Κοινή πρόταση ψηφίσματος - RC-B7-0187/2009Κοινή πρόταση ψηφίσματος
RC-B7-0187/2009

ΚΟΙΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ  σχετικά με τη βία στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

14.12.2009

σύμφωνα με το άρθρο 110, παράγραφος 4, του Κανονισμού
που αντικαθιστά τις προτάσεις ψηφίσματος των ομάδων:
S&D (B7‑0187/2009)
PPE (B7‑0190/2009)
Verts/ALE (B7‑0193/2009)
ECR (B7‑0195/2009)
ALDE (B7‑0241/2009)

Filip Kaczmarek, Gay Mitchell εξ ονόματος της Ομάδας PPE
Thijs Berman, Richard Howit εξ ονόματος της Ομάδας S&D
Louis Michel εξ ονόματος της Ομάδας ALDE
Bart Staes, Isabelle Durant, Carmen Romero López, Barbara Lochbihler εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE
Tomasz Piotr Poręba εξ ονόματος της Ομάδας ECR


Διαδικασία : 2009/2792(RSP)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου :  
RC-B7-0187/2009
Κείμενα που κατατέθηκαν :
RC-B7-0187/2009
Ψηφοφορία :
Κείμενα που εγκρίθηκαν :

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη βία στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με την ΕΠΑΑ, της 17ης Νοεμβρίου 2009,

 

    έχοντας υπόψη την ενδιάμεση και την τελική έκθεση (S/2009/253 και S/2009/603) και τις συστάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (εφεξής: «ομάδα εμπειρογνωμόνων») η οποία συστάθηκε με την απόφαση 1771 (2007) του Συμβουλίου Ασφαλείας και διευρύνθηκε με τις αποφάσεις 1807 (2008) και 1857 (2008), και τις συστάσεις που περιέχονται σε αυτά τα κείμενα,

 

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμα της 15ης Νοεμβρίου 2007 της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ σχετικά με την κατάσταση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και ιδιαίτερα στα ανατολικά της χώρας και τον αντίκτυπό της στην περιοχή,

 

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμα 60/1 της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, της 24ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την έκβαση της Παγκόσμιας Συνόδου του 2005, και ειδικότερα τις παραγράφους 138 έως 140 που αφορούν την ευθύνη προστασίας πληθυσμών,

 

–    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 17ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με την κατάσταση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και τον βιασμό ως έγκλημα πολέμου[1],

–    έχοντας υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την περιοχή των Μεγάλων Λιμνών,

 

–    έχοντας υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου, της 10ης Οκτωβρίου 2008, σχετικά με την κατάσταση στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ,

 

–    έχοντας υπόψη την απόφαση 1856 (2008) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σχετικά με την κατάσταση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, που προσδιορίζει την εντολή της MONUC[2],

 

–    έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

 

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως συνέπεια του πολέμου και των ταραχών στην ανατολική περιοχή της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, καταγράφονται σε ανησυχητικά ευρεία κλίμακα φόνοι, εκτοπίσεις πληθυσμών και σεξουαλική βία κατά των γυναικών, εκ μέρους τόσο των ένοπλων ανταρτικών ομάδων όσο και των κυβερνητικών στρατευμάτων και δυνάμεων της αστυνομίας,

Β.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύρραξη στη ΛΔΚ είχε ως συνέπεια τον θάνατο 5.400.000 ανθρώπων από το 1998 μέχρι σήμερα και ότι συνεχίζει να προκαλεί, αμέσως ή εμμέσως, έως και 45.000 θανάτους κάθε μήνα[3], λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι έχουν καταμετρηθεί περίπου 1.460.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στη ΛΔΚ, από τους οποίους οι 980.000 στο Βόρειο Κίβου[4],

Γ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η MONUC βρίσκεται στη ΛΔΚ από το 1999 για να προστατεύσει τον άμαχο πληθυσμό, να θεμελιώσει μια ειρηνευτική διεργασία στη χώρα και να βοηθήσει την κυβέρνηση να ανακτήσει τον έλεγχο στις περιοχές των εχθροπραξιών μεταξύ εμπολέμων μερών,

 

Δ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιχείρηση των Ηνωμένων Εθνών στη ΛΔΚ (MONUC) είναι η μεγαλύτερη ειρηνευτική αποστολή στον κόσμο, με δύναμη συνολικά 20.000 ανδρών, κυρίως στις περιοχές του Βόρειου και του Νότιου Κίβου, και με κόστος περίπου 1,4 δισεκ. δολλάρια ετησίως, και έχει την εντολή να χρησιμοποιεί όλα τα αναγκαία μέσα για να αποτρέψει οποιαδήποτε απόπειρα χρήσης βίας, εκ μέρους κάθε ξένης ή κονγκολέζικης ένοπλης ομάδας, που θα έθετε σε κίνδυνο την πολιτική διαδικασία, και να εξασφαλίζει την προστασία των αμάχων από άμεσους κινδύνους σωματικής βίας,

 

Ε.   λαμβάνοντας υπόψη ότι με το παράνομο εμπόριο ορυκτών στην ΛΔΚ δίνεται η δυνατότητα σε πολλούς παράγοντες να συνεχίζουν να αγοράζουν ορυκτά από περιοχές που ελέγχονται από ομάδες ανταρτών, χρηματοδοτώντας έτσι αυτές τις ομάδες, γεγονός που συμβάλλει στην τροφοδότηση και την επιδείνωση της σύρραξης,

 

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι στρατιωτικοί της ΛΔΚ και μαχητές του FDLR φέρονται, σύμφωνα με μαρτυρίες, αναμεμιγμένοι σε εγκληματικά δίκτυα που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση και την πώληση χρυσού και ορυκτών με αντάλλαγμα οπλισμό, στο ανατολικό τμήμα της ΛΔΚ,

Ζ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βιασμοί έχουν μετατραπεί σε πολεμικό όπλο που χρησιμοποιείται από αντάρτες, από μέλη του τακτικού στρατού του Κονγκό και από πολίτες,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις από τον Ιανουάριο του 2009, περιλαμβανομένης και της επιχείρησης Kimia II, είχαν ως αποτέλεσμα τον αφοπλισμό 1.243 μαχητών του FDLR, από μια εκτιμώμενη δύναμη 6.000 ανδρών, αν και το FDLR συνεχίζει να στρατολογεί δυνάμεις και να διατηρεί ένα ευρύ και καλά οργανωμένο δίκτυο πολιτικών και οικονομικών υποστηρικτών, τόσο στην περιοχή, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο[5],

 

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφατες στρατιωτικές επιχειρήσεις επιδείνωσαν την ανθρωπιστική κρίση, με συνέπεια εκτεταμένες σφαγές και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

 

Ι.    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μάχες μεταξύ του στρατού του Κονγκό, των ανταρτικών δυνάμεων του εκδιωχθέντος Στρατηγού Laurent Nkunda, των μαχητών των "Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Απελευθέρωση της Ρουάντας" (FDLR), καθώς και δυνάμεων του "Στρατού Αντίστασης του Κυρίου" (LRA) της Ουγκάντας συνεχίζουν να προκαλούν τεράστια δεινά στον άμαχο πληθυσμό των ανατολικών επαρχιών της ΛΔΚ,

 

ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στρατός του Κονγκό συνεχίζει να μη διαθέτει τους ανθρώπινους, τεχνικούς και χρηματοδοτικούς πόρους που απαιτούνται για να εκτελεί τα καθήκοντά του στις ανατολικές επαρχίες της ΛΔΚ και ταυτόχρονα να χαρακτηρίζεται από έλλειψη πειθαρχίας στις τάξεις του, στοιχεία που συνεχίζουν να υπονομεύουν τον ρόλο του όσον αφορά την προστασία του πληθυσμού και την αποκατάσταση της ειρήνης,

 

ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα Ηνωμένα Έθνη διέκοψαν πρόσφατα την παροχή διοικητικής ενίσχυσης και λειτουργικής υποστήριξης σε ορισμένες μονάδες του τακτικού στρατού του Κονγκό, μετά από καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες τα στρατεύματά του φέρονται να σκότωσαν από τον Μάιο έως και τον Σεπτέμβριο 2009 δεκάδες αμάχους, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, στο Βόρειο Κίβου,

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν αναγκασθεί να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους και ότι για τους εργαζόμενους στην παροχή βοήθειας στο Βόρειο Κίβου είναι αδύνατη η πρόσβαση σε τουλάχιστον το 70% εκείνων που έχουν ανάγκη από βοήθεια,

 

1.  καταδικάζει με τον πιο απόλυτο τρόπο τις σφαγές, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τη στρατολόγηση παιδιών και τις πράξεις σεξουαλικής βίας κατά γυναικών και κοριτσιών, που συνεχίζουν να διαπράττονται· καλεί όλους τους παράγοντες να εντείνουν τον αγώνα κατά της ατιμωρησίας·

2. ζητεί να τεθεί πάραυτα τέρμα στη βία και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔΚ· υπογραμμίζει την ανάγκη για περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να τερματισθεί η δραστηριότητα ξένων ένοπλων ομάδων στο ανατολικό τμήμα της ΛΔΚ και ειδικά του FDLR και του LRA· απαιτεί από αυτές τις ένοπλες ομάδες να καταθέσουν αμέσως τα όπλα και να σταματήσουν τις επιθέσεις κατά του άμαχου πληθυσμού· απαιτεί επίσης από όλα τα μέρη που υπέγραψαν τις συμφωνίες της 23ης Μαρτίου 2009 να σεβασθούν την κατάπαυση του πυρός και να υλοποιήσουν με καλή πίστη τις υποσχέσεις τους·

3. εκφράζει και πάλι τη μεγάλη ανησυχία του για τη χειροτέρευση της ανθρωπιστικής κατάστασης στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ, μετά τις ωμότητες που διαπράχθηκαν κατά του τοπικού πληθυσμού, όπως δείχνουν δύο πρόσφατες εκθέσεις του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα· εκφράζει ιδίως την ανησυχία του για τις πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με εσκεμμένες θανατώσεις τουλάχιστον 270 αμάχων στις πόλεις Nyabiondo και Pinga στο Βόρειο Κίβου από Κονγκολέζους στρατιώτες και για τις τελευταίες εχθροπραξίες, που έχουν αναγκάσει 21,800 ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στο Dongo και τη γύρω περιοχή, στα δυτικά· επιβεβαιώνει την ανάγκη για ταχεία αντίδραση, ώστε να προληφθεί τυχόν νέα ανθρωπιστική καταστροφή·

4. υπενθυμίζει τον σημαντικότατο ρόλο της MONUC, της οποίας η εντολή και οι κανόνες εμπλοκής πρέπει να εκτελούνται με αποφασιστικότητα και σε μόνιμη βάση, για να προστατεύεται αποτελεσματικότερα η ασφάλεια του πληθυσμού, χωρίς να υποστηρίζονται με κανέναν τρόπο οι μονάδες του στρατού του Κονγκό που δεν σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα·

5. αναγνωρίζει ότι η παρουσία της MONUC παραμένει απαραίτητη και ζητεί να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να της δοθεί η δυνατότητα να φέρει σε πέρας πλήρως την εντολή της, προστατεύοντας εκείνους που απειλούνται· καλεί σχετικά το Συμβούλιο να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην προσπάθεια να εξασφαλισθεί ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υποστηρίζει την MONUC μέσω της ενίσχυσης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της και του σαφέστερου ορισμού των προτεραιοτήτων της, ο αριθμός των οποίων επί του παρόντος ανέρχεται σε 41·

6. εκφράζει την ικανοποίησή του για τη σύλληψη, από τις γερμανικές αρχές, του Ignace Murrwanashyaka, ηγέτη των "Δημοκρατικών Δυνάμεων Απελευθέρωσης της Ρουάντα" (FDLR), και του αναπληρωτή του, Straton Musoni, κίνηση που συνιστά σημαντικό βήμα προς την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας·

7.  υπογραμμίζει ότι η αποκατάσταση και η αναμόρφωση της Δικαιοσύνης (όπου περιλαμβάνεται και μια διάσταση πρόληψης και προστασίας και με στόχο την καταπολέμηση της ατιμωρησίας όσον αφορά τις περιπτώσεις άσκησης σεξουαλικής βίας), καθώς και η παροχή βοήθειας στα θύματα και η ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο των προγραμμάτων βοήθειας που χρηματοδοτούνται· στο πλαίσιο αυτό, ζητεί την ενεργοποίηση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου σε σχέση με τους μαζικούς βιασμούς που έχουν διαπραχθεί στις ανατολικές περιοχές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό·

8.  τονίζει την ανάγκη να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη όσοι, στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων του Κονγκό, διαπράττουν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο της MONUC στο πεδίο αυτό· εκφράζει, συνεπώς, την ικανοποίησή του για την πολιτική μηδενικής ανοχής που προωθεί ο Πρόεδρος Καμπιλά απέναντι στις περιπτώσεις σεξουαλικής βίας και παράβασης καθήκοντος στους κόλπους των ενόπλων δυνάμεων και προτρέπει την κυβέρνηση της ΛΔΚ να εφαρμόσει χωρίς καθυστέρηση, και με την υποστήριξη της MONUC, τη νέα στρατηγική της κατά της βίας για λόγους φύλου·

9.  υπογραμμίζει τη σημασία που έχουν τα κύρια καθήκοντα της EUSEC RD Congo, δηλαδή η παροχή συμβουλών και ενίσχυσης για την μεταρρύθμιση της άμυνας, με στόχο την υλοποίηση του αναθεωρημένου σχεδίου μεταρρύθμισης των ένοπλων δυνάμεων της ΛΔΚ (FARDC)· καλεί, συνεπώς, τις αρχές της ΛΔΚ να προωθήσουν τη μεταρρυθμιστική διαδικασία και ενθαρρύνει τη δημιουργία συντονιστικού μηχανισμού για τη μεταρρύθμιση της άμυνας, ο οποίος θα ελέγχεται από το Κονγκό με την κατάλληλη στήριξη από την EUSEC, και συνιστά την επείγουσα κατασκευή εγκαταστάσεων στρατοπέδευσης για τις μονάδες του στρατού·

 

10.  συνιστά στην κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό να δώσει άμεση προτεραιότητα στην ασφάλεια των οπλοστασίων, στη λογοδοσία και στη διαχείριση όπλων και πυρομαχικών και να εφαρμόσει ένα εθνικό πρόγραμμα σήμανσης όπλων σύμφωνα με τα πρότυπα του Πρωτοκόλλου του Ναϊρόμπι και του Περιφερειακού Κέντρου για τα Ελαφρά Όπλα·

 

11. χαιρετίζει την πρόοδο που σημειώνεται στην περιοχή χάρη στη βελτίωση των διμερών διπλωματικών σχέσεων ΛΔΚ και Ρουάντας· καλεί τη ΛΔΚ και τη Ρουάντα να υλοποιήσουν πλήρως τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Ναϊρόμπι και της Γκόμα, καθώς και τη συμφωνία του Ihusi, της 23ης Μαρτίου 2009·

 

12.  ενθαρρύνει όλες τις κυβερνήσεις της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών και τη διεθνή κοινότητα να αρχίσουν διάλογο με σκοπό τον συντονισμό των προσπαθειών για να τεθεί τέρμα στη βία στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στη συμφιλίωση, την ανθρώπινη ασφάλεια, τη βελτίωση της λογοδοσίας στη δικαιοσύνη, την επιστροφή των προσφύγων και των εσωτερικά εκτοπισθέντων και την επανένταξη·

 

13.  αποδοκιμάζει τον αυξανόμενο αριθμό πράξεων βίας κατά των εργαζομένων στην παροχή βοήθειας, στοιχείο με πολύ σοβαρές συνέπειες στην ανθρωπιστική κατάσταση επί τόπου· παροτρύνει τις αρχές να προβαίνουν σε επισταμένη διερεύνηση ενός εκάστου συμβάντος και ζητεί να τονωθεί πάραυτα η παροχή προστασίας·

 

14. τονίζει την ανάγκη να συνεχισθεί και να αυξηθεί η χρηματοδότηση για ανθρωπιστική βοήθεια στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού εσωτερικά εκτοπισμένων ανθρώπων, αλλά και της διαρκώς επιδεινούμενης κατάστασης· προς τον σκοπό αυτόν, υποστηρίζει την έκκληση που απηύθυνε στις 30 Νοεμβρίου ο ΟΗΕ, μαζί με 380 οργανώσεις ανθρωπιστικής βοήθειας και ΜΚΟ, για τη συγκέντρωση ποσού 7,1 δισεκατομμυρίου δολαρίων για ανθρωπιστική δραστηριότητα στη διάρκεια του 2010· παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να συνεισφέρουν το μερίδιο που τους αναλογεί·

15.  συνεχίζει να ανησυχεί για το παράνομο εμπόριο ορυκτών και άλλων φυσικών πόρων των ανατολικών περιοχών της ΛΔΚ από τις ανταρτικές ομάδες· καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να επιμείνουν σε διαπραγματεύσεις με τις κυβερνήσεις της ΛΔΚ και των γειτονικών χωρών για την εφαρμογή αποτελεσματικών συστημάτων ανιχνευσιμότητας και απόδειξης της προέλευσης των φυσικών πόρων και για την ενίσχυση του αγώνα κατά της διαφθοράς·

 

16.  ζητεί την επανάληψη του διαλόγου που οδήγησε στη θέσπιση του Προγράμματος Αμάνι για την ασφάλεια, την ειρήνευση, τη σταθεροποίηση και την ανασυγκρότηση του Β. και Ν. Κίβου·

17. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατο Εκπρόσωπο για την ΚΕΠΠΑ, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στα όργανα της Αφρικανικής Ένωσης, στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, τον Αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα Ανθρωπιστικών Υποθέσεων και Συντονιστή βοήθειας Έκτακτης Ανάγκης, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών.