Επιστροφή στη διαδικτυακή πύλη Europarl

Choisissez la langue de votre document :

 Ευρετήριο 
 Προηγούμενο 
 Επόμενο 
 Πλήρες κείμενο 
Διαδικασία : 2002/2532(RSP)
Διαδρομή στην ολομέλεια
Διαδρομή του εγγράφου : B5-0187/2002

Κείμενα που κατατέθηκαν :

B5-0187/2002

Συζήτηση :

Ψηφοφορία :

Κείμενα που εγκρίθηκαν :

P5_TA(2002)0171

Κείμενα που εγκρίθηκαν
PDF 301kWORD 61k
Τετάρτη 10 Απριλίου 2002 - Στρασβούργο
Η Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ασφάλεια και Άμυνα (ΕΠΑΑ) και οι σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ
P5_TA(2002)0171B5-0187/2002

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη σημερινή κατάσταση όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ασφάλεια και Άμυνα (ΕΠΑΑ) και τις σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

Α.  υπενθυμίζοντας ότι η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Ασφάλεια και Άμυνα (ΕΠΑΑ) και η δημιουργία δομών που επιτρέπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση να εφαρμόζει πολιτική πρόληψης των διενέξεων και πολιτικής και στρατιωτικής διαχείρισης των κρίσεων έγιναν με πρόθεση να δοθεί αξιοπιστία σε μια συνεκτική Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), η οποία να υπηρετεί τα συμφέροντα της ανθρωπότητας και τις καθολικής ισχύος αξίες όπως έχουν εκφρασθεί στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών,

Β.  αναγνωρίζοντας ότι το ΝΑΤΟ αποτελεί τον στρατιωτικό οργανισμό ασφαλείας για συλλογική άμυνα και ότι τα ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να έχουν μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη συμβολή στον συμμερισμό του βάρους των συμμαχικών ευθυνών στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας,

Γ.  αναφερόμενο στη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Laeken για τις επιχειρησιακές δυνατότητες της ΕΠΑΑ, οι οποίες πρέπει να επιτρέψουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλύει και σχεδιάζει, να λαμβάνει αποφάσεις και, όποτε δεν αναμιγνύεται το ΝΑΤΟ, να οργανώνει και να διεξάγει στρατιωτικές επιχειρήσεις διαχείρισης κρίσεων,

Δ.  παρατηρώντας ότι για την εκ μέρους της ΕΕ αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων, χρειάζεται η ισόρροπη ανάπτυξη στρατιωτικών και πολιτικών δυνατοτήτων, γεγονός που απαιτεί το στενό συντονισμό όλων των πόρων και μέσων, πολιτικών και στρατιωτικών, που διαθέτει η Ένωση,

Ε.  έχοντας επίγνωση των σημαντικών ελλείψεων σε βασικές στρατιωτικές δυνατότητες και πόρους, που θα εξασφάλιζαν την εκπλήρωση όλων των αποστολών του Petersberg με την εύκολη ανάπτυξη, την πλήρη κινητικότητα, τις ασφαλείς και διαλειτουργικές επικοινωνίες και τη δυνατότητα διατήρησης εν εκστρατεία,

ΣΤ.  παρατηρώντας ότι στα βασικά κενά δυνατοτήτων, όπως αυτά εντοπίστηκαν στη Διάσκεψη Βελτίωσης Δυνατοτήτων της 19ης Νοεμβρίου 2001, περιλαμβάνονται στρατηγικές ελλείψεις στα συστήματα εναέριων μεταφορών και στον τομέα των συστημάτων C 3-I (διοίκηση, έλεγχος, επικοινωνίες και πληροφορίες) καθώς και τακτικές ελλείψεις σε άλλους τομείς,

Ζ.  δηλώνοντας ότι οι ικανότητες διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ ενισχύθηκαν από την πρόσφατη ανάπτυξη στενής διαβούλευσης και συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ κατά τη διαχείριση κρίσεων στα Δυτικά Βαλκάνια,

Η.  ανησυχώντας ωστόσο για το γεγονός ότι δεν έχουν ακόμη επιτευχθεί ρυθμίσεις ασφαλείας με το NATO και συμφωνίες για εγγυημένη πρόσβαση στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της Συμμαχίας, για το τεκμήριο διαθεσιμότητας εκ των προτέρων προσδιορισμένων πόρων και δυναμικού του NATO και για τον προσδιορισμό σειράς εναλλακτικών λύσεων διοίκησης που θα διαθέτει η Ένωση,

Θ.  θορυβημένο για το διευρυνόμενο τεχνολογικό χάσμα, που κατέστη προφανές στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου και στον πόλεμο του Αφγανιστάν, μεταξύ των αμερικανικών και των ευρωπαϊκών δυνάμεων, εξ αιτίας του οποίου τα ευρωπαϊκά στρατεύματα τείνουν να χάσουν την ικανότητα συνεργασίας σε συνασπισμό με δυνάμεις των ΗΠΑ με συνέπεια να απειλείται ακόμη και η συνοχή στα πλαίσια της Ατλαντικής Συμμαχίας,

Ι.  χαιρετίζοντας τις προόδους που συντελέσθηκαν όσον αφορά τον προσδιορισμό συγκεκριμένων στόχων για τις μη στρατιωτικές πτυχές της διαχείρισης κρίσεων, ιδίως στους τομείς της αστυνόμευσης, του κράτους δικαίου και της πολιτικής άμυνας, και αναγνωρίζοντας ότι απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για να προσδιορισθούν ποιοτικές απαιτήσεις στους τομείς αυτούς, καθώς επίσης η εμβέλεια και η φύση της ικανότητας πολιτικής διοίκησης της ΕΕ,

ΙΑ.  επισημαίνοντας ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των ικανοτήτων μη στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων από την ΕΕ θα απαιτήσει διεξοδική αξιολόγηση των αναγκών, προκειμένου να προσδιορισθούν άλλοι τομείς στους οποίους η ΕΕ θα έπρεπε να αναπτύξει τις ικανότητές της καθώς και βελτιωμένοι μηχανισμοί συνεργασίας με την Επιτροπή, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι η μη στρατιωτική διαχείριση κρίσεων είναι συμβατή με τις κοινοτικές δραστηριότητες και ενισχύει τις ικανότητες της ΕΕ για πρόληψη συγκρούσεων,

ΙΒ.  αναγνωρίζοντας ότι στον κόσμο που διαμορφώθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου η καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας καθίσταται βασικός στόχος της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Ασφάλεια και Άμυνα, ο οποίος όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με στρατιωτικά μέσα, και ότι η πρόληψη και καταστολή της τρομοκρατίας απαιτεί ολόκληρη σειρά μη στρατιωτικών μέτρων όπως η κοινή εκμετάλλευση πληροφοριών, η αστυνομική και δικαστική συνεργασία, για την οποία θα χρειασθεί πλήρης διοργανική συνεργασία και συνεργασία μεταξύ πυλώνων, ή η οικοδόμηση των δημοκρατικών θεσμών, των δομών και της κοινωνίας των πολιτών σε όσα κράτη υστερούν στον τομέα αυτό,

ΙΓ.  τονίζοντας ότι η καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας δεν πρέπει να θίγει τα πολιτικά, κοινωνικά και ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών και δεν πρέπει να αποτελεί πρόσχημα για να στηριχθούν μαζικά κατασταλτικά μέτρα των κυβερνήσεων κατά των πολιτών τους· τονίζοντας επίσης ότι η μεγαλύτερη συμβολή της ΕΕ στην πρόληψη της διεθνούς τρομοκρατίας θα είναι η ικανότητά της για αποτελεσματική συγκρότηση ή ανασυγκρότηση των δημοκρατικών θεσμών, της κοινωνικής και οικονομικής υποδομής, της καλής διακυβέρνησης και της κοινωνίας των πολιτών,

1.  χαιρετίζει την πρόοδο που έχει μέχρι τούδε επιτευχθεί όσον αφορά τη δημιουργία δομών και διαδικασιών της ΕΕ για τη διαχείριση κρίσεων, καθώς και τις δεσμεύσεις των κρατών μελών για τις στρατιωτικές και πολιτικές δυνατότητες που θα επιτρέψουν στην ΕΕ να διεξάγει αποστολές αστυνόμευσης και περιορισμένες επιχειρήσεις στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων στο χαμηλότερο επίπεδο των καθηκόντων του Petersberg, όπως ανθρωπιστικές επιχειρήσεις και καθήκοντα διάσωσης και ειρήνευσης·

2.  υποστηρίζει συνεπώς την απόφαση του Συμβουλίου της 18ης/19ης Φεβρουαρίου 2002 για την αποστολή αστυνόμευσης της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης (EUPM) που θα αρχίσει την 1η Ιανουαρίου 2003 ως διάδοχος της Διεθνούς Αστυνομικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών (IPTF)·

3.  θεωρεί ότι η EUPM στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη συνιστά σημαντική παρέμβαση πολιτικής διαχείρισης κρίσεων στο πλαίσιο της ΕΠΑΑ και της ευρύτερης προσέγγισης για τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης ολόκληρης της περιοχής·

4.  πιστεύει ότι το κόστος εκκίνησης των 14 εκατ. ευρώ για το 2002, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του ετήσιου επιχειρησιακού κόστους (20 εκατ. εκ των 38 εκατ. ευρώ) για την περίοδο 2003 - 2005, πρέπει να χρηματοδοτηθούν από τον προϋπολογισμό ΚΕΠΠΑ, υπό τον όρο ότι θα υπάρχει δέουσα διαβούλευση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο πλαίσιο της διαδικασίας προϋπολογισμού· τούτο περιλαμβάνει επίσης συμφωνία μεταξύ των δύο σκελών της αρχής του προϋπολογισμού σχετικά με έναν γενικό μηχανισμό ευελιξίας εντός του προϋπολογισμού της ΕΕ, για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων μη στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων·

5.  υποστηρίζει τη δήλωση προθέσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης να αναπτυχθεί η Δύναμη Ταχείας Αντιδράσεως για την πρώτη ειρηνευτική αποστολή της στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, διαδεχόμενη το ΝΑΤΟ στην επιχείρηση "Amber Fox", που ήδη διενεργείται μόνο από ευρωπαϊκές δυνάμεις·

6.  πιστεύει ότι η αποστολή αυτή, που θα εξαρτηθεί από την πρόσβαση στις δυνατότητες σχεδιασμού (Shape) και διοίκησης (D-Saceur) του ΝΑΤΟ, έχει μεγάλη συμβολική και πρακτική σημασία για την αξιοπιστία της ΕΕ όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων·

7.  πιστεύει ότι, στην περίπτωση επιχείρησης υπό την ηγεσία της ΕΕ στην ΠΓΔΜ, η απαιτούμενη προσφυγή στις δομές σχεδιασμού και διοίκησης του ΝΑΤΟ δεν πρέπει να διακυβεύσει οιαδήποτε γενική συμφωνία για τη συμμετοχή μελών του ΝΑΤΟ που δεν είναι κράτη μέλη της ΕΕ·

8.  θεωρεί ότι η πρώτη προσπάθεια για επίτευξη συμφωνίας με την Τουρκία πραγματοποιήθηκε εκτός του πλαισίου των διαδικασιών λήψης αποφάσεων της ΕΕ και αναμένει ότι μια συνολική συμφωνία ΕΕ-NATO όσον αφορά τη χρήση πόρων και δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ δεν θα υπονομεύσει την αυτονομία λήψης αποφάσεων της Ένωσης· καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να πραγματοποιήσουν δήλωση προς το Κοινοβούλιο σχετικά με τη διαπραγματευτική εντολή για το ζήτημα αυτό·

9.  τονίζει ότι οι δαπάνες για επιχειρήσεις που έχουν στρατιωτικές ή αμυντικές επιπτώσεις πρέπει να καταμερίζονται μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας·

10.  παροτρύνει τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να δώσουν απόλυτη προτεραιότητα, στα πλαίσια των αμυντικών αγορών τους, στην εκπλήρωση των απαιτήσεων της Δύναμης Ταχείας Αντιδράσεως, δίνοντας το βάρος σε εξοπλισμό και τεχνολογία που θα βελτιώνει την ικανότητά της να διεξάγει αποστολές τύπου Petersberg· αυτό συνεπάγεται την ανάγκη μεγαλύτερης διαλειτουργικότητας και τυποποίησης του στρατιωτικού εξοπλισμού των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιείται τόσο στο πλαίσιο ΕΕ-ΕΠΑΑ όσο και στο πλαίσιο του NATO·

11.  προτρέπει τα κράτη μέλη να δώσουν προσοχή στην ποιότητα των στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων της ΕΕ και να μεριμνήσουν ώστε τα πρόσωπα που συμμετέχουν να διαθέτουν βαθειά και ενδελεχή κατανόηση του έργου τους·

12.  χαιρετίζει τη δημιουργία δεκατεσσάρων διακλαδικών ομάδων εργασίας από την Ισπανική Προεδρία για να εξεταστούν οι κρισιμότερες ελλείψεις των 40 τομέων στους οποίους προσδιορίστηκαν αδυναμίες του στρατιωτικού εξοπλισμού·

13.  πιστεύει ότι η βελτίωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων δεν είναι απλώς θέμα επαρκών αμυντικών προϋπολογισμών, αλλά μπορεί πρωταρχικά να επιτευχθεί με τον εξορθολογισμό των αμυντικών προσπαθειών και την αύξηση των συνεργιών μεταξύ εθνικών και πολυεθνικών σχεδίων και με την περαιτέρω κατάργηση των πεπαλαιωμένων ψυχροπολεμικών δομών και δυνάμεων· πιστεύει ότι η δημιουργία του Μηχανισμού Ανάπτυξης Δυνατοτήτων, όπως συμφωνήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ, σημαίνει ότι σήμερα είναι καιρός να αναληφθεί εκ νέου δράση στον τομέα αυτό ως αναπόσπαστο μέρος του Σχεδίου Δράσης για τις Ευρωπαϊκές Στρατιωτικές Δυνατότητες·

14.  υποστηρίζει ότι η ύπαρξη μιας ισχυρής, αποτελεσματικής και βιώσιμης ευρωπαϊκής βιομηχανίας εξοπλισμών, που θα περιλαμβάνει δυνατότητες έρευνας και εξέλιξης, και μιας αποτελεσματικής πολιτικής δημοσίων αγορών είναι ζωτική για την ανάπτυξη της ΕΠΑΑ και αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία να μπορεί να ανταγωνίζεται περισσότερο ισότιμα με την αμερικανική· ως προς αυτό, εκφράζει την ανησυχία του για τις σημαντικές επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, που σχεδιάζονται από ορισμένα κράτη μέλη, σε αμερικανικές βιομηχανίες εξοπλισμών·

15.  καλεί εν προκειμένω την Επιτροπή να υποβάλει στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο μια αναθεωρημένη μορφή του Σχεδίου Δράσης της του 1997· η αναθεώρηση θα πρέπει μεταξύ άλλων να αποσαφηνίζει κατά πόσον η Επιτροπή θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει μελέτες σκοπιμότητας για την προμήθεια επικουρικού υλικού μη στρατιωτικής προέλευσης προς χρήση από τις στρατιωτικές υπηρεσίες των κρατών μελών, όπως για την προσαρμογή υπαρχόντων πολιτικών αεροσκαφών ώστε να μπορούν να αναλάβουν το έργο του ανεφοδιασμού εν πτήσει·

16.  θεωρεί, στο πλαίσιο αυτό, την ανάπτυξη και αγορά του αεροσκάφους A 400 M από οκτώ ευρωπαϊκές χώρες ως ουσιαστικό δυναμικό ανάπτυξης δυνάμεων, για να εξασφαλιστεί η πλήρης κινητικότητα των ευρωπαϊκών στρατευμάτων·

17.  πιστεύει ότι η αμυντική τυποποίηση είναι επιτακτική ανάγκη, και καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να δώσουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στη δημιουργία Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξοπλισμών, να εξετάσουν τη δυνατότητα αγοράς στρατιωτικού εξοπλισμού από κοινού και να διευκολύνουν την κοινή χρήση του·

18.  καλεί το Συμβούλιο, κατά την εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης του για τις Ευρωπαϊκές Στρατιωτικές Δυνατότητες, να εγκαθιδρύσει στο πλαίσιο των υπαρχόντων οργάνων, και ιδίως της Στρατιωτικής Επιτροπής και της Ειδικής Ομάδας για τον Πρωταρχικό Στόχο, μια συστηματική διαδικασία για την επισκόπηση και συνεξέταση σε επίπεδο ΕΕ όλων των εθνικών μακροπρόθεσμων προγραμμάτων αμυντικών προμηθειών και σχεδιασμού, προκειμένου να επιζητηθούν εξαρχής οι μέγιστες δυνατές οικονομίες και αποτελεσματικότητες κλίμακας, π.χ. όσον αφορά το πρόγραμμα του Ηνωμένου Βασιλείου "Future Offensive Air System"·

19.  επαναλαμβάνει την άποψή του ότι ο έλεγχος και οι περιορισμοί των εξαγωγών όπλων, καθώς και μια αποτελεσματική πολιτική αναχαίτισης της παγκόσμιας διάδοσης των μικρών όπλων σε περιοχές έντασης και σε κάθε είδους επίσημους και λιγότερο επίσημους μαχητές, θα έπρεπε να θεωρηθούν αναπόσπαστο στοιχείο της ΕΠΑΑ και της εμπορικής πολιτικής της ΕΕ·

20.  συμμερίζεται την άποψη ότι, μετά τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Laeken για τη λειτουργικότητα των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων Ταχείας Αντιδράσεως, είναι πλέον καιρός να επισημοποιηθούν οι συναντήσεις των Υπουργών Άμυνας της ΕΕ σε επίπεδο Συμβουλίου και η τακτική υποβολή εκθέσεων προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

21.  υπενθυμίζει τη Βελγική πρωτοβουλία για την εκπόνηση Λευκής Βίβλου για την ευρωπαϊκή ασφάλεια σε στενό συντονισμό με το ΝΑΤΟ και καλεί την Ισπανική Προεδρία να προωθήσει επειγόντως το σχέδιο αυτό·

22.  τονίζει την ανάγκη να εξεταστεί σε ποιο βαθμό πρέπει να επαναπροσδιοριστούν όλες οι αποστολές του Petersberg ώστε να περιλάβουν τα δέοντα αντίμετρα κατά της διεθνούς τρομοκρατίας και, εάν παραστεί ανάγκη, να προσαρμοστούν αναλόγως ο βασικός στόχος και οι πολιτικές πτυχές της διαχείρισης κρίσεων· επισημαίνει ότι ένας τέτοιος επαναπροσδιορισμός δεν πρέπει να επεκτείνεται στη δυνατότητα προληπτικών πληγμάτων εναντίον τρίτων·

23.  ζητεί να υποβάλει η Προεδρία έκθεση στην αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου σχετικά με την πείρα που θα αποκτηθεί από τις στρατιωτικές ασκήσεις της ΕΕ το Μάιο 2002, στις οποίες θα χρησιμοποιηθούν διαδικασίες διοίκησης και ελέγχου αντί για δυνάμεις επί εδάφους·

24.  ζητεί να αναληφθεί από την Επιτροπή, σε συνεργασία με την Προεδρία, μια διεξοδική και προσανατολισμένη στις ανάγκες μελέτη για τις δυνατότητες μη στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων, ώστε να μπορέσει η ΕΕ να καθορίσει τους στόχους της στον τομέα της πολιτικής διοίκησης, να αποσαφηνίσει και να διευρύνει τους στόχους ανάπτυξης ικανοτήτων σε άλλους τομείς της μη στρατιωτικής διαχείρισης κρίσεων, καθώς και να εξασφαλίσει ότι οι εντοπιζόμενες ανάγκες διαχείρισης κρίσεων θα μπορούν να καλυφθούν με συνεκτική και συντονισμένη χρήση των ικανοτήτων των κρατών μελών και των κοινοτικών μηχανισμών και ότι οι προσπάθειες αυτές θα ενσωματωθούν σε μακροπρόθεσμες πρωτοβουλίες πρόληψης συγκρούσεων και θα τις στηρίζουν·

25.  ζητεί επίσης από την Προεδρία να αναφερθεί διεξοδικά, στην προβλεπόμενη έκθεσή της για την πρόληψη των συγκρούσεων (Σεβίλλη), σε όλες τις προόδους που έχουν συντελεσθεί σύμφωνα με τις υποδείξεις του Σχεδίου Δράσης του Γκέτεμποργκ, της ανακοίνωσης της Επιτροπής και της έκθεσης του Κοινοβουλίου για την πρόληψη των συγκρούσεων, όπως εγκρίθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2001(1), και ιδίως στα ζητήματα της ενσωμάτωσης της πρόληψης συγκρούσεων σε όλες τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ, της συμμετοχής της διεθνούς και των τοπικών κοινωνιών των πολιτών σε δραστηριότητες πρόληψης και διαχείρισης συγκρούσεων, καθώς και της εντατικοποίησης της συνεργασίας με τον ΟΗΕ και τον ΟΑΣΕ· υπενθυμίζει ότι η πρόληψη κρίσεων και η μη στρατιωτική διαχείριση κρίσεων αποτελούν ζήτημα του πρώτου πυλώνα με σαφείς αρμοδιότητες για την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

26.  υπενθυμίζει ότι η ευθύνη για τον κοινοβουλευτικό έλεγχο της Ευρωπαϊκής πολιτικής για την ασφάλεια και άμυνα καταμερίζεται μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, βάσει των αντίστοιχων δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους στα πλαίσια των σχετικών συνθηκών και συνταγμάτων· επαναλαμβάνει την άποψή του ότι, στην προοπτική αυτή, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση της ΔΕΕ πρέπει να καταργηθεί·

27.  παρατηρεί ότι οι στρατιωτικές δαπάνες και η ανάπτυξη εθνικών ένοπλων δυνάμεων εξακολουθούν να εμπίπτουν στο πεδίο αποκλειστικής αρμοδιότητας των εθνικών κοινοβουλίων, αλλά ότι το λειτουργικό κόστος των κοινών δράσεων της ΕΕ για τη διαχείριση κρίσεων πρέπει να καλύπτεται από τον προϋπολογισμό της Κοινότητας και να ελέγχεται, κατά συνέπεια, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

28.  ζητεί συνεπώς να υπάρχουν στενότερες σχέσεις και εντεταμένη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων επί θεμάτων που αφορούν την ΚΕΠΠΑ και την ΕΠΑΑ, ούτως ώστε να καταστεί δυνατός ο ευρύτερος διάλογος μεταξύ των κοινοβουλίων·

29.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, σημείο 15.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου