Επιστροφή στη διαδικτυακή πύλη Europarl

Choisissez la langue de votre document :

 Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2001/2096(DEC)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : A5-0088/2002

Κείμενα που κατατέθηκαν :

A5-0088/2002

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P5_TA(2002)0165

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 416kWORD 81k
Τετάρτη 10 Απριλίου 2002 - Στρασβούργο
Απαλλαγή 2000: 6ο, 7ο και 8ο ΕΤΑ
P5_TA(2002)0165A5-0088/2002
Απόφαση
 Απόφαση
 Ψήφισμα

1.Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την απαλλαγή της Επιτροπής σε σχέση με την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (COM(2001) 233 - C5-0209/2001 - 2001/2096(DEC))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τους ισολογισμούς και λογαριασμούς διαχείρισης του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (COM(2001) 233 - C5-0209/2001),

–  έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις δραστηριότητες του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το 2000 μαζί με τις απαντήσεις των θεσμικών οργάνων(C5-0618/2001)(1),

–  έχοντας υπόψη τη Δήλωση Αξιοπιστίας για τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης του Ελεγκτικού Συνεδρίου (C5-0618/2001),

–  έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Συμβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2001, σχετικά με την απαλλαγή που πρόκειται να δοθεί στην Επιτροπή σε σχέση με την εκτέλεση των πράξεων των Ευρωπαϊκών Ταμείων Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (5787/2002 – C5-0118/2002, 5788/2002 – C5-0119/2002, 5789/2002 – C5-0120/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 33 της Εσωτερικής Συμφωνίας μεταξύ των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνέρχονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με τη χρηματοδότηση και διαχείριση της κοινοτικής βοήθειας σύμφωνα με το Δεύτερο Δημοσιονομικό Πρωτόκολλο στην Τέταρτη Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΚ(2),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 276 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 74 του Δημοσιονομικού Κανονισμού της 16ης Ιουνίου 1998 που εφαρμόζεται στη συνεργασία για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης στο πλαίσιο της Τέταρτης Σύμβασης ΑΚΕ-ΕΚ(3),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 93 και το Παράρτημα V του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (A5-0088/2002),

Α.  εκτιμώντας ότι, στη Δήλωσή του Αξιοπιστίας για τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης, το Ελεγκτικό Συνέδριο καταλήγει ότι, με ορισμένες εξαιρέσεις, οι λογαριασμοί για το οικονομικό έτος 2000 αντικατοπτρίζουν ορθά τα έσοδα και έξοδα για το οικονομικό έτος και τη δημοσιονομική κατάσταση κατά το τέλος τους έτους,

Β.  εκτιμώντας ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο εξέτασε τις βασικές συναλλαγές βάσει των διαθέσιμων εγγράφων, αλλά δεν προχώρησε σε επιτόπιους ελέγχους στα κράτη ΑΚΕ για να ελέγξει το πώς έχουν τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες που αναφέρονται στα έγγραφα,

Γ.  εκτιμώντας ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί ότι με ορισμένες εξαιρέσεις οι συναλλαγές αυτές που αναφέρονται στις δημοσιονομικές δηλώσεις είναι γενικά νομότυπες και κανονικές,

1.  χορηγεί απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000·

2.  υποβάλλει τα σχόλιά του στο συνημμένο ψήφισμα·

3.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση και το ψήφισμα το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Δικαστήριο, το Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, και να μεριμνήσει για τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα (σειρά L).

(1) ΕΕ C 359 της 15.12.2001, σ. 417.
(2) ΕΕ L 156 της 29.5.1998, σ. 108.
(3) ΕΕ L 191 της 7.7.1998, σ. 53.


2.Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το κλείσιμο των λογαριασμών του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (COM(2001) 233 - C5-0209/2001 - 2001/2096(DEC))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τους ισολογισμούς και τους λογαριασμούς διαχείρισης του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (COM(2001) 233 - C5-0209/2001),

–  έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις δραστηριότητες του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το 2000 μαζί με τις απαντήσεις των θεσμικών οργάνων (C5-0618/2001)(1),

–  έχοντας υπόψη την Δήλωση Αξιοπιστίας για τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης του Ελεγκτικού Συνεδρίου (C5-0618/2001),

–  έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Συμβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2001, σχετικά με την απαλλαγή που πρόκειται να δοθεί στην Επιτροπή σε σχέση με την εκτέλεση των πράξεων των Ευρωπαϊκών Ταμείων Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (5787/2002 – C5-0118/2002, 5788/2002 - C5-0119/2002, 5789/2002 - C5-0120/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 74 του Δημοσιονομικού Κανονισμού της 16ης Ιουνίου 1998 που εφαρμόζεται στη συνεργασία για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης στο πλαίσιο της Τέταρτης Σύμβασης ΑΚΕ-ΕΚ(2),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 93 και το Παράρτημα V του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (A5-0088/2002),

1.  επισημαίνει ότι η δημοσιονομική κατάσταση του 6ου, 7ου και 8ου ΕΤΑ στις 31 Δεκεμβρίου 2000 έχει ως εξής:

(Εκατ. €)

Δημοσιονομική κατάσταση του ΕΤΑ στις 31 Δεκεμβρίου 2000

6ο ΕΤΑ

7ο ΕΤΑ

8ο ΕΤΑ

ΣΥΝΟΛΟ

Καθαροί πόροι

7 829.1

11 608.5

13 308.8

32 746.4

Χρήση

7 496.1

10 754.5

8 348.1

26 598.7

Ισολογισμός για νέες αποφάσεις

333.0

854.0

4 960.7

6 147.7

2.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση και το ψήφισμα που περιέχει τις παρατηρήσεις του στην Επιτροπή, το Συμβούλιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και να μεριμνήσει για τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα (σειρά L).

(1) ΕΕ C 359 της 15.12.2001, σ. 417.
(2) ΕΕ L 191 της 7.7.1998, σ. 53.


3.Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχει τις παρατηρήσεις οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης για τη χορήγηση απαλλαγής στην Επιτροπή σε σχέση με την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000(COM(2001) 233 - C5-0209/2001 - 2001/2096(DEC))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τους ισολογισμούς και λογαριασμούς διαχείρισης του 6ου, 7ου και 8ου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (COM(2001) 233 - C5-0209/2001),

–  έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις δραστηριότητες του έκτου, έβδομου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης για το 2000 μαζί με τις απαντήσεις των θεσμικών οργάνων(C5-0618/2001)(1),

–  έχοντας υπόψη τη Δήλωση Αξιοπιστίας για τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Ανάπτυξης του Ελεγκτικού Συνεδρίου (C5-0618/2001),

–  έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Συμβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2001 σχετικά με την απαλλαγή που πρόκειται να δοθεί στην Επιτροπή σε σχέση με την εκτέλεση των πράξεων των Ευρωπαϊκών Ταμείων Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 2000 (5787/2002 - C5-0118/2002, 5788/2002 - C5-0119/2002, 5789/2002 - C5-0120/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 33 της Εσωτερικής Συμφωνίας μεταξύ των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνέρχονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου, σχετικά με τη χρηματοδότηση και διαχείριση της κοινοτικής βοήθειας σύμφωνα με το Δεύτερο Δημοσιονομικό Πρωτόκολλο στην Τέταρτη Σύμβαση ΑΚΕ-ΕΚ(2),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 74 του Δημοσιονομικού Κανονισμού της 16ης Ιουνίου 1998 που εφαρμόζεται στη συνεργασία για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης στο πλαίσιο της Τέταρτης Σύμβασης ΑΚΕ-ΕΚ(3),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 93 και το Παράρτημα V του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (A5-0088/2002),

A.  εκτιμώντας ότι σύμφωνα με το άρθρο 74 του Δημοσιονομικού Κανονισμού της 16ης Ιουνίου 1998, η Επιτροπή καλείται να λάβει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να υλοποιήσει τις παρατηρήσεις που εμφαίνονται στις αποφάσεις απαλλαγής,

B.  εκτιμώντας ότι η κοινοτική αναπτυξιακή συνεργασία έχει ως κεντρικό στόχο της τη μείωση της φτώχειας,

Γ.  εκτιμώντας ότι με τη σύναψη της Συμφωνίας Cotonou στις 23 Ιουνίου 2000(4), η συνεργασία μεταξύ των κρατών ΑΚΕ και ΕΕ τοποθετήθηκε σε νέο έρεισμα, πράγμα που θα σημάνει και αναμόρφωση της οικονομικής συνεργασίας,

Δ.  εκτιμώντας ότι η βοήθεια θα μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς προγράμματα στήριξης του προϋπολογισμού τομέων αντί να είναι βοήθεια που προορίζεται για συγκεκριμένα έργα,

Ε.  εκτιμώντας ότι οι πληροφορίες είναι ακόμη ασαφείς έχει ωστόσο την πεποίθηση ότι στα επόμενα οικονομικά έτη τα προσφερόμενα στοιχεία θα είναι απολύτως αξιόπιστα· στο πλαίσιο αυτό ζητεί, συγκεκριμένα, να αποσαφηνισθούν οι όροι και τα αποτελέσματα της εφαρμογής της κοινωνικής αιρεσιμότητας σε σχέση με τη βοήθεια για τη διαρθρωτική προσαρμογή,

ΣΤ.  εκτιμώντας ότι η βοήθεια θα επικεντρώνεται όλο και περισσότερο σε τομείς κλειδιά και σοβαρές επενδύσεις σε περιορισμένο αριθμό προγραμμάτων,

Ζ.  εκτιμώντας ότι η Επιτροπή έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα στο πλαίσιο ενός προγράμματος δράσης (δημιουργία της EuropeAid, ενίσχυση των αντιπροσωπειών της Επιτροπής, απλοποίηση των διαδικασιών) για να ικανοποιήσει τα αιτήματα που εξέφρασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2000 στο οποίο περιέχονται τα σχόλιά του που συνοδεύουν την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να δώσει απαλλαγή στην Επιτροπή για το 6ο, 7ο και 8ο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης για το οικονομικό έτος 1998(5),

Η.  εκτιμώντας ότι είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών, τα οποία πρόκειται να βελτιώσουν την απόδοση των υπηρεσιών και αντιπροσωπειών της Επιτροπής,

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προϋπολογισμός 2000 ήταν ο πρώτος που εκτελέσθηκε υπό την αποκλειστική ευθύνη της σημερινής Επιτροπής που ανέλαβε καθήκοντα το Σεπτέμβριο του 1999,

Προϋπολογισμός και εκτέλεση του προϋπολογισμού το 2000

1.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις προσωρινές εκτιμήσεις της Επιτροπής για το έτος 2000, τα κεφάλαια για τις κοινωνικές υποδομές και υπηρεσίες είναι απαράδεκτα χαμηλού επιπέδου· υπενθυμίζει τα αποτελέσματα της διαδικασίας του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2002, στη διάρκεια της οποίας η Επιτροπή δεσμεύθηκε να αλλάξει την κατάσταση αυτή, σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί·

2.  επισημαίνει ότι το 2000 το επίπεδο τόσο των υποχρεώσεων όσο και των πληρωμών ήταν αισθητά υψηλότερο των αντίστοιχων του προηγούμενου έτους:

   α) το 2000 οι υποχρεώσεις ανήλθαν σε 3758 εκατ. ευρώ, έναντι 2692 εκατ. ευρώ το 1999
   β) οι πληρωμές το 2000 ανήλθαν συνολικά σε 1548 εκατ. ευρώ, έναντι 1275 εκατ. ευρώ το 1999

3.  επισημαίνει ότι το 2001 σημειώθηκε περαιτέρω σημαντική αύξηση στις πληρωμές·

4.  επιδοκιμάζει την τάση αυτή αλλά πιστεύει ότι είναι πολύ νωρίς να προβλεφθεί κατά πόσο το θεμελιώδες πρόβλημα των καθυστερήσεων στην εκτέλεση του ΕΤΑ θα επιλυθεί οριστικά τα προσεχή έτη·

Έλεγχος της βοήθειας

5.  υπογραμμίζει ότι ένα διαφανές σύστημα πληροφόρησης, σύμφωνο με τις προδιαγραφές της Επιτροπής Βοήθειας για την Ανάπτυξη (ΕΒΑ) θα ήταν ένα πρώτο βήμα για μια προσέγγιση περισσότερο προσανατολισμένη στα αποτελέσματα και επιμένει ότι οι δείκτες αποτελεσμάτων της ανάπτυξης σε σχέση με τους στόχους αποτελούν προτεραιότητα της Επιτροπής· ζητεί τη διεξοδική ενημέρωση του Κοινοβουλίου και τη διαβούλευση με αυτό σχετικά με την ανωτέρω διαδικασία·

6.  επαναλαμβάνει την άποψή του(6) ότι η χορήγηση περαιτέρω βοήθειας θα πρέπει να εξαρτάται από την υποβολή και αποτελεσματική εκτέλεση προγραμμάτων αναμόρφωσης για τη βελτίωση της ποιότητας της κρατικής δημοσιονομικής διαχείρισης στις χώρες που τυγχάνουν της ενίσχυσης· υπογραμμίζει εκ νέου τη σπουδαιότητα των ακόλουθων σημείων:

   α) διαρκής αξιολόγηση της εφαρμογής των μέτρων που προορίζονται για την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης,
   β) έλεγχος της προόδου που σημειώνεται σε τομείς κλειδιά (υγεία και παιδεία) με τη βοήθεια ουσιαστικών δεικτών (π.χ. αύξηση του αριθμού καθηγητών ή ιατρών),
   γ) ετήσιος έλεγχος των λογιστικών και της χρηστής διαχείρισης των πόρων βάσει δειγμάτων,
   δ) σαφώς καθορισμένες κυρώσεις (μείωση ή αναστολή των πληρωμών) σε περιπτώσεις όπου δεν παρατηρείται συμμόρφωση προς τα συμφωνηθέντα μέτρα αναμόρφωσης,

7.  τονίζει ότι η Επιτροπή οφείλει να αυξήσει και βελτιώσει ουσιαστικά τις ελεγκτικές της ικανότητές προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτές·

8.  Χαιρετίζει την απάντηση που εκδόθηκε στις 15 Μαρτίου 2002 για θέματα που εμπνέουν ανησυχία όσον αφορά τον αριθμό και τη φύση των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από την Επιτροπή το 2000· εκφράζει την ικανοποίησή του για την πλήρη, συστηματική εξήγηση όσον αφορά το πώς οφείλουν να πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες ελέγχου της Επιτροπής· εκφράζει ωστόσο τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να παράσχει οποιαδήποτε συμπληρωματική πληροφορία για τον κατάλογο των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν το 2000 εφόσον η ΓΔ-AIDCO "διατηρεί μία μάλλον απλή απογραφή των αποκεντρωμένων ελέγχων" (πρβλ. απάντηση της Επιτροπής της 13ης Μαρτίου 2002)·

9.  Ζητεί από την Επιτροπή εάν, βάσει του ισχύοντος συστήματος, είναι σε θέση να προβεί σε Δήλωση Αξιοπιστίας ότι όλα τα κεφάλαια του ΕΤΑ έχουν δαπανηθεί νομίμως και κανονικά και σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής και αποτελεσματικής διαχείρισης ιδιαίτερα όσον αφορά:

   α) διεθνώς ανεγνωρισμένες προδιαγραφές ελέγχου που εφαρμόζονται σε όλους τους όρους αναφοράς ιδιωτικών εταιριών ελέγχου όπως και στους ελέγχους της Επιτροπής·
   β) τους προβλεπόμενους ελέγχους σε όλες τις οικονομικές συμφωνίες·

10.  Καλεί την Επιτροπή να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο το παρόν σύστημα ελέγχου θα εξασφαλίσει ότι τα χρήματα του ΕΤΑ δαπανώνται νομίμως και κανονικά με την αυξημένη χρήση της άμεσης στήριξης του προϋπολογισμού·

11.  ζητεί από την Επιτροπή να διαβιβάσει στο Κοινοβούλιο το ενδεικτικό της πρόγραμμα ελέγχων των δαπανών στα πλαίσια του ΕΤΑ για το 2002 από τις κεντρικές της υπηρεσίες ή υπό τη στενή τους εποπτεία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω επιτόπιοι έλεγχοι θα αξιολογούν την εφαρμογή των μέτρων που προορίζονται για τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης στα κράτη ΑΚΕ και θα εξετάζουν το πώς έχουν πραγματικά τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΑ·

12.  λυπάται που δεν έχει βελτιωθεί ακόμα η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων εκ μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής· συμφωνεί με το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι στην παρακολούθηση των ελέγχων που πραγματοποιούνται υπό τις οδηγίες της ίδιας της Επιτροπής ή υπαλλήλων του ΕΤΑ θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία·

13.  ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει μία πιο πειστική επεξήγηση όσον αφορά το λόγο για τον οποίο οι περιπτώσεις μη επιλέξιμων δαπανών που ανέρχονται σε 14 εκατομμύρια ευρώ σύμφωνα με μελέτη του Ελεγκτικού Συνεδρίου((7)), δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε μία ικανοποιητική λύση·

14.  ζητεί από την Επιτροπή να αναβάλει τις πληρωμές προς τη Σενεγάλη έως ότου αποφανθεί το Σενεγαλέζικο Δικαστήριο σ' ό,τι αφορά την υπεξαίρεση περίπου 6 εκατ. ευρώ από τα κεφάλαια του 7ου ΕΤΑ που ανακαλύφθηκαν με έλεγχο το 1995(8)·

15.  σημειώνει τη συνεχιζόμενη τάση της παραδοσιακής συνεργασίας υπό μορφή έργων προς μια αλλαγή που συνίσταται στον καταλογισμό διαρκώς μεγαλύτερου ποσοστού των πόρων που ονομάζονται "μέσα ταχείας εκταμίευσης" - κυρίως της βοήθειας για τη διαρθρωτική προσαρμογή - για την άμεση υποστήριξη των προϋπολογισμών· πιστεύει ότι η Επιτροπή και το Κοινοβούλιο θα πρέπει να προβούν σε λεπτομερή ανάλυση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων της προσέγγισης αυτής και καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει μια Ανακοίνωση σχετικά με αυτό το θέμα·

16.  ζητεί να ενημερωθεί πλήρως από την OLAF για όλες τις έρευνες που έχουν ξεκινήσει, διεξαχθεί ή ολοκληρωθεί το 2000· επισημαίνει ότι η OLAF παρέχει την εποχή αυτή βοήθεια στην Κένυα σε σχέση με ποινική έρευνα για σοβαρές κατηγορίες σχετικά με μια διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών· ζητεί δε να ενημερώνεται για την υπόθεση αυτή·

17.  διαπιστώνει ότι δεν έχει κινηθεί καμία πειθαρχική διαδικασία μέχρι σήμερα μετά τη διοικητική έρευνα για την αποτελεσματικότητα της παρακολούθησης και των ρυθμίσεων ελέγχου σχετικά με τη χρήση κεφαλαίων υποκατάστασης στην Ακτή του Ελεφαντοστού, Τανζανία και Τόγκο· υπενθυμίζει (9)ότι παρατηρήθηκαν περιπτώσεις προφανούς απάτης με, μεταξύ άλλων, υπερτιμημένους ιατρικούς εξοπλισμούς στην Ακτή του Ελεφαντοστού συνολικού ύψους 28 εκατ. ευρώ· αναμένει να ενημερώνεται για πιθανά μελλοντικά περιστατικά μόλις αυτά συμβαίνουν·

18.  πιστεύει ότι η συμπληρωματικότητα με τις αναπτυξιακές πολιτικές των κρατών μελών και ο συντονισμός με άλλους δωρητές αποτελούν βασικά στοιχεία για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων· ζητεί, κατά συνέπεια, στη διάρκεια των προσεχών διαδικασιών έγκρισης της διαχείρισης να παράσχει η Επιτροπή στο Κοινοβούλιο συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τις ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν από κοινού με άλλους δωρητές, καθώς και σχετικά με τα αποτελέσματα των ενεργειών αυτών·

19.  διαπιστώνει καθυστερήσεις στη διαχείριση έργων που συγχρηματοδοτούνται από ΜΚΟ· ζητεί από την Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με την απλοποίηση και την εναρμόνιση των διαδικασιών αυτών·

Kέντρο Ανάπτυξης των Επιχειρήσεων (ΚΑΕ)

20.  επισημαίνει ότι η συμβολή του ΕΤΑ για το ΚΑΕ το 2000 ανήλθε σε 18.738 ευρώ· εκφράζει τη λύπη του γιατί παρουσιάστηκαν σοβαρά προβλήματα όσον αφορά τη διαχείριση του Κέντρου περιλαμβανομένης της έλλειψης ελέγχου των συμβάσεων, υψηλά έξοδα παραστάσεως και δαπανηρές ταξιδιωτικές ρυθμίσεις κατά το χρονικό διάστημα 1997-1999· εκφράζει τη λύπη του γιατί η έκθεση σχετικά με τον έλεγχο του οικονομικού έτους 1999 από ελεγκτές που όρισε η Επιτροπή Πρεσβευτών ΑΚΕ-ΕΚ απεκάλυψε ότι σε γενικές γραμμές δεν σημειώθηκε βελτίωση στην οικονομική διαχείριση του Κέντρου το 1999· χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή ξεκίνησε ένα πρόσθετο έλεγχο για το χρονικό διάστημα 1997/98/99· ελπίζει να λάβει αντίγραφο της έκθεσης όταν ολοκληρωθεί· πληροφορεί την Επιτροπή ότι θα επανέλθει στο θέμα στο πλαίσιο της απαλλαγής για το οικονομικό έτος 2001·

Γραμματεία ΑΚΕ

21.  διαφωνεί με το ότι η Επιτροπή υπέγραψε στις 9 Μαρτίου 2000 χρηματοδοτική συμφωνία ύψους 18 εκατ. ευρώ για το 2000-2004 υπέρ της Γραμματείας ΑΚΕ που έχει την έδρα της στις Βρυξέλλες. Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει 50% αύξηση ανά έτος σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο χρηματοδότησης,

   α) χωρίς να συνδέεται αυτό το καθορισμένο ποσοστό σε φόρτο εργασίας ή αναμενόμενα αποτελέσματα,
   β) χωρίς να γίνεται σαφές σε τι βαθμό έργα ad hoc που χρηματοδοτούνται από το ΕΤΑ συνεχίζουν να συμβάλλουν στα έξοδα λειτουργίας της Γραμματείας ΑΚΕ·
   γ) χωρίς να επιμείνει να συμμορφωθεί τελικά η Γραμματεία ΑΚΕ προς τις αποφάσεις των βελγικών δικαστηρίων από το 1995 που της ζητούν να καταβάλει αποζημίωση σε πρώην υπάλληλο·

22.  ζητεί από την Επιτροπή να ενημερώσει τη Γραμματεία ΑΚΕ ότι πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να σεβασθεί τις τελικές αποφάσεις των Βελγικών δικαστηρίων σε θέματα που εξακολουθούν να εκκρεμούν·

23.  ζητεί από την Επιτροπή να συμμορφωθεί προς τη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου(10) και να απαιτήσει από τη Γραμματεία ΑΚΕ όχι μόνο ετήσιους δημοσιονομικούς λογαριασμούς και εκθέσεις εξωτερικού ελέγχου αλλά και εκθέσεις δραστηριότητας, στις οποίες να περιλαμβάνονται δείκτες απόδοσης προκειμένου να ελεγχθεί το πώς βελτιώνονται τα αποτελέσματα και να στηριχθούν τα αιτήματα για χρηματοδότηση·

Δημοσιονομικές και νομοθετικές εξουσίες του Κοινοβουλίου σε ό,τι αφορά το ΕΤΑ

24.  επαναλαμβάνει την άποψή του(11) ότι δεν είναι ομαλή η παρούσα κατάσταση, κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να λάβει απόφαση ετήσιας απαλλαγής για το ΕΤΑ χωρίς να διαθέτει τις αντίστοιχες δημοσιονομικές και νομοθετικές εξουσίες· ζητεί για άλλη μια φορά να περιληφθούν οι πόροι ΕΤΑ στο τμήμα αναπτυξιακής συνεργασίας του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Δήλωση αξιοπιστίας

25.  επισημαίνει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο παρέχει θετική δήλωση αξιοπιστίας, πλην όμως δηλώνει ότι στην περίπτωση πληρωμών στις χώρες ΑΚΕ οι οικονομικοί έλεγχοι δείχνουν ότι το ΕΤΑ είναι δυνατόν να επιβαρυνθεί με μη επιλέξιμες συναλλαγές (νομιμότητα και κανονικός χαρακτήρας των καλυπτομένων συναλλαγών)· επισημαίνει ότι δεν διεξήχθησαν έλεγχοι επιτόπου από το Ελεγκτικό Συνέδριο στις χώρες ΑΚΕ· αναρωτάται ως εκ τούτου για τη χρησιμότητα της δήλωσης αξιοπιστίας·

Αποσυγκέντρωση

26.  καλεί την Επιτροπή να ενημερώσει σφαιρικά το Κοινοβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή της διαδικασίας αποσυγκέντρωσης προς τις αντιπροσωπείες στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και σχετικά με τα αποτελέσματα της διαχείρισης της βοήθειας από τις αντιπροσωπείες·

27.  επιμένει ότι το Κοινοβούλιο θα πρέπει να έχει πλήρη συμμετοχή στην αξιολόγηση των προτύπων αντιπροσωπειών που έχουν επιλεγεί για τη διαδικασία αποσυγκέντρωσης, καθώς και ενημέρωση σχετικά με την αξιολόγηση της απόδοσης των αντιπροσωπειών, η οποία θα αποτελέσει κρίσιμο στοιχείο για τις μελλοντικές αποφάσεις επί θεμάτων προσωπικού·

Πρόσβαση στα έγγραφα

28.  η απαλλαγή για το οικονομικό έτος 2000 όσον αφορά το ΕΤΑ κατέδειξε για μία ακόμη φορά ότι οι κανόνες στην υφιστάμενη Συμφωνία Πλαίσιο σχετικά με την πρόσβαση σε εμπιστευτικά έγγραφα είναι ανεπαρκείς για το Κοινοβούλιο υπό την ιδιότητά του ως αρμόδια για την απαλλαγή αρχή· οι κανόνες αυτοί είναι

   ασαφείς όσον αφορά τα διάφορα επίπεδα του εμπιστευτικού χαρακτήρα
   προσφέρονται σε πολύ ευρεία ερμηνεία, ιδιαίτερα ως προς το κατά πόσον ένα έγγραφο θεωρείται εμπιστευτικό
   προκαλούν ανώφελες καθυστερήσεις στη μεταφορά εμπιστευτικών πληροφοριών·

29.  υποστηρίζει ότι χρειάζεται να έχει πρόσβαση σε πλήρη αρχικά έγγραφα χωρίς προηγούμενες αλλοιώσεις ή διάτρητο κείμενο·

30.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να αρχίσει χωρίς καθυστέρηση διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της Συμφωνίας Πλαίσιο και να εξασφαλίσει ότι η νέα συμφωνία θα συμβιβάζεται με τις αρχές που ενέκρινε το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 4ης Απριλίου 2001(12) στο ψήφισμά του για την απαλλαγή 1999·

31.  προειδοποιεί το Συμβούλιο να μην εγκρίνει νέο δημοσιονομικό κανονισμό που θα περιορίζουν το ελεύθερο δικαίωμα πρόσβασης του Κοινοβουλίου στις απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζονται για την άσκηση των καθηκόντων του όσον αφορά την απαλλαγή·

32.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην περίπτωση που το Συμβούλιο εγκρίνει δημοσιονομικούς κανονισμούς που θα περιορίζουν τις εξουσίες του Κοινοβουλίου όσον αφορά τον έλεγχο του προϋπολογισμού·

o
o   o

33.  ζητεί από την Επιτροπή να αναφέρει τα μέτρα τα οποία έχει λάβει για να δώσει συνέχεια στις παρατηρήσεις του ψηφίσματος αυτού έως τις 31 Μαΐου 2002· ζητεί από την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού να αναλύσει αυτές τις πληροφορίες και να συντάξει έκθεση παρακολούθησης στο ψήφισμα για την απαλλαγή του 2000.

(1) ΕΕ C 359 της 15.12.2001, σ. 417.
(2) ΕΕ L 156 της 29.5.1998, σ. 108.
(3) ΕΕ L 191 της 7.7.1998, σ. 53.
(4) ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.
(5) ΕΕ L 234 της 16.9.2000, σ. 37.
(6) Βλ. παραγράφους 20 και 21 του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2001 σχετικά με την απαλλαγή ΕΤΑ για το 1999 (ΕΕ L 321 της 6.12.2001, σ. 25).
(7) Βλ. παράγραφο 58 της Ετήσιας Έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2000.
(8) Βλ. παράγραφο 60 της Ετήσιας Έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2000.
(9) Βλ. ανακοινωθέν τύπου της Επιτροπής αριθ. JP/00/64 της 20.1.2000.
(10) Βλ. παράγραφο 51 της Ετήσιας Έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2000.
(11) Βλ. παράγραφο 30 του ψηφίσματός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2001.
(12) ΕΕ L 160 της 15.6.2001, σ. 2.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου