Απάντηση της κ. Johansson εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
16.9.2021
Η Επιτροπή αποτίμησε τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2002/90/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2002, για τον ορισμό της υποβοήθησης της παράνομης εισόδου, διέλευσης και διαμονής[1] και, βάσει της εν λόγω αποτίμησης, διενήργησε αξιολόγηση[2]. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή της οδηγίας και να επαληθεύει τη συμμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας με το νομικό πλαίσιο της ΕΕ. Σύμφωνα με τις Συνθήκες, η Επιτροπή δεν διαθέτει ειδικές εξουσίες διερεύνησης σε μεμονωμένες περιπτώσεις. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη γενική πολιτική της για τις παραβάσεις[3], δίνει προτεραιότητα στις προσπάθειες επιβολής της νομοθεσίας σε υποθέσεις που υποδεικνύουν συστημική αποτυχία συμμόρφωσης. Η διερεύνηση και η δίωξη υποθέσεων που σχετίζονται με την υποβοήθηση της παράτυπης διαμονής αποτελεί αρμοδιότητα των εθνικών αρχών.
Επιπλέον, η Επιτροπή, με τις κατευθυντήριες γραμμές[4] σχετικά με την εφαρμογή της προαναφερόμενης οδηγίας για την υποβοήθηση, καλεί τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν επίσης τη δυνατότητα διάκρισης μεταξύ των δραστηριοτήτων που διεξάγονται προς τους σκοπούς της ανθρωπιστικής βοήθειας και των δραστηριοτήτων που αποσκοπούν στην υποβοήθηση της παράτυπης εισόδου ή διέλευσης, προκειμένου να αποκλειστεί η ποινικοποίηση των πρώτων. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή του κεκτημένου για να εξασφαλίσει την επιβολή κατάλληλων, αποτελεσματικών και αποτρεπτικών ποινικών κυρώσεων, αποφεύγοντας παράλληλα τους κινδύνους ποινικής δίωξης όσων παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια σε μετανάστες που βρίσκονται σε κίνδυνο.