Επιστροφή στη διαδικτυακή πύλη Europarl

Choisissez la langue de votre document :

 Ευρετήριο 
Κείμενα που εγκρίθηκαν
Πέμπτη 25 Απριλίου 2002 - Βρυξέλλες
Κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα 2003-2007 ***I (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
 Εγκλήματα και ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών * (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
 Απαλλαγή 2000: γενικός προϋπολογισμός, τμήματα ΙΙ, IV, V, VI, VII και VIII - Απαλλαγή 1996-1999: τμήμα VI (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
 Διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ) (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
 Κοινοτικά μέτρα ενθάρρυνσης στον τομέα της απασχόλησης ***III
 Έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (κραδασμοί) ***III
 Σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 (Τροπολογίες)
 Σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002
 Υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη *
 Ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο (2001) / Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης
 Προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες
 Ισότητα των δυο φύλων στην κοινοτική συνεργασία για την ανάπτυξη
 αΙσες ευκαιρίες γυναικών και ανδρών στην ΕΕ - 2000
 Αλιευτικοί στόλοι
 Χρηματοδότηση της αναπτυξιακής βοήθειας
 Ελάφρυνση του χρέους των υπερχρεωμένων φτωχών χωρών (ΥΦΧ)

Κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα 2003-2007 ***I (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
PDF 639kWORD 277k
Ψήφισμα
Ενοποιημένο κείμενο
Παράρτημα
Παράρτημα
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα 2003-2007 (COM(2001) 683 – C5-0650/2001 – 2001/0281(COD))
P5_TA(2002)0194A5-0105/2002

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2001) 683(1)),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 285 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C5-0650/2001),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 67 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών καθώς και της Επιτροπής Πολιτισμού, Νεότητας, Παιδείας, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού (A5-0105/2002),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  ζητεί να του υποβληθεί εκ νέου η πρόταση σε περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Απριλίου 2002 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. ·/2002/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα 2003-2007

P5_TC1-COD(2001)0281


ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 285,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής(2),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(4),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης(5),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)  Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου της 17ης Φεβρουαρίου 1997 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές(6), θα πρέπει να θεσπιστεί κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα.

(2)  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 322/97 θεσπίζει τις αρχές για την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών και ισχύει για την παρούσα απόφαση.

(3)  Η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) επιβάλλει ουσιαστικές απαιτήσεις για την παροχή στατιστικών για θέματα νομισματικά, δημοσιονομικά και ισοζυγίου πληρωμών για την Κοινότητα.

(4)  Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97, η Κοινότητα, για τη διαμόρφωση, την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών της, θα πρέπει να μπορεί να έχει έγκαιρη πρόσβαση σε στατιστικές πληροφορίες που να είναι ενημερωμένες, αξιόπιστες, κατάλληλες και συγκρίσιμες μεταξύ των κρατών μελών και να συλλέγονται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο.

(5)  Η διαθεσιμότητα ενημερωμένων και συγκρίσιμων στατιστικών υψηλής ποιότητας αποτελεί συχνά απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πολιτικών της Κοινότητας.

(6)  Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η συγκρισιμότητα των στατιστικών πληροφοριών στην Κοινότητα, είναι ανάγκη να καταρτιστεί πενταετές κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα το οποίο θα καθορίζει τους προσανατολισμούς, τους κύριους τομείς και τους στόχους των δράσεων που προβλέπονται στο πλαίσιο των εν λόγω προτεραιοτήτων.

(7)  Προς τον σκοπό αυτό, οι κοινοτικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίσουν συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία υψηλής ποιότητας.

(8)  Η ειδική μέθοδος κατάρτισης των κοινοτικών στατιστικών απαιτεί ιδιαίτερα στενή συνεργασία στα πλαίσια ενός αναπτυσσόμενου κοινοτικού στατιστικού συστήματος, μέσω της επιτροπής στατιστικού προγράμματος, που συστάθηκε με την απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ(7), όσον αφορά την προσαρμογή του συστήματος, κυρίως με τη θέσπιση των νομικών μέσων που είναι αναγκαία για την κατάρτιση των εν λόγω κοινοτικών στατιστικών· πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η επιβάρυνση των ερωτώμενων, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε για νοικοκυριά ή για άτομα.

(  9) Η παραγωγή κοινοτικών στατιστικών στο νομοθετικό πλαίσιο του πενταετούς προγράμματος αποτελεί ευθύνη των εθνικών αρχών σε εθνικό επίπεδο και της κοινοτικής αρχής (Eurostat) σε κοινοτικό επίπεδο.

(  10) Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτείται μια συντονισμένη και συνεκτική συνεργασία μεταξύ της κοινοτικής αρχής (Eurostat) και των εθνικών αρχών.

(  11) Για το λόγο αυτό, η κοινοτική αρχή (Eurostat) πρέπει να διασφαλίσει το συντονισμό, με διάφορες μορφές, των εθνικών αρχών σε ένα δίκτυο που θα αντιπροσωπεύει το Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα (ΕΣΣ), ώστε να διασφαλίζεται η έγκαιρη παροχή στατιστικών για την υποστήριξη των αναγκών της κοινοτικής πολιτικής.

(  12) Η εφαρμογή των λεπτομερών μέτρων υλοποίησης μεμονωμένων στατιστικών δράσεων είναι δυνατόν να ανατεθεί στο Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα από την Επιτροπή, η οποία θα αποφασίσει τους σχετικούς στόχους και μέτρα.

(  13) Επιπλέον, κατά την εφαρμογή του παρόντος προγράμματος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97, η Επιτροπή αναλαμβάνει να εκτελέσει ορισμένες εργασίες εφαρμογής ή υλοποίησης, όπως αυτές ορίζονται στις πράξεις που αφορούν μεμονωμένες στατιστικές δράσεις.

(  14) Μπορεί να εξεταστεί αν ορισμένες από αυτές τις εργασίες οι οποίες εκτελούνται προς το παρόν σε επίπεδο Επιτροπής θα ήταν δυνατόν να εκτελεστούν, παραδείγματος χάριν, από έναν εξειδικευμένο φορέα υλοποίησης.

(15)  Είναι σκόπιμο, σε ορισμένους τομείς που σχετίζονται με διάφορες κοινοτικές πολιτικές, να αναλύονται τα στοιχεία με βάση το φύλο.

(  16) Η παρούσα απόφαση θεσπίζει ένα δημοσιονομικό πλαίσιο το οποίο θα αποτελεί το βασικό σημείο αναφοράς για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, κατά την έννοια του σημείου 33 της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(8).

(  17) Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την κατάρτιση του παρόντος προγράμματος υποβλήθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97, στην επιτροπή του στατιστικού προγράμματος, στην ευρωπαϊκή συμβουλευτική επιτροπή στατιστικής πληροφόρησης στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, η οποία συστάθηκε με την απόφαση 91/116/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1991(9), και στην επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών, η οποία συστάθηκε με την απόφαση 91/115/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1991(10).

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Θέσπιση του στατιστικού προγράμματος

Θεσπίζεται το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα για την περίοδο 2003 - 2007 (στο εξής "το πρόγραμμα"). Το πρόγραμμα περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 της παρούσας απόφασης. Καθορίζει τους προσανατολισμούς, τους κύριους τομείς και τους στόχους των δράσεων που προβλέπονται για την περίοδο αυτή.

Το παράρτημα 1 παρουσιάζει συνοπτικά τις στατιστικές απαιτήσεις υπό το πρίσμα των αναγκών πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτές οι ανάγκες κατανέμονται ανά Τίτλο της Συνθήκης.

Άρθρο 2

Στόχοι και προτεραιότητες πολιτικής

Λαμβάνοντας υπόψη τους πόρους που διαθέτουν οι εθνικές αρχές και η Επιτροπή, το παρόν πρόγραμμα θα καθοδηγείται από τις κυριότερες προτεραιότητες της πολιτικής της Κοινότητας, όσον αφορά:

   την Οικονομική και Νομισματική Ένωση
   τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
   την ανταγωνιστικότητα, την αειφόρο ανάπτυξη και την κοινωνική "ατζέντα".

Εξασφαλίζει επίσης τη συνέχιση της υπάρχουσας στατιστικής υποστήριξης για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε τομείς τρεχουσών πολιτικών και την κάλυψη των πρόσθετων απαιτήσεων που προκύπτουν από τις νέες κοινοτικές πρωτοβουλίες πολιτικής.

Ακόμη, η Επιτροπή εξασφαλίζει συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία υψηλής ποιότητας.

Άρθρο 3

Χρηματοδότηση

Το δημοσιονομικό πλαίσιο για την εφαρμογή του παρόντος προγράμματος για την περίοδο 2003 - 2006 ορίζεται σε 222,377 εκατομμύρια ευρώ.

Οι ετήσιες πιστώσεις θα εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

Άρθρο 4

Εκθέσεις

Κατά τη διάρκεια του τρίτου έτους εφαρμογής του προγράμματος, η Επιτροπή θα εκπονήσει ενδιάμεση έκθεση η οποία θα παρουσιάζει το στάδιο ανάπτυξής του και θα την υποβάλει στην επιτροπή του στατιστικού προγράμματος.

Στο τέλος της περιόδου που καλύπτεται από το πρόγραμμα, η Επιτροπή, έπειτα από διαβουλεύσεις με την επιτροπή του στατιστικού προγράμματος, θα υποβάλει κατάλληλη έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων. Η έκθεση αυτή πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2008 και κατόπιν να υποβληθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Έγινε στις

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:

ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.  Η ΑΝΑΓΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΕ

Τα θεσμικά όργανα και οι πολίτες της ΕΕ χρειάζονται ένα πραγματικό μέσο για την εκτίμηση, αφενός, της ανάγκης για ανάληψη πρωτοβουλιών ευρωπαϊκής πολιτικής και, αφετέρου, της προόδου την οποία σημειώνουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Η στατιστική πληροφόρηση υψηλής ποιότητας είναι πρωταρχικής σημασίας για την κάλυψη αυτής της ανάγκης. Η Eurostat (η Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων) έχει ως κύριο έργο της τη συλλογή και διάδοση κατάλληλων και επίκαιρων πληροφοριών στο πλαίσιο ενός ευρέος φάσματος κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών θεμάτων, προκειμένου να υποστηρίζονται οι υπάρχουσες και μελλοντικές πολιτικές της ΕΕ. Σε μια εξελισσόμενη "ηλεκτρονική Ευρώπη", η στατιστική πληροφόρηση πρέπει να είναι διαθέσιμη τη χρονική στιγμή και με τη μορφή που τη χρειάζεται ο χρήστης. Επομένως, κατά την περίοδο εφαρμογής του παρόντος προγράμματος θα πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόσβαση των πολιτών σε έναν αυξανόμενο όγκο βασικών πληροφοριών σχετικά με τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές εξελίξεις στην ΕΕ. Το ΕΣΣ (Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα) πρέπει να αναπτύξει ακόμη περισσότερο τις δομές και τις στρατηγικές του, για να διασφαλίσει ότι το σύστημα ως σύνολο διατηρεί και αναπτύσσει το απαραίτητο επίπεδο ποιότητας και αποτελεσματικότητας ώστε να καλύπτει τις ανάγκες όλων των χρηστών.

Διάρθρωση του παραρτήματος

Το παρόν παράρτημα επικεντρώνεται στα σημεία του προγράμματος εργασίας τα οποία είναι καθοριστικά από πλευράς πολιτικής και παρέχει μια σύνοψη των ευρωπαϊκών στατιστικών απαιτήσεων, υπό το πρίσμα των αναγκών πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ανάγκες αυτές ταξινομούνται με βάση τους Τίτλους που προσδιορίζονται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αυτή συμφωνήθηκε στο Άμστερνταμ.

Για κάθε έναν από αυτούς τους τίτλους πολιτικών, το παρόν παράρτημα παρέχει:

   τον κύριο προσανατολισμό των στατιστικών εργασιών που θα πραγματοποιηθούν σε αυτή την πενταετή περίοδο για κάθε τομέα πολιτικής και τα προβλεπόμενα ειδικά σχέδια δράσης, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν προβλεπόμενων νομικών πράξεων,
   τους τομείς στατιστικών εργασιών που υποστηρίζουν τις πολιτικές του Τίτλου σύμφωνα με τα θέματα στατιστικής εργασίας, όπως ορίζονται στο πλαίσιο διαχείρισης με βάση τις δραστηριότητες.

2.  ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ

α)   Στόχοι

Οι στόχοι που ορίζονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα της Eurostat θα ενισχύσουν την εκτέλεση του προγράμματος εργασίας. Αυτοί οι στόχοι είναι:

   - Η Eurostat στην υπηρεσία της Επιτροπής
   - Η Eurostat στην υπηρεσία άλλων ευρωπαϊκών οργάνων και της ευρύτερης κοινότητας χρηστών
   - Συμβολή στη διατήρηση και ανάπτυξη του κοινοτικού στατιστικού συστήματος
   - Ενίσχυση των κινήτρων και της ικανοποίησης του προσωπικού
   - Βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών της
   - Αύξηση της εσωτερικής παραγωγικότητας.
   β) Στατιστική παραγωγή

Σε συνεργασία με τους εταίρους της στο ΕΣΣ, η Eurostat θα θεσπίσει διαδικασίες παραγωγής που θα διασφαλίζουν ότι οι ευρωπαϊκές στατιστικές επιτυγχάνουν το επίπεδο ποιότητας που απαιτείται για τους σκοπούς διαχείρισης των πολιτικών της ΕΕ. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στις στατιστικές που αφορούν τις απαιτήσεις της ζώνης του ευρώ.

Η Eurostat και οι εταίροι της στο ΕΣΣ θα αναλάβουν τη συνεχή και σε μόνιμη βάση επανεξέταση των κοινοτικών και εθνικών στατιστικών πληροφοριών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω πληροφορίες πληρούν τις πραγματικές απαιτήσεις για τους σκοπούς τόσο των εθνικών όσο και των κοινοτικών πολιτικών και ότι οι δύο αυτοί τομείς είναι πλήρως ενοποιημένοι.

γ)   Αποτελεσματικότητα εφαρμογής

Η Επιτροπή θα συνεχίσει να αξιολογεί τους τρόπους εργασίας της, προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων. Ορισμένες εργασίες στον τομέα της στατιστικής ενδέχεται να θεωρηθούν κατάλληλες για εφαρμογή και παρακολούθηση από εξωτερικό φορέα. Πριν από την επιλογή ενός τέτοιου εκτελεστικού φορέα θα πρέπει να προηγηθεί πλήρης ανάλυση σύμφωνα με τις διατάξεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής που αφορούν φορείς τέτοιου είδους. Οι εταίροι στο ΕΣΣ θα ενημερώνονται πλήρως σχετικά με αυτή τη διαδικασία.

δ)   Εκτέλεση του προϋπολογισμού του προγράμματος

Οι πόροι του προϋπολογισμού που διατίθενται για τη στατιστική πληροφόρηση δυνάμει του παρόντος προγράμματος υπόκεινται στην ετήσια διαδικασία προϋπολογισμού με την επιφύλαξη των δημοσιονομικών πόρων που διατίθενται δυνάμει άλλων νομικών πράξεων. Οι πόροι θα χρησιμοποιηθούν:

   για την παραγωγή στατιστικών όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης και συντήρησης συστημάτων στατιστικής πληροφόρησης και της αντίστοιχης απαιτούμενης υποδομής,
   για επιχορηγήσεις εταίρων του ΕΣΣ (η Eurostat προβλέπει τη σύναψη συμφωνιών-πλαισίων με αυτούς τους εταίρους),
   για τεχνική και διοικητική υποστήριξη καθώς και για άλλα μέτρα υποστήριξης.

3.  ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ

Η διαχείριση των προτεραιοτήτων όσον αφορά τις στατιστικές εργασίες γίνεται σύμφωνα με τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες δραστηριοτήτων.

α)   Απαιτήσεις των κοινοτικών πολιτικών

Οι στατιστικές συνέπειες των κύριων τομέων κοινοτικής πολιτικής είναι αυτές που προσδιορίζονται από την Επιτροπή και συνοψίζονται ως εξής:

   - Οικονομική και Νομισματική Ένωση: όλες οι στατιστικές που απαιτούνται για το τρίτο στάδιο της ΟΝΕ και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης.
   - Διεύρυνση της ΕΕ: ενσωμάτωση των τομέων στατιστικών δεικτών που έχουν εξέχουσα σημασία για τις διαπραγματεύσεις προσχώρησης και για την ένταξη των υποψήφιων χωρών στο ΕΣΣ.
   - Ανταγωνιστικότητα, αειφόρος ανάπτυξη και κοινωνική "ατζέντα": ιδιαίτερα, στατιστικές για την αγορά εργασίας, το περιβάλλον, τις υπηρεσίες, τις συνθήκες διαβίωσης, τη μετανάστευση και την "ηλεκτρονική Ευρώπη".
   - Διαρθρωτικοί δείκτες: περαιτέρω εδραίωση των εργασιών, όπως ζήτησε η σύνοδος κορυφής της Λισσαβώνας.
   β) Μεγάλα έργα

Αυτή η κατηγορία καλύπτει βασικούς τομείς εργασίας που είναι απαραίτητοι προκειμένου να διασφαλίζεται η λειτουργία του συστήματος. Αυτοί οι τομείς υπάγονται σε μια τυπική προσέγγιση διαχείρισης προγράμματος που έχει ως εξής:

-  Εργασίες υποδομής

Εδραίωση της λειτουργίας του ΕΣΣ σε μια διευρυμένη Ένωση. Θα θεσπιστούν διάφορα μέσα συνεργασίας μεταξύ των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών και της Eurostat. Αυτά θα βασίζονται κυρίως στην ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των εθνικών στατιστικών αρχών, στην εξειδίκευση των κρατών μελών σε κάποιους συγκεκριμένους τομείς και στην ευελιξία κατά τη δρομολόγηση στατιστικών ερευνών για την κάλυψη ευρωπαϊκών και εθνικών αναγκών.

Ανάπτυξη ενός συστήματος ικανού να ανταποκριθεί στις εξελισσόμενες ανάγκες πολιτικής και, ταυτόχρονα, να προάγει το διάλογο μεταξύ των στατιστικολόγων και των φορέων που είναι υπεύθυνοι για τη λήψη των αποφάσεων, ώστε να διασφαλίζεται η ευελιξία ανταπόκρισης και η καταλληλότητα των στατιστικών προϊόντων.

Η ανάπτυξη της τεχνολογικής υποδομής σε επίπεδο Επιτροπής και κρατών μελών αποσκοπεί στη διασφάλιση μεγαλύτερης παραγωγικότητας, στη μείωση του φόρτου ανταπόκρισης και στην ευκολότερη πρόσβαση των χρηστών στις στατιστικές πληροφορίες.

Η συμμετοχή της Eurostat στις πρωτοβουλίες "ηλεκτρονική Επιτροπή" και "ηλεκτρονική Ευρώπη", καθώς και η πρόσβαση του ΕΣΣ στα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης και στο πρόγραμμα ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ δημόσιων υπηρεσιών (IDA) θα διασφαλίσει τη συνεργασία και τη συνέργεια μεταξύ κοινοτικών και εθνικών προσπαθειών.

Η διασφάλιση της ποιότητας και η επιστημονική βάση των κοινοτικών στατιστικών θα προκύψει από τη στενή συνεργασία μεταξύ επαγγελματιών και ακαδημαϊκών στατιστικολόγων.

   - Ειδικά σχέδια

Στατιστικές σχετικά με τη νέα οικονομία, συμπεριλαμβανομένων τομέων όπως η κοινωνία της πληροφορίας και η καινοτομία.

Στατιστικές σχετικά με την έρευνα και την ανάπτυξη, περιλαμβανομένης της συγκριτικής αξιολόγησης (benchmarking) των εθνικών πολιτικών Ε&ΤΑ.

Βραχυπρόθεσμες στατιστικές.

Δείκτες για την υποστήριξη πολιτικών αειφόρου ανάπτυξης.

Δείκτες κοινωνικού αποκλεισμού και ένδειας.

γ)   Στατιστική υποστήριξη των εν εξελίξει πολιτικών

Αυτή η κατηγορία καλύπτει τη συνέχιση των στατιστικών δραστηριοτήτων, οι οποίες υποστηρίζουν υφιστάμενους τομείς κοινοτικής πολιτικής, όπως η γεωργία, η περιφερειακή πολιτική, το εξωτερικό εμπόριο κλπ.

δ)   Άλλοι τομείς

Άλλοι τομείς συλλογής στατιστικών στοιχείων που δεν καλύπτονται παραπάνω, οι οποίοι, ωστόσο, είναι αναγκαίοι για σκοπούς πολιτικής.

Για τις δραστηριότητες που θα αναληφθούν σε αυτό το πλαίσιο προτεραιοτήτων, το λεπτομερές φάσμα και η έκταση των συλλεγόμενων στοιχείων έχουν καθοριστεί, κατά γενικό κανόνα, από τη Eurostat μαζί με τα κράτη μέλη στα πλαίσια της ΕΣΠ και της CMFB. Αυτή η διαδικασία συνάδει με τους κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές καθώς και με τις αρχές που έχουν συμφωνηθεί για τέτοιες αποφάσεις σχετικά με τη διαχείριση των εργασιών.

4.  ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο έχει ως εξής:

   (1) Απόφαση 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ σχετικά με τη σύσταση της ΕΣΠ
   (2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 322/97 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές
   (3) Απόφαση 97/281/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 1997 σχετικά με το ρόλο της Eurostat όσον αφορά την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών(11).

Η Eurostat είναι υπεύθυνση για τη διασφάλιση της παροχής κοινοτικών στατιστικών για τους σκοπούς των κοινοτικών πολιτικών. Η Eurostat μπορεί να πραγματοποιήσει αυτό το έργο μόνο σε συνεργασία με τις στατιστικές αρχές στα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, οι δραστηριότητές της βασίζονται πάντοτε σε μια θεμελιώδη αρχή επικουρικότητας. Αυτό περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα εταίρων, αλλά κατά κύριο λόγο τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών της ΕΕ.

5.  Η ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΑΝΑΓΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΡΩΝ

Το ΕΣΣ πρέπει να παρακολουθεί συνεχώς την ισορροπία μεταξύ των αναγκών για πληροφόρηση για τους σκοπούς των κοινοτικών πολιτικών, αφενός, και των πόρων που απαιτούνται, αφετέρου, τόσο στην ΕΕ όσο και σε επίπεδο εθνικών και περιφερειακών αρχών, για την παροχή της πληροφόρησης. Η διάθεση επαρκών πόρων σε εθνικό πλαίσιο έχει ιδιαίτερη σημασία για την ικανοποίηση των αναγκών στατιστικής πληροφόρησης προς υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται στα πλαίσια της πολιτικής της ΕΕ. Ωστόσο, είναι επίσης σημαντικό να διατηρείται επαρκής ευελιξία η οποία θα επιτρέπει στις εθνικές αρχές να ικανοποιούν τις κοινοτικές ανάγκες για στατιστική πληροφόρηση με τον πλέον οικονομικά αποδοτικό τρόπο.

Το παράρτημα προσδιορίζει το σύνολο των στατιστικών απαιτήσεων που είναι αναγκαίες για την υποστήριξη των κοινοτικών πολιτικών. Στο πλαίσιο της συνολικής διαχείρισης των πόρων, η κατανομή των προτεραιοτήτων στα επιμέρους στοιχεία των στατιστικών εργασιών καθορίζεται σύμφωνα με το πλαίσιο που περιγράφηκε παραπάνω.

ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2003-2007:

ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΙΣ

ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Στατιστικές συνέπειες

Οι διαπραγματεύσεις προσχώρησης αναμένεται να ολοκληρωθούν με μια συνθήκη προσχώρησης για ορισμένες υποψήφιες χώρες κατά την περίοδο εκτέλεσης του προγράμματος 2003-2007. Προκειμένου να είναι δυνατή η παρακολούθηση και πιθανή ολοκλήρωση αυτών των διαπραγματεύσεων, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να αντλήσει πληροφορίες από ένα πλήρες σύνολο αξιόπιστων στατιστικών, μεθοδολογικά συγκρίσιμων με αυτές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ένωση θα κληθεί τότε να αντιμετωπίσει δύο κάπως διαφορετικές προκλήσεις:

   - Την ένταξη των πιθανών νέων μελών σε όλους τους κοινοτικούς μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένων π.χ. των προϋπολογισμών ιδίων πόρων και των διαρθρωτικών ταμείων, καθώς και σε όλα τα άλλα θέματα και προγράμματα.
   - Τη συνέχιση της προετοιμασίας των λοιπών υποψηφίων χωρών και την ενίσχυσή τους ώστε να επιτύχουν την πλήρη τήρηση της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας.

Και στις δύο περιπτώσεις, οι υψηλές απαιτήσεις στις οποίες θα πρέπει να ανταποκρίνεται η στατιστική παραγωγή των υποψηφίων χωρών, που θα ελέγχεται και θα ανακοινώνεται μέσω της Eurostat, δεν πρέπει να υποεκτιμώνται. Προφανώς, οι βασικές οικονομικές στατιστικές είναι απολύτως απαραίτητες, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής ανά τομέα και ανά περιφέρεια του ΑΕγχΠ, του πληθυσμού και της απασχόλησης. Άλλοι τομείς-κλειδιά είναι εκείνοι με βάση τους οποίους εκτιμάται η εφαρμογή της ενιαίας αγοράς, δηλαδή οι δραστηριότητες με διασυνοριακές συνέπειες, όπως το εμπόριο αγαθών, το εμπόριο υπηρεσιών και η ελευθερία εγκατάστασης, το ισοζύγιο πληρωμών, οι ροές κεφαλαίου, η κινητικότητα ατόμων (διακινούμενων εργαζομένων, μεταναστών, αιτούντων άσυλο κλπ.), η βιομηχανική παραγωγή και διάρθρωση με σκοπό την αύξηση της δυναμικότητας κλπ. Σε γενικές γραμμές, η στατιστική παραγωγή πρέπει να υποστηρίζει την αντίστοιχη κοινοτική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που απορρέουν από τη νομισματική ένωση. Επιπλέον, υπάρχουν απαιτήσεις για στατιστικές σε τομείς ευαίσθητους για τις διαπραγματεύσεις προσχώρησης, που υποστηρίζουν βασικές κοινοτικές πολιτικές όπως η γεωργία, οι μεταφορές, η περιφερειακή πολιτική και το περιβάλλον.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς διάρκειάς του, το πρόγραμμα εργασίας θα επικεντρωθεί στα εξής σημεία:

   εδραίωση της συλλογής εναρμονισμένων δεδομένων για τους σκοπούς των διαπραγματεύσεων και των εσωτερικών κοινοτικών θεμάτων,
   συνεχής παροχή βοήθειας στις υποψήφιες χώρες και τα νέα κράτη μέλη για να βελτιώσουν τα στατιστικά τους συστήματα, ώστε να πληρούν τις κοινοτικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης πληροφόρησης σχετικά με κάθε νέα κοινοτική νομοθεσία.

ΤΙΤΛΟΣ I

Η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων

Στατιστικές συνέπειες

Η έναρξη ισχύος της ενιαίας αγοράς το 1993 οδήγησε στην εισαγωγή ενός συστήματος στατιστικής μέτρησης του εμπορίου αγαθών μεταξύ των κρατών μελών (INTRASTAT), στη μείωση του φόρτου των φορέων παροχής πληροφοριών και, συνεπώς, στην καλύτερη ανταπόκριση στις ανάγκες της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Ωστόσο, η μείωση του φόρτου αυτού περιορίστηκε ενόψει της επιθυμίας των εθνικών αρχών και πολλών επαγγελματικών ομοσπονδιών να διατηρηθεί ένα σύστημα αναλυτικών στατιστικών σχετικά με το ενδοκοινοτικό εμπόριο, συμβατών με τις στατιστικές του εμπορίου εκτός των ορίων της Κοινότητας.

Σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο που εγκρίθηκε το 1999 από την Eurostat και τα κράτη μέλη, θα εξεταστούν και θα δοκιμαστούν νέες προσαρμογές του συστήματος, πριν από οποιαδήποτε νομοθετική μεταρρύθμιση. Το νέο σύστημα πρέπει, επομένως, να επικεντρωθεί στην παροχή αποτελεσμάτων που ικανοποιούν τις κοινοτικές ανάγκες σύμφωνα με αυστηρές απαιτήσεις ποιότητας όσον αφορά την κάλυψη, την αξιοπιστία και τη διαθεσιμότητα. Το περιεχόμενο των αποτελεσμάτων πρέπει να καθοριστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να απλοποιεί τις υφιστάμενες απαιτήσεις ενώ, παράλληλα, να λαμβάνει υπόψη τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται οι ανάγκες καθώς προοδεύει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Επίσης, θα ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της αξιοπιστίας των στατιστικών που αφορούν τις τιμές εισαγωγής και εξαγωγής, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματικότερη μέτρηση της εσωτερικής ανταγωνιστικότητας των προϊόντων της Ένωσης.

Παράλληλα, οι πιθανές συνέπειες της μετάβασης σε ένα κοινό σύστημα ΦΠΑ θα έχουν αναλυθεί μέσω μιας αξιολόγησης των διοικητικών πόρων ή των πόρων στατιστικής πληροφόρησης η οποία (αξιολόγηση) μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημείο αναφοράς. Επίσης, θα δοθεί προτεραιότητα στη διατήρηση της σύνδεσης με το σύστημα ΦΠΑ και της χρήσης του γενικού μητρώου επιχειρήσεων.

Περίληψη

Στο τέλος του πενταετούς προγράμματος, η Επιτροπή θα έχει προσαρμόσει και βελτιώσει τα συστήματα στατιστικής μέτρησης του εμπορίου αγαθών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των απαιτήσεων πληροφόρησης και του οικονομικού και διοικητικού περιβάλλοντος.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ I Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

53 Εμπόριο αγαθών

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

45 Ενέργεια

48 Μεταφορές

64 Φυτική παραγωγή

65 Ζωική παραγωγή

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ II

Γεωργία

Στατιστικές συνέπειες

Γεωργία

Η κοινή γεωργική πολιτική (ΚΓΠ) απορροφά σχεδόν το ήμισυ του προϋπολογισμού της Κοινότητας. Η Επιτροπή έχει, κατά συνέπεια, σημαντικά καθήκοντα σε σχέση με την ΚΓΠ, με το συνήθη ρόλο της χάραξης, παρακολούθησης, αξιολόγησης και αναπροσαρμογής της πολιτικής. Η Επιτροπή έχει εκτεταμένη αρμοδιότητα βάσει εξουσιοδότησης για την τρέχουσα διαχείριση. Η κυριότερη προσπάθεια την πενταετία 2003-2007 θα είναι, όπως και στο πρόγραμμα 1998-2002, να λειτουργήσει εύρυθμα αυτό το μεγάλο σύνολο στατιστικών και να πραγματοποιηθούν ουσιαστικές εργασίες συντήρησης. Ιδιαίτερη προσοχή θα εξακολουθήσει να δίνεται στην περιβαλλοντική διάσταση, με την ανάπτυξη των στατιστικών που απαιτούνται για την ανάλυση των γεωργικών και περιβαλλοντικών διασυνδέσεων, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης των στατιστικών σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων και των φυτοφαρμάκων, τη βιολογική γεωργία και τις δράσεις για τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλομορφίας και των αγροτικών οικοτόπων.

Το διαχειριστικό πλαίσιο του σχεδίου τεχνικής δράσης για τις γεωργικές στατιστικές (Tapas) παρέχει μια συνολική και διαφανή προσέγγιση για τη σταθερά καλύτερη χρήση των εθνικών και κοινοτικών πόρων που διατίθενται για την παραγωγή των γεωργικών στατιστικών. Οι παραγόμενες στατιστικές θα τεθούν σε ευρύτερη χρήση (π.χ. δημιουργία μοντέλων, άμεση πρόσβαση από πλευράς των κρατών μελών και των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων).

Θα αναληφθούν δύο εργασίες που θα στοχεύουν στο μέλλον. Οι γεωργικές στατιστικές θα διαμορφωθούν κατά τρόπον ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ΚΓΠ για επτά έως δέκα έτη, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να μεταβληθεί η ΚΓΠ μετά τη μεταρρύθμιση που απορρέει από το "Πρόγραμμα δράσης - Ατζέντα 2000'. Η εργασία για τα γεωργοπεριβαλλοντικά δεδομένα θα αναπτυχθεί περαιτέρω, ιδιαίτερα όσον αφορά τους δείκτες ενσωμάτωσης περιβαλλοντικών προβληματισμών στην ΚΓΠ και τους λειτουργικούς δείκτες τοπίου. Επίσης, θα δοθεί προσοχή στην αυξανόμενη ανάγκη πληροφόρησης για τις πτυχές της γεωργίας που σχετίζονται με τον καταναλωτή/την ευημερία, καθώς και στη στατιστική υποστήριξη του στοιχείου αγροτικής ανάπτυξης της ΚΓΠ. Τα συμπεράσματα από τη συνολική ανεξάρτητη αναθεώρηση του τρέχοντος συστήματος θα χρησιμοποιηθούν για την προσαρμογή του συνόλου των κοινοτικών γεωργικών στατιστικών, ώστε να είναι σε θέση να καλύψουν τις νέες ή μεταβαλλόμενες ανάγκες που προσδιορίζονται. Το δεύτερο καθήκον είναι η εξασφάλιση της τακτικής ροής συγκρίσιμων δεδομένων, από επίσημες πηγές, για όλες τις υποψήφιες για προσχώρηση στην ΕΕ χώρες.

Δασοκομία

Σε αυτόν τον τομέα, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη διατήρηση και βελτίωση της συνεργασίας με διεθνείς οργανώσεις, με κύριο σκοπό την ανάπτυξη των απαιτούμενων ειδικών κριτηρίων και δεικτών για τη διαχείριση του περιβάλλοντος και την αειφόρο διαχείριση των δασών. Επίσης, θα πρέπει να αναπτυχθεί παράλληλα η πληροφόρηση για τους τομείς που σχετίζονται με την αειφόρο διαχείριση των βιομηχανιών ξυλείας. Για την εξέλιξη των εργασιών αυτών θα πρέπει ακόμη να ληφθούν υπόψη οι συνέπειες των ρυθμίσεων της Βόννης στα πλαίσια της συμφωνίας του Κιότο.

Αλιεία

Οι μελλοντικές εξελίξεις στους κόλπους της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑΠ) θα επικεντρωθούν στην ενσωμάτωση των διάφορων συστατικών στοιχείων, από τη βιολογία μέχρι τους πόρους, με τον καλύτερο έλεγχο των δραστηριοτήτων των αλιευτικών σκαφών. Τα μέτρα αυτά δεν είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε πρόσθετη ζήτηση δεδομένων και η κύρια προσπάθεια στα επόμενα έτη θα είναι η παγίωση και η βελτίωση των ροών δεδομένων (πληρότητα, επικαιρότητα, συνοχή, συγκρισιμότητα και καλύτερη πρόσβαση) με βάση την υπάρχουσα νομοθεσία.

Οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες του περιορισμού των δραστηριοτήτων των αλιευτικών σκαφών και της μείωσης του μεγέθους του αλιευτικού στόλου της ΕΕ προκαλούν αύξηση της ζήτησης δεδομένων σχετικά με τις παραμέτρους που χρειάζονται για την αξιολόγηση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης. Αυτές οι εξελίξεις αναμένεται να αποτελέσουν σημαντικά στοιχεία στην επαναδιαπραγμάτευση της ΚΑΠ το 2002. Η Eurostat θα παρακολουθεί στενά αυτές τις διαπραγματεύσεις, προκειμένου να διασφαλίσει ότι το πρόγραμμα της για τις αλιευτικές στατιστικές συνεχίζει να αντανακλά τις ανάγκες της ΚΑΠ σε δεδομένα.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα προσπαθήσει:

   να εφαρμόσει το σχέδιο Tapas για τη σταδιακή βελτίωση του υπάρχοντος συνόλου γεωργικών στατιστικών, κυρίως όσον αφορά την ποιότητα, τη συγκρισιμότητα, την αποτελεσματικότητα / εξοικονόμηση πόρων, την απλούστευση και την επικαιρότητα,
   να σχεδιάσει την ανάπτυξη γεωργικών στατιστικών με σκοπό την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών της ΚΓΠ,
   να παράσχει δείκτες για την καλύτερη ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών προβληματισμών στην ΚΓΠ και την πληροφόρηση για τις πτυχές της γεωργίας που σχετίζονται με τον καταναλωτή/την ευημερία,
   να βοηθήσει στην ανάπτυξη συγκρίσιμων στοιχείων στις υποψήφιες για προσχώρηση στην ΕΕ χώρες,
   να παγιώσει, να βελτιώσει και να επεκτείνει (δείκτες) τις στατιστικές δασοκομίας,
   να παγιώσει και να βελτιώσει την ποιότητα των στατιστικών αλιείας.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ II ΓΕΩΡΓΙΑ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

61 Χρήση γης και τοπίο

62 Γεωργικές διαρθρώσεις

63 Γεωργονομισματικές στατιστικές

64 Φυτική παραγωγή

65 Ζωική παραγωγή

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

67 Συντονισμός και μεταρρύθμιση των γεωργικών στατιστικών

68 Στατιστικές δασοκομίας

69 Στατιστικές αλιείας

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

53 Εμπόριο αγαθών

70 Αειφόρος ανάπτυξη

72 Περιφερειακές στατιστικές

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

ΤΙΤΛΟΣ III

Η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων

Στατιστικές συνέπειες

Οι στατιστικές ισοζυγίου πληρωμών της ΕΕ παρέχουν αρκετά αναλυτική πληροφόρηση για το εμπόριο υπηρεσιών και τις άμεσες επενδύσεις. Βρίσκονται στο στάδιο εκπόνησης στατιστικές για τις εμπορικές δραστηριότητες των αλλοδαπών θυγατρικών. Μολονότι όλες αυτές οι στατιστικές αναπτύσσονται με κύριο σκοπό να ανταποκριθούν στη Γενική Συμφωνία για το Εμπόριο Υπηρεσιών (GATS) και, επομένως, να παρέχουν πληροφορίες για τις συναλλαγές με χώρες εκτός της Κοινότητας, τα κράτη μέλη κρίνουν ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η σύνταξη ενός εθνικού ισοζυγίου πληρωμών (το οποίο, επομένως, θα περιλαμβάνει τις ενδοκοινοτικές ροές) ακόμη και στο πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Σήμερα, οι στατιστικές που παράγονται καλύπτουν τόσο το εξωκοινοτικό όσο και το ενδοκοινοτικό εμπόριο και επομένως καλύπτουν τις ανάγκες της ενιαίας αγοράς. Ωστόσο, υπάρχει ένας κίνδυνος αβεβαιότητας σχετικά με αυτές τις πληροφορίες. Επίσης, τα συστήματα συλλογής των δεδομένων ισοζυγίου πληρωμών υποβάλλονται σήμερα σε αναδιάρθρωση (βλέπε Τίτλο VII). Κατά συνέπεια, οι ανάγκες της Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα χρειάζεται να εκτιμηθούν και να προσδιοριστούν εκ νέου.

Προβλέπεται η καθιέρωση ενός συστήματος δεικτών παγκοσμιοποίησης. Θα χρησιμοποιηθούν νέα στατιστικά μέσα με βάση την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών καθώς και τη συλλογή πληροφοριών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα οποία θα αποτελέσουν τους πυλώνες για την εξέλιξη αυτού του τομέα.

Ο προσδιορισμός και η παρακολούθηση των αλλοδαπών θυγατρικών εταιρειών (FATS) θα επιτρέψει τη μέτρηση του βαθμού εξευρωπαϊσμού και διεθνοποίησης των συστημάτων παραγωγής. Οι στατιστικές θα αποσκοπούν ολοένα και περισσότερο στην ανάλυση του αειφόρου τουρισμού σε συνδυασμό με την αειφόρο ανάπτυξη, μέσω της ανάπτυξης δορυφορικών λογαριασμών.

Θα πρέπει να εφαρμοστεί η απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τις οπτικοακουστικές στατιστικές. Ως εκ τούτου, η Eurostat θα συνεχίσει την ενίσχυση των εργασιών που ξεκίνησαν ήδη από το 1999 για τη δημιουργία μιας κοινοτικής στατιστικής υποδομής πληροφόρησης σχετικά με τη βιομηχανία και τις αγορές του οπτικοακουστικού και των συναφών τομέων. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να εξευρεθεί μια νομική βάση για τις τηλεπικοινωνιακές στατιστικές.

Σταδιακά θα καθιερωθεί ένα ευέλικτο και προσαρμόσιμο σύστημα συλλογής πληροφοριών για τους δείκτες της κοινωνίας της πληροφορίας, με βάση τις υπάρχουσες ή νέες έρευνες, σύμφωνα με τις προτεραιότητες που ορίζονται από το Συμβούλιο.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα προσπαθήσει:

   - Να αναπτύξει ένα σταθερό και ταυτόχρονα ευέλικτο σύνολο δεικτών για την παγκοσμιοποίηση.
   - Να αναπτύξει ένα σταθερό και ταυτόχρονα ευέλικτο σύνολο δεικτών για την κοινωνία της πληροφορίας, συμπεριλαμβανομένων των οπτικοακουστικών υπηρεσιών.
   - Να προωθήσει την ανάπτυξη δορυφορικών λογαριασμών στον τομέα του τουρισμού.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ III Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

48 Μεταφορές

49 Κοινωνία της πληροφορίας

50 Τουρισμός

54 Εμπόριο υπηρεσιών και ισοζυγίου πληρωμών

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

57 Στατιστικές για την ανάλυση της οικονομικής συγκυρίας

70 Αειφόρος ανάπτυξη

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ IV

Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και άλλες πολιτικές σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων

Στατιστικές συνέπειες

Η κοινοτική αρμοδιότητα σε θέματα μετανάστευσης και ασύλου θεσπίστηκε με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, την 1η Μαΐου 1999. Μετά από αίτημα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Επιτροπή υπέβαλε το Νοέμβριο του 2000 δύο ανακοινώσεις, προκειμένου να ξεκινήσει η συζήτηση στην Κοινότητα για τις μακροπρόθεσμες πτυχές μιας κοινής πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ. Και οι δύο ανακοινώσεις θίγουν το θέμα των στατιστικών ενόψει αυτής της προοπτικής. Η ανακοίνωση για την κοινοτική πολιτική μετανάστευσης(12) τονίζει ότι χρειάζεται περισσότερη πληροφόρηση σχετικά με τις μεταναστευτικές ροές εντός και εκτός ΕΕ. Η ανακοίνωση για την παροχή ασύλου(13) αναφέρει ότι η εκπόνηση και η εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου απαιτεί μια σε βάθος ανάλυση του μεγέθους των μεταναστευτικών ρευμάτων, της προέλευσής τους και των χαρακτηριστικών των αιτήσεων προστασίας και των απαντήσεων που δίδονται. Η διεύρυνση της Ένωσης και η ανάπτυξη της συνεργασίας με τις χώρες της λεκάνης της Μεσογείου θα καταστήσει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη στατιστικής πληροφόρησης σε αυτούς τους τομείς.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα:

   αναπτύξει μια πιο τυποποιημένη ονοματολογία στους τομείς της μετανάστευσης και του ασύλου, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές.
   βελτιώσει το εύρος και την ποιότητα των στατιστικών σε αυτόν τον τομέα, προκειμένου να καλύψει τις αρχικές απαιτήσεις που περιέχονται στις σχετικές ανακοινώσεις της Επιτροπής.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ IV ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ, ΑΣΥΛΟ, ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ άλλες

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

31 Πληθυσμός

ΤΙΤΛΟΣ V

Μεταφορές

Στατιστικές συνέπειες

Οι κοινοτικές στατιστικές μεταφορών απαιτείται να υποστηρίζουν την κοινή πολιτική μεταφορών (άρθρα 70-80) και τη συνιστώσα "μεταφορές" των Διευρωπαϊκών Δικτύων (ΔΕΔ) (άρθρα 154-156).

Οι μεταφορές αποτελούν επίσης ένα σημαντικό τμήμα των περιφερειακών και περιβαλλοντικών πολιτικών της Ένωσης (βλέπε τίτλους XVII και XIX) και θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους δείκτες αειφόρου ανάπτυξης.

Οι κοινοτικές στατιστικές πρέπει να συνιστούν ένα πλήρες σύστημα πληροφοριών για τις μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων για την επιβατική και εμπορευματική κίνηση, τις υποδομές, τον εξοπλισμό, τη ροή κυκλοφορίας, την κινητικότητα των προσώπων, την ασφάλεια, την κατανάλωση ενέργειας και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καθώς και δεδομένων για το κόστος και τις τιμές των μεταφορών και τις μεταφορικές εταιρείες. Βασικός στόχος είναι η αλλαγή της ισορροπίας μεταξύ των μέσων μεταφοράς, ευνοώντας το σιδηρόδρομο και τις θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων έναντι των οδικών μεταφορών και, συνεπώς, η κατάργηση της εξάρτησης της οικονομικής ανάπτυξης από την αύξηση της οδικής κυκλοφορίας. Είναι απαραίτητο να βελτιωθεί η παροχή στατιστικών για την κατανομή της ροής κυκλοφορίας στα διάφορα μέσα μεταφοράς, καλύπτοντας τόσο την επιβατική όσο και την εμπορευματική κυκλοφορία, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα μέσα μεταφοράς και βελτιώνοντας την επικαιρότητά τους.

Το άνοιγμα των μεταφορικών αγορών στον ανταγωνισμό θα απαιτήσει αντικειμενικά στατιστικά δεδομένα για την παρακολούθηση των εξελίξεων στις εν λόγω αγορές και την εκτίμηση των επιπτώσεων αυτών των εξελίξεων στην απασχόληση και τις συνθήκες εργασίας στις μεταφορικές εταιρείες, καθώς και στην οικονομική βιωσιμότητα αυτών των εταιρειών. Επίσης, θα αυξήσει τη ζήτηση στατιστικών δεικτών σχετικά με την ασφάλεια και την ποιότητα εξυπηρέτησης. Οι τάσεις της αγοράς θα απαιτήσουν τη συλλογή στατιστικών δεδομένων για τις εμπορευματικές μεταφορές που θα επικεντρώνονται λιγότερο σε μεμονωμένα μέσα μεταφοράς και θα παρέχουν πληροφορίες για την πλήρη αλυσίδα συνδυασμένων μεταφορών και για τη μεταφορά εμπορευμάτων από τη σκοπιά της αγοράς.

Η παρακολούθηση της σχέσης μεταξύ των μεταφορών και του περιβάλλοντος θα αποτελέσει μια βασική κινητήρια δύναμη για βελτιωμένη ποιότητα και κάλυψη όλων των τομέων μεταφορικών δεδομένων. Επίσης, θα δημιουργήσει συγκεκριμένες απαιτήσεις για πρόσθετα δεδομένα, π.χ. σχετικά με την κινητικότητα των προσώπων και το μεταφορικό εξοπλισμό. Θα υπάρξει ανάγκη ανταπόκρισης στην αυξανόμενη ζήτηση δεδομένων κυκλοφορίας εκφραζόμενων σε οχηματοχιλιόμετρα για όλους τους τρόπους μεταφοράς, λόγω της σημασίας των δεδομένων αυτών για την παρακολούθηση της κυκλοφοριακής συμφόρησης και των εκπομπών αερίων.

Το συνεχιζόμενο υψηλό επίπεδο επενδύσεων στην υποδομή των ευρωπαϊκών μεταφορών, ιδιαίτερα δε στα ΔΕΔ μεταφορών, θα δημιουργήσει ειδικές ανάγκες για στατιστικές σχετικά με την υποδομή και τις τάσεις της αγοράς. Τα ΔΕΔ, σε συνδυασμό με τις περιφερειακές πολιτικές της Κοινότητας, θα συνεχίσουν να δημιουργούν ζήτηση για αναλυτικότερα σε τοπικό επίπεδο δεδομένα σχετικά με τα δίκτυα και τις ροές μεταφορών, τα οποία πρέπει να θεωρούνται ως αναπόσπαστο στοιχείο του συνολικού συστήματος πληροφόρησης για τον τομέα των μεταφορών.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα προσπαθήσει:

   να ολοκληρώσει τις κοινοτικές στατιστικές μεταφορών ώστε να καλύπτουν όλα τα μέσα μεταφοράς και όλα τα είδη πληροφοριών,
   να συνεχίσει την προσαρμογή και συμπλήρωση, όπου είναι απαραίτητο, της νομικής βάσης για τις στατιστικές μεταφορών,
   να προωθήσει τη συλλογή πρόσθετων στατιστικών σχετικά με τις συνδυασμένες μεταφορές, καθώς και όσων πρόσθετων δεδομένων απαιτούνται για την παρακολούθηση της ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών προβληματισμών στις πολιτικές μεταφορών (σχέδιο TERM).

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ V ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

48 Μεταφορές

72 Περιφερειακές στατιστικές

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

45 Ενέργεια

49 Κοινωνία της πληροφορίας

50 Τουρισμός

53 Εμπόριο αγαθών

61 Χρήση γης και τοπίο

70 Αειφόρος ανάπτυξη

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

ΤΙΤΛΟΣ VI

Κοινοί κανόνες για τον ανταγωνισμό, τη φορολογία και την προσέγγιση των νομοθεσιών

Δεν απαιτείται κανένα άμεσο στατιστικό πρόγραμμα. Οι στατιστικές πληροφορίες για αυτόν τον τίτλο προέρχονται, ανάλογα με τις ανάγκες, από τα δεδομένα και τους δείκτες που παράγονται για άλλους τίτλους του προγράμματος.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ VI ΚΟΙΝΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ, ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΩΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

32 Αγορά εργασίας

53 Εμπόριο αγαθών

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

45 Ενέργεια

48 Μεταφορές

49 Κοινωνία της πληροφορίας

63 Γεωργονομισματικές στατιστικές

64 Φυτική παραγωγή

65 Ζωική παραγωγή

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ VII

Οικονομική και νομισματική πολιτική

Στατιστικές συνέπειες

Η υλοποίηση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης απαιτεί συστηματική στατιστική παρακολούθηση, ώστε να υποστηριχθούν ο συντονισμός της μακροοικονομικής πολιτικής και οι λειτουργίες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών στον τομέα της νομισματικής πολιτικής. Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης επιβάλλει νέες στατιστικές απαιτήσεις. Εν τω μεταξύ, η μέτρηση του βαθμού στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν επιτύχει την οικονομική σύγκλιση παραμένει σημαντική.

Προκειμένου να παρέχονται στατιστικές με το απαιτούμενο εύρος, συγκρισιμότητα, επικαιρότητα και συχνότητα ώστε να γίνεται ο συντονισμός της μακροοικονομικής πολιτικής και να υποστηρίζονται οι λειτουργίες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών στον τομέα της νομισματικής πολιτικής, θα συνεχισθούν οι εργασίες σχετικά με βραχυπρόθεσμους δείκτες ζήτησης, παραγωγής, αγοράς εργασίας, τιμών και δαπανών. Θα εφαρμοστούν νέες μέθοδοι [π.χ. προσωρινές "ταχείες" εκτιμήσεις (flash-estimation), προβλέψεις για το παρόν (nowcasting) κλπ.] για τη βελτίωση της εξυπηρέτησης των αναλυτών της οικονομικής συγκυρίας. Οι εργασίες αυτές θα συμπληρώνουν τις περαιτέρω εξελίξεις των νομισματικών και οικονομικών δεικτών.

Η σταθερή βελτίωση της επικαιρότητας και του εύρους κάλυψης των δεδομένων είναι απαραίτητη στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τις στατιστικές απαιτήσεις της ΟΝΕ. Ο ταχύτερος δυνατός υπολογισμός των συγκεντρωτικών στοιχείων για τη ζώνη του ευρώ απαιτεί την έγκαιρη παραγωγή τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών και την πραγματοποίηση προσωρινών "ταχειών" εκτιμήσεων. Επιπλέον, απαιτείται πολλή περαιτέρω εργασία στον τομέα των τριμηνιαίων χρηματοοικονομικών και μη λογαριασμών του θεσμικού τομέα, ώστε να υπάρχει συνέπεια με τους ετήσιους λογαριασμούς και τα βραχυπρόθεσμα δημόσια οικονομικά. Το αίτημα για αντίστοιχη πληροφόρηση στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, το οποίο αποδεικνύει τις σχέσεις και τις επιρροές μεταξύ των τομέων, συνιστά ένα σημαντικό μέσο για την ανάλυση της νομισματικής πολιτικής. Με μια βήμα προς βήμα προσέγγιση, η συλλογή αυτών των πληροφοριών θα πραγματοποιηθεί στη διάρκεια του παρόντος πενταετούς προγράμματος.

Κατά την περίοδο εκτέλεσης του παρόντος προγράμματος, 2003 – 2007, το πιο σημαντικό μεμονωμένο γεγονός αναμένεται να είναι η διεύρυνση της ΕΕ από 15 σε 20 ή και περισσότερα μέλη. Αυτή η εξέλιξη συνεπάγεται σημαντική εργασία όσον αφορά την παροχή δεδομένων από τα νέα μέλη και την επικύρωσή τους από τη Eurostat. Με στόχο την πλήρη υποστήριξη της πολιτικής διεύρυνσης της Κοινότητας, προβλέπεται η προώθηση και ανάπτυξη της ενίσχυσης των υποψήφιων χωρών, προκειμένου να διασφαλιστεί η κατάλληλη διαθεσιμότητα, ποιότητα, επικαιρότητα και συγκρισιμότητα των δεδομένων.

Για όλα τα κράτη μέλη θα αποδίδεται μεγαλύτερη προσοχή στην ποιότητα των δεδομένων, τόσο σε σταθερές όσο και σε τρέχουσες τιμές. Μια διοικητική χρήση, οι ίδιοι πόροι με βάση το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα, θα αντιπροσωπεύει το 60% του προϋπολογισμού της ΕΕ. Βασικό μέρος αυτού του έργου θα είναι η συνέχιση και η συμπλήρωση των προσπαθειών που καταβάλλονται προκειμένου να εναρμονισθούν οι στατιστικές για τα κριτήρια σύγκλισης. Ο στόχος της διατήρησης της σταθερότητας των τιμών (άρθρο 105 της Συνθήκης) και της παροχής πληροφοριών για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ για τη ζώνη του ευρώ απαιτεί, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2494/95(14) του Συμβουλίου, να διατηρηθεί και να βελτιωθεί περαιτέρω η ποιότητα των εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ). Η μεθοδολογία ΕνΔΤΚ πρόκειται να συμπληρωθεί και να παγιωθεί στο πλαίσιο του προαναφερθέντος κανονισμού του Συμβουλίου περί ΕνΔΤΚ.

Η παρακολούθηση της εξέλιξης της δημοσιονομικής κατάστασης και του ύψους του δημόσιου χρέους (άρθρο 104 της Συνθήκης και σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης που συμφωνήθηκε στο Δουβλίνο) θα βασίζεται στους λογαριασμούς της "γενικής κυβέρνησης", που καταρτίζονται με βάση τη μεθοδολογία ΕΣΟΛ 95, που ενέκρινε το Συμβούλιο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96(15) τον Ιούνιο του 1996. Η εναρμόνιση και η συγκρισιμότητα θα βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο προκειμένου τα όργανα που είναι υπεύθυνα για τη λήψη των αποφάσεων να έχουν στη διάθεσή τους συγκρίσιμα στατιστικά μέσα υψηλής ποιότητας, ώστε να αποφεύγονται τυχόν διαστρεβλωμένες κρίσεις όσον αφορά τη δημοσιονομική κατάσταση των κρατών μελών.

Η παρακολούθηση των οικονομικών εξελίξεων στα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη (άρθρο 103), καθιστά πιο επιτακτική την ανάγκη να εφαρμοστεί πλήρως το υπάρχον πρόγραμμα διαβίβασης δεδομένων για τους εθνικούς λογαριασμούς σύμφωνα με τον κανονισμό ΕΣΟΛ 95, ιδιαίτερα όσον αφορά την επικαιρότητα και την κάλυψη της πληροφόρησης, και να επεκταθεί προοδευτικά σε νέους τομείς μέσω της αναθεώρησης και επέκτασης της ισχύουσας νομοθεσίας.

Θα συνεχιστούν οι εργασίες για την κατάρτιση των κυριότερων συγκεντρωτικών μεγεθών των λογαριασμών με βάση τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης. Η εργασία αναθεώρησης της μεθοδολογίας για τις ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης, ώστε τα αποτελέσματα να είναι πιο αξιόπιστα για τη διεξαγωγή συγκριτικών αναλύσεων, η οποία ξεκίνησε στο πλαίσιο του προηγούμενου πενταετούς προγράμματος, πρέπει να ολοκληρωθεί με την έκδοση του κανονισμού του Συμβουλίου περί των ισοτιμιών αγοραστικής δύναμης.

Η υλοποίηση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης έχει σημαντικές συνέπειες για τις στατιστικές ισοζυγίου πληρωμών. Ιδιαίτερη σημασία στον τομέα αυτόν έχουν τα όρια υποβολής εκθέσεων, τα οποία, αν τροποποιηθούν, όπως προβλέπεται σήμερα, θα απαιτήσουν τη διεξαγωγή σημαντικών εργασιών προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση της ποιότητας αυτών των στοιχείων. Πολλά κράτη μέλη της ΕΕ (ιδιαίτερα εκείνα στα οποία οι τραπεζικές εκθέσεις αποτελούν την κύρια πηγή συλλογής δεδομένων ισοζυγίου πληρωμών) αναθεωρούν σήμερα τα εθνικά τους συστήματα συλλογής δεδομένων ισοζυγίου πληρωμών, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις νέες συνθήκες. Η εργασία αυτή θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να παρέχουν κατάλληλα δεδομένα καλής ποιότητας στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, ιδιαίτερα όσον αφορά τις στατιστικές για το εμπόριο υπηρεσιών, για τις ξένες άμεσες επενδύσεις και για τις εμπορικές δραστηριότητες των αλλοδαπών θυγατρικών εταιρειών. Επίσης, θα δοθεί προτεραιότητα στη συλλογή (και ανάλυση) δεδομένων από τις υποψήφιες χώρες. Αυτά τα δεδομένα ζητούνται από διάφορες υπηρεσίες της Επιτροπής, ιδιαίτερα εκείνες που ασχολούνται με την οικονομική παρακολούθηση, την εμπορική πολιτική και τις εξωτερικές σχέσεις.

Περίληψη

   Κατ ά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα προσπαθήσει:
   να συνεχιστεί η ανάπτυξη και παραγωγή στατιστικών στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης της ΟΝΕ για την υλοποίηση του συντονισμού της μακροοικονομικής πολιτικής και της νομισματικής πολιτικής, για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης και για τη συνεχή αξιολόγηση της οικονομικής σύγκλισης,
   να εντατικοποιήσει την εφαρμογή του κανονισμού για το ευρωπαϊκό σύστημα λογαριασμών (ΕΣΟΛ 95),
   να αναθεωρήσει το σύστημα συλλογής στατιστικών ισοζυγίου πληρωμών.
   Αν άγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ VII ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

32 Αγορά εργασίας

40 Ετήσιοι οικονομικοί λογαριασμοί

41 Τριμηνιαίοι λογαριασμοί

42 Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

52 Χρήμα και δημοσιονομικά θέματα

54 Εμπόριο υπηρεσιών και ισοζύγιο πληρωμών

55 Τιμές

57 Στατιστικές για την ανάλυση της οικονομικής συγκυρίας

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

53 Εμπόριο αγαθών

ΤΙΤΛΟΣ VIII

Απασχόληση

Στατιστικές συνέπειες

Η ανάπτυξη στατιστικών απασχόλησης σε επίπεδο ΕΕ θα καθοδηγείται από τις εξής πολιτικές διεργασίες: τη διεύρυνση της ΕΕ, την ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση, την οικονομική και νομισματική ένωση και το σχέδιο συγκριτικής αξιολόγησης (με διαρθρωτικούς δείκτες που θα παρουσιάζονται την άνοιξη κάθε έτους στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο).

Οι στατιστικές εργασίας διέπονται σε μεγάλο βαθμό από κανονισμούς της ΕΕ. Συνεπώς, οι υποψήφιες χώρες θα έχουν κάνει σημαντικά βήματα προς την εκπλήρωση των κοινοτικών απαιτήσεων πριν από το 2003. Η πλήρης συμμόρφωση, η τακτική διαβίβαση δεδομένων και η ενημέρωση για τις τρέχουσες εξελίξεις θα αποτελέσουν την πρόκληση για την περίοδο 2003-2007.

Θέτοντας νέους στόχους για τα ποσοστά απασχόλησης που θα πρέπει να έχουν επιτευχθεί το 2005 και το 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενίσχυσε την ανάγκη παρακολούθησης της εφαρμογής της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, και ιδίως της ετήσιας εφαρμογής των προσανατολισμών για την απασχόληση. Αυτή η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να καταγράφει την εφαρμογή της συνεχούς έρευνας για το εργατικό δυναμικό και την προσαρμογή του σχετικού καταλόγου μεταβλητών (προκειμένου να καλύπτονται, ειδικότερα, οι νέες εργασιακές ρυθμίσεις, η ποιότητα εργασίας, τα ιδρύματα περίθαλψης και παιδικής μέριμνας και η διά βίου μάθηση). Η παρακολούθηση θα απαιτήσει συχνότερες και πληρέστερες στατιστικές για τη μέτρηση του χάσματος μεταξύ των δύο φύλων (ιδιαίτερα του χάσματος αμοιβών σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες) και του χάσματος όσον αφορά τις δεξιότητες. Αυτή η διαδικασία απαιτεί την κατάρτιση διαρθρωτικών στατιστικών για τα εισοδήματα και την πραγματοποίηση μιας κοινοτικής έρευνας για τις κενές θέσεις εργασίας.

Σε μια ζώνη με το εύρος της ΟΝΕ, η τάση του κόστους εργασίας είναι η κύρια δυνητική μορφή πληθωριστικής πίεσης και επομένως πρέπει να παρακολουθείται με ταχείες βραχυπρόθεσμες στατιστικές υψηλής ποιότητας. Η εφαρμογή του κανονισμού για το δείκτη κόστους εργασίας και η συνεχής βελτίωση των βραχυπρόθεσμων στατιστικών του κόστους εργασίας είναι εξαιρετικά σημαντικές, όπως και η βελτίωση των μετρήσεων για την παραγωγικότητα της εργασίας (που συνεπάγεται μια βελτιωμένη σειρά στατιστικών για το φόρτο εργασίας).

Περίληψη

   διεξαγωγή συνεχούς έρευνας για το εργατικό δυναμικό (ΕΕΔ) που θα παρέχει τριμηνιαία αποτελέσματα σε όλα τα κράτη μέλη,
   εναρμόνιση τμήματος των ερωτηματολογίων,
   συλλογή/ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας του 2002 για τη διάρθρωση των εισοδημάτων,
   διεξαγωγή της έρευνας του έτους 2004 για το κόστος εργασίας, η οποία καλύπτει τους τίτλους M-N-O της Γενικής Ονοματολογίας των Οικονομικών Δραστηριοτήτων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (NACE),
   πλήρης εφαρμογή του κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με το δείκτη κόστους εργασίας,
   διεξαγωγή της έρευνας του έτους 2006 για τη διάρθρωση των εισοδημάτων,
   σχεδιασμός ενός συστήματος στόχων για τις ευρωπαϊκές στατιστικές κόστους εργασίας,
   εφαρμογή του κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με την έρευνα για τις κενές θέσεις εργασίας που θα εκδοθεί το 2002.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ VIII ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

32 Αγορά εργασίας

33 Παιδεία

35 Υγεία και ασφάλεια

36 Κατανομή εισοδημάτων και συνθήκες διαβίωσης

37 Κοινωνική προστασία

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

49 Κοινωνία της πληροφορίας

50 Τουρισμός

63 Γεωργονομισματικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ IX

Κοινή εμπορική πολιτική

Στατιστικές συνέπειες

Στο άρθρο 113 της Συνθήκης εξουσιοδοτείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διεξάγει διαπραγματεύσεις για εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες. Αυτές περιλαμβάνουν τις Γενικές Συμφωνίες για το Εμπόριο Υπηρεσιών (GATS). Για το σκοπό αυτό η καλή ποιότητα των δεδομένων είναι βασικό στοιχείο.

Οι εργασίες θα συνεχιστούν τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα για το διασυνοριακό εμπόριο υπηρεσιών (τόσο η γεωγραφική κατανομή όσο και η ανάλυση ανά στοιχείο), τις ξένες άμεσες επενδύσεις και τις εμπορικές δραστηριότητες των αλλοδαπών θυγατρικών εταιρειών διατηρούν το επίπεδο ποιότητας, λεπτομέρειας και εναρμόνισης που απαιτείται από τις κοινοτικές υπηρεσίες οι οποίες είναι αρμόδιες για την εμπορική πολιτική.

Ο Γύρος της Ντόχα, που δρομολογήθηκε το Νοέμβριο του 2001, θα αναδείξει σε βασικά ζητήματα την αειφόρο ανάπτυξη και τον αντίκτυπο της κοινής εμπορικής πολιτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες. Θα πρέπει να γίνουν εργασίες συντονισμού σχετικά με τη συλλογή παγκόσμιων δεδομένων.

Τα επόμενα χρόνια θα δοθεί επίσης προτεραιότητα στη συλλογή και ανάλυση δεδομένων από τις υποψήφιες χώρες. Ακόμη, θα αναληφθούν εργασίες για τον περαιτέρω συντονισμό της μεθοδολογικής συζήτησης μεταξύ των κρατών μελών, παρά το γεγονός ότι έχει ήδη επιτευχθεί ένας σημαντικός βαθμός εναρμόνισης σε αυτόν τον τομέα. Η σύνταξη των κοινοτικών στατιστικών ισοζυγίου πληρωμών είναι επίσης απαραίτητη προκειμένου να προκύψει ένα πλήρες ισοζύγιο πληρωμών για την ΕΕ.

Οι εργασίες εναρμόνισης των στατιστικών κανόνων θα συνεχιστούν σε ένα μεθοδολογικό πλαίσιο το οποίο εναρμονίζεται περισσότερο με τις διεθνείς συστάσεις που εγκρίθηκαν πρόσφατα από τον ΟΗΕ. Η στατιστική πληροφόρηση θα βελτιωθεί με την αποτελεσματικότερη χρήση του περιεχομένου της τελωνειακής διασάφησης, ενώ θα ληφθούν υπόψη οι ανάγκες που θα προκύψουν από τις αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το διεθνές εμπόριο (διεύρυνση, παγκοσμιοποίηση, απελευθέρωση του εμπορίου). Επίσης, θα ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της αξιοπιστίας των στατιστικών για τις τιμές εισαγωγής και εξαγωγής, προκειμένου να διασφαλιστεί η καλύτερη μέτρηση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας των προϊόντων της Ένωσης.

Περίληψη

Έως το τέλους του πενταετούς προγράμματος, η Επιτροπή θα έχει

   προοδευτικά ενσωματώσει τα δεδομένα των υποψήφιων χωρών,
   προσαρμόσει και βελτιώσει τα συστήματα συλλογής και παραγωγής δεδομένων,
   βελτιώσει και περαιτέρω αναπτύξει το μεθοδολογικό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς συστάσεις, τις νέες απαιτήσεις πληροφόρησης και την εξέλιξη του οικονομικού και τελωνειακού περιβάλλοντος,
   αυξήσει τη χρήση των υπαρχόντων δεδομένων και αναλύσεων για την παγκόσμια αειφόρο ανάπτυξη.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ IX ΚΟΙΝΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

53 Εμπόριο αγαθών

54 Εμπόριο υπηρεσιών και ισοζύγιο πληρωμών

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

19 Στατιστική συνεργασία με τις υποψήφιες χώρες

21 Στατιστική συνεργασία με άλλες τρίτες χώρες

42 Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί

52 Χρήμα και δημοσιονομικά θέματα

ΤΙΤΛΟΣ X

Τελωνειακή συνεργασία

Δεν απαιτείται κανένα άμεσο στατιστικό πρόγραμμα. Οι στατιστικές πληροφορίες για αυτόν τον τίτλο προέρχονται, ανάλογα με τις ανάγκες, από τα δεδομένα και τους δείκτες που παράγονται για άλλους τίτλους του προγράμματος.

ΤΙΤΛΟΣ XI

Κοινωνική πολιτική, παιδεία, επαγγελματική εκπαίδευση και νεολαία

Στατιστικές συνέπειες

Στη διάρκεια αυτής της περιόδου θα αναπτυχθεί μια συνεκτική στρατηγική που θα εξασφαλίσει τη διαθεσιμότητα ενός πλήρους συνόλου δεικτών που θα καλύπτουν όλους τους κοινωνικούς τομείς, σε στενό συντονισμό με τις δράσεις του Τίτλου VIII. Η ποιότητα των υφιστάμενων πληροφοριών θα βελτιωθεί, ενώ πρόκειται να εισαχθούν νέοι δείκτες για να καλύψουν τομείς στους οποίους αποδίδεται προτεραιότητα, όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διά βίου μάθηση. Στο πλαίσιο της "έκθεσης για τους συγκεκριμένους στόχους των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης", που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, θα πρέπει να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ της ΓΔ EAC και της Eurostat. Πέρα από τη συνέχιση των στατιστικών εργασιών για τις τρεις προτεραιότητες που καθορίστηκαν για το 2002 (βασικές δεξιότητες, τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών, μαθηματικές επιστήμες και τεχνολογία), η υλοποίηση άλλων στόχων θα απαιτήσει νέες εργασίες. Θα χρειαστεί να αναπτυχθούν δείκτες για τους οποίους δεν υπάρχουν δεδομένα ή οι οποίοι δεν πληρούν τα αναγκαία κριτήρια ποιότητας, αλλά έχουν ουσιώδη σημασία για την επίτευξη των τεθέντων στόχων.

Από γεωγραφική άποψη, το πεδίο των κοινωνικών στατιστικών θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει όλες τις υποψήφιες χώρες καθώς και περιοχές εκτός των ορίων της Ευρώπης, όπως οι χώρες MEDSTAT. Σημείο αναφοράς για αυτή την εξέλιξη θα αποτελέσουν τα δημογραφικά δεδομένα. Παράλληλα με την επεξεργασία και δημοσίευση των αποτελεσμάτων της απογραφής του 2001, αυτή η διαδικασία θα ενταχθεί στο πρόγραμμα τακτικής ενημέρωσης και προετοιμασίας για την επόμενη περίοδο απογραφής, προωθώντας μια εναρμονισμένη προσέγγιση σε όλο το διευρυμένο γεωγραφικό χώρο που περιγράφεται παραπάνω. Θα απαιτηθούν επίσης προβλέψεις για τον πληθυσμό του συνολικού γεωγραφικού χώρου σε εθνικό επίπεδο.

Το θέμα της "διά βίου μάθησης' έχει ζωτική σημασία καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οικονομικές αλλαγές θα απαιτούν τη συνεχή αναπροσαρμογή και αναβάθμιση των επαγγελματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων. Θα απαιτηθεί ένα πλήρες σύστημα στατιστικών "μάθησης' που να εξυπηρετεί τις πολιτικές για την απασχόληση, την οικονομία και την παιδεία, με ιδιαίτερη έμφαση στις επενδύσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην παιδεία. Το σημερινό εύρος πληροφοριών για την παιδεία και την εκπαίδευση θα πρέπει να συμπληρωθεί με πρόσθετα δεδομένα για την εκπαίδευση των ενηλίκων.

Κατά τη διάρκεια του προγράμματος σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι βελτιώσεις στη συγκέντρωση και την επεξεργασία δεδομένων όσον αφορά τη διεθνή κινητικότητα στην ανώτατη εκπαίδευση και την έρευνα. Πρώτο καθήκον είναι η εναρμόνιση των βασικών ορισμών και των σημαντικότερων δεικτών.

Η ανακοίνωση την οποία εξέδωσε η Επιτροπή το έτος 2002 σχετικά με μια νέα κοινοτική στρατηγική για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία απαιτεί την πλήρη εφαρμογή της τελευταίας φάσης των Ευρωπαϊκών Στατιστικών για τα Εργατικά Ατυχήματα (ESAW) και της πρώτης φάσης των Ευρωπαϊκών Στατιστικών για τις Επαγγελματικές Ασθένειες (EODS). Επίσης, θα αναπτυχθούν περαιτέρω οι δείκτες για την ποιότητα εργασίας, τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την εργασία και το κοινωνικοοικονομικό κόστος της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία.

Στο πλαίσιο του άρθρου 13 της Συνθήκης και των δράσεων για την καταπολέμηση των διακρίσεων, θα θεσπιστεί μια μεθοδολογία για την παροχή τακτικών στατιστικών σχετικά με την κοινωνική ένταξη ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Σημαντικές κοινωνικές αλλαγές, οι περισσότερες από τις οποίες είναι ήδη εμφανείς, αναμένεται να συνεχιστούν κατά την περίοδο εκτέλεσης του προγράμματος (για παράδειγμα, στην πυραμίδα του πληθυσμού, τη διάρθρωση των νοικοκυριών, τις τάσεις μετανάστευσης, τις μορφές εργασίας, τα εκπαιδευτικά συστήματα, κλπ.), θα απαιτηθεί δε ένας νέος τύπος μέσου εκτός από τα προαναφερθέντα. Οι στατιστικές της ΕΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC) θα βασιστούν σε μια ευρεία επιλογή πηγών και θα αντλήσουν στοιχεία από την εμπειρία που αποκτήθηκε τη δεκαετία του 1990 κατά την εφαρμογή των διαδοχικών σταδίων του πάνελ νοικοκυριών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Θα καταρτιστούν προκειμένου να παρέχουν πληροφορίες για τις συνθήκες διαβίωσης των ευρωπαίων πολιτών κατά τη διάρκεια αλλά και μετά το πέρας του πενταετούς προγράμματος.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα:

   αναπτύξει μια συνεκτική στρατηγική, προκειμένου να διασφαλίζεται η διαθεσιμότητα ενός πλήρους συνόλου δεικτών που θα καλύπτουν όλους τους κοινωνικούς τομείς,
   παρέχει τακτική πληροφόρηση για τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών μέσω της ανάπτυξης νέων δεικτών.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XI ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΝΕΟΛΑΙΑ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

31 Πληθυσμός

32 Αγορά εργασίας

33 Παιδεία

35 Υγεία και ασφάλεια

36 Κατανομή εισοδημάτων και συνθήκες διαβίωσης

37 Κοινωνική προστασία

38 Άλλες εργασίες στον τομέα των δημογραφικών και κοινωνικών στατιστικών (στατιστικές στέγασης)

72 Περιφερειακές στατιστικές

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

70 Αειφόρος ανάπτυξη

ΤΙΤΛΟΣ XII

Πολιτισμός

Στατιστικές συνέπειες

Οι κοινοτικές δράσεις στον πολιτιστικό τομέα βασίζονται στο άρθρο 151 της Συνθήκης. Η βελτίωση της γνώσης και της διάδοσης των πληροφοριών για βασικές πολιτιστικές πτυχές των Ευρωπαίων αποτελεί ουσιώδες στοιχείο των αρμοδιοτήτων της Κοινότητας σε αυτόν τον τομέα. Επιπλέον, ορίζεται ρητά ότι η Κοινότητα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις πολιτιστικές πτυχές κατά τη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών της στο σύνολό τους.

Στο πλαίσιο του κοινοτικού στατιστικού προγράμματος 2003-2007, η προτεραιότητα όσον αφορά τις πολιτιστικές στατιστικές θα είναι η εδραίωση του πιλοτικού έργου για την πολιτιστική απασχόληση, τη συμμετοχή στις πολιτιστικές δραστηριότητες και τις στατιστικές για τις πολιτιστικές δαπάνες. Ταυτόχρονα, και σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη και άλλους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, το στατιστικό πρόγραμμα θα υποστηρίξει τη μεθοδολογική εργασία και την ανάπτυξη στατιστικών για τις αποδόσεις των επενδύσεων στον πολιτισμό. Ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στην ανάπτυξη διεθνών μεθοδολογιών που επιτρέπουν τη στατιστική μέτρηση και ανάλυση των συνεπειών που μπορεί να έχει η συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες στην επίτευξη κοινωνικών στόχων, όπως η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου και του ποσοστού απασχόλησης, καθώς και στη μείωση της εγκληματικότητας και των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα:

   εδραιώσει την υπάρχουσα στατιστική πληροφόρηση για τον πολιτισμό·
   αναπτύξει και θα εφαρμόσει μεθοδολογίες για την εκτίμηση του αντικτύπου στο κοινωνικό σύνολο.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XII ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

34 Πολιτισμός

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

49 Κοινωνία της πληροφορίας

ΤΙΤΛΟΣ XIII

Δημόσια υγεία

Στατιστικές συνέπειες

Σύμφωνα με το άρθρο 152 της Συνθήκης, οι κοινοτικές δράσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας καλύπτουν τις πληροφορίες σχετικά με την υγεία. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος έχει θεσπιστεί ένα βασικό πλαίσιο στατιστικών για τη δημόσια υγεία, το οποίο καλύπτει την κατάσταση της υγείας, τους παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία και τους πόρους για την υγεία, για την υποστήριξη των κοινοτικών προγραμμάτων δράσης για τη δημόσια υγεία. Με την έγκριση του νέου κοινοτικού προγράμματος δράσης για τη δημόσια υγεία(16), το στατιστικό τμήμα των πληροφοριών σχετικά με την υγεία θα αναπτυχθεί περαιτέρω στο πλαίσιο του κοινοτικού στατιστικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής της συλλογής δεδομένων, ανάλογα με τις ανάγκες, κατά φύλο, ηλικία, γεωγραφική περιοχή και κατηγορία εισοδήματος. Την περίοδο 2003-2007 θα συνεχιστούν οι δραστηριότητες για την περαιτέρω εξέλιξη του συνόλου των στατιστικών υγείας, προκειμένου να πληρούνται οι συγκεκριμένες απαιτήσεις που απορρέουν από το νέο πρόγραμμα δράσης για τη δημόσια υγεία. Θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η ιδιαίτερη ανάγκη για δείκτες αειφόρου ανάπτυξης.

Σε γενικές γραμμές, θα δοθεί έμφαση στην ενίσχυση της υποδομής του βασικού συστήματος στατιστικών για τη δημόσια υγεία (σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο), στην εναρμόνιση και βελτίωση της συγκρισιμότητας των υφιστάμενων δεδομένων, σε συνεργασία με τους διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι στον τομέα της δημόσιας υγείας (ΠΟΥ και ΟΟΣΑ).

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η συμπληρωματικότητα, ειδικές δράσεις στο πλαίσιο του παρόντος προγράμματος θα έχουν σκοπό να διασφαλίσουν ότι αυτές οι βασικές έννοιες, οι ορισμοί και οι ταξινομήσεις για τις στατιστικές υγείας θα χρησιμοποιούνται για όλο τον τομέα των πληροφοριών σχετικά με την υγεία.

Σύμφωνα με τις σχετικές συμφωνίες με τις εμπλεκόμενες χώρες, το πεδίο των στατιστικών για τη δημόσια υγεία θα επεκταθεί προοδευτικά για να καλύψει όλες τις υποψήφιες χώρες.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα:

   αναπτύξει περαιτέρω το σύνολο των στατιστικών για την υγεία, προκειμένου να πληρούνται οι ειδικές απαιτήσεις που μπορεί να προκύψουν από το πρόγραμμα δράσης για τη δημόσια υγεία,
   ενισχύσει την υποδομή για το βασικό σύστημα στατιστικών για τη δημόσια υγεία.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XIII ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

35 Υγεία και ασφάλεια

37 Κοινωνική προστασία

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

39 Προστασία των καταναλωτών

70 Αειφόρος ανάπτυξη

ΤΙΤΛΟΣ XIV

Προστασία των καταναλωτών

Στατιστικές συνέπειες

Τα τελευταία χρόνια, η πολιτική για την προστασία των καταναλωτών έχει αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο των κοινοτικών θεσμικών οργάνων (άρθρο 153 της Συνθήκης).

Η Επιτροπή έχει εκπονήσει ένα σχέδιο δράσης για την πολιτική υπέρ των καταναλωτών 1999 – 2001, το οποίο θα συνοδεύεται από δραστηριότητες υπέρ των καταναλωτών. Tο σημερινό σχέδιο δράσης, όπως και όσα προηγήθηκαν, παρεμποδίστηκε, ως ένα βαθμό, από την περιορισμένη διαθεσιμότητα στοιχείων που είναι απαραίτητα για τη διαμόρφωση μιας εμπεριστατωμένης άποψης. Ήδη καταρτίζεται το σχέδιο δράσης για την πολιτική υπέρ των καταναλωτών 2002 – 2005, το οποίο θα δίνει έμφαση στην ανάγκη να καταβληθεί μια πιο συστηματική και ολοκληρωμένη προσπάθεια για να αναπτυχθεί η κατάλληλη "βάση γνώσεων" ως απαραίτητο μέσο που θα βοηθήσει στην ανάπτυξη πολιτικής.

Σκοπός των προσπαθειών της Eurostat σε αυτόν τον τομέα είναι να παρέχει στατιστικά δεδομένα που παρουσιάζουν γενικό ενδιαφέρον για το κοινό, προκειμένου να γίνουν γνωστά θέματα που αφορούν την κατανάλωση και τους καταναλωτές σε ευρωπαϊκό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή θα:

   καταστήσει διαθέσιμες τις στατιστικές για την προστασία των καταναλωτών σε μια μορφή περισσότερο φιλική προς το χρήστη, σε ειδικές εκδόσεις·
   θα συνεχίσει να παρέχει μεθοδολογική υποστήριξη όσον αφορά τους τραυματισμούς που συμβαίνουν στο σπίτι (οικιακά ατυχήματα)·
   αυξήσει την ευαισθητοποίηση στο θέμα της προστασίας των καταναλωτών σε όλους τους σχετικούς τομείς στατιστικών εργασιών,
   διασφαλίσει ότι οι πτυχές της προστασίας των καταναλωτών λαμβάνονται υπόψη στις νέες στατιστικές πολιτικές,
   προωθήσει την ανάπτυξη στατιστικών για την προστασία των καταναλωτών στις στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών.

Αν  άγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XIV ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

36 Κατανομή εισοδημάτων και συνθήκες διαβίωσης

39 Προστασία των καταναλωτών

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

61 Χρήση γης και τοπίο

64 Φυτική παραγωγή

65 Ζωική παραγωγή

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

69 Στατιστικές αλιείας

70 Αειφόρος ανάπτυξη

ΤΙΤΛΟΣ XV

Διευρωπαϊκά δίκτυα

Δεν απαιτείται κανένα άμεσο στατιστικό πρόγραμμα. Οι στατιστικές πληροφορίες για τον εν λόγω τίτλο προέρχονται, ανάλογα με τις ανάγκες, από τα δεδομένα και τους δείκτες που παράγονται για άλλους τίτλους του προγράμματος.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XV ΔΙΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΔΙΚΤΥΑ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

48 Μεταφορές

49 Κοινωνία της πληροφορίας

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

45 Ενέργεια

53 Εμπόριο αγαθών

61 Χρήση γης και τοπίο

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

72 Περιφερειακές στατιστικές

73 Επιστήμη και τεχνολογία

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

ΤΙΤΛΟΣ XVI

Βιομηχανία

Στατιστικές συνέπειες

Οι στατιστικές εργασίες στον τομέα της βιομηχανίας με την ευρεία έννοια του όρου (συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, των κατασκευών, των υπηρεσιών, της ενέργειας και των γεωργικών προϊόντων διατροφής) θα επικεντρωθούν στην υποστήριξη των πολιτικών που αποφασίστηκαν με βάση τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, καθώς και σε διάφορες συνόδους κορυφής που ακολούθησαν (ιδιαίτερα της Λισσαβώνας, το Μάρτιο του 2000). Αυτές οι εξελίξεις προγραμματίζονται κυρίως για τους εξής τομείς: παγκοσμιοποίηση, εσωτερική και εξωτερική οργάνωση των επιχειρήσεων (και, γενικότερα, του συστήματος παραγωγής), καθώς και συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, επιχειρηματικό πνεύμα και χρηστή διακυβέρνηση, ζήτηση και, τέλος, απασχόληση και ανθρώπινοι πόροι.

Πρώτη προτεραιότητα θα αποτελέσει η εφαρμογή των διάφορων κανονισμών για τις στατιστικές επιχειρήσεων. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην ποιότητα των αποτελεσμάτων.

Προκειμένου να παρακολουθούνται οι διαρθρωτικές αλλαγές στη βιομηχανία, θα προωθηθεί ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη στατιστικών για τις επιχειρήσεις, σε στενή συνεργασία με τα εθνικά στατιστικά συστήματα. Αυτή η εξέλιξη θα καλύψει την προσαρμογή των υπαρχόντων κανονισμών και θα υποστηρίξει τις κύριες ευρωπαϊκές πολιτικές, (ιδίως: ενιαία αγορά, διεύρυνση, οικονομική και νομισματική πολιτική, κοινωνία των πληροφοριών, απασχόληση), καθώς και τους διαρθρωτικούς δείκτες στους οποίους βασίζεται η ετήσια έκθεση της Ένωσης.

Η Eurostat θα εξετάσει, από κοινού με τα κράτη μέλη, τις δυνατότητες για το μεγαλύτερο δυνατό εξορθολογισμό των εθνικών μεθόδων συλλογής, καθώς και το συντονισμό τους, προκειμένου να μειωθεί κατά το δυνατόν ο φόρτος των επιχειρήσεων. Θα καταβληθεί ιδιαίτερη προσπάθεια να βελτιωθεί η ανάλυση της ενιαίας αγοράς, χρησιμοποιώντας υπάρχοντα ή μελλοντικά στατιστικά μέσα, και κυρίως την PRODCOM (και παρόμοιες εξελίξεις στον τομέα των υπηρεσιών).

Ενέργεια

Στον τομέα των στατιστικών ενέργειας, θα συνεχιστούν οι εργασίες για τη βελτίωση της ποιότητας των ενεργειακών ισοζυγίων, ιδιαίτερα στον τομέα της κατανάλωσης, για την καλύτερη τήρηση των απαιτήσεων που απορρέουν από το μηχανισμό παρακολούθησης εκπομπών αερίων φαινομένου του θερμοκηπίου. Το ισχύον σύστημα θα επεκταθεί ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα σε θέματα αειφόρου ανάπτυξης (ενεργειακή απόδοση, συμπαραγωγή, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας). Επίσης θα παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα του ανταγωνισμού στις απελευθερωμένες αγορές καθώς και οι επιπτώσεις του στους καταναλωτές και τη βιομηχανία ενέργειας.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της περιόδου εκτέλεσης του πενταετούς προγράμματος, θα προχωρήσουν οι εργασίες στους εξής τομείς:

   - Βελτίωση του συστήματος για την ανάπτυξη των στατιστικών διάρθρωσης των επιχειρήσεων, με βάση τις πολιτικές ανάγκες και με τη δυνατότητα ταχείας ανταπόκρισης σε μεταβαλλόμενους παράγοντες, όπως το περιβάλλον, οι πολιτικές και οι χρήστες.
   - Προσπάθεια διατήρησης της απαραίτητης υποδομής, όπως των μητρώων και των ταξινομήσεων επιχειρήσεων.
   - Έμφαση στην αξιολόγηση ποιότητας και στη βελτίωση των δεδομένων που παράγονται.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XVI ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

45 Ενέργεια

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

49 Κοινωνία της πληροφορίας

51 Μητρώα επιχειρήσεων

53 Εμπόριο αγαθών

70 Αειφόρος ανάπτυξη

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ XVII

Οικονομική και κοινωνική συνοχή

Στατιστικές συνέπειες

Η εξάλειψη των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων αποτελεί βασικό στοιχείο για την οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, είναι ο πρωταρχικός στόχος των διαρθρωτικών ταμείων. Από τη μεταρρύθμισή τους, το 1988, η Επιτροπή έχει εφαρμόσει μια ολοκληρωμένη πολιτική για την κοινωνική και οικονομική συνοχή στα πλαίσια της οποίας οι περιφερειακές στατιστικές διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διαδικασία εφαρμογής των αποφάσεων: η επιλεξιμότητα των ζωνών των περιφερειακών στόχων ορίζεται με βάση κοινωνικοοικονομικά κριτήρια σε σχέση με ορισμένα όρια. Οι οικονομικές επιχορηγήσεις σε κράτη μέλη αποφασίζονται αντικειμενικά, με βάση τους στατιστικούς δείκτες. Επιπλέον, η αξιολόγηση των επιπτώσεων των κοινοτικών πολιτικών σε περιφερειακό επίπεδο και η ποσοτικοποίηση των περιφερειακών ανισοτήτων είναι δυνατές μόνο με πρόσβαση σε εκτενείς στατιστικές με περιφερειακή βάση.

Οι τακτικές εκθέσεις αξιολόγησης που συντάσσονται από την Επιτροπή ("Έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή"(17)) σχετικά με τις κοινωνικοοικονομικές τάσεις των περιφερειών απαιτούν ένα σημαντικό απόθεμα στατιστικών πληροφοριών. Τα ζητήματα που αφορούν τις πόλεις χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, δεδομένου ότι πληθαίνουν τα αιτήματα των οργάνων που είναι υπεύθυνα για τη λήψη των αποφάσεων σχετικά με την αξιολόγηση της ποιότητας ζωής στις πόλεις της Ευρώπης. Ως βάση για τη μελλοντική τους δράση, χρειάζονται συγκρίσιμα δεδομένα για όλες τις πόλεις της Ευρώπης. Οι ανακοινώσεις που εκδόθηκαν από την Επιτροπή το 1997 ("Προς ένα πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση";) και το 1998 ("Αειφόρος αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Πλαίσιο δράσης") επισημαίνουν ιδιαίτερα αυτή την ανάγκη για περισσότερο συγκρίσιμη πληροφόρηση.

Κατά συνέπεια, οι εργασίες που θα αναληφθούν στο πλαίσιο του στατιστικού προγράμματος 2003-2007 θα καθοριστούν σε μεγάλο βαθμό από τη μορφή της κοινοτικής περιφερειακής πολιτικής στο πλαίσιο μιας διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από την έναρξη της νέας περιόδου προγραμματισμού των διαρθρωτικών ταμείων. Η τρίτη έκθεση συνοχής προβλέπεται να εκδοθεί από την Επιτροπή στις αρχές του 2004, ενώ τα συμπεράσματά της προβλέπεται να εφαρμοστούν (ως σχέδια κανονισμών) έως το τέλος του ίδιου έτους. Η απαιτούμενη πληροφόρηση θα περιλαμβάνει προβλέψεις πληθυσμού σε περιφερειακό επίπεδο καθώς και περιφερειακά δημογραφικά δεδομένα.

Γεωγραφική πληροφόρηση

Ένας μεγάλος αριθμός υπηρεσιών της Επιτροπής χρησιμοποιούν συστήματα γεωγραφικής πληροφόρησης για το σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση των πολιτικών για τις οποίες είναι αρμόδιες. Αυτή η τάση θα γίνεται ολοένα και πιο εμφανής τα επόμενα χρόνια, καθώς οι τεχνολογικές εξελίξεις και τα δεδομένα θα καθίστανται ευρέως διαθέσιμα. Οι πρωτοβουλίες για μια ευρωπαϊκή υποδομή χωρικών (γεωγραφικών) δεδομένων θα οδηγήσουν σε νέες προκλήσεις στον τομέα αυτόν. Η Eurostat, ως διαχειριστής της βάσης δεδομένων αναφοράς της Επιτροπής, πρέπει να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της περιόδου εκτέλεσης του πενταετούς προγράμματος, θα προχωρήσουν οι εργασίες στους εξής τομείς:

   - Εφαρμογή των στατιστικών δεικτών που απαιτούνται για την επόμενη φάση των διαρθρωτικών ταμείων,
   - Παροχή των απαραίτητων δεδομένων για την έκθεση συνοχής και για την υποστήριξη των προτάσεων της Επιτροπής για τα διαρθρωτικά ταμεία μετά το 2006,
   - Περαιτέρω ενσωμάτωση της χρήσης των συστημάτων γεωγραφικής πληροφόρησης στη διαχείριση πολιτικών.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XVII ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

55 Τιμές

72 Περιφερειακές στατιστικές

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

31 Πληθυσμός

32 Αγορά εργασίας

40 Ετήσιοι οικονομικοί λογαριασμοί

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

50 Τουρισμός

63 Γεωργονομισματικές στατιστικές

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ XVIII

Έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη

Στατιστικές για την επιστήμη & τεχνολογία και την καινοτομία

Στατιστικές συνέπειες

Ο συνολικός στόχος της κοινοτικής πολιτικής Ε&ΤΑ είναι η ενίσχυση των επιστημονικών και τεχνολογικών βάσεων της ευρωπαϊκής οικονομίας και η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της. Στη σύνοδο κορυφής της Λισσαβώνας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έθεσε ένα σαφή στρατηγικό στόχο για την Ευρώπη για την επόμενη δεκαετία. Η μέτρηση των εναρμονισμένων εισροών και εκροών και οι κοινωνικοοικονομικές συνέπειες της οικονομίας που βασίζεται στη γνώση θα συνεχίσουν να περιλαμβάνονται στις βασικές προτεραιότητες του ευρωπαϊκού προγράμματος για την έρευνα, όπως προκύπτει σαφώς από τις συζητήσεις για τον ευρωπαϊκό χώρο έρευνας.

Όλες οι πρόσφατες πολιτικές Ε&Α και καινοτομίας ζητούν έγκαιρα και εναρμονισμένα δεδομένα, η συλλογή των οποίων πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τα κράτη μέλη και να συντονίζεται από τη Eurostat. Οι ετήσιες ενημερώσεις των δεικτών και για τις δύο πρωτοβουλίες απαιτούν συχνότερες έρευνες στα κράτη μέλη, καθώς και βελτιωμένη ποιότητα. Απαιτείται η ανάπτυξη της δυνατότητας παραγωγής στατιστικών για τους ανθρώπινους πόρους στην επιστήμη και την τεχνολογία και κατά φύλο, προκειμένου να παρέχονται στα όργανα που είναι υπεύθυνα για τη λήψη των αποφάσεων τα απαραίτητα δεδομένα για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των σχετικών κοινοτικών πολιτικών.

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της επόμενης πενταετίας, θα καταβληθούν σημαντικές προσπάθειες για να:

   βελτιωθεί η ποιότητα των υπαρχόντων δεικτών και να συνεχιστούν οι εργασίες σχεδιασμού που θα οδηγήσουν στην παραγωγή και περαιτέρω ανάπτυξη νέων δεικτών, οι οποίοι θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς για τις εθνικές πολιτικές έρευνας και καινοτομίας, ιδίως προκειμένου να υπολογιστούν οι ανθρώπινοι πόροι και η κινητικότητά τους στον τομέα έρευνας και ανάπτυξης,
   αναπτυχθούν πρόσθετες στατιστικές για την Ε&ΤΑ και την καινοτομία, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, ιδιαίτερα δε να αναπτυχθεί ένα θεωρητικό πλαίσιο για συχνότερες στατιστικές Ε&ΤΑ και καινοτομίας,
   αναπτυχθεί ένα γενικό πλαίσιο για τη μέτρηση της κοινωνίας της γνώσης,
   μετρηθούν οι τεχνολογικές τάσεις με εναρμονισμένες στατιστικές για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας,
   ενταχθούν οι υποψήφιες χώρες στο συνολικό πλαίσιο ανάπτυξης εναρμονισμένων και συγκρίσιμων στατιστικών Ε&ΤΑ και καινοτομίας.

Έρευνα στη στατιστική

Στατιστικές συνέπειες

Ως μέρος της πολιτικής Ε&Α, η Κοινότητα προωθεί ερευνητικές δράσεις οι οποίες υποστηρίζουν τις κοινοτικές πολιτικές. Οι επίσημες στατιστικές έχουν προσδιοριστεί σε διάφορα προγράμματα-πλαίσια (και στα σχέδια εγγράφων για το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο) ως τομέας στον οποίο θα δρομολογηθούν δράσεις Ε&Α σε κοινοτικό επίπεδο.

Η αυξανόμενη χρήση στατιστικών για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων στα τέλη της δεκαετίας του '90 οδήγησε στη ζήτηση για πιο ακριβείς και συγκρίσιμες στατιστικές, ιδιαίτερα όσον αφορά τους βραχυπρόθεσμους δείκτες για την παρακολούθηση της εξέλιξης της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και της νομισματικής ένωσης. Η προβλεπόμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιστά επιτακτικότερη αυτή την ανάγκη για έγκαιρη πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες.

Παράλληλα, η τεχνολογία παρέχει νέες δυνατότητες για τη συλλογή δεδομένων και τη διάδοση στατιστικών. Ταυτόχρονα, οι ερωτώμενοι (επιχειρήσεις και ιδιώτες) παραπονούνται για το φόρτο ανταπόκρισης και ζητούν να μειωθεί, με μεγαλύτερο βαθμό αυτοματοποίησης και καλύτερη χρήση της υπάρχουσας πληροφόρησης. Η Ε&Α στη στατιστική διαθέτει μια σημαντική ευρωπαϊκή διάσταση, καθώς η στατιστική παραγωγή είναι από τη φύση της διεθνής, αφού λίγα μόνο κράτη μέλη έχουν την οικονομική δυνατότητα να την υποστηρίξουν με εθνικούς πόρους. Σε συνδυασμό με την ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση στην ανάλυση κόστους-οφέλους των στατιστικών που παράγονται, αυτό συνεπάγεται νέες απαιτήσεις για την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών. Συνεπώς, οι επίσημοι ευρωπαίοι στατιστικολόγοι πρέπει να επανεξετάσουν τις ισχύουσες διαδικασίες για τη συλλογή και σύνταξη στατιστικών για ένα ολοένα και πιο εκτεταμένο εύρος φαινομένων.

Αυτές οι απαιτήσεις υπογραμμίζουν τη σημασία της χρήσης των υφιστάμενων πηγών δεδομένων για την παραγωγή στατιστικών, προκειμένου να επιτυγχάνεται λεπτομερέστερη στατιστική ανάλυση. Αυτό συνεπάγεται την ανάπτυξη μεθόδων και μέσων που υποστηρίζουν τη συνδυασμένη χρήση δεδομένων (για παράδειγμα, από διοικητικά δεδομένα και δειγματοληπτικές έρευνες ή διαρθρωτικές στατιστικές καθώς και στατιστικές που καλύπτουν περιόδους μικρότερες του έτους).

Περίληψη

Κατά την επόμενη πενταετία, οι προσπάθειες θα επικεντρωθούν στους εξής τομείς:

   την ανάπτυξη νέων μέσων και μεθόδων για την παραγωγή επίσημων στατιστικών,
   τον καλύτερο σχεδιασμό και ανάπτυξη στατιστικών για την εκτίμηση των νέων αναδυόμενων κοινωνικοοικονομικών φαινομένων,
   τη μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος,
   τη βελτίωση της ποιότητας της διαδικασίας στατιστικής παραγωγής και των στατιστικών αποτελεσμάτων.

Ανάγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XVIII ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

22 Στατιστική έρευνα και μεθοδολογία

73 Έρευνα και μεθοδολογία

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

49 Κοινωνία της πληροφορίας

ΤΙΤΛΟΣ XIX

Περιβάλλον

Στατιστικές συνέπειες

Ο κυριότερος στόχος των στατιστικών περιβάλλοντος είναι να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικό μέσο για την εφαρμογή και την αξιολόγηση της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κύριες περιβαλλοντικές προτεραιότητες καλύπτονται από το 6ο πρόγραμμα περιβαλλοντικής δράσης, τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και τη στρατηγική του Κάρντιφ για την ενσωμάτωση του περιβάλλοντος στις άλλες τομεακές πολιτικές.

Η πρόταση του έκτου προγράμματος περιβαλλοντικής δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής "Περιβάλλον 2010: Το μέλλον μας, η επιλογή μας"; υποδεικνύει τους τομείς προτεραιότητας για τις περιβαλλοντικές στατιστικές. Το νέο πρόγραμμα προσδιορίζει τέσσερις κύριους τομείς πολιτικής: κλιματικές μεταβολές, φύση και βιοποικιλότητα, περιβάλλον και υγεία και ποιότητα ζωής, φυσικοί πόροι και απόβλητα. Τονίζει την ανάγκη να συνεχιστεί η διαδικασία ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών προβληματισμών σε όλους τους σχετικούς τομείς πολιτικής και να διασφαλίζεται για τους πολίτες καλύτερη πληροφόρηση για το περιβάλλον στην οποία η πρόσβαση θα είναι ευκολότερη. Επίσης, προβλέπεται η ανάπτυξη μιας πιο ευαισθητοποιημένης περιβαλλοντικά στάσης ως προς τη χρήση γης.

Τον Ιούνιο του 2001, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ υιοθέτησε μια κοινοτική στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη. Η στρατηγική αυτή βασίζεται σε 4 θέματα (αλλαγή του κλίματος, μεταφορές, υγεία και φυσικοί πόροι) και θα παρακολουθείται σε ετήσια βάση. Η στρατηγική θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις ανάγκες για στατιστικές που σχετίζονται με το περιβάλλον, αλλά ο παράγων αειφορία θα έχει επίσης αντίκτυπο σε κοινωνικές και οικονομικές στατιστικές. Για τη μέτρηση της προόδου, η αειφόρος ανάπτυξη θα περιλαμβάνεται στον κατάλογο των διαρθρωτικών δεικτών που θα περιέχονται στη συνοπτική έκθεση η οποία θα υποβάλλεται κάθε χρόνο στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με αφετηρία το 2002.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ ζήτησε επίσης τη χάραξη μιας στρατηγικής για την εξωτερική διάσταση της αειφόρου ανάπτυξης. Αναμένεται να εγκριθεί μια γενική ημερήσια διάταξη ενόψει της Παγκόσμιας Συνόδου Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για την αειφόρο ανάπτυξη.

Όσον αφορά την περιβαλλοντική συνιστώσα του στατιστικού προγράμματος, το πρόγραμμα δράσης και η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη συνεπάγονται ότι οι υφιστάμενοι τομείς εργασιών πρέπει όχι μόνο να συνεχιστούν, αλλά και να επεκταθούν και να προσαρμοστούν. Ο κύριος προσανατολισμός του στατιστικού προγράμματος θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στις στατιστικές που σχετίζονται άμεσα με κοινωνικοοικονομικές στατιστικές, όπως οι πιέσεις που υφίσταται το περιβάλλον από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και η ανταπόκριση των εκπροσώπων του κοινωνικού συνόλου. Η δυνατότητα των στατιστικών να περιγράφουν την αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης θα απαιτήσει πρόσθετες εργασίες. Το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί για να καλύψει τις ανάγκες για στατιστικές, σε συνδυασμό με την πληροφόρηση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, οι δε τομείς εργασιών θα συνεχίσουν να έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα.

Ένας κρίσιμος παράγοντας για την αειφόρο ανάπτυξη είναι η ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών πτυχών στις άλλες πολιτικές· ωστόσο, μόνο σε τρεις από τους εννέα τομείς (μεταφορές, γεωργία και ενέργεια) έχει επιτελεστεί σημαντική πρόοδος. Προκειμένου να χρησιμεύσουν ως μέσο για τέτοιες ολοκληρωμένες πολιτικές, θα συνεχιστούν οι εργασίες για την πλήρη εναρμόνιση του περιβαλλοντικού στοιχείου των κοινοτικών στατιστικών με τις σχετικές κοινωνικοοικονομικές στατιστικές. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την κατάρτιση μερικών σχετικών στατιστικών. Θα χρειαστούν αντίστοιχες δράσεις και για άλλους τομείς πολιτικής. Πρέπει επίσης να δοθεί μεγάλη σημασία στους δείκτες βιοποικιλότητας, στη χρήση/ένταση πόρων και στις τοξικές χημικές ουσίες και στις επιδράσεις τους στην ανθρώπινη υγεία. Οι στατιστικές για τη χρήση γης βελτιώνονται μέσω των στατιστικών για το τοπίο. Οι στατιστικές αλιείας θα είναι σημαντικές για να προβληθεί η εξέλιξη αυτού του πόρου εν ανεπαρκεία (βλέπε τίτλο II). Συγκεντρωτικοί δείκτες που χρησιμοποιούν στατιστικές παραγωγής και εμπορίου καθώς και άλλες πηγές μπορούν να συμβάλουν στην περιγραφή της εξάρτησης του κοινωνικού συνόλου από χημικές ουσίες. Χρειάζεται επίσης να προστεθεί μια περιβαλλοντική συνιστώσα στις κοινοτικές στατιστικές, έτσι ώστε να αντικατοπτρίζονται τα καταναλωτικά πρότυπα και οι πιθανές επιπτώσεις στην υγεία από τη ρύπανση και τη χρήση χημικών ουσιών..

Η εφαρμογή της πρότασης κανονισμού για τις στατιστικές αποβλήτων αποτελεί μια σημαντική εργασία. Οι νέες πολιτικές που συνδέουν τη διαχείριση αποβλήτων με τη διαχείριση πόρων θα απαιτήσουν επίσης στατιστικές δράσεις για την περιγραφή των ροών υλικών, της χρήσης πόρων, των αποβλήτων, της επαναχρησιμοποίησης και της οικολογικής αποδοτικότητας με ένα συνεπή τρόπο. Η εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τους υδάτινους πόρους θα απαιτήσει στατιστική υποστήριξη και καλύτερη εναρμόνιση των στατιστικών για τους υδάτινους πόρους. Για τέτοιου είδους στατιστικές είναι σημαντικό να υπάρχει καλύτερη νομική βάση. Η στατιστική υποστήριξη για την εφαρμογή της οδηγίας ΟΠΕΡ (Ολοκληρωμένη Πρόληψη και Έλεγχος της Ρύπανσης) είναι σημαντική για να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα με τις στατιστικές για τις επιχειρήσεις. Μια σημαντική εργασία θα είναι η αναθεώρηση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων και ο συντονισμός μεταξύ στατιστικών εκθέσεων και εκθέσεων συμμόρφωσης.

Πρέπει επίσης να αναπτυχθούν περιβαλλοντικοί λογαριασμοί οι οποίοι θα συνδέονται με τους εθνικούς λογαριασμούς. Αυτοί οι λογαριασμοί θα αποτελέσουν ουσιαστική βάση για την περιβαλλοντική ανάλυση και την ανάπτυξη πληρέστερων μοντέλων που θα περιγράφουν την αλληλεπίδραση μεταξύ οικονομίας και περιβάλλοντος. Προβλέπεται η περαιτέρω προσαρμογή και επέκτασή τους, ώστε να χρησιμεύσουν ως βασικό στατιστικό μέσο για αναλύσεις αειφόρου ανάπτυξης.

Περίληψη

Οι κύριες προσπάθειες κατά την επόμενη πενταετία θα επικεντρωθούν στους εξής τομείς:

   - Βελτίωση των βασικών περιβαλλοντικών στατιστικών, κυρίως των στατιστικών αποβλήτων, υδάτινων πόρων και δαπανών για το περιβάλλον, με έμφαση στις στατιστικές που απαιτούνται για τους περιβαλλοντικούς δείκτες, και θέσπιση της νομοθεσίας που απαιτείται για τέτοιες στατιστικές
   - Παραγωγή κατανοητών δεικτών για το περιβάλλον και την αειφορία, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες της Επιτροπής και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος
   - Συνέχιση των εργασιών για την ανάπτυξη της περιβαλλοντικής συνιστώσας των κοινωνικοοικονομικών στατιστικών, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες για δείκτες σχετικούς με την ενσωμάτωση προβληματισμών που αφορούν το περιβάλλον και την αειφορία σε άλλες πολιτικές
   - Συνέχιση των εργασιών για την προσθήκη ενός περιβαλλοντικού τομέα στους εθνικούς λογαριασμούς, μέσω της τακτικής παραγωγής ενός συνόλου περιβαλλοντικών λογαριασμών, και προσαρμογή τους ανάλογα με τα θέματα προτεραιότητας για την αειφορία
   - Συμμετοχή στην αναθεώρηση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων και διατήρηση της στενής συνεργασίας με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, μέσω συντονισμένων δράσεων και της συμπληρωματικής συλλογής δεδομένων και από τα δύο όργανα
   - Ενίσχυση της συλλογής δεδομένων και της πραγματοποίησης αναλύσεων για την παγκόσμια αειφόρο ανάπτυξη.

Αν  άγκες πολιτικής και εργασίες της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XIX ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

45 Ενέργεια

65 Ζωική παραγωγή

70 Αειφόρος ανάπτυξη

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

Άλλα θέματα με σημαντική συμβολή

35 Υγεία και ασφάλεια

39 Προστασία των καταναλωτών

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων

48 Μεταφορές

50 Τουρισμός

61 Χρήση γης και τοπίο

62 Γεωργικές διαρθρώσεις

64 Φυτική παραγωγή

67 Συντονισμός και μεταρρύθμιση των γεωργικών στατιστικών

68 Στατιστικές δασοκομίας

69 Στατιστικές αλιείας

72 Περιφερειακές στατιστικές

ΤΙΤΛΟΣ XX

Συνεργασία για την ανάπτυξη

(και άλλες εξωτερικές δράσεις)

Στατιστικές συνέπειες

Η υποστήριξη των πολιτικών της ΕΕ στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων με την παροχή κατάλληλης και επικεντρωμένης στατιστικής τεχνικής υποστήριξης αποτελεί το γενικό στόχο προκειμένου να ενισχυθούν οι στατιστικές δυνατότητες σε χώρες που δέχονται κοινοτική βοήθεια. Ωστόσο, η μελλοντική στρατηγική αναγνωρίζει την ανάγκη προσαρμογής ανταποκρινόμενη στο μεταβαλλόμενο πλαίσιο των κοινοτικών πολιτικών.

Αντικατοπτρίζοντας την κοινοτική πολιτική στις δραστηριότητες στατιστικής συνεργασίας

Η σημαντικότερη αλλαγή πολιτικής είναι η αυξανόμενη και σαφής έμφαση στη μείωση της φτώχειας στην κοινοτική πολιτική ανάπτυξης, ιδιαίτερα όσον αφορά τις χώρες ΑΚΕ. Συνεπώς, η στατιστική συνεργασία θα επικεντρωθεί περισσότερο στην ενίσχυση της μέτρησης και παρακολούθησης της φτώχειας. Αυτό συνεπάγεται αυξημένες δραστηριότητες κυρίως στον τομέα των κοινωνικών στατιστικών. Ομοίως, θα παρέχονται τεχνικές συμβουλές και υποστήριξη στη ΓΔ Ανάπτυξης, τη ΓΔ Εξωτερικών Σχέσεων και στο Europeaid, όσον αφορά τον υπολογισμό του αντικτύπου των κοινοτικών προγραμμάτων ανάπτυξης στη φτώχεια.

Το πρόγραμμα θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στην περιφερειακή ολοκλήρωση, αντανακλώντας τις αυξημένες προσπάθειες των ίδιων των χωρών για την ενίσχυση των περιφερειακών τους διαρθρώσεων. Μεταξύ των τομέων υποστήριξης θα περιλαμβάνονται: πολυμερής επίβλεψη, βελτιώσεις των εθνικών λογαριασμών, στατιστικές τιμών, γεωργικές στατιστικές, εξωτερικό εμπόριο, στατιστικές για τις επιχειρήσεις, στατιστική κατάρτιση κλπ.

Όσον αφορά τα 12 κράτη-εταίρους της Μεσογείου, η θεσμική και διαθεσμική ενίσχυση των εθνικών στατιστικών συστημάτων θα αποτελέσει τον κεντρικό στόχο. Θα υποστηριχθεί η στατιστική εναρμόνιση, παραγωγή και βελτιωμένη προσπέλαση δεδομένων για τους χρήστες, προκειμένου να παρέχεται μια σταθερή βάση για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και τη χρηστή διακυβέρνηση. Εκτός από τις κοινωνικοοικονομικές στατιστικές, άλλοι τομείς προτεραιότητας είναι η μετανάστευση, ο τουρισμός και το περιβάλλον.

Η στατιστική συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και των ΝΑΚ αποσκοπεί στην υποστήριξη και παρακολούθηση της οικονομικής συνεργασίας και της διαδικασίας μεταρρύθμισης, καθώς και στην προώθηση της οικονομίας της αγοράς. Οι κύριες απαιτήσεις αφορούν τις οικονομικές στατιστικές και τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου.

Η Eurostat θα συνεχίσει και θα εντείνει τις προσπάθειές της για τη βελτίωση του συντονισμού εντός της κοινότητας χορηγών (δηλαδή των διμερών και πολυμερών χορηγών). Ως εκ τούτου, η Eurostat θα υποστηρίξει τις εργασίες που διεξάγονται ιδίως στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ/ΕΑΒ (Επιτροπή Αναπτυξιακής Βοήθειας), του ΟΗΕ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, προκειμένου να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος της αναπτυξιακής συνεργασίας στην επίτευξη των "Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας", που συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της Χιλιετίας του ΟΗΕ το 2000. Σε αυτό το πλαίσιο, θα διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην πρωτοβουλία PARIS 21 και στα Βαλκάνια. Ειδικότερα, οι δραστηριότητες τεχνικής συνεργασίας θα τονίσουν τη σημασία της έμφασης στο χρήστη και θα προωθήσουν την έννοια του πολυετούς προγραμματισμού.

Θα αναληφθούν καινοτόμες εργασίες, με σκοπό την ανάπτυξη προσεγγίσεων και μεθόδων για τη μέτρηση και παρακολούθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της χρηστής διακυβέρνησης.

Περίληψη

Κατά την επόμενη πενταετία οι εργασίες θα επικεντρωθούν στους εξής τομείς:

   παροχή στατιστικής τεχνικής υποστήριξης για την ενίσχυση των στατιστικών δυνατοτήτων των χωρών που δέχονται κοινοτική βοήθεια,
   μεγαλύτερη έμφαση στην ενίσχυση της μέτρησης και παρακολούθησης της φτώχειας,
   ανάπτυξη προσεγγίσεων και μεθόδων για τη μέτρηση και παρακολούθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της χρηστής διακυβέρνησης.

Ανάγκες πολιτικής και παραγωγή της Eurostat

Τίτλος της Συνθήκης

Θέματα εργασίας της Eurostat

ΤΙΤΛΟΣ XX ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Κύρια θέματα εργασίας απαραίτητα για αυτόν τον τομέα πολιτικής

21 Στατιστική συνεργασία με άλλες τρίτες χώρες

Παράρτημα 2

ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2003-2007: ΘΕΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ EUROSTAT

Κεφάλαιο (Δραστηριότητα)

Θέμα (Δράση)

Υποστήριξη στατιστικών αποτελεσμάτων, τεχνική υποδομή

10  Διαχείριση και αξιολόγηση ποιότητας

11 Ταξινομήσεις

12 Στατιστική κατάρτιση

13 Υποδομές και υπηρεσίες τεχνολογίας πληροφοριών για τη Eurostat

14 Τυποποίηση τεχνολογίας πληροφοριών και συλλογικές υποδομές για το ΕΣΣ

15 Χώροι αποθήκευσης δεδομένων αναφοράς και συνοδευτικών δεδομένων

(μεταστοιχείων)

16 Πληροφόρηση

17 Διάδοση

18 Στατιστικός συντονισμός

19 Στατιστική συνεργασία με τις υποψήφιες χώρες

21 Στατιστική συνεργασία με άλλες τρίτες χώρες

22 Στατιστική έρευνα και μεθοδολογία

25 Ασφάλεια δεδομένων και στατιστικό απόρρητο

II.  Δημογραφικές και κοινωνικές στατιστικές

31 Πληθυσμός

32 Αγορά εργασίας

33 Παιδεία

34 Πολιτισμός

35 Υγεία και ασφάλεια

36 Κατανομή εισοδημάτων και συνθήκες διαβίωσης

37 Κοινωνική προστασία

38 Άλλες εργασίες στον τομέα των δημογραφικών και κοινωνικών στατιστικών

39 Προστασία των καταναλωτών

III  Οικονομικές στατιστικές

III A Μακροοικονομικές στατιστικές

40 Ετήσιοι οικονομικοί λογαριασμοί

41 Τριμηνιαίοι λογαριασμοί

42 Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί

43 Παρακολούθηση των ιδίων πόρων

55 Τιμές

57 Στατιστικές για την ανάλυση κύκλου επιχειρηματικής δραστηριότητας

III B Στατιστικές για τις επιχειρήσεις

44 Στατιστικές για την οικονομική δραστηριότητα επιχειρήσεων

45 Ενέργεια

48 Μεταφορές

49 Κοινωνία της πληροφορίας

50 Τουρισμός

51 Μητρώα επιχειρήσεων

III C Στατιστικές για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά, εμπορίου και ισοζυγίου πληρωμών

52 Χρήμα και δημοσιονομικά θέματα

53 Εμπόριο αγαθών

54 Εμπόριο υπηρεσιών και ισοζύγιο πληρωμών

IV  Γεωργία, δασοκομία και αλιεία

61 Χρήση γης και τοπίο

62 Γεωργικές διαρθρώσεις

63 Γεωργονομισματικές στατιστικές

64 Φυτική παραγωγή

65 Ζωική παραγωγή

66 Γεωργοβιομηχανικές στατιστικές

67 Συντονισμός και μεταρρύθμιση γεωργικών στατιστικών

68 Στατιστικές δασοκομίας

69 Στατιστικές αλιείας

V  Πολυτομεακές στατιστικές

70 Αειφόρος ανάπτυξη

71 Περιβαλλοντικές στατιστικές

72 Περιφερειακές στατιστικές

73 Επιστήμη και τεχνολογία

74 Γεωγραφική και τοπική πληροφόρηση

VI.  VI Πόροι και διαχείριση

91 Διεθνείς και διοργανικές σχέσεις

92 Διαχείριση και στατιστικά προγράμματα

93 Διαχείριση ανθρώπινων πόρων

94 Διαχείριση δημοσιονομικών πόρων

95 Διαχείριση νομικών βάσεων

96 Έλεγχος

97 Γενική διοίκηση

99 Αποκεντρωμένη διαχείριση

(1)EE C 75 Ετης26.3.2002, σ.274.
(2) ΕΕ C 75 Ε της 26.3.2002, σ. 274.
(3) ΕΕ C ...
(4) ΕΕ C ...
(5) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25.4.2002.
(6) ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 1.
(7) ΕΕ L 181 της 28.6.1989, σ. 47.
(8) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1.
(9) ΕΕ L 59 της 6.3.1991, σ. 21. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από την απόφαση 97/255/ΕΚ (ΕΕ L 102 της 19.4.1997, σ. 32).
(10) ΕΕ L 59 της 6.3.1991, σ. 19. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από την απόφαση 96/174/EΚ (ΕΕ L 51 της 1.3.1996, σ. 48).
(11) ΕΕ L 112 της 29.4.1997, σ. 56.
(12) Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την κοινοτική πολιτική μετανάστευσης, 22 Νοεμβρίου 2000 (COM (2000) 757 τελικό).
(13) Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη θέσπιση κοινής διαδικασίας παροχής ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος σε όλη την Ένωση για τα άτομα στα οποία χορηγείται άσυλο, 22 Νοεμβρίου 2000 (COM (2000) 755 τελικό).
(14)ΕΕ L 257 της 27.10.1995, σ. 1.
(15)ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε για τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2558/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 344 της 28.12.2001, σ. 1).
(16) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα της υγείας και πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας (2001-2006) - COM (2000) 285 τελικό της 16ης Μαΐου 2000.
(17) Βλέπε "Ενότητα της Ευρώπης, αλληλεγγύη των λαών, διαφορετικότητα των περιφερειών", δεύτερη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ιανουάριος 2001.


Εγκλήματα και ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών * (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
PDF 474kWORD 67k
Κείμενο
Ψήφισμα
Πρόταση απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για τη θέσπιση ελάχιστων διατάξεων σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και τις ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών (COM(2001) 259 - C5-0359/2001 - 2001/0114(CNS))
P5_TA(2002)0195A5-0123/2002

Η εν λόγω πρόταση τροποποιείται ως ακολούθως:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή(1)   Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 2
(2)  Η αναγκαιότητα για λήψη νομοθετικών μέτρων στον τομέα της καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών αναγνωρίστηκε ιδίως στο πρόγραμμα δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Βιέννης στις 3 Δεκεμβρίου 1998 όσον αφορά την άριστη δυνατή εφαρμογή των διατάξεων της συνθήκης του Άμστερνταμ και τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης , στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, και ιδίως στο σημείο 48, στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των ναρκωτικών (2000-2004) που εγκρίθηκε κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι από τις 10 έως τις 12 Δεκεμβρίου 1999 και στο σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών (2000-2004) που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Santa Maria da Feira στις 19 και 20 Ιουνίου 2000.
(2)  Η αναγκαιότητα για λήψη νομοθετικών μέτρων στον τομέα της καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών αναγνωρίστηκε ιδίως στο πρόγραμμα δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Βιέννης στις 3 Δεκεμβρίου 1998 όσον αφορά την άριστη δυνατή εφαρμογή των διατάξεων της συνθήκης του Άμστερνταμ και τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, και ιδίως στο σημείο 48, στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των ναρκωτικών (2000-2004) που εγκρίθηκε κατά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι από τις 10 έως τις 12 Δεκεμβρίου 1999 και στο σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών (2000-2004) που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Santa Maria da Feira στις 19 και 20 Ιουνίου 2000. Στο ψήφισμά του σχετικά με το σχέδιο δράσης της 19ης Νοεμβρίου 1999 Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση των ναρκωτικών (2000-2004)1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επισημαίνει αρκετές φορές τη σχέση που υφίσταται μεταξύ της βαριάς εγκληματικότητας και της διακίνησης ναρκωτικών και ζητεί τη λήψη νομοθετικών μέτρων για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών.
________________
1 ΕΕ C 189 της 7.7.2000, σ. 256.
Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 2α (νέα)
(2α) Όσον αφορά τους κινδύνους για την υγεία, η πρόληψη έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ναρκωτικά. Η καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών είναι δυνατόν να αποτελεί ένα μόνο μέρος της γενικής πολιτικής για τα ναρκωτικά.
Τροπολογία 3
Αιτιολογική σκέψη 2β (νέα)
(2β) Οι δράσεις καταστολής δεν πρέπει να έχουν ως στόχο τους ίδιους τους ναρκομανείς αλλά τους εμπόρους ναρκωτικών και τις εγκληματικές και τρομοκρατικές οργανώσεις οι οποίες προσπορίζονται χρήματα από το εμπόριο αυτό για να χρηματοδοτούν τις παράνομες δραστηριότητές τους.
Τροπολογία 4
Αιτιολογική σκέψη 6
(6)  Αφενός, πρέπει να προβλεφθούν βαρύτερες κυρώσεις, εφόσον η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών τελείται υπό ορισμένες περιστάσεις που την καθιστούν ακόμα πιο απειλητική για την κοινωνία, όπως για παράδειγμα στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης. Αφετέρου, πρέπει να προβλεφθούν ελαττωμένες κυρώσεις, εφόσον ο δράστης του αδικήματος παρέσχε στις αρμόδιες αρχές χρήσιμες πληροφορίες, ιδίως συμβάλλοντας στον εντοπισμό των δικτύων της παράνομης διακίνησης.
(6)  Πρέπει να προβλεφθούν βαρύτερες κυρώσεις, εφόσον η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών τελείται υπό ορισμένες περιστάσεις που την καθιστούν ακόμα πιο απειλητική για την κοινωνία, όπως για παράδειγμα στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης.
Τροπολογία 5
Αιτιολογική σκέψη 7
(7)  Είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα που καθιστούν δυνατή τη δήμευση του προϊόντος των αξιόποινων πράξεων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.
(7)  Είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα που να καθιστούν δυνατή τη δήμευση των οργάνων, του προϊόντος και των ωφελημάτων των αξιόποινων πράξεων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ούτως ώστε η δήμευση του προϊόντος των αξιόποινων πράξεων να χρησιμεύει για την ενίσχυση του προϋπολογισμού προγραμμάτων που έχουν ως στόχο την πρόληψη και την επανένταξη των χρηστών ναρκωτικών ουσιών, καθώς και προγραμμάτων για την υποστήριξη των οικογενειών τους.
Τροπολογία 6
Αιτιολογική σκέψη 8α (νέα)
(8α) Απαραίτητη κρίνεται επίσης η συνεργασία με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς σε περιπτώσεις παράνομης διακρατικής διακίνησης ναρκωτικών εκτός των ορίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τροπολογία 7
Αιτιολογική σκέψη 9
(9)  Είναι επίσης απαραίτητο να προβλεφθούν μέτρα για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών με σκοπό να εξασφαλιστεί αποτελεσματική δράση εναντίον της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών.
(9)  Είναι επίσης απαραίτητο να προβλεφθούν μέτρα για μια συστηματική και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών με σκοπό να εξασφαλιστεί αποτελεσματική δράση εναντίον της διεθνούς οργανωμένης διακίνησης ναρκωτικών. Στο πλαίσιο αυτό, η Europol και η Eurojust, ως μηχανισμοί συνεργασίας σε αστυνομικό επίπεδο για την πρώτη και σε δικαστικό επίπεδο για την δεύτερη, πρέπει να αναγνωρισθούν και να καταστούν πλήρως λειτουργικές. Η αύξηση της δυνατότητας λειτουργίας τους απαιτεί μία ενίσχυση της νομικής βάσης, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχος εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η πλήρης αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Τροπολογία 8
Αιτιολογική σκέψη 9α (νέα)
(9α) Τα κράτη μέλη πρέπει να επιτύχουν μία ελάχιστη συναίνεση σε ό,τι αφορά το αποδεκτό των διαφόρων μεθόδων ανίχνευσης που θα έχει ως αποτέλεσμα ένα δεσμευτικό μηχανισμό που θα εξασφαλίζει ελάχιστες εγγυήσεις στον τομέα της δικαστικής διαδικασίας.
Τροπολογία 10
Άρθρο -1 (νέο)
Άρθρο -1
Αντικείμενο
Η παρούσα απόφαση πλαίσιο έχει ως αντικείμενο την καταπολέμηση της βαριάς και/ή διεθνούς παράνομης διακίνησης ναρκωτικών.
Τροπολογία 9
Άρθρο 1, παράγραφος 1
1. "παράνομη διακίνηση ναρκωτικών": η χωρίς άδεια πώληση και εμπορία, καθώς και η, με σκοπό το κέρδος, καλλιέργεια, παραγωγή, παρασκευή, εισαγωγή, εξαγωγή, διανομή, προσφορά, μεταφορά, αποστολή ή η προς μεταβίβαση και με σκοπό το κέρδος παραλαβή, κτήση και κατοχή ναρκωτικών·
1. "παράνομη διακίνηση ναρκωτικών": η χωρίς άδεια και ανεξάρτητα από το μέσο επικοινωνίας, πώληση και εμπορία, καθώς και η, με σκοπό το κέρδος, καλλιέργεια, παραγωγή, παρασκευή, εισαγωγή, εξαγωγή, διανομή, προσφορά, μεταφορά, αποστολή ή η προς μεταβίβαση και με σκοπό το κέρδος παραλαβή, κτήση και κατοχή ναρκωτικών·
Τροπολογία 11
Άρθρο 3
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε η προτροπή για τέλεση της πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 2, η συνέργια σ' αυτήν ή η απόπειρα τέλεσής της να αποτελούν αξιόποινες πράξεις.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, ανεξάρτητα από το μέσο επικοινωνίας, η προτροπή για τέλεση της πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 2, η συνέργια σ' αυτήν ή η απόπειρα τέλεσής της να αποτελούν αξιόποινες πράξεις.
Τροπολογία 12
Άρθρο 4, παράγραφος 1α (νέα)
1α. Ο βαθμός βαρύτητας ελέγχεται μέσω διαφόρων στοιχείων, όπως η έκταση της διακίνησης, η συχνότητά της, το είδος των ναρκωτικών ουσιών σύμφωνα με τους κινδύνους της υγείας, ή το χρηματικό ποσό που έχει αποκομισθεί από την παράνομη διακίνηση.
Τροπολογία 13
Άρθρο 4, παράγραφος 3
3.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα επιβολής χρηματικών ποινών, συμπληρωματικά ή εναλλακτικά προς τις στερητικές της ελευθερίας ποινές.
3.  Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα επιβολής χρηματικών και εναλλακτικών ποινών, συμπληρωματικά προς τις στερητικές της ελευθερίας ποινές.
Τροπολογία 14
Άρθρο 4, παράγραφος 3α (νέα)
3α. Τα έσοδα που προκύπτουν από τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού, διατίθενται σε προγράμματα πρόληψης και επανένταξης τοξικομανών, καθώς και σε προγράμματα στήριξης των οικογενειών τους.
Τροπολογία 15
Άρθρο 5, παράγραφος 1, εισαγωγικό μέρος
1.  Με την επιφύλαξη άλλων επιβαρυντικών περιστάσεων που ορίζουν οι εθνικές τους νομοθεσίες τα κράτη μέλη προβλέπουν, σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3 τις ακόλουθες επιβαρυντικές περιστάσεις:
1.  Με την επιφύλαξη άλλων επιβαρυντικών περιστάσεων που ορίζουν οι εθνικές τους νομοθεσίες, τα κράτη μέλη προβλέπουν, κατά τρόπον συμβατό με την ισχύουσα νομοθεσία, σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3 τις ακόλουθες επιβαρυντικές περιστάσεις:
Τροπολογία 16
Άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχεία α) έως στ)
α) ο δράστης του αδικήματος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διοργάνωση της παράνομης διακίνησης ή το αδίκημα τελέστηκε στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης,
α) ο δράστης του αδικήματος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διοργάνωση της παράνομης διακίνησης ή το αδίκημα τελέστηκε στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης ή με σκοπό τη χρηματοδότηση τρομοκρατικής οργάνωσης,
β) το αδίκημα τελέσθηκε με προσφυγή στη βία ή με τη χρήση όπλων,
β) το αδίκημα τελέσθηκε με προσφυγή στη βία ή με τη χρήση όπλων,
βα) ο δράστης του αδικήματος έχει καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε σε κράτος μέλος της Ένωσης για μια ή περισσότερες παρόμοιες αξιόποινες πράξεις,
γ) στο αδίκημα εμπλέκονται ανήλικοι ή άτομα που δεν είναι σε θέση να ενεργήσουν σύμφωνα με τη θέλησή τους,
γ) στο αδίκημα εμπλέκονται ανήλικοι ή άτομα που δεν είναι σε θέση να ενεργήσουν σύμφωνα με τη θέλησή τους,
δ) το αδίκημα τελέστηκε εντός ή πλησίον σχολικών εγκαταστάσεων, κέντρων νεότητας και χώρων αναψυχής για νέους, μονάδων θεραπευτικής αγωγής και επανένταξης για τοξικομανείς,
δ) το αδίκημα τελέστηκε εντός ή πλησίον σχολικών εγκαταστάσεων, κέντρων νεότητας και χώρων αναψυχής για νέους, μονάδων θεραπευτικής αγωγής και επανένταξης για τοξικομανείς,
ε) ο δράστης του αδικήματος είναι γιατρός, φαρμακοποιός, υπάλληλος των δικαστικών, αστυνομικών, τελωνειακών ή σωφρονιστικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών κοινωνικής επανένταξης, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτής ή εργαζόμενος σε εκπαιδευτικό ίδρυμα, και διέπραξε το αδίκημα επωφελούμενος της θέσεώς του,
ε) ο δράστης διέπραξε το αδίκημα επωφελούμενος του λειτουργήματός του ή με την άσκηση ηθικής, ψυχολογικής και/ή φυσικής πίεσης.
στ) ο δράστης του αδικήματος έχει καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε σε κράτος μέλος της Ένωσης για μια ή περισσότερες παρόμοιες αξιόποινες πράξεις.
Τροπολογία 17
Άρθρο 6
Άρθρο 6
Ελαφρυντικές περιστάσεις
Με την επιφύλαξη άλλων ελαφρυντικών περιστάσεων που ορίζονται στην εθνική νομοθεσία τους, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε οι ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 4 να μπορούν να ελαττωθούν, εφόσον ο δράστης έδωσε στις αρμόδιες αρχές χρήσιμες πληροφορίες, στο πλαίσιο της ανάκρισης ή της συγκέντρωσης των αποδείξεων, σχετικά με την ταυτότητα των άλλων δραστών ή συνέβαλε στην ανακάλυψη των κυκλωμάτων της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών.
Διαγράφεται
Τροπολογία 18
Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β)
β) αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου,
β) αρμοδιότητα λήψης για λογαριασμό του νομικού προσώπου,
Τροπολογία 19
Άρθρο 8, στοιχείο στ)
στ) τη δήμευση των αγαθών που αποτέλεσαν αντικείμενο της αξιόποινης πράξης και των προϊόντων και ωφελημάτων που προέκυψαν άμεσα ή έμμεσα από την εν λόγω διακίνηση.
στ) τη δήμευση των οργάνων και αγαθών που αποτέλεσαν αντικείμενο της αξιόποινης πράξης και των προϊόντων και ωφελημάτων που προέκυψαν άμεσα ή έμμεσα από την εν λόγω διακίνηση.
Τροπολογία 20
Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο β)
β) ο δράστης του αδικήματος είναι υπήκοός τους,
β) ο δράστης του αδικήματος είναι υπήκοός τους ή διαμένει μόνιμα ή προσωρινά στην επικράτειά τους,
Τροπολογία 21
Άρθρο 10, παράγραφος 2
2.  Εφόσον για την εκδίκαση ενός από τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, έχουν δικαιοδοσία πλείονα κράτη μέλη, τα τελευταία προβαίνουν σε αμοιβαίες διαβουλεύσεις προκειμένου να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να ασκήσουν, κατά περίπτωση, διώξεις χρησιμοποιώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους μηχανισμούς δικαστικής συνεργασίας ή άλλους μηχανισμούς.
2.  Εφόσον για την εκδίκαση ενός από τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, έχουν δικαιοδοσία πλείονα κράτη μέλη, τα τελευταία προβαίνουν σε αμοιβαίες διαβουλεύσεις προκειμένου να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να ασκήσουν, κατά περίπτωση, διώξεις. Ο συντονισμός αυτός πραγματοποιείται με τη βοήθεια όλων των διαθεσίμων μέσων συνεργασίας, τόσο σε αστυνομικό όσο και σε δικαστικό επίπεδο.
Τροπολογία 22
Άρθρο 11, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο
Διαβιβάζουν αμέσως στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν στην εθνική τους νομοθεσία τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο.
Διαβιβάζουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν στην εθνική τους νομοθεσία τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο.
Τροπολογία 23
Άρθρο 11, παράγραφος 3
3.  Με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη μέλη των διατάξεων της παρούσας απόφασης-πλαίσιο για πρώτη φορά πριν από τις 30 Ιουνίου 2007 το αργότερο και ακολούθως ανά πενταετία. Η έκθεση αυτή διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και, κατά περίπτωση, συνοδεύεται από προτάσεις για τροποποίηση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.
3.  Με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη μέλη των διατάξεων της παρούσας απόφασης-πλαίσιο για πρώτη φορά πριν από τις 30 Ιουνίου 2007 το αργότερο και ακολούθως ανά τριετία. Η έκθεση αυτή διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και, κατά περίπτωση, συνοδεύεται από προτάσεις για τροποποίηση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

Νομοθετικό ψήφισμα>MERGEFORMATΝομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για τη θέσπιση ελάχιστων διατάξεων σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και τις ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών (COM(2001) 259 – C5&nbhy;0359/2001 – 2001/0114(CNS))

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής (COM(2001) 259(2)),

–  έχοντας κληθεί από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 39, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΕ (C5&nbhy;0359/2001),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 106 και 67 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A5&nbhy;0460/2001),

–  έχοντας υπόψη την δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A5&nbhy;0123/2002),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.  ζητεί να κληθεί να γνωμοδοτήσει εκ νέου εφόσον το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει ουσιαστικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

4.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

(1) EE C 304 Ε της 30.10.2001, σ.172.
(2) ΕΕ C 304 Ε της 30.10.2001, σ. 172.


Απαλλαγή 2000: γενικός προϋπολογισμός, τμήματα ΙΙ, IV, V, VI, VII και VIII - Απαλλαγή 1996-1999: τμήμα VI (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
PDF 453kWORD 165k
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2000 - Τμήμα ΙΙ - Συμβούλιο (SEC(2001) 530 - C5-0239/2001 - 2001/2104(DEC)) Τμήμα IV - Δικαστήριο (SEC(2001) 530 - C5-0240/2001 - 2001/2105(DEC)) Τμήμα V - Ελεγκτικό Συνέδριο (SEC(2001) 530 - C5-0241/2001 - 2001/2106(DEC)) Tμήμα VI - Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (SEC(2001) 530 - C5-0242/2001 - 2001/2107(DEC)) Τμήμα VII - Επιτροπή των Περιφερειών (SEC(2001) 530 - C5-0243/2001 - 2001/2108(DEC)) Τμήμα VIII - Διαμεσολαβητής (SEC(2001) 530 - C5-0244/2001 - 2001/2109(DEC)) και σχετικά με τη χορήγηση απαλλαγής όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα οικονομικά έτη 1996-1999 Τμήμα VΙ – Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (SEC(1997) 402 – C4-0197/1997 – 1997/2076(DEC) SEC(1998) 521 – C4-0353/1998 – 1998/2011(DEC) SEC(1999) 414 – C5-0008/1999 – 1999/2166 (DEC) SEC(2000) 539 – C5-0312/2000 – 2000/2156 (DEC))
P5_TA(2002)0196A5-0113/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τον λογαριασμό διαχείρισης και τον ισολογισμό για το οικονομικό έτος 2000 (SEC(2001) 530 – C5-0240/2001, C5-0241/2001, C5-0242/2001, C5-0243/2001, C5-0244/2001),

–  έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με το οικονομικό έτος 2000 συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των οργάνων (C5-0617/2001)(1),

–  έχοντας υπόψη τη Δήλωση Αξιοπιστίας σχετικά με την αξιοπιστία των λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των υποκειμένων πράξεων την οποία παρέσχε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο σύμφωνα με το άρθρο 248 της Συνθήκης ΕΚ (C5-0617/2001),

–  έχοντας υπόψη την σύσταση του Συμβουλίου της 5ης Μαρτίου 2002, C5-0124/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 272, παράγραφος 10, και το άρθρο 275 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 22, παράγραφοι 2 και 3, του Δημοσιονομικού Κανονισμού,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (Α5-0094/2002),

–  έχοντας υπόψη την δεύτερη έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (Α5-0113/2002),

Α.  εκτιμώντας ότι το Κοινοβούλιο έχει ως καθήκον να παρακολουθεί την αποτελεσματική χρήση του κοινοτικού προϋπολογισμού βάσει των εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου· ότι η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο εκτίμηση του τρόπου με τον οποίο δαπανώνται τα χρήματα των φορολογουμένων, αλλά και έλεγχο της αποτελεσματικότητας και του αντίκτυπου του κοινοτικού προϋπολογισμού στην εκτέλεση των πολιτικών και των στόχων που ορίζονται στις Συνθήκες και το παράγωγο δίκαιο,

Β.  εκτιμώντας ότι η προσέγγιση της ορθής αξιοποίησης των πιστώσεων αποτελεί παράμετρο καίριας σημασίας κατά την αξιολόγηση των επιδόσεων όλων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ,

Γ.  έχοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 4ης Απριλίου 2001, αποφάσισε να αναβάλει τη λήψη απόφασης όσον αφορά την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Τμήμα VI - Μέρος Α: Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή(2) για το οικονομικό έτος 1999, σε συνέχεια των παρεμφερών αναβολών που είχαν σημειωθεί για τα οικονομικά έτη 1996, 1997 και 1998,

Δ.  εκτιμώντας ότι με τη Συνθήκη της Νίκαιας τροποποιήθηκε η περιγραφή των μελών της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ), κατά τρόπο ώστε, αν κυρωθεί η Συνθήκη της Νίκαιας, στο μέλλον να αποτελείται από "αντιπροσώπους των διαφόρων συνιστωσών οικονομικής και κοινωνικής φύσεως της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών" (άρθρο 257 της Συνθήκης ΕΚ)· ότι για την Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) ορίζεται ρητά ότι τα μέλη πρέπει είτε να "είναι αιρετά μέλη ενός οργανισμού περιφερειακής διοίκησης ή τοπικής αυτοδιοίκησης" είτε να είναι πολιτικά υπόλογα ενώπιον μιας εκλεγμένης συνέλευσης (Άρθρο 263 της Συνθήκης ΕΚ),

Ε.  εκτιμώντας ότι στο ψήφισμά του της 31ης Μαΐου 2001 σχετικά με τη Συνθήκη της Νίκαιας και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης(3) (παράγραφος 24) το Κοινοβούλιο εκφράζει την επιδοκιμασία του για τις διατάξεις που αφορούν την ΟΚΕ "που την καθιστούν αντιπροσωπευτικότερη των διαφόρων τομέων της κοινωνίας" καθώς και αυτές που αφορούν την Επιτροπή των Περιφερειών και ενισχύουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση των μελών της,

ΣΤ.  εκτιμώντας ότι το Συμβούλιο με τον κανονισμό του αριθ. 2673/1999 (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) της 13ης Δεκεμβρίου 1999 τροποποίησε το Δημοσιονομικό Κανονισμό της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(4) με έναρξη ισχύος από 1ης Ιανουαρίου 2000, με την οποία ορίστηκε ότι ο προϋπολογισμός του Διαμεσολαβητή θα αποτελεί στο μέλλον ειδικό τμήμα (τμήμα VIII) εντός του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ζ.  εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 22, παράγραφος 5, του Δημοσιονομικού Κανονισμού, ο Διαμεσολαβητής πρέπει να αντιμετωπίζεται, για τους σκοπούς του Δημοσιονομικού Κανονισμού, ως θεσμικό όργανο των Κοινοτήτων,

Η.  εκτιμώντας ότι, παρά το γεγονός ότι ο Διαμεσολαβητής ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι απολύτως ανεξάρτητος κατά την άσκηση των καθηκόντων του και από το 2000 απολαύει πλήρους δημοσιονομικής αυτονομίας, γεγονός που δικαιολογεί τις ξεχωριστές αποφάσεις απαλλαγής για το Διαμεσολαβητή και για το Γενικό Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Γενικά ζητήματα που αφορούν όλα τα θεσμικά όργανα

1.  λαμβάνει υπόψη του τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. παράγραφος 7.3 της Ετήσιας Έκθεσης), σύμφωνα με τις οποίες, στο πλαίσιο της γενική προσέγγισης που υιοθετείται από τα θεσμικά όργανα όσον αφορά την ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης ο αναγνώστης δεν ενημερώνεται για τα πλέον σημαντικά στοιχεία των δαπανών του οικονομικού έτους· συμφωνεί με την άποψη του Συνεδρίου ότι τα θεσμικά όργανα θα πρέπει να παρέχουν στο μέλλον σφαιρικότερη ανάλυση, η οποία θα επικεντρώνεται στις κυριότερες τάσεις των δαπανών και στα κυριότερα περιουσιακά στοιχεία και, παράλληλα, θα παρουσιάζει τους κύριους δείκτες μέτρησης της αποτελεσματικότητας·

2.  επιδοκιμάζει τη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 7.66), σύμφωνα με την οποία τα θεσμικά όργανα στις Βρυξέλλες θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα δημιουργίας μιας κοινής δομής που θα αναλάβει την ευθύνη των διαφόρων τεχνικών και χρηματοοικονομικών πτυχών που αφορούν την αγορά ακινήτων· καλεί τα θεσμικά όργανα να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για τη δημιουργία κοινής δομής στο Λουξεμβούργο·

3.  καλεί όλα τα θεσμικά όργανα να συμμορφωθούν με τις συστάσεις του Συνεδρίου (παράγραφος 7.35) για τροποποίηση της ονοματολογίας του προϋπολογισμού, κατά τρόπο ώστε να γίνεται διάκριση μεταξύ μισθωμάτων, δαπανών για αγορά και άλλων ειδών δαπανών όπως οι οφειλές εμφυτευτικών μισθωμάτων οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο ενδεχόμενης μελλοντικής αγοράς·

4.  υπενθυμίζει τη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 24 του Δημοσιονομικού Κανονισμού το οποίο απαιτεί από κάθε δημοσιονομικό ελεγκτή να συντάσσει ετήσια έκθεση για το έργο του· ζητεί εκάστη των εκθέσεων αυτών σε σχέση με όλα τα θεσμικά όργανα να διαβιβάζεται στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου, το συντομότερο δυνατόν, ούτως ώστε οι εκθέσεις να μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στην προετοιμασία της επόμενης απόφασης περί απαλλαγής·

5.  υπενθυμίζει ότι το άρθρο 24α, παράγραφος 4, του Δημοσιονομικού Κανονισμού απαιτεί από κάθε εσωτερικό ελεγκτή να υποβάλει ετήσια εσωτερική έκθεση για το έργο του στο θεσμικό του όργανο· ζητεί οι εκθέσεις αυτές να διαβιβάζονται στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου ούτως ώστε να βοηθείται η επιτροπή αυτή στις αξιολογήσεις της στο πλαίσιο της απαλλαγής·

6.  σημειώνει ότι η όγδοη παράγραφος του άρθρου 24 του Δημοσιονομικού Κανονισμού απαιτεί ότι, όσον αφορά τους δημοσιονομικούς ελεγκτές, "τα μέτρα σχετικά με το διορισμό τους, την προαγωγή τους, τις πειθαρχικές ποινές ή τις μεταθέσεις και τις διάφορες διαδικασίες διακοπής ή παύσης της εργασίας τους πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αιτιολογημένων αποφάσεων, οι οποίες διαβιβάζονται προς ενημέρωση στο Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο"· επιμένει όλα αυτά τα στοιχεία να στέλνονται στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της για απαλλαγή·

Τμήμα ΙΙ – Συμβούλιο

7.  λαμβάνει υπόψη του την απάντηση του προέδρου της Επιτροπής Μονίμων Αντιπροσώπων με ημερομηνία 25 Ιανουαρίου 2002 στο ερωτηματολόγιο που απέστειλε η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού στις 6 Δεκεμβρίου 2001 καθώς και τις πρόσθετες πληροφορίες που έλαβε στη συνέχεια·

8.  εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για τις απαντήσεις που παρείχε το Συμβούλιο όσον αφορά τις δημοσιονομικές πτυχές της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας· διαπιστώνει ότι ένα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού του Συμβουλίου δαπανάται σήμερα για δραστηριότητες στους τομείς των εξωτερικών υποθέσεων, της ασφάλειας και της αμυντικής πολιτικής, καθώς και στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων και ότι οι δαπάνες σε αυτούς τους τομείς δεν υποβάλλονται επί του παρόντος σε εξίσου εξονυχιστικό έλεγχο όπως οι διοικητικές και λειτουργικές δαπάνες των λοιπών θεσμικών οργάνων·

9.  παραδέχεται ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν εξέταζαν στο παρελθόν λεπτομερώς την εκτέλεση των τμημάτων του προϋπολογισμού που τα αφορούν· φρονεί ότι, λαμβανομένης υπόψη της αύξησης των δαπανών λειτουργικού χαρακτήρα, οι οποίες χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του διοικητικού προϋπολογισμού του Συμβουλίου στους τομείς των εξωτερικών υποθέσεων, της ασφάλειας και της αμυντικής πολιτικής, καθώς και της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, θα ήταν σκόπιμο να προσδιοριστεί με σαφήνεια ή εμβέλεια αυτής της ρύθμισης, προκειμένου να διαφοροποιηθούν οι παραδοσιακές διοικητικές δαπάνες από τις δαπάνες που αφορούν δραστηριότητες σε αυτούς τους νέους τομείς πολιτικής·

Τμήμα IV – Δικαστήριο

10.  επιδοκιμάζει το γεγονός ότι για πρώτη φορά ο ισολογισμός περιλαμβάνει την αξία των κτιρίων στα οποία στεγάζεται το Δικαστήριο έναντι μισθώματος με δυνατότητα μελλοντικής αγοράς·

11.  εκφράζει την ικανοποίησή του για την απάντηση του Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία κατά την κατάρτιση του ισολογισμού για το οικονομικό έτος 2001, θα τροποποιηθεί η καθαρή λογιστική αξία, ώστε να ληφθεί υπόψη η υπερεκτίμηση της αξίας των κτιρίων (εσφαλμένος υπολογισμός της απόσβεσης) την οποία επισημαίνει το Ελεγκτικό Συνέδριο (παράγραφος 7.13)·

12.  επισημαίνει την διαπίστωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 7.14) ότι δεν εξασφαλίζεται με βεβαιότητα η αξιοπιστία της αξίας των άλλων ενσώματων ακινητοποιήσεων, συνολικού ύψους 9,8 εκατομμυρίων ευρώ, που εμφανίζονται στον ισολογισμό· επισημαίνει ότι το σημείο αυτό θίγεται στις απαντήσεις του Δικαστηρίου·

13.  εφιστά την προσοχή στην καταφανή αντίφαση μεταξύ της παρατήρησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι το Δικαστήριο εξακολουθεί να μην εφαρμόζει το νέο σύστημα διαχείρισης της απογραφής και ότι δεν έχει διενεργήσει ακόμα ούτε πλήρη φυσική απογραφή και των απαντήσεων του Δικαστηρίου στην ετήσια έκθεση του 2000 και στο ερωτηματολόγιο που υπέβαλε η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού·

14.  σημειώνει, ότι οι απαντήσεις του Δικαστηρίου αναφέρονται, ωστόσο, σε ανακολουθίες μεταξύ της φυσικής απογραφής και των στοιχείων που καταχωρίστηκαν στο νέο μηχανογραφικό σύστημα·

15.  καλεί το Δικαστήριο, χάριν σαφήνειας, να υποβάλει στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού πλήρη έκθεση σχετικά με την σημερινή κατάσταση όσον αφορά το σύστημα διαχείρισης απογραφής που διαθέτει μέχρι την 1η Ιουλίου 2002·

16.  υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας χορήγησης απαλλαγής για το 1999, εξέτασε την ειδική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 5/2000(5) σχετικά με τις δαπάνες του Δικαστηρίου για κτίρια και είχε ζητήσει να πληροφορηθεί πριν από την πρώτη ανάγνωση του σχεδίου του προϋπολογισμού 2002 τα πορίσματα του πραγματογνώμονα που όρισαν από κοινού το Δικαστήριο και οι αρχές του Λουξεμβούργου·

17.  διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 7.67 της έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η εν λόγω διερεύνηση των ανωμαλιών τιμολόγησης άρχισε μόλις τον Ιούνιο 2001 και ότι το Δικαστήριο(6) αναμένει να περατωθούν οι έρευνες αυτές κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2002·

18.  ζητεί από το Δικαστήριο να υποβάλει, μόλις ολοκληρωθεί, την έκθεση του πραγματογνώμονα σχετικά με τις ανωμαλίες τιμολόγησης στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού μαζί με την χωριστή έκθεση του πραγματογνώμονα, στην οποία καθορίζονται οι δαπάνες που δεν θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην τελική κατάσταση των λογαριασμών·

19.  επισημαίνει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο (παράγραφος 7.27 της Ετήσιας Έκθεσης) διαπίστωσε την ύπαρξη πέντε περιπτώσεων όπου οι λόγοι του αιτήματος εξαίρεσης από τις διαδικασίες προκήρυξης δημόσιου διαγωνισμού ήταν αμφισβητήσιμοι. Τέσσερις από τις περιπτώσεις αυτές αφορούσαν το Δικαστήριο, ενώ σε μία (η οποία αφορούσε επίσης το Δικαστήριο) η ανάγκη που θα καλυπτόταν από τη δημόσια σύμβαση φαίνεται να κατατμήθηκε σε περισσότερα μέρη· λαμβάνει γνώση των απαντήσεων του Δικαστηρίου στις οποίες αιτιολογούνται οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν και στις πέντε περιπτώσεις· συμμερίζεται τη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Παράγραφος 7.30) σύμφωνα με την οποία "όλα τα όργανα πρέπει να εφαρμόζουν τα ίδια κατώτατα όρια όταν πρόκειται να αποφασίσουν κατά πόσον μια προτεινόμενη σύμβαση υπηρεσιών ή προμηθειών εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 92/50/ΕΟΚ και 93/36/ΕΟΚ"·

20.  επισημαίνει την παράταση των προθεσμιών όσον αφορά την επιτέλεση του δικαιοδοτικού έργου του Δικαστηρίου και τη συσσώρευση των εκκρεμών υποθέσεων, και ζητεί από το Δικαστήριο καθώς και από το Ελεγκτικό Συνέδριο να εμβαθύνουν σε ακριβείς αξιολογήσεις των αιτιών των φαινομένων αυτών, προκειμένου, ιδίως, να υπάρξει διάκριση αυτών που οφείλονται στις προβλεπόμενες από τη Συνθήκη δικαιοδοτικές διαδικασίες, σε δυνάμενες να εξαλειφθούν διοικητικές δυσλειτουργίες και σε ανεπάρκεια υλικών μέσων και προσωπικού·

Τμήμα V - Ελεγκτικό Συνέδριο

21.  σημειώνει την έκθεση(7) του ανεξάρτητου ελεγκτή (KPMG Audit, Λουξεμβούργο) σχετικά με τους λογαριασμούς του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το οικονομικό έτος 2000·

22.  επισημαίνει ότι, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο εκδίδει μία ενιαία Δήλωση Αξιοπιστίας με βάση τους ενοποιημένους λογαριασμούς όλων των εσόδων και δαπανών της Κοινότητας, σύμφωνα με το άρθρο 248, παράγραφος 1 της Συνθήκης, η δήλωση αυτή περιλαμβάνει, εντούτοις, παρατηρήσεις σχετικά με τη νομιμότητα και κανονικότητα των πράξεων που διενεργούνται από τα επιμέρους θεσμικά όργανα (παράγραφος 7.6)· ζητεί από το Συνέδριο για περισσότερη διαφάνεια να εξετάσει τη δυνατότητα έκδοσης ξεχωριστής Δήλωσης Αξιοπιστίας για κάθε θεσμικό όργανο στην επόμενη ετήσια έκθεσή του·

23.  χαιρετίζει την προσθήκη από τη Συνθήκη της Νίκαιας στο άρθρο 248(1) διάταξης που αναφέρει ότι η δήλωση αξιοπιστίας "είναι δυνατόν να συμπληρώνεται από ειδικές εκτιμήσεις για κάθε σημαντικό τομέα της κοινοτικής δραστηριότητας"·

24.  καλεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να προσαρμόσει τη Δήλωση Αξιοπιστίας σε ένα μέσο που θα παρέχει στην αρμόδια για τη χορήγηση απαλλαγής αρχή καθώς και την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή, τη δυνατότητα να συγκρίνουν και να παρακολουθούν την πρόοδο όσον αφορά τη οικονομική διαχείριση και τον έλεγχο σε βάθος χρόνου, κατά προτίμηση με ποσοτικά κριτήρια·

25.  καλεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να συμφωνήσει με την Επιτροπή επί μιας κοινής μεθοδολογίας για τον υπολογισμό τα ποσοστά σφάλματος ανά Γενική Διεύθυνση ή ανά κατηγορία δαπάνης· προτείνει στο Ελεγκτικό Συνέδριο να χρησιμοποιήσει στοιχεία που διαθέτουν τα κράτη μέλη και τα οποία προέρχονται από τους υποχρεωτικούς ελέγχους στον αγροτικό τομέα και τα διαρθρωτικά ταμεία, ούτως ώστε να αυξήσουν το δείγμα· αναμένει από το Ελεγκτικό Συνέδριο να δημοσιεύσει, στο πλαίσιο της διαδικασίας χορήγησης απαλλαγής για το οικονομικό έτος 2001, το συνολικό ποσοστό σφάλματος, καθώς και τα επί μέρους ποσοστά σφάλματος ανά Γενική Διεύθυνση ή ανά κατηγορία δαπάνης·

26.  επιδοκιμάζει το γεγονός ότι όσον αφορά το αίτημα του Κοινοβουλίου να "κατονομάζονται δημοσίως" εκείνα τα κράτη μέλη για τα οποία διαπιστώνεται ή υπάρχει η υπόνοια ότι δεν προστατεύουν επαρκώς τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, η ετήσια έκθεση για το 2000 και οι ειδικές εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους περιέχουν ήδη αναφορές σε μεμονωμένα κράτη μέλη· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Συνέδριο(8) δεν κρίνει σκόπιμο να ενσωματώσει σε παράρτημα που θα προσαρτηθεί στην ετήσια έκθεση έναν εύχρηστο για τον αναγνώστη κατάλογο των διαφόρων σφαλμάτων που διαπιστώνονται σε καθένα από τα κράτη μέλη·

27.  επικροτεί το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο έδωσε προτεραιότητα στη βελτίωση της παρουσίασης των παρατηρήσεών του στις εκθέσεις του, κατά τρόπο ώστε να καταστούν πιο εύχρηστες για τον αναγνώστη, μέσω της χρήσης πιο περιεκτικών σε πληροφορίες επικεφαλίδων και πιο ευδιάκριτων συστάσεων, περιμένει, όμως, να αναληφθεί σχετική δράση πριν διατυπώσει την τελική του κρίση σχετικά με την επιτυχία αυτής της προσπάθειας·

Αιτήματα προς το Ελεγκτικό Συνέδριο

28.  διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με τους κανόνες συμπεριφοράς του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τα μέλη του τελευταίου συμπληρώνουν κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους ένα έντυπο το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τα οικονομικά τους συμφέροντα και τα περιουσιακά τους στοιχεία, το οποίο υποβάλλεται στον Πρόεδρο του Συνεδρίου· φρονεί ότι οι δηλώσεις αυτές, όπως και οι δηλώσεις των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των μελών της Επιτροπής, θα πρέπει να δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο, όπως ζητήθηκε στο πλαίσιο της απόφασης του Κοινοβουλίου της 4ης Απριλίου 2001 σχετικά με την απαλλαγή για το οικονομικό έτος 1999 Τμήμα ΙV - Δικαστήριο, Τμήμα V - Ελεγκτικό Συνέδριο, Τμήμα VΙ - Μέρος Β - Επιτροπή των Περιφερειών(9)· καλεί το Συνέδριο, με τη νέα σύνθεση που αποκτά μετά τους διορισμούς των νέων μελών, τα οποία ανέλαβαν καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2002, να λάβει επίσημη απόφαση σχετικά με αυτό το ζήτημα και να την γνωστοποιήσει γραπτώς στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού μέχρι την 1η Ιουλίου 2002·

29.  ζητεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο να περιλάβει στο πρόγραμμα εργασίας του για το 2003 ένα χρονοδιάγραμμα στο οποίο θα αναφέρεται η έγκαιρη ολοκλήρωση των ειδικών εκθέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου·

30.  υπενθυμίζει την παράγραφο 19 της προαναφερθείσης απόφασής του, της 4ης Απριλίου 2001 με την οποία ζητά από το Συνέδριο να επεκτείνει τις ελεγκτικές του δραστηριότητες στο Συμβούλιο, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο στο Κοινοβούλιο να διατυπώνει, όπου αυτό είναι απαραίτητο, παρατηρήσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού του εν λόγω οργάνου στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής·

31.  διαπιστώνει με ικανοποίηση ότι η ετήσια έκθεση για το 2000 περιέχει παρατηρήσεις σχετικά με το Συμβούλιο (έξοδα αποστολών, καταχώρηση αποσβέσεων κτιρίων στον ισολογισμό) στις οποίες το Συμβούλιο δέχθηκε να απαντήσει (παράγραφος 7.2 και 7.12)·

Τμήμα VI-Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ)
Αξιοποίηση των πιστώσεων

32.  τονίζει ότι το Κοινοβούλιο είναι υπεύθυνο για την προστασία των συμφερόντων των φορολογουμένων και ότι έχει καθήκον να διασφαλίζει την ορθή αξιοποίηση των πιστώσεων·

33.  τονίζει ότι τα τελευταία χρόνια οι απόψεις ορισμένων από τις οργανώσεις που εκπροσωπούνται στην ΟΚΕ διοχετεύονται όλο και περισσότερο μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

34.  διαπιστώνει ότι το Κοινωνικό Πρωτόκολλο, το οποίο αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην Συνθήκη του Μάαστριχτ και ενσωματώθηκε αργότερα στο Κοινωνικό Κεφάλαιο της Συνθήκης ΕΕ (άρθρο 138) προβλέπει την πραγματοποίηση διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους κατά τη διαμόρφωση της πολιτικής·

35.  τονίζει ότι, ενώ η ΟΚΕ μπορεί απλώς να γνωμοδοτεί σχετικά με τη διαμόρφωση της πολιτικής και να διατυπώνει συστάσεις, ο κοινωνικός διάλογος μπορεί, αντίθετα, να έχει ως αποτέλεσμα την θέσπιση δεσμευτικής νομοθεσίας·

36.  εκφράζει την ανησυχία του αφενός για την επικριτική στάση των κοινωνικών εταίρων έναντι των ανεπαρκών πόρων που τίθενται στη διάθεσή τους για την διενέργεια του κοινωνικού διαλόγου και, αφετέρου, διαπιστώνει ότι ο τελικός προϋπολογισμός της ΟΚΕ ανήλθε το 2000 σε 80.976.436 ευρώ· η διεύρυνση αναμένεται να επιφέρει αύξηση των ετήσιων δαπανών της σε 99,6 εκατομμύρια ευρώ(10) μέχρι το 2004 (μολονότι ορισμένα από αυτές αφορούν κοινό κόστος με την Επιτροπή των Περιφερειών)·

37.  τονίζει ότι είναι η πρώτη φορά από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ και την καθιέρωση του κοινωνικού διαλόγου που το Κοινοβούλιο είχε την ευκαιρία να αξιολογήσει την ορθή αξιοποίηση των πιστώσεων εκ μέρους της ΟΚΕ·

38.  αναγνωρίζει ότι η ΟΚΕ μπορεί να λειτουργήσει ως φόρουμ για τις ομάδες συμφερόντων, οι απόψεις των οποίων, διαφορετικά, δεν μπορούν να ακουστούν σε επίπεδο ΕΕ·

39.  πιστεύει ότι, υπό το πρίσμα της ορθής αξιοποίησης των πιστώσεων, τίθεται πραγματικά το ερώτημα, κατά πόσο είναι σκόπιμη η ταυτόχρονη λειτουργία της ΟΚΕ και του κοινωνικού διαλόγου·

40.  επισημαίνει ότι η ευθύνη του ορισμού των μελών της ΟΚΕ επαφίεται στα κράτη μέλη· καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν προσεκτικά την εκπροσώπησή τους στην ΟΚΕ στο πλαίσιο της επόμενης ανανέωσης της θητείας των μελών·

41.  φρονεί ότι τα μέλη της ΟΚΕ πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να εξασφαλίσουν τη διάχυση της ενημέρωσης σχετικά με την ΟΚΕ στη βάση, δηλαδή στα μέλη των συνδικάτων στα κράτη μέλη·

42.  καλεί την ΟΚΕ να συνεχίσει τις προσπάθειές της προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού·

43.  καλεί την ΟΚΕ να διπλασιάσει τις προσπάθειές της για διαβούλευση με όσο το δυνατόν ευρύτερο δίκτυο εθνικών επαφών, ούτως ώστε να αυξηθεί η ορατότητα της ΟΚΕ·

44.  ζητεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει το θέμα της αποτελεσματικότητας και της σημασίας της ΟΚΕ σε συνάρτηση με τα 300 περίπου συμβουλευτικά όργανα και επιτροπές που περιστοιχίζουν την Επιτροπή, προκειμένου να αποφεύγονται οι επικαλύψεις και η περιττή εργασία·

Έκθεση OLAF

45.  υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο των διαδικασιών απαλλαγής των προηγούμενων ετών, το Κοινοβούλιο αποφάσισε να αναβάλει την απόφασή του σχετικά με την ΟΚΕ για τα οικονομικά έτη 1996, 1997, 1998 και 1999 εν αναμονή διευκρινίσεων όσον αφορά τις ανωμαλίες που σχετίζονται με την πληρωμή των αποζημιώσεων ταξιδίου των Μελών κατά το διάστημα 1995-1996·

46.  εφιστά την προσοχή στην παράγραφο 2 του ψηφίσματός του(11) της 7ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την διαδικασία απαλλαγής του 1996, στην οποία το Κοινοβούλιο ζητεί να παραπεμφθεί το ζήτημα στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στην UCLAF:

   (i) προκειμένου να καταστεί δυνατός o έλεγχος της αξιοπιστίας του νέου συστήματος επιστροφής που συνέστησε το Ελεγκτικό Συνέδριο και των όρων είσπραξης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και
   (ii) προκειμένου να μπορέσει προσδιοριστεί πλήρως ο βαθμός διοικητικής συμμετοχής και ευθύνης όσον αφορά τη λογιστική καταχώρηση, την δέσμευση, την έγκριση και την καταβολή των δαπανών·

47.  διαπιστώνει ότι μετά το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 1998:

   το Ελεγκτικό Συνέδριο στην ετήσια έκθεσή του για το 1999 επιβεβαίωσε ότι κατά το διάστημα που μεσολάβησε από τα τέλη του 1998 μέχρι τις αρχές του 2000 η ΟΚΕ εφάρμοσε βαθμιαία τα μέτρα που της είχε συστήσει στην γνωμοδότησή του αριθ. 7/98(12) όσον αφορά την μεταρρύθμιση των κανόνων και των συστημάτων που εφαρμόζει για την καταβολή αποζημιώσεων στα μέλη της·
   στις 30 Ιουλίου 2001 η OLAF(13) ολοκλήρωσε την τελική έκθεση που περιέχει τα συμπεράσματα και τις συστάσεις της όσον αφορά την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου των μελών της ΟΚΕ το 1995 και το 1996·

48.  εκφράζει, ωστόσο, την λύπη του για το γεγονός ότι η OLAF δεν ήταν πρόθυμη να παράσχει στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού αντίγραφο της τελικής έκθεσης·

49.  επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, η OLAF διεβίβασε τη γνωμοδότησή της στην ΟΚΕ, με την εντύπωση ότι ήταν ευθύνη της ΟΚΕ να την διαβιβάσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

50.  λαμβάνει υπό σημείωση την επισήμανση της επιτροπής εποπτείας της OLAF (πρακτικά της συνεδρίασης της επιτροπής εποπτείας της 15ης και της 16ης Ιανουαρίου 2002), ότι η OLAF δεν ήταν σε θέση να χειριστεί κατάλληλα τη συγκεκριμένη υπόθεση και η έρευνα που διεξήγαγε απέτυχε σε όλα τα επίπεδα

51.  συμμερίζεται το αίτημα της επιτροπής εποπτείας, για πλήρη δημοσιοποίηση των αιτίων της εν λόγω αποτυχίας, και διαπιστώνει ότι δεν έχει δοθεί έως τώρα πειστική εξήγηση,

   (α) για το ότι οι ελεγκτές εμποδίστηκαν προφανώς από τους προϊσταμένους τους να αποστείλουν ερωτηματολόγιο σε όλα τα ενεχόμενα μέλη της ΟΚΕ,
   (β) για το ότι ακόμη και τα 60 περισσότερο ενεχόμενα μέλη της ΟΚΕ δεν εξετάστηκαν από την OLAF,
   (γ) για το ότι ούτε οι τότε αρμόδιοι γενικοί διευθυντές και γενικοί γραμματείς της ΟΚΕ εξετάστηκαν από την OLAF, μολονότι υπήρχε εναντίον τους η κατηγορία ότι κάλυπταν και απέκρυπταν τις μεγάλες απάτες που λάμβαναν χώρα επί χρόνια σε σχέση με τις επιστροφές εξόδων ταξιδιού,
   (δ) για το ότι οι βελγικές δικαστικές αρχές δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως, και οι ελεγκτές της OLAF γνώριζαν ότι η δικαιοσύνη δεν είχε πλέον άλλη επιλογή από την αρχειοθέτηση της υπόθεσης λόγω παραγραφής·

52.  παρακαλεί την επιτροπή εποπτείας της OLAF να ενημερώσει την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού σχετικά με το αποτέλεσμα των περαιτέρω ερευνών της για την υπόθεση· αναμένει ότι θα δρομολογηθεί η πειθαρχική διαδικασία σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί η υποψία ότι η ιεραρχία της OLAF επέδειξε καταφανή αδράνεια στη συγκεκριμένη υπόθεση και ότι οι ενέργειες ορισμένων υπαλλήλων αμφισβήτησαν την αρμοδιότητά τους ως ελεγκτών·

53.  θεωρεί ότι πρέπει να αναπτυχθούν διαδικασίες που να επιτρέπουν στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να έχει πρόσβαση σε εκθέσεις οι οποίες αφορούν άμεσα την διαδικασία απαλλαγής· αναγνωρίζει την ανάγκη εμπιστευτικού χειρισμού των πληροφοριών αυτών σε περιπτώσεις που εκκρεμεί η δικαστική ή άλλη παρεμφερής διερεύνηση των υποθέσεων· καλεί την OLAF να υποβάλει προτάσεις σχετικά με την μελλοντική κοινή χρήση των πληροφοριών αυτών, η οποία θα υπόκειται, εάν κριθεί αναγκαίο, σε περιορισμούς ασφαλείας·

54.  επιδοκιμάζει την προθυμία του σημερινού Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα της ΟΚΕ να παράσχουν, έστω και σε εμπιστευτική βάση, αντίγραφο της έκθεσης OLAF και όλων των λοιπών εγγράφων που έχουν ζητήσει ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και ο εισηγητής·

55.  εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι η έκθεση της OLAF καθυστέρησε υπερβολικά και πλέον δεν είναι δυνατόν να ληφθούν οποιαδήποτε πρακτικά μέτρα εφαρμογής των συστάσεών της τόσο σχετικά με την ανάκτηση περαιτέρω ποσών από τα Μέλη της όσο και σχετικά με την κίνηση πειθαρχικών διαδικασιών εναντίον υπαλλήλων·

56.  διαπιστώνει ότι οι βελγικές δικαστικές αρχές αποφάσισαν τον Αύγουστο του 2001 να θέσουν την υπόθεση στο αρχείο και να μην αναλάβουν περαιτέρω ενέργειες, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ως δικαιολογία ότι έχει περάσει στο μεταξύ τόσος χρόνος από την αποκάλυψη των γεγονότων, ώστε τα τελευταία να έχουν πλέον παραγραφεί, σύμφωνα με τις σχετικές βελγικές διατάξεις·

57.  διαπιστώνει ότι στην έκθεση διατυπώνονται σοβαρές ανησυχίες, όπως για παράδειγμα σχετικά με την παράλειψη της OLAF να υποβάλει ερωτήσεις στους Γενικούς Γραμματείς της ΟΚΕ που ασκούσαν καθήκοντα όταν συνέβησαν τα προανεφερθέντα περιστατικά και αμέσως μετά, με δεδομένη την ιδιότητά τους ως διατακτών· εκφράζει την λύπη του για το γεγονός ότι, όσον αφορά τα βασικά συμπεράσματά της, η έκθεση δεν επιτρέπει πλήρη προσδιορισμό του βαθμού διοικητικής ευθύνης·

58.  τονίζει ότι η ΟΚΕ θα μπορούσε να είχε αποφασίσει από μόνη της να αναφέρει το ζήτημα στην UCLAF ή στις βελγικές δικαστικές αρχές όταν πληροφορήθηκε για πρώτη φορά σχετικά με τα αποτελέσματα των ερευνών του Δημοσιονομικού Ελεγκτή το 1996, αλλά δεν το έπραξε·

59.  εκφράζει την λύπη του για το γεγονός ότι χάθηκε άδικα τόσος χρόνος καθώς και για το γεγονός ότι, προφανώς, οι υπεύθυνοι της ΟΚΕ δεν προσπάθησαν πραγματικά να λάβουν έγκαιρα μέτρα τη στιγμή που έπρεπε, παρα όλο που γνώριζαν καλά την σοβαρότητα των παρατυπιών σε σχέση με την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου κατά το διάστημα 1995/1996·

60.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η OLAF παρεμποδίστηκε κατά τη διενέργεια των ερευνών της από την απροθυμία ορισμένων αεροπορικών εταιρειών να επιβεβαιώσουν ότι είχαν λάβει πραγματικά χώρα συγκεκριμένα ταξίδια τα οποία ισχυρίστηκαν ότι πραγματοποίησαν μέλη της ΟΚΕ· θεωρεί απαράδεκτο να παρακωλύονται κατα αυτόν τον τρόπο οι νόμιμες έρευνες της OLAF· καλεί την OLAF να υποβάλει προτάσεις για δυναμικότερη αντιμετώπιση ανάλογων περιπτώσεων στο μέλλον·

61.  αναγνωρίζει ότι, εκτός από την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου και διαμονής, τα μέλη της ΟΚΕ δε λαμβάνουν από το θεσμικό αυτό όργανο καμία άλλη αποζημίωση για τις δραστηριότητες που ασκούν για λογαριασμό του·

62.  διαπιστώνει, όσον αφορά το οικονομικό έτος 2000 και το διάστημα που μεσολάβησε από τότε μέχρι σήμερα, ότι η ΟΚΕ εφαρμόζει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού(14), το οποίο περιλαμβάνει τα εξής:

   αναδιοργάνωση των οργάνων λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του αριθμού των Μελών του Προεδρείου·
   αύξηση του αριθμού των διοικητικών ελέγχων που αφορούν την επιστροφή των εξόδων των Μελών·
   γενική καθιέρωση των πληρωμών μέσω τραπεζικού εμβάσματος·
   προπαρασκευαστικές εργασίες για την εκπόνηση ενός καταστατικού των Μελών·
  

αναμένει από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να συνεχίσει να εργάζεται κατ' αυτόν τον τρόπο και τα επόμενα χρόνια·

63.  διαπιστώνει ότι η ΟΚΕ δεν κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να περιορίσει τη ζημία των φορολογουμένων και να την επανορθώσει στο μέτρο του δυνατού· στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζει ότι

   (α) η ΟΚΕ υποτίμησε από την αρχή τη ζημία αυτή, δεδομένου ότι οι απάτες συνεχίζονταν επί πολλά χρόνια, και ότι μόνο για τα έτη 1995 και 1996 θα έπρεπε να έχει απαιτήσει την επιστροφή ποσού 830 185,77 ευρώ,
   (β) στην πραγματικότητα επιστράφηκαν μόνο 167.432,39 ευρώ, και η ΟΚΕ προφανώς δεν απαίτησε τα υπόλοιπα,

Τμήμα VII - Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ)

64.  διαπιστώνει, με βάση τις απαντήσεις της στην έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου(15), ότι συχνά η ΕτΠ δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα των προκηρύξεων υποβολής προσφορών που διοργανώνονται από άλλα θεσμικά όργανα είτε για τυπικούς λόγους είτε επειδή στο πλαίσιό τους δε λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες της·

65.  καλεί τα μεγάλα θεσμικά όργανα, χάριν οικονομικότητας και αποτελεσματικότητας, να χρησιμοποιούν συχνότερα τις διοργανικές προκηρύξεις υποβολής προσφορών και να διασφαλίζουν κατά τα προπαρασκευαστικά στάδια αυτών των προκηρύξεων, όποτε αυτό είναι δυνατό, ότι λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι ειδικές ανάγκες των μικρότερων θεσμικών οργάνων· καλεί όλα τα θεσμικά όργανα να εξετάσουν τη σκοπιμότητα της χρήσης των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων άλλων θεσμικών οργάνων στη βάση της "αμοιβαίας αναγνώρισης"·

66.  διαπιστώνει ότι από την 1η Ιανουαρίου 2000 η Κοινή Οργανωτική Δομή με την ΟΚΕ αντικαταστάθηκε από συμφωνία συνεργασίας μεταξύ των δύο επιτροπών, στο πλαίσιο της οποίας προβλέπονται κοινές δράσεις στο μεγαλύτερο μέρος των τμημάτων αλλά και αυτονομία των τμημάτων οικονομικών υπηρεσιών και προσωπικού· ζητεί από την ΕτΠ να υποβάλει στην Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού καθώς και την Επιτροπή Προϋπολογισμών, μέχρι την 1η Ιουλίου του 2002 έκθεση με την οποία θα αξιολογείται το πλεονέκτημα για τον προϋπολογισμό της διατήρησης χωριστών τμημάτων οικονομικών υπηρεσιών και προσωπικού στις δύο επιτροπές·

Κτιριακή πολιτική (ΟΚΕ και ΕτΠ)

67.  διαπιστώνει ότι στις 15 Δεκεμβρίου 2000 η ΟΚΕ και η ΕτΠ υπέγραψαν 27ετείς συμβάσεις μίσθωσης με δικαίωμα προαίρεσης αγοράς για τα κτίρια Belliard και Montoyer αντιστοίχως·

68.  επιδοκιμάζει την απάντηση στην παράγραφο 7.33 της ΟΚΕ και της ΕτΠ, σύμφωνα με την οποία η αξία των κτιρίων Belliard και Montoyer θα εγγραφεί στους ισολογισμούς τους του έτους 2001, μαζί με την ήδη καταβληθείσα προκαταβολή των 26 εκατομμυρίων ευρώ·

69.  υπενθυμίζει το συμπέρασμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 7.68), σύμφωνα με το οποίο "οι επιτροπές (ΟΚΕ και ΕτΠ), κατά την ανανέωση και αναδιαπραγμάτευση της σύμβασης για το κτίριο Belliard, όπου στεγαζόταν προηγουμένως το Κοινοβούλιο, βρέθηκαν σε δύσκολη θέση όταν το Κοινοβούλιο τις ανάγκασε να επανεπιλέξουν το ίδιο κτίριο για το οποίο το Κοινοβούλιο είχε συνάψει σύμβαση μέχρι το 2007"·

70.  υπενθυμίζει ότι στη παράγραφο 9 του ψηφίσματός του, με το οποίο αναβάλλεται η χορήγηση απαλλαγής στην ΟΚΕ για το έτος 1999, το Κοινοβούλιο αναλαμβάνει να εξετάσει τους όρους αυτής της συμφωνίας στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής του επόμενου έτους·

71.  διαπιστώνει ότι τα κυριότερα στοιχεία της συνολικής συμφωνίας ήταν τα εξής:

   το Κοινοβούλιο απαλλάσσεται από την υποχρέωσή του να εξακολουθήσει να μισθώνει το κτίριο Belliard έως το 2007·
   οι ιδιοκτήτες επιστρέφουν στο Κοινοβούλιο τις καταβολές έναντι μισθώματος για το διάστημα μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 31ης Μαρτίου 2001·
   οι δύο επιτροπές επιστρέφουν στο Κοινοβούλιο τις καταβολές έναντι μισθώματος για το 2000·
   το Κοινοβούλιο απαλλάσσεται από την υποχρέωσή του να παραδώσει το κτίριο κατά τη λήξη της σύμβασης μίσθωσης στην κατάσταση που το παρέλαβε·
   οι δύο επιτροπές θα στεγαστούν στα τέλη του 2003 ή στις αρχές του 2004 σε ένα κτίριο που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους, θα διαθέτει σύγχρονο τεχνικό εξοπλισμό και θα πληροί υψηλές οικολογικές προδιαγραφές·
   στους όρους συγκαταλέγεται η προκαταβολή 26 εκατομμυρίων ευρώ για τη χρηματοδότηση των ειδικών αναγκών των δύο επιτροπών σε ένα κτίριο το οποίο οι ιδιοκτήτες θα έχουν ανακαινίσει πλήρως καθώς και η ετήσια πληρωμή ενός τιμαριθμοποιημένου ποσού ύψους 8,28 εκατομμυρίων ευρώ (το οποίο προβλέπεται να μειωθεί σε 6 709 288 ευρώ κατά το διάστημα των εργασιών ανακαίνισης)· 
   οι επιτροπές έχουν δικαίωμα προαίρεσης αγοράς της κυριότητας του κτιρίου έναντι 1 ευρώ·

72.  υπενθυμίζει ότι στις 17 Οκτωβρίου 2000 ο Πρόεδρος και ο εισηγητής της Επιτροπής Προϋπολογισμών πληροφόρησαν με επιστολή την ΟΚΕ και την ΕτΠ ότι η υπογραφή της σύμβασης συμβαδίζει με τις αρχές που όρισε το Κοινοβούλιο στις 28 Μαρτίου 2000, όταν ενέκρινε την μεταφορά πιστώσεων 26 εκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες προορίζονταν για τη χρηματοδότηση των ειδικών λειτουργικών αναγκών των δύο επιτροπών· για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή Προϋπολογισμών δεν έχει καμία αντίρρηση να υπογράψουν οι δύο επιτροπές 27ετείς συμβάσεις μίσθωσης για τα κτίρια Belliard και Montoyer·

73.  εφιστά, εντούτοις, την προσοχή στην παρατήρηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 7.27(γ)), σύμφωνα με την οποία η σύμβαση μίσθωσης κάλυπτε, μεταξύ άλλων, και εργασίες ανακαίνισης, για τις οποίες δεν είχε προκηρυχθεί διαγωνισμός· διαπιστώνει ότι στις απαντήσεις των δύο επιτροπών δεν θίγεται αυτό το σημείο·

74.  παρατηρεί ότι οι δύο επιτροπές απάντησαν στη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι θα ήταν σκόπιμη η επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης, προκειμένου να καταστεί δυνατή η πρώιμη επαναγορά υπό οικονομικά λογικούς όρους· διαπιστώνει, ωστόσο, ότι οι ιδιοκτήτες ήταν απρόθυμοι να προσφέρουν αποδεκτούς όρους, με αποτέλεσμα οι δύο επιτροπές να αναστείλουν τις διαπραγματεύσεις·

75.  τονίζει ότι, μολονότι οι συμβάσεις που υπεγράφησαν στις 15 Δεκεμβρίου 2000 έχουν το πλεονέκτημα i) ότι διασφαλίζουν τη στέγαση των δύο επιτροπών σε υπερσύγχρονους χώρους που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους και οι οποίοι θα περιέλθουν αμέσως και οριστικά στην ιδιοκτησία τους και ii) ότι απαλλάσσουν τον προϋπολογισμό του Κοινοβουλίου από το οικονομικό βάρος ενός κτιρίου το οποίο ήταν πλέον άχρηστο μετά την στέγαση του στο κτίριο D3 (Spinelli), το κτίριο Belliard θα παραμείνει αχρησιμοποίητο για μία περίπου εξαετία, ενώ κατά το διάστημα αυτό θα εξακολουθήσουν να καταβάλλονται τα μισθώματα από τον κοινοτικό προϋπολογισμό από τον Σεπτέμβριο του 1997 μέχρι τα τέλη του 2003 ή τις αρχές του 2004·

76.  παρατηρεί, επιπλέον, ότι η μετακόμιση στο κτίριο Belliard θα έχει περαιτέρω οικονομικές συνέπειες όπως για παράδειγμα:

   τα έξοδα της μετακόμισης από τα σημερινά γραφεία της ΟΚΕ και της ΕτΠ στο κτίριο Ravenstein·
   τα έξοδα της ανακαίνισης του κτιρίου Ravenstein πριν από την παράδοσή του στους ιδιοκτήτες μετά από τεσσαρακονταετή χρήση·
   οι πρόσθετες θέσεις στα οργανογράμματα των επιτροπών οι οποίες είναι αναγκαίες για τη διαχείριση του έργου Belliard·

77.  διαπιστώνει ότι, ως αποτέλεσμα της μελλοντικής στέγασης της ΟΚΕ στο κτίριο Belliard, οι ιδιοκτήτες απέφυγαν τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζαν εάν το 2007 επανακτούσαν ένα πεπαλαιωμένο κτίριο, το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό μολυσμένο από αμίαντο(16) και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να ανακαινισθεί πλήρως με δικά τους έξοδα, προκειμένου να καταστεί δυνατή νέα εκμίσθωσή του·

78.  επιδοκιμάζει την σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 7.66), η οποία επικροτήθηκε θερμά από τα θεσμικά όργανα στις απαντήσεις τους, για δημιουργία μιας κοινής δομής η οποία θα ασχολείται με τις διάφορες τεχνικές και οικονομικές πτυχές των ζητημάτων που αφορούν τα ακίνητα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ στις Βρυξέλλες και το Λουξεμβούργο·

Τμήμα VIII-Διαμεσολαβητής

79.  υπενθυμίζει ότι στην παράγραφο 41 της απόφασής του της 4ης Απριλίου 2001, στο πλαίσιο της απαλλαγής για το οικονομικό έτος 1999 (Τμήμα Ι - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο / Διαμεσολαβητής (Παράρτημα))(17), το Κοινοβούλιο επεσήμανε την ανάγκη να αποφευχθεί η ακύρωση ενός σημαντικού μέρους των διαθέσιμων πιστώσεων για τον Διαμεσολαβητή·

80.  διαπιστώνει ότι, κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Διαμεσολαβητή για το οικονομικό έτος 2000, το ποσοστό των αρχικά ακυρωθεισών πιστώσεων ανήλθε σε 17,52% (1999: 14.46%; 1998: 8,58%), σημειώνοντας ανοδική τάση· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς τον Διαμεσολαβητή να βελτιώσει την χρησιμοποίηση των πιστώσεων που θέτει στη διάθεσή του η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή·

Αποφάσεις απαλλαγής

81.  χορηγεί απαλλαγή στο Γενικό Γραμματέα της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σε σχέση με την εκτέλεση των προϋπολογισμών του για τα οικονομικά έτη 1996 και 1997·

82.  χορηγεί απαλλαγή στο Γενικό Γραμματέα της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σε σχέση με την εκτέλεση των προϋπολογισμών του για τα οικονομικά έτη 1998 και 1999·

83.  χορηγεί απαλλαγή στο Γραμματέα του Δικαστηρίου, στους Γενικούς Γραμματείς του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και την Επιτροπή των Περιφερειών και στο Διαμεσολαβητή σε σχέση με την εκτέλεση των προϋπολογισμών τους για το οικονομικό έτος 2000·

o
o   o

84.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Δικαστήριο, το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών και το Διαμεσολαβητή και να την δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα (Σειρά L).

(1) ΕΕ C 359 της 15.12.2001.
(2) ΕΕ C 21 Ε της 24.1.2002, σ. 236.
(3) ΕΕ C 47 E της 21.2.2002, σ. 108.
(4) ΕΕ L 326 της 18.12.1999, σ. 1.
(5) ΕΕ C 109 της 14.4.2000.
(6) Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, παράγραφος 4.3
(7) ΕΕ C 312 της 7.11.2001
(8) Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, παράγραφος 6.1
(9) ΕΕ L160 της 15.6.2001, σ. 38.
(10) Πηγή: Έκθεση της ΟΚΕ για την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή, Οκτώβριος 2001
(11) ΕΕ C 328 της 26.10.1998, σ. 115
(12) Γνωμοδότηση αριθ. 7/98 σχετικά με την αποτελεσματικότητα των τρόπων είσπραξης που εφαρμόζει η ΟΚΕ και σχετικά με το νέο σύστημα διαχείρισης και επιστροφής των εξόδων ταξιδίου που έχει θεσπίσει η ΟΚΕ
(13) Μονάδα ερευνών που αντικατέστησε την UCLAF από την 1η Ιουλίου 1999 (http://europa.eu.int/comm/dgs/olaf/mission/en.htm)
(14) Πηγή: "Η πορεία της ΟΚΕ προς τον εκσυγχρονισμό", Οκτώβριος 2002
(15) ΕΕ C 359 της 15.12.2001, απαντήσεις της ΕτΠ, παράγραφος 7.22
(16) Πηγή: Εκθέσεις προόδου ΟΚΕ/ΕτΠ για την Επιτροπή Προϋπολογισμών, 6.10.2000 και 14.6.2001
(17) ΕΕ L 160 της 15.6.2001, σ. 25.


Διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ) (διαδικασία χωρίς συζήτηση)
PDF 279kWORD 29k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αλλαγή της νομικής βάσης της πρότασης για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ) (C5-0103/2002-2000/0147(COD))
P5_TA(2002)0197A5-0140/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM (2000) 349 - C5-0298/2000-2000/0147(COD))(1)

–  έχοντας υπόψη τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση(2)

–  έχοντας κληθεί από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει σχετικά με την αλλαγή της νομικής βάσης (C5-0103/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 70 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς σχετικά με την αλλαγή της νομικής βάσης,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A5-0140/2002),

1.  επιβεβαιώνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση,

2.  αμφισβητεί το ορθό της νέας νομικής βάσης που προτείνει το Συμβούλιο,

3.  επιμένει ότι η ενδεδειγμένη νομική βάση είναι το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ,

4.  καλεί ως εκ τούτου το Συμβούλιο να διαβιβάσει την κοινή του θέση στο Κοινοβούλιο,

5.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) EE C 337 Ε της 28.11.2000, σ. 63.
(2) EE C 232 της 17.8.2001, σ. 301.


Κοινοτικά μέτρα ενθάρρυνσης στον τομέα της απασχόλησης ***III
PDF 278kWORD 29k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το εγκριθέν από την επιτροπή συνδιαλλαγής κοινό σχέδιο απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τα κοινοτικά μέτρα ενθάρρυνσης στον τομέα της απασχόλησης (PE-CONS 3609/2002 - C5-0097/2002 - 2000/0195(COD))
P5_TA(2002)0198A5-0111/2002

(Διαδικασία συναπόφασης: τρίτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής και τη σχετική δήλωση της Επιτροπής (PE-CONS 3609/2002 – C5&nbhy;0097/2002),

–  έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2000) 459(2)),

–  έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (COM(2001) 124(3)),

–  έχοντας υπόψη τη θέση του κατά τη δεύτερη ανάγνωση(4) σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου(5),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στην κοινή θέση (COM(2001) 730 &nbhy; C5&nbhy;0616/2001),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 83 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας του στην επιτροπή συνδιαλλαγής (A5&nbhy;0111/2002),

1.  εγκρίνει το κοινό σχέδιο και υπενθυμίζει τη σχετική δήλωση της Επιτροπής·

2.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·

3.  αναθέτει στο Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, ως προς ό,τι εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, και να μεριμνήσει, σε συμφωνία με το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, για τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

4.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν νομοθετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 276 της 1.10.2001, σ. 145.
(2) EE C 337 E της 28.11.2000, σ. 242.
(3) ΕΕ C 180 E της 26.6.2001, σ. 182.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 23.10.2001, σημείο 9.
(5) ΕΕ C 301 της 26.10.2001, σ. 14.


Έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (κραδασμοί) ***III
PDF 282kWORD 30k
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το εγκριθέν από την επιτροπή συνδιαλλαγής κοινό σχέδιο οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των ελαχίστων προδιαγραφών υγείας και ασφαλείας όσον αφορά την έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (κραδασμοί) (16η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (PE-CONS 3616/2002 - C5-0137/2002 - 1992/0449(COD))
P5_TA(2002)0199A5-0110/2002

(Διαδικασία συναπόφασης: τρίτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής και τις σχετικές κοινές δηλώσεις του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (PE-CONS 3616/2002 – C5&nbhy;0137/2002),

–  έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση(1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(1992) 560)(2),

–  έχοντας υπόψη την τροποποιημένη πρόταση (COM(1994) 284)(3),

–  έχοντας υπόψη τη θέση του κατά τη δεύτερη ανάγνωση(4) σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου(5),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στην κοινή θέση ((COM(2001) 717 &nbhy; C5&nbhy;0604/2001),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 83 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της αντιπροσωπείας του στην επιτροπή συνδιαλλαγής (A5&nbhy;0110/2002),

1.  εγκρίνει το κοινό σχέδιο και εφιστά την προσοχή στις σχετικές κοινές δηλώσεις του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

2.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 254, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ·

3.  αναθέτει στο Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, ως προς ό,τι εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, και να μεριμνήσει, σε συμφωνία με το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, για τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

4.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν νομοθετικό ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 128 της 9.5.1994, σ. 146.
(2) EE C 77 της 18.3.1993, σ. 12.
(3) ΕΕ C 230 της 19.8.1994, σ. 3.
(4) Κείμενα που εγκρίθηκαν, 23.10.2001, σημείο 11.
(5) ΕΕ C 301 της 26.10.2001, σ. 1.


Σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 (Τροπολογίες)
PDF 347kWORD 117k
Σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002 (7033/2002 – C5-0131/2002 – 2002/2043(BUD))

Τροπολογία 1

ΤΜΗΜΑ III: Επιτροπή

(ποσά σε €)

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B2-100 : Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Προσανατολισμού

2 629 907 890

1 930 000 000

2 629 907 890

1 930 000 000

1 000 000 000

2 629 907 890

2 930 000 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B2-102 : Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ)

13 394 527 623

9 060 000 000

13 394 527 623

9 060 000 000

750 000 000

13 394 527 623

9 810 000 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B2-103 : Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ)

4 811 930 933

4 000 000 000

4 811 930 933

4 000 000 000

750 000 000

4 811 930 933

4 750 000 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B3-1001 : Σωκράτης

248 150 000

247 615 000

248 150 000

247 615 000

100 000 000

248 150 000

347 615 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B3-1021 : Leonardo da Vinci

154 860 000

156 460 000

154 860 000

156 460 000

100 000 000

154 860 000

256 460 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B5-512 : Ολοκλήρωση της πρωτοβουλίας "Απασχόληση" (1998-2000)

p.m.

55 000 000

p.m.

55 000 000

100 000 000

p.m.

155 000 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B5-700 : Χρηματοδοτική στήριξη για έργα κοινού ενδιαφέροντος του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών

581 400 000

524 400 000

581 400 000

524 400 000

100 000 000

581 400 000

624 400 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B6-5411 : Περάτωση του τετάρτου προγράμματος-πλαισίου (1994-1998) - Δράσεις που σχετίζονται με τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο

376 750 000

376 750 000

100 000 000

476 750 000

.../...

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B6-6151 : Ενέργεια, περιβάλλον και βιώσιμη ανάπτυξη (ΕΚ) - Ενέργεια: επιχειρησιακές δαπάνες

295 587 000

193 462 600

295 587 000

193 462 600

400 000 000

295 587 000

593 462 600

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B7-030 : Οικονομική βοήθεια στις συνδεδεμένες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης

1 440 397 000

1 261 970 000

1 440 397 000

1 261 970 000

1 000 000 000

1 440 397 000

2 261 970 000

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα ποσά

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

Αναλ. υποχρ.

Πληρωμές

B7-300 : Χρηματοδοτική και τεχνική συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας

315 300 000

320 250 000

315 300 000

320 250 000

100 000 000

315 300 000

420 250 000

ΟΝΟΜΑΣΙΑ: Αμετάβλητη

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Αμετάβλητες

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ: Τεχνικής φύσεως

Τροπολογία 2

Γενική κατάσταση εσόδων (ποσά σε €)

Άρθρο Θέση

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002

ΣΣΔΠ 2/2002

Τροπολογία

Νέα

ποσά

Άρθρο 130 :Ίδιοι πόροι που προέρχονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2

παράγραφος 1 στοιχείο γ) της απόφασης 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ

36 603 934 352

23 593 858 218

+ 4 500 000 000

28 093 858 218

ΟΝΟΜΑΣΙΑ: Αμετάβλητη

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Αμετάβλητες:

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ: Τεχνικής φύσεως


Σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002
PDF 286kWORD 39k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού 2/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002 (7033/2002 - C5-0131/2002 - 2002/2043(BUD))
P5_TA(2002)0201A5-0109/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 272 της Συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 78 της Συνθήκης ΕΚΑΧ και το άρθρο 177 της Συνθήκης Ευρατόμ,

–  έχοντας υπόψη τον Δημοσιονομικό Κανονισμό, της 21ης Δεκεμβρίου 1977, που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκε για τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 762/2001 της 9ης Απριλίου 2001(1), και ιδίως το άρθρο 15,

–  έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002, που εγκρίθηκε οριστικά στις 13 Δεκεμβρίου 2001(2),

–  έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(3),

–  έχοντας υπόψη το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 2/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2002, που κατατέθηκε από την Επιτροπή στις 27 Φεβρουαρίου 2002, (SEC(2002) 222),

–  έχοντας υπόψη το σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 2/2002, που συνέταξε το Συμβούλιο στις 12 Μαρτίου 2002 (7033/2002-C5&nbhy;0131/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 92 και το παράρτημα IV του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A5&nbhy;0109/2002),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 2/2002 αποσκοπεί στο να εγγράψει στον προϋπολογισμό προσωρινού ποσού 10 δισεκατ. € του θετικού υπολοίπου που μεταφέρεται από το 2001 (η συνέπεια της υποχρησιμοποίησης των ποσών που εγκρίθηκαν το 2001) επιπροσθέτως προς τα 1,2 δισεκατ. € του θετικού υπολοίπου που έχει ήδη εγγραφεί στον προϋπολογισμό,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι υπολογίζει εκ νέου τη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του 2002 βάσει της νέας Απόφασης 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2000 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(4) και η οποία ετέθη σε ισχύ την 1η Μαρτίου 2002,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη θέση του επί της προτάσεως για την νέα απόφαση σχετικά με τους ιδίους πόρους(5) ήδη την 17η Νοεμβρίου 1999, μόλις 3 μήνες αφότου εκλήθη να γνωμοδοτήσει, προκειμένου να αποφευχθούν οι καθυστερήσεις στην έναρξη ισχύος της απόφασης αυτής,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή εφάρμοσε ήδη τις διατάξεις της νέας απόφασης για τους ιδίους πόρους κατά τον υπολογισμό των εσόδων του προσχεδίου προϋπολογισμού της για το 2002,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή αναγκάσθηκε να υποβάλει διορθωτική επιστολή 3/2002, λίγο πριν τη δεύτερη ανάγνωση του Κοινοβουλίου για τον προϋπολογισμό 2002, προκειμένου να επανέλθει στις διατάξεις της απόφασης για τους ιδίους πόρους του 1994 για τον υπολογισμό των εσόδων, επειδή ορισμένα κράτη μέλη δεν ήσαν σε θέση να επικυρώσουν έγκαιρα τη νέα απόφαση,

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι βάσει της νέας απόφασης για τους ιδίους πόρους, τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα να παρακρατούν ως έξοδα είσπραξης αυξημένο ποσοστό των παραδοσιακών ιδίων πόρων· εκτιμώντας ότι ο ανά χείρας ΣΔΠ λαμβάνει υπόψη την προσαρμογή αυτή,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς το εάν η αύξηση αυτή στην παρακράτηση εξόδων κόστους – από 10% σε 25% - είναι δικαιολογημένη όσον αφορά το πραγματικό κόστος στο οποίο υποβάλλονται τα κράτη μέλη κατά τη συγκέντρωση των παραδοσιακών ιδίων πόρων,

Η.  σημειώνοντας ότι το οριστικό υπόλοιπο από το 2001 θα περιληφθεί σε άλλον ΣΔΠ που θα υποβληθεί από την Επιτροπή τον Μάιο 2002,

1.  θεωρεί ότι δεν πρέπει να αυξηθεί ασκόπως ο αριθμός των διαδικασιών του προϋπολογισμού για τροποποίηση και διόρθωση των προϋπολογισμών και ζητεί από την Επιτροπή να χρησιμοποιεί το δικαίωμα πρωτοβουλίας με πιο ορθολογικό τρόπο·

2.  σημειώνει ότι η πρώτη εκτίμηση του πλεονάσματος από το προηγούμενο οικονομικό έτος είναι εξαιρετικά υψηλή· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει έως τον Μάιο 2002 ανάλυση των αιτίων μιας τέτοιας απαράδεκτης κατάστασης προκειμένου να εκτιμήσει, θέση προς θέση του προϋπολογισμού, εάν η ευθύνη μπορεί να καταλογισθεί στη διαχείριση της Επιτροπής, στα κράτη μέλη ή στις περιφερειακές αρχές και/ή στους δικαιούχους·

3.  σημειώνει ότι, για άλλη μία φορά, η ανελαστικότητα του συστήματος αποκλείει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν ανεκτέλεστες πιστώσεις για άλλες ανάγκες και προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει σχετικές προτάσεις·

4.  θεωρεί ότι πρέπει να διατεθούν τώρα για το 2002 επιπρόσθετες πιστώσεις πληρωμών, εντός του υφιστάμενου ανώτατου ορίου, ούτως ώστε να μην αυξηθεί απερίσκεπτα το υπόλοιπο των εκκρεμουσών πληρωμών για το μέλλον (RAL)· εκφράζει την άποψη αυτή ειδικά με γνώμονα το γεγονός ότι η Επιτροπή υπέδειξε ότι μπορεί ήδη από τώρα να προβλέψει ότι η κατάσταση όσον αφορά τις πιστώσεις πληρωμών θα γίνει πιο δύσκολη για τον προϋπολογισμό του 2003· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει με τον ΣΔΠ 3/2002, ενδελεχή και ακριβέστερη εκτίμηση των αναγκών για το 2002·

5.  επιδοκιμάζει την απόφαση επί του προϋπολογισμού για εισαγωγή τροποποιήσεων στο σχέδιο συμπληρωματικού και διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 2/2002 του Συμβουλίου·

6.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ L 111 της 20.4.2001, σ. 1.
(2) ΕΕ L 29 της 31.1.2002.
(3) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1.
(4) ΕΕ L 253 της 7.10.2000, σ. 42.
(5) ΕΕ C 189 της 7.7.2000, σ. 72


Υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη *
PDF 607kWORD 198k
Κείμενο
Ψήφισμα
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου με την οποία ορίζονται ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη (COM(2001) 181 - C5-0248/2001 - 2001/0091(CNS))
P5_TA(2002)0202A5-0112/2002

Η εν λόγω πρόταση τροποποιείται ως ακολούθως:

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή(1)   Τροπολογίες του Κοινοβουλίου
Τροπολογία 1
Αιτιολογική σκέψη 1
Ηκοιν  ή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Κοινότητα.
Ηκοιν  ή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τροπολογία 2
Αιτιολογική σκέψη 1α (νέα)
1α. Το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 1998 όσον αφορά την άριστη δυνατή εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης του Άμστερνταμ για την δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης1, προέβλεπε την έγκριση, το ταχύτερο δυνατόν και σε συμφωνία με τις διατάξεις της Συνθήκης του Άμστερνταμ, στοιχειωδών κανόνων για τις συνθήκες υποδοχής όσων ζητούν άσυλο.
______________
1 ΕΕ C 19 της 23.1.1999, σ. 1
Τροπολογία 3
Αιτιολογική σκέψη 2
ΤοΕυρωπα  ϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να εργαστεί για τη θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, βασιζόμενου στην πλήρη και συνολική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, ώστε κανείς να μην αποστέλλεται πίσω εκεί όπου θα υποστεί διώξεις, δηλαδή να τηρηθεί η αρχή της μη επαναπροώθησης.
ΤοΕυρωπα  ϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να εργαστεί για τη θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, βασιζόμενου στην πλήρη και συνολική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, ώστε κανείς να μην αποστέλλεται πίσω εκεί όπου θα υποστεί διώξεις, κατα εφαρμογή της αρχής του διεθνούς δικαίου σχετικά με τη μη επαναπροώθηση.
Τροπολογία 4
Αιτιολογική σκέψη 3
ΣταΣυμπερ  άσματα του Τάμπερε προβλέπεται ότι το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου πρέπει να περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμα κοινές ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο.
ΣταΣυμπερ  άσματα του Τάμπερε προβλέπεται ότι το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου πρέπει να περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμα κοινές ελάχιστες απαιτήσεις που θα ρυθμίζουν τις στοιχειώδεις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο.
Τροπολογία 5
Αιτιολογική σκέψη 3α (νέα)
(3α) Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν περαιτέρω μηχανισμοί που θα επιτρέπουν μια καλύτερη και πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν από τα μεταναστευτικά ρεύματα.
Τροπολογία 6
Αιτιολογική σκέψη 3β (νέα)
(3β) Το Ευρωπαϊκό Κοινό Καθεστώς Ασύλου θα πρέπει να ανεβάσει και όχι να κατεβάσει το επίπεδο των απαιτήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τροπολογία 7
Αιτιολογική σκέψη 4
Ηπαρο  ύσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που εξαγγέλλονται, ιδίως, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία αποβλέπει στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του δικαιώματος ασύλου των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν, καθώς επίσης στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων 1 και 18 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ηπαρο  ύσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που εξαγγέλλονται, ιδίως, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία αποβλέπει στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του δικαιώματος ασύλου των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν, καθώς επίσης στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων 1, 18 και 19 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τροπολογία 8
Αιτιολογική σκέψη 6
Ε  ίναι σκόπιμο να θεσπισθούν ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο, οι οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα είναι επαρκείς για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης και συγκρίσιμων συνθηκών διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη.
Ε  ίναι σκόπιμο να θεσπισθούν ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο, οι οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα τους εξασφαλίζουν αξιοπρεπές και συγκρίσιμο επίπεδο διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη.
Τροπολογία 9
Αιτιολογική σκέψη 6α (νέα)
(6α) Η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο αποτελεί ένα καλό βήμα προς τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου. Τούτο όμως δεν αίρει την ανάγκη μεγαλύτερης εναρμόνισης της πολιτικής ασύλου μεταξύ των κρατών μελών. Μια κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση επιβάλλεται σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Τροπολογία 10
Αιτιολογική σκέψη 7
Εκτιμ  άται ότι η εναρμόνιση των συνθηκών υποδοχής των αιτούντων άσυλο θα συμβάλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των προσώπων αυτών οι οποίες οφείλονται στην ανομοιογένεια των συνθηκών υποδοχής τους.
Εκτιμ  άται ότι η εναρμόνιση των συνθηκών υποδοχής των αιτούντων άσυλο θα συμβάλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των προσώπων αυτών, όταν οι μετακινήσεις αυτές οφείλονται κυρίως στην ανομοιογένεια των συνθηκών υποδοχής τους.
Τροπολογία 11
Αιτιολογική σκέψη 9
Οαριθμ  ός και η στάθμη των συνθηκών υποδοχής είναι σκόπιμο να αυξάνονται στην περίπτωση των διαδικασιών μεγάλης χρονικής διάρκειας, υπό την προϋπόθεση ότι η μεγάλη χρονική διάρκεια της διαδικασίας δεν είναι αποτέλεσμα της αρνητικής συμπεριφοράς του αιτούντος άσυλο.
Διαγράφεται
Τροπολογία 12
Αιτιολογική σκέψη 10
Ηυποδοχ  ή των ομάδων που έχουν ειδικές ανάγκες πρέπει να έχει σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη των αναγκών αυτών.
Ηυποδοχ  ή των ομάδων και ατόμων που έχουν ειδικές ανάγκες πρέπει να έχει σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη των αναγκών αυτών.
Τροπολογία 15
Αιτιολογική σκέψη 15
Πρ  έπει να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των εθνικών συστημάτων υποδοχής και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα υποδοχής των αιτούντων άσυλο.
Πρ  έπει να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των εθνικών συστημάτων και η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα συνθηκών υποδοχής των αιτούντων άσυλο.
Τροπολογία 16
Αιτιολογική σκέψη 17
Εξορισμο  ύ, οι ελάχιστες απαιτήσεις επιτρέπουν στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες που ζητούν διεθνή προστασία από ένα κράτος μέλος.
Εξορισμο  ύ, οι ελάχιστες απαιτήσεις επιτρέπουν στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες που ζητούν διεθνή προστασία από ένα κράτος μέλος, από ό,τι οι προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία.
Τροπολογία 17
Αιτιολογική σκέψη 19
Τακρ  άτη μέλη πρέπει να προβλέψουν κυρώσεις για τις περιπτώσεις παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζουν σύμφωνα με τη παρούσα οδηγία.
Τακρ  άτη μέλη πρέπει να προβλέψουν κυρώσεις για τις περιπτώσεις διαπιστωμένης παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζουν σύμφωνα με τη παρούσα οδηγία.
Τροπολογία 18
Αιτιολογική σκέψη 21
Σ  ύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, που διατυπώνονται στο άρθρο 5 της συνθήκης, ο στόχος των προτεινόμενων μέτρων, δηλαδή η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, δεν μπορεί να επιτευχθεί από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των συνεπειών των προτεινόμενων μέτρων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο από την Κοινότητα. Η παρούσα οδηγία περιορίζεται στο ελάχιστο απαιτούμενο για την επίτευξη αυτών των στόχων και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για το σκοπό αυτό,
Σ  ύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ, ο στόχος των προτεινόμενων μέτρων, δηλαδή η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, δεν μπορεί να επιτευχθεί κατά τρόπο επαρκή από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των συνεπειών των προτεινόμενων μέτρων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο από την Κοινότητα. Η παρούσα οδηγία, σε συμφωνία με την αρχή της αναλογικότητας που επίσης διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ, περιορίζεται στο ελάχιστο απαιτούμενο για την επίτευξη αυτών των στόχων και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για το σκοπό αυτό,
Τροπολογία 19
Άρθρο 1
Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη.
Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή υπηκόων τρίτων χωρών καθώς και απάτριδων που ζητούν άσυλο καθώς και για άλλες μορφές διεθνούς προστασίας στα κράτη μέλη.
Τροπολογία 20
Άρθρο 2, στοιχείο α)
α) "σύμβαση της Γενεύης", η σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων που υπογράφτηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951, όπως συμπληρώθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967·
α) "σύμβαση της Γενεύης", η σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων που υπογράφτηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951, όπως συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967·
Τροπολογία 21
Άρθρο 2, στοιχείο β)
β) "αίτηση για χορήγηση ασύλου", η αίτηση με την οποία υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις ζητά διεθνή προστασία από ένα κράτος μέλος και η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι θεμελιώνεται στο γεγονός ότι το πρόσωπο αυτό είναι πρόσφυγας κατά την έννοια του άρθρου 1(Α) της σύμβασης της Γενεύης. Κάθε αίτηση για την παροχή διεθνούς προστασίας αντιμετωπίζεται ως αίτηση χορήγησης ασύλου, εκτός αν ο αιτών υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις ζητά ρητώς να του παρασχεθεί κάποια άλλη μορφή προστασίας η οποία είναι δυνατό να ζητηθεί αυτοτελώς·
β) "αίτηση για χορήγηση ασύλου", η αίτηση για οποιοδήποτε είδος διεθνούς προστασίας βάση, είτε του άρθρου 1(Α) της Σύμβασης της Γενεύης είτε οποιαδήποτε άλλης μορφής προστασίας χορηγούμενη από κράτος μέλος.
Τροπολογία 114
Άρθρο 2, στοιχείο γ)
γ) "αιτών" ή "αιτών άσυλο", ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση χορήγησης ασύλου, εφόσον δεν έχει εκδοθεί ακόμη τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησης. Μία απόφαση θεωρείται τελεσίδικη όταν έχουν εξαντληθεί όλα τα σχετικά ένδικα μέσα τα οποία προβλέπονται στην οδηγία .../.../ΕΚ του Συμβουλίου για τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα(1)
γ) "αιτών", ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση χορήγησης ασύλου ή άλλης μορφής διεθνούς προστασίας, εφόσον δεν έχει εκδοθεί ακόμη τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησης. Μία απόφαση θεωρείται τελεσίδικη όταν έχουν εξαντληθεί όλα τα σχετικά ένδικα μέσα.
(1)  COM (2000) 578 τελικό
Τροπολογία 115
Άρθρο 2, στοιχείο δ) εισαγωγή και σημείο i)
(δ) "μέλη της οικογένειας", τα ακόλουθα μέλη της οικογένειας του αιτούντος, υπό την προϋπόθεση ότι η οικογένεια υπήρχε ήδη στη χώρα καταγωγής:
(δ) "μέλη της οικογένειας", τα ακόλουθα μέλη της οικογένειας του αιτούντος:
(i) ο/η σύζυγος ή ο/η σύντροφος που διατηρεί σταθερή σχέση με τον αιτούντα σε ελεύθερη ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τα παντρεμένα και τα ανύπανδρα ζευγάρια·
(i) ο/η σύζυγος ή ο/η σύντροφος, ανεξαρτήτως φύλου που διατηρεί σταθερή σχέση με τον αιτούντα σε ελεύθερη ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία ή η πρακτική του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση αντιμετωπίζει με αντίστοιχο τρόπο τα παντρεμένα και τα ανύπανδρα ζευγάρια ή τα ζευγάρια ιδίου φύλου·
Τροπολογία 25
Άρθρο 2, στοιχείο δ), σημείο ii)
ii) τα τέκνα του ζεύγους που μνημονεύεται στο σημείο (i) ή τα τέκνα του αιτούντος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ανύπανδρα και οικονομικώς εξαρτημένα, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα·
ii) τα τέκνα του ζεύγους που μνημονεύεται στο σημείο (i) ή τα τέκνα του αιτούντος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ανήλικα, ανύπανδρα και οικονομικώς εξαρτημένα, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα·
Τροπολογία 26
Άρθρο 2, στοιχείο στ)
στ) "πρόσφυγας", κάθε πρόσωπο το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1(Α) της σύμβασης της Γενεύης·
στ) "πρόσφυγας", κάθε υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1(Α) της σύμβασης της Γενεύης·
Τροπολογία 27
Άρθρο 2, στοιχείο ζ)
ζ) "καθεστώς πρόσφυγα", το καθεστώς που χορηγεί ένα κράτος μέλος σε ένα πρόσωπο που είναι πρόσφυγας και γίνεται δεκτό υπό την ιδιότητα αυτή στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους·
ζ) "καθεστώς πρόσφυγα", το καθεστώς που χορηγεί ένα κράτος μέλος σε ένα πρόσωπο που έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας και γίνεται δεκτό υπό την ιδιότητα αυτή στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους ή του επιτρέπεται να παραμείνει και να διαμένει στο κράτος αυτό·
Τροπολογία 28
Άρθρο 2, στοιχείο ι)
ι) "συνθήκες υποδοχής", η πλήρης δέσμη μέτρων που τα κράτη μέλη εφαρμόζουν προς όφελος των αιτούντων άσυλο κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·
ι) "συνθήκες υποδοχής", η πλήρης δέσμη μέτρων που τα κράτη μέλη προβλέπουν για τους αιτούντες άσυλο και θα εφαρμόσουν προς όφελός τους κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·
Τροπολογία 29
Άρθρο 2, στοιχείο ια)
κ) "υλικές συνθήκες υποδοχής", οι συνθήκες υποδοχής που περιλαμβάνουν την παροχή στέγης, τροφής και ρουχισμού (σε είδος ή υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος ή δελτίων), καθώς και ένα βοήθημα για τα καθημερινά έξοδα·
ια) "υλικές συνθήκες υποδοχής", οι συνθήκες υποδοχής που περιλαμβάνουν, καταελάχιστο, την παροχή στέγης, τροφής και ρουχισμού (σε είδος ή υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος)·
Τροπολογία 30
Άρθρο 2, στοιχείο ιβ)
λ) "κράτηση", ο περιορισμός σε συγκεκριμένο χώρο που επιβάλλει ένα κράτος μέλος σε αιτούντα άσυλο, όπως σε φυλακές, κρατητήρια ή ζώνες διερχομένων στους αερολιμένες, όπου η ελευθερία μετακίνησης του αιτούντος περιορίζεται σημαντικά·
ιβ) "κράτηση", ο περιορισμός σε συγκεκριμένο χώρο που επιβάλλει ένα κράτος μέλος σε αιτούντα άσυλο, όπου η ελευθερία μετακίνησης του αιτούντος περιορίζεται σημαντικά·
Τροπολογία 31
Άρθρο 2, στοιχείο ιγ)
μ) "κέντρο φιλοξενίας", κάθε χώρος που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την ομαδική φιλοξενία των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν·
ιγ) "κέντρο φιλοξενίας", κάθε χώρος που χρησιμοποιείται για την ομαδική φιλοξενία των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν·
Τροπολογία 32
Άρθρο 2, στοιχείο ιδ)
ν) "κέντρο κράτησης", οποιοδήποτε μέρος το οποίο χρησιμοποιείται για τη διαμονή, υπό συνθήκες κράτησης, των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν, περιλαμβανομένων των κέντρων φιλοξενίας όταν ισχύει απαγόρευση εξόδου των αιτούντων από αυτά.
ιδ) "κέντρο κράτησης", οποιοδήποτε μέρος το οποίο χρησιμοποιείται για τη διαμονή, υπό συνθήκες κράτησης, των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν.
Τροπολογία 33
Άρθρο 3, παράγραφος 1
Ηπαρο  ύσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση ασύλου στα σύνορα ή στο έδαφος κράτους μέλους, καθώς και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους.
Ηπαρο  ύσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους απάτριδες που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση ασύλου ή άλλης μορφής διεθνούς προστασίας στα σύνορα ή στο έδαφος κράτους μέλους, καθώς και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους.
Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις που η εξέταση μίας αίτησης χορήγησης ασύλου γίνεται στο πλαίσιο διαδικασίας με την οποία κρίνεται το δικαίωμα του αιτούντος να εισέλθει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους.
Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις που η εξέταση μίας αίτησης χορήγησης ασύλου ή άλλης μορφής διεθνούς προστασίας γίνεται στο πλαίσιο διαδικασίας με την οποία κρίνεται το δικαίωμα του αιτούντος να εισέλθει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους.
Τροπολογία 34
Άρθρο 3, παράγραφος 3
Τακρ  άτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων παροχής άλλων μορφών προστασίας εκτός από εκείνη που απορρέει από τη σύμβαση της Γενεύης σε σχέση με υπηκόους τρίτων χωρών και απάτριδες που διαπιστώνεται ότι δεν είναι πρόσφυγες.
Διαγράφεται
Τροπολογία 35
Άρθρο 4
Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο, υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συμβιβάζονται με την παρούσα οδηγία.
Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή πρέπει να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο, υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συμβιβάζονται με την παρούσα οδηγία.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η παρούσα οδηγία για την τροποποίηση των ευνοϊκότερων διατάξεων που υφίστανται στα κράτη μέλη.
Τροπολογία 36
Άρθρο 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο
Αμ  έσως μετά την υποβολή αίτησης για τη χορήγηση ασύλου, τα κράτη μέλη ενημερώνουν τους αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους για τα ευεργετήματα τα οποία δικαιούνται και για τις υποχρεώσεις τις οποίες οφείλουν να τηρούν σε σχέση με τις συνθήκες υποδοχής.
Αμ  έσως μετά την υποβολή αίτησης για τη χορήγηση ασύλου, τα κράτη μέλη ενημερώνουν κάθε αιτούντα και κάθε συνοδεύον μέλος της οικογένειάς του για τα ευεργετήματα τα οποία δικαιούνται και για τις υποχρεώσεις τις οποίες οφείλουν να τηρούν σε σχέση με τις συνθήκες υποδοχής.
Τροπολογία 37
Άρθρο 5, παράγραφος 3
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν την παροχή των πληροφοριών που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 σε γραπτή μορφή και, κατά το μέτρο του δυνατού, σε γλώσσα κατανοητή στους αιτούντες.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν την παροχή των πληροφοριών που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 σε γραπτή μορφή και σε γλώσσα την οποία πρέπει λογικά να κατανοούν οι αιτούντες. Εάν είναι αναγκαίο, οι πληροφορίες αυτές παρέχονται προφορικά.
Τροπολογία 39
Άρθρο 5, παράγραφος 4
Οιαιτο  ύντες ενημερώνονται για τη δυνατότητα συμμετοχής τους σε τυχόν μαθήματα γλώσσας και προγράμματα οικειοθελούς επαναπατρισμού.
διαγράφεται
Τροπολογία 40
Άρθρο 6, παράγραφος 5
Τακρ  άτη μέλη χορηγούν στους αιτούντες άσυλο ένα ταξιδιωτικό έγγραφο οσάκις ανακύπτουν σοβαροί ανθρωπιστικοί λόγοι οι οποίοι υπαγορεύουν την παρουσία των προσώπων αυτών σε άλλο κράτος.
Τακρ  άτη μέλη οφείλουν να χορηγούν στους αιτούντες άσυλο ένα ταξιδιωτικό έγγραφο και θεώρηση διαβατηρίου οσάκις ανακύπτουν σοβαροί ανθρωπιστικοί λόγοι οι οποίοι υπαγορεύουν την παρουσία των προσώπων αυτών σε άλλο κράτος.
Τροπολογία 41
Άρθρο 7, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους ατομική ελευθερία μετακίνησης στο σύνολο ή σε συγκεκριμένο τμήμα του εδάφους τους υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
Τακρ  άτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους ατομική ελευθερία μετακίνησης στο σύνολο του εδάφους τους και μπορούν μόνον να αποφασίσουν να την περιορίσουν σε συγκεκριμένο τμήμα για εξαιρετικούς λόγους, όταν είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή προκειμένου να επιτραπεί η ταχύτερη διεκπεράιωση των αιτήσεων.
Τροπολογία 44
Άρθρο 7, παράγραφος 6
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να απαιτούν από τους αιτούντες στους οποίους παρέχεται η δυνατότητα επιλογής του τόπου διαμονής τους να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές την τρέχουσα διεύθυνσή τους και να τις ειδοποιούν για οποιαδήποτε μεταβολή της διεύθυνσης αυτής το συντομότερο δυνατό.
Τακρ  άτη μέλη απαιτούν από τους αιτούντες στους οποίους παρέχεται η δυνατότητα επιλογής του τόπου διαμονής τους να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές την τρέχουσα διεύθυνσή τους και να τις ειδοποιούν για οποιαδήποτε μεταβολή της διεύθυνσης αυτής αμέσως.
Τροπολογία 45
Άρθρο 7, παράγραφος 6α (νέα)
6α. Στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη κρατούν όσους περιμένουν απέλαση ύστερα από ανεπιτυχή αίτηση χορήγησης ασύλου, η κράτηση αυτή θα γίνεται σε εγκαταστάσεις διαφορετικές από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 16.
Τροπολογία 46
Άρθρο 11
Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν την υποβολή των αιτούντων σε ιατρικές εξετάσεις. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι αρμόδιοι για τη διενέργεια των ιατρικών εξετάσεων φορείς να είναι ασφαλείς και να μην προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν την υποβολή των αιτούντων σε ιατρικές εξετάσεις. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι αρμόδιοι για τη διενέργεια των ιατρικών εξετάσεων φορείς να είναι ασφαλείς και να μην προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ιδιωτική ζωή, διασφαλίζοντας νομικά το απόρρητο των αποτελεσμάτων των εξετάσεων και ότι τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της διαδικασίας.
Τα κράτη μέλη παρέχουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε όλους τους αιτούντες άσυλο που είναι ασθενείς .
Τροπολογία 47
Άρθρο 12, παράγραφος 1, πρώτο και δεύτερο εδάφιο
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο και οι ανήλικοι αιτούντες άσυλο έχουν πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, υπό προϋποθέσεις ίδιες με αυτές που ισχύουν για τους ημεδαπούς, μέχρι τη στιγμή που καθίσταται πράγματι εκτελεστή εντολή προς απέλαση κατά των ιδίων των ανηλίκων ή των γονέων τους.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο και οι ανήλικοι αιτούντες άσυλο έχουν πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα και καλύπτονται από την υποχρέωση σχολικής εκπαίδευσης, υπό προϋποθέσεις ίδιες με αυτές που ισχύουν για τους ημεδαπούς, μέχρι τη στιγμή που καθίσταται πράγματι εκτελεστή εντολή προς απέλαση κατά των ιδίων των ανηλίκων ή των γονέων τους.
Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν την πρόσβαση αυτή στη δημόσια εκπαίδευση.
Τροπολογία 48
Άρθρο 12, παράγραφος 2
Ηπρ  όσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν επιτρέπεται να αναστέλλεται για περισσότερες από 65 εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης του ανηλίκου ή των γονέων του.
Ηπρ  όσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα χορηγείται το ταχύτερο δυνατό και δεν επιτρέπεται να αναστέλλεται για περισσότερες από 21 εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης του ανηλίκου ή των γονέων του.
Τροπολογία 49
Άρθρο 12, παράγραφος 3
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν την προσφορά γλωσσικών μαθημάτων στους ανηλίκους για τους οποίους γίνεται μνεία στην παράγραφο 1, αν η μη γνώση της γλώσσας του οικείου κράτους μέλους καθιστά αδύνατη την παρακολούθηση της σχολικής εκπαίδευσης.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν την προσφορά μαθημάτων γλωσσικής υποστήριξης στους ανηλίκους για τους οποίους γίνεται μνεία στην παράγραφο 1, ιδιαίτερα όταν η άγνοια της γλώσσας του κράτους μέλους υποδοχής καθιστά αδύνατη την παρακολούθηση της σχολικής εκπαίδευσης.
Τροπολογία 50
Άρθρο 12, παράγραφος 3α (νέα)
3α. Τα κράτη μέλη πρέπει να προσφέρουν στα παιδιά που δεν έχουν φθάσει στην ηλικία της υποχρεωτικής σχολικής εκπαίδευσης τη δυνατότητα υποδοχής σε βρεφονηπιακούς σταθμούς ή προσχολικά ιδρύματα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για τους ημεδαπούς.
Τροπολογία 51
Άρθρο 13, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύουν, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του εξαμήνου από την υποβολή της αίτησης, στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους την πρόσβαση στην αγορά εργασίας . Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις προϋποθέσεις που διέπουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος.
Τακρ  άτη μέλη επιτρέπουν, το συντομότερο δυνατό αλλά πάντως εντός τεσσάρων μηνών από την υποβολή της αίτησης, στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους την πρόσβαση στην αγορά εργασίας . Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις προϋποθέσεις που διέπουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος.
Τροπολογία 52
Άρθρο 13, παράγραφος 2
Ηπρ  όσβαση στην αγορά εργασίας δεν ανακαλείται για το μόνο λόγο ότι έχει απορριφθεί αίτηση σε περίπτωση που έχει κατατεθεί έφεση με ανασταλτικό αποτέλεσμα ή οι αιτούντες έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης που τους επιτρέπει να παραμείνουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο όσο εκκρεμεί η έφεση που έχουν ασκήσει κατά της απορριπτικής απόφασης.
Ηπρ  όσβαση στην αγορά εργασίας δεν ανακαλείται για το μόνο λόγο ότι έχει απορριφθεί αίτηση χορήγησης ασύλου, σε περίπτωση που έχει κατατεθεί έφεση με ανασταλτικό αποτέλεσμα ή οι αιτούντες έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης που τους επιτρέπει να παραμείνουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο όσο εκκρεμεί η έφεση που έχουν ασκήσει κατά της απορριπτικής απόφασης.
Τροπολογία 53
Άρθρο 13, παράγραφος 3
Ηπρ  όσβαση στην αγορά εργασίας είναι δυνατό να αποκλεισθεί εάν διαπιστωθεί αρνητική συμπεριφορά του αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 22.
Διαγράφεται
Τροπολογία 54
Άρθρο 14, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη δεν απαγορεύουν στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους να λαμβάνουν επαγγελματική κατάρτιση για χρονικό διάστημα άνω του εξαμήνου από την υποβολή της αίτησής τους. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις προϋποθέσεις που διέπουν την πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος.
Τακρ  άτη μέλη δεν απαγορεύουν στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους να λαμβάνουν επαγγελματική κατάρτιση και άλλη εκπαίδευση για χρονικό διάστημα άνω του εξαμήνου από την υποβολή της αίτησής τους. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις προϋποθέσεις που διέπουν την πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση και άλλη εκπαίδευση μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος.
Τροπολογία 55
Άρθρο 14, παράγραφος 2
Ηπρ  όσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση δεν ανακαλείται για το μόνο λόγο ότι έχει απορριφθεί αίτηση σε περίπτωση που έχει κατατεθεί έφεση με ανασταλτικό αποτέλεσμα ή οι αιτούντες έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης που τους επιτρέπει να παραμείνουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο, όσο εκκρεμεί η έφεση που έχουν ασκήσει κατά απορριπτικής απόφασης.
Ηπρ  όσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση ή άλλη εκπαίδευση δεν ανακαλείται για το μόνο λόγο ότι έχει απορριφθεί αίτηση χορήγησης ασύλου σε περίπτωση που έχει κατατεθεί έφεση με ανασταλτικό αποτέλεσμα ή οι αιτούντες έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης που τους επιτρέπει να παραμείνουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο, όσο εκκρεμεί η έφεση που έχουν ασκήσει κατά απορριπτικής απόφασης.
Τροπολογία 56
Άρθρο 14, παράγραφος 3
Ηπρ  όσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση είναι δυνατό να αποκλεισθεί εάν διαπιστωθεί αρνητική συμπεριφορά του αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 22.
Διαγράφεται
Τροπολογία 57
Άρθρο 15, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας εφέσεων
(α) κατά τη διεξαγωγή τακτικής διαδικασίας, διαδικασίας περί του παραδεκτού ή συνοπτικής διαδικασίας, μέχρι την κοινοποίηση πρωτοβάθμιας απορριπτικής απόφασης·
(β) κατά τη διεξαγωγή κατ' έφεση διαδικασίας, οσάκις η έφεση κατά απορριπτικής απόφασης έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, μέχρι την κοινοποίηση απορριπτικής απόφασης επί της έφεσης·
(γ) όταν οι αιτούντες και τα μέλη της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης βάσει της οποίας δικαιούνται να παραμείνουν στα σύνορα ή στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο για όσο διάστημα εξετάζεται η έφεσή τους κατά απορριπτικής απόφασης.
Τροπολογία 58
Άρθρο 15, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το απαιτούμενο επίπεδο διαβίωσης καθορίζεται με κριτήριο τη χρονική διάρκεια της διαδικασίας.
Διαγράφεται
Τροπολογία 59
Άρθρο 15, παράγραφος 3
Οιυλικ  ές συνθήκες υποδοχής είναι δυνατό να παρέχονται σε είδος ή υπό τη μορφή χρηματικού βοηθήματος ή δελτίων.
Οιυλικ  ές συνθήκες υποδοχής είναι δυνατό να παρέχονται σε είδος ή υπό τη μορφή χρηματικού βοηθήματος.
Τροπολογία 60
Άρθρο 15, παράγραφος 4
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να μειώνουν ή να ανακαλούν τις υλικές συνθήκες υποδοχής τρεις μήνες μετά τη χορήγηση πρόσβασης στην αγορά εργασίας στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους. Στην περίπτωση αυτή και εφόσον τα εν λόγω πρόσωπα δεν είναι οικονομικώς ανεξάρτητα, τα κράτη μέλη τους παρέχουν βοήθημα σίτισης και πρόσβαση σε βασική κοινωνική μέριμνα.
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να μειώνουν ή να ανακαλούν τις υλικές συνθήκες υποδοχής τρεις μήνες μετά τη χορήγηση πρόσβασης στην αγορά εργασίας στους αιτούντες και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους και εφόσον έχουν εξασφαλίσει εργασία. Στην περίπτωση αυτή και εφόσον τα εν λόγω πρόσωπα δεν είναι οικονομικώς ανεξάρτητα, τα κράτη μέλη τους παρέχουν πρόσβαση σε βασικά κοινωνικά ευεργετήματα.
Τροπολογία 61
Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο γ)
(γ) στέγαση σε ιδιωτικές κατοικίες, διαμερίσματα ή ξενοδοχεία·
(γ) στέγαση σε ιδιωτικές κατοικίες, διαμερίσματα, ξενοδοχεία ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή στέγασης η οποία εξασφαλίζει κατάλληλο επίπεδο υγείας και ευημερίας·
Τροπολογία 62
Άρθρο 16, παράγραφος 1, στοιχείο δ)
(δ) παροχή χρηματικού βοηθήματος ή δελτίων τα οποία πρέπει να επιτρέπουν στους αιτούντες να εξεύρουν ανεξάρτητη κατοικία.
(δ) παροχή χρηματικού βοηθήματος το οποίο πρέπει να επιτρέπει στους αιτούντες να εξεύρουν ανεξάρτητη κατοικία.
Τροπολογία 63
Άρθρο 16, παράγραφος 2, στοιχείο α)
(α) πρόσβαση σε κατεπείγουσα ιατρική και ψυχολογική περίθαλψη και σε ιατρική περίθαλψη που δεν επιδέχεται αναβολή·
(α) πρόσβαση σε ιατρική και ψυχολογική περίθαλψη·
Τροπολογία 65
Άρθρο 16, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους προστατεύονται από σεξουαλική κακοποίηση στους χώρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στοιχεία α) και β).
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους προστατεύονται από κάθε μορφής κακοποίηση, εγγυώμενα την ασφάλειά τους.
Τροπολογία 66
Άρθρο 16, παράγραφος 3
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων και οι ανήλικοι αιτούντες διαμένουν με τους γονείς τους ή με τον ενήλικα συγγενή που ασκεί την επιμέλειά τους σύμφωνα με τη νομοθεσία ή με βάση το εθιμικό δίκαιο. Τα ανήλικα τέκνα αιτούντων ή οι ανήλικοι αιτούντες την επιμέλεια των οποίων ασκούν ενήλικοι συγγενείς που διαμένουν ήδη στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο έχουν το δικαίωμα να διαμένουν με τους συγγενείς τους όσο διαρκεί η παραμονή τους στη χώρα.
Τακρ  άτη μέλη φροντίζουν ώστε τα μέλη της ίδιας οικογένειας να στεγάζονται μαζί. Τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων και οι ανήλικοι αιτούντες διαμένουν με τον ενήλικα συγγενή που ασκεί την επιμέλειά τους σύμφωνα με τη νομοθεσία ή με βάση το εθιμικό δίκαιο. Αιτούντες οι οποίοι έχουν συγγενείς που διαμένουν ήδη στο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο έχουν το δικαίωμα να διαμένουν με τους συγγενείς τους όσο διαρκεί η παραμονή τους στη χώρα.
Τροπολογία 67
Άρθρο 16, παράγραφος 4
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μεταφορές αιτούντων από έναν χώρο διαμονής σε άλλον να πραγματοποιούνται μόνο όταν είναι αναγκαίες για την εξέταση της σχετικής αίτησης ή για λόγους ασφαλείας. Τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες τη δυνατότητα να ενημερώνουν τους συνηγόρους τους για τη μεταφορά και για το νέο τόπο διαμονής τους.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μεταφορές αιτούντων από έναν χώρο διαμονής σε άλλον να πραγματοποιούνται μόνο όταν είναι αναγκαίες. Τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες τη δυνατότητα να ενημερώνουν τους συνηγόρους τους για τη μεταφορά και για το νέο τόπο διαμονής τους.
Τροπολογία 68
Άρθρο 16, παράγραφος 5
Τοπροσωπικ  ό που εργάζεται στα κέντρα φιλοξενίας πρέπει να έχει δεχθεί εξειδικευμένη κατάρτιση ή να διαθέτει εξειδικευμένη προϋπηρεσία η οποία να ανταποκρίνεται στα χαρακτηριστικά και στις ειδικές ανάγκες των αιτούντων άσυλο και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν. Το εν λόγω προσωπικό υπέχει καθήκον εχεμύθειας.
Τοπροσωπικ  ό που εργάζεται στα κέντρα φιλοξενίας πρέπει να έχει δεχθεί κατάλληλη κατάρτιση και υπέχει καθήκον εχεμύθειας, όσον αφορά τις πληροφορίες που γνωρίζει λόγω της εργασίας του.
Τροπολογία 69
Άρθρο 16, παράγραφος 6
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στους αιτούντες να συμμετέχουν στη διαχείριση των υλικών μέσων αλλά και των άυλων παραμέτρων της ζωής στο κέντρο μέσω ενός αντιπροσωπευτικού συμβουλευτικού οργάνου ή συμβουλίου, με ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών.
Τακρ  άτη μέλη οφείλουν να επιτρέπουν στους αιτούντες να συμμετέχουν στη διαχείριση των υλικών μέσων αλλά και των άυλων παραμέτρων της ζωής στο κέντρο μέσω ενός αντιπροσωπευτικού συμβουλευτικού οργάνου ή συμβουλίου των ενοίκων του, με ισόρροπη εκπροσώπηση εθνικοτήτων και ανδρών και γυναικών.
Τροπολογία 70
Άρθρο 16, παράγραφος 7
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των συνηγόρων και των νομικών συμβούλων των αιτούντων άσυλο, των εκπροσώπων της UNHCR και των συναφών ΜΚΟ σε όλους τους χώρους διαμονής. Περιορισμοί της πρόσβασης αυτής επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνο για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια των κέντρων και των αιτούντων.
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των συνηγόρων και των νομικών συμβούλων των αιτούντων άσυλο, των εκπροσώπων της UNHCR και των συναφών ΜΚΟ σε όλους τους χώρους διαμονής.
Τροπολογία 71
Άρθρο 16, παράγραφος 8
Ηστ  έγαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στοιχείο α) παρέχεται στους αιτούντες άσυλο και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους όταν είναι υποχρεωμένοι να περιμένουν επί 12 ώρες και πλέον την έκδοση απόφασης σχετικά με το δικαίωμά τους να εισέλθουν στο έδαφος.
Ηστ  έγαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στοιχείο α) παρέχεται στους αιτούντες άσυλο και στα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους όταν είναι υποχρεωμένοι να περιμένουν επί 12 ώρες και πλέον την έκδοση απόφασης σχετικά με το δικαίωμά τους να εισέλθουν στο έδαφος. Στην περίπτωση μαζικής άφιξης εκτοπισμένων, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν άλλες συνθήκες στέγασης.
Τροπολογία 72
Άρθρο 17, παράγραφος 1, πρώτο και δεύτερο εδάφιο
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το συνολικό ύψος των χρηματικών βοηθημάτων ή των δελτίων που χορηγούνται με σκοπό την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής είναι αρκετό ώστε οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους να μην περιέρχονται σε κατάσταση ένδειας.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το συνολικό ύψος των χρηματικών βοηθημάτων που χορηγούνται με σκοπό την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής είναι αρκετό ώστε οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους να μην περιέρχονται σε κατάσταση ένδειας όπως αυτή ορίζεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.
Ακόμη και στην περίπτωση που ένας αιτών που δικαιούται να λάβει αυτά τα χρηματικά βοηθήματα ή τα δελτία έχει τη δυνατότητα να κατοικήσει με συγγενείς ή φίλους, τα κράτη μέλη δύνανται να του χορηγούν το 50% των χρηματικών βοηθημάτων ή των δελτίων που δικαιούται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
Ακόμη και στην περίπτωση που ένας αιτών που δικαιούται να λάβει αυτά τα χρηματικά βοηθήματα έχει τη δυνατότητα να κατοικήσει με συγγενείς ή φίλους, τα κράτη μέλη δεν δύνανται να μειώνουν το ύψος των βοηθημάτων που δικαιούται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
Τροπολογία 73
Άρθρο 17, παράγραφος 2
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν τη μη καταβολή χρηματικού βοηθήματος για τα καθημερινά έξοδα σε αιτούντες άσυλο οι οποίοι τελούν υπό κράτηση.
Διαγράφεται
Τροπολογία 74
Άρθρο 18
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους σε ανεξάρτητη αρχή η οποία είναι αρμόδια για την εξέταση των καταγγελιών και την επίλυση των διαφορών που σχετίζονται με τις υλικές συνθήκες υποδοχής οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 15, 16 και 17.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αιτούντες άσυλο και τα συνοδεύοντα μέλη των οικογενειών τους μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες ενώπιον αρμοδίου διοικητικού οργάνου για την επίλυση των διαφορών που σχετίζονται με τις υλικές συνθήκες υποδοχής οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 15, 16 και 17.
Τροπολογία 75
Άρθρο 19, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να ζητούν από τους αιτούντες που έχουν τη σχετική οικονομική δυνατότητα να συμβάλουν στην κάλυψη του κόστους των υλικών συνθηκών υποδοχής τους ή να το καταβάλουν εξ ολοκλήρου. Οι αποφάσεις για τη μη δωρεάν παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής λαμβάνονται κατά τρόπο ατομικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο και είναι αιτιολογημένες.
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να ζητούν από τους αιτούντες που έχουν τη σχετική οικονομική δυνατότητα να συμβάλουν, εν όλω ή εν μέρει, στην κάλυψη του κόστους των υλικών συνθηκών υποδοχής τους. Οι αποφάσεις για τη μη δωρεάν παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής λαμβάνονται κατά τρόπο ατομικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο και βασίζονται στις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες των αιτούντων άσυλο και των συνοδευόντων μελών των οικογενειών τους.
Τροπολογία 76
Άρθρο 20, τίτλος
Ιατρική και ψυχολογική περίθαλψη κατά τη διάρκεια της τακτικής διαδικασίας
Υγειονομική και ψυχολογική περίθαλψη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για τη διεκπεραίωση της αίτησης
Τροπολογία 77
Άρθρο 20, παράγραφος 1, εισαγωγική πρόταση
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους σε πρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη που παρέχεται από τους γενικούς ιατρούς, σε ψυχολογική περίθαλψη και σε ιατρική περίθαλψη η οποία δεν επιδέχεται αναβολή:
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους σε πρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη που παρέχεται από τους γενικούς ιατρούς, σε ψυχολογική περίθαλψη και σε ιατρική περίθαλψη η οποία δεν επιδέχεται αναβολή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας εφέσεων
Τροπολογία 78
Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο α)
(α) κατά τη διεξαγωγή της τακτικής διαδικασίας που οδηγεί στην αναγνώριση ή την απόρριψη του καθεστώτος του πρόσφυγα, μέχρι την κοινοποίηση απορριπτικής πρωτοβάθμιας απόφασης·
Διαγράφεται
Τροπολογία 79
Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο β)
(β) κατά τη διεξαγωγή κατ' έφεση διαδικασίας, οσάκις η έφεση κατά απορριπτικής απόφασης εκδοθείσας στο πλαίσιο τακτικής διαδικασίας έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, μέχρι την κοινοποίηση απορριπτικής απόφασης επί της έφεσης·
Διαγράφεται
Τροπολογία 80
Άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο γ)
(γ) όταν οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης βάσει της οποίας δικαιούνται να παραμείνουν στα σύνορα ή στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση για άσυλο για όσο διάστημα εξετάζεται η έφεσή τους κατά απορριπτικής απόφασης που εκδόθηκε στο πλαίσιο τακτικής διαδικασίας.
Διαγράφεται
Τροπολογία 81
Άρθρο 20, παράγραφος 2
Στιςπεριπτ  ώσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους οσάκις πρόκειται για έγκυες γυναίκες, ανηλίκους, πρόσωπα που πάσχουν από διανοητικές ασθένειες, μειονεκτούντα άτομα ή θύματα βιασμού ή άλλων μορφών βίας που σχετίζεται με το φύλο.
Στιςπεριπτ  ώσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να καλύψουν τις ειδικές ανάγκες των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους οσάκις πρόκειται για έγκυες γυναίκες, ηλικιωμένους, ανηλίκους, πρόσωπα που πάσχουν από διανοητικές ασθένειες, μειονεκτούντα άτομα ή θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας.
Τροπολογία 82
Άρθρο 21, τίτλος και παράγραφος 1
Ιατρική και ψυχολογική περίθαλψη κατά τη διεξαγωγή άλλων διαδικασιών
Διαγράφεται
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν την πρόσβαση των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους σε κατεπείγουσα ιατρική και ψυχολογική περίθαλψη και σε ιατρική περίθαλψη η οποία δεν επιδέχεται αναβολή κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών περί του παραδεκτού και συνοπτικών διαδικασιών, καθώς και κατά την εξέταση της αίτησής τους στο πλαίσιο διαδικασίας προκειμένου να αποφασισθεί αν τα πρόσωπα αυτά έχουν το δικαίωμα να εισέλθουν νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους.
Τροπολογία 83
Άρθρο 21, παράγραφος 2
Στιςπεριπτ  ώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των αιτούντων και των συνοδευόντων μελών της οικογένειάς τους οσάκις πρόκειται για έγκυες γυναίκες, ανηλίκους, πρόσωπα που πάσχουν από διανοητικές ασθένειες, μειονεκτούντα άτομα ή θύματα βιασμού ή άλλων μορφών βίας που σχετίζεται με το φύλο.
Διαγράφεται
Τροπολογία 84
Άρθρο 21, παράγραφος 3
Στιςπεριπτ  ώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη καθορίζουν τις προϋποθέσεις πρόσβασης των αιτούντων και των μελών της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν σε ιατρική περίθαλψη η οποία αποτρέπει την επιδείνωση υπάρχουσας ασθένειας.
Διαγράφεται
Τροπολογία 85
Άρθρο 21, παράγραφος 4
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εάν εντός 65 εργάσιμων ημερών από την υποβολή αίτησης δεν εκδοθεί απόφαση η οποία να απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη, οι αιτούντες και τα μέλη της οικογένειάς τους που τους συνοδεύουν να μπορούν να λάβουν ιατρική περίθαλψη υπό όρους ίδιους με αυτούς που ισχύουν κατά την τακτική διαδικασία.
Διαγράφεται
Τροπολογία 86
Άρθρο 21, παράγραφος 5
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εάν παρέλθουν 65 εργάσιμες ημέρες από την άσκηση έφεσης στο πλαίσιο διαδικασίας περί του παραδεκτού ή συνοπτικής διαδικασίας και δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση επί της έφεσης, οι αιτούντες και τα συνοδεύοντα μέλη της οικογένειάς τους μπορούν να λάβουν την ίδια ιατρική περίθαλψη με εκείνη που δικαιούντο κατά την τακτική διαδικασία.
Διαγράφεται
Τροπολογία 87
Άρθρο 21, παράγραφος 6
Τακρ  άτη μέλη δύνανται να αξιώνουν από τους αιτούντες που έχουν τη σχετική οικονομική δυνατότητα να συμβάλουν στην κάλυψη του κόστους της ιατρικής και ψυχολογικής περίθαλψης που τους παρέχεται ή να το καταβάλουν εξ ολοκλήρου. Οι αποφάσεις για τη μη δωρεάν παροχή ιατρικής και ψυχολογικής περίθαλψης πρέπει να λαμβάνονται κατά τρόπο ατομικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο και να είναι αιτιολογημένες.
Διαγράφεται
Τροπολογία 88
Άρθρο 21, παράγραφος 7
Τακρ  άτη μέλη διασφαλίζουν το δικαίωμα των αιτούντων να προσφεύγουν σε δικαστήριο κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 6, καθώς και τη δυνατότητά τους να λάβουν νομική συνδρομή.
Διαγράφεται
Τροπολογία 89
Άρθρο 22, τίτλος
Περιορισμός ή ανάκληση συνθηκών υποδοχής εξαιτίας αρνητικής συμπεριφοράς
Περιορισμός ή ανάκληση συνθηκών υποδοχής
Τροπολογία 90
Άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο α)
(α) αν ο αιτών έχει εξαφανισθεί ή αν, χωρίς εύλογη αιτία, δεν έχει συμμορφωθεί με υποχρεώσεις δήλωσης στοιχείων ή δεν έχει ανταποκριθεί σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών ή έχει παραλείψει να προσέλθει σε προσωπική συνέντευξη σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης ασύλου επί 30 εργάσιμες ημέρες τουλάχιστον. Σε περίπτωση που ο εξαφανισμένος αιτών εντοπισθεί ή προσέλθει αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή μετά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση, με βάση τους λόγους της εξαφάνισης, σχετικά με την αποκατάσταση της παροχής μερικών ή όλων των συνθηκών υποδοχής. Αποκλείεται η παροχή συνθηκών υποδοχής οι οποίες εξαρτώνται από τη χρονική διάρκεια της διαδικασίας·
(α) αν ο αιτών έχει εξαφανισθεί ή αν, χωρίς εύλογη αιτία, δεν έχει συμμορφωθεί με υποχρεώσεις δήλωσης στοιχείων ή δεν έχει ανταποκριθεί σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών ή έχει παραλείψει να προσέλθει σε προσωπική συνέντευξη σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης ασύλου επί 30 εργάσιμες ημέρες τουλάχιστον. Σε περίπτωση που ο εξαφανισμένος αιτών εντοπισθεί ή προσέλθει αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή μετά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση, με βάση τους λόγους της εξαφάνισης, σχετικά με την αποκατάσταση της παροχής μερικών ή όλων των συνθηκών υποδοχής·
Τροπολογία 91
Άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο β)
(β) αν ο αιτών ανακαλέσει την αίτησή του·
Διαγράφεται
Τροπολογία 92
Άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο γ)
γ) αν ο αιτών έχει αποκρύψει τις οικονομικές του δυνατότητες, με αποτέλεσμα να εξασφαλίσει κατά τρόπο αθέμιτο τις υλικές συνθήκες υποδοχής·
γ) αν ο αιτών έχει αποκρύψει με απάτη τις οικονομικές του δυνατότητες, με αποτέλεσμα να εξασφαλίσει κατά τρόπο αθέμιτο τις υλικές συνθήκες υποδοχής·
Τροπολογία116
Άρθρο 22, παράγραφος 1, στοιχείο δ)
(δ) ααν ο αιτών θεωρείται απειλή για την εθνική ασφάλεια ή αν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι έχει διαπράξει έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ή αν, κατά την εξέταση της αίτησης για χορήγηση ασύλου, υπάρχουν σοβαροί και πρόδηλοι λόγοι για να θεωρηθεί ότι ο αιτών εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 1(ΣΤ) της σύμβασης της Γενεύης.
(δ) αν ο αιτών θεωρείται απειλή για την εθνική ασφάλεια ή αν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι έχει διαπράξει έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ή τρομοκρατικό αδίκημα, όπως αυτό αναφέρεται στην απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της ... σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας1, ή αν, κατά την εξέταση της αίτησης για χορήγηση ασύλου, υπάρχουν σοβαροί και πρόδηλοι λόγοι για να θεωρηθεί ότι ο αιτών εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται στο άρθρο 1(ΣΤ) της σύμβασης της Γενεύης.
1 EE L….
Τροπολογία 94
Άρθρο 22, παράγραφος 3
Τα κράτη μέλη δύνανται να μειώσουν τις υλικές συνθήκες υποδοχής όταν ένας αιτών εμποδίζει ανηλίκους των οποίων ασκεί την επιμέλεια να πηγαίνουν στο σχολείο ή να παρακολουθούν μεμονωμένα μαθήματα στο πλαίσιο της κοινής σχολικής εκπαίδευσης.
Διαγράφεται
Τροπολογία 95
Άρθρο 22, παράγραφος 4
Οιαποφ  άσεις για τον περιορισμό ή την ανάκληση συνθηκών υποδοχής σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην προσωπική διαγωγή του προσώπου και διέπονται από την αρχή της αναλογικότητας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται κατά τρόπο ατομικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο και είναι αιτιολογημένες.
Οιαποφ  άσεις για τον περιορισμό ή την ανάκληση συνθηκών υποδοχής σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην προσωπική διαγωγή του προσώπου και διέπονται από την αρχή της αναλογικότητας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται κατά τρόπο ατομικό, αντικειμενικό και αμερόληπτο και είναι αιτιολογημένες.
Τροπολογία 97
Άρθρο 22, παράγραφος 6
Απαγορε  ύεται ο περιορισμός ή η ανάκληση της παροχής κατεπείγουσας ιατρικής περίθαλψης και ιατρικής περίθαλψης που δεν επιδέχεται αναβολή.
Απαγορε  ύεται ο περιορισμός ή η ανάκληση της παροχής τροφής, στέγασης, κατεπείγουσας ιατρικής περίθαλψης και ιατρικής περίθαλψης που δεν επιδέχεται αναβολή.
Τροπολογία 98
Άρθρο 23, παράγραφος 1
Στοπλα  ίσιο της εθνικής νομοθεσίας προς εκτέλεση των διατάξεων των κεφαλαίων ΙΙΙ, IV και V τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά δεδομένα των προσώπων που έχουν ειδικές ανάγκες, όπως είναι οι ανήλικοι, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, τα μειονεκτούντα άτομα, οι ηλικιωμένοι, οι έγκυες γυναίκες, οι ανύπανδρες γυναίκες οι οποίες στη χώρα καταγωγής τους υφίστανται σοβαρές νομικές διακρίσεις λόγω του φύλου τους, οι ανύπανδροι γονείς με ανήλικα παιδιά, τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης.
Στοπλα  ίσιο της εθνικής νομοθεσίας προς εκτέλεση των διατάξεων των κεφαλαίων ΙΙΙ, IV και V όσον αφορά τις υλικές συνθήκες υποδοχής και την υγειονομική και ψυχολογική περίθαλψη, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά δεδομένα των προσώπων που έχουν ειδικές ανάγκες, όπως είναι οι ανήλικοι, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, τα μειονεκτούντα άτομα, οι ηλικιωμένοι, οι έγκυες γυναίκες, οι γυναίκες οι οποίες στη χώρα καταγωγής τους υφίστανται σοβαρές νομικές διακρίσεις λόγω του φύλου τους, οι ανύπανδροι γονείς με ανήλικα παιδιά και τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας.
Τροπολογία 99
Άρθρο 24, παράγραφος 2α (νέα)
2α. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ανήλικοι δεν τίθενται υπό κράτηση εκτός εάν αυτό δικαιολογείται από εξαιρετικές περιστάσεις.
Τροπολογία 100
Άρθρο 25, παράγραφος 1
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διορίζεται το ταχύτερο δυνατό κηδεμόνας για κάθε ασυνόδευτο ανήλικο που φροντίζει για τη δέουσα κάλυψη των αναγκών του ανηλίκου κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Η κατάσταση αξιολογείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα από τις αρμόδιες υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας.
Τακρ  άτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διορίζεται το ταχύτερο δυνατό νόμιμος κηδεμόνας ή κάποια οργάνωση του κράτους μέλους που αναλαμβάνει την προστασία του ανηλίκου, ή κάποια άλλη κατάλληλη μορφή αντιπροσώπευσης για κάθε ασυνόδευτο ανήλικο που φροντίζει για τη δέουσα κάλυψη των αναγκών του ανηλίκου κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Η κατάσταση αξιολογείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα από τις αρμόδιες υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας.
Τροπολογία 101
Άρθρο 25, παράγραφος 2
Οιασυν  όδευτοι ανήλικοι που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση ασύλου τοποθετούνται, από τη στιγμή που γίνονται δεκτοί στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση μέχρι τη στιγμή που υποχρεούνται να το εγκαταλείψουν, με τους ακόλουθους τρόπους κατά σειρά προτεραιότητας:
Οιασυν  όδευτοι ανήλικοι που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση ασύλου φιλοξενούνται, από τη στιγμή που γίνονται δεκτοί στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση μέχρι τη στιγμή που υποχρεούνται να το εγκαταλείψουν, με τους ακόλουθους τρόπους κατά σειρά επιθυμητής προτεραιότητας:
(α) με ενήλικα μέλη της οικογένειας του ανηλίκου·
(α) με ενήλικα μέλη της οικογένειας του ανηλίκου·
(β) με ανάδοχο οικογένεια·
(β) με ανάδοχο οικογένεια·
(γ) σε ειδικά κέντρα φιλοξενίας ανηλίκων·
(γ) σε ειδικά κέντρα φιλοξενίας ανηλίκων·
(δ) σε άλλου είδους καταλύματα κατάλληλα για τη στέγαση ανηλίκων.
(δ) σε άλλου είδους καταλύματα κατάλληλα για τη στέγαση ανηλίκων.
Τα αδέλφια παραμένουν μαζί. Οι μεταβολές κατοικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων περιορίζονται στο ελάχιστο.
Στο μέτρο του δυνατού, τα αδέλφια παραμένουν μαζί, επιδιώκοντας την εξυπηρέτηση του συμφέροντος των ανηλίκων και λαμβάνοντας υπόψη, την ηλικία και τον βαθμό ωριμότητάς τους. Οι μεταβολές κατοικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων περιορίζονται στο ελάχιστο.
Τροπολογία 102
Άρθρο 25, παράγραφος 3
Ανε  ίναι προς το συμφέρον του ανήλικου, τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθεια για τον ταχύτερο δυνατό εντοπισμό των μελών της οικογενείας του ασυνόδευτου ανηλίκου.
Μεστ  όχο την προστασία του συμφέροντος του ανήλικου, τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθεια για τον ταχύτερο δυνατό εντοπισμό των μελών της οικογενείας του ασυνόδευτου ανηλίκου.
Τροπολογία 103
Άρθρο 25, παράγραφος 4
Τοπροσωπικ  ό που ασχολείται με ασυνόδευτους ανηλίκους λαμβάνει ειδική κατάρτιση, ώστε να γνωρίζει τις ανάγκες τους.
Τοπροσωπικ  ό που ασχολείται με ασυνόδευτους ανηλίκους λαμβάνει ειδική και ενδεδειγμένη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες των ανηλίκων και υπέχει καθήκον εχεμύθειας, όσον αφορά τις πληροφορίες που γνωρίζει λόγω της εργασίας του.
Τροπολογία 104
Άρθρο 26
Θύματα βασανιστηρίων και οργανωμένης βίας
Θύματα βασανιστηρίων και βίας
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν είναι αναγκαίο, τα πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, οργανωμένη βία, βιασμό ή άλλης μορφής βία που συνδέεται με το φύλο ή άλλες σοβαρές πράξεις βίας στεγάζονται σε ειδικά κέντρα για πρόσωπα που φέρουν ψυχικά τραύματα ή μπορούν να συμμετάσχουν σε ειδικά προγράμματα αποκατάστασης. Ειδική φροντίδα της διανοητικής υγείας παρέχεται, εφόσον είναι αναγκαία, σε πρόσωπα που υποφέρουν από άγχος εξαιτίας τραυματικών εμπειριών που έχουν βιώσει.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν είναι αναγκαίο, τα πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές πράξεις βίας στεγάζονται σε ειδικά κέντρα για πρόσωπα που φέρουν ψυχικά τραύματα ή μπορούν να συμμετάσχουν σε ειδικά προγράμματα αποκατάστασης. Ειδική φροντίδα της διανοητικής υγείας παρέχεται, εφόσον είναι αναγκαία, σε πρόσωπα που υποφέρουν από άγχος εξαιτίας τραυματικών εμπειριών που έχουν βιώσει.
Τροπολογία 105
Άρθρο 28
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τον συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των λοιπών φορέων, περιλαμβανομένων των μη κυβερνητικών οργανώσεων, που ασχολούνται σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο με την υποδοχή των αιτούντων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τον συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των λοιπών φορέων, περιλαμβανομένων των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των κοινοτήτων των προσφύγων, που ασχολούνται σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο με την υποδοχή των αιτούντων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Τροπολογία 106
Άρθρο 29
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων προκειμένου να προαχθούν αρμονικές σχέσεις μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και των κέντρων φιλοξενίας που βρίσκονται εντός των ορίων τους, ούτως ώστε να αποτρέπονται πράξεις ρατσισμού, οι διακρίσεις με βάση το φύλο και οι εκδηλώσεις ξενοφοβίας έναντι των αιτούντων άσυλο.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων προκειμένου να προαχθούν αρμονικές σχέσεις μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων και των κέντρων φιλοξενίας που βρίσκονται εντός των ορίων τους, ούτως ώστε να αποτρέπονται πράξεις ρατσισμού και οι εκδηλώσεις ξενοφοβίας έναντι των αιτούντων άσυλο.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη κάθε άλλου είδους διάκρισης κατά των αιτούντων άσυλο και υποστηρίζουν την ένταξή τους στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή των τοπικών κοινοτήτων που τους φιλοξενούν.
Τροπολογία 107
Άρθρο 30
Σύστημα προσανατολισμού, παρακολούθησης και ελέγχου
Σύστημα ρύθμισης, παρακολούθησης και ελέγχου
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τον προσανατολισμό, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της στάθμης των συνθηκών υποδοχής, ούτως ώστε να διασφαλίζεται :
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τη ρύθμιση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της στάθμης των συνθηκών υποδοχής, ούτως ώστε να διασφαλίζεται :
(α) συγκρίσιμο επίπεδο συνθηκών υποδοχής στο πλαίσιο του εθνικού συστήματος υποδοχής·
(α) συγκρίσιμο επίπεδο συνθηκών υποδοχής στο πλαίσιο του εθνικού συστήματος υποδοχής·
(β) ύπαρξη εγκαταστάσεων συγκρίσιμης στάθμης στα διάφορα κέντρα φιλοξενίας·
(β) ύπαρξη εγκαταστάσεων συγκρίσιμης στάθμης στα διάφορα κέντρα φιλοξενίας·
(γ) επαρκής κατάρτιση του σχετικού προσωπικού.
(γ) επαρκής κατάρτιση του σχετικού προσωπικού.
Οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με την αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 18 και σχετικά με τη διεξαγωγή τακτικών επιτόπιων ελέγχων και τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη στάθμη των συνθηκών υποδοχής και τα μέτρα αποκατάστασης των ενδεχόμενων αδυναμιών του συστήματος υποδοχής.
Οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με την αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 18, σχετικά με τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών και σχετικά με τη θέσπιση τακτικών επιτόπιων ελέγχων όσον αφορά τη στάθμη των συνθηκών υποδοχής και τα μέτρα αποκατάστασης των ενδεχόμενων αδυναμιών του συστήματος υποδοχής.
Τροπολογία 108
Άρθρο 32
Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας χωρίς διακρίσεις με βάση το φύλο, τη φυλή, το χρώμα, την εθνοτική ή κοινωνική καταγωγή, τα γενετικά χαρακτηριστικά, τη γλώσσα, το θρήσκευμα ή το φρόνημα, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την ιδιότητα μέλους εθνικής μειονότητας, την περιουσία, τη γέννηση, τις μειονεξίες, την ηλικία ή τις σεξουαλικές τάσεις.
Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας χωρίς διακρίσεις για οποιοδήποτε λόγο όπως το φύλο, την ταυτότητα από πλευράς φύλου, τη φυλή, το χρώμα, την εθνοτική ή κοινωνική καταγωγή, τα γενετικά χαρακτηριστικά, την κατάσταση της υγείας, τη γλώσσα, το θρήσκευμα ή το φρόνημα, τις πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την ιδιότητα μέλους εθνικής μειονότητας, την περιουσία, τη γέννηση, τις μειονεξίες, την ηλικία ή τις σεξουαλικές τάσεις.
Τροπολογία 109
Άρθρο 33, τρίτο εδάφιο
Μετά την υποβολή της έκθεσης, η Επιτροπή υποβάλλει τουλάχιστον ανά πενταετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη.
Μετά την υποβολή της έκθεσης, η Επιτροπή υποβάλλει κάθε δυόμισι χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη.
Τροπολογία 111
Άρθρο 35α (νέο)
Άρθρο 35α (νέο)
Μεταβατική διάταξη
Κατά την έναρξη ισχύος της οδηγίας αριθ. ·/·/ΕΚ (περί στοιχειωδών κανόνων για τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για τη χορήγηση ή την αφαίρεση του καθεστώτος του πρόσφυγα), οι ορισμοί "αίτηση χορήγησης ασύλου", "διαδικασίες" και "εφέσεις" αντικαθιστώνται από τους αντίστοιχους ορισμούς που διατυπώνονται στην οδηγία αυτή.

Νομοθετικό ψήφισμα>MERGEFORMATΝομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την πρόταση του Συμβουλίου που αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των προσώπων που ζητούν άσυλο στα κράτη μέλη (COM(2001)181 – C5&nbhy;0248/2001 – 2001/0091(CNS))

(Διαδικασία διαβούλευσης)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2001) 181(2)),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 63 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας κληθεί από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 67 της Συνθήκης ΕΚ(C5&nbhy;0248/2001),

–  έχοντας πληροφορηθεί από το Συμβούλιο ότι το Ηνωμένο Βασίλειο επιθυμεί να συμμετάσχει στην έγκριση και την εφαρμογή του μέτρου που αποτελεί το αντικείμενο της πρότασης της Επιτροπής,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 67 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Κοινής Ασφάλειας και Αμυντικής Πολιτικής, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων καθώς και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και Εσωτερικής Αγοράς (A5&nbhy;0112/2002),

1.  εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.  καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ·

3.  καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.  ζητεί να κινηθεί η διαδικασία συνεννόησης σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·

5.  ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

6.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 213 Ε της 31.7.2001, σ. 286.
(2) ΕΕ C 213 Ε της 31.7.2001, σ. 286.


Ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο (2001) / Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης
PDF 445kWORD 111k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο το 2001 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα (2001/2011(INI))
P5_TA(2002)0203A5-0106/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την τρίτη ετήσια έκθεση της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα (12141/2001),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 3, 6, 11, 13 και 19 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 177 και 300 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

–  έχοντας υπόψη την οικουμενική διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, το διεθνές σύμφωνο περί ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και τα προαιρετικά πρωτόκολλά του, το διεθνές σύμφωνο περί των οικονομικών, κοινωνικών και μορφωτικών δικαιωμάτων, τη σύμβαση περί κατάργησης κάθε μορφής διάκρισης εις βάρος των γυναικών (1979), τη σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού (1989), τη διεθνή σύμβαση για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων (1966), τους πρότυπους κανόνες των Ηνωμένων Εθνών για την εξίσωση των ευκαιριών των ατόμων με ειδικές ανάγκες (1993), τη σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη των χείριστων μορφών παιδικής εργασίας (1999) και τη σύμβαση της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου (1949) και τη σύμβαση της ΔΟΕ αριθ. 169 για τους αυτόχθονες πληθυσμούς και φυλές (1991),

–  έχοντας υπόψη το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(1),

–  έχοντας υπόψη τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 975/1999 και (ΕΚ) αριθ. 976/1999 του Συμβουλίου σχετικά με την ανάπτυξη και την εδραίωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών(2),

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για τα δικαιώματα του ανθρώπου στον κόσμο, που ενεκρίθησαν στις 5 Ιουλίου 2001, 16 Μαρτίου 2000, 17 Δεκεμβρίου 1998, 12 Δεκεμβρίου 1996, 26 Απριλίου 1995, 12 Μαρτίου 1993, 12 Σεπτεμβρίου 1991, 18 Ιανουαρίου 1989, 12 Μαρτίου 1987, 22 Οκτωβρίου 1985, 22 Μαΐου 1984 και 17 Μαΐου 1983,(3)

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα δε το ψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2001(4),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Μαρτίου 2001 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για την εκλογική βοήθεια και παρατήρηση από την ΕΕ (COM(2000) 191 - C5-0259/2000)(5) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 31ης Μαΐου 2001,

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 16ης Μαρτίου 2000 σχετικά με την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση(6), σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής: "Καταπολέμηση του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του αντισημιτισμού στις υποψήφιες για προσχώρηση χώρες" (COM(1999) 256 – C5-0094/1999)(7), και το ψήφισμά του της 3ης Οκτωβρίου 2001 σχετικά με την Παγκόσμια Διάσκεψη κατά του ρατσισμού στο Durban(8),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα "Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι εξωτερικές όψεις της πολιτικής για τα δικαιώματα του ανθρώπου: από τη Ρώμη στο Μάαστριχτ και επέκεινα" (COM(1995) 567 – C4-0568/1995)(9),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή ενεργειών προώθησης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού (για το 1995) (COM(1996) 672 - C4-0095/1997)(10),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τη δημιουργία μίας ενιαίας δομής συντονισμού στο πλαίσιο της Επιτροπής, αρμόδιας για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό(11),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ης Σεπτεμβρίου 1996 για την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη συμπερίληψη του σεβασμού των δημοκρατικών αρχών και των δικαιωμάτων του ανθρώπου στις συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών (COM(1995) 216 – C4-0197/1995)(12),

–  έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Βιέννη το 1993, τα συμπεράσματα της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για τις γυναίκες και την ανάπτυξη στο Πεκίνο το 1994 και την τελική διακήρυξη και το πρόγραμμα δράσης της παγκόσμιας διάσκεψης για το ρατσισμό, τις φυλετικές διακρίσεις, την ξενοφοβία και τις συναφείς μορφές μισαλλοδοξίας στο Durban το 2001,

–  έχοντας υπόψη τη διακήρυξη της χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών που εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση στις 8 Σεπτεμβρίου 2000,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών αριθ. 53/144 της 9ης Δεκεμβρίου 1998, με το οποίο η Συνέλευση ενέκρινε τη Διακήρυξη για το Δικαίωμα και την Ευθύνη των Ατόμων και Κοινωνικών Ομάδων και Φορέων για την Προώθηση και την Προάσπιση των Διεθνώς Αναγνωρισμένων Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, καθώς τον ορισμό της κ. Hina Jilani στις 18 Αυγούστου 2000 ως ειδικής εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα για τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων του ανθρώπου,

–  έχοντας υπόψη την απονομή του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης για το 2001 στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και στον γενικό γραμματέα του Kofi Annan,

–  έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της 58ης συνόδου της επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του ανθρώπου,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης(13),

–  έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική της ΕΕ έναντι τρίτων χωρών όσον αφορά τη θανατική ποινή της 29ης Ιουνίου 1998, και την έκκληση του πρώτου Παγκόσμιου Συνεδρίου κατά της θανατικής ποινής στο Στρασβούργο τον Ιούνιο 2001,

–  έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική της ΕΕ έναντι τρίτων χωρών όσον αφορά τα βασανιστήρια και άλλους τρόπους σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας της 9ης Απριλίου 2001,

–  έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τους διαλόγους για τα δικαιώματα του ανθρώπου στις 13 Δεκεμβρίου 2001,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της τρίτης συνάντησης του ευρωμεσογειακού κοινοβουλευτικού φόρουμ, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 8 Νοεμβρίου 2001,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 381/2001 του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2001, για τη δημιουργία ενός μηχανισμού ταχείας αντίδρασης(14) και το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2001 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για την πρόληψη των συγκρούσεων (COM (2001) 211 - C5-0458/2001)(15),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες (COM (2001) 252) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 2001,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Ιουνίου 2001 για την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη της εξωτερικής υπηρεσίας (COM (2000) 456)(16),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου το 2000 (SEC(2001) 801) και το προγραμματικό έγγραφο της Επιτροπής για την Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (2002-2004),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μεταρρύθμιση της διαχείρισης των προγραμμάτων εξωτερικής βοήθειας (SEC(2000) 814),

–  έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 12/2000 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τη διαχείριση, εκ μέρους της Επιτροπής, των ενεργειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας σε τρίτες χώρες, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής(17),

–  έχοντας υπόψη τη νέα συμφωνία εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ που υπογράφηκε στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000(18),

–  έχοντας υπόψη την πρόταση ψηφίσματος των βουλευτών Sartori και Podestàσχετικά με την καταδίκη σε θάνατο δια λιθοβολισμού της Safiya Husseini Tungar-Tudu (Β5-0024/2002),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 163 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Κοινής Ασφάλειας και Αμυντικής Πολιτικής (A5&nbhy;0106/2002),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι έναν από τους βασικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να αποτελεί η υποστήριξη της οικουμενικότητας και αδιαιρετότητας των δικαιωμάτων του ανθρώπου –συμπεριλαμβανομένων των αστικών, πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων– όπως διακηρύχθηκαν από την Παγκόσμια Διάσκεψη του 1993 στη Βιέννη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανοχή, η δικαιοσύνη και ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του ανθρώπου συνιστούν έννοιες ομοούσιες του ανθρώπινου είδους, ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι ως προς την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η προώθηση και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η προσήλωση στις αρχές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου αποτελούν βασικό στοιχείο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ και της πολιτικής της συνεργασίας για την ανάπτυξη και των εξωτερικών σχέσεων,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πνεύμα αυτό, η ΕΕ οφείλει να συνεχίσει να αγωνίζεται για την ενίσχυση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την καθολική, αδιαίρετη, αλληλοεξαρτώμενη και αλληλένδετη φύση όλων των δικαιωμάτων του ανθρώπου,

Δ.  δεδομένου ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι 4 γενεές των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των διαφόρων συμβάσεων που έχουν εγκριθεί σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ένα σημαντικό αριθμό κρατών, το χάσμα ανάμεσα στις συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχουν υπογράψει και επικυρώσει τα εν λόγω κράτη και τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζονται τους πολίτες τους διευρύνεται,

ΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι, αναγνωρίζοντας την πρωταρχική ευθύνη των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, η ΕΕ οφείλει να καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία της με τον ΟΗΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς στους τομείς της πρόληψης συγκρούσεων, της διαχείρισης κρίσεων, της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, της αποκατάστασης μετά το πέρας των συγκρούσεων και της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αριθμός των φτωχών ανθρώπων στον κόσμο, οι οποίοι είτε δεν ωφελούνται στον ίδιο βαθμό από την παγκοσμιοποίηση είτε υποφέρουν από τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, αυξάνεται σταθερά, και ότι ο περιορισμός της κοινωνικής και οικονομικής αστάθειας και της ένδειας αποτελεί παγκόσμια πρόκληση και χρήζει συνεργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταση των ανισοτήτων εξ αιτίας επισφαλών κοινωνικοοικονομικών καταστάσεων αποτελούν πρόσφορο έδαφος για βιαιοπραγίες και παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου,

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η δουλεία εξακολουθεί να υφίσταται στις μέρες μας, πλήττοντας όλες τις ηπείρους και την πλειονότητα των χωρών και ότι σε δεκάδες εκατομμύρια ανδρών, γυναικών και παιδιών σε ολόκληρο τον κόσμο, που μεταφέρονται και πωλούνται σαν εμπορεύματα και εξαναγκάζονται να εργαστούν έναντι ασήμαντης αμοιβής ή αμισθί, ασκείται σωματική βία από τον εργοδότη στον οποίο ανήκουν ή από τον οποίο ελέγχονται,

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες μορφές δουλείας, δηλαδή η εμπορία ανθρώπων και η παιδική πορνεία, αποτελούν ταχέως αυξανόμενα προβλήματα, και ότι χρειάζονται μέσα για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής,

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένδεια και ο αναλφαβητισμός συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην υφιστάμενη κατάσταση, ότι η οικονομική ύφεση και η κοινωνική αποσύνθεση σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και χώρες σε μετάβαση έχουν θέσει εκατομμύρια ανθρώπων κάτω από το όριο της φτώχειας, καθιστώντας τα παιδιά και τις οικογένειές τους πιο ευάλωτα στην εκμετάλλευση, και ότι η πληθυσμιακή έκρηξη έχει οξύνει περαιτέρω την κατάσταση, ασκώντας σοβαρές πιέσεις στους συρρικνούμενους φυσικούς και οικονομικούς πόρους,

ΙΒ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η προώθηση βασικών εργασιακών προδιαγραφών και η βελτίωση της κοινωνικής διακυβέρνησης στο ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, από ιδιωτικούς και δημόσιους παράγοντες, συνιστά το βασικό στόχο της στρατηγικής της Επιτροπής όσον αφορά τις πολιτικές για τα κοινωνικά θέματα, τις εξωτερικές σχέσεις, την ανάπτυξη και το εμπόριο, καθώς και του αναθεωρημένου συστήματος γενικευμένων προτιμήσεων της ΕΕ (μέτρα κοινωνικής ενθάρρυνσης),

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι περισσότερα από 300.000 παιδιά ανά τον κόσμο έχουν καταταγεί ως στρατιώτες τόσο σε κυβερνητικές όσο και σε άλλες ένοπλες δυνάμεις· ότι τα παιδιά-στρατιώτες αναγκάζονται συχνά να εκτελέσουν μέλη της οικογένειάς τους και άλλα συνομήλικα παιδιά, ενώ και τα ίδια είναι συχνά θύματα αποτροπιαστικών βιαιοπραγιών· ότι ένα μόνο κράτος μέλος, αλλά διάφορα υποψήφια κράτη, έχουν επικυρώσει το προαιρετικό πρωτόκολλο της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το οποίο απαγορεύει τη στρατολογία παιδιών κάτω των 18 ετών,

ΙΔ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας δεν θα πρέπει κατ' ουδένα τρόπο να θέτει σε κίνδυνο την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου και πρέπει να βασίζεται στις διεθνείς προδιαγραφές των δικαιωμάτων του ανθρώπου και στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, όπως ορίζεται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο Διεθνές Σύμφωνο περί Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την απαγόρευση των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας και στις συμβάσεις της Γενεύης του 1949,

ΙΕ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι συνιστά υποχρέωση των κρατών βάσει του διεθνούς δικαίου για τα δικαιώματα του ανθρώπου η προστασία των πληθυσμών τους από βίαιες εγκληματικές ενέργειες όπως οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις ΗΠΑ και η πρόληψη, διερεύνηση και τιμωρία καταχρήσεων εκ μέρους κρατικών και μη παραγόντων,

ΙΣΤ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατιωτική εντολή του Προέδρου Μπους της 13ης Νοεμβρίου 2001 επιτρέπει τη μυστική εκδίκαση από στρατιωτική επιτροπή των κρατουμένων στη βάση Guantánamo Bay της Κούβας, κατά παράβαση των διατάξεων περί αμερόληπτης δίκης, ως θεσπίζονται από τη Διεθνή Σύμβαση περί Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, την οποία έχουν υπογράψει οι ΗΠΑ,

ΙΖ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 5 της Σύμβασης της Γενεύης του 1949 ορίζει ότι οι αιχμαλωτιζόμενοι κατά τη διάρκεια πολέμου θεωρούνται αιχμάλωτοι πολέμου μέχρις ότου ανεξάρτητο δικαστήριο αποφασίσει ποιο είναι το πραγματικό τους καθεστώς και ότι η ίδια σύμβαση και τα πρωτόκολλά της αναφέρουν ότι οι αιχμάλωτοι πολέμου δικάζονται από τα ίδια δικαστήρια που δικάζουν τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων της χώρας που τους αιχμαλώτισε,

ΙΗ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να γίνουν σεβαστές οι διατάξεις της Σύμβασης της Γενεύης, παρότι οι διατάξεις αυτές, που αναφέρονται στους αιχμαλώτους πολέμου, δεν είναι σχεδιασμένες για την αντιμετώπιση πολλών ειδών εγκλημάτων και διενέξεων, δηλαδή διεθνείς τρομοκρατικές ενέργειες και εμφύλιοι πόλεμοι, και ότι επείγει η κατάλληλη προσαρμογή τους,

ΙΘ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ορισμός της τρομοκρατίας καλύπτει και την κρατική τρομοκρατία,

Κ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 17 Ιουλίου 1998 εγκρίθηκε στη Ρώμη το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, επιφορτισμένου με την εκδίκαση υποθέσεων εγκλημάτων πολέμου, γενοκτονιών και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και ότι έως τις 26 Μαρτίου 2002, 56 χώρες είχαν επικυρώσει το καταστατικό της Ρώμης και ότι απαιτούνται 60 επικυρώσεις προκειμένου να τεθεί σε ισχύ το εν λόγω καταστατικό·

ΚΑ.   λαμβάνοντας υπόψη ότι ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να εκτελούνται σε ορισμένες χώρες θανατικές ποινές και ότι είναι όλο και μεγαλύτερος ο αριθμός των χωρών που συμμορφώνονται με την αναστολή των εκτελέσεων με στόχο τη μεταγενέστερη κατάργησή τους,

Μία συνεκτική και συνεπής στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό

1.  τονίζει ότι η προάσπιση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων εντός της ΕΕ, στα υποψήφια κράτη και σε τρίτες χώρες, παραμένει σημαντική προτεραιότητα της στρατηγικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης·

2.  τονίζει ότι οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με το διάλογο για τα δικαιώματα του ανθρώπου, εφόσον θα εφαρμοστούν πλήρως, θα αναμορφώσουν σημαντικά την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε τρίτες χώρες και θα ενισχύσουν τη συνοχή και τη συνέπεια της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου·

3.  καλεί το Συμβούλιο όχι μόνον να κοινοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οιαδήποτε απόφαση για την έναρξη, τη λήξη ή την αναστολή των διαλόγων για τα δικαιώματα του ανθρώπου, αλλά και να παρέχει πλήρη ενημέρωση σχετικά με τα κριτήρια, τους στόχους και τα θέματα των συζητήσεων· καλεί τον Ύπατο Εκπρόσωπο για την ΚΕΠΠΑ/Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου να υποβάλλει στο Κοινοβούλιο ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την αξιολόγηση των διαλόγων για τα δικαιώματα του ανθρώπου και για το σύνολο των πολιτικών διαλόγων με έμφαση στα δικαιώματα του ανθρώπου·

4.  καλεί το Συμβούλιο να θέσει σημεία αναφοράς στο διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, διασφαλίζοντας έναν υψηλό βαθμό συνοχής και συνιστά να περιορίζεται στο ελάχιστο η ευελιξία και ο ρεαλισμός, όταν πρόκειται για κατά περίπτωση κοινές συμφωνίες με διάφορες χώρες·

5.  καλεί τα κράτη μέλη, προς όφελος της συνέπειας και συνοχής της πολιτικής της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία, να θεσπίζουν, κατά την ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ, προτεραιότητες στα σχετικά τους προγράμματα και να εξασφαλίζουν τη συνέχεια της δράσης που έχουν αναλάβει προηγούμενες Προεδρίες της ΕΕ·

6.  καλεί το Συμβούλιο να εξασφαλίσει ότι δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις ομάδες ατόμων που είναι πιο ευάλωτες σε καταχρήσεις δικαιωμάτων του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, παιδιών, ηλικιωμένων, αναπήρων, εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων και των ομοφυλοφίλων·

7.  ζητεί από την Προεδρία, ενόψει των δράσεων που αναλαμβάνει η ΕΕ σε επίπεδο διεθνών οργανισμών και οργανώσεων, όπως η ετήσια σύνοδος της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του ανθρώπου, να λαμβάνει πλήρως υπόψη τις προτεραιότητες του Κοινοβουλίου, να διασφαλίζει ότι η θέση της ΕΕ είναι συνεπής και να αναζητεί τρόπους ενίσχυσης της απαραίτητης συνεργασίας της με άλλες χώρες και περιφερειακές ομάδες·

8.  παρατηρεί ότι η ετήσια σύνοδος της επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου πρόκειται να εξετάσει πρόταση σύμβασης του ΟΗΕ για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, και υποστηρίζει την πρωτοβουλία αυτή·

9.  τονίζει την ανάγκη για πλήρη εφαρμογή των συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και για αποτελεσματικούς μηχανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου· καλεί το Συμβούλιο να διασφαλίσει ότι τα ψηφίσματα της επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του ανθρώπου (που χρηματοδοτείται ή συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ) ενσωματώνονται στην πολιτική της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου, κυρίως μέσω της τακτικής παρακολούθησης της εφαρμογής τους καθώς και θέτοντας το ζήτημα του πολιτικού διαλόγου μεταξύ της ΕΕ και των ενδιαφερόμενων χωρών· τονίζει ότι η Ύπατη Αρμοστεία την Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (ΥΑΗΕΠ) χρειάζεται περισσότερα κονδύλια για να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της και επιθυμεί όπως η ΕΕ συνεισφέρει περισσότερο στην ΥΑΗΕΠ·

10.  τονίζει ότι τα κράτη τα οποία υπονομεύουν το κράτος δικαίου και παραβιάζουν τα δικαιώματα των πολιτών συνιστούν απειλή όχι μόνο για τους δικούς τους λαούς, αλλά και για τους γείτονές τους, καθώς και για ολόκληρο τον κόσμο· θεωρεί, συνεπώς, ότι η προώθηση και η ενίσχυση της νόμιμης και δημοκρατικής διακυβέρνησης αποτελεί παγκόσμια πρόκληση που χρήζει συνεργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο·

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

11.  επιβεβαιώνει ότι ο κύριος ρόλος του Κοινοβουλίου, το οποίο πρέπει να αξιοποιεί στο έπακρο το διεθνές του κύρος ως δραστήρια δημοκρατική πλατφόρμα για την ενθάρρυνση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνίσταται στον έλεγχο του Συμβουλίου και της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

12.  πιστεύει ακράδαντα ότι απαιτούνται ενισχυμένες μέθοδοι εργασίας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να ενισχυθεί η αξιοπιστία και η επιρροή του Κοινοβουλίου όσον αφορά την ενθάρρυνση της ανάπτυξης μιας συνεκτικής και συνεπούς πολιτικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προκειμένου να διασφαλιστεί ο σχετικός έλεγχος· υπενθυμίζει συνεπώς την απόφασή του της 5ης Ιουλίου 2001 για την επανεξέταση των δομών και μεθόδων εργασίας των αρμοδίων οργάνων του που ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία·

13.  αποφασίζει και δεσμεύεται να προσδώσει στα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κεντρική θέση στις ημερήσιες διατάξεις των αρμοδίων επιτροπών και αντιπροσωπειών του, ιδίως όσον αφορά τις συζητήσεις σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια των περιόδων συνόδου του και ότι οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τρίτες χώρες θα παρακολουθούνται συστηματικά·

14.  προτείνει να ορισθεί ένας "πρεσβευτής" για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να εκπροσωπεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έναντι τρίτων, ιδιαίτερα στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και στους διεθνείς οργανισμούς·

Διάλογος με την κοινωνία των πολιτών

15.  τονίζει το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ΜΚΟ ως πολύτιμος σύνδεσμος μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και των θεσμικών οργάνων και τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους·

16.  καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να εντείνουν τη διαφάνεια προς όφελος της κοινωνίας των πολιτών και να προωθήσουν μια κουλτούρα διαβούλευσης και διαλόγου με μη κυβερνητικές οργανώσεις·

17.  χαιρετίζει τη συνεχή λειτουργία του φόρουμ συζήτησης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, η οποία αποτελεί κατάλληλη πλατφόρμα για διάλογο με την κοινωνία των πολιτών· συνιστά στην προεδρία να προσκαλεί βουλευτές εθνικών κοινοβουλίων να συμμετέχουν στα φόρουμ συζήτησης·

18.  υπογραμμίζει τη βούλησή του να συμμετάσχει στην προετοιμασία, πραγματοποίηση και παρακολούθηση των φόρουμ για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

19.  ζητεί να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του φόρουμ με βάση την αξιολόγηση που πραγματοποιείται από την Επιτροπή και να δοθεί μεγαλύτερη δημοσιότητα με την έγκαιρη δημοσίευση των εισηγήσεων και των αποτελεσμάτων των συζητήσεων· ζητεί εκ νέου από την Προεδρία να εστιάσει το επόμενο φόρουμ στην εμπορία ανθρώπων·

20.  συνιστά να δρομολογήσει η Επιτροπή, στο πλαίσιο ενός αναθεωρημένου και διευρυμένου προγράμματος PRINCE, μία εκστρατεία ενημέρωσης σχετικά με το ρόλο της ΕΕ στον κόσμο, με στόχο την ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά την πολιτική της ΕΕ στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην ενίσχυση του εκδημοκρατισμού, και να αναπτύξει περαιτέρω την ιστοθέση EUROPA για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τον εκδημοκρατισμό, ώστε να μετατραπεί σε μία βάση δεδομένων για τη δημοκρατία, η οποία θα περιλαμβάνει αναλύσεις, εκθέσεις και έρευνες που έχουν διενεργηθεί επί καίριων θεμάτων·

Ετήσια έκθεση της ΕΕ

21.  τονίζει τη χρησιμότητα της ετήσιας έκθεσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα ως βάσεως για την απόδοση ευθυνών όσον αφορά την πολιτική της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου· προτείνει να βελτιωθεί η δομή της έκθεσης προκειμένου να αποφεύγεται η επανάληψη πληροφοριών· ζητεί να παρέχουν οι μελλοντικές εκθέσεις ανάλυση της επίπτωσης των δράσεων της ΕΕ επί των εξεταζόμενων καταστάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου καθώς και προτάσεις για την παρακολούθηση της εκπλήρωσης των ρητρών στις συμφωνίες συνεργασίας·

22.  επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η τρίτη ετήσια έκθεση της ΕΕ παρέχει λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με το περιεχόμενο των ετήσιων εκθέσεων του ΕΚ για τα ανθρώπινα δικαιώματα· επισημαίνει, ωστόσο, ότι εξακολουθεί να μην περιλαμβάνει αναφορές για την παρακολούθηση των θέσεων του Κοινοβουλίου και πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες μεμονωμένων κρατών μελών για τα δικαιώματα του ανθρώπου· ζητεί εκ νέου από το Συμβούλιο να απαντήσει εγγράφως στην ετήσια έκθεση του Κοινοβουλίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη δημοκρατία και την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου (EIDHR)

23.  εκφράζει την ανησυχία του για τη μείωση των πόρων της EIDHR το 2002, δεδομένου ότι το εν λόγω κεφάλαιο του προϋπολογισμού έχει υψηλή προτεραιότητα για το Κοινοβούλιο·

24.  καλεί την Επιτροπή να εξετάσει, σε συνεργασία με την αρμόδια επιτροπή της και στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της διαχείρισης του προγράμματος εξωτερικής βοήθειας, το σχέδιο υλοποίησης της Επιτροπής για τον προϋπολογισμό της EIDHR και τα μέτρα που έχουν ληφθεί προκειμένου να εκκαθαριστούν οι αναλήψεις υποχρεώσεων που εκκρεμούν·

25.  καλεί την Επιτροπή να πραγματοποιήσει μία ετησίως αναθεωρούμενη επισκόπηση των συνολικών δαπανών στις οποίες προβαίνουν η Κοινότητα, τα κράτη μέλη και οι διεθνείς χορηγοί προκειμένου να προάγουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, με στόχο να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα, η συμπληρωματικότητα και ο συντονισμός της εξωτερικής βοήθειας της Ένωσης·

26.  χαιρετίζει το έγγραφο προγραμματισμού για τις προτεραιότητες της EIDHR για την περίοδο 2002-2004 και προσβλέπει σε μία εκτεταμένη ανταλλαγή απόψεων με την Επιτροπή σχετικά με το ανωτέρω στρατηγικό έγγραφο, με στόχο τόσο τη διαδικασία του προϋπολογισμού για το 2003 όσο και την ημερομηνία λήξης το 2004 των κανονισμών του Συμβουλίου σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον εκδημοκρατισμό·

27.  τονίζει την ανάγκη ανάληψης συγκεκριμένης δράσης, με στόχο την ανάπτυξη μίας συνεκτικής πολιτικής της ΕΕ όσον αφορά την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλων φορέων της κοινωνίας των πολιτών στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων· ζητεί τουτέστιν να αναζητηθούν κατάλληλα μέτρα ως μελλοντική προτεραιότητα της EIDHR·

28.  καλεί την Επιτροπή να περιλάβει, στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της δημοκρατίας στα προγράμματα παροχής βοήθειας της ΕΚ, την αξιολόγηση της επίπτωσης των μη διαρθρωτικών μέτρων, λόγω της μεγάλης σημασίας τους για τις διαδικασίες συμφιλίωσης μετά από ένοπλες διενέξεις·

Σύγχρονη δουλεία

29.  θεωρεί όλες τις μορφές αναγκαστικής εργασίας των ατόμων ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου και φυλής, π.χ. την αναγκαστική πορνεία παιδιών, γυναικών και ανδρών, την αναγκαστική εργασία παιδιών, τη στρατολογία παιδιών, τις παρεμφερείς προς τη δουλεία συνθήκες εργασίας σε διάφορες ηπείρους και τη διασύνδεση με την εμπορία ανθρώπινων όντων, ως δουλεία και, συνεπώς, ως παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου·

30.  θεωρεί ότι η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών - συμπεριλαμβανομένων της παιδικής πορνογραφίας και του παιδεραστικού τουρισμού, της καταναγκαστικής εργασίας και άλλων μορφών εμπορίας ανθρώπων - συνιστά εγκληματική πράξη και πρέπει να διώκεται ως τέτοια·

31.  καλεί τα κράτη μέλη να προσδώσουν εξωεδαφική ισχύ στους ποινικούς τους κώδικες που προστατεύουν τα παιδιά από τις σεξουαλικές καταχρήσεις·

32.  ζητεί από τα ενδιαφερόμενα κράτη να καθιερώσουν και να εφαρμόσουν την απαγόρευση της στρατολογίας παιδιών σε ένοπλες δυνάμεις και καλεί τα κράτη μέλη και όλες τις τρίτες χώρες να υπογράψουν όσο το δυνατόν συντομότερα το εθελοντικό πρωτόκολλο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού που ορίζει το όριο ηλικίας για τη στρατολογία παιδιών σε 18 έτη· επαναλαμβάνει την παράκλησή του προς τη Σομαλία και τις ΗΠΑ να επικυρώσουν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού·

33.  καταδικάζει ανεπιφύλακτα τη βίαιη και συστηματική απαγωγή παιδιών κάτω των 16, που στρατολογούνται δια της βίας από επαναστατικές ή τρομοκρατικές οργανώσεις και στέλνονται συχνά σε αποστολές αυτοκτονίας, ως ειδεχθές έγκλημα που αξίζει της επείγουσας προσοχής της διεθνούς κοινότητας·

34.  ζητεί από τα κράτη μέλη, από τις υποψήφιες για ένταξη χώρες και από όλες τις τρίτες χώρες να εφαρμόζουν τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα για τα δικαιώματα του ανθρώπου και την εργασία και, εφόσον δεν το έχουν ήδη πράξει, να υπογράψουν και να επικυρώσουν το νέο πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την εμπορία ανθρώπων, το οποίο συμπληρώνει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, και τη νέα σύμβαση της ΔΟΕ του 1999 για τις χείριστες μορφές εργασίας των παιδιών·

35.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εκπονήσουν κατάλογο των προϊόντων που κατασκευάζονται με παιδική και καταναγκαστική εργασία, συμπεριλαμβανομένης της χώρας προέλευσής τους, και να συνεργαστούν μεταξύ τους με στόχο την υιοθέτηση κοινής θέσης στα πλαίσια της ΠΟΕ και της ΔΟΕ όσον αφορά την καταπολέμηση της παιδικής και καταναγκαστικής εργασίας·

36.  υπενθυμίζει ότι το εμπόριο γυναικών προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις ανά τον κόσμο και ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ αποτελούν χώρες προορισμού για αυτήν την μορφή εμπορίας ανθρώπων· απευθύνει έκκληση στα κράτη μέλη και τις υποψήφιες για ένταξη χώρες και τις τρίτες χώρες που αποτελούν χώρες προέλευσης ή διέλευσης να διασφαλίσουν ότι οι διατάξεις των εθνικών νομοθεσιών τους εγγυώνται επαρκή προστασία, βοήθεια και νομική στήριξη στα θύματα της εμπορίας ανθρώπων και ζητεί να συμπεριληφθούν τα εν λόγω μέτρα στην απόφαση-πλαίσιο της ΕΕ για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων·

37.  παροτρύνει τα κράτη μέλη, τις υποψήφιες για ένταξη χώρες και τις τρίτες χώρες που αποτελούν χώρες προέλευσης ή διέλευσης να αναβαθμίσουν τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων αστυνομικών, δικαστικών και μεταναστευτικών αρχών, καθώς και μεταξύ εθνικών και διεθνών υπηρεσιών επιβολής του νόμου (όπως η Europol και η Eurojust) επιφορτισμένων με τον εντοπισμό και τη σύλληψη των σωματεμπόρων και των δικτύων οργανωμένου εγκλήματος που διαθέτουν·

38.  ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να ενθαρρύνουν και να στηρίζουν τις κυβερνήσεις των χωρών προέλευσης στις προσπάθειές τους να συντάξουν και να επιβάλουν συναφή εσωτερική νομοθεσία, καθώς και να προωθήσουν τις δηλώσεις των γεννήσεων, προκειμένου να εντοπίζεται ο τόπος προέλευσης των παιδιών, και να διευκολύνεται η επιστροφή τους, καθώς και να καθορίζεται ένα όριο ηλικίας, προκειμένου να παρεμποδίζεται η στρατολογία παιδιών·

39.  ζητεί από την Επιτροπή να χρηματοδοτεί τις δράσεις της ΕΕ για τη στήριξη εκστρατειών ενημέρωσης, οι οποίες αποσκοπούν στο να αποτραπεί η εμπορία ανθρώπων και να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση του κοινού και των δικαστικών αρχών στο εν λόγω θέμα, στις χώρες προέλευσης και διέλευσης, σε συνεργασία με τοπικές κοινότητες και ΜΚΟ·

40.  τονίζει την ανάγκη να καταπολεμηθούν τα βασικά αίτια της σύγχρονης δουλείας, ιδιαίτερα η φτώχεια, ο αναλφαβητισμός, η εικόνα που υπάρχει για τις γυναίκες καθώς και οι δημογραφικές και περιβαλλοντικές πιέσεις, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με επενδύσεις στην παιδεία, με την παροχή οικονομικών κινήτρων, με την αντιμετώπιση του προβλήματος των δανειακών υποχρεώσεων και εκείνου των κλιματικών αλλαγών, και με το άνοιγμα των δυτικών αγορών σε προϊόντα που προέρχονται από τις αναπτυσσόμενες χώρες·

41.  ζητεί από τα κράτη μέλη να συνεργαστούν μεταξύ τους, με τις τρίτες χώρες, με τις υπηρεσίες του ΟΗΕ, καθώς και με εθνικές και διεθνείς ΜΚΟ στο σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων δράσεως, προκειμένου να εξαλειφθούν η πρακτική της εμπορίας ανθρώπων και άλλες μορφές σύγχρονης δουλείας·

Τρομοκρατία και δικαιώματα του ανθρώπου

42.  αναγνωρίζει ότι τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 αποκάλυψαν νέα είδη τρομοκρατίας που αδιαφορούν παντελώς για τη θανάτωση αθώων θυμάτων σε μαζική κλίμακα·

43.  ζητεί να διασαφηνιστεί η δικαιοδοσία του προτεινόμενου Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου όσον αφορά τις τρομοκρατικές ενέργειες που διαπράττονται από μη κρατικούς φορείς·

44.  καλεί τα κράτη μέλη να παροτρύνουν όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ και ιδίως τις ΗΠΑ να επικυρώσουν ή να προσχωρήσουν στο καταστατικό της Ρώμης για την ίδρυση ενός Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και να θεσπίσουν αποτελεσματική και παγκόσμια δικαιοδοτική νομοθεσία·

45.  ζητεί από το Συμβούλιο να αναπτύξει ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης, το οποίο θα εγκριθεί κατά τη διάρκεια της ισπανικής Προεδρίας, προκειμένου να προωθηθεί παγκοσμίως η κύρωση του καταστατικού της Ρώμης ή η προσχώρηση σε αυτό του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού χωρών και η τοις πράγμασι σύσταση του Δικαστηρίου, σε συνεργασία με την προπαρασκευαστική επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το ΔΠΔ και τη χώρα υποδοχής·

46.  ζητεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξακολουθήσουν να καταγγέλλουν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά τον κόσμο, ακόμη και τις παραβιάσεις που διαπράττονται σε χώρες συμμάχους στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας·

47.  καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να περιλάβουν στον ορισμό της τρομοκρατίας και την κρατική τρομοκρατία·

48.  ζητεί από τις κυβερνήσεις να μην χρησιμοποιούν τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας ως πρόφαση για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις χώρες τους· τονίζει την τρομακτική ευθύνη πολλών κρατών ανά την υφήλιο που επιβάλλουν κατασταλτικές πράξεις στους πολίτες τους με τη βοήθεια τακτικών ένοπλων δυνάμεων·

49.  επαναλαμβάνει την έκκληση που απηύθυνε ο Ύπατος Εκπρόσωπος για την ΚΕΠΠΑ να αναγνωριστούν οι κρατούμενοι του Guantánamo που αναφέρεται ότι συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Αφγανιστάν ως αιχμάλωτοι πολέμου σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και ζητεί να επιλύεται οιαδήποτε διαφωνία όσον αφορά το καθεστώς τους από αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 5 της τρίτης Σύμβασης της Γενεύης·

50.  τονίζει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει πάντοτε να μεριμνούν για τη νομική ασφάλεια ακόμα και των ατόμων τα οποία κατηγορούνται ότι διέπραξαν εγκλήματα συνδεδεμένα με την τρομοκρατία και ότι τα άτομα των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία έχουν "παγώσει", άλλα που ισχυρίζονται ότι είναι αθώα, πρέπει να πληροφορούνται αμέσως τα εις βάρος τους αποδεικτικά στοιχεία·

51.  καλεί τις ΗΠΑ να σεβαστούν τις εκ του διεθνούς δικαίου υποχρεώσεις τους και να διασφαλίσουν το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου όλων των κρατουμένων, ανεξαρτήτως της φύσης των εγκλημάτων που κατηγορούνται ότι διέπραξαν· εμμένει ότι πρέπει να απαγγέλλεται κατηγορία για ποινικό αδίκημα και να δικάζονται αμερόληπτα ή να απελευθερώνονται όσοι κρατούμενοι είναι ύποπτοι εγκλήματος, ανεξαρτήτως του εάν είναι αιχμάλωτοι πολέμου ή όχι·

Συστάσεις σχετικά με άλλα θέματα που χρήζουν επείγουσας διεθνούς δράσης

52.  κρίνει απαραίτητο το να μελετηθεί ενδελεχώς η κατάσταση των χιλιάδων ατόμων που ζουν σε στρατόπεδα προσφύγων, τα οποία ενώ έχουν σχεδιαστεί ως προσωρινή λύση τείνουν αντιθέτως να μετατραπούν σε μόνιμη κατάσταση·

53.  καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τη θρησκευτική ελευθερία, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τα δικαιώματα των θρησκευτικών μειονοτήτων·

54.  επαναλαμβάνει ότι η επιβολή της θανατικής ποινής σε άτομα κάτω των 18 ετών αντίκειται στο διεθνές εθιμικό δίκαιο και ότι τα διεθνή πρότυπα για τα δικαιώματα του ανθρώπου απαγορεύουν την επιβολή της θανατικής ποινής σε φρενοβλαβείς και συστήνουν την εξάλειψή της για άτομα που υποφέρουν από διανοητική καθυστέρηση ή διαθέτουν εξαιρετικά περιορισμένη διανοητική ικανότητα· ζητεί από όλα τα κράτη να αναστείλουν τις εκτελέσεις, με στόχο την πλήρη κατάργηση της θανατικής ποινής και επαναλαμβάνει την αίτησή του προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, τη Σαουδική Αραβία, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Ιράν και άλλα κράτη να θέσουν αμέσως τέλος σε όλες τις εκτελέσεις·

55.  καταδικάζει τους λιθοβολισμούς βάσει του νόμου της Sharia καθώς και όλες τις μορφές ταπεινωτικών και βάναυσων τιμωριών, ιδίως όπως οι επιβαλλόμενες στο Ιράν, σε ορισμένες περιοχές της Νιγηρίας, στη Σαουδική Αραβία και στο Σουδάν·

56.  καλεί όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών και ιδίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπογράψουν και να επικυρώσουν - 10 έτη μετά τη θέση της σε ισχύ - τη Σύμβαση αριθ. 169 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για τα δικαιώματα των αυτοχθόνων πληθυσμών και φυλών σε ανεξάρτητα κράτη·

o
o   o

57.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των υποψήφιων προς ένταξη χωρών, στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και στις κυβερνήσεις των χωρών που αναφέρονται στο παρόν ψήφισμα, καθώς και στα γραφεία στην ΕΕ των κυριότερων μη κυβερνητικών οργανώσεων για τα δικαιώματα του ανθρώπου.

(1) ΕΕ C 364 της 18.12.2000, σ. 1.
(2) ΕΕ L 120 της 8.5.1999, σ. 1 και 8.
(3) ΕΕ C 65 Ε της 14.3.2002, σ. 336, ΕΕ C 377 της 29.12.2000, σ. 336, ΕΕ C 98 της 9.4.1999, σ. 267 και 270, ΕΕ C 20 της 20.1.1997, σ. 161, ΕΕ C 126 της 22.5.1995, σ. 15, ΕΕ C 115 της 26.4.1993, σ. 214, ΕΕ C 267 της 14.10.1991, σ. 165, ΕΕ C 47 της 27.2.1989, σ. 61, ΕΕ C 99 της 13.4.1987, σ. 157, ΕΕ C 343 της 31.12.1985, σ. 29, ΕΕ C 172 της 2.7.1984, σ. 36, ΕΕ C 161 της 20.6.1983, σ. 58.
(4) ΕΕ C 65 Ε της 14.3.2002, σ. 350.
(5) ΕΕ C 343 της 5.12.2001, σ. 270.
(6) ΕΕ C 377 της 29.12.2000, σ. 366.
(7) ΕΕ C 377 της 29.12.2000, σ. 376.
(8) ΕΕ C 87 Ε της 11.4.2002, σ. 149.
(9) ΕΕ C 98 της 9.4.1999, σ. 267.
(10) ΕΕ C 14 της 19.1.1998, σ. 399.
(11) ΕΕ C 14 της 19.1.1998, σ. 402.
(12) ΕΕ C 320 της 28.10.1996, σ. 261.
(13) ΕΕ C 72 Ε της 21.3.2002, σ. 160.
(14) ΕΕ L 57 της 27.2.2001, σ. 5.
(15) Κείμενα που εγκρίθηκαν, σημείο 15.
(16) ΕΕ C 53 Ε της 28.2.2002, σ. 390.
(17) ΕΕ C 230 της 10.8.2000, σ. 1.
(18) ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.


Προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες
PDF 399kWORD 84k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες (COM(2001) 252 - C5-0653/2001 - 2001/2276(COS))
P5_TA(2002)0204A5-0084/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής (COM(2001) 252 – C5&nbhy;0653/2001),

–  έχοντας υπόψη την Έκθεση της Επιτροπής για την υλοποίηση της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την προώθηση του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των δημοκρατικών αρχών κατά το έτος 2000 (SEC(2001) 801),

–  έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία κατά το έτος 2001 (SEC(2001) 891),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 3, 6, 11 και 19 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 177, 300 και 310 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

–  έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Διεθνές Σύμφωνο Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, καθώς και τα προαιρετικά πρωτόκολλά του, ιδίως δε το άρθρο 19, όπως επίσης το Διεθνές Σύμφωνο Οικονομικών, Κοινωνικών και Πολιτιστικών Δικαιωμάτων,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για την εξάλειψη των διακρίσεων κατά των γυναικών (1979) και τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (1989),

–  έχοντας υπόψη το καθεστώς που ισχύει για το Βραβείο Ζαχάρωφ για την ελευθερία του πνεύματος, που απονέμει κάθε χρόνο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη διακήρυξη του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που διεξήχθη στη Νίκαια το Δεκέμβριο 2000, και κυρίως τα "νέα" θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη τα οποία προφανώς απαιτούν μια ιδιαίτερη προσοχή εκ μέρους της ΕΕ,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία εγκρίθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1998 στη Βιέννη επ' ευκαιρία της 50ής Επετείου της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων της 25ης Ιουνίου 2001 όσον αφορά το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Σεπτεμβρίου 1996 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη συμπερίληψη του σεβασμού των δημοκρατικών αρχών και των δικαιωμάτων του ανθρώπου στις συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών (COM(1995) 216 – C4-0197/1995)(1),

–  έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου ανά τον κόσμο, που εγκρίθηκαν στις 5 Ιουλίου 2001, 16 Μαρτίου 2000, 17 Δεκεμβρίου 1998, 12 Δεκεμβρίου 1996, 26 Απριλίου 1995, 12 Μαρτίου 1993, 12 Σεπτεμβρίου 1991, 18 Ιανουαρίου 1989, 12 Μαρτίου 1987, 22 Οκτωβρίου 1985, 22 Μαΐου 1984 και 17 Μαΐου 19832(2),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Μαρτίου 2001 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (CΟΜ(2000)212 – C5-0264/2000)3(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με την κοινή κοινοτική διπλωματία4(4) και την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάπτυξη εξωτερικής υπηρεσίας (CΟΜ(2000)456),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με την εκτέλεση των κονδυλίων του προϋπολογισμού του κεφαλαίου "Δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα" σε σχέση με τις εκστρατείες υπέρ ενός μορατόριουμ στην ποινή του θανάτου5(5),

–  έχοντας υπόψη τις συμβάσεις που θεσπίσθηκαν στο πλαίσιο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ),

–  έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 12/2000 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τη διαχείριση, εκ μέρους της Επιτροπής, της ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ της προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας σε τρίτες χώρες, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις της Επιτροπής6(6),

–  έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της 57ης περιόδου συνόδου της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Κοινής Ασφάλειας και Αμυντικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας καθώς και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ίσων Ευκαιριών) (A5&nbhy;0084/2002),

A.  θεωρώντας ότι έναν από τους ουσιώδεις στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να αποτελεί η προάσπιση της οικουμενικότητας και του αδιαίρετου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων - αστικών, πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών - όπως διακηρύσσει η Παγκόσμια Διάσκεψη της Βιέννης του 1993 για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών συνιστούν αναφαίρετο, αναπόσπαστο και αδιαίρετο τμήμα των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως ακριβώς προβλέπεται στην Διακήρυξη του Πεκίνου και στην Πλατφόρμα Δράσης του 1995,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εξέχων ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον οικονομικό, εμπορικό, πολιτικό και διπλωματικό τομέα καθώς και στον τομέα της αναπτυξιακής βοήθειας παρέχει στην ΕΕ μια ασυνήθιστη δυνατότητα ηθικής και πολιτικής επιρροής που πρέπει να ασκήσει χωρίς επιφυλάξεις και πλέγματα προκειμένου να γνωστοποιήσει και να βελτιώσει το επίπεδο εκδημοκρατισμού και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ των χωρών-εταίρων της,

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταπολέμηση της φτώχειας και η πολιτική της συνεργασίας για την ανάπτυξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού, στο μέτρο που προωθούν τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που απαιτούνται για να διασφαλισθεί η ειρήνη και η σταθερότητα και να εξασφαλισθεί ότι κάθε άτομο μπορεί να ζει με αξιοπρέπεια,

Ε.  εκτιμώντας ότι και σε πολλές πρώην αποικίες ευρωπαϊκών κρατών, συχνά λόγω της διαρκούς επιρροής των αποικιακών δυνάμεων, δεν προάγονται ιδιαιτέρως, ή και καταπατούνται, τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι αρχές της χρηστής διακυβέρνησης και η αναγνώριση του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών,

ΣΤ.  λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι αυτό το γεγονός δεν έχει έως τώρα συμπεριληφθεί σε μια αντικειμενική ανάλυση, εκ μέρους των κρατών μελών, των αρνητικών εξελίξεων σε ορισμένες τρίτες χώρες και, για το λόγο αυτό, δεν αποτελεί δυστυχώς τμήμα μιας συνεκτικής πολιτικής προσέγγισης για την προώθηση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη συμφωνία του Κοτονού, που υπεγράφη τον Ιούνιο 2000 με τις χώρες ΑΚΕ, συμπληρώθηκε η δημοκρατική ρήτρα που περιλαμβάνει από το 1992 η Ευρωπαϊκή Κοινότητα σε όλες τις συμφωνίες της με τρίτες χώρες ως "ουσιώδες στοιχείο" των εν λόγω συμφωνιών, η οποία βασίζεται πλέον στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου καθώς και στη διακυβέρνηση ή χρηστή διαχείριση του δημόσιου τομέα,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει ρόλο καθοριστικής σπουδαιότητας κατά την ενεργό προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες, ενθαρρύνοντας μέσω της εξωτερικής της δράσης την προώθηση των δικαιωμάτων αυτών και αντιδρώντας με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή σοβαρών και συνεχών παραβιάσεων,

Θ.  εκτιμώντας ότι η μείωση της φτώχειας, που συνιστά πρωταρχικό στόχο της νέας αναπτυξιακής πολιτικής της Ένωσης, απαιτεί την ύπαρξη μιας πραγματικής συμμετοχικής δημοκρατίας και υπεύθυνων και αδιάφθορων κυβερνήσεων,

Ι.  εκτιμώντας ότι μέσω της πολιτικής της στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο ώστε να αποτραπεί οιοδήποτε φαινόμενο αποκλεισμού λόγω της εν εξελίξει παγκοσμιοποίησης την οποία να προσανατολίσει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμπεριλάβει τα πιο μειονεκτικά κοινωνικά στρώματα και τις φτωχότερες χώρες, ούτως ώστε να επωφεληθούν και οι μεν και οι δε από όλα εκείνα τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης που μπορούν να ευνοήσουν την εξέλιξη του ανθρώπου,

ΙΑ.  εκτιμώντας ότι ο σεβασμός των κοινωνικών δικαιωμάτων και των διατάξεων του εργατικού δικαίου ευνοεί μια διαρκή και δίκαιη κοινωνική ανάπτυξη,

ΙΒ.  εκτιμώντας ότι ο μακροπρόθεσμος διάλογος σχετικά με τον εκδημοκρατισμό και τα δικαιώματα του ανθρώπου συνιστά επίσης σημαντικό στοιχείο της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόληψη των συγκρούσεων,

ΙΓ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προτεινόμενος κώδικας συμπεριφοράς για τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν αποτελεί αναγκαστικό στόχο, αλλά αποσκοπεί στη θέσπιση θετικών μέτρων που δεν δικαιολογείται πλέον να καθυστερήσουν περισσότερο, όπως είναι η κοινή στήριξη της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η υπογραφή, η κύρωση και η εφαρμογή των διεθνών μηχανισμών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, κατά συνέπεια, η πρόληψη μελλοντικών και διαδοχικών κρίσεων,

1.  επιδοκιμάζει την προαναφερθείσα ανακοίνωση της Επιτροπής, θεωρώντας ότι συνεισφέρει σημαντικές προτάσεις και συστάσεις όσον αφορά το ρόλο της ΕΕ στην προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες-εταίρους της ΕΕ·

2.  υποστηρίζει ειδικότερα τις προτάσεις της Επιτροπής που αποσκοπούν στη συστηματική ενσωμάτωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ένα διαφανή πολιτικό διάλογο με τις τρίτες χώρες, στο να δώσουν πραγματικό νόημα στις δημοκρατικές ρήτρες που περιλαμβάνουν οι συμφωνίες σύνδεσης και οι εμπορικές συμφωνίες της Ένωσης και στην ενσωμάτωση της προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας στο πλαίσιο των προγραμμάτων εξωτερικής βοήθειας·

3.  αποδοκιμάζει την έλλειψη συγκεκριμένων προτάσεων με στόχο την ενθάρρυνση μεγαλύτερης συνεκτικότητας στις εργασίες των διαφόρων κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οι οποίες θα έθεταν τέρμα στη σχεδόν αποκλειστική κυριαρχία στον τομέα αυτό της πολιτικής βούλησης του Συμβουλίου που έχει εκδηλωθεί με τη συχνή απαίτηση της ομόφωνης λήψης αποφάσεων, επιθυμεί δε να υποβάλει η Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης συγκεκριμένες προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση·

4.  ζητεί οι απαιτήσεις που προβάλλονται σε τρίτες χώρες που αποτελούν εταίρους της Ένωσης, στον τομέα του εκδημοκρατισμού και του σεβασμού και της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου να προέχουν χωρίς εξαίρεση έναντι των νόμιμων οικονομικών, εμπορικών ή άλλων συμφερόντων της Ένωσης και των επί μέρους κρατών μελών της·

5.  ζητεί να χρησιμοποιούνται ενεργητικά και γενναιόδωρα οι ρήτρες "κοινωνικού κινήτρου", "περιβαλλοντικού κινήτρου" και "καταπολέμησης των ναρκωτικών", που περιλαμβάνονται στο νέο Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ) για την περίοδο 2002-2004, και οι οποίες προβλέπουν την παραχώρηση συμπληρωματικών προτιμήσεων στις χώρες που σέβονται τους κανόνες της ΔΟΕ, της διεθνούς νομοθεσίας που ισχύει επί περιβαλλοντικών θεμάτων και της καταπολέμησης της παραγωγής και εμπορίας ναρκωτικών·

6.  αποδοκιμάζει τη συχνή αδυναμία των κρατών μελών της ΕΕ να τηρούν κοινή θέση κατά την ετήσια συνεδρίαση της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στη Γενεύη, αμαυρώνοντας με τον τρόπο αυτό την εικόνα της Ένωσης και υπονομεύοντας την ανάπτυξη της εξωτερικής πολιτικής της·

7.  ζητεί όλες οι τρίτες χώρες που ευελπιστούν να διατηρούν πολιτικές, οικονομικές, εμπορικές ή οιεσδήποτε σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση να υπογράψουν, επικυρώσουν και να εφαρμόζουν άνευ επιφυλάξεων και αμφιβολιών τα θεμελιώδη κείμενα που υπάρχουν για θέματα δικαιωμάτων του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένου ιδίως του Καταστατικού της Ρώμης που θεσπίζει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο·

8.  προτείνει στην Επιτροπή και το Συμβούλιο να εκπονηθεί διοργανικός Κώδικας Συμπεριφοράς που θα αποσκοπεί στην επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής και δικαιοσύνης στην εξωτερική δράση της ΕΕ επί θεμάτων εκδημοκρατισμού και δικαιωμάτων του ανθρώπου· ο κώδικας αυτός θα έπρεπε να διέπει τις σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και των 120 και πλέον κρατών επί των οποίων ισχύει σήμερα η δημοκρατική ρήτρα, ως θεμελιώδες στοιχείο των συμφωνιών κάθε είδους που τα συνδέουν με την ΕΕ·

Στοιχεία για ένα διοργανικό Κώδικα Συμπεριφοράς για τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης επί θεμάτων δικαιωμάτων του ανθρώπου

9.  ζητεί, κατά συνέπεια, να εκπονήσει η Επιτροπή αρχική πρόταση για ένα Κώδικα που θα αποτελέσει αντικείμενο άμεσης απόφασης του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου και θα λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

   α) κάθε πολιτική, οικονομική ή εμπορική σχέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τρίτες χώρες που αναγνωρίζονται από τα Ηνωμένα Έθνη ως κράτη που υποθάλπουν ή προστατεύουν την τρομοκρατία αναστέλλεται πάραυτα λόγω παραβίασης της δημοκρατικής ρήτρας· μπορούν να εξαιρούνται μόνο σε περίπτωση που τα μέτρα ανθρωπιστικού χαρακτήρα καθώς και τα πολιτικά μέτρα που αποσκοπούν αποκλειστικά στην παρότρυνση του κράτους παραβάτη να αλλάξει την πολιτική του·
   β) η κατάργηση της θανατική ποινής και η απαίτηση ενός καθολικού μορατόριουμ κατά των εκτελέσεων συνιστά ουσιαστικό στοιχείο των σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τρίτων χωρών, κατά τρόπον ώστε η ύπαρξη της θανατικής ποινής σε μία τρίτη χώρα να συνοδεύεται αναπόφευκτα από την απαίτηση για την κατάργησή της ή με την καθιέρωση καθολικού μορατόριουμ ως σαφούς ένδειξης της θέσης της ΕΕ·
   γ) καμία τρίτη χώρα δεν θα μπορεί να προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση εάν προηγουμένως δεν έχει υπογράψει και επικυρώσει, κατά την ημερομηνία προσχώρησής της, όλες τις θεμελιώδεις συμφωνίες και συμβάσεις που αφορούν τα δικαιώματα του ανθρώπου και οι οποίες θα έχουν υπογραφεί και επικυρωθεί από το σύνολο των κρατών μελών της Ένωσης κατά την ημερομηνία αυτή·
   δ) κάθε τρίτη χώρα που επιθυμεί να συνάψει κάποια Συμφωνία Σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αποδεικνύει επίσης ότι έχει υπογράψει, επικυρώσει ή προσχωρήσει, κατά την ημερομηνία σύναψης της Συμφωνίας, στις θεμελιώδεις συνθήκες και συμβάσεις επί θεμάτων δικαιωμάτων του ανθρώπου· επίσης, η εν λόγω τρίτη χώρα θα πρέπει να αποδείξει ότι εφαρμόζει επίσης στην πράξη κατά τρόπο ικανοποιητικό τους κανόνες που αναφέρονται στα δικαιώματα του ανθρώπου και ότι δεν κρίνεται υπαίτια για σοβαρές και διαρκείς αθετήσεις ή παραβιάσεις αυτών· προς το σκοπό αυτό, θα χρησιμοποιούνται ως δείκτες οι σχετικές εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών (συμπεριλαμβανομένων των ψηφισμάτων της Επιτροπής για τα δικαιώματα του ανθρώπου, των εκθέσεων των ειδικών εισηγητών και των αποφάσεων των οργανισμών ελέγχου των κυριότερων συμβάσεων), η ετήσια έκθεση που πρέπει να καταρτίζει η προτεινόμενη στο παρόν ψήφισμα υπηρεσία της Ένωσης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, οι αποφάσεις των αρμόδιων δικαστικών οργανισμών, όπως είναι το Ευρωπαϊκό, το Διαμερικανικό ή το Αφρικανικό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, και οι εκθέσεις που συντάσσουν οι κυριότερες ΜΚΟ στον τομέα αυτό·
   ε) κάθε τρίτη χώρα που ευελπιστεί να συνάψει με την Ευρωπαϊκή Ένωση οιαδήποτε Συμφωνία Συνεργασίας ή οιαδήποτε συμφωνία πλην των ανωτέρω, θα πρέπει να αποδεικνύει την ετοιμότητά της να υπογράψει, να επικυρώσει, ή να προσχωρήσει, κατά την ημερομηνία σύναψης της Συμφωνίας, στις θεμελιώδεις συνθήκες και συμβάσεις επί θεμάτων δικαιωμάτων του ανθρώπου και να μην έχει κριθεί υπαίτια για σοβαρές και διαρκείς αθετήσεις ή παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου, να είναι δε σε θέση να βελτιώσει κατά τρόπο προοδευτικό και αποφασιστικό την εφαρμογή και την αποτελεσματική εγγύησή τους, γεγονός που θα εξετάζεται βάσει των ιδίων προαναφερθέντων δεικτών·
   στ) στις περιπτώσεις περιστασιακών παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που διαπιστώνονται βάσει των προαναφερθέντων δεικτών, στα μέτρα που λαμβάνει η ΕΕ μπορεί να περιληφθεί η αναστολή των Συμφωνιών που έχουν υπογράψει η ΕΕ και τα κράτη μέλη της με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα, η διακοπή των επαφών υψηλού επιπέδου και η τροποποίηση των προγραμμάτων συνεργασίας, αναβάλλοντας τα νέα έργα ή χρησιμοποιώντας διαφορετικές διόδους για την παροχή της βοήθειας·
   ζ) κάθε τρίτη χώρα που διατηρεί ή επιθυμεί να συνάψει οιαδήποτε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει επίσης να σέβεται τις θεμελιώδεις συνθήκες και συμβάσεις επί θεμάτων Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου που έχουν υπογραφεί και επικυρωθεί από το σύνολο των κρατών μελών της Ένωσης·
   η) η εφαρμογή της δημοκρατικής ρήτρας επ' ουδενί δεν μπορεί να επηρεάσει την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας προς τρίτες χώρες, ανεξαρτήτως του είδους των σχέσεών τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση· η εν λόγω βοήθεια θα πρέπει, κατά προτίμηση, να διανέμεται από υπηρεσίες των Ηνωμένων Εθνών, από τις ΜΚΟ και άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών της εν λόγω χώρας κατά προτεραιότητα έναντι κυβερνητικών διαύλων·
   θ) εάν κρίνεται αναγκαίο, η διαδικασία αναστολής των συμφωνιών θα πρέπει να είναι "mutatis mutandis" η ίδια με εκείνη που θεσπίσθηκε με το άρθρο 7 της Συνθήκης ΕΕ με σκοπό την επιβολή κυρώσεων για τις σοβαρές και διαρκείς παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου εκ μέρους των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ενισχύθηκε από τη Συνθήκη της Νίκαιας, και το οποίο προβλέπει ιδίως την ακρόαση του κράτους-παραβάτη· στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ακολουθώντας ειδικότερα τις διατάξεις της Συνθήκης της Νίκαιας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί επίσης να προτείνει στο Συμβούλιο, με απλή πλειοψηφία, την αναστολή μιας συμφωνίας κατ' εφαρμογή της δημοκρατικής ρήτρας·
   ι) Κώδικας Συμπεριφοράς θα πρέπει να ισχύει και για την πιθανή αναθεώρηση όλων των Συμφωνιών που έχει υπογράψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τρίτες χώρες, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας σύναψής τους·

10.  στόχος της Ένωσης κατά την αξιολόγηση της προόδου που έχουν επιτύχει οι διάφορες χώρες εταίροι επί θεμάτων εκδημοκρατισμού και δικαιωμάτων του ανθρώπου, θα πρέπει να αποτελεί, όχι μόνον η συνεπής αντιμετώπιση χωρών και περιοχών, αλλά κυρίως η αποφυγή άδικων αποτελεσμάτων και συγκριτικών αδικιών και η εφαρμογή δύο μέτρων και δύο σταθμών στις σχέσεις της με αυτές·

11.  τονίζει ότι ο Κώδικας αυτός δεν θα πρέπει να εστιάζεται στον πειθαρχικό και κατασταλτικό χαρακτήρα των ρητρών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αντίθετα θα πρέπει κατ' ουσίαν να βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και των τρίτων χωρών μεταξύ όλων των συμβαλλομένων μερών· στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ενσωματώνει όλα τα πιθανά θετικά κίνητρα, συμπεριλαμβανομένων γενναιόδωρων προγραμμάτων συνεργασίας που επιτρέπουν να βελτιωθεί ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλα τα επίπεδα·

12.  εγκρίνει την προσέγγιση της "ανθρωπιστικής βοήθειας που βασίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα" λόγω της σπουδαιότητάς της κατά την πρόληψη των συγκρούσεων στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει προκληθεί ανθρωπιστική κρίση λόγω βίαιης σύγκρουσης·

13.  καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων των γυναικών, ως μέρος των δικαιωμάτων του ανθρώπου, θα περιλαμβάνεται ως ζωτικό στοιχείο σε όλα τα κοινοτικά προγράμματα και ως κριτήριο για τις εξωτερικές σχέσεις με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών εμπορίου και συνεργασίας·

14.  απαιτεί όπως η Επιτροπή, σε όλες τις εξωτερικές σχέσεις με τρίτες χώρες, στο πλαίσιο των οποίων χορηγείται οικονομική βοήθεια, καθώς και σε όλες τις εμπορικές συμφωνίες, τις συμφωνίες συνεργασίας και την αναπτυξιακή βοήθεια, να θέτει ως ρητή προϋπόθεση το γεγονός ότι η εμπλεκόμενη χώρα δεσμεύεται να εκριζώσει και να τιμωρεί τις σοβαρότερες μορφές βίας κατά των γυναικών, όπως ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων, ο λιθοβολισμός, η δημόσια διαπόμπευση, τα βασανιστήρια και ο βιασμός σε περιόδους πολέμου· ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ελέγχει συστηματικά εάν οι εν λόγω προϋποθέσεις τηρούνται πραγματικά και να υποβάλλει σχετική έκθεση·

15.  παροτρύνει την Επιτροπή να συνεργαστεί με άλλους διεθνείς φορείς, όπως η UNIFEM και η Παγκόσμια Τράπεζα, για να εξασφαλίσει ότι τα θέματα φύλου θα καταστούν μέρος των βασικών αναπτυξιακών αποφάσεων·

16.  υπενθυμίζει την υποστήριξή του για τον καθορισμό δίκαιων κοινωνικών προδιαγραφών κατά την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και τη δέσμευσή του ότι θα συμμετάσχει στην προσπάθεια καταπολέμησης της εκμετάλλευσης της εργασίας ανά τον κόσμο· υπογραμμίζει τον πρωταρχικό ρόλο που πρέπει να διαδραματίσουν ο ΠΟΕ και η ΔΟΕ στο θέμα αυτό και επιμένει στην ουσιαστική εφαρμογή κοινού προγράμματος εργασίας του ΠΟΕ και της ΔΟΕ·

17.  υπογραμμίζει τη σημασία των προγραμμάτων όπως το ΜΕDA και το TACIS στην προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού σε ιδιαίτερα ευαίσθητες περιοχές του κόσμου·

18.  καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της ενόψει της έγκρισης μιας συνοπτικής Πράσινης Βίβλου για την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων·

19.  ζητεί από την Επιτροπή να διευκρινίσει τα μέτρα που πρέπει να εφαρμοσθούν για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική τήρηση των κωδίκων συμπεριφοράς των επιχειρήσεων που καταρτίσθηκαν από διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ, η ΔΟΕ και ο ΟΟΣΑ·

20.  ενθαρρύνει την Επιτροπή να ανοίξει εθνικά σημεία επαφής για τον έλεγχο των γενικών κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ για τις Πολυεθνικές Επιχειρήσεις από τον Ιούνιο 2000 στις αντιπροσωπείες της στις τρίτες χώρες, παρόμοια με τα εθνικά σημεία επαφής σε όλα τα κράτη μέλη·

21.  υπενθυμίζει ότι το άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΚ υποχρεώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να καταπολεμά τις διακρίσεις λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, θρησκεύματος ή θρησκευτικών πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Αυτή η υποχρέωση πρέπει, όχι μόνο θεωρητικώς αλλά και στην πράξη, να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο σε σχέση με τους σημερινούς και τους μελλοντικούς εμπορικούς εταίρους όσο και στις διαπραγματεύσεις με τις υποψήφιες χώρες σχετικά με την πλήρωση των κριτηρίων της Κοπεγχάγης·

Προτάσεις θεσμικού χαρακτήρα

22.  θεωρεί απαραίτητη την κοινοτικοποίηση της ΚΕΠΠΑ το ταχύτερο δυνατό ως μόνου μέσου για να εξασφαλισθεί πραγματική συνεκτικότητα στις δράσεις της Ένωσης στον τομέα αυτό και να αντιμετωπισθεί η σημερινή κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας τα διάφορα θεσμικά όργανα και ιδίως το Συμβούλιο πρέπει να ασχοληθούν με τα θέματα αυτά, τόσο σε γεωγραφικό όσο και σε θεματικό επίπεδο, σε ορισμένες περιπτώσεις σε κοινοτικό και σε άλλες σε διακυβερνητικό πλαίσιο (ΚΕΠΠΑ)·

23.  καλεί τη Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης να εξετάσει ποιες θεσμικές μεταρρυθμίσεις απαιτούνται, σύμφωνα με το πνεύμα του παρόντος ψηφίσματος, για την ενίσχυση του ρόλου της Ένωσης κατά την προώθηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των δημοκρατικών αρχών μέσω της ΚΕΠΠΑ·

24.  προτείνει στο Κοινοβούλιο που θα προκύψει από τις προσεχείς εκλογές του 2004 να συστήσει Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου που θα είναι αρμόδια για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκδημοκρατισμού στις τρίτες χώρες και σχέσεων με τις διεθνείς οργανώσεις προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου·

25.  υποστηρίζει τη δημιουργία Υπηρεσίας της ΕΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία, όπως προτάθηκε στα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Κολωνίας·

26.  κρίνει ότι η εν λόγω υπηρεσία θα πρέπει να εκτελεί καθήκοντα ενημέρωσης και παροχής συμβουλών, όπως ακριβώς προτείνεται από την Επιτροπή των Σοφών, και ειδικότερα να πραγματοποιεί παγκόσμια ανασκόπηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κάθε χώρα, ούτως ώστε να λαμβάνεται ειδικότερα υπόψη από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης κατά τη χάραξη και εκτέλεση των διαφόρων τομέων πολιτικής της Ένωσης·

27.  πιστεύει ότι ένα άλλο καθήκον αυτής της υπηρεσίας για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία θα πρέπει να είναι η ετήσια αξιολόγηση, υπό το πρίσμα του παρόντος Κώδικα Συμπεριφοράς, όλων των συμφωνιών συνεργασίας και σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών·

28.  φρονεί ότι μεταξύ των δραστηριοτήτων της εν λόγω υπηρεσίας για τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία θα μπορούσε να συμπεριληφθεί η αποτίμηση του αντικτύπου των μη διαρθρωτικών μέτρων, λόγω της μεγάλης σπουδαιότητάς τους στις διαδικασίες συμφιλίωσης μετά από ένοπλες συγκρούσεις, στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας στα προγράμματα βοήθειας της ΕΕ·

29.  εκτιμά ότι, πριν από την υπογραφή μια συμφωνίας προσχώρησης, σύνδεσης ή συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και τρίτης χώρας, η Επιτροπή θα πρέπει να συντάσσει έκθεση σχετικά με την κατάσταση όσον αφορά τις δημοκρατικές αρχές και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα αυτή, συνιστώντας εάν θα πρέπει να ολοκληρωθούν ή όχι οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις· το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να εκφράσουν τη γνώμη τους σχετικά με την εν λόγω σύσταση εφόσον για την υπογραφή της εν λόγω συμφωνίας θα απαιτείται η σύμφωνη γνώμη και των δύο θεσμικών οργάνων·

30.  ζητεί, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου και της εξέτασης των εγγράφων στρατηγικής κάθε χώρας, να δοθεί έμφαση στην ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος στην παιδεία και πιστεύει ότι η καθολική πρόσβαση στην εκπαίδευση θα πρέπει να θεωρείται θεματική προτεραιότητα δεδομένου ότι η πρόσβαση στην εκπαίδευση συνιστά κατ' ουσίαν ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα·

31.  καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι οι εκθέσεις που συντάσσονται από τις εξωτερικές αντιπροσωπείες της Επιτροπής στον τομέα αυτό θα διαβιβάζονται επίσης δεόντως και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

32.  αντιλαμβάνεται ότι οι καταστάσεις συγκρούσεων προκαλούν σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, στο πλαίσιο αυτό, πιστεύει ότι η παιδεία για την ειρήνη ως αναπόσπαστο τμήμα των ειρηνευτικών μέτρων και των μέτρων διατήρησης της ειρήνης θα πρέπει να συνιστά μια από τις προτεραιότητες της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο πλαίσιο της πρόληψης των συγκρούσεων·

33.  θεωρεί απαραίτητη τη συμβολή στην κοινωνία των πολιτών για τη διαμόρφωση και την παρακολούθηση της πολιτικής της Ένωσης στους τομείς αυτούς, και υποστηρίζει τη συνέχιση των περιοδικών φόρουμ συζητήσεων σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου που διεξάγονται σε συνεργασία με την προεδρία και με τη συμμετοχή των θεσμικών οργάνων της Ένωσης καθώς και εκπροσώπων ακαδημαϊκών φορέων και των ΜΚΟ·

o
o   o

34.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

(1) ΕΕ C 320 της 28.10.1996, σ. 261.
(2)2 ΕΕ C 65 Ε της 14.3.2002, σ. 336· ΕΕ C 377 της 29.12.2000, σ. 336· ΕΕ C 98 της 9.4.1999, σ. 267 και 270· ΕΕ C 20 της 20.1.1997, σ. 161· ΕΕ C 126 της 22.5.1995, σ. 15· ΕΕ C 115 της 26.4.1993, σ. 214· ΕΕ C 267 της 14.10.1991, σ. 165· ΕΕ C 47 της 27.2.1989, σ. 61· ΕΕ C 99 της 13.4.1987, σ. 157· ΕΕ C 343 της 31.12.1985, σ. 29· ΕΕ C 172 της 2.7.1984, σ. 36· ΕΕ C 161 της 20.6.1983, σ. 58.
(3)3 ΕΕ C 277 της 1.10.2001, σ. 130.
(4)4 ΕΕ C 135 της 7.5.2001, σ. 69.
(5)5 ΕΕ C 197 της 12.7.2001, σ. 395.
(6)6 ΕΕ C 230 της 10.8.2000, σ. 1.


Ισότητα των δυο φύλων στην κοινοτική συνεργασία για την ανάπτυξη
PDF 321kWORD 72k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που αφορά πρόγραμμα δράσης για την ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την ισότητα των δύο φύλων στην κοινοτική συνεργασία για την ανάπτυξη (CΟΜ(2001) 295 – C5-0464/2001 – 2001/2193(CΟS))
P5_TA(2002)0205A5-0066/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής (CΟΜ(2001) 295 - C5-0464/2001),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 2 και 3 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

–  έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών της 18ης Δεκεμβρίου 1979 για την εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης έναντι των γυναικών (CΕDAW),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 1995 σχετικά με την Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τις γυναίκες με θέμα την ισότητα, την ανάπτυξη και την ειρήνη(1),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση και το πρόγραμμα δράσης που ενέκρινε η Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις γυναίκες, καθώς και το ψήφισμά του της 21ης Σεπτεμβρίου 1995 για το ίδιο θέμα(2),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την ισότητα των δύο φύλων στην αναπτυξιακή συνεργασία (C4-0307/1998 - 1997/0151(SΥΝ))(3),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου και των εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, της 20ής Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την ισότητα των φύλων στην αναπτυξιακή συνεργασία,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 1996 σχετικά με τα αποτελέσματα της Διάσκεψης του Καΐρου σχετικά με τον πληθυσμό και την ανάπτυξη(4),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 16ης Σεπτεμβρίου 1997 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής "Ενσωμάτωση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών στο σύνολο των κοινοτικών πολιτικών και στόχων" (CΟΜ(1996) 67 - C4-0148/1996)(5) και της 9ης Μαρτίου 1999 σχετικά με την έκθεση προόδου της Επιτροπής για τη συνέχεια που δόθηκε στην ως άνω ανακοίνωση (CΟΜ(1998) 122 - C4-0234/98)(6),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 18ης Μαΐου 1998 σχετικά με τα ζητήματα ισότητας ευκαιριών στην αναπτυξιακή συνεργασία,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2836/98 της 22ας Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με την ένταξη των θεμάτων φύλου στη συνεργασία για την ανάπτυξη(7),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Μαΐου 2000 σχετικά με την παρακολούθηση του προγράμματος δράσης του Πεκίνου (2000/2020(ΙΝΙ))(8),

–  έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών ΑΚΕ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της που υπεγράφη στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000(9),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 10ης Νοεμβρίου 2000 σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης (doc 13458/00),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2000 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για το πρόγραμμα που αναφέρεται στην κοινοτική στρατηγική-πλαίσιο για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών (2001-2005) (CΟΜ(2000) 335 - C5-0386/2000 - 2000/0143(CΝS))(10),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Μαρτίου 2001 σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που αφορά την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (CΟΜ(2000) 212 - C5-0264/2000 - 2000/2141(CΟS))(11),

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου "Ανάπτυξη" της 8ης Νοεμβρίου 2001,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και τις Ίσες Ευκαιρίες και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (A5&nbhy;0066/2002),

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3 της ΣΕΚ, η Κοινότητα έχει ως προορισμό να προωθεί την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών και οφείλει να θέτει ως στόχο την εξάλειψη των ανισοτήτων μεταξύ γυναικών και ανδρών,

Β.  εκτιμώντας ότι η στρατηγική της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου εγκρίθηκε από την πλατφόρμα δράσης του Πεκίνου και ότι από το 1996 η Επιτροπή θα έπρεπε να ασκεί αποφασιστική πολιτική για να συμπεριλαμβάνει την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών στις κοινοτικές πολιτικές και δράσεις,

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου εννοείται ως (ανα)διοργάνωση, βελτίωση, εξέλιξη και αξιολόγηση της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων, προκειμένου οι φορείς που συνήθως συμμετέχουν στην εφαρμογή των διαφόρων πολιτικών να συμπεριλάβουν τη διάσταση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών σε όλα τα επίπεδα(12),

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι διάφοροι κανονισμοί και συμφωνίες συνεργασίας για την ανάπτυξη - κανονισμοί ΑLΑ του 1992 και ΜΕDΑ του 2000, συμφωνία εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ, συμφωνία του Κοτονού - περιέχουν διατάξεις υπέρ της ενσωμάτωσης της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών,

Ε.  εκτιμώντας ότι ο στόχος της ισότητας ευκαιριών αποτελεί μέρος μιας διπλής προσέγγισης που αποσκοπεί να εξασφαλίσει την ισότητα μεταξύ των γυναικών και των ανδρών, συμπεριλαμβάνοντας την διάσταση του φύλου στο σύνολο των πολιτικών και δράσεων, εγκρίνοντας παράλληλα ειδικά μέτρα θετικής δράσης υπέρ των γυναικών,

ΣΤ.  θεωρώντας ότι η αναπτυξιακή πολιτική της Κοινότητας βασίζεται στην αρχή της διαρκούς ανάπτυξης του ατόμου και της κοινωνίας, με δικαιοσύνη και πνεύμα συμμετοχής, και ότι η προαγωγή των δικαιωμάτων του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της,

Ζ.  θεωρώντας ότι ο κύριος στόχος της αναπτυξιακής πολιτικής της Κοινότητας είναι η μείωση, έως εξάλειψη της φτώχειας· ότι η φτώχεια είναι πολυδιάστατο πρόβλημα το οποίο δεν ορίζεται μόνον ως έλλειψη επαρκούς εισοδήματος αλλά συνδέεται με τις πτυχές του ευάλωτου του ατόμου και της περιθωριοποίησής του, οι οποίες ενισχύουν η μία την άλλη: έλλειψη ελέγχου και πρόσβασης στα αγαθά, στους πόρους και τις υπηρεσίες, έλλειψη συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων,

Η.  εκτιμώντας ότι μεγάλη πλειοψηφία φτωχών ανθρώπων ανά τον κόσμο είναι γυναίκες και ότι αυτή η σχέση μεταξύ φύλου και φτώχειας είναι που καθιστά την διάσταση του φύλου σημαντικότερη παρά ποτέ στην πολιτική της συνεργασίας για την ανάπτυξη,

Θ.  εκφράζοντας την ικανοποίηση για την πρόθεση που εκδήλωσε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα να ξεπεράσει την αυστηρώς οικονομική προσέγγιση και εκτιμώντας ότι η αναπτυξιακή πολιτική άπτεται και άλλων τομέων των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, όπως είναι ο πολιτικός, ο κοινωνικός και ο πολιτιστικός,

I.  υπογραμμίζοντας τις δυσμενείς διακρίσεις που συχνά αντιμετωπίζουν οι γυναίκες των αναπτυσσόμενων χωρών όσον αφορά την πρόσβαση στη διατροφή, την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση, την κατάρτιση, τη λήψη αποφάσεων, τη συμμετοχή σε περιφερειακά προγράμματα και οικονομικές δραστηριότητες, καθώς και στα δικαιώματα ιδιοκτησίας και ότι η επανόρθωση των ανισοτήτων και η ενίσχυση του ρόλου και των δικαιωμάτων των γυναικών είναι ζωτικής σημασίας για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ανάπτυξη,

ΙΑ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προαναφερθείς κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2836/98 εκπνέει το 2003,

1.  εκφράζει την ικανοποίησή του για το σχέδιο δράσης της Επιτροπής που αποσκοπεί να εφαρμόσει, μέσω διαπραγματεύσεων με τους εταίρους σε όλα τα στάδια του κύκλου του σχεδίου ή του προγράμματος· τρίπτυχη στρατηγική για την ενσωμάτωση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών στις πολιτικές και στρατηγικές συνεργασίας για την ανάπτυξη· ιδιαιτέρως, επισημαίνει τα ακόλουθα στοιχεία:

   το σχέδιο προτείνει ορισμένες συγκεκριμένες δράσεις για να αποφευχθεί η "εξαέρωση" της πολιτικής για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών·
   η δράση για την ισότητα θεωρείται ως αρμοδιότητα της Ένωσης και όχι μόνο των κρατών μελών και των ΜΚΟ·
   το πρόγραμμα συνοδεύεται από ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα και προβλέπει ενδιάμεση αξιολόγηση και τελική αξιολόγηση·
   η έκθεση σχετικά με την πρόοδο εφαρμογής του προγράμματος θα αποτελεί συστατικό στοιχείο της ετήσιας έκθεσης της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την κοινοτική αναπτυξιακή πολιτική·

2.  εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μεσολάβησαν έξι σχεδόν χρόνια από την πρώτη φορά που το Συμβούλιο στο προαναφερθέν ψήφισμα του της 20ης Δεκεμβρίου 1995 για την ένταξη των θεμάτων φύλου στη συνεργασία για την ανάπτυξη χαρακτήρισε την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των δύο φύλων ως αρχή της αναπτυξιακής πολιτικής της Κοινότητας και των κρατών μελών έως τη δημοσίευση του προγράμματος δράσης, ενώ στο μεταξύ σημειώθηκε ελάχιστη πρόοδος στην πράξη, μολονότι η έννοια αυτή αναφέρεται ήδη στον προαναφερθέντα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2836/98, αλλά εκτιμά το ότι η Επιτροπή αναγνώρισε ότι η πολιτική για την ισότητα των φύλων παρουσιάζει φαινόμενα εξάτμισης·

3.  εκτιμά, ωστόσο, ότι το σχέδιο δράσης πρέπει να καταστεί πιο συγκεκριμένο και καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει, προς το σκοπό αυτό, επίσημη πρόταση που θα συνοδεύεται από λεπτομερές πρόγραμμα εργασίας με ειδικές λεπτομέρειες εφαρμογής, προθεσμίες και ένδειξη των δημοσιονομικών πόρων καθώς και ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες των αποτελεσμάτων·

4.  ζητεί να του διαβιβασθεί και η ενδιάμεση και η τελική αξιολόγηση, η δε ενδιάμεση να του διαβιβασθεί πριν από τη λήξη της πέμπτης κοινοβουλευτικής περιόδου·

5.  επιμένει ότι η ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας ανδρών και γυναικών δεν υπαγορεύεται από λόγους αύξησης της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας της ανάπτυξης αλλά, κυρίως, ως αρχή και ως αξία, στο πλαίσιο ενός πολύ ευρύτερου αγώνα για τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της προσωπικής αξίας γυναικών και ανδρών, οι διαφορές μεταξύ των οποίων πρέπει να αναγνωρίζονται αλλά των οποίων τα δικαιώματα πρέπει να είναι ίσα·

6.  αναφέρεται, σε συνάφεια με τα ανωτέρω, στους στόχους της κοινοτικής στρατηγικής-πλαισίου για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών, η οποία επικεντρώνεται στην οικονομική ζωή, στην ισότητα συμμετοχής και εκπροσώπησης, στην ισότητα πρόσβασης και πλήρους απολαυής των κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων για τις γυναίκες και τους άνδρες και την προώθηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των γυναικών· τονίζει, εν τούτοις, ότι εν όσω τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως η ισότιμη πρόσβαση στην τροφή, την παιδεία και την υγειονομική περίθαλψη δεν θα είναι σεβαστά, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τις γυναίκες να καταλάβουν θέσεις που να τους επιτρέπουν να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων·

7.  σημειώνει την εφαρμογή του προγράμματος στους έξι πρωταρχικούς τομείς της αναπτυξιακής πολιτικής της Κοινότητας, διερωτάται όμως, έχοντας υπόψη τα περιορισμένα χρηματοδοτικά μέσα, ως προς τη σειρά προτεραιότητας που αποδίδεται, κυρίως, στις μεταφορές· συμφωνεί ότι επικεφαλής των προτεραιοτήτων θα έπρεπε να τεθεί η ενίσχυση προς τις μακροοικονομικές πολιτικές, τις στρατηγικές για τη μείωση της φτώχειας και τα προγράμματα του κοινωνικού τομέα που καλύπτουν την εκπαίδευση και την υγεία, ιδιαίτερα δε στον τομέα της υγείας της αναπαραγωγής, όπου οι ανισότητες μεταξύ γυναικών και ανδρών είναι οι πιο κραυγαλέες και έχουν μεγαλύτερες συνέπειες όχι μόνον για τις γυναίκες αλλά, επίσης, για τις οικογένειές τους, για τις κοινότητες εντός των οποίων ζουν και για την κοινωνία· θεωρεί απαράδεκτο να δίδεται τόση μικρή έμφαση σε τομείς τόσο καίριους όπως είναι οι εμπορικές συναλλαγές - λαμβανομένου κυρίως υπόψη του αντικτύπου των εμπορικών συμφωνιών στα δικαιώματα και την κατάσταση της γυναίκας στις αναπτυσσόμενες χώρες - και η ενίσχυση των δυνατοτήτων των διαφόρων οργάνων, η χρηστή διαχείριση των κρατικών υποθέσεων και το κράτος δικαίου·

8.  τονίζει τη σημασία της βελτιωμένης πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες στον τομέα της υγείας της αναπαραγωγής οι οποίες περιλαμβάνουν όχι μόνο την πρόληψη από τον ιό HIV/AIDS και τις άλλες μεταδιδόμενες δια της σεξουαλικής επαφής ασθένειες, αλλά και τον οικογενειακό προγραμματισμό, την παροχή περίθαλψης πριν, κατά και μετά τον τοκετό και την αποθάρρυνση των επιβλαβών πρακτικών, όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων· τονίζει ότι η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στον τομέα της υγείας πρέπει να έχει ως στόχο τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες, έτσι ώστε να προωθηθεί η μεγαλύτερη υπευθυνότητα σ' ό,τι αφορά τον οικογενειακό προγραμματισμό, τις ασφαλέστερες σεξουαλικές σχέσεις και τη μητρότητα/πατρότητα·

9.  εκφράζει την ικανοποίησή του, που ένα από τα 6 θέματα υγείας είναι η αντιμετώπιση της βίας και της σεξουαλικής κακοποίησης των γυναικών, που έχουν σχέση με την παράμετρο φύλο και καλεί την Επιτροπή να προβεί σε εκτεταμένη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ βαθμού φτώχειας και βίαιων πράξεων κατά γυναικών και παιδιών·

10.  ζητεί από την Επιτροπή να ερευνήσει και να μελετήσει σε βάθος την επίδραση που ασκούν οι τοπικές πολιτισμικές παραδόσεις και έθιμα, τόσο στη διαδικασία της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης όσο και στα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων·

11.  παρατηρεί ότι οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων δεν σχετίζονται πάντοτε αποκλειστικά με την ένδεια, αλλά και με πολιτιστικές, θρησκευτικές και κοινωνικοοικονομικές πρακτικές οι οποίες, ωστόσο, δεν πρέπει ποτέ να θεωρούνται αποδεκτές αιτίες για την παρεμπόδιση της προόδου στον τομέα των δικαιωμάτων των δύο φύλων·

12.  επιμένει ότι η ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των δύο φύλων δεν πρέπει να αποκλείει ξεχωριστά προγράμματα θετικής δράσης, αλλά ότι η Επιτροπή πρέπει να υιοθετήσει διττή προσέγγιση της πολιτικής της ισότητας των δύο φύλων, ενσωματώνοντας και τα δύο στοιχεία·

13.  ζητεί η ανάλυση ανά φύλο να ενσωματωθεί οπωσδήποτε σε όλα τα μελλοντικά έγγραφα της στρατηγικής για την μείωση της φτώχειας και στα έγγραφα στρατηγικής ανά χώρα·

14.  υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητο να θεσμοθετηθεί η συμμετοχή των γυναικών και των γυναικείων οργανώσεων των αναπτυσσόμενων χωρών στην προετοιμασία, εκπόνηση και παρακολούθηση των εφαρμοστέων μέτρων· να εξασφαλισθεί η ισόρροπη εκπροσώπηση γυναικών και ανδρών στη διαχείριση των προγραμμάτων και να τεθούν σε εφαρμογή διαδικασίες πρόσληψης που να λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση του φύλου·

15.  θεωρεί απαραίτητο να προωθηθούν και να χρησιμοποιηθούν σε όλα τα επίπεδα λειτουργικά μέσα, όπως είναι η εκτίμηση του αντικτύπου (εκ των προτέρων και εκ των υστέρων) ανάλογα με το φύλο, οι έλεγχοι κατά πόσον ενσωματώνονται η διάσταση του φύλου, οι δείκτες παρακολούθησης και τα ανά φύλο αναλυόμενα στοιχεία και στατιστικές· οι εκτιμήσεις του αντικτύπου ανάλογα με το φύλο θα πρέπει να διεξάγονται για όλες τις επί μέρους συνιστώσες των συμφωνιών αναπτυξιακής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων και των πολιτικών που αφορούν τις εμπορικές συναλλαγές·

16.  θεωρεί ότι η εκτίμηση των κρατικών προϋπολογισμών από τη σκοπιά του αντικτύπου επί του φύλου (gender auditing) αποτελεί ουσιώδες όργανο για να διαπιστωθεί εάν η αρχή της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου εφαρμόζεται στις κρατικές πολιτικές·

17.  ζητεί να διατεθούν επαρκείς χρηματοοικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι για τη χρηματοδότηση των ενδεδειγμένων δράσεων προκειμένου να εξασφαλισθούν η συνοχή και η συνέχεια της διαδικασίας εφαρμογής του προγράμματος δράσης της ΕΕ για την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων στην ανάπτυξη, σημειώνοντας ότι το 2001 χορηγήθηκαν μόνο 2,02 εκατομμύρια ευρώ για την ενσωμάτωση των θεμάτων που αφορούν την ισότητα των δύο φύλων στη συνεργασία για την ανάπτυξη(13), σε σύγκριση με τα 5 εκατομμύρια ευρώ που διατέθηκαν το 1998(14)·

18.  ζητεί από την Επιτροπή να εκπονήσει, με βάση την εκτίμηση που έκανε των χρηματοδοτικών παρεμβάσεων στον τομέα αυτό, νέα πρόταση κανονισμού, όταν εκπνεύσει ο προαναφερθείς κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2836/98 που αποτελεί τη δημοσιονομική βάση της θέσης Β7-6220·

19.  ζητεί η προσέγγιση που συνίσταται στο να εξαρτάται η από τον κοινοτικό προϋπολογισμό χρηματοδότηση της καταπολέμησης του HIV/AIDS από την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των δύο φύλων, να καταστεί κανόνας για κάθε πίστωση του προϋπολογισμού που προορίζεται για την ανάπτυξη·

20.  θεωρεί ότι η διαπρογραμματική ομάδα για τα θέματα που αφορούν τα δύο φύλα και την ανάπτυξη (GIDED) πρέπει να χρησιμοποιείται σε όλες τις χώρες εταίρους για τις οποίες από μια εκ των προτέρων ανάλυση συνάγεται ότι το αποτέλεσμα ενδέχεται να είναι θετικό·

21.  υπογραμμίζει την ανάγκη κατάρτισης και ευαισθητοποίησης του προσωπικού της Επιτροπής στα θέματα φύλου, σε όλες τις ΓΔ που είναι αρμόδιες για τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ· προς τον σκοπό αυτό πρέπει να διατεθεί από τον προϋπολογισμό διοικητικών δαπανών επαρκής χρηματοδότηση για την υποχρεωτική κατάρτιση του προσωπικού της Επιτροπής, που είναι αρμόδιο για τον προγραμματισμό και τη διαχείριση της αναπτυξιακής πολιτικής τόσο στις κεντρικές υπηρεσίες όσο και στις αντιπροσωπείες·

22.  δίδει έμφαση στην ανάγκη ενίσχυσης των ικανοτήτων του προσωπικού της Επιτροπής στα θέματα τα σχετικά με τα δύο φύλα, μέσω του διορισμού μόνιμου υπαλλήλου, επί κεφαλής μιας ειδικής υπηρεσίας, "Ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου", με σαφώς προσδιορισμένες αρμοδιότητες, σε κάθε αντιπροσωπεία και σε κάθε αρμόδια για εξωτερικές υποθέσεις υπηρεσία (ΓΔ Ανάπτυξη, ΓΔ Εξωτερικές Σχέσεις, ΓΔ Εμπόριο, ECHO και Γραφείο συνεργασίας EuroAid) και μέσω της ένταξης στη Διϋπηρεσιακή ομάδα στήριξης της ποιότητας και σε ομάδες αξιολόγησης σχεδίων προσωπικού ειδικευμένου σε θέματα που αφορούν τα δύο φύλα·

23.  καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τη στρατηγική της για την ενημέρωση, να ενθαρρύνει τη διαδικτύωση και τις ανταλλαγές μεταξύ των διαφόρων παραγόντων των χωρών εταίρων και της ΕΕ και να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών της επί θεμάτων ισότητας·

24.  ζητεί να αναλάβουν οι προϊστάμενοι των μονάδων και οι επικεφαλής των αντιπροσωπειών της Επιτροπής το έργο της διαμόρφωσης και της εφαρμογής τομεακών και γεωγραφικών κατευθυντήριων γραμμών για θέματα που άπτονται της ισότητας των δύο φύλων, καθώς και την παρακολούθησή τους, και να διασφαλίζουν αποτελεσματικό συντονισμό μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών της Κοινότητας για θέματα που αφορούν την ισότητα των δύο φύλων·

25.  εκτιμά ότι οι ΜΚΟ είναι οι βασικοί παράγοντες για την προαγωγή μιας δημοκρατίας που θα σέβεται την ισότητα μεταξύ των γυναικών και των ανδρών και υπογραμμίζει τη σημασία της πλήρους συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως δε των γυναικείων οργανώσεων που αναπτύσσουν δραστηριότητα σε τοπικό επίπεδο, στον Βορρά και στο Νότο, σε όλες τις φάσεις του κύκλου των προγραμμάτων και της επί τόπου παροχής τεχνικής συνδρομής·

26.  ζητεί από την Επιτροπή και τις χώρες εταίρους της συμφωνίας του Κοτονού να καταβάλουν έντονες προσπάθειες για την εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου Υπουργών Ανάπτυξης σχετικά με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου, και να πραγματοποιήσουν έκτακτη σύνοδο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΕΕ-ΑΚΕ για το σοβαρό αυτό ζήτημα·

27.  καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη συνεργασία με άλλες διεθνείς οργανώσεις, όπως ο ΟΗΕ, το Συμβούλιο της Ευρώπης, ο ΟΟΣΑ, ώστε να εξασφαλίσουν κάποια συνάφεια μεταξύ εμπορικής απελευθέρωσης, οικονομικής βοήθειας και βιώσιμης ανάπτυξης·

28.  ζητεί από την Επιτροπή να ενισχύσει τη συνεργασία και τις ανταλλαγές πληροφοριών με τις ΜΚΟ για τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων των γυναικών και να υποστηρίξει την ευαισθητοποίηση ως προς τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που συνδέονται με τη διάσταση του φύλου, σε καταστάσεις ενόπλων συγκρούσεων ή σε περιπτώσεις μη εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας ελλείψει των κατάλληλων μηχανισμών ή λόγω της υπερίσχυσης αναχρονιστικών πολιτισμικών παραδόσεων και κοινωνικών στερεοτύπων·

29.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, το Συμβούλιο και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

(1) ΕΕ C 166 της 3.7.1995, σ. 92.
(2) ΕΕ C 269 της 16.10.1995, σ. 146.
(3) ΕΕ C 313 της 12.10.1998, σ. 137.
(4) ΕΕ C 211 της 22.7.1996, σ. 31.
(5) ΕΕ C 304 της 6.10.1997, σ. 50.
(6) ΕΕ C 175 της 21.6.1999, σ. 72.
(7) ΕΕ L 354 της 30.12.1998, σ. 5.
(8) ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 258.
(9) ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.
(10) ΕΕ C 223 της 8.8.2001, σ. 149.
(11) ΕΕ C 277 της 1.10.2001, σ. 130.
(12) Έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης (EG-S-MS(98)2)
(13) Κονδύλιο B7-6220
(14) Κονδύλιο B7-6110


αΙσες ευκαιρίες γυναικών και ανδρών στην ΕΕ - 2000
PDF 312kWORD 62k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών: Ετήσια έκθεση για τις ίσες ευκαιρίες γυναικών και ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2000 (CΟΜ(2001) 179 – C5-0344/2001 – 2001/2144(COS))
P5_TA(2002)0206A5-0067/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής (CΟΜ(2001)179 – C5-0344/2001),

–  έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 3 (παράγραφος 2), 13, 137 (παράγραφος 1), και 141 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Οκτωβρίου 2000 σχετικά με τις ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής με θέμα: "Ισότητα των ευκαιριών γυναικών και ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση – 1997, 1998, 1999" (CΟΜ(1998) 302 - C5-0106/1999, CΟΜ(1999) 106 - C5-0289/2000, CΟΜ(2000) 123 - C5-0290/2000 - 1999/2109(CΟS))(1),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Μαΐου 2000 σχετικά με την παρακολούθηση του προγράμματος δράσης του Πεκίνου (2000/2020(ΙΝΙ))2(2),

–  έχοντας υπόψη το τελικό έγγραφο της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών "Πεκίνο + 5" που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο 2000 στη Νέα Υόρκη,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2000 σχετικά με την κοινοτική στρατηγική στο θέμα της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών (CΟΜ(2000) 335 - C5-0386/2000 - 2000/0143(CΝS)) 3(3),

–  έχοντας υπόψη την απόφαση 2001/51/CΕ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2000, με την οποία θεσπίζεται πρόγραμμα κοινής δράσης σχετικά με την κοινοτική στρατηγική για την ισότητα γυναικών και ανδρών (2001-2005) 4(4),

–  έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών5(5),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και τις Ίσες Ευκαιρίες (A5&nbhy;0067/2002),

A.  εκτιμώντας ότι κατά τα τελευταία χρόνια καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες στο θέμα των ίσων ευκαιριών σε τομείς στους οποίους είχε υπάρξει ήδη κάποια προεργασία χωρίς εντούτοις να παύσουν οι διακρίσεις, και ότι, κατά συνέπεια, πρέπει να συνεχίσουν οι προσπάθειες αυτές ώστε να καλύψουν και άλλους τομείς,

Β.  εκτιμώντας ότι στις κοινοτικές πολιτικές πολυτομεακού επιπέδου έχουν σημειωθεί πρόοδοι όχι όμως στις εθνικές πολιτικές κάθε κράτους μέλους,

Γ.  εκτιμώντας ότι οι μεγαλύτερες προσπάθειες στον άξονα της ισότητας της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση είχαν ως στόχο τη συμφιλίωση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής και ότι, αντιθέτως, δεν έχουν αναληφθεί αρκετές δράσεις για να περιοριστούν οι διαφορές στις αμοιβές των δύο φύλων,

Δ.  εκτιμώντας την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη ώθηση στις ίσες ευκαιρίες και στους τρεις άλλους άξονες της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση, δηλαδή στην απασχολησιμότητα, το επιχειρηματικό πνεύμα και την προσαρμοστικότητα,

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπερβαίνει κατά 3 μονάδες το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες· ότι η αγορά εργασίας εξακολουθεί να κάνει οριζόντιες και κάθετες διακρίσεις και ότι οι γυναίκες είναι συγκεντρωμένες σε ορισμένα επαγγέλματα, θέσεις εργασίας και βιομηχανίες και ότι σε όλους τους τομείς υποεκπροσωπούνται στις καλοαμειβόμενες θέσεις διοικητικής ευθύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση· ότι επιπλέον, το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών παραμένει κατώτερο κατά 18,2 από εκείνο των ανδρών· ότι οι γυναίκες λαμβάνουν κατά μέσο όρο αποδοχές της τάξης του 77% των ανδρικών αποδοχών· ότι οι μισθολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένουν ακόμη πολύ σημαντικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι η οδηγία 75/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Φεβρουαρίου 1975, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών, των κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών(6) ακόμα δεν εφαρμόζεται ορθώς,

ΣΤ.  εκτιμώντας ότι, όπως προκύπτει από την 17η ετήσια έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου για το 1999 (COM(2000) 92) και από το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Σεπτεμβρίου 2001 σχετικά με την προαναφερθείσα έκθεση(7), ο αριθμός παραβάσεων της νομοθεσίας όσον αφορά την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών εξακολουθεί να παραμένει υψηλός,

Ζ.  εκτιμώντας ότι, μολονότι ορισμένες υποψήφιες χώρες έχουν ενσωματώσει ήδη στην έννομη τάξη τους την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με την ίση μεταχείριση και τις ίσες ευκαιρίες, υπάρχουν ακόμη πολλές που έχουν να επιτελέσουν ακόμη μεγάλο έργο για να την εφαρμόσουν ορθώς, ειδικά όσον αφορά την θεσμική και διοικητική δυνατότητα εφαρμογής της και τήρησης της νομοθεσίας για την ισότητα,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία διεύρυνσης συμπίπτει με την αύξηση της εμπορίας γυναικών με σκοπό την σεξουαλική εκμετάλλευση, κυρίως μέσω της πορνείας,

Θ.  έχοντας υπόψη τη θέληση της Επιτροπής να προτείνει εντός του 2002 μια νέα οδηγία σχετικά με την ισότητα, βασισμένη στο άρθρο 13 της Συνθήκης για την ΕΚ,

1.  σημειώνει με ικανοποίηση ότι η ετήσια έκθεση της Επιτροπής περιλαμβάνει μια κριτική και συστηματική αξιολόγηση των κοινοτικών και εθνικών πρωτοβουλιών που αναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους 2000 στον τομέα των ίσων ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών και επικροτεί ως εκ τούτου το περιεχόμενο της έκθεσης που συνιστά ποιοτική πρόοδο σε σχέση με εκείνο των εκθέσεων των προηγουμένων ετών·

2.  ενθαρρύνει την Επιτροπή να συνεχίσει την εκπόνηση ετησίων εκθέσεων που αποτελούν βασικό μέσο για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και τον έλεγχο, κατά τρόπο γενικό και συνεπή, της πολιτικής που ακολούθησε η Κοινότητα και τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της ουσιαστικής εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας για την ίση μεταχείριση και τις ίσες ευκαιρίες για γυναίκες και άνδρες·

3.  φρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να προβληματισθεί ώστε να ενθαρρύνει και να επιτύχει ότι τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν πολυτομεακή αντιμετώπιση και θα ενσωματώσουν την ισότητα των δύο φύλων σε όλες τις πολιτικές·

4.  λαμβάνει υπό σημείωση την ελαφρά υποχώρηση, το 2000, των διαφορών μεταξύ των φύλων στα ποσοστά απασχόλησης, διαπιστώνει όμως με ανησυχία ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός γυναικών εξακολουθούν να απασχολούνται είτε μερικώς, είτε σε προσωρινές θέσεις, είτε σε θέσεις που δεν προϋποθέτουν ιδιαίτερα προσόντα·

5.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση, λίγα κράτη μέλη κατέβαλαν προσπάθειες για την ενσωμάτωση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στα εθνικά σχέδια δράσης τους (ΕΣΔ) για το έτος 2000 και ότι πολλά μέτρα θεωρούνται ακόμη ουδέτερα από πλευράς ισότητας·

6.  καλεί τα κράτη μέλη, υπό το πνεύμα του στόχου που όρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας τον Μάρτιο 2000 και ο οποίος συνίσταται στο να επιτευχθεί συνολικό ποσοστό απασχόλησης για τις γυναίκες της τάξης του 60% μέχρι το 2010:

   α) να ενσωματώσουν, κατά την κατάρτιση του ΕΣΔ τους για την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση, τη διάσταση του φύλου στις πολιτικές υπέρ της απασχόλησης που προβλέπονται στο πλαίσιο των τριών πρώτων αξόνων δράσης των εν λόγω κατευθυντηρίων γραμμών,
   β) να ορίσουν συγκεκριμένους στόχους και να θεσπίσουν ρυθμίσεις σχετικά με τα θετικά μέτρα προκειμένου να αποδιαχωρισθεί η αγορά εργασίας,
   γ) να καθιερώσουν συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους και καταληκτικές ημερομηνίες για τον περιορισμό των διαφορών στις αμοιβές ανδρών και γυναικών, και
   δ) να θεσπίσουν συγκρίσιμους δείκτες καθώς και διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης των ίσων ευκαιριών σε όλους τους τομείς απασχόλησης·

7.  υπογραμμίζει ότι η συμφιλίωση της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια εκ των πραγμάτων ισότητα και εκφράζει την ικανοποίησή του για τις ενθαρρυντικές πρωτοβουλίες που έλαβαν τα κράτη μέλη σε αυτόν τον τομέα, σε ό,τι αφορά τις υποδομές φύλαξης των παιδιών· πιστεύει εντούτοις ότι το εν λόγω ζήτημα δεν συνοψίζεται στη βελτίωση των υποδομών φύλαξης των παιδιών, αλλά επίσης και άλλων εξαρτώμενων προσώπων όπως οι ηλικιωμένοι, οι ασθενείς ή οι ανάπηροι, πράγμα για το οποίο ελάχιστη πρόοδος έχει σημειωθεί·

8.  διαπιστώνει με απογοήτευση ότι στην ετήσια αυτή έκθεση ελάχιστα αναφέρονται οι δράσεις της Επιτροπής για την τήρηση της σημερινής νομοθεσίας για την ίση μεταχείριση στα/από τα σημερινά κράτη μέλη και καλεί την Επιτροπή να εντατικοποιήσει τις περαιτέρω προσπάθειές της σχετικά και να αναφερθεί επί του θέματος στην προσεχή ετήσια έκθεση για τις ίσες ευκαιρίες·

9.  υπογραμμίζει την ανάγκη να εγκριθούν, σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, καινοτόμα μέτρα και να καθορισθούν ειδικοί στόχοι οι οποίοι θα αποβλέπουν αφενός στην ισόρροπη κατανομή της επαγγελματικής δραστηριότητας και των οικιακών εργασιών μεταξύ γυναικών και ανδρών, μέσω της ανάπτυξης καθεστώτων εργασίας που επιτρέπουν πραγματική συμφιλίωση της οικογενειακής και της επαγγελματικής ζωής ιδίως σε ό,τι αφορά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, μέσω της αναθεώρησης των διατάξεων σχετικά με τη γονική άδεια, ιδίως για τους πατέρες, και με τη δυνατότητα επαγγελματικής ένταξης, όπως επίσης και μέσω της αναδιοργάνωσης των δημοσίων και ιδιωτικών υπηρεσιών και θα ευνοούν αφετέρου κοινωνική ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών μέσω της θέσπισης εξατομικευμένων κοινωνικών και φορολογικών δικαιωμάτων·

10.  επισημαίνει με ανησυχία ότι οι γυναίκες αποτελούν ένα 20% μόνον του φοιτητικού κόσμου στους τομείς της τεχνολογίας των πληροφοριών και των τηλεπικοινωνιών και ότι, γενικώς, υποεκπροσωπούνται σε πολύ μεγάλο βαθμό σε αυτόν τον τομέα· λόγω της περιορισμένης πρόσβασής τους στις νέες γνώσεις, οι γυναίκες δεν μπορούν να αναλάβουν θέσεις που προϋποθέτουν υψηλά προσόντα και αμείβονται καλύτερα στους τομείς που συνδέονται ευρύτερα με τις τεχνολογίες πληροφοριών· ζητεί από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους πολιτικούς προσανατολισμούς που καθορίσθηκαν από το ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας, τον Δεκέμβριο 2000, να διευκολύνουν την πρόσβαση των γυναικών στην εκπαίδευση και την επιμόρφωση καθ' όλη τη διάρκεια του βίου τους, ιδίως στην κατάρτιση της νέας τεχνολογίας· απευθύνει σχετική έκκληση λόγω της ανάγκης να καθορισθούν εθνικοί στόχοι σχετικά με τα ποσοστά συμμετοχής σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και της κατάρτισης και να ληφθούν πρωτοβουλίες (ειδικά προγράμματα κατάρτισης, ενημερωτικές εκστρατείες, κλπ.) σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο προκειμένου να προσελκυσθούν οι γυναίκες στον τομέα των νέων τεχνολογιών·

11.  λαμβάνει υπό σημείωση την πρόοδο που σημειώθηκε στο θέμα της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων, πιστεύει όμως ότι χρειάζονται ακόμη μεγαλύτερες προσπάθειες, στις οποίες θα συμμετέχουν και οι υποψήφιες για προσχώρηση χώρες, έτσι ώστε να υπάρξουν στατιστικές κατά φύλο που να μπορούν να παράσχουν αντικειμενική πληροφόρηση προκειμένου να εντοπίζονται οι διαφορές και τα προβλήματα μεταξύ γυναικών και ανδρών, και οι οποίες να επιτρέπουν να αξιολογείται η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου υπογραμμίζοντας τις επιπτώσεις των διαφόρων ακολουθούμενων πολιτικών στις γυναίκες και τους άνδρες· ζητεί για τον σκοπό αυτό από την Επιτροπή να αξιοποιήσει στο έπακρον τις δυνατότητες χρηματοδότησης που προσφέρει το νέο πρόγραμμα δράσης (2001-2005) σε ό,τι αφορά την ισότητα γυναικών και ανδρών, με σκοπό την κατάρτιση και την τακτική ενημέρωση στατιστικών στοιχείων· καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να χορηγηθεί επαρκής χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια στις υποψήφιες χώρες έτσι ώστε οι τελευταίες να μπορέσουν να αναπτύξουν και να προσαρμόσουν τις στατιστικές μεθόδους τους σε εκείνες που χρησιμοποιεί η Ευρωπαϊκή Κοινότητα·

12.  προκειμένου να σημειωθεί ευρύτερος κοινωνικός αντίκτυπος και να αναληφθεί εντονότερη δέσμευση στο θέμα της ισότητας ανδρών και γυναικών εκ μέρους των κρατών μελών, προτείνει στην Επιτροπή, κατά την εκπόνηση στατιστικών και συγκριτικών πινάκων, να αρχειοθετούνται τα κράτη από το καλύτερο στο χειρότερο, βάσει των αποτελεσμάτων τους σε σχέση προς την μετρούμενη έννοια και τις επιπτώσεις της για την ισότητα των δύο φύλων και όχι βάσει αλφαβητικής σειράς ή σειράς πρωτοκόλλου· προτείνει επιπλέον να ληφθεί υπόψη και να συζητηθεί η δυνατότητα εκπόνησης δείκτη ανάπτυξης της ισότητας των δύο φύλων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

13.  δεδομένου ότι μόνον ένα 23% των επιχειρήσεων στην Ένωση ανήκουν σε γυναίκες, ενθαρρύνει την Επιτροπή να εξετάσει άμεσα αυτό το θέμα μέσω μιας αναλυτικής έκθεσης που θα περιλαμβάνει συγκεκριμένα και συγκρίσιμα δεδομένα τα οποία διευκολύνουν την ανάλυση και επιτρέπουν τον εντοπισμό των κυριότερων προβλημάτων ως προς το ζήτημα αυτό, αλλά και την πρόταση των πιθανών λύσεων·

14.  έχοντας υπόψη τις νέες ρυθμίσεις για τα διαρθρωτικά ταμεία (2000-2006) βάσει των οποίων η εξάλειψη των ανισοτήτων και η προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών αποτελεί κεντρική αρχή της πολιτικής και της κοινοτικής δράσης, καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει έκθεση αξιολόγησης σχετικά με τη σημειωθείσα πρόοδο στον τομέα της ενσωμάτωσης της διάστασης των ίσων ευκαιριών στα διαρθρωτικά ταμεία·

15.  υπενθυμίζοντας τα ψηφίσματά του της 2ας Μαρτίου 2000 σχετικά με τις γυναίκες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων 1(8) και της 18ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή της σύστασης 96/694 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996, που αφορά την ισόρροπη συμμετοχή γυναικών και ανδρών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων (CΟΜ(2000) 120 - C5-0210/2000 - 2000/2117(CΟS))2(9), επαναλαμβάνει τη θέση του υπέρ της ισόρροπης συμμετοχής γυναικών και ανδρών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων ως αναπόσπαστο στοιχείο της καλής λειτουργίας μιας δημοκρατικής κοινωνίας· υπενθυμίζει ότι αυτό το ζήτημα είναι μεταξύ των πέντε κεντρικών προτεραιοτήτων της νέας στρατηγικής – πλαισίου για την ισότητα γυναικών και ανδρών (2001-2005), το πεδίο εφαρμογής της οποίας καλύπτει την ισότιμη συμμετοχή τόσο στην πολιτική ζωή όσο και στην οικονομική και κοινωνική ζωή·

16.  προτείνει κατά συνέπεια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρουσιάσει καινοτόμες προτάσεις προκειμένου να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να βελτιώσουν στο εσωτερικό τους την ισότιμη συμμετοχή των ανδρών και των γυναικών στη λήψη των αποφάσεων και υπό την έννοια αυτή θεωρεί λυπηρό ότι η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν αναφέρει τους μηχανισμούς που συμπεριλαμβάνονται στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιανουαρίου 2001 όπως εκείνου των ποσοστώσεων ή των συστημάτων "φερμουάρ" για την εκπόνηση εκλογικών καταλόγων μεταξύ άλλων·

17.  ανησυχώντας για τη βραδύτητα της προόδου σε ό,τι αφορά την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στις θέσεις διοικητικής ευθύνης και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, στον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό τομέα και λόγω της κατάστασης στις υποψήφιες χώρες, υπενθυμίζει ότι είναι ανάγκη να διαμορφωθεί μια συνολική ευρωπαϊκή στρατηγική η οποία να περιλαμβάνει εργασίες έρευνας, ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών, δράσης ευαισθητοποίησης και μέτρα που αποβλέπουν στη συμφιλίωση της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, έτσι ώστε να προωθηθεί η ισόρροπη συμμετοχή γυναικών και ανδρών στα δημόσια και ιδιωτικά όργανα λήψης αποφάσεων· ζητεί από την Επιτροπή να δώσει προτεραιότητα στη δημοσίευση και τη συστηματική ενημέρωση συγκρίσιμων στατιστικών στοιχείων στο συγκεκριμένο τομέα· ζητεί να εξετασθεί η προβληματική της συμμετοχής των γυναικών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, στο πλαίσιο των προενταξιακών διαπραγματεύσεων·

18.  ζητεί να επικεντρωθεί η προσοχή κυρίως στον κίνδυνο αντιμετώπισης με την ίδια μεθοδολογία τόσο της οικογενειακής βίας όσο και της εμπορίας γυναικών, δεδομένου ότι παρόλο που η καταπολέμησή τους έχει ορισμένα κοινά στοιχεία (όπως π.χ. την δικαστική δίωξη, την πρόληψη, την ενίσχυση και προστασία των θυμάτων), η φύση και τα χαρακτηριστικά των δύο φαινομένων είναι πολύ διαφορετικά και απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις οι οποίες απουσιάζουν από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

19.  φρονεί ότι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί σήμερα ζήτημα υψηλής πολιτικής προτεραιότητας και ότι, σε αυτό το πλαίσιο, οι κοινοτικές πολιτικές στον τομέα των ίσων ευκαιριών, αλλά επίσης και στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και της απασχόλησης, πρέπει να χρησιμοποιούνται με σκοπό την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών και την εξάλειψη όλων των ανισοτήτων, είτε αυτές είναι πολιτικού, οικονομικού ή κοινωνικού χαρακτήρα σε μια διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση· επιμένει ότι ο σεβασμός του κοινοτικού κεκτημένου σε θέματα ίσης μεταχείρισης και ίσων ευκαιριών γυναικών και ανδρών αποτελεί προϋπόθεση άνευ όρων για την ένταξη·

20.  καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της μεταφοράς του κοινοτικού κεκτημένου σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και να ενθαρρύνει τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες να δημιουργήσουν διοικητικές και θεσμικές δομές για την εφαρμογή και την διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων ίσων ευκαιριών κυρίως στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα·

21.  εκφράζει την ανησυχία του, αφενός μεν για την έξαρση του φαινομένου της εμπορίας γυναικών για σεξουαλική εκμετάλλευση και, αφετέρου για την αύξηση της οικογενειακής βίας σε διάφορα κράτη καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα υποψήφια προς ένταξη κράτη να λάβουν επειγόντως μέτρα ώστε να προβλεφθούν κατάλληλες ποινικές κυρώσεις, να εκσυγχρονισθούν μηχανισμοί υποστήριξης και προστασίας των θυμάτων και να αντιμετωπισθούν οι διαρθρωτικές αιτίες που είναι η φτώχεια και η επισφαλής θέση των γυναικών·

22.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

(1) ΕΕ C 178 της 22.6.2001, σ. 281.
(2)2 ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 258.
(3)3 ΕΕ C 223 της 8.8.2001, σ. 149.
(4)4 ΕΕ L 17 της 19.1.2001, σ. 22.
(5)5 ΕΠ 349/2001 τελ., που εγκρίθηκε στις 10.9.2001.
(6) ΕΕ L 45 της 19.2.1975, σ. 19.
(7) ΕΕ C 72 Ε της 21.3.2002, σ. 72.
(8)1 ΕΕ C 346 της 4.12.2000, σ. 82.
(9)2 ΕΕ C 262 της 18.9.2001, σ. 248.


Αλιευτικοί στόλοι
PDF 288kWORD 41k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα των προγραμμάτων προσανατολισμού για τους αλιευτικούς στόλους στο τέλος του 2000 (COM(2001) 541 - C5-0007/2002 - 2002/2006(COS))
P5_TA(2002)0207A5-0092/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής (COM(2001) 541 – C5-0007/2002),

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής – Διορθωτικό (COM(2001) 766,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 37 της Συνθήκης ΕΚ,

–  έχοντας υπόψη τις θέσεις του της 25ης Οκτωβρίου 2001(1) σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την τροποποίηση της απόφασης του Συμβουλίου 97/413/ΕΚ όσον αφορά τους στόχους και τους λεπτομερείς κανόνες για την αναδιάρθρωση, για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1997 έως 31 Δεκεμβρίου 2001, του τομέα της κοινοτικής αλιείας με σκοπό την επίτευξη μιας διαρκούς ισορροπίας μεταξύ των πόρων και της εκμετάλλευσής τους (COM(2001) 322 - C5-0308/2001 - 2001/0128(CNS)) καθώς και την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων και ρυθμίσεων σχετικά με την κοινοτική διαρθρωτική βοήθεια στον τομέα της αλιείας (COM(2001) 322- C5-0309/2001 - 2001/0129(CNS)),

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2002(2) σχετικά με την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής για το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (CΟΜ(2001) 135 - C5-0261/2001 - 2001/2115(CΟS)),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 20ής Ιανουαρίου 2000(3) σχετικά με την ετήσια έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τα αποτελέσματα των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού για τους αλιευτικούς στόλους στο τέλος του 1997 (CΟΜ(1999) 175 - C5-0109/1999 - 1999/2112(CΟS)) και της 5ης Ιουλίου 2001(4) σχετικά με τα αποτελέσματα των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού για τους αλιευτικούς στόλους στο τέλος του 1999 (CΟΜ(2000) 738 - C5-0107/2001 - 2001/2056(CΟS)),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A5&nbhy;0092/2002),

A.  λαμβάνοντας υπόψη ότι μια στοχοθετημένη πολιτική για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων συνιστά την προϋπόθεση για έναν τόσο βιώσιμο όσο και προσοδοφόρο και ανταγωνιστικό κοινοτικό αλιευτικό τομέα,

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρωταρχικός στόχος των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού (ΠΠΠ) συνίσταται στην εξασφάλιση διαρκούς ισορροπίας μεταξύ των διαθέσιμων αποθεμάτων και της εκμετάλλευσής τους,

Γ.  εκτιμώντας ότι είναι απαραίτητο να διατηρηθεί το χρηματοδοτικό μέσο προσανατολισμού της αλιείας (ΧΜΠΑ) –και κατά συνέπεια οι σημερινές ενισχύσεις για τον εκσυγχρονισμό και ανανέωση του στόλου– προκειμένου να καταστούν λειτουργικά τα πολυετή προγράμματα προσανατολισμού και να μπορέσει να επιτευχθεί τοιουτοτρόπως ο στόχος προτεραιότητας σταθερούς ισορροπίας μεταξύ των σημερινών αποθεμάτων και της εκμετάλλευσής τους,

Δ.  εκφράζοντας τη λύπη του για το γεγονός ότι τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται στην έκθεση εξακολουθούν να μην έχουν ενοποιηθεί πλήρως και, για το λόγο αυτό, δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα, λόγω του ότι η επανακαταμέτρηση των σκαφών θα πρέπει να περατωθεί έως το 2003,

Ε.  εκτιμώντας ότι η Επιτροπή πρέπει να διαθέτει περισσότερα μέσα, ώστε να ελέγχει αποτελεσματικά τα στοιχεία που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη,

ΣΤ.  επισημαίνοντας ότι η κατάτμηση των στόλων των κρατών μελών διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύντομα, η νέα πολιτική σχετικά με τους αλιευτικούς στόλους θα πρέπει να οριστεί ως τμήμα της κοινής αλιευτικής πολιτικής και ότι ακριβώς σ' αυτό το γενικό πλαίσιο θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η μεταρρύθμιση και ο εκσυγχρονισμός των πολυετών προγραμμάτων προσανατολισμού,

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική για τον στόλο έχει σημαντική κοινωνικοοικονομική επίδραση σε περιοχές οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την αλιεία,

Θ.  εκτιμώντας ότι τα μέτρα βελτίωσης της ασφάλειας στη θάλασσα δεν θα πρέπει να επιφέρουν αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας,

1.  αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα περισσότερα κράτη μέλη για μία ακόμη φορά δεν έχουν επιτύχει τους στόχους των ΠΠΠ τους και ζητεί από τα κράτη αυτά να καταβάλουν μαζικές προσπάθειες για τη μείωση των στόλων τους·

2.  επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή έχει κινήσει διαδικασίες προσφυγής επί παραβάσει εναντίον πολλών κρατών μελών τα οποία επανειλημμένα δεν έχουν συμμορφωθεί προς τους στόχους των ΠΠΠ τους·

3.  ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προβούν σε ανάλυση των λόγων για τους οποίους δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι και να καθορίσουν αποτελεσματικότερες κυρώσεις που θα έχουν σχέση με το στόχο του πολυετούς προγράμματος προσανατολισμού·

4.  καλεί τα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν το συντομότερο δυνατό την επανακαταμέτρηση του στόλου τους, ώστε οι μελλοντικές αποφάσεις να βασίζονται σε ενιαία δεδομένα·

5.  διαπιστώνει ότι, μολονότι τα ΠΠΠ έχουν συμβάλει στη σχετική μείωση της αλιευτικής ικανότητας των στόλων των κρατών μελών, δεν έχουν επιτύχει την επιθυμούμενη ισορροπία μεταξύ των αποθεμάτων και της εκμετάλλευσής τους, και ότι αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται ακριβώς στη μη τήρηση των ΠΠΠ εκ μέρους της πλειονότητας των κρατών μελών·

6.  ζητεί, συνεπώς, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της κοινής αλιευτικής πολιτικής, να μην συνεχισθούν τα ΠΠΠ στην προηγούμενή τους μορφή και να γίνει τροποποίηση και εκσυγχρονισμός τους που θα επιτρέψει την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, αποτελεσματικότητας και ασφάλειας του κοινοτικού στόλου και θα επιτύχει τοιουτοτρόπως την επίτευξη του στόχου προτεραιότητας της σταθερής ισορροπίας μεταξύ των αλιευτικών πόρων και της εκμετάλλευσής τους·

7.  καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο, στο πλαίσιο των νέων ρυθμίσεων για την κοινοτική πολιτική για τους αλιευτικούς στόλους, να θεσπίσουν ενιαία και αντικειμενικά κριτήρια για την καταμέτρηση της αλιευτικής ικανότητας των σκαφών και την κατάτμηση των στόλων και να εξετάσουν εναλλακτικές ή συμπληρωματικές μεθόδους για τον υπολογισμό της αλιευτικής ικανότητας (λ.χ. κατανάλωση καυσίμων των σκαφών)·

8.  καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει καθεστώς καταγραφής της "εισόδου-εξόδου" των αλιευτικών πλοίων που θα εγγυάται ότι δεν θα συμβεί σε καμιά περίπτωση αύξηση της ικανότητας·

9.  καλεί την Επιτροπή να τονίσει, στις προτάσεις της για νέα αλιευτική πολιτική, την ανάγκη ισορροπίας μεταξύ αφενός μεν της αλιευτικής ικανότητας και/ή των αλιευτικών προσπαθειών των επί μέρους τμημάτων του στόλου ανά κράτος μέλος και αφετέρου δε των διαθέσιμων αλιευτικών τους δυνατοτήτων·

10.  επαναβεβαιώνει ότι οι προσπάθειες για τη μείωση της αλιευτικής ικανότητας των στόλων δεν θα πρέπει να αποβούν εις βάρος των συνθηκών εργασίας στα σκάφη και της ασφάλειας των σκαφών ή της ποιότητας των αλιευμάτων, και ότι θα πρέπει να εξακολουθήσουν να παρέχονται διαρθρωτικές ενισχύσεις για τον εκσυγχρονισμό των στόλων· για το λόγο αυτό καλεί την Επιτροπή να εγκρίνει τα απαιτούμενα μέτρα για την ασφάλεια, τη διαβίωση καθώς και για την ποιότητα του αλιεύματος του οποίου γίνεται επεξεργασία στο πλοίο, ούτως ώστε να επιτευχθεί αύξηση της ιπποδύναμης και της χωρητικότητας των εκσυγχρονισθέντων πλοίων·

11.  ζητεί να καταρτισθούν εθελούσια προγράμματα διάλυσης σκαφών με ελκυστικές πριμοδοτήσεις, στο πλαίσιο των οποίων θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο αύξησης της χρηματοδοτικής συμμετοχής της Κοινότητας·

12.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια στα κράτη μέλη.

(1) Κείμενα που εγκρίθηκαν, σημείο 17.
(2) P5_ΤΑ(2002)0016.
(3) ΕΕ C 304 της 24.10.2000, σ. 203.
(4) ΕΕ C 65 Ε της 14.3.2002, σ. 386.


Χρηματοδότηση της αναπτυξιακής βοήθειας
PDF 293kWORD 57k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χρηματοδότηση της αναπτυξιακής βοήθειας
P5_TA(2002)0208RC-B5-0244/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη τη δέσμευση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Γκέτεμποργκ "να επιτύχει το ταχύτερο δυνατό τον στόχο των Ηνωμένων Εθνών για επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια (ΕΑΒ) της τάξεως του 0,7% του ΑΕγχΠ και να σημειώσει ουσιαστική πρόοδο σε αυτόν τον τομέα πριν από την Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη",

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου Ανάπτυξης της 8ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με την προετοιμασία της Διάσκεψης του ΟΗE για την Χρηματοδότηση της Ανάπτυξης, όπου επιβεβαιώνεται η μεγάλη σημασία που αποδίδει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην επιτυχία της διάσκεψης αυτής, καθώς και της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για την Αειφόρο Ανάπτυξη που θα διεξαχθεί στο Γιοχάνεσμπουργκ το Σεπτέμβριο του 2002,

–  έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Μαρτίου 2001 σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), καθώς και τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη μείωση του χρέους των αναπτυσσομένων χωρών και με τη συνοχή των πολιτικών της ΕΕ, και ιδίως το ψήφισμά του της 7ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με τη χρηματοδότηση της αναπτυξιακής βοήθειας(2),

–  έχοντας υπόψη τα έγγραφα του ΟΟΣΑ σχετικά με τον ρόλο της αναπτυξιακής συνεργασίας στο κατώφλι του 21ου αιώνα, τη Διακήρυξη της Χιλιετίας του ΟΗΕ, την έκθεση της ομάδας G8 σχετικά με τη μείωση της φτώχειας και την οικονομική ανάπτυξη, καθώς και τα ψηφίσματα που εγκρίθηκαν από την ιωβηλαία συνέλευση αρχηγών κρατών και πολιτικών,

–  έχοντας υπόψη το πρόγραμμα δράσης των Βρυξελλών για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, και το πρόγραμμα δράσης των Μπαρμπάντος για την αειφόρο ανάπτυξη των μικρών νησιωτικών αναπτυσσομένων χωρών,

–  έχοντας υπόψη την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ, που θα συνέλθει στο Κέιπ Τάουν στις 18-21 Μαρτίου 2002,

Α.  αναγνωρίζοντας ότι για πρώτη φορά στην ιστορία τα Ηνωμένα Έθνη διοργάνωσαν διεθνή διάσκεψη με θέμα τη χρηματοδότηση για την ανάπτυξη, και ότι οι διοργανωτές της διάσκεψης προσπάθησαν να συγκεντρώσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι, από τις 18 έως τις 21 Μαρτίου 2002, όχι μόνο τους υπουργούς ανάπτυξης αλλά και τους υπουργούς οικονομικών, καθώς και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, ιδιωτικές τράπεζες και επιχειρηματικούς κύκλους και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών,

Β.  εκτιμώντας ότι, μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, ο Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο Πρόεδρος του ΔΝΤ και αρκετοί αρχηγοί κρατών ζητούν μεγαλύτερη προσπάθεια για αυξημένη και βελτιωμένη αναπτυξιακή βοήθεια, έτσι ώστε να διπλασιασθούν οι πόροι για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας,

Γ.  εκτιμώντας ότι η ανάγκη επαρκούς αναπτυξιακής βοήθειας είναι περισσότερο επείγουσα παρά ποτέ, δεδομένου ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις διάφορων διεθνών οργανισμών:

   1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι διαθέτουν λιγότερο από 1 δολάριο ΗΠΑ την ημέρα για την επιβίωσή τους,
   800 εκατομμύρια άνθρωποι υφίστανται χρόνιο υποσιτισμό,
   το μέσο προσδόκιμο επιβίωσης στις αναπτυσσόμενες χώρες (62 έτη) είναι πολύ χαμηλότερο απο εκείνο των περισσότερο βιομηχανικών χωρών,
   το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού πλήττεται από μεταδοτικές ασθένειες όπως η ελονοσία, ενώ, μόνο στην Αφρική, 2 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από AIDS,
   το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού αντιπροσωπεύει πάνω από 80% της παγκόσμιας κατανάλωσης,
   το εισόδημα του πλουσιότερου 20%, το οποίο ήταν 30 φορές μεγαλύτερο από το εισοδήμα του φτωχότερου 20% έχει αυξηθεί και είναι πλέον 82 φορές μεγαλύτερο από αυτό,
   ο παγκόσμιος πληθυσμός προβλέπεται να αυξηθεί κατά περίπου 2,5 δισεκατομμύρια στην περίοδο 1990-2020, και σχεδόν το 90% της αύξησης αυτής θα σημειωθεί στις αναπτυσσόμενες χώρες,
   το 60% των φτωχότερων ανθρώπων ζουν σε οικολογικά ευαίσθητες περιοχές,
   το 33% των φτωχότερων ανθρώπων του κόσμου αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή έλλειψη υδάτινων πόρων και η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται με αποτέλεσμα να προβλέπεται ότι το 2025 θα πλήττεται σχεδόν το 60% των φτωχότερων,
   υπάρχουν σήμερα 900 εκατομμύρια αναλφάβητοι, 130 εκατομμύρια παιδιά δεν έχουν πάει ποτέ στο σχολείο, ενώ άλλα 150 εκατομμύρια παιδιά αρχίζουν το δημοτικό σχολείο αλλά το εγκαταλείπουν πριν μάθουν ανάγνωση και γραφή,

Δ.  εκτιμώντας ευνοϊκά το γεγονός ότι το κείμενο συναίνεσης του Μοντερρέυ αναγνωρίζει αξιόλογους στόχους για την εξάλειψη της φτώχειας, εκφράζοντας όμως τη λύπη του για το γεγονός ότι το κείμενο δεν περιλαμβάνει σαφείς δεσμεύσεις με χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή τους,

Ε.  σημειώνοντας ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο αριθμός των φτωχών στον κόσμο θα διπλασιασθεί κατά την προσεχή τριακονταετία και, αν δεν καταβληθούν προσπάθειες για την αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η φτώχεια, η περιθωριοποίηση, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, οι συρράξεις, οι επιδημίες και η μετανάστευση, θα υπάρξει σοβαρή παγκόσμια οικονομική και πολιτική αποσταθεροποίηση,

ΣΤ.  αποδοκιμάζοντας το γεγονός ότι, από το 1992 έως σήμερα, οι 21 πλουσιότερες χώρες έχουν περικόψει τη βοήθειά τους προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο κατά 24% και ότι η δημόσια αναπτυξιακή βοήθεια των βιομηχανικών χωρών έχει μειωθεί στο πρωτοφανές επίπεδο του 0,22% του ΑΕγχΠ τους, πολύ χαμηλότερα από τον στόχο του 0,7% που συνιστούσε ο ΟΗΕ στο ψήφισμά του το 1974 σχετικά με τη Νέα Διεθνή Οικονομική Τάξη,

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέση συμβολή της ΕΕ όσον αφορά την ΕΑΒ μειώθηκε από 0,45% το 1990 σε 0,33% το 2001,

Η.  υπογραμμίζοντας ότι η χρηστή δημοκρατική διακυβέρνηση, το κράτος δικαίου, οι υγιείς οικονομικές πολιτικές, η ενεργητική ενθάρρυνση των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, η ισότητα των φύλων, ο σεβασμός προς το περιβάλλον και η ακμάζουσα κοινωνία των πολιτών αποτελούν σημαντικές προϋποθέσεις για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη,

Θ.  εξαίροντας το μείζονα ρόλο της ΕΕ ως μεγαλύτερου χορηγού βοήθειας, καθώς και την πολύτιμη συνεισφορά της στη Διάσκεψη του Μοντερρέυ, όσον αφορά την επίτευξη δεσμεύσεων, για παράδειγμα με τη δήλωση της πρόθεσής της να αυξήσει αισθητά την αναπτυξιακή βοήθεια σε καθορισμένο χρονικό πλαίσιο,

Ι.  αναγνωρίζοντας την αξία που έχει η ελάφρυνση του χρέους των υπερχεωμένων φτωχών χωρών, αλλά ζητώντας επιμόνως να ληφθούν περαιτέρω μέτρα υπέρ αυτών των ιδιαίτερα ευάλωτων χωρών που έχουν καταστραφεί από επιδημίες και φυσικές καταστροφές,

ΙΑ.  επισημαίνοντας ότι η σημερινή αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ, η οποία χρηματοδοτείται από δύο χωριστές πηγές (το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης και τον προϋπολογισμό της ΕΕ) χρειάζεται να μεταρρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να υπάρχει καλύτερος συντονισμός στη χάραξη πολιτικής, τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και την υλοποίηση μεταξύ Επιτροπής, Κοινοβουλίου και κρατών μελών,

1.  θεωρεί τη συναίνεση του Μοντερρέυ ως ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση, τονίζει δε την απόφαση της ΕΕ να προχωρήσει πιο μακριά από τη συναίνεση του Μοντερρέυ, όσον αφορά την αντιμετώπιση των προκλήσεων για τις οποίες συγκλήθηκε η Διάσκεψη·

2.  επιβεβαιώνει εκ νέου την προσήλωσή του στην εξάλειψη της φτώχειας, στην αειφόρο ανάπτυξη και στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων που τέθηκαν στη Διάσκεψη Κορυφής της Χιλιετίας και σε διασκέψεις του ΟΗΕ, ιδίως δε τη Διάσκεψη του Μοντερρέυ για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης·

3.  χαιρετίζει την αύξηση της Επίσημης Αναπτυξιακής Βοήθειας της ΕΕ, η οποία υποσχέθηκε "τουλάχιστον" αύξηση 20 δισ. δολαρίων έως το 2006 και 7 δισ. δολαρίων ετησίως επιπλέον από το 2006 και μετά σε περίπτωση σεναρίου χαμηλής ανάπτυξης, καθώς και τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για 10 δισ. δολάρια έως το 2007 και 5 δισ. δολάρια ετησίως από το 2007 και στο εξής·

4.  επισημαίνει ότι η απόφαση της ΕΕ για ΕΑΒ ύψους 0,33% αποτελεί πλέον τμήμα του "κοινοτικού κεκτημένου" και αντιπροσωπεύει στόχο ο οποίος θα πρέπει να επιτευχθεί από όλα τα μελλοντικά κράτη μέλη·

5.  χαιρετίζει το γεγονός ότι η ΕΕ για πρώτη φορά καθόρισε δεσμευτικό στόχο όσον αφορά την Επίσημη Αναπτυξιακή Βοήθεια των κρατών μελών, ο οποίος προορίζεται να αυξήσει τον κοινοτικό μέσο όρο στο 0,39% του ΑΕγχΠ έως το 2006, ως ενδιάμεσο βήμα για την επίτευξη του στόχου του ΟΗΕ που ανέρχεται σε 0,7% του ΑΕγχΠ, όπως έχουν ήδη πράξει η Δανία, οι Κάτω Χώρες, το Λουξεμβούργο και η Σουηδία· χαιρετίζει το γεγονός ότι το Συμβούλιο ενθαρρύνει την Επιτροπή να επικεντρώσει περισσότερο τη συνεργασία για την ανάπτυξη σε ενέργειες για την καταπολέμηση της φτώχειας· καλεί την ισπανική προεδρία να μεριμνήσει για την πλήρη επίτευξη αυτών των στόχων· επιθυμεί να καθιερωθούν στη συνέχεια αυστηροί έλεγχοι προκειμένου να επαληθεύεται η συμμόρφωση προς αυτό το χρονοδιάγραμμα·

6.  καλεί την ΕΕ να αποφασίσει υποχρεωτικό χρονικό πλαίσιο για την επίτευξη του στόχου του 0,7% του ΑΕγχΠ έως το 2010, ως συνεισφορά της στη σύνοδο κορυφής του Γιοχάνεσμπουργκ για την αειφόρο ανάπτυξη, η οποία θα πραγματοποιηθεί στα τέλη Αυγούστου 2002·

7.  επαναλαμβάνει την προσήλωσή του στους στόχους της Διακήρυξης της Χιλιετίας του ΟΗΕ για μείωση της φτώχειας κατά το ήμισυ, την πλήρη παροχή στοιχειώδους εκπαίδευσης σε όλα τα παιδιά και τη μείωση του ποσοστού παιδικής θνησιμότητας κατά τα δύο τρίτα έως το 2015·

8.  σημειώνει τα προς εξέταση θέματα που παρουσίασε η Επιτροπή σε σχέση με την ανταλλαγή ιδεών που έλαβε χώρα τον Οκτώβριο 2001 στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο της προπαρασκευαστικής επιτροπής της Διάσκεψης σχετικά με τη χρηματοδότηση για την ανάπτυξη, ιδίως όσον αφορά τα ακόλουθα σημεία:

   (α) το ύψος της επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας,
   (β) τα παγκόσμια δημόσια αγαθά,
   (γ) τις καινοτόμες χρηματοδοτικές πηγές·

9.  επαναλαμβάνει την άποψή του ότι ο Γύρος του ΠΟΕ θα πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή του στην ανάγκη για ανάπτυξη·

10.  τονίζει ότι η ελευθέρωση του εμπορίου με στόχο την οικονομική ανάπτυξη πρέπει απαραιτήτως να συντελεσθεί μέσα σε ένα πλαίσιο που να εγγυάται ισοτιμία μεταξύ των χωρών και βιώσιμη χρήση του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων·

11.  καλεί τις βιομηχανικές χώρες να διερευνήσουν νέους και καινοτόμους τρόπους για την προώθηση της τεχνολογικής συνεργασίας και της μεταφοράς τεχνολογίας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδίως προς τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, προκειμένου να γεφυρωθεί το ψηφιακό χάσμα και να διευκολυνθούν τα τεχνολογικά "υποστηριζόμενα άλματα" σε τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, η διαχείριση αποβλήτων και υδάτινων πόρων, το εμπόριο, η γεωργία και οι υγειονομικές προδιαγραφές·

12.  πιστεύει ότι οι χώρες πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη ενός διαφανούς, σταθερού και προβλέψιμου επενδυτικού κλίματος, προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι εισροές ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων·

13.  πιστεύει ότι το εμπόριο είναι μια από τις σημαντικότερες εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης για την ανάπτυξη και ότι οι εμπορικοί φραγμοί, οι επιδοτήσεις και τα άλλα μέτρα που στρεβλώνουν το εμπόριο, ιδίως σε τομείς ειδικού εξαγωγικού ενδιαφέροντος για τις αναπτυσσόμενες χώρες, περιλαμβανομένης της γεωργίας, πρέπει να επανεκτιμηθούν με στόχο την εξάλειψή τους·

14.  θεωρεί ότι η μικροχρηματοδότηση προς τους αυτοαπασχολούμενους και οι πιστώσεις με χαμηλό επιτόκιο για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα για τις γυναίκες και την οικονομική ανάπτυξη της υπαίθρου, είναι κεφαλαιώδεις για οποιοδήποτε πρόγραμμα εξάλειψης της φτώχειας στις αναπτυσσόμενες χώρες·

15.  χαιρετίζει ιδίως την έκκληση του Μοντερρέϋ προς τις χώρες που χορηγούν βοήθεια να εξασφαλίσουν ότι οι πόροι που προορίζονται για την ελάφρυνση του χρέους είναι πρόσθετοι προς τους υφιστάμενους πόρους για την επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια, και καλεί την ΕΕ να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στην αρχή αυτή μέσω σχετικής απόφασης του Συμβουλίου·

16.  επιβεβαιώνει εκ νέου τη δέσμευση της ΕΕ να αφιερώσει το 35% του αναπτυξιακού προϋπολογισμού 2002 της ΕΕ στην εκπαίδευση και την υγεία, που αποτελούν θεμελιώδεις παράγοντες για την εξάλειψη της φτώχειας·

17.  ζητεί από το Συμβούλιο να συγκατατεθεί στην ενσωμάτωση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ώστε να διαμορφωθεί ένα διαφανές συνολικό χρηματοδοτικό πλαίσιο για την αναπτυξιακή βοήθεια της ΕΕ·

18.  αναθέτει στoν Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, των αναπτυσσόμενων χωρών και των υποψηφίων προς ένταξη χωρών, στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και στις υπηρεσίες του ΟΗΕ, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην Παγκόσμια Τράπεζα.

(1) ΕΕ C 277 της 1.10.2001, σ. 130.
(2) P5_TA(2002)0056.


Ελάφρυνση του χρέους των υπερχρεωμένων φτωχών χωρών (ΥΦΧ)
PDF 309kWORD 56k
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής για την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη θέση που θα υιοθετήσει η Κοινότητα, στο πλαίσιο του Συμβουλίου των Υπουργών των χωρών ΑΚΕ/ΕΚ, για τον διακανονισμό όλων των ειδικών δανείων των λιγότερο ανεπτυγμένων υπερχρεωμένων φτωχών χωρών (ΥΦΧ) ΑΚΕ τα οποία εναπομένουν μετά την πλήρη εφαρμογή των μηχανισμών ελάφρυνσης του χρέους των υπερχρεωμένων φτωχών χωρών (COM(2001) 210 - C5-0394/2001 - 2001/2158(COS))
P5_TA(2002)0209A5-0075/2002

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής (COM(2001) 210 – C5&nbhy;0394/2001),

–  έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ, και συγκεκριμένα το άρθρο 66 αυτής,

–  έχοντας υπόψη την εκστρατεία "Jubilee 2000", που ζητεί την ακύρωση του χρέους,

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση του Καΐρου και το σχέδιο δράσης της Διάσκεψης Κορυφής Αφρικής-Ευρώπης (3-4 Απριλίου 2000),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση της Διάσκεψης Κορυφής της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών (6-8 Σεπτεμβρίου 2000),

–  έχοντας υπόψη τη δήλωση των Βρυξελλών και το σχέδιο δράσης που εγκρίθηκε από την Τρίτη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (20 Μαΐου 2001),

–  έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της διάσκεψης της Ομάδας G8, ιδίως τις δηλώσεις της Κολωνίας (Ιούνιος 1999) και της Γένοβας (Ιούλιος 2001),

–  έχοντας υπόψη την απόφαση 98/453/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Ιουλίου 1998 για την παροχή έκτακτης βοήθειας στις υπερχρεωμένες χώρες ΑΚΕ(1),

–  έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ σχετικά με το χρέος των χωρών ΑΚΕ, τα οποία εγκρίθηκαν στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 στις Βρυξέλλες,

–  έχοντας υπόψη τα προγενέστερα ψηφίσματά του σχετικά με το εξωτερικό χρέος των φτωχών χωρών, και κυρίως τα ψηφίσματα της 16ης Ιανουαρίου 19982(2) και της 18ης Μαΐου 20003(3),

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 47, παράγραφος 1, του Κανονισμού του,

–  έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (A5-0075/2002),

Α.  έχοντας υπόψη ότι, σε πολλές περιπτώσεις, το ύψος της αναπτυξιακής βοήθειας που έχουν λάβει ορισμένες υπερχρεωμένες χώρες είναι χαμηλότερο από τα ποσά που έχουν εκταμιεύσει για την εξυπηρέτηση του χρέους,

Β.  έχοντας υπόψη ότι η πλειοψηφία των κρατών που θεωρούνται από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα ως υπερχρεωμένες φτωχές χώρες (ΥΦΧ) είναι κράτη ΑΚΕ, και ότι το βάρος του χρέους σε αυτές τις χώρες αποτελεί μείζον εμπόδιο για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη,

Γ.  έχοντας υπόψη ότι η πτώση των τιμών των πρώτων υλών κατά τα τελευταία έτη και το γεγονός ότι, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η σχέση χρέους/εξαγωγών μετεβλήθη από 50,5 % το 1975 σε 236,9 % το 1996,

Δ.  εκτιμώντας ότι το χρέος των ΥΦΧ αυξήθηκε με τον τρόπο αυτό από 147 δισ. δολ. το 1989 σε 214 δισ. δολ. το 2001, κάτι το οποίο είναι γι' αυτές δυσβάσταχτο βάρος,

Ε.  έχοντας υπόψη ότι η πρωτοβουλία ΥΦΧ επ' ουδενί δεν επαρκεί για να λυθεί το πρόβλημα αυτό, και ότι στην πραγματικότητα δεν μειώνει το ονομαστικό χρέος των ΥΦΧ· διαπιστώνοντας ότι μόνο 23 από τις χώρες ΥΦΧ, ο συνολικός αριθμός των οποίων ανέρχεται σε 42, είναι επιλέξιμες για το εν λόγω πρόγραμμα,

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η φτώχεια σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες ενδέχεται να επιδεινωθεί, καθώς τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έχουν συμβάλει περαιτέρω στην υφιστάμενη παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, και ότι αυτές ακριβώς οι συνθήκες απόλυτης ένδειας μπορεί να προκαλέσουν εκ νέου ενέργειες απελπισίας,

Ζ.  εκτιμώντας ότι, για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της φτώχειας στις ΥΦΧ, είναι σημαντικό να καταπολεμηθούν οι βασικές αιτίες της διαμάχης προκειμένου να εξασφαλισθεί μια διαρκής ειρήνη και να εγκαθιδρυθεί ως πρώτο βήμα η ειρήνη, έτσι ώστε να επιτραπεί η αποτελεσματική χρήση όλων των αποδεσμευόμενων πόρων λόγω της ελάφρυνσης του χρέους· ότι είναι πράγματι σαφές ότι τα σχέδια ανάπτυξης είναι καταδικασμένα να αποτύχουν όταν επικρατούν συνθήκες πολέμου ή εξαιρετικά σφοδρών συγκρούσεων (π.χ. μεταξύ άλλων στις περιπτώσεις της Αγκόλας, της Κολομβίας, της Σιέρρα Λεόνε και της Παλαιστίνης),

Η.  εκτιμώντας ότι οι προσπάθειες κινητοποίησης πρόσθετων πόρων για την ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να θεωρούνται ως μέρος της συνολικής προσπάθειας για την ενίσχυση των πόρων που στηρίζουν τους στόχους της κοινωνικής και ανθρώπινης ανάπτυξης,

Θ.  υπενθυμίζοντας ότι στη δήλωση του Γκέτεμποργκ και στα συμπεράσματα του Λάκεν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επανέλαβε τη δέσμευση της ΕΕ ως προς την επίτευξη του επίσημου στόχου των Ηνωμένων Εθνών για τη διάθεση 0,7% του ΑΕγχΠ στην αναπτυξιακή βοήθεια, και ότι ενόψει της διεξαγωγής της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών "Χρηματοδότηση για την Ανάπτυξη" τον Μάρτιο του 2002 και της Διάσκεψης Κορυφής για τη Γη (Σεπτέμβριος 2002, Γιοχάνεσμπουργκ), θα πρέπει να καθοριστεί ένα ακριβές χρονοδιάγραμμα συνοδευόμενο από τα απαραίτητα μέσα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου,

Ι.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάπτυξη του ανθρώπου έχει ουσιαστική σημασία για την επίτευξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ότι τα θεμελιώδη και βασικά δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα στη ζωή, στην εργασία και την ευημερία, αποτελούν με τη σειρά τους τη βάση της ανάπτυξης του ανθρώπου,

ΙΑ.  έχοντας υπόψη ότι, παρά το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν διαθέτει δυστυχώς αρμοδιότητες για το ΕΤΑ, λαμβάνει ετησίως οικονομικές πληροφορίες σχετικά με αυτό και είναι αρμόδιο για την ετήσια έγκριση της διαχείρισης της Επιτροπής όσον αφορά την εκτέλεση του ΕΤΑ,

1.  επισημαίνει ότι τα τελευταία χρόνια έχουν χορηγηθεί πολλά δάνεια στις χώρες ΑΚΕ με στόχο την εξασφάλιση της χρηματοδότησης του χρέους ή των τόκων των υφιστάμενων δανείων και όχι για νέες επενδύσεις, και ότι είναι σημαντικό να διακοπεί αυτός ο φαύλος κύκλος που ευνοεί τη φτώχεια·

2.  δέχεται με ικανοποίηση την πρόταση της Επιτροπής που συμπληρώνει τις υπόλοιπες δράσεις που έχουν αναληφθεί υπέρ των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και η οποία θα δώσει στις φτωχότερες χώρες ΑΚΕ τη δυνατότητα να σημειώσουν προόδους ως προς την καταπολέμηση της φτώχειας·

3.  θεωρεί ότι μια μεταρρύθμιση με στόχο να καταστούν πιο δίκαια τα διεθνή οικονομικά και εμπορικά συστήματα είναι σε θέση να δώσει μια ευκαιρία στις χώρες αυτές προκειμένου να εξέλθουν από την αθλιότητα·

4.  εκφράζει ωστόσο τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν εκλήθη επισήμως να διατυπώσει γνώμη·

5.  εκτιμά ότι η ενισχυμένη πρωτοβουλία υπέρ των υπερχρεωμένων φτωχών χωρών που αναγνωρίζει την αποτυχία των προηγούμενων προγραμμάτων που βασίσθηκαν σε αμιγώς μακροοικονομικές στρατηγικές και υποτίθεται ότι συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με τη μείωση της φτώχειας (όρος που βασίζεται στα Έγγραφα Στρατηγικής για τη μείωση της φτώχειας) καθιστώντας περισσότερο ευέλικτα τα κριτήρια επιλεξιμότητας, παραμένει ανεπαρκής στο σημερινό πλαίσιο παγκοσμιοποίησης της οικονομίας·

6.  τάσσεται υπέρ ορισμένων εναλλακτικών προσπαθειών με σκοπό την επανεξέταση των κατώτερων ορίων ανοχής του χρέους από πλευράς ανάπτυξης του ανθρώπου·

7.  εκτιμά ότι η διαδικασία ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους θα πρέπει να επιταχυνθεί και να εμβαθυνθεί υπό τον όρο ότι οι ευεργετούμενες κυβερνήσεις των ενδιαφερομένων χωρών σέβονται τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης και δίνουν προτεραιότητα στην εξάλειψη της φτώχειας·

8.  τονίζει ότι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους θα εξαρτηθεί από τη διατήρηση υγιών οικονομικών πολιτικών, την ενισχυμένη διαχείριση του χρέους και τη χορήγηση κατάλληλης χρηματοδότησης· από αυτήν την άποψη, και στο πλαίσιο των διαφόρων μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων πρωτοβουλιών στήριξης, οι προνομιακοί δεσμοί ορισμένων κρατών μελών, και εν γένει των περισσότερο βιομηχανοποιημένων εξ αυτών, με ορισμένες ΥΦΧ θα μπορούσαν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην παρακολούθηση της φάσης οικονομικής προσαρμογής και μετάβασης, μετά από την παραγραφή του χρέους, με την προοπτική της σταδιακής ένταξης των εν λόγω χωρών στη διεθνή οικονομία·

9.  είναι της άποψης ότι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών αποτελεί έναν από τους καταλληλότερους τρόπους προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πόροι που λαμβάνονται για την ελάφρυνση του χρέους σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους πόρους και την εξωτερική ενίσχυση, συμβάλλουν αποτελεσματικά στον περιορισμό της φτώχειας·

10.  εκτιμά ότι οι επιπρόσθετοι πόροι που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις για την ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να διατίθενται για κοινωνικά έργα σε συντονισμό με τους χορηγούς και την κοινωνία των πολιτών, συμβάλλοντας στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών σε τομείς όπως η πρωτοβάθμια εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη, το πρόβλημα του AIDS και άλλα μέτρα για τον περιορισμό της φτώχειας·

11.  συνιστά ότι η κατάρτιση Εγγράφων Στρατηγικής για τη μείωση της φτώχειας από κοινού με τις ενδιαφερόμενες χώρες θα πρέπει να αποτελεί διαφανή συμμετοχική διαδικασία, στην οποία η κοινωνία των πολιτών συμμετέχει για τον καθορισμό των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων·

12.  επισημαίνει ότι τα έγγραφα στρατηγικής για τη μείωση της φτώχειας παρέχουν ένα μέσο για τον σχηματισμό εταιρικών σχέσεων με χορηγούς βοήθειας και ένα πλαίσιο για τις παρεμβάσεις των χορηγών και άλλων εταίρων προκειμένου να εξασφαλίζεται η πλήρης ένταξη της εξωτερικής ενίσχυσης στα εθνικά προγράμματα·

13.  ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παράσχουν τεχνική βοήθεια στις χώρες ΑΚΕ προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή συστήματα διαχείρισης του χρέους, περιλαμβανομένου και του εσωτερικού χρέους· επίσης, ζητεί την καθιέρωση μηχανισμών που θα διασφαλίζουν ότι τα μερίσματα που προέρχονται από τους πόρους για την ελάφρυνση της φτώχειας θα επενδύονται σε προγράμματα για την ανθρώπινη ανάπτυξη βάσει του προτύπου που δημιούργησε το Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, τις "Διευκολύνσεις Εθνικής Εταιρικής Σχέσης", συστήματα που θα μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για τον συντονισμό μεταξύ των χορηγών και των ΠΧΟ (Πολυμερών Χρηματοδοτικών Οργανισμών) με στόχο τον έλεγχο της χρήσης των αποδεσμευόμενων πόρων·

14.  επισημαίνει ότι η επιτυχία της πρωτοβουλίας υπέρ των ΥΦΧ απαιτεί συντονισμό μεταξύ των διαφόρων χορηγών και πιστωτών και ότι κατά τη θέση σε εφαρμογή των σχεδίων για την ελάφρυνση του χρέους απαιτείται ίση κατανομή του βάρους αυτής της λειτουργίας·

15.  παροτρύνει τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των βιομηχανικών χωρών να επιδείξουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ως προς τη χορήγηση της βοήθειας, να άρουν τα εμπόδια γραφειοκρατίας και να εναρμονίζουν τις διαδικασίες τους με σκοπό τη μείωση των καθυστερήσεων και του κόστους των συναλλαγών στο ελάχιστο·

16.  τονίζει ότι η αυστηρή επίβλεψη της λειτουργίας των μηχανισμών για τις ΥΦΧ και των άλλων μηχανισμών που προτάθηκαν για την ελάφρυνση του χρέους, είναι θεμελιώδους σημασίας για την καταπολέμηση της διαφθοράς και των καταχρήσεων και είναι αναγκαία ώστε να διασφαλισθεί η δίκαιη, αποτελεσματική και αποδοτική ελάφρυνση του χρέους·

17.  εκτιμά ότι, εφόσον δεν εκπροσωπούνται όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ στην Ομάδα G8, η ΕΕ θα πρέπει να συντονίσει τις κοινοτικές προτάσεις στους κόλπους αυτής της ομάδας, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ προκειμένου να υπάρξει σημαντική χρηματοδοτική ενίσχυση για την ελάφρυνση του χρέους, διαδραματίζοντας πλήρως τον ρόλο της ως βασικός χορηγός βοήθειας σε παγκόσμια κλίμακα·

18.  λαμβάνοντας υπόψη τα πρόσφατα γεγονότα, η πρωτοβουλία υπέρ των ΥΦΧ θα πρέπει να προβλέπει επιπρόσθετη ενίσχυση στο στάδιο της εκτέλεσης υπό την επιφύλαξη ότι δεν έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές στις οικονομικές συνθήκες κάποιας χώρας λόγω εκτάκτων εξωτερικών περιστάσεων·

19.  εκτιμά ότι το εμπόριο αποτελεί σημαντική πηγή ανάπτυξης και μείωσης της φτώχειας και ότι η αυξημένη πρόσβαση στις αγορές θα δώσει σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη·

20.  απευθύνει έκκληση στους ΠΧΟ, στον ΠΟΕ και σε άλλους πολυμερείς οργανισμούς που συμμετέχουν στην "Πρωτοβουλία Ολοκληρωμένου Πλαισίου" να εντείνουν την τεχνική βοήθεια που συνδέεται με τις εμπορικές συναλλαγές με τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, προκειμένου να τις συνδράμουν ώστε να υπερπηδήσουν τα εσωτερικά εμπόδια που τίθενται για την εμπορική ολοκλήρωση·

21.  ζητεί να αναθεωρηθούν οι κανόνες του ΠΟΕ προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης που ορίσθηκαν στο Ρίο το 1992 και θεωρεί ότι οι στόχοι αυτοί πρέπει να συμβάλουν στον καθορισμό νέων κανόνων των μηχανισμών που κατευθύνουν την παγκόσμια οικονομία με σκοπό την αποτελεσματική καταπολέμηση της φτώχειας·

22.  υπενθυμίζει ότι η πρωτοβουλία ΥΦΧ, και γενικότερα τα μέτρα ακύρωσης ή μείωσης του χρέους, δεν πρέπει να αποτελέσουν πρόφαση για μείωση της αναπτυξιακής βοήθειας·

23.  αναγνωρίζει ότι για τις περισσότερες χώρες με χαμηλό εισόδημα, η λήψη επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας παραμένει απαραίτητο συμπλήρωμα για την κινητοποίηση εγχώριων πόρων και για την ενθάρρυνση των ξένων επενδύσεων προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι ανάπτυξης και μείωσης της φτώχειας (στόχοι του 2015)·

24.  υπενθυμίζει στο πλαίσιο αυτό τη δέσμευση για επίτευξη το συντομότερο δυνατόν του στόχου των Ηνωμένων Εθνών για χορήγηση επίσημης αναπτυξιακής βοήθειας σε ποσοστό 0,7% του ΑΕγχΠ , τον οποίο έχουν υιοθετήσει και η ΕΕ και τα κράτη μέλη της, όπως ακριβώς διατυπώθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ και επιβεβαιώθηκε κατά τη Συμβούλιο Ανάπτυξης των Βρυξελλών της 8ης Νοεμβρίου 2001· μια συγκεκριμένη πρόταση για την επίτευξη του στόχου 0,7% και ένα ακριβές χρονοδιάγραμμα εκ μέρους των πλέον βιομηχανοποιημένων χωρών (G8) προς αυτήν την κατεύθυνση θα αποτελούσε ένα αδιαμφισβήτητο μήνυμα με στόχο τη συμβολή της διεθνούς κοινότητας στην επιτυχία της Διάσκεψης του Monterrey για το μέλλον της ίδιας της αναπτυξιακής συνεργασίας·

25.  απαιτεί για μία ακόμη φορά την ενσωμάτωση του ΕΤΑ στον γενικό προϋπολογισμό για την ανάπτυξη της ΕΕ εφόσον κατ' αυτόν τον τρόπο θα αυξηθεί σημαντικά η διαφάνεια, η προβολή και η συνοχή της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ· καλεί την Ισπανική Προεδρία, στο πλαίσιο της Σύμβασης για το Μέλλον της Ευρώπης και των γενικών προετοιμασιών για την προσεχή ΔΚΔ, να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις για να ενταχθεί το ΕΤΑ στον κοινοτικό προϋπολογισμό·

26.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο ΑΚΕ-ΕΕ, στα ΗΕ, στο ΔΝΤ και στην Παγκόσμια Τράπεζα.

(1) ΕΕ L 198 της 15.7.1998, σ. 40.
(2)2 ΕΕ C 34 της 2.2.1998, σ. 196.
(3)3 ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 239.

Ανακοίνωση νομικού περιεχομένου - Πολιτική απορρήτου