Αξιολόγηση, από την Επιτροπή, της ποιότητας των απαντήσεών της σε ερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης
23.9.2020
Μείζονος σημασίας επερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης G-001002/2020
προς την Επιτροπή
Άρθρο 139 του Κανονισμού
Christine Anderson, Markus Buchheit
εξ ονόματος της Ομάδας ID
Σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 3 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου, οι ερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης από την Επιτροπή πρέπει να απαντώνται εντός έξι εβδομάδων, ή τριών εβδομάδων στην περίπτωση ερωτήσεων προτεραιότητας.
Με την από 14 Νοεμβρίου 2019 απάντησή της στην υποβληθείσα στις 18 Σεπτεμβρίου 2019 ερώτηση P-002856/2019, η Επιτροπή, υπερβαίνοντας εκ νέου κατά πολύ την προθεσμία απάντησης σε γραπτή ερώτηση, δήλωσε ότι: «Η δημοκρατική αλλαγή είναι μία από τις δέκα προτεραιότητες που καθοδηγούν την εντολή της παρούσας Επιτροπής. Οι γραπτές ερωτήσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ειδικής σχέσης συνεργασίας της Επιτροπής με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αποτελούν σημαντικό μέσο ελέγχου, στο οποίο η Επιτροπή αποδίδει την δέουσα προτεραιότητα και την απαιτούμενη πολιτική προσοχή.»
Επιπλέον, επισημάνθηκαν τα εξής: «Κατά τη διάρκεια της τελευταίας κοινοβουλευτικής περιόδου (2014-2019), υποβλήθηκαν στην Επιτροπή 43 249 κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, εκ των οποίων 4 464 ήταν ερωτήσεις προτεραιότητας. Από τις 43 249 αυτές ερωτήσεις, οι 13 882 διαβιβάστηκαν εντός των προθεσμιών που έχει ορίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.»
Καταρχάς, με βάση τα στοιχεία αυτά, μόνο στο ένα τρίτο των ερωτήσεων δόθηκε απάντηση εντός της προθεσμίας των έξι εβδομάδων που προβλέπεται στον Κανονισμό. Εξ αυτού, περιορίζονται δραστικά οι πιθανότητες να ενδιαφερθεί ο Τύπος για τις απαντήσεις, με αποτέλεσμα να μειώνεται κατ΄αυτό τον τρόπο η δημοκρατική λογοδοσία της Επιτροπής. Επιπλέον, συχνά, η ποιότητα των παρεχόμενων απαντήσεων δεν είναι ικανοποιητική. Αυτές παρουσιάζονται συνήθως ως συνεχές κείμενο υπό μορφή δήλωσης. Συχνά, οι ειδικά αριθμημένες υποερωτήσεις δεν τυγχάνουν καμιάς απάντησης. Αυτό ενδέχεται να καταστήσει απαραίτητο να κατατεθεί νέα ερώτηση, η οποία εξετάζεται εκ νέου με μεγάλη καθυστέρηση.
Έχοντας πλήρη επίγνωση της έκτακτης κατάστασης που προκάλεσε η νόσος COVID-19, για την οποία αναμφίβολα η Επιτροπή δαπανά πολύ χρόνο, και πεπεισμένοι, ωστόσο, ότι η κατάσταση εν τέλει θα ομαλοποιηθεί, επιθυμούμε να θέσουμε τις ακόλουθες ερωτήσεις:
- 1.Πόσες ερωτήσεις με αίτημα γραπτής απάντησης (προτεραιότητας ή μη) έχει λάβει η Επιτροπή από την έναρξη της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, και σε πόσες από αυτές απάντησε εμπρόθεσμα;
- 2.Έχει προβεί η Επιτροπή σε εσωτερική αξιολόγηση της ποιότητας των απαντήσεών της, και πώς σχεδιάζει να βελτιώσει τόσο τον χρόνο απάντησής της όσο και την ποιότητα των απαντήσεών της;
- 3.Έχει η Επιτροπή επίγνωση του γεγονότος ότι η κακή ποιότητα των απαντήσεων και οι καθυστερημένες απαντήσεις επηρεάζουν αρνητικά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και, ως εκ τούτου, μειώνουν τη δημοκρατική της λογοδοσία;