γενικοί διευθυντές θα κερδίζουν, κατά μέσον όρο, 17.000 ευρώ τον μήνα. Κάτω από αυτούς τους γενικούς διευθυντές, υπάρχει ένα άλλο επίπεδο που περιλαμβάνει 224 διευθυντές και 235 προϊσταμένους μονάδας. Επιπλέον, αναμένουμε ακόμη να καθοριστούν συγκεκριμένα καθήκοντα και στόχοι για το προσωπικό της ΕΥΕΔ. Θέλουμε η ΕΕ να έχει ισχυρή φωνή στον κόσμο, αυτό όμως σίγουρα δεν απαιτεί έναν διογκωμένο διοικητικό μηχανισμό που θα κοστίσει δισεκατομμύρια στους πολίτες της ΕΕ ως αποτέλεσμα των διπλών δομών και του γεγονότος ότι τα μέλη του προσωπικού θα απολαύουν μιας πολύ προσοδοφόρας πηγής εισοδήματος. Ψήφισα, επομένως, κατά της έκθεσης αυτής.
Justas Vincas Paleckis (S&D), γραπτώς. – (LT) Στις διαπραγματεύσεις με εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Επιτροπής, του Κοινοβουλίου και, ειδικότερα, με τους διαπραγματευτές της Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, καταφέραμε να διασφαλίσουμε ότι ο προϋπολογισμός της νέας διπλωματικής υπηρεσίας της ΕΕ θα χρησιμοποιείται με μεγαλύτερη διαφάνεια. Το Κοινοβούλιο θα εγκρίνει τη δημοσιονομική της απαλλαγή σε ετήσια βάση και η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει στους βουλευτές του ΕΚ αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες της σε τακτική βάση. Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι επισημαίνει ότι κατά την πρόσληψη πολιτών των κρατών μελών της ΕΕ, θα διασφαλίζεται μεγαλύτερη γεωγραφική κάλυψη μαζί με την κατάλληλη και ουσιαστική εκπροσώπηση για τους πολίτες όλων των κρατών μελών.
Συμφωνώ με τον εισηγητή ότι πρέπει να επιδιώξουμε να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι επιλέγονται σύμφωνα με τις δυνατότητές τους και επίσης ότι λαμβάνεται υπόψη η ισότητα των φύλων. Είναι σημαντικό η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, που αναμένεται να ξεκινήσει την 1η Δεκεμβρίου, να καταστεί γρήγορα αποτελεσματική και να δώσει έκφραση, πάνω απ’ όλα, στα συμφέροντα της ΕΕ και, ενδεχομένως, και στα εθνικά συμφέροντα.
Aldo Patriciello (PPE), γραπτώς. – (IT) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) θα διαχειρίζεται η ίδια τον διοικητικό προϋπολογισμό της και θα είναι υπεύθυνη για αυτόν. Στην πραγματικότητα, στο πλαίσιο της σύστασης της νέας Υπηρεσίας και ιδίως κατά την εκπόνηση των δημοσιονομικών κανόνων που θα την διέπουν, πρέπει εξαρχής να προβλεφθούν οι κατάλληλες οικονομικές εγγυήσεις.
Κατά συνέπεια, προκειμένου να εδραιωθεί η δημοσιονομική τους ακεραιότητα, είναι σημαντική η λήψη μέριμνας για την εύρυθμη συνεργασία των διαφόρων υπηρεσιών που ευθύνονται για την παρακολούθηση των οικονομικών θεμάτων, ιδίως στις αντιπροσωπείες της ΕΕ. Μέσω της ενίσχυσης αυτών των δικλείδων ασφαλείας, ευελπιστούμε ότι θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των ευρωπαίων πολιτών στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Κατά συνέπεια, οι διαρθρωτικές βελτιώσεις που προτείνονται στην ανά χείρας πρόταση έχουν ως σκοπό τη δημιουργία πνεύματος δημοσιονομικής ακεραιότητας που κρίνεται απολύτως απαραίτητο για την εδραίωση της εμπιστοσύνης στην ομαλή και υπεράνω πάσης αμφισβήτησης λειτουργία της ΕΥΕΔ.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Ήταν μια δύσκολη διαδρομή, αλλά χάρη στις προσπάθειες του Κοινοβουλίου, η Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ έχει πλέον τη δυνατότητα να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για αποτελεσματικότερη και πιο θεμιτή εξωτερική πολιτική της ΕΕ. Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι βασικές ανησυχίες των Πρασίνων –όπως η ισορροπία των φύλων και η κοινή κατάρτιση για τη δημιουργία «πνεύματος συναδελφικότητας»– λήφθηκαν σε μεγάλο βαθμό υπόψη, καθώς και ότι το Κοινοβούλιο θα έχει μεγαλύτερο δημοκρατικό έλεγχο επί της λειτουργίας της ΕΥΕΔ, ιδίως μέσω της καθιέρωσης επιμέρους γραμμών του προϋπολογισμού για τις μεγάλες εξωτερικές επιχειρήσεις της ΕΕ. Το ΕΚ επέτυχε επίσης τη διαφύλαξη της κοινοτικής μεθόδου και, χάρη στην πίεση των Πρασίνων, των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων.
Angelika Werthmann (NI), γραπτώς. – (DE) Για να είμαστε σε θέση να εκπροσωπούμε τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών κρατών στο διεθνές προσκήνιο με αποτελεσματικότερο τρόπο, οι δράσεις της εξωτερικής πολιτικής πρέπει να συζητούνται εκ των προτέρων και κατόπιν να κοινοποιούνται στον έξω κόσμο με μία φωνή. Γίνεται τώρα προσπάθεια, μέσω της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), τα μέσα εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης να υπαχθούν σε ένα συνεκτικό πλαίσιο – συγκεντρώνονται οι υφιστάμενοι πόροι και συμπληρώνονται με νέους. Λόγω του καινοτόμου χαρακτήρα της εν λόγω δομής, πρέπει να εφαρμοστούν φιλόδοξες διατάξεις όσον αφορά τη διαφάνεια και τη δημοσιονομική και οικονομική λογοδοσία. Εφόσον η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή του Κοινοβουλίου περιλαμβάνει την ΕΥΕΔ, η υπηρεσία πρέπει να ενταχθεί στη δομή της Επιτροπής. Διαφορετικά, θα είναι αδύνατο να χορηγηθεί απαλλαγή κατά την έννοια των συνθηκών. Οι ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων διαβιβάζονται επίσης στις αρμόδιες για τον προϋπολογισμό αρχές.
Έκθεση: Bernhard Rapkay (A7-0288/010)
George Becali (NI), γραπτώς. – (RO) Πιστεύω και εγώ, όπως οι συνάδελφοί μου βουλευτές, ότι η ΕΥΕΔ πρέπει να έχει αυτονομία στο πλαίσιο του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των ευρωπαίων υπαλλήλων. Υποστηρίζω τη διάταξη που ορίζει ότι οι υπάλληλοι της ΕΕ και οι προσωρινοί υπάλληλοι που προέρχονται από τα κράτη μέλη και τις διπλωματικές υπηρεσίες πρέπει να απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και να δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση για τις νέες θέσεις. Ελπίζω ότι η πρόσληψη με την ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση, και με αυτό υπαινίσσομαι τα νέα κράτη μέλη, θα γίνει πραγματικότητα.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης αποτελεί βασικό εργαλείο ώστε η ΕΕ να καταστεί περισσότερο ανοιχτή στον κόσμο και να είναι σε θέση να θεσπίσει εποικοδομητικές επαφές με πολλές διαφορετικές περιοχές και χώρες. Για να λειτουργήσει η υπηρεσία αυτή, είναι ουσιαστικής σημασίας να δοθούν στους υπαλλήλους της οι κατάλληλοι ρόλοι και να αποσαφηνιστεί το καθεστώς τους, όπως και των εκτάκτων υπαλλήλων από τις εθνικές διπλωματικές υπηρεσίες, οι οποίοι διαδραματίζουν ρόλο στο πλαίσιο αυτό. Η τροποποίηση αυτή του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των συνθηκών απασχόλησης άλλων υπαλλήλων αυτών των Κοινοτήτων δείχνει να είναι, επομένως, απολύτως δικαιολογημένη. Ελπίζω ότι η υπηρεσία θα λειτουργεί παράλληλα με τις εθνικές διπλωματικές υπηρεσίες και θα ενεργεί ως θετικός παράγοντας για την ενίσχυση των επιδόσεών τους. Ελπίζω ότι οι βασικές προτεραιότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής δεν θα παραμελήσουν την εξωτερική τους συνιστώσα και ότι, κατά τη διάρκεια της δράσης τους, η υπηρεσία δεν θα παραμελήσει τον κρίσιμο ρόλο των ευρωπαϊκών γλωσσών στην παγκόσμια επικοινωνία, ούτε τις παγκόσμιες ευρωπαϊκές γλώσσες οι οποίες είναι οι καταλληλότερες για τη θεμελίωση άμεσης επικοινωνίας με μεγάλα τμήματα του κόσμου.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής διοίκησης: είναι ανοικτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 298 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Στο πλαίσιο της τροποποίησης του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης και των συνθηκών απασχόλησης άλλων υπαλλήλων, θα ήθελα να επισημάνω το ισότιμο καθεστώς που δίδεται σε μόνιμους υπαλλήλους της ΕΕ και έκτακτους από τις διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών μελών, ιδίως όσον αφορά την επιλεξιμότητα να αναλάβουν όλα τα καθήκοντα επί ίσοις όροις και με την προώθηση ίσων ευκαιριών για το λιγότερο εκπροσωπούμενο φύλο.
Tunne Kelam (PPE), γραπτώς. – (EN) Απείχα κατά την τελική ψηφοφορία για την έκθεση Rapkay στις 20 Οκτωβρίου 2010. Υποστηρίζω πλήρως τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης και εκτιμώ ιδιαίτερα τις προσπάθειες του Elmar Brok και άλλων βουλευτών του ΕΚ που κατάφεραν να εξισορροπήσουν επιτυχώς το αρχικό σχέδιο που υποβλήθηκε από την Ύπατη Εκπρόσωπο. Πρόθεσή μου ήταν να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι η τροπολογία σχετικά με τη γεωγραφική εκπροσώπηση, η οποία υποστηρίχθηκε από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και την Επιτροπή Προϋπολογισμών, δεν εγκρίθηκε στην Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Ως αποτέλεσμα αυτού, υπάρχουν αμφιβολίες για το αν το τελικό κείμενο της έκθεσης μπορεί να παράσχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο νομική βάση όσον αφορά τη γεωγραφική ισορροπία.
Andrey Kovatchev (PPE), γραπτώς. – (BG) Εύχομαι σε εσάς, κυρία Ashton, και στη νέα ΕΥΕΔ, επί της οποίας εναποθέτουμε μεγάλες ελπίδες ότι ένα ακόμη ευρωπαϊκό όνειρο θα γίνει πραγματικότητα, κάθε επιτυχία, και ελπίζω ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίζει τον κόσμο με ισχυρή, έγκυρη και ενιαία φωνή. Αυτό επιθυμεί πολύ μεγάλο τμήμα του Σώματός μας. Μπορείτε να είστε σίγουρη ότι θα σας βοηθήσουμε.
Θα ήθελα να εξηγήσω γιατί απείχα από την ψηφοφορία επί της τροποποίησης του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Νομίζω ότι οι ενδεικτικοί στόχοι για τη γεωγραφική ισορροπία είναι επωφελείς για τον νέο θεσμό. Χρειαζόμαστε υψηλού επιπέδου διπλωματική υπηρεσία, η οποία διαθέτει ανθρώπους από όλα τα κράτη μέλη ώστε να μπορέσει να ενισχύσει την εκπροσώπηση της ΕΕ στον κόσμο.
Είμαι βέβαιος ότι η υπηρεσία θα επιτύχει εάν μπορέσει να επωφεληθεί από την εμπειρία όλων των κρατών μελών. Αντιλαμβάνομαι ότι ο αριθμός των κρατών μελών έχει υπερτετραπλασιαστεί από την έναρξη της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Είναι κατανοητό ότι οι χώρες παραδέχθηκαν πρόσφατα ότι υστερούν σε αυτό το στάδιο όσον αφορά το επίπεδο εκπροσώπησης. Ωστόσο, πρέπει να υπάρχει αποφασιστικότητα και σαφώς καθορισμένα νομοθετικά κείμενα για να ξεπεραστεί αυτό.
Πιστεύω στην επιθυμία και την αποφασιστικότητά σας, την οποία μας έχετε εκφράσει σε πολλές περιπτώσεις, να εργαστείτε προς την κατεύθυνση της πραγματικής, κατάλληλης γεωγραφικής εκπροσώπησης για τη νέα υπηρεσία, έτσι ώστε να μπορείτε να είστε η Ύπατη Εκπρόσωπος του συνόλου της ΕΕ. Θα παρακολουθούμε τη δραστηριότητά της εκ του σύνεγγυς.
Edvard Kožušník (ECR), γραπτώς. – (CS) Εκτιμώ το γεγονός ότι καταφέραμε να εισαγάγουμε κάποιες εγγυήσεις, με τη μορφή τροπολογιών, στην έκθεση, οι οποίες θα διασφαλίζουν ότι, όταν πρόκειται για την πλήρωση θέσεων στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, οι υπάλληλοι ορισμένων κρατών μελών δεν θα έχουν πλεονέκτημα έναντι υπαλλήλων από άλλα κράτη. Η εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι, σε τελική ανάλυση, ένας μόνο συγκεκριμένος τομέας και, κατά συνέπεια, εκτός από τα προσόντα και την ευρεία γεωγραφική εκπροσώπηση, πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή σύμφωνα με την οποία θα εκπροσωπούνται καταλλήλως μεταξύ του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης δημόσιοι υπάλληλοι από όλα τα κράτη μέλη. Συνεπώς, πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο πρότεινε να διαγραφούν διατάξεις που επέτρεπαν τη μεταφορά υπαλλήλων από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή προς την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης χωρίς ανταγωνισμό για την κενή θέση.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης συνεργάζεται στενά με τις διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών μελών και απαρτίζεται από υπαλλήλους των αρμοδίων υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και αποσπασμένο προσωπικό των εθνικών διπλωματικών υπηρεσιών των κρατών μελών. Έτσι, για τους σκοπούς του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης και των συνθηκών απασχόλησης άλλων υπαλλήλων, η ΕΥΕΔ πρέπει να αντιμετωπίζεται ως θεσμικό όργανο της ΕΕ. Με βάση τα ανωτέρω, οι υπάλληλοι της ΕΕ και οι προσωρινοί υπάλληλοι από τις διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις και να τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης, ιδίως όσον αφορά την επιλεξιμότητα ανάληψης όλων των θέσεων με αντίστοιχους όρους. Η τροπολογία που προβλέπεται στο παρόν ψήφισμα είναι, συνεπώς, αναγκαία.
Alajos Mészáros (PPE), γραπτώς. – (HU) Υποστήριξα αυτήν την έκθεση της οποίας προηγήθηκαν πολύ σοβαρές συζητήσεις, κυρίως όσον αφορά την πλήρωση των θέσεων της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Η αρχή της γεωγραφικής ισορροπίας ήταν η κύρια αιτία των συζητήσεων αυτών, μια αρχή η οποία –μαζί με τις προτεραιότητες της θεσμικής ισορροπίας και της ισορροπίας των δύο φύλων– περιλαμβάνεται τελικά στην έκθεση σε πολύ εξασθενημένη μορφή.
Τα νέα κράτη μέλη αναμφίβολα δεν είναι απόλυτα ικανοποιημένα, είναι ωστόσο θετικό το γεγονός ότι επιτεύχθηκε συμβιβασμός και ελπίζουμε ότι στο μέλλον το κείμενο μπορεί να αναθεωρηθεί προκειμένου να καταστεί ακόμη δικαιότερο. Για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι διπλωμάτες που ορίζονται από τα επιμέρους κράτη μέλη έχουν συγκρίσιμα και υψηλά προσόντα. Πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι, όμως, διότι κάναμε ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ενοποιημένης και αποτελεσματικής εξωτερικής εκπροσώπησης της ΕΕ, διότι με βάση τις τρέχουσες και μελλοντικές προκλήσεις αποτελεί μία από τις πλέον σημαντικές πτυχές της πολιτικής της ΕΕ.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Υιοθετήσαμε με μεγάλη πλειοψηφία τη συμβιβαστική δέσμη που αντικατοπτρίζει τη θέση των Πρασίνων, γεγονός στο οποίο η Ομάδα μου συνέβαλε ουσιαστικά.
György Schöpflin (PPE), γραπτώς. – (EN) Για όσους από εμάς προερχόμαστε από τα νέα κράτη μέλη, η παράλειψη οποιασδήποτε νομικώς δεσμευτικής υποχρέωσης γεωγραφικής ισορροπίας στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης αποτελεί πραγματική απογοήτευση. Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν αρκετές πολιτικές δηλώσεις που υπόσχονταν ότι τα συμφέροντα των νέων κρατών μελών θα λαμβάνονταν υπόψη. Όσο θετική και αν είναι η πολιτική δέσμευση, η έλλειψη νομικής διάταξης αποτελεί γεγονός λυπηρό. Χωρίς νομική διάταξη, είναι δύσκολο οι ψηφοφόροι στα νέα κράτη μέλη να αισθανθούν ότι η υπηρεσία τούς ανήκει. Για τον λόγο αυτόν αρκετοί από εμάς είχαμε επιφυλάξεις ως προς την παροχή της πλήρους στήριξής μας για την έκθεση Rapkay.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Φθάνουμε στο τέλος της μάλλον ταραχώδους εργασίας όσον αφορά τη μορφή που πρέπει να λάβει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, σχετικά με την οποία πρόκειται να ψηφίσουμε σήμερα. Μιλήσαμε πολύ σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη από την άποψη της ισότητας των φύλων και της γεωγραφίας, πολύ και για τη διαφάνεια των προσλήψεων με βάση προκαθορισμένους κανόνες και κανονισμούς, όμως το σημαντικότερο θέμα είναι το πόσο καλή και αποτελεσματική θα είναι η ΕΥΕΔ, γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντικά τα αξιοκρατικά κριτήρια όσον αφορά την πρόσληψη προσωπικού. Θα ήθελα να τονίσω την απαίτηση, αν όχι αναγκαιότητα, να διασφαλιστεί ότι στις υπηρεσίες αυτές θα συμμετέχουν υπάλληλοι από τις Διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι οποίες έχουν σχέση από την άποψη του αντικειμένου, καθώς και από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο.
Το θέμα δεν είναι η εκπροσώπηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, αλλά το γεγονός ότι τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να έχουν τα απαιτούμενα προσόντα σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων της ΕΕ, όπως είναι οι περίπλοκες πτυχές της ενέργειας, του εμπορίου, των γεωργικών και άλλων θεμάτων, για να μην αναφέρουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την τρομοκρατία. Ανησυχώ για το ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που συμμετέχουν στην ΕΥΕΔ θα έχουν μεν γενικές διπλωματικές ικανότητες, αλλά δεν θα είναι εξοικειωμένοι με τα περίπλοκα πραγματικά ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν.
Róża Gräfin von Thun und Hohenstein (PPE), γραπτώς. – (PL) Η αποχή από την ψηφοφορία δεν αποτελεί λύση. Εκείνοι που απουσιάζουν κάνουν πάντοτε λάθος. Πιστεύω ότι στο ψήφισμα ως σύνολο, υπάρχουν πολύ περισσότερα καλά μέτρα από εκείνα που είναι μικρότερης αξίας. Χρειαζόμαστε την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. Θα πρέπει να ξεκινήσει το έργο της το συντομότερο δυνατόν για την αύξηση της σημασίας της Ευρώπης στον κόσμο.
Το ψήφισμα που εγκρίθηκε αναφέρει ότι όλα τα κράτη μέλη θα εκπροσωπούνται στην υπηρεσία. Τώρα πρέπει να φροντίσουμε ώστε αυτό να συμβεί πραγματικά. Δημιουργεί εμπιστοσύνη στη διαδικασία σύστασης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οικοδομήθηκε με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη και ότι η Πολωνία επωφελήθηκε πολύ από αυτό. Θα παρακολουθώ τη διαδικασία πολύ προσεκτικά.
Rafał Trzaskowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Ένα μόλις χρόνο πριν, η εισαγωγή της έννοιας της γεωγραφικής ισορροπίας στη συζήτηση για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης συνάντησε τεράστια αντίδραση, ακόμη και μέσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σήμερα, ούτε ένας δεν έχει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι πρόκειται για πρόβλημα και πρέπει να επιλυθεί. Η δέσμευση που συναντάται σε όλα τα πολύ σημαντικά έγγραφα σχετικά με την ΕΥΕΔ για τη λήψη μέτρων ώστε να διασφαλιστεί η ίση εκπροσώπηση όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη νέα διπλωματική υπηρεσία της Ένωσης αποτελεί επιτυχία. Η αναθεώρηση που προβλέπεται για το 2013 θα μας επιτρέψει να κρίνουμε εάν τα μέτρα αυτά έχουν ληφθεί.
Traian Ungureanu (PPE), γραπτώς. – (EN) Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας επί της έκθεσης Rapkay καταδεικνύουν ότι σημαντικός αριθμός βουλευτών του ΕΚ από τα νέα κράτη μέλη είτε απείχε είτε την καταψήφισε. Ήμουν ένας από τους βουλευτές του ΕΚ που απείχαν. Κύρια ανησυχία μου ήταν η έλλειψη φιλοδοξίας στη διατύπωσή της για την αρχή της γεωγραφικής ισορροπίας ως προς την πολιτική για την απασχόληση και το προσωπικό της μελλοντικής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Η έκθεση δεν θέσπισε νομικά δεσμευτική υποχρέωση γεωγραφικής ισορροπίας στην ΕΥΕΔ και κατά συνέπεια βασίστηκε μόνο στις πολιτικές υποσχέσεις που διατυπώθηκαν από βασικούς φορείς λήψης αποφάσεων της ΕΕ για τις εξωτερικές υποθέσεις. Για τον λόγο αυτόν τα περισσότερα νέα κράτη μέλη δεν αισθάνονται βέβαια όσον αφορά την κατάλληλη εφαρμογή της αρχής της γεωγραφικής ισορροπίας στη μελλοντική ΕΥΕΔ. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ο εισηγητής επέλεξε μια τέτοια μινιμαλιστική γραμμή, ενώ η απροθυμία του Συμβουλίου να αποδεχθεί ρητώς τη δέσμευση αυτή γεννά ακόμη περισσότερες ανησυχίες. Ζητώ από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εξετάσουν προσεκτικά το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την έκθεση αυτή και να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους για σεβασμό της αρχής της γεωγραφικής ισορροπίας κατά την πρόσληψη του μελλοντικού προσωπικού της ΕΥΕΔ. Θα είναι μία από τις προτεραιότητες των βουλευτών του ΕΚ να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την εν λόγω διαδικασία στο μέλλον.
Έκθεση: Roberto Gualtieri, László Surján (A7-0283/2010)
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επειδή συμφωνώ ότι έχει καθοριστική σημασία η ΕΕ να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί όλα της τα μέσα εξωτερικής πολιτικής στο πλαίσιο μιας συνεκτικής δομής και ότι πολιτικός σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι η πρόβλεψη των δημοσιονομικών πόρων από τον προϋπολογισμό του 2010 για τη δημιουργία μιας τέτοιας δομής, στην αρχική της φάση.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Καταψήφισα την έκθεση η οποία αναφέρεται στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, Υπηρεσίας που συγκροτείται με βάση τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η οικονομική, και όποια άλλη ενίσχυση, αυτής της Υπηρεσίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καθώς εμπλέκει πολιτικά και στρατιωτικά μέσα στους λαθεμένους προσανατολισμούς και δράσεις της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης, οδηγώντας τελικά στην περαιτέρω στρατικοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ταυτόχρονα, απομακρύνει την Ευρώπη από τον ανεξάρτητο και φιλειρηνικό ρόλο που πρέπει να διαδραματίζει στη διευθέτηση διεθνών προβλημάτων. Με αυτόν τον τρόπο την καθιστά μέρος της έντασης και συμμετέχουσα δύναμη σε τυχοδιωκτικές, στρατιωτικές επεμβάσεις σε εστίες πολέμου.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η προσαρμογή των δημοσιονομικών μέσων καθίσταται αναγκαία λόγω της νέας πραγματικότητας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Ωστόσο, πιστεύω ότι οι προσπάθειες για τη διασφάλιση επαρκών πόρων για τις δυνατότητές της και την αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία σύμφωνα με τους σκοπούς της, μαζί με την αποτελεσματική παρακολούθηση των δαπανών της, είναι σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένες.
Κατά τις πρώτες ημέρες ουσιαστικής λειτουργίας της, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην ΕΥΕΔ ώστε να μπορούν να παρακολουθούν σωστά τις δραστηριότητές της και να εντοπίσουν τα βασικά της προβλήματα.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η παρούσα πρόταση διορθωτικού προϋπολογισμού τελεί υπό την υλοποίηση της Συνθήκης της Λισαβόνας, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή και λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Υποστηρίζω συνεπώς την πρωτοβουλία αυτή και είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι υλοποιείται στο πλαίσιο των αρχών της αποτελεσματικής διαχείρισης των ευρωπαϊκών πόρων, ενώ παράλληλα δίδεται έμφαση στην καλή σχέση μεταξύ κόστους και οφέλους, καθώς και των απαιτήσεων της δημοσιονομικής πειθαρχίας, λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στα δημόσια οικονομικά.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η ψήφος μας κατά της έκθεσης αυτής, η οποία αποτελεί ένα ακόμη βήμα προς τη σύσταση και τη στελέχωση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), είναι μια θέση που συνάδει με την αντίθεσή μας προς τη δημιουργία της εν λόγω υπηρεσίας. Κεντρικό σημείο της Συνθήκης της Λισαβόνας και θεμελιώδες στοιχείο του φεντεραλισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα απασχολεί περισσότερα από 5.000 άτομα στις μελλοντικές 130 πρεσβείες της ΕΕ σε διάφορες χώρες.
Μια διπλωματική υπερδομή η οποία αναπόφευκτα θα καθυποτάξει τους εκπροσώπους και τα συμφέροντα των κρατών μελών, επιβάλλοντάς τους, και στο θέμα αυτό, τα συμφέροντα των εξουσιών που καθορίζουν τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η ΕΥΕΔ δεν θα συνδέεται με στρατιωτικές δομές και μυστικές υπηρεσίες. Υφίσταται, συνεπώς, προοπτική ανησυχητικής στρατιωτικοποίησης της ΕΕ και των διεθνών σχέσεων, γεγονός το οποίο θα πολεμήσουμε δυναμικά.
Θα πρέπει επίσης να τεθεί το ερώτημα, εφόσον ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι εξαιρετικά μειωμένος, από πού θα προέλθει η συνεισφορά για την κάλυψη της δαπάνης αυτής; Όλα αυτά δε, σε μια εποχή που οι επιπτώσεις της κρίσης ολοένα επιδεινώνονται, που οι λεγόμενες πολιτικές «λιτότητας» ασκούν τεράστια πίεση στους εθνικούς προϋπολογισμούς, που οι μισθοί και οι παροχές της κοινωνικής ασφάλισης περικόπτονται και οι φόροι εισοδήματος επί της εργασίας αυξάνονται.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Μετά την τροποποίηση του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης και την τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού έτσι ώστε η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης να περικλείεται στα έγγραφα αυτά, είναι πλέον αναγκαίο να εγκριθεί προϋπολογισμός για την ορθή λειτουργία της. Ως εκ τούτου, για να λειτουργήσει η υπηρεσία αυτή σωστά και να επιτύχει τους στόχους για τους οποίους δημιουργήθηκε, θα πρέπει να της χορηγηθεί προϋπολογισμός που θα επαρκεί για την παροχή των ανθρώπινων και υλικών πόρων που απαιτούνται για την ορθή εκτέλεση των δραστηριοτήτων της.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Καταψήφισα το νομοθετικό αυτό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επειδή η δημιουργία της υπηρεσίας που θέλουν να χρηματοδοτήσουν αποτελεί ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση της στρατιωτικοποίησης της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός από την αντίθεσή μου προς αυτήν τη μιλιταριστική φιλοσοφία στην εξωτερική πολιτική, ο λόγος για την αρνητική μου ψήφο είναι ότι οι πλέον βασικές αρχές της διαφάνειας και της δημοκρατίας απουσιάζουν καθ’ όλη τη διαδικασία της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ). Η οργάνωση και η χρηματοδότηση αυτής της υπηρεσίας δεν περιλαμβάνουν τον αναγκαίο αυστηρό έλεγχο της στελέχωσης και της χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γεγονός που σημαίνει ότι η ΕΥΕΔ στερείται ανησυχητικά δημοκρατίας και διαφάνειας. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη ότι η προτεινόμενη για την ΕΥΕΔ δομή υποβιβάζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε δευτερεύουσα, άνευ ουσίας θέση στην εξωτερική πολιτική της ΕΕ, γεγονός το οποίο η Ομάδα μου και εγώ απορρίπτουμε κατηγορηματικά. Συνεπώς, το καταψήφισα. Δεν μπορώ να είμαι υπέρ των προτεινόμενων προϋπολογισμών για αυτό το είδος υπηρεσίας με τις μιλιταριστικές της τάσεις.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Πρέπει σίγουρα να ληφθεί μέριμνα για την ακριβή μορφή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) που πρόκειται να ιδρυθεί. Ένα σύστημα στο οποίο καθένας από τους 50 γενικούς διευθυντές θα έχει αρχικά 30 και στη συνέχεια 80 μέλη προσωπικό σημαίνει διογκωμένη και δαπανηρή διοίκηση.
Ομοίως, η σύσταση της ΕΥΕΔ αναμένεται να επιφέρει κύμα προαγωγών. Ορισμένα ζητήματα δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί επαρκώς. Οι πιθανές επιπτώσεις στο κόστος κατασκευής θα πρέπει να υποβληθούν σε έλεγχο εκ των προτέρων. Άλλοι παράγοντες, όπως το να δοθεί ουσιαστικά η δέουσα βαρύτητα στη γερμανική ως γλώσσα εργασίας, όπως προβλέπεται στις συνθήκες, αγνοήθηκαν. Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι, στην παρούσα μορφή της, η χρηματοδότηση για την ΕΥΕΔ πρέπει να απορριφθεί.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επειδή συμφωνώ ότι έχει καθοριστική σημασία η ΕΕ να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί όλα της τα μέσα εξωτερικής πολιτικής στο πλαίσιο μιας συνεκτικής δομής και ότι πολιτικός σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι η πρόβλεψη των δημοσιονομικών πόρων από τον προϋπολογισμό του 2010 για τη δημιουργία μιας τέτοιας δομής, στην αρχική της φάση.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) απαιτεί τροποποίηση του προϋπολογισμού του 2010 και του προτεινόμενου προϋπολογισμού του 2011. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο τμήμα Χ στον προϋπολογισμό και ο προϋπολογισμός του 2010 πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να παρασχεθούν 100 πρόσθετες θέσεις στο οργανόγραμμα της ΕΥΕΔ και χρηματοδοτικό κονδύλιο για τη χρηματοδότηση 70 επιπλέον συμβασιούχων υπαλλήλων. Το μεγαλύτερο μέρος των πόρων που απαιτούνται θα μεταφερθούν απλώς από τα τμήματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Η αίσθηση που επικρατεί στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων (AFET) είναι ότι η Ύπατη Εκπρόσωπος, βαρόνη Ashton, δεν έχει ανταποκριθεί πλήρως στις υποσχέσεις που έδωσε στο ΕΚ σχετικά με τη σύσταση της ΕΥΕΔ. Η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων θεωρεί ότι πρέπει να ζητείται η γνώμη του ΕΚ σχετικά με τις προτεραιότητες στελέχωσης της υπηρεσίας (π.χ. όσον αφορά τις γεωγραφικές ισορροπίες) και ότι το θέμα της ισορροπίας μεταξύ των φύλων πρέπει να αντιμετωπιστεί καλύτερα στο πλαίσιο της διαδικασίας προσλήψεων για την ΕΥΕΔ. Κατά την άποψη της Ομάδας των Πρασίνων/ΕΕΣ, το γεγονός ότι μέχρι σήμερα η βαρόνη Ashton δεν έχει μεταφέρει το προσωπικό της Επιτροπής από τη ΓΔ RELEX, που ασχολείται με την οικοδόμηση της ειρήνης και την αντιμετώπιση κρίσεων, στην ΕΥΕΔ, θεωρείται σημαντικό μειονέκτημα, δεδομένου ιδίως ότι η Ύπατη Εκπρόσωπος έχει διαβεβαιώσει το ΕΚ σχετικά με τη μεταφορά αυτή.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Αντιτασσόμαστε σθεναρά στη δημιουργία Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Οι εξωτερικές υποθέσεις και η διπλωματία εμπίπτουν στην εθνική κυριαρχία, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο καταψηφίσαμε όλες τις εκθέσεις για το θέμα αυτό.
Η κοινή εξωτερική πολιτική που διενεργείται αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα βρεθεί αναγκαστικά, αργά ή γρήγορα, σε αντίθεση με τα θεμελιώδη συμφέροντα ενός, πολλών ή όλων των κρατών μελών. Για παράδειγμα, εάν υπάρχει σύγκρουση στην οποία οι χώρες θα κληθούν να συμμετάσχουν αλλά οι πολίτες τους θα είναι αντίθετοι. Ή εάν προωθηθεί μια πολιτική που είναι ιδιαίτερα εχθρική ή ιδιαίτερα ευνοϊκή προς μια χώρα ή ομάδα χωρών, ενώ αντιβαίνει στις παλαιές παραδόσεις ορισμένων διπλωματικών υπηρεσιών ή στα ζωτικά συμφέροντα ορισμένων βουλευτών.
Χειρότερα ακόμη: οι συνθήκες προβλέπουν ήδη ότι, οτιδήποτε και αν συμβεί, όλα αυτά θα υπόκεινται σε άλλες δεσμεύσεις ή περιορισμούς σε ακόμη μεγαλύτερη, ίσως παγκόσμια, κλίμακα: το ΝΑΤΟ, τα Ηνωμένα Έθνη, ένας Θεός ξέρει τι άλλο. Ως εκ τούτου, δεν είναι ούτε καν μια ισχυρή και ανεξάρτητη διπλωματική υπηρεσία που προτείνεται εδώ, αλλά ένα μέσο υποταγής σε μη ευρωπαϊκή ηγεσία.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Δεδομένου ότι το ετήσιο κονδύλιο χρηματοδοτικής ενίσχυσης για μέτρα παρακολούθησης στον τομέα της μπανάνας ανήλθε σε 75 εκατ. ευρώ το 2010, όπου το μεγαλύτερο μέρος της εν λόγω χρηματοδοτικής ενίσχυσης προήλθε από την ανακατανομή του Τομέα 4 του προϋπολογισμού, ο οποίος ισοδυναμούσε με 55,8 εκατομμύρια ευρώ, και ότι το 2011 ο Τομέας αυτός είναι μόνο 875.530 ευρώ, συμφωνούμε με την πρόταση του Κοινοβουλίου να κληθεί η Επιτροπή να υποβάλει νέα πρόταση για τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας για το υπόλοιπο ποσό ύψους 74.124.470 ευρώ. Η πρόταση αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι υπάρχει ανάγκη χρηματοδοτικής ενίσχυσης για μέτρα παρακολούθησης στον τομέα της μπανάνας, ιδίως όταν θεωρούμε ότι πρέπει να διασφαλιστεί η ενωσιακή χρηματοδοτική βοήθεια προς τις χώρες ΑΚΕ που προμηθεύουν μπανάνες, η οποία επηρεάστηκε από την αρχή του μάλλον ευνοημένου κράτους (MFN) στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), εάν η ΕΕ επιθυμεί να διατηρήσει την επιρροή της ως παγκόσμιος παράγοντας. Πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι είναι απόλυτα λογική η υλοποίηση της εν λόγω πρότασης, δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά προβλέπονται στο σημείο 27 της διοργανικής συμφωνίας για τη χρήση του μέσου ευελιξίας.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος διότι συμφωνώ ότι η ενωσιακή χρηματοδοτική βοήθεια προς τις χώρες ΑΚΕ που προμηθεύουν μπανάνες, η οποία επηρεάστηκε από την αρχή του μάλλον ευνοημένου κράτους στο πλαίσιο του ΠΟΕ, δεν θα πρέπει να αμφισβητηθεί και η σχετική δημοσιονομική προσπάθεια δεν θα πρέπει να καθυστερήσει. Επομένως, συμφωνώ με την πρόταση της Επιτροπής για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1905/2006 προκειμένου να επιτραπεί η χρηματοδότηση των συνοδευτικών μέτρων για τις μπανάνες (ΣΜM) για τα έτη από το 2010 έως το 2013, με συνολικό προϋπολογισμό ύψους 190 εκατομμυρίων ευρώ, με πιθανό συμπληρωματικό κονδύλιο 10 εκατομμυρίων ευρώ, αν τα περιθώρια το επιτρέπουν.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Ο τομέας της μπανάνας αποτελεί ζωτικό τομέα για κάποιες περιφέρειες της ΕΕ, και ιδίως τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα και εδάφη· αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, απέναντι στον ανταγωνισμό από χώρες της Λατινικής Αμερικής που επιδεινώνεται από τις υπό διαπραγμάτευση συμφωνίες, το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη λήψη μέτρων χρηματοδότησης που αποσκοπούν στην υποστήριξη αυτού του αποδυναμωμένου τομέα.
Οι βουλευτές του ΕΚ θα ήθελαν η κινητοποίηση του μέσου ευελιξίας να ανέλθει σε ποσό ύψους 74,12 εκατομμυρίων ευρώ. Αυτό αποτελεί σαφέστατο μήνυμα από το Κοινοβούλιο προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο, που έκαναν πρόβλεψη για μόνο 18,3 εκατομμύρια. Ομοίως, είναι ευκαιρία για το Κοινοβούλιο να επισημάνει ότι είναι καιρός να σταματήσουμε να προσφεύγουμε στον προϋπολογισμό της ΕΕ για εξωτερική δράση για τη χρηματοδότηση των συνοδευτικών μέτρων για τις μπανάνες. Το υπεσχημένο ποσό των 190 εκατ. ευρώ για ενίσχυση για την περίοδο 2010-2013 θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από νέα κεφάλαια, κάτι το οποίο θα ζητήσει το Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια των νέων δημοσιονομικών προοπτικών.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Επιτροπή προτείνει την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1905/2006 προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα συνοδευτικά μέτρα για τις μπανάνες (ΣΜΜ) κατά τα έτη 2010 έως 2013, με συνολικό προϋπολογισμό ύψους 190 εκατ. ευρώ. Η προταθείσα ετήσια ανάλυση προβλέπει ποσό ύψους 75 εκατομμυρίων ευρώ το 2010. Αξίζει να σημειωθεί ότι το διαθέσιμο περιθώριο στο πλαίσιο του Τομέα 4 είναι μόνο 875.530 ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της χρηματοδοτικής βοήθειας το 2010 προέρχεται από αναδιάταξη εντός του Τομέα 4 του προϋπολογισμού, ήτοι 55,8 εκατομμύρια ευρώ από 75 εκατομμύρια συνολικά, γεγονός το οποίο επηρεάζει μηχανισμούς και δράσεις που η ΕΕ, και ιδιαίτερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θεωρούν ότι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Επιπλέον, η ανάγκη χρηματοδοτικής ενίσχυσης που συνδέεται με τα συνοδευτικά μέτρα για τον τομέα της μπανάνας δεν είχε προβλεφθεί κατά την έγκριση του ισχύοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ). Ωστόσο, η ενωσιακή χρηματοδοτική βοήθεια προς τις χώρες ΑΚΕ που προμηθεύουν μπανάνες, η οποία επηρεάστηκε από την αρχή του μάλλον ευνοημένου κράτους στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), δεν θα πρέπει να αμφισβητηθεί και η σχετική δημοσιονομική προσπάθεια δεν θα πρέπει να καθυστερήσει. Συμφωνώ συνεπώς με την αλλαγή του σχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 3/2010, όπως προτείνεται από τον εισηγητή.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η έκθεση έχει ως στόχο να θεσπίσει τα μέτρα που απαιτούνται για τη χρηματοδοτική βοήθεια των χωρών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ), που θα επηρεαστούν από την ελευθέρωση του εμπορίου μπανάνας μεταξύ της ΕΕ και 11 χωρών της Λατινικής Αμερικής, σύμφωνα με την οποία η ΕΕ έχει δεσμευθεί να μην εφαρμόζει ποσοτικούς περιορισμούς ή ισοδύναμα μέτρα για τις εισαγωγές μπανάνας στο έδαφός της.
Όταν υπεγράφη η Συμφωνία της Γενεύης, η οποία προβλέπει την ελευθέρωση αυτή, η ΕΕ δεσμεύθηκε για τη διοχέτευση 200 εκατ. ευρώ στις χώρες ΑΚΕ ως αποζημίωση για τις συνέπειες που το μέτρο αυτό θα είχε επί των εξαγωγών τους προς την ΕΕ. Εμείς επικρίναμε αυτή τη συμφωνία κατά τη χρονική εκείνη στιγμή, καθώς θα ωφελήσει κυρίως τις πολυεθνικές των ΗΠΑ που κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά του κλάδου.
Αρκετές χώρες ΑΚΕ, καθώς και πολλοί παραγωγοί μπανάνας στις εν λόγω χώρες, εξέφρασαν την ανησυχία τους σχετικά με τις συνέπειες της συμφωνίας, πιστεύοντας ότι το ποσό των 200 εκατ. ευρώ δεν θα αντισταθμίσει όλες τις επιπτώσεις της. Τώρα, η έκθεση προβλέπει «συνολικό προϋπολογισμό ύψους 190 εκατομμυρίων ευρώ, με πιθανό συμπληρωματικό κονδύλιο 10 εκατομμυρίων ευρώ, αν τα όρια επιτρέπουν». Επιπλέον, δεν υπήρξαν οι κατάλληλες προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις στις χώρες και τις περιφέρειες της ΕΕ που παράγουν μπανάνες, όπως η αυτόνομη περιφέρεια της Μαδέρας. Για τους λόγους αυτούς, απείχαμε από την ψηφοφορία επί της έκθεσης.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Η πρόταση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου επί του σχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 3/2010 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2010, Τμήμα III – Επιτροπή διαθέτει νέους πόρους για τη χρηματοδότηση των συνοδευτικών μέτρων για τις μπανάνες για τις χώρες ΑΚΕ (Αφρικής, Καραϊβικής, Ειρηνικού). Η πρόταση της Επιτροπής, που στην ουσία εκπονήθηκε χωρίς τη συμμετοχή οποιουδήποτε σκέλους της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, προβλέπει την εγγραφή πιστώσεων ύψους 75 εκατ. ευρώ στο αποθεματικό εν αναμονή της έγκρισης του σχετικού τροποποιητικού κανονισμού. Είμαι υποχρεωμένος να επισημάνω ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν κατέληξαν σε συμφωνία επί του θέματος. Το Κοινοβούλιο εξέταζε, στην ουσία, τη χρήση του μέσου ευελιξίας, το οποίο έχει αποδειχθεί εξαιρετικό για την αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων, διότι τα εν λόγω κεφάλαια είναι έτοιμα για κινητοποίηση και διαθέτουν νομική θεμελίωση. Το Συμβούλιο, από την άλλη πλευρά, είχε διαφορετική άποψη, λόγω της απροθυμίας των κρατών μελών να χρησιμοποιήσουν το μέσο ευελιξίας, το οποίο θα είχε ως συνέπεια την αύξηση των εισφορών τους. Για τους προαναφερόμενους λόγους, η Επιτροπή Προϋπολογισμών αναγνώρισε την αδυναμία επίτευξης συμφωνίας για τον προϋπολογισμό του 2010.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η ΕΕ επικεντρώνεται πάντοτε στην παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες, ιδίως στις χώρες ΑΚΕ. Η ειδική περίπτωση που εξετάζεται στην παρούσα πρόταση τροποποίησης του προϋπολογισμού αφορά τις χώρες ΑΚΕ που παράγουν μπανάνες. Η συγκεκριμένη ενίσχυση λαμβάνει τη μορφή της ελευθέρωσης του εμπορίου μπανάνας μεταξύ της ΕΕ και 11 χωρών της Λατινικής Αμερικής που παράγουν μπανάνες. Αυτού του είδους η ενίσχυση είναι, κατά τη γνώμη μας, καλύτερη και αποτελεσματικότερη από τις άμεσες ενισχύσεις βάσει των οποίων διατίθενται πόροι χωρίς την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Βοηθώντας τον τομέα της μπανάνας στις χώρες αυτές, τις βοηθούμε στην ανάπτυξη της οικονομίας τους, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την καταπολέμηση της φτώχειας.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Το σκεπτικό είναι ότι, για να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση, πρέπει να διατεθούν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα για τη χρηματοδότηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ για το 2010. Αυτό κατέστη δυνατό μέσω της ανακατανομής των κονδυλίων του προϋπολογισμού. Η χρηματοδοτική στήριξη για τα συνοδευτικά μέτρα στον τομέα της μπανάνας δεν είχε προβλεφθεί κατά την κατάρτιση του ισχύοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.
Για την άμβλυνση των επιπτώσεων της ελευθέρωσης του εμπορίου σε επίπεδο ΠΟΕ και της επακόλουθης μείωσης στα τιμολόγια καθεστώτος μάλλον ευνοημένου κράτους, αναφέρεται ότι η κοινοτική χρηματοδοτική στήριξη για τις χώρες ΑΚΕ που προμηθεύουν μπανάνες πρέπει τώρα να διατηρηθεί. Ειδικά σε εποχές όπου η ίδια η ΕΕ αντιπαλεύει με την οικονομική κρίση, αυτό το είδος χρησιμοποίησης του μέσου ευελιξίας πρέπει να απορριφθεί.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Λόγω των μεταβαλλόμενων εμπορικών ρυθμίσεων, ιδίως της ελευθέρωσης του εμπορίου στο πλαίσιο του ΠΟΕ, η μείωση του προτιμησιακού περιθωρίου για τις χώρες ΑΚΕ που εξάγουν μπανάνες είχε αρνητικές επιπτώσεις.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει, κατά συνέπεια, να υποστηρίξει τις κύριες χώρες ΑΚΕ που εξάγουν μπανάνες με τη θέσπιση συνοδευτικών μέτρων για τις μπανάνες (ΣΜM) με προϋπολογισμό ύψους 190 εκατομμυρίων ευρώ για 4 έτη (2010-2013). Στόχος της συνδρομής αυτής είναι να βοηθήσει τις χώρες ΑΚΕ που εξάγουν μπανάνες να εγκαινιάσουν προγράμματα προσαρμογής. Αν και το ζήτημα των μπανανών αποτελεί μακροχρόνιο ζήτημα, η χρηματοδότηση των ΣΜM παραμένει προβληματική.
Η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεν την ενέταξαν στον Τομέα 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ) για την περίοδο 2007-2013, και η Επιτροπή Ανάπτυξης θεωρεί ότι η πρόταση δεν είναι συμβατή με το ανώτατο όριο του Τομέα 4 του ΠΔΠ και ζητεί από την Επιτροπή να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο.
Σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης – οικονομικό έτος 2011
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Είμαι ικανοποιημένη με το σχέδιο προϋπολογισμού του 2011 που συζητείται σήμερα, δεδομένου ότι εμμένει ακριβώς στις δεδηλωμένες προτεραιότητες. Για πρώτη φορά, το Κοινοβούλιο κατέχει ισότιμη θέση με το Συμβούλιο στα θέματα αυτά. Είναι ο πρώτος προϋπολογισμός μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Για τον λόγο αυτόν, και λόγω της κρίσης που διέρχεται η Ευρώπη, είναι σημαντικό η διαδικασία συνδιαλλαγής να είναι επιτυχής. Είναι ζωτικής σημασίας να δοθεί στην ΕΕ προϋπολογισμός για την υλοποίηση των τομέων προτεραιότητας και των νέων εξουσιών που της παραχωρήθηκαν από τη συνθήκη. Είναι σημαντικό να αγωνιστούμε για τις πεποιθήσεις μας και για έναν προϋπολογισμό που θα έχει όραμα σε περίοδο κρίσης. Η πρόταση του Κοινοβουλίου αντικατοπτρίζει τη φιλοδοξία αυτή. Από την άλλη πλευρά, οι τιμές που προτείνονται από το Συμβούλιο αντικατοπτρίζουν τη λιτότητα των προϋπολογισμών που εγκρίνονται σε εθνικό επίπεδο εντός της ΕΕ. Η ΕΕ, ωστόσο, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αντιδρά σε αλλαγές πολιτικής που προκαλούνται από μείζονες προκλήσεις. Η ΕΕ έχει καθήκον να παρουσιάσει έναν φιλόδοξο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, ο οποίος μπορεί να βοηθήσει την οικονομική ανάκαμψη. Μόνο με την ενίσχυση τομέων όπως η επιστήμη και η καινοτομία, καθώς και με τη συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη και σε περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, μπορούμε να καταστήσουμε την Ευρώπη ελκυστικότερο μέρος για να ζει και να εργάζεται κανείς.
Ole Christensen, Dan Jørgensen, Christel Schaldemose και Britta Thomsen (S&D), γραπτώς. – (DA) Εμείς, οι δανοί Σοσιαλδημοκράτες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ψηφίσαμε υπέρ των τροπολογιών 700, 701 και 706 του προϋπολογισμού. Το πράξαμε αυτό παρά το γεγονός ότι τα σχόλια περιέχουν απόσπασμα που αναφέρει ότι η ΕΕ πρέπει να στραφεί προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι υποστηρικτές της πυρηνικής ενέργειας προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τον όρο αυτόν προκειμένου να αποκρύψουν το γεγονός ότι στην πραγματικότητα μιλούν για μια οικονομία όπου η πυρηνική ενέργεια διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο ως πηγή ενέργειας. Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι θεωρούμε πολύ κακή ιδέα να δαπανώνται πόροι της ΕΕ για την πυρηνική ενέργεια, και με τον όρο αυτόν ψηφίσαμε υπέρ της τροπολογίας.
Anne E. Jensen (ALDE), γραπτώς. – (DA) Κατά την ψηφοφορία επί του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011, το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα καταψήφισε ορισμένες τροπολογίες που αφορούν την αφαίρεση χρημάτων για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή. Η δαπάνη για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή καθορίζεται από τον νόμο και επομένως θα καταβληθεί ανεξάρτητα από το ποσό που προσδιορίζεται στον προϋπολογισμό. Ωστόσο, αν η δαπάνη δεν προσδιοριστεί στον προϋπολογισμό της ΕΕ, θα πρέπει να καταβληθεί από τα επιμέρους κράτη μέλη. Σε μια εποχή όπου οι εθνικοί προϋπολογισμοί περικόπτονται, θα ήταν οικονομικά ανεύθυνο να επιβαρυνθούν τα κράτη μέλη με αυτήν τη σημαντική πρόσθετη δαπάνη. Το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα εκφράζει την ικανοποίησή του όσον αφορά τη σημαντική μείωση των εξαγωγικών επιδοτήσεων της ΕΕ κατά τα τελευταία έτη και θα συνεχίσει να εργάζεται για να επέλθει αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας, έτσι ώστε να μπορέσει να συνεχιστεί η σταδιακή τους κατάργηση. Το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα καταψήφισε επίσης τη δήλωση που αποτρέπει την καταβολή ειδικού πρόσθετου ποσού αρσενικών βοοειδών για τους ταύρους που χρησιμοποιούνται στις ταυρομαχίες.
Ο λόγος για τον οποίο το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα καταψήφισε την πρόταση αυτή είναι ότι το πρόσθετο αυτό ποσό καταβάλλεται μόνο στη Δανία, τη Σουηδία και τη Σλοβενία όπου, όπως γνωρίζουμε, δεν διεξάγονται ταυρομαχίες. Τέλος, το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα καταψήφισε τη χορήγηση 300 εκατομμυρίων δανικών κορόνων σε ευρωπαϊκό ταμείο γαλακτοκομικών. Οι τιμές των γαλακτοκομικών έχουν αυξηθεί κατά το τελευταίο έτος και, στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, δεν θα είναι δυνατή η καταβολή χρημάτων από ένα τέτοιο ταμείο.
Véronique Mathieu (PPE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα υπέρ της τροπολογίας επί του προϋπολογισμού η οποία θέτει μέρος του προϋπολογισμού του 2011 για την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία (ΕΑΑ) στο αποθεματικό. Χαιρετίζω την ψηφοφορία στην Ολομέλεια η οποία, με 611 ψήφους υπέρ, 38 κατά και 6 αποχές, ενισχύει τη θέση του Κοινοβουλίου σχετικά με την ΕΑΑ. Πράγματι, το Κοινοβούλιο θα αποδεσμεύσει τις πιστώσεις που προορίζονται για την ΕΑΑ μόνο εάν λάβει ικανοποιητικές πληροφορίες από τον οργανισμό για τη συνέχεια που δόθηκε στην απαλλαγή του 2008.
Οι απαιτήσεις αυτές είναι σαφείς: ενημέρωση του Κοινοβουλίου σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας της OLAF· δημοσίευση του καταλόγου των μελών του διοικητικού συμβουλίου· υποβολή τελικής έκθεσης εξωτερικού ελεγκτή σχετικά με τις πιστώσεις που χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση ιδιωτικών δαπανών· και διασφάλιση πραγματοποίησης αλλαγών εντός του διοικητικού συμβουλίου προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη παρόμοιας κατάστασης στο μέλλον. Ελπίζω ότι η ΕΑΑ θα αντιδράσει ταχέως και θα παράσχει αποδείξεις της προθυμίας της να συνεργαστεί πλήρως με το Κοινοβούλιο.
Marit Paulsen, Olle Schmidt και Cecilia Wikström (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η ισχυρή και σύγχρονη Ευρώπη χρειάζεται προϋπολογισμό προσανατολισμένο προς το μέλλον και την ανάπτυξη ενώ, ταυτόχρονα, η οικονομική κατάσταση απαιτεί προβληματισμό και αυτοσυγκράτηση. Επιλέξαμε, επομένως, να τηρήσουμε τη γραμμή του περιοριστικού προϋπολογισμού με επίκεντρο ευρείες επενδύσεις στην έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία που δημιουργούν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας, σύμφωνα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Επειδή θέλουμε Ευρώπη βιώσιμη από τη σκοπιά της οικονομίας, των κοινωνικών ζητημάτων και του κλίματος, ψηφίσαμε υπέρ των επενδύσεων στο περιβάλλον και στο ανθρώπινο κεφάλαιο και του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών αγορών, πάντοτε όμως μέσα στα όρια των υφιστάμενων πόρων.
Αδικαιολόγητα μεγάλο ποσοστό του προϋπολογισμού εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για τη γεωργική πολιτική της ΕΕ, οι δε προκλήσεις του αύριο δεν θα αντιμετωπισθούν με την εφαρμογή πολιτικής του χθες. Συνεπώς, καταψηφίσαμε το προτεινόμενο ταμείο γαλακτοκομικών ύψους 300 εκατ. ευρώ και καταθέσαμε την πρότασή μας να καταργηθούν οι εξαγωγικές επιδοτήσεις της ΕΕ για γεωργικά προϊόντα, για παράδειγμα, καθώς και οι επιδοτήσεις για την καλλιέργεια καπνού. Δεδομένου ότι ο καθένας μας πρέπει να συμβάλει από λίγο στους δύσκολους αυτούς οικονομικούς καιρούς, ψηφίσαμε και εμείς υπέρ της μείωσης του κόστους διοίκησης της ΕΕ.
Έκθεση: Sidonia Elżbieta Jędrzejewska, Helga Trüpel (A7-0284/2010)
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Λαμβάνοντας υπόψη την εύθραυστη ανάκαμψη στην ευρωζώνη και τα αδύναμα δημόσια οικονομικά σε πολλά κράτη μέλη, η συνετή χρήση του προϋπολογισμού της ΕΕ μπορεί να τονώσει την οικονομική ανάκαμψη, όμως θα πρέπει να γνωρίζουμε πώς θα την εκμεταλλευτούμε στο έπακρο. Όσον αφορά τους πολίτες, αξίζει να σημειωθεί η αύξηση στην κατηγορία «Ανταγωνιστικότητα για ανάπτυξη και απασχόληση» και στην κατηγορία «Συνοχή για ανάπτυξη και απασχόληση», αν και σημειώνεται μείωση για την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Παρατηρείται αξιοσημείωτη αύξηση στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), είναι όμως λυπηρό το γεγονός ότι μόνο το 1,4% των κεφαλαίων προορίζονται για την υλοποίηση της κοινωνικής πολιτικής, στην οποία η υγεία σημειώνει μείωση ύψους 15,77 εκατομμυρίων ευρώ σε σχέση με το 2010. Στον τομέα της περιφερειακής ανάπτυξης, σημειώνεται αύξηση της τάξης του 3,2% περίπου, η οποία θεωρείται σημαντική. Όσον αφορά τη γεωργία, αξίζει να σημειωθεί η μεγάλη αστάθεια στον τομέα των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπου τονίζεται η ανάγκη να υιοθετηθεί μια σταθερή προσέγγιση για την αντιμετώπιση του θέματος αυτού, δηλαδή μέσω ταμείου για τον γαλακτοκομικό τομέα. Σχετικά με την αλιεία, σημειώνεται θλιβερή μείωση των πιστώσεων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑΠ).
Χαράλαμπος Αγγουράκης (GUE/NGL), γραπτώς. – Ο προϋπολογισμός της ΕΕ για το 2011 υπηρετεί την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου και την άγρια επίθεση των μονοπωλίων και των αστικών κυβερνήσεων ενάντια στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων. Δίνει ακόμη περισσότερο ζεστό χρήμα, επιδοτήσεις και διευκολύνσεις στους μονοπωλιακούς ομίλους, εκτός από τα 5 περίπου τρισεκατομμύρια που τους έχουν ήδη χαρίσει οι εθνικές, αστικές κυβερνήσεις, για να ενισχύσει τη θέση τους στον αδυσώπητο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, με το βλέμμα στραμμένο στην φάση της καπιταλιστικής αναζωογόνησης. Η βασική του κατεύθυνση είναι από τη μία χρήμα στο κεφάλαιο και από την άλλη σφαγιασμός των όποιων –έτσι κι αλλιώς αναιμικών– δαπανών για τους εργαζόμενους, μικρούς ΕΒΕ, τη φτωχομεσαία αγροτιά, τη νεολαία. Ακόμη περισσότερα χρήματα για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της ΕΕ, τους κατασταλτικούς και καταδιωκτικούς μηχανισμούς της ενάντια στους λαούς.
Ο πρώτος προϋπολογισμός που εγκρίνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τις δήθεν ενισχυμένες αρμοδιότητές του που προβλέπει η Συνθήκη της Λισαβόνας, είναι αντάξιος του αντιδραστικού χαρακτήρα του. Αποδεικνύει και πάλι ότι το Ευρωκοινοβούλιο υπηρετεί πιστά τις ανάγκες και τα συμφέροντα των μονοπωλίων και εχθρεύεται βαθιά τους εργαζόμενους και τις λαϊκές ανάγκες. Το ταξικό εργατικό και λαϊκό κίνημα χρειάζεται να δυναμώσει την πάλη του για να μην πληρώσουν τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης οι εργαζόμενοι.
Liam Aylward, Brian Crowley και Pat the Cope Gallagher (ALDE), γραπτώς. – (GA) Υπήρξε αυξανόμενη αστάθεια στις διεθνείς αγορές γαλακτοκομικών προϊόντων τα τελευταία χρόνια. Τα 300 εκατ. ευρώ έκτακτης χρηματοδότησης που χορηγούνται στον τομέα των γαλακτοκομικών προϊόντων στον προϋπολογισμό του 2010 ήταν ιδιαίτερα επωφελή για τους γαλακτοπαραγωγούς, οι οποίοι υπέφεραν σε μεγάλο βαθμό λόγω της κρίσης. Ψηφίσαμε υπέρ μιας νέας γραμμής του προϋπολογισμού, έτσι ώστε να υπάρξει ταμείο γαλακτοκομικών για την υποστήριξη της καινοτομίας, της διαφοροποίησης και της αναδιάρθρωσης, και να αυξηθεί η ικανότητα διαπραγμάτευσης των παραγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων με σκοπό την αντιμετώπιση ανισορροπιών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων. Επιπλέον, χαιρετίζουμε όσα αναφέρει η έκθεση σχετικά με τη στήριξη που παρέχεται στο σχέδιο διανομής γάλακτος στα σχολεία, καθώς και την πρόταση της Επιτροπής σε σχέση με την αύξηση της χρηματοδότησης του σχεδίου αυτού και της χρηματοδότησης του σχεδίου προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία.
Στόχος της κοινής γεωργικής πολιτικής είναι η κατοχύρωση της ασφάλειας του εφοδιασμού τροφίμων, η προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας και η διασφάλιση του κατάλληλου εισοδήματος για τους γεωργούς. Σε αυτό το πλαίσιο, χαιρετίζουμε όσα αναφέρει η έκθεση σχετικά με το να ζητηθεί από την Επιτροπή να συμπεριληφθούν αποθέματα ρευστών διαθεσίμων στον προϋπολογισμό του 2011 προς αποφυγή της αυξημένης αστάθειας των αγορών το 2011, να μειωθεί η γραφειοκρατία και να βελτιωθεί και αποσαφηνισθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
George Becali (NI), γραπτώς. – (RO) Συμφωνώ με τους συναδέλφους μου βουλευτές οι οποίοι δεν υποστηρίζουν τις μειώσεις του προϋπολογισμού που προτείνει το Συμβούλιο. Το καλύτερο επιχείρημα εναντίον αυτού είναι η κατάσταση των κρατών μελών που προέβησαν στη συγκεκριμένη δράση στην εγχώρια αγορά. Αναφέρομαι ειδικότερα στη Ρουμανία. Η πίεση που ασκήθηκε επί της κατανάλωσης με τον περιορισμό της δεν προσέφερε διέξοδο από την κρίση, δημιούργησε όμως πραγματικά άνευ προηγουμένου κοινωνική πίεση. Συμφωνώ, λοιπόν, με την αύξηση των 300 εκατομμυρίων ευρώ στο γαλακτοκομικό ταμείο. Υιοθέτησα την ίδια στάση υπέρ των πρόσθετων χρηματοδοτικών πιστώσεων για το προϊόν αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης. Υποστηρίζω σθεναρά την ιδέα του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθεροποίησης και την ανάγκη οι δύο νέες γραμμές του προϋπολογισμού που δημιουργήθηκαν να είναι συγκεκριμένες, να παρέχουν στοιχεία και να μην είναι κενές, όπως συμβαίνει τώρα, έτσι ώστε το ευρωπαϊκό αυτό μέσο παρέμβασης να μπορέσει να γίνει πραγματικότητα και να μην μείνει στη θεωρία. Ελπίζω ότι η άποψη του Κοινοβουλίου θα γίνει σεβαστή κατά τη διάρκεια της συνδιαλλαγής, ότι θα επιτευχθεί συμφωνία με το Συμβούλιο και ότι θα είμαστε σε θέση να ψηφίσουμε «ναι» τον Νοέμβριο για τον προϋπολογισμό της ΕΕ για το 2011.
Zuzana Brzobohatá (S&D), γραπτώς. – (CS) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για πρώτη φορά στην ιστορία του, συζήτησε το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2011 σύμφωνα με τους νέους κανόνες στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας. Μια σειρά αλλαγών που επέφερε η Ολομέλεια του Κοινοβουλίου καταδεικνύουν σαφώς ότι ο βαθμός ελέγχου και η δημοκρατική λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν αυξηθεί. Όσον αφορά τη βελτίωση των δημοκρατικών διαδικασιών, αλλά και όσον αφορά τη δομή του προϋπολογισμού, υποστήριξα την πρόταση αυτή.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου επειδή συμφωνώ με τις οριζόντιες προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για το 2011 στους τομείς της νεολαίας, της παιδείας και της κινητικότητας, οι οποίες επιβάλλουν, στο πλαίσιο των διαφόρων πολιτικών, ειδικές διατομεακές επενδύσεις για την προώθηση της μεγέθυνσης και της ανάπτυξης στην ΕΕ. Συμφωνώ με την προτεινόμενη αύξηση της χρηματοδότησης για όλα τα προγράμματα στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων αυτών, και συγκεκριμένα για τα προγράμματα Διά βίου μάθηση, Άνθρωποι και Erasmus Mundus. Συμφωνώ επίσης ότι η επαγγελματική κινητικότητα των νέων αποτελεί βασικό μέσο για να διασφαλιστεί η ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής και δυναμικής αγοράς εργασίας στην Ευρώπη και, συνεπώς, πρέπει να ενισχυθεί. Χαιρετίζω συνεπώς την αύξηση της χρηματοδότησης για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Απασχόλησης και στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζω σθεναρά την έναρξη της προπαρασκευαστικής ενέργειας «Η πρώτη σας δουλειά στο εξωτερικό», που έχει ως στόχο να βοηθήσει τους νέους να μπουν στην αγορά εργασίας ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε ειδικευμένες θέσεις απασχόλησης άλλου κράτους μέλους, ως πρώτο βήμα για τη θέσπιση ειδικού προγράμματος μη ακαδημαϊκής κινητικότητας των νέων.
Françoise Castex (S&D), γραπτώς. – (FR) Ο προϋπολογισμός αυτός δεν υπολογίζει τι χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση ώστε να εξέλθει από την ύφεση, να εξασφαλίσει την ανάκαμψη και να αντιμετωπίσει τις ευθύνες της όσον αφορά την αλληλεγγύη. Από την άποψη αυτή, λυπάμαι για το γεγονός ότι η πρόταση της Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη δημιουργία γραμμής «ιδίων πόρων» που θα χρηματοδοτείται από φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές πολύ απλά απορρίφθηκε από την Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες). Αυτή η ασυνέπεια μεταξύ του τι λέει και τι πράττει η δεξιά είναι εξωφρενική, δεδομένου ότι δηλώνουν εδώ και μήνες στους πολίτες και στα μέσα ενημέρωσης ότι υποστηρίζουν έναν τέτοιο φόρο. Όταν όμως πρόκειται για την ψηφοφορία, και όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει τη δύναμη να τον επιβάλει, αυτοί ακριβώς οι άνθρωποι επιθυμούν η εν λόγω πρόταση να καταποντιστεί. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνεται και της ανατίθενται όλο και περισσότερες αρμοδιότητες, οι πόροι που έχει στη διάθεσή της φθίνουν. Πρόκειται για κακό σημάδι για την ανάκαμψη της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ευρώπη, εν γένει, και για τους ευρωπαίους πολίτες, ειδικότερα.
Anna Maria Corazza Bildt, Christofer Fjellner, Gunnar Hökmark και Anna Ibrisagic (PPE), γραπτώς. – (SV) Θα θέλαμε οι προτεραιότητες της ΕΕ για τον προϋπολογισμό να επικεντρωθούν περισσότερο στο μέλλον, στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας, στις επενδύσεις σε υποδομές και έρευνα, και όχι στην ενδυνάμωση της γεωργικής πολιτικής. Εμμείναμε σήμερα στις προτεραιότητές μας ψηφίζοντας υπέρ της ασφάλειας δικαίου, αυξημένων πιστώσεων για την έρευνα και περισσότερων χρημάτων για μέτρα για το κλίμα, αλλά και υπέρ της μείωσης των πιστώσεων για γεωργικές επιδοτήσεις, εξαγωγικές επιδοτήσεις, καλλιέργεια καπνού και ταμεία γαλακτοκομικών. Αν και δεν περιείχε όλες τις προτεραιότητες που θα θέλαμε, ψηφίσαμε, βεβαίως, υπέρ του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Μόλις εγκρίναμε τον προϋπολογισμό του 2011 που ήθελε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η ψηφοφορία αυτή μάς έδωσε τη δυνατότητα να επαναβεβαιώσουμε τις προτεραιότητές μας προς τους φτωχότερους, για τους οποίους ζητήθηκε δέσμη μέτρων 100 εκατ. ευρώ, αλλά και έναντι των παραγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων, για τους οποίους θα θέλαμε το γαλακτοκομικό ταμείο να συνεχιστεί.
Οι επιχειρήσεις που παλεύουν θα πρέπει επίσης να συνεχίσουν να λαμβάνουν στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, που θα πρέπει να είναι μόνιμο και να έχει δικό του προϋπολογισμό. Τέλος, θα θέλαμε να δοθούν ίδιοι πόροι στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και να εισαχθεί επιτέλους φόρος στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.
Christine De Veyrac (PPE), γραπτώς. – (FR) Τη στιγμή που τα κράτη, οι τοπικές κοινότητες, οι φορολογούμενοι και οι επιχειρήσεις αποδέχονται οικονομικές θυσίες, η Ένωση δεν μπορεί να απαλλάσσεται από την ενάρετη αυτή διαδικασία. Οι δυσανάλογες αυξήσεις στον προϋπολογισμό της Ένωσης, που ορισμένοι επιθυμούν, δεν είναι αποδεκτές. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχει έρθει η ώρα να περικόψουμε στρατηγικά βασικές δαπάνες, όπως η κοινή γεωργική πολιτική, χάρη στην οποία μπορούμε να απολαύουμε ανεξαρτησίας από την άποψη των τροφίμων και να επωφελούμαστε από μια πηγή εξαγωγών (και κατά συνέπεια εσόδων).
Από την άλλη πλευρά, είναι κατάλληλη η στιγμή να θέσουμε υπό αμφισβήτηση τις παρεκκλίσεις στις συνεισφορές που απολαμβάνουν ορισμένα κράτη για ιστορικούς λόγους και οι οποίες δεν έχουν λόγους ύπαρξης σήμερα. Η ιδέα ενός ευρωπαϊκού φόρου δεν μπορεί να εξετασθεί στο παρόν πλαίσιο: πρέπει να μειωθεί πρώτα η φορολογική πίεση που ασκείται στα κράτη μέλη.
Philippe de Villiers (EFD), γραπτώς. – (FR) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απεφάνθη επί του σχεδίου νομοθετικού ψηφίσματος σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου για το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2011.
Η εξέταση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρείχε ανέκαθεν τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε σαφέστερα πώς επεκτάθηκαν οι αρμοδιότητες της Ένωσης αυτής με την πάροδο των ετών και, αντιστρόφως, πώς χάθηκε η κυριαρχία των κρατών μελών.
Η έκθεση αυτή καθιστά φανερή τη φορολογική πίεση που θα ασκηθεί στους φορολογούμενους. Ακόμα και αν η απογοήτευση των πολιτών για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σαφής, η τελευταία εξακολουθεί να αυξάνει τον προϋπολογισμό της κατά 6% για τη χρηματοδότηση πολιτικών που έχει σφετερισθεί. Γιατί αυτή η αύξηση, όταν το 10% έως 15% των πόρων παραμένει αχρησιμοποίητο και η Επιτροπή απαιτεί αυτοσυγκράτηση από όλα τα κράτη μέλη;
Diane Dodds (NI), γραπτώς. – (EN) Πιστεύω ότι κάθε πρόταση για αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ είναι απαράδεκτη, με το σκεπτικό ότι δεν μπορώ να δικαιολογήσω στα μέλη της εκλογικής μου περιφέρειας αύξηση των δαπανών της ΕΕ κατά περίπου 6% το 2011. Σήμερα, ο βρετανός Υπουργός Οικονομικών ανακοινώνει δραστικές περικοπές στον δημόσιο τομέα – περικοπές που η ΕΕ κάλεσε τα κράτη μέλη να κάνουν. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η ίδια αυτή ΕΕ κρίνει σκόπιμο ο προϋπολογισμός αυτού του τόπου να αυξηθεί κατά 6%. Κάντε όπως σας λέω, όχι όπως κάνω εγώ, φαίνεται να είναι η επίσημη πολιτική της ΕΕ. Το βρίσκω απαράδεκτο.
Δεν θα μπορούσα να κοιτάζω τα μέλη της εκλογικής μου περιφέρειας στα μάτια, κάποιους που σίγουρα θα χάσουν τη δουλειά τους ως αποτέλεσμα των περικοπών στις δαπάνες του Ηνωμένου Βασιλείου, και να δηλώνω ότι οι βουλευτές του ΕΚ ξόδεψαν ακόμη περισσότερα από τα χρήματά τους με σύνεση –και να θυμάστε, είναι δικά τους χρήματα– ενισχύοντας τα ταμεία της ΕΥΕΔ και της Ευρωπόλ και ρυθμίζοντας τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Και σίγουρα δεν θα μπορούσα να δικαιολογήσω ούτε την αύξηση του προϋπολογισμού για την ψυχαγωγία αυτού του τόπου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ψήφισα κατά του προϋπολογισμού. Οι άλλοι που τον υποστήριξαν πρέπει να το αιτιολογήσουν.
Lena Ek (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η ισχυρή και σύγχρονη Ευρώπη χρειάζεται προϋπολογισμό προσανατολισμένο προς το μέλλον και την ανάπτυξη ενώ, ταυτόχρονα, η οικονομική κατάσταση απαιτεί προβληματισμό και αυτοσυγκράτηση. Επέλεξα, επομένως, να τηρήσω τη γραμμή του περιοριστικού προϋπολογισμού και επικεντρώθηκα σε ευρείες επενδύσεις στην έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία που δημιουργούν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας, σύμφωνα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Επειδή θέλω μια Ευρώπη βιώσιμη από τη σκοπιά της οικονομίας, των κοινωνικών ζητημάτων και του κλίματος, ψήφισα κατά συνέπεια υπέρ των επενδύσεων στο περιβάλλον και στο ανθρώπινο κεφάλαιο και του ελέγχου των χρηματοπιστωτικών αγορών, πάντοτε όμως μέσα στα όρια των υφιστάμενων πόρων.
Μεγάλο ποσοστό του προϋπολογισμού διατίθεται για τη γεωργική πολιτική της ΕΕ. Δυστυχώς, η σημερινή δομή της κοινής γεωργικής πολιτικής σπάνια εστιάζει στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του μέλλοντος. Οι ακμάζουσες αγροτικές περιοχές είναι πολύ σημαντικές. Η συνέχιση, ωστόσο, των επιδοτήσεων των εξαγωγών και των επιδοτήσεων για την καλλιέργεια καπνού δεν είναι ο σωστός τρόπος να προχωρήσουμε. Αυτό που χρειαζόμαστε, αντίθετα, είναι εύλογες προϋποθέσεις για την παραγωγή τροφίμων στην Ευρώπη, αξιοπρεπής προστασία των ζώων και κίνητρα για τους γεωργούς να παράγουν πράσινη ενέργεια. Δεδομένου ότι ο καθένας μας πρέπει να συμβάλει από λίγο σε αυτούς τους χαλεπούς οικονομικούς καιρούς, ψήφισα και εγώ υπέρ της μείωσης του κόστους διοίκησης της ΕΕ.
Göran Färm, Anna Hedh, Olle Ludvigsson και Marita Ulvskog (S&D), γραπτώς. – (SV) Εμείς οι Σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες ψηφίσαμε σήμερα υπέρ του σχεδίου προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011. Πρόκειται για συγκρατημένο προϋπολογισμό, περιέχει όμως και τις αναγκαίες επενδύσεις στην έρευνα, την ενέργεια και τις πρωτοβουλίες για τους νέους και προβλέπει τη σύσταση της νέας Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ και νέων αρχών για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία.
Ωστόσο, πρόκειται επίσης για προϋπολογισμό κατά τον οποίο πολλές από τις νέες προτεραιότητες της ΕΕ δεν διαθέτουν λογική χρηματοδότηση, για παράδειγμα η νέα στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση (ΕΕ 2020), η πολιτική για το κλίμα και η εξωτερική πολιτική και πολιτική για την παροχή βοήθειας της ΕΕ, ιδίως βοήθειας προς την Παλαιστίνη.
Προκειμένου να διατηρηθεί ο προϋπολογισμός σε χαμηλά επίπεδα, προτείναμε περισσότερες περικοπές στη γεωργική ενίσχυση της ΕΕ, όμως η πρόταση αυτή απορρίφθηκε στην ψηφοφορία. Ψηφίσαμε επίσης υπέρ της εξέτασης του συστήματος των ιδίων πόρων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Ανεξαρτήτως της μορφής που θα μπορούσε να λάβει ένα νέο σύστημα εσόδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει να είναι δημοσιονομικά ουδέτερο και να σέβεται την αρμοδιότητα των κρατών μελών στον τομέα της φορολογίας.
Όσον αφορά τον προϋπολογισμό του ίδιου του Κοινοβουλίου, πιστεύουμε ότι οι επιτροπές εκείνες που αναλαμβάνουν μεγαλύτερο φόρτο εργασίας ως αποτέλεσμα της Συνθήκης της Λισαβόνας, πρέπει να ενισχυθούν. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί αύξηση του προσωπικού για τις γραμματείες του Κοινοβουλίου και των ομάδων. Ωστόσο, δεν πιστεύουμε ότι οι βουλευτές χρειάζονται περισσότερο προσωπικό. Το Κοινοβούλιο αποφάσισε πλέον να διατηρήσει τις πιστώσεις για την αύξηση του επιδόματος επικούρησης σε αποθεματικό, δεν πρέπει δε να διατεθούν εάν δεν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις. Θα προτιμούσαμε οι πόροι του Κοινοβουλίου να αυξηθούν μέσω αναδιανομών και μέτρων για την αύξηση της αποτελεσματικότητας και όχι με την αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της ΕΕ και, ιδίως σε περιόδους κρίσης, για την αποτελεσματική κατανομή των πόρων σχετικά με την πολιτική συνοχής.
Πιστεύω ότι το Συμβούλιο δεν πρέπει να μειώσει τα κονδύλια αυτά αυθαίρετα, όπως παρατηρήθηκε για προτεραιότητες όπως τα κεφάλαια που διατίθενται για την καινοτομία, καθώς και για στόχους ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. Το Συμβούλιο περιέκοψε τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων κατά 0,55% και τις πιστώσεις πληρωμών κατά 2,77%, εγκρίνοντας τελικό προϋπολογισμό 141,8 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων και 126,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις πιστώσεις πληρωμών, γεγονός το οποίο μπορεί να είναι ιδιαίτερα κρίσιμο εάν επιδρά επί της ευρωπαϊκής ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας.
Ως εκ τούτου, υποστηρίζω τη διατήρηση εκ μέρους του Κοινοβουλίου της αρχικής χρηματοδότησης που είχε διατεθεί στους εν λόγω τομείς.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η διάκριση μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών καταργήθηκε, γεγονός που σημαίνει ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο καθίστανται από κοινού υπεύθυνα για όλες τις δαπάνες της ΕΕ και ότι αποφασίζουν επ’ αυτών από κοινού. Επιπλέον, η ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού καθίσταται ειδική νομοθετική διαδικασία και ο προϋπολογισμός εγκρίνεται με κανονισμό, γεγονός το οποίο δύναται να θεωρηθεί ειδική διαδικασία συναπόφασης ή, για να αποφευχθεί η σύγχυση, ως κοινή απόφαση του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Ο προϋπολογισμός του 2011 που προτείνει το Κοινοβούλιο είναι φιλόδοξος, έξυπνος και σέβεται τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει κατά τρόπο αυστηρό και ρεαλιστικό. Προτάσσουμε πολιτικές που αφορούν τους νέους, την εκπαίδευση, την κινητικότητα, την κατάρτιση, την έρευνα, την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία. Θα ήθελα να τονίσω την προπαρασκευαστική ενέργεια στην οποία συμμετείχα προσωπικά: «Η πρώτη σας δουλειά στο εξωτερικό». Θα ενισχύσει την κινητικότητα των νέων στην ΕΕ και θα βοηθήσει στην καταπολέμηση της ανεργίας. Ο εν λόγω προϋπολογισμός της ΕΕ εξακολουθεί να ανέρχεται σε περίπου 1% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος. Αυτό καταδεικνύει σαφώς την ανάγκη να αναθεωρηθεί το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, δεδομένων των περιορισμένων περιθωρίων για τις κατηγορίες του και ιδιαίτερα για τις κατηγορίες 1Α, 3Β και 4. Είναι επίσης σαφές ότι πρέπει επειγόντως να διεξαχθεί συζήτηση σχετικά με την αναγκαιότητα νέων πόρων για τον προϋπολογισμό της Ένωσης.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Συμφωνούμε με τις επικρίσεις που διατυπώθηκαν για τις αυθαίρετες περικοπές και μειώσεις που πραγματοποιήθηκαν από το Συμβούλιο στο σχέδιο προϋπολογισμού αφήνοντάς τον χαμηλότερο κατά περίπου 7 δισ. ευρώ το 2011 απ’ ό,τι συμφωνήθηκε στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) 2007-2013. Το γεγονός αυτό καθίσταται ακόμα πιο απαράδεκτο εάν ληφθεί υπόψη ότι το ποσό που συμφωνήθηκε στο ΠΔΠ είναι ήδη εξαιρετικά μικρό, γεγονός το οποίο θέτει σε κίνδυνο κάθε οικονομική και κοινωνική συνοχή ευθύς εξαρχής. Ως εκ τούτου, επιτείνει τις βλαβερές συνέπειες των πολιτικών που ακολουθεί η ΕΕ.
Επομένως, είμαστε επίσης της γνώμης ότι είναι απολύτως αναγκαία η ουσιαστική επαναξιολόγηση του προϋπολογισμού σε συνδυασμό με άμεση αναθεώρηση των ανώτατων ορίων του τρέχοντος ΠΔΠ. Ωστόσο, η κριτική αυτή δεν μπορεί να μας οδηγήσει να αποδεχτούμε την πρόθεση της «λισαβονοποίησης» του προϋπολογισμού που αναφέρεται στην έκθεση και που θα τον κρατούσε υποταγμένο στους θεμελιώδεις πυλώνες της Συνθήκης της Λισαβόνας: τον νεοφιλελευθερισμό, τον φεντεραλισμό και τον μιλιταρισμό. Με άλλα λόγια, ουσιαστικά να παραμείνει υποχείριο των ίδιων πολιτικών που προκάλεσαν τη βαθιά κρίση την οποία αντιμετωπίζουν σήμερα οι εργαζόμενοι και οι λαοί της Ευρώπης. Αυτό που χρειάζεται –αρχής γενομένης με την αναγκαία ενίσχυση του προϋπολογισμού της Ένωσης με βάση τις συνεισφορές των κρατών μελών ανάλογα με το ακαθάριστο εθνικό εισόδημά τους– είναι η ρήξη με τις πολιτικές αυτές και η πραγματική δέσμευση για τη συνοχή, την κοινωνική πρόοδο και τη διατήρηση του περιβάλλοντος.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Η Συνθήκη της Λισαβόνας τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Παραχωρεί νέες εξουσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: εξ ου και νέες ευκαιρίες για τη δαπάνη χρημάτων. Κανείς ή σχεδόν κανείς εδώ δεν έχει την ευπρέπεια να επισημάνει ότι υπάρχει κάτι σκανδαλώδες όταν ζητούμε την αύξηση των πόρων που διατίθενται για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τη δημιουργία ενός νέου φόρου όταν τα κράτη μέλη εντέλλονται να εφαρμόσουν λιτότητα και να μειώσουν δραστικά την κοινωνική προστασία τους.
Για τη Γαλλία, η Ευρώπη επιφέρει τεράστιο άμεσο κόστος: 8 δισ. ευρώ ετησίως, αριθμός που αυξάνεται συνεχώς. Με άλλα λόγια, αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του ελλείμματος της κοινωνικής ασφάλισης, για παράδειγμα. Το έμμεσο κόστος είναι ακόμη μεγαλύτερο, από την άποψη της ανεργίας, της αδύναμης ανάπτυξης, των μετεγκαταστάσεων και ούτω καθεξής, που συνδέονται με τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός δεν είναι συμπληρωματικός προς τους εθνικούς προϋπολογισμούς· είναι ανταγωνιστικός και έρχεται αντιμέτωπός τους. Τα συστήματα συγχρηματοδότησης της διαρθρωτικής πολιτικής, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από επίφαση των πελατειακών σχέσεων, αποτελούν μία ακόμη παρότρυνση για δαπάνες. Επιβαρυντική περίσταση είναι και η εξής: εδώ και 15 χρόνια, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ήταν σε θέση να εγκρίνει τη διαχείριση από την Επιτροπή αυτών των δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Πιστεύω ότι είναι καιρός να τελειώνουμε με όλα αυτά.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υποστήριξα το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011. Αν θέλουμε να είμαστε σε θέση να αναλάβουμε τις πολιτικές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις νέες δαπάνες που κατέστησαν αναγκαίες λόγω της οικονομικής κρίσης και τις νέες εξουσίες που ανατίθενται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, πρέπει να υποστηρίξουμε ένα φιλόδοξο σχέδιο προϋπολογισμού, ικανό να παράσχει τις επενδύσεις που απαιτούνται για περισσότερες θέσεις εργασίας και την επιστροφή στην αειφόρο ανάπτυξη ή, με άλλα λόγια, έναν προϋπολογισμό που ανταποκρίνεται στην Ευρώπη που θέλουμε.
Το Συμβούλιο επιθυμεί να μειώσει τον προϋπολογισμό της Ένωσης επειδή τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν σημαντικά ελλείμματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εισαγάγαμε μια νέα κατηγορία στον προϋπολογισμό για τους ιδίους πόρους της Ένωσης, έτσι ώστε ο προϋπολογισμός να μην εξαρτάται τόσο πολύ από τις εθνικές συνεισφορές. Λυπούμαστε για το γεγονός ότι η τροπολογία που ζητεί την καθιέρωση φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές απορρίφθηκε και πάλι από τη δεξιά.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Υποστηρίζω τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το σχέδιο προϋπολογισμού του 2011. Οι σημαντικοί πολιτικοί τομείς και οι ατομικές απόψεις έχουν ληφθεί υπόψη στην έκθεση. Το Κοινοβούλιο αναγνωρίζει ότι, στο μέλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα καταφέρει να εκπληρώσει τα εκτεταμένα και ποικίλα καθήκοντά της με λιγότερους οικονομικούς πόρους. Αυτό ισχύει, πάνω απ’ όλα, για τη γεωργία. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου για τον προϋπολογισμό του 2011 εξέφρασε ήδη την ανησυχία ότι, στον σχεδιασμό και τη χρησιμοποίηση των κονδυλίων που δεν απορροφήθηκαν, οι υποθέσεις της Επιτροπής είναι υπερβολικά αισιόδοξες. Τα μεγάλης κλίμακας ευρωπαϊκά ερευνητικά έργα συνδυάζονται οικονομικά με τις ανακτήσεις, το ύψος των οποίων κανείς δεν γνωρίζει εκ των προτέρων. Η Επιτροπή καλείται να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της έρευνας και ανάπτυξης στο μέλλον και να καταρτίσει συγκεκριμένα σχέδια χρηματοδότησης. Οι δημοσιονομικές ανακτήσεις από τον γεωργικό τομέα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον αρχικό τους σκοπό.
Petru Constantin Luhan (PPE), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εντοπίζει τις πιο σημαντικές προτεραιότητες στις πολιτικές του στους τομείς των νέων, της παιδείας και της κινητικότητας. Έχω και εγώ υποστηρίξει σε πολλές περιπτώσεις ότι είναι ζωτικής σημασίας και αποτελούν αναγκαία στοιχεία της στρατηγικής της ΕΕ για την οικονομική ανάκαμψη και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Οι νέοι, η παιδεία και η κινητικότητα απαιτούν ειδικές διατομεακές επενδύσεις εντός των κατάλληλων πολιτικών προκειμένου να προωθηθούν η μεγέθυνση και η ανάπτυξη της ΕΕ.
Συνεπώς, υποστηρίζω την ανάγκη να αυξηθούν οι πιστώσεις για όλα τα προγράμματα στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων αυτών, και συγκεκριμένα για τα προγράμματα Διά βίου μάθηση, Άνθρωποι και Erasmus Mundus. Είναι επίσης εξίσου σημαντικό να αυξηθούν οι πιστώσεις για το ευρωπαϊκό δίκτυο υπηρεσιών απασχόλησης. Στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζω την έναρξη της προπαρασκευαστικής ενέργειας «Η πρώτη σας δουλειά στο EURES», που έχει ως στόχο να βοηθήσει τους νέους να μπουν στην αγορά εργασίας ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε ειδικευμένες θέσεις απασχόλησης άλλου κράτους μέλους, ως πρώτο βήμα για τη θέσπιση ειδικού προγράμματος μη ακαδημαϊκής κινητικότητας των νέων.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Στις επιμέρους ψηφοφορίες, ψήφισα κατά των διατάξεων που πιστεύω ότι έχουν αρνητικές συνέπειες για τους πολίτες της ΕΕ και τους ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτές περιλαμβάνουν τη χρηματοδότηση της ΕΕ για την παραγωγή καπνού, καθώς και τις γεωργικές εξαγωγικές επιδοτήσεις της ΕΕ, οι οποίες βλάπτουν τις αναπτυσσόμενες χώρες. Ψήφισα επίσης κατά των αυξήσεων στις γραμμές του προϋπολογισμού που αφορούν δαπάνες, ταξίδια και διοικητικές δαπάνες. Ωστόσο, χαιρετίζω τα θετικά στοιχεία της πρώτης ανάγνωσης του Κοινοβουλίου, μεταξύ άλλων τη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάπτυξης στις περιφέρειές μας, τη στήριξη για τη σημαντική έρευνα και ανάπτυξη και την αύξηση της εξωτερικής βοήθειας σύμφωνα με τον στόχο του Ηνωμένου Βασιλείου για αύξηση της αναπτυξιακής βοήθειας. Πιστεύω ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ οφείλει να παρέχει μακροπρόθεσμη σταθερότητα έναντι των αυστηρών μέτρων λιτότητας που εισάγονται από τις εθνικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη. Ενώ οι εθνικές κυβερνήσεις εφαρμόζουν δραστικές περικοπές, σε ορισμένες περιπτώσεις με βραχυπρόθεσμο όραμα, ο προϋπολογισμός της ΕΕ μπορεί να προσφέρει σταθερότητα και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό ώστε να συμβάλει –μέσω κονδυλίων όπως τα διαρθρωτικά ταμεία και τα ταμεία συνοχής– στη δημιουργία θέσεων εργασίας, την παροχή επαγγελματικής κατάρτισης και την ενίσχυση των ευρωπαϊκών οικονομιών μέσω της ανάκαμψης, ιδίως παρέχοντας διαρθρωτικά κονδύλια στις υποβαθμισμένες περιοχές που πλήττονται περισσότερο.
Barbara Matera (PPE), γραπτώς. – (IT) Για πρώτη φορά μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός εγκρίνεται με μία μόνο ανάγνωση. Είναι επίσης η πρώτη φορά που το Κοινοβούλιο ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων από το Συμβούλιο. Η αύξηση αυτή εξουσίας θα πρέπει, ωστόσο, να συνοδεύεται από υψηλό αίσθημα ευθύνης και ρεαλισμού, που επιβάλλεται από τη διαρκούσα οικονομική κρίση.
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή Προϋπολογισμών απέστειλε σαφές μήνυμα επιλέγοντας να σεβαστεί τα περιθώρια που επιβάλλονται από την τρέχουσα χρηματοοικονομική κατάσταση και εφαρμόζοντας αυστηρή πολιτική που βασίζεται σε προτεραιότητες για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης με έμφαση στην έρευνα, την καινοτομία και τους νέους. Χαιρετίζω την απόφαση του Σώματος να ακολουθήσει τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής Προϋπολογισμών και των κρατών μελών, τα οποία συχνά εξαναγκάζονται σε χρέος λόγω των υπερβολικών χρηματικών προκαταβολών της ΕΕ.
Ο προϋπολογισμός της Ένωσης πρέπει, ωστόσο, να επανεξεταστεί υπό το φως των νέων εξουσιών που απορρέουν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και την ανάγκη ίδιων πόρων. Αυτά τα ζητήματα απαιτούν σταθερότητα κατά τη διάρκεια της συνδιαλλαγής, προκειμένου να παρασχεθεί επαρκής οικονομική στήριξη σε ένα τόσο φιλόδοξο σχέδιο όπως η στρατηγική ΕΕ 2020.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η έναρξη ισχύος της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) έχει ενισχύσει τις πολιτικές της ΕΕ και δημιούργησε νέα πεδία αρμοδιοτήτων – και συγκεκριμένα στους τομείς της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας, του διαστήματος, του τουρισμού, της καταπολέμησης της αλλαγής του κλίματος, της κοινωνικής πολιτικής, της ενεργειακής πολιτικής, της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων. Οι νέες αυτές εξουσίες προϋποθέτουν έναν προϋπολογισμό που θα τους επιτρέπει να τεθούν σε εφαρμογή και, συνεπώς, απαιτούν όλα τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής να διασφαλίσουν συνοχή και συνέπεια όσον αφορά τις αυξημένες οικονομικές εξουσίες τους. Πρέπει συνεπώς να παράσχουμε στον κοινοτικό προϋπολογισμό τα αναγκαία κονδύλια ώστε να είναι σε θέση να επιτύχει τους στόχους που ορίστηκαν για το 2014 έτσι ώστε να μην διακυβευθεί η στρατηγική «Ευρώπη 2020». Φυσικά, σε αυτήν την κατάσταση κρίσης, τα κράτη μέλη προβάλλουν κάποια αντίσταση στην αύξηση των εισφορών, πρέπει όμως να αναγνωρίσουν τις προθέσεις της ΕΕ και την ανάγκη να μην τεθούν σε κίνδυνο όλα όσα έχουν επιτευχθεί όσον αφορά τη συνοχή και την ολοκλήρωση.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Ένα από τα σημεία που άλλαξε η Συνθήκη της Λισαβόνας ήταν οι οικονομικές δομές της ΕΕ, ιδίως το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) και η ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού. Η Συνθήκη εκχωρεί στο ΠΔΠ δεσμευτικό νομικό καθεστώς και αναφέρει ότι πρέπει να καθορίζεται από το Συμβούλιο με ομόφωνη απόφαση μετά από εξασφάλιση της συναίνεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Δεν υπάρχει πλέον διάκριση μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών, για τις αποφάσεις επί των οποίων και οι δύο αρμόδιες για τον προϋπολογισμό αρχές είναι πλέον από κοινού υπεύθυνες, με τη διαδικασία να απλοποιείται αναλόγως. Το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο έχει πλέον το δικαίωμα συναπόφασης για το σύνολο του προϋπολογισμού ενισχύει τον δημοκρατικό έλεγχο.
Προβλέπονται επίσης ορισμένα περαιτέρω βήματα για την απλοποίηση της γραφειοκρατίας. Είναι σημαντικό ότι ενισχύονται τα δημοσιονομικά δικαιώματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως του μοναδικού άμεσα εκλεγμένου θεσμικού οργάνου της ΕΕ, ούτως ώστε να μπορεί να επηρεάσει σημαντικές αποφάσεις της ΕΕ όπως η ζήτηση για μείωση του κόστους στη νέα Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. Ωστόσο, δεν μπορώ να υποστηρίξω τάσεις συγκεντρωτισμού.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ του σχεδίου του προϋπολογισμού διότι επικροτώ τη γενική του θέση και το περιεχόμενό του. Συμφωνώ με την αποκατάσταση των ανωτάτων ορίων σε σχέση με τις περικοπές που επέφερε το Συμβούλιο. Πιστεύω ότι η ψηφοφορία αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική και επικροτώ τη θέση που εξέφρασε το Κοινοβούλιο, το οποίο κάνει πραγματικά χρήση των νέων προνομίων. Πράγματι, χάρη στη νέα διαδικασία του προϋπολογισμού που εισάγεται με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο μπορεί να προβάλει τη σημασία του και τις αρμοδιότητές του σε σχέση με το Συμβούλιο, υπερασπιζόμενο έναν ισχυρό και φιλόδοξο προϋπολογισμό ο οποίος, ταυτόχρονα, είναι και αυστηρός, έχοντας συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι, προκειμένου να δοθεί νέα ώθηση στην οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης –η οποία δοκιμάζεται έντονα από την πρόσφατη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση– απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις σε βασικούς τομείς όπως η έρευνα και η τεχνολογική καινοτομία.
Γεώργιος Παπανικολάου (PPE), γραπτώς. – Το αρχικό σχέδιο πρότασης προϋπολογισμού που κατατέθηκε υπόψη της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας από την Επιτροπή Προϋπολογισμού, υστερούσε στην υιοθέτηση φιλόδοξων μέτρων για την επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020 σε θέματα εκπαίδευσης, κατάρτισης και κινητικότητας. Συγκεκριμένα, η αρμόδια Επιτροπή υιοθέτησε αρχικά τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου για πάγωμα των πιστώσεων στα προγράμματα διά βίου μάθησης, εκπαίδευσης και νεανικής επιχειρηματικότητας. Ωστόσο, είναι παρήγορο το γεγονός, ότι έπειτα από την αντίθεση και τον προβληματισμό που εξέφρασαν τα μέλη της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας σχετικά με την υποβάθμιση των πολιτικών για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, ιδίως σε μια περίοδο όπου η ανεργία αυξάνεται και πλήττει πολλά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή Προϋπολογισμού κατέθεσε τις απαραίτητες τροπολογίες, τις οποίες και υπερψήφισα, οι οποίες αυξάνουν τις αρχικά προβλεπόμενες πιστώσεις (π.χ. περίπτωση του Άρθρου 150202 για τα προγράμματα διά βίου μάθησης).
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου επειδή συμφωνώ με τις οριζόντιες προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για το 2011, κυρίως στους τομείς της νεολαίας, της παιδείας και της κινητικότητας, οι οποίες επιβάλλουν, στο πλαίσιο των διαφόρων πολιτικών, ειδικές διατομεακές επενδύσεις για την προώθηση της μεγέθυνσης και της ανάπτυξης στην ΕΕ. Συμφωνώ με την προτεινόμενη αύξηση της χρηματοδότησης για όλα τα προγράμματα στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων αυτών, και συγκεκριμένα για τα προγράμματα Διά βίου μάθηση, Άνθρωποι και Erasmus Mundus.
Πιστεύω επίσης ότι η επαγγελματική κινητικότητα των νέων αποτελεί βασικό μέσο για να διασφαλιστεί η ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής και δυναμικής αγοράς εργασίας στην Ευρώπη και ότι, συνεπώς, πρέπει να ενισχυθεί. Χαιρετίζω συνεπώς την αύξηση της χρηματοδότησης για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Απασχόλησης και υποστηρίζω σθεναρά την έναρξη της προπαρασκευαστικής ενέργειας «Η πρώτη σας δουλειά στο εξωτερικό», που έχει ως στόχο να βοηθήσει τους νέους να μπουν στην αγορά εργασίας ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε ειδικευμένες θέσεις απασχόλησης άλλου κράτους μέλους, ως πρώτο βήμα για τη θέσπιση ειδικού προγράμματος μη ακαδημαϊκής κινητικότητας των νέων.
Frédérique Ries (ALDE), γραπτώς. – (FR) 142.650 δισεκατομμύρια ευρώ – αυτός είναι ο προϋπολογισμός για το οικονομικό έτος 2011 που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σήμερα το μεσημέρι. Σφιχτός προϋπολογισμός, ο οποίος είναι σχεδόν πανομοιότυπος με εκείνον που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εγκρίθηκε στο πλαίσιο της λιτότητας. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να πράξει περισσότερα και με καλύτερο τρόπο με λιγότερα χρήματα.
Γι’ αυτό και εγώ, μαζί με πολλούς άλλους βουλευτές αλλά και τον αρμόδιο για τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και τον προϋπολογισμό Επίτροπο κ. Lewandowski, απευθύνω έκκληση η Ευρωπαϊκή Ένωση να χορηγήσει η ίδια τους ίδιους πόρους της. Έναν χρηματοοικονομικό μηχανισμό ο οποίος θα εγγυηθεί αυτονομία και περιθώριο ελιγμών όσον αφορά τα κράτη μέλη τα οποία, σε κατάσταση κρίσης ή όχι, έχουν από καιρό εγκαταλείψει την ιδέα να προσφέρουν στην Ευρώπη τα μέσα για τις φιλοδοξίες της. Βλέπω δύο τουλάχιστον λόγους για τη μη περικοπή του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού.
Ο πρώτος απορρέει από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας και τις νέες εξουσίες για την Ευρώπη στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της ενέργειας και της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς. Ο δεύτερος αφορά τη νέα στρατηγική 2020, η οποία έχει ως στόχο να επανέλθει η Ευρώπη στον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης, των μεγάλων έργων και της καινοτομίας. Νέες προκλήσεις και εξουσίες που θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν επαρκώς. Αυτό μας επαναφέρει στη μία και μόνη λύση – την άμεση χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Η συζήτηση για τον φετινό προϋπολογισμό υπογραμμίζει και πάλι την ανάγκη να συμφωνηθεί ουσιαστικό σύστημα ιδίων πόρων για την ΕΕ. Οι ετήσιες αντιπαραθέσεις για τους προϋπολογισμούς μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων οδηγεί σε χαοτική διαδικασία λήψης αποφάσεων και δημιουργεί οξεία εκτροπή, η οποία θα μπορούσε τόσο εύκολα να αποφευχθεί με ένα σύστημα ιδίων πόρων, λόγου χάρη με τη διάθεση μέρους των εσόδων από έναν κοινοτικό φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, φόρο στα αεροπορικά καύσιμα ή φόρο για τις εκπομπές άνθρακα, για τη χρηματοδότηση του κοινοτικού προϋπολογισμού. Παρ’ όλα αυτά, η σημερινή ψηφοφορία επιτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό ισορροπία μεταξύ της ανταπόκρισης στις πρόσθετες απαιτήσεις που δημιουργούνται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας με παράλληλο περιορισμό της αύξησης των προϋπολογισμών της ΕΕ ως απάντηση στις τρέχουσες δημοσιονομικές δυσκολίες.
Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (SV) Επέλεξα να απόσχω όσον αφορά την απόφαση σχετικά με το σχέδιο προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου. Η ενίσχυση του προγράμματος «Δάφνη» που ασχολείται με τη βία εις βάρος των γυναικών αποτελεί ευχάριστο γεγονός. Χαίρομαι επίσης που το Κοινοβούλιο απορρίπτει την πρόταση της Επιτροπής και του Συμβουλίου για περικοπές της οικονομικής βοήθειας προς την Παλαιστινιακή Αρχή. Ωστόσο, θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι θεωρώ ότι το Κοινοβούλιο ενεργεί ανεύθυνα παρέχοντας στο σύστημα της ΕΕ και στο ίδιο τόσο μεγάλα ποσά με τη μορφή προγραμμάτων και επιδοτήσεων και ενίσχυσης της γραφειοκρατίας ενώ τα κράτη μέλη υποχρεώνονται να προβούν σε βάναυσες περικοπές προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας – με άλλα λόγια, του νεοφιλελεύθερου συμφώνου που η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου υποστηρίζει ολόψυχα.
Κύριος νικητής είναι η γεωργία, ιδίως με τη θέσπιση ταμείου γαλακτοκομικών ύψους 300 εκατ. ευρώ. Η απόφαση αυτή δύσκολα και μετά βίας μπορεί να εξηγηθεί από εμάς τους βουλευτές του ΕΚ σε όσους αγωνίζονται και διαδηλώνουν στη μία χώρα μετά την άλλη. Για ποιον λόγο θα πρέπει να υποφέρουν, ενώ οι δαπάνες του προϋπολογισμού του συστήματος της ΕΕ παραμένουν εντελώς ανεπηρέαστες από την πραγματικότητα;
Nuno Teixeira (PPE), γραπτώς. – (PT) Αυτός είναι ο πρώτος προϋπολογισμός της ΕΕ που ψηφίζεται σύμφωνα με τους κανόνες της Συνθήκης της Λισαβόνας κατά την πρώτη κιόλας ανάγνωση. Αν και ορισμένα ευαίσθητα σημεία εξακολουθούν να παραμένουν προς συνδιαλλαγή, σημεία τα οποία ασχολούνται με ζητήματα που θεωρώ ότι είναι υψίστης σημασίας όπως η χορήγηση ποσού για τη συνοχή και τη γεωργία, χαιρετίζω την πρόταση αυτή.
Το εγκεκριμένο έγγραφο επαναφέρει την αρχική πρόταση της Επιτροπής σχετικά με το τμήμα για τη συνοχή για ανάπτυξη και απασχόληση μετά τη μείωση από το Συμβούλιο του ποσού αυτού. Αν και το ποσό για το 2011 έχει ήδη καθοριστεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) με ανώτατο όριο τα 50,65 δισεκατομμύρια ευρώ σε τρέχουσες τιμές, αξίζει να σημειωθεί ότι η εισηγήτρια αναφέρει ότι η κατηγορία αυτή θα απαιτήσει υψηλότερο επίπεδο πληρωμών.
Χαιρετίζω επίσης τις πιστώσεις στο τμήμα της ανταγωνιστικότητας για ανάπτυξη και απασχόληση, η οποία περιλαμβάνει πρόβλεψη για τη χρηματοδότηση των περισσότερων από τις προτάσεις του Κοινοβουλίου, όπως εκείνων που αφορούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και τα προγράμματα για τους νέους, την παιδεία και την κινητικότητα.
Ψηφίζω υπέρ του εν λόγω εγγράφου, αν και δεν περιλαμβάνει τις προτάσεις που υπέβαλε η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (PPE) σχετικά με τα μέτρα παρέμβασης στην αποθήκευση σιτηρών, γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων και γάλακτος σε σκόνη, η οποία δυστυχώς απορρίφθηκε από την Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (AGRI).
Róża Gräfin von Thun und Hohenstein (PPE), γραπτώς. – (PL) Η αποχή από την ψηφοφορία δεν αποτελεί λύση. Εκείνοι που απουσιάζουν κάνουν πάντοτε λάθος. Πιστεύω ότι στο ψήφισμα ως σύνολο, υπάρχουν πολύ περισσότερα καλά μέτρα από εκείνα που είναι μικρότερης αξίας. Χρειαζόμαστε την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης. Θα πρέπει να ξεκινήσει το έργο της το συντομότερο δυνατόν για την αύξηση της σημασίας της Ευρώπης στον κόσμο.
Το ψήφισμα που εγκρίθηκε αναφέρει ότι όλα τα κράτη μέλη θα εκπροσωπούνται στην υπηρεσία. Τώρα πρέπει να φροντίσουμε ώστε αυτό να συμβεί πραγματικά. Δημιουργεί εμπιστοσύνη στη διαδικασία σύστασης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οικοδομήθηκε με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη και ότι η Πολωνία επωφελήθηκε πολύ από αυτό. Θα παρακολουθώ τη διαδικασία πολύ προσεκτικά.
Derek Vaughan (S&D), γραπτώς. – (EN) Χαιρετίζω τα θετικά στοιχεία του προϋπολογισμού για το 2011, τα οποία περιλαμβάνουν τη χρηματοδότηση για την οικονομική ανάπτυξη στην Ουαλία, τη στήριξη της έρευνας και ανάπτυξης, και την εξωτερική ενίσχυση. Αναγνωρίζω ότι απαιτούνται επιπλέον δαπάνες που προκύπτουν από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης και τις νέες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, και ότι υποστηρίζονται από όλα τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων το Ηνωμένο Βασίλειο, στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Ωστόσο, ανησυχώ σχετικά με τις δαπάνες σε ορισμένους τομείς που δεν αντικατοπτρίζουν αξία ανάλογη με τα χρήματα που δαπανώνται ή που έχουν αρνητικές συνέπειες για τους πολίτες της ΕΕ και τους ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτές περιλαμβάνουν τη χρηματοδότηση της ΕΕ για παραγωγή οινοπνεύματος και καπνού, η οποία έρχεται σε σύγκρουση με τους στόχους της ΕΕ για την υγεία, και τις γεωργικές εξαγωγικές επιδοτήσεις της ΕΕ, οι οποίες βλάπτουν τις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και τις αυξήσεις στις γραμμές του προϋπολογισμού σχετικά με έξοδα, ταξίδια, δημοσιεύσεις και άλλες διοικητικές δαπάνες. Στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, είναι σημαντικότερο από ποτέ να αιτιολογούνται οι δαπάνες για τις προτεραιότητές μας, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζουμε όλες τις περιττές και υπερβολικές δαπάνες σε άλλους τομείς. Δεν θεώρησα ότι ήμουν σε θέση να αντιταχθώ σε αυτόν τον προϋπολογισμό. Κατά τη διάρκεια δύσκολων οικονομικών περιόδων, η καταψήφιση ζωτικής σημασίας χρηματοδότησης για ευρύ φάσμα προτεραιοτήτων θα ήταν αντιπαραγωγική. Ωστόσο, πιστεύω επίσης ότι κάποιες αυξήσεις δεν ήταν αιτιολογημένες και, συνεπώς, έλαβα την απόφαση να απόσχω.
Angelika Werthmann (NI), γραπτώς. – (DE) Τα βασικά σημεία του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2011 είναι οι επενδύσεις στην κατάρτιση, έρευνα και καινοτομία – μια αναγκαιότητα δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης στην αγορά εργασίας. Η μείωση της σημερινής ανεργίας στην Ευρώπη πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε απόφασης – μεταξύ άλλων όταν πρόκειται για την ουσιαστική υλοποίηση των φιλόδοξων στόχων της «Ευρώπης 2020». Η απόδοση προτεραιότητας στους νέους σε σχέση με τα προγράμματα κατάρτισης και κινητικότητας αποτελεί πολύ αξιόλογη επένδυση, με καλές ευκαιρίες ανάπτυξης για την αγορά εργασίας. Υπάρχουν κάποιες αυξήσεις, αλλά και περικοπές – ο προϋπολογισμός είναι ένας συμβιβασμός, όπως και κάθε πολυκομματική απόφαση. Ο αναπροσανατολισμός χρημάτων στην πυρηνική έρευνα, εντούτοις, δεν μπορεί να είναι προς το συμφέρον των λαών της Ευρώπης και τα χρήματα αυτά θα δαπανούνταν καλύτερα, για παράδειγμα, σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Glenis Willmott (S&D), γραπτώς. – (EN) Οι βουλευτές του ΕΚ που ανήκουν στο Εργατικό Κόμμα χαιρετίζουν τα θετικά στοιχεία της θέσης σε πρώτη ανάγνωση του Κοινοβουλίου, μεταξύ άλλων τη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάπτυξης στις περιφέρειές μας, τη στήριξη για τη σημαντική έρευνα και ανάπτυξη και την αύξηση της εξωτερικής βοήθειας σύμφωνα με τον στόχο του Ηνωμένου Βασιλείου για αύξηση της συνολικής εξωτερικής αναπτυξιακής βοήθειας. Αναγνωρίζουμε επίσης ότι επιπλέον δαπάνες που προκύπτουν από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης και τις νέες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές είναι απαραίτητες για την υλοποίηση των σημαντικών αυτών νέων δραστηριοτήτων και ότι υποστηρίζονται από όλα τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων το Ηνωμένο Βασίλειο, στο πλαίσιο του Συμβουλίου. Ωστόσο, ανησυχούμε βαθιά σχετικά με τις δαπάνες σε ορισμένους τομείς που δεν αντικατοπτρίζουν αξία ανάλογη με τα χρήματα που δαπανώνται ή που έχουν αρνητικές συνέπειες για τους πολίτες της ΕΕ και τους ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτές περιλαμβάνουν τη χρηματοδότηση της ΕΕ για παραγωγή οινοπνεύματος και καπνού, η οποία έρχεται σε σύγκρουση με τους στόχους της ΕΕ για την υγεία, τις γεωργικές εξαγωγικές επιδοτήσεις της ΕΕ, οι οποίες βλάπτουν τις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και τις αυξήσεις στις γραμμές του προϋπολογισμού σχετικά με έξοδα, ταξίδια, δημοσιεύσεις και άλλες διοικητικές δαπάνες. Στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, είναι σημαντικότερο από ποτέ να αιτιολογούνται οι δαπάνες για τις προτεραιότητές μας, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζουμε όλες τις περιττές και υπερβολικές δαπάνες σε άλλους τομείς. Οι βουλευτές του ΕΚ που ανήκουν στο Εργατικό Κόμμα καταψήφισαν το τελικό ψήφισμα προϋπολογισμού σε αυτό το στάδιο, ώστε να αποστείλουν σαφές μήνυμα ενόψει των διαπραγματεύσεων μεταξύ των θεσμικών οργάνων.
Artur Zasada (PPE), γραπτώς. – (PL) Έχω τη χαρά να συγχαρώ την εισηγήτρια κ. Jędrzejewska για την έκθεση που εκπόνησε κατά τρόπο εξαιρετικό. Σήμερα, για πρώτη φορά, εγκρίναμε προϋπολογισμό της ΕΕ σύμφωνα με τη διάταξη που τίθεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας και, επίσης για πρώτη φορά, δεν υπερβήκαμε τα δημοσιονομικά όρια που καθορίζονται στις τρέχουσες δημοσιονομικές προοπτικές. Πιστεύω ότι οι λύσεις που προτείνει η κ. Jędrzejewska εκφράζουν μια ρεαλιστική και πραγματιστική προσέγγιση σε μια δύσκολη περίοδο οικονομικής κρίσης. Χαίρομαι επίσης να σημειώσω ότι ο προϋπολογισμός που εγκρίθηκε σήμερα ενισχύει τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου σε οικονομικούς όρους.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Η παράταση της άδειας μητρότητας από 14 σε 20 εβδομάδες πρέπει να θεωρείται θεμελιώδες δικαίωμα. Η νέα αυτή περίοδος δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως απειλή, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η θέσπιση των δικαιωμάτων για τον πατέρα. Οι επιπτώσεις της για το νομοθετικό πλαίσιο των διαφόρων κρατών μελών είναι αμελητέες, ακόμη και του αντίκτυπού τους στην οικονομία όταν, για παράδειγμα, εξετάσουμε τη δυνατότητα δημιουργίας προσωρινών κενών θέσεων εργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες προωθούν την επαγγελματική κινητικότητα που μπορεί να ενθαρρύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τη συνέχιση των επαγγελματικών καθηκόντων των γυναικών που βρίσκονται σε άδεια μητρότητας. Η εγγύηση του 100% του μηνιαίου μισθού στη διάρκεια της άδειας μητρότητας, μαζί με την παράταση της περιόδου κατά την οποία απαγορεύεται η απόλυση από έξι μήνες σε ένα έτος, δεν θα πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις δημογραφικές ανησυχίες όσο και το τρέχον οικονομικό κλίμα. Άλλα απλά αλλά σημαντικά μέτρα είναι, για παράδειγμα, η δυνατότητα ευέλικτου ωραρίου εργασίας για την περίοδο μετά την άδεια μητρότητας, τα προληπτικά μέτρα όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια, και η επέκταση των δικαιωμάτων αυτών στα ζευγάρια που υιοθετούν παιδιά, προωθώντας έτσι δικαιότερο νομικό πλαίσιο.
Roberta Angelilli (PPE), γραπτώς. – (IT) Δυστυχώς, στην Ευρώπη, το ποσοστό γεννήσεων ποικίλλει από χώρα σε χώρα και συχνά δεν εξαρτάται μόνο από την εγγύηση της προστασίας των δικαιωμάτων αλλά και από τις κοινωνικές υπηρεσίες που διατίθενται για τις εργαζόμενες μητέρες, όπως οι βρεφονηπιακοί σταθμοί, για παράδειγμα. Έχουμε ακόμη πολλά να κάνουμε ώστε να συνδυάσουμε την επαγγελματική και την οικογενειακή ζωή.
Το σύστημα προστασίας της μητρότητας που ισχύει στην Ιταλία συνάδει, στο σύνολό του, με τις νέες παραμέτρους που προτείνονται στην οδηγία, όχι μόνο όσον αφορά τον αριθμό των εβδομάδων υποχρεωτικής άδειας μητρότητας, αλλά και όσον αφορά την καταβολή 100% αποζημίωσης για την κάλυψη του εισοδήματος κατά την περίοδο απουσίας. Είναι σημαντικό ότι η οδηγία θεσπίζει σαφώς άδεια πατρότητας: έναν σημαντικό στόχο για την εγγύηση της ισότητας δικαιωμάτων μεταξύ ανδρών και γυναικών και την ενίσχυση των από κοινού αρμοδιοτήτων των γονέων.
George Becali (NI), γραπτώς. – (RO) Συμφωνώ με την παράταση της περιόδου της άδειας μητρότητας σε ελάχιστο 20 εβδομάδων με πλήρεις αποδοχές με την ταυτόχρονη παροχή, από την άλλη πλευρά, κάποιας ευελιξίας στα κράτη που διαθέτουν ήδη διατάξεις για αυτό το είδος άδειας. Οι εργαζόμενες που παίρνουν άδεια μητρότητας θα πρέπει να λαμβάνουν τον μισθό τους στο ακέραιο, δηλαδή το 100% του μισθού τους κατά τον τελευταίο μήνα που εργάζονταν ή του μέσου μηνιαίου μισθού τους. Οι τροπολογίες που εγκρίθηκαν θα αποτρέψουν την απόλυση των εγκύων από την έναρξη της εγκυμοσύνης τους μέχρι και έξι μήνες μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας. Επιπλέον, οι γυναίκες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιστρέψουν στην εργασία τους ή σε εργασία με την ίδια αμοιβή, επαγγελματική κατηγορία και δυνατότητα σταδιοδρομίας με αυτήν που είχαν πριν από την άδεια μητρότητας.
Jean-Luc Bennahmias (ALDE), γραπτώς. – (FR) Παράταση της άδειας μητρότητας, βελτίωση των συνθηκών εργασίας ... οι γυναίκες ήταν στο επίκεντρο της συζήτησης σήμερα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεκαοκτώ χρόνια μετά την πρώτη οδηγία περί των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων, η οικονομική και δημογραφική κατάσταση στην Ευρώπη έχει σίγουρα αλλάξει. Ως εκ τούτου, ψηφίσαμε σήμερα στην Ολομέλεια για την τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας για την άδεια μητρότητας προκειμένου να ενθαρρυνθεί η απασχόληση των γυναικών, ενώ θα μπορούν ταυτόχρονα να έχουν οικογένεια με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες.
Η δυνατότητα των γυναικών να συνδυάζουν την οικογενειακή με την επαγγελματική τους ζωή, αλλά και η εκπλήρωση των στόχων ως προς την ισότητα των φύλων: αυτά προστατεύουμε σήμερα για όλες τις Ευρωπαίες. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά πλειοψηφία, υποστήριξε περίοδο άδειας μητρότητας 20 εβδομάδων με πλήρεις αποδοχές. Κατά συνέπεια, θα πρέπει πλέον να διαπραγματευθούμε με τα κράτη μέλη για την επίτευξη συμβιβασμού επί του κειμένου αυτού.
Izaskun Bilbao Barandica (ALDE), γραπτώς. – (ES) Εάν έπρεπε να δώσουμε τίτλο στα αποτελέσματα της πρωτοβουλίας αυτής αφού διαπιστώθηκαν τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας, αυτός θα ήταν Επανάσταση στις κοινοβουλευτικές αίθουσες. Πριν από την ψηφοφορία, είχαμε επίγνωση της αντίστασης από βουλευτές διαφόρων ομάδων για την υιοθέτηση της παράτασης της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες, την ανάγκη να πληρώνονται οι γυναίκες σε αυτήν την κατάσταση το 100% του μισθού τους, την επέκταση των μέτρων στην περίπτωση παιδιών με ειδικές ανάγκες και τη συμπερίληψη της άδειας πατρότητας. Όλες οι ενδείξεις κατέτειναν στο ότι τα μέτρα αυτά δεν θα εγκριθούν, αυτό όμως δεν συνέβη. Το γεγονός ότι πολλοί βουλευτές δεν συμμορφώθηκαν με τους εκλογικούς καταλόγους της ομάδας τους, έκανε το θαύμα πραγματικότητα. Σήμερα, το Κοινοβούλιο ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των ανδρών και γυναικών της Ευρώπης. Πρόκειται για ένα ακόμη βήμα προς τα εμπρός στον δρόμο για την ισότητα, από την επίτευξη της οποίας απέχουμε μεν πολύ ακόμη, πρέπει όμως να την κάνουμε πραγματικότητα με τη συνεργασία ως άνδρες και γυναίκες.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Χαιρετίζω το γεγονός ότι μετά από πολυαναμενόμενες συζητήσεις, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε σήμερα αυτήν την πολύ σημαντική οδηγία. Βάσει της νέας αυτής οδηγίας, η διάρκεια της άδειας μητρότητας παρατείνεται από 14 σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές. Σήμερα, προκειμένου να επιλυθούν το συντομότερο δυνατόν τα δημογραφικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε λόγω του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων και της γήρανσης της κοινωνίας, πρέπει να μοιραζόμαστε τις οικογενειακές υποχρεώσεις. Ως εκ τούτου, είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η εν λόγω οδηγία θεσπίζει το δικαίωμα οι άνδρες να λαμβάνουν τουλάχιστον δύο εβδομάδες άδεια πατρότητας. Το παιδί έχει επίσης το αναμφισβήτητο δικαίωμα να συνδέεται και με τους δύο γονείς. Η πρόταση αυτή θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε καλύτερη ισορροπία στο πλαίσιο των οικογενειών και θα βελτιώσει την ένταξη στην αγορά εργασίας. Το Κοινοβούλιο απέδειξε ότι μπορεί να επιτύχει τους στόχους που καθορίζονται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» ώστε οι οικογένειες να είναι σε θέση να εξισορροπούν καλύτερα επαγγελματική και προσωπική ζωή, ενώ παράλληλα αγωνίζονται για την οικονομική ανάπτυξη, την ευημερία, την ανταγωνιστικότητα και την ισότητα των φύλων. Ελπίζω πραγματικά ότι η οδηγία αυτή που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο θα εγκριθεί και από το Συμβούλιο το ταχύτερο δυνατόν.
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Η ΕΕ αντιμετωπίζει σήμερα δημογραφικά προβλήματα που προκαλούνται από την πτώση της γεννητικότητας και την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων. Η βελτίωση των διατάξεων που προωθούν την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής αποτελεί έναν από τους τρόπους που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση της δημογραφικής αυτής πτώσης. Τα φυλετικά στερεότυπα προφανώς εξακολουθούν να υπάρχουν στην κοινωνία και συνιστούν εμπόδιο που παρακωλύει τις γυναίκες να έχουν πρόσβαση σε θέσεις εργασίας, ειδικά ποιοτικά καλές θέσεις εργασίας. Οι γυναίκες εξακολουθούν να θεωρούνται οι κύριοι παρέχοντες φροντίδα σε παιδιά και άλλα προστατευόμενα μέλη, γεγονός που σημαίνει ότι αντιμετωπίζουν σε πολλές περιπτώσεις την ανάγκη να επιλέξουν ανάμεσα στη μητρότητα και στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία.
Οι γυναίκες θεωρούνται συχνά ως εργαζόμενες «υψηλού κινδύνου», «δεύτερης επιλογής» ή «ασύμφορες», δεδομένης της υψηλής πιθανότητας να εγκυμονήσουν και να κάνουν χρήση του δικαιώματός τους για άδεια μητρότητας. Συνεπώς, είναι θεμελιώδους σημασίας οι νέες μορφές αδειών να μην αντανακλούν ή επιβεβαιώνουν τα σημερινά στερεότυπα στην κοινωνία. Η παρουσία των γονέων στη ζωή των παιδιών τους από τους πρώτους κιόλας μήνες μετά τη γέννησή τους αποδεικνύεται υψίστης σημασίας για την υγιή ανάπτυξη του παιδιού από σωματική, συναισθηματική και ψυχολογική πλευρά.
Vito Bonsignore (PPE), γραπτώς. – (IT) Τα επίπεδα γεννητικότητας σε πολλά κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι αναμφισβήτητα πολύ χαμηλά. Τα θεσμικά όργανα πρέπει επομένως να ενθαρρύνουν τις γεννήσεις μέσω της κατάλληλης πολιτικής στήριξης της οικογένειας. Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Estrela εφόσον οδεύει προς την κατεύθυνση αυτή. Θεωρώ ότι είναι πράγματι σωστό να εναρμονισθούν τα δικαιώματα μητρότητας μεταξύ των κρατών μελών (λαμβάνοντας πάντα υπόψη πρώτα απ’ όλα την υγεία των νέων μητέρων και των μωρών τους), προκειμένου να αποφευχθούν αποκλίσεις και μείωση της ανταγωνιστικότητας των κρατών που θέσπισαν προηγμένα μέτρα για την προστασία της μητρότητας πριν από λίγο καιρό.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ θετική την πρόταση για παράταση της άδειας μητρότητας σε 18 εβδομάδες σε όλες τις χώρες της ΕΕ, πρακτική που ισχύει ήδη σε πολλά κράτη μέλη: στην Ιταλία, για παράδειγμα, χορηγούνται είκοσι μία εβδομάδες και μισή. Τέλος, θεωρώ σημαντικό να διασφαλιστεί το δικαίωμα συνέχισης της ίδιας εργασίας ή παροχής ισοδύναμης θέσης εργασίας.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Είμαι εναντίον της ιδέας των 20 εβδομάδων άδειας με πλήρεις αποδοχές και καταψήφισα τη συγκεκριμένη τροπολογία. Παρ’ όλα αυτά, αποφάσισα να ψηφίσω υπέρ του τελικού κειμένου, όπως έχει τροποποιηθεί, λόγω της εισαγωγής ρήτρας που αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων από την Ομάδα PPE και η οποία επιτρέπει σχετική ευελιξία κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων εβδομάδων. Αποφάσισα, συνεπώς, να στηρίξω την πολιτική μου ομάδα για την επίτευξη αυτού του συμβιβασμού.
Françoise Castex (S&D), γραπτώς. – (FR) Χαίρομαι που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημείωσε πρόοδο στο θέμα αυτό μετά τη συζήτηση για τη δημογραφική πρόκληση, για την οποία ήμουν εισηγήτρια το 2007. Η εν λόγω ψηφοφορία αποδεικνύει ότι είναι ακόμα δυνατή στις ημέρες μας η επίτευξη νέων κοινωνικών κεκτημένων: με κινητοποίηση και πολιτική δράση μπορούμε να προστατεύσουμε τα επιτεύγματα νικών του παρελθόντος, αλλά και να εξασφαλίσουμε νέα δικαιώματα. Σήμερα, ενισχύσαμε τα δικαιώματα των γυναικών, αλλά και των ανδρών, με την άδεια πατρότητας. Η άδεια αυτή αντιπροσωπεύει πραγματική αλλαγή στη νοοτροπία και, με την πάροδο των ετών, θα συμβάλει στη βελτίωση της κατανομής των ρόλων μεταξύ των γονέων.
John Bufton, William (The Earl of) Dartmouth και Nigel Farage (EFD), γραπτώς. – (EN) Όσον αφορά την τροπολογία 9: το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου ψήφισε υπέρ της τροπολογίας αυτής που απλώς ανέφερε ότι «Όλοι οι γονείς έχουν δικαίωμα να φροντίζουν τα παιδιά τους». Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζει τη νομιμότητα της εν λόγω οδηγίας, καθώς εναπόκειται στις εκλεγμένες εθνικές κυβερνήσεις να αποφασίζουν για την πολιτική πρόνοιας και την κοινωνική πολιτική. Ωστόσο, η βρετανική κυβέρνηση είναι υπερβολικά υπεροπτική για να αποδεχθεί τα παιδιά υπό κρατική φροντίδα, συνεπώς η υπερψήφιση της εν λόγω αιτιολογικής σκέψης θα αποτελέσει προειδοποιητική βολή. Όσον αφορά την πρόταση σε γενικές γραμμές: το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου δεν αποδέχεται τη νομιμότητα της εν λόγω οδηγίας, καθώς εναπόκειται στις εκλεγμένες εθνικές κυβερνήσεις να αποφασίζουν για την πολιτική πρόνοιας και την κοινωνική πολιτική. Η εν λόγω οδηγία θα επιφέρει απίστευτο κόστος για τους εργοδότες και την κυβέρνηση, το οποίο δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιβαρυνθούμε αυτήν τη στιγμή. Θα εντείνει επίσης περαιτέρω τις διακρίσεις εις βάρος των γυναικών, καθιστώντας ακόμη πιο δαπανηρή την πρόσληψή τους απ’ ό,τι ήδη είναι, ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου συμπαραστέκεται επίσης στους γονείς με ανάπηρα παιδιά και σε όσους επιλέγουν να υιοθετήσουν. Ωστόσο, η ΕΕ δεν έχει δικαίωμα να δημιουργεί τέτοιους κανόνες σχετικά με τη μητρότητα και δεν μπορεί να της παρέχεται η νομιμότητα να το πράττει. Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου καταψήφισε την οδηγία αυτή ώστε να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία υπόκειται στις αποφάσεις της κάλπης και όχι στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα υπέρ της έκθεσης γιατί είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ισότητα των φύλων, την προάσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων –γυναικών και ανδρών– όσον αφορά το δικαίωμα στη μητρότητα και την πατρότητα. Πρόκειται για σημαντικό βήμα υπεράσπισης και προώθησης των δικαιωμάτων των γυναικών, αλλά και της ισότητας γενικότερα στον χώρο της εργασίας, μιας και σύμφωνα με την Έκθεση, «η εύθραυστη υγεία της εγκύου, γαλουχούσας ή λεχώνας εργαζόμενης καθιστά αναγκαίο να τους παρέχεται δικαίωμα άδειας μητρότητας τουλάχιστον 20 συναπτών εβδομάδων, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό, και πλήρως αμειβόμενη υποχρεωτική άδεια μητρότητας τουλάχιστον έξι εβδομάδων, χορηγούμενων μετά τον τοκετό».
Επίσης, ψήφισα υπέρ της έκθεσης και για το επιπλέον πολύ σημαντικό στοιχείο της με το οποίο αναγνωρίζει το δικαίωμα του πατέρα για άδεια πατρότητας δύο εβδομάδων.
Derek Roland Clark και Paul Nuttall (EFD), γραπτώς. – (EN) Όσον αφορά την πρόταση σε γενικές γραμμές, το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου δεν αποδέχεται τη νομιμότητα της εν λόγω οδηγίας, καθώς εναπόκειται στις εκλεγμένες εθνικές κυβερνήσεις να αποφασίζουν για την πολιτική πρόνοιας και την κοινωνική πολιτική. Η εν λόγω οδηγία θα επιφέρει απίστευτο κόστος για τους εργοδότες και την κυβέρνηση, το οποίο δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιβαρυνθούμε αυτήν τη στιγμή. Θα εντείνει επίσης περαιτέρω τις διακρίσεις εις βάρος των γυναικών καθιστώντας ακόμη πιο δαπανηρή την πρόσληψή τους απ’ ό,τι ήδη είναι, ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου συμπαραστέκεται επίσης στους γονείς με ανάπηρα παιδιά και σε όσους επιλέγουν να υιοθετήσουν. Ωστόσο, η ΕΕ δεν έχει δικαίωμα να δημιουργεί τέτοιους κανόνες σχετικά με τη μητρότητα και δεν μπορεί να της παρέχεται η νομιμότητα να το πράττει. Το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου καταψήφισε την οδηγία αυτή ώστε να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία υπόκειται στις αποφάσεις της κάλπης και όχι στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών ασφάλειας και υγείας που συνδέονται με την ιδιότητα του γονέα. Ως προς αυτό το θέμα, θα ήθελα να αναφέρω ότι πρέπει να μειωθούν οι ασυμμετρίες μεταξύ ανδρών και γυναικών και να προωθηθεί ο ισορροπημένος συνδυασμός της επαγγελματικής με την οικογενειακή και ιδιωτική ζωή. Αυτός θα είναι ο μόνος τρόπος για την προώθηση της ιδιότητας του γονέα με καταμερισμό των ευθυνών. Ξεκινώντας από την προϋπόθεση αυτή, συμφωνώ με την πρόταση της εισηγήτριας και πιστεύω ότι η παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες, έξι εκ των οποίων θα πρέπει να είναι μετά τον τοκετό και θα μπορούν να επιμερίζονται μεταξύ των γονέων, αποτελεί το κατάλληλο χρονικό διάστημα.
Χαιρετίζω επίσης την πρόταση που περιλαμβάνεται στην έκθεση που έχει ως στόχο την εγγύηση της καταβολής ολόκληρου του μηνιαίου μισθού κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, ίσου με το 100% του τελευταίου μηνιαίου μισθού ή του μέσου μηνιαίου μισθού. Τέλος, θα φαινόταν σκόπιμο σε εμένα να εφαρμοστούν τα ίδια μέτρα σε περιπτώσεις όπου υιοθετείται παιδί ηλικίας μικρότερης των 12 ετών, αλλά και η εφαρμογή τους σε αυτοαπασχολούμενες γυναίκες.
Δηλώνω ότι ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η ισότητα των φύλων αποτελεί συχνά σύνθημα, μια κενή δήλωση δικαιωμάτων που δεν συνοδεύεται πάντοτε από τον καταλογισμό ευθυνών και από ισχυρά επιχειρήματα. Η παρούσα πρόταση οδηγίας, από την άλλη πλευρά, επιτυγχάνει τη σωστή ισορροπία μεταξύ του βιολογικού ρόλου της γυναίκας και των δικαιωμάτων που οφείλονται σε αυτές που εκτελούν τον ρόλο αυτόν στο έπακρο. Με τα δημογραφικά θέματα να μοιάζουν όλο και περισσότερο με κατάσταση έκτακτης ανάγκης και την οικονομία να απαιτεί όλο και υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών, τα μέτρα αυτά αποτελούν την απάντηση της κοινής λογικής. Η αναγνώριση της ισότητας είναι πλήρης όταν ορισμένα δικαιώματα επεκτείνονται και στον πατέρα, επιτρέποντας τον καταμερισμό των οικογενειακών υποθέσεων κατά τον πλέον κατάλληλο τρόπο, και όταν η ευελιξία της οργάνωσης επαφίεται σε κάθε οικογένεια.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων εργαζομένων από σεβασμό προς την αρχή των ίσων δικαιωμάτων των δύο φύλων και της μη διάκρισης λόγω φύλου, καθώς και για να ενθαρρυνθούν οι γυναίκες να συμμετέχουν περισσότερο στην αγορά εργασίας.
Μία από τις συνέπειες του μέτρου αυτού είναι η δημιουργία ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής για τις γυναίκες. Επιπλέον, οι γυναίκες χρειάζονται αυτήν τη νομοθετική στήριξη για την προστασία της υγείας και των παιδιών τους. Μια άλλη σημαντική πτυχή αυτού του μέτρου που αποσκοπεί στην ασφάλεια της απασχόλησης για τις γυναίκες είναι η απαγόρευση απόλυσής τους κατά την περίοδο από την έναρξη της εγκυμοσύνης μέχρι τουλάχιστον έξι μήνες μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας. Έχει επίσης καθορισθεί ένα ανώτατο όριο μισθού για την περίοδο της άδειας μητρότητας, που και πάλι προορίζεται για την ικανοποίηση αναγκών κοινωνικής ασφάλισης.
Τέλος, ένα καίριο επιχείρημα προς επίρρωση της ψήφου αυτής είναι η αύξηση του ποσοστού των γεννήσεων, η οποία αποτελεί ιδιαίτερα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, το ποσοστό γεννήσεων μειώνεται στην ΕΕ. Αυτό το χαμηλό ποσοστό γεννητικότητας, σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού, θα μας δημιουργήσει πραγματικό πρόβλημα στο μέλλον όσον αφορά την καταβολή των συντάξεων και τις χρεώσεις ιατρικής περίθαλψης στην Ευρώπη. Οι οικογένειες, ιδιαίτερα οι γυναίκες, δεν θα πρέπει να τιμωρούνται εάν θέλουν να αποκτήσουν παιδιά. Οι έγκυοι και οι γαλουχούσες εργαζόμενες δεν πρέπει να ασκούν δραστηριότητες που, με βάση τις εκτιμήσεις, ενέχουν κίνδυνο έκθεσης σε ορισμένους παράγοντες ή σε ιδιαίτερα επιβλαβείς συνθήκες εργασίας που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων αυτών. Για τον λόγο αυτόν υποστηρίζω την ιδέα της εφαρμογής μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να θέτουν τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση στην αγορά εργασίας ή να είναι επιζήμια για τις οδηγίες σχετικά με την ίση μεταχείριση γυναικών και ανδρών.
Michel Dantin (PPE), γραπτώς. – (FR) Η Γαλλία είναι μία από τις χώρες της Ένωσης με τα υψηλότερα ποσοστά γεννήσεων. Αυτό οφείλεται σε σειρά μέτρων που περιέχονται στη συνολική πολιτική για την οικογένεια. Το ψήφισμα ως έχει μετά τις ψηφοφορίες επί των τροπολογιών δεν επιφέρει πραγματική βελτίωση. Αντίθετα, θα θέσει τα πάντα υπό αμφισβήτηση, διότι η δημοσιονομική επιβάρυνση των μέτρων είναι δυσβάστακτη κατά την παρούσα εποχή. Αυτοί είναι οι λόγοι που με οδήγησαν να αρνηθώ την έγκριση του κειμένου το οποίο, παρεμπιπτόντως, έχει καλούς σκοπούς.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με τα μέτρα που προτείνονται στην παρούσα έκθεση, επειδή πιστεύω ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που θα πρέπει να ξεπεράσει η Ευρώπη κατά τις επόμενες δεκαετίες: τη γήρανση του πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει στην Πορτογαλία, για παράδειγμα, όπου το βιώνω εκ του σύνεγγυς. Ωστόσο, όπως σε και άλλες χώρες της ΕΕ, το ποσοστό γεννήσεων δεν είναι αρκετά υψηλό ώστε να διασφαλιστεί ότι οι γενιές αντικαθίστανται, αυτή δε η δυσμενής κατάσταση θέτει σε κίνδυνο το μέλλον. Πιστεύω ότι περισσότερο ευέλικτες πολιτικές σε σχέση με την άδεια μητρότητας και πατρότητας μπορεί να συμβάλουν στην αναστροφή των τάσεων αυτών. Είναι συνεπώς ζωτικής σημασίας να αποσταλεί στις οικογένειες ένα συνεκτικό μήνυμα στήριξης της μητρότητας και της πατρότητας, με συγκεκριμένα μέτρα για τον καλύτερο συνδυασμό επαγγελματικής, ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Η αντιμετώπιση της πρόκλησης αυτής είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των οικονομικών και κοινωνικών στόχων που καθορίζονται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και ως τρόπος για να προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε τη γήρανση του πληθυσμού στην ήπειρό μας. Στην Πορτογαλία, επίσης, η άδεια μητρότητας πληρώνεται ήδη με το 100% των αποδοχών για 120 ημέρες. Υποστηρίζω, κατά συνέπεια, ότι οι μισθοί των γυναικών πρέπει να διασφαλίζονται κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, με τον τρόπο που περιγράφεται στην παρούσα έκθεση.
Luigi Ciriaco De Mita (PPE), γραπτώς. – (IT) Η ψηφοφορία για την πρόταση νομοθετικού ψηφίσματος που τροποποιεί την οδηγία 92/85/ΕΟΚ δεν διεξήχθη μόνο για να στηριχθούν νέα και καλύτερα μέτρα για την ασφάλεια και την υγεία κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων αλλά και, γενικότερα, για να στηριχθούν νέα μέτρα για την προώθηση καλύτερης ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής. Παρά το γεγονός ότι το νομικό σύστημα της Ιταλίας είναι πιο καινοτόμο, η αύξηση του αριθμού των εβδομάδων άδειας μητρότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί ισχυρή ώθηση υπέρ της οικογενειακής βοήθειας στα νεογέννητα μωρά. Η στήριξη της άδειας πατρότητας αποτελεί επίσης βήμα προς την ίδια κατεύθυνση, ακόμη και αν το να καταστεί υποχρεωτική δεν είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος επίτευξης του αξιέπαινου στόχου διασφάλισης μεγαλύτερης αποτελεσματικής παρουσίας και των δύο γονέων κατά την πιο απαιτητική εποχή για το νέο νοικοκυριό και εγγύησης ότι ο πατέρας είναι περισσότερο ενήμερος και συμμετέχει. Η στήριξη και επέκταση των δικαιωμάτων των υιοθετημένων παιδιών επιτρέπει την ενίσχυση και, ελπίζουμε, και την απλοποίηση της διαδικασίας υιοθεσίας. Τέλος, προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη ισορροπία μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής, πιστεύω ότι είναι επίσης σημαντικό να υποστηρίξουμε την έκκληση προς τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις υπηρεσίες για τα παιδιά με εγκαταστάσεις φροντίδας για παιδιά μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η ψηφοφορία για την έκθεση Estrela σχετικά με τα δικαιώματα των εγκύων και των νέων μητέρων κατά την εργασία θα καταστήσει δυνατή την εναρμόνιση του ελάχιστου επιπέδου διάρκειας και αποδοχών της άδειας μητρότητας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέλεξε να έχει ισχυρή διαπραγματευτική θέση με το Συμβούλιο και υποστήριξε, συνεπώς, την αρχή της άδειας διάρκειας 20 εβδομάδων με αποδοχές 100% (θα ήθελα να επισημάνω ότι στη Σουηδία, η άδεια μητρότητας μπορεί να διαρκέσει έως και 75 εβδομάδες, με 14 εβδομάδες αποκλειστικά για τη μητέρα, ενώ οι υπόλοιπες μπορεί να επιμεριστούν με τον πατέρα).
Πρόκειται για ισχυρή χειρονομία υπέρ των ευρωπαίων γονέων, και ως εκ τούτου γυναίκες και άνδρες θα βοηθηθούν στην εξεύρεση καλύτερης ισορροπίας μεταξύ οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής. Επαφίεται πλέον στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να εξετάσουν τη δημοσιονομική δυνατότητα για την υλοποίηση της αλλαγής αυτής και την αποδοχή της. Σε τελική ανάλυση, είναι πιθανό η ελάχιστη άδεια να είναι εκείνη που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υποστήριξε η αντιπροσωπεία MODEM, δηλαδή η άδεια 18 εβδομάδων, η οποία συμφωνεί με τις συστάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ).
Anne Delvaux (PPE), γραπτώς. – (FR) Πιστεύω ότι η ψήφιση της πρότασης αυτής, η οποία εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία, αποτελεί ισχυρό μήνυμα που αποστέλλεται προς το Συμβούλιο: εκτός από την παράταση της άδειας μητρότητας από 14 σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές, ψηφίσαμε υπέρ της καθιέρωσης άδειας πατρότητας δύο εβδομάδων. Είναι καθήκον μας να διασφαλίσουμε ότι κανείς δεν θα χρειάζεται να επιλέξει εάν θα εγκαταλείψει τα παιδιά για την εργασία ή την εργασία για τα παιδιά.
Επιπλέον, επικροτώ το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της λήψης μέτρων που θα επιτρέψουν στις θετές μητέρες να αντιμετωπίζονται ισότιμα από άποψη δικαίου με τις φυσικές μητέρες. Το Κοινοβούλιο χορήγησε, επιτέλους, ίσα δικαιώματα σε θετές και βιολογικές μητέρες. Οι θετοί γονείς είναι γονείς με την πλήρη έννοια του όρου και αξίζει να αντιμετωπίζονται αναλόγως. Η νομοθεσία δεν μπορεί να συνεχίσει να εισάγει διακρίσεις εις βάρος του συγκεκριμένου είδους γονικής ιδιότητας.
Πρόκειται λοιπόν για μεγάλη ημέρα για τις πολλές οικογένειες που αδυνατούν να συνδυάσουν την οικογενειακή με την επαγγελματική τους ζωή. Επιπλέον, οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες δεν ήταν λόγος να αποφασίσουμε να εγκαταλείψουμε όλες αυτές τις οικογένειες, οι οποίες έχουν και σημαντική συμβολή στην κοινωνία μας, στη μοίρα τους για δεκαετίες ακόμη.
Christine De Veyrac (PPE), γραπτώς. – (FR) Η παράταση της περιόδου άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές αποτελεί ψεύτικο φίλο. Ένα τέτοιο νομοθετικό μέτρο θα βλάψει την απασχολησιμότητα των γυναικών στις επιχειρήσεις, οι οποίες θα θεωρούν πολύ μεγάλη επιβάρυνση την περίπτωση της μητρότητας. Θα θέσει σε κίνδυνο, εξάλλου, την επιστροφή της γυναίκας στην εργασία στην ίδια ακριβώς θέση την οποία κατείχε προτού ξεκινήσει η άδεια. Τέλος, η επιλογή 100% αποδοχών για μεγάλο χρονικό διάστημα αντιπροσωπεύει κόστος για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης (και δη μέσα σε ένα πλαίσιο στο οποίο τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ζητούν έντονα από τα κράτη να μειώσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα).
Για τους λόγους αυτούς δεν μπόρεσα να υποστηρίξω την παρούσα έκθεση, θεωρώ ότι θα πρέπει να επιδείξουμε αίσθηση ρεαλισμού και να επιτρέψουμε στα κράτη μέλη να διατηρήσουν κάποιο βαθμό ευελιξίας ως προς το θέμα αυτό.
Harlem Désir (S&D), γραπτώς. – (FR) Το Κοινοβούλιο μόλις ψήφισε κατά την πρώτη ανάγνωση υπέρ της παράτασης της άδειας μητρότητας σε ελάχιστο 20 εβδομάδων για ολόκληρη την Ευρώπη, με πλήρεις αποδοχές, εκτός από τα υψηλότερα εισοδήματα, και τη δυνατότητα λήψης από τον πατέρα τουλάχιστον δύο εβδομάδων άδειας μετά τη γέννηση του παιδιού. Πρόκειται για νίκη των υποστηρικτών της κοινωνικής Ευρώπης και για ένα βήμα προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ευρώπη.
Ένα τμήμα της δεξιάς χρησιμοποίησε το μελλοντικό κόστος των μέτρων αυτών ως δικαιολογία για την απόρριψη της εν λόγω προόδου. Ωστόσο, η αρωγή προς τους γονείς ώστε να συνδυάσουν την οικογενειακή και επαγγελματική ζωή θα καταστήσει ευχερέστερη για τους γονείς την επιστροφή στην εργασία, θα ενισχύσει τα ποσοστά γεννήσεων στην Ευρώπη και θα διασφαλίσει την υγεία των μητέρων και των βρεφών.
Η αριστερή πτέρυγα του Κοινοβουλίου με την πορτογαλίδα σοσιαλίστρια εισηγήτρια, κ. Estrela, αντιστάθηκε σθεναρά, η ευρωπαϊκή δεξιά ήταν διχασμένη και η κίνηση προς την πρόοδο κέρδισε τη νίκη. Πρέπει τώρα να κερδηθεί η μάχη και στο Συμβούλιο, όπου διάφορες κυβερνήσεις απειλούν να παρεμποδίσουν την οδηγία αυτή. Οι βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων θα πρέπει να το αναλάβουν αυτό και να παρέμβουν στην κυβέρνησή τους, έτσι ώστε οι κυβερνήσεις να μην αναιρέσουν όσα προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για μια Ευρώπη που προστατεύει τα δικαιώματα των πολιτών της.
Diane Dodds (NI), γραπτώς. – (EN) Αν και υποστηρίζω τα δικαιώματα των εγκύων δεν μπορώ, στο τρέχον οικονομικό κλίμα, να υποστηρίξω την έκθεση αυτή. Η εκτίμηση επιπτώσεων για το Ηνωμένο Βασίλειο, εάν παραταθεί η άδεια μητρότητας σε 20 εβδομάδες, είναι σχεδόν 2,5 δισεκατομμύρια λίρες στερλίνες ετησίως κατά μέσο όρο. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τον διπλασιασμό του κόστους της άδειας μητρότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι γυναίκες επωφελούνται επί του παρόντος σημαντικά από τις διατάξεις που ισχύουν ήδη στο Ηνωμένο Βασίλειο, με 9 στις 10 γυναίκες να λαμβάνουν άδεια μητρότητας 20 εβδομάδων και 3 στις 4 γυναίκες να λαμβάνουν όλη την άδειά τους μετ’ αποδοχών. Με τόσο μεγάλες παροχές, είναι σαφές ότι περισσότερη ευρωπαϊκή γραφειοκρατία σε συνδυασμό με την ισχύουσα νομοθεσία είναι περιττή στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Επιπλέον, η προτεινόμενη απαίτηση για πλήρεις αποδοχές 20 εβδομάδων θα οδηγούσε σε κοινωνική οπισθοδρόμηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες με υψηλότερους μισθούς θα λαμβάνουν και την υψηλότερη αποζημίωση. Υποστηρίζω πλήρως την ανάγκη για επαρκή και ευέλικτη άδεια μητρότητας, πιστεύω όμως ότι εναπόκειται στην εκλεγμένη κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποφασίσει, με βάση δεδομένα από τους γονείς και τους εργοδότες τους, πόσα πολλά μπορεί να αντέξει η δική μας οικονομία να προσφέρει και πώς μπορεί να παρέχεται η δέσμη μέτρων για τη μητρότητα.
Lena Ek, Marit Paulsen, Olle Schmidt και Cecilia Wikström (ALDE), γραπτώς. – (SV) Η δράση για την επίτευξη κοινωνίας στην οποία άνδρες και γυναίκες είναι ίσοι αποτελεί ζήτημα αρχής εξαιρετικά σημαντικό – κανείς δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις λόγω του ότι είναι γονέας. Πρέπει να προσθέσουμε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό από κοινωνικοοικονομική άποψη γυναίκες και άνδρες να μπορούν να συνδυάζουν οικογενειακή και επαγγελματική ζωή προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο απασχόλησης.
Κατά συνέπεια, θεωρούμε ότι είναι λυπηρό το γεγονός ότι η έκθεση δεν αποτελεί σαφές βήμα προς τα εμπρός για την ισότητα στην Ευρώπη. Αντανακλά μια παρωχημένη άποψη της ισότητας, όπου η μητέρα οφείλει να αναλάβει την κύρια ευθύνη για τα παιδιά αντί να μοιραστούν και οι δύο γονείς την ευθύνη. Είναι επίσης λανθασμένο να προτείνεται, όπως κάνει η έκθεση, να είναι υποχρεωτική η απαγόρευση στις μητέρες να εργάζονται για έξι εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Επιλέξαμε επομένως να ψηφίσουμε υπέρ των τμημάτων εκείνων που πιστεύουμε ότι είναι θετικά, όπως η τροπολογία που προστατεύει τα εθνικά συστήματα που έχουν πιο φιλόδοξη γονική ασφάλιση, η αύξηση της ελάχιστης διάρκειας της άδειας μητρότητας και η συμπερίληψη της άδειας πατρότητας στην οδηγία. Ωστόσο, απείχαμε από την ψηφοφορία για την έκθεση στο σύνολό της, καθώς πιστεύουμε ότι είναι υπερβολικά αόριστη, ασαφής και ξεπερασμένη. Κύριος λόγος είναι η έλλειψη σαφούς και ξεκάθαρης προοπτικής για την ισότητα των φύλων.
Göran Färm, Anna Hedh, Olle Ludvigsson και Marita Ulvskog (S&D), γραπτώς. – (SV) Εμείς οι σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες επιλέξαμε να υποστηρίξουμε την έκθεση της κ. Estrela σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων.
Θα θέλαμε η οδηγία να επικεντρώνεται στη γονική άδεια και όχι στην άδεια μητρότητας. Επίσης, θα προτιμούσαμε να είναι λιγότερο λεπτομερής και περισσότερο ευέλικτη –ειδικότερα εφόσον θεσπίζει ένα ελάχιστο υποχρεώσεων– για παράδειγμα όσον αφορά το ύψος της αμοιβής και την προθεσμία για την περίοδο αμέσως μετά τον τοκετό. Ωστόσο, πιστεύουμε ότι η έκθεση είναι σημαντική όσον αφορά τη βελτίωση της ισχύουσας οδηγίας, η οποία παρέχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες για τον συνδυασμό εργασίας και γονικής ιδιότητας σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ. Με την απόφαση αυτή έχουμε πλέον μια πρώτη προσφορά διαπραγμάτευσης, ως προς την οποία το Συμβούλιο οφείλει να λάβει θέση.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Το Δημοκρατικό και Κοινωνικό Κέντρο – Λαϊκό Κόμμα (CDS-PP) θεωρεί εδώ και καιρό το ζήτημα της γεννητικότητας κρατική προτεραιότητα και αναγνωρίζει ότι είναι αδύνατη η τόνωση της γεννητικότητας χωρίς την προστασία της γονικής ιδιότητας. Τα κεφάλαια που αφιερώνονται στην οικογένεια και το ποσοστό γεννήσεων δεν αποτελούν νέα εγγραφή στα προγράμματά μας. Ομοίως, η υπεράσπιση από μέρους μας των δικαιωμάτων της μητέρας και του πατέρα να αναθρέψουν την οικογένεια χωρίς αυτό να θεωρείται επιπλέον επιβάρυνση ή αιτία δυσκολιών στην εργασία δεν είναι κάτι καινούριο.
Οι πολιτικές που στηρίζουν τις οικογένειες και το ποσοστό γεννήσεων, όπως αυτές που πρεσβεύουμε είναι, ωστόσο, συγχρονικές και δεν περιορίζονται στην παράταση της άδειας μητρότητας. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για μέτρο το οποίο επικροτούμε, δεδομένου ότι υποστηρίξαμε την παράταση της γονικής άδειας σε έξι μήνες στο κυβερνητικό μας πρόγραμμα του 2009. Γι’ αυτό θα θέλαμε το Σοσιαλιστικό Κόμμα στο πλευρό μας στο Κοινοβούλιο, να υπερασπίζεται μητέρες και πατέρες. Αυτή θα ήταν μια πολύ διαφορετική θέση από εκείνη που έχει λάβει το εν λόγω κόμμα στην εθνική πολιτική, όπου περικόπτει το επίδομα τέκνων, την επιστροφή των ιατρικών εξόδων για τους χρόνιους ασθενείς και τις εκπτώσεις φόρου εισοδήματος για δαπάνες στην παιδεία και την υγεία, και όπου αυξάνει δραματικά τη φορολογική επιβάρυνση των πολιτών, ιδιαίτερα των οικογενειών με παιδιά με χαμηλότερα εισοδήματα.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η ΕΕ αντιμετωπίζει μια δημογραφική πρόκληση, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλά επίπεδα γεννητικότητας και από αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων. Η βελτίωση των διατάξεων που ευνοούν την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής συμβάλλει στην αντιμετώπιση αυτής της δημογραφικής πτώσης. Στην Πορτογαλία, το ποσοστό γεννήσεων δεν είναι αρκετά υψηλό ώστε να διασφαλιστεί ότι οι γενιές αντικαθίστανται, αυτή δε η κατάσταση θέτει σε κίνδυνο το μέλλον. Θα έλεγα συνεπώς ότι, για να αντιμετωπισθεί αυτή η τάση, πρέπει να ενθαρρυνθεί η βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας για τις εγκύους, τις λεχώνες ή τις γαλουχούσες εργαζόμενες, γεγονός το οποίο απαιτεί την προώθηση ενός ισορροπημένου συνδυασμού της επαγγελματικής με την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή. Συμφωνώ με τη θέση της εισηγήτριας και με τις αλλαγές που εισάγονται, όπως η παράταση της ελάχιστης περιόδου άδειας μητρότητας από 14 σε 20 εβδομάδες, η αρχή της αμοιβής που ισοδυναμεί με πλήρεις αποδοχές, η θέσπιση απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας και η απαγόρευση της απόλυσης. Συμφωνώ επίσης ότι, εάν εγκριθεί, πρέπει να αναγνωριστεί το δικαίωμα επιμερισμού της περιόδου γονικής άδειας μεταξύ των δύο μελών του ζευγαριού.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η ψήφος υπέρ της έκθεσης σχετικά με τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων αποτελεί το αποκορύφωμα μακράς διαδικασίας συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η οποία είχε ήδη απομείνει ημιτελής από την τελευταία συνεδρίαση και στην οποία συμμετείχαμε ενεργά συμβάλλοντας στην έγκριση της έκθεσης.
Αν και βρισκόμαστε ακόμη στην πρώτη ανάγνωση της πρότασης οδηγίας, είναι θετική στον τομέα των δικαιωμάτων των γυναικών λόγω του μηνύματος που αποστέλλει, κυρίως προς τις χώρες που δεν παρέχουν ακόμη 20 εβδομάδες άδειας μητρότητας με πλήρεις αποδοχές και δεν εφαρμόζουν ακόμη τις δύο εβδομάδες άδειας πατρότητας, επίσης με πλήρεις αποδοχές.
Η έγκριση της εν λόγω πρότασης για διαπραγμάτευση με το Συμβούλιο αναγνωρίζει τη θεμελιώδη κοινωνική αξία της μητρότητας και της πατρότητας, με σεβασμό προς τα δικαιώματα των εργαζόμενων γυναικών που θέλουν να γίνουν μητέρες.
Η έγκριση της πρότασης αυτής αποτελεί επίσης νίκη έναντι των πιο συντηρητικών θέσεων που εξακολουθούν να υπάρχουν εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γεγονός που σημαίνει ότι ο αγώνας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών, των δικαιωμάτων της μητρότητας και πατρότητας και των δικαιωμάτων των παιδιών θα συνεχιστεί.
Ελπίζουμε ότι το Συμβούλιο θα αποδεχθεί τώρα τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία αυξάνει την πρόταση της Επιτροπής από 18 σε 20 εβδομάδες, και αποσκοπεί στην τροποποίηση της οδηγίας που ισχύει σήμερα και η οποία καθορίζει μόνο 14 εβδομάδες άδεια μητρότητας.
Robert Goebbels (S&D), γραπτώς. – (FR) Υποστήριξα τις εκκλήσεις της συναδέλφου μου, κ. Estrela, για βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων. Η γυναίκα είναι το μέλλον του άνδρα, έγραψε ο Louis Aragon. Τα παιδιά είναι πολύτιμα. Πρέπει να προστατεύονται. Το ίδιο και οι μητέρες τους.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Ψηφίζοντας υπέρ της ελάχιστης άδειας μητρότητας των 20 εβδομάδων (επί του παρόντος είναι 14 εβδομάδες) με πλήρεις αποδοχές, και εγκρίνοντας υποχρεωτική άδεια πατρότητας δύο εβδομάδων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κινήθηκε προς την κατεύθυνση της αναμφισβήτητης κοινωνικής προόδου.
Ως εκ τούτου, ψήφισα υπέρ της παράτασης της άδειας μητρότητας σε 18 εβδομάδες αντί για 20 εβδομάδες. Πραγματικά μου φαίνεται ότι η περίοδος των 20 εβδομάδων, αν και εξαιρετικά γενναιόδωρη πρόταση, ενδέχεται να στραφεί τελικά εναντίον των γυναικών και να χρησιμοποιηθεί ως πρόσθετο επιχείρημα για τη μη πρόσληψή τους, ή να περιπλέξει την επιστροφή τους στην εργασία. Επιπλέον, λυπάμαι που η διάταξη που προέβλεπε τη δυνατότητα παράτασης της άδειας μητρότητας σε περίπτωση επιπλοκής (πρόωρου τοκετού, αναπηρίας κ.λπ.) απορρίφθηκε.
Françoise Grossetête (PPE), γραπτώς. – (FR) Λυπούμαι για το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αυτής. Συμμεριζόμαστε όλοι την επιθυμία να μπορούν οι νέες μητέρες να διαμορφώσουν έναν ισχυρό δεσμό με τα μωρά τους κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης μετά τον τοκετό. Ωστόσο, ανησυχώ βαθιά για τις οικονομικές επιπτώσεις ενός τέτοιου μέτρου, που θα στοιχίσει στη χώρα μας 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ.
Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου οικονομικής κρίσης, δεν θα πληρώσει η δημαγωγία τον λογαριασμό. Οι επιχειρήσεις δεν θα είναι σε θέση να τον καταβάλλουν, πολύ λιγότερο δε οι προϋπολογισμοί των κρατών μελών. Τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις σε ορισμένες σταδιοδρομίες ή να αποτελέσουν τροχοπέδη για την απασχόληση νέων γυναικών. Η διαιώνιση του παραδοσιακού συστήματος, σύμφωνα με το οποίο ο πατέρας φέρνει στο σπίτι την αμοιβή και η γυναίκα φροντίζει τα παιδιά, όπως μερικοί θα ήθελαν, είναι ένα βήμα προς τα πίσω. Η ελευθερία επιλογής αποτελεί, επίσης, δικαίωμα για τις γυναίκες.
Οι διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν τώρα μεταξύ των 27 κρατών μελών στο Συμβούλιο θα είναι δύσκολες.
Pascale Gruny (PPE), γραπτώς. – (FR) Δεν θέλησα να υποστηρίξω την έκθεση αυτή στον βαθμό που η αύξηση από 14 σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές θα έχει καταστροφικές οικονομικές συνέπειες για πολλά κράτη μέλη. Η μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει ότι θα υπάρξουν πολύ σημαντικές δαπάνες για τους κοινωνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών.
Για τη Γαλλία, το ετήσιο ποσό ανέρχεται σε 1,3 δισ. ευρώ, και για το Ηνωμένο Βασίλειο σε 2,4 δισ. λίρες στερλίνες. Στην τρέχουσα οικονομική κατάσταση, οι αυξήσεις των κονδυλίων αυτών δεν μπορούν να απορροφηθούν. Επιπλέον, το πρόσθετο αυτό κόστος θα έπρεπε να επιβαρύνει τις επιχειρήσεις, κάτι που είναι αδύνατο. Ωστόσο, η στήριξη των γυναικών κατά τη διάρκεια της μητρότητας είναι απαραίτητη. Η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων αποτελεί πολύ μεγάλο κίνδυνο για την απασχόληση των γυναικών. Η μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει επίσης ότι η παράταση της άδειας μητρότητας θα οδηγήσει σε μείωση της απασχόλησης των γυναικών.
Προσπαθώντας να βοηθήσουμε τις γυναίκες, υπάρχει κίνδυνος να τις τιμωρήσουμε στην αγορά εργασίας. Θα ήθελα να βοηθήσω τις γυναίκες στην απασχόλησή τους και να τις στηρίξω κατά τη διάρκεια της μητρότητας. Η αύξηση από 14 σε 18 εβδομάδες που πρότεινε η Επιτροπή ήταν ένα πραγματικό βήμα προς τα εμπρός. Μια άλλη πρόοδος θα ήταν να έχουμε προοδευτικά μέτρα όσον αφορά τις μεθόδους βρεφονηπιακής μέριμνας.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Estrela και χαίρομαι που το Κοινοβούλιο έλαβε μια τέτοια προοδευτική θέση για τις μητέρες, τις μέλλουσες μητέρες και τους πατέρες. Η παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες αποτελεί αναμφισβήτητη κοινωνική πρόοδο, η οποία ενσαρκώνει την κοινωνική Ευρώπη που επιθυμούμε ειλικρινά. Το κείμενο αυτό βελτιώνει την ισορροπία μεταξύ οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής.
Η καθιέρωση υποχρεωτικής άδειας πατρότητας δύο εβδομάδων αποτελεί επίσης μεγάλο βήμα προς τα εμπρός για την αλλαγή της νοοτροπίας και την κατανομή των ρόλων μεταξύ των γονέων. Το επιχείρημα του πρόσθετου κόστους που θα συνεπαγόταν το μέτρο αυτό θα ήταν έγκυρο εάν οι γυναίκες δεν συμπλήρωναν ήδη την άδεια μητρότητας με αναρρωτική άδεια ή/και άδεια μετ’ αποδοχών. Οι επιχειρήσεις και τα συστήματα κοινωνικής προστασίας καταβάλλουν ήδη το κόστος αυτό.
Richard Howitt (S&D), γραπτώς. – (EN) Είμαι περήφανος που ψήφισα υπέρ της επέκτασης των δικαιωμάτων μητρότητας και καταδικάζω τους συντηρητικούς και φιλελεύθερους δημοκράτες βουλευτές του ΕΚ που πρώτοι συνωμότησαν ώστε να παρεμποδίσουν την επίτευξη κοινοβουλευτικής συμφωνίας για την οδηγία αυτή και ψήφισαν σήμερα την άρνηση αξιοπρεπών δικαιωμάτων για τις εργαζόμενες γυναίκες. Θέλω να καταγραφεί το γεγονός ότι επιθυμούσα να ψηφίσω υπέρ ενός διαφορετικού συμβιβασμού σχετικά με τη διάρκεια της περιόδου επιδόματος μητρότητας, σέβομαι όμως ότι η επιλογή αυτή κατέπεσε επειδή η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου υποστήριξε τις 20 εβδομάδες. Αναγνωρίζω ότι θα υπάρξει περαιτέρω διαπραγμάτευση επί του σημείου αυτού πριν την τελική συμφωνία επί της οδηγίας και ότι είναι ζωτικής σημασίας για το Κοινοβούλιο να συμφωνήσει τελικά σε ένα κείμενο, ώστε να μπορέσει η διαδικασία να προχωρήσει. Συμφωνώ απολύτως με τους συναδέλφους μου βρετανούς εργατικούς που προσπαθούν να προστατεύσουν ειδικότερα τις χαμηλόμισθες γυναίκες και, εν προκειμένω, καλώ τη βρετανική κυβέρνηση να σεβαστεί πλήρως τη ρήτρα μη οπισθοδρόμησης στην οδηγία.
Romana Jordan Cizelj (PPE), γραπτώς. – (SL) Η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) έχει επισημάνει ότι πολλές από τις προτάσεις (τροπολογίες) που υποβλήθηκαν υπερβαίνουν το πεδίο εφαρμογής και τον σκοπό της οδηγίας. Συμφωνώ μαζί τους αλλά, αποφασίζοντας πώς θα ψηφίσω, έκανα μια εξαίρεση αυτήν τη φορά. Η θέση των γυναικών στην ΕΕ όσον αφορά την απασχόληση, τα επίπεδα των μισθών, την έκθεση στη φτώχεια ... είναι σημαντικά χαμηλότερη από τη θέση των ανδρών. Πιστεύω ότι η ισότητα των ευκαιριών αποτελεί μία από τις βασικές αρχές που διέπουν το έργο της ΕΕ και, για τον λόγο αυτόν, θα χρησιμοποιώ κάθε ευκαιρία ώστε να γίνει η θέση των γυναικών και των ανδρών ίση. Η σημερινή ψηφοφορία δεν είναι τελική, θα μας δώσει όμως μια ισχυρή διαπραγματευτική θέση στο Συμβούλιο.
Cătălin Sorin Ivan (S&D), γραπτώς. – (RO) Η παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές για την περίοδο αυτή αποτελεί μέτρο που αποκαθιστά την αξιοπρέπεια των μητέρων. Αυτός είναι ο λόγος που ψήφισα ανεπιφύλακτα υπέρ της πρότασης στην έκθεση, έχοντας εμπιστοσύνη ότι τα κράτη μέλη θα λάβουν υπόψη την απόφασή μας και θα την ενσωματώσουν στην εθνική τους νομοθεσία.
Εκτός από την υποστήριξη της μητέρας, η παρούσα έκθεση συνιστά επίσης στα κράτη να θεσπίσουν πλήρως αμειβόμενη γονική άδεια, αναγνωρίζοντας έτσι τον ρόλο και των δύο γονέων στην ανατροφή των παιδιών. Αποστείλαμε σημαντικό μήνυμα με τη σημερινή μας ψήφο, το οποίο ζητεί αξιοπρεπή διαβίωση πέρα από ιδεολογικά όρια και εθνικά κοινωνικά συστήματα.
Philippe Juvin (PPE), γραπτώς. – (FR) Δεν θέλησα να υποστηρίξω την έκθεση αυτή επειδή η παράταση της περιόδου της άδειας μητρότητας από 14 εβδομάδες (όπως προβλέπεται από την τρέχουσα οδηγία) σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές θα έχει σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο στα κράτη μέλη (1,3 δισ. ευρώ για τη Γαλλία), σε μια εποχή οικονομικής κρίσης που δύσκολα ευνοεί τη δημοσιονομική ανάπτυξη.
Δεύτερον, το πρόσθετο κόστος για τις επιχειρήσεις στα κράτη μέλη όπου το κράτος χρηματοδοτεί εν μέρει την άδεια μητρότητας (για παράδειγμα τη Γερμανία) θα ήταν πολύ υψηλό. Τρίτον, οι αρνητικές συνέπειες για την απασχολησιμότητα των γυναικών είναι πραγματικές, κυρίως όσον αφορά την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας.
Τέλος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εγκρίνοντας μέτρα τα οποία δεν είναι οικονομικά εφικτά και θα μπορούσαν μάλιστα να είναι αντιπαραγωγικά όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, ζημιώνει την αξιοπιστία του στην ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η παράταση της άδειας μητρότητας σε 18 εβδομάδες, όπως προτείνεται από την Επιτροπή, θα ήταν σημαντικό βήμα για τη βελτίωση της κατάστασης των γυναικών, αποφεύγοντας παράλληλα τις παγίδες στο κείμενο που εγκρίθηκε τελικά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όταν αυτό που είναι πραγματικά σημαντικό είναι να δοθεί στις γυναίκες η δυνατότητα να συνδυάσουν την επαγγελματική με την οικογενειακή τους ζωή.
Jarosław Kalinowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Στο πλαίσιο της γήρανσης του πληθυσμού και των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλες τις δυνατότητες που έχουμε στη διάθεσή μας ώστε να ενθαρρύνουμε τις γυναίκες να αποκτήσουν παιδιά και να τις διευκολύνουμε να επιστρέψουν στην εργασία. Πολλές γυναίκες αποτελούν κατεξοχήν ειδικούς στους τομείς τους, και η οικονομία της Ευρώπης δεν μπορεί να κάνει χωρίς τις υπηρεσίες αυτού του υψηλά εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Η κατάσταση είναι παρόμοια με τις γυναίκες που ζουν και εργάζονται στην ύπαιθρο. Συχνά δεν τους δίνεται άδεια μητρότητας με την πλήρη έννοια του όρου, αλλά πρέπει να επιστρέψουν στην εργασία τους το συντομότερο δυνατόν. Αυτό θέτει προφανώς τόσο την υγεία τους όσο και το παιδί τους σε κίνδυνο. Γι’ αυτό θα πρέπει να έχουν τα ίδια προνόμια με τις γυναίκες που εργάζονται εκτός της γεωργίας.
Sandra Kalniete (PPE) , γραπτώς. – (LV) Ψήφισα υπέρ της παράτασης της ελάχιστης υποχρεωτικής περιόδου άδειας μητρότητας σε 18 εβδομάδες, αλλά κατά της παράτασης σε 20 εβδομάδες. Κατανοώ απόλυτα την ανάγκη να διασφαλισθούν οι κατάλληλες συνθήκες για τις λεχώνες. Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμη βάση, η παράταση της ελάχιστης περιόδου άδειας σε 20 εβδομάδες θα ήταν επιζήμια για τις νέες γυναίκες που σχεδιάζουν να έχουν οικογένεια και επαγγελματική σταδιοδρομία. Επιπλέον, τα κράτη μέλη δεν θα είναι σε θέση, πολύ απλά, να καλύψουν τις πρόσθετες δαπάνες από τους προϋπολογισμούς τους. Οι επιχειρήσεις αντιτίθενται στο ελάχιστο χρονικό διάστημα των 20 εβδομάδων άδειας μητρότητας, επειδή θα προκαλέσει πρόσθετες δαπάνες που δεν μπορούν να καλυφθούν κατά την τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Υπάρχει επομένως κίνδυνος πολλοί εργοδότες απλά να μην προσλαμβάνουν νέες γυναίκες. Μπορούμε ήδη να διαπιστώσουμε ότι είναι δύσκολο για τους νέους να βρουν εργασία, και η παράταση της άδειας μητρότητας θα μειώσει ακόμα περισσότερο την ικανότητα των γυναικών να ανταγωνίζονται τους άνδρες στην αγορά εργασίας. Πιστεύω ότι δεν πρέπει να επιτρέψουμε να συμβεί αυτό, και ότι πρέπει να σκεφθούμε με μακροπρόθεσμη προοπτική. Ο καθορισμός της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες σημαίνει δισεκατομμύρια σε δημοσιονομικό κόστος σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πρόκειται για κόστος που ούτε οι εθνικές κυβερνήσεις ούτε οι φορολογούμενοι μπορούν προς το παρόν να αντέξουν οικονομικά. Θα δεχθούμε φυσικά κριτική από ένα τμήμα της κοινωνίας, αλλά είμαστε εδώ για να εργαστούμε και να λάβουμε αποφάσεις όσο το δυνατόν καλύτερες και προς το συμφέρον όλων των Ευρωπαίων.
Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου (PPE), γραπτώς. – Εξέφρασα διαφορετική άποψη μέσω ψηφοφοριών στο θέμα του χρόνου αδείας. Προτιμώ την πρόταση της Επιτροπής για τις 18 εβδομάδες.
Η πρόταση είναι ρεαλιστική και ισορροπημένη σε σχέση με τις συνθήκες της αγοράς, όχι μόνο λόγω οικονομικής κρίσης, αλλά λόγω απαιτήσεων, επαγγελματικών υποχρεώσεων και φιλοδοξιών των ίδιων των εργαζομένων γυναικών.
Δεν πρέπει οι γυναίκες να γίνονται τα υπερπροστατευόμενα όντα που τα αποφεύγει η αγορά εργασίας.
Εξάλλου, όπως συστηματικά υποστηρίζω, η προσπάθεια συμφιλίωσης οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής και ανατροφής παιδιών απαιτεί κυρίως κοινωνικές υποδομές και εταιρική κοινωνική ευθύνη σε μεγάλη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής των γυναικών.
Constance Le Grip (PPE) , γραπτώς. – (FR) Ψήφισα κατά της έκθεσης Estrela διότι η παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες είναι, στην πραγματικότητα, καλή ιδέα μόνο εκ πρώτης όψεως. Πράγματι, η παράταση αυτή παρουσιάζεται ως παροχή περισσότερων δικαιωμάτων στις γυναίκες, ενώ κατά τη γνώμη μου θα είχε αρνητικές συνέπειες για τις γυναίκες που προσπαθούν να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
Υπάρχει φόβος ότι η πρόταση αυτή, εάν εφαρμοζόταν, θα μπορούσε να στραφεί εναντίον των γυναικών και να τις καταστήσει, ως εκ τούτου, λιγότερο απασχολήσιμες. Σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η εισηγήτρια και όσοι υποστηρίζουν το κείμενο αυτό, δεν υπάρχει προφανής σύνδεση μεταξύ των ποσοστών γεννήσεων και της διάρκειας της άδειας μητρότητας.
Επιπλέον, η πρόταση παράτασης από 14 σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές δεν αποτελεί οικονομικά αποδεκτή θέση για πολλές χώρες. Ούτε οι επιχειρήσεις ούτε τα κράτη μέλη μπορούν, μάλιστα, να φέρουν το πρόσθετο κόστος λόγω της παράτασης αυτής. Η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δηλαδή η αύξηση από 14 σε 18 εβδομάδες, αποτελούσε αρκετά μεγάλο βήμα προς τα εμπρός.
Elżbieta Katarzyna Łukacijewska (PPE), γραπτώς. – (PL) Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι, όσον αφορά την έκθεση της κ. Estrela, ψήφισα υπέρ των κανόνων για την άδεια μητρότητας 20 εβδομάδων, την προστασία των γυναικών από την καταχρηστική απόλυση έξι μήνες μετά την επιστροφή στην εργασία και υπέρ της πλήρους αμοιβής και της προστασίας των γυναικών κατά τη γαλουχία, αλλά στην προκειμένη περίπτωση χωρίς συγκεκριμένες συστάσεις, καθώς πιστεύω ότι οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να παραμείνουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.
Στην περίπτωση πολλαπλών γεννήσεων, πιστεύω ότι η άδεια πρέπει να παρατείνεται αντιστοίχως. Είμαι πάντοτε υπέρ των ιδεών που θα βοηθήσουν τις γυναίκες να έχουν ασφαλή εμπειρία της μητρότητας και τους εγγυώνται καλύτερες συνθήκες για την επιστροφή στην αγορά εργασίας.
Toine Manders (ALDE), γραπτώς. – (NL) Η αντιπροσωπεία του ολλανδικού Λαϊκού Κόμματος για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε σήμερα κατά της πρότασης οδηγίας για την παράταση (με αποδοχές) της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες. Είμαστε της άποψης ότι το καθιερωμένο ελάχιστο των 14 εβδομάδων είναι επαρκές. Οι γυναίκες που διαπιστώνουν ότι δεν είναι ακόμη σε θέση να επιστρέψουν στην εργασία τους κατά τη λήξη της άδειας μητρότητας μπορούν να λάβουν άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί αναρρωτικών αδειών της πατρίδας τους. Η εν λόγω πρόταση θα συνεπαγόταν την επέκταση της κοινωνικής ασφάλισης, θέμα για το οποίο πρέπει να μπορούν να αποφασίζουν τα κράτη μέλη μόνα τους, κυρίως σε εποχές όπως η σημερινή όπου όλα τα κράτη μέλη πρέπει να εξοικονομήσουν χρήματα. Υπάρχουν άλλοι, λιγότερο αυστηροί τρόποι για να τεθούν σε εφαρμογή μέτρα που επιτρέπουν καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής. Η πρόταση ενέχει τον κίνδυνο νέες, ταλαντούχες γυναίκες να μείνουν με λιγότερες ευκαιρίες στην αγορά εργασίας, επειδή οι εργοδότες δεν θα θέλουν να διατρέξουν τον κίνδυνο να πρέπει να καταβάλουν πολλών μηνών άδεια μητρότητας στις γυναίκες υπαλλήλους τους. Ούτε η αύξηση του αριθμού των γεννήσεων στην ΕΕ, η οποία αποτελεί την επιθυμητή λύση στο πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού, πρέπει να ρυθμίζεται σε κοινοτικό επίπεδο. Όσον αφορά το VVD, οι κανόνες της ΕΕ για τη ρύθμιση της απαλλαγής από την εργασία λόγω γαλουχίας είναι περιττοί. Η Ομάδα του VVD στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Hans van Baalen, Jan Mulder και Toine Manders.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής. Εφόσον όλοι οι πολίτες της ΕΕ έχουν το δικαίωμα να ζουν και να εργάζονται σε ολόκληρη την ΕΕ, είναι ζωτικής σημασίας να παραχωρήσουμε στις γυναίκες ελάχιστο δικαίωμα άδειας μητρότητας οπουδήποτε και αν εργάζονται κατά τη στιγμή απόκτησης παιδιού. Η αξιοπρεπής άδεια μητρότητας αποτελεί μέρος του ευρύτερου ζητήματος της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και της αντιμετώπισης των δημοσιονομικών επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού. Στόχος της ΕΕ είναι η συμμετοχή κατά 75% στην αγορά εργασίας μέχρι το 2020, κρίσιμο δε στοιχείο αυτού θα είναι να δοθεί σε όλες τις μητέρες η δυνατότητα να λάβουν άδεια μητρότητας που μπορούν να αντέξουν οικονομικά και στη συνέχεια να επιστρέψουν στην εργασία τους. Σε μια γηράσκουσα κοινωνία, όπου η ζήτηση κοινωνικής φροντίδας αυξάνεται και ο αριθμός των ατόμων που παρέχουν φροντίδα μειώνεται, είναι αναγκαία πιο ρεαλιστική άδεια, όπως η άδεια μητρότητας. Οι γυναίκες δεν θα πρέπει να αισθάνονται ότι η απόκτηση παιδιών είναι ασυμβίβαστη με την εργασία τους – οι πολιτικές μας πρέπει να παρέχουν φροντίδα και για τους νεότερους και για τους ηλικιωμένους. Η εφαρμογή της παρούσας δεν θα τεθεί σε ισχύ για τουλάχιστον 5 έτη. Επιπλέον, με άνοδο μόλις 1,04% της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, το επιπλέον κόστος λόγω της παράτασης της άδειας μητρότητας σίγουρα καλύπτεται.
Clemente Mastella (PPE), γραπτώς. – (IT) Μία από τις προτεραιότητες που καθορίζονται στην κοινωνική ατζέντα της ΕΕ είναι η ανάγκη προώθησης πολιτικών για τη διευκόλυνση της ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής, με στόχο τόσο τις γυναίκες όσο και τους άνδρες. Η βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής αποτελεί επίσης έναν από τους έξι τομείς προτεραιότητας για ανάληψη δράσης που ορίζονται στον «χάρτη πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών» 2006-2010.
Η βελτίωση των διατάξεων αυτών αποτελεί συνεπώς αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής για την αντιμετώπιση της συρρίκνωσης του πληθυσμού που καταγράφεται τον τελευταίο καιρό. Η μητρότητα και η πατρότητα αποτελούν σίγουρα αναφαίρετα θεμελιώδη δικαιώματα για λόγους κοινωνικής ισορροπίας. Ελπίζουμε, ως εκ τούτου, ότι η αναθεώρηση της εν λόγω οδηγίας θα είναι προς όφελος των εργαζόμενων γυναικών και ανδρών που επιθυμούν να αναλάβουν την ευθύνη για τις οικογένειές τους.
Δεν μπορούμε να κάνουμε διάκριση όσον αφορά τον σεβασμό για μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ της αρχής της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας και τον σεβασμό για ίση μεταχείριση. Αυτές και άλλες πτυχές με πείθουν να υποστηρίξω την ανάγκη, ωστόσο, να δοθούν στα κράτη μέλη πολλά περιθώρια ευελιξίας για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την άδεια, όταν είναι απαραίτητο. Αυτό για λόγους οικονομικής βιωσιμότητας και μόνο, προκειμένου να καλυφθούν τα πρόσθετα έξοδα που προκύπτουν.
Marisa Matias (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η έκθεση που εγκρίθηκε προτείνει άδεια μητρότητας 20 εβδομάδων χωρίς καμία απώλεια εισοδήματος. Το μέτρο αυτό και μόνο θα μπορούσε να σημαίνει μεγάλη κοινωνική βελτίωση στη ζωή των γυναικών στα δύο τρίτα περίπου των χωρών της ΕΕ. Αυτό ισχύει και για την Πορτογαλία, όπου οι γυναίκες δικαιούνται μόνο 16 εβδομάδες άδειας με πλήρεις αποδοχές. Η συμπερίληψη δύο εβδομάδων άδειας πατρότητας αποτελεί επίσης σημαντικό βήμα στον αγώνα για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ακόμη πιο σημαντικό, η έκθεση αυτή εγκρίθηκε παρά το γεγονός ότι έρχεται σε αντίθεση με τα μέτρα που υιοθετήθηκαν πρόσφατα ως αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας και ευνοούν τις περικοπές των δημόσιων δαπανών και τη μείωση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Επομένως, ελπίζω ότι η παρούσα έκθεση μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της εργασίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων σε ολόκληρη την ΕΕ και σε όλα τα κράτη μέλη.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Ομόφωνη άποψη εντός της ΕΕ αποτελεί το γεγονός ότι ένα από τα κύρια προβλήματά της είναι η χαμηλή αύξηση του πληθυσμού που οφείλεται στο χαμηλό ποσοστό γεννήσεων. Οτιδήποτε μπορεί να συμβάλει στην αλλαγή της κατάστασης αυτής είναι επομένως σημαντικό. Η προστασία των εγκύων και γαλουχουσών μητέρων στον χώρο εργασίας και η μείωση των ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών αποτελούν σημαντικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Παρά την κρίση που βιώνουμε επί του παρόντος, τα μέτρα που εγκρίθηκαν σήμερα εδώ είναι πολύ σημαντικά για την αντιστροφή της τάσης μείωσης του πληθυσμού που η ΕΕ θα αντιμετωπίσει στο εγγύς μέλλον.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Ψήφισα υπέρ του νομοθετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με «την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων» διότι πιστεύω ότι η βελτίωση των δικαιωμάτων των γυναικών στον χώρο εργασίας αποτελεί πραγματικό βήμα προς την κατεύθυνση της ισότητας των φύλων σε έναν τομέα στον οποίο, δυστυχώς, υφίστανται πολλοί φραγμοί. Οι διακρίσεις που υφίστανται οι γυναίκες στην αγορά εργασίας είναι πολύ ανησυχητικές διότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτές πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη των οικιακών καθηκόντων και να τα συνδυάσουν κατά τρόπο εξαιρετικά δύσκολο με την επαγγελματική τους απασχόληση. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται κατά τους μήνες πριν και μετά τον τοκετό, κατά τους οποίους απαιτείται μεγαλύτερη προστασία προκειμένου να αποφευχθούν οι διακρίσεις που υφίστανται σήμερα οι γυναίκες. Αντιλαμβάνομαι ότι η αύξηση της άδειας μητρότητας σε μια συνεχή περίοδο τουλάχιστον 20 εβδομάδων, η οποία χορηγείται πριν ή/και μετά τον τοκετό, με υποχρεωτική ελάχιστη περίοδο έξι εβδομάδων μετά τον τοκετό, αποτελεί βήμα προς τα εμπρός από την άποψη του δικαιώματος της γυναίκας να συνδυάσει την οικογενειακή και την επαγγελματική ζωή.
Louis Michel (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η παράταση της περιόδου της άδειας μητρότητας αποτελεί σημαντικό έργο όσον αφορά τον χώρο που παραχωρείται στα βρέφη και στη γονική ιδιότητα εντός της κοινωνίας μας. Υποστηρίζω την πρόταση χορήγησης 18 εβδομάδων άδειας μητρότητας, αλλά και την αρχή της άδειας πατρότητας. Πρέπει να αποφύγουμε τις αρνητικές επιπτώσεις μέτρων που είναι υπερβολικά γενναιόδωρα και ενέχουν κίνδυνο να επιφέρουν διακρίσεις στην απασχόληση. Πρεσβεύω, επιπλέον, τη μεγαλύτερη ελευθερία επιλογής για τις εγκύους ή τις λεχώνες. Πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίσουν πότε επιθυμούν να κάνουν χρήση του μη υποχρεωτικού τμήματος της άδειας μητρότητάς τους. Αυτό θα τις βοηθήσει να επιτύχουν καλύτερη ισορροπία μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής και να διατηρήσουν την απασχολησιμότητά τους.
Εξίσου σημαντικό είναι να δημιουργηθεί το κατάλληλο καθεστώς για τις γυναίκες που επιθυμούν να επιστρέψουν στην εργασία τους μετά από ένα διάλειμμα στη σταδιοδρομία τους. Θα ήθελα επίσης να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι το δικαίωμα γονικής άδειας και η εγγύηση επιστροφής στην ίδια εργασία πρέπει να είναι εφικτά για τους εργοδότες, ιδίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, διαφορετικά μπορεί κάλλιστα να διστάσουν να προσλάβουν ή να προαγάγουν γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία.
Miroslav Mikolášik (PPE), γραπτώς. – (SK) Λαμβάνοντας υπόψη τις βαθιές δημογραφικές αλλαγές και τη γήρανση της ευρωπαϊκής κοινωνίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει ενεργά μέτρα για τη στήριξη της ιδιότητας του γονέα.
Η παράταση της ελάχιστης περιόδου της άδειας μητρότητας ανταποκρίνεται, κατά τη γνώμη μου, στο γεγονός ότι οι πρώτοι μήνες της ζωής του παιδιού είναι ζωτικής σημασίας για την υγιή του ανάπτυξη και την ψυχική του ισορροπία. Ως εκ τούτου, υποστηρίζω την καταβολή πλήρους μισθού για όλη τη διάρκεια της άδειας μητρότητας. Αυτό θα έχει θετικό αντίκτυπο στις γυναίκες ώστε να μπορούν να γίνουν μητέρες χωρίς να ανησυχούν σχετικά με τους κινδύνους της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το δικαίωμα επιστροφής στην ίδια θέση εργασίας ή σε ισότιμη θέση με ίσους όρους εργασίας μετά τη γέννηση πρέπει να είναι εγγυημένο. Επιπλέον, πρέπει να χορηγείται η δυνατότητα υποβολής αίτησης για αλλαγή των ωρών εργασίας ή των εργασιακών ρυθμίσεων, καθώς και η δυνατότητα άρνησης υπερωριών για λίγο χρόνο μετά τον τοκετό.
Elisabeth Morin-Chartier (PPE), γραπτώς. – (FR) Είμαι αντίθετη με το σχέδιο παράτασης της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές. Η έγκριση του προγράμματος αυτού θα έχει σημαντικές συνέπειες στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών και των επιχειρήσεων· για τη Γαλλία, το πρόσθετο ετήσιο κόστος θα είναι 1,3 δισ. ευρώ, δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος σε περίοδο δημοσιονομικών περικοπών. Αν και πρόκειται για ωραία ιδέα, οι συνέπειες στην απασχόληση των γυναικών θα μπορούσαν να είναι αρνητικές. Δεν θα θέλαμε το μέτρο αυτό να σημαίνει ένα βήμα προς τα πίσω για τις γυναίκες. Οι γυναίκες που επιστρέφουν στην εργασία μετά την εγκυμοσύνη τους και οι νέες γυναίκες που αναζητούν εργασία διατρέχουν τον κίνδυνο βαρέων κυρώσεων λόγω του μέτρου αυτού. Αντίθετα, η πρόταση για μέγιστο διάστημα 18 εβδομάδων ήταν και αυτή κοινωνικά δίκαιη. Ζητώ να εφαρμοστούν καινοτόμες ιδέες το συντομότερο δυνατόν όσον αφορά τη φροντίδα των παιδιών και την ισορροπία μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής, ώστε να μπορέσουν οι μητέρες, αλλά και οι πατέρες να διαδραματίσουν πλήρως τον ρόλο τους ως γονείς.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Η απόφασή μου να ψηφίσω υπέρ της πρότασης αυτής προκύπτει από την ανάγκη βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων. Η τροποποίηση της οδηγίας στοχεύει, στην πραγματικότητα, στην προώθηση της ισότητας των φύλων στον κόσμο της εργασίας και στην προαγωγή καλύτερης ισορροπίας μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής των γυναικών. Οι γυναίκες θεωρείται συχνά ότι βρίσκονται «σε κίνδυνο» ή είναι άτομα «δεύτερης επιλογής» δεδομένης της υψηλής πιθανότητας να εγκυμονήσουν ή να κάνουν χρήση του δικαιώματός τους για άδεια μητρότητας. Είναι σημαντικό να υποστηριχθούν κάποιες μορφές άδειας για την καταπολέμηση ορισμένων προκαταλήψεων και στερεοτύπων. Δεν πρέπει, ωστόσο, να λησμονούμε ότι η μητρότητα και η πατρότητα αποτελούν ουσιώδη δικαιώματα, εάν θέλουμε να διασφαλιστεί η δυνατότητα επίτευξης ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής. Υπάρχουν σαφώς ορισμένα σημεία που συνδέονται με κάποιες τροπολογίες για τα οποία έχω εκφράσει αντίθετη γνώμη. Πιστεύω, πράγματι, ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να θεσπίσει ένα γενικό πλαίσιο που θα παρέχει τις ελάχιστες εγγυήσεις και διασφαλίσεις, εντός του οποίου μπορούν να αφεθούν περιθώρια στα κράτη μέλη προκειμένου να αποφασίσουν για τα πλέον κατάλληλα μέτρα κατά την κρίση τους. Υπάρχουν, στην πραγματικότητα, διαφορές που σχετίζονται με τον πολιτισμό, την κοινωνική πρόνοια και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης που πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη, καθώς και δυνάμει του σεβασμού στην αρχή της επικουρικότητας.
Γεώργιος Παπανικολάου (PPE), γραπτώς. – Υπερψήφισα την έκθεση σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων. Δύο σημαντικά δεδομένα καθόρισαν την ψήφο μου σε συγκεκριμένες τροπολογίες: πρώτον, η ύψιστη σημασία της διαφύλαξης της ασφάλειας και της υγείας των νέων ή μελλοντικών μητέρων και δεύτερον η ύπαρξη στην Ελλάδα συγκεκριμένης νομοθεσίας για την προστασία των εγκύων.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ των προτάσεων σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων οι οποίες περιλαμβάνουν άδεια μητρότητας 20 εβδομάδων και δύο εβδομάδες άδεια πατρότητας, και οι δύο χωρίς καμία μείωση των αποδοχών.
Πρόκειται για κοινωνικά μέτρα που ταιριάζουν με την Ευρώπη που θέλουμε, με στόχο την υποστήριξη της γεννητικότητας, της οικογένειας, της υγείας των βρεφών και των θέσεων εργασίας των γονέων.
Ωστόσο, πρόκειται για σχέδιο που είναι δύσκολο να υλοποιηθεί και μπορεί, αντίθετα, να οξύνει τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών στον κόσμο της εργασίας, καθώς: (1) θέτει επιπλέον πίεση στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης τα οποία, σε πολλές περιπτώσεις, είναι ήδη μόλις και μετά βίας βιώσιμα, και (2) εισάγει νέους περιορισμούς στην αγορά εργασίας, η οποία ήδη δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες του σημερινού εργατικού δυναμικού. Φοβάμαι, συνεπώς, ότι τα μέτρα αυτά για τη στήριξη των εργαζόμενων γονέων ενδέχεται να οδηγήσουν σε αύξηση των επιπέδων ανεργίας ή/και επισφαλή εργασία για τις νέες μητέρες.
Οι διαπραγματεύσεις του Κοινοβουλίου με το Συμβούλιο πρέπει να είναι ρεαλιστικές και πρακτικές, αλλά και φιλόδοξες, εάν θέλουμε η μελλοντική νομοθεσία, όταν τεθεί σε ισχύ, να εκπληρώνει πραγματικά και να προωθεί τις αξίες της πρότασης που ψηφίστηκε στην Ολομέλεια αυτήν την εβδομάδα.
Aldo Patriciello (PPE), γραπτώς. – (IT) Με την ψήφο μου, κάνω έκκληση για μια νέα σφαιρική προσέγγιση, που θα επιτρέψει να αποστείλουμε ισχυρό μήνυμα προς τις επιχειρήσεις, υπό την έννοια ότι η ανθρώπινη αναπαραγωγή αφορά τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες. Η συμφωνία πλαίσιο για τη γονική άδεια αποτελεί σημαντική πτυχή της πολιτικής ίσων ευκαιριών που προάγει τη συμφιλίωση της επαγγελματικής και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, περιορίζεται όμως στον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων και, συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί μόνο ένα πρώτο βήμα.
Συμφωνώ με την ανακοίνωση που θεωρεί ότι τα δικαιώματα των παιδιών αποτελούν προτεραιότητα της Ένωσης και καλεί τα κράτη μέλη να τηρούν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού και τα προαιρετικά της πρωτόκολλα, καθώς και τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, παρέχει εξασφάλιση σε όλα τα παιδιά της δυνατότητας να λάβουν την ενδεδειγμένη για την ικανοποίηση των αναπτυξιακών αναγκών τους φροντίδα, καθώς και πρόσβαση σε κατάλληλη, υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Σήμερα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επένδυσε στο μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης προάγοντας τη μητρότητα μέσω της παράτασης της περιόδου της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες με πλήρεις αποδοχές. Αυτό μπορεί να περιγραφεί τόσο ως ποσοτική όσο και ως ποιοτική βελτίωση. Το απλοϊκό επιχείρημα για βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη δεν στάθηκε, και επικράτησε η βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής κοινωνίας, η οποία είναι αδύνατον να επιτευχθεί χωρίς υγιή δημογραφικά στοιχεία και ως εκ τούτου, κατ’ επέκταση, χωρίς μεγαλύτερη προστασία για τις μητέρες και τα παιδιά τους.
Συνέταξα τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και ψήφισα υπέρ: του να μην τιμωρείται η μητρότητα και να δίδεται πλήρης αμοιβή· να μην απολύονται οι έγκυοι εργαζόμενες κατά τη διάρκεια μιας περιόδου από την έναρξη της εγκυμοσύνης τους μέχρι έξι μήνες μετά το τέλος της άδειας μητρότητάς τους· οι μητέρες να δικαιούνται να επιστρέψουν στην εργασία τους ή σε «ισοδύναμη θέση», που σημαίνει με την ίδια αμοιβή, επαγγελματική κατηγορία και δυνατότητα σταδιοδρομίας με αυτήν που είχαν πριν από την άδεια μητρότητας· η άδεια μητρότητας να μην επηρεάζει το συνταξιοδοτικό τους καθεστώς· οι εργαζόμενες να μην είναι υποχρεωμένες να εργάζονται τη νύχτα ή υπερωρίες κατά τη διάρκεια των 10 εβδομάδων πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία γέννησης και για το υπόλοιπο της εγκυμοσύνης εφόσον αυτό απαιτείται για την υγεία της μητέρας ή του εμβρύου, και καθ’ όλη την περίοδο της γαλουχίας.
Cristian Dan Preda (PPE), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα κατά του παρόντος ψηφίσματος επειδή πιστεύω ότι το επίδομα μητρότητας αποτελεί ζήτημα το οποίο πρέπει να αποφασίζεται σε εθνικό επίπεδο, με βάση την αρχή της επικουρικότητας. Επιπλέον, θεωρώ ότι, σε εποχή κρίσης, η υιοθέτηση του μέτρου αυτού ενδέχεται να έχει το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα, καθώς θα λειτουργήσει ως παράγοντας που θα αποθαρρύνει τις εταιρείες που επιθυμούν να απασχολούν γυναίκες.
Evelyn Regner (S&D), γραπτώς. – (DE) Υποστηρίζω τη βελτίωση των ευρωπαϊκών ελάχιστων προτύπων για την προστασία της μητρότητας. Ωστόσο, στο τέλος, ψήφισα κατά της έκθεσης αυτής, διότι προέρχομαι από χώρα η οποία έχει καθιερώσει συγκεκριμένο συνδυασμό προστασίας της μητρότητας και γονικής άδειας με και άνευ αποδοχών. Παράλληλα με τις 16 εβδομάδες άδειας με πλήρεις αποδοχές και την απόλυτη απαγόρευση εργασίας, οι γυναίκες δικαιούνται επίσης άδεια μητρότητας άνευ αποδοχών με επίδομα τέκνου. Το ποσό του επιδόματος τέκνου που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας άνευ αποδοχών εξαρτάται από τη διάρκειά της και το πιο πρόσφατο ύψος του εισοδήματος. Οι κανόνες στην Αυστρία υπερβαίνουν κατά πολύ τα ελάχιστα πρότυπα που ορίζονται στην παρούσα έκθεση.
Επιπλέον, είμαι επίσης υπέρ της καθιέρωσης πλήρως αμειβόμενης άδειας πατρότητας, αν και θα πρέπει να επιλεγεί διαφορετική νομική βάση για αυτή. Πιστεύω ότι μια τέτοια άδεια πατρότητας δεν θα πρέπει να ρυθμίζεται από την οδηγία για την προστασία της μητρότητας, αλλά θα πρέπει αντίθετα να ρυθμίζεται από ειδική οδηγία που δεν θα έχει ως στόχο την προστασία της υγείας των μητέρων και των παιδιών.
Mitro Repo (S&D), γραπτώς. – (FI) Ψήφισα υπέρ της άδειας μητρότητας διάρκειας 20 εβδομάδων. Η μεγαλύτερη διάρκεια της άδειας μητρότητας είναι σημαντική για την ανάπτυξη και την ευημερία των παιδιών, τα οποία εκπροσωπούν την καλύτερη μορφή κεφαλαίου της κοινωνίας. Στη Φινλανδία, υπάρχει ένα βιώσιμο σύστημα άδειας μητρότητας και πατρότητας. Ένα σύστημα σαν το δικό μας δεν είναι, ωστόσο, διαθέσιμο σε όλους στην Ευρώπη. Για τον λόγο αυτόν, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι γυναίκες δεν χρειάζεται να υποφέρουν οικονομικά σε περίπτωση που αποφασίσουν να αποκτήσουν παιδιά. Δεν πρέπει να επιβαρύνονται μόνο οι επιχειρήσεις με τον οικονομικό φόρτο της άδειας μητρότητας: πρέπει αναμφισβήτητα και ο δημόσιος τομέας να μοιραστεί το κόστος. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ειδικότερα, κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες. Ούτε πρέπει οι τομείς όπου οι γυναίκες αποτελούν μεγάλο ποσοστό του προσωπικού να υποκύψουν στην υπερβολική οικονομική πίεση. Η θέση των γυναικών όσον αφορά την αμοιβή είναι ανησυχητική. Δεν πρέπει να γίνει ασθενέστερη. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να φροντίσουμε να μην συμβεί αυτό.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Το Κοινοβούλιο απέδωσε επιτέλους λίγη δικαιοσύνη στις εργαζόμενες μητέρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και όχι όλη τη δικαιοσύνη που αξίζουν. Ήταν μια μακρά διαδικασία. Στο τέλος της περασμένης κοινοβουλευτικής περιόδου, ήμασταν στα πρόθυρα της υιοθέτησης κειμένου στο Κοινοβούλιο που θα σήμαινε ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός για τα δικαιώματα των εργαζόμενων μητέρων. Δεν μπορέσαμε να το ψηφίσουμε επειδή η Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) (Ομάδα PPE) και η Ομάδα της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών για την Ευρώπη (Ομάδα ALDE) ένωσαν τις δυνάμεις τους εναντίον του και αποφάσισαν να επιστρέψουν την έκθεση στην Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων.
Μετά από μήνες εργασίας, σήμερα, ψηφίσαμε και πάλι για ένα κείμενο που, αν και δεν είναι τόσο φιλόδοξο όσο εκείνο που απορρίφθηκε από τις Ομάδες PPE και ALDE, είναι αρκετά γενναίο: επιτρέπει στις μητέρες να διατηρήσουν τον μισθό τους κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας· αυξάνει τη νομική τους προστασία κατά των απολύσεων· επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τον χρόνο εργασίας με σκοπό την καλύτερη ισορροπία μητρότητας και εργασίας· παρατείνει την άδεια μητρότητας σε 20 τουλάχιστον εβδομάδες (αν και ορισμένοι από εμάς θα θέλαμε να είναι 24 εβδομάδες, όπως συστήνει η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας)· διευκολύνει την κινητικότητα των εργαζόμενων μητέρων εντός της ΕΕ και σημειώνει πρόοδο στην κοινή ευθύνη για τον πατέρα, αν και όχι τόσο όσο ορισμένοι από εμάς θα θέλαμε.
Licia Ronzulli (PPE), γραπτώς. – (IT) Η σημερινή ψηφοφορία ενθαρρύνει τις εργαζόμενες που επιθυμούν να γίνουν μητέρες, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα προόδου προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης προστασίας που θα βοηθήσει εκατομμύρια ευρωπαίων γυναικών να συνδυάσουν αποτελεσματικότερα τον ρόλο της μητέρας με τον ρόλο της εργαζόμενης. Τα οικονομικά συμφέροντα δεν βοήθησαν: ξεκινάμε πλέον μια πορεία που βαδίζει προς την ικανοποίηση των αναγκών των νέων οικογενειών. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας προσβλέπει σε μια κοινωνία που τοποθετεί την ανάπτυξη, την κατάρτιση και την εκπαίδευση στο επίκεντρο της πολιτικής δράσης. Πιστεύω ότι οι φόβοι περί τιμωρίας των γυναικών λόγω της παράτασης της άδειας μητρότητας με πλήρεις αποδοχές από 14 σε 20 εβδομάδες είναι αβάσιμοι: είναι βασικό καθήκον μας να προστατεύσουμε τις πιο αδύναμες εργαζόμενες, παρέχοντάς τους το δικαίωμα να παραμείνουν στο σπίτι με τα παιδιά τους. Η σημερινή νίκη στο Κοινοβούλιο αποτελεί επίσης προσωπική ικανοποίηση λόγω των προσπαθειών που κατέβαλα προσωπικά με στόχο να διασφαλιστεί ότι οι γαλουχούσες εργαζόμενες δεν θα χρειάζεται να εκτελούν βαριά ή επικίνδυνα καθήκοντα, απαλλάσσοντάς τις από τις υπερωρίες και τη νυκτερινή εργασία. Τώρα δίδουμε τη σκυτάλη στα κράτη μέλη και ελπίζω ότι θα ανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντά τους. Με τη σημερινή απόφαση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέδειξε ότι δεν θέλει πλέον γυναίκες στην κόψη του ξυραφιού, αλλά γυναίκες ελεύθερες και με επίγνωση του ρόλου τους στην κοινωνία μας.
Oreste Rossi (EFD), γραπτώς. – (IT) Σε μια Ευρώπη που γηράσκει, οι πολιτικές οι οποίες ευνοούν τις γυναίκες που επιλέγουν να αποκτήσουν παιδιά είναι ουσιαστικής σημασίας. Με τη νομοθεσία τόσο αποσπασματική όπως είναι σήμερα, υπάρχουν πάρα πολλές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη στήριξη της μητρότητας, οι οποίες εμποδίζουν πολλές γυναίκες που δεν μπορούν να γίνουν μητέρες. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει μια ελάχιστη περίοδο άδειας μητρότητας 20 εβδομάδων, εκ των οποίων έξι τουλάχιστον θα είναι με πλήρεις αποδοχές.
Είναι προφανές ότι σε χώρες όπως η Ιταλία ο νόμος αυτός είναι περιττός, διότι η περίοδος με πλήρεις αποδοχές είναι πολύ μεγαλύτερη από την ελάχιστη περίοδο που ορίζει η οδηγία, και οι περίοδοι κατά τις οποίες οι γυναίκες μπορούν να απουσιάζουν από την εργασία για τη φροντίδα των παιδιών τους εκτείνονται μέχρι την ηλικία των οκτώ ετών. Σε άλλες χώρες, ωστόσο, σημαίνει τελικά ότι τίθενται οι βάσεις για την κατοχύρωση της αξιοπρέπειας των μητέρων. Η πρόταση προβλέπει επίσης ότι ο πατέρας μπορεί να λάβει δύο εβδομάδες άδεια μετ’ αποδοχών, ώστε να μπορεί να είναι με τη σύζυγό του κατά την περίοδο αμέσως μετά τη γέννηση.
Daciana Octavia Sârbu (S&D), γραπτώς. – (EN) Σήμερα, ψήφισα για να υποστηρίξω τη βελτίωση των δικαιωμάτων και την καλύτερη ισορροπία μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής για τους εργαζόμενους γονείς. Ιδιαίτερη σημασία στην έκθεση αυτή έχουν οι διατάξεις για τις γυναίκες που γαλουχούν στον χώρο εργασίας. Οι παύσεις για γαλουχία προσφέρουν στις μητέρες τον χρόνο που χρειάζονται ώστε να παράσχουν την καλύτερη και πιο φυσική μορφή διατροφής για το αναπτυσσόμενο παιδί τους. Η διατροφή αποτελεί βασικό καθοριστικό παράγοντα της υγείας σε ολόκληρη τη ζωή. Χαίρομαι που η έκθεση αυτή ευνοεί τις μητέρες που επέστρεψαν στην εργασία τους και εξακολουθούν να επιλέγουν να θηλάζουν το παιδί τους παρέχοντάς του διατροφικά οφέλη.
Carl Schlyter και Isabella Lövin (Verts/ALE), γραπτώς. – (SV) Πιστεύουμε ότι η καλά θεσμοθετημένη υποχρεωτική γονική άδεια είναι ύψιστης σημασίας για κάθε χώρα. Στην τελική ψηφοφορία, ωστόσο, δεν θελήσαμε να ψηφίσουμε υπέρ της νομοθετικής πρότασης του Κοινοβουλίου, επειδή παρέβη διάφορες αρχές που είναι πολύ σημαντικές για εμάς. Πρώτον, η πρόταση θέλει να εισαγάγει υποχρεωτική άδεια έξι εβδομάδων μόνο για τη μητέρα.
Πιστεύουμε ότι οι ίδιοι οι γονείς θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν πώς θα λάβουν τη γονική τους άδεια και ότι η πρόταση αυτή θα ήταν ένα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση για την ισότητα των φύλων στη Σουηδία. Δεύτερον, δεν πιστεύουμε ότι είναι εύλογο να καθοριστεί το ύψος της αποζημίωσης για τη γονική άδεια σε πλήρη αμοιβή. Σε ό,τι αφορά τη Σουηδία, αυτό θα μπορούσε να εξαναγκάσει σε μείωση της διάρκειας της γονικής ασφάλισης προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ένα τόσο δαπανηρό σύστημα. Είμαστε της άποψης ότι η οργάνωση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εθνικών κοινοβουλίων.
Brian Simpson (S&D), γραπτώς. – (EN) Οι βουλευτές του ΕΚ που ανήκουν στο Εργατικό Κόμμα στηρίζουν πλήρως την ανάγκη ενίσχυσης της προστασίας των εγκύων, λεχώνων ή γαλουχουσών, και ως εκ τούτου ψήφισαν υπέρ πολλών από τις βασικές προτάσεις της οδηγίας. Αυτές περιλαμβάνουν την παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες, την πλήρη αμοιβή για τις μητέρες κατά τις πρώτες υποχρεωτικές έξι εβδομάδες μετά τον τοκετό, και δύο εβδομάδες άδεια πατρότητας με πλήρεις αποδοχές. Ωστόσο, οι βουλευτές του ΕΚ που ανήκουν στο Εργατικό Κόμμα εκφράζουν την ανησυχία ότι οι προτάσεις που ενέκρινε το Κοινοβούλιο θα μπορούσαν να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες σε χώρες που χρησιμοποιούν ήδη ένα πιο σύνθετο σύνολο διατάξεων για τη μητρότητα. Συγκεκριμένα, ανησυχούμε ότι οι προτάσεις θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε μια οπισθοδρομική κυβέρνηση να περικόψει την παροχή μητρότητας, έτσι ώστε οι χαμηλότερα αμειβόμενες γυναίκες που εργάζονται να μπορεί πραγματικά να χάσουν κατά την περίοδο της άδειας μητρότητας. Ενώ κάποιες πτυχές της έκθεσης αυτής θα αποτελέσουν ανεκτίμητη βελτίωση σε κράτη μέλη με πολύ χαμηλά επίπεδα παροχών μητρότητας, οι τροπολογίες αυτές ενδέχεται να οδηγήσουν σε κοινωνική οπισθοδρόμηση σε άλλες χώρες.
Bogusław Sonik (PPE), γραπτώς. – (PL) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε σήμερα έκθεση για τη διασφάλιση της υγείας των εγκύων μητέρων και των μητέρων που βρίσκονται σε άδεια μητρότητας. Με την υιοθέτηση κοινής θέσης σε αυτήν τη μορφή, αποστέλλουμε σαφές μήνυμα ότι υποστηρίζουμε αλλαγές για τη βελτίωση των ευρωπαϊκών προτύπων για την προστασία των νεαρών μητέρων. Εγγυούμαστε στις γυναίκες ελάχιστη διάρκεια άδειας μητρότητας, η οποία καθίσταται πλέον με πλήρεις αποδοχές. Με την πρόληψη των καταχρηστικών απολύσεων, αυξήσαμε επίσης την προστασία για τις θέσεις εργασίας των γυναικών που επιστρέφουν στην εργασία μετά την άδεια μητρότητας.
Οι αλλαγές που εισάγει η οδηγία αποτελούν βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, με την εγγύηση στις γυναίκες της Ευρώπης ελαχίστου δικαιώματος άδειας μητρότητας. Χαίρομαι, επίσης, που ενθαρρύνεται ο πατέρας να φροντίζει τα παιδιά του με την καθιέρωση άδειας πατρότητας δύο εβδομάδων.
Catherine Soullie (PPE), γραπτώς. – (FR) Η ψηφοφορία για την έκθεση της κ. Estrela είναι ζωτικής σημασίας. Η θέση που υιοθετήθηκε είναι καθαρά δημαγωγική και ανεύθυνη. Απαιτώντας 20 εβδομάδες άδεια μητρότητας, δυσφημούμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είμαστε η φωνή των πολιτών· η υιοθέτηση τέτοιων μη ρεαλιστικών θέσεων δεν προωθεί τα συμφέροντά τους. Θα προκύψει πολύ σημαντικό κόστος για τους κοινωνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών: όσον αφορά τη Γαλλία, για παράδειγμα, το ποσό ανέρχεται στα 1,3 δισ. ευρώ.
Η σημερινή οικονομική κατάσταση δεν μας επιτρέπει να απορροφήσουμε τέτοια αύξηση μέσα στους κρατικούς προϋπολογισμούς, για να μην αναφέρω τις συνέπειες για τις επιχειρήσεις μας που θα πρέπει να αναλάβουν μέρος των πρόσθετων αυτών δαπανών. Πρέπει να υποστηρίξουμε και να ενθαρρύνουμε τις γυναίκες να συνδυάζουν καλύτερα τη μητρότητα και την εργασία και όχι να καταστρέφουμε τις πιθανότητές τους για εύρεση εργασίας.
Η αύξηση από 14 σε 18 εβδομάδες που πρότεινε η Επιτροπή αποτελούσε πραγματικό βήμα προς τα εμπρός· βήμα που θα μπορούσε να υλοποιηθεί εξετάζοντας νέες επιλογές παιδικής φροντίδας. Το μήνυμα που μεταφέρει το κείμενο αυτό φέρει τεράστια ευθύνη: η μητρότητα καθίσταται σαφώς εμπόδιο στην προσωπική ανάπτυξη στον χώρο εργασίας.
Marc Tarabella (S&D), γραπτώς. – (FR) Χαιρετίζω την έγκριση της έκθεσης αυτής σχετικά με την πρόταση οδηγίας για την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων, καθώς και μέτρων που αποσκοπούν στο να βοηθήσουν τις εργαζόμενες στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής. Καταστήσαμε την άδεια μητρότητας μεγαλύτερη και καλύτερα αμειβόμενη και, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρώπης, καθιερώσαμε άδεια πατρότητας. Η ψηφοφορία αυτή θα κατέχει ξεχωριστή θέση στην ιστορία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ευρωπαίων μητέρων και πατέρων.
Σε όλους εκείνους που ήθελαν να θυσιάσουν τα κοινωνικά δικαιώματα στον βωμό της οικονομικής κρίσης, απαντώ να πάνε να πάρουν τα χρήματα από εκεί που υπάρχουν και να μην τιμωρούν τους πολίτες περισσότερο. Η βελτίωση της άδειας μητρότητας και η θέσπιση άδειας πατρότητας: αποτελούν και αυτά πεδία μάχης για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία, την ίδια στιγμή που η οικογένεια καθίσταται όλο και περισσότερο η τελική εγγύηση κατά των αναταραχών της ζωής.
Keith Taylor (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της νομοθετικής πρότασης που εγγυάται ενδυνάμωση και παράταση της αμοιβής για άδεια πατρότητας/μητρότητας στο Κοινοβούλιο σήμερα. Το έπραξα μετά από πιέσεις που δέχθηκα από υποστηρικτές και αντιπάλους. Έχω πλήρη επίγνωση των οικονομικών συνθηκών στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες θα επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο από τις πρόσφατες δημοσιονομικές ανακοινώσεις επιπλέον περικοπών των δαπανών. Παρ’ όλα αυτά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τάχθηκε υπέρ των 20 εβδομάδων άδειας μητρότητας με πλήρη μισθό και 2 εβδομάδων άδειας πατρότητας, και πιστεύω ότι πρόκειται για λογική επένδυση για την οικονομία, που συμβάλλει στην επίτευξη του στόχου της ΕΕ για 75% συμμετοχή στην αγορά εργασίας έως το 2020. Βελτιώνει την υγεία των βρεφών και προστατεύει την υγεία και την ευημερία των μητέρων. Αποτελεί βήμα για τη μείωση του υφιστάμενου μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων. Κατά μέσο όρο, στην ΕΕ, οι γυναίκες κερδίζουν 17% λιγότερο από τους άνδρες. Εάν δεν εγγυηθούμε αξιοπρεπείς μισθούς κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, οι γυναίκες τιμωρούνται ως προς τα εισοδήματά τους για την απόκτηση παιδιών. Αποτελεί επίσης θετική ενθάρρυνση για την αύξηση της συμμετοχής του πατέρα στη φροντίδα των παιδιών. Εκτός από τον θάνατο και τους φόρους, η γέννηση είναι το μόνο βέβαιο στη ζωή. Τα παιδιά μας είναι το μέλλον και οι βελτιώσεις που ψηφίστηκαν σήμερα θα αποτελέσουν ένα καλύτερο και ασφαλέστερο ξεκίνημα στη ζωή τους.
Marianne Thyssen (PPE), γραπτώς. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, πρέπει να εισέλθουν περισσότεροι άνδρες και γυναίκες στην αγορά εργασίας και να διασφαλιστεί ότι παραμένουν στην εργασία, αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ευημερία μας και να είμαστε σε θέση να αντέχουμε οικονομικά να πληρώνουμε συντάξεις. Επιπλέον, σε μια εποχή έντονου διεθνούς ανταγωνισμού και δημοσιονομικής αυστηρότητας, πρέπει να έχουμε το θάρρος να λαμβάνουμε μέτρα τα οποία επενδύουν στις οικογένειες και αφαιρούν μέρος της πίεσης από το καθήκον του επίπονου συνδυασμού εργασίας και οικογένειας. Η παράταση της άδειας μητρότητας είναι ένα από τα μέσα προς τον σκοπό αυτόν. Για τον λόγο αυτόν, στηρίζω την παράταση της άδειας μητρότητας. Ωστόσο, σε εποχή δημοσιονομικών δυσχερειών, οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές. Η άδεια μητρότητας των είκοσι εβδομάδων με πλήρεις αποδοχές δεν αποτελεί εφικτή λύση για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισής μας και τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Για τους λόγους αυτούς, απείχα από την τελική ψηφοφορία, αν και στηρίζω την παράταση της άδειας μητρότητας. Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζω την αρχική πρόταση της Επιτροπής για παράταση της άδειας μητρότητας σε 18 εβδομάδες, με την προϋπόθεση να εφαρμοσθεί το ισχύον καθεστώς προσαρμοσμένης αποζημίωσης. Ελπίζω ότι η πρόταση αυτή θα έχει καλύτερη τύχη στη δεύτερη κοινοβουλευτική ανάγνωση.
Silvia-Adriana Ţicău (S&D), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης σχετικά με την πρόταση οδηγίας για την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων.
Πιστεύω ότι είναι ύψιστης σημασίας για τις εργαζόμενες που βρίσκονται σε άδεια μητρότητας να λαμβάνουν τον πλήρη μισθό τους και ότι το επίδομα μητρότητας πρέπει να είναι το 100% του τελευταίου μηνιαίου μισθού τους ή του μέσου μισθού, αν ο μηνιαίος μισθός είναι χαμηλότερος αυτού. Αυτό σημαίνει ότι οι γυναίκες δεν θα τιμωρούνται για την περίοδο της άδειας μητρότητας που έχουν λάβει, όταν πρόκειται για τη σύνταξη γήρατός τους.
Δεδομένων των δημογραφικών τάσεων στην ΕΕ, το ποσοστό γεννήσεων χρειάζεται ώθηση μέσω ειδικής νομοθεσίας και μέτρων που αποσκοπούν στη συμβολή για καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής, ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Για να βοηθηθούν οι εργαζόμενες στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής, είναι ζωτικής σημασίας να προβλέπονται μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα άδειας μητρότητας και πατρότητας, που να περιλαμβάνουν και την υιοθεσία παιδιών κάτω των 12 μηνών. Ο καθορισμός της υποχρεωτικής περιόδου της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες συνάδει με τις συστάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας της 16ης Απριλίου 2002 σχετικά με μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη διατροφή του βρέφους και του παιδιού.
Thomas Ulmer (PPE), γραπτώς. – (DE) Ψήφισα κατά της έκθεσης αυτής διότι δεν τηρεί αυστηρά την αρχή της επικουρικότητας και διαταράσσει τις εθνικές ρυθμίσεις πληρωμών και τις υποχρεώσεις των κρατών μελών. Επιπλέον, περιέχει επίσης στοιχεία όπως η άμβλωση και η ελευθερία αναπαραγωγής, για τα οποία δεν είμαι σε θέση να μοιραστώ την ευθύνη για θρησκευτικούς λόγους.
Viktor Uspaskich (ALDE), γραπτώς. – (LT) Κυρίες και κύριοι, οι γυναίκες δεν πρέπει να τιμωρούνται επειδή αποφάσισαν να αποκτήσουν οικογένεια. Δεν πρόκειται απλώς για ηθικό ζήτημα, αλλά και για στρατηγικό – η ΕΕ βιώνει σήμερα δημογραφικές αλλαγές, λόγω του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων και της αύξησης του αριθμού των ηλικιωμένων. Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, ιδίως, δεν πρέπει να αποδιώχνουμε τις γυναίκες από την αγορά εργασίας. Χρειαζόμαστε περισσότερες εργαζόμενες γυναίκες εάν η ΕΕ θέλει να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της σε παγκόσμιο επίπεδο. Ήλθε η ώρα για την καταπολέμηση των στερεοτύπων που έχουν ριζώσει στην κοινωνία. Οι εργαζόμενες γυναίκες θεωρούνται συχνά εργαζόμενες «υψηλού κινδύνου» ή «δεύτερης επιλογής». Είναι απαραίτητο, επομένως, οι νέες ρυθμίσεις για την άδεια που παρουσιάζονται στην παρούσα έκθεση να συμβάλουν στην εξάλειψη των εν λόγω στερεότυπων. Πρέπει επίσης να προσφέρουμε περισσότερη βοήθεια στις γυναίκες που έχουν εγκαταλειφθεί από την κοινωνία. Στατιστικά στοιχεία της ΕΕ δείχνουν ότι στη Λιθουανία οι ανύπαντρες μητέρες αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας. Ο κίνδυνος της φτώχειας για τις εργαζόμενες στην ομάδα αυτή είναι 24%. Ήταν μακρά η πορεία έως ότου η ΕΕ να εγγυηθεί νομικά την ισότητα των φύλων. Ωστόσο, πρέπει να επιτύχουμε ακόμη περισσότερα και να μετατρέψουμε τη θεωρητική ισότητα των φύλων σε πραγματική, απτή ισότητα, η οποία θα εφαρμόζεται στην καθημερινή ζωή.
Frank Vanhecke (NI), γραπτώς. – (NL) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Estrela επειδή δεν θέλω να υπάρξει οποιαδήποτε παρανόηση σχετικά με τα ακόλουθα: είναι αυτονόητο ότι οι γυναίκες έχουν ιδιαίτερες ανάγκες κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την εγκυμοσύνη, ότι είναι εξαιρετικά συμφέρον για την κοινωνία στο σύνολό της οι ανάγκες αυτές να πληρούνται και ότι η κοινωνία, επομένως, πρέπει και αυτή να φέρει μεγάλο μέρος της ευθύνης ως προς αυτό. Ωστόσο, θα ήθελα να θέσω κάποια ζητήματα αρχής. Καταρχάς, είναι πραγματικά λογικό να επιβάλουμε εμείς, από τους πολυτελέστατους ευρωπαϊκούς μας πύργους εδώ, υποχρεωτικούς κανόνες που θα ισχύουν σε ολόκληρη την Ένωση, μεταξύ άλλων και στα κράτη μέλη που, από οικονομική άποψη, έχουν ακόμη πολλά να επιτύχουν;
Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό για αυτό; Αυτό με οδηγεί στο δεύτερο θεμελιώδες σχόλιό μου: είναι λογικό να επιβάλλεται το βάρος, για να το πω έτσι, των μέτρων αυτών, αποκλειστικά στους ώμους των εργοδοτών; Δεν θα οδηγήσει αυτό τελικά σε κατάσταση ακριβώς αντίθετη από εκείνη που στοχεύει· δηλαδή, να υπάρχουν λιγότερες θέσεις εργασίας που διατίθενται για νέες γυναίκες, επειδή οι εργοδότες απλώς δεν θα είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν μόνοι τους όλες τις επιπτώσεις που κινδυνεύουν να υποστούν σε περίπτωση εγκυμοσύνης των νεαρών εργαζομένων τους; Είναι πολύ καλό να ψηφίζουμε «κοινωνικά» σε αυτό το Σώμα, αλλά δεν θα φέρουμε εμείς το βάρος της κοινωνικής ψήφου.
Marie-Christine Vergiat (GUE/NGL), γραπτώς. – (FR) Η οδηγία για την άδεια μητρότητας εγκρίθηκε τελικά σήμερα, 20 Οκτωβρίου, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ψήφισα υπέρ του κειμένου αυτού, το οποίο αντιπροσωπεύει πραγματική πρόοδο για τις γυναίκες.
Η οδηγία μένει ακόμη να γίνει αποδεκτή από το Συμβούλιο. Το κείμενο που εγκρίθηκε σήμερα έχει ως στόχο να παράσχει στις γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση το δικαίωμα άδειας μητρότητας 20 εβδομάδων, τέσσερις εβδομάδες περισσότερο απ’ ό,τι στη Γαλλία, όπου οι γυναίκες σήμερα δικαιούνται άδεια μητρότητας 16 εβδομάδων.
Το κείμενο που εγκρίναμε παρέχει επίσης δικαίωμα άδειας πατρότητας 20 ημερών (περισσότερο από τις 11 ημέρες που χορηγούνται αυτήν τη στιγμή στη Γαλλία).
Η οδηγία προβλέπει επίσης ότι οι γυναίκες πρέπει να λαμβάνουν το σύνολο του μισθού τους κατά τη διάρκεια της άδειάς τους: ένα σημαντικό μήνυμα κατά τη σημερινή κατάσταση κρίσης.
Επιπλέον, το κείμενο περιλαμβάνει ρήτρα μη κοινωνικής οπισθοδρόμησης, γεγονός που σημαίνει ότι όπου η νομοθεσία των κρατών μελών είναι πιο γενναιόδωρη σε ορισμένα σημεία, θα εξακολουθήσει να ισχύει. Πρόκειται σίγουρα για περίπτωση προόδου ως εκ τούτου, και την επικροτώ.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι υπάρχει μεγάλη διαφορά σε πολλές χώρες όσον αφορά τους όρους πληρωμής για τις επιχειρήσεις, όταν πρόκειται για κρατικές, μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), και μεγάλες εταιρείες. Γνωρίζουμε καλά ότι στην τρέχουσα οικονομική κρίση, και με τις αυξημένες δυσκολίες της, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερα προβλήματα ρευστότητας, σε πολλά δε κράτη μέλη εκτίθενται ακόμη και σε αυξημένο κίνδυνο πτώχευσης. Η οδηγία που επιχείρησε να ρυθμίσει το ζήτημα αυτό είχε περιορισμένο αντίκτυπο, η δε πρόταση που εγκρίναμε τώρα αποτελεί σημαντικό βήμα για τον καθορισμό και την τήρηση προθεσμιών πληρωμής, όχι μόνο στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων, αλλά και στις σχέσεις που συνάπτουν οι επιχειρήσεις μεταξύ τους. Θα διαθέτουμε πλέον νομοθεσία που μας προσφέρει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα όσον αφορά την τήρηση των προθεσμιών πληρωμής, με σαφές σύστημα κυρώσεων για την καθυστέρηση πληρωμής, αυτό δε αποτελεί επίσης πραγματική βελτίωση στην εξουδετέρωση της συχνής κατάχρησης εκ μέρους κρατικών και μεγάλων επιχειρήσεων της δεσπόζουσας θέσης τους εις βάρος των ΜΜΕ. Η παρούσα οδηγία πρέπει πλέον να εφαρμοσθεί γρήγορα από τα κράτη μέλη, έτσι ώστε τα σοβαρά προβλήματα που προκαλούνται από την καθιέρωση μακρών προθεσμιών πληρωμής και την καθυστέρηση των πληρωμών τελικά να επιλυθούν.
Roberta Angelilli (PPE), γραπτώς. – (IT) Η εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων στις εμπορικές συναλλαγές, τόσο από τις δημόσιες όσο και τις ιδιωτικές υπηρεσίες, δεν αποτελεί απλώς ζήτημα αστικού καθήκοντος, αλλά και ανάληψης ευθύνης για μια σειρά αρνητικών συνθηκών που θα μπορούσαν να πλήξουν τις πιστώτριες επιχειρήσεις, ιδίως τις ΜΜΕ. Το να είναι σε θέση να υπολογίζουν σε άμεση πληρωμή σημαίνει ότι εγγυόμαστε στις επιχειρήσεις αυτές σταθερότητα, ανάπτυξη, δημιουργία θέσεων εργασίας και επενδύσεις.
Δυστυχώς, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν συχνό φαινόμενο στην Ευρώπη και ζημιώνουν την ανταγωνιστικότητα. Ιδιαίτερη ευθύνη ως προς τη δημιουργία δυσκολιών φέρουν οι δημόσιες αρχές, γεγονός που συχνά οφείλεται σε κακή διαχείριση των προϋπολογισμών και των ταμειακών ροών τους ή είναι αποτέλεσμα της υπερβολικής γραφειοκρατίας στον διοικητικό τους μηχανισμό. Μερικές φορές επίσης λαμβάνεται μια απόφαση για λειτουργία με βάση τις νέες δομές δαπανών χωρίς να ληφθούν υπόψη δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν προηγουμένως και οι οποίες πρέπει να τηρηθούν εντός των συμβατικά συμφωνημένων προθεσμιών.
Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι είναι καθήκον μας να υιοθετήσουμε μέτρα τα οποία καλύπτουν τα κενά της προηγούμενης οδηγίας 2000/35/ΕΚ, επιδιώκοντας με τον τρόπο αυτόν να αποθαρρύνουμε το φαινόμενο των καθυστερήσεων πληρωμών με την υιοθέτηση μέτρων που παρακινούν τους οφειλέτες να μην πληρώνουν με καθυστέρηση και άλλων μέτρων που επιτρέπουν στους πιστωτές να ασκήσουν τα δικαιώματά τους πλήρως και αποτελεσματικά σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής.
Liam Aylward (ALDE), γραπτώς. – (GA) Ψήφισα υπέρ της επίκαιρης αυτής έκθεσης και της καθιέρωσης προθεσμίας στόχου 30 ημερών για την πληρωμή των λογαριασμών. Οι ΜΜΕ αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της ευρωπαϊκής οικονομίας· οι μικρότερες αυτές επιχειρήσεις αποτελούν το 99,8% του συνόλου των επιχειρήσεων της ΕΕ και δημιουργούν το 70% της συνολικής απασχόλησης στην ΕΕ. Τα μέτρα για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων πληρωμών που περιέχονται στην έκθεση είναι πρακτικά μέτρα για τη στήριξη των ΜΜΕ και τη διασφάλιση ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις δεν θα ζημιώνονται λόγω των απλήρωτων λογαριασμών.
Οι νέοι κανόνες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες για επενδύσεις και να επιτρέψουν στις ΜΜΕ να επικεντρωθούν στην καινοτομία και την ανάπτυξη. Επιπλέον, επικροτώ όσα αναφέρει η έκθεση σχετικά με τη διασφάλιση ότι τα νέα μέτρα δεν αυξάνουν το υφιστάμενο επίπεδο γραφειοκρατίας, και ότι δεν δημιουργείται επιπλέον γραφειοκρατία ή διοικητικά προβλήματα για τις ΜΜΕ.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής και χαίρομαι που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατάφεραν να επιτύχουν την παρούσα συμφωνία, η οποία είναι πολύ σημαντική, ιδίως για τις μικρές επιχειρήσεις. Ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν το θεμέλιο της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον μεγαλύτερο δημιουργό απασχόλησης, η κρίση κατέδειξε σαφέστατα ότι, την ίδια στιγμή, οι ιδιοκτήτες μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι οι πλέον ευάλωτοι, και η πολιτική που ακολουθούν τα κράτη μέλη δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για την προώθηση και την ανάπτυξή τους, επειδή η κοινοτική νομοθεσία, όπως η πράξη για τις μικρές επιχειρήσεις (Small Business Act), δεν έχει πλήρως υλοποιηθεί και εφαρμοσθεί. Πολλές εταιρείες πτώχευσαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, και αυτό αποτελεί τεράστια απώλεια. Επομένως, είμαι πολύ ικανοποιημένος με το βήμα αυτό το οποίο, αν και μικρό, έχει μεγάλη σημασία για τις μικρές επιχειρήσεις, παρέχοντας σαφήνεια ως προς τις προθεσμίες πληρωμής. Ξεκινούμε να δημιουργούμε πραγματικά περιβάλλον σαφές και κατανοητό για τις μικρές επιχειρήσεις και συμβάλλουμε στην καθιέρωση επιχειρηματικής κουλτούρας.
Sergio Berlato (PPE), γραπτώς. – (IT) Με την έγκριση της νέας οδηγίας κατά των καθυστερήσεων πληρωμών, μέτρο που αποτελεί έμπρακτη στήριξη προς τις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεισφέρει αποφασιστικά προς το συμφέρον των πολιτών και του ευρωπαϊκού συστήματος παραγωγής. Η αναδιατύπωση της οδηγίας καθορίζει στην ουσία ρητούς όρους πληρωμής και τις κατάλληλες κυρώσεις για την ενθάρρυνση έγκαιρων πληρωμών εντός της Ένωσης, τόσο από τις δημόσιες αρχές όσο και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το μέτρο αυτό θα πρέπει να θέσει εκ νέου σε κυκλοφορία εντός της οικονομίας περίπου 180 δισ. ευρώ: αυτό είναι το πραγματικό ποσό που οφείλεται από δημόσιες αρχές στο σύστημα των επιχειρήσεων στην Ένωση.
Το πρόβλημα των καθυστερήσεων πληρωμών είναι ιδιαίτερα αισθητό στην Ιταλία, όπου οι δημόσιες αρχές πραγματοποιούν πληρωμές σε 128 ημέρες κατά μέσο όρο, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 67 ημερών. Οι αρνητικές επιπτώσεις των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές είναι, επομένως, σημαντικές. Ελπίζω ότι η οδηγία αυτή θα εφαρμοστεί το ταχύτερο δυνατό από τις εθνικές κυβερνήσεις, προκειμένου να αρθεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς.
Mara Bizzotto (EFD), γραπτώς. – (IT) Επιτέλους, μετά από μήνες αναβολής, ψηφίσαμε για την έκθεση που δίνει πραγματικά φρέσκια πνοή στο μέλλον των επιχειρήσεών μας. Οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν φαινόμενο το οποίο, ιδίως στην Ιταλία, έχει εξουθενώσει δεκάδες χιλιάδες εταιρειών, επιβαρύνοντας το ιταλικό οικονομικό σύστημα κατά περίπου 30 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με υπολογισμούς επαγγελματικών ενώσεων. Αφήνοντας κατά μέρος τους ειδικούς λόγους και τις εθνικές καταστάσεις, ψηφίζω υπέρ της έκθεσης η οποία καθορίζει γραπτώς κανόνες, άπαξ και δια παντός, τόσο για τους δημόσιους όσο και τους ιδιωτικούς φορείς. Η οικονομική κρίση έχει προκαλέσει ήδη δραματικό αριθμό πτωχεύσεων, καθώς και κλείσιμο εργοστασίων και εταιρειών και παύση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Με το μέτρο αυτό, η Ευρώπη μπορεί πραγματικά να βοηθήσει πολλές μικρές επιχειρήσεις που πνίγονται μόνιμα από τα τραπεζικά δάνεια λόγω της κρίσης και που ενδέχεται να πλέουν ήδη σε ταραγμένα νερά λόγω των ανείσπρακτων απαιτήσεων που καθυστερούν να καταβληθούν. Όταν η οδηγία αυτή εφαρμοστεί, θα αποφύγουμε τουλάχιστον πολλές περιπτώσεις όπου οι εταιρείες είναι υποχρεωμένες να διακόψουν τις δραστηριότητές τους λόγω του χρέους που προκλήθηκε από άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Σε ένα ασταθές οικονομικό κλίμα, οι καθυστερήσεις πληρωμών μπορεί να έχουν εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που χρειάζονται χρήματα για να πληρώσουν τους εργαζόμενους και τους προμηθευτές τους. Οι νέοι κανονισμοί για τις καθυστερήσεις πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, τους οποίους συμφώνησαν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 5 Οκτωβρίου, θα διευκολύνουν και θα επιταχύνουν τη διαδικασία είσπραξης από τις επιχειρήσεις των χρημάτων που οφείλονται. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κινούν την οικονομία, ακόμη και κατά τη διάρκεια κρίσης. Αυτό συμβαίνει σε κάθε ευρωπαϊκή οικονομία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διασφάλισε ότι όλα τα μέρη θα είναι ισότιμα και οι κανόνες θα ισχύουν για όλους, γεγονός το οποίο θα ωφελήσει πολλές ευρωπαϊκές ΜΜΕ.
Χάρη στη συμφωνία αυτή, οι ΜΜΕ θα σταματήσουν να λειτουργούν ως τράπεζες για τις δημόσιες επιχειρήσεις ή τις μεγάλες εταιρείες. Μαζί με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για χρέωση του ΦΠΑ στις ΜΜΕ μόνο μετά την εξόφληση των τιμολογίων, ο καθορισμός συγκεκριμένης προθεσμίας για την εξόφληση των τιμολογίων θα βοηθήσει όσες ΜΜΕ ανησυχούν για την επιβίωσή τους σε μια εποχή κατά την οποία οι αγορές βρίσκονται σε ύφεση.
Vito Bonsignore (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης διότι θεωρώ ότι είναι θεμελιώδους σημασίας να αναπτύξουμε κάθε πιθανή δράση με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ΜΜΕ. Επιπλέον, πρέπει να προαχθεί η καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, οι οποίες αποτελούν απαράδεκτη κατάχρηση, ιδιαίτερα σε περίοδο οικονομικής ύφεσης όπως αυτή που βιώνουμε. Οι αρνητικές επιπτώσεις των καθυστερήσεων πληρωμών είναι σημαντικές, αντιπροσωπεύοντας σημαντικό κόστος για τις πιστώτριες εταιρείες, μειώνοντας τις ταμειακές ροές και τη δυνατότητα επενδύσεων και πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα των ΜΜΕ.
Η παρούσα οδηγία ορθά περιλαμβάνει μέτρα για την αποθάρρυνση των οφειλετών από το να καθυστερούν τις πληρωμές, μέτρα που επιτρέπουν στους πιστωτές να ασκήσουν τα δικαιώματά τους, ενώ θεσπίζει επίσης συγκεκριμένους και ακριβείς κανόνες όπως η όχληση, η αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης και η προθεσμία πληρωμής 30 ημερών, εκτός εάν ισχύουν συγκεκριμένες εξαιρέσεις, για την καταβολή των οφειλών. Οι κανόνες αυτοί ορίζουν υποχρεώσεις για τις δημόσιες αρχές και τις αποτρέπουν από μορφές συμπεριφοράς που θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις για τις ΜΜΕ, θέτοντας σε κίνδυνο την αξιοπιστία των πολιτικών που υιοθετούνται.
Οι έγκαιρες πληρωμές αποτελούν επίσης αναγκαία και απαραίτητη προϋπόθεση για τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Françoise Castex (S&D), γραπτώς. – (FR) Δηλώνω και εγώ ικανοποιημένη με τη λύση που βρέθηκε όσον αφορά τις προθεσμίες πληρωμών και χαίρομαι που εγκρίθηκε η πρόταση των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών η οποία επιτρέπει μεγαλύτερη χρονική κλίμακα για τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, όπου οι περίπλοκες διαδικασίες του προϋπολογισμού καταλήγουν σε μεγαλύτερες προθεσμίες πληρωμών. Επιπλέον, αν και γίνεται σεβαστή η συμβατική ελευθερία μεταξύ των ιδιωτικών επιχειρήσεων, θεσπίζεται ουσιαστική προστασία με την απαγόρευση υπερβολικών προθεσμιών πληρωμών έναντι των πιστωτών, οι οποίοι συχνά είναι ΜΜΕ.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα αποχή στην έκθεση καθώς ενισχύει την προσπάθεια της Επιτροπής να πιέσει τα κράτη-οφειλέτες, προτείνοντας αυστηρά μέτρα σε μια περίοδο που τα δημόσια οικονομικά τους βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση. Η πίεση για να εξοφλούνται άμεσα, με την απειλή σοβαρών χρηματικών ποινών υπό τη μορφή τόκων, εξυπηρετεί κυρίως τους επιχειρηματίες που εκμεταλλευόμενοι την κρίση επιδιώκουν περικοπές στα συστήματα κοινωνικής προστασίας, πάγωμα ή και μείωση των μισθών των εργαζομένων. Ο ισχυρισμός ότι βοηθούνται οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν ευσταθεί γιατί με τα μεγέθη που καθορίζει ο κανονισμός, δεν πρόκειται στην ουσία για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ένα τέτοιο μέτρο θα δικαιολογείτο εάν είχε προηγηθεί η γενναία στήριξη της πραγματικής οικονομίας των μισθωτών και μέτρα που θα προωθούσαν την κοινωνική και οικονομική συνοχή.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Υποστηρίζω την ανάγκη ενίσχυσης της οδηγίας 2000/35/ΕΚ και τον καθορισμό μέσων που είναι απαραίτητα για την εξάλειψη ή τη μείωση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μου βρίσκονται οι ΜΜΕ, οι οποίες αποτελούν ουσιαστικό τμήμα της ευρωπαϊκής αγοράς για τη δημιουργία πλούτου και θέσεων εργασίας. Αυτή η πολιτική επιλογή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, με στόχο να καταστεί το επιχειρηματικό κλίμα ευνοϊκότερο για τις ΜΜΕ. Όσον αφορά το αποτρεπτικό επιτόκιο του 8%, ανησυχώ κάπως για τα αποτελέσματα ορισμένων περιφερειών της πατρίδας μου και άλλων ευρωπαϊκών κρατών που πραγματικά αγωνίζονται να τηρήσουν τους νέους κανόνες. Ελπίζω ότι η νέα αυτή προσέγγιση μπορεί να αποτελέσει πραγματική ευκαιρία για αλλαγή. Πρέπει πλέον να επικεντρωθούμε στην παρακολούθηση της υλοποίησης της οδηγίας στα εσωτερικά νομικά συστήματα με τη συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι εφαρμόζεται παντού με τον ενδεδειγμένο τρόπο.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Ελπίζω ότι η έναρξη ισχύος της οδηγίας για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές θα ωφελήσει περισσότερο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες κατά συνέπεια θα παράσχει μεγαλύτερη προστασία και θα χορηγήσει πόρους για την αύξηση των επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, ελπίζω ότι η οδηγία θα διευκολύνει την ανάπτυξη των μηχανισμών είσπραξης απαιτήσεων, δεδομένου ότι οι καθυστερήσεις πληρωμών των δημοσίων αρχών προκαλούν ανισορροπίες στη λειτουργία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και, κατ’ επέκταση, και της αγοράς.
Luigi Ciriaco De Mita (PPE), γραπτώς. – (IT) Οι καθυστερήσεις πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, καθώς και μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, αποτελούν ένα από τα ζητήματα που εμποδίζουν σήμερα την ανάκαμψη της οικονομικής ανάπτυξης. Η έγκριση της νέας οδηγίας για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές αποτελεί σημαντική καινοτομία που θα απαιτήσει την κατάλληλη προετοιμασία, πάνω απ’ όλα, του δημόσιου τομέα, τόσο σε πολιτικό όσο και διοικητικό επίπεδο. Σε πολιτικό επίπεδο, έτσι ώστε ο χρηματοοικονομικός και δημοσιονομικός προγραμματισμός να μπορεί να λάβει υπόψη όχι μόνον τον αντίκτυπο των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, αλλά τώρα και τον αντίκτυπο των νέων κανόνων για τις καθυστερήσεις πληρωμών οι οποίοι, εάν δεν εφαρμοσθούν ικανοποιητικά, μπορεί να έχουν τόσο άμεσο όσο και αντανακλαστικό αποτέλεσμα στο περιθώριο ελιγμών των κυβερνήσεων σε διάφορα επίπεδα. Σε διοικητικό επίπεδο, είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιμασία για την ορθή δημοσιονομική διαχείριση των δημόσιων φορέων, ξεκινώντας από την αναλογία μεταξύ υποχρεώσεων και δαπανών, έτσι ώστε τα φορολογικά έσοδα και, ως εκ τούτου, οι άνθρωποι, να μην επιβαρύνονται με φόρτο όπως οι πληρωμές τόκων που θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά. Τέλος, φαίνεται σημαντικό να υπάρχει ιδιαίτερη ευαισθητοποίηση και ευελιξία όσον αφορά πολλούς τομείς, όπως είναι ο τομέας της υγείας, στον οποίο οι δημόσιες αρχές επέδειξαν σημαντικές καθυστερήσεις πληρωμών προς τις επιχειρήσεις, για συνήθη αγαθά και υπηρεσίες που παρείχαν.
Diane Dodds (NI), γραπτώς. – (EN) Στο σημερινό οικονομικό κλίμα, είναι αρκετά δύσκολο να επιβιώσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ακόμη και χωρίς την πρόσθετη επιβάρυνση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές. Επομένως, κάθε μηχανισμός που συμβάλλει στην προστασία των επιχειρήσεων αυτών από το επιπρόσθετο κόστος και τις οικονομικές επιπτώσεις που περιβάλλουν τις καθυστερήσεις πληρωμών, θα πρέπει να επικροτηθεί.
Ωστόσο, πιστεύω ότι εναπόκειται στη βρετανική κυβέρνηση να ρυθμίσει το ζήτημα αυτό και όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι επιχειρήσεις και κρατικοί φορείς ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις πληρωμών τους. Η παρούσα έκθεση, αν και με θετικά στοιχεία, απαιτεί περαιτέρω διευκρινίσεις όσον αφορά ορισμένες πτυχές και κατά συνέπεια επέλεξα να απόσχω από την εν λόγω ψηφοφορία τη συγκεκριμένη στιγμή.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές διότι θα επιτρέψει την υιοθέτηση εναρμονισμένων μέτρων που θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την απόδοση των εταιρειών –και ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων– κατά την τρέχουσα κατάσταση οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, θεωρώ θετική την κατοχύρωση συστήματος εξαιρέσεων για τον τομέα της υγείας.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν πρόβλημα με εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες για την υγεία της παγκόσμιας οικονομίας και με ιδιαίτερα καταστροφικό αντίκτυπο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Οι επιπτώσεις τους καθίστανται ακόμη πιο επιζήμιες κατά την τρέχουσα περίοδο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το κακό παράδειγμα που δίδεται από τη δημόσια διοίκηση είναι απαράδεκτο, όπως συμβαίνει σε ιδιαίτερα σοβαρό βαθμό στην Πορτογαλία. Απαιτούνται μέτρα για τη χαλιναγώγηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, ούτως ώστε να προστατευθεί η καλή υγεία της ευρωπαϊκής οικονομίας και να αποφευχθούν καταστάσεις όπου οι δομές παραγωγής καταπνίγονται οικονομικά και σημειώνεται υπερχρέωση σε προϊόντα χρηματοδότησης, αυξάνοντας έτσι την εξάρτηση από τον τραπεζικό τομέα. Θα ήθελα να υπογραμμίσω την ιδιαίτερη περίπτωση των παραγωγών γεωργικών προϊόντων, οι οποίοι συχνά διαπιστώνουν καθυστερήσεις στα οφειλόμενα προς αυτούς από διακανονισμούς με σούπερ μάρκετ και διανομείς. Η μέγιστη προθεσμία εξόφλησης των 30 ημερών –η οποία μπορεί να παραταθεί έως και τις 60 ημέρες– μετά την παροχή και τιμολόγηση των υπηρεσιών είναι αρκετά λογική για τις υπόλοιπες εμπορικές σχέσεις και θα αποτελέσει κλειδί για την προαγωγή της νοοτροπίας της έγκαιρης εκπλήρωσης των δεσμεύσεων.
Louis Grech (S&D), γραπτώς. – (EN) Η έγκριση της έκθεσης Weiler σήμερα σηματοδοτεί μια σημαντική στροφή ως προς το κατώτατο όριο της διάστασης των πληρωμών στις επιχειρηματικές σχέσεις. Επί του παρόντος, αποτελεί κοινή πρακτική –και, αυτό που είναι πιο ανησυχητικό, αποδεκτή πρακτική– να ασκούν πίεση οι δημόσιες αρχές στις ΜΜΕ για την υπογραφή συμφωνιών που επιτρέπουν την καθυστερημένη εξόφληση των λογαριασμών.
Η Μάλτα αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Πάρα πολλές ΜΜΕ, οι οποίες αντιπροσωπεύουν άνω του 70% της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες ταμειακών ροών λόγω των καθυστερήσεων πληρωμών από επιχειρήσεις, κυρίως από τις δημόσιες αρχές, μεταξύ άλλων και της κυβέρνησης.
Σε ορισμένα κράτη μέλη, το ανώτατο όριο των 60 ημερών για τις δημόσιες αρχές θα χρησιμεύσει ως σημαντική προστατευτική ρήτρα για τις ΜΜΕ και τους πολίτες. Ωστόσο, για να καταστεί η διάταξη αυτή πραγματικά αποτελεσματική, πρέπει να υπάρξει ορθή μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας σε κάθε κράτος μέλος, σε συνδυασμό με αυστηρή παρακολούθηση εκ μέρους της Επιτροπής. Μόνο τότε ο νέος αυτός κανόνας θα μπορέσει να μεταφρασθεί σε πραγματικά απτά οφέλη για τους πολίτες και ιδιαίτερα τις ΜΜΕ.
Jarosław Kalinowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Οι όροι πληρωμής στις επιχειρηματικές συναλλαγές αποτελούν ζήτημα προτεραιότητας για την εύρυθμη λειτουργία των ευρωπαϊκών οικονομιών. Δυστυχώς, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους όρους πληρωμής, αυτό δε καθιστά αναγκαία την προσεκτική εξέταση της οδηγίας 2000/35/ΕΚ της 8ης Αυγούστου 2002, η οποία ισχύει σήμερα.
Η έλλειψη πειθαρχίας στις συναλλαγές αποτελεί ιδιαίτερη απειλή για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε χώρες που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση. Οι καθυστερήσεις πληρωμών προκαλούν συχνά δυσκολίες τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και στο διασυνοριακό εμπόριο. Για τον λόγο αυτόν, στηρίζω την πρόταση της εισηγήτριας για την ενίσχυση της νομοθεσίας, τη θέσπιση μέσων για την προστασία των επιχειρήσεων και την καθιέρωση υποχρεωτικής αποζημίωσης για την αναγκαστική εκτέλεση καθυστερημένων πληρωμών τιμολογίων και τόκων.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Χαιρετίζω την απόφαση της έκθεσης να σταθεί ακλόνητα στο πλευρό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν τεράστιο οικονομικό πρόβλημα στις εμπορικές συναλλαγές εντός της ΕΕ. Στον γεωργικό τομέα, επίσης, αποτελεί σοβαρό ζήτημα η μετακύλιση των προβλημάτων ρευστότητας προς τις γεωργικές επιχειρήσεις. Οι σαφώς καθορισμένες προθεσμίες πληρωμών θα θέσουν τέρμα σε αυτές τις μεθόδους. Υποστηρίζω την προθεσμία πληρωμής των 30 ημερών ως πρότυπο, όπως προτείνεται στην έκθεση, αλλά και την καθιέρωση γενικού ανώτατου ορίου 60 ημερών. Θεωρώ ακατανόητο το γεγονός ότι, σε πολλά κράτη μέλη, καθυστερούν οι πληρωμές δημόσιου χρήματος σε σχέση με συναλλαγές με τις δημόσιες διοικήσεις. Οι καθυστερήσεις πληρωμών βλάπτουν σοβαρά το επιχειρηματικό περιβάλλον και την εσωτερική αγορά και έχουν άμεσο αντίκτυπο στα κράτη μέλη. Η κατ’ αποκοπή αποζημίωση που απαιτήθηκε, η οποία καθίσταται καταβλητέα από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης της πληρωμής, αποτελεί απτή μέθοδο πρόληψης του φαινομένου αυτού.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Weiler διότι πιστεύω ότι είναι βασικό να διασφαλιστούν οι πιστωτές των δημόσιων διοικήσεων, που συνίστανται κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το μέτρο αυτό θα επιτρέψει να τεθούν εκ νέου σε κυκλοφορία περίπου 180 δισ. ευρώ ρευστών κεφαλαίων: αυτό είναι το ύψος του συνολικού χρέους που οφείλουν οι δημόσιες διοικήσεις σε επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ. Πρόκειται για πραγματικά σημαντικό βήμα, επειδή θα δοθεί στις επιχειρήσεις το αυτόματο δικαίωμα απαίτησης καταβολής των ληξιπρόθεσμων τόκων, ενώ θα λαμβάνουν και κατ’ αποκοπή ελάχιστο ποσό 40 ευρώ ως αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης της οφειλής. Οι επιχειρήσεις θα είναι επίσης σε θέση, σε κάθε περίπτωση, να απαιτήσουν την επιστροφή όλων των εύλογων εξόδων με τα οποία επιβαρύνθηκαν για τον σκοπό αυτόν. Πιστεύω ότι η πρωτοβουλία αυτή θα λειτουργήσει ως κίνητρο για τα κράτη μέλη ώστε να καταρτίσουν κώδικες έγκαιρης πληρωμής. Μπορούν, μάλιστα, να διατηρούν ή να εισάγουν νόμους και κανονισμούς που περιέχουν διατάξεις οι οποίες είναι ευνοϊκότερες για τους πιστωτές σε σχέση με εκείνες που θεσπίζονται με την οδηγία.
Erminia Mazzoni (PPE), γραπτώς. – (IT) Ανάμεσα στις πολλές προτάσεις που περιέχονται στην πράξη για τις μικρές επιχειρήσεις (Small Business Act), η πρόταση σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2000/35/ΕΚ ήταν μεταξύ των πιο επειγουσών, κατά τη γνώμη μου. Οι καθυστερήσεις πληρωμών έχουν γίνει συνήθης πρακτική για τις δημόσιες αρχές σε πολλές χώρες (και σε αυτές περιλαμβάνεται, βεβαίως, η Ιταλία). Εάν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 180 ημέρες από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας, μπορούμε μόνο να φανταστούμε τις ακραίες καθυστερήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις και τις συνέπειες για όσους διοικούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Το παράδοξο είναι ότι το κράτος απαιτεί έγκαιρη καταβολή των δασμών και των φόρων, εφαρμόζοντας κυρώσεις και επιβάλλοντας τόκους από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης, αγνοεί όμως τις δικές του υποχρεώσεις όταν είναι ο οφειλέτης. Η τροπολογία που ψηφίζουμε είναι πολύ σημαντική, ιδίως σε αυτήν την εποχή των σοβαρών οικονομικών δυσκολιών, δεν θα είναι όμως επαρκής από μόνη της για να επιλύσει το πρόβλημα. Εάν τα επιμέρους κράτη μέλη δεν τροποποιήσουν τις διαδικασίες είσπραξης των οφειλομένων ποσών από τις δημόσιες αρχές προκειμένου να καταστούν συντομότερες και αποτελεσματικότερες, οι διατάξεις που εγκρίθηκαν θα είναι αναποτελεσματικές.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι καθυστερήσεις πληρωμών των εμπορικών συναλλαγών, είτε μεταξύ επιχειρήσεων είτε μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίων οντοτήτων, ευθύνονται για τα προβλήματα ταμειακών ροών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και, με τη σειρά τους, συμβάλλουν συχνά σε περαιτέρω καθυστερήσεις πληρωμών, καθιερώνοντας έτσι έναν φαύλο κύκλο που δύσκολα αντισταθμίζεται. Είμαστε σίγουροι ότι η εφαρμογή των νέων κανόνων που προτείνονται εδώ θα αποτελέσει σημαντικό βήμα προς τον τερματισμό της κατάστασης αυτής και, συνεπώς, θα βοηθήσει τις εταιρείες να αντιμετωπίσουν την παρούσα περίοδο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι προτεινόμενες κυρώσεις είναι αναλογικές και αναγκαίες, ελπίζεται δε ότι θα αποθαρρύνουν τις ανάρμοστες εμπορικές πρακτικές που έχουν υιοθετήσει οι εμπορικοί παράγοντες.
Alajos Mészáros (PPE), γραπτώς. – (HU) Ήταν σημαντικό να γίνει αποδεκτό το ψήφισμα σχετικά με την οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το υπερψήφισα. Η συζήτηση σήμερα το πρωί αποκάλυψε επίσης ότι οι επιπτώσεις της κρίσης οι οποίες, στο πρόσφατο παρελθόν, έπληξαν και τα κράτη μέλη μας, εξακολουθούν να γίνονται έντονα αισθητές. Χρειάζεται να κάνουμε πολλές αλλαγές ενόψει της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Στο πλαίσιο των αλλαγών αυτών, η έκθεση ορθώς συστήνει τη μετάβαση προς τη νοοτροπία έγκαιρων πληρωμών. Αυτή θα καταστήσει δυνατό οι καθυστερήσεις πληρωμών να επισείουν συνέπειες που θα τις καθιστούν ασύμφορες.
Σύμφωνα με την εκτίμηση επιπτώσεων πριν την αναθεώρηση, οι αρχές πολλών κρατών μελών είναι γνωστές για τις κακές πρακτικές πληρωμών τους. Ελπίζω ειλικρινά ότι η σημερινή απόφαση θα είναι σε θέση να το αλλάξει και αυτό. Τέλος, η διευκόλυνση των ΜΜΕ μπορεί να βρίσκεται στο επίκεντρο των ανησυχιών μας και ως προς το θέμα αυτό. Οι προτεινόμενοι εναλλακτικοί μηχανισμοί επίλυσης διαφορών μπορούν να προσφέρουν λύση, όπως μπορεί και η δημοσιοποίηση των πρακτικών των κρατών μελών. Η εκμετάλλευση στο έπακρο των ευκαιριών που προσφέρονται μέσω της ευρωπαϊκής πύλης e-Justice μπορεί να βοηθήσει τους πιστωτές και τις επιχειρήσεις να λειτουργούν με λιγότερες ανησυχίες.
Miroslav Mikolášik (PPE), γραπτώς. – (SK) Χαιρετίζω την πρόταση της Επιτροπής που αντιμετωπίζει το πρόβλημα των καθυστερήσεων πληρωμών, το οποίο καθίσταται σοβαρό ζήτημα, ιδίως στις διασυνοριακές εμπορικές συναλλαγές, διότι παραβιάζει την ασφάλεια δικαίου.
Για να είναι οι συνέπειες των καθυστερήσεων πληρωμών ικανές να τις αποθαρρύνουν, είναι αναγκαίο να εισαχθούν διαδικασίες ταχείας δράσης για την είσπραξη αναμφισβήτητου ανεξόφλητου χρέους που συνδέεται με καθυστέρηση πληρωμών, στο πλαίσιο της δημιουργίας νοοτροπίας έγκαιρων πληρωμών. Η πρόταση τροποποίησης που στοχεύει στην επιβολή της καταβολής των αξιώσεων αυτών εις βάρος επιχείρησης ή δημόσιας αρχής μέσα από μια γενικά προσιτή on-line διαδικασία θα αποτελέσει θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της απλουστευμένης και ταχύτερης είσπραξης αυτού του είδους των εκκρεμών χρεών. Θα είναι επωφελής κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες πλήττονται περισσότερο από τις καθυστερήσεις πληρωμών και τις επίπονες διαδικασίες είσπραξης.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Τα εκκρεμή χρέη αντιπροσωπεύουν έναν σημαντικό οικονομικό κίνδυνο, ειδικότερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η έλλειψη νοοτροπίας πληρωμής, ειδικά σε περιόδους κρίσης, μπορεί να περιορίσει σημαντικά τη ρευστότητα. Θα προκύψει σίγουρα όφελος από μέτρα που οδηγούν σε μεγαλύτερη ευσυνειδησία σχετικά με την πληρωμή. Απείχα, διότι δεν είμαι πεπεισμένος ότι είναι λογικό να ρυθμίζεται αυτό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ή ότι το να γίνεται θα έχει θετική επίδραση στη νοοτροπία πληρωμής.
Claudio Morganti (EFD), γραπτώς. – (IT) Η έκθεση αντιμετωπίζει το πρόβλημα των καθυστερήσεων πληρωμών, ένα πρόβλημα που αποσταθεροποιεί την αγορά και, πάνω απ’ όλα, βλάπτει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για τις οποίες ανησυχώ ιδιαίτερα. Η ψήφος μου υπέρ της έκθεσης θα πρέπει να θεωρηθεί ελπίδα για τη γέννηση μιας νέας εμπορικής νοοτροπίας, η οποία θα είναι περισσότερο προσανατολισμένη προς την έγκαιρη πληρωμή, και στην οποία οι καθυστερήσεις πληρωμών θα θεωρούνται απαράδεκτη εκμετάλλευση της θέσης του πελάτη και παραβίαση της σύμβασης, και όχι ως συνήθης πρακτική.
Radvilė Morkūnaitė-Mikulėnienė (PPE), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ της νομοθεσίας αυτής διότι πιστεύω ότι η βελτίωση του χειρισμού των ρυθμίσεων πληρωμών είναι ευεργετική για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και την επιχειρηματική νοοτροπία γενικότερα. Πιστεύω ότι μία από τις διατάξεις που προβάλλονται στο παρόν έγγραφο είναι ιδιαίτερα προοδευτική: η έκκληση να δημοσιεύονται κατάλογοι των αναφερουσών οντοτήτων γρήγορα. Τα μέτρα αυτά όχι μόνο θα ενθαρρύνουν τις εταιρείες (ιδίως τις ΜΜΕ) να πληρώνουν η μία την άλλη έγκαιρα, μειώνοντας έτσι τους κινδύνους των προβλημάτων ρευστότητας, αλλά θα αυξήσουν και την αξιοπιστία και, κατά συνέπεια, την ανταγωνιστικότητα των εταιρειών αυτών.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Weiler, δεδομένου ότι θεωρώ απαραίτητο να καθοριστεί ένα ανώτατο όριο εντός του οποίου οι επιχειρήσεις πρέπει να πληρώνονται. Η ανάγκη αυτή καθίσταται ακόμη πιο επιτακτική και ουσιαστική σε αυτές τις εποχές κρίσης. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μαζί με τους επιχειρηματίες, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε όλες μας τις οικονομίες και αποτελούν βασικές πηγές απασχόλησης και εισοδήματος και ηγέτες στην καινοτομία και την ανάπτυξη. Δυστυχώς, πολύ συχνά το τελευταίο διάστημα, διαπιστώνουμε περιπτώσεις εταιρειών στις οποίες οφείλονται αρκετά εκατομμύρια από τις δημόσιες αρχές αλλά, δυστυχώς, αναγκάζονται να κλείσουν ή να κηρύξουν πτώχευση λόγω ακριβώς αυτών των καθυστερήσεων πληρωμών. Επομένως, ελπίζω ότι στο στάδιο της υλοποίησης, θα ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες και θα θεσπιστεί χαλάρωση των δεσμών του συμφώνου σταθερότητας για τις δημόσιες αρχές και, ταυτόχρονα, σταδιακή μείωση των όρων πληρωμής. Αυτό θα συνδυάσει και τις δύο απαιτήσεις και θα επωφεληθεί ολόκληρο το σύστημα της χώρας. Ελπίζω ότι η οδηγία θα μεταφερθεί γρήγορα στην εθνική νομοθεσία από τα κράτη μέλη, έτσι ώστε να μπορέσει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατό. Είναι καθήκον εκ μέρους ημών, των νομοθετών, και δικαίωμα που οφείλεται στις πιστώτριες εταιρείες.
Robert Rochefort (ALDE), γραπτώς. – (FR) Οι καθυστερήσεις πληρωμών μπορεί να οδηγήσουν σε οικονομικές δυσχέρειες, ακόμη και πτώχευση, ορισμένες επιχειρήσεις, κυρίως ΜΜΕ: σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι καθυστερήσεις πληρωμών κοστίζουν στην ευρωπαϊκή οικονομία περίπου 180 δισ. ευρώ ετησίως. Άλλες μελέτες κάνουν λόγο για περίπου 300 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό που ισοδυναμεί με το ελληνικό δημόσιο χρέος. Στο σημερινό οικονομικό κλίμα, χαίρομαι που το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο ήταν σε θέση να συμφωνήσουν από την αρχή σε φιλόδοξη αναθεώρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στον τομέα αυτόν. Η συμβολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ήταν σημαντική στο συγκεκριμένο θέμα. Επιτύχαμε να διασφαλίσουμε ότι το τελικό κείμενο θα εμπνέεται από τις πολλές βελτιώσεις που ψηφίστηκαν στην Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, και ειδικότερα: υψηλότερα νόμιμα επιτόκια καταβλητέα σε περίπτωση καθυστέρησης· για συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων, γενικός κανόνας 30 ημερών και επέκταση σε 60 ημέρες που μπορεί να παραταθεί υπό ορισμένες προϋποθέσεις· για τα δημόσια ιδρύματα, ανώτατο όριο 60 ημερών· μεγαλύτερη ευελιξία για τα δημόσια ιδρύματα υγειονομικής περίθαλψης καθώς και για τα δημόσια ιδρύματα ιατρικής και κοινωνικής πρόνοιας και, τέλος, απλοποίηση της αποζημίωσης για δαπάνες είσπραξης (κατ’ αποκοπή ποσό 40 ευρώ).
Crescenzio Rivellini (PPE), γραπτώς. – (IT) Θα ήθελα να συγχαρώ την κ. Weiler για την εξαιρετική της εργασία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε το πράσινο φως για νέους νόμους για τον περιορισμό των καθυστερήσεων πληρωμών από τις δημόσιες αρχές προς τους προμηθευτές τους, η πλειονότητα των οποίων είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το Κοινοβούλιο καθόρισε ότι οι δημόσιες αρχές πρέπει να υποχρεούνται να πληρώνουν για τις υπηρεσίες ή τα αγαθά που αποκτήθηκαν εντός 30 ημερών. Εάν δεν γίνει αυτό, πρέπει να καταβάλουν τόκους υπερημερίας με επιτόκιο 8%.
Η αρχή της έγκαιρης πληρωμής για εργασία αποτελεί θεμελιώδη αρχή ορθής συμπεριφοράς, είναι δε και καίριας σημασίας για τον προσδιορισμό της σταθερότητας της επιχείρησης, των διαθέσιμων κεφαλαίων της και της πρόσβασής της στην πίστη και τη χρηματοδότηση. Η νέα αυτή οδηγία, η οποία πλέον θα εφαρμοστεί στα εθνικά νομικά συστήματα εντός 24 μηνών από την έγκρισή της, θα ωφελήσει κατά συνέπεια την ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Δεδομένου ότι οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν ένα φαινόμενο με πολλές και συνυφασμένες αιτίες, μπορούν να καταπολεμηθούν μόνο με ευρύ φάσμα αλληλοσυμπληρωνόμενων μέτρων. Το Κοινοβούλιο θεωρεί συνεπώς ότι μια αμιγώς νομικιστική προσέγγιση, που αποβλέπει στη βελτίωση των μέσων επανόρθωσης για τις καθυστερήσεις πληρωμών, είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής. Η «σκληρή» προσέγγιση της Επιτροπής, με εστίαση σε αυστηρές κυρώσεις και αντικίνητρα, πρέπει να διευρυνθεί και να συμπεριλάβει «ήπια» μέτρα με εστίαση στην παροχή θετικών κινήτρων για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών.
Επιπροσθέτως, παράλληλα προς την εφαρμογή της οδηγίας, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν ορισμένα πρακτικά μέτρα, όπως η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών τιμολογίων.
Marco Scurria (PPE), γραπτώς. – (IT) Η Ιταλία είναι η χώρα όπου οι επιχειρήσεις πλήττονται περισσότερο από τις καθυστερήσεις πληρωμών εκ μέρους των δημόσιων αρχών, με μέση περίοδο πληρωμής των προμηθευτών τις 180 ημέρες έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου των 67 ημερών. Αυτό οδηγεί σε οικονομικά προβλήματα, δραστική μείωση των επενδυτικών ευκαιριών και απώλεια ανταγωνιστικότητας, ιδίως για τις ΜΜΕ.
Η οδηγία που ψηφίσαμε σήμερα αποθαρρύνει τους οφειλέτες από την καθυστέρηση των πληρωμών και επιτρέπει στους πιστωτές να προστατεύουν τα συμφέροντά τους αποτελεσματικά έναντι της εν λόγω καθυστέρησης, θεσπίζοντας το δικαίωμα νόμιμου τόκου λόγω καθυστερημένης πληρωμής, ακόμη και όταν δεν καθορίζεται στη σύμβαση. Αναγκάζει επίσης τις δημόσιες αρχές να πληρώνουν εντός 60 ημερών από την αίτηση πληρωμής, εφόσον η υπηρεσία έχει εκτελεστεί ικανοποιητικά.
Η έγκριση της παρουσίας οδηγίας αποτελεί πραγματικά μεγάλη βοήθεια για τις επιχειρήσεις μας: σήμερα, μία εταιρεία στις τέσσερις κλείνει ως αποτέλεσμα προβλημάτων ανεπαρκούς οικονομικής ρευστότητας. Οι νέοι αυτοί κανόνες για τις πληρωμές σημαίνουν ότι οι εταιρείες θα ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους στην αγορά και δεν θα χαθούν θέσεις εργασίας.
Marc Tarabella (S&D), γραπτώς. – (FR) Εγκρίνοντας με συντριπτική πλειοψηφία την έκθεση της συναδέλφου μου, Barbara Weiler, σχετικά με την πρόταση οδηγίας για τις καθυστερήσεις πληρωμών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εισήγαγε ισορροπημένους και σαφείς κανόνες που προάγουν τη φερεγγυότητα, την καινοτομία και την απασχόληση. Οι μικρές επιχειρήσεις και τα δημόσια νοσοκομεία θα επωφεληθούν από τα μέτρα που προτείνουμε.
Οι πρώτες δεν θα είναι πλέον αντιμέτωπες με οικονομικά προβλήματα λόγω των καθυστερήσεων πληρωμών και τα δεύτερα θα είναι σε θέση να επωφεληθούν από την παράταση της προθεσμίας πληρωμής των 60 ημερών λόγω του ειδικού καθεστώτος τους, με τη χρηματοδότηση να προέρχεται από επιστροφές σύμφωνα με τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Επιπλέον, η συμφωνία που θα πρέπει να επιτύχουμε με το Συμβούλιο θα επιτρέψει την ταχεία έναρξη ισχύος της οδηγίας και τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία από τα κράτη μέλη ήδη από τον Ιανουάριο του 2011. Χαιρετίζω την αποτελεσματικότητα της εν λόγω ψηφοφορίας.
Salvatore Tatarella (PPE), γραπτώς. – (IT) Κατά τα τελευταία έτη, οι καθυστερήσεις πληρωμών έχουν καταστεί ολοένα και σημαντικότερο βάρος στην οικονομική διαχείριση των επιχειρήσεων. Αποτελούν ένα σοβαρό και επικίνδυνο πρόβλημα που υπονομεύει την ποιότητα του συστήματος υποβολής προσφορών, πλήττοντας σοβαρά την επιβίωση των μικρών επιχειρήσεων και συμβάλλοντας στην απώλεια ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Τα στατιστικά στοιχεία είναι ανησυχητικά, κυρίως όσον αφορά την Ιταλία, όπου η μέση πληρωμή πραγματοποιείται σε 186 ημέρες, φθάνει δε ακόμη και τις 800 ημέρες στην περιφερειακή κυβέρνηση όσον αφορά τον τομέα της υγείας. Πρόκειται για πραγματική ντροπή, που πολύ συχνά αναγκάζει πολλές ΜΜΕ να κλείσουν. Με την έκθεση αυτή, κάνουμε ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός με τον καθορισμό των 60 ημερών ως όριο για τις πληρωμές από τον δημόσιο προς τον ιδιωτικό τομέα. Φυσικά, η έγκριση της νομοθεσίας αυτής δεν θα επιλύσει το πρόβλημα ως δια μαγείας, αποτελεί όμως σίγουρα σημείο εκκίνησης ώστε να ενεργοποιηθεί ένας κύκλος ορθής πρακτικής, ιδιαίτερα όσον αφορά τις συναλλαγές με τις δημόσιες αρχές. Η αποτελεσματικότητα και αμεσότητα των δημοσίων αρχών στην εξόφληση τιμολογίων αποτελεί σημαντικό βήμα, που θα έχει επίσης οφέλη για την ευρωπαϊκή οικονομία. Ελπίζω ότι τα κράτη μέλη, πάνω απ’ όλα η Ιταλία, θα μεταφέρουν τη νομοθεσία στο εθνικό δίκαιο πολύ γρήγορα.
Nuno Teixeira (PPE), γραπτώς. – (PT) Η έκθεση αυτή συνέβαλε σημαντικά στην επίλυση του προβλήματος των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ εταιρειών ή μεταξύ εταιρειών και δημόσιων φορέων. Η πρωτοβουλία έχει ως στόχο την αύξηση της ρευστότητας των εταιρειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της εναρμόνισης. Ο αγώνας κατά των καθυστερήσεων πληρωμών είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτος στην τρέχουσα περίοδο κρίσης, δεδομένου ότι οι μεγάλες καθυστερήσεις έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις δραστηριότητες των εταιρειών. Στόχος του μέτρου είναι να συμβάλει στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την επείγουσα μεταρρύθμιση της προθεσμίας που απαιτείται και των κυρώσεων που θα επιβάλλονται όταν δεν γίνεται σεβαστή.
Στο πλαίσιο αυτό χαιρετίζω τη νομοθετική πρόταση, η διάταξη της οποίας για γενική προθεσμία 30 ημερών για την πληρωμή σε συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων –με τους δημόσιους φορείς να είναι σε θέση να απολαμβάνουν 60 ημέρες σε εξαιρετικές περιπτώσεις– συγκέντρωσε ευρεία υποστήριξη στην Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες), της οποίας αποτελώ μέλος.
Θεωρώ επίσης θετική την καθιέρωση επιτοκίου που θα εφαρμόζεται όταν η καταβολή καθυστερεί, με βάση το επιτόκιο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συν 8%. Κατά τη γνώμη μου, το μέτρο αυτό ισοδυναμεί με ισχυρή ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οικονομικές επιδόσεις των οποίων συχνά υφίστανται σοβαρές ζημιές εξαιτίας γραφειοκρατικών εμποδίων.
Marianne Thyssen (PPE), γραπτώς. – (NL) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, μόλις ψηφίσαμε για την αναθεωρημένη οδηγία για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές. Έχω ρίξει όλο το βάρος της υποστήριξής μου σε αυτήν τη συμφωνία. Οι υπερβολικά μεγάλες προθεσμίες πληρωμής και, μάλιστα, οι καθυστερήσεις πληρωμών, αποτελούν απειλή για την υγιή διαχείριση των εταιρειών, επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία και μπορεί να θέσουν τελικά σε κίνδυνο τη συνέχιση ύπαρξης της εταιρείας. Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία δεν φαίνεται να είναι αρκετά αποτελεσματική για την αποθάρρυνση των καθυστερήσεων πληρωμών, υποστηρίζω επίσης την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων. Όσον αφορά τις μέγιστες προθεσμίες πληρωμής, εφαρμόζουμε πρόσθετες εγγυήσεις για τις επιχειρήσεις διότι, καταρχήν, οι πληρωμές πρέπει να πραγματοποιούνται εντός 30 ημερών. Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία για τις πληρωμές μεταξύ επιχειρήσεων και κυβερνητικών φορέων. Σε τελική ανάλυση, από τώρα και στο εξής, τα κράτη μέλη και οι κυβερνήσεις θα πρέπει τα ίδια να αναλάβουν να δώσουν το καλό παράδειγμα. Πρόκειται για θέμα αξιοπιστίας, δηλαδή για το ζήτημα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να υποχρεούνται στο μέλλον να συμμορφώνονται με τις ίδιες νομικές προθεσμίες όπως όλοι οι άλλοι. Το γεγονός ότι η οδηγία ορίζει σαφώς ότι τυχόν συμβατική απόκλιση από τους κανονικούς όρους πληρωμής θα είναι δυνατή μόνο για αντικειμενικούς και δίκαιους λόγους θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την επιβολή της. Εν κατακλείδι, ελπίζω ότι η κατ’ αποκοπή αποζημίωση για τις δαπάνες είσπραξης θα αναγκάσει όσους καθυστερούν τις πληρωμές να βαδίσουν στο ευθύ και στενό μονοπάτι της ορθής πρακτικής και, ακόμη καλύτερα, θα τους κρατήσει εκεί. Αυτό θα ήταν καλό τόσο για τις επιχειρήσεις μας όσο και για την απασχόληση.
Iva Zanicchi (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Weiler για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές.
Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες παρακωλύονται σε μεγάλο βαθμό από τα χρέη ή τις καθυστερήσεις πληρωμών που αντιπροσωπεύουν συχνά τον λόγο για τον οποίο φερέγγυες κατά τα άλλα επιχειρήσεις αποτυγχάνουν λόγω του φαινόμενου ντόμινο. Οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν συχνό γεγονός στην Ευρώπη, το οποίο είναι επιζήμιο για τις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρές.
Επιπλέον, στα περισσότερα κράτη μέλη οι δημόσιες αρχές πληρώνουν συνήθως με καθυστέρηση σε καταστάσεις οικονομικής δυσχέρειας. Προέκυψε συνεπώς η ανάγκη ενίσχυσης των υφιστάμενων νομικών μέτρων με την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών για τη στήριξη των επιχειρήσεων, ιδίως των ΜΜΕ, και την καθιέρωση συγκεκριμένων όρων και κατάλληλων κυρώσεων για όσους τα παραβιάζουν.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι η φτώχεια αποτελεί πολύ σοβαρό πρόβλημα που επηρεάζει 85 εκατομμύρια συμπολιτών μας Ευρωπαίων, συνεπώς κανείς δεν θα πρέπει να παραμείνει αδιάφορος προς αυτό. Πρέπει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων μας, αξίζει δε μιας συλλογικής απάντησης η οποία διασφαλίζει ότι όσοι βρίσκονται σε κατάσταση κοινωνικής επισφάλειας διατηρούν ένα στοιχειώδες επίπεδο αξιοπρέπειας. Η φτώχεια πλήττει τους νέους και τους ηλικιωμένους μας, αλλά επίσης, όλο και περισσότερο, τους εργαζόμενούς μας. 6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας χάθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια μόνο, ταυτόχρονα με την επιδείνωση στο χαμηλό επίπεδο και την αστάθεια των μισθών των εργαζομένων, έστω και αν καταφέρουν να παραμείνουν στην εργασία τους. Χρειαζόμαστε συστημική προσέγγιση η οποία θα αντιμετωπίζει και θα επιλύει τις αιτίες των προβλημάτων, καταπνίγοντας τα αναφαινόμενα προβλήματα εν τη γενέσει τους. Ταυτόχρονα, ωστόσο, δεν μπορούμε να παράσχουμε σήμερα άμεσες και επείγουσες απαντήσεις στις συνέπειές τους. Με βάση τα ανωτέρω, η διασφάλιση ότι όσοι είναι ευπαθείς στην κοινωνία μας λαμβάνουν ένα ελάχιστο εισόδημα ώστε να ζήσουν και δίνονται άμεσες απαντήσεις ώστε να μπορέσουν να εξέλθουν από την κατάσταση αυτή δεν είναι μόνο ανάγκη αλλά και απαίτηση που πρέπει να στηρίξουμε, αυτό δε πρέπει να επιτευχθεί σε πλαίσιο ευθύνης και αυστηρότητας.
Roberta Angelilli (PPE), γραπτώς. – (IT) Η ΕΕ απέδειξε τη δέσμευσή της για την καταπολέμηση της φτώχειας στην Ευρώπη στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που προωθούνται για το 2010, το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, καθώς και όσον αφορά την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών. Λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και τις επιπτώσεις της στην αύξηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ορισμένες ευπαθείς ομάδες πληθυσμού όπως οι γυναίκες, τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι νέοι έχουν υποστεί τις αρνητικές συνέπειες της κατάστασης εντονότερα. Στο πλαίσιο αυτό, αν και το ελάχιστο εισόδημα μπορεί να αποτελέσει το κατάλληλο σύστημα προστασίας των κατηγοριών αυτών, δεν λαμβάνει υπόψη την αρχή της επικουρικότητας και, ως εκ τούτου, το γεγονός ότι το θέμα αυτό εμπίπτει στην αρμοδιότητα των επιμέρους κρατών μελών.
Επειδή υφίστανται ανισότητες μεταξύ μισθών και κοινωνικών επιπέδων στην Ευρώπη, είναι δύσκολο να θεσπιστεί ένα κατώτατο όριο ελάχιστου εισοδήματος. Πιστεύω ότι θα ήταν, αντίθετα, χρήσιμο να ενθαρρυνθούν τα επιμέρους κράτη μέλη να βελτιώσουν την πολιτική ανταπόκριση για την καταπολέμηση της φτώχειας προωθώντας την ενεργό ένταξη, το επαρκές εισόδημα, την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες και τη δίκαιη ανακατανομή του πλούτου. Πάνω απ’ όλα, όμως, πρέπει να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να κάνουν καλύτερη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων που βρίσκονται στη διάθεσή τους.
Elena Băsescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Η διεθνής κοινότητα έχει επιβεβαιώσει τη δέσμευσή της για την καταπολέμηση της φτώχειας σε αρκετές περιπτώσεις. Η σφαιρική αυτή προσέγγιση είναι απαραίτητη διότι η φτώχεια δεν περιορίζεται μόνο στις υπανάπτυκτες χώρες στην υποσαχάρια Αφρική ή την Ασία, αλλά και στο 17% του πληθυσμού της ΕΕ.
Πιστεύω ότι η σύνοδος κορυφής του ΟΗΕ τον περασμένο μήνα σηματοδοτεί μια σημαντική εξέλιξη, που οδήγησε στην έγκριση ειδικού σχεδίου δράσης για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας. Η ΕΕ, από την πλευρά της, πρότεινε μείωση κατά 25% του αριθμού των ατόμων που ζουν σε καθεστώς φτώχειας έως το 2020 και χορήγηση του 0,7% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος σε αναπτυξιακή βοήθεια. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενθαρρύνει, με την έγκριση της έκθεσης αυτής, την ενεργό ένταξη των μειονεκτουσών ομάδων και την παροχή αποτελεσματικής οικονομικής και κοινωνικής συνοχής.
Θα ήθελα να αναφέρω τη μεγάλη συμβολή της Ρουμανίας στα προγράμματα των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της φτώχειας, ύψους 250 εκατ. ευρώ. Επειδή η αναπτυξιακή βοήθεια πρέπει να είναι αμοιβαία, η χώρα μου θα συνεχίσει να τηρεί τις δεσμεύσεις της. Ωστόσο, πιστεύω ότι πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερη προσοχή σε ομάδες με υψηλό κίνδυνο φτώχειας, όπως ο αγροτικός πληθυσμός ή η εθνοτική μειονότητα των Ρομ.
Izaskun Bilbao Barandica (ALDE), γραπτώς. – (ES) Στόχος της πρωτοβουλίας αυτής είναι η υιοθέτηση διαφόρων μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την εξάλειψη της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η οικονομική κρίση έχει επιδεινώσει την κατάσταση πολλών Ευρωπαίων. Η ανεργία έχει αυξηθεί και, υπό τις συνθήκες αυτές, η κατάσταση των πλέον ευπαθών ατόμων, όπως οι γυναίκες, τα παιδιά, οι νέοι και οι ηλικιωμένοι, έχει καταστεί πιο επισφαλής. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να ληφθούν μέτρα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, το δε ελάχιστο εισόδημα αποτελεί καλό εργαλείο για τη διασφάλιση ότι τα άτομα που το χρειάζονται μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Ο απώτερος στόχος, ωστόσο, είναι η πλήρης ένταξη στην αγορά εργασίας, γεγονός το οποίο επιτρέπει την πραγματική κοινωνική συνοχή. Από την άποψη αυτή, ελπίζω ότι θα είμαστε σε θέση να διασφαλίσουμε ότι η οικονομική ανάπτυξη συνοδεύεται από την κοινωνική ανάπτυξη και, ειδικότερα, να επηρεάσουμε την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Ελπίζω επίσης ότι θα είμαστε σε θέση να εκπληρώσουμε τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μείωση κατά 20 εκατομμύρια του αριθμού των ατόμων που απειλούνται από τη φτώχεια.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι, παρ’ όλες τις δηλώσεις σχετικά με την καταπολέμηση της φτώχειας, ευρωπαίοι πολίτες εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες φτώχειας, οι κοινωνικές ανισότητες έχουν αυξηθεί και ο αριθμός των φτωχών εργαζομένων αυξάνεται επίσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να λάβει πιο δραστικά μέτρα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε επισφαλή εργασία, τους άνεργους, τις οικογένειες, τους ηλικιωμένους, τις γυναίκες, τις ανύπαντρες μητέρες, τα μειονεκτούντα παιδιά και τους ασθενείς ή τα άτομα με διαφορετικού βαθμού αναπηρίες. Το ελάχιστο εισόδημα αποτελεί ένα από τα βασικά μέτρα για την καταπολέμηση της φτώχειας, βοηθώντας στην έξοδο των ανθρώπων αυτών από τη φτώχεια και τη διασφάλιση του δικαιώματός τους να ζουν με αξιοπρέπεια. Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι το ελάχιστο εισόδημα θα επιτύχει τον στόχο του για την καταπολέμηση της φτώχειας μόνο αν τα κράτη μέλη αναλάβουν συγκεκριμένες δράσεις για την εξασφάλιση ελάχιστου εισοδήματος και την υλοποίηση εθνικών προγραμμάτων για την καταπολέμηση της φτώχειας. Επιπλέον, σε ορισμένα κράτη μέλη τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος δεν καλύπτουν το όριο της σχετικής φτώχειας. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να εξετάσει τις καλές και τις κακές πρακτικές κατά την αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων δράσης. Ως εκ τούτου, το ελάχιστο εισόδημα –το κύριο στοιχείο κοινωνικής προστασίας– είναι αναμφισβήτητα σημαντικό για τη διασφάλιση της προστασίας των ατόμων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας και της ισότητας των ευκαιριών τους στην κοινωνία.
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Σχεδόν 300.000 οικογένειες στη Ρουμανία λαμβάνουν εγγυημένο κατώτατο εισόδημα από το κράτος βάσει νόμου που έχει τεθεί σε ισχύ ήδη από το 2001 και για το οποίο διατίθεται δημοσιονομική προσαρμογή περίπου 300 εκατ. ευρώ. Στο πλαίσιο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, οι επιπτώσεις της οποίας είναι ιδιαίτερα αισθητές στους πολίτες των χωρών που είναι λιγότερο αναπτυγμένες οικονομικά, η σύσταση που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εισαγωγή σε όλα τα κράτη μέλη συστήματος ελάχιστου εισοδήματος παρέχει μια προφανή λύση. Αν και κανείς δεν μπορεί να αντιταχθεί στην ανάγκη ενός τέτοιου συστήματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, αυτό μπορεί προφανώς να προσφέρεται για κατάχρηση.
Απαιτείται καλός χρονικός προγραμματισμός και πλαίσιο ελέγχου του συστήματος, επειδή υπάρχει κίνδυνος το εν λόγω σύστημα να ενθαρρύνει ανθρώπους να μην εργάζονται. Ακριβώς για να διασφαλιστεί ότι δεν συμβαίνει αυτό, συνιστάται όποιος λαμβάνει το εν λόγω εισόδημα να είναι επίσης σε θέση να παράσχει κάποιες ώρες εργασίας προς όφελος της κοινότητας. Στα τέλη του 2008, 85 εκατομμύρια άτομα ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα στοιχεία αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη στήριξης, ειδικά όταν μιλάμε για τους νέους ή τους ηλικιωμένους.
Alain Cadec (PPE), γραπτώς. – (FR) Η οικονομική κρίση έχει επιδεινώσει σε σημαντικό βαθμό τη φτώχεια. Πάνω από 85.000 άτομα ζουν σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Έτους για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, χαιρετίζω την πολιτική δέσμευση που ανέλαβε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να διασφαλίσει ισχυρή και αποτελεσματική οικονομική και κοινωνική συνοχή.
Η έκθεση Figueiredo επισημαίνει ότι η καθιέρωση ελάχιστου εισοδήματος σε εθνικό επίπεδο αποτελεί έναν από τους αποτελεσματικότερους τρόπους για την αντιμετώπιση της φτώχειας. Ωστόσο, αντιτίθεμαι στην καθιέρωση ελάχιστου εισοδήματος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα τέτοιο μέτρο θα ήταν δημαγωγικό και εντελώς ακατάλληλο στην τρέχουσα κατάσταση. Τα διαρθρωτικά ταμεία, επίσης, διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού. Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ειδικότερα, αποτελεί ισχυρή ευρωπαϊκή επένδυση με σκοπό να καταστεί η αγορά εργασίας πιο προσιτή σε όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Πρέπει να παραμείνει ισχυρό μέσο της πολιτικής συνοχής κατά τη διάρκεια της περιόδου 2014-2020.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα υπέρ της πολύ καλής έκθεση, γιατί επιμένει στην ανάγκη λήψης συγκεκριμένων μέτρων τα οποία να εξαλείφουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, προωθώντας μια δίκαιη ανακατανομή του εισοδήματος και του πλούτου, εξασφαλίζοντας επαρκές εισόδημα και δίνοντας έτσι πραγματικό περιεχόμενο στο Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας. Καλεί τα κράτη μέλη «να επανεξετάσουν» τις πολιτικές για τη διασφάλιση επαρκούς εισοδήματος, έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι για την καταπολέμηση της φτώχειας απαιτείται η δημιουργία αξιοπρεπών και βιώσιμων θέσεων απασχόλησης. Κρίνει ότι οι κοινωνικοί στόχοι πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής για την έξοδο από την κρίση και ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις κυβερνήσεις, ως πρώτο βήμα για τη μείωση της φτώχειας. Θεωρεί ότι τα συστήματα επαρκούς ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να οριστούν στο 60 % τουλάχιστον του διάμεσου εισοδήματος του οικείου κράτους. Επιπλέον, υπογραμμίζει τη σημασία ύπαρξης επιδόματος ανεργίας, που να διασφαλίζει αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, αλλά και την ανάγκη μείωσης του χρόνου απουσίας από την εργασία, μέσω –μεταξύ άλλων– και της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας των κρατικών υπηρεσιών ευρέσεως εργασίας. Επίσης υπογραμμίζεται η ανάγκη θέσπισης ασφαλιστικών ρυθμίσεων, προκειμένου να θεμελιωθεί η διασύνδεση της κατώτατης προβλεπόμενης σύνταξης με το αντίστοιχο όριο της φτώχειας.
Ole Christensen (S&D), γραπτώς. – (DA) Εμείς, οι Δανοί Σοσιαλδημοκράτες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (Dan Jørgensen, Christel Schaldemose, Britta Thomsen και Ole Christensen), ψηφίσαμε υπέρ της έκθεσης πρωτοβουλίας σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη. Πιστεύουμε ότι όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να υιοθετήσουν στόχους ως προς τη φτώχεια και να θεσπίσουν συστήματα ελάχιστου εισοδήματος. Ταυτόχρονα, πιστεύουμε ότι οι στόχοι αυτοί και τα συστήματα πρέπει να προσαρμόζονται στις συνθήκες των επιμέρους κρατών μελών. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι για την αξιολόγηση της φτώχειας και θα πρέπει να επαφίεται στο κάθε ένα επιμέρους κράτος μέλος να βρει τον καλύτερο τρόπο ώστε να γίνει αυτό και να οικοδομηθεί σύστημα ελάχιστου εισοδήματος που θα είναι προσαρμοσμένο στο εν λόγω κράτος μέλος.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Η τρέχουσα οικονομική κρίση είχε τεράστιο αντίκτυπο στην αύξηση της ανεργίας, στην ανεξέλεγκτη πτώση του βιοτικού επιπέδου και στον κοινωνικό αποκλεισμό ατόμων σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός έχουν φθάσει σε απαράδεκτα επίπεδα: περίπου 80 εκατομμύρια Ευρωπαίοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, τα 19 εκατομμύρια εκ των οποίων είναι παιδιά –ισοδύναμο με σχεδόν δύο στα 10 παιδιά– πολλοί δε άλλοι αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση σε θέσεις εργασίας, στην εκπαίδευση, τη στέγαση, καθώς και σε κοινωνικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Η ανεργία έχει φθάσει επίσης σε πρωτοφανή επίπεδα σε όλα τα κράτη μέλη, με ευρωπαϊκό μέσο όρο 21,4%, σύμφωνα με τον οποίο ένας στους πέντε νέους είναι άνεργος. Η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη και πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν ώστε να βοηθήσουμε στην επίλυση της τραγωδίας που ζουν οι άνθρωποι αυτοί.
Για τον σκοπό αυτόν, το 2010 έχει ανακηρυχθεί Ευρωπαϊκό Έτος για την καταπολέμηση αυτής της μάστιγας, με στόχο την ενίσχυση της πολιτικής δέσμευσης της ΕΕ και τη λήψη μέτρων που θα έχουν αποφασιστικό αντίκτυπο στην εξάλειψη της φτώχειας. Συμφωνώ ότι πρέπει να υπάρχει ελάχιστος μισθός σε κάθε κράτος μέλος, που να συνοδεύεται από στρατηγική για την κοινωνική επανένταξη και την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η οικονομική και κοινωνική συνοχή αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για κάθε κοινή πολιτική, στην Ευρώπη όπως και σε μικρότερα πλαίσια. Όπου υπάρχουν διαφορετικά συμφέροντα, αποκλίνουν και οι στόχοι και είναι αδύνατον να σχεδιαστεί οτιδήποτε από κοινού. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου όσων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας αποτελεί προτεραιότητα. Οι δημόσιοι πόροι που τίθενται σε χρήση στο πλαίσιο αυτό αποτελούν, χωρίς αμφιβολία, μεσοπρόθεσμη επένδυση διότι, αν κατανεμηθούν ορθά, προκαλούν περιπτώσεις ανάπτυξης που αυτοτροφοδοτούνται. Η μεταβίβαση σταθερών χρηματικών ποσών είναι πάντοτε αβέβαιη επιχείρηση, εφόσον δεν αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου προγράμματος ενθάρρυνσης. Δύο περιπτώσεις απαιτούν διαφορετική προσέγγιση. Η πρώτη περίπτωση, που σχετίζεται με την κοινωνική πρόνοια, αφορά εργαζόμενο που δεν είναι σε θέση να κερδίσει αρκετά για να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή λόγω σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας, ή άλλων συναφών λόγων. Η δεύτερη περίπτωση, που σχετίζεται με νομικά και οικονομικά ζητήματα, αφορά την ακαμψία της αγοράς εργασίας, η οποία δεν ισοσταθμίζει επαρκώς παραγωγικότητα και μισθούς, ή δεν επιτρέπει να εργασθεί κανείς όσο θα ήθελε ή αναλογικά με το πόσα θέλει να κερδίζει για να ζει αξιοπρεπή ζωή. Στις δύο αυτές περιπτώσεις, ο δημόσιος τομέας μπορεί και πρέπει να παρέμβει, αφήνοντας να δημιουργηθεί κίνητρο για σκληρή εργασία στους άλλους – και ποτέ αντίστροφα.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Περίπου το ένα πέμπτο του πληθυσμού της ΕΕ ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, με αυξημένα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των παιδιών, των νέων και των ηλικιωμένων. Το ποσοστό των φτωχών εργαζομένων αυξάνεται παράλληλα με την εξάπλωση των επισφαλών, χαμηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Σε 10 κράτη μέλη, το ποσοστό της υλικής στέρησης πλήττει τουλάχιστον το ένα τέταρτο του πληθυσμού, με το ποσοστό να υπερβαίνει το ήμισυ του πληθυσμού στην περίπτωση της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επιδρώντας από κοινού οδηγούν στο να αντιμετωπίζει η ΕΕ πρόβλημα φτώχειας, το οποίο επιδεινώνεται όχι μόνο από την ύφεση αλλά και από τις αντικοινωνικές πολιτικές που εφαρμόζουν οι δεξιές κυβερνήσεις. Το ελάχιστο εισόδημα μπορεί να εγγυηθεί κοινωνική προστασία για μεγάλες ομάδες του πληθυσμού που ζουν σήμερα σε συνθήκες φτώχειας. Αυτό το ελάχιστο εισόδημα έχει απολύτως κεφαλαιώδη ρόλο να διαδραματίσει στην πρόληψη τραγικών καταστάσεων που προκαλούνται από τη φτώχεια και στην ανάσχεση του κοινωνικού αποκλεισμού. Για την αποτελεσματική καταπολέμηση της φτώχειας, υπάρχει επίσης ανάγκη να βελτιωθεί η ποιότητα των θέσεων εργασίας και των μισθών και να καθιερωθεί το δικαίωμα στο εισόδημα, καθώς και τα μέσα για την καταβολή παροχών κοινωνικής πρόνοιας, συντάξεων και επιδομάτων. Το 2010 είναι το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, συνεχίζοντας την εκστρατεία για μια ανεκτική κοινωνία, που εγκρίθηκε από τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Αυτό μου προσφέρει έναν ακόμη λόγο για να ψηφίσω υπέρ της εκστρατείας αυτής.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Πιστεύω ότι πρέπει να αναληφθεί δράση τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο για την προστασία των καταναλωτών από τους καταχρηστικούς όρους για την αποπληρωμή δανείων και πιστωτικών καρτών και για τη θέσπιση όρων για πρόσβαση σε δάνεια τα οποία θα αποτρέψουν τα νοικοκυριά από την υπερχρέωση και, κατά συνέπεια, από τον κίνδυνο να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Στην Ευρώπη, 20 κράτη μέλη διαθέτουν εθνική νομοθεσία η οποία καθορίζει έναν ελάχιστο μισθό, οι δε διαφορές μεταξύ των χωρών μπορεί να είναι πολύ σημαντικές. Έτσι, ο κατώτατος μισθός στο Λουξεμβούργο είναι περίπου 1.682 ευρώ, ενώ στην Βουλγαρία είναι μόνο 123 ευρώ.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επανέλαβε την έκκλησή του για ευρωπαϊκό ελάχιστο εισόδημα. Αυτό το ελάχιστο εισόδημα θα μπορούσε να είναι μία από τις προς εξέταση λύσεις που θα αποτρέψει την ολίσθηση εκατομμυρίων Ευρωπαίων προς τη φτώχεια. Πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η εγγύηση ελάχιστου εισοδήματος θα πρέπει βεβαίως να συνοδεύεται από συνολική κοινωνική στρατηγική που περιλαμβάνει την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες όπως η υγειονομική περίθαλψη, η πρόσβαση στη στέγαση, η εκπαίδευση, η διά βίου μάθηση, και αυτό για όλες τις ηλικίες και κατά τρόπο κατάλληλο για κάθε χώρα.
Οι βουλευτές του ΕΚ τόνισαν ότι ο πραγματικός στόχος των συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος δεν πρέπει να είναι μόνο η αρωγή αλλά και η στήριξη των δικαιούχων, ώστε να μπορέσουν να μεταβούν από την κατάσταση του κοινωνικού αποκλεισμού στην επαγγελματική ζωή.
Christine De Veyrac (PPE), γραπτώς. – (FR) Η υποστήριξή μου για την έκθεση αυτή υπογραμμίζει τη σημασία της αλληλεγγύης στις ευρωπαϊκές μας κοινωνίες, κυρίως κατά το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας.
Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Γαλλία, διαδραμάτισαν πρωτοποριακό ρόλο με τη δημιουργία «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» 20 χρόνια πριν. Ωστόσο, η εμπειρία μάς έχει διδάξει ότι το σύστημα αυτό μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα και, για παράδειγμα, να ενθαρρύνει την απραξία σε ορισμένους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ένωση πρέπει να εξετάσει τη λήψη μέτρων τα οποία, όπως το γαλλικό «revenu de solidarité active», ή συμπλήρωμα εισοδήματος, δημιουργούν αίσθημα ευθύνης στους αποδέκτες και τους ενθαρρύνουν να αναζητήσουν απασχόληση, γεγονός το οποίο αποτελεί το πρώτο πραγματικό στοιχείο κοινωνικής ένταξης.
Anne Delvaux (PPE), γραπτώς. – (FR) Ανέκαθεν ζητούσα, και το περιέλαβα ήδη στο προεκλογικό μου πρόγραμμα για τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2009, την καθιέρωση ελάχιστου εισοδήματος ισοδύναμου με το 60% του μέσου εισοδήματος για κάθε πολίτη της Ένωσης. Σήμερα, ωστόσο, το Σώμα αυτό δυστυχώς καταψήφισε την εν λόγω νομοθετική πρόταση σε κοινοτικό επίπεδο.
Κατά το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, είμαι πεπεισμένη ότι μια οδηγία πλαίσιο για το ελάχιστο εισόδημα θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως κείμενο αναφοράς για τις εθνικές πολιτικές και τη νομοθεσία.
Πιστεύω ότι ήταν ο αποτελεσματικότερος τρόπος ώστε να μειωθεί η φτώχεια και να εξέλθουν 20 εκατομμύρια άνθρωποι από τη φτώχεια μέχρι το 2020. Ως υπενθύμιση, 80 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ευρώπη.
Ioan Enciu (S&D), γραπτώς. – (RO) Πιστεύω ότι ο κίνδυνος επιδείνωσης της φτώχειας στην Ευρώπη πρέπει να αποφευχθεί με κάθε κόστος δεδομένου ότι μπορεί να έχει εξαιρετικά αρνητικές διαρθρωτικές επιπτώσεις σε μακροπρόθεσμη βάση, τόσο από κοινωνική όσο και οικονομική σκοπιά. Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι θεωρώ ότι πρέπει να κατοχυρωθεί εύλογο ελάχιστο εισόδημα προκειμένου να διασφαλιστεί ένα αξιοπρεπές επίπεδο κοινωνικής προστασίας, ιδίως για τις πιο ευάλωτες ομάδες ατόμων που έχουν πληγεί σκληρά από τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Αν και δεν μένω ασυγκίνητος από τις σοβαρές συνέπειες της τρέχουσας κρίσης για τους πολίτες, δεδομένου ότι δημιουργεί ή επιδεινώνει την κατάσταση φτώχειας πολλών Ευρωπαίων, δεν συμφωνώ με την κρατικιστική άποψη που αποσκοπεί στην επίλυση του παρόντος προβλήματος με περισσότερα κοινωνικά οφέλη, όπως στην περίπτωση ελάχιστου σταθερού εισοδήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Τα περισσότερα κοινωνικά οφέλη απαιτούν περισσότερα χρήματα από το κράτος, και επειδή αυτό δεν δημιουργεί πλούτο, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Τούτο σημαίνει περισσότερους φόρους για όλους, καθιστώντας τον καθένα φτωχότερο και περισσότερο εξαρτημένο από το ίδιο το κράτος που ομοιάζει με βδέλλα.
Η καταπολέμηση της φτώχειας πρέπει να διεξαχθεί με πολιτικές για την απασχόληση και την οικονομική ανταγωνιστικότητα. Αν στην Πορτογαλία δεν έκλειναν αρκετές εταιρείες εβδομάδα με την εβδομάδα, δεν θα υπήρχαν και τόσοι πολίτες άνεργοι και να ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Επομένως, πιστεύω ότι η καταπολέμηση της φτώχειας πρέπει να διεξάγεται με την τόνωση της οικονομίας και της αγοράς και όχι μέσω επιδοτήσεων, οι οποίες θα πρέπει πάντα να χρηματοδοτούνται από φόρους που, όπως γνωρίζουμε, καταπνίγουν τους φορολογούμενους και την οικονομία και αποτελούν εμπόδιο στην οικονομική ανταγωνιστικότητα.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Όπως είπα στο Σώμα πριν από έναν χρόνο, υποστηρίζω τη νέα έννοια της κοινωνικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι σε θέση να διασφαλίσει ότι ο καθένας διαθέτει ένα βασικό βιοτικό επίπεδο. Στην Ευρώπη της κοινωνικής συνείδησης, της δικαιοσύνης, της εξέλιξης και της συνοχής, είναι επιτακτική ανάγκη να διασφαλιστούν μέτρα που θα εξαλείψουν και θα ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο κοινωνικού ντάμπινγκ και την υποβάθμιση των συνθηκών ζωής για τους ανθρώπους της, όταν αυτοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τις ολέθριες επιπτώσεις της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Για να καταστήσουμε την Ευρώπη ισχυρότερη και πιο ενωμένη, πρέπει να διασφαλίσουμε την προστασία των βασικών δικαιωμάτων για τους ανθρώπους σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αντιλαμβάνομαι ότι απαιτούνται στοιχειώδεις κανόνες στους τομείς της υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης και των κοινωνικών συντάξεων, ακόμη δε και στο επίπεδο των αμοιβών, με τη διασφάλιση μεγαλύτερης ομοιομορφίας στις συνθήκες εργασίας. Κατά το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, χαιρετίζω την έκθεση αυτή για τη συμβολή της στην ενθάρρυνση όλων των κρατών μελών να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ως προς την ενεργό ένταξη με την αποκατάσταση των κοινωνικών ανισοτήτων και της περιθωριοποίησης. Θα ήθελα να τονίσω ότι θα πρέπει να υπάρξει ρεαλιστική ισορροπία και σεβασμός της αρχής της επικουρικότητας. Με αυτά τα δεδομένα, ψηφίζω υπέρ της παρούσας έκθεσης και κατά των προτεινόμενων τροπολογιών.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Θα ήθελα να τονίσω τη σημασία της υιοθέτησης από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της έκθεσης αυτής που προτείνει την καθιέρωση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, για την οποία ήμουν υπεύθυνη. Εγκρίθηκε στο Σώμα με 437 ψήφους έναντι 162 και 33 αποχών, και αναδείχθηκε σε ειδικό μέτρο του Ευρωπαϊκού Έτους για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού.
Όπως αναφέρει η παρούσα έκθεση, «η θέσπιση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη –που θα αποτελούνται από συγκεκριμένα μέτρα για τη στήριξη των ατόμων (παιδιών, ενηλίκων και ηλικιωμένων) που διαθέτουν ανεπαρκές εισόδημα με οικονομικές παροχές και διευκόλυνση της πρόσβασής τους σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες– αποτελεί ένα από τα πλέον αποτελεσματικά μέτρα καταπολέμησης της φτώχειας, εγγύησης ενός επαρκούς βιοτικού επιπέδου και ενθάρρυνσης της κοινωνικής ένταξης».
Το εγκριθέν ψήφισμα υποστηρίζει ότι τα συστήματα ελάχιστου εισοδήματος πρέπει να ορίσουν τα ελάχιστα εισοδήματα στο 60% τουλάχιστον του διάμεσου εισοδήματος του οικείου κράτους μέλους. Καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει σχέδιο δράσης που θα αποσκοπεί να συνοδεύει την υλοποίηση ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για το ελάχιστο εισόδημα στα κράτη μέλη. Εφιστά την προσοχή στον αυξανόμενο αριθμό φτωχών εργαζόμενων και την ανάγκη αντιμετώπισης αυτής της νέας πρόκλησης και τάσσεται υπέρ της δίκαιης ανακατανομής του εισοδήματος.
Bruno Gollnisch (NI), γραπτώς. – (FR) Σπάνια συναντάται μια τόσο δημαγωγική και μη ρεαλιστική έκθεση. Δημαγωγική, διότι στόχος της είναι να θεσπιστεί ελάχιστο εισόδημα ίσο με το 60% τουλάχιστον του μέσου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη και για όλους, χωρίς καμία προϋπόθεση ιθαγένειας. Πρόκειται για το ακαθάριστο μέσο εισόδημα ή το καθαρό μέσο εισόδημα; Πρόκειται για το μέσο βιοτικό επίπεδο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ορίου της φτώχειας; Στην πατρίδα μου ισοδυναμεί με ενθάρρυνση της επιδοτούμενης αεργίας και με δημιουργία ισχυρού πόλου έλξης για τη μετανάστευση.
Διότι, σύμφωνα με τον ορισμό που χρησιμοποιείται, το εισόδημα αυτό θα μπορούσε να είναι υψηλότερο από τον ελάχιστο μισθό, ο οποίος βρίσκεται στο 15% αυτών που κερδίζουν οι εργαζόμενοι της Γαλλίας· σημείο ρεκόρ μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Δεν χρειάζονται συνδρομή οι Ευρωπαίοι, αλλά πραγματικές θέσεις εργασίας που πληρώνουν αξιοπρεπή μισθό. Ωστόσο, και αυτό είναι το μη ρεαλιστικό μέρος, η έκθεση σιωπά ως προς τις πραγματικές αιτίες της φτώχειας: την πίεση επί των μισθών που προκύπτει από τον εξωτερικό ανταγωνισμό χωρών χαμηλού κόστους όπου ασκείται κοινωνικό ντάμπινγκ και από τον εσωτερικό ανταγωνισμό της μη ευρωπαϊκής μετανάστευσης, και από την έκρηξη της ανεργίας, των μετεγκαταστάσεων και του κλεισίματος επιχειρήσεων, που προκαλούνται από την αχαλίνωτη παγκοσμιοποίηση. Παραβλέπει επίσης την εξαιρετικά ανησυχητική περίπτωση πτώσης του βιοτικού επιπέδου της μεσαίας τάξης στην Ευρώπη. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην καταπολέμηση αυτών των αιτίων.
Louis Grech (S&D), γραπτώς. – (EN) Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί μία από τις πλουσιότερες περιοχές του κόσμου, εξακολουθεί να συναντάται υψηλό ποσοστό ευρωπαίων πολιτών που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εισοδηματικής φτώχειας, γεγονός που περιορίζει την ικανότητά τους να εξασφαλίζουν τα αναγκαία όσον αφορά τη διατροφή, την υγεία, την ενέργεια και την εκπαίδευση. Η φτώχεια πλήττει 85 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη. Επιπλέον, μετά την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική ύφεση, υπάρχει υψηλότερος κίνδυνος φτώχειας που επηρεάζει κυρίως τα παιδιά, τους νέους και τους ηλικιωμένους και θέτει πολλά νοικοκυριά σε μεγαλύτερο κίνδυνο, μειώνοντας την πρόσβασή τους σε φάρμακα, υγειονομική περίθαλψη, σχολεία και απασχόληση. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι ο πλούτος κατανέμεται ομοιόμορφα μεταξύ πλούσιων και φτωχών κρατών μελών, μεταξύ μικρών και μεγάλων χωρών, καθώς και μεταξύ των πολιτών τους.
Πρέπει να διατεθούν περισσότερα κονδύλια για διάφορες μελέτες και αναλύσεις σχετικά με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, που θα συγκρίνουν τα συστήματα των 27 κρατών μελών και θα καθορίζουν ποια πολιτική λειτουργεί καλύτερα. Πρέπει να συνεχίσουμε την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο με τη λήψη επείγουσας δράσης και, κυρίως, μέσω της συνεργασίας με αλληλεγγύη, παρά τις διάφορες φορολογικές ή πολιτικές πιέσεις που ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Σήμερα στην Ευρώπη το 17% του πληθυσμού, που ισοδυναμεί με περίπου 85 εκατομμύρια άτομα, ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Πέρα από τα αριθμητικά αυτά στοιχεία, το πιο ανησυχητικό είναι η ακραία φτώχεια, η οποία και σημειώνει πρόοδο, ιδιαίτερα κατά την παρούσα περίοδο ύφεσης, και για τον λόγο αυτόν είναι ζωτικής σημασίας το ελάχιστο εισόδημα.
Καθώς το 2010 είναι το Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, και μετά την Παγκόσμια Ημέρα για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, εγκρίναμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ένα ψήφισμα που ζητεί ευρωπαϊκό ελάχιστο εισόδημα ίσο με το 60% του μέσου εισοδήματος σε κάθε κράτος μέλος.
Η έκθεσή μας τονίζει ότι η θέσπιση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη αποτελεί ένα από τα πλέον αποτελεσματικά μέτρα καταπολέμησης της φτώχειας, εγγύησης ενός επαρκούς βιοτικού επιπέδου και ενθάρρυνσης της κοινωνικής ένταξης, και χαιρετίζω την έγκριση του παρόντος ψηφίσματος.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υποστήριξα την έκθεση που καλεί τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια με τη θέσπιση συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος κατά το πρότυπο του RSA («revenu de solidarité active» - συμπλήρωμα εισοδήματος), πρώην RMI («revenu minimum d’insertion» - βασικό εγγυημένο εισόδημα), στη Γαλλία. Αυτός ο τύπος εργαλείου έχει αναγνωριστεί σαφώς ως πολύ χρήσιμος κατά την αντιμετώπιση της εργασιακής ανασφάλειας.
Το κείμενο προτείνει το είδος αυτό του ελάχιστου εισοδήματος να ανέρχεται στο 60% του μέσου μισθού για κάθε χώρα και, πάνω απ’ όλα, αποτελεί μέρος μιας συνολικής στρατηγικής για την ένταξη, με τη μόνιμη επιστροφή στην εργασία και την πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες, κυρίως τη στέγαση.
Το κείμενο εγκρίθηκε, όμως, δυστυχώς, οι εναλλακτικές εκδοχές που πρότειναν οι πολιτικές ομάδες που κλίνουν προς τα αριστερά και ζητούν δεσμευτική οδηγία πλαίσιο για την εφαρμογή του ελάχιστου εισοδήματος σε ολόκληρη την Ένωση απορρίφθηκαν. Η θέση που λάβαμε υπέρ των εν λόγω συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος είναι, κατά συνέπεια, ενθαρρυντική, αλλά είναι πιθανό να μην επαρκεί.
Jarosław Kalinowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Τα τρέχοντα δεδομένα καταδεικνύουν ότι τα επίπεδα φτώχειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξάνονται. Σε πολλά κράτη μέλη η φτώχεια πλήττει περισσότερο παιδιά και ηλικιωμένους, η δε αυξανόμενη χρήση βραχυπρόθεσμων συμβάσεων εργασίας και τα χαμηλά, μη εξασφαλισμένα εισοδήματα ενέχουν τον κίνδυνο επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης σε ολόκληρη την κοινωνία. Εάν προστεθεί σε αυτά και η δημογραφική κρίση που πλήττει ορισμένες χώρες, προκύπτει η συνταγή της εγγυημένης οικονομικής ύφεσης. Είναι καθήκον μας να διασφαλίσουμε αξιοπρεπή ζωή για όλους τους πολίτες.
Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τα παιδιά και τα εγγόνια μας να ζουν υπό την απειλή της πείνας, της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Πρέπει να εξασφαλίσουμε στις μελλοντικές γενιές αξιοπρεπή επίπεδα μισθών, σταθερότητα σταδιοδρομίας, πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες και κοινωνική ένταξη για όλη τους τη ζωή – από την πιο νεαρή ηλικία μέχρι τη συνταξιοδότηση.
Alan Kelly (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπάρχουν κατ’ εκτίμηση 85 εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρη την ΕΕ που υποφέρουν ή κινδυνεύουν από τη φτώχεια και πιστεύω ότι πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατόν σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Είναι ζωτικής σημασίας να θεσπιστούν διαδικασίες όπως η παρούσα που θα συμβάλουν στη μείωση του αριθμού των ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας στην ΕΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη του στόχου της ΕΕ 2020 για εξάλειψη του κινδύνου για 20 εκατομμύρια ευρωπαίων πολιτών.
Petru Constantin Luhan (PPE), γραπτώς. – (RO) Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση επιδείνωσε την κατάσταση της αγοράς εργασίας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόλις πρόσφατα χάθηκαν 5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας περίπου, γεγονός το οποίο προκάλεσε φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό στα κράτη μέλη. Υποστηρίζω σθεναρά την έκθεση αυτή διότι πιστεύω ότι πρέπει να ληφθούν επείγοντα μέτρα για την επανένταξη των πληγέντων στην αγορά εργασίας, καθώς και για την εγγύηση ελάχιστου εισοδήματος που θα είναι σε θέση να διασφαλίζει αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και ζωή αντάξια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Πιστεύω ότι πρέπει να αναπτύξουμε σχετικούς δείκτες που θα μας δώσουν τη δυνατότητα θέσπισης συστημάτων ελάχιστου εισοδήματος στα κράτη μέλη τα οποία θα διασφαλίζουν επαρκές βιοτικό επίπεδο, θα προάγουν την κοινωνική ένταξη και θα προωθούν την κοινωνική και οικονομική συνοχή σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Elżbieta Katarzyna Łukacijewska (PPE), γραπτώς. – (PL) Ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την καταπολέμηση της φτώχειας είναι η εξασφάλιση στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο περιλαμβάνει μισθούς, συντάξεις και επιδόματα. Το ελάχιστο εισόδημα πρέπει να αποτελεί οικουμενικό δικαίωμα και να μην εξαρτάται από τις εισφορές που καταβλήθηκαν.
Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις κοινωνικές ομάδες που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό και περιλαμβάνουν, κυρίως, τα άτομα με αναπηρία, τις πολυμελείς και μονογονεϊκές οικογένειες, τα άτομα με χρόνιες παθήσεις και τους ηλικιωμένους. Η ανάλυση της εμπειρίας αρκετών κρατών μελών μάς δείχνει πόσο σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το ελάχιστο εισόδημα στην καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπερψήφισα την έκθεση της κ. Figueiredo.
Clemente Mastella (PPE), γραπτώς. – (IT) Στις μέρες μας, είναι σημαντικό να συμπεριληφθούν η πρόληψη και η καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού μεταξύ των πολιτικών της ΕΕ που αποσκοπούν στην κατοχύρωση του σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της καθολικής πρόσβασης σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες και του δικαιώματος στην υγεία, την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση.
Όλα αυτά απαιτούν κοινωνική βιωσιμότητα των μακροοικονομικών πολιτικών, γεγονός το οποίο συνεπάγεται αλλαγή των νομισματικών προτεραιοτήτων και πολιτικών, συμπεριλαμβανομένου του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, καθώς επίσης και όλων των πολιτικών ανταγωνισμού, των πολιτικών της εσωτερικής αγοράς, και των δημοσιονομικών και φορολογικών πολιτικών. Η παρούσα έκθεση χρησιμοποιεί τον όρο «ελάχιστο εισόδημα», που αποτελεί αμφιλεγόμενο όρο ο οποίος νοείται ως μέσο που καθιστά δυνατή τη συμβολή για τη μετάβαση των δικαιούχων από καταστάσεις κοινωνικού αποκλεισμού στην ενεργό ζωή· τονίζει επίσης τη σημασία ευρύτερων πολιτικών οι οποίες λαμβάνουν υπόψη και άλλες ανάγκες: υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, κατάρτιση, κοινωνικές υπηρεσίες και στέγαση.
Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής επειδή υποστηρίζω την ιδέα της ανάγκης ευρωπαϊκής στρατηγικής συντονισμού. Πιστεύω, ωστόσο, ότι το ελάχιστο εισόδημα αποτελεί ευθύνη των επιμέρους κρατών μελών με βάση την αρχή της επικουρικότητας. Είναι δύσκολο να καθοριστεί ελάχιστο όριο στα διάφορα κράτη μέλη όταν υφίστανται μεγάλες διαφορές μεταξύ μισθών και του κόστους ζωής εν γένει.
Barbara Matera (PPE), γραπτώς. – (IT) Το περιεχόμενο της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι διατάξεις της στρατηγικής ΕΕ 2020 και οι αρχές που περιλαμβάνονται στους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας δεν φαίνονται να αντικατοπτρίζονται, ούτε καν όσον αφορά μελλοντικές προοπτικές, στην ανησυχητική πραγματικότητα, η οποία συνίσταται στο ότι πολλοί άνθρωποι ζουν, ακόμα και σήμερα, σε καθεστώς φτώχειας. Μόνο στην Ευρώπη, περίπου 80 εκατομμύρια πολίτες ζουν σε συνθήκες φτώχειας, 19 εκατομμύρια εκ των οποίων είναι παιδιά. Οι φιλόδοξες πολιτικές που έχει υιοθετήσει η διεθνής κοινότητα για την εξάλειψη της φτώχειας αποδεικνύονται συχνότατα αναποτελεσματικές και δύσκολες στην εφαρμογή, ή περιορίζονται μόνο σε μέτρα κοινωνικής πρόνοιας.
Οι στόχοι πρέπει αντίθετα να επιτευχθούν με την εξέταση περισσότερο διαρθρωτικής προσέγγισης, η οποία θα αξιολογεί συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που συντονίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και έχουν αντίκτυπο στο εισόδημα, τις κοινωνικές υπηρεσίες και την υγειονομική περίθαλψη, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης που έπληξε εκείνους που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο στην αγορά εργασίας, δηλαδή τις γυναίκες, τις ηλικιωμένες γυναίκες ειδικότερα, και τους νέους. Πιστεύω ότι η αποτίμηση των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών με στόχο τη θέσπιση ελάχιστου εισοδήματος ενδέχεται να αντιπροσωπεύει έναν από τους τρόπους για την καταπολέμηση της φτώχειας, υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της επικουρικότητας.
Marisa Matias (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η εφαρμογή του ελάχιστου εισοδήματος σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί καίριο μέτρο για την καταπολέμηση της φτώχειας. Ως εκ τούτου, ψηφίζω υπέρ αυτής της σημαντικής έκθεσης.
Το ελάχιστο εισόδημα υπολογίζεται, ωστόσο, για κάθε χώρα ξεχωριστά, και ως εκ τούτου δεν συμβάλλει στην κοινωνική σύγκλιση εντός της Ευρώπης. Οι εθνικές ανισότητες διατηρούνται στην κρίση που βιώνουμε σήμερα. Απαιτούνται συνεπώς περισσότερες οριζόντιες κοινωνικές πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί η δικαιότερη κατανομή του πλούτου. Πρόκειται για σημαντικό μέρος του ρόλου της ΕΕ.
Erminia Mazzoni (PPE), γραπτώς. – (IT) Η Ευρωπαϊκή Ένωση διακήρυττε ανέκαθεν την «κοινωνική ένταξη» ως μία από τις ιδρυτικές αρχές της. Είναι δύσκολο να καταπολεμηθούν οι πολλές καταστάσεις που οδηγούν σε περιθωριοποίηση, απομάκρυνση και εγκατάλειψη. Μεταξύ αυτών, η φτώχεια πρέπει να εμφανίζεται σίγουρα ψηλά στον κατάλογο. Σε αντίθεση με αιτίες όπως η ασθένεια, η αντικοινωνική συμπεριφορά, η φυλή ή το φύλο, αποτελεί μια κατάσταση για την οποία οι πολιτισμένες χώρες θα πρέπει να οργανώνουν τακτικά προληπτικά μέτρα.
Το ελάχιστο εισόδημα για τους πολίτες αποτελεί θεραπεία, όχι λύση. Στο ψήφισμα, υποστηρίζω την έκκληση της Επιτροπής να συμπεριληφθούν δράσεις των κρατών μελών μέσα στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού συντονισμού και να διασφαλιστεί ότι το ελάχιστο εισόδημα συνοδεύεται από ολοκληρωμένη προσέγγιση που περιλαμβάνει την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και τη στέγαση. Προσθέτω και την προσωπική μου έκκληση προς την Επιτροπή, με άλλα λόγια να δοθεί προτεραιότητα στις δράσεις για την υποστήριξη της ένταξης με στόχο την πρόληψη εντός της «Πλατφόρμας για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού».
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να μένουν απαθή σε καταστάσεις ακραίας φτώχειας, πρέπει δε να διασφαλίσουν ότι κανείς δεν αφήνεται απλώς στη μοίρα του σε καταστάσεις που είναι συχνά άκρως εξευτελιστικές. Σε αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο έκτακτης και κατ’ εξαίρεση βοήθειας.
Παρ’ όλα αυτά, εμπειρίες όπως της Πορτογαλίας, με τη χορήγηση ελάχιστου εισοδήματος χωρίς πραγματικά αποτελεσματική παρακολούθηση, αλλά με έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων να είναι εγγεγραμμένοι ως δικαιούχοι που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να εργάζονται, ούτε όμως εργάζονται ούτε προσπαθούν να εργαστούν, αποτελούν διαστροφή της προσέγγισης που πρέπει να εξεταστεί. Απείχα συνεπώς λόγω του γεγονότος ότι οι πτυχές της κατάλληλης παρακολούθησης του συστήματος που περιέγραψα το θέτουν υπό αμφισβήτηση, τόσο από οικονομική όσο και από ηθική άποψη.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να μένουν απαθή σε καταστάσεις ακραίας φτώχειας, πρέπει δε να διασφαλίσουν ότι κανείς δεν αφήνεται απλώς στη μοίρα του σε καταστάσεις που είναι συχνά άκρως εξευτελιστικές. Σε αυτές τις περιπτώσεις και μόνο πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο έκτακτης και κατ’ εξαίρεση βοήθειας.
Παρ’ όλα αυτά, εμπειρίες όπως της Πορτογαλίας, με τη χορήγηση ελάχιστου εισοδήματος χωρίς καμία πραγματικά αποτελεσματική παρακολούθηση, αλλά με έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων να είναι εγγεγραμμένοι ως δικαιούχοι της παροχής που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να εργάζονται, ούτε όμως εργάζονται ούτε προσπαθούν να εργαστούν, αποτελούν διαστροφή της λογικής που πρέπει να εξεταστεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απείχα: λόγω του γεγονότος ότι οι περιγραφείσες πτυχές της κατάλληλης παρακολούθησης του συστήματος το θέτουν υπό αμφισβήτηση, τόσο από οικονομική όσο και από ηθική άποψη.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη διότι συμφωνώ με τα περισσότερα από τα αιτήματα και τις απόψεις που περιέχει· για παράδειγμα, το γεγονός ότι τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να εφαρμόσουν «συγκεκριμένα μέτρα τα οποία να εξαλείφουν τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό» και ότι «για την καταπολέμηση της φτώχειας απαιτείται η δημιουργία αξιοπρεπών και βιώσιμων θέσεων απασχόλησης, για τις μειονεκτούσες στην αγορά εργασίας κοινωνικές κατηγορίες». Στο σημείο αυτό, θεωρώ ότι η υποστήριξη της θέσπισης ελάχιστου ορίου εισοδήματος σε όλα τα κράτη μέλη έχει μεγάλη αξία, έτσι ώστε ο καθένας, είτε απασχολείται είτε όχι, να μπορεί να ζήσει με αξιοπρέπεια. Στήριξα το ψήφισμα αυτό διότι, εν γένει, απαιτεί μεγαλύτερη κοινωνική παρέμβαση για την καταπολέμηση της φτώχειας που υφίστανται εκατομμύρια πολίτες. Για τον σκοπό αυτόν, απαιτεί τα κράτη μέλη και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να θεσπίσουν συγκεκριμένα μέτρα για την προώθηση της επανένταξης στην αγορά εργασίας, την οποία αξίζουν όσοι ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Siiri Oviir (ALDE), γραπτώς. – (ET) Ως γυναίκα βουλευτής, με ενοχλεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι στην παρούσα οικονομική κρίση οι γυναίκες στην ΕΕ απειλούνται από ακραία φτώχεια πολύ περισσότερο από τους άνδρες. Αν εξετάσουμε τα στοιχεία της Eurostat, το 27% των γυναικών σήμερα, προτού λάβουν το επίδομα κοινωνικής ασφάλειας, διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας. Στην ευρωπαϊκή κοινωνία, η εμμένουσα τάση προς την εκθήλυνση της φτώχειας καταδεικνύει ότι το ισχύον πλαίσιο των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και τα διάφορα μέτρα κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών, καθώς και πολιτικών απασχόλησης που υιοθετούνται στην ΕΕ δεν έχουν σχεδιαστεί για τις ανάγκες των γυναικών ή την εξάλειψη των υφιστάμενων διαφορών όσον αφορά την απασχόληση των γυναικών. Συνεπώς υποστηρίζω την εισηγήτρια η οποία αναφέρει ότι η φτώχεια των γυναικών και ο κοινωνικός αποκλεισμός στην Ευρώπη απαιτούν συγκεκριμένες, ποικίλες και με βάση το φύλο πολιτικές λύσεις, και ως εκ τούτου υποστήριξα επίσης την ανακίνηση του ζητήματος αυτού με την ψήφο μου.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της κ. Figueiredo. Η εργασία αποτελεί τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για τον πληθυσμό. Η αλληλεγγύη επί της οποίας εδράζεται το ευρωπαϊκό μοντέλο κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και ο συντονισμός των εθνικών απαντήσεων είναι ζωτικής σημασίας. Οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από μεμονωμένα κράτη θα είναι αναποτελεσματικές αν δεν διαθέτουμε συντονισμένη δράση σε επίπεδο ΕΕ. Είναι συνεπώς σημαντικό η Ευρωπαϊκή Ένωση να μιλά με ενιαία και ισχυρή φωνή και να διαθέτει κοινό όραμα, επιτρέποντας στη συνέχεια στα μεμονωμένα κράτη την επιλογή της συγκεκριμένης εφαρμογής των μέτρων, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας. Στην κοινωνική οικονομία της αγοράς που κατοχυρώνεται και προωθείται από τη συνθήκη, οι δημόσιες αρχές πρέπει να εφαρμόσουν μέτρα διευθέτησης με στόχο την επιτάχυνση και διευκόλυνση της επίτευξης ισορροπίας, προκειμένου να προληφθούν δυσκολίες για τους πολίτες ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιηθούν. Χρειαζόμαστε κοινωνικές πολιτικές για την προστασία των οικογενειών που να περιορίζουν τις ανισότητες και τον αντίκτυπο και τις επιπτώσεις της κρίσης. Πρέπει να βελτιώσουμε τα συστήματα κοινωνικής προστασίας με την εφαρμογή μακροπρόθεσμων πολιτικών, όσον αφορά την απασχόληση δε, με την παροχή μεγαλύτερης σταθερότητας στην απασχόληση αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις δυσβάσταχτες επιβαρύνσεις για τους εθνικούς μας προϋπολογισμούς.
Γεώργιος Παπανικολάου (PPE), γραπτώς. – Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος –τροπολογία 3– (άρθρο 157, παράγρ. 4 του Κανονισμού) για την αντικατάσταση της μη νομοθετικής πρότασης ψηφίσματος A7-0233/2010 σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη. Η πρόβλεψη αυτή άλλωστε, ιδίως στην παρούσα περίοδο οικονομικής κρίσης, δεν είναι αντίθετη με την αρχή της οικονομίας της κοινωνικής αγοράς (social market economy), αρχή την οποία ακράδαντα συμμερίζομαι.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Η φτώχεια αποτελεί μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα σε ολόκληρο τον κόσμο και, δυστυχώς, η ΕΕ δεν είναι άτρωτη. Επιπλέον, η ήδη παρατεταμένη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που βιώνουμε έχει επιδεινώσει τη φτώχεια των ανθρώπων εντός της Ευρώπης, δημιουργώντας ένα νέο κύμα φτωχών σε ορισμένες χώρες όπως η Πορτογαλία, και επηρεάζοντας ακόμη και αυτό που συνήθως αναφέρεται ως μεσαία τάξη.
Η χορήγηση ελάχιστου εισοδήματος αποτελεί σπουδαίο κοινωνικό μέτρο με σημαντικό αντίκτυπο σε οικονομικό επίπεδο, πολλοί το θεωρούν ηθική υποχρέωση. Το κρίσιμο θέμα είναι το ελάχιστο αυτό εισόδημα να ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να λειτουργεί ως μοχλός για τη μετάβαση των ανθρώπων από τη φτώχεια προς ένα αποδεκτό βιοτικό επίπεδο, ποτέ όμως να μην μπορεί να αποτελέσει κίνητρο ώστε οι άνθρωποι να δρουν παθητικά σε μια δύσκολη κατάσταση, δηλαδή με το να τους ελλείπει δυνητικά κάθε ενδιαφέρον για αναζήτηση εργασίας.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Η φτώχεια αποτελεί μια πραγματικότητα που επηρεάζει ανθρώπους το εισόδημα των οποίων είναι ανεπαρκές ώστε να τους προσφέρει αποδεκτή διαβίωση, με τον αριθμό των ανθρώπων στην κατάσταση αυτή να αυξάνεται λόγω της τρέχουσας κρίσης. Το 2008, το 17% του πληθυσμού της ΕΕ (περίπου 85 εκατομμύρια άτομα) ήταν εκτεθειμένο στην απειλή της φτώχειας. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας ήταν μεγαλύτερο για τα παιδιά και τους νέους ηλικίας μέχρι 17 ετών απ’ ό,τι για το σύνολο του πληθυσμού, φθάνοντας το 20% στην ΕΕ των 27, με το υψηλότερο ποσοστό να καταγράφεται στη Ρουμανία (33%). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας των εργαζομένων ήταν 8% κατά μέσο όρο στην ΕΕ των 27, με το υψηλότερο ποσοστό και πάλι στη Ρουμανία (17%).
Ψήφισα υπέρ της ανάγκης υιοθέτησης ενός συστήματος για τον υπολογισμό του ελάχιστου εισοδήματος (ισοδύναμου με το 60% τουλάχιστον του διάμεσου εισοδήματος στο οικείο κράτος μέλος) σε κάθε κράτος μέλος, το οποίο αποτελείται από συγκεκριμένα μέτρα για τη στήριξη των ατόμων που διαθέτουν ανεπαρκές εισόδημα με οικονομικές παροχές και διευκόλυνση της πρόσβασής τους στις υπηρεσίες. Το μέτρο αυτό θα μπορούσε να αποτελεί έναν από τους αποτελεσματικότερους τρόπους για την καταπολέμηση της φτώχειας, την κατοχύρωση ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης και την ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης.
Frédérique Ries (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η έξοδος 20 εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών από τη φτώχεια μέχρι το 2020 είναι ο φιλόδοξος στόχος που έθεσε η στρατηγική ΕΕ 2020, στόχος που θα μπορούσε κάλλιστα να παραμείνει ευσεβής πόθος εάν η Ευρώπη δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη πτώση του βιοτικού επιπέδου που πλήττει σήμερα περισσότερα από 80 εκατομμύρια πολίτες.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η καθιέρωση σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενός ελάχιστου εισοδήματος διαβίωσης ή η επέκτασή του σε όλα τα κράτη μέλη είναι σημαντική. Σχεδιασμένο ώστε να είναι το «τελευταίο δίχτυ ασφαλείας», το ελάχιστο εισόδημα διαδραματίζει ήδη ρόλο στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού.
Πρέπει τώρα να αυξήσουμε την αποτελεσματικότητά του, έχοντας συγχρόνως τρία βασικά θέματα κατά νου: πρέπει να διατηρήσουμε τη διαφορά μεταξύ του ελάχιστου εισοδήματος και του ελάχιστου εγγυημένου μισθού, επειδή η εργασία πρέπει να παραμείνει ελκυστική, η δε απασχόληση εξακολουθεί να αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να μην πληγεί κανείς από τη φτώχεια· πρέπει το ελάχιστο εισόδημα να καταστεί μέρος μιας συντονισμένης και ολοκληρωμένης πολιτικής για τη βοήθεια των ευάλωτων ατόμων (πρόσβαση στη στέγαση, υγειονομική περίθαλψη, φροντίδα παιδιών και κατ’ οίκον φροντίδα)· και πρέπει να διαγράψουμε τον τίτλο Ι σχετικά με την ενσωμάτωση των στόχων που του έχουν ανατεθεί, και να αξιοποιήσουμε το ελάχιστο εισόδημα ως μέσο ώστε να βοηθήσουμε οικονομικά, σε μια δεδομένη στιγμή, ένα πρόσωπο ή μια οικογένεια που αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Robert Rochefort (ALDE), γραπτώς. – (FR) Ογδόντα πέντε εκατομμύρια άνθρωποι απειλούνται από τη φτώχεια στην Ευρώπη. Η οικονομική κρίση που διερχόμαστε καθιστά τους νέους (εκ των οποίων ένας στους πέντε είναι άνεργος), τις γυναίκες και τις μονογονεϊκές οικογένειες ακόμη πιο ευάλωτες. Οι επισφαλείς συνθήκες για τους εργαζόμενους αυξάνονται επίσης: ο αριθμός εκείνων που πλήττονται από τη φτώχεια είναι σήμερα 19 εκατομμύρια. Ενώ το 2010 ανακηρύχθηκε «Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού», πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρομέτρου για τη γνώμη των πολιτών της ΕΕ κατέδειξε ότι το 74% εξ αυτών αναμένουν από την ΕΕ να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον τομέα αυτόν. Ας τους ακούσουμε και ας δράσουμε. Υποστήριξα το ψήφισμα σχετικά με τον ρόλο ενός ελάχιστου εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση μιας ανεκτικής κοινωνίας στην Ευρώπη. Δυστυχώς, τα 27 κράτη μέλη δεν διαθέτουν όλα εθνικό ελάχιστο εισόδημα. Κατά συνέπεια, υποστήριξα την πρόσκληση προς την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της προκειμένου να προτείνει οδηγία πλαίσιο για τη θέσπιση της αρχής του κατάλληλου ελάχιστου εισοδήματος στην Ευρώπη βάσει κοινών κριτηρίων, αν και η πρόσκληση αυτή δυστυχώς απορρίφθηκε.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (FR) Με την πρότασή μας για οδηγία πλαίσιο σχετικά με το ελάχιστο εισόδημα, το Κοινοβούλιο είχε σήμερα την ευκαιρία να εξασφαλίσει στην Ευρώπη ένα σημαντικό εργαλείο για την πραγματική καταπολέμηση της φτώχειας και να προσφέρει σε κάθε νέο άνθρωπο, κάθε ενήλικα και κάθε ηλικιωμένο, το δικαίωμα σε ένα εισόδημα αρκετά υψηλό ώστε να εξέλθει από τη φτώχεια και να μπορέσει να ζήσει επιτέλους με αξιοπρέπεια. Χρειάστηκε πολιτική τόλμη και θάρρος ώστε να τεθεί τέρμα στο εξωφρενικό σκάνδαλο της μακροχρόνιας φτώχειας.
Ωστόσο, λόγω της δειλίας και της πολιτικής ασυνέπειάς της, η ευρωπαϊκή δεξιά θα φέρει τη βαριά ευθύνη της αποτυχίας της στρατηγικής ΕΕ 2020 και θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση στους συμπολίτες μας και σε όλες εκείνες τις οργανώσεις που μάχονται ημέρα με την ημέρα για χάρη των πλέον ευάλωτων.
Oreste Rossi (EFD), γραπτώς. – (IT) Σε μια σύγχρονη κοινωνία που αποτελείται από έντιμους και ενεργούς πολίτες, θα ήταν εξαιρετικό να εισαχθεί ελάχιστο εισόδημα για όσους έτυχε να είναι άνεργοι. Στην ουσία όμως, η εγγύηση εισοδήματος σε όσους δεν εργάζονται οδηγεί σε στρέβλωση του κόσμου της εργασίας. Πολλοί άνθρωποι, πράγματι, θα προτιμούσαν να μην αναζητούν θέσεις εργασίας, συμπληρώνοντας το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημά τους με αδήλωτη εργασία ή στροφή προς μικροεγκλήματα.
Οι αρνητικές αυτές καταστάσεις είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσουν τις ομάδες του πληθυσμού που είναι λιγότερο καλά προετοιμασμένες για επιβίωση, ιδιαίτερα οικογένειες εκτός ΕΕ οι οποίες συχνά πρέπει να τα καταφέρουν μοιραζόμενες μικρούς και κατά συνέπεια χαμηλού κόστους χώρους διαμονής η μία με την άλλη. Η εγγύηση ευημερίας ευρείας κλίμακας θα οδηγήσει σαφώς τους φτωχότερους λαούς του κόσμου να προσπαθήσουν να ζήσουν στην Ευρώπη, διότι αν και πολύ λίγα θα ήταν εγγυημένα για αυτούς, θα ήταν σίγουρα καλύτερα από το τίποτα. Είμαι απολύτως αντίθετος με την έκθεση για τους λόγους αυτούς.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός αποτελούν εκδήλωση έλλειψης σεβασμού προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η καταπολέμηση του φαινομένου αποτελεί προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατοχυρώνεται στους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας. Τι μπορούμε να κάνουμε, και ποια καθήκοντα πρέπει να αναλάβουμε από την άποψη αυτή; Οι σημαντικότεροι παράγοντες είναι η εκπαίδευση και η διασφάλιση συνθηκών ανάπτυξης, δεδομένου ότι αποτελούν λύσεις που θα διδάξουν στους ανθρώπους πώς να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της φτώχειας οι ίδιοι, χρησιμοποιώντας τις δικές τους δυνατότητες, με την υποστήριξη συστημικών λύσεων. Με άλλα λόγια, πρέπει να τους προσφέρουμε την τεχνογνωσία που χρειάζονται.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες, είναι σημαντικό να στηρίξουμε τη δημιουργία υποδομών, ιδίως παρέχοντας στους ανθρώπους πρόσβαση σε καθαρό νερό. Η αναπτυξιακή βοήθεια πρέπει να συνδέεται με τη δημιουργία συνθηκών για την ανάπτυξη εμπορίου. Η διευκόλυνση της ανάπτυξης και νέων θέσεων εργασίας αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την καταπολέμηση της φτώχειας σε διάφορες περιοχές του κόσμου, πλούσιες όσο και φτωχές. Η φτώχεια δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο μέσω διοικητικών ρυθμίσεων, ακόμη και εκείνων που θέτουν ελάχιστα εισοδήματα.
Nuno Teixeira (PPE), γραπτώς. – (PT) Η οικονομική κρίση επιδεινώνει τις κοινωνικές ανισότητες στην ΕΕ. Στο τέλος του 2008, σχεδόν το 17% του ευρωπαϊκού πληθυσμού –δηλαδή 85 εκατομμύρια άνθρωποι– ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι επιπτώσεις της κρίσης, η αύξηση δηλαδή της ανεργίας και οι λιγότερες ευκαιρίες απασχόλησης, αφήνουν πολλούς ανθρώπους σε δύσκολη κατάσταση. Είναι σημαντικό η Ευρώπη να συμμετάσχει στην προώθηση μιας πιο ανεκτικής κοινωνίας με τη χρήση μέτρων για την εξάλειψη της φτώχειας. Το 2010 είναι το «Ευρωπαϊκό Έτος για την Καταπολέμηση της Φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού», και ένας από τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» είναι η μείωση του αριθμού των ατόμων που απειλούνται από φτώχεια κατά 20 εκατομμύρια. Η αλήθεια είναι ότι το επίπεδο της φτώχειας δεν επηρεάζει απλώς την κοινωνική συνοχή, αλλά και την οικονομία.
Ως εκ τούτου, και λαμβάνοντας υπόψη τη δέσμευση του Κοινοβουλίου για συμμετοχή στην καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, πιστεύω ότι το σύστημα ελάχιστου εισοδήματος με βάση το 60% του διάμεσου εισοδήματος στο οικείο κράτος μέλος αποτελεί σημαντική συμβολή για την οικονομική και κοινωνική συνοχή. Ψήφισα υπέρ για τους παραπάνω λόγους, αλλά και επειδή πιστεύω ότι η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη συγκεκριμένης δράσης προς την κατεύθυνση αποτελεσματικότερης κοινωνικής και οικονομικής συνοχής που σέβεται την επικουρικότητα.
Thomas Ulmer (PPE), γραπτώς. – (DE) Καταψήφισα την έκθεση αυτή επειδή διαστρεβλώνει πλήρως το νόημα της δημοσιονομικής εξυγίανσης από τα κράτη μέλη και περιέχει τα συνήθη περίτεχνα κομμουνιστικά φληναφήματα περί διακρατικών μεταβιβάσεων. Επιπλέον, σημειώνεται σαφέστατη παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας στον κοινωνικό τομέα. Στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, οι κοινωνικές παροχές και το εγγυημένο από το κράτος εισόδημα μέσω των επιδομάτων μακροχρόνιας ανεργίας Hartz IV είναι ήδη τόσο υψηλά που δεν αξίζει η απασχόληση σε κατώτερου επιπέδου θέσεις εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται να υπάρχει υποχρεωτική ελάχιστη διαφορά μεταξύ κοινωνικών παροχών και εισοδήματος. Προϋπόθεση για την κάθε είδους ευημερία παραμένει, όπως πάντα, η υγιής οικονομική ανάπτυξη.
Viktor Uspaskich (ALDE), γραπτώς. – (LT) Κυρίες και κύριοι, παρ’ όλες τις δηλώσεις για τη μείωση της φτώχειας, η κοινωνική ανισότητα έχει αυξηθεί – περίπου 85 εκατομμύρια κάτοικοι της ΕΕ απειλούνται από τη φτώχεια. Αυτό αποτελεί τεράστιο πρόβλημα για τη Λιθουανία, δεδομένου ότι το 20% του πληθυσμού μας απειλείται από τη φτώχεια. Χρειαζόμαστε ισχυρή πολιτική για την απασχόληση που θα τονώσει την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και θα παρεμποδίσει τις μακροοικονομικές ανισορροπίες και θα εγγυηθεί την κοινωνική ένταξη.
Αυτό, ωστόσο, δεν επαρκεί για την καταπολέμηση της ανεργίας. Η απασχόληση και μόνο δεν προσφέρει προστασία από τη φτώχεια. Η αύξηση της επισφαλούς απασχόλησης και των χαμηλών μισθών σημαίνει ότι το ποσοστό των εργαζομένων που απειλούνται από τη φτώχεια αυξάνεται.
Σύμφωνα με εκθέσεις της ΕΕ, τα εισοδήματα άνω του 20% των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης στη Λιθουανία είναι μικρότερα από το 60% των μέσων εισοδημάτων, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 14%. Η αύξηση του ελάχιστου μηνιαίου μισθού θα συμβάλει στη μείωση της φτώχειας, δεν θα εγγυηθεί όμως μια κοινωνία χωρίς απομόνωση. Κυρίως νέοι εγκαταλείπουν τη Λιθουανία, όχι μόνο λόγω έλλειψης χρημάτων και εργασίας (το περασμένο έτος, η ανεργία των νέων στη Λιθουανία έφθασε σχεδόν το 30%), αλλά και επειδή αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι και ανίσχυροι έναντι των αποφάσεων που έχουν αντίκτυπο στην καθημερινή τους ζωή. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Derek Vaughan (S&D), γραπτώς. – (EN) Παρά τις προσπάθειες ανά τον κόσμο και τις δεσμεύσεις πολλών διεθνών οργανισμών, μεταξύ των οποίων της ΕΕ, η καταπολέμηση της φτώχειας κάθε άλλο παρά επιτυχής είναι. Το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε συνθήκες φτώχειας στην Ευρώπη αυξήθηκε από 16% σε 17% μεταξύ 2005 και 2008. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, υπάρχει συναίνεση, μεταξύ τόσο των κυβερνήσεων όσο και των πολιτών, ότι πρέπει να αγωνιστούμε για την εξάλειψη της φτώχειας. Εξετάζοντας τις δεσμεύσεις της «Ευρώπης 2020», πρέπει και πάλι να σκεφθούμε ποια μέτρα μπορούν να ληφθούν για την καταπολέμηση της φτώχειας.
Υποστηρίζω την έκθεση Figueiredo η οποία ζητεί την εκ νέου αξιολόγηση των δεσμεύσεων της ΕΕ για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και τη συμπερίληψη απαιτητικών αλλά επιτεύξιμων και σαφών στόχων στην ατζέντα της «Ευρώπης 2020». Επαναλαμβάνω την έκκληση του ευρωπαϊκού λαού να τεθεί τέλος στη φτώχεια και την ανισότητα μέσω της εφαρμογής αποτελεσματικών, ολοκληρωμένων και μακρόπνοων στρατηγικών που καταπολεμούν προληπτικά την παγκόσμια φτώχεια.
Angelika Werthmann (NI), γραπτώς. – (DE) Περίπου 85 εκατομμύρια άνθρωποι στην ΕΕ αντιμετωπίζουν σήμερα την απειλή της φτώχειας. Περιλαμβάνονται πολλές και διάφορες ομάδες: παιδιά και νέοι ηλικίας μέχρι 17 ετών διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας, γεγονός το οποίο, σε συγκεκριμένους όρους, σημαίνει ότι ένα στα πέντε παιδιά και νέους αποτελούν θύματα της φτώχειας. Οι ηλικιωμένοι εκτίθενται, επίσης, σε υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας από τον γενικό πληθυσμό φθάνοντας, το 2008, περίπου το 19% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω. Ωστόσο, το ποσοστό των εργαζομένων που απειλούνται με τον κίνδυνο της φτώχειας ήταν 8% κατά μέσο όρο το 2008 – οι λεγόμενοι «φτωχοί εργαζόμενοι». Η έννοια του ελάχιστου εισοδήματος θα συμβάλει σημαντικά στην κοινωνική ενσωμάτωση των ομάδων που βρίσκονται σε κίνδυνο. Ωστόσο, κατά την εκπόνηση της οδηγίας, πρέπει να δοθεί η μεγαλύτερη δυνατή προσοχή στον μέγιστο έλεγχο και την αποφυγή κάθε ενδεχόμενης «εκμετάλλευσης» των εν λόγω κοινωνικών παροχών. Εάν κοιτάξουμε απλά τον αριθμό των ατόμων που λαμβάνουν επιδόματα ανεργίας, υπάρχουν 23 εκατομμύρια άνθρωποι που χρειάζεται να λάβουν επίδομα ανεργίας ώστε να είναι σε θέση να ζήσουν με αξιοπρέπεια.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής δεδομένου ότι υποστηρίζει τη συνέχιση της εργασίας που πραγματοποιήθηκε από την Ειδική Επιτροπή για τη Χρηματοπιστωτική, Οικονομική και Κοινωνική Κρίση η οποία, από τότε που συγκροτήθηκε, επέτρεψε να συναχθούν συμπεράσματα και να διατυπωθούν συγκεκριμένες συστάσεις για ορισμένα σημεία. Ωστόσο, εξακολουθούν να χρειάζονται συστηματικότερες προσπάθειες για να υπάρξουν ανταλλαγές με τα εθνικά κοινοβούλια πάνω στη βάση αυτή, να μετασχηματιστούν οι συστάσεις σε νομοθετικές προτάσεις και να μετουσιωθούν τα επιτευχθέντα αποτελέσματα σε πρόγραμμα εργασίας. Ο τερματισμός των εργασιών της εν λόγω ειδικής επιτροπής θα έδινε την εντύπωση ότι η κρίση έχει ξεπεραστεί, ενώ στην πραγματικότητα η κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών δεν έχει σταθεροποιηθεί και οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του μεγάλου κραχ δεν είναι ακόμα γνωστές και θα έχουν βάθος και διάρκεια. Όλα τα θέματα που είναι σήμερα ανοιχτά ή πρόκειται να ανοίξουν, δηλαδή η στρατηγική «Ευρώπη 2020» και οι νέες οδηγίες, η οικονομική διακυβέρνηση, οι δημοσιονομικές προοπτικές, η ρύθμιση και εποπτεία, η μεταρρύθμιση της παγκόσμιας διακυβέρνησης και η εκπροσώπηση της ΕΕ, πρέπει να ξεκινούν από τη διαπίστωση της κρίσης του σημερινού μοντέλου. Μεταξύ άλλων, η παράταση της εντολής θα επέτρεπε ειδικότερα να εξασφαλιστεί μια διεξοδική παρακολούθηση αυτής της πολύπλευρης ατζέντας, να εμβαθυνθούν η ανάλυση και οι πολιτικές συστάσεις της βάσει ενός προς κατάρτιση προγράμματος εργασίας και, στη βάση αυτή, να προκύψει μια έκθεση παρακολούθησης για το δεύτερο εξάμηνο του 2011.
Χαράλαμπος Αγγουράκης (GUE/NGL), γραπτώς. – Καταψηφίζουμε την έκθεση διότι η επίθεση του κεφαλαίου και των πολιτικών εκπροσώπων του ενάντια στην εργατική Τάξη είναι ενιαία και δεν σχετίζεται, ούτε με τα δημοσιονομικά ελλείμματα, ούτε με τα υψηλά χρέη. Οι τοποθετήσεις των κοινοτικών αξιωματούχων αλλά και το ψήφισμα του ΕΚ το επιβεβαιώνουν. Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις δεν μπορούν να ξεπεραστούν και συνεχώς θα οξύνονται. Η ΕΕ και το G20 επεξεργάζονται απλά σχέδια για μεγαλύτερη αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος, για την ιδιοποίηση της λαϊκής περιουσίας από το μεγάλο κεφάλαιο και την αύξηση των κερδών του, για την αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, την συρρίκνωση των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Τα μέτρα που ενιαία αποφασίζονται ενισχύουν τα μονοπώλια και φορτώνουν την καπιταλιστική κρίση στις πλάτες των εργαζομένων, ενώ ταυτόχρονα η ΕΕ και η πλουτοκρατία προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι, προβάλλουν νέα μοντέλα οικονομικής διακυβέρνησης, πράσινες οικονομίες και υπόσχονται μελλοντικές εξόδους από το τούνελ προκειμένου να δημιουργήσουν φρούδες ελπίδες και να υφαρπάξουν την κοινωνική συναίνεση. Οι μεγάλες κινητοποιήσεις στην Ελλάδα, στην Γαλλία, στην Ιταλία και σε άλλες χώρες αποτελούν τρανή απόδειξη της απόρριψης των επιλογών του μεγάλου κεφαλαίου από τους εργαζόμενους. Και η απόρριψη αυτή μπορεί –και πρέπει– να αποκτήσει αντιμονοπωλιακό, αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο και να μετατραπεί σε αγώνες για την λαϊκή εξουσία.
Liam Aylward (ALDE), γραπτώς. – (GA) Η στρατηγική ΕΕ 2020 έχει ιδιαίτερη σημασία για την ανταγωνιστικότητα, τη βιωσιμότητα και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της Ένωσης και ψήφισα υπέρ των όσων αναφέρει η έκθεση σχετικά με την απόδοση μεγαλύτερης προσοχής σε πρωτοβουλίες που σχετίζονται με την ενέργεια, τον τομέα έρευνας και καινοτομίας, καθώς και με θέματα υγείας και εκπαίδευσης κατά τα προσεχή έτη. Συμφωνώ απολύτως ότι τα θέματα εκπαίδευσης θα πρέπει να βρίσκονται στον πυρήνα της οικονομικής στρατηγικής της Ένωσης και ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη υποστήριξη σε προγράμματα όπως η «Διά βίου μάθηση» και τα «Erasmus» και «Leonardo» για εκπαίδευση και κατάρτιση στο εξωτερικό, και ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη πρόσβαση στους πολίτες της Ευρώπης στα προγράμματα αυτά. Η έρευνα και ανάπτυξη είναι ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα, πρέπει δε να παρέχεται υποστήριξη και ενθάρρυνση σε φοιτητές και ερευνητές όταν προσπαθούν να επωφεληθούν από τη διασυνοριακή κινητικότητα, ενώ η πρόσβαση στη χρηματοδότηση πρέπει να είναι διαφανής και απλοποιημένη.
Υποστηρίζω επίσης όσα αναφέρει η έκθεση σχετικά με τη βελτίωση της ικανότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ως προς τη λήψη πιστώσεων, τη μείωση της γραφειοκρατίας που συνδέεται με τις κρατικές συμβάσεις δημοσίων έργων για τις ΜΜΕ, καθώς και τη θέσπιση μονοθυριδικής εξυπηρέτησης για την αντιμετώπιση διοικητικών ζητημάτων των εν λόγω εταιρειών.
Izaskun Bilbao Barandica (ALDE), γραπτώς. – (ES) Υπήρξαν διάφοροι παράγοντες κατά την τρέχουσα κρίση: μεταξύ άλλων, η κερδοσκοπική συμπεριφορά των χρηματοπιστωτικών αγορών και η ανάπτυξη της εσωτερικής ζήτησης κατά τα τελευταία έτη με βάση την καταναλωτική πίστη. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους έχουμε συζητήσει εκτεταμένα στο Κοινοβούλιο, πρέπει όμως να κοιτάξουμε προς το μέλλον. Το μέλλον αποτελεί τμήμα της συμμόρφωσης με το περιεχόμενο της πρωτοβουλίας αυτής. Για να γίνει αυτό, η Ευρώπη πρέπει να ξεπεράσει το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού. Πρέπει να ρυθμίσει, να αναδιοργανώσει και να επιβλέψει τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης, να βελτιώσει τον συντονισμό της και να χρησιμοποιήσει τη δύναμη αυτή ώστε να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρέπει να υιοθετήσει μέτρα για τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης, να καθορίσει νέο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που συμβαδίζει με την ανθρώπινη και κοινωνική ανάπτυξη και να επικεντρωθεί στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, την ποιότητα, τη βελτίωση της εκπαίδευσης, την καινοτομία, τις νέες τεχνολογίες και τη γνώση. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε ότι η Ευρώπη αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για τον κόσμο.
Mara Bizzotto (EFD), γραπτώς. – (IT) Ψηφίσαμε μια εξαιρετικά μακροσκελή και σύνθετη έκθεση, με πολύπλοκο κείμενο και δομή. Υπάρχει ένα ζήτημα, ωστόσο, που δεν είναι αρκετά πειστικό: δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στην πραγματική, βαθιά ριζωμένη αιτία που προκάλεσε την οικονομική κρίση την οποία βιώνουμε, παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στις αιτιολογικές σκέψεις του κειμένου. Η αιτία δεν ήταν εξαρτημένη, αλλά διαρθρωτική – και όχι μόνο από οικονομική άποψη. Η χρηματοπιστωτική κρίση προκλήθηκε, κυρίως, από την ψευδαίσθηση που καλλιεργήθηκε από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ του κόσμου ότι κατά την τρίτη χιλιετία η οικονομία και ο πλούτος θα μπορούσαν να βασίζονται περισσότερο στη χρηματοδότηση απ’ ό,τι στην παραγωγή αγαθών, περισσότερο στην εκπληκτική δημιουργία προϊόντων χρηματοοικονομικής τεχνικής απ’ ό,τι σε εκείνο που πραγματικά δημιουργείται, παράγεται, πωλείται και προωθείται από πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια επιχειρήσεων σε ολόκληρο τον κόσμο. Αν δεν αναγνωρίσουμε την οικονομική και πολιτική σημασία της αποκατάστασης της πραγματικής οικονομίας και όχι της εικονικής, η έκθεση διατρέχει τον κίνδυνο να διαπράξει ένα μοιραίο λάθος: να υποδεικνύει τρόπους διεξόδου από την κρίση οι οποίοι τελικά δεν θα αποτελούν πραγματική λύση. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται περαιτέρω κεντρική οργάνωση των οικονομικών εξουσιών σε κοινοτικό επίπεδο. Η Ευρώπη χρειάζεται επιχειρήσεις και λιγότερη γραφειοκρατία. Ψήφισα, επομένως, κατά της έκθεσης.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι η τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση που έχει επηρεάσει τον οικονομικό και χρηματοπιστωτικό τομέα έχει προκαλέσει γενική οικονομική και κοινωνική κρίση εντός της οποίας οι ευρωπαίοι πολίτες εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες φτώχειας, οι κοινωνικές ανισότητες καθίστανται ακόμη πιο έντονες και ο αριθμός των φτωχών εργαζομένων αυξάνεται επίσης.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η ύφεση επιδεινώθηκε περαιτέρω από το γεγονός ότι τα διάφορα εθνικά σχέδια οικονομικής ανάκαμψης ήταν ανεπαρκώς συντονισμένα, διότι είναι πολύ πιθανό ότι με συντονισμό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ήταν δυνατόν να έχουν μεγαλύτερη επίδραση απ’ ό,τι μπορεί να επιτευχθεί με τα περισσότερα προγράμματα σε εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευθεί για την καταπολέμηση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης, καθώς και τη μείωση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, όμως η στρατηγική αυτή πρέπει να αποτελεί συντονισμένη προσπάθεια – μέρος της διαχείρισης της κρίσης και της διαδικασίας στρατηγικού σχεδιασμού που πρέπει να χαραχθεί πέρα από αυτήν.
Συμφωνώ με τη θέση του Κοινοβουλίου ότι ο εν λόγω στρατηγικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έπρεπε επίσης να επιδιωχθεί σε στενή συνεργασία με τις εθνικές κυβερνήσεις, τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών και να διαμορφωθεί με πολύ ενεργότερη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την εκτέλεσή του.
Vito Bonsignore (PPE), γραπτώς. – (IT) Η έγκριση της περίπλοκης αυτής έκθεσης αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα για την ευρωπαϊκή κοινότητα, η οποία ζητεί επίμονα σαφείς απαντήσεις και ταχείες λύσεις προκειμένου να ξεπεράσουμε τη δύσκολη αυτή οικονομική κρίση. Ψήφισα υπέρ διότι το κείμενο που εγκρίθηκε σήμερα περιλαμβάνει αρχές που αποτελούσαν ανέκαθεν τη βάση της οικονομικής πολιτικής της ομάδας μου. Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στην ανάγκη μεγαλύτερης δημοσιονομικής εξυγίανσης, την ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς.
Είμαι, πράγματι, πεπεισμένος ότι η Ευρώπη χρειάζεται ριζική μεταμόρφωση ώστε να διπλασιάσει το αναπτυξιακό δυναμικό της και το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μεγαλύτερο συντονισμό των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών των κρατών μελών. Πριν από αυτό, όμως, θεωρώ αναγκαία την επανεξέταση της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα που έχει αποδειχθεί όχι μόνο παραπλανητική, αλλά και μία από τις κύριες αιτίες της κρίσης. Η ΕΕ πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει γρήγορα τις διάφορες προκλήσεις, ξεκινώντας με την απασχόληση, τη δημογραφική πρόκληση και το συνταξιοδοτικό σύστημα. Πριν ακόμη και από αυτό, πρέπει να εφαρμοστούν πολιτικές στήριξης των ΜΜΕ, της κινητήριας δύναμης και οικονομικής καρδιάς της Ευρώπης, πάνω απ’ όλα με την προώθηση δεσμών δημοσιονομικών μέτρων και κινήτρων που θα επιτρέπουν ευκολότερη πρόσβαση στην πίστη.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης αυτής διότι συμφωνώ ότι η Επιτροπή πρέπει να αναλάβει την ευθύνη ώστε να εξασφαλίσει την παρακολούθηση και χρηματοδότηση έργων στους εξής τομείς: νέες επενδύσεις στην έρευνα και στην ανάπτυξη και εφαρμογή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στην ενεργειακή απόδοση, ιδίως για το σύνολο των κτιρίων της Ευρώπης, καθώς και στην αποδοτικότερη χρήση των πόρων γενικότερα· ενίσχυση του ευρωπαϊκού ενεργειακού δικτύου, με τη διασύνδεση των εθνικών δικτύων και με τη διανομή της ενέργειας από μεγάλους σταθμούς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προς τους καταναλωτές, καθώς και με την εφαρμογή νέων μορφών αποθήκευσης ενέργειας και του ευρωπαϊκού «υπερδικτύου» συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης (HVDC)· προώθηση των διαστημικών υποδομών της ΕΕ στον τομέα της ραδιοπλοήγησης και της γεωσκόπησης προκειμένου να ενθαρρυνθεί η παροχή νέων υπηρεσιών της ΕΕ και η ανάπτυξη καινοτόμων εφαρμογών, καθώς και για να διευκολυνθεί η εφαρμογή της νομοθεσίας και των πολιτικών της ΕΕ· παροχή ταχείας πρόσβασης στο Διαδίκτυο σε ολόκληρη την Ένωση, διασφάλιση της ταχείας υλοποίησης της ψηφιακής ατζέντας της ΕΕ και παροχή αξιόπιστης και ελεύθερης πρόσβασης σε όλους τους πολίτες.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) Η παρούσα έκθεση εξετάζει κατά τρόπο λεπτομερή και ενδελεχή τα αίτια της οικονομικής κρίσης και τις εξελίξεις που σημειώθηκαν σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να αποφευχθούν, προληφθούν ή τουλάχιστον μειωθούν οι επιπτώσεις μελλοντικών κρίσεων. Τα συμπεράσματα που εξάγονται στην έκθεση είναι ισορροπημένα και παρουσιάζουν την ακριβή εικόνα των αιτίων και των συνεπειών της κρίσης. Η έκθεση προσθέτει επίσης αξία στην τρέχουσα συζήτηση σχετικά με τους πιθανούς τρόπους προόδου ως προς την κατεύθυνση αυτή. Ως εκ τούτου, αποφάσισα να ψηφίσω υπέρ της έκθεσης αυτής.
Françoise Castex (S&D), γραπτώς. – (FR) Παρά το γεγονός ότι η ύφεση που διερχόμαστε από το καλοκαίρι του 2007 θα έχει κόστος 60 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και η ανάκαμψη δεν είναι εγγυημένη, ψήφισα υπέρ του κειμένου αυτού διότι, με την ψήφο αυτή και από κοινού με συναδέλφους βουλευτές του ΕΚ, θέλαμε να αποδείξουμε ότι η πολιτική ευθύνη και η φιλοδοξία μπορούν να συμβαδίζουν. Ως εναλλακτική λύση στην παραφωνία μεταξύ της Επιτροπής, της ομάδας εργασίας του κ. Van Rompuy και του άξονα συνεργασίας Merkel-Sarkozy για την οικονομική διακυβέρνηση, καταθέτουμε μια σαφή πρόταση: τη θέσπιση του αξιώματος του «κ. Ευρώ», αρμόδιου για την εσωτερική και εξωτερική συνοχή των επιλογών της οικονομικής πολιτικής της Ένωσης.
Nessa Childers (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Berès καθώς υποστηρίζω το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της. Υπάρχει, ωστόσο, ανάγκη για συνεχή διεξοδική συζήτηση σχετικά με ένα θέμα ιδιαίτερα, την Κοινή Ενοποιημένη Φορολογική Βάση για τις Εταιρείες (ΚΕΦΒΕ). Συμφωνώ ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι τα διαφορετικά καθεστώτα φόρου εταιρειών δεν επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να αποφεύγουν τις ευθύνες τους για στήριξη της κοινωνίας με μέρος των κερδών τους μέσω του καθεστώτος φόρου εταιρειών.
Ωστόσο, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η ΚΕΦΒΕ σε μικρές χώρες όπως η Ιρλανδία, η ευημερία και τα επίπεδα απασχόλησης των οποίων εξαρτώνται, σε μεγάλο βαθμό, από την ικανότητά τους να προσελκύουν ξένες επενδύσεις. Θα ήθελα να σημειωθεί, επίσης, ότι το ιρλανδικό Εργατικό Κόμμα δεν υποστηρίζει την ΚΕΦΒΕ.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα αρνητικά, γιατί η Αριστερά δεν μπορεί να δεχτεί μια έκθεση που προέκυψε από τον συμβιβασμό των Σοσιαλιστών με την Ευρωπαϊκή Δεξιά, μια έκθεση που δεν αγγίζει τον πυρήνα του προβλήματος, τις βασικές αιτίες της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Η έκθεση δεσμεύει πολιτικά το Κοινοβούλιο στις νεοφιλελεύθερες και καταστροφικές προτάσεις της Μέρκελ, του Σαρκοζί και του Task Force για αυστηροποίηση των Συνθηκών και του Συμφώνου Σταθερότητας οδηγώντας στη διάλυση του κοινωνικού κράτους και την υποβάθμιση των εργαζομένων.
Η δική μας πλευρά έκανε κριτική στο αντικοινωνικό και αντιαναπτυξιακό Σύμφωνο Σταθερότητας, στις θεσμικές και πολιτικές αδυναμίες της ΟΝΕ, στην αντιδημοκρατική λειτουργία της ΕΚΤ, στην ανισόρροπη ανάπτυξη εντός της ΕΕ και έκανε προτάσεις διεξόδου από την κρίση με σεβασμό στις εργασιακές και κοινωνικές κατακτήσεις. Δυστυχώς όμως το πνεύμα και το περιεχόμενο του κειμένου επιμένουν στις καταστροφικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που είναι σε βάρος των εργαζομένων, οδηγούν στην ύφεση και την ανεργία και βαθαίνουν την κρίση.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η κρίση μάς έδωσε ένα σκληρό μάθημα και έχει ακόμα πολλά να μας διδάξει σχετικά με τις στατικές και δυναμικές πλευρές των οικονομικών πολιτικών. Είναι καθήκον μας να διδαχθούμε από τα μαθήματα αυτά και να τα βάλουμε σε εφαρμογή προκειμένου η κατάσταση να ομαλοποιηθεί. Πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη που έγιναν κατά το παρελθόν και να αναγνωρίσουμε τα φαινόμενα που δεν είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν, πάνω απ’ όλα όμως πρέπει να καθορίσουμε ενδελεχώς τις σχέσεις μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και της χρηματοδότησης, προστατεύοντας την απασχόληση και τη γενική ευημερία από κρίσεις αυτού του είδους. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να πράξει περισσότερα. Πρέπει να δημιουργήσει προστιθέμενη αξία, να ενισχύσει τα μέσα που λειτούργησαν καλά (όπως το νόμισμα), να βελτιώσει όσα μπορούν να βελτιωθούν (όπως ο συντονισμός των φορολογικών και δημοσιονομικών πολιτικών) και να δημιουργήσει οικονομίες κλίμακας για ταχεία και μεγάλης διάρκειας ανάκαμψη. Θεωρώ πολύ θετικό το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο εξετάζει τα ζητήματα αυτά και συνεχίζει να παρακολουθεί την κατάσταση, εφόσον οι ενδείξεις αυτές μεταφράζονται σε απτά και αποτελεσματικά μέτρα.
Anna Maria Corazza Bildt, Christofer Fjellner, Gunnar Hökmark και Alf Svensson (PPE), γραπτώς. – (SV) Ψηφίσαμε υπέρ της έκθεσης αυτής, καταψηφίσαμε όμως και αντιτιθέμεθα έντονα στη σύσταση για την καθιέρωση φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και την κατανομή του χρέους μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έγκρισης της έκθεσης αυτής για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι οι συντάκτες της έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά, που αντικατοπτρίζεται στην εκτενή ανάλυση των αιτίων και των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στην παγκόσμια οικονομία, αφενός, και στην ευρωπαϊκή οικονομία, αφετέρου. Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ψήφισα υπέρ είναι ότι η έκθεση περιέχει μια σειρά από σημαντικές συστάσεις που περιλαμβάνονται στο τμήμα της έκθεσης με τίτλο «Το μέλλον – προς μια Ευρώπη προστιθέμενης αξίας». Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η βραχυπρόθεσμη και στενή εστίαση στο κέρδος οδήγησε στην απώλεια πολύ μεγάλου αριθμού θέσεων εργασίας στην Ευρώπη σε κλάδους που προσφέρουν υψηλή προστιθέμενη αξία, δημιουργώντας ταυτόχρονα επισφαλείς και χαμηλής ποιότητας θέσεις εργασίας. Είναι καιρός να αναστραφεί η τάση και να επαναβιομηχανοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση και να αποκατασταθεί η ικανότητά της να καινοτομεί και να δημιουργεί θέσεις εργασίας σε τομείς που συνδέονται με την Ε&Α και τις νέες τεχνολογίες.
Anne Delvaux (PPE), γραπτώς. – (FR) Χαιρετίζω την ψηφοφορία αυτή επειδή ήταν σημαντικό να αναφερθεί επιτέλους το θέμα των κυρώσεων για τη μη συμμόρφωση με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), το οποίο τα κράτη μέλη πολύ συχνά τυχαίνει να αγνοούν.
Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα αποτελεσματικό σύστημα κινήτρων και κυρώσεων όσον αφορά την εφαρμογή του ΣΣΑ, το οποίο θα συμβάλει στη διασφάλιση ότι η τρέχουσα κρίση δεν θα επιδεινωθεί και ότι θα αποφευχθεί κάθε μελλοντική κρίση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υποστήριξα την παράγραφο στην οποία η Επιτροπή καλείται να θεσπίσει δεσμευτικό σύστημα κυρώσεων, απαρέγκλιτα υπό τον έλεγχό της, που θα υποχρεώνει τα κράτη μέλη να συμμορφώνονται με τους κανόνες του ΣΣΑ.
Harlem Désir (S&D), γραπτώς. – (FR) Η κρίση αποκάλυψε τις αδυναμίες της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης: παραλίγο να ανατρέψει το ευρώ, ενώ είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας σε ολόκληρη την ήπειρο. Με την έκθεση της Pervenche Berès το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μόλις ενέκρινε μια συνεκτική πρόταση στρατηγικής για την έξοδο της Ευρώπης από την ύφεση και την αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεών της.
Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει τη θέσπιση πραγματικής χρηματοπιστωτικής εποπτείας, την οποία έχουμε μεν αρχίσει να εφαρμόζουμε, αλλά θα πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά· τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών προκειμένου να ρυθμιστούν οι αγορές και να χρηματοδοτηθούν τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία, και να μειωθούν τα δημόσια ελλείμματα· τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και των προϋπολογισμών των κρατών μελών προς όφελος της αειφόρου ανάπτυξης· τον διορισμό κυρίου «Ευρώ», υπεύθυνου για την ευρωζώνη και την ενοποίηση της εκπροσώπησής της στη G20 και το ΔΝΤ· και τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Κοινότητας.
Είναι πλέον καιρός η κατάσταση στην Ευρώπη να ομαλοποιηθεί. Αυτό αναμένει το κοινό. Σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, η αδράνεια ισοδυναμεί με παρακμή. Γι’ αυτό πρέπει να αφήσουμε πλέον πίσω την παρούσα έκθεση και να λάβουμε συγκεκριμένα μέτρα.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες, επειδή καθορίζει συγκεκριμένα μέτρα για την έξοδο από την οικονομική και κοινωνική κρίση μέσα από την οικοδόμηση μιας πραγματικής ευρωπαϊκής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι επιπτώσεις της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης εξακολουθούν να υφίστανται πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να ελπίζουμε, με όλο και σοβαρότερες κοινωνικές συνέπειες. Όπως έχω υποστηρίξει, και όπως τεκμηριώνει επίσης και η έκθεση αυτή, η παρούσα κρίση κατέδειξε ότι χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη. Σε μια ευρεία περιοχή που έχει σύνορα ανοικτά στην ελεύθερη κυκλοφορία και εσωτερική αγορά, έχει πλέον καταστεί απαράδεκτο να επιτρέπεται να διατηρείται σύστημα διαμεσολάβησης, παρακολούθησης και εποπτείας που βασίζεται στην εξουσία των επιμέρους κρατών, το οποίο είναι μικρό και περιορισμένο σε πεδίο εφαρμογής δεδομένης της κατάστασης στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης, η χρηματοπιστωτική εποπτεία και η αρμοδιότητα συντονισμού των διαφόρων πολιτικών και των οικονομικών και νομισματικών θεμάτων εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της ΕΕ θα διασφαλίσει περισσότερη σταθερότητα και μεγαλύτερη ικανότητα ταχείας και αποτελεσματικής δράσης. Θα ήθελα να υπογραμμίσω την αναγνώριση της σημασίας της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όπου η έρευνα και η καινοτομία είναι καίριας σημασίας για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Θα ήθελα να επαναλάβω τη σημασία της εσωτερικής αγοράς και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) για την αναβίωση και τον δυναμισμό της οικονομίας, για τον σκοπό δε αυτόν αναπτύσσονται μέτρα για την προώθηση της εξυγίανσης και της βιώσιμης ανάπτυξής τους.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα κατά της έκθεσης αυτής επειδή διαστρεβλώθηκε η αρχική πρόταση της εισηγήτριας και συμπεριλήφθηκαν θέσεις που ζητούν την εφαρμογή μέτρων που αποτέλεσαν τα βαθύτερα αίτια της κρίσης. Ζητεί επίσης την επιβολή κυρώσεων για τα κράτη μέλη που δεν συμμορφώνονται με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Αν και διατηρεί ορισμένες προτάσεις σε σημεία διάσπαρτα στον κοινωνικό τομέα, η γενική της κατεύθυνση είναι αρνητική.
Αντιθέτως, οι προτάσεις που υποστηρίζαμε στην Ολομέλεια απορρίφθηκαν, ειδικά στους ακόλουθους τομείς:
- Απόρριψη των πρόσφατων νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής για την οικονομική διακυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων –που θα συμπιέσουν τους ήδη αδύναμους ρυθμούς ανάπτυξης στα κράτη μέλη– με παράλληλη υποστήριξη ενός φιλόδοξου ευρωπαϊκού σχεδίου επενδύσεων για την προώθηση της απασχόλησης.
- Υποστήριξη της ευρείας συμμετοχής στην ευρωπαϊκή ημέρα κινητοποίησης κατά της λιτότητας και της ανασφάλειας που διοργανώνεται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις στις 29 Σεπτεμβρίου 2010, τονίζοντας τη μεγάλη πολιτική σημασία της και εκφράζοντας υποστήριξη για τα αιτήματα των συνδικαλιστικών οργανώσεων που απαιτούν ασφαλείς θέσεις εργασίας για αξιοπρεπή μισθό, ισχυρή κοινωνική προστασία και προστασία της αγοραστικής δύναμης, εγγύηση καλύτερων συντάξεων, καθώς και κατοχύρωση υψηλής ποιότητας δημόσιων και κοινωνικών υπηρεσιών, προσβάσιμων σε όλους.
- Έντονη καταδίκη του ρόλου που διαδραματίζουν οι φορολογικοί παράδεισοι στην ενθάρρυνση και τη διεξαγωγή απάτης, φοροδιαφυγής και διαφυγής κεφαλαίων.
Bruno Gollnisch (NI) , γραπτώς. – (FR) Όπως συμβαίνει συνήθως όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την οικονομική, κοινωνική και χρηματοπιστωτική κρίση σε αυτήν την αίθουσα, η έκθεση της κ. Berès παραβλέπει τα βασικά ζητήματα και επικεντρώνεται στη διάσωση του συστήματος και όχι στη θεμελιώδη αμφισβήτησή του. Η παρούσα έκθεση προσθέτει επίσης ομολογία πίστης προς τις αρετές αυτορρύθμισης της αγοράς, η οποία προσποιείται ότι πιστεύει ότι μπορεί να γίνει πιο ηθική.
Πιστεύει στα οφέλη του παγκόσμιου ανταγωνισμού και της ελεύθερης και χωρίς περιορισμούς διακίνησης κεφαλαίων και εμπορευμάτων. Η εποπτεία ενός συστήματος που δεν λειτουργεί δεν θα μας επιτρέψει να αποφύγουμε τις χειρότερες εκτροπές του. Το τραπεζικό σύστημα έχει αποδείξει τον κυνισμό του προβαίνοντας εκ των προτέρων στην εξόφληση της κρατικής ενίσχυσης που, σε τελική ανάλυση, απέτρεψε την καταστροφή του, έτσι ώστε να αποφευχθεί η υποχρέωση αλλαγής της συμπεριφοράς του, συμπεριλαμβανομένων των πιο σκανδαλωδών πρακτικών του.
Το σύνολο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, όπως υφίσταται σήμερα, είναι επιβλαβές για την πραγματική οικονομία. Ενθαρρύνει την κερδοσκοπία και τη δημιουργία σύνθετων προϊόντων, προϊόντων που είναι συχνά αδιαφανή και δυνητικά τοξικά. Παράγει πλούτο που βασίζεται στον αέρα. Αναγκάζει τις επιχειρήσεις να ακολουθήσουν εξαιρετικά βραχυπρόθεσμες στρατηγικές και ευνοεί τους μετόχους σε βάρος άλλων οικονομικών φορέων. Να προσποιούμαστε ότι το εποπτεύουμε δεν επαρκεί. Πρέπει να αλλάξει.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Πέρα από την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και τις διάφορες απειλές για το ευρώ, η ύφεση είχε ως αποτέλεσμα να τονιστούν η απουσία ισχυρής και εναρμονισμένης οικονομικής διακυβέρνησης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ελλείψεις της οικονομικής εποπτείας.
Συνεπώς, η ψήφος μου υπέρ του ψηφίσματος αυτού οφείλεται στο ότι προτίθεται να θεραπεύσει τα δεινά αυτά και προωθεί τη θέσπιση φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, που θα είχε το πλεονέκτημα του περιορισμού της κερδοσκοπίας στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, της ρύθμισης των αγορών, της χρηματοδότησης των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων, αλλά και της μείωσης του δημόσιου ελλείμματος. Πρόκειται για θαρραλέο μέτρο που ζητώ ειλικρινά επί μεγάλο χρονικό διάστημα, και το επικροτώ.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υποστήριξα την έκθεση της γαλλίδας σοσιαλίστριας συναδέλφου μου, κ. Berès, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση. Το φιλόδοξο αυτό κείμενο προτείνει πολλές ιδέες και λύσεις εξόδου από την ύφεση, εξασφαλίζοντας βιώσιμη ανάκαμψη και την πρόληψη εκ νέου εμφάνισης παρόμοιων χρηματοπιστωτικών κρίσεων μέσω μηχανισμών διακυβέρνησης και εποπτείας.
Με την ψήφο αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποδεικνύει ότι η πολιτική ευθύνη και η φιλοδοξία μπορούν να συμβαδίζουν. Προτεραιότητα δίνεται στην απασχόληση, δεδομένου ότι η οικονομική ανάκαμψη κινδυνεύει να λάβει χώρα χωρίς τη μείωση της ανεργίας. Το κείμενο ζητεί τη δημιουργία πραγματικής Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Κοινότητας. Ο διορισμός κυρίου «Ευρώ», υπεύθυνου για τις οικονομικές και νομισματικές επιλογές της Ένωσης, αποτελεί επίσης σημαντική πρόοδο. Τέλος, το κείμενο μας υπενθυμίζει την ανάγκη επιβολής φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, έτσι ώστε οι υπεύθυνοι για την ύφεση να αναγκαστούν να συμβάλουν επιτέλους.
Gay Mitchell, Mairead McGuinness, Jim Higgins και Seán Kelly (PPE), γραπτώς. – (EN) Οι βουλευτές του ΕΚ του Fine Gael δεν υποστηρίζουν την πρόταση οδηγίας για κοινή ενοποιημένη φορολογική βάση για τις εταιρείες, δεν το θεωρούν όμως λόγο ώστε να καταψηφίσουν τη σημαντική αυτή έκθεση στο σύνολό της.
Anne E. Jensen (ALDE), γραπτώς. – (DA) Το Δανικό Φιλελεύθερο Κόμμα απείχε κατά την τελική ψηφοφορία για την έκθεση Berès σχετικά με τη χρηματοπιστωτική κρίση δεδομένου ότι η έκθεση συνιστά κατηγορηματικά την καθιέρωση φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.
Alan Kelly (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα και εγώ, όπως και οι συνάδελφοί μου Εργατικοί, υπέρ της έκθεσης Berès καθώς υποστηρίζω το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της. Υπάρχει, ωστόσο, ανάγκη για συνεχή, διεξοδική συζήτηση σχετικά με ένα θέμα ιδιαίτερα, την Κοινή Ενοποιημένη Φορολογική Βάση για τις Εταιρείες (ΚΕΦΒΕ). Συμφωνώ ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι τα διαφορετικά καθεστώτα φόρου εταιρειών δεν επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να αποφεύγουν τις ευθύνες τους για στήριξη της κοινωνίας με μέρος των κερδών τους μέσω του καθεστώτος φόρου εταιρειών. Ωστόσο, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η ΚΕΦΒΕ σε μικρές χώρες όπως η Ιρλανδία, η ευημερία και τα επίπεδα απασχόλησης των οποίων εξαρτώνται, σε μεγάλο βαθμό, από την ικανότητά τους να προσελκύουν ξένες επενδύσεις. Θα ήθελα να σημειωθεί, επίσης, ότι το ιρλανδικό Εργατικό Κόμμα δεν υποστηρίζει την ΚΕΦΒΕ.
Ρόδη Κράτσα-Τσαγκαροπούλου (PPE), γραπτώς. – Η έκθεση Berès περιλαμβάνει σημαντικά θέματα για την σταθερότητα της ευρωζώνης, τα οποία έχω υπερψηφίσει.
Στην τελική όμως ψηφοφορία, ψήφισα αποχή γιατί πιστεύω ότι, αφενός γίνεται μια γενική και απλουστευμένη προσέγγιση των οικονομικών και δημοσιονομικών προβλημάτων της ΕΕ και των μέτρων που πρέπει να ληφθούν και, αφετέρου αναφέρεται στις προτάσεις της Επιτροπής για τις κυρώσεις στα απείθαρχα κράτη μέλη, όπως και σε άλλα μέτρα φορολογικά ή χρηματοπιστωτικά, για τα οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει ακόμη συζητήσει ή καταλήξει.
Επιφυλάσσομαι, λοιπόν να εκφράσω συγκεκριμένη άποψη σε επόμενη ευκαιρία.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης Berès διότι πιστεύω στην ανάγκη αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής ώστε να εξευρεθεί διέξοδος από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης της παγκόσμιας οικονομίας που καταδεικνύει ότι η διαδικασία ανάκαμψης εξακολουθεί να είναι εύθραυστη και ετερόκλητη. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι, μάλιστα, με δύο διαφορετικά σενάρια: αφενός, ένα στάδιο ισχυρής ανάπτυξης των αναδυόμενων χωρών και, αφετέρου, υψηλά επίπεδα ανεργίας και συνολικά αργό ρυθμό ανάκαμψης στα οικονομικά πιο προηγμένα κράτη.
Επομένως, πιστεύω ότι θα ήταν χρήσιμο να ξεκινήσουμε μια πορεία με σκοπό την εγγύηση της κατάλληλης σταθερότητας των δημόσιων οικονομικών, προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη στις αγορές και να διασφαλιστεί ότι το κοινό μπορεί και πάλι να πιστέψει στην αξία του ευρωπαϊκού σχεδίου.
Thomas Mann (PPE), γραπτώς. – (DE) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της Ειδικής Επιτροπής για τη Χρηματοπιστωτική, Οικονομική και Κοινωνική Κρίση, η οποία αποτελεί εποικοδομητικό συμβιβασμό μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων ομάδων. Δεν χρειαζόμαστε λιγότερη Ευρώπη, χρειαζόμαστε περισσότερη! Οι εθνικές οικονομίες μας συνδέονται στενά μεταξύ τους – οι εθνικοί εγωισμοί απλώς θα επιτείνουν την κρίση. Η παρούσα έκθεση καλεί την Ευρώπη σε ομοφωνία για βασικά θέματα. Ακρογωνιαίο λίθο της δράσης μας πρέπει να αποτελεί η αειφόρος κοινοτική χρηματοπιστωτική και οικονομική πολιτική και η πολιτική απασχόλησης. Οι συστάσεις για ανάληψη δράσης καταδεικνύουν σαφώς την πορεία προς τα εμπρός: στο μέλλον, η πιστοληπτική ικανότητα των επιχειρήσεων θα πρέπει να αξιολογείται από ανεξάρτητη υπηρεσία αξιολόγησης της ΕΕ. Πρέπει να τεθεί τέλος στην κερδοσκοπία υψηλού κινδύνου μέσω του φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης πρέπει να συνδέεται καλύτερα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Απευθύνουμε σαφή έκκληση προς την Επιτροπή να δημιουργήσει ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης, ισότητας ευκαιριών και σταθερότητας της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Υπάρχει ανάγκη να μειωθεί η φορολόγηση της εργασίας με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων και, ως εκ τούτου, της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα, χρειάζονται ευκολότερη πρόσβαση στην πίστη.
Στον κοινωνικό τομέα, η προώθηση των ανθρώπινων πόρων –μέσω πραγματικών, απτών μέτρων για την εκπαίδευση και εξειδίκευση των πολιτών– αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Πολυάριθμες δημόσιες ακροάσεις, εργαστήρια και αναλύσεις μάς έδωσαν τη δυνατότητα, ως μέλη της επιτροπής, να συμβάλλουμε με βάσιμα και τεκμηριωμένα στοιχεία στη δημόσια συζήτηση. Είναι σημαντικό το Κοινοβούλιο να προσφέρει σαφείς απαντήσεις στις κρίσεις. Μόνο με τον τρόπο αυτόν μπορούμε να επιδεικνύουμε μεγαλύτερη αξιοπιστία και να εμπνέουμε περισσότερη εμπιστοσύνη στους πολίτες.
Mario Mauro (PPE), γραπτώς. – (IT) Η ψήφος μου υπέρ της έκθεσης οφείλεται εξολοκλήρου στη νέα συμφωνία που επιτεύχθηκε χάρη, κυρίως, στην Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες). Το σχέδιο που κατέθεσε αρχικά η εισηγήτρια αποτελούσε σαφή ιδεολογική πρόκληση και, ως εκ τούτου, έπρεπε να μεταβληθεί στο σύνολό του. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προτεραιότητα αποτελούν η διόρθωση των υπόλοιπων ευπαθών σημείων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η διασφάλιση ισχυρής αύξησης της ζήτησης και της απασχόλησης, η διατήρηση της βιωσιμότητας των χρεών, η προσπάθεια για μεγαλύτερη ισορροπία στην παγκόσμια ανάπτυξη, καθώς και η επίλυση των προκλήσεων που απορρέουν από τις διαδεδομένες και ασταθείς κινήσεις των κεφαλαίων. Η έκθεση, στην οποία αναγνωρίζεται η ενδεχόμενη ανάγκη διασφάλισης επαρκούς σταθερότητας στα δημόσια οικονομικά ώστε να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη στη χρηματοπιστωτική και την πραγματική αγορά, είναι απόλυτα εναρμονισμένη με τον τελευταίο προϋπολογισμό που εγκρίθηκε από την ιταλική κυβέρνηση, ο οποίος έχει ως στόχο να μειωθεί το έλλειμμα κάτω από το όριο του 3%.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η σύσταση της Ειδικής Επιτροπής για τη Χρηματοπιστωτική, Οικονομική και Κοινωνική Κρίση (CRIS) είχε ως στόχο τη διάγνωση των παραγόντων που οδήγησαν στην κρίση, τον προσδιορισμό όσων δεν παρατήρησε η ΕΕ με αποτέλεσμα η κρίση να είναι απροσδόκητη, και τη διαμόρφωση μελλοντικών μέτρων και πρωτοβουλιών ώστε να αποφευχθούν παρόμοιες καταστάσεις αλλά και να μπορέσουμε να αναζωογονήσουμε τις οικονομίες και να θέσουμε οριστικά τέρμα στα σενάρια κρίσης που εξακολουθούν να υφίστανται σε ορισμένα κράτη μέλη. Πιστεύω ότι η Ειδική Επιτροπή για τη Χρηματοπιστωτική, Οικονομική και Κοινωνική Κρίση εκπλήρωσε τα καθήκοντά της σωστά και ότι στο έγγραφο αυτό ορίζει νέους δρόμους, μέτρα και πρωτοβουλίες που θα επιτρέψουν στην ΕΕ να είναι πολύ καλύτερα προετοιμασμένη για τυχόν κρίσεις που ενδέχεται να συμβούν στο μέλλον.
Louis Michel (ALDE), γραπτώς. – (FR) Στηρίζω την έκθεση της κ. Berès η οποία ζητεί περισσότερη Ευρώπη και όχι λιγότερη, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και λιγότερη γραφειοκρατία, και μία φωνή εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διεθνή σκηνή.
Παρά την επιστροφή στην ανάπτυξη, δεν πρέπει να διαπράξουμε το σφάλμα και να πιστέψουμε ότι ξεπεράσαμε εντελώς την ύφεση και, πάνω απ’ όλα, ότι επιλύσαμε τα αίτιά της. Εάν υπάρχει ένα δίδαγμα που αποκομίσαμε από αυτήν την κρίση, είναι η απουσία παγκόσμιας διακυβέρνησης (η απουσία ενός παγκόσμιου κράτους). Χρειαζόμαστε δικαιότερη κατανομή του πλούτου μεταξύ των χωρών και στο εσωτερικό κάθε χώρας. Εκεί βρίσκεται η πραγματική κρίση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είμαι υπέρ της σύγκλησης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διάσκεψης κορυφής της G20 αφιερωμένης αποκλειστικά στο θέμα αυτό.
Όσον αφορά την ανάπτυξη, θα ήθελα να τονίσω –όπως πράττει η κ. Berès στην έκθεσή της– ότι είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους του 2005 όσον αφορά την επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια (ΕΑΒ). Τίποτα δεν αιτιολογεί τη μείωση της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας. Η επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνεται και δεν πρέπει να υποστεί τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Η χρηματοπιστωτική κρίση έθεσε τέλος στο παραμύθι της αυτορρύθμισης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Ειδικότερα, η αδιαφάνεια των χρηματοπιστωτικών προϊόντων και των δεσμών επενδυτικών προϊόντων υψηλού κινδύνου, μαζί με τη χαλαρή νομισματική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και τις συγκρούσεις συμφερόντων όσον αφορά τις αξιολογήσεις, οδήγησε σε παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Τα κράτη μέλη της ΕΕ και οι πληθυσμοί τους έχουν άφθονη τροφή για σκέψη σε σχέση με την επακόλουθη οικονομική κρίση, με το αυξανόμενο ποσοστό ανεργίας και τις περικοπές στον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών. Τα πακέτα διάσωσης κατάφεραν απλώς να αναστείλουν την καθοδική πορεία σε βραχυπρόθεσμη βάση. Σε μακροπρόθεσμη βάση, απλώς μετατοπίζουν τα υποκείμενα προβλήματα. Η κρίση δεν πρέπει επ’ ουδενί να χρησιμοποιηθεί για την επέκταση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ.
Η ευρωκρατία και η γραφειοκρατία δεν αποτελούν απάντηση στην κρίση. Αντίθετα, λόγω της επιβολής της συμμόρφωσης και του γεγονότος ότι αγνοούν τις πολιτισμικές διαφορές, συνέβαλαν στη δημιουργία της. Υποστηρίζω ανεπιφύλακτα τη βελτίωση του συντονισμού και της διαβούλευσης σε επίπεδο ΕΕ. Η οικονομική διακυβέρνηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, από την άλλη πλευρά, πρέπει να απορριφθεί με τον πλέον έντονο τρόπο, ως εκ τούτου απορρίπ