ΚΕΦΑΛΑΙΟ
4
: ΜΕΤΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΗ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Άρθρο
166
: Κυρώσεις
1.
Σε περιπτώσεις σοβαρής διατάραξης της τάξης ή των εργασιών του Κοινοβουλίου κατά παράβαση των αρχών του άρθρου 11, ο Πρόεδρος λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση που επιβάλλει την κατάλληλη κύρωση.
Πριν την έγκριση της απόφασης, ο Πρόεδρος καλεί τον ενδιαφερόμενο βουλευτή να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο Πρόεδρος μπορεί να αποφασίσει να καλέσει τον ενδιαφερόμενο βουλευτή σε προφορική ακρόαση.
Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο βουλευτή με συστημένη επιστολή ή, σε περιπτώσεις κατεπείγοντος, από τους κλητήρες.
Μετά την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο βουλευτή, τυχόν κύρωση που επιβάλλεται σε βουλευτή ανακοινώνεται από τον Πρόεδρο στο Κοινοβούλιο. Ενημερώνονται οι πρόεδροι των οργάνων, επιτροπών και αντιπροσωπειών, στις οποίες ανήκει ο βουλευτής.
Όταν η κύρωση καταστεί αμετάκλητη, δημοσιεύεται σε εμφανές σημείο του ιστοτόπου του Κοινοβουλίου και παραμένει εκεί για το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής περιόδου.
2.
Κατά την αξιολόγηση των παρατηρουμένων συμπεριφορών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ειδικός, επαναλαμβανόμενος ή διαρκής χαρακτήρας τους, καθώς και ο βαθμός σοβαρότητάς τους.
Επιβάλλεται η διάκριση μεταξύ των συμπεριφορών οπτικού χαρακτήρα, οι οποίες μπορούν να γίνουν ανεκτές, εφόσον δεν είναι υβριστικές, δυσφημιστικές, ρατσιστικές ή ξενοφοβικές, και τηρούν λογικές αναλογίες, και των συμπεριφορών που διαταράσσουν ενεργά την κοινοβουλευτική δραστηριότητα.
3.
Η επιβαλλόμενη κύρωση μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα εξής μέτρα:
(α)
επίπληξη·
(β)
απώλεια του δικαιώματος αποζημίωσης διαμονής για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως τριάντα ημέρες·
(γ)
χωρίς να θίγεται η άσκηση του δικαιώματος ψήφου στην Ολομέλεια, και υπό την επιφύλαξη, στην περίπτωση αυτή, της αυστηρής τήρησης των κανόνων συμπεριφοράς, προσωρινή αναστολή, για χρονικό διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται από δύο έως τριάντα ημέρες συνεδρίασης του Κοινοβουλίου ή οποιουδήποτε από τα όργανα, τις επιτροπές ή τις αντιπροσωπείες του, της συμμετοχής στο σύνολο ή μέρος των δραστηριοτήτων του Κοινοβουλίου·
(δ)
απαγόρευση για το βουλευτή να εκπροσωπεί το Κοινοβούλιο σε διακοινοβουλευτική αντιπροσωπεία, διακοινοβουλευτική διάσκεψη ή σε οποιοδήποτε διοργανικό φόρουμ για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους·
(ε)
σε περίπτωση παραβίασης της τήρησης του απορρήτου, περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης σε εμπιστευτικές ή διαβαθμισμένες πληροφορίες για χρονικό διάστημα έως και ενός έτους.
4.
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 στοιχεία β) έως ε) μπορούν να διπλασιαστούν σε περίπτωση κατ’ επανάληψη παραβιάσεων ή εάν ο βουλευτής αρνείται να συμμορφωθεί με μέτρο που ελήφθη βάσει του άρθρου 165 παράγραφος 3.
5.
Επιπλέον, ο Πρόεδρος μπορεί να υποβάλει πρόταση στη Διάσκεψη των Προέδρων για την αναστολή ή την αφαίρεση ενός ή περισσότερων από τα αξιώματα που κατέχει ο εν λόγω βουλευτής στο Κοινοβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 21.