Προηγούμενο 
 Επόμενο 
Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
9η κοινοβουλευτική περίοδος - Φεβρουάριος 2020
EPUB 188kPDF 876k
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟ
ΕΠΙΤΟΜΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII : ΠΑΡΟΧΗ ΨΗΦΟΥ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΣΜΕΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΛΗΦΘΗΚΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΑΚΡΟΑΣΕΩΝ

Μέρος Ι    – Έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για ολόκληρο το Σώμα των Επιτρόπων

Άρθρο 1 : Βάση της αξιολόγησης

1.   Το Κοινοβούλιο αξιολογεί τους ορισθέντες Επιτρόπους με βάση τις γενικές τους ικανότητες, την προσήλωσή τους στην ευρωπαϊκή ιδέα και την προσωπική ανεξαρτησία τους. Αξιολογεί τις γνώσεις τους για το αντίστοιχο χαρτοφυλάκιο και τις ικανότητές τους επικοινωνίας.

2.   Το Κοινοβούλιο δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών. Μπορεί να εκφράσει την άποψή του για τη διάθεση των χαρτοφυλακίων από τον εκλεγέντα Πρόεδρο.

3.   Το Κοινοβούλιο μπορεί να ζητήσει κάθε πληροφορία σημαντική για τη λήψη της απόφασής του όσον αφορά την καταλληλότητα των ορισθέντων Επιτρόπων. Αναμένει πλήρη γνωστοποίηση πληροφοριών που αφορούν τα οικονομικά τους συμφέροντα. Οι δηλώσεις οικονομικών συμφερόντων των ορισθέντων Επιτρόπων αποστέλλονται προς έλεγχο στην αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή.

Άρθρο 2 : Εξέταση δήλωσης οικονομικών συμφερόντων

1.   H αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή εξετάζει τις δηλώσεις οικονομικών συμφερόντων και αξιολογεί κατά πόσον το περιεχόμενο της δήλωσης ενός ορισθέντος Επιτρόπου είναι ακριβές και πλήρες και αν μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων.

2.   H επιβεβαίωση από την αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή της απουσίας οιασδήποτε σύγκρουσης συμφερόντων συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη διεξαγωγή ακρόασης από την αρμόδια επιτροπή. Ελλείψει τέτοιας επιβεβαίωσης, η διαδικασία διορισμού του ορισθέντος Επιτρόπου αναστέλλεται ενώ ακολουθείται η διαδικασία που καθορίζεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ).

3.   Kατά τον έλεγχο των δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων από την αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή εφαρμόζονται οι ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

α)   αν, κατά τον έλεγχο δήλωσης οικονομικών συμφερόντων, η επιτροπή εκτιμήσει ότι, με βάση τα υποβληθέντα έγγραφα, η δήλωση οικονομικών συμφερόντων είναι ακριβής, πλήρης και δεν περιέχει κανένα στοιχείο που να υποδηλώνει υφιστάμενη ή δυνητική σύγκρουση συμφερόντων ως προς το χαρτοφυλάκιο του ορισθέντος Επιτρόπου, ο πρόεδρός της αποστέλλει, στις αρμόδιες για την ακρόαση επιτροπές ή στις ενδιαφερόμενες επιτροπές σε περίπτωση διαδικασίας κατά τη διάρκεια της θητείας Επιτρόπου, επιστολή με την οποία επιβεβαιώνονται τα πορίσματα αυτά·

β)   αν η επιτροπή εκτιμά ότι η δήλωση οικονομικών συμφερόντων ενός ορισθέντος Επιτρόπου περιέχει ελλιπείς ή αντιφατικές πληροφορίες ή ότι απαιτούνται περαιτέρω πληροφορίες, ζητεί, βάσει της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από τον ορισθέντα Επίτροπο να παράσχει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση συμπληρωματικές πληροφορίες και αποφασίζει αφότου τις εξετάσει και τις αναλύσει κατάλληλα· η αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, κατά περίπτωση, να καλέσει τον ορισθέντα Επίτροπο σε συζήτηση·

γ)   αν η επιτροπή διαπιστώσει σύγκρουση συμφερόντων βάσει της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων ή των συμπληρωματικών πληροφοριών που παρέσχε ο ορισθείς Επίτροπος, εκπονεί συστάσεις για να δοθεί τέλος στη σύγκρουση συμφερόντων· οι συστάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την παραίτηση από τα εν λόγω οικονομικά συμφέροντα ή τροποποίηση του χαρτοφυλακίου του ορισθέντος Επιτρόπου από τον Πρόεδρο της Επιτροπής· σε σοβαρότερες περιπτώσεις, εάν δεν εξευρεθεί λύση στη σύγκρουση συμφερόντων, και ως έσχατο μέσο, η αρμόδια για νομικά θέματα επιτροπή μπορεί να συναγάγει ότι ο ορισθείς Επίτροπος αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντά του σύμφωνα με τις Συνθήκες και τον κώδικα δεοντολογίας· ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ερωτά κατόπιν τούτου τον Πρόεδρο της Επιτροπής σχετικά με τα περαιτέρω μέτρα που προτίθεται να λάβει.

Άρθρο 3 : Ακροάσεις

1.   Κάθε ορισθείς Επίτροπος καλείται να εμφανιστεί ενώπιον της αντίστοιχης κοινοβουλευτικής επιτροπής ή των αντίστοιχων επιτροπών για μία και μόνη ακρόαση.

2.   Οι ακροάσεις διοργανώνονται από τη Διάσκεψη των Προέδρων μετά από σύσταση της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών. Ο Πρόεδρος και οι συντονιστές εκάστης επιτροπής είναι αρμόδιοι για τις επί μέρους ρυθμίσεις. Μπορούν να ορίζονται εισηγητές.

3.   Όταν τα χαρτοφυλάκια αλληλεπικαλύπτονται, γίνονται οι απαραίτητες ρυθμίσεις για τη συμμετοχή των αντιστοίχων αρμοδίων επιτροπών. Υπάρχουν τρία ενδεχόμενα:

α)   εάν το χαρτοφυλάκιο του ορισθέντος Επιτρόπου εμπίπτει στις αρμοδιότητες μίας μόνο κοινοβουλευτικής επιτροπής, η ακρόαση του ορισθέντος Επιτρόπου πραγματοποιείται αποκλειστικά ενώπιον της συγκεκριμένης επιτροπής (αρμόδια επιτροπή)·

β)   εάν το χαρτοφυλάκιο του ορισθέντος Επιτρόπου εμπίπτει, σχεδόν εξίσου, στις αρμοδιότητες περισσοτέρων κοινοβουλευτικών επιτροπών, η ακρόαση του ορισθέντος Επιτρόπου πραγματοποιείται ενώπιον των εν λόγω κοινοβουλευτικών επιτροπών (μικτές επιτροπές)· και

γ)   εάν το χαρτοφυλάκιο του ορισθέντος Επιτρόπου εμπίπτει κατά κύριο λόγο στις αρμοδιότητες μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής και μόνον σε μικρότερο βαθμό στις αρμοδιότητες μίας ή περισσοτέρων άλλων κοινοβουλευτικών επιτροπών, η ακρόαση του ορισθέντος Επιτρόπου πραγματοποιείται ενώπιον της κυρίως αρμόδιας επιτροπής, σε συνεργασία με την άλλη ή τις λοιπές επιτροπές (συνδεδεμένες επιτροπές).

4.   Ο εκλεγείς Πρόεδρος της Επιτροπής έχει πλήρη λόγο όσον αφορά τις πρακτικές ρυθμίσεις.

5.   Οι κοινοβουλευτικές επιτροπές υποβάλλουν γραπτές ερωτήσεις στους ορισθέντες Επιτρόπους εγκαίρως πριν από τις ακροάσεις. Σε κάθε ορισθέντα Επίτροπο υποβάλλονται δύο κοινές ερωτήσεις που έχουν συνταχθεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών, εκ των οποίων η πρώτη σε σχέση με τις γενικές τους ικανότητες, την προσήλωσή τους στην ευρωπαϊκή ιδέα και την προσωπική τους ανεξαρτησία και η δεύτερη σε σχέση με τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου και τη συνεργασία με το Κοινοβούλιο. Η αρμόδια επιτροπή υποβάλλει πέντε ακόμη ερωτήσεις. Δεν επιτρέπονται υποερωτήσεις. Στην περίπτωση μικτών επιτροπών, κάθε μία επιτροπή έχει το δικαίωμα να υποβάλει τρεις ερωτήσεις.

Τα βιογραφικά σημειώματα των ορισθέντων Επιτρόπων και οι απαντήσεις τους στις γραπτές ερωτήσεις δημοσιεύονται στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου πριν την ακρόαση.

6.   Κάθε ακρόαση προγραμματίζεται να διαρκέσει τρεις ώρες. Οι ακροάσεις πραγματοποιούνται σε περιστάσεις και υπό συνθήκες που δίνουν στους ορισθέντες Επιτρόπους ίσες και δίκαιες ευκαιρίες να παρουσιάσουν εαυτούς και τις απόψεις τους.

7.   Οι ορισθέντες Επίτροποι καλούνται να προβούν σε εναρκτήρια προφορική δήλωση μεγίστης διαρκείας 15 λεπτών. Έως και 25 ερωτήσεις, συγκεντρωμένες ανά θέμα ει δυνατόν, υποβάλλονται κατά τη διάρκεια της ακρόασης. Μία συμπληρωματική ερώτηση μπορεί να τεθεί αμέσως μετά εντός του διαθέσιμου χρόνου. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου ομιλίας κατανέμεται στις πολιτικές ομάδες, εφαρμόζοντας, κατ’ αναλογία, το άρθρο 171. Η διεξαγωγή των ακροάσεων πρέπει να αποσκοπεί στην ανάπτυξη πολυφωνικού πολιτικού διαλόγου μεταξύ των ορισθέντων Επιτρόπων και των μελών του Κοινοβουλίου. Πριν από το τέλος της ακρόασης, δίνεται η δυνατότητα στους ορισθέντες Επιτρόπους να προβαίνουν σε σύντομη τελική δήλωση.

8.   Πραγματοποιείται ζωντανή οπτικοακουστική μετάδοση των ακροάσεων η οποία διατίθεται δωρεάν στο κοινό και στα μέσα ενημέρωσης. Η ευρετηριασμένη εγγραφή των ακροάσεων θα πρέπει να είναι διαθέσιμη στο κοινό εντός 24 ωρών.

Άρθρο 4 : Αξιολόγηση

1.   Ο πρόεδρος και οι συντονιστές συνεδριάζουν αμέσως μετά τις ακροάσεις για να αξιολογήσουν τους μεμονωμένους ορισθέντες Επιτρόπους. Οι συνεδριάσεις αυτές διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών. Οι συντονιστές καλούνται να δηλώσουν εάν κατά την άποψή τους οι ορισθέντες Επίτροποι διαθέτουν τα προσόντα, τόσο για να αποτελέσουν μέλη του Σώματος, όσο και για να επιτελέσουν τα ειδικά καθήκοντα τα οποία τους έχουν ανατεθεί. Η Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών καταρτίζει τυποποιημένο έντυπο για να διευκολύνει την αξιολόγηση.

2.   Στην περίπτωση μικτών επιτροπών, ο πρόεδρος και οι συντονιστές των σχετικών επιτροπών ενεργούν από κοινού καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

3.   Προβλέπεται μία μόνον επιστολή αξιολόγησης για κάθε ορισθέντα Επίτροπο, η οποία περιλαμβάνει τις γνώμες όλων των επιτροπών που συμμετέχουν στην ακρόαση.

4.   Οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση εκ μέρους των συντονιστών είναι οι εξής:

α)   εάν οι συντονιστές εγκρίνουν τον ορισθέντα Επίτροπο ομόφωνα, ο πρόεδρος υποβάλλει εγκριτική επιστολή εξ ονόματός τους,

β)   εάν οι συντονιστές απορρίψουν τον ορισθέντα Επίτροπο ομόφωνα, ο πρόεδρος υποβάλλει απορριπτική επιστολή εξ ονόματός τους,

γ)   εάν οι συντονιστές που εκπροσωπούν πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων επί του συνόλου των μελών της επιτροπής εγκρίνουν τον ορισθέντα Επίτροπο, ο πρόεδρος υποβάλλει επιστολή εξ ονόματός τους με την οποία δηλώνεται ότι ο ορισθείς Επίτροπος εγκρίνεται με ευρεία πλειοψηφία. Απόψεις της μειοψηφίας αναφέρονται εφόσον ζητηθεί,

δ)   σε περίπτωση που δεν μπορεί να επιτευχθεί πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων επί του συνόλου των μελών της επιτροπής υπέρ της έγκρισης του υποψηφίου, οι συντονιστές:

–   ζητούν καταρχάς συμπληρωματικές πληροφορίες μέσω περαιτέρω γραπτών ερωτήσεων,
–   εάν εξακολουθούν να μην είναι ικανοποιημένοι, ζητούν επανάληψη της ακρόασης, διάρκειας 1 1/2 ώρας, υπό την προϋπόθεση της έγκρισης από τη Διάσκεψη των Προέδρων,

ε)   εάν, μετά την εφαρμογή των διατάξεων του στοιχείου δ), οι συντονιστές που εκπροσωπούν πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων του συνόλου των μελών της επιτροπής εγκρίνουν τον ορισθέντα Επίτροπο, ο πρόεδρος υποβάλλει επιστολή εξ ονόματός τους με την οποία δηλώνεται ότι ο ορισθείς Επίτροπος εγκρίνεται με μεγάλη πλειοψηφία. Απόψεις της μειοψηφίας αναφέρονται εφόσον ζητηθεί,

στ)   εάν, μετά την εφαρμογή των διατάξεων του στοιχείου δ), εξακολουθεί να μην μπορεί να επιτευχθεί πλειοψηφία των συντονιστών που εκπροσωπούν τουλάχιστον τα δύο τρίτα του συνόλου των μελών της επιτροπής υπέρ της έγκρισης του ορισθέντος Επιτρόπου, ο πρόεδρος συγκαλεί την επιτροπή σε συνεδρίαση και θέτει σε ψηφοφορία τα δύο ερωτήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ο πρόεδρος υποβάλλει επιστολή στην οποία δηλώνεται η αξιολόγηση της επιτροπής.

5.   Οι επιστολές αξιολόγησης των επιτροπών διαβιβάζονται εντός 24 ωρών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης. Οι επιστολές εξετάζονται από τη Διάσκεψη των Προέδρων των Επιτροπών και αποστέλλονται ακολούθως στη Διάσκεψη των Προέδρων. Κατόπιν ανταλλαγής απόψεων και εφόσον δεν ζητηθούν περαιτέρω πληροφορίες, η Διάσκεψη των Προέδρων κηρύσσει τη λήξη των ακροάσεων και εγκρίνει την δημοσίευση όλων των επιστολών αξιολόγησης.

Άρθρο 5 : Παρουσίαση του Σώματος

1.   Ο εκλεγείς Πρόεδρος της Επιτροπής καλείται να παρουσιάσει ολόκληρο το Σώμα των ορισθέντων Επιτρόπων και το πρόγραμμά τους σε συνεδρίαση του Κοινοβουλίου, την οποία καλείται να παρακολουθήσει ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου. Την παρουσίαση ακολουθεί συζήτηση. Για την περάτωση της συζήτησης, μία πολιτική ομάδα ή βουλευτές ο αριθμός των οποίων αντιστοιχεί τουλάχιστον στο χαμηλό ελάχιστο όριο, μπορούν να υποβάλουν πρόταση ψηφίσματος. Εφαρμόζεται το άρθρο 132 παράγραφοι 3 έως 8.

2.   Μετά την ψηφοφορία σχετικά με την πρόταση ψηφίσματος, το Κοινοβούλιο ψηφίζει προκειμένου να δώσει ή όχι τη συγκατάθεσή του για το διορισμό, ως συλλογικού οργάνου, του εκλεγέντος Προέδρου και των ορισθέντων Επιτρόπων. Το Κοινοβούλιο αποφασίζει με την πλειοψηφία των ψηφισάντων, σε ψηφοφορία με ονομαστική κλήση. Το Κοινοβούλιο μπορεί να αναβάλει την ψηφοφορία για την επόμενη συνεδρίαση.

Άρθρο 6 : Παρακολούθηση των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια των ακροάσεων.

Οι δεσμεύσεις τις οποίες ανέλαβαν και οι προτεραιότητες στις οποίες αναφέρθηκαν οι ορισθέντες Επίτροποι κατά τη διάρκεια των ακροάσεων επανεξετάζονται, καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας τους, από την αρμόδια επιτροπή στο πλαίσιο του ετήσιου διαρθρωμένου διαλόγου με την Επιτροπή που διεξάγεται σύμφωνα με το Παράρτημα 4 παράγραφος 1 της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Μέρος II    – Σημαντική αλλαγή των χαρτοφυλακίων ή αλλαγή στη σύνθεση του Σώματος των Επιτρόπων κατά τη διάρκεια της θητείας του

Άρθρο 7 : Κενή έδρα

Όταν πρέπει να πληρωθεί κενή έδρα λόγω παραίτησης, υποχρεωτικής παύσης ή θανάτου, το Κοινοβούλιο καλεί χωρίς καθυστέρηση τον ορισθέντα Επίτροπο να συμμετάσχει σε ακρόαση υπό τους ίδιους όρους με τους οριζόμενους στο Μέρος I.

Άρθρο 8 : Ένταξη νέου κράτους μέλους

Σε περίπτωση ένταξης νέου κράτους μέλους, το Κοινοβούλιο καλεί τον ορισθέντα Επίτροπο του κράτους αυτού να συμμετάσχει σε ακρόαση υπό τους ίδιους όρους με τους οριζόμενους στο Μέρος I.

Άρθρο 9 : Σημαντική αλλαγή των χαρτοφυλακίων

Σε περίπτωση σημαντικής αλλαγής των χαρτοφυλακίων κατά τη διάρκεια της θητείας της Επιτροπής, οι ενδιαφερόμενοι Επίτροποι καλούνται να συμμετάσχουν σε ακρόαση υπό τους ίδιους όρους με τους οριζόμενους στο Μέρος Ι πριν αναλάβουν τις νέες τους αρμοδιότητες.

Άρθρο 10 : Ψηφοφορία στην Ολομέλεια

Κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που θεσπίζεται με το άρθρο 125 παράγραφος 7, όταν η ψηφοφορία στην Ολομέλεια αφορά έναν μόνο Επίτροπο διεξάγεται μυστική ψηφοφορία.

Τελευταία ενημέρωση: 31 Ιανουαρίου 2020Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου