1. Κάθε βουλευτής μπορεί να προβεί σε προφορική αιτιολόγηση ψήφου επί της μίας μοναδικής ψηφοφορίας και/ή επί της τελικής ψηφοφορίας σχετικά με σημείο που έχει υποβληθεί στο Κοινοβούλιο, που επιτρέπεται να διαρκέσει κατ’ ανώτατο όριο ένα λεπτό. Οι αιτιολογήσεις ψήφου διατυπώνονται στο τέλος της συνεδρίασης κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε η σχετική ψηφοφορία, εκτός εάν ο Πρόεδρος αποφασίσει κατ’ εξαίρεση να τις αναβάλει για αργότερα εντός της περιόδου συνόδου.
Κάθε βουλευτής μπορεί να προβαίνει σε τρεις κατ’ ανώτατο όριο προφορικές αιτιολογήσεις ψήφου ανά περίοδο συνόδου.
Οποιοσδήποτε βουλευτής μπορεί, επί των ψηφοφοριών αυτών, να προβεί σε γραπτή αιτιολόγηση ψήφου, 200 λέξεων κατ’ ανώτατο όριο, η οποία περιλαμβάνεται στην σελίδα του βουλευτή στον ιστότοπο του Κοινοβουλίου.
Μία πολιτική ομάδα μπορεί να προβεί σε αιτιολόγηση διάρκειας δύο λεπτών κατ’ ανώτατο όριο.
Αιτήματα αιτιολόγησης ψήφων που υποβάλλονται μετά την έναρξη της πρώτης αιτιολόγησης ψήφου στο πρώτο θέμα δεν γίνονται πλέον δεκτά.
Αιτιολογήσεις ψήφων γίνονται δεκτές στη μία μοναδική ψηφοφορία και/ή στην τελική ψηφοφορία επί οιουδήποτε θέματος που υποβάλλεται στο Κοινοβούλιο. Ο όρος «τελική ψηφοφορία» δεν προδικάζει το είδος της ψηφοφορίας, αλλά σημαίνει την τελευταία ψηφοφορία επί οιουδήποτε θέματος.
2. Αιτιολογήσεις ψήφων δεν γίνονται δεκτές σε περίπτωση μυστικής ψηφοφορίας ή ψηφοφορίας επί θεμάτων διαδικασίας.
3. Όταν η ημερήσια διάταξη του Κοινοβουλίου περιλαμβάνει θέμα χωρίς τροπολογίες ή χωρίς συζήτηση, οι βουλευτές μπορούν να προβούν μόνο σε γραπτές αιτιολογήσεις ψήφων σύμφωνα με την παράγραφο 1.
Οι αιτιολογήσεις ψήφων, προφορικές ή γραπτές, πρέπει να έχουν άμεση σχέση με το θέμα που υποβάλλεται στο Κοινοβούλιο.