ΚΟΙΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ σχετικά με τα κινεζικά αντίμετρα με τη μορφή κυρώσεων εις βάρος οντοτήτων της ΕΕ, βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μελών εθνικών κοινοβουλίων
19.5.2021 - (2021/2644(RSP))
που αντικαθιστά τις ακόλουθες προτάσεις ψηφίσματος:
B9‑0269/2021 (S&D)
B9‑0271/2021 (Verts/ALE)
B9‑0273/2021 (Renew)
B9‑0274/2021 (ECR)
B9‑0275/2021 (PPE)
Michael Gahler, Sandra Kalniete, David McAllister, Miriam Lexmann, Isabel Wiseler‑Lima, Radosław Sikorski
εξ ονόματος της Ομάδας PPE
Pedro Marques, Marek Belka, Sven Mikser
εξ ονόματος της Ομάδας S&D
Hilde Vautmans, Malik Azmani, Engin Eroglu, Vlad Gheorghe, Bernard Guetta, Moritz Körner, Javier Nart, Samira Rafaela, Nicolae Ştefănuță, Marie‑Pierre Vedrenne
εξ ονόματος της Ομάδας Renew
Reinhard Bütikofer, Heidi Hautala, Saskia Bricmont, Francisco Guerreiro, Eleonora Evi, Yannick Jadot, Tineke Strik, Henrike Hahn, Hannah Neumann, Alice Kuhnke, Pär Holmgren, Jakop G. Dalunde, Sara Matthieu, Markéta Gregorová, Benoît Biteau, Michèle Rivasi, Mounir Satouri, David Cormand, Viola Von Cramon‑Taubadel, Gwendoline Delbos‑Corfield
εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE
Anna Fotyga, Witold Jan Waszczykowski, Hermann Tertsch, Charlie Weimers, Angel Dzhambazki, Raffaele Fitto, Assita Kanko, Bert‑Jan Ruissen, Elżbieta Kruk, Jadwiga Wiśniewska, Alexandr Vondra, Veronika Vrecionová, Nicola Procaccini, Carlo Fidanza, Eugen Jurzyca
εξ ονόματος της Ομάδας ECR
Fabio Massimo Castaldo, Tiziana Beghin
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τα κινεζικά αντίμετρα με τη μορφή κυρώσεων εις βάρος οντοτήτων της ΕΕ, βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μελών εθνικών κοινοβουλίων
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του και τις εκθέσεις του σχετικά με την κατάσταση στην Κίνα και τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας, ιδίως εκείνο της 21ης Ιανουαρίου 2021 σχετικά με την καταστολή της δημοκρατικής αντιπολίτευσης στο Χονγκ Κονγκ[1] και εκείνο της 17ης Δεκεμβρίου 2020 σχετικά με την αναγκαστική εργασία και την κατάσταση των Ουιγούρων στην Αυτόνομη Περιφέρεια των Ουιγούρων του Xinjiang[2] (XUAR),
– έχοντας υπόψη τις προηγούμενες συστάσεις του σχετικά με το Χονγκ Κονγκ, και ειδικότερα εκείνη της 13ης Δεκεμβρίου 2017 προς το Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΑΠ/ΥΕ) σχετικά με το Χονγκ Κονγκ, 20 χρόνια μετά την παράδοσή του[3],
– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Ιανουαρίου 2021 σχετικά με την εφαρμογή της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας – ετήσια έκθεση 2020[4],
– έχοντας υπόψη την απονομή του Βραβείου Ζαχάρωφ 2019 στον Ilham Tohti, Ουιγούρο οικονομολόγο που μάχεται για τα δικαιώματα της μειονότητας των Ουιγούρων της Κίνας,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση εξεχόντων βουλευτών του ΕΚ, της 23ης Μαρτίου 2021, μετά την απόφαση των κινεζικών αρχών να επιβάλουν κυρώσεις στην Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε άλλους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και ευρωπαίους αξιωματούχους,
– έχοντας υπόψη τις ομιλίες του Προέδρου, David Maria Sassoli, της προέδρου της Υποεπιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Maria Arena, και του προέδρου της Αντιπροσωπείας του για τις σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, Reinhard Bütikofer, κατά την έναρξη της συνόδου ολομέλειας στις 24 Μαρτίου 2021,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση των διευθυντών του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Ερευνών της 25ης Μαρτίου 2021,
– έχοντας υπόψη την ομιλία του ΑΠ/ΥΕ, Josep Borrell, κατά τη συζήτηση της 28ης Απριλίου 2021 σχετικά με τα κινεζικά αντίμετρα με τη μορφή κυρώσεων κατά οντοτήτων της ΕΕ, βουλευτών του ΕΚ και μελών εθνικών κοινοβουλίων στην ΕΕ, καθώς και την επακόλουθη συζήτηση,
– έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση, στις 29 Μαρτίου 2021, του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Προέδρου της βελγικής Βουλής των Αντιπροσώπων, της Προέδρου της ολλανδικής Βουλής των Αντιπροσώπων και της Προέδρου του λιθουανικού Κοινοβουλίου (Seimas) σχετικά με τις κινεζικές κυρώσεις κατά μελών κοινοβουλίων,
– έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/478 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 2021 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1998 σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων[5] και την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2021/481 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2020/1999 σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά σοβαρών παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων[6],
– έχοντας υπόψη τη δήλωση της G7 σχετικά με τις αλλαγές στο εκλογικό σύστημα του Χονγκ Κονγκ, της 12ης Μαρτίου 2021, και το ανακοινωθέν των Υπουργών Εξωτερικών και Ανάπτυξης της G7, της 5ης Μαΐου 2021,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση του εκπροσώπου Τύπου του ΑΠ/ΥΕ σχετικά με την καταδίκη ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ, της 17ης Απριλίου 2021,
– έχοντας υπόψη τη δήλωση του εκπροσώπου Τύπου του ΑΠ/ΥΕ σχετικά με την καταδίκη δημοσιογράφων, δικηγόρων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της 29ης Δεκεμβρίου 2020,
– έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της εκπροσώπου Τύπου του Υπουργείου Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, της 22ας Μαρτίου 2021, σχετικά με τις κυρώσεις κατά ορισμένων οντοτήτων και υπαλλήλων της ΕΕ·
– έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση στην οποία προέβησαν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, Charles Michel, και η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ursula Von der Leyen, σχετικά με την προάσπιση των συμφερόντων και των αξιών της ΕΕ σε μια σύνθετη και ζωτικής σημασίας εταιρική σχέση, μετά την 22η σύνοδο κορυφής ΕΕ-Κίνας που πραγματοποιήθηκε στις 22 Ιουνίου 2020,
– έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση στην 21η διάσκεψη κορυφής ΕΕ-Κίνας, της 9ης Απριλίου 2019,
– έχοντας υπόψη την κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και της ΑΠ/ΥΕ, της 12ης Μαρτίου 2019, με τίτλο «ΕΕ-Κίνα – Μια στρατηγική προοπτική» (JOIN(2019)0005),
– έχοντας υπόψη το άρθρο 36 του Συντάγματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα όλων των πολιτών στη θρησκευτική ελευθερία, καθώς και το άρθρο 4 αυτού, το οποίο προστατεύει τα δικαιώματα των μειονοτικών εθνοτήτων,
– έχοντας υπόψη την έκκληση των εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ, της 26ης Ιουνίου 2020, για λήψη αποφασιστικών μέτρων για την προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών στην Κίνα,
– έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά δικαιώματα της 16ης Δεκεμβρίου 1966, το οποίο υπεγράφη από την Κίνα το 1998 αλλά δεν κυρώθηκε ποτέ,
– έχοντας υπόψη το Καταστατικό της Ρώμης, του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,
– έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας,
– έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο του 2014 στη Σύμβαση για την αναγκαστική εργασία του 1930 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), το οποίο δεν έχει υπογραφεί από την Κίνα,
– έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1948,
– έχοντας υπόψη το άρθρο 132 παράγραφοι 2 και 4 του Κανονισμού του,
Α. εκτιμώντας ότι η προώθηση και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου θα πρέπει να παραμείνει στο επίκεντρο της μακροχρόνιας σχέσης μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας, σε αρμονία τόσο με τη δέσμευση της ΕΕ να υπερασπίζεται τις αξίες αυτές στην εξωτερική της δράση όσο και με το εκπεφρασμένο ενδιαφέρον της Κίνας να τηρεί τις αρχές αυτές στο πλαίσιο της δικής της αναπτυξιακής και διεθνούς συνεργασίας·
Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ενέκρινε στις 7 Δεκεμβρίου 2020 τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1998 για τη θέσπιση του παγκόσμιου καθεστώτος κυρώσεων της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που επιτρέπει στην ΕΕ να επιβάλλει περιοριστικά μέτρα σε στοχευμένα άτομα, οντότητες και φορείς, μεταξύ των οποίων κράτη και μη κρατικοί φορείς, που ευθύνονται ή ενέχονται ή συνδέονται με σοβαρές παραβιάσεις και καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων παγκοσμίως· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να τονισθεί ότι η ΕΕ έχει την ευθύνη εφαρμογής αυτού του κανονισμού σε περίπτωση μαζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·
Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 22 Μαρτίου 2021, το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ ενέκρινε περιοριστικά μέτρα στο πλαίσιο του παγκόσμιου καθεστώτος κυρώσεων της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά του Zhu Hailun, πρώην αντιπροέδρου του 13ου Λαϊκού Κογκρέσου της Αυτόνομης Περιφέρειας των Ουιγούρων (XUAR), του Wang Junzheng, Γραμματέα του κρατικού φορέα για την παραγωγή και τις κατασκευές στο Xinjang (XPCC) και αναπληρωτή Γραμματέα της επιτροπής της XUAR, του Wang Mingshan, μέλους της μόνιμης επιτροπής της XUAR και Γραμματέα της επιτροπής πολιτικών και νομικών υποθέσεων της XUAR, του Chen Mingguo, επικεφαλής του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας του Xinjang (XPSB) και αντιπροέδρου της Λαϊκής Κυβέρνησης της XUAR, καθώς και κατά του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας του XPCC, το οποίο είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία των κέντρων κράτησης στο Xinjiang· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τέσσερα άτομα και ο φορέας που προαναφέρθηκαν ευθύνονται για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης αυθαίρετης κράτησης και της ταπεινωτικής μεταχείρισης Ουιγούρων και ατόμων από άλλες μουσουλμανικές εθνοτικές μειονότητες στη XUAR·
Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σχεδόν αμέσως μετά την έγκριση του καταλόγου της ΕΕ, η Εκπρόσωπος Τύπου του Υπουργείου Εξωτερικών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων σε πέντε βουλευτές του ΕΚ (Reinhard Bütikofer, Michael Gahler, Raphaël Glucksmann, Ilhan Kyuchyuk και Miriam Lexmann), στην Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Κοινοβουλίου, σε 3 βουλευτές από εθνικά κοινοβούλια κρατών μελών (Sjoerd Wiemer Sjoerdsma, Samuel Cogolati και Dovile Sakaliene), στην Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας του Συμβουλίου της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των πρέσβεων των 27 κρατών μελών της ΕΕ, σε δύο επιστήμονες (Adrian Zenz και Björn Jerdén) και σε δύο ομάδες προβληματισμού (Mercator Institute for China Studies (MERICS) στη Γερμανία και στο Alliance of Democracies Foundation στη Δανία), με το επιχείρημα ότι «έπληξαν σοβαρά την κυριαρχία και τα συμφέροντα της Κίνας και ευθύνονται για τη διάδοση κακόβουλών ψευδών ειδήσεων και παραπληροφόρησης»·
Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της εκπροσώπου Τύπου, απαγορεύεται στα άτομα αυτά και στις οικογένειές τους να εισέρχονται στην ηπειρωτική Κίνα, στο Χονγκ Κονγκ και στο Μακάο, ενώ τόσο τα ίδια όσο και οι εταιρείες και τα ιδρύματα που συνδέονται με αυτά επίσης απαγορεύεται να έχουν επιχειρηματικές δραστηριότητες με την Κίνα·
ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, λίγες ημέρες αργότερα, η Κίνα ενέκρινε κυρώσεις κατά μελών κοινοβουλίων, οντοτήτων και ομάδων προβληματισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο, τον Καναδά και τις ΗΠΑ, που είχαν επίσης λάβει μέτρα κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Xinjiang·
Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κινεζικά μέτρα συνιστούν επίθεση εις βάρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του κοινοβουλίου της, ως πυρήνα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και των ευρωπαϊκών αξιών, καθώς και επίθεση κατά της ελευθερίας της έρευνας·
Η. λαμβάνοντας υπόψη ότι, ενώ οι κυρώσεις της ΕΕ σχετίζονται με περιστατικά παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασίζονται σε νόμιμα και αναλογικά μέτρα που περιέχονται στο διεθνές δίκαιο, οι κυρώσεις της Κίνας στερούνται κάθε νομικής αιτιολόγησης, είναι παντελώς αβάσιμα και αυθαίρετα και λειτουργούν ως αντίμετρα εναντίον της κριτικής που ασκείται για τις εν λόγω παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κυρώσεις αποτελούν σαφώς μια προσπάθεια να αποτραπεί η ΕΕ από το να συνεχίσει το έργο της και τη δράση της κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα·
Θ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κίνα έχει ιστορικό παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που παρακάμπτουν τις διμερείς και πολυμερείς δεσμεύσεις της χώρας σε αυτούς τους τομείς, και λαμβάνοντας υπόψη έγκυρες εκθέσεις σύμφωνα με τις οποίες η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα βρίσκεται στη χειρότερη θέση μετά τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κίνα υποβάλλει τακτικά ψηφίσματα στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ προκειμένου «η εθνική κυριαρχία, η μη παρέμβαση και ο αμοιβαίος σεβασμός» να καταστούν θεμελιώδεις αδιαπραγμάτευτες αρχές, και η προαγωγή και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να θεωρούνται επουσιώδη ζητήματα·
Ι. λαμβάνοντας υπόψη ότι, τον Δεκέμβριο του 2020, η ΕΕ και η Κίνα συμφώνησαν κατ’ αρχήν σχετικά με τη συνολική συμφωνία ΕΕ-Κίνας για τις επενδύσεις (CAI)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να αναλύσει δεόντως την CAI παρεμποδίζεται σημαντικά από τις κινεζικές κυρώσεις, οι οποίες εμποδίζουν, τουλάχιστον, την Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να συνεργαστεί με κινέζους εμπειρογνώμονες· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είναι αποδεκτό οι εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις να εξετάζονται εκτός του γενικού πλαισίου των ζητημάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ευρύτερων πολιτικών σχέσεων·
ΙΑ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιβολή κυρώσεων από την Κίνα αποτελεί το πρόσφατο επεισόδιο της σταδιακής μετάβασης της ηγεσίας του Κομουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) προς μια συγκρουσιακή προσέγγιση η οποία, μεταξύ άλλων, έχει θέσει στο στόχαστρο την ΕΕ εξαπολύοντας μια εκστρατεία παραπληροφόρησης και επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, ενώ οι σχέσεις ΕΕ-Κίνας οξύνονται όλο και περισσότερο λόγω των ενεργειών της Κίνας κατά του λαού των Ουιγούρων και άλλων εθνοτικών μειονοτήτων, της καταστολής της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ και της ολοένα και πιο συγκρουσιακής προσέγγισης που ακολουθείται στα στενά της Ταϊβάν· λαμβάνοντας υπόψη ότι, καθώς η υφιστάμενη στρατηγική ΕΕ-Κίνας έχει καταδείξει τα όριά της, οι σχέσεις ΕΕ-Κίνας ενδέχεται να μην συνεχιστούν ως έχουν·
ΙΒ. λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κινεζικές κυρώσεις κατά των βουλευτών του ΕΚ ακολουθήθηκαν από την απόφαση των ρωσικών αρχών της 30ής Απριλίου 2021 να επιβάλουν κυρώσεις κατά οκτώ πολιτών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, David Sassoli, και της Αντιπροέδρου της Επιτροπής, Věra Jourová·
ΙΓ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την έναρξη της εκστρατείας της κινεζικής κυβέρνησης «Αμείλικτη στάση κατά του βίαιου εξτρεμισμού» το 2014, η οποία στοχοποιεί κυρίως τις μειονότητες των Ουιγούρων στο Xinjiang, πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα έχουν φυλακιστεί σε στρατόπεδα κράτησης, τα οποία αποκαλούνται κέντρα «πολιτικής αναμόρφωσης» ή «εκπαίδευσης» και αποτελούν το μεγαλύτερο μαζικό σύστημα φυλάκισης στον κόσμο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πληθυσμός των Ουιγούρων είναι θύμα των προσπαθειών της κινεζικής κυβέρνησης να εξαλείψει τη μοναδική του ταυτότητα και το δικαίωμα ύπαρξής του ως πληθυσμού μέσω βασανιστηρίων, βίαιων εξαφανίσεων, μαζικής παρακολούθησης, πολιτισμικής και θρησκευτικής κάθαρσης, αναγκαστικής στείρωσης των γυναικών, σεξουαλικής βίας, παραβιάσεων των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων και χωρισμού οικογενειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκτιμούν ότι τα αδικήματα αυτά ενδέχεται να συνιστούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο·
ΙΔ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταστολή της πολιτικής αντιπολίτευσης στο Χονγκ Κονγκ συνέχισε να επιδεινώνεται μετά το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 21ης Ιανουαρίου 29021, με πολλές καταδίκες εις βάρος ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας και πολιτικών αντιπροσώπων, όπως οι Joshua Wong, Martin Lee, Jimmy Lai και Lester Shum, λόγω της ειρηνικής συμμετοχής τους σε διαδηλώσεις, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις ακόμη και χωρίς αποδείξεις για ενεργό ρόλο στις εξεγέρσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους εισήχθησαν αλλαγές στο εκλογικό σύστημα του Χονγκ Κονγκ, οι οποίες συνιστούν τη σημαντικότερη τροποποίηση του πολιτικού συστήματος του Χονγκ Κονγκ, καθώς προσθέτουν την απαίτηση πατριωτισμού έναντι της ηπειρωτικής χώρας και εισάγουν μια συγκέντρωση εξουσίας και επιρροής στην Εκλογική Επιτροπή του Χονγκ Κονγκ, γεγονός που θα οδηγήσει σε δραστική μείωση του ποσοστού των άμεσα εκλεγμένων αντιπροσώπων στο Νομοθετικό Συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ·
ΙΕ. λαμβάνοντας υπόψη ότι 10 κράτη μέλη της ΕΕ εξακολουθούν να διατηρούν σε ισχύ συνθήκες έκδοσης με την Κίνα, σύμφωνα με τις οποίες Ουιγούροι, πολίτες του Χονγκ Κονγκ, Θιβετιανοί και Κινέζοι αντιφρονούντες στην Ευρώπη μπορούν να εκδοθούν με στόχο την προσαγωγή τους σε πολιτική δίκη στην Κίνα·
ΙΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Gui Minhai, κάτοικος Χονγκ Κονγκ και Σουηδός πολίτης, παραμένει φυλακισμένος παρά τις πολυάριθμες εκκλήσεις του Κοινοβουλίου για άμεση απελευθέρωσή του·
1. καταδικάζει με τον εντονότερο τρόπο τις αβάσιμες και αυθαίρετες κυρώσεις που επέβαλαν οι κινεζικές αρχές, οι οποίες ισοδυναμούν με προσβολή της ελευθερίας του λόγου, της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της αντίληψης των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προσήλωσης σε αυτά σε διεθνές επίπεδο· προτρέπει τις κινεζικές αρχές να άρουν τις αδικαιολόγητες αυτές κυρώσεις·
2. εκφράζει την πλήρη αλληλεγγύη του προς τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προς την Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προς όλα τα άλλα πρόσωπα και οντότητες που θίγονται από τις κινεζικές κυρώσεις, συγκεκριμένα την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη εθνικών κοινοβουλίων, τους πανεπιστημιακούς από τη Σουηδία και τη Γερμανία και τις ομάδες προβληματισμού στη Γερμανία και τη Δανία· εκφράζει την πλήρη αλληλεγγύη του προς τα μέλη κοινοβουλίων τρίτων χωρών, όπως του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, των ΗΠΑ και της Αυστραλίας, στα οποία επίσης επιβλήθηκαν κυρώσεις·
3. επιβεβαιώνει ότι οι θεμελιώδεις ελευθερίες, η ελευθερία της έκφρασης, η ελεύθερη συμμετοχή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, η ακαδημαϊκή ελευθερία και η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν πυλώνες των δημοκρατιών μας και ότι οι αξίες αυτές δεν θα διακυβευθούν ποτέ στο πλαίσιο των σχέσεων ΕΕ-Κίνας· τονίζει ότι οι απόπειρες εκφοβισμού είναι μάταιες και ότι, ως εκλεγμένοι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα συνεχίσουμε να καταγγέλλουμε ενεργά και απερίφραστα τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου και να ενθαρρύνουμε την ΕΕ να διατηρήσει τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο επίκεντρο όλων των εξωτερικών πολιτικών της· θεωρεί ότι οι επιθέσεις αυτές από την Κίνα αποτελούν εκδήλωση της συστημικής αντιπαλότητας στις σχέσεις ΕΕ-Κίνας·
4. καταδικάζει σθεναρά αυτή τη νέα προσπάθεια, καθώς και τις προηγούμενες προσπάθειες, του κινεζικού κράτους και μη κρατικών φορέων για παρέμβαση στη δημοκρατική ζωή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της και διασπορά παραπληροφόρησης στις δημόσιες συζητήσεις· θεωρεί ότι οι κυρώσεις αποτελούν μέρος μιας προσπάθειας της Κίνας να ελέγχει τις γνώμες που εκφράζονται παγκοσμίως για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα και να προσδιορίζει τα είδη της ρητορικής και των συζητήσεων που θα επιτρέπει να εκφράζονται σε παγκόσμιο επίπεδο, και εκλαμβάνει αυτή την προσπάθεια ως μέρος μιας απειλής ολοκληρωτισμού·
5. επαναλαμβάνει τη σοβαρότατη ανησυχία του για τις διάφορες παραβιάσεις των βασικών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, τις καταστρατηγήσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, των δικαιωμάτων στην ελευθερία της πολιτιστικής έκφρασης και της θρησκευτικής πίστης, και των ελευθεριών του λόγου, του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και του συνεταιρίζεσθαι, και ιδίως για τη συστημική δίωξη των Ουιγούρων, των Θιβετιανών, των Μογγόλων και άλλων εθνοτικών μειονοτήτων, των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των κοινωνικών ακτιβιστών, των θρησκευτικών ομάδων, των δημοσιογράφων και των αναφερόντων και διαδηλωτών κατά των αδικιών, καθώς και για τη διαρκώς αυξανόμενη καταστολή όλων των διαφωνούντων και των αντιπολιτευόμενων φωνών, ιδίως στο Χονγκ Κονγκ·
6. επαναλαμβάνει τη θέση που διατύπωσε στο ψήφισμά του της 17ης Δεκεμβρίου 2020, ότι οι παραβιάσεις στο Xinjiang ισοδυναμούν με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και επισημαίνει τα αυξανόμενα αποδεικτικά στοιχεία τέτοιων εγκλημάτων· παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη επαρκούς διεθνούς στήριξης για τη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας του ΟΗΕ στο Xinjiang· εκφράζει, συνεπώς, την ικανοποίησή του για την υπαγωγή τεσσάρων Κινέζων πολιτών και μίας οντότητας από την Κίνα στο παγκόσμιο καθεστώς κυρώσεων της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεδομένου ότι ευθύνονται για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα· παροτρύνει την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα και να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα μόχλευσης που έχουν στη διάθεσή τους, ιδίως οικονομικά, προκειμένου να πείσουν την κινεζική κυβέρνηση να κλείσει τα στρατόπεδα και να θέσει τέλος σε όλες τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Xinjiang και σε άλλα μέρη, όπως το Θιβέτ·
7. εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ορισμένες διεθνείς εταιρείες, ιδίως στον τομέα της ένδυσης και της κλωστοϋφαντουργίας, υπέστησαν ευρύ και εκτεταμένο μποϊκοτάζ, όταν εξέφρασαν ανησυχία για τις εκθέσεις σχετικά με την καταναγκαστική εργασία στο Xinjiang και έλαβαν την απόφαση να κόψει τους δεσμούς της αλυσίδας εφοδιασμού με το Xinjiang, και καταδικάζει απερίφραστα τον επιθετικό πολιτικό καταναγκασμό που ασκεί εναντίον τους η κινεζική κυβέρνηση· επαναλαμβάνει το αίτημά του για ταχεία θέσπιση από την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης ενός συμβουλευτικού φορέα που θα καθοδηγεί τις επιχειρήσεις της αλυσίδας εφοδιασμού σχετικά με την έκθεση τους σε κίνδυνο σε περίπτωση υποχρέωσης Ουιγούρων σε αναγκαστική εργασία και θα παρέχει στήριξη για τον άμεσο εντοπισμό εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού·
8. εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι τα αντίποινα κατά των θεσμικών οργάνων και των κρατών μελών της ΕΕ και του έργου τους στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν μέρος μιας εσκεμμένης στρατηγικής για την αποδυνάμωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διεθνώς και τον επαναπροσδιορισμό των εν λόγω δικαιωμάτων κατά τρόπο ώστε να απολέσουν την αρχική τους σημασία· εκφράζει τη λύπη του διότι η προσέγγιση που ακολούθησε και τα μέσα που χρησιμοποίησε μέχρι στιγμής η ΕΕ δεν οδήγησαν σε απτή πρόοδο όσον αφορά την επίδοση της Κίνας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία έχει απλώς επιδεινωθεί κατά την τελευταία δεκαετία· προτρέπει την Επιτροπή να εκπονήσει και να εφαρμόσει μια ολιστική στρατηγική της ΕΕ με στόχο την επίτευξη πραγματικής προόδου όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα·
9. θεωρεί ότι τα κινεζικά αντίποινα υπό μορφή κυρώσεων, τα οποία δεν εδράζονται στο διεθνές δίκαιο, συνιστούν σημαντική οπισθοδρόμηση στις σχέσεις ΕΕ-Κίνας· θεωρεί ζωτικής σημασίας για την ΕΕ και όλα τα θεσμικά της όργανα να αντιμετωπίσουν ενωμένα την επίθεση αυτή κατά της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και να υπερασπιστούν τις κοινές μας αξίες· καλεί τους Προέδρους του Συμβουλίου και της Επιτροπής να δηλώσουν σαφώς ότι οι κυρώσεις της Κίνας κατά εκλεγμένων πολιτικών δεν θα γίνουν ανεκτές· θεωρεί σκόπιμο και αναγκαίο να εγείρουν ο ΑΠ/ΥΕ και τα κράτη μέλη της ΕΕ το ζήτημα αυτό σε διμερείς επαφές με τους κινέζους ομολόγους τους σε όλα τα επίπεδα και ζητεί να τηρείται ενήμερο το Κοινοβούλιο για τις προσπάθειες αυτές·
10. υποστηρίζει ακράδαντα ότι η αναστολή κάθε εξέτασης της συνολικής συμφωνίας ΕΕ-Κίνας για τις επενδύσεις (CAI), καθώς και κάθε συζήτησης σχετικά με την κύρωσή της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι δικαιολογημένη λόγω της επιβολής των κινεζικών κυρώσεων· ζητεί από την Κίνα να άρει τις κυρώσεις, ώστε κατόπιν το Κοινοβούλιο να μπορέσει να ασχοληθεί με την CAI, υπό την επιφύλαξη της τελικής έκβασης της διαδικασίας κύρωσης της CAI· αναμένει από την Επιτροπή να διαβουλευθεί με το Κοινοβούλιο πριν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια για τη σύναψη και την υπογραφή της CAI· καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει τη συζήτηση γύρω από την CAI ως μοχλό για τη βελτίωση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη στήριξη της κοινωνίας των πολιτών στην Κίνα, και υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι το Κοινοβούλιο θα λάβει υπόψη την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ, όταν του ζητηθεί να εγκρίνει την CAI·
11. επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη να αποκατασταθεί η ισορροπία των σχέσεων ΕΕ-Κίνας μέσω της υιοθέτησης μιας δέσμης αυτόνομων μέτρων όπως: η θέσπιση νομοθεσίας κατά των στρεβλωτικών επιπτώσεων των ξένων επιδοτήσεων στην εσωτερική αγορά· η δημιουργία ενός μέσου για τις διεθνείς δημόσιες συμβάσεις· η θέσπιση νομοθεσίας για την αλυσίδα εφοδιασμού με υποχρεωτικές απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας που θα προβλέπουν επίσης την απαγόρευση εισαγωγής αγαθών που είναι προϊόν καταναγκαστικής εργασίας· η κατάρτιση ενός διευρυμένου και ενισχυμένου κανονισμού της ΕΕ για τον έλεγχο των ξένων επενδύσεων· η δημιουργία ενός αποτελεσματικού μέσου αποτροπής του καταναγκασμού· η λήψη πρόσθετων στοχευμένων μέτρων στο πλαίσιο του παγκόσμιου καθεστώτος κυρώσεων της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, εφόσον χρειάζεται, προκειμένου να συνεχιστεί η αντιμετώπιση των καταστολών στο Xinjiang και στο Χονγκ Κονγκ και να τεθεί τέρμα σε κάθε είδους παραβίαση από την Κίνα· η επαρκής αντιμετώπιση της απειλής για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο που συνιστά η Κίνα, των υβριδικών επιθέσεών της και του προγράμματός της για τη συγχώνευση στρατιωτικών και μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων·
12. παροτρύνει την κινεζική κυβέρνηση να κυρώσει και να εφαρμόσει τη σύμβασης αριθ. 29 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για την αναγκαστική εργασία, τη σύμβαση αριθ. 105 για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας, τη σύμβαση αριθ. 87 περί της συνδικαλιστικής ελευθερίας και της προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος, και τη σύμβαση αριθ. 98 σχετικά με το δικαίωμα οργάνωσης και συλλογικής διαπραγμάτευσης· ζητεί επιμόνως από την Κίνα να κυρώσει το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα·
13. καλεί τις κινεζικές αρχές και τις αρχές του Χονγκ Κονγκ να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στις δημοκρατικές διαδικασίες στο Χονγκ Κονγκ και να σταματήσουν αμέσως τις διώξεις όσων προωθούν τις δημοκρατικές αξίες· εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη ενότητας στο Συμβούλιο της ΕΕ όσον αφορά την έγκριση μέτρων για την αντιμετώπιση της καταστολής της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ· παροτρύνει τον ΑΠ/ΥΕ και το Συμβούλιο να προτείνουν και να εγκρίνουν συμπεράσματα σχετικά με το Χονγκ Κονγκ ανεξάρτητα από την έλλειψη ομόφωνης στήριξης, και ζητεί την αναστολή των συνθηκών έκδοσης που έχουν συνάψει κράτη μέλη με την Κίνα·
14. υπογραμμίζει την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύστημα ελέγχου του κατά πόσον οι οντότητες που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά της ΕΕ εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Xinjiang και να θεσπιστούν μέτρα σχετικά με το εμπόριο, όπως ο αποκλεισμός από τις δημόσιες συμβάσεις και άλλες κυρώσεις· επιμένει ότι η προμήθεια τεχνολογίας που χρησιμοποιείται σε καταστάσεις παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα πρέπει να αποτρέπεται στην ΕΕ σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ·
15. καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να υιοθετήσει μια σταθερή στάση έναντι των κινεζικών κυρώσεων και να εγκρίνει συμπεράσματα επί του θέματος· θεωρεί ότι οι κυρώσεις αυτές, καθώς και οι αρνητικές εξελίξεις και η επιδείνωση της κατάστασης στην Κίνα και με την Κίνα ως διεθνή παράγοντα, θα πρέπει να αποτυπωθούν και αντιμετωπιστούν επαρκώς στην εν εξελίξει επανεξέταση της κοινής ανακοίνωσης με τίτλο ««ΕΕ-Κίνα Στρατηγική προοπτική», με στόχο τη μετάβαση σε μια πιο δυναμική στρατηγική ΕΕ-Κίνας που θα ενώνει όλα τα κράτη μέλη·
16. καλεί την ΕΕ να ενισχύσει τον συντονισμό και τη συνεργασία της με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του Διατλαντικού Διαλόγου για την Κίνα, μεταξύ άλλων όσον αφορά μια συντονισμένη προσέγγιση των μέτρων για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ζητεί ο διάλογος αυτός να περιλαμβάνει μια ισχυρή κοινοβουλευτική διάσταση·
17. θεωρεί ότι άλλες εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες με περιφερειακούς εταίρους, συμπεριλαμβανομένης της Ταϊβάν, δεν θα πρέπει να υποστούν τις συνέπειες της αναστολής της επικύρωσης της CAI·
18. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, καθώς και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
- [1] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0027.
- [2] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2020)0375.
- [3] ΕΕ C 369 της 11.10.2018, σ. 156.
- [4] Κείμενα που εγκρίθηκαν, P9_TA(2021)0012.
- [5] ΕΕ L 99I της 22.3.2021, σ. 1.
- [6] ΕΕ L 99I της 22.3.2021, σ. 25.