Laima Liucija Andrikienė (PPE). – (LT) Κύριε Πρόεδρε, υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα σχετικά με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2011. Η αποτυχία της συνεδρίασης της προηγούμενης εβδομάδας στο πλαίσιο της επιτροπής συνδιαλλαγής Κοινοβουλίου-Συμβουλίου προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ορισμένοι εξακολουθούν να μην κατανοούν ότι πρέπει να τηρούν τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Εάν δεν κατορθώσουμε να συμφωνήσουμε επί του προϋπολογισμού και επί άλλων συναφών ζητημάτων έως το τέλος του έτους, οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρές. Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης και των τριών νέων θεσμικών οργάνων για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα είναι εξαιρετικά δυσχερής σε περίπτωση έλλειψης χρηματοδότησης. Η έλλειψη πόρων θα σήμαινε επίσης ότι η πολιτική συνοχής, μία από τις σημαντικότερες πολιτικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν θα μπορούσε να εφαρμοσθεί σωστά, χωρίς να αναφερθούν, βεβαίως, οι απορρέουσες επιπτώσεις για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και το πρόγραμμα GALILEO. Φρονώ, συνεπώς, ότι η εποικοδομητική και ευέλικτη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καταδεικνύει εκ νέου ότι, ενόψει των συνθηκών της οικονομικής κρίσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενεργεί πράγματι υπεύθυνα.
Peter Jahr (PPE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, όσον αφορά τον όλεθρο των διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό του 2011, θα ήθελα να δηλώσω τα εξής: πρώτον, το δικαίωμα κατάρτισης προϋπολογισμού αποτελεί βασικό δικαίωμα κάθε δημοκρατικού κοινοβουλίου. Δεύτερον, ένα κοινοβούλιο που αντιμετωπίζει τον ρόλο του με σοβαρότητα πρέπει να ασκεί αυτό το δικαίωμα. Τρίτον, θα ήθελα να ζητήσω από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να σεβαστεί και να αποδεχθεί αυτό το αυταπόδεικτο δικαίωμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τέταρτον, πρέπει να βρεθεί μια διαδικασία ώστε να διασφαλίζεται ότι εισακούονται οι απόψεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο πλαίσιο των δημοσιονομικών αποφάσεων.
Hannu Takkula (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ αυτού του προϋπολογισμού και είναι, φυσικά, σαφές ότι, αφ’ ης στιγμής διαθέτουμε, ως Κοινοβούλιο, εξουσία επί του προϋπολογισμού, θα πρέπει και να την ασκούμε.
Τώρα όμως, πρέπει να σκεφθούμε πώς μπορούμε να ενεργήσουμε υπεύθυνα. Θα έλεγα ότι, εν πολλοίς, το περιεχόμενο του προϋπολογισμού δεν αντικατοπτρίζει τα ιδανικά τα οποία μοιραζόμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μακάρι να είχαμε τη δυνατότητα να επανεξετάσουμε διεξοδικά πολλά θέματα, κατά τρόπο ο οποίος, αφενός, θα αναδείκνυε την παρουσία καταλοίπων του παρελθόντος που είναι πλέον άνευ αντικειμένου και, αφετέρου, θα μας ενθάρρυνε να χρησιμοποιήσουμε τον προϋπολογισμό για την επανεξέταση αυτών των καταλοίπων. Φυσικά, εξίσου σημαντικό είναι να διασφαλισθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνει δική της χρηματοδότηση, αποκτώντας, συναφώς, τη δυνατότητα εκτέλεσης των καθηκόντων που έχουμε συμφωνήσει από κοινού και απορρέουν από τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Με την παρατήρησή μου ότι ορισμένα ζητήματα χρήζουν νέας προοπτικής, εννοώ ότι διατηρούμε κατάλοιπα του παρελθόντος, όπως η ενίσχυση της καπνοκαλλιέργειας κ.ο.κ., τα οποία δεν συγκαταλέγονται πλέον σήμερα, κατά την άποψή μου, μεταξύ των λειτουργιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να εξετάζουμε το εδώ και το τώρα, καταρτίζοντας έναν προϋπολογισμό ο οποίος θα δώσει πραγματική ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Antonello Antinoro (PPE). – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, υπερψήφισα την έκθεση της κ. Saïfi, διότι πέτυχε τον στόχο που είχε θέσει η ίδια όσον αφορά τον προσδιορισμό του τρόπου με τον οποίο τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα πρέπει να ενισχυθούν στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες.
Αυτό θα επιτρέψει τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των μειζόνων διεθνών οργανισμών ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη συμπερίληψη των κοινωνικών θεμάτων στις πολυμερείς συμφωνίες. Θα ήταν χρήσιμη μια μεταρρύθμιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ενόψει της διαμόρφωσης του κατάλληλου πλαισίου για την εν λόγω συνεργασία, παρά το γεγονός ότι ο εξοστρακισμός ορισμένων χωρών θα δυσχέραινε την εφαρμογή μιας τέτοιας μεταρρύθμισης.
Στην πραγματικότητα, η ρήτρα για τα ανθρώπινα δικαιώματα περιέχεται ήδη στις πλέον πρόσφατες διεθνείς συμφωνίες, και τούτο θα αποτελέσει τον κανόνα για τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες. Εκείνο που απαιτείται, επομένως, είναι να διασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή των 27 συμβάσεων προκειμένου οι χώρες να επωφελούνται από το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων (ΣΓΠ), καθώς και των συνοδευτικών μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της ικανότητας εκτέλεσης.
Τέλος, αφότου μεταρρυθμιστεί το ΣΓΠ, θα πρέπει να επικεντρωθεί στις χώρες που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες.
Laima Liucija Andrikienė (PPE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος. Ως εισηγήτρια του Κοινοβουλίου για την ετήσια έκθεση του τρέχοντος έτους σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο, οφείλω να επαναλάβω τη σημασία της ρήτρας και των προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες.
Το εμπόριο μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση, όχι μόνο των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά και των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Σκεφθείτε απλώς τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν τα προγράμματα βοήθειας στον τομέα του εμπορίου όσον αφορά την εξασφάλιση της ανάπτυξης σε πολλές φτωχές χώρες ανά τον κόσμο. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι ρήτρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα περιλαμβάνονται σε όλες τις διμερείς εμπορικές συμφωνίες τις οποίες συνάπτει η ΕΕ, καθώς και στα καθεστώτα ΣΓΠ και ΣΓΠ+ με τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Θα πρέπει να ενισχύσουμε περαιτέρω τις εν λόγω ρήτρες, αλλά και τη συμμόρφωση προς αυτές, και να παρακολουθούμε στενότερα την εφαρμογή τους. Πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο διενέργειας αξιολόγησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τρίτες χώρες που διατηρούν εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ και το ενδεχόμενο χορήγησης εμπορικών προτιμήσεων στις χώρες που έχουν επικυρώσει και εφαρμόσει αποτελεσματικά τις βασικές διεθνείς συμβάσεις σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη, τα κοινωνικά δικαιώματα και τη χρηστή διακυβέρνηση.
Daniel Hannan (ECR). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, σκοπός των εμπορικών συναλλαγών είναι η μεγιστοποίηση της ευημερίας και των πλεονεκτημάτων αμφότερων των συναλλασσομένων. Εμπορικές συναλλαγές δεν διατηρούν οι χώρες μεταξύ τους: οι επιχειρήσεις και τα άτομα το πράττουν. Ωστόσο, στην παρούσα έκθεση, και στην εμπορική πολιτική της ΕΕ εν γένει, διαπιστώνεται η αποφασιστικότητα της Επιτροπής να εισάγει στις εμπορικές συμφωνίες κάθε είδους μη εμπορικά κριτήρια: όχι μόνο αυτά που αναφέρονται στα ανθρώπινα δικαιώματα, τα περιβαλλοντικά πρότυπα και ούτω καθεξής, αλλά και τα, σαφώς πιο επιζήμια, κριτήρια που εμμένουν στην αναγκαιότητα συγκρότησης περιφερειακών εμπορικών συνασπισμών και σε άλλες περιοχές του πλανήτη, κατά το παράδειγμα της ΕΕ.
Το όλο νόημα των εμπορικών συναλλαγών συνίσταται στην ανταλλαγή βάσει των διαφορών. Δεν υπάρχει λόγος να υποχρεωθούν, για παράδειγμα, οι χώρες της Κεντρικής Αμερικής να δημιουργήσουν μεταξύ τους μια εμπορική ένωση, στο πλαίσιο της οποίας θα πραγματοποιούν μεταξύ τους αγοροπωλησίες μπανάνας, καφέ και ανθοκομικών προϊόντων. Ούτε, απορρέουν, εν προκειμένω, πολλά πλεονεκτήματα από τη λειτουργία ενός συνασπισμού παρόμοιων εκβιομηχανισμένων οικονομιών στην Ευρώπη, στο πλαίσιο του οποίου αποκλείουμε εαυτόν από τις αναπτυσσόμενες αγορές του υπόλοιπου κόσμου. Η κατάσταση αυτή είναι ολέθρια για τα αναπτυσσόμενα κράτη και την «Αγγλόσφαιρα», και είναι ιδιαίτερα καταστροφική για τη γενέτειρά μου, η οποία έχει εγκλωβισθεί σε μία κορεσμένη και παρακμάζουσα περιφερειακή τελωνειακή ένωση.
Peter Jahr (PPE). – (DE) Κύριε Πρόεδρε, τα μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν πολύ ιδιαίτερο και σημαντικό ρόλο στη δημοκρατική μας κοινωνία. Εξασφαλίζουν υψηλής ποιότητας ενημέρωση και, κατά συνέπεια, συμβάλλουν σημαντικά στη λειτουργία της δημοκρατίας μας. Είμαι πεπεισμένος ότι ένα υψηλής ποιότητας, σωστά ισορροπημένο περιβάλλον κρατικών μέσων ενημέρωσης επιδρά θετικά και στο επίπεδο των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης. Αμφότερα τα δημόσια και τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης είναι αμοιβαία αναγκαία και αλληλεπιδρούν με θετικό τρόπο. Εάν επιθυμούμε ένα σωστά ισορροπημένο περιβάλλον για τα μέσα ενημέρωσης, πρέπει να στηρίζουμε τους ανεξάρτητους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς ως ομολόγους των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Πρόκειται για έναν από τους καθοριστικούς παράγοντες της ελευθερίας του Τύπου, και ελλείψει αυτού, δεν είναι δυνατό να υπάρξει καμία ουσιώδης ελευθερία έκφρασης στην κοινότητά μας.
Hannu Takkula (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, υπερψήφισα την παρούσα έκθεση του κ. Belet, αντίθετα από τη σύσταση της Ομάδας μας, διότι, προσωπικά, θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό να διαφυλάξουμε τις δημόσιες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, συμπεριλαμβανομένων όσων παρέχονται από τους εθνικούς ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς. Το θέμα αυτό είναι πολύ σημαντικό, και θα μπορούσαμε να πούμε ότι, εν γένει, έχουμε αποκομίσει συναφώς μόνο θετικές εμπειρίες υπό δημοκρατικά καθεστώτα.
Αληθεύει επίσης ότι χρειαζόμαστε και τους εμπορικούς σταθμούς. Αυτά τα δύο διαφορετικά είδη υπηρεσιών, οι εμπορικοί σταθμοί και οι τηλεοπτικοί σταθμοί δημόσιων υπηρεσιών, μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται. Κατά την άποψή μου, αποτελεί απόλυτα θεμελιώδες δικαίωμα και ζήτημα καίριας σημασίας για την ελευθερία της έκφρασης η ύπαρξη ενός δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού σταθμού ο οποίος συντηρείται δαπάναις του δημοσίου, και ο οποίος επικεντρώνεται στην παροχή επίκαιρων και ενημερωμένων πληροφοριών για τους πολίτες τόσο στα εθνικά κράτη όσο και σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Θεωρώ εξαίρετη την παρούσα έκθεση και αξίζει να την στηρίξουμε, ελπίζω δε ότι θα διαμορφωθεί μία μελλοντική τάση σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ για την προστασία των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών.
Sonia Alfano (ALDE). – (IT) Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, ψήφισα υπέρ της έκθεσης Belet, διότι αναγνωρίζει και προσδιορίζει τον θεμελιώδη ρόλο που διαδραματίζει ο τομέας της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ευρώπη. Θεωρώ ότι πρόκειται για σημαντικό βήμα του Κοινοβουλίου, το οποίο δηλώνει σαφώς ότι οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί πρέπει να διατηρούν την ανεξαρτησία τους έναντι της πολιτικής εξουσίας.
Η παρούσα έκθεση δημιουργεί την εντύπωση ότι έχει συνταχθεί ειδικά για την Ιταλία, όπου ο σταθμός RAI βρίσκεται σήμερα σε προχωρημένο στάδιο αποσύνθεσης, καθόσον έχει καταληφθεί πλήρως από κομματικές πολιτικές, εις βάρος του πολιτιστικού και ενημερωτικού βάθους της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, και, ως εκ τούτου, ολόκληρης της χώρας. Αναλογιστείτε μόνο τι συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα, στο πρόγραμμα με τίτλο «Vieni via con me» («Έλα να φύγουμε μαζί»).
Οι Minzolini και οι Masi της ραδιοτηλεόρασης, επαγγελματίες της παραπληροφόρησης του κοινού και οι χρηματοδότες τους, δεν είναι συμβατοί προς την έκθεση που ενέκρινε σήμερα το Κοινοβούλιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβει αυτό το στοιχείο υπόψη και να ενεργήσει αναλόγως. Έξω οι κομματικές πολιτικές από τον RAI!
Anneli Jäätteenmäki (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να εορτάσει την επέτειο του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια.
Συνολικό ποσοστό της τάξεως του 90% των θυμάτων πολέμου είναι πολίτες, οι περισσότεροι εκ των οποίων γυναίκες και παιδιά. Ο βιασμός και η σεξουαλική δουλεία αποτελούν τη σκληρή καθημερινή πραγματικότητα του πολέμου. Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης, ο βιασμός και η σεξουαλική δουλεία αναγνωρίζονται ως εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Επίσης, δέον είναι να επισημανθεί ότι ο βιασμός συνιστά μορφή γενοκτονίας και αναγνωρίζεται ως τέτοια από τη διεθνή κοινότητα. Είναι κεφαλαιώδους σημασίας όσοι διαπράττουν τα εν λόγω εγκλήματα να υποχρεώνονται να λογοδοτούν για τις πράξεις τους.
Οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν στα μέτρα που λαμβάνονται για την προσπάθεια πρόληψης των συγκρούσεων και προώθησης της διαχείρισης κρίσεων και των ειρηνευτικών συνομιλιών. Εξίσου σημαντικό είναι να διασφαλισθεί η δυνατότητα συμμετοχής των γυναικών στην ανασυγκρότηση των χωρών τους κατά τη μεταπολεμική περίοδο.
Laima Liucija Andrikienė (PPE). – (LT) Κύριε Πρόεδρε, υπερψήφισα αυτό το λίαν σημαντικό ψήφισμα, διότι αδυνατώ να παραβλέψω το γεγονός ότι αυξάνονται τα ποσοστά βίας κατά των γυναικών. Αυτό παρατηρείται ιδίως σε εμπόλεμες περιοχές και ζώνες συγκρούσεων. Συμφωνώ ότι πρέπει να αποδοθεί η δέουσα προσοχή στην εφαρμογή του ψηφίσματος 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών –το πρώτο ψήφισμα που θίγει το ζήτημα του δυσανάλογου και ιδιαίτερου αντικτύπου των ένοπλων συγκρούσεων στις γυναίκες– στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πρέπει να αποτελέσει ιδιαιτέρως σημαντικό ζήτημα στην εν εξελίξει αναθεώρηση της πολιτικής της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά τη θέσπιση μίας συνεκτικής ειδικής εθνικής στρατηγικής και κατά την αξιολόγηση των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για τη βία σε βάρος γυναικών και κοριτσιών και των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις, καθώς και για την καταπολέμηση των διακρίσεων κάθε μορφής σε βάρος τους. Στηρίζω την έκκληση για τη διάθεση των απαραίτητων πόρων ενόψει της καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών και για τη στήριξη της συμμετοχής των γυναικών στις διαδικασίες που σχετίζονται με την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συμφιλίωση.
Dimitar Stoyanov (NI). – (BG) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ του παρόντος ψηφίσματος για τη μελισσοκομία και τη στήριξη του μελισσοκομικού τομέα, διότι αυτή η μορφή γεωργικής παραγωγής αποτελεί την πλέον εξειδικευμένη γεωργική δραστηριότητα. Κατά κανόνα, όταν μιλούμε για έντομα, οι συνειρμοί που προκύπτουν είναι μάλλον δυσάρεστοι. Τα έντομα δεν είναι ευχάριστα όντα, αλλά πρέπει να συνυπάρχουμε μαζί τους. Ωστόσο, το γεγονός αυτό καταδεικνύει απλώς ότι οι μέλισσες αποτελούν τα μοναδικά έντομα τα οποία έχουν εξημερωθεί για τους σκοπούς της παραγωγής τροφίμων και γεωργικών προϊόντων. Καταδεικνύει την κεφαλαιώδη σημασία τους.
Ας μην λησμονούμε επίσης ότι, χωρίς τις μέλισσες, δεν θα είχαμε στη διάθεσή μας τεράστιο ποσοστό από τα άλλα προϊόντα που διαθέτουμε, καθόσον είναι υπεύθυνες για την επικονίαση. Είναι απολύτως αναγκαίο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να διασφαλίσει για μία ακόμα φορά την εναρμόνιση των προτύπων, ιδίως στη γεωργία, και, συγκεκριμένα, στην περίπτωση της μελισσοκομίας, μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών. Η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη αυτό το στοιχείο.
Jens Rohde (ALDE). – (DA) Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου, παρακαλώ, να απευθύνω τις ευχαριστίες μου στην κ. Kolarska-Bobińska για τη θαυμάσια συνεργασία της και την εξαιρετική της έκθεση –μια έκθεση η οποία κατέστη σήμερα, στο παρόν Σώμα, ακόμα καλύτερη από πριν, διότι η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου τοποθετήθηκε υπέρ του γεγονότος ότι εμείς, στην Ευρώπη, θα πρέπει να αυξήσουμε τον στόχο μείωσης CO2 από 20% σε 30%. Αυτή είναι η αναγκαία προϋπόθεση ώστε να πρωτοστατήσουμε και να επιτύχουμε, ασφαλώς, πρόοδο στον τομέα του περιβάλλοντος, αλλά και να διασφαλίσουμε την ανταγωνιστικότητά μας στον τομέα της πράσινης περιβαλλοντικής τεχνολογίας. Κατά τον τρόπο αυτόν, θα προστατεύσουμε ταυτόχρονα τις θέσεις απασχόλησης, την οικονομία και το περιβάλλον, και θα βρούμε, παράλληλα, απαντήσεις στις μείζονες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην Ευρώπη. Σήμερα ήταν μια καλή ημέρα για την Ευρώπη χάρη στην εν λόγω ψηφοφορία.
Jan Březina (PPE). – (CS) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ της έκθεσης για την ενεργειακή στρατηγική, η οποία περιγράφει αδρομερώς τις κατευθύνσεις που θα πρέπει να ακολουθήσει η μελλοντική ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα ήθελα να τονίσω τον ρόλο της πυρηνικής ενέργειας στο υφιστάμενο και μελλοντικό ενεργειακό μείγμα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της έμμεσης ενδεχομένως αναγνώρισης της ανάγκης παράτασης του κύκλου ζωής των υφιστάμενων εγκαταστάσεων. Η στρατηγική μπορεί να θεωρηθεί ισορροπημένη όσον αφορά τις επιμέρους πηγές, μολονότι δεν κάνει καμία αναφορά στον σημαντικό, κατ’ εμέ, ρόλο του άνθρακα κατά την καύση του σε εκσυγχρονισμένους σταθμούς παραγωγής ενέργειας. Είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο είναι δυνατή η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και ανεξαρτησίας της ΕΕ, χωρίς τον άνθρακα ως σταθερή πρωτογενή πηγή, ικανή να ανταποκριθεί ευέλικτα σε αιφνίδιες αυξήσεις ενεργειακής ζήτησης. Το μειονέκτημα συνίσταται στον υπερβολικά γενικό χαρακτήρα της έκθεσης και στην απουσία συναφούς νομοθετικού πλαισίου. Η ειδική και πρακτική μορφή της στρατηγικής θα επηρεαστεί επίσης σε μεγάλο βαθμό από το υπό κατάρτιση σχέδιο δράσης για την επίτευξη μιας οικονομίας χαμηλής κατανάλωσης άνθρακα έως το 2050, το οποίο αναμένεται να δημοσιευθεί στις αρχές του προσεχούς έτους.
Laima Liucija Andrikienė (PPE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, υπερψήφισα αυτό το σημαντικό ψήφισμα. Συμβάλλει εποικοδομητικά στη συζήτηση που διεξάγεται στην Ευρώπη σχετικά με μια αξιόπιστη κοινή ενεργειακή πολιτική.
Η ενεργειακή ασφάλεια αποτελεί, βεβαίως, μία από τις βασικές πτυχές της εν λόγω στρατηγικής. Η ΕΕ πρέπει να προωθήσει μία κοινή –αν όχι ενιαία– ενεργειακή πολιτική. Θα πρέπει να εκχωρηθεί μεγαλύτερος ρόλος στις ρυθμιστικές αρχές και τους αντίστοιχους φορείς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αναλάβει ισχυρότερο ρόλο στην ανάπτυξη εναλλακτικών ενεργειακών διαδρομών, κυρίως από το Αζερμπαϊτζάν και την κεντρική Ασία, αλλά και από τη βόρεια Αφρική και άλλες χώρες. Η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει περαιτέρω σε τερματικούς σταθμούς ΥΦΑ και να συνδράμει τα νεότερα μέλη της να πράξουν το ίδιο.
Απαιτούνται επίσης και άλλα μέτρα, όπως η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, οι επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια και η δημιουργία κινήτρων για τεχνολογίες ανανεώσιμων μορφών ενέργειας. Σημαντική ψηφίδα στο μωσαϊκό αποτελεί η ελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας της ΕΕ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να στηρίξουμε ολόψυχα την πρωτοβουλία του Προέδρου κ. Buzek και του πρώην Προέδρου της Επιτροπής, Jacques Delors, για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ενεργειακής κοινότητας.
Hannu Takkula (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, εκτιμώ και εγώ ότι η παρούσα έκθεση της κ. Kolarska-Bobińska είναι εξαιρετική. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι αναμένεται να καθοδηγήσει την ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική για την επόμενη δεκαετία. Εξίσου εξαιρετικό είναι και το γεγονός ότι εστιάζει ιδιαιτέρως στην έννοια της ενεργειακής ασφάλειας, αλλά και στην ενεργειακή απόδοση, και δεν παραλείπει την αναφορά στην εξοικονόμηση ενέργειας. Πρόκειται για σημαντικά ζητήματα.
Επιπροσθέτως, είναι λίαν σημαντικό το στοιχείο ότι επενδύουμε στην έρευνα και σε νέες εφαρμογές για διάφορες περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Οι καινοτομίες στον τομέα αυτόν θα αποβούν εξαιρετικά αναγκαίες εάν επιθυμούμε να οικοδομήσουμε μια καθαρότερη Ευρώπη και λιγότερο εξαρτημένη από τρίτους στον τομέα της ενέργειας. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αναζητήσουμε εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Είναι αλήθεια ότι χρειαζόμαστε την πυρηνική ενέργεια ως βασική μορφή ενέργειας, αλλά χρειαζόμαστε και νέες επενδύσεις σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Αισιοδοξώ ότι θα κατορθώσουμε να σταματήσουμε σταδιακά τη χρήση άνθρακα. Δεν θα ήθελα να «οραματιστώ» ένα μέλλον στο χρώμα του άνθρακα για την ενέργεια στην Ευρώπη.
Radvilė Morkūnaitė-Mikulėnienė (PPE). – (LT) Κύριε Πρόεδρε, ψήφισα υπέρ της παρούσας έκθεσης σχετικά με την ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία καλύπτει πολλά σημαντικά στοιχεία και ζητήματα, και στην οποία γίνεται αναφορά σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην έρευνα, στις καινοτομίες, στη μείωση της ρύπανσης και, φυσικά, στην αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας. Ειδικότερα, υποστηρίζω τη διάταξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με την οποία τα ενεργειακά δίκτυα, ακόμα και τα δίκτυα εμπορικού χαρακτήρα, πρέπει να διέπονται από διαφανείς διακυβερνητικές συμφωνίες οι οποίες δεν θίγουν τα συμφέροντα των κρατών μελών. Οι διμερείς συμφωνίες και τα έργα ορισμένων κρατών μελών, όπως ο αγωγός φυσικού αερίου «Nord Stream», προκαλούν δυσπιστία, όχι μόνο σε περιβαλλοντικό επίπεδο, αλλά και όσον αφορά τη γενικότερη αρχή της αλληλεγγύης. Μπορεί να συνάπτεται μια συμφωνία μεταξύ δύο χωρών, εκ των οποίων η μία είναι κράτος μέλος της ΕΕ, αλλά ουσιαστικά παραγκωνίζεται η αρχή της αλληλεγγύης των κρατών μελών, όπως προβλέπεται στις Συνθήκες της ΕΕ. Για τον λόγο αυτόν, συμφωνώ ότι οι εξωτερικοί αγωγοί και άλλα ενεργειακά δίκτυα που εισέρχονται στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να διέπονται από διαφανείς διακυβερνητικές συμφωνίες, οι οποίες θα καταρτίζονται σε αυστηρή συμφωνία με τη νομοθεσία της ΕΕ. Αυτοί οι αγωγοί πρέπει να υπόκεινται στους κανόνες της εσωτερικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για την πρόσβαση τρίτων.
Seán Kelly (PPE). – (GA) Κύριε Πρόεδρε, υπερψήφισα μετά χαράς την παρούσα έκθεση, και θα ήθελα να αποδώσω τα εύσημα στη συνάδελφο βουλευτή και φίλη, κ. Kolarska-Bobińska, για το επίτευγμά της.
Παρακολούθησα τη συζήτηση στο Κοινοβούλιο, αλλά δεν κατόρθωσα να προσελκύσω την προσοχή του Προέδρου κατά τη διαδικασία έκτακτων παρεμβάσεων. Θα ήθελα, συνεπώς, να προβώ σε δύο παρατηρήσεις: ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να επικεντρωθεί στην έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία, και ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό δίκτυο για την αποθήκευση και τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την Ένωση. Εάν ενεργήσουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα σημειώσουμε σημαντική πρόοδο.
Τέλος, θα ήθελα να δηλώσω ότι με χαροποίησε ιδιαιτέρως το γεγονός ότι η ευρεία πλειοψηφία των βουλευτών του ΕΚ υπερψήφισαν αυτήν την έκθεση.
Jens Rohde (ALDE). – (DA) Κύριε Πρόεδρε, είμαι, ασφαλώς, ευτυχής που το Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα ψήφισμα το οποίο παρέχει διαπραγματευτική πρόταση προς επίρρωση της θέσης του αρμόδιου Επιτρόπου μας σε θέματα περιβάλλοντος, ο οποίος πρόκειται να μεταβεί στο Κανκούν για διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, εκτιμώ επίσης ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε πέρυσι για τη διατύπωση ομόφωνης άποψης της ΕΕ κατά την COP 15 στην Κοπεγχάγη, παρέχει υλικό για προβληματισμό το γεγονός ότι είμαστε εξαιρετικά διχασμένοι στο Κοινοβούλιο, όπως κατέστη προφανές από τις ψηφοφορίες τόσο επί των τροπολογιών όσο και επί του ψηφίσματος συνολικά. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ ότι θα μπορούσαμε ενδεχομένως να αποκομίσουμε κάποια διδάγματα από το γεγονός ότι θα ήταν πιθανώς επωφελές να περιορίσουμε ελαφρώς τις απαιτήσεις μας σχετικά με τον φόρο Tobin και άλλους φόρους, διότι αυτό ακριβώς αποτελεί εν μέρει το αίτιο των διχογνωμιών στο Κοινοβούλιο. Τηρουμένων των λοιπών συνθηκών, θα ήταν προτιμότερο να είχαμε περιορίσει τις απαιτήσεις μας και να είχαμε αποστείλει, συνεπώς, τους διαπραγματευτές μας με μια σαφέστερη και ευρύτερη εντολή από αυτήν που εξετάζουμε σήμερα στην παρούσα Αίθουσα.
Antonio Masip Hidalgo (S&D). – (ES) Κύριε Πρόεδρε, κάποιοι δήλωσαν ότι η καταδίκη του Μαρόκου είναι υπερβολικά ήπια συγκριτικά με το μέγεθος της καταστρατήγησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σαχάρα, όπου το Μαρόκο δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από χώρα κατοχής, χωρίς καμία κυριαρχία ή έννομο δικαίωμα. Εκείνο που κρίνεται σημαντικό, ωστόσο, είναι το μήνυμα ότι η Ευρώπη συνολικά, και το Κοινοβούλιο, δεν θα ανεχθεί πλέον τις πράξεις βίας του.
Εχθές, αναφέρθηκα ενώπιον του παρόντος Σώματος στο Δικαστήριο της Χάγης. Ελπίζω ότι η διεθνής κοινότητα –η οποία απέτυχε, δυστυχώς, στις απόπειρές της για την αποτροπή της γενοκτονίας στη Ρουάντα, τη Γιουγκοσλαβία και το Νταρφούρ– θα αποτρέψει στην προκειμένη περίπτωση τη γενοκτονία στη Δυτική Σαχάρα και δεν θα χρειαστεί να γίνουμε μάρτυρες της παρουσίας της ενώπιον ενός άλλου δικαστηρίου, το οποίο βρίσκεται επίσης στη Χάγη, αλλά αυτήν τη φορά για εγκλήματα πολέμου.
Anneli Jäätteenmäki (ALDE). – (FI) Κύριε Πρόεδρε, είναι λυπηρό το γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική που ασκείται από ορισμένες χώρες της ΕΕ εξακολουθεί να παρουσιάζει ιδιαίτερα αποικιακό χαρακτήρα. Τούτο καθίσταται οφθαλμοφανές στην περίπτωση της Δυτικής Σαχάρας. Η Ισπανία και η Γαλλία, οι οποίες στηρίζουν το Μαρόκο, υπέχουν μείζονα ευθύνη για τη συνέχιση της σύγκρουσης. Η Δυτική Σαχάρα αποτελεί την τελευταία αποικία της Αφρικής, και η πρόταση για την απελευθέρωση των εδαφών της από την αποικιακή κυριαρχία διατυπώθηκε για πρώτη φορά σε ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών του 1966.
Η κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα έχει επιδεινωθεί τελευταία. Οι μαροκινές αρχές χρησιμοποιούν υπερβολική βία. Σύμφωνα με αναφορές, έχει καταγραφεί μεγάλος αριθμός περιστατικών θανάτων, τραυματισμών και εξαφανίσεων. Έχει επιβληθεί αποκλεισμός στην περιοχή της κρίσης, ούτως ώστε να μην είναι δυνατή ούτε η παροχή διεθνούς βοήθειας. Η παρούσα κρίση στη Δυτική Σαχάρα, αλλά και η σύγκρουση συνολικά, θα πρέπει να επιλυθεί το συντομότερο δυνατόν. Πρόκειται για καθήκον της λαίδης Ashton, Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ, καθώς και όλων των κρατών μελών της ΕΕ.
Dimitar Stoyanov (NI). – (BG) Κύριε Πρόεδρε, ασφαλώς υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με την Ουκρανία. Κατά τη χθεσινή συζήτηση, παρουσίασα διεξοδικά τα επιχειρήματά μου συναφώς.
Ωστόσο, θα ήθελα να εκμεταλλευθώ την ευκαιρία της παρούσας διαδικασίας για να προβώ σε μία ιδιαίτερα σημαντική διευκρίνιση, διότι αναφέρθηκε κάτι κατά τη χθεσινή συζήτηση το οποίο είναι εσφαλμένο. Εν προκειμένω, ο κ. Brok πιθανότατα παραπλανήθηκε από τη χρήση εσφαλμένης ορολογίας. Ωστόσο, ανέφερε ότι ο επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας διορίζει τους συνταγματικούς δικαστές στην Ουκρανία και συμμετέχει στον διορισμό τους.
Διασταύρωσα αυτό το στοιχείο απόψε και επιβεβαίωσα ότι δεν ισχύει. Το συνταγματικό δικαστήριο διορίζεται από τον πρόεδρο, το ουκρανικό κοινοβούλιο και το δικαστικό σώμα. Στην πράξη, ο επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας δεν έχει ουδεμία ανάμειξη στον διορισμό των δικαστών του συνταγματικού δικαστηρίου. Ήθελα να διευκρινίσω αυτό το στοιχείο.
Laima Liucija Andrikienė (PPE). – (EN) Κύριε Πρόεδρε, το Κοινοβούλιό μας ενέκρινε, επιτέλους, ένα ψήφισμα σχετικά με την Ουκρανία. Ανησυχούμε, βέβαια, για τις πρόσφατες εξελίξεις στη χώρα. Εξ όσων γνωρίζω, εφόσον η Ουκρανία αποτελεί στρατηγικό μας εταίρο, έχουμε καθήκον να εκφράσουμε την ανησυχία μας για τις αδυναμίες που παρατηρούμε – για παράδειγμα, τις υπερβολικές εξουσίες που εκχωρούνται στις υπηρεσίες ασφαλείας της Ουκρανίας και τα μέτρα που έχουν λάβει οι τελευταίες για τον εκφοβισμό των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στην εν λόγω χώρα, καθώς και για τον έλεγχο επί των ουκρανικών μέσων ενημέρωσης.
Ανησυχούμε επίσης για την πολιτική διαδικασία συνολικά, συμπεριλαμβανομένης της αδυναμίας των κομμάτων της αντιπολίτευσης να συμμετέχουν στις εκλογές χωρίς περιορισμούς και διακρίσεις. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις προοπτικές ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ και να χρησιμοποιήσουμε περισσότερα κίνητρα παρά αποτρεπτικά μέσα για την προσέγγιση της Ουκρανίας προς την Ευρώπη –και όχι για την απομάκρυνσή της– και να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη αυτού του στρατηγικού μας στόχου.
Jarosław Kalinowski (PPE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η Ευρωπαϊκή Ένωση ασκεί εξαιρετικά εντατική πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος, η οποία καλύπτει, επιπλέον, τη γεωργία και τη βιομηχανία. Ωστόσο, υπό τις παρούσες συνθήκες παραγωγής και ανταγωνισμού, δεν είναι δυνατόν να τερματιστεί η χρήση χημικών στη γεωργία, ούτε να αλλάξουν οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή προϊόντων ώστε να μην απαιτούνται τεράστιες ενεργειακές δαπάνες. Είναι απολύτως άστοχο να κατηγορείται η Ένωση ότι δεν κατέχει ηγετική θέση στην οικολογική πολιτική και να προβάλλονται ως πρότυπα οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα. Οι χώρες αυτές, εξάλλου, κατέχουν ηγετική θέση στις εκπομπές CO2.. Εντούτοις, η κεφαλαιώδης σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας – στους τομείς της βιομηχανίας, της γεωργίας και των μεταφορών. Τα αγαθά της φύσης αποτελούν το πολυτιμότερο βασικό προϊόν μας, και είναι πολύ δύσκολο να το ανακτήσουμε εάν χαθεί. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξεύρεση της περίφημης χρυσής τομής.
Jarosław Kalinowski (PPE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, η αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ των οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων είναι πολύ σημαντική, αλλά ταυτόχρονα πολύ δύσκολη. Η οικονομική συνεργασία που συμβαδίζει με την τήρηση των βασικών κανόνων της δημοκρατίας και της ευημερίας των πολιτών της αποτελεί το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι τόσο σημαντική η θέσπιση ενοποιημένων προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες. Η έγκριση προτύπων αυτού του είδους στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα οδηγήσει στη διαμόρφωση θετικής στάσης των πολιτών απέναντί της, καθώς και σε βελτίωση των σχέσεων της ΕΕ με τους εταίρους της. Η διεθνής συνεργασία στον εν λόγω τομέα κρίνεται πρωτοφανούς σημασίας, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να την υποστηρίξει στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Jarosław Kalinowski (PPE). – (PL) Κύριε Πρόεδρε, οι οριζόντιες συμφωνίες καλύπτουν ευρύ φάσμα κανονισμών, και τυχόν αβλεψίες στις νομοθετικές διατάξεις, εκούσιες ή ακούσιες, ενδέχεται να οδηγήσουν στην εξάλειψη του ανταγωνισμού. Τίθεται, επομένως, ένα καίριο ζήτημα, το οποίο είναι, ταυτόχρονα, ευάλωτο σε σφάλματα. Η ισορροπία πρέπει να διασφαλισθεί μέσω κατάλληλων κανονισμών και τυποποιημένων διαδικασιών, καθώς και μέσω της προώθησης συναίνεσης μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών. Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας δεν πρέπει να αγνοούνται, και η μη τήρησή τους πρέπει να συνεπάγεται σοβαρές επιπτώσεις. Στηρίζω επίσης τις εκκλήσεις του συντάκτη για βελτιώσεις στην ποιότητα των νομοθετικών κειμένων που καταρτίζονται. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται σήμερα σε πολλά έγγραφα είναι πολύ συχνά δυσνόητη και μη προσβάσιμη για τον μέσο πολίτη.
Χαράλαμπος Αγγουράκης (GUE/NGL), γραπτώς. – Για μια ακόμη φορά παίζεται ένα θέατρο ανάμεσα στους πολιτικούς εκπροσώπους του κεφαλαίου και τις αστικές κυβερνήσεις για την χειραγώγηση των λαών. Το κύριο δεν είναι αν θα έχουμε αύξηση ή όχι του προϋπολογισμού, αλλά πού θα πάνε τα λεφτά. Κι αυτό είναι αποφασισμένο. Περικοπές θα έχουμε για τις αγροτικές επιδοτήσεις της ΚΑΠ στη φτωχομεσαία αγροτιά, ενώ τα χρήματα από τα διαρθρωτικά ταμεία πηγαίνουν στα «επιλέξιμα» έργα, που δεν είναι παρά έργα που ανατίθενται κατευθείαν ή μέσω των συμπράξεων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Έτσι τα χρήματα κατευθύνονται και μέσα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ στους μονοπωλιακούς ομίλους. Από την άλλη και η οποιαδήποτε αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού θα κατευθυνθεί για να χρηματοδοτήσει την αντιλαϊκή πολιτική και δράση της ΕΕ, όπως η χρηματοδότηση του νεοσύστατου μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης για την αποτελεσματικότερη πολιτικοστρατιωτική ιμπεριαλιστική πολιτική επεμβάσεων της ΕΕ.
Ο προϋπολογισμός της ΕΕ αποτελεί ένα ακόμη εργαλείο αφαίμαξης των λαϊκών εισοδημάτων και αναδιανομής του στο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ δεν αφορούν τους λαούς, αλλά την διαπάλη των αστικών τάξεων και τμημάτων του κεφαλαίου πώς θα εξασφαλίσουν μεγαλύτερο τμήμα της λείας από τη ληστεία των λαϊκών εισοδημάτων.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Είμαι βέβαιη ότι έχετε γνώση των προβλημάτων που ταλάνισαν και πάλι την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την έγκριση του προϋπολογισμού του 2011. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Κοινοβούλιο επιθυμούσαν αύξηση της τάξης περίπου του 5%, προκειμένου να υλοποιηθούν οι νέες πολιτικές της ΕΕ (ρύθμιση της χρηματοπιστωτικής αγοράς, κοινή εξωτερική πολιτική κ.λπ.) οι οποίες θεσπίστηκαν ως απόκριση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Δεδομένων των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών, το Κοινοβούλιο αποφάσισε εντέλει να συμφωνήσει επί μικρότερου ποσοστού αύξησης, ήτοι 2,91%, υπό τον όρο της εκπλήρωσης ορισμένων πολιτικών προϋποθέσεων (συζήτηση σχετικά με τη χορήγηση ιδίων πόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενόψει του τερματισμού του «παζαρέματος» μεταξύ των κρατών μελών, την ευελιξία του προϋπολογισμού και τη χρηματοδότηση για καίριες στρατηγικές προτεραιότητες). Εφόσον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει απορρίψει αυτούς τους όρους, υπερψήφισα το νέο ψήφισμα, το οποίο διατυπώνει σαφώς την απολύτως εύλογη, εποικοδομητική και ταυτόχρονα φιλόδοξη θέση του Κοινοβουλίου. Τόσο εγώ όσο και οι συνάδελφοι βουλευτές είμαστε μεν πρόθυμοι να «σφίξουμε το ζωνάρι», όπως και όλοι οι υπόλοιποι στην Ευρώπη, αλλά παράλληλα θέλουμε να αναδείξουμε και τη σημασία των ευρωπαϊκών εισφορών για τον συντονισμό και τη στήριξη των πολιτικών της Ένωσης.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Τάχθηκα υπέρ του παρόντος ψηφίσματος. Η Συνθήκη της Λισαβόνας επέφερε πολλές σημαντικές αλλαγές σε διάφορους τομείς και εκχώρησε νέες εξουσίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η ανεπιτυχής προσπάθεια να επιτευχθεί μια συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όσον αφορά τον προϋπολογισμό του 2011 ήταν η πρώτη σοβαρή απόπειρα του Κοινοβουλίου να ασκήσει τις εξουσίες που του εκχωρήθηκαν. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι έτοιμο να καταλήξει σε συμφωνία το ταχύτερο δυνατόν, ούτως ώστε η ΕΕ να εγκαινιάσει το 2011 με έναν εγκεκριμένο προϋπολογισμό και να μην καθυστερήσει η χρηματοδότηση σημαντικών τομέων και έργων. Ωστόσο, οι απαιτήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πρέπει να αναγνωριστούν στη συμφωνία με το Συμβούλιο και πρέπει να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με ορισμένους μηχανισμούς ευελιξίας ώστε να επιτραπεί η απρόσκοπτη χρηματοδότηση, τόσο κατά το 2011 όσο και μετά από αυτό, των πολιτικών που απορρέουν από τις νέες αρμοδιότητες της ΕΕ δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας και στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η Επιτροπή πρέπει να δεσμευτεί ότι θα υποβάλει προτάσεις για τους νέους ίδιους πόρους για την ΕΕ, και πρέπει επίσης να επιτευχθεί συμφωνία με το Συμβούλιο όσον αφορά την αναθεώρηση της δημοσιονομικής δομής. Τέλος, πρέπει να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων σχετικά με μια μέθοδο συνεργασίας η οποία θα περιλαμβάνει τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης του επόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που έχει διατυπώσει. Όχι μόνο θα είναι πλέον υπεύθυνο για την έγκριση του προϋπολογισμού της ΕΕ, αλλά, επιπλέον, θα δημιουργήσει προηγούμενο για την επέκταση της επιρροής του μοναδικού δημοκρατικά εκλεγμένου θεσμικού οργάνου στη διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν πρέπει να ενδώσει στις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να αποδεχθεί τον προϋπολογισμό του 2011. Αυτό θα ισοδυναμούσε με παραβίαση των τροποποιήσεων των συνθηκών που αποτελούν τη βάση της λειτουργίας της Ένωσης και μάλιστα από το πλέον δημοκρατικό όργανο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και το μόνο που εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία. Οι αντιδράσεις των ιθυνόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημιουργούν την εντύπωση ότι το εκτελεστικό όργανο της Ένωσης φαίνεται να πιστεύει ότι το Κοινοβούλιο δεν συμφωνεί με τον προϋπολογισμό που καταρτίστηκε μόνο και μόνο για να καταστήσει σαφές ποιος κατέχει ουσιαστικά την εξουσία. Το Κοινοβούλιο όμως, το οποίο καταψήφισε ομόφωνα τον προϋπολογισμό του 2011 όπως προτάθηκε από την Επιτροπή, είναι σαφές ότι έχει πιο σημαντικά πράγματα να κάνει από το να αναλώνεται σε παιχνίδια εξουσίας. Στην πραγματικότητα, ο προϋπολογισμός δεν λαμβάνει υπόψη της νέες εξουσίες της Ένωσης και δεν προβλέπει χρηματοδότηση για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», που χαίρει ομόφωνης υποστήριξης.
Δεν μπορούμε να επιδεικνύουμε τέτοια ανακολουθία κατά τη λήψη των αποφάσεών μας. Δεν είναι δυνατόν να εκπονούμε και να εγκρίνουμε μεγαλόπνοες στρατηγικές χωρίς να προβλέπουμε τους χρημαδοτικούς πόρους για την υλοποίησή τους. Το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να χαράξει την πορεία που θα ακολουθήσει η Ένωση την επόμενη χρονιά, ένα δικαίωμα που του αναγνωρίστηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Το κοινό μέτωπο που προέβαλαν όλες οι κοινοβουλευτικές Ομάδες του ευρωπαϊκού νομοθετικού σώματος καταδεικνύει ότι ο προϋπολογισμός πρέπει να αναθεωρηθεί σε πολύ πιο ευέλικτη βάση.
Françoise Castex (S&D), γραπτώς. – (FR) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα διότι μας υπενθυμίζει, υπό τεχνικούς όρους, τις τρεις προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτάται η ψήφιση του προϋπολογισμού του 2011 από το Κοινοβούλιο: πρώτον, η διατήρηση της δυνατότητας χρήσης του μηχανισμού ευελιξίας, ο οποίος αποτελεί αναγκαίο δημοσιονομικό εργαλείο για τη διασφάλιση ελάχιστης χρηματοδότησης όσον αφορά τις αρμοδιότητες και τις προτεραιότητες της Κοινότητας· δεύτερον, η δέσμευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι θα υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με τους νέους ίδιους πόρους από σήμερα έως τον Ιούλιο του 2011· και, τρίτον, η ενεργός συμμετοχή του Κοινοβουλίου στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις για το σύστημα χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικότερα όσον αφορά τους ίδιους πόρους και την εκπόνηση του επόμενου δημοσιονομικού πλαισίου. Το ψήφισμα αυτό επιβεβαιώνει τις αλλαγές που επήλθαν στο Συμβούλιο με τη Συνθήκη της Λισαβόνας με σκοπό να αναγνωρίσει επιτέλους το Συμβούλιο τον νέο ρόλο του Κοινοβουλίου σε δημοσιονομικά θέματα. Πέρα από τη διοργανική διαπάλη, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι στην παρούσα συζήτηση επί του προϋπολογισμού κρίνεται το ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και το ίδιο το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, ενώ το Κοινοβούλιο εκφράζει για μία ακόμα φορά το κοινοτικό πνεύμα και τον σεβασμό προς τους πολίτες της Ένωσης. Τέλος, τα κράτη μέλη, που κύρωσαν αυτόνομα αυτή τη συνθήκη, πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση των απαιτήσεων που θέτει και να αναλάβουν την εκπλήρωση των οραμάτων που περιέχει.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Προτού η Επιτροπή προτείνει ένα νέο σχέδιο προϋπολογισμού, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλησε να επιρρώσει τον ρόλο που σκοπεύει να διαδραματίσει στις διαπραγματεύσεις για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Θέσαμε τρεις προϋποθέσεις: πρώτον, διατήρηση του μηχανισμού ευελιξίας, κυρίως για να είμαστε σε θέση να κινητοποιήσουμε πόρους της τάξης των εκατομμυρίων ευρώ για την παροχή έκτακτης βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες· δεύτερον, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει προτάσεις ουσίας για τους νέους ίδιους πόρους· και, τρίτον, το Συμβούλιο πρέπει να αναλάβει την εξέταση αυτών των προτάσεων από κοινού με το Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Το ψήφισμα εγκρίθηκε με ευρύτατη πλειοψηφία, γεγονός που είναι ενδεικτικό της ακλόνητης θέσης του Κοινοβουλίου να μην υποστηρίξει την έγκριση του προϋπολογισμού του 2011 παρά μόνον εφόσον ικανοποιηθούν αυτές οι τρεις συνθήκες.
Göran Färm, Olle Ludvigsson και Marita Ulvskog (S&D), γραπτώς. – (SV) Μας θλίβει το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν καταλήξει ακόμα σε κάποιο αποτέλεσμα. Παρά το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκανε πολλά βήματα στις διαπραγματεύσεις, αποδεχόμενο τις προτάσεις προϋπολογισμού του Συμβουλίου για το 2011, προσφέροντας λύση σε μεγάλα και δύσκολα από χρηματοδοτικής άποψης έργα, π.χ. το ερευνητικό πρόγραμμα για τη σύντηξη ITER, και υποσχόμενο ταχεία έγκριση του υπ’ αριθμόν 10 διορθωτικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με τον οποίο επρόκειτο να επιστραφεί στα κράτη μέλη ποσό κατά τι μεγαλύτερο των 600 εκατομμυρίων ευρώ, μια μειοψηφία των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της Σουηδίας, ανέστειλε τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων.
Το ψήφισμα του Κοινοβουλίου τονίζει ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να συνεχιστούν, αλλά προβλέπει και ορισμένες απαιτήσεις για το μέλλον.
Προκειμένου η ΕΕ να αποφύγει νέες κρίσεις κατά την έγκριση του προϋπολογισμού και να καταφέρει να χρηματοδοτήσει μείζονες πρωτοβουλίες όπως την πολιτική για τον κλίμα και τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», θα απαιτηθεί μεγαλύτερη ευελιξία στο πλαίσιο του προϋπολογισμού της ΕΕ τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να αυξηθεί το συνολικό επίπεδο του προϋπολογισμού της ΕΕ. Προκειμένου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος άσκησης βέτο από το Κοινοβούλιο, σε περίπτωση που του επιτραπεί να λάβει θέση, μετά τη λήξη των διαπραγματεύσεων, μόνον επί μιας δέσμης μέτρων η οποία θα έχει συμφωνηθεί από τα κράτη μέλη, πιστεύουμε ότι πρέπει να επιτραπεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμμετάσχει στις προπαρασκευαστικές διαπραγματεύσεις του επόμενου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο μετά το 2013, χωρίς να τοποθετείται ουσιαστικά, προς τον σκοπό αυτόν, επί του ζητήματος των ιδίων πόρων. Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι αυτές οι απαιτήσεις δεν υπερβαίνουν τα όρια των αρμοδιοτήτων που εκχωρεί στο Κοινοβούλιο η Συνθήκη της Λισαβόνας.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Βρισκόμαστε σε ένα θεσμικό αδιέξοδο όσον αφορά τον προϋπολογισμό του 2011, με ορισμένα κράτη μέλη να μπλοκάρουν την πρόταση της Επιτροπής στο Συμβούλιο. Ελπίζω ότι αυτό το αδιέξοδο θα αρθεί το συντομότερο δυνατόν, διότι ο προϋπολογισμός πρέπει να τηρεί τις δεσμεύσεις και τις ευθύνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Το Κοινοβούλιο θέλει να γίνει σεβαστή η Συνθήκη της Λισαβόνας και να επικρατήσει η θεσμική ειρήνη στους κόλπους της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο πρέπει να συμμετέχει –μέσω ψηφοφορίας ή γνωμοδότησης– στη νέα διοργανική συμφωνία, του επόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, και στη θέσπιση νέων ιδίων πόρων. Όσον αφορά τη διοργανική συμφωνία, είναι προφανές ότι ο σεβασμός των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, και, πιο συγκεκριμένα το Συμβούλιο, προϋποθέτει την ύπαρξη ευελιξίας όσον αφορά το τρέχον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.
Η στρατηγική «Ευρώπη 2020», το πρόγραμμα του διεθνούς θερμοπυρηνικού πειραματικού αντιδραστήρα (ITER), η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) και η χρηματοπιστωτική εποπτεία είναι μερικοί μόνο από τους τομείς που χρειάζονται χρηματοδότηση. Το Συμβούλιο πρέπει να εναρμονιστεί με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, τόσο από την άποψη των νέων τομέων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτό αντικατοπτρίζεται στον προϋπολογισμό, όσο και από την άποψη των ενισχυμένων εξουσιών του Κοινοβουλίου, μεταξύ άλλων, και όσον αφορά τον προϋπολογισμό. Αυτές οι αλλαγές ενισχύουν στην ουσία τη δημοκρατική νομιμοποίηση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Η χρήση της κοινοτικής μεθόδου αντί της διακυβερνητικής προσέγγισης καθιστούν δημοκρατικότερη τη διακυβέρνησή μας. Το Κοινοβούλιο περιορίζεται να ζητήσει μόνον τα απολύτως αναγκαία από όσα θα επιθυμούσε, λαμβάνοντας υπόψη τους δημοσιονομικούς περιορισμούς των κρατών μελών.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Διαφωνούμε με τον προταθέντα προϋπολογισμό για το 2011. Ωστόσο, διαφωνούμε επίσης με την πλειονότητα των επιχειρημάτων που προβάλλει η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου προκειμένου να μην εγκριθεί ο προϋπολογισμός του 2011.
Η συζήτηση που έχει ανοίξει για τις δημοσιονομικές προοπτικές πέραν του 2013 είναι προβληματική εξαρχής για μια σειρά από λόγους, όπως μεταξύ άλλων, η αδυναμία των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων –Κοινοβούλιο και Συμβούλιο– να καταλήξουν σε συμφωνία στις διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2011· οι απόπειρες διαφόρων κρατών μελών να επιβάλουν μείωση των πόρων στους μελλοντικούς προϋπολογισμούς· η επιμονή άλλων κρατών μελών για νέους ίδιους πόρους για την ΕΕ, μέσω της δημιουργίας ευρωπαϊκών φόρων επιπλέον της εθνικής φορολογίας, οι οποίοι θα καταβάλλονται από τους πολίτες και όχι από τον χρηματοοικονομικό κλάδο· επιμονή στην πλήρη εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας· και άρνηση των πλούσιων χωρών να αυξήσουν αισθητά τις εισφορές τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Σε κάθε περίπτωση, αν και συμφωνούμε ότι οι νέες αρμοδιότητες πρέπει να συνεπάγονται νέους πόρους, δεν μπορούμε να ταχθούμε υπέρ ενός ψηφίσματος που δεν προβλέπει τη διανομή των πόρων της ΕΕ με γνώμονα την οικονομική και κοινωνική συνοχή, την αντιμετώπιση της κρίσης και την υποστήριξη της απασχόλησης με δικαιώματα, χωρίς να ενισχύεται ο μιλιταρισμός ή η καταπίεση.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2011, διότι είναι ουσιώδες το Κοινοβούλιο να αναλάβει τον νέο και θεσμοθετημένο ρόλο του στην κατάρτιση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεπεία της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας. Καθώς η επιτροπή συνδιαλλαγής δεν κατάφερε να καταλήξει σε συμφωνία, παρά τις προσπάθειες του Κοινοβουλίου, έχουμε διατυπώσει εκ νέου μια σειρά από σημεία στα οποία το Συμβούλιο πρέπει να επιδείξει ευελιξία. Απαιτείται, πρώτον, μεγαλύτερη ευελιξία έως τη λήξη του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι νέες αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και, δεύτερον, η πλήρης συμμετοχή του Κοινοβουλίου στις διαπραγματεύσεις για το δημοσιονομικό πλαίσιο μετά το 2013. Τέλος, αφού η Επιτροπή συμφωνήσει να υποβάλει λεπτομερείς προτάσεις σχετικά με τη σύσταση ιδίων πόρων για την ΕΕ, θα θέλαμε τη δέσμευση του Συμβουλίου ότι το Κοινοβούλιο θα συμμετάσχει πλήρως στις συζητήσεις σχετικά με αυτές τις προτάσεις. Το ψήφισμα αυτό θα αποτελέσει ένα ηχηρό μήνυμα προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη συνεδρίασή του της 16ης και 17ης Δεκεμβρίου 2010.
Anna Hedh (S&D), γραπτώς. − (SV) Εκφράζω τη λύπη μου για το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν καταλήξει ακόμα σε κάποιο αποτέλεσμα. Παρά το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκανε πολλά βήματα στις διαπραγματεύσεις, αποδεχόμενο τις προτάσεις προϋπολογισμού του Συμβουλίου για το 2011, προσφέροντας λύση σε μεγάλα και δύσκολα από χρηματοδοτικής άποψης έργα, π.χ. το ερευνητικό πρόγραμμα για τη σύντηξη ITER, και υποσχόμενο ταχεία έγκριση του υπ’ αριθμόν 10 διορθωτικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με τον οποίο επρόκειτο να επιστραφεί στα κράτη μέλη ποσό κατά τι μεγαλύτερο των 600 εκατομμυρίων ευρώ, μια μειοψηφία των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της Σουηδίας, ανέστειλε τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων.
Το ψήφισμα του Κοινοβουλίου τονίζει ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να συνεχιστούν, αλλά προβλέπει και ορισμένες απαιτήσεις για το μέλλον.
Προκειμένου η ΕΕ να αποφύγει νέες κρίσεις κατά την έγκριση του προϋπολογισμού και να καταφέρει να χρηματοδοτήσει μείζονες πρωτοβουλίες όπως την πολιτική για το κλίμα και τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», θα απαιτηθεί μεγαλύτερη ευελιξία στο πλαίσιο του προϋπολογισμού της ΕΕ τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, δεν πιστεύω ότι πρέπει να αυξηθεί το συνολικό επίπεδο του προϋπολογισμού της ΕΕ. Προκειμένου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος άσκησης βέτο από το Κοινοβούλιο, σε περίπτωση που του επιτραπεί να λάβει θέση, μετά τη λήξη των διαπραγματεύσεων, μόνον επί μίας δέσμης μέτρων η οποία θα έχει συμφωνηθεί από τα κράτη μέλη, πιστεύω ότι πρέπει να επιτραπεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμμετάσχει στις προπαρασκευαστικές διαπραγματεύσεις του επόμενου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο μετά το 2013, χωρίς να τοποθετείται, προς τον σκοπό αυτόν, επί του ζητήματος των ιδίων πόρων. Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι οι απαιτήσεις αυτές δεν υπερβαίνουν τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στο Κοινοβούλιο δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας και, παρόλο που είχα ταχθεί κατά της εν λόγω Συνθήκης, εκτιμώ ότι δεν έχουμε πλέον άλλη επιλογή παρά να αποδεχθούμε τις συνέπειες της κύρωσής της και να εργαστούμε σύμφωνα με τις διατάξεις της.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί το πλαίσιο εντός του οποίου μπορούν να ενεργούν τα κράτη μέλη. Ιδίως όταν διανύουμε καιρούς οικονομικής αβεβαιότητας, είναι σημαντικό να μπορούμε να βασιστούμε στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται σε αυτό το πλαίσιο. Οι πολίτες πρέπει να έχουν τη βεβαιότητα ότι οι προβλεπόμενοι πόροι θα διατεθούν. Αναφέρομαι κυρίως στους αγρότες. Οι μη χρησιμοποιηθέντες πόροι για τη γεωργία δεν σημαίνουν ότι δεν υπήρχε ανάγκη για τα αντίστοιχα ποσά. Σημαίνει απλώς ότι έγινε πολύ προσεκτική διαχείριση. Οι αγρότες δεν πρέπει να τιμωρηθούν γι’ αυτό με τη μεταβίβαση των πόρων σε άλλους τομείς. Είναι προς το συμφέρον των πολιτών της ΕΕ να προασπισθεί από οικονομικής άποψης η γεωργία. Πρέπει να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση το ταχύτερο δυνατόν, ώστε να μπορέσουμε να εγκρίνουμε τον προϋπολογισμό του 2011. Μόνο μετά την έγκρισή του θα είναι δυνατή η διασφάλιση των χρηματοδοτήσεων για τη γεωργία και η αποφυγή των «συμφορήσεων» σε εθνικό επίπεδο.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα το ψήφισμα για τον προϋπολογισμό, αλλά δήλωσα αποχή για την τροπολογία 1β, η οποία αφορά τους νέους ίδιους πόρους. Πιστεύω, ασφαλώς, ότι η ΕΕ πρέπει να αναζητήσει νέες πηγές χρηματοδότησης, αλλά δεν πιστεύω ότι αυτό πρέπει να επιτευχθεί μέσω της εξασφάλισης προκαταβολικών αναλήψεων υποχρεώσεων από το Συμβούλιο. Επιβάλλεται η διεξαγωγή ανοικτού διαλόγου σχετικά με όλες τις δυνατές επιλογές.
Barbara Matera (PPE), γραπτώς. – (IT) Αν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν καταλήξουν σε συμφωνία για τον προϋπολογισμό του 2011 έως το τέλος του τρέχοντος έτους, αυτό μπορεί να έχει μείζονες συνέπειες για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων της Ένωσης, να προκαλέσει σοβαρές καθυστερήσεις στη σύσταση των εποπτικών σωμάτων, και να καταστήσει μη λειτουργικούς ορισμένους μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση και το Ταμείο Αλληλεγγύης.
Το Κοινοβούλιο πρέπει ωστόσο να τηρήσει αυστηρή στάση στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Το μόνο που ζήτησε ουσιαστικά από το Συμβούλιο είναι να γίνουν σεβαστές οι εξουσίες που που εκχωρήθηκαν με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Το Κοινοβούλιο δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να προφυλάξει τον προϋπολογισμό της ΕΕ από αδικαιολόγητες περικοπές, οι οποίες θα έπλητταν την απασχόληση και θα είχαν ως αποτέλεσμα να πληρώσουν οι λαοί της Ευρώπης το τίμημα της αδιαλλαξίας ενός μικρού αριθμού κρατών μελών. Προσβλέπω στην επίδειξη μεγαλύτερου αισθήματος ευθύνης κατά τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις, ώστε να μην προστεθεί και μία θεσμική κρίση στην υφιστάμενη οικονομική κρίση.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Συνθήκη της Λισαβόνας έχει αναθέσει στο Κοινοβούλιο νέες ευθύνες, και αυτές συνεπάγονται αυξημένες δαπάνες. Οι ανάγκες αυτές απαιτούν έναν ελαφρώς αυξημένο προϋπολογισμό για το 2011 σε σχέση με το 2010, προκειμένου το Κοινοβούλιο να μπορέσει να φέρει εις πέρας το έργο του. Κανείς δεν ωφελείται από το αδιέξοδο στο οποίο κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο, και παρά την κρίση που βιώνει η Ευρώπη, είναι αναγκαίο να καταλήξουμε σε συμφωνία ώστε η ΕΕ να μπορέσει να επιτύχει τους στόχους που προβλέπονται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020».
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Ιδίως σε περιόδους οικονομικής κρίσης, όταν οι πολίτες καλούνται να κάνουν θυσίες και να δεχθούν τεράστιες περικοπές στον κοινωνικό και οικογενειακό τομέα, πρέπει να είναι δυνατή η επίτευξη σεβαστής εξοικονόμησης χρημάτων και στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Αντ’ αυτού, προβλέπεται αύξηση σχεδόν 3%. Ορισμένα έργα απλώς αναβλήθηκαν ούτως ώστε να καλύψουμε στο εγγύς μέλλον μόνο τα πλέον επιτακτικά μείζονα έξοδα. Υπάρχουν θεωρητικά πολλές ευκαιρίες για εξοικονόμηση χρημάτων, π.χ. όσον αφορά τις δύο διαφορετικές τοποθεσίες για τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, ή εάν η ΕΕ κατορθώσει να πατάξει επιτέλους ουσιαστικά την απάτη και ανακτήσει πλήρως τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά. Πρέπει επίσης να εξετάσουμε αν όλα τα υψηλού γοήτρου προγράμματα της ΕΕ αξίζει πραγματικά τον κόπο να συνεχιστούν. Ορισμένα από αυτά είναι εξ ορισμού προσανατολισμένα στο μέλλον, αλλά υπάρχουν έργα το σκεπτικό ή η προσέγγιση των οποίων τίθεται εν αμφιβόλω. Δεν μπορώ επ’ ουδενί λόγω να υποστηρίξω αυτόν τον προϋπολογισμό της ΕΕ για το 2011.
Franz Obermayr (NI), γραπτώς. – (DE) Οι συζητήσεις για τον προϋπολογισμό απέτυχαν εξαιτίας της σύγκρουσης μεταξύ της δημοσιονομικής σταθερότητας και της δημοσιονομικής προσαρμοστικότητας. Ως εκ τούτου, οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απευθύνουν έκκληση για ευρεία δημοσιονομική ευελιξία, χωρίς όμως να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα των χωρών που είναι καθαροί συνεισφέροντες. Οι καθαροί συνεισφέροντες είναι εκείνοι που χρηματοδοτούν την ΕΕ, είναι υπεύθυνοι για την επανεκκίνηση του κινητήρα της οικονομίας μετά την κρίση και διασώζουν τις χώρες με μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, καθώς και το ίδιο το ευρώ. Είναι συνεπώς δικαιολογημένη η στάση τους υπέρ των δεσμευτικών πιστώσεων στον προϋπολογισμό, προκειμένου το ισοζύγιο να μην μπορεί να τροποποιηθεί αναδρομικά για προσχηματικούς λόγους και κατά συνέπεια να σπαταληθούν χρήματα. Όσοι επενδύουν και καταβάλλουν χρήματα πρέπει να λαμβάνουν εγγυήσεις ότι θα τηρηθεί το υψηλότερο δυνατό επίπεδο σταθερότητας. Ομοίως, η κριτική στάση απέναντι στο ενδεχόμενο φορολόγησης σε επίπεδο ΕΕ δεν έχει καμία σχέση με την υποτιθέμενη «έλλειψη αλληλεγγύης». Οφείλεται απλώς στο γεγονός ότι τα περισσότερα κράτη μέλη είναι ξεκάθαρα κατά αυτής της ιδέας και επιμένουν στην κύρωση από τα εθνικά κοινοβούλια από σεβασμό στην αρχή της επικουρικότητας. Η «χειραφέτηση» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την οποία γίνεται τόσο συχνά λόγος σε αυτό το πλαίσιο, μου φαίνεται ότι αφορά σε ανησυχητικό βαθμό τη χειραφέτησή του από τους ευρωπαίους πολίτες. Ως εκ τούτου, καταψήφισα την πρόταση ψηφίσματος.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών, υπερψήφισα το σχέδιο προϋπολογισμού, διότι πιστεύω ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Και τούτοι όχι μόνο σε συμβολικό επίπεδο, καθότι το Κοινοβούλιο εκπροσωπεί 500 εκατομμύρια Ευρωπαίους, αλλά κυρίως σε θεσμικό επίπεδο, υπό την έννοια ότι η Συνθήκη προβλέπει πως το Κοινοβούλιο πρέπει να παρέχει τη συναίνεσή του όσον αφορά την έγκριση του μελλοντικού πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ).
Η αύξηση που ζητεί το Κοινοβούλιο δεν είναι αβάσιμη, αλλά αποσκοπεί στην εξασφάλιση οφελών για τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μείζονα οφέλη που απορρέουν από τους χρηματοδοτικούς πόρους και τις πρωτοβουλίες που υλοποιούνται σε ολόκληρη την Ένωση τεκμηριώνουν αυτόν τον στόχο. Συμφωνώ, φυσικά, με όσους πιστεύουν ότι πρέπει ενδεχομένως να εξετάσουμε διαφορετικούς τρόπους κατανομής των πόρων ώστε να μην υπάρχουν χώρες που είναι απλώς καθαροί συνεισφέροντες και αποκομίζουν πολύ λιγότερα οφέλη. Ελπίζω ότι τα αιτήματα αυτά θα ληφθούν υπόψη κατά τη διαβούλευση και τη συνδιαλλαγή.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Δεδομένου ότι η θέση του Συμβουλίου επί του σχεδίου προϋπολογισμού περιόρισε τις πιστώσεις πληρωμών σε ποσό που ισοδυναμεί με αύξηση της τάξης του 2,91% έναντι του προϋπολογισμού του 2010, και εφόσον στις 15 Νοεμβρίου 2010, η επιτροπή συνδιαλλαγής Κοινοβουλίου-Συμβουλίου δεν κατόρθωσε να καταλήξει σε ένα κοινό κείμενο για τον προϋπολογισμό του 2011, ψηφίζω υπέρ του ψηφίσματος, διότι συμφωνώ με τους όρους που θέτει το Κοινοβούλιο στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, προκειμένου να διευκολυνθεί η επίτευξη συμφωνίας για τον προϋπολογισμό του 2011.
Miguel Portas (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Δήλωσα αποχή κατά την ψηφοφορία επί του ψηφίσματος σχετικά με τον προϋπολογισμό του 2011 και τη μελλοντική χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών, παρόλο που υποστηρίζω όλες τις τροπολογίες που αποσκοπούν στη βελτίωση της θέσης του Κοινοβουλίου στη συζήτηση και τον έλεγχο επί των δημοσιονομικών αποφάσεων. Στην ουσία, το συμβιβαστικό κείμενο συνιστά επιστροφή σε παλαιότερες θέσεις του Κοινοβουλίου, και συγκεκριμένα τις θέσεις στις οποίες οφείλεται το ναυάγιο της πρώτης συνδιαλλαγής με το Συμβούλιο.
Στην αναδιατυπωμένη της μορφή, η θέση των βουλευτών δεν παρέχει εγγυήσεις για το καίριο διακύβευμα αυτής της διαπραγμάτευσης: πώς θα αποφευχθεί η επανάληψη του περιοριστικού πλαισίου που έχει επιβληθεί από τις πλουσιότερες χώρες της ΕΕ για τα έτη 2012 και 2013. Ταυτόχρονα, η θέση του Κοινοβουλίου δεν διασφαλίζει ότι θα λάβει χώρα μια δημοκρατική διαδικασία στο πλαίσιο ενός διαλόγου με τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, σχετικά με τους νέους πόρους που σχεδιάζεται να χρηματοδοτήσουν τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές. Η αποχή μου συνιστά μεν στήριξη της θέσης του Κοινοβουλίου, η οποία ασκεί κριτική στη στάση των κυβερνήσεων που απαιτούν περισσότερες ευρωπαϊκές εξουσίες με λιγότερα χρήματα, αλλά ταυτόχρονα δεν προάγει ανεπαρκείς συμφωνίες ούτε έναν μέτριο προϋπολογισμό.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Αυτό το ψήφισμα αποτελεί σαφή ένδειξη της δέσμευσης του Κοινοβουλίου να ξεπεράσει το τρέχον αδιέξοδο σχετικά με τον προϋπολογισμό του 2011.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (EN) Όσον αφορά τον προϋπολογισμό του 2011 αυτόν καθαυτόν, το Συμβούλιο υπέδειξε ότι το επίπεδο των πιστώσεων πληρωμών δεν πρέπει να ξεπεράσει κατά περισσότερο από 2,91% τον προϋπολογισμό του 2010. Ιδίως για τα κράτη μέλη που είχαν καταψηφίσει την πλειοψηφική θέση του Συμβουλίου για τον προϋπολογισμό τον Αύγουστο, αυτό το επίπεδο αποτελούσε αδιαπραγμάτευτη κόκκινη γραμμή. Το Κοινοβούλιο, στους τριμερείς διαλόγους σχετικά με τον προϋπολογισμό του 2011, είχε κάνει ένα βήμα προς την κατεύθυνση της αποδοχής αυτής της θέσης για τις πληρωμές, αφού του παρασχέθηκαν εγγυήσεις για επιπλέον αναλήψεις υποχρεώσεων, πέραν του ανωτέρω ορίου, μέσω του μηχανισμού ευελιξίας, τόσο στον τομέα 1Α (ανταγωνιστικότητα) όσο και στον τομέα 4 (εξωτερική δράση) ούτως ώστε να μπορέσει καλύψει τις ενισχυμένες προτεραιότητες πολιτικής στον τομέα 1Α (κυρίως για τη διά βίου μάθηση) και τις επιπρόσθετες ανάγκες στον τομέα 4 (κυρίως για την Παλαιστίνη). Επίσης, όσον αφορά το πρόγραμμα ITER (απαιτείται ομοφωνία στο Συμβούλιο), φαινόταν ότι η επίτευξη μιας συμβιβαστικής λύσης θα μπορούσε να εγγυηθεί το συμπληρωματικό ποσό του 1,4 δισεκατομμυρίου ευρώ για τα έτη 2012 και 2013, μέσω της αξιοποίησης μη χρησιμοποιηθέντων περιθωρίων του έτους 2010 σε διάφορους τομείς και –μολονότι αυτό το ζήτημα τελούσε ακόμα υπό συζήτηση επειδή συναρτήθηκε από την εξασφάλιση καλύτερων μηχανισμών ευελιξίας δυνάμει του κανονισμού για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο– ανακατανομών από το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη.
Peter Skinner (S&D), γραπτώς. – (EN) Απείχα από την ψηφοφορία επί του πρωτότυπου κειμένου της παραγράφου 1, σημείο 6, διότι η ιδέα της υποβολής νέων προτάσεων για την άντληση ιδίων πόρων μέσω φορολογικών πρωτοβουλιών και άλλων πιθανών προγραμμάτων προετοιμάζει το έδαφος για τη φορολόγηση σε επίπεδο ΕΕ. Η θέση μου αυτή συνάδει με τη γενικότερη στάση μου και την έως τώρα προσέγγισή μου όσον αφορά οποιαδήποτε πρόταση νέου ευρωπαϊκού φορολογικού συστήματος.
Derek Vaughan (S&D), γραπτώς. – (EN) Το παρόν ψήφισμα αποστέλλει σαφές μήνυμα προς τα άλλα θεσμικά όργανα ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι πρόθυμο να ξεκινήσει σοβαρές διαπραγματεύσεις, προκειμένου να δοθεί τέλος στο υφιστάμενο αδιέξοδο του προϋπολογισμού και να εγκριθεί το συντομότερο δυνατόν ο προϋπολογισμός του 2011. Η επίτευξη συμφωνίας θα σημαίνει ότι δεν θα καθυστερήσουν οι ενιαίες ενισχύσεις της ΚΓΠ και δεν θα επηρεαστεί η χρηματοδότηση των διαρθρωτικών ταμείων. Πιστεύω ότι οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως οι μόνοι άμεσα εκλεγμένοι εκπρόσωποι στην ΕΕ, πρέπει να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των νέων δημοσιονομικών προοπτικών, προκειμένου να εξασφαλισθεί η βέλτιστη δυνατή συμφωνία για τους πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου. Πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε ο προϋπολογισμός της ΕΕ να καταστεί πιο ευέλικτος. Αυτό θα επιτρέψει στην ΕΕ να αντιδρά γρήγορα στις κρίσεις και θα καταστήσει δυνατή τη χρηματοδότηση απρόβλεπτων αναγκών. Το ψήφισμα απευθύνει επίσης έκκληση για τη διεξαγωγή του απολύτως αναγκαίου διαλόγου σχετικά με νέους πιθανούς τρόπους χρηματοδότησης της ΕΕ, οι οποίοι θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος της ΕΕ για τους βρετανούς φορολογούμενους.
Angelika Werthmann (NI), γραπτώς. – (DE) Υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2011, διότι οι έως τώρα διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό κατέδειξαν, δυστυχώς, ότι το Συμβούλιο αδυνατεί, εμφανώς, να εξοικονομήσει χρόνο, επί 12 συναπτούς μήνες, ώστε να διαβάσει και να κατανοήσει τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Το μόνο που ζητούμε εν προκειμένω είναι δικαιώματα και διαδικασίες που βασίζονται αυστηρά στις διατάξεις της Λισαβόνας – τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Το Συμβούλιο ήταν εκείνο που επέμεινε στην αναγκαιότητα νέας Συνθήκης. Το Συμβούλιο πρέπει να συμμορφωθεί με τη Συνθήκη και έχει καθήκον να μην επιτρέπει στις διαφορές μεταξύ των μελών του να επηρεάζουν δυσμενώς τους πολίτες της ΕΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο, επικροτώ την ισχυρή αποφασιστικότητα του Κοινοβουλίου όσον αφορά την ταχύτερη δυνατή έγκριση του προϋπολογισμού για το 2011 πριν από το τέλος του έτους. Χρειαζόμαστε ευελιξία. Επιπλέον, χρειαζόμαστε κατεπειγόντως τις νέες αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας, ανάγκη που επισημαίνεται σε καθημερινή πλέον βάση από τη δραματική κατάσταση της Ιρλανδίας.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Η συμπερίληψη της ρήτρας για τα δικαιώματα του ανθρώπου ή η εφαρμογή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές συμφωνίες είναι μια αρχή που η ΕΕ πρέπει να προσπαθήσει να τηρεί. Κατά συνέπεια, συμφωνώ με τον στόχο της ΕΕ να ασκήσει πιέσεις στους κόλπους διεθνών οργανισμών, κυρίως του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), και να προωθήσει τη δημιουργία ενός νέου περιβαλλοντικού οργανισμού για την προώθηση του δίκαιου εμπορίου.
Η Ευρώπη πρέπει, αφενός, να τηρεί τα αυστηρά κοινωνικά και περιβαλλοντικά της πρότυπα και, αφετέρου, να απαιτεί τον ίδιο βαθμό επιμέλειας και από τους εταίρους της. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό είναι δυνατόν, όπως έχει καταδειχθεί από την πρόοδο που σημειώνεται στις συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών. Ωστόσο, πρέπει να συμφωνηθεί ένα σαφές πλαίσιο προτύπων στους κόλπους των διεθνών οργανισμών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενός ενισχυμένου διαλόγου με αυτούς του οργανισμούς, ιδίως όσον αφορά την υποχρεωτική εφαρμογή των εν λόγω προτύπων στις εμπορικές συμφωνίες και τους αναγκαίους μηχανισμούς εποπτείας και κινήτρων, σε συνδυασμό με ενισχυμένες ομάδες διαιτησίας. Τα μέσα του συστήματος γενικευμένων προτιμήσεων (ΣΓΠ) που επιτρέπουν στην ΕΕ να χορηγεί μονομερώς καθεστώς εμπορικών προτιμήσεων αποτελούν ίσως έναν τρόπο για την αποτελεσματικότερη επιλογή των μερών που αξίζει να επωφεληθούν, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο ανάπτυξής τους και παρακολουθώντας τις δεσμεύσεις τους.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Κάθε χρόνο, δυνάμει των αρμοδιοτήτων της επί των εξωτερικών υποθέσεων που προβλέπονται στις Συνθήκες, η Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράφει μία σειρά εμπορικών συμφωνιών. Τώρα που οι αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν διευρυνθεί ώστε να συμπεριλαμβάνουν τον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων υπάγεται πλέον στο πρωτογενές δίκαιο) και τη βιώσιμη ανάπτυξη (ένας από τους πέντε πρωταρχικούς στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»), αποφάσισα ότι είναι σημαντικό να υποστηριχθεί η έκθεση της συναδέλφου βουλευτή κ. Tokia Saïfi, διά της οποίας επιχειρείται η καλύτερη αποτύπωση αυτών των ζητημάτων στις εμπορικές συμφωνίες της Ένωσης. Όπως είναι φυσικό, η έκθεση προτείνει βελτίωση της συνεργασίας με τους υπάρχοντες διεθνείς οργανισμούς και την αυτόματη συμπερίληψη ρητρών επί των εν λόγω θεμάτων, αλλά εισηγείται, επιπλέον, και νέες ιδέες, ζητώντας τη σύσταση ενός Παγκόσμιου Οργανισμού Περιβάλλοντος, στον οποίον θα μπορούν να παραπέμπονται οι υποθέσεις περιβαλλοντικού ντάμπινγκ. Η πρόταση αυτή συνδέεται επίσης με την ιδέα ενός μηχανισμού αγοράς άνθρακα που θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ. Αυτή η διττή προσέγγιση θα μας επέτρεπε να αποτρέψουμε τη μεταφορά των εκπομπών προς τρίτες χώρες.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Τάσσομαι υπέρ αυτής της έκθεσης. Οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και οι κίνδυνοι του περιβαλλοντικού και κοινωνικού ντάμπινγκ εξαπλώνονται ολοένα και περισσότερο στον τομέα του διεθνούς εμπορίου. Αυτό λειτουργεί εις βάρος των επιχειρήσεων και των εργαζομένων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που, σε αντίθεση με τους εμπορικούς τους εταίρους σε χώρες εκτός ΕΕ, υποχρεούνται να τηρούν πιο αυστηρούς κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και φορολογικούς κανόνες. Κατά συνέπεια, οι διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες της ΕΕ πρέπει να προβλέπουν την υποχρέωση όλων των εταιρειών και όχι μόνο αυτών που βρίσκονται στην επικράτεια της ΕΕ, να συμμορφώνονται με τις ανωτέρω αναφερόμενες απαιτήσεις. Οι εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ πρέπει να διασφαλίζουν τη διαφάνεια και την τήρηση αυστηρών προδιαγραφών για τις δημόσιες συμβάσεις, με στόχο την καταπολέμηση της παράνομης διαφυγής κεφαλαίων. Προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, η ΕΕ πρέπει να συνεργαστεί ενεργά με τους διεθνείς της εταίρους στον τομέα του εμπορίου – τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα την έκθεση γιατί είναι σε κάθε περίπτωση αναγκαίο να διασφαλιστεί μια ισορροπία μεταξύ του εμπορικού δικαίου και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να αναβαθμιστεί ο διάλογος μεταξύ των βασικών διεθνών οργανισμών, κυρίως μεταξύ της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Επίσης, η συμπερίληψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές συμφωνίες δύναται να προσφέρει προστιθέμενη αξία στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, επιτρέποντας έτσι την ενισχυμένη υποστήριξη της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας, και διαμορφώνοντας συγχρόνως ένα κλίμα πιο ευνοϊκό για το εμπόριο. Πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις υπόκεινται, στην Ευρώπη, στην αυστηρή τήρηση κοινωνικών και περιβαλλοντικών κανόνων.
Συμφωνώ με την άποψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση τηρεί υποχρεωτικά πρότυπα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να απαιτεί την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας από τους εμπορικούς εταίρους της, και ιδίως από τις αναδυόμενες χώρες, και να προωθεί προδιαγραφές ποιότητας και βιωσιμότητας, κυρίως όσον αφορά τα προϊόντα διατροφής που εισάγονται στην επικράτειά της, έτσι ώστε να εξασφαλίσει συνθήκες δίκαιου και ισότιμου εμπορίου. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι, για να ενισχύσουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κοινωνική πολιτική στο διεθνές εμπόριο, πρέπει να απαιτήσουμε όλες οι μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες να προβλέπουν την απαγόρευση της εκμετάλλευσης της εργασίας των παιδιών, ιδίως σε ορυχεία εξόρυξης και επεξεργασίας φυσικών λίθων.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Πιστεύω ότι τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα δεν είναι ασύμβατα με τα εμπορικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εταίρων της. Η συνεργασία μεταξύ διεθνών οργανισμών πρέπει να αναβαθμιστεί στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας συμφωνίας για το κλίμα, ιδίως στο επίπεδο των μηχανισμών αγοράς άνθρακα για το πρόγραμμα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ, διασφαλίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι θα παύσει η υπάρχουσα διαρροή άνθρακα. Πιστεύω επίσης ότι η ΕΕ πρέπει να ηγηθεί των προσπαθειών για τη χρήση διμερών ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών, κατά τρόπο ώστε να ενσωματώνει όχι μόνο τις διατάξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και τις διατάξεις που άπτονται της αειφόρου ανάπτυξης.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Κατανοώ ότι η συζήτηση γύρω από τη συμπερίληψη των ρητρών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις διεθνείς συμφωνίες είναι σύνθετη, και γνωρίζω ότι υφίσταται επί του παρόντος μια ανισορροπία μεταξύ των κανόνων που διέπουν το διεθνές εμπόριο και το υπόλοιπο διεθνές δίκαιο. Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια αναζήτησης ενός νέου τύπου παγκόσμιας διακυβέρνησης και, για να επιτύχει τον στόχο της, πρέπει να προωθήσει τη συνεκτικότητα των πολιτικών τις οποίες ακολουθούν οι διεθνείς θεσμικοί φορείς.
Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ μιας περιοριστικής και μιας φιλελεύθερης προσέγγισης του εμπορίου καθώς και έναν συμβιβασμό μεταξύ της προάσπισης των εμπορικών της συμφερόντων και της απαίτησης σεβασμού για τις αξίες που πρεσβεύει. Είναι συνεπώς σημαντικό να ενθαρρυνθεί ο διάλογος και οι συνεργατικές συμπράξεις με διεθνείς οργανισμούς, και ιδίως με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας. Υπενθυμίζω επίσης ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επέφερε ορισμένες αλλαγές στην εμπορική πολιτική οι οποίες σχετίζονται με ορισμένες από τις προτάσεις που περιέχονται στην έκθεση. Κατά συνέπεια υπερψηφίζω τον κύριο όγκο των μέτρων που προβλέπει η έκθεση.
Proinsias De Rossa (S&D), γραπτώς. – (EN) Τάσσομαι υπέρ αυτής της έκθεσης, η οποία ζητεί να μην εκλαμβάνεται το εμπόριο ως αυτοσκοπός. Απεναντίας, η μελλοντική εμπορική στρατηγική μας πρέπει να το αντιμετωπίζει ως έναν ακόμα τρόπο για την προαγωγή των ευρωπαϊκών αξιών και συμφερόντων. Οι διατάξεις για την αειφόρο ανάπτυξη είναι επωφελείς για όλα τα μέρη. Επιπλέον, η συμπερίληψη των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις διεθνείς συμφωνίες συμβάλλει στη ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης. Επιλέγοντας να τα αγνοήσουμε, ακολουθούμε μια κοντόφθαλμη και αντιπαραραγωγική προσέγγιση, η οποία όχι μόνον αντιβαίνει στις αρχές που διέπουν την εξωτερική μας δράση, αλλά υπονομεύει και το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Οι διμερείς εμπορικές σχέσεις της ΕΕ με τρίτες χώρες καθίστανται ακόμα σημαντικότερες για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων σε περιπτώσεις που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερες προοπτικές για την επίτευξη προόδου στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Πρέπει ωστόσο να εξακολουθήσουμε να ασκούμε πιέσεις ώστε η ΔΟΕ να αποκτήσει καθεστώς παρατηρητή και δικαίωμα παρέμβασης στις συνεδριάσεις του ΠΟΕ και πρέπει επίσης να συσταθεί μια επιτροπή για το εμπόριο και την αξιοπρεπή εργασία εντός του ΠΟΕ. Αν και η συμπερίληψη δεσμευτικών ρητρών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διεθνείς συμφωνίες της ΕΕ συνιστά μια αξιέπαινη πρακτική, η ανεπαρκής παρακολούθηση και εφαρμογή φαίνεται ότι τις καθιστά ουσιαστικά άχρηστες, και αυτό πρέπει να τεθεί σοβαρά επί τάπητος σε όλες τις μελλοντικές συμφωνίες.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Οι διεθνείς εμπορικές συμφωνίες πρέπει να αποτελέσουν μια ευκαιρία για την ΕΕ να ενθαρρύνει τους εταίρους της να υιοθετήσουν κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Η έκθεση εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία και περιέχει προτάσεις σχετικά με την υποχρεωτική συμμόρφωση των εισαγόμενων προϊόντων με κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα ίδια με αυτά που ισχύουν για τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Προτείνει επίσης να καταστεί δυνατή η παραπομπή υποθέσεων κοινωνικού ή περιβαλλοντικού ντάμπινγκ είτε στη ΔΟΕ είτε σε έναν Παγκόσμιο Οργανισμό Περιβάλλοντος, ο οποίος πρέπει να συσταθεί το ταχύτερο δυνατόν. Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις ελευθέρων συναλλαγών πρέπει να συμπεριλαμβάνουν ρήτρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και για οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Αν αυτό δεν επιτευχθεί, το αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα θα έχει ως συνέπεια η ΕΕ να μην είναι πλέον σε θέση να ανταγωνιστεί τα εισαγόμενα προϊόντα χαμηλού κόστους και χαμηλής ποιότητας. Διακυβεύεται το μέλλον τόσο της ευρωπαϊκής γεωργίας όσο και της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την έκθεση «σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες», διότι η εμπορική πολιτική πρέπει να συνάδει με τους στόχους της ΕΕ και να συμβάλλει στη διαφύλαξη του μοντέλου κοινωνικής και περιβαλλοντικής πολιτικής που εφαρμόζει. Είναι συνεπώς υψίστης σημασίας η ΕΕ να διασφαλίσει ότι στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες ενσωματώνονται συγκεκριμένα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Το ζήτημα του εάν πρέπει να διατηρούμε εμπορικές σχέσεις με χώρες που δεν τηρούν εξίσου υψηλά πρότυπα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι κάτι νέο στις διεθνείς σχέσεις και κατά τα φαινόμενα θα μας απασχολεί στο διηνεκές. Από τη ρεαλιστικότερη δυνατή οπτική γωνία, πιστεύω ότι η ΕΕ πρέπει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη αποδοχή για τα πρότυπα που θεωρούνται επαρκή και να επιδιώξει να δεσμεύσει τις χώρες με τις οποίες συναλλάσσεται στην παγκόσμια προσπάθεια υπέρ του σεβασμού αυτών των δικαιωμάτων. Σε οικονομικό και διπλωματικό επίπεδο, αναγνωρίζω ότι η ΕΕ δεν πρέπει να αμελεί να αναδεικνύει τη σημασία και τη βαρύτητα αυτού του ζητήματος κατά την σύναψη μακροχρόνιων εμπορικών σχέσεων. Ταυτόχρονα, όμως, είναι γνωστό σε όλους ότι δεν είμαστε σε θέση να επιβάλουμε αυτά τα πρότυπα ή να διατυπώσουμε τέτοιου είδους απαιτήσεις. Αν και τα πρότυπα αυτά τηρούνται συχνά επισήμως, η ΕΕ γνωρίζει ότι ορισμένοι εταίροι της δεν τα εφαρμόζουν συστηματικά. Οι βασικοί προμηθευτές ενέργειας της Ευρώπης ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Παρ’ όλα αυτά, θα ήθελα να τονίσω ότι είναι πολύ σημαντικό να συνεχίσουμε τον αγώνα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να τα θέτουμε ως προϋπόθεση για τη σύναψη υγιών εμπορικών σχέσεων.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η συμπερίληψη της ρήτρας για τα δικαιώματα του ανθρώπου καθώς και η εφαρμογή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές διαπραγματεύσεις είναι σύνθετα προβλήματα τα οποία διχάζουν τη διεθνή κοινότητα. Από τη μια πλευρά, οι χώρες του Βορρά καταγγέλλουν το κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ το οποίο εφαρμόζουν οι αναδυόμενες χώρες, και το οποίο συνιστά στρέβλωση του ανταγωνισμού στις εμπορικές συναλλαγές· από την άλλη πλευρά, οι χώρες του Νότου υποψιάζονται ότι οι χώρες του Βορρά επιθυμούν να παρακωλύσουν την οικονομική τους ανάπτυξη και να καταφύγουν, μέσω της εφαρμογής αυτών των προτύπων, σε ένα είδος συγκαλυμμένου προστατευτισμού.
Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, διότι πιστεύω ότι η εμπορική πολιτική πρέπει να λειτουργεί ως εργαλείο στην υπηρεσία των γενικών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ότι είναι, συνεπώς, σημαντικό το εμπόριο να μην εκλαμβάνεται ως αυτοσκοπός, αλλά ως εργαλείο για την προαγωγή των εμπορικών συμφερόντων της Ευρώπης και ως μέσο για την εδραίωση του δίκαιου εμπορίου, ικανό να γενικεύσει τη έμπρακτη συμπερίληψη και εφαρμογή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών κανόνων μαζί με όλους τους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υπερψήφισα την έκθεση σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, διότι είναι ζωτικής σημασίας η εμπορική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνάδει με τους πολιτικούς της στόχους. Το κείμενο, το οποίο βελτιώθηκε σημαντικά από την Ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθιστά σαφές ότι το εμπόριο δεν μπορεί πλέον να εκλαμβάνεται ως αυτοσκοπός, αλλά, απεναντίας, όλες οι συμφωνίες πρέπει πλέον να συμπεριλαμβάνουν ορισμένες κοινωνικές και περιβαλλοντικές ρήτρες. Οι ρήτρες αυτές πρέπει να είναι δεσμευτικές και να προβλέπουν την παραπομπή των υποθέσεων μη συμμόρφωσης, κυρίως στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Juozas Imbrasas (EFD), γραπτώς. – (LT) Τάχθηκα υπέρ της έκθεσης, διότι δεν πρέπει να λησμονούμε το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις υπόκεινται στην αυστηρή τήρηση κοινωνικών και περιβαλλοντικών κανόνων στην Ευρώπη. Εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση τηρεί υποχρεωτικά πρότυπα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να απαιτεί την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας από τους εμπορικούς εταίρους της, και ιδίως από τις αναδυόμενες χώρες, και να προωθεί προδιαγραφές ποιότητας και βιωσιμότητας, κυρίως όσον αφορά τα προϊόντα διατροφής που εισάγονται στην επικράτειά της, έτσι ώστε να εξασφαλίσει συνθήκες δίκαιου και ισότιμου εμπορίου. Είναι σημαντικό να βελτιωθεί η πρόσβαση στα οικολογικά προϊόντα και τεχνολογίες προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης και οφείλουμε να διασφαλίσουμε την ταχεία ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη μείωση ή την εξάλειψη των δασμολογικών και μη δασμολογικών εμποδίων στην κυκλοφορία των οικολογικών προϊόντων και υπηρεσιών, έτσι ώστε να προαχθούν νέες μορφές πολιτικών απασχόλησης και η δημιουργία θέσεων εργασίας που να πληρούν τους κανόνες περί αξιοπρεπούς εργασίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας καθώς επίσης να παρασχεθούν ευκαιρίες ανάπτυξης των ευρωπαϊκών βιομηχανιών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Jarosław Kalinowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Η αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ των οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων δεν είναι μόνο πολύ σημαντική, αλλά και εξαιρετικά δύσκολη. Η οικονομική συνεργασία σε συνδυασμό με τον σεβασμό των βασικών κανόνων της δημοκρατίας και τη διαφύλαξη της ευημερίας των πολιτών αποτελούν τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να θεσπιστούν ενιαία πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και για κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα, στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες.
Η υιοθέτηση ενός τέτοιου προτύπου στην εμπορική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα οδηγήσει στην μεγαλύτερη αποδοχή αυτής από τους πολίτες και ταυτόχρονα στη βελτίωση των σχέσεων της ΕΕ με τους εταίρους της. Η διεθνής συνεργασία σε αυτόν τον τομέα είναι ιδιαιτέρως σημαντική, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να την υποστηρίξει στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Υπερψήφισα την έκθεση, διότι τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, πρέπει να ισχύουν σε όλες τις χώρες και όχι μόνο στην Ευρώπη. Τα κράτη με οποία διατηρούμε εμπορικές σχέσεις βρίσκονται εντός της σφαίρας επιρροής μας. Κατά συνέπεια, υπέχουμε μια ευθύνη απέναντί τους, την οποία πρέπει να εκπληρώσουμε, και η έκθεση αυτή μας οδηγεί στη σωστή κατεύθυνση. Είναι η κατεύθυνση του δίκαιου εμπορίου και, κυρίως, της δίκαιης μεταχείρισης των ανθρώπων και το περιβάλλοντος. Αν μπορούμε να βελτιώσουμε έστω και κάτι σε αυτούς τους τομείς, πρέπει να το κάνουμε στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Επικροτώ την έκθεση αυτή, με την οποία καθίσταται σαφές ότι η εμπορική πολιτική της ΕΕ δεν πρέπει να αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνον στην επίτευξη του μέγιστου οικονομικού πλεονεκτήματος. Οι εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ πρέπει να συμπεριλάβουν με έμφαση τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα.
Jean-Luc Mélenchon (GUE/NGL), γραπτώς. – (FR) Η έκθεση αυτή αναδεικνύει μια σειρά συναφών ζητημάτων, όπως η περιοδική αξιολόγηση της εφαρμογής της ρήτρας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις εμπορικές συμφωνίες από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η δυνατότητα της ΔΟΕ να παραπέμπει υποθέσεις στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων και των πολιτών τρίτων χωρών στις διαπραγματεύσεις και ο αγώνας κατά της σύγχρονης δουλείας.
Αυτός ο προβληματισμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ευπρόσδεκτος αφού προέρχεται από ένα κοινοβούλιο που υποστήριξε το πραξικόπημα στην Ονδούρα και την υπογραφή εμπορικής συμφωνίας με τους επικεφαλής του. Ωστόσο, πέρα από τις αμφιβολίες μου σχετικά με τον πραγματικό αντίκτυπο των δηλώσεων σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, η επιθυμία που διατυπώνεται στην έκθεση για την γενίκευση των συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών καθώς και η προώθηση του χρηματιστηρίου δικαιωμάτων ρύπανσης, γνωστού και ως «αγορά άνθρακα», σημαίνουν ότι δεν δύναμαι να την υπερψηφίσω.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι χώρες τις ΕΕ και όλοι οι οικονομικοί φορείς τους επιδεικνύουν μεγάλη αυστηρότητα σε θέματα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συμμόρφωσης με κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, και είναι απολύτως φυσικό να αναμένουν το ίδιο και από τους εμπορικούς τους εταίρους στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) προκειμένου το διεθνές εμπόριο να γίνει πιο δίκαιο και ισότιμο. Γνωρίζουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι υποχρεώσεις αυτές δεν είναι εύκολο να εκπληρωθούν, ιδίως από τις αναδυόμενες χώρες. Ωστόσο, η ΕΕ πρέπει να εξακολουθήσει να πασχίζει για να το πετύχει, και άρα εξαρτάται από την ΕΕ και το Κοινοβούλιο να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για τον σεβασμό της ανθρώπινης ζωής και την εδραίωση της πεποίθησης ότι η αξιοπρεπής εργασία είναι παντού και για όλους ίδια, και ότι η έννοια των περιβαλλοντικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων του συνδικαλίζεσθαι και της καταπολέμησης της παιδικής εργασίας, έχει παγκόσμια διάσταση.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Ψήφισα υπέρ του παρόντος ψηφίσματος, διότι διατυπώνει ρητά την ανάγκη της αποτελεσματικής συμβολής της ΕΕ στη βιώσιμη ανάπτυξη παγκοσμίως, στην αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων, στο δίκαιο εμπόριο και στην εξάλειψη της φτώχειας. Η υποστήριξή μου απορρέει επίσης από το γεγονός ότι το ψήφισμα αντικατοπτρίζει τη σημασία και την αναγκαιότητα νομικά δεσμευτικών κανόνων, οι οποίο θα προβλέπουν ότι οι διεθνείς εμπορικές συμφωνίες πρέπει να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τομέας που πρέπει να παρακολουθείται αυστηρά και απαρέγκλιτα. Σχετικά με αυτό το θέμα, πιστεύω ότι η πρόταση να αναγνωριστεί στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) το καθεστώς του επίσημου παρατηρητή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου είναι πολύτιμη, και ιδίως η σύσταση μίας επιτροπής για το εμπόριο και την αξιοπρεπή εργασία στους κόλπους του ΠΟΕ, η οποία θα εποπτεύει τις εμπορικές συμφωνίες σε συντονισμό με τον ΠΟΕ και την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο υπερψήφισα το ψήφισμα είναι η πειστικότητα με την οποία εκφράζει την ανάγκη για τη δημιουργία ενός «πραγματικού Παγκόσμιου Οργανισμού Περιβάλλοντος», και η κατηγορηματική του θέση υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της βιώσιμης ανάπτυξης και του σεβασμού προς το περιβάλλον, ανάγοντας τα θέματα αυτά σε ζητήματα μεγαλύτερης βαρύτητας από τα υφιστάμενα μοντέλα των διεθνών συναλλαγών.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Είναι σίγουρα προς το συμφέρον της ΕΕ να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες, κατά κύριο λόγο με ισότιμους εταίρους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δίδεται μεγαλύτερη προσοχή στα ανθρώπινα δικαιώματα και στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα, διότι, εάν η ΕΕ συμμορφώνεται με αυτά τα πρότυπα, μπορεί να απαιτεί το ίδιο και από τους εμπορικούς της εταίρους. Ωστόσο, ιδίως στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και όσον αφορά τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, η ΕΕ βρίσκεται συχνά σε αδιέξοδο όταν οι χώρες με τις οποίες έχει συνάψει διμερείς εμπορικές συμφωνίες υιοθετούν διαφορετική στάση πάνω στο θέμα. Απέχω από την ψηφοφορία, διότι αμφισβητώ τη δυνατότητα υλοποίησης των προτάσεων της εισηγήτριας στην πράξη.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Τα ανθρώπινα δικαιώματα και η εφαρμογή κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές διαπραγματεύσεις είναι εξαιρετικά σύνθετα και προβληματικά ζητήματα. Είναι συνεπώς αναγκαίο η κοινωνική ρήτρα να κάνει ολοένα και συχνότερα την εμφάνισή της στις διμερείς συμφωνίες. Παρά την προφανή ανισορροπία που υφίσταται σήμερα μεταξύ των κανόνων του διεθνούς εμπορίου και των άλλων προτύπων του διεθνούς δικαίου, πιστεύω ότι είναι κεφαλαιώδους σημασίας να υπερψηφιστεί η έκθεση της κ. Saïfi προκειμένου να αναπτυχθούν νέες ατραποί σκέψης που θα επιτρέψουν την επίτευξη ουσιαστικού συντονισμού μεταξύ των διεθνών οργανισμών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια αναζήτησης ενός νέου τύπου παγκόσμιας διακυβέρνησης και, για να επιτύχει τον στόχο της, πιστεύω ότι πρέπει να προωθήσει τη συνεκτικότητα των πολιτικών τις οποίες ακολουθούν οι διεθνείς θεσμικοί φορείς. Υπερψήφισα την έκθεση προκειμένου να εγκαινιαστεί και να γίνει πράξη μια νέα εμπορική πολιτική· μια πολιτική η οποία θα βασίζεται στην καλώς εννοούμενη αυστηρότητα και στον διάλογο και η οποία θα λαμβάνει υπόψη τα περιβαλλοντικά πρότυπα με στόχο την επίτευξη θεμιτών στόχων.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την έκθεση «σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες», διότι συμφωνώ με τη συμπερίληψη ρητρών περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή την εφαρμογή κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές διαπραγματεύσεις.
Υπάρχει πραγματική ένταση ανάμεσα στις χώρες του Βορρά που καταγγέλλουν το κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ το οποίο εφαρμόζουν οι αναδυόμενες χώρες, και τις χώρες του Νότου υποψιάζονται ότι οι χώρες του Βορρά επιθυμούν να παρακωλύσουν την οικονομική τους ανάπτυξη και να καταφύγουν, μέσω της εφαρμογής αυτών των προτύπων, σε ένα είδος συγκαλυμμένου προστατευτισμού. Ωστόσο, αυτή η σύγκρουση συμφερόντων δεν πρέπει να εμποδίσει την ΕΕ να υιοθετήσει μια θετική και ταυτόχρονα νομικά δεσμευτική προσέγγιση στις διαπραγματεύσεις της, με τη συμπερίληψη διατάξεων σχετικών με την αειφόρο ανάπτυξη, κυρίως στις διμερείς συμφωνίες.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει, στο πλαίσιο των πολιτικών της, και ειδικότερα της εμπορικής της πολιτικής, να φροντίζει για την προάσπιση των εμπορικών της συμφερόντων σεβόμενη συγχρόνως και επιβάλλοντας τον σεβασμό των ιδιαίτερων κανόνων και αξιών της. Αυτή η σκέψη πρέπει να ωθήσει τα διάφορα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εγκαινιάσουν και να προαγάγουν μια νέα φιλόδοξη εμπορική πολιτική, μια πολιτική φιλόδοξη η οποία θα στηρίζεται στην αυστηρότητα και τον διάλογο. Δεν πρέπει να λησμονούμε το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις υπόκεινται, στην Ευρώπη, στην αυστηρή τήρηση κοινωνικών και περιβαλλοντικών κανόνων. Εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση τηρεί υποχρεωτικά πρότυπα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να απαιτεί την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας από τους εμπορικούς εταίρους της, και ιδίως από τις αναδυόμενες χώρες, και να προωθεί προδιαγραφές ποιότητας και βιωσιμότητας, κυρίως όσον αφορά τα προϊόντα διατροφής που εισάγονται στην επικράτειά της, έτσι ώστε να εξασφαλίσει συνθήκες δίκαιου και ισότιμου εμπορίου.
Κατ’ αυτήν την έννοια, τα απαιτητικά πρότυπα της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς στους τομείς της υγείας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος και της προστασίας των εργαζομένων και των καταναλωτών συγκροτούν ένα ειδικό ευρωπαϊκό μοντέλο το οποίο πρέπει να λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης σε διεθνές επίπεδο και στους πολυμερείς οργανισμούς και πρέπει να αντικατοπτρίζεται στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διμερών εμπορικών συμφωνιών.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ, διότι εκτιμώ ότι, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην επιδίωξη μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης, πρέπει να ενθαρρύνει τη συνέπεια στις πολιτικές που εφαρμόζονται από τα διάφορα διεθνή θεσμικά όργανα. Σήμερα, υφίσταται αυξανόμενη ανισορροπία μεταξύ των κανόνων του διεθνούς εμπορίου και των υπολοίπων κανόνων του διεθνούς δικαίου. Ως πρωταγωνιστές των εξελίξεων, έχουμε υποχρέωση να κινηθούμε σε νέες ατραπούς, με στόχο την εδραίωση αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των διεθνών οργανισμών.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Η συμπερίληψη της ρήτρας για τα δικαιώματα του ανθρώπου μαζί με την εφαρμογή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων στις εμπορικές διαπραγματεύσεις είναι σύνθετα προβλήματα τα οποία διχάζουν τη διεθνή κοινότητα. Από τη μια πλευρά, οι χώρες του Βορρά καταγγέλλουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό που υφίστανται από τις αναδυόμενες χώρες εξαιτίας των κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων, που έχουν ως αποτέλεσμα την στρέβλωση του ανταγωνισμού στο εμπόριο. Από την άλλη, οι χώρες του Νότου υποψιάζονται ότι οι χώρες του Βορρά επιθυμούν να παρακωλύσουν την οικονομική τους ανάπτυξη και χρησιμοποιούν την εφαρμογή αυτών των προτύπων ως ένα είδος συγκαλυμμένου προστατευτισμού. Όλα αυτά μας βοηθούν να καταλάβουμε γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο να διεξαχθεί μια ήρεμη συζήτηση στους πολυμερείς οργανισμούς σχετικά με αυτά τα πρότυπα, και ιδίως στους κόλπους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, καθώς το θέμα συμπίπτει με την ολοένα και συχνότερη εμφάνιση της κοινωνικής ρήτρα στις διμερείς εμπορικές συμφωνίες.
Oreste Rossi (EFD), γραπτώς. – (IT) Είμαστε υπέρ της έκθεσης σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, διότι οι τρίτες χώρες που δεν σέβονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και αρνούνται να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής ασκούν κατά κανόνα αθέμιτο ανταγωνισμό έναντι των εταιρειών της ΕΕ.
Οι επιχειρήσεις μας οφείλουν να συμμορφώνονται με εξαιρετικά απαιτητικά πρότυπα όσον αφορά την προστασία των εργαζομένων, να καταβάλλουν υψηλούς μισθούς και φόρους, να συμμφορφώνονται με νόμους που θέτουν αυστηρούς περιορισμούς στις εκπομπές στο περιβάλλον και να τηρούν τις εκάστοτε πολεοδομικές και κτιριακές προδιαγραφές. Οι ανταγωνίστριες επιχειρήσεις σε τρίτες χώρες, π.χ. στην Κίνα και στην Ινδία, δεν υπόκεινται προφανώς σε τέτοιους ελέγχους και κανόνες, και τα τελικά τους προϊόντα είναι σαφώς πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με τα ευρωπαϊκά.
Όταν έλαβα τον λόγο ενώπιον της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και στη διακοινοβουλευτική συνάντηση για την ενέργεια, κάλεσα την ΕΕ να χρησιμοποιήσει την επιρροή της στους κόλπους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ώστε να επιτρέψει στην Ευρώπη να επιβάλει έναν φόρο διοξειδίου του άνθρακα στις χώρες που δεν υπογράφουν τις συμφωνίες για την κλιματική αλλαγή. Το ίδιο επιχείρημα πρέπει να ισχύσει και για τις χώρες που παράγουν τα προϊόντα τους με μεθόδους που είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη, π.χ. με παιδική εργασία, ή χώρες που δεν αναγνωρίζουν στους εργαζομένους τα δικαιώματά τους.
Joanna Senyszyn (S&D), γραπτώς. – (PL) Ψήφισα υπέρ της έγκρισης του ψηφίσματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται σε ορισμένες αρχές, οι οποίες περιλαμβάνουν τον σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Γι’ αυτό και χαίρει τόσο ευρείας αναγνώρισης παγκοσμίως όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας επιβεβαιώνει ότι οι εξωτερικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπόσπαστο μέρος των οποίων αποτελεί το διεθνές εμπόριο, πρέπει να διεξάγονται σύμφωνα με τις ίδιες αρχές με αυτές που διέπουν την ΕΕ από τη σύστασή της. Για αυτόν τον λόγο υποστηρίζω πλήρως την πρακτική της συμπερίληψης νομικά δεσμευτικών ρητρών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις διεθνείς συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα ήθελα, ωστόσο, να επιστήσω την προσοχή στην ανάγκη οι ρήτρες αυτές να εφαρμόζονται και στο ότι οι χώρες που δεν συμμορφώνονται με τους κοινά αποδεκτούς κανόνες πρέπει να υφίστανται ενδεχομένως κάποιες οικονομικές συνέπειες.
Με βάση το σημείο 15 του ψηφίσματος, πιστεύω ότι είναι ζωτικής σημασίας όλες οι συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών να περιέχουν από κοινού συμφωνηθέντα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων των εξής: κατάλογο των ελάχιστων προτύπων που θα πρέπει να τηρεί το σύνολο των εμπορικών εταίρων της ΕΕ καθώς επίσης κατάλογο πρόσθετων συμβάσεων που πρέπει να τύχουν σταδιακής και ευέλικτης εφαρμογής λαμβανομένης υπόψη της εξέλιξης της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής κατάστασης του ενδιαφερόμενου εταίρου.
Πιο συγκεκριμένα, δηλώνω υπέρ της συμπερίληψης σε όλες τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες ρητής απαγόρευσης της παιδικής εργασίας. Υποστηρίζω επίσης την ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον ΠΟΕ και στα κύρια θεσμικά όργανα των Ηνωμένων Εθνών.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) To 2009, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής έλαβε 3.098 καταγγελίες, 727 εκ των οποίων κρίθηκε ότι εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων του. Η θέση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή θεσπίστηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992, προκειμένου να υπάρχει ένας μεσάζων μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ευρωπαίοι πολίτες και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, καθώς επίσης οι θεσμικοί φορείς και κάθε άτομο που ζει ή διαμένει νόμιμα σε κάποιο κράτος μέλος έχει δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία στον Διαμεσολαβητή. Ο Διαμεσολαβητής εκλέγεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά την έναρξη της θητείας του και για όλη τη διάρκεια αυτής, και διερευνά τις περιπτώσεις κακοδιοίκησης που του αναφέρονται. Ο Διαμεσολαβητής εκπονεί μια ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων. Υπερψηφίζοντας αυτό το ψήφισμα, συντάσσομαι με τα υπόλοιπα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκφράζοντας τη γενική μας εκτίμηση για αυτόν τον πολύτιμο κρίκο στην αλυσίδα της δημοκρατίας.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Ο θεσμός του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή προασπίζει το δικαίωμα κάθε πολίτη «στην αμερόληπτη, δίκαιη και εντός ευλόγου προθεσμίας εξέταση των υποθέσεών του από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης» σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας ενίσχυσε τη δημοκρατική νομιμότητα του Διαμεσολαβητή χάρη στο γεγονός ότι εκλέγεται από το Κοινοβούλιο και διευρύνει την εντολή του στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, καθώς και στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα, διότι επικροτώ τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων κατά το 2009. Ο μέσος χρόνος εξέτασης των καταγγελιών μειώθηκε κατά τέσσερις μήνες το 2009 και άνω του ημίσεως των διαδικασιών περατώθηκαν με φιλικό διακανονισμό. Αυτό καταδεικνύει την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ του Διαμεσολαβητή και των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης. Πιστεύω ότι πρέπει να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών της ΕΕ έναντι της ΕΕ και των θεσμικών της οργάνων και, πάνω από όλα, να διασφαλιστεί ότι παρέχεται στους πολίτες κάθε ευκαιρία να λάβουν τις πληροφορίες που χρειάζονται και ότι οι πολίτες πιστεύουν ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ είναι σε θέση να προασπίσουν τα δικαιώματά τους.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, διότι, μέσω του έργου του, ο Διαμεσολαβητής συνδράμει τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα στη λήψη διαφανών αποφάσεων, οι οποίες είναι προσπελάσιμες από όλους τους πολίτες και τα νομικά πρόσωπα. Η έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας ενίσχυσε τη δημοκρατική νομιμότητα του Διαμεσολαβητή χάρη στο γεγονός ότι εκλέγεται από το Κοινοβούλιο και διευρύνει την εντολή του στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, καθώς και στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Η διαφάνεια, η πρόσβαση στις πληροφορίες και ο σεβασμός του δικαιώματος σε χρηστή διοίκηση αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην ικανότητα των θεσμικών οργάνων να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Οι πλέον συνήθεις καταγγελίες κακοδιοίκησης αφορούσαν έλλειψη διαφάνειας. Πρέπει συνεπώς να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες λαμβάνουν άμεσες και ουσιαστικές απαντήσεις στα ερωτήματα, τις καταγγελίες και τις αναφορές τους. Τα θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΕ πρέπει να παρέχουν στους πολίτες τις πληροφορίες που χρειάζονται. Επικροτώ τη συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και των διαμεσολαβητών και παρόμοιων οργάνων σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο στα κράτη μέλη.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο ρόλος της ευρωπαϊκής διοίκησης είναι τεράστιος και σύνθετος. Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, διότι θεωρώ ζωτικής σημασίας τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης του κοινού προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα μέσω της αποτελεσματικής διοίκησης, με διαφανείς διαδικασίες και εύκολη πρόσβαση στις υποδομές. Επικροτώ τα θετικά αποτελέσματα ως προς τη μείωση των καταγγελιών και τη βελτίωση της διεκπεραίωσής τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Το έργο του Διαμεσολαβητή είναι αναντικατάστατο και συμβάλλει στην αύξηση της διαφάνειας, στην προσέγγιση μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών, ενισχύοντας ταυτόχρονα την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ικανότητα των θεσμικών οργάνων να προασπίσουν τα δικαιώματά τους. Αν και κατά τη διάρκεια του 2009, είχαμε μια μικρή μείωση στον αριθμό των καταγγελιών (9%) σε σύγκριση με το 2008, από τις 335 έρευνες που διενεργήθηκαν, περίπου 318 περατώθηκαν. Το γεγονός ότι το 56% των υποθέσεων περατώθηκαν με φιλικό διακανονισμό ή επιλύθηκαν είναι πολύ θετικό. Τα αποτελέσματα αυτά καταδεικνύουν ότι υπάρχει εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ του Διαμεσολαβητή και των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, και ότι οι τελευταίοι, ως επί το πλείστον, εκλαμβάνουν αυτές τις καταγγελίες ως ιδανική ευκαιρία για την αποκατάσταση σφαλμάτων που έχουν διαπραχθεί και για συνεργασία με το Διαμεσολαβητή προς όφελος των πολιτών.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω τη σημασία της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία προβλέπει ότι το δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση ανήκει στα θεμελιώδη δικαιώματα που απορρέουν από την ιθαγένεια της ΕΕ. Έγιναν επίσης δύο σημαντικές αλλαγές: ο Διαμεσολαβητής πρέπει πλέον να εκλέγεται, γεγονός που ενισχύει τη δημοκρατική του νομιμοποίηση, και το πεδίο των αρμοδιοτήτων του πρέπει να επεκταθεί και στην κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η έκθεση των δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για το 2009 είναι μείζονος ενδιαφέροντος, διότι μας επιτρέπει να κρίνουμε εάν και σε ποιον βαθμό είναι διαφανείς, αποτελεσματικές και χωρίς χρονοβόρες διαδικασίες οι σχέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των πολιτών. Υπάρχουν πράγματι πολλά θέματα επί των οποίων εκφράζουν την άποψή τους το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή, χωρίς να λαμβάνουν οποιοδήποτε σχόλιο από τους πολίτες, παρά μόνο μέσω των καταγγελιών που υποβάλλονται στον Διαμεσολαβητή.
Αν και εγκρίνω την έκθεση, πιστεύω ωστόσο ότι ο ίδιος ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής και το έργο που επιτελεί πρέπει να γνωστοποιηθούν ευρύτερα, ιδίως στα κράτη μέλη όπου δεν χαίρει μεγάλης αναγνωρισιμότητας. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ένας μικρός αριθμός καταγγελιών μπορεί να σημαίνει είτε ότι οι πολίτες δεν διαπιστώνουν πολλές τις παρατυπίες είτε ότι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει ελπίδα να δοθεί λύση στα προβλήματά τους διά της νομικής οδού. Η εξασφάλιση μεγαλύτερης προβολής θα επέτρεπε να διευρυνθεί το δείγμα, και έτσι θα μπορέσουμε να πούμε με βεβαιότητα ποια από τις δύο προαναφερθείσες εκδοχές ισχύει.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Το 2009, ο Διαμεσολαβητής καταχώρισε 3.098 καταγγελίες, έναντι 3.406 το 2008, ήτοι μείωση 9%. Οι καταγγελίες αφορούσαν: την Επιτροπή (65%), τη διοίκηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (11%), την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού (EPSO) (9%), το Συμβούλιο (4%) και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (3%). Το βασικό παράπονο ήταν η διοικητική ανεπάρκεια και η απουσία διαφάνειας, μεταξύ άλλων λόγω άρνησης κοινοποίησης πληροφοριών, κάτι που αποτελεί βασική συνιστώσα του αισθήματος ασφάλειας του κοινού και της εμπιστοσύνης απέναντι στην ΕΕ. Καταδεικνύεται συνεπώς η ανάγκη να συνεχιστούν οι προσπάθειες για βελτίωση της διοίκησης και διασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας στα θεσμικά όργανα, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με κοινή προσπάθεια του Διαμεσολαβητή και των θεσμικών οργάνων, κυρίως μέσω της διαρκούς ανταλλαγής ορθών πρακτικών.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα την έκθεση αυτή, η οποία εξετάζει και επικροτεί τις δραστηριότητες του Διαμεσολαβητή κατά το 2009. Ο Διαμεσολαβητής συνιστά έναν σημαντικό σύνδεσμο με τους πολίτες και το έργο του βοηθά τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να εμπνέουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους πολίτες και να είναι πιο προσβάσιμα.
Clemente Mastella (PPE), γραπτώς. – (IT) Ο σκοπός του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή είναι να διασφαλίσει το σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών σε κάθε επίπεδο, στα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης και της ΕΕ, σύμφωνα με τις υψηλότερες προδιαγραφές διοίκησης.
Πρόσφατα, ο Διαμεσολαβητής συνέχισε τις προσπάθειές του για βελτίωση της ποιότητας της ενημέρωσης που παρέχεται στους πολίτες και τους δυνητικούς καταγγέλλοντες, όσον αφορά τα δικαιώματά τους, ιδίως μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών. Ο Διαμεσολαβητής πρέπει να συνεχίσει να προσπαθεί να διασφαλίσει ότι τα θεσμικά όργανα και οργανισμοί της ΕΕ θα υιοθετούν σε όλες τις πτυχές της δράσης τους μια προσέγγιση που θα εστιάζει στον πολίτη, και πρέπει, κατά συνέπεια, να αξιοποιεί κάθε περιθώριο επίτευξης φιλικών διακανονισμών με τους καταγγέλλοντες και να κινεί περισσότερες διαδικασίες έρευνας με δική του πρωτοβουλία για τον εντοπισμό προβλημάτων και την ενθάρρυνση της βέλτιστης πρακτικής.
Υποστηρίζω την παρούσα έκθεση, διότι αποβλέπει στην ενθάρρυνση του Διαμεσολαβητή ώστε να συνεχίσει να συνεργάζεται με τα θεσμικά όργανα για την προώθηση της χρηστής διαχείρισης και τη δημιουργία νοοτροπίας παροχής υπηρεσίας και για να αυξηθούν οι επικοινωνιακές προσπάθειες, ούτως ώστε οι πολίτες που ενδέχεται να χρειαστούν να προστρέξουν στις υπηρεσίες του να είναι κατάλληλα ενημερωμένοι για τον τρόπο με τον οποίο θα το πράξουν, ενισχύοντας έτσι την εμπιστοσύνη τους στην ΕΕ και τα θεσμικά της όργανα.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο ρόλος του Διαμεσολαβητή είναι πολύ σημαντικός, διότι συμβάλλει στην προσέγγιση μεταξύ των πολιτών και των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Ο Διαμεσολαβητής καταχώρισε συνολικά 3.098 καταγγελίες το 2009, έναντι 3.406 το 2008, ήτοι μείωση της τάξης του 9% σε σχέση με το 2008. Κινήθηκαν 335 έρευνες βάσει αναφορών και κρίθηκαν μη παραδεκτές 230 καταγγελίες.
Οι περισσότερες έρευνες που ξεκίνησε ο Διαμεσολαβητής εντός του 2009 αφορούσαν την Επιτροπή (56%). Οι καταγγελίες εστιάζονταν επίσης και στη διοίκηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (11%), την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού (EPSO) (9%), το Συμβούλιο (4%) και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (3%). Είκοσι τρία άλλα θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΕ εμπλέκονταν σε 59 ακόμα έρευνες (17%). Τα αριθμητικά στοιχεία που περιέχει η έκθεση καταδεικνύουν σαφώς την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου φορέα και τη σημασία του για τη διαφάνεια των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των πολιτών.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα, διότι συμφωνώ ότι απαιτείται μεγαλύτερη διαφάνεια στις δραστηριότητες της Επιτροπής, και ότι πρέπει να καταβληθεί κάθε απαιτούμενη προσπάθεια ώστε τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να προσεγγίσουν τους ευρωπαίους πολίτες. Υποστηρίζω την έκθεση που υπέβαλε ο Διαμεσολαβητής, καθόσον αντικατοπτρίζει το έργο που επιτελεί για τη στηλίτευση της κακοδιοίκησης και το θετικό έργο που παράγει για την αύξηση της διαφάνειας μέσω της εξέτασης των αναφορών που του υποβάλλουν οι πολίτες της ΕΕ σχετικά με κρούσματα κακοδιοίκησης από την πλευρά των θεσμικών και των λοιπών οργάνων της ΕΕ. Η ψήφος μου υποστηρίζει το έργο του Διαμεσολαβητή, ο οποίος επιλύει πληθώρα καταγγελιών μέσω από κοινού συμφωνούμενων λύσεων, σε συνεργασία με το Κοινοβούλιο. Πιστεύω επίσης ότι είναι πολύ θετικό που το ψήφισμα αυτό ενθαρρύνει τον Διαμεσολαβητή να κινεί έρευνες με δική του πρωτοβουλία για την επίλυση συστημικών προβλημάτων στα θεσμικά όργανα.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Η Ευρωπαϊκή Ένωση πασχίζει εδώ και δεκαετίες να μειώσει τη γραφειοκρατία και να αυξήσει τη διαφάνεια. Η προσπάθεια αυτή αποβαίνει συχνά μάταιη ακόμα και στο ίδιο το Κοινοβούλιο. Μάλιστα, η αίσθησή μου είναι ότι ο γραφειοκρατικός φόρτος εργασίας αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο. Πριν από τις ακροάσεις για τις πρόσφατες εκλογές, η λέξη «διαφάνεια» ήταν στα χείλη όλων. Χάρη στις εξουσίες που απορρέουν από το αξίωμά τους και στα δικαιώματα που το συνοδεύουν, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να εισακούονται. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τους πολίτες της Ευρώπης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής. Εάν αναλογιστούμε ότι άνω του ενός τρίτου των ερευνών που διενήργησε ο Διαμεσολαβητής αφορούσαν υποθέσεις έλλειψης διαφάνειας και ότι το 56% των υποθέσεων επιλύθηκαν φιλικά, καθίσταται προφανές πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του Διαμεσολαβητή. Ωστόσο, δεν μπορώ να συμφωνήσω πλήρως με τις παρατηρήσεις της εισηγήτριας, και, ως εκ τούτου, απέχω από την ψηφοφορία.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Η προστασία και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι βασική συνιστώσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και άρα ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να παραγνωριστεί. Αυτός είναι ο λόγος που υπερψήφισα την έκθεση της κ. Nedelcheva, διότι ο ρόλος του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή ως θεματοφύλακα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εκ των ων ουκ άνευ. Πρόκειται για ένα σημαντικότατο πρόσωπο στο ευρωπαϊκό επίπεδο, που προσπαθεί να διασφαλίσει ότι τα θεσμικά όργανα θα υιοθετούν σε όλες τις πτυχές της δράσης τους μια προσέγγιση που θα εστιάζει στον πολίτη, αναζητώντας κάθε περιθώριο επίτευξης φιλικών διακανονισμών με τους καταγγέλλοντες και κινώντας νέες διαδικασίες έρευνας για τον εντοπισμό προβλημάτων και την ενθάρρυνση της βέλτιστης πρακτικής. Η ύπαρξη ενός διαμεσολαβητή πρόθυμου να επιλύσει διαφορές και διαφωνίες μεταξύ πολιτών επιτρέπει σε ανθρώπους με διαφορετικές ιδέες, εμπειρίες και σχέδια να επικοινωνήσουν και να ζήσουν μαζί. Αυτό πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την ενίσχυση και την προώθηση του ρόλου του Διαμεσολαβητή στην Ευρώπη, ούτως ώστε οι υπηρεσίες του να προβάλλονται σωστά και να παρέχονται δίκαια.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για το 2009 δείχνει ότι ήταν μια εξαιρετικά δραστήρια χρονιά. Το νέο νομικό πλαίσιο που αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στο καθεστώς του Διαμεσολαβητή και την έναρξη ισχύος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με την οποία η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και οι δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προστίθενται στο πεδίο αρμοδιοτήτων του Διαμεσολαβητή, δεν επηρέασαν αρνητικά τους ρυθμούς με τους οποίους εργάζεται ο Διαμεσολαβητής. Ο μέσος χρόνος εξέτασης των αναφορών μειώθηκε από 13 σε εννέα μήνες. Αξίζει να σημειωθεί η καταφανής βούληση των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ να θεωρούν τις αναφορές προς τον Διαμεσολαβητή ως ευκαιρία για την αποκατάσταση σφαλμάτων που έχουν διαπραχθεί και για συνεργασία με το Διαμεσολαβητή προς όφελος των πολιτών.
Κατά συνέπεια, υπερψήφισα το ψήφισμα με το οποίο εγκρίνεται η ετήσια έκθεση για το 2009 και διατυπώνονται κατευθυντήριες γραμμές για το μέλλον. Θα ήθελα να επισημάνω μερικές από αυτές: την έκκληση προς τον Διαμεσολαβητή να μεριμνά για το σεβασμό του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος κατέστη νομικά δεσμευτικός με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας· την έκκληση προς την Επιτροπή να εκπονήσει ευρωπαϊκό διοικητικό νόμο, κοινό για όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης· και την έκκληση προς τον Διαμεσολαβητή να εστιάσει την προσοχή του στη νέα διαδικασία επιλογής του προσωπικού από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού (EPSO).
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, διότι αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζει ο Διαμεσολαβητής στη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ και στην προώθηση νοοτροπίας εξυπηρέτησης του πολίτη στα θεσμικά όργανα, με γνώμονα τις βέλτιστες πρακτικές στη χρηστή διοίκηση.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Η ετήσια έκθεση 2009 για τις δραστηριότητες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή υποβλήθηκε επισήμως στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Buzek, στις 19 Απριλίου 2010 και ο Διαμεσολαβητής, κ. Διαμαντούρος, παρουσίασε την έκθεσή του στην Επιτροπή Αναφορών στις 4 Μαΐου 2010. Η έκθεση παρέχει μια επισκόπηση των δραστηριοτήτων του Διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Τα αποτελέσματα των διαφόρων ερευνών χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη φύση των υποθέσεων κακοδιοίκησης ή το εμπλεκόμενο θεσμικό όργανο. Δημοσιεύθηκε επίσης και μια εξασέλιδη σύνοψη. Η νέα αυτή δημοσίευση περιέχει τα πλέον σημαντικά αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν από τους καταγγέλλοντες και τονίζει τα κυριότερα πολιτικά θέματα που ερευνήθηκαν κατά το έτος που πέρασε.
Angelika Werthmann (NI), γραπτώς. – (DE) Φυσικά ψήφισα υπέρ της έγκρισης της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, καθώς, ως μέλος της Επιτροπής Αναφορών, μου δόθηκαν πολλές ευκαιρίες να διαπιστώσω την αφοσίωση και την αντικειμενικότητα που επιδεικνύει ο κ. Διαμαντούρος στη δουλειά του. Τα επιτεύγματά του ήταν άριστα: το 2009, 70% των ερευνών του περατώθηκαν εντός ενός έτους, 55% εξ αυτών εντός του εντυπωσιακού διαστήματος των τριών μηνών.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα σχετικά με την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, διότι επισημαίνει ότι ο Διαμεσολαβητής διεξήγαγε έρευνα με δική του πρωτοβουλία σχετικά με τους κανόνες που εφαρμόζονται από την Επιτροπή για τις αιτήσεις των πολιτών με στόχο την πρόσβαση σε έγγραφα που συνδέονται με τη διαδικασία επί παραβάσει. Οι καταγγελίες που υποβάλλονται από τους πολίτες της ΕΕ συνιστούν σημαντική πηγή πληροφόρησης σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ. Η Επιτροπή δέχεται ιδιαίτερα υψηλό αριθμό καταγγελιών από πολίτες σχετικά με κρούσματα κακοδιοίκησης. Είναι συνεπώς πολύ σημαντικό η Επιτροπή να λάβει μέτρα ώστε να διασφαλίσει ότι οι αιτήσεις για πρόσβαση σε έγγραφα απαντώνται χωρίς καθυστέρηση. Πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την αύξηση της συνεργασίας με την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την ανταλλαγή πληροφοριών με τον Διαμεσολαβητή σε τακτική βάση. Ο Διαμεσολαβητής πρέπει να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις έρευνες που διεξάγει και τις εκβάσεις τους. Η Επιτροπή πρέπει να υιοθετήσει μια πιο ανοικτή και ενεργό στάση όσον αφορά τις πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες επί παραβάσει.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Πιστεύω ότι, για τυπικούς λόγους, το Κοινοβούλιο θα έπρεπε να έχει ακούσει και τα επιχειρήματα του Επιτρόπου κ. Verheugen επί της ουσίας της υπόθεσης. Κατά συνέπεια, δεν δύναμαι να τον κρίνω.
Υποστηρίζω ωστόσο τη θέση του Διαμεσολαβητή, διότι πιστεύω ότι η συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων είναι, και πρέπει να παραμείνει, ένα από τα βασικά στοιχεία του ρόλου τους. Από αυτή την άποψη, οι καθυστερήσεις στις απαντήσεις και η αποφυγή όχι τόσο νομικών όσο ηθικών υποχρεώσεων μαρτυρούν κατακριτέα συμπεριφορά. Η ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου, υπό την έννοια που αποδίδεται στον όρο από τον Putnam, δεν περιορίζεται στη νομιμότητα ή μη των συμπεριφορών, αλλά αφορά στοιχεία όπως η καλή πίστη, η συνέπεια και η ηθική.
Κατά συνέπεια, όποιοι και αν ήταν οι λόγοι του Επιτρόπου, δεν μπορώ παρά να συμπαραταχθώ με τον Διαμεσολαβητή.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Επικροτώ τις εξαίρετες θεσμικές σχέσεις μεταξύ του Διαμεσολαβητή και της Επιτροπής Αναφορών όσον αφορά τον αμοιβαίο σεβασμό που επιδεικνύουν για τις εντολές και τις αρμοδιότητές τους. Πιστεύω ότι η πρακτική της παρουσίας ενός εκπροσώπου σε όλες τις συνεδριάσεις της Επιτροπής Αναφορών που έχει ήδη εδραιώσει ο Διαμεσολαβητής αποτελεί καλό οιωνό.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή συντάχθηκε σε συνέχεια της άρνησης της Επιτροπής να κοινοποιήσει σε μη κυβερνητική οργάνωση για τη προστασία του περιβάλλοντος τρεις επιστολές, επί συνόλου 18, που απεστάλησαν από την «Porsche AG» προς τον Επίτροπο κ. Verheugen, με θέμα την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και αυτοκινητοβιομηχανιών σχετικά με μια δυνητική προσέγγιση όσον αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τα αυτοκίνητα. Μετά το αίτημα του Διαμεσολαβητή για αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την μη κοινοποίηση αυτών των τριών επιστολών από την Επιτροπή, αυτή καθυστέρησε την απάντησή της έξι φορές, σε διάστημα 15 μηνών, παραβιάζοντας έτσι την αρχη της καλής πίστης και της συνεργασίας και πλήττοντας τον διοργανικό διάλογο και τη δημόσια εικόνα της ΕΕ. Είναι ευθύνη του Κοινοβουλίου, ως του μοναδικού εκλεγμένου οργάνου της Ένωσης, να διασφαλίζει και να προστατεύει την ανεξαρτησία του Διαμεσολαβητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του προς τους ευρωπαίους πολίτες και να παρακολουθεί την εφαρμογή της σύστασης που έχει απευθύνει στην Επιτροπή.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Το άρθρο 228 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξουσιοδοτεί τον Διαμεσολαβητή να λαμβάνει τις καταγγελίες όλων των πολιτών της Ένωσης σχετικά με περιπτώσεις κακής διοίκησης στο πλαίσιο της δράσης των κοινοτικών οργάνων ή οργανισμών. Οι καταγγελίες που υποβάλλονται από τους πολίτες της ΕΕ συνιστούν σημαντική πηγή πληροφόρησης σχετικά με πιθανές παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ.
Σύμφωνα με το άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αμερόληπτη, δίκαιη και εντός ευλόγου προθεσμίας εξέταση των υποθέσεών του από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης». Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων που προβλέπονται από το άρθρο 4, παράγραφος 4, του κανονισμού 1049/2001 η Επιτροπή πρέπει να ορίζει προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να έχει απαντήσει ο τρίτος που είναι συντάκτης ενός εγγράφου και η Επιτροπή θα πρέπει να ασκεί την εξουσία της με τρόπο που να της επιτρέπει να τηρεί η ίδια τις προθεσμίες της. Τέλος, η Επιτροπή δεν μπορεί να καθυστερεί ή να παρακωλύει τις έρευνες του Διαμεσολαβητή σε υποθέσεις που αφορούν ζητήματα πρόσβασης σε έγγραφα, και πρέπει να του απαντά χωρίς καθυστέρηση, σε συμμόρφωση με το καθήκον της για ειλικρινή συνεργασία, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη.
Alan Kelly (S&D), γραπτώς. – (EN) Ο Διαμεσολαβητής προσφέρει μια σημαντική υπηρεσία στους ιρλανδούς πολίτες. Αν έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η ΕΕ ή η κυβένηση δεν εργάζονται με γνώμονα το συμφέρον τους, μπορούν πάντα να απευθύνονται στο γραφείο του Διαμεσολαβητή προκειμένου να δικαιωθούν. Από τις συνδιαλλαγές μου με το γραφείο του Διαμεσολαβητή, έχω διαπιστώσει ότι συνδράμει τους ιρλανδούς πολίτες από κάθε άποψη και με απόλυτο επαγγελματισμό, και υπερψηφίζοντας αυτήν την έκθεση δηλώνω την εμπιστοσύνη που μου εμπνέει αυτός ο θεσμός.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης. Είμαι της άποψης ότι η έλλειψη διάθεσης συνεργασίας της Επιτροπής στην παρούσα και σε άλλες υποθέσεις συνιστά κίνδυνο διάβρωσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στην Επιτροπή και υπονομεύει την ικανότητα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και του Κοινοβουλίου να επιδίδονται στην αρμόζουσα και αποτελεσματική εποπτεία της Επιτροπής και ότι τούτο αντίκειται στην ίδια την αρχή του κράτους δικαίου η οποία αποτελεί θεμέλιο για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποστηρίζω το αίτημα να δεσμευθεί η Επιτροπή προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι θα επιτελεί το καθήκον της για ειλικρινή συνεργασία με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο ρόλος του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή συνίσταται σαφώς στην έρευνα καταγγελιών κατά των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ. Αυτού του είδους οι αρμοδιότητες συνεπάγονται μεγαλύτερη διαφάνεια στις σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των πολιτών, των ενώσεων και άλλων φορέων που εδρεύουν στην ΕΕ.
Η καταγγελία της μη κυβερνητικής οργάνωσης (ΜΚΟ) στην υπόθεση που πραγματεύεται η παρούσα έκθεση αφορά την πρόσβαση σε έγγραφα που βρίσκονταν στην κατοχή της Επιτροπής. Ο Διαμεσολαβητής έδωσε στην Επιτροπή προθεσμία τριών μηνών για την υποβολή εμπεριστατωμένης γνώμης, αλλά χρειάστηκαν εντέλει 15 μήνες για την υποβολή της. Η συμπεριφορά αυτή ισοδυναμεί με αθέτηση της υποχρέωσης της Επιτροπής για ειλικρινή και καλόπιστη συνεργασία με τον Διαμεσολαβητή στο πλαίσιο των ερευνών του, και δεν έπληξε μόνο τον διοργανικό διάλογο, αλλά και τη δημόσια εικόνα της ΕΕ. Πιστεύω ότι είναι ευθύνη του Κοινοβουλίου, ως του μοναδικού εκλεγμένου σώματος της Ένωσης, να διασφαλίζει και να προστατεύει την ανεξαρτησία του Διαμεσολαβητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του προς τους ευρωπαίους πολίτες.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, διότι συμφωνώ με την κριτική που ασκεί στην Επιτροπή για το γεγονός ότι προέκρινε τα συμφέροντα της πολυεθνικής εταιρείας «Porsche» εις βάρος του δικαιώματος πρόσβασης του κοινού σε έγγραφα του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Το ψήφισμα αυτό επικρίνει την έλλειψη διάθεσης συνεργασίας από την πλευρά της Επιτροπής, συμπεριφορά η οποία είναι επιζήμια τόσο για τον διοργανικό διάλογο όσο και για τη δημόσια εικόνα της ΕΕ. Η στήριξή μου για το παρόν ψήφισμα απορρέει από το γεγονός ότι συμφωνώ με την κριτική που ασκεί στην καθημερινή έλλειψη διαφάνειας στην Επιτροπή, η οποία καταπατά διαρκώς την αρχή της έντιμης συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων μέσω της «γενικής πρακτικής καθυστέρησης και κωλυσιεργίας που εφαρμόζει η Επιτροπή όσον αφορά τις έρευνες του Διαμεσολαβητή στις υποθέσεις που αφορούν την πρόσβαση σε έγγραφα».
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συνεργάζονται συνήθως πολύ καλά με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή. Εάν τα πάντα υπόκεινται σε ρύθμιση στην ΕΕ, π.χ. οι επιτρεπόμενες προθεσμίες πληρωμής για τις εταιρείες, μοιάζει περίεργο που η Επιτροπή, κατά τις διαβουλεύσεις της με τρίτους, δεν δύναται να ορίσει προθεσμίες για τους εν λόγω τρίτους, τέτοιες που να της επιτρέπουν να σεβαστεί τις δικές της προθεσμίες. Εάν σκεφτούμε ότι η Επιτροπή κατάφερε να τηρήσει τις εσωτερικές προθεσμίες της ΕΕ σε λιγότερες από το ένα πέμπτο των υποθέσεων, καταλήγουμε ότι αυτό δείχνει απλώς κακούς τρόπους. Είναι λυπηρό να πρέπει ο Διαμεσολαβητής να συντάξει ειδική έκθεση για να δημοσιοποιηθεί κάτι τόσο απλό όσο η πρόσβαση σε έγγραφα τα οποία οι πολίτες της ΕΕ έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν. Όπως δηλώνει και ο Διαμεσολαβητής: οι πολίτες έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τι πράττει η ΕΕ και η διοίκησή της. Θα προσέθετα από την πλευρά μου ότι οι πολίτες μας έχουν επίσης δικαίωμα να γνωρίζουν πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά τους φόρους της και πότε έχουμε κατασπατάληση πόρων. Συνεπώς, δεν μπορώ παρά να υπερψηφίσω την έκθεση.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής κατόπιν του σχεδίου σύστασής του προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 676/2008RT, η οποία αφορά την υπέρμετρη καθυστέρηση της Επιτροπής κατά την παροχή απαντήσεων στις υπηρεσίες του Διαμεσολαβητή. Συμμερίζομαι τον προβληματισμό και τις επικρίσεις του Διαμεσολαβητή, διότι η υπερβολική καθυστέρηση στην παροχή απαντήσεων στον Διαμεσολαβητή, για οποιονδήποτε λόγο, συνιστά παράβαση του καθήκοντος της ειλικρινούς συνεργασίας, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Στην ουσία, η μη παροχή απάντησης παρακωλύει το έργο του Διαμεσολαβητή και για αυτόν τον λόγο πιστεύω ότι πρέπει να τάσσονται προθεσμίες για την υποβολή απαντήσεων από την Επιτροπή. Οι προθεσμίες αυτές πρέπει να τηρούνται με ευλάβεια, προκειμένου να μην υποσκάπτεται η εμπιστοσύνη του κοινού στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Η παρούσα ειδική έκθεση του Διαμεσολαβητή συντάχθηκε σε συνέχεια μίας καταγγελίας με αντικείμενο την άρνηση της Επιτροπής να κοινοποιήσει ορισμένες επιστολές που απεστάλησαν από την «Porsche AG» προς τον Επίτροπο κ. Verheugen, και τις έξι παρατάσεις που έλαβε η Επιτροπή για την υποβολή της εμπεριστατωμένης γνώμης της επί του σχεδίου σύστασης του Διαμεσολαβητή. Είναι υψίστης σημασίας να μην επαναληφθεί αυτό το φαινόμενο. Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ έχουν χρέος να συνεργάζονται καλόπιστα στις μεταξύ τους σχέσεις, και είναι απολύτως αναγκαίο η υποχρέωση αυτή να τηρείται αν θέλουμε να διαφυλάξουμε την εμπιστοσύνη του κοινού στους ευρωπαϊκούς θεσμικούς φορείς.
Crescenzio Rivellini (PPE), γραπτώς. – (IT) Σήμερα διενεργήθηκε ψηφοφορία στην Ολομέλεια σχετικά με την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής κατόπιν του σχεδίου σύστασής του προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την καταγγελία 676/2008RT.
Τον Μάρτιο του 2007 μια μη κυβερνητική οργάνωση που δραστηριοποιείται στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντας ζήτησε την πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 που αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμφωνεί, εξ ονόματος της Επιτροπής Αναφορών, με την κριτική που ασκεί ο Διαμεσολαβητής και τη σύστασή του προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την καταγγελία 676/2008/RT, και αναγνωρίζει ότι οι υπερβολικές καθυστερήσεις στην παροχή απαντήσεων στον Διαμεσολαβητή σε αυτή την υπόθεση συνιστούν παράβαση του καθήκοντος της Επιτροπής για ειλικρινή συνεργασία όπως προβλέπεται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιπλέον, η Επιτροπή Αναφορών είναι της άποψης ότι η έλλειψη διάθεσης συνεργασίας της Επιτροπής στην παρούσα και σε άλλες υποθέσεις πρόσβασης σε έγγραφα συνιστά κίνδυνο υπονόμευσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στην Επιτροπή και διαβρώνει την ικανότητα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και του Κοινοβουλίου να επιδίδονται στην αρμόζουσα και αποτελεσματική εποπτεία της Επιτροπής.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Οι ειδικές εκθέσεις είναι το τελευταίο βέλος στη φαρέτρα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή. Οι αποφάσεις του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή δεν είναι νομικά δεσμευτικές και για αυτόν τον λόγο o Διαμεσολαβητής στηρίζεται στην πειθώ, την ανάπτυξη επιχειρηματολογίας και ορισμένες φορές στη δημοσιότητα και το βάρος της κοινής γνώμης. Ο μικρός αριθμός ειδικών εκθέσεων που χρειάσθηκε να υποβάλει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (17 από το 1995) συνιστά απόδειξη της συνεργασίας που υφίσταται μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων. Η συνεργασία αυτή όμως πηγάζει εν μέρει από τη δυνατότητα σύνταξης ειδικής έκθεσης προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ιδίως όταν διατυπώνεται σχέδιο σύστασης, και μόνο η γνώση του ότι το επόμενο βήμα θα μπορούσε να είναι μια ειδική έκθεση ενθαρρύνει συχνά το θεσμικό όργανο ή τον οργανισμό στο να μεταβάλει τη θέση του. Οι ειδικές εκθέσεις θα πρέπει, συνεπώς, να υποβάλλονται μόνο για σημαντικά ζητήματα, όπου το Κοινοβούλιο θα μπορούσε να συμβάλει στο να πειστεί το θεσμικό όργανο ή ο οργανισμός να μεταβάλει τη θέση του. Ως πολιτικό όργανο, το Κοινοβούλιο έχει την εξουσία να εξετάζει τις ειδικές εκθέσεις που συντάσσει ο Διαμεσολαβητής όσον αφορά τόσο τις σχετικές διαδικασίες όσο και την ουσία της προσέγγισης και των δράσεών του.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση. Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση προσδιορίζει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ, ενώ παρέχει στην Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, την αρμοδιότητα και την ευθύνη για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής του δικαίου. Δεδομένου του πεδίου εφαρμογής του κεκτημένου της ΕΕ και των διαστάσεων της ΕΕ, οι πολίτες, οι ομάδες συμφερόντων της κοινωνίας των πολιτών και οι επιχειρήσεις έχουν πολλά ερωτήματα και αμφιβολίες. Το 2008 ξεκίνησε το πρόγραμμα EU Pilot για την ορθή κατανόηση και εφαρμογή της νομοθεσίας. Σύμφωνα με αυτό, δημιουργήθηκε μια εμπιστευτική διαδικτυακή βάση δεδομένων για την επικοινωνία μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής και των αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να παρακολουθείται ο τρόπος εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ και να κινούνται διαδικασίες. Συμφωνώ με την άποψη που εκφράζεται στο ψήφισμα ότι η εν λόγω πρωτοβουλία ανταποκρίνεται στην ανάγκη συνεργασίας μεταξύ όλων των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς όφελος ενός εύρυθμου και αφοσιωμένου στον πολίτη συστήματος. Θεωρώ ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως θεσμικό όργανο που εκπροσωπεί τους πολίτες της ΕΕ, πρέπει να αποκτήσει πρόσβαση στη συγκεκριμένη βάση δεδομένων, προκειμένου να είναι σε θέση να ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή επιτελεί τον δικό της ρόλο ως θεματοφύλακα των Συνθηκών.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα το συγκεκριμένο ψήφισμα, γιατί, με την παρούσα μορφή τους, οι ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής «για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου» δεν παρέχουν στους πολίτες ή στα άλλα όργανα επαρκείς πληροφορίες ως προς την κατάσταση που επικρατεί πραγματικά στον τομέα της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Στην περίληψη της Επιτροπής σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ δίδεται περισσότερη έμφαση στη μεταφορά παρά στην ίδια την εφαρμογή. Η Επιτροπή αναφέρεται μόνο στις επίσημες διαδικασίες που κινεί κατά των κρατών μελών που δεν έχουν μεταφέρει το κοινοτικό δίκαιο στα εθνικά νομοθετικά τους συστήματα. Κατά συνέπεια, οι πολίτες και το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνονται όταν η Επιτροπή κινεί διαδικασία επί παραβάσει σχετικά με εσφαλμένη ή πλημμελή μεταφορά του δικαίου της ΕΕ, και επίσης να τους παρέχονται λεπτομέρειες για αυτές τις διαδικασίες. Επιπλέον, η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει τη δυνατότητα των πολιτών να καθορίζουν τον νομοθετικό προγραμματισμό και να συμβάλλουν στη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη συμμόρφωση προς αυτήν, καθώς και τη διαφάνεια και την αξιοπιστία των σχετικών διαδικασιών.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Είναι λυπηρό το γεγονός ότι αρκετά κράτη μέλη υποτιμούν τη σημασία της ορθής και έγκαιρης εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ. Η πλημμελής και καθυστερημένη μεταφορά και η ανεπαρκής εφαρμογή και επιβολή του δικαίου δημιουργούν νομική αβεβαιότητα και εμποδίζουν το κοινό και τις εταιρείες να αξιοποιούν τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς. Τ0 2008 το 55% των νομοθετικών πράξεων που έπρεπε να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών είχαν καθυστερήσει, σε πολλές περιπτώσεις κατά δύο έτη ή περισσότερο. Παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία καταγράφεται βελτίωση κατά 15% φέτος, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι μειώθηκε επίσης κατά 40% ο αριθμός των νομοθετικών πράξεων που πρέπει να μεταφερθούν.
Είναι απαράδεκτο το γεγονός ότι τον Μάιο του 2009 υπήρχαν 22 οδηγίες με προθεσμίες που είχαν λήξει πάνω από 2 έτη πριν, και η μεταφορά των οποίων δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί από ένα στα πέντε κράτη μέλη. Είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων και των εθνικών αρχών της ΕΕ, καθώς και μεταξύ των διοικήσεων των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλιστεί καλύτερη, πιο αποτελεσματική και πιο έγκαιρη εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ, μαζί με τον εντοπισμό τυχόν προβλημάτων εφαρμογής σε αρχικό στάδιο.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί νομική οντότητα που βασίζεται σε Συνθήκες και νομοθετικές πράξεις, είναι ζωτικής σημασίας οι εν λόγω Συνθήκες και νομοθετικές πράξεις να εφαρμόζονται ορθά με ομοιόμορφο τρόπο και στα 27 κράτη μέλη. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι τα κράτη μέλη συχνά δεν εφαρμόζουν ή δεν μεταφέρουν εγκαίρως τους κανόνες του δικαίου της ΕΕ, ή τους εφαρμόζουν ή τους μεταφέρουν πλημμελώς ή ατελώς. Όπως τονίζει η Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, «η κακή και καθυστερημένη μεταφορά καθώς και η ανεπαρκής εφαρμογή και επιβολή των κανόνων συντελούν στη νομική αβεβαιότητα και εμποδίζουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να απολαύουν των ευεργετημάτων της ενιαίας αγοράς στο έπακρο». Συνεπώς, είναι ζωτικής σημασίας τα κράτη μέλη να μην υποτιμούν την αξία της ορθής και έγκαιρης εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ, και η Επιτροπή να ενημερώνει δεόντως το Κοινοβούλιο για την κατάσταση όσον αφορά την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η κακή και καθυστερημένη μεταφορά καθώς και η ανεπαρκής εφαρμογή και επιβολή των κανόνων συντελούν στη νομική αβεβαιότητα και εμποδίζουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να απολαύουν των ευεργετημάτων της ενιαίας αγοράς στο έπακρο. Κατά συνέπεια, είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχει στενότερη και διαρκής συνεργασία ανάμεσα στα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις εθνικές αρχές, όπως και ανάμεσα στις διοικήσεις των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλιστεί ορθή, αποτελεσματική και έγκαιρη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ. Προς τον σκοπό αυτόν, είναι καίριας σημασίας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια να χρησιμοποιούν το νέο πλαίσιο συνεργασίας που θεσπίστηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας και να διεξάγουν ετήσιες αναθεωρήσεις της διαδικασίας εφαρμογής σε κάποιον επιλεγμένο τομέα της ενιαίας αγοράς.
Θα ήθελα να δώσω έμφαση στην παράγραφο της έκθεσης που καλεί την Επιτροπή να παρέχει αναλυτικά στοιχεία σχετικά με όλους τους τύπους παραβιάσεων, και να θέτει όλα αυτά τα στοιχεία απρόσκοπτα στη διάθεση του Κοινοβουλίου ώστε να μπορεί αυτό να επιτελεί τον ελεγκτικό του ρόλο. Η συγκέντρωση και η οργάνωση τέτοιων στοιχείων πρέπει να συνάδει με προηγούμενες ετήσιες εκθέσεις προκειμένου να διευκολύνεται το Κοινοβούλιο στην προσπάθειά του να αξιολογεί ουσιαστικά την πρόοδο που πραγματοποιεί η Επιτροπή.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση. Αξιολογεί τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου που πραγματοποίησε η Επιτροπή εντός του 2008. Επικεντρώνεται δε στην έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής με τίτλο «EU Pilot», με την οποία η Επιτροπή προτείνει μια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του προγράμματος «EU Pilot» μετά από λειτουργία 22 μηνών. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων εγείρει ορισμένα καίρια ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία του EU Pilot και σχετικά με τον ρόλο των πολιτών στην προσπάθεια διασφάλισης της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ στην πράξη και καλεί την Επιτροπή να παράσχει εκείνα τα σχετικά στοιχεία που θα επιτρέψουν την ανάλυση της προστιθέμενης αξίας που προσδίδει το EU Pilot στην υφιστάμενη διαδικασία διαχείρισης υποθέσεων παράβασης. Η επιτροπή προτείνει επίσης να κληθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει έναν «διαδικαστικό κώδικα» σχετικά με τη διαδικασία επί παραβάσει σύμφωνα με τη νέα νομική βάση του άρθρου 298 ΣΛΕΕ προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα των πολιτών και η διαφάνεια.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι ετήσιες εκθέσεις για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου είναι σημαντικές για την αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζεται το δίκαιο της ΕΕ από τα κράτη μέλη. Τ0 2008 το 55% των νομοθετικών πράξεων που έπρεπε να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών είχαν καθυστερήσει, σε πολλές περιπτώσεις κατά δύο έτη ή περισσότερο. Παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία καταγράφεται βελτίωση κατά 15% φέτος, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι μειώθηκε επίσης κατά 40% ο αριθμός των νομοθετικών πράξεων που πρέπει να μεταφερθούν. Ως εκ τούτου, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι έχουμε ακόμη μακρύ δρόμο να διανύσουμε μέχρι τα κράτη μέλη να μεταφέρουν ορθά και εγκαίρως τους κανόνες που ορίζονται στο δίκαιο της ΕΕ. Μόνον όταν επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα μπορούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις να απολαμβάνουν πλήρως τα πλεονεκτήματα της ενιαίας αγοράς.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Οι αξιολογήσεις είναι ένα μέσο, που χρησιμοποιείται όπου είναι απαραίτητο, για να γίνουν προσαρμογές. Η έκθεση αξιολόγησης της πρωτοβουλίας EU Pilot έθεσε αρκετά ζητήματα στην αρμόδια επιτροπή, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ζητήθηκε από την Επιτροπή να παράσχει τα σχετικά δεδομένα. Πρέπει να εξετάσουμε το ζήτημα του τι είναι πιο συνετό σε συγκεκριμένες περιπτώσεις: το EU Pilot ή η προηγούμενη διαδικασία επί παραβάσει. Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να παραβλεφθεί ούτε η δυνατότητα αναθεώρησης της διαδικασίας επί παραβάσει. Το σημαντικό εν προκειμένω είναι ότι, ανεξάρτητα από τη μορφή, το είδος της αναθεώρησης ή τον συνδυασμό αυτών, που θα επιλεχθεί για το μέλλον, δεν πρέπει να δημιουργήσει περισσότερη γραφειοκρατία και, ειδικότερα, πρέπει να ανταποκρίνεται στον στόχο της ΕΕ για μεγαλύτερη διαφάνεια. Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη έκθεση περιέχει ορισμένες καλές προτάσεις, δεν μπορεί να ικανοποιήσει τους συγκεκριμένους στόχους. Για τον λόγο αυτόν, απείχα από την ψηφοφορία.
Γεώργιος Παπανικολάου (PPE), γραπτώς. – Υπερψήφισα σήμερα την έκθεση σχετικά με την αξιολόγηση του ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Η έκθεση επικεντρώνεται στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του προγράμματος EU Pilot που στοχεύει στη συνεργασία Επιτροπής και κρατών μελών με στόχο τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των συνθηκών.
Η έκθεση τονίζει την ανάγκη να θεσπιστεί διαδικαστικός κώδικας υπό τη μορφή κανονισμού με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και την προάσπιση των δικαιωμάτων των πολιτών που θα καθορίζει τα βασικά σημεία των διαδικασιών επί παραβάσει, όπως επί παραδείγματι τις κοινοποιήσεις, τις προθεσμίες, το δικαίωμα ακρόασης και την υποχρέωση αιτιολόγησης. Η Επιτροπή ως θεματοφύλακας των συνθηκών καλείται εφεξής να παράσχει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα καταστήσουν σαφή την ενδεχόμενη προστιθέμενη αξία που προσφέρει το πρόγραμμα EU Pilot στη διαδικασία χειρισμού των υποθέσεων παράβασης.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Σκοπός της 26ης ετήσιας έκθεσης για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2008) είναι να αποκαλύψει τα προβλήματα που υπάρχουν όσον αφορά την εφαρμογή και τη μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ. Πρόκειται για ένα έγγραφο το οποίο, εάν εκπονούνταν κατάλληλα βάσει ολοκληρωμένης, συστηματικής προσέγγισης, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μηχανισμός παρακολούθησης και εξορθολογισμού της εξέλιξης του δικαίου της ΕΕ.
Το γεγονός ότι από την έκθεση απουσιάζουν τυχόν νέες μέθοδοι και παρέχονται ανεπαρκείς πληροφορίες προκάλεσαν την κριτική του Κοινοβουλίου, την οποία υποστηρίζω υπερψηφίζοντας την έκθεση Lichtenberger.
Ωστόσο, οφείλω να τονίσω ότι, παρά την έλλειψη εμπιστοσύνης στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, οι καθυστερήσεις στην ορθή εφαρμογή και μεταφορά του κοινοτικού δικαίου επηρεάζουν όλους εμάς τους Ευρωπαίους και έχουν το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα να μην μας επιτρέπουν να απολαμβάνουμε τα δικαιώματα που μας παρέχει η νομοθεσία, δημιουργώντας νομική αβεβαιότητα και εμποδίζοντας το κοινό να επωφεληθεί πλήρως από την εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, υποστηρίζω την επιθυμία να διασφαλισθεί ότι η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρέχει αναλυτικά στοιχεία σχετικά με όλους τους τύπους παραβιάσεων, στοιχεία τα οποία, στο σύνολό τους, πρέπει να τίθενται απρόσκοπτα στη διάθεση του Κοινοβουλίου ώστε να μπορεί το τελευταίο να επιτελεί τον ελεγκτικό του ρόλο επί του τρόπου με τον οποίο η Επιτροπή επιτελεί τον δικό της ρόλο ως θεματοφύλακα των Συνθηκών.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Πιστεύω ότι πρέπει να διενεργηθεί αξιολόγηση σχετικά με την προστιθέμενη αξία που προσδίδει το EU Pilot στην υφιστάμενη διαδικασία διαχείρισης υποθέσεων παράβασης. Από αυτό εξαρτάται, φυσικά, η διαβίβαση των σχετικών δεδομένων. Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι, όπως αναφέρεται στην έκθεση, τα δικαστήρια των κρατών μελών διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο στην εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να υποστηριχθούν οι προσπάθειες της ΕΕ για ενίσχυση και συντονισμό της κατάρτισης των δικαστών και των νομικών γενικότερα.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Η συγκεκριμένη έκθεση αξιολογεί τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου που πραγματοποίησε η Επιτροπή εντός του 2008. Επικεντρώνεται δε στην έκθεση αξιολόγησης του EU Pilot, με την οποία η Επιτροπή προτείνει τη διενέργεια αξιολόγησης για τα επιτεύγματα του προγράμματος EU Pilot 22 μήνες μετά την εφαρμογή του. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων εγείρει μια σειρά από σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία του προγράμματος «EU Pilot» και σχετικά με τον ρόλο των πολιτών στην προσπάθεια διασφάλισης της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ στην πράξη, και καλεί την Επιτροπή να παράσχει σχετικές πληροφορίες ώστε να καταστεί δυνατή η διεξαγωγή ανάλυσης για την προστιθέμενη αξία που προσδίδει το EU Pilot στην τρέχουσα διαδικασία επί παραβάσει. Η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προτείνει επίσης να κληθεί η Επιτροπή να προτείνει «διαδικαστικό κώδικα» σχετικά με τη διαδικασία επί παραβάσει σύμφωνα με τη νέα νομική βάση του άρθρου 298 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα των πολιτών και η διαφάνεια.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Οι ευρωπαϊκές πρακτικές στον οπτικοακουστικό τομέα οδήγησαν σε ένα πλουραλιστικό μοντέλο μέσων οικοδομημένο σε ένα διττό σύστημα. Αυτό το μοναδικό σύστημα επιτρέπει στους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς και τους εμπορικούς φορείς να λειτουργούν επί τη βάσει μιας ισορροπημένης και αμοιβαία συμπληρωματικής σχέσης. Η ψηφιακή επανάσταση δημιούργησε νέες προκλήσεις εντός αυτού του διττού συστήματος. Η δημιουργία νέων διαύλων επικοινωνίας και εναλλακτικών δικτύων απειλεί την παλαιά τάξη πραγμάτων. Για να διατηρηθεί η συμπληρωματική φύση του παλαιού συστήματος και να δημιουργηθεί χώρος για νέους τρόπους επικοινωνίας, πρέπει να μεταρρυθμίσουμε τον ευρωπαϊκό ραδιοτηλεοπτικό τομέα. Αυτός είναι ο σκοπός του ψηφίσματος το οποίο υπερψήφισα: επιδιώκει να αντιμετωπίσει την τριπλή πρόκληση του εκσυγχρονισμού, της σύγκλισης και του σεβασμού προς τον πλουραλισμό.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αποτελούν μια από τις σημαντικότερες πηγές πληροφόρησης των πολιτών στα κράτη μέλη της ΕΕ, και ότι, ως εκ τούτου είναι, σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης των αξιών και των απόψεων των ανθρώπων. Το οπτικοακουστικό πεδίο στην ΕΕ είναι μοναδικό. Βασίζεται σε πραγματική ισορροπία μεταξύ δημόσιων και εμπορικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, εξασφαλίζει ευρύ φάσμα ελεύθερα διαθέσιμων προγραμμάτων και συμβάλλει στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης, στην πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, στον εκδοτικό ανταγωνισμό και στην ελευθερία της έκφρασης. Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα επειδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στηρίζει τον στόχο της διατήρησης μιας ανεξάρτητης δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας ισχυρής και ζωντανής, προσαρμόζοντάς την ταυτόχρονα στις απαιτήσεις της ψηφιακής εποχής και διευκολύνοντας τους καταναλωτές σε σχέση με τη μετάβαση από το αναλογικό σύστημα τηλεοπτικής μετάδοσης στο ψηφιακό. Πιστεύω ότι τα κράτη μέλη πρέπει να καταπολεμήσουν το ψηφιακό χάσμα και να εξασφαλίσουν την πρόσβαση όλων και από όλες τις περιοχές στο ψηφιακό περιβάλλον, γεγονός που θα επιτρέψει την ισότιμη πρόσβαση στα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αποτελούν μια από τις σημαντικότερες πηγές πληροφόρησης των πολιτών στα κράτη μέλη της ΕΕ. Ως εκ τούτου, αποτελούν σημαντικό παράγοντα διαμόρφωσης των αξιών και των απόψεων των ανθρώπων. Ένα ισορροπημένο ευρωπαϊκό σύστημα διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο στην προαγωγή της δημοκρατίας, της κοινωνικής συνοχής και της ενσωμάτωσης και της ελευθερίας έκφρασης, καθώς και στην προστασία και προώθηση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, της παιδείας των μέσων ενημέρωσης, της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και της συμμόρφωσης με τα ευρωπαϊκά πρότυπα όσον αφορά την ελευθεροτυπία.
Η Επιτροπή πρέπει να προσαρμόσει τα θέματα περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στη νέα ψηφιακή εποχή επιτρέποντας στους φορείς ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης να συνεχίσουν να προσφέρουν ευρύ φάσμα ευρωπαϊκού περιεχομένου καλής ποιότητας και να μελετήσει ειδικότερα τρόπους για τη διευκόλυνση της επαναχρησιμοποίησης αρχειακού περιεχομένου και εφαρμογής επεκτεταμένων συστημάτων αδειών καθώς και απλών μονοαπευθυντικών συστημάτων για την εκκαθάριση δικαιωμάτων.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Σε μια δημοκρατική ευρωπαϊκή κοινωνία, είναι εξαιρετικά σημαντικό οι πολίτες να έχουν πρόσβαση στην πληροφόρηση και να μπορούν να συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο. Η ύπαρξη ανεξάρτητου και ανταγωνιστικού τομέα οπτικοακουστικών μέσων και εγγράφου τύπου είναι θεμελιώδους σημασίας. Λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή κατάσταση που αντιμετωπίζει ο οπτικοακουστικός τομέας της ΕΕ, είναι προς το δημόσιο συμφέρον να διασφαλισθεί αυτό που έχει περιγραφεί ως «διττό σύστημα» και να διασφαλισθεί επίσης πραγματική ισορροπία μεταξύ δημόσιων υπηρεσιών και ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Μόνον κατ’ αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσουμε την ύπαρξη αρκετά ευρέος φάσματος προγραμμάτων, και να συνεισφέρουμε, συνακολούθως, στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης, την πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, τον εκδοτικό ανταγωνισμό στα μέσα ενημέρωσης και την ελευθερία της έκφρασης.
Η ύπαρξη ενός ισχυρού, βιώσιμου συστήματος κρατικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων χωρίς πολιτικές πιέσεις ή απώλεια εκδοτικής ανεξαρτησίας, το οποίο επωφελείται από επαρκή χρηματοδότηση, είναι ζωτικής σημασίας. Ωστόσο, πρέπει πάντα να δίνεται προσοχή ώστε να αποφεύγεται να τίθεται σε κίνδυνο ο θεμιτός ανταγωνισμός με άλλους εμπορικούς παράγοντες. Ο ρόλος της ΕΕ είναι να προσπαθήσει να συγκεντρώσει τους διάφορους ενδιαφερομένους του τομέα των μέσων, με στόχο τη διατήρηση ενός υγιούς και βιώσιμου τομέα. Πιστεύω ότι η εφαρμογή του μηχανισμού για την παρακολούθηση του πλουραλισμού στα μέσα ενημέρωσης μπορεί να διαδραματίσει σημαντικότατο ρόλο εν προκειμένω.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Δεν είμαι αρκετά μεγάλη για να θυμάμαι την εποχή που οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αποτελούσαν κρατικό μονοπώλιο και, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, δεν λυπάμαι καθόλου για αυτό.
Παρά το γεγονός ότι τα τεράστια εμπόδια στην είσοδο στην αγορά καταλήγουν να περιορίζουν την πρόσβαση νέων παραγόντων σε αυτήν, και μολονότι ο ανταγωνισμός στον εν λόγω τομέα είναι, συνεπώς, πάντα περιορισμένος για διαρθρωτικούς λόγους, έχω διαπιστώσει προσωπικά μία αξιοσημείωτη αλλαγή όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα στην άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων.
Τούτου λεχθέντος, δεν πιστεύω ότι μπορεί κανείς να διανοηθεί ένα εξ ολοκλήρου δημόσιο σύστημα, καθόσον κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε περαιτέρω καταστολή του κινήτρου για αποδοτικότητα που δημιουργείται από την ύπαρξη ανταγωνιστών, γεγονός που ζημιώνει τους καταναλωτές. Από την άλλη πλευρά, ένα σύστημα αμιγώς εμπορικής τηλεόρασης μπορεί να μην το ενδιαφέρει καθόλου η επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος ή η μετάδοση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, τα οποία δεν είναι πάντα προσοδοφόρα όσον αφορά τα ποσοστά τηλεθέασης, αλλά τα οποία είναι, λόγω της φύσης τους, απαραίτητα. Ως εκ τούτου, το διττό σύστημα πρέπει να διατηρηθεί, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν κανόνες που επιτρέπουν τον ελεύθερο, υγιή ανταγωνισμό και υπό την προϋπόθεση ότι διενεργούνται έλεγχοι για την αποτροπή τυχόν συμπαιγνίας μεταξύ των δημόσιων και των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, σεβόμενο ταυτόχρονα τις εκδοτικές αποφάσεις, αλλά έχοντας κατά νου την κοινωνική λειτουργία που οφείλουν να επιτελούν οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Η δημόσια ραδιοτηλεόραση πρέπει να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από την πολιτική και να λαμβάνει επαρκή χρηματοδότηση για να παρέχει ποιοτικά ενημερωτικά προγράμματα, προσφέροντας αυξημένες δυνατότητες πρόσβασης σε όλους τους πολίτες σε κάθε περιοχή της εκάστοτε χώρας. Ταυτόχρονα, πιστεύω ότι η εφαρμογή νέων τεχνολογιών θα συμβάλει στην παραγωγή ποιοτικών προγραμμάτων που θα απευθύνονται σε όλες τις ομάδες του κοινού. Πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στους νέους, οι οποίοι βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή των νέων τεχνολογιών, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτούνται προγράμματα που απευθύνονται ειδικά σε αυτούς, μεταξύ άλλων μέσω του διαδικτύου.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητεί σε τακτά διαστήματα να γίνεται σεβαστή η ελευθερία της έκφρασης σε διάφορες τρίτες χώρες, αλλά πρέπει επίσης να εφαρμόζει όσα κηρύσσει. Το ψήφισμα που εγκρίθηκε στις 25 Νοεμβρίου με μεγάλη πλειοψηφία καλεί τα κράτη μέλη να σταματήσουν τις πολιτικές παρεμβάσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των υπηρεσιών των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και υπενθυμίζει ότι η συμμόρφωση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα όσον αφορά την ελευθερία έκφρασης, τον πλουραλισμό και την ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, καθώς και όσον αφορά τη χρηματοδότηση για τις δημόσιες υπηρεσίες ενημέρωσης, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για όλα τα κράτη μέλη. Το Κοινοβούλιο προτείνει το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο του Οπτικοακουστικού Τομέα να αξιολογεί πώς τα κράτη μέλη τηρούν τα πρότυπα αυτά και απαιτεί να θεωρούνται τα κράτη μέλη υπόλογα για τη μη εκπλήρωση των δεσμεύσεών τους. Το Κοινοβούλιο εξέλαβε επίσης την παρούσα ψηφοφορία ως ευκαιρία να υπογραμμισθεί η ανάγκη για ανάλογη και σταθερή χρηματοδότηση, προκειμένου να παραμείνουν ανεξάρτητα τα μέσα ενημέρωσης δημόσιας υπηρεσίας και να υπάρχει διαφάνεια ως προς την ιδιοκτησία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τέλος, τα κράτη μέλη καλούνται να εγκρίνουν νομοθεσία σχετικά με διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης δημόσιας υπηρεσίας τροποποιώντας τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ώστε να ανταποκρίνεται στις πραγματικότητες της νέας ψηφιακής εποχής.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, διότ υπογραμμίζει την ανάγκη τα ιδιωτικά και δημόσια μέσα ενημέρωσης να επιτελούν το καθένα τον ρόλο του, χωρίς πολιτικές και οικονομικές πιέσεις. Το διττό ευρωπαϊκό σύστημα θα μπορούσε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προώθηση της δημοκρατίας και της ελευθερίας έκφρασης, αλλά και στη διατήρηση και την προώθηση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, καθώς και της πολιτισμικής και γλωσσικής πολυμορφίας.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η σημασία της διασφάλισης του πλουραλισμού των ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών οφείλεται στον καίριο ρόλο που διαδραματίζουν οι εν λόγω υπηρεσίες στην κοινωνία μας όσον αφορά την πληροφόρηση και την πολυφωνία, καθώς και την προώθηση δικαιωμάτων, ελευθεριών και εγγυήσεων, τα οποία συμβάλλουν σαφώς στη διαμόρφωση πιο ενημερωμένης και συμμετοχικής κοινωνίας. Ως εκ τούτου, είναι ύψιστης σημασίας να διασφαλιστεί η οικονομική και εκδοτική αυτονομία των υπηρεσιών αυτών και να αποφευχθεί η πολιτικοποίησή τους ή οι παραχωρήσεις απέναντι σε οικονομικά συμφέροντα. Στην Πορτογαλία, υπήρξαν πρόσφατες αναφορές για πιθανές κυβερνητικές παρεμβάσεις στον τομέα της ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης του αρχισυντάκτη μιας καθημερινής εφημερίδας και του διευθυντή ειδήσεων σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, μαζί με την ξαφνική ακύρωση του δελτίου ειδήσεων ενός εμπορικού καναλιού και την αντικατάσταση του γενικού διευθυντή του. Υπήρξαν ακόμη αρκετά περιστατικά όπου αρθρογράφοι που ασκούσαν κριτική απομακρύνθηκαν, καθώς και ένα εικαζόμενο σχέδιο σύμφωνα με το οποίο μια εταιρεία στην οποία το κράτος κατέχει ειδική μετοχή (golden share) πρόκειται να αποκτήσει μετοχές σε μια εταιρεία μέσων ενημέρωσης που είναι ιδιοκτήτρια ιδιωτικού καναλιού. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, είναι ζωτικής σημασίας να δοθεί προτεραιότητα σε ένα διττό σύστημα της ΕΕ που θα διασφαλίζει ανεξαρτησία σε όλα τα επίπεδα και θα προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης και στους ιδιωτικούς και δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, δεδομένου ότι οι τελευταίοι δεν είναι πλήρως απαλλαγμένοι από πολιτικές παρεμβάσεις.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Το οπτικοακουστικό πεδίο στην ΕΕ χαρακτηρίζεται από αυτό που περιγράφεται ως «διττό σύστημα». Η συνύπαρξη δημόσιων και ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών εξασφαλίζει ευρύτατο φάσμα προγραμμάτων. Το στοιχείο αυτό συμβάλλει στον πλουραλισμό των μέσων, στην πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία, στον εκδοτικό ανταγωνισμό (από πλευράς ποιότητας και ποικιλίας περιεχομένου) στον τομέα των μέσων ενημέρωσης, καθώς και στην ελευθερία της έκφρασης. Θα ήθελα να υπογραμμίσω την ανάγκη να καταπολεμήσουν τα κράτη μέλη το ψηφιακό χάσμα μεταξύ πόλης και υπαίθρου και να εξασφαλίσουν την πρόσβαση όλων και από όλες τις περιοχές στο ψηφιακό περιβάλλον, προσφέροντας ταυτόχρονα ελκυστικό και ποιοτικό περιεχόμενο, προκειμένου να προσεγγίσουν τους νέους που χρησιμοποιούν τα μέσα ενημέρωσης.
Cătălin Sorin Ivan (S&D), γραπτώς. – (RO) Το βασικό μήνυμα που θέλαμε να μεταδώσουμε με τη συγκεκριμένη έκθεση είναι ότι πρέπει να διατηρήσουμε τα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα ανεξάρτητα. Επιμείναμε στις προσθήκες που έγιναν στο σχέδιο έκθεσης σχετικά με την ανάγκη οι διορισμοί στα διοικητικά συμβούλια να βασίζονται αποκλειστικά στα προσόντα των υποψηφίων και όχι σε πολιτικές μεροληψίες.
Επιπλέον, επιχειρήσαμε να καταστήσουμε όσο το δυνατόν σαφέστερη την επιθυμία μας όχι μόνο να δημιουργηθούν δημόσιοι σταθμοί με υψηλής ποιότητας, ελκυστικό περιεχόμενο, αλλά και να ενσωματωθούν νέες πλατφόρμες, λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες τεχνολογίες. Ένα σημείο επί του οποίου επιμείναμε αφορούσε τις επενδύσεις στα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα, χωρίς τις οποίες είναι αδύνατον τα εν λόγω μέσα να λειτουργούν με υψηλά πρότυπα.
Timothy Kirkhope (ECR), εξ ονόματος της αντιπροσωπείας των βρετανών Συντηρητικών, γραπτώς. – (EN) H αντιπροσωπεία των βρετανών Συντηρητικών υποστήριξε τη συγκεκριμένη έκθεση, επειδή αναγνώρισε ότι βάσει του Πρωτοκόλλου του Άμστερνταμ εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών ο ορισμός της αποστολής της δημόσιας υπηρεσίας και η πρόβλεψη της χρηματοδότησης των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τούτο κρίνεται σημαντικό για το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω της μοναδικής μεθόδου χρηματοδότησης του BBC, και επικροτούμε την επιβεβαίωση ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα προσπαθήσει να παρέμβει στις μεθόδους χρηματοδότησης που χρησιμοποιούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο για τη χρηματοδότηση του BBC.
Η αντιπροσωπεία του Ηνωμένου Βασιλείου δεν μπορούσε να υποστηρίξει στη συγκεκριμένη έκθεση δύο ζητήματα: το αίτημα οι μηχανές αναζήτησης και οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της δημιουργίας περιεχομένου στο διαδίκτυο και το αίτημα το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο του Οπτικοακουστικού Τομέα να συγκεντρώνει δεδομένα σχετικά με τους κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς. Για τον λόγο αυτόν, η αντιπροσωπεία του Ηνωμένου Βασιλείου ζήτησε τη διεξαγωγή ξεχωριστών ψηφοφοριών επί των παραγράφων αυτών και τις καταψήφισε. Εντούτοις, συνολικά, η έκθεση αποτελεί ισορροπημένη προσέγγιση επί του συγκεκριμένου θέματος και, ως εκ τούτου, η αντιπροσωπεία των βρετανών Συντηρητικών την υποστήριξε.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Επικροτώ το παρόν ψήφισμα, το οποίο επιβεβαιώνει την προσήλωση του Κοινοβουλίου στο διττό σύστημα ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο του οποίου τα ιδιωτικά και δημόσια μέσα ενημέρωσης παίζουν καθένα το ρόλο του, ανεξάρτητα από πολιτικές και οικονομικές πιέσεις, και ζητεί η πρόσβαση σε ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές ανωτάτου επιπέδου να διασφαλίζεται ανεξαρτήτως της αγοραστικής ικανότητας των καταναλωτών και των χρηστών.
Jean-Luc Mélenchon (GUE/NGL), γραπτώς. – (FR) Σπανίως το παρόν Σώμα υπερασπίζεται μια δημόσια υπηρεσία. Ενώ έχω επιφυλάξεις όσον αφορά την ιδέα ότι ένα διττό σύστημα επιτρέπει απαραιτήτως τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης, και ενώ πιστεύω ότι είναι αδύνατον να διαχωρισθούν τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης από οικονομικά ζητήματα, θα ήθελα να εξάρω την παρούσα έκθεση, η οποία υποστηρίζει τη διατήρηση των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών. Μόνο η δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία μπορεί να ελέγχεται από τον κυρίαρχο λαό και μπορεί να δίνει σε όλους τη δυνατότητα πρόσβασης σε πλουραλιστική ενημέρωση υψηλής ποιότητας, κάτι που δεν συμβαίνει στη Γαλλία σήμερα, ούτε σε αρκετές άλλες χώρες στις οποίες κυριαρχεί μια ολιγαρχία.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Όλοι έχουμε διαπιστώσει έναν συγκεκριμένο βαθμό πολιτικής παρέμβασης σε ολόκληρη την ΕΕ όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχουν και οι δημόσιοι και οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς. Μόλις πρόσφατα στην Πορτογαλία συνέβησαν ποικίλα περίεργα περιστατικά, κατά τα οποία ειδησεογραφικά προγράμματα ανεστάλησαν, και παρουσιαστές δελτίων ειδήσεων και διευθυντές τηλεοπτικών σταθμών αντικαταστάθηκαν χωρίς κανέναν προφανή εύλογο λόγο, γεγονός που καταδεικνύει ότι τα περιστατικά αυτά έλαβαν χώρα κατόπιν πολιτικών εντολών.
Παρότι αξίζει να θυμόμαστε ότι οι δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες είναι πιο επιρρεπείς σε αυτό το είδος των πιέσεων, ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι άτρωτος σε πιέσεις αυτού του είδους, καθόσον τα έσοδά του εξαρτώνται συχνά από την πώληση διαφημιστικού χώρου στον κρατικό τομέα. Το κοινό έχει δικαίωμα στην παροχή δημόσιων ή ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών που είναι ανεξάρτητες και προσεγγίζουν αντικειμενικά κάθε περιεχόμενο. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, είμαι πεπεισμένος ότι το διττό ευρωπαϊκό σύστημα θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προώθηση της δημοκρατίας και της ελευθερίας έκφρασης, και στη διατήρηση και την προώθηση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης, καθώς και της πολιτισμικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Η πληροφορία είναι χρυσός. Αποστολή των δημόσιων φορέων στον τομέα της τηλεόρασης και των μέσων ενημέρωσης είναι να παρέχουν στους πολίτες αντικειμενική ενημέρωση και να εκπληρώνουν την εκπαιδευτική αποστολή τους. Σε αντάλλαγμα για την παροχή ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών υψηλής ποιότητας, οι εν λόγω φορείς έχουν δικαίωμα να χρηματοδοτούνται μέσω τελών. Οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αποτελούν τη βασική πηγή πληροφόρησης για τους πολίτες. Ορισμένοι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς έχουν τροποποιήσει αρκετά επιτυχώς τα προγράμματά τους ως αποτέλεσμα του ανταγωνισμού που δέχονται από ιδιωτικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς. Το καλύτερο παράδειγμα είναι ο βρετανικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός BBC. Άλλοι, όπως ο αυστριακός ORF, όχι μόνο ταλανίζονται από τη μείωση των ποσοστών τηλεθέασης, αλλά δεν μπορούν πραγματικά να ικανοποιήσουν την απαίτηση της αμεροληψίας και της αντικειμενικότητας, λόγω των κομματικών επιρροών τους. Επιπλέον, οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς ξεκίνησαν συζήτηση σχετικά με το εάν τα ραδιοτηλεοπτικά τέλη είναι πράγματι νόμιμα, εφόσον και οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, φυσικά, έχουν κέρδη από διαφημιστικά έσοδα. Δεδομένου ότι η οργάνωση και οι συνθήκες του πλαισίου διαφέρουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση για τυποποίηση σε επίπεδο ΕΕ. Ως εκ τούτου, απείχα από την ψηφοφορία.
Justas Vincas Paleckis (S&D), γραπτώς. – (LT) Τα ελεύθερα και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας. Υπερψήφισα αυτήν την έκθεση, διότι συμφωνώ με την άποψη ότι οι απαλλαγμένες από πολιτικές πιέσεις και εμπορικά συμφέροντα δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικό μέρος του εν λόγω συστήματος. Ωστόσο, οι σημερινές τάσεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Σε ορισμένες χώρες, οι δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερες πολιτικές πιέσεις και η χρηματοδότησή τους εξαρτάται από την καλή θέληση του πολιτικού κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία. Αλλού, οι επιχειρηματικές δομές έχουν ολοένα και πιο μεγάλο αντίκτυπο στις ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες. Συμφωνώ με την άποψη ότι ο πολιτισμός και τα μέσα ενημέρωσης θα εμπίπτουν πάντα στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Ωστόσο, πιστεύω ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα μπορούσαν επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανταλλαγή παραδειγμάτων ορθών πρακτικών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσαν επίσης να κοινοποιούν και να καταδικάζουν περιστατικά κακής πρακτικής. Εν μέσω οικονομικής κρίσης, οι δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες πρέπει να αξιοποιήσουν καλύτερα την ευκαιρία να λάβουν δάνεια με ευνοϊκούς όρους από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, κάτι που θα μπορούσε να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό των υποδομών και να αυξήσει το επίπεδο των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, συντελώντας με τον τρόπο αυτόν στην προσαρμογή τους στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την έκθεση του κ. Belet σχετικά με τα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Η Ευρώπη έχει εισέλθει πλέον στην ψηφιακή εποχή, και τα θεσμικά όργανα πρέπει να διασφαλίσουν την ισορροπία στο διττό σύστημα το οποίο έχει δημιουργηθεί μεταξύ των ιδιωτικών και των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Ολόκληρο το σύστημα πρέπει να βασίζεται στα ποσοστά ακροαματικότητας και τηλεθέασης των ραδιοτηλεοπτικών μέσων, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη συνολικά. Η προσαρμογή της χρηματοδότησης της ΕΕ για το σύστημα κρατικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων των κρατών μελών είναι σημαντική, καθώς συνδέεται απευθείας με τις δημοκρατικές, τις κοινωνικές και τις πολιτιστικές ανάγκες κάθε κοινωνίας, καθώς και με την ανάγκη να διατηρηθεί ο πλουραλισμός των μέσων ενημέρωσης και να παρασχεθούν εγγυήσεις διαφοροποιημένης πληροφόρησης και ελευθερίας της έκφρασης. Δεδομένου ότι το θέμα αυτό εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών των επιμέρους κρατών μελών, η ΕΕ ελπίζει ότι θα δοθούν περισσότερα κίνητρα στα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα με σκοπό την αναζωογόνηση μίας υπηρεσίας η οποία, σε πολλές χώρες, ταλανίζεται υπό το βάρος της πολιτικής και του ελέγχου των πληροφοριών, και θα αποτραπεί τυχόν ανισορροπία με τον ανταγωνισμό του ιδιωτικού τομέα που είναι, ενίοτε, αθέμιτος.
Γεώργιος Παπανικολάου (PPE), γραπτώς. – Η διασφάλιση του πλουραλισμού και της πολυφωνίας στα μέσα μαζικής ενημέρωσης επιβάλλουν την ομαλή και χωρίς διακρίσεις συνύπαρξη των ιδιωτικών και των δημοσίων μέσων ενημέρωσης. Η επιτυχία, ωστόσο, του παραπάνω στόχου εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, τη διασφάλιση ότι τόσο οι δημόσιοι όσο και οι ιδιωτικοί φορείς ενημέρωσης ακολουθούν τις ανάγκες της ψηφιακής εποχής, εκσυγχρονίζοντας τις υπηρεσίες τους, χωρίς –και είναι σημαντικό αυτό– να επιφέρουν ιδιαίτερο κόστος στους καταναλωτές, και δεύτερον, ότι στο νέο ψηφιακό περιβάλλον εξασφαλίζεται βιώσιμος χώρος για τη συνύπαρξη των ραδιοτηλεοπτικών μέσων με άλλες πηγές ενημέρωσης, όπως τα περιοδικά και τις εφημερίδες, ιδίως σήμερα, όπου ο έντυπος τύπος σε ολόκληρη την Ευρώπη βρίσκεται σε πλήρη ύφεση. Χρειαζόμαστε δηλαδή και επαρκή χρηματοδότηση και εθνικούς σχεδιασμούς στα κράτη μέλη.
Και στις δύο αυτές παραμέτρους η Ε.Ε. μπορεί και πρέπει να αποδειχθεί αρωγός αφενός μέσω πόρων, όπως για παράδειγμα, από το Ταμείο Επενδύσεων για την ψηφιοποίηση των μέσων, αφετέρου μέσω του συντονισμού των κρατών μελών για την ανταλλαγή καλών πρακτικών στη διαδικασία ψηφιοποίησης των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Τα σημεία αυτά πιστεύω προβάλλονται επαρκώς στη συγκεκριμένη έκθεση και για αυτόν το λόγο την υπερψήφισα.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα στην ψηφιακή εποχή: το μέλλον του διττού συστήματος, καθώς πιστεύω ότι ο ρόλος των δημόσιων τηλεοπτικών υπηρεσιών σε μια κοινωνία πολυμέσων πρέπει να λάβει υπόψη τη συγκέντρωση και την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας στον ψηφιακό κόσμο, την ποικιλομορφία του περιεχομένου των οπτικοακουστικών μέσων, και την εγγύηση της ανεξαρτησίας της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην κοινωνία της πληροφορίας.
Πράγματι, το διττό σύστημα ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, τα πλαίσια του οποίου τα ιδιωτικά και δημόσια μέσα ενημέρωσης παίζουν καθένα τον ρόλο του ανεξάρτητα από πολιτικές και οικονομικές πιέσεις, είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε πληροφορίες ανώτατης ποιότητας και την προώθηση της ίδιας της δημοκρατίας. Οι δημόσιες και οι ιδιωτικές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες έχουν καίριο ρόλο να διαδραματίσουν σε σχέση με την ευρωπαϊκή οπτικοακουστική παραγωγή, στην πολιτιστική πολυμορφία και ταυτότητα, στον πλουραλισμό, στην κοινωνική συνοχή, στην προώθηση των θεμελιωδών ελευθεριών και στη λειτουργία της δημοκρατίας.
Υποστηρίζω τις συστάσεις που διατυπώθηκαν, με έμφαση στο κίνητρο για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών και τη στενότερη συνεργασία μεταξύ εθνικών ρυθμιστικών αρχών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Ρυθμιστικών Αρχών (EPRA).
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να συγκεντρώσει η ΕΕ τους διάφορους παράγοντες και ενδιαφερόμενα μέρη στον τομέα των μέσων ενημέρωσης με σκοπό τη δημιουργία μιας υγιούς και οικονομικά βιώσιμης βιομηχανίας. Οι ταχείες αλλαγές στα μέσα ενημέρωσης, ιδίως στα ψηφιακά μέσα, θα καταστήσουν απαραίτητη την εξεύρεση νέων λύσεων και θα οδηγήσουν αναπόφευκτα στον ορισμό μιας «νέας οικολογίας των μέσων ενημέρωσης».
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες είναι ένας ιδιαίτερος τομέας. Επηρεάζουν τις αξίες και τις γνώμες των πολιτών και συνεχίζουν να αποτελούν τη βασική πηγή ενημέρωσης για την πλειονότητα των πολιτών της ΕΕ. Συνεπώς, έχουν ιδιαίτερη σημασία για την προστασία και την προώθηση θεμελιωδών αξιών και της δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής συνοχής. Όπως επισημαίνει η οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, το οπτικοακουστικό πεδίο στην ΕΕ χαρακτηρίζεται από το αποκληθέν «διττό σύστημα». Η συνύπαρξη δημόσιων και εμπορικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών έχει εξασφαλίσει ευρύ φάσμα προγραμμάτων. Συμβάλλει επίσης στον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης, στην πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία, στον εκδοτικό ανταγωνισμό (από απόψεως ποιότητας και ποικιλομορφίας περιεχομένου), καθώς και στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτό επιτυγχάνεται εν μέρει μέσω μιας ισχυρής, βιώσιμης δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας με επαρκή χρηματοδότηση. Σε ένα διττό σύστημα που λειτουργεί καλά, οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί μπορούν να αυξήσουν το επίπεδο της αγοράς.
Marie-Thérèse Sanchez-Schmid (PPE), γραπτώς. – (FR) Οι ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες βρίσκονται εν μέσω τεχνολογικών ανακατατάξεων: η ψηφιοποίηση του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης και της προσβασιμότητας σε αυτό, χάρη στο διαδίκτυο, έχουν φέρει επανάσταση στο σύνηθες σκηνικό των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Τη δεκαετία του 1970, εμπορικοί και ιδιωτικοί παράγοντες πάσχιζαν να αποκτήσουν ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες απέναντι σε κρατικά μονοπώλια. Σήμερα, ο μεγάλος αριθμός των δυνατοτήτων που διατίθενται στους καταναλωτές όσον αφορά την πρόσβαση στο περιεχόμενο των πολυμέσων συνεπάγεται ότι πρέπει να καθορίσουμε την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών μέσων. Τι υποστηρίζουμε σε αυτήν την έκθεση; Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία, δεδομένης της συγκέντρωσης της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης και του εμπορικού ανταγωνισμού, προκειμένου η εν λόγω υπηρεσία να συνεισφέρει, χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις, στη διατήρηση ενός δημόσιου χώρου που παρέχει υψηλής ποιότητας προγράμματα και αντικειμενική ενημέρωση. Ζητούμε από τα κράτη μέλη να παράσχουν επαρκείς πόρους για να υποστηρίξουν την ψηφιοποίηση της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας και, πάνω από όλα, για να καταπολεμήσουν το επικίνδυνο ψηφιακό χάσμα.
Είτε βρίσκονται σε αγροτικές ή αστικές περιοχές, και είτε πρόκειται για φτωχούς ή πλούσιους, όλοι οι πολίτες πρέπει να έχουν ισότιμη και υψηλής ποιότητας πρόσβαση στη δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη τις ανισότητες των εσόδων μεταξύ γιγάντων όπως η Google και των ιστοτόπων που προβάλλουν, πρέπει να σκεφτούμε το ενδεχόμενο οι μηχανές αναζήτησης να συνεισφέρουν περισσότερο στη χρηματοδότηση της δημιουργίας περιεχομένου.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αριθ. 1325 για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια δεν είναι το πρώτο ψήφισμα που εγκρίνει το Συμβούλιο επί των θεμάτων αυτών. Ωστόσο, πρέπει να εκληφθεί ως θεμελιώδης στιγμή για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου, καθώς λαμβάνονται πλέον υπόψη οι γυναίκες στις επιχειρήσεις ασφάλειας και διατήρησης της ειρήνης. Ενόψει του εορτασμού της 10ης επετείου από την έγκριση του κειμένου, η οποία συμπίπτει με την παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών, οι συνάδελφοι βουλευτές και εγώ προσπαθήσαμε να εκφράσουμε τη δέσμευση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την προώθηση των στόχων που αναφέρονται στο ψήφισμα, πρωτίστως μέσω δράσεων που θα αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέσω της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας της ΕΕ, της νέας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, και σε συνεργασία με άλλους διεθνείς οργανισμούς στρατηγικής συνεργασίας, επιθυμούμε να βελτιώσουμε την κατάσταση των γυναικών σε περιοχές σοβαρών συρράξεων.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, διότι πρέπει να εστιαστεί ιδιαίτερη προσοχή στην ασφάλεια των γυναικών κατά τη δράση ειρηνευτικών αποστολών και κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων. Θα ήθελα να τονίσω την ανάγκη για συνεχή αναθεώρηση της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου κατά την περίοδο χάραξης μιας συνεκτικής εθνικής στρατηγικής για τα δικαιώματα του ανθρώπου και την αξιολόγηση των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για τη βία κατά των γυναικών και κοριτσιών και των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για τα παιδιά και τις ένοπλες συρράξεις, καθώς και την καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων σε βάρος τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι, ως μέρος ευρείας και συστηματικής πρακτικής, ο βιασμός και η σεξουαλική δουλεία αναγνωρίζονται σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου.
Επιπλέον, ο βιασμός αναγνωρίζεται επίσης προς το παρόν ως στοιχείο του εγκλήματος της γενοκτονίας όταν διαπράττεται με την πρόθεση να καταστραφεί, είτε συνολικά είτε εν μέρει, μια ομάδα στόχου. Κατά συνέπεια, η ΕΕ πρέπει να αναλάβει συγκεκριμένη δράση για να τεθεί τέρμα στην ατιμωρησία δραστών σεξουαλικής βίας κατά γυναικών και παιδιών. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί κώδικας συμπεριφοράς για το προσωπικό της ΕΕ που υπηρετεί σε στρατιωτικές και πολιτικές αποστολές που να χαρακτηρίζει τη σεξουαλική εκμετάλλευση ως αδικαιολόγητη και εγκληματική συμπεριφορά.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι γυναίκες, η ειρήνη και η ασφάλεια είναι ζητήματα στα οποία πρέπει να δοθεί μέγιστη προσοχή. Η 10η επέτειος από την έγκριση του ψηφίσματος αριθ. 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών είναι μια ευκαιρία να σημειωθεί πρόοδος σε αυτούς τους τομείς, όπως και όλες οι προσεχείς αναθεωρήσεις των πολιτικών της ΕΕ, ιδίως για τα δικαιώματα του ανθρώπου και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, τη χρήση παιδιών σε ένοπλες συρράξεις και την εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης. Επιπλέον, άλλη μια πτυχή που θεωρώ σημαντική σε αυτήν την έκθεση είναι ότι ζητεί την προώθηση της συμμετοχής των γυναικών σε διαδικασίες που σχετίζονται με τη συμφιλίωση, την οικοδόμηση της ειρήνης και την πρόληψη των συρράξεων, και αποτελεί άλλον έναν λόγο για τον οποίο την υπερψήφισα.
David Casa (PPE), γραπτώς. – (EN) H μεταχείριση και η ασφάλεια των γυναικών και των παιδιών σε περιοχές ένοπλων συρράξεων γύρω από την ΕΕ είναι ένα ζήτημα που προκαλεί αυξανόμενη ανησυχία. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να περιοριστούν οι συνέπειες που προκύπτουν από αυτήν την κατάσταση στις συγκεκριμένες περιοχές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να υποστηρίξω την πρόταση ψηφίσματος.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα κατά του κοινού ψηφίσματος σχετικά με τη δέκατη επέτειο του Ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ 1325 για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια γιατί έχει μια στρεβλή λογική για την ισότητα των φύλων. Κατά την άποψή μου, η ισότητα δεν επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή των γυναικών σε μιλιταριστικούς οργανισμούς ή διεθνείς αστυνομικές δυνάμεις. Επίσης, η ασφάλεια των γυναικών, όπως την εννοεί το Ψήφισμα 1325 του ΟΗΕ, δεν διασφαλίζεται με στρατιωτικές επεμβάσεις αλλά με τη διαρκή εργασία για πρόληψη των συγκρούσεων με πολιτικά και ειρηνικά μέσα. Αντιθέτως, στο συγκεκριμένο Ψήφισμα, ζητείται η «απασχόληση περισσοτέρων γυναικών στην αστυνομία, το στρατό» και «να διορίσει η ΕΕ περισσότερες γυναίκες αξιωματικούς και οπλίτες στις αποστολές ΚΠΑΑ». Επίσης, ψήφισα «κατά» και για τον επιπλέον λόγο ότι δεν υπερψηφίστηκαν οι τροπολογίες που είχαν κατατεθεί από την ευρωομάδα της Αριστεράς, οι οποίες αφαιρούσαν τις εν λόγω διατυπώσεις, καθώς και αυτές που αφορούν την επιπλέον συμμετοχή γυναικών στη EUPOL και την EUSEC και την ενίσχυση της παρουσίας τους στη Δημοκρατία του Κονγκό.
Carlos Coelho (PPE), γραπτώς. – (PT) Εορτάζουμε επί του παρόντος τη 10η επέτειο από την έγκριση αυτού του πρώτου ψηφίσματος των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τον μοναδικό και δυσανάλογο αντίκτυπο των ένοπλων συρράξεων στις γυναίκες. Ελπίζω ότι η ΕΕ θα αξιοποιήσει στο έπακρο αυτήν την ευκαιρία για να στείλει ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα και να ενισχύσει τις προσπάθειες εφαρμογής του ψηφίσματος, είτε μέσω πολιτικών κατευθυντήριων γραμμών είτε μέσω αύξησης των χρηματοδοτικών πόρων. Ελπίζω ακόμη ότι η προσεχής αναθεώρηση της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου θα οδηγήσει στη χάραξη μιας συνεκτικής στρατηγικής όσον αφορά τα δικαιώματα του ανθρώπου, καθώς και σε αξιολόγηση των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για τη βία κατά των γυναικών και κοριτσιών και για την κατάσταση των παιδιών σε ένοπλες συρράξεις, με σκοπό την καταπολέμηση όλων των μορφών βίας και διακρίσεων.
Πιστεύω ότι η σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης θα συμβάλει στην καλύτερη εφαρμογή αυτών των ψηφισμάτων, ενώ πρέπει επίσης να υπογραμμίσει τον ρόλο της ΕΕ στον συγκεκριμένο τομέα. Θα ήθελα να συγχαρώ τα 10 κράτη μέλη, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η Πορτογαλία, τα οποία έχουν ήδη εγκρίνει εθνικά σχέδια δράσης για την εφαρμογή αυτού του ψηφίσματος, και ελπίζω ότι τα υπόλοιπα κράτη μέλη θα ακολουθήσουν το παράδειγμά τους το συντομότερο δυνατόν.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Μου προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ενδιαφέρθηκε για πρώτη φορά για τη συγκεκριμένη κατάσταση των γυναικών σε εμπόλεμες ζώνες μόλις πριν από 10 έτη. Εντούτοις, πρέπει να κάνουμε έναν απολογισμό των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν και να συνεχίσουμε στην ίδια κατεύθυνση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αρκετά ευαίσθητη για να λάβει υπόψη αυτά τα ζητήματα. Συγκεκριμένα, είναι καιρός να πάμε ένα βήμα παρακάτω και να αναγνωρίσουμε ότι, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες βιώνουν διάφορα τραύματα και συγκεκριμένες καταστάσεις και περιορισμούς πολύ πιο έντονα από τους άνδρες. Κατά συνέπεια, στηρίζω πλήρως αυτό το ψήφισμα, γιατί όλοι όσοι έχουν ως στόχο να φέρουν την ειρήνη στις ζώνες σύρραξης πρέπει πρώτα να βρουν γαλήνη σε προσωπικό επίπεδο. Προς τον σκοπό αυτόν, η διαφοροποίηση του στόχου είναι ο καλύτερος τρόπος για την αποδοτικότερη χρήση των πόρων, έναν στόχο που πρέπει να επιδιώξουμε, ιδίως εάν έχει ως αποτέλεσμα ένα ειλικρινές και ευγενικό χαμόγελο μιας γυναίκας.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Δυστυχώς, όλες οι δυναμικές προσπάθειες που έχουν αναληφθεί –τα ψηφίσματα και τα εθνικά και διεθνή σχέδια για τη βελτίωση του επιπέδου προστασίας των γυναικών σε ζώνες σύρραξης– δεν μπόρεσαν να εξαλείψουν αυτό το βάρβαρο όπλο το οποίο χρησιμοποιείται συχνά στους σύγχρονους πολέμους: τη σεξουαλική βία. Αντιθέτως, η ατιμωρησία προσφέρει τις συνθήκες που ευνοούν την εξάπλωση αυτής της πρακτικής, η οποία είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με τις αξίες μας.
Έχω επανειλημμένα καταγγείλει, μαζί με άλλους, τους μαζικούς βιασμούς που διαπράττονται στο Κονγκό, στη Λιβερία και σε άλλες εμπόλεμες ζώνες, ιδίως στην Αφρική. Το σοβαρότερο πρόβλημα είναι ότι έχουν αναφερθεί περιστατικά σχετικά με τη διάπραξη θηριωδιών δυο βήματα μακριά από τις βάσεις των δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών. Οι χιλιάδες γυναίκες που πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και βίας είναι επίσης καταδικασμένες να φέρουν στο μέλλον το κοινωνικό στίγμα και το βάρος φοβερών ασθενειών όπως ο HIV. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εντείνει τη δράση της για να καταπολεμήσει αυτές τις σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Πολιτειών να είναι κάτι περισσότερο από ένα κομμάτι χαρτί.
Η 25η Νοεμβρίου, παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών, πρέπει επίσης να μας υπενθυμίζει ότι οι γυναίκες είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας –η συχνότητα της οποίας είναι ανησυχητική–, βιασμού μέσα στον γάμο, σεξουαλικής παρενόχλησης και εμπορίας ανθρώπων.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Όταν σκεφτόμαστε ένοπλες συγκρούσεις και τα πλέον παραδοσιακά σενάρια πολέμου, φανταζόμαστε τους άνδρες ως τα βασικά θύματα. Δυστυχώς, ωστόσο, είναι γεγονός ότι οπουδήποτε στον κόσμο όπου υπάρχουν ένοπλες συρράξεις και όπου απειλείται η ειρήνη, οι γυναίκες και τα παιδιά είναι συχνά τα πρώτα και τα περισσότερα, αν και σιωπηλά, θύματα. Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν αμέτρητες απειλές, είτε από βάρβαρα έθιμα που παραβιάζουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο πολέμων και συρράξεων, είτε στο πλαίσιο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά σημαντικό να μην ξεχνά η Ευρώπη τις γυναίκες που υφίστανται καθημερινά παραβιάσεις των βασικότερων δικαιωμάτων τους, όπως της ζωής και της σωματικής υγείας, τις γυναίκες που καταδικάζονται σε θάνατο διά λιθοβολισμού, τις γυναίκες στις οποίες δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στην εκπαίδευση, τις γυναίκες που αναγκάζονται να τραπούν σε φυγή και να ζουν ως πρόσφυγες για να μπορέσουν να ασκήσουν την ελευθερία που ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων παρέχει σε όλους μας, και τις γυναίκες που υφίστανται διακρίσεις αποκλειστικά και μόνο λόγω του φύλου τους. Στην ουσία, είναι εξαιρετικά σημαντικό η Ευρώπη να μην ξεχνά ή να μην γυρνά την πλάτη της σε όλες τις γυναίκες που δεν έχουν ήδη διασφαλίσει ένα μέλλον ελευθερίας και ελπίδας.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Η βία κατά των γυναικών σε περιοχές συγκρούσεων είναι συχνά μια επέκταση των διακρίσεων λόγω φύλου που δυστυχώς υφίστανται και εν καιρώ ειρήνης. Υπερψήφισα τη συγκεκριμένη έκθεση καθώς συμφωνώ με την ανάγκη διάθεσης χρηματοπιστωτικών και ανθρώπινων πόρων με σκοπό τη συμμετοχή των γυναικών και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας. Θα ήθελα να υπογραμμίσω την ανάγκη να καθιερωθούν κατάλληλες διαδικασίες δημόσιων καταγγελιών στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (ΚΠΑΑ) που στοχεύουν να διευκολύνουν, συγκεκριμένα, την καταδίκη της σεξουαλικής βίας και της άσκησης βίας λόγω φύλου, και να ζητηθεί από την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής να συμπεριλάβει λεπτομερείς πληροφορίες για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια στην εξάμηνη αξιολόγηση των αποστολών ΚΠΑΑ.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Καταψηφίσαμε το παρόν ψήφισμα, διότι κρίνουμε ανεπαρκή την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στις μη στρατιωτικές και στρατιωτικές αποστολές. Το πρόβλημα των διακρίσεων κατά των γυναικών δεν πρόκειται να επιλυθεί και οι πόλεμοι δεν πρόκειται να μειωθούν απλά και μόνο μέσω της συμμετοχής περισσότερων γυναικών σε στρατιωτικές αποστολές με σκοπό την επέμβαση σε πολέμους και κατεχόμενα εδάφη, όπως στο Ιράν και το Αφγανιστάν. Μας το αποδεικνύει η πραγματικότητα.
Πιστεύουμε ότι οι στρατιωτικές παρεμβάσεις δεν συμβάλλουν στην προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών, αλλά, αντιθέτως, αυξάνουν τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων αυτών. Μόνο η πρόληψη των συγκρούσεων και η εφαρμογή μη στρατιωτικών μέτρων σε καταστάσεις σύρραξης μπορούν να εκπληρώσουν την υπόσχεση που δόθηκε στο ψήφισμα αριθ. 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Κατά συνέπεια, εκφράζουμε την απογοήτευσή μας για το γεγονός ότι οι προτάσεις τροπολογιών που καταθέσαμε δεν εγκρίθηκαν.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Σήμερα είναι 25 Νοεμβρίου, «Παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών». Με τη σημερινή ψηφοφορία επί της κοινής πρότασης ψηφίσματος σχετικά με τη 10η επέτειο από την έγκριση του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αριθ. 1325 (2000) για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, επιθυμούμε να δώσουμε ένα απτό δείγμα της δέσμευσής μας ως βουλευτές του ΕΚ αλλά, πρωτίστως, ως ευρωπαίοι πολίτες. Είναι ορθό να τιμήσουμε αυτήν τη 10η επέτειο, ώστε να μην ξεχνάμε ότι το 80% των θυμάτων πολέμου είναι πολίτες, κατά κύριο λόγο, γυναίκες και παιδιά. Το θέμα των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της επέκτασης της προστασίας τους πρέπει να κατέχει πάντα κεντρικό ρόλο στις ευρωπαϊκές συζητήσεις, ώστε να μπορούμε να αναπτύξουμε κοινές και αποτελεσματικές στρατηγικές για την προστασία των γυναικών και των παιδιών εξίσου. Ολοένα και πιο συχνά βλέπουμε να διαπράττονται πράξεις βίας κατά αυτών των ομάδων του πληθυσμού, αλλά παράλληλα με την προσπάθειά μας να εξασφαλίσουμε ότι οι δράστες αυτών των εγκλημάτων καλούνται να λογοδοτήσουν προσωπικά, μετά την παρέμβαση των δικαστικών αρχών, πρέπει επίσης να εφαρμόζουμε συγκεκριμένους απαραίτητους όρους προκειμένου να διασφαλίζουμε ότι το φαινόμενο περιορίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο, με σκοπό την πρόληψη των συρράξεων και τη συνεισφορά στην ανοικοδόμηση περιοχών που έχουν πληγεί από αυτές.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα, το οποίο ζητεί να διατεθούν ειδικοί και σημαντικοί χρηματοπιστωτικοί, ανθρώπινοι και οργανωτικοί πόροι για τη συμμετοχή των γυναικών και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας· ακόμη, ζητεί να συμμετέχουν περισσότερες γυναίκες σε αστυνομικές, στρατιωτικές αποστολές καθώς και στις αποστολές για το κράτος δικαίου και στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις, στις διπλωματικές αποστολές και τις προσπάθειες οικοδόμησης της δημοκρατίας, και καλεί τα κράτη μέλη να προωθούν ενεργά τη συμμετοχή των γυναικών στις διμερείς και πολυμερείς σχέσεις τους με κράτη και οργανισμούς εκτός της ΕΕ.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Παρά το γεγονός ότι εορτάζουμε τη 10η επέτειο από την έγκριση του ψηφίσματος αριθ. 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, πολλά είναι αυτά που πρέπει ακόμη να γίνουν στον συγκεκριμένο τομέα, ιδίως όσον αφορά τη βία κατά των γυναικών, τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τη χρήση παιδιών σε ένοπλες συρράξεις και την καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων σε βάρος τους. Είναι καιρός να ενώσουμε όλοι τις προσπάθειές μας για να διασφαλίσουμε ότι θα επιτύχουμε αυτόν τον στόχο.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Ενώ συμφωνώ με πολλά από τα σημεία που περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο ψήφισμα, ιδίως την ανάγκη να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά την επικέντρωση στη διάσταση του φύλου στο πλαίσιο της αναπτυξιακής συνεργασίας, το καταψήφισα καθώς αντιτίθεμαι στην αύξηση του αριθμού των αστυνομικών ή των στρατιωτών, είτε πρόκειται για άνδρες είτε πρόκειται για γυναίκες, λόγω του γεγονότος ότι αυτό εντείνει το κύμα στρατιωτικοποίησης στην ΕΕ. Το ψήφισμα «τονίζει πόσο σημαντικό είναι να διορίζει η ΕΕ γυναικείες αστυνομικές δυνάμεις και γυναίκες στρατιώτες σε αποστολές της ΚΠΑΑ», κάτι που έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι η Ομάδα μου υποστηρίζει την αποστρατιωτικοποίηση της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας. Επιπλέον, στο ψήφισμα γίνονται συνεχείς αναφορές στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, σχετικά με την οποία έχω εκφράσει επανειλημμένα την αντίθεσή μου καθώς αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα στην κλιμάκωση της στρατιωτικοποίησης της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής.
Louis Michel (ALDE), γραπτώς. – (FR) Παρά το γεγονός ότι το ψήφισμα αριθ. 1325 της 31ης Οκτωβρίου 2000 καταδεικνύει ότι τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών αναγνωρίζουν τον αντίκτυπο των ένοπλων συρράξεων στις γυναίκες, τη βία που υφίστανται σε περίοδο πολέμου και τον σημαντικό ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν τα ίδια στην πρόληψη και την επίλυση των συγκρούσεων, η 10η επέτειος από την έγκριση του ψηφίσματος, την οποία εορτάζουμε σήμερα, είναι επίσης μια ευκαιρία να κάνουμε έναν απολογισμό. Εν προκειμένω, μπορούμε να αναφέρουμε τα ψηφίσματα αριθ. 1820 (2008) και 1888 (2009), τα οποία για πρώτη φορά αναγνώρισαν ρητά τη χρήση της σεξουαλικής βίας ως τακτικής πολέμου, κάτι το οποίο απαιτεί συγκεκριμένες απαντήσεις στον τομέα της πολιτικής και της ασφάλειας.
Μπορούμε επίσης να αναφέρουμε τον διορισμό της κ. Wallström στη θέση της ειδικής εκπροσώπου για θέματα «σεξουαλικής βίας που πλήττει γυναίκες και κορίτσια σε ένοπλες συρράξεις». Αξίζει να δώσουμε όλη μας την προσοχή σε αυτό το σοβαρό πρόβλημα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, ως συμπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης, επεδίωξα προσωπικά να βρίσκεται η κ. Wallström στο επίκεντρο των συζητήσεών μας κατά τη σύνοδο Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ που θα πραγματοποιηθεί στην Κινσάσα στις 2 Δεκεμβρίου.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Οι γυναίκες συνεχίζουν να υφίστανται διακρίσεις σε πολλές χώρες του κόσμου. Η βία κατά των γυναικών βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, και αυτό λαμβάνει ιδιαίτερα δραματικές διαστάσεις σε καταστάσεις σύρραξης. Μελέτες αποκαλύπτουν ότι οι γυναίκες σε περιοχές στις οποίες έχει ξεσπάσει κρίση και όπου υπάρχουν στρατιωτικές συγκρούσεις πέφτουν συχνά θύματα βιασμού ή/και σεξουαλικής δουλείας. Πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό στόχο η τιμωρία της σεξουαλικής βίας κατά γυναικών ως εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένου σε περιοχές ανά την υφήλιο που έχουν πληγεί από τον πόλεμο. Εξάλλου –και τα δυτικά κράτη φέρουν επίσης ευθύνη εν προκειμένω–, η σεξουαλική εκμετάλλευση αποτελεί αδικαιολόγητη και εγκληματική συμπεριφορά σε κάθε εποχή. Η έκθεση εξετάζει σημαντικά θέματα και, ως εκ τούτου, την υπερψήφισα.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Η βία κατά των γυναικών σε ζώνες σύρραξης αποτελεί συχνά επέκταση των διακρίσεων λόγω φύλου· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι φέτος η παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών συμπίπτει με τη 10η επέτειο από την έγκριση του ψηφίσματος αριθ. 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, το γεγονός αυτό θα μπορούσε ή/και θα έπρεπε να σηματοδοτήσει την έναρξη ενός ενισχυμένου προγράμματος εργασίας για την εφαρμογή του συγκεκριμένου ψηφίσματος, που δεν είναι δυνατόν να προωθηθεί χωρίς τις ενέργειες πολιτικής ηγεσίας στα ανώτατα επίπεδα και αυξημένους πόρους. Πιστεύω ότι αυτό το θέμα πρέπει να εξεταστεί δεόντως κατά την προσεχή αναθεώρηση της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου, μέσω της διάθεσης ειδικών χρηματοπιστωτικών, ανθρώπινων και οργανωτικών πόρων για τη συμμετοχή των γυναικών και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου. Θεωρώ ότι αυτή η περίσταση αποτελεί το σημείο εκκίνησης για στοχοθετημένη δράση με σκοπό την ενίσχυση, την ενδυνάμωση και την ανάπτυξη της ενσωμάτωσης των γυναικών. Το ζήτημα των γυναικών, της ειρήνης και της ασφάλειας πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σχεδιασμού και του προγραμματισμού των εξωτερικών χρηματοδοτικών μέσων για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη συνεργασία και την ανάπτυξη μεταξύ των λαών.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Έχουν περάσει 10 έτη από την έγκριση των ψηφισμάτων αριθ. 1325 (2000) και αριθ. 1820 (2008) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (UNSC) για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, ενώ έχει επίσης εγκριθεί το ψήφισμα αριθ. 1888 (2009) του UNSC για τη σεξουαλική βία κατά γυναικών και παιδιών σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης. Αυτά τα ψηφίσματα τονίζουν την ευθύνη όλων των κρατών να θέσουν τέρμα στην ατιμωρησία και να διώκουν τους υπαίτιους εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εγκλημάτων πολέμου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με πράξεις σεξουαλικής βίας και άλλα εγκλήματα κατά γυναικών και κοριτσιών.
Έχουν περάσει δέκα έτη από την έγκριση των προαναφερθέντων ψηφισμάτων και, όπως περιγράφεται στο ψήφισμα το οποίο υπερψήφισα, έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε. Η παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών, η οποία εορτάζεται στις 25 Νοεμβρίου, την ίδια ημερομηνία με την ψήφιση αυτού του ψηφίσματος, δεν αποτελεί μια απλή ημέρα όπως όλες οι άλλες, αλλά συνιστά έκκληση αφύπνισης απέναντι σε μια κατάσταση που εξακολουθεί να υφίσταται. Αυτά τα ζητήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν στο ανώτερο δυνατό επίπεδο και να παραμείνουν στην πολιτική ατζέντα μέχρι να εξαλειφθεί αυτή η μάστιγα που δεν γνωρίζει φυλή, θρησκεία ή ηλικία.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Το ψήφισμα 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, που εγκρίθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2000, ορίζει ότι, στο πέρας της ιστορίας, οι γυναίκες δεν έχουν συμμετάσχει στη διαδικασία εδραίωσης της ειρήνης και της σταθερότητας σε κανένα έθνος και ζητεί την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών σε κάθε επίπεδο, από την πρόληψη των συγκρούσεων έως την ανασυγκρότηση μετά από συγκρούσεις και τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας. Η 10η επέτειος από την έγκριση του ψηφίσματος πρέπει να σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας ατζέντας η οποία θα εισαχθεί και η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς πολιτική στήριξη στο υψηλότερο επίπεδο και τους απαραίτητους πόρους. Η ΕΕ πρέπει να προωθήσει ενεργά τον διορισμό όσο το δυνατόν περισσότερων γυναικών σε διοικητικές θέσεις με σκοπό τον συντονισμό και τη διασφάλιση συνεκτικότητας των πολιτικών και των δράσεων της ΕΕ και την παρακολούθηση της εκπλήρωσης των δεσμεύσεών της.
Η ΕΕ πρέπει να διορίσει τουλάχιστον πέντε γυναίκες σε διοικητικές θέσεις στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης και να συμμορφωθεί με την ισόρροπη παρουσία γυναικών και ανδρών όσον αφορά τους απασχολούμενους εμπειρογνώμονες. Την ίδια στιγμή, η ΕΥΕΔ απαιτεί την ίδρυση μιας οργανωτικής μονάδας η οποία θα είναι αρμόδια για ζητήματα φύλου, με τουλάχιστον μία θέση εργασίας πλήρους απασχόλησης σε κάθε γεωγραφικό τμήμα και αντιπροσωπεία της ΕΕ η οποία θα είναι αφιερωμένη σε πτυχές που αφορούν το φύλο, με αρμοδιότητα για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Ελπίζω η 10η επέτειος από την έγκριση του ψηφίσματος αριθ. 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών να σηματοδοτήσει την έναρξη ενός ενισχυμένου προγράμματος εργασίας για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων του εν λόγω ψηφίσματος σχετικά με τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Χαίρομαι για την έγκριση του ψηφίσματος αυτού. Επισημαίνει ότι η 10η επέτειος από την έγκριση του ψηφίσματος 1325 (2000) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ θα πρέπει να σηματοδοτεί την έναρξη ενός ενισχυμένου προγράμματος εργασίας για την εφαρμογή του ψηφίσματος 1325, που δεν είναι δυνατό να προωθηθεί χωρίς τις ενέργειες πολιτικής ηγεσίας στα ανώτατα επίπεδα και αύξηση των διαθέσιμων πόρων. Το ψήφισμα συνιστά μετ’ επιτάσεως το ζήτημα αυτό να αντιμετωπιστεί δεόντως κατά την τρέχουσα αναθεώρηση της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου, προκειμένου να καταρτιστεί συνολική εθνική στρατηγική για τα δικαιώματα του ανθρώπου και να αξιολογηθούν οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και των παιδιών και τη χρήση παιδιών σε ένοπλες συρράξεις και την καταπολέμηση κάθε μορφής διάκρισης εις βάρος τους· ζητεί επίσης να διατεθούν ειδικοί και συγκεκριμένοι χρηματοδοτικοί, ανθρώπινοι και οργανωτικοί πόροι για τη συμμετοχή των γυναικών και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας.
Charles Tannock (ECR), γραπτώς. – (EN) H Ομάδα ECR υποστηρίζει θερμά τα ίσα δικαιώματα και τις ίσες ευκαιρίες και την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου για όλες τις γυναίκες, όπως αναφέρεται στο ψήφισμα 1325 των Ηνωμένων Εθνών, υποστηρίζει σθεναρά τον ανεκτίμητο ρόλο των γυναικών στον τομέα της ειρήνης και της ασφάλειας και καταδικάζει τη βάρβαρη και αποτρόπαια μεταχείριση των γυναικών και των παιδιών σε ζώνες σύρραξης.
Ωστόσο, η Ομάδα ECR αντιτίθεται σταθερά στον καθορισμό ποσοστώσεων σχετικά με την παρουσία των γυναικών στους εθνικούς, περιφερειακούς και διεθνείς οργανισμούς, καθώς και στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ).
Marc Tarabella (S&D), γραπτώς. – (FR) Χαίρομαι ιδιαιτέρως για την έγκριση του συγκεκριμένου ψηφίσματος σχετικά με τη 10η επέτειο από την έγκριση του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αριθ. 1325 για τις γυναίκες, την ειρήνη και την ασφάλεια, η οποία, επιπλέον, λαμβάνει χώρα σε μία συμβολική ημερομηνία, στις 25 Νοεμβρίου, την παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών. Θα ήθελα να υπογραμμίσω την ανάγκη να προωθηθεί η συμμετοχή των γυναικών σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, ιδίως όσον αφορά τη συμφιλίωση, τη διαπραγμάτευση, την οικοδόμηση, την επιβολή και τη διατήρηση της ειρήνης, καθώς και την πρόληψη των συρράξεων. Είναι σημαντικό όλα τα παρόντα μέρη να λάβουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών, και μόνο μέσω της αυξημένης επιτόπου παρουσίας των γυναικών θα κατορθώσουμε να βελτιώσουμε την κατάσταση.
Επιπλέον, η προβολή της επιτόπου παρουσίας των γυναικών μάς δίνει τη δυνατότητα να αυξήσουμε την ενημέρωση των λαών για την απάνθρωπη φύση της χρήσης του βιασμού ως όπλου πολέμου, και ίσως να θέσουμε τέλος στην ατιμωρησία που απολαμβάνουν οι δράστες τέτοιων βιαιοτήτων.
Τέλος, αυτή η παρουσία θα μας επιτρέψει να οικοδομήσουμε αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των άμαχων θυμάτων των συρράξεων, που είναι κυρίως γυναίκες και παιδιά, και των φορέων που ασκούν επιτόπια δραστηριότητα.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα γιατί η θνησιμότητα των μελισσών αυξάνεται ενώ ο αριθμός των μελισσοκόμων μειώνεται. Αυτό αποτελεί πρόβλημα για τη γεωργία και τη βιοποικιλότητα, καθώς το 76% της παραγωγής τροφίμων και το 84% των φυτικών ειδών εξαρτάται από την επικονίαση από μέλισσες. Θα ήθελα να συστήσω τη διεξαγωγή περισσότερων ερευνών προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή καλύτερων λύσεων και η υποστήριξη μέτρων για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας και του μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αστάθειας. Η ζωή μιας εργάτριας μέλισσας είναι πολύ σύντομη και πολύ ευαίσθητη στις αλλαγές του περιβάλλοντος. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή μελιού έχει επίσης επηρεαστεί, όχι μόνο από την ολοένα πιο αβέβαιη διάρκεια και σταθερότητα των εποχών, αλλά και από την ολοένα μεγαλύτερη ζημία που προκαλούν εξωτερικές πηγές, όπως, μεταξύ άλλων, η χρήση παρασιτοκτόνων και τα ακάρεα. Ως εκ τούτου, τα τρέχοντα προγράμματα πρέπει να ενισχυθούν στο πλαίσιο της νέας κοινής γεωργικής πολιτικής, ώστε να μπορέσουμε να βρούμε αποτελεσματικότερες λύσεις σε αυτό το επίπεδο.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Το 2010 ανακηρύχθηκε ευρωπαϊκό έτος της βιοποικιλότητας, προκειμένου να επιστηθεί η προσοχή στις απειλές που δέχεται η βιοποικιλότητα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο τομέας της μελισσοκομίας, ο οποίος αποτελεί σημαντική πηγή απασχόλησης και εισοδήματος σε αγροτικές περιοχές, απειλείται επίσης λόγω της πρόσφατης αύξησης της θνησιμότητας των μελισσών και των νόσων των μελισσών. Υπερψήφισα αυτό το ψήφισμα, μέσω του οποίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να χρηματοδοτήσει ειδικές μελέτες για τη βελτίωση των γνώσεων και της κατανόησης που έχουμε για τους παράγοντες που προσβάλλουν την υγεία των μελισσών. Στο ψήφισμα διατυπώνεται η παρατήρηση ότι οι γενετικώς τροποποιημένοι οργανισμοί και η διάδοση των τοξινών διαμέσου της γύρης μπορεί να επηρεάζουν τις νόσους και τη θνησιμότητα των μελισσών. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι καλλιέργειες σιτηρών και οπωροκηπευτικών στην Ευρώπη εξαρτώνται από την επικονίαση από μέλισσες, αυτές οι καλλιέργειες και η γεωργία γενικότερα αντιμετωπίζουν τεράστιο κίνδυνο από ποικίλες νόσους. Πιστεύω ότι, αντιμέτωπη με αυτήν την αβεβαιότητα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει επειγόντως να διεξαγάγει ανεξάρτητες έρευνες για την εκτίμηση των επιπτώσεων των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και της διάδοσης των τοξινών διαμέσου της γύρης επί του περιβάλλοντος και επί συγκεκριμένων ειδών, και να μεριμνήσει ώστε να δημοσιοποιούνται τα στοιχεία αυτά.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι μέλισσες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικολογική ισορροπία, και ο αφανισμός τους έχει σοβαρές επιπτώσεις στην τροφική αλυσίδα. Αυτή η έκθεση θεωρεί αναγκαίο να προωθηθεί και να βελτιωθεί ο τομέας της μελισσοκομίας, ιδίως στο επίπεδο των στατιστικών στοιχείων για τις προβλέψεις παραγωγής μελιού, της βελτίωσης και της εναρμόνισης των προγραμμάτων εποπτείας και έρευνας, της θέσπισης σαφέστερων κανόνων για τη σήμανση προέλευσης του μελιού, της κατάρτισης μελισσοκομικών προγραμμάτων και των σχετικών νομοθετικών πράξεων, και της ανάπτυξης καινοτόμων και αποτελεσματικών μεθόδων αντιμετώπισης του ακάρεως τύπου Varroa.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η πολλαπλασιαστική επίδραση της επικονίασης, δηλαδή η αναλογία μεταξύ της οικονομικής αξίας της επικονίασης καθαυτής και της αξίας της παραγωγής μελιού ως αποτέλεσμά της, οδηγεί σε εξαιρετικά αποτελέσματα από οικονομικής πλευράς.
Κατά συνέπεια, σε μια εποχή κατά την οποία αναζητείται κάθε δυνατό είδος αποδοτικότητας, δεν φαίνεται λογικό να εγκαταλείψουμε τη δραστηριότητα όταν η αναλογία κόστους/οφέλους αποδεικνύει πόσο ανόητη είναι αυτή η απόφαση. Καθόσον δεν πρόκειται να εντοπίσουμε τους λόγους σε οικονομικούς παράγοντες, αλλά στις εξωτερικές συνθήκες, φρονώ ότι η έκθεση της Επιτροπής είναι επιτυχής, διότι προβλέπει τη σύγκριση όλων των παραγόντων που επιδρούν επί του παρόντος ανασταλτικά στη μελισσοκομία.
Πιστεύω επίσης ότι αξίζει να ενθαρρυνθεί αυτή η δραστηριότητα μέσω συμπληρωματικών μέτρων, και ότι κάθε επιστημονική συμβολή εν προκειμένω πρέπει να επικροτείται.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Πιστεύω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αναπροσαρμόσει ως προς την έκτασή της και τη χρηματοδότησή της την ευρωπαϊκή κτηνιατρική πολιτική ώστε να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των μελισσών και της μελισσοκομίας, με σκοπό να διασφαλισθούν ο αποτελεσματικότερος έλεγχος των ασθενειών των μελισσών καθώς και η διαθεσιμότητα αποτελεσματικών και τυποποιημένων κτηνιατρικών φαρμάκων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνεργασία με τις ενώσεις μελισσοκόμων.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Παρατηρείται σημαντική αστάθεια τιμών στην ευρωπαϊκή αγορά μελιού, καθώς το 40% της αγοράς αυτής εξαρτάται επί του παρόντος από τις εισαγωγές, με αποτέλεσμα οι μελισσοκόμοι σε ολόκληρη την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των πορτογάλων μελισσοκόμων, να βρίσκονται σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα έναντι του μελιού από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία, υπάρχουν 17.291 μελισσοκόμοι στην Πορτογαλία, με 38.203 μελισσοκομεία και 562.557 μελίσσια. Η παραγωγή το 2009 ανήλθε σε 6.654 τόνους μελιού και 235 τόνους κεριού, παραγωγή που αντιστοιχεί στο 1,9% της παραγωγής μελιού στην Ευρώπη, η οποία ανήλθε στους 351.000 τόνους. Οι δραστηριότητες των μελισσών και της μελισσοκομίας είναι καίριας σημασίας για τη διατήρηση των οικοσυστημάτων, την οικολογική ισορροπία της χλωρίδας και την προστασία της βιοποικιλότητας, ενώ ταυτόχρονα πρόκειται, από οικονομικής πλευράς, για μια δραστηριότητα που είναι λογικό η Ευρώπη να την προστατεύσει και να την ενθαρρύνει, ώστε να μειωθεί η εξάρτησή της από τις εισαγωγές.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι μέλισσες είναι σημαντικές για την επικονίαση των καλλιεργειών, τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλουν στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Συνεπώς, είναι λυπηρό το γεγονός ότι μειώνεται ο αριθμός των μελισσιών, και χρειαζόμαστε επιστημονικά δεδομένα τα οποία θα μας επιτρέψουν να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς που συμβάλλουν στην εξάπλωση αυτού του είδους και να αναπτύξουμε τρόπους για τη διασφάλιση της διατήρησής τους. Πιστεύω ότι είναι ζωτικής σημασίας να επικεντρωθούμε στο ευρωπαϊκό μέλι, το οποίο αντικαθίσταται σταδιακά από άλλες ποικιλίες κατώτερης ποιότητας που δεν πληρούν τα κριτήρια παραγωγής που ισχύουν στην ΕΕ.
Lorenzo Fontana (EFD), γραπτώς. – (IT) Η μελισσοκομία συγκαταλέγεται στα γεωργικά μοντέλα με τις λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, και, ως εκ τούτου, αυτή η δραστηριότητα είναι ιδιαίτερα ενδεδειγμένη για προστατευόμενες περιοχές. Η μελισσοκομία είναι διαδεδομένη στην περιοχή μου, και αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα διαχείρισης της γης, καθώς και σύμβολο ιστορίας, παράδοσης και τοπικής ταυτότητας. Επί πολλά έτη, η μελισσοκομία στο Veneto παράγει προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας και συμβάλλει στη διατήρηση των πλέον μειονεκτουσών περιοχών. Ωστόσο, ο τομέας δεν μπορεί να συνεχίσει να παράγει παρόμοια αποτελέσματα εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συμβάλλει στη χρηματοδότησή του, σε συνεργασία με τις εθνικές, τις περιφερειακές και τις τοπικές αρχές. Όπως αναφέρεται στην πρόταση ψηφίσματος, είναι σημαντικό να παρασχεθούν κίνητρα για έρευνες σχετικά με την καταπολέμηση των νόσων των μελισσών και να στηριχθούν οι παραγωγοί της ΕΕ όσον αφορά τον ανταγωνισμό που καλούνται να αντιμετωπίσουν έναντι τρίτων χωρών, μετά το άνοιγμα της αγοράς της ΕΕ σε εισαγόμενο μέλι. Ως εκ τούτου, θα υπερψηφίσω αυτήν την πρόταση ψηφίσματος.
Juozas Imbrasas (EFD), γραπτώς. – (LT) Συμφωνώ με τη συγκεκριμένη έκθεση, καθώς ο τομέας της μελισσοκομίας διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στην κοινωνία, παρέχοντας μια δημόσια υπηρεσία περιβαλλοντικής αξίας. Σήμερα, παρατηρείται ανησυχητική μείωση του αριθμού των εντόμων επικονίασης και, μεταξύ αυτών, και των μελισσών μελιού. Εξάλλου, το 84% των φυτικών ειδών και το 76% της παραγωγής τροφίμων στην Ευρώπη εξαρτάται από την επικονίαση από μέλισσες, η οικονομική σημασία της οποίας είναι πολύ μεγαλύτερη από την αξία του παραγόμενου μελιού. Το 40% της ευρωπαϊκής αγοράς μελιού εξαρτάται από τις εισαγωγές και το άνοιγμα, κατά το παρελθόν, της αγοράς της ΕΕ απέναντι στο μέλι προέλευσης τρίτων χωρών έχει δημιουργήσει ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τους μελισσοκόμους σε ολόκληρη την ΕΕ. Ως εκ τούτου, πρέπει να υποστηρίξουμε τη μελλοντική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής μελισσοκομίας, συνεισφέροντας στη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας. Είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε μια συνολική και αειφόρο θεώρηση συμπεριλαμβανομένων πτυχών όπως η ανάπτυξη της υπαίθρου, η κλιματική αλλαγή και η βιοποικιλότητα, και ειδικότερα μέσω της προώθησης μέτρων για τη διατήρηση και αύξηση των εκτάσεων με άνθη. Είναι επίσης σημαντικό να υποστηριχθεί ο κλάδος της ευρωπαϊκής μελισσοκομίας με πιο ευρύ και συνεκτικό τρόπο, χρησιμοποιώντας και πρόσθετους μηχανισμούς στο πλαίσιο της μελλοντικής ΚΓΠ, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την ενίσχυση της βιοποικιλότητας, τη μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, τη διαφύλαξη μιας κληρονομιάς αποτελούμενης από εθνικές παραδόσεις και πολιτισμούς που προσφέρουν απασχόληση σε μεγάλο αριθμό ευρωπαϊκών οικογενειών, και τη διαφύλαξη και βελτίωση της ποιότητας και την καλή λειτουργία της αγοράς μελισσοκομικών προϊόντων.
Peter Jahr (PPE), γραπτώς. – (DE) Οι μέλισσες είναι πολύ σημαντικά όντα, καθώς χωρίς αυτές δεν θα υπήρχε η επικονίαση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον η αύξηση του αριθμού των αναφορών που κάνουν λόγο για μείωση του αριθμού των μελισσιών είναι εξαιρετικά λυπηρό γεγονός και απαιτεί επείγουσα διερεύνηση. Αυτό αφορά ιδιαιτέρως τον γεωργικό κλάδο, καθώς ο εν λόγω κλάδος εξαρτάται σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό από το πολύτιμο έργο των μελισσών. Δυστυχώς, είναι εμφανές ότι ο βιομηχανισμός και ο σύγχρονος τρόπος ζωής καθιστούν δυσκολότερη την επιβίωση αυτών των ευεργετικών εντόμων. Σενάρια όπως ο μαζικός αφανισμός των μελισσών εξαιτίας των ακάρεων Varroa, η ανεξήγητη εξαφάνιση μελισσών στις ΗΠΑ και οι απειλές που δέχονται οι μέλισσες από την ηλεκτρομαγνητική ρύπανση και την εσφαλμένη επεξεργασία σπόρων δεν είναι δυστυχώς μεμονωμένα περιστατικά. Για τον λόγο αυτόν, επικροτώ το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο συμφώνησε σήμερα να στηρίξει τον τομέα της μελισσοκομίας στο μέλλον. Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε στην έρευνα σχετικά με τους πληθυσμούς μελισσών.
Χωρίς ακριβή επιστημονικά δεδομένα, δεν θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε προβλήματα και να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε και να αποτρέψουμε τη μείωση των μελισσιών, ώστε να συνεχίσουμε να αποκομίζουμε οφέλη από τον σημαντικό, πολύπλευρο ρόλο των μελισσών.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Η μελισσοκομία είναι εξαιρετικά σημαντική για τη γεωργία, ιδίως για την επικονίαση, καθώς τα έσοδα από αροτραίες καλλιέργειες και τα φρούτα εξαρτώνται από την επικονίαση από μέλισσες. Οι συνεχείς θάνατοι μελισσών σε πολλές περιοχές είναι ακόμη πιο ανησυχητικοί και πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού. Ως εκ τούτου, υποστηρίζω το ψήφισμα, το οποίο ζητεί από την Επιτροπή να συμπεριληφθούν οι νόσοι των μελισσών στο πεδίο εφαρμογής της ευρωπαϊκής κτηνιατρικής πολιτικής και να καταρτιστεί σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση της θνησιμότητας των μελισσών. Ζητείται ακόμη από την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε η στήριξη προς τον μελισσοκομικό κλάδο να διατηρηθεί και να ενισχυθεί στη μετά το 2013 ΚΓΠ, διασφαλίζοντας τη συνέχεια του κλάδου. Το 40% της ευρωπαϊκής αγοράς μελιού εξαρτάται από τις εισαγωγές, εν μέρει λόγω του ανοίγματος της αγοράς της ΕΕ στο μέλι από τρίτες χώρες, και οι τιμές βρίσκονται στα όρια της οικονομικής αποδοτικότητας.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος σχετικά με τον τομέα της μελισσοκομίας, καθώς είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι θα δοθεί προσοχή σε έναν τομέα που προστατεύει τη βιοποικιλότητα και παράγει ένα πλήρες τρόφιμο όπως το μέλι. Έχοντας αυτόν τον ρόλο κατά νου, προβλέφθηκε να αυξηθούν οι ετήσιες ενισχύσεις προς τον εν λόγω τομέα στην Ευρώπη από 26 εκατομμύρια ευρώ που ήταν για την περίοδο 2008-2010 σε 32 εκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2011-2013. Αυτή η χρηματοδότηση θα στοχεύει συγκεκριμένα στην υποστήριξη του τομέα της μελισσοκομίας, συμπεριλαμβανομένου μέσω εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων για νέες μεθόδους καταπολέμησης του υψηλού ποσοστού θνησιμότητας των μελισσών, το οποίο έφτασε πρόσφατα σε ανησυχητικά επίπεδα. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί επαρκής διαφάνεια στη διανομή της βοήθειας και η αύξηση των πόρων προς τα κράτη που πραγματικά τους χρειάζονται. Ψήφισα υπέρ του να εφαρμοστεί το σύστημα έρευνας δεδομένων έως το 2012. Πρόκειται για ένα βήμα προς την κατεύθυνση της διαφάνειας, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η βοήθεια διανέμεται βάσει των αποτελεσμάτων έρευνας σχετικά με τις κυψέλες που υπάρχουν σε διάφορα κράτη μέλη και όχι βάσει κατ’ εκτίμηση δεδομένων. Θεώρησα ότι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό όσον αφορά τη εξασφάλιση αμεροληψίας σε σχέση με τις δημόσιες δαπάνες και την προστασία όσων πράγματι ασκούν μελισσοκομικές δραστηριότητες.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Το 2010, το Ευρωπαϊκό Έτος Βιοποικιλότητας, ο τομέας της μελισσοκομίας απειλείται σοβαρά σε ολόκληρο τον πλανήτη, με ρυθμό καταγραφόμενων απωλειών από 100 έως 1000 φορές ταχύτερο του συνηθισμένου. Ο τομέας αυτός διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στην κοινωνία, παρέχοντας μια δημόσια υπηρεσία περιβαλλοντικής αξίας και αποτελεί ένα πολύτιμο παράδειγμα «πράσινης απασχόλησης» (βελτίωση και διατήρηση της βιοποικιλότητας και της οικολογικής ισορροπίας και διατήρηση της χλωρίδας), και ένα υπόδειγμα αειφόρου παραγωγής σε αγροτικό περιβάλλον. Ως εκ τούτου, επικροτώ το ψήφισμα αυτό, το οποίο υποβάλει προτάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης στον τομέα της μελισσοκομίας.
Mario Mauro (PPE), γραπτώς. – (IT) Η ανησυχητική αύξηση της θνησιμότητας των μελισσών και η μείωση του αριθμού των μελισσοκόμων μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην παραγωγή τροφίμων στην Ευρώπη γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, η πλειονότητα των καλλιεργειών και των φυτών εξαρτάται από την επικονίαση.
Ως εκ τούτου, το Κοινοβούλιο πρέπει να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση να αυξήσει τη στήριξή της προς τον τομέα της μελισσοκομίας, ενόψει της αναθεώρησης της κοινής γεωργικής πολιτικής. Απαιτείται ισχυρή, συγκεκριμένη δράση για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος και την καταπολέμηση των δυσμένων επιπτώσεών του τόσο στον γεωργικό όσο και στον εμπορικό τομέα της οικονομίας μας.
Το σχέδιο δράσης που ζητήθηκε να καταρτιστεί στο ψήφισμα για την αντιμετώπιση της θνησιμότητας των μελισσών είναι το πρώτο μόνο από μια σειρά μέτρων που πρέπει να εγκριθούν. Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές στον μελισσοκομικό κλάδο, με το 40% του μελιού που καταναλώνουμε να είναι εισαγόμενο. Δεδομένης της σημασίας του τομέα της μελισσοκομίας, ο οποίος διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στην κοινωνία, παρέχοντας μια δημόσια υπηρεσία περιβαλλοντικής αξίας, και του γεγονότος ότι αυτή η δραστηριότητα είναι ένα πολύτιμο παράδειγμα «πράσινης απασχόλησης», βελτιώνοντας και διατηρώντας τη βιοποικιλότητα και την οικολογική ισορροπία και διατηρώντας τη χλωρίδα, και ένα υπόδειγμα αειφόρου παραγωγής σε αγροτικό περιβάλλον, είναι προς το συμφέρον όλων να την υποστηρίξουμε προκειμένου να διασφαλίσουμε την αειφόρο ανάπτυξή της και να περιορίσουμε την εξάρτησή μας από τρίτες χώρες. Και στη χώρα μου, αυτός ο τομέας πρέπει να υποστηριχθεί ώστε τα οφέλη του να μπορούν να γίνουν ορατά και από οικονομικής και από περιβαλλοντικής άποψης, και προκειμένου να αυηξηθεί η παραγωγή μελιού, η οποία, επί του παρόντος, αντιστοιχεί μόλις στο 1,9% της παραγωγής της ΕΕ.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Η στήριξή μου προς το ψήφισμα σχετικά με την κατάσταση στον τομέα της μελισσοκομίας οφείλεται στην ανησυχία μου για τη σοβαρή μείωση του αριθμού των μελισσών, οι οποίες είναι απαραίτητες και αναντικατάστατες λόγω του σημαντικού ρόλου τους όσον αφορά την επικονίαση, που μαζί με άλλα έντομα επικονίασης, επηρεάζει το 84% των φυτικών ειδών. Ως εκ τούτου, πιστεύω ότι η παροχή βοήθειας για να βελτιωθεί η κατάσταση στον τομέα αποτελεί υποχρέωση, δεδομένου ότι ο εν λόγω τομέας, όπως αναφέρει το ψήφισμα, «διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στην κοινωνία, παρέχοντας μια δημόσια υπηρεσία περιβαλλοντικής αξίας». Χαίρομαι επίσης για το γεγονός ότι το ψήφισμα ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα υποχρεωτικής διαβούλευσης των ευρωπαϊκών και εθνικών αρχών με τους μελισσοκόμους κατά την κατάρτιση μελισσοκομικών προγραμμάτων και των σχετικών νομοθετικών πράξεων, καθώς πιστεύω ότι αποτελεί ένα βήμα προόδου για τη βελτίωση της συμμετοχής του κοινού, και ένα δημοκρατικό βήμα προόδου. Υπερψήφισα επίσης την πρόταση ψηφίσματος επειδή συμφωνώ με την ανάγκη να διασφαλίσει η Επιτροπή ότι οι ενισχύσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής προς τον τομέα της μελισσοκομίας θα αυξηθούν μετά το 2013.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Η απώλεια μελισσιών αποτελεί πανευρωπαϊκό πρόβλημα, οι αιτίες του οποίου δεν μπορούν ακόμη να εξηγηθούν πλήρως. Παράγοντες όπως η χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, οι μη βιώσιμες τεχνικές καλλιέργειας, η κλιματική αλλαγή, οι παθογόνοι παράγοντες και τα παράσιτα και η έλλειψη τροφής και η μείωση των συλλεκτριών μελισσών ως αποτέλεσμα της αύξησης του αριθμού των μονοκαλλιεργειών έχουν προκαλέσει όλοι μαζί σημαντική μείωση του αριθμού των μελισσών μελιού. Εκτός από τις οικολογικές συνέπειες, αυτό έχει επίσης οικονομικό αντίκτυπο, καθώς πρέπει να εισάγονται αυξανόμενες ποσότητες μελιού. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, ο ευρωπαϊκός κλάδος μελισσοκομίας πρέπει να λάβει περισσότερη στήριξη στο μέλλον. Η παρούσα έκθεση υιοθετεί απολύτως ισορροπημένη προσέγγιση και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο την υπερψήφισα.
Franz Obermayr (NI), γραπτώς. – (DE) Το 2010, ο κλάδος της μελισσοκομίας υπέστη μαζικές απώλειες και οι πληθυσμοί μελισσών μειώθηκαν σημαντικά. Αυτό έχει αρνητικές επιπτώσεις σε ολόκληρο το περιβάλλον και στη γεωργία, καθώς οι μέλισσες είναι σημαντικοί επικονιαστές. Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα άσχημη όσον αφορά τις μέλισσες μελιού. Ως εκ τούτου, υπερψήφισα αυτήν την έκθεση, η οποία λαμβάνει μέτρα για την αντιμετώπιση της μαζικής θνησιμότητας μελισσών.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Επικροτώ το ψήφισμα που εγκρίθηκε με ευρεία πλειοψηφία στη σύνοδο Ολομέλειας στο Στρασβούργο στις 25 Νοεμβρίου, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών παρεμβάσεων από μελισσοκόμους από τις Αζόρες, οι οποίες κοινοποιήθηκαν απευθείας, στο πλαίσιο διαβούλευσης που διοργάνωσα.
Ωστόσο, το τελικό κείμενο του ψηφίσματος είναι κατώτερο των αρχικών προσδοκιών μου, καθώς ορισμένες κρίσιμες πτυχές για τους παραγωγούς, όπως το θέμα των προτύπων ποιότητας και της σήμανσης για το εισαγόμενο μέλι, θα έπρεπε να εξεταστούν πιο επισταμένως. Αυτό πιθανώς να μην συνέβη λόγω της έλλειψης γνώσεων για ορισμένα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τομέας. Αυτό οδήγησε, για παράδειγμα, στη μη συμπερίληψη της τοπικής σήμανσης στο τελικό κείμενο του ψηφίσματος.
Εντούτοις, το ψήφισμα αντιμετωπίζει σημαντικά θέματα για τους μελισσοκόμους και στις Αζόρες και στη χώρα γενικότερα, μετά από εργασίες που πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με τον κλάδο, επί θεμάτων όπως το μέλι που εισάγεται από τρίτες χώρες, το οποίο έχει σοβαρά προβλήματα ποιότητας και επί του παρόντος φέρει ανεπαρκή σήμανση· η ανάγκη να συνεχιστεί η παροχή εγγυήσεων για διαφοροποιημένη γεωργία ώστε να διασφαλίζεται η επικονίαση· και τέλος, η σημασία των κοινών προτύπων ποιότητας και των ερευνών εντός της ΕΕ.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο μελισσοκομικός κλάδος διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνία, αποτελώντας ένα πολύτιμο παράδειγμα «πράσινης απασχόλησης», βελτιώνοντας και διατηρώντας τη βιοποικιλότητα και την οικολογική ισορροπία, καθώς και διατηρώντας τη χλωρίδα, και είναι ένα υπόδειγμα αειφόρου παραγωγής σε αγροτικό περιβάλλον. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτός ο τομέας αντιμετωπίζει αμέτρητες προκλήσεις και αμέτρητα προβλήματα, συγκεκριμένα ζητήματα μάρκετινγκ, αστάθεια των τιμών, δυσκολίες προσέλκυσης νεαρών μελισσοκόμων στον τομέα, μείωση του αριθμού των μελισσιών και αύξηση της θνησιμότητας. Ως εκ τούτου, είναι απολύτως λογικό να ενισχυθεί η υποστήριξη προς τον συγκεκριμένο τομέα.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Χαίρομαι για την έγκριση του συγκεκριμένου ψηφίσματος, στο οποίο το ΕΚ επικροτεί την έκθεση της Επιτροπής της 28ης Μαΐου 2010. Ωστόσο, σημειώνει ότι τα τρέχοντα προγράμματα εκπνέουν στο τέλος του 2013 και ανησυχεί για τις πολλές προκλήσεις και τα πολλά προβλήματα που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή μελισσοκομία, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των ζητημάτων μάρκετινγκ, της αστάθειας των τιμών, της προσέλκυσης νεαρών μελισσοκόμων στον τομέα, της γήρανσης των μελισσοκόμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της μείωσης του αριθμού των μελισσιών και των γενικών δυσχερειών που απορρέουν από την πολυπαραγοντική θνησιμότητα των μελισσών. Επιπλέον, το ψήφισμα καλεί την Επιτροπή να απαντήσει θετικά στα αιτήματα τόσο των κρατών μελών όσο και των φορέων του κλάδου, όπως είναι εκείνα που αφορούν τη βελτίωση των στατιστικών στοιχείων σε σχέση με τις προβλέψεις παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των ιδίων ποιοτικών προδιαγραφών για το μέλι, και τη βελτίωση και την εναρμόνιση της εποπτείας και των ερευνητικών προγραμμάτων για τη μελισσοκομία.
Marc Tarabella (S&D), γραπτώς. – (FR) Χαίρομαι ιδιαιτέρως για την έγκριση της πρότασης ψηφίσματος την οποία συνέταξε ο εξαιρετικός συνάδελφος και πρόεδρος της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου κ. de Castro. Οι συνέπειες που σχετίζονται με τη μείωση του αριθμού των μελισσών στον πλανήτη είναι σχετικά άγνωστες στο κοινό, παρά το γεγονός ότι οι μέλισσες διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στη βιωσιμότητα της τροφικής αλυσίδας μας. Χρειαζόμαστε μια φιλόδοξη ερευνητική πολιτική, ώστε να μπορέσουμε να κατανοήσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες τους μηχανισμούς που συμβάλλουν στην εξάπλωση των ειδών, και να μπορέσουμε να αποκτήσουμε τα απαραίτητα μέσα για τη διατήρησή τους. Δεν μπορούμε να δεχόμαστε το κινεζικό μέλι, το οποίο είναι κατώτερης ποιότητας και δεν πληροί τα αυστηρά κριτήρια παραγωγής μας ως κάτι το αναπόφευκτο, ως τη μόνη εναλλακτική λύση στην έλλειψη μελιού που παγιώνεται με βραδείς ρυθμούς στην Ευρώπη. Με λυπεί το γεγονός ότι οι συνάδελφοι βουλευτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν υπερψήφισαν όλες τις τροπολογίες που κατέθεσα. Εκφράζω τη λύπη μου για το γεγονός ότι η επαίσχυντη και απεριόριστη χρήση νευροτοξινών υποστηρίχθηκε υποκριτικά σε συμφωνία με τις γιγάντιες βιομηχανίες παραγωγής χημικών. Ο Αϊνστάιν είχε κάνει την εξής δήλωση: «Εάν εξαφανιστούν οι μέλισσες από τη Γη, η ανθρωπότητα θα έχει μόνο τέσσερα χρόνια ζωής». Ας διασφαλίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να ανακαλύψουμε εάν η δήλωσή του ήταν αληθής.
Artur Zasada (PPE), γραπτώς. – (PL) Μέσω της έγκρισης του ψηφίσματος σχετικά με την κατάσταση στον τομέα της μελισσοκομίας, προβαίνουμε σε ένα περαιτέρω βήμα για την ενίσχυση και τη βελτίωση της κατάστασης του συγκεκριμένου τομέα. Τα προβλήματα αυτού του σημαντικού τομέα, η υποτίμηση του οποίου συνεχίζεται, έχουν παγκόσμια διάσταση. Οι μέλισσες είναι εξαιρετικά σημαντικές από οικονομικής και περιβαλλοντικής πλευράς. Το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας που διαπιστώνεται επί του παρόντος μεταξύ των οικογενειών μελισσών έχει αρνητικές επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή. Ως εκ τούτου, χρειαζόμαστε νέους μηχανισμούς χορήγησης επιδοτήσεων στο πλαίσιο των επόμενων δημοσιονομικών προοπτικών μετά το 2013, που θα παράσχουν τη δυνατότητα για την πραγματοποίηση περισσότερων επιστημονικών ερευνών σχετικά με τους λόγους της μείωσης των πληθυσμών μελισσών και θα επιτρέψουν επίσης τη λήψη σχετικών μέτρων ώστε να αναστραφεί αυτή η αρνητική τάση. Πρέπει επίσης να υποστηρίξουμε τις ενημερωτικές εκστρατείες και την κατάρτιση, δράσεις που ενθαρρύνουν νεαρούς μελισσοκόμους να δραστηριοποιηθούν στον συγκεκριμένο τομέα.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την έκθεση σχετικά με την πορεία προς μια νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020, διότι θεωρώ ότι η νέα αυτή ενεργειακή στρατηγική αποτελεί επιτακτική ανάγκη προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή μια ανταγωνιστική, βιώσιμη και ασφαλή στρατηγική. Σε μια περίοδο που η Ευρώπη βρίσκεται να εξαρτάται περισσότερο από ποτέ από τις εισαγωγές ενέργειας, θεωρώ πολύ σημαντικό να συνεχίσει να διαδραματίζει τον κυρίαρχο ηγετικό της ρόλο σε ζητήματα ενεργειακού χαρακτήρα, εστιάζοντας στην καινοτομία και την τεχνολογία.
Το να καταστεί η ενεργειακή μας στρατηγική περισσότερο βιώσιμη θα απαιτήσει μια συνεχή εστίαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μέσω της επίτευξης αυξημένου ανταγωνισμού εντός του τομέα, ούτως ώστε να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε αποτελεσματικά την εσωτερική αγορά ενέργειας. Αυτό θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους και σε αύξηση της ανταγωνιστικότητας για την οικονομία, και θα δημιουργήσει επίσης πλούτο και θέσεις εργασίας, που είναι σημαντικά στοιχεία για ένα υγιές εμπορικό ισοζύγιο.
Κατάγομαι από μια εξόχως απόκεντρη περιφέρεια, η οποία διαθέτει επί του παρόντος επίπεδο αυτάρκειας που ανέρχεται περίπου στο 27%, και στοχεύει να επιτύχει επίπεδο της τάξης του 75% έως το 2012. Οι Αζόρες έχουν θέσει περισσότερο φιλόδοξους ειδικούς στόχους από ό,τι η ΕΕ, με αποτελέσματα που αναγνωρίζονται ήδη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως όσον αφορά τη γεωθερμική ενέργεια, μέσω μίας φιλόδοξης ενεργειακής πολιτικής εταιρικών σχέσεων μεταξύ της περιφέρειας και των καλύτερων ερευνητικών κέντρων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Elena Oana Antonescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Στόχος της νέας ενεργειακής στρατηγικής για την Ευρώπη είναι η εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας όσον αφορά μια ενιαία αγορά ενέργειας, την ασφάλεια του εφοδιασμού, την ενεργειακή απόδοση, τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές και την αύξηση της εσωτερικής παραγωγής ενέργειας. Υποστηρίζω το παρόν ψήφισμα, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εφαρμόσει σύντομα νομοθεσία στον τομέα αυτόν, καθώς και παγκόσμιες ενεργειακές στρατηγικές. Ζητούμε ένα μακροπρόθεσμο όραμα για την ενεργειακή μας πολιτική που θα διασφαλίσει ότι η εν λόγω αγορά λειτουργεί σωστά, παρέχει υποστήριξη σε ολοκληρωμένα δίκτυα της αιχμής της τεχνολογίας, αξιοποιεί καλύτερα το δυναμικό ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης, προωθεί την έρευνα και την ανάπτυξη, καθώς και την καινοτομία στον εν λόγω τομέα, και έχει οφέλη για τους καταναλωτές στην καρδιά της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Κατά συνέπεια, υπερψήφισα την παρούσα έκθεση, η οποία σηματοδοτεί ένα πρώτο βήμα προς μια ανταγωνιστική ενεργειακή πολιτική της ΕΕ στο πλαίσιο της στρατηγικής ΕΕ 2020.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Αν και η Ευρώπη πρωτοστατεί στον τομέα παραγωγής εναλλακτικών μορφών ενέργειας, παραμένουμε υπερβολικά εξαρτημένοι από τα ορυκτά καύσιμα, ιδίως το πετρέλαιο. Αυτή η εξάρτηση έχει διεθνείς επιπτώσεις, καθώς οι περισσότερες πηγές ορυκτών καυσίμων βρίσκονται εκτός της ΕΕ. Η Συνθήκη της Λισαβόνας όρισε νέες αρμοδιότητες για την Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της ενέργειας, έναν εξαιρετικά σημαντικό τομέα αρμοδιοτήτων. Σε απάντηση, το Κοινοβούλιο ενέκρινε μια ενεργειακή στρατηγική για την περίοδο 2011-2020, την οποία υποστήριξα. Η στρατηγική περιλαμβάνει την ενθάρρυνση των επενδύσεων στο εν λόγω πεδίο και την προώθηση πρωτοβουλιών που εστιάζουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ο στόχος είναι, βεβαίως, η εγγύηση της ασφάλειας του εφοδιασμού στην ΕΕ, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η διαχείριση των αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου που προμηθεύουν επί του παρόντος την Ένωση θεωρείται πρώτη προτεραιότητα. Ως εκ τούτου, η στρατηγική συνδυάζει βραχυπρόθεσμες ανάγκες ενεργειακής ασφάλειας και σχέδια για μελλοντικές ευρωπαϊκές ενεργειακές απαιτήσεις.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Υποστήριξα αυτό το σημαντικό έγγραφο. Η ένταξη ειδικού κεφαλαίου για την ενέργεια στη Συνθήκη της Λισαβόνας σημαίνει τώρα ότι υπάρχει σταθερή νομική βάση για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών για την ενέργεια, που βασίζονται στη βιωσιμότητα, την ασφάλεια του εφοδιασμού, τη διασύνδεση των δικτύων και την αλληλεγγύη. Η Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικά προβλήματα καθυστερήσεων κατά την εφαρμογή ή ελλιπούς εφαρμογής της νομοθεσίας για την ενέργεια, που χρήζουν ανάληψης ισχυρού ηγετικού ρόλου από την Επιτροπή προκειμένου να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία, θα χρειαστεί να γίνουν σημαντικές επενδύσεις στον εσωτερικό τομέα ενέργειας, ιδίως σε νέους σταθμούς παραγωγής ενέργειας, διασυνδέσεις και δίκτυα, με δεδομένο ότι αυτές οι επενδύσεις θα διαμορφώσουν το ενεργειακό μείγμα για μια ακόμα μεγαλύτερη περίοδο, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας βιώσιμης και καθαρής αγοράς ενέργειας. Είναι πολύ σημαντικό να προβλεφθεί σαφής πολυετής χρηματοδότηση για έργα στο πεδίο της ενέργειας, διασφαλίζοντας ότι η περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας θα ενταχθεί επίσης σε μια ενιαία αγορά ενέργειας της ΕΕ, και ότι θα πληρώνουμε για τις πηγές ενέργειας ακριβώς όσο και τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.
Jean-Luc Bennahmias (ALDE), γραπτώς. – (FR) Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος της κ. Kolarska-Bobińska, διότι σε γενικές γραμμές συμμερίζομαι τις απόψεις της σχετικά με το πού θα πρέπει να προσανατολιστεί η μελλοντική ενεργειακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: προς μεγαλύτερη αυτονομία σε σχέση με τρίτες χώρες που παρέχουν ορυκτά καύσιμα, προς ένα άνοιγμα των κρατών μελών που εξακολουθούν να είναι «απομονωμένα» όσον αφορά την ενέργεια και τα οποία δεν συνδέονται ακόμα σωστά με το ευρωπαϊκό σύστημα ενέργειας, προς την ενθάρρυνση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και προς μια εξωτερική παροχή ενέργειας στο πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης. Χρειαζόμαστε μια συνεκτική ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική που θα στρέφεται προς το μέλλον.
Sebastian Valentin Bodu (PPE), γραπτώς. – (RO) Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενεργειακή ασφάλεια πρέπει να της επιτρέπει να προλαμβάνει καταστάσεις κρίσεως, παρόμοιες με την κρίση φυσικού αερίου του 2009, και όχι μόνο να αντιδρά σε αυτές. Τούτο πρέπει να συμβαδίζει με την επίτευξη των στόχων που έχουν αναληφθεί για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% και μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης κατά 20% έως το 2020. Ο στόχος αυτός δεν είναι καθόλου εύκολος, ιδίως επειδή η χρηματοδοτική συνδρομή, μόνο για τους περιβαλλοντικούς στόχους, θα ανέλθει στα 58 δισεκατομμύρια ευρώ. Επιπλέον αυτής, θα υπάρξει και η χρηματοδοτική συνδρομή για τη μείωση της αυξανόμενης εξάρτησης της ΕΕ από εξωτερικούς ενεργειακούς πόρους. Οι εσωτερικές και οι εξωτερικές πτυχές πρέπει να συνδυαστούν, ώστε η ΕΕ να μην είναι πλέον ευάλωτη όσον αφορά τον ενεργειακό εφοδιασμό της, και οι πολιτικές της πρέπει να προσαρμοσθούν αντίστοιχα. Όλα τα μέτρα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ενέργειας πρέπει να συνοδεύονται από ενεργό διπλωματία, η οποία θα στοχεύει στην ενίσχυση της συνεργασίας με τις βασικές χώρες παραγωγής, διαμετακόμισης και κατανάλωσης. Κρίνεται απολύτως επιτακτική η ανάγκη να καταρτισθούν εθνικά σχέδια που θα περιλαμβάνουν προληπτικά μέτρα και μέτρα έκτακτης ανάγκης. Ο συντονισμός αυτών των σχεδίων σε επίπεδο ΕΕ θα διασφαλίσει την αποτελεσματικότητά τους.
Jan Březina (PPE), γραπτώς. – (CS) Υπερψήφισα την έκθεση σχετικά με την ενεργειακή στρατηγική, η οποία περιγράφει τις κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσει η μελλοντική ενεργειακή πολιτική της ΕΕ. Θα ήθελα να επισημάνω τον ρόλο της πυρηνικής ενέργειας στο τρέχον και το μελλοντικό ενεργειακό μείγμα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης μιας έμμεσης αναγνώρισης της ανάγκης για παράταση της διάρκειας ζωής των υπαρχουσών εγκαταστάσεων. Η στρατηγική μπορεί να θεωρηθεί ισορροπημένη σε σχέση με τις μεμονωμένες πηγές, παρόλο που δεν αναφέρεται ούτε μία φορά στον, κατά τη γνώμη μου, σημαντικό ρόλο του άνθρακα όταν καίγεται σε εκσυγχρονισμένους σταθμούς παραγωγής ενέργειας. Είναι δύσκολο να διαπιστωθεί πώς μπορούμε να αυξήσουμε την ενεργειακή ασφάλεια και την ανεξαρτησία της ΕΕ χωρίς τον άνθρακα ως σταθερό πρωτογενή πόρο, ικανό να ανταποκριθεί με ευέλικτο τρόπο στις ξαφνικές αυξήσεις της ενεργειακής ζήτησης. Η αδυναμία της έκθεσης είναι η υπερβολικά γενική φύση της και η απουσία συνοδευτικής νομοθεσίας. Η συγκεκριμένη και πρακτική μορφή της στρατηγικής θα επηρεασθεί επίσης σε τεράστιο βαθμό από το σχέδιο δράσης που καταρτίζεται με σκοπό την επίτευξη μιας οικονομίας χαμηλής κατανάλωσης άνθρακα έως το 2050, το οποίο αναμένεται να δημοσιευτεί στις αρχές του ερχόμενου έτους. Με δεδομένη τη συνεχιζόμενη απουσία περιφερειακών αγορών και ζεύξης των αγορών, θεωρώ τον στόχο της δημιουργίας μιας ενοποιημένης εσωτερικής αγοράς έως το 2015 εξαιρετικά φιλόδοξο, ιδίως αν λάβουμε υπόψη το δεδομένο ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παρακολουθεί, όπως το βλέπω εγώ, επαρκώς την ορθή εφαρμογή της τρέχουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την ενέργεια σε όλα τα κράτη μέλη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επίσης εντάξει με κατάλληλο τρόπο την επονομαζόμενη δέσμη μέτρων για τις υποδομές στην ενεργειακή στρατηγική, που θα πρέπει να διευκολύνει την κατασκευή δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ.
Alain Cadec (PPE), γραπτώς. – (FR) Η ανάπτυξη μιας πραγματικής ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής αποτελεί σήμερα επιτακτική ανάγκη. Όπως εξηγεί η έκθεση της κ. Kolarska-Bobińska, η Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχει από τεράστια εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας και από σοβαρές ελλείψεις σε σχέση με τη νομοθεσία της. Όπως και η εισηγήτρια, θα ήθελα να επισημάνω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εφοδιαστεί με τους πρακτικούς και τους χρηματοδοτικούς πόρους που είναι αναγκαίοι για την υλοποίηση των στόχων της, μεταξύ άλλων παρέχοντας κατάλληλη χρηματοδότηση για έρευνα και ανάπτυξη στο πεδίο της ενέργειας. Είμαι επίσης πεπεισμένος ότι η ασφάλεια του εφοδιασμού πρέπει να συμβαδίζει με μια ισχυρή εταιρική σχέση με τη Ρωσία. Καθίσταται ολοένα προφανέστερη η ανάγκη να επεκτείνουμε σημαντικά την κατασκευή των αγωγών φυσικού αερίου που μεταφέρουν φυσικό αέριο από ολόκληρο τον κόσμο προς την Ευρώπη. Πρέπει επίσης να βελτιώσουμε τις συνδέσεις μεταξύ των δικτύων στα κράτη μέλη, προκειμένου να βελτιώσουμε την ενεργειακή αλληλεγγύη.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Ο τομέας της ενέργειας αποτελεί την κινητήριο δύναμη πίσω από την οικονομική ανάπτυξη. Από το 2008, η Ευρώπη διαθέτει στρατηγική για την ενέργεια και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να υλοποιηθεί αυτή η στρατηγική.
Ωστόσο, η Συνθήκη της Λισαβόνας μάς επιτρέπει να πάμε πιο πέρα, ανοίγοντας τον δρόμο για τη δημιουργία μιας πραγματικής ενεργειακής κοινότητας στο εσωτερικό της Ευρώπης. Πρέπει να αναπτύξουμε την εσωτερική αγορά ενέργειας, να αναπτύξουμε και να σφυρηλατήσουμε δεσμούς μεταξύ των δικτύων ενέργειας, να διασφαλίσουμε ενεργειακή ασφάλεια και αλληλεγγύη και να θέσουμε τον καταναλωτή στο επίκεντρο των προβληματισμών μας. Υπάρχει ανάγκη αύξησης της δημόσιας χρηματοδότησης και ανάπτυξης περισσότερων εργαλείων και προγραμμάτων που θα ενθαρρύνουν την ενεργειακή απόδοση. Η επιστημονική έρευνα και η τεχνολογία διαδραματίζουν βασικό ρόλο για την επίτευξη αυτών των στόχων. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, επικροτώ τη δρομολόγηση των διαφόρων ευρωπαϊκών βιομηχανικών πρωτοβουλιών στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού στρατηγικού σχεδίου ενεργειακών τεχνολογιών (σχεδίου SET), και καλώ την Επιτροπή να θέσει σε εφαρμογή τα υπόλοιπα μέτρα του εν λόγω σχεδίου. Το όγδοο πρόγραμμα πλαίσιο πρέπει επίσης να καταστήσει την έρευνα και την ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών προτεραιότητά του στο πεδίο της ενέργειας. Κρίνεται, συνεπώς, ζωτικής σημασίας η εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης για την υπσοτήριξη καθαρών και βιώσιμων τεχνολογιών. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μας και να προωθήσουμε την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Ψήφισα κατά της έκθεσης σχετικά με την νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020. Η έκθεση ευθυγραμμίζεται πλήρως με τους στόχους της στρατηγικής Ευρώπη 2020, η οποία καταργεί και τα τελευταία χαρακτηριστικά της κοινωνικής Ευρώπης. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε., που τόσο έντονα προωθείται μέσα από την έκθεση, έχει αποδειχθεί ότι συνεπάγεται μείωση των μισθών και των δικαιωμάτων των εργαζόμενων στον συγκεκριμένο τομέα Παράλληλα, εν μέσω οικονομικής κρίσης, και ενώ τείνει προς ιδιωτικοποίηση σχεδόν όλη η ευρωπαϊκή βιομηχανία ενέργειας (μονάδες παραγωγής, δίκτυα), η έκθεση προβλέπει μεγαλύτερη διάθεση οικονομικών πόρων για τις ενεργειακές υποδομές, δηλαδή επιδοτεί με έμμεσο τρόπο τις μεγάλες βιομηχανίες. Τέλος πιστεύω ότι η έκθεση προσπαθεί να συνδέσει μονάχα προσχηματικά την ενεργειακή πολιτική της Ένωσης με τους στόχους της για τη μείωση της κλιματικής αλλαγής, καθώς οι όποιες αναφορές είναι ασαφείς και δεν περιγράφουν ισχυρή πολιτική βούληση.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Υπερψήφισα το ψήφισμα προς μία νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020. Οι βασικοί στόχοι που περιλαμβάνονται στο ψήφισμα αυτό είναι η μετάβαση προς ένα σύστημα ενέργειας με χαμηλή κατανάλωση άνθρακα και η εγγύηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού για όλα τα κράτη μέλη. Αμφότεροι οι στόχοι πρέπει να διασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και τη διανομή της ενέργειας σε προσιτές τιμές βάσει ασφαλούς εφοδιασμού. Πιστεύω ότι προϋποθέσεις για την εγγύηση της ενεργειακής ασφάλειας είναι η επέκταση των κανονισμών που εφαρμόζονται στην εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ προς γειτονικές χώρες και η καταβολή προσπαθειών διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας και των οδών μεταφοράς των ενεργειακών εισαγωγών.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει στον εαυτό της μία σειρά από εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους για την επόμενη δεκαετία, μεταξύ των οποίων και η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης έως το 2020. Αυτός ο στόχος θα ενισχύσει τον όγκο των επενδύσεων στον συγκεκριμένο τομέα και, κατ’ επέκταση, θα δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης τόσο σε αγροτικές όσο και σε αστικές περιοχές. Πιστεύω ότι, στο πλαίσιο αυτό, δεν αποβαίνει χρήσιμη μόνο η παροχή χρηματοδοτικών κινήτρων για έργα αυτού του είδους, αλλά και η έναρξη εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού σχετικά με την ενεργειακή απόδοση και το ποσοστό των πηγών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον καταναλωτή, καθώς και τα προϊόντα που σχετίζονται με την ενέργεια.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα την έκθεση «Πορεία προς μία νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020», διότι θεωρώ ότι πρέπει να υπάρξει νέα στρατηγική καθοδήγηση για τον κλάδο, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που καθορίζονται βάσει του άρθρου 194 της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι στόχοι 20-20-20 που καθορίζονται στη δέσμη μέτρων της ΕΕ για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή, και ο μακροπρόθεσμος στόχος της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 80% με 95% έως το 2050.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Επιτροπή έχει θέσει τρεις στόχους για την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική: (i) τη μετάβαση προς ένα σύστημα ενέργειας με χαμηλή κατανάλωση άνθρακα· (ii) τη διασφάλιση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού· (iii) τη διασφάλιση ότι η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και η παροχή ενέργειας προς όλους τους καταναλωτές σε προσιτές τιμές θα ενισχυθούν. Συμφωνώ σε γενικές γραμμές με τους τρεις αυτούς στόχους, αλλά θεωρώ ότι εν προκειμένω λείπει μια τέταρτη και ίσως σημαντικότερη πρόκληση: η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης, ιδίως όσον αφορά τα ορυκτά καύσιμα. Επιπλέον, ο στόχος της μείωσης των εκπομπών άνθρακα πρέπει να ληφθεί πολύ προσεκτικά υπόψη, ούτως ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι διαρροής άνθρακα και μείωσης της ανταγωνιστικότητας για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Το έγγραφο της Επιτροπής με τίτλο «Πορεία προς μία νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020» αποτελεί εξαιρετική συνεισφορά σε μια ολοκληρωμένη πολιτική της ΕΕ για τον ενεργειακό κλάδο στο πλαίσιο της στρατηγικής ΕΕ 2020. Η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει μια σταθερή νομική βάση για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών στον τομέα της ενέργειας που θα βασίζονται στη βιωσιμότητα, την ασφάλεια του εφοδιασμού, τη διασύνδεση των δικτύων και την αλληλεγγύη. Μπορούμε να έχουμε μια νέα στρατηγική για τον κλάδο ενέργειας προκειμένου να εκπληρώσουμε τους στόχους του άρθρου 194 της Συνθήκης της Λισαβόνας και τους στόχους 20-20-20 της δέσμης μέτρων για το κλίμα.
Οι νέες πρωτοβουλίες στον κλάδο ενέργειας πρέπει να αποσκοπούν στη μετάβαση προς ένα σύστημα ενέργειας με χαμηλή κατανάλωση άνθρακα, όπου η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού είναι εγγυημένη για όλους, ενώ διασφαλίζεται επίσης η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και ο ενεργειακός εφοδιασμός προς όλους τους καταναλωτές σε προσιτές τιμές. Οι στόχοι της Συνθήκης της Λισαβόνας για μια ενιαία αγορά ενέργειας, ασφάλεια του εφοδιασμού, ενεργειακή απόδοση και εξοικονόμηση ενέργειας, ανάπτυξη νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας και προώθηση των ενεργειακών δικτύων πρέπει να υλοποιηθούν. Η εν λόγω στρατηγική πρέπει να εκτελεσθεί σε πνεύμα αλληλεγγύης και ευθύνης, ούτως ώστε κανένα κράτος μέλος να μην σημειώσει υστέρηση και να μην απομονωθεί.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η ενεργειακή στρατηγική της ΕΕ που προωθείται στην παρούσα έκθεση, και που προωθείται επίσης από την Επιτροπή στις διάφορες ανακοινώσεις της επί του θέματος, συνδέεται στενά με τον καθορισμό μιας πολιτικής της Ένωσης η οποία περιγράφεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας: «ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας της ΕΕ».
Η εισηγήτρια ζητεί «την κατάρτιση σχεδίων για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ενέργειας», επιμένοντας σχετικά με την εφαρμογή και τη μεταφορά από τα κράτη μέλη στο εθνικό τους δίκαιο των τρεχουσών οδηγιών που αφορούν την εσωτερική αγορά, και την εξέταση «ως ύστατο μέτρο την εκ νέου υποβολή των βασικών διατάξεων των ισχυουσών οδηγιών για την εσωτερική αγορά υπό μορφή κανονισμών, προκειμένου να διασφαλίσει πλήρη και άμεση εφαρμογή σε ολόκληρη την ενιαία αγορά». Όπως έχουμε επαναλάβει, διαφωνούμε κατηγορηματικά με την πρόταση αυτή ως ενεργειακή λύση για την Ευρώπη, και, ως εκ τούτου, καταψηφίσαμε την έκθεση.
Πρόκειται για στρατηγικό τομέα της οικονομίας και της λειτουργίας ενός κράτους, και πρέπει να διατηρεί την εθνική του κυριαρχία κατά τον καθορισμό των ενεργειακών του πολιτικών.
Επιπλέον, η αύξηση της εξάρτησης από τις εισαγωγές για πρωτογενείς πόρους και των τιμών της ενέργειας για τον καταναλωτή έχουν ήδη αποκαλύψει την αποτυχία αυτής της στρατηγικής της ιδιωτικής αγοράς. Μόνο ο δημόσιος τομέας μπορεί να εγγυηθεί την καθολική πρόσβαση στην ενέργεια, την αποτελεσματική της διαχείριση και απόδοση, και τη μειωμένη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.
Elisabetta Gardini (PPE), γραπτώς. – (IT) Συμφωνώ με τους στόχους της πρότασης ψηφίσματος: δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, ασφάλεια του εφοδιασμού, ενεργειακή απόδοση, ανάπτυξη νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και υποστήριξη για τα δίκτυα ενέργειας.
Υποστηρίζω απόλυτα το αίτημα της Επιτροπής για την έγκριση ενός φιλόδοξου σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση με σκοπό τη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ, την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, την αύξηση της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και την αντιμετώπιση των αυξήσεων στην τιμολόγηση της ενέργειας.
Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλισθεί ότι η ολοκληρωμένη αγορά λειτουργεί σωστά, δημιουργώντας ένα κατάλληλο σύστημα υποδομών για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια. Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί, ότι ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί σε ορισμένα έργα, χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά σε άλλα, τα οποία εξυπηρετούν επίσης τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και συμβάλλουν στον στόχο της επίτευξης ενεργειακής ασφάλειας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, θεωρώ ότι δεν απαιτείται μόνο να στηρίζουμε ορισμένα έργα υποδομών, αλλά και να διατηρούμε ουδέτερη προσέγγιση έναντι ολόκληρου του φάσματος των διαφόρων έργων.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί επί του παρόντος σημαντικό παίκτη στη διεθνή αγορά ενέργειας. Ωστόσο, η ΕΕ διαθέτει πολύ λίγες πρώτες ύλες και υποχρεούται, ως εκ τούτου, σε μαζικές εισαγωγές. Αυτό το απλό γεγονός εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού και την εξάρτηση της ηπείρου μας από τον ευρύτερο κόσμο. Τα εν λόγω ζητήματα συνιστούν πραγματική πηγή ανησυχίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί σειρά ετών. Για αυτόν τον λόγο, ψηφίσαμε, από κοινού με τους συναδέλφου βουλευτές του ΕΚ, υπέρ της έγκρισης ενός ψηφίσματος που καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να διαφοροποιήσει τους προμηθευτές της, προκειμένου να αποφύγει μελλοντικά προβλήματα εφοδιασμού και να διαμορφώσει ισχυρότερη στρατηγική προσέγγιση στο εσωτερικό του κλάδου. Υπερψηφίζοντας το ψήφισμα, θέλησα επίσης να επισημάνω ότι η ενεργειακή απόδοση πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την ακρίβεια, αυτός μου φαίνεται ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ, καθώς και, στόχος ακόμα πιο σημαντικός, της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής – κάτι που έχει καταστεί σήμερα επείγουσα ανάγκη.
Juozas Imbrasas (EFD), γραπτώς. – (LT) Συμφώνησα με την παρούσα έκθεση και θα ήθελα καταρχάς να ευχαριστήσω την εισηγήτρια και τους σκιώδεις εισηγητές για την πρώτη ενεργειακή στρατηγική από τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας. Η στρατηγική εκφράζει τις βασικές προκλήσεις – την αλληλεγγύη στο πεδίο της ενέργειας και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Καταρχάς, τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόσουν τη νομοθεσία που έχει ήδη εγκριθεί στο πεδίο της ενέργειας. Κατά δεύτερον, πρέπει να θεσπισθεί μια ενιαία εσωτερική αγορά ενέργειας, καθώς και μια αγορά ανανεώσιμων μορφών ενέργειας. Κατά τρίτον, οι διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές πρέπει να αναβαθμισθούν και να εκσυγχρονισθούν. Ως εκ τούτου, η ΕΕ πρέπει να ξεπεράσει τυχόν διοικητικούς και οικονομικούς φραγμούς και τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να συμβιβάσουν τα συμφέροντά τους και να επιδείξουν αλληλεγγύη. Οι ίδιοι κανόνες πρέπει να ισχύουν για κάθε έργο, είτε πρόκειται για τον αγωγό Yamal, είτε για τον αγωγό Nord Stream. Όπως γνωρίζουμε, η εξάρτηση της ΕΕ από τις χώρες που προμηθεύουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο αυξάνεται. Τα ανατολικά ευρωπαϊκά κράτη μέλη πληρώνουν υψηλό τίμημα για το μονοπώλιο – δεν υπάρχει ανταγωνισμός, δεν προστατεύονται τα δικαιώματα των καταναλωτών και είναι αδύνατη η δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς. Εξαρτόμαστε από τα ορυκτά καύσιμα, οι πόροι των οποίων εξαντλούνται, και, ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά επείγον, όχι μόνο να αναπτυχθούν ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, αλλά και να υπάρξουν επενδύσεις για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, ώστε να μπορέσουμε να μετριάσουμε και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Μια μεγάλη παράλειψη στην τρέχουσα ενεργειακή πολιτική της ΕΕ είναι η αδυναμία κατεύθυνσης των πόρων της ΕΕ σε έναν τομέα που εξακολουθεί να αποτελεί, παρά την ύφεση, μια από τις βασικές προτεραιότητες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των πολιτών. Η εστίαση στον τομέα της ενέργειας πρέπει να είναι στον καταναλωτή και στην προστασία των δικαιωμάτων του, και η ΕΕ πρέπει να καταβάλει προσπάθειες για να διασφαλίσει ευνοϊκές τιμές ενέργειας για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Karin Kadenbach (S&D), γραπτώς. – (DE) Επικροτώ το γεγονός ότι, σύμφωνα με την παρούσα έκθεση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίσουν ότι θα εφαρμοσθούν τα υψηλότερα διεθνή πρότυπα ασφάλειας, τόσο στους νέους όσο και στους παλαιούς σταθμούς παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Υπερψήφισα και αυτήν την ρήτρα. Ωστόσο, θα ήθελα να διευκρινίσω το γεγονός ότι η διακοπή της πυρηνικής ενέργειας παραμένει τελικός μου στόχος. Αν και πρέπει να απομακρυνθούμε από την παραγωγή ενέργειας με χρήση ορυκτών καυσίμων, η πυρηνική ενέργεια δεν αποτελεί την εναλλακτική λύση. Ο ενδεχόμενος κίνδυνος εξακολουθεί να είναι υπερβολικά μεγάλος και το ζήτημα της τελικής αποθήκευσης των πυρηνικών αποβλήτων παραμένει ανεπίλυτο. Η προώθηση πηγών ενέργειας με χαμηλή χρήση άνθρακα αποτελεί ευρέως γνωστό επιχείρημα που χρησιμοποιείται από το λόμπι της πυρηνικής ενέργειας για να βελτιώσει την εικόνα της. Ωστόσο, η αλλαγή του κλίματος δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την περαιτέρω ανάπτυξη της πυρηνικής μας ενέργειας.
Jarosław Kalinowski (PPE), γραπτώς. – (PL) Η ενεργειακή πολιτική αποτελεί, επί του παρόντος, έναν ιδιαίτερα σημαντικό τομέα των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πρόληψη των ενεργειακών κρίσεων στις γειτονικές χώρες και η διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας στα κράτη μέλη πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα για τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διασφαλισθεί μια ισορροπία μεταξύ της ενεργειακής πολιτικής και της προστασίας του περιβάλλοντος. Για τον λόγο αυτόν, πρέπει να προωθήσουμε την αυξημένη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Τούτο θα επιτρέψει τη μείωση των εκπομπών επιβλαβών ουσιών, αλλά και θα περιορίσει δραστικά την εξάρτηση της αγοράς της ΕΕ από τον εφοδιασμό ενέργειας από το εξωτερικό.
Προκειμένου να διασφαλισθεί η ενεργειακή ασφάλεια, η οποία είναι μείζονος σημασίας για όλους τους πολίτες των κρατών μελών, είναι πολύ σημαντικό να προωθηθούν οι καλές σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών, ιδίως εκείνων που εφοδιάζουν την Ευρώπη. Εξίσου μεγάλη σημασία έχει η διαφοροποίηση του εφοδιασμού με πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ούτως ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι λιγότερο επιρρεπής στις ενεργειακές κρίσεις σε γειτονικές χώρες.
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Μια βιώσιμη ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού και πρέπει, ως εκ τούτου, να καλύπτει όλες τις πτυχές της παροχής ενέργειας. Ο βέλτιστος ενεργειακός εφοδιασμός είναι επίσης σημαντικός για μια ακμάζουσα οικονομία, καθώς παρέχει και δημιουργεί θέσεις εργασίας. Επικροτώ το γεγονός ότι η έκθεση επισημαίνει το δυναμικό των πόρων βιομάζας των κρατών μελών της ΕΕ για την παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς. Η χρήση ενέργειας από ορυκτά καύσιμα πρέπει να μειωθεί σημαντικά κατά τα επόμενα χρόνια. Η βιομάζα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την αντικατάσταση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Για την ανεξαρτησία και την ασφάλεια του εφοδιασμού, πρέπει επίσης να διατίθενται οι αναγκαίοι πόροι και στο πεδίο της ενέργειας. Η γεωργία μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής ΕΕ 2020. Πρέπει να αναγνωρίσουμε τα σημάδια του μέλλοντος και να επενδύσουμε σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και πράσινες τεχνολογίες. Υποστηρίζω τα μέρη της έκθεσης που ζητούν μέτρα για την ανάπτυξη μιας βιώσιμης ενεργειακής πολιτικής στην Ευρώπη με διεθνή σημασία.
Giovanni La Via (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την έκθεση σχετικά με την ενεργειακή στρατηγική διότι συμβάλλει εποικοδομητικά στην ευρωπαϊκή συζήτηση επί του θέματος και καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται σήμερα αντιμέτωπη με μεγάλο αριθμό προκλήσεων, όπως ακριβώς γνωρίζουμε ότι εξαρτάται σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό από εισαγωγές ενέργειας από το εξωτερικό. Η Συνθήκη της Λισαβόνας αποτέλεσε το πρώτο βήμα προς την αντιστροφή της κατάστασης, διότι παρέχει ισχυρό νομικό πλαίσιο και νομική βάση (άρθρο 194) για την ανάληψη δράσης σε σχέση με την ενεργειακή πολιτική. Θέτει ένα σύνολο σαφών στόχων, διασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ενέργειας, την ασφάλεια του εφοδιασμού και την ενεργειακή απόδοση, και προωθώντας τα δίκτυα ενέργειας και τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας. Θεωρώ, ως εκ τούτου, ότι το παρόν έγγραφο συμβάλλει με εξαιρετικά χρήσιμο τρόπο στις προσπάθειες δημιουργίας και εφαρμογής μιας κοινής ενεργειακής στρατηγικής που θα μπορέσει να ενισχύσει την Ευρώπη κατά τις ερχόμενες δεκαετίες.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Επικροτώ την παρούσα έκθεση σχετικά με μια νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη που πιστεύει ότι κάθε μελλοντική στρατηγική πρέπει να επιδιώκει την εκπλήρωση των βασικών στόχων της Συνθήκης της Λισαβόνας που συνίστανται στην εγκαθίδρυση μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας, στην ασφάλεια του εφοδιασμού, στην ενεργειακή απόδοση και τις εξοικονομήσεις ενέργειας, στην ανάπτυξη νέων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και στην προώθηση των ενεργειακών δικτύων· επιπλέον, μια τέτοια στρατηγική πρέπει να συμβάλλει στην παροχή ενέργειας σε όλους τους καταναλωτές σε προσιτές τιμές, στην ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο πλαίσιο της βιώσιμης παραγωγής ενέργειας, καθώς και στην προώθηση διασυνδεδεμένων, ολοκληρωμένων, διαλειτουργικών και ευφυών ενεργειακών δικτύων, με αποτέλεσμα τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας και την αύξηση της εγχώριας παραγωγής ενέργειας με παράλληλη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και της βιομηχανικής ανάπτυξης και μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Marisa Matias (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020 θέτει γενικές κατευθυντήριες γραμμές που επιδιώκουν την ενίσχυση της πρόσφατα καθορισμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Η παρούσα έκθεση ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και τα μέσα της αγοράς, χωρίς, ωστόσο, να είναι φιλόδοξη σε σχέση με τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας ή τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης. Επίσης, δεν δίδει τη δέουσα προσοχή στην παραγωγή πολύ μικρής κλίμακας ή την ισότητα κατά τον ενεργειακό εφοδιασμό. Τέλος, εξαρτά την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια από τη στενή συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Την καταψήφισα για αυτούς και άλλους λόγους.
Jean-Luc Mélenchon (GUE/NGL), γραπτώς. – (FR) Η παρούσα έκθεση αποτελεί ωδή στην πυρηνική ενέργεια, την αγορά άνθρακα και το σχέδιο Desertec. Επιπλέον, υποστηρίζει τη στενή συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τις αρχές της οικολογίας και της ειρήνης που υποστηρίζω, καταψηφίζω την παρούσα έκθεση.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Οι τρεις στόχοι που καθορίζονται από την Επιτροπή σε σχέση με την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική είναι σαφείς και φιλόδοξοι: μετάβαση προς ένα σύστημα ενέργειας με χαμηλή κατανάλωση άνθρακα, διασφάλιση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και διασφάλιση ότι η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και η παροχή ενέργειας προς όλους τους καταναλωτές σε προσιτές τιμές θα ενισχυθούν. Προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, είναι αναγκαίο να καταβληθούν φιλόπονες προσπάθειες σε οικονομικό και ανθρώπινο επίπεδο.
Louis Michel (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο και μια ισχυρή νομική βάση –το άρθρο 194– με σκοπό την ανάληψη δράσης σε σχέση με την ενεργειακή πολιτική. Ένα μακροπρόθεσμο όραμα και μια νέα ενεργειακή στρατηγική είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων 20-20-20 της δέσμης μέτρων για το κλίμα και την ενέργεια μεταξύ του τώρα και του 2020. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταδείξει ότι διαθέτει τη βούληση και τη φιλοδοξία. Σήμερα, η Ένωση εξαρτάται ολοένα περισσότερο από τις εισαγωγές ενέργειας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό να εντάξει η Ευρωπαϊκή Ένωση τα ζητήματα που άπτονται της ενέργειας στις πολιτικές και τις εξωτερικές δράσεις της. Επιπλέον, πρέπει να ενθαρρύνουμε τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε κοινοτικό έδαφος. Η ενεργειακή απόδοση και η εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να αποτελούν τις πρώτες προτεραιότητες, ιδίως μέσω της έγκρισης ενός σχεδίου δράσης για την ενεργειακή απόδοση και ενός προγράμματος παροχής κινήτρων που ευνοούν τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Ένωση πρέπει επίσης να επεκτείνει όσο το δυνατόν περισσότερο τις προσπάθειές της για έρευνα και ανάπτυξη. Τέλος, πρέπει να επιστήσουμε ιδιαίτερη προσοχή στην ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην οικονομική προσβασιμότητα στην ενέργεια για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και τους ιδιώτες καταναλωτές.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Στην έκθεσή της, η εισηγήτρια εγκύπτει στη βελτίωση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης, κάτι που αξίζει να επικροτηθεί. Ωστόσο, φαίνεται ότι ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί με την αύξηση της επιρροής της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας. Η ενεργειακή πολιτική διαφοροποιείται σημαντικά από χώρα σε χώρα. Δεν υπάρχει ευρεία συμφωνία στην Ευρώπη, ιδίως όσον αφορά τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας και των «ανανεώσιμων» μορφών ενέργειας.
Για τον λόγο αυτόν, και επειδή πιστεύω ότι πρέπει να συνεχίσουμε να αποφασίζουμε μόνοι μας πώς θα αποκτούμε την ενέργειά μας, είμαι πεπεισμένος ότι η ενεργειακή πολιτική είναι κάτι που πρέπει να παραμείνει στο πεδίο αρμοδιοτήτων των επιμέρους κρατών μελών. Κατά συνέπεια, καταψήφισα αυτήν την τροπολογία.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την έκθεση της κ. Kolarska-Bobińska, διότι γνωρίζω ότι η πορεία προς το ενεργειακό μέλλον της Ευρώπης είναι σήμερα γεμάτη εμπόδια και δυσκολίες που πρέπει να υπερπηδηθούν. Οι προκλήσεις που η Ευρώπη σκοπεύει να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα είναι πολλές: το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα χρήζει ουσιαστικών επενδύσεων σε μία πολύ ευαίσθητη συγκυρία, κατά την οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την οικονομική κρίση, που έχει πλήξει πολυάριθμους κλάδους. Δεδομένης της ισχύουσας κατάστασης στην ΕΕ, θεωρώ ότι είναι καιρός να υλοποιηθεί μια νέα ενεργειακή στρατηγική που θα αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στη δέσμη μέτρων κατά της κλιματικής αλλαγής (20-20-20). Η καλύτερη ανάπτυξη των δημοσιονομικών πόρων της ΕΕ για τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα θα ήταν χρήσιμη. Η δημιουργία μέσων παροχής κινήτρων για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών δικτύων θα αποτελούσε επίσης ενδιαφέρουσα στρατηγική, την οποία θα υποστήριζα.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το ψήφισμα του Κοινοβουλίου σχετικά με μια νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020 (2010/2108(INI)) διότι και εγώ, όπως και η εισηγήτρια, πιστεύω ότι συμπεριλαμβάνοντας ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο για την ενέργεια, η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει τώρα μια σταθερή νομική βάση για την ανάπτυξη πρωτοβουλιών στον τομέα της ενέργειας που βασίζονται στη βιωσιμότητα, την ασφάλεια του εφοδιασμού, τη διασύνδεση των δικτύων και την αλληλεγγύη.
Για τον σκοπό αυτόν, είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της καθυστερημένης ή πλημμελούς εφαρμογής της ενεργειακής νομοθεσίας και η έλλειψη ολοκληρωμένων ενεργειακών στρατηγικών υπό την ισχυρή ηγεσία της Επιτροπής, παράλληλα με την πειστική επίδειξη αποφασιστικότητας και υποστήριξης από τα κράτη μέλη. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, το έγγραφο με τίτλο «Πορεία προς μια νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη την περίοδο 2011-2020» αποτελεί ένα πρώτο βήμα για την ολοκληρωμένη ενεργειακή πολιτική της ΕΕ στο πλαίσιο της στρατηγικής ΕΕ 2020.
Θα ήθελα να επισημάνω τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνονται στην προτεινόμενη στρατηγική της ΕΕ: διασφάλιση της υποστήριξης σύγχρονων ολοκληρωμένων δικτύων, παροχή εγγυήσεων για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, προώθηση της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας στον τομέα της ενέργειας, και τοποθέτηση των καταναλωτών και του κοινού στο επίκεντρο της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Η Συνθήκη της Λισαβόνας θέτει ένα σύνολο σαφών στόχων για την ενεργειακή πολιτική: τη διασφάλιση της λειτουργίας μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς ενέργειας, την ασφάλεια του εφοδιασμού, την ενεργειακή απόδοση και την προώθηση των ενεργειακών δικτύων και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ως εκ τούτου, η ΕΕ πρέπει να εγκρίνει νέα στρατηγική για τον ενεργειακό κλάδο, η οποία θα επιτρέπει την επίτευξη αυτών των στόχων, καθώς και των στόχων 20-20-20 της δέσμης μέτρων για το κλίμα.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Τελικά, η Ομάδα μας απείχε από την ψηφοφορία επί του παρόντος ψηφίσματος, λόγω της υπερβολικής έμφασης που δίδεται στην καύση άνθρακα. Παρά το γεγονός ότι απορρίφθηκαν δύο βασικές τροπολογίες (σχετικά με τις παραγράφους 32 και 52), η Ομάδα μας εξακολουθεί να δυσκολεύεται να αποδεχθεί το περιεχόμενο.
Czesław Adam Siekierski (PPE), γραπτώς. – (PL) Η έκθεση της κ. Kolarska-Bobińska εφιστά την προσοχή σε μια σειρά από σημαντικά προβλήματα, όπως είναι η έλλειψη μιας εναρμονισμένης ενεργειακής πολιτικής που θα λαμβάνει υπόψη τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κάθε έκαστου κράτους μέλους, καθώς και η ανάγκη εισαγωγής πηγών ενέργειας από τρίτες χώρες. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η εξάρτηση από το αργό πετρέλαιο θα είναι ακόμα μεγαλύτερη στο μέλλον, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ενεργειακή στρατηγική πρέπει να διαθέτει πολλές πτυχές, καθώς και μια διεθνή συνιστώσα, η οποία θα υπερβαίνει το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεδομένης της μείζονος γεωγραφικής εγγύτητας των κρατών μελών με τη Ρωσία, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλει προσπάθειες για την επίτευξη στενότερης συνεργασίας με τους ανατολικούς της γείτονες υπό σωστές προϋποθέσεις. Οι προσπάθειές μας θα πρέπει επίσης να επικεντρωθούν στην επίτευξη των στόχων της Συνθήκης της Λισαβόνας και, κατά συνέπεια, στη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας, με παράλληλη εγγύηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού. Για την υλοποίηση αυτών των προθέσεων, πρέπει να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στις υποδομές των δικτύων, διότι θα προωθήσουν την ολοκλήρωση των περιφερειακών αγορών ενέργειας, καθώς και στον εκσυγχρονισμό των πανευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων. Όπως ορθώς προτείνει η κ. Kolarska-Bobińska, η κατασκευή νέων τερματικών σταθμών, που θα είναι σε θέση να φέρουν φυσικό αέριο από ολόκληρο τον κόσμο, θα επιτρέψει την εξεύρεση νέων πηγών εισαγωγής φυσικού αερίου, ιδίως από περιφέρειες που είναι πλούσιες σε φυσικό αέριο, όπως η Κεντρική Ασία. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Jerzy Buzek, και ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Jacques Delors, έχουν επίσης προτείνει τη διάθεση χρηματοδότησης για την ανάπτυξη υποδομών, διότι ένα εκσυγχρονισμένο και εκτεταμένο ενεργειακό δίκτυο αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την ανάπτυξη συνεκτικής ενεργειακής πολιτικής.
Peter Skinner (S&D), γραπτώς. – (EN) Η διατήρηση στρατηγικής προσέγγισης έναντι της ενέργειας στο εσωτερικό της ΕΕ καθίσταται ολοένα πιο ουσιαστική, καθόσον οι πόροι αποτελούν αντικείμενα «προθεσμιακών» συναλλαγών και καθεστώτα σε άλλες περιοχές του πλανήτη συνεχίζουν να εκτρέπουν αυτούς τους σπάνιους πόρους αποκλειστικά προς τη δική τους κατεύθυνση. Αν και συμφωνώ ότι η εξοικονόμηση ενέργειας μπορεί να συνιστά αποτελεσματική λύση, αποτελεί τμήμα μόλις της ευρύτερης προσέγγισης που είναι αναγκαία. Η ανάπτυξη ενεργειακών τεχνολογιών, όπως η σύντηξη και τα μείγματα βιώσιμων ενεργειακών πόρων έχουν ουσιαστική σημασία. Ωστόσο, αυτό θα επιτευχθεί μόνο μέσω της στήριξης της ενεργειακής ασφάλειας ως πολιτικής σε συνεργασία με άλλους δυτικούς οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ.
Nuno Teixeira (PPE), γραπτώς. – (PT) Μια ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη έχει ουσιαστική σημασία για την υλοποίηση νέων πολιτικών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας. Υπάρχουν τώρα υγιή νομικά θεμέλια για τη χάραξη πρωτοβουλιών στον τομέα της ενέργειας που βασίζονται στη βιωσιμότητα, στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, στη διασύνδεση των δικτύων και στην αλληλεγγύη. Οι στόχοι ενός διαρθρωμένου σχεδίου, όπως υποβλήθηκε στο Κοινοβούλιο, πρέπει να περιλαμβάνουν την υλοποίηση μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας, καθώς και την ασφάλεια και την αποδοτικότητα του ενεργειακού εφοδιασμού. Είναι γεγονός ότι η κατάσταση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο τομέας ενέργειας στην Ευρώπη επιβάλλει την αντιμετώπιση πολλών προκλήσεων, σήμερα και στο μέλλον. Η ΕΕ εξαρτάται ολοένα περισσότερο από τις εισαγωγές ενέργειας και η παραγωγή ενέργειας στο εσωτερικό της ΕΕ απαιτεί αύξηση των επενδύσεων, σε μια εποχή που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις συνέπειες μιας οικονομικής κρίσης. Θα ήθελα να επισημάνω τη σημασία της καλύτερης χρήσης του δυναμικού των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας στην ΕΕ, μαζί με τη τοποθέτηση των καταναλωτών και του κοινού της ΕΕ στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Για τους προαναφερθέντες λόγους, υπερψήφισα το έγγραφο.
Derek Vaughan (S&D), γραπτώς. – (EN) Με ένα προβλεπόμενο 70% της ενέργειας της ΕΕ να προέρχεται από εισαγωγές το 2030, συχνά από ασταθείς περιοχές, η ασφάλεια του εφοδιασμού πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την ΕΕ, και το παρόν ψήφισμα χαράσσει τη στρατηγική της ΕΕ με σκοπό την αντιμετώπιση αυτής της εξάρτησης. Η ενεργειακή απόδοση πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την ΕΕ, ιδίως καθώς αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο για τη μείωση του κόστους για τους καταναλωτές σε ολόκληρη την ΕΕ. Το ψήφισμα καλεί επίσης την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το σύνολο της ισχύουσας νομοθεσίας εφαρμόζεται με σωστό τρόπο, συμπεριλαμβανομένης μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας, και επαναλαμβάνει επίσης την έκκληση του Κοινοβουλίου για τη γενική εισαγωγή έξυπνων μετρητών, όλα εκ των οποίων πρέπει να βελτιώσουν την υπηρεσία που λαμβάνουν οι καταναλωτές, και να τους επιτρέψουν να ελέγχουν καλύτερα την ποσότητα ενέργειας που χρησιμοποιούν.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, διότι θεωρώ ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συμβάλει ενεργά στο να καταστεί η διάσκεψη του Κανκούν για την κλιματική αλλαγή ελπιδοφόρος και διαφανής, ιδίως όσον αφορά τη χρηματοδοτική προσαρμογή, την δασοκομία, την αποδοτικότητα των πόρων, τη μεταφορά και παρακολούθηση τεχνολογίας, την υποβολή εκθέσεων και τους ελέγχους.
Κατά συνέπεια, η ΕΕ θα πρέπει να διευκολύνει εξίσου την ισχυρή πολιτική δέσμευση με τις τρίτες χώρες αναπτύσσοντας πολιτικές για τη δημιουργία αποτελεσματικών μηχανισμών για τη διεθνή συνεργασία σχετικά με την αλλαγή του κλίματος τόσο εντός όσο και εκτός της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος (UNFCCC). Αξίζει επίσης να επισημανθεί η ιστορική ευθύνη που έχουν οι βιομηχανικές χώρες σε ό,τι αφορά τις μη αναστρέψιμες αλλαγές του κλίματος και η υποχρέωσή τους να παρασχεθεί βοήθεια στις αναπτυσσόμενες και τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες για να προσαρμοστούν στις αλλαγές αυτές, μεταξύ άλλων με την παροχή οικονομικής στήριξης για τα εθνικά σχεδία δράσης για την προσαρμογή, ως σημαντικών μηχανισμών για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή οι οποίοι προάγουν την ενεργό συμμετοχή.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Την εβδομάδα που προηγήθηκε της διάσκεψης κορυφής για το κλίμα στο Κανκούν, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με τους στόχους της διάσκεψης κορυφής. Η αποτυχία της διάσκεψης κορυφής της Κοπεγχάγης, στην οποία είχαμε εναποθέσει τόσες ελπίδες, παραμένει νωπή στη μνήμη μας , και όλοι ελπίζουμε ότι η επόμενη ευκαιρία για την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας σχετικά με την κλιματική αλλαγή δεν θα αποδειχθεί μία ακόμα χαμένη ευκαιρία. Δυστυχώς, δεν πιστεύω ότι το ψήφισμα που εγκρίθηκε κατά την τελευταία σύνοδο Ολομέλειας την Πέμπτη είναι ιδιαίτερα χρήσιμο. Οι συνάδελφοι βουλευτές από την Ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) και εγώ, προσωπικά, επιθυμούσαμε τη διατήρηση του στόχου θέλαμε να διατηρηθεί ο στόχος της μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% έως το 2020, κάτι που θα μας παρείχε μία ιακνοποιητική βάση διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ωστόσο, η Ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία και η Ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πέτυχαν την έγκριση του μη ρεαλιστικού στόχου του 30%. Θεωρώ ότι η μονομερής προσέγγιση αυτού του είδους δεν είναι θετική για τις επικείμενες διαπραγματεύσεις στο Κανκούν, και κακώς, κατά την άποψή μου, εγκρίθηκε το παρόν ψήφισμα, με το οποίο προσωπικά διαφωνώ.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Υποστήριξα το παρόν ψήφισμα. Στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή δεν κατέστη εφικτή η ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων. Οι επακόλουθες συνομιλίες στη Γερμανία και την Κίνα απέτυχαν και αυτές με τη σειρά τους να επιφέρουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα και, ως εκ τούτου, πολλές ελπίδες εναποτίθενται πλέον στη διάσκεψη στο Κανκούν, όπου πρέπει να συμφωνηθούν ουσιαστικά βήματα –η σύναψη συνολικής διεθνούς συμφωνίας για την περίοδο μετά το 2012– τα οποία θα πρέπει να συμβαδίζουν με τις τελευταίες εξελίξεις στην επιστήμη και να είναι συμβατά με τις προθέσεις μας για την αναστολή της ανόδου της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας έως το 2020, και περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε 2 βαθμούς έως το 2050, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Συμφωνώ με τη θέση που αναφέρεται στο ψήφισμα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για το κλίμα και να συμβάλει ενεργά σε μια πιο εποικοδομητική και διαφανή διάσκεψη για το κλίμα στην Κανκούν. Μόνον η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εγκρίνει δεσμευτικούς στόχους για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και σκοπεύει να εγκρίνει ακόμα περισσότερους φιλόδοξους στόχους. Ως εκ τούτου, είναι προς το συμφέρον της ΕΕ να αναλάβουν και άλλες χώρες τέτοιες δεσμεύσεις, διότι από αυτές εξαρτάται η οικονομική ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.
Jean-Luc Bennahmias (ALDE), γραπτώς. – (FR) Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη της διάσκεψης για την κλιματική αλλαγή στο Κανκούν, το κοινό ψήφισμα που ψηφίσθηκε από το Κοινοβούλιο καλεί τους «αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων όλου του κόσμου να επιδείξουν πραγματικό ηγετικό πνεύμα και πολιτική βούληση κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων». Χρειαζόμαστε συγκεκριμένα και ταχέα μέτρα, διότι η εκτίμηση είναι σκληρή: όπως έχουν τα πράγματα, οι δεσμεύσεις μας δεν αναμένεται να ελαχιστοποιήσουν τη ζημία που οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. Εν ολίγοις, οι κυβερνήσεις μας πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες, και πρέπει να τις καταβάλουν ταχύτερα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις μιλώντας με μία φωνή, ούτως ώστε να μπορέσει να έχει βαρύτητα κατά τις συνομιλίες της με την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όσον αφορά τους στόχους, επιθυμούμε περισσότερες φιλοδοξίες. Πρέπει να εγκρίνουμε τον στόχο για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 30% στην ΕΕ έως το 2020, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 (παράγραφος 16). Μολονότι αληθεύει ότι η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής έχει καθορισθεί ως μία από τις βασικότερες πολιτικές προκλήσεις εδώ και αρκετά χρόνια, δεν έχουμε δει ακόμα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, όσον αφορά τους στόχους για το 2020 που αφορούν την ενεργειακή απόδοση και τον βαθμό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα ανέρχεται σε 20%, τα αριθμητικά στοιχεία δεν συμφωνούν. Το Κανκούν αποτελεί μια ευκαιρία να βελτιώσουμε την κατάσταση· ας μην τη χάσουμε για μια ακόμα φορά.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την κλιματική αλλαγή, καθόσον πρέπει να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για την κλιματική αλλαγή μετά το απογοητευτικό αποτέλεσμα της διάσκεψης της Κοπεγχάγης για το κλίμα. Στηρίζω το αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για ανάληψη συγκεκριμένων μέτρων για την ανάσχεση της αποψίλωσης των δασών και την πρότασή του για τη θέσπιση μιας αποτελεσματικής παγκόσμιας αγοράς εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών. Θα ήθελα να επισημάνω ότι πρέπει να ενισχύσουμε τους φυσικούς τρόπους απομάκρυνσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προωθούν τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Ελπίζουμε ότι στο Κανκούν θα συμφωνηθούν ουσιαστικά βήματα, τα οποία θα πρέπει να συμβαδίζουν με τις τελευταίες εξελίξεις στην επιστήμη, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση όλων των εθνών, των λαών και των οικοσυστημάτων.
Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό να ληφθούν ουσιαστικές αποφάσεις στο Κανκούν, όσον αφορά τη χρηματοδότηση και ιδίως τον βαθμό προσθετικότητας στη χρηματοδοτική προσαρμογή, την δασοκομία, την αποδοτικότητα των πόρων, τη μεταφορά και παρακολούθηση τεχνολογίας, την υποβολή εκθέσεων και την εξακρίβωση. Είναι επίσης πολύ σημαντική η διασφάλιση πλήρους διαφάνειας και ισχυρής πολιτικής δέσμευσης σχετικά με την εφαρμογή της χρηματοδότησης ταχείας εκκίνησης.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Η επιτυχία της διάσκεψης για την κλιματική αλλαγή στο Κανκούν έχει ζωτική σημασία για την αξιοπιστία της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Είναι, ως εκ τούτου, πάρα πολύ σημαντικό να εγκριθούν συγκεκριμένες δεσμεύσεις και ρεαλιστικοί στόχοι. Η επίτευξη συμφωνίας σχετικά με πτυχές, όπως οι πολιτικές για την προστασία των δασών, η μεταφορά τεχνολογίας προς αναπτυσσόμενες χώρες και η χρηματοδότηση, έχει ζωτική σημασία.
Εάν δεν επιτευχθεί γενική συμφωνία, η Ευρώπη πρέπει να διατηρήσει ανοικτό το ενδεχόμενο εξέτασης δεύτερης περιόδου δέσμευσης του πρωτοκόλλου του Κιότο, αλλά πρέπει να επιβάλει όρους, ιδίως σε σχέση με την περιβαλλοντική ακεραιότητα του πρωτοκόλλου, τον εκ νέου σχεδιασμό του μηχανισμού καθαρής ανάπτυξης και της ανάληψης δεσμεύσεων από τις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές παγκοσμίως, όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ.
Νικόλαος Χουντής (GUE/NGL), γραπτώς. – Η αρχική μορφή του ψηφίσματος για τη διάσκεψη της κλιματικής αλλαγής στο Κανκούν αλλοιώθηκε αρκετά και το περιεχόμενό του αποδυναμώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ενσωμάτωση των τροπολογιών του EPP. Παρ’ όλα αυτά, το υπερψήφισα γιατί θεωρώ ότι η ανάγκη γρήγορης και συντονισμένης δράσης σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής καθίσταται επιτακτική και ότι το ψήφισμα συνεχίζει να περιέχει στο σύνολό του πολλά θετικά στοιχεία και να αποτελεί μια σημαντική συνεισφορά από την πλευρά της ΕΕ στη διάσκεψη του Κανκούν. Στην έκθεση ενσωματώνεται η κριτική για τις ελλιπείς προετοιμασίες για τη διάσκεψη, τονίζεται η ανάγκη μείωσης των εκπομπών των ρύπων τουλάχιστον στο 40% και καλούνται η ΕΕ και τα κράτη μέλη να επιβάλουν την αρχή της «κλιματικής δικαιοσύνης». Επίσης τονίζεται η ιστορική ευθύνη των ανεπτυγμένων χωρών και επαναφέρονται οι οικονομικές τους δεσμεύσεις, καθώς και ο στόχος της Επίσημης Αναπτυξιακής Βοήθειας χορηγώντας το 0,7% του ΑΕΠ. Η διατήρηση της βιοποικιλότητας και του οικοσυστήματος τίθεται στο επίκεντρο, αναγνωρίζεται το δικαίωμα της πρόσβασης στο πόσιμο νερό, καθώς επίσης και η ανάγκη διατήρησης των δασών και ανάπτυξης δασοκομικής πολιτικής. Τέλος επισημαίνεται ορθά ότι οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας δεν αξιοποιούνται και τονίζεται η αύξηση της αποδοτικότητας της ενέργειας στα κτίρια και στις μεταφορές.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η αλλαγή του κλίματος συνιστά πρόβλημα με παγκόσμια σημασία και, ως εκ τούτου, χρήζει κοινής αντιμετώπισης. Ωστόσο, μια μονομερής δέσμευση αποτελεί θετική ένδειξη και είναι ως εκ τούτου επιθυμητή, αλλά δεν αρκεί.
Αν και τα δεδομένα επιβεβαιώνουν ότι δεν θα είναι η ΕΕ εκείνη που θα πληγεί περισσότερο από την αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα, τούτο από μόνο του δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να έχουμε κανένα αίσθημα ευθύνης, μεταξύ άλλων και για όσα έχουμε κάνει στο παρελθόν. Επομένως, δεν μπορούμε να υπαναχωρήσουμε από τις δεσμεύσεις μας για απτή συμβολή στη μείωση των εκπομπών, αν και αξίζει να επισημανθεί ότι οι προσπάθειές μας έχουν ουσιαστικά διπλωματικό χαρακτήρα.
Ειδικότερα, επιβάλλεται να διαμορφώσουμε συναίνεση σε σχέση με ορισμένα βασικά ζητήματα και να τα αντιμετωπίσουμε, εν συνεχεία, από κοινού με τους άλλους παράγοντες. Ενδέχεται, μάλιστα, να υπάρχουν πολύ ισχυρά κίνητρα για ανάληψη δράσης μονομερώς, αλλά αυτό πρέπει να αποθαρρυνθεί με κάθε δυνατό τρόπο· διαφορετικά, το κόστος που αρχίζει ήδη να επιβαρύνει το σύστημα παραγωγής μας –το οποίο και αναλαμβάνει πρόθυμα, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποφέρει αποτελέσματα– θα είναι μάταιο.
Corina Creţu (S&D), γραπτώς. – (RO) Υπερψήφισα το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν ενόψει της επίτευξης του συνολικού στόχου του περιορισμού της ετήσιας μέσης αύξησης της θερμοκρασίας της επιφάνειας της γης στους 2ºC («ο στόχος των 2ºC»). Οι συνέπειες της μη επίτευξης του στόχου των 2°C ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα σοβαρές. Ως και 40% των ειδών θα έρθουν αντιμέτωπα με εξαφάνιση, εκατομμύρια άνθρωποι θα εκτοπισθούν εξαιτίας της ανόδου των επιπέδων της θάλασσας και των συχνότερων ακραίων καιρικών φαινομένων, οι καλλιέργειες θα μειωθούν, οι τιμές των τροφίμων θα αυξηθούν και η παγκόσμια οικονομική απόδοση θα μειωθεί τουλάχιστον κατά 3%. Τα επιστημονικά επιχειρήματα σχετικά με την αλλαγή του κλίματος και τον αντίκτυπό της είναι ολοφάνερα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό να δημιουργηθεί ένα νομοθετικό πλαίσιο που θα παρακολουθεί την ορθή εφαρμογή αυτών των μέτρων.
Vasilica Viorica Dăncilă (S&D), γραπτώς. – (RO) Θεωρώ ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της πρέπει να επιβάλουν την αρχή της «κλιματικής δικαιοσύνης» και, ως εκ τούτου, να εφαρμόσουν μια ρήτρα δικαιοσύνης στις μελλοντικές διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα. Πιστεύω ότι η μεγαλύτερη αδικία θα συμβεί εάν δεν μπορέσουμε να περιορίσουμε την αλλαγή του κλίματος, διότι αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο θα είναι οι φτωχοί πληθυσμοί των φτωχών χωρών.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψηφίζω υπέρ του μεγάλου αριθμού μέτρων και προτάσεων που παρουσιάζονται στην παρούσα έκθεση. Μετά το απογοητευτικό αποτέλεσμα της διάσκεψης για το κλίμα στην Κοπεγχάγη, είναι αναγκαίο να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις διεθνείς διαπραγματεύσεις σχετικά με την αλλαγή του κλίματος. Για μια ακόμα φορά, ανατίθεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει ηγετικό ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την αλλαγή του κλίματος και να συμμετάσχει ενεργά, ώστε το Κανκούν να οδηγήσει σε περισσότερο εποικοδομητικές, διαφανείς και τολμηρές δεσμεύσεις.
Πιστεύω επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να στοχεύσει στην κλιμάκωση των διπλωματικών της δραστηριοτήτων σχετικά με το κλίμα, επιζητώντας ισχυρή πολιτική δέσμευση με τρίτες χώρες αναπτύσσοντας πολιτικές για τη δημιουργία αποτελεσματικών μέσων και μηχανισμών διεθνούς συνεργασίας για την περιβαλλοντική προστασία και την αλλαγή του κλίματος. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής για την επίτευξη περισσότερο τολμηρών και φιλόδοξων αποτελεσμάτων, πιστεύω επίσης ότι στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων της COP 16, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαθέσει στον κύριο διαπραγματευτή της ένα περιθώριο ευελιξίας ώστε να του δοθεί η δυνατότητα αντίδρασης αναλόγως των εξελίξεων.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να μιλήσει με μία φωνή και να δείξει ότι είναι φιλόδοξη και πειστική κατά τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν. Η αποτυχία στην Κοπεγχάγη δεν πρέπει να επαναληφθεί. Χρειαζόμαστε συγκεκριμένα και ταχέα μέτρα, διότι η εκτίμηση είναι σκληρή: όπως έχουν τα πράγματα, οι δεσμεύσεις μας δεν ενδέχεται να ελαχιστοποιήσουν τη ζημία που οφείλεται στην αλλαγή του κλίματος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις μιλώντας με μία φωνή, ώστε να κάνει αισθητή την παρουσία της κατά τις διαπραγματεύσεις της με την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο βασικός στόχος που πρέπει να επιτευχθεί είναι εκείνος μιας μείωσης ύψους 30% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ έως το 2020, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι βιομηχανικές χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, θα δεσμευθούν να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή και να προσαρμοστούν σε αυτήν, αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα της αποψίλωσης των δασών, της απερήμωσης κ.ο.κ. Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουν οι κυβερνήσεις μας τις κλιματικές προκλήσεις που εγείρονται ενώπιόν μας και να επιτύχουν πολιτική συναίνεση που θα επιτρέψει την εφαρμογή μιας πραγματικά παγκόσμιας πολιτικής για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Christine De Veyrac (PPE), γραπτώς. – (FR) Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε ήδη τον φιλόδοξο στόχο μιας μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της τάξης του 20% έως το 2020 κατά τη διάρκεια της γαλλικής Προεδρίας το 2008. Είναι ήδη πολύ δύσκολο να υπάρξει αποδοχή για τον εν λόγω στόχο από τις άλλες χώρες που συμμετέχουν στις διεθνείς διαπραγματεύσεις σχετικά με την αλλαγή του κλίματος. Χωρίς διεθνή συμφωνία, ο εν λόγω ευρωπαϊκός στόχος μπορεί επίσης να σημάνει απώλεια της διεθνούς ανταγωνιστικότητας για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας.
Η πρόταση ενός νέου στόχου μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της τάξεως του 30% στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, συνεπώς, εντελώς δυσανάλογη, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο καταψήφισα την παρούσα πρόταση ψηφίσματος. Η θέση που ενέκρινε σήμερα το Κοινοβούλιο δεν θέτει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε αξιόπιστη θέση όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους της, με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας κατά τη διάρκεια της διάσκεψης στο Κανκούν την επόμενη εβδομάδα.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τη διάσκεψη για το κλίμα στο Κανκούν, διότι εκτιμώ ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να στείλει το ξεκάθαρο μήνυμα ότι οι παγκόσμιοι ηγέτες οφείλουν να επιδείξουν το ηγετικό τους πνεύμα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος στο επίπεδο της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος (UNFCCC) και του πρωτοκόλλου του Κιότο.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Ανεξαρτήτως της συζήτησης σχετικά με τα αίτια της κλιματικής αλλαγής και τη διερεύνηση του βαθμού στον οποίο η ανθρωπογενής δράση έχει συντελέσει στην πρόκλησή της και δύναται να την αναστρέψει, είναι πλέον σαφές ότι το ζήτημα αυτό έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις σε εντελώς διαφορετικούς τομείς της ανθρώπινης ζωής, και ότι απειλεί να διαταράξει την ισορροπία σε παγκόσμιο επίπεδο. Ως εκ τούτου, οφείλουμε να παρακολουθήσουμε τις σχετικές εξελίξεις με προσοχή και ενδιαφέρον. Ειδικότερα, η αλλαγή του κλίματος προκάλεσε την ανησυχητική άνοδο της στάθμης της θάλασσας, την επιβεβλημένη μετανάστευση και τον αγώνα για πρόσβαση σε πλωτές οδούς και πιο γόνιμη γη, όπως στο Σουδάν, φέροντας τους νομάδες βοσκούς αντιμέτωπους με τους εγκατεστημένους αγρότες. Η ΕΕ πρέπει να συμμετάσχει ενεργά σε αυτήν την παγκόσμια προσπάθεια και να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να παρακολουθήσει το πρόβλημα αυτό και να αναζητήσει βιώσιμες λύσεις οι οποίες θα δύνανται, ιδανικά, να εναρμονίσουν την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο με την ανάπτυξη των πληθυσμών με περιβαλλοντική ποιότητα και σεβασμό προς τη φύση. Η διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία για την επιδίωξη αυτού του σκοπού, ενόψει της θέσπισης περισσότερο φιλόδοξων στόχων και της επίτευξης σταθερότερης και περιεκτικότερης συλλογικής δέσμευσης για την καταπολέμηση του προβλήματος.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Υποστηρίζω μια δεσμευτική συμφωνία που θα περιλαμβάνει ένα διεθνές σύστημα κυρώσεων για την διάσκεψη κορυφής για το κλίμα στο Κανκούν. Είναι σαφές ότι μια τέτοια συμφωνία θα έχει νόημα μόνο εάν δεσμεύει τις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές παγκοσμίως: τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ινδία. Η ΕΕ πρωτοστατεί στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και πρέπει να ενθαρρυνθεί να ενισχύσει τον ηγετικό της ρόλο εν προκειμένω, χωρίς, ωστόσο, να ξεχνά τις τεράστιες προσπάθειες που έχουν ήδη καταβάλει οι βιομηχανίες μας, προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεωτικές μειώσεις των εκπομπών στο εσωτερικό της Ευρώπης. Πρέπει να επισημανθεί ότι η ΕΕ ευθύνεται για ποσοστό της τάξης περίπου του 15% των εκπομπών παγκοσμίως, και εκτιμάται ότι το ποσοστό αυτό θα μειωθεί στο 10% το 2030, ενώ οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ινδία ευθύνονται για το ήμισυ των παγκόσμιων εκπομπών, και το αντίστοιχο ποσοστό εξακολουθεί να αυξάνεται.
Ως εκ τούτου, δεν συμφωνώ ότι η ΕΕ πρέπει να περιορίσει μονομερώς τις εκπομπές της διοξειδίου του άνθρακα κατά 30%, αντί για τον στόχο του 20%, εάν δεν κάνουν το ίδιο και οι άλλες χώρες, ιδίως οι ΗΠΑ. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι φιλοδοξίες της ΕΕ πρέπει να περιορισθούν. Αντιθέτως, πιστεύω ότι, ακόμα και αν οι άλλοι δεν συμφωνούν μαζί μας, εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να εστιάζουμε τις προσπάθειές μας στην επιστημονική έρευνα, την τεχνολογική καινοτομία που σχετίζεται με τις πηγές ενέργειας χωρίς χρήση άνθρακα, την ενεργειακή απόδοση και τη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας, προκειμένου να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Το παρόν ψήφισμα επαναλαμβάνει ορισμένα από τα κενά, τις αδυναμίες και τα σφάλματα της θέσης που ενέκρινε το Κοινοβούλιο κατά τη διάσκεψη της Κοπεγχάγης για την αλλαγή του κλίματος, μην αναγνωρίζοντας τα αίτια πίσω από τη θεαματική αποτυχία της. Η συζήτηση εξακολουθεί να επικεντρώνεται υπερβολικά στους στόχους μείωσης, εις βάρος των τρόπων για την επίτευξή τους, κάτι που μειώνει το κύρος της όλης συζήτησης. Ακολουθείται επίμονα μια προσέγγιση που βασίζεται στην αγορά, αν και τα μέσα της αγοράς έχουν ήδη επιδείξει την αναποτελεσματικότητα και τις στρεβλώσεις τους. Δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της συζήτησης σχετικά με τις στρεβλώσεις που προκαλούνται εξαιτίας των λεγόμενων μηχανισμών ευελιξίας και την ανάγκη για την κατάργηση ή την αναδιατύπωσή τους. Υπάρχει προφανής παρανόηση του νοήματος και της μεγάλης σημασίας της αρχής μιας «κοινής αλλά διαφοροποιημένης ευθύνης», όταν χώρες με τις μεγαλύτερες ιστορικά εκπομπές παγκοσμίως, όπως οι ΗΠΑ, η χώρα με τις μεγαλύτερες κατά κεφαλήν εκπομπές παγκοσμίως, που αντιτίθεται στην ανάληψη σοβαρών δεσμεύσεων σε σχέση με τη μείωση των εκπομπών της, τίθενται στην ίδια θέση με αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα ή η Ινδία, με κατά κεφαλήν εκπομπές 10 και 4 φορές αντίστοιχα χαμηλότερες από εκείνες των ΗΠΑ.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της προσαρμογής και του μετριασμού των συνεπειών στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα σοβαρά προβλήματα που επιβαρύνουν τις εν λόγω χώρες εξακολουθούν να αγνοούνται, όπως και το τεράστιο, άδικο εξωτερικό χρέος που επιβαρύνει τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Ανεξαρτήτως ορισμένων θετικών σημείων, το γενικό περιεχόμενο του ψηφίσματος δεν λαμβάνει την υποστήριξή μας.
Carlo Fidanza (PPE), γραπτώς. – (IT) Μετά την αποτυχία της διάσκεψης της Κοπεγχάγης, ελπίζουμε ότι θα σημειωθεί επιτέλους πρόοδος. Επικροτώ το ψήφισμα σχετικά με τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν, ιδίως τις τροπολογίες της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες), οι οποίες επισημαίνουν μία λογική και πρακτική αρχή: καμία αύξηση στην ποσόστωση της μείωσης των εκπομπών δεν μπορεί να αποφασιστεί μονομερώς από την ΕΕ απουσία απτών δεσμεύσεων από τους άλλους μεγάλους παγκόσμιους παράγοντες.
Η Ευρώπη πρέπει ασφαλώς να συνεχίσει να ηγείται της καταπολέμησης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει στο όνομα μιας περιβαλλοντικής ιδεολογίας που δεν απαιτεί την κοινή αποδοχή της ευθύνης και που καταλήγει να ποινικοποιεί εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ευρώπης, ιδίως σε περίοδο κρίσης.
Karl-Heinz Florenz (PPE), γραπτώς. – (DE) Καταψήφισα τη σημερινή πρόταση ψηφίσματος σχετικά με τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν (COP 16), διότι θεωρώ ότι η προστασία του κλίματος αποτελεί καθήκον μου, και με αυτό εννοώ τη ρεαλιστική προστασία του κλίματος που συνδυάζει τη βιωσιμότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Αποτελεί πολύ μεγάλο βήμα για εμένα να καταψηφίσω μια έκθεση στην σύνταξη της οποίας διαδραμάτισα σημαντικό ρόλο. Ωστόσο, η πρόταση ψηφίσματος αποτελεί μια «πράσινη ουτοπία» που επιδιώκει την επίτευξη υπερβολικών και μη ρεαλιστικών στόχων. Κατορθώσαμε να μειώσουμε ορισμένες από τις απαιτήσεις, όπως ο περιορισμός της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας σε 1,5°C. Εάν επιδιώκαμε την υλοποίηση αυτής της απαίτησης, θα υποχρεωνόμαστε να μηδενίσουμε τις εκπομπές μας κατά την επόμενη δεκαετία και να πασχίσουμε να επιτύχουμε αρνητικές εκπομπές σε βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο διάστημα. Δεν κατορθώσαμε να επιβάλουμε την άποψή μας σε σχέση με τη μονομερή αύξηση των δεσμεύσεων της ΕΕ όσον αφορά τη μείωση, παρά το γεγονός ότι αυτό δεν βοηθά τις διαπραγματεύσεις επί του παρόντος και ότι δεν υπάρχουν έρευνες σχετικά με το πώς θα επιτευχθούν συγκεκριμένες μειώσεις. Πρέπει να αποφύγουμε τέτοιου είδους απαιτήσεις, καθώς κινδυνεύουμε να χάσουμε την αξιοπιστία μας μεταξύ των εταίρων μας σε ολόκληρο τον κόσμο, ιδίως εκείνων που εξακολουθούν να μην είναι βέβαιοι για το αν θα συμπαραταχθούν με εμάς. Η αξιοπιστία είναι το κύριο προσόν μας επί του παρόντος. Είμαι πεπεισμένος ότι στο πλαίσιο των προσπαθειών μας για την εξασφάλιση αυτού, η Ευρώπη πρέπει να μιλά με μία φωνή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υποστηρίζω το Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Nathalie Griesbeck (ALDE), γραπτώς. – (FR) Οι ελπίδες γκρεμίστηκαν όταν η διάσκεψη κορυφής της Κοπεγχάγης απέτυχε να θέσει φιλόδοξους στόχους για την καταπολέμηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει τώρα να παραμείνει ανυποχώρητη στη δέσμευσή της για την επίτευξη πειστικού αποτελέσματος κατά τη διάσκεψη κορυφής του Κανκούν. Για τον σκοπό αυτόν, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα ψήφισμα που επιδιώκει την αύξηση του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από 20% σε 30% έως το 2020. Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, διότι θεωρώ ότι δεν έχουμε άλλο χρόνο για χάσιμο και ότι, εάν καθυστερήσουμε και κωλυσιεργήσουμε περισσότερο, θα χάσουμε την ευκαιρία που μας παρέχεται. Εάν θέλουμε να επιτύχουμε πραγματικά αποτελέσματα, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αποτελέσει την κινητήριο δύναμη στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας.
Françoise Grossetête (PPE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα κατά της τελικής έγκρισης του παρόντος ψηφίσματος.
Η μη ρεαλιστική φύση των στόχων σχετικά με τους οποίους ψηφίσαμε είναι εντυπωσιακή.
Η μονομερής έγκριση από την ΕΕ ενός στόχου για μείωση των εκπομπών κατά 30% έως το 2020 θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στη Γαλλία σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα και τις θέσεις εργασίας.
Υπάρχουν υπερβολικά πολλοί αστάθμητοι παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο κατά τις διαπραγματεύσεις για να θέσει η ΕΕ τόσο περιοριστικούς στόχους στον εαυτό της. Πέρσι, η Ευρώπη έκανε το λάθος να πιστέψει ότι μπορούσε να επιβάλει το όραμά της στους εταίρους της κατά τη διάρκεια της Κοπεγχάγης. Εάν η ΕΕ κάνει πάλι αυτά τα λάθη, δεν θα τεθεί καν θέμα συμμετοχής της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θα μπορέσουμε να συζητήσουμε για ποσοστό 30% μόνο όταν συναφθεί διεθνής συμφωνία για τον αριθμό αυτόν.
Sylvie Guillaume (S&D), γραπτώς. – (FR) Υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν, διότι τώρα, περισσότερο από ποτέ, μετά την αποτυχία της διάσκεψης κορυφής της Κοπεγχάγης, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να είναι ενωμένη κατά την επιδίωξη της επίτευξης δύσκολων στόχων. Ειδικότερα, το κείμενο προβλέπει τον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ κατά 30% έως το 2020, με σκοπό τον περιορισμό της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε 2°C. Όντας ρεαλιστικό έγγραφο, το ψήφισμα λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν «κοινή αλλά διαφοροποιημένη ευθύνη», η οποία εκφράζει την ανάπτυξη και την εξέλιξή τους. Προτείνει επίσης τη δημιουργία ενός «πράσινου ταμείου για το κλίμα» που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παροχή χρηματοδότησης όπου αυτή είναι αναγκαία, με προτεραιότητα να δίδεται σε ευάλωτες χώρες.
Romana Jordan Cizelj (PPE), γραπτώς. – (SL) Καταψήφισα το ψήφισμα. Ιδού η εξήγησή μου: ήταν καν εφικτό να μετρήσουμε όλες τις φωνές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που απαιτούσαν να μιλήσει η ΕΕ με μία φωνή στο Κανκούν; Η σημερινή ψηφοφορία έδειξε ότι το Κοινοβούλιο εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να το κάνει. Μία από τις κύριες διαπραγματευτικές θέσεις της ΕΕ είναι ότι δεν πρέπει να εγκρίνουμε τυχόν νέες δεσμεύσεις μονομερώς. Το Κοινοβούλιο την απέρριψε με ελάχιστη πλειοψηφία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο καταψήφισα το ψήφισμα. Εύχομαι η Επίτροπος κ. Hedegaard να εμμείνει στις θέσεις που έχουν ήδη συμφωνηθεί.
Dan Jørgensen (S&D), γραπτώς. – (DA) Οι δανοί σοσιαλδημοκράτες απείχαν από την ψηφοφορία σχετικά με την υποχρέωση μείωσης κατά 40%. Οι σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν το 40% καταρχήν, αλλά στη συγκεκριμένη ψηφοφορία επέλεξαν να υποστηρίξουν το 30% ως ένα αποτέλεσμα που είναι πρακτικά εφικτό. Αυτό εκφράζεται επίσης στο τελικό αποτέλεσμα.
Karin Kadenbach (S&D), γραπτώς. – (DE) Εκφράζω τη λύπη μου για το γεγονός ότι, στο πλαίσιο του ψηφίσματος σχετικά με τη διάσκεψη για το κλίμα, το αίτημα για την επιβολή παγκόσμιου φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, τα έσοδα από τον οποίο θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, για την καταπολέμηση της αποψίλωσης των δασών και της ερημοποίησης, δεν έλαβε την υποστήριξη της πλειοψηφίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δυστυχώς, η συντηρητική πλειοψηφία δεν ακολούθησε τις συστάσεις των σοσιαλδημοκρατών σχετικά με το ζήτημα αυτό. Χαίρομαι που εγκρίναμε τον στόχο του περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε ελάχιστο επίεπδο 2°C, χωρίς να αποκλείσουμε από τις διαπραγματεύσεις την πιθανότητα περιορισμού της ανόδου της θερμοκρασίας σε 1,5°C, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση όλων των χωρών, των λαών και των οικοσυστημάτων.
Alan Kelly (S&D), γραπτώς. – (EN) Η αλλαγή του κλίματος αποτελεί πραγματική και άμεση πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές χώρες. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρξει μια παγκόσμια απόφαση που θα ληφθεί σύντομα και η οποία θα βοηθήσει να περιορισθούν τα χειρότερα αποτελέσματα της αλλαγής του κλίματος. Ως εκ τούτου, θα ήθελα να δω να σημειώνεται πρόοδος στη διάσκεψη του Κανκούν.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, το οποίο προσδιορίζει τη θέση του Κοινοβουλίου ενόψει της διάσκεψης για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν. Τονίζει ότι πρέπει να συμφωνηθούν συγκεκριμένες ενέργειες στο Κανκούν με σκοπό να προετοιμασθεί το έδαφος για τη σύναψη εκτεταμένης διεθνούς συμφωνίας στη Νότια Αφρική το 2011 για την περίοδο μετά το 2012, η οποία πρέπει να συμβαδίζει με τις τελευταίες εξελίξεις στην επιστήμη και να είναι συνεπής προς την επίτευξη τουλάχιστον του στόχου των 2°C, χωρίς αυτό να εμποδίζει τη μετάβαση σε ένα όριο θερμοκρασιακής αύξησης 1,5ºC, ώστε να εξασφαλισθεί η επιβίωση όλων των εθνών, των λαών και των οικοσυστημάτων. Καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει και πάλι ηγετικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για το κλίμα και να συμβάλει ενεργά σε μια πιο εποικοδομητική και διαφανή διάσκεψη για το κλίμα στο Κανκούν.
Mario Mauro (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος ενόψει της διάσκεψης για το κλίμα που θα διεξαχθεί στο Κανκούν από τις 29 Νοεμβρίου έως τις 11 Δεκεμβρίου, ουσιαστικά επειδή πρέπει να μεταβούμε στο Μεξικό με σαφή, άρτια καθορισμένη κοινή θέση. Εκφράζω την ικανοποίησή μου για την εποικοδομητική στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία συμφώνησε να εξετάσει το ενδεχόμενο δεύτερης περιόδου δέσμευσης του πρωτοκόλλου του Κιότο. Ωστόσο, πρέπει να παραμείνει αμετακίνητη αναφορικά με τους όρους που έχει θέσει όσον αφορά τις εκπομπές. Κανένας από τους παράγοντες στη διεθνή κοινότητα δεν πρέπει να διανοηθεί ποτέ να αφήσει την Ευρώπη να δράσει μόνη της με την ελπίδα ότι θα επιλύσει τα προβλήματα του κόσμου μόνη της.
Jean-Luc Mélenchon (GUE/NGL), γραπτώς. – (FR) Το παρόν ψήφισμα δέχεται ορισμένα από τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν κατά τη διάσκεψη κορυφής στην Cochabamba. Αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα, και εκπλήσσομαι που δεν γίνεται καμία σχετική αναφορά στο ψήφισμα. Προτείνει τον καθορισμό και την εφαρμογή της αρχής της κλιματικής δικαιοσύνης και αναγνωρίζει, χωρίς να το αναφέρει, το κλιματικό χρέος των χωρών του Βορρά έναντι των χωρών του Νότου. Οι στόχοι που προτείνει σε σχέση με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου συνάδουν με εκείνους που τέθηκαν από τη διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή.
Η μετριοπάθεια όσον αφορά την ενέργεια, όποιος και αν είναι ο όρος που χρησιμοποιείται, περιλαμβάνεται επιτέλους στην ημερήσια διάταξη. Εάν η ανταλλαγή δικαιωμάτων μόλυνσης που είναι γνωστή ως «αγορά άνθρακα» και η θέσπιση μιας «παγκόσμιας αγοράς άνθρακα» δεν αποτελούσαν έναν από τους βασικούς πυλώνες του παρόντος ψηφίσματος, θα ήμουν σε θέση να του δώσω την ψήφο μου.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Για μια ακόμα φορά, πολλές ελπίδες πλαισιώνουν τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν. Οι χώρες που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται με σκοπό τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό το πρόβλημα, που απασχολεί ολόκληρο τον κόσμο, χρήζει ταχείας επίλυσης.
Η ΕΕ πρέπει να είναι σε θέση να αναλάβει ηγετικό ρόλο κατά την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος. Όλες οι χώρες, από τις ΗΠΑ μέχρι τις επονομαζόμενες αναδυόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, που αποτελούν μείζονες «ρυπαντές», πρέπει εξίσου να αναλάβουν τις ευθύνες τους στο πλαίσιο ενός αγώνα που αφήνει ολοένα λιγότερα περιθώρια για νέες ευκαιρίες. Διακυβεύεται το βιώσιμο μέλλον της ανθρωπότητας. Εάν δεν γίνει τίποτα εγκαίρως, μπορεί να φτάσουμε στο σημείο χωρίς επιστροφή.
Andreas Mölzer (NI), γραπτώς. – (DE) Κατά την επικείμενη διάσκεψη για το κλίμα στο Κανκούν, πρόκειται να συμφωνηθούν παγκοσμίως δεσμευτικά όρια για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου διοξειδίου του άνθρακα, καθόσον η ισχύς του προηγούμενου πρωτοκόλλου του Κιότο λήγει το 2012. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση καταβάλλει προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 20% έως τα τέλη της δεκαετίας, το Κοινοβούλιο επιδιώκει στην πραγματικότητα μείωση της τάξεως του 30%. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε επιτύχει τους στόχους μας για το κλίμα, και η κατάσταση δεν θα βελτιωθεί θέτοντας μια υψηλότερη ποσοστιαία μείωση. Αυτό ισχύει ιδίως όταν η εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών επιτρέπει τη μεταφορά ορισμένων εκπομπών αλλού.
Εδώ στην Ευρώπη διαθέτουμε υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής εγρήγορσης, κάτι που δεν ισχύει σε ορισμένες από τις επονομαζόμενες αναδυόμενες οικονομίες. Αρκεί, για παράδειγμα, να σκεφτεί κανείς την Κίνα ή την Ινδία. Διατηρώ αρκετές επιφυλάξεις σε σχέση με το σύστημα που χρησιμοποιείται μέχρι στιγμής. Ο σκεπτικισμός μου προέρχεται κυρίως από το γεγονός ότι πρόκειται να κατασκευαστούν και άλλοι σταθμοί παραγωγής πυρηνικής ενέργειας προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό σημαίνει πολύ απλά «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Δεν μπορώ να υποστηρίξω μια τέτοια πρόταση.
Radvilė Morkūnaitė-Mikulėnienė (PPE), γραπτώς. – (LT) Η αλλαγή του κλίματος αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήματα του καιρού μας και, με τη σειρά της, προκαλεί επίσης πολυάριθμες φυσικές καταστροφές. Πριν από λίγο καιρό, δεσμευτήκαμε να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Ωστόσο, φαίνεται ότι μπορεί να μην επιτύχουμε τους καθορισμένους στόχους. Από την άλλη πλευρά, κανένας στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί μέχρις ότου οι μεγαλύτεροι ρυπαντές του κόσμου συμπαραταχθούν με την ΕΕ. Ως εκ τούτου, είναι ανεύθυνο να θέτουμε ακόμα μεγαλύτερους στόχους προτού επιτευχθούν οι λιγότερο φιλόδοξοι στόχοι. Επιπλέον, εάν αρχίσουμε να υλοποιούμε τους υψηλότερους στόχους, θα βρεθούμε παγιδευμένοι – διότι θα είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε προς αυστηρότερες προϋποθέσεις και η βιομηχανία της ΕΕ θα αδυνατεί να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τη βιομηχανία χωρών που δεν έχουν θέσει τόσο αυστηρές προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου, παρότι ο καθορισμός φιλόδοξων στόχων μάς προσδίδει ηγετικό ρόλο στον αγώνα κατά της αλλαγής του κλίματος, σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλει στον στόχο της ΕΕ να καταστεί η πλέον ανταγωνιστική περιοχή στον κόσμο. Καταψήφισα το τελικό έγγραφο διότι, αν και δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο όσον αφορά τη μείωση της αλλαγής του κλίματος και όλοι γνωρίζουμε τις δεσμεύσεις μας απέναντι στη φύση, πρέπει να θέσουμε στόχους που θα είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικοί και να επιδιώξουμε την επίτευξή τους με συνεκτικό τρόπο.
Franz Obermayr (NI), γραπτώς. – (DE) Το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή οικονομία αναγκάστηκε να μειώσει την παραγωγή της λόγω της κρίσης, με αποτέλεσμα μειωμένα επίπεδα εκπομπών, δεν αποτελεί επιχείρημα για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της τάξεως του 30% που ζητείται από την Επίτροπο που είναι αρμόδια για θέματα δράσης για το κλίμα, κ. Hedegaard, τώρα που ο στόχος της μείωσης κατά 20% μπορεί να επιτευχθεί εύκολα συνεπεία της οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, η προστασία του κλίματος μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν πραγματοποιηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν υπάρχει ιδιαίτερο νόημα να μειώσουμε τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σε ολόκληρη την ΕΕ μεταφέροντας ταυτόχρονα τις βιομηχανίες που είναι ζημιογόνες για το κλίμα και τα επικίνδυνα απόβλητα από τα βιομηχανικά έθνη στις αναπτυσσόμενες χώρες. Από την άλλη πλευρά, τα περιοριστικά μέτρα της ΕΕ κρατούν πίσω την οικονομία μας και θέτουν εμπόδια στις εταιρείες μας στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού. Επομένως, πρέπει να πούμε «ναι» στην προστασία του κλίματος, αλλά όχι εις βάρος των εταιρειών μας και όχι εάν είμαστε οι μόνοι που αναλαμβάνουν τα μέτρα. Ως εκ τούτου, καταψήφισα την παρούσα πρόταση ψηφίσματος.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Υπερψήφισα την πρόταση ψηφίσματος σχετικά με τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν, ώστε η Ευρώπη να μπορέσει να εκφράσει την υποστήριξή της για τις συμφωνίες για την αλλαγή του κλίματος σε μια διάσκεψη διεθνούς σημασίας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εύχεται ότι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων θα δώσουν ύψιστη προτεραιότητα στο ζήτημα και θα συμφωνήσουν σχετικά με συγκεκριμένα μέτρα, στα οποία η ίδια η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο, επισημαίνοντας τη δέσμευσή μας έναντι του πρωτοκόλλου του Κιότο. Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη είναι πλέον επιστημονικά αποδεδειγμένη, και επομένως ο στόχος πρέπει να είναι η σταθεροποίηση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2015, προκειμένου να μειωθούν κατά το ήμισυ οι εκπομπές έως το 2050. Αυτό θα διατηρήσει την άνοδο της θερμοκρασίας κάτω από τους 2°C, διασώζοντας κατά τον τρόπο αυτόν χώρες, πληθυσμούς και οικοσυστήματα.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Η διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν (COP 16) έχει ζωτική σημασία για όλους τους Ευρωπαίους και για τους ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Χρειαζόμαστε μια υπεύθυνη και φιλόδοξη πολιτική στο επίπεδο αυτό από όλους τους πολιτικούς παράγοντες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαδραματίζει βασικό ρόλο και πρέπει να ηγηθεί των φιλοδοξιών που αφορούν την αλλαγή του κλίματος.
Με δεδομένα αυτά, καταψήφισα το ψήφισμα του Κοινοβουλίου διότι θεωρώ ότι οι στόχοι που θέτει δεν είναι αρκετά φιλόδοξοι. Για την ακρίβεια, δεν μπορώ να δεχτώ στόχο άνω του 1,5°C σε μια μελλοντική εκτεταμένη διεθνή συμφωνία στη Νότια Αφρική για την περίοδο μετά το 2012, με δεδομένες τις τελευταίες εξελίξεις στην επιστήμη. Αναφορικά με τις δεσμεύσεις σχετικά με τη μείωση των εκπομπών, η άνοδος πρέπει επίσης να διατηρηθεί κάτω του 1,5°C, στόχος που απαιτεί την κορύφωση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου το αργότερο έως το 2015 και τη μείωσή τους κατά τουλάχιστον 50% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2050, καθώς και την περαιτέρω μείωσή τους κατόπιν αυτού.
Αυτά δεν είναι απλά ποσοστά, αλλά στόχοι που έχουν διερευνηθεί επιστημονικά ως πιθανοί και σημαντικοί προκειμένου να υπάρξει ένα αποφασιστικό σημείο καμπής στην καθοδική πορεία που ακολουθούμε προς την καταστροφή σημαντικών τμημάτων της βιοποικιλότητας του πλανήτη μας.
Rovana Plumb (S&D), γραπτώς. – (RO) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα πιστεύοντας ακράδαντα ότι θα επιτύχουμε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα φέτος στο Κανκούν. Έχοντας διδαχθεί από το θετικό αποτέλεσμα στη Nagoya τον Οκτώβριο και την αρνητική εμπειρία από την Κοπεγχάγη το 2009, πιστεύω ότι η ΕΕ πρέπει να μιλάει με μία φωνή. Βάσει της εντολής της, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να συνεχίσουν να διαδραματίζουν εποικοδομητικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να επιτευχθεί μια νομικά δεσμευτική συμφωνία για την περίοδο μετά το Κιότο. Οι ΜΚΟ και η κοινωνία των πολιτών πρέπει να συμμετάσχουν πλήρως στην εν λόγω συμφωνία, ούτως ώστε να υλοποιηθεί σωστά και να επιτευχθεί μεγαλύτερη διαφάνεια. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επικροτώ το γεγονός ότι 5.000 εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών έχουν δηλώσει συμμετοχή για την παρακολούθηση των διαδικασιών της COP 16.
Paulo Rangel (PPE), γραπτώς. – (PT) Υπερψήφισα το παρόν ψήφισμα, καθώς θεωρώ ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταδείξει την ισχυρή δέσμευση και αποφασιστικότητά της στο πλαίσιο της παγκόσμιας προσπάθειας για την εύρεση λύσεων που μπορούν να μετριάσουν τις συνέπειες της αλλαγής του κλίματος και τις επιπτώσεις της.
Frédérique Ries (ALDE), γραπτώς. – (FR) Ας πούμε ευθύς εξαρχής ότι η διάσκεψη για το κλίμα στο Κανκούν δεν θα αποτελέσει επιτυχία. Πολλοί λόγοι ευθύνονται για αυτήν την απαισιοδοξία, δεδομένης της πραγματικής έλλειψης βούλησης που επιδείχθηκε τους τελευταίους μήνες από τους βασικούς πρωταγωνιστές, μεταξύ των οποίων, πρωτίστως, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα, χωρίς τους οποίους δεν μπορεί να επιτευχθεί ποσοτικοποιημένη και δεσμευτική συμφωνία. Παρ’ όλα αυτά, το Κανκούν δεν θα αποτελέσει κατ’ ανάγκη ακριβές αντίγραφο της Κοπεγχάγης και δεν θα προκαλέσει ενδεχομένως τόσο μεγάλη απογοήτευση μεταξύ των πολιτών. Στο ψήφισμα που εγκρίθηκε σήμερα το μεσημέρι, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μάς υπενθύμισε ότι πρέπει να προσβλέπουμε στον στόχο του ορίου ανόδου της θερμοκρασίας του 1,5°C, προκειμένου να διασφαλίσουμε την επιβίωση όλων των εθνών, όλων των λαών και όλων των οικοσυστημάτων. Πρόκειται για ζήτημα ευθύνης απέναντι στις μελλοντικές γενιές. Το ψήφισμα μάς υπενθυμίζει ότι για να είναι αξιόπιστη, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει όχι μόνο να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για παροχή 30 δισ. δολαρίων ΗΠΑ ως βοήθεια προς τις φτωχότερες χώρες κατά την περίοδο 2010-2012, αλλά και να επιδείξει φαντασία προκειμένου να σώσει τον πλανήτη. Πρέπει επίσης να παράσχει νέες πηγές χρηματοδότησης: φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, διεθνείς φόρους στις επιχειρήσεις, εθνικούς φόρους στις εκπομπές και εισφορές στα αεροπορικά εισιτήρια, προτάσεις που εγώ και άλλοι 292 βουλευτές του ΕΚ υποστηρίξαμε.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. − (EN) Το ψήφισμα της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων εγκρίθηκε με απολύτως οριακή πλειοψηφία (τελικές ψήφοι 292/274/38) με τις ακόλουθες αλλαγές /παρατηρήσεις: η αναφορά «με την επιφύλαξη της μετάβασης σε όριο 1,5ºC» διαγράφηκε με οριακή πλειοψηφία (ονομαστική ψηφοφορία, τροπολογία 14 και τροπολογία 18: 307/304/xx)· η ρητή αναφορά στο ότι η χρήση της γης, η αλλαγή στη χρήση της γης και οι δασοκομικές δραστηριότητες, καθώς και τα «παραθυράκια» σε σχέση με τις καταλογισμένες ποσοτικές μονάδες θα μπορούσαν να μηδενίσουν όλους τους στόχους του Παραρτήματος I διαγράφηκε (τροπολογία 16: 316/301/xx), αλλά άλλες παράγραφοι που ζητούσαν αυστηρούς κανόνες με σκοπό την επίτευξη μειώσεων των εκπομπών από το Παράρτημα I διατηρήθηκαν. Χωρίς ηλεκτρονικό έλεγχο, μια παράγραφος που επαναλαμβάνει την επιστήμη της τέταρτης έκθεσης αξιολόγησης της διακυβερνητικής ομάδας για την κλιματική αλλαγή και το 40% φέρεται να απορρίφθηκε (αν και σε ξεχωριστή ψηφοφορία σχετικά με την ίδια παράγραφο, το τμήμα σχετικά με το 40% που απαιτείται από την επιστήμη για τους +2°C διατηρήθηκε). Η παράγραφος που επαναλαμβάνει «την ανάγκη να εγκριθεί στόχος για την εγχώρια μείωση των αερίων θερμοκηπίου κατά 30% για την Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2020, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, προς το συμφέρον της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης» διατηρήθηκε (η τροπολογία 20 που υποβλήθηκε από το PPE απορρίφθηκε μέσω ονομαστικής ψηφοφορίας: 298/316/xx). Συνολικά, παραμένει ένα καλό ψήφισμα, το οποίο περιέχει πολλά καλά μηνύματα σχετικά με το πρωτόκολλο του Κιότο, όρια στη χρήση των αντισταθμίσεων και κριτική στη χρήση της γης, την αλλαγή στη χρήση της γης και τις δασοκομικές δραστηριότητες και τα «παραθυράκια» σε σχέση με τις καταλογισμένες ποσοτικές μονάδες, καθώς και αυστηρή γλώσσα σχετικά με την ιστορική ευθύνη των βιομηχανικών χωρών και την ανάγκη χρηματοδότησης των προσπαθειών των αναπτυσσόμενων χωρών στον τομέα του κλίματος.
Peter Skinner (S&D), γραπτώς. – (EN) Καθώς η πορεία προς τη διάσκεψη ολοκληρώνεται, είναι σαφές ότι η ΕΕ έχει μια πραγματική ευκαιρία να συνεισφέρει θετικά στο Κανκούν. Έχοντας ακούσει τον πρόεδρο της επιτροπής, κ. Jo Leinen, είμαι πεπεισμένος ότι στην ουσία, η επίτευξη πολυμερούς συμφωνίας θα καταστεί δυνατή μόνο εφόσον αρθούν οι υποψίες των χωρών ΒΡΙΚ. Ομοίως, πρέπει να προωθηθούν κατά τη διάσκεψη οι δεσμεύσεις πολλών χωρών για την καταβολή εισφορών υπό τη μορφή βοήθειας προς αναπτυσσόμενα κράτη.
Alf Svensson (PPE), γραπτώς. – (SV) Κατά τη χθεσινή ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπερψήφισα το ψήφισμα σχετικά με τη διάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος στο Κανκούν (COP 16). Ο λόγος που το έπραξα έγκειται στο γεγονός ότι το ψήφισμα αφορά ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα – το ότι η ΕΕ πρέπει να επιδείξει σύνεση και ηγετικό πνεύμα κατά τις διαπραγματεύσεις για το κλίμα. Οι αναπτυσσόμενες χώρες πλήττονται ιδιαίτερα και, ως εκ τούτου, οι παγκόσμιοι ηγέτες πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλίσουν ότι οι διαπραγματεύσεις για το κλίμα δεν θα θέσουν σε κίνδυνο τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας. Ωστόσο, θα ήθελα να επισημάνω ειδικότερα ότι καταψήφισα τη διατύπωση στο ψήφισμα που παροτρύνει την ΕΕ να προτείνει, κατά τις διαπραγματεύσεις, φορολογικό συντελεστή της τάξης του 0,01% επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αυτός ο τύπος φόρου δεν αποτελεί την ενδεδειγμένη οδό και δεν θα βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή και να προσαρμοσθούν σε αυτήν.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Πρόσφατα σημειώθηκαν περαιτέρω σοβαρά περιστατικά στη Δυτική Σαχάρα. Η επικράτεια αυτή, η οποία τελούσε υπό ισπανική διοίκηση μέχρι το 1976, εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο σημαντικών εντάσεων μεταξύ των μαροκινών αρχών και του κινήματος ανεξαρτησίας. Η Δυτική Σαχάρα, που βρίσκεται ανάμεσα στον Ατλαντικό, τη Μαυριτανία και το νότιο Μαρόκο, είναι διχασμένη ανάμεσα στις δύο τελευταίες χώρες μετά την απόσυρση της Ισπανίας. Το ψήφισμα που υποβλήθηκε από ορισμένους συναδέλφους μου βουλευτές σχετικά με τα τραγικά γεγονότα της 24ης Οκτωβρίου 2010 συντάχθηκε κατεπειγόντως παρότι σε τέτοιου είδους περιπτώσεις απαιτείται ένας βαθμός αποστασιοποίησης. Επέλεξα, λοιπόν, να απόσχω από την ψηφοφορία και θα παρακολουθήσω στενά την έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Υποστηρίζω αυτό το ψήφισμα. Μετά από περισσότερα από 30 χρόνια η διαδικασία αποαποικιοποίησης της Δυτικής Σαχάρας παραμένει ανολοκλήρωτη. Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι πράξεις βίας στον καταυλισμό αμάχων και η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι συνέπειες αυτής της σύγκρουσης σε ολόκληρη την περιοχή αποτελούν πηγή ανησυχίας. Συμμερίζομαι την ανησυχία που εκφράζεται στο ψήφισμα όσον αφορά τις επιθέσεις εναντίον της ελευθερίας του Τύπου και της ενημέρωσης που υπέστησαν πολλοί ευρωπαίοι δημοσιογράφοι. Πρέπει, συνεπώς, να διεξαχθεί μια ανεξάρτητη διεθνής έρευνα υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για να διαλευκανθούν οι θάνατοι και οι εξαφανίσεις αμάχων. Είναι επίσης σημαντικό να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να απελευθερωθούν οι ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να επιτραπεί η ελεύθερη πρόσβαση στη Δυτική Σαχάρα για τον Τύπο, τους ανεξάρτητους παρατηρητές και τις ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Τάσσομαι υπέρ της διερεύνησης του ζητήματος της Δυτικής Σαχάρας από τα Ηνωμένα Έθνη, και υποστηρίζω τη θέση του ΟΗΕ ότι πρέπει να επιτραπεί από το Μαρόκο η ελεύθερη πρόσβαση στη συγκεκριμένη περιοχή για τους δημοσιογράφους, τους ανεξάρτητους παρατηρητές και τις ανθρωπιστικές οργανώσεις. Γνωρίζω ότι το Μαρόκο συνιστά στρατηγικό εταίρο και σύμμαχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην καταπολέμηση του ριζοσπαστικού ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Εντούτοις, δεν δέχομαι τη στάση των μαροκινών αρχών όσον αφορά τα σοβαρά, βίαια γεγονότα τα οποία σημειώθηκαν στον καταυλισμό Gdaim Izyk στη Δυτική Σαχάρα στις 8 Νοεμβρίου και τα οποία προκάλεσαν τον θάνατο άγνωστου μέχρι στιγμής αριθμού ανθρώπων. Με χαροποιεί το γεγονός ότι ανήκω σε ένα θεσμικό όργανο όπως το Κοινοβούλιο, μία από τις βασικές αρχές του οποίου είναι η προστασία και η προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ενόψει αυτού, αναγνωρίζω την ανάγκη έκκλησης προς τις υπηρεσίες του ΟΗΕ για την πρόταση δημιουργίας ενός μηχανισμού παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Σαχάρα. Συγχαίρω τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τον Προσωπικό Απεσταλμένο του για τις προσπάθειές τους για την εξεύρεση δίκαιης, βιώσιμης και αμοιβαία αποδεκτής πολιτικής λύσης που θα επιτρέψει την αυτοδιάθεση του λαού της Δυτικής Σαχάρας.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Η κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα εκκρεμεί για περισσότερα από 30 χρόνια χωρίς καμία εμφανή λύση. Μαζί με την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη και τη διένεξη στην Κύπρο, αποτελεί μέρος ενός συνόλου υποθέσεων που αποδεικνύονται δυσεπίλυτες και μακροχρόνιες. Παρά κάποιες επιμέρους πρωτοβουλίες για το άνοιγμα διαύλων διαλόγου, που είναι ευπρόσδεκτες, σήμερα φαίνεται σαφές ότι οι αντικρουόμενες πλευρές δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα προς την επίλυση της σύγκρουσης κατόπιν διαπραγματεύσεων. Οι πρόσφατες ειδήσεις για τα γεγονότα που σημειώθηκαν στον καταυλισμό Gdaim Izyk εγείρουν μείζονες ανησυχίες σχετικά με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του λαού της Δυτικής Σαχάρας από τις μαροκινές αρχές, καθώς και υπόνοιες για μια ανησυχητική έξαρση αυτής της σύγκρουσης. Ελπίζω να δοθεί οριστικό τέλος σε αυτό το πρόβλημα και να βρεθεί μια πολιτική και διοικητική λύση στη σύγκρουση, προκειμένου να υπάρξει συμφιλίωση των συμφερόντων των εμπλεκόμενων μερών.
Ilda Figueiredo (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Μας χαροποιεί το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο καταδίκασε δριμύτατα τα βίαια γεγονότα τα οποία σημειώθηκαν στον καταυλισμό Gdaim Izyk στη Δυτική Σαχάρα στις 8 Νοεμβρίου και τα οποία προκάλεσαν τον θάνατο άγνωστου μέχρι στιγμής αριθμού ανθρώπων.
Ελπίζουμε η Επιτροπή και το Συμβούλιο να απαιτήσουν τα μέτρα που προτείνονται εδώ, τονίζοντας την ανάγκη να προτείνουν τα όργανα του ΟΗΕ τη θέσπιση ενός μηχανισμού παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Σαχάρα και να απαιτήσουν τη συμμόρφωση με τα ψηφίσματα που έχουν ήδη εγκριθεί, συμπεριλαμβανομένης της αυτοδιάθεσης του λαού της Δυτικής Σαχάρας.
Όπως αναφέρεται στο ψήφισμα, «τα Ηνωμένα Έθνη θα ήταν η πιο κατάλληλη αρχή για τη διεξαγωγή ανεξάρτητης διεθνούς έρευνας για τη διαλεύκανση των γεγονότων, των θανάτων και των εξαφανίσεων».
Λυπηρές είναι επίσης οι επιθέσεις εναντίον της ελευθερίας του Τύπου και της ενημέρωσης που υπέστησαν πολλοί ευρωπαίοι δημοσιογράφοι, και το Βασίλειο του Μαρόκου θα πρέπει να παροτρυνθεί να επιτρέψει την ελεύθερη πρόσβαση και κυκλοφορία στη Δυτική Σαχάρα για τον Τύπο, τους ανεξάρτητους παρατηρητές και τις ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Τέλος, θα θέλαμε να τονίσουμε τη σημασία της αύξησης της χρηματοδότησης και της παροχής της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας προς τους πρόσφυγες Σαχράουι που υπολογίζονται μεταξύ 90.000 και 165.000 στην περιοχή του Tindouf, για να τους βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τις βασικές τους ανάγκες σε τροφή, νερό, στέγη και ιατρική φροντίδα και για να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους.
Lorenzo Fontana (EFD), γραπτώς. – (IT) Η αυτοδιάθεση των λαών ήταν ανέκαθεν προτεραιότητα της Λίγκας του Βορρά. Σήμερα ψηφίζουμε επί μιας πρότασης ψηφίσματος που έχει ως στόχο να διασφαλίσει τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποδεκτές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες για τον λαό της Δυτικής Σαχάρας. Καταδικάζουμε τη βίαιη και αδικαιολόγητη αντίδραση της μαροκινής κυβέρνησης, η οποία κατέστειλε με αιματηρό τρόπο μια ειρηνική και δημοκρατική διαδήλωση διαμαρτυρίας. Καλούμε, λοιπόν, την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αναστείλουν τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της ΕΕ και του Μαρόκου. Υποστηρίζω απόλυτα το ψήφισμα βάσει των προαναφερθέντων.
Richard Howitt (S&D), γραπτώς. – (EN) Ήταν χαρά μου που υπήρξα ένας από τους συντάκτες του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου σχετικά με τη Δυτική Σαχάρα εξ ονόματος της Ομάδας S&D. Θορυβήθηκα από το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες στη Δυτική Σαχάρα περιορίστηκαν βίαια από τις αρχές και συμμερίζομαι τους φόβους που εκφράστηκαν στο εν λόγω ψήφισμα για την ασφάλεια των Σαχράουι υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα παραμένει ένα από τα τελευταία απομεινάρια της αποαποικιοποίησης και, μετά από 30 χρόνια, πρέπει να επιλυθεί. Επικροτώ την έκκληση του ψηφίσματος για την εξεύρεση μιας δίκαιης, βιώσιμης και αμοιβαία αποδεκτής πολιτικής λύσης σε πλήρη συμμόρφωση με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και θα ήθελα για άλλη μία φορά να επαναλάβω την προτροπή του ΟΗΕ για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην περιοχή.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος σχετικά με την ατυχή κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα. Έχω συγκλονιστεί από τα βίαια γεγονότα που σημειώθηκαν στον καταυλισμό Gdaim Izyk και στην πόλη El Ayun, καθώς και από τη χρήση βίας ακριβώς την ημέρα έναρξης στη Νέα Υόρκη του τρίτου κύκλου των άτυπων συνομιλιών σχετικά με το καθεστώς της Δυτικής Σαχάρας. Εκφράζω τη λύπη μου για τις απώλειες ανθρώπινων ζωών και την αλληλεγγύη μου προς τις οικογένειες όσων έχασαν τη ζωή τους, τραυματίστηκαν και εξαφανίστηκαν, και ενθαρρύνω τη συγκρότηση, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, μιας ανεξάρτητης και διαφανούς εξεταστικής επιτροπής προκειμένου να καθοριστούν οι ευθύνες των διαφόρων εμπλεκόμενων μερών σχετικά με την υποκίνηση των ανωτέρω γεγονότων και να προσδιοριστεί ο αριθμός των θυμάτων. Επίσης, με εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν επετράπη η πρόσβαση στη Δυτική Σαχάρα σε ευρωπαίους βουλευτές και δημοσιογράφους και καλώ τις μαροκινές αρχές να επιτρέψουν την πρόσβαση στην περιοχή για τον Τύπο και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Η κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα είναι πολύ ανησυχητική και το Κοινοβούλιο πρέπει να στείλει σαφές μήνυμα ότι καταδικάζει τα όσα συμβαίνουν εκεί. Πρέπει να σταματήσουν οι πράξεις βίας και από τις δύο πλευρές προκειμένου να υπάρξει περιθώριο για διαφανή και καλόπιστο διάλογο, ο οποίος θα δώσει τέλος σε μια σύγκρουση που έχει ήδη προκαλέσει πάρα πολλούς θανάτους και εξακολουθεί να έχει ως συνέπεια πλήθος εκτοπισμένων ανθρώπων και προσφύγων. Η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να καταβάλλει προσπάθειες για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε αυτούς τους πρόσφυγες ώστε να έχουν τις βασικές προϋποθέσεις για να επιβιώσουν.
Willy Meyer (GUE/NGL), γραπτώς. – (ES) Ψήφισα υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος διότι στέλνει ένα ηχηρό και σαφές μήνυμα όσον αφορά την ενίσχυση του δικαιώματος των Σαχράουι στην αυτοδιάθεση και καταδικάζει τις θηριωδίες που διαπράττονται από τη μαροκινή κυβέρνηση. Είναι θετικό διότι καταδικάζει τις βίαιες ενέργειες του Μαρόκου κατά τη διάλυση του καταυλισμού αξιοπρέπειας των Σαχράουι, τον θάνατο του νεαρού Nayem El-Garhi και τον αποκλεισμό της πληροφόρησης που επιβάλλουν οι δυνάμεις κατοχής στη Δυτική Σαχάρα, εμποδίζοντας την πρόσβαση δημοσιογράφων, ΜΚΟ και εκλεγμένων αξιωματούχων στην περιοχή. Παρότι η Ομάδα μου είχε ζητήσει στο παρελθόν να παγώσει η συμφωνία σύνδεσης της ΕΕ με το Μαρόκο λόγω παραβίασης της δεύτερης ρήτρας, τάχθηκα υπέρ του ψηφίσματος διότι απαιτεί τη διεξαγωγή διεθνούς έρευνας από τα Ηνωμένα Έθνη, ζητεί από το Μαρόκο «συμμόρφωση προς το διεθνές δίκαιο σχετικά με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της Δυτικής Σαχάρας» και «επιμένει στην ανάγκη να κληθούν τα όργανα του ΟΗΕ να προτείνουν τη θέσπιση μηχανισμού παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Σαχάρα». Για όλους αυτούς τους λόγους, παρότι θα ήθελα να ήταν εντονότερες και σαφέστερες οι επικρίσεις, ψήφισα υπέρ.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Ο λόγος για τον οποίο ψήφισα υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα εντοπίζεται στην προσήλωση που επιδεικνυόταν ανέκαθεν, με ιδιαίτερη έμφαση στο πώς έχει εξελιχθεί η σύγκρουση μεταξύ του Μαρόκου και του Μετώπου Πολισάριο για τη Δυτική Σαχάρα, πρωτίστως, λόγω του εμφανούς αντικτύπου του προβλήματος αυτού στη σταθερότητα της περιοχής.
Σαφώς, το Μαρόκο κλήθηκε επανειλημμένως να διατηρήσει ανοικτό και ευέλικτο διάλογο χωρίς προϋποθέσεις προκειμένου να πραγματοποιηθούν μικρά αλλά σημαντικά βήματα προς τις ειρηνευτικές συνομιλίες στις οποίες μεσολαβούν τα Ηνωμένα Έθνη. Προσωπικά, υποστήριζα ανέκαθεν τις προσπάθειες του ΟΗΕ και του απεσταλμένου του, κ. Ross, που αποσκοπούσαν στη διεξαγωγή διμερών πολιτικών και διαρκών διαπραγματευτικών συνομιλιών μεταξύ των δύο μερών.
Σε πολλές χώρες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, επικρατεί ευρεία ευαισθητοποίηση και επίγνωση των συνθηκών υπό τις οποίες ζουν οι Σαχράουι, ενώ υπάρχει ιδιαίτερη κατανόηση όσον αφορά τις θέσεις και τις απόψεις του Μαρόκου. Η Ένωση, ιδίως δε οι μεσογειακές χώρες, ήταν πάντα στο προσκήνιο όσον αφορά την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Σαχράουι, καθώς η αρχή της αλληλεγγύης προς τους ανθρώπους που ζουν υπό τόσο προβληματικές συνθήκες είναι θεμελιώδης.
Η ψήφος μου αποσκοπεί στο να επιτευχθεί σταδιακή βελτίωση της τρέχουσας κατάστασης μέσω αμοιβαίας δέσμευσης συνεργασίας και διαλόγου.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Υποστήριξα αυτό το ψήφισμα διότι πιστεύω ότι ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι καίριας σημασίας. Έχουν υπάρξει αναφορές από τη Δυτική Σαχάρα για περιπτώσεις αστυνομικής βίας κατά πολιτών που διατηρούσαν ειρηνικό καταυλισμό διαμαρτυρίας έξω από την πόλη El Ayun ενάντια στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική κατάσταση και ενάντια στις συνθήκες διαβίωσής τους. Οι αστυνομικές δυνάμεις χρησιμοποίησαν δακρυγόνα και ρόπαλα κατά των διαδηλωτών για να εκκενώσουν τον καταυλισμό.
Δεν πρόκειται απλώς για ένα πολιτικό ζήτημα με μια γειτονική χώρα. Γινόμαστε μάρτυρες μιας παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που πρέπει να καταδικάσουμε όλοι ανεξαιρέτως· έτσι, ψηφίζω υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος και ενώνω τη φωνή μου με τις φωνές των συναδέλφων μου βουλευτών για την ενθάρρυνση όλων των εμπλεκομένων μερών να επιδείξουν ψυχραιμία και να απόσχουν από περαιτέρω βίαιες ενέργειες.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Έπειτα από τις πολλαπλές απόπειρες του καθεστώτος του Μαρόκου να εμποδίσει το Κοινοβούλιο να εκφράσει την άποψή του σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Σαχάρα, οφείλουμε να επικροτήσουμε το γεγονός ότι αυτήν τη φορά, το μαροκινό λόμπι απέτυχε. Θεωρώ απαράδεκτη τη διαρκή παρέμβαση του Μαρόκου. Ομοίως, το κείμενο του ψηφίσματος συνιστά απλώς συμβιβασμό μεταξύ θέσεων που βασίζονται σε πολύ διαφορετικές αναλύσεις. Θα ήθελα, συνεπώς, να εκφράσω τη θέση της Ομάδας μας υπέρ των Σαχράουι και συγκεκριμένα ότι καταδικάζουμε τον προκλητικό και ανεύθυνο τρόπο με τον οποίο διαλύθηκε ο καταυλισμός Gdaim Izyk. Δεν μπορούμε να θέσουμε όσους επιτίθενται, βασανίζουν και σφαγιάζουν στο ίδιο επίπεδο με εκείνους που προσπαθούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Πρέπει να διεξαχθεί ανεξάρτητη έρευνα και πρέπει να χορηγηθεί ελεύθερη πρόσβαση και κυκλοφορία στους υπεύθυνους για τα μέσα ενημέρωσης και την πληροφόρηση. Η ΕΕ, και ιδιαίτερα η Ισπανία και η Γαλλία, πρέπει να αναλάβουν την ιστορική ευθύνη τους και να απαιτήσουν να παύσει το Μαρόκο την ανασταλτική και αδιάλλακτη στάση του, ακόμη και παγώνοντας τις πολυάριθμες εμπορικές συμφωνίες και ειδικές σχέσεις που υφίστανται μεταξύ της ΕΕ και του Βασιλείου του Μαρόκου και κάνοντας ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να διασφαλιστεί η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση που περιλαμβάνεται σε πολλά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών.
Marie-Thérèse Sanchez-Schmid (PPE), γραπτώς. – (FR) Τα βίαια γεγονότα που σημειώθηκαν στη Δυτική Σαχάρα κατά τη διάλυση του καταυλισμού Gdaim Izyk και στην πόλη El Ayun είναι πολύ σοβαρά και πρέπει να καταδικαστούν απερίφραστα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει απόλυτο δίκιο που εκφράζει τις ανησυχίες του σχετικά με την επιδείνωση της κατάστασης στην περιοχή. Όπως έχουν επισημάνει τα Ηνωμένα Έθνη, τα εμπλεκόμενα στη σύγκρουση μέρη πρέπει να συμφωνήσουν να επιδιώξουν μια ρεαλιστική πολιτική λύση, η οποία θα είναι δίκαιη, βιώσιμη και αποδεκτή και από τις δύο πλευρές καθώς και σύμφωνη με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Εντούτοις, είναι ατυχές το γεγονός ότι το κείμενο υποβλήθηκε προτού αποκτήσει πρόσβαση το Κοινοβούλιο σε όλα τα στοιχεία και τις λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις περιστάσεις που οδήγησαν σε αυτήν την τραγωδία, συμπεριλαμβανομένου του ακριβούς αριθμού των θυμάτων. Πρέπει να δοθεί στους δημοσιογράφους, τους ανεξάρτητους ερευνητές, τους παρατηρητές και τους υπεύθυνους λήψης πολιτικών αποφάσεων χρόνος καθώς και πρόσβαση στην πόλη El Ayun και στους καταυλισμούς προσφύγων προκειμένου να διαλευκανθούν τα γεγονότα. Δεν θα πρέπει επ’ ουδενί η δυστυχία των Σαχράουι να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης για την υποκίνηση περαιτέρω πράξεων βίας.
Søren Bo Søndergaard (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ του κοινού ψηφίσματος σχετικά με τη Δυτική Σαχάρα (B7-0675/2010). Εντούτοις, με λυπεί ιδιαιτέρως το γεγονός ότι το ψήφισμα δεν αναφέρει ούτε επικρίνει την παράνομη αλιευτική συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και του Μαρόκου, που επιτρέπει στους ευρωπαϊκούς αλιευτικούς στόλους να δραστηριοποιούνται στα ύδατα της κατεχόμενης επικράτειας της Δυτικής Σαχάρας.
Bart Staes (Verts/ALE), γραπτώς. – (NL) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος σχετικά με την κατάσταση στη Δυτική Σαχάρα. Με αυτό το κοινό ψήφισμα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα καταδικάζοντας την πρόσφατη αναζωπύρωση της βίας στη Δυτική Σαχάρα. Στις 8 Νοεμβρίου, διαλύθηκαν διά της βίας οι καταυλισμοί διαμαρτυρίας των Σαχράουι, πράγμα που προκάλεσε τον θάνατο πολλών ανθρώπων και από τις δύο πλευρές και τον τραυματισμό πολλών κατοίκων. Οι καταυλισμοί ήταν μια ένδειξη ειρηνικής διαμαρτυρίας των Σαχράουι ενάντια στην καταπίεση, την περιθωριοποίηση και τη λεηλασία των φυσικών τους πόρων (συμπεριλαμβανομένων των ιχθύων) που βιώνουν και στις άθλιες συνθήκες στις οποίες ζουν υπό τη μαροκινή κατοχή. Το ψήφισμα ζητεί την άμεση παύση της βίας και τη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας όσον αφορά τα γεγονότα στον καταυλισμό Gdaim Izyk και στην πόλη El Ayun. Πραγματοποιούνται εκκλήσεις προς τις μαροκινές αρχές προκειμένου να επιτραπεί στους δημοσιογράφους, στις ανθρωπιστικές οργανώσεις, στους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στους ανεξάρτητους παρατηρητές η ελεύθερη πρόσβαση στη Δυτική Σαχάρα.
Η αυξημένη καταπίεση των ακτιβιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών υπέρ των Σαχράουι από τις μαροκινές αρχές (αυθαίρετες συλλήψεις, απαγγελίες κατηγοριών και κρατήσεις) είναι πολύ ανησυχητική. Τα γεγονότα αυτά θα επιβαρύνουν τις άτυπες συνομιλίες συζητήσεις μεταξύ του Μαρόκο και του Μετώπου Πολισάριο που προγραμματίζεται να αρχίσουν εκ νέου στις αρχές Νοεμβρίου υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Εντούτοις, απαιτείται η εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης πολιτικής λύσης για τη βελτίωση της κατάστασης των Σαχράουι.
Eva-Britt Svensson (GUE/NGL), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ του κοινού ψηφίσματος B7-0675/2010 σχετικά με τη Δυτική Σαχάρα. Εντούτοις, θεωρώ άκρως λυπηρό το γεγονός ότι το ψήφισμα δεν αναφέρει ούτε επικρίνει την παράνομη αλιευτική συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και του Μαρόκου, που επιτρέπει στους ευρωπαϊκούς αλιευτικούς στόλους να δραστηριοποιούνται στα ύδατα της κατεχόμενης επικράτειας της Δυτικής Σαχάρας.
Dominique Vlasto (PPE), γραπτώς. – (FR) Όπως και οι συνάδελφοί μου, οφείλω να καταδικάσω τα πρόσφατα γεγονότα στη Δυτική Σαχάρα και θα ήθελα να εκφράσω τη στήριξη και τη συμπαράστασή μου προς τις οικογένειες όλων των θυμάτων. Κατόπιν τούτου, επέλεξα να καταψηφίσω το ψήφισμα, καθώς περιέχει πολλές ανακρίβειες ως προς τα γεγονότα, παραλείπει ζωτικής σημασίας πληροφορίες και δεν παρουσιάζει μια αντικειμενική εικόνα των βίαιων περιστατικών που σημειώθηκαν στις 8 Νοεμβρίου 2010. Η διατύπωση του ψηφίσματος θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται από διπλωματία, σε συνδυασμό με πρακτικά και αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Αντ’ αυτού, αυτό το μη ισορροπημένο κείμενο περιλαμβάνει μια πρόχειρη και ατεκμηρίωτη εκτίμηση της κατάστασης και, χωρίς να εξηγεί τους λόγους, απορρίπτει κατηγορηματικά την ανεξάρτητη έρευνα που διεξάγεται από τις μαροκινές αρχές. Έχω απογοητευτεί από αυτήν την προκατειλημμένη δήλωση που συντάχθηκε πρόχειρα – θα παρακωλύσει τις ανεπίσημες διαπραγματεύσεις που πραγματοποιούνται στα Ηνωμένα Έθνη μεταξύ του Βασιλείου του Μαρόκου και του Μετώπου Πολισάριο, ενώ έχει επιφέρει ένταση στην περιοχή. Παραβλέψαμε το ποιες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητές μας, την επιδίωξη δηλαδή μιας ισορροπημένης και αμοιβαία αποδεκτής συμφωνίας μεταξύ των δύο μερών η οποία θα επιτρέψει στον άμαχο πληθυσμό να δει την αποκατάσταση της σταθερότητας και της ασφάλειας. Πρέπει να αποφύγουμε πάση θυσία τη δημιουργία ενός νέου μετώπου στην άκρως επίμαχη περιφέρεια Sahel και να επιδιώξουμε τη διατήρηση της στρατηγικής εταιρικής μας σχέσης με το Μαρόκο.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Η Ουκρανία έχει καταστεί μείζον γεωπολιτικό ζήτημα για την Ευρώπη μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Έχοντας ανακτήσει την ανεξαρτησία της, η Ρωσία εξακολουθεί να την θεωρεί μέρος του «εγγύς εξωτερικού». Θέλοντας να εκμεταλλευθεί πλήρως την αυτονομία της και να εστιάσει στους ισχυρούς ιστορικούς δεσμούς της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ουκρανία έχει εκφράσει εδώ και κάποιον καιρό την πρόθεσή της να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως μια χώρα με τεράστιους φυσικούς πόρους που βρίσκεται στην καρδιά μιας καίριας στρατηγικής περιοχής, η Ουκρανία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πιθανό κέντρο στήριξης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που επικροτεί την ευρωπαϊκή προοπτική της Ουκρανίας. Το ψήφισμα αναφέρεται στην πρόοδο που απαιτείται ακόμη σε αυτήν την εύθραυστη δημοκρατία. Επισημαίνει επίσης τις προσπάθειες που καταβάλλονται και τις σημαντικές εξελίξεις που έχουν επιτευχθεί τελευταία. Το ύφος του ψηφίσματος είναι μετρημένο, αλλά επιβεβαιώνει ότι η Ουκρανία έχει ευρωπαϊκό μέλλον.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Υποστηρίζω αυτό το ψήφισμα. Υπάρχουν ανησυχίες ότι οι δημοκρατικές ελευθερίες, όπως η ελευθερία του συνέρχεσθαι, η ελευθερία της έκφρασης και η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, έχουν απειληθεί τους τελευταίους μήνες στην Ουκρανία. Οι αρχές θα πρέπει να διερευνήσουν τις καταγγελίες για παραβιάσεις δικαιωμάτων και ελευθεριών και να λάβουν μέτρα για να τις επανορθώσουν. Επίσης, είναι σημαντικό οι αρχές να απόσχουν από οποιεσδήποτε προσπάθειες ελέγχου, άμεσου ή έμμεσου, του περιεχομένου της ειδησεογραφικής κάλυψης στα εθνικά μέσα ενημέρωσης. Οι εκλογικοί κανόνες παραμένουν διαρκές θέμα συζήτησης. Συνεπώς, πρέπει να αναληφθεί ενεργός δράση για τη βελτίωση του εκλογικού συστήματος και της νομοθεσίας στον τομέα αυτόν πριν από τις προσεχείς κοινοβουλευτικές εκλογές. Επιπλέον, υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης της αξιοπιστίας, της σταθερότητας και της ανεξαρτησίας των θεσμών της χώρας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι η διακυβέρνηση του κράτους βασίζεται στις αρχές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Οι ουκρανικές αρχές πρέπει επίσης να καταβάλλουν περισσότερες προσπάθειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Συμφωνώ με το ψήφισμα του Κοινοβουλίου σχετικά με την ανάληψη περαιτέρω δράσης από την Ουκρανία για την επίτευξη πολιτικής σταθερότητας τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και πέραν των συνόρων της. Η Ουκρανία είναι σημαντικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υλοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας με την ανατολική Ευρώπη. Ως εκ τούτου, είναι καίριας σημασίας η διαρκής επιδίωξη στενής συνεργασίας, ιδίως στον τομέα της υποχρέωσης θεώρησης. Το Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εκπονήσουν ένα σχέδιο δράσης για την κατάργηση των ταξιδιωτικών θεωρήσεων με την Ουκρανία. Για να διασφαλιστεί η μακροχρόνια πολιτική σταθερότητα τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και με τις γειτονικές χώρες, είναι σημαντικό να πραγματοποιηθούν συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα συνέβαλλαν στην επίτευξη κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ του εκτελεστικού και του δικαστικού συστήματος. Απαιτούνται επίσης περαιτέρω μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ελευθερίας και του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης. Τα κρατικά θεσμικά όργανα παροτρύνονται να λάβουν μέτρα για τη διασφάλιση της ελευθερίας του Τύπου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται σθεναρά να βοηθήσει την Ουκρανία να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, επομένως, εξακολουθεί να επιδιώκει στενή συνεργασία με την Ουκρανία, ενισχύοντας τη δημοκρατία στη χώρα και επισπεύδοντας την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Maria Da Graça Carvalho (PPE), γραπτώς. – (PT) Εκφράζω την επίκρισή μου όσον αφορά τις τοπικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 31 Οκτωβρίου στην Ουκρανία και θα ήθελα να γίνεται σεβαστή η ελευθερία του Τύπου. Με λυπεί η τροποποίηση των εκλογικών κανόνων την τελευταία στιγμή, πριν από τις 31 Οκτωβρίου, καθώς και το γεγονός ότι δεν επετράπη στα κόμματα της αντιπολίτευσης να προτείνουν υποψηφίους στις εκλογικές περιφέρειες. Συμφωνώ με το Κοινοβούλιο ότι δεν πρέπει να γίνεται ανεκτός ο περιορισμός των δημοκρατικών κανόνων και ότι πρέπει να προστατεύεται η ελευθερία της έκφρασης. Θα ήθελα να συνταχθώ με το Κοινοβούλιο και να καταδικάσω την κυβέρνηση του Κιέβου για την αποτυχία της σε αυτό το ευαίσθητο ζήτημα.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Στις σλαβονικές γλώσσες, «Ουκρανία» σημαίνει «παραμεθόρια χώρα». Για τους Ρώσους, ήταν ανέκαθεν μια απομακρυσμένη επαρχία και τώρα, μετά την προτελευταία διεύρυνση, η Ουκρανία είναι παραμεθόρια χώρα και για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για πρώτη φορά, ωστόσο, δεν θέλουμε η ονομασία ενός τόπου να καθορίζει τη μοίρα του λαού του. Με την προσοχή που απαιτεί ο σεβασμός της δημοκρατικής βούλησης ενός λαού, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει συνεπής στον ρόλο που έχει ως παγκόσμιος παράγοντας, και προσφέρεται να εγγυηθεί την ελευθερία, τη δημοκρατία και τον πλουραλισμό σε μια κατάσταση στην οποία ο σεβασμός των αξιών αυτών μπορεί να δώσει στη χώρα τη δυνατότητα να επιτύχει τη σταθερότητα που τόσο απεγνωσμένα χρειάζεται.
Η διαδικασία διεύρυνσης δεν συνεπάγεται μόνον εκτιμήσεις στρατηγικού και εμπορικού χαρακτήρα –παρότι αυτές οι πτυχές πρέπει να θεωρούνται επίσης συναφείς– αλλά, πάνω από όλα, διαρκή, ειρηνική προσπάθεια επέκτασης της πολιτιστικής σφαίρας όσον αφορά το σύνολο αξιών που αντιπροσωπεύει η ΕΕ.
Τα τελευταία έξι χρόνια –από την Πορτοκαλί Επανάσταση, της οποίας η επέτειος είναι σε λίγες εβδομάδες– η χώρα βιώνει μια περίοδο δημοκρατικής σταθεροποίησης. Ελπίζουμε ότι η παρουσία μας ως πραγματικών γειτόνων θα στηρίξει τη δημιουργία και τον σεβασμό της γνήσιας δημοκρατικής συνείδησης.
Mário David (PPE), γραπτώς. – (PT) Ψηφίζω υπέρ αυτής της πρότασης ψηφίσματος. Οι σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ουκρανίας, που αποτελεί έναν από τους βασικούς εταίρους της ΕΕ στην ανατολική της γειτονία, είναι εξαιρετικά σημαντικές για τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ευημερία σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γνωρίζοντας τις κοινές ευθύνες τους όσον αφορά την προώθηση της σταθερότητας, η ΕΕ και η Ουκρανία επισπεύδουν τις διαπραγματεύσεις και επιδιώκουν να αναπτύξουν νέες εταιρικές σχέσεις συνεργασίας. Αυτές ξεπερνούν την απλή οικονομική συνεργασία, καθώς καλύπτουν επίσης τους τομείς του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου απομένουν να γίνουν ακόμη πολλά στην Ουκρανία, όπως φάνηκε από τα πρόσφατα εμπόδια που τέθηκαν στην εκλογική διαδικασία.
Θα ήθελα επίσης να επισημάνω την εξαιρετική σημασία της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της Ουκρανίας προκειμένου να υλοποιήσει η χώρα τις απαραίτητες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Υπό το πρίσμα αυτό, πιστεύω ότι η σύναψη της συμφωνίας σύνδεσης είναι ιδιαίτερα σημαντική για την αποτελεσματική υλοποίηση της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας.
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Παρά τις αρχικές ενέργειες του προέδρου Yanukovych και τις μετέπειτα δηλώσεις των ουκρανικών αρχών σχετικά με την προθυμία της Ουκρανίας να προσχωρήσει στην ΕΕ, να υιοθετήσει ευρωπαϊκά πρότυπα χρηστής διακυβέρνησης και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες του λαού της, απαιτείται, αναπόφευκτα, μια κάποια προσοχή. Μάλιστα, υπάρχουν αυξανόμενες αναφορές εμποδίων όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι, καθώς και πολιτικής επιρροής στα μέσα ενημέρωσης και τις δικαστικές αρχές, αλλά και στις ενέργειες των υπηρεσιών ασφαλείας. Πιστεύω ότι αν η Ουκρανία τηρήσει πιστά τις υποσχέσεις των πολιτικών ηγετών της, θα μπορέσει να πάρει τον δρόμο της ένταξης, όπου το πρώτο βήμα θα πρέπει να είναι η θεσμοθέτηση της ελευθερίας και του κράτους δικαίου.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Πιστεύω ότι η Ουκρανία είναι ένας από τους πιο σημαντικούς στρατηγικούς εταίρους της ΕΕ· για αυτό οφείλω να εκφράσω την ανησυχία μου όσον αφορά την υπέρμετρη εξουσία που παρέχεται στις υπηρεσίες ασφαλείας να εκφοβίζουν τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στη χώρα και να ελέγχουν τα ουκρανικά μέσα ενημέρωσης. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πόσο σημαντικό είναι να επιτραπεί στα κόμματα της ουκρανικής αντιπολίτευσης να συμμετέχουν στις εκλογές χωρίς περιορισμούς ή διακρίσεις. Πιστεύω ότι ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της Ουκρανίας είναι να διασφαλίσουμε μια στρατηγική εταιρική σχέση με τη χώρα εφόσον ακολουθήσει τις συστάσεις του παρόντος ψηφίσματος.
Tunne Kelam (PPE), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ του ψηφίσματος σχετικά με την Ουκρανία. Εντούτοις, με λυπεί το γεγονός ότι το παρόν Σώμα ανέβαλε την ψηφοφορία ήδη δύο φορές, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί η σύνοδος κορυφής ΕΕ-Ουκρανίας, για την οποία συντάχθηκε το ψήφισμα, πριν από την ψηφοφορία μας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεώρησε καθήκον και προνόμιό του να λάβει θέση σε τακτικές διασκέψεις κορυφής με τρίτες χώρες προκειμένου να κατορθώσει να μεταφέρει εγκαίρως την τοποθέτησή του και στα δύο μέρη. Ο αντίκτυπος ενός ψηφίσματος που εγκρίνεται μεταγενέστερα θα είναι πολύ μικρότερος. Αν η καθυστέρηση αυτή ήταν σκόπιμη για ορισμένους συναδέλφους ως προσπάθεια να μην αναστατώσουν πολύ τη νέα ουκρανική διοίκηση, πρόκειται σίγουρα για κοντόφθαλμη πολιτική.
Η ΕΕ είναι, και θα είναι, ανοικτή σε όλους τους τομείς συνεργασίας, αλλά το τίμημα της εν λόγω συνεργασίας δεν μπορεί να παραβλέπει σε καμία περίπτωση τις ανησυχητικές απόπειρες καταστροφής των σημαντικών επιτευγμάτων της Πορτοκαλί Επανάστασης – ελεύθερες εκλογές και ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Υποστηρίζω τη χθεσινή δήλωση του Επιτρόπου Gucht ότι υπάρχουν κοινές ευρωπαϊκές αρχές για τις οποίες δεν μπορούμε να κάνουμε συμβιβασμούς.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Ψήφισα υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος σχετικά με την Ουκρανία. Επικροτώ τις προσπάθειες του παρόντος κυβερνητικού συνασπισμού για την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στην Ουκρανία, που συνιστά βασική προϋπόθεση για την εδραίωση της δημοκρατίας στη χώρα. Η διαρκής πολιτική σταθερότητα μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο μέσω συνταγματικών αλλαγών που θεσπίζουν σαφή διάκριση των εξουσιών, καθώς και ένα κατάλληλο σύστημα ελέγχου και διασφαλίσεων μεταξύ και στο πλαίσιο της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας.
Nuno Melo (PPE), γραπτώς. – (PT) Βάσει των δηλώσεων της αποστολής εκλογικών παρατηρητών του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR), σύμφωνα με τις οποίες τηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα διεθνή πρότυπα, οι εκλογές που διεξήχθησαν προσφάτως στην Ουκρανία καταδεικνύουν ότι η χώρα αυτή συνεχίζει να αναπτύσσεται θετικά, ακολουθώντας την πορεία της μελλοντικής ένταξης στην ΕΕ. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά σημαντικό οι πολιτικοί και οι αρχές της Ουκρανίας να παραμείνουν προσηλωμένοι στην επίτευξη της πολιτικής και οικονομικής σταθεροποίησης σύντομα. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, πρέπει να εφαρμοστούν οι αναγκαίες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, να εδραιωθεί το κράτος δικαίου, να καθιερωθεί μια κοινωνική οικονομία της αγοράς και να ανανεωθούν οι προσπάθειες καταπολέμησης της διαφθοράς και βελτίωσης του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλίματος.
Justas Vincas Paleckis (S&D), γραπτώς. – (LT) Οι πρόσφατες τοπικές εκλογές στην Ουκρανία επέκτειναν την επιρροή του κόμματος του προέδρου Viktor Yanukovych στις περιφέρειες. Δυστυχώς, οι αλλαγές που επήλθαν στο εκλογικό σύστημα μερικούς μήνες πριν από τις εκλογές, επαναφέροντάς το εν μέρει σε σύστημα πλειοψηφίας, προκάλεσαν ακόμη μεγαλύτερη διάσταση μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης και αποτέλεσαν τη βάση κατηγοριών κατά των αντιδημοκρατικών προθέσεων της κυβέρνησης. Το ψήφισμα εκφράζει επίσης ανησυχίες για την πρόσφατη αύξηση των παραβιάσεων της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, καθώς και των περιορισμών της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης. Ψήφισα υπέρ της έγκρισης του ψηφίσματος διότι καλεί την Ουκρανία, η οποία μακροπρόθεσμα επιδιώκει να καταστεί μέλος της ΕΕ, να θεσπίσει νομοθεσία που να διέπει τις δραστηριότητες των μέσων ενημέρωσης τηρώντας τα διεθνή πρότυπα, και υπογραμμίζει την ανάγκη ενίσχυσης της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικότητας των κρατικών θεσμικών οργάνων. Είναι ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί η λειτουργία της δημοκρατίας και το κράτος δικαίου στη χώρα. Υποστηρίζω τις εκκλήσεις των συντακτών του ψηφίσματος προς το Κίεβο ώστε να συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό των υποδομών ενεργειακού εφοδιασμού και την υλοποίηση έργων για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας μαζί με κράτη μέλη της ΕΕ. Επικροτώ το σχέδιο δράσης για την ελευθέρωση των θεωρήσεων που προβλέπει πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την ταχεία εφαρμογή του: βελτίωση του κράτους δικαίου στην Ουκρανία και πραγμάτωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Alfredo Pallone (PPE), γραπτώς. – (IT) Πιστεύω ότι η βελτίωση των σχέσεων με ένα γειτονικό κράτος –κράτος της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης στην προκειμένη περίπτωση– συνάπτοντας εμπορικές συμφωνίες, αυξάνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών και βοηθώντας τους πολίτες να μετακινούνται στις διάφορες χώρες, είναι ένας θεμελιώδης τομέας που η ΕΕ δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλείψει. Ψήφισα υπέρ της πρότασης ψηφίσματος σχετικά με την Ουκρανία για αυτόν τον λόγο. Συμφωνώ απόλυτα με το περιεχόμενο του ψηφίσματος το οποίο, με την εφαρμογή του σχεδίου δράσης, θα θέσει τις προϋποθέσεις για την ελευθέρωση των θεωρήσεων βραχείας παραμονής στην ΕΕ και θα ενισχύσει τη θέση της Ένωσης όσον αφορά τη δημοκρατική εξέλιξη της χώρας μετά τις πρόσφατες τοπικές εκλογές. Το ψήφισμα θα επιτρέψει επίσης στην Ουκρανία να συμμετέχει σε προγράμματα της Ένωσης και θα καθορίσει την εφαρμογή νέων νόμων για το φυσικό αέριο τώρα που το Κίεβο έχει προσχωρήσει στην Ενεργειακή Κοινότητα.
Maria do Céu Patrão Neves (PPE), γραπτώς. – (PT) Το νέο πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο στην Ουκρανία, καθώς και η προθυμία του νεοεκλεγμένου προέδρου Viktor Yanukovych, καθώς και του ουκρανικού κοινοβουλίου (Verkhovna Rada) να επιβεβαιώσει τη σταθερή βούληση της Ουκρανίας να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνιστούν ακόμη ένα βήμα προς την έναρξη της διαδικασίας προσχώρησης.
Σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ουκρανία μπορεί να υποβάλει αίτηση ένταξης στην ΕΕ όπως κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος που ασπάζεται τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου.
Ψήφισα υπέρ του εν λόγω ψηφίσματος, το οποίο προσδιορίζει προτάσεις που πρέπει να διαβιβαστούν στις ουκρανικές αρχές. Απομένει ακόμη να διανυθεί αρκετός δρόμος για μια θεσμική σταθερότητα που αναγνωρίζει την πλήρη συμμετοχή όλων των πολιτικών παραγόντων, οδηγώντας σε υγιείς μεταβιβάσεις της εξουσίας. Ελπίζω ότι οι ισχυροί ιστορικοί, πολιτιστικοί και οικονομικοί δεσμοί της ΕΕ με την Ουκρανία θα εδραιωθούν και θα επιτρέψουν, εν καιρώ, την είσοδο του ουκρανικού λαού στην Ένωση. Ενόψει αυτού, θα ήθελα να τονίσω τη σημασία της βελτίωσης της συνεργασίας στις ανταλλαγές νέων και φοιτητών και της ανάπτυξης σχολικών προγραμμάτων που θα επιτρέπουν στους Ουκρανούς να εξοικειώνονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της.
Raül Romeva i Rueda (Verts/ALE), γραπτώς. – (ES) Το ψήφισμα αυτό είναι σχετικά συναινετικό, δηλώνοντας ότι σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ουκρανία μπορεί να υποβάλει αίτηση ένταξης στην ΕΕ όπως κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος που ασπάζεται τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου. Τονίζει επίσης ότι η Ουκρανία, που προτίθεται να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει ισχυρούς ιστορικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς δεσμούς με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι αποτελεί έναν από τους βασικούς εταίρους της ΕΕ στην ανατολική της γειτονία, ασκώντας σημαντική επιρροή στην ασφάλεια, στη σταθερότητα και στην ευημερία ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Viktor Uspaskich (ALDE), γραπτώς. – (LT) Μετά τις κυβερνητικές εκλογές στο Κίεβο στις αρχές του έτους, οι περισσότεροι πίστευαν ότι ήρθε το τέλος της Ουκρανίας. Το θέμα είναι ότι η νέα ουκρανική κυβέρνηση είναι πιο ρεαλιστική και ανοικτή σε μεταρρυθμίσεις από ό,τι αναμενόταν. Η στενή συνεργασία με την Ουκρανία είναι σημαντική αν θέλουμε να υπάρξει η παραμικρή πιθανότητα διασφάλισης της σταθερότητας στην περιοχή. Τα τελευταία χρόνια, η Ουκρανία έχει μετατραπεί σε πολιτικό ρινγκ, με τη Ρωσία και τη Δύση να παλεύουν για την απόκτηση επιρροής κατά τη διάρκεια της Πορτοκαλί Επανάστασης και στις πρόσφατες εκλογές. Δεν έχει σημασία αν η Ουκρανία θα επιλέξει τη Ρωσία ή τη Δύση. Τώρα η ΕΕ έχει τη δυνατότητα να εφαρμόσει μια νέα πολιτική για την Ουκρανία που θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τη Ρωσία. Η χώρα μου, η Λιθουανία, διαδραματίζει επίσης κάποιον ρόλο σε αυτό.
Η ασφάλεια και η ενέργεια είναι δύο τομείς όπου θα απαιτηθεί μακροπρόθεσμη συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπιστούν ορισμένα προβλήματα του Κιέβου. Ωστόσο, καθώς η Ουκρανία καταβάλλει προσπάθειες να εκσυγχρονίσει την οικονομία της και να ενταχθεί καλύτερα στην Ευρώπη, είναι σημαντικό να υπάρχει σεβασμός των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά συνέπεια, ελπίζω ειλικρινά ότι θα σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος κατά την προσεχή σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ουκρανίας, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 22 Νοεμβρίου στις Βρυξέλλες.
Joachim Zeller (PPE), γραπτώς. – (DE) Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έδωσε στον λαό της Ουκρανίας για πρώτη φορά στην ιστορία του την ευκαιρία να αποφασίσει για το μέλλον του με ελευθερία και εθνική αυτονομία. Τα κράτη και οι λαοί της Ευρώπης έχουν χρέος να επιδείξουν αλληλεγγύη και να παράσχουν στήριξη στον σπουδαίο λαό της Ουκρανίας, ο οποίος πλήρωσε τεράστιο τίμημα κατά τη σταλινική περίοδο και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την απώλεια πολλών εκατομμυρίων ζωών. Η Πορτοκαλί Επανάσταση απέδειξε ότι ο λαός της Ουκρανίας θέλει να διαμορφώσει το μέλλον του υπό δημοκρατικές συνθήκες και με σεβασμό του κράτους δικαίου. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει να ξεχάσουν ποτέ όσοι έχουν πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ευθύνες στην Ουκρανία. Η διαχείριση των πρόσφατων περιφερειακών εκλογών και τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν πριν και μετά από τις εκλογές στην Ουκρανία σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν οι πράξεις των πολιτικών υπευθύνων στην Ουκρανία αντικατοπτρίζουν πράγματι τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Το παρόν ψήφισμα ενισχύει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με την οποία οι Ουκρανοί μπορούν να είναι βέβαιοι για την αλληλεγγύη του λαού της Ευρώπης, ενώ καλεί παράλληλα τους ουκρανούς πολιτικούς να σεβαστούν τη βούληση του λαού τους να ζει σε συνθήκες δημοκρατίας, ελευθερίας και κράτους δικαίου. Ως υπογράφων, ψηφίζω υπέρ αυτής της κοινής πρότασης ψηφίσματος.
Luís Paulo Alves (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ αυτού του ψηφίσματος διότι πιστεύω πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, ενισχύοντας έτσι την οικονομική της ανταγωνιστικότητα μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δύο τομείς που επιτρέπουν τη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας και διαθέτουν μεγάλο δυναμικό στο πεδίο της βιομηχανικής ανάπτυξης, της καινοτομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Αλλά, για να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο και για να αξιοποιήσει αυτά τα οφέλη της ανταγωνιστικότητας, η ΕΕ πρέπει να αλλάξει τις εμπορικές πολιτικές της, είτε αυτές είναι διμερείς, είτε περιφερειακές είτε πολυμερείς, διότι το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών είναι υπεύθυνο για περίπου 20% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Πρέπει να ενθαρρύνει τις αναγκαίες ρήξεις στους τρόπους παραγωγής και κατανάλωσης και στις στρατηγικές επενδύσεων. Πρέπει επίσης να δραστηριοποιηθεί αναφορικά με τις εκπομπές από τις διεθνείς μεταφορές και τις τεχνολογίες που είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Παρά την απόσταση που έχει ακόμα να διανύσει η ΕΕ σε αυτό το θέμα, έχουν ήδη γίνει σημαντικά βήματα, ειδικά όσον αφορά στις εισαγωγές παράνομης ξυλείας, τα βιοκαύσιμα και τις εκπομπές των αεροσκαφών. <BRK>
Elena Oana Antonescu (PPE), γραπτώς. – (RO) Το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών είναι υπεύθυνο για περίπου 20% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Είμαι υπέρ της εφαρμογής εμπορικών πολιτικών με στόχο τη διάκριση των προϊόντων και των υπηρεσιών ανάλογα με τις επιπτώσεις που έχουν στο κλίμα. Ψήφισα υπέρ αυτού του ψηφίσματος διότι προσδιορίζει τα επόμενα στάδια που θα επιτρέψουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει αυτήν την πορεία, ενισχύει τη θετική αλληλεπίδραση μεταξύ εμπορίου και προστασίας του κλίματος και τα εργαλεία συνοχής μεταξύ εμπορίου και κλίματος και ενθαρρύνει τις δίκαιες τιμές στο διεθνές εμπόριο και την αποφυγή της διαρροής άνθρακα.
Θέλω να τονίσω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μπορέσει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην καταπολέμηση των αλλαγών του κλίματος αν δεν καταφέρει να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι δύο αυτοί τομείς διαθέτουν μεγάλο δυναμικό στο πεδίο της βιομηχανικής ανάπτυξης, της καινοτομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας και μπορούν να αυξήσουν την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Sophie Auconie (PPE), γραπτώς. – (FR) Στη διάσκεψη κορυφής του ΟΗΕ για την αλλαγή του κλίματος τον Δεκέμβριο του 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση δυστυχώς δεν κατάφερε να διαδραματίσει τον ηγετικό ρόλο που ήλπιζε. Ως πρωτοπόρος σε θέματα αειφόρου ανάπτυξης, εκτιμώ ότι είναι σημαντικό να επεκτείνει η ΕΕ τις δεσμεύσεις της ώστε να συμπεριλάβουν και την πολιτική διεθνούς εμπορίου. Γι’ αυτό, ενόψει της διάσκεψης κορυφής του Κανκούν, εγώ και οι συνάδελφοί μου βουλευτές θελήσαμε να δώσουμε μια προορατική εντολή στην αντιπροσωπεία που θα στηρίξει την ευρωπαϊκή θέση. Απευθύνουμε έκκληση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εισαγάγει διάκριση μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων βάσει του οικολογικού αποτυπώματός τους και να καθιερώσει ένα σύστημα παρακολούθησης του άνθρακα για όλες τις εμπορικές πολιτικές. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα, το ψήφισμά μας απευθύνει έκκληση για να ενημερωθούν όλοι οι βιομηχανικοί τομείς σχετικά με τον κίνδυνο της διαρροής άνθρακα και να τεθεί τέλος στις επιδοτήσεις των ορυκτών καυσίμων, και ειδικά στις φορολογικές απαλλαγές του τομέα των αερομεταφορών.
Zigmantas Balčytis (S&D), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ αυτού του ψηφίσματος. Στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, οι προτεραιότητες της Ευρώπης είναι η εξοικονόμηση ενέργειας και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτές επιτρέπουν τη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης και διαθέτουν μεγάλο δυναμικό στο πεδίο της βιομηχανικής ανάπτυξης, της καινοτομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης και, με την ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας, της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα ολόκληρης της αγοράς της ΕΕ. Οι κανόνες του διεθνούς εμπορίου είναι καίριας σημασίας στην καταπολέμηση των αλλαγών του κλίματος, αλλά η συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) δεν κάνει άμεση αναφορά στην αλλαγή του κλίματος, την ασφάλεια επισιτισμού και τους αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας. Θεωρώ ότι απαιτούνται αλλαγές στους κανόνες του ΠΟΕ για να εξασφαλιστεί η συνέπεια και η εσωτερική συνοχή με τις δεσμεύσεις σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κυότο και τις πολυμερείς περιβαλλοντικές συμφωνίες (ΠΠΣ). Έτσι θα διασφαλιστεί ότι όλες οι χώρες συμμορφώνονται προς τα ίδια πρότυπα, διότι επί του παρόντος, ορισμένες χώρες επιδοτώντας τις ενεργειακές τιμές και μη εφαρμόζοντας περιορισμούς ή ποσοστώσεις στις εκπομπές CO2, αποκτούν συγκριτικό πλεονέκτημα και δεν έχουν κίνητρα για να ενταχθούν στις πολυμερείς συμφωνίες για την αλλαγή του κλίματος. <BRK>
Vilija Blinkevičiūtė (S&D), γραπτώς. – (LT) Ψήφισα υπέρ αυτής της έκθεσης διότι προσδιορίζει στρατηγικούς στόχους και στάδια που θα μπορούσε να συνεχίσει να ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθειά της για την επίτευξη μιας καλύτερης συμφωνίας για την αλλαγή του κλίματος. Θέλω να τονίσω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη κάνει τα πρώτα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση: για τις εισαγωγές παράνομης ξυλείας, για τα γεωργικής προέλευσης καύσιμα και για τις εκπομπές των αερομεταφορών. Θα ήθελα να επισημάνω ότι η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος αποτελεί παράγοντα ανταγωνιστικότητας, αφού οι ευρωπαϊκές προτεραιότητες σε αυτόν τον τομέα είναι η εξοικονόμηση ενέργειας και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας οι οποίες επιτρέπουν τη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας και διαθέτουν μεγάλο δυναμικό στο πεδίο της βιομηχανικής ανάπτυξης, της καινοτομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Καθώς το αποτέλεσμα της διάσκεψης κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα στην Κοπεγχάγη ήταν μια απογοητευτική συμφωνία, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει τώρα να καταφέρει να ακουστεί περισσότερο, να είναι πιο ενωμένη και περισσότερο αποτελεσματική. Πρέπει να δώσει περισσότερη προσοχή σε στόχους για τη μείωση των εκπομπών και την υποστήριξη των αναπτυσσόμενων χωρών που ανταποκρίνονται στο επίπεδο των συστάσεων των επιστημόνων και των αιτημάτων του Κοινοβουλίου.
Alain Cadec (PPE), γραπτώς. – (FR) Η έκθεση του Yannick Jadot μας υπενθυμίζει ότι το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών είναι υπεύθυνο για περίπου 20% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, γεγονός που πρέπει να ληφθεί υπόψη στις προσπάθειες αντιμετώπισης της αλλαγής του κλίματος. Μολονότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναπτύξει φιλόδοξες κλιματικές πολιτικές, πρέπει και οι εμπορικές πολιτικές να αντικατοπτρίζουν αυτήν την πολιτική προτεραιότητα. Συμφωνώ με τον εισηγητή, ο οποίος θεωρεί λυπηρό το ότι ορισμένες χώρες, επιδοτώντας τις ενεργειακές τιμές και μη εφαρμόζοντας περιορισμούς ή ποσοστώσεις στις εκπομπές CO2, μπορούν να αποκτήσουν συγκριτικό πλεονέκτημα. Είναι κρίμα να μην έχουν αυτές οι χώρες κίνητρα για να ενταχθούν στις πολυμερείς συμφωνίες για την αλλαγή του κλίματος και συνεπώς να ενθαρρύνουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η εμπορική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι αυτοσκοπός – πρέπει να παραμείνει ένα πολιτικό ρυθμιστικό μέσο. Πρέπει να διασφαλίσουμε τον δίκαιο ανταγωνισμό και να μην επιτρέψουμε να γίνουν οι προσπάθειές μας για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος μειονέκτημα στον τομέα του παγκόσμιου εμπορίου.
Lara Comi (PPE), γραπτώς. – (IT) Η δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μειώσει τις εκπομπές CO2 δεν μπορεί να προαχθεί με δηλώσεις αρχών και ιδεολογικά επιχειρήματα. Όποιες και αν είναι οι συνέπειες του προβλήματος, και χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τις συχνά ριζοσπαστικές λύσεις που προκύπτουν από τεκμηριωμένες και μη μελέτες, έχουμε ευθύνη να μην προκαλέσουμε αλλαγή του περιβάλλοντος διότι δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι για τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε.
Οι εμπορικές πολιτικές πρέπει να διαδραματίσουν τον ρόλο τους σε αυτό το πλαίσιο. Είναι εύκολο να ζητάμε από τα κράτη μέλη να μειώσουν τις εκπομπές τους, αλλά αυτό είναι άσκοπο αν οι περισσότερες ρυπαίνουσες μονάδες παραγωγής μετεγκαθίστανται εκτός των συνόρων μας. Από πολιτική άποψη ενδείκνυται να προωθούμε εκστρατείες για την κατανάλωση τοπικών προϊόντων, αλλά αν οι πρώτες ύλες ή τα ενδιάμεσα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους προέρχονται από την άλλη άκρη του κόσμου δεν έχει νόημα. Υπεύθυνη στάση σημαίνει επίσης προσαρμογή των εμπορικών πολιτικών μετά από προσεκτική εξέταση όλων των παραμέτρων των θεμάτων. Με το να κλείνουμε τα μάτια ξεγελάμε πρώτα απ’ όλα τους ίδιους μας τους εαυτούς.
George Sabin Cutaş (S&D), γραπτώς. – (RO) Ψήφισα υπέρ αυτού του ψηφίσματος διότι πιστεύω ότι το κείμενό του προσανατολίζεται προς την ανάληψη από την Ευρωπαϊκή Ένωση τολμηρών δεσμεύσεων για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος. Το παρόν ψήφισμα προτείνει την περιστολή σε επίπεδο ΕΕ έως και 30% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Υποστηρίζω αυτήν τη φιλόδοξη πρόταση, εκτιμώντας ταυτόχρονα ότι οι προσπάθειες της ΕΕ πρέπει να υποστηριχθούν σε παγκόσμιο επίπεδο από τις προσπάθειες των μεγάλων βιομηχανικών χωρών. Πρέπει επίσης να βρούμε έναν τρόπο για να διασφαλίσουμε και τη συμμετοχή των διεθνών κρατικών φορέων που διστάζουν να ακολουθήσουν το παράδειγμά μας. Επιπροσθέτως, ως σκιώδης εισηγητής για την Ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επεσήμανα, καταθέτοντας τροποποιήσεις στο αρχικό κείμενο, την ανάγκη να συσταθεί ένας Διεθνής Οργανισμός Περιβάλλοντος και να συμπεριληφθούν περιβαλλοντικά κριτήρια στη μεταρρύθμιση του ΣΓΠ.
Marielle De Sarnez (ALDE), γραπτώς. – (FR) Οι εμπορικές πολιτικές της ΕΕ έχουν συνέπειες στο κλίμα και οι ευθύνες της ΕΕ δεν πρέπει να περιορίζονται στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που παράγονται εντός της Ένωσης. Μια μεγάλη πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ αυτής της έκθεσης, η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση των δεσμών μεταξύ του εμπορίου και της κλιματικής δράσης μέσω προτάσεων για την εισαγωγή διακρίσεων εις βάρος προϊόντων ανάλογα με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους και τη δημιουργία ενός συστήματος παρακολούθησης των εκπομπών άνθρακα για όλες τις εμπορικές πολιτικές. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι οι Συντηρητικοί ήταν απρόθυμοι να υποστηρίξουν κάποιες από τις φιλόδοξες προτάσεις, αλλά η έγκριση αυτής της έκθεσης συνιστά παρά ταύτα μια σαφή έκκληση να καταστούν οι οικολογικοί προβληματισμοί αναπόσπαστο μέρος της οικονομίας μας.
Edite Estrela (S&D), γραπτώς. – (PT) Ψήφισα υπέρ της έκθεσης σχετικά με τις «διεθνείς εμπορικές πολιτικές στο πλαίσιο των επιτακτικών αναγκών που επιβάλλουν οι κλιματικές αλλαγές» διότι, λαμβάνοντας υπόψη ότι το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών είναι υπεύθυνο για περίπου 20% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, απαιτούνται μέτρα για τη μείωση της θέρμανσης του πλανήτη σε επίπεδο κοινής εμπορικής πολιτικής. <BRK>
Diogo Feio (PPE), γραπτώς. – (PT) Μετά το αδιέξοδο της διάσκεψης της Κοπεγχάγης για την αλλαγή του κλίματος, είναι σημαντικό να συνεχίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην ίδια κατεύθυνση που έχει επιλέξει μέχρι στιγμής αναλαμβάνοντας μια σοβαρή δέσμευση για την αειφόρο ανάπτυξη και προσπαθώντας να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Ωστόσο, οποιαδήποτε ευρωπαϊκή δέσμευση για μείωση των εκπομπών δεν πρέπει να παραβλέπει την οικονομική αποδοτικότητα ή να θέτει σε κίνδυνο την οικονομική αειφορία των κρατών μελών, τα οποία επί του παρόντος βιώνουν μια άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η εκτεταμένη μεταφορά τεχνολογίας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες να αποτελέσει τον τρόπο αντιμετώπισης της διαρροής άνθρακα και δεν πρέπει να επιτρέψουμε στις πολιτικές μείωσης των εκπομπών CO2 να καταδικάσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία.
José Manuel Fernandes (PPE), γραπτώς. – (PT) Το αποτέλεσμα της διάσκεψης κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα στην Κοπεγχάγη ήταν μια απογοητευτική συμφωνία που δεν θα καταφέρει να διατηρήσει την αύξηση της θέρμανσης του πλανήτη κάτω από τους 2°C. Επιπλέον, δε είναι ούτε παγκόσμια ούτε δεσμευτική. Η ΕΕ δεν είναι ο πρωταίτιος αυτής της αποτυχίας. Αντιθέτως, η ΕΕ έχει διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος και πρέπει να ενθαρρυνθεί να αναπτύξει αυτόν τον ηγετικό ρόλο, χωρίς όμως να ξεχνά τις τεράστιες προσπάθειες που έχουν ήδη καταβάλει οι βιομηχανίες μας για να ανταποκριθούν στις υποχρεωτικές μειώσεις των εκπομπών στην Ευρώπη.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ΕΕ είναι υπεύθυνη για περίπου 15% των παγκόσμιων εκπομπών και εκτιμάται ότι αυτό το ποσοστό θα μειωθεί σε 10% το 2030, ενώ οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ινδία είναι υπεύθυνες για το 50% των παγκόσμιων εκπομπών και αυτό το ποσοστό συνεχίζει να αυξάνεται. Όσον αφορά στην πολιτική διεθνούς εμπορίου της ΕΕ στο πλαίσιο της αλλαγής του κλίματος, ακόμα και αν οι άλλοι δεν μας ακολουθούν, ο στόχος μας πρέπει να είναι η επικέντρωση στις προσπάθειές μας στην επιστημονική έρευνα, στην τεχνολογική καινοτομία που σχετίζεται με ενεργειακές πηγές μηδενικού άνθρακα, στην ενεργειακή απόδοση και στη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας, προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά μας.
João Ferreira (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Η εφαρμογή των περισσότερων μέτρων που προτείνει η υπό συζήτηση έκθεση δεν σημαίνει λήψη θετικών μέτρων για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος. Αντιθέτως, η υποστήριξη της Συνθήκης της Λισαβόνας και του «ελεύθερου εμπορίου», η εφαρμογή μετριαστικών ελέγχων επί της περιβαλλοντικής υποβάθμισης που προκαλείται από την ελευθέρωση του εμπορίου, απλώς θα επιδεινώσουν την υποβάθμιση του περιβάλλοντος που απειλεί όλο και περισσότερο τον πλανήτη μας και τον πληθυσμό του. Το διακύβευμα εδώ είναι κατά πόσον μπορούμε να δεχθούμε τη συνέχιση της ανεξέλεγκτης εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, των εργαζομένων και των λαών προς όφελος του κυρίαρχου καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο βρίσκεται σε μόνιμη κρίση. Όσον αφορά εμάς, δεν το υποστηρίζουμε αυτό και γι’ αυτό διαφωνούμε με τη συνεχιζόμενη επιμονή για τον έλεγχο των εκπομπών μέσω του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής, το οποίο απέδειξε ότι αντί να μειώνει τις εκπομπές, τις αυξάνει· με το περαιτέρω άνοιγμα των αγορών και της κατανομής της εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο προκειμένου το κεφάλαιο της ΕΕ να πάρει στα χέρια του τους πόρους των χωρών του αναπτυσσόμενου κόσμου, μειώνοντας έτσι τα κόστη και αυξάνοντας τα κέρδη· και με τον πράσινο καπιταλισμό, ο οποίος συσχετίζει την «προστασία του περιβάλλοντος και την ελευθέρωση του εμπορίου» με το «εμπόριο περιβαλλοντικών προϊόντων και υπηρεσιών». <BRK>
Elisabeth Köstinger (PPE), γραπτώς. – (DE) Η ΕΕ έχει ευθύνη να ενσωματώσει πτυχές της περιβαλλοντικής πολιτικής που σχετίζονται με το εμπόριο στην πολιτική διεθνούς εμπορίου της. Υποστηρίζω τα πρώτα βήματα που έγιναν από την ΕΕ προς αυτήν την κατεύθυνση στις εμπορικές συμφωνίες της. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά ακόμα που πρέπει να γίνουν. Δεν μπόρεσα όμως να υποστηρίξω το άρθρο 48. Οι γεωργικές επιδοτήσεις είναι απαραίτητες για την επισιτιστική ασφάλεια και ανεξαρτησία 500 εκατομμυρίων Ευρωπαίων και, κατά τη γνώμη μου, είναι κεντρικής σημασίας. Οι επιδοτήσεις επιτρέπουν επίσης τη διαφοροποίηση των καλλιεργειών και συμβάλλουν στη διατήρηση του φυσικού τοπίου.
Astrid Lulling (PPE), γραπτώς. – (FR) Ψήφισα κατά της έκθεσης σχετικά με τις διεθνές εμπορικές πολιτικές στο πλαίσιο των επιτακτικών αναγκών που επιβάλλουν οι κλιματικές αλλαγές, διότι δεν συμφωνώ καθόλου με την άποψη και την επιχειρηματολογία του εισηγητή. Η απαίτηση που θέτει να ενισχυθούν οι στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ανεξαρτήτως των τελικών αποτελεσμάτων των διεθνών διαπραγματεύσεων, θα είχε ως αποτέλεσμα να περιέλθουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Η πρόταση του εισηγητή να αντισταθμιστεί αυτό το μειονέκτημα μέσω μέτρων προστατευτισμού όπως ο φόρος άνθρακα στα σύνορα της Ένωσης και οι ρυθμισμένες ελάχιστες τιμές για το CO2 θα αύξανε το ανταγωνιστικό έλλειμμα σε σύγκριση με άλλους τομείς στην πορεία της αλυσίδας βιομηχανικής παραγωγής. Επίσης, αυτά τα μέτρα θα έβλαπταν την πολιτική εξωτερικού εμπορίου της Ένωσης καθιστώντας την πιο πολύπλοκη για τη σύναψη μελλοντικών συμφωνιών –διμερών ή πολυμερών– ελευθέρων συναλλαγών.
Η διάσκεψη της Κοπεγχάγης πριν από ένα έτος έδειξε ότι αν η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει κινήσεις μονομερώς, η κλιματική πολιτική της είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι οικονομικοί εταίροι της δεν δέχονται να τους υπαγορεύονται στόχοι ή μέθοδοι της Ευρώπης. Η Ένωση πρέπει να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις στις προσπάθειές τους να μειώσουν την ενεργειακή τους κατανάλωση διατηρώντας ταυτόχρονα τη διεθνή ανταγωνιστικότητά τους. Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση στις διεθνείς διαπραγματεύσεις θα ήταν μια καλή αρχή.
David Martin (S&D), γραπτώς. – (EN) Επικροτώ αυτήν την έκθεση, η οποία καθορίζει τους τρόπους με τους οποίους η εμπορική πολιτική της ΕΕ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την αλλαγή του κλίματος. Ο κ. Jadot επιθυμεί να αναλάβει η ΕΕ διεθνή ηγετικό ρόλο σε αυτό το θέμα και να εξετάσει την πιθανότητα ενός φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, τη μεταρρύθμιση του ΠΟΕ (ειδικά τους κανόνες του για το αντιντάμπινγκ), αποτρέποντας την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων από το να χορηγεί δάνεια για έργα που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο κλίμα και διακόπτοντας τις επιδοτήσεις των γεωργικών εξαγωγών – και συμφωνώ με όλα αυτά. <BRK>
Marisa Matias (GUE/NGL), γραπτώς. – (PT) Το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών είναι υπεύθυνο για περίπου 20% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Σε πολλά κράτη μέλη, οι εκπομπές που συνδέονται με την κατανάλωση είναι υψηλότερες εκείνων που συνδέονται με την παραγωγή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταπολεμήσει αυτές τις «ανταλλασσόμενες» εκπομπές. Είναι ο μόνος τρόπος για να ξεκινήσουμε αποτελεσματικά την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος. Επί παραδείγματι, η ΕΕ δεν μπορεί να χρηματοδοτεί προσπάθειες για την καταπολέμηση της αποδάσωσης και, ταυτόχρονα, να ενθαρρύνει με κίνητρα την εισαγωγή προϊόντων ξυλείας και βιοκαυσίμων. Η ΕΕ οφείλει να αλλάξει τους τρόπους παραγωγής και κατανάλωσής της και να μην περι